61988C0215

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Mischo της 28ης Ιουνίου 1989. - CASA FLEISCHHANDELS GMBH ΚΑΤΑ BUNDESANSTALT FUER LANDWIRTSCHAFTLICHE MARKTORDNUNG. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ: BUNDESVERWALTUNGSGERICHT - ΓΕΡΜΑΝΙΑ. - ΓΕΩΡΓΙΑ - ΚΟΙΝΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΑΓΟΡΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΟΥ ΒΟΕΙΟΥ ΚΡΕΑΤΟΣ - ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΑΠΟΘΕΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 215/88.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1989 σελίδα 02789


Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα


++++

Κύριε πρόεδρε,

Κύριοι δικαστές,

1. Στο πλαίσιο διαφοράς η οποία αφορά την απόδοση ενισχύσεως για την ιδιωτική αποθεματοποίηση στον τομέα του βοείου κρέατος, το Βundesverwaltungsgericht υπέβαλε στο Δικαστήριο τρία ερωτήματα ως προς την ερμηνεία των εφαρμοστέων διατάξεων, το πλήρες κείμενο των οποίων περιέχεται στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση.

Επί του πρώτου ερωτήματος

2. Το πρώτο ερώτημα αφορά κυρίως το ζήτημα αν η "πράγματι αποθεματοποιηθείσα ποσότητα", κατά την έννοια του άρθρου 9, παράγραφος 3, του κανονισμού 2711/75, της 24ης Οκτωβρίου 1975, ο οποίος προβλέπει τη χορήγηση προκαθορισμένης και κατ' αποκοπήν ενισχύσεως στην ιδιωτική αποθεματοποίηση στον τομέα του βοείου κρέατος (1), πρέπει να αποτελείται αποκλειστικά από κρέας για το οποίο πληρούνται οι προϋποθέσεις χορηγήσεως της ενισχύσεως, κρέας δηλαδή που προέρχεται από ζώα που εσφάγησαν πρόσφατα.

3. Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αυτό, νομίζω ότι ενδείκνυται η αναδρομή στις διατάξεις του γενικότερου κανονισμού 1071/68 της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 1968, περί των λεπτομερειών εφαρμογής της χορηγήσεως ενισχύσεων στην ιδιωτική αποθεματοποίηση στον τομέα του βοείου κρέατος (2).

4. Ο κανονισμός αυτός θέσπισε κατά βάση τους ακόλουθους τρεις κανόνες:

- Ενίσχυση στην ιδιωτική αποθεματοποίηση χορηγείται μόνο για τα προϊόντα που προέρχονται από ζώα τα οποία έχουν σφαγεί προ 6 ημερών κατ' ανώτατο όριο (άρθρο 2, παράγραφος 2)?

- Για κάθε αποθεματοποίηση πρέπει να συνάπτεται σύμβαση, η οποία πρέπει να αφορά ποσότητα κρέατος ίση ή ανώτερη από ένα κατώτατο όριο, που θα καθορισθεί από τον κανονισμό εφαρμογής (άρθρο 2, παράγραφος 3)?

- Η υποχρέωση αποθεματοποιήσεως της συμφωνημένης ποσότητας θεωρείται ότι έχει εκπληρωθεί, αν τουλάχιστον 90% ή κατ' ανώτατο όριο 110% της ποσότητας αυτής έχει αποθεματοποιηθεί και αποθηκευθεί (άρθρο 3, παράγραφος 4).

