61981J0009

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΤΡΙΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 6ΗΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1982. - CALVIN E. WILLIAMS ΚΑΤΑ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. - ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ - ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΕΣ - ΔΥΣΜΕΝΗΣ ΔΙΑΚΡΙΣΗ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 9/81.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1982 σελίδα 03301


Περίληψη
Διάδικοι
Αντικείμενο της υπόθεσης
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


1 . Υπάλληλοι — Προσφυγή — Βλαπτική πράξη — Έννοια — Υιοθέτηση νέων κριτηρίων κατατάξεως πού εφαρμόζονται σέ νεοπροσλαμβανομένους υπαλλήλους — Ίση μεταχείριση παλαιών υπαλλήλων — Παραβίαση — Νέο γεγονός

( Κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως τών υπαλλήλων , άρθρα 90 καί 91 )

2 . Υπάλληλοι — Κατάταξη κατά κλιμάκιο — Υιοθέτηση νέων κριτηρίων κατατάξεως πού εφαρμόζονται στούς υπαλλήλους πού προσλαμβάνονται χωρίς νά έχουν υπηρετήσει στίς Κοινότητες — Ίση μεταχείριση παλαιών υπαλλήλων πού προσλαμβάνονται μέ μετάταξη — Παραβίαση — Ο διαφορετικός τρόπος προσλήψεως δέν δικαιολογεί τήν ανισότητα

( Κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως τών υπαλλήλων , άρθρο 5 , παράγραφος 3 , καί άρθρο 46 )

Περίληψη


1 . Η θέση σέ ισχύ μιάς γενικής αποφάσεως , μέ τήν οποία καθορίζονται νέα κριτήρια κατατάξεως γιά τούς νεοπροσλαμβανομένους υπαλλήλους καί η οποία συνεπάγεται άνιση μεταχείριση τών υπαλλήλων πού έχουν διορισθεί παλαιότερα , παρέχει στούς τελευταίους τό δικαίωμα νά ζητήσουν τήν επανεξέταση τής υπηρεσιακής τους καταστάσεως , προκειμένου νά επιτύχουν ανάλογη διόρθωση τής κατατάξεώς τους , εφ’ οσον η επέλευση τού νέου αυτού γεγονότος δύναται νά τούς βλάψει .

2.Τό άρθρο 5 , παράγραφος 3 , τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως , μέ τό οποίο καθιερώνεται η αρχή τής ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ τών υπαλλήλων τής ίδιας κατηγορίας ή τού ίδιου κλάδου , έχει θεμελιώδη σημασία στό δίκαιο τής ευρωπαϊκής δημόσιας υπηρεσίας . Στήν αρχή αυτή στηρίζονται οι διατάξεις τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως καί ιδίως τό άρθρο 46 , πού εφαρμόζεται στήν προώθηση σέ ανώτερο κλιμάκιο σέ περίπτωση προαγωγής κατά βαθμό , οταν οι σταδιοδρομίες έχουν διαρθρωθεί κατά τρόπο ομοιόμορφο από τήν αρχή . Σέ περίπτωση πού τό όργανο έχει προβλέψει γιά τούς νέους υπαλλήλους , πού προσελήφθησαν χωρίς νά έχουν υπηρετήσει μέχρι τότε στίς Κοινότητες , αυτοτελείς κανόνες κατατάξεως , οι οποίοι δέν υφίστανται μέ τήν αυτή μορφή στά άλλα κοινοτικά όργανα , ουτως ωστε οι σταδιοδρομίες τών νέων υπαλλήλων καί οι σταδιοδρομίες τών υπαλλήλων πού μετετάχθησαν από άλλα όργανα νά μή ειναι διαρθρωμένες κατά τρόπο ομοιόμορφο , δέν δύναται νά επικαλεσθεί έναντι τών υπαλλήλων πού μετετάχθησαν από άλλα όργανα τίς διατάξεις τού άρθρου 46 τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως , γιά νά δικαιολογήσει τόν διαφορετικό δήθεν χαρακτήρα τής υπηρεσιακής τους καταστάσεως σέ σχέση μέ τήν κατάσταση τών νέων υπαλλήλων πού προσελήφθησαν χωρίς νά έχουν υπηρετήσει μέχρι τότε στίς Κοινότητες .

