19.8.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 303/91


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/65/EΕ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, ως προς ορισμένες ημερομηνίες»

[COM(2016) 56 final — 2016/0033 (COD)]

και

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 για την κατάχρηση της αγοράς και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 σχετικά με τη βελτίωση του διακανονισμού αξιογράφων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κεντρικά αποθετήρια τίτλων»

[COM(2016) 57 final — 2016/0034 (COD)]

(2016/C 303/12)

Εισηγητής:

ο κ. Daniel MAREELS

Στις 25 Φεβρουαρίου 2016, και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/65/EΕ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, ως προς ορισμένες ημερομηνίες»

[COM(2016) 56 final — 2016/0033 (COD)].

Στις 25 Φεβρουαρίου 2016, και σύμφωνα με τα άρθρα 114 και 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο αποφάσισαν να ζητήσουν τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 για την κατάχρηση της αγοράς και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 909/2014 σχετικά με τη βελτίωση του διακανονισμού αξιογράφων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κεντρικά αποθετήρια τίτλων»

[COM(2016) 57 final — 2016/0034 (COD)].

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 10 Μαΐου 2016

Κατά την 517η σύνοδο ολομέλειας, της 25ης και 26ης Μαΐου 2016 (συνεδρίαση της 26ης Μαΐου 2016), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 132 ψήφους υπέρ, 2 κατά και 1 αποχή.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών που περιγράφονται στο κύριο μέρος της γνωμοδότησης, η ΕΟΚΕ αποδέχεται τις προτάσεις της Επιτροπής που έχουν ως αποτέλεσμα την αναβολή κατά ένα έτος, από τις 3 Ιανουαρίου 2017 στις 3 Ιανουαρίου 2018, της εφαρμογής του συνόλου των κανόνων της νομοθεσίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, γνωστής ως οδηγίας MiFID II. Η προβαλλόμενη αιτιολογία είναι ότι η αναβολή αυτή οφείλεται στην εμφάνιση ορισμένων σημαντικών προβλημάτων τεχνικής —πληροφορικής— φύσης και από τη διαπίστωση ότι μια μερική αναβολή δεν θα ήταν απλή, διότι θα δημιουργούσε μια σειρά άλλων δύσκολων ζητημάτων, ιδίως όσον αφορά την σαφήνεια, τη νομική ασφάλεια, τις πιθανές διαταραχές στην αγορά και την προσαύξηση του κόστους και των επενδύσεων. Η ΕΟΚΕ ζητεί, ωστόσο, να εστιαστούν όλες οι προσπάθειες στην εφαρμογή της MiFID II ώστε να μην υπάρξουν περαιτέρω καθυστερήσεις, και να υπάρξει μέριμνα κατά την περίοδο της αναστολής ώστε να μην υπονομευτούν στην πράξη οι διατάξεις που εξασφαλίζουν την προστασία των επενδυτών. Εν αναμονή της νέας ρυθμίσεως, κρίνεται σκόπιμο να διατηρηθούν σε ισχύ και χωρίς τροποποίηση οι υφιστάμενοι κανόνες της MiFID I, σε περίπτωση που υπάρχει λόγος προς τούτο.

1.2

Η επιμονή της ΕΟΚΕ είναι τώρα ακόμη περισσότερο δικαιολογημένη από ό,τι κατά το παρελθόν, όταν είχε ήδη λάβει θέση (1) υπέρ ορισμένων μεταρρυθμίσεων των χρηματοπιστωτικών αγορών και υπογράμμισε την ανάγκη της ταχείας εφαρμογής αυτών στην πράξη. Αυτό συνέβη, μεταξύ άλλων, το 2014, με την εκπόνηση της MiFID II, που συνίσταται σε μια αναθεωρημένη και ενισχυμένη ευρωπαϊκή οδηγία MIFID (2) (MiFID I), που καθιερώθηκε το 2007, και με τη θέσπιση του κανονισμού MiFIR (3). Εν ολίγοις, μπορεί να λεχθεί ότι η MiFID II αποσκοπεί στην αύξηση της αποτελεσματικότητας και της διαφάνειας των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών αγορών και στην ενίσχυση της προστασίας των επενδυτών.

