Βρυξέλλες, 25.5.2022

COM(2022) 249 final

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

























Προς τη θέσπιση οδηγίας σχετικά με ποινικές κυρώσεις για την παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης



1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.1.Το δίκαιο της Ένωσης σχετικά με τα περιοριστικά μέτρα

Τα περιοριστικά μέτρα αποτελούν απαραίτητο εργαλείο για την προώθηση των στόχων της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας (στο εξής: ΚΕΠΠΑ), όπως ορίζονται στο άρθρο 21 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (στο εξής: ΣΕΕ). Οι εν λόγω στόχοι περιλαμβάνουν τη διαφύλαξη των αξιών της Ένωσης, τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας, καθώς και την εδραίωση και τη στήριξη της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Προκειμένου η Ένωση να διαφυλάξει τις συγκεκριμένες αξίες, μπορεί να επιβάλει περιοριστικά μέτρα κατά τρίτων χωρών, οντοτήτων ή φυσικών προσώπων. Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν στοχευμένα μεμονωμένα μέτρα, δηλ. δέσμευση περιουσιακών στοιχείων και περιορισμούς εισδοχής (ταξιδιωτικές απαγορεύσεις), καθώς και τομεακά μέτρα, δηλ. εμπάργκο όπλων ή οικονομικά και χρηματοπιστωτικά μέτρα (π.χ. περιορισμοί εισαγωγών και εξαγωγών, περιορισμοί σχετικά με την παροχή ορισμένων υπηρεσιών, όπως τραπεζικές υπηρεσίες) 1 . Επί του παρόντος, η Ένωση εφαρμόζει πάνω από 40 διαφορετικά καθεστώτα περιοριστικών μέτρων και η χρήση τους έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια. Ορισμένα από τα εν λόγω καθεστώτα εφαρμόζουν περιοριστικά μέτρα που προβλέπει το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και, σε ορισμένες περιπτώσεις, επιβάλλουν πρόσθετους περιορισμούς· άλλα καθεστώτα θεσπίζονται αυτόνομα από την Ένωση. Εκτός από τα καθεστώτα που αντιμετωπίζουν ειδικές ανά χώρα καταστάσεις, η Ένωση έχει επίσης θεσπίσει οριζόντια καθεστώτα κατά της διάδοσης και χρήσης χημικών όπλων, των κυβερνοεπιθέσεων, των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της τρομοκρατίας 2 .

Η διαφύλαξη της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας είναι κρίσιμης σημασίας στη σημερινή συγκυρία της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Η Ένωση έχει θεσπίσει σειρά περιοριστικών μέτρων κατά προσώπων και εταιρειών της Ρωσίας και της Λευκορωσίας, καθώς και τομεακά μέτρα, ορισμένα από τα οποία χρονολογούνται από το 2014. Στο πλαίσιο αυτό, προκειμένου να ενισχυθεί ο συντονισμός σε επίπεδο Ένωσης όσον αφορά την επιβολή των εν λόγω περιοριστικών μέτρων, η Επιτροπή συγκρότησε την ειδική ομάδα «Δέσμευση και κατάσχεση», στην οποία συμμετέχουν υπηρεσίες της Επιτροπής, εκπρόσωποι των κρατών μελών και οργανισμοί της Ένωσης, όπως η Eurojust και η Ευρωπόλ 3 . Εκτός από τη διασφάλιση του συντονισμού μεταξύ των κρατών μελών, η ειδική ομάδα επιδιώκει ακόμη να διερευνήσει την αλληλεπίδραση μεταξύ περιοριστικών μέτρων και μέτρων ποινικού δικαίου.

1.2.Ανάγκη ενίσχυσης της επιβολής περιοριστικών μέτρων μέσω του ποινικού δικαίου

Η εφαρμογή και η επιβολή περιοριστικών μέτρων εμπίπτει πρωτίστως στην αρμοδιότητα των κρατών μελών. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών πρέπει να αξιολογούν κατά πόσον υπήρξε παράβαση του σχετικού κανονισμού του Συμβουλίου και να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα. Στο πλαίσιο αυτό, οι κανονισμοί του Συμβουλίου που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 215 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: ΣΛΕΕ) περιλαμβάνουν συστηματικά διάταξη που απαιτεί από τα κράτη μέλη να θεσπίζουν εθνικούς κανόνες που προβλέπουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις, οι οποίες πρέπει να εφαρμόζονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του σχετικού κανονισμού 4 . Οι εν λόγω κανονισμοί περιλαμβάνουν γενικά:

·τα περιοριστικά μέτρα·

·τη ρήτρα κατά της καταστρατήγησης, η οποία απαγορεύει την εν γνώσει και εκ προθέσεως συμμετοχή σε δραστηριότητες που αποσκοπούν στην καταστρατήγηση των εν λόγω περιοριστικών μέτρων 5 · και

·άλλες υποχρεώσεις, ιδίως την υποχρέωση αναφοράς ενεργειών που αναλαμβάνονται για την εφαρμογή των περιοριστικών μέτρων (π.χ. αναφορά στις αρχές του ποσού των περιουσιακών στοιχείων που έχουν δεσμευθεί).

Ελλείψει εναρμόνισης σε επίπεδο Ένωσης, τα εθνικά συστήματα διαφέρουν σημαντικά όσον αφορά την ποινικοποίηση της παράβασης του δικαίου της Ένωσης σχετικά με τα περιοριστικά μέτρα (στο εξής: περιοριστικά μέτρα της Ένωσης). Σε 12 κράτη μέλη η παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης αποτελεί αποκλειστικά ποινικό αδίκημα. Σε 13 κράτη μέλη η παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης μπορεί να συνιστά διοικητικό ή ποινικό αδίκημα 6 . Τα κριτήρια σύμφωνα με τα οποία η συμπεριφορά εμπίπτει στο ένα ή στο άλλο καθεστώς συνδέονται συνήθως με τη σοβαρότητά της (σοβαρός χαρακτήρας), ή καθορίζονται με ποιοτικούς (πρόθεση, βαριά αμέλεια) ή ποσοτικούς όρους (ζημία) 7 , αλλά διαφέρουν σε κάθε κράτος μέλος. Σε δύο κράτη μέλη το συγκεκριμένο αδίκημα της παράβασης των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης μπορεί επί του παρόντος να επιφέρει μόνο διοικητικές κυρώσεις 8 .

