ΈΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠ' ΑΚΡΟΑΤΗΡΊΟΥ ΣΥΖΉΤΗΣΗ

στην υπόθεση C-359/88 ( *1 )

Ι — Πραγματικά περιστατικά και διαδικασία

Α — Οι κοινοτικές διατάξεις

Με την οδηγία 75/442/ΕΟΚ, της 15ης Ιουλίου 1975, περί των στερεών αποβλήτων ( ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 86) και την οδηγία 78/319/ΕΟΚ, της 20ής Μαρτίου 1978, περί των τοξικών και επικινδύνων αποβλήτων ( ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 161 ), το Συμβούλιο αποφάσισε την εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών όσον αφορά τη διάθεση των αποβλήτων.

Κατά το άρθρο 1, στοιχείο α, και των δύο ανωτέρω οδηγιών, ως απόβλητο νοείται, στο πλαίσιο των οδηγιών αυτών, « κάθε ουσία ή αντικείμενο το οποίσ ο κάτοχός του αποβάλλει ή υποχρεούται να αποβάλει δυνάμει των διατάξεων της εν ισχύι εθνικής νομοθεσίας ».

Όπως προκύπτει από τις αιτιολογικές σκέψεις και των δύο προαναφερθεισών οδηγιών, ο βασικός σκοπός τους είναι η προστασία της υγείας των ανθρώπων και η διαφύλαξη του περιβάλλοντος από τις βλαβερές συνέπειες της συγκεντρώσεως, μεταφοράς, επεξεργασίας, εναποθηκεύσεως και αποθέσεως των αποβλήτων.

Το άρθρο 4 της οδηγίας 75/442 και το άρθρο 5 της οδηγίας 78/319 επιβάλλουν στα κράτη μέλη τη λήψη των μέτρων που είναι αναγκαία για την επίτευξη του σκοπού αυτού.

Πρός τούτο, τα κράτη μέλη οφείλουν να συστήσουν ή να υποδείξουν την ή τις αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες, εντός μιας καθορισμένης ζώνης, με τη σχεδίαση, οργάνωση, παροχή αδειών και επίβλεψη των εργασιών διαθέσεως των στερεών αποβλήτων ( άρθρο 5 της οδηγίας 75/442 περί των στερεών αποβλήτων και άρθρο 6 της οδηγίας 78/319 περί των τοξικών και επικινδύνων αποβλήτων ).

Για την εξασφάλιση της τηρήσεως των μέτρων που τα κράτη μέλη λαμβάνουν δυνάμει του άρθρου 4, το άρθρο 8 της οδηγίας 75/442 περί των στερεών αποβλήτων προβλέπει ότι κάθε εγκατάσταση ή επιχείρηση που ασχολείται με την επεξεργασία, εναποθήκευση ή απόθεση στερεών αποβλήτων για λογαριασμό τρίτων οφείλει να λάβει άδεια από την αρμόδια αρχή που τα κράτη μέλη έχουν ορίσει δυνάμει του άρθρου 5. Εξάλλου, το άρθρο 9 ορίζει ότι οι επιχειρήσεις αυτές υπόκεινται σε περιοδικούς ελέγχους της ιδίας αυτής αρχής.

Όσον αφορά τις επιχειρήσεις που διενεργούν τη μεταφορά, τη συγκέντρωση, την εναποθήκευση, την απόθεση ή την επεξεργασία των δικών τους αποβλήτων, καθώς και τις επιχειρήσεις που συγκεντρώνουν ή μεταφέρουν απόβλητα για λογαριασμό τρίτων, το άρθρο 10 της οδηγίας 75/442 προβλέπει απλώς ότι οι εν λόγω επιχειρήσεις εποπτεύονται από την αναφερόμενη στο άρθρο 5 αρμόδια αρχή.

Η οδηγία 78/319, περί των τοξικών και επικινδύνων αποβλήτων, προβλέπει επίσης, στο άρθρο 9, ένα σύστημα αδειών και ελέγχου για τη διάθεση των αναφερόμενων σ' αυτήν αποβλήτων.

Β — Η εθνική ρύθμιοη

Η Ιταλία μετέφερε τις οδηγίες 75/442 και 78/319 στο εσωτερικό της δίκαιο με το προεδρικό διάταγμα 915 της 10ης Σεπτεμβρίου 1982 ( GURI [ Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της Ιταλικής Δημοκρατίας], αριθ. φύλλου 343 της 15.12.1982, σ. 9071 ).

Κατά το άρθρο 2, πρώτο εδάφιο, του διατάγματος αυτού, με τον όρο απόβλητο νοείται « κάθε ουσία ή αντικείμενο που προέρχεται από ανθρώπινες δραστηριότητες ή τη φύση και έχει εγκαταλειφθεί ή προορίζεται να εγκαταλειφθεί ».

Με το άρθρο 2, δεύτερο εδάφιο, το ανωτέρω διάταγμα κατατάσσει τα απόβλητα σε τρεις κατηγορίες: τα αστικά απόβλητα ( κυρίως τα ογκώδη απόβλητα και τα απόβλητα που εναποτίθενται σε δημόσιους ανοιχτούς χώρους)' τα ειδικά απόβλητα (στα οποία περιλαμβάνονται τα κατάλοιπα των βιομηχανικών μεταποιήσεων και τα απόβλητα που προέρχονται από γεωργικές, βιοτεχνικές, εμπορικές δραστηριότητες...)· τα τοξικά και επικίνδυνα απόβλητα (απόβλητα που περιέχουν τις απαριθμούμενες σε παράρτημα του διατάγματος ουσίες ).

Τα αστικά και ειδικά απόβλητα, κατά την έννοια του ιταλικού προεδρικού διατάγματος, εμπίπτουν στην οδηγία 75/442, ενώ τα τοξικά και επικίνδυνα απόβλητα, κατά την έννοια του ίδιου διατάγματος, εμπίπτουν στην οδηγία 78/319.

