61980J0193

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 9ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1981. - ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΚΑΤΑ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ. - "ΠΑΡΑΒΑΣΗ - ΜΕΤΡΑ ΙΣΟΔΥΝΑΜΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΟΣ - ΟΞΟΣ". - ΥΠΟΘΕΣΗ 193/80.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1981 σελίδα 03019


Περίληψη
Διάδικοι
Αντικείμενο της υπόθεσης
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


1 . Προσφυγή λόγω παραβάσεως — Αντικείμενο τής διαφοράς — Μεταβολή κατά τήν προφορική διαδικασία — Ανεπίτρεπτο

( Συνθήκη ΕΟΚ άρθρο 169 )

2 . Ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων — Ποσοτικοί περιορισμοί — Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος — Απαγόρευση — Εξάρτηση από προηγουμένη εναρμόνιση τών νομοθεσιών — Όχι

( Συνθήκη ΕΟΚ άρθρα 30 καί 100 )

3 . Ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων — Ποσοτικοί περιορισμοί — Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος — Διατάξεις εφαρμοζόμενες αδιακρίτως επί εθνικών καί εισαγομένων προϊόντων — Προστατευτικό αποτέλεσμα υπέρ μιάς τυπικά εθνικής παραγωγής — Απαγόρευση

( Συνθήκη ΕΟΚ άρθρο 30 )

4 . Ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων — Ποσοτικοί περιορισμοί — Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος — Νομοθεσία πού επιφυλάσσει τήν ονομασία «όξος» μόνο γιά τό όξος εξ οίνου — Ανεπίτρεπτο

( Συνθήκη ΕΟΚ άρθρο 30 )

5 . Ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων — Ποσοτικοί περιορισμοί — Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος — Απαγόρευση εισαγωγής καί εμπορίας όξους γεωργικής προελεύσεως εκτός τού προερχομένου από τήν οξεική ζύμωση τού οίνου — Ονομασία «όξος» επιφυλασσομένη γιά τό όξος εξ οίνου

( Συνθήκη ΕΟΚ άρθρο 30 )

Περίληψη


1 . Δέν ειναι δυνατόν νά επιτραπεί στήν Επιτροπή νά διευρύνει , κατά τήν προφορική διαδικασία , τό αντικείμενο τής προσφυγής λόγω παραβάσεως , η διατύπωση τής οποίας δημιουργεί αμφιβολίες , επί θέματος τό οποίο ρητώς απεκλείσθη από τότε πού άρχισε η διαδικασία τού άρθρου 169 τής συνθήκης ΕΟΚ καί δέν απετέλεσε αντικείμενο αμφισβητήσεως ούτε κατά τό προδικαστικό στάδιο ούτε κατά τό στάδιο τής εγγράφου διαδικασίας ενώπιον τού Δικαστηρίου .

2 . Η θεμελιώδης αρχή περί ενιαίας αγοράς καί η συνέπειά της , η ελευθέρα κυκλοφορία τών εμπορευμάτων , δέν δύνανται — σέ καμμία περίπτωση — νά εξαρτώνται από τόν προκαταρκτικό ορο τής προσεγγίσεως τών εθνικών νομοθεσιών , καθ’ οσον μία τέτοια υποχρεωτική εξάρτηση θά καθιστούσε τήν αρχή αυτή κενή περιεχομένου . Εξ άλλου , τά άρθρα 30 καί 100 τής συνθήκης επιδιώκουν διαφορετικούς σκοπούς .

Από τά ανωτέρω προκύπτει οτι η έλλειψη κοινής κανονιστικής ρυθμίσεως ή οδηγιών εναρμονίσεως τής παραγωγής ή τής εμπορίας ενός προϊόντος δέν αρκεί γιά νά αποκλεισθεί μία εθνική κανονιστική επί τού θέματος ρύθμιση από τό πεδίο εφαρμογής τής απαγορεύσεως τού άρθρου 30 τής συνθήκης .

3 . Μία εθνική νομοθεσία περί τής εμπορίας ενός προϊόντος , έστω καί άν εφαρμό ζεται αδιακρίτως επί εγχωρίων καί εισαγομένων προϊόντων , δέν διαφεύγει από τήν απαγόρευση τού άρθρου 30 τής συνθήκης , άν έχει , στήν πραγματικότητα , προστατευτικά αποτελέσματα υπέρ μιάς τυπικά εθνικής παραγωγής καί εις βάρος , αντιστοίχως , διαφόρων κατηγοριών προϊόντων άλλων Κρατών μελών .

