|
2.12.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 417/17 |
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
σχετικά με την ερμηνεία ορισμένων νομικών διατάξεων του αναθεωρημένου πλαισίου εξυγίανσης των τραπεζών σε απάντηση των ερωτήσεων που έθεσαν οι αρχές των κρατών μελών (δεύτερη ανακοίνωση της Επιτροπής)
(2020/C 417/02)
Η δέσμη μέτρων για τη μεταρρύθμιση του τραπεζικού τομέα, την οποία πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Νοέμβριο του 2016, εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στις 20 Μαΐου 2019 και δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα στις 7 Ιουνίου 2019. Αυτή η δέσμη μέτρων περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, αλλαγές στο ενωσιακό πλαίσιο εξυγίανσης των τραπεζών μέσω της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1), για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) (οδηγία για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών, οδηγία BRRD), και μέσω του κανονισμού (ΕΕ) 2019/877 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) (κανονισμός για τον ενιαίο μηχανισμό εξυγίανσης, κανονισμός SRMR). Στο πλαίσιο της εν λόγω μεταρρύθμισης εφαρμόζεται στην Ένωση το διεθνές πρότυπο συνολικής ικανότητας απορρόφησης ζημιών (TLAC) για τις παγκόσμιες συστημικά σημαντικές τράπεζες, το οποίο θεσπίστηκε από το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας τον Νοέμβριο του 2015 και ενισχύει την εφαρμογή της ελάχιστης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (MREL) για όλες τις τράπεζες. Το αναθεωρημένο πλαίσιο θα πρέπει να ενισχύει την ικανότητα απορρόφησης ζημιών των τραπεζών και να διευκολύνει την ανακεφαλαιοποίησή τους με τη χρήση ιδιωτικών μέσων όταν περιέρχονται σε οικονομική δυσχέρεια και στη συνέχεια τίθενται υπό καθεστώς εξυγίανσης.
Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεταφέρουν τις διατάξεις της εν λόγω οδηγίας στο εθνικό τους δίκαιο έως τις 28 Δεκεμβρίου 2020. Για να διευκολυνθεί η έγκαιρη, συνεπής και ακριβής μεταφορά στο εθνικό δίκαιο, στις 29 Σεπτεμβρίου 2020 η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση με τις απαντήσεις στις ερωτήσεις που έθεσαν οι αρχές των κρατών μελών όσον αφορά την ερμηνεία ορισμένων διατάξεων της οδηγίας BRRD, καθώς και τις αλληλεπιδράσεις τους με τον κανονισμό SRMR, τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) (κανονισμός για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις, ΚΚΑ) και την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) (οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις, οδηγία CRD) (7).
Έχοντας υπόψη τις συμπληρωματικές ερωτήσεις που έλαβε από τις αρχές των κρατών μελών, η Επιτροπή προτίθεται να παράσχει στο παράρτημα της παρούσας δεύτερης ανακοίνωσης τις απαντήσεις στις εν λόγω ερωτήσεις.
Βάσει των προαναφερομένων, η Επιτροπή εκδίδει στην παρούσα ανακοίνωση απαντήσεις σχετικά με τις ακόλουθες νομικές πράξεις:
|
— |
οδηγία 2014/59/ΕΕ (οδηγία BRRD), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2019/879· |
|
— |
κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 (κανονισμός SRMR), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/877· |
|
— |
κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 (ΚΚΑ), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/876 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8)· |
|
— |
οδηγία 2013/36/ΕΕ (οδηγία CRD), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2019/878 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9). |
Η παρούσα ανακοίνωση αποσαφηνίζει τις διατάξεις που περιλαμβάνονται ήδη στην ισχύουσα νομοθεσία. Δεν επεκτείνει με κανέναν τρόπο τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την εν λόγω νομοθεσία ούτε εισάγει πρόσθετες απαιτήσεις για τους ενδιαφερόμενους φορείς εκμετάλλευσης και τις αρμόδιες αρχές. Σκοπός της παρούσας ανακοίνωσης είναι απλώς και μόνο η παροχή συνδρομής στις αρχές των κρατών μελών κατά τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και την εφαρμογή των σχετικών νομικών διατάξεων. Μόνο το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αρμόδιο να ερμηνεύει αυθεντικά το δίκαιο της Ένωσης. Οι απόψεις που εκφράζονται στην παρούσα ανακοίνωση δεν μπορούν να προδικάσουν τη θέση που ενδέχεται να υιοθετήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενώπιον των δικαστηρίων της ΕΕ και των εθνικών δικαστηρίων.
Η παρούσα δεύτερη ανακοίνωση συμπληρώνει την ανακοίνωση που έχει ήδη εκδοθεί από την Επιτροπή στις 29 Σεπτεμβρίου 2020.
(1) Οδηγία (ΕΕ) 2019/879 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/59/ΕΕ σχετικά με την ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και της οδηγίας 98/26/ΕΚ (ΕΕ L 150 της 7.6.2019, σ. 296).
(2) Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, καθώς και των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 190).
(3) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/877 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014 όσον αφορά την ικανότητα απορρόφησης ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων επενδύσεων (ΕΕ L 150 της 7.6.2019, σ. 226).
(4) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2014, περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (ΕΕ L 225 της 30.7.2014, σ. 1).
(5) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).
(6) Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).
(7) Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ερμηνεία ορισμένων νομικών διατάξεων του αναθεωρημένου πλαισίου εξυγίανσης των τραπεζών σε απάντηση των ερωτήσεων που έθεσαν οι αρχές των κρατών μελών (ΕΕ C 321 της 29.9.2020, σ. 1)
(8) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/876 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τον δείκτη μόχλευσης, τον δείκτη καθαρής σταθερής χρηματοδότησης, τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου, τον κίνδυνο αγοράς, τα ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων, τα ανοίγματα έναντι οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα και τις υποχρεώσεις υποβολής αναφορών και δημοσιοποίησης, καθώς και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 150 της 7.6.2019, σ. 1).
(9) Οδηγία (ΕΕ) 2019/878 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση της οδηγίας 2013/36/ΕΕ όσον αφορά τις εξαιρούμενες οντότητες, τις χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών, τις μεικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών, τις αποδοχές, τα μέτρα και τις εξουσίες εποπτείας και τα μέτρα διατήρησης κεφαλαίου (ΕΕ L 150 της 7.6.2019, σ. 253).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Κατάλογος συντομογραφιών
ΔΟΕΕ — Διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων·
Μέσα AT1 — Πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1 που αναφέρονται στο άρθρο 52 παράγραφος 1 του ΚΚΑ·
Οδηγία BRRD — Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2019/879 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2)·
Οδηγία BRRD I — Οδηγία 2014/59/ΕΕ, χωρίς τροποποιήσεις·
CBR — Συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας, όπως ορίζεται στο άρθρο 128 σημείο 6 της οδηγίας CRD·
Κεφάλαιο CET1 — Κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 που αναφέρεται στο άρθρο 50 του ΚΚΑ·
Οδηγία CRD — Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2019/878 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4)·
ΚΚΑ — Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/876 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6)·
EAT — Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών·
ESMA — Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ)·
Εξωτερική MREL — Ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που εφαρμόζεται στις οντότητες εξυγίανσης και αναφέρεται στο άρθρο 45ε της οδηγίας BRRD·
G-SII — Παγκόσμιο συστημικώς σημαντικό ίδρυμα·
Εσωτερική MREL — Ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που εφαρμόζεται στις θυγατρικές μιας οντότητας εξυγίανσης ή μιας οντότητας τρίτης χώρας χωρίς να συνιστούν οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης, όπως αναφέρονται στο άρθρο 45στ της οδηγίας BRRD·
M-MDA — Μέγιστο διανεμητέο ποσό που συνδέεται με την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 16α της οδηγίας BRRD·
Οδηγία MiFID — Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7)·
MPE — Πολλαπλά σημεία έναρξης·
MREL — Ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων·
NCWO — Μη επιδείνωση της θέσης των πιστωτών κατά την εξυγίανση σε σύγκριση με το πλαίσιο κανονικών διαδικασιών αφερεγγυότητας·
SEL — Επιλέξιμη υποχρέωση μειωμένης εξασφάλισης η οποία πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 72α του ΚΚΑ, εξαιρουμένων των προϋποθέσεων του άρθρου 72α παράγραφος 1 στοιχείο β) και του άρθρου 72β παράγραφοι 3 έως 5 του ΚΚΑ·
SRB — Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης·
ΕΜΕ — Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης
Κανονισμός SRMR — Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/877 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9)·
Κανονισμός SRMR I — Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014, χωρίς τροποποιήσεις·
TEM — Μέτρο συνολικού ανοίγματος που υπολογίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 429 και 429α του ΚΚΑ·
Μέσα T2 — Μέσα της κατηγορίας 2 που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 73 της οδηγίας BRRD·
TLAC — Συνολική ικανότητα απορρόφησης ζημιών·
Ελάχιστη απαίτηση TLAC — Εναρμονισμένο ελάχιστο επίπεδο του προτύπου TLAC για τα ιδρύματα G-SII που αναφέρεται στα άρθρα 92α και 92β του ΚΚΑ και στο άρθρο 45δ παράγραφος 1 στοιχείο α) και άρθρο 45δ παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας BRRD·
Πρότυπο TLAC — Έγγραφο με τους όρους λειτουργίας (Term Sheet) της TLAC που δημοσίευσε το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας τον Νοέμβριο του 2015·
Τράπεζες ανώτατου επιπέδου — Οντότητες εξυγίανσης ομίλων εξυγίανσης με συνολικά στοιχεία ενεργητικού άνω των 100 δισ. EUR που αναφέρονται στο άρθρο 45γ παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD·
TREA — Συνολικό ποσό έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του ΚΚΑ·
ΟΣΕΚΑ — Οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες.
Εάν δεν ορίζεται διαφορετικά, όλες οι παραπομπές σε νομικές διατάξεις στο παρόν παράρτημα θα πρέπει να γίνονται αντιληπτές ως παραπομπές σε νομικές διατάξεις της οδηγίας BRRD.
Α. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΡΙΣΜΟΥΣ
1. Ερώτηση (Άρθρο 2)
Στα «επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης» που ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 71β περιλαμβάνονται επίσης οι «επιλέξιμες υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης» που αναφέρονται στο άρθρο 44α;
Απάντηση
Οι «επιλέξιμες υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης» που αναφέρονται στο άρθρο 44α της οδηγίας BRRD εμπεριέχονται στην έννοια των «επιλέξιμων μέσων μειωμένης εξασφάλισης» που ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 71β της οδηγίας BRRD. Η δεύτερη αυτή έννοια είναι ευρύτερη της πρώτης, καθώς στα «επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης» περιλαμβάνονται επίσης τα μέσα Τ2 που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 72α παράγραφος 1 στοιχείο β) του ΚΚΑ.
2. Ερώτηση (Άρθρο 2)
Υπό ποιες προϋποθέσεις και ποιες οντότητες τρίτων χωρών πρέπει να περιλαμβάνονται στον όμιλο εξυγίανσης κατά την εφαρμογή του ορισμού του «ομίλου εξυγίανσης» που διατυπώνεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 83β);
Απάντηση
Η συμπερίληψη ή μη οντοτήτων τρίτων χωρών σε έναν όμιλο εξυγίανσης εξαρτάται από τη στρατηγική εξυγίανσης που προβλέπεται στο σχέδιο εξυγίανσης του ομίλου. Η στρατηγική αυτή καθορίζεται με την απόφαση της οικείας αρχής εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 3 και το άρθρο 45ε παράγραφος 2 in fine.
Εάν το σχέδιο εξυγίανσης του ομίλου προβλέπει ότι, σε περίπτωση πτώχευσης της θυγατρικής τρίτης χώρας, η μητρική επιχείρηση της Ένωσης θα παράσχει στήριξη στη θυγατρική, η τελευταία πρέπει να συμπεριληφθεί στον όμιλο εξυγίανσης με επικεφαλής τη μητρική επιχείρηση της Ένωσης. Εάν, αντίθετα, βάσει του σχεδίου εξυγίανσης του ομίλου, την πτώχευση της θυγατρικής τρίτης χώρας πρόκειται να διαχειριστούν οι οικείες αρχές της τρίτης χώρας μέσω διαδικασίας εξυγίανσης της τρίτης χώρας ή άλλων διαδικασιών της τρίτης χώρας, η θυγατρική δεν πρέπει να συμπεριληφθεί στον όμιλο εξυγίανσης με επικεφαλής τη μητρική επιχείρηση της Ένωσης.
3. Ερώτηση (Άρθρο 2)
Ποιος είναι ο σκοπός της αναφοράς του άρθρου 7 στον ορισμό της «θυγατρικής» στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 5);
Απάντηση
Ο ορισμός της «θυγατρικής» στην οδηγία BRRD τροποποιήθηκε στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 5) από την οδηγία (ΕΕ) 2019/879 προκειμένου να διευκρινιστεί η μεταχείριση των πιστωτικών ιδρυμάτων που είναι μόνιμα συνδεδεμένα με κεντρικό οργανισμό, του ίδιου του κεντρικού οργανισμού και των αντίστοιχων θυγατρικών τους λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη δομή του οικείου ομίλου.
Με την εισαγωγή ενός δεύτερου μέρους στον ορισμό της «θυγατρικής», διευκρινίζεται ότι, κατά την εφαρμογή των άρθρων 7, 12, 17, 18, 45 έως 45ιγ, 59 έως 62, 91 και 92, οι αναφορές σε «θυγατρική» θα πρέπει να θεωρείται ότι περιλαμβάνουν επίσης τις οντότητες που αποτελούν μέρος των ομίλων εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 83β) στοιχείο β) – δηλαδή τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι μόνιμα συνδεδεμένα με κεντρικό οργανισμό, τον ίδιο τον κεντρικό οργανισμό και τις αντίστοιχες θυγατρικές τους. Λόγω της ιδιαίτερης ιδιοκτησιακής δομής αυτών των ομίλων, οι συγκεκριμένες οντότητες συνήθως δεν καλύπτονται από το πρώτο μέρος του ορισμού της «θυγατρικής». Ωστόσο, αυτή η διευρυμένη σημασία του όρου «θυγατρική» θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνον όταν και εφόσον απαιτείται, λαμβάνοντας υπόψη ποιες οντότητες των εν λόγω ομίλων εξυγίανσης θα πρέπει να συμμορφώνονται με το άρθρο 45ε παράγραφος 3 σύμφωνα με την απόφαση της αρχής εξυγίανσης.
Η αναφορά του άρθρου 7 στο δεύτερο μέρος του ορισμού της «θυγατρικής» διευκρινίζει ότι η εν λόγω διάταξη που επιβάλλει κατάρτιση σχεδίων ανάκαμψης ομίλου με καθορισμό μέτρων τα οποία μπορούν να υλοποιούνται στο επίπεδο της μητρικής επιχείρησης της Ένωσης και της κάθε μεμονωμένης θυγατρικής, εφαρμόζεται επίσης στις οντότητες που αποτελούν μέρος των ομίλων εξυγίανσης οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 83β) στοιχείο β). Αν και τα σχέδια ανάκαμψης καταρτίζονται για ολόκληρο τον όμιλο και όχι για τους ομίλους εξυγίανσης που καθορίζονται από την αρχή εξυγίανσης στα σχέδια εξυγίανσης ομίλου, πρόθεση του νομοθέτη ήταν να διευκρινιστεί ότι οι αναφορές σε «θυγατρική» στο άρθρο 7 μπορεί επίσης να εμπεριέχουν, όταν και εφόσον απαιτείται, τις οντότητες που ανήκουν στους προαναφερθέντες ομίλους εξυγίανσης.
4. Ερώτηση (Άρθρο 2)
Ποιος είναι ο ορισμός του «κεντρικού οργανισμού» που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο 5 της οδηγίας BRRD;
Απάντηση
Η οδηγία BRRD δεν προβλέπει ορισμό του «κεντρικού οργανισμού», καθώς η έννοια αυτή μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με την εθνική νομοθεσία του εκάστοτε κράτους μέλους. Κάθε κράτος μέλος δύναται να ορίζει την έννοια του κεντρικού οργανισμού στο πλαίσιο της νομοθεσίας του υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει ένας αριθμός ιδρυμάτων που συνδέονται με αυτόν. Αν και τα χαρακτηριστικά που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 του ΚΚΑ και αντικατοπτρίζονται στο άρθρο 45ζ στοιχεία α) έως δ) της οδηγίας BRRD μπορούν να χρησιμοποιούνται ως σημείο αναφοράς, δεν παρέχουν ορισμό του «κεντρικού οργανισμού», αλλά μάλλον τα χαρακτηριστικά της σύνδεσης με έναν κεντρικό οργανισμό. Αυτό, στην πράξη, σημαίνει ότι οι οντότητες που μπορούν να θεωρηθούν κεντρικοί οργανισμοί βάσει της εθνικής νομοθεσίας μπορούν να επωφελούνται μόνον από τις απαλλαγές που προβλέπονται στις εν λόγω διατάξεις εφόσον πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις.
Οι αναφορές στους κεντρικούς οργανισμούς δεν είναι καινοφανές στοιχείο δεδομένου ότι η οδηγία BRRD I περιλάμβανε ήδη τις εν λόγω αναφορές, συγκεκριμένα στο άρθρο 4 παράγραφοι 8 και 9.
Β. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗΣ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΔΙΑΝΟΜΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 16Α ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ BRRD
5. Ερώτηση (Άρθρο 16α)
Πώς πρέπει να εφαρμόζεται το άρθρο 16α σε οντότητες των οποίων το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει εκκαθάριση υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας και για τις οποίες η αντίστοιχη MREL έχει οριστεί σε επίπεδο που υπερβαίνει το ποσό απορρόφησης ζημιών βάσει του άρθρου 45γ παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο;
Απάντηση
Το άρθρο 16α παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD προβλέπει ότι η εξουσία περιορισμού ορισμένων διανομών μπορεί να ασκηθεί στην κατάσταση στην οποία η οντότητα πληροί την οικεία συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας (CBR) επιπλέον των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 141α παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) της οδηγίας CRD, αλλά δεν πληροί την CBR επιπλέον των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 45γ και 45δ της οδηγίας BRRD (δηλαδή της MREL). Η συγκεκριμένη διάταξη εφαρμόζεται επίσης στις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 45γ παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας BRRD, δεδομένου ότι οι εν λόγω οντότητες δεν εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 16α παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD.
6. Ερώτηση (Άρθρο 16α)
Το άρθρο 16α παρέχει στις αρχές εξυγίανσης τη διακριτική ευχέρεια να απαγορεύουν διανομές άνω του M-MDA μόνον εάν το οικείο ίδρυμα είναι σε κατάσταση στην οποία δεν πληροί τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας (CBR) όταν αυτή εξετάζεται σε συνδυασμό με τη MREL υπολογιζόμενη βάσει του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο (TREA).
Περιλαμβάνονται επίσης στην κατάσταση αυτή οι περιπτώσεις στις οποίες μια οντότητα δεν πληροί τη CBR σε συνδυασμό με τους ενδιάμεσους στόχους MREL που έχουν καθοριστεί δυνάμει του άρθρου 45ιγ παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο; Μήπως η εξουσία αυτή θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνον όταν η οντότητα δεν πληροί τη CBR σε συνδυασμό με τον τελικό στόχο MREL;
Απάντηση
Η εξουσία των αρχών εξυγίανσης να περιορίζουν ορισμένες διανομές οντοτήτων που προβλέπεται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 ενεργοποιείται μόνο όταν η οντότητα πληροί την οικεία συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας (CBR) σε συνδυασμό με τις σχετικές απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων, αλλά όχι σε συνδυασμό με την MREL. Δεδομένου ότι ο ενδιάμεσος στόχος για τη MREL που αναφέρεται στο άρθρο 45ιγ παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο είναι δεσμευτικός για την οντότητα σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, η εξουσία των αρχών εξυγίανσης που προβλέπεται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 ενεργοποιείται επίσης όταν η οντότητα πληροί την CBR σε συνδυασμό με τις σχετικές απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων, αλλά όχι σε συνδυασμό με τον ενδιάμεσο στόχο για τη MREL. Η συγκεκριμένη εξουσία ασκείται κατά τη διακριτική ευχέρεια των αρχών εξυγίανσης και εξαρτάται από τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 16α παράγραφοι 2 και 3.
7. Ερώτηση (Άρθρο 16α)
Η εφαρμογή του άρθρου 16α παράγραφος 1 στοιχείο β) συνεπάγεται ότι οι υποχρεώσεις καταβολής κυμαινόμενης αμοιβής δεν μπορούν να απαγορευθούν όταν έχουν δημιουργηθεί πριν η οντότητα φθάσει στο σημείο να μην ικανοποιεί την οικεία CBR στην κατάσταση που αναφέρεται στη συγκεκριμένη παράγραφο;
Απάντηση
Όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την άσκηση της εξουσίας των αρχών εξυγίανσης να απαγορεύουν ορισμένες διανομές, η αρχή εξυγίανσης δύναται να απαγορεύσει στην οντότητα να διανέμει μεγαλύτερο ποσό από το M-MDA μέσω:
|
— |
διανομών σε σχέση με κεφάλαιο CET1· |
|
— |
της καταβολής κυμαινόμενης αμοιβής ή προαιρετικών συνταξιοδοτικών παροχών· |
|
— |
πληρωμών σε μέσα AT1. |
Το άρθρο 16α παράγραφος 1 στοιχείο β) ορίζει ρητώς ότι εφαρμόζονται περιορισμοί στις νέες υποχρεώσεις καταβολής κυμαινόμενης αμοιβής ή σε υφιστάμενες υποχρεώσεις καταβολής κυμαινόμενης αμοιβής «αν η υποχρέωση καταβολής δημιουργήθηκε σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία η οντότητα δεν ικανοποιούσε τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας». Ως εκ τούτου, εάν η υποχρέωση καταβολής κυμαινόμενης αμοιβής δημιουργήθηκε πριν η οντότητα φθάσει στο σημείο να μην ικανοποιεί τη CBR, η εν λόγω καταβολή δεν υπόκειται στους περιορισμούς που προβλέπονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1.
Γ. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΤΗΣ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
8. Ερώτηση (Άρθρο 12)
Το άρθρο 12 παράγραφος 3 στοιχείο ε) της οδηγίας BRRD ορίζει ότι ένα σχέδιο εξυγίανσης ομίλου πρέπει να «προσδιορίζει οποιεσδήποτε επιπλέον δράσεις δεν αναφέρονται στην παρούσα οδηγία και τις οποίες οι σχετικές αρχές εξυγίανσης σκοπεύουν να αναλάβουν, σε σχέση με τις οντότητες εντός κάθε ομίλου εξυγίανσης». Ποια είδη δράσεων καλύπτονται από αυτή τη διάταξη;
Απάντηση
Οι επιπλέον δράσεις που προβλέπονται στο σχέδιο εξυγίανσης ομίλου, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 3 στοιχείο ε) της οδηγίας BRRD, αφορούν γενικώς εργαλεία και εξουσίες που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο και δεν απορρέουν από την οδηγία BRRD κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1 παράγραφος 2 και του άρθρου 37 παράγραφος 9 της οδηγίας BRRD.
Το συγκεκριμένο στοιχείο του σχεδίου εξυγίανσης ομίλου προβλεπόταν ήδη στην οδηγία BRRD I. Οι τροποποιήσεις που επήλθαν με την οδηγία (ΕΕ) 2019/879 στο άρθρο 12 παράγραφος 3 στοιχείο ε) πρόσθεσαν μόνο την αναφορά στους ομίλους εξυγίανσης.
9. Ερώτηση (Άρθρα 17 και 18)
Η οδηγία (ΕΕ) 2019/879 τροποποίησε τα άρθρα 17 και 18 της οδηγίας BRRD σχετικά με τις εξουσίες των αρχών εξυγίανσης για την αντιμετώπιση ή εξάλειψη των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης, αντικαθιστώντας τις αναφορές σε «ίδρυμα» με αναφορές σε «οντότητα».
