2.3.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 81/1


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Το δυναμικό των μικρών οικογενειακών και των παραδοσιακών επιχειρήσεων για την προώθηση της ανάπτυξης και της οικονομικής μεγέθυνσης στις περιφέρειες»

(γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

(2018/C 081/01)

Εισηγητής:

ο κ. Δημήτρης ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ

Απόφαση της συνόδου ολομέλειας

26.1.2017

Νομική βάση

Άρθρο 29 παράγραφος 2 του εσωτερικού κανονισμού

 

Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας

 

 

Αρμόδιο ειδικευμένο τμήμα

«Οικονομική και νομισματική ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή»

Υιοθετήθηκε από το ειδικευμένο τμήμα

7.9.2017

Υιοθετήθηκε από την ολομέλεια

18.10.2017

Σύνοδος ολομέλειας αριθ.

529

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

(υπέρ/κατά/αποχές)

199/0/1

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1.

Σε διάφορες γνωμοδοτήσεις της, η ΕΟΚΕ έχει εκφράσει επανειλημμένα την επιδοκιμασία της για τις πολιτικές της ΕΕ που αποσκοπούν στην υποστήριξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) (1). Ωστόσο, οι ΜΜΕ είναι μια εξαιρετικά ετερογενής κατηγορία, γεγονός που σημαίνει ότι απαιτούνται ιδιαίτερες προσπάθειες για τη σωστή στόχευση των διαφόρων υποομάδων και ιδιαίτερα των μικρών οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων.

1.2.

Η σημασία αυτής της υποομάδας έγκειται στο γεγονός ότι η μεγάλη πλειονότητα των θέσεων εργασίας στις περιφέρειες της ΕΕ αφορά αυτό το είδος επιχείρησης. Επαναλαμβάνοντας τα προηγούμενα συμπεράσματά της και υπενθυμίζοντας τις συστάσεις των προγενέστερων γνωμοδοτήσεών της (2), η ΕΟΚΕ επιχειρεί να εξετάσει προσεκτικότερα και να αναλύσει τις προκλήσεις που βιώνουν οι μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις. Με αυτόν τον τρόπο επιδιώκεται να δοθεί η δυνατότητα εποικοδομητικής συμβολής στη χάραξη πολιτικής, τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο.

1.3.

Η ΕΟΚΕ ενθαρρύνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξετάσει τρόπους υποστήριξης και προώθησης των μικρών οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων, δεδομένου ότι οι εν λόγω επιχειρήσεις αποτελούν καθοριστική συνιστώσα της ανάπτυξης νέων δραστηριοτήτων και της παραγωγής εισοδήματος σε περιοχές με περιορισμένους πόρους. Προσδίδουν προστιθέμενη αξία στη διαδικασία περιφερειακής ανάπτυξης, ιδίως στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες, διότι έχουν βαθιές ρίζες στην τοπική οικονομία όπου επενδύουν και διαφυλάσσουν την απασχόληση.

1.4.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, σε πολλές περιφέρειες που εξακολουθούν να υστερούν, υπάρχει σημαντικό αναπτυξιακό δυναμικό και ότι το εν λόγω υποχρησιμοποιούμενο δυναμικό θα μπορούσε να αξιοποιηθεί χάρη στις τοπικές μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις. Η πρόκληση αυτή δεν θα πρέπει να αφορά μόνο την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά και άλλους παράγοντες που πρέπει να έχουν ενεργό συμμετοχή, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται οι αυτοδιοικητικές αρχές και ορισμένοι τοπικοί ενδιάμεσοι φορείς, όπως οι επιχειρηματικές ενώσεις και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

1.5.

Η ΕΟΚΕ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να δώσει προσοχή στο γεγονός ότι οι μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις έχουν επηρεαστεί αρνητικά από τις πρόσφατες οικονομικές και βιομηχανικές εξελίξεις και τάσεις. Χάνουν σε ανταγωνιστικότητα και αντιμετωπίζουν αυξανόμενες δυσκολίες κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους.

1.6.

Η ΕΟΚΕ ανησυχεί για το γεγονός ότι τα μέσα πολιτικής στήριξης δεν επικεντρώνονται στις μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις που είναι άλλωστε απίθανο να επωφεληθούν σημαντικά από αυτά. Εν γένει, η στήριξη που παρέχεται στις ΜΜΕ είναι προσανατολισμένη στην ενίσχυση της έρευνας και της καινοτομίας εντός των ΜΜΕ, καθώς και στις νεοφυείς επιχειρήσεις. Χωρίς να θέτει υπό αμφισβήτηση τη σημασία των εν λόγω πολιτικών, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να υπογραμμίσει ότι μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό όλων των ΜΜΕ θα επωφεληθεί από αυτές και ότι, συνήθως, οι μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις δεν συγκαταλέγονται στο ποσοστό αυτό. Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να αναθεωρήσει τον ορισμό των ΜΜΕ, που ξεκίνησε με πρωτοβουλία της ΓΔ εσωτερικής αγοράς, Βιομηχανίας, Επιχειρηματικότητας και ΜΜΕ και έχει προγραμματιστεί προσωρινά για τις αρχές του 2019 (3).

1.6.1.

Ο ισχύων ορισμός των ΜΜΕ είναι ήδη παρωχημένος και η ΕΟΚΕ πιστεύει, ως εκ τούτου, ότι η προγραμματισμένη αναθεώρησή του θα μπορούσε να βοηθήσει στην καλύτερη κατανόηση της φύσης των ΜΜΕ και στη χάραξη καλύτερων πολιτικών προς όφελός τους. Η ΕΟΚΕ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συμπεριλάβει στη διαδικασία διαβούλευσης μια αξιολόγηση του τρόπου εφαρμογής του ισχύοντος ορισμού κατά την υλοποίηση μέτρων πολιτικής για τις ΜΜΕ σε ενωσιακό, εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, με ιδιαίτερη έμφαση στις μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις.

1.6.2.

Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η αναθεώρηση του ορισμού θα πρέπει τουλάχιστον:

να καταργήσει το «κριτήριο των απασχολούμενων ατόμων» (4) από βασικό κριτήριο και να εξασφαλίσει στις ΜΜΕ την ευελιξία να επιλέγουν δύο από τα τρία κριτήρια που θα πρέπει να πληρούν, χρησιμοποιώντας την πλέον επικαιροποιημένη προσέγγιση που ορίζεται στην οδηγία 2013/34/ΕΕ (5),

να προβεί σε διεξοδική ανάλυση των κατώτατων ορίων που καθορίζονται στο άρθρο 2 της σύστασης και να τα επικαιροποιήσει, όποτε αυτό είναι αναγκαίο, μεταξύ άλλων μέσω της σύγκλισής τους με τα όρια που καθορίζονται στην οδηγία 2013/34/ΕΕ,

να επανεκτιμήσει και να αναθεωρήσει τους περιορισμούς που τίθενται στο άρθρο 3 του παραρτήματος της σύστασης.

