ΠΡΟΤΆΣΕΙΣ ΤΟῦ ΓΕΝΙΚΟΫ ΕΊΣΑΓΓΕΛΈΩΣ

SIR GORDON SLYNN

ΠΟΫ ΆΝΕΠΤΫΧΘΗΣΑΝ ΣΤΊΣ 21 'ΟΚΤΩΒΡΊΟΥ 1981 ( 1 )

Κύριε πρόεδρε,

κύριοι δικαστές,

Ὁ Alfred John Webb διαμένει στό Ἡνωμένο Βασίλειο, εἶναι δέ διευθυντής τῆς ἀγγλικῆς εταιρίας International Engineering Services Bureau (UK) Limited. Κατά τον Φεβρουάριο 1978 ἡ ἑταιρία ἠσχολεῖτο μέ τήν προμήθεια τεχνικοῦ προσωπικοῦ γιά ὁρισμένη περίοδο σέ επιχειρήσεις τῆς 'Ολλανδίας. Τό διατιθέμενο έτσι προσωπικό παρέμενε στην υπηρεσία τῆς ἀγγλικῆς εταιρίας, ἡ δέ τελευταία ἠμείβετο ἀπό τίς επιχειρήσεις υπέρ τῶν ὁποίων εἰργάζετο τό προσωπικό της. Κατά τό κρίσιμο χρόνο ἡ International Engineering Services Bureau (UK) Limited κατείχε άδεια, ἡ όποια είχε εκδοθεί στό 'Ηνωμένο Βασίλειο βάσει τοῦ Employment Agencies Act τοῦ 1973. Οὔτε ἡ ἑταιρία οὔτε ὁ Webb κατείχαν ὀλλανδική άδεια.

Στην 'Ολλανδία, 'ίσχυε ó Wet op het ter Beschikking stellen van Arbeidskrachten, ή νόμος περί διαθέσεως ἐργατικοῦ δυναμικοῦ τῆς 31ης 'Ιουλίου 1965 (Stb. 379, ὅπως ἐτρο-ποποιήθη ἀπό τόν νόμο τῆς 30ής 'Ιουνίου 1967, Stb. 377). Τό άρθρο 1 τοῦ ἐν λόγω νόμου ὁρίζει τήν διάθεση ἐργατικοῦ δυναμικοί) ὡς τήν πρός τρίτον διάθεση ἐργατικοῦ δυναμικοῦ, ἀντί ἀμοιβῆς, κατ' άλλον τρόπον παρά δυνάμει συμβάσεως συναπτόμενης μέ τήν ἐν λόγω επιχείρηση, μέ σκοπό τήν εκτέλεση συνήθως πραγματοποιουμενων στην επιχείρηση αυτή εργασιών. Τό άρθρο 2 παράγραφος 1 εδάφιο α προβλέπει τήν θέσπιση ενός συστήματος άδειων. Ἔνα Algemene Maatregel van Bestuur, ἡ βασιλικό διάταγμα, ὑπό ημερομηνία 10 Σεπτεμβρίου 1970, Stb. 410, τό όποιο εξεδόθη δυνάμει τοῦ ἄρθρου 2 παράγραφος 1 εδάφιο α τοῦ νόμου τῆς 31ης 'Ιουλίου 1965, ἀπηγόρευσε τήν διάθεση ἐργατικοῦ δυναμικοῦ ἀπό οιοδήποτε πρόσωπο πού δέν κατέχει άδεια χορηγηθείσα ἀπό τόν υπουργό κοινωνικῶν υποθέσεων. Τό άρθρο 6 τοῦ νόμου τῆς 31ης 'Ιουλίου 1965 ὁρίζει ὅτι δέν χορηγείται άδεια μόνο ὅταν υπάρχει εὔλογος αίτια νά πιστεύεται ὅτι ἡ διάθεση εργατικού δυναμικού ἀπό τόν αιτούντα, δύναται νά βλάψει τίς αγαθές σχέσεις στην ἀγορά εργασίας ή ὅτι τά συμφέροντα τῶν εργαζομένων δέν διασφαλίζονται κατά τρόπο επαρκή.

Στίς 27 'Απριλίου 1978 ὁ Webb κατεδικάσθη ἀπό τό Economische Politierechter ἡ ἐμπορο-δικεῖο τοῦ Arrondissementsrechtbank τοῦ 'Αμστερνταμ σέ τρία πρόστιμα διότι ἐπρο-μήθευσε εργατικό δυναμικό σέ ὀλλανδικές ἐπιχειρήσεις, ἀντί ἀμοιβῆς, χωρίς νά κατέχει άδεια χορηγηθείσα ἀπό τόν υπουργό κοινωνικών υποθέσεων. Τό ἐν λόγω δικαστήριο επέβαλε πρόστιμα καί περίοδο φυλακίσεως γιά τήν περίπτωση μή καταβολής τῶν προστίμων. Τήν καταδίκη του καί τήν ἀπόφαση επιβεβαίωσε τό Gerechtshof τοῦ Ἄμστερνταμ, ὁ δέ κατηγορούμενος ἤσκησε ἀναίρεση ενώπιον τοῦ Hoge Raad. 'Ενώπιον τοῦ Δικαστηρίου αὐτοῦ (ὅπως καί ενώπιον τοῦ Gerechtshof) έπεκαλέσθη τά άρθρα 59 έως 62 τής συνθήκης ΕΟΚ. Ἰσχυρίσθη κυρίως ὅτι ένα πρόσωπο πού κατέχει άδεια, ἐκδοθείσα ἀπό ένα Κράτος μέλος πού τοῦ επιτρέπει νά διαθέτει εργατικό δυναμικό, δέν ἀπαιτείται νά πληροῖ τίς προϋποθέσεις χορηγήσεως αδείας σέ ἕνα άλλο Κράτος μέλος, εντός τοῦ ὁποίου διαθέτει εργατικό δυναμικό, ἐφ' οσον ἡ άδειά του έχει ἐκδοθεί στό πρώτο Κράτος μέλος ὑπό προϋποθέσεις παρόμοιες μέ εκείνες πού ἀπαιτοῦνται στό κράτος εντός τοῦ ὁποίου διατίθεται τό εργατικό δυναμικό καί ἐφ' ὅσον τό πρώτο Κράτος μέλος ἀσκεῖ τόν ενδεδειγμένο έλεγχο τῆς ἀσκήσεως τῶν ἐν λόγω δραστηριοτήτων.

Ὑπό τό φως τοῦ επιχειρήματος αὐτοῦ τό Hoge Raad υπέβαλε στό Δικαστήριο τρία ερωτήματα, δυνάμει τοῦ ἄρθρου 177 τῆς συνθήκης ΕΟΚ. Μέ τό πρῶτο έρωτα:

«1.

