ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Βρυξέλλες, 18.1.2021
COM(2021) 25 final
2021/0012(COD)
Πρόταση
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
για τη θέσπιση ειδικών και προσωρινών μέτρων λόγω της έξαρσης της νόσου COVID-19, σχετικά με την ανανέωση ή παράταση ορισμένων πιστοποιητικών, αδειών και εγκρίσεων και την αναβολή ορισμένων περιοδικών ελέγχων και περιοδικής κατάρτισης σε ορισμένους τομείς της νομοθεσίας για τις μεταφορές, για περιόδους αναφοράς που έπονται εκείνων στον κανονισμό (ΕΕ) 2020/698
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
1.
ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ
•
Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης
Στόχος της παρούσας πρότασης κανονισμού είναι η θέσπιση συμπληρωματικών ειδικών και προσωρινών μέτρων, σε σχέση με εκείνα που θεσπίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2020/698, για την ανανέωση και την παράταση της περιόδου ισχύος ορισμένων πιστοποιητικών, αδειών και εγκρίσεων και την αναβολή ορισμένων περιοδικών ελέγχων και περιοδικής κατάρτισης ως αντίδραση στις έκτακτες περιστάσεις που προκαλούνται από τη συνεχιζόμενη πανδημία COVID-19 στον τομέα των οδικών, σιδηροδρομικών και εσωτερικών πλωτών μεταφορών και της ασφάλειας στη θάλασσα.
Η έξαρση της νόσου COVID-19 και η επακόλουθη κρίση στον τομέα της δημόσιας υγείας αποτελούν μια άνευ προηγουμένου πρόκληση για τα κράτη μέλη και σημαντική επιβάρυνση για τις εθνικές αρχές, τους πολίτες της ΕΕ και τους οικονομικούς φορείς, ιδίως στον τομέα των μεταφορών. Η κρίση λόγω της νόσου COVID-19 έχει δημιουργήσει έκτακτες περιστάσεις που επηρεάζουν τις συνήθεις δραστηριότητες των αρμόδιων αρχών στα κράτη μέλη και το έργο των επιχειρήσεων μεταφορών όσον αφορά τις διοικητικές διατυπώσεις που πρέπει να διεκπεραιώνονται σε διάφορους τομείς μεταφορών. Οι περιστάσεις αυτές δεν μπορούσαν ευλόγως να είχαν προβλεφθεί κατά τον χρόνο έκδοσης της σχετικής νομοθεσίας της Ένωσης.
Λόγω των δημόσιων μέτρων που έχουν καταστεί αναγκαία δεδομένης της έξαρσης της νόσου COVID-19, οι μεταφορείς και άλλα ενδιαφερόμενα πρόσωπα σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι σε θέση να διεκπεραιώσουν τις απαραίτητες διατυπώσεις ή διαδικασίες για να συμμορφωθούν με ορισμένες διατάξεις του ενωσιακού δικαίου που σχετίζονται με την ανανέωση, την παράταση ή τη συνέχιση της ισχύος πιστοποιητικών, αδειών ή εγκρίσεων. Επιπλέον, και για τους ίδιους λόγους, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ενδέχεται να μην είναι σε θέση να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις που ορίζει το ενωσιακό δίκαιο και να διεκπεραιώσουν τα σχετικά αιτήματα που υποβάλλουν οι μεταφορείς πριν από τη λήξη των ισχυουσών προθεσμιών.
Για τον λόγο αυτό, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) 2020/698 παρέτειναν για περίοδο 6 μηνών (ή 7 μηνών σε ορισμένες περιπτώσεις) την περίοδο ισχύος ορισμένων πιστοποιητικών, αδειών και εγκρίσεων και ανέβαλαν τη διενέργεια ορισμένων περιοδικών ελέγχων και περιοδικής κατάρτισης που, σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης, θα έπρεπε να είχαν πραγματοποιηθεί κατά το διάστημα μεταξύ 1ης Μαρτίου 2020 (ή 1ης Φεβρουαρίου 2020 σε ορισμένες περιπτώσεις) και 31ης Αυγούστου 2020.
Επιπλέον, ορισμένα κράτη μέλη έκριναν ότι η ανανέωση ορισμένων πιστοποιητικών, αδειών και εγκρίσεων και η ολοκλήρωση ορισμένων περιοδικών ελέγχων ή περιοδικής κατάρτισης ήταν πιθανό να παραμείνουν ανέφικτες πέραν της 31ης Αυγούστου 2020, λόγω των μέτρων που είχαν λάβει για την πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της νόσου COVID-19. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) 2020/698, υπέβαλαν αιτιολογημένες αιτήσεις στην Επιτροπή για την έγκριση περαιτέρω μεμονωμένων παρατάσεων μίας από τις εν λόγω περιόδους ή και των δύο. Η Επιτροπή εξέδωσε έξι αποφάσεις με τις οποίες εγκρίθηκαν οι εν λόγω παρατάσεις.
Μολονότι η έξαρση της νόσου COVID‐19 έχει πλήξει το σύνολο της Ένωσης, δεν έχει επηρεάσει όλες τις χώρες με ομοιόμορφο τρόπο. Τα κράτη μέλη έχουν πληγεί σε διαφορετικούς βαθμούς και σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Δεδομένου ότι οι παρεκκλίσεις από τις νομικές πράξεις που θα εφαρμόζονταν κανονικά θα πρέπει να περιορίζονται σε ό, τι είναι αναγκαίο, ο κανονισμός (ΕΕ) 2020/698 επέτρεψε στα κράτη μέλη να συνεχίσουν να εφαρμόζουν αυτές τις νομικές πράξεις χωρίς να εφαρμόζουν τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό, εάν η εφαρμογή των εν λόγω νομικών πράξεων παρέμενε εφικτή (ρήτρα εξαίρεσης). Στην περίπτωση αυτή, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη μπορούσαν να μην εφαρμόσουν τις παρεκκλίσεις όσον αφορά ορισμένες νομικές πράξεις, αφού πρώτα είχαν ενημερώσει την Επιτροπή.
Στην ανακοίνωσή της για τις πράσινες λωρίδες II, η Επιτροπή έκρινε ότι όλες οι διατάξεις ευελιξίας που περιέχονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2020/698 έχουν αποδειχθεί αναγκαίες και χρήσιμες. Επιπλέον, υπό το πρίσμα της αναζωπύρωσης της πανδημίας της COVID-19, η Επιτροπή ανακοίνωσε ότι είναι έτοιμη να προτείνει επικαιροποίηση των εν λόγω παρεκκλίσεων, ώστε όλα τα κράτη μέλη να μπορούν να επωφεληθούν από αυτές, εάν κριθεί αναγκαίο, συμπεριλαμβανομένων των κρατών που έχουν κάνει χρήση της δυνατότητας να μην εφαρμόσουν τον εν λόγω κανονισμό. Ωστόσο, η Επιτροπή θεώρησε ότι όλα τα νομοθετικά μέτρα αυτού του είδους έχουν χαρακτήρα ad hoc, δηλαδή έχουν σχεδιαστεί για συγκεκριμένη περίοδο με αποτελέσματα που είναι χρονικά περιορισμένα.
Παρότι έχουν σημειωθεί ορισμένες βελτιώσεις της κατάστασης που προκλήθηκε λόγω της έξαρσης της νόσου COVID-19 κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού του 2020, η επίταση και, σε ορισμένες περιπτώσεις, η επιδείνωση των επιπτώσεων της νόσου COVID-19 το φθινόπωρο του 2020 υποχρέωσαν τα κράτη μέλη να διατηρήσουν και, σε ορισμένες περιπτώσεις, να ενισχύσουν τα μέτρα που ελήφθησαν για την πρόληψη της εξάπλωσης της πανδημίας.
Λόγω των μέτρων αυτών, εξακολουθεί να είναι δύσκολο για τους μεταφορείς και άλλα ενδιαφερόμενα πρόσωπα να διεκπεραιώσουν τις αναγκαίες διατυπώσεις ή διαδικασίες ή να προβούν σε άλλες ενέργειες που απαιτούνται βάσει του ενωσιακού δικαίου για την ανανέωση ή την παράταση πιστοποιητικών, αδειών ή εγκρίσεων ή για την ολοκλήρωση περιοδικών ελέγχων ή περιοδικής κατάρτισης, προκειμένου να διατηρηθεί η ισχύς τους.
Για τους ίδιους λόγους, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ενδέχεται να εξακολουθήσουν να μην είναι σε θέση να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις που ορίζει το ενωσιακό δίκαιο και να διεκπεραιώσουν τα σχετικά αιτήματα που υποβάλλουν οι μεταφορείς εντός των ισχυουσών προθεσμιών.
Προκειμένου να διασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, ένα υψηλό επίπεδο ασφάλειας των μεταφορών, η ασφάλεια δικαίου και η αποφυγή τυχόν διαταραχών της αγοράς, καθώς και για να διασφαλιστεί η συνέχεια του νομικού καθεστώτος, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν τώρα προσωρινές διατάξεις για την παράταση της ισχύος των εν λόγω πιστοποιητικών, αδειών ή εγκρίσεων που διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021 (στο εξής: περίοδος αναφοράς). Τα εν λόγω έγγραφα θα πρέπει να παραμείνουν σε ισχύ για εύλογο χρονικό διάστημα κατά τη διάρκεια και μετά την έξαρση της νόσου COVID-19 (στο εξής: περίοδος παράτασης).
Ομοίως, οι προθεσμίες για τις σχετικές διατυπώσεις θα πρέπει να παραταθούν και οι άδειες, τα πιστοποιητικά και τα παρόμοια έγγραφα θα πρέπει, αναλόγως, να διατηρηθούν σε ισχύ. Κατά περίπτωση, θα πρέπει να επιτρέπεται και να καταστεί υποχρεωτική η χρήση εναλλακτικών μέσων που θα δίνουν τη δυνατότητα για ορθή διεξαγωγή των ελέγχων. Αυτό ισχύει, για παράδειγμα, στον τομέα των ταχογράφων, σε περίπτωση λήξης των καρτών οδηγού και αδυναμίας έκδοσης νέας κάρτας.
Επιπλέον, όπως στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) 2020/698, είναι δυνατόν λόγω των μέτρων που λαμβάνει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος για την πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της νόσου COVID-19, η ανανέωση των πιστοποιητικών, των αδειών ή των εγκρίσεων να παραμένει ανέφικτη μετά το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στη μία ή στην άλλη σχετική διάταξη του προτεινόμενου κανονισμού. Εάν, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους σε τέτοια περίπτωση έως την 1η Απριλίου 2021, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι οι περιστάσεις το δικαιολογούν, θα μπορεί να επιτρέπει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση της σχετικής περιόδου ή των σχετικών περιόδων. Η παράταση αυτή θα πρέπει να είναι περιορισμένη σε ό,τι είναι αναγκαίο ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ολοκλήρωση των διατυπώσεων, διαδικασιών, ελέγχων και κατάρτισης και, σε κάθε περίπτωση, δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση για τις πράσινες λωρίδες II, η πράξη που θεσπίζει τις παρεκκλίσεις για πρόσθετη περίοδο πέραν της περιόδου αναφοράς που καλύπτεται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/698 θα πρέπει επίσης να προβλέπει τη δυνατότητα των κρατών μελών να μην εφαρμόζουν τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στην εν λόγω πράξη, εάν η εφαρμογή των διατάξεων που εφαρμόζονται εκτός των εν λόγω παρεκκλίσεων παρέμενε εφικτή.
Ως εκ τούτου, όπως και στον κανονισμό (ΕΕ) 2020/698, ο προτεινόμενος κανονισμός προβλέπει επίσης τη δυνατότητα να μην εφαρμόζονται οι παρεκκλίσεις όταν τα κράτη μέλη δεν αντιμετωπίζουν, και είναι πιθανό να μην αντιμετωπίσουν, δυσκολίες που καθιστούν ανέφικτη την ανανέωση των αδειών, πιστοποιητικών και εγκρίσεων ή την αναβολή των περιοδικών ελέγχων και της περιοδικής κατάρτισης κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την έξαρση της νόσου COVID-19, ή όταν έχουν λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των εν λόγω δυσκολιών. Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει τις παρεκκλίσεις αυτές δεν θα πρέπει να εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις εν λόγω παρεκκλίσεις οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος. Προτείνεται να επεκταθεί η δυνατότητα αυτή σε παρεκκλίσεις (που αντιστοιχούν σε συγκεκριμένες νομικές πράξεις) τις οποίες δεν είχε προβλέψει ο κανονισμός (ΕΕ) 2020/698. Για λόγους ασφάλειας δικαίου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τις αποφάσεις τους να μην εφαρμόσουν τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό πριν από την έναρξη εφαρμογής των ουσιαστικών διατάξεών του.
•
Συνέπεια με τις ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής
Η νομοθεσία την οποία αφορά ο παρών κανονισμός δεν περιέχει ρητές διατάξεις που θα επέτρεπαν την παράταση της ισχύος πιστοποιητικών, εγκρίσεων ή αδειών σε περιστάσεις όπως αυτές που δημιούργησε η κρίση λόγω της νόσου COVID-19. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν σχετικές διατάξεις προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι επιπτώσεις της τρέχουσας κρίσης και να παρασχεθεί ασφάλεια δικαίου σε ιδιώτες και οικονομικούς φορείς, καθώς και στις αρχές των κρατών μελών.
•
Συνέπεια με άλλες πολιτικές της Ένωσης
Η αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς στον τομέα των μεταφορών και των συναφών υπηρεσιών εξαρτάται από τη συνεχή παροχή μεταφορικών υπηρεσιών από τους φορείς εκμετάλλευσης. Οι αρνητικές συνέπειες της τρέχουσας κρίσης θα μπορούσαν, λόγω της αδυναμίας των επιχειρήσεων να εκπληρώσουν τις ισχύουσες απαιτήσεις, να θέσουν σε κίνδυνο την άσκηση της δραστηριότητάς τους. Θα μπορούσαν επίσης να οδηγήσουν σε έλλειψη διαθέσιμου προσωπικού για την εν λόγω δραστηριότητα, λόγω έλλειψης των απαραίτητων έγκυρων εγγράφων που θα του επέτρεπαν να ασκήσει το επάγγελμά του νόμιμα. Οι διατάξεις του προτεινόμενου κανονισμού συνεχίζουν να επιδιώκουν τους στόχους του κανονισμού (ΕΕ) 2020/698 για την αντιμετώπιση αυτού του σημαντικού προβλήματος, κατοχυρώνουν την ασφάλεια δικαίου και επιτρέπουν την άσκηση των επαγγελμάτων στον τομέα των μεταφορών.