4 . Από τίς σχετικές κοινοτικές διατάξεις καί ειδικότερα από τήν κλάση 22 . 10 τού κοινού δασμολογίου , πού αναφέρεται καί στό παράρτημα ΙΙ τής συνθήκης , προκύπτει οτι ο ορος όξος δέν καλύπτει μόνον τό όξος εξ οίνου , πού αποτελεί άλλωστε αντικείμενο ειδικής δασμολογικής διακρίσεως . Από αυτό συνάγεται οτι ο ορος όξος ειναι ορισμός γένους , θά ηταν δέ ασυμβίβαστο πρός τούς σκοπούς τής κοινής αγοράς , καί ειδικότερα πρός τήν θεμελιώδη αρχή τής ελευθέρας κυκλοφορίας τών εμπορευμάτων , νά δύναται μία εθνική νομοθεσία νά περιορίζει εναν ορο δηλωτικό γένους σέ μιά μόνο εθνική ποικιλία εις βάρος άλλων ποικιλιών , παραγομένων ιδίως σέ άλλα Κράτη μέλη .

5 . Μία εθνική νομοθεσία , η οποία απαγορεύει τήν εμπορία καί τήν εισαγωγή όξους γεωργικής προελεύσεως , εκτός τού προερχομένου από τήν οξεική ζύμωση τού οίνου , καί η οποία επιφυλάσσει τήν ονομασία «όξος» στό εξ οίνου όξος , δέν ειναι ανάγκη νά ικανοποιεί τίς απαιτήσεις πού τείνουν στήν προστασία τής υγείας , στήν εντιμότητα τών εμπορικών συναλλαγών ή στήν προστασία τών καταναλωτών καί συνιστά , επομένως , μέτρο ισοδυνάμου μέ ποσοτικούς περιορισμούς αποτελέσματος , απαγορευόμενο από τό άρθρο 30 τής συνθήκης .

Διάδικοι


Στήν υπόθεση 193/80

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ , εκπροσωπουμένη από τόν Rolf Waegenbaur , επικουρούμενο από τόν Guido Berardis , μέλος τής νομικής υπηρεσίας , μέ αντίκλητο στό Λουξεμβούργο τόν Mario Cervino , νομικό σύμβουλο τής Επιτροπής , κτίριο Jean Monnet , Kirchberg ,

προσφεύγουσα ,

κατά

ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ , εκπροσωπουμένης από τόν Arnaldo Squillante , επικουρούμενο από τόν Pier Giorgio Ferri , avvocato dello Stato , μέ τόπο επιδόσεων στό Λουξεμβούργο τήν εδρα τής πρεσβείας της ,

καθ’ ης ,

υποστηριζομένης από

τήν ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ , εκπροσωπουμένης από τόν G . Guillaume , διευθυντή νομικών υποθέσεων τού Υπουργείου Εξωτερικών , επικουρούμενο από τόν A . Carnelutti , γραμματέα τού Υπουργείου Εξωτερικών υπό τήν ιδιότητα βοηθού-πληρεξουσίου , μέ τόπο επιδόσεων τήν εδρα τής πρεσβείας της ,

παρεμβαίνουσα ,

Αντικείμενο της υπόθεσης


πού έχει ως αντικείμενο νά αναγνωρισθεί οτι η Ιταλική Δημοκρατία παρέβη τίς εκ τών άρθρων 30 καί 36 τής συνθήκης ΕΟΚ υποχρεώσεις της , απαγορεύοντας τήν εισαγωγή καί διάθεση στό εμπόριο , υπό τήν ονομασία «όξος» , όξους μή παραγομένου εξ οίνου ,

Σκεπτικό της απόφασης


1 Μέ δικόγραφο πού κατέθεσε στήν γραμματεία τού Δικαστηρίου , τήν 29η Σεπτεμβρίου 1980 , η Επιτροπή τών Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ήσκησε , δυνάμει τού άρθρου 169 τής συνθήκης ΕΟΚ , προσφυγή μέ τήν οποία ζητεί νά αναγνωρισθεί οτι η Ιταλική Δημοκρατία παρέβη τίς εκ τών άρθρων 30 καί 36 τής συνθήκης ΕΟΚ υποχρεώσεις της , «απαγορεύοντας τήν εισαγωγή καί τήν εμπορία , υπό τήν ονομασία ‛‛όξος’’ , όξους μή προερχομένου εξ οίνου» .

2 Κατά τό άρθρο 51 τού διατάγματος 162 τού Προέδρου τής Ιταλικής Δημοκρατίας , τής 12ης Φεβρουαρίου 1965 ( Gazzetta ufficiale 73 , τής 23ης Μαρτίου 1965 ), απαγορεύονται , επί χρηματική ποινή ή ποινή φυλακίσεως , η μεταφορά , η κατοχή πρός πώληση , η θέση σέ κυκλοφορία ή η καθ’ οιονδήποτε τρόπον χρήση , γιά άμεση ή έμμεση κατανάλωση πρός διατροφή — μεταξύ άλλων — προϊόντων περιεχόντων οξεικό οξύ , τό οποίο δέν προέρχεται εκ τής οξεικής ζυμώσεως τού οίνου . Δυνάμει τού άρθρου 41 τού ιδίου διατάγματος , η ονομασία «όξος» επιφυλάσσεται αποκλειστικώς στό προϊόν πού λαμβάνεται εκ τής οξεικής ζυμώσεως οίνων . Οι ίδιες διατάξεις εφαρμόζονται καί στά εισαγόμενα από τό εξωτερικό προϊόντα .

