2.3.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 81/81


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Έλεγχος της εφαρμογής της νομοθεσίας της ΕΕ»

(Εξέταση από το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο)

(γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

(2018/C 081/11)

Εισηγητές:

οι κ. Bernd DITTMANN, Denis MEYNENT, Ronny LANNOO

Απόφαση του Προεδρείου

30.5.2017

Νομική βάση

Άρθρο 29 παράγραφος 2 του εσωτερικού κανονισμού της ΕΟΚΕ

Υιοθετήθηκε από την ολομέλεια

18.10.2017

Σύνοδος ολομέλειας αριθ.

529

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

(υπέρ/κατά/αποχές)

176/0/1

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1.

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) υπενθυμίζει ότι, για τη θέσπιση κατάλληλης νομοθεσίας ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι του άρθρου 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), ιδιαίτερη σημασία έχουν ορισμένες αρχές: η έγκαιρη και ορθή εφαρμογή, η επικουρικότητα και η αναλογικότητα, η προφύλαξη, η προβλεψιμότητα, η αρχή «σκέψου πρώτα σε μικρή κλίμακα», η εξωτερική διάσταση της ανταγωνιστικότητας και η δοκιμή για την εσωτερική αγορά.

1.2.

Στόχος της ευρωπαϊκής νομοθεσίας πρέπει πάντοτε να είναι η δημιουργία ενός νομικού πλαισίου που θα επιτρέπει στις επιχειρήσεις και στους πολίτες να ωφελούνται από τα πλεονεκτήματα της εσωτερικής αγοράς και να αποφεύγουν περιττά διοικητικά βάρη. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι ο έλεγχος της εφαρμογής στην πράξη είναι καθοριστικός. Εξάλλου, τοποθετείται υπέρ μιας νομοθεσίας που να προσαρμόζεται. Επισημαίνει ότι όχι μόνο το περιεχόμενο της νομοθεσίας αλλά και η ίδια η νομοθετική διαδικασία πρέπει να μπορεί να προσαρμόζεται για να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των επιχειρήσεων και των πολιτών.

1.3.

Γι’ αυτό ακριβώς, πιστεύει ότι η εφαρμοσιμότητα του ενωσιακού δικαίου πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ήδη από την αρχή της νομοθετικής διαδικασίας, κατά την εκπόνηση των μελετών αντικτύπου, και ότι το σχετικό ευρωπαϊκό περιβάλλον πρέπει να εξελιχθεί περαιτέρω.

1.4.

Ωστόσο, η ΕΟΚΕ τονίζει ότι η βελτίωση της νομοθεσίας δεν υποκαθιστά τις πολιτικές αποφάσεις και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να οδηγήσει σε αποκανονικοποίηση ούτε σε μείωση του επιπέδου της κοινωνικής προστασίας, της προστασίας του περιβάλλοντος και των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

1.5.

Οι περισσότερες δυσκολίες στην εφαρμογή και εκτέλεση του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) οφείλονται στην κακή μεταφορά των οδηγιών στο εθνικό δίκαιο. Γι’ αυτό, η ΕΟΚΕ συνιστά συνήθως στις γνωμοδοτήσεις της τη χρήση κανονισμών μάλλον παρά οδηγιών.

1.6.

Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η βελτίωση του τρόπου με τον οποίο η Επιτροπή πραγματοποιεί τη διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη έχει καίρια σημασία για την εκπόνηση νομοθεσίας που τα κράτη μέλη και τα ενδιαφερόμενα μέρη θα μπορούν εύκολα να εφαρμόζουν.

1.7.

Επί του προκειμένου, η ΕΟΚΕ κρίνει ότι μπορεί να αναλάβει χρήσιμο ρόλο ως διαμεσολαβητής μεταξύ νομοθετών και χρηστών της νομοθεσίας της ΕΕ. Από την πλευρά της, η ΕΟΚΕ προσαρμόζει συνεχώς τις μεθόδους εργασίας της. Έτσι, αποφάσισε πρόσφατα να συμμετέχει ενεργά στην αξιολόγηση της νομοθετικής διαδικασίας διενεργώντας δικές της εκ των υστέρων αξιολογήσεις του κεκτημένου της Ένωσης.

2.   Εισαγωγή

2.1.

Στις 21 Δεκεμβρίου 2016, ο κ. Pietro Russo, μέλος του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ), ενημέρωσε με επιστολή τον αντιπρόεδρο της ΕΟΚΕ κ. Michael Smyth ότι θα αναπτυχθούν επαφές σε επίπεδο διοίκησης σχετικά με μια πανοραμική επισκόπηση που έχει δρομολογήσει το ΕΕΣ, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις του, για τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ που πραγματοποιεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ο έλεγχος που ζητά το Ελεγκτικό Συνέδριο στηρίζεται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 της ΣΕΕ, σύμφωνα με το οποίο «η Επιτροπή προάγει το κοινό συμφέρον της Ένωσης και αναλαμβάνει τις κατάλληλες πρωτοβουλίες για τον σκοπό αυτόν. Μεριμνά για την εφαρμογή των Συνθηκών καθώς και των μέτρων που θεσπίζονται βάσει αυτών από τα θεσμικά όργανα. Επιβλέπει την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης υπό τον έλεγχο του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης […]».

