14.4.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 120/7


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Σύσταση για σύσταση του Συμβουλίου σχετικά με την οικονομική πολιτική της ζώνης του ευρώ»

[COM(2019)652 final]

(2020/C 120/02)

Εισηγητής: ο κ.

Petr ZAHRADNÍK

Αίτηση γνωμοδότησης

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 6.2.2020

Νομική βάση

Άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αρμόδιο τμήμα

Οικονομική και Νομισματική Ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή

Υιοθετήθηκε από το τμήμα

4.2.2020

Υιοθετήθηκε από την ολομέλεια

19.2.2020

Σύνοδος ολομέλειας αριθ.

550

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

(υπέρ/κατά/αποχές)

129/10/17

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1.

Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει με ανησυχία την οικονομική ύφεση της ζώνης του ευρώ και τη σταδιακή ανακοπή της μείωσης της ανεργίας, η οποία συνδέεται με τη συνεχιζόμενη αύξηση των παραγόντων κινδύνου που επηρεάζουν τις οικονομικές επιδόσεις.

1.2.

Ωστόσο, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία είναι αυτή που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της μελλοντικής οικονομικής διάρθρωσης τόσο της ΕΕ όσο και της ζώνης του ευρώ, ως δυνητικό έναυσμα θεμελιώδους αλλαγής και ως σημείο καμπής. Πολλά θα εξαρτηθούν από τον τρόπο αντιμετώπισης αυτής της αλλαγής· εάν η διαχείρισή της πραγματοποιηθεί επιτυχώς, η Ευρώπη θα μπορούσε να βελτιώσει τη θέση της από οικονομική και κοινωνική άποψη· εάν όχι, η αποτυχία της θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ακεραιότητα της ΕΕ.

1.3.

Σημαντικό στοιχείο της οικονομικής ανάπτυξης —τόσο σύμφωνα με την παραδοσιακή οπτική όσο και υπό το πρίσμα των νέων στοιχείων στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας— αποτελούν οι συνεχείς γεωγραφικές ανισότητες και διαφορές εντός της ΕΕ, οι οποίες εξακολουθούν να υφίστανται παρά μια κάποια σχετικά επιτυχή σύγκλιση κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών.

1.4.

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη ότι η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία θα μπορούσε να αποτελέσει μια πλατφόρμα για την προώθηση της κοινής ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας, η οποία είναι απαραίτητη για να διευκολυνθεί και να επιταχυνθεί η σύγκλιση.

1.5.

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι παρά τους εμμένοντες παράγοντες κινδύνου, ιδίως σε ορισμένα κράτη μέλη, σημειώθηκε ωστόσο βελτίωση όσον αφορά την κατάσταση, τη σταθερότητα και τη λειτουργία του χρηματοπιστωτικού τομέα στη ζώνη του ευρώ.

1.6.

Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι επενδύσεις που απαιτούνται στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας θα μπορούσαν να συμβάλουν σημαντικά στην περαιτέρω οικονομική ευημερία της ζώνης του ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των κρατών μελών των οποίων το αναπτυξιακό δυναμικό βρίσκεται σήμερα κάτω από τον μέσο όρο, πράγμα το οποίο θα μπορούσε να συμβάλει στην επίτευξη σύγκλισης εντός της ζώνης του ευρώ και της ΕΕ στο σύνολό της.

1.7.

Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει, ως επείγον ζήτημα, ότι η επίτευξη των στόχων της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας θα απαιτήσει μια εύρωστη εισροή χρηματοδοτικών πόρων οι οποίοι δεν έχουν ακόμη εξασφαλιστεί. Προβληματίζεται δε ιδιαιτέρως σχετικά με την ανεπάρκεια της προτεινόμενης χρηματοδότησης του Ταμείου και του Μηχανισμού Δίκαιης Μετάβασης. Θα χρειαστεί να κινητοποιηθούν εθνικοί δημόσιοι και ιδιωτικοί πόροι και να προβλεφθεί ο ενδεδειγμένος μηχανισμός κατανομής τους για την επίτευξη των στόχων της Πράσινης Συμφωνίας.

1.8.

Η ΕΟΚΕ τονίζει τη συνεχιζόμενη ανάγκη άσκησης μια προσεκτικά επιθετικής δημοσιονομικής πολιτικής κατά την προσεχή περίοδο, ιδίως ενόψει της αναμενόμενης οικονομικής επιβράδυνσης, με παράλληλη διασφάλιση μιας ισορροπημένης αλληλεπίδρασης μεταξύ της οικονομικής πολιτικής και των πυλώνων στους οποίους βασίζεται η ΟΝΕ. Η υιοθέτηση του «χρυσού» δημοσιονομικού κανόνα για τις δημόσιες επενδύσεις θα μπορούσε να συμβάλει στην επίτευξη των εν λόγω στόχων.

1.9.

Η ΕΟΚΕ συνιστά να επιδειχθεί μεγαλύτερη προσοχή στη δέουσα προσαρμογή του φορολογικού συστήματος στις μελλοντικές ανάγκες, τόσο για την ενθάρρυνση φιλικότερων προς το περιβάλλον συμπεριφορών εκ μέρους των καταναλωτών και των παραγωγών όσο και για την εξασφάλιση δίκαιης φορολόγησης που αποτρέπει την επιδείνωση των αποκλίσεων από πλευράς εισοδήματος και πλούτου, καθώς και στην πρόβλεψη νομικών απαιτήσεων για την πρόληψη της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής.

1.10.

