9.6.2022   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 225/6


Συνοπτική παρουσίαση της γνωμοδότησης του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων όσον αφορά την πρόταση κανονισμού σχετικά με την αυτοματοποιημένη ανταλλαγή δεδομένων για την αστυνομική συνεργασία («Prüm II»)

[Το πλήρες κείμενο της παρούσας γνωμοδότησης είναι διαθέσιμο στην αγγλική, γαλλική και γερμανική γλώσσα στον διαδικτυακό τόπο του ΕΕΠΔ www.edps.europa.eu]

(2022/C 225/04)

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε στις 8 Δεκεμβρίου 2021 πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την αυτοματοποιημένη ανταλλαγή δεδομένων για την αστυνομική συνεργασία («Prüm II»), την τροποποίηση των αποφάσεων 2008/615/ΔΕΥ και 2008/616/ΔΕΥ του Συμβουλίου και των κανονισμών (ΕΕ) 2018/1726, 2019/817 και 2019/818 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (τις αποκαλούμενες «αποφάσεις Prüm»). Η πρόταση αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης δέσμης νομοθετικών μέτρων, η οποία αναφέρεται ως «Κώδικας αστυνομικής συνεργασίας της ΕΕ», περιλαμβάνει δε και πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών (η οποία αποτελεί αντικείμενο χωριστής γνωμοδότησης του ΕΕΠΔ), καθώς και πρόταση σύστασης του Συμβουλίου σχετικά με την επιχειρησιακή αστυνομική συνεργασία.

Ο στόχος της πρότασης είναι να ενισχύσει τη συνεργασία στον τομέα της επιβολής του νόμου και, ειδικότερα, την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών που είναι υπεύθυνες για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, ορίζοντας τους όρους και τις διαδικασίες για την αυτοματοποιημένη αναζήτηση προφίλ DNA, δεδομένων σχετικών με δακτυλικά αποτυπώματα, εικόνων προσώπου, αστυνομικών αρχείων και συγκεκριμένων δεδομένων σχετικών με άδειες κυκλοφορίας οχημάτων, καθώς και την ανταλλαγή βασικών δεδομένων κατόπιν αντιστοιχίας.

Μολονότι ο ΕΕΠΔ κατανοεί την ανάγκη να διαθέτουν οι αρχές επιβολής του νόμου τα βέλτιστα δυνατά νομικά και τεχνικά μέσα για την εξακρίβωση, τη διερεύνηση και την πρόληψη αξιόποινων πράξεων, επισημαίνει ότι το νέο πλαίσιο Prüm δεν καθορίζει σαφώς τα βασικά στοιχεία της ανταλλαγής δεδομένων, όπως είναι τα είδη αξιόποινων πράξεων, τα οποία ενδεχομένως δικαιολογούν την υποβολή αιτήματος, ενώ δεν αποσαφηνίζει τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που θίγονται από την αυτοματοποιημένη ανταλλαγή δεδομένων, π.χ., εάν οι βάσεις δεδομένων επί των οποίων χωρεί η υποβολή σχετικού αιτήματος περιέχουν δεδομένα μόνον υπόπτων ή/και καταδικασθέντων, ή και δεδομένα άλλων υποκειμένων, όπως είναι τα θύματα ή οι μάρτυρες.

Ο ΕΕΠΔ φρονεί ειδικότερα ότι η αυτοματοποιημένη αναζήτηση προφίλ DNA και εικόνων προσώπου θα πρέπει να είναι δυνατή μόνο στο πλαίσιο μεμονωμένων ερευνών για σοβαρά εγκλήματα, και όχι για κάθε αξιόποινη πράξη, όπως προβλέπεται στην πρόταση. Επιπλέον, ο ΕΕΠΔ θεωρεί αναγκαίο να θεσπισθούν στην πρόταση κοινές απαιτήσεις και προϋποθέσεις σχετικά με τα δεδομένα των εθνικών βάσεων δεδομένων στα οποία επιτρέπεται η πρόσβαση μέσω αυτοματοποιημένων αναζητήσεων, λαμβανομένης υπόψη της υποχρέωσης διάκρισης μεταξύ των διάφορων κατηγοριών υποκειμένων των δεδομένων (ήτοι των καταδικασθέντων εγκληματιών, των υπόπτων, των θυμάτων, κ.λπ.) βάσει του άρθρου 6 της οδηγίας 680/2016 για την επιβολή του νόμου.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει επίσης τον προβληματισμό του σχετικά με τις επιπτώσεις της προτεινόμενης αυτοματοποιημένης αναζήτησης και ανταλλαγής αστυνομικών αρχείων στα θεμελιώδη δικαιώματα των θιγομένων προσώπων. Φρονεί ότι δεν έχει αποδειχθεί επαρκώς η αναγκαιότητα της προτεινόμενης αυτοματοποιημένης αναζήτησης και ανταλλαγής δεδομένων των αστυνομικών αρχείων. Εάν, παρ’ όλα αυτά, το μέτρο αυτό εγκριθεί, ακόμη και σε προαιρετική βάση, κρίνεται απαραίτητη η θέσπιση πρόσθετων ισχυρών εγγυήσεων συμμόρφωσης προς την αρχή της αναλογικότητας. Ειδικότερα, δεδομένων των προκλήσεων που αφορούν την ποιότητα των δεδομένων, ο μελλοντικός κανονισμός θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να καθορίζει ρητά τα είδη ή/και τη σοβαρότητα των αξιόποινων πράξεων για τις οποίες δικαιολογείται η υποβολή αυτοματοποιημένου αιτήματος στα εθνικά αστυνομικά αρχεία.

