Λέξεις κλειδιά
Περίληψη

Λέξεις κλειδιά

1 Διαδικασία - Προβολή νέων ισχυρισμών κατά τη διάρκεια της δίκης - Αγωγή αποζημιώσεως - Μεταβληθέντα αιτήματα εκφραζόμενα με αριθμητικά στοιχεία - Ανάπτυξη των περιλαμβανομένων στην αγωγή αιτημάτων - Δεκτή

(Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου, άρθρο 42 § 2)

2 Διαδικασία - Απαγόρευση προβολής νέων αιτημάτων κατά τη διάρκεια της δίκης - Περιεχόμενο - Αγωγή αποζημιώσεως - Αίτημα αντισταθμιστικών τόκων λόγω μειώσεως της αξίας του νομίσματος - Δεκτό

(Οργανισμός ΕΚ του Δικαστηρίου, άρθρο 19· Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου, άρθρο 38)

3 Διαδικασία - Ισχύς του δεδικασμένου - Απόφαση επί των τόκων υπερημερίας - Έκταση - Μη επίπτωση επί των αντισταθμιστικών τόκων

4 Εξωσυμβατική ευθύνη - Ακυρότητα της κανονιστικής ρυθμίσεως που στερούσε τους παραγωγούς γάλακτος από ποσότητες αναφοράς στο πλαίσιο του καθεστώτος συμπληρωματικής εισφοράς που εισήχθη με τους κανονισμούς 857/84 και 1371/84 - Ζημία - Αποκατάσταση - Καθορισμός του διαφυγόντος κέρδους - Συστατικά στοιχεία - Τρόποι υπολογισμού

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 215, εδ. 2 (νυν άρθρο 288, εδ. 2, ΕΚ)· κανονισμοί του Συμβουλίου 1078/77, 857/84 και 764/89· κανονισμός 1371/84 της Επιτροπής]

5 Εξωσυμβατική ευθύνη - Ακυρότητα της κανονιστικής ρυθμίσεως που στερεί τους παραγωγούς γάλακτος από ποσότητες αναφοράς στο πλαίσιο του καθεστώτος συμπληρωματικής εισφοράς που εισήχθη με τους κανονισμούς 857/84 και 1371/84 - Ζημία - Αποκατάσταση - Αρχές - Πράγματι προκύψασες ζημίες - Εκτίμηση - Τρόπος υπολογισμού - Εξουσία εκτιμήσεως του Δικαστηρίου - Βάρος αποδείξεως

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 215, εδ. 2 (νυν άρθρο 288, εδ. 2, ΕΚ)· κανονισμός 857/84 του Συμβουλίου· κανονισμός 1371/84 της Επιτροπής]

6 Εξωσυμβατική ευθύνη - Ακυρότητα της κανονιστικής ρυθμίσεως που στερεί τους παραγωγούς γάλακτος από ποσότητες αναφοράς στο πλαίσιο του καθεστώτος συμπληρωματικής εισφοράς που εισήχθη με τους κανονισμούς 857/84 και 1371/84 - Ζημία - Αποκατάσταση - Περίοδος αποζημιώσεως

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 215, εδ. 2 (νυν άρθρο 288, εδ. 2, ΕΚ)· κανονισμός 857/84 του Συμβουλίου· κανονισμός 1371/84 της Επιτροπής]

Περίληψη

1 Αιτήματα με αριθμητικά στοιχεία τα οποία υποβλήθηκαν, στο πλαίσιο αγωγής αποζημιώσεως, μετά τη δημοσίευση της προσωρινής αποφάσεως με την οποία το Δικαστήριο καταδίκασε την Κοινότητα να αποκαταστήσει τη ζημία που υπέστησαν οι ενάγοντες λόγω των προσβαλλομένων πράξεων και μετά την κατάθεση της εκθέσεως πραγματογνωμοσύνης σχετικά με την εκτίμηση του διαφυγόντος κέρδους το οποίο υπέστησαν, μεταβληθέντα για να ληφθεί υπόψη ο τρόπος υπολογισμού της ζημίας που καθορίστηκε με την προσωρινή απόφαση και στηριζόμενα στα στατιστικά στοιχεία που έγιναν δεκτά από τον πραγματογνώμονα, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως οψίμως υποβληθέντα δεδομένου ότι εμφανίζονται ως αποδεκτή ανάπτυξη των περιλαμβανομένων στην αγωγή αιτημάτων, κυρίως καθόσον, αφενός, το Δικαστήριο καθόρισε τα αναγκαία για τον υπολογισμό της ζημίας στοιχεία για πρώτη φορά με την προσωρινή απόφαση και, αφετέρου, η ακριβής σύνθεση της ζημίας και ο ακριβής τρόπος υπολογισμού των οφειλομένων αποζημιώσεων δεν είχαν ακόμη αποτελέσει το αντικείμενο συζητήσεων. (βλ. σκέψεις 38-39)

2 Από τα άρθρα 19 του Οργανισμού του Δικαστηρίου και 38 του Κανονισμού Διαδικασίας, τα οποία αποκλείουν την προβολή νέων αιτημάτων κατά τη διάρκεια της δίκης, προκύπτει ότι πρόσθετα αιτήματα για τη χορήγηση αντισταθμιστικών τόκων είναι απαράδεκτα όταν υποβάλλονται για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της δίκης και, ειδικότερα, μετά τη δημοσίευση προσωρινής αποφάσεως. Πάντως, η αποκατάσταση της ζημίας στο πλαίσιο της εξωσυμβατικής ευθύνης έχει ως αντικείμενο να αποκαταστήσει στο μέτρο του δυνατού την περιουσία του θύματος. Κατά συνέπεια, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που θεμελιώνουν την ύπαρξη εξωσυμβατικής ευθύνης, η μεταβολή των με αριθμητικά στοιχεία αιτημάτων λόγω του αιτήματος καταβολής αντισταθμιστικών τόκων συνεπεία της μειώσεως της αξίας του νομίσματος, αιτήματος που υποβλήθηκε μετά τη δημοσίευση της προσωρινής αποφάσεως με την οποία διαπιστώθηκε η ευθύνη της Κοινότητας, αποτελεί αναγκαία προσαρμογή των περιλαμβανομένων στην αγωγή αιτημάτων και πρέπει συνεπώς να θεωρηθεί παραδεκτή. (βλ. σκέψεις 47, 50-52)

3 Στο πλαίσιο αγωγής αποζημιώσεως, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ των τόκων υπερημερίας και των αντισταθμιστικών τόκων. Απόφαση του Δικαστηρίου επί των τόκων υπερημερίας δεν μπορεί επομένως να έχει επίπτωση επί της τύχης των αντισταθμιστικών τόκων. (βλ. σκέψη 55)

4 Το διαφυγόν κέρδος που υπέστησαν οι ενάγοντες λόγω της ακυρότητας του κανονισμού 857/84, περί γενικών κανόνων για την εφαρμογή της συμπληρωματικής εισφοράς επί του γάλακτος, όπως συμπληρώθηκε με τον κανονισμό 1371/84, καθόσον οι κανονισμοί αυτοί δεν προέβλεπαν τη χορήγηση ποσότητας αναφοράς στην κατηγορία παραγωγών στην οποία εντάσσονταν οι ενάγοντες, συνίσταται στη διαφορά μεταξύ, αφενός, των εισοδημάτων που θα μπορούσαν να είχαν πραγματοποιήσει οι ενάγοντες από τις παραδόσεις γάλακτος τις οποίες θα είχαν διενεργήσει αν τους είχαν χορηγηθεί, κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Απριλίου 1984, ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος του κανονισμού 857/84, και της 29ης Μαρτίου 1989, ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος του κανονισμού 764/89, περί τροποποιήσεως του κανονισμού 857/84, οι ποσότητες αναφοράς που δικαιούνταν (υποθετικά εισοδήματα) και, αφετέρου, των εισοδημάτων που πράγματι αποκόμισαν από τις παραδόσεις του γάλακτος κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου χωρίς οποιαδήποτε ποσότητα αναφοράς, προσαυξημένων κατά το εισόδημα που πραγματοποίησαν ή θα είχαν μπορέσει να πραγματοποιήσουν κατά την ίδια αυτή περίοδο από ενδεχόμενες εναλλακτικές δραστηριότητες (εναλλακτικά εισοδήματα).

Για τον υπολογισμό των υποθετικών εισοδημάτων, πρέπει να ληφθούν υπόψη οι υποθετικές ποσότητες αναφοράς, οι οποιές πρέπει να υπολογιστούν βάσει των ποσοτήτων που χρησίμευσαν για τον καθορισμό της εισαχθείσας με τον κανονισμό 1078/77 πριμοδοτήσεως μη εμπορίας, στις οποίες πρέπει να εφαρμοστεί ποσοστό αυξήσεως 1 % και ποσοστό μειώσεως που αντιπροσωπεύει τα ποσοστά μειώσεως που εφαρμόζονται στους παραγωγούς στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 2 του κανονισμού 857784. Εξάλλου, ο υπολογισμός των υποθετικών εισοδημάτων πρέπει να βασίζεται στον υπολογισμό της αποδοτικότητας μιας αντιπροσωπευτικής εκμεταλλεύσεως του τύπου των εκμεταλλεύσεων των εναγόντων, επιτρέποντας παράλληλα τη λήψη υπόψη μειωμένης αποδοτικότητας κατά την περίοδο ενάρξεως της γαλακτοπαραγωγής. Τα εναλλακτικά εισοδήματα περιλαμβάνουν τα εισοδήματα που πράγματι αντλήθηκαν από εναλλακτικές δραστηριότητες (πραγματικά εναλλακτικά εισοδήματα), και τα εισοδήματα που οι ενάγοντες θα είχαν μπορέσει να πραγματοποιήσουν αν είχαν λελογισμένως επιδοθεί σε τέτοιες δραστηριότητες (μέσα εναλλακτικά εισοδήματα). (βλ. σκέψεις 60-62, 92-94)

5 Εφόσον η αποκατάσταση της ζημίας έχει ως αντικείμενο να αποκατασταθεί στο μέτρο του δυνατού η περιουσία του θύματος της παράνομης συμπεριφοράς των κοινοτικών οργάνων, το διαφυγόν κέρδος που υπέστησαν οι ενάγοντες λόγω του ανίσχυρου χαρακτήρα των κανονισμών 857/84 και 1371/84 πρέπει να εκτιμηθεί, στο μέτρο του δυνατού, βάσει των ατομικών στοιχείων και αριθμών που αποδίδουν την πραγματική κατάσταση κάθε ενάγοντος και της εκμεταλλεύσεώς του. Τα εισοδήματα που οι ενάγοντες θα είχαν αντλήσει από τις παραδόσεις γάλακτος αν είχαν παραγωγή γάλακτος αντιστοιχούσα στις ποσότητες αναφοράς τις οποίες δικαιούνταν, είναι εισοδήματα υποθετικού χαρακτήρα τα οποία, ως εκ της φύσεώς τους, μπορούν να καθοριστούν μόνο με την προσφυγή σε μέσες στατιστικές τιμές αντιστοιχούσες σε αντιπροσωπευτική εκμετάλλευση του τύπου εκείνης καθενός των εναγόντων. Η μέθοδος αυτή ισχύει επίσης για τα εναλλακτικά εισοδήματα, καθόσον αυτά περιλαμβάνουν τα μέσα εναλλακτικά εισοδήματα που οι ενάγοντες θα είχαν μπορέσει να πραγματοποιήσουν αν είχαν λελογισμένως επιδοθεί σε εναλλακτικές δραστηριότητες.

Πάντως, δεδομένου ότι τόσο τα υποθετικά όσο και τα εναλλακτικά εισοδήματα, καθοριζόμενα βάσει στατιστικών τιμών, δεν αποδίδουν παρά τη μέση κατάσταση της κατηγορίας εκμεταλλεύσεων στην οποία ανήκουν οι εκμεταλλεύσεις των εναγόντων, η χρήση πραγματικών αριθμών, στο μέτρο που αυτοί υφίστανται, επιτρέπει ακριβέστερη θεώρηση της ατομικής καταστάσεως κάθε ενάγοντος και δεν μπορεί κατά συνέπεια να παραβλεφθεί. Εξάλλου, εφόσον ο υπολογισμός του διαφυγόντος κέρδους είναι το αποτέλεσμα εκτιμήσεως και αξιολογήσεως σύνθετων οικονομικών στοιχείων, το Δικαστήριο διαθέτει σημαντικό περιθώριο εκτιμήσεως είτε έναντι των στατιστικών δεδομένων και τιμών που πρέπει να γίνουν δεκτά είτε προπαντός όσον αφορά τη χρήση των στοιχείων αυτών για τον υπολογισμό και την εκτίμηση της ζημίας.

Τέλος, λόγω του ουσιωδώς υποθετικού χαρακτήρα της εκτιμήσεως του διαφυγόντος κέρδους, η πραγματογνωμοσύνη είναι καθοριστικής σημασίας όταν ουδείς των διαδίκων δύναται να αποδείξει την ακρίβεια των στοιχείων ή των αριθμών που επικαλείται και τα οποία αμφισβητούνται. (βλ. σκέψεις 63-66, 75-79, 84)

6 Η περίοδος που πρέπει να ληφθεί υπόψη για τον καθορισμό της ζημίας που υπέστησαν οι ενάγοντες λόγω του ανίσχυρου χαρακτήρα των κανονισμών 857/84 και 1371/84 είναι η περιλαμβανόμενη μεταξύ της 1ης Απριλίου 1984 και της 29ης Μαρτίου 1989, κατά την οποία οι ενάγοντες θα είχαν πραγματοποιήσει εισοδήματα από την παράδοση γάλακτος αν τους είχαν χορηγηθεί οι ποσότητες αναφοράς που δικαιούνταν. Πάντως, η ατομική περίοδος αποζημιώσεως κάθε ενάγοντος αρχίζει την ημερομηνία κατά την οποία έληξε η δέσμευσή του περί μη διαθέσεως στο εμπόριο και περατώνεται την ημέρα κατά την οποία επανέλαβε πράγματι την παραγωγή γάλακτος, χωρίς να μπορεί να βαίνει πέραν της 29ης Μαρτίου 1989, ημερομηνίας μετά την οποία δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να καταλογιστεί στην Κοινότητα η καθυστέρηση της επαναλήψεως της γαλακτοπαραγωγής. (βλ. σκέψεις 85-86, 89, 265, 268)