Βρυξέλλες, 28.6.2023

COM(2023) 367 final

2023/0210(COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

{COM(2023) 366 final} - {SEC(2023) 256 final} - {SWD(2023) 231 final} - {SWD(2023) 232 final}


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

Η δεύτερη οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών (PSD2 1 ) παρέχει το νομικό πλαίσιο για όλες τις πληρωμές λιανικής στην ΕΕ, σε ευρώ και σε άλλα νομίσματα, σε εγχώριο και σε διασυνοριακό επίπεδο. H πρώτη οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών (PSD1 2 ), η οποία εγκρίθηκε το 2007, θέσπισε ένα εναρμονισμένο νομικό πλαίσιο για τη δημιουργία μιας ολοκληρωμένης αγοράς πληρωμών στην ΕΕ. Με βάση την PSD1, η PSD2 αντιμετώπισε τα εμπόδια στα νέα είδη υπηρεσιών πληρωμών και βελτίωσε το επίπεδο προστασίας και ασφάλειας των καταναλωτών. Οι περισσότεροι κανόνες της PSD2 εφαρμόζονται από τον Ιανουάριο του 2018, αλλά ορισμένοι κανόνες όπως αυτοί σχετικά με την αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη, εφαρμόζονται από τον Σεπτέμβριο του 2019.

Η PSD2 περιέχει κανόνες σχετικά με την παροχή υπηρεσιών πληρωμών και κανόνες σχετικά με την αδειοδότηση και την εποπτεία μίας κατηγορίας παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, και συγκεκριμένα των ιδρυμάτων πληρωμών. Άλλες κατηγορίες παρόχων ΥΠ περιλαμβάνουν τα πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία ρυθμίζονται από την τραπεζική νομοθεσία της ΕΕ 3 , και τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος, τα οποία ρυθμίζονται από την οδηγία για το ηλεκτρονικό χρήμα 4 .

Στην ανακοίνωση της Επιτροπής του 2020 σχετικά με μια στρατηγική πληρωμών λιανικής για την ΕΕ 5 προσδιορίστηκαν οι προτεραιότητες της Επιτροπής για τον τομέα των πληρωμών λιανικής κατά τη θητεία του σημερινού Σώματος των Επιτρόπων (2019-2024). Συνοδευόταν από στρατηγική για τον ψηφιακό χρηματοοικονομικό τομέα, στην οποία προσδιορίστηκαν οι προτεραιότητες για το ψηφιακό θεματολόγιο στον χρηματοοικονομικό τομέα εκτός από τις πληρωμές. Η στρατηγική πληρωμών λιανικής αναφερόταν ότι «στο τέλος του 2021 η Επιτροπή θα ξεκινήσει τη συνολική επανεξέταση της εφαρμογής και των επιπτώσεων της οδηγίας PSD2». Η επανεξέταση αυτή πραγματοποιήθηκε δεόντως, κυρίως το 2022, και κατέληξε στην απόφαση της Επιτροπής να προτείνει νομοθετικές τροποποιήσεις της PSD2 για τη βελτίωση της λειτουργίας της. Οι τροποποιήσεις αυτές παρατίθενται σε δύο προτάσεις, την παρούσα πρόταση κανονισμού για τις υπηρεσίες πληρωμών στην ΕΕ και την πρόταση οδηγίας για τις υπηρεσίες πληρωμών και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικού χρήματος, με έμφαση στην αδειοδότηση και την εποπτεία των ιδρυμάτων πληρωμών (και την τροποποίηση ορισμένων άλλων οδηγιών).

Η προτεινόμενη αναθεώρηση της PSD2 περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2023, μαζί με μια προγραμματισμένη νομοθετική πρωτοβουλία σχετικά με το πλαίσιο για την πρόσβαση σε χρηματοοικονομικά στοιχεία, επεκτείνοντας την πρόσβαση σε χρηματοοικονομικά στοιχεία και τη χρήση τους πέραν των λογαριασμών πληρωμών σε περισσότερες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.

Συνέπεια με τις ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής

Οι υφιστάμενες διατάξεις πολιτικής που σχετίζονται με την παρούσα πρωτοβουλία περιλαμβάνουν άλλες νομοθετικές πράξεις στον τομέα των πληρωμών, άλλες νομοθετικές πράξεις για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες που καλύπτουν επίσης τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών και τη νομοθεσία οριζόντιας εφαρμογής της ΕΕ που επηρεάζει τον τομέα των πληρωμών. Κατά την κατάρτιση της παρούσας πρότασης ελήφθη μέριμνα για τη διασφάλιση της συνοχής με τις εν λόγω διατάξεις.

Άλλες νομοθετικές πράξεις στον τομέα των πληρωμών λιανικής, εκτός από αυτές που προαναφέρθηκαν, περιλαμβάνουν τον κανονισμό του 2012 για τον ενιαίο χώρο πληρωμών σε ευρώ (ΕΧΠΕ), ο οποίος εναρμονίζει τις τεχνικές απαιτήσεις για τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις σε ευρώ 6 . Στις 26 Οκτωβρίου 2022 η Επιτροπή πρότεινε τροποποίηση του κανονισμού ΕΧΠΕ, ώστε να επιταχυνθεί και να διευκολυνθεί η χρήση άμεσων πληρωμών σε ευρώ στην ΕΕ 7 · η εν λόγω πρόταση περιλαμβάνει την υποχρέωση των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που παρέχουν άμεσες πληρωμές σε ευρώ να προσφέρουν στους χρήστες μια «υπηρεσία επαλήθευσης IBAN/ονόματος», και η παρούσα πρόταση επεκτείνει την εν λόγω απαίτηση στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που παρέχουν οποιαδήποτε μεταφορά πίστωσης σε οποιοδήποτε νόμισμα της ΕΕ. Ο κανονισμός για τις διασυνοριακές πληρωμές εξισώνει την τιμολόγηση των εγχώριων και των διασυνοριακών μεταφορών σε ευρώ 8 . Ο κανονισμός για τις διατραπεζικές προμήθειες θεσπίζει ανώτατα όρια για τις εν λόγω προμήθειες 9 . Η παρούσα πρόταση συνάδει με τον στόχο της βελτίωσης της πρόσβασης σε μετρητά, επιτρέποντας στους εμπόρους να προσφέρουν, σε φυσικά καταστήματα, υπηρεσίες παροχής μετρητών ακόμη και χωρίς αγορά από τον πελάτη. Οι εργασίες για την πρόσβαση σε μετρητά πρέπει επίσης να εξεταστούν στο πλαίσιο της στρατηγικής πληρωμών λιανικής της Επιτροπής, η οποία ανέφερε ως στόχο πολιτικής ότι τα μετρητά θα πρέπει να παραμείνουν ευρέως προσβάσιμα.

Άλλες σχετικές νομοθετικές πράξεις για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες περιλαμβάνουν την οδηγία για το αμετάκλητο του διακανονισμού (ΟΑΔ) 10 , στην οποία πραγματοποιείται στοχευμένη αλλαγή στην πρόταση οδηγίας που συνοδεύει την παρούσα πρόταση. Άλλες σχετικές νομοθετικές πράξεις περιλαμβάνουν τον κανονισμό για τις αγορές κρυπτοστοιχείων (MiCA) 11 , την πράξη για την ψηφιακή επιχειρησιακή ανθεκτικότητα σχετικά με την κυβερνοασφάλεια (DORA) 12 και την οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ΚΞΧ), για τις οποίες συζητείται επί του παρόντος από τους συννομοθέτες μια δέσμη προτεινόμενων τροποποιήσεων 13 .

Η πρωτοβουλία συνάδει πλήρως με άλλες πρωτοβουλίες της Επιτροπής που καθορίζονται στη στρατηγική της Επιτροπής για τις ψηφιακές χρηματοοικονομικές υπηρεσίες για την ΕΕ 14 , η οποία εγκρίθηκε μαζί με τη στρατηγική για τις πληρωμές λιανικής, με στόχο την προώθηση του ψηφιακού μετασχηματισμού του χρηματοοικονομικού τομέα και της οικονομίας της ΕΕ, καθώς και την άρση του κατακερματισμού στην ψηφιακή ενιαία αγορά.

Συνέπεια με άλλες πολιτικές της Ένωσης

Η πρωτοβουλία συνάδει με την ανακοίνωση που εξέδωσε η Επιτροπή το 2021 με τίτλο «Το ευρωπαϊκό οικονομικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα: προώθηση του ανοικτού χαρακτήρα, της ισχύος και της ανθεκτικότητας» 15 , στην οποία επανέλαβε τη σημασία της στρατηγικής της για τις πληρωμές λιανικής και της ψηφιακής καινοτομίας στον χρηματοπιστωτικό τομέα για την ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Στην ίδια ανακοίνωση επιβεβαιώθηκε ότι οι υπηρεσίες της Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα επανεξετάσουν από κοινού, σε τεχνικό επίπεδο, ένα ευρύ φάσμα ζητημάτων πολιτικής, νομικών και τεχνικών ζητημάτων που προκύπτουν από την πιθανή θέσπιση του ψηφιακού ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη τις αντίστοιχες εντολές τους στο πλαίσιο των συνθηκών της ΕΕ.

Η Επιτροπή υποβάλλει πρόταση για ένα νομικό πλαίσιο της ΕΕ σχετικά με την πρόσβαση σε χρηματοοικονομικές πληροφορίες (FIDA) σε συνδυασμό με τις προτάσεις για την τροποποίηση της PSD2· η εν λόγω πρόταση καλύπτει την πρόσβαση σε χρηματοοικονομικά στοιχεία πέραν των δεδομένων των λογαριασμών πληρωμών, τα οποία εξακολουθούν να καλύπτονται από τη νομοθεσία για τις πληρωμές.

Γενικότερα, η σχετική νομοθεσία της ΕΕ περιλαμβάνει τον ΓΚΠΔ 16 , την πράξη της ΕΕ για την προσβασιμότητα 17 και την πρόταση πράξης για τα δεδομένα, η οποία είναι σχέση με την ανοικτή τραπεζική 18 . Ειδικότερα, τα κεφάλαια III και IV της προτεινόμενης πράξης για τα δεδομένα θεσπίζουν ένα οριζόντιο πλαίσιο για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις όσον αφορά τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη διάθεση δεδομένων στις σχέσεις μεταξύ επιχειρήσεων.

2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ

Νομική βάση

Η νομική βάση της PSD2 είναι το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), το οποίο αναθέτει στα θεσμικά όργανα της ΕΕ τη θέσπιση διατάξεων για την εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς και τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της σύμφωνα με το άρθρο 26 της ΣΛΕΕ.

Επικουρικότητα (σε περίπτωση μη αποκλειστικής αρμοδιότητας)

Οι υπηρεσίες πληρωμών μπορούν επίσης να παρέχονται σε διασυνοριακό επίπεδο από παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εντός της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών πληρωμών. Η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών και η ελευθερία εγκατάστασης χρησιμοποιούνται ευρέως από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών. Για να εξασφαλιστούν αρμονικές συνθήκες και ισότιμοι όροι ανταγωνισμού εντός της εσωτερικής αγοράς για τις υπηρεσίες πληρωμών λιανικής, απαιτείται νομοθεσία σε επίπεδο ΕΕ. Στη λογική αυτή βασιζόταν η πρώτη και η δεύτερη οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών και εξακολουθεί να ισχύει για την παρούσα πρόταση.

Αναλογικότητα

Η πρόταση περιλαμβάνει στοχευμένα μέτρα αναλογικότητας, όπως η δυνατότητα, στον τομέα της ανοικτής τραπεζικής, ενός παρόχου υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού να λαμβάνει από την οικεία εθνική αρμόδια αρχή παρέκκλιση από την απαίτηση να διαθέτει ειδική διεπαφή για την πρόσβαση σε δεδομένα.

Επιλογή της νομικής πράξης

Η PSD2 είναι επί του παρόντος οδηγία η οποία εφαρμόζεται με μεταφορά της νομοθεσίας στα κράτη μέλη. Ωστόσο, σε διάφορους τομείς της νομοθεσίας της ΕΕ για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες 19 , κρίθηκε σκόπιμο να θεσπιστούν κανόνες που θα ισχύουν για χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις σε άμεσα εφαρμοστέο κανονισμό, ώστε να ενισχυθεί η συνοχή της εφαρμογής στα κράτη μέλη. Η επανεξέταση της PSD2 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η προσέγγιση αυτή θα ήταν επίσης κατάλληλη στη νομοθεσία για τις πληρωμές, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα οι προτεινόμενες τροποποιήσεις της PSD2 να περιληφθούν σε δύο χωριστές νομοθετικές πράξεις: στην παρούσα πρόταση κανονισμού που περιέχει κανόνες για τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών και τους καταναλωτές και σε πρόταση οδηγίας που περιλαμβάνει ιδίως κανόνες σχετικά με την αδειοδότηση και την εποπτεία των ιδρυμάτων πληρωμών.

3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

Εκ των υστέρων αξιολογήσεις / έλεγχοι καταλληλότητας της ισχύουσας νομοθεσίας

Το 2022 πραγματοποιήθηκε αξιολόγηση της PSD2. Τα στοιχεία που ελήφθησαν κατά την αξιολόγηση περιλάμβαναν έκθεση ανεξάρτητου αναδόχου και απόψεις των ενδιαφερόμενων μερών σε διάφορες δημόσιες διαβουλεύσεις. Η έκθεση αξιολόγησης δημοσιεύεται ως παράρτημα της εκτίμησης επιπτώσεων που συνοδεύει την παρούσα πρόταση 20 .

Η έκθεση αξιολόγησης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η PSD2 είχε διαφορετικό βαθμό επιτυχίας όσον αφορά την επίτευξη των στόχων της. Ένας τομέας με θετικό αντίκτυπο ήταν ο τομέας της πρόληψης της απάτης, μέσω της καθιέρωσης της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη· μολονότι η εφαρμογή της είναι πιο δύσκολη από ό,τι αναμενόταν, η αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη είχε ήδη σημαντικό αντίκτυπο στη μείωση της απάτης. Η PSD2 υπήρξε επίσης ιδιαίτερα αποτελεσματική όσον αφορά τον στόχο της για αύξηση της αποτελεσματικότητας, της διαφάνειας και της επιλογής των μέσων πληρωμών για τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών. Ωστόσο, υπάρχουν όρια όσον αφορά την αποτελεσματικότητα της PSD2 όσον αφορά την επίτευξη ισότιμων όρων ανταγωνισμού, ιδιαιτέρως δεδομένης της συνεχιζόμενης ανισορροπίας μεταξύ τραπεζικών και μη τραπεζικών παρόχων υπηρεσιών πληρωμών (ΠΥΠ) που προκύπτει από την έλλειψη άμεσης πρόσβασης των τελευταίων σε ορισμένα βασικά συστήματα. Η υιοθέτηση της «ανοικτής τραπεζικής» σημείωσε ανομοιογενή επιτυχία, ενώ εξακολουθούν να υπάρχουν ζητήματα που αφορούν τις διεπαφές πρόσβασης σε δεδομένα για τους παρόχους υπηρεσιών ανοικτής τραπεζικής, παρά το κόστος εφαρμογής των διατάξεων της PSD2 σχετικά με την ανοικτή τραπεζική. Όσον αφορά τον στόχο της εσωτερικής αγοράς, παρότι η διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών πληρωμών αυξάνεται, πολλά συστήματα πληρωμών (ιδίως τα συστήματα χρεωστικών καρτών) παραμένουν εθνικά. Δεν έχουν υλοποιηθεί πλήρως οι αναμενόμενες μειώσεις του κόστους για τους εμπόρους από νέα και φθηνότερα μέσα πληρωμής. Συνολικά, η αξιολόγηση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, παρά ορισμένες ελλείψεις, το ισχύον πλαίσιο της PSD2 κατέστησε δυνατή την πρόοδο προς την επίτευξη των στόχων του, ενώ ήταν σχετικά αποδοτικό όσον αφορά το κόστος του και την παροχή ενωσιακής προστιθέμενης αξίας.

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Για να διασφαλιστεί ότι η πρόταση της Επιτροπής λαμβάνει υπόψη τις απόψεις όλων των ενδιαφερόμενων μερών, η στρατηγική διαβούλευσης για την παρούσα πρωτοβουλία συμπεριέλαβε:

ανοικτή δημόσια διαβούλευση από τις 10 Μαΐου 2022 έως τις 2 Αυγούστου 2022 21 ·

στοχευμένη (αλλά ωστόσο δημόσια και ανοικτή) διαβούλευση, με πιο λεπτομερείς ερωτήσεις από τη δημόσια διαβούλευση, από τις 10 Μαΐου 2022 έως τις 5 Ιουλίου 2022 22 ·

πρόσκληση υποβολής στοιχείων από τις 10 Μαΐου 2022 έως τις 2 Αυγούστου 2022 23 ·

στοχευμένη διαβούλευση σχετικά με την ΟΑΔ, από τις 12 Φεβρουαρίου 2021 έως τις 7 Μαΐου 2021·

διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη στην ομάδα εμπειρογνωμόνων της αγοράς για τα συστήματα πληρωμών της Επιτροπής·

ad hoc επαφές με διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη, είτε με δική τους πρωτοβουλία είτε με πρωτοβουλία της Επιτροπής·

διαβούλευση με εμπειρογνώμονες των κρατών μελών στην ομάδα εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής για θέματα τραπεζών, πληρωμών και ασφαλίσεων.

Το αποτέλεσμα των εν λόγω διαβουλεύσεων συνοψίζεται στο παράρτημα 2 της εκτίμησης επιπτώσεων που συνοδεύει την παρούσα πρόταση.

Συλλογή και χρήση εμπειρογνωσίας

Για την προετοιμασία της παρούσας πρωτοβουλίας χρησιμοποιήθηκαν διάφορες πληροφορίες και πηγές εμπειρογνωσίας, μεταξύ των οποίων οι ακόλουθες:

αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν μέσω των διαφόρων διαβουλεύσεων που αναφέρονται ανωτέρω και σε ad hoc βάση από τα ενδιαφερόμενα μέρη·

αποδεικτικά στοιχεία που παρείχε η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών στις συμβουλές της 24 ·

μελέτη που εκπονήθηκε από ανάδοχο, την εταιρεία Valdani Vicari & Associati Consulting, η οποία εκπονήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2022, με τίτλο «A study on the application and impact of Directive of Directive on Payment Services (PSD2)» [Μελέτη σχετικά με την εφαρμογή και τον αντίκτυπο της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 στις υπηρεσίες πληρωμών] 25 ·

στοιχεία που ελήφθησαν από φορείς του ιδιωτικού τομέα, για παράδειγμα στον τομέα της ανοικτής τραπεζικής, και από οργανώσεις καταναλωτών.

Εκτίμηση επιπτώσεων

Οι δύο αυτές προτάσεις συνοδεύονται από εκτίμηση επιπτώσεων, η οποία εξετάστηκε από στην επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου (ΕΡΕ) την 1η Μαρτίου 2023. Η ΕΡΕ εξέδωσε θετική γνώμη με επιφυλάξεις στις 3 Μαρτίου 2023.

Από την εκτίμηση επιπτώσεων διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν τέσσερα βασικά προβλήματα στην αγορά πληρωμών της ΕΕ, παρά τα επιτεύγματα της PSD2:

οι καταναλωτές διατρέχουν κίνδυνο απάτης και δεν έχουν εμπιστοσύνη στις πληρωμές·

το πλαίσιο για την ανοικτή τραπεζική λειτουργεί ατελώς·

οι εποπτικές αρχές της ΕΕ έχουν ασυνεπείς εξουσίες και υποχρεώσεις·

επικρατούν άνισοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ τραπεζών και μη τραπεζικών ΠΥΠ.

Στις συνέπειες αυτών των προβλημάτων συγκαταλέγονται οι εξής:

οι χρήστες (και ειδικότερα οι καταναλωτές, οι έμποροι και οι ΜΜΕ) εξακολουθούν να εκτίθενται σε κίνδυνο απάτης·

οι πάροχοι υπηρεσιών ανοικτής τραπεζικής αντιμετωπίζουν εμπόδια κατά την παροχή βασικών υπηρεσιών ανοικτής τραπεζικής και δυσκολεύονται να καινοτομούν και να ανταγωνίζονται τους κατεστημένους φορείς, όπως τα συστήματα καρτών·

οι ΠΥΠ αντιμετωπίζουν αβεβαιότητα όσον αφορά τις υποχρεώσεις τους και οι μη τραπεζικοί ΠΥΠ βρίσκονται σε μειονεκτική ανταγωνιστική θέση έναντι των τραπεζών·

επικρατεί οικονομική αναποτελεσματικότητα και υψηλότερο κόστος για εμπορικές δραστηριότητες, με αρνητικό αντίκτυπο στην ανταγωνιστικότητα της ΕΕ·

η εσωτερική αγορά πληρωμών είναι κατακερματισμένη, και εμφανίζεται το φαινόμενο της ευκαιριακής επιλογής φορολογικής αρμοδιότητας (forum shopping).

Στην πρωτοβουλία τίθενται τέσσερις ειδικοί στόχοι, οι οποίοι αντιστοιχούν στα προβλήματα που εντοπίστηκαν:

1. ενίσχυση της προστασίας και της εμπιστοσύνης των χρηστών στις πληρωμές·

2. βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των υπηρεσιών ανοικτής τραπεζικής·

3. βελτίωση της επιβολής και της εφαρμογής στα κράτη μέλη·

4. βελτίωση της (άμεσης ή έμμεσης) πρόσβασης σε συστήματα πληρωμών και τραπεζικούς λογαριασμούς για μη τραπεζικούς ΠΥΠ.

Η εκτίμηση επιπτώσεων παρουσιάζει μια δέσμη προτιμώμενων επιλογών, με σκοπό την επίτευξη των ειδικών στόχων (ο κατάλογος που ακολουθεί καλύπτει τα μέτρα που περιλαμβάνονται τόσο στον παρόντα κανονισμό όσο και στη συνοδευτική οδηγία):

Όσον αφορά τον ειδικό στόχο 1, βελτιώσεις στην εφαρμογή της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη, νομική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την απάτη και την υποχρέωση εκπαίδευσης των πελατών για την απάτη, επέκταση της επαλήθευσης του κωδικού IBAN σε όλες τις μεταφορές πιστώσεων και υπό όρους αντιστροφή της ευθύνης για απάτη με εγκεκριμένες πιστωτικές εντολές· υποχρέωση των ΠΥΠ να βελτιώσουν την προσβασιμότητα της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη για χρήστες με αναπηρία, ηλικιωμένους και άλλα άτομα που αντιμετωπίζουν προκλήσεις όσον αφορά τη χρήση της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη· μέτρα για τη βελτίωση της διαθεσιμότητας μετρητών· βελτιώσεις όσον αφορά τα δικαιώματα και την ενημέρωση των χρηστών.

Όσον αφορά τον ειδικό στόχο 2, απαίτηση για παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού (ASPSP) σχετικά με τη δημιουργία ειδικής διεπαφής πρόσβασης σε δεδομένα· «πίνακες αδειών» που επιτρέπουν στους χρήστες να διαχειρίζονται τις άδειες πρόσβασης στην ανοικτή τραπεζική που τους έχουν χορηγηθεί· λεπτομερέστερες προδιαγραφές των ελάχιστων απαιτήσεων για τις διεπαφές δεδομένων ανοικτής τραπεζικής·

Όσον αφορά τον ειδικό στόχο 3, αντικατάσταση του μεγαλύτερου μέρους της PSD2 με άμεσα εφαρμοστέο κανονισμό που αποσαφηνίζει πτυχές της PSD2 οι οποίες είναι ασαφείς ή διφορούμενες· ενίσχυση των διατάξεων σχετικά με τις κυρώσεις· ενσωμάτωση των καθεστώτων αδειοδότησης για ιδρύματα πληρωμών και ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος.

Όσον αφορά τον ειδικό στόχο 4, ενίσχυση των δικαιωμάτων των ιδρυμάτων πληρωμών/ ηλεκτρονικού χρήματος σε τραπεζικό λογαριασμό· παροχή της δυνατότητας άμεσης συμμετοχής των ιδρυμάτων πληρωμών και των ιδρυμάτων ηλεκτρονικού χρήματος σε όλα τα συστήματα πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ορίζονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την ΟΑΔ, με πρόσθετες διευκρινίσεις σχετικά με τις διαδικασίες αποδοχής και αξιολόγησης κινδύνου.

Ορισμένες επιλογές απορρίφθηκαν στην εκτίμηση επιπτώσεων λόγω του υψηλού κόστους υλοποίησης και των αβέβαιων οφελών. Το κόστος των επιλεγμένων επιλογών αφορά κυρίως εφάπαξ κόστος και βαρύνει σε μεγάλο βαθμό τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού (κυρίως τις τράπεζες). Στον τομέα της ανοικτής τραπεζικής, το κόστος αντισταθμίζεται από την εξοικονόμηση δαπανών (όπως η κατάργηση της μόνιμης εφεδρικής διεπαφής και της οικεία διαδικασίας απαλλαγής) και από τη θέσπιση μέτρων αναλογικότητας (πιθανές παρεκκλίσεις για εξειδικευμένους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού). Το κόστος της βελτιωμένης επιβολής και εφαρμογής για τα κράτη μέλη θα είναι περιορισμένο. Το κόστος της άμεσης πρόσβασης σε βασικά συστήματα πληρωμών για τα ιδρύματα πληρωμών θα είναι περιορισμένο και θα βαρύνει τα εν λόγω συστήματα πληρωμών. Από την άλλη πλευρά, τα οφέλη θα προκύψουν για ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών (καταναλωτές, επιχειρήσεις, έμποροι και δημόσιες διοικήσεις), καθώς και των ίδιων των ΠΥΠ (ιδίως των μη τραπεζικών ΠΥΠ χρηματοοικονομικής τεχνολογίας). Τα οφέλη θα είναι επαναλαμβανόμενα, ενώ το κόστος θα είναι κυρίως εφάπαξ κόστος προσαρμογής και, ως εκ τούτου, τα σωρευτικά οφέλη αναμένεται να υπερβαίνουν το συνολικό κόστος με την πάροδο του χρόνου.

 Καταλληλότητα και απλούστευση του κανονιστικού πλαισίου

Η παρούσα πρωτοβουλία δεν αποτελεί πρωτοβουλία του προγράμματος βελτίωσης της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου (REFIT). Ωστόσο, στο πλαίσιο της διαδικασίας αξιολόγησης και επανεξέτασης, αναζητήθηκαν ευκαιρίες διοικητικής απλούστευσης. Η αποσαφήνιση των κανόνων για την αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη και άλλες διευκρινίσεις, σε συνδυασμό με την άρση των αποκλίσεων που προκύπτουν από τη μεταφορά οδηγίας στο εθνικό δίκαιο, θα συμβάλουν στην απλούστευση.

Θεμελιώδη δικαιώματα

Το θεμελιώδες δικαίωμα το οποίο αφορά ειδικότερα η παρούσα πρωτοβουλία είναι η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Στον βαθμό που η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι αναγκαία για τη συμμόρφωση με την παρούσα πρωτοβουλία, είναι αναλογικό να διασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ψηφιακών πληρωμών. Στο πλαίσιο της παρούσας πρωτοβουλίας, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να συνάδει με τον γενικό κανονισμό για την προστασία δεδομένων (ΓΚΠΔ), ο οποίος εφαρμόζεται άμεσα σε όλες τις υπηρεσίες πληρωμών τις οποίες αφορά η παρούσα πρόταση.

Εφαρμογή της αρχής «για κάθε θέσπιση, μία κατάργηση»

Η παρούσα πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται διοικητικές δαπάνες για τις επιχειρήσεις ή για τους καταναλωτές, καθώς η πρωτοβουλία δεν θα οδηγήσει σε αυξημένη επίβλεψη ή εποπτεία των ΠΥΠ ή σε ειδικές νέες υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων που δεν περιλαμβάνονται ήδη στην PSD2. Επίσης, από την πρωτοβουλία δεν προκύπτουν κανονιστικά τέλη και επιβαρύνσεις. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι η παρούσα πρωτοβουλία δεν δημιουργεί διοικητικές δαπάνες που απαιτούν αντιστάθμιση βάσει της αρχής «για κάθε θέσπιση, μία κατάργηση», παρότι είναι σημαντική για την αρχή «για κάθε θέσπιση, μία κατάργηση», δεδομένου ότι δημιουργεί κόστος υλοποίησης. Η συνένωση του νομοθετικού καθεστώτος για τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος και του καθεστώτος για τα ιδρύματα πληρωμών θα μειώσει τις διοικητικές δαπάνες, για παράδειγμα με την κατάργηση της απαίτησης απόκτησης νέας άδειας σε ορισμένες περιπτώσεις.

 Κλίμα και βιωσιμότητα

Δεν έχουν εντοπιστεί αρνητικές επιπτώσεις της παρούσας πρωτοβουλίας για το κλίμα. Η πρωτοβουλία θα συμβάλει στον στόχο 8.2 των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών: «Επίτευξη υψηλότερων επιπέδων οικονομικής παραγωγικότητας, μέσω της διαφοροποίησης, της τεχνολογικής αναβάθμισης και καινοτομίας, στρέφοντας την προσοχή σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας και έντασης εργασίας».

4.ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Η παρούσα πρόταση δεν έχει επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της ΕΕ.

5.ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων

Η πρωτοβουλία θα προβλέπει να ολοκληρωθεί η επανεξέταση πέντε έτη μετά την ημερομηνία εφαρμογής. Κατά την επανεξέταση θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις διατάξεις σχετικά με τους κανόνες για την ανοικτή τραπεζική, τα τέλη και τις επιβαρύνσεις για τις υπηρεσίες πληρωμών, καθώς και τους κανόνες περί ευθύνης και αποζημίωσης για δόλιες συναλλαγές.

Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης

Αντικείμενο, πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

Η πρόταση θεσπίζει κανόνες που ισχύουν για τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών αναφορικά με τις πληρωμές. Δεν αλλάζει τον κατάλογο των υπηρεσιών πληρωμών που καταρτίστηκε στην PSD2. Ο κατάλογος των εξαιρέσεων παραμένει σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητος. Υπάρχει κατάλογος ορισμών, ο οποίος διευρύνεται σε σύγκριση με τον κατάλογο της PSD2 και περιέχει περισσότερους όρους και διευκρινίσεις για ορισμένους όρους. Εισάγονται ορισμοί για τις συναλλαγές που δρομολογούνται από έμπορο (MIT) και τις εντολές μέσω ταχυδρομείου ή τηλεφώνου (MOTO). Εξορθολογίζεται ο ορισμός της «πράξης πληρωμής εξ αποστάσεως» στο πλαίσιο της PSD2 ώστε να καταστεί δυνατή η σαφέστερη οριοθέτηση της «έναρξης της πράξης πληρωμής» και της «εξ αποστάσεως έναρξης της πράξης πληρωμής».

Συστήματα πληρωμών και πρόσβαση σε λογαριασμούς που τηρούνται σε πιστωτικά ιδρύματα

Όσον αφορά τους διαχειριστές των συστημάτων πληρωμών, η απαίτηση ύπαρξης αναλογικών αντικειμενικών και χωρίς διακρίσεις κανόνων και διαδικασιών πρόσβασης επεκτείνεται επίσης στα συστήματα πληρωμών που ορίζονται από κράτος μέλος σύμφωνα με την οδηγία 98/26 (οδηγία για το αμετάκλητο του διακανονισμού 26 ). Οι διαχειριστές των συστημάτων πληρωμών υποχρεούνται να προβαίνουν σε αξιολόγηση των σχετικών κινδύνων κατά την εξέταση αίτησης συμμετοχής από ΠΥΠ. Η απόφαση σχετικά με την αίτηση πρέπει να παρέχεται γραπτώς και να θεμελιώνεται δικαίωμα προσφυγής. Οι αρμόδιες αρχές πρέπει να ορίζονται από τα κράτη μέλη σε περιπτώσεις στις οποίες δεν ασκείται επίβλεψη από το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών· όταν ασκείται επίβλεψη από το ΕΣΚΤ, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βάση για την αντιμετώπιση των ανεπαρκειών όσον αφορά τους κανόνες και τις διαδικασίες αποδοχής των συστημάτων πληρωμών.

Οι κανόνες σχετικά με την πρόσβαση (άνοιγμα και κλείσιμο) των ιδρυμάτων πληρωμών σε λογαριασμό που τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα ενισχύονται σε σύγκριση με την PSD2. Καλύπτονται επίσης οι αιτούντες άδεια ως ιδρύματα πληρωμών (δεδομένης της σημασίας που έχει για αυτούς να διαθέτουν τραπεζικό λογαριασμό για να αποκτήσουν την άδειά τους), καθώς και οι αντιπρόσωποι και οι διανομείς των ιδρυμάτων πληρωμών. Τυχόν άρνηση ή ανάκληση της πρόσβασης πρέπει να βασίζεται σε σοβαρούς λόγους, για παράδειγμα εύλογη υπόνοια παράνομης δραστηριότητας ή κινδύνου για το πιστωτικό ίδρυμα. Οι λόγοι άρνησης ή ανάκλησης της πρόσβασης πρέπει να παρέχονται γραπτώς και να αιτιολογούνται λεπτομερώς σε σχέση με την ειδική κατάσταση του οικείου ιδρύματος πληρωμών.

Διαφάνεια των όρων και απαιτήσεις πληροφόρησης σχετικά με τις υπηρεσίες πληρωμών

Όσον αφορά την παρέκκλιση από τις απαιτήσεις πληροφόρησης για τα μέσα πληρωμών μικρής αξίας και το ηλεκτρονικό χρήμα για τις εθνικές πράξεις πληρωμών, αίρεται η δυνατότητα των κρατών μελών να προσαρμόζουν τα ποσά των ορίων δαπανών.

Για να διασφαλιστεί η εσωτερική συνοχή, η υποχρέωση πληροφόρησης του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών σχετικά με τις διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών στις συμβάσεις-πλαίσια επεκτείνεται και στις μεμονωμένες πράξεις πληρωμής.

Περιλαμβάνεται διευκρίνιση προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι ΠΥΠ εισάγουν στις καταστάσεις λογαριασμού πληρωμών τις πληροφορίες που απαιτούνται για την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση του δικαιούχου, συμπεριλαμβανομένης της αναφοράς στην εμπορική επωνυμία του δικαιούχου.

Περιλαμβάνεται διευκρίνιση προκειμένου να διασφαλιστεί ότι, όταν οι υπηρεσίες πληρωμών προσφέρονται από κοινού με τεχνικές υπηρεσίες που υποστηρίζουν την παροχή υπηρεσιών πληρωμών και παρέχονται από τον ΠΥΠ ή από τρίτο μέρος με το οποίο συνεργάζεται, οι εν λόγω τεχνικές υπηρεσίες θα πρέπει να υπόκεινται στις απαιτήσεις της σύμβασης-πλαισίου σχετικά με τα τέλη για τη λύση της σύμβασης.

Θεσπίζονται πρόσθετες απαιτήσεις πληροφόρησης για τις εγχώριες αναλήψεις από ATM για διάφορα σενάρια.

Όσον αφορά τις μεταφορές πίστωσης και τα εμβάσματα από την ΕΕ προς τρίτη χώρα, θεσπίζεται η υποχρέωση των ΠΥΠ να παρέχουν στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών τον εκτιμώμενο χρόνο για την παραλαβή των ποσών από τους ΠΥΠ του δικαιούχου που βρίσκεται εκτός της ΕΕ. Για να επιτευχθεί καλύτερη συγκρισιμότητα, οι εκτιμώμενες επιβαρύνσεις μετατροπής νομισμάτων για τις εν λόγω διεθνείς συναλλαγές πρέπει να εκφράζονται με τον ίδιο τρόπο όπως και για τις μεταφορές πίστωσης εντός της ΕΕ, δηλαδή ως ποσοστό προσαύξησης επί των πιο πρόσφατων διαθέσιμων συναλλαγματικών ισοτιμιών αναφοράς του ευρώ που εκδίδονται από την ΕΚΤ.

Δικαιώματα και υποχρεώσεις σχετικά με την παροχή και τη χρήση υπηρεσιών πληρωμών

Κοινές διατάξεις

Σύμφωνα με την PSD2, η απαγόρευση των πρόσθετων χρεώσεων, η οποία καλύπτει τις υπηρεσίες πληρωμών στις οποίες εφαρμόζεται ο κανονισμός για τις διατραπεζικές προμήθειες 27 , περιορίζεται βάσει της PSD2 σε μεταφορές πίστωσης και άμεσες χρεώσεις σε ευρώ και όχι σε άλλα νομίσματα της ΕΕ. Εισάγονται αλλαγές για την επέκταση της απαγόρευσης των πρόσθετων χρεώσεων στις μεταφορές πίστωσης και στις άμεσες χρεώσεις σε όλα τα νομίσματα της ΕΕ.

Οι κανόνες για τις συναλλαγές που δρομολογούνται από έμπορο (MIT) και τις άμεσες χρεώσεις ευθυγραμμίζονται, με την εφαρμογή των ίδιων μέτρων προστασίας των καταναλωτών, όπως οι επιστροφές χρημάτων, στις άμεσες χρεώσεις και στις συναλλαγές που δρομολογούνται από έμπορο, καθώς και οι δύο συνιστούν συναλλαγές που δρομολογούνται από τον δικαιούχο.

Υπηρεσίες ανοικτής τραπεζικής (υπηρεσίες πληροφοριών λογαριασμού και υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών)

Οι διατάξεις για την ανοικτή τραπεζική περιέχουν ορισμένες τροποποιήσεις σε σύγκριση με την PSD2 και ενσωματώνουν ορισμένες διατάξεις οι οποίες περιλαμβάνονται επί του παρόντος σε ρυθμιστικό τεχνικό πρότυπο 28 . Οι βασικές αλλαγές περιλαμβάνουν την επιβολή, εκτός εξαιρετικών περιστάσεων, της ύπαρξης ειδικής διεπαφής για την πρόσβαση σε δεδομένα ανοικτής τραπεζικής και την κατάργηση, εκτός εγκεκριμένων εξαιρετικών περιστάσεων, της απαίτησης να διατηρούν οι ΠΥΠ εξυπηρέτησης λογαριασμού εφεδρική διεπαφή σε μόνιμη βάση. Θεσπίζονται πρόσθετες απαιτήσεις για τις ειδικές διεπαφές όσον αφορά τις επιδόσεις και τις λειτουργικές δυνατότητες. Για να μπορούν οι χρήστες ανοικτής τραπεζικής να διαχειρίζονται τις οικείες άδειες ανοικτής τραπεζικής με εύχρηστο τρόπο, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού υποχρεούνται να τους προσφέρουν έναν «πίνακα» που θα επιτρέπει την άρση της πρόσβασης σε δεδομένα από οποιονδήποτε συγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών ανοικτής τραπεζικής.

Δεν υπήρξε σημαντική ζήτηση της αγοράς για τη συγκεκριμένη υπηρεσία επιβεβαίωσης σχετικά με τη διαθεσιμότητα των κεφαλαίων, η οποία καλυπτόταν από το άρθρο 65 της PSD2 ως υπηρεσία ανοικτής τραπεζικής παράλληλα με τις υπηρεσίες πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών. Αναπτύχθηκαν ελάχιστα επιχειρηματικά μοντέλα, ή και κανένα, βάσει της υπηρεσίας αυτής, καθώς η αγορά βασίζεται στη χρήση των υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ως εναλλακτικής λύσης για τον έλεγχο της διαθεσιμότητας κεφαλαίων. Ως εκ τούτου, η διάταξη αυτή καταργήθηκε ως αυτοτελής υπηρεσία ανοικτής τραπεζικής.

Έγκριση πράξεων πληρωμής

Ο ΠΥΠ του δικαιούχου υποχρεούται να παρέχει στον οικείο χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, κατόπιν αιτήματος, μια υπηρεσία με την οποία ελέγχεται ότι το αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης του δικαιούχου αντιστοιχεί στο όνομα του δικαιούχου, όπως παρέχεται από τον πληρωτή, και ενημερώνει τον ΠΥΠ του πληρωτή για κάθε διαπιστωθείσα απόκλιση. Σε περίπτωση που δεν συμφωνούν, ο ΠΥΠ του πληρωτή ενημερώνει τον πληρωτή για κάθε τέτοια απόκλιση και τον διαπιστωθέντα βαθμό απόκλισης. Η πρόταση της Επιτροπής σχετικά με τις άμεσες πληρωμές για την τροποποίηση του κανονισμού ΕΧΠΕ 29 , η οποία συζητείται επί του παρόντος από τους συννομοθέτες, προτείνει παρόμοια διάταξη σχετικά με τις αποκλίσεις μεταξύ του ονόματος και του αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης ενός δικαιούχου για άμεσες μεταφορές πίστωσης σε ευρώ. Για να επιτευχθεί ένα συνεκτικό πλαίσιο για όλες τις μεταφορές πίστωσης, η διάταξη της παρούσας πρότασης εφαρμόζεται στις μεταφορές πίστωσης που δεν είναι άμεσες μεταφορές πίστωσης σε όλα τα νομίσματα της Ένωσης και σε άμεσες μεταφορές πίστωσης σε νομίσματα εκτός του ευρώ. Η κοινοποίηση πρέπει να παρέχεται πριν ο πληρωτής οριστικοποιήσει την εντολή πληρωμής και πριν ο ΠΥΠ εκτελέσει τη μεταφορά πίστωσης. Ο χρήστης εξακολουθεί να έχει την ελευθερία να αποφασίσει εάν θα υποβάλει την εντολή πληρωμής για μεταφορά πίστωσης σε όλες τις περιπτώσεις.

Όσον αφορά τη διάταξη σχετικά με τα όρια για τη χρήση ενός μέσου πληρωμών, διευκρινίζεται ότι οι ΠΥΠ δεν πρέπει να αυξάνουν μονομερώς τα όρια δαπανών που έχουν συμφωνηθεί με τους χρήστες των υπηρεσιών πληρωμών τους.

Στη διάταξη που αφορά την ευθύνη του ΠΥΠ για μη εγκεκριμένες πράξεις πληρωμής, προστίθεται η διευκρίνιση ότι μόνο βάσιμοι λόγοι για υπόνοια απάτης από τον πληρωτή μπορούν να οδηγήσουν σε άρνηση επιστροφής χρημάτων από τον ΠΥΠ. Στην περίπτωση αυτή, ο ΠΥΠ πρέπει να αιτιολογήσει την άρνηση για την επιστροφή χρημάτων και να αναφέρει τα όργανα στα οποία μπορεί να προσφύγει ο πληρωτής.

Ο ΠΥΠ του πληρωτή θεωρείται υπεύθυνος για το πλήρες ποσό της μεταφοράς πίστωσης στις περιπτώσεις που ο εν λόγω ΠΥΠ δεν κοινοποιήσει στον πληρωτή τη διαπιστωθείσα απόκλιση μεταξύ του αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης και του ονόματος του δικαιούχου που παρέχει ο πληρωτής. Ένας ΠΥΠ θεωρείται υπεύθυνος όταν ο καταναλωτής χειραγωγήθηκε ώστε να εγκρίνει πράξη πληρωμής από τρίτο μέρος που προσποιείται ότι είναι υπάλληλος του ΠΥΠ του καταναλωτή χρησιμοποιώντας ψέματα ή παραπλάνηση. Εισάγεται η υποχρέωση των παρόχων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να συνεργάζονται με τους ΠΥΠ, με σκοπό την πρόληψη της εν λόγω απάτης.

Όταν η ευθύνη καταλογίζεται στον ΠΥΠ του δικαιούχου, αυτός αποζημιώνει τον ΠΥΠ του πληρωτή για την οικονομική ζημία που υπέστη. Οι διατάξεις σχετικά με τη γνωστοποίηση και την αποκατάσταση μη εγκεκριμένων ή εσφαλμένα εκτελεσθεισών πράξεων πληρωμής, τις απαιτήσεις πληροφόρησης και το δικαίωμα προσφυγής επικαιροποιούνται ώστε να αντικατοπτρίζουν τη νέα διάταξη περί ευθύνης για εσφαλμένη εφαρμογή της υπηρεσίας επαλήθευσης της αντιστοίχισης.

Περιλαμβάνονται νέες διατάξεις περί ευθύνης για τους παρόχους τεχνικών υπηρεσιών και τους διαχειριστές συστημάτων πληρωμών σε περίπτωση μη υποστήριξης της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, δεδομένου ότι από την αξιολόγηση της PSD2 προέκυψε ότι υπήρχαν προβλήματα όσον αφορά την εφαρμογή της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη τα οποία συνδέονταν με τον ρόλο που διαδραμάτισαν τα εν λόγω ενδιαφερόμενα μέρη στην ανάπτυξη της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη, γεγονός που συνέβαλε ακόμη και στην αναβολή της εφαρμογής της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη από το 2018 στο 2020.

Προστίθεται η διευκρίνιση ότι ο πληρωτής δεν υφίσταται καμία οικονομική ζημία όταν είτε ο ΠΥΠ του πληρωτή είτε ο δικαιούχος εφαρμόζει εξαίρεση από την εφαρμογή της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας του πελάτη.

Για πράξεις πληρωμής στις οποίες το ποσό της πράξης δεν είναι γνωστό εκ των προτέρων και τα χρηματικά ποσά δεσμεύονται σε μέσο πληρωμών, θεσπίζεται η νομική υποχρέωση για τον δικαιούχο να ενημερώνει τον ΠΥΠ σχετικά με το ακριβές ποσό της πράξης πληρωμής αμέσως μετά την παράδοση της υπηρεσίας ή των αγαθών στον πληρωτή, καθώς και η απαίτηση το ποσό των δεσμευμένων χρηματικών ποσών να είναι ανάλογο προς το ποσό της μελλοντικής πράξης πληρωμής που μπορεί εύλογα να αναμένεται κατά τη δέσμευση των χρηματικών ποσών.

Εκτέλεση πράξεων πληρωμής

Στις περιπτώσεις που ο πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών παρέχει εσφαλμένο αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης του δικαιούχου, ο εν λόγω πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών θεωρείται υπεύθυνος για το ποσό της πράξης.

Προστασία των δεδομένων

Περιλαμβάνεται νέα διάταξη που ορίζει ρητά το ουσιαστικό δημόσιο συμφέρον για το οποίο θα μπορούσε να απαιτείται η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο του παρόντος προτεινόμενου κανονισμού.

Κίνδυνοι λειτουργίας και ασφάλειας και εξακρίβωση γνησιότητας

Προστίθεται νέα διάταξη που υποχρεώνει του ΠΥΠ να διαθέτουν μηχανισμούς παρακολούθησης των συναλλαγών, ώστε να προβλέπεται η εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη και να βελτιώνεται η πρόληψη και ο εντοπισμός δόλιων συναλλαγών. Η διάταξη αυτή αποσαφηνίζει την έννοια του «μοναδικού φυσικού χαρακτηριστικού», διευκρινίζοντας ότι οι εν λόγω μηχανισμοί παρακολούθησης των συναλλαγών πρέπει να βασίζονται στην ανάλυση των πράξεων πληρωμής, λαμβάνοντας υπόψη στοιχεία που είναι τυπικά για τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών υπό τις συνθήκες κανονικής χρήσης των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών και των χαρακτηριστικών συμπεριφοράς, όπως εκείνα που σχετίζονται με την τοποθεσία του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, τον χρόνο της συναλλαγής, τη συσκευή που χρησιμοποιείται, τις καταναλωτικές συνήθειες, το διαδικτυακό κατάστημα στο οποίο πραγματοποιείται η αγορά.

Για τους σκοπούς της παρακολούθησης των συναλλαγών, προστέθηκαν διατάξεις που επιτρέπουν στους ΠΥΠ να ανταλλάσσουν, σε προαιρετική βάση, δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως αποκλειστικά μέσα ταυτοποίησης δικαιούχου που υπόκειται σε συμφωνίες ανταλλαγής πληροφοριών. Οι εν λόγω συμφωνίες ανταλλαγής πληροφοριών πρέπει να καθορίζουν τις λεπτομέρειες για τη συμμετοχή και τα λειτουργικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ειδικών πλατφορμών ΤΠ. Πριν από τη σύναψη των εν λόγω ρυθμίσεων, οι ΠΥΠ πρέπει να διενεργούν εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων και, εφόσον απαιτείται, να προβαίνουν σε προηγούμενη διαβούλευση με την εποπτική αρχή, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.

Όσον αφορά την εφαρμογή της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη στην περίπτωση των πράξεων πληρωμής που δρομολογούνται από έμπορο (MIT), διευκρινίζεται ότι υπάρχει ανάγκη εφαρμογής αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη κατά την κατάρτιση της εντολής, αλλά χωρίς να χρειάζεται να εφαρμοστεί για μεταγενέστερες συναλλαγές που δρομολογούνται από έμπορο (MIT). Όσον αφορά την εφαρμογή της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη στην περίπτωση εντολών μέσω ταχυδρομείου και εντολών μέσω τηλεφώνου (MOTO), διευκρινίζεται ότι μόνο η έναρξη μιας πράξης πληρωμής πρέπει να είναι μη ψηφιακή, ώστε η εν λόγω συναλλαγή να μην καλύπτεται από τις υποχρεώσεις αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη. Ωστόσο, οι πράξεις πληρωμής που βασίζονται σε έντυπες εντολές πληρωμής, εντολές μέσω ταχυδρομείου ή εντολές μέσω τηλεφώνου, οι οποίες υποβάλλονται από τον πληρωτή θα πρέπει να υπόκεινται σε πρότυπα ασφαλείας και σε ελέγχους από τον ΠΥΠ του πληρωτή που επιτρέπουν την εξακρίβωση της γνησιότητας της πράξης πληρωμής, προκειμένου να αποφεύγεται η καταχρηστική καταστρατήγηση των απαιτήσεων αυστηρής εξακρίβωσης της γνησιότητας. Επιπλέον, το πεδίο εφαρμογής της εξαίρεσης από την αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη έχει περιοριστεί στις περιπτώσεις πράξεων πληρωμής για τις οποίες ο δικαιούχος δίνει εντολές πληρωμής βάσει εντολής του πληρωτή (άμεσες χρεώσεις), ενώ έχει θεσπιστεί η υποχρέωση να απαιτείται αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη σε περιπτώσεις στις οποίες η εντολή ανατίθεται μέσω εξ αποστάσεως διαύλου με την άμεση συμμετοχή παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.

Η αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη απαιτείται μόνο για τις υπηρεσίες πληροφοριών λογαριασμού κατά την πρώτη πρόσβαση στα δεδομένα· ωστόσο, οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού πρέπει να απαιτούν αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη όταν οι πελάτες τους έχουν πρόσβαση σε συγκεντρωτικά δεδομένα λογαριασμών στον τομέα του παρόχου υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, τουλάχιστον κάθε 180 ημέρες.

Προστέθηκαν διατάξεις για τη βελτίωση της προσβασιμότητας της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη, ειδικότερα για να διασφαλιστεί ότι όλοι οι πελάτες, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αναπηρία, των ηλικιωμένων, των ατόμων με χαμηλές ψηφιακές δεξιότητες και εκείνων που δεν έχουν πρόσβαση σε ψηφιακά κανάλια ή σε έξυπνο τηλέφωνο, έχουν στη διάθεσή τους τουλάχιστον ένα μέσο που τους επιτρέπει να διενεργούν αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη.

Όσον αφορά την απαίτηση για «εξ αποστάσεως πράξεις πληρωμής» για τους ΠΥΠ να εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη που περιλαμβάνει στοιχεία τα οποία συνδέουν δυναμικά τη συναλλαγή με συγκεκριμένο ποσό και συγκεκριμένο δικαιούχο πληρωμής, διευκρινίζεται ότι η υποχρέωση αυτή ισχύει για τις ηλεκτρονικές πράξεις πληρωμής για τις οποίες η εντολή πληρωμής υποβάλλεται μέσω της συσκευής του πληρωτή με τη χρήση τεχνολογίας εγγύτητας για την ανταλλαγή πληροφοριών με την υποδομή του δικαιούχου, και για τις οποίες η διενέργεια αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη απαιτεί τη χρήση του διαδικτύου στη συσκευή του πληρωτή.

Υπάρχει διάταξη που απαιτεί από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών και τους παρόχους τεχνικών υπηρεσιών να συνάπτουν συμφωνίες εξωτερικής ανάθεσης σε περιπτώσεις στις οποίες οι πάροχοι τεχνικών υπηρεσιών παρέχουν και επαληθεύουν τα στοιχεία της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη.

Αρμοδιότητες παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών σε σχέση με τα προϊόντα

Η παρούσα πρόταση παρέχει στην ΕΑΤ αρμοδιότητες παρέμβασης σε σχέση με τα προϊόντα σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του κανονισμού 1093/2010/ΕΕ. Αυτό θα παρέχει στην ΕΑΤ τη δυνατότητα να απαγορεύει προσωρινά, βάσει ορισμένων κριτηρίων, την πώληση ορισμένων προϊόντων πληρωμών που θα παρουσίαζαν συγκεριμένους κινδύνους.

Λοιπές διατάξεις

Παρέχονται εξουσιοδοτήσεις για την κατάρτιση ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων (ΡΤΠ) από την ΕΑΤ, συμπεριλαμβανομένων των υφιστάμενων ΡΤΠ και, σε ορισμένες περιπτώσεις, νέων ΡΤΠ. Η ΕΑΤ μπορεί να τροποποιήσει τα υφιστάμενα ΡΤΠ, αλλά, εάν δεν το πράξει, θα παραμείνουν σε ισχύ.

Ο προτεινόμενος κανονισμός θα αρχίσει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα και θα καταστεί εφαρμοστέος 18 μήνες μετά την έναρξη ισχύος του 30 . Επισυνάπτεται πίνακας αντιστοιχίας των άρθρων σε σχέση με τα αντίστοιχα άρθρα της PSD2 και της ΟΗΧ2.

2023/0210 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 31 ,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας 32 ,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)Μετά την έκδοση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 33 , η αγορά υπηρεσιών πληρωμών λιανικής υπέστη σημαντικές αλλαγές που σχετίζονται σε μεγάλο βαθμό με την αυξανόμενη χρήση καρτών και ψηφιακών μέσων πληρωμής, τη μείωση της χρήσης μετρητών και την αυξανόμενη παρουσία νέων παικτών και υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των ψηφιακών πορτοφολιών και των ανέπαφων πληρωμών. Η πανδημία COVID-19 και οι μετασχηματισμοί που επέφερε στην κατανάλωση και τις πρακτικές πληρωμών αύξησαν τη σημασία της ύπαρξης ασφαλών και αποτελεσματικών πληρωμών.

(2)Στην ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια στρατηγική πληρωμών λιανικής για την ΕΕ 34 ανακοινώθηκε η έναρξη συνολικής επανεξέτασης της εφαρμογής και των επιπτώσεων της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, «η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει συνολική αξιολόγηση του κατά πόσον η οδηγία εξακολουθεί να είναι κατάλληλη για τον επιδιωκόμενο σκοπό, λαμβανομένων υπόψη των εξελίξεων στην αγορά».

(3)Η οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 είχε ως στόχο την αντιμετώπιση των εμποδίων στα νέα είδη υπηρεσιών πληρωμών και τη βελτίωση του επιπέδου προστασίας και ασφάλειας των καταναλωτών. Από την αξιολόγηση των επιπτώσεων και της εφαρμογής της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 από την Επιτροπή διαπιστώθηκε ότι η οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 ήταν σε μεγάλο βαθμό επιτυχής όσον αφορά πολλούς από τους στόχους της, αλλά εντοπίστηκαν επίσης ορισμένοι τομείς στους οποίους οι στόχοι της εν λόγω οδηγίας δεν έχουν επιτευχθεί πλήρως. Για παράδειγμα, η αξιολόγηση προσδιόρισε την εμφάνιση νέων μορφών απάτης ως ζήτημα ανησυχίας όσον αφορά τους στόχους για την προστασία των καταναλωτών. Διαπιστώθηκαν επίσης ελλείψεις όσον αφορά τον στόχο της βελτίωσης του ανταγωνισμού στην αγορά χάρη στις λεγόμενες «υπηρεσίες ανοικτής τραπεζικής» (υπηρεσίες πληροφοριών λογαριασμού και υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών) μέσω της μείωσης των φραγμών της αγοράς που αντιμετωπίζουν τρίτοι πάροχοι. Η πρόοδος προς την επίτευξη του στόχου της βελτίωσης της παροχής διασυνοριακών υπηρεσιών πληρωμών ήταν επίσης περιορισμένη, κυρίως λόγω ασυνεπειών στις εποπτικές πρακτικές και στην επιβολή της νομοθεσίας σε ολόκληρη την Ένωση. Στην αξιολόγηση εντοπίστηκαν επίσης παράγοντες που επιβραδύνουν την πρόοδο όσον αφορά τον στόχο της εξασφάλισης ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ όλων των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών.

(4)Στην αξιολόγηση εντοπίστηκαν επίσης προβλήματα όσον αφορά την αποκλίνουσα εφαρμογή και επιβολή της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, τα οποία έχουν άμεσο αντίκτυπο στον ανταγωνισμό μεταξύ των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών με τη δημιουργία διαφορετικών κανονιστικών συνθηκών στα διάφορα κράτη μέλη, ενθαρρύνοντας το ρυθμιστικό αρμπιτράζ. Δεν θα πρέπει να υπάρχει περιθώριο ευκαιριακής επιλογής φορολογικής αρμοδιότητας (forum shopping) όπου οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα επιλέγουν, ως «χώρα καταγωγής», τα κράτη μέλη στα οποία η εφαρμογή των ενωσιακών κανόνων για τις υπηρεσίες πληρωμών είναι πιο συμφέρουσα για αυτούς και θα παρέχουν διασυνοριακές υπηρεσίες σε άλλα κράτη μέλη τα οποία εφαρμόζουν αυστηρότερη ερμηνεία των κανόνων ή εφαρμόζουν πιο ενεργητικές πολιτικές επιβολής της νομοθεσίας στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που είναι εγκατεστημένοι εκεί. Η πρακτική αυτή στρεβλώνει τον ανταγωνισμό. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να εναρμονιστούν περαιτέρω οι ενωσιακοί κανόνες για τις υπηρεσίες πληρωμών, με την ενσωμάτωση σε κανονισμό κανόνων που διέπουν την άσκηση της δραστηριότητας υπηρεσιών πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των ενδιαφερόμενων μερών. Οι κανόνες αυτοί, εξαιρουμένων των κανόνων για την αδειοδότηση και την εποπτεία των ιδρυμάτων πληρωμών, οι οποίοι θα πρέπει να παραμείνουν σε οδηγία, θα πρέπει να διευκρινιστούν και να περιγραφούν λεπτομερέστερα, ώστε να ελαχιστοποιηθούν τα περιθώρια ερμηνείας.

(5)Παρότι η έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος ρυθμίζεται από την οδηγία 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 35 , η χρήση ηλεκτρονικού χρήματος για τη χρηματοδότηση πράξεων πληρωμής ρυθμίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την οδηγία (ΕΕ) 2015/2366. Κατά συνέπεια, το νομικό πλαίσιο που ισχύει για τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος και τα ιδρύματα πληρωμών, και ειδικότερα όσον αφορά τους κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας, έχει ήδη ευθυγραμμιστεί σημαντικά. Για να αντιμετωπιστούν τα ζητήματα εξωτερικής συνοχής και δεδομένου ότι οι υπηρεσίες ηλεκτρονικού χρήματος και οι υπηρεσίες πληρωμών είναι όλο και πιο δύσκολο να διακριθούν, θα πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη σύγκλιση των νομοθετικών πλαισίων που αφορούν τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος και τα ιδρύματα πληρωμών. Ωστόσο, οι απαιτήσεις αδειοδότησης, ιδίως το αρχικό κεφάλαιο και τα ίδια κεφάλαια, και ορισμένες καίριες βασικές έννοιες που διέπουν τις δραστηριότητες ηλεκτρονικού χρήματος, όπως η έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος, η διανομή και η δυνατότητα εξαργύρωσης ηλεκτρονικού χρήματος, είναι διακριτές από τις υπηρεσίες που παρέχουν τα ιδρύματα πληρωμών. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να διατηρηθούν οι ιδιαιτερότητες αυτές κατά τη συγχώνευση των διατάξεων της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 και της οδηγίας 2009/110/ΕΚ. Δεδομένου ότι η οδηγία 2009/110/ΕΚ καταργείται με την οδηγία (ΕΕ) XXXX [PSD3], οι κανόνες της, εκτός από τους κανόνες για την αδειοδότηση και την εποπτεία, οι οποίοι έχουν ενσωματωθεί στην οδηγία (ΕΕ) XXX [PSD3], θα πρέπει να ενσωματωθούν σε ενοποιημένο πλαίσιο δυνάμει του παρόντος κανονισμού, με κατάλληλες προσαρμογές.

(6)Για την κατοχύρωση ασφάλειας δικαίου και σαφούς πεδίου εφαρμογής των κανόνων που ισχύουν για την άσκηση των δραστηριοτήτων παροχής υπηρεσιών πληρωμών και ηλεκτρονικού χρήματος, είναι αναγκαίο να προσδιοριστούν οι κατηγορίες παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που υπόκεινται στις υποχρεώσεις που αφορούν την άσκηση των δραστηριοτήτων παροχής υπηρεσιών πληρωμών και υπηρεσιών ηλεκτρονικού χρήματος σε ολόκληρη την Ένωση.

(7)Υπάρχουν διάφορες κατηγορίες παρόχων υπηρεσιών πληρωμών. Τα πιστωτικά ιδρύματα δέχονται από χρήστες καταθέσεις που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εκτέλεση πράξεων πληρωμής. Αδειοδοτούνται βάσει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 36 . Τα ιδρύματα πληρωμών δεν δέχονται καταθέσεις. Μπορούν να κατέχουν χρηματικά ποσά των χρηστών και να εκδίδουν ηλεκτρονικό χρήμα το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εκτέλεση πράξεων πληρωμής. Αδειοδοτούνται βάσει της οδηγίας οδηγία (ΕΕ) XXX [PSD3]. Τα γραφεία ταχυδρομικών επιταγών τα οποία εξουσιοδοτούνται σχετικά βάσει της εθνικής νομοθεσίας μπορούν επίσης να παρέχουν υπηρεσίες πληρωμών· Άλλες κατηγορίες παρόχων υπηρεσιών πληρωμών περιλαμβάνουν την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και τις εθνικές κεντρικές τράπεζες όταν δεν ενεργούν υπό την ιδιότητά τους ως νομισματικών ή άλλων δημόσιων αρχών, καθώς και τα κράτη μέλη ή τις οικείες περιφερειακές ή τοπικές αρχές όταν δεν ενεργούν υπό την ιδιότητά τους ως δημόσιων αρχών.

(8)Είναι σκόπιμο να διαχωριστεί η υπηρεσία που επιτρέπει την ανάληψη μετρητών από λογαριασμό πληρωμών από τη δραστηριότητα εξυπηρέτησης λογαριασμού πληρωμών, δεδομένου ότι οι πάροχοι υπηρεσιών ανάληψης μετρητών δεν μπορούν να εξυπηρετούν λογαριασμούς πληρωμών. Οι υπηρεσίες έκδοσης μέσων πληρωμών και αποδοχής πράξεων πληρωμής, οι οποίες απαριθμούνται από κοινού στο σημείο 5 του παραρτήματος της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 σαν να μην μπορεί να προσφερθεί η μία χωρίς την άλλη, θα πρέπει να παρουσιάζονται ως δύο διαφορετικές υπηρεσίες πληρωμών. Στον χωριστό κατάλογο των υπηρεσιών έκδοσης και αποδοχής θα πρέπει να διευκρινίζεται, σε συνδυασμό με χωριστούς ορισμούς για κάθε υπηρεσία, ότι οι υπηρεσίες έκδοσης και αποδοχής μπορούν να προσφέρονται χωριστά από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών.

(9)Η εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 ορισμένων κατηγοριών φορέων εκμετάλλευσης αυτόματων ταμειολογιστικών μηχανών (ATM) αποδείχθηκε δύσκολο να εφαρμοστεί στην πράξη. Ως εκ τούτου, η κατηγορία των φορέων εκμετάλλευσης ΑΤΜ που εξαιρούνταν από την απαίτηση να αδειοδοτούνται ως πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών βάσει της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 θα πρέπει να αντικατασταθεί από μια νέα κατηγορία φορέων εκμετάλλευσης ATM που δεν εξυπηρετούν λογαριασμούς πληρωμών. Μολονότι οι εν λόγω φορείς εκμετάλλευσης δεν υπόκεινται στις απαιτήσεις αδειοδότησης βάσει της οδηγίας (ΕΕ) XXX [PSD3], θα πρέπει, ωστόσο, να υπόκεινται σε απαιτήσεις διαφάνειας των τελών σε περιπτώσεις στις οποίες οι εν λόγω φορείς εκμετάλλευσης ATM επιβάλλουν επιβαρύνσεις για αναλήψεις μετρητών.

(10)Για να βελτιωθεί περαιτέρω η πρόσβαση σε μετρητά, η οποία αποτελεί προτεραιότητα της Επιτροπής, θα πρέπει να επιτραπεί στους εμπόρους να προσφέρουν υπηρεσίες παροχής μετρητών σε φυσικά καταστήματα, ακόμη και χωρίς να μεσολαβεί αγορά από πελάτη, χωρίς να χρειάζεται να λάβουν άδεια παρόχου υπηρεσιών πληρωμών ή να είναι αντιπρόσωποι ιδρύματος πληρωμών. Ωστόσο, οι εν λόγω υπηρεσίες παροχής μετρητών θα πρέπει να υπόκεινται στην υποχρέωση γνωστοποίησης τυχόν τελών που θα χρεώνονται στον πελάτη. Οι υπηρεσίες αυτές θα πρέπει να παρέχονται από εμπόρους λιανικής σε προαιρετική βάση και θα πρέπει να εξαρτώνται από τη διαθεσιμότητα μετρητών του εμπόρου λιανικής.

