61990J0181

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 4ΗΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 1992. - CONSORGAN - GESTAO DE EMPRESAS LDA ΚΑΤΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. - ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ - ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΙΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΑΡΧΙΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ. - ΥΠΟΘΕΣΗ C-181/90.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1992 σελίδα I-03557


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

Πράξεις των οργάνων - Αιτιολόγηση - Υποχρέωση - Περιεχόμενο - Απόφαση της Επιτροπής περί μειώσεως της χορηγούμενης εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Κοινοτικού Ταμείου συνδρομής για δραστηριότητα επαγγελματικής καταρτίσεως

(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 190)

Περίληψη


Καίτοι στο πλαίσιο αρχικής αιτήσεως συνδρομής του ΕΚΤ για δραστηριότητα επαγγελματικής καταρτίσεως η συνοπτική αιτιολόγηση της αποφάσεως της Επιτροπής περί μη εγκρίσεως της συνδρομής πληροί τις επιταγές του άρθρου 190 της Συνθήκης, η απόφαση περί μειώσεως του ποσού της αρχικώς εγκριθείσας συνδρομής πρέπει αντίθετα, λόγω του ότι συνεπάγεται βαρύτερες συνέπειες για τον αιτούντα, να διευκρινίζει με σαφήνεια τους λόγους που δικαιολογούν τη μείωση αυτή σε σχέση με το αρχικώς εγκριθέν ποσό.

Δεν ανταποκρίνεται στην ανωτέρω επιταγή απόφαση η οποία στηρίζεται στο ότι ορισμένες από τις αναληφθείσες δαπάνες δεν εγκρίθηκαν κατά τη χορήγηση της συνδρομής, χωρίς μάλιστα να έχει γνωστοποιηθεί οποιαδήποτε λεπτομερής και σαφής εγκριτική απόφαση, και η οποία δεν περιέχει κανένα ενδεικτικό στοιχείο των κριτηρίων βάσει των οποίων υπολογίσθηκε το κοινοποιηθέν στον δικαιούχο μειωμένο ποσό.

CA/SAV

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-181/90,

Consorgan - Gestao de Empresas, Ld. a , εταιρία πορτογαλικού δικαίου εδρεύουσα στη Λισσαβώνα, εκπροσωπούμενη από τον Onofre Dos Santos, δικηγόρο Λισσαβώνας, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον δικηγόρο Guy Harles, 4, avenue Marie-Therese,

προσφεύγουσα,

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπουμένης από τον Herculano Lima, νομικό σύμβουλο, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Roberto Hayder, εκπρόσωπο της Νομικής Υπηρεσίας, Centre Wagner, Kirchberg,

καθής,

που έχει ως αντικείμενο την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής, της 30ής Μαρτίου 1990, περί χαρακτηρισμού ως μη επιλεξίμων και συνεπώς ως μη εμπιπτουσών στη σφαίρα ευθύνης του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου δαπανών ύψους 30 501 190 πορτογαλικών εσκούδος (ESC) στα πλαίσια της αιτήσεως συνδρομής 871106 Ρ1,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους F. A. Schockweiler, πρόεδρο τμήματος, G. F. Mancini και J. L. Murray, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Darmon,

γραμματέας: H. A. Ruehl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της καθής κατά τη συνεδρίαση της 7ης Ιανουαρίου 1992,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 25ης Φεβρουαρίου 1992,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 8 Ιουνίου 1990, η εταιρία Consorgan - Gestao de Empresas Ld. a , ζήτησε, δυνάμει του άρθρου 173, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΟΚ, την ακύρωση της κοινοποιηθείσας στην προσφεύγουσα αποφάσεως της Επιτροπής, της 30ής Μαΐου 1990, περί μειώσεως της συνδρομής που είχε χορηγήσει αρχικώς το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο υπό μορφή προγράμματος επαγγελματικής καταρτίσεως υποβληθέντος από την προσφεύγουσα.

2 Κατά το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο α, της αποφάσεως 83/516/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Οκτωβρίου 1983, για την αποστολή του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (ΕΕ 1983, L 289, σ. 38), το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (στο εξής: ΕΚΤ) συμμετέχει στη χρηματοδότηση δραστηριοτήτων επαγγελματικής καταρτίσεως και επαγγελματικού προσανατολισμού.

