30.10.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 366/4


ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

της 18ης Σεπτεμβρίου 2020

σχετικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 όσον αφορά την εξαίρεση ορισμένων δεικτών αναφοράς συναλλαγματικών ισοτιμιών τρίτων χωρών και τον καθορισμό δεικτών αναφοράς αντικατάστασης για ορισμένους δείκτες αναφοράς που τίθενται σε παύση

(CON/2020/20)

(2020/C 366/04)

Εισαγωγή και νομική βάση

Στις 8 Σεπτεμβρίου 2020 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έλαβε αίτημα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διατύπωση γνώμης σχετικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) 2016/1011 όσον αφορά την εξαίρεση ορισμένων δεικτών αναφοράς συναλλαγματικών ισοτιμιών τρίτων χωρών και τον καθορισμό δεικτών αναφοράς αντικατάστασης για ορισμένους δείκτες αναφοράς που τίθενται σε παύση (1) (εφεξής ο «προτεινόμενος κανονισμός»).

Η γνωμοδοτική αρμοδιότητα της ΕΚΤ βασίζεται στα άρθρα 127 παράγραφος 4 και 282 παράγραφος 5 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένου ότι ο προτεινόμενος κανονισμός περιέχει διατάξεις οι οποίες α) αφορούν τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής και, επομένως, επηρεάζουν το βασικό καθήκον του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) για τη χάραξη και την εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής κατά το άρθρο 127 παράγραφος 2 της Συνθήκης και β) επηρεάζουν τη συμβολή του ΕΣΚΤ στην εκ μέρους των αρμόδιων αρχών ομαλή άσκηση πολιτικών που αφορούν τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος κατά το άρθρο 127 παράγραφος 5 της Συνθήκης. Η παρούσα γνώμη εκδόθηκε από το διοικητικό συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 17.5 πρώτη πρόταση του εσωτερικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Γενικές παρατηρήσεις

1.    Στόχοι του προτεινόμενου κανονισμού

1.1

Η ΕΚΤ επικροτεί τον κύριο στόχο του προτεινόμενου κανονισμού, ήτοι την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) διά της ανάθεσης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξουσίας καθορισμού, με εκτελεστική πράξη, νόμιμου επιτοκίου αντικατάστασης που θα αντικαταστήσει εκ του νόμου ορισμένους δείκτες αναφοράς των οποίων η τυχόν παύση της δημοσίευσης μπορεί να προκαλέσει σημαντικές διαταραχές στη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών της Ένωσης και οι οποίοι τελούν υπό εποπτευόμενη διαδικασία ομαλής παύσης (3). Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της εκτελεστικής πράξης της Επιτροπής ο δείκτης αναφοράς αντικατάστασης που θα ορίζεται σε αυτή θα αντικαθιστά εκ του νόμου κάθε παραπομπή σε δείκτη αναφοράς που έχει παύσει να δημοσιεύεται, η οποία περιέχεται σε χρηματοπιστωτικές συμβάσεις, χρηματοπιστωτικά μέσα και μετρήσεις της απόδοσης επενδυτικού κεφαλαίου που διέπονται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1011 και δεν περιέχουν κατάλληλες εφεδρικές διατάξεις.

1.2

Η ΕΚΤ θεωρεί ότι πρόκειται για ένα χρήσιμο πρόσθετο εργαλείο το οποίο θα καλύψει το νομικό κενό που δημιουργείται όταν συμβάσεις συνομολογούμενες με εποπτευόμενες οντότητες κατά τον ορισμό του άρθρου 3 σημείο 17 του κανονισμού 2016/1011 (4) (εφεξής οι «εποπτευόμενες οντότητες της Ένωσης») παραπέμπουν σε δείκτη αναφοράς του οποίου η παύση δημοσίευσης θα μπορούσε να προκαλέσει σημαντικές διαταραχές στη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών της Ένωσης, χωρίς οι ίδιες αυτές συμβάσεις να προβλέπουν ή να περιέχουν κατάλληλο εφεδρικό επιτόκιο αναφοράς. Η κάλυψη αυτή θα συμβάλει στον μετριασμό τόσο του κινδύνου αδυναμίας εκπλήρωσης των συμβάσεων όσο και του κινδύνου για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, τους οποίους μπορεί να προκαλέσει η παύση του οικείου δείκτη αναφοράς.