(11)Η εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 των πράξεων πληρωμής από τον πληρωτή στον δικαιούχο μέσω εμπορικού αντιπροσώπου που ενεργεί για λογαριασμό του πληρωτή ή του δικαιούχου, εφαρμόζεται με πολύ διαφορετικό τρόπο στα κράτη μέλη. Η έννοια των εμπορικών αντιπροσώπων ορίζεται συνήθως στο εθνικό αστικό δίκαιο, το οποίο ενδέχεται να διαφέρει από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, με αποτέλεσμα τη μη συνεπή αντιμετώπιση των ίδιων υπηρεσιών σε διαφορετικές δικαιοδοσίες. Ως εκ τούτου, η έννοια των εμπορικών αντιπροσώπων στο πλαίσιο της εν λόγω εξαίρεσης θα πρέπει να εναρμονιστεί και να διευκρινιστεί με αναφορά στον ορισμό των εμπορικών αντιπροσώπων κατά την οδηγία 86/653/ΕΟΚ του Συμβουλίου 37 . Επιπλέον, θα πρέπει να αποσαφηνιστούν περαιτέρω οι όροι υπό τους οποίους μπορούν να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού οι πράξεις πληρωμής από τον πληρωτή στον δικαιούχο μέσω εμπορικών αντιπροσώπων. Αυτό επιτυγχάνεται με την απαίτηση οι αντιπρόσωποι να εξουσιοδοτούνται μέσω συμφωνίας είτε με τον πληρωτή είτε με τον δικαιούχο ώστε να διαπραγματεύονται ή να συνάπτουν την πώληση ή την αγορά αγαθών ή υπηρεσιών μόνο για λογαριασμό του πληρωτή ή μόνο του δικαιούχου, αλλά όχι και των δύο, ανεξαρτήτως αν ο εμπορικός αντιπρόσωπος έχει στην κατοχή του χρηματικά ποσά του πελάτη. Οι πλατφόρμες ηλεκτρονικού εμπορίου που ενεργούν ως εμπορικοί αντιπρόσωποι για λογαριασμό μεμονωμένων αγοραστών και πωλητών χωρίς οι αγοραστές ή οι πωλητές να έχουν πραγματικό περιθώριο αυτονομίας να διαπραγματεύονται ή να συνάπτουν την πώληση ή την αγορά αγαθών ή υπηρεσιών δεν θα πρέπει να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) θα πρέπει να καταρτίσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εξαίρεση πράξεων πληρωμής από τον πληρωτή στον δικαιούχο μέσω εμπορικού αντιπροσώπου, ώστε να εξασφαλιστεί περαιτέρω σαφήνεια και σύγκλιση μεταξύ των αρμόδιων αρχών. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές μπορούν να περιλαμβάνουν αποθετήριο περιπτώσεων χρήσης που καλύπτονται συνήθως από την εξαίρεση του εμπορικού αντιπροσώπου.

(12)Η εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 που αφορά τα μέσα ειδικού σκοπού εφαρμόζεται με διαφορετικό τρόπο στα κράτη μέλη, παρότι οι πάροχοι υπηρεσιών των οποίων τα μέσα καλύπτονταν από την εν λόγω εξαίρεση όφειλαν να κοινοποιούν τη δραστηριότητά τους στις αρμόδιες αρχές. Η ΕΑΤ παρείχε περαιτέρω καθοδήγηση στις «Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εξαίρεση του περιορισμένου δικτύου βάσει της PSD2» της 24ης Φεβρουαρίου 2022 38 . Παρά τις προσπάθειες αυτές για την αποσαφήνιση της εφαρμογής της εξαίρεσης που αφορά μέσα ειδικού σκοπού, εξακολουθούν να υπάρχουν πάροχοι υπηρεσιών που παρέχουν υπηρεσίες οι οποίες συνεπάγονται σημαντικούς όγκους πληρωμών, και ποικιλία προϊόντων που προσφέρονται σε μεγάλο αριθμό πελατών οι οποίοι επιδιώκουν να κάνουν χρήση της εν λόγω εξαίρεσης. Στις περιπτώσεις αυτές, οι καταναλωτές δεν επωφελούνται από τις απαιτούμενες διασφαλίσεις και οι υπηρεσίες δεν θα πρέπει να επωφελούνται από την εξαίρεση για μέσα ειδικού σκοπού. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι δεν θα πρέπει να μπορεί να χρησιμοποιηθεί το ίδιο μέσο ειδικού σκοπού για τη διενέργεια πράξεων πληρωμής για την απόκτηση αγαθών και υπηρεσιών μέσα σε περισσότερα από ένα περιορισμένα δίκτυα ή για την απόκτηση απεριόριστου φάσματος αγαθών και υπηρεσιών.

(13)Για να αξιολογηθεί αν ένα περιορισμένο δίκτυο θα πρέπει να εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής, θα πρέπει να εξεταστεί η γεωγραφική θέση των σημείων αποδοχής του εν λόγω δικτύου, καθώς και ο αριθμός των σημείων αποδοχής. Τα μέσα ειδικού σκοπού θα πρέπει να επιτρέπουν στον κάτοχο να αποκτά αγαθά ή υπηρεσίες μόνο στις φυσικές εγκαταστάσεις του εκδότη, ενώ η χρήση σε περιβάλλον διαδικτυακού καταστήματος δεν θα πρέπει να καλύπτεται από την έννοια των εγκαταστάσεων του εκδότη. Τα μέσα ειδικού σκοπού θα πρέπει να περιλαμβάνουν, ανάλογα με το αντίστοιχο συμβατικό καθεστώς, κάρτες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο σε μια συγκεκριμένη αλυσίδα καταστημάτων ή σε συγκεκριμένο εμπορικό κέντρο, κάρτες καυσίμων, κάρτες μέλους, κάρτες για τις δημόσιες συγκοινωνίες, κάρτες στάθμευσης, δελτία σίτισης ή δελτία για συγκεκριμένες υπηρεσίες, τα οποία ενδέχεται να υπόκεινται σε ειδικό νομικό πλαίσιο για τη φορολογία και την εργασία με σκοπό την προώθηση της χρήσης τέτοιων μέσων για την υλοποίηση των στόχων που ορίζονται στην κοινωνική νομοθεσία, όπως δελτία παιδικής μέριμνας ή οικολογικά δελτία. Τα μέσα ειδικού σκοπού θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν μέσα βασιζόμενα σε ηλεκτρονικό χρήμα, εφόσον πληρούν τις απαιτήσεις της συγκεκριμένης εξαίρεσης. Δεν θα πρέπει να εξαιρούνται τα μέσα πληρωμών που μπορούν να χρησιμοποιούνται για αγορές σε καταστήματα εμπόρων οι οποίοι περιλαμβάνονται σε συγκεκριμένους καταλόγους, καθώς τα μέσα αυτά σχεδιάζονται ειδικά για ένα δίκτυο παρόχων υπηρεσιών που διαρκώς μεγαλώνει.

(14)Η εξαίρεση σχετικά με ορισμένες πράξεις πληρωμής μέσω τηλεπικοινωνιακής ή πληροφορικής συσκευής θα πρέπει να επικεντρωθεί ειδικά σε μικρο-πληρωμές ως προς το ψηφιακό περιεχόμενο και τις φωνητικές υπηρεσίες. Θα πρέπει να διατηρηθεί η σαφής αναφορά στις πράξεις πληρωμής για την αγορά ηλεκτρονικών εισιτηρίων, ώστε οι πελάτες μπορούν να παραγγέλλουν, να πληρώνουν, να αποκτούν και να επικυρώνουν ηλεκτρονικά εισιτήρια με την ίδια ευκολία από οποιονδήποτε τόπο και ανά πάσα στιγμή χρησιμοποιώντας κινητά τηλέφωνα ή άλλες συσκευές. Τα ηλεκτρονικά εισιτήρια επιτρέπουν και διευκολύνουν την παροχή υπηρεσιών τις οποίες οι καταναλωτές θα μπορούσαν διαφορετικά να αγοράσουν υπό μορφή χάρτινου εισιτηρίου και περιλαμβάνουν τις μεταφορές, την ψυχαγωγία, τους χώρους στάθμευσης και την είσοδο σε χώρους εκδηλώσεων, αλλά όχι τα φυσικά αγαθά. Θα πρέπει επίσης να εξαιρούνται οι πράξεις πληρωμής από συγκεκριμένο πάροχο δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών που εκτελούνται από ή μέσω ηλεκτρονικής συσκευής και χρεώνονται στον σχετικό λογαριασμό για την είσπραξη φιλανθρωπικών δωρεών. Η εξαίρεση θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνο όταν η αξία των πράξεων πληρωμής είναι μικρότερη από ένα καθορισμένο όριο.

(15)Ο ενιαίος χώρος πληρωμών σε ευρώ (ΕΧΠΕ) έχει διευκολύνει τη δημιουργία ενωσιακών «εργοστασίων πληρωμών» και «εργοστασίων είσπραξης», επιτρέποντας με τον τρόπο αυτό τη συγκέντρωση των πράξεων πληρωμής του ίδιου ομίλου. Εν προκειμένω, οι πράξεις πληρωμής μεταξύ μητρικής και θυγατρικής επιχείρησης ή μεταξύ θυγατρικών επιχειρήσεων της ίδιας μητρικής επιχείρησης, οι οποίες πραγματοποιούνται από πάροχο υπηρεσίας πληρωμών που ανήκει στον ίδιο όμιλο θα πρέπει να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Η είσπραξη των εντολών πληρωμής για λογαριασμό ενός ομίλου από μητρική επιχείρηση ή θυγατρική της για την περαιτέρω διαβίβαση σε άλλον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών δεν θα πρέπει να θεωρείται υπηρεσία πληρωμών.

(16)Η παροχή υπηρεσιών πληρωμών προϋποθέτει την υποστήριξη τεχνικών υπηρεσιών. Οι εν λόγω τεχνικές υπηρεσίες περιλαμβάνουν την επεξεργασία και αποθήκευση δεδομένων, τις υπηρεσίες πύλης πληρωμών, τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης και προστασίας της ιδιωτικής ζωής, την ταυτοποίηση δεδομένων και οντοτήτων, την παροχή τεχνολογίας πληροφοριών (ΤΠ) και δικτύου επικοινωνιών, την παροχή και συντήρηση διεπαφών με μέτωπο τον καταναλωτή που χρησιμοποιούνται για τη συλλογή πληροφοριών για τις πληρωμές, συμπεριλαμβανομένων των τερματικών και των συσκευών που χρησιμοποιούνται για υπηρεσίες πληρωμών. Οι υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών και οι υπηρεσίες πληροφοριών λογαριασμού δεν συνιστούν τεχνικές υπηρεσίες.

(17)Οι τεχνικές υπηρεσίες δεν συνιστούν καθαυτές υπηρεσίες πληρωμών, καθώς τα κεφάλαια που πρόκειται να μεταφερθούν δεν περιέρχονται ποτέ στην κατοχή των παρόχων τεχνικών υπηρεσιών. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να εξαιρούνται από τον ορισμό των υπηρεσιών πληρωμών. Ωστόσο, οι εν λόγω υπηρεσίες θα πρέπει να υπόκεινται σε ορισμένες απαιτήσεις, όπως αυτές που αφορούν την ευθύνη για τη μη υποστήριξη της εφαρμογής αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη ή την απαίτηση σύναψης συμφωνιών εξωτερικής ανάθεσης με παρόχους υπηρεσιών πληρωμών σε περίπτωση που οι πάροχοι τεχνικών υπηρεσιών πρέπει να παρέχουν και να επαληθεύουν τα στοιχεία αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη. Θα πρέπει επίσης να θεσπιστούν απαιτήσεις που θα διέπουν τα τέλη λύσης των συμβάσεων-πλαισίων, όταν οι υπηρεσίες πληρωμών προσφέρονται από κοινού με τεχνικές υπηρεσίες.

(18)Λαμβάνοντας υπόψη την ταχεία εξέλιξη της αγοράς λιανικών πληρωμών και την εμφάνιση νέων υπηρεσιών πληρωμών και λύσεων πληρωμών, είναι σκόπιμο να προσαρμοστούν ορισμένοι από τους ορισμούς της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 στην πραγματικότητα της αγοράς, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η νομοθεσία της Ένωσης παραμένει κατάλληλη για τον επιδιωκόμενο σκοπό και τεχνολογικά ουδέτερη.

(19)Η αποσαφήνιση της διαδικασίας και των διαφόρων σταδίων που πρέπει να ακολουθούνται για την εκτέλεση μιας πράξης πληρωμής έχει ιδιαίτερη σημασία για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών που συμμετέχουν σε μια πράξη πληρωμής και για την εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη. Η διαδικασία που οδηγεί στην εκτέλεση μιας πράξης πληρωμής κινείται είτε από τον πληρωτή ή εξ ονόματός του, είτε από τον δικαιούχο. Ο πληρωτής κινεί την πράξη πληρωμής με την υποβολή εντολής πληρωμής. Μετά την υποβολή της εντολής πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ελέγχει αν η συναλλαγή έχει εγκριθεί και επαληθευτεί, μεταξύ άλλων, κατά περίπτωση, εφαρμόζοντας αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, και στη συνέχεια ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών επικυρώνει την εντολή πληρωμής. Στη συνέχεια, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών προβαίνει στις κατάλληλες ενέργειες για την εκτέλεση της πράξης πληρωμής, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς χρηματικών ποσών.

(20)Δεδομένων των αποκλινουσών απόψεων που εντόπισε η Επιτροπή στην επανεξέταση της εφαρμογής της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 και οι οποίες επισημάνθηκαν από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) στη γνώμη που εξέδωσε στις 23 Ιουνίου 2022 σχετικά με την επανεξέταση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί ο ορισμός των λογαριασμών πληρωμών. Το καθοριστικό κριτήριο για τον χαρακτηρισμό ενός λογαριασμού ως λογαριασμού πληρωμών είναι η δυνατότητα εκτέλεσης καθημερινών πράξεων πληρωμής από έναν τέτοιο λογαριασμό. Η δυνατότητα πραγματοποίησης πράξεων πληρωμής προς τρίτο μέσω λογαριασμού ή η δυνατότητα πραγματοποίησης τέτοιων πράξεων από τρίτο αποτελεί καθοριστικό στοιχείο της έννοιας του λογαριασμού πληρωμών.  Συνεπώς, ως λογαριασμός πληρωμών θα πρέπει να ορίζεται ο λογαριασμός που χρησιμοποιείται για την αποστολή και την είσπραξη χρηματικών ποσών προς και από τρίτους. Οποιοσδήποτε λογαριασμός διαθέτει τα εν λόγω χαρακτηριστικά θα πρέπει να θεωρείται λογαριασμός πληρωμών και θα πρέπει να είναι προσβάσιμος για την παροχή υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και πληροφοριών λογαριασμού. Οι περιπτώσεις στις οποίες απαιτείται άλλος ενδιάμεσος λογαριασμός για την εκτέλεση πράξεων πληρωμής από ή προς τρίτους δεν θα πρέπει να εμπίπτουν στον ορισμό του λογαριασμού πληρωμών. Οι λογαριασμοί ταμιευτηρίου δεν χρησιμοποιούνται για την αποστολή και την είσπραξη χρηματικών ποσών προς ή από τρίτους, με αποτέλεσμα να εξαιρούνται από τον ορισμό του λογαριασμού πληρωμών.

(21)Δεδομένης της ανάδυσης νέων τύπων μέσων πληρωμών και της αβεβαιότητας που επικρατεί στην αγορά όσον αφορά τον νομικό χαρακτηρισμό τους, θα πρέπει να διευκρινιστεί περαιτέρω ο ορισμός του «μέσου πληρωμών» με την παροχή ορισμένων παραδειγμάτων ώστε να επεξηγείται τι συνιστά ή όχι μέσο πληρωμών, λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας.

(22)Παρά το γεγονός ότι η τεχνολογία επικοινωνίας κοντινού πεδίου (Near-Field Communication — NFC) επιτρέπει την έναρξη μιας πράξης πληρωμής, ο χαρακτηρισμός της ως πλήρους «μέσου πληρωμών» θα δημιουργούσε ορισμένες προκλήσεις, για παράδειγμα όσον αφορά την εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη για ανέπαφες πληρωμές στο σημείο πώλησης και του καθεστώτος ευθύνης του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών. Ως εκ τούτου, η τεχνολογία NFC θα πρέπει μάλλον να θεωρείται λειτουργική δυνατότητα ενός μέσου πληρωμών και όχι καθαυτό μέσο πληρωμών.

(23)Ο ορισμός για το «μέσο πληρωμών» της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 αναφερόταν σε «εξατομικευμένη συσκευή». Δεδομένου ότι υπάρχουν προπληρωμένες κάρτες στις οποίες το όνομα του κατόχου του μέσου δεν είναι τυπωμένο στην κάρτα, η εφαρμογή της αναφοράς αυτής θα μπορούσε να αποκλείσει τα εν λόγω είδη καρτών από το πεδίο εφαρμογής του ορισμού του μέσου πληρωμών. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να τροποποιηθεί ο ορισμός για το «μέσο πληρωμών» ώστε να αναφέρεται σε «μεμονωμένες» αντί για «εξατομικευμένες» συσκευές, διευκρινίζοντας ότι οι προπληρωμένες κάρτες στις οποίες το όνομα του κατόχου του μέσου δεν είναι τυπωμένο στην κάρτα εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(24)Τα λεγόμενα ψηφιακά «πορτοφόλια διέλευσης», τα οποία περιλαμβάνουν τη δημιουργία μαρκών υφιστάμενου μέσου πληρωμών, για παράδειγμα κάρτας πληρωμών, θα πρέπει να θεωρούνται τεχνικές υπηρεσίες και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να εξαιρούνται από τον ορισμό του μέσου πληρωμών, δεδομένου ότι, κατά την άποψη της Επιτροπής, μια ψηφιακή μάρκα δεν μπορεί να θεωρηθεί η ίδια μέσο πληρωμής, αλλά, αντιθέτως, «αίτηση πληρωμής» κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/751 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 39 . Ωστόσο, ορισμένες άλλες κατηγορίες ψηφιακών πορτοφολιών, δηλαδή τα προπληρωμένα ηλεκτρονικά πορτοφόλια, όπως τα «κλιμακωτά πορτοφόλια», στα οποία οι χρήστες μπορούν να αποθηκεύουν χρήματα για μελλοντικές διαδικτυακές συναλλαγές, θα πρέπει να θεωρούνται μέσο πληρωμών και η έκδοσή τους υπηρεσία πληρωμών.

(25)Οι τεχνολογικές εξελίξεις μετά την έκδοση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 έχουν μεταβάλει τον τρόπο παροχής των υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού. Οι εταιρείες που προσφέρουν τις εν λόγω υπηρεσίες παρέχουν στους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών συγκεντρωτικές επιγραμμικές πληροφορίες για έναν ή περισσότερους από τους οικείους λογαριασμούς πληρωμών που τηρούν σε έναν ή περισσότερους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών και είναι προσβάσιμοι μέσω επιγραμμικών διεπαφών του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού. Οι χρήστες των υπηρεσιών πληρωμών έχουν έτσι τη δυνατότητα να έχουν αμέσως, σε οποιαδήποτε δεδομένη στιγμή μία συνολική και δομημένη εικόνα των λογαριασμών πληρωμών τους.

(26)Η επανεξέταση της Επιτροπής κατέδειξε το γεγονός ότι οι αδειοδοτημένοι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ενίοτε δεν παρέχουν τα δεδομένα λογαριασμού πληρωμών που έχουν συγκεντρώσει στον καταναλωτή από τον οποίο έλαβαν την άδεια να έχουν πρόσβαση και να συγκεντρώσουν τα δεδομένα, αλλά σε άλλο μέρος, ώστε να είναι σε θέση να παρέχει άλλες υπηρεσίες στον καταναλωτή χρησιμοποιώντας τα δεδομένα. Ωστόσο, υπάρχουν αποκλίνουσες απόψεις σχετικά με το αν η δραστηριότητα αυτή εμπίπτει στη ρυθμιζόμενη υπηρεσία πληροφοριών λογαριασμού. Η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτή η εξέλιξη της «άδειας ως υπηρεσίας» του επιχειρηματικού μοντέλου της «ανοικτής τραπεζικής» μπορεί να αποτελέσει πηγή καινοτόμων υπηρεσιών με βάση τα δεδομένα, προς όφελος τελικά των τελικών χρηστών. Πράγματι, το εν λόγω επιχειρηματικό μοντέλο παρέχει στους τελικούς χρήστες τη δυνατότητα να παρέχουν πρόσβαση στα δεδομένα του λογαριασμού πληρωμών τους προκειμένου να λαμβάνουν άλλες υπηρεσίες, πέραν των υπηρεσιών πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων του δανεισμού, της λογιστικής και της αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας. Ωστόσο, είναι σημαντικό οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών να γνωρίζουν επακριβώς ποιος έχει πρόσβαση στα δεδομένα του οικείου λογαριασμού πληρωμών, για ποιους νομικούς λόγους και για ποιον σκοπό. Οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να ενημερώνονται πλήρως και να εγκρίνουν τη διαβίβαση των δεδομένων τους σε άλλη εταιρεία. Το εν λόγω νέο επιχειρηματικό μοντέλο ανοικτής τραπεζικής προϋποθέτει την τροποποίηση του ορισμού των υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, προκειμένου να διευκρινιστεί ότι οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται από τον αδειοδοτημένο πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού μπορούν να διαβιβάζονται σε τρίτο μέρος, ώστε να παρέχεται στο εν λόγω τρίτο μέρος η δυνατότητα να παρέχει άλλη υπηρεσία στον τελικό χρήστη, με την άδεια του τελικού χρήστη. Για να παρέχεται στους καταναλωτές επαρκής προστασία για τα δεδομένα του οικείου λογαριασμού πληρωμών και ασφάλεια δικαίου όσον αφορά το καθεστώς των οντοτήτων που έχουν πρόσβαση στα δεδομένα τους, η υπηρεσία συγκέντρωσης δεδομένων από λογαριασμούς πληρωμών θα πρέπει πάντοτε να παρέχεται από ρυθμιζόμενη οντότητα βάσει άδειας, ακόμη και όταν τα δεδομένα διαβιβάζονται τελικά σε άλλον πάροχο υπηρεσιών.

(27)Το έμβασμα αποτελεί υπηρεσία πληρωμών, συνήθως βάσει μετρητών που ο πληρωτής παρέχει σε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, χωρίς να δημιουργείται τυχόν λογαριασμός πληρωμών στο όνομα του πληρωτή ή του δικαιούχου, ο οποίος και εμβάζει το αντίστοιχο ποσό σε δικαιούχο ή σε άλλον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών που ενεργεί για λογαριασμό του δικαιούχου. Σε μερικά κράτη μέλη, τα σουπερμάρκετ, οι έμποροι και άλλοι πωλητές λιανικής παρέχουν στους καταναλωτές μια υπηρεσία, με την οποία οι καταναλωτές έχουν τη δυνατότητα πληρωμής λογαριασμών υπηρεσιών κοινής ωφελείας και άλλων τακτικών λογαριασμών των νοικοκυριών. Οι εν λόγω υπηρεσίες πληρωμής λογαριασμών θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως υπηρεσία εμβασμάτων.

(28)Ο ορισμός των χρηματικών ποσών θα πρέπει να καλύπτει όλες τις μορφές χρήματος κεντρικής τράπεζας που εκδίδεται για χρήση στην αγορά λιανικής, συμπεριλαμβανομένων των τραπεζογραμματίων και κερμάτων, καθώς και κάθε πιθανό μελλοντικό ψηφιακό νόμισμα κεντρικής τράπεζας, ηλεκτρονικό χρήμα και χρήμα εμπορικών τραπεζών. Το χρήμα κεντρικής τράπεζας που εκδίδεται για χρήση μεταξύ της κεντρικής τράπεζας και των εμπορικών τραπεζών, δηλαδή για χρήση στην αγορά χονδρικής, δεν θα πρέπει να καλύπτεται.

(29)Ο κανονισμός (ΕΕ) 2023/1114, της 31ης Μαΐου 2023, για τις αγορές κρυπτοστοιχείων ορίζει ότι οι μάρκες ηλεκτρονικού χρήματος θεωρούνται ηλεκτρονικό χρήμα. Ως εκ τούτου, οι μάρκες ηλεκτρονικού χρήματος περιλαμβάνονται, ως ηλεκτρονικό χρήμα, στον ορισμό των χρηματικών ποσών στον παρόντα κανονισμό.

(30)Για να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη του κατόχου ηλεκτρονικού χρήματος, το ηλεκτρονικό χρήμα θα πρέπει να έχει δυνατότητα εξαργύρωσης. Η δυνατότητα εξαργύρωσης δεν συνεπάγεται από μόνη της ότι τα εισπραχθέντα έναντι εκδόσεως ηλεκτρονικού χρήματος χρηματικά ποσά θα πρέπει να θεωρούνται ως καταθέσεις ή άλλα επιστρεπτέα κεφάλαια για τους σκοπούς της οδηγίας 2013/36/ΕΕ 40 . Η εξαργύρωση θα πρέπει να είναι εφικτή ανά πάσα στιγμή, στην ονομαστική αξία, χωρίς καμιά δυνατότητα για συμφωνία σχετικά με το ελάχιστο όριο εξαργύρωσης. Η εξαργύρωση θα πρέπει, γενικά, να πραγματοποιείται δωρεάν. Ωστόσο, θα πρέπει να είναι δυνατόν να ζητείται ανάλογο τέλος βάσει του κόστους, με την επιφύλαξη των εθνικών φορολογικών ή κοινωνικών νομοθετικών διατάξεων ή τυχόν υποχρεώσεων του εκδότη ηλεκτρονικού χρήματος που απορρέουν από άλλη συναφή ενωσιακή ή εθνική νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τυχόν ενεργειών που αφορούν τη δέσμευση χρηματικών ποσών ή συγκεκριμένων μέτρων που συνδέονται με την πρόληψη και τη διερεύνηση εγκλημάτων.

(31)Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών χρειάζονται πρόσβαση σε συστήματα πληρωμών για να παρέχουν στους χρήστες υπηρεσίες πληρωμών. Τα εν λόγω συστήματα πληρωμών περιλαμβάνουν κατά κανόνα τα τετραμερή συστήματα πιστωτικών καρτών, καθώς και τα μείζονα συστήματα διεκπεραίωσης μεταφορών πιστώσεων και άμεσων χρεώσεων. Για να διασφαλίζεται σε ολόκληρη την Ένωση η ισότιμη μεταχείριση μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών των αδειοδοτημένων παροχών υπηρεσιών πληρωμών, είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστούν οι κανόνες πρόσβασης στα συστήματα πληρωμών. Η πρόσβαση αυτή μπορεί να είναι άμεση ή έμμεση μέσω άλλου συμμετέχοντος στο εν λόγω σύστημα πληρωμών. Η πρόσβαση αυτή θα πρέπει να υπόκειται σε απαιτήσεις για την εξασφάλιση της ακεραιότητας και της σταθερότητας των εν λόγω συστημάτων πληρωμών. Για τον σκοπό αυτό, ο διαχειριστής του συστήματος πληρωμών θα πρέπει να διενεργεί αξιολόγηση του κινδύνου του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών που υποβάλλει αίτηση για άμεση συμμετοχή· η εν λόγω αξιολόγηση κινδύνου θα πρέπει να εξετάζει όλους τους σχετικούς κινδύνους, συμπεριλαμβανομένου, κατά περίπτωση, του κινδύνου διακανονισμού, του λειτουργικού κινδύνου, του πιστωτικού κινδύνου, του κινδύνου ρευστότητας και του επιχειρηματικού κινδύνου. Κάθε πάροχος υπηρεσιών πληρωμών που υποβάλλει αίτηση για συμμετοχή σε σύστημα πληρωμών θα πρέπει να φέρει τον κίνδυνο της δικής του επιλογής συστήματος και να αποδεικνύει στο σύστημα πληρωμών ότι οι εσωτερικές του ρυθμίσεις επαρκούν για την αντιμετώπιση των εν λόγω ειδών κινδύνου. Οι διαχειριστές συστημάτων πληρωμών θα πρέπει να απορρίπτουν την αίτηση παρόχου υπηρεσιών πληρωμών για άμεση συμμετοχή μόνον εάν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν είναι σε θέση να τηρήσει τους κανόνες του συστήματος ή συνεπάγεται μη αποδεκτά υψηλό επίπεδο κινδύνου.

(32)Οι διαχειριστές συστημάτων πληρωμών θα πρέπει να εφαρμόζουν κανόνες και διαδικασίες σχετικά με την πρόσβαση, οι οποίοι να είναι αναλογικοί, αντικειμενικοί και διαφανείς. Οι διαχειριστές συστημάτων πληρωμών δεν θα πρέπει να εισάγουν διακρίσεις σε βάρος των ιδρυμάτων πληρωμών όσον αφορά τη συμμετοχή τους, εφόσον είναι δυνατή η τήρηση των κανόνων του συστήματος και δεν υπάρχει μη αποδεκτός κίνδυνος για το σύστημα. Τα εν λόγω συστήματα περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, αυτά που ορίζονται σύμφωνα με την οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 41 . Στις περιπτώσεις στις οποίες το εν λόγω σύστημα πληρωμών υπάγεται ήδη στην επίβλεψη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών βάσει του κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΕ) αριθ. 795/2014 42 , η κεντρική τράπεζα ή οι κεντρικές τράπεζες που ασκούν την εν λόγω επίβλεψη θα πρέπει να παρακολουθούν την τήρηση των εν λόγω κανόνων στο πλαίσιο της επίβλεψής τους. Σε περιπτώσεις άλλων συστημάτων πληρωμών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίζουν εθνικές αρμόδιες αρχές για να διασφαλίζουν ότι οι διαχειριστές της υποδομής του συστήματος πληρωμών τηρούν τις εν λόγω απαιτήσεις.

(33)Για να διασφαλιστεί θεμιτός ανταγωνισμός μεταξύ των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, ένας συμμετέχων σε σύστημα πληρωμών που παρέχει υπηρεσίες σε σχέση με το σύστημα αυτό σε αδειοδοτημένο ή καταχωρισμένο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει επίσης, εφόσον ζητηθεί, να παρέχει πρόσβαση στις υπηρεσίες αυτές σε κάθε άλλο αδειοδοτημένο ή καταχωρισμένο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών κατά τρόπο αντικειμενικό, αναλογικό και χωρίς διακρίσεις.

(34)Οι διατάξεις που σχετίζονται με την πρόσβαση στα συστήματα πληρωμών δεν θα πρέπει να ισχύουν για τα συστήματα που δημιουργούνται και λειτουργούνται από έναν και μόνο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών. Τα συστήματα αυτά μπορούν να λειτουργούν είτε σε άμεσο ανταγωνισμό με άλλα συστήματα πληρωμών είτε, συνηθέστερα, σε έναν εξειδικευμένο χώρο της αγοράς που δεν καλύπτεται από άλλα συστήματα πληρωμών. Τα συστήματα αυτά περιλαμβάνουν τα τριμερή συστήματα, συμπεριλαμβανομένων των τριμερών συστημάτων καρτών, στον βαθμό που δεν λειτουργούν ποτέ ως εκ των πραγμάτων τετραμερή συστήματα καρτών, στηριζόμενα μεταξύ άλλων σε κατόχους άδειας, αντιπροσώπους ή εταίρους του ίδιου εμπορικού σήματος. Επίσης, τα συστήματα αυτά περιλαμβάνουν συνήθως υπηρεσίες πληρωμών που προσφέρονται από παρόχους υπηρεσιών τηλεπικοινωνιών, όπου ο φορέας εκμετάλλευσης του συστήματος είναι ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών και για τον πληρωτή και για το δικαιούχο, καθώς και εσωτερικά συστήματα τραπεζικών ομίλων. Για να τονωθεί ο ανταγωνισμός που μπορούν να παρέχουν τα εν λόγω κλειστά συστήματα πληρωμών στα καθιερωμένα συνήθη συστήματα πληρωμών, δεν θα πρέπει να παρέχεται σε τρίτους πρόσβαση σε αυτά τα κλειστά ιδιόκτητα συστήματα πληρωμών. Ωστόσο, τα εν λόγω κλειστά συστήματα θα πρέπει να υπόκεινται πάντα στους ενωσιακούς και εθνικούς κανόνες ανταγωνισμού που μπορεί να απαιτούν τη χορήγηση πρόσβασης στα εν λόγω συστήματα προκειμένου να διατηρείται πραγματικός ανταγωνισμός στις αγορές πληρωμών.

(35)Τα ιδρύματα πληρωμών θα πρέπει να είναι σε θέση να ανοίγουν και να διατηρούν λογαριασμό σε πιστωτικό ίδρυμα προκειμένου να πληρούν τις οικείες απαιτήσεις αδειοδότησης όσον αφορά τη διαφύλαξη των κεφαλαίων των πελατών. Ωστόσο, όπως προκύπτει ειδικότερα από τη γνώμη της ΕΑΤ της 5ης Ιανουαρίου 2022 43 , παρά τις διατάξεις σχετικά με τους λογαριασμούς ιδρύματος πληρωμών σε εμπορική τράπεζα που ορίζονται στην οδηγία (ΕΕ) 2015/2366, ορισμένα ιδρύματα πληρωμών ή εταιρείες που υποβάλλουν αίτηση για άδεια ιδρύματος πληρωμών εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν πρακτικές από ορισμένα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία είτε αρνούνται να ανοίξουν λογαριασμό για αυτά είτε κλείνουν λογαριασμό, εφόσον υπάρχει, με βάση τον αντιληπτό υψηλότερο κίνδυνο της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Οι λεγόμενες πρακτικές «ελαχιστοποίησης των κινδύνων» δημιουργούν σημαντικές ανταγωνιστικές προκλήσεις για τα ιδρύματα πληρωμών.

(36)Ως εκ τούτου, τα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να παρέχουν λογαριασμό πληρωμών στα ιδρύματα πληρωμών και στους αιτούντες άδεια λειτουργίας ως ιδρύματος πληρωμών, καθώς και στους αντιπροσώπους και τους διανομείς τους, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες συντρέχουν σοβαροί λόγοι άρνησης της πρόσβασης. Είναι αναγκαίο να συμπεριληφθούν στην εν λόγω διάταξη οι αιτούντες άδεια λειτουργίας ως ιδρύματος πληρωμών, δεδομένου ότι ο τραπεζικός λογαριασμός στον οποίο μπορούν να διαφυλαχθούν τα κεφάλαια των πελατών αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση άδειας ιδρύματος πληρωμών. Στους λόγους άρνησης θα πρέπει να περιλαμβάνονται σοβαροί λόγοι για την υπόνοια άσκησης παράνομων δραστηριοτήτων από το ίδρυμα πληρωμών ή μέσω αυτού, ή το επιχειρηματικό μοντέλο ή προφίλ κινδύνου που προκαλεί σοβαρούς κινδύνους ή υπερβολικό κόστος συμμόρφωσης για το πιστωτικό ίδρυμα. Για παράδειγμα, τα επιχειρηματικά μοντέλα στα οποία τα ιδρύματα πληρωμών χρησιμοποιούν ένα τεράστιο δίκτυο αντιπροσώπων ενδέχεται να συνεπάγονται σημαντικό κόστος συμμόρφωσης με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (ΚΞΧ/ΧΤ). Ένα ίδρυμα πληρωμών θα πρέπει να έχει το δικαίωμα άσκησης προσφυγής κατά της άρνησης πιστωτικού ιδρύματος ενώπιον αρμόδιας αρχής που ορίζεται από κράτος μέλος. Προκειμένου να διευκολυνθεί η άσκηση του εν λόγω δικαιώματος προσφυγής, τα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να αιτιολογούν γραπτώς και αναλυτικά κάθε άρνηση παροχής λογαριασμού ή μεταγενέστερο κλείσιμο λογαριασμού. Η αιτιολόγηση αυτή θα πρέπει να αναφέρεται σε συγκεκριμένα στοιχεία που αφορούν το οικείο ίδρυμα πληρωμών και όχι σε γενικές ή γενικόλογες εκτιμήσεις. Για να διευκολυνθεί η εξέταση των προσφυγών από τις αρμόδιες αρχές κατά της άρνησης ή της ανάκλησης λογαριασμού και η αιτιολόγησή τους, η ΕΑΤ θα πρέπει να καταρτίσει εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα για την εναρμόνιση της παρουσίασης των εν λόγω αιτιολογήσεων.

(37)Για να προβαίνουν σε τεκμηριωμένες επιλογές και να είναι σε θέση να επιλέγουν εύκολα τον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εντός της Ένωσης, οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να λαμβάνουν συγκρίσιμες και σαφείς πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες πληρωμών. Για να εξασφαλιστεί ότι παρέχονται στους χρήστες των υπηρεσιών πληρωμών οι απαραίτητες, επαρκείς και κατανοητές πληροφορίες σχετικά με τη σύμβαση υπηρεσιών πληρωμών και τις πράξεις πληρωμής, είναι αναγκαίο να διευκρινιστούν και να εναρμονιστούν οι υποχρεώσεις των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών όσον αφορά την παροχή πληροφοριών στους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών.

(38)Κατά την παροχή των απαιτούμενων πληροφοριών στους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών, καθώς και τις πρακτικές πτυχές και την οικονομική αποδοτικότητα ανάλογα με την αντίστοιχη σύμβαση υπηρεσιών πληρωμών. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει είτε να προβαίνουν στην κοινοποίηση ενεργά και σε εύθετο χρόνο, χωρίς όχληση εκ μέρους του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών είτε να θέτουν τις πληροφορίες στη διάθεση των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών κατόπιν αιτήματος. Στη δεύτερη περίπτωση, οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να προβαίνουν σε συγκεκριμένες ενέργειες για να λάβουν τις πληροφορίες, μεταξύ άλλων υποβάλλοντας στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών ρητό αίτημα για τις εν λόγω πληροφορίες, συνδεόμενοι με θυρίδα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τραπεζικού λογαριασμού ή εισάγοντας μια τραπεζική κάρτα σε εκτυπωτή αντιγράφων κίνησης λογαριασμού. Για τους σκοπούς αυτούς, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να μεριμνούν ώστε να είναι δυνατή η πρόσβαση στις πληροφορίες και οι πληροφορίες να είναι διαθέσιμες στους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών.

(39)Δεδομένου ότι καταναλωτές και επιχειρήσεις δεν βρίσκονται στην ίδια ευάλωτη θέση, δεν χρειάζονται το ίδιο επίπεδο προστασίας. Παρότι είναι σημαντικό να διασφαλίζονται τα δικαιώματα του καταναλωτή με διατάξεις από τις οποίες δεν επιτρέπεται παρέκκλιση με σύμβαση, είναι λογικό να επιτρέπεται στις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς να προβαίνουν σε διαφορετική συμφωνία, όταν δεν συναλλάσσονται με πελάτες. Οι πολύ μικρές επιχειρήσεις, όπως ορίζονται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής 44 , μπορούν να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο όπως οι καταναλωτές. Θα πρέπει να εφαρμόζονται πάντοτε ορισμένοι κανόνες, ανεξάρτητα από την ιδιότητα του χρήστη.

(40)Για τη διατήρηση υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών, οι καταναλωτές θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν δωρεάν πληροφορίες σχετικά με τους όρους και τις τιμές των υπηρεσιών πριν δεσμευθούν από οποιαδήποτε σύμβαση παροχής υπηρεσιών πληρωμών. Για να μπορούν οι καταναλωτές να συγκρίνουν τις υπηρεσίες και τους όρους που προσφέρουν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών και, σε περίπτωση διαφοράς, να επαληθεύουν τα συμβατικά δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, οι καταναλωτές θα πρέπει να μπορούν να ζητούν τις εν λόγω πληροφορίες και τη σύμβαση-πλαίσιο σε έντυπη μορφή, δωρεάν και ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της συμβατικής σχέσης.

(41)Για να αυξηθεί το επίπεδο διαφάνειας, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να παρέχουν στον καταναλωτή βασικές πληροφορίες σχετικά με τις εκτελεσθείσες πράξεις πληρωμών χωρίς πρόσθετη επιβάρυνση. Σε περίπτωση μεμονωμένης πράξης πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν θα πρέπει να χρεώνει χωριστά την εν λόγω ενημέρωση. Ομοίως, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να παρέχουν δωρεάν και σε μηνιαία βάση επακόλουθες πληροφορίες σχετικά με πράξεις πληρωμών βάσει σύμβασης-πλαισίου. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία της διαφάνειας στην τιμολόγηση και τις διαφορετικές ανάγκες των πελατών, τα συμβαλλόμενα μέρη θα πρέπει να μπορούν να συμφωνούν μια χρέωση για συχνότερη ή πρόσθετη ενημέρωση.

(42)Τα μέσα πληρωμών μικρής αξίας θα πρέπει να είναι μια φθηνή και εύχρηστη εναλλακτική λύση στην περίπτωση αγαθών και υπηρεσιών με χαμηλή τιμή και δεν θα πρέπει να βαρύνονται με υπερβολικές απαιτήσεις. Θα πρέπει, επομένως, να περιορίζονται στις ουσιώδεις πληροφορίες οι σχετικές απαιτήσεις πληροφόρησης, καθώς και οι κανόνες εκτέλεσης των εν λόγω πληρωμών, λαμβάνοντας υπόψη επίσης τις τεχνικές δυνατότητες που μπορούν ευλόγως να αναμένονται από μέσα που χρησιμοποιούνται μόνον για πληρωμές μικρής αξίας. Παρά το απλούστερο καθεστώς, οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να έχουν επαρκή προστασία, ενόψει των περιορισμένων κινδύνων που ενέχουν τα εν λόγω μέσα πληρωμών, και ειδικότερα όσον αφορά τα προπληρωμένα μέσα πληρωμών.

(43)Στις μεμονωμένες πράξεις πληρωμής, οι ουσιώδεις πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται πάντα με ιδία πρωτοβουλία των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών. Δεδομένου ότι οι πληρωτές είναι συνήθως παρόντες όταν δίνουν την εντολή πληρωμής, δεν θα πρέπει είναι απαραίτητη πάντα η παροχή των εν λόγω πληροφοριών σε έντυπη μορφή ή σε άλλο σταθερό μέσο. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν τις πληροφορίες προφορικά ή να τις καθιστούν προσβάσιμες με άλλον τρόπο, μεταξύ άλλων, με την αναγραφή των όρων σε πίνακα ανακοινώσεων στις εγκαταστάσεις τους. Θα πρέπει επίσης να είναι διαθέσιμη ενημέρωση σχετικά με το πού βρίσκονται άλλες διεξοδικότερες πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένου του δικτυακού τόπου. Ωστόσο, όταν το ζητήσει ο καταναλωτής, οι ουσιώδεις πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών επίσης σε έντυπη μορφή ή με άλλο σταθερό μέσο.

(44)Οι ζητούμενες πληροφορίες θα πρέπει να είναι ανάλογες με τις ανάγκες των χρηστών. Οι απαιτήσεις πληροφόρησης για μία μεμονωμένη πράξη πληρωμής θα πρέπει να είναι διαφορετικές από τις απαιτήσεις πληροφόρησης για μια σύμβαση-πλαίσιο η οποία προβλέπει σειρά πράξεων πληρωμής.

(45)Για να είναι σε θέση να προβαίνουν σε συνειδητές επιλογές, οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να μπορούν να συγκρίνουν τις χρεώσεις των αυτόματων ταμειολογιστικών μηχανών (ATM) με τις χρεώσεις άλλων παρόχων. Για να αυξηθεί η διαφάνεια των χρεώσεων ATM για τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να παρέχουν στους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών πληροφορίες σχετικά με όλες τις ισχύουσες χρεώσεις για τις εγχώριες αναλήψεις σε ΑΤΜ σε διαφορετικές περιπτώσεις, ανάλογα με το ΑΤΜ από το οποίο πραγματοποιούν την ανάληψη μετρητών οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών.

(46)Οι συμβάσεις-πλαίσια και οι πράξεις πληρωμής που καλύπτουν από αυτές είναι συνηθέστερες και οικονομικώς σημαντικότερες από τις μεμονωμένες πράξεις πληρωμής. Εφόσον υπάρχει λογαριασμός πληρωμών ή συγκεκριμένο μέσο πληρωμών, απαιτείται σύμβαση-πλαίσιο. Ως εκ τούτου, οι απαιτήσεις για εκ των προτέρων πληροφόρηση σχετικά με τις συμβάσεις-πλαίσια θα πρέπει να είναι περιεκτικές και οι πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται πάντοτε σε έντυπη μορφή ή με άλλο σταθερό μέσο. Ωστόσο, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών και οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να είναι σε θέση να συμφωνήσουν στη σύμβαση-πλαίσιο τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να παρέχονται οι επακόλουθες πληροφορίες σχετικά με τις εκτελεσθείσες πράξεις πληρωμών.

(47)Οι συμβατικές διατάξεις δεν θα πρέπει να εισάγουν διακρίσεις σε βάρος των καταναλωτών που διαμένουν νόμιμα στην Ένωση, λόγω της υπηκοότητας ή του τόπου διαμονής τους. Όταν μια σύμβαση-πλαίσιο προβλέπει το δικαίωμα αναστολής της χρήσης μέσου πληρωμών για αντικειμενικώς αιτιολογημένους λόγους, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να επικαλεστεί το εν λόγω δικαίωμα για τον λόγο και μόνον ότι ο χρήστης των υπηρεσιών πληρωμών έχει αλλάξει τον τόπο διαμονής του εντός της Ένωσης.

(48)Για να εξασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών, τα κράτη μέλη θα πρέπει, προς το συμφέρον του καταναλωτή, να μπορούν να διατηρούν ή να θεσπίζουν περιορισμούς ή απαγορεύσεις σε μονομερείς αλλαγές των όρων μιας σύμβασης-πλαισίου, για παράδειγμα εάν δεν υπάρχει δικαιολογημένη αιτία για τη συγκεκριμένη αλλαγή.

(49)Για να διευκολυνθεί η κινητικότητα των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών, οι χρήστες θα πρέπει να μπορούν να καταγγείλουν μια σύμβαση-πλαίσιο χωρίς επιβάρυνση. Ωστόσο, όσον αφορά τις συμβάσεις που καταγγέλλονται από τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών σε λιγότερο από 6 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος τους, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν τέλη σύμφωνα με τις δαπάνες που προκύπτουν από την καταγγελία της σύμβασης-πλαισίου από τον χρήστη. Όταν, βάσει σύμβασης-πλαισίου, οι υπηρεσίες πληρωμών προσφέρονται από κοινού με τεχνικές υπηρεσίες που υποστηρίζουν την παροχή υπηρεσιών πληρωμών, όπως η μίσθωση τερματικών που χρησιμοποιούνται για υπηρεσίες πληρωμών, οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών δεν θα πρέπει να δεσμεύονται με τον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών μέσω πιο επαχθών όρων που καθορίζονται στις συμβατικές ρήτρες που διέπουν τις τεχνικές υπηρεσίες. Για τη διατήρηση του ανταγωνισμού, οι εν λόγω συμβατικοί όροι θα πρέπει να υπόκεινται στις απαιτήσεις της σύμβασης-πλαισίου σχετικά με τα τέλη λύσης της σύμβασης-πλαισίου σχετικά με τα τέλη τερματισμού. Για τους καταναλωτές, η προθεσμία προειδοποίησης δεν θα πρέπει να συμφωνηθεί μεγαλύτερη του ενός μηνός, και, για τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, μικρότερη των δύο μηνών. Οι κανόνες αυτοί θα πρέπει να ισχύουν με την επιφύλαξη της υποχρέωσης του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών να θέτει τέρμα στη σύμβαση υπηρεσιών πληρωμών σε εξαιρετικές περιστάσεις δυνάμει άλλων σχετικών πράξεων ενωσιακού ή εθνικού δικαίου, όπως αυτές για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, τυχόν ενέργειες που αφορούν τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων ή συγκεκριμένα μέτρα που συνδέονται με την πρόληψη και τη διερεύνηση εγκλημάτων.

(50)Για να επιτευχθεί η συγκρισιμότητα, οι εκτιμώμενες χρεώσεις μετατροπής νομισμάτων για μεταφορές πιστώσεων και εμβάσματα που πραγματοποιούνται εντός της Ένωσης και από την Ένωσης προς τρίτη χώρα θα πρέπει να εκφράζονται με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή ως ποσοστό προσαύξησης επί της πλέον πρόσφατης διαθέσιμης αναφοράς συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ που εκδίδεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Όταν γίνεται αναφορά σε «χρεώσεις» στον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει επίσης να καλύπτονται, κατά περίπτωση, οι χρεώσεις «μετατροπής νομισμάτων».

(51)Η εμπειρία έχει δείξει ότι ο καταμερισμός των χρεώσεων μεταξύ πληρωτή και δικαιούχου είναι το πιο αποτελεσματικό σύστημα γιατί διευκολύνει την αυτοματοποιημένη επεξεργασία των πληρωμών. Θα πρέπει συνεπώς να προβλέπεται η άμεση είσπραξη των χρεώσεων από τον πληρωτή και το δικαιούχο εκ μέρους των αντίστοιχων παρόχων υπηρεσιών πληρωμών. Το ύψος των τυχόν χρεώσεων μπορεί να είναι και μηδενικό, δεδομένου ότι οι κανόνες δεν θα πρέπει να θίγουν την πρακτική κατά την οποία ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν χρεώνει τους καταναλωτές για την πίστωση των λογαριασμών τους. Ομοίως, ανάλογα με τους όρους της σύμβασης, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών μπορεί να χρεώνει μόνο τον δικαιούχο για τη χρήση της υπηρεσίας πληρωμής, οπότε προκύπτει μηδενική χρέωση του πληρωτή. Είναι δυνατό τα συστήματα πληρωμής να επιβάλουν χρεώσεις υπό μορφή συνδρομής. Οι διατάξεις για το μεταφερόμενο ποσό ή τις τυχόν χρεώσεις δεν έχουν καμία άμεση επίδραση στην τιμολόγηση μεταξύ παρόχων υπηρεσιών πληρωμών ή τυχόν μεσαζόντων.

(52)Η πρόσθετη χρέωση είναι μια χρέωση που επιβάλλεται από τους εμπόρους στους καταναλωτές, η οποία προστίθεται στη ζητούμενη τιμή για αγαθά και υπηρεσίες όταν ο καταναλωτής χρησιμοποιεί συγκεκριμένη μέθοδο πληρωμής. Ένας από τους λόγους για την επιβολή πρόσθετων χρεώσεων είναι να κατευθύνονται οι καταναλωτές σε φθηνότερα ή αποδοτικότερα μέσα πληρωμών, ενισχύοντας έτσι τον ανταγωνισμό μεταξύ εναλλακτικών μεθόδων πληρωμής. Σύμφωνα με το καθεστώς που θεσπίστηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2015/2366, οι δικαιούχοι δεν είχαν τη δυνατότητα να ζητούν χρεώσεις για τη χρήση μέσων πληρωμών για τα οποία οι διατραπεζικές προμήθειες ρυθμίζονται βάσει του κεφαλαίου II του κανονισμού (ΕΕ) 2015/751, δηλαδή για καταναλωτικές χρεωστικές και πιστωτικές κάρτες που εκδίδονται στο πλαίσιο τετραμερών συστημάτων καρτών, και για τις υπηρεσίες πληρωμών στις οποίες εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 260/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 45 , δηλαδή πράξεις μεταφοράς πίστωσης και άμεσης χρέωσης σε ευρώ εντός της Ένωσης. Τα κράτη μέλη μπορούσαν σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 να απαγορεύουν επιπλέον ή να περιορίζουν το δικαίωμα του δικαιούχου να ζητεί επιβάρυνση, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να ενθαρρυνθεί ο ανταγωνισμός και να προωθηθεί η χρήση αποτελεσματικών μέσων πληρωμών.

(53)Τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν κατά την επανεξέταση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 δείχνουν ότι οι ισχύοντες κανόνες για τις χρεώσεις είναι κατάλληλοι και είχαν θετικό αντίκτυπο. Δεν υπάρχει επιτακτική ανάγκη για περαιτέρω ευθυγράμμιση των πρακτικών χρέωσης μεταξύ των κρατών μελών, δεδομένου ότι η υφιστάμενη απαγόρευση επιβολής πρόσθετων χρεώσεων ισχύει ήδη για πολύ μεγάλο μέρος των πληρωμών στην Ένωση. Εκτιμάται ότι το 95 % των πληρωμών με κάρτα υπόκεινται στην ισχύουσα απαγόρευση επιβολής πρόσθετων χρεώσεων. Επιπλέον, όταν εφαρμόζεται πρόσθετη χρέωση, περιορίζεται στο πραγματικό κόστος με το οποίο επιβαρύνεται ο έμπορος. Ωστόσο, κατά την επανεξέταση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, η Επιτροπή εντόπισε διαφορετικές ερμηνείες όσον αφορά τα μέσα πληρωμών που καλύπτονται από την απαγόρευση επιβολής πρόσθετων χρεώσεων. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να επεκταθεί ρητά η απαγόρευση των πρόσθετων χρεώσεων σε όλες τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις και όχι μόνο σε εκείνες που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 260/2012, όπως έγινε στην περίπτωση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366.

(54)Οι υπηρεσίες πληροφοριών λογαριασμού και οι υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών, οι οποίες είναι συχνά γνωστές, συλλογικά, ως «υπηρεσίες ανοικτής τραπεζικής», είναι υπηρεσίες πληρωμών που περιλαμβάνουν την πρόσβαση στα δεδομένα ενός χρήστη υπηρεσιών πληρωμών από παρόχους υπηρεσιών πληρωμών οι οποίοι δεν τηρούν κεφάλαια του κατόχου του λογαριασμού ούτε εξυπηρετούν λογαριασμό πληρωμών. Οι υπηρεσίες πληροφοριών λογαριασμού επιτρέπουν τη συγκέντρωση των δεδομένων του χρήστη, κατόπιν αιτήματος του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, με διαφόρους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού σε έναν και μόνο τόπο. Οι υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών επιτρέπουν την έναρξη πληρωμής από τον λογαριασμό του χρήστη, όπως μεταφορά πίστωσης ή άμεση χρέωση, με εύχρηστο τρόπο για τον χρήστη και τον δικαιούχο χωρίς τη χρήση κάποιου μέσου, όπως κάρτα πληρωμών.

(55)Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα πρέπει να επιτρέπουν την πρόσβαση των παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και των παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών σε δεδομένα λογαριασμού πληρωμών, εφόσον ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών μπορεί να έχει επιγραμμική πρόσβαση στον λογαριασμό πληρωμών και έχει χορηγήσει άδεια για την εν λόγω πρόσβαση. Η οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 βασίστηκε στην αρχή της πρόσβασης σε δεδομένα λογαριασμών πληρωμών χωρίς να απαιτείται συμβατική σχέση μεταξύ του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού και των παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή στην πράξη η χρέωση για την πρόσβαση στα δεδομένα. Η πρόσβαση σε δεδομένα στο πλαίσιο της ανοικτής τραπεζικής πραγματοποιείται στην εν λόγω μη συμβατική βάση, και χωρίς χρέωση, από την εφαρμογή της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366. Αν οι ρυθμιζόμενες υπηρεσίες πρόσβασης σε δεδομένα υπέκειντο σε χρέωση, ελλείψει επιβολής χρέωσης μέχρι σήμερα, ο αντίκτυπος στη συνέχιση της παροχής των υπηρεσιών αυτών και, ως εκ τούτου, στον ανταγωνισμό και στην καινοτομία στις αγορές πληρωμών θα μπορούσε να είναι πολύ σημαντικός. Ως εκ τούτου, η αρχή αυτή θα πρέπει να διατηρηθεί. Η διατήρηση της προσέγγισης αυτής συνάδει με τα κεφάλαια III και IV της πρότασης κανονισμού για εναρμονισμένους κανόνες σχετικά με τη δίκαιη πρόσβαση σε δεδομένα και τη δίκαιη χρήση τους (πράξη για τα δεδομένα) 46 , και ειδικότερα με το άρθρο 9 παράγραφος 3 της εν λόγω πρότασης σχετικά με την αποζημίωση, το οποίο δεν θίγει ο παρών κανονισμός. Η πρόταση κανονισμού της Επιτροπής σχετικά με την πρόσβαση σε χρηματοοικονομικές πληροφορίες (κανονισμός FIDA) προβλέπει πιθανή αποζημίωση για την πρόσβαση σε δεδομένα, η οποία θα καλύπτεται από τον κανονισμό FIDA. Ως εκ τούτου, το καθεστώς αυτό θα είναι διαφορετικό από εκείνο που διέπεται από τον παρόντα κανονισμό. Αυτή η διαφορετική αντιμετώπιση δικαιολογείται από το γεγονός ότι, σε αντίθεση με την πρόσβαση σε δεδομένα λογαριασμών πληρωμών, η οποία ρυθμίζεται από το δίκαιο της Ένωσης από την έναρξη ισχύος της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, η πρόσβαση σε άλλα χρηματοοικονομικά δεδομένα δεν έχει αποτελέσει ακόμα αντικείμενο ενωσιακής νομοθεσίας. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει κίνδυνος διατάραξης, καθώς, σε αντίθεση με την πρόσβαση σε δεδομένα λογαριασμών πληρωμών, η αγορά αυτή είναι αναδυόμενη και θα ρυθμιστεί για πρώτη φορά με τον κανονισμό FIDA.

(56)Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού και οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών μπορούν να συνάπτουν συμβατική σχέση, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο πολυμερούς συμβατικής ρύθμισης (π.χ. συστήματος), με πιθανή αποζημίωση, για την πρόσβαση σε δεδομένα λογαριασμών πληρωμών και την παροχή υπηρεσιών ανοικτής τραπεζικής πέραν εκείνων που απαιτούνται από τον παρόντα κανονισμό. Παράδειγμα τέτοιων υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας που προσφέρονται μέσω των λεγόμενων διεπαφών προγραμματισμού εφαρμογών (API) «υψηλής ποιότητας» είναι η δυνατότητα προγραμματισμού μελλοντικών μεταβλητών επαναλαμβανόμενων πληρωμών. Κάθε αποζημίωση για τις εν λόγω υπηρεσίες θα πρέπει να συνάδει με τα κεφάλαια III και IV της προτεινόμενης πράξης για τα δεδομένα μετά την ημερομηνία εφαρμογής της, και ειδικότερα όσον αφορά το άρθρο 9 παράγραφοι 1 και 2 σχετικά με την αποζημίωση. Η πρόσβαση των παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών σε δεδομένα λογαριασμών πληρωμών που ρυθμίζονται βάσει του παρόντος κανονισμού χωρίς απαίτηση συμβατικής σχέσης, και συνεπώς χωρίς χρέωση, θα πρέπει να είναι πάντα δυνατή ακόμη και σε περιπτώσεις στις οποίες υφίσταται πολυμερής συμβατική ρύθμιση (π.χ. σύστημα) και στις οποίες είναι επίσης διαθέσιμα τα ίδια δεδομένα στο πλαίσιο της εν λόγω πολυμερούς συμβατικής ρύθμισης.

(57)Για να εξασφαλιστεί υψηλό επίπεδο ασφάλειας όσον αφορά την πρόσβαση και την ανταλλαγή δεδομένων, η πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών και στα δεδομένα που περιέχονται σε αυτούς θα πρέπει, εκτός από ειδικές περιστάσεις, να παρέχεται σε παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών μέσω διεπαφής, ειδικά σχεδιασμένης για σκοπούς «ανοικτής τραπεζικής», όπως μια API. Για τον σκοπό αυτό, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα πρέπει να καθιερώσει ασφαλή επικοινωνία με τους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών. Για να αποφευχθεί οποιαδήποτε αβεβαιότητα ως προς το ποιος έχει πρόσβαση στα δεδομένα του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, η ειδική διεπαφή θα πρέπει να επιτρέπει στους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών να δίνουν τα στοιχεία ταυτοποίησής τους στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού και να επαφίενται στις διαδικασίες εξακρίβωσης που παρέχει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού στον χρήστη της υπηρεσίας πληρωμών. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών θα πρέπει, κατά γενικό κανόνα, να χρησιμοποιούν τη διεπαφή που προορίζεται για την πρόσβασή τους και, ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούν τη διεπαφή πελάτη παρόχου υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για τον σκοπό της πρόσβασης σε δεδομένα, εκτός από τις περιπτώσεις αδυναμίας ή μη διαθεσιμότητας της ειδικής διεπαφής σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Υπό τις συνθήκες αυτές, η επιχειρησιακή τους συνέχεια θα διέτρεχε κίνδυνο λόγω της αδυναμίας τους να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα για τα οποία τους έχει χορηγηθεί άδεια. Είναι απαραίτητο οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών να μπορούν ανά πάσα στιγμή να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που είναι απαραίτητα για την εξυπηρέτηση των πελατών τους.

(58)Για να διευκολυνθεί η ομαλή χρήση της ειδικής διεπαφής, οι τεχνικές προδιαγραφές της θα πρέπει να τεκμηριώνονται επαρκώς και ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα πρέπει να δημοσιοποιεί μια περίληψη. Για να δοθεί η δυνατότητα στους παρόχους υπηρεσιών ανοικτής τραπεζικής να προετοιμάσουν επαρκώς τη μελλοντική τους πρόσβαση και να επιλύουν τυχόν τεχνικά προβλήματα, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα πρέπει να επιτρέπει στους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών να δοκιμάζουν τη διεπαφή πριν από την ημερομηνία ενεργοποίησής της. Μόνο οι αδειοδοτημένοι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα λογαριασμού πληρωμών μέσω της εν λόγω διεπαφής, παρότι οι αιτούντες άδεια ως πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών θα πρέπει να μπορούν να συμβουλεύονται τις τεχνικές προδιαγραφές. Προκειμένου να διασφαλιστεί η διαλειτουργικότητα των διαφόρων τεχνολογικών λύσεων επικοινωνίας, η διεπαφή θα πρέπει να χρησιμοποιεί πρότυπα επικοινωνίας που έχουν αναπτυχθεί από διεθνείς ή ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN) ή του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης (ISO).

(59)Προκειμένου οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών να διασφαλίζουν ανά πάσα στιγμή την επιχειρησιακή τους συνέχεια και να είναι σε θέση να παρέχουν στους πελάτες τους υπηρεσίες υψηλής ποιότητας, η ειδική διεπαφή που αναμένεται να χρησιμοποιούν πρέπει να πληροί απαιτήσεις υψηλού επιπέδου όσον αφορά τις επιδόσεις και τις λειτουργικές δυνατότητες. Θα πρέπει να διασφαλίζει τουλάχιστον την «ισοτιμία δεδομένων» με τη διεπαφή πελάτη που παρέχεται στους οικείους χρήστες από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού και, ως εκ τούτου, να περιλαμβάνει τα δεδομένα λογαριασμού πληρωμών που διατίθενται επίσης στους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών στη διεπαφή που τους παρέχει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού. Όσον αφορά τις υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών, η ειδική διεπαφή θα πρέπει να επιτρέπει, πέραν της έναρξης μεμονωμένων πληρωμών, και την έναρξη πάγιων εντολών και άμεσων χρεώσεων. Λεπτομερέστερες απαιτήσεις για τις ειδικές διεπαφές θα πρέπει να καθορίζονται στα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που καταρτίζει η ΕΑΤ.

(60)Δεδομένων των δραματικών επιπτώσεων που θα είχε μια παρατεταμένη μη διαθεσιμότητα ειδικής διεπαφής στην επιχειρησιακή συνέχεια των παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και των παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα πρέπει να αποκαθιστούν την εν λόγω μη διαθεσιμότητα χωρίς καθυστέρηση. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα πρέπει να ενημερώνουν, χωρίς καθυστέρηση, τους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών για κάθε τέτοια μη διαθεσιμότητα της ειδικής διεπαφής τους και για τα μέτρα που λαμβάνονται για την αποκατάστασή της. Σε περίπτωση μη διαθεσιμότητας της ειδικής διεπαφής και όταν δεν προσφέρεται αποτελεσματική εναλλακτική λύση από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών θα πρέπει να είναι σε θέση να διατηρούν την επιχειρησιακή τους συνέχεια. Θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ζητούν από την οικεία εθνική αρμόδια αρχή να κάνει χρήση της διεπαφής που παρέχεται στους χρήστες της από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού έως ότου καταστεί εκ νέου διαθέσιμη η ειδική διεπαφή. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει, μόλις λάβει το αίτημα, να λάβει σχετική απόφαση χωρίς καθυστέρηση. Εν αναμονή της απόφασης της αρχής, οι αιτούντες πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν προσωρινά τη διεπαφή που παρέχεται στους χρήστες της από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού. Η σχετική αρμόδια αρχή θα πρέπει να παρέχει στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού προθεσμία για την αποκατάσταση της πλήρους λειτουργίας της ειδικής διεπαφής, με δυνατότητα επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση μη τήρησης της προθεσμίας. Θα πρέπει να επιτρέπεται σε όλους τους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών, και όχι μόνο σε εκείνους που υπέβαλαν το αίτημα, να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που χρειάζονται για να διασφαλίσουν την επιχειρησιακή τους συνέχεια.

(61)Η εν λόγω προσωρινή άμεση πρόσβαση δεν θα πρέπει να έχει αρνητικές επιπτώσεις στους καταναλωτές. Ως εκ τούτου, οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών θα πρέπει πάντα να ταυτοποιούνται δεόντως και να τηρούν όλες τις υποχρεώσεις τους, όπως τα όρια της άδειας που τους χορηγήθηκε, και θα πρέπει ειδικότερα να έχουν πρόσβαση μόνο στα δεδομένα που χρειάζονται για την εκπλήρωση των συμβατικών τους υποχρεώσεων και την παροχή της ρυθμιζόμενης υπηρεσίας. Σε κάθε περίπτωση, δεν θα πρέπει να πραγματοποιείται ποτέ πρόσβαση σε δεδομένα λογαριασμού πληρωμών χωρίς κατάλληλη ταυτοποίηση (τη λεγόμενη «συλλογή δεδομένων οθόνης» ή «screen-scraping»).

(62)Δεδομένου ότι η δημιουργία ειδικής διεπαφής θα μπορούσε, για ορισμένους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, να θεωρηθεί δυσανάλογα επαχθής, η εθνική αρμόδια αρχή θα πρέπει να είναι σε θέση να εξαιρεί έναν πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, κατόπιν αιτήματός του, από την υποχρέωση να διαθέτει ειδική διεπαφή πρόσβασης σε δεδομένα και είτε να προσφέρει πρόσβαση σε δεδομένα πληρωμών μόνο μέσω της οικείας «διεπαφής πελατών» είτε να μην προσφέρει καθόλου διεπαφή πρόσβασης σε δεδομένα ανοικτής τραπεζικής. Η πρόσβαση σε δεδομένα μέσω της διεπαφής του πελάτη (χωρίς ειδική διεπαφή) μπορεί να ενδείκνυται στην περίπτωση πολύ μικρού παρόχου υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για τον οποίο η ειδική διεπαφή θα αποτελούσε σημαντική οικονομική επιβάρυνση και επιβάρυνση πόρων. Η εξαίρεση από την υποχρέωση διατήρησης διεπαφής πρόσβασης σε δεδομένα «ανοικτής τραπεζικής» μπορεί να δικαιολογείται όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού διαθέτει συγκεκριμένο επιχειρηματικό μοντέλο, για παράδειγμα όταν οι υπηρεσίες ανοικτής τραπεζικής δεν παρουσιάζουν ενδιαφέρον για τους πελάτες του. Τα λεπτομερή κριτήρια για τη χορήγηση τέτοιων διαφορετικών ειδών αποφάσεων εξαίρεσης θα πρέπει να καθορίζονται σε ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που καταρτίζει η ΕΑΤ.

