24.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 71/82


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ενωσιακού κοινού καταλόγου ασφαλών χωρών καταγωγής για τους σκοπούς της οδηγίας 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας, και για την τροποποίηση της οδηγίας 2013/32/ΕΕ»

[COM(2015) 452 final]

(2016/C 071/13)

Εισηγητής:

ο κ. José Antonio MORENO DÍAZ

Στις 16 Σεπτεμβρίου 2015 και στις 15 Οκτωβρίου 2015, αντιστοίχως, και σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 2 και το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισαν να ζητήσουν γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ενωσιακού κοινού καταλόγου ασφαλών χωρών καταγωγής για τους σκοπούς της οδηγίας 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας, και για την τροποποίηση της οδηγίας 2013/32/ΕΕ»

[COM(2015) 452 final].

Ομοίως, στις 21 Οκτωβρίου, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για το ίδιο θέμα.

Το ειδικευμένο τμήμα «Εξωτερικές σχέσεις», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 12 Νοεμβρίου 2015.

Κατά την 512η σύνοδο ολομέλειας, της 9ης και 10ης Δεκεμβρίου 2015 (συνεδρίαση της 10ης Δεκεμβρίου 2015), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 180 ψήφους υπέρ, 4 κατά και 6 αποχές.

Συμπεράσματα

1.

Η Επιτροπή κρίνει σκόπιμη, δυνάμει της οδηγίας 2013/32/ΕΕ (1), τη θέσπιση κοινού καταλόγου ασφαλών χωρών καταγωγής.

1.1.

Στην πρόταση κανονισμού προτείνει, μάλιστα, μέσω παραρτήματος, έναν αρχικό κατάλογο τρίτων χωρών που θα περιληφθούν στον κοινό ενωσιακό κατάλογο ασφαλών χωρών καταγωγής, στον οποίο περιλαμβάνει τις εξής χώρες: Αλβανία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, Κοσσυφοπέδιο, Μαυροβούνιο, Σερβία και Τουρκία.

1.2.

Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι πρέπει να οριστούν με πιο συγκεκριμένο και ασφαλή τρόπο τα ειδικά κριτήρια βάσει των οποίων μια χώρα ορίζεται ως ασφαλής για τους σκοπούς της οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ειδικότερα δε του παραρτήματος I της οδηγίας 2013/32/ΕΕ.

1.3.

Στο ίδιο πνεύμα, παρότι κρίνει θετική την πρωτοβουλία της Επιτροπής, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι, την παρούσα στιγμή, μπορεί να αποδειχθεί βεβιασμένη η κατάρτιση συγκεκριμένου καταλόγου χωρών που θεωρούνται ασφαλείς για τους προβλεπόμενους σκοπούς.

2.   Συστάσεις

2.1.

Η ΕΟΚΕ κρίνει θετική την πρόταση και θεωρεί ότι θα ήταν σκόπιμο να θεσπιστεί ενωσιακός κοινός κατάλογος ασφαλών χωρών καταγωγής, βάσει των κοινών κριτηρίων που καθορίζονται στην οδηγία 2013/32/ΕΕ, ο οποίος θα διευκολύνει τη χρήση, από τα κράτη μέλη, των διαδικασιών που συνδέονται με την εφαρμογή της έννοιας της ασφαλούς χώρας καταγωγής και, ως εκ τούτου, θα βελτιώσει τη συνολική αποτελεσματικότητα των συστημάτων ασύλου.

2.2.

Σε κάθε περίπτωση, με τη θέσπιση καταλόγου κοινού σε όλη την ΕΕ επιχειρείται να περιοριστούν ορισμένες από τις υφιστάμενες αποκλίσεις μεταξύ των εθνικών καταλόγων «ασφαλών» χωρών καταγωγής που ισχύουν στα κράτη μέλη.

2.3.

