8.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 164/82


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα «Νομικές πράξεις οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο»

(2018/C 164/14)

Εισηγητής:

ο κ. François Decoster (FR/ALDE), περιφερειακός σύμβουλος του Hauts-de-France

Έγγραφο αναφοράς:

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσαρμογή διαφόρων νομικών πράξεων οι οποίες προβλέπουν τη χρήση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο στα άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

COM(2016) 799 — 2016/0400/COD

ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

1.

θεωρεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να διαθέτει εκτελεστική εξουσία προκειμένου να συνδράμει τον νομοθέτη στις περισσότερο τεχνικές πτυχές της αποστολής του, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ομοιόμορφη και ταχεία εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας εντός της Ένωσης·

2.

τονίζει ότι είναι σημαντικό, σε αυτό το πλαίσιο, η εν λόγω εξουσία να περιορίζεται στις μη ουσιώδεις πτυχές των νομοθετικών πράξεων και να διεξάγεται με πλήρη διαφάνεια, υπό την εποπτεία του νομοθέτη (το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο), των κρατών μελών και των αρχών της τοπικής αυτοδιοίκησης·

3.

υπενθυμίζει ότι τα κράτη μέλη είναι επιφορτισμένα με την εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, ότι η νομοθεσία αυτή πολύ συχνά τίθεται σε εφαρμογή στο τοπικό και το περιφερειακό επίπεδο και ότι, κατά συνέπεια, η συμμετοχή των εν λόγω επιπέδων στην εκτέλεση των ευρωπαϊκών νομοθετικών πράξεων αποτελεί δημοκρατική και πρακτική επιταγή·

4.

υπενθυμίζει ότι υποστηρίζει τις μεταρρυθμίσεις του συστήματος της επιτροπολογίας που εισήχθησαν βάσει της Συνθήκης της Λισαβόνας και τη θέσπιση δύο καθεστώτων: των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων και των εκτελεστικών πράξεων, που διέπονται αντιστοίχως από τα άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις αντικαθιστούν την προγενέστερη κανονιστική διαδικασία με έλεγχο (ΚΔΕ), που ήταν εφαρμοστέα στα πιο ευαίσθητα από πολιτική άποψη πεδία, όπως το περιβάλλον, η γεωργία, οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και η υγεία·

5.

υποστηρίζει την τροποποίηση των ισχυουσών βασικών πράξεων τις οποίες αφορά η υπό εξέταση πρόταση προκειμένου να αντικατασταθούν οι αναφορές στην ΚΔΕ από παραπομπές στα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ·

6.

υποστηρίζει την αλλαγή προσέγγισης που επέλεξε η Επιτροπή σε σύγκριση με την πρότασή της του 2013 η οποία προέβλεπε ότι οι αναφορές στην ΚΔΕ που περιλαμβάνονται στις βασικές πράξεις πρέπει να νοούνται ως αναφορές στο άρθρο 290 ή στο άρθρο 291. Με βάση την προσέγγιση εκείνη, κάθε επιμέρους βασική πράξη θα έπρεπε πάντοτε να διαβάζεται σε συνδυασμό με τον σχετικό εφαρμοστέο κανονισμό, αν αυτός είχε υιοθετηθεί. Αντ’ αυτού, είναι προτιμότερο να τροποποιηθεί κάθε σχετική βασική πράξη·

7.

όσον αφορά τη διάρκεια της εξουσιοδότησης, υποστηρίζει την πρόταση της Επιτροπής, σύμφωνα με την οποία η αόριστη διάρκεια της εξουσιοδότησης δικαιολογείται από το γεγονός ότι ο νομοθέτης έχει τη δυνατότητα να ανακαλέσει την εξουσιοδότηση σε όλες τις περιπτώσεις και ανά πάσα στιγμή. Ο ορισμός πενταετούς διάρκειας για την εξουσιοδότηση και η επιβολή υποχρέωσης υποβολής έκθεσης πριν από την αυτόματη ανανέωση θα επέβαλε στην Επιτροπή την υποχρέωση να εκδίδει εκθέσεις για την κάθε πράξη πέντε έτη μετά την έγκριση της υπό εξέταση πρότασης, πρακτική που θα προσέθετε σημαντικό διοικητικό φόρτο·

Κοινή αντίληψη για τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

8.

χαιρετίζει την υπογραφή κοινής αντίληψης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, η οποία προσαρτάται στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (1), και θεσπίζει πλαίσιο για τον καθορισμό των στόχων, του πεδίου εφαρμογής, της διάρκειας και των προϋποθέσεων της εξουσιοδότησης·

9.

υπενθυμίζει ότι τα κριτήρια και η διαδικασία για την υιοθέτηση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων πρέπει να προσδιορίζονται σαφέστατα και να οριοθετούνται ορθά, ώστε να μην υποβαθμίζεται ο ρόλος του νομοθέτη·

10.