Το άρθρο 25 του ανωτέρω διατάγματος προβλέπει ποινικές κυρώσεις για τους υπευθύνους των επιχειρήσεων που προβαίνουν στη διάθεση αστικών και ειδικών αποβλήτων προερχομένων από τρίτους χωρίς να έχουν λάβει την άδεια που αναφέρεται στο άρθρο 6, στοιχείο δ, του διατάγματος αυτού. Σύμφωνα με την τελευταία αυτή διάταξη, αρμόδιες για την έκδοση αδειών διαθέσεως αστικών και ειδικών αποβλήτων προερχομένων από τρίτους είναι οι περιφέρειες.

Γ — Η υπόθεση της κύριας δίκης

Αιτία της κύριας δίκης αποτέλεσαν οι μεταφορές χρησιμοποιημένων διαλυμάτων υδροχλωρικού οξέος που είχαν πραγματοποιήσει ο E. Zanetti και άλλοι μεταφορείς για λογαριασμό ενός εργοστασίου ψευδαργύρου. Το εργοστάσιο αυτό χρησιμοποιεί τα διαλύματα αυτά για τη στίλβωση μεταλλικών επιφανειών. Υστερα από ορισμένο διάστημα, τα διαλύματα καθίστανται ακατάλληλα για τη χρήση αυτή. Τότε το εργοστάσιο απαλλάσσεται απ' αυτά, παραδίδοντάς τα σε άλλες επιχειρήσεις, οι οποίες μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν εκ νέου, ιδίως για την παρασκευή χλωριούχου σιδήρου.

Δεν αμφισβητείται ότι τα διαλύματα χρησιμοποιηθέντος υδροχλωρικού οξέος αποτελούν ειδικά απόβλητα κατά την έννοια του ιταλικού προεδρικού διατάγματος 915 (κατάλοιπα βιομηχανικών μεταποιήσεων ).

Οι εν λόγω μεταφορείς, οι οποίοι είναι όλοι εγκατεστημένοι στην περιφέρεια της Friuli-Venezia Giulia, διενεργούσαν μεταφορές τέτοιων διαλυμάτων από την περιφέρεια αυτή προς άλλες ιταλικές περιφέρειες και διώκονται ποινικώς ενώπιον της Pretura di San Vito al Tagliamento, διότι εκτέλεσαν τις μεταφορές αυτές χωρίς να έχουν λάβει την άδεια της περιφέρειας της Friuli-Venezia Giulia.

Ορισμένοι από τους κατηγορουμένους ισχυρίστηκαν, προς υπεράσπιση τους, ότι είχαν ζητήσει από την περιφέρεια της Friuli-Venezia Giulia να τους χορηγήσει την επίμαχη άδεια, αλλά ότι η περιφέρεια αυτή τους απάντησε ότι η μεταφορά ειδικών αποβλήτων προερχόμενων από τρίτους δεν υπόκειται στην έκδοση άδειας; 'Αλλοι κατηγορούμενοι προσκόμισαν άδειες που τους είχαν χορηγηθεί από άλλες περιφέρειες. Τέλος, ορισμένοι υπογράμμισαν ότι στη νομολογία δεν υπάρχει ομοφωνία ως προς το ζήτημα αν για τη μεταφορά ειδικών αποβλήτων προερχόμενων από τρίτους είναι αναγκαία η έκδοση άδειας.

Με Διάταξη της 14ης Ιουλίου 1988 η Pretura di San Vito al Tagliamento αποφάσισε την αναστολή της σχετικής διαδικασίας και την υποβολή στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης, των εξής προδικαστικών ερωτημάτων:

«1)

Είναι ο ορισμός της έννοιας του αποβλήτου που έδωσε ο Ιταλός νομοθέτης με το άρθρο 2, πρώτο εδάφιο, του προεδρικού διατάγματος 915 του 1982 σύμφωνος προς τις οδηγίες 75/442 και 78/319;

2)

Τηρεί ο νομοθέτης το άρθρο 10 της οδηγίας 75/442, όταν επιβάλλει την υποχρέωση λήψεως αδείας μόνο για τις φάσεις διαθέσεως των τοξικών και επικίνδυνων αποβλήτων, ενώ ( άρθρο 16 του προεδρικού διατάγματος 915/82) δεν προβλέπει ειδική άδεια για παρόμοιες πράξεις όσον αφορά τα ειδικά απόβλητα;

3)

Τηρεί ο ιταλός νομοθέτης, προβλέποντας τη χορήγηση ειδικών αδειών από τις περιφέρειες για τη μεταφορά των αποβλήτων, το άρθρο 5 της ανωτέρω οδηγίας, εφόσον οι επιφορτισμένες με την έκδοση τους αρχές περιορίζονται σε μια “καθορισμένη ζώνη”; »

Όσον αφορά το πρώτο ερώτημα, το εθνικό δικαστήριο επισημαίνει ότι σύμφωνα με το ιταλικό προεδρικό διάταγμα 915 τα απόβλητα ορίζονται ως αντικείμενα ή ουσίες που έχουν εγκαταλειφθεί ή προορίζονται να εγκαταλειφθούν. Σύμφωνα με ένα μέρος της ιταλικής νομολογίας, τα αντικείμενα ή ουσίες από τα οποία απαλλάσσεται ο κάτοχός τους, αλλά τα οποία είναι ωστόσο δεκτικά περαιτέρω οικονομικής χρησιμοποιήσεως, δεν αποτελούν « εγκαταλειφθέντα » πράγματα και δεν εμπίπτουν, κατά συνέπεια, στη σχετική με τα απόβλητα ρύθμιση. Αντιθέτως, σύμφωνα με αποφάσεις άλλων δικαστηρίων, μεταξύ των οποίων το Corte di Cassazione ( το ακυρωτικό δικαστήριο) (απόφαση της 14ης Απριλίου 1987, Perino ), τα αντικείμενα ή οι ουσίες από τα οποία ο κάτοχός τους απαλλάσσεται, διότι δεν του είναι πλέον χρήσιμα, αποτελούν απόβλητα, έστω και αν εξακολουθούν να παρουσιάζουν οικονομικό ενδιαφέρον για άλλους. Η τελευταία αυτή νομολογία στηρίζεται στον ορισμό της έννοιας του αποβλήτου που δίδουν οι οδηγίες 75/442 και 78/319. Στον ορισμό αυτό λαμβάνεται υπόψη μόνο η ενέργεια του κατόχου ο οποίος αποβάλλει το σχετικό αντικείμενο, και όχι η πρόθεση του ή οι δυνατότητες περαιτέρω οικονομικής χρησιμοποιήσεως που προσφέρει το εν λόγω αντικείμενο.