1.3

Η ΕΚΤ υποστηρίζει επίσης την προτεινόμενη εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 δεικτών αναφοράς συναλλαγματικών ισοτιμιών τρίτων χωρών που παραπέμπουν σε τρέχουσα συναλλαγματική ισοτιμία μη ελεύθερα μετατρέψιμου νομίσματος τρίτης χώρας, εφόσον πληρούνται και τα λοιπά κριτήρια του προτεινόμενου κανονισμού (5). Μετά το 2021 η χρησιμοποίηση αυτών των δεικτών αναφοράς συναλλαγματικών ισοτιμιών τρίτων χωρών δεν θα επιτρέπεται στην Ένωση (6), με εξαίρεση όσους παρέχονται από κεντρικές τράπεζες, εκτός αν εφαρμόζεται διαδικασία ισοδυναμίας αναγνώρισης ή προσυπογραφής τους. Η ΕΚΤ κρίνει ως προβληματική την εκπλήρωση αυτής της προϋπόθεσης, διότι οι συγκεκριμένοι δείκτες αναφοράς δεν ρυθμίζονται εκτός της Ένωσης. Πάντως, παρά την προτεινόμενη εξαίρεση των δεικτών αυτών από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011, οι εποπτευόμενες οντότητες της Ένωσης θα μπορούν να συνεχίσουν να τους χρησιμοποιούν.

Ειδικές παρατηρήσεις

2.    Το συμφέρον και ο ρόλος της ΕΚΤ όσον αφορά τη στήριξη της μετάβασης της αγοράς σε επιτόκια σχεδόν μηδενικού κινδύνου

2.1

Οι δείκτες αναφοράς, ιδίως επιτοκίου, ή τα διατραπεζικά επιτόκια είναι σημαντικά στοιχεία της λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών και της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Η μετάδοση της νομισματικής πολιτικής στην ευρύτερη οικονομία βασίζεται στην ικανότητα της ΕΚΤ να παρακολουθεί τις μεταβολές στους δείκτες αναφοράς στις χρηματαγορές σε συνάρτηση με τις μεταβολές στα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ. Ως εκ τούτου, η απουσία εύρωστων και αξιόπιστων δεικτών αναφοράς ενδέχεται να πυροδοτήσει διαταραχές στις χρηματοπιστωτικές αγορές, με δυνητικά δυσμενή αντίκτυπο στη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ μέσω των αποφάσεών της και στην ικανότητα του Ευρωσυστήματος να συμβάλει στην εκ μέρους των αρμοδίων αρχών ομαλή άσκηση πολιτικών που αφορούν τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

2.2

Ενόψει των παραπάνω κινδύνων η ΕΚΤ εκτελεί διάφορα καθήκοντα στο πλαίσιο της στήριξης της μετάβασης των χρηματοπιστωτικών αγορών από τους δείκτες αναφοράς κρίσιμης σημασίας στη ζώνη του ευρώ στη χρήση επιτοκίων σχεδόν μηδενικού κινδύνου. Το 2017, από κοινού με την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών και την Αρχή Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών και Αγορών του Βελγίου (Financial Services and Markets Authority - FSMΑ), η ΕΚΤ συγκρότησε ομάδα εργασίας για τα επιτόκια μηδενικού κινδύνου του ευρώ, την οποία υποστηρίζει γραμματειακά. Ακόμη, από τον Οκτώβριο του 2019 η ΕΚΤ δημοσιεύει, με βάση στοιχεία που είναι ήδη διαθέσιμα στο Ευρωσύστημα, το επιτόκιο μίας ημέρας για μη εξασφαλισμένες τοποθετήσεις σε ευρώ (€STR), σκοπός του οποίου είναι να λειτουργεί συμπληρωματικά των υφιστάμενων επιτοκίων αναφοράς του ιδιωτικού τομέα και ως δικλίδα ασφαλείας. Η ομάδα εργασίας εισηγήθηκε την αντικατάσταση του ΕΟΝΙΑ, το οποίο θα καταργηθεί από το 2022, από το €STR ως επιτόκιο μηδενικού κινδύνου του ευρώ. Επιπλέον, η ΕΚΤ συμμετέχει στη Συντονιστική Ομάδα του Επίσημου Τομέα (Official Sector Steering Group), η οποία κατευθύνει το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας κατά την αξιολόγηση της προόδου όσον φορά τη μετάβαση σε επιτόκια σχεδόν μηδενικού κινδύνου παγκοσμίως.

