ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠ' ΑΚΡΟΑΤΗΡΊΟΥ ΣΥΖΉΤΗΣΗ

στην υπόθεση C-307/89 ( *1 )

Ι — Περιστατικά και διαδικασία

1. Νομικό πλαίσιο

α) Εθνική κανονιστική ρύθμιση

Το 1956 ιδρύθηκε στη Γαλλία το Fonds national de solidarité (Εθνικό Ταμείο Αλληλοβοήθειας, στο εξής: FNS ) στο πλαίσιο της προσπάθειας για μια γενική πολιτική προστασίας των ηλικιωμένων ατόμων, ιδίως μέσω της βελτιώσεως των συντάξεων, παροχών και επιδομάτων γήρατος. Το ταμείο αυτό χρησιμεύει ιδίως για τη χορήγηση μιας κοινωνικής παροχής που αποκαλείται « συμπληρωματικό επίδομα » και χορηγείται στους δικαιούχους παροχών λόγω γήρατος ή αναπηρίας βάσει νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων, όταν δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους.

Οι προϋποθέσεις χορηγήσεως αυτού του επιδόματος καθορίζονται στα άρθρα L 815-1 έως L 815-11 του code de la sécurité sociale ( κώδικας κοινωνικής ασφαλίσεως, στο εξής: CSS), διατάξεις που αποτελούν μία νέα κωδικοποίηση των κανόνων που περιέχονταν προηγουμένως στα άρθρα L 684 έως L 711 του ίδιου κώδικα. Το συμπληρωματικό επίδομα χρηματοδοτείται από τον φόρο, η δε καταβολή του δεν συνδέεται με την ιδιότητα του πρώην μισθωτού ή μη μισθωτού. Πρόκειται για παροχή που συμπληρώνει τους οποιασδήποτε φύσεως πόρους, συμπεριλαμβανομένων των ανταποδοτικών παροχών, μέχρις ενός απαραιτήτου επιπέδου, λαμβανομένου υπόψη του κόστους ζωής στη Γαλλία.

Δυνάμει του άρθρου L 815-5 του CSS (άρθρο L 707 του παλαιού CSS ), το συμπληρωματικό επίδομα οφείλεται στους αλλοδαπούς που κατοικούν στη Γαλλία μόνο με την επιφύλαξη της υπογραφής διεθνών συμβάσεων περί αμοιβαιότητας. Με την τροποποίηση του άρθρου L 815-2, που επήλθε με τον νόμο 87-39 της 27ης Ιανουαρίου 1987, προστέθηκε η προϋπόθεση υπάρξεως κατοικίας στο μητροπολιτικό έδαφος ή σε υπερπόντιο διοικητικό διαμέρισμα ή έδαφος, στο Saint-Pierre-et-Miquelon ή στο Mayotte, κατά τη διάρκεια περιόδου και υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται με διάταγμα. Μέχρι σήμερα δεν έχει εκδοθεί κανένα διάταγμα.

β) Κοινοτική ρύθμιση

Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητος [όπως κωδικοποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2001/83 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 1983 ( ΕΕ L 230, σ. 6 ) ], τα πρόσωπα που κατοικούν στο έδαφος ενός από τα κράτη μέλη, και για τα οποία ισχύουν οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού, υπόκεινται στις υποχρεώσεις και απολαύουν των δικαιωμάτων που απορρέουν από τη νομοθεσία κάθε κράτους μέλους υπό τους ίδιους όρους με τους υπηκόους του, υπό την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων του κανονισμού αυτού.

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού προβλέπει ότι ο κανονισμός αυτός ισχύει για όλες τις νομοθεσίες που αφορούν τους κλάδους κοινωνικής ασφαλίσεως που αναφέρονται, μεταξύ άλλων, στις παροχές αναπηρίας και τις παροχές γήρατος. Με την παράγραφο 4 αυτού άρθρου ορίζεται ότι η κοινωνική πρόνοια δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού.

