ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 15ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1987. - ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ ΚΑΤΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. - ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΑΛΙΕΙΑ - ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΠΟΣΟΣΤΩΣΕΩΝ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΑΔΡΑΝΕΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ - ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΕΓΤΠΕ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 348/85.
Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1987 σελίδα 05225
Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό
++++
1 . Κράτη μέλη - Υποχρεώσεις - Πρωτοβουλία της Επιτροπής σκοπούσα στην αντιμετώπιση επειγουσών αναγκών - Καθήκοντα ενεργείας και αποχής
( Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 5 )
2 . Αλιεία - Διατήρηση του ενάλιου πλούτου - Αδράνεια του Συμβουλίου - Θέσπιση προσωρινών μέτρων διατηρήσεως - Προϋποθέσεις - Συνεργασία μεταξύ κρατών μελών και Επιτροπής - Μονομερής διατύπωση προτάσεων ποσοστώσεων από την Επιτροπή - Υπέρβαση ποσοστώσεων - Μέτρα παρεμβάσεως και επιστροφές λόγω εξαγωγής - Χρηματοδότηση από το ΕΓΤΠΕ - 'Αρνηση - Παράνομη
( Κανονισμός 729/70 του Συμβουλίου, άρθρα 2 και 3 )
3 . Κοινοτικό δίκαιο - Αρχές - Ασφάλεια του δικαίου - Διατάξεις δυνάμενες να έχουν οικονομικές επιπτώσεις
1 . Το άρθρο 5 της Συνθήκης ΕΟΚ επιβάλλει στα κράτη μέλη ειδικές υποχρεώσεις ενέργειας και αποχής σε περίπτωση όπου η Επιτροπή, για να αντιμετωπίσει επείγουσες ανάγκες διατηρήσεως των αλιευτικών πόρων, έχει υποβάλει στο Συμβούλιο προτάσεις, οι οποίες, αν και δεν έχουν εγκριθεί από το Συμβούλιο, αποτελούν το σημείο αφετηρίας για εναρμονισμένη κοινοτική δράση .
2 . Ενώπιον μιας καταστάσεως όπου το Συμβούλιο έχει παραλείψει να θεσπίσει τα μέτρα διατηρήσεως που είναι αναγκαία για την προστασία των αλιευτικών πόρων, τέτοια μέτρα, ανταποκρινόμενα σε επείγουσες ανάγκες, μπορούν να προκύψουν από μια διαδικασία συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών και Επιτροπής, προς διατήρηση της δυνατότητας της Κοινότητας να αντιμετωπίσει τις ευθύνες της . Ελλείψει τέτοιας συνεργασίας, οι μονομερώς διατυπωθείσες από την Επιτροπή προτάσεις σχετικά με τη χορήγηση ποσοστώσεων αλιείας σε ορισμένο κράτος μέλος δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως κανόνες του κοινοτικού δικαίου κατά την έννοια των άρθρων 2 και 3 του κανονισμού 729/70 του Συμβουλίου, περί της χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής, λόγω μη τηρήσεως των οποίων η Επιτροπή μπορεί να αρνηθεί να επιβαρύνει το ΕΓΤΠΕ με δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν από το κράτος μέλος αυτό για μέτρα παρεμβάσεως και για τη χορήγηση επιστροφών λόγω εξαγωγής και αναφέρονται σε αλιεύσεις πραγματοποιηθείσες καθ' υπέρβαση των εν λόγω ποσοστώσεων .
3 . Η κοινοτική νομοθεσία πρέπει να είναι βεβαία, η δε εφαρμογή της προβλεπτή από τους υποκειμένους σ' αυτήν . Αυτή η επιταγή της ασφάλειας του δικαίου πρέπει να τηρείται με ιδιαίτερη αυστηρότητα, οσάκις πρόκειται για διατάξεις που μπορούν να έχουν οικονομικές επιπτώσεις, ώστε να μπορούν οι ενδιαφερόμενοι να γνωρίζουν με ακρίβεια την έκταση των υποχρεώσεων που τους επιβάλλουν .