2.2.

Στις 3 Μαΐου 2017, ο κ. Leo Brincat, μέλος του ΕΕΣ, παρέδωσε στον Γενικό Γραμματέα της ΕΟΚΕ έγγραφο με τρεις σειρές ερωτήσεις.

2.3.

Λόγω της πολιτικής σημασίας του θέματος, ο γενικός γραμματέας της ΕΟΚΕ ενημέρωσε το προεδρείο, το οποίο αποφάσισε να συγκροτήσει ειδική ομάδα, αποτελούμενη από τρία μέλη, και να της αναθέσει να συντάξει απάντηση με τη μορφή γνωμοδότησης πρωτοβουλίας, βάσει του άρθρου 29 παράγραφος 2 του Εσωτερικού κανονισμού της ΕΟΚΕ. Το Ελεγκτικό Συνέδριο πρέπει να παραλάβει τη συμβολή της ΕΟΚΕ για να την ενσωματώσει στην έκθεσή του, η οποία προβλέπεται για τον Μάιο του 2018.

2.4.

Συγκεκριμένα, το ΕΕΣ επιθυμεί να γνωρίσει την άποψη της ΕΟΚΕ σχετικά με το εάν οι δράσεις που αναλαμβάνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την επιβολή του δικαίου της ΕΕ ανταποκρίνονται στις ανησυχίες των Ευρωπαίων πολιτών. Το ΕΕΣ επιθυμεί να γνωρίσει ποιες ειδικές πτυχές του ελέγχου της εφαρμογής της νομοθεσίας ενδιαφέρουν περισσότερο την ΕΟΚΕ.

3.   Τα ερωτήματα του Ελεγκτικού Συνεδρίου

3.1.

Το ΕΕΣ θέτει τρεις ομάδες ερωτήσεων, προκειμένου να γνωρίσει την άποψη της ΕΟΚΕ σχετικά με τα εξής:

α)

με τις βασικές πρωτοβουλίες που έχει δρομολογήσει η Επιτροπή για την καλύτερη εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ («Βελτίωση του νομοθετικού έργου» και «Δίκαιο της ΕΕ: Καλύτερη εφαρμογή για καλύτερα αποτελέσματα»), ειδικότερα δε σχετικά με το εύστοχο των πρωτοβουλιών αυτών, με τις αντιδράσεις της κοινωνίας πολιτών και με τα τυχόν πρώτα θετικά αποτελέσματα των πρωτοβουλιών)·

β)

με τις βασικές θεματικές που συνδέονται με τη βελτίωση της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ, ιδίως δε με την εφαρμοσιμότητα, τη διαφάνεια και την ευαισθητοποίηση του κοινού σε θέματα δικαίου της ΕΕ·

γ)

με τις βασικές ευθύνες της Επιτροπής σε θέματα βελτίωσης της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ, ιδίως δε με τη χρήση από την ΕΟΚΕ των πληροφοριών και εκθέσεων της Επιτροπής (1), και με τα στοιχεία και τις προτάσεις της ΕΟΚΕ σχετικά με τον τρόπο βελτίωσης της κατάρτισης εκθέσεων σχετικά με την εφαρμογή του δικαίου.

3.2.

Οι απαντήσεις που εκτίθενται στην παρούσα γνωμοδότηση, η οποία δεν φιλοδοξεί να είναι εξαντλητική, στηρίζονται στις θέσεις που έχουν διατυπωθεί σε πλήθος γνωμοδοτήσεων της ΕΟΚΕ (2).

4.   Γενικές παρατηρήσεις

4.1.

Οι στόχοι της Ένωσης διακηρύσσονται στο άρθρο 3 της ΣΕΕ. Συγκεκριμένα, η Ένωση «εργάζεται για την αειφόρο ανάπτυξη της Ευρώπης με γνώμονα την ισόρροπη οικονομική ανάπτυξη […], την κοινωνική οικονομία της αγοράς με υψηλό βαθμό ανταγωνιστικότητας, με στόχο την πλήρη απασχόληση και την κοινωνική πρόοδο, και το υψηλό επίπεδο προστασίας και βελτίωσης της ποιότητας του περιβάλλοντος. […] Η Ένωση προάγει την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή και την αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών».

4.2.

Επί του προκειμένου, η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει τη σημασία των αρχών που έχουν ήδη οριστεί για τη θέσπιση κατάλληλης νομοθεσίας ώστε να επιτυγχάνονται οι προαναφερόμενοι στόχοι. Πρόκειται, μεταξύ άλλων, για τις αρχές της έγκαιρης και ορθής εφαρμογής, της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, της προφύλαξης, της προβλεψιμότητας, την αρχή «σκέψου πρώτα σε μικρή κλίμακα», την εξωτερική διάσταση της ανταγωνιστικότητας και τη δοκιμή για την εσωτερική αγορά (3).

5.   Ειδικές παρατηρήσεις

5.1.