3 Η έγκριση εκ μέρους του ΕΚΤ αιτήσεως χρηματοδοτήσεως που υποβάλλεται δυνάμει του άρθρου 3, παράγραφος 1, της προαναφερθείσας αποφάσεως 83/516 συνεπάγεται, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 2950/83 του Συμβουλίου, της 17ης Οκτωβρίου 1983, για την εφαρμογή της αποφάσεως 83/516 (ΕΕ 1983, L 289, σ. 1, στο εξής: κανονισμός), την καταβολή προκαταβολικώς του 50 % της συνδρομής κατά την ημερομηνία που έχει προβλεφθεί για την έναρξη της δραστηριότητας καταρτίσεως. Δυνάμει της παραγράφου 4, του ιδίου άρθρου, οι αιτήσεις για την καταβολή του εναπομένοντος ποσού περιέχουν λεπτομερή έκθεση για το περιεχόμενο, τα αποτελέσματα και τις χρηματοοικονομικές πλευρές της οικείας δραστηριότητας.

4 Κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, του κανονισμού, όταν η συνδρομή του ΕΚΤ δεν χρησιμοποιείται σύμφωνα με τους όρους που καθορίζει η εγκριτική απόφαση, η Επιτροπή μπορεί να αναστείλει, μειώσει ή καταργήσει τη συνδρομή αυτή, αφού δώσει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος την ευκαιρία να υποβάλει τις παρατηρήσεις του. Η παράγραφος 2 του ιδίου άρθρου ορίζει ότι τα καταβληθέντα ποσά που δεν χρησιμοποιήθηκαν σύμφωνα με τους όρους της εγκριτικής αποφάσεως μπορούν να αναζητηθούν και το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος καθίσταται επικουρικώς υπεύθυνο για την επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, όταν πρόκειται για δραστηριότητες για τις οποίες εγγυάται το αίσιο πέρας τους σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 2, της προαναφερθείσας αποφάσεως 83/516.

5 Η αρμόδια για υποθέσεις του ΕΚΤ στη Λισσαβώνα υπηρεσία (στο εξής: DAFSE) υπέβαλε εξ ονόματος της Πορτογαλικής Δημοκρατίας και υπέρ ομίλου επιχειρήσεων, μέλος του οποίου ήταν η προσφεύγουσα εταιρία, αίτηση συνδρομής του ΕΚΤ για το οικονομικό έτος 1987.

6 Με την επιφύλαξη ορισμένων τροποποιήσεων, η Επιτροπή εξέδωσε στις 30 Απριλίου 1987 απόφαση με την οποία ενέκρινε το πρόγραμμα επαγγελματικής καταρτίσεως για το οποίο είχε ζητηθεί η χορήγηση της συνδρομής και είχε λάβει αριθμό φακέλου FSE 871106 P1. Η απόφαση αυτή κοινοποιήθηκε στην DAFSE, η οποία με τη σειρά της την επέδωσε στην προσφεύγουσα.

7 Μετά την ολοκλήρωση της δραστηριότητας επαγγελματικής καταρτίσεως, η προσφεύγουσα υπέβαλε στην DAFSE τελική αίτηση για την καταβολή του εναπομένοτος ποσού, καθώς και την κατά το άρθρο 5, παράγραφος 4, του κανονισμού ποσοτική και ποιοτική έκθεση απολογισμού.

8 Η Πορτογαλική Δημοκρατία πιστοποίησε, κατ' εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεως, την ακρίβεια των περιεχομένων στην αίτηση πληρωμής πραγματικών και λογιστικών στοιχείων και τη διαβίβασε στην Επιτροπή.