1.3

Όταν το ζητούμενο ήταν η επανεξέταση και ενίσχυση της οδηγίας MiFID, η ΕΟΚΕ δήλωσε ότι «Οι κύριοι στόχοι της πρότασης οδηγίας έγκεινται στην αύξηση της διαφάνειας και της αποτελεσματικότητας των συναλλαγών, στον περιορισμό της αστάθειας των αγορών, στην ενίσχυση της αδιάβλητης δράσης των μεσαζόντων, στην προστασία των επενδυτών, καθώς και στο ουσιαστικό άνοιγμα των ευρωπαϊκών αγορών στον ανταγωνισμό του τομέα της παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Η ΕΟΚΕ ενστερνίζεται αυτούς τους στόχους και συμφωνεί με το γενικό πνεύμα της πρότασης.» (4). Δεν μπορεί αν γίνει αποδεκτό το ενδεχόμενο η εν λόγω αναβολή να υπονομεύσει κατ’ οιονδήποτε τρόπο την υλοποίηση των στόχων και την εφαρμογή των νέων κειμένων

2.   Ιστορικό

2.1

Η ρύθμιση των χρηματοπιστωτικών αγορών προσέλαβε μια νέα τροπή, το 2007, με τη θέσπιση της MiFID I, βασικός στόχος της οποίας ήταν να προαχθεί η ακεραιότητα και η διαφάνεια των εν λόγω αγορών. Οι κύριες βελτιώσεις που εισήγαγε η οδηγία αυτή εντοπίζονται στο πεδίο του ανταγωνισμού και την περαιτέρω ενοποίηση των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών αγορών. Η MiFID I είχε ως αποτέλεσμα την ελευθέρωση της αγοράς για την εκτέλεση εντολών. Ο ανταγωνισμός μεταξύ τόπων συναλλαγών αυξήθηκε και η αγορά κατακερματίστηκε. Επιπλέον, θεσπίστηκαν κανόνες για την προστασία των επενδυτών και της ακεραιότητας της αγοράς.

2.2

Με τη χρηματοπιστωτική κρίση, προέκυψε το ζήτημα μιας ευρύτερης και αυστηρότερης εποπτείας. Εμφανίστηκαν, επίσης, κραυγαλέες ελλείψεις όσον αφορά την προστασία των επενδυτών, καθώς και αδυναμίες όσον αφορά τη λειτουργία και τη διαφάνεια των χρηματοπιστωτικών αγορών. Επιπλέον, κατέστη αναγκαίο να ληφθούν υπόψη ορισμένες νέες τεχνικές εξελίξεις που εμφανίστηκαν στην αγορά, όπως οι συναλλαγές υψηλής συχνότητας και τις αλγοριθμικές συναλλαγές.

2.3

Λόγω όλων αυτών των παραγόντων, το πλαίσιο που ίσχυε αναθεωρήθηκε και ενισχύθηκε. Αυτό συνέβη το 2014 με την οδηγία MiFID II, σε συνδυασμό με την κατάρτιση του κανονισμού MiFIR. Τα κείμενα αυτά υποκαθιστούν την MiFID I. Σκοπός της MiFID II είναι να αυξηθεί περισσότερο η αποτελεσματικότητα και η διαφάνεια των ευρωπαϊκών αγορών και να ενισχυθεί η προστασία των επενδυτών.

2.4

Η MiFID II εφαρμόζεται σε ένα ευρύτερο φάσμα χρηματοπιστωτικών μέσων και διασφαλίζει ότι οι συναλλαγές πραγματοποιούνται σε τόπους διαπραγμάτευσης που υπόκεινται σε ρυθμίσεις. Το νέο πλαίσιο βελτιώνει τη διαφάνεια και τον έλεγχο των χρηματοπιστωτικών αγορών, αλλά και τις συνθήκες ανταγωνισμού υπό τις οποίες συντελείται η διαπραγμάτευση και η εκκαθάριση χρηματοπιστωτικών μέσων. Οι αναθεωρημένοι κανόνες της MiFID ενισχύουν επίσης την προστασία των επενδυτών με τη θέσπιση ισχυρών οργανωτικών απαιτήσεων και απαιτήσεων επαγγελματικής δεοντολογίας.

2.5

Όταν παρουσιάστηκαν τα κείμενα, το 2014, διαπιστώθηκε ότι η μεταφορά των νέων κανόνων στο εθνικό δίκαιο (5) έπρεπε να ολοκληρωθεί έως τις 3 Ιουλίου 2016 και ότι τα κείμενα θα πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή από τις 3 Ιανουαρίου 2017.