3 Επειδή η Επιτροπή εθεώρησε οτι η εν λόγω κανονιστική ρύθμιση προσέκρουε στήν αρχή τής ελευθέρας κυκλοφορίας τών εμπορευμάτων εντός τής Κοινότητος , απηύθυνε διαδοχικώς πρός τήν ιταλική κυβέρνηση δύο αιτιολογημένες γνώμες , πού εξεδόθησαν υπό τίς ακόλουθες περιστάσεις .

4 Τής πρώτης προηγήθη επιστολή , κατά τό άρθρο 169 τής συνθήκης , μέ ημερομηνία 14 Δεκεμβρίου 1978 , μέ τήν οποία η Επιτροπή παρετήρησε στήν ιταλική κυβέρνηση οτι η προαναφερθείσα κανονιστική ρύθμιση συνιστούσε μέτρο ισο δυνάμου μέ ποσοτικούς περιορισμούς κατά τήν εισαγωγή αποτελέσματος , πού ηταν αντίθετο πρός τό άρθρο 30 τής συνθήκης καί τού οποίου η δικαιολογία , δυνάμει τού άρθρου 36 , εφαίνετο αποκλειομένη , δεδομένου οτι ηταν δύσκολο νά υποστηριχθεί , καί εν πάση περιπτώσει δέν ειχε αποδειχθεί , οτι τό όξος πού προήρχετο εξ οινοπνεύματος γεωργικών προϊόντων ηταν επιβλαβέστερο στήν υγεία από τό εξ οίνου όξος .

5 Μέ τήν εν λόγω επιστολή η Επιτροπή διευκρίνισε οτι η διαπίστωση αυτή ίσχυε μόνο «γιά τό όξος πού παρασκευάζεται από οινόπνευμα λαμβανόμενο εκ τής οξεικής ζυμώσεως γεωργικών προϊόντων , αποκλειομένου τού συνθετικού οξεικού οξέος» , τό οποίο ηταν δυνατόν νά εξακολουθήσει αποκλειόμενο εκ τής αγοράς όξους . Προσέθεσε δέ οτι , οσον αφορά τό όξος πού προήρχετο εξ οινοπνεύματος γεωργικών προϊόντων , τό οποίο έπρεπε νά δύναται νά χρησιμοποιείται πρός άμεση κατανάλωση κατά τόν ίδιο τρόπο , οπως τό εξ οίνου όξος καί νά τό ανταγωνίζεται , δέν ειχε αντίρρηση νά θεσπίσουν οι ιταλικές αρχές τίς αναγκαίες διατάξεις , ωστε νά ειναι σέ θέση οι καταναλωτές νά προβαίνουν στήν επιλογή τους βάσει , ιδίως , καταλλήλων επιγραφών .

6 Επειδή δέν έλαβε απάντηση εντός τής καθορισθείσης προθεσμίας τών δύο μηνών , η Επιτροπή απηύθυνε , τήν 19η Νοεμβρίου 1979 , στήν Ιταλική Δημοκρατία αιτιολογημένη γνώμη περί τής απαγορεύσεως χρήσεως τού εξ οινοπνεύματος όξους εκτός τού εξ οίνου προερχομένου , μέ τήν οποία , αναφερθείσα στήν επιστολή της τής 14ης Δεκεμβρίου 1978 , διεπίστωσε οτι «κατά τό άρθρο 169 παράγραφος 1 τής συνθήκης ΕΟΚ , η Ιταλική Δημοκρατία , απαγορεύοντας τήν χρήση όξους εκ ζυμώσεως άλλου προϊόντος πλήν οίνου καί στεμφυλίτου , παρέβη τίς εκ τής συνθήκης υποχρεώσεις της» . Η Επιτροπή αιτιολόγησε τήν γνώμη της ως εξής : «τό εκ ζυμώσεως όξος , πλήν τού εξ οίνου όξους , ιδίως δέ τό παρασκευαζόμενο όξος εξ οινοπνεύματος , μηλίτου ή βύνης , αποτελεί αντικείμενο σημαντικής παραγωγής καί καταναλώσεως σέ αρκετά Κράτη μέλη , καταναλώσεως η οποία , οπως δύναται νά διαπιστωθεί , δέν παρουσιάζει κανένα κίνδυνο γιά τήν υγεία . Η απαγόρευση τής χρήσεως γιά σκοπούς διατροφής τού εκ ζυμώσεως όξους εκτός τού εξ οίνου όξους ισοδυναμεί , συνεπώς , μέ δημιουργία εμπορικών φραγμών μεταξύ τής Ιταλίας καί τών άλλων Κρατών μελών» .

