Βρυξέλλες, 12.9.2023

COM(2023) 532 final

2023/0321(CNS)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τις επιχειρήσεις στην Ευρώπη: Πλαίσιο για τη φορολογία εισοδήματος (BEFIT)

{SWD(2023) 308 final} - {SWD(2023) 309 final}


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

Η πρόταση BEFIT παρουσιάστηκε στην ανακοίνωση σχετικά με τη φορολογία των επιχειρήσεων για τον 21ο αιώνα τον Μάιο του 2021 1 . Η πρόταση περιλαμβάνεται επίσης στο πρόγραμμα της Επιτροπής για το 2023 2 και έχει επίσης σημασία από την άποψη των ιδίων πόρων, όπως ορίζεται στην ανακοίνωση του 2021 σχετικά με την επόμενη γενιά ιδίων πόρων για τον προϋπολογισμό της Ένωσης 3 .

Η ιδέα να αναπτυχθεί ένα κοινό πλαίσιο φορολογίας των εταιρειών προς στήριξη της εσωτερικής αγοράς αποτελούσε ανέκαθεν μέρος της ιστορίας της Ένωσης και εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα έγγραφα πολιτικής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας ήδη από τη δεκαετία του 1960. Ωστόσο, καθώς γιορτάζουμε 30 χρόνια λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, εξακολουθούν να μην υπάρχουν κοινοί κανόνες για τον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Ένωση. Ως εκ τούτου, οι επιχειρήσεις πρέπει να συμμορφώνονται με (έως και) 27 διαφορετικά εθνικά φορολογικά συστήματα, γεγονός που καθιστά δύσκολη και δαπανηρή τη δραστηριότητα των επιχειρήσεων σε ολόκληρη την Ένωση. Η πολυπλοκότητα και οι αποκλίσεις στην αλληλεπίδραση των διαφόρων φορολογικών συστημάτων δημιουργούν άνισους όρους ανταγωνισμού και ενισχύουν τη φορολογική αβεβαιότητα και το κόστος φορολογικής συμμόρφωσης για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη. Αυτό έχει δυσμενείς επιπτώσεις στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, καθώς αποθαρρύνει τις διασυνοριακές επενδύσεις και θέτει τις επιχειρήσεις της Ένωσης σε μειονεκτική ανταγωνιστική θέση έναντι των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε αγορές συγκρίσιμου μεγέθους σε άλλα μέρη του κόσμου.

Επιπλέον, η αρχή του πλήρους ανταγωνισμού στη μεταβιβαστική τιμολόγηση, η οποία χρησιμοποιείται για την αποτίμηση των συναλλαγών μεταξύ συνδεδεμένων επιχειρήσεων, όχι μόνο οδηγεί σε υψηλότερο κόστος και μακροχρόνιες διαφορές, αλλά βασίζεται επίσης στη διαθεσιμότητα συγκρίσιμων συναλλαγών, με αποτέλεσμα να είναι λιγότερο ακριβής, ιδίως όσον αφορά συναλλαγές σε σχέση με άυλα στοιχεία ενεργητικού (διπλώματα ευρεσιτεχνίας, εμπορικά σήματα, υπεραξία κ.λπ.), καθώς πρόκειται για μοναδικής φύσης στοιχεία. Έτσι, η φορολογική βάση των κρατών μελών καθίσταται λιγότερο σταθερή και οι επιχειρήσεις διατρέχουν τον κίνδυνο αυθαίρετης αποτίμησης σημαντικού μέρους των δραστηριοτήτων τους.

Για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που εντοπίστηκαν, στον σχεδιασμό του BEFIT μπορούν πλέον να χρησιμοποιηθούν πολύτιμες πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν από πολυετείς διαπραγματεύσεις και σχετικές αναλύσεις των φορολογικών φακέλων. Ειδικότερα, οι προτάσεις του 2011 4 και του 2016 5 για κοινή ενοποιημένη βάση φορολογίας εταιρειών έδωσαν το έναυσμα για διεξοδική ανταλλαγή απόψεων και τα κράτη μέλη συνέκλιναν σημαντικά στις τεχνικές προσεγγίσεις τους κατά τη διάρκεια των εν λόγω διαπραγματεύσεων. Η παρούσα πρόταση αντικαθιστά τις προτάσεις της Επιτροπής για κοινή βάση φορολογίας εταιρειών και κοινή ενοποιημένη βάση φορολογίας εταιρειών, οι οποίες αποσύρονται. Το BEFIT θα αντικατοπτρίζει τις γνώσεις που αποκτήθηκαν και τις αλλαγές στη σύγχρονη οικονομία που χαρακτηρίζεται από αυξανόμενη παγκοσμιοποίηση και ψηφιοποίηση.

Το πλαίσιο της φορολογικής πολιτικής της Ένωσης έχει αλλάξει αισθητά τα τελευταία χρόνια. Οι βασικές έννοιες των πρωτοβουλιών για τη φορολογία των εταιρειών και των περαιτέρω συζητήσεων έχουν υιοθετηθεί σε άλλα και ευρύτερα πλαίσια απ’ ό,τι στο παρελθόν. Το 2020 το Συμβούλιο, το Κοινοβούλιο και η Επιτροπή συμφώνησαν ότι η κοινή βάση φορολογίας εταιρειών θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για έναν νέο ίδιο πόρο που θα προτείνει η Επιτροπή 6 . Το 2021, στο πλαίσιο της δήλωσης του πλαισίου χωρίς αποκλεισμούς των ΟΟΣΑ/G20 σχετικά με μια λύση δύο πυλώνων 7 , πάνω από 135 χώρες συμφώνησαν να υπολογίζουν τον πραγματικό φορολογικό συντελεστή ενός μεγάλου πολυεθνικού ομίλου ξεκινώντας από τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις του ομίλου (πυλώνας 2) και να χρησιμοποιούν μαθηματικό τύπο επιμερισμού για τη μερική ανακατανομή των φορολογητέων κερδών (πυλώνας 1). Η συμφωνία για τον πυλώνα 2 εγκρίθηκε από τα κράτη μέλη τα οποία ενέκριναν ομόφωνα την οδηγία σχετικά με την εξασφάλιση παγκόσμιου ελάχιστου επιπέδου φορολογίας των ομίλων πολυεθνικών επιχειρήσεων και των εγχώριων ομίλων στην Ένωση (οδηγία για τον πυλώνα 2) τον Δεκέμβριο του 2021 8 . Ως εκ τούτου, οι πολιτικές της Ένωσης μπορούν να βασίζονται όχι μόνο στις εμπειρίες τους, αλλά και στις εν λόγω εξελίξεις στον τομέα της φορολογίας των εταιρειών που λαμβάνουν χώρα σε διεθνές επίπεδο.

Η τεχνολογική πρόοδος και η ενίσχυση της διοικητικής ικανότητας των φορολογικών αρχών στα κράτη μέλη έχουν καταστήσει επίσης πιο αποτελεσματική και εφικτή την προοπτική εφαρμογής και διαχείρισης ενός φορολογικού πλαισίου σε επίπεδο Ένωσης. Επιπλέον, στον απόηχο της κρίσης COVID-19 και στο πλαίσιο της οικονομικής αβεβαιότητας που προκάλεσε ο επιθετικός πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, οι αξιόπιστοι κανόνες και τα σταθερά δημόσια έσοδα έχουν μεγαλύτερη σημασία από ποτέ. Ωστόσο, οι φορολογικές βάσεις των κρατών μελών μετατοπίζονται λόγω των κυρίαρχων τάσεων, όπως η παγκοσμιοποίηση, η ψηφιοποίηση, η κλιματική αλλαγή, η υποβάθμιση του περιβάλλοντος, η γήρανση του πληθυσμού και η μετασχηματιζόμενη αγορά εργασίας. Ειδικότερα, η παγκοσμιοποίηση και η ψηφιοποίηση έχουν προετοιμάσει το έδαφος για τη μετατόπιση των κερδών μέσω πρακτικών φορολογικού σχεδιασμού, οι οποίες είχαν αντιμετωπιστεί στο παρελθόν από την Ένωση και τα κράτη μέλη με τη θέσπιση μέτρων κατά της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής. Τα μέτρα αυτά κατάφεραν να αντιμετωπίσουν συγκεκριμένα ζητήματα, αλλά επέτειναν επίσης την πολυπλοκότητα των φορολογικών συστημάτων στα οποία πρέπει να εγκλιματιστούν οι επιχειρήσεις. Ως εκ τούτου, είναι πλέον πιο επιτακτικό η φορολογική πολιτική της Ένωσης να διασφαλίζει ότι οι φορολογικές βάσεις των κρατών μελών είναι ισχυρές, βιώσιμες και προστατεύονται από τις καταχρήσεις, μειώνοντας παράλληλα την πολυπλοκότητα στην εσωτερική αγορά.

Η παρούσα πρόταση επιδιώκει μια μελλοντική πορεία που θα συνδυάζει όλες τις πτυχές με τη θέσπιση κοινού πλαισίου για τη φορολογία εισοδήματος των εταιρειών στην Ένωση. Το κοινό πλαίσιο θα απλουστεύσει το φορολογικό περιβάλλον στην εσωτερική αγορά, καθώς θα αντικαταστήσει τους υφιστάμενους 27 διαφορετικούς τρόπους καθορισμού της φορολογητέας βάσης για ομίλους εταιρειών με ετήσια συνδυασμένα έσοδα άνω των 750 εκατ. EUR. Κατά συνέπεια, το κοινό πλαίσιο θα δημιουργήσει ισότιμους όρους ανταγωνισμού, θα ενισχύσει την ασφάλεια δικαίου, θα μειώσει το κόστος συμμόρφωσης, θα ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις να δραστηριοποιηθούν σε διασυνοριακό επίπεδο και θα τονώσει τις επενδύσεις και την ανάπτυξη στην Ένωση.

Μαζί με την παρούσα πρόταση, η Επιτροπή ενέκρινε χωριστή πρόταση για τη μεταβιβαστική τιμολόγηση, η οποία καλύπτεται από την ίδια έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων.

Συνέπεια με τις ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής

Η παρούσα οδηγία συνάδει και συμπληρώνει ορισμένες πρόσφατες προτάσεις της Επιτροπής, οι οποίες παρουσιάστηκαν επίσης στην ανακοίνωση σχετικά με τη φορολογία των επιχειρήσεων για τον 21ο αιώνα. Ειδικότερα, την πρόταση DEBRA η οποία αποσκοπεί στην προώθηση της ανάπτυξης και της καινοτομίας μέσω της αντιμετώπισης της στρέβλωσης που προκαλείται από την ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση του χρέους έναντι του μετοχικού κεφαλαίου στη φορολογία των εταιρειών με ένα σύστημα έκπτωσης φόρου 9 , και την πρόταση UNSHELL η οποία αποσκοπεί στην αντιμετώπιση της κατάχρησης εικονικών οντοτήτων για φορολογικούς σκοπούς με νέα μέτρα κατά της φοροαποφυγής 10 .

Επίσης, η παρούσα πρωτοβουλία συνάδει πλήρως με τις υφιστάμενες πολιτικές της Ένωσης στον τομέα της άμεσης φορολογίας. Η οδηγία για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρείες, 11 η οδηγία για τους τόκους και τα δικαιώματα 12 , και η οδηγία για τις συγχωνεύσεις 13 είχαν ως στόχο την αντιμετώπιση της διπλής φορολόγησης των εταιρειών. Το BEFIT βασίζεται και αναπτύσσει περαιτέρω αυτή την πολιτική και έχει ως στόχο να παράσχει μια πιο ολοκληρωμένη λύση. Επιπλέον, η οδηγία για τη διοικητική συνεργασία (ΟΔΣ) 14 διασφαλίζει τη συνεργασία και την ανταλλαγή διαφόρων ειδών πληροφοριών μεταξύ των φορολογικών διοικήσεων των κρατών μελών. Ειδικότερα, από το 2017 η αναθεώρηση της ΟΔΣ4 15 επιβάλλει στις τελικές μητρικές οντότητες των ομίλων πολυεθνικών επιχειρήσεων να υποβάλλουν εκθέσεις ανά χώρα που περιέχουν πληροφορίες σχετικά με τα έσοδα, τα κέρδη, τους φόρους, τους εργαζομένους και τα υλικά περιουσιακά στοιχεία, καθώς και τις οικείες συνιστώσες οντότητες. Οι πληροφορίες αυτές ανταλλάσσονται μεταξύ των κρατών μελών. Το σύστημα διαχείρισης του BEFIT αναμένεται να επωφεληθεί από αυτήν την υφιστάμενη συνεργασία και θα την καταστήσει πιο αποτελεσματική.

Η παρούσα πρόταση συνάδει επίσης με την οδηγία κατά της φοροαποφυγής (ATAD) 16 που εγκρίθηκε το 2016 για την αντιμετώπιση πρακτικών φοροαποφυγής. Το BEFIT δεν έρχεται σε αντίθεση με τους κανόνες αυτούς. Οι επιχειρήσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του BEFIT μπορούν ακόμη και να επωφεληθούν από την ενίσχυση της φορολογικής ασφάλειας στο πλαίσιο αυτό. Η φορολογική τους κατάσταση θα είναι σαφέστερη και πιο διαφανής, σε σύγκριση με την υποχρέωση διάρθρωσης των δραστηριοτήτων τους σύμφωνα με πολλά εθνικά νομικά πλαίσια, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι τηρούν τον κύριο σκοπό κάθε πλαισίου και αποφεύγουν τις αναντιστοιχίες. Η μόνη διάταξη με την οποία η πρόταση BEFIT πρέπει να διασφαλίζει τη συνέπεια είναι ο κανόνας περιορισμού των τόκων (άρθρο 4 της ATAD). Για τον σκοπό αυτόν, η πρόταση περιλαμβάνει ειδική διάταξη για την ενσωμάτωση του εν λόγω μέτρου στη διάσταση ενός διασυνοριακού ομίλου, και όχι ως κανόνα που θα εφαρμόζεται ανά εταιρεία (άρθρο 13).

Η πρόταση συνάδει επίσης με την εφαρμογή της λύσης δύο πυλώνων του πλαισίου χωρίς αποκλεισμούς των ΟΟΣΑ/G20. Επεκτείνοντας το σχέδιο των ΟΟΣΑ/G20 για τη διάβρωση της βάσης και τη μετατόπιση των κερδών (BEPS) το 2015, και ειδικότερα την έκθεση για τη δράση 1 του σχεδίου BEPS σχετικά με την αντιμετώπιση των φορολογικών προκλήσεων της ψηφιακής οικονομίας, δημιουργήθηκε το πλαίσιο χωρίς αποκλεισμούς των ΟΟΣΑ/G20 για την αντιμετώπιση των φορολογικών προκλήσεων που προκύπτουν από την ψηφιοποίηση. Η προσέγγιση επικεντρώθηκε σε δύο διαφορετικούς αλλά συναφείς άξονες εργασίας, και το 2021 οι δικαιοδοσίες παγκοσμίως κατέληξαν σε ιστορική συμφωνία για μια λύση δύο πυλώνων. Ο πυλώνας 1 περιλαμβάνει τη μερική ανακατανομή των φορολογικών δικαιωμάτων σε δικαιοδοσίες της αγοράς (ποσό Α) και την απλούστευση της αρχής του πλήρους ανταγωνισμού για ορισμένες δραστηριότητες (ποσό Β). Ο πυλώνας 2 αποτελείται από τους παγκόσμιους κανόνες κατά της διάβρωσης της φορολογικής βάσης (κανόνες GloBE), οι οποίοι είναι δύο αλληλένδετοι εγχώριοι κανόνες που διασφαλίζουν ελάχιστη πραγματική φορολόγηση 15 %, και τον κανόνα για την υπαγωγή στον φόρο (κανόνας STTR), ο οποίος είναι ένας κανόνας βάσει σύμβασης που επιτρέπει ελάχιστο συντελεστή 9 % για ορισμένες πληρωμές. Στις 15 Δεκεμβρίου 2022 η Ένωση εξέδωσε την οδηγία για τον πυλώνα 2, με σκοπό την ομοιόμορφη εφαρμογή των κανόνων GloBE στην Ένωση. Οι περαιτέρω εργασίες του πλαισίου χωρίς αποκλεισμούς των ΟΟΣΑ/G20 για την αντιμετώπιση των υπόλοιπων στοιχείων της λύσης δύο πυλώνων συμφωνήθηκαν από 138 χώρες και δικαιοδοσίες στις 11 Ιουλίου 2023 17 . Η πρόταση βασίζεται στα επιτεύγματα των δύο πυλώνων, ώστε να παρέχεται στις επιχειρήσεις στην Ένωση απλότητα και βεβαιότητα με ολοκληρωμένο τρόπο.

Συνέπεια με άλλες πολιτικές της Ένωσης

Στην ομιλία της για την κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2022, η πρόεδρος της Επιτροπής Ursula von der Leyen ανακοίνωσε ότι η Επιτροπή θα προτείνει δέσμη μέτρων αρωγής για τις ΜΜΕ. Η δέσμη μέτρων αρωγής για τις ΜΜΕ θα πρέπει να παρέχει την αναγκαία στήριξη για τη διασφάλιση των ταμειακών ροών, την απλούστευση, τις επενδύσεις και την ανάπτυξη. Με αυτόν τον τρόπο θα διευκολυνθεί η επιχειρηματική δραστηριότητα των ΜΜΕ στην εσωτερική αγορά. Στο πλαίσιο αυτό, μια σχετική πρόταση οδηγίας για τις ΜΜΕ με περιορισμένη φορολογητέα παρουσία στο εξωτερικό (μόνο μέσω μόνιμων εγκαταστάσεων σε άλλο ή άλλα κράτη μέλη) αναμένεται να συμπληρώσει το φάσμα των πρωτοβουλιών της Επιτροπής για την απλούστευση της φορολογίας των εταιρειών. Με τον τρόπο αυτόν θα διασφαλιστεί ότι οι όμιλοι ΜΜΕ ενθαρρύνονται επίσης να επεκταθούν σε διασυνοριακό επίπεδο και ότι το υψηλό κόστος φορολογικής συμμόρφωσης δεν εμποδίζει τις ΜΜΕ να αξιοποιήσουν πλήρως τις ευκαιρίες στην εσωτερική αγορά.

Το BEFIT και η δέσμη μέτρων αρωγής για τις ΜΜΕ αλληλοσυμπληρώνονται. Αμφότερες οι πρωτοβουλίες αποσκοπούν στην ενίσχυση της απλούστευσης για τις επιχειρήσεις. Στον τομέα της φορολογίας, η δέσμη μέτρων αρωγής για τις ΜΜΕ αποσκοπεί στην απλούστευση για τις ΜΜΕ με περιορισμένη παρουσία στο εξωτερικό, ενώ το BEFIT επικεντρώνεται σε μεγάλους ομίλους επιχειρήσεων που ασκούν ήδη εκτεταμένη διασυνοριακή δραστηριότητα. Ωστόσο, το BEFIT προσφέρει προαιρετικούς κανόνες για τις ΜΜΕ οι οποίες ανήκουν σε όμιλο που υποβάλλει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις. Το προαιρετικό πεδίο εφαρμογής θα τους παρέχει τη δυνατότητα να επιλέγουν την απλούστερη και οικονομικά αποδοτικότερη επιλογή με βάση τις ατομικές τους ανάγκες.

2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ

Νομική βάση

Η παρούσα πρόταση εμπίπτει στο πεδίο του άρθρου 115 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Οι κανόνες της πρότασης αποσκοπούν στην προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών πρακτικών των κρατών μελών, δεδομένου ότι έχουν άμεση επίπτωση στην εγκαθίδρυση ή τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Ως εκ τούτου, εκδίδονται σύμφωνα με ειδική νομοθετική, όπως προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο και με τη μορφή οδηγίας. Στον τομέα αυτό, η Ένωση και τα κράτη μέλη έχουν συντρέχουσα αρμοδιότητα.

Επικουρικότητα (σε περίπτωση μη αποκλειστικής αρμοδιότητας)

Οι επιχειρήσεις στην Ένωση δραστηριοποιούνται όλο και περισσότερο σε διασυνοριακό επίπεδο στην εσωτερική αγορά, αλλά το ισχύον φορολογικό πλαίσιο στην Ένωση αποτελείται από 27 διαφορετικά συστήματα φορολογίας εταιρειών. Αυτή η πληθώρα κανόνων προκαλεί κατακερματισμό και αποτελεί σοβαρό εμπόδιο για την επιχειρηματική δραστηριότητα στην εσωτερική αγορά. Πράγματι, οι διασυνοριακές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν υψηλό κόστος φορολογικής συμμόρφωσης στην εσωτερική αγορά, εφόσον πρέπει να συμμορφώνονται με διάφορα νομικά πλαίσια. Επιπλέον, οι διαφορές μεταξύ των κρατών μελών δημιουργούν αναντιστοιχίες που μπορούν να οδηγήσουν σε διπλή μη φορολόγηση και σε μη ηθελημένα φορολογικά προνόμια.

Τα προβλήματα αυτά είναι κοινά για όλα τα κράτη μέλη και δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά με εθνικές δράσεις. Δεδομένου ότι είναι, καταρχάς, αποτέλεσμα της ύπαρξης διαφορετικών φορολογικών συστημάτων, η μη συντονισμένη εθνική δράση θα απέφερε ανεπαρκή αποτελέσματα. Ομοίως, παρότι η βελτίωση της συνεργασίας μπορεί επίσης να είναι επωφελής, η προσέγγιση αυτή υπήρξε κυρίως διμερής και περιορισμένη, ιδίως όσον αφορά τους ομίλους που δραστηριοποιούνται σε περισσότερα από δύο κράτη μέλη.

Στο πλαίσιο αυτό, μόνο μια πρωτοβουλία σε επίπεδο Ένωσης που προβλέπει ένα κοινό σύνολο κανόνων μπορεί να είναι αποτελεσματική. Η πολυπλοκότητα και οι συνέπειές της θα μειωθούν σημαντικά εάν υπάρξει ενιαίο σύνολο κανόνων φορολογίας εταιρειών σε επίπεδο Ένωσης για τους ομίλους εταιρειών. Οι αναντιστοιχίες μπορούν επίσης να εξαλειφθούν, αντί να διορθωθούν, μόνο εάν αντιμετωπιστεί το πρόβλημα με κοινούς κανόνες.

Εάν αναληφθεί δράση σε επίπεδο Ένωσης, θα έχει σαφή προστιθέμενη αξία. Για παράδειγμα, η συγκέντρωση των φορολογικών βάσεων των μελών ενός ομίλου σε μια ενιαία ομάδα, σε συνδυασμό με μια απλή μέθοδο επιμερισμού των κερδών εντός του ομίλου, θα αποτελούσε μια μέθοδο για τον προσδιορισμό των φορολογικών υποχρεώσεων των ομίλων εταιρειών με πιο αντικειμενικό και λιγότερο δαπανηρό τρόπο. Ωστόσο, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν αποτελεσματικά τη μέθοδο αυτή μεμονωμένα, διότι εξακολουθεί να υφίσταται ο κίνδυνος διπλής φορολόγησης και διαφορών, σε περίπτωση που η μέθοδος επιμερισμού των κερδών δεν είναι ομοιόμορφη για ολόκληρο τον όμιλο και η κατανεμητέα φορολογική βάση του ομίλου δεν υπολογίζεται σύμφωνα με ένα ενιαίο σύνολο κανόνων.

Οι κοινοί ουσιαστικοί κανόνες μπορούν επίσης να διέπονται από ένα κοινό πλαίσιο, το οποίο θα έχει οριστικά πλεονεκτήματα για τις επιχειρήσεις και τις φορολογικές διοικήσεις στην Ένωση. Αντί της υποβολής στοιχείων σε κάθε κράτος μέλος, μια υπηρεσία μίας στάσης θα μπορούσε να επιτρέψει στους ομίλους εταιρειών να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις μέσω μίας ενιαίας οντότητας. Όσον αφορά τις φορολογικές διοικήσεις, οι οποίες επί του παρόντος αξιολογούν τις φορολογικές υποχρεώσεις των ίδιων διασυνοριακών επιχειρήσεων χωριστά, αλλά η καθεμία μόνο με τους δικούς τους πόρους, θα ήταν δυνατή η συλλογική χρήση των πόρων αυτών με αποτελεσματικότερο και πιο στοχευμένο τρόπο. Επιπλέον, τα διασυνοριακά ζητήματα ενδέχεται να απαιτούν συμφωνία μεταξύ διαφόρων κρατών μελών, και συχνά οδηγούν σε χρονοβόρες διαφορές ή διαδικασίες. Συνεπώς, ένα κοινό διοικητικό πλαίσιο θα επέτρεπε επίσης στις επιχειρήσεις στην Ένωση να αποκτήσουν κάποιον βαθμό έγκαιρης βεβαιότητας για ορισμένα στοιχεία.

Ως εκ τούτου, η παρούσα πρωτοβουλία συνάδει με την αρχή της επικουρικότητας που ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ, δεδομένου ότι οι στόχοι δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και ότι μια κοινή προσέγγιση για όλα τα κράτη μέλη θα είχε μεγαλύτερες πιθανότητες επίτευξης των επιδιωκόμενων στόχων.

Αναλογικότητα

Τα προβλεπόμενα μέτρα δεν υπερβαίνουν τα αναγκαία για την επίτευξη των στόχων τους και, ως εκ τούτου, συνάδουν με τις αρχές της αναλογικότητας. Η πρόταση δεν προβλέπει την πλήρη εναρμόνιση των συστημάτων φορολογίας εταιρειών, αλλά θεσπίζει μόνο κοινούς κανόνες για τον καθορισμό του φορολογητέου εισοδήματος (μεγάλων) ομίλων εταιρειών στην Ένωση. Αυτό απαιτείται για την επίτευξη των στόχων της πρωτοβουλίας και οι κανόνες περιορίζονται επιμελώς στο απολύτως αναγκαίο.

Ο φορολογικός συντελεστής και οι πολιτικές επιβολής θα συνεχίσουν να εμπίπτουν πλήρως στην αρμοδιότητα των κρατών μελών. Το πεδίο εφαρμογής των προτεινόμενων μέτρων αφορά μόνο τη φορολογική βάση. Ειδικότερα, με τη πρόταση θα θεσπιστούν κανόνες μόνο όταν απαιτείται ώστε οι επιχειρήσεις στην Ένωση να μπορούν να υπολογίζουν τη φορολογική τους βάση σε ολόκληρη την Ένωση με βάση ένα ενιαίο σύνολο κανόνων. Αυτό σημαίνει ότι η νέα φορολογική βάση BEFIT θα βασίζεται πρωτίστως στους υφιστάμενους κανόνες γενικής λογιστικής, οι οποίοι είναι ήδη αποδεκτοί βάσει του δικαίου της Ένωσης, δηλαδή είτε στις εθνικές γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές (ΓΑΛΑ) των κρατών μελών, είτε στα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ). Η πρόταση δεν εναρμονίζει γενικά τους κανόνες για τη φορολογική βάση, παρά μόνο όταν είναι αναγκαίο, και προβλέπει πρόσθετες προσαρμογές μετά την κατανομή της φορολογικής βάσης BEFIT, λαμβανομένων υπόψη των αναγκών της εθνικής πολιτικής.

Για να διασφαλιστεί ότι η πρωτοβουλία δεν υπερβαίνει τα απολύτως αναγκαία, οι κανόνες θα είναι επίσης προαιρετικοί για τις περισσότερες επιχειρήσεις, οι οποίες μπορούν να συνεχίσουν να εφαρμόζουν τους υφιστάμενους κανόνες των κρατών μελών. Το υποχρεωτικό πεδίο εφαρμογής περιορίζεται στο ενωσιακό υποσύνολο των μεγάλων ομίλων που εμπίπτουν επίσης στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για τον πυλώνα 2, εκτός εάν ένας μεγάλος όμιλος έχει την έδρα του εκτός της Ένωσης αλλά έχει περιορισμένη δραστηριότητα στην εσωτερική αγορά (όριο σημαντικότητας). Αυτή η στοχευμένη προσέγγιση υιοθετείται προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέπεια και η συνοχή στην Ένωση και επειδή οι κοινοί κανόνες δυνάμει της παρούσας οδηγίας θα ωφελήσουν, ειδικότερα, τις εν λόγω επιχειρήσεις. Συνεπώς, είναι πιθανότερο να έχουν ισχυρή διασυνοριακή παρουσία και οι νέοι κανόνες ευθυγραμμίζονται όσο το δυνατόν περισσότερο με την προσέγγιση δύο πυλώνων.

Η ομοιόμορφη εφαρμογή των κανόνων BEFIT στους ομίλους αυτούς θα διασφαλίζει τη συνοχή με την οδηγία για τον πυλώνα 2. Θα επιτρέπει την αξιοποίηση των αλληλεπιδράσεων και τη διατήρηση του κόστους εφαρμογής στο ελάχιστο. Τόσο η φορολογική βάση BEFIT όσο και ο ελάχιστος πραγματικός φορολογικός συντελεστής του πυλώνα 2 θα αντιμετωπίζονται στο ίδιο επίπεδο, δηλαδή στο επίπεδο ομίλου της Ένωσης. Οι διαδικασίες μπορούν επίσης να ευθυγραμμιστούν· για παράδειγμα, και οι δύο παράγοντες βασίζονται στις οικονομικές λογιστικές καταστάσεις ως σημείο εκκίνησης και οι εταιρείες πρέπει να εφαρμόζουν τις φορολογικές προσαρμογές σε επίπεδο Ένωσης και για τις δύο περιπτώσεις. Ως εκ τούτου, πρόκειται για ένα αναλογικό βήμα προς την επίτευξη της απλούστευσης των φορολογικών κανόνων και την ενίσχυση της φορολογικής ασφάλειας στην Ένωση.

Η θέσπιση νέου φορολογικού πλαισίου για τις επιχειρήσεις στην Ένωση θα συνεπάγεται κάποιο αρχικό κόστος προσαρμογής και διοικητικές επιβαρύνσεις. Ωστόσο, το κόστος αυτό εκτιμάται ότι αντισταθμίζεται από την εξοικονόμηση κόστους συμμόρφωσης, καθώς και από τις απλουστευμένες διοικητικές διαδικασίες και, μακροπρόθεσμα, από τη βελτιωμένη κατανομή των πόρων από τις επιχειρήσεις και τις φορολογικές διοικήσεις.

Κατά συνέπεια, η παρούσα πρωτοβουλία συνάδει επίσης με την αρχή της αναλογικότητας που ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ, δεδομένου ότι το περιεχόμενο και η μορφή της δεν υπερβαίνουν τα αναγκαία και ανάλογα όρια για τους επιδιωκόμενους στόχους.

Επιλογή της νομικής πράξης

Η πρόταση αφορά οδηγία, που είναι η μόνη επιτρεπόμενη νομική πράξη σύμφωνα με τη νομική βάση (άρθρο 115 της ΣΛΕΕ).

3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Η στρατηγική διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη για την παρούσα πρωτοβουλία περιλάμβανε τόσο δημόσιες όσο και στοχευμένες διαβουλεύσεις. Όσον αφορά τη δημόσια διαβούλευση, στις 13 Οκτωβρίου 2022 δημοσιεύθηκαν πρόσκληση υποβολής στοιχείων 18 και διαδικτυακή έρευνα, και ακολούθησε περίοδος διαβούλευσης 12 εβδομάδων, η οποία διήρκεσε έως τις 26 Ιανουαρίου 2023. Στόχος ήταν να συγκεντρωθούν οι απόψεις των ενδιαφερόμενων μερών σχετικά με τις βασικές αρχές που καθορίζουν τα χαρακτηριστικά της κοινής βάσης φορολογίας εταιρειών στην Ένωση. Συνολικά, στη διαβούλευση υποβλήθηκαν 123 εισηγήσεις, εκ των οποίων 46 υπό μορφή σχολίων και 77 απαντήσεις στην έρευνα της δημόσιας διαβούλευσης, εκ των οποίων οι 29 περιλάμβαναν γραπτές παρατηρήσεις που είτε επισυνάφθηκαν στην υποβολή σχολίων είτε απεστάλησαν μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Πενήντα τέσσερις από τις 123 εισηγήσεις υποβλήθηκαν από ενώσεις επιχειρήσεων που εκπροσωπούν γενικά επιχειρηματικά συμφέροντα, φορολογικούς συμβούλους, δικηγόρους ή συγκεκριμένους επιχειρηματικούς τομείς, όπως ο ασφαλιστικός τομέας. Στους απαντήσαντες περιλαμβάνονταν επίσης πολίτες, μεγαλύτερες και μικρότερες επιχειρήσεις, καθώς και ακαδημαϊκά και ερευνητικά ιδρύματα, μη κυβερνητικές οργανώσεις και συνδικαλιστικές οργανώσεις. Οι εθνικές αρχές δεν υπέβαλαν παρατηρήσεις.

Όλες οι παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν ελήφθησαν υπόψη στην εκτίμηση επιπτώσεων. Συνοπτική έκθεση παρατίθεται στο παράρτημα της έκθεσης εκτίμησης επιπτώσεων, ενώ η Επιτροπή δημοσίευσε τις παρατηρήσεις των ενδιαφερόμενων μερών και συνοπτική έκθεση πραγματικών περιστατικών στη σελίδα της διαβούλευσης. Στην έκθεση παρέχεται λεπτομερής επισκόπηση των προφίλ των απαντησάντων και των παρατηρήσεων που υποβλήθηκαν.

Επίσης, πραγματοποιήθηκαν στοχευμένες διαβουλεύσεις και διμερείς συναντήσεις με σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη (φορολογούμενες εταιρείες που ενδέχεται να εμπίπτουν στο BEFIT, ακαδημαϊκοί, κράτη μέλη). Συλλογή των εκθέσεων των συνεντεύξεων από τις στοχευμένες διαβουλεύσεις παρατίθεται στο παράρτημα της έκθεσης εκτίμησης επιπτώσεων. Τα κράτη μέλη ενημερώθηκαν επίσης μέσω συνεδριάσεων της ομάδας εργασίας IV της Επιτροπής (άμεση φορολογία) και της ομάδας εργασίας υψηλού επιπέδου του Συμβουλίου (HLWP).

Από το σύνολο των απόψεων που ανταλλάχθηκαν και των παρατηρήσεων που ελήφθησαν από διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι, παρόλο που οι απόψεις διαφέρουν, έχει διαμορφωθεί ευρεία συναίνεση ως προς τα προβλήματα που προκύπτουν από τις διαφορές μεταξύ των εθνικών φορολογικών συστημάτων, καθώς και ως προς την ανάγκη ανάληψης δράσης στην Ένωση για την αντιμετώπιση της κατακερματισμένης και αναποτελεσματικής κατάστασης.

Οι απόψεις σχετικά με τα κύρια χαρακτηριστικά ενός νέου συστήματος ήταν πιο διχασμένες. Ωστόσο, στην πρόταση περιλαμβάνονται οι επιλογές που έλαβαν πιο θετική ανταπόκριση από όσους απάντησαν στη δημόσια διαβούλευση, όπως το υβριδικό πεδίο εφαρμογής, ο υπολογισμός της φορολογικής βάσης με όσο το δυνατόν λιγότερες προσαρμογές στους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς, η δυνατότητα διασυνοριακής ελάφρυνσης για ζημιές και η απλούστευση των υποχρεώσεων υποβολής στοιχείων. Όσον αφορά τις συναλλαγές με συνδεδεμένες επιχειρήσεις που δεν εμπίπτουν στον όμιλο BEFIT, οι κανόνες μεταβιβαστικής τιμολόγησης θα συνεχίσουν να ισχύουν, αλλά η πρόταση περιέχει δείκτες αναφοράς για ένα απλουστευμένο πλαίσιο αξιολόγησης κινδύνων. Οι περισσότεροι απαντήσαντες ανταποκρίθηκαν θετικά.

Συλλογή και χρήση εμπειρογνωσίας

Η Επιτροπή βασίστηκε στην εμπειρογνωσία του Κοινού Κέντρου Ερευνών της, το οποίο χρησιμοποίησε το μοντέλο CORTAX για να μελετήσει τις πιθανές επιπτώσεις της πρωτοβουλίας. Το μοντέλο CORTAX είναι ένα μοντέλο γενικής ισορροπίας που έχει σχεδιαστεί για την αξιολόγηση των επιπτώσεων των μεταρρυθμίσεων στον τομέα της φορολογίας εταιρειών σε 27 κράτη μέλη, με τη χρήση αναλυτικών στοιχείων από διάφορες πηγές.

Η Επιτροπή δεν βασίστηκε σε εξωτερική εμπειρογνωσία για την κατάρτιση της παρούσας πρότασης.

Εκτίμηση επιπτώσεων

Για την κατάρτιση της παρούσας πρωτοβουλίας, καθώς και της πρότασης οδηγίας για τη μεταβιβαστική τιμολόγηση, διενεργήθηκε εκτίμηση επιπτώσεων. Το σχέδιο έκθεσης εκτίμησης επιπτώσεων υποβλήθηκε στην επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου της Επιτροπής στις 26 Απριλίου και συζητήθηκε σε συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε στις 24 Μαΐου 2023. Στις 26 Μαΐου 2023 η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου εξέδωσε θετική γνώμη 19 με επιφυλάξεις, προτείνοντας τομείς που επιδέχονται περαιτέρω βελτίωση. Οι κύριοι τομείς που επιδέχονται βελτίωση ήταν οι εξής: σαφέστερη σύνδεση με προηγούμενες προτάσεις και με τις τρέχουσες διεθνείς φορολογικές εξελίξεις, λεπτομερέστερη περιγραφή των εκτιμήσεων κόστους συμμόρφωσης, καλύτερη επεξήγηση του κόστους και των οφελών και σαφέστερη περιγραφή των ρυθμίσεων παρακολούθησης.

Για την αντιμετώπιση των εν λόγω επιφυλάξεων εκπονήθηκε αναθεωρημένη έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων. Για παράδειγμα, διευκρινίστηκαν τα διδάγματα που αντλήθηκαν από προηγούμενες πρωτοβουλίες για τη φορολογία των εταιρειών και προστέθηκαν οι συνδέσεις με την προσέγγιση δύο πυλώνων του ΟΟΣΑ. Διερευνήθηκαν επίσης οι εκτιμήσεις για το κόστος συμμόρφωσης, στο μέτρο του δυνατού, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία.

Κρίθηκε αναγκαίο οι πρωτοβουλίες που αξιολογήθηκαν στην έκθεση και οι οποίες έλαβαν τη θετική γνώμη με επιφύλαξη από την επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου, να παρουσιαστούν ως χωριστές προτάσεις. Για τον λόγο αυτόν, η εν λόγω έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων αξιολογεί μόνο τις επιπτώσεις της πρότασης οδηγίας του Συμβουλίου για το BEFIT και της πρότασης οδηγίας του Συμβουλίου για τη μεταβιβαστική τιμολόγηση.

Η έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων της παρούσας πρότασης αποτυπώνει πιστά την ανάλυση του BEFIT και της μεταβιβαστικής τιμολόγησης που περιλαμβάνεται στο ελεγμένο σχέδιο εκτίμησης επιπτώσεων και ενσωματώνει τις σχετικές συστάσεις της επιτροπής ρυθμιστικού ελέγχου.