Σχετικά με τις βασικές πρωτοβουλίες που έχει δρομολογήσει η Επιτροπή για την καλύτερη εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης [«Βελτίωση της νομοθεσίας»  (4) και «Δίκαιο της ΕΕ: Καλύτερη εφαρμογή για καλύτερα αποτελέσματα»  (5)]

5.1.1.

Το ζήτημα της «βελτίωσης του νομοθετικού έργου» απασχολεί εδώ και πολύ καιρό την ΕΟΚΕ, η οποία έχει αφιερώσει σ’ αυτό σημαντικό αριθμό γνωμοδοτήσεων και ενημερωτικών εκθέσεων (6), καθώς και πολλές συζητήσεις, σεμινάρια, μελέτες και ακροάσεις (7).

5.1.2.

Όσον αφορά την εφαρμογή των αρχών του προγράμματος «Βελτίωση του νομοθετικού έργου», η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η ρύθμιση δεν συνιστά εμπόδιο αφεαυτής, αντιθέτως μάλιστα, είναι καθοριστική για την επίτευξη των στόχων που θέτει η Συνθήκη. Η ΕΟΚΕ εκφράζει, λοιπόν, την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι ο αντιπρόεδρος κ. Timmermans έχει υπενθυμίσει επανειλημμένως ότι το πρόγραμμα REFIT (Πρόγραμμα βελτίωσης της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου) δεν μπορεί να οδηγήσει σε απορρύθμιση του κεκτημένου της ΕΕ ούτε σε ελάττωση του επιπέδου κοινωνικής προστασίας, προστασίας του περιβάλλοντος και των θεμελιωδών δικαιωμάτων (8).

5.1.3.

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η βελτίωση της νομοθεσίας ώστε να γίνει «έξυπνη» συνιστά κοινή αποστολή όλων των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και των κρατών μελών, προς όφελος των πολιτών, των επιχειρήσεων, των καταναλωτών και των εργαζομένων. Η ΕΟΚΕ τονίζει ωστόσο ότι η βελτίωση της νομοθεσίας δεν υποκαθιστά τις πολιτικές αποφάσεις.

5.1.4.

Έτσι, στη γνωμοδότησή της (9) για την ανακοίνωση «Βελτίωση της νομοθεσίας για καλύτερα αποτελέσματα — ένα θεματολόγιο της ΕΕ», η ΕΟΚΕ:

επιδοκίμαζε το γεγονός ότι τα μέτρα για τη βελτίωση της νομοθεσίας θα καλύπτουν όλα τα στάδια του κύκλου ζωής μιας νομικής πράξης, συμπεριλαμβάνοντας ως εκ τούτου τόσο τα εκ των προτέρων όσο και τα εκ των υστέρων μέτρα,

ζητούσε τη συμπερίληψη των συμβουλευτικών οργάνων της ΕΕ στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας,

τασσόταν υπέρ της ευρείας συμμετοχής όλων των ενδιαφερομένων φορέων, μέσω διαβουλεύσεων καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής μιας πολιτικής πρωτοβουλίας,

τόνιζε την ανάγκη επιλογής των κατάλληλων ενδιαφερομένων φορέων και ζητούσε οι εμπειρογνώμονες που συμμετέχουν στα διάφορα όργανα να επιλέγονται υπό συνθήκες ανεξαρτησίας, αμεροληψίας και διαφάνειας,

ζητούσε αύξηση της διαφάνειας όσον αφορά τους άτυπους τριμερείς διαλόγους και περιορισμό της προσφυγής στο μέσο αυτό,

καλούσε την Επιτροπή να επιδείξει μεγαλύτερη προσοχή στις ελλείψεις που παρατηρούνται κατά τη μεταφορά και την εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών και την προέτρεπε, ως εκ τούτου, να κάνει χρήση περισσότερο κανονισμών παρά οδηγιών.

5.1.5.

Επίσης, αποδεχόμενη την πρόσκληση που της απηύθυνε η Επιτροπή να συμμετάσχει στην πλατφόρμα REFIT, και διατυπώνοντας προτάσεις για τη βελτίωση της λειτουργίας της εν λόγω πλατφόρμας (10), η ΕΟΚΕ κατέστησε σαφή τη δέσμευσή της υπέρ ενός νομικού πλαισίου της Ένωσης που να επιτρέπει στις επιχειρήσεις και τους πολίτες να επωφελούνται από τα πλεονεκτήματα της εσωτερικής αγοράς και να αποφεύγουν περιττό διοικητικό φόρτο.

5.1.6.

