19.7.2023   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 254/12


Δημοσίευση εγκριθείσας συνήθους τροποποίησης των προδιαγραφών προϊόντος προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης ή προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης στον τομέα των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 6β παράγραφοι 2 και 3 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 664/2014 της Επιτροπής

(2023/C 254/09)

Η παρούσα ανακοίνωση δημοσιεύεται σύμφωνα με το άρθρο 6β παράγραφος 5 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 664/2014 της Επιτροπής (1).

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ ΣΥΝΗΘΟΥΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ Η ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΕΝΔΕΙΞΗΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕΛΟΥΣ

[Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1151/2012]

«Oli de l'Empordà / Aceite de L'Empordà»

Αριθ. ΕΕ: PDO-ES-1161-AM01 - 27.4.2023

ΠΟΠ (X) ΠΓΕ ( )

1.   Ονομασία του προϊόντος

«Oli de l'Empordà / Aceite de L'Empordà»

2.   Κράτος μέλος στο οποίο ανήκει η γεωγραφική περιοχή

Ισπανία

3.   Αρχή του κράτους μέλους που κοινοποιεί τη συνήθη τροποποίηση

Περιφερειακή Κυβέρνηση της Καταλονίας - Υπηρεσία δράσης για το κλίμα, τροφίμων και αγροτικών θεμάτων

4.   Περιγραφή της/των εγκεκριμένης/-ων τροποποίησης/-εων

1.   Τροποποίηση των ορίων λινελαϊκού οξέος

Τροποποιούνται τα όρια για το λινελαϊκό οξύ στο σημείο B.3 «Χαρακτηριστικά του προϊόντος» των προδιαγραφών προϊόντος. Συγκεκριμένα, η τιμή του λινελαϊκού οξέος μειώνεται από «13 (με ακραίες τιμές από 8 έως 18)» σε «11 (με ακραίες τιμές από 6 έως 16)».

Η τροποποίηση επηρεάζει το ενιαίο έγγραφο

2.   Τροποποίηση της διατύπωσης στην «Περιγραφή του προϊόντος»

Στο σημείο 3.2 του ενιαίου εγγράφου, η φράση «13 (με ακραίες τιμές από 8 έως 18)» αντικαθίσταται από τη φράση σε «11 (με ακραίες τιμές από 6 έως 16)».

Η τροποποίηση επηρεάζει το ενιαίο έγγραφο

3.   Τροποποίηση της διατύπωσης στην «Ιδιοτυπία του προϊόντος»

Στο σημείο 5.2, η περίοδος:

«Επιπλέον, η σταθερότητα αυτών των ελαιολάδων οφείλεται στην υψηλή τους περιεκτικότητα σε ελαϊκό οξύ που ανέρχεται σε 67 % (με τιμές κυμαινόμενες από 60 % έως 75 %), ακολουθούμενη από 13 % λινελαϊκό οξύ (με τιμές που κυμαίνονται από 8 % έως 18 %) και 14 % παλμιτικό οξύ (με τιμές κυμαινόμενες από 11 % έως 18 %).»

αντικαθίσταται από την περίοδο:

«Επιπλέον, η σταθερότητα αυτών των ελαιολάδων οφείλεται στην υψηλή τους περιεκτικότητα σε ελαϊκό οξύ που ανέρχεται σε 67 % (με τιμές κυμαινόμενες από 60 % έως 75 %), ακολουθούμενη από 11 % λινελαϊκό οξύ (με τιμές που κυμαίνονται από 6 % έως 16 %) και 14 % παλμιτικό οξύ (με τιμές κυμαινόμενες από 11 % έως 18 %).»

Η τροποποίηση επηρεάζει το ενιαίο έγγραφο

ΕΝΙΑΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ

«Oli de l'Empordà / Aceite de L'Empordà»

Αριθ. ΕΕ: PDO-ES-1161-AM01 - 27.4.2023

ΠΟΠ (X) ΠΓΕ ( )

1.   Ονομασία/-Ες [ΠΟΠ ή ΠΓΕ]

«Oli de l'Empordà / Aceite de L'Empordà»

2.   Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα

Ισπανία

3.   Περιγραφή του γεωργικού προϊόντος ή του τροφίμου

3.1.   Τύπος προϊόντος [που περιλαμβάνεται στο παράρτημα XI]

Κλάση 1.5. Έλαια και λίπη (βούτυρο, μαργαρίνη, λάδι, κ.λπ.)

