52014DC0240

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1921/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την υποβολή στατιστικών στοιχείων για τις εκφορτώσεις αλιευτικών προϊόντων στα κράτη μέλη /* COM/2014/0240 final */


ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1921/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την υποβολή στατιστικών στοιχείων για τις εκφορτώσεις αλιευτικών προϊόντων στα κράτη μέλη

1. ΕΙΣΑΓΩΓH (ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ, ΙΣΤΟΡΙΚΟ, ΕΘΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ)

Το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1921/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την υποβολή στατιστικών στοιχείων για τις εκφορτώσεις αλιευτικών προϊόντων στα κράτη μέλη (ο κανονισμός για τις εκφορτώσεις) θεσπίζει τα ακόλουθα: «Μέχρι τις 19 Ιανουαρίου 2010, και στη συνέχεια κάθε τρία χρόνια, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση αξιολόγησης σχετικά με τα στατιστικά δεδομένα που συγκεντρώνονται κατ' εφαρμογήν του παρόντος κανονισμού και ιδίως ως προς τη χρησιμότητα και την ποιότητά τους. Η έκθεση προβαίνει επίσης σε ανάλυση κόστους-οφέλους του συστήματος συλλογής και επεξεργασίας των στατιστικών στοιχείων και υποδεικνύει τις βέλτιστες πρακτικές για τη μείωση του φόρτου εργασίας για τα κράτη μέλη και την αύξηση της χρησιμότητας και της ποιότητας των στοιχείων αυτών».

Η παρούσα έκθεση τεκμηριώνει την πρόοδο που επετεύχθη από τα κράτη μέλη και τις χώρες της ΕΖΕΣ όσον αφορά τις διατάξεις του κανονισμού για τις εκφορτώσεις, που απαιτεί από κάθε κράτος μέλος να υποβάλλει ετησίως στατιστικά στοιχεία σχετικά με το βάρος, την παρουσίαση, την προβλεπόμενη χρήση και τη μέση τιμή των αλιευτικών προϊόντων που εκφορτώνονται στην επικράτειά του από ευρωπαϊκά σκάφη και σκάφη της ΕΖΕΣ.

Οι πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με τους κανονισμούς ελέγχου[1] σε συμμόρφωση με την κοινή αλιευτική πολιτική (ΚΑλΠ) αποκαλύπτουν ότι πολλά από τα διοικητικά δεδομένα λαμβάνονται μέσω ημερολογίων πλοίου, δηλώσεων εκφόρτωσης, δελτίων πώλησης και δηλώσεων ανάληψης για σκοπούς παρακολούθησης των ποσοστώσεων και επιβολής της νομοθεσίας, τα οποία αποτελούν την κύρια πηγή δεδομένων για τα κράτη μέλη.

2. ΚΑΛΥΨΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ

2.1. Συλλογή δεδομένων και πηγές δεδομένων

Τα ημερολόγια πλοίου, τα δελτία πώλησης και οι δηλώσεις εκφόρτωσης είναι οι σημαντικότερες πηγές διοικητικών δεδομένων για αλιεύματα και εκφορτώσεις. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου και ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 404/2011 της Επιτροπής απαιτούν από τους κυβερνήτες σκαφών ολικού μήκους άνω των 10 μέτρων να τηρούν ημερολόγιο των δραστηριοτήτων τους και να υποβάλλουν τις πληροφορίες που καταγράφονται το συντομότερο δυνατό και το αργότερο εντός 24 ωρών, ακόμη και σε περίπτωση που δεν υπάρχουν αλιεύματα. Τα ημερολόγια πλοίου παρέχουν δεδομένα που καταγράφονται στη διάρκεια αυτών των δραστηριοτήτων και πρέπει να περιλαμβάνουν εκτίμηση του ζώντος βάρους του αλιεύματος. Είναι ιδιαίτερα χρήσιμα για την κατανομή των αλιευμάτων σε αλιευτικές περιοχές, για τον υπολογισμό της αλιευτικής προσπάθειας και για τον έλεγχο με διασταύρωση. Για σκάφη μήκους κάτω των 10 μέτρων, τα κράτη μέλη πρέπει να ελέγχουν την αλιευτική δραστηριότητα βάσει τεχνικών δειγματοληψίας.

Τα δελτία πώλησης υποβάλλονται στις αρχές που είναι αρμόδιες για την πρώτη διάθεση των ψαριών στην αγορά (είτε πρόκειται για τον αντιπρόσωπο του σκάφους είτε για εγκεκριμένες ιχθυόσκαλες). Περιέχουν πληροφορίες για την ποσότητα κάθε εκφορτωμένου είδους, τη μορφή με την οποία παρουσιάζεται, την αξία κάθε προϊόντος, καθώς και το σκάφος που εκτελεί την εκφόρτωση. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι πληροφορίες αυτές περιορίζονται στα είδη που υπόκεινται σε διαχείριση των αλιευτικών ποσοστώσεων. Στο παρελθόν, εκτιμήσεις της αλιευτικής δραστηριότητας πραγματοποιούνταν αποκλειστικά βάσει πληροφοριών που προέρχονταν από ειδήμονες.

2.2. Συστήματα συλλογής δεδομένων στα κράτη μέλη και στις χώρες της ΕΖΕΣ

Βέλγιο — Τα βελγικά σκάφη αλιεύουν μόνο στον Βορειοανατολικό Ατλαντικό (περιοχή 27), κυρίως στη Βόρεια Θάλασσα (IVb και IVc) και στην Ανατολική Μάγχη (VIId). Οι πηγές δεδομένων είναι διοικητικές (ημερολόγια πλοίου, δηλώσεις εκφόρτωσης και δελτία πώλησης). Οι πρώτες πωλήσεις πρέπει να γίνονται στις τρεις βασικές ιχθυόσκαλες (Zeebrugge, Oostende και Nieuwpoort), εκτός εάν πρόκειται για μικρά σκάφη, τα οποία μπορούν να πωλούν απευθείας στο κοινό στην Οστάνδη (Oostende). Τα δελτία πώλησης διαβιβάζονται στην υπηρεσία θαλάσσιας αλιείας (Dienst Zeevisserj) την ημέρα της εκφόρτωσης.