Χάρη στη συμμετοχή της στην ομάδα ενδιαφερόμενων μερών της πλατφόρμας REFIT, η ΕΟΚΕ έχει συμβάλει ενεργά στην εκπόνηση πολλών γνωμοδοτήσεων της πλατφόρμας, οι οποίες έχουν τροφοδοτήσει και θα εξακολουθήσουν να τροφοδοτούν το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών της Επιτροπής. Οι προτεραιότητες της ΕΟΚΕ ορίστηκαν με βάση στοιχεία που έδωσαν τα διάφορα τμήματά της και αφορούσαν, μεταξύ άλλων, μια πρόταση απλούστευσης για τα προβλήματα επικαλύψεων και επαναλαμβανόμενων απαιτήσεων που απορρέουν από διαφορετικές νομικές πράξεις της Ένωσης, καθώς και την ανάγκη σαφών και ολοκληρωμένων ευρωπαϊκών προτύπων για τα οικοδομικά υλικά (κανονισμός για τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών). Η ΕΟΚΕ συνετέλεσε επίσης στην κατάρτιση πλήρους καταλόγου προτάσεων για τον τρόπο βελτίωσης των μηχανισμών διαβούλευσης της Επιτροπής με τα ενδιαφερόμενα μέρη, ο οποίος θα χρησιμεύσει κατά την υπό μελέτη αναθεώρηση των κατευθυντήριων γραμμών και της «εργαλειοθήκης» για τη βελτίωση της νομοθεσίας.

5.2.

Σχετικά με τις βασικές θεματικές που συνδέονται με τη βελτίωση της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ (εφαρμοσιμότητα της νομοθεσίας, διαφάνεια και ευαισθητοποίηση του κοινού)

5.2.1.   Εφαρμοσιμότητα

5.2.1.1.

Η ΕΟΚΕ προσαρμόζει διαρκώς τις μεθόδους εργασίας της, προκειμένου να συμβάλλει στην αξιολόγηση της ποιότητας εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ. Εδώ και λιγότερο από δύο χρόνια, αποφάσισε να συμμετέχει ενεργά στην αξιολόγηση της νομοθετικής διαδικασίας διενεργώντας δικές της εκ των υστέρων αξιολογήσεις του κεκτημένου της Ένωσης.

5.2.1.2.

Η ΕΟΚΕ (11) πιστεύει ότι η εφαρμοσιμότητα του ενωσιακού δικαίου πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ήδη από την αρχή της νομοθετικής διαδικασίας, κατά την εκπόνηση των μελετών αντικτύπου. Παρά την πρόοδο που έχει ήδη σημειωθεί, το ευρωπαϊκό περιβάλλον όσον αφορά την εκτίμηση αντικτύπου πρέπει να εξελιχθεί περαιτέρω. Η ΕΟΚΕ προτείνει διάφορες εναλλακτικές μεθόδους βελτίωσης για την ενίσχυση της ποιότητας της εκτίμησης αντικτύπου, μεταξύ των οποίων: μια διαφανή, προσιτή και πλουραλιστική συγγραφή υποχρεώσεων για τις μελέτες αντικτύπου· τη διεύρυνση του ευρωπαϊκού μητρώου εκτιμήσεων αντικτύπου· την ανάγκη μιας ποιοτικής προσέγγισης και μιας συγκλίνουσας μεθοδολογικής προσέγγισης μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ όσον αφορά τον μεθοδολογικό τύπο έρευνας για τις μελέτες αντικτύπου. Στο μέλλον, η ΕΟΚΕ θα πρέπει επίσης να αναλύει ορισμένες μελέτες αντικτύπου (όσες αφορούν θεματικές σχετικά με τις οποίες η θέση της είναι ισχυρή), να επανεξετάζει τις μεθοδολογικές πτυχές και να εκφράζει τη γνώμη της σχετικά με τον τυχόν συνυπολογισμό των οικονομικών, κοινωνικών, περιβαλλοντικών ή τοπικών διαστάσεων στο πλέον προχωρημένο στάδιο της νομοθετικής διαδικασίας. Το έργο αυτό θα διευκόλυνε επίσης την κατάρτιση ενδεχόμενων συμβουλευτικών γνωμοδοτήσεων της ΕΟΚΕ σχετικά με νομοθετικές προτάσεις για την προετοιμασία των οποίων χρησιμεύουν οι ίδιες αυτές εκτιμήσεις αντικτύπου.

5.2.1.3.

Κατά την ΕΟΚΕ (12), στόχος της ευρωπαϊκής νομοθεσίας πρέπει πάντοτε να είναι η δημιουργία ενός νομικού πλαισίου που θα επιτρέπει στις επιχειρήσεις και στους πολίτες να ωφελούνται από τα πλεονεκτήματα της εσωτερικής αγοράς και να αποφεύγουν περιττά διοικητικά βάρη. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι ο έλεγχος της εφαρμογής στην πράξη είναι καθοριστικός. Εξάλλου, τοποθετείται υπέρ μιας νομοθεσίας που να προσαρμόζεται.

5.2.1.4.

Η ευρωπαϊκή νομοθεσία οφείλει να είναι αυστηρή ως προς τους στόχους της —που πρέπει πάντοτε να συνάδουν με τους στόχους που προβλέπονται στη Συνθήκη— και ευέλικτη ως προς τη μεταφορά της στο εθνικό δίκαιο του κάθε κράτους μέλους (13). Επί του προκειμένου, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της διασαφήνισης των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας.

5.2.1.5.