1.7.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί σημαντικό οι μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις να αναγνωριστούν ως ειδική υποομάδα, δεδομένου ότι οι εν λόγω επιχειρήσεις είναι εκείνες που πλήττονται συνήθως περισσότερο από τις αδυναμίες της αγοράς. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ συνιστά τον σχεδιασμό ειδικά προσαρμοσμένων πολιτικών στήριξης, εστιασμένων στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις. Για την αντιμετώπιση των πιεστικότερων προβλημάτων, οι πολιτικές αυτές πρέπει να έχουν ως στόχο τουλάχιστον τα εξής:

την παροχή βοήθειας για την προσέλκυση και την κατάρτιση του εργατικού δυναμικού,

την κατάρτιση και επανεκπαίδευση των διευθυντών/ιδιοκτητών,

την εξασφάλιση πρόσβασης σε υπηρεσίες παροχής συμβουλών,

τη βελτίωση της πρόσβασης σε χρηματοδότηση,

τη διασφάλιση περισσότερης ενημέρωσης και καλύτερης κατάρτισης για το προσωπικό των τοπικών ενώσεων εργοδοτών και των κατά τόπους τραπεζικών υποκαταστημάτων,

την παροχή υπηρεσιών μονοαπευθυντικής θυρίδας,

την επανεξέταση του διοικητικού φόρτου σε τοπικό και ενωσιακό επίπεδο,

την εξασφάλιση πρόσβασης σε περισσότερη και καλύτερη ενημέρωση σχετικά με τις ρυθμιστικές απαιτήσεις, το τοπικό επιχειρηματικό περιβάλλον και τις ευκαιρίες που προσφέρει η αγορά.

2.   Μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις — Ιστορικό πλαίσιο και σημασία

2.1.

Πλήθος τοπικών βιομηχανικών εξελίξεων και τάσεων –ψηφιοποίηση, Βιομηχανία 4.0, ταχέως μεταβαλλόμενα επιχειρηματικά μοντέλα, παγκοσμιοποίηση, συνεργατική οικονομία και πιο καινοτόμες πηγές συγκριτικού πλεονεκτήματος– αποτελούν επί του παρόντος το σημείο εστίασης της διαδικασίας χάραξης πολιτικής της ΕΕ. Ταυτόχρονα, χρειάζεται να αναγνωριστεί ότι οι πολίτες θα πρέπει να μπορούν να διαβιούν παντού στην ΕΕ, ακόμη και σε περιοχές όπου η Βιομηχανία 4.0 ενδέχεται να μην φτάνει εύκολα.

2.2.

Χωρίς να υπονομεύεται η σημασία αυτών των νέων τάσεων και υποστηρίζοντας, παράλληλα, τις πολιτικές προσπάθειες που αποσκοπούν στην προώθησή τους, είναι απαραίτητο να υπενθυμιστεί ότι η πλειονότητα των θέσεων εργασίας στις περιφέρειες της ΕΕ παρέχεται επί του παρόντος από πολύ παραδοσιακές ΜΜΕ (6) και μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις (7), οι περισσότερες από τις οποίες έχουν μακρά ιστορία και δικές τους παραδόσεις, πείρα και πολλές επιχειρηματικές επιτυχίες στο ενεργητικό τους. Αυτή η ομάδα επιχειρήσεων περιλαμβάνει κατά κανόνα τις ακόλουθες υποομάδες:

μικρές, πολύ μικρές και μονοπωλιακές επιχειρήσεις,

πολύ παραδοσιακές ΜΜΕ, που δραστηριοποιούνται σε ιστορικά και παραδοσιακά καθορισμένους κλάδους,

ΜΜΕ σε απομακρυσμένες περιοχές —όπως κωμοπόλεις, χωριά, ορεινές περιοχές, νησιά κ.λπ.,

μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις,

βιοτεχνικές επιχειρήσεις,

αυτοαπασχολούμενοι.

2.3.

Όπως προαναφέρθηκε από την ΕΟΚΕ, οι μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις αποτελούν τη ραχοκοκαλιά πολλών οικονομιών σε παγκόσμια κλίμακα και αυξάνονται με εντυπωσιακό ρυθμό. Διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην περιφερειακή και στην τοπική ανάπτυξη, καθώς και ιδιαίτερο και εποικοδομητικό ρόλο στο πλαίσιο των τοπικών κοινοτήτων. Οι οικογενειακές επιχειρήσεις είναι περισσότερο σε θέση να αντέξουν δύσκολες περιόδους ύφεσης και στασιμότητας. Οι επιχειρήσεις αυτές διαθέτουν μοναδικά χαρακτηριστικά διαχείρισης διότι οι ιδιοκτήτες τους νοιάζονται βαθιά για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της επιχείρησής τους, ως επί το πλείστον επειδή διακυβεύεται η περιουσία, η φήμη και το μέλλον της οικογένειάς τους. Η διαχείρισή τους χαρακτηρίζεται κατά κανόνα από ασυνήθιστη αφοσίωση στη διαιώνιση της εταιρείας, σε συνδυασμό με αδιάλειπτη μέριμνα για το σύνολο των εργαζομένων τους, καθώς και από την επιδίωξη στενότερων σχέσεων με τους πελάτες τους με μέλημα τη διατήρηση της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας. Η ΕΟΚΕ κάλεσε στο παρελθόν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να υιοθετήσει μια ενεργή στρατηγική, με σκοπό την προώθηση βέλτιστων πρακτικών για τις οικογενειακές επιχειρήσεις στα κράτη μέλη (8).

2.4.

Τα τελευταία χρόνια, πολλές μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις ήρθαν αντιμέτωπες με αυξανόμενες δυσκολίες κατά την άσκηση των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων, επειδή:

δεν είναι δεόντως εξοπλισμένες για να προβλέπουν το ταχέως μεταβαλλόμενο επιχειρηματικό περιβάλλον και να προσαρμόζονται σε αυτό,

οι παραδοσιακές επιχειρηματικές τους συνήθειες δεν είναι πλέον τόσο ανταγωνιστικές όσο κατά το παρελθόν, λόγω των μεταβαλλόμενων επιχειρηματικών μοντέλων —ήτοι, της ψηφιοποίησης, των αποτελεσματικότερων τρόπων διοίκησης των επιχειρήσεων, της ανάπτυξης νέων τεχνολογιών,

έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε πόρους —π.χ. σε οικονομικούς πόρους, πληροφορίες, ανθρώπινο κεφάλαιο, δυνατότητες επέκτασης της αγοράς κ.λπ.,

αντιμετωπίζουν περιορισμούς οργανωτικής φύσης, όπως έλλειψη χρόνου, ποιοτικής και διορατικής ιδιοκτησίας και διαχείρισης, καθώς και αδράνεια ως προς την αλλαγή συμπεριφοράς,

διαθέτουν περιορισμένες δυνατότητες διαμόρφωσης του εξωτερικού περιβάλλοντος και μικρότερη διαπραγματευτική ισχύ, αλλά εξαρτώνται περισσότερο από το εν λόγω περιβάλλον (9).

2.5.

Υπάρχουν λίγο λιγότερες από 23 εκατ. ΜΜΕ στην ΕΕ και το υψηλότερο ποσοστό κατ’ αναλογία προς τον συνολικό αριθμό επιχειρήσεων συγκεντρώνεται στις νότιες χώρες της ΕΕ (10). Οι ΜΜΕ δεν αντιπροσωπεύουν απλώς το 99,8 % του συνολικού αριθμού επιχειρήσεων στον μη χρηματοπιστωτικό επιχειρηματικό τομέα της ΕΕ (11), αλλά απασχολούν και σχεδόν το 67 % του συνολικού αριθμού εργαζομένων και παράγουν περίπου το 58 % της συνολικής προστιθέμενης αξίας του μη χρηματοπιστωτικού επιχειρηματικού τομέα (12). Οι πολύ μικρές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των μονοπρόσωπων εταιρειών, είναι μακράν οι επιχειρήσεις με τη μεγαλύτερη αριθμητική εκπροσώπηση.