Σχετικά με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, η Pretura διευκρινίζει ότι το ιταλικό προεδρικό διάταγμα δεν είναι σαφές ως προς το ζήτημα αν η μεταφορά ειδικών αποβλήτων προερχόμενων από τρίτους υπόκειται ή όχι σε άδεια. Από το γεγονός ότι το διάταγμα αυτό απαιτεί ρητώς, στο άρθρο 16, άδεια για τη μεταφορά τοξικών ή επικίνδυνων αποβλήτων, ενώ δεν περιλαμβάνει ανάλογη διάταξη όσον αφορά τη μεταφορά ειδικών αποβλήτων, φαίνεται να προκύπτει ότι η μεταφορά του τελευταίου αυτού τύπου αποβλήτων δεν υπόκειται σε άδεια. Ωστόσο, με το άρθρο 25 του ίδιου διατάγματος απαιτείται, γενικώς, άδεια για τη διάθεση αστικών και ειδικών αποβλήτων προερχόμενων από τρίτους. Καθώς η μεταφορά αποτελεί μία από τις φάσεις της διαθέσεως των αποβλήτων, από την τελευταία αυτή διάταξη φαίνεται να απορρέει ότι για τη μεταφορά ειδικών αποβλήτων προερχόμενων από τρίτους απαιτείται άδεια. Για να καταστεί δυνατή η επίλυση του προβλήματος αυτού, το εθνικό δικαστήριο κρίνει αναγκαίο να διασαφηνιστεί αν το άρθρο 10 της οδηγίας 75/442 επιβάλλει στον εθνικό νομοθέτη να ορίσει ότι για τη μεταφορά των αποβλήτων απαιτείται προηγουμένως η έκδοση άδειας.

Προς διασαφήνιση του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος, το εθνικό δικαστήριο επισημαίνει ότι το άρθρο 5 της οδηγίας 75/442 επιβάλλει στα κράτη μέλη να συστήσουν ή να υποδείξουν την ή τις αρμόδιες αρχές τις επιφορτισμένες « εντός μιας καθορισμένης ζώνης » με τη χορήγηση αδειών για τις εργασίες διαθέσεως των αποβλήτων. Κατά το εθνικό δικαστήριο, η διάταξη αυτή συνεπάγεται ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να ορίσουν αρχές αρμόδιες επί διαπεριφερειακού ή εθνικού επιπέδου. Πράγματι, αν οι εν λόγω αρχές ήταν αρμόδιες μόνο επί περιφερειακού επιπέδου, θα έπρεπε τότε, στην περίπτωση μεταφοράς από μια περιφέρεια σε άλλη, να εκδίδονται τόσες χωριστές άδειες όσες και οι περιφέρειες από τις οποίες διέρχονται τα απόβλητα. Ένα τέτοιο σύστημα δεν μπορεί να λειτουργήσει στην πράξη, εφόσον είναι δυνατό κάθε αρμόδια αρχή να επιβάλλει για τη χορήγηση της άδειας διαφορετικές προϋποθέσεις. Εξάλλου, η Pretura υπογραμμίζει ότι κατά το άρθρο 9 της οδηγίας 75/442 οι επιχειρήσεις υπόκεινται σε περιοδικό έλεγχο, όσον αφορά ιδίως τον προορισμό και την επεξεργασία των αποβλήτων. Ωστόσο, δεν είναι δυνατό μια περιφέρεια να ελέγχει αποτελεσματικά κάθε επιχείρηση της οποίας τα φορτηγά διασχίζουν μερικά χιλιόμετρα του εδάφους της. Επομένως, το σύστημα αδειών και ελέγχου της οδηγίας 75/442 προϋποθέτει κατ' ανάγκη μια αρχή η οποία να είναι αρμόδια επί εθνικού και όχι επί περιφερειακού επιπέδου.

Δ — Η ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία

Η Διάταξη της Pretura di San Vito al Tagliamento πρωτοκολλήθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 13 Δεκεμβρίου 1988.

Σύμφωνα με το άρθρο 20 του Πρωτοκόλλου περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, κατέθεσαν γραπτές παρατηρήσεις στις 7 Μαρτίου 1989 η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον S. Fabro, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, και στις 4 Απριλίου 1989 η κυβέρνηση της Ιταλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενη από τον καθηγητή L. Ferrari Bravo, προϊστάμενο της υπηρεσίας διπλωματικών διαφορών του Υπουργείου Εξωτερικών, επικουρούμενο από τον P. G. Ferri, avvocato dello Stato.

Κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή και μετά από ακρόαση του γενικού εισαγγελέα, το Δικαστήριο αποφάσισε να προχωρήσει στην προφορική διαδικασία χωρίς προηγούμενη διεξαγωγή αποδείξεων.

Με Διάταξη της 4ης Οκτωβρίου 1989, το Δικαστήριο ανέθεσε, κατ' εφαρμογή του άρθρου 95, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού διαδικασίας, την εκδίκαση της υποθέσεως στο πρώτο τμήμα.

II — Γραπτές παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο

Επί τον πρώτον ερωτήματος (έννοια τον αποβλήτον)

Η ιταλική κνβέρνηση παραπέμπει, όσον αφορά το ερώτημα αυτό, στις παρατηρήσεις της στην υπόθεση C-206/88, τις οποίες και επισυνάπτει στο δικόγραφο των παρατηρήσεών της.