Ενώ τα κράτη μέλη θα μπορούν να θεσπίζουν νομοθεσία που θα προβλέπει τον εθνικό χαρακτηρισμό τρίτων χωρών, πέραν όσων περιλαμβάνονται στον ενωσιακό κοινό κατάλογο, ως ασφαλών χωρών καταγωγής, ο κοινός κατάλογος θα διασφαλίσει την ομοιόμορφη εφαρμογή αυτής της έννοιας από όλα τα κράτη μέλη σε σχέση με τους αιτούντες των οποίων οι χώρες καταγωγής περιλαμβάνονται στον εν λόγω κατάλογο.

2.4.

Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να καθοριστούν ρητώς στο άρθρο 2 του κανονισμού οι συγκεκριμένοι και προσδιορισμένοι δείκτες και κριτήρια που θα πρέπει να αξιολογούνται για να περιληφθεί μια χώρα στον κατάλογο των ασφαλών χωρών καταγωγής: μεταξύ άλλων, πρόσφατη πληροφόρηση από πηγές όπως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR), η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO), το Συμβούλιο της Ευρώπης και άλλες οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

2.5.

Η απόφαση συμπερίληψης μιας χώρας στον κοινό κατάλογο πρέπει να είναι αιτιολογημένη και τεκμηριωμένη, με βάση αξιολόγηση όλων των κριτηρίων που θεσπίζονται βάσει του ανωτέρω σημείου, σε σχέση με όλους τους λόγους δίωξης και κακομεταχείρισης που οδηγούν στην αναγνώριση δικαιώματος διεθνούς προστασίας.

2.6.

Όσον αφορά την τροποποίηση του καταλόγου, πρέπει να προβλεφθεί πιο ευχερής μηχανισμός τροποποίησής του, που να μπορεί να ανταποκρίνεται σε εύλογο χρονικό διάστημα στις μεταβαλλόμενες συνθήκες που επικρατούν στις χώρες του καταλόγου.

2.7.

Η ΕΟΚΕ κατανοεί ότι οποιαδήποτε τροποποίηση του καταλόγου πρέπει να είναι αιτιολογημένη και τεκμηριωμένη, με συνυπολογισμό της γνώμης των ειδικών επί του θέματος: της UNHCR, της EASO, του Συμβουλίου της Ευρώπης και άλλων οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

2.8.

Ομοίως, η ΕΟΚΕ εξετάζει το ενδεχόμενο δημιουργίας ενός μηχανισμού βάσει του οποίου θα μπορούν να κινήσουν τη διαδικασία τροποποίησης του καταλόγου οι αναγνωρισμένες οργανώσεις προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως οι συνήγοροι του πολίτη ή τα οικονομικά και κοινωνικά συμβούλια.

2.9.

Η ΕΟΚΕ προτείνει να απαιτείται αιτιολογημένη απόφαση σχετικά με το κατά πόσον είναι σκόπιμο να εφαρμόζεται η έννοια της ασφαλούς χώρας καταγωγής στην εκάστοτε συγκεκριμένη περίπτωση, μετά από εξατομικευμένη αξιολόγηση, όπως προβλέπεται στην οδηγία 2013/32/ΕΕ.

2.10.

Εξάλλου, πρέπει να ενισχυθούν οι δικονομικές εγγυήσεις των ταχέων διαδικασιών, με εξασφάλιση σε κάθε περίπτωση της εξατομικευμένης εξέτασης της συγκεκριμένης περίπτωσης και της σκοπιμότητας εφαρμογής της έννοιας της ασφαλούς χώρας καταγωγής.

2.11.

Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να εφαρμόζεται η έννοια της ασφαλούς χώρας καταγωγής σε περιπτώσεις μη σεβασμού της ελευθερίας του Τύπου ή παραβίασης της πολιτικής πολυφωνίας, καθώς επίσης και σε χώρες όπου υφίστανται διώξεις λόγω φύλου και/ή γενετήσιου προσανατολισμού ή λόγω της ιδιότητας του μέλους εθνικής, εθνοτικής, πολιτισμικής ή θρησκευτικής μειονότητας.

