24.3.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 93/389


P7_TA(2014)0095

Εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης τραπεζών ***I

Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Φεβρουαρίου 2014 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ενιαίων κανόνων και ενιαίας διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης τραπεζών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (COM(2013)0520 — C7-0223/2013 — 2013/0253(COD)) (1)

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 093/62)

Τροπολογία 1

TΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ (*1)

στην πρόταση της Επιτροπής


(1)  Το θέμα αναπέμφθηκε στην αρμόδια επιτροπή προς επανεξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του Κανονισμού (Α7-0478/2013).

(*1)  Τροπολογίες: το νέο κείμενο και η αντικατάσταση κειμένου σημειώνονται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες και η διαγραφή με το σύμβολο ▌.


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τη θέσπιση ενιαίων κανόνων και ενιαίας διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης τραπεζών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

TO EYΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η καλύτερα ενοποιημένη εσωτερική αγορά για τις τραπεζικές υπηρεσίες έχει ουσιαστική σημασία για την προαγωγή της οικονομικής ανάκαμψης στην Ένωση. Ωστόσο, η τρέχουσα χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση έχει δείξει ότι απειλείται η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς σε αυτόν τον τομέα και ότι υπάρχει αυξανόμενος κίνδυνος χρηματοπιστωτικού κατακερματισμού. Η ρευστότητα των διατραπεζικών αγορών έχει περιοριστεί και οι διασυνοριακές τραπεζικές δραστηριότητες μειώνονται λόγω του φόβου μετάδοσης, αλλά και λόγω της έλλειψης εμπιστοσύνης σε άλλα εθνικά τραπεζικά συστήματα και στην ικανότητα των κρατών μελών να στηρίζουν τις τράπεζες. Αυτό αποτελεί πηγή πραγματικής ανησυχίας στην εσωτερική αγορά όπου τα τραπεζικά ιδρύματα επωφελούνται από το «ευρωπαϊκό διαβατήριο» και όπου τα περισσότερα από αυτά δραστηριοποιούνται σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη.

(2)

Οι αποκλίσεις στους εθνικούς κανόνες εξυγίανσης των κρατών μελών και στις αντίστοιχες διοικητικές πρακτικές και η απουσία ενιαίας διαδικασίας λήψης αποφάσεων σε ενωσιακό επίπεδο σε ό, τι αφορά την εξυγίανση των διασυνοριακών τραπεζών, συμβάλλουν σε αυτή την έλλειψη εμπιστοσύνης και στην αστάθεια της αγοράς, εφόσον δεν εξασφαλίζουν βεβαιότητα και προβλεψιμότητα ως προς τα πιθανά αποτελέσματα μιας τραπεζικής χρεοκοπίας. Οι αποφάσεις εξυγίανσης που λαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο και δυνάμει μη εναρμονισμένων νομικών πλαισίων ενδέχεται να οδηγούν σε στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και, σε τελική ανάλυση, να υπονομεύουν την εσωτερική αγορά.

(3)

Οι διαφορετικές πρακτικές των κρατών μελών όσον αφορά τη μεταχείριση των πιστωτών των υπό εξυγίανση τραπεζών και τα μέτρα διάσωσης τραπεζών που χρεοκοπούν, έχουν ιδίως αντίκτυπο στον διαλαμβανόμενο πιστωτικό κίνδυνο, την οικονομική ευρωστία και τη φερεγγυότητα των τραπεζών τους. Αυτό υπονομεύει την εμπιστοσύνη του κοινού στον τραπεζικό τομέα και παρακωλύει την άσκηση της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στην εσωτερική αγορά διότι το χρηματοδοτικό κόστος θα ήταν χαμηλότερο αν δεν υπήρχαν τέτοιες διαφορές όσον αφορά τις πρακτικές των κρατών μελών.

(4)

Αποκλίσεις στους εθνικούς κανόνες εξυγίανσης των διαφόρων κρατών μελών και στις αντίστοιχες διοικητικές πρακτικές μπορούν να οδηγήσουν σε υψηλότερο κόστος δανεισμού για τις τράπεζες και τους πελάτες, αποκλειστικά και μόνο λόγω του τόπου εγκατάστασής τους και ανεξάρτητα από την πραγματική πιστοληπτική τους ικανότητα. Οι πελάτες των τραπεζών σε ορισμένα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν επιπλέον υψηλότερα επιτόκια δανεισμού σε σχέση με τους πελάτες των τραπεζών σε άλλα κράτη μέλη, ανεξάρτητα από την πιστοληπτική τους ικανότητα.

(4α)

Η αδυναμία ορισμένων κρατών μελών να έχουν εύρυθμους θεσμούς για θέματα εξυγίανσης τραπεζών έχει αυξήσει τη ζημιά από την τραπεζική κρίση τα τελευταία χρόνια.

(4β)

Οι εθνικές αρχές ενδέχεται να έχουν κίνητρα να διασώσουν τις τράπεζες με δημόσια κονδύλια προτού στραφούν προς διαδικασίες εξυγίανσης και, ως εκ τούτου, η θέσπιση ενός ενιαίου ευρωπαϊκού μηχανισμού εξυγίανσης (ΕΜΕ) θα είναι θεμελιώδους σημασίας για τη δημιουργία ίσων όρων ανταγωνισμού και για την εφαρμογή μιας πιο ουδέτερης προσέγγισης όσον αφορά την απόφαση κατά πόσον μια συγκεκριμένη τράπεζα πρέπει να εξυγιανθεί.

(5)

Εφόσον οι κανόνες εξυγίανσης, οι πρακτικές και οι προσεγγίσεις επιμερισμού των βαρών παραμένουν σε εθνικές ρυθμίσεις και οι χρηματοοικονομικοί πόροι που απαιτούνται για τη χρηματοδότηση της εξυγίανσης συγκεντρώνονται και δαπανώνται σε εθνικό επίπεδο, η εσωτερική αγορά θα παραμένει κατακερματισμένη. Επιπλέον, οι εθνικές εποπτικές αρχές διαθέτουν ισχυρά κίνητρα για ελαχιστοποίηση των δυνητικών επιπτώσεων της τραπεζικής κρίσης στην οικεία εθνική οικονομία, θεσπίζοντας μονομερή δράση για την οριοθέτηση των τραπεζικών πράξεων, για παράδειγμα περιορίζοντας τις ενδοομιλικές μεταβιβάσεις και τη χορήγηση δανείων ή επιβάλλοντας μεγαλύτερη ρευστότητα και κεφαλαιακές απαιτήσεις σε θυγατρικές υπό τη δικαιοδοσία τους για ενδεχομένως προβληματικές μητρικές επιχειρήσεις. Τα εθνικά ζητήματα και οι διαφορές μεταξύ χώρας καταγωγής και χώρας υποδοχής μειώνουν σημαντικά την αποτελεσματικότητα των διασυνοριακών διαδικασιών εξυγίανσης. Αυτό περιορίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες των τραπεζών, δημιουργεί κατά συνέπεια εμπόδια στην άσκηση των θεμελιωδών ελευθεριών και νοθεύει τον ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά.

(6)

Η οδηγία [BRRD] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) αποτελεί ένα αποφασιστικό βήμα προς την εναρμόνιση των εθνικών κανόνων εξυγίανσης των τραπεζών και έχει προβλέψει τη συνεργασία μεταξύ των αρχών εξυγίανσης κατά τον χειρισμό της πτώχευσης διασυνοριακών τραπεζών. Ωστόσο, η εναρμόνιση που προβλέπει η οδηγία [BRRD] δεν είναι απόλυτη και η διαδικασία λήψης αποφάσεων δεν γίνεται σε κεντρικό επίπεδο. Η οδηγία [BRRD] προβλέπει κυρίως κοινά εργαλεία και εξουσίες εξυγίανσης για τις εθνικές αρχές κάθε κράτους μέλους αλλά παρέχει κάποιο περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στις εθνικές αρχές σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των εργαλείων και τη χρήση των εθνικών χρηματοδοτικών ρυθμίσεων προς υποστήριξη της διαδικασίας εξυγίανσης. Παρά την ανάθεση ρυθμιστικών και διαμεσολαβητικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (5), η οδηγία [BRRD] δεν αποφεύγει εντελώς τη λήψη, από τα κράτη μέλη, χωριστών και πιθανόν αντιφατικών αποφάσεων όσον αφορά την εξυγίανση διασυνοριακών ομίλων οι οποίες ενδέχεται να επηρεάσουν το συνολικό κόστος της εξυγίανσης. Εξάλλου, δεδομένου ότι προβλέπει εθνικές χρηματοδοτικές ρυθμίσεις, δεν περιορίζει επαρκώς την εξάρτηση των τραπεζών από την στήριξη από εθνικούς προϋπολογισμούς και δεν εμποδίζει αποτελεσματικά τις διαφορετικές προσεγγίσεις από τα κράτη μέλη σε ό, τι αφορά τη χρήση των ρυθμίσεων χρηματοδότησης.

(7)

Η εξασφάλιση αποτελεσματικών ενιαίων αποφάσεων εξυγίανσης για τις προβληματικές τράπεζες εντός της Ένωσης, καθώς και ό, τι αφορά τη χρήση κονδυλίων που διατίθενται σε επίπεδο Ένωσης, έχει ζωτική σημασία για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς, η πτώχευση τραπεζών σε ένα κράτος μέλος μπορεί να επηρεάσει τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών σε ολόκληρη την Ένωση. Η διασφάλιση αποτελεσματικών και ομοιόμορφων κανόνων και ισότιμων όρων χρηματοδότησης της εξυγίανσης σε όλα τα κράτη μέλη είναι προς το συμφέρον όχι μόνο των κρατών μελών στα οποία λειτουργούν οι τράπεζες, αλλά και προς το συμφέρον όλων των κρατών μελών γενικά, ως μέσο διατήρησης του ανταγωνισμού και βελτίωσης της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Τα τραπεζικά συστήματα στην εσωτερική αγορά είναι σε μεγάλο βαθμό διασυνδεδεμένα, οι τραπεζικοί όμιλοι είναι διεθνείς και οι τράπεζες διαθέτουν μεγάλο ποσοστό αλλοδαπών στοιχείων ενεργητικού. Ελλείψει Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης, οι τραπεζικές κρίσεις στα κράτη μέλη που συμμετέχουν στον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (ΕΕΜ) θα έχουν ισχυρότερες αρνητικές συστημικές επιπτώσεις και στα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη. Με τη δημιουργία Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης (ΕΜΕ) θα αυξηθεί η σταθερότητα των τραπεζών των συμμετεχόντων κρατών μελών και θα αποτραπούν οι δευτερογενείς επιπτώσεις των κρίσεων στα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη και, με τον τρόπο αυτό, θα διευκολυνθεί η λειτουργία του συνόλου της εσωτερικής αγοράς. Οι μηχανισμοί συνεργασίας για ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα τόσο σε συμμετέχοντα όσο και σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη πρέπει να είναι σαφείς, και είναι σημαντικό να διασφαλίζεται ότι δεν εισάγονται διακρίσεις εις βάρος των μη συμμετεχόντων κρατών μελών.