Στην υπόθεση 348/85,
Βασίλειο της Δανίας, εκπροσωπούμενο από τον Laurids Mikaelsen, νομικό σύμβουλο στο Υπουργείο Εξωτερικών, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο την πρεσβεία του,
προσφεύγον,
κατά
Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης από το νομικό της σύμβουλο Peter Karpenstein και τον Jens Christoffersen, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γεώργιο Κρεμλή, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, κτίριο Jean Monnet, Kirchberg,
καθής,
που έχει ως αντικείμενο αίτηση μερικής ακυρώσεως, ως προς τα αλιευτικά προϊόντα, της αποφάσεως 85/451 της Επιτροπής, της 28ης Αυγούστου 1985, περί εκκαθαρίσεως των λογαριασμών που υπέβαλε η Ιρλανδία για τις δαπάνες που χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, τμήμα Εγγυήσεων, για το οικονομικό έτος 1981 ( ΕΕ L 267, σ . 10 ),
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
συγκείμενο από τους G . Bosco, πρόεδρο τμήματος, προεδρεύοντα, J . C . Moitinho de Almeida, πρόεδρο τμήματος, T . Koopmans, U . Everling, K . Bahlmann, Y . Galmot, Κ . Κακούρη, R . Joliet και F . Schockweiler, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας : J . L . da Cruz Vilaca
γραμματέας : B . Pastor, υπάλληλος διοικήσεως
λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 5ης Μαΐου 1987,
αφού άκουσε το γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 16ης Σεπτεμβρίου 1987,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 16 Νοεμβρίου 1985, το Βασίλειο της Δανίας άσκησε, δυνάμει του άρθρου 173, πρώτη παράγραφος, της Συνθήκης ΕΟΚ, προσφυγή, με την οποία ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως 85/451 της Επιτροπής, της 28ης Αυγούστου 1985, περί εκκαθαρίσεως των λογαριασμών που υπέβαλε το Βασίλειο της Δανίας για τις δαπάνες που χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων ( στο εξής : ΕΓΤΠΕ ), τμήμα Εγγυήσεων, για το οικονομικό έτος 1981 ( ΕΕ L 267, σ . 10 ), κατά το μέτρο που με την απόφαση αυτή η Επιτροπή δεν ενέκρινε την κοινοτική χρηματοδότηση παρεμβάσεων για την απόσυρση από την αγορά ορισμένων ειδών ψαριών ύψους 5 411 429 δανικών κορονών ( DΚR ) και επιστροφών λόγω εξαγωγής σκόμβρου προς τρίτες χώρες ύψους 2 153 527,71 DΚR .
2 Η δανική κυβέρνηση προβάλλει τους εξής λόγους ακυρώσεως :
- μια πρόταση της Επιτροπής δεν συνιστά ούτε εφαρμοστέο κοινοτικό δίκαιο ούτε σύνολο κοινοτικών κανόνων κατά την έννοια του κανονισμού 729/70 του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 1970, περί χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής ( ΕΕ ειδ . έκδ . 03/005, σ . 93 )
- δεν υπάρχει καμία σχέση μεταξύ κανόνων περί ποσοστώσεων και ορθής χρησιμοποιήσεως της κοινής οργάνωσης γεωργικών αγορών κατά την έννοια του κανονισμού 729/70
- η παράβαση του άρθρου 5 του κανονισμού 729/70 απαγορεύει στην Επιτροπή να προβάλει, το 1985, νέα νομική θεώρηση σχετικά με την εκκαθάριση των λογαριασμών του 1981
- η εκκαθάριση είναι ανακριβής, κατά το μέτρο που η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη τις ποσότητες που είχαν αποσυρθεί ή εξαχθεί προ της εξαντλήσεως των προβαλλομένων προσοστώσεων .
3 Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά, η διαδικασία, οι λόγοι ακυρώσεως και τα επιχειρήματα των διαδίκων . Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται πιο κάτω, παρά μόνο καθόσον απαιτείται για να σχηματίσει κρίση το Δικαστήριο .