2.12.

Επίσης, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι πρέπει να βελτιωθούν οι μηχανισμοί εντοπισμού των αιτούντων που βρίσκονται σε ευάλωτη κατάσταση. Στην περίπτωση όπου θα διαπιστωθεί ευάλωτη κατάσταση αφού έχει ήδη εφαρμοστεί η ταχεία διαδικασία, θα πρέπει να εφαρμόζεται αμέσως η κανονική διαδικασία.

2.13.

Τέλος, πρέπει να εξασφαλίζεται το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής κατά των αρνητικών αποφάσεων που ελήφθησαν βάσει της έννοιας της ασφαλούς χώρας, με ανασταλτικό αποτέλεσμα, όπως θεσπίζεται στο άρθρο 46 παράγραφος 5 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ.

3.   Ιστορικό

3.1.

Οι —μέχρι στιγμής άκαρπες— προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εξάλειψη των αποκλίσεων μεταξύ συστημάτων ασύλου των κρατών μελών δεν είναι κάτι το καινούργιο. Από το 1999, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υιοθετήσει σειρά ολόκληρη νομικών μέσων με στόχο τη θέσπιση Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου (ΚΕΣΑ), προκειμένου να εναρμονιστεί η νομοθεσία όσον αφορά τις διαδικασίες ασύλου, τους όρους υποδοχής και άλλες πτυχές που συνδέονται με το σύστημα διεθνούς προστασίας.

3.2.

Όπως δήλωσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στα συμπεράσματα της συνόδου της 15ης Οκτωβρίου 2015 (EUCO 26/15), «η αντιμετώπιση της μεταναστευτικής και προσφυγικής κρίσης αποτελεί κοινή υποχρέωση που απαιτεί συνολική στρατηγική και αποφασιστική προσπάθεια σε βάθος χρόνου με πνεύμα αλληλεγγύης και ευθύνης». Κατέληξε δε με τα εξής: «Οι προσανατολισμοί που καθορίζονται ανωτέρω αποτελούν ένα ακόμη σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της συνολικής στρατηγικής μας, σύμφωνα με την αρχή του δικαιώματος αιτήσεως ασύλου, τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις διεθνείς υποχρεώσεις. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλες σημαντικές δράσεις προτεραιότητας που απαιτούν περαιτέρω συζητήσεις στα σχετικά φόρουμ, συμπεριλαμβανομένων των προτάσεων της Επιτροπής. Θα πρέπει επίσης να υπάρχει συνεχής προβληματισμός σχετικά με τη γενική πολιτική της ΕΕ για τη μετανάστευση και το άσυλο.».

3.3.

Η οδηγία 2013/32/ΕΕ επιτρέπει στα κράτη μέλη την προσφυγή σε διαδικασίες παρέκκλισης και ταχείες διαδικασίες, ιδίως δε σε ταχείες διαδικασίες σε σύνορα ή σε ζώνες διέλευσης, όταν ο αιτών έχει την ιθαγένεια χώρας που έχει χαρακτηριστεί ως ασφαλής χώρα καταγωγής βάσει της εθνικής τους νομοθεσίας και η χώρα αυτή μπορεί να θεωρηθεί ασφαλής για τον αιτούντα βάσει των συγκεκριμένων συνθηκών στις οποίες βρίσκεται. Μόνον ορισμένα κράτη μέλη έχουν καταρτίσει εθνικούς καταλόγους ασφαλών χωρών καταγωγής.

3.4.

Η αναδιατυπωμένη οδηγία σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (2013/32/ΕΕ, της 26ης Ιουνίου 2013) επιχειρεί να περιορίσει τις αποκλίσεις μεταξύ εθνικών διαδικασιών και να εξασφαλίσει την ταχύτερη και πιο δίκαιη έκδοση αποφάσεων όσον αφορά τις επαναλαμβανόμενες αιτήσεις ασύλου ή εκείνες που δεν παρουσιάζουν νέα στοιχεία. Παρά τις βελτιώσεις που εισήγαγε το νέο κείμενο, εξακολουθούν να επαφίενται στα κράτη μέλη ευρέα περιθώρια διακριτικής ευχέρειας, γεγονός που ενδέχεται να παρακωλύει τον στόχο της θέσπισης πραγματικής κοινής διαδικασίας.