Στην έκθεση αξιολογούνται οι επιπτώσεις με βάση διάφορες επιλογές πολιτικής. Όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής του BEFIT, οι επιλογές είναι υποχρεωτικές, προαιρετικές και υβριδικές, δηλαδή υποχρεωτικές για ορισμένους ομίλους, ενώ για άλλους παραμένουν προαιρετικές. Όσον αφορά τον υπολογισμό της φορολογικής βάσης, οι επιλογές καλύπτουν περιορισμένες προσαρμογές στις οικονομικές καταστάσεις και ένα ολοκληρωμένο σύνολο φορολογικών κανόνων. Όσον αφορά την κατανομή της φορολογικής βάσης, οι επιλογές καλύπτουν έναν μαθηματικό τύπο χωρίς άυλα στοιχεία ενεργητικού, έναν μαθηματικό τύπο που περιλαμβάνει άυλα στοιχεία ενεργητικού και μια μεταβατική μέθοδο κατανομής. Για συναλλαγές με συνδεδεμένα μέρη εκτός του ομίλου BEFIT, οι επιλογές καλύπτουν τη διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης και τη θέσπιση ενός «συστήματος φωτεινού σηματοδότη» ως εργαλείου αξιολόγηση των κινδύνων. Όσον αφορά τη διοίκηση, οι επιλογές καλύπτουν μια προηγμένη υπηρεσία μίας στάσης, μια περιορισμένη υπηρεσία μίας στάσης και μια υβριδική υπηρεσία μίας στάσης.

Για την αξιολόγηση των επιλογών αυτών, η έκθεση εξετάζει τρεις «εκδόσεις» του BEFIT, δηλαδή τρεις συνδυασμούς των διαφόρων επιλογών. Δεδομένου ότι η αξιολόγηση των επιλογών για τη μεταβιβαστική τιμολόγηση θα περιληφθεί σε χωριστή πρόταση, δεν συνοψίζεται για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

Έκδοση 1 — BEFIT «Ολοκληρωμένη»:

Πεδίο εφαρμογής

Υπολογισμός φορολογικής βάσης

Κατανομή φορολογικής βάσης

Εκτίμηση κινδύνου μεταβιβαστικής τιμολόγησης

Διοίκηση

Υποχρεωτικό για όλους τους ομίλους

Ολοκληρωμένο σύνολο κανόνων

Μαθηματικός τύπος που περιλαμβάνει άυλα στοιχεία ενεργητικού

Σύστημα φωτεινού σηματοδότη

Προηγμένη υπηρεσία μίας στάσης

Η έκδοση αυτή θα προτείνει κανόνες που θα είναι υποχρεωτικοί για όλους τους φορολογούμενους και θα συνεπάγεται τον υψηλότερο δυνατό βαθμό εναρμόνισης και άμεση εφαρμογή. Ο παρών συνδυασμός επιλογών θα εξασφαλίσει το ευρύτερο δυνατό πεδίο εφαρμογής και, ως εκ τούτου, την ευρύτερη απλούστευση για τις επιχειρήσεις στην Ένωση και τις φορολογικές αρχές των κρατών μελών, δεδομένου ότι θα αντικαταστήσει τους ισχύοντες εθνικούς κανόνες για τη φορολογία ομίλων στην Ένωση.

Έκδοση 2 — BEFIT «Συντηρητική»:

Πεδίο εφαρμογής

Υπολογισμός φορολογικής βάσης

Κατανομή φορολογικής βάσης

Εκτίμηση κινδύνου μεταβιβαστικής τιμολόγησης

Διοίκηση

Προαιρετικό για όλους τους ομίλους

Περιορισμένες φορολογικές προσαρμογές

Μεταβατικός κανόνας κατανομής

Διατήρηση των υφιστάμενων κανόνων

Περιορισμένη υπηρεσία μίας στάσης

Η έκδοση αυτή θα προτείνει κανόνες που θα είναι ως επί το πλείστον προαιρετικοί, με τον μικρότερο βαθμό εναρμόνισης και προγραμματισμό για σταδιακή εφαρμογή. Ο παρών συνδυασμός επιλογών θα επιφέρει ορισμένες αλλαγές στην υφιστάμενη κατάσταση, αλλά οι αλλαγές αυτές θα έχουν πιο περιορισμένο πεδίο εφαρμογής, θα είναι λιγότερο ολοκληρωμένες και θα προβλέπεται η σταδιακή εφαρμογή τους.

Έκδοση 3 — BEFIT «Σύνθετη»:

Πεδίο εφαρμογής

Υπολογισμός φορολογικής βάσης

Κατανομή φορολογικής βάσης

Εκτίμηση κινδύνου μεταβιβαστικής τιμολόγησης

Διοίκηση

Υβριδικό

Περιορισμένες φορολογικές προσαρμογές

Μεταβατικός κανόνας κατανομής

Σύστημα φωτεινού σηματοδότη

Υβριδική υπηρεσία μίας στάσης

Πρόκειται για μια τρίτη «ενδιάμεση έκδοση», η οποία αποτελεί σύνθεση στοιχείων της υποχρεωτικής εναρμόνισης και της σταδιακής εφαρμογής. Η «σύνθετη» έκδοση του BEFIT προβλέπει υβριδική προσέγγιση όσον αφορά την εφαρμογή και το πεδίο εφαρμογής του. Θα εξασφαλίσει κοινούς και υποχρεωτικούς κανόνες οι οποίοι θα απευθύνονται σε μεγάλους ομίλους που είναι πιθανότερο να έχουν διασυνοριακές δομές και δραστηριότητες και, ως εκ τούτου, αναμένεται ότι θα ωφεληθούν περισσότερο από την απλούστευση που προσφέρει το BEFIT.

Καταλληλότητα και απλούστευση του κανονιστικού πλαισίου

Η πρόταση αποσκοπεί στη μείωση του κανονιστικού φόρτου τόσο για τους φορολογούμενους όσο και για τις φορολογικές διοικήσεις. Το κόστος της φορολογικής συμμόρφωσης επιβαρύνει τις επιχειρήσεις και η μείωσή του θα αποτελέσει σημαντικό πλεονέκτημα κατά την υλοποίηση της πρωτοβουλίας. Η εκτιμώμενη μείωση του κόστους συμμόρφωσης περιλαμβάνεται στην έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων.

Για την επίτευξη των στόχων της απλούστευσης των φορολογικών κανόνων, της τόνωσης της ανάπτυξης και των επενδύσεων, με παράλληλη διασφάλιση δίκαιων και βιώσιμων φορολογικών εσόδων, με αναλογικό τρόπο, η προτιμώμενη επιλογή της πρωτοβουλίας είναι το υβριδικό πεδίο εφαρμογής για τις διασυνοριακές επιχειρήσεις στην Ένωση. Οι επιχειρήσεις στην Ένωση, εκτός από το ενωσιακό υποσύνολο των μεγαλύτερων ομίλων, οι οποίοι εμπίπτουν επίσης στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για τον πυλώνα 2, εξαιρούνται από το υποχρεωτικό πεδίο εφαρμογής της πρωτοβουλίας. Για τους μεγαλύτερους ομίλους, οι κανόνες του BEFIT θα είναι υποχρεωτικοί, προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέπεια και η συνοχή. Άλλοι όμιλοι κάτω από το όριο, συμπεριλαμβανομένων των ομίλων ΜΜΕ, θα έχουν την επιλογή να εφαρμόζουν τους κανόνες BEFIT, ανάλογα με τη δομή των δραστηριοτήτων τους. Αυτό το προαιρετικό πεδίο εφαρμογής αναμένεται να διασφαλίσει ότι η πρόταση μειώνει αποτελεσματικά τον κανονιστικό φόρτο. Οι επιχειρήσεις είναι πιθανό να επιλέξουν να συμμετάσχουν όταν μπορούν να επωφεληθούν από την απλούστευση που προσφέρουν οι κανόνες. Σε αντίθετη περίπτωση, μπορούν να συνεχίσουν να εφαρμόζουν τους ισχύοντες κανόνες. Με αυτόν τον τρόπο, το πεδίο εφαρμογής της πρότασης διασφαλίζει ότι το κόστος συμμόρφωσης για τις ΜΜΕ διατηρείται σε χαμηλό επίπεδο. Τέλος, δεδομένου ότι η πρόταση αποσκοπεί πρωτίστως στην αντιμετώπιση των αναγκών των διασυνοριακών επιχειρήσεων που έχουν φορολογητέα παρουσία σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη, πολλές πολύ μικρές επιχειρήσεις δεν θα υπάγονται ουσιαστικά στο πεδίο εφαρμογής.

Οι φορολογικές διοικήσεις αναμένεται επίσης να επωφεληθούν από την αναμενόμενη μείωση των ζητημάτων μεταβιβαστικής τιμολόγησης, καθώς η ανάγκη ενδελεχών αξιολογήσεων της συνέπειας με την αρχή του πλήρους ανταγωνισμού θα μειωθεί για τις ενδοομιλικές συναλλαγές βάσει των κανόνων BEFIT. Μετά τη μεταβατική περίοδο, η ανάγκη τιμολόγησης των εν λόγω ενδοομιλικών συναλλαγών σύμφωνα με την αρχή του πλήρους ανταγωνισμού θα μπορούσε να καταστεί ακόμη και περιττή για φορολογικούς σκοπούς. Επίσης, αναμένεται να μειωθεί ο αριθμός των διαφορών εφόσον η σύσταση ομάδων BEFIT επιτρέπει στις φορολογικές διοικήσεις να συμφωνούν σε κάποιον βαθμό έγκαιρης βεβαιότητας και να επιλύουν τα προβλήματα που προκύπτουν με αποτελεσματικότερο τρόπο μέσω διαβούλευσης και συντονισμού.

Θεμελιώδη δικαιώματα

Δεν αναμένεται να υπάρξουν σημαντικές επιπτώσεις στα θεμελιώδη δικαιώματα και τα προτεινόμενα μέτρα συνάδουν με τα δικαιώματα, τις ελευθερίες και τις αρχές του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης 20 . Με την εξασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού, την άρση των διασυνοριακών φραγμών και την παροχή μεγαλύτερης φορολογικής ασφάλειας, η πρόταση θα συμβάλει επίσης στην πρόληψη τυχόν διακρίσεων ή αδικαιολόγητων περιορισμών των ελευθεριών που σχετίζονται με την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Διασφαλίζονται τα δικαιώματα προστασίας των δεδομένων που καλύπτονται από τον Χάρτη και τον γενικό κανονισμό για την προστασία δεδομένων (ΓΚΠΔ) 21 . Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, π.χ. πληροφορίες σχετικά με δικαιώματα ιδιοκτησίας σε όμιλο BEFIT, ενδέχεται να υποβάλλονται σε επεξεργασία από τις φορολογικές διοικήσεις, αλλά μόνο για τους σκοπούς της εφαρμογής του κεφαλαίου IV, καθώς και για τον σκοπό της εξέτασης και της επίτευξης συναίνεσης σχετικά με το περιεχόμενο της δήλωσης και επεξεργασίας πληροφοριών BEFIT και της αξιολόγησης των ατομικών φορολογικών δηλώσεων βάσει του κεφαλαίου V. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να διαβιβάζονται μόνο μεταξύ των φορολογικών διοικήσεων που συμμετέχουν στη διοίκηση συγκεκριμένου ομίλου BEFIT. Ο όγκος των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πρέπει να διαβιβάζονται θα περιορίζεται στα δεδομένα που είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης και τον εντοπισμό φορολογικής απάτης, φοροδιαφυγής ή φοροαποφυγής, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του ΓΚΠΔ. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διατηρούνται μόνο για όσο διάστημα είναι αναγκαίο για τον σκοπό αυτό, αλλά σε κάθε περίπτωση όχι περισσότερο από 10 έτη.

Άλλες επιπτώσεις

Δεν υπάρχουν άλλες σημαντικές επιπτώσεις. Η πρόταση αφορά ομίλους εταιρειών σε όλους τους τομείς που υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος εταιρειών σε ένα κράτος μέλος. Η πρόταση, αυτή καθαυτή, δεν επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο ασκούνται επί του παρόντος οι επιχειρηματικές δραστηριότητες και δεν αναμένεται να έχει άμεσο αντίκτυπο στους στόχους της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας ή της ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Έμμεσα, μπορεί να θεωρηθεί ότι οι πόροι που απελευθερώνονται από το κόστος φορολογικής συμμόρφωσης θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τις εταιρείες για επενδύσεις σε περιβαλλοντικά περισσότερο βιώσιμες μεθόδους παραγωγής, εφόσον οι εταιρείες το επιθυμούν.

Η πρόταση τηρεί τις αρχές του «εξ ορισμού ψηφιακού χαρακτήρα» και συμβάλλει στην επίτευξη του ευρωπαϊκού δρόμου προς μια ψηφιακή κοινωνία και οικονομία.

Οι σχετικοί στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης που καλύπτονται εν μέρει από την πρόταση είναι ο στόχος 8 (Αξιοπρεπής εργασία και οικονομική ανάπτυξη) και ο στόχος 9 (Βιομηχανία, καινοτομία και υποδομές), όπως παρουσιάζονται στο παράρτημα 3 της εκτίμησης των επιπτώσεων.

4.ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Η πρωτοβουλία θα έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις για την Επιτροπή σε σχέση με το εργαλείο συνεργασίας BEFIT. Οι φορολογικές διοικήσεις θα πρέπει να συντονίζονται στενά και να χρησιμοποιούν εργαλεία επικοινωνίας για τις ομάδες BEFIT στο πλαίσιο της παρούσας πρωτοβουλίας. Για να διευκολυνθεί η λειτουργία και η επικοινωνία των ομάδων BEFIT, η Επιτροπή θα εγκρίνει τις αναγκαίες πρακτικές ρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων για την τυποποίηση της κοινοποίησης πληροφοριών μεταξύ των μελών των ομάδων BEFIT μέσω της χρήσης ενός εργαλείου συνεργασίας BEFIT. Η Επιτροπή θα είναι υπεύθυνη για την ανάπτυξη του εργαλείου αυτού (εφάπαξ κόστος), καθώς και για τη φιλοξενία, τη διαχείριση περιεχομένου, την κρυπτογράφηση και την ετήσια συντήρησή του. Το κόστος για το εν λόγω εργαλείο συνεργασίας BEFIT εκτιμάται περίπου σε 300 000 EUR εφάπαξ (για το πρώτο έτος) και περίπου 600 000 EUR σε ετήσια βάση για τη λειτουργία του εργαλείου συνεργασίας BEFIT. Το κόστος αυτό θα χρηματοδοτηθεί από το προβλεπόμενο κονδύλιο για το πρόγραμμα Fiscalis. Λεπτομέρειες διατίθενται στο νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο της παρούσας πρότασης.

5.ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων

Για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της εφαρμογής της οδηγίας, θα πρέπει αρχικά να δοθεί στα κράτη μέλη χρόνος και κάθε αναγκαία βοήθεια για την ορθή εφαρμογή των κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Επιτροπή θα αξιολογήσει την εφαρμογή της οδηγίας πέντε έτη μετά την έναρξη ισχύος της και θα υποβάλει στο Συμβούλιο έκθεση για τη λειτουργία της. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να γνωστοποιήσουν στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων εθνικού δικαίου που θα θεσπίσουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία και θα πρέπει επίσης να παρέχουν κάθε σχετική πληροφορία που διαθέτουν και την οποία ενδέχεται να ζητήσει η Επιτροπή για σκοπούς αξιολόγησης.

Εκτός από την αξιολόγηση, η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα της πρωτοβουλίας θα παρακολουθούνται τακτικά και αδιάλειπτα με τη χρήση των ακόλουθων προκαθορισμένων δεικτών: δαπάνες υλοποίησης και αρχικές λειτουργικές δαπάνες του BEFIT· αριθμός των ομίλων εταιρειών που εμπίπτουν στο υποχρεωτικό πεδίο εφαρμογής της πρότασης, καθώς και αριθμός των εταιρειών που το επέλεξαν οικειοθελώς· εξέλιξη του κόστους συμμόρφωσης· και ο αριθμός των διαφορών διπλής φορολόγησης. Αναλυτικότερη περιγραφή περιλαμβάνεται στην έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων που συνοδεύει την παρούσα πρόταση.

Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης

Με την πρόταση θεσπίζεται ένα κοινό σύνολο κανόνων για τον καθορισμό της φορολογικής βάσης των εταιρειών που ανήκουν σε όμιλο και οι οποίες καταρτίζουν ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και υπόκεινται σε φορολογία εισοδήματος εταιρειών σε ένα κράτος μέλος.

Οι κύριες πτυχές των προτάσεων έχουν ως εξής:

Υβριδικό πεδίο εφαρμογής για υποχρεωτική και προαιρετική εφαρμογή

Σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του κεφαλαίου I, η πρόταση ορίζει ένα υβριδικό πεδίο εφαρμογής των κανόνων της παρούσας οδηγίας. Το υποχρεωτικό πεδίο εφαρμογής περιλαμβάνει τους ίδιους ομίλους με τον πυλώνα 2 (δηλαδή ομίλους με ετήσια συνδυασμένα έσοδα τουλάχιστον 750 εκατ. EUR), αλλά περιορίζεται στο υποσύνολο των οντοτήτων της Ένωσης που πληρούν το όριο ιδιοκτησίας του 75 % (άρθρα 5-6). Όσον αφορά τους ομίλους με έδρα σε τρίτες χώρες, το ενωσιακό υποσύνολο τους θα πρέπει να συγκεντρώνει επιπλέον ετήσια συνδυασμένα έσοδα ύψους τουλάχιστον 50 εκατ. EUR σε τουλάχιστον δύο από τα τέσσερα οικονομικά έτη που προηγούνται αμέσως του οικονομικού έτους κατά το οποίο ο όμιλος άρχισε να εφαρμόζει την παρούσα οδηγία και αυτό θα πρέπει να αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 5 % των συνολικών εσόδων του ομίλου (άρθρο 2 παράγραφος 4). Αυτό το όριο σημαντικότητας διασφαλίζει περαιτέρω ότι οι απαιτήσεις της πρότασης είναι ανάλογες προς τα οφέλη της.

Η επιλογή της ευθυγράμμισης του υποχρεωτικού πεδίου εφαρμογής με τον πυλώνα 2 έγινε με τη γνώση ότι οι εν λόγω φορολογούμενες εταιρείες εφαρμόζουν ήδη διάφορα σχετικά χαρακτηριστικά στο πλαίσιο της οδηγίας για τον πυλώνα 2, για παράδειγμα όσον αφορά τον υπολογισμό του φορολογητέου αποτελέσματος. Ως εκ τούτου, επιτυγχάνεται ισορροπία μεταξύ, αφενός, της επίτευξης των αναγκαίων αλλαγών με συνέπεια και, αφετέρου, της διατήρησης της απλότητας του συστήματος.

Άλλοι, μικρότεροι όμιλοι μπορούν να επιλέξουν να συμμετάσχουν, εφόσον το επιθυμούν, υπό την προϋπόθεση ότι καταρτίζουν ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις. Αυτό το προαιρετικό πεδίο εφαρμογής θα μπορούσε να ενδιαφέρει ιδιαίτερα τους μικρότερους ομίλους που δραστηριοποιούνται σε διασυνοριακό επίπεδο, καθώς διαθέτουν λιγότερους πόρους για τη συμμόρφωση με πολλαπλά εθνικά συστήματα φορολογίας εταιρειών.

Όταν ένας όμιλος εφαρμόζει ή επιλέγει να εφαρμόσει τους κανόνες της παρούσας οδηγίας, το πλαίσιο θα εφαρμόζεται σε ολόκληρο τον «όμιλο BEFIT», δηλαδή στο υποσύνολο όλων των εταιρειών με φορολογική έδρα στην Ένωση και των μόνιμων εγκαταστάσεων του ομίλου που βρίσκονται στην Ένωση και πληρούν το όριο ιδιοκτησίας του 75 %, οι οποίες καλούνται «μέλη του ομίλου BEFIT». Το πεδίο εφαρμογής περιορίζεται στις οντότητες αυτές.

Η πρόταση δεν εξαιρεί κανέναν τομέα από το πεδίο εφαρμογής της. Τα ειδικά ανά τομέα χαρακτηριστικά αντικατοπτρίζονται στα σχετικά μέρη της πρότασης. Αυτό ισχύει ειδικότερα για τις διεθνείς μεταφορές και τις εξορυκτικές δραστηριότητες. Για παράδειγμα, το ναυτιλιακό εισόδημα υπόκειται συχνά σε ειδικά φορολογικά καθεστώτα, τα οποία προσαρμόζονται στην πραγματικότητα του εν λόγω τομέα. Η πρόταση αναγνωρίζει το γεγονός αυτό και εξαιρεί από τη φορολογική βάση BEFIT το ναυτιλιακό εισόδημα που καλύπτεται από καθεστώς φορολογίας χωρητικότητας.

Υπολογισμός του προκαταρκτικού φορολογικού αποτελέσματος κάθε μέλους του ομίλου BEFIT με απλουστευμένη μέθοδο

Το κεφάλαιο II περιλαμβάνει τους κανόνες για τον καθορισμό του προκαταρκτικού φορολογικού αποτελέσματος κάθε μέλους του ομίλου BEFIT. Αυτό γίνεται με την εφαρμογή των προσαρμογών των τμημάτων 2 και 3 και των κανόνων του τμήματος 4 σχετικά με τα ζητήματα χρονοδιαγράμματος και ποσοτικού προσδιορισμού στο καθαρό εισόδημα ή ζημία, όπως αναφέρεται στους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς.

Όπως και στον πυλώνα 2, το σημείο εκκίνησης είναι το λογιστικό αποτέλεσμα των χρηματοοικονομικών λογαριασμών, το οποίο πρέπει να καθορίζεται βάσει ενιαίου λογιστικού προτύπου για τον όμιλο BEFIT. Για τον σκοπό αυτόν, οι χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί κάθε μέλους του ομίλου BEFIT πρέπει να συμφωνούν με το λογιστικό πρότυπο της τελικής μητρικής οντότητας ή, εάν ο όμιλος έχει έδρα εκτός της Ένωσης, με εκείνο της υποβάλλουσας οντότητας. Το λογιστικό πρότυπο πρέπει να είναι αποδεκτό βάσει του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πράγμα που ουσιαστικά σημαίνει ότι πρέπει είτε να είναι οι εθνικές γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές (ΓΑΛΑ) ενός από τα κράτη μέλη είτε τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ), όπως ορίζονται στο άρθρο 7.

Για λόγους απλούστευσης, οι προσαρμογές περιορίζονται στο ελάχιστο αναγκαίο, αντί να διαμορφώνεται ένα λεπτομερές πλαίσιο φορολογίας των εταιρειών. Ως εκ τούτου, το BEFIT περιλαμβάνει λιγότερες φορολογικές προσαρμογές από τον πυλώνα 2, ο οποίος έχει διαφορετικό σκοπό, δηλαδή τον υπολογισμό του κατάλληλου αποδεκτού εισοδήματος για το επίπεδο του οφειλόμενου φόρου.

Οι προσαρμογές BEFIT παρατίθενται στο τμήμα 2. Περιλαμβάνονται τα ακόλουθα στοιχεία, δηλαδή προστίθενται σε περίπτωση που έχουν αφαιρεθεί ή δεν καταχωρίζονται ήδη στις οικονομικές λογιστικές καταστάσεις: χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού διακρατούμενα για διαπραγμάτευση (άρθρο 11), κόστος δανεισμού που καταβάλλεται σε μέρη εκτός του ομίλου BEFIT πέραν του κανόνα περιορισμού των τόκων της ATAD (άρθρο 13), προσαρμογές εύλογης αξίας και κεφαλαιακά κέρδη που εισπράττονται από επιχειρήσεις ασφάλισης ζωής στο πλαίσιο συμβάσεων ασφάλισης που συνδυάζουν ασφάλεια ζωής με επενδύσεις ή συνδέονται με δείκτες (άρθρο 14), πρόστιμα, ποινές και παράνομες πληρωμές, όπως δωροδοκίες (άρθρο 16), και εταιρικοί φόροι που έχουν καταβληθεί ήδη ή συμπληρωματικοί φόροι κατ’ εφαρμογή του πυλώνα 2 (άρθρο 17).

Τα ακόλουθα στοιχεία εξαιρούνται, δηλαδή αφαιρούνται από το καθαρό χρηματοοικονομικό εισόδημα ή ζημία, εφόσον περιλαμβάνονται στους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς: μερίσματα και κέρδη ή ζημίες κεφαλαίου από μετοχές ή ιδιοκτησιακά δικαιώματα, στην περίπτωση σημαντικής ιδιοκτησίας και εκτός εάν διακρατούνται για διαπραγμάτευση ή από επιχείρηση ασφάλισης ζωής (άρθρα 8-11 και άρθρο 14), τα κέρδη ή οι ζημίες από μόνιμες εγκαταστάσεις (άρθρο 12), το ναυτιλιακό εισόδημα που υπόκεινται σε εθνικό καθεστώς φορολογίας χωρητικότητας (άρθρο 15), η φορολογική ελάφρυνση για κέρδη από στοιχεία ενεργητικού που αντικαθίστανται με νέα (άρθρο 18), τα κόστη κτήσης, κατασκευής και βελτίωσης στοιχείων ενεργητικού που υπόκεινται σε απόσβεση, καθότι τα εν λόγω κόστη θα αποτελούν ήδη μέρος της βάσης απόσβεσης, καθώς και επιδοτήσεις που συνδέονται άμεσα με αυτό, καθώς οι επιδοτήσεις δεν θα πρέπει να περιλαμβάνονται ούτε στη βάση απόσβεσης ούτε στη φορολογική βάση (άρθρο 19), μη πραγματοποιηθέντα κέρδη ή ζημίες από διακυμάνσεις συναλλαγματικών ισοτιμιών πάγιων στοιχείων ενεργητικού (άρθρο 20). Ο κανόνας του άρθρου 21 εξαιρεί επίσης κάθε ποσό που σχετίζεται με τις προσαρμογές μετά την κατανομή, όπως απαριθμούνται στο άρθρο 48 (εξηγείται κατωτέρω). Κατά συνέπεια, τα στοιχεία αυτά δεν αποτελούν μέρος του προκαταρκτικού φορολογικού αποτελέσματος, το οποίο αποτρέπει τον κίνδυνο διπλής λογιστικής καταχώρισής τους.

Επιπλέον, το τμήμα 3 αποτελείται από ένα κοινό σύνολο κανόνων φορολογικής απόσβεσης. Πρόκειται για σημαντική προσαρμογή για φορολογικούς σκοπούς, αλλά η πρόταση παραμένει πιο κοντά στη γενική λογιστική από ό,τι οι εθνικοί κανόνες φορολογικής απόσβεσης. Τα πάγια υλικά στοιχεία ενεργητικού αξίας κάτω των 5 000 EUR θα καταλογίζονται αμέσως. Τα λοιπά στοιχεία ενεργητικού αποσβέννυνται πάντοτε σε γραμμική βάση, δηλαδή κατανέμονται ισομερώς κατά τη διάρκεια του στοιχείου. Καταρχήν, η διάρκεια θα αντιστοιχεί στην ωφέλιμη ζωή στους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς. Ωστόσο, για την ακίνητη περιουσία, συμπεριλαμβανομένων των βιομηχανικών κτιρίων, η διάρκεια ορίζεται, κατά γενικό κανόνα, στα 28 έτη. Όσον αφορά τα πάγια άυλα στοιχεία ενεργητικού, η διάρκεια θα αντιστοιχεί στην περίοδο νομικής προστασίας, π.χ. δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, ή, σε αντίθετη περίπτωση, σε 5 έτη. Η υπεραξία υπόκειται επίσης σε απόσβεση όταν αποκτάται και, κατά συνέπεια, εμφανίζεται στους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς.

Στο τμήμα 4, η πρόταση εξετάζει ζητήματα σχετικά με το χρονοδιάγραμμα και τον ποσοτικό προσδιορισμό, τα οποία είναι απαραίτητα για φορολογικούς σκοπούς προκειμένου να αποφεύγονται οι καταχρήσεις. Οι διαφορές μεταξύ του κόστους των αποθεμάτων και των κυκλοφορούντων στοιχείων θα πρέπει, για παράδειγμα, να επιμετρώνται με συνέπεια χρησιμοποιώντας τη μέθοδο πρώτης εισαγωγής πρώτης εξαγωγής (first-in first-out) ή τη μέθοδο του μέσου σταθμισμένου κόστους (άρθρο 29). Οι προβλέψεις εξαιρούνται εάν δεν απαιτούνται από τον νόμο ή δεν μπορούν να εκτιμηθούν με αξιόπιστο τρόπο (άρθρο 30). Οι επισφαλείς απαιτήσεις μπορούν να αφαιρεθούν μόνον εάν έχουν εξαντληθεί όλα τα εύλογα μέτρα για την πληρωμή από τον οφειλέτη ή εάν το ποσό που θα απολεσθεί μπορεί να εκτιμηθεί με αξιόπιστο τρόπο, αλλά ποτέ αν ο οφειλέτης είναι συνδεδεμένη επιχείρηση (άρθρο 31). Τα έσοδα και οι δαπάνες από μακροπρόθεσμες συμβάσεις υπολογίζονται μόνο για το έτος κατά το οποίο προέκυψαν ή πραγματοποιήθηκαν (άρθρο 32). Η μεταχείριση των μέσων αντιστάθμισης πρέπει να ακολουθεί τη φορολογική μεταχείριση του αντισταθμισμένου στοιχείου (άρθρο 33).

Τέλος, στο τμήμα 5, η πρόταση περιλαμβάνει επίσης κανόνες που είναι απαραίτητοι για τις οντότητες που εισέρχονται ή εξέρχονται από τον όμιλο BEFIT. Για παράδειγμα, οι ζημίες που προέκυψαν πριν από την ένταξη του νέου μέλους στον όμιλο BEFIT δεν θα πρέπει να περιλαμβάνονται σε βάρος της φορολογικής βάσης άλλων κρατών μελών στα οποία έχει μέλη ο όμιλος BEFIT. Οι ζημίες αυτές θα πρέπει να συμψηφίζονται με το κατανεμημένο μερίδιο, δηλαδή μετά τη συγκέντρωση και την κατανομή [άρθρο 38 σε συνδυασμό με το άρθρο 48 παράγραφος 1 στοιχείο α)]. Οι κανόνες αφορούν επίσης την αναδιοργάνωση επιχειρήσεων, ώστε να διευκρινιστεί, για παράδειγμα, ότι υπερισχύει η οδηγία για τις συγχωνεύσεις (άρθρο 40). Υπάρχει επίσης ένας κανόνας απαγόρευσης των καταχρήσεων που διασφαλίζει ότι τα κέρδη κεφαλαίου από στοιχεία ενεργητικού περιλαμβάνονται στο προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα όταν τα στοιχεία ενεργητικού μεταφέρονται εντός του ομίλου, χωρίς φορολογικές επιπτώσεις, σε μέλος του ομίλου το οποίο στη συνέχεια πωλείται εκτός του ομίλου. Αυτό θα επωφελούνταν κανονικά από φοροαπαλλαγή για τη διάθεση μετοχών, αλλά δεν θα πρέπει να επιτρέπεται, εκτός εάν μπορεί να δικαιολογηθεί από εμπορική άποψη (άρθρο 41).

Συγκέντρωση των προκαταρκτικών φορολογικών αποτελεσμάτων σε ενιαία φορολογική βάση και κατανομή αυτής της συγκεντρωτικής φορολογικής βάσης σε επιλέξιμα μέλη του ομίλου BEFIT 

Το κεφάλαιο III περιέχει τους κανόνες για τη συγκέντρωση και την κατανομή της φορολογικής βάσης. Πρώτον, τα προκαταρκτικά φορολογικά αποτελέσματα όλων των μελών του ομίλου BEFIT συγκεντρώνονται σε μια ενιαία «ομάδα» σε επίπεδο ομίλου της Ένωσης, η οποία θα αποτελεί τη «φορολογική βάση BEFIT». Αυτό περιγράφεται στα άρθρα 42-44 και παρουσιάζει διάφορα σημαντικά πλεονεκτήματα:

·Διασυνοριακή ελάφρυνση για ζημίες: θα επιτρέπει στους ομίλους να συμψηφίζουν τις ζημίες σε διασυνοριακό επίπεδο. Σήμερα, κάτι τέτοιο είναι σπάνια εφικτό, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε υπερφορολόγηση των κερδών του ομίλου και να αποθαρρύνει τις επιχειρήσεις από το να δραστηριοποιούνται διασυνοριακά στην εσωτερική αγορά, και·

·Διευκόλυνση της συμμόρφωσης με τη μεταβιβαστική τιμολόγηση: κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, το αποτέλεσμα των συναλλαγών εντός του ομίλου BEFIT θα είναι καθοριστικός παράγοντας για τον τρόπο με τον οποίο θα κατανέμεται η (συγκεντρωτική) φορολογική βάση BEFIT στα μέλη του ομίλου BEFIT. Δεδομένης αυτής της σημασίας της τιμολόγησης των συναλλαγών εντός του ομίλου BEFIT για φορολογικούς σκοπούς, θα διατηρηθεί η απαίτηση για τη συνέπειά τους με την αρχή του πλήρους ανταγωνισμού, αλλά ταυτόχρονα, τα μέλη του ομίλου BEFIT θα επωφελούνται από αυξημένη φορολογική ασφάλεια (ζώνη άνεσης) εάν, ως αποτέλεσμα των συναλλαγών τους εντός του ομίλου BEFIT, οι δαπάνες ή τα έσοδά τους παραμένουν εντός του ορίου αύξησης κάτω του 10 % σε σύγκριση με τον μέσο όρο των τριών προηγούμενων οικονομικών ετών. Το σύστημα αυτό παρέχει κάποιον βαθμό ασφάλειας και προετοιμάζει το έδαφος για την πιθανή εξάλειψη της ανάγκης τιμολόγησης των συναλλαγών εντός του ομίλου BEFIT σύμφωνα με την αρχή του πλήρους ανταγωνισμού σε περίπτωση που συμφωνηθεί ένας μαθηματικός τύπος βάσει συντελεστών ως μόνιμος τρόπος κατανομής της φορολογικής βάσης BEFIT.

·Επίσης, δεν θα πραγματοποιείται παρακράτηση φόρου στην πηγή σε συναλλαγές, όπως πληρωμές τόκων και δικαιωμάτων εντός του ομίλου BEFIT, εφόσον ο πραγματικός δικαιούχος της πληρωμής είναι μέλος του ομίλου BEFIT. Εντός του ομίλου BEFIT, δεν υπάρχει καταρχήν ανάγκη φορολόγησης των εν λόγω συναλλαγών μεμονωμένα, καθώς θα συμπεριλαμβάνονται στη συγκεντρωτική φορολογική βάση BEFIT, αλλά είναι επίσης κρίσιμο να διασφαλίζεται ότι οι εν λόγω πληρωμές δεν χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά κερδών εκτός του ομίλου με χαμηλή φορολογία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι εθνικές αρμόδιες αρχές θα διατηρήσουν το δικαίωμα να ελέγχουν αν ο αποδέκτης τους είναι πραγματικός δικαιούχος.

Υπάρχουν, ωστόσο, δύο εξαιρέσεις όσον αφορά τη συγκέντρωση. Το εισόδημα και οι ζημίες από εξορυκτικές δραστηριότητες διαχωρίζονται από τη φορολογική βάση BEFIT, διότι κατανέμονται πάντα στην οικεία δικαιοδοσία προέλευσης. Το σκεπτικό, σύμφωνα με την προσέγγιση δύο πυλώνων του πλαισίου χωρίς αποκλεισμούς των ΟΟΣΑ/G20, είναι ότι η φορολογία των εν λόγω δραστηριοτήτων θα πρέπει να βασίζεται στην προέλευση, δηλαδή στον τόπο εξόρυξης (άρθρο 46). Επίσης, δεν κατανέμονται τα έσοδα και οι δαπάνες από τη ναυτιλία που δεν καλύπτονται από καθεστώς φορολογίας χωρητικότητας ή από τις αεροπορικές μεταφορές. Σύμφωνα με την προσέγγιση του άρθρου 8 του υποδείγματος σύμβασης του ΟΟΣΑ για την αποφυγή της διπλής φορολογίας σχετικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου, οι εν λόγω δραστηριότητες φορολογούνται μόνο στο κράτος στο οποίο είναι εγκατεστημένη η εταιρεία που εκμεταλλεύεται τα πλοία ή τα αεροσκάφη (άρθρο 47).

Στη συνέχεια, η συγκεντρωτική φορολογική βάση θα κατανέμεται στα μέλη κάθε ομίλου BEFIT βάσει ενός μεταβατικού κανόνα κατανομής, ο οποίος χρησιμοποιεί το ποσοστό κάθε μέλους του ομίλου BEFIT στη συγκεντρωτική φορολογική βάση που υπολογίζεται ως ο μέσος όρος των φορολογητέων αποτελεσμάτων κατά τα τρία προηγούμενα οικονομικά έτη. Αυτό μπορεί να προετοιμάσει το έδαφος για μια μόνιμη μέθοδο κατανομής η οποία θα μπορούσε να βασίζεται σε έναν τύπο επιμερισμού. Μια πρόταση που θεσπίζει μεταβατική λύση θα έχει το πλεονέκτημα της χρήσης πιο πρόσφατων δεδομένων για την υποβολή εκθέσεων ανά χώρα και των πληροφοριών που θα συγκεντρωθούν από τα πρώτα έτη εφαρμογής του BEFIT στον σχεδιασμό μιας μόνιμης μεθόδου κατανομής. Θα επιτρέψει επίσης μια πιο διεξοδική εκτίμηση των επιπτώσεων που αναμένεται να έχει η εφαρμογή της προσέγγισης δύο πυλώνων του πλαισίου χωρίς αποκλεισμούς των ΟΟΣΑ/G20 στις εθνικές και τις φορολογικές βάσεις BEFIT.

Η πρόταση λαμβάνει επίσης υπόψη τα φορολογικά συστήματα που βασίζονται στις διανομές και, για τον σκοπό αυτόν, προβλέπει την αναγκαία προσαρμογή, η οποία θα επιτρέψει στις οικείες εταιρείες να συμμετέχουν σε όμιλο BEFIT. Στην περίπτωση αυτή, η φορολογία του εισοδήματος των εταιρειών δεν πραγματοποιείται σε ετήσια βάση, αλλά κατά τη διανομή των κερδών. Ως εκ τούτου, το κατανεμημένο μέρος της συγκεντρωτικής φορολογικής βάσης θα μεταφέρεται ετησίως κατ’ αναλογία προς το εισόδημα που δεν διανεμήθηκε κατά το εν λόγω έτος (άρθρο 49).

Τέλος, μετά την κατανομή, κάθε μέλος του ομίλου BEFIT θα λαμβάνει ένα μερίδιο. Στο μερίδιο αυτό, το μέλος του ομίλου θα πρέπει να εφαρμόζει πρόσθετες προσαρμογές κατά τον υπολογισμό του φόρου του (άρθρο 48 παράγραφος 1). Σε αυτές συγκαταλέγονται κυρίως τεχνικές διορθώσεις που είναι αναγκαίες για τη συνοχή του συστήματος. Για παράδειγμα, στο προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα δεν θα πρέπει να περιλαμβάνονται διάφορα στοιχεία, προκειμένου να αποφευχθεί η κατανομή τους μεταξύ όλων των κρατών μελών, αλλά τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να συνεχίσουν να καταγράφονται λογιστικά (π.χ. ζημίες προ BEFIT). Άλλα ποσά, όπως χρηματικές και άλλου είδους δωρεές και συνταξιοδοτικές παροχές, εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις απαιτήσεις της εθνικής νομοθεσίας και, ως εκ τούτου, είναι καταλληλότερα για το κατανεμημένο μέρος.

Είναι σημαντικό ότι, προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης αρμοδιότητα των κρατών μελών όσον αφορά τις πολιτικές τους για τους φορολογικούς συντελεστές, τα κράτη μέλη θα έχουν την ελευθερία να εφαρμόζουν περαιτέρω τυχόν απαλλαγές, φορολογικά κίνητρα ή αυξήσεις βάσης στα οικεία κατανεμημένα μέρη, χωρίς περιορισμούς (άρθρο 48 παράγραφος 2). Η μόνη απαίτηση που θα πρέπει να τηρούν εν προκειμένω τα κράτη μέλη είναι οι κανόνες της οδηγίας για τον πυλώνα 2 για ένα παγκόσμιο ελάχιστο επίπεδο πραγματικής φορολόγησης.