(63)Για να αξιοποιηθεί πλήρως το δυναμικό της ανοικτής τραπεζικής στην Ένωση, είναι σημαντικό να αποτρέπεται κάθε διακριτική μεταχείριση των παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και των παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών από παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού. Όταν ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών έχει αποφασίσει να χρησιμοποιήσει τις υπηρεσίες παρόχου υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα πρέπει να αντιμετωπίζει την εντολή αυτή με τον ίδιο τρόπο που θα χειριστεί το εν λόγω αίτημα, εφόσον υποβάλλεται από τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών απευθείας στη «διεπαφή πελάτη» του, εκτός εάν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού έχει αντικειμενικούς λόγους να χειριστεί το αίτημα πρόσβασης στον λογαριασμό με διαφορετικό τρόπο, συμπεριλαμβανομένων των σοβαρών υπονοιών απάτης.

(64)Για την παροχή υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα πρέπει να παρέχει στον πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών όλες τις πληροφορίες στις οποίες έχει πρόσβαση σχετικά με την εκτέλεση της πράξης πληρωμής, αμέσως μετά τη λήψη της εντολής πληρωμής. Ορισμένες φορές, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού έχει στη διάθεσή του περισσότερες πληροφορίες μετά την παραλαβή της εντολής πληρωμής, αλλά πριν από την εκτέλεση της πράξης πληρωμής. Κατά περίπτωση, όσον αφορά την εντολή πληρωμής και την εκτέλεση της πράξης πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα πρέπει να παρέχει τις πληροφορίες αυτές στον πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών. Ο πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών θα πρέπει να αξιοποιεί τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες προκειμένου να αξιολογεί τους κινδύνους μη εκτέλεσης της πράξης που κινήθηκε. Οι πληροφορίες αυτές είναι απαραίτητες προκειμένου ο πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών να μπορεί να προσφέρει στον δικαιούχο για λογαριασμό του οποίου κινεί τη συναλλαγή, μια υπηρεσία η ποιότητα της οποίας μπορεί να ανταγωνιστεί άλλα μέσα ηλεκτρονικών πληρωμών που έχει στη διάθεσή του ο δικαιούχος, συμπεριλαμβανομένων των καρτών πληρωμής.

(65)Για να αυξηθεί η εμπιστοσύνη στην ανοικτή τραπεζική, είναι σημαντικό οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών που χρησιμοποιούν πληροφορίες λογαριασμού και υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών να έχουν τον πλήρη έλεγχο των δεδομένων τους και να έχουν πρόσβαση σε σαφείς πληροφορίες σχετικά με τις άδειες πρόσβασης σε δεδομένα που έχουν χορηγήσει οι εν λόγω χρήστες υπηρεσιών πληρωμών σε παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, συμπεριλαμβανομένου του σκοπού της άδειας και των σχετικών κατηγοριών δεδομένων λογαριασμού πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων ταυτότητας του λογαριασμού, της συναλλαγής και του υπολοίπου λογαριασμού. Ως εκ τούτου, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα πρέπει να θέτουν στη διάθεση των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών που χρησιμοποιούν τις εν λόγω υπηρεσίες έναν «πίνακα», για την παρακολούθηση και την ανάκληση ή την εκ νέου χορήγηση πρόσβασης σε δεδομένα που χορηγείται σε παρόχους υπηρεσιών «ανοικτής τραπεζικής». Οι άδειες για την έναρξη εφάπαξ πληρωμών δεν θα πρέπει να περιλαμβάνονται στον εν λόγω πίνακα. Ο πίνακας δεν μπορεί να επιτρέπει σε χρήστη υπηρεσιών πληρωμών να χορηγεί νέες άδειες πρόσβασης σε δεδομένα σε πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών στον οποίο δεν έχει χορηγηθεί προηγούμενη πρόσβαση σε δεδομένα. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα πρέπει να ενημερώνουν αμέσως τους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και τους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών για τυχόν ανάκληση της πρόσβασης σε δεδομένα. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών θα πρέπει να ενημερώνουν αμέσως τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού σχετικά με τις νέες και εκ νέου χορηγηθείσες άδειες πρόσβασης σε δεδομένα που χορηγούνται από τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών, συμπεριλαμβανομένης της διάρκειας ισχύος της άδειας και του σκοπού της (ειδικότερα εάν η ενοποίηση των δεδομένων είναι προς όφελος του χρήστη ή για διαβίβαση σε τρίτο). Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού δεν θα πρέπει να ενθαρρύνει, με κανέναν τρόπο, τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών να αποσύρει τις άδειες που έχουν χορηγηθεί σε παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών. Ο πίνακας θα πρέπει να προειδοποιεί τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών με τυποποιημένο τρόπο για τον κίνδυνο πιθανών συμβατικών συνεπειών που ενέχει η απόσυρση της πρόσβασης σε δεδομένα σε πάροχο υπηρεσιών ανοικτής τραπεζικής, δεδομένου ότι ο πίνακας δεν διαχειρίζεται τη συμβατική σχέση μεταξύ του χρήστη και ενός παρόχου «ανοικτής τραπεζικής», αλλά εναπόκειται στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών να επαληθεύει τον εν λόγω κίνδυνο. Ο πίνακας αδειών θα πρέπει να παρέχει στους πελάτες τη δυνατότητα να διαχειρίζονται τις άδειές τους με ενημερωμένο και αμερόληπτο τρόπο και να παρέχει στους πελάτες ισχυρό μέτρο ελέγχου του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποιούνται τα δεδομένα προσωπικού και μη προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν. Στον πίνακα αδειών θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, κατά περίπτωση, οι απαιτήσεις προσβασιμότητας της οδηγίας (ΕΕ) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

(66)Από την επανεξέταση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 προέκυψε ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν πολλά αδικαιολόγητα εμπόδια, παρά το επίπεδο εναρμόνισης που έχει επιτευχθεί και την απαγόρευση των εν λόγω εμποδίων που επιβάλλει το άρθρο 32 παράγραφος 3 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2018/389 της Επιτροπής 47 . Τα εν λόγω εμπόδια εξακολουθούν να βλάπτουν σημαντικά το πλήρες δυναμικό της ανοικτής τραπεζικής στην Ένωση. Τα εμπόδια αυτά αναφέρονται τακτικά από τους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών στις εποπτικές αρχές, τις ρυθμιστικές αρχές και την Επιτροπή. Αναλύθηκαν στη γνώμη που εξέδωσε η ΕΑΤ τον Ιούνιο του 2020 με θέμα τα εμπόδια στην παροχή υπηρεσιών από τρίτους παρόχους δυνάμει της οδηγίας για τις υπηρεσίες πληρωμών. Παρά τις διευκρινιστικές προσπάθειες που καταβλήθηκαν, εξακολουθεί να επικρατεί μεγάλη αβεβαιότητα, τόσο στην αγορά όσο και στις εποπτικές αρχές, σχετικά με το τι συνιστά «απαγορευμένο εμπόδιο» στις ρυθμιζόμενες υπηρεσίες ανοικτής τραπεζικής. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να παρασχεθεί σαφής και μη εξαντλητικός κατάλογος των απαγορευμένων εμποδίων για την ανοικτή τραπεζική, με βάση ειδικότερα της εργασίες της ΕΑΤ.

(67)Η υποχρέωση ασφαλούς φύλαξης των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας είναι υψίστης σημασίας για την προστασία των κεφαλαίων του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών και για τον περιορισμό των κινδύνων που συνδέονται με περιπτώσεις απάτης και μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης σε λογαριασμούς πληρωμών. Ωστόσο, οι όροι και οι προϋποθέσεις ή άλλες υποχρεώσεις που επιβάλλουν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών στους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών σε σχέση με την ασφαλή φύλαξη των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας δεν θα πρέπει να καταρτίζονται κατά τρόπο που να εμποδίζει τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών να αξιοποιούν τις υπηρεσίες που προσφέρονται από άλλους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και των υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού. Οι εν λόγω όροι και προϋποθέσεις δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν ρήτρες που θα δυσχεραίνουν με οποιονδήποτε τρόπο τη χρήση των υπηρεσιών πληρωμών άλλων παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας ή καταχωριστεί σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) ΧΧΧ (PSD3). Επιπλέον, κρίνεται σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι για τις δραστηριότητες των παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και των παρόχων υπηρεσίας πληροφοριών λογαριασμού, το όνομα του δικαιούχου του λογαριασμού και ο αριθμός του λογαριασμού δεν συνιστούν ευαίσθητα δεδομένα πληρωμών.

(68)Για να είναι πλήρως επιτυχής, η «ανοικτή τραπεζική» απαιτεί την αυστηρή και αποτελεσματική επιβολή των κανόνων που ρυθμίζουν την εν λόγω δραστηριότητα. Δεδομένου ότι δεν υπάρχει ενιαία αρχή σε επίπεδο Ένωσης για την επιβολή των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων «ανοικτής τραπεζικής», οι εθνικές αρμόδιες αρχές αποτελούν το πρώτο επίπεδο επιβολής του νόμου για την ανοικτή τραπεζική. Είναι σημαντικό οι εθνικές αρμόδιες αρχές να διασφαλίζουν με προορατικό και αυστηρό τρόπο την τήρηση του ενωσιακού ρυθμιζόμενου πλαισίου για την «ανοικτή τραπεζική». Η ανεπαρκής επιβολή από τις αρμόδιες αρχές παρουσιάζεται τακτικά από τους φορείς ανοικτής τραπεζικής ως ένας από τους λόγους για τους οποίους η αξιοποίησή της στην Ένωση εξακολουθεί να είναι περιορισμένη. Οι εθνικές αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διαθέτουν τους κατάλληλους πόρους για την αποτελεσματική και αποδοτική εκτέλεση των καθηκόντων επιβολής. Οι εθνικές αρμόδιες αρχές θα πρέπει να προωθούν και να διαμεσολαβούν σε έναν ομαλό και τακτικό διάλογο μεταξύ των διαφόρων παραγόντων του οικοσυστήματος «ανοικτής τραπεζικής». Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού και οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών που δεν συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους θα πρέπει να υπόκεινται σε κατάλληλες κυρώσεις. Η τακτική παρακολούθηση της αγοράς «ανοικτής τραπεζικής» στην Ένωση από τις αρμόδιες αρχές, υπό τον συντονισμό της ΕΑΤ, θα πρέπει να διευκολύνει την επιβολή και η συλλογή δεδομένων σχετικά με την αγορά «ανοικτής τραπεζικής» θα καλύψει το κενό δεδομένων που υπάρχει επί του παρόντος, εμποδίζοντας την αποτελεσματική μέτρηση της πραγματικής αξιοποίησης της «ανοικτής τραπεζικής» στην Ένωση. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε όργανα επίλυσης διαφορών, σύμφωνα με το άρθρο 10 της πρότασης πράξης για τα δεδομένα, μόλις αρχίσει να ισχύει ο εν λόγω κανονισμός.

(69)Η παράλληλη χρήση του όρου «ρητή συγκατάθεση» στην οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 και στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 48 έχει οδηγήσει σε παρερμηνείες. Αντικείμενο της ρητής συγκατάθεσης βάσει του άρθρου 94 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 είναι η άδεια πρόσβασης στα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, ώστε να είναι δυνατή η επεξεργασία και αποθήκευση αυτών των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που είναι απαραίτητα για την παροχή της υπηρεσίας πληρωμών. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να δοθούν διευκρινίσεις για να αυξηθεί η ασφάλεια δικαίου και να υπάρξει σαφής διαφοροποίηση με τους κανόνες προστασίας των δεδομένων. Όπου χρησιμοποιείται ο όρος «ρητή συγκατάθεση» στην οδηγία (ΕΕ) 2015/2366, θα πρέπει να χρησιμοποιείται ο όρος «άδεια» στον παρόντα κανονισμό. Όταν γίνεται αναφορά σε «άδεια», η αναφορά αυτή δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών δυνάμει του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679. Ως εκ τούτου, η άδεια δεν θα πρέπει να ερμηνεύεται αποκλειστικά ως «συγκατάθεση» ή «ρητή συγκατάθεση», όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.

(70)Η ασφάλεια των μεταφορών πίστωσης έχει θεμελιώδη σημασία για την αύξηση της εμπιστοσύνης των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών σε αυτές τις υπηρεσίες και για τη διασφάλιση της χρήσης τους. Οι πληρωτές που προτίθενται να αποστείλουν μεταφορά πίστωσης σε συγκεκριμένο δικαιούχο πληρωμής μπορεί, λόγω απάτης ή σφάλματος, να παρέχουν αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης που δεν αντιστοιχεί σε λογαριασμό που τηρεί ο εν λόγω δικαιούχος. Προκειμένου να συμβάλουν στη μείωση της απάτης και των σφαλμάτων, οι χρήστες των υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να επωφελούνται από μια υπηρεσία η οποία θα επαληθεύει αν υπάρχει οποιαδήποτε απόκλιση μεταξύ του αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης του δικαιούχου και του ονόματος του δικαιούχου που παρέχεται από τον πληρωτή και, σε περίπτωση εντοπισμού τυχόν τέτοιων αποκλίσεων, θα ενημερώνει σχετικά τον πληρωτή. Οι υπηρεσίες αυτές είχαν, στις χώρες στις οποίες υφίστανται, σημαντικό θετικό αντίκτυπο στο επίπεδο της απάτης και των σφαλμάτων. Δεδομένης της σημασίας της εν λόγω υπηρεσίας για την πρόληψη της απάτης και των σφαλμάτων, η εν λόγω υπηρεσία θα πρέπει να διατίθεται στους καταναλωτές δωρεάν. Για την αποφυγή αδικαιολόγητων τριβών ή καθυστερήσεων στην επεξεργασία της συναλλαγής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή θα πρέπει να παρέχει την εν λόγω ειδοποίηση εντός λίγων δευτερολέπτων από τη στιγμή που ο πληρωτής εισάγει τα στοιχεία του δικαιούχου. Για να μπορεί ο πληρωτής να αποφασίσει αν θα προβεί στη σκοπούμενη συναλλαγή, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή θα πρέπει να παρέχει την εν λόγω ειδοποίηση προτού ο πληρωτής εγκρίνει τη συναλλαγή. Ορισμένοι πληρωτές ενδέχεται να έχουν στη διάθεσή τους ορισμένες λύσεις για την εκκίνηση μεταφοράς πίστωσης, οι οποίες τους επιτρέπουν να δίνουν εντολή πληρωμής χωρίς να εισάγουν οι ίδιοι το αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης. Αντιθέτως, τα εν λόγω στοιχεία δεδομένων παρέχονται από τον πάροχο της εν λόγω λύσης εκκίνησης. Στις περιπτώσεις αυτές, δεν υπάρχει ανάγκη για την ύπαρξη υπηρεσίας που να επαληθεύει την αντιστοιχία μεταξύ του αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης και του ονόματος του δικαιούχου, δεδομένου ότι ο κίνδυνος απάτης ή σφαλμάτων είναι σημαντικά μειωμένος.

(71)Ο κανονισμός (ΕΕ) XXX για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012 προβλέπει την παροχή υπηρεσίας επαλήθευσης της αντιστοιχίας μεταξύ του αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης και του ονόματος του δικαιούχου στους χρήστες άμεσων μεταφορών πίστωσης σε ευρώ. Για να επιτευχθεί ένα συνεκτικό πλαίσιο για όλες τις μεταφορές πίστωσης, αποφεύγοντας παράλληλα τυχόν περιττή επικάλυψη, η υπηρεσία επαλήθευσης που αναφέρεται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνο στις μεταφορές πίστωσης που δεν καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΕ) XXX για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012.

(72)Ορισμένα χαρακτηριστικά του ονόματος του δικαιούχου πληρωμής στον λογαριασμό του οποίου επιθυμεί να πραγματοποιήσει μεταφορά πίστωσης ο πληρωτής, ενδέχεται να αυξήσουν την πιθανότητα εντοπισμού απόκλισης από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, συμπεριλαμβανομένης της παρουσίας διακριτικών ή διαφορετικών πιθανών μεταγραμματισμών ονομάτων σε διαφορετικά αλφάβητα, των διαφορών μεταξύ των συνήθως χρησιμοποιούμενων ονομάτων και των ονομάτων που αναγράφονται στα επίσημα έγγραφα ταυτοποίησης στην περίπτωση φυσικών προσώπων, ή των διαφορών μεταξύ εμπορικών και νομικών ονομασιών στην περίπτωση νομικών προσώπων. Για την αποφυγή αδικαιολόγητων τριβών στην επεξεργασία των μεταφορών πίστωσης και για να διευκολυνθεί η απόφαση του πληρωτή σχετικά με το αν θα προχωρήσει στη σκοπούμενη συναλλαγή, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να αναφέρουν τον βαθμό της απόκλισης αυτής, αναφέροντας στην ειδοποίηση ότι δεν υπάρχει αντιστοιχία ή «στενή» αντιστοιχία.

(73)Η έγκριση πράξης πληρωμής παρόλο που η υπηρεσία επαλήθευσης της αντιστοίχισης έχει εντοπίσει απόκλιση και έχει κοινοποιήσει την απόκλιση αυτή στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μεταφορά χρηματικών ποσών σε μη σκοπούμενο δικαιούχο πληρωμής. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να ενημερώνουν τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών σχετικά με τις πιθανές συνέπειες της επιλογής τους να αγνοήσουν την κοινοποιηθείσα απόκλιση και να προχωρήσουν στην εκτέλεση της πράξης. Οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να παραιτηθούν από την εν λόγω υπηρεσία ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της συμβατικής σχέσης τους με τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών. Αφού παραιτηθούν, οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να μπορούν να επιλέξουν εκ νέου χρήση της υπηρεσίας.

(74)Ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να ενημερώνει τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, το συντομότερο δυνατόν, σχετικά με τυχόν αμφισβητήσεις δήθεν μη εγκεκριμένων ή εσφαλμένων πράξεων πληρωμών ή εγκεκριμένων μεταφορών πίστωσης σε περίπτωση δυσλειτουργίας της υπηρεσίας επαλήθευσης αντιστοίχισης, υπό την προϋπόθεση ότι ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις πληροφόρησης που υπέχει. Εάν ο χρήστης των υπηρεσιών πληρωμών τηρήσει την προθεσμία αυτήν, θα πρέπει να μπορεί να ασκεί τις εν λόγω αξιώσεις, με την επιφύλαξη των εθνικών περιόδων παραγραφής. Αυτό δεν θα πρέπει να επηρεάσει άλλες αξιώσεις μεταξύ των χρηστών και των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών.

(75)Θα πρέπει να θεσπιστεί διάταξη για την κατανομή των ζημιών σε περίπτωση μη εγκεκριμένων πράξεων πληρωμής ή συγκεκριμένα εγκεκριμένων μεταφορών πίστωσης. Διαφορετικές διατάξεις μπορούν να ισχύουν για τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών που δεν είναι καταναλωτές, δεδομένου ότι οι χρήστες αυτοί βρίσκονται κατά κανόνα σε καλύτερη θέση να εκτιμήσουν τον κίνδυνο απάτης και να λάβουν αντισταθμιστικά μέτρα. Για να εξασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών, οι πληρωτές πρέπει να έχουν πάντοτε το δικαίωμα να απευθύνουν την αξίωσή τους για επιστροφή χρηματικών ποσών προς τον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, ακόμη και όταν πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών συμμετέχει στην πράξη πληρωμής. Αυτό θα πρέπει να ισχύει με την επιφύλαξη του καταμερισμού των ευθυνών μεταξύ των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών.

(76)Στην περίπτωση υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, ο επιμερισμός της ευθύνης μεταξύ του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών που τηρεί τον λογαριασμό και του παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμής που εμπλέκεται στη συναλλαγή θα πρέπει να τους υποχρεώνει να αναλάβουν την ευθύνη για τα αντίστοιχα μέρη της συναλλαγής, που είναι υπό τον έλεγχό τους.

(77)Σε περίπτωση μη εγκεκριμένης πράξης πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να επιστρέφει αμέσως το ποσό της εν λόγω πράξης στον πληρωτή. Ωστόσο, όταν υπάρχει σοβαρή υπόνοια ότι πρόκειται για μη εγκεκριμένη πράξη που προκύπτει από δόλια συμπεριφορά του πληρωτή και όταν η εν λόγω υπόνοια στηρίζεται σε αντικειμενικούς λόγους που γνωστοποιούνται στην αρμόδια εθνική αρχή από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να είναι σε θέση να διενεργεί έρευνα πριν από την επιστροφή του ποσού στον πληρωτή. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει, εντός 10 εργάσιμων ημερών από την ενημέρωση ή την ειδοποίηση της συναλλαγής, είτε να επιστρέψει στον πληρωτή το ποσό της μη εγκεκριμένης πράξης πληρωμής είτε να παράσχει στον πληρωτή τους λόγους και τα αποδεικτικά στοιχεία για την άρνηση της επιστροφής του ποσού και να υποδείξει τους φορείς στους οποίους μπορεί να παραπέμψει ο πληρωτής το θέμα, εάν ο πληρωτής δεν αποδέχεται τους λόγους που επικαλείται. Για την προστασία του πληρωτή από οποιαδήποτε επιβάρυνση, η ημερομηνία αξίας για την πίστωση του επιστρεπτέου ποσού δεν επιτρέπεται να είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας κατά την οποία χρεώθηκε το ποσό. Για να δοθεί κίνητρο στον χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών να γνωστοποιεί στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση τυχόν κλοπή ή απώλεια του μέσου πληρωμής και να περιορίζεται έτσι ο κίνδυνος διενέργειας μη εγκεκριμένων πράξεων πληρωμής, ο χρήστης θα πρέπει να φέρει την ευθύνη μόνο ενός περιορισμένου ποσού, εκτός εάν έχει ενεργήσει με δόλο ή βαριά αμέλεια. Στο πλαίσιο αυτό, το ποσό των 50 EUR φαίνεται να είναι επαρκές ώστε να διασφαλίζεται η εναρμονισμένη και υψηλού επιπέδου προστασία των χρηστών στο εσωτερικό της Ένωσης. Δεν θα πρέπει να υπάρχει ευθύνη όταν ο πληρωτής δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί την απώλεια, κλοπή ή υπεξαίρεση του μέσου πληρωμής. Επιπλέον, μόλις ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών ενημερώσει τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών για τον κίνδυνο δόλιας χρήσης του οικείου μέσου πληρωμής, δεν θα πρέπει να είναι υπόχρεος να καλύψει περαιτέρω ζημίες από τη μη εγκεκριμένη χρήση του εν λόγω μέσου. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να είναι υπεύθυνοι για την τεχνική ασφάλεια των προϊόντων τους.

(78)Οι διατάξεις περί ευθύνης στην περίπτωση εγκεκριμένων μεταφορών πίστωσης στις οποίες υπήρξε εσφαλμένη εφαρμογή ή δυσλειτουργία της υπηρεσίας που εντοπίζει αποκλίσεις μεταξύ του ονόματος και του αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης του δικαιούχου θα δημιουργήσουν τα κατάλληλα κίνητρα για τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών να παρέχουν μια πλήρως λειτουργική υπηρεσία, με στόχο τη μείωση του κινδύνου έγκρισης πληρωμών κατόπιν ανεπαρκούς ενημέρωσης. Εάν ο πληρωτής αποφασίσει να κάνει χρήση της εν λόγω υπηρεσίας, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή θα πρέπει να θεωρείται υπεύθυνος για ολόκληρο το ποσό της μεταφοράς πίστωσης σε περιπτώσεις στις οποίες ο εν λόγω πάροχος υπηρεσιών πληρωμών παρέλειψε, ενώ θα έπρεπε να το είχε πράξει εάν λειτουργούσε σωστά, να ενημερώσει τον πληρωτή για τυχόν απόκλιση μεταξύ του αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης και του ονόματος του δικαιούχου που παρείχε ο πληρωτής και η παράλειψη αυτή προκάλεσε οικονομική ζημία στον πληρωτή. Όταν η ευθύνη του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή καταλογίζεται στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου θα πρέπει να αποζημιώνει τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή για την οικονομική ζημία που υπέστη.

(79)Οι καταναλωτές θα πρέπει να προστατεύονται επαρκώς στο πλαίσιο ορισμένων δόλιων πράξεων πληρωμής τις οποίες έχουν εγκρίνει χωρίς να γνωρίζουν ότι οι πράξεις αυτές ήταν δόλιες. Ο αριθμός των περιπτώσεων «κοινωνικής μηχανικής» στις οποίες οι καταναλωτές παραπλανώνται ώστε να εγκρίνουν μια πράξη πληρωμής υπέρ ενός υπαίτιου απάτης έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Οι περιπτώσεις «παραποίησης» στις οποίες οι υπαίτιοι απάτης προσποιούνται ότι είναι υπάλληλοι του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών ενός πελάτη και κάνουν κατάχρηση του ονόματος, της ηλεκτρονικής διεύθυνσης ή του αριθμού τηλεφώνου του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών για να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των πελατών και να τους παραπλανήσουν ώστε να προβούν σε ορισμένες ενέργειες, είναι δυστυχώς όλο και πιο διαδεδομένες στην Ένωση. Αυτά τα νέα είδη απάτης με «παραποίηση» καθιστούν ασαφή τη διαφορά που υπήρχε στην οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 μεταξύ εγκεκριμένων και μη εγκεκριμένων συναλλαγών. Τα μέσα με τα οποία μπορεί να θεωρηθεί ότι παρέχεται η συγκατάθεση καθίστανται επίσης πιο περίπλοκα όσον αφορά τον εντοπισμό τους, καθώς οι υπαίτιοι απάτης μπορούν να έχουν τον έλεγχο ολόκληρης της διαδικασίας συγκατάθεσης και εξακρίβωσης της ταυτότητας, συμπεριλαμβανομένης της ολοκλήρωσης της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη. Οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες ο πελάτης ενέκρινε μια πράξη παρέχοντας την άδειά του θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη, μεταξύ άλλων από τα δικαστήρια, προκειμένου να χαρακτηριστεί μια πράξη ως εγκεκριμένη ή μη εγκεκριμένη. Μια πράξη μπορεί πράγματι να έχει εγκριθεί σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η εν λόγω έγκριση χορηγήθηκε σε χώρους που έχουν υποστεί χειραγώγηση και επηρεάζουν την ακεραιότητα της άδειας. Ως εκ τούτου, δεν είναι πλέον δυνατό, όπως στην περίπτωση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, οι επιστροφές χρηματικών ποσών να περιορίζονται μόνο σε μη εγκεκριμένες πράξεις. Ωστόσο, θα ήταν δυσανάλογο και οικονομικά πολύ δαπανηρό για τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών να θέτουν κάθε δόλια συναλλαγή, εγκεκριμένη ή μη, σε συστηματικό δικαίωμα επιστροφής χρημάτων. Θα μπορούσε επίσης να προκαλέσει ηθικό κίνδυνο και μείωση της επαγρύπνησης του πελάτη.

(80)Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα μπορούσαν επίσης να θεωρηθούν θύματα περιπτώσεων «παραποίησης» λόγω σφετερισμού των στοιχείων τους. Ωστόσο, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών διαθέτουν περισσότερα μέσα από τους καταναλωτές για να θέσουν τέλος σε αυτές τις περιπτώσεις απάτης, μέσω της κατάλληλης πρόληψης και ισχυρών τεχνικών διασφαλίσεων που έχουν αναπτυχθεί με παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως φορείς εκμετάλλευσης δικτύων κινητών επικοινωνιών, διαδικτυακές πλατφόρμες κ.λπ. Οι περιπτώσεις απάτης με πλαστοπροσωπία τραπεζικών υπαλλήλων επηρεάζουν την καλή φήμη της τράπεζας, του τραπεζικού τομέα στο σύνολό του και ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές οικονομικές ζημίες στους καταναλωτές της Ένωσης, επηρεάζοντας την εμπιστοσύνη τους στις ηλεκτρονικές πληρωμές και στο τραπεζικό σύστημα. Ως εκ τούτου, ένας καλόπιστος καταναλωτής που έχει πέσει θύμα τέτοιας απάτης «παραποίησης», στην οποία οι υπαίτιοι της απάτης προσποιούνται ότι είναι υπάλληλοι του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του πελάτη και καταχρώνται το όνομα, την ηλεκτρονική διεύθυνση ή τον αριθμό τηλεφώνου του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, θα πρέπει να δικαιούται επιστροφή ολόκληρου του ποσού της δόλιας πράξης πληρωμής από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, εκτός εάν ο πληρωτής ενήργησε με δόλο ή επέδειξε «βαριά αμέλεια». Μόλις ο καταναλωτής αντιληφθεί ότι υπήρξε θύμα τέτοιας απάτης παραποίησης, θα πρέπει να αναφέρει το περιστατικό στην αστυνομία, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, κατά προτίμηση μέσω ηλεκτρονικών διαδικασιών υποβολής καταγγελιών, εφόσον διατίθενται από την αστυνομία, καθώς και στον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, παρέχοντας όλα τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία. Δεν θα πρέπει να χορηγείται επιστροφή χρημάτων όταν δεν πληρούνται οι εν λόγω διαδικαστικές προϋποθέσεις.

(81)Δεδομένων των υποχρεώσεών τους να διαφυλάσσουν την ασφάλεια των υπηρεσιών τους σύμφωνα με την οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 49 , οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχουν την ικανότητα να συμβάλλουν στη συλλογική καταπολέμηση της απάτης «παραποίησης». Ως εκ τούτου, και με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που ορίζονται στην εθνική νομοθεσία για την εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας, οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να συνεργάζονται με τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών με σκοπό την πρόληψη περαιτέρω περιστατικών τέτοιου είδους απάτης, μεταξύ άλλων ενεργώντας άμεσα για να διασφαλίζουν την εφαρμογή κατάλληλων οργανωτικών και τεχνικών μέτρων για τη διαφύλαξη της ασφάλειας και του απορρήτου των επικοινωνιών σύμφωνα με την οδηγία 2002/58/ΕΚ. Κάθε αξίωση παρόχου υπηρεσιών πληρωμών έναντι άλλων παρόχων, όπως οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, για οικονομική ζημία που προκλήθηκε στο πλαίσιο αυτού του είδους απάτης θα πρέπει να διατυπώνεται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. 

(82)Για να εκτιμηθεί αν υπάρχει αμέλεια ή βαριά αμέλεια του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλες οι περιστάσεις. Τα αποδεικτικά στοιχεία και ο βαθμός της καταγγελλόμενης αμέλειας θα πρέπει να αξιολογούνται βάσει του εθνικού δικαίου. Ωστόσο, παρότι η έννοια της αμέλειας συνεπάγεται παράβαση του καθήκοντος επιμέλειας, με τον όρο «βαριά αμέλεια» θα πρέπει να νοείται κάτι βαρύτερο από την απλή αμέλεια, που θα αφορά μορφές συμπεριφοράς οι οποίες παρουσιάζουν σημαντικό βαθμό έλλειψης επιμέλειας· για παράδειγμα, η περίπτωση στην οποία τα διαπιστευτήρια που χρησιμοποιούνται για την έγκριση πράξης πληρωμής φυλάσσονται δίπλα στο μέσο πληρωμής κατά τρόπο ανοικτό και ευχερώς ανιχνεύσιμο από τρίτους. Το γεγονός ότι ένας καταναλωτής έχει ήδη λάβει επιστροφή χρημάτων από πάροχο υπηρεσιών πληρωμών αφού έχει πέσει θύμα απάτης πλαστοπροσωπίας τραπεζικού υπαλλήλου και υποβάλλει άλλη αίτηση επιστροφής χρημάτων στον ίδιο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών αφού έχει πέσει και πάλι θύμα του ίδιου είδους απάτης, θα μπορούσε να θεωρηθεί «βαρεία αμέλεια», δεδομένου ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να υποδηλώνει υψηλό επίπεδο έλλειψης επιμέλειας από τον χρήστη, ο οποίος θα έπρεπε να είχε επιδείξει μεγαλύτερη επαγρύπνηση αφού είχε ήδη πέσει θύμα του ίδιου δόλιου τρόπου δράσης.

(83)Οι συμβατικοί όροι και προϋποθέσεις που αφορούν την παροχή και τη χρήση μέσου πληρωμής που θα συνεπάγονταν αύξηση του βάρους της απόδειξης έναντι του καταναλωτή ή μείωση του βάρους της απόδειξης έναντι του εκδότη, θα πρέπει να θεωρούνται άκυροι και άνευ αποτελέσματος. Επιπλέον, σε ειδικές περιπτώσεις και ειδικότερα στις περιπτώσεις στις οποίες το μέσο πληρωμής δεν είναι παρόν στο σημείο πώλησης, όπως στην περίπτωση των ηλεκτρονικών πληρωμών, είναι σκόπιμο να ζητείται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να παρέχει αποδείξεις της καταγγελλόμενης αμέλειας, δεδομένου ότι τα μέσα που διαθέτει ο πληρωτής είναι πολύ περιορισμένα σε αυτές τις περιπτώσεις.

(84)Οι καταναλωτές είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι σε περιπτώσεις πράξεων πληρωμής βάσει κάρτας όπου το ακριβές ποσό της πράξης δεν είναι γνωστό κατά τη στιγμή που ο πληρωτής συναινεί στην εκτέλεση της πράξης πληρωμής, για παράδειγμα σε αυτόματα πρατήρια καυσίμων, σε συμβάσεις μίσθωσης αυτοκινήτων ή όταν προβαίνει σε κρατήσεις ξενοδοχείων. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή θα πρέπει να είναι σε θέση να δεσμεύει ένα χρηματικό ποσό στον λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή κατ’ αναλογία προς το ποσό της πράξης πληρωμής που μπορεί εύλογα να αναμένει ο πληρωτής, και μόνον εφόσον ο πληρωτής έχει δώσει τη συγκατάθεσή του για τη δέσμευση του συγκεκριμένου ποσού. Τα εν λόγω χρηματικά ποσά θα πρέπει να αποδεσμεύονται αμέσως μετά τη λήψη των πληροφοριών σχετικά με το ακριβές τελικό ποσό της πράξης πληρωμής και το αργότερο αμέσως μετά την παραλαβή της εντολής πληρωμής. Για την εξασφάλισης της άμεσης αποδέσμευσης της διαφοράς μεταξύ του δεσμευμένου ποσού και του ακριβούς ποσού της πράξης πληρωμής, ο δικαιούχος θα πρέπει να ενημερώνει τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών αμέσως μετά την παράδοση της υπηρεσίας ή των αγαθών στον πληρωτή.

(85)Εξακολουθούν να υπάρχουν παλαιότερα συστήματα άμεσης χρέωσης εκτός ευρώ στα κράτη μέλη τα οποία δεν έχουν ως νόμισμα το ευρώ. Τα εν λόγω συστήματα αποδεικνύονται αποτελεσματικά ενώ εξασφαλίζουν το ίδιο υψηλό επίπεδο προστασίας στον πληρωτή με άλλα μέσα διαφύλαξης, τα οποία δεν βασίζονται πάντοτε στο άνευ όρων δικαίωμα επιστροφής. Στην περίπτωση αυτή ο πληρωτής θα πρέπει να προστατεύεται από τον γενικό κανόνα για την επιστροφή, όταν η εκτελούμενη πράξη πληρωμής υπερβαίνει το ευλόγως αναμενόμενο ποσό. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να θεσπίζουν κανόνες σε σχέση με το δικαίωμα επιστροφής, οι οποίοι θα είναι ευνοϊκότεροι για τον πληρωτή από αυτούς που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Κρίνεται αναλογικό να επιτρέπεται στον πληρωτή και στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή να συμφωνούν σε σύμβαση-πλαίσιο ότι ο πληρωτής δεν έχει δικαίωμα επιστροφής χρημάτων σε περιπτώσεις προστασίας του πληρωτή. Αυτό μπορεί να συμβεί είτε επειδή ο πληρωτής έχει δώσει τη συγκατάθεσή του να εκτελεστεί πράξη απευθείας στον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, μεταξύ άλλων όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ενεργεί για λογαριασμό του δικαιούχου, είτε επειδή οι πληροφορίες για τη μελλοντική πράξη πληρωμής έχουν παρασχεθεί ή τεθεί στη διάθεση του πληρωτή, κατά συμφωνηθέντα τρόπο, τουλάχιστον 4 εβδομάδες πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ή από τον δικαιούχο. Σε κάθε περίπτωση, ο πληρωτής θα πρέπει να προστατεύεται από τον γενικό κανόνα επιστροφής χρημάτων σε περίπτωση μη εγκεκριμένων ή εσφαλμένων πράξεων πληρωμής ή εγκεκριμένων μεταφορών πίστωσης που υπόκεινται σε εσφαλμένη εφαρμογή της υπηρεσίας επαλήθευσης αντιστοίχισης ή σε περίπτωση πλαστοπροσωπίας του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.

(86)Για τον χρηματοοικονομικό σχεδιασμό και την εκπλήρωση των υποχρεώσεων έγκαιρης πληρωμής, οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις θα πρέπει να έχουν βεβαιότητα για τον χρόνο που απαιτεί η εκτέλεση μιας εντολής πληρωμής. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να καθοριστεί ένα χρονικό σημείο μετά το οποίο αρχίζουν να ισχύουν τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις, δηλαδή ένα χρονικό σημείο κατά το οποίο ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών λαμβάνει την εντολή πληρωμής, μεταξύ άλλων και η στιγμή κατά την οποία ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών είχε τη δυνατότητα να την λάβει με μέσο επικοινωνίας που συμφωνείται στο πλαίσιο της σύμβασης υπηρεσίας πληρωμών. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από οποιαδήποτε προηγούμενη συμμετοχή στη διαδικασία που καταλήγει στη δημιουργία και τη διαβίβαση της εντολής πληρωμής, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειας και της διαθεσιμότητας των ελέγχων των χρηματικών ποσών, των πληροφοριών σχετικά με τη χρήση του προσωπικού αριθμού ταυτότητας ή της έκδοσης υπόσχεσης πληρωμής. Επιπλέον, η λήψη της εντολής πληρωμής θα πρέπει να είναι η στιγμή κατά την οποία ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή λαμβάνει την εντολή πληρωμής προς χρέωση από τον λογαριασμό του πληρωτή. Η στιγμή κατά την οποία ο δικαιούχος διαβιβάζει στον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εντολές είσπραξης, για παράδειγμα, των πληρωμών κάρτας ή άμεσων χρεώσεων ή όταν χορηγείται στον δικαιούχο προχρηματοδότηση για τα σχετικά ποσά από τον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών μέσω ενδεχόμενης πίστωσης στον λογαριασμό του δεν θα πρέπει, εν προκειμένω, να έχει σημασία. Οι χρήστες θα πρέπει να μπορούν να προσδοκούν την ορθή εκτέλεση μιας πλήρους και έγκυρης εντολής πληρωμής, εφόσον ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν έχει κανένα συμβατικό ή νομικό λόγο να την αρνηθεί. Εάν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών αρνηθεί την εκτέλεση εντολής πληρωμής, η άρνηση και ο λόγος της άρνησης θα πρέπει να κοινοποιούνται στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών με την πρώτη ευκαιρία, υπό την επιφύλαξη των απαιτήσεων του εθνικού και του ενωσιακού δικαίου. Όταν η σύμβαση-πλαίσιο προβλέπει ότι ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών μπορεί να επιβάλει τέλος για την άρνηση, το εν λόγω τέλος θα πρέπει να δικαιολογείται αντικειμενικά και να είναι όσο το δυνατόν χαμηλότερο.

(87)Λόγω της ταχύτητας με την οποία διεκπεραιώνουν τις πράξεις πληρωμής τα πλήρως αυτοματοποιημένα συστήματα πληρωμών, γεγονός που συνεπάγεται ότι μετά από ένα ορισμένο χρονικό σημείο οι εντολές πληρωμής δεν μπορούν να ανακληθούν χωρίς υψηλό κόστος ανθρώπινης παρέμβασης, είναι αναγκαίο να θεσπιστεί σαφής προθεσμία για τις ανακλήσεις των πληρωμών. Ωστόσο, αναλόγως του είδους της υπηρεσίας πληρωμών και της εντολής πληρωμής, θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα η προθεσμία ανάκλησης να είναι διαφορετική κατόπιν συμφωνίας των μερών. Η ανάκληση, στο εν λόγω πλαίσιο, θα πρέπει να ισχύει μόνον μεταξύ του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών και του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών και δεν θα πρέπει να θίγει το ανέκκλητο και τον οριστικό χαρακτήρα των πράξεων πληρωμής στα συστήματα πληρωμών.

(88)Το ανέκκλητο μιας εντολής πληρωμής δεν θα πρέπει να επηρεάζει τα δικαιώματα ή τις υποχρεώσεις του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών κατά τη νομοθεσία των κρατών μελών, βάσει της σύμβασης-πλαισίου του πληρωτή ή των εθνικών νόμων, κανονισμών, διοικητικών διατάξεων ή κατευθυντήριων γραμμών, να επιστρέφει στον πληρωτή το ποσό εκτελεσθείσας πράξης πληρωμής σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ του πληρωτή και του δικαιούχου. Η επιστροφή αυτή πρέπει να θεωρείται νέα εντολή πληρωμής. Εκτός από αυτές τις περιπτώσεις, τυχόν νομική διαμάχη που προκύπτει στο πλαίσιο της σχέσης επί της οποίας βασίζεται η εντολή πληρωμής θα πρέπει να διευθετείται μόνον μεταξύ του πληρωτή και του δικαιούχου.

(89)Είναι απαραίτητο για την απολύτως ολοκληρωμένη και αυτοματοποιημένη επεξεργασία των πληρωμών, καθώς και για την ασφάλεια δικαίου περί την εκπλήρωση οποιασδήποτε υποχρέωσης μεταξύ χρηστών υπηρεσιών πληρωμών, να πιστώνεται στο λογαριασμό του δικαιούχου ολόκληρο το ποσό που μεταφέρει ο πληρωτής. Έτσι, κανένας από τους μεσάζοντες που συμμετέχουν στην εκτέλεση των πράξεων πληρωμής δεν θα μπορεί να προβαίνει σε κρατήσεις από το μεταφερόμενο ποσό. Ωστόσο, οι δικαιούχοι θα μπορούν να συνάπτουν συμφωνία με τον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών η οποία θα επιτρέπει στον πάροχο να παρακρατήσει τα έξοδά του. Ωστόσο, για να μπορεί ο δικαιούχος να επαληθεύει την ορθή καταβολή του οφειλόμενου ποσού, οι πληροφορίες που παρέχονται μετά την πράξη πληρωμής δεν θα πρέπει να εμφανίζουν μόνο το πλήρες ποσό που μεταβιβάστηκε, αλλά και το ποσό τυχόν χρεώσεων που έχουν παρακρατηθεί.

(90)Για να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα των πληρωμών σε ολόκληρη την Ένωση, θα πρέπει να ορίζεται μέγιστη προθεσμία εκτέλεσης μίας ημέρας για όλες τις εντολές πληρωμής τις οποίες εκκινεί ο πληρωτής και οι οποίες εκφράζονται σε ευρώ ή στο εθνικό νόμισμα κράτους μέλους που δεν έχει ως νόμισμα το ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των μη άμεσων μεταφορών πίστωσης και των εμβασμάτων. Για όλες τις άλλες πληρωμές, όπως οι πληρωμές που πραγματοποιούνται εκ μέρους ή μέσω του δικαιούχου (μεταξύ άλλων άμεσες χρεώσεις και πληρωμές με κάρτα), εφόσον δεν υπάρχει ρητή συμφωνία μεταξύ του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών και του πληρωτή που προβλέπει παράταση του χρόνου εκτέλεσης, θα πρέπει να ισχύει η ίδια προθεσμία της μίας ημέρας. Οι εν λόγω προθεσμίες θα πρέπει να μπορούν να παρατείνονται κατά μία επιπλέον εργάσιμη ημέρα για τις εντολές πληρωμής που δίδονται εγγράφως, ώστε να καθίσταται δυνατή η αδιάκοπη παροχή υπηρεσιών πληρωμών στους καταναλωτές που είναι συνηθισμένοι μόνο στα έντυπα έγγραφα. Όταν χρησιμοποιείται σύστημα άμεσης χρέωσης, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου πρέπει να διαβιβάζει την εντολή είσπραξης εντός της προθεσμίας που συμφωνήθηκε μεταξύ του δικαιούχου και του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του, καθιστώντας δυνατή την τακτοποίησή της κατά τη συμφωνηθείσα προβλεπόμενη ημερομηνία. Θα πρέπει να είναι δυνατή η διατήρηση ή η θέσπιση κανόνων που ορίζουν προθεσμία εκτέλεσης μικρότερη από μία εργάσιμη ημέρα.

(91)Οι κανόνες που αφορούν την εκτέλεση για ολόκληρο το ποσό και την προθεσμία εκτέλεσης θα πρέπει να αποτελούν ορθή πρακτική όταν ένας από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών δεν είναι εγκατεστημένος στην Ένωση. Κατά την πραγματοποίηση μεταφοράς πίστωσης ή εμβάσματος σε δικαιούχο που βρίσκεται εκτός της Ένωσης, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή θα πρέπει να παρέχει στον πληρωτή εκτίμηση του χρόνου που απαιτείται για την πίστωση της μεταφοράς πίστωσης ή του εμβάσματος στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου που είναι εγκατεστημένος εκτός της Ένωσης. Δεν μπορεί να αναμένεται από έναν πάροχο υπηρεσιών πληρωμών στην Ένωση να εκτιμά τον χρόνο που χρειάζεται ένας πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εκτός της Ένωσης για να πιστώσει, αφού λάβει τα χρηματικά ποσά, τα εν λόγω ποσά στον λογαριασμό του δικαιούχου.

(92)Για να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη τους στις αγορές πληρωμών, είναι σημαντικό οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών να γνωρίζουν τις πραγματικές χρεώσεις των υπηρεσιών πληρωμών. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να απαγορεύεται η χρήση μη διαφανών μεθόδων τιμολόγησης, αφού είναι κοινώς αποδεκτό ότι οι μέθοδοι αυτές καθιστούν εξαιρετικά δυσχερή για τον χρήστη τον προσδιορισμό της πραγματικής τιμής της υπηρεσίας πληρωμών. Συγκεκριμένα, δεν θα πρέπει να επιτρέπεται η χρήση ημερομηνιών αξίας που αποβαίνουν σε βάρος του χρήστη.

(93)Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να μπορεί να προσδιορίζει σαφώς τις πληροφορίες που απαιτούνται για την ορθή εκτέλεση της εντολής πληρωμής. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή θα πρέπει να ενεργεί με τη δέουσα επιμέλεια και να επαληθεύει, όπου υπάρχει τεχνική δυνατότητα και χωρίς να απαιτείται ανθρώπινη παρέμβαση, τη συνοχή του αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης και, εάν διαπιστώνεται ότι το αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης δεν παρουσιάζει συνοχή, να αρνείται την εντολή πληρωμής και να ενημερώνει σχετικά τον πληρωτή.

(94)Η ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία των συστημάτων πληρωμών εξαρτάται από την εμπιστοσύνη του χρήστη ότι ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα εκτελέσει την πράξη πληρωμής ορθά και εντός του συμφωνηθέντος χρόνου. Συνήθως, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών είναι σε θέση να αξιολογήσει τους κινδύνους που συνεπάγεται μια πράξη πληρωμής. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών είναι εκείνος που παρέχει το σύστημα πληρωμών, φροντίζει για την ανάκληση εσφαλμένα μεταφερθέντων ή διατεθέντων χρηματικών ποσών και επιλέγει, στις περισσότερες περιπτώσεις, τους φορείς που μεσολαβούν στην εκτέλεση της πράξης πληρωμής. Βάσει των παραπάνω εκτιμήσεων, είναι δικαιολογημένο, εκτός από μη συνήθεις και απρόβλεπτες περιστάσεις, να θεωρείται ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών αντικειμενικά υπεύθυνος για την εκτέλεση της πράξης πληρωμής την οποία έχει αποδεχθεί από τον χρήστη, εκτός από τις πράξεις και τις παραλείψεις του παρόχου των υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου, ο οποίος επελέγη αποκλειστικά από τον δικαιούχο. Ωστόσο, για να μη μείνει ο πληρωτής απροστάτευτος σε απίθανες περιστάσεις, όπου δεν είναι σαφές αν το ποσό της πληρωμής παρελήφθη δεόντως από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου, το αντίστοιχο βάρος της απόδειξης θα πρέπει να φέρει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή. Κατά κανόνα, μπορεί να αναμένεται ότι το ενδιάμεσο ίδρυμα, συνήθως ένας αμερόληπτος φορέας όπως μια κεντρική τράπεζα ή γραφείο συμψηφισμού, που μεταφέρει το ποσό της πληρωμής από τον αποστέλλοντα στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών θα αποθηκεύσει τα στοιχεία του λογαριασμού και θα είναι σε θέση να τα παρουσιάσει εφόσον απαιτηθεί. Όταν το ποσό πληρωμής έχει πιστωθεί στον λογαριασμό του λαμβάνοντος παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, ο δικαιούχος θα πρέπει να έχει αμέσως αξίωση κατά του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του για πίστωση του λογαριασμού του.

(95)Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή, δηλαδή ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού ή, κατά περίπτωση, ο πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, θα πρέπει να αναλαμβάνει την ευθύνη για την ορθή εκτέλεση της πληρωμής, συμπεριλαμβανομένου του πλήρους ποσού της πράξης πληρωμής και του χρόνου εκτέλεσης, και την πλήρη ευθύνη για κάθε παράλειψη σε άλλα μέρη της αλυσίδας πληρωμών μέχρι τον λογαριασμό του δικαιούχου. Συνεπεία αυτής της ευθύνης, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή θα πρέπει, όταν δεν πιστωθεί στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου ολόκληρο το ποσό ή όταν πιστωθεί με καθυστέρηση, να διορθώνει την πράξη πληρωμής ή, χωρίς καθυστέρηση, να επιστρέφει στον πληρωτή το ποσό της πράξης, με την επιφύλαξη κάθε άλλης αξίωσης που είναι δυνατόν να εγερθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Λόγω της ευθύνης του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, ο πληρωτής ή ο δικαιούχος δεν θα πρέπει να επιβαρύνονται με τυχόν έξοδα που σχετίζονται με μια εσφαλμένη πληρωμή. Σε περίπτωση μη εκτέλεσης, εσφαλμένης ή καθυστερημένης εκτέλεσης πράξεων πληρωμής, η ημερομηνία αξίας των διορθωτικών πληρωμών των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να είναι πάντα ίδια με την ημερομηνία αξίας της ορθής εκτέλεσης.

(96)Για την ορθή λειτουργία των μεταφορών πιστώσεων και άλλων υπηρεσιών πληρωμών, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών και οι οικείοι μεσάζοντες, συμπεριλαμβανομένων των διεκπεραιωτών, θα πρέπει να διαθέτουν συμβάσεις, στις οποίες καθορίζονται τα εκατέρωθεν δικαιώματα και υποχρεώσεις. Τα θέματα ευθύνης αποτελούν ουσιώδες μέρος αυτών των συμβάσεων. Προκειμένου να εξασφαλίζεται αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ παρόχων υπηρεσιών πληρωμών και μεσαζόντων που συμμετέχουν σε πράξη πληρωμής, απαιτείται η νομική βεβαιότητα ότι ένας μη υπεύθυνος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα αποζημιώνεται για τις ζημίες που υπέστη ή τα ποσά που κατέβαλε σύμφωνα με τους κανόνες περί ευθύνης. Τα περαιτέρω δικαιώματα και λεπτομέρειες σχετικά με το περιεχόμενο της προσφυγής και ο τρόπος διεκπεραίωσης αξιώσεων έναντι του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών ή του μεσάζοντος, οι οποίες οφείλονται σε εσφαλμένη πράξη πληρωμής, θα πρέπει να υπόκεινται σε συμφωνία.

(97)Η παροχή υπηρεσιών πληρωμών από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών μπορεί να συνεπάγεται την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η παροχή υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ενδέχεται να συνεπάγεται την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν υποκείμενο δεδομένων το οποίο δεν είναι χρήστης συγκεκριμένου παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, αλλά του οποίου τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα είναι αναγκαίο να υποβληθούν σε επεξεργασία από τον συγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών για την εκτέλεση σύμβασης μεταξύ του παρόχου και του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών. Όταν υποβάλλονται σε επεξεργασία δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, η επεξεργασία θα πρέπει να συμμορφώνεται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 και τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 50 , συμπεριλαμβανομένων των αρχών του περιορισμού του σκοπού, της ελαχιστοποίησης των δεδομένων και του περιορισμού της περιόδου αποθήκευσης. Η προστασία των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και η προστασία των δεδομένων εξ ορισμού θα πρέπει να ενσωματωθούν σε όλα τα συστήματα επεξεργασίας δεδομένων που αναπτύσσονται και χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού. Ως εκ τούτου, οι εποπτικές αρχές του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 θα πρέπει να είναι υπεύθυνες για την εποπτεία της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διενεργείται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού.

(98)Όπως αναγνωρίζεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια στρατηγική πληρωμών λιανικής για την ΕΕ, η εύρυθμη λειτουργία των αγορών πληρωμών της ΕΕ συνιστά ουσιαστικό δημόσιο συμφέρον. Ως εκ τούτου, όταν είναι αναγκαίο στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού για την παροχή υπηρεσιών πληρωμών και για τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών και οι διαχειριστές των συστημάτων πληρωμών θα πρέπει να είναι σε θέση να επεξεργάζονται ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως ορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και στο άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725. Όταν υποβάλλονται σε επεξεργασία ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών και οι διαχειριστές των συστημάτων πληρωμών θα πρέπει να εφαρμόζουν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για τη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των φυσικών προσώπων. Τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει να περιλαμβάνουν τεχνικούς περιορισμούς όσον αφορά την περαιτέρω χρήση δεδομένων και τη χρήση προηγμένων μέτρων ασφάλειας και προστασίας της ιδιωτικής ζωής, συμπεριλαμβανομένης της ψευδωνυμοποίησης ή της κρυπτογράφησης, ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις αρχές του περιορισμού του σκοπού, της ελαχιστοποίησης των δεδομένων και του περιορισμού της περιόδου αποθήκευσης, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών και οι διαχειριστές συστημάτων πληρωμών θα πρέπει επίσης να εφαρμόζουν ειδικά οργανωτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης σχετικά με την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων, τον περιορισμό της πρόσβασης σε ειδικές κατηγορίες δεδομένων και την καταγραφή της εν λόγω πρόσβασης.

(99)Οι πληροφορίες σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να παρέχονται σε φυσικά πρόσωπα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 και τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725.

(100)Οι υπαίτιοι της απάτης στοχεύουν συχνά τα πλέον ευάλωτα άτομα της κοινωνίας μας. Ο έγκαιρος εντοπισμός δόλιων πράξεων πληρωμής είναι απαραίτητος και η παρακολούθηση των συναλλαγών διαδραματίζει σημαντικό ρόλο για τον εν λόγω εντοπισμό. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να επιβάλλεται στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών να διαθέτουν μηχανισμούς παρακολούθησης των συναλλαγών, οι οποίοι αντικατοπτρίζουν την καθοριστική συμβολή των εν λόγω μηχανισμών στην πρόληψη της απάτης, πέραν της προστασίας που παρέχει η αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη, όσον αφορά τις πράξεις πληρωμής, συμπεριλαμβανομένων των συναλλαγών που αφορούν υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών.

(101)Η ΕΑΤ θα πρέπει να καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων σχετικά με τις ειδικές τεχνικές απαιτήσεις που σχετίζονται με τους μηχανισμούς παρακολούθησης των συναλλαγών. Οι απαιτήσεις αυτές θα πρέπει να βασίζονται στην προστιθέμενη αξία που απορρέει από περιβαλλοντικά και συμπεριφορικά χαρακτηριστικά σε σχέση με τις συνήθειες πληρωμών του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών.

(102)Για να διασφαλιστεί ότι οι μηχανισμοί παρακολούθησης συναλλαγών λειτουργούν αποτελεσματικά ώστε οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών να είναι σε θέση να εντοπίζουν και να προλαμβάνουν την απάτη, εντοπίζοντας ειδικότερα την άτυπη χρήση των υπηρεσιών πληρωμών που θα μπορούσε να υποδεικνύει δυνητικά δόλια συναλλαγή, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να είναι σε θέση να επεξεργάζονται πληροφορίες σχετικά με τις συναλλαγές των πελατών τους και τους λογαριασμούς πληρωμών τους. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει, ωστόσο, να καθορίζουν κατάλληλες περιόδους διατήρησης των διαφόρων τύπων δεδομένων που χρησιμοποιούνται για την πρόληψη της απάτης. Οι εν λόγω περίοδοι διατήρησης θα πρέπει να περιορίζονται αυστηρά στο χρονικό διάστημα που απαιτείται για τον εντοπισμό μιας άτυπης, δυνητικά δόλιας συμπεριφοράς, και οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να διαγράφουν τακτικά τα δεδομένα που δεν είναι πλέον χρήσιμα για τον εντοπισμό και την πρόληψη της απάτης. Τα δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία για σκοπούς παρακολούθησης των συναλλαγών δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται αφού ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών παύσει να είναι πελάτης του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.

(103)Η απάτη στις μεταφορές πίστωσης είναι εγγενώς προσαρμοστική και περιλαμβάνει μια αόριστη ποικιλία πρακτικών και τεχνικών, συμπεριλαμβανομένης της κλοπής διαπιστευτηρίων επαλήθευσης ταυτότητας, της παραποίησης τιμολογίων και της κοινωνικής χειραγώγησης. Ως εκ τούτου, για να είναι δυνατή η πρόληψη νέων μορφών απάτης, θα πρέπει να βελτιώνεται συνεχώς η παρακολούθηση των συναλλαγών, αξιοποιώντας πλήρως τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη. Συχνά, ένας πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν έχει πλήρη εικόνα όλων των στοιχείων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στον έγκαιρο εντοπισμό της απάτης. Ωστόσο, ο εντοπισμός μπορεί να καταστεί πιο αποτελεσματικός με περισσότερες πληροφορίες σχετικά με δυνητικά δόλιες δραστηριότητες που προέρχονται από άλλους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να είναι δυνατή η ανταλλαγή όλων των σχετικών πληροφοριών μεταξύ παρόχων υπηρεσιών πληρωμών. Για τον καλύτερο εντοπισμό δόλιων πράξεων πληρωμής και την προστασία των πελατών τους, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει, για τους σκοπούς της παρακολούθησης των συναλλαγών, να χρησιμοποιούν δεδομένα απάτης στον τομέα των πληρωμών που κοινοποιούνται από άλλους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών σε πολυμερή βάση, όπως ειδικές πλατφόρμες ΤΠ που βασίζονται σε συμφωνίες ανταλλαγής πληροφοριών. Για να βελτιωθεί η προστασία των πληρωτών από την απάτη κατά τις μεταφορές πίστωσης, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να μπορούν να βασίζονται σε όσο το δυνατόν πληρέστερες και επικαιροποιημένες πληροφορίες, ιδίως με τη συλλογική χρήση πληροφοριών που αφορούν αποκλειστικά μέσα ταυτοποίησης, τεχνικές χειραγώγησης και άλλες περιστάσεις που συνδέονται με δόλιες μεταφορές πίστωσης, οι οποίες προσδιορίζονται μεμονωμένα από κάθε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών. Πριν από τη σύναψη συμφωνίας ανταλλαγής πληροφοριών, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να διενεργούν εκτίμηση αντικτύπου σχετικά με την προστασία δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679. Όταν από την εκτίμηση αντικτύπου σχετικά με την προστασία δεδομένων προκύπτει ότι, ελλείψει διασφαλίσεων, μέτρων ασφαλείας και μηχανισμών για τον μετριασμό του κινδύνου, η επεξεργασία θα μπορούσε να θέσει σε υψηλό κίνδυνο τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να συμβουλεύονται την αρμόδια αρχή προστασίας δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 36 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679. Δεν θα πρέπει να απαιτείται νέα εκτίμηση αντικτύπου όταν ένας πάροχος υπηρεσιών πληρωμών προσχωρεί σε υφιστάμενη συμφωνία ανταλλαγής πληροφοριών για την οποία έχει ήδη διενεργηθεί εκτίμηση αντικτύπου σχετικά με την προστασία των δεδομένων. Η συμφωνία ανταλλαγής πληροφοριών θα πρέπει να προβλέπει τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Θα πρέπει να καθορίζει τους ρόλους και τις αρμοδιότητες όλων των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών βάσει της νομοθεσίας για την προστασία των δεδομένων, μεταξύ άλλων και στην περίπτωση των από κοινού υπευθύνων επεξεργασίας.

(104)Για τους σκοπούς της ανταλλαγής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με άλλους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που υπόκεινται σε συμφωνίες ανταλλαγής πληροφοριών, ο όρος «αποκλειστικός αναγνωριστικός κωδικός» θα πρέπει να νοείται ως αναφερόμενος στον κωδικό «IBAN», όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012.

(105)Για να αποτραπεί η νόμιμη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με δυνητικά δόλιες δραστηριότητες που οδηγούν σε αδικαιολόγητη «ελαχιστοποίηση των κινδύνων» ή σε ανάκληση υπηρεσιών λογαριασμού πληρωμών σε χρήστες υπηρεσιών πληρωμών χωρίς εξήγηση ή προσφυγή, είναι σκόπιμο να υπάρχουν διασφαλίσεις. Τα δεδομένα απάτης στον τομέα των πληρωμών που ανταλλάσσονται στο πλαίσιο πολυμερούς συμφωνίας ανταλλαγής πληροφοριών, η οποία μπορεί να συνεπάγεται τη γνωστοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των αποκλειστικών μέσων ταυτοποίησης δικαιούχων που ενδέχεται να εμπλέκονται σε απάτη σε μεταφορές πίστωσης, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών μόνο για τον σκοπό της ενίσχυσης της παρακολούθησης των συναλλαγών. Θα πρέπει να θεσπιστούν πρόσθετες διασφαλίσεις από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, όπως η επικοινωνία με τον πελάτη εφόσον πρόκειται για πληρωτή μιας μεταφοράς πίστωσης η οποία μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι δόλια, και η περαιτέρω παρακολούθηση ενός λογαριασμού, όταν το αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης που κοινοποιείται ως δυνητικά δόλιο προσδιορίζει πελάτη του εν λόγω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών. Τα δεδομένα απάτης στον τομέα των πληρωμών που ανταλλάσσονται μεταξύ παρόχων υπηρεσιών πληρωμών στο πλαίσιο των εν λόγω συμφωνιών δεν θα πρέπει να αποτελούν λόγο ανάκλησης τραπεζικών υπηρεσιών χωρίς λεπτομερή έρευνα.

(106)Η απάτη στον τομέα των πληρωμών εξελίσσεται όλο και περισσότερο, καθώς οι υπαίτιοι απάτης χρησιμοποιούν τεχνικές χειραγώγησης και πλαστοπροσωπίας, οι οποίες είναι δύσκολο να ανιχνευτούν από τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών χωρίς επαρκές επίπεδο ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης σχετικά με την απάτη. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση της πρόληψης της απάτης αναλαμβάνοντας τακτικά κάθε αναγκαία πρωτοβουλία για την αύξηση της κατανόησης και της ευαισθητοποίησης των οικείων χρηστών των υπηρεσιών πληρωμών σχετικά με τους κινδύνους και τις τάσεις της απάτης στον τομέα των πληρωμών. Ειδικότερα, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να υλοποιούν κατάλληλα προγράμματα και εκστρατείες ευαισθητοποίησης σχετικά με τις τάσεις και τους κινδύνους απάτης που απευθύνονται στους πελάτες και τους εργαζομένους των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, με σκοπό να βοηθήσουν τους πελάτες να συνειδητοποιούν ότι είναι θύματα απόπειρας απάτης. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να παρέχουν στους καταναλωτές τους προσαρμοσμένες πληροφορίες σχετικά με την απάτη, μέσω διαφόρων μέσων, δίνοντάς τους σαφή μηνύματα και προειδοποιήσεις, και βοηθώντας τους να αντιδρούν σωστά όταν εκτίθενται σε δυνητικά δόλιες περιπτώσεις. Η ΕΑΤ θα πρέπει να καταρτίσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα διάφορα είδη προγραμμάτων που θα πρέπει αναπτύξουν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών σχετικά με τους κινδύνους απάτης στον τομέα των πληρωμών, λαμβάνοντας υπόψη τον διαρκώς μεταβαλλόμενο χαρακτήρα των κινδύνων απάτης.

(107)Η ασφάλεια των ηλεκτρονικών πληρωμών είναι θεμελιώδης για να διασφαλίζεται η προστασία των χρηστών και η ανάπτυξη ενός υγιούς περιβάλλοντος για το ηλεκτρονικό εμπόριο. Όλες οι υπηρεσίες πληρωμών που προσφέρονται ηλεκτρονικά θα πρέπει να πραγματοποιούνται με ασφάλεια, υιοθετώντας τεχνολογίες ικανές να εγγυηθούν την ασφαλή εξακρίβωση της ταυτότητας του χρήστη και μείωση, στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, του κινδύνου απάτης. Στον τομέα της απάτης, η σημαντικότερη καινοτομία της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 ήταν η καθιέρωση αυστηρής ταυτοποίησης πελάτη. Από την αξιολόγηση της εφαρμογής της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 από την Επιτροπή προέκυψε το συμπέρασμα ότι η αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη έχει ήδη επιτύχει σε μεγάλο βαθμό τη μείωση της απάτης.

(108)Η αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη δεν θα πρέπει να καταστρατηγείται, ιδίως με την αδικαιολόγητη εξάρτηση από τις εξαιρέσεις από αυτήν. Θα πρέπει να θεσπιστούν σαφείς ορισμοί για τις συναλλαγές που δρομολογούνται από έμπορο (MIT) και για τις εντολές μέσω ταχυδρομείου ή τηλεφώνου (MOTO), δεδομένου ότι οι εν λόγω έννοιες, οι οποίες ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν για να δικαιολογήσουν τη μη εφαρμογή της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη, γίνονται αντιληπτές και εφαρμόζονται με διαφορετικό τρόπο, και υπόκεινται σε καταχρηστική εξάρτηση. Όσον αφορά τις συναλλαγές που δρομολογούνται από έμπορο, η αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη θα πρέπει να εφαρμόζεται κατά την κατάρτιση της αρχικής εντολής, χωρίς να χρειάζεται να εφαρμόζεται αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη για μεταγενέστερες πράξεις πληρωμής που δρομολογούνται από έμπορο. Όσον αφορά τις εντολές μέσω ταχυδρομείου ή τηλεφώνου, μόνο η έναρξη πράξεων πληρωμής —και όχι η εκτέλεσή τους— θα πρέπει να είναι μη ψηφιακή ώστε μια συναλλαγή να θεωρείται εντολή μέσω ταχυδρομείου ή τηλεφώνου και, ως εκ τούτου, να μην καλύπτεται από την υποχρέωση εφαρμογής αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη. Ωστόσο, οι πράξεις πληρωμής που βασίζονται σε έντυπες εντολές πληρωμής, εντολές μέσω ταχυδρομείου ή τηλεφώνου που εκδίδει ο πληρωτής θα πρέπει να εξακολουθούν να περιλαμβάνουν απαιτήσεις ασφαλείας και ελέγχους του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή που επιτρέπουν την εξακρίβωση της γνησιότητας της πράξης πληρωμής. Η αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη δεν θα πρέπει επίσης να καταστρατηγείται με πρακτικές, συμπεριλαμβανομένης της προσφυγής σε αγοραστή εγκατεστημένο εκτός της Ένωσης με σκοπό την αποφυγή των απαιτήσεων αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη.

