Βρυξέλλες, 17.12.2019

COM(2019) 650 final

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠHΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ, ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

Ετήσια στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη 2020

{SWD(2019) 444 final}


«Θέλω η Ευρώπη να επιδιώκει υψηλότερους στόχους όσον αφορά την κοινωνική δικαιοσύνη

και την ευημερία. Αυτή η υπόσχεση είναι ο θεμέλιος λίθος της Ένωσης.»

Ursula von der Leyen, 16 Ιουλίου 2019

Εισαγωγή

Η οικονομική ανάπτυξη δεν αποτελεί αυτοσκοπό. Μια οικονομία πρέπει να λειτουργεί προς όφελος των πολιτών και του πλανήτη. Οι ανησυχίες για το κλίμα και το περιβάλλον, η τεχνολογική πρόοδος και οι δημογραφικές αλλαγές έχουν ως αποτέλεσμα τον ριζικό μετασχηματισμό των κοινωνιών μας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της πρέπει τώρα να ανταποκριθούν σε αυτές τις διαρθρωτικές αλλαγές με ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης που θα σέβεται τους περιορισμούς όσον αφορά τη χρησιμοποίηση των φυσικών μας πόρων και θα διασφαλίζει τη δημιουργία θέσεων εργασίας και διαρκή ευημερία για το μέλλον.

Η ευρωπαϊκή οικονομία έχει ξεπεράσει με επιτυχία τα χρόνια διαχείρισης της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Ενώ σήμερα διανύει το έβδομο συνεχόμενο έτος ανάπτυξής της, οι εξωτερικές και γεωπολιτικές προοπτικές γίνονται θαμπές, η αβεβαιότητα αυξάνεται και η Ευρώπη φαίνεται να οδεύει προς μια περίοδο υποτονικής ανάπτυξης και χαμηλού πληθωρισμού.

Για να παραμείνουμε ανταγωνιστικοί στον αυριανό κόσμο και να επιτύχουμε τον στόχο της Ευρώπης για κλιματική ουδετερότητα, πρέπει σήμερα να ασχοληθούμε με τις πιο μακροπρόθεσμες προκλήσεις της οικονομίας. Η έναρξη της θητείας μιας νέας Επιτροπής που προτείνει μια φιλόδοξη Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και καθορίζει τις προτεραιότητές της για μια Ευρώπη στην υπηρεσία των ανθρώπων και μια Ευρώπη προσαρμοσμένη στην ψηφιακή εποχή, είναι η κατάλληλη στιγμή για μια νέα αρχή προς αυτό το βιώσιμο, νέο μοντέλο ανάπτυξης.

Αυτή η οικονομική ατζέντα πρέπει να μετασχηματίσει την Ένωση σε μια βιώσιμη οικονομία, βοηθώντας την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να υλοποιήσουν τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών, για τους οποίους έχουν δεσμευτεί. Πρέπει να καθοδηγεί και να συνοδεύει τη δίδυμη ψηφιακή και κλιματική μετάβαση, μετασχηματίζοντας την κοινωνική οικονομία της αγοράς μας ώστε να διασφαλιστεί ότι η Ευρώπη εξακολουθεί να διαθέτει τα πιο προηγμένα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας στον κόσμο και παραμένει ένας δυναμικός κόμβος καινοτομίας και ανταγωνιστικής επιχειρηματικότητας.

Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία είναι η νέα στρατηγική μας για την ανάπτυξη. Θέτει τη βιωσιμότητα – με κάθε έννοια του όρου – και την ευημερία των πολιτών στο επίκεντρο της δράσης μας. Στο πλαίσιο αυτό απαιτείται ο συνδυασμός τεσσάρων παραμέτρων: περιβάλλον, παραγωγικότητα, σταθερότητα και δικαιοσύνη. 

Στο επίκεντρο της νέας αναπτυξιακής στρατηγικής μας υπάρχουν τέσσερις συμπληρωματικές παράμετροι.

Πρώτον, οι προσπάθειές μας θα πρέπει να επικεντρωθούν στην καθοδήγηση της μετάβασης σε μια φιλική προς το περιβάλλον και κλιματικά ουδέτερη ήπειρο έως το 2050, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι όλοι θα μπορούν να επωφελούνται από τις ευκαιρίες που θα προκύψουν.

Δεύτερον, με την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και βιώσιμων λύσεων, η Ευρώπη μπορεί να βρεθεί στην πρώτη γραμμή της μελλοντικής οικονομικής ανάπτυξης και να καταστεί παγκόσμιος ηγέτης σε έναν ολοένα και περισσότερο ψηφιοποιημένο κόσμο, μεταξύ άλλων σε βασικούς τομείς για την τεχνολογική της κυριαρχία, όπως η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο, η τεχνητή νοημοσύνη και η τεχνολογία 5G. Οι ψηφιακές τεχνολογίες αποτελούν καταλυτικό παράγοντα για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία.

Τρίτον, η Ένωση πρέπει να ολοκληρώσει την Οικονομική και Νομισματική της Ένωση για να διασφαλίσει ότι όλα τα οικονομικά μέσα είναι έτοιμα και άμεσα διαθέσιμα στην περίπτωση που προκύψουν σημαντικοί δυσμενείς οικονομικοί κραδασμοί. Ο διεθνής ρόλος του ευρώ πρέπει να ενισχυθεί ώστε να αυξηθεί η ευρωπαϊκή επιρροή στον κόσμο και στις παγκόσμιες αγορές και να προστατευθούν οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, οι καταναλωτές και οι κυβερνήσεις από δυσμενείς εξωτερικές εξελίξεις. Μια δυναμική και ανθεκτική Οικονομική και Νομισματική Ένωση, η οποία στηρίζεται στα γερά θεμέλια που εξασφαλίζουν η Τραπεζική Ένωση και η Ένωση Κεφαλαιαγορών, αποτελεί το καλύτερο μέσο για την αύξηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στην Ευρώπη και, ως εκ τούτου, για την ενίσχυση του διεθνούς ρόλου του ευρώ.

Τέταρτον, η νέα οικονομική ατζέντα πρέπει να διασφαλίζει ότι η μετάβαση θα είναι δίκαιη και χωρίς αποκλεισμούς και θα δίνει προτεραιότητα στον άνθρωπο. Πρέπει να δίνει ιδιαίτερη προσοχή στις περιφέρειες, στις βιομηχανίες και στους εργαζομένους οι οποίοι θα πρέπει να υποστούν τις μεγαλύτερες επιπτώσεις της μετάβασης.

Στο επίκεντρο αυτής της προσέγγισης θα υπάρχει μια βιομηχανική στρατηγική με ισχυρά θεμέλια στην ενιαία αγορά που θα δίνει τη δυνατότητα στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να καινοτομούν και να αναπτύσσουν νέες τεχνολογίες, προωθώντας παράλληλα την κυκλικότητα της οικονομίας και τη δημιουργία νέων αγορών. Αυτό σημαίνει ότι η οικονομική πολιτική της Ευρώπης αναπροσανατολίζεται προς έναν μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα, με στόχο να προσφέρει στις νεότερες γενιές σε κάθε γωνιά της Ευρώπης ένα βιώσιμο μέλλον που θα τους εξασφαλίζει ευημερία. Πρέπει να περάσουμε από μια σταδιακή σε μια συστημική προσέγγιση σε όλες τις πολιτικές, η οποία θα βασίζεται στην καθολική στήριξη από το σύνολο της διοίκησης. Θα πρέπει να είναι μια διαδικασία χωρίς αποκλεισμούς, την οποία θα αναπτύξουμε μαζί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα κράτη μέλη, τους κοινωνικούς εταίρους και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης θα βρίσκονται στο επίκεντρο της χάραξης πολιτικής και της δράσης της ΕΕ. Για τον σκοπό αυτό, το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο παρέχει ένα παγιωμένο πλαίσιο για τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και των πολιτικών απασχόλησης, απαραίτητο για να συνοδεύσει την Ένωση και τα κράτη μέλη της στους μετασχηματισμούς αυτούς, οι οποίοι έχουν επιπτώσεις στο σύνολο της οικονομίας. Στην παρούσα ετήσια στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη, η Επιτροπή καθορίζει τις προτεραιότητες της οικονομικής πολιτικής και της πολιτικής απασχόλησης για την ΕΕ. Στο πλαίσιο της προσέγγισης αυτής, μπορούν να δημιουργηθούν συνέργειες, να εξεταστούν τα αντισταθμίσματα μεταξύ των τεσσάρων παραμέτρων του αναπτυξιακού θεματολογίου και να προταθούν λύσεις.

1.Οι οικονομικές προοπτικές της Ευρώπης

Η ευρωπαϊκή οικονομία διανύει σήμερα το έβδομο συνεχόμενο έτος ανάπτυξης. Η οικονομία αναμένεται να εξακολουθήσει να αναπτύσσεται το 2020 και το 2021, παρά το γεγονός ότι οι αναπτυξιακές προοπτικές έχουν αποδυναμωθεί. Οι αγορές εργασίας παραμένουν ισχυρές και η ανεργία εξακολουθεί να μειώνεται, αν και με βραδύτερο ρυθμό ( 1 ). Τα δημόσια οικονομικά εξακολουθούν να βελτιώνονται, το τραπεζικό μας σύστημα είναι πιο εύρωστο και τα θεμέλια της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσής μας είναι ισχυρότερα. Ωστόσο, οι επενδύσεις και η δυνητική ανάπτυξη παραμένουν ακόμη κάτω από τα προ κρίσης επίπεδα. Τα δημοσιονομικά ισοζύγια των εθνικών λογαριασμών αναμένεται να παρουσιάσουν μικρή επιδείνωση μεταξύ 2019 και 2021, λόγω του αντικτύπου της χαμηλότερης ανάπτυξης και των κάπως χαλαρότερων δημοσιονομικών πολιτικών που εφαρμόζονται κατά διακριτική ευχέρεια σε ορισμένα κράτη μέλη, καθώς και των επεκτατικών δημοσιονομικών πολιτικών σε άλλα.

