61987J0388

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΕΚΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 12ΗΣ ΜΑΙΟΥ 1989. - BESTUUR VAN DE NIEUWE ALGEMENE BEDRIJFSVERENIGING ΚΑΤΑ W. F. J. M. WARMERDAM-STEGGERDA. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ ΤΟΥ CENTRALE RAAD VAN BEROEP ΤΗΣ ΟΥΤΡΕΧΤΗΣ. - ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΧΟΡΗΓΗΣΕΩΣ ΠΑΡΟΧΩΝ ΑΝΕΡΓΙΑΣ - ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΩΝ ΑΘΡΩΝ 1 ΚΑΙ 67, ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1, ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΑΡΙΘ. 1408/71. - ΥΠΟΘΕΣΗ 388/87.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1989 σελίδα 01203


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

1. Κοινωνική ασφάλιση των διακινουμένων εργαζομένων - Ανεργία - Περίοδοι ασφαλίσεως και περίοδοι απασχολήσεως - 'Εννοια

(Κανονισμός 1408/71 του Συμβουλίου, άρθρα 1, στοιχεία ιη) και ιθ), και 67, παράγραφος 1)

2. Κοινωνική ασφάλιση των διακινουμένων εργαζομένων - Ανεργία - Νομοθεσία εξαρτώσα τη χορήγηση των παροχών από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως - Συνυπολογισμός περιόδων απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκαν σε άλλο κράτος μέλος - Προϋποθέσεις

(Κανονισμός 1408/71 του Συμβουλίου, άρθρο 67, παράγραφος 1)

Περίληψη


1. Προκειμένου για δικαιώματα για την καταβολή παροχών ανεργίας, ως "περίοδοι ασφαλίσεως", κατά τον ορισμό που δίδεται στο άρθρο 1, στοιχείο ιη), του κανονισμού 1408/71, πρέπει να νοούνται όχι μόνον οι περίοδοι κατά τη διάρκεια των οποίων καταβάλλονταν εισφορές σε σύστημα ασφαλίσεως κατά της ανεργίας, αλλά και οι περίοδοι απασχολήσεως οι οποίες θεωρούνται από τη νομοθεσία υπό την οποία πραγματοποιήθηκαν ως ισοδύναμες προς περιόδους ασφαλίσεως, δηλαδή περιόδους κατά τις οποίες ο ενδιαφερόμενος καλύπτεται από ένα τέτοιο σύστημα ασφαλίσεως. Ο δε όρος "περίοδοι απασχολήσεως", του οποίου ο ορισμός δίδεται στο άρθρο 1, στοιχείο ιθ), του προαναφερθέντος κανονισμού, καλύπτει μόνο τις περιόδους εργασίας οι οποίες, κατά τη νομοθεσία υπό την οποία πραγματοποιήθηκαν, δεν θεωρούνται ως περίοδοι που θεμελιώνουν δικαίωμα υπαγωγής σε σύστημα παροχών ανεργίας.

2. 'Οσον αφορά τη χορήγηση παροχών ανεργίας, το άρθρο 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 δεν εξαρτά τον συνυπολογισμό, από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου εξαρτά τη χορήγηση των εν λόγω παροχών από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως, περιόδων απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκαν σε άλλο κράτος μέλος από το αν οι εν λόγω περίοδοι ασφαλίσεως θεωρούνται ως περίοδοι ασφαλίσεως για τον ίδιο κλάδο κοινωνικής ασφαλίσεως από τη νομοθεσία υπό την οποία πραγματοποιήθηκαν.