«Σύστημα φωτεινού σηματοδότη» για τη διευκόλυνση της συμμόρφωσης των συνδεδεμένων επιχειρήσεων εκτός του ομίλου BEFIT όσον αφορά τη μεταβιβαστική τιμολόγηση

Όσον αφορά τις συναλλαγές με συνδεδεμένες επιχειρήσεις εκτός του ομίλου BEFIT, δηλαδή οντότητες του ομίλου που δεν βρίσκονται στην Ένωση ή δεν πληρούν το όριο ιδιοκτησίας του 75 %, το κεφάλαιο IV αποσκοπεί στη διευκόλυνση της συμμόρφωσης με την παροχή ενός εργαλείου εκτίμησης κινδύνου («σύστημα φωτεινού σηματοδότη») με δείκτες αναφοράς.

Αυτό το χαρακτηριστικό του BEFIT επικεντρώνεται στην απλούστευση της συμμόρφωσης με τη μεταβιβαστική τιμολόγηση και δεν παρεμβαίνει στους ουσιαστικούς κανόνες που καθορίζουν αν μια συγκεκριμένη συναλλαγή έχει τιμολογηθεί υπό συνθήκες πλήρους ανταγωνισμού. Επιπλέον, το καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής του περιορίζεται σε δραστηριότητες χαμηλού κινδύνου, οι οποίες συνήθως δεν συνεπάγονται ευρεία διακριτική ευχέρεια όσον αφορά την τιμολόγηση, δεδομένου ότι δεν οδηγούν σε υψηλά υπολειπόμενα κέρδη. Πρόκειται για σαφή διάκριση από την οδηγία για τη μεταβιβαστική τιμολόγηση, η οποία σχετίζεται με τους ουσιαστικούς κανόνες και έχει ευρύτερο πεδίο εφαρμογής, το οποίο δυνητικά καλύπτει ολόκληρο το φάσμα των θεμάτων μεταβιβαστικής τιμολόγησης, και έχει χωριστή λειτουργία. Ως εκ τούτου, η οδηγία για τη μεταβιβαστική τιμολόγηση υιοθετεί τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ σχετικά με τη μεταβιβαστική τιμολόγηση και αποτελεί εφαλτήριο για να συμφωνήσουν τα κράτη μέλη κοινές προσεγγίσεις σε συγκεκριμένα θέματα μεταβιβαστικής τιμολόγησης, και ειδικότερα σε εκείνα στα οποία η διοικητική πρακτική έχει υπάρξει μέχρι στιγμής ανομοιογενής σε ολόκληρη την ΕΕ.

Το σύστημα φωτεινού σηματοδότη θα εφαρμόζεται σε δραστηριότητες χαμηλού κινδύνου που ορίζονται στο άρθρο 50: i) δραστηριότητες διανομής από διανομείς χαμηλού κινδύνου και ii) δραστηριότητες κατασκευής από συμβεβλημένους κατασκευαστές. Για να πληροί τις προϋποθέσεις, ο διανομέας ή ο κατασκευαστής πρέπει να χρησιμοποιεί αξιόπιστη, μονόπλευρη μέθοδο που βασίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ σχετικά με τη μεταβιβαστική τιμολόγηση και, σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να πληροί τις προϋποθέσεις εάν κατέχει τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας ή ορισμένους από τους κινδύνους που σχετίζονται με τα προϊόντα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα άυλα στοιχεία ενεργητικού και οι κίνδυνοι στερούνται συχνά συγκρίσιμων συναλλαγών.

Για τις δραστηριότητες αυτές, η πρόταση προτείνει τη χρήση «δημόσιων δεικτών αναφοράς», οι οποίοι θα είναι δείκτες κέρδους που θα καθορίζονται σε επίπεδο Ένωσης με τη βοήθεια ομάδας εμπειρογνωμόνων (άρθρο 53). Από λειτουργική άποψη, εάν η κερδοφορία ενός διανομέα ή συμβεβλημένου κατασκευαστή χαμηλού κινδύνου είναι χαμηλή σε σύγκριση με το μέσο εύρος τιμών αυτού του δείκτη αναφοράς, οι συναλλαγές του θα αξιολογούνται ως «υψηλού κινδύνου» και αντιστρόφως. Με αυτόν τον τρόπο, οι συναλλαγές μπορούν να εμπίπτουν σε τρεις ζώνες κινδύνου (χαμηλός/μεσαίος/υψηλός). Οι φορολογικές διοικήσεις των κρατών μελών αναμένεται να επικεντρώνουν τις προσπάθειές τους στις ζώνες υψηλού κινδύνου (άρθρο 51). Κατά συνέπεια, αναφέρεται ως «σύστημα φωτεινού σηματοδότη».

Ως εκ τούτου, το εργαλείο θα επιτρέπει στα κράτη μέλη να χρησιμοποιούν αποτελεσματικότερα τους πόρους τους και θα προσφέρει στις επιχειρήσεις υψηλότερο επίπεδο προβλεψιμότητας όσον αφορά την αποδοχή της οικείας μεταβιβαστικής τιμολόγησης, υπό την προϋπόθεση ότι συμμορφώνονται με προκαθορισμένα περιθώρια.

Διαχείριση του συστήματος: «υπηρεσία μίας στάσης» και «ομάδα BEFIT»

Η διαχείριση του συστήματος περιγράφεται στο κεφάλαιο V. Οι κοινοί ουσιαστικοί κανόνες προϋποθέτουν επίσης κοινό διοικητικό πλαίσιο. Έτσι θα επιτραπεί η περαιτέρω απλούστευση των υφιστάμενων συστημάτων και θα απελευθερωθούν σταδιακά πόροι για τις διοικήσεις και τις επιχειρήσεις.

Η υπηρεσία μίας στάσης θα επιτρέπει στις επιχειρήσεις να συναλλάσσονται με μία και μόνη αρχή στην Ένωση για τις υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων, όποτε αυτό είναι εφικτό. Η «υποβάλλουσα οντότητα», η οποία είναι καταρχήν η τελική μητρική οντότητα, θα υποβάλει μία δήλωση πληροφοριών για ολόκληρο τον όμιλο BEFIT (στο εξής: δήλωση πληροφοριών BEFIT) μόνο στην οικεία φορολογική διοίκηση (στο εξής: αρχή υποβολής στοιχείων), η οποία θα την κοινοποιεί στα άλλα κράτη μέλη στα οποία δραστηριοποιείται ο όμιλος (άρθρο 57). Κάθε μέλος του ομίλου BEFIT θα υποβάλλει επίσης ατομική φορολογική δήλωση στην τοπική φορολογική του διοίκηση, ώστε να είναι σε θέση να εφαρμόζει προσαρμογές που καθορίζονται σε εθνικό επίπεδο στο οικείο κατανεμημένο μέρος (άρθρο 62). Σε συνδυασμό με την δήλωση πληροφοριών BEFIT, αυτό θα επιτρέπει σε κάθε φορολογική διοίκηση να αξιολογεί τις φορολογικές υποχρεώσεις των μελών του ομίλου BEFIT όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά (άρθρο 64).

Για κάθε όμιλο BEFIT, θα υπάρχει επίσης η λεγόμενη «ομάδα BEFIT», στην οποία θα συμμετέχουν εκπρόσωποι κάθε αρμόδιας φορολογικής διοίκησης από τα κράτη μέλη στα οποία δραστηριοποιείται ο όμιλος (άρθρο 60). Αντί κάθε κράτος μέλος να διαθέτει χωριστά ανθρώπινους πόρους για την αξιολόγηση των φορολογικών υποχρεώσεων του ίδιου διασυνοριακού ομίλου, τα μέλη κάθε ομάδας BEFIT θα ανταλλάσσουν πληροφορίες, θα συντονίζουν, θα παρέχουν έναν βαθμό έγκαιρης βεβαιότητας για συγκεκριμένα θέματα και θα επιλύουν ζητήματα μέσω ενός διαδικτυακού εργαλείου συνεργασίας (άρθρο 61).

Οι λογιστικοί έλεγχοι θα παραμείνουν σε επίπεδο κρατών μελών και τα κράτη μέλη θα έχουν τη δυνατότητα να ζητούν κοινούς ελέγχους και να επιβάλλουν στην άλλη πλευρά την υποχρέωση να τους αποδέχεται. Σε συνέχεια του αποτελέσματος του ελέγχου, η ομάδα BEFIT θα διευκολύνει επίσης τις διορθώσεις (άρθρο 65).

Η πρόταση διασφαλίζει επίσης ότι οι προσφυγές κατά του περιεχομένου της δήλωσης πληροφοριών BEFIT μπορούν να ασκούνται σε διοικητικό όργανο στο κράτος μέλος της «αρχής υποβολής στοιχείων». Ομοίως, οι προσφυγές κατά των ατομικών πράξεων επιβολής φόρου μπορούν να ασκούνται ενώπιον διοικητικού οργάνου του κράτους μέλους στο οποίο εδρεύει για φορολογικούς σκοπούς το μέλος του ομίλου BEFIT. Όταν η εν λόγω προσφυγή επηρεάζει τη φορολογική βάση BEFIT, μπορούν να γίνουν οι αναγκαίες τροποποιήσεις σε ολόκληρο τον όμιλο μέσω συντονισμένης διαδικασίας που θεσπίζεται από τις «ομάδες BEFIT» (άρθρα 66-70).

2023/0321 (CNS)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τις επιχειρήσεις στην Ευρώπη: Πλαίσιο για τη φορολογία εισοδήματος (BEFIT)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 115,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 22 ,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 23 ,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)Επί του παρόντος δεν υπάρχει εντός της Ένωσης κοινή προσέγγιση για τον υπολογισμό της φορολογητέας βάσης για τις επιχειρήσεις. Ως εκ τούτου, οι επιχειρήσεις της Ένωσης υποχρεούνται να συμμορφώνονται με διαφορετικό σύστημα φορολογίας εταιρειών σε κάθε κράτος μέλος στο οποίο δραστηριοποιούνται.

(2)Η ύπαρξη 27 διαφορετικών συστημάτων φορολογίας εισοδήματος εταιρειών στην Ένωση δημιουργεί πολυπλοκότητα όσον αφορά τη φορολογική συμμόρφωση και οδηγεί σε αθέμιτο ανταγωνισμό για τις επιχειρήσεις. Αυτό είναι πλέον πιο εμφανές, καθώς η παγκοσμιοποίηση και η ψηφιοποίηση της οικονομίας έχουν μεταβάλει σημαντικά την αντίληψη για τα χερσαία σύνορα και τα επιχειρηματικά μοντέλα. Ενώ οι κυβερνήσεις προσπάθησαν να προσαρμοστούν στη νέα αυτή πραγματικότητα, η κατακερματισμένη αντίδραση μεταξύ των κρατών μελών οδήγησε σε περαιτέρω στρεβλώσεις στην εσωτερική αγορά. Τα διάφορα νομικά πλαίσια οδηγούν αναπόφευκτα σε διαφορετικές πρακτικές φορολογικής διοίκησης και μεταξύ των κρατών μελών. Αυτό συνεπάγεται συχνά χρονοβόρες διαδικασίες που χαρακτηρίζονται από έλλειψη προβλεψιμότητας και ασυνέπεια, καθώς και υψηλό κόστος συμμόρφωσης.

(3)Παρότι διαφέρουν ως προς τον σχεδιασμό τους, τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά των συστημάτων φορολογίας εισοδήματος εταιρειών είναι παρόμοια, καθώς θεσπίζουν κανόνες που αποσκοπούν στον ίδιο στόχο, δηλαδή στην επίτευξη φορολογητέας βάσης για τις επιχειρήσεις. Στο πλαίσιο αυτό, θα ήταν σημαντικό για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά να θεσπίσουν τα κράτη μέλη ένα κοινό νομικό πλαίσιο για την εναρμόνιση των θεμελιωδών χαρακτηριστικών των συστημάτων φορολογίας εισοδήματος εταιρειών με σκοπό την απλούστευση των φορολογικών κανόνων και τη διασφάλιση θεμιτού ανταγωνισμού.

(4)Στις 9 Ιουνίου 2023, 139 δικαιοδοσίες, οι οποίες είναι μέλη του πλαισίου χωρίς αποκλεισμούς των ΟΟΣΑ/G20, προσχώρησαν στη δήλωση του Οκτωβρίου του 2021 σχετικά με μια «Λύση δύο πυλώνων για την αντιμετώπιση των φορολογικών προκλήσεων που προκύπτουν από την ψηφιοποίηση της οικονομίας» 24 . Με την εν λόγω δήλωση, τα κράτη μέλη συμφώνησαν i) μια διαδικασία επανεξέτασης που υπολογίζει τη δυνητική ελάχιστη φορολογική υποχρέωση μεγάλων πολυεθνικών ομίλων, ξεκινώντας από τη γενική λογιστική, στο πλαίσιο του πυλώνα 2 και ii) τη μερική ανακατανομή των φορολογητέων κερδών βάσει μαθηματικού τύπου επιμερισμού στο πλαίσιο του πυλώνα 1. Ο σχεδιασμός ενός κοινού πλαισίου για την αντιμετώπιση των φορολογικών προκλήσεων που προκύπτουν από την ψηφιοποίηση και την παγκοσμιοποίηση θα πρέπει να αντλεί έμπνευση από τα επιτεύγματα αυτής της διαδικασίας. Δεδομένου ότι η εφαρμογή του πυλώνα 2 εγκρίθηκε ομόφωνα από τα κράτη μέλη μέσω της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2523 του Συμβουλίου 25 , ένα κοινό πλαίσιο φορολογίας εταιρειών στην Ένωση θα πρέπει να βασίζεται σε έννοιες, όπως το πεδίο εφαρμογής και ο υπολογισμός της φορολογικής βάσης, με τις οποίες είναι ήδη εξοικειωμένες οι επιχειρήσεις και τα κράτη μέλη.

(5)Το περιβάλλον επιχειρηματικής δραστηριότητας στην εσωτερική αγορά θα πρέπει να καταστεί ελκυστικότερο με στόχο την τόνωση της ανάπτυξης και των επενδύσεων στην Ένωση. Για τον σκοπό αυτόν, θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στη θέσπιση κοινού πλαισίου κανόνων για τη φορολογία εταιρειών, προκειμένου να διευκολυνθεί η συμμόρφωση των επιχειρήσεων με τους εν λόγω κανόνες όταν δραστηριοποιούνται σε διασυνοριακό επίπεδο, καθώς και να ενθαρρυνθούν όσες επιθυμούν να επεκταθούν περαιτέρω στο εξωτερικό να το πράξουν. Ένα ενιαίο σύνολο κανόνων φορολογίας εταιρειών για τις διεθνείς δραστηριότητες αναμένεται να οδηγήσει σε ενίσχυση της φορολογικής ασφάλειας και σε μείωση των φορολογικών διαφορών, καθώς θα αντιμετωπίσει τις στρεβλώσεις και θα μειώσει τον αριθμό των περιπτώσεων διπλής φορολόγησης και υπερφορολόγησης. Επιπλέον, δεδομένου ότι η βιωσιμότητα των φορολογικών εσόδων έχει καίρια σημασία για τους προϋπολογισμούς των κρατών μελών, μεταξύ άλλων για επενδύσεις σε υποδομές, έρευνα και ανάπτυξη και για την παροχή δημόσιων υπηρεσιών, θα ήταν σημαντικό να διασφαλιστεί για το μέλλον ότι η κατανομή των εσόδων πραγματοποιείται σύμφωνα με ένα εργαλείο που βασίζεται σε σταθερές παραμέτρους που δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν καταχρηστικά.

(6)Είναι πράγματι ζωτικής σημασίας να δημιουργηθεί ένα σύστημα που θα επιτυγχάνει έναν βαθμό ομοιομορφίας σε ολόκληρη την Ένωση, τουλάχιστον μεταξύ των φορολογουμένων στους οποίους απευθύνεται κατά κύριο λόγο. Ως εκ τούτου, και λαμβανομένων υπόψη των προσπαθειών που έχουν καταβάλει τόσο οι φορολογικές διοικήσεις όσο και οι επιχειρήσεις για την εφαρμογή του πλαισίου ενός παγκόσμιου ελάχιστου επιπέδου φορολογίας, θα ήταν σημαντικό να αξιοποιηθεί το επίτευγμα αυτό και να σχεδιαστούν κανόνες που θα παραμείνουν όσο το δυνατόν πιο κοντά στους πρότυπους κανόνες των ΟΟΣΑ/G20 και στην οδηγία (ΕΕ) 2022/2523. Σε αυτή τη βάση, το κοινό πλαίσιο κανόνων θα πρέπει να είναι υποχρεωτικό για ομίλους με φορολογητέα παρουσία στην Ένωση, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν ετήσια συνδυασμένα έσοδα άνω των 750 000 000 EUR με βάση τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις τους. Με αυτόν τον τρόπο, το πεδίο εφαρμογής θα απευθύνεται σε επιχειρήσεις που είναι πιθανότερο να έχουν διασυνοριακές δραστηριότητες και, ως εκ τούτου, μπορούν να επωφεληθούν από την απλούστευση που θα προσφέρει το κοινό νομικό πλαίσιο. Το κατώτατο όριο θα εξασφαλίσει επίσης την ευθυγράμμιση με την οδηγία (ΕΕ) 2022/2523 για μια συνεκτική προσέγγιση εντός της Ένωσης.

(7)Παρότι το όριο θα καθορίζεται με βάση τα συνδυασμένα έσοδα του ομίλου σε παγκόσμια βάση, το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων θα πρέπει να περιορίζεται στα μέλη του ομίλου που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά, δεδομένου ότι το δίκαιο της Ένωσης εφαρμόζεται μόνο εντός της Ένωσης και δεν δεσμεύει τρίτες χώρες. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να αποτυπώνεται μόνο το ενωσιακό υποσύνολο ενός τέτοιου ομίλου. Θα περιλαμβάνει εταιρείες που έχουν τη φορολογική τους έδρα σε κράτος μέλος και τις μόνιμες εγκαταστάσεις τους που λειτουργούν σε κράτος μέλος, καθώς και τις μόνιμες εγκαταστάσεις στην Ένωση εταιρειών του ίδιου ομίλου από τρίτες χώρες. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η έννοια της μόνιμης εγκατάστασης εξετάζεται στο πλαίσιο των διμερών φορολογικών συμβάσεων και του εθνικού δικαίου και παρότι ο ορισμός περιλαμβάνει ορισμένες κοινές αρχές, εξακολουθούν να υπάρχουν αποκλίσεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Κατά συνέπεια, θα ήταν ρεαλιστική η προσέγγιση να βασιστούμε στις υφιστάμενες συμβάσεις για την αποφυγή της διπλής φορολόγησης και στους εθνικούς κανόνες των κρατών μελών, αντί να επιχειρηθεί πλήρης εναρμόνιση μέσω του παράγωγου δικαίου της Ένωσης.

(8)Για να διασφαλιστεί η αναλογικότητα και η εύρυθμη λειτουργία του κοινού πλαισίου, τα μέλη του ομίλου, συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών με έδρα σε κράτος μέλος, των μόνιμων εγκαταστάσεών τους και των μόνιμων εγκαταστάσεών τους στην Ένωση που είναι μέλη ομίλου με έδρα εκτός της Ένωσης, με περιορισμένη δραστηριότητα στην εσωτερική αγορά, θα πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής μέσω ορίου σημαντικότητας.

(9)Ο στόχος της απλούστευσης των υφιστάμενων κανόνων υπογραμμίζεται στην προβλεπόμενη πρωτοβουλία. Ως εκ τούτου, οι κανόνες για τον υπολογισμό της φορολογικής βάσης θα πρέπει να καταρτιστούν με την εφαρμογή περιορισμένης σειράς φορολογικών προσαρμογών στις οικονομικές καταστάσεις κάθε μέλους του ομίλου. Αυτές οι περιορισμένες προσαρμογές θα αντιπροσωπεύουν κοινές προσαρμογές που είναι απαραίτητες για τη μετατροπή των οικονομικών λογιστικών καταστάσεων σε φορολογική βάση. Λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη ευθυγράμμισης με την οδηγία (ΕΕ) 2022/2523, οι προσαρμογές θα πρέπει να ανταποκρίνονται στο εν λόγω πλαίσιο, το οποίο θα πρέπει επίσης να διευκολύνει την εφαρμογή για τα κράτη μέλη και τις επιχειρήσεις που θα έχουν ήδη εξοικείωση με τις γενικές αρχές.

(10)Δεδομένου ότι, με στόχο την απλούστευση, οι χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί θα χρησιμοποιούνται ως σημείο εκκίνησης για τον υπολογισμό της φορολογικής βάσης κάθε μέλους του ομίλου, είναι αναγκαίο να καταρτιστούν φορολογικοί κανόνες κατά τρόπο ώστε να παραμένουν όσο το δυνατόν πιο κοντά στη γενική λογιστική. Στις περιπτώσεις στις οποίες αυτό είναι δυνατό, δεν αλλάζει η γενική λογιστική αντιμετώπιση ενός περιουσιακού στοιχείου ή μιας υποχρέωσης για φορολογικούς σκοπούς και, κατά συνέπεια, δεν απαιτούνται προσαρμογές. Ως εκ τούτου, είναι επίσης αναγκαίο, σύμφωνα με το σκεπτικό της φορολογίας, άλλα στοιχεία της φορολογικής βάσης να αντιμετωπίζονται για φορολογικούς σκοπούς με διαφορετικό τρόπο σε σύγκριση με τον τρόπο με τον οποίο χαρακτηρίζονται βάσει γενικής λογιστικής.

(11)Κατά συνέπεια, είναι σημαντικό να αντιμετωπιστούν συγκεκριμένοι τομείς δραστηριότητας, ιδίως η διεθνής ναυτιλία, που απαιτούν ορισμένες τομεακές προσαρμογές. Για μέλη του ομίλου σε αυτόν τον τομέα, θα πρέπει να προσαρμοστούν οι χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί, ώστε να εξαιρεθούν τα ποσά (κέρδη ή ζημίες) που καλύπτονται από καθεστώς φορολογίας χωρητικότητας. Τα ειδικά φορολογικά καθεστώτα για τη διεθνή ναυτιλία, τα οποία συχνά αναφέρονται ως «καθεστώτα φορολογίας χωρητικότητας», θα επέτρεπαν κανονικά τη φορολόγηση με βάση τη χωρητικότητα (δηλαδή τη μεταφορική ικανότητα) των πλοίων που εκμεταλλεύεται ένα μέλος του ομίλου, και όχι τα πραγματικά κέρδη ή τις ζημίες που πραγματοποιεί το μέλος του ομίλου μέσω δραστηριοτήτων που είναι επιλέξιμες για φορολογία χωρητικότητας. Ως εκ τούτου, η εξαίρεση ενός τέτοιου ποσού θα στηριζόταν στις διάφορες αναγνωρισμένες προσεγγίσεις για τον υπολογισμό της φορολογικής βάσης και θα εξασφάλιζε την κατάλληλη συνέπεια με τους διάφορους στόχους πολιτικής της εσωτερικής αγοράς.

(12)Για να επιτευχθεί ο βασικός στόχος της δημιουργίας ενός απλουστευμένου πλαισίου φορολογίας εταιρειών, τα προκαταρκτικά φορολογικά αποτελέσματα για κάθε μέλος του ομίλου θα πρέπει να συγκεντρώνονται σε μία ενιαία κοινή φορολογική βάση, προκειμένου στη συνέχεια να κατανέμεται η εν λόγω βάση στα επιλέξιμα μέλη του ομίλου. Οι φορολογικές προσαρμογές στις οικονομικές καταστάσεις θα παράγουν προκαταρκτικά φορολογικά αποτελέσματα για κάθε μέλος του ομίλου. Στη συνέχεια, θα συγκεντρώνονται τα αποτελέσματα αυτά, γεγονός που θα επιτρέπει τη διασυνοριακή ελάφρυνση για ζημίες μεταξύ των μελών του ομίλου BEFIT και, στη συνέχεια, η συνολική φορολογική βάση θα κατανέμεται στα μέλη του ομίλου βάσει ενός μεταβατικού κανόνα κατανομής· αυτό θα προετοιμάσει το έδαφος για έναν μόνιμο μηχανισμό. Ο εν λόγω μόνιμος μηχανισμός θα μπορούσε να βασιστεί σε μαθηματικό τύπο επιμερισμού και θα καθιστούσε περιττή την ανάγκη οι συναλλαγές εντός του ομίλου BEFIT να συνάδουν με την αρχή του πλήρους ανταγωνισμού. Θα είχε το πλεονέκτημα της χρήσης πιο πρόσφατων στοιχείων υποβολής εκθέσεων ανά χώρα και των πληροφοριών που συλλέγονται κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου. Αυτό θα επιτρέψει επίσης μια πιο διεξοδική εκτίμηση των επιπτώσεων που αναμένεται να έχει η εφαρμογή της προσέγγισης δύο πυλώνων στις εθνικές φορολογικές βάσεις και τις φορολογικές βάσεις του ομίλου BEFIT. Με αυτόν τον τρόπο, θα εξακολουθήσει να είναι δυνατή η υλοποίηση του βασικού στόχου της φορολογικής ουδετερότητας στην εσωτερική αγορά, η οποία θα μειώσει τις περιπτώσεις διπλής φορολόγησης και υπερφορολόγησης και θα ενισχύσει τη φορολογική ασφάλεια με στόχο τη μείωση του αριθμού των φορολογικών διαφορών.

(13)Η συγκέντρωση των φορολογικών αποτελεσμάτων μεταξύ των μελών του ομίλου δεν αποτελεί κατάλληλο μέτρο για ορισμένους τομείς, όπως οι εξορυκτικές δραστηριότητες, καθώς και η διεθνής ναυτιλία, οι εσωτερικές πλωτές μεταφορές και οι αεροπορικές μεταφορές. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να εξαιρεθούν από τη συγκέντρωση, δεδομένου ότι τα χαρακτηριστικά τους δεν ταιριάζουν στο πλαίσιο αυτό. Κάθε ποσό των κερδών ή ζημιών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον τομέα των διεθνών μεταφορών, το οποίο δεν καλύπτεται από καθεστώς φορολογίας χωρητικότητας (και, ως εκ τούτου, εξαιρείται από τα προκαταρκτικά φορολογικά αποτελέσματα), θα πρέπει να παραμένει εκτός της συγκέντρωσης, ενώ θα υπολογίζεται με την εφαρμογή των κοινών κανόνων φορολογίας εταιρειών.

(14)Για να παρέχεται χώρος για ανάπτυξη και επενδύσεις, τα κράτη μέλη θα έχουν επίσης τη δυνατότητα να εφαρμόζουν μεμονωμένα πρόσθετες προσαρμογές μετά την κατανομή (π.χ. φορολογική μεταχείριση των συνταξιοδοτικών εισφορών) σε τομείς που δεν καλύπτονται από το κοινό πλαίσιο. Τα κράτη μέλη θα έχουν επίσης την ελευθερία να προσαρμόζουν περαιτέρω το κατανεμημένο μερίδιό τους χωρίς ανώτατο όριο, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι μπορούν να κάνουν τις εθνικές επιλογές πολιτικής τους στον εν λόγω τομέα. Το σημαντικότερο είναι ότι η οδηγία (ΕΕ) 2022/2523 καθορίζει ουσιαστικά ένα ανώτατο όριο το οποίο διασφαλίζει αποτελεσματικά ότι ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής είναι τουλάχιστον 15 %.

(15)Ορισμένα κράτη μέλη εφαρμόζουν συστήματα φορολογίας εταιρειών τα οποία βασίζονται σε αρχές οι οποίες διαφέρουν από τη συνηθέστερη προσέγγιση, όπως φορολογικά συστήματα με βάση τις διανομές. Ως εκ τούτου, είναι πρωταρχικής σημασίας να γίνουν οι αναγκαίες προσαρμογές, προκειμένου να διασφαλιστεί μια εύχρηστη αλληλεπίδραση με τα συστήματα αυτά. Η λύση θα μπορούσε να αναζητηθεί σε ορισμένες προσαρμογές μετά την κατανομή. Αυτό θα σήμαινε ότι το μέρος που θα κατανεμηθεί σε μέλος του ομίλου στο πλαίσιο συστήματος που βασίζεται στις διανομές πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα με τις διανομές που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους. Η ουσία ενός φορολογικού συστήματος που βασίζεται στις διανομές θα διατηρηθεί πλήρως, δεδομένου ότι η διανομή σηματοδοτεί ένα χρονικό σημείο για τη φορολόγηση του κατανεμημένου μέρους και, αντίστοιχα, τον καθορισμό του ποσού που θα πρέπει να φορολογηθεί. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να προβλεφθεί η λειτουργία ενός μηχανισμού μεταφοράς, ώστε να διασφαλίζεται ότι το κατανεμημένο μέρος που δεν φορολογείται κατά το τρέχον έτος θα φορολογηθεί τα επόμενα έτη.

(16)Δεδομένου ότι οι σχέσεις εντός ενός ομίλου αντιπροσωπεύουν μέρος μόνο της εμπορικής δραστηριότητας ενός ομίλου εταιρειών, οι συναλλαγές μεταξύ των μελών ενός ομίλου και των συνδεδεμένων επιχειρήσεων που δεν ανήκουν στον όμιλο αποτελούν ένα ακόμη ουσιώδες στοιχείο προς εξέταση. Για την αντιμετώπιση αυτής της εξωτερικής πτυχής και δεδομένου ότι προσφάτως αυξήθηκε σημαντικά ο αριθμός των διαφορών σχετικά με τη μεταβιβαστική τιμολόγηση, ιδίως όσον αφορά τα ζητήματα τιμολόγησης για τις συνήθεις δραστηριότητες, θα ήταν πολύ χρήσιμο να προβλεφθεί μια απλουστευμένη προσέγγιση όσον αφορά τη συμμόρφωση με τη μεταβιβαστική τιμολόγηση, η οποία θα μειώσει το κόστος συμμόρφωσης για τις επιχειρήσεις και θα βελτιώσει την αποτελεσματικότητα των φορολογικών διοικήσεων όσον αφορά τη χρήση του ανθρώπινου κεφαλαίου. Για τον σκοπό αυτόν, θα ήταν σημαντικό να θεσπιστεί ένα κοινό πλαίσιο αξιολόγησης κινδύνου για τη μεταβιβαστική τιμολόγηση με βάση μια κοινώς αποδεκτή συγκριτική ανάλυση. Η αξιολόγηση αυτή θα διερευνήσει τα περιθώρια κέρδους προ τόκων και φόρων για οντότητες που λειτουργούν ανεξάρτητα εντός της εσωτερικής αγοράς. Οι δείκτες κέρδους που αποκτώνται κατ’ αυτόν τον τρόπο θα πρέπει στη συνέχεια να δημοσιεύονται, να χρησιμοποιούνται ως εργαλείο αυτοαξιολόγησης κινδύνων και να επιτρέπουν στους ομίλους που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά να γνωρίζουν εκ των προτέρων τις αποδόσεις υπό συνθήκες πλήρους ανταγωνισμού (βάσει της αγοράς) που αναμένεται να επιτύχουν σε συναλλαγές με συνδεδεμένες επιχειρήσεις. Κάθε συναλλαγή που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του συστήματος θα πρέπει να αξιολογείται ως χαμηλού, μεσαίου ή υψηλού κινδύνου, ανάλογα με το αποτέλεσμα της σύγκρισής της με τους δείκτες κέρδους, οι οποίοι θα καθορίζονται μέσω εκτελεστικής πράξης και θα δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο της Επιτροπής.

(17)Το κοινό πλαίσιο για τη φορολογία εταιρειών θα περιλαμβάνει κατ’ ανάγκη ένα σύστημα διαχείρισης, το οποίο θα πρέπει ιδανικά να παρέχει κάποιον βαθμό φορολογικής ασφάλειας και απλούστευσης. Για την προώθηση της ομοιομορφίας, το σύστημα διαχείρισης θα πρέπει να αξιοποιεί τη σημασία της λειτουργίας ενός κεντρικού σημείου αναφοράς για την αντιμετώπιση ορισμένων κοινών ζητημάτων, όπως η δήλωση πληροφοριών για ολόκληρο τον όμιλο, και την εξασφάλιση επαρκούς επιπέδου συντονισμού και συνεργασίας μεταξύ των εθνικών φορολογικών διοικήσεων. Ταυτόχρονα, το σύστημα διαχείρισης θα πρέπει να σέβεται πλήρως την εθνική φορολογική κυριαρχία, δεδομένου ότι οι τοπικές φορολογικές δηλώσεις, οι έλεγχοι και η επίλυση διαφορών θα πρέπει να παραμείνουν πρωτίστως στο επίπεδο των κρατών μελών.

(18)Για να εξασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή και επιβολή των κανόνων του κοινού πλαισίου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που θα επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Οι εν λόγω κυρώσεις θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

(19)Για να βελτιστοποιηθούν τα οφέλη της ύπαρξης κοινού νομικού πλαισίου για τον υπολογισμό της βάσης φορολογίας εταιρειών στην εσωτερική αγορά, η εφαρμογή των κανόνων θα πρέπει να είναι προαιρετική για ομίλους, συμπεριλαμβανομένων των ομίλων ΜΜΕ, οι οποίοι έχουν ετήσια συνδυασμένα έσοδα κάτω των 750 000 000 EUR, εφόσον καταρτίζουν ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και έχουν φορολογητέα παρουσία στην Ένωση. Διατηρώντας την εφαρμογή των κανόνων ανοικτή σε ομίλους μικρότερου μεγέθους, περισσότεροι όμιλοι με διασυνοριακές δομές και δραστηριότητες μπορούν να επωφεληθούν από την απλούστευση που προσφέρει το κοινό πλαίσιο.

(20)Για τη συμπλήρωση ή την τροποποίηση, κατά περίπτωση, ορισμένων μη ουσιαστικών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, είναι σκόπιμο να ανατεθεί στην Επιτροπή η αρμοδιότητα έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά i) την τροποποίηση των παραρτημάτων I και II, κατά περίπτωση· και ii) τη συμπλήρωσή τους με τη θέσπιση πρόσθετων κανόνων για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, και ειδικότερα όσον αφορά το νέο Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 17 Ασφαλιστήρια συμβόλαια. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, και οι διαβουλεύσεις αυτές να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου 26 . Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να διασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

(21)Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι για την εφαρμογή και τη λειτουργία των λεγόμενων «ομάδων BEFIT» που συγκροτούνται με την παρούσα οδηγία για τη συμμετοχή εκπροσώπων κάθε αρμόδιας φορολογικής διοίκησης από τα κράτη μέλη στα οποία δραστηριοποιείται ο όμιλος, καθώς και για τον καθορισμό περιθωρίων κέρδους για ορισμένες συνήθεις συναλλαγές μεταξύ των μελών του ομίλου BEFIT και των οικείων συνδεδεμένων επιχειρήσεων εκτός του ομίλου BEFIT, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 27 .

(22)Οποιαδήποτε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πραγματοποιείται από την Επιτροπή, στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να συνάδει με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 28 . Τα κράτη μέλη μπορούν να επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει της παρούσας οδηγίας αποκλειστικά για τους σκοπούς της εφαρμογής του κεφαλαίου IV, καθώς και για τον σκοπό της εξέτασης και της επίτευξης συναίνεσης σχετικά με το περιεχόμενο της δήλωσης πληροφοριών BEFIT και της επεξεργασίας και αξιολόγησης των ατομικών φορολογικών δηλώσεων βάσει του κεφαλαίου V.

(23)Η περίοδος διατήρησης των 10 ετών δικαιολογείται προκειμένου τα κράτη μέλη να έχουν τη δυνατότητα συμμόρφωσης με τους περισσότερους κανόνες παραγραφής.

(24)Για να μπορούν οι επιχειρήσεις να απολαμβάνουν άμεσα τα οφέλη της εσωτερικής αγοράς χωρίς περιττό πρόσθετο διοικητικό φόρτο, οι πληροφορίες σχετικά με τις φορολογικές διατάξεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να καταστούν προσβάσιμες μέσω της ενιαίας ψηφιακής πύλης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1724. 29 Η ενιαία ψηφιακή πύλη παρέχει σε διασυνοριακούς χρήστες μια υπηρεσία μίας στάσης για την επιγραμμική παροχή πληροφοριών, διαδικασιών και υπηρεσιών υποστήριξης σχετικά με τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(25)Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας δεν μπορεί να επιτευχθεί ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, λόγω των υφιστάμενων προκλήσεων που δημιουργούνται από την αλληλεπίδραση μεταξύ 27 διαφορετικών συστημάτων φορολογίας εταιρειών, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του εν λόγου στόχου.

(26)Ζητήθηκε η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ο οποίος γνωμοδότησε στις 18 Αυγούστου 2023,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1
Αντικείμενο

1.Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κοινό πλαίσιο φορολογίας εισοδήματος εταιρειών στην Ένωση για ορισμένους ομίλους.

2.Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η παρούσα οδηγία θεσπίζει κανόνες:

α)σχετικά με την οριοθέτηση ενός ομίλου για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας (στο εξής: όμιλος BEFIT)·

β)για τον υπολογισμό συγκεντρωτικής φορολογικής βάσης για τις εταιρείες και τις μόνιμες εγκαταστάσεις του ομίλου BEFIT (στο εξής: «μέλος του ομίλου BEFIT» και «φορολογική βάση BEFIT»)·

γ)για την κατανομή της φορολογικής βάσης BEFIT σε επιλέξιμα μέλη του ομίλου BEFIT·

δ)για την απλούστευση των αξιολογήσεων κινδύνου μεταβιβαστικής τιμολόγησης για συναλλαγές με συνδεδεμένες επιχειρήσεις εκτός του ομίλου·

ε)για τη διαχείριση του κοινού νομικού πλαισίου.

3.Μια εταιρεία ή μόνιμη εγκατάσταση που υπόκειται στην παρούσα οδηγία παύει να υπόκειται στην εθνική νομοθεσία περί φορολογίας εταιρειών σε όλα τα κράτη μέλη στα οποία είναι εγκατεστημένη όσον αφορά όλα τα θέματα που ρυθμίζονται από την παρούσα οδηγία, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 2
Πεδίο εφαρμογής

1.Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε εταιρείες που έχουν τη φορολογική τους έδρα σε κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένων των μόνιμων εγκαταστάσεών τους που βρίσκονται σε άλλα κράτη μέλη, και σε μόνιμες εγκαταστάσεις που βρίσκονται σε κράτη μέλη οντοτήτων με φορολογική έδρα σε τρίτη χώρα (στο εξής: οντότητες τρίτων χωρών), οι οποίες πληρούν τα ακόλουθα κριτήρια:

α)ανήκουν σε εγχώριο όμιλο ή σε όμιλο πολυεθνικών επιχειρήσεων (στο εξής: όμιλος ΠΕ) που καταρτίζει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και είχε ετήσια συνδυασμένα έσοδα ύψους 750 000 000 EUR και άνω, τουλάχιστον στα δύο από τα τέσσερα τελευταία οικονομικά έτη·

β)όσον αφορά τις εταιρείες, επιπλέον:

i)έχουν μία από τις μορφές που παρατίθενται στο παράρτημα I·

ii)υπόκεινται σε έναν από τους φόρους εταιρειών που παρατίθενται στο παράρτημα II ή σε παρόμοιο φόρο που θεσπίζεται μεταγενέστερα·

iii)συνιστούν την τελική μητρική οντότητα ή τα στοιχεία ενεργητικού, οι υποχρεώσεις, τα έσοδα, οι δαπάνες και οι ταμειακές ροές τους ενοποιούνται γραμμή προς γραμμή από την τελική μητρική οντότητα·

γ)όσον αφορά τις μόνιμες εγκαταστάσεις, επιπλέον:

i)υπόκεινται σε έναν από τους φόρους εταιρειών που παρατίθενται στο παράρτημα II ή σε παρόμοιο φόρο που θεσπίζεται μεταγενέστερα·

ii)συνιστούν μόνιμη εγκατάσταση της τελικής μητρικής οντότητας ή μιας οντότητας της οποίας τα στοιχεία ενεργητικού, οι υποχρεώσεις, τα έσοδα, οι δαπάνες και οι ταμειακές ροές ενοποιούνται γραμμή προς γραμμή από την τελική μητρική οντότητα.