3.2.   Περιγραφή του προϊόντος για το οποίο ισχύει η ονομασία υπό 1

Εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο των ποικιλιών «Argudell», «Curivell», «Llei de Cadaqués» και «Arbequina», λαμβανόμενο με μηχανικές διεργασίες ή άλλες φυσικές μεθόδους επεξεργασίας που δεν επιφέρουν αλλοίωση του ελαιολάδου, ενώ ταυτόχρονα διατηρούν τη γεύση, το άρωμα και τα χαρακτηριστικά του καρπού από τον οποίο προέρχεται.

Το ελαιόλαδο που φέρει τη συγκεκριμένη ΠΟΠ παράγεται από ελιές των αυτόχθονων ποικιλιών «Argudell», «Curivell» και «Llei de Cadaqués» και της παραδοσιακής ποικιλίας «Arbequina», καλλιεργούμενες σε εγγεγραμμένους ελαιώνες. Ως κύριες ποικιλίες θεωρούνται η ποικιλία «Argudell», η οποία συμμετέχει σε ποσοστό τουλάχιστον 51 % στο μείγμα ποικιλιών, και η ποικιλία «Arbequina»· οι δύο αυτές ποικιλίες αντιπροσωπεύουν άνω του 95 % της σύνθεσης του ελαιολάδου.

Σε περίπτωση που χρησιμοποιείται μείγμα από ελιές διαφόρων ποικιλιών στην παραγωγή του ελαιολάδου, η ποικιλιακή σύνθεση αυτών υπολογίζεται με βάση την απόδοση σε έλαιο κάθε παρτίδας χρησιμοποιούμενων ελιών.

Τα ελαιόλαδα παρουσιάζουν τα ακόλουθα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά:

Λιπαρά οξέα:

Ελαϊκό οξύ %

67,0 (με ακραίες τιμές από 60 έως 75 )

Λινελαϊκό οξύ %

11,0 (με ακραίες τιμές από 6 έως 16 )

Παλμιτικό οξύ %

14,0 (με ακραίες τιμές από 11 έως 18 )

Σταθερότητα (τιμή Rancimat στους 120 oC)

Μέση τιμή 9 ωρών, αλλά ποτέ κάτω των 6 ωρών

Τα ελαιόλαδα παρουσιάζουν τα ακόλουθα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά:

Χρώμα: από αχυροκίτρινο έως πράσινο, λιγότερο ή περισσότερο έντονο.

Χαρακτηριστικά

Χαρακτηρισμός

Μέσος όρος και ακραίες τιμές

Ελαττώματα

ουδέν

0

Φρουτώδες άρωμα άγουρης ελιάς

Μέση ένταση έως μέτρια έντονη, τύπου «πράσινη»

5,0 (με ακραίες τιμές από 4 έως 7 ), όπου πάνω από τους μισούς δοκιμαστές εντοπίζουν την «πράσινη» χροιά στον «τύπο φρουτώδους»

Πικρό

Μέση ένταση

4,0 (με ακραίες τιμές από 3 έως 6 )

Πικάντικο

Μέση ένταση

4,0 (με ακραίες τιμές από 3 έως 6 )

Ισορροπία

ισόρροπο

Διαφορά μεταξύ φρουτώδους και [πικρού ή πικάντικου] < 2,0

Το οργανοληπτικό προφίλ των ελαιολάδων της ΠΟΠ «Oli de l'Empordà / Aceite de L'Empordà», σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 640/2008, έχει ως εξής: ισόρροπα ελαιόλαδα πράσινου φρουτώδους, μέτριας έντασης. Στο στόμα παρουσιάζουν μέτρια πικρή και καυστική γεύση λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς τους σε πολυφαινόλες, όπου τα επίθετα «μέτριο», «ισόρροπο» και «πράσινο» έχουν ισοδύναμη αριθμητική τιμή που καθορίζεται από το προαναφερόμενο πρότυπο.

Το οργανοληπτικό προφίλ των ελαιολάδων αυτών, λαμβανομένων υπόψη άλλων δευτερευόντων περιγραφέων αρωματικού τύπου (COI/T.20), έχει ως εξής: «Ελαιόλαδα με αρώματα που συνήθως θυμίζουν φρεσκοκομμένο γρασίδι και/ή καρύδι· μπορεί επίσης να εμφανίσουν αρώματα εξωτικών φρούτων, πράσινων φρούτων ή αγκινάρας, καθώς και να αφήσουν μια επίγευση αμυγδάλου στο στόμα.»