2.
ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ
•
Νομική βάση
Η πρόταση βασίζεται στο άρθρο 91 και στο άρθρο 100 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
•
Επικουρικότητα (σε περίπτωση μη αποκλειστικής αρμοδιότητας)
Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η Ένωση δύναται να αναλάβει δράση μόνον εφόσον είναι αδύνατον να επιτευχθούν οι επιδιωκόμενοι στόχοι μόνον από τα κράτη μέλη. Τα ζητήματα που οδήγησαν στην παρούσα πρόταση συνδέονται με τους όρους του ενωσιακού δικαίου και μπορούν, συνεπώς, να αντιμετωπιστούν μόνο με διατάξεις ενωσιακού δικαίου, δηλαδή με τη μορφή προσωρινών παρεκκλίσεων.
•
Αναλογικότητα
Η παρούσα δράση της Ένωσης είναι απαραίτητη για την επίτευξη του στόχου της ορθής λειτουργίας των μηχανισμών που προβλέπονται από τις σχετικές νομοθετικές πράξεις του ενωσιακού δικαίου, λαμβανομένων υπόψη του μεγέθους και της σοβαρότητας της τρέχουσας έξαρσης της νόσου COVID-19. Ο προτεινόμενος κανονισμός περιλαμβάνει στοχευμένα προσωρινά μέτρα, τα οποία συνδέονται αυστηρά με την τρέχουσα έξαρση της νόσου COVID-19 και περιορίζονται σε ό,τι είναι αναγκαίο για την ασφάλεια δικαίου, την ασφάλεια των μεταφορών και την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.
•
Επιλογή της νομικής πράξης
Η παρούσα πρόταση αφορά ειδικές διατάξεις που επηρεάζουν την εφαρμογή διαφόρων οδηγιών και κανονισμών. Οι διατάξεις της προτεινόμενης πράξης θα πρέπει να εφαρμοστούν αμέσως και να ισχύουν άμεσα προκειμένου να υπάρξει ασφάλεια δικαίου, χωρίς καθυστέρηση, για τους μεταφορείς και τα άλλα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, καθώς και για τις αρχές των κρατών μελών. Η ισχύς των σχετικών πιστοποιητικών, εγκρίσεων και αδειών, καθώς και η υποχρέωση διενέργειας περιοδικών ελέγχων, κατάρτισης ή εξετάσεων θα πρέπει, επομένως, να παραταθούν εκ του νόμου, ακόμη και όταν τα σχετικά θέματα ρυθμίζονται από οδηγία. Όπως και στην περίπτωση του κανονισμού (ΕΕ) 2020/698 που έχει τους ίδιους στόχους με την παρούσα πρόταση, η παρούσα νομοθετική πράξη θα πρέπει να λάβει τη μορφή κανονισμού ο οποίος ισχύει άμεσα και δεν απαιτεί μεταφορά στο εθνικό δίκαιο.
3.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ
•
Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη
Δεδομένου του επείγοντος χαρακτήρα του ζητήματος, δεν διενεργήθηκε επίσημη διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Ωστόσο, τόσο οι αρχές των κρατών μελών όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη κάλεσαν την Επιτροπή να εγκρίνει πρόταση παράτασης των παρεκκλίσεων που περιέχονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2020/698. Ειδικότερα, η Επιτροπή βρίσκεται σε συνεχή επαφή με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και έχει προβεί τακτικά σε ανάλυση της εφαρμογής των διατάξεων του εν λόγω κανονισμού και έχει πληροφορηθεί από αυτές την ιδιαίτερη κατάστασή τους και τα αιτήματά τους για παράταση των παρεκκλίσεων.
•
Συλλογή και χρήση εμπειρογνωσίας
Όπως εξηγήθηκε, δεν κατέστη δυνατόν να πραγματοποιηθεί η δέουσα συλλογή εμπειρογνωσίας λόγω του επείγοντος χαρακτήρα της κατάστασης.
•
Εκτίμηση επιπτώσεων
Δεδομένου του επείγοντος χαρακτήρα της κατάστασης, δεν διενεργήθηκε εκτίμηση επιπτώσεων. Η παρούσα πρόταση δεν μεταβάλλει τις αρχές και τους μηχανισμούς της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας και δεν επιβάλλει νέες υποχρεώσεις στα ενδιαφερόμενα μέρη. Στόχος της είναι κυρίως να παρέχει, για έκτακτους λόγους στο πλαίσιο της τρέχουσας πανδημίας COVID-19, παρατάσεις της ισχύος των πιστοποιητικών, των αδειών ή των εγκρίσεων και ορισμένων προθεσμιών, για σύντομο χρονικό διάστημα.
•
Θεμελιώδη δικαιώματα
4.
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ
5.
ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
•
Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων
Το μέτρο δεν περιλαμβάνει ειδικές ρυθμίσεις παρακολούθησης ή υποβολής εκθέσεων. Παραμένει αβέβαιο πώς θα εξελιχθεί η νόσος COVID-19. Ενδέχεται να εμφανιστούν επακόλουθα κύματα λοιμώξεων και να οδηγήσουν σε νέα απαγορευτικά. Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη η ιδιαίτερη κατάσταση στα διάφορα κράτη μέλη. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί, κατόπιν αιτήματος που υποβάλλεται από οποιοδήποτε κράτος μέλος, να εγκρίνει την εφαρμογή πρόσθετων χρονικών περιόδων, όπως προβλεπόταν στον κανονισμό (ΕΕ) 2020/698.
•
Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης
–Οδηγία 2003/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2003, σχετικά με την αρχική επιμόρφωση και την περιοδική κατάρτιση των οδηγών ορισμένων οδικών οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά εμπορευμάτων ή επιβατών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 του Συμβουλίου και της οδηγίας 91/439/ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 76/914/ΕΟΚ του Συμβουλίου.
Η οδηγία 2003/59/ΕΚ καθορίζει τις απαιτήσεις αρχικής επιμόρφωσης και περιοδικής κατάρτισης των επαγγελματιών οδηγών φορτηγών και λεωφορείων, με σκοπό την εγγύηση της ασφάλειας στα ευρωπαϊκά οδικά δίκτυα. Σκοπός της οδηγίας είναι ο καθορισμός εναρμονισμένων ελάχιστων προτύπων ικανότητας σε ολόκληρη την Ένωση. Η οδηγία απαιτεί από τους οδηγούς να παρακολουθούν την αρχική κατάρτιση και, στη συνέχεια, την περιοδική κατάρτιση ανά πενταετία. Λόγω της συνεχιζόμενης έξαρσης της νόσου COVID-19, οι οδηγοί που υπόκεινται στην υποχρέωση κατάρτισης ενδέχεται να μην είναι σε θέση να συμμορφωθούν με αυτήν ή να μην είναι σε θέση να ανανεώσουν τα έγγραφα που αποδεικνύουν την εκπλήρωση της υποχρέωσης περιοδικής κατάρτισης. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να παραταθεί η ισχύς των πιστοποιητικών επαγγελματικής ικανότητας (ΠΕΙ) και της σήμανσης του εναρμονισμένου ενωσιακού κωδικού «95» που προστίθεται είτε στην άδεια οδήγησης είτε στο δελτίο επιμόρφωσης οδηγού, βάσει των εν λόγω ΠΕΙ ή του δελτίου επιμόρφωσης οδηγού το οποίο, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, θα έληγε κατά την περίοδο αναφοράς μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021. Η ισχύς των εγγράφων αυτών θα πρέπει να θεωρείται ότι παρατείνεται για περίοδο επτά μηνών και τα έγγραφα θα πρέπει να παραμένουν σε ισχύ αναλόγως, ώστε να εξασφαλιστεί η συνέχεια των οδικών μεταφορών.
–Οδηγία 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για την άδεια οδήγησης (αναδιατύπωση).
Η οδηγία 2006/126/ΕΚ προβλέπει την αμοιβαία αναγνώριση των αδειών οδήγησης που εκδίδουν τα κράτη μέλη με βάση το υπόδειγμα άδειας οδήγησης της Ένωσης. Καθορίζει σειρά ελάχιστων απαιτήσεων για τις εν λόγω άδειες οδήγησης προκειμένου να βελτιωθεί η οδική ασφάλεια, να διευκολυνθεί η ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών που μετακινούνται εντός της Ένωσης και να μειωθεί η πιθανότητα απάτης. Ως εκ τούτου, η οδηγία εισήγαγε εναρμονισμένες περιόδους ισχύος για όλες τις κατηγορίες αδειών οδήγησης. Λόγω της συνεχιζόμενης έξαρσης της νόσου COVID-19, οι κάτοχοι άδειας οδήγησης ενδέχεται να μην είναι σε θέση να ανανεώσουν ή να αντικαταστήσουν την άδεια οδήγησής τους. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο οι άδειες οδήγησης οι οποίες, βάσει των εν λόγω διατάξεων, θα έληγαν κατά την περίοδο αναφοράς μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, να θεωρείται ότι παρατάθηκαν για περίοδο επτά μηνών προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχιση της οδικής κινητικότητας.
–Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 2014, για τους ταχογράφους στον τομέα των οδικών μεταφορών, ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών και τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών.
Η συμμόρφωση με τους κανόνες για τον χρόνο οδήγησης, τον χρόνο εργασίας και τις περιόδους ανάπαυσης είναι ουσιαστικής σημασίας για τη διατήρηση των αρχών της οδικής ασφάλειας και του θεμιτού ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά οδικών μεταφορών. Οι ταχογράφοι και οι κάρτες οδηγού καταγράφουν τις πληροφορίες που απαιτούνται για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τους εν λόγω κανόνες. Σύμφωνα με το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014 («κανονισμός για τους ταχογράφους»), οι ταχογράφοι υποβάλλονται σε επιθεώρηση από εγκεκριμένα συνεργεία ανά διετία, προκειμένου να αξιολογούνται η ορθή λειτουργία, η βαθμονόμηση και τα χαρακτηριστικά ασφαλείας της συσκευής που είναι εγκατεστημένη στο όχημα. Οι κάρτες οδηγού είναι προσωπικές και εκδίδονται από τις εθνικές αρχές για περίοδο πέντε ετών. Όταν λήξει η ισχύς μιας κάρτας οδηγού, πρέπει να ανανεώνεται με νέα κάρτα, σύμφωνα με το άρθρο 28 του κανονισμού για τους ταχογράφους. Σύμφωνα με το άρθρο 29 του κανονισμού για τους ταχογράφους, σε περίπτωση φθοράς, δυσλειτουργίας ή απώλειας ή κλοπής της κάρτας οδηγού, ο οδηγός υποβάλλει αίτηση, εντός επτά ημερολογιακών ημερών για την αντικατάστασή της στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους του συνήθους τόπου κατοικίας του. Οι εν λόγω αρχές χορηγούν κάρτα αντικατάστασης εντός οκτώ εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της σχετικής λεπτομερούς αίτησης. Τα κράτη μέλη έχουν ενημερώσει την Επιτροπή για τις δυσκολίες κατά την πραγματοποίηση των περιοδικών ελέγχων των ταχογράφων και την ανανέωση των καρτών οδηγού σύμφωνα με τις προθεσμίες που προβλέπονται στην ενωσιακή νομοθεσία. Οι δυσκολίες αυτές οφείλονται στις σημερινές εξαιρετικές περιστάσεις που συνδέονται με τη συνεχιζόμενη έξαρση της νόσου COVID-19. Υπό τις συνθήκες αυτές, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιτρέπουν, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, τη συνέχιση της κυκλοφορίας οχημάτων εξοπλισμένων με ταχογράφο, των οποίων ο έλεγχος δεν πραγματοποιήθηκε εμπρόθεσμα.
Επιπλέον, όσον αφορά τις ληγμένες κάρτες οδηγού, οι οδηγοί που έχουν ζητήσει νέα κάρτα σύμφωνα με το άρθρο 28 του κανονισμού για τους ταχογράφους θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα και την υποχρέωση να χρησιμοποιούν βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις για να καταγράφουν τις δραστηριότητές τους, έως ότου οι αρχές έκδοσης της κάρτας εκδώσουν νέα κάρτα στον οδηγό. Η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 35 παράγραφος 2 του κανονισμού για τους ταχογράφους για τις κάρτες οδηγού που έχουν φθαρεί, δυσλειτουργούν, έχουν απολεσθεί ή κλαπεί θα πρέπει να εφαρμόζεται αναλόγως για τους οδηγούς των οποίων η κάρτα έληξε. Η προσέγγιση αυτή θα εξασφαλίσει την κατάλληλη ισορροπία μεταξύ της αναγκαίας συνέχειας των μεταφορών και της ανάγκης να μην διακυβεύεται η οδική ασφάλεια.
–Οδηγία 2014/45/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Απριλίου 2014, για τον περιοδικό τεχνικό έλεγχο των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/40/ΕΚ.
Η οδηγία 2014/45/ΕΕ ορίζει τις εναρμονισμένες ελάχιστες απαιτήσεις για τον περιοδικό τεχνικό έλεγχο. Σε αυτές περιλαμβάνονται ιδίως η συχνότητα των τεχνικών ελέγχων και, κατά συνέπεια, η ισχύς των πιστοποιητικών τεχνικού ελέγχου. Λόγω των τρεχουσών έκτακτων περιστάσεων που συνδέονται με τη συνεχιζόμενη έξαρση της νόσου COVID-19, οι εν λόγω δραστηριότητες ενδέχεται να καταστούν ανέφικτες. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο οι τεχνικοί έλεγχοι που πρέπει να διενεργηθούν κατά την περίοδο αναφοράς μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021 να μπορούν να διενεργηθούν σε μεταγενέστερη ημερομηνία, αλλά όχι αργότερα από επτά μήνες μετά την αρχική προθεσμία και τα σχετικά πιστοποιητικά να παραμείνουν σε ισχύ ανάλογα.
–Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα και για την κατάργηση της οδηγίας 96/26/ΕΚ του Συμβουλίου.
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 θεσπίζει κοινούς κανόνες όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα. Υπό τις παρούσες συνθήκες, είναι πιθανό περισσότερες επιχειρήσεις μεταφορών να μην πληρούν τις απαιτήσεις σχετικά με το όχημα ή τα οχήματα που πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους και να χρησιμοποιούν οι εν λόγω επιχειρήσεις ή την απαίτηση της οικονομικής επιφάνειας, δεδομένου του μειωμένου επιπέδου δραστηριότητας και, ως εκ τούτου, του κύκλου εργασιών, που μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του ύψους των ιδίων πόρων. Ως εκ τούτου, οι φορείς εκμετάλλευσης που είναι, κατά τα άλλα, διαρθρωτικά βιώσιμοι, θα κινδύνευαν να χάσουν την άδεια λειτουργίας τους, γεγονός που θα συνεπαγόταν τη λήξη της δραστηριότητάς τους στον τομέα των μεταφορών. Ειδικότερα, αναμένεται ότι οι επιχειρήσεις θα χρειαστούν περισσότερο χρόνο από ό, τι συνήθως για να αποδείξουν ότι οι απαιτήσεις σχετικά με το όχημα ή τα οχήματα που πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους και να χρησιμοποιούν οι εν λόγω επιχειρήσεις ή η απαίτηση οικονομικής επιφάνειας πληρούνται εκ νέου σε μόνιμη βάση. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να παραταθούν οι μέγιστες προθεσμίες που καθορίζονται για τους σκοπούς αυτούς στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 από έξι σε δώδεκα μήνες, όσον αφορά την αξιολόγηση των απαιτήσεων σχετικά με το όχημα ή τα οχήματα που πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους και να χρησιμοποιούν οι οικείες επιχειρήσεις οδικών μεταφορών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 στοιχεία β) και γ) του εν λόγω κανονισμού, και της απαίτησης σχετικά με την οικονομική επιφάνεια των εν λόγω επιχειρήσεων, στον βαθμό που οι εν λόγω αξιολογήσεις καλύπτουν το σύνολο ή μέρος της περιόδου αναφοράς μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021. Εάν έχει ήδη διαπιστωθεί αδυναμία συμμόρφωσης με οποιαδήποτε από τις απαιτήσεις αυτές και η προθεσμία που έχει καθοριστεί από την αρμόδια αρχή δεν έχει ακόμη εκπνεύσει, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να μπορεί να παρατείνει την εν λόγω προθεσμία σε 12 μήνες συνολικά.
–Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τους κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών.
–Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τη θέσπιση κοινών κανόνων πρόσβασης στη διεθνή αγορά μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006.
Οι διεθνείς οδικές μεταφορές εμπορευμάτων και οι διεθνείς μεταφορές επιβατών με πούλμαν και λεωφορεία υπόκεινται στην κατοχή κοινοτικής άδειας από τους επαγγελματίες μεταφορείς που παρέχουν τις υπηρεσίες αυτές, υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 για τη μεταφορά εμπορευμάτων και στο άρθρο 4 του κανονισμού αριθ. 1073/2009 για τη μεταφορά επιβατών.
Η κοινοτική άδεια βεβαιώνει ότι οι μεταφορείς είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση και συμμορφώνονται με τις αναγκαίες απαιτήσεις για τη λειτουργία διεθνών γραμμών. Επιπλέον, στην περίπτωση διεθνών μεταφορών εμπορευμάτων, όταν ο οδηγός είναι υπήκοος τρίτης χώρας, ο οδηγός αυτός πρέπει να διαθέτει βεβαίωση οδηγού σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου II του κανονισμού αριθ. 1072/2009. H βεβαίωση οδηγού επιτρέπει στα κράτη μέλη να ελέγχουν αποτελεσματικά εάν οι οδηγοί τρίτων χωρών απασχολούνται νόμιμα ή τίθενται νόμιμα στη διάθεση του επαγγελματία μεταφορέα που είναι υπεύθυνος για συγκεκριμένη μεταφορά.
Η λειτουργία τακτικών γραμμών με λεωφορεία και πούλμαν υπόκειται σε χορήγηση άδειας σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου III του κανονισμού αριθ. 1073/2009. Η διαδικασία για την ανανέωσή τους υπόκειται επίσης στην ίδια διαδικασία, η οποία εφαρμόζεται αναλόγως. Η άδεια υπόκειται σε σειρά όρων με τους οποίους εξασφαλίζεται η καταλληλότητα ενός συγκεκριμένου μεταφορέα για τη λειτουργία συγκεκριμένης τακτικής γραμμής. Η κοινοτική άδεια και η άδεια για τακτικές γραμμές είναι αλληλεξαρτώμενες, υπό την έννοια ότι, για την έκδοση της δεύτερης, απαιτείται η κατοχή κοινοτικής άδειας. Οι κοινοτικές άδειες, οι βεβαιώσεις οδηγού και οι άδειες για τακτικές γραμμές με λεωφορείο και πούλμαν εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών κατόπιν αιτήσεως των μεταφορέων για περιόδους έως δέκα ετών (κοινοτική άδεια) και πέντε ετών (βεβαίωση οδηγού και άδεια) με δυνατότητα ανανέωσης. Η ανανέωσή τους υπόκειται στην εξακρίβωση ότι εξακολουθούν να πληρούνται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες εκδόθηκαν. Τα κράτη μέλη έχουν ενημερώσει την Επιτροπή σχετικά με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν όσον αφορά την ανανέωση των εν λόγω αδειών, βεβαιώσεων και εγκρίσεων εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στην ενωσιακή νομοθεσία ή για τη διενέργεια των αναγκαίων εξακριβώσεων πριν από την ανανέωσή τους. Αυτό οφείλεται στις σημερινές εξαιρετικές περιστάσεις που συνδέονται με τη συνεχιζόμενη έξαρση της νόσου COVID-19. Από την άλλη πλευρά, είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί η συνέχεια των υπηρεσιών μεταφορών. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να παραταθεί η ισχύς των ανωτέρω κοινοτικών αδειών, βεβαιώσεων και εγκρίσεων για περιορισμένο χρονικό διάστημα.
–Οδηγία (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων.
–Οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την ασφάλεια των κοινοτικών σιδηροδρόμων, η οποία τροποποιεί την οδηγία 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και την οδηγία 2001/14/ΕΚ σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής καθώς και με την πιστοποίηση ασφάλειας (οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων).
Η οδηγία 2004/49/ΕΚ και η οδηγία (ΕΕ) 2016/798 ρυθμίζουν την πιστοποίηση και την έγκριση ασφάλειας στην Ένωση. Η οδηγία 2004/49/ΕΚ καταργήθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2016/798 με ισχύ από τις 31 Οκτωβρίου 2020. Μέχρι την ημερομηνία αυτή, εξακολουθούσε να ισχύει για τα κράτη μέλη που έχουν παρατείνει την περίοδο μεταφοράς της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 στο εθνικό δίκαιο μέχρι την ίδια ημερομηνία, σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 της τελευταίας οδηγίας.
Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 13 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση πρέπει να διαθέτει ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας εκδοθέν είτε από τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης είτε από εθνική αρχή ασφάλειας, το οποίο ανανεώνεται κατόπιν αίτησης σε χρονικά διαστήματα που δεν υπερβαίνουν τα πέντε έτη. Σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, η έγκριση ασφάλειας των διαχειριστών υποδομής ισχύει για πέντε έτη.
Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 5 της οδηγίας 2004/49/ΕΚ, το πιστοποιητικό ασφάλειας ανανεώνεται κατόπιν αιτήσεως της σιδηροδρομικής επιχείρησης σε διαστήματα τα οποία δεν υπερβαίνουν την πενταετία. Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 της οδηγίας 2004/49/ΕΚ, η έγκριση ασφάλειας ανανεώνεται κατόπιν αιτήσεως του διαχειριστή υποδομής σε διαστήματα τα οποία δεν υπερβαίνουν την πενταετία.
Λόγω της έκτακτης κατάστασης που έχει προκαλέσει η συνεχιζόμενη έξαρση της νόσου COVID-19, οι εθνικές αρχές, οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομής αντιμετωπίζουν δυσκολίες όσον αφορά την ανανέωση των (ενιαίων) πιστοποιητικών ασφάλειας και των εγκρίσεων ασφάλειας ή, ενόψει της επικείμενης λήξης ισχύος των υφιστάμενων εγκρίσεων ασφάλειας, την έκδοση των εγκρίσεων αυτών για μεταγενέστερη περίοδο. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να παραταθεί η προθεσμία ανανέωσης και ισχύος των εν λόγω εγγράφων, ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν υπονομεύεται η λειτουργία των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και των διαχειριστών υποδομής. Παράταση επτά μηνών θα πρέπει να δώσει λύση στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι εθνικές αρχές ασφάλειας για τη διεξαγωγή επιτόπιων επιθεωρήσεων και την ολοκλήρωση άλλων απαιτούμενων διοικητικών εργασιών.
–
Οδηγία 2007/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με την πιστοποίηση του προσωπικού οδήγησης μηχανών έλξης και συρμών στο σιδηροδρομικό σύστημα της Κοινότητας
.
Σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 5 της οδηγίας 2007/59/ΕΚ, η άδεια έχει δεκαετή ισχύ, με την επιφύλαξη του άρθρου 16 παράγραφος 1. Λόγω της έκτακτης κατάστασης που προκλήθηκε από τη συνεχιζόμενη έξαρση της νόσου COVID-19, οι αρμόδιες αρχές αντιμετωπίζουν δυσκολίες όσον αφορά την ανανέωση των αδειών με τις καθορισμένες προϋποθέσεις. Οι άδειες που θα πρέπει να ανανεωθούν εντός της περιόδου κατά την οποία η ανανέωση είναι ανέφικτη θα πρέπει να εξακολουθήσουν να ισχύουν για πρόσθετη περίοδο επτά μηνών. Ομοίως, στους μηχανοδηγούς θα πρέπει να χορηγηθούν επιπλέον επτά μήνες για την ολοκλήρωση των περιοδικών ελέγχων.
–Οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου.
Σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, η άδεια παραμένει σε ισχύ για όσο διάστημα η σιδηροδρομική επιχείρηση εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στο κεφάλαιο III της εν λόγω οδηγίας. Ωστόσο, ο φορέας έκδοσης των αδειών μπορεί να αποφασίσει την επανεξέτασή της, σε τακτά διαστήματα. Σε αυτή την περίπτωση η επανεξέταση θα πρέπει να διεξάγεται τουλάχιστον ανά πενταετία. Η έξαρση της νόσου COVID-19 έχει δημιουργήσει δυσκολίες στους φορείς έκδοσης των αδειών όσον αφορά τη διενέργεια των εν λόγω επανεξετάσεων. Ως εκ τούτου, για τις περιπτώσεις στις οποίες η προθεσμία για την επανεξέταση θα έληγε κατά την περίοδο αναφοράς μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, η προθεσμία αυτή θα πρέπει να παραταθεί κατά επτά μήνες σε καθεμία από τις εν λόγω περιπτώσεις.
Στο άρθρο 24 παράγραφος 3 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ ορίζεται ότι όταν μια άδεια αναστέλλεται ή ανακαλείται λόγω μη συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις χρηματοοικονομικής επιφάνειας, ο φορέας έκδοσης των αδειών μπορεί να χορηγήσει προσωρινή άδεια μέχρις ότου αναδιοργανωθεί οικονομικά η σιδηροδρομική επιχείρηση, με την προϋπόθεση ότι η ασφάλεια δεν διακυβεύεται. Ωστόσο, η μέγιστη διάρκεια ισχύος της προσωρινής άδειας είναι επτά μήνες. Λόγω των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από τη συνεχιζόμενη έξαρση της νόσου COVID-19, οι αρχές αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες όσον αφορά τη λήψη των σχετικών αποφάσεων, και συγκεκριμένα την έκδοση νέων αδειών για την περίοδο μετά τη λήξη της προσωρινής άδειας. Ως εκ τούτου, η ισχύς των σχετικών προσωρινών αδειών που εκδόθηκαν ή λήγουν κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς από την 1η Σεπτεμβρίου 2020 έως την 30ή Απριλίου 2021 θα πρέπει να παραταθεί κατά επτά μήνες.
Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, ο φορέας χορήγησης των αδειών αποφασίζει επί της αίτησης χορήγησης άδειας εντός τριών μηνών. Ωστόσο, για τους λόγους που αναφέρθηκαν ήδη, οι αρχές αδειοδότησης δεν είναι σε θέση να ενεργήσουν εγκαίρως. Ως εκ τούτου, προτείνεται να δοθεί στις εν λόγω αρχές παράταση επτά μηνών στο πλαίσιο αυτό, για τις αιτήσεις που υποβάλλονται μεταξύ 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και 30ής Απριλίου 2021.
Σύμφωνα με την οδηγία 2012/34/ΕΕ, οι αρχές αδειοδότησης μπορούν να αναστέλλουν ή να ανακαλούν την άδεια λειτουργίας σιδηροδρομικής επιχείρησης η οποία ενδέχεται να μην είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις χρηματοοικονομικής επιφάνειας. Στην περίπτωση αυτή, οι αρχές μπορούν να χορηγήσουν προσωρινή άδεια στις εν λόγω σιδηροδρομικές επιχειρήσεις μετά την ανάκληση της άδειας ή την αναστολή της. Η προσωρινή άδεια προορίζεται να επιτρέψει στη σιδηροδρομική επιχείρηση να αναδιαρθρωθεί και να συνεχίσει τη δραστηριότητά της, υπό την προϋπόθεση ότι δεν διακυβεύεται η ασφάλεια. Ωστόσο, η πείρα έχει δείξει ότι στέλνει επίσης ένα πολύ αρνητικό μήνυμα στην αγορά σχετικά με την ικανότητα μιας σιδηροδρομικής επιχείρησης να επιβιώσει, το οποίο με τη σειρά του επιδεινώνει τα οικονομικά της προβλήματα, ιδίως όσον αφορά τις ταμειακές ροές. Είναι πιθανό πολλές σιδηροδρομικές επιχειρήσεις οι οποίες ήταν οικονομικά σταθερές πριν από την κρίση να καταλήξουν σε μια κατάσταση στην οποία η άδειά τους θα πρέπει να ανασταλεί ή να ανακληθεί, δεδομένης της οικονομικής τους κατάστασης. Στο πλαίσιο της τρέχουσας κρίσης, αυτό μπορεί να είναι αδικαιολόγητο, ιδίως από άποψη οικονομίας και ασφάλειας. Επιπλέον, οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις ενδέχεται να χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να σταθεροποιήσουν την οικονομική τους κατάσταση κατά την περίοδο που έπεται της ανάσχεσης της έξαρσης της νόσου COVID-19.