(7α)

Προκειμένου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στον τραπεζικό κλάδο και η αξιοπιστία του, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα προβεί σε ενδελεχή εκτίμηση των ισολογισμών όλων των τραπεζών που υπόκεινται σε άμεση εποπτεία. Για τις τράπεζες στα συμμετέχοντα κράτη μέλη οι οποίες δεν υπόκεινται στην άμεση εποπτεία της ΕΚΤ, οι αρμόδιες αρχές, σε συνεργασία με την ΕΚΤ, θα πρέπει να διεξαγάγουν ισοδύναμη εκτίμηση ισολογισμών, ανάλογη προς το μέγεθος και το επιχειρηματικό μοντέλο της τράπεζας. Τούτο θα συμβάλει επίσης στην αποκατάσταση της αξιοπιστίας και θα διασφαλίσει ότι όλες οι τράπεζες θα υποστούν εξέταση.

(7β)

Προκειμένου να εξασφαλιστούν ίσοι όροι ανταγωνισμού στο σύνολο της εσωτερικής αγοράς, κάθε πλαίσιο ανάκαμψης και εξυγίανσης τραπεζών εντός της Ένωσης θα πρέπει να διέπεται από την οδηγία [BRRD] και κάθε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει της εν λόγω οδηγίας. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή και το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να ενεργούν σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εν λόγω οδηγίας και των σχετικών κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων. Η εν λόγω οδηγία θα πρέπει να διέπει τον σχεδιασμό της ανάκαμψης και της εξυγίανσης, την έγκαιρη παρέμβαση, τους όρους και τις βασικές αρχές εξυγίανσης, καθώς και τη χρήση των εργαλείων εξυγίανσης από τον ΕΜΕ. Κύριος στόχος του παρόντος κανονισμού είναι να καλύπτει τις πτυχές εκείνες που είναι απαραίτητες ώστε να διασφαλίζεται ότι ο ΕΜΕ εφαρμόζει την εν λόγω οδηγία και ότι διαθέτει την απαιτούμενη κατάλληλη χρηματοδότηση. Η Επιτροπή και το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει επίσης να υπόκεινται σε όλη την υπόλοιπη σχετική νομοθεσία της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των δεσμευτικών ρυθμιστικών και εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που αναπτύσσονται από την ΕΑΤ και εκδίδονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να υπόκειται στις κατευθυντήριες γραμμές και τις συστάσεις που έχουν εγκριθεί από την ΕΑΤ σε σχέση με την οδηγία [BRRD] σύμφωνα με το άρθρο 16 του εν λόγω κανονισμού και, κατά περίπτωση, σε τυχόν αποφάσεις της ΕΑΤ κατά τη διάρκεια της δεσμευτικής διαμεσολάβησης σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

(8)

Μετά τη σύσταση του ΕΕΜ με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 (6) του Συμβουλίου, σύμφωνα με τον οποίο οι τράπεζες των συμμετεχόντων κρατών μελών υπόκεινται σε κεντρική εποπτεία από την ΕΚΤ, υπάρχει απόκλιση μεταξύ της εποπτείας των εν λόγω τραπεζών από την Ένωση και της εθνικής μεταχείρισής τους στο πλαίσιο των διαδικασιών εξυγίανσης σύμφωνα με την οδηγία [BRRD].

(8a)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 προβλέπει τη δυνατότητα ένα εκτός ευρωζώνης κράτος μέλος με προαιρετική συμμετοχή να τερματίσει τη στενή συνεργασία του με τον ΕΕΜ. Επομένως, μπορεί να προκύψει κατάσταση όπου ένα κράτος μέλος αποφασίζει να εγκαταλείψει τον ΕΕΜ, αλλά διαθέτει στην επικράτειά του ίδρυμα που επωφελείται από χρηματοδότηση εξυγίανσης από το ταμείο του ΕΜΕ. Ο παρών κανονισμός, όταν αναθεωρηθεί, μπορεί να θεσπίσει διατάξεις για την αντιμετώπιση μιας τέτοιας κατάστασης.

(9)

Ενώ οι τράπεζες σε κράτη μέλη που παραμένουν εκτός του ΕΕΜ, επωφελούνται σε εθνικό επίπεδο εναρμονισμένων ρυθμίσεων εποπτείας, εξυγίανσης και χρηματοπιστωτικής προστασίας, οι τράπεζες σε κράτη μέλη που συμμετέχουν στον ΕΕΜ υπόκεινται σε ενωσιακές ρυθμίσεις για την εποπτεία και σε εθνικές ρυθμίσεις για την εξυγίανση και τα δίκτυα χρηματοοικονομικής προστασίας. Η προαναφερόμενη έλλειψη εναρμόνισης δημιουργεί ανταγωνιστικό μειονέκτημα για τις τράπεζες στα κράτη μέλη που συμμετέχουν στον ΕΕΜ σε σύγκριση με αυτές των άλλων κρατών μελών. Επειδή η εποπτεία και εξυγίανση γίνονται σε δύο διαφορετικά επίπεδα εντός του ΕΕΜ, η παρέμβαση και εξυγίανση των τραπεζών στα κράτη μέλη που συμμετέχουν στον ΕΕΜ δεν θα είναι τόσο ταχείες, συνεπείς και αποτελεσματικές όσο σε τράπεζες στα κράτη μέλη εκτός του ΕΕΜ. Αυτό έχει αρνητικές επιπτώσεις στο κόστος χρηματοδότησης για τις εν λόγω τράπεζες και προκαλεί ανταγωνιστικό μειονέκτημα, με αρνητικές επιπτώσεις για τα κράτη μέλη στα οποία λειτουργούν οι εν λόγω τράπεζες και για τη συνολική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Ως εκ τούτου, η θέσπιση ενός κεντρικού μηχανισμού εξυγίανσης για όλες τις τράπεζες που λειτουργούν στα κράτη μέλη που συμμετέχουν στον ΕΕΜ έχει θεμελιώδη σημασία για την εξασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού.

(10)

Η από κοινού ανάληψη αρμοδιοτήτων εξυγίανσης στο εθνικό και στο ενωσιακό επίπεδο θα πρέπει να εναρμονιστεί με την από κοινού ανάληψη αρμοδιοτήτων εποπτείας μεταξύ των εν λόγω επιπέδων. Εφόσον η εποπτεία παραμένει εθνική αρμοδιότητα σε ένα κράτος μέλος, το συγκεκριμένο κράτος μέλος παραμένει υπεύθυνο για τις οικονομικές συνέπειες της πτώχευσης μιας τράπεζας. Ο Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης θα πρέπει συνεπώς να επεκταθεί μόνο σε τράπεζες και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα εγκατεστημένα σε κράτη μέλη που συμμετέχουν στον ΕΕΜ και υπόκεινται στην εποπτεία της ΕΚΤ στο πλαίσιο του ΕΕΜ. Τράπεζες εγκατεστημένες στα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στον ΕΕΜ δεν θα πρέπει να υπόκεινται σε Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης. Εάν τα εν λόγω κράτη μέλη υπαχθούν στον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης, αυτό θα θέσπιζε εσφαλμένα κίνητρα γι’ αυτά. Οι εποπτικές αρχές σε αυτά τα κράτη μέλη μπορούν να είναι πιο επιεικείς έναντι τραπεζών υπό τη δικαιοδοσία τους, εφόσον δεν θα πρέπει να επωμιστούν τον πλήρη οικονομικό κίνδυνο της πτώχευσής τους. Ως εκ τούτου, προκειμένου να εξασφαλιστεί παραλληλισμός με τον ΕΕΜ, ο Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης θα πρέπει να εφαρμόζεται στα κράτη μέλη που συμμετέχουν στον ΕΕΜ. Όταν τα κράτη μέλη προσχωρούν στον ΕΕΜ, θα πρέπει επίσης να υπόκεινται αυτομάτως στον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης. Τελικά, ο Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης αναμένεται να επεκταθεί σε όλη την εσωτερική αγορά.

(11)

Το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης τραπεζών (εφεξής «Ταμείο») αποτελεί βασικό στοιχείο χωρίς το οποίο η σύσταση Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης δεν θα είναι σε θέση να λειτουργήσει ορθά. Διαφορετικά συστήματα εθνικής χρηματοδότησης στρεβλώνουν την εφαρμογή ενιαίων κανόνων για την εξυγίανση των τραπεζών στην εσωτερική αγορά. Εάν η χρηματοδότηση της εξυγίανσης παραμείνει σε εθνικό επίπεδο, δεν θα είναι δυνατή η διάρρηξη του δεσμού μεταξύ κρατών και τραπεζικού τομέα, και οι επενδυτές θα συνεχίσουν να υπαγορεύουν τους όρους δανεισμού ανάλογα με την έδρα των τραπεζών και όχι σύμφωνα με την πιστοληπτική τους ικανότητα. Επίσης, θα συνεχιστεί ο υφιστάμενος σημαντικός κατακερματισμός της χρηματοπιστωτικής αγοράς. Το Ταμείο αναμένεται να συμβάλει στην εξασφάλιση ενιαίας διοικητικής πρακτικής κατά τη χρηματοδότηση της εξυγίανσης και στην αποφυγή παρεμβολής εμποδίων στην άσκηση των θεμελιωδών ελευθεριών ή νόθευσης του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά λόγω διαφορετικών εθνικών πρακτικών. Το Ταμείο θα πρέπει να χρηματοδοτείται άμεσα από τις τράπεζες και οι πόροι εξυγίανσης να συγκεντρώνονται σε επίπεδο Ένωσης έτσι ώστε να μπορούν να διατίθενται αντικειμενικά σε όλα τα κράτη μέλη, αυξάνοντας έτσι τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και περιορίζοντας το σύνδεσμο μεταξύ της διαλαμβανόμενης δημοσιονομικής θέσης των επιμέρους κρατών μελών και του κόστους χρηματοδότησης των τραπεζών και των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στα εν λόγω κράτη μέλη. Για την περαιτέρω διάρρηξη του εν λόγω δεσμού, δεν θα πρέπει να επιτρέπεται οι αποφάσεις του ΕΜΕ να θίγουν άμεσα τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες των κρατών μελών.

