28.1.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 32/1


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Συνεχιζόμενη επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (ΣΕΕΚ) στις αγροτικές περιοχές»

(γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

(2016/C 032/01)

Εισηγητής:

ο κ. Brendan BURNS

Συνεισηγητής:

ο κ. Pavel TRANTINA

Στις 10 Ιουλίου 2014, και σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 του εσωτερικού της κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα

«Συνεχιζόμενη επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (ΣΕΕΚ) στις αγροτικές περιοχές».

(γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη και περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 13 Ιουλίου 2015.

Λόγω της ανανέωσης της θητείας της ΕΟΚΕ, η Ολομέλεια αποφάσισε να ψηφίσει για τη γνωμοδότηση αυτή κατά τη σύνοδό της του Οκτωβρίου και όρισε γενικό εισηγητή τον κ. Brendan BURNS και συνεισηγητή τον κ. Pavel TRANTINA, βάσει του άρθρου 20 του εσωτερικού κανονισμού.

Κατά την 511η σύνοδο ολομέλειας, που πραγματοποιήθηκε στις 6, 7 και 8 Οκτωβρίου 2015 (συνεδρίαση της 8ης Οκτωβρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 139 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 5 αποχές.

1.   Συστάσεις

1.1.

Αναγνωρίζοντας ότι η ΕΕ δεν διαθέτει άμεσες αρμοδιότητες στους τομείς της εκπαίδευσης ή της επαγγελματικής κατάρτισης και ότι τα εκπαιδευτικά συστήματα διαφέρουν μεταξύ των κρατών μελών, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να επισημάνει ένα κοινό ευρωπαϊκό πρόβλημα όσον αφορά την παροχή συνεχούς (επαγγελματικής) εκπαίδευσης και κατάρτισης (ΣΕΕΚ) στις αγροτικές και τις απομακρυσμένες περιοχές της Ευρώπης, το οποίο πρέπει να αντιμετωπιστεί σε ευρωπαϊκό, εθνικό και περιφερειακό επίπεδο.

1.2.

Είναι αναγκαίο να καταρτιστεί ένα νέο πανευρωπαϊκό πρόγραμμα προκειμένου να ενθαρρυνθούν τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και οι εθνικές κυβερνήσεις, καθώς και οι επιχειρήσεις, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις και άλλες οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών, να βελτιώσουν τη συνεργασία, έτσι ώστε στη ΣΕΕΚ να μπορούν να έχουν πρόσβαση οι εργαζόμενοι που βρίσκονται στο στάδιο της κατάρτισης και οι εργοδότες τους. Αυτό πρέπει να γίνεται κοντά στον τόπο εργασίας και σε περιβάλλοντα που είναι συμβατά με αυτόν. Οι αρμόδιες αρχές πρέπει να προωθούν και να ενθαρρύνουν τη συνεργασία αυτή και να μεριμνούν για την επαρκή χρηματοδότησή της.

1.3.

Η κοινωνία και οι δημόσιες αρχές πρέπει να αναγνωρίσουν ότι οι πολύ μικρές και οι μικρές επιχειρήσεις δεν αποτελούν μικρότερες εκδόσεις των μεγάλων εταιρειών. Αυτή η παραδοχή έχει αποδειχθεί εσφαλμένη και συνιστά έναν από τους κύριους λόγους για τους οποίους παρατηρείται «αναντιστοιχία δεξιοτήτων» στην εκπαίδευση και στην απασχόληση.

1.4.

Υπάρχει η αναγκαιότητα να αναπτυχθούν νέες μορφές ΣΕΕΚ και να θεσπιστούν νέοι τίτλοι επαγγελματικών προσόντων (vocational qualifications) για τις πολύ μικρές και τις μικρές επιχειρήσεις, με βάση εμπειρικά στοιχεία από τις εργασίες που πράγματι εκτελούνται σε αυτές.

1.5.

Η κατάρτιση για τις αγροτικές επιχειρήσεις πρέπει να παρέχεται σε τοπικό επίπεδο, με τη χρήση ΤΠΕ και άλλων μηχανισμών παροχής ευρυζωνικής σύνδεσης. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, η καθολική πρόσβαση σε υψηλής ταχύτητας κινητή και σταθερή ευρυζωνική σύνδεση στις αγροτικές και απομακρυσμένες περιοχές θα πρέπει να θεωρείται «απαραίτητη υποδομή». Δεν πρέπει, συνεπώς, να επιτρέπεται η νομοθεσία ανταγωνισμού της ΕΕ να εμποδίζει τις εθνικές ή τις περιφερειακές κυβερνήσεις να αναπτύσσουν ταχείες ευρυζωνικές συνδέσεις σε αγροτικές περιοχές.

1.6.

Οι εθνικές και οι τοπικές αρχές πρέπει να αναγνωρίσουν ότι η στήριξη της ανάπτυξης πολύ μικρών οικογενειακών επιχειρήσεων και μικρών επιχειρήσεων σε αγροτικές και απομακρυσμένες περιοχές, αποτελεί μια καλή μακροπρόθεσμη επένδυση που θα συμβάλει στο να σταματήσει η μετανάστευση, να μειωθούν οι πιέσεις που ασκούνται στις υπηρεσίες σε πόλεις και κωμοπόλεις, να αποκατασταθεί η οικονομική βιωσιμότητα των τοπικών κοινοτήτων και να διαφυλαχθεί το αγροτικό περιβάλλον.

