61987J0293

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 17ΗΣ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1989. - FRANCOIS VAINKER ΚΑΤΑ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ. - ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ - ΑΡΘΡΟ 45 ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ - ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΚΑΤ'ΕΚΛΟΓΗ - ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΠΡΟΣΟΝΤΑ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 293/87.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1989 σελίδα 00023


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

1. Υπάλληλοι - Προσφυγή κατά της αποφάσεως που απορρίπτει την προσφυγή - Παραδεκτή

(Κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 και 91)

2. Υπάλληλοι - Προσφυγή - Κριτήρια - Προσόντα - Λαμβάνονται υπόψη η αρχαιότητα και η ηλικία - Επικουρικός χαρακτήρας

(Κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως, άρθρο 45, παράγραφος 1)

Περίληψη


1. Από τα άρθρα 90 και 91 του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως προκύπτει ότι η προσφυγή πρέπει να στρέφεται κατά βλαπτικής πράξεως η οποία συνίσταται είτε σε απόφαση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής είτε σε παράλειψη της εν λόγω αρχής να λάβει μέτρο που επιβάλλεται από τον κανονισμό αυτό και ότι είναι παραδεκτή εφόσον άσκησε ο ενδιαφερόμενος προηγουμένως ενώπιον της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής διοικητική ένσταση, η δε ένσταση αυτή αποτέλεσε αντικείμενο ρητής ή σιωπηρής απορριπτικής αποφάσεως.

Η προηγούμενη διοικητική ένσταση και η απόρριψή της, ρητή ή σιωπηρή, συνιστούν άρα αναπόσπαστο μέρος σύνθετης διαδικασίας. Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, η προσφυγή, έστω και αν στρέφεται ρητά κατά της απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεως, έχει ως αποτέλεσμα να επιλαμβάνεται το Δικαστήριο της βλαπτικής πράξεως κατά της οποίας υποβλήθηκε η ένσταση.

2. Κατά το άρθρο 45, παράγραφος 1, του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως, η εκτίμηση των ουσιαστικών προσόντων των υπαλλήλων αποτελεί το αποφασιστικό κριτήριο κατά τις προαγωγές, ενώ η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή επικουρικώς μόνον μπορεί να λαμβάνει υπόψη της την ηλικία των υποψηφίων και την αρχαιότητά τους στον βαθμό ή στην υπηρεσία.

Κατά συνέπεια, η διάταξη αυτή εμποδίζει την εφαρμογή μεθόδου επιλογής με αριθμητικά κριτήρια, βάσει της οποίας ο αριθμός των βαθμών που μπορούν να δοθούν για τα ουσιαστικά προσόντα αντιπροσωπεύει λιγότερο από το τέταρτο του συνόλου των βαθμών που δίδονται στους υποψηφίους, ενώ οι υπόλοιποι βαθμοί αφορούν τα κριτήρια της αρχαιότητας και της ηλικίας.

Διάδικοι


Στην υπόθεση 293/87,

Francois Vainker, υπάλληλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κάτοικος Λουξεμβούργου, εκπροσωπούμενος από τον Ronald D. Mackay, QC, δικηγόρο Σκωτίας, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο την κατοικία του προσφεύγοντος, 30, rue Ermesinde,

προσφεύγων,

κατά

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εκπροσωπούμενου από τον Francesco Pasetti-Bombardella, jurisconsultum, επικουρούμενο από τον Μ. Ρeter, προϊστάμενο τμήματος, και τον F. Ηerbert, δικηγόρο Βρυξελλών, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο τη γραμματεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Κirchberg,

καθού,

που έχει ως αντικείμενο την ακύρωση τριών αποφάσεων του γενικού γραμματέα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 30ής Οκτωβρίου 1986, περί προαγωγής εννέα υπαλλήλων στο βαθμό Α 4,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα)

συγκείμενο από τους Τ. F. Ο' Ηiggins, πρόεδρο τμήματος, G. F. Μancini και F. Α. Schockweiler, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: J. Μischo