Ως εκ τούτου, προτείνεται να επιτραπεί προσωρινά στα κράτη μέλη να διατηρήσουν μια υφιστάμενη άδεια ως έχει, δηλαδή να μην προχωρήσουν στην ανάκληση ή στην αναστολή της και στην έκδοση προσωρινής άδειας, υπό την προϋπόθεση ότι δεν διακυβεύεται η ασφάλεια. Τα κράτη μέλη θα εξακολουθήσουν να είναι σε θέση να παρακολουθούν τη χρηματοοικονομική επιφάνεια των εν λόγω σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, ιδίως με γνώμονα την προστασία των επιβατών από αδικαιολόγητους κινδύνους για την ασφάλεια. Ως εκ τούτου, οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις δεν θα υπόκεινται σε αδικαιολόγητους περιορισμούς και θα βρίσκουν καλύτερους όρους οικονομικής ανάκαμψης.
–
Οδηγία 96/50/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1996, σχετικά με την εναρμόνιση των προϋποθέσεων απόκτησης εθνικού πιστοποιητικού κυβερνήτη σκάφους εσωτερικής ναυσιπλοΐας για τη μεταφορά εμπορευμάτων και προσώπων στην Κοινότητα
.
Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας 96/50/ΕΚ, μόλις συμπληρώσουν τα 65 έτη οι κάτοχοι πιστοποιητικού κυβερνήτη πρέπει να υποβάλλονται σε ιατρική εξέταση εντός των επόμενων τριών μηνών και στη συνέχεια κάθε έτος. Ωστόσο, δεδομένου ότι η πρόσβαση σε ιατρικές υπηρεσίες είναι περιορισμένη για εξετάσεις που δεν είναι έκτακτης ανάγκης, λόγω των μέτρων που έχουν ληφθεί σε σχέση με τη συνεχιζόμενη έξαρση της νόσου COVID-19, οι κάτοχοι πιστοποιητικού κυβερνήτη ενδέχεται να μην μπορούν να υποβληθούν σε ιατρικές εξετάσεις ως όφειλαν εντός της περιόδου την οποία αφορούν τα εν λόγω μέτρα. Ως εκ τούτου, για τις περιπτώσεις στις οποίες η προθεσμία για την υποβολή σε ιατρικές εξετάσεις θα έληγε κατά την περίοδο αναφοράς μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, η προθεσμία αυτή θα πρέπει να παραταθεί κατά επτά μήνες σε καθεμία από τις εν λόγω περιπτώσεις.
–Οδηγία (ΕΕ) 2016/1629 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2016, σχετικά με τη θέσπιση τεχνικών προδιαγραφών για τα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας, την τροποποίηση της οδηγίας 2009/100/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2006/87/ΕΚ.
Η περίοδος ισχύος των ενωσιακών πιστοποιητικών εσωτερικής ναυσιπλοΐας είναι περιορισμένη σύμφωνα με το άρθρο 10 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1629. Επιπλέον, το άρθρο 28 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1629 προβλέπει τη συνέχιση της ισχύος των εγγράφων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας και έχουν εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών δυνάμει της προηγούμενης οδηγίας 2006/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη θέσπιση τεχνικών προδιαγραφών για τα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας και την κατάργηση της οδηγίας 82/714/ΕΟΚ του Συμβουλίου.
Τα μέτρα που λαμβάνονται δεδομένης της συνεχιζόμενης έξαρσης της νόσου COVID-19 μπορεί να καταστήσουν ανέφικτη και ενίοτε αδύνατη τη διενέργεια του τεχνικού ελέγχου από τις αρμόδιες αρχές προκειμένου να παραταθεί η ισχύς των σχετικών πιστοποιητικών ή, στην περίπτωση των εγγράφων που αναφέρονται στο άρθρο 28 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1629, να γίνει η αντικατάστασή τους.
Ως εκ τούτου, για λόγους ασφάλειας δικαίου και για να επιτραπεί η συνέχιση της λειτουργίας των σχετικών σκαφών εσωτερικής ναυσιπλοΐας, είναι σκόπιμο να παραταθεί για περίοδο επτά μηνών η ισχύς των ενωσιακών πιστοποιητικών εσωτερικής ναυσιπλοΐας, καθώς και των εγγράφων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 28 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1629, τα οποία διαφορετικά θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021.
–Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 725/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, για τη βελτίωση της ασφάλειας στα πλοία και στις λιμενικές εγκαταστάσεις.
–Οδηγία 2005/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την ενίσχυση της ασφαλείας των λιμένων.
Η συνεχιζόμενη έξαρση της νόσου COVID-19 έχει καταστήσει δύσκολη τη διενέργεια επιθεωρήσεων και ερευνών για την ασφάλεια στη θάλασσα κατά τη συγκεκριμένη περίοδο, καθώς απαιτείται η φυσική παρουσία επιθεωρητών σε λιμένες, λιμενικές εγκαταστάσεις και πλοία. Αυτό συχνά συνεπάγεται ότι είναι πρακτικά ανέφικτο να ανανεωθούν οι αξιολογήσεις και τα σχέδια που απαιτούνται βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας για την ασφάλεια στη θάλασσα, εντός των καθορισμένων προθεσμιών. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να παρασχεθούν ευέλικτες και ρεαλιστικές λύσεις, χωρίς να διακυβεύεται η ασφάλεια, με την παράταση της ισχύος των εν λόγω εγγράφων κατά εύλογο χρονικό διάστημα, ανάλογα με τις ανάγκες. Αυτό ισχύει επίσης για την περιοδικότητα των ασκήσεων για τη θαλάσσια ασφάλεια, οι οποίες μπορεί επίσης να είναι δύσκολο να διενεργηθούν λόγω εθνικών μέτρων που λαμβάνονται για την πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της νόσου COVID-19.
2021/0012 (COD)
Πρόταση
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
για τη θέσπιση ειδικών και προσωρινών μέτρων λόγω της έξαρσης της νόσου COVID-19, σχετικά με την ανανέωση ή παράταση ορισμένων πιστοποιητικών, αδειών και εγκρίσεων και την αναβολή ορισμένων περιοδικών ελέγχων και περιοδικής κατάρτισης σε ορισμένους τομείς της νομοθεσίας για τις μεταφορές, για περιόδους αναφοράς που έπονται εκείνων στον κανονισμό (ΕΕ) 2020/698
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 91 και το άρθρο 100 παράγραφος 2,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1)Η συνεχιζόμενη έξαρση της νόσου COVID‐19 και η επακόλουθη κρίση στον τομέα της δημόσιας υγείας αποτελούν μια άνευ προηγουμένου πρόκληση για τα κράτη μέλη και επιβαρύνουν σημαντικά τις εθνικές αρχές, τους πολίτες της Ένωσης και τους οικονομικούς φορείς, ιδίως εκείνους του τομέα των μεταφορών. Η κρίση στον τομέα της δημόσιας υγείας έχει δημιουργήσει έκτακτες περιστάσεις που επηρεάζουν τη συνήθη δραστηριότητα των αρμόδιων αρχών στα κράτη μέλη, καθώς και το έργο των επιχειρήσεων μεταφορών όσον αφορά τις διοικητικές διατυπώσεις που πρέπει να διεκπεραιωθούν σε διάφορους τομείς των μεταφορών, οι οποίες δεν μπορούσαν ευλόγως να έχουν προβλεφθεί κατά τον χρόνο έκδοσης των σχετικών μέτρων. Οι εν λόγω έκτακτες περιστάσεις έχουν σημαντικό αντίκτυπο σε διάφορους τομείς που καλύπτονται από το ενωσιακό δίκαιο για τις μεταφορές.
(2)Ειδικότερα, οι μεταφορείς και άλλα ενδιαφερόμενα πρόσωπα ενδέχεται να μην είναι σε θέση να ολοκληρώσουν τις διατυπώσεις ή τις διαδικασίες που απαιτούνται προκειμένου να συμμορφωθούν με ορισμένες διατάξεις του ενωσιακού δικαίου για την ανανέωση ή την παράταση της ισχύος πιστοποιητικών, αδειών ή εγκρίσεων ή για την ολοκλήρωση άλλων ενεργειών που είναι αναγκαίες για τη διατήρηση της ισχύος τους. Για τους ίδιους λόγους, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ενδέχεται να μην είναι σε θέση να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις που ορίζει το ενωσιακό δίκαιο και να διασφαλίσουν τη διεκπεραίωση των σχετικών αιτήσεων που υποβάλλουν οι μεταφορείς προτού λήξουν οι ισχύουσες προθεσμίες.
(3)Ο κανονισμός (ΕΕ) 2020/698 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θέσπισε ειδικά και προσωρινά μέτρα εφαρμοστέα στην ανανέωση και παράταση της περιόδου ισχύος ορισμένων πιστοποιητικών, αδειών και εγκρίσεων και στην αναβολή ορισμένων περιοδικών ελέγχων και περιοδικής κατάρτισης που, σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία που αναφέρεται στον εν λόγω κανονισμό, θα έπρεπε να έχουν λάβει χώρα εντός της περιόδου αναφοράς μεταξύ 1ης Μαρτίου 2020 ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, μεταξύ 1ης Φεβρουαρίου 2020 και 31ης Αυγούστου 2020. Σύμφωνα με τον προαναφερόμενο κανονισμό, η ανανέωση ή παράταση των εν λόγω πιστοποιητικών, αδειών και εγκρίσεων, καθώς και η διενέργεια ορισμένων περιοδικών ελέγχων και περιοδικής κατάρτισης αναβλήθηκαν για περίοδο 6 μηνών ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, 7 μηνών.
(4)Ορισμένα κράτη μέλη τα οποία την 1η Αυγούστου 2020 θεώρησαν ότι η ανανέωση ορισμένων πιστοποιητικών, αδειών και εγκρίσεων και η ολοκλήρωση ορισμένων περιοδικών ελέγχων ή περιοδικής κατάρτισης ήταν πιθανό να παραμείνουν ανέφικτες και πέραν της 31ης Αυγούστου 2020, λόγω των μέτρων που είχαν λάβει για την πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της νόσου COVID-19, υπέβαλαν αιτιολογημένες αιτήσεις στην Επιτροπή για την έγκριση εφαρμογής περαιτέρω μεμονωμένων παρατάσεων. Η Επιτροπή εξέδωσε έξι αποφάσεις έγκρισης τέτοιων παρατάσεων.
(5)Παρά την κάποια βελτίωση της κατάστασης σχετικά με την έξαρση της νόσου COVID-19 κατά τη διάρκεια του θέρους του 2020, η επίταση και, σε ορισμένες περιπτώσεις, η επιδείνωση των επιπτώσεων της πανδημίας κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου του 2020 έχει υποχρεώσει τα κράτη μέλη να διατηρήσουν και, σε ορισμένες περιπτώσεις, να ενισχύσουν τα μέτρα που έχουν λάβει για την πρόληψη της διασποράς της νόσου. Τα εν λόγω μέτρα έχουν ως συνέπεια οι μεταφορείς και άλλα ενδιαφερόμενα πρόσωπα να μην είναι ενδεχομένως σε θέση να ολοκληρώσουν τις διατυπώσεις ή τις διαδικασίες που απαιτούνται προκειμένου να συμμορφωθούν με ορισμένες διατάξεις του ενωσιακού δικαίου σχετικά με την ανανέωση ή την παράταση της ισχύος πιστοποιητικών, αδειών ή εγκρίσεων ή με την ολοκλήρωση άλλων ενεργειών που είναι αναγκαίες για τη διατήρηση της ισχύος τους, όπως συνέβαινε κατά τη διάρκεια της άνοιξης του 2020. Για τους ίδιους λόγους, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ενδέχεται να μην είναι σε θέση να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις που ορίζει το ενωσιακό δίκαιο και να διασφαλίσουν τη διεκπεραίωση των σχετικών αιτήσεων που υποβάλλουν οι μεταφορείς προτού λήξουν οι ισχύουσες προθεσμίες.
(6)Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν μέτρα για την επίλυση των εν λόγω προβλημάτων, καθώς και για τη διασφάλιση ασφάλειας δικαίου και της ορθής εφαρμογής των σχετικών πράξεων. Για τον σκοπό αυτό θα πρέπει να προβλεφθούν προσαρμογές, ιδίως όσον αφορά ορισμένες προθεσμίες, σε συνδυασμό με τη δυνατότητα της Επιτροπής να επιτρέπει παρατάσεις κατόπιν αιτήσεως οποιουδήποτε κράτους μέλους.
(7)Η οδηγία 2003/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θεσπίζει τους εφαρμοστέους κανόνες σχετικά με την αρχική επιμόρφωση και την περιοδική κατάρτιση των οδηγών ορισμένων οδικών οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά εμπορευμάτων ή επιβατών. Οι οδηγοί αυτοί πρέπει να κατέχουν πιστοποιητικό επαγγελματικής ικανότητας (ΠΕΙ) και να αποδεικνύουν ότι έχουν ολοκληρώσει την περιοδική κατάρτιση με την κατοχή άδειας οδήγησης ή δελτίου επιμόρφωσης οδηγού στο οποίο καταχωρίζεται η περιοδική κατάρτιση. Λόγω των δυσκολιών για τον κάτοχο ΠΕΙ ολοκλήρωσης της περιοδικής κατάρτισης και ανανέωσης του ΠΕΙ που πιστοποιεί την ολοκλήρωση της εν λόγω περιοδικής κατάρτισης εξαιτίας των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την έξαρση της νόσου COVID-19, οι οποίες συνεχίστηκαν και μετά τις 31 Αυγούστου 2020 σε ορισμένα κράτη μέλη, είναι αναγκαίο να παραταθεί η ισχύς του εν λόγω ΠΕΙ κατά επτά μήνες από την ημερομηνία λήξη τους, ώστε να εξασφαλιστεί η συνέχεια των οδικών μεταφορών.