3.    Καθορισμός νόμιμου επιτοκίου αντικατάστασης δείκτη αναφοράς πλην του LIBOR

Ενόψει της ενδεχόμενης παύσης του επιτοκίου London Interbank Offered Rate (LIBOR) (7) με τη λήξη του 2021, η ΕΚΤ σημειώνει ότι η προτεινόμενη εξουσία της Επιτροπής να καθορίζει επιτόκιο αντικατάστασης εστιάζει κυρίως στις συμβάσεις που συνομολογούνται με εποπτευόμενες οντότητες της Ένωσης και παραπέμπουν στο LIBOR. Στο πλαίσιο αυτό η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου (ΗΒ) ανακοίνωσε πρόσφατα την πρόθεσή της να τροποποιήσει τις διατάξεις των κανονισμών της για τους δείκτες αναφοράς, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι μέχρι το τέλος του 2021 η Αρχή Χρηματοοικονομικής Συμπεριφοράς του ΗΒ (Financial Conduct Authority) θα διαθέτει τις δέουσες κανονιστικές αρμοδιότητες για τη διαχείριση και καθοδήγηση των συναφών διαδικασιών στη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που τυχόν θα προηγηθεί της ενδεχόμενης παύσης του LIBOR κατά τρόπο που να διασφαλίζει, μεταξύ άλλων, την ακεραιότητα της αγοράς (8). Δεδομένης της ουδέτερης διατύπωσης του προτεινόμενου κανονισμού όσον αφορά την ως άνω εξουσία της Επιτροπής, η ΕΚΤ παρατηρεί ότι η εφαρμογή του κανονισμού ενδέχεται να καταλαμβάνει και συμβάσεις που παραπέμπουν σε άλλους δείκτες αναφοράς, όπως π.χ. στο επιτόκιο Euro Interbank Offered Rate (EURIBOR), εφόσον πληρούνται οι όροι πλαισίου που καθορίζονται στον προτεινόμενο κανονισμό και στην εκτελεστική πράξη της Επιτροπής όσον αφορά τον οικείο δείκτη αναφοράς.

4.    Προγραμματισμός έκτακτης ανάγκης από τις εποπτευόμενες οντότητες της Ένωσης

4.1

Η ΕΚΤ παρατηρεί ότι το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 απαιτεί από τις εποπτευόμενες οντότητες της Ένωσης (πλην των διαχειριστών δείκτη αναφοράς) που χρησιμοποιούν δείκτη αναφοράς, συμπεριλαμβανομένων των πιστωτικών ιδρυμάτων, να καταρτίζουν και να διατηρούν άρτια έγγραφα σχέδια που θα καθορίζουν τις ενέργειές τους σε περίπτωση σημαντικής αλλαγής ή διακοπής στην εφαρμογή ενός δείκτη αναφοράς. Όπου είναι εφικτό και ενδεδειγμένο, απαιτείται από τις εποπτευόμενες οντότητες της Ένωσης να προσδιορίζουν στα οικεία σχέδια έκτακτης ανάγκης έναν ή περισσότερους εναλλακτικούς δείκτες αναφοράς δυνάμενους να χρησιμοποιηθούν ως υποκατάστατα των δεικτών αναφοράς που παύουν να παρέχονται, εκθέτοντας τους λόγους που δικαιολογούν την καταλληλότητά τους ως εναλλακτικής λύσης. Επιπλέον, οι εν λόγω οντότητες πρέπει να υποβάλλουν τα ως άνω σχέδια και κάθε επικαιροποίησή τους στην οικεία αρμόδια αρχή, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, και να μεριμνούν για την αποτύπωσή τους στις συμβατικές σχέσεις με τους πελάτες (9). Η ΕΚΤ αντιλαμβάνεται συναφώς ότι ο καθορισμός νόμιμου επιτοκίου αντικατάστασης από την Επιτροπή, αφενός, θα συνιστά πρόσθετο εργαλείο δυνάμενο να χρησιμοποιηθεί σε περίπτωση παύσης δείκτη αναφοράς υπό τις προϋποθέσεις του προτεινόμενου κανονισμού και, αφετέρου, δεν θα επηρεάζει ούτε θα θίγει τις υποχρεώσεις προγραμματισμού έκτακτης ανάγκης που υπέχουν οι εποπτευόμενες οντότητες της Ένωσης δυνάμει του άρθρου 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011.

4.2

Η ΕΚΤ δημοσίευσε πρόσφατα μια οριζόντια αξιολόγηση της ετοιμότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων για μεταρρυθμίσεις των δεικτών αναφοράς επιτοκίου (10), κατόπιν της διεξαγωγής άσκησης οριζόντιου απολογισμού του αντίκτυπου των μεταρρυθμίσεων δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 στα εποπτευόμενα πιστωτικά ιδρύματα εντός του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού. Η ΕΚΤ δημοσίευσε επίσης στον δικτυακό της τόπο ξεχωριστή έκθεση σχετικά με τις προετοιμασίες των πιστωτικών ιδρυμάτων για τις μεταρρυθμίσεις των δεικτών αναφοράς επιτοκίου (11), η οποία παραθέτει ορισμένες ορθές πρακτικές που μπορούν να τα συνδράμουν στον προγραμματισμό της μετάβασής τους όσον αφορά τους οικείους δείκτες αναφοράς. Τα συμπεράσματα των εκθέσεων αυτών τονίζουν τη σημασία της επιτάχυνσης των προετοιμασιών των πιστωτικών ιδρυμάτων ενόψει της μετάβασής τους στη χρήση επιτοκίων μηδενικού κινδύνου, κυρίως μέσω του σχεδιασμού και της εφαρμογής ενεργειών μετριασμού του ως άνω αντίκτυπου και μέσω του καθορισμού εύρωστων και κατάλληλων εφεδρικών μηχανισμών στα συμβατικά τους έγγραφα. Ως εκ τούτου, η ΕΚΤ θεωρεί ότι η προτεινόμενη πρόβλεψη μηχανισμού νόμιμου επιτοκίου αντικατάστασης δεν αποτελεί εναλλακτική της μετάβασης από το EURIBOR ή το LIBOR στις περιπτώσεις που είναι εφικτή η τροποποίηση της οικείας σύμβασης.

5.    Συστάσεις της ομάδας εργασίας για τα επιτόκια μηδενικού κινδύνου του ευρώ

5.1

Η ΕΚΤ παρατηρεί ότι, σύμφωνα με τον προτεινόμενο κανονισμό, κατά την έκδοση της εκτελεστικής πράξης για τον καθορισμό δείκτη αναφοράς αντικατάστασης η Επιτροπή θα λαμβάνει υπόψη τυχόν σύσταση ομάδας εργασίας εναλλακτικών επιτοκίων αναφοράς που θα λειτουργεί υπό την αιγίδα της κεντρικής τράπεζας η οποία είναι αρμόδια για το νόμισμα έκφρασης των επιτοκίων του δείκτη αναφοράς αντικατάστασης (12).