Τα συστήματα κυρώσεων διαφέρουν επίσης σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών. Όσον αφορά τις ποινές φυλάκισης, σε 14 κράτη μέλη η μέγιστη διάρκεια της φυλάκισης κυμαίνεται μεταξύ 2 και 5 ετών. Σε 8 κράτη μέλη οι μέγιστες ποινές κυμαίνονται μεταξύ 8 και 12 ετών 9 . Το μέγιστο πρόστιμο που μπορεί να επιβληθεί για την παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης —είτε ως ποινικό είτε ως διοικητικό αδίκημα— ποικίλλει σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών και κυμαίνεται από 1 200 EUR έως 500 000 EUR 10 .

Από 14 κράτη μέλη προβλέπεται ποινική ευθύνη των νομικών προσώπων για την παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης 11 . Επιπλέον, 12 κράτη μέλη προβλέπουν διοικητικές κυρώσεις, ιδίως πρόστιμα, που μπορούν να επιβληθούν σε νομικά πρόσωπα όταν οι υπάλληλοί τους ή τα διευθυντικά τους στελέχη προβαίνουν σε παράβαση περιοριστικών μέτρων. Τα μέγιστα πρόστιμα για τα νομικά πρόσωπα κυμαίνονται από 133 000 EUR έως 37,5 εκατ. EUR 12 .

Η Επιτροπή και ο Ύπατος Εκπρόσωπος για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας πρότειναν να ενισχυθεί η διάταξη σχετικά με τις κυρώσεις στους κανονισμούς 833/2014 και 269/2014 του Συμβουλίου στο πλαίσιο της έκτης δέσμης περιοριστικών μέτρων που λήφθηκαν ως απάντηση στη ρωσική επίθεση κατά της Ουκρανίας. Οι τροποποιημένες διατάξεις θα υποχρέωναν τα κράτη μέλη να θεσπίσουν τους κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων κατάλληλων ποινικών κυρώσεων, που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων των εν λόγω κανονισμών. Τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν την ορθή εκτέλεση και εφαρμογή των εν λόγω κυρώσεων. Οι κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Επιπλέον, τα κράτη μέλη πρέπει να προβλέπουν κατάλληλα μέτρα για τη δήμευση των προϊόντων τέτοιων παραβάσεων. Τα περιοριστικά μέτρα θεσπίζονται βάσει του άρθρου 29 ΣΕΕ και του άρθρου 215 ΣΛΕΕ. Μολονότι οι διατάξεις αυτές λειτουργούν ως νομική βάση προκειμένου να υποχρεούνται τα κράτη μέλη να θεσπίσουν κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων των ποινικών κυρώσεων, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να καθορίσουν επακριβώς τα είδη και τα επίπεδα των ποινικών κυρώσεων. Ο περιορισμένος αντίκτυπος που έχει η υποχρέωση των κρατών μελών να εφαρμόζουν ποινικές κυρώσεις, χωρίς να υπάρχει προσέγγιση των ορισμών των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων με οδηγία που να βασίζεται στο άρθρο 83 της ΣΛΕΕ, συνεπάγεται ότι τα κράτη μέλη θα εξακολουθήσουν να μην έχουν εναρμονισμένη προσέγγιση όσον αφορά τα μέτρα δήμευσης, σε σχέση με την παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης, καθώς και όσον αφορά τα μέτρα δέσμευσης, διαχείρισης και δήμευσης, όπως προβλέπονται στο τρέχον και στο μελλοντικό κεκτημένο της Ένωσης για την ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων, και ότι η δήμευση δεν θα ισχύει για την παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης. Ακόμη και αν σε πολλά κράτη μέλη η παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης έχει ήδη ποινικοποιηθεί, οι διαφορές μεταξύ των κρατών μελών μπορούν να οδηγήσουν σε κατακερματισμένη προσέγγιση όσον αφορά διασυνοριακές υποθέσεις.

Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή υποβάλλει πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την προσθήκη της παράβασης των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης στους τομείς εγκληματικότητας που ορίζονται στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ 13 . Η προσθήκη της παράβασης των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης στους τομείς εγκληματικότητας που ορίζονται στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ θα επιτρέψει στην Επιτροπή, σε δεύτερο στάδιο, να προτείνει άμεσα οδηγία στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας για την προσέγγιση των ορισμών των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων. Η εν λόγω προσέγγιση των ορισμών των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων για την παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης θα συμπληρώσει την πρόταση της Επιτροπής για οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η οποία επίσης εγκρίθηκε σήμερα, σχετικά με την ανάκτηση και τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων 14 . Η παρούσα πρόταση ενισχύει σημαντικά το ισχύον πλαίσιο της ΕΕ για την ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων, το οποίο αποτελείται από την οδηγία περί δήμευσης και την απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με τις υπηρεσίες ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων 15 .

Η προτεινόμενη οδηγία σχετικά με την ανάκτηση και τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων συμβάλλει στην αποτελεσματική εφαρμογή των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης με δύο τρόπους. Πρώτον, απαιτεί από τα κράτη μέλη να δρομολογήσουν έρευνες για την ανίχνευση και τον εντοπισμό περιουσιακών στοιχείων, όπου αυτό είναι αναγκαίο για την πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση ποινικών αδικημάτων που σχετίζονται με την παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης, και να διευρύνουν την εντολή των υπηρεσιών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων με στόχο, αφενός, την ταχεία ανίχνευση και εντοπισμό περιουσιακών στοιχείων φυσικών προσώπων και οντοτήτων που υπόκεινται σε στοχευμένες οικονομικές κυρώσεις της ΕΕ και, αφετέρου, την επείγουσα δέσμευση των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων, όποτε είναι αναγκαίο για να αποτραπεί η απομάκρυνσή τους από τη χώρα. Δεύτερον, η πρόταση θα διασφαλίσει την αποτελεσματική ανίχνευση, τη δέσμευση, τη διαχείριση και τη δήμευση των προϊόντων που προέρχονται από την παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης, προβλέποντας την εφαρμογή των ενισχυμένων κανόνων για την ανάκτηση και τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων στο ποινικό αδίκημα της παράβασης των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης, εν αναμονή της προσέγγισης των ορισμών των ποινικών αδικημάτων και κυρώσεων για την παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης.