(109)Δεδομένου ότι ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών που θα πρέπει να εφαρμόζει αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη είναι ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδει τα εξατομικευμένα διαπιστευτήρια ασφαλείας, οι πράξεις πληρωμής που δεν δρομολογούνται από τον πληρωτή αλλά μόνο από τον δικαιούχο δεν θα πρέπει να υπόκεινται σε αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη, στον βαθμό που οι εν λόγω πράξεις δρομολογούνται χωρίς καμία αλληλεπίδραση ή συμμετοχή του πληρωτή. Η κανονιστική προσέγγιση των συναλλαγών που δρομολογούνται από έμπορο θα πρέπει να ευθυγραμμιστεί με αυτή των άμεσων χρεώσεων, δεδομένου ότι αμφότερες συνιστούν συναλλαγές που δρομολογούνται από τον δικαιούχο, και να επωφελείται από τα ίδια μέτρα προστασίας των καταναλωτών, συμπεριλαμβανομένων των επιστροφών χρηματικών ποσών.

(110)Για τη βελτίωση της χρηματοπιστωτικής ένταξης, και σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 51 σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών, όλοι οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αναπηρία, των ηλικιωμένων, των ατόμων με χαμηλό επίπεδο ψηφιακών δεξιοτήτων και εκείνων που δεν έχουν πρόσβαση σε ψηφιακές συσκευές, όπως τα έξυπνα τηλέφωνα, θα πρέπει να επωφελούνται από την προστασία κατά της απάτης που παρέχεται από μέσω της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη, ειδικότερα όσον αφορά τη χρήση εξ αποστάσεως ψηφιακών πράξεων πληρωμής και την επιγραμμική πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών ως θεμελιώδεις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Με την καθιέρωση της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη, ορισμένοι καταναλωτές στην Ένωση έκριναν ανέφικτη την πραγματοποίηση διαδικτυακών συναλλαγών λόγω της ουσιαστικής έλλειψης ικανότητάς τους να εκτελέσουν την αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη. Ως εκ τούτου, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι πελάτες τους μπορούν να επωφελούνται από διάφορες μεθόδους για την εκτέλεση της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη, οι οποίες προσαρμόζονται στις ανάγκες και την κατάστασή τους. Οι μέθοδοι αυτές δεν θα πρέπει να εξαρτώνται από μία μόνο τεχνολογία, συσκευή ή μηχανισμό ή από την κατοχή έξυπνου τηλεφώνου.

(111)Τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας που εφαρμόζονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 52 , όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό [XXX], είναι μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που προσφέρουν εργαλεία ταυτοποίησης και επαλήθευσης ταυτότητας για την πρόσβαση σε χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες σε διασυνοριακό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών πληρωμών. Η θέσπιση του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας θα διευκολύνει περαιτέρω τη διασυνοριακή ψηφιακή ταυτοποίηση και επαλήθευση ταυτότητας για ασφαλείς ψηφιακές πληρωμές και θα διευκολύνει την ανάπτυξη ενός πανευρωπαϊκού τοπίου ψηφιακών πληρωμών.

(112)Η αύξηση του ηλεκτρονικού εμπορίου και των πληρωμών μέσω κινητού θα πρέπει να συνοδεύεται από γενικευμένη ενίσχυση των μέτρων ασφαλείας. Σε περίπτωση εξ αποστάσεως έναρξης μιας πράξης πληρωμής, δηλαδή όταν δίνεται εντολή πληρωμής μέσω του διαδικτύου, η εξακρίβωση της γνησιότητας των πράξεων θα πρέπει να βασίζεται σε δυναμικούς κωδικούς, ώστε ο χρήστης να γνωρίζει, ανά πάσα στιγμή, το ποσό και τον δικαιούχο της συναλλαγής που εγκρίνει ο χρήστης.

(113)Η απαίτηση εφαρμογής της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη για εξ αποστάσεως πράξεις πληρωμής με κωδικούς που συνδέουν δυναμικά τη συναλλαγή με συγκεκριμένο ποσό και συγκεκριμένο δικαιούχο θα πρέπει να αντικατοπτρίζει την αύξηση των πληρωμών μέσω κινητών και την εμφάνιση διαφόρων μοντέλων μέσω των οποίων εκτελούνται οι πληρωμές μέσω κινητών.

(114)Δεδομένου ότι η δυναμική σύνδεση αντιμετωπίζει τους κινδύνους παραποίησης του ονόματος του δικαιούχου και του συγκεκριμένου ποσού της συναλλαγής από τη στιγμή που υποβάλλεται η εντολή πληρωμής έως τη στιγμή που εξακριβώνεται η γνησιότητα των πληρωμών, αλλά και τον κίνδυνο απάτης γενικότερα, για τις πληρωμές μέσω κινητών για τις οποίες η διενέργεια αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη απαιτεί τη χρήση του διαδικτύου στη συσκευή του πληρωτή, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει επίσης να εφαρμόζουν στοιχεία που συνδέουν δυναμικά τη συναλλαγή με συγκεκριμένο ποσό και συγκεκριμένο δικαιούχο ή εναρμονισμένα μέτρα ασφαλείας με πανομοιότυπο αποτέλεσμα, τα οποία διασφαλίζουν την εμπιστευτικότητα, τη γνησιότητα και την ακεραιότητα της συναλλαγής σε όλα τα στάδια της εκκίνησης.

(115)Σύμφωνα με την εξαίρεση από την αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη βάσει του άρθρου 18 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2018/389, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών επιτρέπεται να μην εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, όταν ο πληρωτής διενεργεί ηλεκτρονικά εκκίνηση πράξης πληρωμής εξ αποστάσεως η οποία κρίνεται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ως έχουσα κίνδυνο χαμηλού επιπέδου με βάση τους μηχανισμούς παρακολούθησης συναλλαγών. Ωστόσο, οι πληροφορίες από την αγορά κατέδειξαν ότι, για να μπορούν περισσότεροι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών να εφαρμόζουν την ανάλυση κινδύνου συναλλαγής, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν κατάλληλοι κανόνες σχετικά με το πεδίο εφαρμογής της ανάλυσης κινδύνου συναλλαγής, να θεσπιστούν σαφείς απαιτήσεις ελέγχου, να παρασχεθούν περισσότερες λεπτομέρειες και καλύτεροι ορισμοί σχετικά με τις απαιτήσεις παρακολούθησης του κινδύνου και τα δεδομένα που πρέπει να ανταλλάσσονται, καθώς και να αξιολογούνται τα δυνητικά οφέλη από την παροχή στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών της δυνατότητας να αναφέρουν δόλιες συναλλαγές για τις οποίες είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι. Η ΕΑΤ θα πρέπει να καταρτίσει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με την ανάλυση του κινδύνου συναλλαγής.

(116)Τα μέτρα ασφαλείας θα πρέπει να είναι συμβατά με το επίπεδο κινδύνου που ενέχουν οι υπηρεσίες πληρωμών. Για να καταστεί δυνατή η ανάπτυξη φιλικών προς τον χρήστη και προσβάσιμων μέσων πληρωμών για πληρωμές χαμηλού κινδύνου, όπως ανέπαφες πληρωμές χαμηλής αξίας στο σημείο πώλησης, είτε οι πληρωμές αυτές πραγματοποιούνται μέσω κινητού τηλεφώνου είτε όχι, οι εξαιρέσεις ως προς την εφαρμογή των απαιτήσεων ασφαλείας θα πρέπει να προσδιορίζονται στα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα. Η ασφαλής χρήση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας είναι αναγκαία για τον περιορισμό των κινδύνων που αφορούν την παραποίηση, το «ηλεκτρονικό ψάρεμα» και άλλες δόλιες δραστηριότητες. Ο χρήστης θα πρέπει να μπορεί να βασίζεται στη θέσπιση μέτρων που προστατεύουν το απόρρητο και την ακεραιότητα των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας.

(117)Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη όταν, μεταξύ άλλων, ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών προβαίνει σε οποιαδήποτε ενέργεια μέσω εξ αποστάσεως διαύλου που μπορεί να συνεπάγεται κίνδυνο απάτης στον τομέα των πληρωμών ή άλλες καταχρήσεις. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να εφαρμόζουν επαρκή μέτρα ασφαλείας για την προστασία της εμπιστευτικότητας και της ακεραιότητας των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών.

(118)Τα ενδιαφερόμενα μέρη της αγοράς στα κράτη μέλη δεν κατανοούν με συνέπεια τις απαιτήσεις της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη που ισχύουν για την εγγραφή μέσων πληρωμών, και ειδικότερα καρτών πληρωμής, σε ψηφιακά πορτοφόλια. Η δημιουργία μιας μάρκας ή η διαδικασία αντικατάστασής της μπορεί να δημιουργήσει κίνδυνο απάτης στον τομέα των πληρωμών ή άλλων καταχρήσεων. Ως εκ τούτου, η δημιουργία ή η αντικατάσταση μάρκας ενός μέσου πληρωμών, η οποία πραγματοποιείται μέσω εξ αποστάσεως διαύλου με τη συμμετοχή του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, θα πρέπει να προϋποθέτει την εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών κατά τον χρόνο έκδοσης ή αντικατάστασης της μάρκας. Με την εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη στο στάδιο δημιουργίας ή αντικατάστασης της μάρκας, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να επαληθεύει εξ αποστάσεως ότι ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών είναι ο νόμιμος χρήστης του μέσου πληρωμών και να συνδέει τον χρήστη και την ψηφιοποιημένη έκδοση του μέσου πληρωμών με την αντίστοιχη συσκευή. 

(119)Οι φορείς εκμετάλλευσης ψηφιακών πορτοφολιών διέλευσης που επαληθεύουν τα στοιχεία της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη όταν τα μέσα με μάρκες που είναι αποθηκευμένα στα ψηφιακά πορτοφόλια χρησιμοποιούνται για πληρωμές θα πρέπει να υποχρεούνται να συνάπτουν συμφωνίες εξωτερικής ανάθεσης με τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών των πληρωτών, ώστε να μπορούν να συνεχίσουν να διενεργούν τις εν λόγω επαληθεύσεις, αλλά και να απαιτούν τη συμμόρφωσή τους με τις βασικές απαιτήσεις ασφάλειας. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή θα πρέπει, βάσει των συμφωνιών αυτών, να διατηρούν πλήρη ευθύνη για κάθε αδυναμία των φορέων εκμετάλλευσης ψηφιακών πορτοφολιών διέλευσης να εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη και να έχουν το δικαίωμα να ελέγχουν και να εξετάζουν τις διατάξεις ασφαλείας του φορέα εκμετάλλευσης πορτοφολιού.

(120)Όταν οι πάροχοι τεχνικών υπηρεσιών ή οι φορείς εκμετάλλευσης συστημάτων πληρωμών παρέχουν υπηρεσίες στους δικαιούχους ή στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών των δικαιούχων ή των πληρωτών, θα πρέπει να υποστηρίζουν την εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη στο πλαίσιο του ρόλου τους για την εκκίνηση ή την εκτέλεση πράξεων πληρωμής. Δεδομένου του ρόλου που διαδραματίζουν στη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των βασικών απαιτήσεων ασφάλειας όσον αφορά τις λιανικές πληρωμές, μεταξύ άλλων με την παροχή κατάλληλων λύσεων ΤΠ, οι πάροχοι τεχνικών υπηρεσιών και οι διαχειριστές συστημάτων πληρωμών θα πρέπει να θεωρούνται υπεύθυνοι για τις οικονομικές ζημίες που προκαλούνται σε δικαιούχους ή στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών των δικαιούχων ή των πληρωτών σε περίπτωση που δεν υποστηρίζουν την εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη.

(121)Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρμόδιες αρχές για τη χορήγηση αδειών στα ιδρύματα πληρωμών και για τη διαπίστευση και παρακολούθηση των διαδικασιών εναλλακτικής επίλυσης διαφορών (ΕΕΔ).

(122)Με την επιφύλαξη του δικαιώματος προσφυγής των πελατών στα δικαστήρια, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίσουν την ύπαρξη εύκολα προσιτών, επαρκών, ανεξάρτητων, αμερόληπτων, διαφανών και αποτελεσματικών διαδικασιών ΕΕΔ μεταξύ των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών και των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 53 ορίζει ότι ο καταναλωτής δεν μπορεί να στερηθεί την προστασία που του παρέχεται από τους κανόνες δημόσιας τάξης της χώρας της συνήθους κατοικίας του μέσω οποιωνδήποτε συμβατικών όρων περί του εφαρμοστέου στη σύμβαση δικαίου. Με σκοπό τη θέσπιση αποδοτικής και αποτελεσματικής διαδικασίας επίλυσης διαφορών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών συμμετέχουν σε διαδικασία ΕΕΔ σύμφωνα με τις απαιτήσεις ποιότητας που ορίζονται στην οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 54 , για την επίλυση διαφορών πριν από την προσφυγή σε δικαστήριο. Οι ορισθείσες αρμόδιες αρχές θα πρέπει να κοινοποιούν στην Επιτροπή έναν ή περισσότερους αρμόδιους φορείς ποιοτικής ΕΕΔ στην επικράτειά τους για την επίλυση εθνικών και διασυνοριακών διαφορών και για τη συνεργασία όσον αφορά διαφορές που αφορούν δικαιώματα και υποχρεώσεις δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

(123)Οι καταναλωτές θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να ασκούν τα δικαιώματά τους σε συνάρτηση με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών και ηλεκτρονικού χρήματος δυνάμει του παρόντος κανονισμού με αντιπροσωπευτικές αγωγές σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2020/1828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 55 .

(124)Θα πρέπει να θεσπιστούν οι κατάλληλες διαδικασίες για την εξέταση των καταγγελιών κατά των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που δεν συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους και να επιβάλλονται, κατά περίπτωση, κατάλληλες, αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές κυρώσεις. Για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίσουν αρμόδιες αρχές, οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 56 και οι οποίες δρουν ανεξάρτητα από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να κοινοποιούν στην Επιτροπή τις αρχές που έχουν οριστεί, με σαφή περιγραφή των καθηκόντων τους.

(125)Με την επιφύλαξη του δικαιώματος προσφυγής σε δικαστήριο ώστε να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να ασκούν τις απαραίτητες εξουσίες που χορηγούνται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας να διερευνούν εικαζόμενες παραβάσεις και να επιβάλλουν διοικητικές κυρώσεις και διοικητικά μέτρα, όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν συμμορφώνεται με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, ειδικότερα όταν υπάρχει κίνδυνος υποτροπής ή άλλη ανησυχία σχετικά με τα συλλογικά συμφέροντα των καταναλωτών. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να θεσπίσουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς για να ενθαρρύνουν την καταγγελία πιθανών ή πραγματικών παραβάσεων. Οι εν λόγω μηχανισμοί δεν θα πρέπει να θίγουν τα δικαιώματα της υπεράσπισης οποιουδήποτε κατηγορουμένου.

(126)Τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεούνται να προβλέπουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές διοικητικές κυρώσεις και διοικητικά μέτρα σε σχέση με τις παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού. Οι εν λόγω διοικητικές κυρώσεις, περιοδικές χρηματικές ποινές και διοικητικά μέτρα θα πρέπει να πληρούν ορισμένες ελάχιστες απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων των ελάχιστων εξουσιών που θα πρέπει να ανατίθενται στις αρμόδιες αρχές προκειμένου να είναι σε θέση να τις επιβάλλουν, καθώς και των κριτηρίων που θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη οι αρμόδιες αρχές κατά την εφαρμογή τους στη δημοσίευσή τους και στην υποβολή σχετικών εκθέσεων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν ειδικούς κανόνες και αποτελεσματικούς μηχανισμούς όσον αφορά την επιβολή των περιοδικών χρηματικών ποινών.

(127)Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να έχουν την εξουσία να επιβάλλουν διοικητικά χρηματικά πρόστιμα επαρκώς υψηλά ώστε να αντισταθμίζουν τα αναμενόμενα οφέλη και να λειτουργούν αποτρεπτικά ακόμα και για τα μεγαλύτερα ιδρύματα.

(128)Κατά την επιβολή διοικητικών κυρώσεων και μέτρων, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τυχόν προηγούμενες ποινικές κυρώσεις που ενδέχεται να έχουν επιβληθεί στο ίδιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ευθύνεται για την ίδια παράβαση, όταν καθορίζουν το είδος των διοικητικών κυρώσεων ή άλλων διοικητικών μέτρων και το ύψος των διοικητικών χρηματικών προστίμων. Με τον τρόπο αυτόν διασφαλίζεται ότι η αυστηρότητα όλων των κυρώσεων και άλλων διοικητικών μέτρων που επιβάλλονται για κατασταλτικούς σκοπούς σε περίπτωση σώρευσης διοικητικών και ποινικών διαδικασιών περιορίζεται στην απολύτως αναγκαία λόγω της σοβαρότητας της οικείας παράβασης.

(129)Ένα αποτελεσματικό σύστημα εποπτείας προϋποθέτει ότι οι εποπτικές αρχές γνωρίζουν τις αδυναμίες όσον αφορά τη συμμόρφωση των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών με τους κανόνες του παρόντος κανονισμού. Είναι επομένως σημαντικό οι εποπτικοί φορείς να είναι σε θέση να αλληλοενημερώνονται για τις διοικητικές κυρώσεις και τα μέτρα που επιβάλλονται στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, όταν αυτές οι πληροφορίες θα ήταν συναφείς και για άλλους εποπτικούς φορείς.

(130)Η αποτελεσματικότητα του ενωσιακού πλαισίου για τις υπηρεσίες πληρωμών εξαρτάται από τη συνεργασία μεταξύ ευρέος φάσματος αρμόδιων αρχών, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για τη φορολογία, την προστασία των δεδομένων, τον ανταγωνισμό, την προστασία των καταναλωτών, τον έλεγχο, την αστυνομία και άλλες αρχές επιβολής του νόμου. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι το οικείο νομικό πλαίσιο επιτρέπει και διευκολύνει τη συνεργασία, όπως απαιτείται, για την επίτευξη των στόχων του ενωσιακού πλαισίου για τις υπηρεσίες πληρωμών, μεταξύ άλλων μέσω της ορθής επιβολής των κανόνων του. Η εν λόγω συνεργασία θα πρέπει να περιλαμβάνει την ανταλλαγή πληροφοριών, καθώς και την αμοιβαία συνδρομή για την αποτελεσματική επιβολή διοικητικών κυρώσεων, και ειδικότερα όσον αφορά τη διασυνοριακή είσπραξη χρηματικών ποινών.

(131)Ανεξάρτητα από τον χαρακτηρισμό τους σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, μορφές διαδικασιών ταχείας εκτέλεσης ή συμφωνίες διακανονισμού εντοπίζονται σε πολλά κράτη μέλη και χρησιμοποιούνται ως εναλλακτική λύση στις επίσημες διαδικασίες για την ταχύτερη έκδοση απόφασης που αποσκοπεί στην επιβολή διοικητικής κύρωσης ή διοικητικού μέτρου ή για τον τερματισμό της εικαζόμενης παράβασης και των συνεπειών της πριν από την έναρξη επίσημης διαδικασίας επιβολής κυρώσεων. Παρότι δεν φαίνεται σκόπιμο να καταβληθούν προσπάθειες για την εναρμόνιση σε επίπεδο Ένωσης των εν λόγω μεθόδων επιβολής που θεσπίζονται από πολλά κράτη μέλη, λόγω των πολύ διαφορετικών νομικών προσεγγίσεων που υιοθετούνται σε εθνικό επίπεδο, θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι οι μέθοδοι αυτές επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές που μπορούν να τις εφαρμόσουν να χειρίζονται υποθέσεις παράβασης με ταχύτερο, λιγότερο δαπανηρό και συνολικά αποτελεσματικό τρόπο υπό ορισμένες συνθήκες και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να ενθαρρύνονται. Ωστόσο, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να θεσπίζουν τέτοιες μεθόδους επιβολής στο νομικό τους πλαίσιο ούτε να υποχρεώνουν τις αρμόδιες αρχές να τις χρησιμοποιούν εάν δεν το κρίνουν σκόπιμο.

(132)Τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει και προβλέπουν επί του παρόντος ποικίλο φάσμα διοικητικών κυρώσεων και διοικητικών μέτρων για παραβάσεις των βασικών διατάξεων που διέπουν την παροχή υπηρεσιών πληρωμών και ασυνεπείς προσεγγίσεις όσον αφορά τη διερεύνηση και την επιβολή κυρώσεων για παραβιάσεις των εν λόγω διατάξεων. Εάν δεν καθοριστούν με μεγαλύτερη σαφήνεια οι βασικές διατάξεις που πρέπει να ενεργοποιούν επαρκώς αποτρεπτική επιβολή παντού στην Ένωση, θα αποτραπεί η επίτευξη της ενιαίας αγοράς για τις υπηρεσίες πληρωμών και θα υπάρξει κίνδυνος παροχής κινήτρων για την ευκαιριακή επιλογή φορολογικής αρμοδιότητας (forum shopping) στον βαθμό που οι αρμόδιες αρχές είναι εξοπλισμένες με ανομοιογενή τρόπο ώστε να επιβάλλουν άμεσα και με το ίδιο αποτρεπτικό τρόπο τις εν λόγω παραβάσεις στα κράτη μέλη.

(133)Δεδομένου ότι σκοπός των περιοδικών χρηματικών ποινών είναι να υποχρεώνουν τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν προσδιοριστεί ως υπεύθυνα για συνεχιζόμενη παράβαση ή υποχρεούνται να συμμορφωθούν με εντολή της αρμόδιας για την έρευνα αρχής, να συμμορφωθούν με την εντολή αυτή ή να τερματίσουν τη συνεχιζόμενη παράβαση, η επιβολή περιοδικών χρηματικών ποινών δεν θα πρέπει να εμποδίζει τις αρμόδιες αρχές να επιβάλλουν μεταγενέστερες διοικητικές κυρώσεις για την ίδια παράβαση.

(134)Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τα κράτη μέλη, οι περιοδικές χρηματικές ποινές θα πρέπει να υπολογίζονται σε καθημερινή βάση.

(135)Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να εξουσιοδοτούνται από τα κράτη μέλη να επιβάλλουν τις εν λόγω διοικητικές κυρώσεις και διοικητικά μέτρα στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών ή σε άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, κατά περίπτωση, για την αποκατάσταση της κατάστασης σε περίπτωση παράβασης. Το σύνολο κυρώσεων και των μέτρων θα πρέπει να είναι επαρκώς ευρύ, ώστε τα κράτη μέλη και οι αρμόδιες αρχές να μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τις διαφορές μεταξύ των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, και ειδικότερα μεταξύ των πιστωτικών ιδρυμάτων και άλλων ιδρυμάτων πληρωμών, όσον αφορά το μέγεθος, τα χαρακτηριστικά και τη φύση της δραστηριότητάς τους.

(136)Η δημοσίευση διοικητικής κύρωσης ή μέτρου για παράβαση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού μπορεί να έχει ισχυρό αποτρεπτικό αποτέλεσμα έναντι της επανάληψης της εν λόγω παράβασης. Η δημοσίευση ενημερώνει επίσης άλλες οντότητες για τους κινδύνους που συνδέονται με τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών στον οποίο έχουν επιβληθεί κυρώσεις πριν από τη σύναψη επιχειρηματικής σχέσης και βοηθά τις αρμόδιες αρχές σε άλλα κράτη μέλη σε σχέση με τους κινδύνους που συνδέονται με πάροχο υπηρεσιών πληρωμών όταν δραστηριοποιείται στα οικεία κράτη μέλη σε διασυνοριακή βάση. Για τους λόγους αυτούς, θα πρέπει να επιτρέπεται η δημοσίευση αποφάσεων σχετικά με διοικητικές κυρώσεις και διοικητικά μέτρα εφόσον αφορά νομικά πρόσωπα. Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με τη δημοσίευση διοικητικής κύρωσης ή διοικητικού μέτρου, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τη σοβαρότητα της παράβασης και το αποτρεπτικό αποτέλεσμα που είναι πιθανό να επιτύχει η δημοσίευση. Ωστόσο, κάθε τέτοια δημοσίευση που αναφέρεται σε φυσικά πρόσωπα μπορεί να θίγει τα δικαιώματά τους που απορρέουν από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και την ισχύουσα νομοθεσία της Ένωσης για την προστασία των δεδομένων με δυσανάλογο τρόπο. Ως εκ τούτου, η δημοσίευση θα πρέπει να πραγματοποιείται με ανωνυμοποιημένο τρόπο, εκτός εάν η αρμόδια αρχή κρίνει αναγκαία τη δημοσίευση αποφάσεων που περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για την αποτελεσματική επιβολή του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων στην περίπτωση δημόσιων δηλώσεων ή προσωρινών απαγορεύσεων. Στις περιπτώσεις αυτές, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να αιτιολογεί την απόφασή της.

(137)Για την επιτόπια συλλογή ακριβέστερων πληροφοριών αναφορικά με το επίπεδο συμμόρφωσης με το δίκαιο της Ένωσης, με παράλληλη ενίσχυση της προβολής της δραστηριότητας επιβολής των αρμόδιων αρχών, είναι αναγκαίο να διευρυνθεί το πεδίο εφαρμογής και να βελτιωθεί η ποιότητα των δεδομένων που υποβάλλουν οι αρμόδιες αρχές στην ΕΑΤ. Οι πληροφορίες που πρέπει να αναφέρονται θα πρέπει να ανωνυμοποιούνται ώστε να συμμορφώνονται με τους ισχύοντες κανόνες για την προστασία των δεδομένων και να παρουσιάζονται σε συγκεντρωτική μορφή ώστε να συμμορφώνονται με τους κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου και εμπιστευτικότητας όσον αφορά τις διαδικασίες. Η ΕΑΤ θα πρέπει να υποβάλλει τακτικά στην Επιτροπή εκθέσεις σχετικά με την πρόοδο των μέτρων επιβολής στα κράτη μέλη.

(138)Θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε λαμβάνοντας υπόψη τον πληθωρισμό, να ενημερώνει τα ποσά μέχρι τα οποία ο πληρωτής μπορεί να υποχρεούται να επωμισθεί τις ζημίες που αφορούν μη εγκεκριμένες πράξεις πληρωμής οι οποίες προκύπτουν από τη χρήση απολεσθέντος ή κλαπέντος μέσου πληρωμών ή από υπεξαίρεση μέσου πληρωμών. Κατά την κατάρτιση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή θα πρέπει να μεριμνά για την ταυτόχρονη, έγκαιρη και ορθή διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(139)Για να διασφαλιστεί η συνεπής εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να βασίζεται στην εμπειρογνωσία και την υποστήριξη της ΕΑΤ, η οποία θα πρέπει να έχει το καθήκον της κατάρτισης κατευθυντήριων γραμμών και σχεδίων ρυθμιστικών και εκτελεστικών τεχνικών προτύπων. Η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί ώστε να εγκρίνει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων. Κατά την κατάρτιση των κατευθυντήριων γραμμών, των σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων και των σχεδίων εκτελεστικών τεχνικών προτύπων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, η ΕΑΤ θα πρέπει να προβαίνει σε διαβούλευση με όλα τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων αυτών στην αγορά υπηρεσιών πληρωμών που εκπροσωπούν όλα τα σχετικά συμφέροντα.

(140)Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, θα πρέπει να ανατεθούν στην ΕΑΤ αρμοδιότητες παρέμβασης σε σχέση με τα προϊόντα, ώστε να είναι σε θέση να απαγορεύει ή να περιορίζει προσωρινά στην Ένωση ένα συγκεκριμένο είδος ή ένα ειδικό χαρακτηριστικό μιας υπηρεσίας πληρωμών ή μιας υπηρεσίας ηλεκτρονικού χρήματος που έχει διαπιστωθεί ότι ενδέχεται να προκαλέσει ζημία στους καταναλωτές, απειλώντας την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών. Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(141)Το παράρτημα του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 57 θα πρέπει να τροποποιηθεί για να συμπεριλάβει παραπομπή στον παρόντα κανονισμό, ώστε να διευκολυνθεί η διασυνοριακή συνεργασία για την επιβολή του παρόντος κανονισμού.

(142)Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, και συγκεκριμένα η περαιτέρω ενοποίηση της εσωτερικής αγοράς στον τομέα των υπηρεσιών πληρωμών, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, διότι προϋποθέτει εναρμόνιση ποικίλων διαφορετικών κανόνων του ενωσιακού και εθνικού δικαίου, αλλά, λόγω της κλίμακας και των επιπτώσεών του, μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα απαιτούμενα για την επίτευξη του εν λόγω στόχου.

(143)Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός και η οδηγία (ΕΕ) XXX (PSD3) καθορίζουν το νομικό πλαίσιο που διέπει την παροχή υπηρεσιών πληρωμών λιανικής και υπηρεσιών ηλεκτρονικού χρήματος εντός της Ένωσης, για την κατοχύρωση ασφάλειας δικαίου και συνοχής του νομικού πλαισίου της Ένωσης, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται από την ίδια ημερομηνία με την ημερομηνία εφαρμογής των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που απαιτείται να θεσπίσουν τα κράτη μέλη για να συμμορφωθούν με την οδηγία (ΕΕ) XXX (PSD3). Ωστόσο, οι διατάξεις που απαιτούν από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών να επαληθεύουν τις αποκλίσεις μεταξύ του ονόματος και του αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης του δικαιούχου σε περίπτωση μεταφορών πίστωσης και του αντίστοιχου καθεστώτος ευθύνης θα πρέπει να εφαρμοστούν 24 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, παρέχοντας έτσι στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών αρκετό χρόνο ώστε να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την προσαρμογή των εσωτερικών τους συστημάτων, με σκοπό τη συμμόρφωση με τις εν λόγω απαιτήσεις.

(144)Σύμφωνα με τις αρχές της βελτίωσης της νομοθεσίας, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να επανεξεταστεί ως προς την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητά του όσον αφορά την επίτευξη των στόχων του. Η επανεξέταση θα πρέπει να πραγματοποιηθεί σε επαρκές χρονικό διάστημα μετά την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού ώστε να υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία στα οποία θα μπορεί να βασιστεί η επανεξέταση. Τα πέντε έτη θεωρούνται κατάλληλη περίοδος. Παρότι η επανεξέταση θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον παρόντα κανονισμό στο σύνολό του, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε ορισμένα θέματα, και συγκεκριμένα στη λειτουργία της ανοικτής τραπεζικής, στη χρέωση των υπηρεσιών πληρωμών και σε περαιτέρω λύσεις για την καταπολέμηση της απάτης. Ωστόσο, όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, είναι σκόπιμο να πραγματοποιηθεί επανεξέταση νωρίτερα, τρία έτη μετά την έναρξη της εφαρμογής του, δεδομένης της σημασίας που αποδίδεται στο εν λόγω θέμα στο άρθρο 58 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2554 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 58 . Στην εν λόγω επανεξέταση του πεδίου εφαρμογής θα πρέπει να εξεταστεί τόσο η πιθανή επέκταση του καταλόγου των καλυπτόμενων υπηρεσιών πληρωμών ώστε να συμπεριληφθούν υπηρεσίες όπως αυτές που παρέχονται από τα συστήματα πληρωμών και τα καθεστώτα πληρωμών, όσο και η πιθανή συμπερίληψη στο πεδίο εφαρμογής ορισμένων τεχνικών υπηρεσιών που εξαιρούνται επί του παρόντος.

(145)Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, του δικαιώματος στην προστασία των προσωπικών δεδομένων, της επιχειρηματικής ελευθερίας, του δικαιώματος αποτελεσματικής προσφυγής και του δικαιώματος του προσώπου να μη δικάζεται ή να μην τιμωρείται ποινικά δύο φορές για το ίδιο αδίκημα. Ο παρών κανονισμός πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με τα εν λόγω δικαιώματα και αρχές.

(146)Οι αναφορές σε ποσά σε ευρώ θα πρέπει να νοούνται ως το ισόποσο σε εθνικό νόμισμα των κρατών μελών που δεν έχουν ως νόμισμα το ευρώ.

(147)Ζητήθηκε η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 59 , ο οποίος γνωμοδότησε στις [XX XX 2023] 60 ,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΤΙΤΛΟΣ Ι

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

1.Ο παρών κανονισμός θεσπίζει ενιαίες απαιτήσεις σχετικά με την παροχή υπηρεσιών πληρωμών και υπηρεσιών ηλεκτρονικού χρήματος, όσον αφορά:

α)τη διαφάνεια των όρων και τις απαιτήσεις πληροφόρησης σχετικά με τις υπηρεσίες πληρωμών και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικού χρήματος·

β)τα αντίστοιχα δικαιώματα και υποχρεώσεις των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών και ηλεκτρονικού χρήματος, καθώς και των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών και ηλεκτρονικού χρήματος σε σχέση με την παροχή υπηρεσιών πληρωμών και ηλεκτρονικού χρήματος.

2.Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, κάθε αναφορά σε υπηρεσίες πληρωμών νοείται στον παρόντα κανονισμό ως υπηρεσίες πληρωμών και ηλεκτρονικού χρήματος.

3.Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, κάθε αναφορά σε παρόχους υπηρεσιών πληρωμών νοείται στον παρόντα κανονισμό ως πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών και πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικού χρήματος.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις υπηρεσίες πληρωμών που παρέχουν εντός της Ένωσης οι ακόλουθες κατηγορίες παρόχων υπηρεσιών πληρωμών:

α)πιστωτικά ιδρύματα όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 61 , συμπεριλαμβανομένων των υποκαταστημάτων τους όταν τα εν λόγω υποκαταστήματα είναι εγκατεστημένα στην Ένωση, ανεξαρτήτως εάν τα κεντρικά γραφεία τους είναι εγκατεστημένα εντός ή εκτός της Ένωσης·

β)γραφεία ταχυδρομικών επιταγών τα οποία εξουσιοδοτούνται βάσει του εθνικού δικαίου να παρέχουν υπηρεσίες πληρωμών·

γ)ιδρύματα πληρωμών· 

δ)η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες όταν δεν ενεργούν υπό την ιδιότητά τους ως νομισματικών ή άλλων δημόσιων αρχών·

ε)τα κράτη μέλη ή οι περιφερειακές ή τοπικές αρχές τους όταν δεν ενεργούν υπό την ιδιότητά τους ως δημόσιων αρχών.

2.Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες υπηρεσίες:

α)πράξεις πληρωμής που διενεργούνται αποκλειστικά σε μετρητά απευθείας από τον πληρωτή στον δικαιούχο, χωρίς καμία ενδιάμεση παρέμβαση·

β)πράξεις πληρωμής από τον πληρωτή στον δικαιούχο μέσω εμπορικού αντιπροσώπου, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 της οδηγίας 86/653/ΕΟΚ, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις: i) ο εμπορικός αντιπρόσωπος εξουσιοδοτείται, μέσω συμφωνίας, να διαπραγματεύεται ή να συνάπτει την πώληση ή την αγορά αγαθών ή υπηρεσιών για λογαριασμό μόνο του πληρωτή ή μόνο του δικαιούχου της πληρωμής, αλλά όχι και των δύο, ανεξάρτητα από το αν ο εμπορικός αντιπρόσωπος έχει στην κατοχή του τα χρηματικά ποσά του πελάτη, και ii) η συμφωνία αυτή παρέχει στον πληρωτή ή στον δικαιούχο πραγματικό περιθώριο να διαπραγματεύεται με τον εμπορικό αντιπρόσωπο ή να συνάπτει την πώληση ή την αγορά αγαθών ή υπηρεσιών·

γ)πράξεις πληρωμής που συνίστανται σε μη επαγγελματική συγκέντρωση και παράδοση μετρητών στο πλαίσιο μη κερδοσκοπικής ή φιλανθρωπικής δραστηριότητας·

δ)υπηρεσίες όπου ο δικαιούχος παρέχει μετρητά στον πληρωτή στο πλαίσιο πράξης πληρωμής για την αγορά αγαθών και υπηρεσιών, κατόπιν ρητού αιτήματος του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών ακριβώς πριν από την εκτέλεση της πράξης πληρωμής·

ε)υπηρεσίες όπου τα μετρητά παρέχονται σε καταστήματα λιανικής πώλησης κατόπιν ρητού αιτήματος του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, αλλά ανεξάρτητα από την εκτέλεση οποιασδήποτε πράξης πληρωμής και χωρίς καμία υποχρέωση αγοράς αγαθών και υπηρεσιών. Ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών λαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τυχόν χρεώσεις για την εν λόγω υπηρεσία πριν από την παροχή των ζητούμενων μετρητών·

στ)πράξεις πληρωμής που βασίζονται σε οποιοδήποτε από τα ακόλουθα αξιόγραφα, τα οποία εκδίδονται επί του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών για να τεθούν χρηματικά ποσά στη διάθεση του δικαιούχου:

i) έντυπες επιταγές που διέπονται από τη σύμβαση της Γενεύης, της 19ης Μαρτίου 1931, με την οποία θεσπίζεται ενιαίος νόμος για τις επιταγές·

ii) έντυπες επιταγές, ανάλογες με εκείνες που αναφέρονται στο σημείο i), οι οποίες διέπονται από τη νομοθεσία των κρατών μελών που δεν έχουν υπογράψει τη σύμβαση της Γενεύης, της 19ης Μαρτίου 1931, για τον ενιαίο νόμο για τις επιταγές·

iii)έντυπες εντολές πληρωμών, που αναφέρονται τη σύμβαση της Γενεύης της 7ης Ιουνίου 1930, με την οποία θεσπίζεται ενιαίο δίκαιο για τις συναλλαγματικές και τα γραμμάτια·

iv)έντυπες εντολές πληρωμών παρόμοιες με αυτές του σημείου iii) που διέπονται από τους νόμους των κρατών μελών που δεν είναι μέλη της σύμβασης της Γενεύης, της 7ης Ιουνίου 1930, με την οποία θεσπίζεται ενιαίο δίκαιο για τις συναλλαγματικές και τα γραμμάτια·

v)έντυπα παραστατικά·

vi)έντυπες ταξιδιωτικές επιταγές·

vii)έντυπες ταχυδρομικές επιταγές όπως ορίζονται από την Παγκόσμια Ταχυδρομική Ένωση·

ζ)πράξεις πληρωμής που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο συστήματος πληρωμών ή διακανονισμού τίτλων μεταξύ αντιπροσώπων διακανονισμού, κεντρικών αντισυμβαλλομένων, γραφείων συμψηφισμού ή κεντρικών τραπεζών και άλλων συμμετεχόντων στο σύστημα, και παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, με την επιφύλαξη του άρθρου 31·

η)πράξεις πληρωμής που αφορούν την εξυπηρέτηση περιουσιακών στοιχείων αποτελούμενων από τίτλους, συμπεριλαμβανομένων μερισμάτων, εισοδήματος ή άλλων διανεμόμενων ποσών, ή της εξαγοράς ή πώλησης, οι οποίες διενεργούνται από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο στοιχείο ζ), ή από επιχειρήσεις επενδύσεων, πιστωτικά ιδρύματα, οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων ή επιχειρήσεις διαχείρισης που παρέχουν υπηρεσίες επενδύσεων και κάθε άλλη οντότητα η οποία επιτρέπεται να φυλάσσει χρηματοοικονομικά μέσα·

θ)με την επιφύλαξη του άρθρου 23 παράγραφος 2 και των άρθρων 58 και 87, υπηρεσίες που παρέχονται από παρόχους τεχνικών υπηρεσιών·

ι)υπηρεσίες που βασίζονται σε συγκεκριμένα μέσα πληρωμών τα οποία πληρούν μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i) μέσα που επιτρέπουν στον κάτοχο να αποκτήσει αγαθά ή υπηρεσίες μόνο στην επαγγελματική στέγη που χρησιμοποιεί ο εκδότης ή εντός ενός μεμονωμένου περιορισμένου δικτύου παρόχων υπηρεσιών στο πλαίσιο απευθείας εμπορικής συμφωνίας με επαγγελματία εκδότη·

ii) μέσα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για την απόκτηση ενός πολύ περιορισμένου φάσματος αγαθών ή υπηρεσιών·

iii) μέσα που ισχύουν μόνο σε ένα κράτος μέλος και παρέχονται κατ’ αίτηση επιχείρησης ή οντότητας του δημόσιου τομέα και ρυθμίζονται από εθνική ή περιφερειακή δημόσια αρχή για ειδικούς κοινωνικούς ή φορολογικούς σκοπούς για την απόκτηση συγκεκριμένων αγαθών ή υπηρεσιών από προμηθευτές που έχουν συνάψει εμπορική συμφωνία με τον εκδότη·

ια)πράξεις πληρωμής από πάροχο δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του 62 Συμβουλίου, ή υπηρεσίες που παρέχονται επιπλέον των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 4 της εν λόγω οδηγίας, σε συνδρομητή του δικτύου ή της υπηρεσίας:

i) για την αγορά ψηφιακού περιεχομένου και φωνητικών υπηρεσιών, ανεξάρτητα από τη συσκευή που χρησιμοποιείται για την αγορά ή την κατανάλωση του ψηφιακού περιεχομένου και χρεώνονται στον σχετικό λογαριασμό ή

ii) οι οποίες πραγματοποιούνται από ή μέσω ηλεκτρονικής συσκευής και χρεώνονται στον σχετικό λογαριασμό στο πλαίσιο φιλανθρωπικής δραστηριότητας ή για την αγορά εισιτηρίων·

υπό την προϋπόθεση ότι η αξία κάθε μεμονωμένης πράξης πληρωμής δεν υπερβαίνει τα 50 EUR και:

η συνολική αξία των πράξεων πληρωμής για έναν μεμονωμένο συνδρομητή δεν υπερβαίνει τα 300 EUR ανά μήνα, ή

όταν ο συνδρομητής προχρηματοδοτεί τον λογαριασμό του στον πάροχο ηλεκτρονικού επικοινωνιακού δικτύου ή υπηρεσίας, η συνολική αξία των πράξεων πληρωμής δεν υπερβαίνει τα 300 EUR ανά μήνα·

ιβ)πράξεις πληρωμής οι οποίες πραγματοποιούνται μεταξύ παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, αντιπροσώπων ή υποκαταστημάτων τους για ίδιο λογαριασμό·

ιγ)πράξεις πληρωμής και σχετικές υπηρεσίες μεταξύ μητρικής και θυγατρικής επιχείρησης ή μεταξύ θυγατρικών επιχειρήσεων της ίδιας μητρικής επιχείρησης, χωρίς καμία ενδιάμεση παρέμβαση παρόχου υπηρεσίας πληρωμών εκτός από επιχείρηση που ανήκει στον ίδιο όμιλο, και η είσπραξη των εντολών πληρωμής για λογαριασμό ενός ομίλου από μητρική επιχείρηση ή θυγατρική της για την περαιτέρω διαβίβαση σε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών. 

3.Οι τίτλοι ΙΙ και III εφαρμόζονται σε πράξεις πληρωμής στο νόμισμα του κράτους μέλους όταν τόσο ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή όσο και ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου, ή ο μοναδικός πάροχος υπηρεσιών πληρωμών για την πράξη πληρωμής βρίσκονται εντός της Ένωσης.

4.Ο τίτλος ΙΙ εκτός από το άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο β), το άρθρο 20 σημείο 2 στοιχείο ε), και το άρθρο 24 στοιχείο α), καθώς και ο τίτλος III, εκτός από τα άρθρα 67 ως 72, εφαρμόζονται σε πράξεις πληρωμής σε νόμισμα που δεν είναι νόμισμα του κράτους μέλους όταν τόσο ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή όσο και ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου, ή ο μοναδικός πάροχος υπηρεσιών πληρωμών για την πράξη πληρωμής, βρίσκονται εντός της Ένωσης, σε ό,τι αφορά τα μέρη της πράξης πληρωμής που πραγματοποιούνται στην Ένωση.

5.Ο τίτλος ΙΙ, εκτός από το άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο β), το άρθρο 20 σημείο 2 στοιχείο ε), το άρθρο 20 σημείο 5 στοιχείο η) και το άρθρο 24 στοιχείο α), καθώς και ο τίτλος III, εκτός από το άρθρο 28 παράγραφοι 2 και 3, τα άρθρα 62, 63 και 67, το άρθρο 69 παράγραφος 1, και τα άρθρα 75 και 78 εφαρμόζονται σε πράξεις πληρωμής σε όλα τα νομίσματα όταν μόνο ο ένας από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών βρίσκεται εντός της Ένωσης, σε ό,τι αφορά τα μέρη της πράξης πληρωμής που πραγματοποιούνται στην Ένωση.

6.Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν τα ιδρύματα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 5 σημεία 4) έως 23) της οδηγίας 2013/36/ΕΕ από την εφαρμογή του συνόλου ή μέρους των διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

7.Έως τις [ OP please insert the date= one year after the date of entry into force of this Regulation], η ΕΑΤ θα εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, οι οποίες θα απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές που ορίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, σχετικά με την εξαίρεση πράξεων πληρωμής από τον πληρωτή προς τον δικαιούχο μέσω εμπορικού αντιπροσώπου που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου.

8.Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για τον προσδιορισμό των προϋποθέσεων που ισχύουν για τις εξαιρέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο ι). Η ΕΑΤ λαμβάνει υπόψη την πείρα που αποκτήθηκε κατά την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών της ΕΑΤ, της 24ης Φεβρουαρίου 2022, σχετικά με την εξαίρεση του περιορισμένου δικτύου δυνάμει της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366.

Η ΕΑΤ υποβάλλει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στην Επιτροπή έως τις [OP please insert the date= one year after the date of entry into force of this Regulation]. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

9.Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις διατάξεις που θεσπίζουν στο δίκαιό τους δυνάμει της παραγράφου 6, έως την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και, χωρίς καθυστέρηση, κάθε επακόλουθη τροποποίησή τους.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1) «κράτος μέλος καταγωγής»:

α)το κράτος μέλος στο οποίο ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών έχει την καταστατική του έδρα· ή

β)εάν, βάσει του εθνικού δικαίου, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν διαθέτει καταστατική έδρα, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών·

2) «κράτος μέλος υποδοχής»: το κράτος μέλος, πλην του κράτους μέλους καταγωγής, στο οποίο ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών διαθέτει αντιπρόσωπο, διανομέα ή υποκατάστημα, ή παρέχει υπηρεσίες πληρωμών·

3) «υπηρεσίες πληρωμών»: μία ή περισσότερες από τις επιχειρηματικές δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα I·

4) «ιδρύματα πληρωμών»: τα νομικά πρόσωπα που έχουν λάβει άδεια, σύμφωνα με το άρθρο 13 της οδηγίας (ΕΕ) [PSD3], να παρέχουν υπηρεσίες πληρωμών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικού χρήματος σε ολόκληρη την Ένωση·

5) «πράξη πληρωμής»: πράξη κατάθεσης, μεταβίβασης ή ανάληψης χρηματικών ποσών με βάση μια πράξη πληρωμής η οποία υποβάλλεται από τον πληρωτή ή για λογαριασμό του ή από τον δικαιούχο ή για λογαριασμό του, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε υποκείμενη υποχρέωση μεταξύ πληρωτή και δικαιούχου·

6) «έναρξη πράξης πληρωμής»: τα αναγκαία βήματα για την προετοιμασία της εκτέλεσης μιας πράξης πληρωμής, συμπεριλαμβανομένης της υποβολής εντολής πληρωμής και της ολοκλήρωσης της διαδικασίας εξακρίβωσης·

7) «εξ αποστάσεως έναρξη πράξης πληρωμής»: πράξη πληρωμής για την οποία υποβάλλεται εντολή πληρωμής μέσω του διαδικτύου·

8) «εκτέλεση πράξης πληρωμής»: η διαδικασία που αρχίζει μόλις ολοκληρωθεί η έναρξη μιας πράξης πληρωμής και περατώνεται μόλις τεθούν στη διάθεση του δικαιούχου τα χρηματικά ποσά που έχουν κατατεθεί, αναληφθεί ή μεταφερθεί·

9) «σύστημα πληρωμών»: ένα σύστημα μεταφοράς χρηματικών ποσών με επίσημες και τυποποιημένες ρυθμίσεις και κοινούς κανόνες για την επεξεργασία, την εκκαθάριση ή τον διακανονισμό των πράξεων πληρωμής·

10) «διαχειριστής συστήματος πληρωμών»: η νομική οντότητα που φέρει τη νομική ευθύνη για τη λειτουργία συστήματος πληρωμών·

11) «πληρωτής»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο διατηρεί λογαριασμό πληρωμών και υποβάλλει εντολή πληρωμής από αυτόν το λογαριασμό ή, εάν δεν υπάρχει λογαριασμός πληρωμών, το πρόσωπο που υποβάλλει εντολή πληρωμής·

12) «δικαιούχος»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι ο τελικός αποδέκτης των χρηματικών ποσών που αποτελούν αντικείμενο της πράξης πληρωμής·

13) «χρήστης υπηρεσιών πληρωμών»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που χρησιμοποιεί μια υπηρεσία πληρωμών ή μια υπηρεσία ηλεκτρονικού χρήματος ως πληρωτής, δικαιούχος, ή και με τις δύο ιδιότητες·

14) «πάροχος υπηρεσιών πληρωμών»: μία από τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 ή φυσικό ή νομικό πρόσωπο που τυγχάνει εξαίρεσης δυνάμει των άρθρων 34, 36 ή 38 της οδηγίας (ΕΕ) [PSD3]·

15) «λογαριασμός πληρωμών»: ο λογαριασμός που τηρείται από πάροχο υπηρεσιών πληρωμών στο όνομα ενός ή περισσότερων χρηστών υπηρεσιών πληρωμών και χρησιμοποιείται για την εκτέλεση μίας ή περισσότερων πράξεων πληρωμής και επιτρέπει την αποστολή και λήψη χρηματικών ποσών προς και από τρίτους·

16) «εντολή πληρωμής»: οδηγία εκ μέρους του πληρωτή ή του δικαιούχου προς τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών με την οποία του ζητείται να εκτελέσει μια πράξη πληρωμής·

17) «εντολή»: έκφραση της εξουσιοδότησης που παρέχεται από τον πληρωτή στον δικαιούχο και (άμεσα ή έμμεσα μέσω του δικαιούχου) στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή για να έχει ο δικαιούχος τη δυνατότητα να κινήσει πράξη πληρωμής για χρέωση του προσδιοριζόμενου λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή και για να έχει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή τη δυνατότητα να συμμορφωθεί προς τις οδηγίες αυτές·

18) «μέσο πληρωμών»: μεμονωμένη συσκευή ή συσκευές και/ή σειρά διαδικασιών που έχει συμφωνηθεί μεταξύ του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών και του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, η οποία καθιστά δυνατή την έναρξη πράξης πληρωμής·

19) «πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού»: ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ο οποίος παρέχει και τηρεί λογαριασμό πληρωμής για πληρωτή·

20) «υπηρεσία εκκίνησης πληρωμής»: η υπηρεσία για την υποβολή εντολής πληρωμής κατόπιν αιτήματος του πληρωτή ή του δικαιούχου σε σχέση με λογαριασμό πληρωμών που τηρείται σε άλλο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών·

(21) «υπηρεσία πληροφοριών λογαριασμού»: διαδικτυακή υπηρεσία συλλογής, είτε απευθείας είτε μέσω παρόχου τεχνικής υπηρεσίας, και ενοποίησης πληροφοριών που τηρούνται σε έναν ή περισσότερους λογαριασμούς πληρωμών ενός χρήστη υπηρεσιών πληρωμών με έναν ή περισσότερους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού· 

22) «πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών»: πάροχος υπηρεσιών πληρωμών που παρέχει υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών·

23) «πάροχος υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού»: πάροχος υπηρεσιών πληρωμών που παρέχει υπηρεσίες πληροφοριών λογαριασμού·

24) «καταναλωτής»: το φυσικό πρόσωπο που δεν ενεργεί για εμπορικούς, επιχειρηματικούς ή επαγγελματικούς σκοπούς, όσον αφορά συμβάσεις υπηρεσιών πληρωμών που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό·

25) «σύμβαση-πλαίσιο»: σύμβαση υπηρεσιών πληρωμών που διέπει τη μελλοντική εκτέλεση ατομικών και διαδοχικών πράξεων πληρωμών και η οποία μπορεί να περιλαμβάνει την υποχρέωση και τους όρους σύστασης λογαριασμού πληρωμών·

26) «υπηρεσία εμβασμάτων»: υπηρεσία πληρωμών κατά την οποία λαμβάνεται χρηματικό ποσό από πληρωτή, χωρίς να δημιουργείται λογαριασμός πληρωμών στο όνομα του πληρωτή ή του δικαιούχου, με μοναδικό σκοπό τη μεταφορά αντίστοιχου ποσού σε δικαιούχο ή σε άλλο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών που ενεργεί για λογαριασμό του δικαιούχου, ή κατά την οποία αυτά τα χρηματικά ποσά λαμβάνονται για λογαριασμό του δικαιούχου και τίθενται στη διάθεσή του·

27) «άμεση χρέωση»: η υπηρεσία πληρωμής με την οποία χρεώνεται ο λογαριασμός πληρωμών του πληρωτή, όταν η έναρξη της πράξης πληρωμής διενεργείται από τον δικαιούχο βάσει εντολής του πληρωτή προς τον δικαιούχο, τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου ή τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του ίδιου του πληρωτή·

28) «μεταφορά πίστωσης»: η υπηρεσία πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων των άμεσων μεταφορών πίστωσης, για την πίστωση λογαριασμού πληρωμών του δικαιούχου με πράξη πληρωμής ή μια σειρά πράξεων πληρωμής από λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή μέσω του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών που τηρεί τον λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή, βάσει εντολής του πληρωτή·

29) «άμεση μεταφορά πίστωσης»: μεταφορά πίστωσης η οποία εκτελείται αμέσως, ανεξάρτητα από την ημέρα ή την ώρα·

30) «χρηματικά ποσά»: χρήμα κεντρικής τράπεζας που εκδίδεται για χρήση λιανικής, το λογιστικό και το ηλεκτρονικό χρήμα·

31) «ημερομηνία αξίας»: το χρονικό σημείο αναφοράς που χρησιμοποιεί ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών για τον υπολογισμό των τόκων επί των χρηματικών ποσών που χρεώνεται ή πιστώνεται λογαριασμός πληρωμών·

32) «συναλλαγματική ισοτιμία αναφοράς»: η συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμεύει ως βάση για τον υπολογισμό τυχόν κόστους μετατροπής νομισμάτων και η οποία γνωστοποιείται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ή προέρχεται από πηγή διαθέσιμη στο κοινό·

33) «επιτόκιο αναφοράς»: το επιτόκιο που χρησιμεύει ως βάση για τον υπολογισμό των τόκων και το οποίο πρέπει να προέρχεται από πηγή διαθέσιμη στο κοινό την οποία να μπορούν να ελέγξουν αμφότερα τα μέρη της σύμβασης παροχής υπηρεσιών πληρωμών·

34) «εξακρίβωση»: η διαδικασία που επιτρέπει στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να επαληθεύει την ταυτότητα χρήστη υπηρεσιών πληρωμών ή την εγκυρότητα χρήσης συγκεκριμένου μέσου πληρωμών, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφάλειας του χρήστη·

35) «αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη»: η εξακρίβωση που βασίζεται στη χρήση δύο ή περισσότερων στοιχείων που αφορούν γνώση (στοιχείο το οποίο μόνο ο χρήστης γνωρίζει), κατοχή (στοιχείο το οποίο μόνο ο χρήστης κατέχει) και κάποιο μοναδικό φυσικό χαρακτηριστικό του (στοιχείο το οποίο ο χρήστης είναι), στοιχεία τα οποία είναι ανεξάρτητα, ως προς το ότι η παραβίαση του ενός δεν θέτει σε κίνδυνο την αξιοπιστία των υπολοίπων, και η διαδικασία είναι σχεδιασμένη με τέτοιο τρόπο ώστε να προστατεύεται το απόρρητο των δεδομένων εξακρίβωσης·

36) «πάροχος τεχνικών υπηρεσιών»: πάροχος υπηρεσιών που υποστηρίζουν την παροχή υπηρεσιών πληρωμών, χωρίς ποτέ να περιέρχονται στην κατοχή του τα προς μεταφορά χρηματικά ποσά·

37) «εξατομικευμένα διαπιστευτήρια ασφάλειας»: εξατομικευμένα στοιχεία που παρέχει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών σε χρήστη υπηρεσιών πληρωμών με σκοπό την εξακρίβωση·

38) «ευαίσθητα δεδομένα πληρωμών»: δεδομένα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη διάπραξη απάτης, συμπεριλαμβανομένων των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας·

39) «αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης»: ο συνδυασμός γραμμάτων, αριθμών ή συμβόλων που ορίζει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών και τον οποίο πρέπει να διαβιβάσει ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών για τη βέβαιη ταυτοποίηση άλλου χρήστη υπηρεσιών πληρωμών ή του λογαριασμού πληρωμών του τελευταίου για μια πράξη πληρωμής·

40) «μέσο επικοινωνίας εξ αποστάσεως»: η μέθοδος η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη σύναψη σύμβασης παροχής υπηρεσιών πληρωμών, χωρίς την ταυτόχρονη φυσική παρουσία του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών και του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών·

41) «σταθερό μέσο»: το μέσο που επιτρέπει στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών να αποθηκεύει τις πληροφορίες που του απευθύνονται προσωπικά κατά τρόπο ώστε να συνεχίζει να έχει πρόσβαση σε αυτές μελλοντικά επί χρονικό διάστημα επαρκές για τους σκοπούς που εξυπηρετούν οι πληροφορίες, και να αναπαράγει αυτούσιες τις αποθηκευμένες πληροφορίες·

42) «πολύ μικρή επιχείρηση»: επιχείρηση η οποία, κατά τη στιγμή της σύναψης της σύμβασης παροχής υπηρεσιών πληρωμών, είναι επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 1 και του άρθρου 2 παράγραφοι 1 και 3 του παραρτήματος της σύστασης 2003/361/ΕΚ·

43) «εργάσιμη ημέρα»: η ημέρα κατά την οποία ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή ή του δικαιούχου που συμμετέχει στην εκτέλεση πράξης πληρωμής ασκεί επιχειρηματικές δραστηριότητες για την εκτέλεση πράξης πληρωμής·

 44) «αντιπρόσωπος»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες πληρωμών εξ ονόματος ενός ιδρύματος πληρωμών, με εξαίρεση τις υπηρεσίες ηλεκτρονικού χρήματος·

45) «υποκατάστημα»:τόπος διεξαγωγής επιχειρηματικής δραστηριότητας, εκτός των κεντρικών γραφείων, το οποίο είναι τμήμα ιδρύματος πληρωμών, δεν διαθέτει νομική προσωπικότητα και όπου διενεργούνται απευθείας μερικές ή όλες οι πράξεις που συνιστούν τις δραστηριότητες ενός ιδρύματος πληρωμών· όλοι οι τόποι διεξαγωγής επιχειρηματικής δραστηριότητας που έχουν συσταθεί στο ίδιο κράτος μέλος από ίδρυμα πληρωμών με κεντρικά γραφεία σε άλλο κράτος μέλος θεωρούνται ένα και μοναδικό υποκατάστημα·

63 64 46) «όμιλος»: σύνολο επιχειρήσεων που συνδέονται μεταξύ τους όπως ορίζεται στο άρθρο 22 παράγραφος 1 σημεία 2 ή 7 της οδηγίας 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ή επιχειρήσεων όπως ορίζονται στα άρθρα 4, 5, 6 και 7 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 241/2014 της Επιτροπής, οι οποίες συνδέονται μεταξύ τους κατά την έννοια του άρθρου 10 παράγραφος 1 ή του άρθρου 113 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο ή του άρθρου 113 παράγραφος 7 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

47) «ψηφιακό περιεχόμενο»: τα αγαθά ή οι υπηρεσίες που παράγονται και διατίθενται σε ψηφιακή μορφή, των οποίων η χρήση ή κατανάλωση περιορίζεται σε τεχνική συσκευή και που δεν περιλαμβάνουν με κανέναν τρόπο τη χρήση ή την κατανάλωση φυσικών αγαθών ή υπηρεσιών·

48) «αποδοχή πράξεων πληρωμής»: υπηρεσία πληρωμών παρεχόμενη από πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ο οποίος συνάπτει σύμβαση με έναν δικαιούχο για την αποδοχή και επεξεργασία πράξεων πληρωμής, η οποία καταλήγει σε μεταφορά χρηματικών ποσών στον δικαιούχο·

49) «έκδοση μέσων πληρωμών»: υπηρεσία πληρωμών από πάροχο υπηρεσιών πληρωμών που αναλαμβάνει με σύμβαση να παρέχει στον πληρωτή μέσο πληρωμών για την έναρξη και την επεξεργασία των πράξεων πληρωμής του πληρωτή·

50) «ηλεκτρονικό χρήμα»: νομισματική αξία αποθηκευμένη σε ηλεκτρονικό, μεταξύ άλλων και μαγνητικό υπόθεμα, αντιπροσωπευόμενη από απαίτηση έναντι του εκδότη, η οποία έχει εκδοθεί κατόπιν παραλαβής χρηματικού ποσού για τον σκοπό της πραγματοποίησης πράξεων πληρωμών και γίνεται δεκτή από άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα πέραν του εκδότη·

51) «διανομέας»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο που διανέμει ή εξαργυρώνει ηλεκτρονικό χρήμα για λογαριασμό ιδρύματος πληρωμών·

52) «υπηρεσίες ηλεκτρονικού χρήματος»: η έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος, η τήρηση λογαριασμών πληρωμών που αποθηκεύουν μονάδες ηλεκτρονικού χρήματος, και η μεταφορά μονάδων ηλεκτρονικού χρήματος·

53) «εμπορική επωνυμία»: το όνομα που χρησιμοποιείται συνήθως από τον δικαιούχο για την ταυτοποίησή του στον πληρωτή·

54) «πάροχος ATM»: φορείς εκμετάλλευσης αυτόματων ταμειολογιστικών μηχανών που δεν εξυπηρετούν λογαριασμούς πληρωμών·

55) «ίδρυμα πληρωμών που παρέχει υπηρεσίες ηλεκτρονικού χρήματος»: ίδρυμα πληρωμών το οποίο παρέχει τις υπηρεσίες έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος, τήρησης λογαριασμών πληρωμών που αποθηκεύουν μονάδες ηλεκτρονικού χρήματος και μεταφοράς μονάδων ηλεκτρονικού χρήματος, ανεξάρτητα από το αν παρέχει οποιαδήποτε από τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο παράρτημα I ή όχι.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Γενικοί κανόνες

Άρθρο 4

Πεδίο εφαρμογής

1.Ο παρών τίτλος εφαρμόζεται σε μεμονωμένες πράξεις πληρωμής, σε συμβάσεις-πλαίσια και σε πράξεις πληρωμής που καλύπτονται από τις εν λόγω συμβάσεις. Τα μέρη αυτών των μεμονωμένων πράξεων πληρωμής, των συμβάσεων-πλαισίων και των πράξεων πληρωμής που καλύπτονται από αυτές μπορούν να συμφωνήσουν ότι ο παρών τίτλος δεν εφαρμόζεται εν όλω ή εν μέρει όταν ο χρήστης των υπηρεσιών πληρωμών δεν είναι καταναλωτής.

2.Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν τον παρόντα τίτλο στις πολύ μικρές επιχειρήσεις κατά τον ίδιο τρόπο όπως και στους καταναλωτές.

3.Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις διατάξεις που θεσπίζουν στο δίκαιό τους δυνάμει της παραγράφου 2, έως την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και, χωρίς καθυστέρηση, κάθε επακόλουθη τροποποίησή τους.

Άρθρο 5

Νόμισμα και μετατροπή νομίσματος

1.Οι πληρωμές πραγματοποιούνται στο νόμισμα το οποίο έχουν συμφωνήσει τα μέρη.

2.Όταν, πριν από την έναρξη της πράξης πληρωμής, προσφέρεται υπηρεσία μετατροπής νομισμάτων σε ΑΤΜ, στο σημείο πώλησης ή εκ μέρους του δικαιούχου, το μέρος που προσφέρει την υπηρεσία μετατροπής νομισμάτων στον πληρωτή υποχρεούται να του γνωστοποιήσει κάθε σχετική επιβάρυνση και τη συναλλαγματική ισοτιμία που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για τη μετατροπή.

3.Ο πληρωτής έχει τη δυνατότητα να αποδεχτεί την παροχή της υπηρεσίας μετατροπής νομισμάτων πάνω σε αυτή τη βάση.

Άρθρο 6

Ενημέρωση σχετικά με τυχόν πρόσθετη επιβάρυνση ή έκπτωση

1.Όταν, για τη χρήση ενός συγκεκριμένου μέσου πληρωμών, ο δικαιούχος επιβάλλει επιβάρυνση ή προσφέρει έκπτωση, ο δικαιούχος ενημερώνει σχετικά τον πληρωτή πριν από την έναρξη της πράξης πληρωμής.

2.Όταν, για τη χρήση ενός συγκεκριμένου μέσου πληρωμών, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ή άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην πράξη επιβάλλει επιβάρυνση, το εν λόγω πρόσωπο ενημερώνει σχετικά τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών πριν από την έναρξη της πράξης πληρωμής.

3.Ο πληρωτής έχει μόνον την υποχρέωση να πληρώσει για τις επιβαρύνσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 εάν του γνωστοποιήθηκε το πλήρες ποσό πριν από την έναρξη της πράξης πληρωμής.

Άρθρο 7

Απαιτήσεις πληροφόρησης που ισχύουν για υπηρεσίες ανάληψης μετρητών

Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες ανάληψης μετρητών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 38 της οδηγίας (ΕΕ) [PSD3], παρέχουν ή θέτουν στη διάθεση των πελατών τους πληροφορίες σχετικά με τυχόν χρεώσεις πριν ο πελάτης προβεί στην ανάληψη, καθώς και κατά την παραλαβή των μετρητών στην ολοκλήρωση της συναλλαγής.

Άρθρο 8

Χρέωση για παροχή πληροφοριών

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν επιτρέπεται να χρεώνουν τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών για παροχή πληροφοριών δυνάμει του παρόντος τίτλου.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών και οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών μπορούν να συμφωνούν για τη χρέωση της παροχής επιπλέον πληροφοριών ή της πιο συχνής αποστολής τους, ή της διαβίβασής τους με τρόπο διαφορετικό από αυτόν που προσδιορίζεται στη σύμβαση-πλαίσιο, και οι οποίες αποστέλλονται κατόπιν αιτήματος του χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών.