(12)

Είναι, επομένως, απαραίτητο να ληφθούν μέτρα για τη δημιουργία Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης για όλα τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στο ενιαίο εποπτικό μηχανισμό, προκειμένου να διευκολυνθεί η σωστή και σταθερή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(13)

Η σε κεντρικό επίπεδο εφαρμογή των κανόνων εξυγίανσης των τραπεζών που παρατίθενται στην οδηγία [BRRD] από μια ενιαία ενωσιακή αρχή εξυγίανσης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο εάν οι κανόνες που διέπουν τη σύσταση και τη λειτουργία ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης εφαρμόζονται απευθείας στα κράτη μέλη για να αποφεύγονται διαφορετικές ερμηνείες στα κράτη μέλη. Προκειμένου να διασφαλιστεί η εναρμονισμένη εφαρμογή των εργαλείων εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, σε συνεργασία με την Επιτροπή, θα πρέπει να εγκρίνει εγχειρίδιο που να εκθέτει σαφείς και λεπτομερείς κατευθυντήριες γραμμές για τη χρήση των εργαλείων εξυγίανσης που ορίζονται στην οδηγία [BRRD]. Αυτό θα είναι επωφελές για το σύνολο της εσωτερικής αγοράς, διότι θα συμβάλει στην εξασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού και στη πρόληψη εμποδίων για την ελεύθερη άσκηση των θεμελιωδών ελευθεριών στα συμμετέχοντα κράτη μέλη καθώς και σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά.

(14)

Ένας Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης που αντικατοπτρίζει το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, θα πρέπει να καλύπτει όλα τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Ωστόσο, εντός του πλαισίου Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης, θα πρέπει να είναι δυνατή η άμεση εξυγίανση κάθε πιστωτικού ιδρύματος σε ένα συμμετέχον κράτος μέλος για την αποφυγή ασυμμετριών στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς σε ό, τι αφορά τη μεταχείριση προβληματικών ιδρυμάτων και πιστωτών κατά τη διάρκεια διαδικασίας εξυγίανσης. Στο βαθμό που οι μητρικές επιχειρήσεις, οι εταιρείες επενδύσεων και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα εντάσσονται στην ενοποιημένη εποπτεία που ασκεί η ΕΚΤ, θα πρέπει να περιληφθούν στο πεδίο εφαρμογής του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης. Παρά το γεγονός ότι η εποπτεία της ΕΚΤ δεν θα εξατομικεύεται για κάθε εν λόγω ίδρυμα, η ΕΚΤ θα είναι η μόνη εποπτική αρχή η οποία θα έχει παγκόσμια θεώρηση του κινδύνου στον οποίο εκτίθεται ένας όμιλος και έμμεσα, τα επιμέρους μέλη. Ο αποκλεισμός οντοτήτων που αποτελούν μέρος της ενοποιημένης εποπτείας εντός του πεδίου της ΕΚΤ, από το πεδίο εφαρμογής του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης, θα καθιστούσε αδύνατο τον σχεδιασμό της εξυγίανσης τραπεζικών ομίλων και την υιοθέτηση μιας στρατηγικής εξυγίανσης του ομίλου και θα καθιστούσε πολύ λιγότερο αποτελεσματικές τις αποφάσεις εξυγίανσης.

(15)

Εντός του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης, οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται στο καταλληλότερο επίπεδο. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, και ειδικότερα η εκτελεστική σύνοδός του, θα πρέπει να έχει εξουσιοδότηση να προετοιμάζει και να λαμβάνει όλες τις αποφάσεις σχετικά με τη διαδικασία εξυγίανσης στον μέγιστο δυνατό βαθμό, ενώ θα σέβεται παράλληλα τον ρόλο της Επιτροπής, όπως αυτός ορίζεται στη ΣΛΕΕ και πιο συγκεκριμένα στα άρθρα 114 και 107.

(15α)

Η Επιτροπή θα πρέπει, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού, να ενεργεί χωριστά από τα άλλα της καθήκοντα και σε πλαίσιο απαρέγκλιτης τήρησης των στόχων και αρχών που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό και στην οδηγία [BRRD]. Ο διαχωρισμός των καθηκόντων θα πρέπει να κατοχυρώνεται μέσω οργανωτικού διαχωρισμού.

(16)

Η ΕΚΤ, ως επόπτης εντός του ΕΕΜ, είναι το πλέον κατάλληλο όργανο για να αξιολογήσει εάν ένα πιστωτικό ίδρυμα βρίσκεται σε σημείο πτώχευσης ή πιθανής πτώχευσης, και εάν δεν υπάρχει εύλογη προοπτική, οποιαδήποτε εναλλακτική δράση του ιδιωτικού τομέα ή εποπτικά μέτρα να αποτρέψουν την πτώχευση εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης , στην εκτελεστική σύνοδό του, μετά από κοινοποίηση της ΕΚΤ και εκτίμηση των όρων εξυγίανσης, θα πρέπει να υποβάλλει σχέδιο απόφασης στην Επιτροπή προκειμένου ένα ίδρυμα να τεθεί υπό εξυγίανση . Το εν λόγω σχέδιο απόφασης θα πρέπει να περιλαμβάνει σύσταση για ένα σαφές και λεπτομερές πλαίσιο για τα εργαλεία εξυγίανσης και, κατά περίπτωση, για τη χρήση του Ταμείου . Στο πλαίσιο αυτό, το Συμβούλιο Εξυγίανσης , στην εκτελεστική του σύνοδο, θα πρέπει να αποφασίσει για καθεστώς εξυγίανσης και να δώσει εντολές στις εθνικές αρχές εξυγίανσης σχετικά με τα εργαλεία και τις εξουσίες εξυγίανσης, οι οποίες θα εκτελούνται σε εθνικό επίπεδο. Με την επιφύλαξη της αποτελεσματικότητας της διαδικασίας λήψης αποφάσεων του Συμβουλίου Εξυγίανσης, τα μέλη του θα πρέπει να επιδιώκουν τη λήψη συναινετικών αποφάσεων.

(17)

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να εξουσιοδοτείται να λαμβάνει αποφάσεις, ιδίως σε ό, τι αφορά τον σχεδιασμό της εξυγίανσης, την εκτίμηση της δυνατότητας εξυγίανσης, την άρση των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης και την προετοιμασία των δράσεων εξυγίανσης. Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης θα πρέπει να συνδράμουν το Συμβούλιο Εξυγίανσης κατά τον σχεδιασμό της εξυγίανσης και την προετοιμασία των αποφάσεων εξυγίανσης. Επιπλέον, καθώς η άσκηση εξουσιών εξυγίανσης συνεπάγεται την εφαρμογή του εθνικού δικαίου, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης πρέπει να φέρουν την ευθύνη εφαρμογής των αποφάσεων εξυγίανσης.

(18)

Έχει αποφασιστική σημασία για την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, η εφαρμογή των ιδίων κανόνων σε όλα τα μέτρα εξυγίανσης, ανεξάρτητα από το αν αυτοί θεσπίζονται από εθνικές αρχές εξυγίανσης βάσει της οδηγίας [BRRD] ή εντός του πλαισίου του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης. Η Επιτροπή θα αξιολογεί τα εν λόγω μέτρα βάσει του άρθρου 107 […] ΣΛΕΕ. Στις περιπτώσεις που η χρήση των ρυθμίσεων χρηματοδότησης της εξυγίανσης δεν συνεπάγεται κρατική ενίσχυση σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 1 […] ΣΛΕΕ, η Επιτροπή θα πρέπει, προκειμένου να εξασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού εντός της εσωτερικής αγοράς, να αξιολογεί τα μέτρα αυτά κατ’ αναλογία προς το άρθρο 107 […] ΣΛΕΕ. Εάν μια κοινοποίηση δυνάμει του άρθρου 108 της Συνθήκης δεν είναι αναγκαία δεδομένου ότι η προτεινόμενη από το Συμβούλιο Εξυγίανσης χρήση του Ταμείου δεν συνεπάγεται κρατική ενίσχυση σύμφωνα με το άρθρο 107 […] ΣΛΕΕ , όπως προβλέπεται στην εκτελεστική του σύνοδο, τότε για να διασφαλιστεί η ακεραιότητα της εσωτερικής αγοράς μεταξύ των συμμετεχόντων και των μη συμμετεχόντων κρατών μελών, η Επιτροπή, κατά την αξιολόγηση της προτεινόμενης χρήσης του Ταμείου, θα πρέπει να εφαρμόσει τους σχετικούς κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις σύμφωνα με το άρθρο 107 […] ΣΛΕΕ κατ’ αναλογία. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να αποφασίσει για το καθεστώς εξυγίανσης μόνο αφού η Επιτροπή εξασφαλίσει, κατ’ αναλογία με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, ότι η χρήση του Ταμείου ακολουθεί τους ίδιους κανόνες όπως και οι παρεμβάσεις δυνάμει των εθνικών ρυθμίσεων χρηματοδότησης.