Στην υπόθεση C-206/88, η ιταλική κυβέρνηση υπογράμμισε καταρχάς ότι ο ορισμός της έννοιας του αποβλήτου που δίδεται με το άρθρο 1, στοιχείο α, της οδηγίας 75/442 επικεντρώνεται κυρίως στην ενέργεια του προσώπου που αποβάλλει ένα αντικείμενο ή μια ουσία και όχι στην πρόθεση που βρίσκεται πίσω από την ενέργεια αυτή. Επομένως, το γεγονός ότι το πρόσωπο που αποβάλλει ένα αντικείμενο αποβλέπει σε αντιπαροχή δεν μεταβάλλει τη φύση του αντικειμένου αυτού ως αποβλήτου.

Στη συνέχεια, η ιταλική κυβέρνηση επισήμανε ότι, κατά το άρθρο 1, στοιχείο α, της οδηγίας 75/442, αποτελούν απόβλητα όχι μόνο τα αντικείμενα ή οι ουσίες που ο κάτοχός τους αποβάλλει οικεία βουλήσει, αλλά και τα αντικείμενα ή οι ουσίες που αποβάλλει διότι τον υποχρεώνει η εθνική νομοθεσία. Ασφαλώς, τα απόβλητα του τελευταίου αυτού τύπου θα μπορούσαν να επαναχρησιμοποιηθούν από οικονομική άποψη. Εξάλλου, από το άρθρο 1, στοιχείο β, δεύτερη περίπτωση, καθώς και από το άρθρο 3, παράγραφος 1, της ίδιας οδηγίας καταφαίνεται ότι η επαναχρησιμοποίηση αποτελεί έναν από τους κύριους στόχους της συγκεντρώσεως και της διαθέσεως των αποβλήτων. Επομένως, η τελευταία αυτή έννοια καλύπτει τα αντικείμενα και τις ουσίες που μπορούν από οικονομική άποψη να επαναχρησιμοποιηθούν.

Η ιταλική κυβέρνηση προτείνει να δοθεί στο προδικαστικό ερώτημα η εξής απάντηση:

« Κατά την οδηγία 75/442, το γεγονός ότι ο κάτοχος δεν έχει πρόθεση εγκαταλείψεως ή ότι υπάρχει από οικονομική άποψη δυνατότητα επαναχρησιμοποιήσεως δεν εμποδίζει τον χαρακτηρισμό ενός πράγματος ως αποβλήτου και επομένως την υπαγωγή του στους σχετικούς κανόνες των εθνικών νομοθεσιών. »

Κατά την Επιτροπή, από το κείμενο του άρθρου 1 των οδηγιών 75/442 και 78/319 προκύπτει ότι η έννοια του αποβλήτου καλύπτει κάθε αντικείμενο και κάθε ουσία που αποβάλλεται από τον κάτοχό του, ασχέτως του τρόπου με τον οποίο πραγματοποιείται η διάθεση και ανεξαρτήτως της προθέσεως του κατόχου. Μικρή σημασία έχει π.χ. το αν το αντικείμενο προορίζεται για οριστική διάθεση ή είναι δεκτικό περαιτέρω οικονομικής χρησιμοποιήσεως. Η ερμηνεία αυτή είναι σύμφωνη προς τους σκοπούς των προαναφερθεισών οδηγιών, δηλαδή, όπως προκύπτει και από τις αιτιολογικές τους σκέψεις, την προστασία του περιβάλλοντος και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής.

Όσον αφορά τον ορισμό του αποβλήτου που δίδει το άρθρο 2 του ιταλικού προεδρικού διατάγματος 915, η Επιτροπή επισημαίνει ότι είναι επικεντρωμένος κυρίως στην έννοια της εγκαταλείψεως του πράγματος. Η αποβολή ενός πράγματος και η εγκατάλειψη του — όροι που χρησιμοποιούνται αντίστοιχα στο άρθρο 1 των οδηγιών και στο άρθρο 2 του προεδρικού διατάγματος — αποτελούν έννοιες αρκετά παραπλήσιες, ώστε η επίμαχη ιταλική διάταξη να μπορεί να θεωρηθεί ότι συμβιβάζεται με τις οδηγίες.

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή προτείνει στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα να δοθεί η εξής απάντηση:

« Ο ορισμός του “ αποβλήτου ” που περιέχεται στο άρθρο 1 των οδηγιών 75/442 και 78/319 δεν έρχεται σε αντίθεση με τον ορισμό που απορρέει από το άρθρο 2, πρώτο εδάφιο, του ιταλικού προεδρικού διατάγματος 915, δεδομένου ότι ο όρος “ απόβλητο ” που χρησιμοποιείται στην κοινοτική νομοθεσία καλύπτει κάθε ουσία ή αντικείμενο που αποβάλλεται από τον κάτοχό του, ασχέτως του τρόπου με τον οποίο πραγματοποιείται η αποβολή αυτή και ανεξαρτήτως της προθέσεως που οδηγεί τον κάτοχο στην ενέργεια αυτή. »

Επί του δεύτερου ερωτήματος (υποχρέωση κατοχής άδειας για τη μεταφορά των αποβλήτων)

Η ιταλική κυβέρνηση υπογραμμίζει ότι το δεύτερο ερώτημα αφορά αποκλειστικά τα συνήθη απόβλητα ( σε αντίθεση με τα τοξικά και επικίνδυνα απόβλητα ), δηλαδή τα απόβλητα που υπόκεινται στο σύστημα της οδηγίας 75/442.

Η εν λόγω κυβέρνηση τονίζει ότι το άρθρο 8 της τελευταίας αυτής οδηγίας επιβάλλει την κατοχή άδειας για την επεξεργασία, εναποθήκευση και απόθεση αποβλήτων για λογαριασμό άλλου. Αντιθέτως, το άρθρο 10 της ίδιας οδηγίας δεν προβλέπει παρά απλή εποπτεία επί των επιχειρήσεων που διενεργούν τη μεταφορά των αποβλήτων, είτε για δικό τους λογαριασμό είτε για λογαριασμό τρίτου. Επομένως, η οδηγία 75/442 δεν απαιτεί για τη μεταφορά των αποβλήτων την κατοχή άδειας.