7 Εν τώ μεταξύ , ομως , η ιταλική κυβέρνηση ειχε υποβάλει τίς παρατηρήσεις της , μέ επιστολή τής 8ης Νοεμβρίου 1979 , στήν οποία ενώ υπεστήριξε τήν άποψη οτι η εθνική της νομοθεσία συνεβιβάζετο στό σύνολό της πρός τό κοινοτικό δίκαιο , έστρεψε τήν συζήτηση πρός τίς ονομασίες «όξος» καί «όξος εξ οίνου» αντιστοίχως .

8 Εν όψει τών παρατηρήσεων αυτών , η Επιτροπή απηύθυνε πρός τήν ιταλική κυβέρνηση , τήν 28η Ιουλίου 1980 , δεύτερη αιτιολογημένη γνώμη «περί τής απαγορεύσεως τής χρησιμοποιήσεως τής ονομασίας όξος γιά οποιοδήποτε προϊόν εκτός από τό προερχόμενο εκ τής οξεικής ζυμώσεως τού οίνου» , μέ τήν οποία , αφού ετόνισε οτι θά εσυνέχιζε τήν διαδικασία πού εκίνησε καί αφού ανεφέρθη δύο φορές στήν επιστολή τής 14ης Δεκεμβρίου 1978 , διεπίστωσε οτι η Ιταλική Δημοκρατία , απαγορεύοντας τήν χρησιμοποίηση τής ονομασίας «όξος» γιά οποιοδήποτε προϊόν εκτός από τό εκ τής οξεικής ζυμώσεως τού οίνου προερχόμενο , παρέβη τίς εκ τής συνθήκης υποχρεώσεις της . Στήν ίδια γνώμη , η Επιτροπή ανεφέρθη στήν εκδοθείσα εν τώ μεταξύ απόφαση τής 26ης Ιουνίου 1980 , Gilli καί Andres , 788/79 ( Racc . 1980 , σ . 2071 ), πού αφορούσε τήν εισαγωγή στήν Ιταλία όξους εκ μήλων .

9 Από τήν διατύπωση τής αιτιολογημένης γνώμης τής 28ης Ιουλίου 1980 προκύπτει οτι , κατά τήν εκφρασθείσα βούληση τής Επιτροπής , η εν λόγω γνώμη ειναι συμπληρωματική τής πρώτης αιτιολογημένης γνώμης καί οτι καί οι δύο μαζί αναφέρονται τόσο στήν απαγόρευση τής ονομασίας ως όξους οποιουδήποτε άλλου προϊόντος εκτός τού προερχομένου εκ τής οξεικής ζυμώσεως τού οίνου , οσο καί στήν απαγόρευση τής εμπορίας ή τής εισαγωγής όξους εκ ζυμώσεως λαμβανομένου εξ άλλου προϊόντος εκτός τού οίνου . Τό αντικείμενο τών δύο αιτιολογημένων γνωμών επαναλαμβάνεται στήν διατύπωση τών αιτημάτων τού εισαγωγικού τής δίκης δικογράφου , μέ τό οποίο ζητείται από τό Δικαστήριο νά «αναγνωρίσει οτι η Ιταλική Δημοκρατία παρέβη τίς εκ τού άρθρου 30 επ . τής συνθήκης ΕΟΚ υποχρεώσεις της , απαγορεύοντας τίς εισαγωγές καί τήν εμπορία , υπό τήν ονομασία όξος , όξους μή προερχομένου εξ οίνου» .

10 Μετά τήν δημοσίευση αποσπάσματος τής προσφυγής στήν Επίσημη Εφημερίδα τών Κοινοτήτων , τό οποίο δυνατόν νά έχει δημιουργήσει τήν εντύπωση οτι η προσφυγή εξετείνετο καί στό θέμα τής εμπορίας τού συνθετικού όξους , η γαλλική κυβέρνηση εζήτησε νά παρέμβει στήν δίκη . Εξέθεσε οτι , κατά τήν άποψή της , η Ιταλία ηδύνατο νομίμως νά συνεχίσει νά απαγορεύει τήν εμπορία τού συνθετικού οξεικού οξέος καί , σέ περίπτωση πού η Επιτροπή σκοπεί νά συμπεριλάβει στήν προσφυγή της τήν εμπορία τού συνθετικού όξους , η γαλλική κυβέρνηση θά παρενέβαινε ως πρός αυτό τό σημείο υπέρ τής ιταλικής κυβερνήσεως .

11 Απαντώντας σέ ερώτηση πού ετέθη κατά τήν προφορική διαδικασία , ο πληρεξούσιος τής Επιτροπής εδήλωσε οτι τά αιτήματα τής Επιτροπής ηταν γενικά καί περιελάμβαναν τήν εισαγωγή καί τήν εμπορία παντός τύπου όξους , αλλά οτι η Επιτροπή ηδύνατο νά συναινέσει νά περιορισθεί , γιά τίς ανάγκες τής παρούσης δίκης , τό αντικείμενο τής προσφυγής στό εκ γεωργικών προϊόντων προερχόμενο όξος , έτσι ωστε νά αποκλεισθεί τό συνθετικό όξος .