Βουλγαρία — Τα βουλγαρικά σκάφη αλιεύουν στη Μεσόγειο και στη Μαύρη Θάλασσα (περιοχή 37), και κυρίως στην υποπεριοχή 37.4.2. Οι πηγές δεδομένων είναι διοικητικές (ημερολόγια πλοίου, δηλώσεις εκφόρτωσης και δελτία πώλησης) που παρέχονται στον Εθνικό Οργανισμό Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας (NAFA). Ο NAFA απαιτεί τα δελτία πώλησης από τις πρώτες πωλήσεις να υποβάλλονται εντός 48 ωρών από τις εκφορτώσεις.

Κύπρος — Διοικητικά δεδομένα (ημερολόγια πλοίου) συλλέγονται από την επιθεώρηση αλιείας για σκάφη ολικού μήκους τουλάχιστον 10 μέτρων. Η συλλογή δεδομένων αλιείας και η κατάρτιση εκθέσεων αποτελεί αρμοδιότητα του Τμήματος Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος.

Δανία — Οι πηγές δεδομένων είναι διοικητικές (ημερολόγια πλοίου, δηλώσεις εκφόρτωσης και δελτία πώλησης) και τα δεδομένα συλλέγονται κεντρικά από τη Δανική Διεύθυνση Αλιείας (DDF). Η πρώτη πώληση ψαριών από αλιείς που δεν ασκούν εμπορική δραστηριότητα απαγορεύεται στη Δανία, όπου όλοι οι πρώτοι αγοραστές οφείλουν να είναι εγγεγραμμένοι στην DDF και να της υποβάλλουν δελτία πώλησης είτε σε ηλεκτρονική μορφή είτε σε χαρτί. Περίπου το 90 % των δελτίων πώλησης παραλαμβάνονται ηλεκτρονικά.

Γερμανία — Τα γερμανικά σκάφη αλιεύουν στον Βορειοανατολικό Ατλαντικό, στον Βορειοδυτικό Ατλαντικό, στον Κεντρικό Ανατολικό Ατλαντικό και στον Νοτιοανατολικό Ειρηνικό (περιοχές 27, 21, 34 και 87). Οι πηγές δεδομένων είναι διοικητικές (ημερολόγια πλοίου, δηλώσεις εκφόρτωσης και δελτία πώλησης). Παρέχονται στον Ομοσπονδιακό Οργανισμό Γεωργίας και Τροφίμων μέσω των οργανώσεων των παραγωγών και των αρχών των ομοσπονδιακών κρατιδίων.

Εσθονία — Τα εσθονικά σκάφη αλιεύουν στον Βορειοδυτικό Ατλαντικό (περιοχή 21), στον Βορειοανατολικό Ατλαντικό (27 - Βαλτική) και στα εσωτερικά ύδατα (05). Οι πηγές δεδομένων είναι διοικητικές (ημερολόγια πλοίου, δηλώσεις εκφόρτωσης, δελτία πώλησης, καθώς και έγγραφα μεταφόρτωσης και μεταφοράς). Τα σκάφη ολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων συμπληρώνουν ένα ημερολόγιο «παράκτιας αλιείας» σύμφωνα με την εσθονική εθνική νομοθεσία. Η Εσθονία απαιτεί αντίγραφα της τεκμηρίωσης σε χαρτί δύο φορές μηνιαίως για δεδομένα που υποβάλλονται ηλεκτρονικά. Οι πρώτοι αγοραστές ψαριών είναι υποχρεωμένοι να υποβάλλουν ηλεκτρονικά τα δελτία πώλησης στις αρχές (Υπουργείο Γεωργίας για την εμπορική αλιεία) και πολλές ιδιωτικές εταιρείες έχουν επιλέξει επίσης να κάνουν το ίδιο.

Ιρλανδία — Τα ιρλανδικά σκάφη αλιεύουν στον Βορειοανατολικό Ατλαντικό (περιοχή 27). Οι πηγές δεδομένων είναι διοικητικές (ημερολόγια πλοίου, δηλώσεις εκφόρτωσης, δελτία πώλησης και έγγραφα οστρακαλιέων). Τα δεδομένα συλλέγονται στους λιμένες από την Ιρλανδική Αρχή Προστασίας της Θαλάσσιας Αλιείας. Η Ιρλανδία αναφέρει ότι προβαίνει σε σημαντικές αλλαγές των συστημάτων συλλογής της, ώστε να διευκολύνει την ηλεκτρονική συλλογή δεδομένων που απαιτείται από τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ελλάδα — Τα ελληνικά σκάφη αλιεύουν στον Βορειοανατολικό Ατλαντικό, στον Κεντρικό Ανατολικό Ατλαντικό και στη Μεσόγειο (περιοχές 27, 34 και 37) και καταγράφουν τις πληροφορίες από στατιστικές έρευνες. Εφαρμόζεται απογραφική έρευνα για την «υπερπόντια» αλιεία και δειγματοληπτική έρευνα για την αλιεία «ανοικτής θάλασσας» και την παράκτια αλιεία της περιοχής 37. Οι έρευνες διενεργούνται από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδας. Η Ελλάδα διενεργεί πλήρη απογραφή των πλοίων με ελληνική σημαία για την «υπερπόντια αλιεία». Η αλιεία ανοικτής θάλασσας και η παράκτια αλιεία έχουν υψηλό ποσοστό σφάλματος μη απόκρισης (50 %) και χρησιμοποιείται τεχνική δειγματοληψίας για τον υπολογισμό της διαφοράς.

Ισπανία — Η Ισπανία έχει μεγάλη και πολυσχιδή αλιευτική βιομηχανία και διάφοροι οργανισμοί είναι αρμόδιοι για την παροχή και την ποιότητα των δεδομένων. Σε πρώτο βαθμό, η συλλογή δεδομένων διενεργείται από τις περιφερειακές αρχές και στη συνέχεια τα δεδομένα ταξινομούνται κεντρικά. Υπάρχουν επτά διακριτές πηγές διοικητικών δεδομένων για τη συλλογή δεδομένων εκφορτώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ημερολογίων πλοίου, των δελτίων πώλησης, των δηλώσεων ανάληψης, των δηλώσεων εκφόρτωσης και των πληροφοριών από τις οργανώσεις ιχθυοπαραγωγών. Οι διάφορες πηγές ενσωματώνονται σε μια βάση δεδομένων αλιευμάτων και εκφορτώσεων.