Δεδομένου ότι ο όρος «ίδρυμα» αναφέρεται μόνο στα πιστωτικά ιδρύματα και στις επιχειρήσεις επενδύσεων και ο όρος «οντότητες» αναφέρεται σε όλες τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ) της οδηγίας BRRD, σημαίνει αυτό ότι τα τροποποιημένα άρθρα 17 και 18 της οδηγίας BRRD προβλέπουν πλέον την εφαρμογή των εξουσιών αντιμετώπισης ή εξάλειψης των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης σε σχέση με οποιαδήποτε από τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ) της οδηγίας BRRD;
Απάντηση
Η τροποποίηση που θεσπίστηκε στην οδηγία (ΕΕ) 2019/879 διεύρυνε το πεδίο εφαρμογής των άρθρων 17 και 18 και παρέχει πλέον στις αρχές εξυγίανσης τη δυνατότητα να εφαρμόζουν τις διατάξεις των εν λόγω άρθρων και στις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ) (δηλαδή σε ιδρύματα, χρηματοοικονομικά ιδρύματα και ορισμένες εταιρείες συμμετοχών).
10. Ερώτηση (Άρθρο 17)
Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 3, εάν έχουν κοινοποιηθεί σε οντότητα ουσιαστικά εμπόδια στη δυνατότητα εξυγίανσης, η εν λόγω οντότητα πρέπει να προτείνει στην αρχή εξυγίανσης πιθανά μέτρα για την αντιμετώπιση ή εξάλειψη των εν λόγω εμποδίων. Η αρχή εξυγίανσης πρέπει ακολούθως να αξιολογήσει εάν τα προτεινόμενα μέτρα αντιμετωπίζουν ή εξαλείφουν αποτελεσματικά το συγκεκριμένο ουσιαστικό εμπόδιο.
Είναι τα προτεινόμενα μέτρα, εφόσον γίνουν δεκτά από την αρχή εξυγίανσης, δεσμευτικά για την οντότητα και μπορεί η αρχή εξυγίανσης να επιβάλει την εκτέλεσή τους;
Απάντηση
Η οδηγία BRRD δεν αναφέρει ρητώς ποιο θα πρέπει να είναι το έννομο αποτέλεσμα των μέτρων που προτείνονται από οντότητα για την αντιμετώπιση ή εξάλειψη των ουσιαστικών εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης που διαπιστώνονται από την αρχή εξυγίανσης, μετά την αξιολόγηση των εν λόγω μέτρων από την αρχή εξυγίανσης ως αποτελεσματικών.
Ωστόσο, για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική αντιμετώπιση ή εξάλειψη των ουσιαστικών εμποδίων, τα μέτρα που προτείνονται από την οντότητα πρέπει να είναι δεσμευτικά και εκτελεστά κατά τρόπο ισοδύναμο προς τα εναλλακτικά μέτρα που προσδιορίζονται από την αρχή εξυγίανσης δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφοι 4 και 5. Συνεπώς, η αρχή εξυγίανσης θα πρέπει να μπορεί να απαιτήσει από την οντότητα να επανορθώσει τυχόν εσφαλμένη ή πλημμελή εφαρμογή των μέτρων που προτάθηκαν από την οντότητα.
Η οδηγία BRRD δεν ορίζει πώς θα πρέπει να διασφαλίζεται η εκτέλεση. Ως εκ τούτου, το ζήτημα αυτό επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια των εθνικών νομοθετών. Π.χ., ένα κράτος μέλος μπορεί να προβλέπει στην εθνική νομοθεσία του για τη μεταφορά της οδηγίας BRRD ότι τα μέτρα που προτείνονται από την οντότητα καθίστανται δεσμευτικά από τη στιγμή που γίνονται δεκτά από την αρχή εξυγίανσης. Εναλλακτικά, η εθνική νομοθεσία μπορεί να ορίζει ότι οι αρχές εξυγίανσης πρέπει να εκδίδουν διοικητική απόφαση με αποδέκτη τις ενδιαφερόμενες οντότητες με την οποία εγκρίνονται τα προτεινόμενα μέτρα και ζητείται η εφαρμογή τους.
11. Ερώτηση (Άρθρο 17)
Το άρθρο 17 παράγραφος 4 προβλέπει ότι, κατά την εξέταση ορισμένων μέτρων για την εξάλειψη εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης,«η αρχή εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη την απειλή που παρουσιάζουν τα εν λόγω εμπόδια στη δυνατότητα εξυγίανσης για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, καθώς και τον αντίκτυπο των μέτρων στις επιχειρηματικές δραστηριότητες της οντότητας, στη σταθερότητά της και στην ικανότητά της να συμβάλλει στην οικονομία».
Ποια από τα μέτρα που αναφέρονται στην τελευταία περίοδο του άρθρου 17 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από την αρχή εξυγίανσης: τα μέτρα για την εξάλειψη των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης που προτάθηκαν αρχικά από την οντότητα ή τα εναλλακτικά μέτρα που προτείνονται από την αρχή εξυγίανσης;
Απάντηση
Τα «μέτρα» που αναφέρονται στην τελευταία περίοδο του άρθρου 17 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο, των οποίων ο αντίκτυπος στις επιχειρηματικές δραστηριότητες και στη σταθερότητα της οντότητας καθώς και στην ικανότητά της να συμβάλλει στην οικονομία πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από την αρχή εξυγίανσης, είναι τα εναλλακτικά μέτρα που πρέπει να προσδιορίσει η αρχή εξυγίανσης σύμφωνα με την πρώτη περίοδο της ίδιας διάταξης. Το άρθρο 17 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο αφορά τον προσδιορισμό των εναλλακτικών μέτρων από την αρχή εξυγίανσης.
12. Ερώτηση (Άρθρο 18)
Όσον αφορά την εξάλειψη των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, η δεύτερη περίοδος του άρθρου 18 παράγραφος 4 αναφέρεται σε «αρχές εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου». Επιδιώκει η συγκεκριμένη αναφορά να συμπεριλάβει επίσης την αρχή εξυγίανσης της σχετικής οντότητας εξυγίανσης;
Απάντηση
Η δεύτερη περίοδος του άρθρου 18 παράγραφος 4 περιλαμβάνει τις αρχές εξυγίανσης της μητρικής επιχείρησης και όλων των θυγατρικών οντοτήτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας BRRD. Οι αρχές εξυγίανσης των οντοτήτων εξυγίανσης που δεν είναι οι ίδιες μητρικές εταιρείες της Ένωσης περιλαμβάνονται στην αναφορά στις «αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών».
13. Ερώτηση (Άρθρο 18)
Σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφοι 6, 6α και 7, που έχουν ως αντικείμενο την εξάλειψη των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, εάν κατά τη λήξη της σχετικής περιόδου για λήψη κοινής απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του εν λόγω άρθρου, μια αρχή εξυγίανσης έχει παραπέμψει ζήτημα που αναφέρεται στην παράγραφο 9 του εν λόγω άρθρου στην ΕΑΤ για δεσμευτική διαμεσολάβηση, η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, η αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης ή η αρχή εξυγίανσης της θυγατρικής, κατά περίπτωση, πρέπει να αναβάλει την απόφασή της και να αναμείνει την όποια απόφαση μπορεί να λάβει η ΕΑΤ.
Μπορούν τα ζητήματα που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 9 να παραπέμπονται στην ΕΑΤ από αρχές εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένης της αρχής που πρέπει να λάβει την απόφαση ελλείψει κοινής απόφασης;
Απάντηση
Οι αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφοι 6, 6α και 7 πρέπει να αναστέλλονται εάν μια αρχή εξυγίανσης έχει παραπέμψει ζήτημα που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 9 στην ΕΑΤ για δεσμευτική διαμεσολάβηση εντός της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 5. Η εν λόγω αρχή εξυγίανσης μπορεί να είναι οποιαδήποτε αρχή εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένης της αρχής που λαμβάνει απόφαση η οποία αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφοι 6, 6α ή 7 ελλείψει κοινής απόφασης.
14. Ερώτηση (Άρθρα 13, 16, 18 και 45η)
Σύμφωνα με τα άρθρα 13 παράγραφος 4, 16 παράγραφος 3 και 18 παράγραφος 1, η έγκριση του σχεδίου εξυγίανσης του ομίλου, η εκτίμηση της δυνατότητας εξυγίανσης του ομίλου και η λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση ή την εξάλειψη ουσιαστικών εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης υλοποιούνται μέσω ενιαίας κοινής απόφασης που λαμβάνεται στο επίπεδο ολόκληρου του ομίλου.
Εντούτοις, το άρθρο 45η προβλέπει ότι οι κοινές αποφάσεις που αφορούν τη MREL λαμβάνονται στο επίπεδο του ομίλου εξυγίανσης, αλλά πάντοτε με τη συμμετοχή της αρχής εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, ακόμη και όταν είναι διαφορετική από την αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης.
Σημαίνει αυτό ότι, για τους ομίλους με στρατηγική MPE, οι αρχές εξυγίανσης που είναι αρμόδιες για θυγατρικές οι οποίες δεν ανήκουν σε όμιλο εξυγίανσης δεν συμμετέχουν στις κοινές αποφάσεις σχετικά με τη MREL του συγκεκριμένου ομίλου εξυγίανσης;
Απάντηση
Οι τροποποιήσεις της οδηγίας BRRD που θεσπίστηκαν με την οδηγία (ΕΕ) 2019/879 καθιέρωσαν διαφορετική διαδικασία λήψης αποφάσεων για τα σχέδια εξυγίανσης και για τον καθορισμό της MREL για τους ομίλους MPE (δηλ. όταν ένας όμιλος έχει περισσότερες από μία οντότητες εξυγίανσης).
Σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3 στοιχεία α) και αα), τα σχέδια εξυγίανσης ομίλου πρέπει να παρουσιάζουν τις δράσεις εξυγίανσης που πρόκειται να αναληφθούν για κάθε οντότητα εξυγίανσης που περιλαμβάνεται στον εν λόγω όμιλο. Κατά τον ίδιο τρόπο, το άρθρο 13 παράγραφος 4 ορίζει ότι τα σχέδια εξυγίανσης ομίλου πρέπει να εγκρίνονται με κοινή απόφαση της αρχής εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου και των αρχών εξυγίανσης των θυγατρικών, και ότι ο προγραμματισμός των δράσεων εξυγίανσης για καθεμιά από τις οντότητες εξυγίανσης του ομίλου πρέπει να περιλαμβάνεται στην εν λόγω κοινή απόφαση. Υπάρχει, συνεπώς, μόνον ένα σχέδιο εξυγίανσης ομίλου το οποίο εγκρίνεται μέσω ενιαίας κοινής απόφασης ανεξαρτήτως του αριθμού ομίλων εξυγίανσης. Το ίδιο ισχύει επίσης για την εκτίμηση της δυνατότητας εξυγίανσης του ομίλου δυνάμει του άρθρου 16 και για τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση ή την εξάλειψη εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 18.
Ωστόσο, όσον αφορά τον καθορισμό της MREL, η διαδικασία λήψης αποφάσεων τροποποιείται: αντί να βασίζεται στη δομή του ομίλου συνολικά, βασίζεται στη δομή του κάθε ομίλου εξυγίανσης. Πράγματι, το άρθρο 45η παράγραφος 1 ορίζει ότι η MREL της κάθε οντότητας εξυγίανσης και των οικείων θυγατρικών που ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης θα πρέπει να καθορίζεται μέσω κοινής απόφασης. Αυτή η κοινή απόφαση θα πρέπει να λαμβάνεται από την αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης, την αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου (όταν είναι διαφορετική από την πρώτη) και τις αρχές εξυγίανσης που είναι αρμόδιες για τις θυγατρικές ομίλου εξυγίανσης που υπόκεινται σε MREL, σε μεμονωμένη βάση. Ως εκ τούτου, στην περίπτωση στρατηγικής MPE, ενώ η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου συμμετέχει πάντοτε στη διαδικασία λήψης της κοινής απόφασης σχετικά με τη MREL για κάθε όμιλο εξυγίανσης, οι αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών που ανήκουν σε διαφορετικό όμιλο εξυγίανσης δεν αποτελούν μέρος της εν λόγω διαδικασίας.
Δ. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΥΠΟΚΕΙΝΤΑΙ ΣΕ ΔΡΑΣΗ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
15. Ερώτηση (Άρθρο 32β)
Το άρθρο 32β ορίζει ότι ένα ίδρυμα ή μια οντότητα πρέπει να τίθεται υπό κανονική διαδικασία εκκαθάρισης σύμφωνα με την εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία σε περίπτωση πτώχευσης ή πιθανής πτώχευσης και όταν τα εναλλακτικά μέτρα του ιδιωτικού τομέα ή η εποπτική δράση δεν θα απέτρεπαν την εν λόγω πτώχευση εντός ευλόγου διαστήματος και η ανάληψη δράσης εξυγίανσης δεν θα ήταν προς το δημόσιο συμφέρον.
Στο άρθρο 32β γίνεται αναφορά στις προϋποθέσεις του άρθρου 32 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως γ), σε σχέση με τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ). Ωστόσο, το άρθρο 32 παράγραφος 1 εφαρμόζεται μόνο στα ιδρύματα [δηλ. στις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο α)]. Το άρθρο 32 παράγραφος 1 εφαρμόζεται στις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ) μόνον εμμέσως μέσω διαπαραπομπής στη συγκεκριμένη διάταξη στο άρθρο 33. Για τις οντότητες αυτές, μήπως θα πρέπει η αναφορά που περιλαμβάνεται στο άρθρο 32β να γίνεται στο άρθρο 33, και όχι στο άρθρο 32;
Απάντηση
Το άρθρο 32β αναφέρεται αποκλειστικά στις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως γ) και όχι στο άρθρο 32 παράγραφος 1 συνολικά. Το άρθρο 32 παράγραφος 1 είναι η ορθή αναφορά, καθώς οι προϋποθέσεις στις οποίες αναφέρεται η εν λόγω διάταξη εφαρμόζονται επίσης στις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ) μέσω παραπομπής στις διατάξεις αυτές στο άρθρο 33.
16. Ερώτηση (Άρθρο 32β)
Πώς πρέπει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν το άρθρο 32β της οδηγίας BRRD στις εθνικές νομοθεσίες τους και ποια είναι η αλληλεπίδραση του συγκεκριμένου άρθρου με την ανάκληση της άδειας λειτουργίας μιας οντότητας;
Απάντηση
Η διατύπωση του άρθρου 32β της οδηγίας BRRD είναι γενικόλογη ώστε να ανταποκρίνεται στις διαφορές μεταξύ των εθνικών νόμων που διέπουν την αφερεγγυότητα των ιδρυμάτων και λοιπών χρηματοοικονομικών οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ) της οδηγίας BRRD. Κατά συνέπεια, απουσία δημόσιου συμφέροντος για την εξυγίανση πτωχεύουσας οντότητας, πρέπει να εφαρμόζονται οι διαδικασίες αφερεγγυότητας που ισχύουν σε εθνικό επίπεδο εφόσον:
|
— |
πληρούν τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 47 της οδηγίας BRRD σχετικά με την έννοια των κανονικών διαδικασιών αφερεγγυότητας, και |
|
— |
καταλήγουν σε εκκαθάριση της οντότητας σύμφωνα με το άρθρο 32β της οδηγίας BRRD. |
Όσον αφορά την ανάκληση της άδειας λειτουργίας οντότητας που πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 32β της οδηγίας BRRD, η εν λόγω διάταξη δεν προβλέπει ειδικές απαιτήσεις για την ανάκληση της άδειας λειτουργίας εφόσον πληρούνται οι συγκεκριμένες προϋποθέσεις, ούτε τροποποιεί τις διατάξεις που διέπουν την ανάκληση της άδειας λειτουργίας. Συνεπώς, η βάση για την ανάκληση της άδειας λειτουργίας παραμένει εκείνη που ίσχυε πριν από την έναρξη ισχύος του άρθρου 32β της οδηγίας BRRD – δηλαδή το άρθρο 18 της οδηγίας CRD και οι εφαρμοστέες εθνικές διατάξεις.
Επαφίεται στα κράτη μέλη να αξιολογήσουν εάν η μη ανάκληση της άδειας λειτουργίας εμποδίζει την ορθή εφαρμογή του άρθρου 32β της οδηγίας BRRD και εάν είναι δυνατή και αναγκαία η λήψη μέτρων σε εθνικό επίπεδο σε σχέση με αυτό.
Ε. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΙΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΠΛΗΡΩΜΗΣ Ή ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 33Α ΚΑΙ 69
17. Ερώτηση (Άρθρο 33α)
Το άρθρο 33α παράγραφος 1 υποχρεώνει τα κράτη μέλη να «διασφαλίζουν ότι οι αρχές εξυγίανσης, μετά από διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές, οι οποίες απαντούν έγκαιρα, διαθέτουν την εξουσία να αναστέλλουν οποιεσδήποτε υποχρεώσεις πληρωμής ή παράδοσης [...]».
Επιπλέον, το άρθρο 45δ παράγραφος 4 ορίζει ότι «σε περίπτωση που περισσότερες από μία οντότητες G-SII που ανήκουν στην ίδια G-SII είναι οντότητες εξυγίανσης, οι σχετικές αρχές εξυγίανσης υπολογίζουν το ποσό που προβλέπεται στην παράγραφο 3».
Στην περίπτωση διασυνοριακού χρηματοοικονομικού ιδρύματος ή ομίλου, μπορεί η οδηγία BRRD να υποχρεώσει τα κράτη μέλη να επιβάλουν με τη νομοθεσία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο δεσμευτική απαίτηση σε αρμόδιες αρχές ή αρχές εξυγίανσης που βρίσκονται εκτός της δικαιοδοσίας του εκάστοτε κράτους μέλους;
Απάντηση
Κατά τη μεταφορά της οδηγίας BRRD στο εθνικό δίκαιο, οι υποχρεώσεις ενός κράτους μέλους περιορίζονται σε αυτό που είναι εφικτό στο πλαίσιο του πεδίου δικαιοδοσίας και των εξουσιών του εν λόγω κράτους μέλους.
Συνεπώς, τα άρθρα 33α παράγραφος 1 και 45δ παράγραφος 4 δεν απαιτούν από τα κράτη μέλη να επιβάλλουν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα εν λόγω άρθρα σε αρχές εκτός της δικαιοδοσίας τους.
18. Ερώτηση (Άρθρο 33α)
Το άρθρο 33α της οδηγίας BRRD παρέχει στις εθνικές αρχές εξυγίανσης την εξουσία να αναστέλλουν ορισμένες υποχρεώσεις (στάση πληρωμών) εφόσον έχει διαπιστωθεί ότι μια οντότητα βρίσκεται σε σημείο πτώχευσης ή είναι πιθανό να πτωχεύσει. Βάσει του άρθρου 33α παράγραφος 3, τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι οι αρχές εξυγίανσης διασφαλίζουν την πρόσβαση των καταθετών σε κατάλληλο ημερήσιο ποσό.
Ανάλογα με τον τρόπο μεταφοράς του άρθρου 33α, η εθνική νομοθεσία μπορεί είτε να ορίζει επακριβώς πώς πρέπει να ασκείται η εξουσία διασφάλισης της πρόσβασης σε ημερήσιο ποσό, συμπεριλαμβανομένου του ποσοτικού προσδιορισμού του εν λόγω ποσού απευθείας στη νομοθεσία, είτε να θεσπίζει τα κριτήρια για τον προσδιορισμό του εν λόγω ημερήσιου ποσού από την αρχή εξυγίανσης σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση. Η αρχή εξυγίανσης θα συμμορφώνεται ακολούθως με τα εν λόγω κριτήρια κατά την άσκηση της εξουσίας.
Στο πλαίσιο του ενιαίου μηχανισμού εξυγίανσης (ΕΜΕ), για τα ιδρύματα που εμπίπτουν στην άμεση αρμοδιότητα του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης (SRB), η εξουσία στάσης πληρωμών θα πρέπει να ασκείται από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης ώστε να εφαρμόζονται όλες οι αποφάσεις που τους απευθύνει το SRB.
Στα κράτη μέλη που μεταφέρουν στο εθνικό δίκαιο το άρθρο 33α παράγραφος 3 με τρόπο που εξουσιοδοτεί τις αρχές εξυγίανσης να αποφασίζουν σχετικά με το εάν και σε ποιο βαθμό πρέπει να διασφαλίζεται το ημερήσιο ποσό από τις καταθέσεις, ποια αρχή θα λαμβάνει αυτές τις αποφάσεις για τις οντότητες που εμπίπτουν στην άμεση αρμοδιότητα του SRB: οι εθνικές αρχές εξυγίανσης ή το ίδιο το SRB;
Απάντηση
Όταν το άρθρο 33α μεταφέρεται στο εθνικό δίκαιο με τρόπο που χορηγεί στην αρχή εξυγίανσης την εξουσία να αποφασίζει εάν θα διασφαλίζεται στους καταθέτες πρόσβαση σε ημερήσιο ποσό και ποιο πρέπει να είναι αυτό το ποσό, η εξουσία αυτή μπορεί να ασκείται από το SRB σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στον κανονισμό SRMR για τις οντότητες που εμπίπτουν στην άμεση αρμοδιότητα του SRB. Σε κάθε περίπτωση, η συγκεκριμένη διάταξη δεν απαγορεύει στο SRB να αναθέτει την απόφαση σχετικά με το ημερήσιο ποσό στις εθνικές αρχές εξυγίανσης, χωρίς να απαιτείται περαιτέρω συμφωνία του SRB σχετικά με το ύψος του ποσού.
Δεδομένης εξάλλου της ιδιαίτερης φύσης του εν λόγω καθήκοντος, και του γεγονότος ότι ο προσδιορισμός του κατάλληλου ποσού εξαρτάται από τις εκάστοτε εθνικές ιδιαιτερότητες, το SRB πρέπει να συνεργάζεται με τις εθνικές αρχές εξυγίανσης για τον προσδιορισμό του σχετικού ποσού σύμφωνα με το άρθρο 30 του κανονισμού SRMR.
19. Ερώτηση (Άρθρο 33α και άρθρο 69)
Σύμφωνα με το άρθρο 33α παράγραφος 3 και το άρθρο 69 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο, «[τ]α κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι, όταν ασκείται εξουσία αναστολής των υποχρεώσεων πληρωμής ή παράδοσης σε σχέση με επιλέξιμες καταθέσεις, οι αρχές εξυγίανσης διασφαλίζουν ότι οι καταθέτες έχουν πρόσβαση σε κατάλληλο ημερήσιο ποσό από τις καταθέσεις αυτές.» Πώς πρέπει να υπολογίζεται αυτό το ημερήσιο ποσό;
Επιπροσθέτως, στις σελίδες 3 και 4 της γνωμοδότησης της ΕΑΤ σχετικά με τις πληρωμές από τα συστήματα εγγύησης των καταθέσεων, της 30ής Οκτωβρίου 2019, αναφέρονται τα εξής: «Κρίνεται επιθυμητή η τροποποίηση του ενωσιακού νομικού πλαισίου προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι καταθέτες που δεν έχουν μεν πρόσβαση σε καταθέσεις ληξιπρόθεσμες και απαιτητές, αλλά των οποίων οι καταθέσεις δεν έχουν προσδιοριστεί ως μη διαθέσιμες, θα έχουν πρόσβαση σε κατάλληλο ημερήσιο ποσό από τις καταθέσεις τους. Για την καταβολή ενός τέτοιου κατάλληλου ημερήσιου ποσού δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται κεφάλαια των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων, αλλά τα κεφάλαια του ιδρύματος.» Σημαίνει αυτό ότι δεν είναι δυνατή η χρήση των κεφαλαίων του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων για την καταβολή των ημερήσιων ποσών που αναφέρονται στα άρθρα 33α και 69;
Απάντηση
Ο προσδιορισμός του ημερήσιου ποσού αποτελεί ευθύνη του εκάστοτε κράτους μέλους. Μπορεί να γίνεται είτε με πιο ακριβή προσδιορισμό του εν λόγω ποσού στη νομοθεσία μεταφοράς είτε αναθέτοντας στην αρχή εξυγίανσης το καθήκον να λαμβάνει τη σχετική απόφαση κατά περίπτωση.
Το σκεπτικό στο οποίο βασίζεται η παροχή ημερήσιου ποσού είναι να επιτρέπεται στους καταθέτες να εξακολουθήσουν να έχουν πρόσβαση σε μέρος των καταθέσεών τους στο ίδρυμα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εξυγίανσης. Τα κεφάλαια για την εκτέλεση αυτών των εκταμιεύσεων πρέπει συνεπώς να προέρχονται από το ίδρυμα, εντός του ορίου του διαθέσιμου ποσού στον λογαριασμό του καταθέτη. Το άρθρο 11 της οδηγίας 2014/49/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10) δεν φαίνεται να υποστηρίζει παρέμβαση από το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων με σκοπό τη χρηματοδότηση της καταβολής του ημερήσιου ποσού κατά τη διάρκεια της εξυγίανσης ενός ιδρύματος.
20. Ερώτηση (Άρθρο 33α)
Στο άρθρο 33α παράγραφος 8 περιλαμβάνονται επίσης οι περιπτώσεις στις οποίες έχει διαπιστωθεί ότι μια οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) ή δ) (χρηματοοικονομικά ιδρύματα και ορισμένες εταιρείες συμμετοχών) πτωχεύει ή ενδέχεται να πτωχεύσει;
Απάντηση
Το άρθρο 33α, συμπεριλαμβανομένης της παραγράφου 8, εφαρμόζεται στις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ). Όσον αφορά τη διαπίστωση ότι οι εν λόγω οντότητες πτωχεύουν ή ενδέχεται να πτωχεύσουν, το άρθρο 33α παράγραφος 8 αναφέρεται στην προϋπόθεση του άρθρου 32 παράγραφος 1 στοιχείο α), το οποίο επίσης εφαρμόζεται στις εν λόγω οντότητες μέσω της διαπαραπομπής στο άρθρο 33.
ΣΤ. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΩΛΗΣΗ ΕΠΙΛΕΞΙΜΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΜΕΙΩΜΕΝΗΣ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΣΕ ΙΔΙΩΤΕΣ ΠΕΛΑΤΕΣ
21. Ερώτηση (Άρθρο 44α)
Επιλέξιμες υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης (SEL) μπορούν να πωλούνται από οποιοδήποτε πρόσωπο έχει δικαίωμα να πωλεί επιλέξιμες υποχρεώσεις που βρίσκονται στην κατοχή του, π.χ. από μη χρηματοπιστωτικές οντότητες ή φυσικά πρόσωπα. Σε αυτή την περίπτωση, απαιτείται όλες αυτές οι οντότητες και τα πρόσωπα να συμμορφώνονται με το άρθρο 44α παράγραφοι 1 έως 4;
Απάντηση
Το άρθρο 44α της οδηγίας BRRD εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις επενδύσεων κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 1 της οδηγίας MiFID, πιστωτικά ιδρύματα, εταιρείες διαχείρισης ΟΣΕΚΑ και διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΔΟΕΕ) που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκούν επενδυτικές δραστηριότητες οι οποίες οδηγούν στη μεταβίβαση επιλέξιμης υποχρέωσης μειωμένης εξασφάλισης (SEL) σε ιδιώτες πελάτες. Οι οντότητες αυτές χαρακτηρίζονται ως «πωλητές» για τους σκοπούς του άρθρου 44α της οδηγίας BRRD καθώς μόνον οι εν λόγω οντότητες είναι σε θέση να πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 44α, και συγκεκριμένα να διενεργούν έλεγχο καταλληλότητας σύμφωνα με το άρθρο 44α παράγραφος 1 (βλ. ερώτηση 10 της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 29ης Σεπτεμβρίου 2020). Συνεπώς, η πώληση SEL σε ιδιώτες πελάτες χωρίς συμμετοχή των ανωτέρω ιδρυμάτων υπό την ιδιότητα του πωλητή δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 44α παράγραφοι 1 έως 4 και, στην προκειμένη περίπτωση, οι πωλητές SEL δεν υπόκεινται στις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο αυτό.
22. Ερώτηση (Άρθρο 44α)
Η ερώτηση 10 της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 29ης Σεπτεμβρίου 2020 συμπεριλαμβάνει στην έννοια του «πωλητή» που αναφέρεται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD — «οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) και διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΔΟΕΕ) που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκούν επενδυτικές δραστηριότητες οι οποίες οδηγούν στη μεταβίβαση επιλέξιμης υποχρέωσης μειωμένης εξασφάλισης (SEL) σε ιδιώτες πελάτες.». Επιβεβαιώνετε ότι αυτό αφορά μόνο τις περιπτώσεις στις οποίες οι εταιρείες διαχείρισης ΟΣΕΚΑ και οι ΔΟΕΕ παρέχουν υπηρεσίες MiFID σε μεμονωμένους ιδιώτες πελάτες και όχι όταν προσφέρουν συλλογική διαχείριση χαρτοφυλακίων;
Απάντηση
Το άρθρο 44α της οδηγίας BRRD εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις επενδύσεων κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 1 της οδηγίας MiFID, πιστωτικά ιδρύματα, εταιρείες διαχείρισης ΟΣΕΚΑ και διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΔΟΕΕ) που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκούν επενδυτικές δραστηριότητες οι οποίες οδηγούν στη μεταβίβαση επιλέξιμης υποχρέωσης μειωμένης εξασφάλισης (SEL) σε ιδιώτες πελάτες. Οι οντότητες αυτές χαρακτηρίζονται ως «πωλητές» για τους σκοπούς του άρθρου 44α της οδηγίας BRRD (βλ. ερώτηση 10 της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 29ης Σεπτεμβρίου 2020).
Σε αυτό το πλαίσιο, για να εμπίπτουν στο άρθρο 44α παράγραφοι 1 έως 4 της οδηγίας BRRD, οι οριζόμενοι ως πωλητές θα πρέπει να παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή να ασκούν επενδυτικές δραστηριότητες σε σχέση με ιδιώτη πελάτη, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης να λειτουργούν ως αντισυμβαλλόμενοι σε πώληση SEL σε ιδιώτη πελάτη.
23. Ερώτηση (Άρθρο 44α)
Αναφορικά με την ερμηνεία του όρου «πωλητής» στην ερώτηση 10 της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 29ης Σεπτεμβρίου 2020, πώς μπορούν τα κράτη μέλη να επιβάλουν τις υποχρεώσεις του άρθρου 44α παράγραφοι 1 έως 4 σε επιχειρήσεις επενδύσεων, εταιρείες διαχείρισης ΟΣΕΚΑ και διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΔΟΕΕ), εφόσον οι οντότητες αυτές δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας BRRD σύμφωνα με το άρθρο 1, και εφόσον οι εν λόγω υποχρεώσεις δεν περιέχονται στις νομικές πράξεις που εφαρμόζονται στις εν λόγω οντότητες;
Απάντηση
Το άρθρο 44α δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένη αρχή η οποία είναι αρμόδια για την εφαρμογή του. Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν οποιαδήποτε κατάλληλη αρχή ή αρχές για την εφαρμογή του άρθρου 44α, συμπεριλαμβανομένων των αρχών που ορίζονται δυνάμει της οδηγίας MiFID (αρχές δεοντολογίας της αγοράς). Οι αρμόδιες αρχές για την εφαρμογή του άρθρου 44α πρέπει να χρησιμοποιούν όλα τα μέτρα και τις κυρώσεις που έχουν στη διάθεσή τους προκειμένου να διασφαλίζουν την αποτελεσματική εφαρμογή του άρθρου 44α από τους πωλητές και τους ιδιώτες πελάτες τους. Οι κυρώσεις πρέπει να χαρακτηρίζονται από αναλογικότητα και σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων βάσει του ενωσιακού δικαίου. Βλ. επίσης ερώτηση 13 της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 29ης Σεπτεμβρίου 2020.
24. Ερώτηση (Άρθρο 44α)
Η απάντηση στην ερώτηση 10 της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 29ης Σεπτεμβρίου 2020 αναφέρει ότι το άρθρο 44α της οδηγίας BRRD εφαρμόζεται σε μια σειρά οντοτήτων, μεταξύ των οποίων οι επιχειρήσεις επενδύσεων, αλλά δεν περιλαμβάνει τους «επενδυτικούς διαμεσολαβητές». Υπάγονται στο άρθρο 44α της οδηγίας BRRD τα πρόσωπα που εξαιρούνται από την οδηγία MiFID δυνάμει του άρθρου 3 αυτής;
Απάντηση
Τα πρόσωπα που εξαιρούνται από την οδηγία MiFID δυνάμει του άρθρου 3 αυτής υπάγονται σε εθνικό καθεστώς και δεν επωφελούνται δυνάμει της MiFID από την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, την ελεύθερη άσκηση δραστηριοτήτων για την ίδρυση υποκαταστημάτων σε άλλα κράτη μέλη. Το εθνικό καθεστώς πρέπει να είναι τουλάχιστον ανάλογο με το καθεστώς MiFID όσον αφορά, μεταξύ άλλων διατάξεων, την αξιολόγηση καταλληλότητας βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 2 της οδηγίας MiFID.
Ειδικά όσον αφορά τις SEL, οι εν λόγω απαιτήσεις καταλληλότητας αυστηροποιήθηκαν με το άρθρο 44α της οδηγίας BRRD. Συνεπώς, για να διασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας των επενδυτών σε συμφωνία με το άρθρο 3 της οδηγίας MiFID, τα κράτη μέλη πρέπει επίσης να επιβάλουν απαιτήσεις που θα είναι τουλάχιστον ανάλογες με τις αυστηρότερες απαιτήσεις του άρθρου 44α της οδηγίας BRRD στα πρόσωπα που εξαιρούνται από την οδηγία MiFID (επενδυτικούς διαμεσολαβητές) όταν αυτά πωλούν SEL σε ιδιώτες πελάτες.
25. Ερώτηση (Άρθρο 44α)
Το άρθρο 44α παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο παρέχει στα κράτη μέλη την επιλογή να επεκτείνουν τις διατάξεις του συγκεκριμένου άρθρου σε άλλα μέσα που χαρακτηρίζονται ως ίδια κεφάλαια ή υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού.
Εάν, στη μεταφορά της οδηγίας BRRD στο εθνικό δίκαιο, ένα κράτος μέλος κάνει χρήση της επιλογής που παρέχει το άρθρο 44α παράγραφος 1 για συμπερίληψη των μετοχών στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης, τι θα συμβεί στην περίπτωση κατά την οποία ένα πιστωτικό ίδρυμα απευθύνει πρόσκληση στους υφιστάμενους μετόχους στο πλαίσιο έκδοσης δικαιωμάτων προτίμησης διά της οποίας οι εγγραφόμενοι στην έκδοση θα αποκτήσουν νέες μετοχές αντί να λάβουν μερίσματα; Στην περίπτωση αυτή, ο πωλητής είναι υποχρεωμένος να υποβάλει τους εν λόγω εγγραφόμενους στην έκδοση στον έλεγχο καταλληλότητας βάσει του άρθρου 44α παράγραφος 1;
Απάντηση
Το άρθρο 44α παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο παρέχει στα κράτη μέλη την επιλογή να επεκτείνουν το πεδίο εφαρμογής της συγκεκριμένης διάταξης στα ίδια κεφάλαια ή σε άλλες υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού που ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1) σημείο 71 (βλ. ερώτηση 14 της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 29ης Σεπτεμβρίου 2020). Το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 44α παράγραφος 1 μπορεί να διευρυνθεί ώστε να περιλαμβάνει τις μετοχές. Ως προς αυτό, η αιτιολογική σκέψη 16 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879 ορίζει ότι:
«Επιπροσθέτως, θα πρέπει επίσης να υπάρχει η δυνατότητα για τα κράτη μέλη να περιορίζουν περαιτέρω την εμπορία και πώληση ορισμένων μέσων σε ορισμένους επενδυτές».
Συνεπώς, κάθε συναλλαγή που έχει ως αποτέλεσμα μεταβίβαση μετοχών σε ιδιώτη πελάτη μπορεί δυνητικά να καλύπτεται από το διευρυμένο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 44α παράγραφος 1 σεβόμενη τα οικονομικά και ιδιοκτησιακά δικαιώματα των μετόχων.
26. Ερώτηση (Άρθρο 44α)
Ποια είναι η διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται στην περίπτωση που ένας πωλητής διαπιστώσει, κατά την αξιολόγηση καταλληλότητας που αναφέρεται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD, ή μεταγενέστερα, ότι οι πληροφορίες που παρέχονται από τον ιδιώτη πελάτη βάσει της παραγράφου 3 του εν λόγω άρθρου είναι ανακριβείς; Δεδομένου ότι ο έλεγχος καταλληλότητας διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας MiFID, είναι ενδεδειγμένο να ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 3 της MiFID, το οποίο σημαίνει ότι ο πωλητής θα υποχρεούται μεν να προειδοποιήσει τον πελάτη ότι η επιχείρηση επενδύσεων δεν είναι σε θέση να καθορίσει εάν η εξεταζόμενη υπηρεσία ή το εξεταζόμενο προϊόν είναι κατάλληλη/ο για αυτόν αλλά θα μπορεί παρά ταύτα να παρέχει την υπηρεσία;
Δύνανται τα κράτη μέλη να επιβάλουν αυστηρότερα μέτρα σε περίπτωση μη συμμόρφωσης του ιδιώτη πελάτη με το άρθρο 44α παράγραφος 3, συγκεκριμένα άρνηση παροχής της υπηρεσίας, ή το άρθρο 44α παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD συνεπάγεται ότι οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να επιβάλλουν κυρώσεις στους μεμονωμένους πελάτες για μη συμμόρφωση με την υποχρέωσή τους να παρέχουν στον πωλητή ακριβείς πληροφορίες;
Απάντηση
Σύμφωνα με το άρθρο 44α παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας BRRD, η πώληση SEL σε ιδιώτες πελάτες μπορεί να πραγματοποιείται μόνον εάν ο πωλητής έχει πεισθεί ότι οι επιλέξιμες υποχρεώσεις είναι κατάλληλες για τον εν λόγω ιδιώτη πελάτη μετά τη διενέργεια ελέγχου καταλληλότητας βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 2 της οδηγίας MiFID (βλ. την απάντηση στην ερώτηση 15 της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 29ης Σεπτεμβρίου 2020).
Βάσει του άρθρου 44α παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD, ο πωλητής πρέπει να διασφαλίζει ότι οι επενδύσεις των ιδιωτών πελατών σε SEL δεν υπερβαίνουν ορισμένα όρια.
Ως εκ τούτου, εάν οι πληροφορίες που παρέχονται από τον ιδιώτη πελάτη δεν είναι ακριβείς ή επαρκείς είτε για τη διενέργεια του ελέγχου καταλληλότητας είτε για τον έλεγχο των ορίων που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD, ο πωλητής δεν θα πρέπει να επιτρέπεται να προχωρήσει στην πώληση SEL σε ιδιώτη πελάτη.
Οι κανόνες καταλληλότητας δεν προβλέπουν επιβολή κυρώσεων σε ιδιώτες πελάτες. Ο πωλητής πρέπει να λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα προκειμένου να διασφαλίζει ότι οι συλλεγόμενες πληροφορίες σχετικά με τους πελάτες στο πλαίσιο της αξιολόγησης καταλληλότητας είναι αξιόπιστες. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, η διασφάλιση ότι:
|
— |
οι πελάτες γνωρίζουν τη σημασία παροχής ακριβών και επικαιροποιημένων πληροφοριών, |
|
— |
όλα τα εργαλεία αξιολόγησης των γνώσεων και της πείρας του πελάτη εξυπηρετούν τον σκοπό τους και είναι κατάλληλα σχεδιασμένα για χρήση με τους πελάτες τους, |
|
— |
οι ερωτήσεις είναι πιθανό να γίνουν κατανοητές από τους πελάτες, και |
|
— |
λαμβάνονται μέτρα για τη διασφάλιση της συνέπειας των πληροφοριών των πελατών, εξετάζοντας, για παράδειγμα, εάν υπάρχουν εμφανείς ανακρίβειες. |
Το άρθρο 54 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/565 της Επιτροπής (11) καθορίζει επίσης τις συνέπειες στις περιπτώσεις στις οποίες η επιχείρηση δεν λαμβάνει τις αναγκαίες πληροφορίες: η επιχείρηση δεν πρέπει να συνιστά επενδυτικές υπηρεσίες ή χρηματοπιστωτικά μέσα στον σχετικό υφιστάμενο ή δυνητικό πελάτη.
Επίσης, οι κατευθυντήριες γραμμές της ESMA (12) σχετικά με ορισμένες πτυχές της αξιολόγησης καταλληλότητας στο πλαίσιο της οδηγίας MifID παρέχουν συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με το πώς η αυτοαξιολόγηση από τους πελάτες πρέπει να αντισταθμίζεται από αντικειμενικά κριτήρια από τις επιχειρήσεις:
«[…] οι επιχειρήσεις επενδύσεων χρειάζεται να λαμβάνουν κάθε εύλογο μέτρο προκειμένου να ελέγχουν την αξιοπιστία, την ακρίβεια και τη συνέπεια των πληροφοριών που συλλέγονται για τους πελάτες. Οι επιχειρήσεις παραμένουν υπεύθυνες για την εξασφάλιση ότι διαθέτουν επαρκείς πληροφορίες για τη διενέργεια της αξιολόγησης καταλληλότητας. Συναφώς, κάθε συμφωνία που υπογράφεται από τον πελάτη ή γνωστοποίηση που πραγματοποιείται από την επιχείρηση επενδύσεων, η οποία αποσκοπεί στον περιορισμό της ευθύνης της επιχείρησης επενδύσεων όσον αφορά την αξιολόγηση της καταλληλότητας, τεκμαίρεται ότι αντίκειται στις συναφείς απαιτήσεις της MiFID II και του σχετικού κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού.»
27. Ερώτηση (Άρθρο 44α)
Σύμφωνα με το άρθρο 44α παράγραφος 2, οι πωλητές SEL πρέπει να διασφαλίζουν ότι η επένδυση σε SEL από ιδιώτη πελάτη δεν υπερβαίνει ένα ορισμένο όριο του χαρτοφυλακίου χρηματοπιστωτικών μέσων του εν λόγω πελάτη.
Σύμφωνα με το άρθρο 44α παράγραφος 4, το χαρτοφυλάκιο χρηματοπιστωτικών μέσων του ιδιώτη πελάτη περιλαμβάνει καταθέσεις μετρητών και χρηματοπιστωτικά μέσα, αποκλειομένων όμως των χρηματοπιστωτικών μέσων που έχουν δοθεί ως ασφάλεια. Στον όρο «χρηματοπιστωτικ[ά] μέσ[α] που έχουν δοθεί ως ασφάλεια» περιλαμβάνονται τα χρηματοπιστωτικά μέσα που ο πελάτης έχει δώσει ως ασφάλεια ή και τα χρηματοπιστωτικά μέσα που ο πελάτης έχει λάβει ως ασφάλεια;
Απάντηση
Η έννοια της «ασφάλειας» στο άρθρο 44α παράγραφος 4 αναφέρεται στα χρηματοπιστωτικά μέσα που δίδονται ως ασφάλεια στον ιδιώτη πελάτη.
Τα χρηματοπιστωτικά μέσα που δίδονται ως ασφάλεια από τρίτο στον ιδιώτη πελάτη πρέπει να εξαιρούνται από το χαρτοφυλάκιο χρηματοπιστωτικών μέσων του ιδιώτη πελάτη για τον σκοπό του υπολογισμού των ορίων κατοχής SEL δυνάμει του άρθρου 44α παράγραφος 2. Εάν υπάρξει ζημία επί των εν λόγω χρηματοπιστωτικών μέσων, αυτό δεν θα επηρεάσει άμεσα την οικονομική κατάσταση του ιδιώτη πελάτη, καθώς τα μέσα που δίδονται ως ασφάλεια είναι απλώς μια υποκείμενη εξασφάλιση που εγγυάται το χρέος του τρίτου έναντι του ιδιώτη πελάτη. Ως εκ τούτου, η ασφάλεια που δίδεται στον ιδιώτη πελάτη πρέπει να εξαιρείται από το χαρτοφυλάκιο χρηματοπιστωτικών μέσων για τους σκοπούς του υπολογισμού των επιτρεπόμενων ορίων στις επενδύσεις σε SEL.
Ωστόσο, τα χρηματοπιστωτικά μέσα που δίδονται από ιδιώτη πελάτη ως ασφάλεια για δικό του χρέος έναντι τρίτου δεν πρέπει να εξαιρούνται από το χαρτοφυλάκιο χρηματοπιστωτικών μέσων του ιδιώτη πελάτη, καθώς τυχόν ζημία επί των εν λόγω μέσων επιβαρύνει άμεσα τον ιδιώτη πελάτη. Τα μέσα αυτά θα πρέπει να επιστρέφονται στον ιδιώτη πελάτη μόλις αποσβεσθεί το χρέος του ιδιώτη πελάτη έναντι τρίτου. Ως εκ τούτου, η ασφάλεια που δίδεται από τον ιδιώτη πελάτη είναι σημαντική για τους σκοπούς του υπολογισμού των επιτρεπόμενων ορίων στις επενδύσεις σε SEL.
28. Ερώτηση (Άρθρο 44α)
Μπορούν οι επιλογές των παραγράφων 1 έως 4 και της παραγράφου 5 του άρθρου 44α να συνδυάζονται κατά τη μεταφορά της οδηγίας BRRD στο εθνικό δίκαιο; Π.χ., μπορεί το ελάχιστο ονομαστικό ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 5 να ενισχυθεί περαιτέρω από την πρόσθετη προϋπόθεση ότι η επένδυση δεν πρέπει να υπερβαίνει το 10 % του συνολικού επενδυτικού χαρτοφυλακίου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 44α παράγραφος 2 στοιχείο β);
Απάντηση
Στην αιτιολογική σκέψη 16 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879 διευκρινίζεται ότι το άρθρο 44α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 44α παράγραφος 5 δεν θα πρέπει να μεταφέρονται σωρευτικά, και ότι αποτελούν δύο εναλλακτικές επιλογές. Ωστόσο, με στόχο την ενίσχυση της προστασίας των ιδιωτών επενδυτών, ένα κράτος μέλος δύναται να καθορίσει ελάχιστο ονομαστικό ποσό για τις SEL άνω των 50 000 EUR, εάν επιλέξει να μεταφέρει στο εθνικό δίκαιο το άρθρο 44α παράγραφος 5 (βλ. επίσης την απάντηση στην ερώτηση 16 της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 29ης Σεπτεμβρίου 2020).
29. Ερώτηση (Άρθρο 44α)
Το ελάχιστο ονομαστικό ποσό των τουλάχιστον 50 000 EUR που αναφέρεται στο άρθρο 44α παράγραφος 5 αφορά μεμονωμένη υποχρέωση ή ομάδα υποχρεώσεων (ως αξία ανά πακέτο);
Απάντηση
Ο κανόνας του ελάχιστου ονομαστικού ποσού εφαρμόζεται σε κάθε μεμονωμένο χρηματοπιστωτικό μέσο που χαρακτηρίζεται ως SEL. Το σκεπτικό στο οποίο βασίστηκε ο εν λόγω κανόνας παρατίθεται στην αιτιολογική σκέψη 16 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879:
«Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι ιδιώτες επενδυτές δεν επενδύουν υπερβολικά σε συγκεκριμένους χρεωστικούς τίτλους που είναι επιλέξιμοι για τις MREL, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι το ελάχιστο ονομαστικό ποσό αυτών των μέσων είναι σχετικά υψηλό [...] (η επισήμανση των συντακτών).»
30. Ερώτηση (Άρθρο 44α)
Εάν ένα κράτος μέλος επιλέξει να μεταφέρει στο εθνικό δίκαιο το άρθρο 44α παράγραφος 6, δεν θα επιτρέπεται επίσης να μεταφέρει στο εθνικό δίκαιο τις απαιτήσεις των παραγράφων 1, 2 στοιχείο α), 3 και 4 του ίδιου άρθρου;
Απάντηση
Η επιλογή που προβλέπεται στο άρθρο 44α παράγραφος 6 διατίθεται μόνον εάν ικανοποιείται το όριο των 50 δισεκατομμυρίων EUR που ορίζεται στη διάταξη αυτή (βλ. ερώτηση 19 της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 29ης Σεπτεμβρίου 2020). Βάσει αυτής της επιλογής, το κράτος μέλος πρέπει να εφαρμόζει μόνο την απαίτηση σχετικά με το ελάχιστο ποσό αρχικής επένδυσης των 10 000 EUR που ορίζεται στο άρθρο 44α παράγραφος 2 στοιχείο β), επιπροσθέτως των γενικών κανόνων για την προστασία των επενδυτών που προβλέπονται στην οδηγία MiFID.
Ωστόσο, το εν λόγω κράτος μέλος δύναται να εφαρμόζει ορισμένες πρόσθετες απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 44α παράγραφοι 1 έως 5, π.χ. τον έλεγχο καταλληλότητας που αναφέρεται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 ή κανόνα ελάχιστου ονομαστικού ποσού για τις SEL κάτω των 50 000 EUR. Το σκεπτικό εδώ είναι ότι το άρθρο 44α παράγραφος 6 προβλέπει χαμηλότερη προστασία για τους ιδιώτες πελάτες έναντι των δύο βασικών διαθέσιμων εναλλακτικών επιλογών στο άρθρο 44α παράγραφοι 1 έως 4 και στο άρθρο 44α παράγραφος 5.
Παράλληλα, η επιλογή αυτή πρέπει να εφαρμόζεται σε συνδυασμό με μία από τις επιλογές που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφοι 1 έως 4 ή στο άρθρο 44α παράγραφος 5 για SEL εκδιδόμενες από οντότητες εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος οι οποίες δεν επωφελούνται από τη μεταχείριση που προβλέπεται στην επιλογή του άρθρου 44α παράγραφος 6 (βλ. ερώτηση 12 της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 29ης Σεπτεμβρίου 2020).
31. Ερώτηση (Άρθρο 44α)
Εάν ένα κράτος μέλος επιλέξει να μεταφέρει στο εθνικό δίκαιο το άρθρο 44α παράγραφος 6 της οδηγίας BRRD, οι πελάτες που επιθυμούν να αγοράσουν SEL θα θεωρούνται πελάτες δυνάμει του άρθρου 44α παράγραφος 2 στοιχείο β);
Απάντηση
Εάν ο αγοραστής των SEL δεν είναι ιδιώτης πελάτης όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 11 της οδηγίας MiFID, δεν εφαρμόζεται το άρθρο 44α παράγραφος 6, καθώς οι πωλήσεις σε πελάτες που δεν είναι ιδιώτες πελάτες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 44α παράγραφος 1 του οποίου αποτελεί παρέκκλιση το άρθρο 44α παράγραφος 6. Εξάλλου, εφαρμόζονται επίσης οι απαιτήσεις για την προστασία των επενδυτών που θεσπίζονται στην οδηγία MiFID.
32. Ερώτηση (Άρθρο 44α)
Στο άρθρο 44α παράγραφος 6, πρέπει το όριο των 50 δισεκατομμυρίων EUR να υπολογίζεται με βάση την αξία των συνολικών στοιχείων ενεργητικού των οντοτήτων πριν από την εξυγίανση, κατά την έναρξη της εξυγίανσης ή κατά τον χρόνο έκδοσης των SEL;
Απάντηση
Το άρθρο 44α παράγραφος 6 της οδηγίας BRRD προβλέπει ειδική επιλογή όσον αφορά την πιο περιορισμένη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο για τα κράτη μέλη με μικρές και χαμηλότερης ρευστότητας αγορές, όπως αποτυπώνεται στο όριο των 50 δισεκατομμυρίων EUR που καθορίζεται στην εν λόγω παράγραφο. Το όριο αυτό πρέπει να αξιολογείται από το κράτος μέλος κατά τον χρόνο μεταφοράς της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879 στο εθνικό δίκαιο. Δεδομένου ότι η συγκεκριμένη επιλογή μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο υπόκειται στις προϋποθέσεις του συγκεκριμένου ορίου, αποτελεί, συνεπώς, καθήκον του εκάστοτε κράτους μέλους να παρακολουθεί και να αξιολογεί σε τακτική βάση κατά πόσον η αγορά του τηρεί το όριο των 50 δισεκατομμυρίων EUR και αν εξακολουθεί να είναι αιτιολογημένη η χρήση της επιλογής που προβλέπεται στο άρθρο 44α παράγραφος 6 της οδηγίας BRRD. Εάν δεν τηρείται πλέον το όριο, το εν λόγω κράτος μέλος θα πρέπει να επιλέξει μεταξύ των δύο κύριων εναλλακτικών δυνατοτήτων μεταφοράς του άρθρου 44α της οδηγίας BRRD στο εθνικό δίκαιο και να θεσπίσει τους εν λόγω κανόνες στην εθνική του νομοθεσία (βλ. ερώτηση 20 της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 29ης Σεπτεμβρίου 2020).
Ζ. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΑΠΑΙΤΗΣΗ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΞΙΜΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ
α) Επιλέξιμες υποχρεώσεις
33. Ερώτηση (Άρθρο 45β και άρθρο 45στ)
Το άρθρο 45β και το άρθρο 45στ της οδηγίας BRRD ορίζουν αντίστοιχα τα κριτήρια των επιλέξιμων υποχρεώσεων για οντότητες εξυγίανσης και για θυγατρικές οντοτήτων εξυγίανσης που δεν είναι οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης. Ποια είναι τα κριτήρια επιλεξιμότητας που εφαρμόζονται στις οντότητες των οποίων το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει εκκαθάριση υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας; Πώς πρέπει να αντιμετωπίζονται οι πρόσθετες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων που ορίζονται στο άρθρο 104α της οδηγίας CRD κατά τον καθορισμό του στόχου MREL για τις εν λόγω οντότητες όταν δεν έχουν καθοριστεί πρόσθετες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων σε μεμονωμένη βάση για την εν λόγω οντότητα;
Απάντηση
Η οδηγία BRRD προβλέπει μόνο δύο δέσμες κριτηρίων επιλεξιμότητας για τους σκοπούς της συμμόρφωσης με την MREL:
|
— |
το άρθρο 45β παράγραφοι 1 έως 3 της οδηγίας BRRD ορίζει τα κριτήρια επιλεξιμότητας που εφαρμόζονται στις οντότητες εξυγίανσης, και |
|
— |
το άρθρο 45στ παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD ορίζει τα κριτήρια επιλεξιμότητας που εφαρμόζονται στα ιδρύματα που αποτελούν θυγατρικές οντότητας εξυγίανσης ή οντότητας τρίτης χώρας αλλά δεν είναι τα ίδια οντότητες εξυγίανσης. |
Απουσία ειδικών κριτηρίων επιλεξιμότητας για τις οντότητες των οποίων το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει εκκαθάριση σύμφωνα με το άρθρο 45γ παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας BRRD, πρέπει, ως εξ αυτού, να εφαρμόζονται οι δύο αυτές δέσμες κριτηρίων. Για τις οντότητες που δεν είναι θυγατρικές οντότητας εξυγίανσης, εφαρμόζονται τα κριτήρια του άρθρου 45β παράγραφοι 1 έως 3 της οδηγίας BRRD. Αυτό αφορά οντότητες που είναι μητρικές επιχειρήσεις, δεν ανήκουν σε όμιλο που υπόκειται σε ενοποιημένη εποπτεία, ή είναι θυγατρικές μητρικής επιχείρησης της οποίας το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει επίσης εκκαθάριση. Για τις οντότητες που είναι θυγατρικές οντότητας εξυγίανσης, εφαρμόζονται τα κριτήρια του άρθρου 45στ παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD.
Σε κάθε περίπτωση, τα κριτήρια επιλεξιμότητας πρέπει να εφαρμόζονται υπό το πρίσμα των ειδικών περιστάσεων της κάθε περίπτωσης. Π.χ., για οντότητες που δεν είναι θυγατρικές οντότητας εξυγίανσης, μπορεί να μην εφαρμόζεται το κριτήριο του άρθρου 72β παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο i) του ΚΚΑ (εφαρμοστέο μέσω του άρθρου 45β παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD), το οποίο δεν επιτρέπει την κατοχή επιλέξιμων υποχρεώσεων από οντότητες που περιλαμβάνονται στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης, καθώς στην περίπτωση αυτή η οντότητα εκκαθάρισης δεν ανήκει σε όμιλο εξυγίανσης. Ομοίως, για οντότητες που είναι θυγατρικές οντότητας εξυγίανσης, είναι άνευ αντικειμένου οι περιορισμοί του άρθρου 45στ παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD σχετικά με την κυριότητα επί επιλέξιμων υποχρεώσεων από την οντότητα εξυγίανσης και από υφιστάμενους μετόχους, και επί ιδίων κεφαλαίων από τρίτους. Στις περιπτώσεις αυτές, δεν χρειάζεται να διασφαλιστεί ότι η άσκηση των εξουσιών απομείωσης ή μετατροπής δεν επηρεάζει τον έλεγχο της θυγατρικής από την οντότητα εξυγίανσης, καθώς η θυγατρική θα εκκαθαριστεί σε περίπτωση πτώχευσης.
Όταν η αρμόδια αρχή δεν έχει επιβάλει πρόσθετες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων βάσει του άρθρου 104α της οδηγίας CRD, στην ίδια βάση με την οποία θα ληφθεί η απόφαση για τη MREL, οι αρχές εξυγίανσης θα πρέπει να λάβουν υπόψη ότι οι πρόσθετες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων για τη συγκεκριμένη οντότητα είναι μηδενικές. Ωστόσο, εάν οι αρχές εξυγίανσης θεωρούν ότι ο καθορισμός MREL με συνεκτίμηση μόνο των απαιτήσεων προληπτικής εποπτείας που εφαρμόζονται σε μεμονωμένη βάση δεν αντικατοπτρίζει επαρκώς, μεταξύ άλλων, το επιχειρηματικό μοντέλο ή το προφίλ κινδύνου της οντότητας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 45γ παράγραφος 1 στοιχείο δ) της οδηγίας BRRD, μπορούν, σύμφωνα με το άρθρο 45γ παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD, να αξιολογούν εάν η MREL θα πρέπει να περιορίζεται στο ποσό απορρόφησης ζημιών και να αυξάνουν τη MREL ώστε να αντικατοπτρίζει επαρκώς το σχετικό μέρος της απαίτησης ενοποιημένων πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων που ορίζεται από την αρμόδια αρχή δυνάμει του άρθρου 104α της οδηγίας CRD. Βλ. επίσης απάντηση στην ερώτηση 35 που περιλαμβάνεται στο παράρτημα της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 29ης Σεπτεμβρίου (13).
34. Ερώτηση (Άρθρο 45β)
Ποια είναι η αλληλεπίδραση, εάν υπάρχει, μεταξύ της πιθανής μείωσης της απαίτησης του 8 % για τις συνολικές υποχρεώσεις και ίδια κεφάλαια (TLOF) στο άρθρο 45β παράγραφος 4 της οδηγίας BRRD και του πιθανού περιθωρίου χρήσης υποχρεώσεων με εξοφλητική προτεραιότητα σε ποσοστό έως και 3,5 % με σκοπό τη συμμόρφωση με την ελάχιστη απαίτηση TLAC που προβλέπεται στο άρθρο 72β παράγραφος 3 του ΚΚΑ; Ισχύει ότι για τα G-SII πρέπει να χορηγούνται πάντοτε σε συνδυασμό, έστω και εν μέρει όσον αφορά το περιθώριο, εάν το επιτρέπει η αξιολόγηση NCWO;
Απάντηση
Το περιθώριο χρήσης υποχρεώσεων με εξοφλητική προτεραιότητα σε ποσοστό έως και 3,5 % επί του TREA με σκοπό τη συμμόρφωση με την ελάχιστη απαίτηση TLAC που προβλέπεται στο άρθρο 72β παράγραφος 3 του ΚΚΑ και η μείωση της ελάχιστης απαίτησης μειωμένης εξασφάλισης που αναφέρεται στο άρθρο 45β παράγραφος 4 της οδηγίας BRRD μπορούν να χορηγούνται σε συνδυασμό.
Το σκεπτικό για το περιθώριο και για τη μείωση είναι το ίδιο, δηλαδή οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 72β παράγραφος 3 στοιχεία α) έως γ) του ΚΚΑ, οι οποίες αναφέρονται στην απουσία κινδύνου παραβίασης της αρχής NCWO. Ωστόσο, το περιθώριο και η μείωση εφαρμόζονται σε διαφορετικές απαιτήσεις, οι οποίες μπορεί να μεταφράζονται σε διαφορετικά ονομαστικά ποσά. Είναι λοιπόν πιθανό, ενώ μπορεί να πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 72β παράγραφος 3 του ΚΚΑ για τη μία απαίτηση, να μην πληρούνται, ή να πληρούνται μόνον εν μέρει, για την άλλη απαίτηση.
Συνεπώς, ενώ το περιθώριο και η μείωση μπορεί πράγματι να χορηγούνται με σκοπό αφενός τη συμμόρφωση με την ελάχιστη απαίτηση TLAC δυνάμει του άρθρου 92α του ΚΚΑ και αφετέρου τον καθορισμό του εφαρμοστέου επιπέδου μειωμένης εξασφάλισης δυνάμει του άρθρου 45β παράγραφος 4 της οδηγίας BRRD, αντιστοίχως, η οδηγία BRRD δεν απαιτεί συνδυασμένη χορήγησή τους. Οι εφαρμοστέες κατά νόμον προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 72β παράγραφος 3 στοιχεία α) έως γ) του ΚΚΑ πρέπει να πληρούνται και στις δύο περιπτώσεις.
35. Ερώτηση (Άρθρο 45β)
Η οδηγία BRRD χρησιμοποιεί εφεξής αποκλειστικά την έκφραση «των συνολικών υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων», ενώ προηγουμένως το άρθρο 45 παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD I χρησιμοποιούσε την έκφραση «του συνόλου των υποχρεώσεων και των ιδίων κεφαλαίων». Η τροποποίηση αυτή ήταν αποκλειστικά σημασιολογική ή αντικατοπτρίζει κάποια ουσιαστική αλλαγή όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να υπολογίζονται τα ποσά;
Απάντηση
Στην αγγλική έκδοση της οδηγίας BRRD I, το άρθρο 45 παράγραφος 1 περιλάμβανε την έκφραση «του συνόλου των υποχρεώσεων και των ιδίων κεφαλαίων», αλλά η διατύπωση αυτή αντικαταστάθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2019/879. Με την οδηγία (ΕΕ) 2019/879, αποκαταστάθηκε η γλωσσική συνοχή με τις υπόλοιπες διατάξεις τόσο της BRRD I όσο και της BRRD όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2019/879 όπου χρησιμοποιείται η έκφραση «των συνολικών υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων». Η τροποποίηση αυτή δεν αλλοιώνει τη σημασία της συγκεκριμένης έκφρασης, που θα πρέπει, ως εκ τούτου, να νοείται κατά τον ίδιο τρόπο σε ολόκληρη την οδηγία BRRD.
β) Καθορισμός της MREL
36. Ερώτηση (Άρθρο 45γ)
Επιβεβαιώνετε ότι η έκφραση «κρίσιμες οικονομικές λειτουργίες» που χρησιμοποιείται στο άρθρο 45γ δεν αποτελεί νέο όρο και έχει την ίδια σημασία με την έκφραση «κρίσιμες λειτουργίες», που ήδη χρησιμοποιείται και ορίζεται σε άλλες διατάξεις της οδηγίας BRRD;
Απάντηση
Η έκφραση «κρίσιμες οικονομικές λειτουργίες» που χρησιμοποιείται στο άρθρο 45γ παράγραφος 3 όγδοο εδάφιο και στο άρθρο 45γ παράγραφος 7 όγδοο εδάφιο πρέπει να νοείται κατά τον ίδιο τρόπο με την έκφραση «κρίσιμες λειτουργίες» που χρησιμοποιείται συνολικά στην οδηγία BRRD όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 35.
37. Ερώτηση (Άρθρο 45γ)
Το άρθρο 45γ παράγραφος 2 ορίζει ότι, όταν η εκκαθάριση αποτελεί την προτιμώμενη στρατηγική εξυγίανσης, η αρχή εξυγίανσης πρέπει να «αξιολογεί κατά πόσον δικαιολογείται να περιοριστεί» η οικεία MREL στο ποσό απορρόφησης ζημιών.
Όταν η αρχή εξυγίανσης αξιολογεί ότι δεν δικαιολογείται να περιοριστεί η MREL των εν λόγω οντοτήτων στο ποσό απορρόφησης ζημιών, ορθώς το άρθρο 45γ παράγραφος 2 δεν ορίζει ότι πρέπει να τροποποιηθεί η στρατηγική στο σχέδιο εξυγίανσης από εκκαθάριση σε εξυγίανση, αλλά αντιθέτως επιτρέπει στην αρχή εξυγίανσης να ορίσει απαίτηση MREL υψηλότερη του ποσού απορρόφησης ζημιών;
Απάντηση
Το άρθρο 45γ παράγραφος 2 δεύτερο και τρίτο εδάφιο προβλέπουν πώς πρέπει να καθορίζεται η MREL για τις οντότητες των οποίων το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει εκκαθάριση σε περίπτωση πτώχευσης.
Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, η αρχή εξυγίανσης πρέπει να αξιολογεί κατά πόσον δικαιολογείται, για τις συγκεκριμένες οντότητες, να περιοριστεί η MREL στο ποσό απορρόφησης ζημιών σύμφωνα με το στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου του άρθρου 45γ παράγραφος 2. Στην αξιολόγησή τους, οι αρχές εξυγίανσης πρέπει, συγκεκριμένα, να εκτιμούν τον πιθανό αντίκτυπο της εν λόγω MREL στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και στον κίνδυνο μετάδοσης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Εάν, μετά την αξιολόγηση, η αρχή εξυγίανσης καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν δικαιολογείται να περιοριστεί η MREL των εν λόγω οντοτήτων στο ποσό απορρόφησης ζημιών, μπορεί να καθορίσει το ύψος της MREL πάνω από το ποσό που προκύπτει από το άρθρο 45γ παράγραφος 3 στοιχείο α) σημείο i) και στοιχείο β) σημείο (i) ή βάσει του άρθρου 45γ παράγραφος 7 στοιχείο α) σημείο i) και στοιχείο β) σημείο i). Βλ. επίσης ερώτηση 37 της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 29ης Σεπτεμβρίου 2020 (14).
38. Ερώτηση (Άρθρο 45γ)
Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 45γ παράγραφος 2 ορίζει ότι οι αρχές εξυγίανσης πρέπει να αξιολογούν κατά πόσον δικαιολογείται να περιοριστεί η MREL για τις οντότητες που πρόκειται εκκαθαριστούν σύμφωνα με κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας στο ποσό απορρόφησης ζημιών. Το τρίτο εδάφιο της ίδιας διάταξης ορίζει επιπλέον ότι οι αρχές εξυγίανσης πρέπει να εξετάζουν τον πιθανό αντίκτυπο στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και στον κίνδυνο μετάδοσης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Η αξιολόγηση αυτή θα πρέπει να διενεργείται χρησιμοποιώντας:
|
— |
μια γενική προσέγγιση κατά την οποία υπολογίζεται μία προσαύξηση και η προσαύξηση αυτή ακολούθως προστίθεται στο ποσό απορρόφησης ζημιών κάθε οντότητας που προβλέπεται να εκκαθαριστεί σύμφωνα με κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας υπό τη δικαιοδοσία της αντίστοιχης αρχής εξυγίανσης, ή |
|
— |
μια ειδική προσέγγιση κατά την οποία οι αποφάσεις καθορισμού προσαύξησης και η βαθμονόμησή της λαμβάνονται κατά περίπτωση; |
Απάντηση
Το δεύτερο και το τρίτο εδάφιο του άρθρου 45γ παράγραφος 2, τα οποία προβλέπουν πώς πρέπει να καθορίζεται η MREL για τις οντότητες των οποίων το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει εκκαθάριση σε περίπτωση πτώχευσης, θα πρέπει να εφαρμόζονται κατά περίπτωση. Αυτή είναι η γενική αρχή που διέπει τις διατάξεις της οδηγίας BRRD σχετικά με τον καθορισμό της MREL.
Ωστόσο, δεν προκαταλαμβάνει την πιθανότητα να διαθέτουν οι αρχές εξυγίανσης εσωτερικές πολιτικές επί του θέματος, οι οποίες στη συνέχεια εφαρμόζονται στις μεμονωμένες περιπτώσεις.
39. Ερώτηση (Άρθρο 45γ)
Κατά τον υπολογισμό του ποσού ανακεφαλαιοποίησης, είναι νομικώς δυνατό να καθοριστούν αυστηρά ανώτατα όρια για την πιθανή μείωση του TREA και του TEM μετά την εξυγίανση για τους σκοπούς του άρθρου 45γ παράγραφος 3 πέμπτο εδάφιο, ή θα πρέπει το TREA και το TEM να υπολογίζονται πάντοτε με βάση τη de facto μείωση του ισολογισμού λαμβανομένου υπόψη του ποσού απορρόφησης ζημιών;
Απάντηση
Σύμφωνα με το άρθρο 45γ παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο, το ποσό ανακεφαλαιοποίησης πρέπει να αποκαθιστά τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις ως προς τα συνολικά ίδια κεφάλαια και τον δείκτη μόχλευσης της οντότητας μετά την εφαρμογή της προτιμώμενης στρατηγικής εξυγίανσης.
Κατά τον καθορισμό του ποσού ανακεφαλαιοποίησης στο πλαίσιο της βαθμονόμησης της MREL, το άρθρο 45γ παράγραφος 3 πέμπτο εδάφιο ορίζει ότι το TREA και το TEM προσαρμόζονται για τυχόν αλλαγές που προκύπτουν από δράσεις εξυγίανσης προβλεπόμενες στο σχέδιο εξυγίανσης (π.χ. την απόφαση να τεθεί ένα ίδρυμα υπό καθεστώς εξυγίανσης, την εφαρμογή εργαλείου εξυγίανσης ή την άσκηση μίας ή περισσότερων εξουσιών εξυγίανσης, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 40).
Αυτό σημαίνει ότι η προσαρμογή του ποσού ανακεφαλαιοποίησης θα πρέπει να αποφασίζεται κατά περίπτωση και να είναι συνεπής με τυχόν αλλαγές που προκύπτουν από τις σχεδιαζόμενες δράσεις εξυγίανσης. Κατά τον σχεδιασμό της εξυγίανσης και τη βαθμονόμηση της MREL, η προσαρμογή του ποσού ανακεφαλαιοποίησης πρέπει να βασίζεται στις εκτιμήσεις των αναγκών ανακεφαλαιοποίησης μετά την εξυγίανση (δηλαδή σε εκτιμήσεις για αύξηση ή μείωση του συνολικού μεγέθους του ισολογισμού και σε άλλα όρια ενεργοποίησης για αλλαγές στις απαιτήσεις ως προς τα ίδια κεφάλαια και στις απαιτήσεις ως προς τον δείκτη μόχλευσης της οντότητας μετά την εξυγίανση). Ως εκ τούτου, η εφαρμογή του άρθρου 45γ παράγραφος 3 κατά τρόπο συνεπή με τον νομοθετικό σκοπό και τη δομή της απαίτησης MREL προϋποθέτει ότι, κατά τον υπολογισμό του ποσού ανακεφαλαιοποίησης, οι αναμενόμενες ζημίες κατά την εξυγίανση που έχουν ως αποτέλεσμα μείωση του ισολογισμού, όπως αναφέρεται στο στοιχείο α) του πέμπτου εδαφίου, είναι ισοδύναμες με το ποσό απορρόφησης ζημιών που υπολογίζεται βάσει του πρώτου εδαφίου στοιχείο α) σημείο i) και στοιχείο β) σημείο i).
40. Ερώτηση (Άρθρο 45γ)
Σύμφωνα με το άρθρο 45γ παράγραφοι 3 και 7, η βαθμονόμηση της εξωτερικής MREL και της εσωτερικής MREL γίνεται με τον ίδιο τρόπο. Για τις οντότητες που υπάγονται στη δικαιοδοσία αρχής εξυγίανσης, δύναται νομίμως η εν λόγω αρχή εξυγίανσης να περιλαμβάνει μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις το απόθεμα ασφαλείας για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης της αγοράς που αναφέρεται στο έκτο εδάφιο των εν λόγω διατάξεων (π.χ. με προσφυγή στα κριτήρια που σχετίζονται με την εξάρτηση της θυγατρικής από τη χονδρική χρηματοδότηση);
Απάντηση
Κατά τη βαθμονόμηση της απαίτησης τόσο για την εσωτερική όσο και για την εξωτερική MREL, οι παράγραφοι 3 και 7 του άρθρου 45γ ορίζουν ότι η αρχή εξυγίανσης εξουσιοδοτείται να αυξάνει το ποσό ανακεφαλαιοποίησης όταν υπολογίζεται με βάση το TREA κατά ένα ποσό που επαρκεί για να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη της αγοράς. Σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, η εξουσία αυτή ασκείται κατά τη διακριτική ευχέρεια της αρχής εξυγίανσης, η οποία πρέπει να την εφαρμόζει κατά περίπτωση. Ωστόσο, δεν προκαταλαμβάνει την πιθανότητα να διαθέτουν οι αρχές εξυγίανσης εσωτερικές πολιτικές επί του θέματος, οι οποίες στη συνέχεια εφαρμόζονται στις μεμονωμένες περιπτώσεις.
41. Ερώτηση (Άρθρο 45γ)
Μπορείτε να διευκρινίσετε πώς θα πρέπει η αρχή εξυγίανσης να λαμβάνει υπόψη τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 45γ παράγραφος 6 όταν αξιολογεί εάν πρέπει να εφαρμόσει τις απαιτήσεις της παραγράφου 5 του εν λόγω άρθρου σε οντότητα εξυγίανσης που δεν είναι G-SII, μέρος G-SII ή τράπεζα ανώτατου επιπέδου;
Απάντηση
Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με το εάν πρέπει να εφαρμόσει τις απαιτήσεις που θεσπίζονται στο άρθρο 45γ παράγραφος 5 σε οντότητα εξυγίανσης που δεν αποτελεί G-SII, μέρος G-SII ή μέρος ομίλου εξυγίανσης με συνολικά στοιχεία ενεργητικού άνω των 100 δισ. EUR (τράπεζα ανώτατου επιπέδου), ο καθοριστικός παράγοντας για την απόφαση της αρχής εξυγίανσης είναι η εκτίμηση ότι η σχετική οντότητα εξυγίανσης είναι ευλόγως πιθανόν να δημιουργήσει συστημικό κίνδυνο σε περίπτωση πτώχευσής της.
Επιπροσθέτως της εκτίμησης αυτής, η αρχή εξυγίανσης οφείλει επίσης να λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια:
|
— |
την επικράτηση των καταθέσεων και την απουσία χρεωστικών τίτλων στο μοντέλο χρηματοδότησης· |
|
— |
την περιορισμένη πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές για τις επιλέξιμες υποχρεώσεις· |
|
— |
τον βαθμό στον οποίο η οντότητα εξυγίανσης βασίζεται σε κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 για τη συμμόρφωση με την οικεία MREL. |
Δεδομένου ότι η απόφαση που πρέπει να ληφθεί από την αρχή εξυγίανσης συνεπάγεται ότι η εν λόγω οντότητα εξυγίανσης θα υπόκειται σε αυστηρότερες απαιτήσεις όσον αφορά τη βαθμονόμηση της MREL (άρθρο 45γ παράγραφος 5) και τη μειωμένη εξασφάλιση (άρθρο 45β παράγραφοι 4, 7 και 8), τα κριτήρια αυτά βοηθούν να διασφαλιστεί ότι απόφαση αυτή θα είναι αναλογική προς τους επιδιωκόμενους στόχους και θα λαμβάνει υπόψη τα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης οντότητας. Ως εκ τούτου, μπορεί να θεωρηθεί ότι, όταν πληρούνται τα ανωτέρω κριτήρια σε σχέση με οντότητα εξυγίανσης (επικράτηση των καταθέσεων στη χρηματοδότηση, περιορισμένη πρόσβαση στις αγορές χρεωστικών τίτλων, εξάρτηση από κεφάλαια κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 για τη συμμόρφωση με τη MREL), η αρχή εξυγίανσης δεν θα πρέπει να εφαρμόζει τις απαιτήσεις που θεσπίζονται στο άρθρο 45γ παράγραφος 5 στην εν λόγω οντότητα εάν αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα δυσανάλογη απαίτηση MREL. Το συμπέρασμα αυτό δεν πρέπει να είναι αυτόματο και εξαρτάται από την ειδική κατάσταση της εκάστοτε συγκεκριμένης περίπτωσης.
Τα τρία ανωτέρω κριτήρια περιλαμβάνονται επίσης στο άρθρο 45ιγ παράγραφος 7, όπου χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό, εν γένει, μιας αναλογικής διάρκειας των μεταβατικών περιόδων. Τα κριτήρια του άρθρου 45ιγ παράγραφος 7 αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο του άρθρου 45ιγ παράγραφος 1 και αφορούν επίσης τον καθορισμό μεταβατικών περιόδων που λήγουν μετά την 1η Ιανουαρίου 2024. Ωστόσο, αναφορικά με την ειδική απόφαση για παράταση της μεταβατικής περιόδου πέραν της 1ης Ιανουαρίου 2024, οι αρχές εξυγίανσης οφείλουν επίσης να λαμβάνουν υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:
|
— |
την εξέλιξη της οικονομικής κατάστασης της οντότητας· |
|
— |
την προοπτική ότι η οντότητα θα είναι σε θέση να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση με τη MREL και τη συνιστώσα μειωμένης εξασφάλισης αυτής σε εύλογο χρονικό διάστημα· |
|
— |
εάν η οντότητα είναι σε θέση να αντικαταστήσει υποχρεώσεις που δεν πληρούν πλέον τα σχετικά κριτήρια επιλεξιμότητας ή ληκτότητας και, σε περίπτωση αδυναμίας της, εάν η αδυναμία είναι ιδιοσυγκρασιακής φύσεως ή οφείλεται σε διατάραξη στο σύνολο της αγοράς. |
Συνεπώς, ο καθορισμός μεταβατικών περιόδων που λήγουν μετά την 1η Ιανουαρίου 2024 δυνάμει του άρθρου 45ιγ παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο δεν εμποδίζει αυτός καθαυτός την αρχή εξυγίανσης να αποφασίσει να εφαρμόσει τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 45γ παράγραφος 5 στην ίδια αυτή οντότητα εξυγίανσης. Κατά τον ίδιο τρόπο, μια οντότητα εξυγίανσης στην οποία έχουν εφαρμοστεί οι απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 45γ παράγραφος 5 μπορεί να έχει μεταβατική περίοδο που λήγει μετά την 1η Ιανουαρίου 2024 όπως ορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 45ιγ παράγραφος 7.
42. Ερώτηση (Άρθρο 45γ)
Για τους σκοπούς του άρθρου 45γ παράγραφος 10, θα πρέπει οι αρχές εξυγίανσης και οι αρμόδιες αρχές να διαβουλεύονται μεταξύ τους ή θα πρέπει οι αρχές εξυγίανσης να ζητούν τις αναγκαίες πληροφορίες από το οικείο ίδρυμα;
Απάντηση
Το άρθρο 45γ παράγραφος 1 διευκρινίζει ότι η απαίτηση MREL της οποίας η βαθμονόμηση περιγράφεται λεπτομερώς στις επόμενες παραγράφους του άρθρου 45γ πρέπει να καθορίζεται από την αρχή εξυγίανσης μετά από διαβούλευση με την αρμόδια αρχή. Επιπλέον, για να μπορέσουν να βαθμονομήσουν την απαίτηση MREL, οι αρχές εξυγίανσης δύνανται να ζητούν από τις αρμόδιες αρχές τις αναγκαίες πληροφορίες για την άσκηση των καθηκόντων δυνάμει της οδηγίας BRRD, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 και το άρθρο 90 παράγραφος 1.
γ) Καθορισμός της MREL για τις οντότητες εξυγίανσης των G-SII
43. Ερώτηση (Άρθρο 45δ)
Τι ακριβώς σημαίνει η έκφραση «μέρος G-SII» στο άρθρο 45δ παράγραφος 1;
Απάντηση
Τα G-SII ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 83γ) της οδηγίας BRRD με διαπαραπομπή στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 133 του ΚΚΑ. Η δεύτερη αυτή διάταξη ορίζει τα G-SII όπως έχουν προσδιοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 131 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας CRD. Το άρθρο 131 παράγραφος 1 της οδηγίας CRD προβλέπει ότι τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρχές που είναι επιφορτισμένες με τον καθορισμό, σε ενοποιημένη βάση, των G-SII που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους. Το άρθρο 131 παράγραφος 2 θεσπίζει τη μεθοδολογία για τον σκοπό αυτόν.
Το άρθρο 131 παράγραφος 1 της οδηγίας CRD προβλέπει ότι τα G-SII πρέπει να είναι ένα από τα ακόλουθα:
|
α) |
ένας όμιλος με επικεφαλής ένα εγκατεστημένο στην ΕΕ μητρικό ίδρυμα, μια εγκατεστημένη στην ΕΕ μητρική χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών ή μια εγκατεστημένη στην ΕΕ μητρική μεικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών· ή |
|
β) |
ένα ίδρυμα που δεν είναι θυγατρική εγκατεστημένου στην ΕΕ μητρικού ιδρύματος, εγκατεστημένης στην ΕΕ μητρικής χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή εγκατεστημένης στην ΕΕ μητρικής μεικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών. |
Η δυνατότητα που αναφέρεται στο στοιχείο β) ανωτέρω συμπεριλήφθηκε για να καλύψει τη θεωρητική περίπτωση στην οποία το G-SII είναι μεμονωμένη τράπεζα. Συνεπώς, μια οντότητα εξυγίανσης που αποτελεί «μέρος G-SII» είναι μια οντότητα που δεν είναι η ίδια G-SII σύμφωνα με το άρθρο 131 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας CRD, αλλά περιλαμβάνεται στην εποπτική ενοποίηση του G-SII σύμφωνα με το στοιχείο α) της εν λόγω διάταξης. Στην πράξη, αυτό είναι σημαντικό όταν όχι μόνον η οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 131 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας CRD, αλλά και έτερη οντότητα από τον όμιλο G-SII έχει προσδιοριστεί ως οντότητα εξυγίανσης, δηλαδή όταν ακολουθείται στρατηγική εξυγίανσης πολλαπλών σημείων έναρξης (MPE). Σε αυτή την περίπτωση, αμφότερες οι οντότητες εξυγίανσης πρέπει να υπόκεινται στο άρθρο 45δ της οδηγίας BRRD.
44. Ερώτηση (Άρθρα 45δ και 45η)
Τι είναι οι «οντότητες G-SII που ανήκουν στην ίδια G-SII» όπως αναφέρεται στο άρθρο 45δ παράγραφος 4 και στο άρθρο 45η παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD;
Απάντηση
Τα G-SII ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 83γ) της οδηγίας BRRD και στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 133 του ΚΚΑ με παραπομπή στο άρθρο 131 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας CRD.
Το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 136 του ΚΚΑ ορίζει την οντότητα G-SII ως «μια οντότητα με νομική προσωπικότητα που αποτελεί ίδρυμα G-SII ή αποτελεί μέρος ενός G-SII ή ενός G-SII εκτός ΕΕ».
Οι ορισμοί αυτοί είναι σημαντικοί κατά την εφαρμογή του άρθρου 45δ παράγραφος 4 και του άρθρου 45η παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD. Στην πράξη, οι εν λόγω διατάξεις καλύπτουν την περίπτωση στην οποία ένας όμιλος με επικεφαλής ένα G-SII περιλαμβάνει περισσότερες από μία οντότητες εξυγίανσης (συνήθως το ίδιο το G-SII και μία ή περισσότερες άλλες οντότητες), δηλαδή όταν ακολουθείται στρατηγική εξυγίανσης πολλαπλών σημείων έναρξης (MPE).
45. Ερώτηση (Άρθρο 45δ)
Τι σημαίνει ο όρος «μητρική οντότητα της Ένωσης» στο άρθρο 45δ παράγραφος 4 στοιχείο β); Αναφέρεται στη μητρική επιχείρηση της Ένωσης ή στο μητρικό ίδρυμα της Ένωσης;
Απάντηση
Η «μητρική οντότητα της Ένωσης» που αναφέρεται στο άρθρο 45δ παράγραφος 4 στοιχείο β) είναι μια μητρική επιχείρηση της Ένωσης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 85.
δ) Εφαρμογή της εσωτερικής MREL σε οντότητες που δεν είναι οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης
46. Ερώτηση (Άρθρο 45στ)
Σύμφωνα με το άρθρο 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο ii) της οδηγίας BRRD, μια υποχρέωση πρέπει να πληροί τα κριτήρια σχετικά με τη χαμηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα του άρθρου 72β παράγραφος 2 στοιχείο δ) του ΚΚΑ προκειμένου να είναι επιλέξιμη για συμμόρφωση με την εσωτερική MREL.
Παράλληλα, το άρθρο 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο iii) ορίζει ότι οι επιλέξιμες υποχρεώσεις για την εσωτερική MREL πρέπει «στην κανονική διαδικασία αφερεγγυότητας [να] κατατάσσονται κάτω από τις υποχρεώσεις που δεν πληρούν την προϋπόθεση του σημείου i) και δεν είναι επιλέξιμες για τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων».
Ωστόσο, το κριτήριο του σημείου i) δεν σχετίζεται με την κατάταξη στο πλαίσιο της διαδικασίας αφερεγγυότητας. Αναφέρεται σε υποχρεώσεις που «εκδίδονται στην οντότητα εξυγίανσης και αγοράζονται από αυτήν είτε άμεσα είτε έμμεσα μέσω άλλων οντοτήτων του ίδιου ομίλου εξυγίανσης που αγόρασαν τις υποχρεώσεις από την οντότητα που υπόκειται στο παρόν άρθρο ή εκδίδονται σε υφιστάμενο μέτοχο που δεν αποτελεί μέρος του ίδιου ομίλου εξυγίανσης και αγοράζονται από αυτόν υπό την προϋπόθεση ότι η άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με τα άρθρα 59 έως 62 δεν επηρεάζει τον έλεγχο της θυγατρικής από την οντότητα εξυγίανσης». Συνεπώς, οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο i) μπορούν ουσιαστικά να έχουν οποιαδήποτε κατάταξη.
Είναι ορθό ότι η κατάταξη που συνεπάγεται το άρθρο 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο iii) της οδηγίας BRRD εξαρτάται από την κατάταξη των μέσων που δεν πληρούν το κριτήριο του σημείου i) της ίδιας διάταξης, δηλαδή ότι η κατάταξη που απαιτείται για τα μέσα εσωτερικής MREL εξαρτάται από την κατάταξη των μέσων που η θυγατρική έχει εκδώσει εκτός του ομίλου εξυγίανσης; Αυτό θα συνεπαγόταν ότι η κατάταξη που απαιτείται για τη συμμόρφωση με την εσωτερική MREL πρέπει να αξιολογείται κατά περίπτωση για κάθε ίδρυμα χωριστά.
Απάντηση
Η συνδυασμένη ανάγνωση των σημείων i), ii) και iii) του άρθρου 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας BRRD έχει ως αποτέλεσμα τις ακόλουθες απαιτήσεις σχετικά με την κατάταξη στο πλαίσιο της διαδικασίας αφερεγγυότητας των επιλέξιμων υποχρεώσεων για την εσωτερική MREL:
|
— |
πρέπει να πληρούν το γενικό κριτήριο της χαμηλότερης εξοφλητικής προτεραιότητας του άρθρου 72β παράγραφος 2 στοιχείο δ) του ΚΚΑ, δηλαδή να έχουν χαμηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα έναντι των εξαιρούμενων υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 72α παράγραφος 2 του ΚΚΑ, δυνάμει του άρθρου 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο ii) της οδηγίας BRRD· |
|
— |
πρέπει να πληρούν ένα πρόσθετο κριτήριο μειωμένης εξασφάλισης δυνάμει των σημείων i) και iii) του άρθρου 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας BRRD, υπό την έννοια ότι πρέπει να κατατάσσονται μετά από όλες τις υποχρεώσεις που δεν είναι επιλέξιμες για την εσωτερική MREL και δεν αποτελούν ίδια κεφάλαια. |
Το σκεπτικό της ειδικής απαίτησης μειωμένης εξασφάλισης είναι να διασφαλιστεί ότι οι επιλέξιμες υποχρεώσεις για την εσωτερική MREL δεν θα έχουν την ίδια κατάταξη με τις λοιπές υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης που δεν είναι επιλέξιμες για την εσωτερική MREL βάσει του σημείου i) του άρθρου 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α). Αυτό θα περιορίσει τους κινδύνους για απαιτήσεις στο πλαίσιο της αρχής NCWO στην περίπτωση που επιλέξιμες υποχρεώσεις για την εσωτερική MREL απομειώνονται ή μετατρέπονται βάσει του άρθρου 59 παράγραφος 1 στοιχείο α) και παράγραφος 1α ανεξάρτητα από τη δράση εξυγίανσης (δηλαδή στο σημείο της μη βιωσιμότητας), καθώς μόνον οι εν λόγω επιλέξιμες υποχρεώσεις μπορούν να απομειωθούν ή να μετατραπούν σε αυτή την περίπτωση.
47. Ερώτηση (Άρθρο 45στ)
Τα ποσά του κεφαλαίου CET1 και των άλλων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 45στ παράγραφος 2 στοιχείο β) της οδηγίας BRRD υπολογίζονται μετά την εφαρμογή των αφαιρέσεων σύμφωνα με τα άρθρα 36, 56 και 66 του ΚΚΑ;
Απάντηση
Για τους σκοπούς της συμμόρφωσης τόσο με την εσωτερική όσο και με την εξωτερική MREL, οι αναφορές σε «ίδια κεφάλαια» πρέπει να ερμηνεύονται σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 38) της οδηγίας BRRD, το οποίο παραπέμπει στον ορισμό που δίδεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 118) του ΚΚΑ, με την επιφύλαξη ενδεχόμενων πρόσθετων προϋποθέσεων που έχουν προβλεφθεί στην οδηγία BRRD, όπως οι προϋποθέσεις του άρθρου 45στ παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο ii).
Σε αυτό το πλαίσιο, το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 118) του ΚΚΑ ορίζει ότι ως «ίδια κεφάλαια» νοείται το άθροισμα του κεφαλαίου της κατηγορίας 1 και του κεφαλαίου της κατηγορίας 2. Με τη σειρά τους, οι αντίστοιχες διατάξεις του ΚΚΑ σχετικά με τον υπολογισμό του κεφαλαίου της κατηγορίας 1 (άρθρο 25) και του κεφαλαίου της κατηγορίας 2 (άρθρο 71) ορίζουν σαφώς ότι τα ποσά εκφράζονται μετά τις αφαιρέσεις που αναφέρονται στα άρθρα 56 και 66 του ΚΚΑ, αντιστοίχως.
Επιπλέον, το άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 68α) της οδηγίας BRRD ορίζει το «κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1» με διαπαραπομπή στο άρθρο 50 του ΚΚΑ, το οποίο αποσαφηνίζει ότι το κεφάλαιο CET1 υπολογίζεται μετά την εφαρμογή των αφαιρέσεων δυνάμει του άρθρου 36 του ΚΚΑ.
48. Ερώτηση (Άρθρο 45στ)
Ποια είναι η διαφορά μεταξύ των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 45στ;
Απάντηση
Η διάκριση μεταξύ των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 45στ σχετίζεται με την ιδιοκτησιακή σχέση μεταξύ της θυγατρικής για την οποία μπορεί να υπάρξει απαλλαγή από την εσωτερική MREL και της οικείας ενδιάμεσης ή τελικής μητρικής επιχείρησης.
Η παράγραφος 3 αναφέρεται στη δυνατότητα απαλλαγής από την εσωτερική MREL όταν η θυγατρική και η οντότητα εξυγίανσης είναι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος και ορίζει τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση αυτής της απαλλαγής.
Η παράγραφος 4 αναφέρεται στη δυνατότητα απαλλαγής από την εσωτερική MREL όταν η θυγατρική και ενδιάμεση μητρική επιχείρηση είναι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος ενώ η τελική μητρική επιχείρηση (η οντότητα εξυγίανσης) είναι εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος. Συνεπώς, η παράγραφος 3 προβλέπει άμεση ιδιοκτησιακή δομή, ενώ η παράγραφος 4 προβλέπει μια «αλυσιδωτή», όπως ονομάζεται, δομή σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη.
49. Ερώτηση (Άρθρο 45στ)
Βάσει του άρθρου 45στ, η αρχή εξυγίανσης μπορεί να παραιτηθεί από την εφαρμογή εσωτερικής MREL σε δύο περιπτώσεις:
|
— |
Όταν η οντότητα εξυγίανσης και η θυγατρική είναι αμφότερες εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος (παράγραφος 3)· |
|
— |
Όταν η θυγατρική και η μητρική της επιχείρηση είναι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος, ακόμη και αν η οντότητα εξυγίανσης δεν είναι εγκατεστημένη στο ίδιο αυτό κράτος μέλος, υπό την προϋπόθεση ότι η μητρική επιχείρηση συμμορφώνεται, μεταξύ άλλων με την υποενοποιημένη εσωτερική MREL (παράγραφος 4). |
Ωστόσο, όσον αφορά τις εγγυήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 45στ παράγραφος 5, η χορήγησή τους προβλέπεται ρητώς από την οδηγία BRRD μόνο στην πρώτη περίπτωση, δηλαδή όταν η οντότητα εξυγίανσης και η θυγατρική είναι αμφότερες εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος.
Δεν είναι σαφές γιατί, στην περίπτωση των διασυνοριακών ομίλων εξυγίανσης, είναι δυνατή η χορήγηση απαλλαγών (προσέγγιση που μπορεί να χαρακτηριστεί ως «μεγαλύτερης επικινδυνότητας»), αλλά δεν είναι δυνατό να επιτραπεί η συμμόρφωση με την εσωτερική MREL με χρήση εγγύησης (η οποία αποτελεί προσέγγιση «μικρότερης επικινδυνότητας»).
Είναι δυνατόν η αρχή εξυγίανσης μιας θυγατρικής να επιτρέψει την εκπλήρωση της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1 εξ ολοκλήρου ή εν μέρει με εγγύηση που παρέχεται από τη μητρική επιχείρησή της υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 45στ παράγραφος 5, παρά το γεγονός ότι η οντότητα εξυγίανσης δεν είναι εγκατεστημένη στο ίδιο κράτος μέλος με τη θυγατρική;
Απάντηση
Το άρθρο 45στ παράγραφος 3 αναφέρεται σε απαλλαγές όσον αφορά την εσωτερική MREL στην περίπτωση άμεσης ιδιοκτησίας μεταξύ θυγατρικής και της οντότητας εξυγίανσης στο ίδιο κράτος μέλος, ενώ το άρθρο 45στ παράγραφος 4 αναφέρεται σε απαλλαγές όσον αφορά την εσωτερική MREL στην περίπτωση στην οποία η θυγατρική και η ενδιάμεση μητρική επιχείρησή της είναι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος, αλλά η οντότητα εξυγίανσης μπορεί να είναι ή να μην είναι εγκατεστημένη στο ίδιο αυτό κράτος μέλος.
Όσον αφορά τη δυνατότητα μιας θυγατρικής να εκπληρώνει εν μέρει ή εξ ολοκλήρου την εσωτερική MREL με εξασφαλισμένες εγγυήσεις (άρθρο 45στ παράγραφος 5), η διάταξη είναι σαφής για την περίπτωση άμεσης ιδιοκτησίας μεταξύ θυγατρικής και της οντότητας εξυγίανσης στο ίδιο κράτος μέλος, αλλά δεν προβλέπει ισοδύναμη διάταξη για την περίπτωση στην οποία μια θυγατρική και η οικεία ενδιάμεση μητρική επιχείρηση είναι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος.
Ωστόσο, η χρήση εξασφαλισμένων εγγυήσεων για τη συμμόρφωση με την εσωτερική MREL θα πρέπει να είναι δυνατή και στη δεύτερη αυτή περίπτωση. Αν μια απαλλαγή μπορεί να χρησιμοποιείται μεταξύ θυγατρικής και της οικείας ενδιάμεσης μητρικής επιχείρησης στο ίδιο κράτος μέλος, κατά τον ίδιο τρόπο, η εξασφαλισμένη εγγύηση θα πρέπει επίσης να είναι διαθέσιμη προς χρήση σε ανάλογες περιπτώσεις, δεδομένου μάλιστα ότι θα παρείχε μεγαλύτερη προστασία για τη θυγατρική στη λήψη των σχετικών πόρων απ’ όσο η πλήρης απαλλαγή από την απαίτηση MREL.
50. Ερώτηση (Άρθρο 45στ)
Κατά την αξιολόγηση του κριτηρίου για τη χορήγηση απαλλαγών από τις απαιτήσεις για την εσωτερική MREL που αναφέρεται στο στοιχείο β) των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 45στ της οδηγίας BRRD ή για τη χρήση εξασφαλισμένων εγγυήσεων βάσει του άρθρου 45στ παράγραφος 5, ποιος είναι ο στόχος για τη MREL έναντι του οποίου πρέπει να αξιολογείται η συμμόρφωση κατά τη φάση αύξησης της MREL που εκτείνεται έως το 2024; Θα πρέπει η συμμόρφωση να αξιολογείται έναντι του τελικού στόχου για τη MREL του 2024 ή έναντι του ενδιάμεσου στόχου του 2022;
Στη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που ενδέχεται να οριστεί, δύναται η αρχή εξυγίανσης να επιτρέπει την εκπλήρωση της εσωτερικής MREL με εγγυήσεις, εάν πληρούνται όλες οι άλλες προϋποθέσεις (εκτός της συμμόρφωσης με τον στόχο για την εξωτερική MREL);
Απάντηση
Κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης της οντότητας εξυγίανσης ή της μητρικής επιχείρησης με την απαίτηση MREL στα άρθρα 45ε και 45 παράγραφος 1, όπως ορίζεται αντιστοίχως στο στοιχείο β) των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 45στ, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι μεταβατικές περίοδοι που προβλέπονται στο άρθρο 45ιγ.
Συνεπώς, πριν από το 2024, η συμμόρφωση με το άρθρο 45στ παράγραφος 3 στοιχείο β) και παράγραφος 4 στοιχείο β) πρέπει να αξιολογείται έναντι του ενδιάμεσου δεσμευτικού στόχου που ορίζεται στο άρθρο 45ιγ παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο.
Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να χορηγηθεί απαλλαγή από την εσωτερική MREL στη θυγατρική που δεν αποτελεί οντότητα εξυγίανσης, εάν η οντότητα εξυγίανσης ή η οικεία μητρική επιχείρηση συμμορφώνονται με την ενδιάμεση απαίτηση σε ενοποιημένη βάση και πληρούνται όλες οι άλλες προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 45στ παράγραφοι 3 και 4 κατά τη χρονική στιγμή της απόφασης χορήγησης της απαλλαγής.
Το ίδιο ισχύει και όσον αφορά τη συμμόρφωση με την προϋπόθεση του άρθρου 45στ παράγραφος 3 στοιχείο β), κατά την αξιολόγηση της δυνατότητας να επιτραπεί η εκπλήρωση μέρους ή ολόκληρης της εσωτερικής MREL με εξασφαλισμένες εγγυήσεις σύμφωνα με το άρθρο 45στ παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο.
51. Ερώτηση (Άρθρο 45στ)
Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 45στ απαριθμούν σειρά προϋποθέσεων υπό τις οποίες καθίσταται δυνατή η παραίτηση από την εφαρμογή του άρθρου 45στ. Ωστόσο, δεν είναι σαφές από τη διατύπωση της οδηγίας εάν οι προϋποθέσεις αυτές πρέπει να πληρούνται σωρευτικά ή μεμονωμένα.
Έχουν οι προϋποθέσεις που απαριθμούνται στις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 45στ σωρευτικό χαρακτήρα, ή μήπως μία από τις προϋποθέσεις αυτές θεωρείται από μόνη της επαρκής για να καταστήσει δυνατή την παραίτηση από την εφαρμογή του άρθρου 45στ όσον αφορά θυγατρική που δεν είναι οντότητα εξυγίανσης;
Απάντηση
Για να επιτευχθεί ικανοποιητικό επίπεδο σύνεσης και διασφαλίσεων όταν χορηγείται απαλλαγή από την εσωτερική MREL ή όταν επιτρέπεται η χρήση εξασφαλισμένων εγγυήσεων, πρέπει να πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 45στ παράγραφοι 3, 4 και 5.
52. Ερώτηση (Άρθρο 45στ)
Μπορείτε να εξηγήσετε το σκεπτικό των προϋποθέσεων που ορίζονται στο άρθρο 45στ παράγραφος 5 σχετικά με για τη χρήση εξασφαλισμένων εγγυήσεων για την εκπλήρωση της εσωτερικής MREL;
Απάντηση
Το άρθρο 45στ παράγραφος 5 εξουσιοδοτεί την αρχή εξυγίανσης μιας θυγατρικής να επιτρέπει την εκπλήρωση της οικείας εσωτερικής MREL εν μέρει ή εξ ολοκλήρου με εγγύηση παρεχόμενη από την αντίστοιχη οντότητα εξυγίανσης, όταν η οντότητα εξυγίανσης και η θυγατρική είναι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος, ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης, και όταν η οντότητα εξυγίανσης συμμορφώνεται με την οικεία εξωτερική MREL (βλ. επίσης την απάντηση στην ερώτηση 49 ανωτέρω, για τις περιπτώσεις στις οποίες μια θυγατρική και η οικεία ενδιάμεση μητρική επιχείρηση είναι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος).
Το άρθρο 45στ παράγραφος 5 θεσπίζει ένα σύνολο προϋποθέσεων με τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται οι εγγυήσεις προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι εν λόγω εγγυήσεις μπορούν να είναι αποτελεσματικές για την απορρόφηση των ζημιών της θυγατρικής και την ανακεφαλαιοποίησή της όταν ενεργοποιηθούν, ανεξάρτητα από το εάν η ίδια η οντότητα εξυγίανσης βρίσκεται υπό εξυγίανση κατά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Οι προϋποθέσεις αυτές προβλέπουν ότι:
|
— |
το ποσό της εγγύησης είναι ισοδύναμο προς το ποσό της εσωτερικής MREL την οποία υποκαθιστά [στοιχείο α)]· |
|
— |
η εγγύηση είναι εξασφαλισμένη για τουλάχιστον 50 % του εγγυώμενου ποσού [στοιχείο γ)]· |
|
— |
η εγγύηση υπόκειται είτε σε όρια ενεργοποίησης που επαφίενται στη διακριτική ευχέρεια (διαπίστωση ότι η θυγατρική δεν είναι πλέον βιώσιμη - σημείο της μη βιωσιμότητας) είτε σε αυτόματα όρια ενεργοποίησης (αδυναμία εξόφλησης οφειλών ή άλλων υποχρεώσεων όταν καθίστανται απαιτητές), ανάλογα με το ποιο είναι προγενέστερο [στοιχείο β)]· |
|
— |
γίνονται δεκτές μόνον χρηματοοικονονομικές ασφάλειες όπως ορίζεται στην οδηγία 2002/47/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15), δηλαδή συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας με μεταβίβαση τίτλου ή συμφωνίες εγγυοδοσίας με παροχή χρηματοοικονομικής ασφάλειας (ενέχυρα). Αυτό διασφαλίζει ενισχυμένη προστασία στον κάτοχο της εξασφάλισης, καθώς βάσει των διατάξεων της εν λόγω οδηγίας η εν λόγω εξασφάλιση είναι εκτελεστή ακόμη και αν η οντότητα εξυγίανσης είναι αφερέγγυα ή έχει τεθεί υπό καθεστώς εξυγίανσης [στοιχείο γ)]· |
|
— |
η εξασφάλιση είναι υψηλής ποιότητας (μη βεβαρημένη, υποκείμενη σε απομείωση) [στοιχεία δ) και ε)]· |
|
— |
η πραγματική ληκτότητα της εξασφάλισης πληροί τις ίδιες προϋποθέσεις με τις επιλέξιμες υποχρεώσεις [στοιχείο στ)]· και |
|
— |
δεν υπάρχουν εμπόδια για τη μεταβίβαση της εξασφάλισης, ακόμη και όταν αναλαμβάνεται δράση εξυγίανσης όσον αφορά την οντότητα εξυγίανσης [στοιχείο ζ)]. |
53. Ερώτηση (Άρθρα 45στ και 45ζ)
Είναι ορθό να θεωρηθεί ότι ο όρος «άμεση» που χρησιμοποιείται στο στοιχείο γ) των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 45στ και στο στοιχείο στ) του άρθρου 45ζ έχει εφαρμογή όχι μόνο στη μεταβίβαση ιδίων κεφαλαίων, αλλά και στην εξόφληση υποχρεώσεων από την οντότητα εξυγίανσης στη θυγατρική;
Απάντηση
Η προϋπόθεση για τη χορήγηση απαλλαγής για την εσωτερική MREL που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο γ) και στην παράγραφο 4 στοιχείο γ) του άρθρου 45στ και στο στοιχείο στ) του άρθρου 45ζ διασφαλίζει ότι δεν υφίστανται τρέχοντα ή προβλεπόμενα κωλύματα (πρακτικά ή νομικά) για την άμεση μεταβίβαση ιδίων κεφαλαίων στη θυγατρική και για την άμεση εξόφληση των υποχρεώσεών της από την οντότητα εξυγίανσης ή την ενδιάμεση μητρική επιχείρηση.
ε) Διαδικασία καθορισμού της MREL
54. Ερώτηση (Άρθρο 45η)
Το άρθρο 45η παράγραφος 1 ορίζει ότι η αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης, η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, εάν πρόκειται για αρχή διαφορετική από την πρώτη, και οι αρχές εξυγίανσης που είναι αρμόδιες για τις θυγατρικές ομίλου εξυγίανσης που υπόκεινται στην αναφερόμενη στο άρθρο 45στ απαίτηση σε μεμονωμένη βάση πρέπει να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να καταλήξουν σε κοινή απόφαση. Όσον αφορά τους διασυνοριακούς ομίλους, θεωρείται ενδεδειγμένο να συμπεριληφθεί διάταξη στη νομοθεσία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο προκειμένου να μπορεί η εθνική αρχή εξυγίανσης να συνεργάζεται με όλες τις συναφείς αρχές;
Απάντηση
Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 88 παράγραφος 5 προβλέπει ήδη ότι τα μέλη που συμμετέχουν στο σώμα εξυγίανσης πρέπει να συνεργάζονται στενά. Η υποχρέωση αφορά όλα τα καθήκοντα που απαριθμούνται στο άρθρο 88 παράγραφος 1 και περιλαμβάνει τον καθορισμό της MREL (σημείο i) της συγκεκριμένης διάταξης).
Συνεπώς, μια διάταξη που θα επέτρεπε στις εθνικές αρχές εξυγίανσης να συνεργάζονται με τις λοιπές συναφείς αρχές δεν αντιβαίνει στους υφιστάμενους κανόνες της οδηγίας BRRD.
55. Ερώτηση (Άρθρο 45η)
Το άρθρο 45η παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD περιέχει αναφορά στο άρθρο 12 του ΚΚΑ. Ωστόσο, οι τροποποιήσεις που επήλθαν στον ΚΚΑ με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/876 είχαν ως αποτέλεσμα απαλοιφή του άρθρου 12.
Μπορείτε να επιβεβαιώσετε ότι το άρθρο 45η παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD πρέπει αντί αυτού να αναφέρεται στο άρθρο 12α του ΚΚΑ;
Απάντηση
Η αναφορά του άρθρου 45η παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD στο άρθρο 12 του ΚΚΑ πρέπει να νοείται ως αναφορά στο άρθρο 12α του ΚΚΑ.
56. Ερώτηση (Άρθρο 45η)
Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 45η εφαρμόζονται στις αποφάσεις των αρχών εξυγίανσης σε περίπτωση διαφωνίας σχετικά με την ενοποιημένη απαίτηση MREL του ομίλου εξυγίανσης (εξωτερική MREL) και σχετικά με τη μεμονωμένη απαίτηση MREL των οντοτήτων του ομίλου εξυγίανσης (εσωτερική MREL), αντιστοίχως.
Η παράγραφος 6 του άρθρου 45η εφαρμόζεται όταν δεν υπάρχει κοινή απόφαση για καμία από τις ανωτέρω απαιτήσεις ταυτόχρονα;
Απάντηση
Το άρθρο 45η παράγραφος 6 αφορά την περίπτωση στην οποία προκύπτει διαφωνία μεταξύ των αρχών εξυγίανσης τόσο σχετικά με το επίπεδο της ενοποιημένης απαίτησης του ομίλου εξυγίανσης όσο και σχετικά με τις απαιτήσεις για τις θυγατρικές που δεν αποτελούν οντότητες εξυγίανσης. Σε αυτή την περίπτωση, οι αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών θα αποφασίζουν σχετικά με το επίπεδο της μεμονωμένης απαίτησης MREL για τις θυγατρικές σύμφωνα με την παράγραφο 5 (δηλαδή λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις απόψεις της αρχής εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης). Επίσης, η αρχή εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης θα αποφασίζει σχετικά με την ενοποιημένη απαίτηση του ομίλου εξυγίανσης ακολουθώντας τα βήματα που προβλέπονται στην παράγραφο 4.
στ) Μεταβατικές ρυθμίσεις και ρυθμίσεις μετά την εξυγίανση
57. Ερώτηση (Άρθρο 45ιγ)
Σύμφωνα με το άρθρο 45ιγ παράγραφος 8, οι αρχές εξυγίανσης δύνανται να αναθεωρήσουν εν συνεχεία τη μεταβατική περίοδο ή τους προγραμματισμένους στόχους MREL. Η διάταξη αυτή αφορά αποκλειστικά τους προγραμματισμένους στόχους MREL δυνάμει του άρθρου 45ιγ παράγραφος 6 ή είναι δυνατό η αρχικά προσδιορισθείσα μεταβατική περίοδος δυνάμει του άρθρου 45ιγ παράγραφος 1 να αναθεωρηθεί στη συνέχεια;
Απάντηση
Οι αρχές εξυγίανσης δύνανται να αναθεωρούν την αρχικά προσδιορισθείσα μεταβατική περίοδο δυνάμει του άρθρου 45ιγ παράγραφος 1, και όχι μόνο τους προγραμματισμένους στόχους MREL που γνωστοποιούνται δυνάμει του άρθρου 45ιγ παράγραφος 6.
Η φράση «[μ]ε την επιφύλαξη της παραγράφου 1» στην αρχή του άρθρου 45ιγ παράγραφος 8 συμπεριλήφθηκε με στόχο να διασφαλίζεται η συμμόρφωση της αρχής εξυγίανσης με τους κανόνες και τα κριτήρια που προβλέπονται στην εν λόγω παράγραφο κατά την αναθεώρηση της μεταβατικής περιόδου.
58. Ερώτηση (Άρθρο 45ιγ)
Μπορεί το επίπεδο ενδιάμεσου στόχου που καθορίζεται δυνάμει του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 45ιγ παράγραφος 1 να παραταθεί, εάν οι αρχές εξυγίανσης προσδιορίσουν μεταβατική περίοδο η οποία λήγει μετά την 1η Ιανουαρίου 2024 σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο της ίδιας διάταξης;
Απάντηση
Το επίπεδο ενδιάμεσου στόχου που προβλέπεται από το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 45ιγ παράγραφος 1 πρέπει να έχει επιτευχθεί από τις οντότητες έως την 1η Ιανουαρίου 2022 και δεν μπορεί να παραταθεί από την αρχή εξυγίανσης. Η δυνατότητα προσδιορισμού μεταβατικής περιόδου που λήγει μετά την 1η Ιανουαρίου 2024, η οποία θεσπίζεται στο τρίτο εδάφιο του άρθρου 45ιγ παράγραφος 1, εφαρμόζεται μόνο στην τελική MREL.
Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί ότι ο ενδιάμεσος στόχος πρέπει να διασφαλίζει, κατά κανόνα, τη γραμμική αύξηση των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων προς την επίτευξη της MREL. Συνεπώς, η παράταση της μεταβατικής περιόδου για την τελική MREL πέραν της 1ης Ιανουαρίου 2024 έχει αντίκτυπο στον ενδιάμεσο στόχο που πρέπει να καθοριστεί από τις αρχές εξυγίανσης, καθώς έχει ως αποτέλεσμα χαμηλότερο ενδιάμεσο στόχο έναντι του στόχου που θα καθοριζόταν εάν η μεταβατική περίοδος έληγε την 1η Ιανουαρίου 2024.
59. Ερώτηση (Άρθρο 45ιγ)
Σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 45ιγ παράγραφος 1, «[τ]α επίπεδα ενδιάμεσου στόχου διασφαλίζουν, κατά κανόνα, τη γραμμική αύξηση των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων προς την επίτευξη της απαίτησης.»
Επιβεβαιώνετε ότι, στη συγκεκριμένη διάταξη, ο όρος «απαίτηση» αναφέρεται όχι μόνο στη γενική ποσοτική απαίτηση αλλά και στη μειωμένη εξασφάλιση;
Απάντηση
Σύμφωνα με την πρώτη περίοδο του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 45ιγ παράγραφος 1, τα επίπεδα ενδιάμεσου στόχου που πρέπει να καθορίσει η αρχή εξυγίανσης αφορούν τις απαιτήσεις του άρθρου 45ε ή του άρθρου 45στ (εξωτερική ή εσωτερική MREL) και τις απαιτήσεις που απορρέουν από την εφαρμογή του άρθρου 45β παράγραφοι 4, 5 ή 7 (μειωμένη εξασφάλιση), κατά περίπτωση.
Ο κανόνας που ορίζει ότι οι αρχές εξυγίανσης πρέπει να διασφαλίζουν γραμμική αύξηση των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων εφαρμόζεται σε όλα τα επίπεδα ενδιάμεσου στόχου που πρέπει να καθορίσει η αρχή εξυγίανσης. Συνεπώς, το επίπεδο ενδιάμεσου στόχου που σχετίζεται με τη γενική βαθμονόμηση της MREL πρέπει να διασφαλίζει γραμμική αύξηση προς την τελική εξωτερική ή εσωτερική MREL που καθορίζει η αρχή εξυγίανσης. Ομοίως, για τη μειωμένη εξασφάλιση, ο ενδιάμεσος στόχος για τη μειωμένη εξασφάλιση πρέπει να προσδιορίζεται έναντι του τελικού στόχου για τη μειωμένη εξασφάλιση που καθορίζεται από την αρχή εξυγίανσης. Η ελάχιστη απαίτηση TLAC, καθώς και το ελάχιστο επίπεδο των απαιτήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 45γ παράγραφοι 5 και 6, που πρέπει να επιτευχθούν έως την 1η Ιανουαρίου 2022, χρειάζεται επίσης να λαμβάνονται υπόψη, καθώς το επίπεδο ενδιάμεσου στόχου δεν μπορεί να οριστεί σε χαμηλότερο ποσό από τις εν λόγω ελάχιστες απαιτήσεις (το επίπεδο ενδιάμεσου στόχου μπορεί να οριστεί σε υψηλότερο ποσό από τις εν λόγω ελάχιστες απαιτήσεις βάσει του κανόνα της γραμμικής αύξησης).
Η. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΣΩΣΗΣ ΜΕ ΙΔΙΑ ΜΕΣΑ
60. Ερώτηση (Άρθρο 55)
Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 55 παράγραφος 1 προβλέπει ότι οι υποχρεώσεις που δεν εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της διάσωσης με ίδια μέσα και διέπονται από νομοθεσία τρίτης χώρας πρέπει να περιλαμβάνουν συμβατικό όρο με τον οποίο ο αντισυμβαλλόμενος αναγνωρίζει ότι η υποχρέωση ενδέχεται να αποτελέσει αντικείμενο των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής των αρχών εξυγίανσης της ΕΕ και συμφωνεί να δεσμεύεται από αυτές τις εξουσίες.
Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 55 παράγραφος 1 παρέχει επίσης στην αρχή εξυγίανσης την εξουσία να χορηγεί απαλλαγή από την απαίτηση αυτή για τις οντότητες στις οποίες η απαίτηση MREL ισούται με το ποσό απορρόφησης ζημιών, υπό την προϋπόθεση ότι οι σχετικές υποχρεώσεις δεν συνυπολογίζονται για τους σκοπούς της εκπλήρωσης των απαιτήσεων MREL.
Θα πρέπει η διακριτική ευχέρεια της αρχής εξυγίανσης στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 55 παράγραφος 1 να ασκείται κατά περίπτωση ή εν γένει για όλες τις οντότητες που πληρούν τα σχετικά κριτήρια;
Απάντηση
Η αξιολόγηση που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 55 παράγραφος 1 θα πρέπει να εφαρμόζεται κατά περίπτωση. Η εν λόγω διάταξη παρέχει στις αρχές εξυγίανσης τη διακριτική ευχέρεια να εφαρμόζουν την απαλλαγή («δύνανται να αποφασίσουν») στις οντότητες που εμπίπτουν στη σχετική κατηγορία που αναφέρεται στη διάταξη.
Επιπροσθέτως, η απαλλαγή μπορεί να χορηγείται μόνον εάν το ίδρυμα είναι σε θέση να εκπληρώνει την οικεία απαίτηση MREL με τις υπόλοιπες υποχρεώσεις. Το στοιχείο αυτό πρέπει να ελέγχεται πριν από τη χορήγηση της απαλλαγής, και ο έλεγχος αυτός φαίνεται να μπορεί να διεξαχθεί μόνο χωριστά για κάθε περίπτωση.
61. Ερώτηση (Άρθρο 55)
Η ημερομηνία που περιλαμβάνεται στο άρθρο 55 παράγραφος 1 στοιχείο δ) αναφέρεται στην οδηγία (ΕΕ) 2019/879 ή στην οδηγία BRRD I;
Απάντηση
Το άρθρο 55 παράγραφος 1 στοιχείο δ) αναφέρεται στην οδηγία BRRD I, η οποία περιείχε ήδη το άρθρο 55, δεδομένου ότι αναφέρεται στη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο του τμήματος της οδηγίας BRRD που περιέχει το εν λόγω άρθρο, και όχι στη μεταφορά του ίδιου του άρθρου. Το νέο άρθρο 55 που εισάγεται με την οδηγία (ΕΕ) 2019/879 αντικαθιστά το προγενέστερο άρθρο 55 με μια νέα εκδοχή της εν λόγω διάταξης, αλλά δεν αντικαθιστά ολόκληρο το τμήμα στο οποίο ανήκει το άρθρο 55.
62. Ερώτηση (Άρθρο 55)
Πώς θα πρέπει να νοείται ο όρος «κατηγορία» στο πέμπτο εδάφιο του άρθρου 55 παράγραφος 2; Αφορά την κατάταξη των υποχρεώσεων στο πλαίσιο της διαδικασίας αφερεγγυότητας ή το είδος του χρηματοπιστωτικού μέσου;
Επίσης, θα πρέπει ο όρος «κατηγορία» όπως αναφέρεται στο άρθρο 45β παράγραφος 5 να νοείται κατά τον ίδιο τρόπο με το άρθρο 55 παράγραφος 2;
Απάντηση
Η λέξη «κατηγορία» στο πέμπτο εδάφιο του άρθρου 55 παράγραφος 2 αναφέρεται στην κατάταξη των υποχρεώσεων στο πλαίσιο της διαδικασίας αφερεγγυότητας. Η ερμηνεία αυτή συνάδει με τη σημασία και τη χρήση της λέξης σε άλλες διατάξεις της BRRD (π.χ. στο άρθρο 34 παράγραφος 1 στοιχείο στ) που αναφέρεται στην αρχή NCWO). Για τον λόγο αυτό, ο όρος «κατηγορία» στο άρθρο 45β παράγραφος 5 θα πρέπει να νοείται κατά τον ίδιο τρόπο.
63. Ερώτηση (Άρθρο 55)
Το πέμπτο εδάφιο του άρθρου 55 παράγραφος 2 προβλέπει ότι, σε περίπτωση που η αρχή εξυγίανσης, στο πλαίσιο της αξιολόγησης της δυνατότητας εξυγίανσης ή σε οποιαδήποτε άλλη χρονική στιγμή, διαπιστώσει ότι, εντός μιας κατηγορίας υποχρεώσεων, το ποσό των υποχρεώσεων που επωφελούνται από την απαλλαγή λόγω αδυναμίας εφαρμογής και των υποχρεώσεων που αποκλείονται ή είναι πιθανό να αποκλειστούν από τη διάσωση με ίδια μέσα σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 2 και παράγραφος 3, υπερβαίνει το 10 % της εν λόγω κατηγορίας, πρέπει να αξιολογεί αμέσως τις επιπτώσεις αυτού του συγκεκριμένου δεδομένου στη δυνατότητα εξυγίανσης της εν λόγω οντότητας. Ωστόσο, στη συγκεκριμένη διάταξη, δεν υπάρχει αναφορά στις υποχρεώσεις για τις οποίες το ίδρυμα δεν συμπεριλαμβάνει τον συμβατικό όρο (δηλ. παραβαίνει την υποχρέωση δυνάμει του άρθρου 55 παράγραφος 1) κατά την αξιολόγηση τού εάν υπάρχει υπέρβαση του ορίου του 10 %.
Είναι ορθό να μεταφέρεται η οδηγία BRRD στο εθνικό δίκαιο με τρόπο που να μην περιλαμβάνει τις υποχρεώσεις για τις οποίες το ίδρυμα δεν έχει συμπεριλάβει τον συμβατικό όρο κατά τον υπολογισμό του ορίου του 10 %;
Απάντηση
Η διατύπωση που χρησιμοποιείται στο πέμπτο εδάφιο του άρθρου 55 παράγραφος 2 περιορίζεται στις υποχρεώσεις οι οποίες επιτρέπεται από την αρχή εξυγίανσης να μη συμπεριλάβουν τον συμβατικό όρο λόγω αδυναμίας εφαρμογής, μαζί με τις υποχρεώσεις που αποκλείονται ή είναι πιθανό να αποκλειστούν από τη διάσωση με ίδια μέσα σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 2 και παράγραφος 3. Η συγκεκριμένη υποχρέωση για αξιολόγηση των επιπτώσεων στη δυνατότητα εξυγίανσης βάσει του εν λόγω εδαφίου μπορεί, συνεπώς, να μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο με αναφορά μόνο στις συγκεκριμένες υποχρεώσεις.
Ωστόσο, η οδηγία BRRD δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να μεταφέρουν τη διάταξη στο εθνικό δίκαιο διευρύνοντάς την ώστε να συμπεριλάβει επίσης τις υποχρεώσεις για τις οποίες η τράπεζα δεν συμπεριλαμβάνει τον όρο. Η προσέγγιση αυτή συνάδει με τους στόχους της εξυγίανσης και της οδηγίας BRRD, καθώς αυστηροποιεί τον έλεγχο σχετικά με τη δυνατότητα εξυγίανσης του ιδρύματος.
Επιπλέον, η υποχρέωση που θεσπίζεται στη συγκεκριμένη διάταξη δεν θίγει τη γενική υποχρέωση της αρχής εξυγίανσης να διασφαλίζει τη δυνατότητα εξυγίανσης του ιδρύματος σύμφωνα με το άρθρο 17. Στο πλαίσιο της γενικής εκτίμησης της δυνατότητας εξυγίανσης, η αρχή εξυγίανσης θα πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη τις επιπτώσεις από τις υποχρεώσεις που δεν περιλαμβάνουν τον συμβατικό όρο επειδή το ίδρυμα ή η οντότητα δεν συμμορφώθηκαν με την υποχρέωση του άρθρου 55 παράγραφος 1.
64. Ερώτηση (Άρθρο 55)
Υπό ποιες συνθήκες μπορεί μια αρχή εξυγίανσης να αποφασίσει ότι διαφωνεί με την αξιολόγηση μιας επιχείρησης σχετικά με την αδυναμία εφαρμογής; Ενδέχεται να προκύψουν δυσκολίες εάν μια σύμβαση έχει συναφθεί και στη συνέχεια η αρχή εξυγίανσης αποφασίσει ότι πρέπει να προστεθεί συμβατικός όρος όπως ορίζεται στο άρθρο 55 παράγραφος 1.
Επιπροσθέτως, εάν μια οντότητα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η προσθήκη του συμβατικού όρου είναι ανεφάρμοστη και κοινοποιήσει στην αρχή εξυγίανσης αυτή την εκτίμηση σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο του άρθρου 55 παράγραφος 2, πότε μπορεί η εν λόγω οντότητα να συνάψει τη σχετική σύμβαση;
Απάντηση
Τα κριτήρια για την αξιολόγηση της αδυναμίας εφαρμογής θα εξειδικευθούν σε κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό ο οποίος θα ορίζει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που εκπονούνται από την ΕΑΤ, σύμφωνα με την εξουσιοδότηση που παρέχεται στο άρθρο 55 παράγραφος 6.
Όσον αφορά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης, το ίδρυμα δεν μπορεί να συνάψει τη σύμβαση πριν από την κοινοποίηση στην αρχή εξυγίανσης. Ωστόσο, μπορεί να προχωρήσει στη σύναψή της χωρίς να περιμένει απάντηση από την αρχή εξυγίανσης σχετικά με την παρουσία συνθήκης αδυναμίας εφαρμογής δεδομένου ότι το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 55 παράγραφος 2 προβλέπει ότι η υποχρέωση συμπερίληψης του όρου αναστέλλεται από τη στιγμή της κοινοποίησης από το ίδρυμα.
65. Ερώτηση (Άρθρο 55)
Πώς θα πρέπει να νοείται η έκφραση «εντός εύλογου χρονικού διαστήματος» στο άρθρο 55 παράγραφος 2;
Ειδικότερα, στο πρώτο εδάφιο της εν λόγω διάταξης, η αναφορά του «εύλογου χρονικού διαστήματος» αφορά την οντότητα (που πρέπει να παρέχει τις πληροφορίες που ζητεί η αρχή εξυγίανσης εντός του συγκεκριμένου διαστήματος) ή την αρχή εξυγίανσης (που πρέπει να ζητήσει τις πληροφορίες εντός του συγκεκριμένου διαστήματος);
Απάντηση
Το «εύλογο χρονικό διάστημα» αφορά την αρχή εξυγίανσης η οποία αιτείται τις αναγκαίες πληροφορίες (πρώτο εδάφιο του άρθρου 55 παράγραφος 2) και τη συμπερίληψη του συμβατικού όρου (τρίτο εδάφιο της ίδιας παραγράφου).
Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 55 παράγραφος 2 παρέχει σε εθνικό επίπεδο τη διακριτική ευχέρεια για τον καθορισμό του εύλογου χρονικού διαστήματος εντός του οποίου η αρχή εξυγίανσης θα πρέπει να ζητήσει τις αναγκαίες πληροφορίες από την οντότητα. Σε κάθε περίπτωση, συνιστάται συνέπεια μεταξύ του εν λόγω χρονικού διαστήματος και της προθεσμίας που θα οριστεί βάσει του τρίτου εδαφίου του άρθρου 55 παράγραφος 2 σχετικά με το αίτημα για συμπερίληψη του συμβατικού όρου. Το στοιχείο αυτό θα καθοριστεί σε κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό με βάση ρυθμιστικό τεχνικό πρότυπο που εκπονείται από την ΕΑΤ, σύμφωνα με την εντολή που προβλέπεται στο άρθρο 55 παράγραφος 6.
66. Ερώτηση (Άρθρα 55 και 59)
Το πέμπτο εδάφιο του άρθρου 55 παράγραφος 2 αναφέρεται στο άρθρο 73 «όταν εφαρμόζονται οι εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής σε επιλέξιμες υποχρεώσεις». Το άρθρο 73 θεσπίζει διασφαλίσεις για τους μετόχους σε περίπτωση «εν μέρει μεταβιβάσεων» και «εφαρμογής του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα».
Πρέπει εδώ να θεωρηθεί ότι οι διασφαλίσεις του άρθρου 73 εφαρμόζονται επίσης κατά την απομείωση ή μετατροπή επιλέξιμων υποχρεώσεων «ανεξάρτητα από τη δράση εξυγίανσης» δυνάμει του άρθρου 59 παράγραφος 1 στοιχείο α) και παράγραφος 1α;
Απάντηση
Το άρθρο 73 εφαρμόζεται μόνο στο εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα, το οποίο αποτελεί μία από τις πιθανές εφαρμογές των εξουσιών απομείωσης ή μετατροπής, και ασκείται «όσον αφορά τις υποχρεώσεις ενός ιδρύματος που τελεί υπό διαδικασία εξυγίανσης».
Ωστόσο, η αρχή που κατοχυρώνεται στο άρθρο 73 παράγραφος 1 στοιχείο β) —που αφορά την εφαρμογή της αρχής NCWO— εφαρμόζεται επίσης όταν η απομείωση ή η μετατροπή πραγματοποιείται ανεξάρτητα από τη δράση εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 1 στοιχείο α). Συγκεκριμένα, το τρίτο εδάφιο του άρθρου 59 παράγραφος 1 ορίζει ότι «[μ]ετά την άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων ανεξάρτητα από τη δράση εξυγίανσης, διενεργείται η αποτίμηση που προβλέπεται στο άρθρο 74 και εφαρμόζεται το άρθρο 75». Αμφότερα τα άρθρα 74 και 75 προϋποθέτουν την εφαρμογή της αρχής NCWO.
Θ. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΜΕΙΩΣΗ Ή ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΩΝ ΜΕΣΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΞΙΜΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ
67. Ερώτηση (Άρθρο 59)
Ποιες είναι οι «εξαιρετικές περιστάσεις» που αναφέρονται στο άρθρο 59 παράγραφος 1β οι οποίες θα επέτρεπαν παρέκκλιση από το σχέδιο εξυγίανσης;
Απάντηση
Η αιτιολογική σκέψη 54 και το άρθρο 87 στοιχείο ι) της οδηγίας BRRD καθιστούν σαφές ότι, κατά την ανάληψη δράσεων εξυγίανσης, οι αρχές εξυγίανσης πρέπει να ακολουθούν τα μέτρα που προβλέπονται στα σχέδια εξυγίανσης, εκτός εάν εκτιμήσουν, λαμβάνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες περιστάσεις, ότι οι στόχοι εξυγίανσης θα επιτευχθούν αποτελεσματικότερα εάν αναληφθούν δράσεις που δεν έχουν προβλεφθεί στα σχέδια εξυγίανσης. Οι «εξαιρετικές περιπτώσεις» που αναφέρονται στο άρθρο 59 παράγραφος 1β πρέπει συνεπώς να νοούνται υπό το πρίσμα της αιτιολογικής σκέψης 54 και του άρθρου 87 στοιχείο ι). Αυτό αφορά τόσο περιπτώσεις στις οποίες πρέπει να ληφθούν μέτρα σε σχέση μόνο με μια θυγατρική όσο και περιπτώσεις στις οποίες απαιτείται μηχανισμός εξυγίανσης ομίλου, όπως διευκρινίζεται στο άρθρο 91 παράγραφος 6 στοιχείο α).
68. Ερώτηση (Άρθρο 59)
Με τις τροποποιήσεις του άρθρου 59 της οδηγίας BRRD, οι επιλέξιμες υποχρεώσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας BRRD, εκτός από την προϋπόθεση που αφορά την εναπομένουσα ληκτότητα των υποχρεώσεων, όπως ορίζεται στο άρθρο 72γ παράγραφος 1 του ΚΚΑ, μπορούν επίσης να απομειωθούν ή να μετατραπούν στο σημείο της μη βιωσιμότητας.
Η εξουσία απομείωσης ή μετατροπής των εν λόγω μέσων ασκείται μόνο στις περιπτώσεις στις οποίες η εκδότρια θυγατρική της οντότητας εξυγίανσης ανήκει στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης με την οντότητα εξυγίανσης; Ή μήπως η εξουσία αυτή μπορεί επίσης να ασκείται σε περιπτώσεις στις οποίες η ίδια η θυγατρική είναι οντότητα εξυγίανσης και, ως εκ τούτου, δεν ανήκει στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης με τη μητρική οντότητα και στις οποίες η θυγατρική – χωρίς να υπόκειται σε εσωτερική MREL – κατέχει μέσα που πληρούν τις απαιτήσεις για την εσωτερική MREL;
Απάντηση
Η εξουσία απομείωσης ή μετατροπής επιλέξιμων υποχρεώσεων στο σημείο της μη βιωσιμότητας όπως αναφέρεται στο άρθρο 59 παράγραφος 1α της οδηγίας BRRD αφορά μόνο τις οντότητες που δεν είναι οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης.
Αυτό καθίσταται σαφές από το ίδιο το άρθρο 59 παράγραφος 1α της οδηγίας BRRD, το οποίο ορίζει ότι πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α), εκτός από την προϋπόθεση που αφορά την εναπομένουσα ληκτότητα των υποχρεώσεων. Το άρθρο 45στ εφαρμόζεται μόνο σε οντότητες που δεν είναι οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης.
Πράγματι, η εισαγωγική περίοδος του άρθρου 45στ παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD διευκρινίζει ότι οι διατάξεις που περιλαμβάνονται στην εν λόγω παράγραφο εφαρμόζονται στις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 45στ παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD. Η τελευταία αυτή διάταξη ορίζει το πεδίο εφαρμογής της εσωτερικής MREL και διευκρινίζει ότι η εσωτερική MREL δεν εφαρμόζεται στις οντότητες εξυγίανσης.
Συνεπώς, οι επιλέξιμες υποχρεώσεις των θυγατρικών που είναι οντότητες εξυγίανσης μπορούν να απομειώνονται ή να μετατρέπονται μόνο στο πλαίσιο δράσης εξυγίανσης, μέσω της χρήσης του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα και όχι στο σημείο της μη βιωσιμότητας.
Ι. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΕΞΟΥΣΙΩΝ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ΤΗΣ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
69. Ερώτηση (Άρθρο 71α)
Το άρθρο 71α παράγραφος 2 παρέχει στα κράτη μέλη την επιλογή να απαιτούν από τις μητρικές επιχειρήσεις της Ένωσης να διασφαλίζουν ότι οι οικείες θυγατρικές τρίτης χώρας περιλαμβάνουν, σε ορισμένες χρηματοπιστωτικές συμβάσεις, συμβατικούς όρους ώστε να αποκλείεται το ενδεχόμενο η άσκηση των εξουσιών εξυγίανσης να αποτελεί λόγο για καταγγελία ή για άλλα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης σε σχέση με τις εν λόγω συμβάσεις. Η απαίτηση αυτή μπορεί να εφαρμόζεται σε σχέση με θυγατρικές τρίτης χώρας που είναι πιστωτικά ιδρύματα, επιχειρήσεις επενδύσεων (ή επιχειρήσεις που θα ήταν επιχειρήσεις επενδύσεων αν είχαν έδρα στο σχετικό κράτος μέλος) ή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Κατά τη χρήση αυτής της επιλογής, μπορούν τα κράτη μέλη να επιλέγουν να εφαρμόσουν την απαίτηση του άρθρου 71α παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο μόνο σε μία ή δύο από τις απαριθμούμενες κατηγορίες οντοτήτων (π.χ. μόνο σε θυγατρικές τρίτης χώρας που είναι πιστωτικά ιδρύματα);
Απάντηση
Το άρθρο 71α παράγραφος 2 είναι δυνατό να μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο θεσπίζοντας υποχρεωτική προσθήκη του συμβατικού όρου που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο μόνο για ορισμένες από τις κατηγορίες οντοτήτων που απαριθμούνται στα στοιχεία α) έως γ) του δεύτερου εδαφίου, εφόσον αυτό δεν αντίκειται σε άλλες διατάξεις της οδηγίας BRRD.
ΙΑ. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ BRRD
70. Ερώτηση (Άρθρο 33)
Μήπως πρέπει η παραπομπή που περιλαμβάνεται στο άρθρο 33 παράγραφος 4 να γίνεται στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, και όχι στην παράγραφο 3; Η παράγραφος 2 του άρθρου 33 είναι η διάταξη που περιέχει τον κανόνα ότι οι αρχές εξυγίανσης αναλαμβάνουν δράση εξυγίανσης έναντι των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή δ) μόνον όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1, η δε διάταξη της παραγράφου 4 αποτελεί εξαίρεση στον συγκεκριμένο κανόνα.
Απάντηση
Η αναφορά «[μ]ε την επιφύλαξη της παραγράφου 3» στο άρθρο 33 παράγραφος 4 σημαίνει ότι, κατά περίπτωση, οι προϋποθέσεις του άρθρου 33 παράγραφος 3 πρέπει να πληρούνται στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 33 παράγραφος 4.
Πιο συγκεκριμένα, σε περίπτωση που τα θυγατρικά ιδρύματα μιας μεικτής εταιρείας συμμετοχών ανήκουν άμεσα ή έμμεσα σε ενδιάμεση χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών και πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στα στοιχεία β) και γ) του άρθρου 33 παράγραφος 4, η οντότητα που αναφέρεται στην προϋπόθεση α) της εν λόγω διάταξης πρέπει να νοείται ότι είναι η χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών και όχι η μεικτή εταιρεία συμμετοχών. Συνεπώς, η φράση «[μ]ε την επιφύλαξη της παραγράφου 3» είναι μια αναγκαία διευκρίνιση καθώς αμφότερα τα είδη εταιρειών συμμετοχών καλύπτονται από τα στοιχεία γ) και δ) του άρθρου 1 παράγραφος 1.
71. Ερώτηση (Άρθρο 36)
Στο άρθρο 36 παράγραφος 11 στοιχείο α), πρέπει η φράση «κεφαλαιακά μέσα» να αντικατασταθεί από τη φράση «κεφαλαιακά μέσα και επιλέξιμες υποχρεώσεις»;
Απάντηση
Στο άρθρο 36 παράγραφος 11 στοιχείο α), δεν χρειάζεται να υπάρχει αναφορά στις «επιλέξιμες υποχρεώσεις», επειδή η συγκεκριμένη διάταξη αναφέρεται στη δυνατότητα απομείωσης απαιτήσεων μόνο μετά την εφαρμογή του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα, και όχι μετά την εφαρμογή των εξουσιών απομείωσης ή μετατροπής βάσει του άρθρου 59.
Ωστόσο, μετά την οριστική αποτίμηση, είναι σε κάθε περίπτωση δυνατή, σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 3 και το άρθρο 60 παράγραφος 2 στοιχείο α), η ανατίμηση μέσων που απομειώθηκαν σύμφωνα με τα άρθρα 59 έως 62.
72. Ερώτηση (Άρθρο 47)
Το άρθρο 47 προβλέπει τους κανόνες σχετικά με τη μεταχείριση των μετόχων σε περιπτώσεις διάσωσης με ίδια μέσα ή απομείωσης ή μετατροπής κεφαλαιακών μέσων. Ωστόσο, δυνάμει της οδηγίας (ΕΕ) 2018/879, οι εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής δυνάμει του άρθρου 59 διευρύνθηκαν ώστε να καλύπτουν επίσης ορισμένες επιλέξιμες υποχρεώσεις. Γιατί αυτή η αλλαγή δεν αντικατοπτρίζεται στο άρθρο 47;
Απάντηση
Το άρθρο 47 εφαρμόζεται σε «μετόχ[ους] και [..]κατόχ[ους] άλλων μέσων ιδιοκτησίας» στο πλαίσιο της εφαρμογής του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα ή της άσκησης των εξουσιών απομείωσης ή μετατροπής δυνάμει του άρθρου 59.
Η οδηγία (ΕΕ) 2018/879 διεύρυνε το πεδίο εφαρμογής των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής ώστε να συμπεριλαμβάνει τους κατόχους ορισμένων επιλέξιμων υποχρεώσεων. Ωστόσο, δεδομένου ότι οι εν λόγω κάτοχοι δεν μπορούν να θεωρηθούν «μέτοχ[οι] και κάτοχ[οι] άλλων μέσων ιδιοκτησίας» με βάση τους ορισμούς στα σημεία 61 και 62 του άρθρου 2 παράγραφος 1, δεν υπάρχει ανάγκη προσαρμογής του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 47.
Κατά τον ίδιο τρόπο, οι κάτοχοι σχετικών κεφαλαιακών μέσων (που περιλαμβάνονται ήδη στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 59 της οδηγίας BRRD I) δεν επηρεάζονται από τις διατάξεις του άρθρου 47, καθώς ούτε εκείνοι είναι «μέτοχ[οι] και κάτοχ[οι] άλλων μέσων ιδιοκτησίας» με βάση τους προαναφερόμενους ορισμούς.
Σχετικά με την αναφορά του άρθρου 47 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i) στην αποδυνάμωση των μετόχων μέσω της μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων βάσει της εξουσίας που αναφέρεται στο άρθρο 59 παράγραφος 2, θα πρέπει επίσης να θεωρείται ότι περιλαμβάνει τη μετατροπή επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 59. Πράγματι, το άρθρο 60 παράγραφος 1 σχετικά με τη σειρά απομείωσης και μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων αναφέρεται στο στοιχείο α) στην ανάγκη ανάληψης μίας ή αμφότερων των δράσεων που ορίζονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 κατά τη μείωση των κοινών μετοχών της κατηγορίας 1, πριν υπάρξουν επιπτώσεις σε άλλα είδη μέσων.
73. Ερώτηση (Άρθρο 108)
Το άρθρο 108 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της οδηγίας BRRD ορίζει ότι «τα σχετικά συμβατικά έγγραφα και, κατά περίπτωση, το ενημερωτικό δελτίο που σχετίζονται με την έκδοση αναφέρουν ρητά τη χαμηλότερη σειρά κατάταξης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο». Τα εθνικά μέτρα που μεταφέρουν το άρθρο 108 παράγραφος 2 στοιχείο γ) στο εθνικό δίκαιο πρέπει να επιβάλλουν στους εκδότες να αναφέρονται στα έγγραφά τους στα εν λόγω εθνικά μέτρα μεταφοράς ή, αντίθετα, στο άρθρο 108 παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD;
Απάντηση
Η συμβατική αναφορά στη χαμηλότερη κατάταξη της υποχρέωσης που απαιτείται βάσει του άρθρου 108 παράγραφος 2 στοιχείο γ) πρέπει να γίνεται με αναφορά στα εθνικά μέτρα που μεταφέρουν το άρθρο 108 παράγραφος 2 στο κράτος μέλος του εκδότη των χρεωστικών τίτλων. Πάντως, η πρόσθετη αναφορά στον συμβατικό όρο στο άρθρο 108 παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD δεν αντιβαίνει σε αυτό.