Ό ὅρος «υπηρεσίες» πού ἀναφέρεται στό άρθρο 60 τῆς συνθήκης ΕΟΚ, περιλαμβάνει επίσης τήν διάθεση εργατικοῦ δυναμικού κατά τήν έννοια τοῦ άρθρου 1 παράγραφος 1 καί εδάφιο 6 τοῦ Wet op het ter Beschikking stellen van Arbeidskrachten;»

Σύμφωνα μέ τό άρθρο 60 τῆς συνθήκης ΕΟΚ ὁ ὅρός «υπηρεσίες» εννοεί τίς παροχές πού κατά κανόνα προσφέρονται ἀντί ἀμοιβῆς καί δέν διέπονται ἀπό τίς διατάξεις περί ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, τῶν κεφαλαίων καί των προσώπων. Ή διεθνής κατάταξη τυποποιήσεων γιά όλους τους κλάδους τῆς οικονομικής δραστηριότητος (ΔΚΤ) πού κατήρτισε τό Γραφείο Στατιστικής των 'Ηνωμένων 'Εθνών (Σειρές Στατιστικών 'Εκδόσεων) Μ No 4 Rev. 1, Νέα Ὑόρκη, 1958, περιλαμβάνει καί τά γραφεία τοποθετήσεως σέ ἐργασία, στην ὁμάδα 839 ὑπό τόν τίτλο «υπηρεσίες πρός επιχειρήσεις πού δέν έχουν υπαχθεί σέ άλλο τίτλο». 'Η κατάταξη αυτή εἶχε υιοθετηθεί στό Γενικό Πρόγραμμα γιά τήν κατάργηση τῶν περιορισμών τῆς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών (ΟJ Special Edition Second Series ΙΧ p. 3). 'Αποτελεί «ἀναπόσπαστο μέρος τῶν σχετικών κοινοτικών μέτρων»: βλ. συνεκδικασθεῖσες υποθέσεις 110 καί 111/78, Ministère public EA, κατά van Wesemael (1979) ECR 35 στην σελίδα 50. Ή ὁδηγία 67/43/ΕΟΚ τοῦ Συμβουλίου τῆς 12ης 'Ιανουαρίου 1967 περί πραγματοποιήσεως τοῦ δικαιώματος εγκαταστάσεως καί τῆς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ... στον τομέα ὁρισμένων υπηρεσιών ... (ΕΕ εἰδ. ἔκδ. 06/001, σ. 64 ἑπ.) περιλαμβάνει στό άρθρο 3 παράγραφος 2 εδάφιο α, έναν πίνακα υπηρεσιών πρός επιχειρήσεις πού δέν έχουν ταξινομηθεί άλλοῦ καί οἱ όποιες εμπίπτουν στην ΔΚΤ, ὁμάς 839, ἐπί τῆς ὁποίας έχει εφαρμογή ἡ ὁδηγία. Ή πρώτη δραστηριότης πού ἀναφέρεται στόν πίνακα εἶναι εκείνη τῶν «ιδιωτικών γραφείων τοποθετήσεως σέ εργασία». Στην υπόθεση van Wesemael, στην σελίδα 49, τό Δικαστήριο, σέ μιά υπόθεση πού ἀφορούσε ένα γραφείο τοποθετήσεως σέ εργασία καλλιτεχνών τοῦ θεάματος έκρινε ὅτι «ή δραστηριότης στην ὁποία ἀναφέρεται ή παρούσα διαδικασία συνίσταται σέ παροχή υπηρεσιών».

Θεωρώ σαφές ὅτι ὁ ὅρος «υπηρεσίες» τοῦ άρθρου 60 τῆς συνθήκης περιλαμβάνει τήν υπηρεσία πού συνίσταται στην διάθεση εργατικού δυναμικού, ὁπως αύτη ὁρίζεται ἀπό τήν νομοθεσία στην ὁποία ἀναφέρεται τό Hoge Raad στό πρώτο του ερώτημα.

Ὑπεστηρίχθη ὡστόσο ἐκ μέρους τῆς γαλλικής κυβερνήσεως ὅτι παρ' ὅλα ὅσα εξετέθησαν ἀνωτέρω, τά ἰδιωτικά γραφεία τοποθετήσεως σέ εργασία προσφέρουν υπηρεσίες ενός ἐντελώς ιδιαιτέρου χαρακτῆρος. Δέν ἀμφιβάλλω ὅτι τά γραφεῖα τοποθετήσεως σέ εργασία, ιδίως δέ, τά ασχολούμενα μέ τήν προσωρινή εργασία, παρουσιάζουν ὁρισμένα χαρακτηριστικά πού τά διακρίνουν ἀπό τίς περισσότερες ἀπό τίς υπηρεσίες πού περιλαμβάνονται στόν πίνακα τῆς ΔΚΤ, δεδομένου ὅτι οἱ δραστηριότητες τους δύνανται νά έχουν σημαντική επίδραση ἐπί τῆς εθνικής, περιφερειακής ἡ κλαδικής πολιτικής τῆς εργασίας, καθώς καί ἐπί τοῦ έργου καί τῆς λειτουργίας τῶν κρατικών γραφείων τοποθετήσεως σέ εργασία καί ἐπί τῶν εργασιακών σχέσεων. Τά χαρακτηριστικά αυτά εξηγούν γιατί ὅλα τά Κράτη μέλη τῆς Κοινότητος, έκτός ἀπό τό Λουξεμβούργο καί τήν Ἑλλάδα, διατηρούν νομοθεσία ἡ ὁποία προβλέπει τόν έλεγχο τῶν δραστηριοτήτων τῶν ἐν λόγω γραφείων ἡ τήν ἀπαγόρευση τους, ὅπως συμβαίνει στην 'Ιταλία. Ἐπεξηγοῦν επίσης τίς διατάξεις τῆς συμβάσεως περί τῶν ἐπ' ἀμοιβή γραφείων τοποθετήσεως σε εργασία, τοῦ 1949 (ἀναθεωρηθεῖσα), ΔΟΕ σύμβαση 96, ἡ ὁποία έχει ἐπικυρωθεί ἀπό επτά Κράτη μέλη τῆς Κοινότητος καί στην ὁποία ἀναφέρθη ἡ γαλλική κυβέρνηση. Τά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τῶν ιδιωτικῶν γραφείων τοποθετήσεως σέ εργασία δέν πρέπει, κατά τήν γνώμη μου, νά επηρεάσουν τήν ἀπάντηση πού πρέπει νά δοθεί στό πρώτο ερώτημα τοῦ Hoge Raad.

'Επηρεάζουν, ωστόσο, τήν ἀπάντηση πού πρέπει νά δοθεί στά λοιπά ἐρωτήματα τοῦ ἐν λόγω δικαστηρίου.

'Υπό τό φως τῶν παρατηρήσεων πού κατέθεσαν τά Κράτη μέλη πού παρενέβησαν στην παρούσα διαδικασία, καθώς καί ή Ἐπιτροπή, θεωρῶ ενδεδειγμένο νά εξετάσω μαζί τό δεύτερο καί τρίτο ερώτημα. Τό Hoge Raad έρωτα:

«2.