2. Ιστορικό της διαφοράς

Με έγγραφο της 4ης Δεκεμβρίου 1985, η Επιτροπή ζήτησε από τη Γαλλική Κυβέρνηση, δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης ΕΟΚ, να διατυπώσει τις παρατηρήσεις της, όσον αφορά το αν συμβιβάζεται, από απόψεως κοινοτικού δικαίου, το άρθρο L 707 του CSS (παλαιού). Κατ' αυτήν, με τη διάταξη αυτή δεν λαμβάνεται υπόψη η γενική αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας, που περιέχεται στο άρθρο 7 της Συνθήκης ΕΟΚ και επαναλαμβάνεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71.

Οι γαλλικές αρχές αμφισβήτησαν, με έγγραφο της 7ης Μαρτίου 1986, ότι το συμπληρωματικό επίδομα εμπίπτει στον κανονισμό ( ΕΟΚ ) 1408/71. Πράγματι, ισχυρίζονται ότι το επίδομα αυτό αποτελεί παροχή κοινωνικής πρόνοιας.

Η Επιτροπή διατύπωσε αιτιολογημένη γνώμη με ημερομηνία 14 Οκτωβρίου 1987, καλώντας τη Γαλλική Κυβέρνηση να συμμορφωθεί με αυτή εντός προθεσμίας 30ημερών.

Στην απάντηση τους, της 26ης Νοεμβρίου 1987, οι γαλλικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι, εφεξής, η ύπαρξη συμβάσεως αμοιβαιότητας μεταξύ της Γαλλίας και του κράτους μέλους την ιθαγένεια του οποίου έχει ο πρώην μισθωτός, ο πρώην μη μισθωτός ή ο επιζών σύζυγος δεν απαιτείται πλέον για τη γένεση δικαιώματος για το συμπληρωματικό επίδομα του FNS. Με το υπουργικό έγγραφο 1370 της 5ης Νοεμβρίου 1987 δόθηκαν όλες οι σχετικές οδηγίες προς τους αρμόδιους φορείς.

Με το έγγραφό της της 19ης Απριλίου 1988, η Επιτροπή διεπίστωσε εντούτοις ότι ο Γάλλος νομοθέτης είχε καταστήσει αυστηρότερες τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες γεννάται το δικαίωμα για το συμπληρωματικό επίδομα FNS υπέρ των κοινοτικών υπηκόων, επιβάλλοντας με το άρθρο L 815-2 του CSS την προϋπόθεση υπάρξεως κατοικίας στο μητροπολιτικό έδαφος ή σε υπερπόντιο έδαφος, στο Saint-Pierre-et-Miquelon ή στο Mayotte για ορισμένη χρονική διάρκεια και υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται με διάταγμα. Κατά την Επιτοπή, η νέα αυτή προϋπόθεση αντίκειται επίσης στην αρχή της ίσης μεταχειρίσεως. Εξάλλου, η Επιτροπή έλαβε τη διαβεβαίωση ότι σε μία συγκεκριμένη περίπτωση ο ενδιαφερόμενος είχε λάβει τα επιδόματα που δικαιούνταν.

Οι γαλλικές αρχές πληροφόρησαν την Επιτροπή, με έγγραφο της 6ης Ιουνίου 1988, ότι, όσον αφορά τη νέα προϋπόθεση καταβολής συμπληρωματικού επιδόματος, τα εκτελεστικά διατάγματα δεν είχαν ακόμη εκδοθεί και δεν θα παρέλειπαν να λάβουν υπόψη, κατά την επεξεργασία των σχετικών διατάξεων, τις παρατηρήσεις που είχε διατυπώσει σχετικώς η Επιτροπή. Σε σχέση με τη συγκεκριμένη περίπτωση, στην οποία αναφέρθηκε η Επιτροπή, απάντησαν ότι ο ενδιαφερόμενος θα ελάμβανε το συμπληρωματικό επίδομα εντός μερικών εβδομάδων.