Η ΕΟΚΕ τονίζει την ανάγκη επίτευξης της ορθής ισορροπίας μεταξύ της διευκόλυνσης της χρηματοοικονομικής καινοτομίας και της θέσπισης κανόνων για την εποπτεία και τη ρύθμιση των χρηματοπιστωτικών αγορών σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία πολλαπλασιάζονται με ταχύ ρυθμό νέα είδη πλατφορμών χρηματοδότησης. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει την τεράστια σημασία που έχει η διασφάλιση της σταθερότητας των χρηματοπιστωτικών αγορών. Η ΕΟΚΕ έχει πράγματι επιστήσει επανειλημμένα την προσοχή στις καθυστερήσεις που σημειώνονται ως προς την υλοποίηση των υπολειπόμενων βασικών συνιστωσών που είναι ζωτικής σημασίας για την ολοκλήρωση της χρηματοοικονομικής ένωσης.

2.   Ιστορικό

2.1.

Οι επιδόσεις της οικονομίας της ζώνης του ευρώ επιβραδύνονται, η ανεργία έπαψε να μειώνεται και, παρά τη συγκρατημένη ανάπτυξη, ο πληθωρισμός παραμένει χαμηλός και κάτω από τον προβλεπόμενο στόχο για τον πληθωρισμό.

2.2.

Οι προοπτικές για το 2020 συνδέονται με την αριθμητική αύξηση των παραγόντων κινδύνου και την επακόλουθη αβεβαιότητα. Οι κίνδυνοι αυτοί ενδέχεται να οδηγήσουν σε επιμήκυνση της περιόδου υποτονικής ανάπτυξης, χαμηλού πληθωρισμού αύξησης των μισθών και αύξησης των εισοδηματικών ανισοτήτων κατά τα επόμενα χρόνια, εκτός εάν προκύψει ισχυρή επενδυτική ανάκαμψη, ιδίως σε τομείς υψηλής παραγωγικότητας στους οποίους η ζώνη του ευρώ και η ΕΕ μπορούν να είναι ανταγωνιστικές σε παγκόσμιο επίπεδο.

2.3.

Παρά τις ευνοϊκές συνθήκες στην αγορά εργασίας, υπήρχε μόνο μια αργή και μέτρια αύξηση των πραγματικών μισθών κάτω του 1 % κατά το 2018 και το 2019, η οποία παραμένει ακόμη και αυτή εξαιρετικά άνισα κατανεμημένη, με ανισόρροπη κατανομή του πλούτου. Οι μισθολογικές ανισότητες έχουν πράγματι αυξηθεί σε πολλές περιπτώσεις και, σε ορισμένες χώρες, οι πραγματικοί μισθοί είναι ακόμη χαμηλότεροι από ό,τι πριν από μια δεκαετία. Το γεγονός αυτό ευνοεί τη διόγκωση του φαινομένου των φτωχών εργαζομένων, δηλαδή εκείνων που δυσκολεύονται να υπερβούν το όριο της φτώχειας ή που διατρέχουν κίνδυνο κοινωνικού αποκλεισμού, παρότι εργάζονται. Η αύξηση των πραγματικών μισθών και η μείωση της φτώχειας είναι σημαντικές για τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και της ιδιωτικής κατανάλωσης, με τα οφέλη που αυτό συνεπάγεται για την παραγωγή και την οικονομική ανάπτυξη.

2.4.

Το μεγάλο πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε και το χάσμα μεταξύ των ελλειμματικών και των πλεονασματικών κρατών μελών συρρικνώθηκε ελαφρώς, πρωτίστως λόγω της εξασθένησης της εξωτερικής ζήτησης. Ωστόσο, ορισμένα κράτη μέλη εξακολουθούν να διατηρούν υπερβολικά πλεονάσματα. Τα μέτρα —επενδυτικά και μισθολογικά— που θα οδηγούσαν στη μείωσή τους θα συνέβαλαν στην τόνωση της ισχνής ανάπτυξης της ζώνης του ευρώ.

2.5.

Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία αποτελεί θεμελιώδες νέο στοιχείο: γίνεται αντιληπτή ως μακροπρόθεσμη ευκαιρία που θα μπορούσε να επηρεάσει ήδη βραχυπρόθεσμα τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη. Βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, ωστόσο, θα έχει τεράστιο οικονομικό κόστος. Προεξάρχουσας σημασίας θα είναι επίσης τα νέα προτεινόμενα μέσα: το επενδυτικό σχέδιο για τη βιώσιμη Ευρώπη και το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης.

2.6.

Οι ασυμμετρίες που χαρακτηρίζουν την οικονομική ανάπτυξη της ζώνης του ευρώ εξακολουθούν να αποτελούν πρόκληση που οφείλεται τόσο στις βαθιές επιπτώσεις της προηγούμενης οικονομικής κρίσης όσο και στην ποικιλομορφία των διαρθρωτικών προβλημάτων των μεμονωμένων οικονομιών των κρατών μελών, τα οποία παρεμποδίζουν την πλήρη αξιοποίηση του οικονομικού δυναμικού κάθε κράτους μέλους. Οι ασυμμετρίες αυτές έχουν επίσης σοβαρές κοινωνικές επιπτώσεις, ιδίως δε μόνιμη φτώχεια και κοινωνικό αποκλεισμό. Παρότι τα άτομα που αντιμετωπίζουν τα συγκεκριμένα προβλήματα είναι επί του παρόντος λιγότερα κατά περίπου πέντε εκατομμύρια σε σύγκριση με το 2012, η ΕΟΚΕ εξακολουθεί να δικαιούται να ρωτήσει, αφενός, εάν η αναμενόμενη οικονομική επιβράδυνση ενέχει κίνδυνο επανεμφάνισης αυτής της κατάστασης και, αφετέρου, κατά πόσον η ΕΕ και τα κράτη μέλη είναι πλέον καλύτερα προετοιμασμένα για την αντιμετώπιση της συγκεκριμένης απειλής.