2.Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε εταιρείες ή μόνιμες εγκαταστάσεις με τελική μητρική οντότητα εκτός της Ένωσης όταν τα συνδυασμένα έσοδα του ομίλου στην Ένωση δεν υπερβαίνουν είτε το 5 % των συνολικών εσόδων του ομίλου με βάση τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις του είτε το ποσό των 50 εκατ. EUR τουλάχιστον στα δύο από τα τελευταία τέσσερα οικονομικά έτη. Αυτό ισχύει με την επιφύλαξη του δικαιώματος επιλογής που ορίζεται στην παράγραφο 7.

3.Όταν δύο ή περισσότεροι όμιλοι συγχωνεύονται για να σχηματίσουν έναν ενιαίο όμιλο, το όριο των 750 000 000 EUR που αναφέρεται στην παράγραφο 1 θεωρείται ότι πληρούται για οποιοδήποτε οικονομικό έτος πριν από τη συγχώνευση, εάν το άθροισμα των συνδυασμένων εσόδων των συγχωνευόμενων ομίλων για το εν λόγω οικονομικό έτος, όπως περιλαμβάνεται σε καθεμία από τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις τους, ανέρχεται τουλάχιστον σε 750 000 000 EUR. Οι εταιρείες και οι μόνιμες εγκαταστάσεις που είναι μέλη του νεοσυσταθέντος ομίλου υπόκεινται στην παρούσα οδηγία εάν το όριο αυτό πληρούται τουλάχιστον στα δύο από τα τέσσερα τελευταία οικονομικά έτη.

4.Όταν μια εταιρεία που δεν είναι μέλος ομίλου (στο εξής: στόχος) αποκτάται από άλλη εταιρεία ή όμιλο (στο εξής: αποκτώσα οντότητα), και είτε ο στόχος είτε η αποκτώσα οντότητα δεν είχε ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις σε οποιοδήποτε από τα τέσσερα οικονομικά έτη αμέσως πριν από το οικονομικό έτος κτήσης, το όριο των ετήσιων συνδυασμένων εσόδων ύψους 750 000 000 EUR που αναφέρεται στην παράγραφο 1 θεωρείται ότι τηρείται για το εν λόγω έτος εάν το άθροισμα των εσόδων που περιλαμβάνονται στις οικονομικές καταστάσεις ή στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις του στόχου και της αποκτώσας οντότητας για το εν λόγω οικονομικό έτος ανέρχεται τουλάχιστον σε 750 000 000 EUR. Η αποκτώσα οντότητα υπόκειται στην παρούσα οδηγία εάν το όριο αυτό πληρούνταν τουλάχιστον σε δύο από τα τέσσερα οικονομικά έτη αμέσως πριν από το οικονομικό έτος κατά το οποίο άρχισε να εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία στην αποκτώσα οντότητα.

5.Σε περίπτωση διάσπασης ενός ομίλου σε δύο ή περισσότερους ομίλους (στο εξής: διασπασθέντες όμιλοι), το όριο των 750 000 000 EUR που αναφέρεται στην παράγραφο 1 θεωρείται ότι πληρούται από καθέναν από τους διασπασθέντες ομίλους όταν:

α)κατά το πρώτο οικονομικό έτος που λήγει μετά τη διάσπαση, καθένας από τους διασπασθέντες ομίλους έχει ετήσια συνδυασμένα έσοδα ύψους τουλάχιστον 750 000 000 EUR κατά το εν λόγω οικονομικό έτος·

β)κατά το δεύτερο έως το τέταρτο οικονομικό έτος που λήγει μετά τη διάσπαση, καθένας από τους διασπασθέντες ομίλους έχει ετήσια συνδυασμένα έσοδα ύψους τουλάχιστον 750 000 000 EUR σε τουλάχιστον δύο από τα εν λόγω οικονομικά έτη.

6.Όταν ένα ή περισσότερα από τα τέσσερα οικονομικά έτη που αναφέρονται στον παρόν άρθρο είναι μεγαλύτερα ή μικρότερα των 12 μηνών, τα αναφερόμενα όρια εσόδων προσαρμόζονται αναλογικά για καθένα από τα εν λόγω οικονομικά έτη.

7.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εταιρείες που έχουν τη φορολογική τους έδρα σε κράτος μέλος και πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 στοιχείο β), συμπεριλαμβανομένων των μόνιμων εγκαταστάσεών τους που βρίσκονται σε άλλα κράτη μέλη, καθώς και των μόνιμων εγκαταστάσεων, που βρίσκονται σε κράτη μέλη, οντοτήτων τρίτων χωρών, που πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 στοιχείο γ), να μπορούν να επιλέγουν αν θα καλύπτονται από την παρούσα οδηγία εφόσον ανήκουν σε όμιλο ΠΕ ή εγχώριο όμιλο που καταρτίζει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις αλλά δεν πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) όσον αφορά το κατώτατο όριο των 750 000 000 EUR.

8.Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 74 προκειμένου να τροποποιεί τα παραρτήματα I και II ανάλογα με τις αλλαγές στη νομοθεσία των κρατών μελών σχετικά με τις εταιρικές μορφές και τη φορολογία εταιρειών.

Άρθρο 3
Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)«όμιλος»:

α)σύνολο οντοτήτων που συνδέονται μέσω ιδιοκτησίας ή ελέγχου, όπως ορίζεται από το αποδεκτό χρηματοοικονομικό λογιστικό πρότυπο για την κατάρτιση των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων από την τελική μητρική οντότητα, συμπεριλαμβανομένης κάθε οντότητας που μπορεί να έχει εξαιρεθεί από τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις της τελικής μητρικής οντότητας αποκλειστικά για λόγους μεγέθους ή ουσίας ή επειδή κατέχεται προς πώληση· ή

β)οντότητα που περιλαμβάνει στις οικονομικές της καταστάσεις το καθαρό εισόδημα ή ζημία μίας ή περισσοτέρων μόνιμων εγκαταστάσεων (στο εξής: εταιρική έδρα), υπό την προϋπόθεση ότι δεν ανήκει σε άλλο όμιλο όπως ορίζεται στο στοιχείο α)·

2)«εγχώριος όμιλος»: κάθε όμιλος του οποίου όλες οι οντότητες είναι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος·

3)«όμιλος πολυεθνικών επιχειρήσεων» ή «όμιλος ΠΕ»: οποιοσδήποτε πολυεθνικός όμιλος ο οποίος περιλαμβάνει τουλάχιστον μία οντότητα ή μόνιμη εγκατάσταση η οποία δεν βρίσκεται στη δικαιοδοσία της τελικής μητρικής οντότητας·

4)«οικονομικό έτος»: η ετήσια λογιστική περίοδος για την οποία η τελική μητρική οντότητα καταρτίζει τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις της·

5)«ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις»: οι οικονομικές καταστάσεις στις οποίες τα στοιχεία ενεργητικού, οι υποχρεώσεις, το εισόδημα, οι δαπάνες και οι ταμειακές ροές μιας οντότητας και των θυγατρικών της, οι οποίες ελέγχονται από την πρώτη, παρουσιάζονται ως στοιχεία μιας ενιαίας οικονομικής μονάδας·

6)«οντότητα»: κάθε νομικό μόρφωμα που καταρτίζει χωριστούς χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς ή κάθε νομικό πρόσωπο·

7)«τελική μητρική οντότητα»:

α)μια οντότητα που κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, ελέγχουσα συμμετοχή σε οποιαδήποτε άλλη οντότητα και η οποία δεν ανήκει, άμεσα ή έμμεσα, σε άλλη οντότητα με ελέγχουσα συμμετοχή σε αυτήν· ή

β)η εταιρική έδρα ενός ομίλου όπως ορίζεται στο σημείο 1 στοιχείο β)·

8)«ιδιοκτησιακή συμμετοχή»: κάθε συμμετοχή που παρέχει δικαιώματα επί των κερδών, του κεφαλαίου ή των αποθεματικών μιας οντότητας ή μιας μόνιμης εγκατάστασης·

9)«ελέγχουσα συμμετοχή»: η ιδιοκτησιακή συμμετοχή σε μια οντότητα, στο πλαίσιο της οποίας ο κάτοχος της συμμετοχής υποχρεούται να ενοποιεί τα στοιχεία ενεργητικού, τις υποχρεώσεις, το εισόδημα, τις δαπάνες και τις ταμειακές ροές της οντότητας γραμμή προς γραμμή·

10)«υποβάλλουσα οντότητα»: ένα από τα ακόλουθα:

α)η τελική μητρική οντότητα, όταν είναι εγκατεστημένη σε κράτος μέλος· ή

β)αν η τελική μητρική οντότητα δεν είναι εγκατεστημένη σε κράτος μέλος, η οντότητα που είναι εγκατεστημένη σε κράτος μέλος και έχει οριστεί από τον όμιλο BEFIT για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων σε σχέση με τη δήλωση πληροφοριών του ομίλου BEFIT που ορίζεται στο άρθρο 57 για λογαριασμό του ομίλου BEFIT.

11)«αποδεκτό λογιστικό πρότυπο στην Ένωση»: τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς όπως έχουν εγκριθεί από την Ένωση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και 30 οι γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές των κρατών μελών·

12)«καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία»: το καθαρό κέρδος ή ζημία που προσδιορίζεται για ένα μέλος του ομίλου BEFIT, βάσει ενός ενιαίου κοινού αποδεκτού λογιστικού προτύπου στην Ένωση πριν από τυχόν αναπροσαρμογές ενοποίησης για την εξάλειψη συναλλαγών εντός του ομίλου BEFIT, σύμφωνα με το άρθρο 7·

13)«ασφαλιστική επιχείρηση»: επιχείρηση όπως καθορίζεται στο άρθρο 13 σημείο 1) της οδηγίας 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 31 ·

14)«ασφαλίσεις ζωής που συνδυάζουν ασφάλεια ζωής με επενδύσεις / συνδέονται με δείκτες»: ασφαλιστήρια συμβόλαια ζωής στα οποία τα κέρδη και οι ζημίες από επενδύσεις ή οι τόκοι / τα μερίσματα που προκύπτουν από τις υποκείμενες επενδύσεις της ασφαλιστικής επιχείρησης κατανέμονται πλήρως στους αντισυμβαλλομένους με την πάροδο του χρόνου·

15)«οικονομικός κύριος»: το πρόσωπο που ουσιαστικά λαμβάνει όλα τα ωφελήματα και φέρει όλους τους κινδύνους που συνδέονται με πάγιο στοιχείο ενεργητικού, ανεξάρτητα από το αν το πρόσωπο αυτό είναι ο νόμιμος κύριος. Η φορολογούμενη εταιρεία που έχει δικαίωμα να κατέχει, να χρησιμοποιεί και να διαθέτει ένα πάγιο στοιχείο και φέρει τον κίνδυνο της απώλειας ή καταστροφής του θεωρείται σε κάθε περίπτωση ο οικονομικός κύριος·

16)«βασική κατανομή»: η μέθοδος επιμερισμού της φορολογικής βάσης BEFIT μεταξύ των μελών του ομίλου BEFIT σε κάθε οικονομικό έτος της μεταβατικής περιόδου σύμφωνα με το άρθρο 45.

17)«αρχή υποβολής στοιχείων»: η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει τη φορολογική της έδρα η υποβάλλουσα οντότητα ή, όταν πρόκειται για μόνιμη εγκατάσταση μη ημεδαπής φορολογούμενης εταιρείας, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η εν λόγω μόνιμη εγκατάσταση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΟΥ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΟΣ

Τμήμα 1
Γενικές διατάξεις

Άρθρο 4
Γενικές αρχές

1.Το προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα κάθε μέλους του ομίλου BEFIT καθορίζεται, για κάθε οικονομικό έτος, με βάση το οικείο καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία, όπως προσαρμόζεται σύμφωνα με τα άρθρα 8 έως 41 της παρούσας οδηγίας.

2.Οι δαπάνες που περιλαμβάνονται στο καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT εκπίπτουν από το προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα μόνο εφόσον προκύπτουν από το άμεσο επιχειρηματικό του συμφέρον.

Άρθρο 5
Δομή ενός ομίλου BEFIT

1.Ο όμιλος BEFIT συγκροτείται όταν δύο ή περισσότερες εταιρείες ή μόνιμες εγκαταστάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)η εταιρεία είναι είτε η τελική μητρική οντότητα του ομίλου είτε οποιαδήποτε άλλη εταιρεία του ομίλου στην οποία η τελική μητρική οντότητα κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, τουλάχιστον το 75 % των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας ή των δικαιωμάτων επί των κερδών·

β)η εταιρική έδρα της μόνιμης εγκατάστασης είναι είτε η τελική μητρική οντότητα του ομίλου είτε οποιοδήποτε άλλο μέλος (εταιρεία ή οντότητα) του ομίλου στο οποίο η τελική μητρική οντότητα κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, τουλάχιστον το 75 % των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας ή των δικαιωμάτων επί των κερδών.

2.Για τον υπολογισμό του κατώτατου ορίου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β), τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και τα δικαιώματα επί των κερδών σε εταιρεία που ανήκει σε όμιλο υπολογίζονται πολλαπλασιάζοντας τις συμμετοχές που κατέχονται, άμεσα και έμμεσα, σε κάθε βαθμίδα.

Άρθρο 6
Απαιτήσεις περιόδου διακράτησης

1.Ένα μέλος του ομίλου BEFIT πληροί αδιάλειπτα τα κατώτατα όρια που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, καθ’ όλη τη διάρκεια του οικονομικού έτους.

2.Μια εταιρεία ή μόνιμη εγκατάσταση καθίσταται μέλος του ομίλου BEFIT την ημερομηνία κατά την οποία επιτυγχάνονται τα όρια που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1. Τα όρια πληρούνται για τουλάχιστον εννέα διαδοχικούς μήνες. Αν μια εταιρεία ή, κατά περίπτωση, μια μόνιμη εγκατάσταση δεν πληροί τα όρια για την απαιτούμενη περίοδο, αντιμετωπίζεται σαν να μην ήταν ποτέ μέλος του ομίλου BEFIT.

3.Μια εταιρεία ή μόνιμη εγκατάσταση παύει να είναι μέλος του ομίλου BEFIT την ημέρα που έπεται εκείνης κατά την οποία δεν έπαψε να πληροί τα όρια που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1.

Άρθρο 7
Χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί ως βάση για τον υπολογισμό του προκαταρκτικού φορολογικού αποτελέσματος

1.Το προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα ενός μέλους του ομίλου BEFIT υπολογίζεται αφού πραγματοποιηθούν οι προσαρμογές που ορίζονται στα άρθρα 8 έως 41 στο καθαρό λογιστικό του εισόδημα ή ζημία για το οικονομικό έτος, όπως καθορίζεται βάσει ενιαίου κοινού αποδεκτού λογιστικού προτύπου στην Ένωση, πριν από τυχόν αναπροσαρμογές ενοποίησης για την εξάλειψη συναλλαγών εντός του ομίλου BEFIT. 

2.Το αποδεκτό λογιστικό πρότυπο στην Ένωση που πρέπει να χρησιμοποιηθεί από τα μέλη του ομίλου BEFIT για τους σκοπούς της παραγράφου 1 είναι το αποδεκτό λογιστικό πρότυπο στην Ένωση το οποίο χρησιμοποιείται για την κατάρτιση των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων της τελικής μητρικής οντότητας όταν η τελευταία έχει τη φορολογική της έδρα σε κράτος μέλος.

Όταν η τελική μητρική οντότητα δεν έχει τη φορολογική της έδρα σε κράτος μέλος, το αποδεκτό λογιστικό πρότυπο στην Ένωση είναι το πρότυπο που ισχύει στο κράτος μέλος στο οποίο έχει τη φορολογική της έδρα η υποβάλλουσα οντότητα.

3.Όταν ένα μέλος του ομίλου BEFIT είναι μόνιμη εγκατάσταση, το οικείο καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία είναι είτε:

α)το καθαρό εισόδημα ή ζημία που αποτυπώνεται στους δικούς της χωριστούς χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς, όπως προσδιορίζονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2· ή

β)ελλείψει χωριστών χρηματοοικονομικών λογαριασμών, τα καθαρά έσοδα ή ζημίες που θα είχαν αποτυπωθεί στους χωριστούς χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς της εάν είχαν καταρτιστεί σε αυτόνομη βάση και σύμφωνα με το αποδεκτό πρότυπο στην Ένωση που καθορίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2.

4.Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, όταν ένα κράτος μέλος εφαρμόζει εθνικό δίκαιο που επιτρέπει σε ομίλους να καταρτίζουν, να ελέγχουν και να δημοσιεύουν οικονομικές καταστάσεις βάσει δικαιοδοσίας, το προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα και η κατανομή της φορολογικής βάσης BEFIT των μελών του ομίλου BEFIT που έχουν τη φορολογική τους έδρα στο εν λόγω κράτος μέλος μπορούν επίσης να υπολογιστούν βάσει δικαιοδοσίας, υπό την προϋπόθεση ότι ο όμιλος μπορεί να προσδιορίσει χωριστά, για κάθε μέλος του ομίλου BEFIT, τα στοιχεία που απαιτούνται για τον υπολογισμό του εν λόγω προκαταρκτικού φορολογικού αποτελέσματος και των προσαρμογών μετά την κατανομή σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

Τμήμα 2

Προσαρμογές στο καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία

Άρθρο 8
Μερίσματα και λοιπές διανομές

Με εξαίρεση τα χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού που διακρατούνται για διαπραγμάτευση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 1, και τις επενδύσεις που πραγματοποιούνται προς όφελος των αντισυμβαλλομένων ασφαλιστηρίων ζωής που φέρουν τον επενδυτικό κίνδυνο στο πλαίσιο ασφαλιστηρίου συμβολαίου ζωής που συνδυάζει ασφάλεια ζωής με επενδύσεις / συνδέεται με δείκτες, όπως αναφέρεται στο άρθρο 14, το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται ώστε να εξαιρείται το 95 % του ποσού των μερισμάτων ή λοιπών διανομών που εισπράχθηκαν ή οφείλονταν κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, υπό την προϋπόθεση ότι, κατά την ημερομηνία της διανομής, η ιδιοκτησιακή συμμετοχή κατέχεται από το μέλος του ομίλου BEFIT για διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους και η εν λόγω συμμετοχή ενέχει δικαίωμα σε ποσοστό άνω του 10 % επί των κερδών, του κεφαλαίου, των αποθεματικών ή των δικαιωμάτων ψήφου.

Άρθρο 9
Κέρδη ή ζημίες από τη διάθεση μετοχών

Με εξαίρεση τα χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού που διακρατούνται για διαπραγμάτευση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 1, και τις επενδύσεις που πραγματοποιούνται προς όφελος των αντισυμβαλλομένων ασφαλιστηρίων ζωής που φέρουν τον επενδυτικό κίνδυνο στο πλαίσιο ασφαλιστηρίου συμβολαίου ζωής που συνδυάζει ασφάλεια ζωής με επενδύσεις / συνδέεται με δείκτες, όπως αναφέρεται στο άρθρο 14, το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται ώστε να εξαιρείται το 95 % του ποσού των κερδών ή ζημιών που προκύπτουν από τη διάθεση ιδιοκτησιακής συμμετοχής, υπό την προϋπόθεση ότι, κατά την ημερομηνία της διάθεσης, η ιδιοκτησιακή συμμετοχή κατέχεται από το μέλος του ομίλου BEFIT για διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους και η εν λόγω συμμετοχή ενέχει δικαίωμα σε ποσοστό άνω του 10 % επί των κερδών, του κεφαλαίου, των αποθεματικών ή των δικαιωμάτων ψήφου.

Άρθρο 10
Μεταβολές στην εύλογη αξία

Με εξαίρεση τα χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού που διακρατούνται για διαπραγμάτευση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 1, και τις επενδύσεις που πραγματοποιούνται προς όφελος των αντισυμβαλλομένων ασφαλιστηρίων ζωής που φέρουν τον επενδυτικό κίνδυνο στο πλαίσιο ασφαλιστηρίου συμβολαίου ζωής που συνδυάζει ασφάλεια ζωής με επενδύσεις / συνδέεται με δείκτες, όπως αναφέρεται στο άρθρο 14, το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται ώστε να εξαιρείται το ποσό των κερδών ή ζημιών που προκύπτει από μεταβολές στην εύλογη αξία ιδιοκτησιακής συμμετοχής, υπό την προϋπόθεση ότι, κατά την ημερομηνία της διάθεσης, η ιδιοκτησιακή συμμετοχή κατέχεται από το μέλος του ομίλου BEFIT για διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους και η εν λόγω συμμετοχή ενέχει δικαίωμα σε ποσοστό άνω του 10 % επί των κερδών, του κεφαλαίου, των αποθεματικών ή των δικαιωμάτων ψήφου.

Άρθρο 11
Χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού που διακρατούνται για διαπραγμάτευση

1.Ένα χρηματοοικονομικό στοιχείο ενεργητικού ή υποχρέωση θεωρείται ότι διακρατείται για διαπραγμάτευση από μέλος του ομίλου BEFIT όταν πληροί οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)αποκτήθηκε ή αναλήφθηκε κυρίως για σκοπούς πώλησής του ή επαναγοράς του βραχυπρόθεσμα·

β)αποτελεί μέρος χαρτοφυλακίου εξατομικευμένων χρηματοοικονομικών μέσων, συμπεριλαμβανομένων των παραγώγων, που είχαν κοινή διαχείριση και για τα οποία υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις πρόσφατου σχεδίου βραχυπρόθεσμης αποκόμισης κερδών.

2.Όταν ένα χρηματοοικονομικό στοιχείο ενεργητικού ή υποχρέωση που διακρατείται από μέλος του ομίλου BEFIT μεταβιβάζεται ώστε να καταστεί στοιχείο ενεργητικού ή υποχρέωση που διακρατείται για διαπραγμάτευση ή αντιστρόφως, το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία προσαρμόζεται ώστε να περιλαμβάνει οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ της εύλογης αξίας που υπολογίζεται στην έναρξη του οικονομικού έτους ή κατά την ημερομηνία αγοράς, εάν είναι μεταγενέστερη, και της εύλογης αξίας του που υπολογίζεται στη λήξη του ίδιου οικονομικού έτους.

Η εύλογη αξία ενός χρηματοοικονομικού στοιχείου ενεργητικού ή υποχρέωσης στη λήξη του οικονομικού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου μεταβιβάστηκε ώστε να καταστεί στοιχείο ενεργητικού ή υποχρέωση που διακρατείται για διαπραγμάτευση ή αντιστρόφως, είναι επίσης η εύλογη αξία του στην έναρξη του οικονομικού έτους που έπεται της μετάβασης.

3.Η περίοδος διακράτησης που αναφέρεται στο άρθρο 9 αρχίζει ή διακόπτεται όταν το χρηματοοικονομικό στοιχείο ενεργητικού ή η υποχρέωση δεν διακρατείται πλέον για διαπραγμάτευση ή μεταβιβάστηκε ώστε να καταστεί στοιχείο ενεργητικού ή υποχρέωση που διακρατείται για διαπραγμάτευση αντίστοιχα.

Άρθρο 12
Εισόδημα ή ζημία μόνιμης εγκατάστασης

Το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται ώστε να εξαιρείται το ποσό του εισοδήματος ή της ζημίας που αποδίδεται στις μόνιμες εγκαταστάσεις του.

Άρθρο 13
Κανόνας περιορισμού των τόκων

1.Ένα μέλος του ομίλου BEFIT προσαρμόζει το οικείο καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ώστε να συμπεριλάβει το ποσό του υπερβαίνοντος κόστους δανεισμού, όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1164 του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2016, για τη θέσπιση κανόνων κατά πρακτικών φοροαποφυγής που έχουν άμεση επίπτωση στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς 32 , το οποίο δεν εκπίπτει για φορολογικούς σκοπούς σύμφωνα με τους κανόνες περιορισμού των τόκων που προβλέπονται στην εθνική νομοθεσία περί φορολογίας εταιρειών του κράτους μέλους στο οποίο έχει τη φορολογική του έδρα.

2.Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται στο υπερβαίνον κόστος δανεισμού που προκύπτει από συναλλαγή μεταξύ μελών του ομίλου BEFIT.

Άρθρο 14
Ασφαλιστικές επιχειρήσεις

1.Όταν ένα μέλος του ομίλου BEFIT είναι ασφαλιστική επιχείρηση η οποία έχει λάβει άδεια σε κράτος μέλος σύμφωνα με την οδηγία 2009/138/ΕΚ, εφαρμόζονται οι κανόνες που ορίζονται στις παραγράφους 2 έως 4.

2.Το ποσό των τεχνικών προβλέψεων των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που έχουν συσταθεί σύμφωνα με την οδηγία 91/674/ΕΟΚ του Συμβουλίου 33 , το οποίο αφαιρέθηκε από το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή τη ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT, επανεξετάζεται και προσαρμόζεται στο τέλος κάθε οικονομικού έτους. Κατά τον υπολογισμό του προκαταρκτικού φορολογικού αποτελέσματος τα επόμενα έτη λαμβάνονται υπόψη τα ποσά που έχουν ήδη εκπέσει.

3.Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 74 για τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας θεσπίζοντας λεπτομερέστερους κανόνες σχετικά με την προσαρμογή του προκαταρκτικού φορολογικού αποτελέσματος για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, στο πλαίσιο των επιπτώσεων του νέου Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 17 για τα ασφαλιστήρια συμβόλαια.

4.Οι εταιρείες ασφάλισης ζωής στο πλαίσιο ασφαλιστηρίου συμβολαίου ζωής που συνδυάζει ασφάλεια ζωής με επενδύσεις / συνδέεται με δείκτες αξιολογούν τα στοιχεία ενεργητικού στην αγοραία αξία και δημιουργούν το αποθεματικό σύμφωνα με την αποτίμηση των υποκείμενων στοιχείων ενεργητικού.

Άρθρο 15
Ναυτιλιακές δραστηριότητες που καλύπτονται από καθεστώς φορολογίας χωρητικότητας

Το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT που ασκεί ναυτιλιακές δραστηριότητες προσαρμόζεται ώστε να εξαιρείται το ποσό των εσόδων, των δαπανών και άλλων εκπεστέων στοιχείων που προέρχονται από τις εν λόγω δραστηριότητες και καλύπτονται από καθεστώς φορολογίας χωρητικότητας.

Άρθρο 16
Πρόστιμα, κυρώσεις και παράνομες πληρωμές

Το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται ώστε να περιλαμβάνει το ποσό των δεδουλευμένων εξόδων για πληρωμές που κρίθηκαν παράνομες ως αποτέλεσμα ελέγχου ή έρευνας από την αρμόδια αρχή, καθώς και πρόστιμα και κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων των τόκων υπερημερίας, που οφείλονται σε δημόσια αρχή για παράβαση οποιασδήποτε νομοθεσίας.

Άρθρο 17
Φόρος εταιρειών

Το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται ώστε να περιλαμβάνει το ποσό τυχόν φόρου εταιρειών, παρόμοιων φόρων επί των κερδών και αναβαλλόμενων φόρων που καταχωρίζονται ως δεδουλευμένοι για το οικονομικό έτος, καθώς και κάθε ποσό που καταγράφεται στους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς ως τρέχοντες φόροι σε σχέση με την καταβολή συμπληρωματικού φόρου που οφείλεται σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2022/2523 ή κατ’ εφαρμογή ενδεδειγμένου εγχώριου συμπληρωματικού φόρου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11 της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 18
Φορολογική ελάφρυνση για την αγορά στοιχείων ενεργητικού προς αντικατάσταση παλαιών

1.Όταν το προϊόν από τη διάθεση πάγιου στοιχείου ενεργητικού που υπόκειται σε απόσβεση ή γης, συμπεριλαμβανομένης της αποζημίωσης για ζημίες, πρόκειται να επανεπενδυθεί σε παρόμοιο στοιχείο ενεργητικού που χρησιμοποιείται για τον ίδιο ή για παρεμφερή επιχειρηματικό σκοπό πριν από το τέλος του δεύτερου οικονομικού έτους που έπεται του οικονομικού έτους κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η διάθεση, το ποσό κατά το οποίο το εν λόγω προϊόν υπερβαίνει τη φορολογητέα αξία του στοιχείου ενεργητικού μπορεί να εκπέσει κατά το έτος της διάθεσης. Στοιχείο ενεργητικού που διατίθεται εκουσίως πρέπει να έχει παραμείνει στην κυριότητα της εταιρείας τουλάχιστον για περίοδο τριών ετών πριν από τη διάθεση.

2.Το στοιχείο αντικατάστασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί να αγοραστεί κατά το οικονομικό έτος που προηγείται της διάθεσης. Όταν το στοιχείο αντικατάστασης δεν αγοραστεί πριν από το τέλος του δεύτερου οικονομικού έτους που έπεται του έτους κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η διάθεση του στοιχείου, και εκτός από περιπτώσεις ανωτέρας βίας, το ποσό που εξέπεσε κατά το έτος της διάθεσης, προσαυξημένο κατά 10 %, προστίθεται στο προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα του δεύτερου οικονομικού έτους μετά τη διάθεση.

Άρθρο 19
Έσοδα και δαπάνες σε σχέση με πάγια στοιχεία ενεργητικού που υπόκεινται σε απόσβεση

1.Το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται ώστε να εξαιρούνται τα ακόλουθα ποσά:

α)το κόστος κτήσης ή κατασκευής, καθώς και το κόστος που συνδέεται με τη βελτίωση πάγιων στοιχείων ενεργητικού που είναι αποσβέσιμα σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στο τμήμα 3· και

β)επιδοτήσεις που συνδέονται άμεσα με την κτήση, κατασκευή ή βελτίωση τέτοιων στοιχείων ενεργητικού.

2.Το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται ώστε να περιλαμβάνει μόνο το ποσό της έκπτωσης όσον αφορά την απόσβεση πάγιων στοιχείων ενεργητικού, όπως ορίζεται στα άρθρα 22 έως 28.

Άρθρο 20
Κέρδος ή ζημία από συναλλαγματικές ισοτιμίες

Το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται ώστε να εξαιρούνται τα ακόλουθα:

α)το ποσό τυχόν μη πραγματοποιηθέντος κέρδους ή ζημίας από συναλλαγματικές ισοτιμίες σε σχέση με πάγια στοιχεία ενεργητικού και υποχρεώσεις·

β)το ποσό κάθε πρόβλεψης που καταχωρίζεται για μη πραγματοποιηθείσα ζημία από συναλλαγματικές ισοτιμίες.

Άρθρο 21
Προσαρμογές σε σχέση με ορισμένα στοιχεία (στοιχεία που παραμένουν στα κράτη μέλη μετά την κατανομή)

Το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται ώστε να εξαιρείται από το προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα κάθε ποσό που σχετίζεται με τα στοιχεία που απαριθμούνται στο άρθρο 48 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ι).

Τμήμα 3
Απόσβεση

Άρθρο 22
Μέθοδος απόσβεσης και διάρκεια

1.Το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται ώστε να εξαιρείται κατά το οικονομικό έτος κτήσης κάθε πάγιο υλικό στοιχείο ενεργητικού με λογιστική αξία πριν από την απόσβεση κάτω από 5 000 EUR.

2.Όταν δεν εφαρμόζεται η παράγραφος 1, τα πάγια στοιχεία ενεργητικού υπόκεινται σε απόσβεση ατομικά κατά τη διάρκεια της ωφέλιμης ζωής τους σε γραμμική βάση. Η ωφέλιμη ζωή ενός πάγιου στοιχείου καθορίζεται ως εξής:

α)όλα τα κτίρια, καθώς και κάθε άλλος τύπος στοιχείων ακίνητης περιουσίας και δομής που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της επιχειρηματικής δραστηριότητας: 28 έτη·

β)όλα τα λοιπά πάγια υλικά στοιχεία ενεργητικού: η ωφέλιμη διάρκεια ζωής τους, όπως εκτιμάται σύμφωνα με το αποδεκτό λογιστικό πρότυπο στην Ένωση που αναφέρεται στο άρθρο 7·

γ)πάγια άυλα στοιχεία ενεργητικού, συμπεριλαμβανομένης της αποκτηθείσας υπεραξίας: η περίοδος για την οποία το στοιχείο απολαύει νομικής προστασίας ή για την οποία έχει παραχωρηθεί το δικαίωμα ή, όταν δεν μπορεί να προσδιοριστεί η περίοδος αυτή, 5 έτη.

3.Η απόσβεση μεταχειρισμένων παγίων στοιχείων ενεργητικού γίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 2, εκτός εάν το μέλος του ομίλου BEFIT αποδείξει ότι η εκτιμώμενη εναπομένουσα ωφέλιμη ζωή του στοιχείου είναι συντομότερη, οπότε η απόσβεση γίνεται στο διάστημα αυτής της συντομότερης περιόδου.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, η απόσβεση μεταχειρισμένων παγίων άυλων στοιχείων ενεργητικού γίνεται σε διάστημα 5 ετών, εκτός εάν η εναπομένουσα περίοδος για την οποία το στοιχείο απολαύει νομικής προστασίας ή για την οποία έχει παραχωρηθεί το δικαίωμα μπορεί να προσδιοριστεί, οπότε η απόσβεση γίνεται κατά τη διάρκεια αυτής της άλλης περιόδου.

4.Η απόσβεση εκπίπτει σε μηνιαία βάση από τον μήνα έναρξης της χρήσης του πάγιου στοιχείου. Η απόσβεση δεν εκπίπτει κατά τον μήνα διάθεσης του στοιχείου ενεργητικού.

5.Η φορολογητέα αξία ενός πάγιου στοιχείου ενεργητικού που διατίθεται ή έχει υποστεί ζημία σε βαθμό που δεν μπορεί πλέον να χρησιμοποιηθεί στο πλαίσιο της επιχειρηματικής δραστηριότητας, και η φορολογητέα αξία των τυχόν εξόδων βελτίωσης που πραγματοποιήθηκαν σε σχέση με το εν λόγω στοιχείο εκπίπτουν από το προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα που προκύπτει κατά τον μήνα της διάθεσης ή της ζημίας.

Άρθρο 23
Δικαίωμα απόσβεσης

1.Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, η έκπτωση για τις αποσβέσεις γίνεται από τον οικονομικό κύριο.

2.Στην περίπτωση συμβάσεων στις οποίες η οικονομική και η νομική κυριότητα δεν συμπίπτουν, ο οικονομικός κύριος δικαιούται να εκπέσει το στοιχείο των τόκων των πληρωμών από το προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα, εκτός εάν το εν λόγω στοιχείο δεν περιλαμβάνεται στο προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα ή τη φορολογική βάση του νόμιμου κυρίου, κατά περίπτωση, ανάλογα με το αν ο νόμιμος κύριος είναι άλλο μέλος του ομίλου BEFIT ή όχι.

3.Εάν ο οικονομικός κύριος ενός στοιχείου ενεργητικού δεν μπορεί να προσδιορισθεί, ο νόμιμος κύριος δικαιούται να εκπέσει το ποσό της απόσβεσης. Στην περίπτωση συμβάσεων μίσθωσης τόσο το στοιχείο των τόκων όσο και του κεφαλαίου των μισθωμάτων περιλαμβάνεται στο προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα του νόμιμου κυρίου και εάν ο μισθωτής είναι μέλος του ομίλου BEFIT, οι εν λόγω πληρωμές εξαιρούνται από το προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα.

4.Δεν είναι δυνατή η απόσβεση πάγιου στοιχείου ενεργητικού από περισσότερες από μία φορολογούμενες εταιρείες εντός ενός οικονομικού έτους, εκτός εάν είτε η νόμιμη είτε η οικονομική κυριότητα είναι μοιρασμένη μεταξύ περισσότερων φορολογούμενων εταιρειών ή ο οικονομικός ή νόμιμος κύριος του στοιχείου ενεργητικού έχει αλλάξει.

5.Ένα μέλος του ομίλου BEFIT δεν μπορεί να αποποιηθεί την απόσβεση.

Άρθρο 24
Βάση απόσβεσης

1.Η βάση απόσβεσης περιλαμβάνει το κόστος που συνδέεται άμεσα με την κτήση, την κατασκευή ή τη βελτίωση ενός πάγιου στοιχείου ενεργητικού. Στις δαπάνες αυτές δεν περιλαμβάνεται ο φόρος προστιθέμενης αξίας που μπορεί να εκπέσει, οι τόκοι ή το αποτέλεσμα οποιασδήποτε αναπροσαρμογής ή απομείωσης.

2.Η βάση απόσβεσης ενός στοιχείου ενεργητικού που έχει ληφθεί ως δωρεά είναι η αγοραία αξία του όπως περιλαμβάνεται στους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς του μέλους του ομίλου BEFIT.

3.Η βάση απόσβεσης ενός πάγιου στοιχείου ενεργητικού που υπόκειται σε απόσβεση μειώνεται με την αφαίρεση του ποσού κάθε δημόσιας επιδότησης που συνδέεται άμεσα με την κτήση, την κατασκευή ή τη βελτίωση του στοιχείου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 στοιχείο β).

4.Η απόσβεση πάγιων στοιχείων ενεργητικού που δεν είναι διαθέσιμα προς χρήση ή δεν έχουν χρησιμοποιηθεί για διάστημα μεγαλύτερο των 12 μηνών για λόγους που δεν είναι εκτός του ελέγχου του μέλους του ομίλου BEFIT, δεν λαμβάνεται υπόψη.

Η απόσβεση παύει από τον μήνα που έπεται εκείνου κατά τον οποίο έληξε η περίοδος που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο και συνεχίζεται από τον μήνα που έπεται εκείνου κατά τον οποίο άρχισε να χρησιμοποιείται εκ νέου το στοιχείο ενεργητικού.

5.Όταν ένα αποσβέσιμο πάγιο στοιχείο ενεργητικού έχει διατεθεί και αντικατασταθεί σύμφωνα με τους κανόνες του άρθρου 18, η βάση απόσβεσης του στοιχείου αντικατάστασης μειώνεται κατά το ίδιο ποσό με το ποσό που εξέπεσε κατά το έτος της διάθεσης.

Άρθρο 25
Μητρώο πάγιων στοιχείων ενεργητικού

1.Το κόστος κτήσης, κατασκευής ή βελτίωσης, καθώς και η ημερομηνία έναρξης της χρήσης μετά την κτήση, την κατασκευή ή τη βελτίωση, καταγράφονται σε μητρώο παγίων περιουσιακών στοιχείων για κάθε πάγιο στοιχείο χωριστά.

2.Όταν διατίθεται ένα πάγιο στοιχείο, οι λεπτομέρειες της διάθεσης, συμπεριλαμβανομένης της σχετικής ημερομηνίας, και τυχόν προϊόν ή αποζημίωση που εισπράττεται ως αποτέλεσμα της εν λόγω διάθεσης, καταγράφονται στο μητρώο πάγιων στοιχείων ενεργητικού.

3.Το μητρώο πάγιων στοιχείων ενεργητικού τηρείται κατά τρόπο που παρέχει επαρκή πληροφόρηση, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων της απόσβεσης, για τον υπολογισμό του προκαταρκτικού φορολογικού αποτελέσματος και περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)προσδιορισμό του στοιχείου ενεργητικού·

β)τον μήνα έναρξης χρήσης του·

γ)τη βάση απόσβεσης·

δ)την ωφέλιμη διάρκεια ζωής σύμφωνα με το άρθρο 22·

ε)τη σωρευμένη απόσβεση κατά την τρέχουσα φορολογική περίοδο·

στ)τη συνολική σωρευμένη απόσβεση·

ζ)τη βάση απόσβεσης μετά την αφαίρεση των συνολικών σωρευμένων αποσβέσεων και των έκτακτων μειώσεων της αξίας·

η)τον μήνα διακοπής ή συνέχισης της χρέωσης της φορολογικής απόσβεσης·

θ)τον μήνα της διάθεσης.

