ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠ' ΑΚΡΟΑΤΗΡΊΟΥ ΣΥΖΉΤΗΣΗ

στην υπόθεση C-358/89 ( *1 )

Ι — Περιγραφή των πραγματικών περιστατικών

1.

Η Extramet Industrie SA (στο εξής: Extramet ) είναι μια επιχείρηση που παράγει, από μεταλλικό ασβέστιο, κόκκους καθαρού ασβεστίου βάσει μιας μεθόδου επαναποστάξεως την οποία η ίδια έχει επινοήσει και κατοχυρώσει με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Το προϊόν αυτό, καθώς και το μεταλλικό ασβέστιο, χρησιμοποιούνται κυρίως στη μεταλλουργική βιομηχανία.

2.

Η αγορά του μεταλλικού ασβεστίου χαρακτηρίζεται από τον εξαιρετικά περιορισμένο αριθμό παραγωγών, από τους οποίους ένας μόνο δρα εντός της κοινής αγοράς.Ο κοινοτικός αυτός παραγωγός, η Péchiney Électrométallurgie SA (στο εξής: Péchiney), θυγατρική του γαλλικού ομίλου Péchiney, προβαίνει στη μεταποίηση, επίσης βάσει μιας μεθόδου επαναποστάξεως που η ίδια έχει τελειοποιήσει, του μεταλλικού ασβεστίου σε καθαρό ασβέστιο. Η Extramet και η Péchiney είναι οι σημαντικότερες μεταποιητικές βιομηχανίες μεταλλικού ασβεστίου εντός της κοινής αγοράς.

3.

Η Péchiney είναι ο μόνος παραγωγός μεταλλικού ασβεστίου στην Κοινότητα. Η Extramet είναι ο σημαντικότερος εισαγωγέας μεταλλικού ασβεστίου προελεύσεως, κυρίως, Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Σοβιετικής Ενώσεως.

4.

Κατόπιν καταγγελίας που έλαβε από τη chambre syndicale de l'électrométallurgie et de ľélectrochimie ( ένωση παραγωγών προϊόντων ηλεκτρομεταλλουργίας και ηλεκτροχημίας ) (στο εξής: chambre syndicale) εξ ονόματος του κοινοτικού παραγωγού ο οποίος εκπροσωπεί το σύνολο της κοινοτικής παραγωγής μεταλλικού ασβεστίου, η Επιτροπή επέβαλε, με τον κανονισμό ( ΕΟΚ) 707/89, της 17ης Μαρτίου 1989 (ΕΕ L 78, σ. 10), προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ επί των εισαγωγών μεταλλικού ασβεστίου καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Σοβιετικής Ενώσεως, με ισχύ από τις 22 Μαρτίου 1989 και με συντελεστή 10,7 ο/ο.

5.

Από τις αιτιολογικές σκέψεις του προαναφερθέντος κανονισμού προκύπτει ότι, κατά την περίοδο μεταξύ 1985 και 1987, που χαρακτηριζόταν από τη συνεχή μείωση της καταναλώσεως μεταλλικού ασβεστίου στην Κοινότητα, ο όγκος των σχετικών εισαγωγών είχε αυξηθεί, το δε μερίδιο της κοινοτικής αγοράς που κάλυπταν οι κινέζικες και σοβιετικές εισαγωγές είχε αισθητά αυξηθεί. Οι περιστάσεις αυτές επέτειναν ουσιωδώς τις δυσχέρειες του κοινοτικού παραγωγού προκαλώντας επιβράδυνση της παραγωγής του ασβεστίου χωρίς επαναπόσταξη, αυξάνοντας έτσι τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε αυτός προκειμένου να συνεχίσει τις δραστηριότητες του παρασκευής επαναποσταγμένου ασβεστίου.

6.

Ύστερα από μια παράταση του προσωρινού δασμού, το Συμβούλιο επέβαλε, με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2808/89, της 18ης Σεπτεμβρίου 1989 (ΕΕ L 271, σ. 1), οριστικό δασμό επί των εισαγωγών μεταλλικού ασβεστίου καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Σοβιετικής Ενώσεως και εισέπραξε οριστικά τον προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ που είχε επιβληθεί επί των εισαγωγών αυτών.

