61991J0016

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 17ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1992. - WACKER WERKE GMBH & CO KG ΚΑΤΑ HAUPTZOLLAMT MUENCHEN-WEST. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ: FINANZGERICHT MUENCHEN - ΓΕΡΜΑΝΙΑ. - ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΤΕΛΕΙΟΠΟΙΗΣΗ - ΟΛΙΚΗ Η ΜΕΡΙΚΗ ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟΥΣ ΔΑΣΜΟΥΣ - ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ. - ΥΠΟΘΕΣΗ C-16/91.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1992 σελίδα I-06821


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων * Συναλλαγές με τις τρίτες χώρες * Καθεστώς παθητικής τελειοποιήσεως * Ολική ή μερική απαλλαγή από τους εισαγωγικούς δασμούς που εφαρμόζονται επί των παραγώγων προϊόντων * Μέθοδοι υπολογισμού * Καθορισμός των θεωρητικώς οφειλομένων δασμών * Συναλλακτική αξία των παραγώγων προϊόντων * Καθορισμός των πράγματι οφειλομένων δασμών * Καθορισμός της αξίας των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής

(Κανονισμοί του Συμβουλίου 1224/80, άρθρα 3 και 8 PAR 1, στοιχ. β', σημ. i, και 2473/86, άρθρο 13)

Περίληψη


Ο κανονισμός 2473/86, σχετικά με το καθεστώς της παθητικής τελειοποιήσεως και το σύστημα σταθερών ανταλλαγών, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, για τον υπολογισμό της προβλεπόμενης ολικής ή μερικής απαλλαγής από εισαγωγικούς δασμούς που ισχύει για τα παράγωγα προϊόντα, ο υπολογισμός των θεωρητικώς οφειλομένων για τα εν λόγω προϊόντα εισαγωγικών δασμών πρέπει, καταρχήν, να γίνεται βάσει της συναλλακτικής τους αξίας, ενώ ο υπολογισμός της αξίας των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής, που είναι αναγκαίος για τον καθορισμό των πράγματι οφειλομένων δασμών, πρέπει να γίνεται σύμφωνα με μια από τις δύο μεθόδους που προβλέπει το άρθρο 13, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του εν λόγω κανονισμού. Σε περίπτωση που η αξία των παραγώγων προϊόντων έχει καθοριστεί χωρίς καμιά προσαρμογή κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', σημείο i, του κανονισμού 1224/80, περί της δασμολογητέας αξίας των εμπορευμάτων, η αξία των προϊόντων προσωρινής εξαγωγής είναι ίση προς τη διαφορά μεταξύ της δασμολογητέας αξίας των παραγώγων προϊόντων και των εξόδων τελειοποιήσεως που έχουν καθοριστεί με εύλογο τρόπο. Ο συνυπολογισμός της συναλλακτικής αξίας των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής μπορεί να αποτελεί έναν τέτοιο τρόπο.

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-16/91,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Finanzgericht Muenchen (Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Wacker Werke GmbH & Co. KG

και

Hauptzollamt Muenchen-West,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 13, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού (ΕΟΚ) 2473/86 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1986, σχετικά με το καθεστώς της παθητικής τελειοποιήσεως και το σύστημα σταθερών ανταλλαγών (ΕΕ L 212, σ. 1), και των άρθρων 3 και 8 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1224/80 του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 1980, περί της δασμολογητέας αξίας των εμπορευμάτων (ΕΕ ειδ. έκδ. 02/008, σ. 218), όπως έχει τροποποιηθεί από τον κανονισμό (ΕΟΚ) 1055/85 του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 1985 (ΕΕ L 112, σ. 50),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους G. C. Rodriguez Iglesias, πρόεδρο τμήματος, R. Joliet και D. A. O. Edward, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: G. Tesauro

γραμματέας: H. A. Ruehl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

* η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους Ernst Roeder, Ministerialrat στο Υπουργείο Οικονομικών Υποθέσεων, και J. Karl, Regierungsdirektor στο ίδιο υπουργείο,

