61985J0328

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 15ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1987. - DEUTSCHE BABCOCK HANDEL GMBH ΚΑΤΑ HAUPTZOLLAMT LUEBECK-OST. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ ΤΟΥ FINANZGERICHT ΤΟΥ ΑΜΒΟΥΡΓΟΥ. - ΕΚΑΧ-ΕΟΚ - ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΩΝ ΔΑΣΜΩΝ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 328/85.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1987 σελίδα 05119


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

1 . 'Ιδιοι πόροι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων - Επιστροφή ως αχρεωστήτως εισπραχθέντων ή διαγραφή χρέους εισαγωγικών δασμών - 'Εκδοση κανονισμού βάσει της Συνθήκης ΕΟΚ - Εφαρμογή του κανονισμού σε εμπορεύματα που εμπίπτουν στη Συνθήκη ΕΚΑΧ

( Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 232, παράγραφος 1 κανονισμός 1430/79 του Συμβουλίου )

2 . 'Ιδιοι πόροι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων - Επιστροφή ως αχρεωστήτως εισπραχθέντων ή διαγραφή χρέους εισαγωγικών δασμών - 'Αρθρο 2, παράγραφος 1, του κανονισμού 1430/79 - Εσκεμμένως ψευδής δήλωση της τιμής των εισαγομένων προϊόντων - Δεν εφαρμόζεται

( Κανονισμός 1430/79 του Συμβουλίου, άρθρο 2, παράγραφος 1 )

Περίληψη


1 . Το άρθρο 232, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΟΚ πρέπει να ερμηνευτεί υπό την έννοια ότι, εφόσον ορισμένα ζητήματα δεν αποτελούν αντικείμενο διατάξεων της Συνθήκης ΕΚΑΧ ή ρυθμίσεων που έχουν εκδοθεί βάσει της τελευταίας αυτής, η Συνθήκη ΕΟΚ και οι διατάξεις που έχουν εκδοθεί προς εκτέλεσή της μπορούν να εφαρμόζονται σε προϊόντα που εμπίπτουν στη Συνθήκη ΕΚΑΧ .

Αυτό συμβαίνει με τον κανονισμό 1430/79, περί της επιστροφής ως αχρεωστήτως εισπραχθέντων ή της διαγραφής χρέους εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών .

2 . Το άρθρο 2, παράγραφος 1, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού 1430/79, το οποίο ορίζει ότι επιτρέπεται η επιστροφή ως αχρεωστήτως εισπραχθέντων ή η διαγραφή χρέους εισαγωγικών δασμών, εφόσον διαπιστώνεται ότι το βεβαιωθέν ποσό των δασμών είναι ανώτερο, ανεξαρτήτως λόγου, από εκείνο που νομίμως έπρεπε να εισπραχθεί, εφαρμόζεται, βάσει όσων αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις του κανονισμού, στις περιπτώσεις λαθών . Το άρθρο αυτό δεν εφαρμόζεται όταν ο υπόχρεος προς καταβολή των δασμών δήλωσε κατά τη θέση του εμπορεύματος σε ελεύθερη κυκλοφορία τιμή υψηλότερη από εκείνη που πράγματι κατέβαλε αν ληφθούν υπόψη οι εκπτώσεις και οι ανάλογες προς τις αγορές πριμοδοτήσεις που του κατέβαλε ο πωλητής και όταν σκοπός της δηλώσεως υψηλότερης τιμής ήταν να καταστεί δυνατή η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει αδείας στην οποία δεν αναφέρονταν οι εκπτώσεις και οι πριμοδοτήσεις .

Διάδικοι


Στην υπόθεση 328/85,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Finanzgericht του Αμβούργου προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του δικαστηρίου αυτού μεταξύ

Deutsche Babcock Handel GmbH

και

Hauptzollamt Loebeck-Ost,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του κανονισμού 1430/79 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουλίου 1979, περί της επιστροφής ως αχρεωστήτως εισπραχθέντων ή της διαγραφής χρέους εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών ( ΕΕ ειδ . έκδ . 11/015, σ . 162 ),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

συγκείμενο από τους G . Bosco, πρόεδρο τμήματος και προεδρεύοντα, O . Due και J . C . Moitinho de Almeida, προέδρους τμήματος, T . Koopmans, U . Everling, K . Bahlmann, Y . Galmot, Κ . Κακούρη, R . Joliet, T . F . O' Higgins και F . Schockweiler, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας : Sir Gordon Slynn

γραμματέας : B . Pastor, υπάλληλος διοικήσεως

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που κατέθεσαν :

- η Deutsche Babcock Handel GmbH, προσφεύγουσα στην κύρια δίκη, εκπροσωπούμενη από το δικηγόρο Balduin Kamprad,

- το Hauptzollamt Loebeck-Ost, καθού στην κύρια δίκη, εκπροσωπούμενο από το διευθυντή του,