5. Από το γεγονός ότι οι ανωτέρω διατάξεις έχουν περιληφθεί στον ίδιο κανονισμό προκύπτει ότι οι προϋποθέσεις τις οποίες θέτουν πρέπει να πληρούνται συγχρόνως ή σωρευτικώς. Οι όροι "συμφωνημένη ποσότητα" και "ποσότητα που έχει αποθεματοποιηθεί" δεν μπορεί παρά να αναφέρονται σε προϊόντα τα οποία πληρούν την προϋπόθεση που έχει σχέση με την ημερομηνία σφαγής. Κατά συνέπεια, όταν οι αρμόδιες αρχές διενεργούν έλεγχο προκειμένου να διαπιστώσουν αν τουλάχιστον το 90% της συμφωνημένης ποσότητας αποθεματοποιήθηκε πράγματι, πρέπει να λαμβάνουν υπόψη μόνο το κρέας που είναι τόσο νωπό, όσο προβλέπουν οι σχετικές διατάξεις (το άρθρο 5 του κανονισμού 2711/75 εισήγαγε, για το διάστημα κατά το οποίο ίσχυσε, παρέκκλιση από τον κανόνα του άρθρου 2, παράγραφος 2, του κανονισμού 1071/88 και επέτρεψε τη χορήγηση ενισχύσεως για προϊόντα προερχόμενα από ζώα τα οποία εσφάγησαν πριν από δέκα το πολύ ημέρες αντί 6).

6. Η ορθότητα της ερμηνείας αυτής επιβεβαιώνεται από τις διατάξεις του άρθρου 4, παράγραφος 2, πρώτο και τρίτο εδάφιο, του κανονισμού 2711/75. Κατά τις διατάξεις αυτές, είναι δυνατόν να αφαιρεθεί από το απόθεμα, μετά την παρέλευση τριών μηνών, ένα μέρος της οριζόμενης στη σύμβαση ποσότητας, ενώ παράλληλα διευκρινίζεται ότι η αφαίρεση αυτή συνεπάγεται αυτομάτως τη μείωση του ποσού της ενισχύσεως. Είναι επομένως σαφές ότι, κατά την αντίληψη του νομοθέτη, ως συμφωνημένη ποσότητα νοείται μόνο η ποσότητα εκείνη κρέατος για την οποία είναι δυνατόν να χορηγηθεί ενίσχυση, αφού κάθε μείωση της ποσότητας αυτής συνεπάγεται μείωση του ποσού της ενισχύσεως.

7. Τέλος, το γράμμα του άρθρου 9, παράγραφος 3, του κανονισμού 2711/75 κάθε άλλο παρά αντιτίθεται στη συλλογιστική αυτή. Η εν λόγω διάταξη σκοπό έχει να διευκρινίσει σε ποιο βαθμό επηρεάζεται το ύψος της ενισχύσεως για την αποθεματοποίηση στην περίπτωση που η "πράγματι αποθεματοποιηθείσα ποσότητα" υπολείπεται της προβλεπομένης στην οικεία σύμβαση ποσότητας. Η διάταξη αυτή ορίζει καταρχάς ότι το ποσό της ενισχύσεως μειώνεται αναλόγως όταν η αποθεματοποιηθείσα ποσότητα είναι ίση προς το 90-100% της συμφωνημένης ποσότητας. Στη συνέχεια, επιβεβαιώνει αυτό που προκύπτει ήδη από το άρθρο 3, παράγραφος 4, του προαναφερθέντος κανονισμού 1071/68, ήτοι ότι η ενίσχυση δεν καταβάλλεται καθόλου όταν η αποθεματοποιηθείσα ποσότητα είναι κατώτερη του 90%.

8. Η μείωση ή η μη καταβολή της ενισχύσεως στην περίπτωση που η αποθεματοποιηθείσα ποσότητα είναι πολύ μικρή συνιστά κύρωση η οποία θα παρέμενε νεκρό γράμμα, αν ο ενδιαφερόμενος επιχειρηματίας, για να αυξήσει την εν λόγω ποσότητα στο επιθυμητό ύψος, μπορούσε να την αυξήσει αποθεματοποιώντας απλώς εμπόρευμα που δεν θα πληρούσε τις προϋποθέσεις χορηγήσεως της ενισχύσεως.