Διάδικοι


Στην υπόθεση 388/87,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Centrale Raad van Beroep της Utrecht (Κάτω Χώρες) προς το Δικαστήριο, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου μεταξύ

Bestuur van de Nieuwe Algemene Bedrijfsvereniging, 'Αμστερνταμ,

και

W. F. J. Μ. Warmerdam-Steggerda, κατοίκου Arnhem,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία ορισμένων διατάξεων του κανονισμού 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς και τις οικογένειές τους που διακινούνται εντός της Κοινότητος (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 73),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα)

συγκείμενο από τους T. Koopmans, πρόεδρο τμήματος, G. F. Mancini, Κ. Ν. Κακούρη, F. A. Schockweiler και M. Diez de Velasco, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: W. Van Gerven

γραμματέας: H. A. Ruehl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

- η W. F. J. Μ. Warmerdam-Steggerda, εφεσίβλητη στην κύρια δίκη, εκπροσωπούμενη από τον M. Voets, δικηγόρο Arnhem, κατά την έγγραφη διαδικασία,

- το Bestuur van de Nieuwe Algemene Bedrijfsvereniging, εφεσείον στην κύρια δίκη, εκπροσωπούμενο από την W. M. Levelt-Overmars, προϊσταμένη του τμήματος νομικών υποθέσεων-κοινωνικών ασφαλίσεων του Gemeenschappelijk Administratiekantoor, κατά την έγγραφη διαδικασία, και από τον F. W. M. Keunen, κατά την προφορική διαδικασία,

- η κυβέρνηση του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, εκπροσωπούμενη από τον E. F. Jacobs, γενικό γραμματέα του Υπουργείου Εξωτερικών, κατά την έγγραφη διαδικασία,

- η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον F. Herbert, δικηγόρο Βρυξελλών

έχοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 15ης Φεβρουαρίου 1989,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 14ης Μαρτίου 1989,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με Διάταξη της 8ης Δεκεμβρίου 1987 που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 30 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους, το Centrale Raad van Beroep της Utrecht υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, δύο προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία ορισμένων διατάξεων του κανονισμού 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς και τις οικογένειές τους που διακινούνται εντός της Κοινότητος (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 73).

2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της W. F. J. Μ. Warmerdam-Steggerda (στο εξής: Warmerdam) και του Bestuur van de Nieuwe Algemene Bedrijfsvereniging (στο εξής: Bestuur) ως προς το αν η περίοδος κατά την οποία η εφεσίβλητη άσκησε έμμισθη δραστηριότητα στο Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει να αναγνωρισθεί προκειμένου να μπορέσει να λάβει στις Κάτω Χώρες παροχές ανεργίας.

3 Από τη δικογραφία της κύριας δίκης προκύπτει ότι η Warmerdam, ολλανδή υπήκοος, εργάσθηκε ως αγγειοπλάστρια στη Σκοτία από τις 17 Μαρτίου μέχρι τις 8 Αυγούστου 1975. Τη δραστηριότητα αυτή άσκησε ως μισθωτή εργαζομένη και ήταν ασφαλισμένη, σύμφωνα με το δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου, κατά εργατικού ατυχήματος. Αντίθετα, λόγω του χαμηλού εισοδήματός της, δεν ήταν ασφαλισμένη κατά των λοιπών κινδύνων που καλύπτει το βρετανικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως και ιδίως κατά των οικονομικών συνεπειών της ανεργίας.

4 Ο λόγος της παραμονής της Warmerdam στη Σκοτία ήταν ότι κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα ο σύζυγός της παρακολουθούσε εκεί ένα πρόγραμμα πρακτικής εκπαιδεύσεως. Μετά το πέρας του εν λόγω προγράμματος, η Warmerdam κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας της και, μετά από ένα ταξίδι αναψυχής στη Σκοτία, οι σύζυγοι επέστρεψαν στην Ολλανδία, στις 30 Αυγούστου 1975. Την 1η Σεπτεμβρίου 1975, η Warmerdam με αίτησή της προς το "Gewestelijk Arbeidsbureau" ζήτησε να εγγραφεί στον κατάλογο των ατόμων που ζητούν εργασία και να λάβει επίδομα ανεργίας βάσει του "Werkloosheidswet" (ολλανδικός νόμος περί ανεργίας).

