61981J0019

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 16ΗΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1982. - ARTHUR BURTON ΚΑΤΑ BRITISH RAILWAYS BOARD. - (ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ ΤΟΥ EMPLOYMENT APPEAL TRIBUNAL - ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ). - ΙΣΟΤΗΣ ΑΜΟΙΒΩΝ ΚΑΙ ΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΑΝΔΡΩΝ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΩΝ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 19/81.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1982 σελίδα 00554


Περίληψη
Διάδικοι
Αντικείμενο της υπόθεσης
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


1 . Κοινωνική πολιτική — Άρρενες καί θήλεις εργαζόμενοι — Προϋποθέσεις απασχολήσεως καί οροι εργασίας — Ίση μεταχείριση — Όροι υπαγωγής σ’ ενα σύστημα εθελουσίας εξόδου — Διαφορετική ηλικία γιά τούς άνδρες καί τίς γυναίκες — Επιτρεπτό

( Οδηγία τού Συμβουλίου 76/207 άρθρο 5 )

2 . Κοινωνική πολιτική — Άρρενες καί θήλεις εργαζόμενοι — Ίση μεταχείριση — Κοινωνική ασφάλιση — Διαφορετικό ελάχιστο οριο ηλικίας συνταξιοδοτήσεως — Επιτρεπτό

( Οδηγία τού Συμβουλίου 79/7 άρθρο 7 )

Περίληψη


1 . Η αρχή τής ίσης μεταχειρίσεως περί τής οποίας προνοεί τό άρθρο 5 τής οδηγίας 76/207 τού Συμβουλίου εφαρμόζεται επί τών ορων αποκτήσεως δικαιώματος επί αποζημιώσεως εθελουσίας εξόδου , η οποία καταβάλλεται από τόν εργοδότη στόν εργαζόμενο πού επιθυμεί νά αποχωρήσει από τήν εργασία του .

Μόνο τό γεγονός οτι η απόκτηση τού δικαιώματος εθελουσίας εξόδου ειναι εφικτή μόνο κατά τήν διάρκεια τής πενταετίας πού προηγείται τής συμπληρώσεως τού ελαχίστου ορίου τής ηλικίας συνταξιοδοτήσεως , πού προβλέπεται από τήν εθνική νομοθεσία περί κοινωνικών ασφαλίσεων καί οτι η εν λόγω ηλικία δέν ειναι η ίδια γιά τούς άνδρες καί τίς γυναίκες , δέν δύναται νά θεωρηθεί ως διάκριση λόγω φύλου κατά τήν έννοια τού άρθρου 5 τής οδηγίας 76/207 .

2 . Ο καθορισμός ελαχίστου ορίου ηλικίας συνταξιοδοτήσεως στό πλαίσιο τής κοινωνικής ασφαλίσεως , τό οποίο δέν ειναι τό ίδιο γιά τούς άνδρες καί τίς γυναίκες , δέν συνιστά διάκριση πού απαγορεύεται από τό κοινοτικό δίκαιο .

Διάδικοι


Στήν υπόθεση 19/81 ,

πού έχει ως αντικείμενο αίτηση τού Employment Appeal Tribunal πρός τό Δικαστήριο , κατ’ εφαρμογή τού άρθρου 177 τής συνθήκης ΕΟΚ , μέ τήν οποία ζητείται , στό πλαίσιο διαφοράς πού εκκρεμεί ενώπιον τού αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