7.

Σύμφωνα με τις αιτιολογικές σκέψεις του προαναφερθέντος επιδίκου κανονισμού 2808/89, ο κοινοτικός παραγωγός, εν προκειμένω η Péchiney, κι ένας ανεξάρτητος εισαγωγέας (ο οποίος προβαίνει επίσης στη μεταποίηση του προϊόντος), εν προκειμένω η Extramet, ζήτησαν και έλαβαν, μετά την προσωρινή επιβολή του δασμού, τη δυνατότητα να ακουστούν από την Επιτροπή στην οποία και υπέβαλαν γραπτές παρατηρήσεις.

8.

Όπως, επιπλέον, προκύπτει από τις εν λόγω αιτιολογικές σκέψεις, ο εισαγωγέας ισχυρίστηκε ότι ο ίδιος ο κοινοτικός παραγωγός ήταν ο υπαίτιος της ζημίας που είχε επέλθει λόγω της αρνήσεώς του να εφοδιάσει τον εισαγωγέα με μεταλλικό ασβέστιο, πράγμα που ώθησε τον εισαγωγέα αυτό στην υποβολή καταγγελίας στις εθνικές αρχές για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως. Σύμφωνα με τον εισαγωγέα, οι δυσχέρειες του κοινοτικού παραγωγού εξηγούνται επίσης από την έλλειψη ανταγωνιστικότητας, πράγμα που οφείλεται ιδίως σε κακή διαχείριση και υψηλά σταθερά έξοδα.

9.

Στις αιτιολογικές σκέψεις αναφέρεται ότι ο εισαγωγέας είχε ζητήσει κατά παρέκκλιση εξαίρεση για την περίπτωση κατά την οποία θα ελαμβάνετο απόφαση επιβάλλουσα οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ και ότι το Συμβούλιο δεν ήταν σε θέση να ικανοποιήσει το αίτημα αυτό.

II — Έγγραφη διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

1.

Η προσφυγή της Extramet πρωτοκολλήθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 27 Νοεμβρίου 1989.

2.

Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 11 Δεκεμβρίου 1989, η Extramet υπέβαλε αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων με την οποία ζητούσε την αναστολή εφαρμογής του προαναφερθέντος κανονισμού 2808/89, έως ότου το Δικαστήριο αποφανθεί επί της ουσίας.

3.

Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε με Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 14ης Φεβρουαρίου 1990.

4.

Με Διάταξεις, αντίστοιχα, της 17ης Ιανουαρίου και της 22ας Μαΐου 1990, επιτράπηκε στην Επιτροπή, την Péchiney και τη chambre syndicale να παρέμβουν υπέρ του Συμβουλίου.

5.

Η Extramei, προσφεύγουσα, ζητεί από το Δικαστήριο

να κηρύξει παραδεκτή την προσφυγή που ασκήθηκε κατά του προαναφερθέντος κανονισμού 2808/89,

να ακυρώσει τον εν λόγω κανονισμό,

να ακυρώσει τουλάχιστον την αιτιολογική σκέψη 24 του εν λόγω κανονισμού,

επικουρικώς, να κάνει δεκτό το αίτημα περί εξαιρέσεως της εταιρίας Extramet.

6.

Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 15 Φεβρουαρίου 1990, το Συμβούλιο, καθού, ζητεί, δυνάμει του άρθρου 91, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, από το Δικαστήριο:

να κηρύξει την προσφυγή απαράδεκτη,

να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

7.

Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 13 Ιουλίου 1990, η Péchiney και η chambre syndicale, παρεμβαίνουσες, υποστηρίζουν τα αιτήματα του Συμβουλίου.

8.

Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 30 Μαρτίου 1990, η Extramet ζητεί από το Δικαστήριο:

να απορρίψει την ένσταση απαραδέκτου,

επικουρικώς, να αποφανθεί επ' αυτής κατά την εξέταση της υποθέσεως και ουσίαν.

9.

Το Δικαστήριο, κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή και μετ' ακρόαση του γενικού εισαγγελέα, αποφάσισε να προχωρήσει στην προφορική διαδικασία χωρίς προηγούμενη διεξαγωγή αποδείξεων.

