Συνεκδικασθείσες υποθέσεις 154/78, 205/78, 206/78, 226/78 έως 228/78, 263/78 και 264/78, 39/79, 31/79, 83/79 και 85/79

SpA Ferriera Valsabbia κ.λπ.

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Ράβδοι οπλισμού σκυροδέματος κυκλικής διατομής»

   

   

Περίληψη της αποφάσεως

  1. Διαδικασία – Ένσταση ελλείψεως νομιμότητος – Παραδεκτό – Εξετάζεται αυτεπαγγέλτως

    (Συνθήκη ΕΚΑΧ, άρθρο 36, τρίτο εδάφιο)

  2. Διαδικασία – Ένσταση ελλείψεως νομιμότητος κατά το άρθρο 36, τρίτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚΑΧ – Παραδεκτό – Προϋποθέσεις – Παραπομπή στο άρθρο 33, πρώτο εδάφιο, της ίδιας Συνθήκης – Σημασία

    (Συνθήκη ΕΚΑΧ, άρθρο 33, πρώτο εδάφιο, και άρθρο 36, τρίτο εδάφιο)

  3. Πράξεις των Κοινοτικών οργάνων – Γενικές αποφάσεις ΕΚΑΧ – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο

    (Συνθήκη ΕΚΑΧ, άρθρα 5 και 15)

  4. ΕΚΑΧ – Κοινοτικά όργανα – Υποχρέωση ενεργείας προς το κοινό συμφέρον – Περιεχόμενο

    (Συνθήκη ΕΚΑΧ, άρθρο 3)

  5. ΕΚΑΧ – Κοινοτικά όργανα – Υποχρέωση επιδιώξεως των στόχων τους οποίους θέτει το άρθρο 3 της Συνθήκης – Συμβιβασμός των διαφόρων στόχων – Κατάσταση κρίσεως – θέσπιση εκτάκτων μέτρων – Μη συμμόρφωση προς ορισμένους στόχους – Επιτρέπεται

    (Συνθήκη ΕΚΑΧ, άρθρο 3)

  6. ΕΚΑΧ – Τομέας βιομηχανίας σιδήρου και χάλυβος – Πολιτική αντιμετωπίσεως κρίσεων – Έρεισμα – Αρχή της αλληλεγγύης μεταξύ των διαφόρων επιχειρήσεων

    (Συνθήκη ΕΚΑΧ, άρθρα 3, 49 επ., 53, 55, παραγρ. 2 και 56)

  7. ΕΚΑΧ – Παραγωγή – Σύστημα ποσοστώσεων – Επιτρεπτό – Προϋποθέσεις

    (Συνθήκη ΕΚΑΧ, άρθρο 58)

  8. ΕΚΑΧ – Τιμές – Καθορισμός κατωτάτων τιμών – Μέθοδος – Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής – Δικαστικός έλεγχος – Όρια

    (Συνθήκη ΕΚΑΧ, άρθρα 3 και 61)

  9. ΕΚΑΧ – Τιμές – Καθορισμός κατωτάτων τιμών – Νομιμότητα – Προϋποθέσεις

    (Συνθήκη ΕΚΑΧ, άρθρα 3 και 61)

  10. Κοινοτικό δίκαιο – Γενικές αρχές του δικαίου – Θεμελιώδη δικαιώματα – Δικαιώματα ιδιοκτησίας – Κατοχύρωση – Όρια

  11. Κοινοτικό δίκαιο – Γενικές αρχές του δικαίου – Αναλογικότητα – Υποχρεώσεις των κοινοτικών οργάνων – Περιεχόμενο

  12. Κοινοτικό δίκαιο – Αρχές – Άμυνα – Έννοια – Δεν μπορεί να αντιταχθεί κατά δημοσίας αρχής η οποία ενεργεί εντός του πλαισίου των εξουσιών της

  13. Κοινοτικό δίκαιο – Αρχές – Ανωτέρα βία – Έννοια

  14. Κοινοτικό δίκαιο – Αρχές – Κατάσταση ανάγκης – Έννοια

  15. ΕΚΑΧ – Τιμές – Ευθυγράμμιση προς τιμές καθοριζόμενες κατά παράβαση διατάξεως περί επιβολής κατωτάτων τιμών – Δεν επιτρέπεται

    (Συνθήκη ΕΚΑΧ, άρθρο 60- γενική απόφαση 962/77/ΕΚΑΧ, άρθρο 6, εδάφιο 1)

  1.  Ισχυρισμός περί απαραδέκτου ενστάσεως ελλείψεως νομιμότητας, η οποία προβάλλεται δυνάμει του άρθρου 36, τρίτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚΑΧ, και αν ακόμα δεν συνοδεύεται με ρητά αιτήματα, πρέπει να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως κατά το μέτρο που αφορά την ίδια την αρμοδιότητα του Δικαστηρίου.