Σέ περίπτωση καταφατικής ἀπαντήσεως, εμποδίζει μήπως τό ἄρθρο 59 της συνθήκης — εἴτε πάντοτε εἴτε σέ ὁρισμένες μόνο περιπτώσεις — ἕνα Κράτος μέλος, στό όποιο ἡ ἐν λόγω παροχή υπηρεσιών ὑπόκειται σέ χορήγηση ἀδείας — προϋπόθεση πού έχει προβλεφθεί γιά νά υπάρχει δυνατότης ἀρνήσεως χορηγήσεως τῆς ἀδείας αὐτής ὅταν υπάρχουν λόγοι πού νά δικαιολογούν τόν φόβο ὅτι ἡ διάθεση ἐργατικοῦ δυναμικοῦ ἀπό τόν αιτούντα τήν άδεια θά βλάψει τίς ἀγαθές σχέσεις στην ἀγορά εργασίας ἤ ὅτι, ἐκ τοῦ λόγου αυτού, δέν θά υπάρχει επαρκής διασφάλιση τῶν συμφερόντων τῶν εργαζομένων γιά τους ὁποίους πρόκειται — νά υποχρεώνει οιονδήποτε πού ἀσχολείται μέ τήν παροχή τέτοιου είδους υπηρεσιών, έχει δέ τήν ἕδρα του σέ ένα ἄλλο Κράτος μέλος, νά συμμορφώνεται πρός τήν προϋπόθεση, αυτή;

3.

Κατά πόσον μεταβάλλεται ἡ ἀπάντηση στό 2ο ερώτημα ὅταν ὁ αλλοδαπός επιχειρηματίας, ὁ όποιος προσφέρει τίς ἐν λόγω υπηρεσίες εἶναι κάτοχος στό κράτος ὅπού ευρίσκεται ἡ έδρα του ἀδείας πού επιτρέπει νά παρέχει τίς ὑπηρεσίες αὐτές στην ἐν λόγω χώρα;»

Κατά τήν διάρκεια τῆς προφορικής διαδικασίας ὑπεστηρίχθη ἐκ μέρους τῆς γερμανικής κυβερνήσεως ὅτι ὁ σκοπός τῶν άρθρων 59 έως 66 τῆς συνθήκης ΕΟΚ δέν είναι νά άρουν ὅλους τους περιορισμούς στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, ἀλλά ἁπλώς, νά εξασφαλίσουν ὅτι ἀλλοδαποί καί υπήκοοι τοῦ κάθε κράτους θά ὑπόκεινται στην ἴδια μεταχείριση. Παρόμοιο επιχείρημα προεβλήθη καί ἐκ μέρους της δανικής κυβερνήσεως, ὁ εκπρόσωπος τῆς ὁποίας ὑπεστήριξε ὅτι τό άρθρο 59 τῆς συνθήκης ΕΟΚ εφαρμόζεται ἡ παράγει ἐν πάση περιπτώσει άμεσα ἀποτελέσματα, μόνο σέ σχέση μέ τους εθνικούς κανόνες, οἱ όποιοι εισάγουν διακρίσεις μεταξύ τῶν παρεχόντων ὑπηρεσίες λόγω τῆς ιθαγενείας των ἡ τοῦ τόπου εγκαταστάσεως των. 'Αν τό επιχείρημα αυτό εἶναι ὀρθό, δίδει άμεση ἀπάντηση στό δεύτερο καί τρίτο ερώτημα τοῦ Hoge Raad. Ό νόμος τῆς 31ης 'Ιουλίου 1965 δέν επιβάλλει κανέναν περιορισμό βάσει τῆς ιθαγενείας τῶν κατόχων παρομοίων ἀδειῶν. Οὔτε, ὅπως διευκρινίσθη κατά τήν προφορική διαδικασία, ἀπαιτεί ἀπό τους κατόχους ἀδείας νά εἶναι εγκατεστημένοι στην 'Ολλανδία, άλλά ἁπλώς ἀπαιτεί νά διατηρούν γραφείο ἡ διεύθυνση, ὅπου θά εἶναι δυνατόν νά εξετασθούν τά έγγραφά τους. Ή ἀρχή τῆς ἀπαγορεύσεως τῶν διακρίσεων μνημονεύεται πράγματι ρητώς στην τρίτη παράγραφο τοῦ άρθρου 60 τῆς συνθήκης ΕΟΚ, καθώς καί στό άρθρο 65. Τό Δικαστήριο, επανειλημμένως, ἀνεφέρθη στην ἀρχή αυτή στίς ἀποφάσεις του ἐπί υποθέσεων σχετικών μέ τό θέμα αυτό, ἰδίως στην ὑπόθεση 33/74 van Binsbergen κατά Bedrijfsvereniging Metaalnijverheid (1974) ECR 1299, σ. 1309, υπόθεση 39/75 Coenen κατά Sociaal Economische Raad (1975) ECR 1547, σ. 1555, υπόθεση 15/78 Société Générale Alsacienne de Banque κατάKoestier (1978) ECR 1971, σ. 1980, συνεκδι-κασθεῖσες υποθέσεις 110 καί 111/78 van Wesemael σ. 52 καί υπόθεση 52/79 Procureur du Roi κατά Debauve (1980) ECR 833 σ. 856. Περαιτέρω, τό Γενικό Πρόγραμμα γιά τήν κατάργηση τῶν περιορισμῶν στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών προβλέπει τήν κατάργηση τῶν 'μέτρων τά όποια ... ἀπαγορεύουν ἤ παρεμποδίζουν τόν προσφέ-ροντα υπηρεσίες... μέσω μιᾶς διαφορετικῆς μεταχειρίσεως του σέ σύγκριση μέ τους ὑπηκόους τοῦ κράτους γιά τό όποιο πρόκειται.

Είμαι ὡστόσο τῆς γνώμης ὅτι τό πεδίο εφαρμογής τοῦ ἄρθρου 59 δέν πρέπει νά περιορισθεί τόσο πολύ. Μιά ἀνάλυση τῶν άρθρων 59 έως 66 τῆς συνθήκης ΕΟΚ ἀποδεικνύει ὅτι ἄν καί ἡ διάκριση λόγω ιθαγενείας ἤ τόπου εγκαταστάσεως συνιστᾶ, ὅταν δεν δικαιολογείται ἐκ λόγων δημοσίας τάξεως, σαφή ἀπόδειξη τῆς υπάρξεως «περιορισμοῦ» κατά τήν ἔννοια τοῦ άρθρου 59, ἐν τούτοις ἡ διάκριση αὐτή δέν ἀποτελεί τό οὐσιώδες ἤ τό ἀποκλειστικό στοιχείο ενός τέτοιου περιορισμού. Αυτό συνάγεται σιωπηρώς ἀπό τό άρθρο 65, τό όποιο ὁρίζει ὅτι «καθ' ὅσον χρόνο οἱ περιορισμοί τῆς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών δέν έχουν καταργηθεί, κάθε Κράτος μέλος τους εφαρμόζει ... χωρίς διακρίσεις ιθαγενείας ἡ διαμονής».