(8)Η οδηγία 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θεσπίζει κανόνες για τις άδειες οδήγησης. Προβλέπει την αμοιβαία αναγνώριση των αδειών οδήγησης που εκδίδουν τα κράτη μέλη με βάση ενωσιακό υπόδειγμα άδειας οδήγησης και θεσπίζει σειρά ελάχιστων απαιτήσεων για τις εν λόγω άδειες. Ειδικότερα, οι οδηγοί μηχανοκίνητων οχημάτων πρέπει να διαθέτουν έγκυρη άδεια οδήγησης, η οποία πρέπει να ανανεώνεται ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, να αντικαθίσταται μετά τη λήξη της διοικητικής της ισχύος. Λόγω των δυσκολιών ανανέωσης των αδειών οδήγησης εξαιτίας των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την έξαρση της νόσου COVID‐19, οι οποίες συνεχίστηκαν και μετά τις 31 Αυγούστου 2020 σε ορισμένα κράτη μέλη, είναι αναγκαίο να παραταθεί η ισχύς ορισμένων αδειών οδήγησης κατά επτά μήνες από την ημερομηνία λήξης τους, ώστε να εξασφαλιστεί η συνέχεια της οδικής κινητικότητας.
(9)Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θεσπίζει κανόνες για τους ταχογράφους στις οδικές μεταφορές. Η συμμόρφωση με τους κανόνες για τον χρόνο οδήγησης, τον χρόνο εργασίας και τις περιόδους ανάπαυσης, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και στην οδηγία 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, είναι ουσιαστικής σημασίας για τη διασφάλιση του θεμιτού ανταγωνισμού και της οδικής ασφάλειας. Λόγω της ανάγκης να εξασφαλιστεί η συνέχεια της παροχής υπηρεσιών οδικών μεταφορών, παρά τις δυσκολίες κατά την εκτέλεση των περιοδικών επιθεωρήσεων των ταχογράφων λόγω των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από τη συνεχιζόμενη έξαρση της νόσου COVID‐19, οι επιθεωρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, οι οποίες θα έπρεπε να έχουν διενεργηθεί μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θα πρέπει πλέον να διενεργηθούν το αργότερο επτά μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία έπρεπε να έχουν διενεργηθεί σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο. Για τον ίδιο λόγο, οι δυσκολίες ανανέωσης και αντικατάστασης των καρτών οδηγού λόγω των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την έξαρση της νόσου COVID-19 δικαιολογούν για τους σκοπούς αυτούς τη χορήγηση πρόσθετης προθεσμίας στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών. Στις περιπτώσεις αυτές, οι οδηγοί θα πρέπει να είναι σε θέση και να υποχρεούνται να καταφύγουν σε βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις για την καταγραφή των απαραίτητων πληροφοριών σχετικά με τον χρόνο οδήγησης, τον χρόνο εργασίας και τις περιόδους ανάπαυσης, έως ότου λάβουν νέα κάρτα.
(10)Η οδηγία 2014/45/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θεσπίζει κανόνες για τους περιοδικούς τεχνικούς ελέγχους των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους. Ο περιοδικός τεχνικός έλεγχος είναι ένα σύνθετο έργο με το οποίο εξασφαλίζεται ότι τα οχήματα διατηρούνται καθ’ όλη τη διάρκεια της χρήσης τους σε ασφαλή και αποδεκτή περιβαλλοντικά κατάσταση. Λόγω δυσκολιών διενέργειας των περιοδικών τεχνικών ελέγχων ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την έξαρση της νόσου COVID‐19, οι οποίες συνεχίστηκαν και μετά τις 31 Αυγούστου 2020 σε ορισμένα κράτη μέλη, οι περιοδικοί τεχνικοί έλεγχοι που έπρεπε να έχουν διενεργηθεί μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021 θα πρέπει πλέον να διενεργηθούν σε μεταγενέστερη ημερομηνία, αλλά το αργότερο επτά μήνες μετά την αρχική προθεσμία και τα σχετικά πιστοποιητικά θα πρέπει να εξακολουθήσουν να ισχύουν έως την εν λόγω μεταγενέστερη ημερομηνία.
(11)Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θεσπίζει κοινούς κανόνες όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα. Η έξαρση της νόσου COVID‐19 και η επακόλουθη κρίση στον τομέα της δημόσιας υγείας, οι οποίες συνεχίστηκαν και μετά τις 31 Αυγούστου 2020, είχαν ως αποτέλεσμα ορισμένες μεταφορικές επιχειρήσεις να μην μπορούν πλέον να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις σχετικά με το όχημα ή τα οχήματα που πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους και να χρησιμοποιούν οι εν λόγω επιχειρήσεις. Έχει επίσης σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις για τον χρηματοπιστωτικό τομέα και ορισμένες μεταφορικές επιχειρήσεις δεν ικανοποιούν πλέον την απαίτηση της οικονομικής επιφάνειας. Δεδομένης της μειωμένης δραστηριότητας λόγω της κρίσης στον τομέα της δημόσιας υγείας, αναμένεται ότι οι επιχειρήσεις θα χρειαστούν περισσότερο χρόνο απ’ ό,τι συνήθως για να δείξουν ότι οι απαιτήσεις σχετικά με το όχημα ή τα οχήματα που πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους και να χρησιμοποιούν οι εν λόγω επιχειρήσεις ή η απαίτηση της οικονομικής επιφάνειας ικανοποιούνται εκ νέου σε μόνιμη βάση. Είναι συνεπώς σκόπιμο να παραταθούν από έξι σε δώδεκα μήνες οι μέγιστες προθεσμίες για τους σκοπούς αυτούς στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009, σχετικά με την αξιολόγηση των απαιτήσεων αναφορικά με το όχημα ή τα οχήματα που έχουν στη διάθεσή τους και χρησιμοποιούν οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις οδικών μεταφορών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 στοιχεία β) και γ) του εν λόγω κανονισμού, και της απαίτησης για την οικονομική επιφάνεια αυτών των επιχειρήσεων, εφόσον οι εν λόγω αξιολογήσεις καλύπτουν ολόκληρη την περίοδο μεταξύ 1ης Σεπτεμβρίου 2020και 30ής Απριλίου 2021, ή μέρος αυτής. Όταν έχει ήδη διαπιστωθεί μη συμμόρφωση με οιαδήποτε από τις εν λόγω απαιτήσεις και δεν έχει ακόμα εκπνεύσει η προθεσμία που έχει ορίσει η αρμόδια αρχή, η τελευταία θα πρέπει να είναι σε θέση να παρατείνει την εν λόγω προθεσμία συνολικά σε δώδεκα μήνες.
(12)Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θεσπίζουν κοινούς κανόνες για την πρόσβαση στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών και την πρόσβαση στη διεθνή αγορά υπηρεσιών μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία, αντίστοιχα. Για τις διεθνείς οδικές εμπορευματικές μεταφορές και τις διεθνείς μεταφορές επιβατών με πούλμαν και λεωφορεία απαιτείται, μεταξύ άλλων, η κατοχή κοινοτικής άδειας και, στην περίπτωση οδηγών που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών και εκτελούν εμπορευματικές μεταφορές, η βεβαίωση οδηγού. Η λειτουργία τακτικών γραμμών με λεωφορεία και πούλμαν υπόκειται επίσης σε χορήγηση έγκρισης. Οι εν λόγω άδειες, βεβαιώσεις και εγκρίσεις μπορούν να ανανεωθούν, αφού εξακριβωθεί ότι εξακολουθούν να πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις. Λόγω των δυσκολιών ανανέωσης των αδειών, των βεβαιώσεων και των εγκρίσεων εξαιτίας των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από τη συνεχιζόμενη έξαρση της νόσου COVID‐19 μετά την 31η Αυγούστου 2020, είναι αναγκαίο να παραταθεί η ισχύς τους κατά επτά μήνες από την ημερομηνία λήξης τους, ώστε να εξασφαλιστεί η συνέχεια των οδικών μεταφορών.
(13)Η οδηγία (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θεσπίζει κανόνες για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων. Λαμβανομένων υπόψη των μέτρων εγκλεισμού σε συνδυασμό με τον πρόσθετο φόρτο εργασίας που συνεπάγεται η ανάσχεση της έξαρσης της νόσου COVID-19 η οποία συνεχίστηκε και μετά την 31η Αυγούστου 2020, οι εθνικές αρχές, οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομής αντιμετωπίζουν δυσκολίες όσον αφορά την ανανέωση των ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας και, ενόψει της επικείμενης λήξης ισχύος των υφιστάμενων εγκρίσεων ασφάλειας, την έκδοση των εγκρίσεων αυτών για μεταγενέστερη περίοδο που προβλέπεται αντιστοίχως στα άρθρα 10 και 12 της εν λόγω οδηγίας. Ως εκ τούτου, η προθεσμία για την ανανέωση των ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας θα πρέπει να παραταθεί κατά επτά μήνες, και τα σχετικά υφιστάμενα ενιαία πιστοποιητικά ασφάλειας θα πρέπει να παραμείνουν σε ισχύ αναλόγως. Ομοίως, η ισχύς αυτών των εγκρίσεων ασφάλειας θα πρέπει να παραταθεί κατά επτά μήνες από την ημερομηνία λήξης τους.
(14)Σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, ορισμένα κράτη μέλη παρέτειναν την περίοδο μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της εν λόγω οδηγίας έως τις 16 Ιουνίου 2020. Η οδηγία (ΕΕ) 2020/700 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 παρέσχε τη δυνατότητα στα εν λόγω κράτη μέλη να παρατείνουν περαιτέρω την περίοδο μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο έως την 31η Οκτωβρίου 2020. Συνεπώς, οι κανόνες της οδηγίας 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου εξακολούθησαν να ισχύουν στα εν λόγω κράτη μέλη έως την 31η Οκτωβρίου 2020 και τα σχετικά κράτη μέλη εξακολουθούν να έχουν το δικαίωμα έκδοσης πιστοποιητικών δυνάμει της εν λόγω οδηγίας. Τα πιστοποιητικά ασφάλειας που εκδίδονται βάσει της εν λόγω οδηγίας παραμένουν σε ισχύ έως την ημερομηνία λήξης τους, σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/798. Είναι επομένως αναγκαίο να προβλεφθεί επίσης παράταση των προθεσμιών για την ανανέωση των πιστοποιητικών ασφάλειας και των εγκρίσεων ασφάλειας που έχουν εκδοθεί δυνάμει των άρθρων 10 και 11 της οδηγίας 2004/49/ΕΚ και να διευκρινιστεί ότι τα σχετικά πιστοποιητικά και εγκρίσεις ασφάλειας εξακολουθούν αντίστοιχα να ισχύουν.
(15)Η οδηγία 2007/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θεσπίζει κανόνες σχετικά με την πιστοποίηση του προσωπικού οδήγησης μηχανών έλξης και συρμών στο σιδηροδρομικό σύστημα της Ένωσης. Το άρθρο 14 παράγραφος 5 και το άρθρο 16 της εν λόγω οδηγίας ορίζουν ότι η ισχύς των αδειών μηχανοδηγού περιορίζεται σε δέκα έτη και υπόκειται σε περιοδικούς ελέγχους. Λόγω των δυσχερειών όσον αφορά την ανανέωση αδειών συνεπεία των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την έξαρση της νόσου COVID‐19 και συνεχίστηκαν και μετά την 31η Αυγούστου 2020, η ισχύς των αδειών που λήγουν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021 θα πρέπει να παραταθεί για περίοδο επτά μηνών από την ημερομηνία λήξης τους. Ομοίως, στους μηχανοδηγούς θα πρέπει να χορηγηθούν επιπλέον επτά μήνες για την ολοκλήρωση των περιοδικών ελέγχων.
(16)Με την οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου δημιουργείται ενιαίος ευρωπαϊκός σιδηροδρομικός χώρος. Βάσει του άρθρου 23 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας, οι αρχές έκδοσης αδειών μπορούν να προβαίνουν σε τακτά διαστήματα σε επανεξέταση προκειμένου να διαπιστώσουν αν μια σιδηροδρομική επιχείρηση εξακολουθεί να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο κεφάλαιο III της εν λόγω οδηγίας σχετικά με την αδειοδότησή της. Βάσει του άρθρου 24 παράγραφος 3 της εν λόγω οδηγίας, οι αρχές αδειοδότησης μπορούν να αναστείλουν ή να ανακαλέσουν μια άδεια λόγω μη συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις χρηματοοικονομικής επιφάνειας και μπορούν να χορηγήσουν προσωρινή άδεια μέχρις ότου αναδιοργανωθεί η σιδηροδρομική επιχείρηση, με την προϋπόθεση ότι δεν διακυβεύεται η ασφάλεια. Λόγω των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την έξαρση της νόσου COVID-19 και συνεχίστηκαν και μετά την 31η Αυγούστου 2020, οι αρχές έκδοσης αδειών αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες όσον αφορά τη διενέργεια τακτικών επανεξετάσεων σε σχέση με τις υφιστάμενες άδειες και τη λήψη των σχετικών αποφάσεων όσον αφορά την έκδοση νέων αδειών μετά τη λήξη προσωρινής άδειας. Συνεπώς, οι προθεσμίες για τη διενέργεια τακτικών επανεξετάσεων των αδειών που λήγουν, σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία, μεταξύ 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και 30ής Απριλίου 2021 θα πρέπει να παραταθούν κατά επτά μήνες. Ομοίως, η ισχύς των προσωρινών αδειών που λήγουν μεταξύ 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και 30ής Απριλίου 2021 θα πρέπει να παραταθούν κατά επτά μήνες.