ARTHUR BURTON

καί

BRITISH RAILWAYS BOARD ,

Αντικείμενο της υπόθεσης


η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως πρός τήν ερμηνεία τού άρθρου 119 τής συνθήκης , τού άρθρου 1 τής οδηγίας 75/117 τού Συμβουλίου , τής 10ης Φεβρουαρίου 1975 περί προσεγγίσεως τών νομοθεσιών τών Κρατών μελών πού αφορούν τήν εφαρμογή τής αρχής τής ισότητος τών αμοιβών μεταξύ εργαζομένων ανδρών καί γυναικών ( ΕΕ ειδ . έκδ . 05/002 , σ . 42 ), καί τού άρθρου 1 παράγραφος 1 , 2 παράγραφος 1 καί 5 παράγραφος 1 τής οδηγίας 76/207 τού Συμβουλίου , τής 9ης Φεβρουαρίου 1976 περί εφαρμογής τής αρχής τής ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ ανδρών καί γυναικών , οσον αφορά τήν πρόσβαση στήν απασχόληση , στήν επαγγελματική εκπαίδευση καί προώθηση καί τίς συνθήκες εργασίας ( ΕΕ ειδ . έκδ . 05/002 , σ . 70 ) σχετικά μέ τήν καταβολή αποζημιώσεως εθελουσίας εξόδου ,

Σκεπτικό της απόφασης


1 Μέ διάταξη τής 16ης Ιανουαρίου 1981 , πού περιήλθε στό Δικαστήριο στίς 4 Φεβρουαρίου 1981 , τό Employment Appeal Tribunal υπέβαλε , δυνάμει τού άρθρου 177 τής συνθήκης ΕΟΚ , τρία προδικαστικά ερωτήματα ως πρός τήν ερμηνεία , σχετικά μέ τήν καταβολή αποζημιώσεως εθελουσίας εξόδου , τού άρθρου 119 τής συνθήκης , τού άρθρου 1 τής οδηγίας 75/117 τού Συμβουλίου , τής 10ης Φεβρουαρίου 1975 , περί προσεγγίσεως τών νομοθεσιών τών Κρατών μελών πού αφορούν τήν εφαρμογή τής αρχής τής ισότητος τών αμοιβών μεταξύ εργαζομένων ανδρών καί γυναικών ( ΕΕ ειδ . έκδ . 05/002 , σ . 42 ) καί τών άρθρων 1 παράγραφος 1 , 2 παράγραφος 1 καί 5 παράγραφος 1 τής οδηγίας 76/207 τού Συμβουλίου , τής 9ης Φεβρουαρίου 1976 , περί τής εφαρμογής τής αρχής τής ίσης μεταχειρίσεως ανδρών καί γυναικών , οσον αφορά τήν πρόσβαση σέ απασχόληση , τήν επαγγελματική εκπαίδευση καί προώθηση καί τίς συνθήκες εργασίας ( ΕΕ ειδ . έκδ . 05/002 , σ . 70 ).

2 Από τήν δικογραφία προκύπτει οτι ο Burton , ενάγων στήν κυρία δίκη , ειναι υπάλληλος τού British Railways Board ( εφ’ εξής : Board ), οργανισμού πού συνεστήθη από τό Transport Act 1962 καί έχει τήν ευθύνη τής διοικήσεως τών σιδηροδρόμων στήν Μεγάλη Βρετανία .

3 Στό πλαίσιο εσωτερικής αναδιοργανώσεως τών υπηρεσιών του , τό Board προσέφερε σέ ορισμένους υπαλλήλους του τήν δυνατότητα εθελουσίας εξόδου . Συνετάγη υπόμνημα πού ενσωμάτωσε τίς διατάξεις μιάς συλλογικής συμβάσεως εργασίας μεταξύ τής διοικήσεως καί τών ανεγνωρισμένων συνδικαλιστικών ενώσεων , διά τού οποίου ερρυθμίζοντο ορισμένες λεπτομέρειες τής εν λόγω αναδιοργανώσεως . Η παράγραφος 6 τού υπομνήματος ορίζει οτι :

«Τά μέλη τού προσωπικού , ηλικίας 60/55 ( άρρενες/θήλεις ) δύνανται νά αποχωρήσουν από τήν υπηρεσία σύμφωνα πρός τίς διατάξεις περί εθελουσίας εξόδου καί κατατάξεως , άν η υπηρεσία στήν οποία απασχολούνται απετέλεσε αντικείμενο τής διοικητικής αναδιοργανώσεως.»