Όπως εξηγείται αναλυτικότερα στην πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με την προσθήκη της παράβασης των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης στους τομείς της εγκληματικότητας που ορίζονται στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ 16 , πληρούνται τα κριτήρια του άρθρου 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ για την προσθήκη σε αυτό νέου τομέα εγκληματικότητας, λόγω της διασυνοριακής διάστασης του εν λόγω τομέα (φύση, επιπτώσεις, ειδική ανάγκη καταπολέμησης σε κοινή βάση).

Αυτό συμβαίνει διότι η παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης θα πρέπει να χαρακτηριστεί ως τομέας εγκληματικότητας και έχει ήδη χαρακτηριστεί ως τέτοιος από την πλειονότητα των κρατών μελών 17 , αλλά δεν καλύπτεται ακόμη από τον υφιστάμενο κατάλογο εγκλημάτων της Ένωσης που προβλέπεται στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Επιπλέον, πρόκειται για ιδιαίτερα σοβαρό τομέα εγκληματικότητας, διότι μπορεί να διαιωνίσει απειλές για τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια, να υπονομεύσει την εδραίωση και τη στήριξη της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να προκαλέσει σημαντικές οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές ζημίες.

Επίσης, η παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης έχει σαφή και ενίοτε ακόμη και εγγενή διασυνοριακή διάσταση, η οποία απαιτεί ενιαία διασυνοριακή αντίδραση σε ενωσιακό και σε παγκόσμιο επίπεδο. Τα εγκλήματα αυτά όχι μόνο διαπράττονται συνήθως από φυσικά και νομικά πρόσωπα που δραστηριοποιούνται σε παγκόσμια κλίμακα, αλλά, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα περιοριστικά μέτρα της Ένωσης απαγορεύουν ακόμη και τις διασυνοριακές δραστηριότητες (π.χ. περιορισμοί στις τραπεζικές υπηρεσίες).

Επιπροσθέτως, το γεγονός ότι τα κράτη μέλη έχουν πολύ διαφορετικούς ορισμούς και κυρώσεις για την παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης βάσει του διοικητικού και/ή ποινικού τους δικαίου υποδηλώνει ότι για την ίδια συμπεριφορά μπορεί να επιβληθούν κυρώσεις με διαφορετικές ποινές και διαφορετικά επίπεδα επιβολής. Η κατάσταση αυτή ενέχει κίνδυνο άγρας ευνοϊκότερης δικαιοδοσίας («forum shopping») από φυσικά πρόσωπα και εταιρείες, και, γενικότερα, υπονομεύει την αξιοπιστία των στόχων της Ένωσης για τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας και για την προάσπιση των κοινών αξιών της Ένωσης. Ως εκ τούτου, υπάρχει ειδική ανάγκη για κοινή δράση σε επίπεδο Ένωσης για την αντιμετώπιση της παράβασης των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης μέσω του ποινικού δικαίου. Στο πλαίσιο αυτό, η Ένωση θα μπορούσε επίσης να προωθήσει ισότιμους όρους ανταγωνισμού σε παγκόσμιο επίπεδο.

Τέλος, οι διαφορετικοί ορισμοί και κυρώσεις για την παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης βάσει του διοικητικού και/ή ποινικού δικαίου των κρατών μελών αποτελούν εμπόδιο για τη συνεπή εφαρμογή της πολιτικής της Ένωσης για τα περιοριστικά μέτρα.

Λόγω της επείγουσας ανάγκης να καταστούν υπόλογα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που εμπλέκονται στην παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης, στο παράρτημα της παρούσας ανακοίνωσης περιγράφονται ήδη τα κύρια στοιχεία που θα μπορούσε να περιέχει μια μελλοντική οδηγία σχετικά με τις ποινικές κυρώσεις για την παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης. Με τον τρόπο αυτό θα διευκολυνθεί η ταχεία συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο επί του θέματος.

(1)

     Το Συμβούλιο θεσπίζει περιοριστικά μέτρα. Το Συμβούλιο εκδίδει για πρώτη φορά απόφαση ΚΕΠΠΑ δυνάμει του άρθρου 29 της ΣΕΕ. Τα μέτρα που προβλέπονται στην απόφαση του Συμβουλίου εφαρμόζονται είτε σε ενωσιακό είτε σε εθνικό επίπεδο. Μέχρι στιγμής, μέτρα όπως εμπάργκο όπλων ή περιορισμοί εισδοχής εφαρμόζονται άμεσα από τα κράτη μέλη, τα οποία δεσμεύονται από τον νόμο να ενεργούν σύμφωνα με τις αποφάσεις ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου. Άλλα μέτρα τα οποία διακόπτουν ή μειώνουν, εν μέρει ή εξ ολοκλήρου, τις οικονομικές σχέσεις με τρίτη χώρα, καθώς και μεμονωμένα μέτρα δέσμευσης κεφαλαίων και οικονομικών πόρων, που απαγορεύουν τη διάθεση κεφαλαίων και οικονομικών πόρων, εφαρμόζονται μέσω κανονισμού, ο οποίος εκδίδεται με ειδική πλειοψηφία από το Συμβούλιο, ύστερα από κοινή πρόταση του Ύπατου Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας και της Επιτροπής, δυνάμει του άρθρου 215 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Διατάξεις κατά της καταστρατήγησης περιλαμβάνονται και στα δύο είδη πράξεων.

(2)

   Για επισκόπηση, βλ. τον χάρτη κυρώσεων της ΕΕ, που διατίθεται στη διεύθυνση https://www.sanctionsmap.eu/#/main .