Τό συμπέρασμα αυτό ενισχύεται κατά τήν γνώμη μου ἀπό τό σκεπτικό τῶν ἀποφάσεων τοῦ Δικαστηρίου στίς υποθέσεις van Binsbergen καί Coenen ἔνθ. ἀνωτ. ὅπου τονίζεται ὅτι οἱ καταργητέοι δυνάμει τῶν άρθρων 59 έως 60 περιορισμοί περιλαμβάνουν «όλες τίς ἀπαιτήσεις πού επιβάλλονται στόν παρέχοντα υπηρεσίες, ἰοίως λόγω τῆς ιθαγενείας του ἡ τοῦ γεγονότος ὅτι δέν διαμένει μονίμως εἰς τό κράτος ἐντός τοῦ ὁποίου παρέχεται ἡ υπηρεσία, οἱ όποιες δέν επιβάλλονται ἐπί τῶν εγκατεστημένων εντός τοῦ εθνικού εδάφους προσώπων ἡ πού δύναται νά ἀπαγορεύσουν ἤ νά παρεμποδίσουν κατ' άλλον τρόπο τίς δραστηριότητες τον παρέχοντος υπηρεσίες προσώπου» (ή υπογράμμιση δική μου). Τό συμπέρασμα αυτό ενισχύει ἀκόμα ἡ ἀπόφαση ἐπί τῆς υποθέσεως van Wesemael σ. 52-55, ὅπού τό Δικαστήριο έκρινε ὅτι «ὅταν ἡ δραστηριότης τῶν γραφείων τοποθετήσεως σέ εργασία, ἀντί ἀμοιβής, καλλιτεχνών τοῦ θεάματος υπόκειται, στό κράτος εντός τοῦ ὁποίου παρέχεται ἡ υπηρεσία, στην έκδοση ἀδείας, τό κράτος αυτό δέν δύναται νά ἀπαιτήσει ἀπό τους παρέχοντες υπηρεσίες, πού εἶναι εγκατεστημένοι σέ ένα άλλο Κράτος μέλος νά ικανοποιήσουν τήν ἀπαίτηση αυτή ... ὅταν ὁ παρέχων τίς υπηρεσίες διαθέτει στό Κράτος μέλος, ὅπου εἶναι εγκατεστημένος, άδεια ἡ ὁποία έχει εκδοθεί ὑπό προϋποθέσεις ἀνάλογες μέ εκείνες πού ἀπαιτούνται στό κράτος ὅπού παρέχεται ἡ υπηρεσία, οἱ δέ δραστηριότητες αυτές υπόκεινται στό πρώτο Κράτος μέλος σέ κατάλληλη επιτήρηση, ἡ ὁποία καλύπτει κάθε δραστηριότητα τοποθετήσεως σέ εργασία, οιοδήποτε κι ἄν εἶναι τό Κράτος μέλος ὅπου παρέχεται ἡ υπηρεσία». Ή ὁμοιότης τῶν προϋποθέσεων χορηγήσεως ἀδείας μεταξύ τοῦ κράτους ὅπου εἶναι εγκατεστημένος ὁ παρέχων τίς υπηρεσίες καί τοῦ κράτους οπού παρέχονται οἱ υπηρεσίες καί ἡ ἀποτε-λεσματικότης τῆς επιτηρήσεως, δέν θά εἶχαν καμμία σημασία, ἐάν τό μόνο θέμα πού έπρεπε νά εξετασθεί ήταν ἄν ὁ σχετικός εθνικός νόμος υπάγει ἡ μή διακρίσεις λόγω ἰθαγενείας ἤ τόπου εγκαταστάσεως.

Ό εκπρόσωπος τῆς δανικής κυβερνήσεως υπεστήριξε περαιτέρω ὅτι μέ τήν ἀπόφαση Debauve, τό Δικαστήριο απέρριψε τό επιχείρημα πού είχε προβάλει στην υπόθεση αυτή ὁ γενικός εἰσαγγελεύς Warner, στην δέ προκειμένη υπόθεση ἡ 'Επιτροπή, κατά τό όποιο τό άρθρο 59 περιλαμβάνει ὄχι μόνο τούς περιορισμούς πού εισάγουν διακρίσεις, άλλά ἐπίσης καί τούς δυνάμενους νά παρεμποδίσουν τίς δραστηριότητες τοῦ παρέχοντος υπηρεσίες. Νομίζω ὅτι ὁ ισχυρισμός αυτός δίνει πολύ εὐρεία ἑρμηνεία στά ὅσα τό Δικαστήριο διετύπωσε στην ἀπόφαση Debauve. Στην υπόθεση αύτη ή εταιρία διεκδικούσε τό δικαίωμα νά παράσχει μία υπηρεσία (ή ὁποία συνίστατο στην ενσύρματη μετάδοση τηλεοπτικών προγραμμάτων πού περιείχαν διαφημίσεις) σέ ἕνα Κράτος μέλος, στό όποιο ἡ παροχή τῆς υπηρεσίας αυτής απηγορεύετο, επειδή ή παροχή τῆς υπηρεσίας αυτής στό κράτος ὅπού ήταν εγκατεστημένη καί ἀπ' ὅπου μετεδίδοντο οἱ διαφημίσεις, ήταν νόμιμη. Ὑπό τά δεδομένα αυτά τό Δικαστήριο έκρινε ὅτι τά άρθρα 59 καί 60 τῆς συνθήκης ΕΟΚ δέν ἐπηρέαζαν την ισχύουσα στό κράτος στό όποιο ἐγίνοντο οἱ εκπομπές των προγραμμάτων ἀπαγόρευση, ἐφ' ὅσον ἐφηρμόζετο χωρίς διακρίσεις λόγω Ιθαγενείας ἡ τόπου εγκαταστάσεως. Στην προκειμένη ὅμως υπόθεση ζητείται τό δικαίωμα παροχής ὑπηρεσίας σέ ένα Κράτος μέλος, στό όποιο ἡ δραστηριότης αυτή υπόκειται σέ χορήγηση ἀδείας, λόγω τοῦ ὅτι ὁ παρέχων την υπηρεσία κατέχει άδεια χορηγηθείσα ἀπό τό κράτος στό όποιο διαμένει. Αὐτό προϋποθέτει, πράγματι, τόν ισχυρισμό ὅτι θά έπρεπε νά υπάρχει ένα είδος ἀμοιβαίας ἀναγνωρίσεως των προβλεπομένων ἐκ τοῦ νόμου άδειων, ὅπως υπάρχει ένα σύστημα ἀμοιβαίας ἀναγνωρίσεως τῶν προσόντων βάσει των άρθρων 57 καί 66 τῆς συνθήκης ΕΟΚ. Μέ άλλες δηλαδή λέξεις, ὅτι ένα γραφείο πού επιθυμεί νά ἐπεκτείνει τίς δραστηριότητες του σέ ὅλη τήν Κοινότητα δέν θά έπρεπε νά υπόκειται σέ παρόμοιες διοικητικές ρυθμίσεις καί έλεγχους στά διάφορα κράτη. Τό επιχείρημα αυτό δέν δύναται νά απορριφθεί βάσει τῆς ἀποφάσεως τοῦ Δικαστηρίου στην υπόθεση Debauve, ἡ ὁποία δέν ἀφοροῦσε διπλούς διοικητικούς έλέγχους.