Πρόκειται για εξαιρετικά παρθένα ελαιόλαδα με υψηλή σταθερότητα (με μέση τιμή Rancimat 9 ώρες στους 120 °C, που δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να είναι μικρότερη από 6 ώρες), λόγω του υψηλού επιπέδου αντιοξειδωτικών ουσιών (κυρίως πολυφαινολών).

Τα προαναφερόμενα χαρακτηριστικά των ελαιολάδων της ΠΟΠ «Oli d'Empordà» έχουν άμεση σχέση με την ποικιλία «Argudell» που χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο. Πράγματι, η ποικιλία αυτή παράγει ελαιόλαδα με πράσινο φρουτώδες και νότες χόρτου και αγκινάρας που αφήνουν στο στόμα πικρή και πικάντικη γεύση. Τα χαρακτηριστικά αυτά διατηρούνται στα μείγματα με την ποικιλία «Arbequina», η οποία έχει περισσότερο ουδέτερα αρώματα και είναι πολύ λιγότερο πικρή και καυστική, με αποτέλεσμα να κυριαρχεί ο οργανοληπτικός χαρακτήρας της ποικιλίας «Argudell», που είναι τόσο πιο έντονος όσο αυξάνει η αναλογία της στο μείγμα.

3.3.   Ζωοτροφές (μόνο για προϊόντα ζωικής προέλευσης) και πρώτες ύλες (μόνο για μεταποιημένα προϊόντα)

Η πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή του ελαιολάδου «aceite de l’Empordà» είναι ελιές των ποικιλιών Argudell, Arbequina, Curivell και Llei de Cadaqués που καλλιεργούνται στην οριοθετούμενη στο σχετικό σημείο γεωγραφική περιοχή.

3.4.   Ειδικά στάδια της παραγωγής τα οποία πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής

Η παραγωγή του καρπού και η μεταποίηση του προϊόντος εκτελούνται αποκλειστικά εντός της οριοθετούμενης στο σχετικό σημείο γεωγραφικής περιοχής.

3.5.   Ειδικοί κανόνες σχετικά με τον τεμαχισμό, το τρίψιμο, τη συσκευασία κ.λπ. του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η ονομασία

Η εμφιάλωση του ελαιολάδου μπορεί να γίνεται τόσο εντός όσο και εκτός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει ένα αξιόπιστο σύστημα ιχνηλασιμότητας και γίνεται η ορθή επισήμανση του ελαιολάδου.

Για τη λιανική πώληση, η εμφιάλωση πραγματοποιείται σε δοχεία χωρητικότητας έως 5 λίτρων, κατασκευασμένα από γυαλί, μέταλλο με επένδυση κατάλληλη για χρήση σε τρόφιμα, PET ή εφυαλωμένο κεραμικό και άλλα υλικά επιτρεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία.

3.6.   Ειδικοί κανόνες για την επισήμανση του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η καταχωρισμένη ονομασία

Επιπλέον των πληροφοριακών στοιχείων γενικού χαρακτ ήρα που προβλέπονται από τη νομοθεσία, στις συσκευασίες πρέπει να αναγράφεται επίσης η ονομασία «Oli de l'Empordà» (στα καταλανικά) ή «Aceite de L’Empordà» (στα ισπανικά) συνοδευόμενη από τις λέξεις «Denominación de Origen Protegida» (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης).

4.   Συνοπτική οριοθέτηση της γεωγραφικής περιοχής

Η προστατευόμενη περιοχή περιλαμβάνει τα εδάφη των εξήντα οκτώ κοινοτήτων του διοικητικού διαμερίσματος (comarca) Alt Empordà, των τριάντα έξι κοινοτήτων του διοικητικού διαμερίσματος Baix Empordà, πέντε γειτονικές κοινότητες του διοικητικού διαμερίσματος Gironès (Viladasens, Sant Jordi Desvalls, Flaçà, Madremanya και Llagostera) και τρεις του διοικητικού διαμερίσματος Pla de l'Estany (Crespia, Esponellà και Vilademuls). Όλες αυτές οι κοινότητες ανήκουν στην επαρχία της Girona, και βρίσκονται στο βόρειο άκρο της Αυτόνομης Κοινότητας της Καταλονίας.