1.7.

Η μακροπρόθεσμη χρηματοδοτική στήριξη των τοπικών ομάδων από τις εθνικές/περιφερειακές κυβερνήσεις θα συμβάλει στον συντονισμό της διαδικασίας προσδιορισμού και αντιμετώπισης των τοπικών αναγκών. Θα ενθαρρύνει επίσης τη συμμετοχή των κοινοτήτων στην άμεση αντιμετώπιση των προβλημάτων που απορρέουν από την εγκατάλειψη της υπαίθρου, ενώ προβλέπεται ότι οικονομική στήριξη από τα διαρθρωτικά ταμεία —ιδίως από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο— θα επιτρέψει την παροχή συνεχούς επαγγελματικής κατάρτισης, που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες των ενδιαφερομένων.

2.   Περιεχόμενο

2.1.

Σκοπός της παρούσας γνωμοδότησης είναι να επισημανθεί η ανάγκη ανάπτυξης ενός καλύτερου συστήματος συνεχούς εκπαίδευσης και κατάρτισης (ΣΕΕΚ) και διαρκούς επαγγελματικής κατάρτισης στις αγροτικές περιοχές, ιδίως δε στις ορεινές και στις νησιωτικές (ΑΟ+Ν) περιοχές.

2.2.

Σύμφωνα με τον ορισμό που διατύπωσε το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (Cedefop) (1), ΣΕΕΚ σημαίνει «Εκπαίδευση ή κατάρτιση που πραγματοποιείται μετά την αρχική εκπαίδευση ή την ένταξη στην εργασία, και η οποία αποσκοπεί: α) στη βελτίωση ή την αναβάθμιση γνώσεων ή/και ικανοτήτων· β) στην απόκτηση νέων δεξιοτήτων για την αλλαγή καριέρας ή την επανακατάρτιση· γ) στη συνέχιση της προσωπικής ή επαγγελματικής ανάπτυξης Η συνεχιζόμενη εκπαίδευση και κατάρτιση αποτελεί μέρος της διά βίου μάθησης και μπορεί να περιλαμβάνει οποιοδήποτε είδος εκπαίδευσης (γενικής, εξειδικευμένης ή επαγγελματικής, επίσημης ή άτυπης κ.λπ.). Είναι ζωτικής σημασίας να εξασφαλιστεί η απασχολησιμότητα των ατόμων».

2.3.

Τα προβλήματα που συνδέονται με τη ΣΕΕΚ στις αγροτικές και στις απομακρυσμένες περιοχές έχουν αναλυθεί σε αρκετές γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ (2) με θέμα τη γεωργία, καθώς και σε δημόσιες συνεδριάσεις. Η παρούσα γνωμοδότηση επιχειρεί να παράσχει μια σύνοψη και να προτείνει απαντήσεις σε ορισμένα κύρια ερωτήματα.

2.4.

Σε ολόκληρη την ΕΕ, οι ΑΟ+Ν περιοχές διαφέρουν σημαντικά. Παράλληλα με τις πολύ ευημερούσες περιφέρειες με χαμηλά ποσοστά ανεργίας και με σταθερή ανάπτυξη, βρίσκονται άλλες περιοχές που αντιμετωπίζουν αυξανόμενα οικονομικά προβλήματα και φαινόμενα μετανάστευσης και γήρανσης του πληθυσμού. Επιπλέον, οι ευκαιρίες για επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση δεν είναι πάντα διαθέσιμες σε εύλογη γεωγραφική απόσταση.

2.5.

Δεδομένου ότι το βιοτικό επίπεδο έχει βελτιωθεί στις πόλεις και τις κωμοπόλεις, πολλοί νέοι από ΑΟ+Ν περιοχές έχουν μεταναστεύσει, με αποτέλεσμα οι περιοχές αυτές να ακολουθούν πλέον καθοδική πορεία, από οικονομική και κοινωνική άποψη, η οποία συνεχώς επιδεινώνεται, καθώς όλο και περισσότερα άτομα μεταναστεύουν. Η απώλεια του πληθυσμού μειώνει την ποσότητα του χρήματος που κυκλοφορεί σε μια κοινότητα, γεγονός που επηρεάζει, με τη σειρά του, τη βιωσιμότητα των τοπικών επιχειρήσεων, των εμπορικών καταστημάτων και των μεταφορικών συνδέσεων. Η κατάσταση επιδεινώνεται περαιτέρω από την απώλεια, ενδεχομένως, ιατρικών υπηρεσιών, σχολείων και άλλων κοινωνικών παροχών.

2.6.