9 'Υστερα από λεπτομερή εξέταση της αιτήσεως περί καταβολής του εναπομένοντος ποσού, η Επιτροπή διαπίστωσε, με έγγραφο της 5ης Σεπτεμβρίου 1989, ότι ποσόν ορισμένου ύψους αφορούσε μη επιλέξιμες δαπάνες. 'Υστερα από την ανταλλαγείσα μεταξύ DAFSE και Επιτροπής αλληλογραφία, η δεύτερη μείωσε, όπως προκύπτει από το έγγραφο της 2ας Μαρτίου 1990, τη συνδρομή που είχε χορηγήσει αρχικώς το ΕΚΤ. Η απόφαση αυτή γνωστοποιήθηκε στην προσφεύγουσα με έγγραφο της DAFSE που φέρει ημερομηνία 30 Μαρτίου 1990.

10 Στην έκθεση ακροατηρίου αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς, η εξέλιξη της διαδικασίας και οι λόγοι και τα επιχειρήματα των διαδίκων. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνο καθόσον απαιτεί η συλλογιστική του Δικαστηρίου.

11 Η επίδικη απόφαση κοινοποιήθηκε προφανώς από την Επιτροπή στην DAFSE υπό μορφή εγγράφου με το οποίο της γνωστοποίησε ότι, δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 1, του κανονισμού, η συνδρομή του ΕΚΤ μειωνόταν σε ποσό χαμηλότερο του αρχικώς εγκριθέντος.

12 Υπό την έννοια αυτή, η επίδικη απόφαση, μολονότι απευθύνθηκε στην Πορτογαλική Δημοκρατία, αφορά άμεσα και ατομικά την προσφεύγουσα κατά το άρθρο 173, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης, εφόσον στερεί τη δεύτερη από ένα μέρος της συνδρομής που της είχε χορηγηθεί αρχικώς, χωρίς το κράτος μέλος να διαθέτει συναφώς ιδία εξουσία εκτιμήσεως.

13 Προς στήριξη της προσφυγής της, η Consorgan υποστηρίζει ότι η Επιτροπή παραβίασε ουσιώδεις τύπους, δεδομένου ότι η προσβαλλομένη απόφαση δεν πληροί την υποχρέωση αιτιολογήσεως του άρθρου 190 της Συνθήκης.

14 Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η υποχρέωση αιτιολογήσεως των ατομικών αποφάσεων έχει ως σκοπό να επιτρέπει στο Δικαστήριο να ασκεί τον έλεγχο της νομιμότητας της αποφάσεως και να παρέχει στον ενδιαφερόμενο ικανές ενδείξεις ως προς το αν η απόφαση έχει επαρκές έρεισμα ή αν ενδεχομένως πάσχει ελάττωμα λόγω του ότι θα μπορούσε να αμφισβητηθεί η νομιμότητά της. Η έκταση της υποχρεώσεως αυτής εξαρτάται από τη φύση της οικείας πράξεως και του πλαισίου εντός του οποίου υιοθετήθηκε (απόφαση της 7ης Απριλίου 1987 στην υπόθεση 32/86, Sisma, Συλλογή 1987, σ. 1645, σκέψη 8).

15 Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, μολονότι στο πλαίσιο αρχικής αιτήσεως συνδρομής του ΕΚΤ, το Δικαστήριο έκρινε ότι, όπως τόνισε ο γενικός εισαγγελέας στην παράγραφο 74 των προτάσεών του, ο συνοπτικός χαρακτήρας της αιτιολογήσεως μιας αποφάσεως πληροί τις επιταγές του άρθρου 190 της Συνθήκης (απόφαση της 7ης Φεβρουαρίου 1990 στην υπόθεση C-213/87, Gemeente Amsterdam, Συλλογή 1990, σ. Ι-221, σκέψη 28), η λύση αυτή δικαιολογείται από το γεγονός ότι η απόρριψη παρομοίας αιτήσεως σημαίνει απλώς την άρνηση παροχής της αιτηθείσας χρηματοοικονομικής ενισχύσεως.

16 Αντίθετα, σε περίπτωση εγκρίσεως της αρχικής αιτήσεως, η απόφαση περί μειώσεως του ύψους της αρχικώς χορηγηθείσης συνδρομής συνεπάγεται βαρύτερες συνέπειες για τον αιτούντα.