(19)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η ταχεία και αποτελεσματική διαδικασία λήψης απόφασης για εξυγίανση, το Συμβούλιο Εξυγίανσης πρέπει να είναι ειδικός οργανισμός της Ένωσης με ειδική δομή, που να αντιστοιχεί στα ειδικά καθήκοντά του και να αποκλίνει από το πρότυπο όλων των άλλων οργανισμών της Ένωσης. Η σύνθεσή του πρέπει να εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται δεόντως υπόψη όλα τα σχετικά συμφέροντα που διακυβεύονται στις διαδικασίες εξυγίανσης. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να λειτουργεί στο πλαίσιο των εκτελεστικών συνόδων ή της ολομέλειας. Στις εκτελεστικές συνόδους απαρτίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή, τον αναπληρωτή εκτελεστικό διευθυντή και μέλη οριζόμενα από την Επιτροπή και την ΕΚΤ , τα οποία θα πρέπει να ενεργούν με ανεξάρτητο και αντικειμενικό τρόπο προς το συμφέρον της Ένωσης στο σύνολό της . Λαμβανομένων υπόψη των αποστολών του Συμβουλίου Εξυγίανσης, ο εκτελεστικός διευθυντής και ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής πρέπει να διορίζονται με κριτήριο τα προσόντα, τις ικανότητες, τις γνώσεις για τραπεζικά και χρηματοπιστωτικά θέματα, και την πείρα σχετικά με την εποπτεία και ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα . Ο εκτελεστικός διευθυντής και ο αναπληρωτής διευθυντής θα πρέπει να επιλέγονται βάσει ανοικτής διαδικασίας επιλογής, σχετικά με την οποία θα πρέπει να ενημερώνονται δεόντως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η διαδικασία επιλογής θα πρέπει να σέβεται την αρχή της ισορροπίας των φύλων. Η Επιτροπή θα πρέπει να παρέχει στην αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατάλογο προεπιλογής υποψηφίων για τις θέσεις του εκτελεστικού διευθυντή και του αναπληρωτή εκτελεστικού διευθυντή. Η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλλει πρόταση για τον διορισμό του εκτελεστικού διευθυντή και του αναπληρωτή εκτελεστικού διευθυντή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προς έγκριση. Έπειτα από την έγκριση της εν λόγω πρότασης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο θα πρέπει να εγκρίνει εκτελεστική απόφαση για τον διορισμό του εκτελεστικού διευθυντή και του αναπληρωτή εκτελεστικού διευθυντή. Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων για την εξυγίανση τράπεζας ή ομίλου οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι σε ένα συμμετέχον κράτος μέλος, η εκτελεστική σύνοδος του Συμβουλίου Εξυγίανσης πρέπει επίσης να συγκαλεί και να εμπλέκει στη διαδικασία λήψης αποφάσεων το μέλος που ορίζεται από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και που εκπροσωπεί την εθνική αρχή εξυγίανσης. Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων για τον διασυνοριακό όμιλο, τα μέλη που διορίζει το κράτος μέλος καταγωγής και όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη υποδοχής που εκπροσωπούν τις οικείες εθνικές αρχές εξυγίανσης θα πρέπει επίσης να συγκληθούν και να συμμετάσχουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της εκτελεστικής συνόδου του Συμβουλίου Εξυγίανσης . Ωστόσο, οι αρχές της χώρας καταγωγής και της χώρας υποδοχής θα πρέπει να επηρεάζουν με ισόρροπο τρόπο την απόφαση και, ως εκ τούτου, οι αρχές της χώρας υποδοχής θα πρέπει να διαθέτουν από κοινού μία μόνο ψήφο. Κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων θα πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη το σχετικό μέγεθος και η σπουδαιότητα της καλυπτόμενης από ενοποιημένη εποπτεία θυγατρικής, υποκαταστήματος ή οντότητας στην οικονομία των διάφορων κρατών μελών και στον όμιλο ως σύνολο.

(19α)

Δεδομένου ότι οι συμμετέχοντες στη διαδικασία λήψης αποφάσεων του Συμβουλίου Εξυγίανσης, στο πλαίσιο των εκτελεστικών συνόδων του, θα αλλάζουν ανάλογα με τα κράτη μέλη στα οποία δραστηριοποιείται το αντίστοιχο ίδρυμα ή όμιλος, οι μόνιμοι συμμετέχοντες –ο εκτελεστικός διευθυντής, ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής και τα μέλη που ορίζονται από την Επιτροπή και την ΕΚΤ– θα πρέπει να εξασφαλίζουν τη συνέπεια, καταλληλότητα και αναλογικότητα των αποφάσεων που λαμβάνονται στο πλαίσιο των εκτελεστικών συνόδων του Συμβουλίου Εξυγίανσης υπό τις διαφορετικές συνθέσεις τους.

(19β)

H ΕΑΤ θα πρέπει να παρευρίσκεται στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Εξυγίανσης με την ιδιότητα του παρατηρητή. Στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Εξυγίανσης θα μπορούν επίσης να προσκαλούνται, κατά περίπτωση, άλλοι παρατηρητές, όπως για παράδειγμα ένας εκπρόσωπος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ). Οι παρατηρητές θα πρέπει να υπόκεινται στις ίδιες απαιτήσεις περί επαγγελματικού απορρήτου με τα μέλη και το προσωπικό του Συμβουλίου Εξυγίανσης και με τα υπηρεσιακά στελέχη που ανταλλάσσονται με συμμετέχοντα κράτη μέλη ή στέλνονται με απόσπαση και που εκτελούν καθήκοντα εξυγίανσης.

(19γ)

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να μπορεί να συγκροτεί εσωτερικά κλιμάκια εξυγίανσης, αποτελούμενα από δικό του προσωπικό και από προσωπικό των εθνικών αρχών εξυγίανσης των συμμετεχόντων κρατών μελών· επικεφαλής των κλιμακίων αυτών θα πρέπει είναι συντονιστές οριζόμενοι μεταξύ των ανώτερων στελεχών του Συμβουλίου Εξυγίανσης, οι οποίοι θα μπορούσαν να προσκαλούνται να παρευρεθούν ως παρατηρητές στις εκτελεστικές συνόδους του Συμβουλίου Εξυγίανσης, χωρίς όμως να τους παρέχεται δικαίωμα ψήφου.

(19δ)

Η αρχή της καλόπιστης συνεργασίας μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατοχυρώνεται στις Συνθήκες, και ειδικότερα στο άρθρο 13 παράγραφος 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

(20)

Λαμβάνοντας υπόψη τις αποστολές του Συμβουλίου Εξυγίανσης και της Επιτροπής βάσει του παρόντος κανονισμού, και τους στόχους της εξυγίανσης στους οποίους περιλαμβάνεται η προστασία των δημοσίων πόρων, η λειτουργία του ΕΜΕ θα πρέπει να χρηματοδοτείται από συνεισφορές τις οποίες καταβάλλουν τα πιστωτικά ιδρύματα των συμμετεχόντων κρατών μελών. Σε καμία περίπτωση δεν θεμελιώνεται δημοσιονομική ευθύνη των κρατών μελών ή της Ένωσης για την κάλυψη των εν λόγω δαπανών.

(21)

Η Επιτροπή και το Συμβούλιο Εξυγίανσης, κατά περίπτωση, θα πρέπει να αντικαθιστούν τις εθνικές αρχές εξυγίανσης που ορίζονται δυνάμει της οδηγίας [BRRD] όσον αφορά όλες τις πτυχές που συνδέονται με τη διαδικασία λήψης αποφάσεων για εξυγίανση. Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης που έχουν ορισθεί δυνάμει της οδηγίας [BRRD] θα πρέπει να συνεχίσουν τις δραστηριότητες που συνδέονται με την εφαρμογή των καθεστώτων εξυγίανσης, τα οποία εγκρίνει το Συμβούλιο Εξυγίανσης . Προκειμένου να εξασφαλιστεί η διαφάνεια και ο δημοκρατικός έλεγχος, αλλά και να διαφυλαχθούν τα δικαιώματα των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να λογοδοτεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τις αποφάσεις που λαμβάνονται με βάση την παρούσα πρόταση. Για τους ίδιους λόγους διαφάνειας και δημοκρατικού ελέγχου, τα εθνικά κοινοβούλια πρέπει να έχουν ορισμένα δικαιώματα πληροφόρησης σχετικά με τις δραστηριότητες του Συμβουλίου Εξυγίανσης και να εγκαινιάσουν διάλογο μαζί του.

(21α)

Όλες οι αρμόδιες αρχές πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την αρχή της αναλογικότητας κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Η αρχή της αναλογικότητας συνεπάγεται, ειδικότερα, την εκτίμηση του δυνητικού αντικτύπου της πτώχευσης ενός ιδρύματος, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των δραστηριοτήτων του, τη μετοχική διάρθρωσή του, τη νομική μορφή του, το προφίλ κινδύνου του, το μέγεθός του, το νομικό καθεστώς του –για παράδειγμα, κατά πόσον του έχει χορηγηθεί απαλλαγή σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013–, τη διασύνδεσή του με άλλα ιδρύματα ή με το χρηματοπιστωτικό σύστημα εν γένει, το εύρος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του, τη συμμετοχή του σε θεσμικό σύστημα προστασίας (ΘΣΠ) που να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του άρθρου 113 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή σε άλλα συνεργατικά συστήματα αμοιβαίας αλληλεγγύης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 113 παράγραφος 6 του εν λόγω κανονισμού, και κατά πόσον ασκεί επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 2 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ .

(21 β )

Κατόπιν αιτήσεως των εθνικών κοινοβουλίων των συμμετεχόντων κρατών μελών, θα πρέπει να μπορεί να καλείται ένας εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εξυγίανσης σε ακρόαση ενώπιον των αρμόδιων επιτροπών των κοινοβουλίων αυτών, με παρουσία της αρμόδιας εθνικής αρχής.

(22)

Όταν η οδηγία [BRRD] προβλέπει τη δυνατότητα εφαρμογής απλουστευμένων υποχρεώσεων ή παραίτησης των εθνικών αρχών εξυγίανσης σε ό τι αφορά την απαίτηση εκπόνησης σχεδίων εξυγίανσης, πρέπει να προβλέπεται διαδικασία βάσει της οποίας το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα επιτρέπει την εφαρμογή των εν λόγω απλουστευμένων υποχρεώσεων.