Οι βραχυπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές επισκιάζονται από ένα πολύ λιγότερο υποστηρικτικό οικονομικό και γεωπολιτικό περιβάλλον και υψηλή αβεβαιότητα. Οι παγκόσμιες προοπτικές ανάπτυξης είναι εύθραυστες. Οι εμπορικές εντάσεις στον μεταποιητικό τομέα και η γεωπολιτική αβεβαιότητα έχουν αρνητικό αντίκτυπο στις επενδυτικές αποφάσεις. Η μείωση της έντασης των εμπορικών συναλλαγών, σε συνδυασμό με τη χαμηλή αύξηση της παραγωγικότητας, θα μπορούσε να έχει μακροχρόνιο αντίκτυπο στη θέση της Ευρώπης σε έναν κόσμο που καθορίζεται όλο και περισσότερο από τις αντιπαλότητες μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας. Το γεγονός αυτό επηρεάζει ιδίως τον μεταποιητικό τομέα, ο οποίος υφίσταται επίσης διαρθρωτικές αλλαγές. Ως εκ τούτου, η ευρωπαϊκή οικονομία φαίνεται να βαδίζει προς μια περίοδο πιο υποτονικής ανάπτυξης και χαμηλού πληθωρισμού. Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) της ζώνης του ευρώ προβλέπεται πλέον να αυξηθεί κατά 1,1 % το 2019 και κατά 1,2 % το 2020 και το 2021. Για την ΕΕ συνολικά, το ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,4 % ετησίως μεταξύ 2019 και 2021. 

Οι μεσοπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές παρεμποδίζονται από τη γήρανση του πληθυσμού, την υποτονική αύξηση της παραγωγικότητας και τον αυξανόμενο αντίκτυπο της υποβάθμισης του περιβάλλοντος. Έως το 2024, εκτιμάται ότι, λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, το εργατικό δυναμικό σε 11 κράτη μέλη θα μειωθεί κατά περισσότερο από 3 % σε σύγκριση με τα σημερινά επίπεδα 2 . Έως το 2060, το εργατικό δυναμικό της ΕΕ θα μειωθεί κατά 12 %. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την επί δεκαετίες τάση περιορισμού της αύξησης της παραγωγικότητας, θα επιβαρύνει το δυναμικό ανάπτυξης της οικονομίας και τα δημόσια οικονομικά στο μέλλον. Επιπλέον, ο αντίκτυπος της υποβάθμισης του περιβάλλοντος αναμένεται να επηρεάζει ολοένα και περισσότερο την οικονομική δραστηριότητα, λόγω των συχνότερων ακραίων καιρικών φαινομένων, της επίπτωσης στην ανθρώπινη υγεία και της λιγότερο αξιόπιστης πρόσβασης σε υλικούς πόρους και υπηρεσίες οικοσυστήματος.

Τώρα που αρχίζουν να διαφαίνονται δυσκολίες στον ορίζοντα, η Ευρώπη πρέπει να δημιουργήσει ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης που θα αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις μακροπρόθεσμες προκλήσεις που θα μεταμορφώσουν την κοινωνία της. Αυτό το νέο μοντέλο θα αποτελέσει επίσης βασικό παράγοντα για την εδραίωση της πολιτικής και οικονομικής ηγετικής θέσης της Ευρώπης σε παγκόσμιο επίπεδο. Θα ενισχύσει επίσης τη δυνητική ανάπτυξη, βοηθώντας την Ευρώπη να παραμείνει ισχυρή έναντι της αυξανόμενης αβεβαιότητας βραχυπρόθεσμα.

2.Ένα νέο μοντέλο για την αντιμετώπιση αλληλένδετων βασικών προκλήσεων

Η βιωσιμότητα του ανταγωνισμού βρισκόταν ανέκαθεν στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής κοινωνικής οικονομίας της αγοράς και θα πρέπει να παραμείνει κατευθυντήρια αρχή για το μέλλον. Η πορεία προς ένα βιώσιμο οικονομικό μοντέλο, χάρη στις ψηφιακές και καθαρές τεχνολογίες, μπορεί να καταστήσει την Ευρώπη πρωτοπόρο του μετασχηματισμού. Ο ηγετικός ρόλος στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος και η ύπαρξη μιας ισχυρής, καινοτόμου βιομηχανικής βάσης πρέπει να θεωρούνται οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, που παρέχουν στην ΕΕ το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα του πρωτοπόρου. Μια σταθερή οικονομία, η οποία θα επιτρέπει τη μακροπρόθεσμη εστίαση των πολιτικών, και μια δίκαιη μετάβαση για τα άτομα που επηρεάζονται περισσότερο από τους μετασχηματισμούς, αποτελούν προϋπόθεση για την επιτυχία και θα πρέπει να συμπληρώνουν το πρόγραμμά μας.

Η περιβαλλοντική βιωσιμότητα, η αύξηση της παραγωγικότητας, η δικαιοσύνη και η μακροοικονομική σταθερότητα θα είναι οι τέσσερις παράμετροι της οικονομικής μας πολιτικής κατά τα επόμενα έτη. Αυτές οι παράμετροι, οι οποίες είναι στενά αλληλένδετες και αλληλοενισχυόμενες, θα πρέπει να κατευθύνουν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, τις επενδύσεις και τις υπεύθυνες δημοσιονομικές πολιτικές σε όλα τα κράτη μέλη. 

Αυτές οι τέσσερις βασικές παράμετροι θα είναι καίριας σημασίας για την εφαρμογή των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΣΒΑ). Η ενσωμάτωση των επιμέρους στόχων των ΣΒΑ στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, με ιδιαίτερη έμφαση στις πτυχές της οικονομίας και της απασχόλησης, παρέχει μια μοναδική ευκαιρία να θέσουμε τους ανθρώπους, την υγεία τους και τον πλανήτη στο επίκεντρο της οικονομικής πολιτικής. Στο σημερινό γεωπολιτικό πλαίσιο, η τοποθέτηση των ΣΒΑ στο επίκεντρο της χάραξης πολιτικής και των δράσεων της Ένωσης στέλνει επίσης ένα ηχηρό μήνυμα για τη δέσμευση της Ευρώπης υπέρ της βιωσιμότητας.

Για να επιτύχουμε, θα πρέπει να εξισορροπήσουμε το κόστος και τα οφέλη βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Τα οφέλη θα πρέπει να αφορούν το σύνολο των πολιτών, ενώ το κόστος δεν πρέπει να βαρύνει τους πλέον ευάλωτους. Τόσο η ίδια η κλιματική αλλαγή όσο και οι συνοδευτικές πολιτικές που απαιτούνται για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργεί έχουν σημαντικές, βραχυπρόθεσμες κυρίως, διανεμητικές επιπτώσεις. Κατά τον σχεδιασμό πολιτικών και τη διατύπωση συστάσεων ενόψει διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, πρέπει να μεριμνούμε για τη στήριξη των ατόμων που πλήττονται περισσότερο από αυτές τις κοινωνικές αλλαγές. Από την άλλη πλευρά, η πράσινη μετάβαση θα δημιουργήσει επίσης νέες θέσεις εργασίας και μεγαλύτερη ευημερία, για παράδειγμα με τη μορφή πιο υγιεινών συνθηκών εργασίας και συνθηκών διαβίωσης. Επίσης και σε άλλους τομείς πολιτικής θα πρέπει να εξασφαλιστεί, βραχυπρόθεσμη ισορροπία. Για παράδειγμα, όσον αφορά την επιδίωξη χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης, η ένταξη στην αγορά εργασίας εργαζομένων με χαμηλότερη ειδίκευση μπορεί να μειώσει βραχυπρόθεσμα τη μέση παραγωγικότητα. Ωστόσο, αυτό δεν αλλάζει το μακροπρόθεσμο πλεονέκτημα που απορρέει από την ένταξη στην αγορά εργασίας, η οποία, με την πάροδο του χρόνου, θα συμβάλει σε μια πιο ισορροπημένη και ευημερούσα κοινωνία. Για να μεγιστοποιηθούν οι συνέργειες μεταξύ των διαφόρων στόχων πολιτικής που καθορίζονται, θα χρειαστούν σημαντικές δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, παραδείγματος χάρη στους τομείς της εκπαίδευσης, της επανεκπαίδευσης και της καινοτομίας.

3.Περιβαλλοντική βιωσιμότητα

Η αντιμετώπιση των κλιματικών και περιβαλλοντικών προκλήσεων αποτελεί καθοριστικό στόχο για τη γενιά μας. Θα παραμείνει έτσι και τα επόμενα χρόνια. Η μετάβαση σε κλιματική ουδετερότητα απαιτεί τον ριζικό μετασχηματισμό της οικονομίας στη διάρκεια μιας γενιάς. Οι αλλαγές αυτές δεν αφορούν μόνο τον τομέα της ενέργειας, τον κατασκευαστικό τομέα και τον τομέα των μεταφορών, αλλά και τους τομείς της βιομηχανίας, της γεωργίας και των υπηρεσιών. Ταυτόχρονα, οι αλλαγές αυτές προσφέρουν μια μοναδική ευκαιρία για τον εκσυγχρονισμό του γηράσκοντος κεφαλαιακού αποθέματος της οικονομίας της ΕΕ και για την ανάκαμψη της ανταγωνιστικότητας με βιώσιμο τρόπο, ενώ παράλληλα οι άνθρωποι βρίσκονται στο επίκεντρο της μετάβασης.

Δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στις πολιτικές για το κλίμα και το περιβάλλον, το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο ενισχύεται ως ένα ολοκληρωμένο μέσο για την οικονομική πολιτική και την πολιτική απασχόλησης. Οι ευκαιρίες ανάπτυξης που ανακύπτουν λόγω της μεγαλύτερης έμφασης στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα βρίσκονται στο επίκεντρο της οικονομικής ατζέντας της Ευρώπης. Το Εξάμηνο μπορεί να παράσχει ειδική καθοδήγηση στα κράτη μέλη σχετικά με τους τομείς στους οποίους απαιτούνται διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις προς ένα πιο βιώσιμο και ανταγωνιστικό οικονομικό μοντέλο. Μπορεί επίσης να βοηθήσει τα κράτη μέλη να εντοπίσουν και να εξετάσουν βασικά αντισταθμίσματα, για παράδειγμα με την αντιμετώπιση των κοινωνικών επιπτώσεων της αύξησης των τιμών της ενέργειας μέσω των κατάλληλων κοινωνικών και φορολογικών πολιτικών. Η Ευρώπη πρέπει να αναλάβει αποφασιστική δράση σε τομείς όπως η κυκλική οικονομία, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τα ενεργειακά αποδοτικά κτίρια και οι μεταφορές με χαμηλές εκπομπές. Η βιομηχανία της ΕΕ είναι ήδη μια από τις πλέον ενεργειακά αποδοτικές στον κόσμο. Η Ευρώπη πρέπει να τα αξιοποιήσει όλα αυτά και να εξασφαλίσει πρόσθετα κίνητρα για τις επιχειρήσεις και τους επενδυτές, ώστε να μπορέσουν τα κράτη μέλη να επιτύχουν φιλόδοξους στόχους για το κλίμα. Στις μεταρρυθμίσεις πρέπει να ληφθεί υπόψη η παροχή στήριξης στους ανθρώπους, στους τομείς και στις περιφέρειες που επηρεάζονται περισσότερο από τον μετασχηματισμό. Οι πρωτοβουλίες για μεγαλύτερο προσανατολισμό της πολιτικής συνοχής προς τις πράσινες και ψηφιακές επενδύσεις θα συμβάλουν στη στρατηγική αυτή.

Η Ευρώπη πρέπει να επενδύσει ποσά-ρεκόρ στην έρευνα και την καινοτομία αιχμής, χρησιμοποιώντας την πλήρη ευελιξία του επόμενου προϋπολογισμού της ΕΕ για να δοθεί έμφαση στους τομείς με το μεγαλύτερο δυναμικό. Οι επενδύσεις θα πρέπει να κατευθύνονται προς ασφαλείς ενεργές αξίες που είναι οι πλέον παραγωγικές όσον αφορά τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και τις προσπάθειες ανατρεπτικής καινοτομίας τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό επίπεδο. Η επίτευξη των υφιστάμενων στόχων για το κλίμα και την ενέργεια με ορίζοντα το 2030 θα απαιτήσει συμπληρωματικές επενδύσεις ύψους 260 δισ. EUR στο ενεργειακό σύστημα ετησίως κατά την περίοδο 2021-2030. Η μεγαλύτερη επενδυτική ώθηση που θα απαιτηθεί θα αφορά τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης στον τομέα της κατοικίας και στον τριτογενή τομέα. Επιπλέον, απαιτούνται σημαντικές επενδύσεις στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και στις υποδομές δικτύου. Η ταχεία ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων εντός των επόμενων δύο ετών θα είναι κρίσιμης σημασίας για την αυτοκινητοβιομηχανία ώστε να επιτύχει τους στόχους για τις εκπομπές των νέων αυτοκινήτων.

Στο πλαίσιο αυτό, θα χρειαστούν αλλαγές στα φορολογικά συστήματα/συστήματα επιδοτήσεων, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα κίνητρα είναι φιλικά προς το κλίμα και το περιβάλλον, και να αυξηθεί η αναγκαία χρηματοδότηση για επενδύσεις. Ωστόσο, η δημόσια χρηματοδότηση δεν θα είναι από μόνη της αρκετή. Πρέπει να αξιοποιήσουμε τις ιδιωτικές επενδύσεις, θέτοντας την πράσινη και βιώσιμη χρηματοδότηση στο επίκεντρο της αλυσίδας επενδύσεων και του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ευρώπης.

Μέσω του επενδυτικού σχεδίου για μια βιώσιμη Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο για τις ιδιωτικές και δημόσιες «πράσινες» επενδύσεις. Το σχέδιο αυτό θα συνδυάσει την ειδική χρηματοδότηση για τη στήριξη βιώσιμων επενδύσεων με προτάσεις για τη βελτίωση του κανονιστικού πλαισίου, κινητοποιώντας βιώσιμες επενδύσεις σε κάθε γωνιά της ΕΕ. Για να επιτευχθεί αυτό, θα πρέπει να αφιερωθεί μεγαλύτερο μέρος των δαπανών της ΕΕ για το κλίμα από ποτέ άλλοτε, με την προσέλκυση ιδιωτικής χρηματοδότησης μέσω εγγυήσεων, με τη δημιουργία ευνοϊκού πλαισίου και με την παροχή βοήθειας στους φορείς υλοποίησης έργων ώστε να διαρθρώνουν πράσινα έργα με δυνατότητα χρηματοδότησης. Το πρόγραμμα InvestEU θα συμβάλει σημαντικά εν προκειμένω. Επιπλέον, ο όμιλος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) θα καταστεί η κλιματική τράπεζα της Ευρώπης με τον διπλασιασμό του στόχου της για το κλίμα σε 50 %. Στο πλαίσιο του προσεχούς μηχανισμού δίκαιης μετάβασης, η Επιτροπή συνεργάζεται επίσης με τον όμιλο της ΕΤΕπ για την κινητοποίηση σημαντικών επενδύσεων για τις περιφέρειες που θα πρέπει να βοηθηθούν ιδιαίτερα στην περιβαλλοντική και κλιματική μετάβαση κατά την περίοδο του επόμενου ΠΔΠ.

Η αύξηση των εσόδων από το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ (ΣΕΔΕ) αποτελεί μια πρόσθετη πηγή για τη χρηματοδότηση της δράσης για το κλίμα και τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας. Το 2018, τα έσοδα από πλειστηριασμούς στο πλαίσιο του ΣΕΔΕ ανήλθαν σε περίπου 14 δισ. EUR. Το 2019, τα έσοδα από τους πλειστηριασμούς στο πλαίσιο του ΣΕΔΕ της ΕΕ αναμένεται να είναι ακόμη υψηλότερα και κατά τα επόμενα έτη, ενώ τα ετήσια έσοδα θα παραμείνουν σημαντικά. Τα χρήματα αυτά θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για να στηρίξουν την επίτευξη των στόχων για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030 και να επενδυθούν στη μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα.

4.Αύξηση της παραγωγικότητας

Στο πλαίσιο της γήρανσης του πληθυσμού και των ολοένα και περισσότερο δεσμευτικών περιορισμών όσον αφορά τους πόρους, η μελλοντική αύξηση των εσόδων και της απασχόλησης στην Ευρώπη θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την αύξηση της παραγωγικότητας και της καινοτομίας. Η αύξηση της παραγωγικότητας στην ΕΕ εξακολουθεί να είναι σημαντικά χαμηλότερη από το επίπεδο άλλων παγκόσμιων παραγόντων. Τη δεκαετία του 1980, τα κράτη μέλη σταμάτησαν να συγκλίνουν με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το γεγονός αυτό αντικατοπτρίζει επίσης την κατάσταση των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων σε παγκόσμια κλίμακα. Μεταξύ των 100 μεγαλύτερων εισηγμένων στο χρηματιστήριο εταιρειών σήμερα, μόνο οι 23 είναι ευρωπαϊκές. Δέκα χρόνια πριν, ο αριθμός των ευρωπαϊκών εταιρειών ήταν 40. Παράλληλα, οι ανισότητες στο εσωτερικό της ΕΕ αυξήθηκαν, καθώς το 10 % των περιφερειών που βρίσκονται στην κορυφή της κλίμακας είναι πάνω από έξι φορές πιο παραγωγικές από το 10 % των περιφερειών που βρίσκονται στη βάση της κλίμακας. Η σύσταση εθνικών συμβουλίων παραγωγικότητας θα μπορούσε να ωφελήσει τις συζητήσεις σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά τον τρόπο τόνωσης της παραγωγικότητας με την εκπόνηση υψηλής ποιότητας και ανεξάρτητων αναλύσεων και με την ενίσχυση της ανάληψης ευθύνης σε εθνικό επίπεδο για τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.

Η επίτευξη υψηλότερης παραγωγικότητας απαιτεί συστηματική και μακρόπνοη στρατηγική για την έρευνα και την καινοτομία. Το χάσμα παραγωγικότητας μεταξύ των επιχειρήσεων με τις καλύτερες επιδόσεις και των επιχειρήσεων που υστερούν έχει αυξηθεί στα περισσότερα κράτη μέλη. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούν στην προώθηση της διάδοσης της καινοτομίας και τη βελτίωση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση θα μπορούσαν να επιτρέψουν σε πολύ ευρύτερο φάσμα επιχειρήσεων να επωφεληθούν από τις καινοτομίες, ενισχύοντας έτσι την αύξηση της παραγωγικότητας. Οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις σε καινοτόμους τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένων των προηγμένων ψηφιακών τεχνολογιών, θα πρέπει να υποστηριχθούν για την προώθηση της δημιουργίας νέων αγαθών, υπηρεσιών και επιχειρηματικών μοντέλων. Απαιτούνται περισσότεροι νέοι και επινοητικοί φορείς καινοτομίας με πρωτοποριακές τεχνολογίες, όπως ήταν οι τεχνολογικοί κολοσσοί αυτής της γενιάς μόλις πριν από μία δεκαετία.