2.7.

Η κατάσταση, η σταθερότητα και η λειτουργία του χρηματοπιστωτικού τομέα στη ζώνη του ευρώ έχουν βελτιωθεί σημαντικά από τότε που ξέσπασε η κρίση, αλλά εξακολουθούν να υφίστανται κίνδυνοι και να υπάρχουν τομείς που δεν έχουν ακόμη εξυγιανθεί πλήρως, ιδίως όσον αφορά ορισμένα εθνικά χρηματοπιστωτικά συστήματα.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1.

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι, παρότι η ζώνη του ευρώ διανύει ακόμη περίοδο οικονομικής ανάπτυξης, η κατάσταση αρχίζει να εξασθενεί. Στο παρόν στάδιο, είναι σημαντικό να αναγνωριστεί ότι η ΟΝΕ βασίζεται σε έναν νομισματικό και δημοσιονομικό πυλώνα, έναν οικονομικό πυλώνα, έναν κοινωνικό πυλώνα και έναν πολιτικό πυλώνα. Στο ίδιο πνεύμα με τις προηγούμενες γνωμοδοτήσεις (1) της, η ΕΟΚΕ συνιστά να διασφαλιστεί η ύπαρξη ισορροπίας μεταξύ αυτών των πυλώνων διότι η παραμέληση ή η διαταραχή αυτής της ισορροπίας ενδέχεται να προκαλέσει επικίνδυνες αποκλίσεις.

3.2.

Εντούτοις, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί θεμελιώδη παράμετρο για την εφαρμογή των αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και την υλοποίηση των επενδύσεων που αυτές συνεπάγονται. Η συνύπαρξη της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων μπορεί να ενισχύσει σημαντικά τις συνθήκες που ευνοούν μια μακροπρόθεσμη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη και να εξαλείψει τους αρνητικούς κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς εξωτερικούς παράγοντες, καθώς και ορισμένες αδυναμίες της αγοράς, υπό την προϋπόθεση της συμμόρφωσης προς τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών και τις αρχές του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων.

3.3.

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές είναι ιδιαίτερα σημαντικές για τα κράτη μέλη των οποίων το αναπτυξιακό δυναμικό βρίσκεται σήμερα πολύ κάτω από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ. Η πραγματοποίηση σημαντικών επενδύσεων, εστιασμένων σε παραγωγικούς τομείς, θα τους δώσει τη δυνατότητα να γεφυρώσουν αυτό το χάσμα κατά την επόμενη δεκαετία.

3.4.

Η ΕΟΚΕ τονίζει με έμφαση ότι, χωρίς επαρκείς και βιώσιμες επενδύσεις, η ζώνη του ευρώ κινδυνεύει να εισέλθει σε μια ακόμη πιο μακρά περίοδο χαμηλής δυνητικής ανάπτυξης και παραγωγικότητας, χαμηλών μισθών, αυξανόμενων ανισοτήτων και μη προβλέψιμου πληθωρισμού.

3.5.

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι, κατά την προσεχή περίοδο, η ζώνη του ευρώ θα πρέπει να επιδείξει υψηλότερο βαθμό λογοδοσίας και ευαισθησίας έναντι του αντικτύπου της οικονομίας στην κλιματική αλλαγή. Η έκταση και η ένταση της κλιματικής αλλαγής αποτελούν επί του παρόντος έναν από τους σημαντικότερους συστημικούς κινδύνους παγκοσμίως, οι οποίοι είναι γνωστοί και ευρέως αναγνωρισμένοι.

3.6.

Η ΕΟΚΕ είναι της γνώμης ότι το 2020 θα αποτελέσει κατά πάσα πιθανότητα σημείο καμπής, με μετατόπιση του οικονομικού μοντέλου προς την ενσωμάτωση περιβαλλοντικών κριτηρίων ως αναπόσπαστο τμήμα των αποφάσεων της αγοράς, πράγμα το οποίο θα έχει εκτεταμένες επιπτώσεις πολύ πέραν του 2020. Το εν λόγω σημείο καμπής θεωρείται ζωτικής σημασίας όχι μόνο για τον τρόπο λειτουργίας του οικονομικού συστήματος, αλλά και για τα αναμενόμενα αποτελέσματα της οικονομικής πολιτικής. Η ΕΟΚΕ προειδοποιεί ότι, σε περίπτωση κακοδιαχείρισης αυτού του κομβικού σταδίου, ο αντίκτυπος στο συνολικό εγχείρημα της ΕΕ θα μπορούσε να αποδειχθεί εξαιρετικά επιζήμιος. Συνεπώς, η συναίνεση επ’ αυτού είναι απολύτως καθοριστικής σημασίας και πρέπει να επιτευχθεί μεταξύ ενός ευρέος φάσματος ενδιαφερομένων μερών: παραδείγματος χάρη, μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των κρατών μελών, μεταξύ των ίδιων των κρατών μελών, πράγμα το οποίο προϋποθέτει τον σεβασμό των σημαντικών περιφερειακών αποκλίσεων, μεταξύ των συμφερόντων των διαφόρων συνιστωσών της κοινωνίας των πολιτών και ούτω καθεξής.