3.Οι χρεώσεις για πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 είναι εύλογες και ανάλογη με το πραγματικό κόστος στο οποίο υποβάλλεται ο πάροχος των υπηρεσιών πληρωμών.

Άρθρο 9

Βάρος της απόδειξης όσον αφορά τις απαιτήσεις πληροφόρησης

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών φέρουν το βάρος της απόδειξης προκειμένου να αποδείξουν ότι έχουν συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις πληροφόρησης του παρόντος τίτλου.

Άρθρο 10

Παρέκκλιση από τις απαιτήσεις πληροφόρησης για τα μέσα πληρωμών μικρής αξίας και το ηλεκτρονικό χρήμα

Στις περιπτώσεις μέσων πληρωμών τα οποία, σύμφωνα με τη σχετική σύμβαση-πλαίσιο, αφορούν αποκλειστικά επιμέρους πράξεις πληρωμής που δεν υπερβαίνουν τα 50 EUR ή είτε έχουν όριο δαπανών 200 EUR είτε αποθηκεύουν χρηματικά ποσά που δεν υπερβαίνουν ποτέ τα 200 EUR:

α)κατά παρέκκλιση των άρθρων 19, 20 και 24, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών παρέχει στον πληρωτή μόνον πληροφορίες για τα κύρια χαρακτηριστικά της υπηρεσίας πληρωμών, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου με τον οποίον μπορεί να χρησιμοποιείται το μέσο πληρωμών, την ευθύνη, τα επιβαλλόμενα τέλη και άλλες ουσιώδεις πληροφορίες που απαιτούνται για τη λήψη τεκμηριωμένης απόφασης από τον πληρωτή, καθώς και ενδείξεις για το πού υπάρχουν, σε εύκολα προσιτή μορφή, τυχόν άλλες πληροφορίες και όροι δυνάμει του άρθρου 20·

β)είναι δυνατόν να συμφωνείται από τα μέρη της σύμβασης-πλαισίου ότι, κατά παρέκκλιση του άρθρου 22, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν υποχρεούται να προτείνει μεταβολές των όρων της σύμβασης-πλαισίου με τον τρόπο που προβλέπεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1·

γ)είναι δυνατόν να συμφωνείται από τα μέρη της σύμβασης-πλαισίου ότι, κατά παρέκκλιση των άρθρων 25 και 26, μετά την εκτέλεση μιας πράξης πληρωμής:

i)ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών παρέχει ή καθιστά διαθέσιμο μόνον έναν αριθμό αναφοράς που επιτρέπει στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών να αναγνωρίζει την πράξη πληρωμής, το ποσό της και τα σχετικά τέλη ή, στην περίπτωση πολλαπλών πράξεων πληρωμής του ίδιου είδους προς τον ίδιο δικαιούχο, μόνον πληροφορίες σχετικά με το συνολικό ποσό και τα τέλη αυτών των πράξεων πληρωμών,

ii)ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν υποχρεούται να παρέχει ή να καθιστά διαθέσιμες τις πληροφορίες που αναφέρονται στο σημείο i) εάν το μέσο πληρωμής χρησιμοποιείται ανωνύμως ή εάν ο πάροχος των υπηρεσιών πληρωμής δεν είναι τεχνικώς σε θέση να τις παράσχει. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών παρέχει στον πληρωτή τη δυνατότητα να ελέγχει το ποσό των αποθηκευμένων χρηματικών ποσών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Μεμονωμένες πράξεις πληρωμής

Άρθρο 11

Πεδίο εφαρμογής

1.Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται στις μεμονωμένες πράξεις πληρωμής που δεν καλύπτονται από σύμβαση-πλαίσιο.

2.Όταν εντολή πληρωμής μεμονωμένης πράξης πληρωμής διαβιβάζεται με μέσο πληρωμής που καλύπτεται από σύμβαση-πλαίσιο, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν υποχρεούται να παράσχει ή να καταστήσει διαθέσιμες πληροφορίες οι οποίες έχουν ήδη δοθεί στον χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών βάσει της σύμβασης-πλαισίου με άλλον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ή πρόκειται να δοθούν στον χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών βάσει της εν λόγω σύμβασης-πλαισίου.

Άρθρο 12

Προηγούμενη γενική ενημέρωση

1.Πριν ο χρήστης της υπηρεσίας πληρωμών δεσμευτεί από μεμονωμένη σύμβαση ή προσφορά υπηρεσιών πληρωμών, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θέτει στη διάθεση του χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών, σε ευπρόσιτη μορφή, τις πληροφορίες και τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 13 όσον αφορά τις υπηρεσίες που παρέχει. Κατόπιν αιτήματος του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών παρέχει τις πληροφορίες και τους όρους σε έντυπη μορφή ή σε άλλο σταθερό μέσο. Η διατύπωση των πληροφοριών και όρων πρέπει να είναι εύκολα κατανοητή, με σαφή και εύληπτη μορφή και σε επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους στο οποίο παρέχεται η υπηρεσία πληρωμής ή σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα συμφωνήσουν τα μέρη.

2.Εάν, κατόπιν αιτήματος του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, έχει συναφθεί σύμβαση μεμονωμένης υπηρεσίας πληρωμών με μέσο επικοινωνίας εξ αποστάσεως το οποίο δεν επιτρέπει στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να συμμορφωθεί με την παράγραφο 1, ο πάροχος εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο αμέσως μετά την εκτέλεση της πράξης πληρωμής.

3.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μπορούν επίσης να συμμορφώνονται με τις οικείες υποχρεώσεις της παραγράφου 1 παρέχοντας στους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών ένα αντίγραφο του σχεδίου σύμβασης μεμονωμένης υπηρεσίας πληρωμής ή του σχεδίου της εντολής πληρωμής όπου περιέχονται οι πληροφορίες και οι όροι του άρθρου 13.

Άρθρο 13

Πληροφορίες και όροι

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών παρέχουν στους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών ή θέτουν στη διάθεσή τους τις ακόλουθες πληροφορίες και όρους:

α)προσδιορισμό των πληροφοριών ή του αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης που πρέπει να παράσχει ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών για την ορθή υποβολή ή εκτέλεση της εντολής πληρωμής·

β)τη μέγιστη προθεσμία εκτέλεσης της υπηρεσίας πληρωμής που θα παρασχεθεί·

γ)τον εκτιμώμενο χρόνο λήψης των χρηματικών ποσών των μεταφορών πίστωσης και των πράξεων αποστολής εμβασμάτων από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου που είναι εγκατεστημένος εκτός της Ένωσης·

δ)όλες τις επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλει ο χρήστης των υπηρεσιών πληρωμών στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και, ανάλογα με την περίπτωση, την ανάλυση των εν λόγω επιβαρύνσεων·

ε)ανάλογα με την περίπτωση, την πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία ή τη συναλλαγματική ισοτιμία αναφοράς που πρόκειται να εφαρμοσθεί στην πράξη πληρωμής·

στ)κατά περίπτωση, τις εκτιμώμενες χρεώσεις για τη μετατροπή νομισμάτων σε σχέση με τις μεταφορές πιστώσεων και τις πράξεις αποστολής εμβασμάτων, εκφραζόμενες ως ποσοστό προσαύξησης επί της πλέον πρόσφατης διαθέσιμης εφαρμοστέας αναφοράς συναλλαγματικής ισοτιμίας που εκδίδεται από την οικεία κεντρική τράπεζα·

ζ)τις διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών που έχει στη διάθεσή του ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών σύμφωνα με τα άρθρα 90, 94 έως 95.

2.Επιπλέον, οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, πριν από την έναρξη της διαδικασίας, παρέχουν στον πληρωτή ή θέτουν στη διάθεσή του σαφείς και πλήρεις πληροφορίες σχετικά με όλα τα ακόλουθα:

α)την ονομασία του παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, τη γεωγραφική διεύθυνση της έδρας και, ενδεχομένως, τη γεωγραφική διεύθυνση του αντιπροσώπου ή του υποκαταστήματός του που είναι εγκατεστημένα στο κράτος μέλος όπου παρέχεται η υπηρεσία πληρωμής, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, για την επικοινωνία με τον πάροχο των υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών· και

β)τα στοιχεία επικοινωνίας της αρμόδιας αρχής που ορίζεται δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

3.Κατά περίπτωση, κάθε άλλη σχετική πληροφορία και όροι που προβλέπονται στο άρθρο 20, τίθενται στη διάθεση του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών σε ευπρόσιτη μορφή.

Άρθρο 14

Πληροφορίες που παρέχονται στον πληρωτή και τον δικαιούχο μετά την υποβολή 
εντολής πληρωμής

Όταν η εντολή πληρωμής υποβάλλεται μέσω παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών παρέχει ή θέτει στη διάθεση του πληρωτή και, κατά περίπτωση, του δικαιούχου όλα τα ακόλουθα δεδομένα αμέσως μετά την εκκίνηση της πληρωμής:

α)επιβεβαίωση για την επιτυχή υποβολή της εντολής πληρωμής στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού του πληρωτή·

β)στοιχεία αναφοράς που επιτρέπουν στον πληρωτή και στον δικαιούχο να ταυτοποιήσουν την πράξη πληρωμής και, ανάλογα με την περίπτωση, στον δικαιούχο να ταυτοποιήσει τον πληρωτή, καθώς και κάθε πληροφορία που διαβιβάζεται με την πράξη πληρωμής·

γ)το ποσό της πράξης πληρωμής·

δ)ανάλογα με την περίπτωση, το ποσό τυχόν επιβαρύνσεων καταβλητέων στον πάροχο υπηρεσιών κίνησης πληρωμής για την πράξη πληρωμής, και, ανάλογα με την περίπτωση, την ανάλυση των ποσών των επιβαρύνσεων αυτών.

Άρθρο 15

Πληροφορίες που παρέχονται στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού του πληρωτή 
όταν η εντολή πληρωμής υποβάλλεται μέσω υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμών

Όταν η εντολή πληρωμής υποβάλλεται μέσω παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, ο πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών θέτει στη διάθεση του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού του πληρωτή τα στοιχεία αναφοράς της πράξης πληρωμής.

Άρθρο 16

Πληροφορίες που παρέχονται στον πληρωτή μετά την παραλαβή της εντολής πληρωμής

Αμέσως μετά την παραλαβή της εντολής πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή παρέχει ή καθιστά διαθέσιμες στον πληρωτή, με τον τρόπο που προβλέπεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1, όλες τις ακόλουθες πληροφορίες όσον αφορά τις δικές του υπηρεσίες:

α)στοιχεία αναφοράς που επιτρέπουν στον πληρωτή να ταυτοποιήσει την πράξη πληρωμής και τις πληροφορίες που απαιτούνται για την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση του δικαιούχου, συμπεριλαμβανομένης της εμπορικής επωνυμίας του δικαιούχου·

β)το ποσό της πράξης πληρωμής στο νόμισμα που χρησιμοποιείται στην εντολή πληρωμής·

γ)το ποσό των τυχόν επιβαρύνσεων για την πράξη πληρωμής τις οποίες πρέπει να καταβάλει ο πληρωτής και, ανάλογα με την περίπτωση, την ανάλυση των ποσών των επιβαρύνσεων αυτών·

δ)ανάλογα με την περίπτωση, τη συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμοποιήθηκε στην πράξη πληρωμής από τον πάροχο των υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή ή σχετική αναφορά, σε περίπτωση που διαφέρει από την ισοτιμία που παρασχέθηκε σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο ε), και το ποσό της πράξης πληρωμής μετά τη μετατροπή του νομίσματος·

ε)την ημερομηνία παραλαβής της εντολής πληρωμής.

Άρθρο 17

Πληροφορίες που παρέχονται στον δικαιούχο μετά την εκτέλεση

Αμέσως μετά την εκτέλεση της εντολής πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου παρέχει ή καθιστά διαθέσιμες στον δικαιούχο, με τον τρόπο που προβλέπεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1, όλες τις ακόλουθες πληροφορίες όσον αφορά τις δικές του υπηρεσίες:

α)στοιχεία αναφοράς που επιτρέπουν στον δικαιούχο να ταυτοποιήσει την πράξη πληρωμής και, αν χρειάζεται, τον πληρωτή, καθώς και κάθε πληροφορία που διαβιβάζεται με την πράξη πληρωμής·

β)το ποσό της πράξης πληρωμής στο νόμισμα στο οποίο τα χρηματικά ποσά τίθενται στη διάθεση του δικαιούχου·

γ)το ποσό των τυχόν επιβαρύνσεων για την πράξη πληρωμής τις οποίες πρέπει να καταβάλει ο δικαιούχος και, ανάλογα με την περίπτωση, την ανάλυση των ποσών των επιβαρύνσεων αυτών·

δ)ανάλογα με την περίπτωση, τη συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμοποιήθηκε στην πράξη πληρωμής από τον πάροχο των υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου, και το ποσό της πράξης πληρωμής πριν από τη μετατροπή του νομίσματος·

ε)την ημερομηνία αξίας για την πίστωση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Συμβάσεις-πλαίσια

Άρθρο 18

Πεδίο εφαρμογής

Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται στις πράξεις πληρωμής που καλύπτονται από σύμβαση-πλαίσιο.

Άρθρο 19

Προηγούμενη γενική ενημέρωση

1.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών παρέχει στον χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών, σε εύθετο χρόνο πριν δεσμευτεί από σύμβαση-πλαίσιο ή προσφορά, τις πληροφορίες και τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 20, σε έντυπο ή σε άλλο σταθερό μέσο. Η διατύπωση των πληροφοριών και όρων πρέπει να είναι εύκολα κατανοητή, με σαφή και εύληπτη μορφή και σε επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους στο οποίο παρέχεται η υπηρεσία πληρωμής ή σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα συμφωνήσουν τα μέρη.

2.Όταν, κατόπιν αίτησης του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, η σύμβαση-πλαίσιο έχει συναφθεί με μέσο επικοινωνίας εξ αποστάσεως το οποίο δεν επιτρέπει στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να συμμορφωθεί με την παράγραφο 1, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εκπληρώνει τις οικείες υποχρεώσεις σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο αμέσως μετά τη σύναψη της σύμβασης-πλαισίου.

3.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μπορούν επίσης να συμμορφώνονται με τις οικείες υποχρεώσεις της παραγράφου 1 παρέχοντας στους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών ένα αντίγραφο του σχεδίου της σύμβασης-πλαισίου όπου περιέχονται οι πληροφορίες και οι όροι του άρθρου 20.

Άρθρο 20

Πληροφορίες και όροι

Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμής παρέχει στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμής τις ακόλουθες πληροφορίες και όρους:

α)για τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών:

i)την επωνυμία του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, τη γεωγραφική διεύθυνση των κεντρικών του γραφείων και, κατά περίπτωση, τη γεωγραφική διεύθυνση του αντιπροσώπου, διανομέα ή του υποκαταστήματός του που είναι εγκατεστημένα στο κράτος μέλος στο οποίο παρέχεται η υπηρεσία πληρωμής, καθώς και κάθε άλλη διεύθυνση, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, για την επικοινωνία με τον πάροχο των υπηρεσιών πληρωμών·

ii)τα στοιχεία των αρμόδιων εποπτικών αρχών που ορίζονται δυνάμει της οδηγίας (ΕΕ) [PSD3] και του μητρώου που ορίζεται στα άρθρα 17 και 18 της εν λόγω οδηγίας ή οποιουδήποτε άλλου σχετικού δημόσιου μητρώου στο οποίο καταχωρίστηκε η άδεια λειτουργίας του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, και τον αριθμό εγγραφής ή αντίστοιχο μέσο ταυτοποίησης στο εν λόγω μητρώο·

β)για τη χρήση της υπηρεσίας πληρωμών:

i) περιγραφή των κύριων χαρακτηριστικών της υπηρεσίας πληρωμών που πρόκειται να του παρασχεθεί·

ii)προσδιορισμό των πληροφοριών ή του αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης που πρέπει να παράσχει ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών για την ορθή υποβολή ή εκτέλεση της εντολής πληρωμής·

iii)τον τύπο και τη διαδικασία υποβολής εντολής πληρωμής ή παραχώρησης άδειας για την εκτέλεση μιας πράξης πληρωμής καθώς και άρσης της εν λόγω άδειας σύμφωνα με τα άρθρα 49 και 66·

iv)αναφορά του χρόνου λήψης της εντολής πληρωμής σύμφωνα με το άρθρο 64 και του χρονικού σημείου λήξης των ημερήσιων εργασιών του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, εφόσον υπάρχει·

v)τη μέγιστη προθεσμία εκτέλεσης εντός της οποίας πρέπει να παρέχονται οι υπηρεσίες πληρωμών·

vi)τον εκτιμώμενο χρόνο λήψης των χρηματικών ποσών των μεταφορών πίστωσης από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου που είναι εγκατεστημένος εκτός της Ένωσης·

vii)εάν υπάρχει δυνατότητα συμφωνίας σχετικά με το όριο δαπανών για τη χρήση του μέσου πληρωμών σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1·

viii)στην περίπτωση των μέσων πληρωμών με κάρτα που φέρει περισσότερα του ενός εμπορικά σήματα, τα δικαιώματα του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών σύμφωνα με το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/751·

γ)για τις χρεώσεις, τα επιτόκια και τις συναλλαγματικές ισοτιμίες:

i)όλες τις χρεώσεις που πρέπει να καταβάλει ο χρήστης στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων των χρεώσεων που συνδέονται με τον τρόπο και τη συχνότητα με την οποία παρέχονται ή διατίθενται πληροφορίες δυνάμει του παρόντος κανονισμού, και, ανάλογα με την περίπτωση, την ανάλυση των ποσών των χρεώσεων αυτών·

ii)όλες τις χρεώσεις, εάν υπάρχουν, για τις αναλήψεις από εγχώριες, αυτόματες ταμειολογιστικές μηχανές (ΑΤΜ) που πρέπει να καταβάλουν οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών στον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών σε ATM:

1)του οικείου παρόχου υπηρεσιών πληρωμών·

2)παρόχου υπηρεσιών πληρωμών που ανήκει στο ίδιο δίκτυο ΑΤΜ με τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του χρήστη·

3)παρόχου υπηρεσιών πληρωμών που ανήκει σε δίκτυο ΑΤΜ με το οποίο ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του χρήστη έχει συμβατική σχέση·

4)παρόχου ATM που δεν εξυπηρετεί λογαριασμούς πληρωμών όταν προσφέρει υπηρεσίες ανάληψης μετρητών·

iii)ανάλογα με την περίπτωση, το εφαρμοστέο επιτόκιο και την εφαρμοστέα συναλλαγματική ισοτιμία ή, εάν πρόκειται να εφαρμοστούν επιτόκιο και συναλλαγματική ισοτιμία αναφοράς, τη μέθοδο υπολογισμού του πραγματικού επιτοκίου και τη σχετική ημερομηνία και τον δείκτη ή τη βάση καθορισμού αυτού του επιτοκίου ή της συναλλαγματικής ισοτιμίας αναφοράς·

iv)όταν έχει συμφωνηθεί, την άμεση εφαρμογή αλλαγών στα επιτόκια ή τις συναλλαγματικές ισοτιμίες αναφοράς και τις απαιτήσεις ενημέρωσης σχετικά με τις αλλαγές σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3·

v)κατά περίπτωση, τις εκτιμώμενες χρεώσεις για τις υπηρεσίες μετατροπής νομισμάτων σε σχέση με μεταφορά πίστωσης, εκφραζόμενες ως ποσοστό προσαύξησης επί της πλέον πρόσφατης διαθέσιμης εφαρμοστέας συναλλαγματικής ισοτιμίας αναφοράς που εκδίδεται από την οικεία κεντρική τράπεζα·

δ)για την επικοινωνία:

i)ανάλογα με την περίπτωση, τα μέσα επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων των τεχνικών απαιτήσεων ως προς τον εξοπλισμό του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, που έχουν συμφωνήσει τα μέρη για τη διαβίβαση των πληροφοριών ή ειδοποιήσεων στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού·

ii)τον τρόπο με τον οποίον παρέχονται ή καθίστανται διαθέσιμες οι πληροφορίες δυνάμει του παρόντος κανονισμού, καθώς και τη σχετική συχνότητα·

iii)τη γλώσσα ή τις γλώσσες σύναψης της σύμβασης-πλαισίου και επικοινωνίας κατά τη διάρκεια της συμβατικής σχέσης·

iv)το δικαίωμα του χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών να λαμβάνει τους συμβατικούς όρους της σύμβασης-πλαισίου και πληροφορίες και όρους σύμφωνα με το άρθρο 21·

ε)για τις προφυλάξεις και τα διορθωτικά μέτρα:

i)ανάλογα με την περίπτωση, περιγραφή των μέτρων που πρέπει να λαμβάνει ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών για την ασφαλή φύλαξη του μέσου πληρωμών, καθώς και τρόπους ειδοποίησης του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών σύμφωνα με το άρθρο 52 στοιχείο β)·

ii)την ασφαλή διαδικασία με την οποία ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα ειδοποιεί τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών σε περίπτωση εικαζόμενης ή πραγματικής απάτης ή απειλών της ασφάλειας·

iii)όταν έχει συμφωνηθεί, τους όρους με τους οποίους ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών διατηρεί το δικαίωμα να αναστείλει ένα μέσο πληρωμών σύμφωνα με το άρθρο 51·

iv)την ευθύνη του πληρωτή σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 5, το άρθρο 59 παράγραφος 3 και το άρθρο 60, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών για το σχετικό ποσό·

v)τον τρόπο και το χρονικό διάστημα εντός του οποίου ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών πρέπει να ειδοποιεί τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και την αστυνομία σε περίπτωση πλαστοπροσωπίας που αναφέρεται στο άρθρο 59 για κάθε μη εγκεκριμένη ή εσφαλμένα δρομολογηθείσα ή εκτελεσθείσα πράξη πληρωμής ή για οποιαδήποτε εγκεκριμένη μεταφορά πίστωσης που πραγματοποιήθηκε κατόπιν εσφαλμένης εφαρμογής της υπηρεσίας επαλήθευσης αντιστοίχισης του ονόματος και του αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης ή πλαστοπροσωπίας, σύμφωνα με το άρθρο 54·

vi)την ευθύνη του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών για μη εγκεκριμένες πράξεις πληρωμής σύμφωνα με το άρθρο 56, για εσφαλμένη εφαρμογή της υπηρεσίας επαλήθευσης αντιστοίχισης του ονόματος και του αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 57, και για απάτη πλαστοπροσωπίας σύμφωνα με το άρθρο 59·

vii)την ευθύνη του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών για την έναρξη ή την εκτέλεση πράξεων πληρωμής σύμφωνα με τα άρθρα 75 και 76·

viii)τους όρους επιστροφής χρημάτων σύμφωνα με τα άρθρα 62 και 63·

στ)για τις αλλαγές και τη λήξη της σύμβασης-πλαισίου:

i)όταν έχει συμφωνηθεί, πληροφορίες ότι ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών θεωρείται ότι αποδέχεται τις τροποποιήσεις των όρων, σύμφωνα με το άρθρο 22, εκτός εάν γνωστοποιήσει στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών πριν από την προτεινόμενη ημερομηνία έναρξης ισχύος τους ότι δεν τις αποδέχεται·

ii)τη διάρκεια της σύμβασης-πλαισίου·

iii)το δικαίωμα του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών να καταγγέλλει τη σύμβαση-πλαίσιο, καθώς και κάθε συμφωνία που αφορά την καταγγελία σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1 και το άρθρο 23·

ζ)για τα μέσα προσφυγής:

i)κάθε συμβατικό όρο σχετικά με το δίκαιο που εφαρμόζεται στη σύμβαση-πλαίσιο και/ή το αρμόδιο δικαστήριο·

ii)τις διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών που έχει στη διάθεσή του ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών σύμφωνα με τα άρθρα 90, 94 έως 95.

Άρθρο 21

Δυνατότητα πρόσβασης σε πληροφορίες και στους όρους της σύμβασης 
-πλαισίου

Ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της συμβατικής σχέσης, ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών έχει το δικαίωμα, κατόπιν αιτήματός του, να λαμβάνει τους συμβατικούς όρους της σύμβασης-πλαισίου και τις πληροφορίες και τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 20 σε έντυπη μορφή ή σε άλλο σταθερό μέσο.

Άρθρο 22

Τροποποίηση των συμβατικών όρων της σύμβασης-πλαισίου

1.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών προτείνει τυχόν αλλαγές στη σύμβαση-πλαίσιο ή στις πληροφορίες και τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 20 με τον τρόπο που προβλέπεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 και το αργότερο 2 μήνες πριν από την προτεινόμενη ημερομηνία εφαρμογής τους. Ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών μπορεί είτε να αποδεχθεί είτε να απορρίψει τις τροποποιήσεις πριν από την προτεινόμενη ημερομηνία έναρξης ισχύος τους.

2.Κατά περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 20 στοιχείο στ) σημείο i), ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών πληροφορεί τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών ότι θα θεωρηθεί ότι έχει αποδεχτεί τις εν λόγω τροποποιήσεις εάν δεν γνωστοποιήσει στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ότι δεν τις αποδέχεται πριν από την προτεινόμενη ημερομηνία έναρξης ισχύος τους. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ενημερώνει επίσης τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών ότι, εάν απορρίψει τις αλλαγές αυτές, έχει το δικαίωμα να λύσει τη σύμβαση-πλαίσιο ατελώς και με ισχύ από οποιαδήποτε χρονική στιγμή μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία θα είχε εφαρμοστεί η τροποποίηση.

3.Αλλαγές των επιτοκίων ή των συναλλαγματικών ισοτιμιών μπορούν να εφαρμόζονται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών αμέσως και χωρίς προειδοποίηση, εφόσον το δικαίωμα αυτό έχει συμφωνηθεί στη σύμβαση-πλαίσιο και οι αλλαγές των επιτοκίων ή των συναλλαγματικών ισοτιμιών βασίζονται στα επιτόκια ή τις συναλλαγματικές ισοτιμίες αναφοράς που έχουν συμφωνηθεί σύμφωνα με το άρθρο 20 στοιχείο γ) σημεία iii) και iv). Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ενημερώνει τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών το ταχύτερο δυνατόν για κάθε αλλαγή του επιτοκίου, όπως προβλέπεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1, εκτός εάν τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν συμφωνήσει συγκεκριμένη συχνότητα ή τρόπο παροχής ή διάθεσης των πληροφοριών. Ωστόσο, οι αλλαγές στο επιτόκιο ή τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που είναι ευνοϊκότερες για τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών, μπορούν να εφαρμόζονται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών χωρίς προειδοποίηση.

4.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εφαρμόζει και υπολογίζει τις μεταβολές των επιτοκίων ή της συναλλαγματικής ισοτιμίας που χρησιμοποιούνται σε πράξεις πληρωμών με ουδέτερο τρόπο χωρίς να εισάγονται διακρίσεις σε βάρος των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών.

Άρθρο 23

Λύση της σύμβασης

1.Ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών μπορεί να λύσει τη σύμβαση-πλαίσιο ανά πάσα στιγμή, εκτός αν τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν συμφωνήσει προθεσμία προειδοποίησης. Η εν λόγω προθεσμία δεν υπερβαίνει τον έναν μήνα.

2.Η λύση σύμβασης-πλαισίου δεν συνεπάγεται επιβάρυνση για τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, εκτός εάν η σύμβαση βρίσκεται σε ισχύ για λιγότερο από 6 μήνες. Τυχόν χρεώσεις για τη λύση της σύμβασης-πλαισίου πρέπει να είναι εύλογες και σύμφωνες με το κόστος. Όταν, βάσει της σύμβασης-πλαισίου, οι υπηρεσίες πληρωμών προσφέρονται από κοινού με τεχνικές υπηρεσίες που αποσκοπούν στην υποστήριξη της παροχής υπηρεσιών πληρωμών και παρέχονται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ή από τρίτο με τον οποίο συνεργάζεται ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών, οι εν λόγω τεχνικές υπηρεσίες υπόκεινται στις ίδιες απαιτήσεις της σύμβασης-πλαισίου σχετικά με τα τέλη για τη λύση της σύμβασης.

3.Εάν συμφωνηθεί στη σύμβαση-πλαίσιο, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών μπορεί να καταγγείλει σύμβαση-πλαίσιο αορίστου χρόνου με ειδοποίηση τουλάχιστον 2 μηνών, με τον τρόπο που προβλέπεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1.

4.Οι επιβαρύνσεις για την παροχή υπηρεσιών πληρωμών που χρεώνονται σε τακτική βάση καταβάλλονται από τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών μόνον κατ’ αναλογία προς τον χρόνο μέχρι τη λύση της σύμβασης. Εάν οι χρεώσεις αυτές έχουν καταβληθεί προκαταβολικά, επιστρέφονται αναλογικά από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.

5.Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τις νομοθετικές και κανονιστικές ρυθμίσεις των κρατών μελών που διέπουν τα δικαιώματα των συμβαλλόμενων μερών να υπαναχωρούν από τη σύμβαση-πλαίσιο ή να την κηρύσσουν άκυρη.

6.Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ευνοϊκότερες διατάξεις για τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών όσον αφορά τη λύση της σύμβασης.

7.Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή έως τις [ OP please insert the date = data of application of this Regulation] τις διατάξεις της οικείας νομοθεσίας που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 6. Κοινοποιούν, χωρίς καθυστέρηση, κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση των εν λόγω διατάξεων.

Άρθρο 24

Πληροφόρηση πριν από την εκτέλεση επιμέρους πράξης πληρωμής

Για κάθε επιμέρους πράξη πληρωμής που δρομολογείται από τον πληρωτή βάσει της σύμβασης-πλαισίου, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών, κατόπιν αιτήματος του πληρωτή, για τη συγκεκριμένη πράξη πληρωμής, παρέχει σαφείς πληροφορίες σχετικά με όλα τα ακόλουθα:

α)τη μέγιστη προθεσμία εκτέλεσης·

β)τις επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβληθούν από τον πληρωτή·

γ)ανάλογα με την περίπτωση, την ανάλυση των ποσών των τυχόν επιβαρύνσεων.

Άρθρο 25

Πληροφόρηση του πληρωτή για τις επιμέρους πράξεις πληρωμής

1.Μετά τη χρέωση του λογαριασμού του πληρωτή με το ποσό της επιμέρους πράξης πληρωμής ή, όταν ο πληρωτής δεν χρησιμοποιεί λογαριασμό πληρωμών, μετά την παραλαβή της εντολής πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή παρέχει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση στον πληρωτή και με τον τρόπο που ορίζεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1, όλες τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)στοιχεία αναφοράς που επιτρέπουν στον πληρωτή να ταυτοποιήσει κάθε πράξη πληρωμής και τις πληροφορίες που απαιτούνται για την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση του δικαιούχου, συμπεριλαμβανομένης της εμπορικής επωνυμίας του δικαιούχου·

β)το ποσό της πράξης πληρωμής στο νόμισμα στο οποίο χρεώνεται ο λογαριασμός πληρωμών του πληρωτή ή στο νόμισμα που χρησιμοποιείται για την εντολή πληρωμής·

γ)το ποσό των τυχόν επιβαρύνσεων για την πράξη πληρωμής, και, ανάλογα με την περίπτωση, την ανάλυση των ποσών των επιβαρύνσεων αυτών, ή τον τόκο που πρέπει να καταβάλλει ο πληρωτής·

δ)ανάλογα με την περίπτωση, τη συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμοποιήθηκε στην πράξη πληρωμής από τον πάροχο των υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή, και το ποσό της πράξης πληρωμής μετά τη μετατροπή του νομίσματος·

ε)την ημερομηνία αξίας για τη χρέωση ή την ημερομηνία παραλαβής της εντολής πληρωμής.

2.Η σύμβαση-πλαίσιο θα περιλαμβάνει όρο ότι ο πληρωτής μπορεί να απαιτεί οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 να παρέχονται ή να καθίστανται διαθέσιμες περιοδικά τουλάχιστον μία φορά τον μήνα, δωρεάν και με τρόπο που έχει συμφωνηθεί και που επιτρέπει στον πληρωτή να αποθηκεύει και να αναπαράγει αυτούσιες τις πληροφορίες.

3.Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να παρέχει πληροφορίες σε έγχαρτη μορφή ή σε άλλο σταθερό μέσο τουλάχιστον μία φορά το μήνα, ατελώς.

4.Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή έως τις [OP please insert the date = data of application of this Regulation] τις διατάξεις της οικείας νομοθεσίας που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3. Κοινοποιούν, χωρίς καθυστέρηση, κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση των εν λόγω διατάξεων.

Άρθρο 26

Πληροφόρηση του δικαιούχου για τις επιμέρους πράξεις πληρωμής

1.Μετά την εκτέλεση επιμέρους πράξης πληρωμής ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου παρέχει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση στον δικαιούχο, με τον τρόπο που ορίζεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1, όλες τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)στοιχεία αναφοράς που επιτρέπουν στον δικαιούχο να ταυτοποιήσει την πράξη πληρωμής και τον πληρωτή, καθώς και κάθε πληροφορία που διαβιβάζεται με την πράξη πληρωμής·

β)το ποσό της πράξης πληρωμής στο νόμισμα στο οποίο πιστώνεται ο λογαριασμός πληρωμών του δικαιούχου·

γ)το ποσό τυχόν επιβαρύνσεων για την πράξη πληρωμής, και, ανάλογα με την περίπτωση, την ανάλυση των ποσών των επιβαρύνσεων αυτών, ή τον τόκο που πρέπει να καταβάλλει ο δικαιούχος·

δ)ανάλογα με την περίπτωση, τη συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμοποιήθηκε στην πράξη πληρωμής από τον πάροχο των υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου, και το ποσό της πράξης πληρωμής πριν από τη μετατροπή του νομίσματος·

ε)την ημερομηνία αξίας για την πίστωση.

2.Η σύμβαση-πλαίσιο μπορεί να περιλαμβάνει όρο ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παρέχονται ή καθίστανται διαθέσιμες περιοδικά τουλάχιστον μία φορά τον μήνα, με τρόπο που έχει συμφωνηθεί και που επιτρέπει στον δικαιούχο να αποθηκεύει και να αναπαράγει αυτούσιες τις πληροφορίες.

3.Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να παρέχει πληροφορίες σε έγχαρτη μορφή ή σε άλλο σταθερό μέσο τουλάχιστον μία φορά το μήνα, ατελώς.

4.Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή έως τις [OP please insert the date = data of application of this Regulation] τις διατάξεις της οικείας νομοθεσίας που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3. Κοινοποιούν, χωρίς καθυστέρηση, κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση των εν λόγω διατάξεων.

ΤΙΤΛΟΣ III

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Κοινές διατάξεις

Άρθρο 27

Πεδίο εφαρμογής

1.Όταν ο χρήστης των υπηρεσιών πληρωμών δεν είναι καταναλωτής, ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών και ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών μπορούν να συμφωνούν ότι δεν εφαρμόζονται εν όλω ή εν μέρει το άρθρο 28 παράγραφος 1, το άρθρο 49 παράγραφος 7 και τα άρθρα 55, 60, 62, 63, 66, 75 και 76. Ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών και ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών μπορούν επίσης να συμφωνούν χρονικά περιθώρια διαφορετικά από εκείνα που προβλέπονται στο άρθρο 54.

2.Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ότι το άρθρο 95 δεν εφαρμόζεται όταν ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών δεν είναι καταναλωτής.

3.Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ότι οι διατάξεις του παρόντος τίτλου εφαρμόζονται στις πολύ μικρές επιχειρήσεις κατά τον ίδιο τρόπο όπως και στους καταναλωτές.

4.Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή έως τις [OP please insert the date = data of application of this Regulation] τις διατάξεις της οικείας νομοθεσίας που θεσπίζονται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3. Κοινοποιούν, χωρίς καθυστέρηση, κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση των εν λόγω διατάξεων.

Άρθρο 28

Επιβαλλόμενες επιβαρύνσεις

1.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν θα χρεώνει τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων πληροφόρησης που υπέχει ή για τα διορθωτικά και προληπτικά μέτρα που οφείλει να λαμβάνει δυνάμει του παρόντος τίτλου, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στο άρθρο 65 παράγραφος 1, στο άρθρο 66 παράγραφος 5 και στο άρθρο 74 παράγραφος 4. Οι επιβαρύνσεις αυτές συμφωνούνται μεταξύ του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών και του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών και είναι εύλογες και ανάλογες με το πραγματικό κόστος στο οποίο υποβάλλεται ο πάροχος των υπηρεσιών πληρωμών.

2.Για πράξεις πληρωμής που παρέχονται εντός της Ένωσης, όταν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών τόσο του πληρωτή όσο και του δικαιούχου ή ο μοναδικός πάροχος υπηρεσιών πληρωμών για την πράξη πληρωμής είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση, ο δικαιούχος επωμίζεται τις επιβαρύνσεις που επιβάλλει ο δικός του πάροχος υπηρεσιών πληρωμών και ο πληρωτής επωμίζεται τις επιβαρύνσεις που επιβάλλει ο δικός του πάροχος υπηρεσιών πληρωμών.

3.Ο δικαιούχος δεν ζητεί επιβαρύνσεις για τη χρήση μέσων πληρωμών για τα οποία οι διατραπεζικές προμήθειες διέπονται από το κεφάλαιο ΙΙ του κανονισμού (ΕΕ) 2015/751 και για μεταφορές πίστωσης, συμπεριλαμβανομένων των άμεσων μεταφορών πίστωσης, και πράξεις άμεσης χρέωσης εντός της Ένωσης.

4.Τα κράτη μέλη μπορούν να επεκτείνουν την απαγόρευση ή να περιορίζουν το δικαίωμα του δικαιούχου να ζητεί επιβαρύνσεις για τη χρήση μέσων πληρωμών πέραν αυτών που αναφέρονται στην παράγραφο 3, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να ενθαρρυνθεί ο ανταγωνισμός και να προωθηθεί η χρήση αποτελεσματικών μέσων πληρωμών.

5.Με την επιφύλαξη των παραγράφων 3 και 4 και όσον αφορά μέσα που δεν καλύπτονται από τις εν λόγω παραγράφους, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν εμποδίζει τον δικαιούχο να ζητεί από τον πληρωτή επιβάρυνση ή να του προσφέρει έκπτωση ή άλλως να κατευθύνει τον πληρωτή προς τη χρήση συγκεκριμένου μέσου πληρωμών. Οι επιβαλλόμενες επιβαρύνσεις, ωστόσο, δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα άμεσα έξοδα που βαρύνουν τον δικαιούχο για τη χρήση του συγκεκριμένου μέσου πληρωμών.

6.Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή έως τις [OP please insert the date = data of application of this Regulation] τις διατάξεις της οικείας νομοθεσίας που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 4. Κοινοποιούν, χωρίς καθυστέρηση, κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση των εν λόγω διατάξεων.

Άρθρο 29

Παρέκκλιση για τα μέσα πληρωμών μικρής αξίας και το ηλεκτρονικό 
χρήμα

1.Στις περιπτώσεις μέσων πληρωμών τα οποία, σύμφωνα με τη σύμβαση-πλαίσιο, αφορούν αποκλειστικά επιμέρους πράξεις πληρωμής που δεν υπερβαίνουν τα 50 EUR ή είτε έχουν όριο δαπανών 200 EUR είτε αποθηκεύουν χρηματικά ποσά που δεν υπερβαίνουν ποτέ τα 200 EUR, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δύνανται να συμφωνούν με τους χρήστες των υπηρεσιών πληρωμών τους ότι:

α)το άρθρο 52 στοιχείο β), το άρθρο 53 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ), και το άρθρο 60 παράγραφος 4 δεν εφαρμόζονται εάν το μέσο πληρωμής δεν μπορεί να δεσμευθεί ή δεν μπορεί να αποτραπεί περαιτέρω χρήση του·

β)τα άρθρα 55 και 56 και το άρθρο 60 παράγραφοι 1 και 4 δεν εφαρμόζονται εάν το μέσο πληρωμής χρησιμοποιείται ανωνύμως ή ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν είναι σε θέση, για άλλους λόγους που είναι εγγενείς στο μέσο πληρωμής, να αποδείξει ότι μια πράξη πληρωμής είναι εγκεκριμένη·

γ)κατά παρέκκλιση του άρθρου 65 παράγραφος 1, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν υποχρεούται να ενημερώσει τον χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών για την άρνηση εκτέλεσης εντολής πληρωμής, εάν o λόγος μη εκτέλεσης στο εν λόγω πλαίσιο είναι πρόδηλος·

δ)κατά παρέκκλιση του άρθρου 66, ο πληρωτής δεν ανακαλεί την εντολή πληρωμής μετά τη διαβίβαση της εντολής πληρωμής ή την έγκριση εκτέλεσης της πράξης πληρωμής στον δικαιούχο·

ε)κατά παρέκκλιση των άρθρων 69 και 70, ισχύουν άλλες προθεσμίες εκτέλεσης.

2.Τα άρθρα 56 και 60 εφαρμόζονται επίσης στο ηλεκτρονικό χρήμα, εκτός εάν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή δεν έχει τη δυνατότητα να προβαίνει σε δέσμευση του λογαριασμού πληρωμών στον οποίο είναι αποθηκευμένο το ηλεκτρονικό χρήμα ή σε φραγή του μέσου πληρωμών. Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν την παρέκκλιση αυτή στους λογαριασμούς πληρωμών στους οποίους είναι αποθηκευμένο το ηλεκτρονικό χρήμα ή στα μέσα πληρωμών ορισμένης αξίας.

3.Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή έως την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, τις διατάξεις της οικείας νομοθεσίας που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2. Κοινοποιούν, χωρίς καθυστέρηση, κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση των εν λόγω διατάξεων.

Άρθρο 30

Έκδοση και δυνατότητα εξαργύρωσης του ηλεκτρονικού χρήματος

1.Οι εκδότες ηλεκτρονικού χρήματος εκδίδουν ηλεκτρονικό χρήμα ίσης αξίας κατόπιν παραλαβής χρηματικού ποσού.

2.Κατόπιν αιτήματος του κατόχου ηλεκτρονικού χρήματος, ο εκδότης ηλεκτρονικού χρήματος εξαργυρώνει, ανά πάσα στιγμή και στην ονομαστική αξία, τη νομισματική αξία του ηλεκτρονικού χρήματος.

3.Η σύμβαση μεταξύ του εκδότη ηλεκτρονικού χρήματος και του κατόχου ηλεκτρονικού χρήματος αναφέρει σαφώς και εμφανώς τους όρους εξαργύρωσης, συμπεριλαμβανομένων των εφαρμοστέων τελών, ο δε κάτοχος ηλεκτρονικού χρήματος ενημερώνεται για τους όρους αυτούς πριν δεσμευτεί από οιαδήποτε σύμβαση ή προσφορά.

4.Η εξαργύρωση ηλεκτρονικού χρήματος μπορεί να υπόκειται σε τέλος μόνον εάν αναφέρεται στη σύμβαση σύμφωνα με την παράγραφο 3 και μόνον σε κάποια από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)όταν ο κάτοχος ηλεκτρονικού χρήματος ζητεί εξαργύρωση πριν από τη λήξη της σύμβασης·

β)όταν η σύμβαση προβλέπει ημερομηνία λύσης και ο κάτοχος ηλεκτρονικού χρήματος λύσει τη σύμβαση πριν από την ημερομηνία αυτήν·

γ)όταν η εξαργύρωση ζητείται ένα έτος και πλέον από την ημερομηνία λύσης της σύμβασης.

Κάθε παρόμοιο τέλος είναι ανάλογο και αντιστοιχεί προς το πραγματικό κόστος που βαρύνει τον εκδότη ηλεκτρονικού χρήματος.

5.Όταν κάτοχος ηλεκτρονικού χρήματος ζητήσει εξαργύρωση πριν από την ημερομηνία λύσης της σύμβασης, ο κάτοχος μπορεί να ζητήσει να εξαργυρωθεί το σύνολο ή μέρος του ηλεκτρονικού χρήματος.

6.Όταν ο κάτοχος του ηλεκτρονικού χρήματος ζητήσει εξαργύρωση κατά την ημερομηνία λύσης της σύμβασης ή έως ένα έτος μετά τη λήξη της, ο εκδότης του ηλεκτρονικού χρήματος προβαίνει σε μία από τις ακόλουθες ενέργειες:

α)εξαργυρώνει τη συνολική ονομαστική αξία του ηλεκτρονικού χρήματος· ή

β)εξαργυρώνει το σύνολο του χρηματικού ποσού που ζητεί ο κάτοχος ηλεκτρονικού χρήματος όταν το ίδρυμα πληρωμών ασκεί μία ή περισσότερες από τις δραστηριότητες του άρθρου 10 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της οδηγίας ΧΧΧ [PSD3] και δεν είναι γνωστό εκ των προτέρων τι μέρος του χρηματικού ποσού πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως ηλεκτρονικό χρήμα από τους κατόχους ηλεκτρονικού χρήματος.

7.Με την επιφύλαξη των παραγράφων 4, 5 και 6 τα δικαιώματα εξαργύρωσης προσώπων, πέραν των καταναλωτών, που αποδέχονται ηλεκτρονικό χρήμα υπόκεινται σε σύμβαση μεταξύ των εκδοτών ηλεκτρονικού χρήματος και των ιδίων.

8.Το ίδρυμα πληρωμών που παρέχει υπηρεσίες ηλεκτρονικού χρήματος δεν χορηγεί στον κάτοχο ηλεκτρονικού χρήματος τόκους ή οποιοδήποτε άλλο όφελος σε σχέση με το χρονικό διάστημα κατά το οποίο κατέχει το ηλεκτρονικό χρήμα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Πρόσβαση σε συστήματα πληρωμών και λογαριασμούς που τηρούνται σε πιστωτικά ιδρύματα

Άρθρο 31

Πρόσβαση σε συστήματα πληρωμών

1.Οι διαχειριστές συστημάτων πληρωμών διαθέτουν αντικειμενικούς, διαφανείς και αναλογικούς κανόνες που δεν εισάγουν διακρίσεις όσον αφορά την πρόσβαση σε σύστημα πληρωμών από αδειοδοτημένους ή εγγεγραμμένους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που είναι νομικά πρόσωπα. Οι διαχειριστές συστημάτων πληρωμών δεν εμποδίζουν την πρόσβαση σε σύστημα πληρωμών πέραν του απολύτως αναγκαίου για την προστασία από συγκεκριμένους κινδύνους, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, του κινδύνου διακανονισμού, του λειτουργικού κινδύνου, του πιστωτικού κινδύνου, του κινδύνου ρευστότητας και του επιχειρηματικού κινδύνου, ή πέραν του απολύτως αναγκαίου για την προστασία της χρηματοοικονομικής και λειτουργικής σταθερότητας του συστήματος πληρωμών.

2.Ο διαχειριστής συστήματος πληρωμών δημοσιοποιεί τους κανόνες και τις διαδικασίες του για την αποδοχή της συμμετοχής στο εν λόγω σύστημα πληρωμών, καθώς και τα κριτήρια και τη μεθοδολογία που χρησιμοποιεί για την αξιολόγηση κινδύνων των αιτούντων συμμετοχή.

3.Μόλις λάβει αίτηση συμμετοχής από πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, ο διαχειριστής συστήματος πληρωμών αξιολογεί τους σχετικούς κινδύνους που ενέχει η χορήγηση πρόσβασης στο σύστημα στον αιτούντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών. Ο διαχειριστής συστήματος πληρωμών αρνείται τη συμμετοχή αιτούντος παρόχου υπηρεσιών πληρωμών μόνον όταν ο αιτών ενέχει κινδύνους για το σύστημα, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1. Ο διαχειριστής συστήματος πληρωμών ενημερώνει εγγράφως τον αιτούντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών σχετικά με την αποδοχή ή την απόρριψη της αίτησης συμμετοχής και αιτιολογεί πλήρως τυχόν απόρριψη.

4.Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 δεν εφαρμόζονται στα συστήματα πληρωμών που αποτελούνται αποκλειστικά από παρόχους υπηρεσιών πληρωμών οι οποίοι ανήκουν στον ίδιο όμιλο.

5.Οι διαχειριστές συστημάτων πληρωμών δεν εφαρμόζουν καμία από τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)περιοριστικούς κανόνες για την αποτελεσματική συμμετοχή σε άλλα συστήματα πληρωμών·

β)κανόνες που θεσπίζουν διακρίσεις μεταξύ των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας ή μεταξύ των εγγεγραμμένων παρόχων υπηρεσιών πληρωμών όσον αφορά τα δικαιώματα, τις υποχρεώσεις τους καθώς και τα παρεχόμενα πλεονεκτήματα των συμμετεχόντων·

γ)περιορισμούς βάσει του νομικού καθεστώτος.

6.Ο συμμετέχων σε σύστημα πληρωμών που επιτρέπει σε αδειοδοτημένο ή εγγεγραμμένο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών που δεν είναι συμμετέχων στο σύστημα πληρωμών να διαβιβάζει εντολές μεταφοράς μέσω του εν λόγω συστήματος πληρωμών, εφόσον του ζητηθεί, παρέχει την ίδια δυνατότητα σε άλλους αδειοδοτημένους ή εγγεγραμμένους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών με τρόπο αντικειμενικό, αναλογικό, διαφανή και χωρίς διακρίσεις. Σε περίπτωση απόρριψης του εν λόγω αιτήματος, ο συμμετέχων σε σύστημα πληρωμών παρέχει σε κάθε αιτούντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών πλήρη αιτιολόγηση της απόρριψης αυτής.

7.Όσον αφορά τα συστήματα πληρωμών που δεν καλύπτονται από την επίβλεψη του Ευρωσυστήματος, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 795/2014, τα κράτη μέλη ορίζουν αρμόδια αρχή υπεύθυνη για την επίβλεψη των συστημάτων πληρωμών, προκειμένου να διασφαλίζεται η εφαρμογή των παραγράφων 1, 2, 3, 5 και 6 από τα συστήματα πληρωμών που διέπονται από το οικείο εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 32

Παροχή λογαριασμών πληρωμών από πιστωτικά ιδρύματα σε ιδρύματα πληρωμών

1.Ένα πιστωτικό ίδρυμα αρνείται να ανοίξει ή κλείνει λογαριασμό πληρωμών για ένα ίδρυμα πληρωμών για τους αντιπροσώπους ή τους διανομείς του ή για αιτούντα άδεια ως ίδρυμα πληρωμών μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)το πιστωτικό ίδρυμα έχει σοβαρούς λόγους να υποπτεύεται ότι ο αιτών διενεργεί ελλιπείς ελέγχους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή ότι διαπράττονται παράνομες δραστηριότητες είτε από τον αιτούντα είτε από τους πελάτες του·

β)έχει διαπραχθεί ή υπήρξε παραβίαση της σύμβασης από τον αιτούντα λογαριασμό·

γ)δεν έχουν παραληφθεί επαρκείς πληροφορίες και έγγραφα από τον αιτούντα λογαριασμό·

δ)ο αιτών λογαριασμό ή το επιχειρηματικό μοντέλο του παρουσιάζει προφίλ υπερβολικού κινδύνου·

ε)ο αιτών λογαριασμό θα είχε δυσανάλογα υψηλό κόστος συμμόρφωσης για το πιστωτικό ίδρυμα.

2.Τα δικαιώματα που χορηγούνται δυνάμει της παραγράφου 1 σε αντιπροσώπους ή διανομείς χορηγούνται αποκλειστικά για την παροχή υπηρεσιών πληρωμών για λογαριασμό του ιδρύματος πληρωμών.

3.Το πιστωτικό ίδρυμα κοινοποιεί στο ίδρυμα πληρωμών ή στους αντιπροσώπους ή τους διανομείς του, ή στον αιτούντα άδεια λειτουργίας ως ιδρύματος πληρωμών, κάθε απόφαση άρνησης να ανοίξει ή να κλείσει λογαριασμό πληρωμών σε ίδρυμα πληρωμών ή στους αντιπροσώπους ή διανομείς του, ή σε αιτούντα άδεια λειτουργίας ως ιδρύματος πληρωμών· αιτιολογεί δεόντως κάθε τέτοια απόφαση. Τα κίνητρα αυτά πρέπει να αφορούν ειδικά τους κινδύνους που ενέχει η δραστηριότητα ή η σχεδιαζόμενη δραστηριότητα του εν λόγω ιδρύματος πληρωμών ή των αντιπροσώπων ή των διανομέων του, όπως αξιολογούνται από το πιστωτικό ίδρυμα, και να μην έχουν γενικό χαρακτήρα.

4.Το ίδρυμα πληρωμών ή οι αντιπρόσωποι ή διανομείς του, ή ένας αιτών άδεια λειτουργίας ως ιδρύματος πληρωμών, για το οποίο έχει εκδοθεί αρνητική απόφαση από πιστωτικό ίδρυμα σχετικά με την πρόσβαση ή απόφαση σχετικά με το κλείσιμο υπηρεσιών λογαριασμών πληρωμών, μπορεί να προσφύγει ενώπιον αρμόδιας αρχής.

5.Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που καθορίζουν τον εναρμονισμένο μορφότυπο και τις πληροφορίες τις οποίες πρέπει να περιλαμβάνουν η κοινοποίηση και τα κίνητρα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

Η ΕΑΤ υποβάλλει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στην Επιτροπή έως τις [OP please insert the date= one year after the date of entry into force of this Regulation]. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έγκρισης των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

Κεφάλαιο 3

Υπηρεσίες πληροφοριών λογαριασμού και υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών

Τμήμα 1

Γενικές αρχές

Άρθρο 33

Δικαιώματα των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν εμποδίζουν τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών να χρησιμοποιούν έναν πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών για να λάβουν υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών, όπως αναφέρεται στο σημείο 6 του παραρτήματος I. Η υποχρέωση αυτή ισχύει για όλους τους λογαριασμούς πληρωμών που τηρεί ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών και είναι προσβάσιμοι ηλεκτρονικά.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν εμποδίζουν τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών να χρησιμοποιούν υπηρεσίες πληροφοριών λογαριασμού, όπως αναφέρεται στο σημείο 7 του παραρτήματος I. Η υποχρέωση αυτή ισχύει για όλους τους λογαριασμούς πληρωμών που τηρεί ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών και είναι προσβάσιμοι ηλεκτρονικά.

Άρθρο 34

Συμβατικές σχέσεις

1.Η παροχή υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών δεν εξαρτάται από την ύπαρξη συμβατικής σχέσης για αυτόν τον σκοπό μεταξύ των παρόχων των εν λόγω υπηρεσιών και ενός παρόχου υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού.

2.Όταν υπάρχει πολυμερής συμβατική ρύθμιση και όταν τα ίδια στοιχεία λογαριασμού πληρωμών, όπως ρυθμίζονται από τον παρόντα κανονισμό, είναι επίσης διαθέσιμα στο πλαίσιο της εν λόγω πολυμερούς συμβατικής ρύθμισης, είναι πάντα δυνατή η πρόσβαση μέσω παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών σε στοιχεία λογαριασμού πληρωμών που ρυθμίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, χωρίς να χρειάζεται να αποτελεί μέρος της εν λόγω πολυμερούς συμβατικής ρύθμισης.

Τμήμα 2

Διεπαφές πρόσβασης σε δεδομένα για υπηρεσίες πληροφοριών λογαριασμού και υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών

Άρθρο 35

Παροχή ειδικών διεπαφών πρόσβασης

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού που παρέχουν σε πληρωτή λογαριασμό πληρωμών προσβάσιμο διαδικτυακά, διαθέτουν τουλάχιστον μία ειδική διεπαφή για τον σκοπό της ανταλλαγής δεδομένων με παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και εκκίνησης πληρωμών.

2.Με την επιφύλαξη των άρθρων 38 και 39, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού που προσφέρουν σε πληρωτή λογαριασμό πληρωμών προσβάσιμο ηλεκτρονικά και διαθέτουν ειδική διεπαφή όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, δεν υποχρεούνται να διατηρούν επίσης μόνιμα άλλη διεπαφή ως εφεδρική για σκοπούς ανταλλαγής δεδομένων με παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και παροχής υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών.

3.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού διασφαλίζουν ότι οι οικείες ειδικές διεπαφές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 χρησιμοποιούν πρότυπα επικοινωνίας που έχουν εκδοθεί από ευρωπαϊκούς ή διεθνείς οργανισμούς τυποποίησης, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN) ή του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης (ISO). Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού μεριμνούν ακόμη ώστε οι τεχνικές προδιαγραφές όλων των ειδικών διεπαφών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 να είναι τεκμηριωμένες και να ορίζουν μια δέσμη ρουτινών, πρωτοκόλλων και εργαλείων που είναι αναγκαία για να μπορούν οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού να επιτρέπουν στα λογισμικά και τις εφαρμογές τους να διαλειτουργήσουν με τα συστήματα του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού καθιστούν διαθέσιμη την τεκμηρίωση σχετικά με τις τεχνικές προδιαγραφές των οικείων ειδικών διεπαφών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, χωρίς χρέωση και χωρίς καθυστέρηση, κατόπιν αιτήματος των αδειοδοτημένων παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, των παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που έχουν υποβάλει αίτηση στις αρμόδιες αρχές τους για τη σχετική άδεια και δημοσιοποιούν περίληψη της εν λόγω τεκμηρίωσης στον ιστότοπό τους.

4.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού διασφαλίζουν ότι, εκτός από καταστάσεις έκτακτης ανάγκης που τους εμποδίζουν να το πράξουν, κάθε αλλαγή των τεχνικών προδιαγραφών της οικείας ειδικής διεπαφής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 τίθεται στη διάθεση των αδειοδοτημένων παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, των παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που έχουν υποβάλει αίτηση στις αρμόδιες αρχές τους για τη σχετική άδεια, εκ των προτέρων, το συντομότερο δυνατόν και τουλάχιστον 3 μήνες πριν από την υλοποίηση της αλλαγής. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού τηρούν τεκμηρίωση για τις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης στις οποίες εφαρμόστηκαν αλλαγές χωρίς εκ των προτέρων ενημέρωση και καθιστούν διαθέσιμη τη σχετική τεκμηρίωση στις αρμόδιες αρχές, κατόπιν αιτήματος.

5.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού δημοσιεύουν στον ιστότοπό τους τριμηνιαίες στατιστικές για τη διαθεσιμότητα και τις επιδόσεις της οικείας ειδικής διεπαφής. Οι επιδόσεις των ειδικών διεπαφών μετρώνται με βάση τον αριθμό των επιτυχημένων αιτήσεων παροχής πληροφοριών λογαριασμού επί του συνολικού αριθμού των αιτήσεων παροχής πληροφοριών λογαριασμού, καθώς και με τον αριθμό και τον όγκο συναλλαγών των επιτυχημένων αιτήσεων εκκίνησης πληρωμών επί του συνολικού αριθμού και του όγκου συναλλαγών του συνολικού αριθμού των αιτήσεων εκκίνησης πληρωμών.

6.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού καθιστούν διαθέσιμη λειτουργική δυνατότητα δοκιμής, και μεταξύ άλλων παροχής υποστήριξης, για τη σύνδεση στις ειδικές διεπαφές, καθώς και δοκιμή λειτουργίας, προκειμένου να μπορούν οι αδειοδοτημένοι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που έχουν καταθέσει αίτηση στις αρμόδιες αρχές τους για να λάβουν τη σχετική άδεια, να δοκιμάζουν τα λογισμικά και τις εφαρμογές που χρησιμοποιούν για την παροχή υπηρεσιών πληρωμών στους χρήστες. Δεν κοινοποιούνται ευαίσθητα δεδομένα πληρωμών ή άλλα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μέσω της λειτουργικής δυνατότητας δοκιμής.

7.Σε περίπτωση απροσδόκητου συμβάντος ή σφάλματος κατά τη διαδικασία ταυτοποίησης, εξακρίβωσης, ή κατά την ανταλλαγή των στοιχείων δεδομένων μέσω της ειδικής διεπαφής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού αποστέλλει μηνύματα κοινοποίησης στον πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών ή στον πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, στα οποία επεξηγείται ο λόγος για το απροσδόκητο συμβάν ή σφάλμα.

Άρθρο 36

Απαιτήσεις σχετικά με τις ειδικές διεπαφές πρόσβασης σε δεδομένα

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού διασφαλίζουν ότι η ειδική διεπαφή που αναφέρεται στο άρθρο 35 παράγραφος 1 πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις ασφάλειας και επιδόσεων:

α)η ειδική διεπαφή δημιουργεί και διατηρεί κύκλους επικοινωνίας ανάμεσα στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, τον πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, τον πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και κάθε ενδιαφερόμενο χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, καθ’ όλη τη διάρκεια εξακρίβωσης της ταυτότητας του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών·

β)η ειδική διεπαφή διασφαλίζει την ακεραιότητα και την εμπιστευτικότητα των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας και των αναγνωριστικών κωδικών, που διαβιβάζονται από τον πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών ή τον πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή μέσω αυτών.

γ)ο χρόνος απόκρισης της ειδικής διεπαφής στα αιτήματα πρόσβασης των παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και των παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών δεν υπερβαίνει τον χρόνο απόκρισης της διεπαφής που ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θέτει στη διάθεση των οικείων χρηστών υπηρεσιών πληρωμών για άμεση πρόσβαση στον λογαριασμό πληρωμών τους στο διαδίκτυο.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού διασφαλίζουν ότι η ειδική διεπαφή που αναφέρεται στο άρθρο 35 παράγραφος 1 επιτρέπει τόσο στους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού όσο και στους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών τα εξής:

α)να παρέχουν τα στοιχεία ταυτότητάς τους στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού·

β)να δίνουν εντολή στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού να δρομολογεί την εξακρίβωση της ταυτότητας με βάση την άδεια του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών που έχει δοθεί στον πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή στους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 2·

γ)να κάνουν χρήση, χωρίς διακρίσεις, τυχόν εξαιρέσεων από την εξακρίβωση ταυτότητας που εφαρμόζει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού·

δ)να βλέπουν, πριν από την έναρξη της πληρωμής στην περίπτωση παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, το αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης του λογαριασμού, τα συναφή ονόματα του κατόχου του λογαριασμού και τα νομίσματα που διαθέτει ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών.

3.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού παρέχουν στους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού τη δυνατότητα να επικοινωνούν με ασφάλεια, μέσω της ειδικής διεπαφής, προκειμένου να ζητούν και να λαμβάνουν πληροφορίες για έναν ή περισσότερους καθορισμένους λογαριασμούς πληρωμών και τις συναφείς πράξεις πληρωμής.

4.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού διασφαλίζουν ότι η ειδική διεπαφή επιτρέπει στους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών τουλάχιστον τα εξής:

α)να υποβάλλουν και να ανακαλούν πάγια εντολή πληρωμής ή άμεση χρέωση·

β)να κινούν μεμονωμένη πληρωμή·

γ)να κινούν και να ανακαλούν μεταχρονολογημένη πληρωμή·

δ)να δρομολογούν πληρωμές σε πολλαπλούς δικαιούχους·

ε)να κινούν πληρωμές, ανεξάρτητα από το αν ο δικαιούχος είναι στον κατάλογο των δικαιούχων του πληρωτή·

στ)να επικοινωνούν με ασφάλεια, προκειμένου να υποβάλουν εντολή πληρωμής από τον λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή και να λαμβάνουν όλες τις πληροφορίες σχετικά με την έναρξη της πράξης πληρωμής και όλες τις πληροφορίες που είναι προσβάσιμες στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για την εκτέλεση της πράξης πληρωμής·

ζ)να επαληθεύουν το όνομα του κατόχου του λογαριασμού πριν από την έναρξη της πληρωμής και ανεξάρτητα από το αν το όνομα του κατόχου του λογαριασμού είναι διαθέσιμο μέσω της άμεσης διεπαφής·

η)να κινούν πληρωμή με μία και μόνο αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, υπό την προϋπόθεση ότι ο πάροχος υπηρεσιών κίνησης πληρωμών παρείχε στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού όλα τα ακόλουθα:

i) το αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης του πληρωτή,

ii) τη νόμιμη και εμπορική επωνυμία του δικαιούχου και το «αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης»,

iii) στοιχεία αναφοράς της συναλλαγής,

iv) το ποσό της πληρωμής και το νόμισμα της πληρωμής, βάσει του οποίου ενεργοποιείται η ενιαία αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη.

5.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού διασφαλίζουν ότι η ειδική διεπαφή παρέχει στους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών τα εξής:

α)άμεση επιβεβαίωση, κατόπιν αιτήματος, με ένα απλό «ναι» ή «όχι», αν το απαιτούμενο ποσό για την εκτέλεση μιας πράξης πληρωμής είναι διαθέσιμο ή όχι στον λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή·

β)επιβεβαίωση από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού ότι η πληρωμή θα εκτελεστεί βάσει των πληροφοριών που έχει στη διάθεσή του ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, λαμβάνοντας υπόψη τυχόν προϋπάρχουσες εντολές πληρωμής που ενδέχεται να επηρεάσουν την πλήρη εκτέλεση της εντολής πληρωμής που υποβάλλεται.

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο β) δεν κοινοποιούνται στον πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, αλλά μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για την παροχή επιβεβαίωσης της εκτέλεσης της πράξης.

Άρθρο 37

Ισοτιμία πρόσβασης σε δεδομένα μεταξύ της ειδικής διεπαφής πρόσβασης σε δεδομένα και της διεπαφής του πελάτη

1.Με την επιφύλαξη του άρθρου 36, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού διασφαλίζουν ότι η οικεία ειδική διεπαφή που αναφέρεται στο άρθρο 35 παράγραφος 1 προσφέρει ανά πάσα στιγμή τουλάχιστον το ίδιο επίπεδο διαθεσιμότητας και επιδόσεων, συμπεριλαμβανομένης της τεχνικής υποστήριξης και της υποστήριξης ΤΠ, με τις διεπαφές που οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θέτουν στη διάθεση του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών για άμεση πρόσβαση στον λογαριασμό πληρωμών του στο διαδίκτυο.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού παρέχουν στους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού τουλάχιστον τις ίδιες πληροφορίες από καθορισμένους λογαριασμούς πληρωμών και τις συναφείς πράξεις πληρωμής που διατίθενται στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών όταν ζητά απευθείας πρόσβαση στις πληροφορίες λογαριασμού, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω πληροφορίες δεν περιλαμβάνουν ευαίσθητα δεδομένα πληρωμών.

3.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού παρέχουν στους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών τουλάχιστον τις ίδιες πληροφορίες για την εκκίνηση και την εκτέλεση της πράξης πληρωμής που παρέχονται ή τίθενται στη διάθεση του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών όταν η πράξη κινείται απευθείας από τον χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών. Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται αμέσως μετά την παραλαβή της εντολής πληρωμής και σε συνεχή βάση έως ότου οριστικοποιηθεί η πληρωμή.