Όσον αφορά τη συμπερίληψη της Ευρωπόλ στο πλαίσιο Prüm, ο ΕΕΠΔ θεωρεί ότι τα σχόλια και οι συστάσεις του στη γνωμοδότηση 4/2021 σχετικά με την πρόταση τροποποίησης του κανονισμού για την Ευρωπόλ εξακολουθούν να ισχύουν πλήρως στο πλαίσιο της συνεργασίας Prüm, ιδίως δε τα σχόλια και οι συστάσεις που αφορούν τις αποκαλούμενες «προκλήσεις που παρουσιάζουν τα μαζικά δεδομένα», ήτοι η επεξεργασία μεγάλων και πολύπλοκων συνόλων δεδομένων από τον Οργανισμό. Ο ΕΕΠΔ κρίνει σκόπιμο να υπενθυμίσει δύο από τα βασικά μηνύματα της γνωμοδότησης για την Ευρωπόλ: οι ισχυρότερες εξουσίες πρέπει πάντοτε να τελούν υπό ισχυρότερη εποπτεία και –εξίσου σημαντικό– οι τυχόν ισχύουσες εξαιρέσεις υπό τη μορφή παρεκκλίσεων δεν θα πρέπει να καταστούν ο κανόνας.

Η πρόταση προβλέπει μια σύνθετη αρχιτεκτονική για την αυτοματοποιημένη αναζήτηση και ανταλλαγή των δεδομένων στο πλαίσιο Prüm με τρεις ξεχωριστές τεχνικές λύσεις, οι οποίες αναπτύχθηκαν και συντηρούνται από τρεις διαφορετικές οντότητες. Ο ΕΕΠΔ φρονεί ότι η πρόταση θα πρέπει να αποσαφηνίσει περισσότερο το ζήτημα της ευθύνης για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως όσον αφορά το ευρωπαϊκό σύστημα πληροφοριών για οχήματα και άδειες οδήγησης (EUCARIS), το οποίο δεν βασίζεται στο δίκαιο της Ένωσης και έχει διακυβερνητικό χαρακτήρα. Περαιτέρω, ο ΕΕΠΔ θεωρεί ότι, δεδομένης της κλίμακας και της ευαισθησίας της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το προτεινόμενο μοντέλο οριζόντιας διακυβέρνησης του πλαισίου Prüm δεν είναι κατάλληλο και χρήζει περαιτέρω ενίσχυσης, π.χ. μέσω της ανάθεσης του κεντρικού συντονισμού σε κάποια οντότητα της ΕΕ, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Επιπλέον, για λόγους ασφάλειας δικαίου, ο ΕΕΠΔ φρονεί ότι χρήζει ρητής διευκρίνισης η σχέση μεταξύ των κανόνων περί προστασίας δεδομένων που περιέχονται στην πρόταση και του ισχύοντος νομικού πλαισίου της ΕΕ, ειδικότερα της οδηγίας για την επιβολή του νόμου και του κανονισμού (ΕΕ) 1725/2018 για τους εκπροσώπους των αρχών προστασίας δεδομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η γνωμοδότηση επίσης αναλύει και διατυπώνει συστάσεις για μια σειρά από άλλα ειδικά ζητήματα, όπως είναι η σύνδεση του πλαισίου Prüm με το πλαίσιο διαλειτουργικότητας, η διαβίβαση δεδομένων σε τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς, ή η εποπτεία των δραστηριοτήτων επεξεργασίας για τους σκοπούς της συνεργασίας Prüm.