γραμματέας: D. Louterman, υπάλληλος διοικήσεως

λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 10ης Νοεμβρίου 1988,

αφού άκουσε το γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 30ής Νοεμβρίου 1988,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη γραμματεία του Δικαστηρίου την 1η Οκτωβρίου 1987 ο Francois Vainker, υπάλληλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με βαθμό Α 5 κατά το χρόνο εκδόσεως των προσβαλλομένων αποφάσεων, άσκησε προσφυγή με την οποία ζητεί την ακύρωση τριών αποφάσεων, της 30ής Οκτωβρίου 1986, που εξέδωσε ο γενικός γραμματέας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υπό την ιδιότητά του ως αρμοδίας για τους διορισμούς αρχής (στο εξής: ΑΔΑ) περί προαγωγής εννέα υπαλλήλων από τον βαθμό Α 5 στο βαθμό Α 4 της σταδιοδρομίας κυρίου υπαλλήλου διοικήσεως, καθώς και την ακύρωση της σιωπηρής απόφασης με την οποία απορρίφθηκε η διοικητική ένσταση του προσφεύγοντος.

2 Οι τρεις προσβαλλόμενες αποφάσεις εκδόθηκαν κατόπιν προτάσεων της συμβουλευτικής επιτροπής προαγωγών, η οποία ιδρύθηκε το 1982, κατ' εφαρμογή μιας εσωτερικής οδηγίας του προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και η οποία έχει ως έργο να συμβουλεύει την ΑΔΑ επί των προαγωγών.

3 Ο προσφεύγων, θεωρώντας ότι οι εκδοθείσες αποφάσεις προαγωγών ήσαν παράνομες, υπέβαλε στις 9 Μαρτίου 1987 διοικητική ένσταση δυνάμει του άρθρου 90, παράγραφος 2, του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής: κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως), στην οποία δεν δόθηκε συνέχεια.

4 Στη διοικητική του ένσταση και προς στήριξη της προσφυγής του ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι η ΑΔΑ, προβαίνοντας στις προαγωγές σύμφωνα με τις προτάσεις της συμβουλευτικής επιτροπής προαγωγών, εφήρμοσε κριτήρια επιλογής αντίθετα προς το άρθρο 45, παράγραφος 1, του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως.

5 Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά, η διαδικασία, οι λόγοι ακυρώσεως και οι ισχυρισμοί των διαδίκων. Τα στοιχεία αυτά του φακέλου δεν επαναλαμβάνονται πιο κάτω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για να σχηματίσει κρίση το Δικαστήριο.

Επί του παραδεκτού

6 Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προβάλλει καταρχάς απαράδεκτο της προσφυγής κατά το μέρος που στρέφεται κατά της σιωπηρής απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεως του προσφεύγοντος για το λόγο ότι η απόρριψη αυτή δεν συνιστά βλαπτική πράξη.

7 Πρέπει σχετικώς να διαπιστωθεί ότι δυνάμει του άρθρου 91, παράγραφος 1, του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως, το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφαίνεται για κάθε διαφορά περί της νομιμότητας ενός μέτρου που θίγει πρόσωπο που υπόκειται στον κανονισμό αυτό. Κατά το γράμμα του άρθρου 90, παράγραφος 2, του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως, η βλαπτική πράξη συνίσταται είτε σε απόφαση που εξέδωσε η ΑΔΑ είτε σε παράλειψη της εν λόγω αρχής να λάβει μέτρο που επιβάλλεται από τον κανονισμό αυτό. Το άρθρο 91, παράγραφος 2, του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως προβλέπει ότι η προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου είναι παραδεκτή εφόσον ο υπάλληλος έχει υποβάλλει προηγουμένως διοικητική ένσταση στην ΑΔΑ, η δε ένσταση αυτή αποτέλεσε αντικείμενο ρητής ή σιωπηρής απορριπτικής αποφάσεως.

8 Η διοικητική ένσταση και η απόρριψή της, ρητή ή σιωπηρή, από την ΑΔΑ συνιστούν άρα αναπόσπαστο μέρος σύνθετης διαδικασίας. Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, η προσφυγή στο Δικαστήριο, έστω και αν στρέφεται ρητά κατά της απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεως του προσφεύγοντος, έχει ως αποτέλεσμα να επιλαμβάνεται το Δικαστήριο της βλαπτικής πράξεως κατά της οποίας υποβλήθηκε η ένσταση.