12 Εν όψει τών ανωτέρω , τό Δικαστήριο κρίνει οτι τό πρόβλημα τής ονομασίας καί τής εμπορίας τού συνθετικού όξους δέν αποτελεί αντικείμενο τής υπό κρίση διαφοράς . Η Επιτροπή ειχε πράγματι σαφώς εξαιρέσει τόν εν λόγω τύπο όξους στήν όχλησή της διά τής επιστολής τής 14ης Δεκεμβρίου 1978 , η οποία ρητώς αναφέρεται τόσο στήν πρώτη οσο καί στήν δεύτερη αιτιολογημένη γνώμη , καί ειχε εξετάσει μόνο τό ζήτημα τής ονομασίας καί τής εισαγωγής διαφόρων τύπων όξους παραγομένου από γεωργικά προϊόντα . Επομένως , η αβεβαιότης , τήν οποία επεκαλέσθη η γαλλική κυβέρνηση , προκύπτει από τήν διφορουμένη διατύπωση τής προσφυγής , από τήν οποία δέν διαφαίνεται η περιορισμένη έκταση τόσο τής περιεχούσης τήν όχληση επιστολής οσο καί τών αιτιολογημένων γνωμών . Υπό τίς περιστάσεις αυτές , δέν ειναι δυνατόν νά επιτραπεί στήν Επιτροπή νά διευρύνει τό αντικείμενο τής παρούσης προσφυγής επί θέματος τό οποίο ρητώς απεκλείσθη από τότε πού άρχισε η διαδικασία τού άρθρου 169 καί δέν απετέλεσε αντικείμενο αμφισβητήσεως ούτε κατά τό προδικαστικό στάδιο ούτε κατά τό στάδιο τής εγγράφου διαδικασίας ενώπιον τού Δικαστηρίου .

13 Επομένως , πρέπει νά γίνει δεκτό οτι η υπό κρίση διαφορά αφορά μόνο τήν εισαγωγή , τήν εμπορία καί τήν ονομασία , στήν Ιταλία , τού παραγομένου από γεωργικά προϊόντα όξους , εξαιρουμένου τού συνθετικού όξους .

14 Σύμφωνα μέ τό δικόγραφο τής προσφυγής τής Επιτροπής , οπως προσδιωρίσθη ανωτέρω τό αντικείμενό της , η ιταλική νομοθεσία παραβιάζει διττώς τό άρθρο 30 τής συνθήκης , διότι , αφ’ ενός μέν , απαγορεύει τήν εισαγωγή καί τήν εμπορία όξους προερχομένου εκ γεωργικών προϊόντων πλήν τού προερχομένου εκ τής ζυμώσεως τού οίνου , αφ’ ετέρου δέ , απαγορεύει τήν χρήση τής ονομασίας «όξος» γιά τό προερχόμενο εκ γεωργικών προϊόντων , πλήν τού εξ οίνου , όξους .

α ) Επί τής απαγορεύσεως εισαγωγής καί εμπορίας όξους παραγομένου εκ γεωργικών προϊόντων , πλήν τού εξ οίνου όξους

15 Η ιταλική κυβέρνηση αμφισβητεί οτι η διατήρηση τής εν λόγω απαγορεύσεως συνιστά παράβαση τής υποχρεώσεως εξασφαλίσεως τής ελευθέρας κυκλοφορίας τών εμπορευμάτων . Προβάλλει , πρώτον μέν , τήν έλλειψη εναρμονίσεως τών νομοθεσιών τών Κρατών μελών επί τού «όξους» , εν συνεχεία δέ λόγους περί μή διακρίσεως , περί δημοσίας υγείας καί περί καταπολεμήσεως τής απάτης .

16 Η ιταλική κυβέρνηση παρατηρεί , εν πρώτοις , οτι τό Συμβούλιο , μέ τά ψηφίσματά του τής 28ης Μα ΐου 1969 ( GU αριθ . C 117 , σ . 1 ), περιέλαβε τό «όξος» μεταξύ τών προϊόντων διατροφής , γιά τά οποία έπρεπε η Επιτροπή νά υποβάλει προτάσεις εναρμονίσεως , πού θά ηδύναντο νά γίνουν δεκτές από τό Συμβούλιο τό αργότερο μέχρι τήν 1η Ιουλίου 1970 , προθεσμία πού παρετάθη εν συνεχεία μέχρι τήν 1η Ιανουαρίου 1977 μέ τό δεύτερο ψήφισμα . Κατά τό μέτρο πού τό πρόγραμμα αυτό παραμένει εν ισχύι , η ιταλική κυβέρνηση υποστηρίζει οτι η Επιτροπή , πρίν επικαλεσθεί τά άρθρα 30 εως 36 τής συνθήκης , ώφειλε νά ειχε προβεί τουλάχιστον σέ προσπάθεια εναρμονίσεως υποβάλλουσα προτάσεις κατά τό άρθρο 100 .