Οι ΑΟ+Ν περιοχές της Ευρώπης παρέχουν ένα μεγάλο μέρος των τοπικών τροφίμων και των πρώτων υλών μας. Προσφέρουν, επίσης, έναν τόπο αναψυχής και ξεκούρασης, όπου οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν αθλητισμό και άλλες δραστηριότητες. Χωρίς, ωστόσο, ένα επαρκώς καταρτισμένο προσωπικό για τη διαχείριση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, των δασών, των λατομείων, των ξενοδοχείων και των βιοτεχνιών, πολλές από αυτές τις εγκαταστάσεις θα πάψουν να υφίστανται.

2.7.

Η ικανότητα των επιχειρήσεων να ασκούν δραστηριότητα σε αυτές τις δύσκολες τοποθεσίες αποτελεί βασικό πρόβλημα, οι δε εργοδότες χρειάζονται ικανό και κατάλληλα καταρτισμένο προσωπικό. Για να επιτευχθεί αυτό, πρέπει να ενισχυθεί η συνεργασία με τους εργοδότες και τα σχολεία, τις τεχνικές σχολές και τα πανεπιστήμια της εκάστοτε περιοχής.

2.8.

Οι περιφέρειες συνιστούν το επίπεδο όπου η συνεργασία μεταξύ κέντρων κατάρτισης και επιχειρήσεων παρουσιάζει την καλύτερη εφαρμογή και ανάπτυξη. Οι αρχές όλων των βαθμίδων διακυβέρνησης πρέπει να δώσουν τη δέουσα και ιδιαίτερη προσοχή στην καθιέρωση και την ανάπτυξη της ΣΕΕΚ στις αγροτικές και περιφερειακές περιοχές και/ή στις αραιοκατοικημένες περιοχές (προβλέποντας, μεταξύ άλλων, επαρκείς επενδύσεις, αλλά και στήριξη, ενθάρρυνση και παροχή βοήθειας σε τοπικές πρωτοβουλίες για την προώθηση της συνεργασίας μεταξύ των κέντρων κατάρτισης και των επιχειρήσεων).

2.9.

Όπως έχει υπογραμμίσει επανειλημμένα η ΕΟΚΕ, θα πρέπει να δημιουργηθούν εξατομικευμένες υπηρεσίες επαγγελματικού προσανατολισμού (3).

2.10.

Η πρόσβαση σε ΣΕΕΚ είναι θεμελιώδους σημασίας για την ανάπτυξη της αυτοαπασχόλησης και ενός ικανού εργατικού δυναμικού. Δυστυχώς, τα περισσότερα ιδρύματα επαγγελματικής κατάρτισης είναι εγκατεστημένα σε πυκνοκατοικημένες περιοχές, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα τα άτομα από ΑΟ+Ν περιοχές που παρακολουθούν μαθήματα κατάρτισης να καταλήγουν να βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, καθώς είναι αναγκασμένα να διανύουν μεγάλες αποστάσεις για να φτάσουν σε αυτά τα κέντρα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αυτό συνεπάγεται πρόσθετα έξοδα και σημαντικές δυσχέρειες, ιδίως όταν τα άτομα από ΑΟ+Ν περιοχές παρακολουθούν κύκλους μαθημάτων μικρής χρονικής διάρκειας ή στο πλαίσιο διττής εκπαίδευσης.

2.11.

Η ανάπτυξη της επαγγελματικής κατάρτισης στις ΑΟ+Ν περιοχές αποτελεί ένα πρόβλημα που έχει αναγνωριστεί σε πολλές χώρες της ΕΕ. Δυστυχώς, τα συστήματα αντιμετώπισης του προβλήματος αυτού βασίστηκαν, ως επί το πλείστον, σε «αστικές λύσεις» που δεν είναι πρακτικά εφαρμόσιμες σε αυτές τις περιοχές.

2.12.

Τα εκπαιδευτικά συστήματα στην Ευρώπη παρουσιάζουν τόσο μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ των κρατών μελών (ορισμένα είναι οργανωμένα σε κεντρικό επίπεδο, άλλα σε ομοσπονδιακό, με τις περιφέρειες να έχουν αυτές την αντίστοιχη αρμοδιότητα), ώστε είναι δύσκολο να επιδιωχθεί η εφαρμογή μιας «ευρωπαϊκής λύσης». Ωστόσο, ενώ οι λύσεις μπορεί να ποικίλλουν, κρίνεται σκόπιμο να προσδιοριστούν ορισμένα κοινά προβλήματα και να αναζητηθούν κοινές λύσεις, ώστε να καταστεί εφικτή η αμοιβαία μάθηση από τις βέλτιστες πρακτικές. Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι, κατά τη γνώμη της, μια ιδιαίτερα καλή πρακτική είναι το διττό σύστημα εκπαίδευσης, με κοινή ευθύνη των ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων που παρέχουν εκπαίδευση και κατάρτιση, και με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων.

2.13.

Η ΣΕΕΚ σε αγροτικές περιοχές μπορεί να εξασφαλίσει εξειδικευμένη κατάρτιση σε ορισμένους τομείς οι οποίοι σχετίζονται άμεσα με τις αγροτικές οικονομικές δραστηριότητες και τα φυσικά τους χαρακτηριστικά, μεταξύ των οποίων στους τομείς της αλιείας, της δασοκομίας, του περιβάλλοντος, της γεωργίας κ.λπ. Αυτή η εξειδικευμένη κατάρτιση θα πρέπει να πληροί τα πρότυπα ποιότητας που απαιτούνται για να καταστούν τα εξειδικευμένα προγράμματα μέσο προσέλκυσης νέων σπουδαστών, να εξασφαλίζει σε όσους την έχουν παρακολουθήσει τα κατάλληλα προσόντα και να συμβάλλει στην τοπική κοινωνικοοικονομική αναζωογόνηση.