Οι ψηφιακές τεχνολογίες, όπως η τεχνητή νοημοσύνη ή το διαδίκτυο των πραγμάτων, και η πρόσβαση σε δεδομένα είναι καίριας σημασίας για μια πιο παραγωγική και πράσινη οικονομία. Οι τεχνολογίες αυτές αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο επικοινωνούμε, ζούμε και εργαζόμαστε. Η μεταβαλλόμενη δυναμική που επιφέρει ο ψηφιακός μετασχηματισμός απαιτεί πρόσθετες φιλοδοξίες σε επίπεδο ΕΕ και σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά την αύξηση των επενδύσεων, τη θέσπιση κανονιστικών ρυθμίσεων που ενθαρρύνουν την καινοτομία, τις αποτελεσματικές μεταρρυθμίσεις και την ανθρωποκεντρική προσέγγιση με βάση τις ευρωπαϊκές αξίες  Η Ευρώπη χρειάζεται μια ισχυρή βιομηχανική βάση, η οποία να στηρίζεται σε μια κοινή στρατηγική και σε κοινούς πόρους σε βασικούς τομείς, ώστε να είναι ικανή να παράγει εσωτερικά τις τεχνολογίες που απαιτούνται για να παραμείνει στην πρώτη γραμμή του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Η Ευρώπη πρέπει επίσης να παραμείνει κυρίαρχη από τεχνολογικής απόψεως, επενδύοντας σε καινοτόμους τεχνολογίες, όπως η τεχνολογία αλυσίδας κοινοποιήσεων, η υψηλών επιδόσεων και κβαντική υπολογιστική, οι αλγόριθμοι και τα εργαλεία που επιτρέπουν την ανταλλαγή και τη χρήση δεδομένων. Τα δεδομένα και η τεχνητή νοημοσύνη είναι οι κυριότερες κινητήριες δυνάμεις για την καινοτομία που μπορούν να μας βοηθήσουν να βρούμε λύσεις στις κοινωνικές προκλήσεις, από την υγεία έως τη γεωργία και την παραγωγή τροφίμων, από την ασφάλεια έως τη μεταποίηση.

Σε καιρούς αυξανόμενων παγκόσμιων εντάσεων, η ενιαία αγορά της ΕΕ προσφέρει στα κράτη μέλη πολλαπλές ευκαιρίες για την επέκταση των εμπορικών σχέσεων, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την τόνωση της ανάπτυξης. Η ενιαία αγορά αποτελεί σημαντική πηγή ανθεκτικότητας για την οικονομία της ΕΕ. Επειδή οι ανταγωνιστές της Ευρώπης είναι οικονομίες μεγέθους ηπείρων, η ΕΕ χρειάζεται μια γνήσια ενιαία αγορά μεγέθους ηπείρου. Τα οφέλη είναι σαφή: οι τεχνολογικές εξελίξεις εξαπλώνονται ταχύτερα σε μια ενοποιημένη αγορά. Η εύρυθμη λειτουργία των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών αποτελεί βασικό κινητήριο μοχλό για την αύξηση της παραγωγικότητας, διότι καθιστά δυνατή την αποτελεσματικότερη κατανομή των πόρων. Ωστόσο, η πρόοδος προς την ολοκλήρωση της αγοράς είναι άνιση και απαιτείται νέα ώθηση, ιδίως για την ψηφιακή ενιαία αγορά, τα ευρωπαϊκά δίκτυα και την Ένωση Κεφαλαιαγορών.

Στο επίκεντρο της ενιαίας αγοράς, η τυποποίηση διαδραματίζει καίριο ρόλο στην προώθηση της ατζέντας της ΕΕ για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Τα πρότυπα είναι σημαντικά για τον προσανατολισμό των επιχειρήσεων προς την επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης, καθώς λειτουργούν ως γέφυρες που συνδέουν τις νομικές διατάξεις με ρεαλιστικές τεχνικές πρακτικές. Τα πρότυπα συμβάλλουν επίσης στην ανταγωνιστικότητα με τη μείωση του κόστους παραγωγής και την αύξηση του μεγέθους της αγοράς. Για τους λόγους αυτούς, η τυποποίηση μπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων και διαδικασιών παραγωγής τα οποία, με βάση την πρόσφατη τεχνολογική πρόοδο, συμβάλλουν στην ενεργειακή απόδοση, στην ενισχυμένη ανακύκλωση και στη βιώσιμη παραγωγή. Τα σαφέστερα παραδείγματα του ρόλου των προτύπων στην προώθηση της ατζέντας για τη βιώσιμη ανάπτυξη είναι ο «οικολογικός σχεδιασμός» και το πλαίσιο πολιτικής για την επισήμανση της ενεργειακής απόδοσης 3 . Τέλος, τα πρότυπα συμβάλλουν επίσης στον θεμιτό παγκόσμιο ανταγωνισμό.

Πλαίσιο 1: Συμβολή της έκθεσης για την ενιαία αγορά και για τις επιδόσεις της ενιαίας αγοράς 4 .

Η ενιαία αγορά αποτελεί μείζον πλεονέκτημα για την Ένωση. Η άνευ προηγουμένου ολοκλήρωση των τελευταίων 25 ετών είχε ως αποτέλεσμα τη σύσφιγξη των οικονομικών και κοινωνικών δεσμών μεταξύ ατόμων και επιχειρήσεων σε όλα τα κράτη μέλη. Η ενιαία αγορά έχει τη δυνατότητα να προσφέρει περισσότερα οφέλη σε άτομα και επιχειρήσεις.

Η ενιαία αγορά πρέπει να ολοκληρωθεί και να εφαρμοστεί στους τομείς εκείνους στους οποίους τα αποτελέσματα των προηγούμενων προσπαθειών δεν ανταποκρίνονται ακόμη στις προσδοκίες, ενώ πρέπει να αναπροσαρμόζεται συνεχώς για την αντιμετώπιση νέων προκλήσεων. Τούτο ισχύει επίσης για τις πρόσφατα εγκριθείσες νομικές πράξεις που επηρεάζουν την ψηφιακή πλευρά της οικονομίας. Η χρηματοπιστωτική κρίση ανέδειξε τη σημασία της σταθερότητας και της ολοκλήρωσης στις κεφαλαιαγορές και τις χρηματοπιστωτικές αγορές, όπου ο κατακερματισμός εξακολουθεί να αποτελεί εμπόδιο για σταθερή ανάπτυξη και επενδύσεις. Η ενέργεια έχει καταστεί βασικό στοιχείο της ολοκλήρωσης για την Ένωση, αλλά οι ενεργειακές αγορές εξακολουθούν να είναι σε μεγάλο βαθμό κατακερματισμένες σε εθνικό επίπεδο. Οι στόχοι για το περιβάλλον, το κλίμα και τις υποδομές είναι επίσης ζωτικής σημασίας για να εξασφαλιστεί ότι η ενιαία αγορά λειτουργεί σύμφωνα με τις κοινωνικές προσδοκίες. Η ενιαία αγορά έχει υποστεί βαθύ μετασχηματισμό ώστε οι επιχειρήσεις και τα άτομα της ΕΕ να μπορούν να αξιοποιούν στο έπακρο τις δυνατότητες που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες, όπως η ψηφιοποίηση.

Η ενιαία αγορά έχει καίρια σημασία για το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο και αντιστρόφως. Η πλήρης αξιοποίηση των οφελών που προσφέρει η ενιαία αγορά δυσχεραίνεται από πολλά διαρθρωτικά εμπόδια που οφείλονται κυρίως στην ύπαρξη κανονισμών ή διοικητικών πρακτικών σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο, με αποτέλεσμα να επιδεινώνεται το επιχειρηματικό περιβάλλον και να αποθαρρύνονται οι επιχειρήσεις να ασκούν διασυνοριακές δραστηριότητες. Η έλλειψη διοικητικών ικανοτήτων ή επαγγελματικά καταρτισμένου προσωπικού βλάπτει τις επιδόσεις των αγορών δημόσιων συμβάσεων σε ορισμένα κράτη μέλη.

Τα πορίσματα αυτά αντικατοπτρίζονται στην έκθεση επιδόσεων της ενιαίας αγοράς, η οποία αποτελεί καινοτομία στον κύκλο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου 2020 και δημοσιεύεται μαζί με την ετήσια στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη.

Στόχος της έκθεσης είναι να αξιολογήσει τις επιδόσεις της πραγματικής οικονομίας στην ενιαία αγορά. Ενώ στο παρελθόν, οι προσπάθειες παρακολούθησης επικεντρώθηκαν κυρίως στο νομικό περιβάλλον της ενιαίας αγοράς για να εξασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή της, η έκθεση επικεντρώνεται κυρίως στα αποτελέσματα και τα επιτεύγματα της ενιαίας αγοράς.

Πρώτον, η έκθεση λαμβάνει υπόψη τα εμπόδια που δυσχεραίνουν την εξασφάλιση των οφελών της ενιαίας αγοράς για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Δεύτερον, αξιολογεί τα επιτεύγματα της ενιαίας αγοράς: περισσότερες επιλογές για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις, χαμηλότερες τιμές και υψηλά πρότυπα για την ασφάλεια των καταναλωτών και την προστασία του περιβάλλοντος. Τέλος, εξετάζει ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων που σχετίζονται με τις καλές επιδόσεις της ενιαίας αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών επιδόσεών της και της ψηφιοποίησης. Στο πλαίσιο αυτό, η έκθεση επιδόσεων της ενιαίας αγοράς έχει ως στόχο να τονίσει τη σημασία των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε επίπεδο κράτους μέλους για τις καλές επιδόσεις της ενιαίας αγοράς.

Η παροχή μεγαλύτερης προσοχής στα ζητήματα της ενιαίας αγοράς θα στηρίξει επίσης την ολοκλήρωση. Τα οφέλη των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε μια στενά ολοκληρωμένη αγορά θα ωφελήσουν τους εγχώριους καταναλωτές της χώρας όπου πραγματοποιούνται τέτοιες μεταρρυθμίσεις, αλλά θα επεκταθούν επίσης και σε καταναλωτές άλλων κρατών μελών.