17 Η άποψη αυτή ειναι απορριπτέα . Η θεμελιώδης αρχή περί ενιαίας αγοράς καί η συνέπειά της , η ελευθέρα κυκλοφορία τών εμπορευμάτων , δέν δύνανται — σέ καμμία περίπτωση — νά εξαρτώνται από τόν προκαταρκτικό ορο τής προσεγγίσεως τών εθνικών νομοθεσιών , καθ’ οσον μία τέτοια υποχρεωτική εξάρτηση θά καθιστούσε τήν αρχή αυτή κενή περιεχομένου . Εξ άλλου , ειναι προφανές οτι τά άρθρα 30 καί 100 επιδιώκουν διαφορετικούς σκοπούς . Σκοπός τής πρώτης τών εν λόγω διατάξεων ειναι η άμεση κατάργηση , πλήν ορισμένων ειδικών εξαιρέσεων , ολων τών ποσοτικών περιορισμών κατά τήν εισαγωγή τών εμπορευμάτων , καθώς καί παντός μέτρου ισοδυνάμου αποτελέσματος , ενώ ο γενικός σκοπός τής δευτέρας ειναι νά καταστεί δυνατή , μέ τήν προσέγγιση τών νομοθετικών , κανονιστικών καί διοικητικών διατάξεων τών Κρατών μελών , η μείωση τών πάσης φύσεως εμποδίων πού προκύπτουν από τίς διαφορές μεταξύ τών διατάξεων αυτών . Επομένως , η κατάργηση τών ποσοτικών περιορισμών καί τών μέτρων ισοδυνάμου αποτελέσματος , η οποία διακηρύσσεται ανεπιφύλακτα στό άρθρο 3 α τής συνθήκης καί τίθεται σέ εφαρμογή μέ τό άρθρο 30 , δέν ειναι δυνατόν νά εξαρτάται από ενέργεια η οποία , καίτοι δύναται νά επιδράσει ευνοϊκώς στήν ελεύθερη κυκλοφορία τών εμπορευμάτων , δέν δύναται νά θεωρηθεί ως αναγκαίος ορος γιά τήν εφαρμογή τής θεμελιώδους αυτής αρχής .

18 Από τά ανωτέρω προκύπτει οτι η έλλειψη κοινής κανονιστικής ρυθμίσεως ή οδηγιών εναρμονίσεως τής παραγωγής ή τής εμπορίας ενός προϊόντος δέν αρκεί γιά τήν εξαίρεση προϊόντος από τό πεδίο εφαρμογής τής απαγορεύσεως τού άρθρου 30 τής συνθήκης . Η απαγόρευση τών μέτρων ισοδυνάμου πρός ποσοτικούς περιορισμούς αποτελέσματος καλύπτει , πράγματι , ολες τίς εμπορικές κανονιστικές ρυθμίσεις τών Κρατών μελών , οι οποίες δύνανται νά εμποδίσουν αμέσως ή εμμέσως , πραγματικώς ή δυνητικώς τό ενδοκοινοτικό εμπόριο .

19 Δεύτερον , η ιταλική κυβέρνηση , ισχυρίζεται οτι η επίδικη κανονιστική ρύθμιση δέν εισάγει διακρίσεις , καθ’ οσον εφαρμόζεται τόσο στά εγχώρια , οσο καί στά εισαγόμενα προϊόντα . Στήν Επιτροπή προσάπτει , εξ άλλου , οτι δέν ενεβάθυνε στό ζήτημα , άν η απαγόρευση εισαγωγής αποτελεί αναγκαία καί θεμιτή συνέπεια τών κανόνων πού θεσπίζει ενα κράτος , ασκώντας τήν νομοθετική του εξουσία επί θεμάτων εμπορίας τών προϊόντων .

20 Στήν εν λόγω επιχειρηματολογία προσήκει η απάντηση οτι , αφ’ ενός μέν , τό σύστημα πού καθιέρωσε η ιταλική νομοθεσία , ακόμη καί άν εφαρμόζεται αδιακρίτως επί εγχωρίων καί εισαγομένων προϊόντων , έχει στήν πραγματικότητα προστατευτικά αποτελέσματα . Ο τρόπος κατά τόν οποίο έχει καταρτισθεί δέν επιτρέπει πράγματι τήν εισαγωγή εντός τής Ιταλίας παρά μόνο όξους εξ οίνου , κλείνοντας τά σύνορα σέ κάθε άλλη κατηγορία όξους παραγομένου εκ γεωργικών προϊόντων . Ευνοεί , επομένως , ενα τυπικό εθνικό προϊόν καί κατά τό ίδιο μέτρο συνεπάγεται μειονεκτική μεταχείριση διαφόρων κατηγοριών φυσικού όξους πού παράγονται στά άλλα Κράτη μέλη .