4.   Ανάλυση

4.1.

Η έννοια της ασφαλούς χώρας καταγωγής έχει σημαντικές πρακτικές συνέπειες, όπως τη δυνατότητα εφαρμογής στις σχετικές αιτήσεις της ταχείας διαδικασίας [άρθρο 31 παράγραφος 8 στοιχείο β) της οδηγίας 2013/32/ΕΕ], τη συνεπακόλουθη μείωση των προθεσμιών για λήψη απόφασης επί της ουσίας της αίτησης, τις δυσχέρειες εντοπισμού τυχόν αιτούντων σε ευάλωτη κατάσταση εντός των περιορισμένων αυτών προθεσμιών (άρθρο 24 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ) και, εντέλει, μεγαλύτερες δυσχέρειες πρόσβασης στη διεθνή προστασία για τα άτομα που έχουν την ιθαγένεια των εν λόγω χωρών, επειδή λειτουργεί ως τεκμήριο του ότι η αίτηση είναι αβάσιμη (άρθρο 32 παράγραφος 2 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ).

4.2.

Αυτή η διαφορά αντιμετώπισης των αιτήσεων διεθνούς προστασίας ανάλογα με την ιθαγένεια ενδέχεται να έρχεται σε αντίθεση με την απαγόρευση διακριτικής μεταχείρισης των προσφύγων ανάλογα με τη χώρα καταγωγής τους, η οποία θεσπίζεται στο άρθρο 3 της σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το καθεστώς των προσφύγων. Όλα αυτά τα στοιχεία συνηγορούν υπέρ της περιοριστικής χρήσης της εν λόγω έννοιας της ασφαλούς χώρας.

4.3.

Πρέπει να τονιστεί ότι η υιοθέτηση κοινού καταλόγου ασφαλών χωρών καταγωγής δεν θα οδηγήσει κατ’ ανάγκη σε μεγαλύτερη εναρμόνιση, δεδομένου ότι επιτρέπεται η συνύπαρξη του καταλόγου αυτού με τους εθνικούς καταλόγους του κάθε κράτους μέλους.

4.4.

Η πρόταση κανονισμού περιλαμβάνει κατάλογο επτά κρατών μελών, σύμφωνα με τους δείκτες που χρησιμοποιεί η Επιτροπή στην πρότασή της: την ύπαρξη νομικού πλαισίου προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την κύρωση διεθνών συνθηκών σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τις καταδίκες της συγκεκριμένης χώρας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), το καθεστώς υποψήφιας για ένταξη στην ΕΕ χώρας, τα ποσοστά αναγνώρισης καθεστώτος διεθνούς προστασίας σε πολίτες της, καθώς και τη συμπερίληψη της χώρας στους εθνικούς καταλόγους ασφαλών χωρών καταγωγής.

4.5.

Ωστόσο, οι δείκτες αυτοί δεν φαίνεται να αξιολογούν δεόντως τα κριτήρια που θεσπίζονται στο παράρτημα I της οδηγίας περί διαδικασιών, δεδομένου ότι δεν εξετάζουν, λόγου χάρη, την εφαρμογή στην πράξη του δικαίου και τον πραγματικό σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ούτε την ύπαρξη ή μη δίωξης ή κακομεταχείρισης για τους λόγους που θεμελιώνουν δικαίωμα αναγνώρισης διεθνούς προστασίας.

4.5.1.