Γαλλία — Την πρωταρχική αρμοδιότητα για την υποβολή και την ποιότητα δεδομένων έχει η Υπηρεσία Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας (BSPA) που υπάγεται στο Υπουργείο Οικολογίας, Αειφόρου Ανάπτυξης και Ενέργειας. Στοιχεία για σημαντική αλιεία τροπικού τόνου παρέχονται από το Ινστιτούτο Έρευνας και Ανάπτυξης (DPMA). Τα γαλλικά σκάφη δραστηριοποιούνται κυρίως στον Βορειοανατολικό Ατλαντικό, στη Μεσόγειο και στον Ινδικό Ωκεανό. Επαρκής κάλυψη της αλιευτικής δραστηριότητας στον Ατλαντικό εξασφαλίζεται από διοικητικές πηγές (ημερολόγια πλοίου, δηλώσεις εκφόρτωσης και δελτία πώλησης). Για τις περιοχές στις οποίες τα διοικητικά δεδομένα είναι λιγότερο αξιόπιστα, ιδίως για τη Μεσόγειο, οι πηγές αυτές συμπληρώνονται με δειγματοληπτικές έρευνες. Η Γαλλία έχει κάνει μεγάλες επενδύσεις στον εκσυγχρονισμό και στη βελτίωση του εθνικού συστήματος συλλογής δεδομένων αλιείας.

Ιταλία — Η Ιταλία αλιεύει στην περιοχή 37. Επί του παρόντος υπάρχουν ορισμένες δυσκολίες όσον αφορά τη συλλογή δεδομένων για τις περιοχές 34 και 51. Διενεργεί δειγματοληπτική έρευνα για την περιοχή 37 (για τις άλλες περιοχές έχει χρησιμοποιηθεί απογραφή). Χρησιμοποιούνται ημερολόγια πλοίου για τη συλλογή δεδομένων μόνο για τον κόκκινο τόνο και αυτά τα δεδομένα συλλέγονται από το Υπουργείο Γεωργικής Πολιτικής, Πολιτικής Τροφίμων και Δασικής Πολιτικής (MIPAAF). Η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ιταλίας (ISTAT) συλλέγει δεδομένα για τις περιοχές 34 και 51 και το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών για την Αλιεία και την Υδατοκαλλιέργεια (IREPA) ασχολείται με την περιοχή 37. Η ISTAT είναι αρμόδια για τον συντονισμό της υποβολής εκθέσεων στη Eurostat. Η Ιταλία έχει μεγάλο αριθμό μικρών σκαφών (ολικού μήκους κάτω των 12 μέτρων). Περίπου το 99 % των σκαφών αλιεύουν στα παράκτια ύδατα γύρω από την ιταλική χερσόνησο. Περίπου τα δύο τρίτα αυτών είναι σκάφη μικρής κλίμακας με παθητικά εργαλεία. Τα δεδομένα συλλέγονται με δειγματοληπτική έρευνα πολλαπλών μεταβλητών που διαχωρίζει τον πληθυσμό με βάση την περιοχή, το μέγεθος του σκάφους και το αλιευτικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε. Η μεθοδολογία της έρευνας περιορίζει τα σφάλματα δειγματοληψίας σε περιθώριο ανοχής 3,5 %. Τα σφάλματα μη απόκρισης αναγνωρίζονται επίσης και αντιμετωπίζονται με επιλογή του δείγματος. Μικρός αριθμός σκαφών (περίπου 10) που αλιεύουν στις περιοχές 34 και 51 συμπληρώνουν ερωτηματολόγιο, αλλά, κατά τα επόμενα έτη, λόγω του χαμηλού ποσοστού απόκρισής τους, η μεθοδολογία συλλογής δεδομένων για τις περιοχές αυτές θα αναθεωρηθεί (χρήση διοικητικών δεδομένων). Επί του παρόντος, δεν είναι δυνατή η παροχή δεδομένων για τις εν λόγω περιοχές.

Λετονία — Τα λετονικά σκάφη δραστηριοποιούνται στις αλιευτικές περιοχές 27 (υποδιαιρέσεις Ia, IIa, III a-d, XIVa-b κ.λπ.), 21 (υποδιαιρέσεις 3L, 3M, 3K, 1F κ.λπ.) και 34 (υποδιαιρέσεις 1.13, 1.31, 1.32 κλπ.) του Βορειοδυτικού Ατλαντικού. Πρωταρχική ευθύνη για τη διαβίβαση δεδομένων έχει το Τμήμα Αλιείας του Υπουργείου Γεωργίας, αλλά για τη συλλογή δεδομένων είναι αρμόδιοι άλλοι φορείς. Σε αυτούς περιλαμβάνονται η Κρατική Υπηρεσία Περιβάλλοντος του Υπουργείου Προστασίας του Περιβάλλοντος και Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ινστιτούτο για την Ασφάλεια των Τροφίμων, την Υγεία των Ζώων και το Περιβάλλον «BIOR» (του Υπουργείου Γεωργίας) και η Κεντρική Στατιστική Υπηρεσία (Υπουργείο Οικονομικών). Οι πηγές δεδομένων είναι διοικητικές — ημερολόγια πλοίου, δελτία πώλησης και δηλώσεις εκφόρτωσης. Η Λετονία απαιτεί κεντρική καταγραφή και τριετή πιστοποίηση των αγοραστών ψαριών. Οι αγοραστές ψαριών οφείλουν να υποβάλλουν ηλεκτρονικά δελτία πωλήσεων (ή αντίγραφα σε χαρτί) εντός 48 ωρών από την ολοκλήρωση της πώλησης.

Λιθουανία — Η Λιθουανία αλιεύει στον Βορειοανατολικό και Βορειοδυτικό Ατλαντικό, στον Κεντρικό Ανατολικό Ατλαντικό και στον Νότιο Ειρηνικό. Το Τμήμα Αλιείας του Υπουργείου Γεωργίας είναι αρμόδιο για τη συλλογή δεδομένων και την επεξεργασία τους. Οι πρωτογενείς πηγές δεδομένων είναι τα ημερολόγια πλοίου και οι δηλώσεις εκφόρτωσης. Η Λιθουανία αναφέρει ένα ολοκληρωμένο αυτοματοποιημένο σύστημα επεξεργασίας και επικύρωσης δεδομένων αλιευμάτων και εκφορτώσεων.