3.   Η προοπτική των μικρών επιχειρήσεων

3.1.

Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα που παρέχουν εκπαίδευση δεν κατανοούν πάντοτε το ζήτημα τις απασχόλησης σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις. Τα περισσότερα μαθήματα ΕΕΚ έχουν αναπτυχθεί για να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων, στις οποίες ο τόπος εργασίας είναι οργανωμένος σε διάφορα τμήματα και όπου οι υπάλληλοι προσλαμβάνονται για μια συγκεκριμένη θέση εργασίας. Αυτός ο τύπος μαζικής βιομηχανικής παραγωγής της εργασίας βασίζεται στην πρακτική ότι ο καθένας εκτελεί σαφώς καθορισμένα καθήκοντα και ακολουθεί διαδικασίες που μπορούν εύκολα να αξιολογηθούν και σύμφωνα με τις οποίες κάθε επαγγελματικό προσόν συνδέεται με μια συγκεκριμένη εργασία.

3.2.

Αντιθέτως, οι περισσότερες πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις χρειάζονται εργαζομένους με ευέλικτες και πολλαπλές δεξιότητες. Αντί να απασχολούνται προκειμένου να εκτελέσουν μία συγκεκριμένη εργασία, οι εργαζόμενοι εργάζονται σε μικρές ομάδες, οι οποίες, από κοινού, εκτελούν όλα τα καθήκοντα που είναι απαραίτητα για τη λειτουργία της επιχείρησης. Οι εργαζόμενοι στις επιχειρήσεις αυτές πρέπει, επομένως, να ασκούν καθήκοντα τα οποία σε μεγαλύτερες επιχειρήσεις εκπληρώνονται από εργαζομένους σε θέσεις εργασίας με πολλές, διαφορετικές περιγραφές καθηκόντων.

3.3.

Ο τρόπος αυτός λειτουργίας δεν είναι πάντα κατανοητός από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα με αστικό προσανατολισμό. Η αναγνώριση του προβλήματος θα μπορούσε να βοηθήσει τους εκπαιδευτές να κατανοήσουν με ποιον τρόπο λειτουργούν οι πολύ μικρές και οι μικρές επιχειρήσεις και για ποιο λόγο η κατάρτιση και τα επαγγελματικά προσόντα που προσανατολίζονται σε μια ειδική θέση εργασίας (job-focused) δεν είναι κατάλληλα για τον τρόπο λειτουργίας των πολύ μικρών και των μικρών επιχειρήσεων. Αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει τις μικρές επιχειρήσεις να αναπτύξουν και να στηρίξουν την εσωτερική —εντός της επιχείρησης— εκπαίδευση και κατάρτιση με γνώμονα την εργασία.

3.4.

Αρκετές πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται επίσης με γνώμονα τις ποικίλες απαιτήσεις των καταναλωτών, γεγονός που συχνά απαιτεί την εξεύρεση έκτακτων, καινοτόμων λύσεων. Για παράδειγμα, σε μια μικρή επιχείρηση στον τομέα της μηχανολογίας χρειάζονται πρακτικές δεξιότητες επισκευής και επαναχρησιμοποίησης. Αυτό διαφέρει από την πρακτική που εφαρμόζουν οι περισσότερες μεγάλες επιχειρήσεις που δεν επιτελούν εργασίες επισκευής, αλλά εργασίες αφαίρεσης και αντικατάστασης νέων μερών, επιστρέφοντας το ελαττωματικό ανταλλακτικό στον κατασκευαστή. Αυτό το απλό παράδειγμα εξηγεί το γιατί οι εργαζόμενοι σε μικρές επιχειρήσεις χρειάζονται πρόσθετες δεξιότητες, οι οποίες δεν είναι απαραίτητες σε μεγαλύτερες εταιρείες. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο διαπιστώνεται αναντιστοιχία δεξιοτήτων και για τον οποίο τόσο πολλές ευρωπαϊκές πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις απορρίπτουν τους υφιστάμενους κύκλους μαθημάτων εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης (ΕΕΚ) και τους τίτλους επαγγελματικών προσόντων [vocational qualifications (VQs)] που έχουν αναπτυχθεί για τους εν λόγω τομείς.

3.5.

Παρόμοια διαδικαστικά προβλήματα και προβλήματα που συνδέονται με τις δεξιότητες έχουν εντοπιστεί στις πολύ μικρές και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, στους τομείς της μηχανικής, της αρχιτεκτονικής, της γεωργίας, της κατασκευής κτιρίων, της δασοκομίας, καθώς και σε πληθώρα άλλων τομέων.

3.6.