3.   Γραμμές πολιτικής και προτεραιότητες σε επίπεδο ΕΕ

3.1.

Κοινό κανόνα αποτελεί ο εξορθολογισμός της στήριξης που παρέχεται στις ΜΜΕ, με πρώτιστο μέλημα την ενίσχυση της έρευνας και της καινοτομίας εντός των ΜΜΕ, καθώς και την ανάπτυξη των ΜΜΕ (13). Παρότι η ικανότητα καινοτομίας και παγκοσμιοποίησης αναγνωρίζονται ως δύο από τις σημαντικότερες κινητήριες δυνάμεις της οικονομικής ανάπτυξης, οι ΜΜΕ εμφανίζουν κατά κανόνα αδυναμίες σε σχέση και με τις δύο (14). Οι μισές τυπολογίες μέσων που προσδιορίστηκαν κατά τη διάρκεια της τελευταίας περιόδου χρηματοδότησης επιδιώκουν σχεδόν αποκλειστικά στόχους καινοτομίας. Πρόκειται για μέσα που υποστηρίζουν τις τεχνολογικές και μη τεχνολογικές καινοτομίες, την οικολογική καινοτομία, τη δημιουργία καινοτόμων εταιρειών, τη στήριξη έργων Ε-Α, τη μεταφορά γνώσεων και τεχνολογίας.

3.2.

Κατά τη διάρκεια της περιόδου 2007-2013 (15), «η στήριξη των ΜΜΕ από το ΕΤΠΑ […] ανήλθε σε περίπου 47,5 δισεκατ. ευρώ (76,5 % για τη στήριξη των επιχειρήσεων και 16 % των συνολικών κονδυλίων του ΕΤΠΑ για την εν λόγω περίοδο)». Επίσης, «προσδιορίστηκαν περίπου 246 000 δικαιούχοι ΜΜΕ» σε σύνολο 18,5 εκατ. επιχειρήσεων. Η σύγκριση μεταξύ του αριθμού των δικαιούχων και του συνολικού αριθμού επιχειρήσεων καταδεικνύει σαφώς ότι το εν λόγω ποσό είναι απολύτως ανεπαρκές και αποδεικνύει ότι η ΕΕ απέτυχε να στηρίξει αυτήν την πολύ σημαντική κατηγορία επιχειρήσεων. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν ασχολείται με το εν λόγω σημαντικό ζήτημα ελλείψει πόρων και λόγω των εξαιρετικά ποικιλόμορφων χαρακτηριστικών των εν λόγω εταιρειών.

3.3.

Κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου, εφαρμόστηκε ένας σχετικά μεγάλος αριθμός μέσων πολιτικής με εκτεταμένη μεταβλητότητα, που απευθύνονταν σε αριθμό δικαιούχων κυμαινόμενο από 1 έως 8 000 — 9 000. Η δημιουργία μέσων τα οποία μπορούν να εφαρμοστούν σε πολύ μικρό αριθμό δικαιούχων είναι σαφώς αναποτελεσματική, πράγμα το οποίο εγείρει το ερώτημα εάν έχει νόημα ο σχεδιασμός τόσο μεγάλου αριθμού μέσων. Επιπλέον, η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητά τους πρέπει να τεθούν υπό αμφισβήτηση, αξιολογώντας τους ανθρώπινους και τους χρηματοοικονομικούς πόρους που προϋποθέτει ο σχεδιασμός τους σε σχέση με τα παραγόμενα αποτελέσματα (εάν υπάρχουν). Ταυτόχρονα, σε μελέτες περιπτώσεων προβλήθηκε μια διαδικασία αυτοεπιλογής ή «ελαστικής στόχευσης» (soft targeting), στο πλαίσιο της οποίας τέθηκε ως στόχος μια συγκεκριμένη ομάδα δικαιούχων (χαρακτηριζόμενη γενικά από μεγαλύτερη ικανότητα απορρόφησης) μέσω αυτού καθ’ εαυτού του σχεδιασμού ενός δεδομένου μέσου πολιτικής.

3.4.

Κατόπιν διεξοδικής επανεξέτασης (16) συνολικά 670 μέσων πολιτικής, στο πλαίσιο 50 επιχειρησιακών προγραμμάτων (ΕΠ) που υλοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού, προκύπτει ότι η κατανομή μεταξύ των διαφόρων πολιτικών είναι μάλλον ανομοιογενής. Φαίνεται ότι λιγότερο από το 30 % του συνόλου των μέσων πολιτικής εστιάζεται στις ανάγκες των παραδοσιακών επιχειρήσεων. Η ΕΟΚΕ έχει ήδη εκφράσει την υποστήριξή της στις καινοτόμες επιχειρήσεις με υψηλό δυναμικό ανάπτυξης (17). Ταυτόχρονα, όμως, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι τα μέσα πολιτικής είναι δυσανάλογα και κατά κύριο λόγο προσανατολισμένα σε στόχους καινοτομίας για τις ΜΜΕ, δεδομένου, αφενός, ότι οι περισσότερες ΜΜΕ της ΕΕ δεν έχουν –και δεν πρόκειται να αποκτήσουν στο εγγύς μέλλον– δυναμικό καινοτομίας και, αφετέρου, ότι οι βασικές τους επιχειρηματικές δραστηριότητες δεν απαιτούν τέτοιο δυναμικό. Είναι αλήθεια ότι θα μπορούσαν να αναπτυχθούν καινοτόμα προϊόντα με εξαιρετικά χαμηλό κόστος τα οποία να διαθέτουν συγχρόνως υψηλό δυναμικό οικονομικής ανάπτυξης, αλλά αυτό το είδος ανάπτυξης αποτελεί σαφώς την εξαίρεση και όχι τον κανόνα για τις παραδοσιακές και οικογενειακές επιχειρήσεις που λειτουργούν με εντελώς διαφορετική φιλοσοφία. Ορισμένες καινοτομίες είναι εφικτές και σκόπιμες και οι νέες γενιές έχουν αρχίσει να καινοτομούν επειδή διαθέτουν ευρύτητα πνεύματος, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις η καινοτομία δεν αποτελεί τη βασική δραστηριότητα των εταιρειών αυτών (18).

3.5.

Οι μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις δεν αποτελούν το σημείο εστίασης των μέσων πολιτικής στήριξης, όπως καταδεικνύεται από το γεγονός ότι ελάχιστα μέσα πολιτικής (μόλις το 7 % της συνολικής δημόσιας συνεισφοράς) προσανατολίζονται προς ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται σε συγκεκριμένους τομείς, ο συνηθέστερος εκ των οποίων είναι ο τουρισμός. Αυτό καταδεικνύεται επίσης από το γεγονός ότι περίπου το 54 % των δικαιούχων ΜΜΕ προέρχονται από τον μεταποιητικό τομέα και τον κλάδο των ΤΠΕ (10 %), ενώ μόλις το 16 % από τους τομείς του χονδρικού και του λιανικού εμπορίου και το 6 % από δραστηριότητες υπηρεσιών στέγασης και εστίασης που θεωρούνται παραδοσιακοί τομείς. Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται από το γεγονός ότι, κατά τη διάρκεια της τελευταίας περιόδου προγραμματισμού, η στήριξη προς τις ΜΜΕ διαρθρώθηκε υπό το πρίσμα της βαθιάς οικονομικής κρίσης, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη μετατόπισης των πόρων από την καινοτομία προς μια γενικότερη οικονομική ανάπτυξη.