(23)

Για τη διασφάλιση ομοιόμορφης προσέγγισης για τα ιδρύματα και τους ομίλους, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να εξουσιοδοτείται να καταρτίζει σχέδια εξυγίανσης για τέτοια ιδρύματα και ομίλους , σε συνεργασία με τις εθνικές αρχές εξυγίανσης, από τις οποίες το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να απαιτεί την εκτέλεση καθηκόντων που σχετίζονται με την κατάρτιση σχεδίων εξυγίανσης . Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να αξιολογήσει τη δυνατότητα εξυγίανσης ιδρυμάτων και ομίλων και να λάβει μέτρα με στόχο την εξάλειψη των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης, εφόσον υπάρχουν. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να ζητά από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης να εφαρμόζουν τα εν λόγω κατάλληλα μέτρα με στόχο την εξάλειψη των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης, προκειμένου να εξασφαλίζονται η συνέπεια και η δυνατότητα εξυγίανσης των οικείων ιδρυμάτων. Λόγω του ότι οι πληροφορίες που περιέχονται στα σχέδια εξυγίανσης αφορούν συγκεκριμένα ιδρύματα και είναι εμπιστευτικές, οι αποφάσεις που αφορούν την κατάρτιση, αξιολόγηση και έγκριση των σχεδίων εξυγίανσης και την εφαρμογή των κατάλληλων μέτρων θα πρέπει να λαμβάνονται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης στην εκτελεστική σύνοδό του.

(24)

Ο σχεδιασμός της εξυγίανσης αποτελεί ουσιώδες στοιχείο για την αποτελεσματική εξυγίανση. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει επομένως να έχει την εξουσία να απαιτεί αλλαγές στη δομή και την οργάνωση των ιδρυμάτων ή των ομίλων, προκειμένου να αρθούν τα πρακτικά εμπόδια στην εφαρμογή των εργαλείων εξυγίανσης και να διασφαλιστεί η δυνατότητα εξυγίανσης των σχετικών οντοτήτων. Λόγω του δυνητικού συστημικού χαρακτήρα όλων των ιδρυμάτων, είναι εξαιρετικά σημαντικό, για να διατηρηθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, οι αρχές να διαθέτουν τη δυνατότητα να εξυγιάνουν οποιοδήποτε ίδρυμα. Προκειμένου να τηρείται το δικαίωμα του επιχειρείν, που ορίζεται στο άρθρο 16 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, η διακριτική ευχέρεια του Συμβουλίου Εξυγίανσης θα πρέπει να περιορίζεται στο αναγκαίο για την απλούστευση της δομής και των λειτουργιών του ιδρύματος, με μοναδικό σκοπό τη βελτίωση της δυνατότητας εξυγίανσής του. Επιπλέον, κάθε μέτρο που επιβάλλεται για τους σκοπούς αυτούς θα πρέπει να συνάδει με το δίκαιο της Ένωσης. Τα μέτρα δεν θα πρέπει να συνεπάγονται ούτε άμεσες ούτε έμμεσες διακρίσεις λόγω εθνικότητας, και η εφαρμογή τους θα πρέπει να δικαιολογούνται για επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος με στόχο τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Για να προσδιοριστεί κατά πόσον μια δράση είναι προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, ενεργώντας προς το δημόσιο συμφέρον, θα πρέπει να είναι σε θέση να επιτυγχάνει τους στόχους για εξυγίανση, χωρίς να προσκρούει σε εμπόδια κατά την εφαρμογή των εργαλείων εξυγίανσης ή όσον αφορά τη δυνατότητα άσκησης των εξουσιών που του έχουν ανατεθεί. Εξάλλου, μια δράση δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το ελάχιστο αναγκαίο όριο για την επίτευξη των στόχων.

(24a)

Τα σχέδια εξυγίανσης θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τον αντίκτυπο στους εργαζομένους και, σύμφωνα με την οδηγία [BRRD], θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν διαδικασίες για την ενημέρωση και διαβούλευση με τους εργαζομένους ή τους εκπροσώπους τους καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας εξυγίανσης. Κατά περίπτωση, πρέπει να τηρούνται ως προς το θέμα αυτό οι συλλογικές συμβάσεις ή άλλες ρυθμίσεις που προβλέπονται από τους κοινωνικούς εταίρους. Οι πληροφορίες για τα σχέδια εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένων οιωνδήποτε επικαιροποιήσεων, θα πρέπει να γνωστοποιούνται στους εργαζομένους ή στους εκπροσώπους τους, όπως προβλέπει η οδηγία [BRRD].

(25)

Ο Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης θα πρέπει να συμμορφώνεται με τα πλαίσια της οδηγίας [BRRD] και του ΕΕΜ. Ως εκ τούτου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει έγκαιρα, σε περίπτωση επιδείνωσης της χρηματοπιστωτικής κατάστασης ή της φερεγγυότητας ενός ιδρύματος. Οι πληροφορίες που το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει ▌ από την ΕΚΤ σε αυτό το στάδιο, είναι απαραίτητες για τον καθορισμό των ενεργειών στις οποίες ενδέχεται να προβεί για την προετοιμασία της εξυγίανσης του ενδιαφερόμενου ιδρύματος.

(26)

Για να εξασφαλιστεί ανάληψη ταχείας δράσης εξυγίανσης όταν τούτο καθίσταται αναγκαίο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς, σε συνεργασία με τη σχετική αρμόδια αρχή ή την ΕΚΤ, την κατάσταση των οικείων ιδρυμάτων και τη συμμόρφωση τους με κάθε μέτρο έγκαιρης παρέμβασης που λαμβάνεται υπέρ αυτών.

(27)

Για την ελαχιστοποίηση τυχόν διαταραχής που πλήττει τη χρηματοπιστωτική αγορά και την οικονομία, η διαδικασία εξυγίανσης θα πρέπει να επιτυγχάνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα. Οι καταθέτες θα πρέπει να αποκτούν πρόσβαση στις εγγυημένες τουλάχιστον καταθέσεις όσο το δυνατόν ταχύτερα και οπωσδήποτε πριν από την απόκτηση πρόσβασης των καταθετών στις εγγυημένες καταθέσεις στο πλαίσιο κανονικών διαδικασιών αφερεγγυότητας, σύμφωνα με την οδηγία [DGS]. Η Επιτροπή θα πρέπει, σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας εξυγίανσης, να έχει πρόσβαση σε κάθε πληροφορία που θεωρεί απαραίτητη για τη λήψη τεκμηριωμένης απόφασης κατά τη διαδικασία εξυγίανσης. Εάν η Επιτροπή αποφασίσει να εγκρίνει το σχέδιο απόφασης που έχει καταρτίσει το Συμβούλιο Εξυγίανσης προκειμένου να τεθεί ένα ίδρυμα υπό εξυγίανση, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να εγκρίνει αμέσως το καθεστώς εξυγίανσης στο οποίο καθορίζονται οι λεπτομέρειες για τα εφαρμοστέα εργαλεία και εξουσίες εξυγίανσης καθώς και για τη χρήση των ρυθμίσεων χρηματοδότησης.

(28)

Η εκκαθάριση προβληματικού ιδρύματος με συνήθεις διαδικασίες αφερεγγυότητας θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, να διακόψει την παροχή βασικών υπηρεσιών και να βλάψει την προστασία των καταθετών. Σε αυτή την περίπτωση, η εφαρμογή εργαλείων εξυγίανσης είναι θέμα δημοσίου συμφέροντος. Επομένως, οι στόχοι της εξυγίανσης θα πρέπει να είναι η διασφάλιση της συνέχισης των βασικών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, η διατήρηση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η μείωση του ηθικού κινδύνου με την ελαχιστοποίηση της εξάρτησης των προβληματικών ιδρυμάτων από δημόσια χρηματοπιστωτική στήριξη και η προστασία των καταθετών.

(29)

Ωστόσο, πριν ληφθεί απόφαση για τη διατήρηση του ιδρύματος σε λειτουργία, θα πρέπει πάντοτε να εξετάζεται η περίπτωση εκκαθάρισης ενός αφερέγγυου ιδρύματος μέσω κανονικών διαδικασιών αφερεγγυότητας. Ένα αφερέγγυο ίδρυμα θα πρέπει να διατηρείται σε λειτουργία για λόγους χρηματοπιστωτικής σταθερότητας με χρήση, στο μέτρο του δυνατού, ιδιωτικών κεφαλαίων. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί είτε μέσω της πώλησης σε αγοραστή του ιδιωτικού τομέα ή της συγχώνευσής του με αυτόν, είτε κατόπιν της απομείωσης των υποχρεώσεων του ιδρύματος ή κατόπιν της μετατροπής του χρέους του σε μετοχικό κεφάλαιο, προκειμένου να γίνει ανακεφαλαιοποίηση.

(30)

Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων εξυγίανσης, η Επιτροπή και το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι μέτοχοι και οι πιστωτές αναλαμβάνουν κατάλληλο μερίδιο των ζημιών, ότι τα ανώτερα διοικητικά στελέχη αντικαθίστανται ή ότι προστίθενται και άλλα διοικητικά στελέχη , ότι το κόστος της εξυγίανσης του ιδρύματος ελαχιστοποιείται, και ότι όλοι οι πιστωτές ενός αφερέγγυου ιδρύματος που ανήκουν στην ίδια τάξη ιεράρχησης τυγχάνουν της ιδίας μεταχείρισης σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και την οδηγία [BRRD] .

(31)

Οι περιορισμοί στα δικαιώματα των μετόχων και των πιστωτών θα πρέπει να είναι σύμφωνοι με το άρθρο 52 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Επομένως, τα εργαλεία εξυγίανσης θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνο στα ιδρύματα που βρίσκονται σε σημείο πτώχευσης ή κινδυνεύουν να πτωχεύσουν, και μόνο όταν αυτό είναι αναγκαίο για την επιδίωξη του στόχου της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας υπέρ του γενικού συμφέροντος. Ειδικότερα, τα εργαλεία εξυγίανσης θα πρέπει να εφαρμόζονται όταν το ίδρυμα δεν δύναται να εκκαθαριστεί υπό συνήθεις διαδικασίες αφερεγγυότητας χωρίς να αποσταθεροποιηθεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τα δε μέτρα είναι αναγκαία προκειμένου να διασφαλιστεί η ταχεία μεταβίβαση και η συνέχεια των συστημικά σημαντικών λειτουργιών, και όταν δεν υπάρχει καμία εύλογη προοπτική για εναλλακτική λύση από τον ιδιωτικό τομέα, περιλαμβανομένης της όποιας αύξησης κεφαλαίου από τους υφιστάμενους μετόχους ή τρίτους, που να επαρκεί για την αποκατάσταση της πλήρους βιωσιμότητας του ιδρύματος.