3.7.

Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και τα κύρια μέσα εφαρμογής της —πρωτίστως το επενδυτικό σχέδιο για τη βιώσιμη Ευρώπη και το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης— αποτελούν ευκαιρία για την αντιμετώπιση των προκλήσεων και των αναγκών που έχουν προκύψει· η εφαρμογή της θα αποδειχθεί σημαντική δοκιμασία για την ομοιογένεια των συμφερόντων των μελών της ζώνης του ευρώ και της ΕΕ στο σύνολό της. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη πρέπει όχι μόνο να προασπίζονται τις δικές τους ανάγκες, αλλά και να σέβονται τις ανάγκες των υπολοίπων μελών και να αναζητούν μια κοινή θέση που θα είναι επωφελής για όλους. Κάτι τέτοιο συνεπάγεται τη συνεκτίμηση του αντικτύπου στα επιμέρους τμήματα της κοινωνίας, μεταξύ άλλων με τη διασφάλιση της δίκαιης κατανομής του κόστους και των οφελών της πολιτικής για το κλίμα μεταξύ και εντός των κρατών μελών.

3.8.

Η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι, δεδομένης της τεράστιας πρόκλησης που θέτει η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, οι κοινοί πόροι που διαθέτει ο προϋπολογισμός της ΕΕ θα είναι αναμφίβολα εντελώς ανεπαρκείς. Υπάρχει, επομένως, επιτακτική ανάγκη μελέτης ενός νέου πλαισίου για τη χρηματοδότηση των κοινών στρατηγικών αναγκών της ΕΕ, το οποίο να περιλαμβάνει επίσης σε αυτή τη διαδικασία εθνικούς δημόσιους και ιδιωτικούς πόρους. Η ΕΟΚΕ προσθέτει ότι δυνατότητες κατανομής των εν λόγω πόρων υφίστανται όχι μόνο σε αποκλειστικά «πράσινους» τομείς, αλλά και σε τομείς που μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στην επίτευξη των στόχων της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, όπως ο ψηφιακός μετασχηματισμός, η ανάπτυξη βιομηχανιών δικτύου και οι έξυπνες και βιώσιμες υποδομές μεταφορών.

3.9.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ζωτικής σημασίας τον προσεκτικό συντονισμό των επενδυτικών στρατηγικών τόσο της ζώνης του ευρώ όσο και της ΕΕ κατά την προσεχή δεκαετία, καθώς και τη διασφάλιση των συμφερόντων όλων των ενδιαφερομένων. Από το 2021 και μετά, δύο νέα εργαλεία —το δημοσιονομικό μέσο σύγκλισης και ανταγωνιστικότητας και το πρόγραμμα InvestEU (2) — θα εκπληρώσουν ικανοποιητικά τον σκοπό αυτό, εφόσον συνοδεύονται αποτελεσματικά από παραδοσιακούς τρόπους διαχείρισης των δημοσιονομικών πόρων της ΕΕ, όπως η πολιτική συνοχής.

3.10.

Η οικονομική κρίση του 2008 παρέλυσε τις διεργασίες οικονομικής σύγκλισης μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ. Η ανάκαμψη υπήρξε εν γένει άνιση: ενδείξεις ανάκαμψης εμφανίζονται στην Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη, αλλά όχι στις χώρες του Νότου. Ταυτόχρονα, οι πλέον επιτυχημένες χώρες της Κεντρικής, Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης έχουν είτε ξεπεράσει είτε συγκλίνει με ορισμένες από τις πιο παραδοσιακές οικονομίες της ΕΕ και φαίνεται ότι θα συνεχιστεί αυτή η διαδικασία και κατά την επόμενη δεκαετία. Ωστόσο, η σύγκλιση πρέπει να ενισχυθεί διότι εξακολουθούν να υφίστανται σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών. Εν προκειμένω, η ΕΟΚΕ προκρίνει τη βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη της ΕΕ στο σύνολό της, με παράλληλη μείωση των κοινωνικών και οικονομικών ανισορροπιών εντός και μεταξύ των κρατών μελών.

3.11.

Η ΕΟΚΕ τονίζει με έμφαση το γεγονός ότι οι διάφορες συνιστώσες της οικονομικής πολιτικής πρέπει να εξισορροπούνται. Ειδικότερα, είναι απολύτως απαραίτητη η ανάληψη δράσης και με μέσα φορολογικής πολιτικής, όπως ζητεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) τα τελευταία χρόνια. Η ΕΚΤ αναμένεται να συνεχίσει να εφαρμόζει μια ευνοϊκή για την ανάπτυξη και διευκολυντική νομισματική πολιτική, η οποία έχει ως στόχο όχι μόνο να φέρει τον πληθωρισμό πιο κοντά στον προβλεπόμενο στόχο για τον πληθωρισμό, αλλά και να διατηρήσει ευνοϊκές συνθήκες οικονομικής ανάπτυξης, διασφαλίζοντας παράλληλα τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Η ΕΟΚΕ συνιστά επίσης να κατοχυρωθεί ο ρόλος της ΕΚΤ ως δανειστή έσχατης ανάγκης.

3.12.