5.   Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή

5.1.   Ιδιαιτερότητα της γεωγραφικής περιοχής

Η οριοθετημένη περιοχή εδαφολογικά και κλιματικά προσδιορίζεται από τρεις καθοριστικούς παράγοντες:

Εδάφη: ως επί το πλείστον φτωχά, ελαφρά και όξινα ή ουδέτερα

Θερμοκρασία: Μέτρια θερμοκρασία χάρη στην επίδραση της θάλασσας.

Άνεμος: βόρειος άνεμος, χαρακτηριστικός για την περιοχή: η τραμουντάνα.

Η περιοχή της ελαιοκαλλιέργειας στην L’Empordà συγκεντρώνεται σε περιοχές με φτωχά εδάφη, δηλαδή σε χαμηλά υψώματα και πανεπίπεδα στους πρόποδες των Πυρηναίων (Serra Albera και Serra de Rodes) προς βορρά και στους πρόποδες του Montgrí και της Sierra de Les Gabarres προς νότο. Τα εδάφη είναι κατά κανόνα ελαφρά και όξινα ή ουδέτερα, από σχιστόλιθο ή γνεύσιους ή γρανιτικά πετρώματα, χαρακτηριστικά των περιοχών που βρίσκονται στους πρόποδες των Πυρηναίων.

Το κλίμα του νομού της L’Empordà, στην περιοχή παραγωγής του ελαιοκάρπου, χαρακτηρίζεται, κατά Παπαδάκη, ως θαλάσσιο μεσογειακό και, κατά Thornthwaite, ως ξηρό ύφυγρο στα παράλια και ύφυγρο στην ενδοχώρα.

Οι θερμοκρασίες, καθώς και το εύρος της ημερήσιας θερμοκρασίας μετριάζονται υπό την επίδραση της θάλασσας. Η περίοδος των παγετών διαρκεί από τα μέσα Νοεμβρίου έως τα τέλη Μαρτίου.

Οι μέσες βροχοπτώσεις κυμαίνονται από 550 mm στη βόρεια παράκτια ζώνη έως 850 mm στην ενδοχώρα, κοντά στους πρόποδες των Πυρηναίων. Οι βροχοπτώσεις αυτές κατανέμονται άνισα μέσα στο έτος και σημειώνονται κυρίως κατά τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο.

Το υδατικό ισοζύγιο δείχνει ότι μεταξύ Ιουνίου και Αυγούστου έχουμε περίοδο ξηρασίας, χαρακτηριστική των μεσογειακών περιοχών.

Στην αιολική κλιματολογία κυριαρχούν οι βοριάδες: η «τραμουντάνα».

Πρόκειται για άνεμο πάντοτε ξηρό που ενίοτε μπορεί να γίνει πολύ δυνατός και αποτελεί ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του κλίματος της L'Empordà.

Επιπλέον, η δράση αυτών των ανέμων τους ψυχρούς μήνες του χειμώνα περιορίζει τον κίνδυνο να πληγούν οι ελαιώνες από έντονους παγετούς, γεγονός που επιτρέπει την επιβίωσή τους σε αυτούς τους νομούς.

Το καλοκαίρι πνέουν νοτιοανατολικές αύρες οι οποίες μετριάζουν τις ημερήσιες θερμοκρασίες και διατηρούν την υγρασία σε σχετικά υψηλά επίπεδα κατά τη θερινή περίοδο.

Ιστορικοί και ανθρώπινοι παράγοντες:

Το εξαιρετικό ελαιόλαδο «Empordà» συνδέεται άμεσα με την ιστορία, την παράδοση και τον πολιτισμό της προστατευόμενης περιοχής. Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές και τις αρχαιολογικές ανασκαφές, η καλλιέργεια της ελιάς και η παραγωγή ελαιολάδου έχουν ιστορία μακρύτερη των 2 500 ετών. Το ελαιόλαδο συνυπήρχε πάντα με άλλα χαρακτηριστικά μεσογειακά προϊόντα, όπως το κρασί, δύο προϊόντα ιδιαίτερα σημαντικά για την οικονομική ανάπτυξη των κατοίκων της περιοχής. Η καλλιέργεια γίνεται σε μικρές εκμεταλλεύσεις, τα κτήματα είναι έντονα κατατμημένα και σημαντικό ποσοστό του ελαιολάδου παράγεται μέσω συνεταιρισμών. Πρόκειται για καλλιέργεια με έντονο κοινωνικό χαρακτήρα που στηρίζεται στη συμμετοχή των μελών της οικογένειας στις διάφορες καλλιεργητικές εργασίες, και ιδίως στη συγκομιδή.