(32)

Η παρεμβολή στα δικαιώματα ιδιοκτησίας δεν θα πρέπει να είναι δυσανάλογη. Κατά συνέπεια, οι θιγόμενοι μέτοχοι και πιστωτές δεν θα πρέπει να υφίστανται μεγαλύτερες ζημίες από εκείνες που θα είχαν υποστεί εάν το ίδρυμα είχε εκκαθαριστεί κατά τη στιγμή που ελήφθη η απόφαση για εξυγίανση. Σε περίπτωση μερικής μεταβίβασης στοιχείων του ενεργητικού ενός υπό εξυγίανση ιδρύματος, σε ιδιώτη αγοραστή ή σε μεταβατική τράπεζα, το εναπομένον μέρος του υπό εξυγίανση ιδρύματος θα πρέπει να εκκαθαρίζεται σύμφωνα με συνήθεις διαδικασίες αφερεγγυότητας. Προκειμένου να προστατευθούν οι εναπομένοντες μέτοχοι και οι πιστωτές κατά τη διαδικασία εκκαθάρισης του ιδρύματος, θα πρέπει να δικαιούνται να λάβουν, κατά την εξόφληση των απαιτήσεών τους στη διαδικασία εκκαθάρισης, όχι λιγότερα από όσα υπολογίζεται ότι θα είχαν ανακτήσει εάν ολόκληρο το ίδρυμα είχε εκκαθαριστεί υπό συνήθεις διαδικασίες αφερεγγυότητας.

(33)

Για τον σκοπό της προστασίας του δικαιώματος των μετόχων και για να εξασφαλιστεί ότι δεν λαμβάνουν λιγότερα από όσα θα ελάμβαναν σε συνήθεις διαδικασίες αφερεγγυότητας, θα πρέπει να καθορίζονται σαφείς υποχρεώσεις όσον αφορά την αποτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού και των υποχρεώσεων του ιδρύματος, θα πρέπει δε να προβλέπεται επαρκής χρόνος για την ορθή εκτίμηση της μεταχείρισης της οποίας θα είχαν τύχει εάν το ίδρυμα είχε εκκαθαριστεί υπό συνήθεις διαδικασίες αφερεγγυότητας. Θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα έναρξης της εν λόγω αποτίμησης ήδη στη φάση της έγκαιρης παρέμβασης. Πριν αναληφθεί οποιαδήποτε δράση εξυγίανσης, θα πρέπει να διενεργείται εκτίμηση της αξίας των στοιχείων του ενεργητικού και των υποχρεώσεων του ιδρύματος, καθώς και της μεταχείρισης της οποίας θα είχαν τύχει οι μέτοχοι και οι πιστωτές σε συνήθεις διαδικασίες αφερεγγυότητας.

(34)

Είναι σημαντικό να αναγνωρίζονται οι ζημίες κατά την πτώχευση του ιδρύματος. Οι βασικές αρχές για την αποτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού και των υποχρεώσεων των ιδρυμάτων που βρίσκονται σε σημείο πτώχευσης καθορίζονται στην οδηγία [BRRD] . Θα πρέπει να είναι δυνατόν, για λόγους επείγοντος χαρακτήρα, το Συμβούλιο Εξυγίανσης να προβαίνει σε ταχεία προσωρινή αποτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού ή των υποχρεώσεων ενός ιδρύματος που βρίσκεται σε σημείο πτώχευσης, η οποία θα πρέπει να ισχύει μέχρις ότου διενεργηθεί ανεξάρτητη αποτίμηση.

(35)

Για να διασφαλιστεί ότι η διαδικασία εξυγίανσης παραμένει αντικειμενική και προβλέψιμη, είναι αναγκαίο να ορισθεί η σειρά με την οποία θα πρέπει να απομειώνονται ή να μετατρέπονται οι μη διασφαλισμένες απαιτήσεις των πιστωτών κατά ενός ιδρύματος υπό εξυγίανση. Προκειμένου να περιοριστεί ο κίνδυνος να υποστούν οι πιστωτές μεγαλύτερες απώλειες απ' ότι εάν το ίδρυμα είχε εκκαθαριστεί σύμφωνα με τις συνήθεις διαδικασίες αφερεγγυότητας, η σειρά που θα καθοριστεί πρέπει να εφαρμόζεται στις συνήθεις διαδικασίες αφερεγγυότητας καθώς και στην απομείωση ή μετατροπή διαδικασίας υπό εξυγίανση. Αυτό θα διευκολύνει επίσης την τιμολόγηση του χρέους.

(35a)

Η εναρμόνιση των νόμων περί αφερεγγυότητας σε ολόκληρη την Ένωση, που θα αποτελούσε σημαντικό βήμα για την οικοδόμηση μιας πραγματικής εσωτερικής αγοράς, δεν έχει επιτευχθεί ακόμη. Ωστόσο, για τις οντότητες με έδρα σε κράτη μέλη που συμμετέχουν στον ΕΕΜ και για τις οντότητες με έδρα σε άλλα κράτη μέλη, λόγω της εναρμόνισης που θεσπίζεται με την οδηγία [BRRD], η ιεράρχηση των απαιτήσεων των πιστωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας, η οποία περιλαμβάνει προτίμηση των καταθετών, θα είναι η ίδια. Η εναρμόνιση αυτή οδηγεί στην εξάλειψη μιας σημαντικής πηγής ρυθμιστικού αρμπιτράζ. Θα πρέπει ωστόσο να υπάρξει σταδιακή μετάβαση σε ένα ενωσιακό καθεστώς για την αφερεγγυότητα.

(36)

Η Επιτροπή , βάσει σχεδίου απόφασης που καταρτίζεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, θα πρέπει να καθορίζει το πλαίσιο της δράσης εξυγίανσης που πρέπει να αναλαμβάνεται σύμφωνα με τα σχέδια εξυγίανσης των σχετικών οντοτήτων και ανάλογα με τις περιστάσεις της υπόθεσης, και πρέπει να είναι σε θέση να ορίσει προς χρήση όλα τα αναγκαία εργαλεία εξυγίανσης. Εντός αυτού του σαφούς και συγκεκριμένου πλαισίου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να αποφασίσει σχετικά με τις λεπτομέρειες του καθεστώτος εξυγίανσης. Τα σχετικά εργαλεία εξυγίανσης θα πρέπει να περιλαμβάνουν το εργαλείο πώλησης των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, το εργαλείο μεταβατικού ιδρύματος, το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα και το εργαλείο διαχωρισμού στοιχείων του ενεργητικού, όπως προβλέπει η οδηγία [BRRD]. Το πλαίσιο θα πρέπει επίσης να καθιστά δυνατή την εκτίμηση του κατά πόσον πληρούνται οι όροι για την απομείωση και μετατροπή των κεφαλαιακών μέσων.

(37)

Σύμφωνα με την οδηγία [BRRD], το εργαλείο πώλησης των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων διευκολύνει την πώληση του ιδρύματος ή μέρους των δραστηριοτήτων του σε έναν ή περισσότερους αγοραστές χωρίς τη συγκατάθεση των μετόχων.

(38)

Σύμφωνα με την οδηγία [BRRD], το εργαλείο διαχωρισμού στοιχείων του ενεργητικού θα πρέπει να δίνει τη δυνατότητα στις αρχές να μεταβιβάζουν απομειωμένα ή μη αποδοτικά στοιχεία του ενεργητικού σε έναν χωριστό φορέα. Το εργαλείο αυτό θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο σε συνδυασμό με άλλα εργαλεία, ώστε να αποφεύγεται αδικαιολόγητο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα υπέρ του ιδρύματος που πτωχεύει.

(39)

Ένα αποτελεσματικό καθεστώς εξυγίανσης θα πρέπει να ελαχιστοποιεί το κόστος της εξυγίανσης ενός ιδρύματος που πτωχεύει, το οποίο βαρύνει τους φορολογουμένους. Θα πρέπει επίσης να διασφαλίζει τη δυνατότητα εξυγίανσης ακόμη και των μεγάλων και συστημικά σημαντικών ιδρυμάτων, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα επιτυγχάνει τον εν λόγω στόχο, διασφαλίζοντας ότι οι μέτοχοι και οι πιστωτές του ιδρύματος υφίστανται τις δέουσες ζημίες και επιβαρύνονται με το ανάλογο μέρος αυτού του κόστους. Για το σκοπό αυτό, οι νόμιμες εξουσίες απομείωσης του χρέους πρέπει να περιλαμβάνονται στο πλαίσιο εξυγίανσης, ως επιπρόσθετη επιλογή σε συνδυασμό με άλλα εργαλεία εξυγίανσης, σύμφωνα με τις συστάσεις του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

(40)

Σύμφωνα με την οδηγία [BRRD], προκειμένου να διασφαλιστεί η αναγκαία ευελιξία για τον επιμερισμό των ζημιών στους πιστωτές σε ένα φάσμα περιπτώσεων, κρίνεται σκόπιμο το εν λόγω εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα εφαρμόζεται, τόσο όταν ο στόχος είναι η εξυγίανση του ιδρύματος που πτωχεύει ως λειτουργούσας επιχείρησης, εάν υπάρχει ρεαλιστική προοπτική ότι μπορεί να αποκατασταθεί η βιωσιμότητα του ιδρύματος, όσο και όταν συστημικά σημαντικές υπηρεσίες μεταβιβάζονται σε μεταβατικό ίδρυμα και το εναπομένον μέρος του ιδρύματος παύει να λειτουργεί και εκκαθαρίζεται.

(41)

Σύμφωνα με την οδηγία [BRRD], όταν εφαρμόζεται το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα με στόχο την αποκατάσταση του κεφαλαίου του προβληματικού ιδρύματος, προκειμένου να κατορθώσει να συνεχίσει να λειτουργεί ως λειτουργούσα επιχείρηση, η εξυγίανση μέσω διάσωσης με ίδια μέσα θα πρέπει πάντοτε να συνοδεύεται από αντικατάσταση της διοίκησης και επακόλουθη αναδιάρθρωση του ιδρύματος και των δραστηριοτήτων του, κατά τρόπο ώστε να αντιμετωπιστούν οι λόγοι της πτώχευσής του. Η εν λόγω αναδιάρθρωση θα πρέπει να επιτυγχάνεται μέσω της εφαρμογής ενός σχεδίου αναδιοργάνωσης της επιχείρησης.