Διάδικοι


Στήν υπόθεση 9/81 ,

CALVIN E . WILLIAMS , υπάλληλος τού Ελεγκτικού Συνεδρίου τών Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων , κάτοικος Bridel , 15 , route de Luxembourg , μέ εκπρόσωπο καί αντίκλητο στό Λουξεμβούργο τό δικηγόρο V . Biel , 18a , rue des Glacis ,

προσφεύγων ,

κατά

ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ , εκπροσωπουμένου από τόν J . A . Stoll , γραμματέα τού Ελεγκτικού Συνεδρίου , επικουρούμενο από τό δικηγόρο A . Bonn , 22 , Cote d’Eich , μέ αντίκλητο στό Λουξεμβούργο τόν ανωτέρω δικηγόρο ,

καθ’ ου ,

Αντικείμενο της υπόθεσης


πού έχει ως αντικείμενο τά αιτήματα πού αναφέρονται στό δικόγραφο τής προσφυγής ,

Σκεπτικό της απόφασης


1 Μέ δικόγραφο πού κατέθεσε στή γραμματεία τού Δικαστηρίου στίς 14 Ιανουαρίου 1981 , ο Calvin E . Williams , υπάλληλος τού Ελεγκτικού Συνεδρίου τών Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων , ήσκησε προσφυγή , μέ τήν οποία ζητεί από τό Δικαστήριο , πρώτον , νά αναγνωρίσει οτι τά κριτήρια κατατάξεως πού εφήρμοσε τό καθ’ ου ενέχουν δυσμενή διάκριση , δεύτερον , οτι πρέπει τό καθ’ ου νά εξασφαλίσει στόν προσφεύγοντα , από τής ασκήσεως τής παρούσης προσφυγής , κατάταξη τουλάχιστον ανάλογη μέ εκείνη τών συναδέλφων του πού έχουν τήν ίδια περίπου ηλικία , πανεπιστημιακούς τίτλους τού αυτού επιπέδου καί τήν αυτή επαγγελματική πείρα , τρίτον , νά ακυρώσει τήν απόφαση περί απορρίψεως τής ενστάσεώς του καί , τέταρτον , νά τού επιδικάσει ποσό 1 080 000 BFR , εντόκως πρός 6 % από τής ασκήσεως τής παρούσης προσφυγής πρός αποκατάσταση τής ζημίας , τήν οποία υπέστη λόγω πταίσματος τού Ελεγκτικού Συνεδρίου .

Ιστορικό τής διαφοράς

2 Ο προσφεύγων διωρίσθη από τό Συμβούλιο , στίς 16 Δεκεμβρίου 1976 , ως δόκιμος υπάλληλος τής Επιτροπής Ελέγχου μέ βαθμό Α7 καί εμονιμοποιήθη στό βαθμό αυτό μέ απόφαση τής 14ης Ιουνίου 1977 .

3 Κατά τό χρόνο τής σταδιακής συστάσεως τού Ελεγκτικού Συνεδρίου , ο προσφεύγων εζήτησε καί επέτυχε νά μεταταχθεί εκεί μέ τήν από 18 Απριλίου 1978 απόφαση τής αρμοδίας γιά τούς διορισμούς αρχής ( ΑΔΑ ) τού Ελεγκτικού Συνεδρίου , διωρίσθη δέ από 1ης Μα ΐου 1978 ως υπάλληλος διοικήσεως μέ βαθμό Α7 , κλιμάκιο 3 . Στίς 29 Μα ΐου 1979 , προήχθη στό βαθμό Α6 , κλιμάκιο 1 , η δέ αρχαιότης του στό κλιμάκιο ανέτρεξε στήν 1η Ιουλίου 1977 .

4 Τήν ίδια περίοδο , τό καθ’ ου προσέλαβε υπαλλήλους πού δέν υπηρέτουν ήδη στίς Κοινότητες καί τούς κατέταξε από 21ης Φεβρουαρίου 1980 , σύμφωνα μέ τά κριτήρια κατατάξεως καί διορισμού τού προσωπικού , πού ειχαν καθορισθεί μέ απόφαση τού Ελεγκτικού Συνεδρίου .