Η βελτίωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας κατά την προηγούμενη περίοδο καθιστά δυνατή τη συνετή εφαρμογή μιας επιθετικής δημοσιονομικής πολιτικής στο εγγύς μέλλον, έχοντας συγχρόνως κατά νου τις επιπτώσεις της πραγματικής οικονομικής επιβράδυνσης κατά τα επόμενα χρόνια. Υπάρχουν πλέον σημαντικά περιθώρια όχι μόνο για επενδύσεις, αλλά και για περαιτέρω εμφανή ενίσχυση της εφαρμογής της διαρθρωτικής πολιτικής, με στόχο την ενίσχυση του οικονομικού δυναμικού και την εξάλειψη των μόνιμων ανισοτήτων και των παρατηρούμενων αδυναμιών της αγοράς, με παράλληλη εξασφάλιση δίκαιων συνθηκών εργασίας και κοινωνικής προστασίας. Αυτό σημαίνει, παραδείγματος χάρη, την υποστήριξη της λειτουργίας αποτελεσματικών θεσμικών φορέων, ενός ανεξάρτητου και λειτουργικού δικαστικού συστήματος, της χρηστής δημόσιας διοίκησης, της οικοδόμησης ισχυρών θεμελίων για την αντιμετώπιση της διαφθοράς, αποτελεσματικών φορολογικών συστημάτων, ικανοποιητικών εκπαιδευτικών συστημάτων, μέσων προώθησης των επιχειρήσεων, υψηλών προτύπων για τα επιδόματα ανεργίας, καθώς και της ενίσχυσης των μηχανισμών κοινωνικού διαλόγου, συμπεριλαμβανομένων των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

3.13.

Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω προβληματισμού σχετικά με τη συνάφεια και τη βιωσιμότητα των υφιστάμενων παραμέτρων του φορολογικού συστήματος. Η ζώνη του ευρώ χαρακτηρίζεται από σχετικά υψηλή φορολογική επιβάρυνση, η οποία στρέφεται επίσης προς τη φορολόγηση της εργασίας, ενώ οι περιβαλλοντικοί φόροι και οι φόροι ακίνητης περιουσίας αντιπροσωπεύουν κατά κανόνα πολύ μικρό μέρος του συνόλου των φορολογικών εσόδων. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ τονίζει την ανάγκη υιοθέτησης μορφών φορολογίας που ελαφρύνουν τη φορολογική επιβάρυνση της εργασίας και αυξάνουν, παραδείγματος χάρη, την αντίστοιχη επιβάρυνση της κερδοσκοπίας. Συνιστά τη θέσπιση δίκαιων φορολογικών ρυθμίσεων, ιδίως όσον αφορά τις νέες μορφές της ψηφιακής οικονομίας, όπου το κεφάλαιο συγκεντρώνεται περισσότερο στην «εξόρυξη» αξίας παρά στην παραγωγή αγαθών και την παροχή υπηρεσιών. Στο μέλλον, οι περιβαλλοντικοί φόροι θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντικό μέσο προώθησης μιας πιο οικολογικής συμπεριφοράς των καταναλωτών και των παραγωγών, χωρίς να επηρεαστούν σημαντικά οι προϋποθέσεις οικονομικής ανάπτυξης. Ταυτόχρονα, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι τυχόν αλλαγές στα φορολογικά συστήματα πρέπει να αποφεύγουν την περαιτέρω επιδείνωση της εξαιρετικά δυσανάλογης κατανομής του εισοδήματος και του πλούτου. Η ΕΟΚΕ ζητεί να συνεχιστούν και να ενισχυθούν οι προσπάθειες για την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής (του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού), πράγμα το οποίο θα καταστήσει το φορολογικό σύστημα περισσότερο αποτελεσματικό. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι θα πρέπει να υπάρξει στενότερος συντονισμός και συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών κατά τον σχεδιασμό της φορολογικής πολιτικής, με μέλημα την επικράτηση δίκαιων συνθηκών στην ενιαία αγορά. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει επίσης τις προσπάθειες και τις διαβουλεύσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την επίτευξη συναίνεσης σχετικά με την κοινή ενοποιημένη βάση φορολογίας εταιρειών (ΚΕΒΦΕ) και την επισκόπηση της κατανομής των κερδών μεταξύ των κρατών μελών. Όπως αναφέρεται στην προηγούμενη γνωμοδότηση (3) και επαναλαμβάνεται στη δημοσίευση της ΕΟΚΕ με τίτλο «Φορολογία — Οι απόψεις της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών», η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η φορολογική πολιτική, γενικά, και η καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, ειδικότερα, πρέπει να παραμείνουν τομείς πολιτικής προτεραιότητας για τη νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της διεξαγωγής συζήτησης σχετικά με τη σταδιακή μετάβαση στην ψηφοφορία με ειδική πλειοψηφία και στη συνήθη νομοθετική διαδικασία για τα φορολογικά θέματα, αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι «όλα τα κράτη μέλη πρέπει να διαθέτουν ανά πάσα στιγμή ικανές ευκαιρίες συμμετοχής στη διαδικασία λήψης αποφάσεων».

3.14.

Η ΕΟΚΕ έχει τονίσει επανειλημμένα ότι η ανάγκη προαγωγής και βελτίωσης της λειτουργίας της ενιαίας αγοράς, καθώς και η δημιουργία και η διασφάλιση συνθηκών θεμιτού ανταγωνισμού και ποιοτικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος παραμένουν θεμελιώδους σημασίας. Το πρόβλημα αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί με τη βοήθεια δραστηριοτήτων και μέτρων στο πλαίσιο της διαδικασίας του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.

3.15.