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΉ ΚΑΙ ΠΛΑΊΣΙΟ

1.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε στις 8 Δεκεμβρίου 2021 πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την αυτοματοποιημένη ανταλλαγή δεδομένων για την αστυνομική συνεργασία («Prüm II»), την τροποποίηση των αποφάσεων 2008/615/ΔΕΥ και 2008/616/ΔΕΥ του Συμβουλίου και των κανονισμών (ΕΕ) 2018/1726, 2019/817 και 2019/818 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (τις αποκαλούμενες «αποφάσεις Prüm») (1).

2.

Η πρόταση αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης δέσμης νομοθετικών μέτρων, η οποία αναφέρεται ως «Κώδικας αστυνομικής συνεργασίας της ΕΕ» και περιλαμβάνει επίσης:

μια πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών και την κατάργηση της απόφασης-πλαισίου 2006/960/ΔΕΥ του Συμβουλίου (2), και

μια πρόταση σύστασης του Συμβουλίου σχετικά με την επιχειρησιακή αστυνομική συνεργασία (3).

3.

Ο στόχος του κώδικα αστυνομικής συνεργασίας της ΕΕ, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, είναι η ενίσχυση της συνεργασίας των κρατών μελών στον τομέα της επιβολής του νόμου και, ειδικότερα, της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών (4). Στο πλαίσιο αυτό, η πρόταση ορίζει τους όρους και τις διαδικασίες για την αυτοματοποιημένη αναζήτηση προφίλ DNA, δεδομένων σχετικών με δακτυλικά αποτυπώματα, εικόνων προσώπου, αστυνομικών αρχείων και συγκεκριμένων δεδομένων σχετικών με άδειες κυκλοφορίας οχημάτων, καθώς και την ανταλλαγή βασικών δεδομένων κατόπιν αντιστοιχίας μεταξύ των αρχών που είναι αρμόδιες για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων.

4.

Η πρόταση, όπως άλλωστε και ο κώδικας αστυνομικής συνεργασίας της ΕΕ γενικότερα, συνδέεται με στόχους πολιτικής διάφορων εγγράφων στρατηγικής της ΕΕ στον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων, ειδικότερα με τη Στρατηγική της ΕΕ για την Ένωση Ασφάλειας (5), τη στρατηγική της ΕΕ για την αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος 2021-2025 (6) και τη στρατηγική του 2021 σχετικά με τον χώρο Σένγκεν (7). Περαιτέρω, οι προτάσεις για τη θέσπιση του Κώδικα αστυνομικής συνεργασίας θα πρέπει να εξετάζονται υπό το πρίσμα της εν εξελίξει μεταρρύθμισης της Ευρωπόλ και του αυξανόμενου ρόλου του οργανισμού ως κέντρου εγκληματολογικών πληροφοριών της Ένωσης, το οποίο συλλέγει και επεξεργάζεται ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες δεδομένων (8).

5.

Στις 5 Ιανουαρίου 2022 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε τη γνώμη του ΕΕΠΔ σχετικά με την πρόταση για τον κανονισμό Prüm II, σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725. Τα σχόλια και οι συστάσεις επί της γνωμοδότησης αυτής περιορίζονται στις διατάξεις της πρότασης που θεωρούνται συναφείς από την άποψη της προστασίας δεδομένων.

4.   ΣΥΜΠΕΡΆΣΜΑΤΑ

73.

Το προτεινόμενο νέο πλαίσιο Prüm δεν καθορίζει σαφώς βασικά στοιχεία της ανταλλαγής δεδομένων, όπως τα είδη των αξιόποινων πράξεων, τα οποία ενδεχομένως δικαιολογούν την υποβολή αιτήματος (αναζήτησης), ιδίως τα προφίλ DNA, ήτοι το κατά πόσον η ανταλλαγή αυτή αφορά οποιαδήποτε αξιόποινη πράξη ή μόνο τα σοβαρότερα εγκλήματα. Επιπλέον, η πρόταση δεν αποσαφηνίζει τις κατηγορίες υποκειμένων των δεδομένων που θίγονται από την αυτοματοποιημένη ανταλλαγή δεδομένων, ήτοι εάν οι βάσεις δεδομένων επί των οποίων χωρεί η υποβολή σχετικού αιτήματος περιέχουν δεδομένα μόνον υπόπτων ή/και καταδικασθέντων, ή και δεδομένα άλλων υποκειμένων, όπως είναι τα θύματα ή οι μάρτυρες.