(17)Το άρθρο 25 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ απαιτεί οι αρχές έκδοσης των αδειών να αποφασίζουν επί των αιτήσεων αδειοδότησης εντός τριών μηνών από την υποβολή όλων των σχετικών πληροφοριών, ιδίως δε των στοιχείων που αναφέρονται στο παράρτημα III της εν λόγω οδηγίας. Λόγω δυσχερειών κατά τη λήψη των σχετικών αποφάσεων συνεπεία των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την έξαρση της νόσου COVID‐19 και συνεχίστηκαν και μετά την 31η Αυγούστου 2020, είναι αναγκαίο να παραταθεί η εν λόγω προθεσμία κατά επτά μήνες.
(18)Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που ήταν οικονομικά σταθερές πριν από την έξαρση της νόσου COVID‐19 αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναστολή ή ανάκληση της άδειάς τους ή ενδεχομένως αντικατάστασή της από προσωρινή άδεια χωρίς να υπάρχει διαρθρωτική οικονομική ανάγκη. Η χορήγηση προσωρινής άδειας σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 3 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ θα μπορούσε να στείλει αρνητικό μήνυμα στην αγορά σχετικά με την ικανότητα επιβίωσης σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, το οποίο με τη σειρά του θα επιδείνωνε τα, υπό άλλες συνθήκες προσωρινά, οικονομικά τους προβλήματα. Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/698 και δεδομένης της συνεχιζόμενης έξαρσης της νόσου COVID‐19 μετά την 31η Αυγούστου 2020, θα πρέπει επομένως να προβλεφθεί ότι εάν η αρχή έκδοσης των αδειών, με βάση τον έλεγχο που διενήργησε κατά τη περίοδο μεταξύ 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και 30ής Απριλίου 2021, διαπιστώσει ότι μια σιδηροδρομική επιχείρηση δεν μπορεί πλέον να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις σχετικά με την χρηματοοικονομική επιφάνεια, θα πρέπει να μπορεί να αποφασίσει, πριν τις 30 Απριλίου 2021, να μην αναστείλει ή να μην ανακαλέσει την άδεια της σχετικής σιδηροδρομικής επιχείρησης, εφόσον δεν διακυβεύεται η ασφάλεια και εφόσον υπάρχει ρεαλιστική προοπτική ικανοποιητικής χρηματοοικονομικής ανασυγκρότησης της σιδηροδρομικής επιχείρησης εντός των επόμενων επτά μηνών. Μετά τις 30 Απριλίου 2021, η σιδηροδρομική επιχείρηση θα πρέπει να υπόκειται στους γενικούς κανόνες που προβλέπονται στο άρθρο 24 παράγραφος 1 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ.
(19)Η οδηγία 96/50/ΕΚ του Συμβουλίου θεσπίζει προϋποθέσεις για την απόκτηση του εθνικού πιστοποιητικού κυβερνήτη σκάφους εσωτερικής ναυσιπλοΐας για τη μεταφορά εμπορευμάτων και προσώπων στην Ένωση. Μετά τη συμπλήρωση του 65ου έτους, οι κάτοχοι πιστοποιητικού κυβερνήτη σκάφους πρέπει να υποβάλλονται σε περιοδικές ιατρικές εξετάσεις. Λόγω των μέτρων που λαμβάνονται σε σχέση με την έξαρση της νόσου COVID‐19, η οποία συνεχίστηκε και μετά την 31η Αυγούστου 2020, και ιδίως της περιορισμένης πρόσβασης σε ιατρικές υπηρεσίες για ιατρικές εξετάσεις, οι κάτοχοι πιστοποιητικού κυβερνήτη σκάφους ενδέχεται να μην μπορούν να υποβληθούν στις απαιτούμενες ιατρικές εξετάσεις όπως οφείλουν εντός της περιόδου την οποία αφορούν τα εν λόγω μέτρα. Ως εκ τούτου, για τις περιπτώσεις στις οποίες η προθεσμία για την υποβολή σε ιατρικές εξετάσεις θα είχε διαφορετικά λήξει ή θα έληγε μεταξύ 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και 30ής Απριλίου 2021, η προθεσμία αυτή θα πρέπει να παραταθεί κατά επτά μήνες σε καθεμία από τις αντίστοιχες περιπτώσεις. Τα σχετικά πιστοποιητικά κυβερνήτη σκάφους θα πρέπει να εξακολουθήσουν να ισχύουν αναλόγως.
(20)Η οδηγία (ΕΕ) 2016/1629 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θεσπίζει τεχνικές προδιαγραφές για τα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας. Το άρθρο 10 της εν λόγω οδηγίας περιορίζει την περίοδο ισχύος των ενωσιακών πιστοποιητικών εσωτερικής ναυσιπλοΐας. Επιπλέον, το άρθρο 28 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1629 προβλέπει ότι τα έγγραφα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας και έχουν εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών πριν από τις 6 Οκτωβρίου 2018 δυνάμει της οδηγίας που ίσχυε προηγουμένως, δηλαδή της οδηγίας 2006/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, παραμένουν σε ισχύ μέχρι να λήξουν. Τα μέτρα που λαμβάνονται λόγω της συνεχιζόμενης έξαρσης της νόσου COVID‐19 και μετά την 31η Αυγούστου 2020 μπορεί να καταστήσουν πρακτικά ανέφικτο και ενίοτε αδύνατο για τις αρμόδιες αρχές να διενεργήσουν τους τεχνικούς ελέγχους προκειμένου να παραταθεί η ισχύς των σχετικών πιστοποιητικών ή, στην περίπτωση των εγγράφων που αναφέρονται στο άρθρο 28 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1629, να γίνει η αντικατάστασή τους. Ως εκ τούτου, για να επιτραπεί η συνέχιση της λειτουργίας των σχετικών σκαφών εσωτερικής ναυσιπλοΐας, είναι σκόπιμο να παραταθεί για περίοδο επτά μηνών η ισχύς των ενωσιακών πιστοποιητικών εσωτερικής ναυσιπλοΐας και των εγγράφων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 28 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1629, τα οποία διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και 30ής Απριλίου 2021.
(21)Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 725/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θεσπίζει κανόνες για τη βελτίωση της ασφάλειας στα πλοία και στις λιμενικές εγκαταστάσεις. Η οδηγία 2005/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θεσπίζει μέτρα για την ενίσχυση της ασφάλειας των λιμένων ενόψει απειλών για συμβάντα που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια. Η οδηγία διασφαλίζει επίσης ότι τα μέτρα ασφάλειας που λαμβάνονται κατʼ εφαρμογή των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 725/2004 αξιοποιούν τα οφέλη της ενισχυμένης ασφάλειας των λιμένων. H έξαρση της νόσου COVID‐19 που συνεχίστηκε και μετά την 31η Αυγούστου 2020, καθιστά δύσκολο για τις αρχές των κρατών μελών να διενεργούν επιθεωρήσεις και ελέγχους της ναυτικής ασφάλειας με σκοπό την ανανέωση ορισμένων εγγράφων στον τομέα της ναυτικής ασφάλειας. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να παραταθούν οι προθεσμίες για την επανεξέταση των αξιολογήσεων ασφάλειας και των σχεδίων ασφάλειας που απαιτούνται από τις εν λόγω ενωσιακές νομικές πράξεις κατά εύλογο χρονικό διάστημα, ώστε να παρασχεθεί στα κράτη μέλη και στον ναυτιλιακό κλάδο μια ευέλικτη και ρεαλιστική προσέγγιση και να παραμείνουν ανοικτές οι βασικές αλυσίδες εφοδιασμού, χωρίς να διακυβεύεται η ασφάλεια. Θα πρέπει επίσης να παρέχεται ευελιξία όσον αφορά τα γυμνάσια και τις ασκήσεις ασφάλειας στη θάλασσα, η διεξαγωγή των οποίων απαιτείται από τις ενωσιακές νομικές πράξεις στον τομέα της ασφάλειας στη θάλασσα εντός ορισμένων χρονικών πλαισίων.
(22)Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η εφαρμογή των κανόνων από τους οποίους ο παρών κανονισμός παρεκκλίνει και οι οποίοι αφορούν, μεταξύ άλλων, την ανανέωση ή παράταση πιστοποιητικών, αδειών ή εγκρίσεων, ενδέχεται να καταστεί πρακτικά ανέφικτη πέραν των ημερομηνιών που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό λόγω μέτρων τα οποία έλαβε για την πρόληψη ή την ανάσχεση της διασποράς της νόσου COVID‐19, η Επιτροπή θα πρέπει, εάν ζητηθεί από το εν λόγω κράτος μέλος έως την 1η Απριλίου 2021, να εξουσιοδοτηθεί να επιτρέπει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να παρατείνει περαιτέρω, κατά περίπτωση, τις περιόδους που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Προκειμένου να κατοχυρωθεί ασφάλεια δικαίου και να εξασφαλιστεί παράλληλα ότι δεν διακυβεύεται η προστασία και η ασφάλεια των μεταφορών, η εν λόγω παράταση θα πρέπει να περιορίζεται στην αναγκαία χρονική περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ολοκλήρωση διατυπώσεων, διαδικασιών, ελέγχων και κατάρτισης, και η οποία σε κάθε περίπτωση δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τους έξι μήνες.
(23)Η έξαρση της νόσου COVID‐19 έχει επηρεάσει ολόκληρη την Ένωση, όχι όμως με ομοιόμορφο τρόπο. Τα κράτη μέλη επλήγησαν σε διαφορετικούς βαθμούς και σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Δεδομένου ότι οι παρεκκλίσεις από τους κανόνες που κανονικά θα ίσχυαν θα πρέπει να είναι περιορισμένες στον αναγκαίο βαθμό, θα πρέπει, σε σχέση με την οδηγία 2003/59/ΕΚ, την οδηγία 2006/126/ΕΚ, τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 165/2014, την οδηγία 2014/45/ΕΕ, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1072/2009, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1073/2009, την οδηγία (ΕΕ) 2016/798, την οδηγία 2004/49/ΕΚ, την οδηγία 2007/59/ΕΚ, την οδηγία 2012/34/ΕΕ, την οδηγία 96/50/ΕΚ, την οδηγία (ΕΕ) 2016/1629, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 725/2004 και την οδηγία 2005/65/ΕΚ, να είναι δυνατόν για τα κράτη μέλη να συνεχίσουν να εφαρμόζουν τις εν λόγω νομικές πράξεις χωρίς να εφαρμόζουν τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό όταν η εφαρμογή των εν λόγω νομικών πράξεων έχει παραμείνει εφικτή. Το ίδιο θα πρέπει να ισχύει όταν ένα κράτος μέλος αντιμετώπισε τέτοιες δυσκολίες αλλά θέσπισε κατάλληλα εθνικά μέτρα για την άμβλυνσή τους. Τα κράτη μέλη που επιλέγουν να κάνουν χρήση της δυνατότητας αυτής δεν θα πρέπει, ωστόσο, να εμποδίζουν οικονομικούς φορείς ή άτομα από το να στηρίζονται στις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και εφαρμόζονται σε άλλο κράτος μέλος, και θα πρέπει, ιδίως, να αναγνωρίζουν άδειες, πιστοποιητικά και εγκρίσεις των οποίων η ισχύς έχει παραταθεί από τον παρόντα κανονισμό. Για να διασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενημερώσουν την Επιτροπή σχετικά με τις αποφάσεις τους να μην εφαρμόσουν τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό προτού αυτός καταστεί πλήρως εφαρμοστέος στις [ημερομηνία εφαρμογής του κανονισμού].
(24)Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να θίγει τα δικαιώματα που έχουν χορηγηθεί με αποφάσεις της Επιτροπής οι οποίες εκδόθηκαν σύμφωνα με διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) 2020/698, βάσει των οποίων επιτρέπεται στα κράτη μέλη να παρατείνουν ορισμένες περιόδους που αναφέρονται στον εν λόγω κανονισμό, στο μέτρο που μπορούν να οδηγήσουν σε παρατάσεις πέραν εκείνων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.
(25)Δεδομένου ότι η μεταβατική περίοδος που προβλέπεται στη συμφωνία για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2020, καμία από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, ακόμα και στο βαθμό που αφορούν περιόδους πριν από την εν λόγω ημερομηνία.
(26)Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η παράταση των προθεσμιών που ορίζονται στο ενωσιακό δίκαιο για την ανανέωση και παράταση της ισχύος ορισμένων πιστοποιητικών, αδειών και εγκρίσεων και την αναβολή ορισμένων περιοδικών ελέγχων και περιοδικών καταρτίσεων σε απόκριση στις έκτακτες περιστάσεις που προκλήθηκαν από την έξαρση της νόσου COVID‐19 και συνεχίστηκαν και μετά την 31η Αυγούστου 2020 στους τομείς των οδικών, σιδηροδρομικών και εσωτερικών πλωτών μεταφορών και την ναυτική ασφάλεια, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, και μπορούν, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της προτεινόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο προαναφερόμενο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των εν λόγω στόχων.
(27)Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα που έλαβε η αντιμετώπιση των περιστάσεων που προκλήθηκαν από την έξαρση της νόσου COVID‐19 και συνεχίστηκαν και μετά τις 31 Αυγούστου 2020, θεωρήθηκε σκόπιμο να προβλεφθεί εξαίρεση από την περίοδο των οκτώ εβδομάδων που αναφέρεται στο άρθρο 4 του πρωτοκόλλου αριθ. 1 σχετικά με το ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας.
(28)Λόγω του απρόβλεπτου και αιφνίδιου χαρακτήρα της έξαρσης της νόσου COVID‐19 καθώς και της απρόσμενης διάρκειάς της, ήταν αδύνατο να θεσπιστούν εγκαίρως όλα τα σχετικά μέτρα. Για τον λόγο αυτό, οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού θα πρέπει επίσης να καλύπτουν την περίοδο πριν από την έναρξη ισχύος του. Δεδομένης της φύσης των εν λόγω διατάξεων, μια τέτοια προσέγγιση δεν έχει ως αποτέλεσμα την παραβίαση των θεμιτών προσδοκιών των ενδιαφερομένων.