* η Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την B. Rodriguez, μέλος της νομικής υπηρεσίας, επικουρούμενη από τον R. Hayder, υπάλληλο του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Οικονομίας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, αποσπασμένο στη νομική υπηρεσία της Επιτροπής στο πλαίσιο του προγράμματος ανταλλαγών με εθνικούς υπαλλήλους,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας και της Επιτροπής, κατά τη συνεδρίαση της 26ης Μαρτίου 1992,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 13ης Μαΐου 1992,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με διάταξη της 20ής Δεκεμβρίου 1990, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 18 Ιανουαρίου 1991, το Finanzgericht Muenchen υπέβαλε, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, τρία προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία του κανονισμού (ΕΟΚ) 2473/86 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1986, σχετικά με το καθεστώς της παθητικής τελειοποιήσεως και το σύστημα σταθερών ανταλλαγών (ΕΕ L 212, σ. 1, στο εξής: κανονισμός περί παθητικής τελειοποιήσεως), και του κανονισμού (ΕΟΚ) 1224/80 του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 1980, περί της δασμολογητέας αξίας των εμπορευμάτων (ΕΕ ειδ. έκδ. 02/008, σ. 218, στο εξής: κανονισμός περί δασμολογητέας αξίας).

2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της εταιρίας Wacker Werke (στο εξής: Wacker Werke) και του Hauptzollamt Muenchen-West (στο εξής: Hauptzollamt) σχετικά με τη δασμολογητέα αξία ορισμένων εισαχθέντων από τη Wacker Werke μεταξύ 1986 και 1988 προϊόντων τα οποία η εν λόγω εταιρία είχε αγοράσει από τη Wacker Corporation (στο εξής: Wacker Corp.), εταιρία εδρεύουσα στις Ηνωμένες Πολιτείες, με την οποία συνδέεται οικονομικώς.

3 Η Wacker Werke κατασκευάζει βενζινοκινητήρες και αγοράζει κινητήρες ντίζελ από άλλες γερμανικές επιχειρήσεις. Η Wacker Werke πωλεί τους δύο αυτούς τύπους κινητήρων στη Wacker Corp. Οι κινητήρες εξάγονται ως εμπορεύματα προσωρινής εξαγωγής δυνάμει αδείας εκδιδομένης βάσει του κανονισμού περί παθητικής τελειοποιήσεως.

4 Όταν η Wacker Werke πωλεί στη Wacker Corp. προσαυξάνει, λαμβάνοντας υπόψη τα γενικά εξόδων και το περιθώριο κέρδους, κατά 25 % το κόστος κατασκευής των βενζινοκινητήρων της και κατά 5 % την τιμή αγοράς των κινητήρων ντίζελ που προμηθεύεται από άλλες γερμανικές επιχειρήσεις.

5 Η Wacker Corp. ενσωματώνει τους κινητήρες που αγοράζει από τη Wacker Werke σε πλάκες δονήσεων, σε έμβολα και αντλίες υγρών. Στη συνέχεια, τα προϊόντα αυτά πωλούνται από τη Wacker Corp., εν μέρει απευθείας στην αμερικανική και ευρωπαϊκή αγορά και, εν μέρει, στη Wacker Werke, η οποία τα επανεισάγει στην Κοινότητα ως παράγωγα προϊόντα υπό καθεστώς παθητικής τελειοποιήσεως. Η Wacker Werke αγοράζει αυτά τα παράγωγα προϊόντα από τη Wacker Corp. στις τιμές που ορίζονται στους τιμοκαταλόγους της Wacker Corp. οι οποίοι ισχύουν για την αμερικανική αγορά, μειωμένες κατά 45 %.

6 Το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει ότι από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ότι οι τιμές της Wacker Werke για τα εμπορεύματα προσωρινής εξαγωγής ή οι τιμές της Wacker Corp. για τα παράγωγα προϊόντα έχουν επηρεαστεί από τη σχέση μεταξύ των δύο εταιριών.

7 Η μεταξύ της Wacker Werke και του Hauptzollamt διαφορά έχει σχέση με την αξία των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής και των παραγώγων προϊόντων που ελήφθησαν υπόψη για τον υπολογισμό του ύψους των εισαγωγικών δασμών που έπρεπε να καταβάλει η Wacker Werke για τα εισαχθέντα στη Γερμανία, μεταξύ Φεβρουαρίου 1986 και Δεκεμβρίου 1988, παράγωγα προϊόντα υπό καθεστώς παθητικής τελειοποιήσεως.