21 Εξ ετέρου , καίτοι ειναι αληθές , οπως επιβεβαιούται από παγία νομολογία τού Δικαστηρίου ( απόφαση τής 20ής Απριλίου 1979 , Rewe , 120/78 , Racc . σ . 649 ), οτι , ελλείψει κοινής κανονιστικής ρυθμίσεως τής εμπορίας ενός προϊόντος , στά Κράτη μέλη εναπόκειται τό καθένα στό έδαφός του , νά ρυθμίζουν πάν ο,τι αφορά τήν εμπορία τού εν λόγω προϊόντος καί οτι τά εντεύθεν προκύπτοντα εμπόδια στήν ενδοκοινοτική κυκλοφορία πρέπει νά γίνουν αποδεκτά , γεγονός ομως παραμένει οτι οι εν λόγω απαιτήσεις πρέπει νά θεωρηθούν αναγκαίες προκειμένου νά ικανοποιηθούν επιτακτικές ανάγκες , οπως τής προστασίας τής δημοσίας υγείας πού προβλέπεται στό άρθρο 36 , τής προστασίας τών καταναλωτών ή τής εντιμότητος τών εμπορικών συναλλαγών , πράγμα πού δέν φαίνεται νά συμβαίνει εν προκειμένω .

22 Ο ισχυρισμός περί προστασίας τής δημοσίας υγείας πού προβάλλει η ιταλική κυβέρνηση γιά νά δικαιολογήσει τήν εθνική της νομοθεσία , δέν δύναται νά γίνει δεκτός , διότι ο λόγος αυτός δέν ευσταθεί στήν περίπτωση όξους παραγομένου εκ γεωργικών προϊόντων , ως πρός τά οποία δέν αμφισβητείται οτι στερούνται επιβλαβών ουσιών καί τά οποία συνήθως καταναλίσκονται σέ άλλα Κράτη μέλη καί , επομένως , πρέπει νά θεωρηθούν οτι ειναι ακίνδυνα γιά τήν υγεία , οπως άλλωστε έκρινε τό Δικαστήριο μέ τήν παρατεθείσα απόφαση Gilli , ιδίως γιά τό όξος εκ μήλων .

23 Όσον αφορά τήν εντιμότητα τών συναλλαγών καί τήν προστασία τών καταναλωτών , οι εν λόγω ανάγκες δύνανται νά ικανοποιηθούν , οπως εκτίθεται κατωτέρω εν σχέσει πρός τό θέμα τών ονομασιών , μέ μέσα λιγότερο περιοριστικά τής ελευθέρας κυκλοφορίας από τήν απαγόρευση εμπορίας παντός είδους φυσικού όξους , πλήν τού εξ οίνου όξους .

β ) Επί τής ονομασίας «όξος» πού επιφυλάσσεται γιά τό εξ οίνου όξος

24 Ο δεύτερος λόγος γιά τόν οποίο η Επιτροπή ισχυρίζεται οτι η ιταλική κανονιστική ρύθμιση παραβιάζει τήν συνθήκη ΕΟΚ ειναι οτι η ονομασία «όξος» επιφυλάσσεται γιά τό όξος εξ οίνου . Παρατηρεί οτι η απαίτηση αυτή υποτιμά στά μάτια τών ιταλών καταναλωτών τά είδη φυσικού όξους πού παράγονται εκ τής ζυμώσεως ουσιών πλήν τού οίνου καί τά οποία δύνανται νά προσφερθούν σέ ενδεχομένους αγοραστές μόνον υπό κάποιο φανταστικό όνομα , τό οποίο τά υποτιμά καί έχει ως συνέπεια νά καθιστά «σχεδόν αδύνατη τήν πώλησή τους» . Τό εν λόγω μέτρο δύναται , επομένως , νά παρεμβάλλει προσκόμματα αμέσως ή εμμέσως στό ενδοκοινοτικό εμπόριο .

25 Η ιταλική κυβέρνηση , γιά νά δικαιολογήσει τήν νομοθεσία της επί τού θέματος τούτου , επικαλείται τήν προστασία τών καταναλωτών οι οποίοι , στήν Ιταλία , θεωρούν , κατά «μακροχρόνια παράδοση» , κάθε ειδος όξους ως όξος εξ οίνου , λόγω τής σημασιολογικής αξίας τού ορου «aceto» ( όξος ). Διατρέχουν έτσι τόν κίνδυνο νά παραπλανηθούν ως πρός τήν ουσιώδη ιδιότητα τής πρώτης υλης καί τού τελικού προϊόντος .