Εξάλλου, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι όχι μόνο το περιεχόμενο της νομοθεσίας αλλά και η ίδια η νομοθετική διαδικασία πρέπει να μπορεί να προσαρμόζεται για να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των επιχειρήσεων και των πολιτών (14). Συνιστά, επομένως τα εξής (15):

α)

αυστηρότερη εφαρμογή των αρχών της «βελτίωσης της νομοθεσίας»·

β)

διαφάνεια σε όλα τα επίπεδα διαμόρφωσης του δικαίου·

γ)

ανάπτυξη ενός συστήματος πιο συστηματικής συνδρομής για τη μεταφορά των οδηγιών στο εθνικό δίκαιο·

δ)

συνυπολογισμό του ρόλου και των ενισχυμένων εξουσιών που αναθέτουν οι Συνθήκες στα εθνικά κοινοβούλια·

ε)

πιο συχνή χρήση, εκ μέρους της Επιτροπής, των ερμηνευτικών της ανακοινώσεων·

στ)

μεγαλύτερες προσπάθειες σε θέματα απλούστευσης της νομοθεσίας και κωδικοποίησης.

5.2.1.6.

Οι περισσότερες δυσκολίες στην εφαρμογή και εκτέλεση του δικαίου της ΕΕ οφείλονται στην κακή μεταφορά των οδηγιών στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών. Γι’ αυτό, η ΕΟΚΕ συνιστά συνήθως στις γνωμοδοτήσεις της τη χρήση κανονισμών μάλλον παρά οδηγιών (16).

5.2.1.7.

Εξάλλου, στο πλαίσιο του προγράμματος REFIT, η Επιτροπή είχε αναγγείλει ότι θα διεξάγονταν διαβουλεύσεις σχετικά με τις αξιολογήσεις, τους ελέγχους καταλληλότητας και την προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων και των εκτελεστικών πράξεων. Επί του προκειμένου, η Επιτροπή θα έπρεπε επίσης να λαμβάνει περισσότερο υπόψη τις απόψεις της επιτροπής ρυθμιστικού ελέγχου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία είναι πλέον αρμόδια και για τις εκ των υστέρων αξιολογήσεις.

5.2.1.8.

Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η βελτίωση του τρόπου με τον οποίο η Επιτροπή πραγματοποιεί τη διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη έχει καίρια σημασία για την εκπόνηση νομοθεσίας που τα κράτη μέλη και τα ενδιαφερόμενα μέρη θα μπορούν εύκολα να εφαρμόζουν. Επ’ αυτού, έχει ήδη διατυπώσει προτάσεις για τη διαρθρωτική βελτίωση της διαδικασίας διαβούλευσης και την εξασφάλιση της σχετικής συνέχειας (17).

5.2.1.9.

Η ΕΟΚΕ είχε ήδη την ευκαιρία να εκφράσει τη λύπη της που τα μέτρα του προγράμματος «Βελτίωση του νομοθετικού έργου» δεν λαμβάνουν επαρκώς υπόψη τον ρόλο, τη λειτουργία και τον αντιπροσωπευτικό της χαρακτήρα, όπως ορίζονται στις Συνθήκες, με αποτέλεσμα να μένουν ανεκμετάλλευτες οι δυνατότητες αξιοποίησης της εμπειρογνωμοσύνης και των ειδικών γνώσεων των μελών της και πραγματικής αναγνώρισης της αποστολής της. Δυστυχώς, το γεγονός ότι η ΕΟΚΕ συμμετέχει στην πλατφόρμα REFIT (τομέας μεταγενέστερων δράσεων) δεν αντανακλά επαρκώς την αποστολή και την ευθύνη της όσον αφορά την ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμότητας και της αποτελεσματικότητας των θεσμικών οργάνων (18).

5.2.1.10.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η εφαρμογή του ενωσιακού κεκτημένου υπονομεύεται συχνά από την έλλειψη πολιτικής βούλησης από την πλευρά των εθνικών αρχών να συμμορφωθούν και να επιβάλουν τη συμμόρφωση με κανόνες που θεωρούνται ότι δεν «προσιδιάζουν» στην εθνική έννομη τάξη και τις εθνικές παραδόσεις, καθώς και από την έμμονη τάση να προστίθενται νέοι περιττοί ρυθμιστικοί μηχανισμοί στους νομικούς κανόνες της ΕΕ ή να επιλέγονται ορισμένα μόνον τμήματα αυτών των κανόνων και να παραμελούνται άλλα (19).

5.2.1.11.

Τέλος, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι το σύστημα EU Pilot (ένας άτυπος διάλογος μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών σχετικά με τη μη τήρηση του δικαίου της ΕΕ πριν από την κίνηση επίσημης διαδικασίας επί παραβάσει) συνιστά άλλο ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά η λειτουργία του μένει ακόμη να αποτιμηθεί. Εξάλλου, το σύστημα αυτό δεν πρέπει να υποκαταστήσει τις διαδικασίες επί παραβάσει.

5.2.2.   Διαφάνεια

5.2.2.1.

Η ΕΟΚΕ (20) είναι πεπεισμένη ότι κάθε νομοθεσία πρέπει να απορρέει από δημόσιες πολιτικές διαβουλεύσεις. Εκτιμά ότι θα ήταν σκόπιμο να αναθεωρηθεί η ευρωπαϊκή νομοθετική διαδικασία εντός των πλαισίων της Συνθήκης της Λισαβόνας και, εν ανάγκη, στα πλαίσια μιας νέας Συνθήκης, ώστε οι ευρωπαϊκές πολιτικές να αποφέρουν καλύτερα αποτελέσματα. Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να τονίσει την ποιότητα, τη δημοκρατική νομιμότητα, τη διαφάνεια και την έλλειψη διακρίσεων της νομοθεσίας.