(42)

Σύμφωνα με την οδηγία [BRRD], δεν κρίνεται σκόπιμη η εφαρμογή του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα σε απαιτήσεις στο μέτρο που είναι εξασφαλισμένες ή με άλλο τρόπο εγγυημένες. Ωστόσο, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα είναι αποτελεσματικό και επιτυγχάνει τους στόχους του, είναι επιθυμητό να μπορεί να εφαρμόζεται σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο φάσμα των μη εξασφαλισμένων υποχρεώσεων ενός προβληματικού ιδρύματος. Παρόλα ταύτα, κρίνεται σκόπιμη η εξαίρεση ορισμένων ειδών μη εξασφαλισμένων υποχρεώσεων από το πεδίο εφαρμογής του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα. Για λόγους δημόσιας πολιτικής και αποτελεσματικής εξυγίανσης, το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στις καταθέσεις που προστατεύονται από την οδηγία 94/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), σε υποχρεώσεις προς υπαλλήλους του προβληματικού ιδρύματος ούτε σε εμπορικές απαιτήσεις που αφορούν αγαθά και υπηρεσίες, αναγκαία για την καθημερινή λειτουργία του ιδρύματος.

(43)

Σύμφωνα με την οδηγία [BRRD], οι καταθέτες που έχουν καταθέσεις εγγυημένες από το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων δεν θα πρέπει να υπόκεινται στην εφαρμογή του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα. ▌ Με την άσκηση των εξουσιών διάσωσης με ίδια μέσα θα διασφαλίζεται ότι οι καταθέτες θα εξακολουθήσουν να έχουν πρόσβαση στις καταθέσεις τους ▌ .

(44)

Για να εφαρμοστεί οι επιμερισμός των βαρών από τους μετόχους και τους δευτερεύοντες πιστωτές, όπως απαιτείται βάσει των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις, ο Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης θα μπορούσε να εφαρμόσει, κατ’ αναλογία, μετά τη θέση σε εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και της οδηγίας [BRRD] , το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα.

(45)

Για να μην διαρθρώνουν τα ιδρύματα τις υποχρεώσεις τους κατά τρόπο που να εμποδίζει την αποτελεσματικότητα του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να είναι σε θέση να εξακριβώνει ότι τα ιδρύματα κατέχουν ένα συνολικό ποσό ιδίων κεφαλαίων, χρέους μειωμένης εξασφάλισης και υποχρεώσεων υψηλής εξασφάλισης υποκείμενων στο εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα, εκφρασμένο ως ποσοστό των συνολικών υποχρεώσεων του ιδρύματος, που δεν είναι αποδεκτά ως ίδια κεφάλαια για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) και της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, της 26ης Ιουνίου 2013, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9), το οποίο τα ιδρύματα πρέπει να διαθέτουν ανά πάσα στιγμή και το οποίο ορίζεται στα σχέδια εξυγίανσης .

(46)

Η καλύτερη μέθοδος της εξυγίανσης θα πρέπει να επιλέγεται ανάλογα με τις περιστάσεις της περίπτωσης και για το σκοπό αυτό, πρέπει να είναι διαθέσιμα όλα τα εργαλεία εξυγίανσης που προβλέπονται από την οδηγία [BRRD] και να εφαρμόζονται σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία .

(47)

Η οδηγία [BRRD] αναθέτει την εξουσία για απομείωση και μετατροπή των κεφαλαιακών μέσων σε εθνικές αρχές εξυγίανσης, δεδομένου ότι οι προϋποθέσεις για την απομείωση και μετατροπή των κεφαλαιακών μέσων μπορεί να συμπίπτουν με τις προϋποθέσεις εξυγίανσης και, στην περίπτωση αυτή, πρέπει να αξιολογείται κατά πόσον μόνο η απομείωση και μετατροπή των κεφαλαιακών μέσων επαρκούν για την αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής ευρωστίας της υπό εξέταση οντότητας ή αν είναι αναγκαία και η ανάληψη δράσης εξυγίανσης. Κατά κανόνα, θα χρησιμοποιηθεί στο πλαίσιο της εξυγίανσης. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης και η Επιτροπή θα πρέπει να αντικαταστήσουν τις εθνικές αρχές εξυγίανσης και σε αυτή τη λειτουργία και θα πρέπει, επομένως, να εξουσιοδοτηθούν να εκτιμήσουν κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για την απομείωση και τη μετατροπή των κεφαλαιακών μέσων και να αποφασίσουν αν θα τεθεί μια οντότητα υπό εξυγίανση, εφόσον πληρούνται και οι απαιτήσεις για εξυγίανση.

(48)

Η αποτελεσματικότητα και η ομοιομορφία της δράσης εξυγίανσης θα πρέπει να διασφαλίζεται σε όλα τα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Για τον σκοπό αυτόν, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να διαθέτει την εξουσία, ▌ όταν μια εθνική αρχή εξυγίανσης δεν έχει εφαρμόσει ή δεν έχει εφαρμόσει επαρκώς την απόφαση του Συμβουλίου Εξυγίανσης , να δίνει εντολές άμεσα στο ίδρυμα υπό εξυγίανση .

(49)

Προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα του ενιαίου μηχανισμού εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, σε όλες τις περιστάσεις. Αναλόγως με την περίπτωση, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει επίσης να συνεργάζεται με την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών, με την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου, καθώς και με τις άλλες αρχές που αποτελούν μέρος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοοικονομικής Εποπτείας. Επιπλέον, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με την ΕΚΤ και τις άλλες αρχές που εξουσιοδοτούνται να εποπτεύουν τα πιστωτικά ιδρύματα στο πλαίσιο του ΕΕΜ, ιδίως ομίλους που υπόκεινται στην ενοποιημένη εποπτεία από την ΕΚΤ. Για τη αποτελεσματική διαχείριση της διαδικασίας εξυγίανσης των προβληματικών τραπεζών, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να συνεργάζεται με τις εθνικές αρχές εξυγίανσης, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας εξυγίανσης. Ως εκ τούτου, η συνεργασία με τις τελευταίες είναι αναγκαία όχι μόνο για την εφαρμογή των αποφάσεων εξυγίανσης που λαμβάνονται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, αλλά επίσης και πριν από την έκδοση οποιασδήποτε απόφασης εξυγίανσης, κατά το στάδιο του σχεδιασμού της εξυγίανσης ή κατά τη φάση της έγκαιρης παρέμβασης. Κατά την άσκηση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με την ΕΑΤ και να λαμβάνει δεόντως υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις που εκδίδονται από αυτήν.

(49a)

Κατά την εφαρμογή εργαλείων εξυγίανσης και κατά την άσκηση εξουσιών εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι εκπρόσωποι των εργαζομένων των σχετικών οντοτήτων ενημερώνεται και, όποτε ενδείκνυται, ζητείται η γνώμη τους, όπως προβλέπεται στην οδηγία [BRRD]. Κατά περίπτωση, πρέπει να τηρούνται ως προς το θέμα αυτό συλλογικές συμβάσεις ή άλλες ρυθμίσεις που προβλέπονται από τους κοινωνικούς εταίρους.

(50)

Δεδομένου ότι το Συμβούλιο Εξυγίανσης αντικαθιστά τις εθνικές αρχές εξυγίανσης των συμμετεχόντων κρατών μελών όσον αφορά τις αποφάσεις τους για εξυγίανση, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει επίσης να αντικαθιστά τις εν λόγω αρχές για τους σκοπούς της συνεργασίας με μη συμμετέχοντα κράτη μέλη όσον αφορά τις λειτουργίες εξυγίανσης. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει, ιδίως, να αντιπροσωπεύει όλες τις αρχές από τα συμμετέχοντα μέλη στα σώματα εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένων των αρχών από τα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη.

(50a)

Η Επιτροπή και οι αρχές εξυγίανσης των μη συμμετεχόντων κρατών μελών θα πρέπει να συνάπτουν μνημόνιο συνεννόησης στο οποίο περιγράφονται οι γενικοί όροι της μεταξύ τους συνεργασίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους δυνάμει της οδηγίας [BRRD]. Τα μνημόνια συνεννόησης θα μπορούσαν, μεταξύ άλλων, να διευκρινίζουν τη διαβούλευση σχετικά με αποφάσεις της Επιτροπής και του Συμβουλίου Εξυγίανσης που επηρεάζουν θυγατρικές ή υποκαταστήματα εγκατεστημένα σε μη συμμετέχον κράτος μέλος των οποίων η μητρική επιχείρηση είναι εγκατεστημένη σε συμμετέχον κράτος μέλος. Τα μνημόνια συνεννόησης θα πρέπει να επανεξετάζονται τακτικά.

(51)

Επειδή πολλά ιδρύματα λειτουργούν όχι μόνο στο εσωτερικό της Ένωσης, αλλά και σε διεθνές επίπεδο, ένας αποτελεσματικός μηχανισμός εξυγίανσης χρειάζεται να καθορίζει τις αρχές της συνεργασίας με τις οικείες αρχές τρίτων χωρών. Η στήριξη στις αρχές τρίτων χωρών θα πρέπει να παρέχεται σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο που προβλέπεται στο άρθρο 88 της οδηγίας [BRRD]. Για τον σκοπό αυτόν, εφόσον ότι το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να είναι η ενιαία αρχή η οποία έχει την εξουσία να προβαίνει στην εξυγίανση προβληματικών τραπεζών στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να έχει αποκλειστικά την εξουσία να συνάπτει μη δεσμευτικές συμφωνίες συνεργασίας με τις εν λόγω αρχές τρίτων χωρών, εξ ονόματος των εθνικών αρχών των συμμετεχόντων κρατών μελών.