(3)

   ‘Enforcing sanctions against listed Russian and Belarusian oligarchs: Commission’s “Freeze and Seize” Task Force steps up work with international partners’[«Επιβολή κυρώσεων κατά των καταχωρισμένων σε κατάλογο Ρώσων και Λευκορώσων ολιγαρχών: η ειδική ομάδα ‘‘Δέσμευση και κατάσχεση” της Επιτροπής εντείνει τη συνεργασία με τους διεθνείς εταίρους], δελτίο Τύπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 17.03.2022, διατίθεται στη διεύθυνση https://ec.europa.eu/commission/presscorner/detail/en/IP_22_1828 · ‘‘Freeze and Seize” Task Force: Almost €30 billion of assets of Russian and Belarussian oligarchs and entities frozen by the EU so far’ [«Ειδική ομάδα ‘‘Δέσμευση και κατάσχεση”»: σχεδόν 30 δισ. ευρώ περιουσιακών στοιχείων Ρώσων και Λευκορώσων ολιγαρχών και οντοτήτων έχουν δεσμευτεί μέχρι στιγμής από την ΕΕ», δελτίο Τύπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 08.04.2022, διατίθεται στη διεύθυνση https://ec.europa.eu/commission/presscorner/detail/en/IP_22_2373 .

(4)

   Για παράδειγμα, βλ. άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 833/2014 του Συμβουλίου, της 31ης Ιουλίου 2014, σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω ενεργειών της Ρωσίας που αποσταθεροποιούν την κατάσταση στην Ουκρανία, ενοποιημένο κείμενο διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο EUR-Lex — 02014R0833-20220413 — EN — EUR-Lex (europa.eu) .

(5)

     Για παράδειγμα, βλ. άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 833/2014 του Συμβουλίου. Σημειώνεται ότι η εν λόγω ρήτρα εφαρμόζεται ακόμα και εάν δεν υφίσταται παράβαση των περιοριστικών μέτρων· και μόνο η συμμετοχή σε συστήματα που δημιουργήθηκαν για τον σκοπό αυτό θεωρείται επαρκής λόγος.

(6)

   Δίκτυο κατά της γενοκτονίας, Prosecution of sanctions (restrictive measures) violations in national jurisdictions: a comparative analysis [Δίωξη κατά παραβάσεων κυρώσεων (περιοριστικών μέτρων) εντός των εθνικών δικαιοδοσιών: συγκριτική ανάλυση], 2021, παράρτημα, διατίθεται στη διεύθυνση https://www.eurojust.europa.eu/sites/default/files/assets/genocide_network_report_on_prosecution_of_sanctions_restrictive_measures_violations_23_11_2021.pdf . Ενόψει παρουσίασης στην ομάδα «Δικαστική συνεργασία επί ποινικών θεμάτων» (COPEN) του Συμβουλίου, η έκθεση δημοσιεύθηκε επίσης στο έγγραφο 7274/22 του Συμβουλίου της 16ης Μαρτίου 2022.

(7)

   Δίκτυο κατά της γενοκτονίας, Prosecution of sanctions (restrictive measures) violations in national jurisdictions: a comparative analysis, 2021, ενότητα 5.1., σ. 22.

(8)

       Ό.π.

(9)

       Ό.π., ενότητα 5.2., σ. 23.

(10)

       Ό.π., ενότητα 5.3., σ. 24.

(11)

     Ό.π., βάσει της έκθεσης του δικτύου κατά της γενοκτονίας και περαιτέρω έρευνας από την Επιτροπή.

(12)

       Ό.π.

(13)

     Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την προσθήκη της παράβασης των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης στους τομείς εγκληματικότητας που ορίζονται στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, COM (2022) 247 της 25.05.2022.

(14)

     Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ανάκτηση και τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων, COM (2022) 245 της 25.05.2022.

(15)

   Οδηγία 2014/42/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Απριλίου 2014, σχετικά με τη δέσμευση και τη δήμευση οργάνων και προϊόντων εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ L 127 της 29.4.2014, σ. 39) Απόφαση 2007/845/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 6ης Δεκεμβρίου 2007, σχετικά με τη συνεργασία των υπηρεσιών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων στα κράτη μέλη προς ανίχνευση και εντοπισμό προϊόντων εγκλήματος ή άλλων συναφών περιουσιακών στοιχείων (ΕΕ L 332 της 18.12.2007, σ. 103).

(16)

     Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με την προσθήκη της παράβασης των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης στους τομείς εγκληματικότητας που ορίζονται στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(17)

     Βλ. την επισκόπηση από το δίκτυο κατά της γενοκτονίας, Prosecution of sanctions (restrictive measures) violations in national jurisdictions: a comparative analysis, 2021.


Βρυξέλλες, 25.5.2022

COM(2022) 249 final

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

της Ανακοίνωσης της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο

Προς τη θέσπιση οδηγίας σχετικά με ποινικές κυρώσεις για την παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης


1.1. Εισαγωγή

Η προσθήκη της παράβασης των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης στους τομείς εγκληματικότητας που ορίζονται στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: ΣΛΕΕ) θα επιτρέψει στην Επιτροπή να προτείνει οδηγία στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας, η οποία θα προβλέπει την προσέγγιση των ορισμών των ποινικών αδικημάτων και κυρώσεων.

Η εν λόγω πρόταση της Επιτροπής θα πρέπει να συμμορφώνεται με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας που διέπουν όλες τις δράσεις της ΕΕ 1 . Θα πρέπει επίσης να συνάδει με τις απαιτήσεις για τη βελτίωση της νομοθεσίας 2 . Επιπλέον, η πρόταση θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες του ποινικού δικαίου 3 . Συγκεκριμένα, για την προσέγγιση των ορισμών και των κυρώσεων στον τομέα του ποινικού δικαίου θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι διαφορές μεταξύ των συστημάτων ποινικής δικαιοσύνης των κρατών μελών, μεταξύ άλλων και όσον αφορά τις κυρώσεις.