5.2

Η ΕΚΤ επισημαίνει συναφώς ότι η ομάδα εργασίας για τα επιτόκια μηδενικού κινδύνου του ευρώ συστάθηκε από την ΕΚΤ, την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών, την FSMA και την Επιτροπή και ότι η ίδια η ΕΚΤ παρέχει υπηρεσίες γραμματειακής υποστήριξης στην ομάδα αυτή και μετέχει στις εργασίες της ως παρατηρητής από τη σύστασή της. Εντούτοις, οι συστάσεις που εκδίδονται στο πλαίσιο αυτό αποτυπώνουν αποκλειστικά τη γνώμη της εν λόγω ομάδας εργασίας του ιδιωτικού τομέα, χωρίς η ΕΚΤ να αναλαμβάνει οποιαδήποτε ευθύνη ως προς το περιεχόμενό τους. Ακόμη, το γεγονός ότι η ΕΚΤ παρέχει υπηρεσίες γραμματειακής υποστήριξης δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η ίδια συμμερίζεται τις απόψεις που διατυπώνονται στις συστάσεις της ομάδας εργασίας (13).

6.    Εφαρμοστέο δίκαιο στις επηρεαζόμενες συμβάσεις

Η ΕΚΤ αντιλαμβάνεται ότι το επιτόκιο αντικατάστασης που καθορίζεται σύμφωνα με τον προτεινόμενο κανονισμό θα αντικαθιστά τον οικείο δείκτη από την ημερομηνία κατά την οποία αυτός θα παύει να δημοσιεύεται σε όλες τις παλαιού τύπου συμβάσεις ή τα μέσα που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/101 και αφορούν εποπτευόμενες οντότητες της Ένωσης, ανεξάρτητα από το εφαρμοστέο δίκαιο της σύμβασης ή του μέσου ή από τον τόπο αδειοδότησης ή δημοσίευσης του δείκτη αναφοράς. Η βούληση αυτή του νομοθέτη προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση (14), η οποία διευκρινίζει ότι το νόμιμο επιτόκιο αντικατάστασης θα αντικαθιστά εκ του νόμου κάθε αναφορά σε δείκτη αναφοράς που τίθεται σε παύση σε όλες τις συμβάσεις στις οποίες εποπτευόμενη οντότητα της Ένωσης είναι συμβαλλόμενο μέρος.

7.    Πεδίο εφαρμογής των επηρεαζόμενων συμβάσεων

Όπως προαναφέρθηκε, η εξουσία της Επιτροπής για τον καθορισμό του επιτοκίου αντικατάστασης σύμφωνα με τον προτεινόμενο κανονισμό θα καταλαμβάνει τις παλαιού τύπου συμβάσεις οι οποίες καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1011 και στις οποίες εποπτευόμενη οντότητα της Ένωσης είναι συμβαλλόμενο μέρος. Η αιτούσα αρχή καλείται να εξετάσει τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των συμβάσεων που θα υπάγονται στην εν λόγω προτεινόμενη εξουσία της Επιτροπής, ούτως ώστε το καθοριζόμενο επιτόκιο αντικατάστασης να μπορεί να εφαρμόζεται σε σύμβαση η οποία περιέχει δείκτη αναφοράς προς αντικατάσταση και διέπεται από δίκαιο κράτους μέλους της Ένωσης, ανεξάρτητα από το αν είναι ή δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της εποπτευόμενη οντότητα της Ένωσης. Αυτό θα συμβάλει στην αποτροπή του κατακερματισμού που ενδέχεται να επέλθει στην αγορά της Ένωσης όσον αφορά παρόμοιες συμβάσεις, ιδίως διασυνοριακές, που αναφέρονται σε δείκτες αναφοράς, καθώς είναι πιθανόν ορισμένες εξ αυτών να επηρεάζονται από τον καθορισμό του επιτοκίου αντικατάστασης, ενώ άλλες όχι.