Άρθρο 38

Μέτρα έκτακτης ανάγκης σε περίπτωση μη διαθεσιμότητας της ειδικής διεπαφής 

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού λαμβάνουν όλα τα μέτρα που έχουν στη διάθεσή τους για να αποτρέψουν τη μη διαθεσιμότητα της ειδικής διεπαφής. Μη διαθεσιμότητα θεωρείται ότι έχει προκύψει όταν πέντε διαδοχικά αιτήματα για πρόσβαση σε πληροφορίες για την παροχή υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών ή υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού δεν λάβουν απάντηση από την ειδική διεπαφή του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού εντός 30 δευτερολέπτων.

2.Σε περίπτωση μη διαθεσιμότητας της ειδικής διεπαφής, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού ενημερώνουν τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που χρησιμοποιούν την ειδική διεπαφή για τα μέτρα που έλαβαν για την αποκατάσταση της διεπαφής και για τον χρόνο που εκτιμάται ότι απαιτείται για την επίλυση του προβλήματος. Κατά τη διάρκεια της περιόδου μη διαθεσιμότητας, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού προσφέρουν χωρίς καθυστέρηση στους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών αποτελεσματική εναλλακτική λύση, όπως η χρήση της διεπαφής που χρησιμοποιεί ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για την εξακρίβωση της ταυτότητας και την επικοινωνία με τους χρήστες του, για την πρόσβαση σε δεδομένα λογαριασμού πληρωμών. 

3.Όταν η ειδική διεπαφή δεν είναι διαθέσιμη και ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού δεν έχει προσφέρει ταχεία και αποτελεσματική εναλλακτική λύση όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2, οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών ή οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού μπορούν να ζητήσουν από την αρμόδια αρχή τους, παρέχοντας όλες τις απαραίτητες πληροφορίες και τα αποδεικτικά στοιχεία, να χρησιμοποιήσουν τη διεπαφή που χρησιμοποιεί ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για την εξακρίβωση της ταυτότητας και την επικοινωνία με τους χρήστες του, για την πρόσβαση σε δεδομένα λογαριασμού πληρωμών.

4.Βάσει του αιτήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 3, η αρμόδια αρχή μπορεί, για περιορισμένο χρονικό διάστημα έως ότου αποκατασταθεί η διαθεσιμότητα της ειδικής διεπαφής, να εξουσιοδοτήσει όλους τους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και τους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού να έχουν πρόσβαση σε δεδομένα λογαριασμών πληρωμών μέσω διεπαφής που χρησιμοποιεί ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για την εξακρίβωση της ταυτότητας και την επικοινωνία με τους χρήστες του. Η αρμόδια αρχή κοινοποιεί την απόφασή της στον αιτούντα πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή στον αιτούντα πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και τη δημοσιοποιεί στον ιστότοπό της. Η αρμόδια αρχή δίνει εντολή στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού να αποκαταστήσει την πλήρη λειτουργία της ειδικής διεπαφής πριν από τη λήξη της προσωρινής άδειας.

5.Η αρμόδια αρχή λαμβάνει απόφαση χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση σχετικά με κάθε αίτημα που υποβάλλεται δυνάμει της παραγράφου 3. Εφόσον η αρμόδια αρχή δεν έχει λάβει απόφαση σχετικά με το αίτημα, ο αιτών πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών ή ο αιτών πάροχος υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού μπορεί κατ’ εξαίρεση να έχει πρόσβαση σε δεδομένα λογαριασμών πληρωμών μέσω διεπαφής που χρησιμοποιεί ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για την εξακρίβωση της ταυτότητας και την επικοινωνία με τους χρήστες του. Ο αιτών πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών ή ο αιτών πάροχος υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού παύει να έχει πρόσβαση όταν αποκατασταθεί η διαθεσιμότητα της ειδικής διεπαφής ή όταν η αρμόδια αρχή εκδώσει απόφαση που δεν επιτρέπει τη χρήση αυτή, όποιο από τα δύο συμβεί νωρίτερα.

6.Στις περιπτώσεις στις οποίες οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού υποχρεούνται να επιτρέπουν στους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή στους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών να έχουν πρόσβαση στη διεπαφή που χρησιμοποιούν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για την εξακρίβωση της ταυτότητας και την επικοινωνία με τους χρήστες τους, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού καθιστούν αμέσως διαθέσιμες όλες τις τεχνικές προδιαγραφές που χρειάζονται οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών ώστε να συνδέονται επαρκώς με τη διεπαφή που χρησιμοποιεί ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για την εξακρίβωση της ταυτότητας και την επικοινωνία με τους χρήστες του.

7.Κατά την πρόσβαση στη διεπαφή που χρησιμοποιεί ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για την εξακρίβωση της ταυτότητας και την επικοινωνία με τους χρήστες του, οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών πληρούν όλες τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 45 παράγραφος 2. Ειδικότερα, οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών παρέχουν πάντοτε δεόντως τα στοιχεία ταυτότητάς τους στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού.

Άρθρο 39

Παρέκκλιση από τη διάθεση ειδικής διεπαφής για την πρόσβαση σε δεδομένα

1.Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 35 παράγραφος 1, κατόπιν αιτήματος παρόχου υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, η αρμόδια αρχή μπορεί να εξαιρεί τον αιτούντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού από την υποχρέωση να διαθέτει ειδική διεπαφή και να επιτρέπει στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού είτε να προσφέρει, ως διεπαφή για την ασφαλή ανταλλαγή δεδομένων, μία από τις διεπαφές που χρησιμοποιεί ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για την εξακρίβωση της ταυτότητας και την επικοινωνία με τους χρήστες των υπηρεσιών πληρωμών του είτε, εφόσον δικαιολογείται, να μην προσφέρει καμία διεπαφή για την ασφαλή ανταλλαγή δεδομένων.

2.Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία προσδιορίζονται τα κριτήρια βάσει των οποίων ένας πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού μπορεί να εξαιρεθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 1, από την υποχρέωση να διαθέτει ειδική διεπαφή και να του επιτρέπεται είτε να παρέχει, ως διεπαφή για την ασφαλή ανταλλαγή δεδομένων με παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, τη διεπαφή που θέτει στη διάθεση του οικείου χρήστη υπηρεσιών πληρωμών για πρόσβαση στους λογαριασμούς πληρωμών του στο διαδίκτυο είτε, κατά περίπτωση, να μην διαθέτει καμία διεπαφή για την ασφαλή ανταλλαγή δεδομένων.

Η ΕΑΤ υποβάλλει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στην Επιτροπή έως τις [ OP please insert the date= one year after the date of entry into force of this Regulation]. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έγκρισης των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

Τμήμα 3

Δικαιώματα και υποχρεώσεις των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού

Άρθρο 40

Υποχρεώσεις των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού όσον αφορά τις υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών

Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού προβαίνει στις ακόλουθες ενέργειες προκειμένου να διασφαλίσει το δικαίωμα του πληρωτή να χρησιμοποιεί την υπηρεσία εκκίνησης πληρωμών:

α)επικοινωνεί με ασφάλεια με τους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών·

β)αμέσως μετά την παραλαβή της εντολής πληρωμής από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών παρέχει ή καθιστά διαθέσιμες στον πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών όλες τις πληροφορίες σχετικά με την έναρξη της πράξης πληρωμής και όλες τις πληροφορίες που είναι προσβάσιμες στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για την εκτέλεση της πράξης πληρωμής·

γ)διεκπεραιώνει τις εντολές πληρωμής που διαβιβάζονται μέσω των υπηρεσιών παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμής ως εάν οι εν λόγω εντολές πληρωμής ήταν εντολές πληρωμής που διαβιβάστηκαν απευθείας από τον πληρωτή ή τον δικαιούχο, και ειδικότερα όσον αφορά τον χρόνο, την προτεραιότητα ή τις επιβαρύνσεις.

Για τους σκοπούς του στοιχείου β), όταν ορισμένες ή όλες οι πληροφορίες που αναφέρονται στο εν λόγω στοιχείο δεν είναι διαθέσιμες αμέσως μετά την παραλαβή της εντολής πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού διασφαλίζει ότι κάθε πληροφορία σχετικά με την εκτέλεση της εντολής πληρωμής τίθεται στη διάθεση του παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών αμέσως μόλις διατεθούν οι εν λόγω πληροφορίες στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού.

Άρθρο 41

Υποχρεώσεις των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού όσον αφορά τις υπηρεσίες πληροφοριών λογαριασμού

1.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού προβαίνει στις ακόλουθες ενέργειες προκειμένου να διασφαλίσει το δικαίωμα του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών να χρησιμοποιεί την υπηρεσία πληροφοριών λογαριασμού:

α)επικοινωνεί με ασφάλεια με τον πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού·

β)διεκπεραιώνει τις αιτήσεις για παροχή δεδομένων που διαβιβάζονται μέσω των υπηρεσιών παρόχου υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ως εάν τα δεδομένα είχαν ζητηθεί από τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών μέσω της διεπαφής που ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θέτει στη διάθεση των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών του για άμεση πρόσβαση στον λογαριασμό πληρωμών τους.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού επιτρέπουν στους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες από καθορισμένους λογαριασμούς πληρωμών και τις συναφείς πράξεις πληρωμής τις οποίες διαθέτουν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για τους σκοπούς της παροχής της υπηρεσίας πληροφοριών λογαριασμού, είτε ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών ζητά ο ίδιος τις εν λόγω πληροφορίες είτε όχι.

Άρθρο 42

Περιορισμός της πρόσβασης παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών σε λογαριασμούς πληρωμών

1.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού μπορεί να αρνηθεί σε πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή σε πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών την πρόσβαση σε λογαριασμό πληρωμών για αντικειμενικά αιτιολογημένους και δεόντως τεκμηριωμένους λόγους. Οι λόγοι αυτοί αφορούν μη εγκεκριμένη, σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 3, ή δόλια πρόσβαση του εν λόγω παρόχου υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή του εν λόγω παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών στον λογαριασμό πληρωμών, συμπεριλαμβανομένης της μη εγκεκριμένης ή δόλιας έναρξης πράξης πληρωμής. Στις περιπτώσεις αυτές, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού ενημερώνει τον χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών όσον αφορά την άρνηση πρόσβασης στον λογαριασμό πληρωμών και αναφέρει τους σχετικούς λόγους. Η εν λόγω ενημέρωση παρέχεται στον χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών πριν από την άρνηση της πρόσβασης ή, το αργότερο, αμέσως μετά, εκτός εάν η εν λόγω ενημέρωση αντιβαίνει σε αντικειμενικά αιτιολογημένους λόγους ασφαλείας ή απαγορεύεται από άλλη συναφή διάταξη του ενωσιακού ή εθνικού δικαίου.

2.Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού αναφέρει αμέσως το περιστατικό που σχετίζεται με τον πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή τον πάροχο υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής στην αρμόδια αρχή. Η αναφορά περιλαμβάνει τις λεπτομέρειες της υπόθεσης και τους λόγους για την ανάληψη δράσης. Η αρμόδια αρχή αξιολογεί την υπόθεση και, εάν χρειάζεται, λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα.

Άρθρο 43

Διαχείριση πρόσβασης σε δεδομένα από χρήστες υπηρεσιών πληρωμών

1.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού παρέχει στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών έναν πίνακα εργαλείων, ενσωματωμένο στη διεπαφή του χρήστη του, για την παρακολούθηση και τη διαχείριση των αδειών που έχει χορηγήσει ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών για τους σκοπούς των υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή των υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών που καλύπτουν πολλαπλές ή επαναλαμβανόμενες πληρωμές.

2.Ο πίνακας:

α)παρέχει στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών επισκόπηση κάθε τρέχουσας άδειας που χορηγήθηκε για τους σκοπούς των υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή των υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων των εξής:

i) την επωνυμία του παρόχου υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή του παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών στον οποίο έχει χορηγηθεί πρόσβαση·

ii) τον λογαριασμό του πελάτη στον οποίο έχει χορηγηθεί πρόσβαση·

iii) τον σκοπό της άδειας·

iv) την περίοδο ισχύος της άδειας·

v) τις κατηγορίες των δεδομένων που ανταλλάσσονται.

β)επιτρέπει στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών να αποσύρει την πρόσβαση στα δεδομένα για συγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών·

γ)επιτρέπει στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών να χορηγήσει εκ νέου πρόσβαση σε δεδομένα που έχει ανακαλέσει·

δ)περιλαμβάνει αρχείο των αδειών πρόσβασης σε δεδομένα που έχουν ανακληθεί ή λήξει, για διάρκεια δύο ετών.

3.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού διασφαλίζει ότι ο πίνακας είναι εύκολο να βρεθεί στη διεπαφή χρήστη του και ότι οι πληροφορίες που εμφανίζονται στον πίνακα είναι σαφείς, ακριβείς και εύκολα κατανοητές από τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών.

4.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού και ο πάροχος υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών στους οποίους έχει χορηγηθεί άδεια συνεργάζονται για τη διάθεση πληροφοριών στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών μέσω του πίνακα σε πραγματικό χρόνο. Για τους σκοπούς της παραγράφου 2 στοιχεία α), β), γ) και ε):

α)Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού ενημερώνει σε πραγματικό χρόνο τον πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή τον πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών για τις αλλαγές που επήλθαν στην άδεια του εν λόγω παρόχου από χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών μέσω του πίνακα·

β)Οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών ενημερώνουν τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, σε πραγματικό χρόνο, σχετικά με νέα άδεια που χορηγείται από χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών όσον αφορά λογαριασμό πληρωμών που παρέχεται από τον εν λόγω πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, συμπεριλαμβανομένων των εξής:

i) του σκοπού της άδειας που χορηγείται από τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών·

ii) της περιόδου ισχύος της άδειας·

iii) των κατηγοριών των σχετικών δεδομένων.

Άρθρο 44

Απαγορευμένα εμπόδια στην πρόσβαση σε δεδομένα

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού διασφαλίζουν ότι η ειδική διεπαφή τους δεν παρεμποδίζει την παροχή υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και πληροφοριών λογαριασμού.

Στα απαγορευμένα εμπόδια περιλαμβάνονται τα εξής:

α)αποτροπή της χρήσης από τους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών ή τους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού των διαπιστευτηρίων που εκδίδουν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού στους χρήστες των υπηρεσιών πληρωμών τους·

β)την απαίτηση οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών να εισάγουν χειροκίνητα το οικείο αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης στον τομέα του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, ώστε να είναι σε θέση να χρησιμοποιούν υπηρεσίες πληροφοριών λογαριασμού ή υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών·

γ)την απαίτηση πρόσθετων ελέγχων της άδειας που χορηγείται από τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών σε πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών ή πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού·

δ)την απαίτηση πρόσθετων εγγραφών των παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και πληροφοριών λογαριασμού ώστε να μπορούν να έχουν πρόσβαση στον λογαριασμό πληρωμών του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών ή στην ειδική διεπαφή·

ε)την απαίτηση προκαταχώρισης των στοιχείων επικοινωνίας των παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και πληροφοριών λογαριασμού στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, εκτός εάν είναι απαραίτητο για τη διευκόλυνση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ παρόχων υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού και παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και πληροφοριών λογαριασμού, ειδικότερα όσον αφορά την επικαιροποίηση του πίνακα που αναφέρεται στο άρθρο 43·

στ)τον περιορισμό της δυνατότητας του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών να κινεί πληρωμές μέσω παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών μόνο προς δικαιούχους που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των δικαιούχων του πληρωτή·

ζ)τον περιορισμό εκκίνησης πληρωμών μόνο προς ή από εγχώρια αποκλειστικά μέσα ταυτοποίησης·

η)την απαίτηση η αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη να εφαρμόζεται περισσότερες φορές σε σύγκριση με την αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, όπως απαιτείται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, όταν ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών έχει άμεση πρόσβαση στον λογαριασμό πληρωμών του ή κινεί πληρωμή με τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού·

θ)την παροχή ειδικής διεπαφής που δεν υποστηρίζει όλες τις διαδικασίες εξακρίβωσης της ταυτότητας που διατίθενται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών του·

ι)την επιβολή πορείας πληροφοριών λογαριασμού ή εκκίνησης πληρωμών, με προσέγγιση «ανακατεύθυνσης» ή «αποσύνδεσης», όταν η εξακρίβωση της ταυτότητας του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών με τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού προσθέτει επιπλέον βήματα ή απαιτούμενες ενέργειες στην πορεία του χρήστη σε σύγκριση με την ισοδύναμη διαδικασία εξακρίβωσης της ταυτότητας που προσφέρεται στους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών κατά την άμεση πρόσβαση στους λογαριασμούς πληρωμών τους ή κατά την έναρξη πληρωμής στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού·

ια)την επιβολή της αυτόματης ανακατεύθυνσης του χρήστη, κατά το στάδιο της εξακρίβωσης της ταυτότητας, στη διεύθυνση της ιστοσελίδας του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, όταν πρόκειται για τη μοναδική μέθοδο εξακρίβωσης της ταυτότητας του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών που υποστηρίζεται από πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού·

ιβ)την απαίτηση για δύο διαδικασίες αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη στην ίδια πορεία υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής, όταν ο πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών διαβιβάζει στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την έναρξη της πληρωμής, δηλαδή μία αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη για την επιβεβαίωση με ναι/όχι και μια δεύτερη αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη για την έναρξη της πληρωμής.

2.Όσον αφορά τις δραστηριότητες των παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και των παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, το όνομα του δικαιούχου του λογαριασμού και ο αριθμός του λογαριασμού δεν συνιστούν ευαίσθητα δεδομένα πληρωμών.

Τμήμα 4

Δικαιώματα και υποχρεώσεις των παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και των παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών

Άρθρο 45

Χρήση της διεπαφής του πελάτη από παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών έχουν πρόσβαση στα δεδομένα λογαριασμού πληρωμών αποκλειστικά μέσω της ειδικής διεπαφής που αναφέρεται στο άρθρο 35, εκτός από τις περιπτώσεις που καλύπτονται από το άρθρο 38 παράγραφοι 4 και 5 και από το άρθρο 39.

2.Όταν ένας πάροχος υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή ένας πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών έχει πρόσβαση σε δεδομένα λογαριασμού πληρωμών μέσω διεπαφής που διαθέτει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού στους χρήστες των υπηρεσιών πληρωμών του για άμεση πρόσβαση στον λογαριασμό πληρωμών τους, σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφοι 4 και 5, ή όταν αυτή είναι η μοναδική διεπαφή που είναι προσβάσιμη σύμφωνα με το άρθρο 39, ο πάροχος υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή ο πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών προβαίνει πάντοτε στις εξής ενέργειες:

α)παρέχει τα στοιχεία ταυτότητάς του στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού·

β)βασίζεται στις διαδικασίες εξακρίβωσης της ταυτότητας που παρέχει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών·

γ)λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει ότι δεν επεξεργάζεται δεδομένα (συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης και της αποθήκευσης δεδομένων) για σκοπούς άλλους πέραν της παροχής της υπηρεσίας που έχει ζητήσει ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών·

δ)προβαίνει σε ημερολογιακή καταγραφή των δεδομένων στα οποία παρέχεται πρόσβαση μέσω της διεπαφής που ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θέτει στη διάθεση των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών του, και παρέχει, κατόπιν αιτήματος και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τα αρχεία ημερολογιακής καταγραφής στην αρμόδια εθνική αρχή του· Οι ημερολογιακές καταγραφές διαγράφονται 3 έτη μετά τη δημιουργία τους. Οι ημερολογιακές καταγραφές μπορούν να διατηρούνται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από την εν λόγω περίοδο διατήρησης, εφόσον απαιτούνται για διαδικασίες παρακολούθησης που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη.

Για τους σκοπούς του στοιχείου δ), οι ημερολογιακές καταγραφές διαγράφονται 3 έτη μετά τη δημιουργία τους. Οι ημερολογιακές καταγραφές μπορούν να διατηρούνται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από την εν λόγω περίοδο διατήρησης, εφόσον απαιτούνται για διαδικασίες παρακολούθησης που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη.

Άρθρο 46

Συγκεκριμένες υποχρεώσεις των παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών:

α)παρέχουν στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού τις ίδιες ακριβώς πληροφορίες που ζητούνται από τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών όταν διενεργεί απευθείας την έναρξη της πράξης πληρωμής·

β)παρέχουν υπηρεσίες μόνο με βάση την άδεια του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών σύμφωνα με το άρθρο 49·

γ)δεν τηρούν ποτέ κεφάλαια του πληρωτή σε σχέση με την παροχή της υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμών·

δ)διασφαλίζουν ότι τα εξατομικευμένα διαπιστευτήρια ασφαλείας του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, δεν είναι, με την εξαίρεση του πληρωτή και του εκδότη των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας, προσβάσιμα σε άλλα μέρη και ότι διαβιβάζονται από τον πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών μέσω ασφαλών και αποτελεσματικών διαύλων·

ε)διασφαλίζουν ότι οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες για τον χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών, που λαμβάνονται κατά την παροχή υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, χορηγούνται μόνο στον δικαιούχο και μόνο με άδεια του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών·

στ)κάθε φορά που διενεργείται έναρξη πληρωμής, ταυτοποιούνται στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού και επικοινωνούν με τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, τον πληρωτή και τον δικαιούχο με ασφαλή τρόπο.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών:

α)δεν αποθηκεύουν ευαίσθητα δεδομένα πληρωμών του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών·

β)δεν ζητούν από τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών κανένα άλλο στοιχείο πέραν αυτών που είναι αναγκαία για την παροχή της υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμών·

γ)δεν επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού ή μη προσωπικού χαρακτήρα (συμπεριλαμβανομένης της χρήσης, της πρόσβασης ή της αποθήκευσης δεδομένων) για σκοπούς άλλους πέραν της παροχής της υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμών, σύμφωνα με την άδεια που χορηγεί ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών·

δ)δεν τροποποιούν το ποσό, τον δικαιούχο ή κάθε άλλο στοιχείο της συναλλαγής.

Άρθρο 47

Ειδικές υποχρεώσεις και άλλες διατάξεις που αφορούν τους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού

1.Ο πάροχος υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού:

α)παρέχει υπηρεσίες μόνο με βάση την άδεια του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών σύμφωνα με το άρθρο 49·

β)διασφαλίζει ότι τα εξατομικευμένα διαπιστευτήρια ασφαλείας του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών δεν είναι προσβάσιμα σε τρίτους, με εξαίρεση τον χρήστη και τον εκδότη των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας, και ότι κατά τη διαβίβαση των εν λόγω διαπιστευτηρίων από τον πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, η διαβίβαση γίνεται μέσω ασφαλών και αποτελεσματικών διαύλων·

γ)για κάθε κύκλο επικοινωνίας, ταυτοποιείται στον πάροχο ή τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών και επικοινωνεί με ασφάλεια με τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού και τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών·

δ)έχει πρόσβαση μόνον στις πληροφορίες από καθορισμένους λογαριασμούς πληρωμών και τις συναφείς πράξεις πληρωμής·

ε)εφαρμόζει κατάλληλους και αποτελεσματικούς μηχανισμούς που αποτρέπουν την πρόσβαση σε άλλες πληροφορίες πλην εκείνων που προέρχονται από καθορισμένους λογαριασμούς πληρωμών και τις συναφείς πράξεις πληρωμής, σύμφωνα με την άδεια του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών.

2.Ο πάροχος υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού:

α)δεν ζητεί ευαίσθητα δεδομένα πληρωμών που συνδέονται με τους λογαριασμούς πληρωμών·

β)αποφεύγει τη χρήση, πρόσβαση ή αποθήκευση δεδομένων για σκοπούς άλλους από την εκτέλεση της υπηρεσίας πληροφοριών λογαριασμού για την οποία έχει χορηγήσει άδεια ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.

3.Τα ακόλουθα άρθρα δεν εφαρμόζονται στους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού: άρθρα 4 έβς 8, άρθρα 10, 11 και 12, άρθρα 14 έως 19, άρθρα 21 έως 29, άρθρα 50 και 51, άρθρα 53 έως 79, και άρθρα 83 και 84.

Τμήμα 5

Εφαρμογή

Άρθρο 48

Ρόλος των αρμόδιων αρχών

1.Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού συμμορφώνονται ανά πάσα στιγμή με τις υποχρεώσεις τους σε σχέση με την ειδική διεπαφή που αναφέρεται στο άρθρο 35 παράγραφος 1 και ότι κάθε εντοπισμένο απαγορευμένο εμπόδιο που αναφέρεται στο άρθρο 44 αίρεται αμέσως από τον σχετικό πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού. Όταν διαπιστώνεται μη συμμόρφωση των ειδικών διεπαφών με τον παρόντα κανονισμό ή εμπόδια, μεταξύ άλλων βάσει πληροφοριών που διαβιβάζονται από παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν χωρίς καθυστέρηση τα αναγκαία μέτρα επιβολής και επιβάλλουν τυχόν κατάλληλες κυρώσεις ή, κατά περίπτωση, χορηγούν δικαιώματα πρόσβασης σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 4.

2.Οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν χωρίς καθυστέρηση, όπου απαιτείται, όλα τα αναγκαία μέτρα επιβολής για τη διατήρηση των δικαιωμάτων πρόσβασης των παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού. Τα μέτρα επιβολής μπορούν να περιλαμβάνουν κατάλληλες κυρώσεις.

3.Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού συμμορφώνονται ανά πάσα στιγμή με τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά τη χρήση διεπαφών πρόσβασης σε δεδομένα.

4.Οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν τους απαραίτητους πόρους, ειδικότερα όσον αφορά το ειδικό προσωπικό, προκειμένου να συμμορφώνονται ανά πάσα στιγμή με τα καθήκοντά τους.

5.Οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται με τις εποπτικές αρχές δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

6.Οι αρμόδιες αρχές, με πρωτοβουλία τους, πραγματοποιούν τακτικές κοινές συνεδριάσεις με τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, τους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και τους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να διασφαλίσουν ότι τα πιθανά ζητήματα που προκύπτουν από τη χρήση διεπαφών ανταλλαγής δεδομένων και την πρόσβαση σε αυτές μεταξύ παρόχων υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού επιλύονται ταχέως και μόνιμα.

7.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού παρέχουν στις αρμόδιες αρχές στοιχεία σχετικά με την πρόσβαση των παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και των παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών σε λογαριασμούς πληρωμών τους οποίους εξυπηρετούν. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν επίσης, κατά περίπτωση, να ζητούν από τους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και τους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών να παρέχουν κάθε σχετικό στοιχείο για τις δραστηριότητές τους. Σύμφωνα με τις εξουσίες της δυνάμει του άρθρου 29 στοιχείο β), του άρθρου 31 και του άρθρου 35 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, η ΕΑΤ συντονίζει την εν λόγω δραστηριότητα παρακολούθησης από τις αρμόδιες αρχές, αποφεύγοντας την αλληλεπικάλυψη υποβολής στοιχείων. Η ΕΑΤ υποβάλλει στην Επιτροπή ανά διετία έκθεση σχετικά με το μέγεθος και τη λειτουργία των αγορών υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών στην Ένωση. Οι εν λόγω περιοδικές εκθέσεις ενδέχεται, κατά περίπτωση, να περιέχουν συστάσεις.

8.Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που προσδιορίζουν τα δεδομένα που πρέπει να παρέχονται στις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με την παράγραφο 7, καθώς και τη μεθοδολογία και την περιοδικότητα που πρέπει να εφαρμόζονται για την εν λόγω παροχή δεδομένων.

Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις [OP please insert the date= 18 months after the date of entry into force of this Regulation].

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έγκρισης των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Έγκριση πράξεων πληρωμής

Άρθρο 49

Έγκριση

1.Μια πράξη πληρωμής ή μια σειρά πράξεων πληρωμής εγκρίνονται μόνον εφόσον ο πληρωτής έχει χορηγήσει την άδειά του για την εκτέλεση της πράξης πληρωμής. Η πράξη πληρωμής μπορεί να εγκρίνεται από τον πληρωτή πριν ή, εφόσον έχουν συμφωνήσει ο πληρωτής και ο οικείος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, μετά την εκτέλεσή της.

2.Η πρόσβαση σε λογαριασμό πληρωμών για τους σκοπούς των υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή των υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών από παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εγκρίνεται μόνον εφόσον ο χρήστης έχει χορηγήσει άδεια πρόσβασης στον λογαριασμό πληρωμών και στα σχετικά δεδομένα του εν λόγω λογαριασμού προς τον πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή, αντίστοιχα, τον πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών.

3.Ελλείψει άδειας, η πράξη πληρωμής ή η πρόσβαση σε λογαριασμό πληρωμών από πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών θεωρείται μη εγκεκριμένη.

4.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού δεν επαληθεύουν την άδεια που παραχωρεί ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών στον πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή στον πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών.

5.Η άδεια που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 εκφράζεται με τη μορφή που έχει συμφωνηθεί μεταξύ του πληρωτή και του οικείου παρόχου υπηρεσιών πληρωμών. Η άδεια για την εκτέλεση μιας πράξης πληρωμής μπορεί επίσης να παραχωρείται μέσω του δικαιούχου ή του παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών.

6.Η διαδικασία με την οποία παραχωρείται η άδεια συμφωνείται μεταξύ του πληρωτή και του οικείου παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.

7.Ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών μπορεί ανά πάσα στιγμή να ανακαλέσει την άδεια εκτέλεσης μιας πράξης πληρωμής ή πρόσβασης σε λογαριασμό πληρωμών για τους σκοπούς των υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών ή των υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού. Ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών μπορεί επίσης να ανακαλέσει την άδεια εκτέλεσης σειράς πράξεων πληρωμής, και επομένως οποιαδήποτε μελλοντική πράξη πληρωμής θεωρείται μη εγκεκριμένη.

Άρθρο 50

Αποκλίσεις μεταξύ του ονόματος και του αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης του δικαιούχου σε περίπτωση μεταφορών πίστωσης

1.Σε περίπτωση μεταφορών πίστωσης, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου επαληθεύει, δωρεάν, κατόπιν αιτήματος του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή, εάν το αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης και το όνομα του δικαιούχου, όπως παρέχονται από τον πληρωτή, ταυτίζονται ή όχι, και κοινοποιεί το αποτέλεσμα της επαλήθευσης αυτής στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή. Όταν το αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης και το όνομα του δικαιούχου δεν ταυτίζονται, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή ενημερώνει τον πληρωτή για κάθε τέτοια απόκλιση που εντοπίστηκε και για τον βαθμό της εν λόγω απόκλισης.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών παρέχουν την υπηρεσία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 αμέσως μόλις ο πληρωτής παρέχει στον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών το αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης και το όνομα του δικαιούχου, και πριν προσφερθεί στον πληρωτή η δυνατότητα να εγκρίνει τη μεταφορά πίστωσης.

3.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών διασφαλίζουν ότι ο εντοπισμός και η κοινοποίηση της απόκλισης, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, δεν εμποδίζει τους πληρωτές να εγκρίνουν τη συγκεκριμένη μεταφορά πίστωσης. Εάν ο πληρωτής, αφού ενημερωθεί σχετικά με διαπιστωθείσα απόκλιση, εγκρίνει τη μεταφορά πίστωσης και η συναλλαγή εκτελείται σύμφωνα με το αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης που παρείχε ο πληρωτής, η εν λόγω συναλλαγή θεωρείται ότι έχει εκτελεστεί ορθά.

4.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών διασφαλίζουν ότι οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν να μην λαμβάνουν την υπηρεσία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και ενημερώνουν τους οικείους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών σχετικά με τα μέσα για την έκφραση του εν λόγω δικαιώματος εξαίρεσης. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών διασφαλίζουν επίσης ότι οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών που επέλεξαν αρχικά να μην λάβουν την υπηρεσία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν να λάβουν την εν λόγω υπηρεσία.

5.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών ενημερώνουν τους οικείους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών ότι η έγκριση συναλλαγής παρά την εντοπισμένη και κοινοποιηθείσα απόκλιση ή η εξαίρεση από τη λήψη της υπηρεσίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί να οδηγήσει στη μεταφορά των χρηματικών ποσών σε λογαριασμό πληρωμών που δεν τηρείται από τον δικαιούχο πληρωμής που υποδεικνύει ο πληρωτής. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών παρέχουν τις εν λόγω πληροφορίες ταυτόχρονα με την κοινοποίηση των αποκλίσεων ή όταν ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών επιλέγει να μην λάβει την υπηρεσία που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

6.Η υπηρεσία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 παρέχεται σε σχέση με εντολές πληρωμής που υποβάλλονται μέσω διαύλων ηλεκτρονικής έναρξης πληρωμών και μέσω μη ηλεκτρονικών εντολών πληρωμής που συνεπάγονται αλληλεπίδραση σε πραγματικό χρόνο μεταξύ του πληρωτή και του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή.

7.Η υπηρεσία αντιστοίχισης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν απαιτείται όταν ο πληρωτής δεν εισήγαγε ο ίδιος το αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης και το όνομα του δικαιούχου.

8.Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στις άμεσες μεταφορές πίστωσης σε ευρώ που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού ΧΧΧ (IPR).

Άρθρο 51

Όρια και αναστολή της χρήσης του μέσου πληρωμών

1.Στις περιπτώσεις που χρησιμοποιείται συγκεκριμένο μέσο πληρωμών για την κοινοποίηση της άδειας, ο πληρωτής και ο αντίστοιχος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών μπορούν να συμφωνήσουν όρια δαπάνης όσον αφορά τις πράξεις πληρωμής που εκτελούνται μέσω αυτού του μέσου πληρωμών. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν αυξάνουν μονομερώς τα όρια δαπανών που έχουν συμφωνηθεί με τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών.

2.Εάν έχει συμφωνηθεί στη σύμβαση-πλαίσιο, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών μπορεί να επιφυλάσσεται του δικαιώματος να αναστείλει τη χρήση του μέσου πληρωμών, για αντικειμενικώς αιτιολογημένους λόγους σχετικούς με την ασφάλεια του μέσου πληρωμών, την υπόνοια μη εγκεκριμένης ή δόλιας χρήσης του μέσου πληρωμών ή, στην περίπτωση μέσου πληρωμών με πιστωτικό άνοιγμα, σημαντικά αυξημένο κίνδυνο να ενδέχεται να μην είναι ο πληρωτής σε θέση να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις πληρωμής του.

3.Στις περιπτώσεις αυτές, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ενημερώνει τον πληρωτή για την αναστολή του μέσου πληρωμών και για τους λόγους για την ενέργεια αυτή με τρόπο που έχει συμφωνηθεί, εφόσον είναι δυνατόν προτού ανασταλεί η χρήση του μέσου πληρωμών ή, το αργότερο, αμέσως μετά, εκτός εάν η εν λόγω ενημέρωση αντιβαίνει σε αντικειμενικώς αιτιολογημένους λόγους ασφαλείας ή απαγορεύεται από άλλη συναφή διάταξη ενωσιακού ή εθνικού δικαίου.

4.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών αίρει την αναστολή του μέσου πληρωμών ή το αντικαθιστά με νέο μέσο πληρωμών μόλις οι λόγοι αναστολής πάψουν να υφίστανται.

Άρθρο 52

Υποχρεώσεις του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών όσον αφορά τα μέσα πληρωμών και τα εξατομικευμένα διαπιστευτήρια ασφαλείας

Ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών που έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το μέσο πληρωμών:

α)χρησιμοποιεί το μέσο πληρωμών σύμφωνα με τους όρους που διέπουν την έκδοση και χρήση του, οι οποίοι είναι αντικειμενικοί, χωρίς διακρίσεις και αναλογικοί·

β)ειδοποιεί χωρίς υπαίτια καθυστέρηση τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ή τον φορέα που ορίζει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών, μόλις υποπέσει στην αντίληψή του η απώλεια, η κλοπή, η υπεξαίρεση ή η μη εγκεκριμένη χρήση του μέσου πληρωμών.

Για τους σκοπούς του στοιχείου α), μόλις ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών λάβει το μέσο πληρωμών, λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο για την ασφαλή φύλαξη των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας.

Άρθρο 53

Υποχρεώσεις του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών όσον αφορά τα μέσα 
πληρωμών

1.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδει το μέσο πληρωμών:

α)διασφαλίζει ότι τα εξατομικευμένα διαπιστευτήρια ασφαλείας δεν είναι προσβάσιμα σε κανένα άλλο μέρος, παρά μόνο στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών που έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το μέσο πληρωμών, τηρουμένων των υποχρεώσεων του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών σύμφωνα με το άρθρο 52·

β)δεν αποστέλλει μέσο πληρωμών που δεν έχει ζητηθεί, εκτός εάν το στέλνει προς αντικατάσταση μέσου που κατέχει ήδη ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών·

γ)διασφαλίζει ανά πάσα στιγμή στον χρήστη κατάλληλα μέσα για να προβαίνει σε γνωστοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 52 στοιχείο β) ή να ζητεί άρση της αναστολής της χρήσης του μέσου πληρωμής σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 4·

δ)παρέχει στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών τη δυνατότητα να προβεί σε γνωστοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 52 στοιχείο β) χωρίς επιβάρυνση και χρεώνει μόνο τυχόν πιθανό κόστος αντικατάστασης που αποδίδεται άμεσα στο μέσο πληρωμών·

ε)αποτρέπει κάθε χρήση του μέσου πληρωμών μόλις πραγματοποιηθεί η γνωστοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 52 στοιχείο β).

στ)Για τους σκοπούς του στοιχείου γ), ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών παρέχει στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών κατόπιν αιτήματος τα μέσα για να αποδείξει, εντός 18 μηνών από τη γνωστοποίηση, ότι ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών όντως προέβη στην εν λόγω γνωστοποίηση.

2.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών επωμίζεται τον κίνδυνο της αποστολής μέσου πληρωμών ή κάθε εξατομικευμένου διαπιστευτηρίου ασφαλείας που σχετίζεται με τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών.

Άρθρο 54

Γνωστοποίηση και αποκατάσταση μη εγκεκριμένων, εγκεκριμένων ή εσφαλμένα εκτελεσθεισών πράξεων πληρωμής

1.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών αποκαθιστά κάθε μη εγκεκριμένη, εσφαλμένα εκτελεσθείσα ή εγκεκριμένη πράξη πληρωμής μόνον εάν ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών ενημερώσει τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών σύμφωνα με τα άρθρα 57 και 59 χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση αφού λάβει γνώση κάθε τέτοιας πράξης θεμελιώνει δικαίωμα απαίτησης, συμπεριλαμβανομένης απαίτησης δυνάμει του άρθρου 75, και το αργότερο 13 μήνες μετά την ημερομηνία χρέωσης.

Τα χρονικά περιθώρια για την ειδοποίηση του πρώτου εδαφίου δεν εφαρμόζονται όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν παρείχε ούτε κατέστησε διαθέσιμες τις πληροφορίες για την πράξη αυτήν σύμφωνα με τον τίτλο ΙΙΙ.

2.Σε περίπτωση που εμπλέκεται ένας πάροχος υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής, ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών λαμβάνει επανόρθωση από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, με την επιφύλαξη του άρθρου 56 παράγραφος 4 και του άρθρου 75 παράγραφος 1.

Άρθρο 55

Στοιχεία που τεκμηριώνουν την έγκριση και την εκτέλεση πράξεων πληρωμών

1.Όταν ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών αρνείται ότι έχει εγκρίνει εκτελεσθείσα πράξη πληρωμής ή ισχυρίζεται ότι η πράξη πληρωμής δεν εκτελέστηκε ορθά, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών φέρει το βάρος να αποδείξει ότι η πράξη πληρωμής εγκρίθηκε, καταγράφηκε επακριβώς, καταχωρίστηκε στους λογαριασμούς και δεν επηρεάστηκε από τεχνική βλάβη ή άλλη δυσλειτουργία της υπηρεσίας που παρέχεται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.

Εάν η έναρξη της πράξης πληρωμής διενεργείται μέσω παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμής φέρει το βάρος να αποδείξει ότι, εντός του πεδίου αρμοδιότητάς του, η πράξη πληρωμής εγκρίθηκε, καταγράφηκε επακριβώς και δεν επηρεάστηκε από τεχνική βλάβη ή άλλη δυσλειτουργία που συνδέεται με την υπηρεσία πληρωμών με την οποία έχει επιφορτιστεί.

2.Εάν ένας χρήστης υπηρεσίας πληρωμών αρνείται ότι έχει εγκρίνει εκτελεσθείσα πράξη πληρωμής, η χρήση ενός μέσου πληρωμών που έχει καταγραφεί από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, συμπεριλαμβανομένου του παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμής ανάλογα με την περίπτωση, δεν αποτελεί από μόνη της επαρκή απόδειξη ότι ο πληρωτής είχε εγκρίνει την πράξη πληρωμής ή ότι ενήργησε με δόλο ή δεν εκπλήρωσε από πρόθεση ή βαριά αμέλεια μία ή περισσότερες από τις υποχρεώσεις του άρθρου 52. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών, συμπεριλαμβανομένου, κατά περίπτωση, του παρόχου υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής, παρέχει αποδεικτικά στοιχεία για την απόδειξη απάτης ή βαριάς αμέλειας εκ μέρους του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών.

Άρθρο 56

Ευθύνη του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών για μη εγκεκριμένες πράξεις 
πληρωμής

1.Με την επιφύλαξη του άρθρου 54, σε περίπτωση μη εγκεκριμένης πράξης πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή επιστρέφει στον πληρωτή το ποσό της μη εγκεκριμένης πράξης πληρωμής αμέσως, και σε κάθε περίπτωση το αργότερο έως το τέλος της επόμενης εργάσιμης ημέρας, μετά από ενημέρωση ή ειδοποίηση σχετικά με τη μη εγκεκριμένη συναλλαγή, εκτός εάν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμής του πληρωτή έχει βάσιμες υπόνοιες για διάπραξη απάτης από τον πληρωτή και κοινοποιεί τους λόγους αυτούς στην αρμόδια εθνική αρχή γραπτώς.

2.Όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή έχει βάσιμες υπόνοιες για διάπραξη απάτης από τον πληρωτή, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή προβαίνει, εντός 10 εργάσιμων ημερών μετά από ενημέρωση ή ειδοποίηση σχετικά με τη συναλλαγή, σε μία από τις ακόλουθες ενέργειες:

α)επιστρέφει στον πληρωτή το ποσό της μη εγκεκριμένης πράξης πληρωμής, εφόσον ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή έχει καταλήξει, μετά από περαιτέρω έρευνα, στο συμπέρασμα ότι δεν έχει διαπραχθεί απάτη από τον πληρωτή·

β)αιτιολογεί την άρνηση επιστροφής και αναφέρει τα όργανα στα οποία μπορεί να προσφύγει ο πληρωτής σύμφωνα με τα άρθρα 90, 91, 93, 94 και 95, εάν ο πληρωτής δεν αποδεχτεί τους προβαλλόμενους λόγους.

3.Κατά περίπτωση, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή επαναφέρει τον λογαριασμό πληρωμών που χρεώθηκε στην κατάσταση που θα βρισκόταν εάν δεν είχε πραγματοποιηθεί η μη εγκεκριμένη πράξη πληρωμής. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή διασφαλίζει επίσης ότι η ημερομηνία αξίας για την πίστωση του λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή δεν είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας κατά την οποία χρεώθηκε το ποσό.

4.Όταν η έναρξη της πράξης πληρωμής έχει διενεργηθεί μέσω παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού επιστρέφει αμέσως, και σε κάθε περίπτωση το αργότερο έως το τέλος της επόμενης εργάσιμης ημέρας, το ποσό της μη εγκεκριμένης πράξης πληρωμής και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, επαναφέρει τον λογαριασμό χρέωσης των πληρωμών που χρεώθηκε στην κατάσταση που θα βρισκόταν εάν δεν είχε πραγματοποιηθεί η μη εγκεκριμένη πράξη πληρωμής.

5.Εάν ο πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμής ευθύνεται για τη μη εγκεκριμένη πράξη πληρωμής, αποζημιώνει αμέσως τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, κατόπιν αιτήματός του, για τις ζημίες που υπέστη ή τα ποσά που κατέβαλε ως αποτέλεσμα της επιστροφής χρημάτων στον πληρωτή, συμπεριλαμβανομένου του ποσού της μη εγκεκριμένης πράξης πληρωμής. Σύμφωνα με το άρθρο 55 παράγραφος 1 ο πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμής φέρει το βάρος να αποδείξει ότι, εντός του πεδίου αρμοδιότητάς του, η πράξη πληρωμής εγκρίθηκε, καταγράφηκε επακριβώς και δεν επηρεάστηκε από τεχνική βλάβη ή άλλη δυσλειτουργία που συνδέεται με την υπηρεσία πληρωμών με την οποία έχει επιφορτιστεί.

6.Ο πληρωτής έχει δικαίωμα για περαιτέρω οικονομική αποζημίωση από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών σύμφωνα με το δίκαιο που διέπει τη σύμβαση που έχει συναφθεί μεταξύ του πληρωτή και του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών ή τη σύμβαση που έχει συναφθεί μεταξύ του πληρωτή και του παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, κατά περίπτωση.

Άρθρο 57

Ευθύνη του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών για εσφαλμένη εφαρμογή της υπηρεσίας επαλήθευσης της αντιστοίχισης

1.Ο πληρωτής δεν υφίσταται καμία οικονομική ζημία για οποιαδήποτε εγκεκριμένη μεταφορά πίστωσης όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή δεν κοινοποιήσει στον πληρωτή, κατά παράβαση του άρθρου 50 παράγραφος 1, διαπιστωθείσα απόκλιση μεταξύ του αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης και του ονόματος του δικαιούχου που παρείχε ο πληρωτής.

2.Εντός 10 εργάσιμων ημερών από την ενημέρωση ή ειδοποίηση σχετικά με πράξη μεταφοράς πίστωσης που εκτελέστηκε υπό τις περιστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών προβαίνει σε μία από τις ακόλουθες ενέργειες:

α)επιστρέφει στον πληρωτή ολόκληρο το ποσό της εγκεκριμένης μεταφοράς πίστωσης·

β)αιτιολογεί την άρνηση επιστροφής και αναφέρει τα όργανα στα οποία μπορεί να προσφύγει ο πληρωτής σύμφωνα με τα άρθρα 90, 91, 93, 94 και 95, εάν ο πληρωτής δεν αποδεχτεί τους προβαλλόμενους λόγους.

3.Όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου είναι υπεύθυνος για την παράβαση του άρθρου 50 παράγραφος 1 την οποία διέπραξε ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου αποζημιώνει τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή για την οικονομική ζημία που υπέστη.

4.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή ή, στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 3, του δικαιούχου φέρει το βάρος να αποδείξει ότι δεν υπήρξε παράβαση του άρθρου 50 παράγραφος 1.

5.Οι παράγραφοι 1 έως 4 δεν εφαρμόζονται εάν ο πληρωτής ενήργησε με δόλο ή εάν ο πληρωτής επέλεξε να μην λάβει την υπηρεσία επαλήθευσης σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 4.

6.Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στις άμεσες μεταφορές πίστωσης σε ευρώ που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού ΧΧΧ (IPR).

Άρθρο 58

Ευθύνη των παρόχων τεχνικών υπηρεσιών και των διαχειριστών συστημάτων πληρωμών για μη υποστήριξη της εφαρμογής αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη

Οι πάροχοι τεχνικών υπηρεσιών και οι διαχειριστές συστημάτων πληρωμών που παρέχουν υπηρεσίες είτε στον δικαιούχο είτε στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου ή του πληρωτή είναι υπεύθυνοι για κάθε οικονομική ζημία που προκαλείται στον δικαιούχο, στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου ή του πληρωτή για τη μη παροχή, στο πλαίσιο της συμβατικής τους σχέσης, των υπηρεσιών που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη.

Άρθρο 59

Ευθύνη του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών για απάτη πλαστοπροσωπίας

1.Όταν ένας χρήστης υπηρεσιών πληρωμών που είναι καταναλωτής χειραγωγήθηκε από τρίτο που προσποιήθηκε ότι είναι υπάλληλος του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του καταναλωτή χρησιμοποιώντας παράνομα την επωνυμία ή τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή τον αριθμό τηλεφώνου του εν λόγω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών και η χειραγώγηση αυτή οδήγησε σε επακόλουθες δόλιες εγκεκριμένες πράξεις πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών επιστρέφει στον καταναλωτή ολόκληρο το ποσό της δόλιας εγκεκριμένης πράξης πληρωμής υπό τον όρο ότι ο καταναλωτής έχει αναφέρει την απάτη στην αστυνομία, χωρίς καθυστέρηση, και έχει ενημερώσει τον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.

2.Εντός 10 εργάσιμων ημερών από την ενημέρωση ή την ειδοποίηση σχετικά με δόλια εγκεκριμένη πράξη πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών προβαίνει σε μία από τις ακόλουθες ενέργειες:

α)επιστρέφει στον καταναλωτή το ποσό της δόλια εγκεκριμένης πράξης πληρωμής·

β)όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών έχει εύλογους λόγους να υποψιάζεται απάτη ή βαριά αμέλεια του καταναλωτή, αιτιολογεί την άρνηση επιστροφής των χρημάτων και αναφέρει στον καταναλωτή τα όργανα στα οποία μπορεί να προσφύγει σύμφωνα με τα άρθρα 90, 91, 93, 94 και 95, εάν ο καταναλωτής δεν αποδεχτεί τους προβαλλόμενους λόγους.

3.Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση που ο καταναλωτής ενήργησε με δόλο ή βαριά αμέλεια.

4.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του καταναλωτή φέρει το βάρος να αποδείξει ότι ο καταναλωτής ενήργησε με δόλο ή με βαριά αμέλεια.

5.Όταν ενημερώνονται από πάροχο υπηρεσιών πληρωμών για την ύπαρξη του είδους απάτης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών συνεργάζονται στενά με τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών και ενεργούν γρήγορα για να εξασφαλίσουν την εφαρμογή κατάλληλων οργανωτικών και τεχνικών μέτρων για τη διαφύλαξη της ασφάλειας και του απορρήτου των επικοινωνιών σύμφωνα με την οδηγία 2002/58/ΕΚ, μεταξύ άλλων όσον αφορά την αναγνώριση της καλούσας γραμμής και της διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

Άρθρο 60

Ευθύνη του πληρωτή για μη εγκεκριμένες πράξεις πληρωμής

1.Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 56, ο πληρωτής μπορεί να υποχρεωθεί να αναλάβει όλες τις ζημίες που σχετίζονται με μη εγκεκριμένες πράξεις πληρωμής μέχρι ανώτατου ποσού 50 EUR, για τις ζημίες που απορρέουν από τη χρήση απολεσθέντος ή κλαπέντος μέσου πληρωμών ή από υπεξαίρεση μέσου πληρωμών.

Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται όταν συντρέχει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)η απώλεια, η κλοπή ή η υπεξαίρεση του μέσου πληρωμών δεν ήταν δυνατό να εντοπιστεί από τον πληρωτή πριν από την πληρωμή, εκτός εάν ο πληρωτής ενήργησε με δόλο· ή

β)η ζημία προκλήθηκε από πράξεις ή παραλείψεις υπαλλήλου, αντιπροσώπου ή υποκαταστήματος ενός παρόχου υπηρεσιών πληρωμών ή οντότητας στην οποία ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών είχε αναθέσει τις δραστηριότητές του.

Ο πληρωτής ευθύνεται για όλες τις ζημίες που σχετίζονται με κάθε μη εγκεκριμένη πράξη πληρωμής, εφόσον ο πληρωτής προξένησε τις εν λόγω ζημίες από δόλο, καθώς για τη με δόλο αθέτηση των υποχρεώσεών του, σύμφωνα με το άρθρο 52. Στις περιπτώσεις αυτές δεν ισχύει το ανώτατο ποσό που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

Όταν ο πληρωτής δεν έχει ενεργήσει με δόλο, ούτε έχει αμελήσει εκ προθέσεως να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με το άρθρο 52, οι αρμόδιες αρχές ή οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μπορούν να μειώσουν το όριο ευθύνης που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τη φύση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας και τις ειδικότερες περιστάσεις υπό τις οποίες το μέσο πληρωμής απωλέσθη, εκλάπη ή υπεξαιρέθηκε.

2.Όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή δεν εκπληρώσει την υποχρέωση να ζητήσει αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, όπως ορίζεται στο άρθρο 85, ο πληρωτής ευθύνεται για τυχόν οικονομικές ζημίες μόνο σε περίπτωση που ο πληρωτής ενήργησε με δόλο. Το ίδιο ισχύει όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών είτε του πληρωτή είτε του δικαιούχου εφαρμόζει εξαίρεση από την εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη. Σε περίπτωση στην οποία ο δικαιούχος ή ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου δεν αναπτύξουν ή τροποποιήσουν τα συστήματα, το υλισμικό και το λογισμικό που είναι αναγκαία για την αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, ο δικαιούχος ή ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου, αποζημιώνει τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή για την οικονομική ζημία που υπέστη.

3.Όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου εφαρμόζει εξαίρεση από την εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου ευθύνεται έναντι του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή για οποιαδήποτε οικονομική ζημία υποστεί ο τελευταίος.

4.Ο πληρωτής δεν φέρει τις οικονομικές συνέπειες που απορρέουν από τη χρήση απολεσθέντος, κλαπέντος ή υπεξαιρεθέντος μέσου πληρωμών μετά την ειδοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 52 στοιχείο β), εκτός εάν ο πληρωτής ενήργησε με δόλο.

Εάν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν παρέχει τα κατάλληλα μέσα που επιτρέπουν ανά πάσα στιγμή την ειδοποίηση για την απώλεια, κλοπή ή υπεξαίρεση του μέσου πληρωμών, όπως ορίζεται στο άρθρο 53 παράγραφος 1 στοιχείο γ), ο πληρωτής δεν ευθύνεται για τις οικονομικές συνέπειες που απορρέουν από τη χρήση του εν λόγω μέσου, εκτός εάν ενήργησε με δόλο.

Άρθρο 61

Πράξεις πληρωμής όπου το ποσό της πράξης δεν είναι γνωστό εκ των προτέρων

1.Όταν διενεργείται έναρξη πράξης πληρωμής από το δικαιούχο ή μέσω αυτού στο πλαίσιο πράξης πληρωμής με κάρτα και το ακριβές μελλοντικό ποσό δεν είναι γνωστό τη στιγμή που ο πληρωτής εγκρίνει την εκτέλεση της πράξης πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή μπορεί να δεσμεύσει χρηματικά ποσά στον λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή μόνον εάν ο πληρωτής παραχωρήσει άδεια για το ακριβές ύψος του ποσού που πρόκειται να δεσμευτεί.

2.Το ποσό των χρηματικών ποσών που δεσμεύεται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή είναι ανάλογο προς το ποσό της πράξης πληρωμής που μπορεί εύλογα να αναμένει ο πληρωτής.

3.Ο δικαιούχος ενημερώνει τον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών για το ακριβές ποσό της πράξης πληρωμής αμέσως μετά την παράδοση της υπηρεσίας ή των αγαθών στον πληρωτή.

4.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή αποδεσμεύει τα χρηματικά ποσά που έχουν δεσμευθεί στον λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή αμέσως μόλις λάβει την πληροφορία για το ακριβές ποσό της πράξης πληρωμής.

Άρθρο 62

Επιστροφές χρηματικών ποσών για πράξεις πληρωμής των οποίων η έναρξη διενεργείται από δικαιούχο ή μέσω αυτού

1. Ο πληρωτής έχει το δικαίωμα επιστροφής, εκ μέρους του οικείου παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, των χρηματικών ποσών που αντιστοιχούν σε εγκεκριμένη πράξη πληρωμής, της οποίας η έναρξη διενεργήθηκε από τον πληρωτή μέσω δικαιούχου και η οποία έχει ήδη εκτελεστεί, εφόσον πληρούνται αμφότερες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)κατά την έγκριση δεν προσδιορίστηκε το ακριβές ποσό της πράξης πληρωμής·

β)το ποσό της πράξης πληρωμής υπερβαίνει το ποσό που θα ανέμενε εύλογα ο πληρωτής λαμβάνοντας υπόψη τις προηγούμενες χρεώσεις του, τους όρους της σύμβασης-πλαισίου και τις σχετικές περιστάσεις της υπόθεσης.

Κατόπιν αιτήματος του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, ο πληρωτής φέρει την ευθύνη να αποδείξει την εκπλήρωση των όρων αυτών.

Η επιστροφή αφορά ολόκληρο το ποσό της εκτελεσθείσας πράξης πληρωμής. Η ημερομηνία αξίας για την πίστωση του λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή δεν είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας κατά την οποία χρεώθηκε το ποσό.

Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, επιπλέον του δικαιώματος που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, για εγκεκριμένες πράξεις πληρωμής που δρομολογήθηκαν από δικαιούχο, συμπεριλαμβανομένων των άμεσων χρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012, ο πληρωτής τηρεί ανεπιφύλακτο δικαίωμα επιστροφής χρηματικών ποσών εντός των χρονικών προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 63 του παρόντος κανονισμού.

2.Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), ο πληρωτής δεν επικαλείται λόγους που σχετίζονται με πιθανά έξοδα μετατροπής νομισμάτων εάν εφαρμόστηκε η συναλλαγματική ισοτιμία αναφοράς που συμφωνήθηκε με τον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο ε) και το άρθρο 20 στοιχείο γ) σημείο iii).

3.Ο πληρωτής και ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών μπορούν να συμφωνούν σε σύμβαση-πλαίσιο ότι ο πληρωτής δεν έχει δικαίωμα επιστροφής χρημάτων όταν:

α)ο πληρωτής έχει εγκρίνει την εκτέλεση της πράξης πληρωμής απευθείας στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών·

β)ανάλογα με την περίπτωση, οι πληροφορίες για τη μελλοντική πράξη πληρωμής παρέχονται ή τίθενται στη διάθεση του πληρωτή, κατά συμφωνηθέντα τρόπο, τουλάχιστον 4 εβδομάδες πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ή από τον δικαιούχο.

4.Για τις άμεσες χρεώσεις σε άλλα νομίσματα εκτός από το ευρώ, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μπορούν να προσφέρουν ευνοϊκότερα δικαιώματα επιστροφής χρηματικών ποσών σύμφωνα με τα καθεστώτα άμεσης χρέωσης που διαθέτουν, ώστε αυτά να είναι περισσότερο επωφελή για τον πληρωτή.

Άρθρο 63

Αιτήσεις επιστροφής χρημάτων για πράξεις πληρωμής που κινούνται

από δικαιούχο ή μέσω αυτού

1.Ο πληρωτής να μπορεί να ζητήσει την επιστροφή των χρημάτων που αναφέρεται στο άρθρο 62 και η οποία αντιστοιχεί σε εγκεκριμένη πράξη πληρωμής η οποία κινήθηκε από δικαιούχο ή μέσω αυτού, εντός 8 εβδομάδων από την ημερομηνία χρέωσης των χρηματικών ποσών.

2.Εντός 10 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή αίτησης επιστροφής χρημάτων, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών προβαίνει σε μία από τις ακόλουθες ενέργειες:

α)επιστρέφει ολόκληρο το ποσό της πράξης πληρωμής·

β)αιτιολογεί την άρνηση επιστροφής και αναφέρει τα όργανα στα οποία μπορεί να προσφύγει ο πληρωτής σύμφωνα με τα άρθρα 90, 91, 93, 94 και 95, εάν ο πληρωτής δεν αποδεχτεί τους προβαλλόμενους λόγους.

Το δικαίωμα του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών δυνάμει του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου να αρνείται επιστροφή χρηματικών ποσών δεν ισχύει στην περίπτωση του άρθρου 62 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Εκτέλεση πράξεων πληρωμής

Τμήμα 1

Εντολές πληρωμής και μεταφερόμενα ποσά

Άρθρο 64

Λήψη εντολών πληρωμής

1.Ο χρόνος λήψης εντολής πληρωμής είναι η στιγμή κατά την οποία ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή λαμβάνει την εντολή πληρωμής.

Ο λογαριασμός του πληρωτή δεν χρεώνεται πριν από την παραλαβή της εντολής πληρωμής. Εάν ο χρόνος λήψης δεν είναι εργάσιμη ημέρα για τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή, η εντολή πληρωμής θα λογίζεται ως ληφθείσα την επόμενη εργάσιμη ημέρα. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών μπορεί να ορίσει ένα οριακό χρονικό σημείο προς το τέλος της εργάσιμης ημέρας, πέραν του οποίου κάθε λαμβανόμενη εντολή πληρωμής θα λογίζεται ληφθείσα την επόμενη εργάσιμη ημέρα.

2.Εάν ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών που υποβάλλει εντολή πληρωμής και ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του συμφωνήσουν ότι η εκτέλεση της εντολής πληρωμής αρχίζει σε συγκεκριμένη ημέρα ή στο τέλος συγκεκριμένης περιόδου ή την ημέρα κατά την οποία ο πληρωτής θα έχει θέσει τα χρηματικά ποσά στη διάθεση του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του, ο χρόνος λήψης της εντολής πληρωμής για τους σκοπούς του άρθρου 69 θεωρείται η συμφωνηθείσα ημέρα. Εάν η συμφωνηθείσα ημέρα δεν είναι εργάσιμη ημέρα για τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, η εντολή πληρωμής που λαμβάνεται θα λογίζεται ως ληφθείσα την επόμενη εργάσιμη ημέρα.

3.Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στις άμεσες μεταφορές πίστωσης σε ευρώ που καλύπτονται από τον κανονισμό ΧΧΧ (IPR).

Άρθρο 65

Άρνηση εντολών πληρωμής

1.Όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών αρνηθεί να εκτελέσει εντολή πληρωμής ή να εκκινήσει πράξη πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών γνωστοποιεί στον χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών την άρνηση και, ει δυνατόν, τους λόγους της εν λόγω άρνησης και τη διαδικασία αποκατάστασης των τυχόν λαθών που οδήγησαν στην άρνηση, εκτός αν αυτό απαγορεύεται από άλλη σχετική διάταξη ενωσιακού ή εθνικού δικαίου.

Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών αποστέλλει ή καθιστά διαθέσιμη κατά τον συμφωνηθέντα τρόπο τη γνωστοποίηση, με την πρώτη ευκαιρία, και πάντως εντός των προθεσμιών που προβλέπει το άρθρο 69.

Η σύμβαση-πλαίσιο μπορεί να περιλαμβάνει όρο ότι ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών μπορεί να επιβάλλει εύλογη επιβάρυνση για την άρνηση αυτή, εάν η άρνηση είναι αντικειμενικώς αιτιολογημένη.

2.Εφόσον πληρούνται όλοι οι όροι που προβλέπονται στη σύμβαση-πλαίσιο του πληρωτή, ο πάροχος των υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού του πληρωτή δεν αρνείται να εκτελέσει εγκεκριμένη πράξη πληρωμής, ανεξαρτήτως του αν η έναρξη της εντολής πληρωμής διενεργήθηκε από πληρωτή, καθώς και μέσω παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών ή από δικαιούχο ή μέσω αυτού, εκτός αν η εκτέλεσή της απαγορεύεται από άλλη σχετική διάταξη ενωσιακού ή εθνικού δικαίου.

3.Για τους σκοπούς των άρθρων 69 και 75, εντολή πληρωμής της οποίας η εκτέλεση απορρίφθηκε θεωρείται ως μη ληφθείσα.

Άρθρο 66

Ανέκκλητο εντολής πληρωμής

1.Ο χρήστης των υπηρεσιών πληρωμών δεν μπορεί να ανακαλέσει εντολή πληρωμής εάν ληφθεί από τον πάροχο των υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή, εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετική ρύθμιση στο παρόν άρθρο.

2.Όταν διενεργείται έναρξη πράξης πληρωμής από πάροχο υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής ή από τον δικαιούχο ή μέσω αυτού, ο πληρωτής δεν ανακαλεί την εντολή πληρωμής μετά την παραχώρηση της άδειάς του στον πάροχο υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής να διενεργήσει την έναρξη της πράξης πληρωμής ή μετά την παραχώρηση της άδειάς του να εκτελεστεί η πράξη πληρωμής προς το δικαιούχο.

3.Στην περίπτωση άμεσης χρέωσης και με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων επιστροφής, ο πληρωτής μπορεί να ανακαλέσει την εντολή πληρωμής το αργότερο έως το τέλος της εργάσιμης ημέρας που προηγείται της ημέρας που συμφωνήθηκε για τη χρέωση των χρηματικών ποσών.

4.Στην περίπτωση του άρθρου 64 παράγραφος 2, ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών μπορεί να ανακαλέσει εντολή πληρωμής το αργότερο έως το τέλος της εργάσιμης ημέρας που προηγείται της συμφωνηθείσας ημέρας.

5.Μετά τα χρονικά όρια που ορίζονται στις παραγράφους 1 έως 4, η εντολή πληρωμής μπορεί να ανακληθεί μόνο με συμφωνία μεταξύ του χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών και του οικείου παρόχου υπηρεσιών πληρωμών. Στην περίπτωση των παραγράφων 2 και 3, απαιτείται επίσης και η συμφωνία του δικαιούχου. Εάν προβλέπεται στη σύμβαση-πλαίσιο, ο οικείος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών μπορεί να επιβάλει χρέωση σε περίπτωση ανάκλησης.

Άρθρο 67

Μεταφορά και λήψη χρηματικών ποσών

1.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου και τυχόν μεσάζοντες των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών μεταφέρουν το πλήρες ποσό της πράξης πληρωμής και δεν αφαιρούν επιβαρύνσεις από το μεταφερόμενο ποσό.

2.Ο δικαιούχος και ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών μπορούν να συμφωνούν ότι ο σχετικός πάροχος των υπηρεσιών πληρωμών αφαιρεί τη χρέωσή του από το μεταφερόμενο ποσό πριν αυτό πιστωθεί στον δικαιούχο. Στην περίπτωση αυτή, το πλήρες ποσό της πράξης πληρωμής και οι επιβαρύνσεις παρουσιάζονται χωριστά στις πληροφορίες που παρέχονται στον δικαιούχο.