Επιπλέον, η επακόλουθη οδηγία θα πρέπει να σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και να τηρεί τις αρχές που ορίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης) 4 . Ιδίως, θα πρέπει να διασφαλίζεται η συμμόρφωση των διατάξεων της οδηγίας με το δικαίωμα στην ελευθερία και την ασφάλεια, την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το δικαίωμα ιδιοκτησίας, το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου, το τεκμήριο αθωότητας και τα δικαιώματα της υπεράσπισης, με τις αρχές της νομιμότητας, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της μη αναδρομικότητας των ποινών και της αναλογικότητας αξιόποινων πράξεων και ποινών, καθώς και με την αρχή ne bis in idem.

Η μελλοντική οδηγία θα καλύπτει μια σειρά ζητημάτων ποινικού δικαίου που εντοπίζονται συχνά σε οδηγίες της Ένωσης που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 83 ΣΛΕΕ. Ακολουθεί ενδεικτικός κατάλογος διατάξεων που πρόκειται να συμπεριληφθούν στη μελλοντική νομοθετική πρόταση.

1.2. Πεδίο εφαρμογής

Η πρώτη διάταξη θα καθορίζει τον σκοπό και το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας και, συγκεκριμένα, θα διευκρινίζει ότι εφαρμόζεται στις περιπτώσεις παράβασης των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης. Τα εν λόγω περιοριστικά μέτρα εγκρίνονται δυνάμει του άρθρου 29 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (στο εξής: ΣΕΕ) και του άρθρου 215 ΣΛΕΕ και περιλαμβάνουν στοχευμένα επιμέρους μέτρα, δηλ. δεσμεύσεις περιουσιακών στοιχείων, απαγόρευση διάθεσης κεφαλαίων και οικονομικών πόρων και περιορισμούς εισόδου (ταξιδιωτικές απαγορεύσεις), καθώς και τομεακά περιοριστικά μέτρα, δηλ. εμπάργκο όπλων ή οικονομικά και χρηματοπιστωτικά μέτρα (π.χ. περιορισμοί στις εισαγωγές και εξαγωγές, περιορισμοί σχετικά με την παροχή ορισμένων υπηρεσιών, όπως τραπεζικές υπηρεσίες).

1.3. Ορισμοί

Το άρθρο αυτό της οδηγίας θα περιέχει όλους τους σχετικούς ορισμούς, μεταξύ άλλων παραπέμποντας, όπου κρίνεται απαραίτητο, στις διατάξεις των κανονισμών και των αποφάσεων του Συμβουλίου που αναφέρονται σε περιοριστικά μέτρα. Οι εν λόγω ορισμοί θα περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τις έννοιες «περιοριστικά μέτρα», «κατονομαζόμενη οντότητα» και «κατονομαζόμενο πρόσωπο». Σχετικό παράδειγμα μέτρου ποινικού δικαίου που περιλαμβάνει παρόμοιες παραπομπές στη διάταξη με τους ορισμούς αποτελεί η οδηγία 2014/57/ΕΕ περί ποινικών κυρώσεων για την κατάχρηση αγοράς (οδηγία για την κατάχρηση αγοράς) 5 .

1.4. Ποινικά αδικήματα, συμπεριλαμβανομένης της υποκίνησης, υποβοήθησης, συνέργειας και απόπειρας

Τα άρθρα για τα αδικήματα που πρόκειται να αποτελέσουν αντικείμενο νομοθετικής προσέγγισης με την οδηγία θα περιλαμβάνουν ακριβείς ορισμούς διαφόρων ποινικών αδικημάτων που σχετίζονται με παραβάσεις περιοριστικών μέτρων της Ένωσης, όπως:

·η διάθεση κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων άμεσα ή έμμεσα σε κατονομαζόμενο πρόσωπο/οντότητα ή προς όφελός τους·

·η μη δέσμευση κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων που ανήκουν, κατέχονται ή ελέγχονται από κατονομαζόμενο πρόσωπο/οντότητα·

·η άσκηση απαγορευμένων χρηματοοικονομικών δραστηριοτήτων, όπως η χορήγηση απαγορευμένων δανείων ή πιστώσεων·

·η άσκηση απαγορευμένων εμπορικών ή άλλων δραστηριοτήτων, όπως η εισαγωγή ή εξαγωγή αγαθών και τεχνολογίας που καλύπτονται από εμπορικές απαγορεύσεις, ή η παροχή απαγορευμένων υπηρεσιών·

·η παράβαση εφαρμοστέων όρων βάσει αδειών που χορηγούνται από αρμόδιες αρχές·

·η μη συμμόρφωση με οποιαδήποτε υποχρέωση παροχής πληροφοριών στις αρχές, όπως η υποχρέωση δήλωσης περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν, βρίσκονται στην ιδιοκτησία ή κατοχή ή τελούν υπό τον έλεγχο κατονομαζόμενου προσώπου/οντότητας·

·η συμμετοχή σε ενέργειες ή δραστηριότητες που αποσκοπούν στην άμεση ή έμμεση καταστρατήγηση των περιοριστικών μέτρων, με γνώση και πρόθεση, μεταξύ άλλων με τη συμμετοχή σε σχέδια που έχουν ως στόχο την απόκρυψη περιουσιακών στοιχείων ή της συμμετοχής κατονομαζόμενων προσώπων/οντοτήτων, με την παροχή βοήθειας στα υποκείμενα περιοριστικών μέτρων ώστε να αποφύγουν τις επιπτώσεις τους ή με την παροχή παραπλανητικών πληροφοριών σε αρχές·

·η μη αναφορά παράβασης περιοριστικών μέτρων ή δραστηριοτήτων που αποσκοπούν στην καταστρατήγησή τους, κατά παράβαση ειδικής υποχρέωσης αναφοράς.

Τα αδικήματα που πρόκειται να αποτελέσουν αντικείμενο νομοθετικής προσέγγισης, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά, θα προϋποθέτουν δόλο ή τουλάχιστον βαριά αμέλεια ως προς τη γνώση ότι η συμπεριφορά αφορά πρόσωπα, οντότητες, δραστηριότητες ή περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται σε περιοριστικά μέτρα ή την άγνοια περιοριστικών μέτρων ή συναφών νομικών απαγορεύσεων (υπαίτια άγνοια).