Οι οικογενειακές επιχειρήσεις παρουσιάζουν, επίσης, διαφορετικά προβλήματα, με τους γιους και τις θυγατέρες να λειτουργούν συχνά ως καταλύτες αλλαγών και να έχουν, συγχρόνως, τον ρόλο τόσο του ασκούμενου όσο και του δυνητικού διαχειριστή. Σε οικογενειακές επιχειρήσεις, η κατάρτιση των παιδιών ξεκινά σε πολύ πιο πρώιμο στάδιο από ό,τι για τους εργαζόμενους σε μια μεγάλη εταιρεία.

4.   Η προοπτική των αγροτικών επιχειρήσεων

4.1.

Η κατάρτιση τόσο των νέων όσο και των υφιστάμενων εργαζομένων αποτελεί πρόβλημα, ιδίως όταν οι εργαζόμενοι παρακολουθούν μαθήματα τεχνικής κατάρτισης μακριά από τον τόπο απασχόλησης. Εάν οι απαραίτητες μετακινήσεις συνεπάγονται μεγάλες απώλειες χρόνου, τότε πολλοί εργοδότες πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων θα θεωρήσουν την κατάρτιση ενός εργαζομένου σπατάλη χρόνου.

4.2.

Οι πολύ μικρές και οι μικρές επιχειρήσεις αναγνωρίζουν ότι η διά βίου μάθηση (ΔΒΜ) και η επικύρωση των δεξιοτήτων και των προσόντων που αποκτώνται μέσω της μη τυπικής και της άτυπης μάθησης (4) βοηθάει τους εργαζομένους και τις επιχειρήσεις να αναπτύξουν και να προωθήσουν τις νέες τεχνολογίες. Μεγάλο μέρος του υλικού μάθησης για τη διά βίου μάθηση είναι διαθέσιμο στο διαδίκτυο, μέσω πρόσβασης σε βίντεο κατάρτισης, εγχειρίδια, επιγραμμικές επιδείξεις, μαθήματα ηλεκτρονικής μάθησης, καθώς και σε άλλα παρόμοια προγράμματα ηλεκτρονικής εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Δυστυχώς, η πρόσβαση σε αυτά τα προγράμματα μάθησης συνεπάγεται συχνά μεγάλες προκλήσεις για τις ΑΟ+Ν περιοχές, λόγω των πολύ χαμηλών ευρυζωνικών ταχυτήτων (μεταξύ 0,4 Mbps και 1,5 Mbps) (5).

4.3.

Η απόσταση έως τα κέντρα κατάρτισης μπορεί να καταστεί λιγότερο σημαντική παράμετρος, εάν η ποιότητα των προγραμμάτων σπουδών είναι υψηλή και εάν η μετακίνηση είναι εξασφαλισμένη και προβλέπεται επιστροφή των εξόδων ταξιδίου. Με τον τρόπο αυτό, ωστόσο, δεν λύνονται τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η πλειοψηφία των ατόμων που συμμετέχουν σε προγράμματα κατάρτισης στις ΑΟ+Ν περιοχές.

5.   Ο αντίκτυπος στις τοπικές κοινότητες

5.1.

Η ΣΕΕΚ αποτελεί ειδικό παράγοντα που πρέπει να εξετάζεται σε συνάρτηση με την οικονομική και την κοινωνική ανάπτυξη (στρατηγική «Ευρώπη 2020»). Είναι επίσης ένα στοιχείο που συμβάλλει στην εδαφική και την κοινωνική συνοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

5.2.

Όταν τοπικές εγκαταστάσεις διατίθενται προς χρήση για το κοινό καλό, αυτό μπορεί να βοηθήσει τις ΑΟ+Ν κοινότητες να εξασφαλίσουν την παροχή ενδεδειγμένης επαγγελματικής κατάρτισης. Οι διοικητικές αρχές θα πρέπει να επικεντρωθούν στην άρση των φραγμών που παρεμποδίζουν τις τοπικές πρωτοβουλίες να ανταποκριθούν στις ανάγκες ΣΕΕΚ. Η στενότερη συνεργασία και η καλύτερη κατανόηση των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν τόσο οι τοπικές αρχές όσο και οι φορείς έργων, συμπεριλαμβανομένων των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, μπορούν να συμβάλουν στην εξεύρεση εποικοδομητικών λύσεων.

5.3.

Οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν αυτή την ευκαιρία για την αποκέντρωση των υπηρεσιών στις αγροτικές περιοχές, δημιουργώντας κατ’ αυτό τον τρόπο πλεονεκτήματα για τις τοπικές κοινότητες (6).

5.4.

Στο πλαίσιο της ακρόασης με θέμα «Επαγγελματική ανάπτυξη και κατάρτιση στις αγροτικές περιοχές» (7), τονίστηκε σε πολλές παρουσιάσεις πόσο σημαντικό είναι να αναλάβουν οι κοινότητες τον έλεγχο των προβλημάτων τους και να βρουν τις δικές τους ειδικές λύσεις. Οι διαπιστώσεις αυτές έδωσαν την αφορμή να συζητηθούν και άλλα συναφή θέματα, καταδείχθηκε δε με σαφήνεια ότι η βελτίωση της ΣΕΕΚ πρέπει να αποτελεί μέρος ενός πολύ ευρύτερου σχεδιασμού, που θα εξετάσει, παράλληλα, ένα φάσμα προβλημάτων της κοινότητας.