5.2.2.2.

Η συνεδριάσεις των διαφόρων συνθέσεων του Συμβουλίου στις οποίες οι αποφάσεις λαμβάνονται με ειδική πλειοψηφία θα έπρεπε να είναι δημόσιες, για λόγους διαφάνειας και δημοκρατίας. Η ΕΟΚΕ είναι της άποψης ότι η ταχεία νομοθετική διαδικασία στα πλαίσια του τριμερούς διαλόγου θα πρέπει να εφαρμόζεται αποκλειστικά σε επείγουσες περιπτώσεις, όπως προκύπτει εξάλλου από τις διατάξεις της Συνθήκης (21).

5.2.2.3.

Σε αντίθεση με τις επιτροπές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, οι συνεδριάσεις του τριμερούς διαλόγου δεν είναι ούτε διαφανείς ούτε προσβάσιμες. Ο περιορισμός της νομοθετικής διαδικασίας σε μία μόνο ανάγνωση ισοδυναμεί με περιορισμό της συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών (22).

5.2.2.4.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αλλά και τα όργανα όπως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών (ΕτΠ) και η ΕΟΚΕ, θα πρέπει να ενταχθούν καλύτερα στον κύκλο διεργασιών του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου (23).

5.2.2.5.

Όσον αφορά τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να εισάγει μεγαλύτερη διαφάνεια στις διαδικασίες λήψης αποφάσεών της (βλέπε άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης — ΣΛΕΕ), όπως έχει επανειλημμένως τονίσει η ΕΟΚΕ (24).

5.2.2.6.

Επιπλέον, η πληθώρα διαφορετικών ονομασιών των θεματολογίων και προγραμμάτων («βελτίωση του νομοθετικού έργου», «έξυπνη νομοθεσία», «σκέψου πρώτα σε μικρή κλίμακα» κ.λπ.) έχει δημιουργήσει μια ορισμένη σύγχυση. Η ιεράρχηση των εν λόγω προγραμμάτων και έργων, αλλά και οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους, πρέπει να αποσαφηνιστούν ώστε να είναι κατανοητό για το κοινό σε ποιόν απευθύνονται (25).

5.2.2.7.

Εξάλλου, για λόγους διαφάνειας και δημοκρατικής νομιμότητας, η ΕΟΚΕ έχει ζητήσει (26) οι διαβουλεύσεις της Επιτροπής να μην αποβαίνουν εις βάρος του διαρθρωμένου διαλόγου των πολιτών (άρθρο 11 παράγραφος 2 της ΣΕΕ) ή των διαβουλεύσεων που πραγματοποιούνται σε συγκεκριμένα πλαίσια, όπως η διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους στο πλαίσιο του κοινωνικού διαλόγου (άρθρο 154 της ΣΛΕΕ) ή η διαβούλευση με τα συμβουλευτικά όργανα, όπως η ΕΟΚΕ (άρθρο 304 της ΣΛΕΕ).

5.2.3.   Ευαισθητοποίηση του κοινού

5.2.3.1.

Πρέπει να ενισχυθούν και να βελτιωθούν οι δράσεις επικοινωνίας που απευθύνονται στο κοινό. Η επικοινωνία προκαλεί το ενδιαφέρον, το οποίο με τη σειρά του οδηγεί στην κατανόηση. Το πρώτο στάδιο της υποτιθέμενης νέας αφήγησης για την Ευρώπη θα έπρεπε να είναι μια στρατηγική επικοινωνίας και απλούστευσης, που θα διεξάγουν από κοινού η Επιτροπή με τα κράτη μέλη. Επί του προκειμένου, ίσως αξίζει να επαναληφθεί αυτό που είχε τονίσει η ΕΟΚΕ στη γνωμοδότησή της για την «Πράξη για την ενιαία αγορά», ότι δηλαδή τα πολιτικά κόμματα, τα μέσα ενημέρωσης, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και γενικά όλοι οι ενδιαφερόμενοι φέρουν ιστορική ευθύνη όσον αφορά τη δυνατότητα της ΕΕ να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις προκλήσεις της παγκόσμιας αγοράς με βάση τις αξίες που έχουν χαρακτηρίσει μέχρι τώρα τις κοινωνικές οικονομίες της αγοράς (27).

5.2.3.2.

Τα δίκτυα υποστήριξης που έχει οργανώσει η Επιτροπή δεν είναι ακόμη αρκετά γνωστά. Αυτό ισχύει όλως ιδιαιτέρως για το δίκτυο SOLVIT, που στόχο έχει να συντρέχει τους πολίτες ή τις επιχειρήσεις της ΕΕ όταν τα δικαιώματά τους παραβιάζονται από τις δημόσιες υπηρεσίες άλλου κράτους μέλους. Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρωτοβουλία της Επιτροπής για την καλύτερη προώθηση του δικτύου αυτού.

