Υπόθεση T-3/89

Atochem SA

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Ανταγωνισμός — Έννοια των όρων “ συμφωνία ” και “ εναρμονισμένη πρακτική ” — Συλλογική ευθύνη»

Προτάσεις του δικαστή Β. Vesterdorf, που ορίστηκε για να ασκήσει καθήκοντα γενικού εισαγγελέα, της 10ης Ιουλίου 1991   1179

Απόφαση του Πρωτοδικείου ( πρώτο τμήμα ) της 24ης Οκτωβρίου 1991   1180

Περίληψη της αποφάσεως

  1. Ανταγωνισμός – Συμπράξεις – Εναρμονισμένη πρακτική – Απόδειξη της παραβάσεως – Βάρος της αποδείξεως

    (Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 85 § 1)

  2. Ανταγωνισμός – Συμπράξεις – Συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων και εναρμονισμένη πρακτική – Έννοια – Σύμπτωση βουλήσεων ως προς την τηρητέα στην αγορά συμπεριφορά

    (Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 85 § 1)

  3. Πράξεις των οργάνων – Αιτιολογία – Υποχρέωση – Έκταση – Απόφαση εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού

    (Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 190)

  1.  Όταν η Επιτροπή έχει συγκεντρώσει αρκετά ακριβή και συγκλίνοντα αποδεικτικά στοιχεία, ώστε να θεμελιώνει την πεποίθηση ότι η συμπεριφορά πλειόνων επιχειρήσεων εξηγείται από την ύπαρξη συμπράξεως ή εναρμονισμένης πρακτικής, το βάρος της αποδείξεως του ότι η συμπεριφορά τους μπορεί να εξηγηθεί ικανοποιητικά χωρίς το στοιχείο της παραβάσεως των υποχρεώσεων που τους επιβάλλει το άρθρο 85, παράγραφος 1, της Συνθήκης το φέρουν οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις.

  2.  Συνιστούν συμφωνία και εναρμονισμένη πρακτική απαγορευόμενη από το άρθρο 85, παράγραφος 1, της Συνθήκης οι περιοδικές συναντήσεις παραγωγών κατά τις οποίες εκδηλώνεται σύμπτωση βουλήσεων σχετικά με πρωτοβουλίες καθορισμού τιμών, με μέτρα αποσκοπούντα στη διευκόλυνση της εφαρμογής των πρωτοβουλιών καθορισμού τιμών και με τον επιδιωκόμενο όγκο πωλήσεων.

  3.  Κατ' εφαρμογήν του άρθρου 190 της Συνθήκης, η Επιτροπή ναι μεν υποχρεούται να αιτιολογεί τις αποφάσεις της, αναφέροντας τα νομικά και πραγματικά στοιχεία από τα οποία εξαρτάται η νομιμότητα του μέτρου, καθώς και τις σκέψεις που την οδήγησαν στη λήψη της αποφάσεως της, δεν απαιτείται όμως, προκειμένου περί αποφάσεως εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού, να εξετάζει όλα τα νομικά και πραγματικά ζητήματα που έχουν εγείρει οι ενδιαφερόμενοι κατά τη διοικητική διαδικασία.