  2.  Η έκφραση «κατά τους όρους που προβλέπονται στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 33 της παρούσης συνθήκης», ή οποία περιέχεται στο άρθρο 36, τρίτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚΑΧ, σημαίνει ότι οι προσφεύγοντες δεν μπορούν να επικαλεστούν την έλλειψη νομιμότητας των γενικών αποφάσεων των οποίων η παράβαση τους προσάπτεται παρά μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες μπορεί να ασκηθεί προσφυγή ακυρώσεως κατά την προαναφερθείσα πρώτη παράγραφο, ότι πρέπει να αποδεικνύουν την ύπαρξη εννόμου συμφέροντος και ότι το Δικαστήριο, κατά την εξέταση της ενστάσεως ελλείψεως νομιμότητας, δεν μπορεί να εκτιμήσει την κατάσταση που απορρέει από οικονομικά γεγονότα ή περιστάσεις εν όψει της οποίας εκδόθηκαν οι αποφάσεις παρά μόνον εντός των ορίων που καθορίζει το άρθρο 33, πρώτο εδάφιο, δεύτερη περίοδος.

  3.  Τα άρθρα 5 και 15 της Συνθήκης ΕΚΑΧ υποχρεώνουν την Επιτροπή να μνημονεύει στις αιτιολογικές σκέψεις των γενικών αποφάσεων της την εν γένει κατάσταση η οποία οδήγησε στην έκδοση τους, και τους γενικούς στόχους των οποίων την επίτευξη επιδιώκει. Επομένως, δεν μπορεί να απαιτηθεί από την Επιτροπή να αναφέρει ειδικά τα πολυάριθμα και πολυσύνθετα πραγματικά δεδομένα εν όψει των οποίων εκδόθηκε η απόφαση, ούτε, κατά μείζονα λόγο, να εξηγήσει με πληρότητα τη σχετική εκτίμηση της, ούτε να αντικρούσει τις γνώμες που διατύπωσαν τα συμβουλευτικά όργανα.

  4.  Ναι μεν η Επιτροπή υποχρεούται, δυνάμει του άρθρου 3 της Συνθήκης ΕΚΑΧ, να ενεργεί «προς το κοινό συμφέρον», αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι πρέπει να ενεργεί προς το συμφέρον όλων ανεξαιρέτως, καθ' όσον το έργο της δεν συνεπάγεται την υποχρέωση να ενεργεί μόνον υπό τον όρον ότι δεν θίγεται κανένα συμφέρον. Αντίθετα, πρέπει να ενεργεί εκτιμώντας τα διάφορα συμφέροντα, αποφεύγοντας τις ζημιογόνες συνέπειες, εάν το επιτρέπει λογικά η απόφαση που πρόκειται να λάβει. Η Επιτροπή μπορεί, προς το κοινό συμφέρον, να κάνει χρήση της εξουσίας εκδόσεως αποφάσεων την οποία διαθέτει ανάλογα με τις απαιτήσεις των περιστάσεων, ακόμα και εις βάρος ορισμένων συγκεκριμένων συμφερόντων.

  5.  Από το άρθρο 3 της Συνθήκης ΕΚΑΧ δεν μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι τα όργανα της Κοινότητας οφείλουν εν πάση περιπτώσει να επιδιώκουν συγχρόνως και στο σύνολο τους τους στόχους τους οποίους θέτει η διάταξη αυτή. Πρέπει και αρκεί να φροντίζει διαρκώς ώστε να συμβιβάζονται οι αντιφάσεις, οι οποίες ενδεχομένως υπάρχουν μεταξύ των στόχων αυτών αν θεωρηθούν χωριστά, όταν δε διαπιστώνονται τέτοιου είδους αντιφάσεις, να δίνει σε ορισμένους από τους στόχους του άρθρου 3 την προτεραιότητα που θεωρεί ότι επιβάλλουν τα οικονομικά γεγονότα και οι οικονομικές περιστάσεις εν όψει των οποίων η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση της.

    Αν η ανάγκη συμβιβασμού μεταξύ των διαφόρων στόχων επιβάλλεται σε περίπτωση που η κατάσταση της αγοράς είναι κανονική, το ίδιο πρέπει να γίνει δεκτό κατά μείζονα λόγο όταν υπάρχει κατάσταση κρίσεως η οποία δικαιολογεί τη θέσπιση εκτάκτων μέτρων, τα οποία έχουν εξαιρετικό χαρακτήρα σε σχέση με τους συνήθεις κανόνες λειτουργίας της κοινής αγοράς και τα οποία έχουν, πράγματι, ως συνέπεια τη μη τήρηση ορισμένων από τους στόχους του άρθρου 3 της Συνθήκης.

  6.  Η πολιτική αντιμετωπίσεως κρίσεων στον τομέα της βιομηχανίας σιδήρου και χάλυβος στηρίζεται στη θεμελιώδη αρχή της αλληλεγγύης μεταξύ των διαφόρων επιχειρήσεων, η οποία διατυπώνεται στο προοίμιο της Συνθήκης ΕΚΑΧ και εξειδικεύεται, ιδίως, σε πολλά άρθρα, όπως το άρθρο 3 (προτεραιότητα του κοινού συμφέροντος, το οποίο έχει ως προϋπόθεση το καθήκον αλληλεγγύης), τα άρθρα 49 και επόμενα (σύστημα χρηματοδοτήσεως της Κοινότητας στηριζόμενο στην επιβολή εισφορών), το άρθρο 55, παράγραφος 2 (κοινή χρήση των αποτελεσμάτων των τεχνικών και κοινωνικών ερευνών), το άρθρο 56 (ενισχύσεις μετατροπής και αναπροσαρμογής), το άρθρο 53 (δημιουργία χρηματοδοτικών μηχανισμών).