Με έγγραφο της 7ης Απριλίου 1989, η Επιτροπή αναφέρθηκε σε μία άλλη συγκεκριμένη περίπτωση κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος προσέκρουσε σε άρνηση καταβολής του συμπληρωματικού επιδόματος του FNS, επειδή δεν είχε τη γαλλική ιθαγένεια και δεν υφίστατο σύμβαση κοινωνικής ασφαλίσεως μεταξύ της χώρας του καταγωγής και της Γαλλίας.

Οι γαλλικές αρχές διευκρίνισαν, με έγγραφο της 7ης Ιουλίου 1989, ότι η αιτιολογία αυτή οφειλόταν σε σφάλμα της διοικήσεως. Δήλωσαν ότι ο ενδιαφερόμενος θα ελάμβανε το επίδικο επίδομα υπό τις ίδιες προϋποθέσεις όπως οι Γάλλοι υπήκοοι.

Δεδομένου ότι στη συνέχεια η Γαλλική Κυβέρνηση δεν ανακοίνωσε στην Επιτροπή τη λήψη εσωτερικών μέτρων για να τερματισθεί η προβαλλόμενη κατάσταση παραβάσεως, η Επιτροπή άσκησε την παρούσα προσφυγή.

3. Διαοικασία

Το δικόγραφο της Επιτροπής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 8 Οκτωβρίου 1989.

Η διαδικασία εξελίχθηκε κανονικά.

Κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή, και αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, το Δικαστήριο αποφάσισε να προχωρήσει την προφορική διαδικασία χωρίς προηγούμενη διεξαγωγή αποδείξεων.

II — Αιτήματα των διαδίκων

Η Επιτροπή, προσφεύγουσα, ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Γαλλική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71, επιβάλλοντας στους υπηκόους άλλων κρατών μελών πλην της Γαλλίας, οι οποίοι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού αυτού, κατοικούν στη Γαλλία και λαμβάνουν από γαλλικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως την παροχή που προβλέπεται στα άρθρα L 815-2 και L-815-3 του γαλλικού code de la sécurité sociale, τη διπλή προϋπόθεση, αφενός μεν, της υπογραφής διεθνών συμβάσεων περί αμοιβαιότητας, αφετέρου δε, της υπάρξεως προηγουμένης κατοικίας του ενδιαφερομένου στο έδαφος της Γαλλικής Δημοκρατίας·

να καταδικάσει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Η Γαλλική Δημοκρατία, καθής, δεν διατύπωσε αιτήματα. Εξέφρασε την ευχή να επιτευχθεί φιλικός διακανονισμός της διαφοράς.

III — Ισχυρισμοί και επιχειρήματα των διαδίκων

Η Επιτροπή υπενθυμίζει, κατ' αρχάς, ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, το συμπληρωματικό επίδομα που καταβάλλει το FNS εμπίπτει στο ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 (απόφαση της 24ης Φεβρουαρίου 1987, 379 έως 381 και 93/86, Giletti κ.λπ., Συλλογή 1987, σ. 955). Κατ' αυτήν, ο κανόνας της ίσης μεταχειρίσεως που προβλέπεται στο άρθρο 3 του κανονισμού αντιτάσσεται στην προϋπόθεση κατά την οποία η καταβολή του συμπληρωματικού επιδόματος στους κοινοτικούς υπηκόους εξαρτάται από την ύπαρξη συμβάσεως αμοιβαιότητας μεταξύ της Γαλλίας και του κράτους την ιθαγένεια του οποίου έχει ο ενδιαφερόμενος, καθώς και στην προϋπόθεση υπάρξεως κατοικίας επί ορισμένο χρονικό διάστημα στο έδαφος της Γαλλικής Δημοκρατίας.