17 Στην προκειμένη περίπτωση, ο αιτών έλαβε προκαταβολή καλύπτουσα το 50 % των εγκεκριμένων δαπανών, με αποτέλεσμα να είναι υποχρεωμένος να καταβάλει ο ίδιος σημαντικά ποσά εν αναμονή της εισπράξεως του εναπομένοντος ποσού που νομίμως δικαιούται να αναμένει, στον βαθμό που δικαιολογεί ότι έκανε χρήση της συνδρομής του ΕΚΤ σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζει η εγκριτική απόφαση.

18 Επομένως, η απόφαση περί μειώσεως συνδρομής πρέπει να διευκρινίζει με σαφήνεια τους λόγους που δικαιολογούν τη μείωση αυτή σε σχέση με το αρχικώς εγκριθέν ποσό.

19 'Οσον αφορά τον πρώτο λόγο που επικαλέστηκε η Επιτροπή προς στήριξη της αποφάσεώς της περί μειώσεως της συνδρομής, ήτοι την ευθυγράμμιση της διαρκείας της πρακτικής εξασκήσεως με τη διάρκεια της θεωρητικής καταρτίσεως, η προσφεύγουσα αναγνωρίσει ότι είχε ειδοποιηθεί ότι η διάρκεια των περιόδων πρακτικής δοκιμασίας έπρεπε να είναι ίδια με εκείνη των θεωρητικών ωρών.

20 Υπό τις περιστάσεις αυτές, η προσφεύγουσα γνώριζε αρκούντως, ήδη πριν από την έκδοση της επίδικης αποφάσεως, τον πρώτο λόγο που επικαλέστηκε η Επιτροπή για να στηρίξει την απόφασή της. Επομένως, η εν λόγω απόφαση δεν μπορεί για τον λόγο αυτό να θεωρεί ως ανεπαρκώς αιτιολογημένη.

21 'Οσον αφορά τον δεύτερο λόγο που επικαλέστηκε η Επιτροπή, ότι ορισμένες δαπάνες της αιτήσεως συνδρομής δεν είχαν εγκριθεί, πρέπει να τονισθεί ότι η έγκριση δόθηκε για συνολικό ποσό και η αίτηση περί καταβολής του εναπομένοντος ποσού υποβλήθηκε σφαιρικά για το σύνολο του σχεδίου, χωρίς να γνωστοποιηθεί σε καμιά από τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις οποιαδήποτε λεπτομερής και σαφής εγκριτική απόφαση.

22 Εξάλλου, η Επιτροπή προφανώς κατένειμε μεταξύ των μελών του ομίλου επιχειρήσεων, στα οποία περιλαμβάνεται και η προσφεύγουσα, τις μειώσεις ανάλογα με τη σημασία τους για τις οικείες θέσεις και όχι με βάση το ακριβές ποσό των αντικανονικών δαπανών. Πλην όμως, ο τρόπος αυτός υπολογισμού ουδέποτε περιήλθε σε γνώση της προσφεύγουσας.

23 Καίτοι η προσφεύγουσα είχε πράγματι τη δυνατότητα να λάβει γνώση του συνολικού ποσού της μειώσεως, πάντως αγνοούσε τον ακριβή κατάλογο των οικείων θέσεων ή θεμάτων, την κατανομή της μειώσεως ανά θέση και τον τρόπο υπολογισμού της μειώσεως αυτής.

24 Επειδή οι μέθοδοι εφαρμογής της μειώσεως της συνδρομής του ΕΚΤ δεν κοινοποιήθηκαν στην προσφεύγουσα, πρέπει να θεωρηθεί ότι η επίδικη απόφαση δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη κατά την έννοια του άρθρου 190 της Συνθήκης.

25 Επομένως, η επίδικη απόφαση περί μειώσεως πρέπει να ακυρωθεί.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα. Επειδή η Επιτροπή ηττήθηκε ως προς τους λόγους της, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα)

αποφασίζει:

1) Ακυρώνει την απόφαση της Επιτροπής, της 30ής Μαρτίου 1990, με την οποία αναγνωρίσθηκαν ως μη επιλέξιμες δαπάνες ύψους 30 501 190 ΕSC, στα πλαίσια της υποβληθείσας στο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο αιτήσεως συνδρομής 871106 Ρ1.

2) Καταδικάζει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.