Εθνικό και διεθνές νομικό πλαίσιο σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων: πρόκειται αναμφίβολα για ελάχιστη προϋπόθεση που πρέπει να απαιτείται από μια χώρα για να περιληφθεί στον κατάλογο των ασφαλών χωρών καταγωγής· δεν είναι όμως επαρκής αφ’ εαυτής, δεδομένου ότι το παράρτημα I της οδηγίας 2013/32/ΕΕ απαιτεί την αξιολόγηση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην πράξη. Σε κάθε περίπτωση, η ίδια η Επιτροπή φαίνεται να μην αξιολογεί δεόντως το ελάχιστο αυτό κριτήριο, δεδομένου ότι στην πρότασή της περιλαμβάνει, μεταξύ των ασφαλών χωρών χώρες που —σε ορισμένες περιπτώσεις— δεν έχουν κυρώσει τις κύριες διεθνείς συνθήκες για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως το Κοσσυφοπέδιο.

4.5.2.

Ο αριθμός καταδικαστικών αποφάσεων από το ΕΔΑΔ, εντός του 2014, κατά των εν λόγω χωρών δεν αντικατοπτρίζει τη σημερινή κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις προτεινόμενες χώρες. Οι περισσότερες από τις υποθέσεις για τις οποίες εκδόθηκε απόφαση εντός του 2014 αφορούν γεγονότα που συνέβησαν αρκετά χρόνια πριν, αφενός λόγω της καθυστέρησης του ίδιου του ΕΔΑΔ και, αφετέρου, λόγω της υποχρέωσης εξάντλησης των εσωτερικών δικαστικών οδών πριν από την προσφυγή στο ΕΔΑΔ.

Ο τρόπος κατά τον οποίο η Επιτροπή αναλύει τα στοιχεία μπορεί να οδηγήσει σε σύγχυση. Η Επιτροπή συσχετίζει τις καταδικαστικές αποφάσεις με τον συνολικό αριθμό αποφάσεων του ΕΔΑΔ που αφορούν τη συγκεκριμένη χώρα, χωρίς να διακρίνει πόσες από αυτές τις υποθέσεις εξετάστηκαν επί της ουσίας, δηλαδή όσον αφορά τον βαθμό σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Για παράδειγμα, στην περίπτωση της Τουρκίας, από τις 2 899 υποθέσεις που υποβλήθηκαν στο ΕΔΑΔ και τις οποίες λαμβάνει υπόψη η Επιτροπή, παρότι δεν αναφέρεται το χρονικό διάστημα των εν λόγω υποθέσεων ούτε ο χρόνος εκδίκασής τους, στην πραγματικότητα εκδικάστηκαν επί της ουσίας μόνο 110, εκ των οποίων στις 94 αναγνωρίστηκε η παραβίαση της ευρωπαϊκής σύμβασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δηλαδή στο 93 % (2). Στην περίπτωση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, οι αποφάσεις επί της ουσίας εντός του 2014 ήταν 7, εκ των οποίων στις 5 αναγνωρίστηκε παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων (71 %) (3). Στην περίπτωση του Μαυροβουνίου ήταν 100 % (4), της Σερβίας 88 % (5), της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας 66 % (6) και της Αλβανίας 66 % (7).

Επίσης, η Επιτροπή δεν αναφέρει ποια ανθρώπινα δικαιώματα αποδείχθηκε ότι παραβιάστηκαν ούτε και το περιεχόμενο των αποφάσεων, πληροφορίες που είναι καθοριστικές για την αξιολόγηση της ύπαρξης διώξεων για τους λόγους που θεμελιώνουν δικαίωμα σε διεθνή προστασία.

4.5.3.

Το καθεστώς υποψήφιας για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση χώρας δεν σημαίνει ότι η εν λόγω χώρα πληροί ήδη τα κριτήρια της Κοπεγχάγης, αλλά ακριβώς ότι έχει αρχίσει διαδικασία για την επικύρωση της τήρησής τους. Αντιθέτως, μάλιστα, οι εκθέσεις προόδου (8) για τις υποψήφιες για ένταξη χώρες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο της πρότασης κανονισμού επισημαίνουν ελλείψεις σε θέματα όπως ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το κράτος δικαίου, η διαφθορά, ο πολιτικός έλεγχος των μέσων ενημέρωσης ή ακόμα η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης.