9. Εξάλλου, συμφωνώ πλήρως με τα επιχειρήματα που στηρίζει η Επιτροπή στο σκοπό και το πνεύμα της ρυθμίσεως και προτείνω στο Δικαστήριο να δώσει στο πρώτο ερώτημα την απάντηση που προτείνει το θεσμικό αυτό όργανο.

Επί του δευτέρου ερωτήματος

10. Το ερώτημα αυτό αφορά το ζήτημα αν ο κανόνας που θεσπίζεται με το προαναφερθέν άρθρο 2, παράγραφος 2, του κανονισμού 1071/68, σύμφωνα με τον οποίο το διάστημα μεταξύ της σφαγής και της αποθεματοποιήσεως δεν πρέπει να υπερβαίνει τις έξι ημέρες, έχει καταργηθεί ή έπρεπε να εφαρμόζεται επί των ενισχύσεων που χορηγούνταν υπό το καθεστώς του κανονισμού 1500/76 της Επιτροπής, της 25ης Ιουνίου 1976. (3)

11. Οσον αφορά το ζήτημα αυτό, συμμερίζομαι πλήρως την άποψη της Επιτροπής, σύμφωνα με την οποία ίσχυε οπωσδήποτε η εξαήμερη προθεσμία. Δεδομένου ότι δεν έχω να προσθέσω τίποτε στα επιχειρήματα που ανέπτυξε η Επιτροπή προς στήριξη της απόψεως αυτής, παραπέμπω απλώς στα επιχειρήματα αυτά, η πρότασή μου δε ως προς την ενδεικνυόμενη απάντηση στο δεύτερο αυτό ερώτημα ταυτίζεται επίσης με την πρόταση της Επιτροπής.

Επί του τρίτου ερωτήματος

12. Ενόψει της απαντήσεως που προτείνω να δοθεί στο δεύτερο ερώτημα, το τρίτο ερώτημα καθίσταται άνευ αντικειμένου.

Συμπέρασμα

13. Προτείνω, επομένως, να δοθούν στα ερωτήματα που υπέβαλε το Βundesverwaltungsgericht οι εξής απαντήσεις:

"1) Ο όρος ?πράγματι αποθεματοποιηθείσα ποσότητα' του άρθρου 9, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΟΚ) 2711/75 της Επιτροπής έχει την έννοια ότι καλύπτει μόνο την ποσότητα εκείνη ως προς την οποία πληρούνται οι προϋποθέσεις χορηγήσεως της ενισχύσεως τις οποίες θέτει το άρθρο 2, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1071/68, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2711/75 της Επιτροπής.

2) Η διάταξη του άρθρου 2, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1071/68 της Επιτροπής δεν καταργήθηκε ούτε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2778/74 της Επιτροπής, ούτε με τους κανονισμούς (ΕΟΚ) 1860/75, 2711/75 ή 1500/76 της Επιτροπής. Οι κανονισμοί αυτοί, με εξαίρεση τον κανονισμό (ΕΟΚ) 1500/76, εισήγαγαν απλώς παρέκκλιση από τη διάταξη του άρθρου 2, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1071/68 ως προς τα μέτρα παρεμβάσεως τα οποία θέσπισαν, παρέκκλιση που ίσχυε ενόσω ίσχυαν και οι κανονισμοί αυτοί. Καθόσον αφορά δε το μέτρο παρεμβάσεως που θέσπισε ο κανονισμός (ΕΟΚ) 1500/76, εξακολούθησε να ισχύει η διάταξη του άρθρου 2, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1071/68.

3) Ενόψει της διδομένης στο δεύτερο ερώτημα απαντήσεως, το τρίτο ερώτημα καθίσταται άνευ αντικειμένου."

(*) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γαλλική.

(1) JΟ 1975, L 274, σ. 27.

(2) ΕΕ ειδ. έκδ. 03/03, σ. 137.

(3) JΟ 1976, L 167, σ. 31.