2.6

Η πρόταση που έχει κατατεθεί έχει στόχο την καθυστέρηση της έναρξης ισχύος της οδηγίας MiFID II κατά ένα έτος (3 Ιανουαρίου 2018 αντί 3 Ιανουαρίου 2017).

2.7

Η αναβολή αυτή οφείλεται ιδίως στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν την τεχνική εφαρμογή του συστήματος η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) (6), οι αρμόδιες εθνικές αρχές και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Ο λόγος είναι ότι η MiFID II είναι εξαιρετικά πολύπλοκη και συνεπάγεται σημαντικό αριθμό εφαρμοστικών μέτρων, ιδίως όσον αφορά τις προβλεπόμενες υποχρεώσεις παροχής στοιχείων. Οι σχετικές δομές πρέπει να δημιουργηθούν σχεδόν από το μηδέν και η διαδικασία αυτή απαιτεί περισσότερο χρόνο από ό,τι είχε εκτιμηθεί αρχικά.

3.   Παρατηρήσεις

3.1

Όταν η καταρτίστηκε η οδηγία MiFID II, η πρόθεση ήταν να μεταφερθεί στο δίκαιο των κρατών μελών μέχρι τις 3 Ιουλίου 2016 και οι διατάξεις της να είναι εφαρμοστέες από τις 3 Ιανουαρίου 2017.

3.2

Για την επίτευξη των στόχων της MiFID II προβλέπεται ένα εκτεταμένο σύστημα συλλογής δεδομένων. Προκειμένου να συγκεντρωθούν τα στοιχεία αυτά κατά τρόπο αποτελεσματικό και εναρμονισμένο, είναι απαραίτητη η ανάπτυξη μιας νέας υποδομής για τη συλλογή των δεδομένων. Ως εκ τούτου, η ΕΑΚΑΑ πρέπει να δημιουργήσει, σε συνεργασία με τις εθνικές αρχές, ένα σύστημα δεδομένων αναφοράς για χρηματοπιστωτικά μέσα (συντομογραφικώς FIRDS — «Financial Instruments reference data System») που θα καλύψουν ολόκληρο το φάσμα των χρηματοπιστωτικών μέσων που εμπίπτουν στο διευρυμένο πεδίο εφαρμογής της MiFID II. Για να εκπληρώσει αυτήν την αποστολή, το FIRDS θα πρέπει να συναρθρώσει τις ροές δεδομένων μεταξύ της ΕΑΚΑΑ, των αρμόδιων εθνικών αρχών και περίπου 300 τόπων διαπραγμάτευσης σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, φαίνεται ότι τα περισσότερα από αυτά τα νέα πληροφοριακά συστήματα που υποστηρίζουν το FIRDS θα πρέπει να δημιουργηθούν από το μηδέν, βάσει νέων παραμέτρων (7).

3.3

Λόγω της υποτιθέμενης πολυπλοκότητας του νέου πλαισίου και της ανάγκης για πολύ μεγάλο αριθμό κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων, η ημερομηνία εφαρμογής του κανονισμού MiFIR μετατέθηκε κατά 30 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του. Παρά την ασυνήθιστα μακρά περίοδο που προαναφέρθηκε, τα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως οι πλατφόρμες διαπραγμάτευσης, οι ΕΑΑ και η ΕΑΚΑΑ, διατείνονται ότι δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσουν ότι οι απαραίτητες υποδομές δεδομένων θα είναι έτοιμες και σε λειτουργία έως τις 3 Ιανουαρίου 2017. Ως εκ τούτου, στις 2 Οκτωβρίου 2015, η ΕΑΚΑΑ ενημέρωσε την Επιτροπή ότι η καθυστέρηση στην τεχνική εφαρμογή της MiFID II ήταν αναπόφευκτη διατεινόμενη ότι τούτο οφείλεται στο μέγεθος και την πολυπλοκότητα που παρουσιάζουν, τουλάχιστον σε ορισμένες περιπτώσεις, τα δεδομένα που πρέπει να συλλέγονται και να υποβάλλονται σε επεξεργασία για να καταστεί λειτουργικό το νέο πλαίσιο (8) και ότι η απουσία υποδομών συλλογής δεδομένων έχει επιπτώσεις σε ολόκληρο το πεδίο εφαρμογής της MiFID II (9).