Η οδηγία θα περιλαμβάνει επίσης συναφή αδικήματα, όπως η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Όσον αφορά το εν λόγω αδίκημα, διάταξη θα υποχρεώνει τα κράτη μέλη να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, όπως περιγράφεται στο άρθρο 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/1673 6 , θα καταλαμβάνει περιουσιακά στοιχεία που προέρχονται από τα ποινικά αδικήματα που καλύπτονται από την οδηγία.

Επιπλέον, η οδηγία θα περιλαμβάνει διάταξη που θα υποχρεώνει τα κράτη μέλη να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι η υποκίνηση, η υποβοήθηση και η συνέργεια κατά την τέλεση των ποινικών αδικημάτων που αναφέρονται στην οδηγία, καθώς και η απόπειρα τέλεσης των εν λόγω αδικημάτων, θα τιμωρούνται ως ποινικά αδικήματα 7 .

1.5. Κυρώσεις για φυσικά και νομικά πρόσωπα

Οι κανονισμοί του Συμβουλίου που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 215 ΣΛΕΕ περιλαμβάνουν συστηματικά διάταξη που υποχρεώνει τα κράτη μέλη να θεσπίζουν εθνικούς κανόνες που να προβλέπουν την επιβολή αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του αντίστοιχου κανονισμού 8 . Δεδομένου ότι η εν λόγω υποχρέωση δημιουργεί σημαντικές διαφορές μεταξύ των επιπέδων και των ειδών των κυρώσεων, η μελλοντική οδηγία θα πρέπει να περιλαμβάνει άρθρο σχετικά με τις κυρώσεις για τα φυσικά πρόσωπα. Οι εν λόγω κυρώσεις θα εφαρμόζονται για όλα τα αδικήματα που αναφέρονται στο σημείο 1.4. ανωτέρω και θα απαιτούν, επίσης, από τα κράτη μέλη να επιβάλλουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις, καθώς και να καθορίζουν ένα ορισμένο ελάχιστο όριο για τις μέγιστες ποινικές κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων των χρηματικών ποινών για φυσικά πρόσωπα. Οι εν λόγω κυρώσεις θα πρέπει να είναι ανάλογες της βαρύτητας των αδικημάτων 9 .

Επιπλέον, η οδηγία θα περιλαμβάνει διάταξη σχετικά με την ευθύνη των νομικών προσώπων. Η εν λόγω διάταξη θα εφαρμόζεται για όλα τα αδικήματα που αναφέρονται στο σημείο 1.4. ανωτέρω. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέπουν κυρώσεις και ευθύνη των νομικών προσώπων:

(I)για οποιοδήποτε από τα ποινικά αδικήματα που αναφέρονται στο σημείο 1.4. τα οποία τελούνται προς όφελός τους από πρόσωπα που κατέχουν διευθυντική θέση εντός του νομικού προσώπου ή

(II)για τη μη άσκηση εποπτείας ή ελέγχου από πρόσωπα που κατέχουν διευθυντική θέση, γεγονός που κατέστησε δυνατή την τέλεση από πρόσωπο που υπάγεται στην εξουσία τους οποιουδήποτε από τα προαναφερθέντα ποινικά αδικήματα προς όφελος του εν λόγω νομικού προσώπου 10 .

Η οδηγία θα εξασφαλίσει επίσης προσέγγιση των κυρώσεων που επιβάλλονται σε νομικά πρόσωπα. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι νομικό πρόσωπο που κρίνεται ότι ευθύνεται, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις που εξετάζονται στο σημείο 1.4., υπόκειται σε αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων:

·των χρηματικών ποινών ποινικής ή μη ποινικής φύσης·

·του προσωρινού αποκλεισμού από την πρόσβαση σε δημόσια χρηματοδότηση, μεταξύ άλλων και σε διαγωνισμούς, επιχορηγήσεις και συμβάσεις παραχώρησης·

·της προσωρινής ή οριστικής απαγόρευσης άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας·

·της ανάκλησης αδειών και εγκρίσεων για την άσκηση δραστηριοτήτων που κατέληξαν στην τέλεση του αδικήματος·

·της θέσης υπό δικαστική εποπτεία·

·της δικαστικής εκκαθάρισης· και

·της προσωρινής ή οριστικής παύσης λειτουργίας εγκαταστάσεων που χρησίμευσαν για την τέλεση του αδικήματος 11 .

Επιπλέον, η οδηγία δύναται να προβλέπει ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι τα νομικά πρόσωπα που επωφελούνται από την τέλεση αδικημάτων από άλλους κατά παράβαση των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης τιμωρούνται με χρηματικές ποινές, το ανώτατο όριο των οποίων δεν θα πρέπει να είναι μικρότερο από ένα ορισμένο ποσοστό του συνολικού παγκόσμιου κύκλου εργασιών του νομικού προσώπου κατά το οικονομικό έτος που προηγείται της απόφασης επιβολής της χρηματικής ποινής.

Η ευθύνη των νομικών προσώπων δεν θα αποκλείει τη δυνατότητα άσκησης ποινικής δίωξης κατά φυσικών προσώπων που είναι δράστες των ποινικών αδικημάτων που προβλέπονται στο σημείο 1.4. 

1.6. Επιβαρυντικές και ελαφρυντικές περιστάσεις

Η οδηγία θα περιλαμβάνει επίσης άρθρο που θα καθορίζει τις επιβαρυντικές περιστάσεις που θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την επιβολή κυρώσεων για αδίκημα που αναφέρεται στο σημείο 1.4. ανωτέρω. Οι εν λόγω επιβαρυντικές περιστάσεις δύνανται να περιλαμβάνουν:

·σοβαρές συνέπειες της παράβασης υπό το πρίσμα των σκοπών των περιοριστικών μέτρων·

·την υψηλή αξία των υπό εξέταση κεφαλαίων, οικονομικών πόρων, αγαθών ή τεχνολογίας·

·την τέλεση αδικήματος από δημόσιο υπάλληλο κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του/της·

·την τέλεση αδικήματος στο πλαίσιο ιδιωτικής επαγγελματικής δραστηριότητας, μεταξύ άλλων κατά παράβαση των επαγγελματικών καθηκόντων του/της·

·την τέλεση αδικήματος στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης κατά την έννοια της απόφασης-πλαισίου 2008/841/ΔΕΥ 12 ·

·τη χρήση πλαστών ή παραποιημένων εγγράφων κατά την τέλεση του αδικήματος·

·την τέλεση παρόμοιων παραβάσεων του δικαίου της Ένωσης σχετικά με τα περιοριστικά μέτρα στο παρελθόν από τον δράστη·

·την ενεργή παρακώλυση δραστηριοτήτων έρευνας ή τον εκφοβισμό ή την παρενόχληση μαρτύρων από τον δράστη· και

·την απολαβή ή την αναμενόμενη απολαβή σημαντικών οικονομικών οφελών από τον δράστη (η έννοια των σημαντικών οικονομικών οφελών πρόκειται να οριστεί περαιτέρω σε αιτιολογική σκέψη).