Οι ιδιαίτερες κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής και η εργασία πολλών γενεών είχαν ως αποτέλεσμα την επιλογή τριών τοπικών ποικιλιών που καλλιεργούνται μόνο στη γεωγραφική περιοχή αυτής της ΠΟΠ: της επικρατούσας ποικιλίας «Argudell» και δευτερευόντως των ποικιλιών «Curivell» και «Llei de Cadaqués». Επιπλέον, η ποικιλία «Arbequina» καλλιεργείται ως παραδοσιακή ποικιλία εδώ και πάνω από 100 χρόνια.

5.2.   Ιδιοτυπία του προϊόντος

Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του ελαιολάδου αυτού οφείλεται στην παρουσία της τοπικής ποικιλίας «Argudell» με ποσοστό άνω του 51 %. Η ποικιλία αυτή είναι ιδιαίτερα προσαρμοσμένη στις ειδικές κλιματολογικές και εδαφολογικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή της Empordà, γεγονός που εξηγεί γιατί είναι η πλέον διαδεδομένη στην περιοχή παρά την πίεση από άλλες ποικιλίες, τόσο καταλανικές όσο και γαλλικές. Πράγματι, πρόκειται για ποικιλία πολύ ανθεκτική, προσαρμοσμένη στα φτωχά εδάφη και η οποία αντέχει στους ισχυρούς ανέμους που πνέουν στην περιοχή (την τραμουντάνα), χάρη στη μεγάλη της δύναμη, τη χαμηλή πυκνότητα του φυλλώματος και την υψηλή ισχύ συγκράτησης των καρπών της στα κλαδιά (FRF).

Επιπλέον, σε γενετικό επίπεδο (μοριακοί δείκτες DNA), η ποικιλία αυτή είναι πολύ διαφορετική από τις υπόλοιπες καταλανικές ποικιλίες, με συντελεστή ομοιότητας με αυτές μικρότερο από 0,30 (τιμή 1 σημαίνει ότι οι γονότυποι είναι ίδιοι).

Υψηλή σταθερότητα. Πρόκειται για ελαιόλαδα με υψηλή σταθερότητα, λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς τους σε αντιοξειδωτικές ουσίες (κυρίως πολυφαινόλες). Η μέση τιμή Rancimat στους 120oC είναι 9 ώρες, τιμή που δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να είναι μικρότερη από 6 ώρες. Επιπλέον, η σταθερότητα αυτών των ελαιολάδων οφείλεται στην υψηλή τους περιεκτικότητα σε ελαϊκό οξύ που ανέρχεται σε 67 % (με τιμές κυμαινόμενες από 60 % έως 75 %), ακολουθούμενη από 11 % λινελαϊκό οξύ (με τιμές που κυμαίνονται από 6 % έως 16 %) και 14 % παλμιτικό οξύ (με τιμές κυμαινόμενες από 11 % έως 18 %). Δεδομένου ότι πρόκειται για τη βορειότερη ζώνη καλλιέργειας της ελιάς στην Ιβηρική Χερσόνησο, τα ελαιόλαδα που παράγονται από τις ίδιες ποικιλίες σε άλλες ισπανικές περιφέρειες θα είχαν χαμηλότερη περιεκτικότητα σε ελαϊκό οξύ και μεγαλύτερη σε λινελαϊκό οξύ, καθώς και λιγότερη σταθερότητα, χαρακτηριστικά τα οποία εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το γεωγραφικό πλάτος της περιοχής παραγωγής.