- η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Joern Sack, μέλος της νομικής υπηρεσίας της,

λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση, όπως συμπληρώθηκε μετά την προφορική διαδικασία της 12ης Φεβρουαρίου 1987,

αφού άκουσε το γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 7ης Απριλίου 1987,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με Διάταξη της 14ης Οκτωβρίου 1985, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 6 Νοεμβρίου 1985, το Finanzgericht του Αμβούργου υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, τρία προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία του κανονισμού 1430/79 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουλίου 1979, περί της επιστροφής ως αχρεωστήτως εισπραχθέντων ή της διαγραφής χρέους εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών ( ΕΕ ειδ . έκδ . 11/015, σ . 162 ).

2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν κατά την εκδίκαση της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του δικαστηρίου αυτού μεταξύ της Deutsche Babcock Handel GmbH ( στο εξής : Deutsche Babcock ), εταιρίας εμπορίου προϊόντων σιδήρου και χάλυβα, και του Hauptzollamt Loebeck-Ost ( Κεντρικού Τελωνείου της Ανατολικής Λυβέκης ). Η Deutsche Babcock ζητεί, βάσει του άρθρου 2, παράγραφος 1, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού 1430/79, την επιστροφή ως αχρεωστήτως εισπραχθέντων των δασμών που είχε καταβάλει λόγω της εισαγωγής χαλύβδινων λαμαρινών από την Πολωνία και την Ουγγαρία στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας . Δεδομένου ότι η εταιρία είχε αναγράψει στη δήλωση περί δασμολογητέας αξίας μόνο την ακαθάριστη τιμή, μολονότι οι προμηθευτές της της είχαν καταβάλει πριμοδοτήσεις ανάλογες προς τις αγορές, υποχρεώθηκε να πληρώσει τους δασμούς βάσει της ακαθάριστης τιμής αυτής και όχι βάσει της τιμής που θα προέκυπτε από την αφαίρεση των εκπτώσεων αυτών, που ήταν ανάλογες προς τις αγορασθείσες ποσότητες .

3 Το άρθρο 2, παράγραφος 1, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού 1430/79 ορίζει τα εξής :

"Επιτρέπεται η επιστροφή ως αχρεωστήτως εισπραχθέντων ή η διαγραφή χρέους εισαγωγικών δασμών, καθ' ο μέτρο κρίνεται ικανοποιητικό (( διαπιστώνεται )) από τις αρμόδιες αρχές ότι το βεβαιωθέν ποσό των δασμών :

- ...

- είναι ανώτερο, ανεξαρτήτως λόγου, από εκείνο που νομίμως έπρεπε να εισπραχθεί ."

4 Το Finanzgericht έκρινε ότι στην προκειμένη διαφορά τίθενται ζητήματα ερμηνείας του κοινοτικού δικαίου και για το λόγο αυτό ανέστειλε τη διαδικασία μέχρις ότου το Δικαστήριο αποφανθεί επί των εξής προδικαστικών ερωτημάτων :

"1 ) Ο κανονισμός ( ΕΟΚ ) 1430/79 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουλίου 1979, περί της επιστροφής ως αχρεωστήτως εισπραχθέντων ή της διαγραφής χρέους εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών, όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό ( ΕΟΚ ) 1672/82 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 1982, εφαρμόζεται απευθείας επί των εμπορευμάτων που εμπίπτουν στη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας 'Ανθρακα και Χάλυβα;

2 ) Σε περίπτωση που δοθεί αρνητική απάντηση στο ερώτημα 1 : Μπορεί να ζητηθεί από το Δικαστήριο η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως για την ερμηνεία του κανονισμού ( ΕΟΚ ) 1430/79, αν ο κανονισμός αυτός ισχύει σε ένα κράτος μέλος μόνο βάσει διατάξεως του δικαίου του, η οποία παραπέμπει σ' αυτόν;

3 ) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο κρίνει ότι είναι αρμόδιο για την ερμηνεία του κανονισμού 1430/79 στην παρούσα περίπτωση :

Αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή του άρθρου 2, παράγραφος 1, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού ( ΕΟΚ ) 1430/79 η γενική αρχή της καλής πίστεως, υπό την έννοια ότι αποκλείεται η επιστροφή των εισαγωγικών δασμών όταν ο υπόχρεος για την καταβολή τους, κατά τη θέση του εμπορεύματος σε ελεύθερη κυκλοφορία, δήλωσε τιμή υψηλότερη από εκείνη που πράγματι κατέβαλε, αν ληφθούν υπόψη οι εκπτώσεις και οι ανάλογες προς τις αγορές πριμοδοτήσεις που έχει καταβάλει ο πωλητής στον αγοραστή, και όταν σκοπός της δηλώσεως υψηλότερης τιμής ήταν να καταστήσει δυνατή τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει της άδειας εξαγωγής η οποία δεν περιελάμβανε τις εκπτώσεις και τις πριμοδοτήσεις, μολονότι η άδεια εισαγωγής θα είχε χορηγηθεί ακόμη και αν είχε υποβληθεί αίτηση που να αναφέρει και τις εκπτώσεις και τις πριμοδοτήσεις;"

5 Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως, η διαδικασία και οι παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν στο Δικαστήριο . Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται πιο κάτω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για να σχηματίσει κρίση το Δικαστήριο .