26 Τό εν λόγω επιχείρημα δέν δύναται νά γίνει δεκτό . Όπως προκύπτει από τίς σχετικές κοινοτικές διατάξεις καί ειδικότερα από τήν κλάση 22.10 τού κοινού δασμολογίου , πού αναφέρεται καί στό παράρτημα ΙΙ τής συνθήκης , τό οποίο προβλέπεται από τό άρθρο 38 τής συνθήκης , ο ορος όξος δέν καλύπτει μόνον τό όξος εξ οίνου , πού αποτελεί άλλωστε αντικείμενο ειδικής δασμολογικής διακρίσεως . Από αυτό συνάγεται οτι ο ορος όξος ειναι ορισμός γένους , θά ηταν δέ ασυμβίβαστο πρός τούς σκοπούς τής κοινής αγοράς , καί ειδικότερα πρός τήν θεμελιώδη αρχή τής ελευθέρας κυκλοφορίας τών εμπορευμάτων , νά δύναται μία εθνική νομοθεσία νά περιορίζει εναν ορο δηλωτικό γένους σέ μιά μόνο εθνική ποικιλία εις βάρος άλλων ποικιλιών , παραγομένων ιδίως σέ άλλα Κράτη μέλη .

27 Δέν αποκλείεται , πάντως , οι ιταλοί καταναλωτές , κατόπιν τής θέσεως σέ εφαρμογή τής επιδίκου κανονιστικής ρυθμίσεως , νά έχουν συνηθίσει στό οτι ο ορος «aceto» χρησιμοποιείται στό εμπόριο μόνο γιά τό εξ οίνου όξος . Άν έχει έτσι τό πράγμα , η μέριμνα τής ιταλικής κυβερνήσεως γιά τήν προστασία τών καταναλωτών δυνατόν νά δικαιολογείται . Μιά τέτοια ομως προστασία δύναται νά εξασφαλισθεί μέ άλλους τρόπους , οι οποίοι επιτρέπουν ίση μεταχείριση τών εθνικών καί τών εισαγομένων προϊόντων , ιδίως δέ μέ τήν υποχρεωτική επικόλληση κατάλληλης επιγραφής εμφαινούσης τήν φύση τού πωλουμένου προϊόντος καί περιεχούσης προσδιορισμούς ή πρόσθετα στοιχεία προσδιορίζοντα τόν τύπο τού προσφερομένου πρός πώληση όξους , υπό τόν ορο οτι η υποχρέωση αυτή θά ισχύει γιά ολα τά είδη όξους συμπεριλαμβανομένου καί τού εξ οίνου . Κατ’ αυτόν τόν τρόπο θά επετρέπετο στόν καταναλωτή νά προβαίνει πράγματι στήν εκλογή του μέ πλήρη επίγνωση καί θά εξησφαλίζετο έτσι η διαφάνεια τών εμπορικών συναλλαγών καί τών προσφορών στό κοινό , παρέχοντας ένδειξη τής πρώτης υλης πού έχει χρησιμοποιηθεί γιά τήν παρασκευή τού όξους .

28 Επομένως , πρέπει νά συναχθεί τό συμπέρασμα οτι η Ιταλική Δημοκρατία , απαγορεύοντας τήν εμπορία καί τήν εισαγωγή όξους παραγομένου εκ γεωργικών προϊόντων , πλήν τού προερχομένου εκ τής οξεικής ζυμώσεως τού οίνου καί επιφυλάσσοντας τήν ονομασία «όξος» στό εξ οίνου όξος , παρέβη τίς εκ τών άρθρων 30 επ . τής συνθήκης ΕΟΚ υποχρεώσεις της .

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί τών δικαστικών εξόδων

29 Κατά τό άρθρο 69 παράγραφος 2 τού κανονισμού διαδικασίας , ο ηττηθείςδιάδικος καταδικάζεται στά δικαστικά έξοδα . Επειδή η καθ’ ης ηττήθη , πρέπει νά καταδικαστεί στά δικαστικά έξοδα . Η γαλλική κυβέρνηση , η οποία δέν προέβαλε σχετικό αίτημα , φέρει τά δικαστικά της έξοδα .

Διατακτικό


Διά ταύτα

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

κρίνει καί αποφασίζει :

1 ) Η Ιταλική Δημοκρατία , απαγορεύοντας τήν εμπορία καί τήν εισαγωγή όξους παραγομένου εκ γεωργικών προϊόντων , πλήν τού προερχομένου εκ τής οξεικής ζυμώσεως τού οίνου , καί επιφυλάσσοντας τήν ονομασία «όξος» στό εξ οίνου όξος , παρέβη τίς εκ τών άρθρων 30 επ . τής συνθήκης ΕΟΚ υποχρεώσεις της .

2)Καταδικάζει τήν καθ’ ης στά δικαστικά έξοδα .

3)Η γαλλική κυβέρνηση φέρει τά δικά της δικαστικά έξοδα .