74.

Προκειμένου να διασφαλισθεί η αναγκαιότητα και η αναλογικότητα της επέμβασης στο θεμελιώδες δικαίωμα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, υπό το πρίσμα του άρθρου 52 παράγραφος 1 του Χάρτη, είναι σημαντικό να διευκρινιστεί το προσωπικό και το ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής των μέτρων, ήτοι οι κατηγορίες των υποκειμένων των δεδομένων που θίγονται άμεσα καθώς και οι αντικειμενικές προϋποθέσεις που μπορούν να δικαιολογήσουν την υποβολή αιτήματος στην αντίστοιχη βάση δεδομένων άλλων κρατών μελών ή της Ευρωπόλ.

75.

Ο ΕΕΠΔ φρονεί ειδικότερα ότι η αυτοματοποιημένη αναζήτηση προφίλ DNA και εικόνων προσώπου θα πρέπει να είναι δυνατή μόνο στο πλαίσιο μεμονωμένων ερευνών για σοβαρά εγκλήματα, και όχι για κάθε αξιόποινη πράξη, όπως προβλέπεται στην πρόταση. Επιπλέον, σύμφωνα με την υποχρέωση διάκρισης μεταξύ των διάφορων κατηγοριών υποκειμένων των δεδομένων βάσει του άρθρου 6 της οδηγίας για την επιβολή του νόμου, η πρόταση θα πρέπει να προβλέπει τον περιορισμό των κατηγοριών των υποκειμένων των δεδομένων των οποίων τα προφίλ DNA και οι εικόνες προσώπου που αποθηκεύονται σε εθνικές βάσεις δεδομένων θα πρέπει να είναι προσβάσιμα για αυτοματοποιημένες αναζητήσεις, λαμβανομένου ιδιαιτέρως υπόψη του εγγενούς περιορισμού του σκοπού για τα δεδομένα υποκειμένων από άλλες κατηγορίες, πέραν των καταδικασθέντων εγκληματιών ή των υπόπτων.

76.

Ο ΕΕΠΔ φρονεί ότι δεν έχει αποδειχθεί επαρκώς η αναγκαιότητα της προτεινόμενης αυτοματοποιημένης αναζήτησης και ανταλλαγής δεδομένων των αστυνομικών αρχείων. Εάν, παρ’ όλα αυτά, ένα τέτοιο μέτρο εγκριθεί, ακόμη και σε προαιρετική βάση, κρίνεται απαραίτητη η θέσπιση πρόσθετων ισχυρών εγγυήσεων συμμόρφωσης προς την αρχή της αναλογικότητας. Ειδικότερα, δεδομένων των προκλήσεων που αφορούν την ποιότητα των δεδομένων και οι οποίες δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθούν με τεχνικά μέτρα όπως η ψευδωνυμοποίηση, ο μελλοντικός κανονισμός θα πρέπει, τουλάχιστον, να καθορίζει τα είδη ή/και τη σοβαρότητα των αξιόποινων πράξεων για τις οποίες δικαιολογείται η αυτοματοποιημένη αναζήτηση στα εθνικά αστυνομικά αρχεία.

77.

Όσον αφορά τη συμπερίληψη της Ευρωπόλ στο πλαίσιο Prüm, ο ΕΕΠΔ θεωρεί ότι τα σχόλια και οι συστάσεις του στη γνωμοδότηση 4/2021 σχετικά με την πρόταση τροποποίησης του κανονισμού για την Ευρωπόλ εξακολουθούν να ισχύουν πλήρως στο πλαίσιο της συνεργασίας Prüm, ιδίως τα σχόλια και οι συστάσεις που συνδέονται με την επεξεργασία μεγάλων συνόλων δεδομένων από τον Οργανισμό. Επιπλέον, ο ΕΕΠΔ συνιστά τη διευκρίνιση του προσωπικού πεδίου εφαρμογής, ήτοι τον καθορισμό των κατηγοριών υποκειμένων των δεδομένων για τις οποίες χωρεί υποβολή αιτήματος βάσει του άρθρου 49 και του άρθρου 50, καθώς και την ευθυγράμμιση των περιόδων διατήρησης των αρχείων καταγραφής, προκειμένου να διασφαλίζεται η συνεκτικότητα προς τον κανονισμό για την Ευρωπόλ.

78.