Άρθρο 26
Απόσβεση του κόστους βελτίωσης

1.Η απόσβεση του κόστους βελτίωσης γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν για το πάγιο στοιχείο ενεργητικού που βελτιώθηκε σαν να συνδεόταν με νεοαποκτηθέν πάγιο στοιχείο, συμπεριλαμβανομένης της ωφέλιμης ζωής του σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 2.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, η απόσβεση του κόστους βελτίωσης που αφορά πάγια στοιχεία ενεργητικού τα οποία μισθώνονται, γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3 και το άρθρο 23.

2.Όταν η φορολογούμενη εταιρεία αποδεικνύει ότι η εκτιμώμενη εναπομένουσα ωφέλιμη ζωή ενός αποσβέσιμου πάγιου στοιχείου ενεργητικού είναι συντομότερη από την ωφέλιμη ζωή του στοιχείου που προσδιορίζεται στο άρθρο 22 παράγραφος 2, η απόσβεση του κόστους βελτίωσης για το εν λόγω στοιχείο γίνεται στο διάστημα αυτής της συντομότερης περιόδου.

Άρθρο 27
Στοιχεία ενεργητικού που δεν υπόκεινται σε απόσβεση

Τα ακόλουθα στοιχεία ενεργητικού δεν υπόκεινται σε απόσβεση:

α)πάγια υλικά στοιχεία ενεργητικού που δεν υπόκεινται σε φθορά και οικονομική απαξίωση, όπως γήπεδα, έργα τέχνης, αντίκες ή κοσμήματα·

β)χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού.

Άρθρο 28
Έκτακτη μείωση αξίας

1.Ένα μέλος του ομίλου BEFIT που αποδεικνύει ότι η αξία ενός πάγιου υλικού στοιχείου ενεργητικού που δεν υπόκειται σε απόσβεση, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 27 στοιχείο α), έχει υποστεί μείωση στο τέλος ενός οικονομικού έτους λόγω ανωτέρας βίας ή εγκληματικών ενεργειών τρίτων, μπορεί να εκπέσει από το προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα ποσό ίσο με την εν λόγω μείωση της αξίας.

2.Όταν η αξία ενός στοιχείου ενεργητικού για το οποίο έχει γίνει απόσβεση στη διάρκεια προηγούμενου οικονομικού έτους, κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1, στη συνέχεια αυξηθεί, ποσό ίσο προς την αύξηση αυτή προστίθεται στο προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα του έτους κατά το οποίο σημειώνεται η εν λόγω αύξηση.

Ωστόσο, το σύνολο των εν λόγω προστιθέμενων ποσών δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό της έκπτωσης που είχε χορηγηθεί αρχικά.

Τμήμα 4
Κανόνες χρονοδιαγράμματος και ποσοτικού προσδιορισμού

Άρθρο 29
Αποθέματα και κυκλοφορούντα στοιχεία

1.Το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται κατά τη διαφορά μεταξύ της αξίας των αποθεμάτων και των κυκλοφορούντων στην έναρξη και στο λήξη του οικονομικού έτους, με εξαίρεση τα αποθέματα και κυκλοφορούντα που σχετίζονται με μακροπρόθεσμες συμβάσεις, όπως ορίζονται στο άρθρο 32.

2.Το κόστος των αποθεμάτων και κυκλοφορούντων επιμετράται με συνέπεια χρησιμοποιώντας τη μέθοδο πρώτης εισαγωγής πρώτης εξαγωγής (first-in first-out) ή τη μέθοδο του μέσου σταθμισμένου κόστους.

3.Το κόστος αποθεμάτων και κυκλοφορούντων που αφορούν στοιχεία τα οποία δεν είναι κανονικά εναλλάξιμα, και αγαθά ή υπηρεσίες που παράγονται ή παρέχονται αντίστοιχα και διαχωρίζονται για ειδικά έργα, επιμετράται ατομικά.

4.Ένα μέλος του ομίλου BEFIT χρησιμοποιεί την ίδια μέθοδο για την αποτίμηση των αποθεμάτων και των κυκλοφορούντων στοιχείων όμοιας φύσης και χρήσης.

5.Το κόστος των αποθεμάτων και κυκλοφορούντων περιλαμβάνει όλες τις δαπάνες αγοράς, τις άμεσες δαπάνες μεταποίησης και άλλες άμεσες δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν για τη μεταφορά τους στην τοποθεσία και την κατάσταση στην οποία βρίσκονται κατά το σχετικό οικονομικό έτος. Το κόστος δεν περιλαμβάνει τον φόρο προστιθέμενης αξίας που μπορεί να εκπέσει.

6.Τα αποθέματα και κυκλοφορούντα αποτιμώνται την τελευταία ημέρα του οικονομικού έτους στη χαμηλότερη τιμή μεταξύ κόστους και καθαρής ρευστοποιήσιμης αξίας. Καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία είναι η εκτιμώμενη τιμή πώλησης κατά τη συνήθη ροή των δραστηριοτήτων της επιχείρησης, μείον το εκτιμώμενο κόστος ολοκλήρωσης και το εκτιμώμενο κόστος που είναι αναγκαίο για να πραγματοποιηθεί η πώληση.

Άρθρο 30
Προβλέψεις

1.Το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται ώστε να μην λαμβάνεται υπόψη το ποσό τυχόν προβλέψεων.

2.Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, το ποσό της πρόβλεψης λαμβάνεται υπόψη όταν, στο τέλος του οικονομικού έτους, πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)το μέλος του ομίλου BEFIT υπέχει νόμιμη ή ευλόγως αναμενόμενη νόμιμη υποχρέωση·

β)η εν λόγω υποχρέωση απορρέει από δραστηριότητες ή συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν κατά το συγκεκριμένο οικονομικό έτος ή κατά τα προηγούμενα οικονομικά έτη·

γ)το ποσό της πρόβλεψης που προκύπτει από την εν λόγω υποχρέωση μπορεί να εκτιμηθεί αξιόπιστα·

δ)το ποσό, όταν διακανονιστεί, θα οδηγήσει σε δαπάνη που εκπίπτει δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται πάντοτε ώστε να μην λαμβάνεται υπόψη το ποσό οποιασδήποτε πρόβλεψης που έχει καταχωριστεί σε σχέση με επαπειλούμενες ζημίες ή μελλοντικές αυξήσεις κόστους.

3.Όταν η υποχρέωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) αφορά δραστηριότητα ή συναλλαγή που θα συνεχιστεί σε μελλοντικά οικονομικά έτη, το ποσό της πρόβλεψης κατανέμεται αναλογικά στην εκτιμώμενη διάρκεια της δραστηριότητας ή της συναλλαγής.

Οι προβλέψεις του παρόντος άρθρου επανεξετάζονται και διορθώνονται στο τέλος κάθε οικονομικού έτους. Κατά τον υπολογισμό του προκαταρκτικού φορολογικού αποτελέσματος σε μελλοντικά οικονομικά έτη λαμβάνονται υπόψη τα ποσά που έχουν ήδη εκπέσει βάσει του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 31
Επισφαλείς απαιτήσεις

1.Το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται ώστε να μην λαμβάνεται υπόψη το ποσό τυχόν έκπτωσης που καταγράφηκε σε σχέση με επισφαλή απαίτηση, εκτός εάν, στο τέλος του έτους, το μέλος του ομίλου BEFIT δεν έχει ζητήσει έκπτωση σύμφωνα με το άρθρο 28 και πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)το μέλος του ομίλου έχει λάβει όλα τα εύλογα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 για να επιτύχει την πληρωμή του ποσού και είναι πιθανό ότι η οφειλή δεν θα ικανοποιηθεί πλήρως ή εν μέρει· ή

β)το μέλος του ομίλου έχει μεγάλο αριθμό ομοιογενών εισπρακτέων απαιτήσεων που απορρέουν όλες από τον ίδιο τομέα επιχειρηματικής δραστηριότητας και είναι σε θέση να εκτιμήσει αξιόπιστα το ύψος των εισπρακτέων επισφαλών απαιτήσεων σε ποσοστιαία βάση, υπό την προϋπόθεση ότι η αξία κάθε ομοιογενούς εισπρακτέας απαίτησης είναι μικρότερη από το 0,1 % της αξίας όλων των ομοιογενών εισπρακτέων απαιτήσεων. Για να καταλήξει σε αξιόπιστη εκτίμηση, το μέλος του ομίλου BEFIT λαμβάνει υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της πείρας που αποκτήθηκε στο παρελθόν.

2.Για να προσδιοριστεί αν έχουν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα ώστε να επιτευχθεί η πληρωμή του ποσού, το μέλος του ομίλου BEFIT λαμβάνει υπόψη οποιοδήποτε από τα ακόλουθα στοιχεία, υπό την προϋπόθεση ότι βασίζονται σε αντικειμενικά αποδεικτικά στοιχεία:

α)αν τα έξοδα είσπραξης είναι δυσανάλογα σε σχέση με την οφειλή·

β)αν υπάρχει προοπτική να πραγματοποιηθεί η είσπραξη, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων στις οποίες ο οφειλέτης έχει κηρυχθεί αφερέγγυος, έχει κινηθεί νομική διαδικασία ή έχει εμπλακεί φορέας είσπραξης οφειλών·

γ)αν είναι εύλογο, υπό τις περιστάσεις, να αναμένεται ότι η φορολογούμενη εταιρεία θα επιδιώξει την είσπραξη.

3.Όταν η επισφαλής απαίτηση αφορά εμπορική απαίτηση, εκτός από τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, το ποσό που αντιστοιχεί στην οφειλή περιλαμβάνεται στο προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα ως έσοδο.

4.Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται ώστε να μην λαμβάνεται υπόψη το ποσό οποιασδήποτε επισφαλούς οφειλής όταν ο οφειλέτης είναι άλλο μέλος του ομίλου BEFIT, οποιαδήποτε άλλη συνδεδεμένη επιχείρηση ή, όταν ο οφειλέτης είναι ιδιώτης, όταν ο οφειλέτης, ο/η σύζυγός του ή οι κατ’ ευθείαν γραμμή ανιόντες ή κατιόντες αυτού συμμετέχουν στη διαχείριση ή τον έλεγχο του μέλους του ομίλου BEFIT ή κατέχουν, άμεσα ή έμμεσα, το κεφάλαιο του μέλους του ομίλου BEFIT.

5.Όταν ένα μέλος του ομίλου BEFIT έχει αφαιρέσει προηγουμένως επισφαλείς απαιτήσεις που θα διακανονιστούν σε επόμενο οικονομικό έτος, το οικείο καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία για το οικονομικό έτος διακανονισμού προσαυξάνεται κατά το ποσό της ανάκτησης.

Άρθρο 32
Μακροπρόθεσμες συμβάσεις

1.Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως μακροπρόθεσμη σύμβαση νοείται η σύμβαση που πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)συνάπτεται με σκοπό τη μεταποίηση, εγκατάσταση ή κατασκευή, ή την παροχή υπηρεσιών·

β)η διάρκειά της υπερβαίνει ή αναμένεται να υπερβεί τους 12 μήνες.

2.Το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται ώστε να περιλαμβάνει μόνο έσοδα που αφορούν μακροπρόθεσμη σύμβαση και έχουν προκύψει για το ποσό που αντιστοιχεί στο μέρος της μακροπρόθεσμης σύμβασης που ολοκληρώθηκε κατά το σχετικό οικονομικό έτος.

Για τον σκοπό αυτό, το ποσοστό ολοκλήρωσης μιας μακροπρόθεσμης σύμβασης προσδιορίζεται με βάση την αναλογία των δαπανών του εν λόγω οικονομικού έτους προς τις συνολικές εκτιμώμενες δαπάνες της μακροπρόθεσμης σύμβασης.

3.Το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ενός μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται ώστε να λαμβάνονται υπόψη όλες οι δαπάνες που σχετίζονται με μακροπρόθεσμες συμβάσεις και πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους.

Άρθρο 33
Αντιστάθμιση κινδύνων

1.Τα κέρδη και οι ζημίες από μέσο αντιστάθμισης, που απορρέουν από αποτίμηση ή πράξεις διάθεσης, έχουν την ίδια μεταχείριση από μέλος του ομίλου BEFIT με τα αντίστοιχα κέρδη και ζημίες επί του αντισταθμισμένου στοιχείου.

Σχέση αντιστάθμισης υπάρχει όταν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)η σχέση αντιστάθμισης έχει καθοριστεί και τεκμηριωθεί επίσημα εκ των προτέρων·

β)η αντιστάθμιση αναμένεται να έχει υψηλό βαθμό αποτελεσματικότητας και η αποτελεσματικότητα μπορεί να μετρηθεί με αξιόπιστο τρόπο.

2.Όταν η σχέση αντιστάθμισης διακόπτεται ή ένα ήδη διακρατούμενο χρηματοοικονομικό μέσο αντιμετωπίζεται στη συνέχεια ως μέσο αντιστάθμισης, με συνέπεια τη μετάβασή του σε διαφορετικό φορολογικό καθεστώς, τυχόν διαφορά μεταξύ της νέας αγοραίας αξίας του μέσου αντιστάθμισης στη λήξη του οικονομικού έτους και της αγοραίας αξίας στην έναρξη της ίδιας φορολογικής περιόδου περιλαμβάνεται στο προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα του μέλους του ομίλου BEFIT.

Η αγοραία αξία του μέσου αντιστάθμισης στη λήξη του οικονομικού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου πραγματοποιήθηκε η μετάβαση του εν λόγω μέσου σε διαφορετικό φορολογικό καθεστώς συμπίπτει με την αγοραία αξία του στην έναρξη του έτους που έπεται της μετάβασης.

Τμήμα 5
Προσχώρηση και αποχώρηση από όμιλο BEFIT και εταιρική αναδιάρθρωση

Άρθρο 34
Αναγνώριση, αποτίμηση και χρονοδιάγραμμα απόσβεσης στοιχείων ενεργητικού και υποχρεώσεων κατά την προσχώρηση ή την αποχώρηση από όμιλο BEFIT

1.Όλα τα στοιχεία ενεργητικού και οι υποχρεώσεις αναγνωρίζονται στην αξία τους, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με το αποδεκτό λογιστικό πρότυπο στην Ένωση που αναφέρεται στο άρθρο 7, αμέσως πριν από την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας για το μέλος του ομίλου BEFIT.

2.Τα στοιχεία ενεργητικού και οι υποχρεώσεις μιας εταιρείας ή μόνιμης εγκατάστασης στην οποία δεν εφαρμόζεται πλέον η παρούσα οδηγία αναγνωρίζονται στην αξία τους, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

3.Η απόσβεση των στοιχείων ενεργητικού εταιρείας ή μόνιμης εγκατάστασης που προσχωρεί ή αποχωρεί από όμιλο BEFIT κατά τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους υπολογίζεται κατ’ αναλογία προς τον αριθμό των ημερολογιακών μηνών κατά τους οποίους η εταιρεία ή η μόνιμη εγκατάσταση ανήκε στον όμιλο BEFIT κατά το εν λόγω οικονομικό έτος.

Άρθρο 35
Χαρακτηρισμός πάγιων στοιχείων ενεργητικού κατά την προσχώρηση σε όμιλο BEFIT

Με την επιφύλαξη των κανόνων που ορίζονται στο κεφάλαιο II τμήμα 3, όταν μια εταιρεία ή μόνιμη εγκατάσταση μεταβαίνει από το σύστημα φορολογίας εισοδήματος εταιρειών ενός κράτους μέλους για να προσχωρήσει σε όμιλο BEFIT, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:

α)Όταν για ένα πάγιο στοιχείο ενεργητικού με λογιστική αξία κάτω των 5 000 EUR δεν έχει πραγματοποιηθεί απόσβεση, εν όλω ή εν μέρει, κατά την ημερομηνία προσχώρησης στον όμιλο BEFIT, το μέλος του ομίλου BEFIT προσαρμόζει το οικείο καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία ώστε να εξαιρείται το ποσό που αντιστοιχεί στην εναπομένουσα καθαρή αξία του πάγιου στοιχείου ενεργητικού που εμφανίζεται στους ατομικούς χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς κατά την ημερομηνία προσχώρησης·

β)Όταν, κατά την ημερομηνία προσχώρησης στον όμιλο BEFIT, ένα ή περισσότερα πάγια στοιχεία ενεργητικού έχουν καθαρή αξία στους ατομικούς χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς διαφορετική από την καθαρή φορολογική αξία, το συνολικό ποσό που αντιστοιχεί στην εν λόγω διαφορά για όλα τα σχετικά πάγια στοιχεία ενεργητικού ομαδοποιείται για κάθε μέλος του ομίλου BEFIT κατά το οικονομικό έτος προσχώρησης στον όμιλο BEFIT και κατανέμεται στο προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα για περίοδο 5 ετών. Το καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία κάθε μέλους του ομίλου BEFIT προσαρμόζεται αντιστοίχως.

Άρθρο 36
Μακροπρόθεσμες συμβάσεις κατά την προσχώρηση σε όμιλο BEFIT

1.Μια εταιρεία ή μόνιμη εγκατάσταση που προσχωρεί σε όμιλο BEFIT προσαρμόζει ώστε να συμπεριλάβει, σύμφωνα με τους κανόνες χρονοδιαγράμματος του εθνικού δικαίου, στο μερίδιό της επί της φορολογικής βάσης BEFIT, όπως καθορίζεται σύμφωνα με τους κανόνες του κεφαλαίου III, το ποσό των εσόδων και των δαπανών που, σύμφωνα με το άρθρο 32, θεωρείται ότι έχει προκύψει ή έχει πραγματοποιηθεί πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, αλλά δεν είχε συμπεριληφθεί ακόμη στη φορολογική της βάση σύμφωνα με την προηγούμενη ισχύουσα εθνική νομοθεσία για τη φορολογία εταιρειών.

2.Μια εταιρεία ή μόνιμη εγκατάσταση που προσχωρεί σε όμιλο BEFIT αφαιρεί κατά το πρώτο οικονομικό έτος από το μερίδιό της στη φορολογική βάση BEFIT, όπως καθορίζεται σύμφωνα με τους κανόνες του κεφαλαίου III, τα έσοδα μακροπρόθεσμης σύμβασης που υπόκειντο παλαιότερα σε φορολογία βάσει της εθνικής νομοθεσίας περί φορολογίας εταιρειών σε ποσό υψηλότερο από το ποσό που θα είχε συμπεριληφθεί στο προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα σύμφωνα με το άρθρο 32.

3.Όταν το μερίδιο ενός μέλους του ομίλου BEFIT στη φορολογική βάση BEFIT για ένα οικονομικό έτος είναι χαμηλότερο από τα εκπιπτόμενα ποσά, όπως καθορίζονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, κάθε μη απαλλασσόμενο ποσό μεταφέρεται σε επόμενες χρήσεις και συμψηφίζεται από το μέλος του ομίλου BEFIT με το μερίδιό του στη φορολογική βάση BEFIT κατά τα επόμενα οικονομικά έτη.

Άρθρο 37
Προβλέψεις, έσοδα και εκπτώσεις κατά την προσχώρηση σε όμιλο BEFIT

1.Οι προβλέψεις και οι εκπτώσεις για επισφαλείς απαιτήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 30 και 31 εκπίπτουν μόνο όταν προκύπτουν από δραστηριότητες ή συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν μετά την έναρξη εφαρμογής της παρούσας οδηγίας στο μέλος του ομίλου BEFIT.

2.Έσοδα τα οποία, σύμφωνα με το ισχύον αποδεκτό λογιστικό πρότυπο στην Ένωση που χρησιμοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 7, θεωρείται ότι έχουν προκύψει πριν από την έναρξη εφαρμογής της παρούσας οδηγίας σε μέλος του ομίλου BEFIT, αλλά δεν συμπεριλήφθηκαν στη φορολογική του βάση σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία περί φορολογίας εταιρειών που ίσχυε παλαιότερα, προστίθενται στο μερίδιό του σύμφωνα με τους κανόνες χρονοδιαγράμματος της σχετικής εθνικής νομοθεσίας περί φορολογίας εταιρειών.

3.Οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν μετά την έναρξη εφαρμογής της παρούσας οδηγίας σε μέλος του ομίλου BEFIT, αλλά αφορούν δραστηριότητες ή συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν νωρίτερα και για τις οποίες δεν πραγματοποιήθηκε έκπτωση σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία περί φορολογίας εταιρειών, εκπίπτουν από το οικείο κατανεμημένο μέρος.

Όταν οι δαπάνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο πραγματοποιούνται περισσότερο από πέντε έτη μετά την προσχώρηση μιας εταιρείας ή μόνιμης εγκατάστασης σε όμιλο BEFIT, οι εν λόγω δαπάνες αφαιρούνται από το προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα πριν από τη συγκέντρωση και τον επιμερισμό των κερδών.

Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται βάσει της εθνικής νομοθεσίας περί φορολογίας εταιρειών και δεν είχαν ακόμη εκπέσει όταν άρχισε να εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία σε μέλος του ομίλου BEFIT εκπίπτουν μόνο έναντι του κατανεμημένου μέρους της φορολογικής βάσης BEFIT, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με το κεφάλαιο III, σε ίσα ποσά και κατανεμημένα σε πέντε οικονομικά έτη. Οι δαπάνες που συνεπάγονται κόστος δανεισμού εκπίπτουν σύμφωνα με το άρθρο 13.

Όταν το μερίδιο της φορολογικής βάσης BEFIT που έχει κατανεμηθεί σε μέλος του ομίλου BEFIT για ένα οικονομικό έτος δεν επαρκεί για την πλήρη αφαίρεση των ποσών που αναφέρονται στο πρώτο και το τρίτο εδάφιο, τα μη απαλλασσόμενα ποσά μεταφέρονται σε επόμενες χρήσεις και συμψηφίζονται από το μέλος του ομίλου BEFIT με το μερίδιό του στη φορολογική βάση BEFIT κατά τα επόμενα οικονομικά έτη.

4.Κάθε ποσό που αφαιρείται πριν από την έναρξη εφαρμογής της παρούσας οδηγίας σε μέλος του ομίλου BEFIT δεν αφαιρείται εκ νέου.

Άρθρο 38
Ζημίες πριν από την προσχώρηση

Όταν μια εταιρεία ή μόνιμη εγκατάσταση εισέρχεται σε όμιλο BEFIT, τυχόν ζημίες που δεν έτυχαν φορολογικής ελάφρυνσης και πραγματοποιήθηκαν πριν από την ημερομηνία προσχώρησης, σύμφωνα με τη νομοθεσία περί φορολογίας εταιρειών του κράτους μέλους της φορολογικής της έδρας ή εγκατάστασης, αντίστοιχα, αφαιρούνται από το μερίδιό της στη φορολογική βάση BEFIT, όπως καθορίζεται σύμφωνα με το κεφάλαιο III.

Άρθρο 39
Διάλυση ομίλου

1.Όταν διαλύεται ένας όμιλος BEFIT, το οικονομικό έτος λήγει και η φορολογική βάση BEFIT του εν λόγω οικονομικού έτους κατανέμεται σε κάθε μέλος του ομίλου BEFIT σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στο κεφάλαιο III.

2.Η απόσβεση των στοιχείων ενεργητικού των μελών του ομίλου BEFIT κατά το οικονομικό έτος διάλυσης του ομίλου BEFIT υπολογίζεται κατ’ αναλογία προς τον αριθμό των ημερολογιακών μηνών που λειτουργούσε ο όμιλος BEFIT κατά το εν λόγω οικονομικό έτος.

Άρθρο 40
Αναδιοργάνωση επιχειρήσεων

1.Με την επιφύλαξη του άρθρου 9, ένα μέλος του ομίλου BEFIT που προβαίνει σε διάθεση στοιχείων ενεργητικού και υποχρεώσεων κατά τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους περιλαμβάνει το κέρδος ή τη ζημία που προκύπτει από την εν λόγω διάθεση στον υπολογισμό του προκαταρκτικού φορολογικού του αποτελέσματος.

Ένα μέλος του ομίλου BEFIT που αποκτά στοιχεία ενεργητικού και υποχρεώσεις προσδιορίζει το εισόδημα ή τη ζημία του κατά τον χρόνο της διάθεσης με βάση την αγοραία αξία των αποκτηθέντων στοιχείων ενεργητικού και υποχρεώσεων ως έχει τη στιγμή της κτήσης.

2.Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, όταν η μεταβίβαση στοιχείων ενεργητικού και υποχρεώσεων πραγματοποιείται στο πλαίσιο αναδιοργάνωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2009/133/ΕΚ του Συμβουλίου 34 :

α)το μέλος του ομίλου BEFIT που διαθέτει τα στοιχεία ενεργητικού και τις υποχρεώσεις εξαιρεί κάθε προκύπτον κέρδος ή ζημία από τον υπολογισμό του προκαταρκτικού φορολογικού του αποτελέσματος·

β)το μέλος του ομίλου BEFIT που αποκτά τα στοιχεία ενεργητικού και τις υποχρεώσεις καθορίζει το προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα, κατά το εν λόγω οικονομικό έτος και τα επόμενα οικονομικά έτη, χρησιμοποιώντας τη φορολογική αξία, ως έχει τη στιγμή της μεταβίβασης και όπως ορίζεται στο άρθρο 4 της οδηγίας 2009/133/ΕΚ.

Άρθρο 41
Εξαίρεση από την απαλλαγή που προβλέπεται για τη διάθεση μετοχών

1.Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 9, όταν, ως αποτέλεσμα της διάθεσης μετοχών, ένα μέλος του ομίλου BEFIT αποχωρεί από τον όμιλο BEFIT και κατά το τρέχον ή το προηγούμενο οικονομικό έτος, το εν λόγω μέλος του ομίλου BEFIT έχει αποκτήσει, στο πλαίσιο συναλλαγής εντός του ομίλου BEFIT, ένα ή περισσότερα πάγια στοιχεία ενεργητικού, ποσό αντίστοιχο με το κέρδος ή τη ζημία που προκύπτει από τη διάθεση των εν λόγω πάγιων στοιχείων ενεργητικού εντός του ομίλου BEFIT περιλαμβάνεται στο καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία του μέλους του ομίλου BEFIT που κατείχε τα στοιχεία ενεργητικού πριν από τη διάθεση εντός του ομίλου BEFIT.

Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται εάν το μέλος του ομίλου BEFIT αποδείξει ότι η συναλλαγή εντός του ομίλου BEFIT πραγματοποιήθηκε για βάσιμους εμπορικούς λόγους.

2.Το ποσό που αντιστοιχεί στο κέρδος ή τη ζημία που προκύπτει από τη διάθεση εντός του ομίλου BEFIT, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι η αγοραία αξία των πάγιων στοιχείων ενεργητικού κατά τον στιγμή της αποχώρησης του μέλους του ομίλου BEFIT από τον όμιλο μείον τη φορολογική αξία των πάγιων στοιχείων ενεργητικού ή των δαπανών που αναφέρονται στο άρθρο 29.

3.Το κέρδος ή η ζημία που προκύπτει από τη διάθεση εντός του ομίλου BEFIT θεωρείται ότι έχει παραληφθεί από το μέλος του ομίλου BEFIT που κατείχε τα στοιχεία ενεργητικού πριν από τη συναλλαγή εντός του ομίλου BEFIT, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΤΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΒΑΣΗΣ

Τμήμα 1
Φορολογική βάση BEFIT

Άρθρο 42
Υπολογισμός της φορολογικής βάσης BEFIT

1.Τα προκαταρκτικά φορολογικά αποτελέσματα όλων των μελών του ομίλου BEFIT, όπως καθορίζονται σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στο κεφάλαιο II, αθροίζονται ώστε να προκύψει η φορολογική βάση BEFIT.

2.Όταν η φορολογική βάση BEFIT σε ένα δεδομένο έτος είναι:

α)θετικό ποσό, το κέρδος κατανέμεται σύμφωνα με το άρθρο 45·

β)αρνητικό ποσό, η ζημία μεταφέρεται σε επόμενες χρήσεις και συμψηφίζεται με την επόμενη θετική φορολογική βάση BEFIT.

3.Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, το προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα κάθε μέλους του ομίλου BEFIT μετατρέπεται σε ευρώ (EUR) με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία που εκδίδει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την τελευταία ημέρα του ημερολογιακού έτους ή, εάν το οικονομικό έτος δεν συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος, την τελευταία ημέρα του οικονομικού έτους.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, όταν η υποβάλλουσα οντότητα έχει τη φορολογική της έδρα σε κράτος μέλος που δεν έχει υιοθετήσει το ευρώ, το προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα κάθε μέλους του ομίλου BEFIT μετατρέπεται στο νόμισμα που αποτελεί νόμιμο χρήμα στο εν λόγω κράτος μέλος.

Άρθρο 43
Παρακράτηση φόρων και άλλη φορολογία στην πηγή

1.Τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν παρακράτηση φόρου ή άλλη τυχόν φορολογία στην πηγή σε συναλλαγές εντός του ομίλου BEFIT, εκτός εάν ο πραγματικός δικαιούχος της πληρωμής δεν είναι μέλος του ομίλου BEFIT.

2.Όταν ένα κράτος μέλος εφαρμόζει παρακράτηση φόρου στην πηγή σε σχέση με την καταβολή δικαιωμάτων ή τόκων από μέλος του ομίλου BEFIT σε αποδέκτη που δεν είναι μέλος του ίδιου ομίλου BEFIT ή κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1, σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες του εθνικού δικαίου και τις συμβάσεις για την αποφυγή της διπλής φορολόγησης, η παρακράτηση φόρου στην πηγή κατανέμεται, για το οικονομικό έτος στο οποίο επιβάλλεται, μεταξύ των κρατών μελών που χρησιμοποιούν τη μέθοδο κατανομής που αναφέρεται στο άρθρο 45.

Άρθρο 44
Πίστωση φόρου επί εισοδημάτων που φορολογούνται στην πηγή

1.Όταν ένα μέλος του ομίλου BEFIT αντλεί εισόδημα που έχει φορολογηθεί σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα, χορηγείται πίστωση φόρου σύμφωνα με την ισχύουσα σύμβαση για την αποφυγή της διπλής φορολόγησης ή το οικείο εθνικό δίκαιο και επιμερίζεται μεταξύ των μελών του ομίλου BEFIT με τη χρήση της μεθόδου βασικής κατανομής που αναφέρεται στο άρθρο 45.

2.Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, δεν χορηγείται πίστωση φόρου όταν το εισόδημα που αντλείται από μέλος του ομίλου BEFIT δεν περιλαμβάνεται στο οικείο καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία σύμφωνα με τα άρθρα 8, 9 ή 12.

3.Η πίστωση φόρου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υπολογίζεται χωριστά για κάθε κράτος μέλος ή τρίτη χώρα, καθώς και για κάθε τύπο εισοδήματος. Δεν υπερβαίνει το ποσό που προκύπτει από την υπαγωγή του εισοδήματος που αποδίδεται σε μέλος του ομίλου BEFIT στον συντελεστή φορολογίας εταιρειών του κράτους μέλους στο οποίο το εν λόγω μέλος του ομίλου BEFIT έχει τη φορολογική του έδρα ή βρίσκεται με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης.

Κατά τον υπολογισμό της πίστωσης φόρου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, το ποσό του εισοδήματος μειώνεται κατά το ποσό των σχετικών δαπανών που εκπίπτουν.

Τμήμα 2
Κατανομή της φορολογικής βάσης BEFIT

Άρθρο 45
Μεταβατικός κανόνας κατανομής

1.Για κάθε οικονομικό έτος μεταξύ της 1ης Ιουλίου 2028 και της 30ής Ιουνίου 2035 το αργότερο (στο εξής: μεταβατική περίοδος), η φορολογική βάση BEFIT κατανέμεται στα μέλη του ομίλου BEFIT σύμφωνα με το ποσοστό βασικής κατανομής.

Για τους ομίλους που υπόκεινται στην παρούσα οδηγία μετά τη λήξη του πρώτου οικονομικού έτους κατά το οποίο αρχίζει να εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία, η μεταβατική περίοδος που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο λήγει το αργότερο έως τις 30 Ιουνίου 2035.

2.Το ποσοστό βασικής κατανομής για κάθε μέλος του ομίλου BEFIT προκύπτει από τον ακόλουθο υπολογισμό:

Βασική κατανομή = *100

Όπου:

α)το φορολογητέο αποτέλεσμα ενός μέλους του ομίλου BEFIT είναι ο μέσος όρος των φορολογητέων αποτελεσμάτων των τριών προηγούμενων οικονομικών ετών.

Κατά το πρώτο οικονομικό έτος κατά το οποίο ένας όμιλος BEFIT υπόκειται στην παρούσα οδηγία, τα εν λόγω φορολογητέα αποτελέσματα καθορίζονται σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες φορολογίας εταιρειών του κράτους μέλους στο οποίο το μέλος του ομίλου BEFIT έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο υπό μορφή μόνιμης εγκατάστασης.

Κατά το δεύτερο οικονομικό έτος κατά το οποίο ένας όμιλος BEFIT υπόκειται στην παρούσα οδηγία, τα εν λόγω φορολογητέα αποτελέσματα καθορίζονται, για το πρώτο οικονομικό έτος κατά το οποίο ένας όμιλος BEFIT υπόκειται στην παρούσα οδηγία, σύμφωνα με το κεφάλαιο II της παρούσας οδηγίας και, για τα δύο προηγούμενα οικονομικά έτη, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες του αντίστοιχου κράτους μέλους.

Κατά το τρίτο οικονομικό έτος κατά το οποίο ένας όμιλος BEFIT υπόκειται στην παρούσα οδηγία, τα εν λόγω φορολογητέα αποτελέσματα καθορίζονται, για τα πρώτα δύο οικονομικά έτη κατά τα οποία ένας όμιλος BEFIT υπόκειται στην παρούσα οδηγία, σύμφωνα με το κεφάλαιο II της παρούσας οδηγίας και, για το αμέσως προηγούμενο οικονομικό έτος, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες του αντίστοιχου κράτους μέλους.

Από το τέταρτο οικονομικό έτος κατά το οποίο ένας όμιλος BEFIT υπόκειται στην παρούσα οδηγία και έπειτα, τα εν λόγω φορολογητέα αποτελέσματα καθορίζονται σύμφωνα με το κεφάλαιο II της παρούσας οδηγίας.

β)το συνολικό φορολογητέο αποτέλεσμα του ομίλου BEFIT είναι το άθροισμα του μέσου όρου των φορολογητέων αποτελεσμάτων, όπως αναφέρεται στο στοιχείο α), όλων των μελών του ομίλου BEFIT κατά τα τρία προηγούμενα οικονομικά έτη.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ένα μέλος του ομίλου BEFIT με αρνητικό φορολογητέο αποτέλεσμα έχει μηδενικό ποσοστό βασικής κατανομής.

3.Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, τα κράτη μέλη διαρθρώνουν το οικείο πλαίσιο αξιολόγησης κινδύνου για την τιμολόγηση των συναλλαγών εντός του ομίλου BEFIT ως εξής:

α)ζώνη χαμηλού κινδύνου: όταν τα έξοδα που πραγματοποιήθηκαν ή τα έσοδα που εισπράχθηκαν από μέλος του ομίλου BEFIT από συναλλαγές εντός του ομίλου BEFIT αυξάνονται σε ένα οικονομικό έτος κατά λιγότερο από 10 % σε σύγκριση με τον μέσο όρο των εξόδων ή των εσόδων των τριών προηγούμενων οικονομικών ετών από συναλλαγές εντός του ομίλου BEFIT·

β)ζώνη υψηλού κινδύνου: όταν τα έξοδα που πραγματοποιήθηκαν ή τα έσοδα που εισπράχθηκαν από μέλος του ομίλου BEFIT από συναλλαγές εντός του ομίλου BEFIT αυξάνονται σε ένα οικονομικό έτος κατά 10 % και πλέον, σε σύγκριση με τον μέσο όρο των εξόδων ή των εσόδων των τριών προηγούμενων οικονομικών ετών από συναλλαγές εντός του ομίλου BEFIT.

4.Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να διαμορφώσουν την προσέγγισή τους για τη συμμόρφωση ως προς τους κινδύνους σύμφωνα με τις ακόλουθες αρχές:

α)ζώνη χαμηλού κινδύνου: οι αρμόδιες αρχές των οικείων κρατών μελών τεκμαίρουν ότι η τιμολόγηση των συναλλαγών εντός του ομίλου BEFIT ενός συγκεκριμένου μέλους του ομίλου BEFIT συνάδει με την αρχή του πλήρους ανταγωνισμού·

β)ζώνη υψηλού κινδύνου: οι αρμόδιες αρχές των οικείων κρατών μελών τεκμαίρουν ότι η τιμολόγηση των συναλλαγών εντός του ομίλου BEFIT ενός συγκεκριμένου μέλους του ομίλου BEFIT δεν συμμορφώνεται με την αρχή του πλήρους ανταγωνισμού και ότι το μέρος της αύξησης που υπερβαίνει το 10 % δεν αναγνωρίζεται για τον υπολογισμό του ποσοστού βασικής κατανομής του εν λόγω μέλους του ομίλου BEFIT.

Με την επιφύλαξη του κανόνα που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο του στοιχείου β), ένα μέλος του ομίλου BEFIT δικαιούται να παράσχει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο υπό μορφή μόνιμης εγκατάστασης, στοιχεία τα οποία αποδεικνύουν ότι η τιμολόγηση των σχετικών συναλλαγών εντός του ομίλου BEFIT καθορίζεται σύμφωνα με την αρχή του πλήρους ανταγωνισμού. Στην περίπτωση αυτή, το πλήρες ποσό των εξόδων από τις εν λόγω συναλλαγές εντός του ομίλου BEFIT, όπως αποδεικνύεται, αναγνωρίζεται για τον υπολογισμό του ποσοστού βασικής κατανομής του εν λόγω μέλους του ομίλου BEFIT.

5.Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 13 παράγραφος 2, το υπερβαίνον κόστος δανεισμού, όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1164 του Συμβουλίου, το οποίο προκύπτει από συναλλαγή μεταξύ μελών του ομίλου BEFIT, δεν αναγνωρίζεται για τον υπολογισμό του ποσοστού βασικής κατανομής του μέλους του ομίλου BEFIT που επιβαρύνεται με το εν λόγω κόστος.

6.Εάν τροποποιηθεί η δομή του ομίλου BEFIT κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 λόγω προσχώρησης νέων μελών στον όμιλο ή αποχώρησης μελών από τον όμιλο, το ποσοστό βασικής κατανομής υπολογίζεται εκ νέου σύμφωνα με την παράγραφο 2. Για κάθε μέλος του ομίλου BEFIT, η φορολογική βάση BEFIT κατανέμεται σύμφωνα με το νέο ποσοστό βασικής κατανομής για το χρονικό διάστημα που υπολείπεται έως τη λήξη της εν λόγω περιόδου, εκτός εάν μεταγενέστερες αλλαγές στη δομή του ομίλου BEFIT απαιτούν νέο υπολογισμό του ποσοστού βασικής κατανομής.

7.Εάν τροποποιηθεί η δομή του ομίλου BEFIT κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 λόγω της δημιουργίας μίας ή περισσότερων νέων εταιρειών που χαρακτηρίζονται ως μέλη του ομίλου BEFIT, οι κανόνες για την κατανομή της φορολογικής βάσης BEFIT, όπως ορίζονται στην παράγραφο 2, δεν εφαρμόζονται στα νέα μέλη του ομίλου BEFIT κατά το πρώτο οικονομικό έτος. Για τα επόμενα οικονομικά έτη έως τη λήξη της εν λόγω μεταβατικής περιόδου, το ποσοστό βασικής κατανομής των νέων μελών του ομίλου BEFIT υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2.