8.    Κριτήρια ακαταλληλότητας των εφεδρικών διατάξεων

Η ΕΚΤ παρατηρεί ότι ο προτεινόμενος κανονισμός δεν παραθέτει τα κριτήρια καθορισμού της ακαταλληλότητας των εφεδρικών διατάξεων συμβάσεων που παραπέμπουν σε δείκτη αναφοράς ο οποίος παύει να δημοσιεύεται και που, ως εκ τούτου, εμπίπτουν στην κατηγορία συμβάσεων που υπόκεινται σε εφαρμογή επιτοκίου αντικατάστασης όταν η παύση της δημοσίευσης θεωρείται ότι μπορεί να προκαλέσει σημαντικές διαταραχές στη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών της Ένωσης. Η ΕΚΤ αντιλαμβάνεται ότι τόσο αυτό το ζήτημα όσο και πολλές άλλες πτυχές αναμένεται να αποσαφηνιστούν στην εκτελεστική πράξη που θα εκδώσει η Επιτροπή κατόπιν δέουσας δημόσιας διαβούλευσης με τους ενδιαφερόμενους φορείς σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 50 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011.

Στις περιπτώσεις που η ΕΚΤ συνιστά τροποποίηση του προτεινόμενου κανονισμού, συγκεκριμένες προτάσεις διατύπωσης περιλαμβάνονται σε ξεχωριστό τεχνικό κείμενο εργασίας και συνοδεύονται από τη σχετική αιτιολογία. Το τεχνικό κείμενο εργασίας διατίθεται στην αγγλική γλώσσα στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ.

Φρανκφούρτη, 18 Σεπτεμβρίου 2020.

Η Πρόεδρος της ΕΚΤ

Christine LAGARDE


(1)  COM (2020)337 final.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, σχετικά με τους δείκτες που χρησιμοποιούνται ως δείκτες αναφοράς σε χρηματοπιστωτικά μέσα και χρηματοπιστωτικές συμβάσεις ή για τη μέτρηση της απόδοσης επενδυτικών κεφαλαίων, και για την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2014/17/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 (ΕΕ L 171 της 29.6.2016, σ. 1).

(3)  Νέο άρθρο 23α του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011, το οποίο παρεμβάλλεται με το άρθρο 1 παράγραφος 2 του προτεινόμενου κανονισμού.

(4)  Κατά τον ορισμό του άρθρου 3 παράγραφος 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011, ως εποπτευόμενες οντότητες νοούνται τα πιστωτικά ιδρύματα, οι επιχειρήσεις επενδύσεων και ορισμένες άλλες κατηγορίες χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

(5)  Νέο άρθρο 2 παράγραφοι 3 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011, το οποίο προστίθεται με το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του προτεινόμενου κανονισμού.

(6)  Άρθρο 51 παράγραφοι 4α και 4β του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011.

(7)  Δεδομένου ότι το LIBOR αφορά διαφορετικά νομίσματα και διαφορετικές διάρκειες, οι αναφορές της παρούσας γνώμης σε εαυτό πρέπει να νοούνται ως αναφορές στον συγκεκριμένο συνδυασμό νομίσματος και διάρκειας του LIBOR του οποίου η δημοσίευση πρόκειται να παύσει.

(8)  Βλ. κανονισμό περί χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών: House of Commons, γραπτή δήλωση του βρετανού υπουργού οικονομικών, Rishi Sunak, HCWS307, 23 Ιουνίου 2020, διαθέσιμη στον δικτυακό τόπο www.parliament.uk.

(9)  Άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (EΕ) αριθ. 2016/1011.

(10)  Βλ. Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ, A horizontal assessment of SSM banks’ preparedness for benchmark rate reforms, 23 Ιουλίου 2020, διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ www.ecb.europa.eu.

(11)  Βλ. Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ, Report on preparations for benchmark rate reforms, 23 Ιουλίου 2020, διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ www.ecb.europa.eu.

(12)  Νέο άρθρο 23α σημείο 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011, το οποίο παρεμβάλλεται με το άρθρο 1 παράγραφος 2 του προτεινόμενου κανονισμού.

(13)  Βλ. αιτιολογική σκέψη 10 του προτεινόμενου κανονισμού.

(14)  Βλ. σελίδα 12 της αιτιολογικής έκθεσης του προτεινόμενου κανονισμού.