5.2.3.3.

Μία λύση (28) θα μπορούσε να είναι να ενημερώνει περισσότερο η Επιτροπή το κοινό σχετικά με τις παραβάσεις, δεδομένου ότι, σε τελική ανάλυση, οι κυβερνήσεις των κρατών μελών είναι εκείνες που δεν μεταφέρουν ή μεταφέρουν εσφαλμένα ή καθυστερημένα το ενωσιακό δίκαιο στην εθνική νομοθεσία. Αυτές οι ίδιες κυβερνήσεις είναι εκείνες που ενέκριναν τους εν λόγω κανόνες στο Συμβούλιο. Αυτές είναι που φέρουν την ευθύνη για τη γενικά ανεπαρκή εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου, που διαπιστώνεται κάθε χρόνο στις εκθέσεις για την εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας. Επιπροσθέτως, η Επιτροπή πρέπει να εξετάσει συστηματικά ποιες δράσεις είναι απολύτως απαραίτητες για μια εκ βάθρων μεταβολή της σημερινής κατάστασης και να λάβει υπόψη προηγούμενες σχετικές προτάσεις της ΕΟΚΕ (29).

5.3.

Σχετικά με τις βασικές ευθύνες της Επιτροπής σε θέματα βελτίωσης της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ (παρακολούθηση της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ (30) και τήρησή του από τα κράτη μέλη)

5.3.1.

Το ζήτημα του ελέγχου της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου απασχολεί βεβαίως την ΕΟΚΕ, η οποία του έχει αφιερώσει ειδικές γνωμοδοτήσεις (31). Εξάλλου, το ζήτημα αυτό έχει θιγεί και σε γνωμοδοτήσεις για άλλα θέματα («Έξυπνη νομοθεσία», «Βελτίωση της νομοθεσίας», «REFIT» κ.λπ.), καθώς και σε ακροάσεις και σεμινάρια που αφορούσαν το θέμα αυτό (ειδικότερα κατά τις εργασίες του παρατηρητηρίου της ενιαίας αγοράς).

5.3.2.

Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ έχει καλέσει επανειλημμένα την Επιτροπή να της υποβάλλει την ετήσια έκθεσή της για γνωμοδότηση, προκειμένου να συνυπολογίζει τις απόψεις της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ και να υποστηρίζει, έτσι, την εφαρμογή του δικαίου στην ΕΕ (32).

5.3.3.

Πράγματι, η ΕΟΚΕ κρίνει ότι μπορεί να αναλάβει χρήσιμο ρόλο ως διαμεσολαβητής μεταξύ νομοθετών και χρηστών της νομοθεσίας της ΕΕ. Για παράδειγμα, μπορεί να προσφέρει ειδική συμβολή στην έκθεση πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την ετήσια έκθεση για την εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ από τα κράτη μέλη, εντοπίζοντας τις προσθήκες που επιφέρουν τα κράτη μέλη κατά τη μεταφορά (33).

5.3.4.

Εξάλλου, η ΕΟΚΕ (34) έχει προτείνει μέτρα για τη βελτίωση της μεταφοράς των οδηγιών, και συγκεκριμένα:

να προλαμβάνεται η επιλογή του κανονιστικού μέσου για τη μεταφορά,

να επιταχυνθεί η διαδικασία μεταφοράς ήδη από τη δημοσίευση της οδηγίας στην Επίσημη Εφημερίδα, με την ανάθεση του εσωτερικού συντονισμού σε ένα εσωτερικό σημείο επαφής που θα διαθέτει μια βάση δεδομένων ειδικά σχεδιασμένη προς τον σκοπό αυτό,

να προκρίνεται η μεταφορά διά της αντιγραφής όταν πρόκειται για διατάξεις ακριβείς και μη επιδεχόμενες αιρέσεων ή για ορισμούς,

να γίνεται δεκτή η μεταφορά διά της συγκεκριμένης και επακριβούς παραπομπής στις δεσμευτικές/μη επιδεχόμενες αιρέσεων διατάξεις της οδηγίας, όπως οι κατάλογοι και πίνακες προϊόντων, ουσιών ή αντικειμένων τα οποία αφορά η οδηγία, ή τα υποδείγματα εντύπων και πιστοποιητικών που περιλαμβάνονται σε παραρτήματα,

να προσαρμοστούν οι εθνικές διαδικασίες μεταφοράς σε συνάρτηση με την εμβέλεια της οδηγίας, με προσφυγή σε επισπευσμένες διαδικασίες, χωρίς ωστόσο να παραμελούνται οι υποχρεωτικές εσωτερικές διαβουλεύσεις που συνδέονται με την υιοθέτηση κανονιστικών πράξεων.

5.3.5.

Ομοίως, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η σωστή παρακολούθηση των ενωσιακών θεμάτων στα κράτη μέλη θα βοηθούσε ιδιαίτερα την Επιτροπή και θα βελτίωνε την ποιότητα του έργου της (35).

Βρυξέλλες, 18 Οκτωβρίου 2017.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Γιώργος ΝΤΆΣΗΣ


(1)  Βλέπε την έκθεση της Επιτροπής: Παρακολούθηση της εφαρμογής του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Ετήσια έκθεση για το 2015 [COM(2016) 463 final].