Η οδηγία θα περιλαμβάνει, επίσης, άρθρο που θα καθορίζει τις ελαφρυντικές περιστάσεις που θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την επιβολή κυρώσεων για αδίκημα που αναφέρεται στο σημείο 1.4. ανωτέρω. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, τα κράτη μέλη θα υποχρεούνται να διασφαλίσουν ότι ορισμένα γεγονότα σε σχέση με τα προαναφερθέντα αδικήματα θα αξιολογούνται ως ελαφρυντικές περιστάσεις. Ελαφρυντική περίσταση θα αποτελούσε, για παράδειγμα, το γεγονός ότι ο δράστης παρείχε στις διοικητικές ή δικαστικές αρχές πληροφορίες τις οποίες δεν θα ήταν σε θέση να αποκτήσουν διαφορετικά, βοηθώντας αυτές να ταυτοποιήσουν ή να παραπέμψουν στη δικαιοσύνη άλλους δράστες ή να βρουν αποδεικτικά στοιχεία.

1.7. Κανόνες δικαιοδοσίας

Η οδηγία θα περιλαμβάνει επίσης διάταξη σχετικά με τους κανόνες δικαιοδοσίας. Μεταξύ άλλων, σύμφωνα με το παράδειγμα του άρθρου 11 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1371 σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης (οδηγία ΠΟΣ), ένα κράτος μέλος θα πρέπει να έχει δικαιοδοσία για τα αδικήματα που αναφέρονται στο σημείο 1.4., όταν το ποινικό αδίκημα διαπράττεται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει εντός της επικράτειάς του ή όταν ο δράστης είναι υπήκοος του. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα υποχρεούνται να ενημερώσουν την Επιτροπή εάν αποφασίσουν να επεκτείνουν τη δικαιοδοσία τους σε αδικήματα που διαπράττονται:

(I)από συνήθως διαμένοντες στην επικράτειά τους·

(II)προς όφελος νομικού προσώπου εγκατεστημένου στην επικράτειά τους ή

(III)από υπάλληλό τους που ενεργεί υπό την υπηρεσιακή του/της ιδιότητα.

Στις περιπτώσεις που ο δράστης είναι υπήκοός τους, δεν θα επιτρέπεται τα κράτη μέλη να εξαρτούν την άσκηση της δικαιοδοσίας τους από τον όρο ότι η ποινική δίωξη μπορεί να ασκηθεί μόνον κατόπιν υποβολής:

(I)έγκλησης από το θύμα στον τόπο όπου διαπράχθηκε το ποινικό αδίκημα ή

(II)καταγγελίας από το κράτος του τόπου τέλεσης του ποινικού αδικήματος.

Οι κανονισμοί του Συμβουλίου που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 215 ΣΛΕΕ περιλαμβάνουν συστηματικά την ακόλουθη ρήτρα παρέκτασης αρμοδιότητας:

«Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται:

α) εντός του εδάφους της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του εναέριου χώρου της·

β) σε οποιοδήποτε αεροσκάφος ή σκάφος υπαγόμενο στη δικαιοδοσία κράτους μέλους·

γ) σε κάθε πρόσωπο εντός ή εκτός του εδάφους της Ένωσης που είναι υπήκοος κράτους μέλους,

δ) σε κάθε νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα, εντός ή εκτός του εδάφους της Ένωσης που έχει ιδρυθεί ή συσταθεί βάσει του δικαίου κράτους μέλους·

ε) σε κάθε νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα για οποιαδήποτε εμπορική οικονομική δραστηριότητα που ασκεί εν όλω ή εν μέρει εντός της Ένωσης.»

Αυτό θα αποτυπώνεται επίσης στην οδηγία. Ειδικότερα, σύμφωνα με το στοιχείο ε) ανωτέρω, τα κράτη μέλη θα υποχρεούνται να επεκτείνουν την ποινική τους δικαιοδοσία σε πρόσωπα εκτός ΕΕ και εκτός του εδάφους της ΕΕ, εφόσον η επιχείρησή τους συνδέεται με την ΕΕ (η οποία μπορεί, κατ’ επέκταση, να αφορά και τα περιουσιακά τους στοιχεία).

1.8. Προθεσμίες παραγραφής

Η οδηγία θα περιλαμβάνει διάταξη, η οποία θα καταλαμβάνει όλα τα αδικήματα που αναφέρονται στο σημείο 1.4. ανωτέρω και θα απαιτεί τη θέσπιση ελάχιστης προθεσμίας παραγραφής, καθώς και διάταξη σχετικά με την προθεσμία παραγραφής για την εκτέλεση των κυρώσεων μετά την έκδοση τελεσίδικης καταδικαστικής απόφασης. Σχετικό παράδειγμα αποτελεί το άρθρο 12 της οδηγίας ΠΟΣ. Σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, τα κράτη μέλη πρέπει:

(I)να προβλέπουν προθεσμίες παραγραφής για επαρκές χρονικό διάστημα ύστερα από την τέλεση των ποινικών αδικημάτων που αναφέρονται στην οδηγία, προκειμένου τα εν λόγω ποινικά αδικήματα να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά, με ελάχιστες προθεσμίες παραγραφής να εφαρμόζονται στα αδικήματα που τιμωρούνται με μέγιστη ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τεσσάρων ετών·

(II)να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεση των κυρώσεων.