5 Με απόφαση της 3ης Μαρτίου 1977, το Bestuur απέρριψε την εν λόγω αίτηση με την αιτιολογία ότι κατά το διάστημα που εργάσθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο η Warmerdam δεν ήταν ασφαλισμένη κατά των οικονομικών συνεπειών της ανεργίας και, επομένως, δεν μπορούσε να θεωρηθεί εργαζόμενη κατά την έννοια των άρθρων 1, στοιχείο α), και 71 του κανονισμού και, κατά συνέπεια, δεν είχε κανένα δικαίωμα για την καταβολή παροχών βάσει του "Werkloosheidswet".

6 Η Warmerdam άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Raad van Beroep του Arnhem, το οποίο, με απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 1977, έκρινε βάσιμη την προσφυγή με το σκεπτικό ότι, αφενός, το άρθρο 1, στοιχείο α), του κανονισμού εξαρτά το χαρακτηρισμό του ενδιαφερομένου ως εργαζομένου από τη μοναδική προϋπόθεση του να είναι ο τελευταίος ασφαλισμένος κατά ενός ή περισσοτέρων κινδύνων κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως και, αφετέρου, ότι κατά το άρθρο 71, παράγραφος 1, στοιχείο β), περίπτωση ii), του κανονισμού αυτού απαιτείται μόνον η ιδιότητα του εργαζομένου εν γένει και όχι του εργαζομένου που είναι ασφαλισμένος κατά της ανεργίας, έτσι ώστε η Warmerdam, η οποία ήταν ασφαλισμένη κατά εργατικού ατυχήματος σε άλλο κράτος μέλος, πρέπει να θεωρείται ως εργαζομένη κατά την έννοια του κανονισμού και δικαιούται να λαμβάνει, στις Κάτω Χώρες, παροχές ανεργίας, σύμφωνα με το άρθρο 71, παράγραφος 1, στοιχείο β), περίπτωση ii), του κανονισμού.

7 Με δικόγραφο της 18ης Απριλίου 1978, το Bestuur άσκησε έφεση κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Centrale Raad van Beroep της Utrecht. Προς στήριξη της εφέσεώς του, το Bestuur αναφέρει, αφενός, ότι ένα πρόσωπο το οποίο είναι ασφαλισμένο σε ένα μόνο κλάδο κοινωνικής ασφαλίσεως δεν θεωρείται συνεπεία του γεγονότος αυτού εργαζόμενος κατά την έννοια του κανονισμού ως προς όλους τους κλάδους κοινωνικής ασφαλίσεως και, αφετέρου, ότι η Warmerdam, η οποία δεν συμπλήρωσε καμία περίοδο ασφαλίσεως στο Ηνωμένο Βασίλειο, δεν πληροί τις προϋποθέσεις που τίθενται από το άρθρο 71, παράγραφος 1, στοιχείο β), περίπτωση ii), σε συνδυασμό με τα άρθρα 67 και 1, στοιχεία ιη) και ιθ), του κανονισμού, κατά τα οποία οι περίοδοι απασχολήσεως που έχουν πραγματοποιηθεί σε άλλο κράτος μέλος δεν συνυπολογίζονται παρά μόνον εφόσον θεωρούνται ως περίοδοι ασφαλίσεως σε αυτό το άλλο κράτος μέλος.

8 Κρίνοντας ότι ετίθετο ζήτημα ερμηνείας των σχετικών κοινοτικών διατάξεων, το Centrale Raad van Beroep της Utrecht ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

"1)Το γεγονός ότι ένα πρόσωπο είναι ασφαλισμένο, κατά την έννοια του κανονισμού 1408/71, όπως ίσχυε τότε, αποκλειστικά κατά ενός ή περισσοτέρων κινδύνων που ανήκουν σ' ένα μόνο κλάδο συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως ((στην παρούσα υπόθεση στον κλάδο που αναφέρεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο ε) )) δίδει σ' αυτό το πρόσωπο την ιδιότητα του εργαζομένου, η οποία απαιτείται προκειμένου να του παρασχεθούν τα πλεονεκτήματα που αναγνωρίζει ο κανονισμός 1408/71 σε σχέση με άλλο κλάδο κοινωνικής ασφαλίσεως ((στην παρούσα υπόθεση, τον κλάδο που αναφέρεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο ζ) ));