5.5.

Η συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων φορέων είναι ζωτικής σημασίας. Προκειμένου να καταστεί εφικτή η παροχή επαγγελματικής κατάρτισης σε αυτές τις κοινότητες, είναι αναγκαία η συνεργασία με όλες τις τοπικές επιχειρήσεις, τα σχολεία, το προσωπικό των σχολείων, τους μαθητές και τις οικογένειές τους, τους άνεργους, τους εργαζομένους, τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και τους εθελοντές, λαμβάνοντας υπόψη τις μακροπρόθεσμες ανάγκες της κοινότητας. Ειδικότερα, διαπιστώθηκε ότι είναι μείζονος σημασίας η ανάθεση αρμοδιοτήτων στον τοπικό πληθυσμό προκειμένου ορισμένοι από τους ντόπιους πολίτες να γίνουν «κινητήριοι μοχλοί» αλλαγής, έτσι ώστε οι κοινότητες να μπορούν να αναπτύξουν τις δικές τους λύσεις.

5.6.

Η ανάγκη για άσκηση πολιτικής βούλησης σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο διοίκησης, προκειμένου να διασφαλιστεί η μακροχρόνια οικονομική ενίσχυση και η στήριξη σε επίπεδο υποδομών στις εν λόγω κοινότητες, αναγνωρίστηκε επίσης ως πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί.

5.7.

Η επικοινωνία μέσω κινητής και σταθερής ευρυζωνικής σύνδεσης αναγνωρίστηκε ως σημαντικός δίαυλος για την ανάπτυξη της επαγγελματικής κατάρτισης, και ειδικά για την ανάπτυξη των δεξιοτήτων ΤΠΕ, που έχουν γίνει απαραίτητες στον χώρο εργασίας και στο σπίτι. Οι ψηφιακές γνώσεις και δεξιότητες απαιτούνται για τη χρήση συσκευών και για την πρόσβαση σε υπηρεσίες. Αυτές οι δεξιότητες αποτελούν πλέον βασικό μέρος της οικονομικής και κοινωνικής ζωής όλων των πολιτών και πρέπει, ως εκ τούτου, να εκτείνονται σε όλα τα στάδια και τις μορφές εκπαίδευσης, από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση μέχρι την εκπαίδευση των ενηλίκων (8). Στις πολιτικές πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη τα χαρακτηριστικά του τοπικού πληθυσμού όσον αφορά την ηλικία, το μορφωτικό επίπεδο και το επίπεδο των εισοδημάτων. Για τη ΣΕΕΚ σε αγροτικές περιοχές μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν η ανοικτή και η εξ αποστάσεως εκπαίδευση (e-learning/ανοιχτή μάθηση), για να συμπληρωθεί η προσωπική διδασκαλία ορισμένων μαθημάτων ή των δραστηριοτήτων κατάρτισης, για τις οποίες πρέπει να είναι διαθέσιμες η κατάλληλη τεχνολογία και ευρυζωνικές συνδέσεις.

5.8.

Η καθολική πρόσβαση σε ευρυζωνικά δίκτυα υψηλής ταχύτητας αποτελεί καθοριστικό μέσο για την προώθηση της κοινωνικής και της εδαφικής συνοχής. Ως εκ τούτου, επικροτούνται τα σχέδια επέκτασης της χρήσης των διαρθρωτικών κονδυλίων και κονδυλίων των ταμείων αγροτικής ανάπτυξης, προκειμένου να συμπληρωθεί η χρηματοδότηση της εγκατάστασης εμπορικά βιώσιμων ευρυζωνικών υποδομών. Ωστόσο, είναι επίσης καθοριστικής σημασίας τα οφέλη των επενδύσεων αυτών να φθάσουν στους πολίτες μέσω της παροχής υπηρεσιών υψηλής ποιότητας (π.χ. ιατρικές υπηρεσίες, πρόσβαση στην τοπική διοίκηση κ.λπ.) και της σημαντικής μείωσης του κόστους για όλους τους τελικούς χρήστες. Επιπλέον, οι δημόσιοι χώροι όπου προσφέρεται δωρεάν διαδικτυακή πρόσβαση έχουν μείζονα σημασία για την ανάπτυξη καθολικής πρόσβασης σε ευρυζωνικές υπηρεσίες υψηλής ταχύτητας στις μικρές πόλεις και στα χωριά.

5.9.