Κατά την έγγραφη διαδικασία, η Γαλλική Κυβέρνηση δεν αμφισβήτησε πλέον την παράβαση. Ισχυρίζεται ότι κίνησε μία διαδικασία τροποποιήσεως διαφόρων διατάξεων σχετικά με την υγεία και την κοινωνική ασφάλιση. Μία πρόταση τροποποιήσεως του άρθρου L 815-5 του CSS κηρύχθηκε μη νόμιμη με απόφαση του Conseil constitutionnel, της 22ας Ιανουαρίου 1990. Η κυβέρνηση δηλώνει ότι ένα νέο νομοσχέδιο θα κατατεθεί κατά τη σύνοδο της Βουλής το φθινόπωρο 1990. Το νομοσχέδιο αυτό ορίζει ότι το συμπληρωματικό επίδομα οφείλεται σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο και ότι η προϋπόθεση της ελάχιστης διάρκειας παραμονής, που ισχύει βάσει του άρθρου L 815-2 του CSS, καταργείται.

Η Γαλλική Κυβέρνηση υπογραμμίζει πάντως ότι το άρθρο L 815-5 του CSS δεν εφαρμόζεται πλέον στην πράξη ως προς τους κοινοτικούς υπηκόους. Πράγματι, οι γαλλικές αρχές συνήγαγαν τις συνέπειες που απορρέουν από τη νομολογία του Δικαστηρίου, διευκρινίζοντας, με το προαναφερθέν υπουργικό έγγραφο 1370, στους αρμόδιους φορείς ως προς το ότι όλοι οι κοινοτικοί υπήκοοι που δικαιούνται σύνταξη αναπηρίας ή γήρατος βάσει της γαλλικής νομοθεσίας μπορούν να λάβουν το συμπληρωματικό επίδομα του FNS υπό τις ίδιες προϋποθέσεις όπως οι Γάλλοι υπήκοοι.

Όσον αφορά την προϋπόθεση κατοικίας επί ένα έτος στο έδαφος της Γαλλικής Δημοκρατίας, όπως προβλέπεται στο άρθρο L 815-2 ( κατόπιν τροποποιήσεως με τον προαναφερθέντα νόμο 87-39) του CSS, η Γαλλική Κυβέρνηση διευκρινίζει ότι η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται στην πράξη. Πράγματι, ουδέποτε εκδόθηκαν τα εκτελεστικά διατάγματα για τον καθορισμό των προϋποθέσεων στις οποίες αναφέρεται η διάταξη αυτή.

P. J. G. Kapteyn

εισηγητής δικαστής


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

της 11ης Ιουνίου 1991 ( *1 )

Στην υπόθεση C-307/89

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Jean-Claude Séché, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Guido Berardis, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, Centre Wagner, Kirchberg,

προσφεύγουσα,

κατά

Γαλλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από την Edwige Belliard, βοηθό διευθυντή στη διεύθυνση νομικών υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, και τον Claude Chavance, κύριο ακόλουθο της γενικής διευθύνσεως εξωτερικών υποθέσεων του ίδιου υπουργείου, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο την πρεσβεία της Γαλλίας, 9, boulevard du Prince-Henri,

καθής,

που έχει ως αντικείμενο να αναγνωριστεί ότι η Γαλλική Δημοκρατία, επιβάλλοντας, όσον αφορά τους υπηκόους άλλων κρατών μελών πλην της Γαλλίας, οι οποίοι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του αμέσως κατωτέρω κανονισμού, κατοικούν στη Γαλλία και λαμβάνουν από γαλλικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως την παροχή που προβλέπεται στα άρθρα L 815-2 και L-815-3 του νέου γαλλικού code de la Sécurité sociale, τη διπλή προϋπόθεση, αφενός μεν, της υπογραφής διεθνών συμβάσεων αμοιβαιότητας, αφετέρου δε, της υπάρξεως προηγουμένης κατοικίας του ενδιαφερομένου στο έδαφος της Γαλλικής Δημοκρατίας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού ( ΕΟΚ ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, τους μη μισθωτούς και τα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας [όπως κωδικοποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2001/83 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 1983 ( ΕΕ 1983 L 260, σ. 6)],