Ό εκπρόσωπος τῆς δανικής κυβερνήσεως γιά νά στηρίξει τήν άποψη του ἀνέφερε ἀρκετές ἀποφάσεις τοῦ Δικαστηρίου ἐπί ὑποθέσεων πού ἀφορούν τήν ελευθερία εγκαταστάσεως. Ὅπως ωστόσο ἐτόνισε ὁ γενικός εἰσαγγελεύς Mayras στην υπόθεση van Binsbergen σ. 1316-7, υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ εγκαταστάσεως καί παροχής ὑπηρεσιῶν. 'Η διαφορά αυτή έγκειται στό γεγονός ὅτι ένας ἐπαγγελματίας, ἐγκαθιστάμενος σέ ένα Κράτος μέλος διαφορετικό ἀπό τό δικό του, υπόκειται, λόγω τῆς εγκαταστάσεως του αυτής, στην νομοθεσία τοῦ κράτους υποδοχής τό όποιο έχει τήν δυνατότητα νά τοῦ επιβάλει τίς 'ίδιες προϋποθέσεις καί έλεγχους πού επιβάλλει στους υπηκόους του, ἐνῶ ὁ παρέχων υπηρεσίες παραμένει ὑπό τόν έλεγχο τοῦ κράτους, εἰς τό όποιο εἶναι ἐγκατεστημένος καί έχει τήν δυνατότητα νά ἀποφύγει τόν έλεγχο τῶν εθνικῶν άρχῶν τῆς χώρας στην ὁποία παρέχει τίς υπηρεσίες του. Περαιτέρω, ἡ ὑποχρέωση νά ζητήσει τήν χορήγηση ἀδείας ὑπό τούς ἰδιους ὅρούς μέ τούς υπηκόους ἡ τούς διαμένοντας στό ενδιαφερόμενο κράτος δύναται νά ἀποτελέσει μεγαλύτερο ἐμπόδιο γιά τήν παροχή υπηρεσιών ἀπό ὅ,τι γιά τήν εγκατάσταση, ὅταν παρεδείγματος χάριν, τό κόστος τῆς ὅλης διαδικασίας καθιστά ἀντιοικονομική γιά έναν ιδιώτη ἡ εταιρία πού εἶναι εγκατεστημένοι σέ ένα άλλο Κράτος μέλος τήν έκτακτη παροχή υπηρεσιών πρός πελάτες ευρισκόμενους στό Κράτος μέλος πού ἐπιβάλλει τήν υποχρέωση αυτή. Δέν νομίζω ὅτι οἱ ἀποφάσεις πού έχουν ἐκδοθεί ἐπί υποθέσεων σχετικών μέ τήν εγκατάσταση δύνανται νά βοηθήσουν στην επίλυση τῶν προβλημάτων τῆς προκειμένης υποθέσεως.

Κατά την γνώμη μου, ἡ κατάργηση τῶν περιορισμών στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών εντός τῆς Κοινότητος περιλαμβάνει, ἑπομένως, πολύ περισσότερα ἀπό την κατάργηση τῶν διακρίσεων λόγω ιθαγενείας ἡ τόπου εγκαταστάσεως καί επεκτείνεται στην κατάργηση ὅλων τῶν εμποδίων στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών ἐντός της Κοινότητος έκτός εκείνων πού διατηρούνται δυνάμει τῶν άρθρων 55 έως 58 καί 66. Ἐξ άλλου, προκύπτει σαφῶς ἀπό τίς προηγούμενες ἀποφάσεις τοῦ Δικαστηρίου ὅτι τό άρθρο 59, ὀρθώς ἑρμηνευόμενο, δέν επιβάλλει στά Κράτη μέλη την ἀπόλυτη ἀπαγόρευση νά θέτουν ὅρούς σέ ὅσους επιθυμούν νά παράσχουν ὑπηρεσίες ἐντός τοῦ ἐδάφους τους καί οἱ όποιοι εἶναι ήδη εγκατεστημένοι σέ ἕνα άλλο Κράτος μέλος. Στους ὅρους αυτούς δύναται νά περιλαμβάνεται καί ἀξίωση ἀποκτήσεως ἀδείας, υποχρέωση πού πρέπει νά υπόκειται στους ὅρους πού έχει ήδη υποδείξει τό Δικαστήριο. 'Εννοείται ὅτι πρέπει νά υπάρξει σαφής προσδιορισμός τῶν ὁρίων τῆς εξουσίας τῶν Κρατών μελών νά επιβάλουν τέτοιους ὅρους καί νά ἀπαιτούν τήν ἀπόκτηση ἀδείας διότι σέ ἐναντία περίπτωση ἡ ελευθερία παροχής υπηρεσιών εντός τῆς Κοινότητος θά καθίστατο εντελώς πλασματική.

Νομίζω ότι σύμφωνα μέ τίς προαναφερθείσες ἀποφάσεις, ένα Κράτος μέλος δύναται νά ἀπαιτήσει ἀπό έναν ἰδιώτη ἐγκατεστημένο σέ άλλο Κράτος μέλος νά ζητήσει νά λάβει άδεια πρίν παράσχει υπηρεσίες εντός τοῦ πρώτου κράτους ἄν, καί μόνο ἄν, συντρέχουν δύο προϋποθέσεις. Πρώτον, οἱ προϋποθέσεις χορηγήσεως τῆς ἀδείας πρέπει νά εἶναι mutatis mutandis οἱ 'ίδιες μέ εκείνες πού ισχύουν γιά τήν ἀπόκτηση ἀδείας σέ πρόσωπα ήδη ἐγκατεστημένα ἡ διαμένοντα στό Κράτος μέλος αυτό καί τά όποια επιθυμούν νά παράσχουν τέτοιες ὑπηρεσίες.

Δεύτερον, οἱ προϋποθέσεις χορηγήσεως τῆς ἀδείας πρέπει νά εἶναι προϋποθέσεις οἱ όποιες νά «έχουν σκοπό τήν εφαρμογή επαγγελματικών κανόνων τους ὁποίους δικαιολογεί τό γενικό συμφέρον» καί τους ὁποίους «δικαιολογεί ἀντικειμενικώς ή ἀνάγκη διασφαλίσεως τῆς τηρήσεως τῶν επαγγελματικών κανόνων συμπεριφοράς»(van Wesemael ἔνθ. ἀνωτ., σ. 52) ἡ οἱ ὁποίοι είναι ἀντικειμενικώς ἀναγκαίοι γιά τήν προστασία εκείνων, τους ὁποίους θίγει ή παροχή τῶν υπηρεσιών. Κατά τό μέτρο πού οἱ σκοποί αὐτοί έχουν ήδη επιτευχθεί μέ τίς προϋποθέσεις πού επιβάλλονται στον παρέχοντα τίς υπηρεσίες καί τήν κατάλληλη επιτήρηση, στό Κράτος μέλος ὅπου εἶναι εγκατεστημένος, ἡ επιβολή σέ αυτόν όρων, μέσω τῆς υποχρεώσεως νά εφοδιασθεί μέ άδεια, σέ ένα άλλο Κράτος μέλος δέν εἶναι ούτε ἀναγκαία, ούτε ἀντικειμενικώς δικαιολογημένη.