Η ΕΟΚΕ έχει απόλυτη επίγνωση του γεγονότος ότι οι τεράστιες διαρθρωτικές προκλήσεις της ευρωπαϊκής οικονομίας έχουν αναπόφευκτα κοινωνικές επιπτώσεις και συνέπειες. Η διασφάλιση και η ενίσχυση των απαιτούμενων συνθηκών για την ανάπτυξη νέων επαγγελματικών δεξιοτήτων, καθώς και η καθιέρωση τρόπων μετακίνησης από το ένα επάγγελμα στο άλλο και η εξασφάλιση αποτελεσματικής και επαρκούς κοινωνικής προστασίας, είναι ουσιώδεις για την επιτυχή αντιμετώπιση των εν λόγω προκλήσεων. Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι ο ευρωπαϊκός πυλώνας κοινωνικών δικαιωμάτων αποτελεί κατάλληλη πλατφόρμα προς τον σκοπό αυτό και συμφωνεί με την ενσωμάτωση των διατάξεών του στο δίκαιο της ΕΕ.

3.16.

Η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή στην αναντιστοιχία μεταξύ της ταχύτητας της καινοτομίας στον χρηματοπιστωτικό τομέα και της ικανότητας των ρυθμιστικών συστημάτων να προσαρμόζονται στη μορφή των κανόνων και της προστασίας. Ο τομέας των παραδοσιακών πιστωτικών υπηρεσιών φαίνεται να προστατεύεται εξαιρετικά καλά από ολοένα και αυστηρότερους κανόνες, παρότι οι εν λόγω κανόνες απαιτούν υψηλό κόστος συμμόρφωσης, ενώ το επιχειρηματικό περιβάλλον χρειάζεται συχνά πιο ευέλικτα και προσβάσιμα εργαλεία. Υπό αυτήν την έννοια, η Τραπεζική Ένωση και η ζώνη του ευρώ αποτελούν ένα σημαντικό οικοσύστημα το οποίο αναμένεται, ωστόσο, να διαθέτει αποτελεσματικότερα ρυθμιστικά συστήματα και κανόνες για την τόνωση των επενδύσεων σε ολόκληρη την ενιαία αγορά, καθώς και για την άρση των εμποδίων προκειμένου οι χρηματοπιστωτικές αγορές και οι δραστηριότητές τους να μην παρακωλύονται πλέον σημαντικά λόγω των εθνικών συνόρων.

3.17.

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι, στα τέλη της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα, η διαδικασία δημιουργίας μιας χρηματοοικονομικής ένωσης (δηλαδή ενοποίησης της Τραπεζικής Ένωσης με την Ένωση Κεφαλαιαγορών) και εδραίωσης της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ) παραμένει ατελής. Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την πρόοδο που σημειώθηκε ιδίως στον τομέα της οικονομικής ένωσης, όπου το μέσο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και η συνεχής βελτίωσή του έχουν αναμφισβήτητα αποδείξει την αξία τους. Ταυτόχρονα, διαπιστώνει με ανησυχία ότι, στην περίπτωση της νομισματικής ένωσης (από την άποψη τόσο των κρατών μελών που βρίσκονται ακόμη εκτός της ζώνης του ευρώ όσο και της προόδου σχετικά με την εξωτερική εκπροσώπηση και τη διοίκηση της ζώνης του ευρώ), αλλά και στην περίπτωση της χρηματοπιστωτικής ένωσης, δεν έχει σημειωθεί απτή πρόοδος κατά τους τελευταίους μήνες. Η ΕΟΚΕ επικροτεί την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και η ευρωστίας του χρηματοπιστωτικού τομέα της ζώνης του ευρώ και στηρίζει τα μέτρα που αποσκοπούν στον μετριασμό των εναπομενουσών αδυναμιών. Ζητεί την ταχεία εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασφάλισης Καταθέσεων (ΕΣΑΚ) και χαιρετίζει την εξαγγελία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσον αφορά την ενίσχυση του ευρωπαϊκού εποπτικού και ρυθμιστικού πλαισίου, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

3.18.

Με στόχο την παράλληλη ενίσχυση του πολιτικού πυλώνα της ΟΝΕ, η ΕΟΚΕ επικροτεί τη θέση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στις μεταρρυθμίσεις που αφορούν την απασχόληση και τα κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα, την οποία θεωρεί ως ζωτικής σημασίας για την ενίσχυση της οικειοποίησης και της στήριξης ενόψει της υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων. Ωστόσο, η συμμετοχή πρωτίστως των κοινωνικών εταίρων και της κοινωνίας των πολιτών στο σύνολό της είναι καθοριστικής σημασίας για την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ των δημοσιονομικών, των οικονομικών, των κοινωνικών και των πολιτικών πυλώνων της ΟΝΕ.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1.

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η ενσωμάτωση της «πράσινης» διάστασης και των κοινωνικών της επιπτώσεων στο οικονομικό σύστημα και την καθημερινή συμπεριφορά τόσο των οικονομικών παραγόντων όσο και των υπεύθυνων για τη χάραξη και την εφαρμογή πολιτικής είναι αναπόφευκτη.

4.2.

Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία πρέπει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την κοινωνική διάσταση. Παράλληλα με την αντιμετώπιση της πρόκλησης της κλιματικής αλλαγής, απαιτείται επίσης να προαχθεί η χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, να βελτιωθεί η προσαρμοστικότητα της οικονομίας, να αμβλυνθούν οι ανισότητες, να επιτευχθούν δίκαιες συνθήκες εργασίας για όλους τους εργαζόμενους, να ενισχυθούν τα εκπαιδευτικά συστήματα για την κατάρτιση των εργαζομένων και να διευθετηθούν τα ζητήματα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την ενσωμάτωση του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων και των ΣΒΑ στη διαδικασία του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Ωστόσο, η εν λόγω ενσωμάτωση χρήζει περαιτέρω επισημοποίησης.