(2)  ΕΕ C 132 της 3.5.2011, σ. 47· ΕΕ C 18 της 19.1.2011, σ. 100ΕΕ C 277 της17.11.2009, σ. 6 · ΕΕ C 248 της25.8.2011, σ. 87 · ΕΕ C 24 της 31.1.2006, σ. 52· ΕΕ C 325 της 30.12.2006, σ. 3· ΕΕ C 43 της 15.2.2012, σ. 14· ΕΕ C 230 της 14.7.2015, σ. 66· ΕΕ C 383 της 17.11.2015, σ. 57· ΕΕ C 13 της 15.1.2016, σ. 192· ΕΕ C 303 της 19.8.2016, σ. 45· ΕΕ C 487 της 28.12.2016, σ. 51.

(3)  ΕΕ C 487 της 28.12.2016 , σ. 51 (σημείο 2.14).

(4)  COM(2016) 615 final.

(5)  ΕΕ C 18 της 19.1.2017, σ. 10.

(6)  Βλέπε κυρίως τις γνωμοδοτήσεις «Βελτίωση της νομοθεσίας για καλύτερα αποτελέσματα — ένα θεματολόγιο της ΕΕ» (εισηγητής: Bernd Dittmann, ΕΕ C 13 της 15.1.2016, σ. 192), «Αξιολόγηση της διαβούλευσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τα ενδιαφερόμενα μέρη» (εισηγητής: Ronny Lannoo, ΕΕ C 383 της 17.11.2015, σ. 57), «REFIT» (εισηγητής: Denis Meynent, ΕΕ C 303 της 19.8.2016, σ. 45), «Βελτίωση της νομοθεσίας: εκτελεστικές και κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις» (ενημερωτική έκθεση INT/656, δεν δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα, εισηγητής: Jorge Pegado Liz).

(7)  Ας αναφερθούν, ως παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Ημέρα του Καταναλωτή 2016, με θέμα «Χρειάζεται βελτίωση της νομοθεσίας για τους καταναλωτές;», η συζήτηση με τον αντιπρόεδρο κ. Frans Timmermans κατά τη σύνοδο ολομέλειας της 18ης Μαρτίου 2017, η μελέτη «Εφαρμογή της βελτιωμένης νομοθεσίας — Αντίκτυπος της έκθεσης Stoiber», ή ακόμη η Ημέρα της κοινωνίας των πολιτών 2016 με θέμα «Ο διάλογος πολιτών: εργαλείο για τη βελτίωση της νομοθεσίας προς γενικό όφελος».

(8)  ΕΕ C 303 της 19.8.2016, σ. 45 (σημείο 2.2).

(9)  ΕΕ C 13 της 15.1.2016, σ. 192.

(10)  ΕΕ C 303 της 19.8.2016, σ. 45 (σημείο 2.12.1).

(11)  ΕΕ C 434 της 15.12.2017, σημείο 4.6.1.

(12)  ΕΕ C 487 της 28.12.2016, σ. 51 (σημείο 1.7).

(13)  Όπ.π. (σημείο 1.11).

(14)  Όπ.π. (σημείο 2.7).

(15)  ΕΕ C 248 της 25.8.2011, σ. 87 (σημείο 3.6).

(16)  ΕΕ C 204 της 9.8.2008, σ. 9 (σημείο 2.1).

(17)  ΕΕ C 383 της 17.11.2015, σ. 57.

(18)  ΕΕ C 13 της 15.1.2016, σ. 192 (σημείο 2.6).

(19)  ΕΕ C 18 της 19.1.2011, σ. 100 (σημείο 3.5).

(20)  ΕΕ C 487 της 28.12.2016, σ. 51 (σημεία 1.9 και 2.6).

(21)  Όπ.π. (σημείο 3.11).

(22)  Όπ.π. (σημείο 3.15).

(23)  Όπ.π. (σημείο 3.16).

(24)  Όπ.π. (σημείο 3.17).

(25)  ΕΕ C 230 της 14.7.2015, σ. 66 (σημείο 5.2).

(26)  ΕΕ C 383 της 17.11.2015, σ. 57, (σημείο 2.1.2).

(27)  ΕΕ C 132 της 3.5.2011, σ. 47 (σημείο 1.7).

(28)  ΕΕ C 13 της 15.1.2016, σ. 192 (σημείο 4.4.9).

(29)  ΕΕ C 230 της 14.7.2015, σ. 66.

(30)  COM(2016) 463 final.

(31)  ΕΕ C 204 της 9.8.2008, σ. 9 και ΕΕ C 347 της 18.12.2010, σ. 62.

(32)  ΕΕ C 347 της 18.12.2010, σ. 62 (σημείο 1.10).

(33)  ΕΕ C 303 της 19.8.2016, σ. 45 (σημείο 3.2.4).

(34)  ΕΕ C 204 της 9.8.2008, σ. 9 (σημείο 5).

(35)  ΕΕ C 325 της 30.12.2006, σ. 3 (σημείο 6.1.13).