2)Μπορεί ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, στον οποίο αναφέρεται η παράγραφος 1, του άρθρου 67, στην αρχή, του κανονισμού 1408/71, όπως ίσχυε τότε, να λάβει υπόψη, προκειμένου να εφαρμόσει τη νομοθεσία αυτού του κράτους μέλους, 'περιόδους απασχολήσεως' που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους - ως προς τις οποίες πληρούται ο όρος ότι θα είχαν υπολογιστεί ως περίοδοι ασφαλίσεως αν είχαν πραγματοποιηθεί υπό τη νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους - μόνον εφόσον αυτές οι περίοδοι απασχολήσεως ορίζονται επίσης ή αναγνωρίζονται από τη νομοθεσία υπό την οποία πραγματοποιήθηκαν ως περίοδοι ασφαλίσεως για τον ίδιο κλάδο κοινωνικής ασφαλίσεως;"

9 Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά της κύριας δίκης, η εξέλιξη της διαδικασίας και οι παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνο καθόσον αυτό απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

10 Πρέπει, προκαταρκτικώς, να υπομνησθεί ότι κατά πάγια νομολογία (βλέπε προσφάτως την απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 1989, Schmitt, 29/88, Συλλογή 1989, σ. 581) σκοπός του κανονισμού 1408/71, σύμφωνα με το άρθρο 51 της Συνθήκης ΕΟΚ το οποίο καλείται να υλοποιήσει, δεν είναι παρά ο συνυπολογισμός, ενόψει της κτήσεως και της διατηρήσεως του δικαιώματος για την καταβολή παροχών, καθώς και για τον υπολογισμό τους, όλων των περιόδων που λαμβάνονται υπόψη από τις διάφορες εθνικές νομοθεσίες και ότι ο εν λόγω κανονισμός δεν καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες συμπληρώνονται οι περίοδοι αυτές.

11 Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον επιδιωκόμενο από το άρθρο 51 της Συνθήκης ΕΟΚ σκοπό, ο κανονισμός 1408/71 θέσπισε ένα σύστημα κατά το οποίο οι περίοδοι που συμπληρώνονται από τους διακινουμένους εργαζομένους υπό τις διάφορες νομοθεσίες των κρατών μελών λαμβάνονται υπόψη, έτσι ώστε οι εν λόγω εργαζόμενοι να απολαύουν των παροχών κοινωνικής ασφαλίσεως, όποιος κι αν είναι ο τόπος όπου απασχολούνται ή κατοικούν. Χάρη στο σύστημα αυτό αποφεύγεται οι εργαζόμενοι υπήκοοι των κρατών μελών, οι οποίοι, ασκώντας το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας εντός της Κοινότητας, άσκησαν δραστηριότητες που καλύπτονται από σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως σε περισσότερα κράτη μέλη, να υφίστανται δυσμενέστερη μεταχείριση στον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως από εκείνη που θα είχαν αν είχαν ασκήσει τις ίδιες δραστηριότητες σε ένα μόνο κράτος μέλος.

12 'Οσον αφορά, ειδικότερα, το δικαίωμα για την καταβολή παροχών ανεργίας, ο σκοπός αυτός υλοποιήθηκε με το άρθρο 67 του κανονισμού 1408/71, στην ερμηνεία της παραγράφου 1 του οποίου αναφέρεται το δεύτερο ερώτημα του παραπέμποντος δικαστηρίου και το οποίο, συνεπώς, πρέπει να εξετασθεί πρώτο.

13 Το άρθρο 67 του κανονισμού 1408/71, το οποίο περιέχει τους κανόνες συνυπολογισμού των περιόδων που λαμβάνονται υπόψη για την αναγνώριση δικαιώματος για την καταβολή παροχών ανεργίας, κάνει διάκριση μεταξύ της περιπτώσεως κατά την οποία η διέπουσα τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους νομοθεσία εξαρτά το δικαίωμα επί των εν λόγω παροχών από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως (άρθρο 67, παράγραφος 1) και της περιπτώσεως κατά την οποία η νομοθεσία αυτή εξαρτά το εν λόγω δικαίωμα από τη συμπλήρωση περιόδων απασχολήσεως (άρθρο 67, παράγραφος 2).