Αναγνωρίζεται ότι η παροχή των δεξιοτήτων που απαιτούνται για τη διαβίωση και την εργασία σε ΑΟ+Ν περιοχές συνιστά περίπλοκο ζήτημα που απαιτεί ολοκληρωμένη προσέγγιση από κάθε τοπική κοινότητα, όπως προτείνει η οργάνωση Volonteurope, μέσω της εκστρατείας της για την αγροτική απομόνωση των πολιτών στην Ευρώπη (9). Για τη χρηματοδότηση της ΣΕΕΚ, οι επιχειρήσεις και οι τοπικές κοινότητες θα πρέπει να λαμβάνουν επαρκή στήριξη από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, ενώ πρέπει επίσης να διευκολύνονται και οι συνθήκες πρόσβασης στις ενισχύσεις αυτές. Έχει, εξάλλου, ουσιαστική σημασία να μη θεμελιώνεται η χρηματοδοτική στήριξη σε αμιγώς εμπορική βάση. Η πρόσβαση, για παράδειγμα, σε πόρους που διατίθενται στο πλαίσιο προγραμμάτων όπως το LEADER και το CLLD (προγράμματα τοπικής ανάπτυξης με πρωτοβουλία των τοπικών κοινοτήτων) είναι ουσιαστικής σημασίας. Αυτό θα διευκολύνει τον ρόλο των Ομάδων Τοπικής Δράσης, των κοινοτικών οργανώσεων και της κοινωνίας των πολιτών με την παροχή ενός πλαισίου σταθερής χρηματοδότησης, καθώς και με την ενεργό συμμετοχή και υποστήριξη.

5.10.

Η Ευρώπη διαθέτει δίκτυα τοπικών και περιφερειακών αρχών που έχουν αναλάβει τη δέσμευση να συνεργάζονται στον τομέα της επαγγελματικής κατάρτισης και της διά βίου μάθησης (ΔΒΜ). Συγκεκριμένα, το Ίδρυμα Ευρωπαϊκών Περιφερειών για την Εκπαιδευτική Έρευνα και την Κατάρτιση (FREREF — Foundation of European Regions for Educational Research and Training) και ο Ευρωπαϊκός Σύνδεσμος Περιφερειακών και Τοπικών Αρχών για τη Δια Βίου Μάθηση (EARLALL). Η πρόσβαση στη συνεχιζόμενη επαγγελματική κατάρτιση, με ειδική έμφαση στις αγροτικές περιοχές, θα πρέπει επίσης να εξεταστεί από τα προαναφερόμενα ευρωπαϊκά δίκτυα, καθότι τα πεδία συνεργασίας και οι συμπράξεις μεταξύ συναφών τομέων μπορούν κυρίως να δημιουργηθούν σε περιφερειακό επίπεδο, δηλαδή μεταξύ τοπικών και περιφερειακών αρχών, επιχειρήσεων και κοινωνικών εταίρων, κοινωνίας των πολιτών και κέντρων απασχόλησης, κατάρτισης και επαγγελματικού προσανατολισμού κ.λπ.

5.11.

Οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να ανταλλάσσουν παραδείγματα βέλτιστων πρακτικών και καινοτόμων προσεγγίσεων όσον αφορά την αγροτική απομόνωση. Θα πρέπει να δοθεί στους εκπροσώπους τους η δυνατότητα να αναλαμβάνουν ενεργό ρόλο στη δομή διακυβέρνησης των ευρωπαϊκών κονδυλίων που έχουν αντίκτυπο στην αγροτική ανάπτυξη (ΕΓΤΑΑ, ΕΔΕΤ), να συμμετέχουν ουσιαστικά στην εποπτεία των επιτροπών παρακολούθησης σε εθνικό επίπεδο, καθώς και να προτρέπουν τις τοπικές και ευπαθείς ομάδες να λαμβάνουν μέρος στον σχεδιασμό και στην υλοποίηση των έργων. Στον χώρο των μη κρατικών ιδρυμάτων κατάρτισης, το κίνημα της λαϊκής ανώτερης εκπαίδευσης Grundtvig (10) (το οποίο ξεκίνησε στη Δανία τον 19ο αιώνα και στη συνέχεια διαδόθηκε με μεγάλη επιτυχία σε άλλες χώρες) αποτελεί εξαιρετικό παράδειγμα. Ταυτόχρονα, οι εκπρόσωποι των ΟΚΠ θα πρέπει να ενημερώνουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις κακές πρακτικές που εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι κυβερνήσεις συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους για διαβούλευση με τα διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη και για συμπερίληψή τους (ιδίως σε τοπικό επίπεδο) στον σχεδιασμό, στην υλοποίηση και στην αξιολόγηση των ευρωπαϊκών προγραμμάτων.

5.12.

Η ΕΟΚΕ ζητεί η Ευρωπαϊκή Εγγύηση για τη νεολαία να αξιοποιηθεί για την προώθηση της εκπαίδευσης και της κατάρτισης των νέων γενεών στις αγροτικές περιοχές. Οι επιδοτήσεις της ΕΕ θα πρέπει να εστιάζονται στον τρόπο με τον οποίο μπορεί να επιταχυνθεί η μεταφορά επιτυχημένων και καινοτόμων εμπειριών, καθώς και στον τρόπο με τον οποίο οι εμπειρίες αυτές μπορούν να εφαρμοστούν στην πράξη.

6.   Πρόσθετες παρατηρήσεις

6.1.