3.Εάν από το μεταφερόμενο ποσό αφαιρούνται επιβαρύνσεις άλλες πλην εκείνων της παραγράφου 2, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμής του πληρωτή μεριμνά ώστε ο δικαιούχος να λαμβάνει το πλήρες ποσό της πράξης πληρωμής της οποίας η έναρξη διενεργήθηκε από τον πληρωτή. Όταν διενεργείται έναρξη πράξης πληρωμής από τον δικαιούχο ή μέσω αυτού, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου μεριμνά ώστε ο δικαιούχος να λαμβάνει το πλήρες ποσό της πράξης πληρωμής.

Τμήμα 2

Προθεσμία εκτέλεσης και ημερομηνία αξίας

Άρθρο 68

Πεδίο εφαρμογής

1.Το παρόν τμήμα εφαρμόζεται σε:

α)πράξεις πληρωμής σε ευρώ·

β)εθνικές πράξεις πληρωμής στο νόμισμα του κράτους μέλους εκτός της ζώνης ευρώ·

γ)πράξεις πληρωμής που απαιτούν μόνο μία μετατροπή νομίσματος μεταξύ του ευρώ και του επίσημου νομίσματος κράτους μέλους εκτός της ζώνης ευρώ, εφόσον η απαιτούμενη μετατροπή νομίσματος πραγματοποιείται στο κράτος μέλος που δεν χρησιμοποιεί το ευρώ και, στην περίπτωση διασυνοριακών συναλλαγών πληρωμών, η διασυνοριακή μεταβίβαση πραγματοποιείται σε ευρώ.

2.Το παρόν τμήμα εφαρμόζεται και σε πράξεις πληρωμής που δεν αναφέρονται στην παράγραφο 1, εκτός αν υπάρχει διαφορετική συμφωνία μεταξύ του χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών και του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, με εξαίρεση το άρθρο 73 η εφαρμογή του οποίου δεν εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια των μερών. Ωστόσο, εάν ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών και ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του συμφωνούν περίοδο μεγαλύτερη από την οριζόμενη στο άρθρο 69, για πράξεις πληρωμής εντός της Ένωσης, η εν λόγω μεγαλύτερη περίοδος δεν υπερβαίνει τις 4 εργάσιμες ημέρες μετά τον χρόνο λήψης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 64.

Άρθρο 69

Πράξεις πληρωμής προς λογαριασμό πληρωμών

1.Με την επιφύλαξη του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή μεριμνά ώστε, μετά τη λήψη της εντολής όπως προβλέπεται στο άρθρο 64, το ποσό της πράξης πληρωμής να πιστώνεται στον λογαριασμό του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου έως το τέλος της επόμενης εργάσιμης ημέρας. Η εν λόγω προθεσμία μπορεί να παραταθεί κατά μία επιπλέον εργάσιμη ημέρα για τις πράξεις πληρωμής των οποίων η έναρξη διενεργείται σε έντυπη μορφή.

2.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου καθορίζει ημερομηνία αξίας και καθιστά διαθέσιμο το ποσό της πράξης πληρωμής στον λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου μετά την παραλαβή των χρηματικών ποσών από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, σύμφωνα με το άρθρο 73.

3.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου διαβιβάζει εντολή πληρωμής που υποβλήθηκε από τον δικαιούχο ή μέσω αυτού στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή εντός της προθεσμίας που συμφωνήθηκε μεταξύ του δικαιούχου και του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, καθιστώντας δυνατή την τακτοποίησή της, όσον αφορά την άμεση χρέωση, κατά τη συμφωνηθείσα καταληκτική ημερομηνία.

Άρθρο 70

Περιπτώσεις κατά τις οποίες ο δικαιούχος δεν διαθέτει λογαριασμό πληρωμών στον πάροχο των υπηρεσιών 
πληρωμών

Όταν ο δικαιούχος δεν τηρεί λογαριασμό πληρωμών στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών που λαμβάνει τα χρηματικά ποσά για τον δικαιούχο τα διαθέτει σε αυτόν εντός της προθεσμίας του άρθρου 69 παράγραφος 1.

Άρθρο 71

Μετρητά που κατατίθενται σε λογαριασμό πληρωμών

Όταν καταναλωτής καταθέσει μετρητά σε λογαριασμό πληρωμών τηρούμενο από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών στο νόμισμα του εν λόγω λογαριασμού πληρωμών, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών μεριμνά ώστε το ποσό να καθίσταται διαθέσιμο αμέσως μετά τη λήψη του ποσού, με την αντίστοιχη ημερομηνία αξίας. Όταν ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών δεν είναι καταναλωτής, το ποσό καθίσταται διαθέσιμο με ημερομηνία αξίας το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα μετά τη λήψη του.

Άρθρο 72

Εθνικές πράξεις πληρωμής

Για πράξεις πληρωμής που διενεργούνται εντός του κράτους μέλους, τα κράτη μέλη δύνανται να ορίζουν συντομότερες ανώτατες προθεσμίες εκτέλεσης από εκείνες που προβλέπονται στο παρόν τμήμα.

Άρθρο 73

Ημερομηνία αξίας και διαθεσιμότητα των χρηματικών ποσών

1.Η ημερομηνία αξίας για την πίστωση του λογαριασμού πληρωμών του δικαιούχου είναι το αργότερο η εργάσιμη ημέρα κατά την οποία πιστώνεται ο λογαριασμός του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου με το ποσό της πράξης πληρωμής.

2.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου μεριμνά ώστε το ποσό της πράξης πληρωμής να είναι στη διάθεση του δικαιούχου αμέσως μόλις ο λογαριασμός του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου πιστωθεί με το ποσό της πράξης πληρωμής, όταν από την πλευρά του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου συντρέχει μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)δεν πρόκειται για μετατροπή νομίσματος·

β)υπάρχει μετατροπή νομίσματος μεταξύ του ευρώ και νομίσματος κράτους μέλους ή μεταξύ δύο νομισμάτων κρατών μελών.

Η υποχρέωση που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο εφαρμόζεται επίσης στις πληρωμές εντός του πλαισίου ενός παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.

3.Η ημερομηνία αξίας για τη χρέωση του λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή δεν είναι προγενέστερη του χρόνου κατά τον οποίο γίνεται η χρέωση του εν λόγω λογαριασμού πληρωμών με το ποσό της πράξης πληρωμής.

Άρθρο 74

Λανθασμένα αποκλειστικά μέσα ταυτοποίησης

1.Εάν η πράξη πληρωμής εκτελεστεί σύμφωνα με το αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης, θεωρείται ότι εκτελέστηκε ορθά όσον αφορά τον δικαιούχο που αναγράφεται στο αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης.

2.Εάν το αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης που παρέχει ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών είναι λανθασμένο, ο πάροχος των υπηρεσιών πληρωμών δεν φέρει ευθύνη δυνάμει του άρθρου 75 για τη μη εκτέλεση ή την εσφαλμένη εκτέλεση της πράξης πληρωμής. 

3.Ο πάροχος των υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή καταβάλλει εύλογες προσπάθειες για την ανάκτηση των χρηματικών ποσών που αφορά η πράξη πληρωμής. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου οφείλει να συνεργάζεται σε αυτές τις προσπάθειες παρέχοντας, μεταξύ άλλων, στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή όλες τις σχετικές πληροφορίες για την είσπραξη των χρηματικών ποσών.

Όταν η είσπραξη των χρηματικών ποσών σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο δεν είναι δυνατή, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή παρέχει στον πληρωτή, κατόπιν γραπτού αιτήματος, όλες τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή του, οι οποίες είναι σημαντικές για τον πληρωτή προκειμένου αυτός να ασκήσει νομική αξίωση για ανάκτηση των χρηματικών ποσών.

4.Όταν προβλέπεται στη σύμβαση-πλαίσιο, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών μπορεί να επιβάλει χρέωση στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών για την ανάκτηση των ποσών.

5.Εάν ο χρήστης των υπηρεσιών πληρωμών προσκομίσει πληροφορίες πέραν εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή στο άρθρο 20 στοιχείο β) σημείο ii), ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ευθύνεται μόνο για την εκτέλεση πράξεων πληρωμής σύμφωνα με το παρασχεθέν από τον χρήστη των υπηρεσιών πληρωμών αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης.

6.Όταν το αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης που παρέχεται από τον πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών είναι εσφαλμένο, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών ευθύνονται σύμφωνα με το άρθρο 76.

Άρθρο 75

Ευθύνη του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών για μη εκτέλεση, εσφαλμένη ή καθυστερημένη εκτέλεση πράξεων πληρωμής

1.Όταν η εντολή πληρωμής υποβάλλεται απευθείας από τον πληρωτή, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή, με την επιφύλαξη του άρθρου 54, του άρθρου 74 παράγραφοι 2 και 3, και του άρθρου 79, είναι υπεύθυνος έναντι του πληρωτή για την ορθή εκτέλεση της πράξης πληρωμής, εκτός εάν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή μπορεί να αποδείξει στον πληρωτή και, ανάλογα με την περίπτωση, στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου, ότι ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου έλαβε το ποσό της πράξης πληρωμής σύμφωνα με το άρθρο 69 παράγραφος 1. Στην περίπτωση αυτή, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου είναι υπεύθυνος έναντι του δικαιούχου για την ορθή εκτέλεση της πράξης πληρωμής.

Όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή είναι υπεύθυνος βάσει του πρώτου εδαφίου, επιστρέφει άμεσα στον πληρωτή το ποσό της ανεκτέλεστης ή εσφαλμένης πράξης πληρωμής και, ανάλογα με την περίπτωση, επαναφέρει το λογαριασμό πληρωμών που χρεώθηκε στην κατάσταση που θα βρισκόταν εάν δεν είχε πραγματοποιηθεί η εσφαλμένη πράξη πληρωμής.

Η ημερομηνία αξίας για την πίστωση του λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή δεν είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας κατά την οποία χρεώθηκε το ποσό.

Όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου είναι υπεύθυνος βάσει του πρώτου εδαφίου, θέτει αμέσως το ποσό της πράξης πληρωμής στη διάθεση του δικαιούχου και, ανάλογα με την περίπτωση, πιστώνει το αντίστοιχο πόσο στον λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου.

Η ημερομηνία αξίας για τον λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου δεν είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας αξίας που θα είχε το ποσό στην περίπτωση ορθής εκτέλεσης της πράξης πληρωμής, σύμφωνα με το άρθρο 73.

Όταν η πράξη πληρωμής εκτελεστεί με καθυστέρηση, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου εξασφαλίζει, κατόπιν αιτήματος του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή που ενεργεί για λογαριασμό του πληρωτή, ότι η ημερομηνία αξίας για τον λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου δεν είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας αξίας που θα είχε το ποσό στην περίπτωση ορθής εκτέλεσης της πράξης πληρωμής.

Σε περίπτωση μη εκτέλεσης ή εσφαλμένης εκτέλεσης πράξης πληρωμής, όταν η εντολή πληρωμής υποβάλλεται από τον πληρωτή, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή, ανεξαρτήτως της ευθύνης στο πλαίσιο της παρούσας παραγράφου, προσπαθεί αμέσως, κατόπιν αιτήματος και χωρίς χρέωση του πληρωτή, να εντοπίσει την πράξη πληρωμής και ειδοποιεί τον πληρωτή για το αποτέλεσμα.

2.Όταν η εντολή πληρωμής υποβάλλεται από τον δικαιούχο ή μέσω αυτού, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου είναι, με την επιφύλαξη του άρθρου 54, του άρθρου 74 παράγραφοι 2 και 3, και του άρθρου 79, υπεύθυνος έναντι του δικαιούχου για την ορθή διαβίβαση της εντολής πληρωμής στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή σύμφωνα με το άρθρο 69 παράγραφος 3. Εάν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου είναι υπεύθυνος βάσει του παρόντος εδαφίου, διαβιβάζει εκ νέου αμέσως την εν λόγω εντολή πληρωμής στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή.

Σε περίπτωση καθυστερημένης διαβίβασης της εντολής πληρωμής, το ποσό θα έχει ημερομηνία αξίας στον λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου που δεν είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας αξίας που θα είχε το ποσό στην περίπτωση ορθής εκτέλεσης της πράξης πληρωμής.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 54, του άρθρου 74 παράγραφοι 2 και 3, και του άρθρου 79, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου είναι υπεύθυνος έναντι του δικαιούχου για τη διεκπεραίωση της πράξης πληρωμής σύμφωνα με τις υποχρεώσεις του δυνάμει του άρθρου 73. Όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου είναι υπεύθυνος δυνάμει του παρόντος εδαφίου, μεριμνά ώστε το ποσό της πράξης πληρωμής να είναι στη διάθεση του δικαιούχου αμέσως μόλις το ποσό αυτό πιστωθεί στον λογαριασμό του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου. Το ποσό έχει ημερομηνία αξίας στον λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου που δεν είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας αξίας που θα είχε το ποσό στην περίπτωση ορθής εκτέλεσης της πράξης πληρωμής.

Σε περίπτωση μη εκτέλεσης ή εσφαλμένης εκτέλεσης πράξης πληρωμής για την οποία ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου δεν είναι υπεύθυνος στο πλαίσιο του πρώτου και του τρίτου εδαφίου, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή είναι υπεύθυνος έναντι του πληρωτή. Όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή είναι υπεύθυνος εν προκειμένω, τότε, ανάλογα με την περίπτωση, και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, επιστρέφει στον πληρωτή το ποσό της ανεκτέλεστης ή εσφαλμένης πράξης πληρωμής και επαναφέρει τον λογαριασμό πληρωμών που χρεώθηκε στην κατάσταση που θα βρισκόταν εάν δεν είχε πραγματοποιηθεί η εσφαλμένη πράξη πληρωμής. Η ημερομηνία αξίας για την πίστωση του λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή δεν είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας κατά την οποία χρεώθηκε το ποσό.

Η υποχρέωση του τέταρτου εδαφίου δεν ισχύει για τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή, εφόσον ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή αποδεικνύει ότι ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου έχει λάβει το ποσό της πράξης πληρωμής, ακόμη και αν η εκτέλεση της πράξης πληρωμής καθυστέρησε ελάχιστα. Στην περίπτωση αυτή, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου ορίζει για το ποσό ημερομηνία αξίας στον λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου που δεν είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας αξίας που θα είχε το ποσό στην περίπτωση ορθής εκτέλεσης.

Σε περίπτωση μη εκτέλεσης ή εσφαλμένης εκτέλεσης πράξης πληρωμής, όταν η εντολή πληρωμής υποβάλλεται από τον δικαιούχο ή μέσω αυτού, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου, ανεξαρτήτως της ευθύνης στο πλαίσιο της παρούσας παραγράφου, προσπαθεί αμέσως, κατόπιν αιτήματος και χωρίς χρέωση του πληρωτή, να εντοπίσει την πράξη πληρωμής και ειδοποιεί τον δικαιούχο για το αποτέλεσμα.

3.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών είναι υπεύθυνος έναντι των αντίστοιχων χρηστών υπηρεσιών πληρωμών τους για τυχόν χρεώσεις για τις οποίες φέρουν την ευθύνη και για τόκους που επιβαρύνουν τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών ως συνέπεια της μη εκτέλεσης ή της εσφαλμένης, συμπεριλαμβανομένης της καθυστερημένης, εκτέλεσης της πράξης πληρωμής.

Άρθρο 76

Ευθύνη στην περίπτωση των υπηρεσιών κίνησης πληρωμής, για μη εκτέλεση, εσφαλμένη ή καθυστερημένη εκτέλεση πράξεων πληρωμής

1.Όταν η εντολή πληρωμής υποβάλλεται από τον πληρωτή ή από τον δικαιούχο μέσω παρόχου υπηρεσίας κίνησης πληρωμής, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού επιστρέφει στον πληρωτή, με την επιφύλαξη του άρθρου 54 και του άρθρου 74 παράγραφοι 2 και 3, το ποσό της ανεκτέλεστης ή εσφαλμένης πράξης πληρωμής και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, επαναφέρει τον λογαριασμό πληρωμών που χρεώθηκε στην κατάσταση που θα βρισκόταν εάν δεν είχε πραγματοποιηθεί η εσφαλμένη πράξη πληρωμής.

Ο πάροχος υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής φέρει το βάρος να αποδείξει ότι η εντολή πληρωμής ελήφθη από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού του πληρωτή σύμφωνα με το άρθρο 64 και ότι, εντός του πεδίου αρμοδιότητάς του, έχει εξακριβωθεί η γνησιότητα της πράξης πληρωμής και ότι αυτή καταγράφηκε επακριβώς και δεν επηρεάστηκε από τεχνική βλάβη ή άλλη δυσλειτουργία που συνδέεται με μη εκτέλεση, εσφαλμένη ή καθυστερημένη εκτέλεση της συναλλαγής.

2.Εάν ο πάροχος υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής ευθύνεται για τη μη εκτέλεση, την εσφαλμένη ή την καθυστερημένη εκτέλεση της πράξης πληρωμής, αποζημιώνει αμέσως τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, κατόπιν αιτήματός του, για τις ζημίες που υπέστη ή ποσά που κατέβαλε ως αποτέλεσμα της επιστροφής στον πληρωτή.

Άρθρο 77

Πρόσθετη οικονομική αποζημίωση

Τυχόν πρόσθετη οικονομική αποζημίωση σε σχέση με αυτή που προβλέπεται στο παρόν τμήμα μπορεί να καθορίζεται σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο στη συναφθείσα σύμβαση μεταξύ του χρήστη και του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.

Άρθρο 78

Δικαίωμα προσφυγής

1.Όταν η ευθύνη ενός παρόχου υπηρεσιών πληρωμών σύμφωνα με τα άρθρα 56, 57, 59, 75 και 76 αποδίδεται σε άλλον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ή σε μεσάζοντα, ο δεύτερος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ή ο μεσάζων αποζημιώνει τον πρώτο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών για κάθε ζημία που υπέστη ή κάθε ποσό που κατέβαλε στο πλαίσιο των άρθρων 56, 57, 59, 75 και 76. Η εν λόγω ευθύνη περιλαμβάνει αποζημίωση σε περίπτωση που οποιοσδήποτε πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν εφαρμόσει αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη.

2.Η χορήγηση περαιτέρω οικονομικής αποζημίωσης μπορεί να αποφασίζεται βάσει συμφωνιών μεταξύ των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών ή των μεσαζόντων και του δικαίου που εφαρμόζεται στη μεταξύ τους συμφωνία.

Άρθρο 79

Ασυνήθεις και απρόβλεπτες περιστάσεις

Δεν υφίσταται ευθύνη σύμφωνα με τα κεφάλαια 4 ή 5 στις περιπτώσεις όπου υπάρχουν ασυνήθεις και απρόβλεπτες περιστάσεις που είναι πέρα από τον έλεγχο του μέρους που τις επικαλείται προκειμένου να εφαρμοστούν, και των οποίων οι συνέπειες δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν παρ’ όλες τις προσπάθειες για το αντίθετο, ούτε όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεσμεύεται από άλλες νομικές υποχρεώσεις που προβλέπονται στο ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Προστασία των δεδομένων

Άρθρο 80

Προστασία των δεδομένων

Τα συστήματα πληρωμών και οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μπορούν να επεξεργάζονται ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και στο άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, στον βαθμό που απαιτείται για την παροχή υπηρεσιών πληρωμών και για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό, προς το δημόσιο συμφέρον της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών πληρωμών, με την επιφύλαξη κατάλληλων διασφαλίσεων για τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων:

α)τεχνικών μέτρων για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις αρχές του περιορισμού του σκοπού, της ελαχιστοποίησης των δεδομένων και του περιορισμού της αποθήκευσης, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679, συμπεριλαμβανομένων των τεχνικών περιορισμών για την περαιτέρω χρήση των δεδομένων και τη χρήση προηγμένων μέτρων ασφάλειας και προστασίας της ιδιωτικής ζωής, συμπεριλαμβανομένης της ψευδωνυμοποίησης, ή της κρυπτογράφησης·

β)οργανωτικών μέτρων, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης για την επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων, τον περιορισμό της πρόσβασης σε ειδικές κατηγορίες δεδομένων και την καταγραφή της εν λόγω πρόσβασης. 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

Κίνδυνοι λειτουργίας και ασφάλειας και εξακρίβωση γνησιότητας

Άρθρο 81

Διαχείριση των κινδύνων λειτουργίας και ασφάλειας

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών καταρτίζουν πλαίσιο με κατάλληλα μέτρα μείωσης κινδύνων και μηχανισμούς ελέγχου για τη διαχείριση των λειτουργικών κινδύνων και των κινδύνων ασφάλειας, που σχετίζονται με τις υπηρεσίες πληρωμών τις οποίες παρέχουν. Ως μέρος του πλαισίου αυτού, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θεσπίζουν και διατηρούν αποτελεσματικές διαδικασίες διαχείρισης συμβάντων, μεταξύ άλλων για τον εντοπισμό και την ταξινόμηση των μειζόνων συμβάντων που άπτονται της λειτουργίας και της ασφάλειας.

Το πρώτο εδάφιο ισχύει με την επιφύλαξη της εφαρμογής του κεφαλαίου ΙΙ κανονισμού (ΕΕ) 2022/2554 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 65 για:

α)παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και δ) του παρόντος κανονισμού·

β)παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού που αναφέρονται στο άρθρο 36 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) (PSD3)· και

γ)ιδρύματα πληρωμών που εξαιρούνται δυνάμει του άρθρου 34 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) (PSD3).

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών παρέχουν στην αρμόδια αρχή που ορίζεται σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) ΧΧΧ (PSD3), σε ετήσια βάση ή σε βραχύτερα διαστήματα οριζόμενα από την αρμόδια αρχή, επικαιροποιημένη και ολοκληρωμένη αξιολόγηση των κινδύνων λειτουργίας και ασφαλείας που συνδέονται με τις παρεχόμενες υπηρεσίες πληρωμών και για την επάρκεια των μέτρων μείωσης κινδύνων και των μηχανισμών ελέγχου που εφαρμόζονται για την αντιμετώπιση αυτών των κινδύνων.

2.Η ΕΑΤ προωθεί τη συνεργασία, περιλαμβανομένης της ανταλλαγής πληροφοριών, στον τομέα των κινδύνων λειτουργίας και ασφαλείας που συνδέονται με τις υπηρεσίες πληρωμών, μεταξύ των αρμόδιων αρχών, μεταξύ των αρμόδιων αρχών και της ΕΚΤ και, κατά περίπτωση, του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών.

Άρθρο 82

Αναφορά περιπτώσεων απάτης

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών παρέχουν, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, στατιστικά στοιχεία σχετικά με την απάτη για τα διάφορα μέσα πληρωμών στις οικείες αρμόδιες αρχές. Οι εν λόγω αρμόδιες αρχές διαβιβάζουν στην ΕΑΤ και την ΕΚΤ τα εν λόγω δεδομένα σε συγκεντρωτική μορφή.

2.Η ΕΑΤ, σε στενή συνεργασία με την ΕΚΤ, καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για τα στατιστικά στοιχεία που πρέπει να παρέχονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 σχετικά με τις απαιτήσεις αναφοράς περιπτώσεων απάτης που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Η ΕΑΤ υποβάλλει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στην Επιτροπή έως τις [OP please insert the date= one year after the date of entry into force of this Regulation]. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

3.Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό των τυποποιημένων εντύπων και υποδειγμάτων για την υποβολή των στοιχείων σχετικά με περιπτώσεις απάτης στον τομέα των πληρωμών από τις αρμόδιες αρχές στην ΕΑΤ, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στην Επιτροπή έως τις [OP please insert the date= one year after the date of entry into force of this Regulation]. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

Άρθρο 83

Μηχανισμοί παρακολούθησης των συναλλαγών και κοινοποίηση δεδομένων απάτης

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών διαθέτουν μηχανισμούς παρακολούθησης των συναλλαγών οι οποίοι:

α)υποστηρίζουν την εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, σύμφωνα με το άρθρο 85·

β)εξαιρούν την εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη βάσει των κριτηρίων του άρθρου 85 παράγραφος 11, με την επιφύλαξη συγκεκριμένων και περιορισμένων προϋποθέσεων με βάση το επίπεδο του σχετικού κινδύνου, τα είδη και τις λεπτομέρειες των δεδομένων που αξιολογούνται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών·

γ)παρέχουν στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών τη δυνατότητα να προλαμβάνουν και να εντοπίζουν δυνητικά δόλιες πράξεις πληρωμής, συμπεριλαμβανομένων των συναλλαγών που αφορούν υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών.

2.Οι μηχανισμοί παρακολούθησης των συναλλαγών βασίζονται στην ανάλυση των προηγούμενων πράξεων πληρωμής και της πρόσβασης σε λογαριασμούς πληρωμών στο διαδίκτυο. Η επεξεργασία περιορίζεται στα ακόλουθα δεδομένα που απαιτούνται για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1:

α)πληροφορίες σχετικά με τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων των χαρακτηριστικώντου περιβάλλοντος και των χαρακτηριστικών συμπεριφοράς που είναι συνήθη για τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών υπό συνθήκες κανονικής χρήσης των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας·

β)πληροφορίες σχετικά με τον λογαριασμό πληρωμών, συμπεριλαμβανομένου του ιστορικού της πράξης πληρωμής·

γ)πληροφορίες σχετικά με τη συναλλαγή, συμπεριλαμβανομένου του ποσού της συναλλαγής και του αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης του δικαιούχου·

δ)δεδομένα συνεδρίας, συμπεριλαμβανομένου του εύρους των διευθύνσεων πρωτοκόλλου διαδικτύου της συσκευής από την οποία πραγματοποιήθηκε η πρόσβαση στον λογαριασμό πληρωμών.

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν αποθηκεύουν τα δεδομένα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο για μεγαλύτερο διάστημα του απολύτως αναγκαίου για τους σκοπούς που ορίζονται στην παράγραφο 1, και όχι μετά τη λήξη της σχέσης με τον πελάτη. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών διασφαλίζουν ότι οι μηχανισμοί παρακολούθησης συναλλαγών λαμβάνουν υπόψη, τουλάχιστον, όλους ανεξαιρέτως τους ακόλουθους παράγοντες συναρτήσει του κινδύνου:

α)καταλόγους στοιχείων εξακρίβωσης των οποίων η ασφάλεια έχει τεθεί σε κίνδυνο ή τα οποία έχουν κλαπεί·

β)το ποσό κάθε πράξης πληρωμής·

γ)γνωστά σενάρια απάτης στον τομέα της παροχής υπηρεσιών πληρωμών·

δ)ενδείξεις προσβολής από κακόβουλο λογισμικό σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας εξακρίβωσης·

ε)σε περίπτωση που η συσκευή ή το λογισμικό πρόσβασης παρέχεται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, ημερολογιακή καταγραφή της χρήσης της συσκευής ή του λογισμικού πρόσβασης που παρέχεται στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών και της μη συνηθισμένης χρήσης της συσκευής ή του λογισμικού πρόσβασης.

3.Στον βαθμό που απαιτείται για τη συμμόρφωση με την παράγραφο 1 στοιχείο γ), οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μπορούν να ανταλλάσσουν το αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης ενός δικαιούχου με άλλους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που υπόκεινται σε συμφωνίες ανταλλαγής πληροφοριών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 5, όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών διαθέτει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για να υποθέσει ότι υπήρξε δόλια πράξη πληρωμής. Επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για την ανταλλαγή αποκλειστικών μέσων ταυτοποίησης θεωρείται ότι υπάρχουν όταν τουλάχιστον δύο διαφορετικοί χρήστες υπηρεσιών πληρωμών που είναι πελάτες του ίδιου παρόχου υπηρεσιών πληρωμών έχουν ενημερώσει ότι χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης δικαιούχου για δόλια μεταφορά πίστωσης. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν διατηρούν τα αποκλειστικά μέσα ταυτοποίησης που λαμβάνονται μετά την ανταλλαγή πληροφοριών που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο και στην παράγραφο 5 για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από το αναγκαίο για τους σκοπούς που ορίζονται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ).

4.Οι συμφωνίες ανταλλαγής πληροφοριών καθορίζουν τις λεπτομέρειες για τη συμμετοχή και τα λειτουργικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ειδικών πλατφορμών ΤΠ. Πριν από τη σύναψη των εν λόγω συμφωνιών, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών διενεργούν από κοινού εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, και, κατά περίπτωση, προβαίνουν σε εκ των προτέρων διαβούλευση με την εποπτική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 36 του εν λόγω κανονισμού.

5.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές τη συμμετοχή τους στις συμφωνίες ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 5, κατά την επικύρωση της συμμετοχής τους ως μελών από συμμετέχοντες στη συμφωνία ανταλλαγής πληροφοριών ή, κατά περίπτωση, της παύσης της συμμετοχής τους ως μελών, αμέσως μετά την έναρξη ισχύος της.

6.Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την παράγραφο 4 δεν οδηγεί στη λύση της συμβατικής σχέσης με τον πελάτη από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ούτε επηρεάζει τη μελλοντική συμμετοχή άλλου παρόχου υπηρεσιών πληρωμών. 

Άρθρο 84

Κίνδυνοι απάτης και τάσεις στον τομέα των πληρωμών

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών προειδοποιούν τους πελάτες τους με όλους τους κατάλληλους τρόπους και μέσα όταν εμφανίζονται νέες μορφές απάτης στον τομέα των πληρωμών, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες των πλέον ευάλωτων ομάδων πελατών τους. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών παρέχουν στους πελάτες τους σαφείς ενδείξεις σχετικά με τον τρόπο εντοπισμού των αποπειρών απάτης και τους προειδοποιούν σχετικά με τις απαραίτητες ενέργειες και προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνουν ώστε να μην πέφτουν θύματα δόλιων ενεργειών εναντίον τους. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών ενημερώνουν τους πελάτες τους πού μπορούν να καταγγέλλουν δόλιες ενέργειες και να λαμβάνουν ταχέως πληροφορίες σχετικά με την απάτη.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών οργανώνουν τουλάχιστον ετησίως για τους υπαλλήλους τους προγράμματα κατάρτισης για τους κινδύνους απάτης και τις τάσεις στον τομέα των πληρωμών και διασφαλίζουν ότι οι υπάλληλοί τους είναι επαρκώς καταρτισμένοι για την εκτέλεση των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων τους σύμφωνα με τις σχετικές πολιτικές και διαδικασίες ασφάλειας για τον μετριασμό και τη διαχείριση των κινδύνων απάτης στον τομέα των πληρωμών.

3.Έως τις [ OP please insert the date= 18 months after the date of entry into force of this Regulation], η ΕΑΤ εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 όσον αφορά τα προγράμματα για τους κινδύνους απάτης στον τομέα των πληρωμών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 85

Αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη

1.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εφαρμόζει αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, όταν ο πληρωτής:

α)έχει πρόσβαση στον λογαριασμό πληρωμών του διαδικτυακά·

β)έχει πρόσβαση σε πληροφορίες λογαριασμού πληρωμών·

γ)υποβάλλει εντολή πληρωμής για ηλεκτρονική πράξη πληρωμής·

δ)εκτελεί οιαδήποτε ενέργεια, μέσω εξ αποστάσεως διαύλου, η οποία μπορεί να ενέχει κίνδυνο απάτης στον τομέα των πληρωμών ή άλλων παραβιάσεων.

2.Οι πράξεις πληρωμής που δεν κινούνται από τον πληρωτή αλλά μόνον από τον δικαιούχο δεν υπόκεινται σε αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη, στον βαθμό που οι εν λόγω πράξεις κινούνται χωρίς καμία αλληλεπίδραση ή συμμετοχή του πληρωτή. 

3.Όταν ο πληρωτής έχει δώσει στον δικαιούχο εντολή να υποβάλει εντολή πληρωμής για πράξη πληρωμής ή σειρά πράξεων πληρωμής μέσω συγκεκριμένου μέσου πληρωμών που εκδίδεται για να χρησιμοποιηθεί από τον πληρωτή με σκοπό την υποβολή εντολών πληρωμής για τις πράξεις πληρωμής, και όταν η εντολή βασίζεται σε συμφωνία μεταξύ του πληρωτή και του δικαιούχου για την παροχή προϊόντων ή υπηρεσιών, οι πράξεις πληρωμής που κινούνται στη συνέχεια από τον δικαιούχο βάσει της εντολής αυτής μπορούν να χαρακτηριστούν ως πράξεις που δρομολογούνται από τον δικαιούχο, υπό την προϋπόθεση ότι δεν απαιτείται να προηγηθεί συγκεκριμένη ενέργεια του πληρωτή για να ενεργοποιηθεί η έναρξή τους από τον δικαιούχο.

4.Οι πράξεις πληρωμής για τις οποίες ο δικαιούχος υποβάλει εντολές πληρωμής που βασίζονται στην εντολή του πληρωτή υπόκεινται στις γενικές διατάξεις που εφαρμόζονται στις πράξεις που κινούνται από τον δικαιούχο, όπως αναφέρονται στα άρθρα 61, 62 και 63.

5.Όταν η εντολή του πληρωτή προς τον δικαιούχο να υποβάλλει εντολές πληρωμής για συναλλαγές που αναφέρονται στην παράγραφο 3 παρέχεται μέσω διαύλου εξ αποστάσεως με τη συμμετοχή του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, η κατάρτιση της εν λόγω εντολής υπόκειται σε αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη.

6.Όσον αφορά τις άμεσες χρεώσεις, όταν η εντολή που δίνεται από τον πληρωτή στον δικαιούχο να κινήσει μία ή περισσότερες πράξεις άμεσης χρέωσης παρέχεται μέσω εξ αποστάσεως διαύλου με την άμεση συμμετοχή παρόχου υπηρεσιών πληρωμών στην κατάρτιση της εν λόγω εντολής, εφαρμόζεται αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη.

7.Οι πράξεις πληρωμής για τις οποίες ο πληρωτής υποβάλλει εντολές πληρωμής με τρόπους διαφορετικούς από τη χρήση ηλεκτρονικών πλατφορμών ή συσκευών, όπως οι έντυπες εντολές πληρωμής, οι ταχυδρομικές εντολές ή οι τηλεφωνικές εντολές, δεν υπόκεινται σε αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, ανεξάρτητα από το αν η εκτέλεση της συναλλαγής πραγματοποιείται ηλεκτρονικά, υπό την προϋπόθεση ότι οι απαιτήσεις ασφαλείας και οι έλεγχοι διενεργούνται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή που επιτρέπει μια μορφή εξακρίβωσης της γνησιότητας της πράξης πληρωμής.

8.Όσον αφορά την εξ αποστάσεως υποβολή εντολής πληρωμής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, που περιλαμβάνει στοιχεία τα οποία συνδέουν δυναμικά τη συναλλαγή με συγκεκριμένο ποσό και συγκεκριμένο δικαιούχο.

9.Για την υποβολή εντολής πληρωμής όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), μέσω της συσκευής του πληρωτή που χρησιμοποιεί τεχνολογία εγγύτητας για την ανταλλαγή πληροφοριών με την υποδομή του δικαιούχου, η εξακρίβωση της γνησιότητας της οποίας απαιτεί τη χρήση του διαδικτύου στη συσκευή του πληρωτή, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, η οποία περιλαμβάνει στοιχεία που συνδέουν δυναμικά τη συναλλαγή με συγκεκριμένο ποσό και συγκεκριμένο δικαιούχο ή εναρμονισμένα μέτρα ασφαλείας με πανομοιότυπο αποτέλεσμα, τα οποία διασφαλίζουν την εμπιστευτικότητα, την αυθεντικότητα και την ακεραιότητα του ποσού της συναλλαγής και του δικαιούχου σε όλα τα στάδια της έναρξης.

10.Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εφαρμόζουν επαρκή μέτρα ασφαλείας για την προστασία της εμπιστευτικότητας και της ακεραιότητας των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών.

11.Τυχόν εξαιρέσεις από την εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη που σχεδιάζεται από την ΕΑΤ δυνάμει του άρθρου 89 βασίζονται σε ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα κριτήρια:

α)στο επίπεδο κινδύνου που εμπεριέχει η παρεχόμενη υπηρεσία·

β)στο ύψος του ποσού, την επανεμφάνιση της συναλλαγής ή και στα δύο·

γ)στον δίαυλο πληρωμής που χρησιμοποιήθηκε για την εκτέλεση της συναλλαγής.

12.Τα δύο ή περισσότερα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 35, στα οποία βασίζεται η αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, δεν χρειάζεται απαραιτήτως να ανήκουν σε διαφορετικές κατηγορίες, εφόσον διατηρείται πλήρως η ανεξαρτησία τους.

Άρθρο 86

Αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη όσον αφορά τις υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών και τις υπηρεσίες πληροφοριών λογαριασμού

1.Το άρθρο 85 παράγραφος 9 εφαρμόζεται επίσης όταν η έναρξη των πληρωμών διενεργείται μέσω παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών. Το άρθρο 85 παράγραφος 10 εφαρμόζεται επίσης όταν η έναρξη των πληρωμών διενεργείται μέσω παρόχου υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και όταν οι πληροφορίες ζητούνται μέσω παρόχου υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού επιτρέπουν στους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμής και στους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού να επαφίενται στις διαδικασίες εξακρίβωσης που παρέχει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για τον χρήστη της υπηρεσίας πληρωμών σύμφωνα με το άρθρο 85 παράγραφοι 1 και 10 και, εφόσον εμπλέκεται ο πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμής, σύμφωνα με το άρθρο 85 παράγραφοι 1, 8, 9, 10 και 11.

3.Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, όταν ένας πάροχος υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού έχει πρόσβαση σε πληροφορίες λογαριασμού πληρωμών, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού εφαρμόζει αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη μόνο για την πρώτη πρόσβαση σε δεδομένα λογαριασμού πληρωμών από συγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, εκτός εάν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού έχει βάσιμους λόγους να υποπτεύεται απάτη, αλλά όχι για τη μεταγενέστερη πρόσβαση του εν λόγω παρόχου υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού στον εν λόγω λογαριασμό πληρωμών.

4.Εκτός εάν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού έχει βάσιμους λόγους να υποπτεύεται απάτη, οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού εφαρμόζουν δική τους αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη όταν ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών αποκτά πρόσβαση στις πληροφορίες λογαριασμού πληρωμών που ανακτώνται από τον εν λόγω πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού τουλάχιστον 180 ημέρες μετά την τελευταία εφαρμογή της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη.

Άρθρο 87

Συμφωνίες εξωτερικής ανάθεσης για την εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη

Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή συνάπτει συμφωνία εξωτερικής ανάθεσης με τον οικείο πάροχο τεχνικών υπηρεσιών σε περίπτωση που ο πάροχος τεχνικών υπηρεσιών παρέχει και επαληθεύει τα στοιχεία αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή διατηρεί, βάσει της συμφωνίας αυτής, την πλήρη ευθύνη για τυχόν μη εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη και έχει το δικαίωμα να ελέγχει και να εξετάζει τις διατάξεις ασφαλείας.

Άρθρο 88

Απαιτήσεις προσβασιμότητας όσον αφορά την αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη

1.Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων προσβασιμότητας της οδηγίας (ΕΕ) 2019/882, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών διασφαλίζουν ότι όλοι οι πελάτες τους, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αναπηρία, των ηλικιωμένων, των ατόμων με χαμηλές ψηφιακές δεξιότητες και εκείνων που δεν έχουν πρόσβαση σε ψηφιακά κανάλια ή σε μέσα πληρωμών, έχουν στη διάθεσή τους τουλάχιστον ένα μέσο, προσαρμοσμένη στην ιδιαίτερη κατάστασή τους, που τους επιτρέπει να διενεργούν αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν εξαρτούν τη διενέργεια αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη από την αποκλειστική χρήση ενός μεμονωμένου μέσου εξακρίβωσης της ταυτότητας και δεν εξαρτούν την εκτέλεση αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη, ρητά ή έμμεσα, από την κατοχή έξυπνου τηλεφώνου. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών αναπτύσσουν ποικιλία μέσων για την εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη, ώστε να λαμβάνεται υπόψη η ιδιαίτερη κατάσταση όλων των πελατών τους.

Άρθρο 89

Ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την εξακρίβωση της γνησιότητας, την επικοινωνία και τους μηχανισμούς παρακολούθησης των συναλλαγών

1.Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να προσδιορίσει:

α)τις απαιτήσεις αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη, όπως αναφέρονται στο άρθρο 85·

β)τις εξαιρέσεις από την εφαρμογή του άρθρου 85 παράγραφοι 1, 8 και 9, με βάση τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 85 παράγραφος 11·

γ)τις απαιτήσεις προς τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται τα μέτρα ασφαλείας σύμφωνα με το άρθρο 85 παράγραφος 10, για την προστασία της εμπιστευτικότητας και της ακεραιότητας των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών·

δ)τις απαιτήσεις που ισχύουν, σύμφωνα με το άρθρο 87, για τις συμφωνίες εξωτερικής ανάθεσης μεταξύ των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών των πληρωτών και των παρόχων τεχνικών υπηρεσιών όσον αφορά την παροχή και την επαλήθευση των στοιχείων αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη από παρόχους τεχνικών υπηρεσιών·

ε)τις απαιτήσεις του τίτλου ΙΙΙ κεφάλαιο 3 ως προς τα κοινά και ασφαλή ανοικτά πρότυπα επικοινωνίας με σκοπό την ταυτοποίηση, την εξακρίβωση της γνησιότητας, τη γνωστοποίηση και την ενημέρωση, καθώς και ως προς την εφαρμογή των μέτρων ασφαλείας, μεταξύ παρόχων υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμής, παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, πληρωτών, δικαιούχων και άλλων παρόχων υπηρεσιών πληρωμών·

στ)συμπληρωματικές διατάξεις σχετικά με ασφαλή ανοικτά πρότυπα επικοινωνίας με τη χρήση ειδικών διεπαφών·

ζ)τις τεχνικές απαιτήσεις για τους μηχανισμούς παρακολούθησης των συναλλαγών που αναφέρονται στο άρθρο 83.

Για τους σκοπούς του στοιχείου β), όσον αφορά την εξαίρεση από την εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη για πράξεις πληρωμής, βάσει ανάλυσης κινδύνου συναλλαγής, τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προσδιορίζουν, μεταξύ άλλων:

i) τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται προκειμένου μια ηλεκτρονική πράξη πληρωμής εξ αποστάσεως να θεωρείται ότι ενέχει χαμηλό επίπεδο κινδύνου·

ii) τις μεθοδολογίες και τα μοντέλα για την εφαρμογή της ανάλυσης κινδύνου συναλλαγής·

iii) τα κριτήρια για τον υπολογισμό των ποσοστών απάτης, συμπεριλαμβανομένης της κατανομής των ποσοστών απάτης μεταξύ των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που παρέχουν υπηρεσίες έκδοσης και αποδοχής, ή εντός των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που παρέχουν υπηρεσίες έκδοσης και αποδοχής μέσω μεμονωμένης νομικής οντότητας·

iv) λεπτομερείς και αναλογικές απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων και ελέγχου.

2.Κατά την κατάρτιση των σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η ΕΑΤ λαμβάνει υπόψη:

α)την ανάγκη διασφάλισης του ενδεδειγμένου επιπέδου ασφάλειας για τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών και τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, υιοθετώντας αποτελεσματικές απαιτήσεις συναρτήσει του κινδύνου·

β)την ανάγκη διασφάλισης της ασφάλειας των χρηματικών ποσών και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών·

γ)την ανάγκη διασφάλισης και διατήρησης του θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ όλων των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών·

δ)την ανάγκη διασφάλισης της ουδετερότητας της τεχνολογίας και του επιχειρηματικού μοντέλου·

ε)την ανάγκη να καθίσταται δυνατή η ανάπτυξη φιλικών προς τον χρήστη και εύκολα προσπελάσιμων και καινοτόμων μέσων πληρωμής.

Η ΕΑΤ υποβάλλει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στην Επιτροπή έως τις [OP please insert the date= 1 year after the date of entry into force of this Regulation]. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

3.Σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, η ΕΑΤ επανεξετάζει και, κατά περίπτωση, επικαιροποιεί τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα σε τακτική βάση, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να λαμβάνονται υπόψη η καινοτομία και οι τεχνολογικές εξελίξεις, καθώς και οι διατάξεις του κεφαλαίου II του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2554, καθώς και τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας που εφαρμόζονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

Διαδικασίες επιβολής, αρμόδιες αρχές και κυρώσεις

Τμήμα 1

Διαδικασίες καταγγελίας

Άρθρο 90

Καταγγελίες

1.Τα κράτη μέλη θεσπίζουν διαδικασίες που επιτρέπουν στους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών και στα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των ενώσεων καταναλωτών, να υποβάλλουν καταγγελίες στις αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί για την επιβολή του παρόντος κανονισμού, σχετικά με ισχυρισμούς περί παραβάσεων των διατάξεων του παρόντος κανονισμού από παρόχους υπηρεσιών πληρωμών.

2.Ανάλογα με την περίπτωση και με την επιφύλαξη του δικαιώματος προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου σύμφωνα με το εθνικό δικονομικό δίκαιο, η απάντηση των αρμόδιων αρχών στις καταγγελίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ενημερώνει τον καταγγέλλοντα για τις διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών (ΕΕΔ) που θεσπίζονται σύμφωνα το άρθρο 95.

Άρθρο 91

Αρμόδιες αρχές και εξουσίες έρευνας

1.Οι αρμόδιες αρχές ασκούν τις εξουσίες τους για τη διερεύνηση πιθανών παραβάσεων του παρόντος κανονισμού και επιβάλλουν διοικητικές κυρώσεις και διοικητικά μέτρα που προβλέπονται στα οικεία εθνικά νομικά πλαίσια σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, με οποιονδήποτε από τους ακόλουθους τρόπους:

α)άμεσα·

β)σε συνεργασία με άλλες αρχές·

γ)μεταβιβάζοντας αρμοδιότητες σε άλλες αρχές ή όργανα, διατηρώντας παράλληλα την ευθύνη για την εποπτεία της εξουσιοδοτημένης αρχής ή του εξουσιοδοτημένου οργάνου·

δ)με αίτηση προς τις αρμόδιες δικαστικές αρχές.

Όταν οι αρμόδιες αρχές αναθέτουν την άσκηση των εξουσιών τους σε άλλες αρχές ή όργανα σύμφωνα με το στοιχείο γ), η εξουσιοδότηση προσδιορίζει τα καθήκοντα της ανάθεσης, τους όρους υπό τους οποίους πρέπει να εκτελούνται και τους όρους υπό τους οποίους μπορεί να ανακληθεί η εξουσιοδότηση. Οι αρχές ή τα όργανα στα οποία μεταβιβάζονται οι εξουσίες οργανώνονται κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η αποφυγή συγκρούσεων συμφερόντων. Οι αρμόδιες αρχές επιβλέπουν τη δραστηριότητα των αρχών ή των οργάνων στα οποία μεταβιβάζονται οι εξουσίες.

2.Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρμόδιες αρχές με σκοπό να διασφαλίζουν και να παρακολουθούν την αποτελεσματική συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό. Οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα για τη διασφάλιση της εν λόγω συμμόρφωσης.

Οι αρμόδιες αρχές είναι:

α)δημόσιες αρχές·

β)φορείς που αναγνωρίζονται από το εθνικό δίκαιο ή από δημόσιες αρχές που έχουν εξουσιοδοτηθεί ρητά προς τούτο από το εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών κεντρικών τραπεζών.

Οι αρμόδιες αρχές είναι ανεξάρτητες από οικονομικούς φορείς και αποφεύγουν τις συγκρούσεις συμφερόντων. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, τα ιδρύματα πληρωμών, τα πιστωτικά ιδρύματα ή τα γραφεία ταχυδρομικών επιταγών δεν ορίζονται ως αρμόδιες αρχές.

3.Οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 2 διαθέτουν όλες τις εξουσίες έρευνας που είναι αναγκαίες, καθώς και επαρκείς πόρους, για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Στις εν λόγω εξουσίες συμπεριλαμβάνονται:

α)κατά τη διάρκεια των διαδικασιών διερεύνησης πιθανών παραβάσεων του παρόντος κανονισμού, η εξουσία να ζητούν, μεταξύ άλλων, από τα ακόλουθα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για τη διεξαγωγή της εν λόγω έρευνας:

i) παρόχους υπηρεσιών πληρωμών·

ii) παρόχους τεχνικών υπηρεσιών και διαχειριστές συστημάτων πληρωμών·

iii) παρόχους ATM που δεν εξυπηρετούν λογαριασμούς πληρωμών·

iv) παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών·

v) πρόσωπα που ανήκουν στις οντότητες που αναφέρονται στα σημεία i), ii) και έως iii)·

vi) τρίτους στους οποίους οι οντότητες που αναφέρονται στα σημεία i), ii) και έως iii) έχουν αναθέσει επιχειρησιακές λειτουργίες ή δραστηριότητες·

vii) αντιπροσώπους και διανομείς των οντοτήτων που αναφέρονται στα σημεία i), ii) και iii) και των υποκαταστημάτων τους που είναι εγκατεστημένα στο οικείο κράτος μέλος·

β)η εξουσία διεξαγωγής όλων των αναγκαίων ερευνών για οποιοδήποτε πρόσωπο που αναφέρεται στο στοιχείο α) σημεία i) έως vii) το οποίο είναι εγκατεστημένο ή βρίσκεται στο κράτος μέλος της αρμόδιας αρχής ή παρέχει υπηρεσίες εκεί, εάν είναι αναγκαίο, για την εκτέλεση των καθηκόντων των αρμόδιων αρχών, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας:

i) να απαιτούν την υποβολή εγγράφων·

ii) να εξετάζουν τα μητρώα και αρχεία των προσώπων που αναφέρονται στο στοιχείο α) σημεία i) έως vii) και να λαμβάνουν αντίγραφα ή αποσπάσματα από τα εν λόγω μητρώα και αρχεία,

iii) να λαμβάνουν γραπτές ή προφορικές εξηγήσεις από κάθε πρόσωπο που αναφέρεται στο στοιχείο α) σημεία i) έως vii) ή τους εκπροσώπους του ή τα μέλη του προσωπικού του, κατά περίπτωση·

iv) να προβαίνουν σε συνέντευξη με κάθε άλλο φυσικό πρόσωπο που συναινεί να ερωτηθεί με σκοπό τη συγκέντρωση πληροφοριών σχετικά με το αντικείμενο της έρευνας·

γ)την εξουσία να διενεργούν όλες τις αναγκαίες επιθεωρήσεις στις επιχειρηματικές εγκαταστάσεις των νομικών προσώπων ή των φυσικών προσώπων που αναφέρονται στο στοιχείο α) σημεία i) έως vii), με την επιφύλαξη προηγούμενης κοινοποίησης στις οικείες αρμόδιες αρχές.

4.Όταν η νομοθεσία κράτους μέλους προβλέπει ποινικές κυρώσεις για παραβάσεις του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με το άρθρο 96 παράγραφος 2, το εν λόγω κράτος μέλος διαθέτει τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές:

α)να έρχονται σε επαφή με τις αρμόδιες δικαστικές αρχές προκειμένου να λάβουν συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με ποινικές έρευνες για εικαζόμενες παραβάσεις του παρόντος κανονισμού, ποινικές διαδικασίες που έχουν κινηθεί σε σχέση με τις εν λόγω εικαζόμενες παραβάσεις και την έκβαση των εν λόγω διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης της τελεσίδικης απόφασης·

β)να παρέχουν τις πληροφορίες αυτές σε άλλες αρμόδιες αρχές και στην ΕΑΤ για την εκπλήρωση της υποχρέωσής τους να συνεργάζονται μεταξύ τους και με την ΕΑΤ για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

5.Η εφαρμογή και η άσκηση των εξουσιών που αναφέρονται στο παρόν άρθρο έχει αναλογικό χαρακτήρα και συμμορφώνεται με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των εφαρμοστέων διαδικαστικών εγγυήσεων και των αρχών του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα μέτρα έρευνας και τα μέτρα επιβολής που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πρέπει να είναι ενδεδειγμένα για τη φύση και τη συνολική πραγματική ή δυνητική βλάβη από την παράβαση.

6.Έως τις [OP please insert the date= the date of entry into force of this Regulation], η ΕΑΤ εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, σχετικά με τις διαδικασίες υποβολής καταγγελιών, συμπεριλαμβανομένων των διαύλων υποβολής καταγγελιών, των πληροφοριών που ζητούνται από τους καταγγέλλοντες και της δημοσιοποίησης της συνολικής ανάλυσης των καταγγελιών που αναφέρεται στο άρθρο 90 παράγραφος 1.

Άρθρο 92

Επαγγελματικό απόρρητο

1.Με την επιφύλαξη των περιπτώσεων που καλύπτονται από το εθνικό ποινικό δίκαιο, όλα τα πρόσωπα τα οποία εργάζονται ή έχουν εργαστεί για τις αρμόδιες αρχές, καθώς και οι εμπειρογνώμονες που ενεργούν για λογαριασμό των αρμόδιων αρχών, δεσμεύονται από την υποχρέωση τήρησης επαγγελματικού απορρήτου όσον αφορά τις πληροφορίες που σχετίζονται με έρευνες που διεξάγονται από τις αρμόδιες αρχές.

2.Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται σύμφωνα με το άρθρο 93 υπόκεινται στην υποχρέωση τήρησης επαγγελματικού απορρήτου τόσο από την κοινοποιούσα αρχή όσο και από την αποδέκτρια αρχή.

Άρθρο 93

Δικαιοδοσία και συνεργασία των αρμόδιων αρχών

1.Σε περίπτωση παράβασης ή εικαζόμενης παράβασης των τίτλων ΙΙ και III, οι αρμόδιες αρχές είναι εκείνες του κράτους μέλους καταγωγής του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, με εξαίρεση τους αντιπροσώπους και τα υποκαταστήματα που λειτουργούν υπό το δικαίωμα εγκατάστασης στην περίπτωση των οποίων αρμόδιες είναι οι αρχές του κράτους μέλους υποδοχής.

2.Σε περίπτωση παραβάσεων ή εικαζόμενων παραβάσεων των τίτλων ΙΙ και ΙΙΙ από παρόχους τεχνικών υπηρεσιών, διαχειριστές συστημάτων πληρωμών, παρόχους ΑΤΜ που δεν εξυπηρετούν λογαριασμούς πληρωμών, παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή τους αντιπροσώπους ή τα υποκαταστήματά τους, αρμόδιες είναι οι αρχές του κράτους μέλους στο οποίο παρέχεται η σχετική υπηρεσία.

3.Κατά την άσκηση των εξουσιών έρευνας και επιβολής κυρώσεων, μεταξύ άλλων σε διασυνοριακές υποθέσεις, οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται μεταξύ τους και με άλλες αρχές από κάθε σχετικό τομέα, όπως εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο, ανταλλάσσοντας πληροφορίες μεταξύ τους και διασφαλίζοντας την αμοιβαία συνδρομή προς άλλες ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές, όπως απαιτείται για την αποτελεσματική επιβολή διοικητικών κυρώσεων και διοικητικών μέτρων.

4.Οι αρχές άλλων ενδιαφερόμενων τομέων, που αναφέρονται στην παράγραφο 3, συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές για την αποτελεσματική επιβολή διοικητικών κυρώσεων και διοικητικών μέτρων.

Τμήμα 2

Διαδικασίες επίλυσης διαφορών και κυρώσεις

Άρθρο 94

Επίλυση διαφορών

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θεσπίζουν και εφαρμόζουν κατάλληλες και αποτελεσματικές διαδικασίες για τη διευθέτηση των καταγγελιών των χρηστών των υπηρεσιών πληρωμών, όσον αφορά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις των τίτλων ΙΙ και III. Οι αρμόδιες αρχές παρακολουθούν την εκτέλεση των εν λόγω διαδικασιών.

Οι εν λόγω διαδικασίες εφαρμόζονται σε κάθε κράτος μέλος όπου ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών προσφέρει τις υπηρεσίες πληρωμών και είναι διαθέσιμες σε επίσημη γλώσσα του αντίστοιχου κράτους μέλους, ή σε άλλη γλώσσα εφόσον αυτό συμφωνηθεί μεταξύ του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών και του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να απαντούν, σε έντυπη μορφή ή, εφόσον αυτό συμφωνηθεί μεταξύ του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών και του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, σε άλλο σταθερό μέσο, στις καταγγελίες των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών. Η εν λόγω απάντηση πρέπει να εξετάζει όλα τα ζητήματα που έχουν τεθεί εντός εύλογου χρονικού διαστήματος και το αργότερο εντός 15 εργάσιμων ημερών από τη λήψη της καταγγελίας. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εάν η απάντηση δεν μπορεί να δοθεί εντός 15 εργάσιμων ημερών, για λόγους πέρα από τον έλεγχο του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, ο τελευταίος αποστέλλει ενδιάμεση απάντηση, αναφέροντας σαφώς τους λόγους για την καθυστέρηση στην απάντηση της καταγγελίας και προσδιορίζοντας την προθεσμία εντός της οποίας θα λάβει την τελική απάντηση ο χρήστης των υπηρεσιών πληρωμών. Σε κάθε περίπτωση, η προθεσμία για τη λήψη της τελικής απάντησης δεν υπερβαίνει τις 35 εργάσιμες ημέρες.

Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν ή να διατηρούν κανόνες σχετικά με διαδικασίες επίλυσης διαφορών που είναι πιο συμφέρουσες για τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών από τη διαδικασία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τους εν λόγω κανόνες.

3.Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ενημερώνει τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών τουλάχιστον για έναν φορέα ΕΕΔ που είναι αρμόδιος για την επίλυση των διαφορών σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τους τίτλους ΙΙ και III.

4.Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 αναφέρονται με σαφή, πλήρη και ευχερώς προσβάσιμο τρόπο στον δικτυακό τόπο του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών και στην αντίστοιχη εφαρμογή για κινητά, εφόσον υπάρχουν, στο υποκατάστημα, και στους γενικούς όρους και προϋποθέσεις της σύμβασης μεταξύ του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών και του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών προσδιορίζει τον τρόπο πρόσβασης σε περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τον οικείο φορέα ΕΕΔ, καθώς και τις προϋποθέσεις χρήσης του.

Άρθρο 95

Διαδικασίες ΕΕΔ

1.Τα κράτη μέλη θεσπίζουν δέουσες, ανεξάρτητες, αμερόληπτες, διαφανείς και αποτελεσματικές διαδικασίες ΕΕΔ για την επίλυση διαφορών οι οποίες ανακύπτουν μεταξύ των χρηστών και των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών και αφορούν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των τίτλων ΙΙ και ΙΙΙ, κατά το σχετικό ενωσιακό και εθνικό δίκαιο και σύμφωνα με τις απαιτήσεις ποιότητας που ορίζονται στην οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 66 , με τη χρήση των υφιστάμενων αρμόδιων φορέων όπου συντρέχει τέτοια περίπτωση. Οι διαδικασίες ΕΕΔ εφαρμόζονται στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών.

2.Οι φορείς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου συνεργάζονται αποτελεσματικά για την επίλυση των διασυνοριακών διαφορών που αφορούν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τους τίτλους ΙΙ και III.

3.Τα κράτη μέλη ορίζουν αρμόδια αρχή για τη διαπίστευση, την παρακολούθηση και τη δημοσίευση του επιπέδου ποιότητας του φορέα ή των φορέων ΕΕΔ στο έδαφός τους για την επίλυση διαφορών που αφορούν δικαιώματα και υποχρεώσεις βάσει των τίτλων ΙΙ και ΙΙΙ, σύμφωνα με το άρθρο 18 της οδηγίας 2013/11/ΕΕ.

4.Οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 3 κοινοποιούν στην Επιτροπή τον φορέα ή τους φορείς ΕΕΔ στο έδαφός τους για την επίλυση διαφορών σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τους τίτλους ΙΙ και ΙΙΙ, σύμφωνα με το άρθρο 20 της οδηγίας 2013/11/ΕΕ.

5.Η Επιτροπή δημοσιοποιεί κατάλογο των φορέων ΕΕΔ που της κοινοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 4 και ενημερώνει τον εν λόγω κατάλογο αυτό όποτε της κοινοποιούνται μεταβολές.

Άρθρο 96

Διοικητικές κυρώσεις και διοικητικά μέτρα

1.Με την επιφύλαξη των εποπτικών εξουσιών των αρμόδιων αρχών που ορίζονται δυνάμει της οδηγίας (ΕΕ) XXX (PSD3), σύμφωνα με τον τίτλο II κεφάλαιο 1 τμήμα 3 της εν λόγω οδηγίας, και του δικαιώματος των κρατών μελών να θεσπίζουν ποινικές κυρώσεις, τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες σχετικά με τις διοικητικές κυρώσεις και τα διοικητικά μέτρα που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης του παρόντος κανονισμού και διασφαλίζουν την εφαρμογή τους. Οι διοικητικές κυρώσεις και τα διοικητικά μέτρα έχουν αποτελεσματικό, αναλογικό και αποτρεπτικό χαρακτήρα.

2.Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίζουν να μην θεσπίσουν κανόνες σχετικά με τις διοικητικές κυρώσεις και τα διοικητικά μέτρα για τις παραβάσεις του παρόντος κανονισμού που υπόκεινται σε κυρώσεις βάσει εθνικού ποινικού δικαίου. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις σχετικές διατάξεις ποινικού δικαίου και κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους σύμφωνα με το άρθρο 103.

3.Όταν οι εθνικοί κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εφαρμόζονται στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών και σε άλλα νομικά πρόσωπα, σε περίπτωση παραβάσεων και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο εθνικό δίκαιο, επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις και διοικητικά μέτρα στα μέλη του διοικητικού οργάνου των εν λόγω παρόχων υπηρεσιών πληρωμών και στα νομικά πρόσωπα και σε άλλα φυσικά πρόσωπα που διαπιστώνεται ότι ευθύνονται για παράβαση του παρόντος κανονισμού.

4.Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν κανόνες, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, σύμφωνα με τους οποίους επιτρέπουν στις οικείες αρμόδιες αρχές να περατώνουν έρευνα σχετικά με εικαζόμενη παράβαση του παρόντος κανονισμού, κατόπιν συμφωνίας διακανονισμού ή διαδικασίας ταχείας επιβολής.

Η εξουσιοδότηση των αρμόδιων αρχών να διευθετούν ή να κινούν διαδικασίες ταχείας επιβολής δεν επηρεάζει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών δυνάμει της παραγράφου 1.

Άρθρο 97

Διοικητικές κυρώσεις και άλλα διοικητικά μέτρα για συγκεκριμένες παραβάσεις

1.Με την επιφύλαξη του άρθρου 96 παράγραφος 2, οι εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις θεσπίζουν τις διοικητικές κυρώσεις και τα άλλα διοικητικά μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου σε περίπτωση παράβασης ή καταστρατήγησης των ακόλουθων διατάξεων:

α)των κανόνων σχετικά με την πρόσβαση σε λογαριασμούς που τηρούνται σε πιστωτικό ίδρυμα, όπως ορίζονται στο άρθρο 32·

β)των κανόνων ασφαλούς πρόσβασης σε δεδομένα είτε από πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού είτε από παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών που ορίζονται στον τίτλο ΙΙΙ κεφάλαιο 3, με την επιφύλαξη του άρθρου 45·

γ)της υποχρέωσης οργάνωσης ή εκτέλεσης μηχανισμών πρόληψης της απάτης, συμπεριλαμβανομένης της αυστηρής εξακρίβωσης ταυτότητας πελάτη, όπως ορίζεται στα άρθρα 85, 86 και 87·

δ)της υποχρέωσης συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις διαφάνειας σχετικά με τα τέλη που καταβάλλουν οι πάροχοι ATM ή άλλοι διανομείς μετρητών, σύμφωνα με το άρθρο 20 στοιχείο γ) σημείο ii)·

ε)μη τήρησης από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών της περιόδου αποζημίωσης των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών, όπως ορίζεται στο άρθρο 56 παράγραφος 2, στο άρθρο 57 παράγραφος 2 και στο άρθρο 59 παράγραφος 2.

2.Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι εφαρμοστέες διοικητικές κυρώσεις και διοικητικά μέτρα περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)διοικητικά πρόστιμα·

i) σε περίπτωση νομικού προσώπου, ανώτατο διοικητικό πρόστιμο τουλάχιστον 10 % του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών του, όπως ορίζεται στην παράγραφο 3·

ii) στην περίπτωση φυσικού προσώπου, ανώτατο διοικητικό πρόστιμο ύψους τουλάχιστον 5 000 000 EUR ή, στα κράτη μέλη των οποίων νόμισμα δεν είναι το ευρώ, αντίστοιχης αξίας στο εθνικό νόμισμα κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού·

iii) ανώτατο διοικητικό πρόστιμο ύψους τουλάχιστον στο διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκομίστηκαν από την παράβαση, εφόσον το κέρδος είναι μετρήσιμο.

β)δημόσια δήλωση η οποία αναφέρει το υπαίτιο νομικό ή φυσικό πρόσωπο και τη φύση της παράβασης·

γ)διαταγή προς το υπαίτιο νομικό ή φυσικό πρόσωπο για παύση της παράνομης συμπεριφοράς και αποφυγή της επανάληψής της·

δ)προσωρινή απαγόρευση που εμποδίζει μέλος του διοικητικού οργάνου του νομικού προσώπου, ή κάθε άλλο υπαίτιο για την παράβαση φυσικό πρόσωπο, να ασκεί διοικητικά καθήκοντα.

3.Ο συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α) σημείο i) του παρόντος άρθρου και στο άρθρο 98 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού ισούται με τον καθαρό κύκλο εργασιών, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 5 της οδηγίας 2013/34/ΕΕ, σύμφωνα με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις που είναι διαθέσιμες για την τελευταία ημερομηνία του ισολογισμού, για τις οποίες είναι υπεύθυνα τα μέλη των διοικητικών, διαχειριστικών και εποπτικών οργάνων του νομικού προσώπου.

Όταν το νομικό πρόσωπο είναι μητρική επιχείρηση ή θυγατρική μητρικής επιχείρησης που οφείλει να καταρτίζει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με το άρθρο 22 της οδηγίας 2013/34/ΕΕ, ο σχετικός συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών ισούται με τον καθαρό κύκλο εργασιών ή τα έσοδα που προσδιορίζονται σύμφωνα με τα σχετικά λογιστικά πρότυπα, σύμφωνα με τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις της τελικής μητρικής επιχείρησης που είναι διαθέσιμες για την τελευταία ημερομηνία του ισολογισμού, για τις οποίες είναι υπεύθυνα τα μέλη του διοικητικού, διαχειριστικού και εποπτικού οργάνου της τελικής επιχείρησης.

4.Τα κράτη μέλη μπορούν να εξουσιοδοτούν τις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, να επιβάλλουν άλλα είδη κυρώσεων και άλλου είδους εξουσίες επιβολής κυρώσεων επιπλέον εκείνων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και στο άρθρο 98 σχετικά με τις περιοδικές χρηματικές ποινές.