Ο χρηματοπιστωτικός τομέας στην Ευρώπη πρέπει να στηρίξει περισσότερο την καινοτομία και τις επενδύσεις στην οικονομία. Η Ευρώπη πρέπει να συνεχίσει να αναπτύσσει τις χρηματοπιστωτικές αγορές της ούτως ώστε όλες οι βιώσιμες επιχειρήσεις να μπορούν να λαμβάνουν χρηματοδότηση για να επενδύουν στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στην ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένων των μελλοντικών καινοτόμων εταιρειών. Περαιτέρω μέτρα για την ολοκλήρωση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών θα διασφαλίσουν την πρόσβαση των επιχειρήσεων στη χρηματοδότηση που χρειάζονται για να αναπτυχθούν, να καινοτομήσουν και να επεκταθούν. Οι επιχειρήσεις, και ιδίως οι ΜΜΕ, πρέπει να επωφεληθούν πλήρως από την ενσωμάτωση στις διασυνοριακές αξιακές αλυσίδες και την αδιάλειπτη συγχώνευση της βιομηχανίας και των υπηρεσιών που χαρακτηρίζει την ψηφιακή εποχή. Ο προϋπολογισμός της ΕΕ θα συμβάλει επίσης σε αυτό, μέσω της απελευθέρωσης των ιδιωτικών επενδύσεων στους τομείς αυτούς.

Η αύξηση της παραγωγικότητας και της καινοτομίας δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς εκτεταμένες επενδύσεις στην εκπαίδευση και την ανάπτυξη δεξιοτήτων. Η υποστήριξη των ενήλικων εργαζομένων είναι ζωτικής σημασίας, ιδίως για τους 60 εκατομμύρια ενήλικες χαμηλών προσόντων, ώστε να αναπτύξουν ευρύτερες δεξιότητες υψηλότερου επιπέδου. Ομοίως, απαιτούνται μεταρρυθμίσεις στην αρχική εκπαίδευση και κατάρτιση για να αντιστραφεί η τάση του αυξανόμενου ποσοστού μαθητών με χαμηλές επιδόσεις – που σήμερα υπερβαίνει το 20 % στην ανάγνωση, τα μαθηματικά και τις φυσικές επιστήμες. Πρέπει να αντιμετωπιστεί το χάσμα των ψηφιακών δεξιοτήτων. Οι ολοκληρωμένες στρατηγικές δεξιοτήτων θα πρέπει να επικεντρώνονται στις ατομικές ανάγκες για αναβάθμιση και επανεκπαίδευση, που συνιστούν κοινή ευθύνη μεταξύ ατόμων, επιχειρήσεων και κυβερνήσεων, λαμβανομένων υπόψη των αναγκών των πιο ευάλωτων ατόμων.

Η ανάπτυξη και η παραγωγικότητα πρέπει να υποστηρίζονται από ανταγωνιστικές και αποδοτικές αγορές και από διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την άρση των εμποδίων στο επιχειρηματικό περιβάλλον. Η χρηστή διακυβέρνηση, οι αποτελεσματικοί θεσμοί, τα ανεξάρτητα και αποτελεσματικά συστήματα απονομής δικαιοσύνης, οι ποιοτικές δημόσιες διοικήσεις, τα αυστηρά πλαίσια για την καταπολέμηση της διαφθοράς, η αποτελεσματική παροχή δημόσιων συμβάσεων, τα αποτελεσματικά πλαίσια αφερεγγυότητας και τα αποτελεσματικά φορολογικά συστήματα αποτελούν σημαντικούς παράγοντες που καθορίζουν το επιχειρηματικό περιβάλλον ενός κράτους μέλους. Όλες αυτές οι πτυχές, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με το κράτος δικαίου, μπορούν να έχουν αντίκτυπο στις επενδυτικές αποφάσεις και, ως εκ τούτου, είναι σημαντικές για την αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας. Τούτο ισχύει κατά μείζονα λόγο σε ένα παγκοσμιοποιημένο και ψηφιοποιημένο περιβάλλον με μεγάλη κινητικότητα κεφαλαίων. Οι πληροφορίες σχετικά με τις θεσμικές και διοικητικές επιδόσεις των κρατών μελών, που θα συγκεντρωθούν από άλλες υφιστάμενες διαδικασίες διακυβέρνησης, θα τροφοδοτήσουν το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο και θα συμβάλουν στη μακροοικονομική αξιολόγηση.

5.Δικαιοσύνη

Για να ενισχύσει τις οικονομικές και κοινωνικές της επιδόσεις, η ΕΕ πρέπει να ανταποκριθεί πλήρως στις αρχές του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων. Μολονότι η οικονομική ανάκαμψη συνέβαλε στη βελτίωση της απασχόλησης και των κοινωνικών αποτελεσμάτων σε ολόκληρη την Ευρώπη, απαιτείται ανάληψη δράσης ώστε να διασφαλιστεί η άσκηση των κοινωνικών δικαιωμάτων και η αντιμετώπιση των κινδύνων που δημιουργεί το αυξανόμενο κοινωνικό χάσμα.

Κάθε εργαζόμενος στην Ευρώπη δικαιούται δίκαιες συνθήκες εργασίας. Στις περισσότερες χώρες της ΕΕ η φτώχεια των εργαζομένων παραμένει σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με την περίοδο πριν από την κρίση, καθώς περίπου 1 στους 10 εργαζομένους στην Ευρώπη αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας. Η κατ’ ανάγκη μερική απασχόληση, παρά το γεγονός ότι μειώνεται, παραμένει σε υψηλά επίπεδα σε αρκετά κράτη μέλη, ενώ η εξάπλωση των άτυπων μορφών εργασίας συντείνει στον κατακερματισμό της αγοράς εργασίας. Στο πλαίσιο αυτό, η εξασφάλιση δίκαιου μισθού για κάθε εργαζόμενο, η προώθηση της μετάβασης προς συμβάσεις πλήρους απασχόλησης αορίστου χρόνου και η επένδυση στους ανθρώπους και τις δεξιότητές τους συνιστούν σημαντικούς στόχους πολιτικής. Θα πρέπει να προωθηθεί μεγαλύτερη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων και μεγαλύτερη στήριξη της ανάπτυξης των ικανοτήτων τους σε χώρες στις οποίες ο κοινωνικός διάλογος είναι ανεπαρκής. Για να εξασφαλιστεί η συνέχιση παροχής στήριξης στους εργαζομένους ακόμη και σε περίοδο ισχυρών οικονομικών κλυδωνισμών, η εθνική δράση θα μπορούσε να συμπληρωθεί με ένα Ευρωπαϊκό Σύστημα Αντασφάλισης Ανεργίας (SURE). Επιπλέον, η ΕΕ θα πρέπει να εντείνει τις προσπάθειές της για την αντιμετώπιση όλων των μορφών παράτυπης απασχόλησης που συμβάλλουν στο κοινωνικό ντάμπινγκ και την εκμετάλλευση των εργαζομένων.

Οι γυναίκες εξακολουθούν να βρίσκονται σε μειονεκτική θέση στην αγορά εργασίας. Μολονότι οι γυναίκες σημειώνουν σε γενικές γραμμές καλύτερα εκπαιδευτικά αποτελέσματα, το χάσμα μεταξύ γυναικών και ανδρών ως προς το ποσοστό απασχόλησης και τα επίπεδα των μισθών έχει παραμείνει γενικά σταθερό κατά τα τελευταία έτη. Η εξάλειψη του χάσματος αυτού θα είχε θετικό οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο. Η προώθηση αποτελεσματικών πολιτικών ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, η διασφάλιση της πρόσβασης σε ποιοτική παιδική φροντίδα και η αντιμετώπιση των φορολογικών και υπό μορφή παροχών αντικινήτρων για την εργασία είναι ζωτικής σημασίας για την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης των γυναικών και την καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας.

Η προώθηση της δικαιοσύνης απαιτεί επένδυση σε δεξιότητες, επαρκή και βιώσιμα συστήματα κοινωνικής προστασίας και καταπολέμηση του αποκλεισμού. Η βελτίωση της ποιότητας και η εξάλειψη των αποκλεισμών στα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης είναι ζωτικής σημασίας για την ένταξη όλων στις μελλοντικές κοινωνίες. Θα πρέπει να μειωθούν τα ποσοστά πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου και να αυξηθεί η ελκυστικότητα της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Ωστόσο, η επένδυση σε δεξιότητες είναι κάθε άλλο παρά επαρκής. Τα συστήματα κοινωνικής προστασίας πρέπει να προσαρμοστούν ώστε να παρέχουν προστασία σε όσους την χρειάζονται, ανεξαρτήτως εργασιακού καθεστώτος. Η Ευρώπη πρέπει επίσης να αντιμετωπίσει πιο αποτελεσματικά τις ανισότητες που πλήττουν τις ομάδες που διατρέχουν κίνδυνο αποκλεισμού, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αναπηρία, των Ρομά και των μεταναστών, ώστε να διασφαλιστεί ότι είναι σε θέση να αξιοποιήσουν πλήρως τις δυνατότητές συνεισφοράς τους στην οικονομία, τα συστήματα κοινωνικής προστασίας και την κοινωνία. Η γήρανση του πληθυσμού καθιστά ολοένα και σημαντικότερη την επένδυση στην υγειονομική περίθαλψη και τη μακροχρόνια φροντίδα και την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του συστήματος κοινωνικής προστασίας με στόχο τη διασφάλιση της διαγενεακής δικαιοσύνης.