8 Κατά τη συμπλήρωση των τελωνειακών διατυπώσεων για τα εν λόγω παράγωγα προϊόντα που εισήγαγε η Wacker Werke, το Hauptzollamt στηρίχθηκε, για τον υπολογισμό της δασμολογητέας αξίας των προϊόντων αυτών καθώς και της δασμολογητέας αξίας των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής, στη συναλλακτική τους αξία. Στη συνέχεια, το Hauptzollamt υποστήριξε ότι, καίτοι τα παράγωγα προϊόντα έπρεπε πράγματι να εκτιμηθούν βάσει της συναλλακτικής τους αξίας, αντιθέτως, τα εμπορεύματα προσωρινής εξαγωγής έπρεπε, κατ' εφαρμογή του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', σημείο i, του κανονισμού περί της δασμολογητέας αξίας, να εκτιμηθούν με βάση το κόστος κατασκευής τους ή την τιμή αγοράς που είχε καταβάλει η Wacker Werke για τους κινητήρες, χωρίς να ληφθούν υπόψη οι προσαυξήσεις κατά 25 ή κατά 5 % στις οποίες αυτή είχε προβεί. Κατόπιν τούτου, το Hauptzollamt αξίωσε την εκ των υστέρων καταβολή δασμών ύψους 36 057,20 γερμανικών μάρκων (DM) για τις πραγματοποιηθείσες μεταξύ Φεβρουαρίου 1986 και Δεκεμβρίου 1988 εισαγωγές.

9 Η Wacker Werke προσέβαλε την απόφαση αυτή ενώπιον του Finanzgericht Muenchen (στο εξής: Finanzgericht). Η Wacker Werke ισχυρίζεται κατ' ουσίαν ότι η τιμή πωλήσεως των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής έπρεπε να αφαιρεθεί από την τιμή αγοράς των παραγώγων προϊόντων ώστε να φανούν τα έξοδα τελειοποιήσεως και ότι το Hauptzollamt δεν εδικαιούτο να εφαρμόσει το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', σημείο i, του κανονισμού περί της δασμολογητέας αξίας διότι οι εν λόγω κινητήρες είχαν αναμφιβόλως δοθεί εξ επαχθούς αιτίας. Το Finanzgericht αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα εξής προδικαστικά ερωτήματα:

"1) Πρέπει το άρθρο 13, παράγραφος 1, του κανονισμού 2473/86 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1986, σχετικά με το καθεστώς της παθητικής τελειοποιήσεως και το σύστημα σταθερών ανταλλαγών (ΕΕ L 212, της 2ας Αυγούστου 1986, σ. 1), να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, για τον υπολογισμό των εισαγωγικών δασμών, η δασμολογητέα αξία των παραγώγων προϊόντων και των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής πρέπει καταρχήν να καθορίζεται με βάση τη συναλλακτική τους αξία, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 1224/80 του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 1980, περί της δασμολογητέας αξίας των εμπορευμάτων (ΕΕ ειδ. έκδ. 02/008, σ. 218), όπως αυτός έχει τελικώς τροποποιηθεί από τον κανονισμό 1055/85 του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 1985 (ΕΕ L 112, της 25ης Απριλίου 1985, σ. 50);

2) Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα:

Πρέπει η πρώτη δυνατότητα που προβλέπεται στο άρθρο 13, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 2473/86 να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η δασμολογητέα αξία των παραγώγων προϊόντων πρέπει να καθορίζεται σύμφωνα με τη διάταξη αυτή ακόμα και όταν ο κάτοχος της αδείας παθητικής τελειοποιήσεως δεν έχει προσωρινώς εξαγάγει, ούτε αδαπάνως ούτε με μειωμένο κόστος, εμπορεύματα κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', σημείο i, του κανονισμού 1224/80;

3) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα:

Πρέπει το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', σημείο i, του κανονισμού 1224/80 να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, για τον καθορισμό της αξίας των μνημονευομένων στη διάταξη αυτή προϊόντων τα οποία έχουν κατασκευαστεί από τον ίδιο τον κάτοχο αδείας τελειοποιήσεως, μόνο τα έξοδα κατασκευής πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και ότι η συναλλακτική αξία πρέπει να προσαρμόζεται ανάλογα με τα γενικά έξοδα και το περιθώριο κέρδους που περιλαμβάνονται στην τιμή πωλήσεως των προϊόντων αυτών;