1.9. Συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, των θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης, καθώς και με τρίτα κράτη

Με στόχο την ενίσχυση της διερεύνησης υποθέσεων με διασυνοριακό χαρακτήρα, η οδηγία θα περιλαμβάνει διάταξη που θα απαιτεί αμοιβαία συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, των θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων της Eurojust και της Ευρωπόλ 13 . Η εν λόγω διάταξη της οδηγίας θα διευκολύνει επίσης την ανταλλαγή πληροφοριών για πρακτικά ζητήματα (ιδίως όσον αφορά μεθόδους καταστρατήγησης, π.χ. δομές για την απόκρυψη της πραγματικής κυριότητας/του ελέγχου περιουσιακών στοιχείων) με τις αρχές άλλων κρατών μελών και με την Επιτροπή.

1.10. Πληροφοριοδότες δημοσίου συμφέροντος

Με στόχο την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης, η Επιτροπή εγκαινίασε πρόσφατα το εργαλείο πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος για τις κυρώσεις της ΕΕ 14 . Λόγω της σπουδαιότητας της συμβολής των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος στην ορθή εφαρμογή των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης, η πρόταση της Επιτροπής θα προβλέπει την υποχρέωση των κρατών μελών για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η προστασία που παρέχεται στο πλαίσιο της οδηγίας (ΕΕ) 2019/1937 15 καλύπτει τα πρόσωπα που καταγγέλλουν τα ποινικά αδικήματα που αναφέρονται στην οδηγία. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα υποχρεούνται να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να διασφαλιστεί ότι τα πρόσωπα που καταγγέλλουν αδικήματα τα οποία αναφέρονται στην οδηγία και παρέχουν αποδεικτικά στοιχεία ή άλλως συνεργάζονται στην έρευνα, τη δίωξη ή την εκδίκαση τέτοιου είδους αδικημάτων λαμβάνουν την αναγκαία στήριξη και αρωγή στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας 16 .

2. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ

Μόλις το Συμβούλιο καταλήξει σε συμφωνία και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δώσει την έγκρισή του για την προσθήκη της παράβασης των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης στους τομείς εγκληματικότητας που ορίζονται στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, η Επιτροπή θα είναι σε θέση να προτείνει αμέσως οδηγία στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας, η οποία θα μπορούσε να εξασφαλίσει την προσέγγιση των ορισμών ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων.

Η εν λόγω πρόταση της Επιτροπής θα πρέπει να συμμορφώνεται με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας που διέπουν όλες τις δράσεις της ΕΕ 17 . Θα πρέπει επίσης να συνάδει με τις απαιτήσεις για τη βελτίωση της νομοθεσίας 18 .

(1)

     Άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 4 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση· Πρωτόκολλο αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας.

(2)

     Διοργανική συμφωνία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1).

(3)

     Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Προς μια πολιτική ποινικού δικαίου της ΕΕ: κατοχύρωση της αποτελεσματικής εφαρμογής των πολιτικών της ΕΕ μέσω του ποινικού δικαίου, COM(2011) 573 final της 20.09.2011· Συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με κατευθυντήριες γραμμές για μελλοντικές ποινικές διατάξεις της νομοθεσίας της ΕΕ, έγγραφο του Συμβουλίου αριθ. 14162/09 της 9.10.2009· Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με την προσέγγιση της ΕΕ όσον αφορά το ποινικό δίκαιο (ΕΕ C 264E της 13.9.2013, σ. 7).

(4)

     Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ C 326 της 26.10.2012, σ. 391).

(5)

     Άρθρο 2 της οδηγίας 2014/57/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, περί ποινικών κυρώσεων για την κατάχρηση αγοράς (στο εξής: οδηγία για την κατάχρηση αγοράς) (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 179).

(6)

     Οδηγία (ΕΕ) 2018/1673 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μέσω του ποινικού δικαίου (ΕΕ L 284 της 12.11.2018, σ. 22).

(7)

     Άρθρο 5 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1371 σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης (στο εξής: οδηγία ΠΟΣ) (ΕΕ L 198 της 28.7.2017, σ. 29). Άρθρο 6 της οδηγίας για την κατάχρηση της αγοράς.

(8)

   Για παράδειγμα, βλ. άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 833/2014 του Συμβουλίου, της 31ης Ιουλίου 2014, σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω ενεργειών της Ρωσίας που αποσταθεροποιούν την κατάσταση στην Ουκρανία, ενοποιημένο κείμενο διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο EUR-Lex — 02014R0833-20220413 — EL — EUR-Lex (europa.eu) .

(9)

   Βλ. επίσης άρθρο 7 της οδηγίας ΠΟΣ· Άρθρο 7 της οδηγίας για την κατάχρηση της αγοράς.

(10)

Βλ. επίσης άρθρο 6 της οδηγίας ΠΟΣ· Άρθρο 8 της οδηγίας για την κατάχρηση της αγοράς.

(11)

   Βλ. επίσης άρθρο 10 της οδηγίας ΠΟΣ· Άρθρο 9 της οδηγίας για την κατάχρηση της αγοράς.

(12)

   Απόφαση-πλαίσιο 2008/841/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 2008, για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος (ΕΕ L 300 της 11.11.2008, σ. 42).

(13)

     Βλ. επίσης άρθρο 15 της οδηγίας ΠΟΣ.

(14)

     Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Επισκόπηση κυρώσεων και σχετικών εργαλείων, διαθέσιμη στον δικτυακό τόπο https://ec.europa.eu/info/business-economy-euro/banking-and-finance/international-relations/restrictive-measures-sanctions/overview-sanctions-and-related-tools_en#whistleblower .

(15)

     Οδηγία (EE) 2019/1937 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2019, σχετικά με την προστασία των προσώπων που αναφέρουν παραβιάσεις του δικαίου της Ένωσης (ΕΕ L 305 της 26.11.2019, σ. 17).

(16)

     Βλ. επίσης άρθρο 13 της πρότασης οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου και την αντικατάσταση της οδηγίας 2008/99/ΕΚ, COM(2021) 851 final της 15.12.2021.

(17)

     Άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 4 ΣΕΕ. Πρωτόκολλο αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας της αναλογικότητας.

(18)

     Διοργανική συμφωνία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1).