Η πρόταση προβλέπει μια σύνθετη αρχιτεκτονική για την αυτοματοποιημένη αναζήτηση και ανταλλαγή των δεδομένων στο πλαίσιο Prüm με τρεις ξεχωριστές τεχνικές λύσεις, οι οποίες αναπτύχθηκαν και συντηρούνται από τρεις διαφορετικές οντότητες. Περαιτέρω, μία εξ αυτών –το ευρωπαϊκό σύστημα πληροφοριών για οχήματα και άδειες οδήγησης (EUCARIS)– δεν βασίζεται σε νομική πράξη της Ένωσης αλλά έχει διακυβερνητικό χαρακτήρα. Ως εκ τούτου, ο ΕΕΠΔ φρονεί ότι η πρόταση θα πρέπει να ρυθμίζει ρητά την αρμοδιότητα για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο EUCARIS. Περαιτέρω, ο ΕΕΠΔ θεωρεί ότι, δεδομένης της κλίμακας και της ευαισθησίας της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το τρέχον μοντέλο οριζόντιας διακυβέρνησης του πλαισίου Prüm δεν είναι κατάλληλο και χρήζει περαιτέρω ενίσχυσης, π.χ. μέσω της ανάθεσης του κεντρικού συντονισμού σε κάποια οντότητα της ΕΕ, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

79.

Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο της πρότασης, του οποίου οι επιπτώσεις στο πεδίο των θεμελιωδών δικαιωμάτων χρήζουν ενδελεχούς ανάλυσης, είναι η ευθυγράμμιση του πλαισίου Prüm με το πλαίσιο διαλειτουργικότητας των πληροφορικών συστημάτων της ΕΕ στον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων. Ο ΕΕΠΔ καλεί τον συννομοθέτη να εξετάσει την ανάγκη θέσπισης πρόσθετων κανόνων συναφώς, π.χ. στο πλαίσιο εκτελεστικής ή κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η οποία θα αντιμετωπίζει συγκεκριμένες προκλήσεις όπως η ποιότητα και η εφαρμογή των αλγορίθμων αντιστοίχισης εικόνων προσώπου.

80.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η νομική βάση της πρότασης περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το άρθρο 16 ΣΛΕΕ, για λόγους σαφήνειας και ασφάλειας, ο ΕΕΠΔ συνιστά να ορίζεται στην πρόταση ότι οι διατάξεις περί προστασίας δεδομένων του κεφαλαίου 6 δεν θίγουν την εφαρμογή της οδηγίας για την προστασία των δεδομένων στο πλαίσιο της επιβολής του νόμου και του κανονισμού της ΕΕ για την προστασία δεδομένων, όσον αφορά την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της συνεργασίας στον τομέα της επιβολής του νόμου βάσει του πλαισίου Prüm.

81.

Επιπλέον, ο ΕΕΠΔ φρονεί ότι η απαίτηση για τη διενέργεια τακτικών ελέγχων σχετικά με τις δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς του κανονισμού Prüm II θα πρέπει να επεκταθεί και να καλύπτει και τις δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε εθνικό επίπεδο. Στο πλαίσιο αυτό, ο ΕΕΠΔ συνιστά το άρθρο 60 παράγραφος 2 της πρότασης να περιέχει γενική παραπομπή στις αρμοδιότητες του ΕΕΠΔ σύμφωνα με το άρθρο 58 του κανονισμού της ΕΕ για την προστασία των δεδομένων και όχι μόνο σε ορισμένες από αυτές.

Βρυξέλλες, 2 Μαρτίου 2022

Wojciech Rafał WIEWIÓROWSKI


(1)  COM(2021) 784 final.

(2)  COM(2021) 782 final.

(3)  COM(2021) 780 final.

(4)  https://ec.europa.eu/home-affairs/news/boosting-police-cooperation-across-borders-enhanced-security-2021-12-08_en

(5)  Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την στρατηγική της ΕΕ για την Ένωση Ασφάλειας, COM/2020/605 final.

(6)  Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη στρατηγική της ΕΕ για την αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος 2021-2025, COM(2021) 170 final.

(7)  Ανακοίνωση της Επιτροπής «Στρατηγική προς έναν πλήρως λειτουργικό και ανθεκτικό χώρο Σένγκεν», COM(2021) 277 final.

(8)  Για περισσότερες πληροφορίες, βλ. γνωμοδότηση του ΕΕΠΔ 4/2021, https://edps.europa.eu/system/files/2021-03/21-03-08_opinion_europol_reform_en.pdf