Οι προκλήσεις που απειλούν τη συνοχή μεταξύ και εντός των κρατών μελών έχουν αυξηθεί. Την επαύριο της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης, έχουν αυξηθεί οι ανισότητες μεταξύ των κρατών μελών ως προς το εισόδημα και την πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες. Οι περιφερειακές ανισότητες στην Ευρώπη εξακολουθούν να αποτελούν πρόκληση διότι επηρεάζουν αρνητικά την ανάπτυξη. Αν και η ευημερία των φτωχότερων περιφερειών έχει αυξηθεί από το 2010, το οικονομικό χάσμα με τις πλουσιότερες περιφέρειες έχει διευρυνθεί, μεταξύ άλλων και λόγω της μείωσης των επενδύσεων. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το χάσμα αυτό ενδεχομένως να διευρυνθεί περισσότερο λόγω των τεχνολογικών αλλαγών και της ενεργειακής μετάβασης, εκτός εάν ληφθούν κατάλληλα μέτρα για την τόνωση της περιφερειακής ανταγωνιστικότητας.

Η ΕΕ πρέπει να παραμείνει κινητήρια δύναμη συνοχής. Για την αντιμετώπιση των περιφερειακών και κοινωνικών ανισοτήτων πρέπει να δημιουργηθούν ευκαιρίες για όσους δεν επωφελούνται άμεσα από το άνοιγμα των αγορών και τις τεχνολογικές αλλαγές. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η αναβάθμιση των δεξιοτήτων μέσω της βελτίωσης της εκπαίδευσης και της κατάρτισης και η εξασφάλιση της κατάλληλης περιφερειακής σύγκλισης σε θέματα όπως η πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και την ποιοτική εκπαίδευση. Τα κράτη μέλη πρέπει να συνεχίσουν τις μεταρρυθμίσεις για την επίτευξη του στόχου αυτού, αξιοποιώντας πλήρως τη στήριξη που τους παρέχουν τα εργαλεία εντός του προϋπολογισμού της ΕΕ. Η συνδεσιμότητα των περιφερειών και η δυνατότητα πρόσβασης στην κινητικότητα είναι ζωτικής σημασίας, τόσο για τη συνοχή όσο και για την παραγωγικότητα, και πρέπει να υποστηρίζονται από τις κατάλληλες επενδύσεις.

Τα κράτη μέλη, οι περιφέρειες και οι πόλεις δεν ξεκινούν από την ίδια αφετηρία κατά τον σχεδιασμό και την εφαρμογή πολιτικών για το κλίμα και το περιβάλλον. Για τον λόγο αυτό οι πολιτικές για το κλίμα πρέπει να εξακολουθήσουν να εντάσσονται σε μια συνεκτική προσέγγιση, ώστε να αποφευχθεί η υπονόμευση της σύγκλισης. Μολονότι μεσοπρόθεσμα η μετάβαση προς ένα πιο βιώσιμο οικονομικό μοντέλο ενδεχομένως να οδηγήσει στην τόνωση της ανάπτυξης και της απασχόλησης σε ολόκληρη την ΕΕ, βραχυπρόθεσμα απαιτούνται μέτρα πολιτικής για τον περιορισμό των αρνητικών επιπτώσεων σε συγκεκριμένους τομείς και περιφέρειες. Σε ορισμένους τομείς θα χρειαστεί μετασχηματισμός, ενώ σε πολλούς άλλους θα πρέπει να αναληφθεί δράση για να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητά τους. Ο αντίκτυπος των αλλαγών αυτών πιθανόν να μη γίνει εξίσου αισθητός σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ένας νέος μηχανισμός δίκαιης μετάβασης θα παρέχει εξατομικευμένη υποστήριξη στα άτομα και τις περιφέρειες που πλήττονται περισσότερο και θα διασφαλίζει ότι κανείς δεν μένει στο περιθώριο. Θα δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην ανασυγκρότηση των περιφερειών που πλήττονται περισσότερο από την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα.

Η φοροδιαφυγή, η φοροαποφυγή και ο ανταγωνισμός για χαμηλότερη φορολογία υπονομεύουν την ικανότητα των χωρών να καθορίζουν φορολογικές πολιτικές που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των οικονομιών και των λαών τους. Τα εθνικά συστήματα φορολογίας και παροχών θα πρέπει να βελτιστοποιηθούν για να ενισχυθούν τα κίνητρα για συμμετοχή στην αγορά εργασίας, να ενισχυθούν η δικαιοσύνη και η διαφάνεια και να εξασφαλιστεί η οικονομική βιωσιμότητα και η επάρκεια των συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας στον μεταβαλλόμενο κόσμο της εργασίας. Τα φορολογικά συστήματα θα πρέπει επίσης να εξασφαλίζουν επαρκή έσοδα για τις δημόσιες επενδύσεις, την εκπαίδευση, την υγειονομική περίθαλψη και την ευημερία, να εγγυώνται δίκαιη κατανομή των βαρών και να αποτρέπουν τη στρέβλωση του ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων. Στο πλαίσιο αυτό, η καταπολέμηση των πρακτικών επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού και η δίκαιη φορολόγηση των παγκοσμιοποιημένων εταιρειών είναι ουσιαστικής σημασίας. Τα συστήματα φορολογίας εταιρειών της ΕΕ χρειάζονται επειγόντως μεταρρύθμιση. Δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα της σύγχρονης παγκόσμιας οικονομίας και δεν αποτυπώνουν τα νέα επιχειρηματικά μοντέλα στον ψηφιακό κόσμο. Όταν παράγονται κέρδη, οι φόροι και οι εισφορές πρέπει επίσης να ενισχύουν τα συστήματά μας κοινωνικής ασφάλισης, τα εκπαιδευτικά μας συστήματα, τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης και τις υποδομές μας.

6.Μακροοικονομική σταθερότητα

Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να ενισχύσει τη σταθερότητα της οικονομίας της αντιμετωπίζοντας τις εναπομένουσες αδυναμίες σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο. Η σταθερότητα αυτή αποτελεί προϋπόθεση για τη διασφάλιση της ανθεκτικότητας έναντι μελλοντικών κλυδωνισμών και για τη διευκόλυνση του μετασχηματισμού. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός απαιτούνται βραχυπρόθεσμα υπεύθυνες οικονομικές, δημοσιονομικές και χρηματοοικονομικές πολιτικές σε εθνικό επίπεδο και μακροπρόθεσμα κατάλληλος σχεδιασμός πολιτικής. Απαιτείται επίσης ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ με σκοπό την ολοκλήρωση των βασικών μεταρρυθμίσεων για την ενίσχυση της ζώνης του ευρώ.

Ο συντονισμός των εθνικών δημοσιονομικών πολιτικών, με πλήρη τήρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, είναι απαραίτητος για τη στήριξη της ορθής λειτουργίας της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης. Οι υπεύθυνες και ευέλικτες δημοσιονομικές πολιτικές, που οδηγούν σε υγιή και βιώσιμα δημόσια οικονομικά, είναι αναγκαίες για να διασφαλιστεί ότι η δημοσιονομική πολιτική θα επιτελέσει όλες τις λειτουργίες της. Το 2020 και το 2021 ο δημοσιονομικός προσανατολισμός της ζώνης του ευρώ αναμένεται σε γενικές γραμμές από ουδέτερος έως ελαφρώς επεκτατικός. Ταυτόχρονα, οι εθνικές δημοσιονομικές πολιτικές εξακολουθούν να μην είναι επαρκώς διαφοροποιημένες ανάλογα με τα διαθέσιμα δημοσιονομικά περιθώρια στα κράτη μέλη. Η άσκηση συνετών δημοσιονομικών πολιτικών από τα κράτη μέλη με υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους θα οδηγούσε το δημόσιο χρέος σε καθοδική πορεία, θα περιόριζε την ευπάθεια σε κλυδωνισμούς και θα καθιστούσε δυνατή την πλήρη λειτουργία των αυτόματων σταθεροποιητών σε περίπτωση οικονομικής κάμψης. Από την άλλη πλευρά, η περαιτέρω τόνωση των επενδύσεων και άλλων παραγωγικών δαπανών στα κράτη μέλη με ευνοϊκή δημοσιονομική κατάσταση θα στήριζε την ανάπτυξη βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, ενώ θα συνέβαλλε επίσης στην επανεξισορρόπηση της οικονομίας της ζώνης του ευρώ. Η αποτελεσματική αντιμετώπιση σε περίπτωση επιδείνωσης των προοπτικών απαιτεί υποστηρικτικό δημοσιονομικό προσανατολισμό σε συνολικό επίπεδο, παράλληλα με την εφαρμογή πολιτικών με πλήρη τήρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, με συνεκτίμηση των ειδικών περιστάσεων ανά χώρα και αποφυγή της φιλοκυκλικότητας στο μέτρο του δυνατού.

Για να εξασφαλιστεί η σταθερότητα, πρέπει να αντιμετωπιστούν οι πιθανές πηγές εγχώριων και εξωτερικών ανισορροπιών, και παράλληλα να προστατεύονται οι επενδύσεις στη μελλοντική βιωσιμότητα και παραγωγικότητα. Τόσο οι εγχώριες όσο και οι εξωτερικές ανισορροπίες πρέπει να ελέγχονται μέσω κατάλληλης παρακολούθησης και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Σε περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων, τα κράτη μέλη με ανάγκες απομόχλευσης θα πρέπει να ακολουθούν ταχεία διαδικασία για τη μείωση του χρέους χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο οι επενδύσεις. Τα σημερινά υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους αποτελούν πηγή ευπάθειας σε ορισμένα κράτη μέλη και περιορίζουν τις κυβερνήσεις ως προς την επίτευξη μακροοικονομικής σταθεροποίησης, όταν χρειάζεται. Η μείωση του χρέους θα είναι επίσης αναγκαία για να δοθούν δημοσιονομικά περιθώρια ελιγμών στα κράτη μέλη με σκοπό την αντιμετώπιση των μελλοντικών προκλήσεων και την αποδέσμευση κεφαλαίων για επενδύσεις. Τούτο ισχύει ιδίως αν ληφθούν υπόψη οι περιορισμένοι ισολογισμοί των τραπεζών και το χρέος του ιδιωτικού τομέα. Η περαιτέρω διόρθωση των μεγάλων ανισορροπιών των εξωτερικών θέσεων και η μείωση του χρέους των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών είναι σημαντικές για τη μείωση των ευπαθειών.