5 Κατά τόν προσφεύγοντα , τά κατ’ αυτό τόν τρόπο καθορισθέντα κριτήρια κατατάξεως επέφεραν διακρίσεις , κατά τό μέτρο πού η κατάταξη τών νέων υπαλλήλων καί τού λοιπού προσωπικού ηταν σαφώς ευνοϊκότερη από ο,τι η κατάταξη τών παλαιών υπαλλήλων , πού ειχαν μεταταχθεί από τήν Επιτροπή Ελέγχου· έτσι , στίς 12 Μα ΐου 1980 , απηύθυνε στήν ΑΔΑ έγγραφο ζητώντας από τό Ελεγκτικό Συνέδριο νά εξετάσει τή δυνατότητα θεραπείας τής ανωμαλίας αυτής .

6 Μέ έγγραφο τής 25ης Ιουλίου 1980 , ο πρόεδρος τού Ελεγκτικού Συνεδρίου απέρριψε τό ανωτέρω αίτημα , διότι , κατ’ αυτόν , δέν υφίστατο λόγος νά θεωρηθεί η εν λόγω κατάσταση ως αντικανονική , καί διότι η μετάταξη καί η προαγωγή τού προσφεύγοντος επραγματοποιήθησαν σύμφωνα μέ τίς διατάξεις τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως καί ιδίως τού άρθρου 46 .

7 Συμβουλευόμενος τόν ατομικό του φάκελο , ο προσφεύγων έλαβε γνώση ενός υπηρεσιακού σημειώματος πού απηύθυνε στίς 13 Ιουνίου 1980 τό υπεύθυνο γιά τά θέματα προσωπικού μέλος τού Ελεγκτικού Συνεδρίου στόν πρόεδρο τού εν λόγω Συνεδρίου . Στό ανωτέρω υπηρεσιακό σημείωμα ανεφέρετο οτι οι υπάλληλοι , οι οποίοι , χωρίς νά υπηρετούν στίς Κοινότητες , προσλαμβάνονται αρχικώς μέ σύμβαση ως έκτακτοι ή επικουρικοί υπάλληλοι , απολαύουν κατά κανόνα , οταν μονιμοποιηθούν , καλύτερης κατατάξεως από ο,τι οι συνάδελφοί τους μόνιμοι υπάλληλοι πού υπόκεινται στίς διατάξεις τού άρθρου 46 τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως καί οτι δέν ηταν δυνατή η θεραπεία τής ανωμαλίας αυτής , διότι τό Ελεγκτικό Συνέδριο υπεχρεούτο νά φέρει εις πέρας τήν εν εξελίξει ήδη διαδικασία προσλήψεων βάσει τών αυτών κανόνων πρός αποφυγή δημιουργίας μιάς νέας καταστάσεως πού θά συνεπήγετο διακρίσεις· εξ άλλου , ο Williams , η περίπτωση τού οποίου εθεωρήθη μεμονωμένη , ηδύνατο νά προαχθεί μόνο βάσει τού άρθρου 46 τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως .

8 Ο προσφεύγων υπέβαλε , στίς 15 Σεπτεμβρίου 1980 , ένσταση κατά τήν έννοια τού άρθρου 90 , παράγραφος 2 , τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως , αναφερόμενος στό εν λόγω υπηρεσιακό σημείωμα καί ζητώντας νά διορθωθεί η κατάταξή του .

9 Η ένσταση αυτή απερρίφθη μέ υπηρεσιακό σημείωμα τού προέδρου τού Ελεγκτικού Συνεδρίου τής 13ης Νοεμβρίου 1980 , μέ τό οποίο , αφ’ ενός , εγνωρίζετο στόν προσφεύγοντα οτι η ένστασή του ηταν απαράδεκτη , διότι η κατάταξή του , τήν οποία απεδέχθη ελευθέρως καί οταν προσελήφθη στήν Επιτροπή Ελέγχου καί οταν μετετάχθη στό Ελεγκτικό Συνέδριο , δέν ηδύνατο πλέον νά διορθωθεί καί , αφ’ ετέρου , διευκρινίζετο οτι τό υπηρεσιακό σημείωμα τής 13ης Ιουνίου 1980 συνιστούσε απλώς προπαρασκευαστικό εσωτερικό έγγραφο πού δέν ηταν , συνεπώς , δυνατό νά δεσμεύσει τήν ΑΔΑ .