III — Λόγοι και επιχειρήματα των διαδίκων

1.

Το Συμβούλιο, καθού της κύριας διαδικασίας και ενιστάμενο, υποστηριζόμενο από την Péchiney και τη chambre syndicale, παρεμβαίνουσες, ισχυρίζεται ότι τόσο από τις ίδιες τις δηλώσεις της Extramet όσο και από τα στοιχεία που έχει στην κατοχή του προκύπτει ότι η προσφεύγουσα δεν είναι ο μόνος εισαγωγέας μεταλλικού ασβεστίου προελεύσεως Σοβιετικής Ενώσεως και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

Οι κανονισμοί αντιντάμπινγκ έχουν, ως εκ της φύσεως τους, κανονιστικό χαρακτήρα και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις είναι δυνατό να αφορούν ατομικώς ορισμένους παραγωγούς και εξαγωγείς.

Η Péchiney και η chambre syndicale διευκρινίζουν συναφώς ότι σε καμιά περίπτωση το Συμβούλιο δεν λαμβάνει υπόψη άμεσα και ατομικά την Extramet για την επιβολή του δασμού αντιντάμπινγκ, είτε πρόκειται για τον υπολογισμό της κανονικής αξίας των προϊόντων είτε για τον καθορισμό των τιμών εξαγωγής. Ούτε άλλωστε μπορεί η Extramet να ισχυρίζεται ότι ο κανονισμός την αφορά άμεσα και ατομικά λόγω του ότι συμμετέσχε προσωπικώς στις διάφορες φάσεις της διαδικασίας αντιντάμπινγκ. πράγματι, με την απόφαση του της 6ης Οκτωβρίου 1982, 307/81, Alusuisse (Συλλογή 1982, σ. 3463), το Δικαστήριο υπογράμμισε' ότι η διάκριση μεταξύ κανονισμού και αποφάσεως δεν μπορεί να ερείδεται παρά επί της φύσεως της ίδιας της πράξεως και των εννόμων αποτελεσμάτων που αυτή παράγει και όχι επί της διαδικασίας θεσπίσεώς της, θέση που το Δικαστήριο επανέλαβε με τη Διάταξη του της 11ης Νοεμβρίου 1987, 205/87, Nuova Ceam (Συλλογή 1987, σ. 4427 ).

Όσον αφορά τους εισαγωγείς, το Συμβούλιο, υποτηριζόμενο από τις παρεμβαίνουσες, ισχυρίζεται ότι το γεγονός ότι ένας προσφεύγων είναι αποκλειστικός εισαγωγέας δεν αποτελεί επαρκή προϋπόθεση για να είναι παραδεκτό το αίτημά του ακυρώσεως κανονισμού αντιντάμπινγκ. Οι μόνοι που νομιμοποιούνται για την άσκηση τέτοιας προσφυγής είναι οι συνδεδεμένοι εισαγωγείς των οποίων οι τιμές μεταπωλήσεως έχουν χρησιμοποιηθεί για τον καθορισμό της τιμής εξαγωγής (απόφαση της 29ης Μαρτίου 1979, 118/77, ISO, Rec. 1979, σ. 1277' απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 1984, 239/82 και 275/82, Allied Corporation, Συλλογή 1984, σ. 1005 Διατάξεις της 8ης Ιουλίου 1987, 279/86, Sermes, Συλλογή 1987, σ. 3109 και 301/86, Frimodt Pedersen, Συλλογή 1987, σ. 3123η προαναφερθείσα Διάταξη της 11ης Νοεμβρίου 1987, Nuova Ceam ). Η αρχή αυτή επιβεβαιώθηκε με τις αποφάσεις της 14ης Μαρτίου 1990, C-133/87 και C-150/87, Nashua (Συλλογή 1990, σ. Ι-719), και C-156/87, Gestetner ( Συλλογή 1990, σ. Ι-781 ). Εν προκειμένω, η Extramet είναι ανεξάρτητος εισαγωγέας, οι δε τιμές κατά την εξαγωγή στηρίχθηκαν επί των τιμών που είχαν πράγματι καταβληθεί ή επρόκειτο να καταβληθούν.