Κατά τήν εξέταση τοῦ πότε ἡ επιβολή προϋποθέσεων καί ἡ χορήγηση ἀδείας είναι ἀναγκαίες καί ἀντικειμενικώς δικαιολογημένες ούτως ὥστε νά συμβιβάζονται μέ τήν συνθήκη (καί νά μή θεωροῦνται ὡς εμπόδια στην παροχή υπηρεσιών μεταξύ Κρατών μελών) πρέπει νά ερευνᾶται τί εἶναι ἀναγκαίο στό Κράτος μέλος γιά τό όποιο πρόκειται διότι αυτό πού εἶναι ἀναγκαῖο σέ ένα Κράτος μέλος (τό όποιο θεσπίζει τίς δικές του προϋποθέσεις γιά τήν παροχή υπηρεσιών) δέν εἶναι ενδεδειγμένο ἡ δέν δικαιολογείται ἡ ἀκόμα δέν ἀνταποκρίνεται στίς ἀνάγκες άλλου Κράτους μέλους. Οἱ παρατηρήσεις πού κατέθεσαν τά Κράτη μέλη στην παρούσα ὑπόθεση επισημαίνουν τους οικονομικούς, κοινωνικούς καί πολιτικούς παράγοντες πού υπεισέρχονται στην προσωρινή παροχή υπηρεσιών, καθώς καί τά διάφορα προβλήματα πού ἀνακύπτουν ὑπό τίς παροῦσες περιστάσεις στά διάφορα Κράτη μέλη. 'Ιδιαίτερη σημασία ενέχουν οἱ ἐξηγήσεις πού παρέσχε ἡ ὀλλανδική κυβέρνηση ὡς πρός τους λόγους πού ὁδήγησαν στην υἱοθέτηση τοῦ ισχύοντος στην ἐν λόγω χώρα συστήματος.

Μέσα σέ αυτή τήν ἀλληλουχία χρήζουν εξετάσεως τά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τῆς υπηρεσίας πού συνίσταται στην προσωρινή διάθεση ἐργατικοῦ δυναμικοῦ, στά όποια επισύρει τήν προσοχή ἡ γαλλική κυβέρνηση. Όπως εμφαίνεται στην ἔκθεση τοῦ καθηγητού Blanpain καί τοῦ Drubigny: Le travail temporaire dans les pays de la CEE (Ἡ προσωρινή εργασία στίς χῶρες της ΕΟΚ), μελέτη τῆς Επιτροπής αριθ. 79/52, 'Απρίλιος 1980, υφίστανται σημαντικές διαφορές μεταξύ τῶν σχετικῶν εθνικών νομοθεσιών. Στην 'Ιταλία οἱ δραστηριότητες τοῦ εἴδους αὐτοῦ ἀπηγορεύθησαν εντελώς μέ τόν νόμο 1369 τῆς 23ης 'Οκτωβρίου 1960 ἐνῶ στό Λουξεμβοῦργο καί τήν Ἑλλάδα δέν υπάρχει ειδική νομοθεσία. Στην Γαλλία τά γραφεία τοποθετήσεως σέ προσωρινή εργασία ὀφείλουν νά εγγράφονται σέ σχετικά μητρώα πού τηρούν οἱ ἀρχές καί νά συνιστούν εγγύηση γιά τήν καταβολή τῶν ἀμοιβών τῶν ἐργαζομένων, ἐνῶ στά ὑπόλοιπα έξι Κράτη μέλη ἡ ἄσκηση τῆς δραστηριότητος αυτής εξαρτᾶται ἀπό τήν χορήγηση ἀδείας (ή agréation στό Βέλγιο). Σύμφωνα μέ τήν ἐν λόγω έκθεση, οἱ προϋποθέσεις χορηγήσεως τῶν ἀδειῶν διαφέρουν σημαντικά: σέ μερικές περιπτώσεις χορηγοῦνται αυτομάτως ἡ χορηγούνται ἐφ' ὅσον συντρέχουν ἀντικειμενικές προϋποθέσεις σέ άλλες περιπτώσεις υπάρχει ένα στοιχείο διακριτικῆς ευχερειας ἐκ μέρους τῶν διοικητικών ἀρχων. Υφίστανται ἐξ άλλου σημαντικές διαφορές μεταξύ τῶν εθνικών κανόνων πού ἀναφέρονται στίς συνέπειες τῆς χορηγήσεως τῆς αδείας. Σέ ὁρισμένα Κράτη μέλη ἡ προσωρινή ἀπασχόληση έργατικοῦ δυναμικοῦ επιτρέπεται σέ ὁρισμένους μόνο τομείς τῆς οικονομίας (ὅπως συμβαίνει στην Δανία ὅπου επιτρέπεται ἡ προσωρινή ἀπασχόληση στό εμπόριο καί στίς εργασίες γραφείου), ἐνώ σέ άλλα Κράτη μέλη ἡ περιοχές τῶν Κρατών μελών, ἡ προσωρινή ἀπασχόληση ἐργατικοῦ δυναμικοῦ ἀπαγορεύεται σέ ὁρισμένους τομείς (ὅπως συμβαίνει στόν οικοδομικό τομέα στό Βέλγιο καί σέ τμήματα τῆς 'Ολλανδίας).

Στό εθνικό δικαστήριο εναπόκειται νά ἀποφασίσει ἄν οἱ προϋποθέσεις πού επιδιώκεται νά ἐπιβληθοῦν πέραν τῶν ὅσων ἐφαρμόζονται στό κράτος τῆς εγκαταστάσεως, καί ἄν ἡ ἀπαίτηση ἐφοδιασμοθ μέ άδεια εἶναι ἀντικειμενικώς δικαιολογημένες κατά τήν έννοια τῆς ἀποφάσεως van Wesemael.