Χαρακτηριστική οσμή-γεύση (σύμφωνα με την ονοματολογία COI-T20 που αφορά ειδικά τα ελαιόλαδα με ΠΟΠ) με αρώματα που συνήθως θυμίζουν φρεσκοκομμένο γρασίδι και/ή καρύδι· μπορεί επίσης να εμφανίζουν αρώματα εξωτικών φρούτων, πράσινων φρούτων ή αγκινάρας, καθώς και να αφήνουν επίγευση αμυγδάλου στο στόμα. Η ιδιαίτερη επίδραση της περιοχής ευνοεί μια υψηλή συγκέντρωση αρωμάτων με αποτέλεσμα μέτρια ένταση του φρουτώδους της ελιάς που μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να φτάσει και σε υψηλά επίπεδα (ένταση από 4 έως 7). Στο στόμα, η υψηλή συγκέντρωση πολυφαινολών, σε σχέση με άλλες περιοχές της Καταλονίας, έχει ως αποτέλεσμα μέτρια ένταση της πικρής και καυστικής γεύσης (ένταση από 3 έως 6), ενώ διατηρείται μια σαφής ισορροπία με την ένταση του φρουτώδους που παρουσιάζουν (διαφορά μεταξύ φρουτώδους και πικρού ή καυστικού μικρότερη από 2), όπως ορίζεται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ.o 640/2008.

5.3.   Αιτιώδης σχέση που συνδέει τη γεωγραφική περιοχή με την ποιότητα ή τα χαρακτηριστικά του προϊόντος (για τις ΠΟΠ) ή με συγκεκριμένη ποιότητα, με τη φήμη ή άλλα χαρακτηριστικά του προϊόντος (για τις ΠΓΕ)

Όπως περιγράφεται ανωτέρω, ο συνδυασμός της ιστορίας, της καλλιεργητικής παράδοσης και των χαρακτηριστικών του περιβάλλοντος ήταν αυτός που κατέστησε δυνατή την καλλιέργεια της ελιάς σε αυτές τις περιοχές και δημιούργησε μια εντελώς ιδιαίτερη ποικιλιακή δομή. Πράγματι, η επιλογή ποικιλιών από τον άνθρωπο επεδίωκε πάντα την παραγωγή ποικιλιών προσαρμοσμένων στους ισχυρούς ανέμους που πνέουν στην περιοχή, καθώς και στα φτωχά εδάφη αυτής της περιοχής. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, η «Argudell» ήταν η ποικιλία που επικράτησε καθώς ήταν η καλύτερα προσαρμοσμένη σε αυτές τις συνθήκες. Αργότερα, η ποικιλία «Arbequina» αποδείχθηκε επίσης καλά προσαρμοσμένη στο περιβάλλον και εξασφάλισε περισσότερο προβλέψιμη συγκομιδή, χωρίς να μεταβάλει τα χαρακτηριστικά των ελαιολάδων δεδομένου του όχι ιδιαίτερα κυρίαρχου χαρακτήρα της, καθώς και του γεγονότος ότι χρησιμοποιείται σε μικρές αναλογίες.

Επιπλέον, η ρυθμιστική επίδραση της Μεσογείου κατέστησε βιώσιμη την καλλιέργεια της ελιάς σε αυτό το γεωγραφικό πλάτος, όπου οι πολύ χαμηλές χειμερινές θερμοκρασίες θα έβλαπταν τα ελαιόδενδρα, και όπου οι θαλάσσιες αύρες μεταφέρουν την υγρασία που είναι αναγκαία για τη βλάστηση και την καρποφορία. Αφετέρου, η συνολική θερμοκρασία ημέρας και νύχτας το καλοκαίρι ευνοεί τη λιπογένεση και τη σύνθεση μονοακόρεστων λιπαρών οξέων. Οι ισχυροί, ξηροί άνεμοι που πνέουν το φθινόπωρο (η τραμουντάνα) εμποδίζουν την εμφάνιση φυτοϋγειονομικών προβλημάτων και ευνοούν τη σωστή ωρίμαση, γεγονός που συμβάλλει στην υψηλή ποιότητα των καρπών που συγκομίζονται. Τέλος, τα ελαφρά και όξινα ή ουδέτερα εδάφη τα οποία προέρχονται από σχιστόλιθο ή γρανίτη, πετρώματα που κυριαρχούν στην περιοχή, σε αντίθεση με άλλες ελαιοπαραγωγικές περιοχές με αργιλώδες και ασβεστολιθικό έδαφος, ευνοούν τη συσσώρευση πολυφαινολών στους καρπούς.

Όλα αυτά τα στοιχεία δημιουργούν ένα ελαιόλαδο με ιδιαίτερη σύνθεση και οργανοληπτικό προφίλ.

Παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών

http://agricultura.gencat.cat/web/.content/al_alimentacio/al02_qualitat_alimentaria/normativa-dop-igp/plecs-vigor/pliego_condiciones_oli_emporda_modificacion-modificacion-2023-ES.pdf


(1)  ΕΕ L 179 της 19.6.2014, σ. 17.