14 Το παραπέμπον δικαστήριο έχει τη γνώμη ότι ο "Werkloosheidswet" πρέπει να θεωρείται ως ρύθμιση που εξαρτά την κτήση, τη διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος για την καταβολή παροχών ανεργίας από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως. Κατά συνέπεια, υπέβαλε στο Δικαστήριο ερώτημα σχετικά με την ερμηνεία της παραγράφου 1 του άρθρου 67 του κανονισμού 1408/71.

15 Με το ερώτημα αυτό το παραπέμπον δικαστήριο ερωτά κυρίως αν το άρθρο 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 εξαρτά το συνυπολογισμό, από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους, περιόδων απασχολήσεως που έχουν πραγματοποιηθεί σε άλλο κράτος μέλος από το αν οι εν λόγω περίοδοι θεωρούνται ως περίοδοι ασφαλίσεως για τον ίδιο κλάδο κοινωνικής ασφαλίσεως από τη νομοθεσία υπό την οποία πραγματοποιήθηκαν.

16 Για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αυτό, πρέπει, καταρχάς, να υπομνησθεί ότι το άρθρο 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 ορίζει ότι ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου εξαρτά την κτήση, τη διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος παροχών από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως, λαμβάνει υπόψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους ασφαλίσεως ή απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, ως να επρόκειτο για περιόδους ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός, υπό τον όρο πάντως ότι οι περίοδοι απασχολήσεως θα είχαν θεωρηθεί ως περίοδοι ασφαλίσεως, αν είχαν πραγματοποιηθεί υπό τη νομοθεσία αυτή.

17 Από το γράμμα της διατάξεως αυτής προκύπτει ότι, όταν η νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου βρίσκεται ο αρμόδιος φορέας εξαρτά το δικαίωμα για την καταβολή παροχών ανεργίας από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως, οι περίοδοι ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο κράτος μέλος όπου ζητήθηκαν οι παροχές σαν να είχαν πραγματοποιηθεί οι εν λόγω περίοδοι ασφαλίσεως υπό τη νομοθεσία του τελευταίου αυτού κράτους μέλους. Στην ίδια αυτή περίπτωση, οι απλές περίοδοι απασχολήσεως, χωρίς υπαγωγή σε σύστημα ασφαλίσεως κατά της ανεργίας, οι οποίες έχουν πραγματοποιηθεί υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο κράτος μέλος όπου ζητήθηκαν οι παροχές σαν να είχαν πραγματοποιηθεί οι εν λόγω περίοδοι απασχολήσεως υπό τη νομοθεσία του τελευταίου αυτού κράτους μέλους, υπό τον όρο ότι, κατά τη νομοθεσία του, οι περίοδοι αυτές απασχολήσεως θα είχαν θεωρηθεί ως περίοδοι ασφαλίσεως.

18 Το άρθρο 71, παράγραφος 1, στοιχείο β), περίπτωση ii), του κανονισμού 1408/71, το οποίο παρέχει στον εργαζόμενο την ευχέρεια να τεθεί στη διάθεση των υπηρεσιών απασχολήσεως του κράτους μέλους όπου εξακολουθεί να έχει τη συνήθη κατοικία του και να ζητήσει εκεί τη χορήγηση παροχών ανεργίας σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού, σαν να είχε ασκήσει εκεί την τελευταία του απασχόληση, δεν επηρεάζει κατά κανένα τρόπο, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής του, τους προαναφερθέντες κανόνες συνυπολογισμού οι οποίοι ορίζουν υπό ποιες προϋποθέσεις λαμβάνονται υπόψη οι περίοδοι που έχουν πραγματοποιηθεί από διακινούμενο εργαζόμενο σε κράτη μέλη άλλα από εκείνο στο οποίο υπάγεται ο αρμόδιος φορέας που καλείται να αποφασίσει για τη χορήγηση των παροχών.