  7.  Η Επιτροπή δεν οφείλει να καθορίσει σύστημα ποσοστώσεων της παραγωγής βάσει του άρθρου 58 της Συνθήκης ΕΚΑΧ παρά μόνο σε περίπτωση βέβαιης αδυναμίας θεραπείας της κρίσεως μέσω, μεταξύ άλλων, παρεμβάσεων όσον αφορά τις τιμές.

  8.  Η κατά το άρθρο 61 της Συνθήκης της ΕΚΑΧ εφαρμοστέα μέθοδος καθορισμού του επιπέδου των τιμών προσδιορίζεται κατά διακριτική ευχέρεια και βάσει τεχνικών δεδομένων, διέπεται δε από την αρχή της αλληλεγγύης και τα κριτήρια που απαριθμούνται στό άρθρο 61, δεύτερη παράγραφος, υπόκειται δε στην τήρηση των τυπικών προϋποθέσεων της διαβουλεύσεως με την Συμβουλευτική Επιτροπή και το Συμβούλιο. Το Δικαστήριο μπορεί να ελέγξει την επιλογή της Επιτροπής μόνον όταν η οικονομική εκτίμηση αφήνει να διαφανεί προφανής παράβαση κανόνα δικαίου, όπως σε περίπτωση καθορισμού των τιμών σε επίπεδο τέτοιο ώστε να εμποδίζεται κατά έκδηλο τρόπο η επιδίωξη των στόχων του άρθρου 3 της Συνθήκης.

  9.  Δεδομένου ότι αναφέρονται αποκλειστικώς στο άρθρο 3 της Συνθήκης ΕΚΑΧ, οι διατάξεις του άρθρου 61 της Συνθήκης έχουν την έννοια ότι η συμμόρφωση προς τους στόχους και η τήρηση των αρχών του προαναφερθέντος άρθρου 3 εξασφαλίζει από μόνη της τη νομιμότητα μιας αποφάσεως περί καθορισμού κατωτάτων τιμών.

  10.  Η κατοχύρωση του δικαιώματος της ιδιοκτησίας δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι περιλαμβάνει και την προστασία συμφερόντων εμπορικού χαρακτήρα, των οποίων η αβεβαιότητα ενυπάρχει στην ίδια την ουσία της οικονομικής δραστηριότητας.

  11.  Ναι μεν τα όργανα της Κοινότητας οφείλουν, κατά την άσκηση των εξουσιών τους, να επαγρυπνούν ώστε οι επιβαρύνσεις οι οποίες επιβάλλονται στους επιχειρηματίες να μην υπερβαίνουν το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη των στόχων τους οποίους πρέπει να πραγματοποιεί η διοίκηση, δεν έπεται, όμως, ότι η υποχρέωση αυτή πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με την ιδιαίτερη κατάσταση ορισμένης ομάδας επιχειρηματιών.

  12.  Η άμυνα, η οποία προϋποθέτει πράξη υπερασπίσεως κατ' αδίκου επιθέσεως, δεν μπορεί να απαλλάξει από την ευθύνη τους τους επιχειρηματίες, οι οποίοι εν γνώσει τους παραβιάζουν μια γενική απόφαση που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από άποψη νομιμότητας ούτε θεωρούμενη καθαυτή ούτε σε σχέση με τις οικονομικές περιστάσεις και τα οικονομικά γεγονότα εν όψει των οποίων εκδόθηκε. Η άμυνα δεν μπορεί να αντιταχθεί κατά δημοσίας αρχής η οποία ενεργεί νομίμως εντός του νομικού πλαισίου των αρμοδιοτήτων της.

  13.  Η αναγνώριση της υπάρξεως ανωτέρας βίας προϋποθέτει ότι η εξωτερική αιτία την οποία επικαλείται ο ενδιαφερόμενος έχει αναπότρεπτες και αναπόφευκτες συνέπειες, σε σημείο ώστε να καθίσταται αντικειμενικά αδύνατη γι' αυτόν η συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις του.

  14.  Η κατάσταση ανάγκης προϋποθέτει πραγματική απειλή κατά της υπάρξεως της επιχειρήσεως η οποία την επικαλείται οι συνέπειες ατομικής συμπεριφοράς δεν επιτρέπουν την επίκληση καταστάσεως ανάγκης.

  15.  Το άρθρο 6, εδάφιο 1, της αποφάσεως 962/77/ΕΚΑΧ έχει την έννοια ότι οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να ευθυγραμμίζονται προς τις τιμές που έχουν καθορίσει οι ανταγωνιστές τους κατά παράβαση των διατάξεων περί επιβολής κατωτάτων τιμών, προς τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται όλες οι κοινοτικές επιχειρήσεις.