Η παρούσα γνωμοδότηση αποδείχθηκε ότι αποτελεί εξαιρετικά περίπλοκο ζήτημα. Ένα ευρύ φάσμα προβλημάτων που συνδέονται με αυτό, όπως οι μεταφορές, η αγροτική στέγαση, οι ιατρικές και κοινωνικές υπηρεσίες, η ενθάρρυνση των αγροτικών επιχειρήσεων μέσω φορολογικών κινήτρων, η ανάπτυξη του τουρισμού και πολλές άλλες ιδέες που εθίγησαν στις συζητήσεις μας και κατά τη διάρκεια της ακρόασης, θα μπορούσαν να αναλυθούν διεξοδικότερα.

6.2.

Ωστόσο, η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι τα ζητήματα αυτά δεν μπορούν όλα να εξεταστούν στο πλαίσιο μιας μόνο γνωμοδότησης. Θα θέλαμε, ως εκ τούτου, να εισηγηθούμε την εξέταση αυτού του θέματος σε μελλοντικές γνωμοδοτήσεις.

6.3.

Θα πρέπει να πραγματοποιηθούν διεξοδικότερες έρευνες, προκειμένου να γίνουν κατανοητά τα καθήκοντα που πρέπει να εκτελούνται στις πολύ μικρές και τις μικρές επιχειρήσεις, καθώς και ο τρόπος κατανομής αυτών των καθηκόντων. Αυτό, με τη σειρά του, θα επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο διαρθρώνονται τα επαγγελματικά προσόντα στις πολύ μικρές και τις μικρές επιχειρήσεις και το πώς παρέχεται η επαγγελματική κατάρτιση.

6.4.

Η ΕΟΚΕ προτείνει να δρομολογηθεί μελέτη για την εξεύρεση λύσεων στις προκλήσεις που αναλύονται στην παρούσα γνωμοδότηση.

6.5.

Η ΕΟΚΕ απευθύνει έκκληση για τη διεξαγωγή διοργανικού διαλόγου σχετικά με τα προβλήματα και τις πιθανές λύσεις, με τη συμμετοχή διαφόρων γενικών διευθύνσεων της Επιτροπής, της κοινωνίας των πολιτών (ΕΟΚΕ), των τοπικών/περιφερειακών αρχών (ΕτΠ) και του Cedefop.

Βρυξέλλες, 8 Οκτωβρίου 2015.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Γεώργιος ΝΤΑΣΗΣ


(1)  Cedefop, Terminology of European education and training policy — a selection of 130 key terms, Λουξεμβούργο: Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 2014, http://europass.cedefop.europa.eu/el/education-and-training-glossary

(2)  «Γεωργία και βιοτεχνικές δραστηριότητες» (ΕΕ C 143 της 22.5.2012, σ. 35), «Προς μια πιο ισόρροπη εδαφική ανάπτυξη στην ΕΕ» (ΕΕ C 214 της 8.7.2014, σ. 1)· «Το μέλλον των νέων γεωργών της Ευρώπης» (ΕΕ C 376 της 22.12.2011, p. 19)· «Ο ρόλος των γυναικών στη γεωργία και την ύπαιθρο» (ΕΕ C 299 της 4.10.2012, σ. 29)· «Η γεωργία στις περιοχές με ειδικά φυσικά μειονεκτήματα» (ΕΕ C 318 της 23.12.2006, σ. 93) και «Η γεωργία στις περιαστικές περιοχές» (ΕΕ C 74 της 23.3.2005, σ. 62).

(3)  «Δέσμη μέτρων για την απασχόληση των νέων» (ΕΕ C 161 της 6.6.2013, σ. 67).

(4)  Επικύρωση προσόντων — μη τυπική και άτυπη μάθηση, SOC/521· υιοθετήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 2015 (ΕΕ C 13 της 15.1.2016, σ. 49).

(5)  «Άνοιγμα της εκπαίδευσης» (ΕΕ C 214 της 8.7.2014, σ. 31).

(6)  Υπάρχουν παραδείγματα τα οποία καταδεικνύουν ότι η μετεγκατάσταση των ιδρυμάτων επαγγελματικής εκπαίδευσης ή η δημιουργία νέων (ή ακόμη και πανεπιστημίων) μπόρεσε να υλοποιηθεί με μεγάλη επιτυχία σε αγροτικές και απομακρυσμένες περιοχές (βλέπε το παράδειγμα του Πανεπιστημίου της Κορσικής Pasquale Paoli).

(7)  Πραγματοποιήθηκε στις 28 Ιανουαρίου 2015, στην έδρα της ΕΟΚΕ στις Βρυξέλλες.

(8)  «Προς μια ακμάζουσα οικονομία βασιζόμενη στα δεδομένα» (ΕΕ C 242 της 23.7.2015, σ. 61).

(9)  Βλέπε http://www.volonteurope.eu/wp-content/uploads/2014/12/Briefing-Rural-Isolation-Final-Layout.pdf

(10)  Το κίνημα Grundtvig έδωσε επίσης το όνομά του σε ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα χρηματοδότησης, που αποτελεί μέρος του προγράμματος διά βίου μάθησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την περίοδο 2007-2013 και έχει ως στόχο να ενισχυθεί η ευρωπαϊκή διάσταση στην εκπαίδευση ενηλίκων και στη διά βίου μάθηση σε ολόκληρη την Ευρώπη.