8.Αν ένας όμιλος υπαχθεί στους κανόνες της παρούσας οδηγίας μετά την 1η Ιουλίου 2028, η βασική κατανομή υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2. Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 και 2, η φορολογική βάση BEFIT κατανέμεται στα μέλη του ομίλου BEFIT για το υπόλοιπο της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

9.Η Επιτροπή προβαίνει σε συνολική επανεξέταση του μεταβατικού κανόνα στο πλαίσιο της οποίας καταρτίζει μελέτη σχετικά με την πιθανή σύνθεση και τη βαρύτητα επιλεγμένων συντελεστών και υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο έως το τέλος του τρίτου οικονομικού έτους εντός της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Αν η Επιτροπή το κρίνει σκόπιμο, αφού λάβει υπόψη τα συμπεράσματα της εν λόγω έκθεσης, μπορεί να εγκρίνει κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση της παρούσας οδηγίας με τη θέσπιση μεθόδου για την κατανομή της φορολογικής βάσης BEFIT με χρήση μαθηματικού τύπου επιμερισμού και βάσει συντελεστών.

10.Οι κανόνες που προβλέπονται στις παραγράφους 1 έως 8 εξακολουθούν να εφαρμόζονται έως ότου αρχίσουν να ισχύουν τυχόν τροποποιήσεις τους.

Άρθρο 46
Δραστηριότητες προηγούμενου σταδίου

1.Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 42 έως 45, όταν ένα μέλος του ομίλου BEFIT ασκεί την κύρια δραστηριότητά του στον τομέα των εξορυκτικών δραστηριοτήτων, τα οικεία έσοδα, οι δαπάνες και άλλα στοιχεία που εκπίπτουν και απορρέουν από τις εν λόγω δραστηριότητες αποδίδονται στο μέλος του ομίλου BEFIT που βρίσκεται στο κράτος μέλος στο οποίο πραγματοποιείται η εξόρυξη.

Όταν υπάρχουν περισσότερα από ένα μέλη του ομίλου BEFIT με φορολογική έδρα στο κράτος μέλος στο οποίο πραγματοποιείται η εξόρυξη, τα έσοδα, οι δαπάνες και άλλα στοιχεία που εκπίπτουν και απορρέουν από τις εν λόγω δραστηριότητες καταλογίζονται σε κάθε μέλος του ομίλου BEFIT, κατ’ αναλογία προς το οικείο ποσοστό βασικής κατανομής.

2.Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 42 έως 45, όταν δεν υπάρχει κανένα μέλος του ομίλου BEFIT στο κράτος μέλος εξόρυξης ή όταν η εξόρυξη πραγματοποιείται σε δικαιοδοσία τρίτης χώρας, τα έσοδα, οι δαπάνες και άλλα στοιχεία που εκπίπτουν και απορρέουν από τις εν λόγω δραστηριότητες καταλογίζονται στο μέλος του ομίλου BEFIT στο οποίο προέκυψαν.

Άρθρο 47
   Εξαίρεση για τη ναυτιλία που δεν καλύπτεται από καθεστώς φορολογίας χωρητικότητας, τις εσωτερικές πλωτές μεταφορές και τις αεροπορικές μεταφορές

1.Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 42 έως 45 και με την επιφύλαξη του άρθρου 15, τα έσοδα, οι δαπάνες και άλλα στοιχεία που εκπίπτουν και απορρέουν από τις ακόλουθες δραστηριότητες εξαιρούνται από τη φορολογική βάση BEFIT σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)λειτουργία πλοίων στο πλαίσιο διεθνών μεταφορών, όταν το φορολογητέο αποτέλεσμα δεν καλύπτεται από καθεστώς φορολογίας χωρητικότητας·

β)λειτουργία αεροσκαφών στις διεθνείς μεταφορές·

γ)λειτουργία σκαφών που εκτελούν εσωτερικές πλωτές μεταφορές.

Τα έσοδα, οι δαπάνες και άλλα στοιχεία που εκπίπτουν όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο αποδίδονται στο εν λόγω μέλος του ομίλου BEFIT ανά συναλλαγή και υπόκεινται σε προσαρμογές για την τιμολόγηση σύμφωνα με την αρχή του πλήρους ανταγωνισμού.

2.Κάθε συμμετοχή σε μέλος του ομίλου BEFIT και κάθε συμμετοχή από μέλος του ομίλου BEFIT, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς του άρθρου 5.

Άρθρο 48
Στοιχεία που εκπίπτουν από το κατανεμημένο μέρος

1.Ένα μέλος του ομίλου BEFIT αυξάνει ή μειώνει το οικείο κατανεμημένο μερίδιο κατά τα ακόλουθα στοιχεία:

α)ζημίες που δεν έτυχαν φορολογικής ελάφρυνσης και πραγματοποιήθηκαν πριν υπαχθούν στους κανόνες της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με το άρθρο 38·

β)έσοδα και έξοδα που προέκυψαν πριν από την έναρξη εφαρμογής της παρούσας οδηγίας για το μέλος του ομίλου BEFIT, αλλά δεν είχαν συμπεριληφθεί ακόμα στη φορολογική βάση του σύμφωνα με την προηγούμενη ισχύουσα εθνική νομοθεσία περί φορολογίας εταιρειών, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 36 παράγραφος 1·

γ)έσοδα από μακροπρόθεσμη σύμβαση τα οποία υπόκειντο έως τότε σε φορολογία βάσει της εθνικής νομοθεσίας περί φορολογίας εταιρειών σε ποσό υψηλότερο από το ποσό που θα είχε συμπεριληφθεί στο προκαταρκτικό φορολογικό αποτέλεσμα σύμφωνα με το άρθρο 32, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 36 παράγραφος 2·

δ)έσοδα που προέκυψαν πριν από την έναρξη εφαρμογής της παρούσας οδηγίας για το μέλος του ομίλου BEFIT, αλλά δεν είχαν συμπεριληφθεί στη φορολογική του βάση σύμφωνα με την προηγούμενη ισχύουσα εθνική νομοθεσία περί φορολογίας εταιρειών, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 37 παράγραφος 2·

ε)δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν μετά την έναρξη εφαρμογής των κανόνων της παρούσας οδηγίας σε μέλος του ομίλου BEFIT, αλλά αφορούν δραστηριότητες ή συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν νωρίτερα και για τις οποίες δεν πραγματοποιήθηκε έκπτωση σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία περί φορολογίας εταιρειών, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 37 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο·

στ)δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν βάσει της εθνικής νομοθεσίας περί φορολογίας εταιρειών, οι οποίες δεν είχαν εκπέσει ακόμα όταν άρχισε να εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία στο μέλος του ομίλου BEFIT, σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο·

ζ)τυχόν μη απαλλασσόμενο ποσό που μεταφέρεται σε επόμενες χρήσεις σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 3 και το άρθρο 37 παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο·

η)χρηματικές και άλλου είδους δωρεές σε φιλανθρωπικές οργανώσεις εφόσον εκπίπτουν βάσει της νομοθεσίας περί φορολογίας εταιρειών του κράτους μέλους στο οποίο το μέλος του ομίλου BEFIT έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης·

θ)συνταξιοδοτικές παροχές εφόσον εκπίπτουν βάσει της νομοθεσίας περί φορολογίας εταιρειών του κράτους μέλους στο οποίο το μέλος του ομίλου BEFIT έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης·

ι)τοπικοί φόροι εφόσον εκπίπτουν βάσει της νομοθεσίας περί φορολογίας εταιρειών του κράτους μέλους στο οποίο το μέλος του ομίλου BEFIT έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης.

2.Εκτός από τις προσαρμογές που παρατίθενται στην παράγραφο 1, ένα κράτος μέλος μπορεί να προβλέπει αύξηση ή μείωση, μέσω πρόσθετων στοιχείων, του κατανεμημένου μέρους των μελών του ομίλου BEFIT που έχουν τη φορολογική τους έδρα ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης στο εν λόγω κράτος μέλος.

Άρθρο 49
Φορολογικά συστήματα που βασίζονται στις διανομές

1.Όταν ένα μέλος του ομίλου BEFIT έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης σε κράτος μέλος που εφαρμόζει σύστημα φορολογίας εισοδήματος εταιρειών το οποίο επιβάλλει φόρο εισοδήματος στα κέρδη μόνο όταν τα κέρδη αυτά διανέμονται ή θεωρείται ότι διανέμονται σε μετόχους ή όταν η εταιρεία βαρύνεται με ορισμένες δαπάνες που είναι φορολογητέες βάσει του εθνικού δικαίου (στο εξής: φορολογικό σύστημα με βάση τις διανομές), το μέρος που κατανέμεται στο εν λόγω μέλος του ομίλου BEFIT σύμφωνα με το άρθρο 45 προσαρμόζεται με βάση τις διανομές που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους.

2.Η προσαρμογή του κατανεμημένου μέρους υπολογίζεται ως εξής:

Όπου:

α)τα χρηματοοικονομικά έσοδα αναφέρονται στο εισόδημα που διατίθεται για διανομές στο πλαίσιο φορολογικού συστήματος με βάση τις διανομές, συμπεριλαμβανομένων των αποθεματικών, για το οικονομικό έτος·

β)το κατανεμημένο μέρος αναφέρεται στο μερίδιο που κατανέμεται στο μέλος του ομίλου BEFIT για το οικονομικό έτος σύμφωνα με το άρθρο 45, συμπεριλαμβανομένου τυχόν υπολειπόμενου μεριδίου από προηγούμενα οικονομικά έτη που υπολογίζεται για το μέλος του ομίλου BEFIT σύμφωνα με την παράγραφο 4·

γ)οι διανομές αναφέρονται σε διανομές και άλλες δαπάνες που πραγματοποιούνται από το μέλος του ομίλου BEFIT κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους και είναι φορολογητέες στο πλαίσιο φορολογικού συστήματος με βάση τις διανομές.

3.Όταν το προσαρμοσμένο κατανεμημένο μέρος ενός μέλους του ομίλου BEFIT που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2 είναι χαμηλότερο από το κατανεμημένο μέρος του, το υπόλοιπο μεταξύ των δύο ποσών μεταφέρεται στο επόμενο οικονομικό έτος και προστίθεται στο μέρος που κατανέμεται στο μέλος του ομίλου BEFIT κατά το εν λόγω επόμενο οικονομικό έτος σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

4.Το προσαρμοσμένο κατανεμημένο μέρος που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2 αυξάνεται κατά τις δαπάνες που δεν εκπίπτουν και υπόκεινται άμεσα σε φόρο κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους στο πλαίσιο φορολογικού συστήματος με βάση τις διανομές στο κράτος μέλος στο οποίο το μέλος του ομίλου BEFIT έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
Απλουστευμένη προσέγγιση όσον αφορά τη συμμόρφωση με τη μεταβιβαστική τιμολόγηση

Άρθρο 50
Κριτήρια οριοθέτησης του πεδίου εφαρμογής

1.Τα κράτη μέλη υποβάλλουν σε απλουστευμένη προσέγγιση όσον αφορά τη συμμόρφωση με τη μεταβιβαστική τιμολόγηση τις ακόλουθες δραστηριότητες, όταν αυτές εκτελούνται μέσω συναλλαγών μεταξύ ενός μέλους του ομίλου BEFIT και συνδεδεμένης επιχείρησης εκτός του ομίλου BEFIT:

α)δραστηριότητα διανομής όταν ασκείται μέσω διανομέα χαμηλού κινδύνου, όπως περιγράφεται στην παράγραφο 2, ο οποίος έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένος με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης σε κράτος μέλος.

β)μεταποιητική δραστηριότητα όταν ασκείται μέσω συμβεβλημένου κατασκευαστή, όπως περιγράφεται στην παράγραφο 3, ο οποίος έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένος με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης σε κράτος μέλος.

2.Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παραγράφου 1 στοιχείο α), διανομέας χαμηλού κινδύνου είναι μια οντότητα που εκτελεί τη διανομή αγαθών που αγοράζονται από συνδεδεμένες επιχειρήσεις. Η δραστηριότητα διανομής παρουσιάζει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α)προκύπτει από την ακριβή οριοθέτηση της συναλλαγής και παρουσιάζει οικονομικά συναφή χαρακτηριστικά που μπορούν να τιμολογηθούν με αξιόπιστο τρόπο με τη χρήση μονομερούς μεθόδου μεταβιβαστικής τιμολόγησης, με τον διανομέα να είναι το ελεγχόμενο μέρος·

β)ο διανομέας δεν κατέχει τη νόμιμη ή οικονομική συγκυριότητα της διανοητικής ιδιοκτησίας που περιέχεται στα προϊόντα και/ή στις υπηρεσίες που διανέμονται·

γ)η δραστηριότητα διανομής είναι η κύρια λειτουργία που ασκεί ο διανομέας·

δ)ο διανομέας αναλαμβάνει μηδενικό ή περιορισμένο κίνδυνο όσον αφορά την αγορά, τα αποθέματα και τις επισφαλείς πιστώσεις.

3.Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παραγράφου 1 στοιχείο β), συμβεβλημένος κατασκευαστής είναι η συνδεδεμένη επιχείρηση η οποία ασκεί κατασκευαστική δραστηριότητα υπό τον έλεγχο εντολέα και παρουσιάζει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α)η μεταποιητική δραστηριότητα, όπως προκύπτει από την ακριβή οριοθέτηση της συναλλαγής, παρουσιάζει οικονομικά συναφή χαρακτηριστικά που μπορούν να τιμολογηθούν με αξιόπιστο τρόπο με τη χρήση μονομερούς μεθόδου μεταβιβαστικής τιμολόγησης, με την εταιρεία κατασκευής να είναι το ελεγχόμενο μέρος·

β)ο κατασκευαστής δεν κατέχει τη νόμιμη ή οικονομική συγκυριότητα της διανοητικής ιδιοκτησίας που περιέχεται στα προϊόντα που κατασκευάζει·

γ)η μεταποιητική δραστηριότητα είναι η κύρια λειτουργία που ασκεί ο κατασκευαστής·

δ)ο κατασκευαστής αναλαμβάνει μηδενικό ή περιορισμένο κίνδυνο όσον αφορά την τιμή, την αγορά, τα αποθέματα, τη χρησιμοποίηση παραγωγικής ικανότητας και τις επισφαλείς πιστώσεις.

4.Όταν μια συνδεδεμένη επιχείρηση ασκεί περισσότερες από μία οικονομικές δραστηριότητες, εξακολουθεί να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της απλουστευμένης προσέγγισης, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούται οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)διασφαλίζεται ο επαρκής διαχωρισμός και η χωριστή τιμολόγηση των οικονομικών δραστηριοτήτων πέραν της διανομής ή της κατασκευής·

β)οι οικονομικές δραστηριότητες πέραν της διανομής ή της κατασκευής μπορούν να θεωρηθούν παρεπόμενες και είτε είναι επουσιώδεις είτε δεν προσθέτουν σημαντική αξία στη διανομή ή την κατασκευή.

Άρθρο 51
Πλαίσιο συμμόρφωσης

1.Τα κράτη μέλη διαμορφώνουν το πλαίσιο αξιολόγησης κινδύνου για τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 50 κατά τρόπο ώστε να αποτελείται από τρεις ζώνες κινδύνου μεταβιβαστικής τιμολόγησης.

2.Οι ζώνες κινδύνου προσδιορίζονται με χρήση του ενδοτεταρτημοριακού εύρους της κερδοφορίας το οποίο προκύπτει από τους δημόσιους δείκτες αναφοράς της Ένωσης που αναφέρονται στο άρθρο 53.

3.Οι δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 50 αξιολογούνται ως χαμηλού, μεσαίου ή υψηλού κινδύνου, ανάλογα με τον τρόπο με τον οποίο συγκρίνεται η κερδοφορία τους σε ένα δεδομένο έτος, όπως καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 52, με το ενδοτεταρτημοριακό εύρος της πλέον πρόσφατης δέσμης δημόσιων δεικτών αναφοράς που καταρτίστηκε πριν από το τέλος του εν λόγω έτους.

4.Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν το ακόλουθο πλαίσιο κινδύνων:

Ζώνη κινδύνου

Κερδοφορία του ελεγχόμενου μέρους σε σχέση με τους δείκτες κέρδους της ΕΕ

χαμηλή

άνω του 60ού εκατοστημορίου των αποτελεσμάτων του δημόσιου δείκτη αναφοράς

μεσαία

κάτω του 60ού εκατοστημορίου αλλά άνω του 40ού εκατοστημορίου των αποτελεσμάτων του δημόσιου δείκτη αναφοράς

υψηλή

κάτω του 40ού εκατοστημορίου των αποτελεσμάτων του δημόσιου δείκτη αναφοράς

5.Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να διαμορφώσουν την προσέγγισή τους για τη συμμόρφωση ως προς τους κινδύνους σύμφωνα με τις ακόλουθες αρχές:

α)Ζώνη χαμηλού κινδύνου: οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν να μην διαθέσουν πρόσθετους πόρους συμμόρφωσης για τον περαιτέρω έλεγχο των αποτελεσμάτων της μεταβιβαστικής τιμολόγησης. Ωστόσο, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών διατηρούν το δικαίωμα να προβαίνουν σε προσαρμογές μεταβιβαστικής τιμολόγησης των περιθωρίων κέρδους της φορολογούμενης εταιρείας που εμπίπτει στη ζώνη χαμηλού κινδύνου.

β)Ζώνη μεσαίου κινδύνου: οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν να παρακολουθούν τα αποτελέσματα, χρησιμοποιώντας τα διαθέσιμα στοιχεία, και να επικοινωνούν με τη φορολογούμενη εταιρεία για την καλύτερη κατανόηση των περιστάσεων πριν αποφασίσουν αν θα διαθέσουν πόρους συμμόρφωσης για τη διενέργεια αξιολογήσεων κινδύνου και ελέγχων.

γ)Ζώνη υψηλού κινδύνου: οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν να συστήσουν στη φορολογούμενη εταιρεία να επανεξετάσει τις πολιτικές μεταβιβαστικής τιμολόγησης και να αποφασίσουν να κινήσουν επανεξέταση ή έλεγχο.

Άρθρο 52
Μέτρηση της απόδοσης

1.Τα κράτη μέλη θεσπίζουν το κατάλληλο νομικό πλαίσιο, ώστε οι αρμόδιες αρχές τους να μετρούν την κερδοφορία της δραστηριότητας διανομής που αναφέρεται στο άρθρο 50 παράγραφος 2 χρησιμοποιώντας ως δείκτη του επιπέδου κερδών τα κέρδη προ τόκων και φόρων σε σχέση με τις πωλήσεις.

2.Τα κράτη μέλη θεσπίζουν το κατάλληλο νομικό πλαίσιο, ώστε οι αρμόδιες αρχές τους να μετρούν την κερδοφορία της μεταποιητικής δραστηριότητας που αναφέρεται στο άρθρο 50 παράγραφος 3 χρησιμοποιώντας ως δείκτη του επιπέδου κερδών τα κέρδη προ τόκων και φόρων σε σχέση με τις συνολικές δαπάνες.

Άρθρο 53
Δημόσιοι δείκτες αναφοράς

1.Η ζώνη κινδύνου για τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 50 καθορίζεται αντιστοίχως μέσω δημόσιων δεικτών αναφοράς για τις δραστηριότητες διανομής και μεταποίησης.

2.Οι δημόσιοι δείκτες αναφοράς για τη δραστηριότητα διανομής είναι αντιπροσωπευτικοί της κερδοφορίας ανεξάρτητων οντοτήτων που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά και ασκούν κατά κύριο λόγο δραστηριότητα διανομής με χαρακτηριστικά παρόμοια με τη δραστηριότητα που περιγράφεται στο άρθρο 50 παράγραφος 2.

3.Ο δημόσιος δείκτης αναφοράς για τη μεταποιητική δραστηριότητα είναι αντιπροσωπευτικός της κερδοφορίας ανεξάρτητων οντοτήτων που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά και ασκούν κατά κύριο λόγο μεταποιητική δραστηριότητα με χαρακτηριστικά παρόμοια με τη δραστηριότητα που περιγράφεται στο άρθρο 50 παράγραφος 3.

4.Η ζώνη κινδύνου προσδιορίζεται με τη χρήση του ενδοτεταρτημοριακού εύρους της μέσης 5ετούς κερδοφορίας ανεξάρτητων οντοτήτων, όπως προκύπτει από τους δημόσιους δείκτες αναφοράς.

5.Η Επιτροπή, με εκτελεστική πράξη που θεσπίζει τις αναγκαίες πρακτικές ρυθμίσεις, καθορίζει τα κριτήρια αναζήτησης για τον προσδιορισμό συγκρίσιμων στοιχείων που καθορίζουν τους κατάλληλους δείκτες αναφοράς για τις χαμηλού κινδύνου δραστηριότητες διανομής και μεταποιητικές δραστηριότητες βάσει σύμβασης. Τα αποτελέσματα των δεικτών αναφοράς δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο της Επιτροπής, ώστε οι φορολογούμενες εταιρείες να μπορούν να προσδιορίζουν τη ζώνη κινδύνου των δραστηριοτήτων τους. Οι δείκτες αναφοράς επικαιροποιούνται κάθε 3 έτη. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 73.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Τμήμα 1
Γενικές διατάξεις

Άρθρο 54
Δημιουργία και διάλυση του ομίλου BEFIT

1.Ο όμιλος BEFIT καλύπτεται από την παρούσα οδηγία για περίοδο πέντε ετών και τα αποτελέσματά της ανανεώνονται αυτομάτως στο τέλος του πέμπτου έτους, εκτός εάν υπάρξει ειδοποίηση διάλυσης με την αιτιολογία ότι ο όμιλος δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις του άρθρου 2 παράγραφος 1.

2.Οι όμιλοι που έχουν επιλέξει να καλύπτονται από την παρούσα οδηγία σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 δεσμεύονται για περίοδο πέντε ετών. Στη λήξη της πενταετούς περιόδου, οι κανόνες παύουν να ισχύουν, εκτός εάν η υποβάλλουσα οντότητα κοινοποιήσει στην αρχή υποβολής στοιχείων ότι επιλέγει να ανανεώσει τη δυνατότητα να καλύπτεται από την παρούσα οδηγία. Για τον σκοπό αυτόν, η υποβάλλουσα οντότητα παρέχει στην αρχή υποβολής στοιχεία που αποδεικνύουν ότι πληρούνται οι απαιτήσεις επιλεξιμότητας που ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 και ότι δεν υπάρχει λόγος αποκλεισμού της από την ανανέωση.

Άρθρο 55
Οικονομικό έτος

1.Για όλα τα μέλη του ομίλου BEFIT ισχύει το ίδιο οικονομικό έτος, το οποίο είναι περίοδος 12 μηνών. Το έτος κατά το οποίο ένα μέλος του ομίλου BEFIT προσχωρεί σε όμιλο BEFIT, το εν λόγω μέλος ευθυγραμμίζει το οικονομικό έτος του με το οικονομικό έτος του ομίλου BEFIT.

2.Το κατανεμημένο μέρος ενός μέλους του ομίλου BEFIT για το έτος κατά το οποίο προσχωρεί σε όμιλο BEFIT υπολογίζεται ανάλογα με τον αριθμό των ημερολογιακών μηνών κατά τους οποίους το μέλος του ομίλου BEFIT ανήκε στον όμιλο BEFIT.

3.Το κατανεμημένο μέρος ενός μέλους του ομίλου BEFIT για το έτος κατά το οποίο αποχωρεί από όμιλο BEFIT υπολογίζεται ανάλογα με τον αριθμό των ημερολογιακών μηνών κατά τους οποίους το μέλος του ομίλου BEFIT ανήκε στον όμιλο BEFIT.

Άρθρο 56
Τροποποίηση της υποβάλλουσας οντότητας

Η υποβάλλουσα οντότητα δεν μπορεί να τροποποιηθεί, εκτός εάν παύσει να πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 3 παράγραφος 10. Στη συνέχεια, ο όμιλος ορίζει νέα υποβάλλουσα οντότητα σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 3 παράγραφος 10. Εάν ο όμιλος δεν ορίσει υποβάλλουσα οντότητα εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία η προηγούμενη υποβάλλουσα οντότητα έπαυσε να πληροί τις προϋποθέσεις, η ομάδα BEFIT, που αναφέρεται στο άρθρο 60, ορίζει μια υποβάλλουσα οντότητα για τον όμιλο BEFIT.

Τμήμα 2
Δήλωση πληροφοριών BEFIT

Άρθρο 57
Υποβολή της δήλωσης πληροφοριών BEFIT

1.Η υποβάλλουσα οντότητα υποβάλλει την δήλωση πληροφοριών BEFIT του ομίλου BEFIT στην αρχή υποβολής στοιχείων, εκτός εάν ο όμιλος BEFIT είναι εγχώριος όμιλος.

2.Η δήλωση πληροφοριών BEFIT υποβάλλεται στην αρχή υποβολής στοιχείων το αργότερο τέσσερις μήνες μετά τη λήξη του οικονομικού έτους.

3.Η δήλωση πληροφοριών BEFIT περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)προσδιορισμό της υποβάλλουσας οντότητας και άλλων μελών του ομίλου BEFIT, συμπεριλαμβανομένων των οικείων αριθμών φορολογικού μητρώου, εάν υπάρχουν, και του κράτους μέλους στο οποίο έχουν τη φορολογική τους έδρα ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης·

β)πληροφορίες σχετικά με τη συνολική εταιρική δομή του ομίλου BEFIT, συμπεριλαμβανομένης της ιδιοκτησιακής συμμετοχής στα μέλη του ομίλου BEFIT που κατέχουν άλλα μέλη του ομίλου BEFIT·

γ)το οικονομικό έτος το οποίο αφορά η δήλωση πληροφοριών BEFIT·

δ)πληροφορίες και τον υπολογισμό των ακόλουθων στοιχείων:

i)το αποτέλεσμα του προκαταρκτικού φορολογικού αποτελέσματος κάθε μέλους του ομίλου BEFIT·

ii)τη φορολογική βάση BEFIT·

iii)το κατανεμημένο μέρος κάθε μέλους του ομίλου BEFIT·

iv)πληροφορίες σχετικά με το «ποσοστό βασικής κατανομής», όπως υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 45.

4.Η αρχή υποβολής στοιχείων διαβιβάζει αμέσως τη δήλωση πληροφοριών BEFIT στις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα τα μέλη του ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης.

Άρθρο 58
Γνωστοποίηση σφαλμάτων στη δήλωση πληροφοριών BEFIT

1.Η υποβάλλουσα οντότητα ενημερώνει την αρχή υποβολής στοιχείων για σφάλματα στη δήλωση πληροφοριών BEFIT εντός δύο μηνών από την έγκαιρη υποβολή της εν λόγω δήλωσης.

2.Η αρχή υποβολής στοιχείων διαβιβάζει αμέσως αναθεωρημένη δήλωση πληροφοριών BEFIT στις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα τα μέλη του ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης.

Άρθρο 59
Μη υποβολή της δήλωσης πληροφοριών BEFIT

Όταν η υποβάλλουσα οντότητα δεν υποβάλει τη δήλωση πληροφοριών BEFIT, η αρχή υποβολής στοιχείων, σε διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών στα οποία τα μέλη του ομίλου BEFIT έχουν τη φορολογική τους έδρα ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης, εκδίδει δήλωση πληροφοριών BEFIT βάσει εκτίμησης, λαμβάνοντας υπόψη τις διαθέσιμες πληροφορίες. Επιπλέον, η αρχή υποβολής στοιχείων εφαρμόζει το νομικό πλαίσιο για τις κυρώσεις σύμφωνα με το άρθρο 72. Η υποβάλλουσα οντότητα μπορεί να ασκήσει προσφυγή κατά της εν λόγω δήλωσης πληροφοριών BEFIT.

Τμήμα 3
Ομάδα BEFIT

Άρθρο 60
Σύσταση της ομάδας BEFIT

1.Η ομάδα BEFIT συγκαλείται εντός ενός μηνός από την υποβολή της δήλωσης πληροφοριών BEFIT, όπως αναφέρεται στο άρθρο 57, προκειμένου να ασκήσει τα καθήκοντα που ορίζονται στο άρθρο 61. Επιπλέον, η ομάδα BEFIT παρέχει ένα πλαίσιο επικοινωνίας και διαβούλευσης μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών στα οποία τα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT έχουν τη φορολογική τους έδρα ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης. Όταν ένα μέλος ομάδας BEFIT ζητεί τη γνώμη άλλων μελών, λαμβάνει απάντηση εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.

2.Η ομάδα BEFIT απαρτίζεται από έναν ή περισσότερους εκπροσώπους κάθε σχετικής φορολογικής διοίκησης, οι οποίοι θα ενεργούν ως αντιπρόσωποι, ανά κράτος μέλος στο οποίο υπάρχουν μέλη του ομίλου BEFIT. Η προεδρία της ομάδας BEFIT ασκείται από τον αντιπρόσωπο της αρχής υποβολής στοιχείων.

3.Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται μεταξύ των μελών της ομάδας BEFIT παρέχονται με ηλεκτρονικά μέσα, στο μέτρο του δυνατού, μέσω της χρήσης εργαλείου συνεργασίας BEFIT.

4.Για να διευκολυνθεί η λειτουργία και η επικοινωνία της ομάδας BEFIT, η Επιτροπή τυποποιεί, με εκτελεστικές πράξεις, την κοινοποίηση πληροφοριών μεταξύ των μελών της ομάδας BEFIT μέσω της χρήσης ενός εργαλείου συνεργασίας BEFIT. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 73.

Άρθρο 61
Ρόλος της ομάδας BEFIT όσον αφορά τη δήλωση πληροφοριών BEFIT

1.Η ομάδα BEFIT εξετάζει την πληρότητα και την ακρίβεια των πληροφοριών που υποβάλλονται στη δήλωση πληροφοριών BEFIT, όπως απαιτείται από το άρθρο 57, με εξαίρεση το αποτέλεσμα του υπολογισμού του προκαταρκτικού φορολογικού αποτελέσματος κάθε μέλους του ομίλου BEFIT σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 3 στοιχείο δ) σημείο i).

2.Η ομάδα BEFIT επιδιώκει να επιτύχει συναίνεση ως προς το περιεχόμενο της δήλωσης πληροφοριών BEFIT, εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία υποβολής όλων των πληροφοριών που απαιτούνται βάσει του άρθρου 57. Με την επιφύλαξη του άρθρου 65, σε συνδυασμό με το άρθρο 57 παράγραφος 3 στοιχεία α), β), γ) και στοιχείο δ) σημείο iv), η συναίνεση της ομάδας BEFIT σημαίνει ότι τα στοιχεία αυτά δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο μελλοντικής αμφισβήτησης. Η τελική απόφαση σχετικά με τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 57 παράγραφος 3 στοιχείο δ) σημεία i), ii) και iii) παραμένει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του κράτους μέλους στο οποίο το μέλος του ομίλου έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης.

3.Εάν η ομάδα BEFIT επιτύχει συναίνεση σχετικά με τη δήλωση πληροφοριών BEFIT, η αρχή υποβολής στοιχείων στην οποία υποβλήθηκε η αρχική δήλωση πληροφοριών BEFIT κοινοποιεί τη δήλωση πληροφοριών BEFIT στην υποβάλλουσα οντότητα.

4.Εάν η ομάδα BEFIT δεν μπορέσει να επιτύχει συναίνεση σύμφωνα με την παράγραφο 2 εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία υποβολής όλων των πληροφοριών που απαιτούνται βάσει του άρθρου 57, η συναίνεση αυτή θεωρείται ότι έχει επιτευχθεί εάν τα μέλη της ομάδας BEFIT παραχωρήσουν τη συγκατάθεσή τους ως προς τη δήλωση πληροφοριών BEFIT, με απλή πλειοψηφία των παρόντων μελών σύμφωνα με την παράγραφο 5, στο τέλος του πέμπτου μήνα από την ημερομηνία υποβολής των πληροφοριών. Η αρχή υποβολής στοιχείων στην οποία υποβλήθηκε η δήλωση πληροφοριών BEFIT κοινοποιεί τη δήλωση πληροφοριών BEFIT στην υποβάλλουσα οντότητα.

5.Για τους σκοπούς της επίτευξης απλής πλειοψηφίας σύμφωνα με την παράγραφο 4, τα δικαιώματα ψήφου κατανέμονται σε κάθε αρμόδια αρχή της ομάδας BEFIT κατ’ αναλογία προς τα έσοδα που αποκτήθηκαν εντός του σχετικού οικονομικού έτους από τα μέλη του ομίλου BEFIT που έχουν τη φορολογική τους έδρα ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης στην επικράτειά τους. Όταν τα δικαιώματα ψήφου κατανέμονται ισομερώς, υπερισχύει η ψήφος της αρχής υποβολής στοιχείων. Για την απαρτία απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον των δύο τρίτων των μελών της ομάδας BEFIT. Εάν δεν επιτευχθεί απαρτία, η αρχικά υποβληθείσα δήλωση πληροφοριών BEFIT αποτελεί τη βάση για τις ατομικές φορολογικές δηλώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 62 και για τις ατομικές πράξεις επιβολής φόρου που αναφέρονται στο άρθρο 64. Η αρχή υποβολής στοιχείων στην οποία υποβλήθηκε η δήλωση πληροφοριών BEFIT ενημερώνει την υποβάλλουσα οντότητα εάν δεν επιτευχθεί απαρτία.

Τμήμα 4
Ατομικές φορολογικές δηλώσεις και ατομικές πράξεις επιβολής φόρου

Άρθρο 62
Υποβολή των ατομικών φορολογικών δηλώσεων

1.Κάθε μέλος του ομίλου BEFIT υποβάλλει την ατομική του φορολογική δήλωση στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης το αργότερο τρεις μήνες μετά την παραλαβή της ειδοποίησης από την αρχή υποβολής σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφοι 3, 4 ή 5, ή, σε περίπτωση εγχώριου ομίλου, το αργότερο εντός οκτώ μηνών από τη λήξη του οικονομικού έτους.

2.Η ατομική φορολογική δήλωση περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τα ακόλουθα στοιχεία:

α)τον υπολογισμό του προκαταρκτικού φορολογικού αποτελέσματος του μέλους του ομίλου BEFIT·

β)το μέρος που κατανέμεται στο μέλος του ομίλου BEFIT σύμφωνα με το άρθρο 45·

γ)τα στοιχεία με τα οποία προσαρμόζεται το κατανεμημένο μέρος σύμφωνα με το άρθρο 48 στο κράτος μέλος στο οποίο το μέλος του ομίλου BEFIT έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης·

δ)τις πιστώσεις που ισχύουν, για την απαλλαγή από φόρο που καταβάλλεται στο εξωτερικό, στο κράτος μέλος στο οποίο το μέλος του ομίλου BEFIT έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης.

3.Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 1, τα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT που έχουν τη φορολογική τους έδρα ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης στο ίδιο κράτος μέλος μπορούν να επιλέξουν να υποβάλουν μία συνδυασμένη ατομική φορολογική δήλωση στο εν λόγω κράτος μέλος.

Άρθρο 63
Γνωστοποίηση σφαλμάτων στην ατομική φορολογική δήλωση

1.Ένα μέλος του ομίλου BEFIT ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης για σφάλματα στην ατομική φορολογική δήλωση εντός δύο μηνών από την έγκαιρη υποβολή της εν λόγω δήλωσης.

2.Εάν τα σφάλματα απαιτούν προσαρμογές που επηρεάζουν τη φορολογική βάση BEFIT του ομίλου BEFIT, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει υποβάλει ατομική φορολογική δήλωση το μέλος του ομίλου BEFIT ενημερώνει αμέσως, μέσω της ομάδας BEFIT, την αρχή υποβολής στοιχείων και τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης.

3.Η αρχή υποβολής στοιχείων εκδίδει αναθεωρημένη δήλωση πληροφοριών BEFIT εντός ενός μηνός και την διαβιβάζει αμέσως, μέσω της ομάδας BEFIT, στις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα τα μέλη του ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης. Η αρχή υποβολής στοιχείων και οι αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης εκδίδουν τροποποιημένες πράξεις επιβολής φόρου σύμφωνα με το άρθρο 64, κατά περίπτωση.

4.Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, δεν εκδίδεται τροποποιημένη πράξη επιβολής φόρου για την προσαρμογή της φορολογικής βάσης BEFIT, όταν η διαφορά μεταξύ της αρχικά δηλωθείσας φορολογικής βάσης BEFIT και της αναθεωρημένης φορολογικής βάσης BEFIT δεν υπερβαίνει το ποσό των 10 000 EUR ή το 1 % της φορολογική βάσης BEFIT, αναλόγως ποιο είναι χαμηλότερο.

Άρθρο 64
Ατομικές πράξεις επιβολής φόρου

1.Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο ένα μέλος του ομίλου BEFIT υπέβαλε ατομική φορολογική δήλωση, εκδίδει ατομική πράξη επιβολής φόρου σύμφωνα με την ατομική φορολογική δήλωση. Η επιβολή της φορολογικής υποχρέωσης διέπεται από το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.

2.Όταν απαιτείται, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο το μέλος του ομίλου BEFIT υπέβαλε την ατομική φορολογική δήλωση εκδίδει τροποποιημένη πράξη επιβολής φόρου. Όταν οι προσαρμογές επηρεάζουν τη φορολογική βάση BEFIT, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει υποβάλει ατομική φορολογική δήλωση το μέλος του ομίλου BEFIT ενημερώνει αμέσως, μέσω της ομάδας BEFIT, την αρχή υποβολής στοιχείων και τις αρμόδιες αρχές όλων των άλλων κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα τα υπόλοιπα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης.

3.Μετά την παραλαβή τροποποιημένης πράξης επιβολής φόρου σύμφωνα με την παράγραφο 2, η αρχή υποβολής στοιχείων εκδίδει αναθεωρημένη δήλωση πληροφοριών BEFIT εντός ενός μηνός και την διαβιβάζει αμέσως, μέσω της ομάδας BEFIT, στις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα τα μέλη του ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης. Η αρχή υποβολής στοιχείων και οι αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης εκδίδουν τροποποιημένες πράξεις επιβολής φόρου σύμφωνα με την παράγραφο 2, κατά περίπτωση.

4.Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, δεν εκδίδεται τροποποιημένη πράξη επιβολής φόρου για την προσαρμογή της φορολογικής βάσης BEFIT, όταν η διαφορά μεταξύ της αρχικά δηλωθείσας φορολογικής βάσης BEFIT και της αναθεωρημένης φορολογικής βάσης BEFIT δεν υπερβαίνει το ποσό των 10 000 EUR ή το 1 % της φορολογική βάσης BEFIT, αναλόγως ποιο είναι χαμηλότερο.

Τμήμα 5
Έλεγχοι

Άρθρο 65
Έλεγχοι

1.Η αρμόδια αρχή κράτους μέλους μπορεί να κινεί και να συντονίζει τη διαδικασία ελέγχου των μελών του ομίλου BEFIT που έχουν τη φορολογική τους έδρα ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης στο εν λόγω κράτος μέλος.

2.Η αρμόδια αρχή κράτους μέλους στο οποίο ένα μέλος του ομίλου BEFIT έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης μπορεί να προσκληθεί από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται τουλάχιστον ένα μέλος του ίδιου ομίλου BEFIT να διενεργήσει κοινό έλεγχο με την αρμόδια αυτή αρχή. Οι κοινοί έλεγχοι διεξάγονται σύμφωνα με το άρθρο 12 της οδηγίας 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου 35 σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας. Με την επιφύλαξη αυτού του κανόνα, η αρμόδια αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα αποδέχεται το εν λόγω αίτημα και ενημερώνει την ομάδα BEFIT.

3.Ο έλεγχος (συμπεριλαμβανομένου του κοινού ελέγχου) διεξάγεται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο διενεργείται, με την επιφύλαξη των προσαρμογών που είναι αναγκαίες για την ορθή εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Οι εν λόγω έλεγχοι μπορούν να περιλαμβάνουν έρευνες, επιθεωρήσεις ή εξετάσεις κάθε είδους με σκοπό την επαλήθευση της συμμόρφωσης της φορολογούμενης εταιρείας με την παρούσα οδηγία.