3.4

Η Επιτροπή αποδέχθηκε το στοιχείο αυτό και εξέτασε δύο υποθετικές περιπτώσεις, ήτοι αναβολή της MiFID II εν μέρει ή εν όλω. Ωστόσο, για την Επιτροπή, η μερική αναβολή δεν φαίνεται απλή και θα δημιουργούσε, εν πάση περιπτώσει, μια σειρά νέων και σημαντικών προβλημάτων, που αφορούν ιδίως τον κίνδυνο συγχύσεως, τη διάκριση άμεσα εκτελεστέων και άλλων κανόνων, καθώς και τη θέσπιση μεταβατικών ρυθμίσεων οι οποίες, με τη σειρά τους, θα μπορούσαν να προκαλέσουν νέα προβλήματα και κίνδυνο περαιτέρω καθυστέρησης. Εξάλλου, θα έπρεπε επίσης να είχε ληφθεί υπόψη το στοιχείο της αποτελεσματικότητας ως προς το κόστος.

3.5

Λαμβανομένων υπόψη των υποτιθέμενων τεχνικών προβλημάτων (και των προβλημάτων μηχανοργάνωσης) και δεδομένου ότι η μερική έναρξη ισχύος υποτίθεται ότι δεν είναι απλή και ότι θα πρέπει να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποτραπεί περαιτέρω καθυστέρηση, η οποία δεν μπορεί να αποκλειστεί εάν οι ρυθμίσεις που αναφέρονται στα κείμενα τεθούν εν μέρει σε ισχύ, η Επιτροπή τάσσεται υπέρ του να δοθεί παράταση κατά ένα έτος στην έναρξη εφαρμογής της MiFΙD II, σαν την πιθανώς πλέον εύλογη και την πλέον αποδεκτή επιλογή.

3.6

Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της διότι η Επιτροπή δεν αντέδρασε αμέσως όταν το 2015 έλαβε τις πρώτες πληροφορίες σχετικά με την καθυστέρηση της τεχνικής εφαρμογής της οδηγίας MiFΙD II και δεν ανέλαβε πρωτοβουλίες προκειμένου να διορθώσει την κατάσταση ή να προτείνει κάποια άλλη λύση για τα προβλήματα, πράγμα που θα επέτρεπε τη βελτίωση των συνθηκών λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών και την ενίσχυση της προστασίας των επενδυτών.

3.7

Παρότι πρέπει να παραδεχτεί ότι, στις παρούσες συνθήκες, η προτεινόμενη παράταση είναι το μικρότερο κακό, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι αυτή η παράταση πρέπει να είναι μοναδική και ότι χρειάζεται να καταβληθεί κάθε προσπάθεια προκειμένου να αποφευχθούν περαιτέρω καθυστερήσεις στην εφαρμογή της οδηγίας MiFID II. Επιπλέον, πρέπει να υπάρξει μέριμνα για την περίοδο έως την εφαρμογή της νέας αυτής ρύθμισης της MiFID II στις 3 Ιανουαρίου 2018, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι σημερινές δυσκολίες δεν θα εκθέσουν σε κίνδυνο, στην πράξη, τις διατάξεις για την προστασία των επενδυτών που αναφέρονται στις εν λόγω ρυθμίσεις. Εν αναμονή της νέας νομοθεσίας, είναι σκόπιμο να διατηρηθούν σε ισχύ αμετάβλητοι οι υφιστάμενοι κανόνες της MiFID I, όταν υπάρχει λόγος προς τούτο.

Βρυξέλλες, 26 Μαΐου 2016.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Γιώργος ΝΤΑΣΗΣ


(1)  ΕΕ C 143 της 22.5.2012, σ. 42.

(2)  Οδηγία για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων.

(3)  Οδηγία για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων.

(4)  ΕΕ C 191 της 22.5.2012, σ. 80.

(5)  Ιδίως στην περίπτωση της MiFID II, που είναι οδηγία, ενώ η MiFIR συνιστά κανονισμό.

(6)  Στην αγγλική γλώσσα: European Security and Markets Authority — ESMA.

(7)  COM(2016) 56 final — 2016/0033 (COD), βλ. αιτιολογική σκέψη 4.

(8)  COM(2016) 57 final — 2016/0034 (COD), βλ. αιτιολογική σκέψη 5.

(9)  COM(2016) 57 final — 2016/0034 (COD), βλ. αιτιολογική σκέψη 6.