4 Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, η δανική κυβέρνηση υποστηρίζει, κατ' ουσίαν, ότι οι ποσοστώσεις αλιείας, στις οποίες στηρίχτηκε η Επιτροπή για να αρνηθεί την κοινοτική χρηματοδότηση των επίδικων παρεμβάσεων, δεν είναι νομικώς δεσμευτικές, διότι η αρμοδιότητα θεσπίσεως κοινοτικών μέτρων στον τομέα της διατηρήσεως του ενάλιου πλούτου ανήκει στο Συμβούλιο και καμιά διαδικασία συνεργασίας δεν μεσολάβησε σύμφωνα με τα όσα επιβάλλει η νομολογία του Δικαστηρίου, ώστε να θεραπευθούν οι συνέπειες της αδράνειας του Συμβουλίου κατά το 1981 .
5 Η Επιτροπή αντιτείνει ότι, υπό τις ιδιάζουσες συνθήκες του 1981 και σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, δικαιολογημένα ζήτησε από τα κράτη μέλη να συμμορφωθούν προς τις προτάσεις τις οποίες είχε υποβάλει στο Συμβούλιο για το 1981 και οι οποίες αφορούσαν τον καθορισμό των συνολικών επιτρεπομένων αλιεύσεων για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και την κατανομή τους μεταξύ των κρατών μελών .
6 Για να εκτιμηθεί ο πρώτος λόγος ακυρώσεως, πρέπει να εξεταστεί αν υπήρχαν το 1981 κανόνες κοινοτικού δικαίου σχετικοί με τη διατήρηση του ενάλιου πλούτου περιορίζοντες τις αλιεύσεις .
7 Η κατάσταση του 1981 χαρακτηρίστηκε από το γεγονός ότι το Συμβούλιο, που από την 1η Ιανουαρίου 1979 είναι, δυνάμει του άρθρου 102 της πράξεως προσχωρήσεως του 1972, αποκλειστικώς αρμόδιο να εκδίδει, στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής, προτάσει της Επιτροπής, μέτρα αποσκοπούντα στη διατήρηση του ενάλιου πλούτου, δεν θέσπισε τέτοια μέτρα .
8 Η βασιζόμενη στις Συνθήκες απόφαση 80/993 του Συμβουλίου, της 28ης Οκτωβρίου 1980, σχετική με τις αλιευτικές δραστηριότητες που ασκούνται στα ύδατα που υπάγονται στην κυριαρχία ή τη δικαιοδοσία των κρατών μελών και εκδοθείσα με προσωρινή ισχύ εν αναμονή θεσπίσεως οριστικών κοινοτικών μέτρων ( ΕFΤ 1980, L 298, σ . 38 ), προέβλεπε προσωρινά μέτρα, που θα ίσχυαν μέχρι τις 20 Δεκεμβρίου 1980 . Σύμφωνα με τα μέτρα αυτά, τα κράτη μέλη θα ασκούσαν τις αλιευτικές τους δραστηριότητες κατά τρόπον ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι συνολικές επιτρεπόμενες αλιεύσεις ( ΤΑC ) και το μέρος των ΤΑC που έχει επιμεριστεί σε τρίτες χώρες στο πλαίσιο συμφωνιών και διακανονισμών που έχουν συναφθεί με αυτές οι εν λόγω ποσότητες παρατίθενται στον κανονισμό 754/80 του Συμβουλίου, της 26ης Μαρτίου 1980, περί καθορισμού για το 1980, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων απαντωμένων στην αλιευτική ζώνη της Κοινότητας, της συνολικής επιτρεπομένης αλιεύσεως και του μεριδίου που διατίθεται για την Κοινότητα, καθώς και των τρόπων αλιείας ( ΕFΤ 1980, L 84, σ . 36 ), και στις από 12 Σεπτεμβρίου και 24 Οκτωβρίου 1980 προτάσεις της Επιτροπής .
9 Κατά τη σύνοδο της 15ης έως 17ης Δεκεμβρίου 1980, το Συμβούλιο καταχώρισε στα πρακτικά δήλωση, σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη θα ασκούσαν τις αλιευτικές τους δραστηριότητες κατά τρόπον ώστε οι αλιεύσεις που θα πραγματοποιούνταν από τα πλοία τους κατά την ενδιάμεση περίοδο να είναι σύμφωνες προς τις ΤΑC που είχε υποβάλει για το 1981 η Επιτροπή στο Συμβούλιο με τις από 18 Νοεμβρίου και 16 Δεκεμβρίου 1980 προτάσεις της .