19 Πρέπει στο σημείο αυτό να υπομνησθεί ότι, κατά τον ορισμό που δίδεται στο άρθρο 1, στοιχείο ιη), του κανονισμού 1408/71, η έννοια "περίοδοι ασφαλίσεως" καλύπτει τις περιόδους εισφορών ή απασχολήσεως που αναγνωρίζονται από τη νομοθεσία υπό την οποία πραγματοποιήθηκαν ή θεωρούνται από αυτήν ως ισοδύναμες προς περιόδους ασφαλίσεως. Κατά συνέπεια, προκειμένου για δικαιώματα για την καταβολή παροχών ανεργίας, ως "περίοδοι ασφαλίσεως" πρέπει να νοούνται όχι μόνον οι περίοδοι κατά τη διάρκεια των οποίων καταβάλλονταν εισφορές σε σύστημα ασφαλίσεως κατά της ανεργίας, αλλά και οι περίοδοι απασχολήσεως οι οποίες θεωρούνται από τη νομοθεσία υπό την οποία πραγματοποιήθηκαν ως ισοδύναμες προς περιόδους ασφαλίσεως, δηλαδή περιόδους κατά τις οποίες ο ενδιαφερόμενος καλύπτεται από ένα τέτοιο σύστημα ασφαλίσεως.

20 Επομένως, ο όρος "περίοδοι απασχολήσεως", του οποίου ο ορισμός δίδεται στο άρθρο 1, στοιχείο ιθ), του κανονισμού 1408/71, καλύπτει μόνο τις περιόδους εργασίας οι οποίες, κατά τη νομοθεσία υπό την οποία πραγματοποιήθηκαν, δεν θεωρούνται ως περίοδοι που θεμελιώνουν δικαίωμα υπαγωγής σε σύστημα παροχών ανεργίας.

21 Σε περίπτωση κατά την οποία, όπως προφανώς στην υπόθεση την οποία αφορά η κύρια δίκη, συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 71, παράγραφος 1, στοιχείο β), περίπτωση ii), του κανονισμού 1408/71, ο αρμόδιος φορέας δεν πρέπει να λάβει υπόψη, δυνάμει του άρθρου 67, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού, περιόδους απασχολήσεως οι οποίες έχουν πραγματοποιηθεί σε άλλο κράτος μέλος παρά μόνον αν, κατά τη νομοθεσία την οποία εφαρμόζει, οι περίοδοι αυτές θεωρούνται ως περίοδοι ασφαλίσεως, δηλαδή, περίοδοι κατά τις οποίες υπήρχε κάλυψη από το σύστημα ασφαλίσεως κατά της ανεργίας.

22 Επομένως, στο δεύτερο ερώτημα του παραπέμποντος δικαστηρίου πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 δεν εξαρτά το συνυπολογισμό, από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους, περιόδων απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκαν σε άλλο κράτος μέλος από το αν οι εν λόγω περίοδοι ασφαλίσεως θεωρούνται ως περίοδοι ασφαλίσεως για τον ίδιο κλάδο κοινωνικής ασφαλίσεως από τη νομοθεσία υπό την οποία πραγματοποιήθηκαν.

23 Ενόψει της απαντήσεως που δόθηκε στο δεύτερο ερώτημα, το πρώτο ερώτημα του παραπέμποντος δικαστηρίου καθίσταται άνευ αντικειμένου.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

24 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η κυβέρνηση του Βασιλείου των Κάτω Χωρών και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης το χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφευχθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε το Centrale Raad van Beroep της Utrecht με Διάταξη της 8ης Δεκεμβρίου 1987, αποφαίνεται :

Το άρθρο 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς και τις οικογένειές τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, δεν εξαρτά το συνυπολογισμό, από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους, περιόδων απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκαν σε άλλο κράτος μέλος από το αν οι εν λόγω περίοδοι ασφαλίσεως θεωρούνται ως περίοδοι ασφαλίσεως για τον ίδιο κλάδο κοινωνικής ασφαλίσεως από τη νομοθεσία υπό την οποία πραγματοποιήθηκαν.