Η βελτίωση της ποιότητας των δημόσιων οικονομικών είναι σημαντική για την τόνωση της δυνητικής ανάπτυξης και τη στήριξη του οικονομικού μετασχηματισμού που συνδέεται με τις κλιματικές και τις ψηφιακές προκλήσεις. Θα πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες τόσο στο σκέλος των εσόδων όσο και στο σκέλος των δαπανών, μέσω τακτικών επανεξετάσεων κατά τις οποίες θα δίνεται προτεραιότητα στις δαπάνες που προωθούν τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και την αξιοποίηση των εργαλείων για πράσινους προϋπολογισμούς. Στο σκέλος των δαπανών, θα πρέπει να πραγματοποιείται τακτική επανεξέτασή τους και να δίνεται προτεραιότητα στις δαπάνες που προωθούν τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, ιδίως για την εκπαίδευση, την απασχόληση και τις επενδύσεις. Στο σκέλος των εσόδων, οι φόροι θα πρέπει να στηρίζουν τη μετάβαση σε μια πράσινη οικονομία, να καταστούν πιο δίκαιοι και να μετακινηθούν προς πηγές λιγότερο επιζήμιες για την ανάπτυξη.

Ο χρηματοπιστωτικός τομέας πρέπει να ενισχυθεί περισσότερο μέσω της ολοκλήρωσης της Τραπεζικής Ένωσης και της Ένωσης Κεφαλαιαγορών. Ο στόχος αυτός θα πρέπει να επιτευχθεί, μεταξύ άλλων, με τη θέσπιση του ευρωπαϊκού συστήματος ασφάλισης των καταθέσεων, τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, την αντιμετώπιση του δεσμού μεταξύ τραπεζών και κρατών, τη βελτίωση των νόμων περί αφερεγγυότητας των τραπεζών και τη θέσπιση μέτρων για την περαιτέρω ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής ολοκλήρωσης. Ταυτόχρονα, το αυξανόμενο κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος ή η απότομη αύξηση των τιμών των κατοικιών σε ορισμένες χώρες πρέπει να παρακολουθούνται στενά, ενώ τα μακροπροληπτικά πλαίσια πρέπει να προσαρμόζονται και να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα, όπου είναι αναγκαίο, για την πρόληψη της συσσώρευσης νέων ανισορροπιών. Η συνέχιση των εργασιών για την Ένωση Κεφαλαιαγορών είναι απαραίτητη ώστε να διαφοροποιηθούν οι πηγές χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις και οι επενδυτικές ευκαιρίες για τους αποταμιευτές, με αποτέλεσμα να αυξηθεί ο επιμερισμός του κινδύνου στον ιδιωτικό τομέα εντός της ζώνης του ευρώ. Πρέπει επίσης να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στις κυβερνοαπειλές και στις κλιματικές απειλές.

Η Ευρώπη χρειάζεται καλά στοχευμένες επενδύσεις για τη στήριξη της μετάβασης σε μια κλιματικά ουδέτερη και πλήρως ψηφιοποιημένη οικονομία. Η ευελιξία που επιτρέπεται στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης θα πρέπει να αξιοποιηθεί πλήρως ώστε να καταστεί δυνατή η πραγματοποίηση των απαραίτητων επενδύσεων, ενώ παράλληλα θα διασφαλίζεται η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Με τον τρόπο αυτό θα επιτύχουμε έναν δημοσιονομικό προσανατολισμό φιλικότερο προς την ανάπτυξη, διασφαλίζοντας παράλληλα τη δημοσιονομική ευθύνη. Η ταχεία έγκριση του νέου πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου είναι επίσης καίριας σημασίας για να εξασφαλιστεί η άμεση διαθεσιμότητα πρόσθετων επενδύσεων για τη στήριξη του ψηφιακού και κλιματικού μετασχηματισμού (βλέπε πλαίσιο 2).

Όλα τα ανωτέρω στοιχεία θα είναι ουσιαστικής σημασίας για την ενίσχυση του διεθνούς ρόλου του ευρώ, το οποίο αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την αύξηση της ευρωπαϊκής επιρροής στις παγκόσμιες αγορές. Θα βοηθήσουν τις επιχειρήσεις, τους καταναλωτές και τις κυβερνήσεις στην Ευρώπη να αντιμετωπίσουν τυχόν δυσμενείς εξωτερικές εξελίξεις και θα συμβάλουν στην εδραίωση του ρόλου της οικονομίας της ζώνης του ευρώ παγκοσμίως. Η ανάγκη ανάληψης δράσης καθίσταται ακόμη πιο επείγουσα στην τρέχουσα συγκυρία, καθώς οι παγκόσμιες αντιπαλότητες και οι απειλές κατά του πολυμερούς συστήματος προκαλούν νέες οικονομικές διαμάχες υπό μορφή εμπορικών και νομισματικών συγκρούσεων, οι οποίες ενέχουν τον κίνδυνο υπονόμευσης πολλών από τα οφέλη της παγκοσμιοποίησης.

Πλαίσιο 2: Η συνεισφορά του προϋπολογισμού της ΕΕ – η ανάγκη για ταχεία έγκριση του νέου πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Ο προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι στο επίκεντρο των φιλοδοξιών που διέπουν τις πολιτικές μας.

Με βάση τους υφιστάμενους και τους νέους μηχανισμούς, το επενδυτικό σχέδιο για μια βιώσιμη Ευρώπη θα παρέχει τις απαραίτητες επενδύσεις για την υλοποίηση της ευρωπαϊκής πράσινης συμφωνίας. Ο μηχανισμός δίκαιης μετάβασης θα στηρίζει τις περιφέρειες που πλήττονται περισσότερο και θα μεριμνά ώστε κανείς να μη μένει στο περιθώριο.

Το πρόγραμμα InvestEU αναμένεται να κινητοποιήσει πάνω από 650 δισ. EUR πρόσθετων επενδύσεων έως το 2027 μέσω της χρήσης εγγύησης της ΕΕ. Αποτελεί βασικό μέσο για την προσέλκυση ιδιωτικών χρηματοδοτικών πόρων με σκοπό την προώθηση των στόχων της ΕΕ.

Τα ταμεία της πολιτικής συνοχής (Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο +, Ταμείο Συνοχής) διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην υποστήριξη της κοινωνικής και εδαφικής συνοχής στα κράτη μέλη, τις περιφέρειες και τις αγροτικές περιοχές μας, ώστε να συμβαδίζουν με τον ψηφιακό και τον πράσινο μετασχηματισμό που συντελείται στον κόσμο μας. Με βάση την πρόταση της Επιτροπής για το επόμενο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο, το κονδύλιο για την πολιτική συνοχής για την περίοδο 2021-2027 καθορίστηκε στο συνολικό ποσό των 374 δισ. EUR σε τρέχουσες τιμές.

Μέσω του προγράμματος στήριξης μεταρρυθμίσεων, τα διαθέσιμα σε επίπεδο ΕΕ μέσα θα επεκταθούν ώστε να συμβάλουν στην εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στα κράτη μέλη της ΕΕ, παρέχοντας τόσο τεχνική όσο και χρηματοδοτική στήριξη. Στο πλαίσιο αυτό, το δημοσιονομικό μέσο για τη σύγκλιση και την ανταγωνιστικότητα αναμένεται να στηρίξει μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις στα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ.

Ο προϋπολογισμός της ΕΕ θα επενδύσει πρωτοφανή ποσά στην έρευνα και την καινοτομία αιχμής, χρησιμοποιώντας την πλήρη ευελιξία του επόμενου προϋπολογισμού της ΕΕ με σκοπό την εστίαση στους τομείς με το μεγαλύτερο δυναμικό. Το πρόγραμμα «Ορίζων Ευρώπη» θα διαθέσει 98 δισ. EUR για επενδύσεις στην καινοτομία εντός της ΕΕ.

Ο προϋπολογισμός της ΕΕ θα λειτουργήσει ως καταλύτης για τη μόχλευση βιώσιμων ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων και θα διοχετεύει τη στήριξη της ΕΕ για τη μετάβαση σε καθαρή ενέργεια εκεί όπου είναι περισσότερο αναγκαία. Ήδη στο πλαίσιο του τρέχοντος μακροπρόθεσμου προϋπολογισμού για την περίοδο 2014-2020 έχει αυξηθεί το βάρος του κλίματος και του περιβάλλοντος στα προγράμματα δαπανών του προϋπολογισμού της ΕΕ. Ο μετριασμός της κλιματικής αλλαγής και η προσαρμογή σε αυτήν έχουν ενταχθεί και ενσωματωθεί σε όλους τους μείζονες τομείς δαπανών της ΕΕ. Με την πρότασή της για ενωσιακό προϋπολογισμό άνω του 1 τρισεκατομμυρίου EUR για την περίοδο 2021-2027 ( 5 ), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αύξησε το επίπεδο φιλοδοξίας της διαθέτοντας ποσοστό τουλάχιστον 25 % σε δραστηριότητες σχετικές με το κλίμα· το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί σε 320 δισεκατομμύρια EUR. Στο πλαίσιο της μελλοντικής κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ), μια νέα πράσινη αρχιτεκτονική θα συμβάλει περισσότερο στη μέριμνα για το περιβάλλον και το κλίμα, καθώς οι δράσεις στο πλαίσιο της ΚΓΠ αναμένεται να συνεισφέρουν το 40 % του συνολικού χρηματοδοτικού κονδυλίου της ΚΓΠ για τους στόχους για το κλίμα.