4.5.4.

Τα ποσοστά αναγνώρισης δικαιώματος διεθνούς προστασίας, εντός του 2014, στην ΕΕ σε αιτούντες που προέρχονταν από τις χώρες αυτές: η στατιστική ανάλυση των στοιχείων για το σύνολο της ΕΕ, για το έτος 2014, έτσι όπως διενεργείται από την Επιτροπή, μπορεί να οδηγήσει σε σύγχυση. Η αναλυτική εξέταση των ποσοστών αναγνώρισης από τα κράτη μέλη εμφανίζει μια κατάσταση λιγότερο ομοιογενή. Για παράδειγμα, τα ποσοστά αναγνώρισης πολιτών προερχόμενων από το Κοσσυφοπέδιο κατά το δεύτερο τετράμηνο του 2015 ανέρχονται σε 18,9 % στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά με μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ χωρών όπως η Ιταλία (60 %) ή η Γερμανία (0,4 %) (9).

4.5.5.

Η συμπερίληψη των χωρών στους εθνικούς καταλόγους ασφαλών χωρών καταγωγής: ούτε και οι εθνικοί κατάλογοι ασφαλών χωρών καταγωγής είναι εναρμονισμένοι, δεδομένου ότι το κάθε κράτος μέλος εφαρμόζει διαφορετικά κριτήρια, επομένως δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κατάρτιση κοινού καταλόγου.

4.6.

Η πρόταση της Επιτροπής για τη συμπερίληψη των συγκεκριμένων επτά χωρών στον κατάλογο των ασφαλών χωρών καταγωγής θα έπρεπε να αναφέρεται σε άλλους δείκτες που είναι πρόσφοροι και αποτελεσματικοί για τη μέτρηση του βαθμού εφαρμογής του δικαίου και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως είναι οι πηγές πληροφοριών που έχει κρίνει πρόσφορες το ΕΔΑΔ (10) στην πάγια νομολογία του, για την αξιολόγηση της κατάστασης της χώρας καταγωγής και τον κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής. Στην ίδια την πρόταση κανονισμού περιλαμβάνονται, στο άρθρο 2 παράγραφος 2, σχετικά με την αναθεώρηση του καταλόγου, αλλά όχι και με την κατάρτισή του, οι πηγές αυτές, και συγκεκριμένα η ΕΥΕΔ, η EASO, η UNHCR, το Συμβούλιο της Ευρώπης και άλλοι σχετικοί διεθνείς οργανισμοί.

4.7.

Πιστεύουμε επίσης ότι θα έπρεπε να δημιουργηθούν δείκτες που να αντικατοπτρίζουν την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως προς όλους τους λόγους που θεμελιώνουν δικαίωμα διεθνούς προστασίας, όπως, για παράδειγμα, ο σεβασμός της ελευθερίας της έκφρασης και του Τύπου, ο σεβασμός της πολιτικής πολυφωνίας, η κατάσταση των λεσβιών, των ομοφυλοφίλων, των αμφιφυλοφίλων, των διεμφυλικών και των μεσοφυλικών (ατόμων ΛΟΑΔΜ), καθώς και των εθνοτικών, πολιτισμικών ή θρησκευτικών μειονοτήτων.

4.8.

Στο άρθρο 2 παράγραφος 2 της πρότασης κανονισμού θεσπίζεται η τακτική αναθεώρηση του κοινού καταλόγου ασφαλών χωρών καταγωγής. Η διαδικασία τροποποίησης που προβλέπεται στην πρόταση κανονισμού είναι η συνήθης νομοθετική διαδικασία (άρθρο 2 παράγραφος 3 της πρότασης κανονισμού) και μια διαδικασία αναστολής για ένα έτος, με δυνατότητα παράτασης για ένα ακόμη έτος, σε περίπτωση αιφνίδιας μεταβολής της κατάστασης της χώρας (άρθρο 3 της πρότασης κανονισμού).