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

συγκείμενο από τους Ο. Due, Πρόεδρο, J. C Moitinho de Almeida και M. Diez de Velasco, προέδρους τμήματος, Κ. Ν. Κακούρη, F. Α. Schockweiler, F. Grévisse και Ρ. J. G. Kapteyn, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: W. Van Gerven

γραμματέας: Η. Α. Rühi, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση,

αφού άκουσε τους διαδίκους που αγόρευσαν κατά τη συνεδρίαση της 16ης Απριλίου 1991,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 24ης Απριλίου 1991,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 8 Οκτωβρίου 1987, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άσκησε, δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης ΕΟΚ, προσφυγή με την οποία ζητεί να αναγνωριστεί ότι η Γαλλική Δημοκρατία, επιβάλλοντας, όσον αφορά τους υπηκόους άλλων κρατών μελών πλην της Γαλλίας, οι οποίοι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του αμέσως κατωτέρω κανονισμού, κατοικούν στη Γαλλία και λαμβάνουν από γαλλικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως την παροχή που προβλέπεται στα άρθρα L 815-2 και L-815-3 του νέου γαλλικού code de la sécurité sociale, τη διπλή προϋπόθεση, αφενός μεν, της υπογραφής διεθνών συμβάσεων αμοιβαιότητας, αφετέρου δε, της υπάρξεως προηγουμένης κατοικίας του ενδιαφερομένου στο έδαφος της Γαλλικής Δημοκρατίας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, τους μη μισθωτούς και τα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας [όπως κωδικοποιήθηκε με τον κανονισμό ( ΕΟΚ ) 2001/83 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 1983 ( ΕΕ 1983 L 260, σ. 6, στο εξής: ο κανονισμός ) ].

2

Τα άρθρα L 815-2 και L 815-3 του νέου γαλλικού code de la sécurité sociale ( κώδικα κοινωνικής ασφαλίσεως, στο εξής: CSS) ορίζουν τα πρόσωπα γαλλικής ιθαγενείας που δικαιούνται το συμπληρωματικό επίδομα που καταβάλει το Fonds national de solidarité (εθνικό ταμείο αλληλοβοήθειας, στο εξής: FNS). Το επίδομα αυτό προβλέπεται στο κεφάλαιο V του τίτλου Ι, « Allocations aux personnes âgées » ( επιδόματα καταβαλλόμενα στους ηλικιωμένους) του βιβλίου VIII του κώδικα. Κατά το άρθρο L 815-1, το FNS ιδρύθηκε στο πλαίσιο της προσπάθειας για μια γενική πολιτική προστασίας των ηλικιωμένων μέσω της βελτιώσεως των συντάξεων, παροχών και επιδομάτων γήρατος.

3

Το άρθρο L 815-2 επιβάλλει στους ενδιαφερομένους την υποχρέωση να κατοικούν στη Γαλλία επί ορισμένη χρονική περίοδο και υπό προϋποθέσεις που καθορίζονται με διάταγμα. Το άρθρο L 815-5 διευκρινίζει ότι το συμπληρωματικό επίδομα καταβάλλεται στους αλλοδαπούς μόνο με την επιφύλαξη της υπογραφής διεθνών συνθηκών αμοιβαιότητας.

4

Εξάλλου, το άρθρο 3, παράγραφος 1, του προαναφερθέντος κανονισμού 1408/71 ορίζει ότι τα πρόσωπα που κατοικούν στο έδαφος ενός από από τα κράτη μέλη, και για τα οποία ισχύουν οι διατάξεις του κανονισμού αυτού, υπόκεινται στις υποχρεώσεις και απολαύουν των δικαιωμάτων που απορρέουν από τη νομοθεσία κάθε κράτους μέλους υπό τους ίδιους όρους με τους υπηκόους του, υπό την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων του κανονισμού αυτού.

5

Κατά το άρθρο 4, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού, ο κανονισμός ισχύει για όλες τις νομοθεσίες που αφορούν, μεταξύ άλλων παροχών, τις παροχές αναπηρίας και γήρατος. Στην παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι η κοινωνική πρόνοια δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού.

6

Με έγγραφο της 4ης Δεκεμβρίου 1985, η Επιτροπή ζήτησε από τη Γαλλική Κυβέρνηση να γνωστοποιήσει τις παρατηρήσεις της ως προς το ζήτημα αν συμβιβάζονται με το κοινοτικό δίκαιο οι προεκτεθείσες διατάξεις του CSS. Με έγγραφο της 7ης Μαρτίου 1986, οι γαλλικές αρχές αμφισβήτησαν ότι το συμπληρωματικό επίδομα εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του προαναφερθέντος κανονισμού 1408/71, επειδή το επίδομα αυτό αποτελεί παροχή κοινωνικής πρόνοιας.

7

Η Επιτροπή εξέδωσε την αιτιολογημένη γνώμη που προβλέπεται στο άρθρο 169 της Συνθήκης ΕΟΚ, στις 14 Οκτωβρίου 1987, καλώντας τη Γαλλική Κυβέρνηση να συμμορφωθεί εντός προθεσμίας 30ημερών. Με έγγραφα της 26ης Νοεμβρίου 1987 και 6ης Ιουνίου 1988, οι γαλλικές αρχές πληροφόρησαν την Επιτροπή, αφενός μεν, ότι δεν απαιτούν την ύπαρξη διεθνούς συμβάσεως αμοιβαιότητας ως προς τους πολίτες των άλλων κρατών μελών για τη χορήγηση συμπληρωματικού επιδόματος, αφετέρου δε, ότι τα εκτελεστικά διατάγματα που αναφέρονται στο άρθρο L 815-2 του CSS ουδέποτε εκδόθηκαν.

8

Δεδομένου ότι η Γαλλική Κυβέρνηση δεν ανακοίνωσε στην Επιτροπή τα νομοθετικά μέτρα που έπρεπε να ληφθούν για να τεθεί τέλος στην προβαλλόμενη παράβαση, η Επιτροπή άσκησε την παρούσα προσφυγή.

9

Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση εκτίθενται διεξοδικώς τα περιστατικά της υποθέσεως, η εξέλιξη της διαδικασίας, καθώς και οι ισχυρισμοί και τα επιχειρήματα των διαδίκων. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται πιο κάτω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

10

Πρέπει κατ' αρχάς να υπομνησθεί ότι από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι νομοθεσία όπως η υπό κρίση, καθόσον παρέχει δικαίωμα για συμπληρωματικές παροχές με τις οποίες επιδιώκεται αύξηση του ποσού των συντάξεων που εμπίπτουν στον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη ατομικές ανάγκες και καταστάσεις, πράγμα που χαρακτηρίζει την κοινωνική πρόνοια, εμπίπτει στο σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως κατά την έννοια του προαναφερθέντος κανονισμού 1408/71.

11

Περαιτέρω, πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα άρθρα L 815-2 και L 815-5 του CSS δεν συμβιβάζονται με την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, που καθιερώνεται με το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, καθόσον εξαρτούν τη χορήγηση των εν λόγω επιδομάτων στους υπηκόους άλλων κρατών μελών που κατοικούν στη Γαλλία από τη διπλή προϋπόθεση, αφενός μεν, της υπογραφής μεταξύ των κρατών αυτών και της Γαλλίας διεθνών συμβάσεων αμοιβαιότητας, αφετέρου δε, από την ύπαρξη προηγουμένης κατοικίας του ενδιαφερομένου στο έδαφος της Γαλλικής Δημοκρατίας.