Νομίζω ὅτι τό γεγονός ὅτι έχει χορηγηθεί άδεια ἀπό τό κράτος στό όποιο έχει τήν εγκατάσταση του ó ἐπιθυμῶν νά παράσχει υπηρεσίες εντός ενός άλλου Κράτους μέλους (τό ἀντικείμενο τοῦ τρίτου ερωτήματος) εἶναι ἡ μία μόνο πλευρά τοῦ γενικότερου προβλήματος. Ή ἐν λόγω άδεια συνιστᾶ τό μέσον μέ τό όποιο ἐπιβάλλονται οἱ προϋποθέσεις καί ἀσκείται ὁ έλεγχος ἐκ μέρους τοῦ Κράτους μέλους, στό όποιο ὁ ενδιαφερόμενος Ιδιώτης έχει τήν εγκατάσταση του. Τό κρίσιμο ερώτημα εἶναι επομένως ἄν αυτές οἱ προϋποθέσεις καί ὁ έλεγχος διασφαλίζουν ικανοποιητικώς αὐτό πού εἶναι ἀντικειμενικώς αναγκαίο ύπό τίς ισχύουσες στό δεύτερο Κράτος μέλος συνθήκες. Κριτήριο εξακολουθεί νά είναι ἡ άναγκαιότης καί οχι ἡ διευκόλυνση ή τό επιθυμητό. 'Αφ' ενός μέν τό γεγονός καί μόνο ὅτι ó ενδιαφερόμενος κατέχει άδεια χορηγηθείσα σέ ένα Κράτος μέλος, ή ὁποία τοῦ επιτρέπει νά παρέχει υπηρεσίες εντός τοῦ ἐν λόγω Κράτους μέλους (ἤ ἀκόμη σέ ένα άλλο Κράτος μέλος ὑπό τίς αυτές προϋποθέσεις πού ισχύουν στό κράτος πού ἐχορήγησε τήν άδεια) δέν συνιστά ἀποφασιστικό στοιχείο. Σέ εναντία περίπτωση ένας τέτοιος κανόνας δικαίου θά ήδύνατο νά αποτελέσει στοιχείο διακρίσεως σέ βάρος τῶν επιτόπιων γραφείων τοποθετήσεως σέ εργασία, ὅπως πα-ρετήρησε ὁ εκπρόσωπος τῆς δανικής κυβερνήσεως. Ἀφ' ἑτερου, ἄν οἱ προϋποθέσεις πού δικαιολογημένα επιχειρείται νά ἐπιβληθούν μέσω τῆς ἀδειας στό κράτος εντός τοῦ ὁποίου πρόκειται νά παρασχεθούν οἱ υπηρεσίες, καλύπτονται επαρκώς ἀπό μιά άδεια πού έχει χορηγηθεί ἀπό τό κράτος τῆς εγκαταστάσεως (καί δύνανται νά ἐπιβληθοῦν καί νά ἐλεγχθοῦν δεόντως) εἶναι ἀδικαιολόγητο νά ἀπαιτείται ή χορήγηση νέας ἀδείας στό κράτος ὅπού πρόκειται νά παρασχεθοῦν οἱ υπηρεσίες. 'Αν οἱ ἀπαιτούμενες προϋποθέσεις γιά την χορήγηση τῶν δύο άδειων εἶναι οἱ «ἴδιες» ἤ ἄν οἱ ἀδειες εἶναι «ὁμοειδείς» γιά νά χρησιμοποιήσω τους ὅρούς τῆς ἀποφάσεως van Wesemaely τότε δέν δικαιολογείται ή ἀπαίτηση εκδόσεως δευτέρας αδείας. Ή ἀπαλλαγή ἀπό τήν υποχρέωση εφοδιασμού μέ δεύτερη άδεια δέν συνιστά διάκριση σέ βάρος τῶν επιτόπιων γραφείων τοποθετήσεως σέ εργασία.

Τό ἄν οἱ προϋποθέσεις εἶναι οἱ 'ίδιες ἤ ὁμοειδείς, θά εξαρτηθεί ἀπό τήν έρευνα τοῦ συνόλου τῶν δεδομένων. Ό εθνικός δικαστής ὀφείλει νά ζητήσει ἀπό κάθε ιδιώτη ἤ ἐταιρία πού επιθυμεί νά παράσχει υπηρεσίες, νά ἀποδείξει ἄν δύναται, μέ τήν προσκόμιση μιᾶς ἀδείας χορηγηθείσης σέ άλλο Κράτος μέλος, ὅτι συγκεντρώνει τίς προϋποθέσεις πού θέτει τό κράτος εντός τοῦ ὁποίου επιθυμεί νά παράσχει τίς υπηρεσίες του, γιά τήν χορήγηση ἀδείας διαθέσεως ἐργατικοῦ δυναμικοῦ στον σχετικό οικονομικό τομέα ἤ σέ ὁρισμένη περιοχή τοῦ ἐν λόγω κράτους κατά τόν κρίσιμο χρόνο.

Στην συγκεκριμένη υπόθεση, οἱ λόγοι γιά τους ὁποίους δύναται νά ἀπορριφθεί ή αίτηση χορηγήσεως ἀδείας εκτίθενται σαφῶς στό δεύτερο ερώτημα τοῦ Hoge Raad. Οἱ ἁρμόδιες γιά τήν χορήγηση ἀδειῶν, ὀλλανδικές ἀρχές, δύνανται νά ἀρνηθοῦν τήν χορήγηση ἀδείας ὅταν ἡ διάθεση ἐργατικοῦ δυναμικοῦ ἀπό τόν αἰτοῦντα δύναται νά βλάψει τίς ἀγαθές σχέσεις στην ἀγορά εργασίας ἡ ὅταν δέν υπάρχει επαρκής διασφάλιση τῶν συμφερόντων τῶν εργαζομένων. Οἱ προϋποθέσεις αυτές, ἀπό νομικής ἀπόψεως δύνανται νά ὑπαχθοῦν ἀντικειμενικώς στην έννοια τοῦ «γενικοῦ συμφέροντος» στην ὁποία ἀνεφέρθη τό Δικαστήριο μέ τήν ἀπόφαση van Wesemael. Ό εθνικός δικαστής ὀφείλει, κατά συνέπεια, νά εξετάσει ὡς πραγματικά περιστατικά ἄν ἡ χορήγηση ἀδείας στόν Webb ἤ στην ἑταιρία του στό Ἡνωμένο Βασίλειο ἀποδεικνύει ὅτι ὁ αἰτῶν συγκεντρώνει τίς προϋποθέσεις πού θέτει ή ὀλλανδική νομοθεσία καί ἄν οἱ προϋποθέσεις αυτές εἶναι πράγματι ἀναγκαίες γιά τήν διασφάλιση τοῦ «γενικοῦ συμφέροντος». Ὑπό τήν επιφύλαξη ὁρισμένων κανόνων περί ἀποδείξεως, ὁ εθνικός δικαστής θά εκτιμήσει τά διάφορα στοιχεία πού λαμβάνονται ὑπ' ὄψη γιά τήν χορήγηση ἀδείας στό 'Ηνωμένο Βασίλειο, ὅπως ἡ καταλληλότης τοῦ αἰτοῦντος, τά πρόσωπα πού παρεμβαίνουν στίς δραστηριότητες τοῦ γραφείου, ὅπως επίσης καί νά εξετάσει τίς συνέπειες τῆς παρατηρήσεως πού διετύπωσε τό 'Ηνωμένο Βασίλειο ὅτι οἱ προϋποθέσεις τοῦ είδους αυτής πού θέτει ὁ νόμος τῆς 31ης 'Ιουλίου 1965«δέν παρέχουν τήν εὐχέρεια στίς ἀρμόδιες γιά τήν χορήγηση ἀδειῶν αρχές τοῦ 'Ηνωμένου Βασιλείου, στον ὑπουργό δηλαδή, νά παρεκκλίνει ἀπό τήν υποχρέωση νά χορηγήσει τήν άδεια ἐφ' ὅσον δέν συντρέχει κανείς ἀπό τους λόγους ἀπορρίψεως τῆς αιτήσεως πού ἀναφέρονται στό άρθρο 2 παράγραφος 3 τοῦ Employment Agencies Act τοῦ 1973».