4.Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο διενεργείται ο έλεγχος ή ο κοινός έλεγχος ενημερώνει την ομάδα BEFIT σχετικά με τα αποτελέσματα του ελέγχου ή του κοινού ελέγχου που επηρεάζουν το αποτέλεσμα της κατανομής της φορολογικής βάσης του BEFIT για το οικονομικό έτος στο οποίο αναφέρεται ο έλεγχος. Τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας BEFIT εκφράζουν τις απόψεις τους εντός τριών μηνών.

5.Μετά τον έλεγχο ή κοινό έλεγχο που επηρεάζει το αποτέλεσμα της κατανομής της φορολογικής βάσης του BEFIT σύμφωνα με την παράγραφο 4, η αρχή υποβολής στοιχείων εκδίδει αναθεωρημένη δήλωση πληροφοριών BEFIT εντός ενός μηνός και την διαβιβάζει αμέσως, μέσω της ομάδας BEFIT, στις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα τα μέλη του ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης. Η αρχή υποβολής στοιχείων και οι αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης εκδίδουν τροποποιημένες πράξεις επιβολής φόρου σύμφωνα με το άρθρο 64, κατά περίπτωση.

6.Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 5, δεν εκδίδεται τροποποιημένη πράξη επιβολής φόρου για την προσαρμογή της φορολογικής βάσης BEFIT, όταν η διαφορά μεταξύ της αρχικά δηλωθείσας φορολογικής βάσης BEFIT και της αναθεωρημένης φορολογικής βάσης BEFIT δεν υπερβαίνει το ποσό των 10 000 EUR ή το 1 % της φορολογική βάσης BEFIT, αναλόγως ποιο είναι χαμηλότερο.

Τμήμα 6
Προσφυγές

Άρθρο 66
Διοικητικές προσφυγές σε σχέση με τη δήλωση πληροφοριών BEFIT

1.Η υποβάλλουσα οντότητα μπορεί να ασκήσει προσφυγή κατά του περιεχομένου της δήλωσης πληροφοριών BEFIT, σύμφωνα με το άρθρο 59, εντός δύο μηνών από την έκδοση ή την κοινοποίηση της δήλωσης. Η προσφυγή εκδικάζεται από διοικητικό όργανο το οποίο, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους της αρχής υποβολής στοιχείων, είναι αρμόδιο για την εκδίκαση των προσφυγών σε πρώτο βαθμό. Η διοικητική προσφυγή διέπεται από το δίκαιο του κράτους μέλους της αρχής υποβολής στοιχείων. Εάν δεν υπάρχει διοικητικό όργανο στο κράτος μέλος της αρχής υποβολής στοιχείων, το μέλος του ομίλου BEFIT μπορεί να ασκήσει απευθείας δικαστική προσφυγή.

2.Κατά την κατάθεση προσφυγών στο διοικητικό όργανο, η αρχή υποβολής στοιχείων ζητεί, κατά περίπτωση, μέσω της ομάδας BEFIT, τη γνώμη των άλλων αρμόδιων αρχών των κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης.

3.Το διοικητικό όργανο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 αποφασίζει σχετικά με την προσφυγή εντός δύο μηνών. Εάν η απόφαση διαφέρει από την αρχική δήλωση πληροφοριών BEFIT, η τροποποιημένη απόφαση αντικαθιστά την αρχική δήλωση πληροφοριών BEFIT. Εάν δεν ληφθεί απόφαση από την υποβάλλουσα οντότητα εντός της εν λόγω περιόδου, η δήλωση πληροφοριών BEFIT θεωρείται ότι έχει βεβαιωθεί.

4.Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 62 παράγραφος 1, η προθεσμία για την υποβολή ατομικής φορολογικής δήλωσης αρχίζει όταν ληφθεί η απόφαση επί της προσφυγής ή όταν η δήλωση πληροφοριών BEFIT θεωρηθεί ότι έχει βεβαιωθεί σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Άρθρο 67
Διοικητικές προσφυγές σε σχέση με ατομικές πράξεις επιβολής φόρου

1.Ένα μέλος του ομίλου BEFIT μπορεί να ασκήσει προσφυγή κατά του περιεχομένου της ατομικής πράξης επιβολής φόρου που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 64 ενώπιον της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους στο οποίο έχει τη φορολογική του έδρα το εν λόγω μέλος του ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένο με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της πράξης επιβολής φόρου. Η διοικητική προσφυγή εκδικάζεται από διοικητικό όργανο το οποίο, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους του μέλους του ομίλου BEFIT, είναι αρμόδιο για την εκδίκαση των προσφυγών σε πρώτο βαθμό. Η διοικητική προσφυγή διέπεται από το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο το μέλος του ομίλου BEFIT έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης. Όταν δεν υπάρχει τέτοιο διοικητικό όργανο στο κράτος μέλος στο οποίο το μέλος του ομίλου BEFIT έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης, το μέλος του ομίλου BEFIT μπορεί να ασκήσει απευθείας δικαστική προσφυγή.

2.Κατά την κατάθεση προσφυγών στο διοικητικό όργανο, η αρμόδια αρχή του μέλους του ομίλου BEFIT ζητεί, κατά περίπτωση, μέσω της ομάδας BEFIT, τη γνώμη των άλλων αρμόδιων αρχών των κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης.

3.Όταν η απόφαση που λαμβάνεται δυνάμει της παραγράφου 1 επηρεάζει τη φορολογική βάση BEFIT, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει ασκήσει την προσφυγή του το μέλος του ομίλου BEFIT ενημερώνει, μέσω της ομάδας BEFIT, την αρχή υποβολής στοιχείων και τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης. Η αρχή υποβολής στοιχείων και οι άλλες αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης, εκδίδουν τροποποιημένες πράξεις επιβολής φόρου σύμφωνα με το άρθρο 64, κατά περίπτωση.

4.Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, δεν εκδίδεται τροποποιημένη πράξη επιβολής φόρου για την προσαρμογή της φορολογικής βάσης BEFIT, όταν η διαφορά μεταξύ της αρχικά δηλωθείσας φορολογικής βάσης BEFIT και της αναθεωρημένης φορολογικής βάσης BEFIT δεν υπερβαίνει το ποσό των 10 000 EUR ή το 1 % της φορολογική βάσης BEFIT, αναλόγως ποιο είναι χαμηλότερο.

Άρθρο 68
Δικαστικές προσφυγές σε σχέση με τη δήλωση πληροφοριών BEFIT

1.Όταν η απόφαση του άρθρου 66 έχει επικυρωθεί ή τροποποιηθεί, η υποβάλλουσα οντότητα έχει το δικαίωμα να προσφύγει απευθείας στα δικαστήρια του κράτους μέλους στο οποίο έχει τη φορολογική της έδρα ή είναι εγκατεστημένη με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης εντός δύο μηνών από την παραλαβή της απόφασης του διοικητικού οργάνου προσφυγών. Η δικαστική προσφυγή διέπεται από το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο η υποβάλλουσα οντότητα έχει τη φορολογική της έδρα ή είναι εγκατεστημένη με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης.

2.Κατά την κατάθεση προσφυγών στο δικαστήριο, η αρχή υποβολής στοιχείων ζητεί, κατά περίπτωση, μέσω της ομάδας BEFIT, τη γνώμη των άλλων αρμόδιων αρχών των κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης.

3.Όταν λαμβάνεται απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 1, η αρχή υποβολής στοιχείων διαβιβάζει αμέσως, μέσω της ομάδας BEFIT, τροποποιημένη δήλωση πληροφοριών BEFIT στις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα τα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης. Η αρχή υποβολής στοιχείων και οι άλλες αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης, εκδίδουν τροποποιημένες πράξεις επιβολής φόρου σύμφωνα με το άρθρο 64, κατά περίπτωση.

4.Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, δεν εκδίδεται τροποποιημένη πράξη επιβολής φόρου για την προσαρμογή της φορολογικής βάσης BEFIT, όταν η διαφορά μεταξύ της αρχικά δηλωθείσας φορολογικής βάσης BEFIT και της αναθεωρημένης φορολογικής βάσης BEFIT δεν υπερβαίνει το ποσό των 10 000 EUR ή το 1 % της φορολογική βάσης BEFIT, αναλόγως ποιο είναι χαμηλότερο.

Άρθρο 69
Δικαστικές προσφυγές σε σχέση με ατομικές πράξεις επιβολής φόρου

1.Όταν η απόφαση του άρθρου 67 έχει επικυρωθεί ή τροποποιηθεί, το μέλος του ομίλου BEFIT έχει το δικαίωμα να προσφύγει στα δικαστήρια του κράτους μέλους στο οποίο έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης του διοικητικού οργάνου προσφυγών που αναφέρεται στην παράγραφο 67. Η δικαστική προσφυγή διέπεται από το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο το μέλος του ομίλου BEFIT έχει τη φορολογική του έδρα ή είναι εγκατεστημένο με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης.

2.Κατά την κατάθεση προσφυγών στο δικαστήριο, η αρμόδια αρχή του μέλους του ομίλου BEFIT ζητεί, κατά περίπτωση, μέσω της ομάδας BEFIT, τη γνώμη των άλλων αρμόδιων αρχών των κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης.

3.Όταν η απόφαση που λαμβάνεται δυνάμει της παραγράφου 1 επηρεάζει τη φορολογική βάση BEFIT, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει ασκήσει την προσφυγή του το μέλος του ομίλου BEFIT ενημερώνει, μέσω της ομάδας BEFIT, την αρχή υποβολής στοιχείων και τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης. Η αρχή υποβολής στοιχείων και οι άλλες αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στα οποία έχουν τη φορολογική τους έδρα μέλη του ίδιου ομίλου BEFIT ή είναι εγκατεστημένα με τη μορφή μόνιμης εγκατάστασης, εκδίδουν τροποποιημένες πράξεις επιβολής φόρου σύμφωνα με το άρθρο 64, κατά περίπτωση.

4.Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, δεν εκδίδεται τροποποιημένη πράξη επιβολής φόρου για την προσαρμογή της φορολογικής βάσης BEFIT, όταν η διαφορά μεταξύ της αρχικά δηλωθείσας φορολογικής βάσης BEFIT και της αναθεωρημένης φορολογικής βάσης BEFIT δεν υπερβαίνει το ποσό των 10 000 EUR ή το 1 % της φορολογική βάσης BEFIT, αναλόγως ποιο είναι χαμηλότερο.

Άρθρο 70
Χρόνος παραγραφής

Όταν η έκβαση της διοικητικής ή δικαστικής προσφυγής απαιτεί τροποποιήσεις της ατομικής πράξης επιβολής φόρου ενός ή περισσότερων μελών του ομίλου BEFIT, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι οι εν λόγω τροποποιήσεις εξακολουθούν να επιτρέπονται, παρά τυχόν προθεσμίες που προβλέπονται στην εθνική νομοθεσία των κρατών μελών.

Τμήμα 7
Τελικές διατάξεις

Άρθρο 71
Γνωστοποίηση πληροφοριών και εγγράφων

1.Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται μεταξύ κρατών μελών υπό οποιαδήποτε μορφή δυνάμει της παρούσας οδηγίας καλύπτονται από την υποχρέωση τήρησης του υπηρεσιακού απορρήτου όπως ορίζεται στο εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους ή των κρατών μελών που έλαβαν τις εν λόγω πληροφορίες. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να χρησιμοποιούνται για τη διαχείριση και την επιβολή της νομοθεσίας των κρατών μελών όσον αφορά τους φόρους δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

2.Επίσης, οι εν λόγω πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιούνται σε δικαστικές και διοικητικές διαδικασίες που ενδέχεται να συνεπάγονται κυρώσεις, οι οποίες κινούνται κατόπιν παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας, χωρίς να θίγονται οι γενικοί κανόνες και διατάξεις που διέπουν τα δικαιώματα των κατηγορουμένων και των μαρτύρων σε τέτοιες διαδικασίες.

Άρθρο 72
Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβιάσεων των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την εφαρμογή και την επιβολή τους. Οι κυρώσεις και τα μέτρα συμμόρφωσης που προβλέπονται είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 73
Διαδικασία επιτροπής

1.Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 2011 36 .

2.Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 74
Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.Η προβλεπόμενη στο άρθρο 2 παράγραφος 8 και στο άρθρο 14 παράγραφος 3 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα, με έναρξη στις [ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας].

3.Η εξουσιοδότηση μπορεί να ανακληθεί οποτεδήποτε από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.Πριν εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5.Μόλις η Επιτροπή εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί στο Συμβούλιο.

6.Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη αρχίζει να ισχύει μόνο εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Συμβούλιο ενημερώσει την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλει αντιρρήσεις. Η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Συμβουλίου.

Άρθρο 75
Ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενημερώνεται από την Επιτροπή για την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, για τη διατύπωση τυχόν αντιρρήσεων κατά των πράξεων αυτών και για την ανάκληση εξουσιοδότησης από το Συμβούλιο.

Άρθρο 76
Προστασία δεδομένων

1.Τα κράτη μέλη μπορούν να επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει της παρούσας οδηγίας αποκλειστικά για την εφαρμογή του κεφαλαίου IV, καθώς και για τον σκοπό της εξέτασης και της επίτευξης συναίνεσης σχετικά με το περιεχόμενο της δήλωσης πληροφοριών BEFIT και της επεξεργασίας και της αξιολόγησης των ατομικών φορολογικών δηλώσεων σύμφωνα με το κεφάλαιο V. Κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών θεωρούνται υπεύθυνοι επεξεργασίας, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, στο πλαίσιο των αντίστοιχων δραστηριοτήτων τους δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

2.Οι πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που υφίστανται επεξεργασία σύμφωνα με την παρούσα οδηγία διατηρούνται μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επιδίωξη των σκοπών της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο κάθε υπευθύνου επεξεργασίας, αλλά σε καμία περίπτωση πάνω από 10 έτη.

Άρθρο 77
Εξέταση της λειτουργίας του BEFIT από την Επιτροπή

1.Πέντε έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή εξετάζει και αξιολογεί τη λειτουργία της και υποβάλλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, η έκθεση συνοδεύεται από πρόταση τροποποίησης της παρούσας οδηγίας.

2.Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή σχετικές πληροφορίες για την αξιολόγηση της οδηγίας σύμφωνα με την παράγραφο 3, συμπεριλαμβανομένων των συγκεντρωτικών στοιχείων των μελών του ομίλου BEFIT που έχουν τη φορολογική τους έδρα στη δικαιοδοσία τους και των μόνιμων εγκαταστάσεών τους που δραστηριοποιούνται στη δικαιοδοσία τους, προκειμένου να εκτιμήσει δεόντως τις επιπτώσεις του μεταβατικού κανόνα κατανομής και της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2523, καθώς και για την αξιολόγηση της κατάστασης όσον αφορά τον πρώτο πυλώνα της δήλωσης σχετικά με μια λύση δύο πυλώνων για την αντιμετώπιση των φορολογικών προκλήσεων που προκύπτουν από την ψηφιοποίηση της οικονομίας που συμφωνήθηκε από το χωρίς αποκλεισμούς πλαίσιο των ΟΟΣΑ/G20 για τη BEPS στις 8 Οκτωβρίου 2021.

3.Η Επιτροπή διευκρινίζει, με εκτελεστικές πράξεις, τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχουν τα κράτη μέλη για τον σκοπό της αξιολόγησης της λειτουργίας της παρούσας οδηγίας, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2, καθώς και τον μορφότυπο και τους όρους για τη γνωστοποίηση των εν λόγω πληροφοριών.

4.Η Επιτροπή χαρακτηρίζει ως εμπιστευτικές τις πληροφορίες που της γνωστοποιούνται δυνάμει της παραγράφου 2 σύμφωνα με τις διατάξεις που εφαρμόζονται στα θεσμικά όργανα της Ένωσης, και το άρθρο 76 της παρούσας οδηγίας.

5.Οι πληροφορίες που γνωστοποιούνται στην Επιτροπή από κράτος μέλος σύμφωνα με την παράγραφο 2, καθώς και τυχόν εκθέσεις ή έγγραφα που συντάσσονται από την Επιτροπή με βάση τις πληροφορίες αυτές, μπορούν να διαβιβάζονται σε άλλα κράτη μέλη. Οι πληροφορίες που διαβιβάζονται καλύπτονται από την υποχρέωση τήρησης του υπηρεσιακού απορρήτου, όπως ορίζεται για παρόμοιες πληροφορίες στο εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους που τις έλαβε.

Άρθρο 78
Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν έως την 1η Ιανουαρίου 2028 τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

2.Εφαρμόζουν τις εν λόγω διατάξεις από την 1η Ιουλίου 2028.

3.Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιλαμβάνουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

4.Από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη φροντίζουν να ενημερώνουν την Επιτροπή εγκαίρως, ώστε να της επιτρέψουν να υποβάλει τις παρατηρήσεις της για κάθε σχέδιο διατάξεων, νομοθετικού, κανονιστικού ή διοικητικού χαρακτήρα που προτίθενται να θεσπίσουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 79
Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 80
Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

1.1.Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας

Οδηγία (ΕΕ) 2023/XXX του Συμβουλίου, της XX Σεπτεμβρίου 2023, σχετικά με τις επιχειρήσεις στην Ευρώπη: Πλαίσιο για τη φορολογία εισοδήματος (BEFIT)

1.2.Σχετικοί τομείς πολιτικής 

Φορολογική πολιτική 1.3.Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά:

 νέα δράση 

 νέα δράση έπειτα από δοκιμαστικό σχέδιο / προπαρασκευαστική ενέργεια 37  

 την παράταση υφιστάμενης δράσης 

 συγχώνευση ή αναπροσανατολισμό μίας ή περισσότερων δράσεων προς άλλη/νέα δράση 

1.4.Στόχοι

1.4.1.Γενικοί στόχοι

Η πρόταση αποσκοπεί στη δημιουργία κοινού πλαισίου φορολογίας εταιρειών για τη στήριξη της εσωτερικής αγοράς. Επί του παρόντος δεν υπάρχει κοινό σύστημα φορολογίας εταιρειών για τον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος των επιχειρήσεων της ΕΕ, αλλά 27 διαφορετικά εθνικά συστήματα, γεγονός που καθιστά δυσχερή και δαπανηρή την επιχειρηματική δραστηριότητα των εταιρειών σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά. Η πρόταση ανταποκρίνεται στην ανάγκη και παρέχει κάποιον βαθμό φορολογικής ασφάλειας και ευκολότερη φορολογική συμμόρφωση για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις που έχουν φορολογητέα παρουσία σε πολλά κράτη μέλη. Για τον σκοπό αυτόν, η πρόταση βασίζεται κυρίως στα διεθνώς συμφωνηθέντα επιτεύγματα της προσέγγισης του χωρίς αποκλεισμούς πλαισίου των ΟΟΣΑ/G20.

1.4.2.Ειδικοί στόχοι

Ειδικός στόχος αριθ.

1) Ο πρώτος ειδικός στόχος της πρότασης BEFIT είναι η μείωση του κόστους συμμόρφωσης για τις επιχειρήσεις της ΕΕ. Δεδομένου ότι η πρόταση θα παρέχει στις επιχειρήσεις της ΕΕ ένα απλουστευμένο σύνολο φορολογικών κανόνων, σε σύγκριση με το σημερινό περιβάλλον, αναμένεται να απαιτούνται λιγότεροι πόροι για τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων.

2) Δεύτερον, η πρόταση BEFIT αποσκοπεί στην ενθάρρυνση της διασυνοριακής επέκτασης, και ειδικότερα των ΜΜΕ.

3) Επιπλέον, η πρόταση BEFIT θα συμβάλει στη μείωση των στρεβλώσεων που επηρεάζουν τις επιχειρηματικές αποφάσεις και στον μετριασμό του κατακερματισμού στην εσωτερική αγορά. Στην επίτευξη αυτού του στόχου θα μπορούσαν να συμβάλουν διάφορες πτυχές της πρότασης BEFIT. Το στοιχείο 1 θα εξασφαλίσει τον θεμιτό ανταγωνισμό για τους ομίλους εταιρειών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του με τη θέσπιση ενός ενιαίου συνόλου κανόνων φορολογίας εταιρειών για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά.

4) Τέλος, η πρόταση BEFIT αποσκοπεί επίσης στη μείωση του κινδύνου διπλής φορολόγησης και υπερφορολόγησης, καθώς και των φορολογικών διαφορών. Η πρόταση θα περιλαμβάνει διάφορες πτυχές για την εκπλήρωση αυτού του στόχου.

1.4.3.Αναμενόμενα αποτελέσματα και επιπτώσεις

Να προσδιοριστούν τα αποτελέσματα που αναμένεται να έχει η πρόταση/πρωτοβουλία όσον αφορά τους/τις στοχευόμενους/-ες δικαιούχους/ομάδες.

Η πρόταση θεσπίζει ένα κοινό πλαίσιο κανόνων για τη φορολογία εταιρειών, το οποίο θα αντικαταστήσει τα ισχύοντα εθνικά συστήματα φορολογίας εταιρειών για τις επιχειρήσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της. Θα έχει ως κύριο στόχο την απλούστευση για τις φορολογούμενες εταιρείες και την ενθάρρυνση της ανάπτυξης και των επενδύσεων στην εσωτερική αγορά, εξασφαλίζοντας παράλληλα ίσους όρους ανταγωνισμού στο πλαίσιο δραστηριοποίησης των επιχειρήσεων.

1.4.4.Δείκτες επιδόσεων

Να προσδιοριστούν οι δείκτες για την παρακολούθηση της προόδου και των επιτευγμάτων.

Ειδικοί στόχοι

Δείκτες

Εργαλεία μέτρησης

Μείωση του κόστους συμμόρφωσης για τις επιχειρήσεις της ΕΕ

Δαπάνες υλοποίησης και πρώτες λειτουργικές δαπάνες του BEFIT για τους ομίλους του στοιχείου 1, σε σχέση με τον κύκλο εργασιών

Δαπάνες κατάρτισης των ανθρώπινων πόρων στις επιχειρήσεις και τις φορολογικές διοικήσεις

Αριθμός των ομίλων που εμπίπτουν στο στοιχείο 1

Αριθμός και κόστος των διαφορών διπλής φορολόγησης μεταξύ των κρατών μελών, οι οποίες εμφανίζονται ως «νέες καταχωρίσεις» (μετά την έναρξη εφαρμογής του BEFIT) σε διαδικασίες αμοιβαίου διακανονισμού και διαιτησία

Κόστος συμμόρφωσης για τις ΜΜΕ που εμπίπτουν στο στοιχείο 2, σε σχέση με τον κύκλο εργασιών τους και συγκρίσιμες ΜΜΕ που δεν εφαρμόζουν τους κανόνες για τη φορολογία της εταιρικής έδρας

Έρευνα/ερωτηματολόγιο για μεγάλους ομίλους, από τη ΓΔ TAXUD, ενδεχομένως με εξωτερική βοήθεια, σε συνεργασία με τις φορολογικές αρχές των κρατών μελών

Δεδομένα που έλαβε η ΓΔ TAXUD από τις φορολογικές αρχές των κρατών μελών, οι οποίες θα έχουν στη διάθεσή τους τις πληροφορίες αυτές ως «αρχές υποβολής στοιχείων»

Δεδομένα που συλλέγει η ΓΔ TAXUD σχετικά με νέες διαδικασίες αμοιβαίου διακανονισμού και τον αριθμό των υποθέσεων στο πλαίσιο της σύμβασης διαιτησίας και της οδηγίας για τους μηχανισμούς επίλυσης φορολογικών διαφορών

Έρευνα/ερωτηματολόγιο για ΜΜΕ, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενδεχομένως με εξωτερική βοήθεια, σε συνεργασία με τις φορολογικές αρχές των κρατών μελών

Ενθάρρυνση της διασυνοριακής επέκτασης, ειδικότερα για τις ΜΜΕ

Αριθμός των ΜΜΕ που είναι επιλέξιμες για υπαγωγή στο στοιχείο 2

Αριθμός των ΜΜΕ που εμπίπτουν στο στοιχείο 2

Αριθμός των ΜΜΕ που επεκτάθηκαν σε διασυνοριακό επίπεδο με τη σύσταση μόνιμης εγκατάστασης

Αριθμός των ΜΜΕ που παύουν να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του στοιχείου 2 με τη σύσταση θυγατρικής

Αριθμός μεγάλων ομίλων που εμπίπτουν στο υποχρεωτικό πεδίο εφαρμογής του στοιχείου 1

Έρευνα της ΓΔ TAXUD σχετικά με τα συγκεντρωτικά στοιχεία για τις φορολογικές αρχές των κρατών μελών, οι οποίες θα έχουν στη διάθεσή τους αυτές τις πληροφορίες

Έρευνα/ερωτηματολόγιο για ΜΜΕ, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενδεχομένως με εξωτερική βοήθεια, σε συνεργασία με τις φορολογικές αρχές των κρατών μελών

Δεδομένα που έλαβε η ΓΔ TAXUD από τις φορολογικές αρχές των κρατών μελών, οι οποίες θα έχουν στη διάθεσή τους τις πληροφορίες αυτές ως «αρχές υποβολής στοιχείων»

Μείωση των στρεβλώσεων που επηρεάζουν τις επιχειρηματικές αποφάσεις στην εσωτερική αγορά και, ως εκ τούτου, εξασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού για τις επιχειρήσεις της ΕΕ

Αριθμός των περιπτώσεων στις οποίες τα κράτη μέλη αναγκάστηκαν να καταργήσουν τεχνητά φορολογικά συστήματα

Εξέλιξη του ΑΕΠ της ΕΕ

Πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται από τις φορολογικές διοικήσεις μέσω έρευνας η οποία θα διανεμηθεί από τη ΓΔ TAXUD

Εθνικοί λογαριασμοί και στατιστικές για το ΑΕΠ από την Eurostat

Μείωση του κινδύνου διπλής φορολόγησης ή υπερφορολόγησης και των διαφορών

Αριθμός των διαφορών διπλής φορολόγησης μεταξύ των κρατών μελών, οι οποίες εμφανίζονται ως «νέες καταχωρίσεις» (μετά την έναρξη εφαρμογής του BEFIT) σε διαδικασίες αμοιβαίου διακανονισμού και διαιτησία

Δεδομένα που συλλέγει η ΓΔ TAXUD σχετικά με νέες διαδικασίες αμοιβαίου διακανονισμού και τον αριθμό των υποθέσεων στο πλαίσιο της σύμβασης διαιτησίας και της οδηγίας για τους μηχανισμούς επίλυσης φορολογικών διαφορών

1.5.Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.5.1.Βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη κάλυψη αναγκών, συμπεριλαμβανομένου λεπτομερούς χρονοδιαγράμματος για τη σταδιακή υλοποίηση της πρωτοβουλίας

Μετά την υποβολή της δήλωσης πληροφοριών BEFIT και αφού γίνει γνωστό ποιες οντότητες περιλαμβάνονται στον όμιλο BEFIT, οι εκπρόσωποι της αρχής υποβολής στοιχείων θα συγκροτήσουν, μαζί με τους εκπροσώπους των άλλων αρμόδιων τοπικών φορολογικών αρχών, ομάδα BEFIT για τον αντίστοιχο όμιλο BEFIT. Αυτό σημαίνει ότι για κάθε όμιλο BEFIT θα υπάρχει μια τέτοια ομάδα BEFIT.

Για να διευκολυνθεί η λειτουργία και η επικοινωνία των υπαλλήλων εντός κάθε ομάδας BEFIT, η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει τις αναγκαίες πρακτικές ρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων για την τυποποίηση της κοινοποίησης πληροφοριών μεταξύ των μελών των ομάδων BEFIT μέσω της χρήσης ενός εργαλείου συνεργασίας BEFIT. Όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα για τη δημιουργία του εργαλείου συνεργασίας BEFIT, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα χρειαστούν κάποιο διάστημα μετά την έγκριση της πρότασης για να μπορέσουν να θέσουν σε εφαρμογή τα συστήματα που θα επιτρέπουν τη λειτουργία και την επικοινωνία των ομάδων BEFIT.

1.5.2.Προστιθέμενη αξία της ενωσιακής παρέμβασης (που μπορεί να προκύπτει από διάφορους παράγοντες, π.χ. οφέλη από τον συντονισμό, ασφάλεια δικαίου, μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα ή συμπληρωματικότητα). Για τους σκοπούς του παρόντος σημείου «προστιθέμενη αξία της ενωσιακής παρέμβασης» είναι η αξία που απορρέει από την ενωσιακή παρέμβαση και η οποία προστίθεται στην αξία που θα είχε δημιουργηθεί αν τα κράτη μέλη ενεργούσαν μεμονωμένα.

Οι μεμονωμένες δράσεις των κρατών μελών δεν θα προσφέρουν αποδοτική και αποτελεσματική λύση για τη διασφάλιση ενός εφικτού κοινού πλαισίου φορολογίας εταιρειών. Αντί να διαθέτει κάθε κράτος μέλος χωριστά ανθρώπινους πόρους για την αξιολόγηση των φορολογικών υποχρεώσεων των ίδιων διασυνοριακών ομίλων, οι εν λόγω διαθέσιμοι πόροι θα χρησιμοποιούνται πλέον συλλογικά με πιο αποτελεσματικό και στοχευμένο τρόπο μέσω των ομάδων BEFIT. Μια προσέγγιση της ΕΕ φαίνεται προτιμότερη, καθώς μπορεί να διευκολύνει τη λειτουργία και την επικοινωνία των εν λόγω ομάδων BEFIT και να έχει μεγαλύτερη συνοχή και μειωμένο διοικητικό φόρτο για τις φορολογούμενες εταιρείες και τις φορολογικές αρχές.

1.5.3.Διδάγματα από ανάλογες εμπειρίες του παρελθόντος

Η πρωτοβουλία αποτελεί νέο μηχανισμό. Η προτιμώμενη επιλογή στην εκτίμηση επιπτώσεων είναι η υβριδική υπηρεσία μίας στάσης. Η επιλογή αυτή σημαίνει ότι η δήλωση πληροφοριών BEFIT θα διεκπεραιώνεται κεντρικά μέσω της αρχής υποβολής στοιχείων, ενώ οι ατομικές φορολογικές δηλώσεις, οι έλεγχοι και η επίλυση διαφορών θα παραμείνουν κατά κύριο λόγο σε τοπικό επίπεδο σύμφωνα με την εθνική φορολογική κυριαρχία. Η επιλογή αυτή δίνει προτεραιότητα στην απλούστευση και διατηρεί τον διοικητικό φόρτο για τις φορολογικές διοικήσεις σε εύλογα χαμηλά επίπεδα, ενώ παράλληλα δημιουργεί την καλύτερη δυνατή ισορροπία μεταξύ του απλού χαρακτήρα της υπηρεσίας μίας στάσης και του ρόλου που διαδραματίζουν οι εθνικές αρχές των κρατών μελών.

Οι ομάδες BEFIT θα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο σε αυτή την ισορροπία. Στόχος τους θα είναι η έγκαιρη επίτευξη συμφωνίας σχετικά με βασικά στοιχεία της δήλωσης πληροφοριών BEFIT και η παροχή κάποιου βαθμού φορολογικής ασφάλειας, η οποία αναμένεται να μειώσει το κόστος συμμόρφωσης, τουλάχιστον σταδιακά, και να προωθήσει την εσωτερική αγορά ως περιβάλλον ανάπτυξης και επενδύσεων.

1.5.4.Συμβατότητα με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο και ενδεχόμενες συνέργειες με άλλα κατάλληλα μέσα

Στην ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη φορολογία των επιχειρήσεων τον 21ο αιώνα, η Επιτροπή δεσμεύτηκε να καταθέσει νομοθετική πρόταση για τη θέσπιση ενωσιακών κανόνων για τις επιχειρήσεις στην Ευρώπη: Πλαίσιο για τη φορολογία εισοδήματος (BEFIT). Εφόσον είναι εφικτό, η πρόταση θα χρησιμοποιήσει τις διαδικασίες, τις ρυθμίσεις και τα εργαλεία ΤΠ που έχουν ήδη θεσπιστεί ή βρίσκονται στο στάδιο της ανάπτυξης στο πλαίσιο της ΟΔΣ.

1.5.5.Αξιολόγηση των διάφορων διαθέσιμων επιλογών χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων των δυνατοτήτων ανακατανομής

Οι δαπάνες υλοποίησης της πρωτοβουλίας θα χρηματοδοτηθούν από τον προϋπολογισμό της ΕΕ όσον αφορά μόνο τα κεντρικά στοιχεία του εργαλείου συνεργασίας BEFIT. Αυτό θα χρηματοδοτηθεί με ανακατανομές από το κονδύλιο για το πρόγραμμα Fiscalis. Κατά τα λοιπά, εναπόκειται στα κράτη μέλη να εφαρμόσουν τα προβλεπόμενα μέτρα.

1.6.Διάρκεια και δημοσιονομικές επιπτώσεις της πρότασης/πρωτοβουλίας

 περιορισμένη διάρκεια

   με ισχύ από [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ έως [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ

1.    Δημοσιονομικές επιπτώσεις από το ΕΕΕΕ έως το ΕΕΕΕ για πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων και από το ΕΕΕΕ έως το ΕΕΕΕ για πιστώσεις πληρωμών.

 απεριόριστη διάρκεια

Περίοδος σταδιακής εφαρμογής από το ΕΕΕΕ έως το ΕΕΕΕ,

1.και στη συνέχεια πλήρης εφαρμογή.

1.7.Προβλεπόμενες μέθοδοι εκτέλεσης του προϋπολογισμού 38

 Άμεση διαχείριση από την Επιτροπή

από τις υπηρεσίες της, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού της στις αντιπροσωπείες της Ένωσης

2. από τους εκτελεστικούς οργανισμούς

 Επιμερισμένη διαχείριση με τα κράτη μέλη

 Έμμεση διαχείριση με ανάθεση καθηκόντων εκτέλεσης του προϋπολογισμού:

σε τρίτες χώρες ή οργανισμούς που αυτές έχουν ορίσει

3. σε διεθνείς οργανισμούς και στις οργανώσεις τους (να προσδιοριστούν)

στην ΕΤΕπ και στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων

4. στους οργανισμούς που αναφέρονται στα άρθρα 64 και 65 του δημοσιονομικού κανονισμού

σε οργανισμούς δημοσίου δικαίου

5. σε οργανισμούς που διέπονται από ιδιωτικό δίκαιο και έχουν αποστολή δημόσιας υπηρεσίας, στον βαθμό που παρέχουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις

σε οργανισμούς που διέπονται από το ιδιωτικό δίκαιο κράτους μέλους, στους οποίους έχει ανατεθεί η εκτέλεση σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και οι οποίοι παρέχουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις

6. σε οργανισμούς ή πρόσωπα επιφορτισμένα με την εκτέλεση συγκεκριμένων δράσεων στην ΚΕΠΠΑ βάσει του τίτλου V της ΣΕΕ και που προσδιορίζονται στην αντίστοιχη βασική πράξη

Αν αναφέρονται περισσότεροι του ενός τρόποι διαχείρισης, να διευκρινιστούν στο τμήμα «Παρατηρήσεις».

Παρατηρήσεις

Όσον αφορά το εργαλείο συνεργασίας BEFIT που θα διευκολύνει τη λειτουργία και την επικοινωνία των ομάδων BEFIT, η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για την ανάπτυξη και τη λειτουργία του εν λόγω εργαλείου. Τα κράτη μέλη θα αναλάβουν την υποχρέωση να δημιουργήσουν την κατάλληλη εγχώρια υποδομή που θα καταστήσει δυνατή την κοινοποίηση των πληροφοριών μεταξύ των μελών των ομάδων BEFIT μέσω του εργαλείου συνεργασίας BEFIT.    

2.ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

2.1.Κανόνες παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων

Να προσδιοριστούν η συχνότητα και οι όροι.

Η Επιτροπή θα παρακολουθεί διαρκώς την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα της πρότασης, χρησιμοποιώντας τους ακόλουθους προκαθορισμένους δείκτες: δαπάνες υλοποίησης και πρώτες λειτουργικές δαπάνες του BEFIT· αριθμός των ομίλων εταιρειών που εμπίπτουν στο υποχρεωτικό πεδίο εφαρμογής της πρότασης, καθώς και αριθμός των εταιρειών που το επέλεξαν οικειοθελώς· εξέλιξη του κόστους συμμόρφωσης των μεγάλων ομίλων και των ΜΜΕ στην ΕΕ· και ο αριθμός των διαφορών διπλής φορολόγησης.

Επιπλέον, η Επιτροπή θα επανεξετάζει τακτικά την κατάσταση στα κράτη μέλη και θα δημοσιεύει έκθεση. Το πλαίσιο παρακολούθησης θα προσαρμοστεί περαιτέρω, σύμφωνα με τις τελικές νομικές και εκτελεστικές απαιτήσεις και το χρονοδιάγραμμα.

Μετά την παρέλευση πέντε ετών από την έναρξη εφαρμογής της πρότασης θα διενεργηθεί αξιολόγηση, η οποία θα δώσει στην Επιτροπή τη δυνατότητα να αξιολογήσει τα αποτελέσματα της πολιτικής σε σχέση με τους στόχους της και τις συνολικές επιπτώσεις στα φορολογικά έσοδα, τις επιχειρήσεις και την εσωτερική αγορά.

2.2.Συστήματα διαχείρισης και ελέγχου

2.2.1.Αιτιολόγηση των τρόπων διαχείρισης, των μηχανισμών εκτέλεσης της χρηματοδότησης, των όρων πληρωμής και της προτεινόμενης στρατηγικής ελέγχου

Η υλοποίηση της πρότασης θα βασίζεται στις αρμόδιες αρχές (φορολογικές διοικήσεις) των κρατών μελών. Αυτές θα είναι υπεύθυνες για τη χρηματοδότηση των οικείων εθνικών συστημάτων και των προσαρμογών που απαιτούνται για να καταστεί δυνατή η κοινοποίηση των πληροφοριών μεταξύ των μελών των ομάδων BEFIT μέσω του εργαλείου συνεργασίας BEFIT.

Η Επιτροπή θα δημιουργήσει την υποδομή, το εργαλείο συνεργασίας BEFIT, που θα διευκολύνει τη λειτουργία και την επικοινωνία των ομάδων BEFIT. Ως εκ τούτου, το εργαλείο συνεργασίας BEFIT θα εφαρμοστεί με τη μέθοδο της άμεσης διαχείρισης, δεδομένης της φύσης της υποδομής που απαιτείται για τις ομάδες BEFIT, όπως εξηγείται ανωτέρω. Η Επιτροπή μπορεί να το πράξει με τον καλύτερο τρόπο. Δεν υπάρχει ανάγκη έμμεσης διαχείρισης. Στο πλαίσιο της επιμερισμένης διαχείρισης, κάθε κράτος μέλος θα έπρεπε να αναπτύξει δικό του εργαλείο, το οποίο δεν θα ήταν πρακτικό, ιδίως επειδή θα υπάρχουν πολλές ομάδες BEFIT που θα συνδέουν πολλούς διαφορετικούς συνδυασμούς κρατών μελών. Σε επίπεδο Επιτροπής, έχουν δημιουργηθεί συστήματα ΤΠ που θα χρησιμοποιηθούν για την παρούσα πρόταση. Η Επιτροπή θα χρηματοδοτεί την ανάπτυξη του εν λόγω εργαλείου συνεργασίας BEFIT, και θα είναι υπεύθυνη για τη φιλοξενία, τη διαχείριση περιεχομένου, την κρυπτογράφηση και την ετήσια συντήρηση του εργαλείου.