Μάλτα — Η Διεύθυνση Ελέγχου Αλιείας του Υπουργείου Πόρων και Αγροτικών Υποθέσεων (MRRA) της Μάλτας είναι αρμόδια για τη συλλογή δεδομένων, τα οποία διαβιβάζονται στη Eurostat από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία (Μονάδα Στατιστικών Γεωργίας και Αλιείας). Τα μαλτέζικα σκάφη ασκούν τη δραστηριότητά τους στη Μεσόγειο (περιοχή 37, υποπεριοχή 15). Στα σκάφη μήκους άνω των 10 μέτρων εφαρμόζεται μια προσέγγιση απογραφής, χρησιμοποιώντας δεδομένα από ημερολόγια πλοίου και δελτία πώλησης.

Κάτω Χώρες — Τα ολλανδικά σκάφη δραστηριοποιούνται στον Βορειοανατολικό και Κεντρικό Ανατολικό Ατλαντικό και στον Νοτιοανατολικό Ειρηνικό (περιοχές 27, 34 και 87). Οι πηγές δεδομένων είναι διοικητικές (ημερολόγια πλοίου, δηλώσεις εκφόρτωσης, έγγραφα μεταφόρτωσης και μεταφοράς, καθώς και δελτία πώλησης). Τα δεδομένα συλλέγονται από το Υπουργείο Οικονομικών Υποθέσεων και διαβιβάζονται στη Eurostat από τη Στατιστική Υπηρεσία. Οι Κάτω Χώρες εφαρμόζουν κανόνες που διέπουν την πώληση ψαριών από εξουσιοδοτημένα καταστήματα μέσω οργανώσεων των παραγωγών. Υποβάλλονται ηλεκτρονικά δελτία πώλησης εντός 48 ωρών από την πώληση.

Πολωνία — Τα ημερολόγια πλοίου και τα δελτία πώλησης αναφέρονται ως η κύρια πηγή πληροφοριών. Η αρμοδιότητα της συλλογής και της διαβίβασης δεδομένων ανήκει στο Τμήμα Αλιείας του Υπουργείου Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης.

Πορτογαλία — Η πορτογαλική Γενική Διεύθυνση Φυσικών Πόρων, Ασφάλειας και Ναυτιλιακών Υπηρεσιών είναι αρμόδια για την υποβολή στατιστικών δεδομένων στη Eurostat. Η Πορτογαλία διαθέτει μεγάλο και πολυσχιδή εθνικό στόλο με σημαντικές διαφορές ανάμεσα στις ζώνες αλιείας. Στον στόλο κυριαρχούν τα μικρά, ανοικτά στο επάνω μέρος, ξύλινα παραδοσιακά αλιευτικά σκάφη. Οι πιο σημαντικές περιοχές είναι ο Βορειοανατολικός και Δυτικός Ατλαντικός και ο Κεντρικός Ανατολικός Ατλαντικός. Ασκείται επίσης σε σημαντικό βαθμό αλιεία με παραγάδια στον Ατλαντικό και στον Ινδικό Ωκεανό για την αλίευση του ξιφία (και επίσης του γλαυκοκαρχαρία στον Ινδικό). Οι πηγές δεδομένων προέρχονται κυρίως από ημερολόγια πλοίου, δηλώσεις εκφόρτωσης και δελτία πώλησης. Τα νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη ψάρια πρέπει να πωλούνται σε ρυθμιζόμενες αγορές και οι πληροφορίες δελτίων πώλησης γι’ αυτά είναι διεξοδικές. Για ψάρια που μεταποιούνται στη θάλασσα, οι μέσες τιμές λαμβάνονται από τις δηλώσεις εκφόρτωσης.

Ρουμανία — Η Ρουμανία δραστηριοποιείται στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Μαύρης Θάλασσας (περιοχή 37). Οι πηγές δεδομένων είναι διοικητικές — ημερολόγια πλοίου, δελτία πώλησης και δηλώσεις μεταφοράς. Τα έγγραφα συλλέγονται από περιφερειακούς επιθεωρητές του Εθνικού Οργανισμού Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας (NAFA). Ο NAFA τα ταξινομεί για να υποβάλει έκθεση στη Eurostat.

Σλοβενία — Η αρμοδιότητα για τη συλλογή και υποβολή δεδομένων ανήκει στο Υπουργείο Γεωργίας και Περιβάλλοντος, στο Ερευνητικό Κέντρο Αλιείας της Σλοβενίας και στη Στατιστική Υπηρεσία της Δημοκρατίας της Σλοβενίας. Ο σλοβενικός στόλος αλιεύει στα αλιευτικά πεδία της Βόρειας Αδριατικής (περιοχή 37). Οι πηγές δεδομένων είναι ως επί το πλείστον διοικητικές. Όλα τα σκάφη οφείλουν να συμπληρώνουν ημερολόγια πλοίου, συνεπώς η κάλυψη των εκφορτώσεων του στόλου είναι πλήρης. Οι πληροφορίες για τις τιμές καλύπτονται μέσω δελτίων πώλησης και ερωτηματολογίων έρευνας. Με τη μέθοδο αυτήν, οι πληροφορίες σχετικά με την τιμή που επιτεύχθηκε κάλυπταν τις περισσότερες συνολικές εκφορτώσεις κατά ποσότητα, με εξαίρεση τις εκφορτώσεις μικρών ποσοτήτων ψαριών (κάτω των 50 kg) που πωλούνται για προσωπική κατανάλωση και δεν χρειάζεται να καταγράφονται στα δελτία πώλησης.

Φινλανδία — Την πρωταρχική αρμοδιότητα για τη συλλογή, υποβολή και ποιότητα των δεδομένων αλιείας έχει το Φινλανδικό Ίδρυμα Ερευνών Θήρας και Αλιείας. Τα αρχεία διατηρούνται στο Υπουργείο Γεωργίας και Δασών. Τα φινλανδικά σκάφη αλιεύουν μόνο στη Βαλτική Θάλασσα. Οι πηγές δεδομένων περιλαμβάνουν μια παραλλαγή του ημερολογίου πλοίου της ΕΕ για τον στόλο μήκους άνω των 10 μέτρων. Οι πρώτες πωλήσεις ειδών με ποσόστωση υπόκεινται σε ρύθμιση, με υποχρεωτική κοινοποίηση εντός 48 ωρών από την εκφόρτωση. Οι πληροφορίες για τις πωλήσεις ειδών χωρίς ποσόστωση συμπληρώνονται με έρευνα των μεγαλύτερων εταιρειών χονδρικής πώλησης ψαριών.

Σουηδία — Η αρμοδιότητα για τη συλλογή και υποβολή δεδομένων ανήκει στον σουηδικό οργανισμό για τη διαχείριση του θαλάσσιου περιβάλλοντος και των υδάτων. Οι πηγές δεδομένων είναι διοικητικές, δηλαδή ημερολόγια πλοίου, δελτία πώλησης, δηλώσεις εκφόρτωσης και, για τον παράκτιο στόλο, μηνιαία (ή και καθημερινά) ημερολόγια. Τα ημερολόγια πλοίου για αλιευτικά σκάφη μήκους μεγαλύτερου των 12 μέτρων υποβάλλονται ηλεκτρονικά μέσω του συστήματος ERS, ενώ τα μικρότερα σκάφη χρησιμοποιούν ένα ημερήσιο ημερολόγιο πλοίου σε χαρτί. Τα δελτία πώλησης συλλέγονται κεντρικά, είτε ηλεκτρονικά είτε σε χαρτί, και οι παράκτιοι αλιείς έχουν την επιλογή να υποβάλουν τα ημερολόγια της παράκτιας αλιείας ηλεκτρονικά, μέσω ασφαλούς διαδικτυακής διεπαφής.

Ηνωμένο Βασίλειο — Τα αλιεύματα από τον Βορειοανατολικό Ατλαντικό (περιοχή 27) είναι τα πιο σημαντικά για τη συγκεκριμένη χώρα. Υπάρχει ένας ευμεγέθης στόλος παράκτιας αλιείας που επιδίδεται κυρίως στην αλιεία ειδών χωρίς ποσόστωση, αλλά του αναλογεί σημαντικό μερίδιο ορισμένων αποθεμάτων με ποσόστωση. Το Ηνωμένο Βασίλειο διατηρεί επίσης έναν μικρό στόλο ανοικτής θάλασσας που είναι νηολογημένος στο ΗΒ αλλά η βάση του βρίσκεται στο εξωτερικό, όπως και η διαχείρισή του. Αρμόδιες για τη συλλογή δεδομένων είναι οι χώρες που απαρτίζουν την επιθεώρηση αλιείας του Ηνωμένου Βασιλείου (Αγγλία, Σκοτία, Ουαλία και Βόρεια Ιρλανδία). Τα δεδομένα αυτά αντιπαραβάλλονται και διαβιβάζονται στη Eurostat από την Οργάνωση για τη Διαχείριση του Θαλάσσιου Περιβάλλοντος, μια εκτελεστική ανεξάρτητη δημόσια αρχή που ιδρύθηκε και έλαβε αρμοδιότητες δυνάμει του νόμου περί θαλάσσιας και παράκτιας πρόσβασης του 2009. Για τον στόλο μήκους άνω των 10 μέτρων παρέχονται διοικητικά δεδομένα (ημερολόγια πλοίου, δελτία πώλησης και δηλώσεις εκφόρτωσης).

Ισλανδία — Τα ισλανδικά σκάφη αλιεύουν κατά κύριο λόγο στα ύδατα του Βορειοανατολικού Ατλαντικού αλλά επίσης, σε μικρότερο βαθμό, στον Βορειοδυτικό και Νότιο Ατλαντικό. Οι μεθοδολογίες για την κατάρτιση των στατιστικών για τα αλιεύματα και τις εκφορτώσεις δεν διαφέρουν σημαντικά από εκείνες των κρατών μελών της ΕΕ. Τα δεδομένα προέρχονται από τα ημερολόγια πλοίου. Η Ισλανδία ρυθμίζει επίσης αυστηρά την πρώτη πώληση ψαριών και όλες οι εκφορτώσεις πρέπει να γίνονται σε καθορισμένα λιμάνια και να ζυγίζονται σε πιστοποιημένες ζυγαριές. Τόσο οι αγοραστές όσο και οι μεταποιητές ψαριών είναι υποχρεωμένοι να υποβάλλουν εκθέσεις. Αρμόδιες για τη διαβίβαση της συλλογής δεδομένων στη Eurostat είναι η Ισλανδική Διεύθυνση Αλιείας και η Στατιστική Υπηρεσία της Ισλανδίας. Παρόλο που οι πηγές δεδομένων είναι οι ίδιες και για τις δύο υπηρεσίες, μπορεί να παρατηρηθούν διαφορές, επειδή η διεύθυνση αλιείας παρέχει τα δεδομένα απευθείας, καθώς αυτά αντλούνται από τη βάση δεδομένων που τροφοδοτείται συνεχώς και υπόκειται σε αναθεώρηση.

Νορβηγία — Τα νορβηγικά σκάφη αλιεύουν στον Βορειοανατολικό Ατλαντικό (περιοχή 27), στον Βορειοδυτικό Ατλαντικό (περιοχή 21) και στην Ανταρκτική (περιοχές 48 και 88). Η Νορβηγική Διεύθυνση Αλιείας είναι αρμόδια για τη συλλογή δεδομένων αλιείας. Οι πηγές δεδομένων είναι διοικητικές και περιλαμβάνουν ημερολόγια αλιευμάτων, δηλώσεις εκφόρτωσης και δελτία πώλησης. Τα δεδομένα ηλεκτρονικών ημερολογίων πλοίου τα οποία υποβάλλονται καθημερινά και αποθηκεύονται στη Διεύθυνση Αλιείας περιλαμβάνουν πληροφορίες αλιευμάτων από όλα τα αλιευτικά σκάφη μήκους 15 μέτρων και άνω. Τα σκάφη μεταξύ 12 και 15 μέτρων, που αλιεύουν στην περιοχή ICES IIIa, υπέβαλαν ηλεκτρονικά ημερολόγια πλοίου από τις αρχές Ιανουαρίου 2013. Τα δεδομένα από δηλώσεις εκφόρτωσης και δελτία πώλησης συλλέγονται μέσω έξι διαφορετικών αλιευτικών οργανώσεων και αποστέλλονται ως ηλεκτρονικά έγγραφα σε τακτική βάση στη Διεύθυνση Αλιείας. Σύμφωνα με το νορβηγικό δίκαιο, οι οργανώσεις πωλήσεων των αλιέων έχουν αποκλειστικά δικαιώματα σε όλες τις πρώτες πωλήσεις που πραγματοποιούν νορβηγοί και ξένοι αλιείς. Το δελτίο πώλησης καλύπτει δεδομένα τόσο για τις εγχώριες όσο και για τις ξένες εκφορτώσεις νορβηγικών σκαφών, καθώς και για τις εκφορτώσεις ξένων σκαφών στη Νορβηγία. Όπως απαιτείται από τους νορβηγικούς κανονισμούς, κάθε δελτίο πώλησης περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τα σκάφη, τους αλιείς, τους αγοραστές, το είδος, την κατηγορία προϊόντος, την περιοχή αλίευσης, το αλιευτικό εργαλείο, την ποσότητα και την τιμή. Το δελτίο πώλησης πρέπει επίσης να περιλαμβάνει συμπληρωματικές πληροφορίες για τον τόπο εκφόρτωσης, την ημερομηνία έναρξης και λήξης της αλιευτικής εξόρμησης και την ημερομηνία εκφόρτωσης. Άλλες πληροφορίες σχετικά με τη διατήρηση και την προβλεπόμενη χρήση παρέχονται τόσο για στατιστικούς όσο και για διοικητικούς σκοπούς. Η Νορβηγία παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις εκφορτώσεις που πραγματοποιούνται από ξένους αλιείς στη Νορβηγία στο κράτος σημαίας σύμφωνα με συμφωνίες ελέγχου.

2.3. Ποιότητα των δεδομένων

Οι μεθοδολογίες για τη συλλογή αλιευτικών πληροφοριών είναι αρκετά συνεκτικές σε όλη την Ευρώπη. Η αξιοπιστία των στατιστικών εξαρτάται από τα εξής:

· την ακρίβεια των εγγράφων που παρέχονται από τον αλιευτικό κλάδο προς στις εθνικές αρχές,

· τους ελέγχους ποιότητας από τα κράτη μέλη.

Πολλά κράτη μέλη αναφέρουν ήδη τη χρήση ηλεκτρονικών μεθόδων για την εκτέλεση ελέγχων διασταύρωσης από διοικητικές πηγές. Οι διάφορες πηγές δεδομένων, όπως το σύστημα παρακολούθησης σκαφών (VMS) και οι επιθεωρήσεις επί του πλοίου και στον λιμένα, διασφαλίζουν τη συνέπεια των πληροφοριών που καταγράφονται στα ημερολόγια πλοίου, των δηλώσεων εκφόρτωσης και μεταφόρτωσης, και των δελτίων πώλησης. Αυτές οι πηγές δεδομένων αντιπροσωπεύουν μια απογραφή των απαιτούμενων πληροφοριών και δεν υπάρχει στατιστική δειγματοληψία για σκάφη μήκους ίσου ή μεγαλύτερου των 10 μέτρων. Τα κενά στην κάλυψη δεδομένων αντισταθμίζονται μέσω στατιστικών ερευνών που μπορεί να καλύπτουν όλο ή μέρος των αλιευτικών δραστηριοτήτων.

Υπάρχουν αυστηροί κανόνες που διέπουν τις προθεσμίες για την παροχή δελτίων πώλησης, ημερολογίων πλοίου και δηλώσεων εκφόρτωσης, οι οποίοι τηρούνται ως επί το πλείστον όταν οι εκφορτώσεις πραγματοποιούνται στην επικράτεια του εν λόγω κράτους μέλους. Σε ειδικές περιπτώσεις, όταν τα δεδομένα παρέχονται ηλεκτρονικά, τα δεδομένα ενημερώνονται σε ημερήσια βάση.

Τα κράτη μέλη συχνά αναφέρουν προβλήματα καθυστερήσεων στην παραλαβή δελτίων πώλησης που αφορούν εκφορτώσεις σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτες χώρες. Οι καθυστερήσεις υποβολής δεδομένων μπορούν να οδηγήσουν σε ανακολουθίες μεταξύ θεωρητικά ταυτόσημων πληροφοριών που αποστέλλονται στη Eurostat και σε άλλες υπηρεσίες της Επιτροπής (ΓΔ MARE) για σκοπούς παρακολούθησης των ποσοστώσεων. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι οι πληροφορίες επικαιροποιούνται συνεχώς από τα κράτη μέλη. Οι διαφορές στις προθεσμίες υποβολής στοιχείων συμβάλλουν επίσης στις εν λόγω στατιστικές διαφορές.

Ενώ τα κράτη μέλη προσπαθούν να έχουν συμπληρώσει τα αρχεία τους όσο το δυνατόν πιο κοντά στο τέλος του αλιευτικού έτους, οι βάσεις δεδομένων παραμένουν ανοικτές για διορθώσεις, αν και, γενικά, λίγες είναι οι σημαντικές ενημερώσεις που γίνονται έξι μήνες μετά το έτος αναφοράς.

Η εισαγωγή μηχανογραφημένων συστημάτων έχει εξαλείψει πολλά από τα προβλήματα που είχαν παρατηρηθεί στην καταγραφή των στατιστικών αλιείας. Έχει επιτευχθεί υψηλό επίπεδο αξιοπιστίας, ιδίως όσον αφορά τα είδη με ποσόστωση. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι εξακολουθεί να χρειάζεται περαιτέρω βελτίωση η συλλογή δεδομένων για εκφορτώσεις ειδών χωρίς ποσόστωση.

Τα περισσότερα κράτη μέλη συμμορφώνονται με τα πρότυπα όσον αφορά την κάλυψη, την αξιοπιστία και την έγκαιρη υποβολή των δεδομένων που απαιτούνται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1382/91 του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1991[2], και τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2104/93, της 22ας Ιουλίου 1993[3] του Συμβουλίου σχετικά με την ποσότητα και τις μέσες τιμές των αλιευτικών προϊόντων που εκφορτώνονται από την ΕΕ και τον ΕΟΧ στην επικράτειά τους. Οι πληροφορίες αυτές απαιτούνται εντός έξι μηνών από το τέλος του έτους αναφοράς.

Ορισμένα κράτη μέλη, όπως η Βουλγαρία, η Δανία, η Φινλανδία, η Ιταλία, η Μάλτα, η Πολωνία, η Σλοβενία και η Ισπανία ανέφεραν ότι, όταν λείπουν οι πληροφορίες για την τιμή, οι εν λόγω τιμές υπολογίζονται με βάση τις μέσες τιμές για το συγκεκριμένο είδος. Για να αποφευχθεί αυτή η κατάσταση στο μέλλον, η Ιρλανδία έχει τιμές προσανατολισμού για τα είδη, προκειμένου να μειώσει τα σφάλματα εισροών των αγοραστών ψαριών στο σύστημά της. Η Εσθονία έχει επιλύσει το θέμα αυτό με άμεση επικοινωνία κατά περίπτωση. Τα δελτία πώλησης του Ηνωμένου Βασιλείου συμπληρώνονται από άλλες πηγές πληροφοριών όταν είναι διαθέσιμες (δηλ. σκάφη τα οποία ασκούν δραστηριότητα καλλιέργειας οστρακοειδών υποχρεούνται να συμπληρώνουν ημερολόγια δραστηριοτήτων και να τα υποβάλλουν στις αρχές). Οι πρόσθετες αυτές πηγές χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με τα δεδομένα εκφορτώσεων για την παροχή πλήρους συνόλου πληροφοριών για τη δραστηριότητα.

Στην τελευταία αξιολόγηση της συμμόρφωσης από τη Eurostat, η Ελλάδα είχε χαρακτηριστεί «μη συμμορφούμενη». Εντούτοις, η Ελλάδα ανέφερε τώρα ότι η τρέχουσα κατάσταση θα διορθωθεί έως τις αρχές του 2014 το αργότερο. Η Γερμανία καθυστέρησε αρκετά στη διαβίβαση δεδομένων και τα δεδομένα εκφορτώσεών της δεν ήταν πλήρη. Κατά συνέπεια, ο διευθυντής των περιφερειακών και τομεακών στατιστικών έστειλε επίσημη επιστολή με την οποία ζητούσε την αποφυγή αυτών των προβλημάτων στο μέλλον.

Η Πολωνία, η Ρουμανία και η Ιρλανδία, παρότι συμμορφώνονται με τους κανονισμούς, δεν απαντούν εγκαίρως στους ελέγχους επικύρωσης που διενεργούνται στην Eurostat για την παρακολούθηση της ποιότητας των δεδομένων.

3. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Τα δεδομένα που παρέχονται στη Eurostat συλλέγονται ως επί το πλείστον σύμφωνα με διαδικασίες που θεσπίστηκαν για σκοπούς ελέγχου και επιβολής. Τα κράτη μέλη δεν αναφέρουν ιδιαίτερες διαφορές στη μεθοδολογία για τις πληροφορίες που παρέχονται στις υπηρεσίες της Επιτροπής. Η χρήση των διοικητικών δεδομένων για στατιστικούς σκοπούς εξασφαλίζει ότι το επιπλέον κόστος για τον αλιευτικό τομέα είναι μικρό.

Η εμπιστοσύνη στην ποιότητα των δεδομένων ενισχύεται περαιτέρω όταν αυτά ελέγχονται με διασταύρωση από δραστηριότητες επιτήρησης. Η αυξανόμενη χρήση ηλεκτρονικών μεθόδων συλλογής δεδομένων έχει βελτιώσει τόσο την έγκαιρη υποβολή όσο και την ακρίβεια των πληροφοριών. Σε πολλά κράτη μέλη βρίσκονται σε εξέλιξη εργασίες για την εφαρμογή συστημάτων σύμφωνα με τις μεταβαλλόμενες ευρωπαϊκές απαιτήσεις.

Στην προηγούμενη έκθεση (2010) ορισμένα κράτη μέλη ανέφεραν προβλήματα σχετικά με τη χρήση των συντελεστών μετατροπής, οι οποίοι διέφεραν από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. Το ζήτημα αυτό επιλύθηκε με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 404/2011[4] της Επιτροπής, στου οποίου τα παραρτήματα XIII, XIV και XV καθορίζονται όλοι οι συντελεστές για τη μετατροπή του βάρους αποθηκευμένων ή μεταποιημένων ψαριών σε βάρος ζωντανών ψαριών. Οι εν λόγω συντελεστές μετατροπής θα πρέπει να ισχύουν για αλιευτικά προϊόντα επί του σκάφους ή για όσα μεταφορτώνονται ή εκφορτώνονται από αλιευτικά σκάφη της ΕΕ. Για τα υπόλοιπα είδη/παρουσιάσεις που δεν καλύπτονται από τον κανονισμό, εφαρμόζονται οι εθνικοί συντελεστές μετατροπής.

Για την επίτευξη ικανοποιητικής σχέσης κόστους-αποτελεσματικότητας, λαμβάνονται υπόψη οι εξής παράγοντες:

-           ελαχιστοποίηση της επιβάρυνσης των παρόχων δεδομένων, με εναρμόνιση των μορφοτύπων και σχεδιασμό των προθεσμιών, και αύξηση της κοινοχρησίας και της διαθεσιμότητας δεδομένων,

-           συντονισμός της συλλογής δεδομένων με άλλες υπηρεσίες της Επιτροπής,

-           συντονισμός εξελίξεων των μέσων συλλογής δεδομένων, για τη διευκόλυνση των ποιοτικών ελέγχων με διασταύρωση μεταξύ διάφορων πηγών και βάσεων δεδομένων.

Τα παραπάνω θα βοηθήσουν στη βελτιστοποίηση της χρήσης όλων των διαθέσιμων διοικητικών πηγών στον αλιευτικό τομέα, ιδίως εκείνων που βασίζονται στην παρακολούθηση, στον έλεγχο και την επιτήρηση, που χρησιμοποιούνται συχνά σε όλα τα κράτη μέλη. Οι πηγές αυτές αντιπροσωπεύουν πλήρη απογραφή και δεν χρησιμοποιείται στατιστική δειγματοληψία. Πέρα από τα παραπάνω, τυχόν κενά στην κάλυψη των δεδομένων θα μπορούσαν να επιλυθούν μέσω «ad hoc» στατιστικών ερευνών, όπως τα στοιχεία για την απασχόληση.

Έχουν σημειωθεί ορισμένες δυσκολίες στη συλλογή λεπτομερών και ακριβών δεδομένων για τα παραδοσιακά σκάφη λόγω του μεγάλου αριθμού σκαφών και τόπων εκφόρτωσης. Αυτό το είδος στόλου συμμετέχει σε δραστηριότητες που διαφέρουν σημαντικά κατά εποχή. Επίσης, η έλλειψη συστήματος παρακολούθησης σκαφών (VMS) ή ημερολογίου πλοίου καθιστά πιο δύσκολο τον έλεγχο των εν λόγω εκφορτώσεων.

Η μειωμένη συχνότητα υποβολής εκθέσεων ποιότητας μειώνει τον φόρτο εργασίας για τα κράτη μέλη. Τα δεδομένα εξακολουθούν να αποτελούν πολύτιμη πηγή πληροφοριών για τη χάραξη πολιτικής και τη διαχείριση των αγορών στο πλαίσιο της ΚΑλΠ.

Τα περισσότερα από τα κράτη μέλη έχουν δημιουργήσει τα δικά τους συστήματα ελέγχων διασταύρωσης και προειδοποιήσεων, τα οποία έχουν συμβάλει στην αποφυγή σφαλμάτων στα στοιχεία που παρέχονται από διάφορες πηγές, σύμφωνα με τις νέες απαιτήσεις των κανονισμών ελέγχου. Από αυτήν την άποψη, χρειάζεται περαιτέρω συνεργασία μεταξύ της ΓΔ MARE και της Eurostat όσον αφορά την ανταλλαγή απόψεων και εμπειριών σχετικά με τις επικυρώσεις δεδομένων και τις ανταλλαγές δεδομένων για τη μείωση της διπλής υποβολής στοιχείων των κρατών μελών.

Πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι σημειώθηκε βελτίωση όσον αφορά την πληρότητα και την έγκαιρη υποβολή των ερωτηματολογίων που παράγονται σε σύγκριση με προηγούμενες εκθέσεις. Ωστόσο, η παρούσα έκθεση υποδεικνύει επίσης ότι χρειάζονται περαιτέρω βελτιώσεις για να ενισχυθεί η ποιότητα των στατιστικών δεδομένων για τις εκφορτώσεις.

Η Eurostat σχεδιάζει να επανεξετάσει την έκθεσή της όσον αφορά τα ερωτηματολόγια ποιότητας σχετικά με τις στατιστικές εκφορτώσεων, για να συλλέγει πιο ακριβείς πληροφορίες σχετικά με την ποιότητα των διοικητικών πηγών που χρησιμοποιούνται από τα κράτη μέλη. Προβλέπεται επίσης ότι θα δοθεί περισσότερη τεχνική υποστήριξη στα κράτη μέλη που τη ζητούν από τη Eurostat.

Θα πρέπει επίσης να τονιστεί ότι η Eurostat δεν έχει την αρμοδιότητα να παρακολουθεί τις εισερχόμενες πληροφορίες που απαιτούνται από την κοινή αλιευτική πολιτική. Θα εξεταστούν συγκεκριμένες δράσεις για την επίτευξη βελτιωμένων δεδομένων με σκοπό την ελαχιστοποίηση της επιβάρυνσης απόκρισης των κρατών μελών και την αποφυγή της διπλής υποβολής στοιχείων και με τελικό αποτέλεσμα τη βελτιστοποίηση της χρήσης των πόρων της Επιτροπής. Η εφαρμογή των δράσεων που αναφέρονται παραπάνω μπορεί να συμβάλει σε βελτιωμένη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας όσον αφορά τη χρήση των στατιστικών στοιχείων και ευθυγραμμίζεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009[5] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές.

[1]           ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ, της 20ής Νοεμβρίου 2009, περί θεσπίσεως κοινοτικού συστήματος ελέγχου της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, τροποποιήσεως των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 847/96, (ΕΚ) αριθ. 2371/2002, (ΕΚ) αριθ. 811/2004, (ΕΚ) αριθ. 768/2005, (ΕΚ) αριθ. 2115/2005, (ΕΚ) αριθ. 2166/2005, (ΕΚ) αριθ. 388/2006, (ΕΚ) αριθ. 509/2007, (ΕΚ) αριθ. 676/2007, (ΕΚ) αριθ. 1098/2007, (ΕΚ) αριθ. 1300/2008, (ΕΚ) αριθ. 1342/2008 και καταργήσεως των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93, (ΕΚ) αριθ. 1627/94 και (ΕΚ) αριθ. 1966/2006 (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 1)

[2]           ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 1382/1991 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ, της 21ης Μαΐου 1991, για την υποβολή στοιχείων για τις εκφορτώσεις αλιευτικών προϊόντων στα κράτη μέλη (ΕΕ L 133 της 28.5.1991)

[3]           ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 2104/93 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ, της 22ας Ιουλίου 1993, που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1382/91 για την υποβολή στοιχείων για τις εκφορτώσεις (ΕΕ L 191 της 31.07.1993)

[4]           ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 404/2011 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ, της 8ης Απριλίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου περί της θέσπισης κοινοτικού συστήματος ελέγχου για την εξασφάλιση της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής (ΕΕ L 112 της 30.4.2011)

[5]           ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 223/2009 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1101/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση στη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πληροφοριών που καλύπτονται από το στατιστικό απόρρητο, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές και της απόφασης 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου για τη σύσταση επιτροπής του στατιστικού προγράμματος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 87 της 31/3/2009)