Ἐνώπιον τοῦ Hoge Raad ó Webb ἀμφισβήτησε τήν άποψη τοῦ Gerechtshof, σύμφωνα μέ τήν ὁποία οἱ άδειες στό 'Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει νά χορηγοῦνται ή μή, ἡ νά χορηγοῦνται ὑπό ὅρούς, ἀνάλογα μέ τίς ἀπαιτήσεις τῆς ἀγορᾶς εργασίας στην χώρα αύτη, καθώς καί ὅτι οἱ ἐν λόγω άδειες ουδέποτε χορηγοῦνται ἀνα-γκαστικῶς ὑπό προϋποθέσεις ὁμοειδείς μέ εκείνες πού εἶναι καθοριστικές στην 'Ολλανδία. Ό Webb ὑπεστήριξε ὅτι ἡ ελευθερία παροχής ὑπηρεσιών σέ μία περίπτωση ὅπως ἡ προκειμένη, σημαίνει ὅτι δέν θά λαμβάνεται πλέον ὑπ᾽ ὄψη ἡ εσωτερική ἀγορά. 'Αν παρακαμφθεί τό ζήτημα ἄν ἡ χορήγηση ἀδειῶν στό 'Ηνωμένο Βασίλειο εξαρτάται ἀπό τίς ἀπαιτήσεις της ἀγοράς εργασίας στην χώρα αύτη, νομίζω ὅτι τό επιχείρημά του ισοδυναμεί μέ τόν ισχυρισμό ὅτι ένα Κράτος μέλος δέν δύναται νά εξαρτά τήν χορήγηση ἀδείας ἀπό προϋποθέσεις πού ἀναφέρονται στην εθνική ἀγορά εργασίας, διότι υπάρχει τώρα μία κοινοτικῆς κλίματος ἀγορά εργασίας καί υπηρεσιών. Τό επιχείρημα αὐτό ἔχει ακόμη ευρύτερες συνέπειες, ἐφ᾽ ὅσον θά είναι δύσκολο νά ευρεθεί οιαδήποτε δικαιολογία γιά τήν διατήρηση τῆς εξουσίας τῶν Κρατών μελών νά ἀπαγορεύουν τήν προσωρινή διάθεση ἐργατικοῦ δυνα-μικοῦ εἴτε γενικώς εἴτε σέ ὁρισμένες περιοχές ἡ τομείς, λαμβανομένων ὑπ᾽ ὄψη των τοπικών συνθηκών, ὅταν τά ἐν λόγω κράτη δέν δύνανται νά επιτελέσουν κάτι πολύ μικρότερο, νά περιορίσουν δηλαδή τήν άσκηση τῶν δραστηριοτήτων αυτών μέσω μιᾶς ἀδείας εκδιδομένης βάσει τῶν ἰδιων ὡς άνω συνθηκών. 'Ενα εθνικό μέτρο πού δέν εἰσάγει διακρίσεις δύναται νά θεωρηθεί ὡς εμπόδιο στην ελευθερία αυτή, ὅταν συνιστά ἕνα ειδικό εμπόδιο γιά τήν μεταξύ Κρατών μελών παροχή υπηρεσιών (ὅπως στην περίπτωση τῆς υποχρεώσεως ἐφοδιασμοῦ μέ άδεια, ἡ ὁποία συνεπάγεται έξοδα γιά τόν παρέχοντα ὑπηρεσίες ἡ τοῦ παρεμβάλλει δυσκολίες ὅταν παρέχει υπηρεσίες σέ ένα κράτος διαφορετικό τοῦ ἰδικοῦ του, καί ὅταν ἡ άδεια εἶναι ἡ δεύτερη κατά σειρά μετά ἀπό ἐκείνη πού ὁ παρέχων τίς υπηρεσίες έχει ἤδη σέ ένα άλλο Κράτος μέλος). Μία μικρή διαφορά μεταξύ τῶν εθνικῶν νομοθεσιών πού διέπουν τίς προϋποθέσεις ὑπό τίς όποιες δύνανται νά παρασχεθοῦν υπηρεσίες ἑνός ὁρισμένου τύπου, ἡ ὁποία ὀφείλεται στίς υφιστάμενες διαφορές μεταξύ τῶν ἀγορῶν εργασίας τοῦ συνόλου ἡ μιᾶς περιοχής τῶν ἐν λόγω κρατών, δέν συνιστά ὁπωσδήποτε εμπόδιο τέτοιου χαρακτῆρος.

Γιά τους λόγους αυτούς νομίζω ὅτι οἱ ἀπαντήσεις πού πρέπει νά δοθούν στά ερωτήματα πού υπέβαλε τό Hoge Raad εἶναι οἱ ἀκόλουθες:

1)

Ό ὅρός «υπηρεσίες» τοῦ ἄρθρου 60 τῆς συνθήκης ΕΟΚ, περιλαμβάνει επίσης τήν ὑπηρεσία τῆς διαθέσεως ἐργατικοῦ δυναμικοῦ πρός τρίτον, ἀντί ἀμοιβῆς, κατ' άλλον τρόπον, παρά δυνάμει συμβάσεως (εργασίας) συναπτόμενης μέ αυτόν, γιά τήν εκτέλεση εργασιῶν συνήθως πραγματοποιούμενων στην επιχείρηση τοῦ τελευταίου.

2)

Τό άρθρο 59 τῆς συνθήκης ΕΟΚ δέν εμποδίζει 'ένα Κράτος μέλος («τό ἐν λόγω κράτος») νά διατηρήσει ἐν ἰσχύι διατάξεις σύμφωνα μέ τίς όποιες, υπηρεσίες τοῦ είδους αὐτῶν πού περιεγράφησαν στην προηγουμένη παράγραφο δέν δύνανται νά παρασχεθούν ἀπό ἕνα άτομο εγκατεστημένο σέ άλλο Κράτος μέλος, παρά μόνο ἄν αυτό εἶναι εφοδιασμένο μέ άδεια χορηγηθείσα ἀπό τίς ἁρμόδιες ἀρχές τοῦ ἐν λόγω κράτους (άδεια ἡ ὁποία δύναται νά μη χορηγηθεί ὅταν υφίστανται προφανείς λόγοι, πού νά δικαιολογούν τόν φόβο ὅτι ἡ διάθεση εργατικοί) δυναμικοῦ ἀπό τόν αἰτοῦντα θά βλάψει τίς ἀγαθές σχέσεις στην ἀγορά εργασίας ἤ ὅτι δέν θά υπάρχει επαρκής διασφάλιση τῶν συμφερόντων τῶν εργαζομένων), ὑπό τόν ὅρο ὅτι α) τό αυτό ἀπαιτείται ἀπό τά εγκατεστημένα στό ἐν λόγω Κράτος μέλος πρόσωπα καί β) ὅτι πρόσωπο ἐγκατεστημένο σέ άλλο Κράτος μέλος ἀπαλλάσσεται ἀπό τήν υποχρέωση νά ζητήσει την χορήγηση τέτοιας ἀδείας ἐφ' όσον δύναται νά ἀποδείξει, προσκομίζοντας άδεια χορηγηθείσα ἀπό τό κράτος ὅπού εἶναι εγκατεστημένος ή μέ οιονδήποτε άλλο τρόπο, ὅτι πληροί τίς προϋποθέσεις, τίς όποιες θα ὄφειλε νά συγκεντρώσει στό κράτος εντός τοῦ ὁποίου παρέχει τίς ὑπηρεσίες του καί ὅτι οἱ προϋποθέσεις αυτές δύνανται νά ἐφαρμοσθούν κατά τόν προσήκοντα τρόπο.


( 1 ) Μετάφραση ἀπό τά ἀγγλικά.