7.Επανεστίαση του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου

Η νέα στρατηγική ανάπτυξης θα μας βοηθήσει να επιτύχουμε τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΣΒΑ) εστιάζοντας στην ανταγωνιστική βιωσιμότητα. Οι οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις αφορούν το σύνολο της οικονομίας. Απαιτούνται σημαντικές προσπάθειες σε όλους τους τομείς πολιτικής, τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό επίπεδο, για να επιτύχουμε τους στόχους μας. Βασικός παράγοντας επιτυχίας είναι η ικανότητα των δημόσιων αρχών να κατευθύνουν τις οικονομικές, κοινωνικές και δημοσιονομικές πολιτικές προς την επίτευξη των ΣΒΑ. Η συμβολή των διαφόρων επιπέδων διακυβέρνησης εντός της ΕΕ στην επίτευξη των ΣΒΑ είναι πολυσύνθετη λόγω της κατανομής των αρμοδιοτήτων μεταξύ των κρατών μελών και των θεσμικών οργάνων της ΕΕ. Μολονότι οι προκλήσεις μετασχηματισμού είναι κοινές, το σημείο εκκίνησης διαφέρει, καθώς ορισμένα κράτη μέλη εκτίθενται περισσότερο σε οικονομικούς, κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους ή πρέπει να καταβάλουν μεγαλύτερη προσπάθεια για την επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαία η εφαρμογή διαφοροποιημένων αλλά στενά συντονισμένων πολιτικών στα κράτη μέλη. Την τελευταία δεκαετία, το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο έχει καθιερωθεί ως το βασικό εργαλείο για τον συντονισμό των εθνικών οικονομικών πολιτικών και των πολιτικών απασχόλησης. Μπορεί, επομένως, να συμβάλει στον προσανατολισμό των πολιτικών αυτών προς την επίτευξη των ΣΒΑ μέσω της παρακολούθησης της προόδου και της διασφάλισης στενότερου συντονισμού των εθνικών προσπαθειών στον τομέα των οικονομικών πολιτικών και των πολιτικών απασχόλησης, διατηρώντας παράλληλα την εστίασή του σε ζητήματα που έχουν επιπτώσεις στο σύνολο της οικονομίας.

Η επανεστίαση του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου έχει ήδη ξεκινήσει μέσω της ευρύτερης οικονομικής προσέγγισης που προτείνεται στην παρούσα ετήσια στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Η επανεστίαση θα συνεχιστεί με τις ανά χώρα εκθέσεις για το 2020, που συναποτελούν την ανάλυση της Επιτροπής σχετικά με την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των κρατών μελών. Ως πρώτο βήμα, οι εκθέσεις για το 2020 θα περιλαμβάνουν ενισχυμένη ανάλυση και παρακολούθηση των ΣΒΑ. Θα περιλαμβάνουν επίσης νέα ειδική ενότητα που θα επικεντρώνεται στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα, η οποία θα συμπληρώνει την ανάλυση των οικονομικών και κοινωνικών προκλήσεων. Στόχος είναι να υποστηρίζονται οι δράσεις των κρατών μελών μέσω του προσδιορισμού συνεργειών και συμβιβασμών μεταξύ περιβαλλοντικών, κοινωνικών και οικονομικών πολιτικών σε εθνικό επίπεδο. Στην ανάλυση των εκθέσεων θα στηρίζεται επίσης η χρήση των κονδυλίων της ΕΕ για βιώσιμες επενδύσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εκτός από τη νέα αυτή ενότητα, κάθε έκθεση ανά χώρα θα περιλαμβάνει επίσης ένα νέο παράρτημα, στο οποίο θα παρουσιάζονται οι επιδόσεις των επιμέρους κρατών μελών ως προς την επίτευξη των ΣΒΑ. Το νέο αυτό παράρτημα θα παρακολουθεί την πρόοδο κάθε χώρας, με βάση το σύνολο δεικτών της ΕΕ για τους ΣΒΑ που έχει καταρτίσει η Eurostat. Επιπλέον, η Επιτροπή κάλεσε τα κράτη μέλη να προβούν σε απολογισμό της προόδου που έχει σημειωθεί όσον αφορά τους ΣΒΑ στα εθνικά τους προγράμματα μεταρρυθμίσεων, ως ποιοτικό συμπλήρωμα της παρακολούθησης βάσει δεικτών από την Επιτροπή, στο πλαίσιο του Εξαμήνου, το οποίο θα καλύπτει τις πτυχές των σχετικών πολιτικών που αφορούν το σύνολο της οικονομίας. Ο στόχος δεν είναι να δημιουργηθεί πρόσθετη διοικητική επιβάρυνση για τις εθνικές διοικήσεις, αλλά να αξιοποιηθούν τα υφιστάμενα εθνικά εργαλεία παρακολούθησης, όπως για παράδειγμα οι ετήσιες εθελοντικές εθνικές ανασκοπήσεις που προβλέπονται σε επίπεδο ΟΗΕ, ώστε να είναι πιο χρήσιμη η καθοδήγηση και ο συντονισμός σε επίπεδο ΕΕ. Με βάση τις ανά χώρα εκθέσεις, οι προτάσεις της Επιτροπής για τις ειδικές ανά χώρα συστάσεις του 2020, που πρόκειται να εγκριθούν τον Μάιο, θα τονίσουν τη συμβολή των εθνικών μεταρρυθμίσεων στην πρόοδο προς την επίτευξη συγκεκριμένων ΣΒΑ, όταν είναι καθοριστικές για τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και των πολιτικών απασχόλησης ενώπιον των οικονομικών προκλήσεων που μας αφορούν όλους.

Με την ανάπτυξη αυτής της νέας προσέγγισης στον τρέχοντα κύκλο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και κατά τα επόμενα έτη, το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο θα στηρίζει άμεσα την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της στην επίτευξη των ΣΒΑ σε όλες τις οικονομικές πολιτικές και τις πολιτικές απασχόλησης, διασφαλίζοντας, αφενός, ότι η οικονομία είναι στην υπηρεσία όλων και, αφετέρου, ότι η ανάπτυξη είναι βιώσιμη.

Συμπεράσματα και επόμενα βήματα

Η εφαρμογή της παρούσας στρατηγικής για τη βιώσιμη ανάπτυξη είναι ένα κοινό εγχείρημα. Θα απαιτήσει συνδυασμένη δράση και δέσμευση εκ μέρους όλων των ευρωπαϊκών φορέων. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλείται να εγκρίνει τη στρατηγική αυτή. Οι προτεραιότητες που καθορίζει η Επιτροπή στην παρούσα ανακοίνωση θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο των εθνικών πολιτικών και στρατηγικών, όπως αυτές ορίζονται στα προγράμματα σταθερότητας ή σύγκλισης των κρατών μελών και στα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων. Σε αυτή τη βάση, η Επιτροπή θα προτείνει ειδικές ανά χώρα συστάσεις, οι οποίες θα εγκριθούν στη συνέχεια από τα κράτη μέλη στο Συμβούλιο. Συνεπώς, τα κράτη μέλη φέρουν την τελική ευθύνη για το περιεχόμενο και την εφαρμογή των εν λόγω συστάσεων.

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αξιοποιήσουν πλήρως τα διαθέσιμα μέσα πολιτικής και χρηματοδότησης της ΕΕ. Η Επιτροπή είναι έτοιμη να στηρίξει τα κράτη μέλη στις μεταρρυθμιστικές τους προσπάθειες, παρέχοντας τεχνική υποστήριξη, ιδίως μέσω του προτεινόμενου προγράμματος στήριξης των μεταρρυθμίσεων, σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Στο πλαίσιο αυτό, όσον αφορά τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ, το δημοσιονομικό μέσο για τη σύγκλιση και την ανταγωνιστικότητα αναμένεται να παρέχει προσαρμοσμένα κίνητρα και στήριξη στις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις. Τέλος, τα ταμεία της πολιτικής συνοχής διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην υποστήριξη της κοινωνικής και εδαφικής συνοχής.

Η οικονομική διακυβέρνηση και η δημοκρατική λογοδοσία πρέπει να συμβαδίζουν. Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην οικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ πρέπει να είναι ισχυρότερος. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή θα ξεκινήσει διάλογο με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τον τρόπο επίτευξης του στόχου αυτού. Ως πρώτο βήμα, τα μέλη της Επιτροπής που είναι αρμόδια για τα οικονομικά θέματα θα προσέρχονται ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πριν από κάθε βασικό στάδιο του κύκλου του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Η ενίσχυση της δημοκρατικής λογοδοσίας του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου θα συμβάλει επίσης στην ανάληψη ευθύνης και, ως εκ τούτου, στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων. Γενικότερα, η Επιτροπή θα συνεχίσει τον διάλογο με τα κράτη μέλη, τα οποία καλεί να εξασφαλίσουν τη συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων, των κοινωνικών εταίρων και όλων των ενδιαφερόμενων μερών.

(1)    Η πρόταση για κοινή έκθεση για την απασχόληση από την Επιτροπή και το Συμβούλιο, που εγκρίθηκε μαζί με την ετήσια στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη (COM(2019) 653), παρουσιάζει λεπτομερώς τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας και την κοινωνική πολιτική, μεταξύ άλλων μέσω του κοινωνικού πίνακα αποτελεσμάτων.
(2)    Έκθεση για τη γήρανση του πληθυσμού του 2018 https://ec.europa.eu/info/sites/info/files/economy-finance/ip079_en.pdf
(3)

   Από το 2009, ο οικολογικός σχεδιασμός έχει αποφέρει σημαντική εξοικονόμηση ενέργειας και τη συναφή αποφυγή εκπομπών CO2, καθώς και συνεχώς μεγαλύτερη αύξηση της αποδοτικής χρήσης των πρώτων υλών.

(4)    Έκθεση επιδόσεων της ενιαίας αγοράς SWD (2019) 443
(5)

   Πρόταση της Επιτροπής για κανονισμό του Συμβουλίου για τον καθορισμό του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2021-2027, COM/2018/322