3.6.

Ταυτόχρονα, τα στοιχεία δείχνουν ότι κατά την πενταετία μετά την έναρξη της κρίσης του 2008, ο αριθμός των ΜΜΕ αυξήθηκε, ενώ παράλληλα σημειώθηκε μείωση της προστιθέμενης αξίας και του αριθμού των εργαζομένων (19). Τα εν λόγω στατιστικά στοιχεία υποδηλώνουν ότι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου υπερίσχυσε η «επιχειρηματικότητα από ανάγκη» έναντι της «επιχειρηματικότητας λόγω ευκαιρίας». Προφανώς, οι πολίτες προσπαθούσαν να βρουν τρόπους αντιμετώπισης της κρίσης και οι εταιρείες πάσχιζαν να επιβιώσουν, αλλά η στήριξη δεν ήταν ούτε αρκετή ούτε κατάλληλη (20).

3.7.

Σε πολλές πρόσφατες μελέτες καταδείχθηκε σαφώς ότι οι ανάγκες των ΜΜΕ διαφέρουν σημαντικά στη Βόρεια και στη Νότια Ευρώπη, με αξιοσημείωτες διαφορές σε εθνικό επίπεδο. Η άποψη αυτή γίνεται επίσης πλήρως αποδεκτή στην ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τις ευρωπαϊκές ΜΜΕ 2014-2015, σύμφωνα με την οποία η ομάδα των χωρών με τις χαμηλότερες επιδόσεις προέρχεται κυρίως από τη νότια Ευρώπη. Οι χώρες αυτές αναφέρουν εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά επιτυχίας από πλευράς έργων, συμπεριλαμβανομένης της συνιστώσας του προγράμματος «Ορίζοντας 2020» για τις ΜΜΕ.

3.8.

Πρόσθετη σοβαρή πρόκληση όσον αφορά την παροχή αποτελεσματικής στήριξης στις μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις αποτελεί το γεγονός ότι οι πολιτικές προώθησης διαμορφώνονται κυρίως βάσει του μεγέθους των υποστηριζόμενων επιχειρήσεων και όχι βάσει πιο ενδεδειγμένων χαρακτηριστικών που επηρεάζουν περισσότερο τις δραστηριότητές τους. Η προσέγγιση αυτή είναι πιθανώς παρωχημένη και υπερβολικά ευρεία και αδυνατεί να συνεκτιμήσει τις διαφορετικές ανάγκες διαφόρων ομάδων, όπως οι μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις. Κατά συνέπεια, η ΕΟΚΕ τονίζει συνεχώς στις γνωμοδοτήσεις της την ανάγκη καλύτερα στοχευμένων και επακριβέστερα καθορισμένων πολιτικών προώθησης των ΜΜΕ στην Ευρώπη, καθώς και την ανάγκη επικαιροποίησης του ορισμού των ΜΜΕ προκειμένου να αντικατοπτρίζει καλύτερα την ποικιλομορφία τους (21).

3.9.

Η ΕΟΚΕ ανησυχεί επειδή μόνον ένα μικρό τμήμα της στήριξης που παρέχεται από το ΕΤΠΑ έχει αποφέρει μέχρι στιγμής τεκμηριωμένα αποτελέσματα (22), αποδεικνύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ότι ασκεί πραγματική επίδραση στην οικονομία. Το γεγονός αυτό θέτει υπό αμφισβήτηση την πραγματική επίδραση των κεφαλαίων που επενδύονται για τη στήριξη των ΜΜΕ και η ΕΟΚΕ εμμένει ότι χρειάζεται να διενεργηθεί εκτίμηση του πραγματικού αντικτύπου, η οποία να περιλαμβάνει επίσης ανάλυση της στήριξης που παρέχεται στις μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις.

3.10.

Το ΕΤΠΑ δεν είναι η μοναδική πηγή στήριξης των μικρών οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων. Υπάρχουν και άλλες πηγές που παρέχουν και αυτές στήριξη στις ΜΜΕ, όπως το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας (ΕΤΘΑ) (23), το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (24) ή το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ) (25), οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε μεμονωμένα ή μέσω των εδαφικών μέσων (τοπική ανάπτυξη με πρωτοβουλία των τοπικών κοινοτήτων [CLLD/Community-Led Local Development]) και των ολοκληρωμένων εδαφικών επενδύσεων. Ωστόσο, οι πηγές αυτές δεν εστιάζονται στις μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις, οι οποίες επωφελούνται μόνο από ένα πολύ μικρό τμήμα της διαθέσιμης χρηματοδότησης. Σύμφωνα με εκπροσώπους των μικρών οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων, οι ανάγκες τους δεν γίνονται δεόντως κατανοητές ή δεν καλύπτονται ικανοποιητικά.

3.10.1.

Αυτό θα μπορούσε να εξηγηθεί από το γεγονός ότι, κατά τον σχεδιασμό των μέσων πολιτικής στήριξης, οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής και οι αρμόδιες διοικήσεις σε ενωσιακό, εθνικό και τοπικό επίπεδο επιδεικνύουν υπερβολική αυστηρότητα από ορισμένες απόψεις και δεν έχουν κατορθώσει να λάβουν υπόψη τους τις απόψεις των επιχειρήσεων και των κοινωνικών εταίρων, με στόχο την κατανόηση των πραγματικών αναγκών των μικρών και των πολύ μικρών επιχειρήσεων.

3.10.2.

Ασφαλώς, η ευθύνη δεν θα πρέπει να αποδίδεται μόνο στη διοίκηση, αλλά και σε ενδιάμεσες οργανώσεις οι οποίες απέτυχαν να προβάλουν αποτελεσματικά τις πραγματικές ανάγκες των ΜΜΕ. Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός ότι οι ΜΜΕ φαίνεται να δείχνουν σαφή προτίμηση στις επιχορηγήσεις προς τις επιχειρήσεις, σε αντίθεση με την αυξανόμενη βαρύτητα που δίνεται κατά τον διάλογο σε θέματα πολιτικών στη χρηματοδότηση με ίδια κεφάλαια, στις επιστρεπτέες ενισχύσεις και στην έμμεση στήριξη.

3.10.3.

Οι εταιρικές σχέσεις μεταξύ επιχειρήσεων και ερευνητικών κέντρων, καθώς και η προσφυγή σε ενδιάμεσους φορείς για την παροχή βοήθειας στις ΜΜΕ, φαίνεται επίσης να μην έχουν αναπτυχθεί τόσο όσο αναμενόταν, παρά την τεράστια προσοχή που προσελκύουν τα εν λόγω θέματα. Υποστηρίζεται ότι αυτή η αναντιστοιχία θα μπορούσε να εξηγηθεί, εν μέρει, λόγω της κρίσης· όμως, κατά τη διάρκεια μιας οικονομικής ύφεσης, οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής θα μπορούσαν να επιλέξουν πιο «παραδοσιακά» μέσα πολιτικής για τη στήριξη των τοπικών οικονομιών σε μια κρίσιμη χρονική στιγμή.