Κατά την Επιτροπή, το άρθρο 10 της οδηγίας 75/442 δεν υποχρεώνει μεν τα κράτη μέλη να απαιτούν για τη μεταφορά αποβλήτων την κατοχή άδειας, πλην όμως τους το επιτρέπει.

Διευκρινίζοντας την άποψη αυτή, η Επιτροπή υπογραμμίζει καταρχάς ότι, δυνάμει του άρθρου 4 της εν λόγω οδηγίας, στα κράτη μέλη εναπόκειται η λήψη των μέτρων που είναι αναγκαία για να διασφαλίζεται ότι τα στερεά απόβλητα θα διατίθενται χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η υγεία των ανθρώπων και χωρίς να βλάπτεται το περιβάλλον.

Από το άρθρο 8 της ίδιας οδηγίας προκύπτει ότι η επεξεργασία, εναποθήκευση και απόθεση αποβλήτων για λογαριασμό τρίτου υπόκεινται σε σύστημα αδειών, προκειμένου ακριβώς να εξασφαλιστεί η τήρηση των μέτρων που λαμβάνουν τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 4.

Εξάλλου, κατά το άρθρο 1, στοιχείο β, της οδηγίας, η μεταφορά αποτελεί μία από τις φάσεις της διαθέσεως των αποβλήτων. Επομένως, τα κράτη μέλη υποχρεούνται από το άρθρο 4 να λαμβάνουν τα μέτρα που είναι αναγκαία ώστε η μεταφορά των αποβλήτων να γίνεται σύμφωνα με τους σκοπούς της οδηγίας.

Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια να απαιτούν για τη μεταφορά των αποβλήτων την παροχή ορισμένων στοιχείων ή μάλιστα και να προβλέπουν ένα σύστημα αδειών, εφόσον κρίνουν ότι αυτό είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση του καθήκοντος εποπτείας που τους επιβάλλει το άρθρο 10 της οδηγίας.

Ενόψει των ανωτέρω, η Επιτροπή φρονεί ότι ο ιταλός νομοθέτης δεν παρέβη το άρθρο 10 της οδηγίας 75/442.

Η Επιτροπή προτείνει να δοθεί η εξής απάντηση στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα:

«Με το άρθρο 10 της οδηγίας 75/442 (το οποίο πρέπει να ερμηνευθεί σε συνδυασμό με το άρθρο 8) υπογραμμίζεται ιδιαίτερα το γεγονός ότι οι αρχές που είναι αρμόδιες για την έκδοση αδειών και την εποπτεία των εργασιών διαθέσεως των αποβλήτων μπορούν να ζητούν την παροχή των στοιχείων που κρίνουν ότι είναι αναγκαία για τη μεταφορά των αποβλήτων. Κατά συνέπεια, η ορθή εφαρμογή της οδηγίας σημαίνει ότι οι αρμόδιες αρχές πρέπει να εκπληρώνουν δεόντως αυτό το καθήκον εποπτείας. Εξ αυτού έπεται ότι για τον σκοπό αυτό οι προαναφερθείσες αρχές μπορούν να καθιερώσουν ένα σύστημα προηγουμένης εκδόσεως αδειών στο οποίο να υπόκειται και η μεταφορά των αποβλήτων. »

Επί του τρίτον ερωτήματος (οι αρχές που μπορούν να οριστούν για την έκδοση των προβλεπόμενων από την οδηγία 75/442 αδειών)

Η ιταλική κυβέρνηση έχει τη γνώμη ότι η οδηγία 75/442 αφήνει τα κράτη μελη απολύτως ελεύθερα όσον αφορά την επιλογή των αρχών στις οποίες θα ανατεθεί η έκδοση των αδειών και η άσκηση της εποπτείας που προβλέπει η οδηγία αυτή.

Όσον αφορά τη δραστηριότητα στην οποία αναφέρεται ειδικώς το προδικαστικό ερώτημα, δηλαδή τη μεταφορά αποβλήτων, η ιταλική κυβέρνηση υπογραμμίζει ότι, όπως προκύπτει από τις παρατηρήσεις της σχετικά με το δεύτερο ερώτημα, η δραστηριότητα αυτή δεν υπόκειται σε άδεια. Επομένως, δεν συντρέχει κανένας λόγος να τεθεί το ερώτημα σε ποιες αρχές των κρατών μελών πρέπει να ανατεθεί η έκδοση της άδειας αυτής.

Κατά την Επιτροπή, το άρθρο 5 της οδηγίας 75/442 επιτρέπει στα κράτη μέλη να επιλέγουν τις αρχές που θεωρούν ως τις πλέον κατάλληλες για την έκδοση των αδειών και την άσκηση του ελέγχου και της εποπτείας που προβλέπει η οδηγία.

Η Επιτροπή παρατηρεί ωστόσο ότι, σε περίπτωση που ένα κράτος αποφασίσει να υποβάλει τη μεταφορά των αποβλήτων σε προηγούμενη άδεια, δεν πρέπει να προβεί σε υπερβολική κατάτμηση των σχετικών αρμοδιοτήτων. Πράγματι, καθώς τα κριτήρια που εφαρμόζουν οι εκάστοτε αρχές τοπικής αυτοδιοικήσεως μπορεί να είναι διαφορετικά, η υπερβολική κατάτμηση των αρμοδιοτήτων ενέχει τον κίνδυνο της παρεμβολής εμποδίων στη μεταφορά αποβλήτων επί μεγάλες αποστάσεις.

Η Επιτροπή θεωρεί ότι ο ιταλός νομοθέτης, ορίζοντας τις περιφέρειες ως αρμόδιες για την έκδοση αδειών μεταφοράς αποβλήτων, τήρησε το άρθρο 5 της οδηγίας.

Το εν λόγω κοινοτικό όργανο φρονεί ότι στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η εξής απάντηση:

« Ορίζοντας ειδικώς τις περιφέρειες ως αρμόδιες για την έκδοση αδειών μεταφοράς αποβλήτων, ο ιταλός νομοθέτης τήρησε το άρθρο 5 της οδηγίας 75/442' εξυπακούεται ωστόσο ότι οι εν λόγω άδειες των περιφερειών δεν πρέπει να παρεμβάλλουν εμπόδια στη μεταφορά των αποβλήτων εντός του εθνικού εδάφους. »

R.Joliet

εισηγητής δικαστής


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική.