12

Από τη δικογραφία προκύπτει ότι η Γαλλική Κυβέρνηση δεν αμφισβητεί πλέον το ότι η εν λόγω νομοθεσία αντίκειται προς το κοινοτικό δίκαιο. Προβάλλει πάντως ότι, δυνάμει της υπουργικής εγκυκλίου 1370 της 5ης Νοεμβρίου 1987 και κατόπιν υπουργικής οδηγίας προς τους αρμόδιους φορείς, το άρθρο L 815-5 του CSS δεν εφαρμόζεται πλέον στην πράξη ως προς τους κοινοτικούς υπηκόους και ότι άρθρο L 815-2 του CSS παραμένει πράγματι ανεφάρμοστο ελλείψει εκτελεστικών διαταγμάτων.

13

Πρέπει να τονισθεί συναφώς ότι από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι η διατήρηση μιας εθνικής ρυθμίσεως που δεν συμβιβάζεται, αυτή καθαυτή, με το κοινοτικό δίκαιο, ακόμη και αν το οικείο κράτος μέλος ενεργεί σύμφωνα με το δίκαιο αυτό, μπορεί να προκαλέσει μια διφορούμενη κατάσταση πραγμάτων με τη διατήρηση, όσον αφορά τα ενδιαφερόμενα υποκείμενα δικαίου, μιας αβεβαιότητας ως προς τις δυνατότητες επικλήσεως του κοινοτικού δικαίου που τους παρέχονται. Η αβεβαιότητα αυτή ενισχύεται χωρίς αμφιβολία από τον εσωτερικό χαρακτήρα των καθαρά διοικητικών οδηγιών περί μη εφαρμογής του εθνικού νόμου ( βλ. απόφαση της 4ης Απριλίου 1974, 167/73, Επιτροπή κατά Γαλλίας, Rec. 1974, σ. 359, σκέψεις 41 και 42 ).

14

Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η Γαλλική Δημοκρατία, εξαρτώντας, όσον αφορά τους υπηκόους των άλλων κρατών μελών που κατοικούν στη Γαλλία και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του κανονισμού 1408/71, το δικαίωμα της παροχής κοινωνικής ασφαλίσεως που αναφέρεται στα άρθρα L 815-2 και L 815-3 του νέου γαλλικού κώδικα κοινωνικής ασφαλίσεως από τη διπλή προϋπόθεση, αφενός μεν, της υπογραφής με τα κράτη αυτά διεθνούς συμβάσεως αμοιβαιότητας, αφετέρου δε, της υπάρξεως προηγούμενης κατοικίας του ενδιαφερομένου στο έδαφος της, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού.

Επi των δικαστικών εξόδων

15

Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα. Δεδομένου ότι η Γαλλική Δημοκρατία ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.

 

Για τους λόγους αυτούς

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

αποφασίζει:

 

1)

Η Γαλλική Δημοκρατία, εξαρτώντας, όσον αφορά τους υπηκόους των άλλων κρατών μελών που κατοικούν στη Γαλλία και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του κανονισμού ( ΕΟΚ ) 1408/71, του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, τους μη μισθωτούς και τα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, το δικαίωμα της παροχής κοινωνικής ασφαλίσεως που αναφέρεται στα άρθρα L 815-2 και L 815-3 του νέου γαλλικού κώδικα κοινωνικής ασφαλίσεως από τη διπλή προϋπόθεση, αφενός μεν, της υπογραφής με τα κράτη αυτά διεθνούς συμβάσεως αμοιβαιότητας, αφετέρου δε, της υπάρξεως προηγουμένης κατοικίας του ενδιαφερομένου στο έδαφος της, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού.

 

2)

Καταδικάζει την Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

 

Due

Moitinho de Almeida

Diez de Velasco

Κακοόρης

Schockweiler

Grévisse

Kapteyn

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 11 Ιουνίου 1991

Ο Γραμματέας

J.-G. Giraud

Ο Πρόεδρος

Ο. Due


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.