για τον λόγο αυτό προτείνει, σε περίπτωση αμφιβολίας ως προς τον ουσιώδη ή μη χαρακτήρα ενός στοιχείου μιας νομοθετικής πράξης, η Επιτροπή να μην προβαίνει στη θέσπιση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, αλλά, αντ’ αυτού, η νομοθεσία θα πρέπει να θεσπίζεται σύμφωνα με τις συνήθεις νομοθετικές διαδικασίες·

11.

χαιρετίζει τη σαφή δέσμευση υπέρ της συστηματικής διαβούλευσης με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών κατά την προετοιμασία και την εκπόνηση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, αμφιβάλλει, όμως, κατά πόσον η διαβούλευση αυτή είναι επαρκώς προσδιορισμένη, διαφανής και δεσμευτική·

12.

χαιρετίζει την ενίσχυση του ελέγχου από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσον αφορά την υιοθέτηση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων·

13.

ωστόσο, επί του προκειμένου, εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι δεν προβλέπεται διαβούλευση με εκπροσώπους των πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ), μολονότι η εφαρμογή των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων αφορά σε εκτεταμένο βαθμό τις τοπικές αρχές·

14.

τονίζει ότι η συμμετοχή των τοπικών και των περιφερειακών αρχών σε αυτόν τον έλεγχο έχει καίρια σημασία, εφόσον πρόκειται για το επίπεδο διακυβέρνησης που θέτει σε εφαρμογή το μεγαλύτερο μέρος της ενωσιακής νομοθεσίας·

15.

ζητά να διαβιβάζονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών όλα τα έγγραφα, συμπεριλαμβανομένων των σχεδίων των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, την ίδια στιγμή που παραλαμβάνονται από τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και να προβλέπεται συστηματική και εύκολη πρόσβαση των εκπροσώπων της ΕτΠ στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που καταρτίζουν κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις·

16.

χαιρετίζει την κατάρτιση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή, το αργότερο έως το τέλος του 2017, ενός κοινού λειτουργικού μητρώου για τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, χάρη στο οποίο αναμένεται να αυξηθεί ο έλεγχος και η διαφάνεια σχετικά με την εκτέλεση από την Επιτροπή των κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων της, να διευκολυνθεί ο προγραμματισμός και να καταστεί δυνατή η ιχνηλασιμότητα όλων των σταδίων του κύκλου ζωής μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης·

Ανάλυση της επικουρικότητας και της αναλογικότητας

17.

πιστεύει ότι το σχέδιο κανονισμού δεν θέτει ζητήματα επικουρικότητας, δεδομένου ότι αφορά την εκχώρηση αρμοδιοτήτων μεταξύ διαφορετικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

18.

για τον ίδιο λόγο, πιστεύει ότι το σχέδιο κανονισμού δεν θέτει κανένα ζήτημα αναλογικότητας, καθότι είναι κατάλληλο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου στόχου και την προσαρμογή ορισμένων βασικών πράξεων στα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ, και ότι δεν προχωρά πέραν των αναγκαίων τροποποιήσεων·

19.

υπενθυμίζει, ωστόσο, τη σημασία των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας και τονίζει ότι οι αρχές αυτές δεν πρέπει να εφαρμόζονται αποκλειστικά κατά την εκπόνηση και τη θέσπιση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, αλλά και κατά την εκτέλεσή της·

20.

είναι της γνώμης ότι η εξουσιοδότηση δυνάμει του άρθρου 290 της ΣΛΕΕ που μεταβιβάζει στην Επιτροπή μια εξουσία του νομοθέτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης θέτει κυρίως ζήτημα αναλογικότητας, καθώς απορρέει από μια απόφαση σχετικά με την κανονιστική ένταση της νομοθετικής πράξης, χωρίς, ωστόσο, να τροποποιεί την κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ της ΕΕ και των κρατών μελών·

21.

αντιθέτως, πιστεύει ότι η εκτελεστική αρμοδιότητα δυνάμει του άρθρου 291 της ΣΛΕΕ συνίσταται στην άσκηση από τα θεσμικά όργανα της Ένωσης μιας αρμοδιότητας που ανήκει κυρίως στα κράτη μέλη — και, επομένως, θέτει περισσότερο ζήτημα επικουρικότητας·

22.

κατά συνέπεια, κρίνει ότι η Επιτροπή πρέπει να μεριμνά συνεχώς για την τήρηση των αρχών αυτών όταν αναλαμβάνει δράση, ιδίως δε κατά την υιοθέτηση εκτελεστικών μέτρων.

Βρυξέλλες, 1η Δεκεμβρίου 2017.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Περιφερειών

Karl-Heinz LAMBERTZ


(1)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.