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ (πρώτο τμήμα)

της 28ης Μαρτίου 1990 ( *1 )

Στην υπόθεση C-359/88,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση της Pretura di San Vito al Tagliamento ( Ιταλία ) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, στο πλαίσιο της ποινικής δίκης που εκκρεμεί ενώπιον του δικαστηρίου αυτού κατά

E. Zanetti και λοιπών,

με την οποία ζητείται η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1975, περί των στερεών αποβλήτων (ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 86), καθώς και της οδηγίας 78/319/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 1978, περί των τοξικών και επικινδύνων αποβλήτων ( ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 161 ),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ( πρώτο τμήμα ),

συγκείμενο από τους Sir Gordon Slynn, πρόεδρο τμήματος, R. Joliét και G. C. Rodríguez Iglesias, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs

γραμματέας: Η. Α. Rühi, κύριος υπάλληλος διοικήσεως

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

η κυβέρνηση της Ιταλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενη από τον P. G. Ferri, avvocato dello Stato,

η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον S. Fabro, μέλος της νομικής της υπηρεσίας,

έχοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 21ης Νοεμβρίου 1989,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 13ης Δεκεμβρίου 1989,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Με Διάταξη της 14ης Ιουλίου 1988, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 13 Δεκεμβρίου 1988, η Pretura di San Vito al Tagliamento υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, τρία προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1975, περί των στερεών αποβλήτων (ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 86), καθώς και της οδηγίας 78/319/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 1978, περί των τοξικών και επικινδύνων αποβλήτων (ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 161).

2

Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο ποινικής διώξεως κατά των διαχειριστών ορισμένων επιχειρήσεων μεταφορών, οι οποίοι κατηγορούνταν ότι μετέφεραν για λογαριασμό τρίτων χρησιμοποιημένα διαλύματα υδροχλωρικού οξέος χωρίς να έχουν λάβει προηγουμένως άδεια, παραβαίνοντας έτσι το ιταλικό προεδρικό διάταγμα 915 της 10ης Σεπτεμβρίου 1982 ( GURI [ Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της Ιταλικής Δημοκρατίας ] αριθ. φύλλου 343 της 15.12.1982, σ. 9071, στο εξής: προεδρικό διάταγμα). Το διάταγμα αυτό, το οποίο εκδόθηκε για τη μεταφορά στο ιταλικό εσωτερικό δίκαιο των προαναφερθεισών δύο οδηγιών, προβλέπει ποινικές κυρώσεις κατά των προσώπων που προβαίνουν στη διάθεση, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς, αποβλήτων για λογαριασμό τρίτων χωρίς να έχουν λάβει την άδεια της αρμόδιας ιταλικής περιφέρειας.

3

Οι κατηγορούμενοι υποστήριξαν προς υπεράσπιση τους ότι οι ουσίες που είχαν μεταφέρει δεν αποτελούσαν απόβλητα κατά την έννοια του προεδρικού διατάγματος, το οποίο ορίζει στο άρθρο 2 την έννοια του αποβλήτου ως εξής: « κάθε ουσία ή αντικείμενο που προέρχεται από ανθρώπινες δραστηριότητες ή τη φύση και έχει εγκαταλειφθεί ή προορίζεται να εγκαταλειφθεί ». Εν προκειμένω, οι μεταφερθείσες ουσίες ήταν δεκτικές, από οικονομική άποψη, περαιτέρω χρησιμοποιήσεως και, επομένως, ούτε είχαν εγκαταλειφθεί ούτε προορίζονταν να εγκαταλειφθούν. Δεδομένου συνεπώς ότι η δραστηριότητα για την οποία ασκήθηκε η δίωξη δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του προεδρικού διατάγματος, δεν μπορούν να επιβληθούν οι προβλεπόμενες από το διάταγμα ποινικές κυρώσεις.

4

Συναφώς, η Pretura επισήμανε ότι το άρθρο 1 των οδηγιών 75/442 και 78/319, του οποίου η μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο αποτελεί το αντικείμενο του άρθρου 2 του προεδρικού διατάγματος, προσδιορίζει την έννοια του αποβλήτου ως « κάθε ουσία ή αντικείμενο το οποίο ο κάτοχος του αποβάλλει ή υποχρεούται να αποβάλλει, δυνάμει των διατάξεων της εν ισχύι εθνικής νομοθεσίας ». Το εθνικό δικαστήριο διερωτάται αν είναι σύμφωνο προς τις εν λόγω δύο οδηγίες το να εξαιρούνται από την έννοια του αποβλήτου οι ουσίες και τα αντικείμενα που μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν από οικονομική άποψη, πράγμα που θα συνέβαινε αν γινόταν δεκτή η υποστηριζόμενη από τους κατηγορουμένους ερμηνεία του διατάγματος.

5

Εξάλλου, οι κατηγορούμενοι επισήμαναν ότι κατά το άρθρο 16 του προεδρικού διατάγματος σε άδεια υπόκειται μόνο ή μεταφορά τοξικών και επικίνδυνων αποβλήτων, κατά την έννοια της οδηγίας 78/319, ενώ το εν λόγω διάταγμα δεν περιλαμβάνει ανάλογη διάταξη όσον αφορά τη μεταφορά των αποβλήτων που εμπίπτουν στην οδηγία 75/442. Εξ αυτού συνήγαγαν ότι, εφόσον θεωρηθεί ότι οι ουσίες που μετέφεραν αποτελούν απόβλητα κατά την έννοια της οδηγίας 75/442, καμιά άδεια δεν απαιτούνταν για τη μεταφορά τους.