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, πρέπει επίσης, για τον καθορισμό της αξίας των παραγώγων προϊόντων, να προσαρμόζεται η συναλλακτική τους αξία ανάλογα με τα στοιχεία κόστους που υπεισέρχονται στην αξία των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής κατά το μέτρο που τα στοιχεία αυτά εμπεριέχονται στη συναλλακτική αξία των παραγώγων προϊόντων;"

10 Στην έκθεση ακροατηρίου αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά και το νομικό πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης, η εξέλιξη της διαδικασίας καθώς και οι γραπτές παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

11 Προς κατανόηση του περιεχομένου των υποβληθέντων στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης, ερωτημάτων πρέπει, καταρχάς, να υπομνησθούν οι ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις.

12 Δυνάμει του άρθρου 1, παράγραφος 2, του κανονισμού περί παθητικής τελειοποιήσεως, το καθεστώς αυτό επιτρέπει την προσωρινή εξαγωγή κοινοτικών εμπορευμάτων εκτός του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας προκειμένου αυτά να υποστούν εργασίες τελειοποιήσεως, τα δε παράγωγα προϊόντα που θα προκύψουν από τις εργασίες αυτές να τεθούν σε ελεύθερη κυκλοφορία εντός του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας με μερική ή ολική απαλλαγή από εισαγωγικούς δασμούς.

13 Σύμφωνα με το άρθρο 13, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού, "η ολική ή μερική απαλλαγή από τους εισαγωγικούς δασμούς που προβλέπεται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, συνίσταται στην αφαίρεση από το ποσό των εισαγωγικών δασμών, που αντιστοιχούν στα παράγωγα προϊόντα που τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία, του ποσού των εισαγωγικών δασμών που θα έπρεπε να επιβληθούν στα εμπορεύματα προσωρινής εξαγωγής αν είχαν εισαχθεί στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας από τη χώρα στην οποία αποτέλεσαν αντικείμενο της εργασίας ή της τελευταίας εργασίας τελειοποιήσεως".

14 Για την εκτίμηση της αξίας των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής, το άρθρο 13, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, προβλέπει δύο μεθόδους υπολογισμού.

15 Σύμφωνα με την πρώτη μέθοδο, η αξία είναι αυτή που λαμβάνεται υπόψη για τα εμπορεύματα αυτά κατά τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας των παραγώγων προϊόντων σύμφωνα με το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', σημειο i, του κανονισμού περί της δασμολογητέας αξίας, το οποίο παραπέμπει στο άρθρο 3 του ίδιου κανονισμού.

16 Από το άρθρο 3, παράγραφος 1, του τελευταίου κανονισμού προκύπτει ότι η δασμολογητέα αξία των εισαγομένων εμπορευμάτων είναι η "συναλλακτική αξία, δηλαδή η πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα για τα εμπορεύματα τιμή όταν πωλούνται προς εξαγωγή με προορισμό το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητος, μετά από προσαρμογή που πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 8", εφόσον, μεταξύ άλλων, "ο αγοραστής και ο πωλητής δεν συνδέονται μεταξύ τους ή, εάν συνδέονται, η συναλλακτική αξία είναι αποδεκτή για δασμολογικούς σκοπούς δυνάμει της παραγράφου 2" (άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο δ').

17 Στη συνέχεια, το άρθρο 3, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού ορίζει μια σειρά κριτηρίων προκειμένου να καθορίζεται αν η συναλλακτική αξία μεταξύ συνδεομένων προσώπων είναι αποδεκτή και ορίζει ότι, κατά την εφαρμογή των κριτηρίων αυτών, λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι αποδεικνυόμενες διαφορές μεταξύ, κυρίως, των στοιχείων που απαριθμούνται στο άρθρο 8 καθώς και των "εξόδων που επιβαρύνουν τον πωλητή επί πωλήσεων στις οποίες δεν συνδέονται μεταξύ τους ο αγοραστής και ο πωλητής και που δεν βαρύνουν τον πωλητή επί πωλήσεων στις οποίες συνδέονται μεταξύ τους ο αγοραστής και ο πωλητής".