10 Πρίν εκθέσει τούς ισχυρισμούς του επί τής ουσίας , τό Ελεγκτικό Συνέδριο προέβαλε , βάσει τού άρθρου 91 τού κανονισμού διαδικασίας , ένσταση απαραδέκτου τής ασκηθείσης από τόν Williams προσφυγής .

Επί τού παραδεκτού

11 Πρός υποστήριξη τής ενστάσεως περί απαραδέκτου , τό καθ’ ου ισχυρίζεται οτι η προσφυγή ειναι προφανώς εκπρόθεσμη , εφ’ οσον οι αποφάσεις πού αφορούν τήν κατάταξη τού προσφεύγοντος , δηλαδή η μονιμοποίησή του από τήν Επιτροπή Ελέγχου , η μετάταξή του στό Ελεγκτικό Συνέδριο μέ τό βαθμό πού κατείχε στό όργανο αυτό καί η προαγωγή του στό βαθμό Α6 δέν προσεβλήθησαν ποτέ μέ προσφυγή , η δέ κατάταξη τών άλλων υπαλλήλων πού προσελήφθησαν μετά από αυτόν δέν δύναται καθαυτή νά συνιστά βλαπτική πράξη . Τό καθ’ ου προσθέτει οτι η απόφαση περί απορρίψεως τής ενστάσεως συνιστά σαφώς πράξη επιβεβαιωτική τών προηγουμένων αποφάσεων καί οτι , συνεπώς , δέν δύναται νά προσβληθεί .

12 Ο προσφεύγων δέχεται οτι δέν έχει πλέον δικαίωμα νά αμφισβητήσει τήν αρχική του κατάταξη , αλλά θεωρεί οτι δύναται νά προσβάλει τήν τωρινή του κατάταξη λόγω τής συνδρομής νέων γεγονότων , πού συνίστανται στήν καλύτερη κατάταξη τών υπαλλήλων πού προσελήφθησαν από τό Φεβρουάριο τού 1980 καί δέν υπηρέτουν ήδη στίς Κοινότητες . Εξ άλλου , ο προσφεύγων βλάπτεται ακριβώς από τό μέτρο αυτό , δηλαδή τίς μεταγενέστερες ευνοϊκότερες κατατάξεις άλλων υπαλλήλων , άν καί δέν αμφισβητεί καθόλου τίς εν λόγω κατατάξεις . Τέλος , η απόφαση περί απορρίψεως τής ενστάσεως δέν αποτελεί απλώς πράξη επιβεβαιωτικού χαρακτήρος , διότι συνιστά τή μόνη αιτιολογημένη απάντηση στά παράπονα τού προσφεύγοντος .

13 Πρέπει νά σημειωθεί οτι ο προσφεύγων δέν αμφισβητεί ούτε τήν αρχική του κατάταξη ούτε τήν κατάταξη τών νέων υπαλλήλων πού προσελήφθησαν μετά τό Φεβρουάριο τού 1980 χωρίς νά έχουν υπηρετήσει μέχρι τότε στίς Κοινότητες . Συνεπώς , τά μόνα ζητήματα πού θά πρέπει νά εξετασθούν αφορούν , πρώτον , τό ερώτημα άν η κατάταξη τών νέων υπαλλήλων συνιστά νέο γεγονός ικανό νά βλάψει τόν προσφεύγοντα καί , δεύτερον , τή φύση τής αποφάσεως περί απορρίψεως τής ενστάσεως , δηλαδή τό άν πρόκειται γιά πράξη απλώς επιβεβαιωτική .