4.3.

Η ΕΟΚΕ σημειώνει με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την πρόταση όσον αφορά τη θέσπιση του επενδυτικού σχεδίου για τη βιώσιμη Ευρώπη και του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης, επικροτεί τον καθορισμό των επιδιωκόμενων στόχων τους και εκφράζει την ικανοποίησή της για τα προτεινόμενα μέτρα, όπως η αύξηση των δαπανών από τον προϋπολογισμό της ΕΕ για την ανάληψη κλιματικών και περιβαλλοντικών πρωτοβουλιών. Θα ήθελε, ωστόσο, να προσθέσει ότι το επενδυτικό σχέδιο για τη βιώσιμη Ευρώπη θα εξακολουθήσει να μην είναι επαρκές. Ενώ το σχέδιο αναμένεται να περιλαμβάνει καθαρές επενδύσεις ύψους περίπου 100 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως, η εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με το τι χρειάζεται για την επίτευξη των κλιματικών και των ενεργειακών στόχων της ΕΕ με ορίζοντα το 2030 συνίσταται σε περίπου 260 δισεκατομμύρια ευρώ πρόσθετων επενδύσεων. Υπό αυτό το πρίσμα, θα πρέπει να ενισχυθεί κυρίως το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης που βρίσκεται στον πυρήνα του συνολικού Μηχανισμού Δίκαιης Μετάβασης. Λεπτομερέστερη αξιολόγηση θα παρασχεθεί στις προσεχείς γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ σχετικά με τις εν λόγω πρωτοβουλίες.

4.4.

Η ΕΟΚΕ προτείνει να θεωρηθεί η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία ως πλατφόρμα για την προώθηση της κοινής ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας, των κοινών αναγκών και συμφερόντων και των συνεπενδύσεων, τα οφέλη της οποίας θα γίνουν αισθητά στο σύνολο της ΕΕ και της ζώνης του ευρώ, και όχι μόνο στους επιμέρους φορείς.

4.5.

Όσον αφορά την επιτυχημένη εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, εξαιρετικά σημαντική είναι η ύπαρξη μιας ισορροπημένης προσέγγισης μεταξύ της ΕΕ και της ζώνης του ευρώ. Η ΕΟΚΕ θεωρεί την εν λόγω παράμετρο καθοριστική ενόψει της διασφάλισης ευνοϊκών συνθηκών για συνεχή σύγκλιση και μακροοικονομική σταθερότητα.

4.6.

Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι η συνετή και μη αδιαμφισβήτητη από διαδικαστική άποψη λειτουργία των εθνικών δημοσιονομικών μηχανισμών είναι μείζονος σημασίας για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα. Αυτή θα μπορούσε, παραδείγματος χάρη, να περιλαμβάνει, στο σκέλος των εσόδων, τη δικαιοσύνη και τη διαφάνεια των φορολογικών συστημάτων και τη φορολογική συμμόρφωση, και, στο σκέλος των δαπανών, τον καθορισμό ενδεδειγμένων κανόνων για τις δημόσιες συμβάσεις και την εφαρμογή κριτηρίων για τον καθορισμό και την εκτίμηση της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας των δημόσιων δαπανών.

4.7.

Η ΕΟΚΕ συνιστά —στο πλαίσιο της βελτίωσης της λειτουργίας της ενιαίας αγοράς και των σχέσεών της με το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο με έμφαση κυρίως στις ειδικές ανά χώρα συστάσεις, στη συνοχή με τον προϋπολογισμό της ΕΕ και στην αυστηρή τήρηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τις συστάσεις— την πραγματοποίηση συστηματικής αξιολόγησης των ωφελημάτων αυτών των δραστηριοτήτων για την ανάπτυξη δημοσιονομικής ικανότητας, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης στο σύνολό της και τη βελτίωση της περιβαλλοντικής και της κοινωνικής βιωσιμότητας.

4.8.

Το ενδιαφέρον δεν θα πρέπει να είναι στραμμένο μόνο στο δημόσιο χρέος, αλλά και στην προστασία του δημόσιου πλούτου. Σημαντικοί πόροι δεν απαιτούνται μόνο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Έπειτα από μια περίοδο στασιμότητας του όγκου των δημόσιων επενδύσεων, είναι ζωτικής σημασίας να τονωθούν οι επενδύσεις σε δημόσιες υποδομές (π.χ. στον τομέα της ψηφιοποίησης), οι οποίες όχι μόνο θα στηρίξουν βραχυπρόθεσμα την οικονομική ανάπτυξη, αλλά και θα εξασφαλίσουν πιο μακροπρόθεσμη παραγωγική ικανότητα για μελλοντική ευημερία και ανταγωνιστικότητα. Σύμφωνα με τα επιχειρήματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η δημοσιονομική πολιτική απαιτεί συμπληρωματικότητα με τη νομισματική θέση της ΕΚΤ. Η υιοθέτηση του «χρυσού» δημοσιονομικού κανόνα για τις δημόσιες επενδύσεις θα μπορούσε να ενεργοποιήσει και να τονώσει τον πολλαπλασιασμό των δημόσιων επενδύσεων προς τον σκοπό αυτό, με παράλληλη τη διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας.

4.9.