10 Το 1981, η Επιτροπή αφού τροποποίησε επανειλημμένα τις προτάσεις της επί των ΤΑC, υπέβαλε τελικά, στις 24 Ιουλίου 1981, στο Συμβούλιο πρόταση κανονισμού περί καθορισμού για το 1981 του συνόλου των επιτρεπομένων αλιευμάτων για ορισμένα αποθέματα ιχθύων που αναπτύσσονται στην αλιευτική ζώνη της Κοινότητας και περί των μεριδίων που έχουν διατεθεί στην Κοινότητα, καθώς και πρόταση κανονισμού περί κατανομής μεταξύ των κρατών μελών του συνόλου των δυνατοτήτων αλιευμάτων, που είναι διαθέσιμα για την Κοινότητα το 1981, αποθεμάτων ή ομάδων αποθεμάτων ιχθύων που υπάρχουν στην αλιευτική ζώνη της Κοινότητας .
11 Με την από 27 Ιουλίου 1981 δήλωσή της προς το Συμβούλιο ( ΕΕ C 224, σ . 1 ), η Επιτροπή εξέθεσε την κατάσταση που προέκυπτε από την έλλειψη συμφωνίας επί των προτάσεών της περί καθορισμού ΤΑC και ποσοστώσεων για το 1981 . Η Επιτροπή υπέμνησε, παραπέμποντας στη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου, και ιδίως στην απόφαση της 5ης Μαΐου 1981 ( υπόθεση 804/79, Επιτροπή κατά Ηνωμένου Βασιλείου, Συλλογή 1981, σ . 1045 ), ότι έχει ορισμένες εξουσίες και υποχρεώσεις δυνάμει του άρθρου 155 της Συνθήκης . Χάριν του προέχοντος δημοσίου συμφέροντος και ως προληπτικό μέτρο εν αναμονή τελικής αποφάσεως του Συμβουλίου, η Επιτροπή έκανε έκκληση προς όλα τα κράτη μέλη να ασκήσουν, σύμφωνα με τις εξουσίες και τις υποχρεώσεις τους, τις αλιευτικές τους δραστηριότητες κατά τρόπο σύμφωνο προς τις προτάσεις της . Η Επιτροπή δήλωσε επίσης ότι είχε την πρόθεση να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που είχε στην εξουσία της για να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση των κρατών μελών προς τις προτάσεις της, τις οποίες θεωρούσε υπό τις δεδομένες συνθήκες ως νομικώς δεσμευτικές έναντι αυτών .
12 'Οπως προκύπτει από τα πρακτικά της συνεδριάσεως του Συμβουλίου της 27ης Ιουλίου 1981, η νομική υπηρεσία του Συμβουλίου και οι αντιπρόσωποι διαφόρων κρατών μελών απέκρουσαν τη δήλωση της Επιτροπής, το δε Συμβούλιο συμφώνησε τελικά να συζητήσει τις προτεινόμενες για το 1981 ΤΑC και ποσοστώσεις κατά την επόμενη συνεδρίασή του .
13 Με το από 28 Ιουλίου 1981 έγγραφό της, η Επιτροπή υπέμνησε στα κράτη μέλη τη δήλωσή της, προσθέτοντας ότι θεωρούσε ότι είχε την υποχρέωση όχι μόνο να εγκρίνει ή να απορρίπτει, με γνώμονα τις προτάσεις της, τα εθνικά μέτρα που ενδεχομένως θα της υποβάλλονταν, αλλά και να ζητεί απ' όλα τα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα συμμορφώσεως προς τις προτάσεις αυτές ανέφερε ακόμη ότι, εν αναμονή της επομένης συνόδου του Συμβουλίου, είχε την πρόθεση να εγκρίνει αλιεύσεις μη υπερβαίνουσες τα τρία τέταρτα του ύψους των ποσοστώσεων τις οποίες πρότεινε . Η Επιτροπή κάλεσε όλα τα κράτη μέλη να αναφέρουν, μέχρι τις 24 Αυγούστου 1981 το αργότερο, τα μέτρα που προτίθενταν να λάβουν για να εξασφαλίσουν την τήρηση του γενικού αυτού κανόνα κατά την ενδιάμεση περίοδο .