14 Όσον αφορά τό πρώτο ζήτημα , σημειώνεται οτι τό Δικαστήριο εδέχθη μέ τήν απόφαση τής 12ης Ιουλίου 1973 ( Tontodonati , 28/72 , Rec . σ . 779 ) οτι ηταν νόμιμο τό αίτημα περί επανεξετάσεως τής υπηρεσιακής καταστάσεως ενός υπαλλήλου λόγω τής αναδιαρθρώσεως τής υπηρεσίας , στήν οποία ανήκε· συνεπώς , η θέση σέ ισχύ μιάς γενικής αποφάσεως , μέ τήν οποία καθορίζονται νέα κριτήρια κατατάξεως γιά τούς νεοπροσλαμβανόμενους υπαλλήλους καί η οποία συνεπάγεται άνιση μεταχείριση τών υπαλλήλων πού έχουν διορισθεί παλαιότερα , παρέχει στούς τελευταίους τό δικαίωμα νά ζητήσουν τήν επανεξέταση τής υπηρεσιακής τους καταστάσεως , προκειμένου νά επιτύχουν ανάλογη διόρθωση τής κατατάξεώς τους , εφ’ οσον η επέλευση τού νέου αυτού γεγονότος δύναται νά τούς βλάψει .

15 Ως πρός τά επιχειρήματα τού καθ’ ου πού αφορούν τόν ισχυρισμό οτι ο προσφεύγων προσέβαλε πράξη απλώς επιβεβαιωτική προηγουμένων αποφάσεων , οι οποίες δέν ειχαν προσβληθεί , η εν λόγω ένσταση περί απαραδέκτου προσκρούει στό γεγονός , πού μόλις διεπιστώθη , οτι στήν υπό κρίση υπόθεση βλαπτική γιά τόν προσφεύγοντα πράξη ειναι η γενική απόφαση περί καθορισμού τών νέων κριτηρίων κατατάξεως , η οποία άρχισε νά ισχύει στίς 21 Φεβρουαρίου 1980 . Προσβάλλοντας τήν πράξη αυτή , ο προσφεύγων ετήρησε ολες τίς προθεσμίες πού προβλέπονται στά άρθρα 90 καί 91 τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως .

16 Κατά συνέπεια , η προσφυγή ειναι παραδεκτή .

Επί τής ουσίας

17 Τό σύνολο τών επιχειρημάτων πού ανέπτυξε ο προσφεύγων αναφέρεται ουσιαστικώς σέ δύο ζητήματα πού αφορούν τήν κατάταξή του καί τό αίτημα περί αποζημιώσεως .

Α — Ως πρός τήν κατάταξή του

18 Ο προσφεύγων στηρίζει τήν αξίωσή του γιά καλύτερη κατάταξη στό άρθρο 5 , παράγραφος 3 , τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως , κατά τό οποίο «οι υπάλληλοι πού ανήκουν στήν ίδια κατηγορία ή στόν ίδιο κλάδο υπόκεινται αντίστοιχα στίς ίδιες προϋποθέσεις προσλήψεως καί εξελίξεως τής σταδιοδρομίας» . Κατά τόν προσφεύγοντα η διάταξη αυτή πρέπει νά ερμηνευθεί υπό τήν έννοια οτι απαγορεύεται κάθε διάκριση μεταξύ υπαλλήλων τής ίδιας κατηγορίας ή τού ίδιου κλάδου· εν τούτοις , διαπιστώνει , οπως καί η ίδια η διοίκηση στό υπηρεσιακό σημείωμα τής 13ης Ιουνίου 1980 , οτι κατόπιν τών προσλήψεων πού διενεργήθησαν μετά τό Φεβρουάριο τού 1980 , υπάλληλοι μέ μικρότερη επαγγελματική πείρα καί λιγότερους πανεπιστημιακούς τίτλους από αυτόν κατέχουν υψηλότερο βαθμό από τό δικό του ή τόν ίδιο βαθμό , αλλά υψηλότερο κλιμάκιο . Ισχυρίζεται , συνεπώς , οτι η ΑΔΑ οφείλει νά θεραπεύσει τήν ανωμαλία αυτή .

19 Τό καθ’ ου ισχυρίζεται οτι η τωρινή κατάταξη τού προσφεύγοντος , τήν οποία αυτός απεδέχθη , δέν ειναι πλέον δυνατό νά προσβληθεί . Υποστηρίζει οτι οι υπάλληλοι πού έχουν βαθμό ανώτερο από τό δικό του , έλαβαν τό βαθμό αυτό μετά από κανονικούς καί μή προσβληθέντες διαγωνισμούς , ο ίδιος δέ ο προσφεύγων συμμετέσχε σέ ορισμένους από τούς διαγωνισμούς αυτούς , χωρίς ομως επιτυχία .