4 Τόν Αύγουστο τού 1979 ο Burton εζήτησε νά επωφεληθεί από τήν δυνατότητα εθελουσίας εξόδου , η αίτησή του ομως απερρίφθη λόγω τού οτι δέν ειχε συμπληρώσει τό ελάχιστο οριο ηλικίας 60 ετών πού προβλέπεται γιά τούς άρρενες εργαζομένους από τό προαναφερθέν υπόμνημα . Υπεστήριξε συνεπώς οτι έτυχε δυσμενεστέρας μεταχειρίσεως από τίς θήλεις εργαζόμενες κατά τό μέτρο πού τό ευεργέτημα θά παρείχετο σέ μιά γυναίκα πού θά ειχε τήν ίδια μέ αυτόν ηλικία τών 58 ετών .

5 Μετά τήν απόρριψη τής αιτήσεώς του , ο Burton προσέφυγε ενώπιον τού Industrial Tribunal , βάσει τών διατάξεων τού Equal Pay Act 1970 , οπως ετροποποιήθη τελικώς από τό Sex Discrimination Act 1975 . Τό Industrial Tribunal απέρριψε τά αιτήματα τού Burton , ο οποίος ήσκησε έφεση ενώπιον τού Employment Appeal Tribunal . Κατά τήν συζήτηση τής εφέσεως , ο εκπρόσωπος τού Burton παρεδέχθη οτι δυνάμει τού άρθρου 6 παράγραφος 4 τού Sex Discrimination Act 1975 , ο εργοδότης πού μεταχειρίζεται ενα άρρενα εργαζόμενο δυσμενέστερα από μία εργαζομένη , οσον αφορά τήν χορήγηση τής αποζημιώσεως εθελουσίας εξόδου δέν παραβαίνει τόν εν λόγω νόμο . Ο Burton υπεστήριξε πάντως οτι τό άρθρο 6 παράγραφος 4 τού εν λόγω νόμου πρέπει νά ερμηνευθεί λαμβανομένων υπ’ όψη τών κατά τό κοινοτικό δίκαιο δικαστικώς επιδιωξίμων δικαιωμάτων πού παρέχουν τό άρθρο 119 τής συνθήκης , τό άρθρο 1 τής οδηγίας 75/117 περί τής ισότητος τών αμοιβών καί τά άρθρο 1 , 2 καί 5 τής οδηγίας 76/207 περί τής αρχής τής ίσης μεταχειρίσεως .

6 Πρός επίλυση τής διαφοράς , τό Employment Appeal Tribunal υπέβαλε στό Δικαστήριο τρία ερωτήματα πού έχουν ως εξής :

«1 . Εμπίπτει στήν έκταση εφαρμογής τής αρχής περί ισότητος αμοιβών , πού περιλαμβάνεται στό άρθρο 119 τής συνθήκης ΕΟΚ καί στό άρθρο 1 τής οδηγίας τού Συμβουλίου 75/117/ΕΟΚ , τής 10ης Φεβρουαρίου 1975 , η αποζημίωση εθελουσίας εξόδου , η οποία καταβάλλεται από ενα εργοδότη σέ εργαζόμενο πού επιθυμεί νά αποχωρήσει από τήν εργασία του ;

2.Άν η απάντηση στό πρώτο ερώτημα ειναι καταφατική , έχει η αρχή περί ισότητος τών αμοιβών άμεσο αποτέλεσμα εντός τών Κρατών μελών ωστε νά παρέχει δικαστικώς επιδιώξιμα δικαιώματα σέ ιδιώτες , υπό τίς περιστάσεις τής παρούσης υποθέσεως ;

3.Άν η απάντηση στό πρώτο ερώτημα ειναι αρνητική :

α ) Εμπίπτει μιά τέτοια αποζημίωση εθελουσίας εξόδου στήν έκταση εφαρμογής τής αρχής περί ίσης μεταχειρίσεως ανδρών καί γυναικών , ως πρός τούς ‛‛ορους εργασίας’’ , πού περιλαμβάνονται στό άρθρο 1 παράγραφος 1 , άρθρο 2 παράγραφος 1 καί άρθρο 5 παράγραφος 1 τής οδηγίας τού Συμβουλίου 76/207/ΕΟΚ , τής 9ης Φεβρουαρίου 1976 ;