14 Κατά το 1981, η δανική κυβέρνηση, κοινοποίησε στην Επιτροπή διατάξεις περί περιορισμού της αλιείας διαφόρων ειδών εντός ορισμένων ζωνών . Η Επιτροπή ενέκρινε ορισμένα από τα μέτρα αυτά, ενώ για άλλα παρέπεμψε στις προτάσεις της προς το Συμβούλιο .
15 Το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να υπομνήσει τα στοιχεία του κοινοτικού δικαίου που ισχύουν σχετικώς με προηγούμενες αποφάσεις του, τελευταία δε με την προαναφερθείσα απόφαση της 5ης Μαΐου 1981 . Η υπό κρίση κατάσταση διακρίνεται ωστόσο από εκείνη που περιγράφεται στην εν λόγω απόφαση, κατά το ότι το Συμβούλιο δεν έλαβε προσωρινή απόφαση για το 1981 και ότι το μόνο που υπάρχει από πλευράς του είναι η δήλωση στα πρακτικά της συνόδου του της 15ης έως 17ης Δεκεμβρίου 1980, όπου σημειώνεται ότι τα κράτη μέλη θα ασκήσουν τις αλιευτικές τους δραστηριότητες κατά τρόπον ώστε οι αλιεύσεις να είναι σύμφωνες προς τις ΤΑC που υπέβαλε για το 1981 η Επιτροπή στο Συμβούλιο με τις από 18 Νοεμβρίου και 16 Δεκεμβρίου 1980 προτάσεις της .
16 Ενώπιον μιας καταστάσεως που χαρακτηριζόταν από την αδράνεια του Συμβουλίου, το Δικαστήριο έκρινε με την προαναφερθείσα απόφαση της 5ης Μαΐου 1981 ότι, σύμφωνα με το άρθρο 5 της Συνθήκης, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να λαμβάνουν κάθε κατάλληλο μέτρο ώστε να διευκολύνουν την Κοινότητα στην εκτέλεση της αποστολής της και να απέχουν από κάθε μέτρο που δύναται να θέσει σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των σκοπών της Συνθήκης . Η διάταξη αυτή επιβάλλει στα κράτη μέλη ειδικές υποχρεώσεις ενέργειας και αποχής σε περίπτωση όπου η Επιτροπή, για να αντιμετωπίσει επείγουσες ανάγκες διατηρήσεως, έχει υποβάλει στο Συμβούλιο προτάσεις οι οποίες, αν και δεν έχουν εγκριθεί από το Συμβούλιο, αποτελούν το σημείο αφετηρίας για εναρμονισμένη κοινοτική δράση . Το Δικαστήριο δέχτηκε ακόμα ότι, δεδομένου ότι πρόκειται για τομέα ο οποίος επιφυλάχθηκε στις εξουσίες της Κοινότητας, εντός του οποίου τα κράτη μέλη δεν δύνανται, εφεξής, να ενεργούν παρά μόνο ως διαχειριστές του κοινού συμφέροντος, ένα κράτος μέλος δεν δύναται, ελλείψει κατάλληλης πράξεως του Συμβουλίου, να θέτει σε ισχύ προσωρινά μέτρα διατηρήσεως, που ενδεχομένως απαιτεί η κατάσταση, παρά μόνο στο πλαίσιο συνεργασίας με την Επιτροπή εξάλλου, τα κράτη μέλη έχουν καθήκον να μη θεσπίζουν εθνικά μέτρα διατηρήσεως, παρά τις αντιρρήσεις, επιφυλάξεις ή όρους που θα μπορούσε να διατυπώσει ενδεχομένως η Επιτροπή .