Η προσφεύγουσα δεν μπορεί να ισχυρίζεται ότι το Συμβούλιο, απορρίπτοντας, κατά τη διαδικασία αντιντάμπινγκ, μια ατομική αίτηση για κατά παρέκκλιση εξαίρεση, εξέδωσε ατομική απόφαση. Από τυπική άποψη, πρέπει να επισημανθεί ότι η αιτιολογική σκέψη του επίδικου κανονισμού που υπενθυμίζει το στοιχείο αυτό της διαδικασίας δεν μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο αιτήματος ακυρώσεως. Εξάλλου, από άποψη ουσίας, η αίτηση για κατά παρέκκλιση εξαίρεση δεν μπορεί να ερείδεται σε καμία διάταξη του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ και είναι, κατά συνέπεια, απαράδεκτη αυτή καθεαυτή. Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για απορριπτική της αιτήσεως αυτής απόφαση.

Ούτε άλλωστε μπορεί η Extramet να προβάλει παράβαση του άρθρου 6, παράγραφος 1, της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου με το οποίο καθιερώνεται το δικαίωμα κάθε προσώπου να δικάζεται εντός λογικής προθεσμίας από ένα δικαστήριο. Πράγματι, η προσφεύγουσα έχει τη δυνατότητα να αμφισβητήσει τα αποτελέσματα του επίδικου κανονισμού ενώπιον εθνικού δικαστηρίου το οποίο θα μπορούσε να απευθύνει προς το Δικαστήριο προδικαστικό ερώτημα σχετικά με την εκτίμηση του κύρους του κανονισμού (βλέπε την προαναφερθείσα Διάταξη της 8ης Ιουλίου 1987, Sermes ).

2.

Η Extramet εκθέτει ότι αντιπροσωπεύει το 50 % των κατά το 1986 εισαγωγών μεταλλικού ασβεστίου προελεύσεως Σοβιετικής Ενώσεως και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Το Συμβούλιο παραθέτει αριθμητικά στοιχεία, χωρίς να αποκαλύπτει την πηγή τους και χωρίς να τα έχει γνωστοποιήσει στην προσφεύγουσα. Οι εισαγωγείς μεταλλικού ασβεστίου στην Κοινότητα είναι περιορισμένοι και απολύτως εξατομικευμένοι' ως προς την προσφεύγουσα, υπήρξε ο μοναδικός εισαγωγέας που είχε πράγματι συμμετάσχει στη διαδικασία αντιντάμπινγκ.

Η Επιτροπή έλαβε υπόψη την τιμή αγοράς των κοινοτικών εισαγωγέων προκειμένου να υπολογίσει εκ νέου τη ζημία και να καθορίσει το ύψος του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ: οι τιμές εξαγωγής καθορίστηκαν βάσει των τιμών που είχαν πράγματι καταβληθεί ή επρόκειτο να καταβληθούν για τα κινέζικα ή σοβιετικά προϊόντα. Με τις προαναφερθείσες αποφάσεις του της 14ης Μαρτίου 1990, Nashua και Gestetner, το Δικαστήριο δεν θέλησε να εφαρμόσει τα περιοριστικά όσον αφορά το παραδεκτό των προσφυγών κριτήρια και έκρινε ότι ούτε η τιμή εξαγωγής ούτε η ιδιότητα του εξαγωγέα ή του εισαγωγέα είναι τα μόνα κριτήρια ή καθοριστικά στοιχεία.

Ο επίδικος κανονισμός αφορά άμεσα και ατομικά την προσφεύγουσα, καθόσον η διαδικασία αντιντάμπινγκ κινήθηκε από τον κοινοτικό παραγωγό, κατά καταστρατήγηση της διαδικασίας, με μοναδικό σκοπό τον αφανισμό του από την αγορά ως ανταγωνιστή μέσω της αυξήσεως του κόστους των πηγών του εφοδιασμού. Εξάλλου, η Extramet είχε καταγγείλει στις γαλλικές αρχές την Péchiney για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως, κατά την έννοια του άρθρου 86 της Συνθήκης ΕΟΚ.

Δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι ο κανονισμός αφορά ατομικώς μόνον τους εξαγωγείς που εξατομικεύονται στις πράξεις της Επιτροπής ή τους οποίους αφορούν οι προπαρασκευαστικές έρευνες καθώς και ορισμένοι εισαγωγείς που εξαρτώνται από τους παραγωγούς, ενώ είναι απαράδεκτη η άσκηση προσφυγής ακυρώσεως του κανονισμού αντιντάμπινγκ από μία εταιρία όπως η Extramet, η οποία συμμετέσχε στη διαδικασία, γνωστοποίησε στοιχεία που έλαβε υπόψη η Επιτροπή, έλαβε ατομική κοινοποίηση του κανονισμού και εξατομικεύεται ειδικώς εν προκειμένω, δεδομένου ότι η διαδικασία χρησιμοποιήθηκε για τον αφανισμό της από την αγορά.

Αν η προσφεύγουσα υποχρεωνόταν να ακολουθήσει τα ένδικα εθνικά βοηθήματα θα εκτίθετο σε απρόβλεπτους κινδύνους και αναγκαζόταν να υποστεί καθυστερήσεις, διατυπώσεις και σημαντικά έξοδα. Αυτό θα ήταν αντίθετο προς το δικαίωμα κάθε προσώπου να δικαστεί εντός λογικής προθεσμίας, όπως αυτό είχε καθιερωθεί από το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Η Extramet διευκρινίζει εν τούτοις ότι, κατά τον εκτελωνισμό των προϊόντων προελεύσεως και Σοβιετικής Ενώσεως, ρητώς ζήτησε από τις γαλλικές τελωνειακές αρχές την επιστροφή των αμφισβητουμένων δασμών αντιντάμπινγκ.

F. Α. Schockweiler

εισηγητής δικαστής


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

της 16ης Μαΐου 1991 ( *1 )

Στην υπόθεση C-358/89,

Extramet Industrie SA, εταιρία γαλλικού δικαίου, εγκατεστημένη στην Annemasse (Γαλλία), εκπροσωπούμενη από τη Chantal Momège, δικηγόρο Παρισιού, και από τον Aloyse May, δικηγόρο Λουξεμβούργου, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον τελευταίο,

προσφεύγουσα,

κατά

Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενου από τους Yves Grétien και Erik Stein, νομικούς του συμβούλους, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Jörg Käser, διευθυντή της διευθύνσεως νομικών υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, 100, boulevard Konrad Adenauer, Kirchberg,

καθού,

υποστηριζόμενου από

1) Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Eric L. White, μέλος της Νομικής της Υπηρεσίας, επικουρούμενο από τον Reinhard Wagner, γερμανό δικαστή αποσπασμένο στην Επιτροπή βάσει της συμφωνίας περί ανταλλαγής εθνικών δημοσίων υπαλλήλων, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Guido Berardis, μέλος της Νομικής της Υπηρεσίας, Centre Wagner,

2) Péchiney Électrométallurgie SA, εταιρία γαλλικού δικαίου, με έδρα το Παρίσι,

3) Chambre syndicale de l'électroinétallurgie et de ľélectrochimie, με έδρα το Παρίσι,

εκπροσωπούμενες αμφότερες από τον Xavier de Roux, δικηγόρο Παρισιού, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Jacques Loesch, 8, rue Zithe,

παρεμβαίνουσες,

που έχει ως αντικείμενο την ακύρωση του κανονισμού (ΕΟΚ) 2808/89 του Συμβουλίου, της 18ης Σεπτεμβρίου 1989, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντά-μπινγκ στις εισαγωγές μεταλλικού ασβεστίου καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Σοβιετικής Ένωσης και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού αντιντάμπιγκ που επιβάλλεται στις εισαγωγές αυτές (ΕΕ L 271, σ. 1 ),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

συγκείμενο από τους Ο. Due, Πρόεδρο, G. F. Mancini, Τ. F. O'Higgins, J. C. Moitinho de Almeida, G. C. Rodríguez Iglesias, M. Díez de Velasco, προέδρους τμήματος, Sir Gordon Slynn, Κ. Ν. Κακούρη, R. Joliét, F. A. Schockweiler, F. Grévisse, M. Zuleeg και P. J. G. Kapteyn, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs

γραμματέας: J. A. Pompe, βοηθός γραμματέας

έχοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση,

αφού άκουσε τους διαδίκους που αγόρευσαν κατά τη συνεδρίαση της 19ης Φεβρουαρίου 1991, κατά τη διάρκεια της οποίας η Péchiney Électrométallurgie SA και η chambre syndicale de ľélectrométallurgie et de ľélectrochimie, παρεμβαίνουσες, εκπροσωπήθηκαν από τον J. Günther, δικηγόρο Παρισιού,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 21ης Μαρτίου 1991,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 27 Νοεμβρίου 1989, η Extramet Industrie SA (στο εξής: Extramet), εταιρία γαλλικού δικαίου, ζήτησε, δυνάμει του άρθρου 173, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΟΚ, την ακύρωση του κανονισμού ( ΕΟΚ) 2808/89 του Συμβουλίου, της 18ης Σεπτεμβρίου 1989, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπιγκ στις εισαγωγές μεταλλικού ασβεστίου καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Σοβιετικής Ένωσης και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού αντιντάμπιγκ που επιβάλλεται στις εισαγωγές αυτές ( EE L 271, σ. 1).

2

Η Extramet είναι ο σημαντικότερος εισαγωγέας μεταλλικού ασβεστίου προελεύσεως, κυρίως, Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Σοβιετικής Ενώσεως. Οι εισαγωγές μεταλλικού ασβεστίου αποτελούν τη βασική πηγή εφοδιασμού της Extramet η οποία παρασκευάζει, από το προϊόν αυτό, βάσει μιας μεθόδου επαναποστάξεως την οποία έχει επινοήσει και κατοχυρώσει με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, κόκκους καθαρού ασβεστίου που χρησιμοποιούνται κυρίως στη μεταλλουργική βιομηχανία.

3

Κατόπιν καταγγελίας που υποβλήθηκε από τη chambre syndicale de ľélectromé-tallurgie et de l'électrochimie (ένωση παραγωγών προϊόντων ηλεκτρομεταλλουργίας και ηλεκτροχημίας ) ( στο εξής: chambre syndicale ), εξ ονόματος της Péchiney Électrométallurgie SA (στο εξής: Péchiney), αποκλειστικό παραγωγό μεταλλικού ασβεστίου εντός της Κοινότητας η οποία μεταποιεί καθαρό μεταλλικό ασβέστιο βάσει ιδίας μεθόδου αποστάξεως, η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΟΚ) 707/89, της 17ης Μαρτίου 1989, για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπιγκ στις εισαγωγές μεταλλικού ασβεστίου καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Σοβιετικής Ένωσης ( ΕΕ L 78, σ. 10).

4

Κατόπιν παρατάσεως του προσωρινού δασμού, το Συμβούλιο επέβαλε, με τον επίδικο κανονισμό, με ισχύ από τις 21 Σεπτεμβρίου 1989, οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ 21,8 % και 22 ο/ο επί των εισαγωγών μεταλλικού ασβεστίου καταγωγής, αντίστοιχα, Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Σοβιετικής Ενώσεως.

5

Σύμφωνα με τις αιτιολογικές σκέψεις του προαναφερθέντος κανονισμού 2808/89, ο κοινοτικός παραγωγός, δηλαδή η Péchiney, και ένας ανεξάρτητος εισαγωγέας (ο οποίος επίσης προβαίνει στη μεταποίηση του προϊόντος ), εν προκειμένω η Extramet, ζήτησαν και κατόρθωσαν, μετά την επιβολή του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ, να ακουστούν από την Επιτροπή προς την οποία και υπέβαλαν γραπτές παρατηρήσεις.

6

Επιπλέον, από τις αιτιολογικές σκέψεις του προαναφερθέντος κανονισμού 2808/89 προκύπτει ότι, σύμφωνα με τον εισαγωγέα, ο ίδιος ο κοινοτικός παραγωγός είναι ο υπαίτιος της ζημίας που προκλήθηκε, μεταξύ άλλων, λόγω της αρνήσεώς του να εφοδιάσει με μεταλλικό ασβέστιο τον εισαγωγέα, πράγμα που ώθησε τον τελευταίο να υποβάλει καταγγελία στις γαλλικές αρχές για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως.

7

Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 11 Δεκεμβρίου 1989, η Extramet υπέβαλε αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων, ζητώντας να διαταχθεί η αναστολή εφαρμογής του προαναφερθέντος κανονισμού 2808/89. Η αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων απορρίφθηκε με Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 14ης Φεβρουαρίου 1990.

8

Με Διατάξεις της 17ης Ιανουαρίου και 22ας Μαΐου 1990, το Δικαστήριο επέτρεψε στην Επιτροπή, την Péchiney και τη chambre syndicale να παρέμβουν υπέρ του Συμβουλίου.

9

Με παρεμπίπτουσα αίτηση που υπέβαλε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 15 Φεβρουαρίου 1990, το Συμβούλιο υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 91, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, ένσταση απαραδέκτου κατά της προσφυγής της Extramet. Σύμφωνα με το άρθρο 91, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας, το Δικαστήριο αποφάσισε να προχωρήσει στην προφορική διαδικασία επί της ενστάσεως αυτής.

10

Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως, η εξέλιξη της διαδικασίας, καθώς και οι ισχυρισμοί και τα επιχειρήματα των διαδίκων. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

11

Προς στήριξη της ενστάσεως απαραδέκτου, το Συμβούλιο, υποστηριζόμενο από τις παρεμβαίνουσες, ισχυρίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, η Extramet δεν μπορεί παρα-δεκτώς να ζητήσει την ακύρωση του επιδίκου κανονισμού για τον λόγον ότι είναι ανεξάρτητος εισαγωγέας του οποίου οι τιμές πωλήσεως δεν ελήφθησαν υπόψη για τον καθορισμό της τιμής εξαγωγής και, κατά συνέπεια, ο σχετικός κανονισμός δεν την αφορά ατομικώς.

12

Αντιθέτως, η Extramet υποστηρίζει ότι ο επίδικος κανονισμός την αφορά ατομικώς, εφόσον είναι ο σημαντικότερος εισαγωγέας, συμμετέσχε στη διαδικασία αντιντά-μπινγκ και η ταυτότητα της μπορεί κάλλιστα να εξατομικευθεί στον επίδικο κανονισμό.

13

Προκειμένου να κριθεί το βάσιμο της υποβληθείσας από το Συμβούλιο ενστάσεως απαραδέκτου, πρέπει να υπομνηστεί ότι, καίτοι είναι αληθές ότι ενόψει των κριτηρίων του άρθρου 173, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης οι κανονισμοί που επιβάλλουν δασμούς αντιντάμπινγκ έχουν πράγματι, ως εκ της φύσεως και του πεδίου εφαρμογής τους, κανονιστικό χαρακτήρα, καθόσον εφαρμόζονται στο σύνολο των ενδιαφερομένων επιχειρηματιών, δεν αποκλείεται όμως από αυτό οι διατάξεις τους να αφορούν άμεσα και ατομικά ορισμένους επιχειρηματίες (βλ. τις αποφάσεις της 21ης Φεβρουαρίου 1984, 239/82 και 275/82, Allied Corporation Ι, Συλλογή 1984, σ. 1005, σκέψη 11 και της 23ης Μαΐου 1985, 53/83, Allied Corporation II, Συλλογή 1985, σ. 1621, σκέψη 4).

14

Κατά συνέπεια, οι πράξεις με τις οποίες επιβάλλονται δασμοί αντιντάμπινγκ μπορούν, χωρίς να χάνουν τον κανονιστικό τους χαρακτήρα, να αφορούν, υπό ορισμένες περιστάσεις, ατομικώς ορισμένους επιχειρηματίες οι οποίοι, ως εκ τούτου, μπορούν να ασκήσουν προσφυγή ακυρώσεως κατά των πράξεων αυτών.