β)Άν ναί , έχει η εν λόγω αρχή άμεσο αποτέλεσμα εντός τών Κρατών μελών , ωστε νά παρέχει δικαστικώς επιδιώξιμα κατά τό κοινοτικό δίκαιο δικαιώματα σέ ιδιώτες , υπό τίς περιστάσεις τής παρούσης υποθέσεως;»

7 Τό κύριο ζήτημα πού εγείρουν τά εν λόγω ερωτήματα ειναι άν , ο ορος κατά τόν οποίο ο άρρην εργαζόμενος πρέπει νά έχει συμπληρώσει τό 60ό έτος τής ηλικίας του γιά νά δικαιούται αποζημιώσεως εθελουσίας εξόδου , ενώ οι γυναίκες εργαζόμενες τήν δικαιούνται από τής συμπληρώσεως τού 55ου έτους τής ηλικίας τους , συνιστά διάκριση πού απαγορεύεται από τό άρθρο 119 τής συνθήκης ή από τό άρθρο 1 τής οδηγίας 75/117 ή τουλάχιστον από τήν οδηγία 76/207 καί , σέ περίπτωση καταφατικής απαντήσεως , άν δύναται νά γίνει επίκληση τής σχετικής διατάξεως τού κοινοτικού δικαίου ενώπιον τών εθνικών δικαστηρίων .

8 Κατά συνέπεια τό περί ερμηνείας ερώτημα πού υπεβλήθη στό Δικαστήριο δέν αφορά τήν αποζημίωση καθαυτήν , αλλά τό άν οι οροι υπαγωγής στό σύστημα εθελουσίας εξόδου συνιστούν διάκριση . Τό θέμα αυτό διέπεται από τίς διατάξεις τής οδηγίας 76/207 , η οποία ανεφέρθη από τό εθνικό δικαστήριο καί όχι από τό άρθρο 119 τής συνθήκης ή τήν οδηγία 75/117 .

9 Κατά τό άρθρο 5 παράγραφος 1 τής οδηγίας 76/207 , η εφαρμογή τής αρχής τής ίσης μεταχειρίσεως οσον αφορά τούς ορους εργασίας , συμπεριλαμβανομένων τών ορων απολύσεως , συνεπάγεται εξασφάλιση σέ άνδρες καί γυναίκες τών ιδίων όρων , χωρίς διάκριση λόγω φύλου . Στό πλαίσιο τής οδηγίας , η λέξη «απόλυση» πρέπει νά ερμηνεύεται ευρέως ουτως ωστε νά περιλαμβάνει τήν λήξη τής σχέσεως εργασίας μεταξύ τού εργαζομένου καί τού εργοδότου του , ακόμη καί στό πλαίσιο τού συστήματος εθελουσίας εξόδου .

10 Γιά τήν επίλυση τού προβλήματος άν η διαφορετική μεταχείριση , τήν οποία επικαλείται ο ενάγων στήν κυρία δίκη , συνιστά διάκριση κατά τήν έννοια τής εν λόγω οδηγίας , πρέπει νά ληφθεί υπ’ όψη η υφισταμένη σχέση μεταξύ μέτρων ως τά ένδικα καί τών εθνικών διατάξεων περί κανονικής ηλικίας συνταξιοδοτήσεως .

11 Κατά τήν βρετανική νομοθεσία , τό ελάχιστο οριο τής ηλικίας συνταξιοδοτήσεως από τό κράτος ειναι τό 60ό έτος γιά τίς γυναίκες καί τό 65ο γιά τούς άνδρες .