17 Το Δικαστήριο δέχτηκε έτσι ότι, ενώπιον μιας καταστάσεως όπου το Συμβούλιο έχει παραλείψει να θεσπίσει τα μέτρα διατηρήσεως που είναι αναγκαία για την προστασία των αλιευτικών πόρων, τέτοια μέτρα, ανταποκρινόμενα σε επείγουσες ανάγκες, μπορούν να προκύψουν από μια διαδικασία συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών και Επιτροπής, προς διατήρηση της δυνατότητας της Κοινότητας να αντιμετωπίσει τις ευθύνες της .
18 Δεν αμφισβητείται ότι τέτοια διαδικασία δεν κινήθηκε το 1981 μεταξύ Βασιλείου της Δανίας και Επιτροπής ως προς τους επίδικους αλιευτικούς πόρους, εφόσον το Βασίλειο της Δανίας δεν ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση της Επιτροπής να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί προς τις προτάσεις της . Υπ' αυτές τις συνθήκες, χωρίς να είναι αναγκαίο να αποφανθεί το Δικαστήριο επί των εννόμων συνεπειών αυτής της έλλειψης συνεργασίας από πλευράς κράτους μέλους, πρέπει να αναγνωριστεί ότι οι μονομερώς διατυπωθείσες από την Επιτροπή προτάσεις σχετικά με τη χορήγηση ποσοστώσεων αλιείας στο Βασίλειο της Δανίας δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως κανόνες του κοινοτικού δικαίου .
19 Εξάλλου, όπως έχει δεχτεί επανειλημμένα το Δικαστήριο, η κοινοτική νομοθεσία πρέπει να είναι βεβαία, η δε εφαρμογή της προβλεπτή από τους υποκειμένους σ' αυτήν . Αυτή η επιταγή της ασφάλειας του δικαίου πρέπει να τηρείται με ιδιαίτερη αυστηρότητα, οσάκις πρόκειται για διατάξεις που μπορούν να έχουν οικονομικές επιπτώσεις, ώστε να μπορούν οι ενδιαφερόμενοι να γνωρίζουν με ακρίβεια την έκταση των υποχρεώσεων που τους επιβάλλουν .
20 Από τα προηγηθέντα προκύπτει ότι το 1981 δεν υπήρχαν, στην υπό κρίση περίπτωση, κανόνες του κοινοτικού δικαίου κατά την έννοια του άρθρου 3 του κανονισμού 729/70 του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 1970, περί της χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής ( ΕΕ ειδ . έκδ . 03/005, σ . 93 ), λόγω μη τηρήσεως των οποίων η Επιτροπή μπορούσε να αρνηθεί να επιβαρύνει το ΕΓΤΠΕ με τις παρεμβάσεις που αποτελούν αντικείμενο της προσφυγής .
21 Συνεπώς, και δεδομένου ότι δεν αμφισβητήθηκε το αν οι επίδικες δαπάνες όντως πραγματοποιήθηκαν από το Βασίλειο της Δανίας, η απόφαση 85/451 της Επιτροπής, της 28ης Αυγούστου 1985, πρέπει να ακυρωθεί κατά το αιτούμενο μέρος, χωρίς να είναι αναγκαία η εξέταση των λοιπών λόγων και επιχειρημάτων του προσφεύγοντος .
Επί των δικαστικών εξόδων
22 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του κανονισμού διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα . Επειδή η Επιτροπή ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα .
Για τους λόγους αυτούς
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
αποφασίζει :
1 ) Ακυρώνει την απόφαση 85/451 της Επιτροπής, της 28ης Αυγούστου 1985, περί εκκαθαρίσεως των λογαριασμών που υπέβαλε το Βασίλειο της Δανίας για τις δαπάνες που χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, τμήμα Εγγυήσεων, για το οικονομικό έτος 1981, κατά το μέτρο που με την απόφαση αυτή η Επιτροπή δεν ενέκρινε την κοινοτική χρηματοδότηση παρεμβάσεων για την απόσυρση από την αγορά ορισμένων ειδών ιχθύων ύψους 5 411 429 DKR και επιστροφών λόγω εξαγωγής σκόμβρου προς τρίτες χώρες ύψους 2 153 527,71 DKR .
2 ) Καταδικάζει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα .