3.6.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 183/12


Δημοσίευση αίτησης καταχώρισης ονομασίας σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων

(2020/C 183/08)

Η παρούσα δημοσίευση παρέχει το δικαίωμα ένστασης κατά της αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1) εντός τριών μηνών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης.

ΕΝΙΑΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ

«Brački varenik»

Αριθ. ΕΕ: PGI-HR-02454 – 8.4.2019

ΠΟΠ () ΠΓΕ (X)

1.   Ονομασία

«Brački varenik»

2.   Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα

Κροατία

3.   Περιγραφή του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου

3.1.   Τύπος προϊόντος

Κλάση 1.8. Λοιπά προϊόντα του παραρτήματος I της Συνθήκης (μπαχαρικά κ.λπ.)

3.2.   Περιγραφή του προϊόντος για το οποίο ισχύει η ονομασία υπό 1

Το «Brački varenik» είναι ένα προϊόν που χρησιμοποιείται ως καρύκευμα. Παρασκευάζεται με βρασμό του χυμού που λαμβάνεται από τη σύνθλιψη νωπών σταφυλιών ή σταφίδας, έως ότου ο όγκος του μειωθεί περίπου στο ένα τρίτο του αρχικού όγκου. Το «Brački varenik» είναι ένα γλυκό, παχύρρευστο υγρό με τόνους μελιού, ελαφρώς έντονη γεύση και άρωμα σταφυλιών και μετρίως έντονη γεύση καραμέλας. Το χρώμα του «Brački varenik» ποικίλλει από βαθύ κόκκινο έως σκούρο καστανό όταν χρησιμοποιούνται ποικιλίες ερυθρών σταφυλιών, και από σκούρο κίτρινο έως ανοικτό καστανό όταν χρησιμοποιούνται ποικιλίες λευκών σταφυλιών. Κατά τη διάθεσή του στην αγορά, το «Brački varenik» πρέπει να έχει περιεκτικότητα σε διαλυτή ξηρά ουσία (προσδιορίζεται μέσω διαθλασιμετρίας) τουλάχιστον 45 % και τιμή pH 3-5 (όταν αραιώνεται με νερό σε 25 % ξηράς ουσίας). Το «Brački varenik» διατίθεται στην αγορά σε γυάλινες φιάλες μέγιστου όγκου 0,5 l.

3.3.   Ζωοτροφές (μόνο για προϊόντα ζωικής προέλευσης) και πρώτες ύλες (μόνο για μεταποιημένα προϊόντα)

Το «Brački varenik» παράγεται από γηγενείς οινοποιήσιμες ποικιλίες αμπέλου, δηλαδή από τις ερυθρές ποικιλίες Babić, Crljenak και Plavac mali και από τη λευκή ποικιλία Maraština. Οι ποικιλίες αυτές πρέπει να αποτελούν —μεμονωμένα ή συνδυαστικά— τουλάχιστον το 80 % του προϊόντος, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό πρέπει να προέρχεται από άλλες ποικιλίες αμπέλων της νήσου Brač.

3.4.   Ειδικά στάδια της παραγωγής τα οποία πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής

Όλα τα στάδια της παραγωγής του «Brački varenik», από τη συγκομιδή, τη σύνθλιψη και τη διήθηση των σταφυλιών έως τον βρασμό τους, πρέπει να εκτελούνται εντός της περιοχής παραγωγής που προσδιορίζεται στο σημείο 4.

3.5.   Ειδικοί κανόνες για τον τεμαχισμό, το τρίψιμο, τη συσκευασία κ.λπ. του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η καταχωρισμένη ονομασία

3.6.   Ειδικοί κανόνες για την επισήμανση του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η καταχωρισμένη ονομασία

Στην ετικέτα του προϊόντος που διατίθεται στην αγορά, η ονομασία «Brački varenik» πρέπει να είναι περισσότερο εμφανής από οποιαδήποτε άλλη ένδειξη από άποψη μεγέθους, τύπου και χρώματος της γραμματοσειράς (τυπογραφία). Το μέγεθος της επωνυμίας του παραγωγού δεν πρέπει να υπερβαίνει το 70 % του μεγέθους της ονομασίας του προϊόντος.

4.   Συνοπτική οριοθέτηση της γεωγραφικής περιοχής

Το «Brački varenik» παράγεται στη νήσο Brač, η οποία ανήκει διοικητικά στην κομητεία Split-Dalmatia και χωρίζεται σε οκτώ μονάδες τοπικής αυτοδιοίκησης: την πόλη Supetar και τις κοινότητες Postira, Pučišća, Selca, Bol, Nerežišća, Milna και Sutivan. Στα βόρεια χωρίζεται από την ηπειρωτική χώρα με το κανάλι του Brač, στα δυτικά από τη νήσο Šolta με τον πορθμό Splitska vrata και στα νότια από τη νήσο Hvar με το κανάλι του Hvar.

5.   Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή

Η αιτιώδης σχέση μεταξύ του «Brački varenik» και της νήσου Brač βασίζεται στη φήμη του προϊόντος, καθώς και στην ειδική παραδοσιακή μέθοδο παραγωγής και τη συνταγή του που διατηρούνται έως σήμερα και οι οποίες είναι χαρακτηριστικές της συγκεκριμένης γεωγραφικής περιοχής.

Υπάρχουν τρεις διαφορετικές γεωμορφολογικές περιοχές στη νήσο Brač: μια παράκτια ζώνη χαμηλότερου υψόμετρου (έως 170 m), ένα κεντρικό οροπέδιο (έως 400 m) και μια πιο ορεινή περιοχή. Το συνηθέστερο μητρικό υπόστρωμα στη νήσο Brač είναι κρητιδικός ασβεστόλιθος και δολομίτης, επάνω στο οποίο έχουν σχηματιστεί βραχώδη, μαύρα, καστανά, ερυθρά και ανθρωπογενή εδάφη. Τα πλέον κατάλληλα είδη προς καλλιέργεια στους συγκεκριμένους τύπους εδάφους είναι οι ακόλουθες παραδοσιακές μεσογειακές καλλιέργειες: ελιές, αμπέλια και εσπεριδοειδή, σύκα, καθώς και αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά.

Η αμπελουργία έχει μακρά και πλούσια παράδοση και αποτελεί τον σημαντικότερο κλάδο της γεωργίας στη νήσο Brač. Το γεγονός αυτό καταδεικνύεται από τη συνεχή καλλιέργεια αμπέλων στην περιοχή από τους αρχαίους χρόνους. Δεδομένου ότι το έδαφος στη νήσο Brač είναι κατά κύριο λόγο ορεινό, οι κάτοικοι της περιοχής, για να δημιουργήσουν όσο το δυνατόν περισσότερες καλλιεργήσιμες εκτάσεις, καλλιεργούσαν το ανθρωπογενές έδαφος καθαρίζοντας, σκάβοντας και λιπαίνοντας τη γη για να κατασκευάσουν αναβαθμίδες. Με το σκάψιμο της γης και την κατασκευή αναβαθμίδων, διατηρούσαν τη γονιμότητα του εδάφους και διευκόλυναν την καλλιέργεια της γης, συνηθέστερα για την καλλιέργεια αμπέλων.

Η μακραίωνη παράδοση της καλλιέργειας αμπέλων στη νήσο Brač, η επίδραση της τεχνογνωσίας και της εμπειρογνωσίας στην επιλογή των πλέον κατάλληλων ποικιλιών αμπέλου για τις φυσικές συνθήκες της γεωγραφικής περιοχής, η μέθοδος καλλιέργειας και η τεχνική παραγωγής είναι ορισμένοι μόνο από τους ανθρώπινους παράγοντες που έχουν επηρεάσει σε καθοριστικό βαθμό την ποιότητα των σταφυλιών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του «Brački varenik».

Οι κύριες ποικιλίες αμπέλου που καλλιεργούνται στη νήσο Brač και χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του «Brački varenik» είναι οι ποικιλίες Babić, Crljenak, Plavac mali και Maraština, των οποίων οι αμπελώνες βρίσκονται σε πλαγιές με νότιο προσανατολισμό. Στη νήσο Brač επικρατεί θερμό μικροκλίμα, καθώς βρίσκεται στη νότια Δαλματία, η οποία χαρακτηρίζεται από ήπιο μεσογειακό κλίμα (τύπου Csa) με θερμά, ξηρά καλοκαίρια, ήπιους χειμώνες και υψηλές μέσες ετήσιες θερμοκρασίες (21,8 °C κατά τη διάρκεια της περιόδου βλάστησης), έντονη ηλιοφάνεια και επιρροές από τη θάλασσα. Κατά τη διάρκεια της θερμής περιόδου του έτους, άνεμοι —την ημέρα ο μαΐστρος, τη νύχτα ο burin— πνέουν πάνω από τις πλαγιές που έχουν νότιο προσανατολισμό, μετριάζοντας την έντονη καλοκαιρινή ζέστη. Η νήσος Brač βρίσκεται στην πλέον ηλιόλουστη περιοχή της Αδριατικής, με περίπου 2 600 ώρες ηλιοφάνειας ετησίως, και το στοιχείο αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό για την ωρίμαση των σταφυλιών.

Οι κάτοικοι της νήσου Brač χρησιμοποιούν τα σταφύλια αυτά όχι μόνο για την παραγωγή οίνου αλλά και για την παρασκευή του ιδιότυπου προϊόντος «Brački varenik», το οποίο παρασκευάζεται με βρασμό του χυμού των σταφυλιών και χρησιμοποιείται ως βασικό καρύκευμα σε παραδοσιακά πιάτα της νήσου Brač.

Απόδειξη της χρήσης του «Brački varenik» ως καρυκεύματος ήδη από τους αρχαίους ρωμαϊκούς χρόνους αποτελεί η περιγραφή του Μάρκου Γάβιου Απίκιου για τη μέθοδο παραγωγής του προϊόντος ((V. Vodanović Kukec, 1997, Iz pijata i žmula, Korijeni bračke kuhinje). Σε ιστορικά αρχεία που χρονολογούνται από το 1885, ο S. Bulimbašić αναφέρει ότι «“το Brački varenik” παρασκευάζεται σύμφωνα με παραδοσιακή συνταγή στην οικογενειακή εκμετάλλευση Didolić της νήσου Brač και προορίζεται για τις καλύτερες κουζίνες της Βιέννης, όπου χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης και είναι ιδιαίτερα περιζήτητο ως καρύκευμα» (S. Bulimbašić, Brački varenik, δημοσιεύτηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2011).

Καθώς το «varenik» παραγόταν από τους αρχαίους χρόνους, στο τέλος του 18ου αιώνα οι κάτοικοι της νήσου Brač επιδίωξαν να σώσουν από τη λήθη το χαρακτηριστικό άρωμα μελιού καθώς και τη γεύση και το άρωμα του καρυκεύματος αυτού που παρασκευαζόταν από σταφύλια, σύμφωνα με συνταγή που φυλασσόταν για εκατοντάδες χρόνια από τις παλιές οικογένειες της νήσου Brač. Το «Brački varenik» παρασκευαζόταν κατά παράδοση στο πλαίσιο ειδικής κοινωνικής εκδήλωσης που αποτελούσε μέρος του «jematva», ή τρύγου, και πραγματοποιούνταν τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο. Στην εκδήλωση συμμετείχαν τοπικοί παραγωγοί οι οποίοι χρησιμοποιούσαν την εκτενή τεχνογνωσία και τις ικανότητές τους για να επιλέξουν τα καλύτερα σταφύλια των γηγενών ερυθρών ποικιλιών Babić, Crljenak και Plavac mali ή της λευκής ποικιλίας Maraština. Τα σταφύλια τοποθετούνταν σε χωριστά καλάθια και, στο τέλος του τρύγου, συνθλίβονταν και πιέζονταν με το χέρι για να παραχθεί ένας χυμός νωπών σταφυλιών τον οποίο έβραζαν σε σιγανή φωτιά (για περισσότερες από 10 ώρες σε ορισμένες περιπτώσεις) σε ένα μεγάλο καζάνι γνωστό ως «kotlenka». Το «Brački varenik» έβραζε για πολλές ώρες κατά τη διάρκεια της νύχτας, συνήθως έως το επόμενο πρωί, με την επίβλεψη κυρίως των γυναικών, μέχρι να σχηματιστεί ένα παχύρρευστο υγρό. Οι γηγενείς ερυθρές και λευκές ποικιλίες —Babić, Crljenak, Plavac mali και Maraština— έχουν υψηλό σακχαρικό τίτλο, ο οποίος είναι απαραίτητος για το τελικό προϊόν. Η μακραίωνη αυτή παράδοση παρασκευής του «Brački varenik» έχει διαφυλαχθεί μέχρι σήμερα και αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο του τρόπου ζωής των κατοίκων της νήσου Brač.