12 Από πληροφορίες πού παρέσχε η κυβέρνηση τού Ηνωμένου Βασιλείου κατά τήν διάρκεια τής διαδικασίας , φαίνεται οτι ο εργαζόμενος , στόν οποίο τό Board επιτρέπει πρόωρο εθελουσία έξοδο , πρέπει νά τό πράξει εντός τών πέντε ετών πού προηγούνται τής συμπληρώσεως τού ελαχίστου ορίου τής ηλικίας συνταξιοδοτήσεως καί οτι δύναται νά λάβει τά ακόλουθα οφέλη : 1 ) τό κατ’ αποκοπή ποσό πού υπολογίζεται σύμφωνα μέ τίς διατάξεις τού Redundancy Payments Act 1965 , 2 ) ενα κατ’ αποκοπή ποσό πού υπολογίζεται βάσει τού συνολικού χρόνου απασχολήσεως του στό Board καί 3 ) 25 % επί τού συνόλου τών δύο πρώτων ποσών . Επί πλέον , δικαιούται , μέχρι τής συμπληρώσεως τού ελαχίστου ορίου τής ηλικίας συνταξιοδοτήσεως , προώρου συντάξεως ίσης μέ τήν σύνταξη τήν οποία θά εδικαιούτο οταν θά συνεπλήρωνε τό προβλεπόμενο από τόν υπηρεσιακό κανονισμό ελάχιστο οριο τής ηλικίας συνταξιοδοτήσεως καί μιάς προκαταβολής , πού επιστρέφεται κατά τήν συμπλήρωση τού ελαχίστου ορίου τής ηλικίας συνταξιοδοτήσεως , ίσης πρός τό ποσό πού δικαιούται κατά τήν συμπλήρωση τής εν λόγω ηλικίας .

13 Η οδηγία 79/7 τού Συμβουλίου , τής 19ης Δεκεμβρίου 1978 περί τής προοδευτικής εφαρμογής τής αρχής τής ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ ανδρών καί γυναικών σέ θέματα κοινωνικής ασφαλίσεως ( ΕΕ ειδ . έκδ . 05/003 , σ . 160 ), η οποία εθεσπίσθη δυνάμει κυρίως τού άρθρου 235 τής συνθήκης , ορίζει στό άρθρο 7 οτι δέν θίγει τήν ευχέρεια πού έχουν τά Κράτη μέλη νά αποκλείουν από τό πεδίο εφαρμογής της τόν καθορισμό τής ηλικίας συνταξιοδοτήσεως γιά τήν χορήγηση συντάξεων γήρατος καί συντάξεων λόγω αποχωρήσεως καί τίς συνέπειες πού δύναται νά προκύψουν γιά άλλες παροχές .

14 Από αυτό επεται οτι ο καθορισμός ελαχίστου ορίου ηλικίας συνταξιοδοτήσεως στό πλαίσιο τής κοινωνικής ασφαλίσεως , τό οποίο δέν ειναι τό ίδιο γιά τούς άνδρες καί τίς γυναίκες , δέν συνιστά διάκριση πού απαγορεύεται από τό κοινοτικό δίκαιο .

15 Η παρεχομένη στούς εργαζόμενους ευχέρεια από τίς αμφισβητούμενες εν προκειμένω διατάξεις συνδέεται μέ τό σύστημα συνταξιοδοτήσεως πού διέπεται από τίς περί κοινωνικής ασφαλίσεως διατάξεις τού Ηνωμένου Βασιλείου . Παρέχει τήν δυνατότητα στόν εργαζόμενο πού αποχωρεί από τήν εργασία του κατά τήν πενταετία πού προηγείται τής συμπληρώσεως τής κανονικής ηλικίας συνταξιοδοτήσεως νά λαμβάνει , γιά περιορισμένη περίοδο , ορισμένες παροχές . Οι παροχές αυτές υπολογίζονται κατά τόν ίδιο τρόπο ανεξαρτήτως φύλου τού εργαζομένου . Η μόνη διαφορά μεταξύ τών παρεχομένων σέ άνδρες καί γυναίκες ευεργετημάτων απορρέει από τό γεγονός οτι τό προβλεπόμενο από τήν εθνική νομοθεσία ελάχιστο οριο ηλικίας συνταξιοδοτήσεως δέν ειναι τό ίδιο γιά τούς άνδρες καί τίς γυναίκες .

16 Υπό αυτές τίς συνθήκες , η διαφορά μεταξύ τών ορων ηλικίας πού απαιτεί νά συγκεντρώνουν οι άνδρες καί οι γυναίκες γιά τήν απόκτηση δικαιώματος εθελουσίας εξόδου δέν δύναται νά θεωρηθεί ως διάκριση κατά τήν έννοια τής οδηγίας 76/207 .