3.10.4.

Η δυνατότητα χρήσης διαφόρων ειδικών χρηματοπιστωτικών μέσων είναι πρακτικά ανέφικτη για τις μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις τόσο λόγω των δυσκολιών που συνεπάγεται η υλοποίησή τους όσο και ελλείψει εμπειρίας και γνώσεων.

4.   Η ετερογένεια των αναγκών των ΜΜΕ χρήζει αντιμετώπισης

4.1.

Οι εξαγωγές των μικρών επιχειρήσεων είναι συνήθως μικρότερες ως ποσοστό του κύκλου εργασιών τους έναντι των μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων, κάτι που υποδηλώνει ότι υπάρχει σχέση μεταξύ του μεγέθους των επιχειρήσεων και των εξαγωγικών τους δυνατοτήτων.

4.2.

Η πρόσβαση σε χρηματοδότηση αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για τις ΜΜΕ και τις νεοφυείς επιχειρήσεις. Σε ενημερωτική έκθεση της ΕΟΚΕ επισημάνθηκε ότι η ανεπαρκής προσφορά χρηματοδότησης έχει περιορίσει τις δραστηριότητες των ΜΜΕ από το 2008 (26). Ενώ η κατάσταση παρουσιάζει σημάδια βελτίωσης τον τελευταίο καιρό, η πρόοδος είναι βραδύτερη όσο μικρότερο είναι το μέγεθος της επιχείρησης, πράγμα που υποδεικνύει για άλλη μία φορά τη σημασία του μεγέθους για τη διαμόρφωση των αναγκών και των επιδόσεων των επιχειρήσεων. Επιπλέον, οι ΜΜΕ βασίζονται κυρίως σε τραπεζικά δάνεια για τη χρηματοδότησή τους, αλλά το τραπεζικό σύστημα δεν είναι κατάλληλα προσαρμοσμένο για τις ΜΜΕ, ιδίως δε για τις μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις

4.3.

Πρόσφατα, η χρηματοδοτική στήριξη επικεντρώθηκε κυρίως στις νεοφυείς επιχειρήσεις —που αντιπροσωπεύουν πολύ μικρό ποσοστό των ΜΜΕ στην ΕΕ— αλλά η πιεστική ανάγκη κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση αναπτυσσόμενων επιχειρήσεων δεν έχει αντιμετωπιστεί ακόμη επαρκώς, όπως δεν έχει αντιμετωπιστεί ούτε η βασική ανάγκη της συντριπτικής πλειονότητας παραδοσιακών επιχειρήσεων να εξασφαλίσουν τη χρηματοδότηση της κανονικής λειτουργίας τους που έχει υποστεί πλήγμα εξαιτίας της πρόσφατης κρίσης. Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις πτώχευσης τραπεζών που προκάλεσαν τη διακοπή της λειτουργίας ορισμένων μικρών επιχειρήσεων απλώς λόγω ταμειακών δυσχερειών.

4.4.

Μια άλλη πολύ σοβαρή δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι ΜΜΕ —σε αντίθεση με τις μεγάλες εταιρείες— σχετίζεται με την πρόσβαση σε πληροφορίες και νέες αγορές. Είναι επίσης πιο δύσκολο για τις εν λόγω επιχειρήσεις να προσλαμβάνουν και να διατηρούν εργατικό δυναμικό υψηλής ειδίκευσης και να συμμορφώνονται με τις αυξανόμενες κανονιστικές και γραφειοκρατικές απαιτήσεις. Αυτή η δυσμενής κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη για τις ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται σε λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες της ΕΕ, οι οποίες βρίσκονται αντιμέτωπες με έλλειψη ευκαιριών συνεργασίας με μεγαλύτερες επιχειρήσεις στο πλαίσιο της αλυσίδας αξίας τους, με λιγότερες ευκαιρίες συμμετοχής σε ανταγωνιστικούς συνεργατικούς σχηματισμούς, με ανεπαρκή παροχή δημόσιων αγαθών, με δυνατότητα πρόσβασης σε μικρότερο φάσμα εγκαταστάσεων και υποστηρικτικών θεσμών και, συχνά, με μείωση του αριθμού των πελατών τους. Όλοι αυτοί οι παράγοντες ενδέχεται επίσης να προκαλέσουν αύξηση του κόστους διάθεσης των προϊόντων τους στην αγορά.

4.5.

Ως εκ τούτου, για τις παραδοσιακές ΜΜΕ και τις επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες σε λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές της ΕΕ, αυτό που έχει ζωτική σημασία δεν είναι τόσο τα μέσα πολιτικής που αποσκοπούν στην προώθηση της καινοτομίας, στην πρόσβαση σε νέες αγορές, στην εσωτερίκευση, στην πρόσβαση σε κεφαλαιαγορές κ.λπ., όσο εκείνα που βοηθούν τις ΜΜΕ να βελτιωθούν και να αποκτήσουν καλύτερες επιδόσεις στις βασικές τους δραστηριότητες —όπως τα μέσα πολιτικής που διευκολύνουν τη βελτίωση της πρόσβασης σε κοινή τραπεζική χρηματοδότηση, σε πληροφορίες, σε ειδικευμένο εργατικό δυναμικό και σε άμεσες επιχειρηματικές ευκαιρίες (βελτίωση της καθημερινής λειτουργίας). Για τις εν λόγω επιχειρήσεις, βραχυπρόθεσμα, δεν έχει επίσης νόημα να αρχίσουν να αλλάζουν συμπεριφορά, διότι αυτό που χρειάζεται πρωτίστως είναι η διαφοροποίηση του συνολικού πλαισίου εντός του οποίου δραστηριοποιούνται.

4.6.

Ενώ σε ορισμένες χώρες τα εκκολαπτήρια επιχειρήσεων λειτουργούν ομαλά, σε άλλες τα θετικά τους αποτελέσματα είναι αρκετά περιορισμένα. Ο βασικός παράγοντας επιτυχίας έγκειται σε μια νοοτροπία κοινής χρήσης των οργανωτικών πόρων και των δικτύων υποστήριξης, που δεν είναι καταρχήν ιδιαίτερα διαδεδομένη στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες της ΕΕ.

4.7.

Η αυξανόμενη σημασία της παραγωγής γνωστικού περιεχομένου ως ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος επιτείνει περαιτέρω την ετερογένεια των ΜΜΕ, με αποτέλεσμα να προκαλούνται διακρίσεις μεταξύ των ΜΜΕ με υψηλό αναπτυξιακό δυναμικό από των υπολοίπων ΜΜΕ των οποίων η ανάπτυξη παρακωλύεται από εμπόδια παραδοσιακά συνδεδεμένα με το μικρό τους μέγεθος, τον τόπο εγκατάστασής τους και την πελατειακή τους βάση.

4.8.

Η ΕΟΚΕ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να υποστηρίξει την προσέγγιση «Act Small First» (Δράσε πρώτα σε μικρή κλίμακα) και να επιδείξει ιδιαίτερη προσοχή στις μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις κατά τον σχεδιασμό των μέσων πολιτικής.

4.9.