4.9.

Καμία από τις δύο διαδικασίες, ούτε η συνήθης διαδικασία της συναπόφασης ούτε η διαδικασία αναστολής του άρθρου 3, δεν φαίνεται να προσφέρουν έναν ταχύ, εύχρηστο και ευέλικτο μηχανισμό για την αντιμετώπιση των μεταβολών της κατάστασης των χωρών καταγωγής που περιλαμβάνονται στον κοινό κατάλογο. Δυστυχώς, υπάρχουν ποικίλα παραδείγματα ταχείας επιδείνωσης της πολιτικής κατάστασης, των δημοκρατικών εγγυήσεων και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε διάφορες χώρες, που δύσκολα θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με τους θεσπιζόμενους μηχανισμούς. Επιπλέον, οι καταστάσεις αυτές ενδέχεται να παραταθούν περαιτέρω χρονικά και η μέγιστη προθεσμία αναστολής των δύο ετών είναι υπερβολικά μικρή.

4.10.

Η αξιολόγηση της αιφνίδιας μεταβολής της κατάστασης μίας από αυτές τις χώρες θα έπρεπε πάντοτε να βασίζεται στη γνώμη των ειδικών επί του θέματος, UNHCR, EASO, Συμβούλιο της Ευρώπης και άλλων σχετικών διεθνών οργανισμών, όπως όντως προβλέπεται στην περίπτωση της τροποποίησης σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία.

4.11.

Από την άλλη πλευρά, η υιοθέτηση κανονισμού αποκλείει τη δυνατότητα των αιτούντων άσυλο να προσβάλουν ενώπιον εθνικών αρχών τη συμπερίληψη μιας χώρας στον κατάλογο ασφαλών χωρών, μια δυνατότητα που υπήρχε όσον αφορά τους εθνικούς καταλόγους. Θα ήταν σκόπιμο να προβλεφθεί η δυνατότητα η εν λόγω τροποποίηση να κινείται από οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή από αιτούντες άσυλο.

4.12.

Το άρθρο 31 παράγραφος 8 στοιχείο β) της οδηγίας 2013/32/ΕΕ επιτρέπει στα κράτη μέλη να εξετάζουν βάσει ταχείας διαδικασίας τις αιτήσεις πολιτών από ασφαλείς χώρες καταγωγής. Η εν λόγω ταχύρρυθμη διαδικασία δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υπονομεύει τις διαδικαστικές εγγυήσεις (11) λόγω της επίσπευσης των προθεσμιών. Ούτε μπορεί να οδηγεί σε μη εξατομικευμένη αξιολόγηση των συγκεκριμένων αιτήσεων διεθνούς προστασίας, η οποία απαγορεύεται δυνάμει του άρθρου 10 παράγραφος 3 στοιχείο α) της οδηγίας 2013/32/ΕΕ.

4.13.

Πράγματι, στο άρθρο 36 παράγραφος 1 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ, ορίζεται ότι οι χώρες που περιλαμβάνονται σε καταλόγους ασφαλών χωρών καταγωγής μπορούν να θεωρηθούν ως ασφαλείς χώρες για έναν συγκεκριμένο αιτούντα, μόνο κατόπιν εξατομικευμένης εξέτασης. Κατά την εν λόγω εξατομικευμένη εξέταση πρέπει να αξιολογείται κατά πόσον είναι πρόσφορη η εφαρμογή της έννοιας της ασφαλούς χώρας καταγωγής στη συγκεκριμένη περίπτωση, βάσει αιτιολογημένης απόφασης, για τη λήψη της οποίας το βάρος της απόδειξης φέρει το κράτος μέλος, και η οποία μπορεί να προσβληθεί.

4.14.