17 Εν όψει τής απαντήσεως στό πρώτο μέρος τού τρίτου ερωτήματος , δέν ειναι ανάγκη νά δοθεί απάντηση στό δεύτερο μέρος .

18 Προσήκει , επομένως , στά υποβληθέντα από τό Employment Appeal Tribunal ερωτήματα η ακόλουθη απάντηση :

1 . Η αρχή τής ίσης μεταχειρίσεως περί τής οποίας προνοεί τό άρθρο 5 τής οδηγίας 76/207 τού Συμβουλίου , τής 9ης Φεβρουαρίου 1976 , εφαρμόζεται επί τών ορων αποκτήσεως δικαιώματος επί τής αποζημιώσεως εθελουσίας εξόδου , η οποία καταβάλλεται από τόν εργοδότη στόν εργαζόμενο πού επιθυμεί νά αποχωρήσει από τήν εργασία του .

2.Τό γεγονός οτι η απόκτηση τού δικαιώματος εθελουσίας εξόδου ειναι εφικτή μόνο κατά τήν διάρκεια τής πενταετίας πού προηγείται τής συμπληρώσεως τού ελαχίστου ορίου τής ηλικίας συνταξιοδοτήσεως , πού προβλέπεται από τήν εθνική νομοθεσία περί κοινωνικών ασφαλίσεων , καί οτι η εν λόγω ηλικία δέν ειναι η ίδια γιά τούς άνδρες καί τίς γυναίκες , δέν δύναται νά θεωρηθεί ως διάκριση λόγω φύλου , κατά τήν έννοια τού άρθρου 5 τής οδηγίας 76/207 .

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί τών δικαστικών εξόδων

19 Τά έξοδα , στά οποία υπεβλήθησαν η κυβέρνηση τού Ηνωμένου Βασιλείου , η κυβέρνηση τού Βασιλείου τής Δανίας καί η Επιτροπή τών Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων , οι οποίες κατέθεσαν παρατηρήσεις στό Δικαστήριο δέν αποδίδονται . Δεδομένου οτι η παρούσα διαδικασία έχει ως πρός τούς διαδίκους τής κυρίας δίκης τόν χαρακτήρα παρεμπίπτοντος , πού ανέκυψε ενώπιον τού εθνικού δικαστηρίου , σέ αυτό εναπόκειται νά αποφανθεί επί τών δικαστικών εξόδων .

Διατακτικό


Διά ταύτα

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

κρίνοντας επί τών ερωτημάτων πού τού υπέβαλε τό Employment Appeal Tribunal μέ διάταξη τής 16ης Ιανουαρίου 1981 , αποφαίνεται οτι :

1 ) Η αρχή τής ίσης μεταχειρίσεως περί τής οποίας προνοεί τό άρθρο 5 τής οδηγίας 76/207 τού Συμβουλίου τής 9ης Φεβρουαρίου 1976 ( ΕΕ ειδ . έκδ . 05/002 , σ . 70 ) εφαρμόζεται επί τών ορων αποκτήσεως δικαιώματος επί τής αποζημιώσεως εθελουσίας εξόδου , η οποία καταβάλλεται από τόν εργοδότη στόν εργαζόμενο πού επιθυμεί νά αποχωρήσει από τήν εργασία του .

2)Τό γεγονός οτι η απόκτηση τού δικαιώματος εθελουσίας εξόδου ειναι εφικτή μόνο κατά τήν διάρκεια τής πενταετίας πού προηγείται τής συμπληρώσεως τού ελαχίστου ορίου τής ηλικίας συνταξιοδοτήσεως , πού προβλέπεται από τήν εθνική νομοθεσία περί κοινωνικών ασφαλίσεων , καί οτι η εν λόγω ηλικία δέν ειναι η ίδια γιά τούς άνδρες καί τίς γυναίκες , δέν δύναται νά θεωρηθεί ως διάκριση λόγω φύλου κατά τήν έννοια τού άρθρου 5 τής οδηγίας 76/207 .