Επί του πρώτου ερωτήματος

6 Με το πρώτο ερώτημα το Finanzgericht ερωτά κατ' ουσία αν ο κανονισμός 1430/79 εφαρμόζεται στα εμπορεύματα που εμπίπτουν στη Συνθήκη ΕΚΑΧ .

7 Από την άποψη αυτή πρέπει να παρατηρηθεί ότι οι διατάξεις του κανονισμού δεν κάνουν καμία διάκριση ανάλογα με το αν τα εμπορεύματα εμπίπτουν ή όχι στη Συνθήκη ΕΚΑΧ . Εντούτοις όμως πρέπει να ληφθεί επίσης υπόψη ότι ο κανονισμός εκδόθηκε βάσει της Συνθήκης ΕΟΚ και μόνο, και συγκεκριμένα βάσει των άρθρων 43 και 235 .

8 Το ερώτημα επομένως συνίσταται στο αν ο κανονισμός 1430/79 μπορεί να εφαρμοστεί σε εμπορεύματα που εμπίπτουν στη Συνθήκη ΕΚΑΧ, μολονότι ορίζει ότι νομική βάση του είναι η Συνθήκη ΕΟΚ και όχι η Συνθήκη ΕΚΑΧ .

9 Πρέπει να παρατηρηθεί ότι, αντίθετα με τη Συνθήκη ΕΚΑΧ, η Συνθήκη ΕΟΚ δεν περιορίζεται σε συγκεκριμένα εμπορεύματα που να οριοθετούν έτσι το καθ' ύλην πεδίο εφαρμογής της .

10 Κατά το άρθρο 232, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΟΚ, οι διατάξεις της Συνθήκης αυτής δεν τροποποιούν τις διατάξεις της Συνθήκης ΕΚΑΧ, ιδίως όσον αφορά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των κρατών μελών, τις εξουσίες των οργάνων της Κοινότητας αυτής και τις διατάξεις περί της λειτουργίας της κοινής αγοράς άνθρακα και χάλυβα . Το γράμμα και μόνο της διατάξεως αυτής επιβάλλει την ερμηνεία της διατάξεως υπό την έννοια ότι, εφόσον ορισμένα ζητήματα δεν αποτελούν αντικείμενο διατάξεων της Συνθήκης ΕΚΑΧ ή ρυθμίσεων που έχουν εκδοθεί βάσει της τελευταίας αυτής, η Συνθήκη ΕΟΚ και οι διατάξεις που έχουν εκδοθεί προς εκτέλεσή της μπορούν να εφαρμόζονται σε προϊόντα που εμπίπτουν στη Συνθήκη ΕΚΑΧ .

11 Τίθεται επομένως το ερώτημα αν ορισμένα από τα ζητήματα που ρυθμίζει ο κανονισμός 1430/79 αποτελούν αντικείμενο των διατάξεων της Συνθήκης ΕΚΑΧ ή των ρυθμίσεων που έχουν εκδοθεί προς εκτέλεσή της .

12 Πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο κανονισμός 1430/79 αφορά ένα ζήτημα, συγκεκριμένα την επιστροφή ως αχρεωστήτως εισπραχθέντων ή τη διαγραφή χρέους εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών, το οποίο δεν αποτελεί αντικείμενο ούτε διατάξεων της ίδιας της Συνθήκης ΕΚΑΧ ούτε διατάξεων που να έχουν εκδοθεί βάσει της Συνθήκης αυτής . 'Οσον αφορά ειδικότερα το άρθρο 72 της Συνθήκης ΕΚΑΧ, το οποίο πραγματεύεται τους δασμούς, η διάταξη αυτή απλώς παρέχει στο Συμβούλιο την εξουσία να καθορίζει τους κατώτατους και ανώτατους συντελεστές για τους δασμούς, ενώ αφήνει σε κάθε κράτος μέλος την εξουσία να καθορίζει εντός των ορίων αυτών το δασμολόγιό του κατά την εθνική του διαδικασία . Κατά συνέπεια, ούτε και η είσπραξη ή η επιστροφή των δασμών ρυθμίζονται από τη Συνθήκη .

13 Εφόσον επομένως δεν υπάρχουν ειδικές διατάξεις, η Συνθήκη ΕΚΑΧ ή οι εκτελεστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί βάσει της Συνθήκης αυτής δεν εμποδίζουν την εφαρμογή του κανονισμού 1430/79 .

14 Στο πρώτο ερώτημα επομένως πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι ο κανονισμός 1430/79 εφαρμόζεται στα εμπορεύματα που εμπίπτουν στη Συνθήκη ΕΚΑΧ .

15 Κατόπιν της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο ερώτημα, δεν χρειάζεται να δοθεί απάντηση στο δεύτερο ερώτημα .

Επί του τρίτου ερωτήματος

16 Με το τρίτο ερώτημα ερωτάται κατ' ουσία αν το άρθρο 2, παράγραφος 1, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού 1430/79 εφαρμόζεται όταν ο επιχειρηματίας ο υπόχρεος προς καταβολή των εισαγωγικών δασμών δήλωσε κατά τη θέση του εμπορεύματος σε ελεύθερη κυκλοφορία υψηλότερη τιμή από την τιμή που πράγματι κατέβαλε, αν ληφθούν υπόψη οι εκπτώσεις και οι ανάλογες προς τις αγορές πριμοδοτήσεις που του κατέβαλε ο πωλητής, και όταν σκοπός της δηλώσεως της υψηλότερης τιμής ήταν να καταστεί δυνατή η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει αδείας στην οποία δεν αναφέρονταν οι εκπτώσεις και οι πριμοδοτήσεις .

17 Από τη δεύτερη αιτιολογική σκέψη του επίμαχου κανονισμού προκύπτει ότι το άρθρο 2, παράγραφος 1, δεύτερη περίπτωση, προβλέπει ότι οι εισαγωγικοί δασμοί επιστρέφονται ως αχρεωστήτως καταβληθέντες ή το σχετικό χρέος διαγράφεται όταν το ποσό των εισαγωγικών δασμών που καταβλήθηκε ή του οποίου η πληρωμή αναβλήθηκε εμφανίζεται ανώτερο από το νομίμως οφειλόμενο είτε λόγω λάθους υπολογισμού ή αντιγραφής είτε επειδή ελήφθησαν υπόψη για τη δασμολόγηση ανακριβή ή ελλιπή στοιχεία, ιδίως δε όσον αφορά το είδος, την αξία ή την καταγωγή του εμπορεύματος .

18 Η διάταξη αυτή επομένως εφαρμόζεται στις περιπτώσεις λαθών . Δεν μπορεί να εφαρμοστεί προκειμένου να επιστραφούν οι δασμοί, όταν το πρόσωπο που τους κατέβαλε έκανε εσκεμμένα, στην αίτηση αδείας που υπέβαλε, ψευδείς δηλώσεις ως προς την τιμή των εμπορευμάτων, οπότε επιβλήθηκαν δασμοί υψηλότεροι από ό,τι θα έπρεπε να καταβάλει .

19 Στο τρίτο ερώτημα επομένως πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 2, παράγραφος 1, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού 1430/79 δεν εφαρμόζεται όταν ο υπόχρεος προς καταβολή των εισαγωγικών δασμών δήλωσε κατά τη θέση του εμπορεύματος σε ελεύθερη κυκλοφορία τιμή υψηλότερη από εκείνη που πράγματι κατέβαλε αν ληφθούν υπόψη οι εκπτώσεις και οι ανάλογες προς τις αγορές πριμοδοτήσεις που του κατέβαλε ο πωλητής και όταν σκοπός της δηλώσεως υψηλότερης τιμής ήταν να καταστεί δυνατή η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει αδείας στην οποία δεν αναφέρονταν οι εκπτώσεις και οι πριμοδοτήσεις .

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

20 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η οποία κατέθεσε παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται . Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης το χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων .

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε με Διάταξη της 14ης Οκτωβρίου 1985 το Finanzgericht του Αμβούργου, αποφαίνεται :

1 ) Ο κανονισμός 1430/79 εφαρμόζεται στα εμπορεύματα που εμπίπτουν στη Συνθήκη ΕΚΑΧ .

2 ) Το άρθρο 2, παράγραφος 1, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού 1430/79 δεν εφαρμόζεται όταν ο υπόχρεος προς καταβολή των εισαγωγικών δασμών δήλωσε κατά τη θέση του εμπορεύματος σε ελεύθερη κυκλοφορία τιμή υψηλότερη από εκείνη που πράγματι κατέβαλε αν ληφθούν υπόψη οι εκπτώσεις και οι ανάλογες προς τις αγορές πριμοδοτήσεις που του κατέβαλε ο πωλητής και όταν σκοπός της δηλώσεως υψηλότερης τιμής ήταν να καταστεί δυνατή η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία βάσει αδείας στην οποία δεν αναφέρονταν οι εκπτώσεις και οι πριμοδοτήσεις .