6

Συναφώς, η Pretura αναγνώρισε ότι οι ουσίες που είχαν μεταφέρει οι κατηγορούμενοι δεν ήταν τοξικά και επικίνδυνα απόβλητα κατά την έννοια της οδηγίας 78/319, διότι δεν περιλαμβάνονταν μεταξύ των ουσιών και υλών που αναφέρονται στο παράρτημα της οδηγίας αυτής. Ωστόσο, η Pretura δέχτηκε ότι οι μεταφερθείσες ουσίες ενδέχεται να εμπίπτουν στην οδηγία 75/442 και έκρινε ότι δεν μπορούσε να δεχτεί την ερμηνεία του προεδρικού διατάγματος την οποία πρότειναν οι κατηγορούμενοι παρά μόνο υπό την προϋπόθεση ότι η οδηγία 75/442 δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη να υποβάλουν τη μεταφορά αποβλήτων σε σύστημα προηγούμενης άδειας.

7

Τέλος, η Pretura έκρινε ότι το προεδρικό διάταγμα δεν είναι σαφές ως προς το ζήτημα αν η άδεια μεταφοράς αποβλήτων πρέπει να εκδίδεται μόνο από την περιφέρεια στο έδαφος της οποίας έχει την έδρα της η επιχείρηση μεταφορών ή από καθεμία από τις περιφέρειες από τις οποίες διέρχονται τα απόβλητα. Το εν λόγω δικαστήριο φρονεί ότι πρέπει να γίνει δεκτή η δεύτερη ερμηνεία, δεδομένου ότι οι λαμβανόμενες από κάθε ιταλική περιφέρεια αποφάσεις δεν ισχύουν παρά μόνον εντός των εδαφικών της ορίων.

8

Η Pretura διερωτάται εντούτοις αν το προεδρικό διάταγμα, ερμηνευόμενο κατ' αυτό τον τρόπο, συμβιβάζεται με το άρθρο 5 της οδηγίας 75/442. Η διάταξη αυτή προβλέπει ότι « τα κράτη μέλη συνιστούν ή υποδεικνύουν την ή τις αρμόδιες αρχές τις επιφορτισμένες, εντός μιας καθορισμένης ζώνης, να σχεδιάζουν, να οργανώνουν, να επιτρέπουν και να επιβλέπουν τις εργασίες διαθέσεως των στερεών αποβλήτων ». Η Pretura θεωρεί ότι η διάταξη αυτή συνεπάγεται κατ' ανάγκη ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να ορίζουν τις αρχές που είναι αρμόδιες, επί εθνικού επιπέδου, για την έκδοση των αδειών μεταφοράς των αποβλήτων. Πράγματι, η κατάτμηση των αρμοδιοτήτων μεταξύ διαφόρων τοπικών αρχών θα καθιστούσε το σύστημα αδειών ανεφάρμοστο, δεδομένου ότι οι επιβαλλόμενες από τις διάφορες αρχές υποχρεώσεις θα μπορούσαν να είναι διαφορετικές.

9

Κατόπιν τούτου, η Pretura ανέστειλε τη σχετική διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα εξής προδικαστικά ερωτήματα:

« 1)

Είναι ο ορισμός της έννοιας του αποβλήτου που έδωσε ο ιταλός νομοθέτης με το άρθρο 2, πρώτο εδάφιο, του προεδρικού διατάγματος 915 του 1982 σύμφωνος προς τις οδηγίες 75/442 και 78/319;

2)

Τηρεί ο νομοθέτης το άρθρο 10 της οδηγίας 75/442, όταν επιβάλλει την υποχρέωση λήψεως αδείας μόνο για τις φάσεις διαθέσεως των τοξικών και επικινδύνων αποβλήτων, ενώ (άρθρο 16 του προεδρικού διατάγματος 915/82) δεν προβλέπει ειδική άδεια για παρόμοιες πράξεις όσον αφορά τα ειδικά απόβλητα;

3)

Τηρεί ο ιταλός νομοθέτης, προβλέποντας τη χορήγηση ειδικών αδειών από τις περιφέρειες για τη μεταφορά των αποβλήτων, το άρθρο 5 της ανωτέρω οδηγίας, εφόσον οι επιφορτισμένες με την έκδοση τους αρχές περιορίζονται σε μια “καθορισμένη ζώνη”; »

10

Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως της κύριας δίκης, οι ισχύουσες ρυθμίσεις καθώς και οι γραπτές παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνον καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

Επί του πρώτου ερωτήματος ( έννοια του αποβλήτου )

11

Με το πρώτο ερώτημα, η Pretura ερωτά κατ' ουσία αν συμβιβάζεται με τις οδηγίες 75/442 και 78/319 του Συμβουλίου η εθνική κανονιστική ρύθμιση με την οποία η έννοια του αποβλήτου ορίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να αποκλείονται οι ουσίες και τα αντικείμενα που μπορούν από οικονομική άποψη να επαναχρησιμοποιηθούν.

12

Συναφώς, πρέπει να υπομνηστεί ότι, με την απόφαση της 28ης Μαρτίου 1990, Vessoso και Zanetti (C-206/88 και C-207/88, Συλλογή 1990, σ. I-1461), το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι από την έννοια του αποβλήτου, κατά το άρθρο 1 των οδηγιών 75/442 και 78/319 του Συμβουλίου, δεν αποκλείονται οι ουσίες και τα αντικείμενα που μπορούν από οικονομική άποψη να επαναχρησιμοποιηθούν.

13

Κατά συνέπεια, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η εθνική κανονιστική ρύθμιση κατά την οποία η έννοια του αποβλήτου ορίζεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να αποκλείονται οι ουσίες και τα αντικείμενα που μπορούν από οικονομική άποψη να επαναχρησιμοποιηθούν, δεν συμβιβάζεται με τις οδηγίες 75/442 και 78/319 του Συμβουλίου.

Επί του δευτέρου ερωτήματος (υποχρέωση κατοχής άδειας για τη μεταφορά των αποβλήτων )

14

Με το δεύτερο ερώτημα η Pretura ερωτά κατ' ουσία αν συμβιβάζεται με το άρθρο 10 της οδηγίας 75/442 του Συμβουλίου η εθνική κανονιστική ρύθμιση κατά την οποία η μεταφορά των αποβλήτων που εμπίπτουν στην οδηγία αυτή δεν υπόκειται σε σύστημα χορηγήσεως προηγούμενης άδειας.

15

Πρέπει να υπομνησθεί ότι κατά το άρθρο 10 της οδηγίας 75/442 « οι επιχειρήσεις οι οποίες εξασφαλίζουν τη μεταφορά, την περισυλλογή, την εναποθήκευση, την απόθεση ή την επεξεργασία των δικών τους στερεών αποβλήτων, καθώς και εκείνες οι οποίες περισυλλέγουν ή μεταφέρουν για λογαριασμό τρίτων στερεά απόβλητα, εποπτεύονται από την αναφερόμενη στο άρθρο 5 αρμόδια αρχή ». Η διάταξη αυτή επιβάλλει επομένως στα κράτη μέλη την υποχρέωση να θέτουν τη μεταφορά των αποβλήτων υπό την εποπτεία της αρχής που ορίζουν προς τούτο, αλλά δεν τα υποχρεώνει να υποβάλλουν την άσκηση της δραστηριότητας αυτής σε ένα σύστημα χορηγήσεως προηγούμενης άδειας.

16

Πρέπει ωστόσο να υπογραμμιστεί ότι το άρθρο 4 της οδηγίας 75/442 προβλέπει ότι « τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι τα στερεά απόβλητα θα διατίθενται χωρίς να θέτουν σε κίνδυνο την υγεία του ανθρώπου και χωρίς να βλάπτουν το περιβάλλον ». Κατά συνέπεια, επιτρέπεται στα κράτη μέλη να υποβάλλουν τη μεταφορά των αποβλήτων που εμπίπτουν στην εν λόγω οδηγία σε σύστημα χορηγήσεως προηγούμενης άδειας, εφόσον το θεωρούν αναγκαίο για την πραγματοποίηση των στόχων της οδηγίας αυτής.

17

Κατόπιν των ανωτέρω, στο δεύτερο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι συμβιβάζεται με το άρθρο 10 της οδηγίας αυτής η εθνική κανονιστική ρύθμιση με την οποία η μεταφορά των αποβλήτων που εμπίπτουν στην οδηγία 75/442 του Συμβουλίου δεν υποβάλλεται σε σύστημα χορηγήσεως προηγούμενης άδειας. Τα κράτη μέλη είναι πάντως ελεύθερα να υποβάλλουν τη μεταφορά των αποβλήτων που εμπίπτουν στην εν λόγω οδηγία σε σύστημα χορηγήσεως προηγούμενης άδειας, εφόσον το θεωρούν αναγκαίο για την πραγματοποίηση των στόχων της οδηγίας αυτής.

Επί του τρίτου ερωτήματος (αρχές στις οποίες μπορεί να ανατεθεί η έκδοση των προβλεπόμενων από την οδηγία 75/442 αδειών )

18

Με το τρίτο ερώτημα η Pretura ερωτά κατ' ουσία αν συμβιβάζεται με το άρθρο 5 της οδηγίας 75/442 του Συμβουλίου η ανάθεση της αρμοδιότητας εκδόσεως των αδειών μεταφοράς των αποβλήτων σε αρχές των οποίων η αρμοδιότητα δεν εκτείνεται εφ' όλης της εθνικής επικράτειας.

19

Όπως προκύπτει από το άρθρο 5 της ανωτέρω οδηγίας, οι αρχές που τα κράτη μέλη ορίζουν για « να επιτρέπουν... τις εργασίες διαθέσεως των στερεών αποβλήτων » είναι αρμόδιες μόνο « εντός μιας καθορισμένης ζώνης ». Επομένως, η διάταξη αυτή επιτρέπει την ανάθεση της αρμοδιότητας εκδόσεως των αδειών μεταφοράς αποβλήτων σε αρχές των οποίων η αρμοδιότητα δεν εκτείνεται εφ' όλης της εθνικής επικράτειας.

20

Κατόπιν των ανωτέρω, στο τρίτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η ανάθεση της αρμοδιότητας εκδόσεως των αδειών μεταφοράς των αποβλήτων σε αρχές των οποίων η αρμοδιότητα δεν εκτείνεται εφ' όλης της εθνικής επικράτειας συμβιβάζεται με το άρθρο 5 της οδηγίας 75/442 του Συμβουλίου.

Επί των δικαστικών εξόδων

21

Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η ιταλική κυβέρνηση και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται ν' αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

 

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε με Διάταξη της 14ης Ιουλίου 1988 η Pretura di San Vito al Tagliamento, αποφαίνεται:

 

1)

Η εθνική κανονιστική ρύθμιση κατά την οποία η έννοια του αποβλήτου ορίζεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να αποκλείονται οι ουσίες και τα αντικείμενα που μπορούν από οικονομική άποψη να επαναχρησιμοποιηθούν δεν συμβιβάζεται με τις οδηγίες 75/442/ΕΟΚ και 78/319/ΕΟΚ του Συμβουλίου.

 

2)

Η εθνική κανονιστική ρύθμιση με την οποία η μεταφορά των αποβλήτων που εμπίπτουν στην οδηγία 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου δεν υποβάλλεται σε σύστημα χορηγήσεως προηγούμενης άδειας συμβιβάζεται με το άρθρο 10 της οδηγίας αυτής. Τα κράτη μέλη είναι πάντως ελεύθερα να υποβάλλουν τη μεταφορά των αποβλήτων που εμπίπτουν στην εν λόγω οδηγία σε σύστημα χορηγήσεως προηγούμενης άδειας, εφόσον το θεωρούν αναγκαίο για την πραγματοποίηση των στόχων της οδηγίας αυτής.

 

3)

Η ανάθεση της αρμοδιότητας εκδόσεως των αδειών μεταφοράς των αποβλήτων σε αρχές των οποίων η αρμοδιότητα δεν εκτείνεται εφ' όλης της εθνικής επικράτειας συμβιβάζεται με το άρθρο 5 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου.

 

Slynn

Joliét

Rodríguez Iglesias

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 28 Μαρτίου 1990.

Ο γραμματέας

J.-G. Giraud

Ο πρόεδρος του πρώτου τμήματος

Gordon Slynn


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική.