52014DC0473

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ Έκτη έκθεση για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή: επένδυση για την απασχόληση και την ανάπτυξη /* COM/2014/0473 final */


ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Έκτη έκθεση για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή: επένδυση για την απασχόληση και την ανάπτυξη

1. Εισαγωγή

Παρόλο που οι εθνικές κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να εφαρμόσουν περικοπές των δαπανών κατά τα τελευταία έτη προκειμένου να ισοσκελίσουν τους προϋπολογισμούς τους και η ιδιωτική χρηματοδότηση έχει εξαντληθεί λόγω της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης, η χρηματοδοτική ροή της πολιτικής συνοχής προς τα κράτη μέλη και τις περιφέρειες συνεχίστηκε, παρέχοντας υποστήριξη σε καίριας σημασίας επενδύσεις για την ανάπτυξη και την απασχόληση.

Η κρίση είχε σοβαρές επιπτώσεις στους εθνικούς και περιφερειακούς προϋπολογισμούς, περιορίζοντας τη διαθεσιμότητα χρηματοδότησης σε όλους τους τομείς επενδύσεων. Σε ολόκληρη την ΕΕ, από το 2008 έως το 2013 οι δημόσιες επενδύσεις μειώθηκαν κατά 20% σε πραγματικές τιμές. Στην Ελλάδα, την Ισπανία και την Ιρλανδία, η μείωση ήταν περίπου 60%. Στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, όπου η χρηματοδότηση από την πολιτική συνοχής είναι ιδιαίτερα σημαντική, οι δημόσιες επενδύσεις (που μετρώνται ως ακαθάριστες επενδύσεις πάγιου κεφαλαίου) μειώθηκαν κατά το ένα τρίτο. Αν δεν υπήρχε η πολιτική συνοχής, οι επενδύσεις στα κράτη μέλη που πλήττονται περισσότερο από την κρίση θα είχαν μειωθεί κατά ένα πρόσθετο 50%. Η χρηματοδότηση από την πολιτική συνοχής αντιπροσωπεύει σήμερα πάνω από το 60% του προϋπολογισμού επενδύσεων σε αυτές τις χώρες.

Διάγραμμα 1: Αντίκτυπος της πολιτικής συνοχής στις δημόσιες επενδύσεις || Διάγραμμα 2: Ο ρόλος της πολιτικής συνοχής σε δημόσιες επενδύσεις

Η οικονομική κρίση ανέτρεψε την επί μακρόν παρατηρούμενη τάση σύγκλισης του ΑΕγχΠ και των ποσοστών ανεργίας στην ΕΕ, πλήττοντας κυρίως περιοχές της Νότιας Ευρώπης. Η κρίση οδήγησε επίσης σε αύξηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Το γεγονός αυτό δημιούργησε πρόσθετες δυσχέρειες για την επίτευξη αρκετών στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020».

Για παράδειγμα, σε 210 από τις 277 περιφέρειες της ΕΕ σημειώθηκε αύξηση της ανεργίας στο διάστημα μεταξύ 2007 και 2012. Σε 50 από τις περιφέρειες αυτές, η αύξηση ήταν τέτοια ώστε το ποσοστό ανεργίας υπερδιπλασιάστηκε. Η κατάσταση είναι ιδιαίτερα ανησυχητική για τους νέους, δεδομένου ότι, το 2012, περίπου στις μισές περιφέρειες, το ποσοστό ανεργίας των νέων ξεπέρασε το 20%. Κατά συνέπεια, πολλές περιφέρειες δεν έχουν ακόμη τη δυνατότητα να συμβάλουν στην επίτευξη του βασικού στόχου της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για ποσοστό απασχόλησης 75% για τον πληθυσμό ηλικίας 20-64 ετών έως το 2020.

Παράλληλα με τη διατήρηση της εστίασης της προσοχής στην αντιμετώπιση των μακροχρόνιων διαρθρωτικών εμποδίων για την ανάπτυξη, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη ανταποκρίθηκαν στην κρίση με αναπροσανατολισμό ορισμένων επενδύσεων συνοχής σε περιοχές όπου οι επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα και την απασχόληση θα ήταν άμεσες. Κατά συνέπεια, πάνω από 45 δισεκατομμύρια ευρώ — το 13% των συνολικών κεφαλαίων — είχαν κατανεμηθεί εκ νέου έως τα τέλη του 2013. Αυτή η μετατόπιση κεφαλαίων υποστήριξε μέτρα για τον περιορισμό της αυξανόμενης ανεργίας και του κοινωνικού αποκλεισμού και για τη συνέχιση των επενδύσεων στην καινοτομία και στην έρευνα και ανάπτυξη (Ε&Α), στην υποστήριξη των επιχειρήσεων, στη βιώσιμη ενέργεια και στην κοινωνική και εκπαιδευτική υποδομή.

Επίσης, η Επιτροπή πρότεινε μέτρα για τη βελτίωση της ρευστότητας για τα κράτη μέλη που έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση. Η έγκριση των μέτρων αυτών από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο επέτρεψε τη μείωση των εθνικών συνεισφορών και οδήγησε στην πληρωμή περισσότερων από 7 δισεκατομμυρίων ευρώ σε πρόσθετες προκαταβολές. Εγκρίθηκε επίσης περαιτέρω μείωση της εθνικής συγχρηματοδότησης, ύψους περίπου 2,1 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι επενδύσεις της πολιτικής συνοχής είχαν σημαντικό αντίκτυπο.

Μεταξύ του 2007 και του 2012, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) δημιούργησε σχεδόν 600 000 θέσεις εργασίας. Αυτό ισοδυναμεί με σχεδόν 20% των εκτιμώμενων απωλειών θέσεων εργασίας κατά την ίδια περίοδο, από την απαρχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Το ΕΤΠΑ επένδυσε σε 200 000 έργα μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜME) και σε 80 000 νεοσύστατες επιχειρήσεις, χρηματοδότησε 22 000 έργα που αφορούσαν συνεργασία μεταξύ του ερευνητικού και του επιχειρηματικού τομέα, παρείχε ευρυζωνική κάλυψη σε 5 εκατομμύρια άτομα και σύνδεση 5,5 εκατομμυρίων ατόμων με εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων. Επιπροσθέτως, με τις ενωσιακές επενδύσεις στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής κατασκευάστηκαν 3 000 χλμ. βασικών ευρωπαϊκών δικτύων μεταφορών (το 15% του συνολικού δικτύου TEN‑T), ενώ διπλασιάστηκε ο όγκος της κρατικής χρηματοδότησης της Ε&Α στα λιγότερο ανεπτυγμένα κράτη μέλη.

Μεταξύ του 2007 και του 2012 το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ) παρείχε υποστήριξη 68 εκατομμυρίων συμμετοχών σε επιμέρους έργα. Κατόπιν υποστήριξης από το ΕΚΤ, 5,7 εκατομμύρια άνεργοι ή μη ενεργά άτομα εισήλθαν στην απασχόληση, ενώ περίπου 8,6 εκατομμύρια προσόντα αποκτήθηκαν μέσω υποστήριξης από το ΕΚΤ. Καταγράφηκαν περισσότερες από 400 000 κοινοποιηθείσες περιπτώσεις νεοσύστατων επιχειρήσεων (start-ups) και ατόμων που έγιναν αυτοαπασχολούμενοι. Όλα αυτά συνέβαλαν είτε στην αναχαίτιση της πτώσης του ΑΕγχΠ σε πολλές χώρες, είτε στην αποφυγή περαιτέρω αυξήσεων της ανεργίας.

Οι συνέπειες αυτών των επενδύσεων θα αυξηθούν κατά τα προσεχή έτη, επειδή τα κράτη μέλη πρέπει έως τα τέλη του 2015 να χρησιμοποιήσουν τα κονδύλια από τα προγράμματα της περιόδου 2007-13 και υπάρχει χρονική υστέρηση μεταξύ της στιγμής κατά την οποία πραγματοποιείται μια επένδυση και της στιγμής κατά την οποία ο αντίκτυπος της επένδυσης είναι δυνατό να μετρηθεί.

Με συνολικό προϋπολογισμό ύψους άνω των 450 δισ. ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των εθνικών συγχρηματοδοτήσεων) για την περίοδο προγραμματισμού 2014-20, η πολιτική συνοχής θα είναι το κύριο επενδυτικό μέσο της ΕΕ. Θα έχει τη μεγαλύτερη συμβολή στην υποστήριξη των ΜΜΕ, στην Ε&Α και την καινοτομία, στην εκπαίδευση, στην οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, στο περιβάλλον, στην καταπολέμηση της ανεργίας και του κοινωνικού αποκλεισμού, στην ανάπτυξη των υποδομών που συνδέουν τους πολίτες της ΕΕ και στον εκσυγχρονισμό των δημόσιων διοικήσεων. Οι επενδύσεις της, σε συνδυασμό με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, θα διαδραματίσουν βασικό ρόλο για την υποστήριξη της ανάπτυξης και της απασχόλησης, καθώς και για την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη.

Η πρόκληση είναι να διασφαλιστεί ότι οι πόροι αυτοί χρησιμοποιούνται κατά τον πλέον αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο, να μεγιστοποιηθεί ο αντίκτυπός τους, να εδραιωθεί η ανάκαμψη και να δοθεί στην ΕΕ βοήθεια για να βγει από την κρίση ισχυρότερη και πιο ανταγωνιστική από ό, τι στο παρελθόν.

Η νέα πολιτική συνοχής ευθυγραμμίζεται πλήρως με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020» και τους πρωταρχικούς της στόχους για την απασχόληση, την έρευνα και ανάπτυξη, το κλίμα και την ενέργεια, την εκπαίδευση και την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, ενώ συνδέεται με το ευρωπαϊκό εξάμηνο και τη διαδικασία οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ. Κατά συνέπεια, οι επενδύσεις στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής θα χρησιμοποιηθούν επίσης για την υποστήριξη των πολιτικών που ακολουθούνται από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο των ολοκληρωμένων κατευθυντήριων γραμμών και των εθνικών προγραμμάτων μεταρρυθμίσεων, αλλά και για την εφαρμογή των σχετικών συστάσεων ανά χώρα (ΣΑΧ) από το Συμβούλιο. Η Επιτροπή μπορεί επίσης να ζητήσει από τα κράτη μέλη να τροποποιήσουν τις συμφωνίες εταιρικής σχέσης και τα επιχειρησιακά προγράμματά τους για την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων που έχουν εντοπιστεί στις ΣΑΧ.

Η παρούσα ανακοίνωση συνοψίζει τα αποτελέσματα της χρηματοδότησης από την πολιτική συνοχής κατά την προηγούμενη περίοδο προγραμματισμού. Περιγράφει τα κύρια στοιχεία της μεταρρύθμισης της πολιτικής συνοχής που ισχύουν για την περίοδο 2014-20[1], καθώς και τις τάσεις που προκύπτουν από τις τρέχουσες διαπραγματεύσεις του προγράμματος μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών. Συνοδεύεται από έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής στο οποίο αναλύονται οι κοινωνικοοικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες και εκτιμώνται οι επιπτώσεις της πολιτικής συνοχής και των δημόσιων επενδύσεων στις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες.

2.           Μια πολιτική σε εξέλιξη: Η επένδυση στην ανταγωνιστικότητα των περιφερειών προκειμένου να βελτιωθεί η ζωή των ανθρώπων

Η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση θέτει ως στόχο της πολιτικής συνοχής τη μείωση των οικονομικών, κοινωνικών και εδαφικών ανισοτήτων, παρέχοντας ιδιαίτερη υποστήριξη στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες.

Με την πάροδο του χρόνου, η πολιτική έχει συμβάλει στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και των οικονομικών ευκαιριών στις περιφέρειες της ΕΕ μέσω της βελτίωσης των δεξιοτήτων και της απασχολησιμότητας· της αύξησης της πρόσβασης στις περιφέρειες· της υποστήριξης της δημιουργίας διοικητικών ικανοτήτων· της σφυρηλάτησης δεσμών μεταξύ ερευνητικών ιδρυμάτων, πανεπιστημίων και της επιχειρηματικής κοινότητας· και της παροχής υπηρεσιών σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Μέσω της υποστήριξης των βασικών κινητήριων δυνάμεων της οικονομικής ανάπτυξης, η πολιτική συνοχής επιταχύνει την ανάπτυξη στις περιφέρειες της ΕΕ.

Παραμένοντας πιστή στις ρίζες της, η πολιτική συνοχής έχει αναπτυχθεί και έχει σημειώσει πρόοδο. Τα πρώτα χρόνια, η πολιτική συνοχής είχε αμιγώς εθνική εστίαση, χρηματοδοτούσε προκαθορισμένα έργα στα κράτη μέλη, με μικρή ευρωπαϊκή επιρροή. Με την πάροδο του χρόνου εισήχθησαν βασικές αρχές όπως ο πολυετής προγραμματισμός, οι στρατηγικές επενδύσεις και η ευρύτερη συμμετοχή περιφερειακών και τοπικών εταίρων.

Το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδοτικής υποστήριξης στο πλαίσιο της πολιτικής είναι σταθερά επικεντρωμένο στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες και κράτη μέλη. Ωστόσο, σημειώθηκε μια μετατόπιση των επενδύσεων από τις υποδομές προς την υποστήριξη των ΜΜΕ, την καινοτομία, την πιο καινοτόμο απασχόληση και τις κοινωνικές πολιτικές. Η στροφή αυτή έγινε δυνατή λόγω της ανάπτυξης των υποδομών στα κράτη μέλη (τόσο σε εκείνα που προσχώρησαν μετά το 2004, όσο και στα «παλαιά» κράτη μέλη), που είχαν λάβει υποστήριξη στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής σε προηγούμενες περιόδους.

Το διάγραμμα 3 δείχνει την εξέλιξη της σύνθεσης των επενδύσεων από το 1989 και μετά.

Διάγραμμα 3: Σύνθεση των επενδύσεων της πολιτικής συνοχής στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες (1989-2013)

Το ποσοστό των επενδύσεων σε βαριές υποδομές (ιδίως στον τομέα των μεταφορών) ήταν υψηλό όταν ξεκίνησε η πολιτική και μετά τη διεύρυνση του 2004, όταν χώρες με ένα σαφές κενό υποδομών προσχώρησαν στην ΕΕ. Με τη δημιουργία του Ταμείου Συνοχής (ΤΣ) στη δεκαετία του ’90 άρχισαν να εμφανίζονται όλο και συχνότερα οι περιβαλλοντικές επενδύσεις, που βοήθησαν τα κράτη μέλη και τις περιφέρειες να συμμορφωθούν με οδηγίες και κανονισμούς της ΕΕ στον εν λόγω τομέα. Οι επενδύσεις στον παραγωγικό τομέα και ιδίως στις ΜΜΕ παρέμειναν σχετικά σταθερές.

Η επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό (εκπαίδευση, απασχόληση και κοινωνική ένταξη), ωστόσο, μειώθηκε ελαφρά σε σχετικούς όρους. Ωστόσο, ο ρόλος του ΕΚΤ ως μέσου επένδυσης σε ανθρώπινο κεφάλαιο αυξήθηκε σημαντικά, πιο πρόσφατα ως συνέπεια των δραματικών επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης στις αγορές εργασίας των κρατών μελών. Ως νέο μέτρο για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος, το κανονιστικό πλαίσιο για την περίοδο 2014-20 οριοθετεί ένα ελάχιστο ποσοστό (23,1%) του προϋπολογισμού της πολιτικής συνοχής που προορίζεται για το ΕΚΤ. Αυτό είναι σημαντικό για να διασφαλιστεί ο όγκος των επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο, απασχόληση, κοινωνική ένταξη, μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης και δημιουργία των θεσμικών ικανοτήτων που είναι απαραίτητα για την εργασία με γνώμονα την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020».

Για πρώτη φορά, η πολιτική συνοχής — ιδίως μέσω του ΕΚΤ — παρείχε υποστήριξη κατά την περίοδο 2007-13 για τον εκσυγχρονισμό και τη μεταρρύθμιση των δημόσιων διοικήσεων και των δικαστικών συστημάτων στις χώρες σύγκλισης. Η υποστήριξη αυτή έχει στόχο να βελτιώσει τη λειτουργία, την προσβασιμότητα και την ποιότητα των δημόσιων υπηρεσιών, να διευκολύνει την τεκμηριωμένη χάραξη πολιτικής και την ανάπτυξη πολιτικών από κοινού με τους κοινωνικούς εταίρους και την κοινωνία των πολιτών.

Τέλος, το ποσοστό των πόρων που διατίθενται για τεχνική βοήθεια έχει αυξηθεί σημαντικά από το 2000 έως το 2006, αντικατοπτρίζοντας την καίρια σημασία που έχει η εύρυθμη λειτουργία των θεσμικών οργάνων για την αποτελεσματική διαχείριση των προγραμμάτων της πολιτικής συνοχής.

Από την προσαρμογή των επενδύσεων σύμφωνα με τα επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης, η πολιτική συνοχής κατόρθωσε να προσαρμοστεί στις μεταβαλλόμενες ανάγκες της κάθε περιφέρειας με την πάροδο του χρόνου. Ωστόσο, η εξέλιξη της πολιτικής δεν ήταν τόσο αποφασιστική όσο αναμενόταν. Τα στοιχεία δείχνουν, για παράδειγμα, ότι κατά την περίοδο 2007-13 η εισαγωγή της υποχρεωτικής διάθεσης μέρους της χρηματοδότησης προς τις προτεραιότητες της ΕΕ ήταν ένα θετικό βήμα, αλλά τα αποτελέσματα ήταν ανάμικτα και τα κονδύλια εξακολουθούν να κατακερματίζονται σε υπερβολικό αριθμό δράσεων.

Καθίσταται όλο και πιο σαφές ότι η αποτελεσματικότητα της πολιτικής συνοχής εξαρτάται από υγιείς μακροοικονομικές πολιτικές, ένα ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον και ισχυρά θεσμικά όργανα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ακατάλληλες πολιτικές και διοικητικές και θεσμικές αδυναμίες έχουν περιορίσει την αποτελεσματικότητα της χρηματοδότησης. Κενά παραμένουν επίσης όταν πρόκειται για τη μεταφορά της νομοθεσίας της ΕΕ στο εθνικό δίκαιο σε τομείς που σχετίζονται άμεσα με την πολιτική συνοχής. Μολονότι έχουν καταβληθεί προσπάθειες για να καθοριστούν στρατηγικά, θεσμικά και διοικητικά πλαίσια, η εφαρμογή τους εξαρτάται από τη διακριτική ευχέρεια και δεν είναι συστηματική.

Τέλος, η λειτουργία των ταμείων εστιάστηκε περισσότερο στις δαπάνες και στη συμμόρφωση με τους κανόνες διαχείρισης παρά στην επίτευξη στόχων. Οι στόχοι του προγράμματος υπήρξαν μερικές φορές ασαφείς, γεγονός που καθιστά δύσκολη την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των επιδόσεων. Ο καθορισμός στόχων είναι πολύπλοκος και οι στόχοι που έχουν θέσει μερικά κράτη μέλη δεν ήταν αρκετά φιλόδοξοι. Αυτό περιόρισε την ικανότητα να αξιολογούνται τα αποτελέσματα των παρεμβάσεων και να κατανοείται ποια μέτρα ήταν τα πλέον αποτελεσματικά και γιατί.

3.           Η επίτευξη αποτελεσμάτων βρίσκεται στον πυρήνα της νέας πολιτικής συνοχής

Τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων σχετικά με τη μεταρρύθμιση της πολιτικής συνοχής, οι οποίες ολοκληρώθηκαν τον Δεκέμβριο του 2013, αντιμετωπίζουν αυτές τις αδυναμίες.

Η μεταρρύθμιση επικεντρώνεται στην ανάπτυξη μιας επενδυτικής πολιτικής. Οι στόχοι της πολιτικής συνοχής έχουν ευθυγραμμιστεί με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020» και οι σχετικές ΣΑΧ λαμβάνονται συστηματικά υπόψη κατά τον σχεδιασμό των επενδύσεων. Ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η πολιτική συνοχής έχει επίσης μεταρρυθμιστεί με βάση πέντε κύριες ιδέες.

3.1.        Τα προγράμματα της πολιτικής συνοχής πρέπει να λειτουργούν σε ένα ευνοϊκό περιβάλλον

Η νέα πολιτική συνοχής συνδέεται με τη διαδικασία οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ και με το «Ευρωπαϊκό εξάμηνο», δεδομένου ότι οι επενδύσεις στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής δεν μπορούν να εξεταστούν χωριστά από το οικονομικό πλαίσιο εντός του οποίου πραγματοποιούνται.

Προκειμένου να αποφευχθούν μη βιώσιμες φορολογικές ή οικονομικές πολιτικές που υπονομεύουν την αποτελεσματικότητα της υποστήριξης της ΕΕ κατά την περίοδο 2014-20, η χρηματοδότηση μπορεί να ανασταλεί σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος δεν συμμορφώνεται με τις συστάσεις που έλαβε στο πλαίσιο της διαδικασίας οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ.

Η αποτελεσματικότητα των επενδύσεων δεν πρέπει να υπονομεύεται από μη υγιείς πολιτικές ή από κανονιστικά, διοικητικά ή θεσμικά εμπόδια. Επομένως, τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες πρέπει να πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις. Σκοπός αυτών των προϋποθέσεων είναι να εξασφαλίζεται ότι οι επενδύσεις τροφοδοτούν ένα σαφές στρατηγικό πλαίσιο πολιτικής το οποίο διασφαλίζει την ταχεία μεταφορά της νομοθεσίας της ΕΕ που αφορά την υλοποίηση της χρηματοδότησης της συνοχής, της επαρκούς διοικητικής ικανότητας και την τήρηση των ελάχιστων απαιτήσεων όσον αφορά, για παράδειγμα, την καταπολέμηση των διακρίσεων, την ισότητα των φύλων, τις αναπηρίες, τις δημόσιες συμβάσεις και τις κρατικές ενισχύσεις.

Ειδικότερα, κάθε τομέας επενδύσεων πρέπει να βασίζεται σε μια ορθά καθορισμένη στρατηγική. Για παράδειγμα, μέχρις ότου υπάρξει μια ολοκληρωμένη εθνική ή περιφερειακή στρατηγική στον τομέα των μεταφορών, δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθούν επενδύσεις στις μεταφορές. Ομοίως, οι επενδύσεις στον τομέα της Ε&Α και της καινοτομίας πρέπει να πλαισιώνονται από μία «στρατηγική έξυπνης εξειδίκευσης», που περιλαμβάνει μια διαδικασία ανάπτυξης οράματος, τον εντοπισμό συγκριτικών πλεονεκτημάτων, τον καθορισμό στρατηγικών προτεραιοτήτων και τη χρήση έξυπνων πολιτικών ώστε να μεγιστοποιηθεί το δυναμικό ανάπτυξης με βάση τη γνώση της κάθε περιφέρειας. Εν ολίγοις, τα έργα θα πρέπει να ακολουθούν στρατηγικές και όχι το αντίστροφο.

3.2.        Τα προγράμματα της πολιτικής συνοχής πρέπει να συγκεντρώνουν τους πόρους σε μικρό αριθμό προτεραιοτήτων και να μεγιστοποιούν την προστιθέμενη αξία τους

Τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες θα πρέπει να επικεντρώσουν τη χρηματοδότηση σε περιορισμένο αριθμό τομέων που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την ΕΕ. Ένα μεγάλο τμήμα των πόρων του ΕΤΠΑ θα διατεθεί για τέσσερις προτεραιότητες στον πυρήνα της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»: καινοτομία και έρευνα, ψηφιακή ατζέντα, υποστήριξη των ΜΜΕ και οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.

Η συγκέντρωση των πόρων του ΕΚΤ σε πέντε το πολύ επενδυτικές προτεραιότητες θα συμβάλει στην ενοποίηση των επιτευγμάτων και των αποτελεσμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Επίσης, θα εξασφαλίσει μια σαφέστερη σύνδεση με την ευρωπαϊκή στρατηγική για την απασχόληση και τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση. Τουλάχιστον το 20% του προϋπολογισμού του ΕΚΤ θα διατεθεί για την  υποστήριξη της κοινωνικής ένταξης και την καταπολέμηση της φτώχειας και των διακρίσεων.

Λόγω της επείγουσας ανάγκης για την αντιμετώπιση της ανεργίας των νέων, έχει ξεκινήσει μια πρωτοβουλία ύψους 6 δισεκατομμυρίων ευρώ για την απασχόληση των νέων (Youth Employment Initiative - YEI) η οποία παρέχει ειδική χρηματοδότηση για να συμβάλει στην υλοποίηση των εγγυήσεων για τη νεολαία σε ολόκληρη την ΕΕ. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται ότι σε κάθε νεαρό άτομο προσφέρεται κατάλληλη απασχόληση ή κατάρτιση εντός τεσσάρων μηνών από την αποχώρηση από το σχολείο ή από την έναρξη της ανεργίας. Η χρηματοδότηση του YEI θα εστιαστεί σε περιοχές με ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά ανεργίας των νέων.

Οι περιφέρειες και τα κράτη μέλη θα πρέπει να πραγματοποιήσουν σαφείς επιλογές όσον αφορά τους στόχους τους. Αυτό θα επιτρέψει να υπάρξει μια κρίσιμη μάζα πόρων, ώστε να εξασφαλιστεί ουσιαστικός αντίκτυπος και να δοθεί η διασφάλιση ότι οι επενδύσεις πραγματοποιούνται σε εκείνους τους τομείς που έχουν άμεσο αντίκτυπο στην ανάπτυξη και την απασχόληση.

3.3.        Τα προγράμματα της πολιτικής συνοχής πρέπει να καθορίζουν σαφείς στόχους και αποτελέσματα

Η επιτυχία της πολιτικής συνοχής θα υπολογίζεται με βάση τα αποτελέσματα και τον αντίκτυπό της. Οι μεταρρυθμίσεις, κατά συνέπεια, επικεντρώνονται στη διασφάλιση μεγαλύτερης εστίασης στα αποτελέσματα μέσω βελτιωμένων δεικτών επιδόσεων, της υποβολής εκθέσεων και της αξιολόγησης.

Κατά τον σχεδιασμό των προγραμμάτων τους, τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες πρέπει να προσδιορίζουν τα αποτελέσματα που προτίθενται να επιτύχουν έως το τέλος της περιόδου προγραμματισμού. Τα προγράμματα θα πρέπει να ορίζουν τον τρόπο με τον οποίο οι προτεινόμενες δράσεις θα συνεισφέρουν στην επίτευξη αυτών των στόχων και θα καθορίσουν δείκτες επιδόσεων με σαφείς βασικές αρχές και στόχους για τη μέτρηση της προόδου. Κάθε πρόγραμμα θα έχει ένα πλαίσιο επιδόσεων ώστε να αυξηθεί η διαφάνεια και λογοδοσία.

Ως πρόσθετο κίνητρο, έχουν προβλεφθεί περίπου 20 δισεκ. ευρώ (ή το 6% του προϋπολογισμού της πολιτικής συνοχής) για να χορηγηθούν το 2019 στα προγράμματα που δείχνουν ότι είναι σε καλή πορεία για να επιτύχουν τους στόχους τους.

3.4.        Τα προγράμματα της πολιτικής συνοχής πρέπει να δώσουν ισχυρότερη φωνή στις πόλεις

Οι πόλεις μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο στην πολιτική συνοχής και στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Πάνω από τα δύο τρίτα των Ευρωπαίων ζουν σε πόλεις. Οι πόλεις είναι παραγωγικές και καινοτόμες και μπορούν να αναλάβουν ηγετικό ρόλο για την επίτευξη έξυπνης ανάπτυξης. Μπορούν να χρησιμοποιούν αποδοτικότερα τους πόρους (π.χ. με την ελαχιστοποίηση της κατάληψης εδάφους, της σφράγισης του εδάφους και της χρήσης ενέργειας) και μπορούν να συμμετέχουν στην υλοποίηση της βιώσιμης ανάπτυξης, π.χ. μέσω της πράσινης υποδομής. Με δεδομένες τις διαφορές ως προς τον πλούτο, τη συγκέντρωση των κοινωνικά αποκλεισμένων και συγκέντρωση της φτώχειας στις πόλεις, η σημασία τους είναι ουσιαστική για την αντιμετώπιση της πρόκλησης της ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς.

Για τους λόγους αυτούς, αναμένεται ότι περίπου το ήμισυ των πόρων του ΕΤΠΑ θα δαπανηθεί σε πόλεις κατά την περίοδο 2014-20. Η νέα πολιτική συνοχής έχει επίσης ως στόχο να δώσει στις πόλεις την ικανότητα να χαράσσουν και να εφαρμόζουν πολιτικές που συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», με τον καθορισμό ενός ελάχιστου ποσού (5% του ΕΤΠΑ) για ολοκληρωμένες επενδύσεις στον τομέα της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης και με τη διασφάλιση ότι οι πόλεις θα διαδραματίζουν τον κύριο ρόλο στην επιλογή των έργων.

Επίσης, η Επιτροπή θα δημοσιεύσει προσκλήσεις υποβολής σχεδίων στο πλαίσιο του νέου προγράμματος «Καινοτόμες αστικές δράσεις» με στόχο την υποστήριξη των πόλεων που επιθυμούν να δοκιμάσουν νέες ιδέες στον τομέα της αστικής ανάπτυξης.

3.5.        Τα προγράμματα της πολιτικής συνοχής πρέπει να ενσωματώνουν πληρέστερα τους εταίρους σε όλα τα επίπεδα

Το πλαίσιο πολιτικής για την περίοδο 2014-20 βασίζεται στην παραδοχή ότι όλοι οι εταίροι σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, σύμφωνα με τις αρχές της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης και με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, θα πρέπει να συμμετέχουν σε όλα τα στάδια του προγραμματισμού. Για πρώτη φορά σε επίπεδο ΕΕ, ο ευρωπαϊκός κώδικας δεοντολογίας σχετικά με την εταιρική σχέση[2] παρέχει στα κράτη μέλη καθοδήγηση ως προς την επαφή με τους εν λόγω εταίρους και τη συμμετοχή τους στην εκπόνηση των προγραμμάτων, κατά την υλοποίηση των προγραμμάτων και κατά τις φάσεις παρακολούθησης και αξιολόγησης. Οι εταιρικές σχέσεις θα μπορούσαν επίσης να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές για την επίτευξη στρατηγικών τοπικής ανάπτυξης με πρωτοβουλία των κοινοτήτων. Στους νέους κανονισμούς ενσωματώνονται επίσης μέτρα για τη δημιουργία ικανοτήτων των κοινωνικών εταίρων και των εταίρων της κοινωνίας πολιτών.

4.           Από τη θεωρία στην πράξη: στοιχεία που προκύπτουν από τις διαπραγματεύσεις

Κατά τον χρόνο έκδοσης αυτής της ανακοίνωσης η Επιτροπή είχε λάβει και τις 28 συμφωνίες εταιρικής σχέσης (ΣΕΣ) καθώς και περίπου 150 επιχειρησιακά προγράμματα (ΕΠ)[3]. Οι διαπραγματεύσεις με τα κράτη μέλη και τις περιφέρειες βρίσκονται σε εξέλιξη. Επομένως, στη συνέχεια παρέχεται απλώς μια ένδειξη του βαθμού στον οποίο τα κύρια στοιχεία της μεταρρύθμισης έχουν ενσωματωθεί στις νέες στρατηγικές και τα προγράμματα.

Οι διαθέσιμες πληροφορίες φανερώνουν ορισμένες ενθαρρυντικές τάσεις και ορισμένες προκλήσεις.

Συνολικά, περίπου 336 δισ. ευρώ έχουν διατεθεί σε εθνικά και περιφερειακά προγράμματα στο πλαίσιο του στόχου «Επενδύσεις για την ανάπτυξη και την απασχόληση (ΕΑΑ). Οι πόροι κατανέμονται ως εξής: 187,5 δισ. ευρώ για το ΕΤΠΑ, 63 δισ. ευρώ για το Ταμείο Συνοχής και 85 δισ. ευρώ για το ΕΚΤ, που είναι υψηλότερο από το εκ του νόμου απαιτούμενο ελάχιστο κονδύλιο του ΕΚΤ ύψους 80 δισ. ευρώ.[4]

Διάγραμμα 4: Κατανομή σε προτεραιότητες χρηματοδότησης ανά κονδύλιο (2014-20), σε ποσοστό επί του συνολικού κονδυλίου

Περίπου 124 δισ. ευρώ διατίθενται για Ε&Α και καινοτομία, για ΤΠΕ, για τις ΜΜΕ και την οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Αυτό αντιστοιχεί σε αύξηση κατά 22% περίπου σε σύγκριση με την περίοδο 2007-2013. Το μεγαλύτερο μέρος του ποσού αυτού χρηματοδοτείται από το ΕΤΠΑ (116,5 δισ. ευρώ) και το υπόλοιπο από το Ταμείο Συνοχής.

98 δισ. ευρώ θα επενδυθούν για μέτρα στους τομείς της απασχόλησης, της κοινωνικής ένταξης και της εκπαίδευσης. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του ποσού προέρχεται από χρηματοδότηση του ΕΚΤ: απασχόληση (30,7 δισ. ευρώ), κοινωνική ένταξη (20,9 δισ. ευρώ) και εκπαίδευση (26,3 δισ. ευρώ).

59 δισ. ευρώ χορηγούνται για υποδομές μεταφορών και ενέργειας, ποσό που συνιστά μείωση κατά 21% συγκριτικά με την περίοδο 2007-2013.

Σχεδόν 4,3 δισ. ευρώ θα επενδυθούν στη δημιουργία θεσμικής ικανότητας των δημόσιων αρχών και στην αποτελεσματικότητα των δημόσιων διοικήσεων και υπηρεσιών («χρηστή διακυβέρνηση»). Αυτό αντιστοιχεί σε αύξηση κατά 72% σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο.

Επομένως, η νέα περίοδος προγραμματισμού παρουσιάζει μια σαφή μεταστροφή από την άποψη των προτεραιοτήτων χρηματοδότησης σε σύγκριση με την περίοδο 2007-13. Τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες θα επενδύσουν περισσότερο στις προτεραιότητες του ΕΤΠΑ (Ε&Α και καινοτομία, ΤΠΕ, ΜΜΕ και οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα) και στις προτεραιότητες του ΕΚΤ (απασχόληση, κοινωνική ένταξη, εκπαίδευση και διακυβέρνηση). Από την άλλη, θα επενδυθούν λιγότερα χρήματα σε υποδομές δικτύου και σε περιβαλλοντικές υποδομές. Η μείωση των επενδύσεων σε έργα υποδομής είναι ιδιαίτερα έντονη σε πιο αναπτυγμένα κράτη μέλη.

Διάγραμμα 5: Κατανομή σε προτεραιότητες χρηματοδότησης για την περίοδο 2014-20 σε σχέση με την περίοδο 2007-13, σε ποσοστό επί του συνόλου

Η ιδιαίτερη εστίαση της Επιτροπής στην οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα είχε ως αποτέλεσμα την εμφανή αύξηση των επενδύσεων αυτού του είδους: περισσότερα από 38 δισ. ευρώ θα υποστηρίξουν τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και κλιματικής ανθεκτικότητας. Αρκετές χώρες έχουν δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην ενεργειακή απόδοση ή στην ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ωστόσο, η σχέση μεταξύ των επενδύσεων και των αναμενόμενων αποτελεσμάτων σε σχέση με τους στόχους για την αλλαγή του κλίματος, θα πρέπει να γίνει σαφέστερη.

Με δεδομένες τις προκλήσεις λόγω της υψηλής ανεργίας και της αυξημένης φτώχειας, η εστίαση στην ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς θα μπορούσε να είναι ισχυρότερη σε ορισμένες ΣΕΣ. Η Επιτροπή έχει επίσης τη γνώμη ότι η χρηματοδότηση που χορηγείται για την εκπαίδευση δεν είναι επί του παρόντος επαρκής για την υλοποίηση των προτεραιοτήτων που έχουν προσδιοριστεί.  Σε ορισμένες ΣΕΣ δίνεται χαμηλή προτεραιότητα σε ενεργητικά μέτρα για την κοινωνική ένταξη. Για να διασφαλιστούν καλύτερα κοινωνικά αποτελέσματα και επενδύσεις που ανταποκρίνονται περισσότερο στην κοινωνική αλλαγή, η μεταρρύθμιση της κοινωνικής πολιτικής πρέπει να ενταχθεί καλύτερα στη διαδικασία προγραμματισμού.

Επιπλέον, όσον αφορά την πρωτοβουλία για την απασχόληση των νέων, οι σχετικές πληροφορίες σε ορισμένες ΣΕΣ και σε ορισμένα ΕΠ είναι μάλλον γενικές και δεν εξηγούν τον τρόπο με τον οποίο θα εφαρμοστεί αυτή η νέα πρωτοβουλία, ούτε αν και με ποιον τρόπο θα υποστηρίξει την υλοποίηση των προγραμμάτων εγγυήσεων για τη νεολαία. Σε ορισμένα προγράμματα οι δράσεις που υποστηρίζονται από την πρωτοβουλία για την απασχόληση των νέων θα πρέπει να επικεντρωθούν περισσότερο στην υποστήριξη της δημιουργίας θέσεων απασχόλησης.

Παρά την ύπαρξη μιας ΣΑΧ για την ενσωμάτωση της μειονότητας των Ρομά, ορισμένα κράτη μέλη δεν προβλέπουν ειδική προτεραιότητα για τις περιθωριοποιημένες κοινότητες, γεγονός που καθιστά πιο δύσκολο να εκτιμηθεί το ποσό της χρηματοδότησης που θα διατεθεί για αυτόν τον τομέα πολιτικής. Ορισμένα κράτη μέλη δεν αντιμετωπίζουν επαρκώς τις ανάγκες της συγκεκριμένης ομάδας-στόχου ή πρέπει να επεξεργαστούν περαιτέρω τη λογική της στρατηγικής και της παρέμβασής τους.

Ο διοικητικός εκσυγχρονισμός και η βελτίωση της ποιότητας της δικαιοσύνης αναγνωρίζονται ως βασικοί παράγοντες για την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς. Πολλά κράτη μέλη προγραμματίζουν μέτρα ώστε να καταστήσουν τους θεσμούς τους ισχυρότερους και να βελτιώσουν την ικανότητά τους να παρέχουν πιο αποτελεσματικές πολιτικές, καλύτερες διοικητικές υπηρεσίες, ταχύτερες δικαστικές διαδικασίες, αυξημένη διαφάνεια και ακεραιότητα των δημόσιων οργανισμών, καθώς και βελτιωμένη συμμετοχή του κοινού στις διάφορες φάσεις της διαδικασίας χάραξης πολιτικής. Ωστόσο, σε ορισμένα κράτη μέλη όπου η μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης έχει αναγνωριστεί ως πρόκληση, δεν υπάρχει μία σαφής στρατηγική και οι στόχοι είναι ελλιπείς και ασαφείς, ενώ η εν λόγω μεταρρύθμιση είναι απαραίτητη για την υποστήριξη της απασχόλησης, της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας. Επιπλέον, σε μερικά από αυτά τα κράτη μέλη δεν υπάρχει σαφής πολιτική δέσμευση γι’ αυτή τη μεταρρύθμιση.

Είναι σαφές ότι η ανάγκη προετοιμασίας για επενδύσεις με την εκπλήρωση των προϋποθέσεων πριν από την υλοποίηση του προγράμματος, έχει ληφθεί σοβαρά υπόψη. Η διαδικασία δεν ήταν εύκολη και, σε πολλές περιπτώσεις, η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει σχέδια δράσης για να εξασφαλιστεί η πλήρης συμμόρφωση με τις απαιτήσεις μέσα σε καθορισμένες προθεσμίες. Οι προϋποθέσεις, για την εκπλήρωση των οποίων τα κράτη μέλη συνάντησαν ιδιαίτερες δυσκολίες, αφορούν τομείς στους οποίους πρέπει να μεταφερθούν οδηγίες της ΕΕ ή περιπτώσεις όπου οι κανονισμοί της ΕΕ πρέπει να εφαρμόζονται αποτελεσματικά.

Έχουν σχεδιαστεί στρατηγικές έξυπνης εξειδίκευσης σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο για την επίσπευση του οικονομικού μετασχηματισμού και τη μείωση του κενού γνώσεων. Πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στις ήπιες μορφές υποστήριξης, στην υποστήριξη της έρευνας με γνώμονα την αγορά και στη συνεργασία με τις επιχειρήσεις. Υπάρχει ο κίνδυνος ενός είδους «συνέχισης της υφιστάμενης κατάστασης» όσον αφορά την υποστήριξη των ΜΜΕ, αντί για μια υποστήριξη που θα είναι προσαρμοσμένη στις ανάγκες τους και στο αναπτυξιακό τους δυναμικό, για να εξασφαλιστεί υψηλό αποτέλεσμα μόχλευσης και ταχεία απορρόφηση.

Ορισμένα κράτη μέλη έχουν επίσης σχεδιάσει προγράμματα που καθορίζουν σαφείς δεσμούς μεταξύ της ψηφιακής οικονομίας και της καινοτομίας. Αυτό είναι σημαντικό δεδομένου ότι οι επενδύσεις σε ευρυζωνικές συνδέσεις υψηλής ταχύτητας και σε ΤΠΕ είναι αναγκαίες για να αντιμετωπιστούν συγκεκριμένα σημεία συμφόρησης και να ενθαρρυνθούν λύσεις με γνώμονα την αγορά. Για παράδειγμα, είναι σημαντικό να υπάρξει εστίαση των επενδύσεων σε ευρυζωνικά δίκτυα στα δίκτυα της επόμενης γενιάς για να εξασφαλιστεί ότι οι λιγότερο αναπτυγμένες περιφέρειες δεν θα μείνουν ακόμη πιο πίσω. Οι συνέργειες μεταξύ της πολιτικής συνοχής, του προγράμματος «Ορίζοντας 2020» και άλλων προγραμμάτων της ΕΕ είναι επίσης ζωτικής σημασίας στο πλαίσιο των στρατηγικών έξυπνης εξειδίκευσης, σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο.

Κατά την περίοδο 2014-20, περίπου 88 προγράμματα σε 16 χώρες θα είναι πολυταμειακά προγράμματα, με συνδυασμό πόρων του ΕΤΠΑ, του ΤΣ και του ΕΚΤ. Αυτό αναμένεται να ενθαρρύνει μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για τη σύνδεση των διαφόρων πολιτικών, ταμείων και προτεραιοτήτων.

Για να καταστεί η εν λόγω πολιτική πιο αποτελεσματική, προσανατολισμένη στα αποτελέσματα και βασισμένη στις επιδόσεις, τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες θα πρέπει να θέσουν λεπτομερείς σκοπούς και στόχους. Είναι σημαντικό τα προγράμματα να μην εκφράζουν με υπερβολικά γενικό τρόπο τους στόχους, συμπεριλαμβανομένου ενός μεγάλου αριθμού πιθανών δράσεων για να διατηρηθεί η μεγαλύτερη δυνατή ευελιξία κατά την επιλογή των σχεδίων σε μεταγενέστερο στάδιο. Αυτό έχει ζωτική σημασία: αν οι σκοποί και οι στόχοι δεν είναι αρκούντως φιλόδοξοι και αναλυτικοί, θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο να αξιολογηθεί η πολιτική και να πραγματοποιηθεί διεξοδικός δημόσιος διάλογος για το θέμα αυτό. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας των διαπραγματεύσεων, η Επιτροπή θα εστιάσει την προσοχή της σε αυτούς τους κινδύνους.

Οι συμφωνίες εταιρικής σχέσης έχουν καταρτιστεί σε μεγάλο βαθμό μέσω διαλόγου με τους εταίρους, αν και υπάρχουν ενδείξεις ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, ο διάλογος αυτός υπήρξε ανεπαρκής, σημαντικοί ενδιαφερόμενοι δεν συμμετείχαν, ή οι παρατηρήσεις δεν αντικατοπτρίζονταν στις μεταγενέστερες εκδόσεις των εγγράφων. Η Επιτροπή θα εξετάσει με ιδιαίτερη προσοχή τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη έχουν εφαρμόσει τον κώδικα δεοντολογίας σχετικά με την εταιρική σχέση για την εξασφάλιση της ουσιαστικής συμμετοχής των ενδιαφερομένων.

Τελευταίο αλλά όχι έσχατο, η νέα περίοδος απαιτεί ισχυρή διακυβέρνηση και μηχανισμούς συντονισμού σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, ώστε να εξασφαλίζεται η συνέπεια μεταξύ των προγραμμάτων, η υποστήριξη της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και των ΣΑΧ, καθώς και για να αποφεύγονται οι επικαλύψεις και τα κενά. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό ενόψει της συνολικής αύξησης του αριθμού των περιφερειακών προγραμμάτων (για τα προγράμματα του ΕΚΤ είναι σχεδόν 60% σε σύγκριση με την περίοδο 2007-13).

5.           Συμπέρασμα

Κατά την περίοδο 2014-20 η πολιτική συνοχής θα κατευθύνει την επέδυση του ενός τρίτου του προϋπολογισμού της ΕΕ με σκοπό να συμβάλει στην επίτευξη των στόχων της ΕΕ για την ανάπτυξη και την απασχόληση και στη μείωση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων. Πρόκειται, επίσης, για το μεγαλύτερο επενδυτικό μέσο σε επίπεδο ΕΕ για την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Παρέχει τη μέγιστη συμβολή σε πολλούς τομείς, συμπεριλαμβανομένων της υποστήριξης προς τις ΜΜΕ, την Ε&Α και την καινοτομία, των επενδύσεων σε ειδικευμένο και ανταγωνιστικό εργατικό δυναμικό, της καταπολέμησης της ανεργίας και του κοινωνικού αποκλεισμού, της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή και του περιβάλλοντος.

Τα οικονομικά μοντέλα παρέχουν μια ένδειξη για τον μακροοικονομικό αντίκτυπο. Για παράδειγμα, αναμένεται ότι στις κύριες δικαιούχους χώρες χάρη στην πολιτική συνοχής, το ΑΕγχΠ θα μπορούσε να είναι, κατά μέσον όρο, κατά 2% υψηλότερο και η απασχόληση κατά περίπου 1% υψηλότερη κατά τη διάρκεια της περιόδου υλοποίησης.

Οι συνέπειες της πολιτικής συνοχής ως προς την αύξηση της παραγωγικότητας, όμως, εξακολουθούν να υπάρχουν και μετά τον τερματισμό των προγραμμάτων. Έως το 2030, εκτιμάται ότι το ΑΕγχΠ σε αυτές τις χώρες θα είναι κατά περισσότερο από 3% υψηλότερο από το επίπεδο που θα αναμενόταν χωρίς την εφαρμογή της πολιτικής. Αυτό σημαίνει ότι κατά την περίοδο 2014-30, για κάθε ευρώ που δαπανάται στις κύριες δικαιούχους χώρες, το ΑΕγχΠ αναμένεται να είναι υψηλότερο κατά περισσότερο από τρία ευρώ.

Για να υλοποιηθούν οι συνέπειες αυτές, ωστόσο, είναι σημαντικό τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες να υλοποιήσουν τις μεταρρυθμίσεις και να χρησιμοποιήσουν την πολιτική ως αποτελεσματικό εργαλείο επενδύσεων. Επομένως, καθοριστική σημασία θα έχει το αποτέλεσμα των εν εξελίξει διαπραγματεύσεων για την ανάπτυξη ισχυρών στρατηγικών, ο προσδιορισμός ενός μικρού αριθμού κύριων επενδυτικών προτεραιοτήτων, η θέση φιλόδοξων στόχων, και η εξασφάλιση ότι οι μικροοικονομικές και μακροοικονομικές προϋποθέσεις θα μεγιστοποιήσουν τον αντίκτυπο των επενδύσεων που συγχρηματοδοτούνται στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής.

Η Επιτροπή θα υποβάλει μια πρώτη έκθεση προόδου σχετικά με τα προγράμματα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο το 2017. Η έκθεση αυτή θα παρουσιάζει μια επισκόπηση της προόδου που έχει σημειωθεί από τα κράτη μέλη και τις περιφέρειες για την επίτευξη των στόχων που ορίστηκαν στα προγράμματά τους, αναφέροντας κατά πόσον επιτυγχάνονται τα σκοπούμενα αποτελέσματα.

[1]     Βλέπε ΕΕ L 347 της 20ής Δεκεμβρίου 2013.

[2]     Βλέπε τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό της Επιτροπής της 7.1.2014, C(2013) 9651 τελικό.

[3]     Τέσσερις ΣΕΣ έχουν ήδη εγκριθεί από την Επιτροπή.

[4]     Οι οικονομικοί πόροι για τον στόχο ΕΑΑ περιλαμβάνουν το ΕΤΠΑ (εκτός από την υποστήριξη της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας), το ΕΚΤ και το Ταμείο Συνοχής. Τα αριθμητικά στοιχεία που αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που ισχύει την 1η Ιουνίου και μπορεί να αλλάξουν ακόμη στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων του προγράμματος.