Πριν από 30-40 χρόνια υπήρχαν πολλές υστερούσες περιφέρειες στην Ευρώπη, περιφέρειες οι οποίες απείχαν γεωγραφικά ή λειτουργικά από τις κινητήριες δυνάμεις της οικονομικής ανάπτυξης. Ορισμένες από αυτές είναι σήμερα ευημερούσες χάρη στη συμβολή ανοικτών, υπεύθυνων και μη διεφθαρμένων αυτοδιοικητικών αρχών, στην αποτελεσματική δράση των επιχειρηματικών οργανώσεων και στη δημιουργία τοπικών επιχειρηματικών δικτύων που λειτουργούν αποτελεσματικά.

5.   Προκλήσεις και τρόποι αντιμετώπισής τους, με στόχο την καλύτερη προώθηση της ανάπτυξης μικρών οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων

5.1.

Η πρόσβαση σε χρηματοδότηση αποτελεί συχνά διαβόητο πρόβλημα. Σε σύγκριση με τις μεγαλύτερες εταιρείες, οι μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις παρουσιάζουν μεγαλύτερες διακυμάνσεις ως προς την κερδοφορία, την επιβίωση και την ανάπτυξή τους, πράγμα το οποίο εξηγεί τα ιδιαίτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σχετικά με τη χρηματοδότηση. Οι ΜΜΕ τείνουν, γενικά, να έρχονται αντιμέτωπες με υψηλότερα επιτόκια και με περιορισμένη προσφορά πιστώσεων (credit rationing) ελλείψει επαρκών εγγυήσεων. Οι δυσκολίες ως προς τη χρηματοδότηση διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των επιχειρήσεων που αναπτύσσονται με βραδύ ρυθμό και εκείνων που αναπτύσσονται ταχέως.

5.2.

Η επέκταση των επιχειρηματικών κεφαλαίων, των αγορών ιδιωτικών κεφαλαίων —συμπεριλαμβανομένων των ανεπίσημων αγορών και των επιχειρηματικών αγγέλων— της συμμετοχικής χρηματοδότησης (crowdfunding) και, γενικότερα, η ανάπτυξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών βελτίωσαν την πρόσβαση σε επιχειρηματικά κεφάλαια για συγκεκριμένες κατηγορίες ΜΜΕ, αλλά οι μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις θεωρείται απίθανο να μπορέσουν να επωφεληθούν σημαντικά από αυτές τις εξελίξεις και αναμένεται ότι θα εξακολουθήσουν να εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από παραδοσιακά τραπεζικά δάνεια. Ακόμη και για τις καινοτόμες, τις νεοφυείς και τις μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις, τα μέσα αυτά δεν είναι πάντα εύχρηστα και εξακολουθούν να υφίστανται σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών λόγω του επιπέδου ανάπτυξης των τοπικών κεφαλαιαγορών και της έλλειψης κατάλληλης νομοθεσίας.

5.3.

Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε χρηματοδότηση με την παροχή εγγυήσεων επιδοκιμάζεται. Εντούτοις, το καθεστώς που επιλέχθηκε φαίνεται να προκαλεί στρεβλώσεις στην αγορά εγγυήσεων και, τελικά, ανεπιθύμητες επιπτώσεις στη δραστηριότητα των οργανισμών εγγυήσεων. Υπάρχουν διαθέσιμα εμπειρικά στοιχεία (η Ισπανία είναι π.χ. μια τέτοια περίπτωση) που υποδεικνύουν ότι οι εμπορικές τράπεζες προτείνουν ρητώς στους υφιστάμενους δανειολήπτες τους να ζητούν εγγύηση —η οποία θα εκδίδεται άμεσα προς όφελός τους από την ΕΕ με τη μορφή άμεσης εγγύησης— προκειμένου να είναι η τράπεζα σε θέση να καλύψει τους υπάρχοντες κινδύνους μέσω της εγγύησης, χωρίς να χρειάζεται να αυξηθεί η κατηγορία κινδύνου στην οποία κατατάσσονται. Οι «μειονεκτούσες ΜΜΕ» (ήτοι, οι ΜΜΕ που πασχίζουν να αποκτήσουν πίστωση) μένουν εκτός. Η αυξημένη διοχέτευση δημόσιου χρήματος, μέσω της παροχής αντεγγυήσεων, θα μεγιστοποιήσει την αποδοτική χρήση των δημόσιων πόρων και θα δημιουργήσει μεγαλύτερο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στην αγορά και στην ευρύτερη οικονομία.

5.4.

Οι ευρωπαϊκές και τοπικές κανονιστικές επιβαρύνσεις εξακολουθούν να αποτελούν μείζον εμπόδιο για τις μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις, οι οποίες τείνουν να μην διαθέτουν τα κατάλληλα εφόδια για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που προκύπτουν λόγω υπερβολικής ρύθμισης. Γι’ αυτό το λόγο, χρειάζεται να διευκολυνθεί η πρόσβαση των εν λόγω επιχειρήσεων σε πληροφορίες σχετικά με τους κανονισμούς και να βελτιωθεί η ενημέρωσή τους όσον αφορά τα τεχνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα. Οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής οφείλουν να διασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες συμμόρφωσης δεν είναι ασκόπως δαπανηρές, περίπλοκες ή χρονοβόρες. Επίσης, θα πρέπει να υπάρχει συστηματικός και προσεκτικός έλεγχος των νέων κανονισμών και της εφαρμογής τους από τις αρμόδιες τοπικές επιχειρηματικές ενώσεις.

5.5.

Η πρόσβαση σε καλύτερη πληροφόρηση δεν είναι απαραίτητη μόνο σε σχέση με τις κανονιστικές απαιτήσεις. Η ενημέρωση σχετικά με το τοπικό επιχειρηματικό περιβάλλον και τις ευκαιρίες που προσφέρει η αγορά σε περιφερειακό επίπεδο είναι επίσης ζωτικής σημασίας για τις παραδοσιακές και οικογενειακές επιχειρήσεις. Οι σύγχρονες τεχνολογίες, εάν είναι σχεδιασμένες με τρόπο φιλικό προς τον χρήστη, διαθέτουν τεράστιες δυνατότητες για την κάλυψη του κενού πληροφόρησης. Ιδιαίτερα χρήσιμη θα ήταν η δημιουργία μιας μονοαπευθυντικής θυρίδας με στόχο να καταστούν διαθέσιμες σε ένα ενιαίο σημείο όλες οι απαραίτητες πληροφορίες που επηρεάζουν τις στρατηγικές και τις αποφάσεις των επιχειρήσεων, όπως συμβαίνει ήδη σε ορισμένες χώρες. Τα μέτρα για την ενθάρρυνση των δικτύων πληροφόρησης πρέπει να επιδιώκουν την εξατομίκευση των βάσεων δεδομένων και την αποφυγή του υπερβολικού φόρτου πληροφοριών.

5.6.

Τα πρόσφατα μέτρα για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στις αγορές επικεντρώθηκαν πρωτίστως στις διεθνείς αγορές. Η πολιτική στον εν λόγω τομέα αποσκοπεί στην αντιμετώπιση των μειονεκτημάτων που βιώνουν οι ΜΜΕ ελλείψει πρόσβασης σε ανθρώπινο δυναμικό, εξωτερικές αγορές και τεχνολογία. Όμως, όπως επισημάνθηκε πιο πάνω, αυτό συχνά δεν έχει μεγάλη σημασία για τις μικρές παραδοσιακές και οικογενειακές επιχειρήσεις. Ως εκ τούτου, οι προσπάθειες θα πρέπει να προσανατολίζονται προς τη βελτίωση του συντονισμού μεταξύ των διοργανωτών εμπορικών αποστολών σε περιφερειακό επίπεδο, καθώς και προς την παροχή μεγαλύτερης βοήθειας για την εξεύρεση αξιόπιστων επιχειρηματικών εταίρων. Μια άλλη δυνατότητα στον ίδιο τομέα συνίσταται στην επίταση των προσπαθειών για την αύξηση του «μεριδίου» που λαμβάνουν οι μικρές επιχειρήσεις στο πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων κρατικών προμηθειών.