(29)Ενόψει της επιτακτικής ανάγκης να αντιμετωπιστούν οι καταστάσεις που προκλήθηκαν από την έξαρση της νόσου COVID‐19 στις οδικές, σιδηροδρομικές και εσωτερικές πλωτές μεταφορές και στην ναυτική ασφάλεια, παρέχοντας παράλληλα στα κράτη μέλη εύλογη προθεσμία να ενημερώσουν την Επιτροπή αν αποφασίσουν να μην εφαρμόσουν ορισμένες παρεκκλίσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει επειγόντως την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να διασφαλιστεί η κατά το δυνατόν συντόμευση καταστάσεων έλλειψης ασφάλειας δικαίου που επηρεάζουν πολλές αρχές και φορείς των μεταφορών σε διαφόρους κλάδους των μεταφορών, ιδίως όταν οι σχετικές προθεσμίες έχουν εκπνεύσει,
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Αντικείμενο
Με τον παρόντα κανονισμό θεσπίζονται ειδικά και προσωρινά μέτρα για την ανανέωση και την παράταση της περιόδου ισχύος ορισμένων πιστοποιητικών, αδειών και εγκρίσεων και την αναβολή ορισμένων περιοδικών ελέγχων και περιοδικής κατάρτισης ως αντίδραση στις έκτακτες περιστάσεις που προκαλούνται από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19 στον τομέα των οδικών, σιδηροδρομικών και εσωτερικών πλωτών μεταφορών και της ασφάλειας στη θάλασσα, για περιόδους αναφοράς που έπονται εκείνων στον κανονισμό (ΕΕ) 2020/698.
Άρθρο 2
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία 2003/59/ΕΚ
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 8 παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 2003/59/ΕΚ, οι προθεσμίες για την ολοκλήρωση από κάτοχο πιστοποιητικού επαγγελματικής ικανότητας (ΠΕΙ) της περιοδικής κατάρτισης, οι οποίες, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνονται, ή ότι έχουν παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών σε κάθε περίπτωση. Τα ΠΕΙ παραμένουν αναλόγως σε ισχύ.
2. Η ισχύς της σήμανσης του εναρμονισμένου ενωσιακού κωδικού «95» που προβλέπεται στο παράρτημα I της οδηγίας 2006/126/ΕΚ, η οποία προστίθεται από τις αρμόδιες αρχές είτε στην άδεια οδήγησης είτε στο δελτίο επιμόρφωσης οδηγού που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/59/ΕΚ με βάση τα ΠΕΙ που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου, θεωρείται ότι παρατείνεται για περίοδο επτά μηνών από την ημερομηνία που αναγράφεται σε κάθε τέτοια άδεια ή δελτίο επιμόρφωσης οδηγού.
3. Η ισχύς των δελτίων επιμόρφωσης οδηγού που αναφέρονται στο παράρτημα II της οδηγίας 2003/59/ΕΚ, τα οποία διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνεται, ή ότι έχει παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών από την ημερομηνία λήξης που αναφέρεται σε κάθε τέτοιο δελτίο.
4. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ολοκλήρωση της περιοδικής κατάρτισης ή η πιστοποίησή της, η σήμανση του εναρμονισμένου ενωσιακού κωδικού «95» ή η ανανέωση των δελτίων επιμόρφωσης οδηγού είναι πιθανόν να παραμείνουν ανέφικτες και πέραν της 30ής Απριλίου 2021, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά τις περιόδους μεταξύ 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και 30ής Απριλίου 2021 ή την περίοδο των επτά μηνών που ορίζεται στις παραγράφους 1, 2 και 3, κατά περίπτωση, ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Απριλίου 2021.
5. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 4, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ολοκλήρωση της εν λόγω περιοδικής κατάρτισης ή η σχετική πιστοποίηση, η σήμανση του εναρμονισμένου ενωσιακού κωδικού «95» ή η ανανέωση των δελτίων επιμόρφωσης οδηγού και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
6. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη την ολοκλήρωση της περιοδικής κατάρτισης ή της σχετικής πιστοποίησης, τη σήμανση του εναρμονισμένου ενωσιακού κωδικού «95» ή την ανανέωση των δελτίων επιμόρφωσης οδηγού κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1, 2 και 3. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή του πριν από την [Ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού + 5 εργάσιμες ημέρες]. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1, 2 και 3, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 3
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία 2006/126/ΕΚ
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 7 της οδηγίας 2006/126/ΕΚ και το σημείο 3 στοιχείο δ) του παραρτήματος I της εν λόγω οδηγίας, η ισχύς των αδειών οδήγησης, οι οποίες, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνεται, ή ότι έχει παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών από την ημερομηνία λήξης ισχύος που αναφέρεται σε κάθε άδεια οδήγησης.
2. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ανανέωση των αδειών οδήγησης είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη και πέραν της 30ής Απριλίου 2021, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στην παράγραφο 1. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021 ή την περίοδο των επτά μηνών, ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Απριλίου 2021.
3. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 2, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που προσδιορίζονται στην παράγραφο 1, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ανανέωση των αδειών οδήγησης και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
4. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη την ανανέωση των αδειών οδήγησης κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει την παράγραφο 1. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή του πριν από την [Ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού + 5 εργάσιμες ημέρες]. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει την παράγραφο 1, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 4
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 165/2014
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, οι τακτικές επιθεωρήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου, οι οποίες διαφορετικά θα έπρεπε να είχαν διενεργηθεί ή θα έπρεπε να διενεργηθούν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο, διενεργούνται το αργότερο επτά μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία διαφορετικά θα έπρεπε να είχαν διενεργηθεί σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, όταν ένας οδηγός υποβάλλει αίτηση ανανέωσης της κάρτας οδηγού, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου, μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών χορηγούν νέα κάρτα οδηγού το αργότερο δύο μήνες από την παραλαβή της αίτησης. Έως ότου ο οδηγός λάβει νέα κάρτα οδηγού από τις αρχές έκδοσης των καρτών, εφαρμόζεται αναλόγως στον οδηγό το άρθρο 35 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού, εφόσον ο οδηγός μπορεί να αποδείξει ότι έχει υποβληθεί αίτηση ανανέωσης της κάρτας οδηγού, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.
3. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 29 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, όταν ένας οδηγός υποβάλλει αίτηση αντικατάστασης της κάρτας οδηγού, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του εν λόγω άρθρου, μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών χορηγούν κάρτα αντικατάστασης το αργότερο δύο μήνες από την παραλαβή της αίτησης. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 29 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, ο οδηγός μπορεί να συνεχίσει να οδηγεί μέχρι την παραλαβή νέας κάρτας οδηγού από τις αρχές έκδοσης καρτών, υπό τον όρο ότι ο οδηγός μπορεί να αποδείξει ότι η κάρτα οδηγού επεστράφη στην αρμόδια αρχή όταν η κάρτα είχε φθαρεί ή παρουσίαζε ελάττωμα και ότι ζητήθηκε η αντικατάστασή της.
4. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι οι τακτικές επιθεωρήσεις, η ανανέωση των καρτών οδηγού ή η αντικατάσταση των καρτών οδηγού, όπως απαιτείται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, είναι πιθανόν να παραμείνουν ανέφικτες και πέραν της 30ής Απριλίου 2021, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, την περίοδο των επτά μηνών ή τις ισχύουσες προθεσμίες για την έκδοση νέας κάρτας οδηγού, ή οποιονδήποτε συνδυασμό τους. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Απριλίου 2021.
5. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 4, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνουν ανέφικτες οι τακτικές επιθεωρήσεις, η ανανέωση των καρτών οδηγού ή η αντικατάσταση των καρτών οδηγού και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
6. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη τη διεξαγωγή τακτικών επιθεωρήσεων, την ανανέωση καρτών οδηγού ή την αντικατάσταση καρτών οδηγού κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1, 2 και 3. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή του πριν από την [Ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού + 5 εργάσιμες ημέρες]. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1, 2 και 3, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 5
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία 2014/45/ΕΕ
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5 παράγραφος 1 και το άρθρο 10 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/45/ΕΕ και το σημείο 8 του παραρτήματος II της εν λόγω οδηγίας, οι προθεσμίες για τη διενέργεια των τεχνικών ελέγχων, οι οποίοι, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, διαφορετικά θα έπρεπε να είχαν πραγματοποιηθεί ή θα έπρεπε να πραγματοποιηθούν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνονται, ή ότι έχουν παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 8 της οδηγίας 2014/45/ΕΕ και το σημείο 8 του παραρτήματος II της εν λόγω οδηγίας, η ισχύς των πιστοποιητικών τεχνικού ελέγχου με ημερομηνία λήξης μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνεται, ή ότι έχει παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών.
3. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η διενέργεια τεχνικών ελέγχων ή η σχετική πιστοποίηση είναι πιθανόν να παραμείνουν ανέφικτες και πέραν της 30ής Απριλίου 2021, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021 ή την περίοδο των επτά μηνών, ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Απριλίου 2021.
4. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η διενέργεια τεχνικών ελέγχων ή η σχετική πιστοποίηση και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη τη διενέργεια τεχνικών ελέγχων ή τη σχετική πιστοποίηση κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή του πριν από την [Ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού + 5 εργάσιμες ημέρες]. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 6
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1071/2009
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009, όταν αρμόδια αρχή διαπιστώνει, όσον αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, ότι δεν πληρούνται οι απαιτήσεις σχετικά με το όχημα ή τα οχήματα που πρέπει να έχει στη διάθεσή της και να χρησιμοποιεί η επιχείρηση οδικών μεταφορών, όπως καθορίζονται στο άρθρο 5 στοιχεία β) και γ) του εν λόγω κανονισμού, ή διαπιστώνει, βάσει των ετήσιων λογαριασμών και βεβαιώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2 του εν λόγω κανονισμού, για τις λογιστικές χρήσεις που καλύπτουν το σύνολο ή μέρος της περιόδου μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, ότι μια επιχείρηση μεταφορών δεν πληροί την απαίτηση της οικονομικής επιφάνειας που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του εν λόγω κανονισμού, η προθεσμία που ορίζεται από την αρμόδια αρχή για τους σκοπούς του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του εν λόγω κανονισμού δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009, όταν η αρμόδια αρχή έχει διαπιστώσει, μεταξύ της 28ης Μαΐου 2020 και [της ημερομηνίας έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού], ότι μια επιχείρηση μεταφορών δεν πληροί τις απαιτήσεις σχετικά με το όχημα ή τα οχήματα που πρέπει να έχει στη διάθεσή της και να χρησιμοποιεί η επιχείρηση οδικών μεταφορών, όπως καθορίζονται στο άρθρο 5 στοιχεία β) και γ) του εν λόγω κανονισμού, ή την απαίτηση της οικονομικής επιφάνειας που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του εν λόγω κανονισμού, και έχει ορίσει προθεσμία εντός της οποίας η επιχείρηση μεταφορών οφείλει να διορθώσει την κατάσταση, η αρμόδια αρχή μπορεί να παρατείνει την εν λόγω προθεσμία, υπό την προϋπόθεση ότι η προθεσμία δεν έχει λήξει έως την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Η προθεσμία που παρατείνεται με τον τρόπο αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 12 μήνες.
Άρθρο 7
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1072/2009
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1072/2009, η ισχύς των κοινοτικών αδειών, οι οποίες διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνεται, ή ότι έχει παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών. Τα επικυρωμένα γνήσια αντίγραφα εξακολουθούν να ισχύουν αναλόγως.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1072/2009, η ισχύς των βεβαιώσεων οδηγού, οι οποίες διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνεται, ή ότι έχει παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών.
3. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ανανέωση κοινοτικών αδειών ή βεβαιώσεων οδηγού είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη και πέραν της 30ής Απριλίου 2021, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021 ή την περίοδο των επτά μηνών, ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Απριλίου 2021.
4. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ανανέωση κοινοτικών αδειών ή βεβαιώσεων οδηγού και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη την ανανέωση κοινοτικών αδειών ή βεβαιώσεων οδηγού κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή του πριν από την [Ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού + 5 εργάσιμες ημέρες]. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 8
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1073/2009
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/2009, η ισχύς των κοινοτικών αδειών, οι οποίες διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνεται, ή ότι έχει παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών. Τα επικυρωμένα γνήσια αντίγραφα εξακολουθούν να ισχύουν αναλόγως.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 8 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/2009, οι αποφάσεις επί των αιτήσεων χορήγησης άδειας τακτικών υπηρεσιών, που υποβάλλονται από τους μεταφορείς μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, λαμβάνονται από την εκδίδουσα αρχή εντός έξι μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/2009, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών των οποίων έχει ζητηθεί η συμφωνία στο πλαίσιο τέτοιας αίτησης, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου, κοινοποιούν στην εκδίδουσα αρχή την απόφασή τους επί της αίτησης εντός τριών μηνών. Εάν η εκδίδουσα αρχή δεν λάβει απάντηση εντός τριών μηνών, θεωρείται ότι οι εν λόγω αρχές έχουν συμφωνήσει και η εκδίδουσα αρχή μπορεί να χορηγήσει την άδεια.
3. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ανανέωση των κοινοτικών αδειών είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη και πέραν της 30ής Απριλίου 2021, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στην παράγραφο 1. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021 ή την περίοδο των επτά μηνών, ή οποιονδήποτε συνδυασμό τους. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Απριλίου 2021.
4. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που προσδιορίζονται στην παράγραφο 1, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ανανέωση των κοινοτικών αδειών και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη την ανανέωση κοινοτικών αδειών οδήγησης κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει την παράγραφο 1. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή του πριν από την [Ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού + 5 εργάσιμες ημέρες]. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει την παράγραφο 1, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 9
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία (ΕΕ) 2016/798
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 10 παράγραφος 13 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, οι προθεσμίες για την ανανέωση των ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας, τα οποία διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνονται, ή ότι έχουν παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών. Τα σχετικά ενιαία πιστοποιητικά ασφάλειας εξακολουθούν να ισχύουν αναλόγως.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 12 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, η ισχύς των εγκρίσεων ασφάλειας, οι οποίες, σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνεται, ή ότι έχει παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών.
3. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ανανέωση των ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας, που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, ή η παράταση της περιόδου ισχύος των εγκρίσεων ασφάλειας είναι πιθανόν να παραμείνουν ανέφικτες και πέραν της 30ής Απριλίου 2021, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021 ή την περίοδο των επτά μηνών που ορίζεται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Απριλίου 2021.
4. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ανανέωση των ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας ή η παράταση της περιόδου ισχύος των εγκρίσεων ασφάλειας και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη την ανανέωση των ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας, που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, ή την παράταση της περιόδου ισχύος των εγκρίσεων ασφάλειας κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή του πριν από την [Ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού + 5 εργάσιμες ημέρες]. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 10
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία 2004/49/ΕΚ
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 10 παράγραφος 5 της οδηγίας 2004/49/ΕΚ, οι προθεσμίες για την ανανέωση των πιστοποιητικών ασφάλειας, τα οποία διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνονται, ή ότι έχουν παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών. Τα σχετικά πιστοποιητικά ασφάλειας εξακολουθούν να ισχύουν αναλόγως.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 11 παράγραφος 2 της οδηγίας 2004/49/ΕΚ, οι προθεσμίες για την ανανέωση των εγκρίσεων ασφάλειας, οι οποίες διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνονται, ή ότι έχουν παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών. Οι σχετικές εγκρίσεις ασφάλειας εξακολουθούν να ισχύουν αναλόγως.
3. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ανανέωση των πιστοποιητικών ασφάλειας ή των εγκρίσεων ασφάλειας είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη και πέραν της 30ής Απριλίου 2021, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021 ή την περίοδο των επτά μηνών που ορίζεται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Απριλίου 2021.
4. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ανανέωση των πιστοποιητικών ασφάλειας ή των εγκρίσεων ασφάλειας και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη την ανανέωση των πιστοποιητικών ασφάλειας ή των εγκρίσεων ασφάλειας κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή του πριν από την [Ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού + 5 εργάσιμες ημέρες]. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 11
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία 2007/59/ΕΚ
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 14 παράγραφος 5 της οδηγίας 2007/59/ΕΚ, οι άδειες, οι οποίες διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνονται, ή ότι έχουν παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών από την ημερομηνία λήξης ισχύος κάθε τέτοιας άδειας.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 16 και τα παραρτήματα II και VII της οδηγίας 2007/59/ΕΚ, οι προθεσμίες για την ολοκλήρωση των περιοδικών ελέγχων, οι οποίες, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνονται, ή ότι έχουν παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών σε κάθε περίπτωση. Οι άδειες που αναφέρονται στο άρθρο 14 και τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στο άρθρο 15 της εν λόγω οδηγίας εξακολουθούν να ισχύουν αναλόγως.
3. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ανανέωση των αδειών ή η ολοκλήρωση των περιοδικών ελέγχων είναι πιθανόν να παραμείνουν ανέφικτες και πέραν της 30ής Απριλίου 2021, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021 ή την περίοδο των επτά μηνών που ορίζεται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Απριλίου 2021.
4. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ανανέωση των αδειών ή η ολοκλήρωση των περιοδικών ελέγχων και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη την ανανέωση των αδειών ή την ολοκλήρωση των περιοδικών ελέγχων κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή του πριν από την [Ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού + 5 εργάσιμες ημέρες]. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 12
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία 2012/34/ΕΕ
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 23 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, όταν ο φορέας έκδοσης των αδειών έχει προβλέψει επανεξέταση σε τακτά χρονικά διαστήματα, οι προθεσμίες για την πραγματοποίηση της τακτικής επανεξέτασης, οι οποίες, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνονται, ή ότι έχουν παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 24 παράγραφος 3 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, η ισχύς των προσωρινών αδειών, οι οποίες διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνεται, ή ότι έχει παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών από την ημερομηνία λήξης ισχύος που αναφέρεται σε κάθε προσωρινή άδεια.
3. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 25 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, ο φορέας έκδοσης των αδειών αποφασίζει επί των αιτήσεων που υποβάλλονται μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021 το αργότερο εντός δέκα μηνών από την υποβολή όλων των σχετικών πληροφοριών, ιδίως δε των στοιχείων που αναφέρονται στο παράρτημα III της εν λόγω οδηγίας.
4. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η διενέργεια τακτικής επανεξέτασης ή η άρση της αναστολής των αδειών ή η έκδοση νέων αδειών, σε περιπτώσεις που οι άδειες έχουν προηγουμένως ανακληθεί, είναι πιθανόν να παραμείνουν ανέφικτες και πέραν της 30ής Απριλίου 2021, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021 ή την περίοδο των επτά μηνών, ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Απριλίου 2021.
5. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 4, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η άρση της αναστολής των αδειών ή η έκδοση νέων αδειών, σε περιπτώσεις που οι άδειες έχουν προηγουμένως ανακληθεί, και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
6. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη τη διενέργεια τακτικής επανεξέτασης ή την άρση της αναστολής των αδειών ή την έκδοση νέων αδειών, σε περιπτώσεις που οι άδειες έχουν προηγουμένως ανακληθεί, κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή του πριν από την [Ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού + 5 εργάσιμες ημέρες]. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 13
Αντιμετώπιση των αδειών σιδηροδρομικών επιχειρήσεων βάσει της οδηγίας 2012/34/ΕΕ σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις χρηματοοικονομικής επιφάνειας
Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 24 παράγραφος 1 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, εάν ο φορέας έκδοσης των αδειών, βάσει εξέτασης που αναφέρεται στην εν λόγω διάταξη, η οποία διενεργήθηκε κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, διαπιστώσει ότι μια σιδηροδρομική επιχείρηση δεν μπορεί πλέον να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις σχετικά με την χρηματοοικονομική επιφάνεια, που αναφέρονται στο άρθρο 20 της εν λόγω οδηγίας, μπορεί, πριν από την 30ή Απριλίου 2021, να αποφασίσει να μην αναστείλει ή να μην ανακαλέσει την άδεια της εν λόγω σιδηροδρομικής επιχείρησης, εφόσον δεν διακυβεύεται η ασφάλεια και με την προϋπόθεση ότι υπάρχει ρεαλιστική προοπτική ικανοποιητικής χρηματοοικονομικής ανασυγκρότησης της σιδηροδρομικής επιχείρησης εντός των επόμενων επτά μηνών.
Άρθρο 14
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία 96/50/ΕΚ
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας 96/50/ΕΚ, οι προθεσμίες για την υποβολή σε ιατρικές εξετάσεις, οι οποίες, σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνονται, ή ότι έχουν παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών. Τα πιστοποιητικά κυβερνήτη σκάφους των προσώπων που υπόκεινται στην υποχρέωση υποβολής σε ιατρικές εξετάσεις, που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας, εξακολουθούν να ισχύουν αναλόγως.
2. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ολοκλήρωση των ιατρικών εξετάσεων είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη και πέραν της 30ής Απριλίου 2021, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στην παράγραφο 1. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021 ή την περίοδο των επτά μηνών που ορίζεται στην παράγραφο 1, ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Απριλίου 2021.
3. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 2, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που προσδιορίζονται στην παράγραφο 1, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ολοκλήρωση των ιατρικών εξετάσεων και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
4. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη την τήρηση των προθεσμιών για την υποβολή σε ιατρικές εξετάσεις κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει την παράγραφο 1. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή του πριν από την [Ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού + 5 εργάσιμες ημέρες]. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει την παράγραφο 1, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 15
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία (ΕΕ) 2016/1629
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 10 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1629, η ισχύς των ενωσιακών πιστοποιητικών εσωτερικής ναυσιπλοΐας, τα οποία διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνεται, ή ότι έχει παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 28 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1629, η ισχύς των εγγράφων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας και έχουν εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών βάσει της οδηγίας 2006/87/ΕΚ πριν από την 6η Οκτωβρίου 2018, τα οποία, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνεται, ή ότι έχει παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών.
3. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ανανέωση των ενωσιακών πιστοποιητικών εσωτερικής ναυσιπλοΐας ή εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη και πέραν της 30ής Απριλίου 2021, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021 ή την περίοδο των επτά μηνών που ορίζεται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Απριλίου 2021.
4. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ανανέωση των ενωσιακών πιστοποιητικών εσωτερικής ναυσιπλοΐας ή εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη την ανανέωση των ενωσιακών πιστοποιητικών εσωτερικής ναυσιπλοΐας ή εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή του πριν από την [Ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού + 5 εργάσιμες ημέρες]. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 16
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 725/2004
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 725/2004, οι προθεσμίες για τη διενέργεια της περιοδικής αναθεώρησης των αξιολογήσεων ασφάλειας των λιμενικών εγκαταστάσεων, οι οποίες, σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνονται, ή ότι έχουν παραταθεί, έως τις 30 Ιουνίου 2021.
2. Κατά παρέκκλιση από τα τμήματα 13.7 και 18.6 του παραρτήματος III μέρος Β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 725/2004, οι προθεσμίες των 18 μηνών για την πραγματοποίηση των διαφόρων τύπων ασκήσεων, οι οποίες, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνονται, ή ότι έχουν παραταθεί, κατά έξι μήνες σε κάθε περίπτωση, αλλά πάντως όχι πέραν της 30ής Ιουνίου 2021.
3. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η διενέργεια αξιολογήσεων ασφάλειας των λιμενικών εγκαταστάσεων ή των διαφόρων τύπων ασκήσεων, που αναφέρονται στα τμήματα 13.7 και 18.6 του παραρτήματος III μέρος Β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 725/2004, είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη και πέραν της 30ής Απριλίου 2021, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων και των προθεσμιών που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, τις προθεσμίες ή την περίοδο των έξι μηνών που ορίζεται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, ή οποιονδήποτε συνδυασμό τους. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Απριλίου 2021.
4. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων και των προθεσμιών που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η διενέργεια αξιολογήσεων ασφάλειας των λιμενικών εγκαταστάσεων ή των διαφόρων τύπων ασκήσεων και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη τη διενέργεια αξιολογήσεων ασφάλειας των λιμενικών εγκαταστάσεων ή των διαφόρων τύπων ασκήσεων, που αναφέρονται στα τμήματα 13.7 και 18.6 του παραρτήματος III μέρος Β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 725/2004, κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή του πριν από την [Ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού + 5 εργάσιμες ημέρες]. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 17
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία 2005/65/ΕΚ
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 10 της οδηγίας 2005/65/ΕΚ, οι προθεσμίες για τη διενέργεια της αναθεώρησης των αξιολογήσεων ασφάλειας λιμένα και των σχεδίων ασφαλείας λιμένα, οι οποίες, σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνονται, ή ότι έχουν παραταθεί, κατά έξι μήνες σε κάθε περίπτωση, αλλά πάντως όχι πέραν της 30ής Ιουνίου 2021.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 7 παράγραφος 7 και το παράρτημα III της οδηγίας 2005/65/ΕΚ, οι προθεσμίες των 18 μηνών για την ολοκλήρωση των ασκήσεων εκπαίδευσης, οι οποίες, σύμφωνα με το εν λόγω παράρτημα, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, θεωρείται ότι παρατείνονται, ή ότι έχουν παραταθεί, κατά έξι μήνες σε κάθε περίπτωση, αλλά πάντως όχι πέραν της 30ής Ιουνίου 2021.
3. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η διενέργεια της αναθεώρησης των αξιολογήσεων ασφάλειας λιμένα και των σχεδίων ασφάλειας λιμένα ή η ολοκλήρωση των ασκήσεων εκπαίδευσης είναι πιθανόν να παραμείνουν ανέφικτες και πέραν της 30ής Απριλίου 2021, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων και των προθεσμιών που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, τις προθεσμίες ή την περίοδο των έξι μηνών που ορίζεται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, ή οποιονδήποτε συνδυασμό τους. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Απριλίου 2021.
4. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων και των προθεσμιών που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ολοκλήρωση της αναθεώρησης των αξιολογήσεων ασφάλειας λιμένα και των σχεδίων ασφάλειας λιμένα ή η ολοκλήρωση της εκπαίδευσης και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη τη διενέργεια της αναθεώρησης των αξιολογήσεων ασφάλειας λιμένα και των σχεδίων ασφάλειας λιμένα ή την ολοκλήρωση των ασκήσεων εκπαίδευσης κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2020 και της 30ής Απριλίου 2021, ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή του πριν από την [Ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού + 5 εργάσιμες ημέρες]. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 18
Αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2020/698
Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τα δικαιώματα των κρατών μελών βάσει αποφάσεων της Επιτροπής που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6, το άρθρο 3 παράγραφος 3, το άρθρο 4 παράγραφος 5, το άρθρο 11 παράγραφος 4, το άρθρο 16 παράγραφος 6 και το άρθρο 17 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/698, στον βαθμό που οι αποφάσεις αυτές διέπουν, όσον αφορά το αντικείμενο και τις σχετικές χρονικές περιόδους, τις ίδιες περιπτώσεις με τον παρόντα κανονισμό και προβλέπουν παρατάσεις πέραν εκείνων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.
Όταν οι εν λόγω αποφάσεις διέπουν, όσον αφορά το αντικείμενο και τις σχετικές χρονικές περιόδους, τις ίδιες περιπτώσεις με τον παρόντα κανονισμό και δεν προβλέπουν παρατάσεις πέραν εκείνων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός.
Άρθρο 19
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από [XX την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού + 8 εργάσιμες ημέρες].
Ωστόσο, το άρθρο 2 παράγραφος 6, το άρθρο 3 παράγραφος 4, το άρθρο 4 παράγραφος 6, το άρθρο 5 παράγραφος 5, το άρθρο 7 παράγραφος 5, το άρθρο 8 παράγραφος 5, το άρθρο 9 παράγραφος 5, το άρθρο 10 παράγραφος 5, το άρθρο 11 παράγραφος 5, το άρθρο 12 παράγραφος 6, το άρθρο 14 παράγραφος 4, το άρθρο 15 παράγραφος 5,το άρθρο 16 παράγραφος 5 και το άρθρο 17 παράγραφος 5 εφαρμόζονται από [XX την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού].
Το πρώτο, δεύτερο και τρίτο εδάφιο του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τις αναδρομικές ισχύς που προβλέπονται στα άρθρα 2 έως 18.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες,
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
Ο Πρόεδρος