74. Ερώτηση (γενική)
Ο όρος «οντότητα», όταν δεν χρησιμοποιείται μαζί με τον όρο «ίδρυμα» (δηλ. στην έκφραση «ίδρυμα ή οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ)»), καλύπτει τα ιδρύματα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο α) επιπροσθέτως των οντοτήτων που αναφέρονται στα στοιχεία β) έως δ) της εν λόγω διάταξης;
Επίσης, στο άρθρο 16α παράγραφος 1, ο όρος «οντότητα» αναφέρεται σε ίδρυμα ή σε χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών που πρέπει να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας σε ενοποιημένη βάση;
Απάντηση
Η συγκεκριμένη σημασία του όρου «οντότητα» εξαρτάται από τις διατάξεις στις οποίες χρησιμοποιείται και από το ποιοι υπάγονται στις υποκείμενες υποχρεώσεις που θεσπίζονται στις εν λόγω διατάξεις ή στις εκεί αναφερόμενες διατάξεις. Θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας BRRD όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1. Ο όρος μπορεί να αναφέρεται σε όλες ή σε ορισμένες από τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ), συμπεριλαμβανομένων των ιδρυμάτων που αναφέρονται στο στοιχείο α).
Στην περίπτωση του άρθρου 16α, η αναφορά στη λέξη «οντότητα» εμπεριέχει όλες τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ) οι οποίες οφείλουν να συμμορφώνονται με τη CBR και τη MREL σύμφωνα με το άρθρο 45, ανεξαρτήτως του εάν αυτό ισχύει σε μεμονωμένη ή σε ενοποιημένη βάση (δηλαδή για την εξωτερική ή την εσωτερική MREL).
ΙΒ. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ SRMR
75. Ερώτηση (Άρθρο 3 του κανονισμού SRMR)
Ο ορισμός της «οντότητας εξυγίανσης» στο άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 24α) του κανονισμού SRMR αναφέρεται μόνο στο Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (SRB) και όχι στις εθνικές αρχές εξυγίανσης. Ο ορισμός αυτός χρησιμοποιείται σε διάφορα άρθρα του κανονισμού SRMR (π.χ. στα άρθρα 12ια, 16, 21 και 27). Μπορούν οι διατάξεις του κανονισμού SRMR που περιέχουν την έκφραση «οντότητα εξυγίανσης» να εφαρμόζονται στις οντότητες εξυγίανσης και στους ομίλους που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 που δεν υπάγονται στην άμεση αρμοδιότητα του SRB;
Απάντηση
Το άρθρο 3 σημείο 24α) του κανονισμού SRMR (διάταξη που αντικατοπτρίζει το άρθρο 2 σημείο 83α) της οδηγίας BRRD) δεν εξουσιοδοτεί το SRB να προσδιορίζει μια οντότητα ως οντότητα εξυγίανσης. Αυτό απορρέει μάλλον από το αντίστοιχο σχέδιο εξυγίανσης που προβλέπει δράση εξυγίανσης σε σχέση με τη συγκεκριμένη οντότητα.
Το άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού SRMR ορίζει ότι οι εθνικές αρχές εξυγίανσης πρέπει να καταρτίζουν και να εγκρίνουν σχέδια εξυγίανσης για τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού SRMR, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφοι 5 έως 13 του κανονισμού SRMR. Η υποχρέωση να προβλέπονται στο σχέδιο εξυγίανσης οι δράσεις εξυγίανσης που είναι δυνατό να εφαρμοστούν σε περίπτωση πτώχευσης θεσπίζεται στο άρθρο 8 παράγραφος 6 του κανονισμού SRMR. Επιπροσθέτως, η απαίτηση προσδιορισμού, για κάθε όμιλο, των οντοτήτων εξυγίανσης και των ομίλων εξυγίανσης προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 10 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού SRMR.
76. Ερώτηση (Άρθρο 10α του κανονισμού SRMR)
Σύμφωνα με το άρθρο 10α παράγραφος 1 του κανονισμού SRMR, όταν μια οντότητα είναι σε κατάσταση κατά την οποία πληροί την CBR, αλλά δεν πληροί την οικεία εξωτερική ή εσωτερική MREL κατά τον υπολογισμό βάσει του TREA, το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (SRB) έχει την εξουσία να απαγορεύσει στην οντότητα να διανέμει ποσό μεγαλύτερο από το M-MDA. Η εξουσία του SRB δυνάμει της συγκεκριμένης διάταξης αφορά όλες τις οντότητες που εμπίπτουν στον κανονισμό SRMR ή μόνο τις οντότητες που υπάγονται στην άμεση αρμοδιότητα του SRB σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2, παράγραφος 4 στοιχείο β) και παράγραφος 5 του κανονισμού SRMR;
Επιπροσθέτως, πώς θα πρέπει το SRB να ασκεί τις εξουσίες που προβλέπονται στο άρθρο 10α του κανονισμού SRMR; Συγκεκριμένα, θα πρέπει στην περίπτωση αυτή οι εθνικές αρχές εξυγίανσης να εφαρμόζουν επίσης τις οδηγίες του SRB σύμφωνα με το άρθρο 29 του κανονισμού SRMR;
Απάντηση
Σύμφωνα με τον καταμερισμό καθηκόντων που προβλέπεται στο άρθρο 7 του κανονισμού SRMR, το SRB μπορεί να ασκεί τις εξουσίες που παραχωρούνται από το άρθρο 10α του κανονισμού SRMR μόνο στις οντότητες που υπάγονται στην άμεση αρμοδιότητά του (δηλαδή στις οντότητες και τους ομίλους που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού SRMR και στις οντότητες και τους ομίλους που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 στοιχείο β) και παράγραφος 5 του κανονισμού SRMR εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή των εν λόγω παραγράφων). Για τις υπόλοιπες οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3, η οικεία εθνική αρχή εξυγίανσης θα πρέπει να είναι εκείνη που ασκεί τις εξουσίες περιορισμού διανομών.
Το άρθρο 10α του κανονισμού SRMR δεν αναφέρει ρητώς σε ποιον θα πρέπει να απευθύνεται η απόφαση του SRB για απαγόρευση των διανομών άνω του M-MDA. Ωστόσο, η απόφαση αυτή συνδέεται στενά με την εφαρμογή της MREL, δεδομένου ότι η εξουσία που αναφέρεται στο άρθρο 10α του κανονισμού SRMR είναι ένα από τα μέτρα μέσω των οποίων πρέπει να αντιμετωπίζεται η παράβαση της MREL, σύμφωνα με το άρθρο 12ι παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού SRMR. Συνδέεται επίσης στενά με την εξάλειψη των ουσιαστικών εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης, δεδομένου ότι το άρθρο 10 παράγραφος 9 δεύτερο εδάφιο του SRMR προσδιορίζει την κατάσταση στην οποία ένα ίδρυμα πληροί τη CBR σε συνδυασμό με τις οικείες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων, αλλά δεν πληροί τη CBR ταυτόχρονα με τη MREL, ως μια κατάσταση που ενδέχεται να δημιουργήσει ουσιαστικό εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης. Και στις δύο περιπτώσεις, οι αποφάσεις του SRB απευθύνονται στις εθνικές αρχές εξυγίανσης, που υποχρεούνται να τις εκτελούν βάσει του άρθρου 29 του κανονισμού SRMR – βλ. άρθρο 12 παράγραφος 5 και άρθρο 10 παράγραφοι 10 έως 12 του κανονισμού SRMR.
Κατ’ αναλογία προς τις διατάξεις αυτές, και βάσει του σκεπτικού που διέπει τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ του SRB και των εθνικών αρχών εξυγίανσης, το άρθρο 10α του κανονισμού SRMR θα πρέπει να ερμηνεύεται κατά την έννοια ότι οι διαπιστώσεις του SRB που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο θα πρέπει να απευθύνονται στις σχετικές εθνικές αρχές εξυγίανσης, οι οποίες πρέπει να τις εκτελούν βάσει του άρθρου 29 του κανονισμού SRMR.
77. Ερώτηση (Άρθρο 10α του κανονισμού SRMR)
Όταν μια οντότητα βρίσκεται σε κατάσταση στην οποία δεν πληροί τη CBR σε συνδυασμό με τις οικείες απαιτήσεις MREL, το SRB έχει την εξουσία να απαγορεύσει στην οντότητα να διανέμει ποσό μεγαλύτερο από το M-MDA βάσει του άρθρου 10α του κανονισμού SRMR μέσω των ενεργειών που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο.
Ωστόσο, το άρθρο 10α του κανονισμού SRMR αναφέρεται μόνο στο SRB και όχι στις εθνικές αρχές εξυγίανσης. Επιπροσθέτως, το άρθρο 10α του κανονισμού SRMR δεν απαριθμείται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο του κανονισμού SRMR. Μπορούν οι εθνικές αρχές εξυγίανσης να αναλαμβάνουν δράση δυνάμει του άρθρου 10α του κανονισμού SRMR σε σχέση με τις οντότητες και τους ομίλους που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού SRMR;
Απάντηση
Με βάση τον καταμερισμό καθηκόντων που προβλέπεται στο άρθρο 7 του κανονισμού SRMR, το SRB μπορεί να ασκεί τις εξουσίες που παραχωρούνται από το άρθρο 10α του κανονισμού SRMR μόνο επί των οντοτήτων που υπάγονται στην άμεση αρμοδιότητά του (δηλαδή των οντοτήτων και των ομίλων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού SRMR και των οντοτήτων και των ομίλων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 στοιχείο β) και παράγραφος 5 του κανονισμού SRMR εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή των εν λόγω παραγράφων) (βλ. επίσης την απάντηση στην ερώτηση 80). Αν και το άρθρο 10α του κανονισμού SRMR δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο διατάξεων του άρθρου 7 παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο του κανονισμού SRMR, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης δικαιούνται παρά ταύτα να ασκούν την εξουσία της απαγόρευσης ορισμένων διανομών δυνάμει της μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο του άρθρου 16α της οδηγίας BRRD.
Παρόλο που το άρθρο 10α του κανονισμού SRMR δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο διατάξεων του άρθρου 7 παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο του κανονισμού SRMR, επισημαίνεται ότι στο συγκεκριμένο άρθρο υπάρχουν αναφορές σε άλλες διατάξεις που εφαρμόζονται ρητώς στις εθνικές αρχές εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού SRMR:
|
— |
στο άρθρο 10 παράγραφος 9 δεύτερο εδάφιο σημείο i) του κανονισμού SRMR περιλαμβάνονται οι συνθήκες που περιγράφονται στο άρθρο 10α παράγραφος 1 του κανονισμού SRMR ως κατάσταση η οποία δημιουργεί ουσιαστικό εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης· |
|
— |
στο άρθρο 12ι παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού SRMR απαριθμούνται οι εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 10α του κανονισμού SRMR ως ένα από τα μέτρα που μπορούν να χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση παράβασης της MREL. |
78. Ερώτηση (Άρθρο 12ια του κανονισμού SRMR)
Σύμφωνα με το άρθρο 12ια παράγραφος 1 του κανονισμού SRMR, το SRB πρέπει να καθορίζει ενδιάμεσα επίπεδα στόχων για τις απαιτήσεις των άρθρων 12στ ή 12ζ του κανονισμού SRMR ή για απαιτήσεις που προκύπτουν από την εφαρμογή του άρθρου 12γ παράγραφος 4, 5 ή 7 του κανονισμού SRMR, ανάλογα με την περίπτωση, τα οποία πρέπει να έχουν επιτύχει από την 1η Ιανουαρίου 2022 οι οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 3.
Πρέπει αυτή η διάταξη να ερμηνεύεται με τρόπο που να υποχρεώνει το SRB να καθορίζει ενδιάμεσα επίπεδα στόχων και για τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού SRMR για τις οποίες οι εθνικές αρχές εξυγίανσης καθορίζουν τη MREL (δηλαδή για τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 3 του κανονισμού SRMR);
Απάντηση
Για τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 3 του κανονισμού SRMR, οι ενδιάμεσοι στόχοι που αναφέρονται στο άρθρο 12ια παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού SRMR θα πρέπει να καθορίζονται από την εθνική αρχή εξυγίανσης, βάσει του καταμερισμού καθηκόντων που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού SRMR.
79. Ερώτηση (Άρθρο 18 του κανονισμού SRMR)
Σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1α του κανονισμού SRMR, το SRB έχει την εξουσία να εγκρίνει καθεστώς εξυγίανσης σε σχέση με κεντρικό οργανισμό και όλα τα πιστωτικά ιδρύματα που συνδέονται μόνιμα με αυτόν και ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης, όταν ο εν λόγω όμιλος εξυγίανσης, ως σύνολο, πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του κανονισμού SRMR.
Ωστόσο, το άρθρο 18 παράγραφος 1α του κανονισμού SRMR αναφέρεται αποκλειστικά στο SRB και όχι στην εθνική αρχή εξυγίανσης. Επιπλέον, το άρθρο 18 παράγραφος 1α του κανονισμού SRMR δεν απαριθμείται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο του κανονισμού SRMR. Έχουν οι εθνικές αρχές την εξουσία δυνάμει του κανονισμού SRMR να εγκρίνουν καθεστώς εξυγίανσης σε σχέση με κεντρικό οργανισμό και τα πιστωτικά ιδρύματα που συνδέονται μόνιμα με αυτόν και ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης;
Απάντηση
Το άρθρο 7 παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο του κανονισμού SRMR δεν περιλαμβάνει αναφορά στο άρθρο 18 παράγραφος 1α του κανονισμού SRMR σχετικά με την εφαρμογή δράσης εξυγίανσης σε σχέση με κεντρικό οργανισμό και όλα τα πιστωτικά ιδρύματα που συνδέονται μόνιμα με αυτόν και ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης.
Ωστόσο, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης εξουσιοδοτούνται να αναλαμβάνουν δράση εξυγίανσης υπό τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1α του κανονισμού SRMR, καθώς το άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο ε) του κανονισμού SRMR ορίζει ότι οι εθνικές αρχές εξυγίανσης εγκρίνουν αποφάσεις εξυγίανσης και εφαρμόζουν τα εργαλεία εξυγίανσης, σύμφωνα με τις σχετικές διαδικασίες και διασφαλίσεις, σε σχέση με τις οντότητες και τους ομίλους υπό την άμεση αρμοδιότητά τους. Το άρθρο 18 παράγραφος 1α του κανονισμού SRMR μπορεί να θεωρηθεί ειδική περίπτωση των προϋποθέσεων που ορίζονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού SRMR.
Επιπλέον, εφαρμόζεται επίσης η εθνική διάταξη που μεταφέρει το άρθρο 32α της οδηγίας BRRD στο εθνικό δίκαιο, καθώς δεν αντίκειται στον κανονισμό SRMR.
80. Ερώτηση (Άρθρο 33 της οδηγίας BRRD)
Γιατί το άρθρο 33 παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD δεν αντικατοπτρίζεται στον κανονισμό SRMR, και τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό;
Απάντηση
Αυτό συνέβαινε ήδη με τον κανονισμό SRMR I και την οδηγία BRRD I.
Σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD, σε περίπτωση που τα θυγατρικά ιδρύματα μιας μεικτής εταιρείας συμμετοχών ανήκουν σε ενδιάμεση χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, οι δράσεις εξυγίανσης για τους σκοπούς της εξυγίανσης του ομίλου πρέπει να αναλαμβάνονται έναντι της ενδιάμεσης χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, και όχι έναντι της μεικτής εταιρείας συμμετοχών. Το συγκεκριμένο άρθρο τροποποιήθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2019/879, αλλά μόνο για να προστεθεί το στοιχείο ότι, κατά τη φάση του σχεδιασμού της εξυγίανσης, η ενδιάμεση χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών πρέπει να χαρακτηρίζεται ως οντότητα εξυγίανσης.
Οι μεικτές εταιρείες συμμετοχών περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας BRRD δυνάμει της αναφοράς σε αυτές στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο γ). Ωστόσο, το άρθρο 2 του κανονισμού SRMR δεν περιλαμβάνει αναφορά στις μεικτές εταιρείες συμμετοχών, πράγμα που σημαίνει ότι δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού SRMR. Ως εκ τούτου, το άρθρο 33 παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD δεν χρειαζόταν να αντικατοπτρίζεται στον κανονισμό SRMR. Επισημαίνεται ότι ούτε το άρθρο 17 παράγραφος 5 στοιχείο ια) της οδηγίας BRRD, το οποίο επιτρέπει στις αρχές εξυγίανσης να απαιτούν από τις μεικτές εταιρείες συμμετοχών την ίδρυση χωριστής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών για τον σκοπό της αντιμετώπισης ή εξάλειψης ουσιαστικών εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης, αντικατοπτρίστηκε στο άρθρο 10 παράγραφος 11 του κανονισμού SRMR.
81. Ερώτηση (Άρθρο 45β)
Υπό το πρίσμα της απάντησης που δόθηκε στην ερώτηση 34 της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 29ης Σεπτεμβρίου 2020, μπορείτε να διευκρινίσετε τι σημαίνει η φράση «οντότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού SRMR»;
Επίσης, εάν τα κράτη μέλη ασκήσουν την επιλογή του άρθρου 45β παράγραφος 8 τελευταίο εδάφιο της οδηγίας BRRD καθορίζοντας ποσοστό άνω του 30 %, θα εφαρμόζεται το ποσοστό αυτό στις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού SRMR και υπόκεινται στην άμεση αρμοδιότητα των εθνικών αρχών εξυγίανσης;
Απάντηση
Οι οντότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού SRMR είναι οι οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 του κανονισμού SRMR. Ο καταμερισμός καθηκόντων μεταξύ του SRB και των εθνικών αρχών εξυγίανσης στο άρθρο 7 του κανονισμού SRMR δεν έχει εφαρμογή όταν αξιολογείται ποιες οντότητες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού SRMR.
Εάν ένα συμμετέχον κράτος μέλος ασκήσει την επιλογή του άρθρου 45β παράγραφος 8 τέταρτο εδάφιο της οδηγίας BRRD και αυξήσει το ποσοστό σε άνω του 30 %, η αύξηση αυτή θα εφαρμόζεται μόνο για τις οντότητες που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού SRMR όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του κανονισμού SRMR. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο κανονισμός SRMR εφαρμόζεται σε όλες τις οντότητες εντός του πεδίου εφαρμογές του, ανεξαρτήτως του καταμερισμού καθηκόντων μεταξύ του SRB και των εθνικών αρχών εξυγίανσης. Όταν μια εθνική αρχή εξυγίανσης ασκεί τα καθήκοντά της σε σχέση με οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού SRMR, πρέπει να εφαρμόζει τους κανόνες του κανονισμού SRMR χρησιμοποιώντας τις εξουσίες που έχουν παραχωρηθεί βάσει των εθνικών κανόνων που μεταφέρουν την οδηγία BRRD στο εθνικό δίκαιο. Αυτό καθίσταται σαφές από το άρθρο 7 του κανονισμού SRMR, και πιο συγκεκριμένα από το πρώτο εδάφιο στοιχείο δ) και το τέταρτο εδάφιο του άρθρου 7 παράγραφος 3.
Πράγματι, ο κανονισμός SRMR, επιπροσθέτως της ανάθεσης στο SRB της κεντρικής εξουσίας εξυγίανσης, επιδίωκε επίσης να προσαρμόσει τους κανόνες και τις αρχές της οδηγίας BRRD στις ιδιαιτερότητες του ενιαίου μηχανισμού εξυγίανσης (ΕΜΕ) και να διασφαλίσει ότι το SRB και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης εφαρμόζουν τους ίδιους ουσιαστικούς κανόνες κατά την έκδοση αποφάσεων βάσει του κανονισμού SRMR. Η προσέγγιση αυτή περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 18, 21 και 23 και, κυρίως, στην αιτιολογική σκέψη 28 του κανονισμού SRMR, η οποία στην τελευταία περίοδό της προβλέπει ότι «[σ]ε ορισμένες περιστάσεις, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης θα πρέπει να εκτελούν τα καθήκοντά τους βάσει του παρόντος κανονισμού και σύμφωνα με αυτόν, ενώ ταυτόχρονα θα ασκούν τις εξουσίες τους δυνάμει της εθνικής νομοθετικής πράξης για τη μεταφορά της οδηγίας 2014/59/ΕΕ στο εθνικό δίκαιο, και σύμφωνα με αυτή, στον βαθμό που δεν θα υπάρχει σύγκρουση με τον παρόντα κανονισμό». Προκύπτει επίσης από το πρώτο εδάφιο του άρθρου 1 του κανονισμού SRMR, το οποίο προβλέπει ότι ο κανονισμός SRMR «θεσπίζει ενιαίους κανόνες και ενιαία διαδικασία για την εξυγίανση των οντοτήτων» που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του SRMR.
Συνεπώς, στις περιπτώσεις στις οποίες υπάρχει απόκλιση μεταξύ του κανονισμού SRMR και των εθνικών κανόνων που μεταφέρουν την οδηγία BRRD στα εθνικά δίκαια, ο κανονισμός SRMR πρέπει να υπερισχύει για τις οντότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 του κανονισμού SRMR.
(1) Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, καθώς και των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 190).
(2) Οδηγία (ΕΕ) 2019/879 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/59/ΕΕ σχετικά με την ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και της οδηγίας 98/26/ΕΚ (ΕΕ L 150 της 7.6.2019, σ. 296).
(3) Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).
(4) Οδηγία (ΕΕ) 2019/878 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση της οδηγίας 2013/36/ΕΕ όσον αφορά τις εξαιρούμενες οντότητες, τις χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών, τις μεικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών, τις αποδοχές, τα μέτρα και τις εξουσίες εποπτείας και τα μέτρα διατήρησης κεφαλαίου (ΕΕ L 150 της 7.6.2019, σ. 253).
(5) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).
(6) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/876 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τον δείκτη μόχλευσης, τον δείκτη καθαρής σταθερής χρηματοδότησης, τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου, τον κίνδυνο αγοράς, τα ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων, τα ανοίγματα έναντι οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα και τις υποχρεώσεις υποβολής αναφορών και δημοσιοποίησης, καθώς και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 150 της 7.6.2019, σ. 1).
(7) Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349).
(8) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2014, περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (ΕΕ L 225 της 30.7.2014, σ. 1).
(9) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/877 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014 όσον αφορά την ικανότητα απορρόφησης ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων επενδύσεων (ΕΕ L 150 της 7.6.2019, σ. 226).
(10) Οδηγία 2014/49/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 149).
(11) Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/565 της Επιτροπής, της 25ης Απριλίου 2016, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις οργανωτικές απαιτήσεις και τους όρους λειτουργίας των επιχειρήσεων επενδύσεων, καθώς και τους ορισμούς που ισχύουν για τους σκοπούς της εν λόγω οδηγίας (ΕΕ L 87 της 31.3.2017, σ. 1).
(12) Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με ορισμένες πτυχές των απαιτήσεων καταλληλότητας που προβλέπονται στη MiFID II, της 6ης Νοεμβρίου 2018, ESMA35-43-1163.
(13) Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ερμηνεία ορισμένων νομικών διατάξεων του αναθεωρημένου πλαισίου εξυγίανσης των τραπεζών σε απάντηση των ερωτήσεων που έθεσαν οι αρχές των κρατών μελών (ΕΕ C 321 της 29.9.2020, σ. 1).
(14) Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ερμηνεία ορισμένων νομικών διατάξεων του αναθεωρημένου πλαισίου εξυγίανσης των τραπεζών σε απάντηση των ερωτήσεων που έθεσαν οι αρχές των κρατών μελών (ΕΕ C 321 της 29.9.2020, σ. 1).
(15) Οδηγία 2002/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουνίου 2002, για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας (ΕΕ L 168 της 27.6.2002, σ. 43).