15

Το Δικαστήριο έχει δεχθεί ότι αυτό συμβαίνει, γενικώς, όσον αφορά τις επιχειρήσεις παραγωγής και εξαγωγής οι οποίες μπορούν να αποδείξουν ότι εξατομικεύονται στις πράξεις της Επιτροπής ή του Συμβουλίου ή ότι οι προπαρασκευαστικές πράξεις τις αφορούν (βλ. τις προαναφερθείσες αποφάσεις της 21ης Φεβρουαρίου 1984 και της 23ης Μαΐου 1985, Allied Corporation Ι και ΙΙ τις αποφάσεις της 14ης Μαρτίου 1990, C-133/87 και C-150/87, Nashua, Συλλογή 1990, σ. Ι-719 και C-156/87, Gestetner, Συλλογή 1990, σ. Ι-781 ), όπως συμβαίνει και με τους εισαγωγείς των οποίων οι τιμές μεταπωλήσεως των εν λόγω εμπορευμάτων αποτελούν τη βάση για τον καθορισμό της τιμής εξαγωγής ( βλ. τελευταία τις αποφάσεις της 11ης Ιουλίου 1990, C-304/86, Enital, Συλλογή 1990, σ. Ι-2939, C-305/86, Neotype Techmashexport, Συλλογή 1990, σ. Ι-2945 και C-157/87, Electroimpex, Συλλογή 1990, σ. Ι-3021 ).

16

Ωστόσο, η αναγνώριση αυτή του δικαιώματος ορισμένων κατηγοριών επιχειρηματιών ασκήσεως προσφυγής ακυρώσεως κανονισμού αντιντάμπινγκ δεν σημαίνει ότι ένας τέτοιος κανονισμός δεν μπορεί επίσης να αφορά και άλλους επιχειρηματίες λόγω ορισμένων ιδιοτήτων που προσιδιάζουν σ' αυτούς και οι οποίες τους εξατομικεύουν σε σχέση με κάθε άλλο πρόσωπο (βλ. απόφαση της 15ης Ιουλίου 1963, 25/62, Plauman ( Rec. 1963, σ. 197 ).

17

Η προσφεύγουσα απέδειξε την ύπαρξη ενός συνόλου στοιχείων που αποτελούν μια τέτοια ιδιαίτερη κατάσταση η οποία την εξατομικεύει, ενόψει του επιδίκου μέτρου, σε σχέση με οποιονδήποτε άλλο επιχειρηματία. Πράγματι, η προσφεύγουσα είναι ο σημαντικότερος εισαγωγέας του προϊόντος που αποτελεί το αντικείμενο του μέτρου αντιντάμπινγκ και, ταυτόχρονα, ο τελικός χρήστης του προϊόντος αυτού. Εξάλλου, οι οικονομικές της δραστηριότητες εξαρτώνται, σε σημαντικότατο βαθμό, από τις εισαγωγές αυτές και θίγονται σοβαρώς από τον επίδικο κανονισμό, ενόψει του περιορισμένου αριθμού των παραγωγών του οικείου προϊόντος και του γεγονότος ότι συναντά δυσχέρειες, όσον αφορά τον εφοδιασμό της από τον μόνο παραγωγό της Κοινότητας, ο οποίος είναι, επιπροσθέτως, ο κύριος ανταγωνιστής της ως προς το μεταποιημένο προϊόν.

18

Από τις προηγούμενες σκέψεις προκύπτει ότι η ένσταση απαραδέκτου που προβάλλει το Συμβούλιο πρέπει να απορριφθεί.

Επί των δικαστικών εξόδων

19

Το Δικαστήριο επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.

 

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

αποφασίζει:

 

1)

Απορρίπτει την ένσταση απαραδέκτου.

 

2)

Διατάσσει την πρόοδο της διαδικασίας επί της ουσίας.

 

3)

Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.

 

Due

Mancini

O'Higgins

Moitinho de Almeida

Rodríguez Iglesias

Díez de Velasco

Slynn

Κακούρης

Joliét

Schockweiler

Grévisse

Zuleeg

Kapteyn

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 16 Μαΐου 1991.

Ο Γραμματέας

J.-G. Giraud

Ο Πρόεδρος

Ο. Due


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.