9 Η προσφυγή πρέπει επομένως να θεωρηθεί ότι στρέφεται κατά των τριών αποφάσεων του γενικού γραμματέα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 30ής Οκτωβρίου 1986, περί προαγωγής εννέα υπαλλήλων από το βαθμό Α 5 στο βαθμό Α 4 της σταδιοδρομίας κυρίου υπαλλήλου της διοικήσεως.

10 Κατόπιν αυτού, η ένσταση απαραδέκτου την οποία προέβαλε επί του σημείου αυτού το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά της προσφυγής του προσφεύγοντος πρέπει να απορριφθεί.

11 Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αμφισβητεί στη συνέχεια το έννομο συμφέρον του προσφεύγοντος να επιδιώξει την ακύρωση των αποφάσεων της 30ής Οκτωβρίου 1986, δεδομένου ότι, με απόφαση της 10ης Δεκεμβρίου 1987, προήχθη στο βαθμό Α 4.

12 Η ένσταση αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή διότι δικαίως ισχυρίζεται ο προσφεύγων ότι, αντίθετα από τους συναδέλφους του, δεν προήχθη στις 30 Οκτωβρίου 1986 και ότι η μη προαγωγή του προξενεί βεβαία ζημία, η οποία συνίσταται όχι μόνο στην καθυστέρηση με την οποία έλαβε τις αποδοχές που αφορούν το βαθμό Α 4, αλλά επίσης στο γεγονός ότι, για τη μεταγενέστερη εξέλιξη της σταδιοδρομίας του, έχει καταταγεί μετά τους εννέα υπαλλήλους που προήχθησαν στις 30 Οκτωβρίου 1986.

Επί της ουσίας

13 Από τον φάκελο προκύπτει ότι για τις προαγωγές αυτές η συμβουλευτική επιτροπή προαγωγών εφήρμοσε μέθοδο εκτιμήσεως προβλεπόμενη από μία συμφωνία που συνήφθη το 1986 μεταξύ του γενικού διευθυντή προσωπικού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της επιτροπής προσωπικού. Η συμφωνία αυτή, η οποία δημοσιεύτηκε υπό τον τίτλο "σχήμα της συμφωνίας επί των κριτηρίων για την επιτροπή προαγωγών" στην έκδοση του Ιουνίου 1986 του δελτίου του γενικού συνδικάτου του προσωπικού των Ευρωπαϊκών Οργανισμών, ορίζει ότι οι προαγωγές αποφασίζονται βάσει των κριτηρίων "αρχαιότητας" και "προσόντων", βάσει σχήματος που προβλέπει τη βαθμολόγηση του υποψηφίου προς προαγωγή ανάλογα με τα κριτήρια αυτά. Κατά το σχήμα αυτό, 39 κατ' ανώτατο όριο βαθμοί μπορούν να δοθούν για την αρχαιότητα, από τους οποίους 3 βαθμοί ανά έτος για την αρχαιότητα στο βαθμό μετά την ημερομηνία κτήσεως του δικαιώματος προαγωγής, με ανώτατο όριο τους 15 βαθμούς, 2 βαθμοί ανά έτος για την αρχαιότητα στην οικεία κατηγορία, μέχρις ανωτάτου όριου 15 βαθμών, 0,25 βαθμός ανά έτος για την αρχαιότητα υπηρεσίας που δεν υπολογίζεται αλλού, μέχρις ανωτάτου ορίου 5 βαθμών, 0,1 βαθμός ανά έτος ανάλογα με την ηλικία του υποψηφίου που υπερβαίνει τα 25 έτη, μέχρις ανωτάτου ορίου 4 βαθμών, ενώ οι βαθμοί για τα προσόντα δεν μπορούν να υπερβούν τον αριθμό 12, από τους οποίους 6 δίδονται στο μέσο υπάλληλο.

14 Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο παραδέχθηκε κατά την προφορική διαδικασία ότι, στις προσβαλλόμενες αποφάσεις προαγωγών η ΑΔΑ εφήρμοσε αποκλειστικά αυτά τα κριτήρια. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υποστήριξε ότι η μέθοδος αυτή επιλογής ήταν η μόνη ισχυρή μέθοδος για να αποφευχθεί να δοθεί υπερβολική σημασία στα προσόντα, λόγω του εξαιρετικά υποκειμενικού χαρακτήρα των αξιολογικών κρίσεων αυτού του κριτηρίου.

15 Κατά το γράμμα του άρθρου 45, παράγραφος 1, του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως, "η προαγωγή γίνεται αποκλειστικά με επιλογή (κατ' εκλογήν) μεταξύ των υπαλλήλων που έχουν συμπληρώσει έναν ελάχιστο χρόνο υπηρεσίας στο βαθμό τους, μετά από συγκριτική εξέταση των προσόντων των υπαλλήλων που έχουν σειρά προαγωγής, καθώς και των εκθέσεων για τους υπαλλήλους αυτούς".

16 Πρέπει να υπογραμμμιστεί ότι το Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει, σχετικά με τα κριτήρια επιλογής κατά τις προαγωγές, ότι η ΑΔΑ μπορεί να λάβει υπόψη, πλην άλλων στοιχείων, επίσης την ηλικία των υποψηφίων και την αρχαιότητά τους στο βαθμό και στην υπηρεσία. Προσέθεσε δε ότι σε περίπτωση ισότητας ουσιαστικών και τυπικών προσόντων των υποψηφίων, τα στοιχεία αυτά μπορούν μάλιστα να αποτελέσουν αποφασιστικό παράγοντα στην επιλογή στην οποία προβαίνει η ΑΔΑ (απόφαση της 24ης Μαρτίου 1983, Colussi κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, 298/81, Συλλογή 1983, σ. 1131). Εξάλλου, το Δικαστήριο δέχτηκε ότι η αρχαιότητα δεν αποτελεί παρά κριτήριο εκτιμήσεως μεταξύ άλλων και σε καμιά περίπτωση δεν είναι δυνατό να υπερισχύσει των ουσιαστικών προσόντων των υποψηφίων (απόφαση της 14ης Ιουλίου 1983, OEhrgaard και Delvaux κατά Επιτροπής, 9/82, Συλλογή 1983,σ. 2379).

17 Από τις προηγούμενες σκέψεις προκύπτει ότι το άρθρο 45, παράγραφος 1, του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως επιτρέπει να λαμβάνεται υπόψη η αρχαιότητα και η ηλικία των προς προαγωγή υπαλλήλων μόνον επικουρικώς, διότι το αποφασιστικό κριτήριο σε θέματα προαγωγών είναι η εκτίμηση των ουσιαστικών προσόντων των υπαλλήλων.

18 Από αυτά συνάγεται ότι η ΑΔΑ, εφαρμόζοντας κατά την επιλογή των προς προαγωγή υποψηφίων μέθοδο επιλογής που επιτρέπει να δίδονται μέχρι 35 βαθμοί στην αρχαιότητα στην υπηρεσία και 4 βαθμοί λόγω ηλικίας του υπαλλήλου, ενώ τα ουσιαστικά προσόντα δεν λαμβάνονται υπόψη παρά μόνο μέχρι 12 κατ' ανώτατο όριο βαθμούς, δηλαδή λιγότερο από το ένα τέταρτο του συνόλου των διδομένων βαθμών, παρέβη το άρθρο 45, παράγραφος 1, του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως.

19 Εφόσον επομένως η περιγραφείσα πιο πάνω μέθοδος επιλογής είναι παράνομη, οι προσβαλλόμενες αποφάσεις προαγωγής, που ελήφθησαν βάσει αυτής της μεθόδου, πρέπει να ακυρωθούν.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

20 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του κανονισμού διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα. Εφόσον ηττήθη το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα)

αποφασίζει:

1) Ακυρώνει τις τρεις αποφάσεις του γενικού γραμματέα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 30ής Οκτωβρίου 1986, περί προαγωγής εννέα υπαλλήλων από το βαθμό Α 5 στο βαθμό Α 4 της σταδιοδρομίας κυρίου υπαλλήλου διοικήσεως.

2) Καταδικάζει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα δικαστικά έξοδα.