Η φήμη του «Brački varenik» αντικατοπτρίζεται στην επανεμφάνισή του ως βασικού στοιχείου των καταλόγων των εστιατορίων της νήσου Brač, καθώς χρησιμοποιείται ως βασικό καρύκευμα σε μια σειρά παραδοσιακών πιάτων της νήσου Brač (Slobodna Dalmacija, άρθρο με τίτλο «Tajni recepti bračkih nona», 2014, και Slobodna Dalmacija, άρθρο με τίτλο «Supetar pjati puni kuharskih čudesa», 2015).

Η καλλιέργεια των αμπέλων, η παραγωγή των σταφυλιών και τα προϊόντα που προέρχονται από αυτά αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας του νησιού εδώ και αιώνες.

Οι ποικιλίες αμπέλων (Babić, Crljenak, Plavac mali και Maraština) που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή του «Brački varenik», οι πολυάριθμες ημέρες ηλιοφάνειας κατά τις οποίες ωριμάζουν τα σταφύλια, το κατάλληλο κλίμα, το γόνιμο έδαφος, καθώς και η καλλιέργεια σε αναβαθμίδες και η θέση των αμπελώνων αυξάνουν τον σακχαρικό τίτλο των σταφυλιών, ο οποίος αποτελεί ουσιώδη παράγοντα για τη μέθοδο παραγωγής του «Brački varenik», καθώς μειώνει τον χρόνο βρασμού.

Η φήμη του «Brački varenik» και της παραδοσιακής μεθόδου παραγωγής του μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι πρόκειται για τοπικό προϊόν από τη νήσο Brač με μακρά ιστορία. Η συνταγή για το προϊόν αυτό βασίζεται στην εκτενή πείρα των κατοίκων της νήσου Brač, κληροδοτείται από γενιά σε γενιά και συνδέεται στενά με την οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή.

Η φήμη του «Brački varenik» πιστοποιείται επίσης από τη σταθερή ετήσια παρουσία του σε διάφορα φεστιβάλ, από τα πολυάριθμα βραβεία που έχει λάβει και από την αναφορά του σε διάφορα άρθρα στον Τύπο (Dani varenika na otoku Braču, 2015, Ομάδα παραγωγών Supetar, Brački varenik na Markovom trgu, 2017, και εμπορική έκθεση GAST, Izvorni brački varenik otrgnut od zaborava, 2017).

Ο δεσμός ανάμεσα στην ονομασία «Brački varenik» και τη γεωγραφική περιοχή της νήσου Brač είναι επίσης εμφανής στην προώθηση του τουρισμού: το τουριστικό συμβούλιο της πόλης Supetar έχει ανακηρύξει το «Brački varenik» απαραίτητο καρύκευμα των τοπικών εδεσμάτων της νήσου Brač και του καταλόγου των προϊόντων που επιβάλλεται να δοκιμάσει κανείς κατά τη διάρκεια των διακοπών του στη νήσο Brač [τουριστικό συμβούλιο Supetar, Croatian Hot Spots (Δημοφιλή σημεία ενδιαφέροντος στην Κροατία), Μάρτιος 2017].

Για να σωθεί από τη λήθη η παράδοση παραγωγής του «Brački varenik», διοργανώνονται στη νήσο Brač εργαστήρια με σκοπό τη μεταβίβαση των παραδοσιακών δεξιοτήτων που απαιτούνται για την παρασκευή αυτού του προϊόντος στις νεότερες γενιές. Ένα εργαστήριο αυτού του είδους σχετικά με τον τρόπο παρασκευής του «Brački varenik» πραγματοποιήθηκε στο δημοτικό σχολείο της πόλης Supetar (Δημοτικό σχολείο Supetar, Eko kutak, 2016).

Παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών του προϊόντος

(άρθρο 6 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος κανονισμού)

https://poljoprivreda.gov.hr/UserDocsImages/dokumenti/hrana/zoi-zozp-zts/Izmijenjena_Specifikacija_Proizvoda_Bracki_Varenik.pdf


(1)  ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 1.