2.2.2.Πληροφορίες σχετικά με τους κινδύνους που έχουν εντοπιστεί και τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου που έχουν δημιουργηθεί για τον μετριασμό τους

Δεν έχουν εντοπιστεί κίνδυνοι, καθώς το εργαλείο συνεργασίας BEFIT θα αποτελέσει νέα υποδομή και, ως εκ τούτου, δεν έχει προηγούμενο. Το σύστημα εσωτερικού ελέγχου θα βασίζεται στα συστήματα που εφαρμόζονται για τα υφιστάμενα χρηματοδοτικά προγράμματα υπό την άμεση διαχείριση της ΓΔ TAXUD (π.χ. Fiscalis). Κατά συνέπεια, δεν θα πρέπει να συνεπάγεται πρόσθετους κινδύνους.

Το γενικό σύστημα εσωτερικού ελέγχου που εφαρμόζεται στη ΓΔ TAXUD για τις δημόσιες συμβάσεις (που βασίζεται σε διεξοδική εκ των προτέρων επαλήθευση του 100 % των συναφών συναλλαγών) επέτρεψε τη συγκράτηση των ποσοστών σφάλματος για προηγούμενα προγράμματα (π.χ. Fiscalis) πολύ κάτω από το όριο σημαντικότητας (ήτοι σε εκτιμώμενο επίπεδο 0,5 %). Το εν λόγω σύστημα ελέγχου θα χρησιμοποιηθεί και θα εφαρμοστεί επίσης για το εργαλείο συνεργασίας BEFIT, διασφαλίζοντας έτσι ποσοστά σφάλματος πολύ χαμηλότερα από το όριο σημαντικότητας.

Τα κύρια στοιχεία της στρατηγικής ελέγχου είναι τα ακόλουθα:

Δημόσιες συμβάσεις

Οι διαδικασίες ελέγχου για την ανάθεση συμβάσεων που προσδιορίζονται στον δημοσιονομικό κανονισμό: κάθε σύμβαση συνάπτεται με εφαρμογή της καθιερωμένης διαδικασίας επαλήθευσης από τις υπηρεσίες της Επιτροπής για την πληρωμή, λαμβανομένων υπόψη των συμβατικών υποχρεώσεων και της χρηστής δημοσιονομικής και γενικής διαχείρισης. Προβλέπονται μέτρα για την καταπολέμηση της απάτης (έλεγχοι, εκθέσεις κ.λπ.) σε όλες τις συμβάσεις οι οποίες συνάπτονται μεταξύ της Επιτροπής και των δικαιούχων. Συντάσσεται λεπτομερής συγγραφή των υποχρεώσεων, οι οποίες αποτελούν τη βάση της ειδικής σύμβασης. Η διαδικασία αποδοχής εφαρμόζει αυστηρά τη μέθοδο TEMPO της ΓΔ TAXUD: τα παραδοτέα εξετάζονται, τροποποιούνται, εφόσον απαιτείται, και τελικά γίνονται ρητώς αποδεκτά (ή απορρίπτονται). Κανένα τιμολόγιο δεν πληρώνεται χωρίς «επιστολή αποδοχής».

Τεχνική επαλήθευση της ανάθεσης συμβάσεων

Η ΓΔ TAXUD διενεργεί ελέγχους των παραδοτέων και επιβλέπει τις εργασίες και τις υπηρεσίες που εκτελούνται από αναδόχους. Διενεργεί επίσης ελέγχους ποιότητας και ασφάλειας στους αναδόχους σε τακτική βάση. Οι έλεγχοι ποιότητας επαληθεύουν τη συμμόρφωση των πραγματικών διεργασιών των αναδόχων προς τους κανόνες και τις διαδικασίες που καθορίζονται στα σχέδια ποιότητας που υπέβαλαν. Οι έλεγχοι ασφάλειας επικεντρώνονται στις συγκεκριμένες διεργασίες, διαδικασίες και οργάνωση.

Επιπλέον των ως άνω ελέγχων, η ΓΔ TAXUD διενεργεί τους παραδοσιακούς οικονομικούς ελέγχους:

Εκ των προτέρων επαλήθευση δεσμεύσεων

Όλες οι δεσμεύσεις στη ΓΔ TAXUD επαληθεύονται από τον προϊστάμενο της διοικητικής μονάδας Οικονομικών και Ανθρωπίνων Πόρων. Επομένως, το 100 % των δεσμευμένων ποσών καλύπτεται από την εκ των προτέρων επαλήθευση. Αυτή η διαδικασία διασφαλίζει σε υψηλό επίπεδο τη νομιμότητα και κανονικότητα των συναλλαγών.

Εκ των προτέρων επαλήθευση πληρωμών

Το 100 % των πληρωμών επαληθεύεται εκ των προτέρων. Επιπλέον, τουλάχιστον μία πληρωμή (από όλες τις κατηγορίες δαπανών) εβδομαδιαίως επιλέγεται τυχαία για πρόσθετη εκ των προτέρων επαλήθευση, η οποία διενεργείται από τον προϊστάμενο της διοικητικής μονάδας Οικονομικών και Ανθρωπίνων Πόρων. Δεν υφίσταται στόχος σχετικά με την κάλυψη, καθώς ο σκοπός αυτής της επαλήθευσης είναι ο «τυχαίος» έλεγχος πληρωμών προκειμένου να επαληθευθεί ότι όλες οι πληρωμές έγιναν σύμφωνα με τις απαιτήσεις. Οι λοιπές πληρωμές διεκπεραιώνονται σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες σε ημερήσια βάση.

Δηλώσεις των δευτερευόντων διατακτών

Όλοι οι δευτερεύοντες διατάκτες υπογράφουν δηλώσεις για τη στήριξη της Ετήσιας Έκθεσης Δραστηριοτήτων για το εκάστοτε έτος. Αυτές οι δηλώσεις καλύπτουν τις εργασίες στο πλαίσιο του προγράμματος. Οι δευτερεύοντες διατάκτες δηλώνουν ότι οι εργασίες σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής οικονομικής διαχείρισης, ότι τα συστήματα που εφαρμόζονται για τη διαχείριση και τον έλεγχο παρείχαν επαρκή διασφάλιση σχετικά με τη νομιμότητα και κανονικότητα των συναλλαγών, ότι οι κίνδυνοι που συνδέονται με αυτές τις εργασίες έχουν προσδιοριστεί δεόντως και ότι εφαρμόσθηκαν ενέργειες άμβλυνσης.

2.2.3.Εκτίμηση και αιτιολόγηση της οικονομικής αποδοτικότητας των ελέγχων (λόγος του κόστους του ελέγχου προς την αξία των σχετικών κονδυλίων που αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης) και αξιολόγηση του εκτιμώμενου επιπέδου κινδύνου σφάλματος (κατά την πληρωμή και κατά το κλείσιμο)

Οι έλεγχοι που έχουν θεσπισθεί επιτρέπουν στη ΓΔ TAXUD να εξασφαλίζει επαρκή βεβαιότητα σχετικά με την ποιότητα και την κανονικότητα των δαπανών και να μειώνει τον κίνδυνο μη συμμόρφωσης. Τα ανωτέρω μέτρα της στρατηγικής ελέγχου μειώνουν τους δυνητικούς κινδύνους κάτω από τον στόχο του 2 % και εκτείνονται σε όλους τους δικαιούχους. Τυχόν πρόσθετα μέτρα για περαιτέρω μείωση των κινδύνων θα έχουν ως αποτέλεσμα δυσανάλογα υψηλό κόστος και, ως εκ τούτου, δεν προβλέπονται. Το συνολικό κόστος υλοποίησης της ως άνω στρατηγικής ελέγχου —για όλες τις δαπάνες στο πλαίσιο του προγράμματος Fiscalis— περιορίζεται στο 1,6 % του συνόλου των πληρωμών. Αναμένεται να παραμείνει στο ίδιο ποσοστό για την πρωτοβουλία αυτήν. Η στρατηγική ελέγχου του προγράμματος περιορίζει τον κίνδυνο της μη συμμόρφωσης σε ουσιαστικά μηδενικό επίπεδο και εξακολουθεί να είναι ανάλογη με τους ενεχόμενους κινδύνους.

2.3.Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας

Να προσδιοριστούν τα ισχύοντα ή τα προβλεπόμενα μέτρα πρόληψης και προστασίας, π.χ. στη στρατηγική για την καταπολέμηση της απάτης.

Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) μπορεί να διενεργεί έρευνες, συμπεριλαμβανομένων επιτόπιων ελέγχων και εξακριβώσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις και διαδικασίες που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και στον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/964 του Συμβουλίου, με στόχο τη διαπίστωση απάτης, διαφθοράς ή άλλης παράνομης ενέργειας εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης σε σχέση με συμφωνία ή απόφαση επιχορήγησης ή σύμβαση χρηματοδοτούμενη βάσει του παρόντος κανονισμού.

3.ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

3.1.Τομείς του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμές δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

(1)Υφιστάμενες γραμμές του προϋπολογισμού

Κατά σειρά τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμών του προϋπολογισμού

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Γραμμή του προϋπολογισμού

Είδος δαπάνης

Συμμετοχή

 

ΔΠ/ΜΔΠ 39

χωρών ΕΖΕΣ 40

υποψήφιων προς ένταξη χωρών και δυνάμει υποψήφιων χωρών 41

άλλων τρίτων χωρών

άλλα έσοδα για ειδικό προορισμό

1 — Ενιαία αγορά, καινοτομία και ψηφιακή οικονομία

03 04 01 — «Συνεργασία στον τομέα της φορολογίας (Fiscalis)»

ΔΠ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

3.2.Εκτιμώμενες δημοσιονομικές επιπτώσεις της πρότασης στις πιστώσεις

3.2.1.Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις επιχειρησιακές πιστώσεις

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων

2.    Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων, όπως εξηγείται κατωτέρω.

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικούπλαισίου

Αριθμός 1

Ενιαία αγορά, καινοτομία και ψηφιακή οικονομία

ΓΔ: TAXUD

2025 42

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

□ Επιχειρησιακές πιστώσεις

03 04 01 — «Συνεργασία στον τομέα της φορολογίας (Fiscalis)»

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1α)

0,6

0,6

.

.

.

Πληρωμές

(2α)

0,3

Πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενες από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων 43  

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων 
για τη ΓΔ TAXUD

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=1α+1β+3

0,6

0,6

Πληρωμές

=2α+2β

+3

0,3



ΣΥΝΟΛΟ επιχειρησιακών πιστώσεων

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(4)

0,6

0,6

0,6

Πληρωμές

(5)

0,3

□ ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενων από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων

(6)

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων του ΤΟΜΕΑ <….>του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=4+6

0,6

0,6

0,6

Πληρωμές

=5+6

0,3




Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

7

«Διοικητικές δαπάνες»

Αυτό το τμήμα θα πρέπει να συμπληρωθεί με «στοιχεία διοικητικού χαρακτήρα του προϋπολογισμού» τα οποία θα εισαχθούν, πρώτα, στο παράρτημα του νομοθετικού δημοσιονομικού δελτίου (παράρτημα 5 της απόφασης της Επιτροπής σχετικά με τους εσωτερικούς κανόνες για την εκτέλεση του τμήματος του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορά την Επιτροπή), που τηλεφορτώνεται στο DECIDE για διυπηρεσιακή διαβούλευση.

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Έτος 
N

Έτος 
N+1

Έτος 
N+2

Έτος 
N+3

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

ΓΔ: <…….>

□ Ανθρώπινοι πόροι

□ Άλλες διοικητικές δαπάνες

ΣΥΝΟΛΟ ΓΔ <…….>

Πιστώσεις

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων 
του ΤΟΜΕΑ 7 
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 

(Σύνολο αναλήψεων υποχρεώσεων = Σύνολο πληρωμών)

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Έτος 
N 44

Έτος 
N+1

Έτος 
N+2

Έτος 
N+3

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεωντων ΤΟΜΕΩΝ 1 έως 7 
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 

Αναλήψεις υποχρεώσεων

Πληρωμές

3.2.2.Εκτιμώμενο αποτέλεσμα που χρηματοδοτείται με επιχειρησιακές πιστώσεις

Πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Να προσδιοριστούν οι στόχοι και τα αποτελέσματα

2025

2026

2027

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Είδος 45

Μέσο κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Συνολικός αριθ.

Συνολικό κόστος

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ αριθ. 1 46

— Φιλοξενία και υποστήριξη

0,6

0,6

0,6

- Αποτέλεσμα

- Αποτέλεσμα

Μερικό σύνολο για τον ειδικό στόχο αριθ. 1

0,6

0,6

0,6

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ αριθ. 2 ...

- Αποτέλεσμα

Μερικό σύνολο για τον ειδικό στόχο αριθ. 2

ΣΥΝΟΛΑ

0,6

0,6

0,6

3.2.3.Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις διοικητικές πιστώσεις

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα, όπως εξηγείται κατωτέρω:

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Έτος 
N 47

Έτος 
N+1

Έτος 
N+2

Έτος 
N+3

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

ΤΟΜΕΑΣ 7 
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Ανθρώπινοι πόροι

Άλλες διοικητικές δαπάνες

Μερικό σύνολο του ΤΟΜΕΑ 7 
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Εκτός του ΤΟΜΕΑ 7 48  
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Ανθρώπινοι πόροι

Άλλες δαπάνες διοικητικού χαρακτήρα

Μερικό σύνολο εκτός του ΤΟΜΕΑ 7 
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

ΣΥΝΟΛΟ

Οι απαιτούμενες πιστώσεις για ανθρώπινους πόρους και άλλες δαπάνες διοικητικού χαρακτήρα θα καλυφθούν από τις πιστώσεις της ΓΔ που έχουν ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης και/ή έχουν ανακατανεμηθεί στο εσωτερικό της ΓΔ, οι οποίες θα συμπληρωθούν, αν χρειαστεί, με τυχόν πρόσθετα κονδύλια που μπορεί να χορηγηθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων δημοσιονομικών περιορισμών.

3.2.3.1.Εκτιμώμενες ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων.

3.    Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Εκτίμηση η οποία πρέπει να εκφράζεται σε μονάδες ισοδυνάμων πλήρους απασχόλησης

2025

2026

2027

□ Θέσεις απασχόλησης του πίνακα προσωπικού (θέσεις μόνιμων και έκτακτων υπαλλήλων)

20 01 02 01 (στην έδρα και στις αντιπροσωπείες της Επιτροπής)

0,2

0,1

0,1

20 01 02 03 (στις αντιπροσωπείες της ΕΕ)

01 01 01 01 (έμμεση έρευνα)

01 01 01 11 (άμεση έρευνα)

Άλλες γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν)

Εξωτερικό προσωπικό (σε μονάδα ισοδυνάμου πλήρους απασχόλησης: ΙΠΑ) 49

20 02 01 (AC, END, INT από το συνολικό κονδύλιο)

20 02 03 (AC, AL, END, INT και JPD στις αντιπροσωπείες της ΕΕ)

XX 01 xx yy zz 50

– στην έδρα:

– στις αντιπροσωπείες της ΕΕ

01 01 01 02 (AC, END, INT — έμμεση έρευνα)

01 01 01 12 (AC, END, INT — άμεση έρευνα)

Άλλες γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν)

ΣΥΝΟΛΟ

0,2

0,1

0,1

XX είναι ο σχετικός τομέας πολιτικής ή ο σχετικός τίτλος του προϋπολογισμού.

Οι ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους θα καλυφθούν από το προσωπικό της ΓΔ που έχει ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης και/ή έχει ανακατανεμηθεί στο εσωτερικό της ΓΔ, το οποίο θα συμπληρωθεί, αν χρειαστεί, με τυχόν πρόσθετους πόρους που μπορεί να διατεθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων δημοσιονομικών περιορισμών.

Περιγραφή των προς εκτέλεση καθηκόντων:

Μόνιμοι και έκτακτοι υπάλληλοι

Επιχειρησιακός διευθυντής για το εργαλείο συνεργασίας BEFIT

Εξωτερικό προσωπικό

3.2.4.Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

Η πρόταση/πρωτοβουλία:

   μπορεί να χρηματοδοτηθεί εξ ολοκλήρου με ανακατανομή εντός του οικείου τομέα του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου (ΠΔΠ).

Οι λειτουργικές δαπάνες θα χρηματοδοτηθούν από το προβλεπόμενο κονδύλιο για το πρόγραμμα Fiscalis, στο πλαίσιο του τομέα 1 του ΠΔΠ.

   συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση του αδιάθετου περιθωρίου στο πλαίσιο του αντίστοιχου τομέα του ΠΔΠ και/ή τη χρήση ειδικών μηχανισμών, όπως ορίζεται στον κανονισμό για το ΠΔΠ.

   συνεπάγεται την αναθεώρηση του ΠΔΠ.

3.2.5.Συμμετοχή τρίτων στη χρηματοδότηση

Η πρόταση/πρωτοβουλία:

   δεν προβλέπει συγχρηματοδότηση από τρίτους

4.    προβλέπει τη συγχρηματοδότηση από τρίτους που εκτιμάται κατωτέρω:

Πιστώσεις σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Έτος 
N 51

Έτος 
N+1

Έτος 
N+2

Έτος 
N+3

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

Σύνολο

Προσδιορισμός του φορέα συγχρηματοδότησης 

ΣΥΝΟΛΟ συγχρηματοδοτούμενων πιστώσεων

3.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στα έσοδα

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις στα έσοδα.

5.    Η πρόταση/πρωτοβουλία έχει τις δημοσιονομικές επιπτώσεις που περιγράφονται κατωτέρω:

α)στους ιδίους πόρους

α.στα λοιπά έσοδα

β)Να αναφερθεί αν τα έσοδα προορίζονται για γραμμές δαπανών

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Γραμμή εσόδων του προϋπολογισμού:

Διαθέσιμες πιστώσεις για το τρέχον οικονομικό έτος

Επιπτώσεις της πρότασης/πρωτοβουλίας 52

Έτος 
N

Έτος 
N+1

Έτος 
N+2

Έτος 
N+3

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

Άρθρο ………….

Ως προς τα έσοδα «για ειδικό προορισμό», να προσδιοριστούν οι γραμμές δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται.

[…]

Άλλες παρατηρήσεις (π.χ. μέθοδος/τύπος για τον υπολογισμό των επιπτώσεων στα έσοδα ή τυχόν άλλες πληροφορίες).

[…]

(1)    COM(2021) 251 final.
(2)    COM(2022) 548 final.
(3)    COM(2021) 566 final.
(4)    COM(2011) 121/4 τελικό.
(5)    COM(2016) 685 final· COM(2016) 683 final.
(6)

   Διοργανική συμφωνία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία, τη συνεργασία σε δημοσιονομικά θέματα και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση καθώς και τους νέους ιδίους πόρους, συμπεριλαμβανομένου ενός οδικού χάρτη για την εισαγωγή νέων ιδίων πόρων.

(7)    Δήλωση σχετικά με μια λύση δύο πυλώνων για την αντιμετώπιση των φορολογικών προκλήσεων που προκύπτουν από την ψηφιοποίηση της οικονομίας — 8 Οκτωβρίου 2021, σχέδιο των ΟΟΣΑ/G20 για τη διάβρωση της βάσης και τη μετατόπιση των κερδών.
(8)    Οδηγία (ΕΕ) 2022/2523 του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2022, σχετικά με την εξασφάλιση παγκόσμιου ελάχιστου επιπέδου φορολογίας των ομίλων πολυεθνικών επιχειρήσεων και των εγχώριων ομίλων μεγάλης κλίμακας στην Ένωση (ΕΕ 328 της 22.12.2022, σ. 1).
(9)    Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση κανόνων για έκπτωση φόρου για τη μείωση της στρέβλωσης που προκαλείται από την ευνοϊκή μεταχείριση του χρέους έναντι του μετοχικού κεφαλαίου και για τον περιορισμό της δυνατότητας έκπτωσης τόκων για σκοπούς φόρου εισοδήματος εταιρειών [COM(2022) 216 final].
(10)    Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης της κατάχρησης εικονικών οντοτήτων για φορολογικούς σκοπούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ [COM(2021) 565 final].
(11)    Οδηγία 2011/96/ΕΕ του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2011, σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς το οποίο ισχύει για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρείες διαφορετικών κρατών μελών (αναδιατύπωση) (ΕΕ 345 της 29.12.2011, σ. 8).
(12)    Οδηγία 2003/49/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για την καθιέρωση κοινού συστήματος φορολόγησης των τόκων και των δικαιωμάτων που καταβάλλονται μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών διαφορετικών κρατών μελών (ΕΕ 157 της 26.6.2003, σ. 49).
(13)    Οδηγία 2009/133/ΕΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς το εφαρμοστέο στις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, μερικές διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές μετοχών που αφορούν εταιρείες διαφορετικών κρατών μελών καθώς και με τη μεταφορά της καταστατικής έδρας μιας SE ή μιας SCE από ένα κράτος μέλος σε άλλο.
(14)    Οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και με την κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ (ΕΕ 64 της 11.3.2011, σ. 1).
(15)    Οδηγία (ΕΕ) 2016/881 του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2016, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας (ΕΕ 146 της 3.6.2016, σ. 8).
(16)    Οδηγία (ΕΕ) 2016/1164 του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2016, για τη θέσπιση κανόνων κατά πρακτικών φοροαποφυγής που έχουν άμεση επίπτωση στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς (ΕΕ 193 της 19.7.2016, σ. 1).
(17)     Έκθεση αποτελεσμάτων του σχεδίου των ΟΟΣΑ/G20 για τη διάβρωση της βάσης και τη μετατόπιση των κερδών σχετικά με τη λύση δύο πυλώνων για την αντιμετώπιση των φορολογικών προκλήσεων που προκύπτουν από την ψηφιοποίηση της οικονομίας, της 11ης Ιουλίου 2023 .
(18)    Πρόσκληση υποβολής στοιχείων για εκτίμηση επιπτώσεων — Ares(2022)7086603.
(19)    Ares(2023)3669156 της 26ης Μαΐου 2023.
(20)

   Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ΕΕ 326 της 26.10.2012, σ. 391.

(21)    Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ 119 της 4.5.2016, σ. 1).
(22)    ΕΕ C της , σ .
(23)    ΕΕ C της , σ .
(24)    Δήλωση σχετικά με μια λύση δύο πυλώνων για την αντιμετώπιση των φορολογικών προκλήσεων που προκύπτουν από την ψηφιοποίηση της οικονομίας — 8 Οκτωβρίου 2021, σχέδιο των ΟΟΣΑ/G20 για τη διάβρωση της βάσης και τη μετατόπιση των κερδών.
(25)    Οδηγία (ΕΕ) 2022/2523 του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2022, σχετικά με την εξασφάλιση παγκόσμιου ελάχιστου επιπέδου φορολογίας των ομίλων πολυεθνικών επιχειρήσεων και των εγχώριων ομίλων μεγάλης κλίμακας στην Ένωση (ΕΕ 328 της 22.12.2022, σ. 1).
(26)    Διοργανική συμφωνία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (ΕΕ 123 της 12.5.2016, σ. 1).
(27)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ 55 της 28.2.2011, σ. 13).
(28)    Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ 119 της 4.5.2016, σ. 1).
(29)    Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1724 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 2ας Οκτωβρίου 2018, για τη δημιουργία ενιαίας ψηφιακής θύρας με σκοπό την παροχή πρόσβασης σε πληροφορίες, σε διαδικασίες και σε υπηρεσίες υποστήριξης και επίλυσης προβλημάτων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 (ΕΕ 295 της 21.11.2018, σ. 1).
(30)    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων (ΕΕ 243 της 11.9.2002, σ. 1).
(31)    Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (ΕΕ 335 της 17.12.2009, σ. 1).
(32)    Οδηγία (ΕΕ) 2016/1164 του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2016, για τη θέσπιση κανόνων κατά πρακτικών φοροαποφυγής που έχουν άμεση επίπτωση στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς (ΕΕ 193 της 19.7.2016, σ. 1).
(33)    Οδηγία 91/674/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1991, για τους ετήσιους και τους ενοποιημένους λογαριασμούς των ασφαλιστικών επιχειρήσεων (ΕΕ 374 της 31.12.1991, σ. 7).
(34)    Οδηγία 2009/133/ΕΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς το εφαρμοστέο στις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, μερικές διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές μετοχών που αφορούν εταιρείες διαφορετικών κρατών μελών καθώς και με τη μεταφορά της καταστατικής έδρας μιας SE ή μιας SCE από ένα κράτος μέλος σε άλλο (ΕΕ 310 της 25.11.2009, σ. 34).
(35)    Οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και με την κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ (ΕΕ 64 της 11.3.2011, σ. 1).
(36)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ 55 της 28.2.2011, σ. 13).
(37)    Όπως αναφέρεται στο άρθρο 58 παράγραφος 2 στοιχεία α) ή β) του δημοσιονομικού κανονισμού.
(38)    Οι λεπτομέρειες σχετικά με τις μεθόδους εκτέλεσης του προϋπολογισμού, καθώς και οι παραπομπές στον δημοσιονομικό κανονισμό είναι διαθέσιμες στον ιστότοπο BUDGpedia: https://myintracomm.ec.europa.eu/corp/budget/financial-rules/budget-implementation/Pages/implementation-methods.aspx
(39)    ΔΠ = Διαχωριζόμενες πιστώσεις / ΜΔΠ = Μη διαχωριζόμενες πιστώσεις.
(40)    ΕΖΕΣ: Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών.
(41)    Υποψήφιες χώρες και, κατά περίπτωση, δυνάμει υποψήφια μέλη των Δυτικών Βαλκανίων.
(42)    Το έτος έναρξης εφαρμογής της πρότασης/πρωτοβουλίας δεν είναι γνωστό. Ως εκ τούτου, το 2025 λαμβάνεται υποθετικά.
(43)    Τεχνική και/ή διοικητική βοήθεια και δαπάνες στήριξης της εφαρμογής προγραμμάτων και/ή δράσεων της ΕΕ (πρώην γραμμές «BA»), έμμεση έρευνα, άμεση έρευνα.
(44)    Το έτος N είναι το έτος έναρξης εφαρμογής της πρότασης/πρωτοβουλίας. Να αντικατασταθεί το «N» με το αναμενόμενο πρώτο έτος εφαρμογής (για παράδειγμα: 2021). Το ίδιο και για τα επόμενα έτη.
(45)    Τα αποτελέσματα είναι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που θα παρασχεθούν (π.χ.: αριθμός ανταλλαγών φοιτητών που θα χρηματοδοτηθούν, αριθμός χλμ. οδών που θα κατασκευαστούν κ.λπ.).
(46)    Όπως περιγράφεται στο σημείο 1.4.2. «Ειδικοί στόχοι …»
(47)    Το έτος N είναι το έτος έναρξης εφαρμογής της πρότασης/πρωτοβουλίας. Να αντικατασταθεί το «N» με το αναμενόμενο πρώτο έτος εφαρμογής (για παράδειγμα: 2021). Το ίδιο και για τα επόμενα έτη.
(48)    Τεχνική και/ή διοικητική βοήθεια και δαπάνες στήριξης της εφαρμογής προγραμμάτων και/ή δράσεων της ΕΕ (πρώην γραμμές «BA»), έμμεση έρευνα, άμεση έρευνα.
(49)    AC = Συμβασιούχος υπάλληλος· AL = Τοπικός υπάλληλος· END = Αποσπασμένος εθνικός εμπειρογνώμονας· INT = Προσωρινό προσωπικό· JPD = Νέος επαγγελματίας σε αντιπροσωπεία της ΕΕ.
(50)    Επιμέρους ανώτατο όριο εξωτερικού προσωπικού που καλύπτεται από επιχειρησιακές πιστώσεις (πρώην γραμμές «BA»).
(51)    Το έτος N είναι το έτος έναρξης εφαρμογής της πρότασης/πρωτοβουλίας. Να αντικατασταθεί το «N» με το αναμενόμενο πρώτο έτος εφαρμογής (για παράδειγμα: 2021). Το ίδιο και για τα επόμενα έτη.
(52)    Όσον αφορά τους παραδοσιακούς ιδίους πόρους (δασμούς, εισφορές ζάχαρης), τα αναγραφόμενα ποσά πρέπει να είναι καθαρά ποσά, δηλ. τα ακαθάριστα ποσά μετά την αφαίρεση του 20 % για έξοδα είσπραξης.

Βρυξέλλες, 12.9.2023

COM(2023) 532 final

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

της

οδηγίας του Συμβουλίου

σχετικά με τις επιχειρήσεις στην Ευρώπη: Πλαίσιο για τη φορολογία εισοδήματος (BEFIT)

{SWD(2023) 308 final} - {SWD(2023) 309 final}


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I: Πίνακας των εταιρειών που αναφέρονται στο άρθρο 2

α) Οι εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2157/2001 του Συμβουλίου, της 8ης Οκτωβρίου 2001, περί του καταστατικού της ευρωπαϊκής εταιρείας (SE) (  6  ) και της οδηγίας 2001/86/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Οκτωβρίου 2001, για τη συμπλήρωση του καταστατικού της ευρωπαϊκής εταιρείας όσον αφορά τον ρόλο των εργαζομένων (  7  ) και οι συνεταιριστικές εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1435/2003 του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003, περί του καταστατικού της ευρωπαϊκής συνεταιριστικής εταιρείας (  8  ) και της οδηγίας 2003/72/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003, για τη συμπλήρωση του καταστατικού του ευρωπαϊκού συνεταιρισμού όσον αφορά τον ρόλο των εργαζομένων (  9 

β) οι εταιρείες του βελγικού δικαίου που αποκαλούνται «société anonyme»/«naamloze vennootschap», «société en commandite par actions»/«commanditaire vennootschap op aandelen», «société privée à responsabilité limitée»/«besloten vennootschap met beperkte aansprakelijkheid»«société coopérative à responsabilité limitée»/«coöperatieve vennootschap met beperkte aansprakelijkheid», «société coopérative à responsabilité illimitée»/«coöperatieve vennootschap met onbeperkte aansprakelijkheid», «société en nom collectif»/«vennootschap onder firma», «société en commandite simple»/«gewone commanditaire vennootschap», οι δημόσιες επιχειρήσεις που έχουν υιοθετήσει μία από τις παραπάνω νομικές μορφές, καθώς και άλλες εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του βελγικού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία εταιρειών στο Βέλγιο·

γ) οι εταιρείες του βουλγαρικού δικαίου που αποκαλούνται: «събирателно дружество», «командитно дружество», «дружество с ограничена отговорност», «акционерно дружество», «командитно дружество с акции», «неперсонифицирано дружество», «кооперации», «кооперативни съюзи», «държавни предприятия», που έχουν συσταθεί βάσει του βουλγαρικού δικαίου και ασκούν εμπορικές δραστηριότητες·

δ) οι εταιρείες του τσεχικού δικαίου που αποκαλούνται: «akciová společnost», «společnost s ručením omezeným»·

ε) οι εταιρείες του δανικού δικαίου που αποκαλούνται «aktieselskab» και «anpartsselskab». Άλλες εταιρείες υποκείμενες στον φόρο βάσει του νόμου για τη φορολόγηση εταιρειών, στον βαθμό που το φορολογητέο εισόδημά τους υπολογίζεται και φορολογείται σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες της φορολογικής νομοθεσίας που εφαρμόζονται στις «aktieselskaber»·

στ) οι εταιρείες του γερμανικού δικαίου που αποκαλούνται «Aktiengesellschaft», «Kommanditgesellschaft auf Aktien», «Gesellschaft mit beschränkter Haftung», «Versicherungsverein auf Gegenseitigkeit», «Erwerbs und Wirtschaftsgenossenschaft», «Betriebe gewerblicher Art von juristischen Personen des öffentlichen Rechts», καθώς και άλλες εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του γερμανικού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία εταιρειών στη Γερμανία·

ζ) οι εταιρείες του εσθονικού δικαίου που αποκαλούνται: «täisühing», «usaldusühing», «osaühing», «aktsiaselts», «tulundusühistu»·

η) οι εταιρείες που έχουν συσταθεί ή είναι εγγεγραμμένες σύμφωνα με το ιρλανδικό δίκαιο, τα νομικά πρόσωπα που είναι εγγεγραμμένα υπό το καθεστώς του «Industrial and Provident Societies Act», οι «building societies» που είναι εγγεγραμμένες υπό το καθεστώς των «Building Societies Acts» και οι «Trustee Savings Banks» κατά την έννοια του «Trustee Savings Banks Act, 1989»·

θ) οι εταιρείες του ελληνικού δικαίου που αποκαλούνται «ανώνυμη εταιρεία», «εταιρεία περιορισμένης ευθύνης (Ε.Π.Ε.)», καθώς και άλλες εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του ελληνικού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία εταιρειών στην Ελλάδα·

ι) οι εταιρείες του ισπανικού δικαίου που αποκαλούνται: «sociedad anónima», «sociedad comanditaria por acciones», «sociedad de responsabilidad limitada», τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου που λειτουργούν υπό καθεστώς ιδιωτικού δικαίου και άλλες οντότητες που έχουν συσταθεί βάσει του ισπανικού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία εταιρειών («impuesto sobre sociedades») στην Ισπανία·

ια) οι εταιρείες του γαλλικού δικαίου που αποκαλούνται «société anonyme», «société en commandite par actions», «société à responsabilité limitée», «sociétés par actions simplifiées», «sociétés d’assurances mutuelles», «caisses d’épargne et de prévoyance», «sociétés civiles» οι οποίες υπόκεινται αυτόματα στον φόρο εταιρειών, οι «coopératives», «unions de coopératives», οι δημόσιοι οργανισμοί και επιχειρήσεις βιομηχανικού και εμπορικού χαρακτήρα, καθώς και άλλες εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του γαλλικού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία εταιρειών στη Γαλλία·

ιβ) οι εταιρείες του ιταλικού δικαίου που αποκαλούνται «società per azioni», «società in accomandita per azioni», «società a responsabilità limitata», «società cooperative», «società di mutua assicurazione», και οι δημόσιες και ιδιωτικές οντότητες των οποίων οι δραστηριότητες είναι, εξ ολοκλήρου ή κυρίως, εμπορικές·

ιγ) στο κυπριακό δίκαιο: «εταιρείες», όπως αυτές ορίζονται στους περί Φορολογίας του Εισοδήματος νόμους·

ιδ) οι εταιρείες του λετονικού δικαίου που αποκαλούνται: «akciju sabiedrība», «sabiedrība ar ierobežotu atbildību»·

ιε) οι εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του δικαίου της Λιθουανίας·

ιστ) οι εταιρείες του δικαίου του Λουξεμβούργου που αποκαλούνται «société anonyme», «société en commandite par actions», «société à responsabilité limitée», «société coopérative», «société coopérative organisée comme une société anonyme», «association d’assurances mutuelles», «association d’épargne-pension», «entreprise de nature commerciale, industrielle ou minière de l’Etat, des communes, des syndicats de communes, des établissements publics et des autres personnes morales de droit public», καθώς και άλλες εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του δικαίου του Λουξεμβούργου και υπόκεινται σε φορολογία εταιρειών στο Λουξεμβούργο·

ιζ) οι εταιρείες του ουγγρικού δικαίου που αποκαλούνται: «közkereseti társaság», «betéti társaság», «közös vállalat», «korlátolt felelősségű társaság», «részvénytársaság», «egyesülés», «szövetkezet»·

ιη) οι εταιρείες του μαλτέζικου δικαίου που αποκαλούνται: «Kumpaniji ta’ Responsabilita Limitata», «Soċjetajiet en commandite li l-kapital tagħhom maqsum f’azzjonijiet»·

ιθ) οι εταιρείες του ολλανδικού δικαίου που αποκαλούνται «naamloze vennootschap», «besloten vennootschap met beperkte aansprakelijkheid», «open commanditaire vennootschap», «coöperatie», «onderlinge waarborgmaatschappij», «fonds voor gemene rekening», «vereniging op coöperatieve grondslag», «vereniging welke op onderlinge grondslag als verzekeraar of kredietinstelling optreedt», καθώς και άλλες εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του ολλανδικού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία εταιρειών στην Ολλανδία·

κ) οι εταιρείες του αυστριακού δικαίου που αποκαλούνται «Aktiengesellschaft», «Gesellschaft mit beschränkter Haftung», «Versicherungsvereine auf Gegenseitigkeit», «Erwerbs und Wirtschaftsgenossenschaften», «Betriebe gewerblicher Art von Körperschaften des öffentlichen Rechts», «Sparkassen», καθώς και άλλες εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του αυστριακού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία εταιρειών στην Αυστρία·

κα) οι εταιρείες του πολωνικού δικαίου που αποκαλούνται: «spółka akcyjna», «spółka z ograniczoną odpowiedzialnością», «spółka komandytowo-akcyjna»·

κβ) οι εμπορικές ή οι εμπορικού χαρακτήρα αστικές εταιρείες, οι συνεταιρισμοί και οι δημόσιες επιχειρήσεις που έχουν συσταθεί βάσει του πορτογαλικού δικαίου·

κγ) οι εταιρείες του ρουμανικού δικαίου που αποκαλούνται: «societăți pe acțiuni», «societăți în comandită pe acțiuni», «societăți cu răspundere limitată», «societăți în nume colectiv», «societăți în comandită simplă»·

κδ) οι εταιρείες του σλοβενικού δικαίου που αποκαλούνται: «delniška družba», «komanditna družba», «družba z omejeno odgovornostjo»·

κε) οι εταιρείες του σλοβακικού δικαίου που αποκαλούνται: «akciová spoločnosť», «spoločnosť s ručením obmedzeným», «komanditná spoločnosť»·

κστ) οι εταιρείες του φινλανδικού δικαίου που αποκαλούνται «osakeyhtiö»/«aktiebolag», «osuuskunta»/«andelslag»,«säästöpankki»/«sparbank» και «vakuutusyhtiö»/«försäkringsbolag»·

κζ) οι εταιρείες του σουηδικού δικαίου που αποκαλούνται «aktiebolag», «försäkringsaktiebolag», «ekonomiska föreningar», «sparbanker», «ömsesidiga försäkringsbolag»· «försäkringsföreningar»·

κη) οι εταιρείες του κροατικού δικαίου που αποκαλούνται: «dioničko društvo», «društvo s ograničenom odgovornošću», καθώς και άλλες εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του κροατικού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία εταιρειών στην Κροατία.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II: Πίνακας των φόρων που αναφέρονται στο άρθρο 2

α)impôt des sociétés/vennootschapsbelasting στο Βέλγιο,

β)корпоративен данък στη Βουλγαρία,

γ)daň z příjmů právnických osob στην Τσεχική Δημοκρατία,

δ)selskabsskat στη Δανία,

ε)Körperschaftssteuer στη Γερμανία,

στ)tulumaks στην Εσθονία,

ζ)corporation tax στην Ιρλανδία,

η)φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων κερδοσκοπικού χαρακτήρα στην Ελλάδα,

θ)impuesto sobre sociedades στην Ισπανία,

ι)impôt des sociétés στη Γαλλία,

ια)porez na dobit στην Κροατία,

ιβ)imposta sul reddito delle società στην Ιταλία,

ιγ)φόρος εισοδήματος στην Κύπρο,

ιδ)uzņēmumu ienākuma nodoklis στη Λετονία,

ιε)pelno mokestis στη Λιθουανία,

ιστ)impôt sur le revenu des collectivités στο Λουξεμβούργο,

ιζ)társasági adó, osztalékadó στην Ουγγαρία,

ιη)taxxa fuq l-income στη Μάλτα,

ιθ)vennootschapsbelasting στις Κάτω Χώρες,

κ)Körperschaftssteuer στην Αυστρία,

κα)podatek dochodowy od osób prawnych στην Πολωνία,

κβ)imposto sobre o rendimento das pessoas colectivas στην Πορτογαλία,

κγ)impozit pe profit στη Ρουμανία,

κδ)davek od dobička pravnih oseb στη Σλοβενία,

κε)daň z príjmov právnických osôb στη Σλοβακία,

κστ)yhteisöjen tulovero/inkomstskatten för samfund στη Φινλανδία,

κζ)statlig inkomstskatt στη Σουηδία.