Για τη βελτίωση της ελαστικότητας και της ανθεκτικότητας της ζώνης του ευρώ έναντι των οικονομικών κλυδωνισμών, θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα μέσο ικανό να βοηθήσει τα κράτη μέλη να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις τέτοιων κλυδωνισμών και να τα προετοιμάσει καλύτερα, σε προληπτική βάση, προκειμένου να είναι σε θέση να ανθίστανται σε αυτούς. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ΕΟΚΕ επικροτεί τόσο το προτεινόμενο μέσο BICC (4) όσο και τη συμφωνία για τον ενισχυμένο ρόλο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθεροποίησης (ΕΜΣ). Ταυτόχρονα, η ΕΟΚΕ προειδοποιεί ότι υπάρχει κίνδυνος ανατροπής της ισορροπίας μεταξύ των βασικών πυλώνων (βλέπε ανωτέρω) στους οποίους στηρίζεται η ΟΝΕ. Όσον αφορά τη διαχείριση των μέσων σταθεροποίησης, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ του εκδημοκρατισμού μέσω της μεγαλύτερης συμμετοχής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των κοινωνικών εταίρων στο πλαίσιο του πολιτικού πυλώνα της ΟΝΕ, με παράλληλη τήρηση των αρχών του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων και των ΣΒΑ.

Βρυξέλλες, 19 Φεβρουαρίου 2020.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Luca JAHIER


(1)  ΕΕ C 47 της 11.2.2020, σ. 106· ΕΕ C 353 της 18.10.2019, σ. 32.

(2)  Τα θέματα αυτά τέθηκαν πρόσφατα στο επίκεντρο των γνωμοδοτήσεων της ΕΟΚΕ: ΕΕ C 47 της 11.2.2020, σ. 106· ΕΕ C 62 της 15.2.2019, σ. 131· ΕΕ C 282 της 20.8.2019, σ. 20.

(3)  ΕΕ C 353 της 18.10.2019, σ. 90.

(4)  Βλέπε γνωμοδότηση ΕΟΚΕ: ΕΕ C 47 της 11.2.2020, σ. 106.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το ακόλουθο σημείο της γνωμοδότησης του τμήματος τροποποιήθηκε μέσω των τροπολογιών που υιοθέτησε η Ολομέλεια, αλλά συγκέντρωσε στην αρχική του μορφή περισσότερο από το ένα τέταρτο των ψήφων (άρθρο 59 παράγραφος 4 του Εσωτερικού Κανονισμού):

3.13.

Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω προβληματισμού σχετικά με τη συνάφεια και τη βιωσιμότητα των υφιστάμενων παραμέτρων του φορολογικού συστήματος. Η ζώνη του ευρώ χαρακτηρίζεται από σχετικά υψηλή φορολογική επιβάρυνση, η οποία στρέφεται επίσης προς τη φορολόγηση της εργασίας, ενώ οι περιβαλλοντικοί φόροι και οι φόροι ακίνητης περιουσίας αντιπροσωπεύουν κατά κανόνα πολύ μικρό μέρος του συνόλου των φορολογικών εσόδων. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ τονίζει την ανάγκη υιοθέτησης μορφών φορολογίας που ελαφρύνουν τη φορολογική επιβάρυνση της εργασίας και αυξάνουν, παραδείγματος χάρη, την αντίστοιχη επιβάρυνση της κερδοσκοπίας. Συνιστά τη θέσπιση δίκαιων φορολογικών ρυθμίσεων, ιδίως όσον αφορά τις νέες μορφές της ψηφιακής οικονομίας, όπου το κεφάλαιο συγκεντρώνεται περισσότερο στην «εξόρυξη» αξίας παρά στην παραγωγή αγαθών και την παροχή υπηρεσιών. Στο μέλλον, οι περιβαλλοντικοί φόροι θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντικό μέσο προώθησης μιας πιο οικολογικής συμπεριφοράς των καταναλωτών και των παραγωγών, χωρίς να επηρεαστούν σημαντικά οι προϋποθέσεις οικονομικής ανάπτυξης. Ταυτόχρονα, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι τυχόν αλλαγές στα φορολογικά συστήματα πρέπει να αποφεύγουν την περαιτέρω επιδείνωση της εξαιρετικά δυσανάλογης κατανομής του εισοδήματος και του πλούτου. Η ΕΟΚΕ ζητεί να συνεχιστούν και να ενισχυθούν οι προσπάθειες για την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής (του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού), πράγμα το οποίο θα καταστήσει το φορολογικό σύστημα περισσότερο αποτελεσματικό. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι θα πρέπει να υπάρξει στενότερος συντονισμός και συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών κατά τον σχεδιασμό της φορολογικής πολιτικής, με μέλημα την επικράτηση δίκαιων συνθηκών στην ενιαία αγορά. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει επίσης τις προσπάθειες και τις διαβουλεύσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την επίτευξη συναίνεσης σχετικά με την κοινή ενοποιημένη βάση φορολογίας εταιρειών (ΚΕΒΦΕ) και την επισκόπηση της κατανομής των κερδών μεταξύ των κρατών μελών. Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρωτοβουλία της Επιτροπής σχετικά με την ψηφοφορία με ειδική πλειοψηφία και θεωρεί σημαντική τόσο τη σταδιακή εφαρμογή της όσο και την επίτευξη ευρείας συναίνεσης ως προς τους όρους εφαρμογής της.

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας για την τροπολογία:

Ψήφοι υπέρ:

80

Ψήφοι κατά:

48

Αποχές:

21