18 Τέλος, στις διατάξεις του άρθρου 8, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού καθορίζονται ορισμένα στοιχεία που πρέπει να προστίθενται στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα για τα εισαγόμενα εμπορεύματα τιμή προκειμένου να καθοριστεί η δασμολογητέα αξία κατ' εφαρμογή του άρθρου 3, συμπεριλαμβανομένης, στο στοιχείο β', της αξίας, επιμεριζομένης με τον κατάλληλο τρόπο, ορισμένων προϊόντων και υπηρεσιών εφόσον παρέχονται άμεσα ή έμμεσα από τον αγοραστή αδαπάνως ή με μειωμένο κόστος και χρησιμοποιούνται κατά την παραγωγή και την πώληση προς εξαγωγή των εισαγομένων εμπορευμάτων, στο μέτρο που η αξία αυτή δεν έχει περιληφθεί στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή. Τα κατ' αυτόν τον τρόπο μνημονευόμενα προϊόντα αφορούν, στο σημείο i, τις "ύλες, συστατικά, μέρη και παρόμοια στοιχεία που έχουν ενσωματωθεί στα εισαγόμενα εμπορεύματα".

19 Εξ αυτού έπεται ότι, όταν πρόκειται για εφαρμογή του κανονισμού περί δασμολογητέας αξίας στα παράγωγα προϊόντα, είναι ανάγκη, στη μνημονευόμενη από το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', σημείο i, περίπτωση, να καθορίζεται η αξία των υλών, συστατικών, μερών και παρομοίων στοιχείων που έχουν ενσωματωθεί στα εισαγόμενα εμπορεύματα. Σ' αυτή και μόνο την περίπτωση μπορεί να τύχει εφαρμογής η πρώτη μέθοδος η οποία προϋποθέτει ότι η αξία αυτή έχει διαπιστωθεί.

20 Η δεύτερη μέθοδος, η οποία πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν η αξία δεν μπορεί να καθοριστεί σύμφωνα με την πρώτη μέθοδο, προβλέπει ότι η αξία των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής συνίσταται στην "διαφορά μεταξύ της δασμολογητέας αξίας των παραγώγων προϊόντων και των εξόδων τελειοποιήσεως που καθορίζονται με εύλογο τρόπο".

Επί του πρώτου ερωτήματος

21 Το πρώτο ερώτημα αφορά το ζήτημα αν, καταρχήν, για τον υπολογισμό των εισαγωγικών δασμών, η δασμολογητέα αξία των παραγώγων προϊόντων και των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής πρέπει να καθορίζεται με βάση τη συναλλακτική τους αξία.

22 Καταρχήν, δεν αμφισβητείται ότι η δασμολογητέα αξία που καθορίζεται σύμφωνα με την προβλεπόμενη στα άρθρα 3 επ. του κανονισμού περί δασμολογητέας αξίας μέθοδο είναι αυτή που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της αξίας των παραγώγων προϊόντων. Επομένως, πρόκειται για την εξέταση του ζητήματος αν, όπως θεωρεί και το αιτούν δικαστήριο, η συναλλακτική αξία πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και για τον υπολογισμό της αξίας των προϊόντων προσωρινής εξαγωγής.

23 Από την ανάλυση των προμνησθεισών διατάξεων των δύο κανονισμών προκύπτει ότι για τον υπολογισμό των εισαγωγικών δασμών πρέπει όχι μόνο να μη λαμβάνεται απλώς υπόψη η συναλλακτική αξία των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής, αλλά και να εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο 13 του κανονισμού περί παθητικής τελειοποιήσεως.

24 Η διαδικασία αυτή είναι αδιαχώριστη από τον καθορισμό της αξίας των παραγώγων προϊόντων που γίνεται σε προγενέστερο στάδιο. Πράγματι, κατά τον καθορισμό της αξίας αυτής, πρέπει ήδη να αποφασιστεί αν πρέπει να γίνει ή όχι προσαρμογή κατ' εφαρμογή του άρθρου 8 του κανονισμού περί δασμολογητέας αξίας και από μια τέτοια απόφαση εξαρτάται η μέθοδος που πρέπει να επιλεγεί για την εκτίμηση των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής σύμφωνα με το άρθρο 13, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού περί παθητικής τελειοποιήσεως.