20 Ενώ τό επιχείρημα αυτό τού Ελεγκτικού Συνεδρίου ειναι ακριβές , πράγμα πού δέν αμφισβήτησε καί ο προσφεύγων , εν τούτοις παραμένει εκκρεμές τό ζήτημα άν οι τίτλοι καί η επαγγελματική πείρα τού προσφεύγοντος τού παρέχουν τό δικαίωμα , εν όψει τών νέων συνθηκών πού εδημιουργήθησαν μέ τή θέσπιση , τό Φεβρουάριο τού 1980 , τών νέων κριτηρίων κατατάξεως , νά αξιώσει ανώτερο κλιμάκιο στό βαθμό του , δηλαδή στό βαθμό Α6 .

21 Πρέπει νά παρατηρηθεί κατ’ αρχάς οτι τό άρθρο 5 , παράγραφος 3 , τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως , μέ τό οποίο καθιερώνεται η αρχή τής ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ τών υπαλλήλων τής ίδιας κατηγορίας ή τού ίδιου κλάδου , έχει θεμελιώδη σημασία στό δίκαιο τής ευρωπαϊκής δημοσίας υπηρεσίας .

22 Στήν ανωτέρω αρχή στηρίζονται οι διατάξεις τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως καί ιδίως τό άρθρο 46 , πού εφαρμόζεται στήν προώθηση σέ ανώτερο κλιμάκιο σέ περίπτωση προαγωγής κατά βαθμό , οταν οι σταδιοδρομίες έχουν διαρθρωθεί κατά τρόπο ομοιόμορφο από τήν αρχή . Η περίπτωση αυτή , ομως , δέν συντρέχει εν προκειμένω , οπου τό Ελεγκτικό Συνέδριο , νεοσυσταθέν όργανο καί , συνεπώς , υποχρεωμένο νά προσλάβει προσωπικό , προέβλεψε γιά τούς νέους υπαλλήλους , πού προσελήφθησαν χωρίς νά έχουν υπηρετήσει μέχρι τότε στίς Κοινότητες , αυτοτελείς κανόνες κατατάξεως , οι οποίοι δέν υφίστανται μέ τήν αυτή μορφή στά άλλα κοινοτικά όργανα .

23 Υπ’ αυτές τίς συνθήκες , τό Ελεγκτικό Συνέδριο δέν δύναται νά επικαλεσθεί τό άρθρο 46 στήν περίπτωση τών υπαλλήλων πού μετετάχθησαν από άλλα όργανα , συμπεριλαμβανομένης τής Επιτροπής Ελέγχου , γιά νά δικαιολογήσει τό διαφορετικό δήθεν χαρακτήρα τής υπηρεσιακής τους καταστάσεως σέ σχέση μέ τήν κατάσταση τών νέων υπαλλήλων πού προσελήφθησαν χωρίς νά έχουν υπηρετήσει μέχρι τότε στίς Κοινότητες , δεδομένου οτι τό καθορισθέν μέ τήν απόφαση τού Φεβρουαρίου 1980 αποφασιστικό κριτήριο γιά τήν κατάταξη κατά κλιμάκιο ειναι η επαγγελματική πείρα καί οτι κατ’ εφαρμογή τού κριτηρίου αυτού , οπως δέχεται τό ίδιο τό Ελεγκτικό Συνέδριο , έπρεπε ο προσφεύγων νά απολαύει υψηλοτέρου κλιμακίου .

24 Κατά συνέπεια , πρέπει νά ακυρωθεί η απορριπτική απόφαση , μέ τήν οποία τό καθ’ ου ηρνήθη νά επανεξετάσει τήν κατάταξη τού προσφεύγοντος καί νά διαταχθεί τό καθ’ ου νά προβεί σέ διόρθωση τής κατατάξεως κατά κλιμάκιο τού προσφεύγοντος , λαμβάνοντας υπ’ όψη , σύμφωνα μέ τήν απόφαση τού Φεβρουαρίου 1980 , τήν επαγγελματική πείρα τού προσφεύγοντος καί ενδεχομένως τούς τίτλους του , προκειμένου νά εξαλείψει τή διαφορά κατατάξεως πού υφίσταται μέ τούς υπαλλήλους πού δέν προέρχονται από τίς Κοινότητες , στούς οποίους εφηρμόσθησαν τά κριτήρια κατατάξεως τής ανωτέρω αποφάσεως .