5.7.

Ένα πολύ ιδιαίτερο πρόβλημα που αντιμετώπισαν πρόσφατα οι μικρές παραδοσιακές και οικογενειακές επιχειρήσεις είναι η πρόσβαση σε ειδικευμένο εργατικό δυναμικό. Η δημογραφική εικόνα σε απομακρυσμένες περιοχές και σε πολυάριθμες περιφέρειες που παρουσιάζουν αναπτυξιακή καθυστέρηση επιδεινώνεται, με αποτέλεσμα να παρατηρείται σημαντική έλλειψη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού σε πολλές περιοχές. Επομένως, οι εν λόγω επιχειρήσεις χρειάζονται βοήθεια τόσο για τον εντοπισμό και την προσέλκυση ανθρώπινου δυναμικού όσο και για την κατάρτισή του. Τα προγράμματα κατάρτισης θα πρέπει να είναι εξατομικευμένα και να υλοποιούνται κατά τις νεκρές περιόδους. Θα πρέπει επίσης να καθιερωθεί ένα σύστημα για την προσφορά των προγραμμάτων αυτών σε τακτική βάση, δεδομένου ότι οι μικρές επιχειρήσεις ενδέχεται να αντιμετωπίζουν υψηλό ποσοστό αποχωρήσεων.

5.8.

Στις οικογενειακές επιχειρήσεις, είναι σύνηθες τα παιδιά της ίδιας οικογένειας —ή και όχι— να εργάζονται σε αυτές. Η εν λόγω πρακτική είναι παραδοσιακή και ωφέλιμη για την εκάστοτε επιχείρηση επειδή διευκολύνει την ομαλή μεταβίβασή της από τη μία γενιά στην επόμενη ή την εξοικείωση με το αντικείμενο της μελλοντικής δουλειάς. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι ιδιοκτήτες/διευθυντές χρειάζεται να έχουν πάντοτε κατά νου ότι οι συνθήκες εργασίας πρέπει να είναι συμβατές με τις συμβάσεις υπ’ αριθ. 182 και 138 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας περί παιδικής εργασίας.

5.9.

Η κατάρτιση είναι απαραίτητη και όχι μόνο για τους εργαζόμενους σε μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις. Στις αγροτικές και στις απομακρυσμένες περιοχές, οι τραπεζικοί υπάλληλοι και οι ενώσεις εργοδοτών συχνά δεν διαθέτουν την παραμικρή γνώση σχετικά με τα διάφορα προγράμματα και τις δυνατότητες που παρέχονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά ούτε και για τα έγγραφα και τις διαδικασίες που απαιτούνται. Αυτό το δίκτυο ενδιάμεσων φορέων είναι εξαιρετικά σημαντικό για την αποτελεσματική στήριξη των μικρών οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων. Κρίνεται σκόπιμο να προαχθούν προγράμματα ενημέρωσης και ανταλλαγές βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των εν λόγω ενδιάμεσων φορέων. Θα πρέπει επίσης να καθιερωθεί ένα ενιαίο σημείο επαφής για όλα τα είδη χρηματοδότησης και προγραμμάτων.

5.10.

Σημαντικό μέτρο πολιτικής θα πρέπει να αποτελέσει η «ποιοτική αναβάθμιση» των ιδιοκτητών/διευθυντών των μικρών οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων, δεδομένου ότι στις εν λόγω εταιρείες τα πάντα συναρτώνται άμεσα με τη συγκεκριμένη παράμετρο. Η αναβάθμιση αυτή θα μπορούσε να επιτευχθεί με την ενθάρρυνση της κατάρτισης ή/και με τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε υπηρεσίες παροχής συμβουλών. Χρειάζεται να προαχθεί η διά βίου μάθηση· τα διαδικτυακά εκπαιδευτικά εργαλεία σε τομείς όπως ο επιχειρηματικός σχεδιασμός, τα πρότυπα παραγωγής, η νομοθεσία για τους καταναλωτές ή άλλες κανονιστικές ρυθμίσεις θα μπορούσαν να είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.

5.11.

Ένα άλλο μέτρο συνίσταται στην προτροπή των μικρών οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων να επανεπενδύουν τα κέρδη τους. Εάν τους δοθούν κατάλληλα κίνητρα προς το σκοπό αυτό, οι εν λόγω επιχειρήσεις θα καταστούν περισσότερο σταθερές, λιγότερο εξαρτημένες από τραπεζικά δάνεια και λιγότερο ευάλωτες σε κρίσεις.

5.12.

Θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμο να συγκεντρωθούν σε έναν συνοπτικό κατάλογο οι βέλτιστες πρακτικές που εφαρμόζονται σε διάφορες χώρες και σε τομείς με αυξημένη παρουσία μικρών οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων –όπως ο τουρισμός, η γεωργία, η αλιεία κ.λπ.– και, κατόπιν, να παρουσιαστούν στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 18 Οκτωβρίου 2017.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Γιώργος ΝΤΆΣΗΣ


(1)  Βλέπε γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ με θέματα: πολιτικά μέτρα για τις ΜΜΕ, ΕΕ C 27 της 3.2.2009, σ. 7· διεθνείς δημόσιες συμβάσεις, ΕΕ C 224 της 30.8.2008, σ. 32· μια «Small Business Act» για την Ευρώπη, ΕΕ C 182 της 4.8.2009, σ. 30· εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, ΕΕ C 54 της 19.2.2011, σ. 44· και πρόσβαση των ΜΜΕ σε χρηματοδότηση (EESC-2014-06006-00-00-RI-TRA).

(2)  Βλέπε γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ με θέμα: Οικογενειακές επιχειρήσεις, ΕΕ C 13 της 15.1.2016, σ. 8· ανασκόπηση της πρωτοβουλίας «Small Business Act», ΕΕ C 376 της 22.12.2011, σ. 51· οι διάφοροι τύποι επιχειρήσεων, ΕΕ C 318 της 23.12.2009, σ. 22.

(3)  Αρχική εκτίμηση των επιπτώσεων (2017)2868537 της 8ης Ιουνίου 2017.

(4)  Άρθρο 4 του παραρτήματος, σύσταση 2003/361/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

(5)  Οδηγία 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013.

(6)  Μικρές παραδοσιακές επιχειρήσεις είναι εκείνες που έχουν διατηρήσει το ίδιο επιχειρηματικό μοντέλο για μεγάλο χρονικό διάστημα, και εξυπηρετούν σχετικά μικρές κοινότητες –π.χ. μικρά εστιατόρια και καφετέριες, ανεξάρτητα πρατήρια καυσίμων, αρτοποιεία, οικογενειακά ξενοδοχεία, μικρές εταιρείες στον τομέα των μεταφορών και του εμπορίου κ.λπ.