Δεδομένου ότι η έκδοση κανονισμού συνεπάγεται περιορισμό των δυνατοτήτων των αιτούντων άσυλο να προσβάλλουν τη συμπερίληψη μιας χώρας στον κατάλογο των ασφαλών χωρών καταγωγής, πρέπει να ενισχυθούν οι εγγυήσεις προσφυγής σε αποτελεσματικό μέσο επανόρθωσης για την εκάστοτε συγκεκριμένη περίπτωση και να προσδοθεί στο μέσο αυτό ανασταλτική ισχύ, όπως προβλέπεται στο άρθρο 46 παράγραφος 5 της οδηγίας περί διαδικασιών.

4.15.

Ομοίως, πρέπει να εξασφαλίζεται ο εντοπισμός αιτούντων σε κατάσταση ιδιαίτερα ευάλωτη, στους οποίους, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 3 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ, δεν μπορεί να εφαρμόζεται η ταχεία διαδικασία. Στις περιπτώσεις αυτές, πρέπει να προβλέπεται η υποχρέωση έρευνας για τον σχετικό εντοπισμό πριν ληφθεί η απόφαση εφαρμογής της ταχείας διαδικασίας ή, εάν ο εντοπισμός της ευάλωτης κατάστασης προκύψει μετά την απόφαση, να υπάρχει δυνατότητα εγκατάλειψης της ταχείας διαδικασίας και επιστροφής στην κανονική διαδικασία.

Βρυξέλλες 10 Δεκεμβρίου 2015.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Γεώργιος ΝΤΑΣΗΣ


(1)  EE L 180 της 29.6.2013, σ. 1.

(2)  Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: Περιγραφή χώρας — Τουρκία, Ιούλιος 2015,

http://www.echr.coe.int/Documents/CP_Turkey_ENG.pdf

(3)  Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: Περιγραφή χώρας — Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Ιούλιος 2015,

http://www.echr.coe.int/Documents/CP_Bosnia_and_Herzegovina_ENG.pdf

(4)  Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: Περιγραφή χώρας — Μαυροβούνιο, Ιούλιος 2015,

http://www.echr.coe.int/Documents/CP_Montenegro_ENG.pdf Εκδίκαση μιας υπόθεσης επί της ουσίας, στην οποία διαπιστώθηκε παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

(5)  Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: Περιγραφή χώρας — Σερβία, Ιούλιος 2015,

http://www.echr.coe.int/Documents/CP_Serbia_ENG.pdf. Κατά την εκδίκαση 18 υποθέσεων επί της ουσίας, διαπιστώθηκε παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις 16.

(6)  Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: Περιγραφή χώρας — πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, Ιούλιος 2015,

http://www.echr.coe.int/Documents/CP_The_former_Yugoslav_Republic_of_Macedonia_ENG.pdf

(7)  Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: Περιγραφή χώρας — Αλβανία, Ιούλιος 2015,

http://www.echr.coe.int/Documents/CP_Albania_ENG.pdf Από τις 150 υποθέσεις για τις οποίες εκδόθηκε απόφαση το 2014, το ΕΔΑΔ αποφάνθηκε πραγματικά επί της ουσίας σε 6, αναγνώρισε δε την παραβίαση της ευρωπαϊκής σύμβασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε 4 υποθέσεις.

(8)  Είναι διαθέσιμες στη διεύθυνση http://ec.europa.eu/enlargement/countries/package/index_en.htm

(9)  Eurostat: First Instance decision on applications by citizenship, age and sex, τριμηνιαία στοιχεία. http://appsso.eurostat.ec.europa.eu/nui/submitViewTableAction.do

(10)  Μεταξύ άλλων, υπόθεση ΝΑ κατά Ηνωμένου Βασιλείου, αριθ. 25904/2007, 17 Ιουλίου 2008· υπόθεση Gaforov κατά Ρωσίας, αριθ. 25904/09, 21 Οκτωβρίου 2010.

(11)  Απόφαση του Δικαστηρίου, της 31ης Ιανουαρίου 2013, στην υπόθεση C-175/11, σκέψεις 74-75.