Άρθρο 98

Περιοδικές χρηματικές ποινές

1.Οι αρμόδιες αρχές έχουν το δικαίωμα να επιβάλλουν περιοδικές χρηματικές ποινές σε νομικά ή φυσικά πρόσωπα λόγω μη συμμόρφωσης με οποιαδήποτε απόφαση, εντολή, προσωρινό μέτρο, αίτημα, υποχρέωση ή άλλο μέτρο που θεσπίζεται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Η περιοδική χρηματική ποινή που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο είναι αποτελεσματική και αναλογική και συνίσταται σε ημερήσιο ποσό που πρέπει να καταβάλλεται έως ότου αποκατασταθεί η συμμόρφωση. Επιβάλλεται για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους 6 μήνες από την ημερομηνία που αναφέρεται στην απόφαση επιβολής των περιοδικών χρηματικών ποινών.

Οι αρμόδιες αρχές έχουν το δικαίωμα να επιβάλλουν ανώτατες περιοδικές χρηματικές ποινές ύψους τουλάχιστον:

α)3 % του μέσου ημερήσιου κύκλου εργασιών στην περίπτωση νομικού προσώπου·

β)30 000 EUR σε περίπτωση φυσικού προσώπου.

Ο μέσος ημερήσιος κύκλος εργασιών είναι ο συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών που αναφέρεται στο άρθρο 97 παράγραφος 3, διαιρούμενος διά 365.

2.Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν υψηλότερα ποσά χρηματικών ποινών από αυτά που ορίζονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 99

Στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό διοικητικών κυρώσεων και άλλων διοικητικών μέτρων

1.Κατά τον καθορισμό του είδους και του επιπέδου των διοικητικών κυρώσεων ή άλλων διοικητικών μέτρων, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία και όλες τις σχετικές περιστάσεις ώστε να εφαρμόζουν αναλογικές κυρώσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται:

α)η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης·

β)ο βαθμός ευθύνης του φυσικού ή νομικού προσώπου που είναι υπαίτιο για την παράβαση·

γ)η οικονομική ισχύς του φυσικού ή νομικού προσώπου που είναι υπεύθυνο για την παράβαση, όπως προκύπτει, μεταξύ άλλων, από τον συνολικό ετήσιο κύκλο εργασιών του νομικού προσώπου ή από το ετήσιο εισόδημα του φυσικού προσώπου που είναι υπαίτιο για την παράβαση·

δ)το μέγεθος των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι υπαίτιο για την παράβαση, στον βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν·

ε)οι ζημίες τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στον βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν·

στ)το μειονέκτημα που προκύπτει για το νομικό ή φυσικό πρόσωπο που είναι υπαίτιο για την παράβαση από τη σώρευση ποινικών και διοικητικών διαδικασιών και κυρώσεων για την ίδια συμπεριφορά·

ζ)ο αντίκτυπος της παράβασης στα συμφέροντα των καταναλωτών και άλλων χρηστών υπηρεσιών πληρωμών·

η)τυχόν πραγματικές ή δυνητικές συστημικές αρνητικές συνέπειες της παράβασης·

i)η συνέργεια ή η συμμετοχή περισσότερων του ενός φυσικών ή νομικών προσώπων στην παράβαση·

ι)προηγούμενες παραβάσεις του φυσικού ή νομικού προσώπου που είναι υπαίτιο για την παράβαση·

ια)ο βαθμός συνεργασίας του φυσικού ή νομικού προσώπου που είναι υπεύθυνο για την παράβαση με την αρμόδια αρχή·

ιβ)τυχόν διορθωτικές ενέργειες ή διορθωτικά μέτρα που έχουν ληφθεί από το νομικό ή φυσικό πρόσωπο που είναι υπαίτιο για την παράβαση για να αποτραπεί τυχόν επανάληψή της.

2.Οι αρμόδιες αρχές που χρησιμοποιούν συμφωνίες διακανονισμού ή διαδικασίες ταχείας επιβολής σύμφωνα με το άρθρο 96 παράγραφος 4 προσαρμόζουν τις σχετικές διοικητικές κυρώσεις και διοικητικά μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 96, 97 και 98 στη συγκεκριμένη περίπτωση, ώστε να διασφαλίζεται η αναλογικότητά τους.

Άρθρο 100

Δικαίωμα προσφυγής

1.Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τις αρμόδιες αρχές δυνάμει του παρόντος κανονισμού μπορούν να προσβληθούν ενώπιον των δικαστηρίων.

2.Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται επίσης σε περίπτωση προσφυγής κατά παραλείψεως.

Άρθρο 101

Δημοσίευση των διοικητικών κυρώσεων και διοικητικών μέτρων

1.Οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν στον ιστότοπό τους όλες τις αποφάσεις για την επιβολή διοικητικής κύρωσης ή διοικητικού μέτρου σε νομικά και φυσικά πρόσωπα, για παραβάσεις του παρόντος κανονισμού και, κατά περίπτωση, όλες τις συμφωνίες διακανονισμού. Η δημοσίευση περιλαμβάνει σύντομη περιγραφή της παράβασης, της διοικητικής κύρωσης ή άλλου διοικητικού μέτρου που επιβλήθηκε ή, κατά περίπτωση, δήλωση σχετικά με τη συμφωνία διακανονισμού. Η ταυτότητα του φυσικού προσώπου που υπόκειται στην απόφαση για την επιβολή διοικητικής κύρωσης ή διοικητικού μέτρου δεν δημοσιεύεται.

Οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν την απόφαση και τη δήλωση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο αμέσως μετά την κοινοποίηση της εν λόγω απόφασης στο νομικό ή φυσικό πρόσωπο που υπόκειται στην απόφαση ή την υπογραφή της συμφωνίας διακανονισμού.

2.Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, όταν η δημοσίευση της ταυτότητας ή άλλων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα φυσικών προσώπων κρίνεται αναγκαία από την αρμόδια εθνική αρχή για την προστασία της σταθερότητας των χρηματοπιστωτικών αγορών ή για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής επιβολής του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων, στην περίπτωση των δημόσιων δηλώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 97 παράγραφος 2 στοιχείο β) ή των προσωρινών απαγορεύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 97 παράγραφος 2 στοιχείο δ), η εθνική αρμόδια αρχή μπορεί να δημοσιεύει επίσης την ταυτότητα των προσώπων ή τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, υπό την προϋπόθεση ότι αιτιολογεί την εν λόγω απόφαση και ότι η δημοσίευση περιορίζεται στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι απολύτως αναγκαία για την προστασία της σταθερότητας των χρηματοπιστωτικών αγορών ή για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής επιβολής του παρόντος κανονισμού.

3.Στην περίπτωση άσκησης προσφυγής κατά της απόφασης για την επιβολή διοικητικής κύρωσης ή άλλου διοικητικού μέτρου ενώπιον των οικείων δικαστικών ή άλλων αρχών, οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν επίσης στον επίσημο ιστότοπό τους, χωρίς καθυστέρηση, πληροφορίες σχετικά με την προσφυγή και τυχόν επακόλουθα στοιχεία σχετικά με την έκβαση της εν λόγω προσφυγής, στον βαθμό που αφορά νομικά πρόσωπα. Όταν η προσβαλλόμενη απόφαση αφορά φυσικό πρόσωπο και δεν εφαρμόζεται η παρέκκλιση της παραγράφου 2, οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν πληροφορίες σχετικά με την προσφυγή μόνο σε ανωνυμοποιημένη μορφή.

4.Οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν ώστε κάθε δημοσίευση σύμφωνα με το παρόν άρθρο να παραμένει στον επίσημο ιστότοπό τους για χρονικό διάστημα έως 5 ετών. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιέχονται στη δημοσίευση διατηρούνται στον επίσημο ιστότοπο της αρμόδιας αρχής μόνον εάν από ετήσια επανεξέταση προκύπτει ότι εξακολουθεί να είναι αναγκαία η δημοσίευση των εν λόγω δεδομένων για την προστασία της σταθερότητας των χρηματοπιστωτικών αγορών ή για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής επιβολής του παρόντος κανονισμού, και σε κάθε περίπτωση για διάστημα που δεν υπερβαίνει τα 5 έτη.

Άρθρο 102

Παρακολούθηση των διαδικασιών, των κυρώσεων και των μέτρων

1.Οι αρμόδιες αρχές αναφέρουν στην ΕΑΤ, ανωνυμοποιημένα και σε συγκεντρωτική μορφή, σε τακτική βάση τα εξής:

α)επίσημες διοικητικές διαδικασίες που έχουν κινηθεί, ανασταλεί ή περατωθεί και οδηγούν στην επιβολή διοικητικών κυρώσεων ή διοικητικών μέτρων·

β)περιοδικές χρηματικές ποινές που επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 98 για συνεχιζόμενες παραβάσεις του παρόντος κανονισμού·

γ)κατά περίπτωση, συμφωνίες διακανονισμού και διαδικασίες ταχείας επιβολής, και την έκβασή τους, ανεξάρτητα από τη δημοσίευσή τους· σύμφωνα με το άρθρο 96 παράγραφος 4·

δ)ποινικές διαδικασίες που έχουν ως αποτέλεσμα καταδικαστική απόφαση και συναφείς κυρώσεις που αναφέρονται από δικαστικές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 91 παράγραφος 4 στοιχείο α)·

ε)κάθε προσφυγή κατά αποφάσεων επιβολής ποινικών ή διοικητικών κυρώσεων ή διοικητικών μέτρων και την έκβαση της προσφυγής αυτής.

2.Όταν η αρμόδια αρχή γνωστοποιεί στο κοινό διοικητική κύρωση ή διοικητικό μέτρο, τα αναφέρει ταυτόχρονα στην ΕΑΤ.

3.Εντός 2 ετών από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και στη συνέχεια ανά 2 έτη, η ΕΑΤ υποβάλλει στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με την επιβολή κυρώσεων από τις αρμόδιες αρχές για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό. 

Άρθρο 103

Κοινοποίηση των μέτρων εφαρμογής

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που θεσπίζουν σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο, συμπεριλαμβανομένων τυχόν σχετικών διατάξεων ποινικού δικαίου, έως τις [ OP please insert the date = the date of entry into force of this Regulation]. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, στην Επιτροπή οποιαδήποτε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9

Εξουσίες παρέμβασης της ΕΑΤ σε σχέση με τα προϊόντα

Άρθρο 104

Εξουσίες προσωρινής παρέμβασης της ΕΑΤ

1.Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, η ΕΑΤ μπορεί, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου, να απαγορεύσει ή να περιορίσει προσωρινά στην Ένωση ένα συγκεκριμένο είδος ή ένα ειδικό χαρακτηριστικό υπηρεσίας ή μέσου πληρωμών ή υπηρεσίας ή μέσου ηλεκτρονικού χρήματος. Η απαγόρευση ή ο περιορισμός μπορεί να ισχύει σε ορισμένες περιπτώσεις ή να υπόκειται σε εξαιρέσεις που καθορίζονται από την ΕΑΤ.

2.Η ΕΑΤ λαμβάνει αποφάσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1, μόνον εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)το προτεινόμενο μέτρο αφορά σημαντικό αριθμό χρηστών υπηρεσιών πληρωμών ή χρηστών υπηρεσιών ηλεκτρονικού χρήματος ή απειλή για την εύρυθμη λειτουργία των αγορών πληρωμών ή ηλεκτρονικού χρήματος και την ακεραιότητα των εν λόγω αγορών ή τη σταθερότητα του συνόλου ή μέρους αυτών των αγορών στην Ένωση·

β)οι ρυθμιστικές απαιτήσεις βάσει του ενωσιακού δικαίου οι οποίες εφαρμόζονται στη σχετική υπηρεσία πληρωμών ή υπηρεσία ηλεκτρονικού χρήματος δεν αντιμετωπίζουν την απειλή·

γ)η αρμόδια αρχή ή οι αρμόδιες αρχές δεν έχουν λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση της απειλής ή τα μέτρα που έχουν λάβει δεν αντιμετωπίζουν επαρκώς την απειλή.

Όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο, η ΕΑΤ μπορεί να επιβάλει την απαγόρευση ή τον περιορισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σε προληπτική βάση προτού προσφερθεί ή διανεμηθεί στους χρήστες υπηρεσία πληρωμών ή υπηρεσία ηλεκτρονικού χρήματος.

3.Κατά τη λήψη μέτρων βάσει του παρόντος άρθρου, η ΕΑΤ διασφαλίζει όλα τα ακόλουθα:

α)το μέτρο δεν έχει αρνητικές επιπτώσεις στην αποτελεσματικότητα της αγοράς πληρωμών ή της αγοράς υπηρεσιών ηλεκτρονικού χρήματος ή στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών ή στους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικού χρήματος που να είναι δυσανάλογες σε σχέση με τα οφέλη του μέτρου·

β)το μέτρο δεν δημιουργεί τον κίνδυνο καταχρηστικής επιλογής του ευνοϊκότερου καθεστώτος εποπτείας· και

γ)το μέτρο ελήφθη αφού ζητήθηκε η γνώμη της σχετικής εθνικής αρμόδιας αρχής.

4.Πριν αποφασίσει τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου βάσει του παρόντος άρθρου, η ΕΑΤ γνωστοποιεί στις αρμόδιες αρχές το μέτρο που προτείνει να ληφθεί.

5.Η ΕΑΤ δημοσιεύει στον ιστότοπό της ανακοίνωση σχετικά με κάθε απόφαση για τη λήψη μέτρων βάσει του παρόντος άρθρου. Στην ανακοίνωση προσδιορίζονται οι λεπτομέρειες της απαγόρευσης ή του περιορισμού και η χρονική στιγμή μετά τη δημοσίευση της ανακοίνωσης από την οποία θα αρχίσουν να ισχύουν τα μέτρα, ενώ παράλληλα διασφαλίζεται ότι οι ανακοινώσεις σχετικά με τις εν λόγω αποφάσεις σχετικά με τα φυσικά πρόσωπα δημοσιεύονται μόνο σε ανωνυμοποιημένη μορφή. Η απαγόρευση ή ο περιορισμός εφαρμόζονται μόνο σε δράση που αναλαμβάνεται μετά την έναρξη ισχύος των μέτρων.

6.Η ΕΑΤ επανεξετάζει την απαγόρευση ή τον περιορισμό που επέβαλε βάσει της παραγράφου 1 σε κατάλληλα χρονικά διαστήματα και τουλάχιστον ανά 3 μήνες. Η απαγόρευση ή ο περιορισμός λήγει εάν δεν ανανεωθεί μετά την εν λόγω περίοδο 3 μηνών.

7.Μέτρο που λαμβάνεται από την ΕΑΤ βάσει του παρόντος άρθρου υπερισχύει έναντι κάθε προηγούμενου μέτρου που έχει ληφθεί από αρμόδια αρχή.

8.Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 106 για τον προσδιορισμό των κριτηρίων και των παραγόντων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από την ΕΑΤ προκειμένου να προσδιοριστεί πότε υπάρχει σημαντικός αριθμός χρηστών υπηρεσιών πληρωμών ή χρηστών υπηρεσιών ηλεκτρονικού χρήματος ή απειλή για την εύρυθμη λειτουργία των αγορών υπηρεσιών πληρωμών ή ηλεκτρονικού χρήματος και την ακεραιότητα αυτών των αγορών ή για τη σταθερότητα του συνόλου ή μέρους αυτών των αγορών στην Ένωση, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α).

Μεταξύ των παραγόντων αυτών και των κριτηρίων περιλαμβάνονται:

α)ο βαθμός πολυπλοκότητας μιας υπηρεσίας ή μέσου πληρωμών ή υπηρεσίας ή μέσου ηλεκτρονικού χρήματος και η σχέση με το είδος των χρηστών, συμπεριλαμβανομένων των καταναλωτών, στους οποίους προσφέρονται·

β)ο βαθμός επικινδυνότητας, για τους καταναλωτές, μιας υπηρεσίας ή ενός μέσου πληρωμών ή μιας υπηρεσίας ή ενός μέσου ηλεκτρονικού χρήματος·

γ)η πιθανή χρήση από τους υπαίτιους απάτης της υπηρεσίας ή του μέσου πληρωμών ή της υπηρεσίας ή μέσου ηλεκτρονικού χρήματος·

δ)το μέγεθος ή το επίπεδο χρήσης της υπηρεσίας ή του μέσου πληρωμών ή της υπηρεσίας ή του μέσου ηλεκτρονικού χρήματος·

ε)ο βαθμός καινοτομίας μιας υπηρεσίας ή ενός μέσου πληρωμών ή μιας υπηρεσίας ή ενός μέσου ηλεκτρονικού χρήματος.

ΤΙΤΛΟΣ ΙV

ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΑΞΕΙΣ

Άρθρο 105

Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 106, για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού, ενημερώνοντας τα ποσά που αναφέρονται στο άρθρο 58 παράγραφος 1.

Άρθρο 106

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.Η προβλεπόμενη στο άρθρο 105 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

3.Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 105 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη ισχυουσών κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες οι οποίοι ορίζονται τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, της 13ης Απριλίου 2016.

5.Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

6.Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 105 αρχίζει να ισχύει μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός τριών μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά 3 μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

ΤΙΤΛΟΣ V

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 107

Ευνοϊκότερα δικαιώματα επιστροφής χρημάτων και αυστηρότερα μέτρα πρόληψης της απάτης

1.Τα κράτη μέλη ή οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μπορούν να χορηγούν στους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών ευνοϊκότερα δικαιώματα επιστροφής χρημάτων σε σχέση με εγκεκριμένες μεταφορές πίστωσης, όπως αναφέρεται στα άρθρα 57 και 59, και να προβλέπουν αυστηρότερα μέτρα πρόληψης της απάτης που υπερβαίνουν τα προβλεπόμενα στο άρθρο 83 παράγραφος 1 και στο άρθρο 84.

2.Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή έως τις [OP please insert the date= the date of entry into force of this Regulation] τις διατάξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1. Κοινοποιούν στην Επιτροπή, χωρίς καθυστέρηση, κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση των εν λόγω διατάξεων.

Άρθρο 108

Ρήτρα επανεξέτασης

1.Η Επιτροπή υποβάλλει, έως 5 έτη μετά την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την ΕΚΤ και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή και τον αντίκτυπο του παρόντος κανονισμού, και ειδικότερα σχετικά με τα εξής:

α)την καταλληλότητα και τον αντίκτυπο στον ανταγωνισμό και στην υιοθέτηση των κανόνων ανοικτής τραπεζικής για την πρόσβαση σε δεδομένα λογαριασμών πληρωμών στην επιχειρηματική δραστηριότητα των υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και των υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, και ειδικότερα των κανόνων για τις ειδικές διεπαφές και τις αντίστοιχες παρεκκλίσεις τους σύμφωνα με τα άρθρα 38 και 39·

β)τον αντίκτυπο των κανόνων για την έλλειψη υποχρεωτικών συμβατικών ρυθμίσεων και αποζημίωσης για την πρόσβαση από παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών στις διεπαφές που αναφέρονται στο άρθρο 34·

γ)την καταλληλότητα και τον αντίκτυπο των κανόνων σχετικά με τις χρεώσεις, συμπεριλαμβανομένων των πρόσθετων χρεώσεων όπως ορίζονται στο άρθρο 28·

δ)την καταλληλότητα και τον αντίκτυπο των κανόνων για την πρόληψη και την αποκατάσταση της απάτης τόσο στις μη εγκεκριμένες όσο και στις εγκεκριμένες πράξεις.

Εφόσον απαιτείται, η Επιτροπή υποβάλλει νομοθετική πρόταση μαζί με την έκθεσή της.

2.Έως τις [OP please insert the date= 3 years after the date of entry into force of this Regulation], η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την ΕΚΤ και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έκθεση σχετικά με το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, και ειδικότερα όσον αφορά τα συστήματα πληρωμών, τα καθεστώτα πληρωμών και τους παρόχους τεχνικών υπηρεσιών. Εφόσον απαιτείται, η Επιτροπή υποβάλλει νομοθετική πρόταση μαζί με την εν λόγω έκθεση.

Άρθρο 109

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 τροποποιείται ως εξής:

1.Στο άρθρο 1 παράγραφος 2, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Αρχή ενεργεί στο πλαίσιο των εξουσιών που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό και στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 2002/87/ΕΚ, της οδηγίας 2008/48/ΕΚ(1), της οδηγίας 2009/110/ΕΚ, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013(2), της οδηγίας 2013/36/ΕΕ(3), της οδηγίας 2014/49/ΕΕ(4), της οδηγίας 2014/92/ΕΕ(5), της οδηγίας (ΕΕ) [...] (PSD3), του κανονισμού (ΕΕ) [...] (PSR) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και, στον βαθμό που οι πράξεις αυτές εφαρμόζονται σε οικονομικά και χρηματοοικονομικά ιδρύματα και στις αρμόδιες αρχές που τα εποπτεύουν, στο πλαίσιο των σχετικών μερών της οδηγίας 2002/65/ΕΚ, συμπεριλαμβανομένων όλων των οδηγιών, κανονισμών και αποφάσεων που βασίζονται σε αυτές τις πράξεις, και κάθε άλλης νομικά δεσμευτικής πράξης της Ένωσης με την οποία ανατίθενται καθήκοντα στην Αρχή.»·

2.Το άρθρο 4 παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

α)το σημείο i) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«οι αρμόδιες αρχές ή οι εποπτικές αρχές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των τομεακών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε ό,τι αφορά ζητήματα που σχετίζονται με τα καθήκοντα που της ανατίθενται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013·»·

β)τα σημεία iii), vi), vii) και viii) απαλείφονται.

Άρθρο 110
Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2017/2394

Στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2017/2394, προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«29. Κανονισμός (ΕΕ) xxxx του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της xxxx, σχετικά με τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.»

Άρθρο 111

Πίνακας αντιστοιχίας

Οποιαδήποτε παραπομπή στην οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 και στην οδηγία 2009/110/ΕΚ νοείται ως παραπομπή στην οδηγία (ΕΕ) (PSD3) ή στον παρόντα κανονισμό και διαβάζεται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 112

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από [OP please insert the date= 18 months after the date of entry into force of this Regulation].

Ωστόσο, τα άρθρα 50 και 57 εφαρμόζονται από [OP please insert the date= 24 months after the date of entry into force of this Regulation].

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο    Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος    Ο Πρόεδρος

(1)    Οδηγία (ΕΕ) 2015/2366, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά.
(2)    Οδηγία 2007/64/ΕΚ, της 13ης Νοεμβρίου 2007, για τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά.
(3)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα, οδηγία 2013/36/ΕΕ σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων.
(4)    Οδηγία 2009/110/ΕΚ για την ανάληψη, άσκηση και προληπτική εποπτεία της δραστηριότητας ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος.
(5)    COM(2020) 592 final της 24ης Σεπτεμβρίου 2020.
(6)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 260/2012 της 14ης Μαρτίου 2012.
(7)    COM(2022) 546 final.
(8)    Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1230, της 14ης Ιουλίου 2021, για τις διασυνοριακές πληρωμές στην Ένωση.
(9)    Κανονισμός (ΕΕ) 2015/751, της 29ης Απριλίου 2015, σχετικά με τις διατραπεζικές προμήθειες για πράξεις πληρωμών με κάρτες.
(10)    Οδηγία 98/26/ΕΚ, της 19ης Μαΐου 1998, σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων.
(11)    Κανονισμός (ΕΕ) 2023/1114, της 31ης Μαΐου 2023, για τις αγορές κρυπτοστοιχείων.
(12)    Κανονισμός (ΕΕ) 2022/2554, της 14ης Δεκεμβρίου 2022, σχετικά με την ψηφιακή επιχειρησιακή ανθεκτικότητα του χρηματοοικονομικού τομέα.
(13)    Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών είναι υπόχρεες οντότητες κατά την έννοια της νομοθεσίας της ΕΕ για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
(14)        COM(2020) 591 final της 24ης Σεπτεμβρίου 2020.
(15)        COM(2021) 32 final της 19ης Ιανουαρίου 2021.
(16)    Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών. Βλ. επίσης κατωτέρω, στην ενότητα «Θεμελιώδη δικαιώματα».
(17)    Οδηγία (ΕΕ) 2019/882, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών. Αυτό αφορά τα μέτρα για τη βελτίωση της πρόσβασης στην αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη, τα οποία έχουν σχεδιαστεί έτσι ώστε να συνάδουν με την εν λόγω οδηγία.
(18)    Πρόταση κανονισμού για εναρμονισμένους κανόνες σχετικά με τη δίκαιη πρόσβαση σε δεδομένα και τη δίκαιη χρήση τους (Πράξη για τα δεδομένα) [COM(2022) 68 final]. Η πρόταση πράξης για τα δεδομένα προβλέπει οριζόντιους κανόνες πρόσβασης και χρήσης των δεδομένων. Στο πλαίσιο αυτό και όπου απαιτείται, μπορούν να θεσπιστούν τομεακοί κανόνες πρόσβασης σε δεδομένα, μεταξύ άλλων όσον αφορά τους κανόνες για την ανοικτή τραπεζική.
(19)    Όπως κανόνες προληπτικής εποπτείας για τις τράπεζες ή κανόνες για τις αγορές κινητών αξιών.
(20)    SWD(2023) 231 final.
(21)     https://ec.europa.eu/info/law/better-regulation/have-your-say/initiatives/13331-Payment-services-review-of-EU-rules/public-consultation_el  
(22)     https://finance.ec.europa.eu/regulation-and-supervision/consultations/finance-2022-psd2-review_en  
(23)     https://ec.europa.eu/info/law/better-regulation/have-your-say/initiatives/13331-Payment-services-review-of-EU-rules_el  
(24)    EBA/Op/2022/06 της 23 Ιουνίου 2022. Στοιχεία αναφοράς της προκήρυξης FISMA/2021/OP/0002.
(25)    Διατίθενται στη διεύθυνση: https://data.europa.eu/doi/10.2874/996945 .
(26)    Η παρούσα τροπολογία πρέπει να εξεταστεί μαζί με μια στοχευμένη τροποποίηση της ΟΑΔ που περιλαμβάνεται στη συνοδευτική πρόταση οδηγίας για τις υπηρεσίες πληρωμών.
(27)    Κανονισμός (ΕΕ) 2015/751 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2015, σχετικά με τις διατραπεζικές προμήθειες για πράξεις πληρωμών με κάρτες.
(28)    Kατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2018/389 της Επιτροπής όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη και τα κοινά και ασφαλή ανοικτά πρότυπα επικοινωνίας.
(29)    Πρόταση κανονισμού για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012 [COM(2022) 546 final της 26ης Οκτωβρίου 2022].
(30)    Η ημερομηνία αυτή ευθυγραμμίζεται με την προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της συνοδευτικής οδηγίας για τις υπηρεσίες πληρωμών.
(31)    ΕΕ C της , σ .
(32)    ΕΕ C της , σ .
(33)    Οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, την τροποποίηση των οδηγιών 2002/65/ΕΚ, 2009/110/ΕΚ και 2013/36/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και την κατάργηση της οδηγίας 2007/64/ΕΚ (ΕΕ 337 της 23.12.2015, σ. 35).
(34)    COM(2020) 592 final.
(35)    Οδηγία 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για την ανάληψη, άσκηση και προληπτική εποπτεία της δραστηριότητας ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος, την τροποποίηση των οδηγιών 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2000/46/ΕΚ (ΕΕ 267 της 10.10.2009, σ. 7).
(36)    Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ 176 της 27.6.2013, σ. 338).
(37)    Οδηγία 86/653/EOK του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1986 για το συντονισμό των δικαίων των κρατών μελών όσον αφορά τους εμπορικούς αντιπροσώπους (ανεξάρτητους επαγγελματίες) (EE 382 της 31.12.1986, σ. 17).
(38)    Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, EBA/GL/2022/02.
(39)    Κανονισμός (ΕΕ) 2015/751 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2015, σχετικά με τις διατραπεζικές προμήθειες για πράξεις πληρωμών με κάρτες (ΕΕ 123 της 19.5.2015, σ. 1).
(40)    Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ 176 της 27.6.2013, σ. 338).
(41)    Οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 1998, σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων (ΕΕ 166 της 11.6.1998, σ. 45).
(42)    Κανονισμός της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΕ) αριθ. 795/2014, της 3ης Ιουλίου 2014, σχετικά με τις απαιτήσεις επίβλεψης για τα συστημικώς σημαντικά συστήματα πληρωμών (EKT/2014/28) (ΕΕ 217 της 23.7.2014, σ. 16).
(43)    Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, EBA/Op/2022/01.
(44)    ΕΕ 124 της 20.5.2003, σ. 36.
(45)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 260/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2012, σχετικά με την καθιέρωση τεχνικών απαιτήσεων και επιχειρηματικών κανόνων για τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις σε ευρώ και με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009 (ΕΕ 94 της 30.3.2012, σ. 22).
(46)    Πρόταση κανονισμού για εναρμονισμένους κανόνες σχετικά με τη δίκαιη πρόσβαση σε δεδομένα και τη δίκαιη χρήση τους (Πράξη για τα δεδομένα) [COM(2022) 68 final].
(47)    Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2018/389 της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 2017, για τη συμπλήρωση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη και τα κοινά και ασφαλή ανοικτά πρότυπα επικοινωνίας (ΕΕ 69 της 13.3.2018, σ. 23).
(48)    Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ 119 της 4.5.2016, σ. 1).
(49)    Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (ΕΕ 201 της 31.7.2002, σ. 37).
(50)    Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ 295 της 21.11.2018, σ. 39).
(51)    Οδηγία (ΕΕ) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών (ΕΕ 151 της 7.6.2019, σ. 70).
(52)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ 257 της 28.8.2014, σ. 73).
(53)    ΕΕ 177 της 4.7.2008, σ. 6.
(54)    Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ 165 της 18.6.2013, σ. 63).
(55)    Οδηγία (ΕΕ) 2020/1828 σχετικά με τις αντιπροσωπευτικές αγωγές για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ 409 της 4.12.2020, σ. 1).
(56)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ 331 της 15.12.2010, σ. 12).
(57)    Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ 345 της 27.12.2017, σ. 1).
(58)    Κανονισμός (ΕΕ) 2022/2554 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2022, σχετικά με την ψηφιακή επιχειρησιακή ανθεκτικότητα του χρηματοοικονομικού τομέα και την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθ. 648/2012, (ΕΕ) αριθ. 600/2014, (ΕΕ) αριθ. 909/2014 και (ΕΕ) 2016/1011 (ΕΕ 333 της 27.12.2022, σ. 1).
(59)    Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ 295 της 21.11.2018, σ. 39).
(60)    ΕΕ […] της […], σ. […].
(61)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ 176 της 27.6.2013, σ. 1).
(62)    Οδηγία (ΕΕ) 2018/1972 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (ΕΕ 321 της 17.12.2018, σ. 36).
(63)    Οδηγία 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των οδηγιών 78/660/EOK και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 182 της 29.6.2013, σ. 19).
(64)    Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 241/2014 της Επιτροπής, της 7ης Ιανουαρίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων για ιδρύματα (ΕΕ 74 της 14.3.2014, σ. 8).
(65)    Κανονισμός (ΕΕ) 2022/2554 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2022, σχετικά με την ψηφιακή επιχειρησιακή ανθεκτικότητα του χρηματοοικονομικού τομέα και την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθ. 648/2012, (ΕΕ) αριθ. 600/2014, (ΕΕ) αριθ. 909/2014 και (ΕΕ) 2016/1011 (ΕΕ 333 της 27.12.2022, σ. 1).
(66)    Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (οδηγία ΕΕΚΔ) (ΕΕ 165 της 18.6.2013, σ. 63).

Βρυξέλλες, 28.6.2023

COM(2023) 367 final

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

στην

πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

σχετικά με τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010

{COM(2023) 366 final} - {SEC(2023) 256 final} - {SWD(2023) 231 final} - {SWD(2023) 232 final}


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

[όπως αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 3)]

(1)Υπηρεσίες που επιτρέπουν την κατάθεση και/ή την ανάληψη χρηματικών ποσών από λογαριασμό πληρωμών.

(2)Εκτέλεση πράξεων πληρωμής, συμπεριλαμβανομένων των μεταφορών κεφαλαίων από και προς λογαριασμό πληρωμών, μεταξύ άλλων όταν τα κεφάλαια καλύπτονται από πιστωτικό όριο στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του χρήστη ή σε άλλον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.

(3)Έκδοση μέσων πληρωμών.

(4)Αποδοχή πράξεων πληρωμής.

(5)Υπηρεσίες εμβασμάτων.

(6)Υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμής.

(7)Υπηρεσίες πληροφοριών λογαριασμού.



ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ

[όπως αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 52)]

Έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος, τήρηση λογαριασμών πληρωμών που αποθηκεύουν μονάδες ηλεκτρονικού χρήματος και μεταφορά μονάδων ηλεκτρονικού χρήματος.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2015/2366

ΟΔΗΓΙΑ 2009/110/ΕΚ

ΟΔΗΓΙΑ XXX (PSD3)

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ XXX (PSR)

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Στοιχείο α)

Στοιχείο α)

Στοιχείο α)

Στοιχείο β)

Στοιχείο β)

Στοιχείο γ)

Στοιχείο γ)

Στοιχείο β)

Στοιχείο δ)

Στοιχείο γ)

Στοιχείο ε)

Στοιχείο δ)

Στοιχείο δ)

Στοιχείο στ)

Στοιχείο ε)

Στοιχείο ε)

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 3

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 3

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Στοιχείο α)

Στοιχείο α)

Στοιχείο β)

Στοιχείο β)

Στοιχείο γ)

Στοιχείο δ)

Στοιχείο γ)

Στοιχείο ε)

Στοιχείο δ)

Στοιχείο ε)

Στοιχείο στ)

Στοιχείο ζ)

Στοιχείο στ)

Στοιχείο η)

Στοιχείο ζ)

Στοιχείο θ)

Στοιχείο η)

Στοιχείο ι)

Στοιχείο θ)

Στοιχείο ια)

Άρθρο 1 παράγραφος 4

Στοιχείο ι)

Στοιχείο ιβ)

Άρθρο 1 παράγραφος 5

Στοιχείο ια)

Στοιχείο ιγ)

Στοιχείο ιβ)

Στοιχείο ιδ)

Στοιχείο ιγ)

Στοιχείο ιε)

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 4

Άρθρο 2 παράγραφος 4

Άρθρο 2 παράγραφος 5

Άρθρο 2 παράγραφος 5

Άρθρο 2 παράγραφος 6

Άρθρο 2 παράγραφος 7

Άρθρο 2 παράγραφος 8

Άρθρο 4:

Άρθρο 2:

Άρθρο 2:

Άρθρο 3:

Σημεία 1) – 3)

Σημεία 1) – 3)

Σημεία 1) – 3)

Σημείο 4)

Σημείο 4)

Σημείο 4)

Σημείο 5)

Σημείο 5)

Σημείο 5)

Σημείο 6)

Σημεία 6) και 7)

Σημείο 6)

Σημείο 8)

Σημείο 7)

Σημείο 7)

Σημείο 9)

Σημείο 8)

Σημείο 10)

Σημεία 8) – 13)

Σημεία 9) – 14)

Σημεία 11) – 16)

Σημείο 17)

Σημείο 14)

Σημείο 15)

Σημείο 18)

Σημεία 15) και 16)

Σημεία 17) και 18)

Σημεία 20) και 21)

Σημείο 17)

Σημείο 16)

Σημείο 19)

Σημεία 18) και 19)

Σημεία 19) και 20)

Σημεία 22) και 23)

Σημείο 20)

Σημείο 21)

Σημείο 24)

Σημείο 21)

Σημείο 25)

Σημείο 22)

Σημείο 22)

Σημείο 26)

Σημεία 23) και 24)

Σημεία 27) και 28)

Σημείο 29)

Σημείο 25)

Σημείο 23)

Σημείο 30)

Σημεία 26) – 30)

Σημεία 31) – 35)

Σημείο 24)

Σημείο 36)

Σημείο 31)

Σημείο 37)

Σημείο 32)

Σημείο 25)

Σημείο 38)

Σημεία 33) – 36)

Σημεία 39) – 42)

Σημείο 37)

Σημείο 26)

Σημείο 43)

Σημείο 27)

Σημεία 38) – 40)

Σημεία 28) – 30)

Σημεία 44) – 46)

Σημεία 41) και 42)

Σημείο 43)

Σημείο 47)

Σημεία 44) και 45)

Σημεία 31) και 32)

Σημεία 48) και 49)

Σημείο 46)

Σημείο 33)

Σημείο 47)

Σημείο 48)

Σημείο 1)

Σημείο 39)

Σημείο 55)

Σημείο 2)

Σημείο 34)

Σημείο 50)

Σημείο 3)

Σημείο 4)

Σημείο 35)

Σημεία 36) – 38)

Σημεία 52) – 54)

Σημείο 55)

Άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 5

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 36 παράγραφος 4

Άρθρο 5 παράγραφοι 4 και 5

Άρθρο 5 παράγραφος 6

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 5 παράγραφος 7

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 20 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 6 παράγραφος 3

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 6 παράγραφος 4

Άρθρο 4 παράγραφος 4

Άρθρο 7

Άρθρο 4

Άρθρο 5

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 6

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 7

Άρθρο 6 παράγραφος 3

Άρθρο 9 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 1, άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 3

Άρθρο 7 παράγραφος 4

Άρθρο 9 παράγραφος 3

Άρθρο 7 παράγραφος 5

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφος 2, άρθρο 8 παράγραφος 4

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 4

Άρθρο 8 παράγραφος 5

Άρθρο 5 παράγραφος 5

Άρθρο 8 παράγραφος 6

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 9 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 9 παράγραφος 3

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 4

Άρθρο 7 παράγραφος 3

Άρθρο 7 παράγραφος 4

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 13 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 3

Άρθρο 13 παράγραφος 3

Άρθρο 11 παράγραφος 4

Άρθρο 13 παράγραφος 4

Άρθρο 11 παράγραφος 5

Άρθρο 13 παράγραφος 5

Άρθρο 11 παράγραφος 6

Άρθρο 13 παράγραφος 6

Άρθρο 11 παράγραφος 7

Άρθρο 13 παράγραφος 7

Άρθρο 11 παράγραφος 8

Άρθρο 13 παράγραφος 8

Άρθρο 11 παράγραφος 9

Άρθρο 13 παράγραφος 9

Άρθρο 12

Άρθρο 14

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 16 παράγραφος 1

Άρθρο 13 παράγραφος 2

Άρθρο 16 παράγραφος 2

Άρθρο 13 παράγραφος 3

Άρθρο 16 παράγραφος 3

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 17 παράγραφος 1

Άρθρο 14 παράγραφος 2

Άρθρο 17 παράγραφος 2

Άρθρο 14 παράγραφος 3

Άρθρο 17 παράγραφος 3

Άρθρο 14 παράγραφος 4

Άρθρο 17 παράγραφος 4

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 18 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 18 παράγραφος 2

Άρθρο 15 παράγραφος 3

Άρθρο 18 παράγραφος 3

Άρθρο 15 παράγραφος 4

Άρθρο 18 παράγραφος 4

Άρθρο 15 παράγραφος 5

Άρθρο 18 παράγραφος 5

Άρθρο 18 παράγραφος 6

Άρθρο 16

Άρθρο 15

Άρθρο 17 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 17 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 17 παράγραφος 3

Άρθρο 11 παράγραφος 3

Άρθρο 17 παράγραφος 4

Άρθρο 11 παράγραφος 4

Άρθρο 18 παράγραφος 1

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Στοιχείο α)

Στοιχείο γ)

Στοιχείο α)

Στοιχείο β)

Στοιχείο β)

Στοιχείο γ)

Στοιχείο γ)

Άρθρο 18 παράγραφος 2

Άρθρο 6 παράγραφος 4

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 18 παράγραφος 3

Άρθρο 6 παράγραφος 4

Άρθρο 10 παράγραφος 3

Άρθρο 18 παράγραφος 4

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 10 παράγραφος 4

Άρθρο 18 παράγραφος 5

Άρθρο 6 παράγραφος 2, Άρθρο 6 παράγραφος 4

Άρθρο 10 παράγραφος 5

Άρθρο 6 παράγραφος 3

Άρθρο 10 παράγραφος 6

Άρθρο 18 παράγραφος 6

Άρθρο 10 παράγραφος 7

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 19 παράγραφος 2

Άρθρο 19 παράγραφος 2

Άρθρο 19 παράγραφος 3

Άρθρο 19 παράγραφος 3

Άρθρο 19 παράγραφος 4

Άρθρο 19 παράγραφος 4

Άρθρο 19 παράγραφος 5

Άρθρο 19 παράγραφος 5

Άρθρο 19 παράγραφος 6

Άρθρο 22 παράγραφος 1

Άρθρο 19 παράγραφος 7

Άρθρο 19 παράγραφος 6, άρθρο 21 παράγραφος 2

Άρθρο 19 παράγραφος 8

Άρθρο 19 παράγραφος 7, άρθρο 22 παράγραφος 2

Άρθρο 20 παράγραφος 1

Άρθρο 23 παράγραφος 1

Άρθρο 20 παράγραφος 2

Άρθρο 23 παράγραφος 2

Άρθρο 21

Άρθρο 12

Άρθρο 22 παράγραφος 1

Άρθρο 24 παράγραφος 1

Άρθρο 22 παράγραφος 2

Άρθρο 24 παράγραφος 2

Άρθρο 22 παράγραφος 3

Άρθρο 24 παράγραφος 3

Άρθρο 22 παράγραφος 4

Άρθρο 24 παράγραφος 4

Άρθρο 22 παράγραφος 5

Άρθρο 24 παράγραφος 5

Άρθρο 23 παράγραφος 1

Άρθρο 25 παράγραφος 1

Στοιχείο α)

Στοιχείο α)

Στοιχείο β)

Στοιχείο β)

Στοιχείο γ)

Στοιχείο γ)

Στοιχείο δ)

Άρθρο 25 παράγραφος 2

Άρθρο 23 παράγραφος 2

Άρθρο 25 παράγραφος 3

Άρθρο 23 παράγραφος 3

Άρθρο 25 παράγραφος 4

Άρθρο 24 παράγραφος 1

Άρθρο 26 παράγραφος 1

Άρθρο 24 παράγραφος 2

Άρθρο 26 παράγραφος 2

Άρθρο 24 παράγραφος 3

Άρθρο 26 παράγραφος 3

Άρθρο 25 παράγραφος 1

Άρθρο 27 παράγραφος 1

Άρθρο 25 παράγραφος 2

Άρθρο 27 παράγραφος 2

Άρθρο 26 παράγραφος 1

Άρθρο 28 παράγραφος 1

Άρθρο 26 παράγραφος 2

Άρθρο 28 παράγραφος 2

Άρθρο 27 παράγραφος 1

Άρθρο 29 παράγραφος 1

Άρθρο 27 παράγραφος 2

Άρθρο 29 παράγραφος 2

Άρθρο 28 παράγραφος 1

Άρθρο 30 παράγραφος 1

Άρθρο 28 παράγραφος 2

Άρθρο 30 παράγραφος 2

Άρθρο 28 παράγραφος 3

Άρθρο 30 παράγραφος 3

Άρθρο 28 παράγραφος 4

Άρθρο 30 παράγραφος 4

Άρθρο 28 παράγραφος 5

Άρθρο 30 παράγραφος 5

Άρθρο 29 παράγραφος 1

Άρθρο 31 παράγραφος 1

Άρθρο 29 παράγραφος 2

Άρθρο 31 παράγραφος 2

Άρθρο 29 παράγραφος 3

Άρθρο 31 παράγραφος 3

Άρθρο 29 παράγραφος 4

Άρθρο 31 παράγραφος 4

Άρθρο 29 παράγραφος 5

Άρθρο 31 παράγραφος 5

Άρθρο 29 παράγραφος 6

Άρθρο 31 παράγραφος 6

Άρθρο 30 παράγραφος 1

Άρθρο 32 παράγραφος 1

Άρθρο 30 παράγραφος 2

Άρθρο 32 παράγραφος 2

Άρθρο 30 παράγραφος 3

Άρθρο 32 παράγραφος 3

Άρθρο 30 παράγραφος 4

Άρθρο 32 παράγραφος 4

Άρθρο 31 παράγραφος 1

Άρθρο 33 παράγραφος 1

Άρθρο 31 παράγραφος 2

Άρθρο 33 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 32 παράγραφος 1

Άρθρο 9 παράγραφος 1

Άρθρο 34 παράγραφος 1

Στοιχείο α)

Στοιχείο α)

Στοιχείο α)

Στοιχείο β)

Στοιχείο β)

Στοιχείο β)

Στοιχείο γ)

Άρθρο 32 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 34 παράγραφος 2

Άρθρο 32 παράγραφος 3

Άρθρο 9 παράγραφος 3

Άρθρο 34 παράγραφος 3

Άρθρο 32 παράγραφος 4

Άρθρο 9 παράγραφος 4

Άρθρο 34 παράγραφος 4

Άρθρο 32 παράγραφος 5

Άρθρο 9 παράγραφος 5, άρθρο 9 παράγραφος 6, άρθρο 9 παράγραφος 7

Άρθρο 34 παράγραφος 5

Άρθρο 32 παράγραφος 6

Άρθρο 9 παράγραφος 8

Άρθρο 34 παράγραφος 6

Άρθρο 33 παράγραφος 1

Άρθρο 36 παράγραφος 1

Άρθρο 33 παράγραφος 2

Άρθρο 36 παράγραφος 2

Άρθρο 47 παράγραφος 2

Άρθρο 34

Άρθρο 9 παράγραφος 9

Άρθρο 35

Άρθρο 37 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 38 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 10

Άρθρο 45 παράγραφοι 2 και 4

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 30 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 30 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 3

Άρθρο 30 παράγραφος 3

Άρθρο 11 παράγραφος 4

Άρθρο 30 παράγραφος 4

Άρθρο 11 παράγραφος 5

Άρθρο 30 παράγραφος 5

Άρθρο 11 παράγραφος 6

Άρθρο 30 παράγραφος 6

Άρθρο 11 παράγραφος 7

Άρθρο 30 παράγραφος 7

Άρθρο 12

Άρθρο 30 παράγραφος 8

Άρθρο 13

Κεφάλαιο 8 του τίτλου IV

Άρθρο 35 παράγραφος 1

Άρθρο 31 παράγραφος 1, άρθρο 31 παράγραφος 5

Άρθρο 31 παράγραφος 2

Άρθρο 35 παράγραφος 2

Άρθρο 31 παράγραφος 3, άρθρο 31 παράγραφος 4, άρθρο 31 παράγραφος 6

Άρθρο 31 παράγραφος 7

Άρθρο 36

Άρθρο 32 παράγραφοι 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7

Άρθρο 37 παράγραφος 1

Άρθρο 37 παράγραφος 2

Άρθρο 39 παράγραφος 1

Άρθρο 37 παράγραφος 3

Άρθρο 39 παράγραφος 2

Άρθρο 37 παράγραφος 4

Άρθρο 39 παράγραφος 3

Άρθρο 37 παράγραφος 5

Άρθρο 39 παράγραφος 4

Άρθρο 38 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 38 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 38 παράγραφος 3

Άρθρο 39

Άρθρο 7

Άρθρο 40 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 40 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 40 παράγραφος 3

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 41

Άρθρο 9

Άρθρο 42 παράγραφος 1

Άρθρο 10

Άρθρο 42 παράγραφος 2

Άρθρο 43 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 43 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 44 παράγραφος 1

Άρθρο 12 παράγραφος 1

Άρθρο 44 παράγραφος 2

Άρθρο 12 παράγραφος 2

Άρθρο 44 παράγραφος 3

Άρθρο 12 παράγραφος 3

Άρθρο 45

Άρθρο 13

Σημείο 1)

Σημείο 1)

Στοιχείο α)

Στοιχείο α)

Στοιχείο β)

Στοιχείο β)

Στοιχείο γ)

Στοιχείο γ)

Στοιχείο δ)

Στοιχείο δ)

Στοιχείο ε)

Στοιχεία στ), ζ)

Σημείο 2)

Σημείο 2)

Στοιχείο α)

Στοιχείο α)

Στοιχείο β)

Στοιχείο β)

Άρθρο 45 παράγραφος 3

Άρθρο 13 παράγραφος 3

Άρθρο 46

Άρθρο 14

Άρθρο 47

Άρθρο 15

Άρθρο 48

Άρθρο 16

Άρθρο 49

Άρθρο 17

Άρθρο 50

Άρθρο 18

Άρθρο 51 παράγραφος 1

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 51 παράγραφος 2

Άρθρο 19 παράγραφος 2

Άρθρο 51 παράγραφος 3

Άρθρο 19 παράγραφος 3

Άρθρο 52

Άρθρο 20

Σημείο 1)

Στοιχείο α)

Στοιχείο α)

Σημείο i)

Στοιχείο β)

Σημείο ii)

Σημείο 2)

Στοιχείο β)

Στοιχείο α)

Σημείο i)

Στοιχείο β)

Σημείο ii)

Στοιχείο γ)

Σημείο iii)

Στοιχείο δ)

Σημείο iv)

Στοιχείο ε)

Σημείο v)

Σημείο vi)

Στοιχείο στ)

Σημείο vii)

Στοιχείο ζ)

Σημείο viii)

Σημείο 3)

Στοιχείο γ)

Στοιχείο α)

Σημείο i)

Σημείο ii) 1), 2), 3), 4)

Στοιχείο β)

Σημείο iii)

Στοιχείο γ)

Σημείο iv)

Σημείο v)

Σημείο 4)

Στοιχείο δ)

Στοιχείο α)

Σημείο i)

Στοιχείο β)

Σημείο ii)

Στοιχείο γ)

Σημείο iii)

Στοιχείο δ)

Σημείο iv)

Σημείο 5)

Στοιχείο ε)

Στοιχείο α)

Σημείο i)

Στοιχείο β)

Σημείο ii)

Στοιχείο γ)

Σημείο iii)

Στοιχείο δ)

Σημείο iv)

Στοιχείο ε)

Σημεία v) και vi)

Στοιχείο στ)

Σημείο vii)

Στοιχείο ζ)

Σημείο viii)

Σημείο 6)

Στοιχείο στ)

Στοιχείο α)

Σημείο i)

Στοιχείο β)

Σημείο ii)

Στοιχείο γ)

Σημείο iii)

Σημείο 7)

Στοιχείο ζ)

Στοιχείο α)

Σημείο i)

Στοιχείο β)

Σημείο ii)

Άρθρο 53

Άρθρο 21

Άρθρο 54 παράγραφος 1

Άρθρο 22 παράγραφος 1

Άρθρο 22 παράγραφος 2

Άρθρο 54 παράγραφος 2

Άρθρο 22 παράγραφος 3

Άρθρο 54 παράγραφος 3

Άρθρο 22 παράγραφος 4

Άρθρο 55 παράγραφος 1

Άρθρο 23 παράγραφος 1

Άρθρο 55 παράγραφος 2

Άρθρο 23 παράγραφος 2

Άρθρο 55 παράγραφος 3

Άρθρο 23 παράγραφος 3

Άρθρο 55 παράγραφος 4

Άρθρο 23 παράγραφος 4

Άρθρο 55 παράγραφος 5

Άρθρο 23 παράγραφος 5

Άρθρο 55 παράγραφος 6

Άρθρο 23 παράγραφος 6

Άρθρο 56

Άρθρο 24

Άρθρο 57 παράγραφος 1

Άρθρο 25 παράγραφος 1

Άρθρο 57 παράγραφος 2

Άρθρο 25 παράγραφος 2

Άρθρο 57 παράγραφος 3

Άρθρο 25 παράγραφος 3

Άρθρο 58 παράγραφος 1

Άρθρο 26 παράγραφος 1

Άρθρο 58 παράγραφος 2

Άρθρο 26 παράγραφος 2

Άρθρο 58 παράγραφος 3

Άρθρο 26 παράγραφος 3

Άρθρο 59 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 59 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 60 παράγραφος 1

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 60 παράγραφος 2

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 60 παράγραφος 3

Άρθρο 6 παράγραφος 3

Άρθρο 61 παράγραφος 1

Άρθρο 27 παράγραφος 1

Άρθρο 61 παράγραφος 2

Άρθρο 27 παράγραφος 2

Άρθρο 61 παράγραφος 3

Άρθρο 27 παράγραφος 3

Άρθρο 61 παράγραφος 4

Άρθρο 62 παράγραφος 1

Άρθρο 28 παράγραφος 1

Άρθρο 62 παράγραφος 2

Άρθρο 28 παράγραφος 2

Άρθρο 62 παράγραφος 3

Άρθρο 28 παράγραφος 5

Άρθρο 62 παράγραφος 4

Άρθρο 28 παράγραφος 3

Άρθρο 62 παράγραφος 5

Άρθρο 28 παράγραφος 4

Άρθρο 63 παράγραφος 1

Άρθρο 29 παράγραφος 1

Άρθρο 63 παράγραφος 2

Άρθρο 63 παράγραφος 3

Άρθρο 29 παράγραφος 2

Άρθρο 29 παράγραφος 3

Άρθρο 64 παράγραφος 1

Άρθρο 49 παράγραφος 1

Άρθρο 49 παράγραφος 2

Άρθρο 64 παράγραφος 2

Άρθρο 49 παράγραφος 3, άρθρο 49 παράγραφος 5

Άρθρο 49 παράγραφος 4

Άρθρο 64 παράγραφος 3

Άρθρο 49 παράγραφος 7

Άρθρο 64 παράγραφος 4

Άρθρο 49 παράγραφος 6

Άρθρο 65 παράγραφος 1

Άρθρο 65 παράγραφος 2

Άρθρο 65 παράγραφος 3

Άρθρο 65 παράγραφος 4

Άρθρο 65 παράγραφος 5

Άρθρο 65 παράγραφος 6

Άρθρο 66 παράγραφος 1

Άρθρο 33 παράγραφος 1

Άρθρο 66 παράγραφοι 2 και 4

Άρθρο 40

Άρθρο 66 παράγραφος 3

Άρθρο 46 παράγραφος 2

Άρθρο 66 παράγραφος 5

Άρθρο 34 παράγραφος 1, άρθρο 34 παράγραφος 2

Άρθρο 67 παράγραφος 1

Άρθρο 33 παράγραφος 2

Άρθρο 67 παράγραφος 2

Άρθρο 47 παράγραφος 1

Άρθρο 67 παράγραφος 3

Άρθρο 41 παράγραφος 1

Άρθρο 67 παράγραφος 4

Άρθρο 34 παράγραφος 1, άρθρο 34 παράγραφος 2

Άρθρα 35-39

Άρθρο 68 παράγραφος 1

Άρθρο 51 παράγραφος 1

Άρθρο 68 παράγραφος 2

Άρθρο 51 παράγραφος 2

Άρθρο 68 παράγραφος 3

Άρθρο 51 παράγραφος 3

Άρθρο 68 παράγραφος 4

Άρθρο 51 παράγραφος 4

Άρθρο 68 παράγραφος 5

Άρθρο 42 παράγραφος 1

Άρθρο 68 παράγραφος 6

Άρθρο 42 παράγραφος 2

Άρθρο 43 παράγραφοι 1, 2, 3, 4

Άρθρο 44 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 45 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 46 παράγραφος 1

Άρθρο 47 παράγραφος 2

Άρθρο 48 παράγραφοι 1, 2, 3, 4, 5

Άρθρο 50 παράγραφοι 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9

Άρθρο 69 παράγραφος 1, άρθρο 69 παράγραφος 2

Άρθρο 52

Άρθρο 70 παράγραφος 1

Άρθρο 53 παράγραφος 1

Άρθρο 70 παράγραφος 2

Άρθρο 53 παράγραφος 2

Άρθρο 71 παράγραφος 1

Άρθρο 54 παράγραφος 1

Άρθρο 71 παράγραφος 2

Άρθρο 54 παράγραφος 2

Άρθρο 72 παράγραφος 1

Άρθρο 55 παράγραφος 1

Άρθρο 72 παράγραφος 2

Άρθρο 55 παράγραφος 2

Άρθρο 73 παράγραφος 1

Άρθρο 56 παράγραφος 1, άρθρο 56 παράγραφος 3

Άρθρο 56 παράγραφος 2

Άρθρο 73 παράγραφος 2

Άρθρο 56 παράγραφος 4

Άρθρο 73 παράγραφος 3

Άρθρο 56 παράγραφος 5

Άρθρο 57 παράγραφοι 1, 2, 3, 4, 5, 6

Άρθρο 58

Άρθρο 59 παράγραφοι 1, 2, 3, 4, 5

Άρθρο 74 παράγραφος 1

Άρθρο 60 παράγραφος 1

Άρθρο 74 παράγραφος 2

Άρθρο 60 παράγραφος 2

Άρθρο 60 παράγραφος 3

Άρθρο 74 παράγραφος 3

Άρθρο 60 παράγραφος 4

Άρθρο 75 παράγραφος 1

Άρθρο 61 παράγραφος 1

Άρθρο 61 παράγραφος 2

Άρθρο 75 παράγραφος 2

Άρθρο 61 παράγραφος 3

Άρθρο 61 παράγραφος 4

Άρθρο 76 παράγραφος 1

Άρθρο 62 παράγραφος 1

Άρθρο 76 παράγραφος 2

Άρθρο 62 παράγραφος 2

Άρθρο 76 παράγραφος 3

Άρθρο 62 παράγραφος 3

Άρθρο 76 παράγραφος 4

Άρθρο 62 παράγραφος 4

Άρθρο 77 παράγραφος 1

Άρθρο 63 παράγραφος 1

Άρθρο 77 παράγραφος 2

Άρθρο 63 παράγραφος 2

Άρθρο 78 παράγραφος 1

Άρθρο 64 παράγραφος 1

Άρθρο 78 παράγραφος 2

Άρθρο 64 παράγραφος 2

Άρθρο 66 παράγραφος 3

Άρθρο 79 παράγραφος 1

Άρθρο 65 παράγραφος 1

Άρθρο 79 παράγραφος 2

Άρθρο 65 παράγραφος 2

Άρθρο 79 παράγραφος 3

Άρθρο 65 παράγραφος 3

Άρθρο 80 παράγραφος 1

Άρθρο 66 παράγραφος 1

Άρθρο 80 παράγραφος 2

Άρθρο 66 παράγραφος 2

Άρθρο 80 παράγραφος 3

Άρθρο 66 παράγραφος 3

Άρθρο 80 παράγραφος 4

Άρθρο 66 παράγραφος 4

Άρθρο 80 παράγραφος 5

Άρθρο 66 παράγραφος 5

Άρθρο 81 παράγραφος 1

Άρθρο 67 παράγραφος 1

Άρθρο 81 παράγραφος 2

Άρθρο 67 παράγραφος 2

Άρθρο 81 παράγραφος 3

Άρθρο 67 παράγραφος 3

Άρθρο 82 παράγραφος 1

Άρθρο 68 παράγραφος 1

Άρθρο 82 παράγραφος 2

Άρθρο 68 παράγραφος 2

Άρθρο 83 παράγραφος 1

Άρθρο 69 παράγραφος 1

Άρθρο 83 παράγραφος 2

Άρθρο 69 παράγραφος 2

Άρθρο 83 παράγραφος 3

Άρθρο 69 παράγραφος 3

Άρθρο 84

Άρθρο 70

Άρθρο 85

Άρθρο 71

Άρθρο 86

Άρθρο 72

Άρθρο 87 παράγραφος 1

Άρθρο 73 παράγραφος 1

Άρθρο 87 παράγραφος 2

Άρθρο 73 παράγραφος 2

Άρθρο 87 παράγραφος 3

Άρθρο 73 παράγραφος 3

Άρθρο 88 παράγραφος 1

Άρθρο 74 παράγραφος 1

Άρθρο 88 παράγραφος 2

Άρθρο 74 παράγραφος 2

Άρθρο 88 παράγραφος 3

Άρθρο 74 παράγραφος 3

Άρθρο 88 παράγραφος 4

Άρθρο 74 παράγραφος 4

Άρθρο 88 παράγραφος 5

Άρθρο 74 παράγραφος 5

Άρθρο 74 παράγραφος 6

Άρθρο 89 παράγραφος 1

Άρθρο 75 παράγραφος 1

Άρθρο 89 παράγραφος 2

Άρθρο 75 παράγραφος 2

Άρθρο 89 παράγραφος 3

Άρθρο 75 παράγραφος 3

Άρθρο 90 παράγραφος 1

Άρθρο 76 παράγραφος 1

Άρθρο 90 παράγραφος 2

Άρθρο 76 παράγραφος 2

Άρθρο 91

Άρθρο 77

Άρθρο 92 παράγραφος 1

Άρθρο 78 παράγραφος 1

Άρθρο 92 παράγραφος 2

Άρθρο 78 παράγραφος 2

Άρθρο 93

Άρθρο 79

Άρθρο 94

Άρθρο 80

Άρθρο 95 παράγραφος 1

Άρθρο 81 παράγραφος 1

Άρθρο 95 παράγραφος 2

Άρθρο 95 παράγραφος 3

Άρθρο 95 παράγραφος 4

Άρθρο 95 παράγραφος 5

Άρθρο 81 παράγραφος 2

Άρθρο 96 παράγραφος 1

Άρθρο 96 παράγραφος 2

Άρθρο 96 παράγραφος 3

Άρθρο 96 παράγραφος 4

Άρθρο 96 παράγραφος 5

Άρθρο 96 παράγραφος 6

Άρθρο 82

Άρθρο 83 παράγραφοι 1, 2, 3, 4, 5, 6

Άρθρο 84 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 97 παράγραφος 1

Άρθρο 85 παράγραφος 1

Άρθρο 85 παράγραφοι 2-7

Άρθρο 97 παράγραφος 2

Άρθρο 85 παράγραφος 8, άρθρο 85 παράγραφος 9

Άρθρο 97 παράγραφος 3

Άρθρο 85 παράγραφος 10

Άρθρο 97 παράγραφος 4

Άρθρο 86 παράγραφος 1

Άρθρο 97 παράγραφος 5

Άρθρο 86 παράγραφος 2

Άρθρο 86 παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 87

Άρθρο 88 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 98 παράγραφος 1

Άρθρο 89 παράγραφος 1

Στοιχείο α)

Στοιχείο α)

Στοιχείο β)

Στοιχείο β)

Στοιχείο γ)

Στοιχείο γ)

Στοιχείο δ)

Στοιχείο δ)

Στοιχείο ε)

Στοιχείο στ)

Στοιχείο ζ)

Άρθρο 98 παράγραφοι 2 και 4

Άρθρο 89 παράγραφος 2

Άρθρο 98 παράγραφος 3

Άρθρο 85 παράγραφος 11

Άρθρο 98 παράγραφος 5

Άρθρο 89 παράγραφος 3

Άρθρο 99 παράγραφος 1

Άρθρο 90 παράγραφος 1

Άρθρο 99 παράγραφος 2

Άρθρο 90 παράγραφος 2

Άρθρο 100 παράγραφος 1

Άρθρο 91 παράγραφος 2

Άρθρο 100 παράγραφος 2

Άρθρο 91 παράγραφος 3

Άρθρο 100 παράγραφος 3

Άρθρο 91 παράγραφος 1

Άρθρο 100 παράγραφοι 4 και 5

Άρθρο 91 παράγραφοι 4 και 5

Άρθρο 100 παράγραφος 6

Άρθρο 91 παράγραφος 6

Άρθρο 92

Άρθρο 93 παράγραφοι 1, 2, 3, 4

Άρθρο 101 παράγραφος 1

Άρθρο 94 παράγραφος 1

Άρθρο 101 παράγραφος 2

Άρθρο 94 παράγραφος 2

Άρθρο 101 παράγραφος 3

Άρθρο 94 παράγραφος 3

Άρθρο 101 παράγραφος 4

Άρθρο 94 παράγραφος 4

Άρθρο 102 παράγραφος 1

Άρθρο 95 παράγραφος 1

Άρθρο 102 παράγραφος 2

Άρθρο 95 παράγραφος 2

Άρθρο 103 παράγραφος 1

Άρθρο 96 παράγραφος 1

Άρθρο 96 παράγραφοι 2, 3 και 4

Άρθρο 103 παράγραφος 2

Άρθρο 101 παράγραφοι 1, 2, 3, 4

Άρθρο 97 παράγραφοι 1, 2, 3, 4

Άρθρο 98 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 99 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 100 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρα 102-104

Άρθρο 104

Άρθρο 40

Άρθρο 105

Άρθρο 105 παράγραφος 1

Άρθρο 41 παράγραφος 1

Άρθρο 106 παράγραφος 1

Άρθρο 105 παράγραφος 2

Άρθρο 41 παράγραφος 2

Άρθρο 106 παράγραφος 2

Άρθρο 105 παράγραφος 3

Άρθρο 41 παράγραφος 3

Άρθρο 106 παράγραφος 3

Άρθρο 106 παράγραφος 4

Άρθρο 105 παράγραφος 4

Άρθρο 41 παράγραφος 4

Άρθρο 106 παράγραφος 5

Άρθρο 105 παράγραφος 5

Άρθρο 41 παράγραφος 5

Άρθρο 106 παράγραφος 6

Άρθρο 106

Άρθρο 14 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 15 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 107 παράγραφος 1

Άρθρο 16 παράγραφος 1

Άρθρο 42 παράγραφος 1

Άρθρο 107 παράγραφος 2

Άρθρο 42 παράγραφος 2

Άρθρο 107 παράγραφος 3

Άρθρο 16 παράγραφος 2

Άρθρο 42 παράγραφος 3

Άρθρο 107

Άρθρο 108

Άρθρο 17

Άρθρο 43

Άρθρο 108

Άρθρο 109 παράγραφος 1

Άρθρο 44 παράγραφος 1

Άρθρο 109 παράγραφος 2

Άρθρο 44 παράγραφος 2

Άρθρο 109 παράγραφος 3

Άρθρο 44 παράγραφος 3

Άρθρο 109 παράγραφος 4

Άρθρο 44 παράγραφος 4

Άρθρο 109 παράγραφος 5

Άρθρο 18 παράγραφος 1

Άρθρο 45 παράγραφος 1, άρθρο 45 παράγραφος 2

Άρθρο 18 παράγραφος 2

Άρθρο 45 παράγραφος 3

Άρθρο 18 παράγραφος 3

Άρθρο 45 παράγραφος 4

Άρθρο 18 παράγραφος 4

Άρθρο 114

Άρθρο 21

Άρθρο 48

Άρθρο 115 παράγραφος 1

Άρθρο 22 παράγραφος 1

Άρθρο 49 παράγραφος 1

Άρθρο 115 παράγραφος 2

Άρθρο 49 παράγραφος 2

Άρθρο 115 παράγραφος 3

Άρθρο 22 παράγραφος 2

Άρθρο 49 παράγραφος 3

Άρθρο 115 παράγραφος 4

Άρθρο 115 παράγραφος 5

Άρθρο 115 παράγραφος 6

Άρθρο 116

Άρθρο 23

Άρθρο 50

Άρθρο 112

Άρθρο 117

Άρθρο 24

Άρθρο 51

Παράρτημα I

Παράρτημα I

Παράρτημα I

Παράρτημα II

Παράρτημα II

Παράρτημα II

Παράρτημα III

Παράρτημα III