(7)  Δεν υπάρχει ένας μόνον ορισμός για την οικογενειακή επιχείρηση, αλλά διάφοροι χρηστικοί ορισμοί που έχουν εξελιχθεί με την πάροδο των ετών. Σε αυτούς τονίζεται ότι οικογενειακές επιχειρήσεις είναι εκείνες στις οποίες την επιχείρηση ελέγχει σε μεγάλο βαθμό μια οικογένεια μέσω της συμμετοχής της στην ιδιοκτησία και στις διευθυντικές θέσεις. (Sciascia and Mazzola, Family Business Review, τόμος 21, τεύχος 4, 2008). Οι οικογενειακές επιχειρήσεις αντιπροσωπεύουν συνολικά άνω του 85 % όλων των επιχειρήσεων στις χώρες του ΟΟΣΑ. Μερικές από αυτές είναι πολύ μεγάλες εταιρείες, όμως η παρούσα γνωμοδότηση επικεντρώνεται στις μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις.

(8)  Βλέπε γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα Οικογενειακές επιχειρήσεις, ΕΕ C 13 της 15.1.2016, σ. 8.

(9)  Διάφορες μελέτες [π.χ. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 2011· Κέντρο Υπηρεσιών Στρατηγικής και Αξιολόγησης (CSES), 2012· Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2008· ΟΟΣΑ, 1998].

(10)  Στη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περιλαμβάνεται ο ορισμός των ΜΜΕ, οι οποίες κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες: πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ανάλογα με τον αριθμό των ατόμων που απασχολούν και τον κύκλο εργασιών τους. Οι βασικές στατιστικές πηγές δεν παρέχουν στοιχεία για τις επιχειρήσεις που ορίζονται ως ΜΜΕ, λόγω της αυστηρής εφαρμογής του προαναφερθέντος ορισμού των ΜΜΕ. Τα διαθέσιμα στοιχεία βασίζονται στο κριτήριο του μεγέθους της απασχόλησης. Κατά συνέπεια, τα στατιστικά στοιχεία που παρατίθενται στην παρούσα γνωμοδότηση βασίζονται στον εν λόγω ορισμό. Σημειωτέον ότι, μολονότι η συμπερίληψη των κριτηρίων του κύκλου εργασιών ή/και των συνολικών στοιχείων ενεργητικού δεν θα έπρεπε να μεταβάλλει σημαντικά τα στατιστικά στοιχεία, η εφαρμογή των κανόνων που αφορούν την αυτονομία των επιχειρήσεων θα μπορούσε να επηρεάσει τα αποτελέσματα· σε μελέτη που διενεργήθηκε στη Γερμανία, η εφαρμογή του κανόνα αυτού επέφερε μείωση του συνολικού αριθμού των ΜΜΕ κατά 9 % (CSES, 2012).

(11)  Ο μη χρηματοπιστωτικός επιχειρηματικός τομέας απαρτίζεται από όλους τους τομείς της οικονομίας της ΕΕ των 28 ή των επιμέρους κρατών μελών, εξαιρουμένων των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, των κρατικών υπηρεσιών, της παιδείας, της υγείας, των τεχνών και του πολιτισμού, της γεωργίας, της δασοκομίας και της αλιείας.

(12)  Ετήσια έκθεση για τις ευρωπαϊκές ΜΜΕ 2014-2015, Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

(13)  Τελική έκθεση, Δέσμη εργασιών 2, Εκ των υστέρων αξιολόγηση των προγραμμάτων πολιτικής συνοχής 2007-2013, με έμφαση στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και στο Ταμείο Συνοχής (ΤΣ), σύμβαση υπ’ αριθ: 2014CE16BAT002, http://ec.europa.eu/regional_policy/en/policy/evaluations/ec/2007-2013/.

(14)  Στήριξη των ΜΜΕ — Αύξηση της έρευνας και της καινοτομίας στον τομέα των ΜΜΕ και ανάπτυξη των ΜΜΕ, Δέσμη εργασιών 2, Πρώτη ενδιάμεση έκθεση, τόμος I: Συγκεφαλαιωτική έκθεση, Εκ των υστέρων αξιολόγηση των προγραμμάτων πολιτικής συνοχής 2007-2013, με έμφαση στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και στο Ταμείο Συνοχής στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και στο Ταμείο Συνοχής (ΤΣ), σύμβαση υπ’ αριθ.: 2014CE16BAT002, Ιούλιος 2015.

(15)  Ίδια πηγή με την υποσημείωση 13.

(16)  Ίδια πηγή με την υποσημείωση 14.

(17)  Βλέπε γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ με θέμα Προώθηση καινοτόμων επιχειρήσεων με υψηλό δυναμικό ανάπτυξης, ΕΕ C 75 της 10.3.2017, σ. 6.

(18)  Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί ο αγροτικός τουρισμός, ο οποίος επί του παρόντος βασίζεται πολύ σε ψηφιακές πλατφόρμες μάρκετινγκ.

(19)  Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «SME Performance Review Dataset» (Σύνολο δεδομένων στο πλαίσιο της επανεξέτασης των επιδόσεων των ΜΜΕ) [έκδοση 2014].

(20)  «Επιχειρηματίας από ανάγκη» είναι ένα άτομο που υποχρεώθηκε να γίνει επιχειρηματίας επειδή δεν διέθετε καλύτερη επιλογή. «Επιχειρηματίας λόγω ευκαιρίας» είναι ένα άτομο που έχει επιλέξει ενεργά να ξεκινήσει μια νέα επιχείρηση επειδή αντιλαμβάνεται ότι υπάρχουν ανεκμετάλλευτες ή μη επαρκώς αξιοποιημένες ευκαιρίες. Υπάρχουν στοιχεία που υποδηλώνουν ότι η επίδραση στην οικονομική μεγέθυνση και ανάπτυξη ποικίλλει σημαντικά μεταξύ της επιχειρηματικότητας από ανάγκη και της επιχειρηματικότητας λόγω ευκαιρίας. Σε γενικές γραμμές, η επιχειρηματικότητα από ανάγκη δεν επηρεάζει την οικονομική ανάπτυξη, ενώ η επιχειρηματικότητα λόγω ευκαιρίας έχει θετική και αξιοσημείωτη επίδραση.

(21)  ΕΕ C 383 της 17.11.2015, σ. 64.

(22)  Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες που προέρχονται από το σύστημα παρακολούθησης και άλλες συμπληρωματικές πηγές (π.χ. αξιολόγηση κατά περίπτωση), μόνο το 12 % του συνόλου των μέσων πολιτικής παρέχουν αξιόπιστα αποδεικτικά στοιχεία για τα θετικά τους επιτεύγματα. Τα μέσα πολιτικής που μπορούν να αξιολογηθούν ως αναποτελεσματικά αντιπροσωπεύουν έως και το 5 % του συνόλου.

(23)  https://ec.europa.eu/fisheries/cfp/emff_el

(24)  https://ec.europa.eu/agriculture/cap-funding_el

(25)  http://ec.europa.eu/esf/home.jsp?langId=el

(26)  Βλέπε ενημερωτική έκθεση της ΕΟΚΕ με θέμα Η πρόσβαση των ΜΜΕ και των επιχειρήσεων μεσαίας κεφαλαιοποίησης στη χρηματοδότηση κατά την περίοδο 2014-2020: ευκαιρίες και προκλήσεις.