25 Σε μια τέτοια κατάσταση, όπως η αποτελούσα εν προκειμένω το αντικείμενο της κύριας δίκης, όπου η αρμόδια αρχή αποφάσισε ότι η συναλλακτική αξία των παραγώγων προϊόντων έπρεπε να ληφθεί υπόψη ως δασμολογητέα αξία, δεν έγινε καμιά προσαρμογή κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', σημείο i. Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να υιοθετηθεί όχι η πρώτη μέθοδος εκτιμήσεως των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής που προβλέπεται από το άρθρο 13, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, αλλά η δεύτερη μέθοδος εκτιμήσεως.

26 Στο πλαίσιο της μεθόδου αυτής, ο συνυπολογισμός της συναλλακτικής αξίας των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής μπορεί να αποτελέσει, υπό περιστάσεις όπως αυτές της κύριας δίκης, εύλογο μέσο για τον καθορισμό των εξόδων τελειοποιήσεως.

27 Ως εκ τούτου, στο πρώτο ερώτημα του Finanzgericht πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι ο κανονισμός περί παθητικής τελειοποιήσεως πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, για τον υπολογισμό της προβλεπόμενης ολικής ή μερικής απαλλαγής από εισαγωγικούς δασμούς, ο υπολογισμός των εισαγωγικών δασμών των παραγώγων προϊόντων πρέπει, καταρχήν, να γίνεται βάσει της συναλλακτικής αξίας των εν λόγω προϊόντων, ενώ ο υπολογισμός της αξίας των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής πρέπει να γίνεται σύμφωνα με μια από τις δύο μεθόδους που προβλέπει το άρθρο 13, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του εν λόγω κανονισμού. Σε περίπτωση που η αξία των παραγώγων προϊόντων έχει καθοριστεί χωρίς καμιά προσαρμογή, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', σημείο i, του κανονισμού περί της δασμολογητέας αξίας, η αξία των προϊόντων προσωρινής εξαγωγής είναι ίση προς τη διαφορά μεταξύ της δασμολογητέας αξίας των παραγώγων προϊόντων και των εξόδων τελειοποιήσεως που έχουν καθοριστεί με εύλογο τρόπο. Ο συνυπολογισμός της συναλλακτικής αξίας των οικείων εμπορευμάτων μπορεί να αποτελεί έναν τέτοιο τρόπο.

Επί του δευτέρου και τρίτου ερωτήματος

28 Ενόψει της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στο δεύτερο και τρίτο ερώτημα.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

29 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Γερμανική Κυβέρνηση και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε, με διάταξη της 20ής Δεκεμβρίου 1990, το Finanzgericht Muenchen, αποφαίνεται:

Ο κανονισμός (EOK) 2473/86 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1986, σχετικά με το καθεστώς παθητικής τελειοποιήσεως και το σύστημα σταθερών ανταλλαγών, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, για τον υπολογισμό της προβλεπόμενης ολικής ή μερικής απαλλαγής από εισαγωγικούς δασμούς, ο υπολογισμός των εισαγωγικών δασμών των παραγώγων προϊόντων πρέπει, καταρχήν, να γίνεται βάσει της συναλλακτικής αξίας των εν λόγω προϊόντων, ενώ ο υπολογισμός της αξίας των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής πρέπει να γίνεται σύμφωνα με μια από τις δύο μεθόδους που προβλέπει το άρθρο 13, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του εν λόγω κανονισμού. Σε περίπτωση που η αξία των παραγώγων προϊόντων έχει καθοριστεί χωρίς καμιά προσαρμογή, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', σημείο i, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1224/80 του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 1980, περί της δασμολογητέας αξίας, η αξία των προϊόντων προσωρινής εξαγωγής είναι ίση προς τη διαφορά μεταξύ της δασμολογητέας αξίας των παραγώγων προϊόντων και των εξόδων τελειοποιήσεως που έχουν καθοριστεί με εύλογο τρόπο. Ο συνυπολογισμός της συναλλακτικής αξίας των οικείων εμπορευμάτων μπορεί να αποτελεί έναν τέτοιο τρόπο.