Β — Ως πρός τό αίτημα περί αποζημιώσεως

25 Ο προσφεύγων στηρίζει τό αίτημά του περί αποζημιώσεως στό γεγονός οτι τό Ελεγκτικό Συνέδριο υπέπεσε σέ πταίσμα , τό οποίο συνίσταται , κατ’ αυτόν , στό οτι κατετάγη κατά τρόπο πού συνεπάγεται διάκριση εις βάρος του . Άν ειχε καταταγεί στό βαθμό Α6 , κλιμάκιο 8 , θά εκέρδιζε ποσό 30 000 BFR επί πλέον μηνιαίως , τό οποίο ανέρχεται , γιά χρονικό διάστημα τριών ετών , σέ 1 080 000 BFR , ποσό πού διεκδικεί .

26 Πρέπει νά διαπιστωθεί οτι ο προσφεύγων δέν προέβαλε κρίσιμα επιχειρήματα σχετικώς μέ τό ενδεχόμενο πταίσμα τής διοικήσεως καί , συνεπώς , τό αίτημά του , πού στηρίζεται στήν διοικητική ευθύνη τού Ελεγκτικού Συνεδρίου , πρέπει νά απορριφθεί .

27 Επί πλέον , δεδομένου οτι τό Δικαστήριο εδέχθη οτι η κατάταξή του ενέχει εις βάρος του διάκριση καί οτι διέταξε τό καθ’ ου νά προβεί σέ διόρθωση τής εν λόγω κατατάξεως κατά τόν προαναφερθέντα τρόπο , ο προσφεύγων θά λάβει τήν προσήκουσα αποζημίωση , εν πάση δέ περιπτώσει δέν δύναται ο προσφεύγων , ο οποίος εζήτησε μεταβολή τής κατατάξεώς του γιά τό μέλλον , νά τύχει , μέσω τού αιτήματος περί αποζημιώσεως , νέας κατατάξεως , η οποία θά ανατρέχει πρό τού μηνός Φεβρουαρίου 1980 .

28 Η διόρθωση αυτή πρέπει νά ισχύσει από τής υποβολής τού αιτήματος τού προσφεύγοντος , κατά τήν έννοια τού άρθρου 90 , παράγραφος 1 , τού κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως , η δέ προκύπτουσα μισθολογική διαφορά πρέπει νά καταβληθεί εντόκως πρός 6 % από τήν ημερομηνία πού κατέστη απαιτητή .

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί τών δικαστικών εξόδων

29 Σύμφωνα μέ τό άρθρο 69 , παράγραφος 2 , τού κανονισμού διαδικασίας , ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στά δικαστικά έξοδα .

30 Δεδομένου οτι τό Ελεγκτικό Συνέδριο ηττήθη ως πρός τούς ουσιώδεις ισχυρισμούς του , πρέπει νά καταδικασθεί στά δικαστικά έξοδα .

Διατακτικό


Διά ταύτα

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ( τρίτο τμήμα )

κρίνει καί αποφασίζει :

1 ) Τό Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται νά διορθώσει τό κλιμάκιο , στό οποίο κατετάγη ο προσφεύγων από 12 Μα ΐου 1980 , εφαρμόζοντας τά κριτήρια πού αναφέρονται στήν απόφασή του τού Φεβρουαρίου 1980 .

2)Τό Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται νά καταβάλει τίς προκύπτουσες από τήν εν λόγω διόρθωση μισθολογικές διαφορές , εντόκως πρός 6 % από τήν ημερομηνία πού κατέστησαν απαιτητές .

3)Ακυρώνει τήν απόφαση τού προέδρου τού Ελεγκτικού Συνεδρίου τής 25ης Ιουλίου 1980 .

4)Τό Ελεγκτικό Συνέδριο φέρει τό σύνολο τών δικαστικών εξόδων .