(52)

Προκειμένου να εκτελεί αποτελεσματικά τα καθήκοντά του, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να διαθέτει κατάλληλες εξουσίες έρευνας. Θα πρέπει να είναι σε θέση να απαιτεί όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, είτε απευθείας είτε μέσω των εθνικών αρχών εξυγίανσης, και να διενεργεί έρευνες και επιτόπιες επιθεωρήσεις, όπου ενδείκνυται σε συνεργασία με τις εθνικές αρμόδιες αρχές, αξιοποιώντας πλήρως όλες τις πληροφορίες που διατίθενται στην ΕΚΤ και τις αρμόδιες εθνικές αρχές . Στο πλαίσιο της εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα έχει στη διάθεσή του τη δυνατότητα επιτόπιων επιθεωρήσεων, ώστε να παρακολουθεί αποτελεσματικά την εφαρμογή από τις εθνικές αρχές και να διασφαλίζει ότι η Επιτροπή και το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνουν τις αποφάσεις τους με βάση απολύτως ακριβείς πληροφορίες.

(53)

Για να διασφαλίζεται ότι το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες, οι οικείες οντότητες και οι εργαζόμενοι σε αυτές δεν θα πρέπει να μπορούν να επικαλούνται κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου για να αποφύγουν τη γνωστοποίηση πληροφοριών στο Συμβούλιο Εξυγίανσης. Ταυτόχρονα, η γνωστοποίηση τέτοιων πληροφοριών στο Συμβούλιο Εξυγίανσης δεν θα πρέπει ποτέ να θεωρείται παραβίαση του επαγγελματικού απορρήτου.

(54)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η τήρηση των αποφάσεων που λαμβάνονται στο πλαίσιο του ενιαίου μηχανισμού εξυγίανσης, θα πρέπει να επιβάλλονται αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να δικαιούται να δίνει εντολές στις εθνικές αρχές εξυγίανσης να επιβάλουν διοικητικές κυρώσεις ή περιοδικές χρηματικές ποινές σε οντότητες , λόγω μη συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις βάσει των αποφάσεών του. Για να διασφαλιστούν συνεπείς, αποδοτικές και αποτελεσματικές πρακτικές επιβολής της τήρησης του δικαίου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να δικαιούται να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, απευθυνόμενες στις εθνικές αρχές εξυγίανσης, σχετικά με την επιβολή διοικητικών κυρώσεων και χρηματικών ποινών.

(55)

Όταν μια εθνική αρχή εξυγίανσης παραβιάζει τους κανόνες του ενιαίου μηχανισμού εξυγίανσης, διότι δεν κάνει χρήση των εξουσιών που της παρέχονται βάσει του εθνικού δικαίου προκειμένου να εφαρμόσει μια εντολή του Συμβουλίου Εξυγίανσης, το οικείο κράτος μέλος μπορεί να ευθύνεται για την αποκατάσταση κάθε ζημίας που προκαλείται σε άτομα, συμπεριλαμβανομένων, ενδεχομένως, της οντότητας ή του ομίλου υπό εξυγίανση, ή σε κάθε πιστωτή οποιουδήποτε μέρους της εν λόγω οντότητας ή ομίλου σε οποιοδήποτε κράτος μέλος, σύμφωνα με την εν λόγω νομολογία.

(56)

Θα πρέπει να θεσπιστούν ενδεδειγμένοι κανόνες που να διέπουν τον προϋπολογισμό του Συμβουλίου Εξυγίανσης, την κατάρτιση του προϋπολογισμού, τη θέσπιση εσωτερικού κανονισμού όπου να καθορίζεται η διαδικασία για την κατάρτιση και την εκτέλεση του προϋπολογισμού του, την παρακολούθηση και τον έλεγχο του προϋπολογισμού από την ολομέλεια του Συμβουλίου Εξυγίανσης, καθώς και τον εσωτερικό και εξωτερικό έλεγχο των λογαριασμών.

(56a)

Η σύνοδος ολομελείας του Συμβουλίου Εξυγίανσης θα πρέπει επίσης να εγκρίνει, να παρακολουθεί και να ελέγχει το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του και να εκδίδει γνωμοδοτήσεις και συστάσεις για το σχέδιο έκθεσης του εκτελεστικού διευθυντή, το οποίο θα πρέπει να περιέχει ένα τμήμα για τις δραστηριότητες εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένων όσων βρίσκονται υπό εξέλιξη, και ένα τμήμα για χρηματοοικονομικά και διοικητικά θέματα.

(57)

Σε ορισμένες περιστάσεις, η αποτελεσματικότητα των εργαλείων εξυγίανσης που εφαρμόζονται ενδέχεται να εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης για το ίδρυμα ή ένα μεταβατικό ίδρυμα, την παροχή εγγυήσεων σε πιθανούς αγοραστές ή την παροχή κεφαλαίου στο μεταβατικό ίδρυμα. Είναι, επομένως, σημαντικό να συσταθεί Ταμείο ώστε να αποφευχθεί η χρήση δημόσιων πόρων για τους σκοπούς αυτούς.

(58)

Είναι αναγκαίο να διασφαλίζεται ότι το Ταμείο είναι πλήρως διαθέσιμο για τους σκοπούς της εξυγίανσης προβληματικών ιδρυμάτων. Ως εκ τούτου, το Ταμείο δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται για κανέναν άλλο σκοπό, εκτός από την αποτελεσματική εφαρμογή των εργαλείων και των εξουσιών εξυγίανσης. Εξάλλου, θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο σύμφωνα με τους ισχύοντες στόχους και αρχές της εξυγίανσης, τηρώντας απαρέγκλιτα τις διατάξεις που θεσπίζονται στην οδηγία [BRRD] . Συνεπώς, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να διασφαλίζει ότι οι όποιες ζημίες, δαπάνες ή άλλα έξοδα τα οποία συνεπάγεται η χρήση των εργαλείων εξυγίανσης αναλαμβάνονται κατά πρώτον από τους μετόχους και τους πιστωτές του ιδρύματος υπό εξυγίανση. Μόνον εάν εξαντληθούν οι πόροι των μετόχων και των πιστωτών, θα πρέπει να αναλαμβάνονται από το Ταμείο οι ζημίες, οι δαπάνες ή άλλα έξοδα τα οποία συνεπάγεται η χρήση των εργαλείων εξυγίανσης.

(59)

Κατά κανόνα, οι συνεισφορές θα πρέπει να εισπράττονται από τον χρηματοπιστωτικό κλάδο πριν και ανεξάρτητα από κάθε πράξη εξυγίανσης. Όταν η προγενέστερη χρηματοδότηση δεν επαρκεί για να καλύψει τις ζημίες ή τις δαπάνες τις οποίες συνεπάγεται η χρήση του Ταμείου, θα πρέπει να συγκεντρώνονται πρόσθετες συνεισφορές για την ανάληψη της επιπλέον δαπάνης ή ζημίας. Επιπλέον, το Ταμείο θα πρέπει να είναι σε θέση να συνάπτει δάνεια ή να λαμβάνει άλλες μορφές στήριξης από χρηματοδοτικά ιδρύματα ή άλλα τρίτα μέρη, σε περίπτωση που οι διαθέσιμοι πόροι του δεν επαρκούν για την κάλυψη των ζημιών, των δαπανών και των άλλων εξόδων τα οποία συνεπάγεται η χρήση του Ταμείου και δεν υπάρχει αμέσως πρόσβαση στις έκτακτες εκ των υστέρων συνεισφορές.

(59a)

Σε περίπτωση που στα συμμετέχοντα κράτη μέλη έχουν ήδη επιβληθεί στις τράπεζες εισφορές, φόροι ή συνεισφορές εξυγίανσης ως απάντηση στην κρίση, θα πρέπει να αντικατασταθούν από συνεισφορές στο Ταμείο προκειμένου να αποφευχθούν οι διπλές πληρωμές.

(60)

Προκειμένου να επιτευχθεί η κρίσιμη μάζα και να αποφευχθούν φιλοκυκλικές επιπτώσεις, οι οποίες θα προέκυπταν εάν το Ταμείο ήταν υποχρεωμένο να βασίζεται μόνον στις εκ των υστέρων συνεισφορές σε περίπτωση συστημικής κρίσης, τα εκ των προτέρων διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα του Ταμείου είναι απαραίτητο να ανέρχονται σε ένα ορισμένο επίπεδο-στόχο.

(60a)

Το επίπεδο-στόχος του Ταμείου θα πρέπει να καθοριστεί ως ποσοστό του ποσού των καλυπτόμενων καταθέσεων όλων των πιστωτικών ιδρυμάτων με άδεια λειτουργίας στα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Εντούτοις, επειδή το ποσό των συνολικών υποχρεώσεων αυτών των ιδρυμάτων θα ήταν, σε σχέση με την αποστολή του Ταμείου, καταλληλότερο σημείο αναφοράς, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει κατά πόσον χρειάζεται να καθοριστεί μελλοντικά ένα ποσό αναφοράς που να σχετίζεται με τις συνολικές υποχρεώσεις, με διατήρηση των ίσων όρων ανταγωνισμού σύμφωνα με την οδηγία [BRRD].

(61)

Θα πρέπει να καθοριστεί κατάλληλο χρονοδιάγραμμα προκειμένου να επιτευχθεί το επίπεδο-στόχος της χρηματοδότησης του Ταμείου. Ωστόσο, θα πρέπει να παρέχεται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης η δυνατότητα να τροποποιεί την περίοδο συνεισφορών, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι σημαντικές εκταμιεύσεις που πραγματοποιήθηκαν από το Ταμείο.

(61a)

Με σκοπό τη διάρρηξη του δεσμού μεταξύ κρατών και τραπεζών και την εξασφάλιση της απόδοσης και της αξιοπιστίας του ΕΜΕ, ιδίως όσο το Ταμείο δεν θα διαθέτει όλους τους προβλεπόμενους χρηματοδοτικούς πόρους, είναι απαραίτητη η δημιουργία μιας ευρωπαϊκής δημόσιας δανειακής διευκόλυνσης εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού. Κάθε δάνειο από αυτή τη δανειακή διευκόλυνση θα πρέπει να αποπληρώνεται από το Ταμείο εντός συμφωνηθέντος χρονικού πλαισίου. Η εν λόγω δανειακή διευκόλυνση θα εξασφάλιζε την άμεση διαθεσιμότητα επαρκών χρηματοδοτικών μέσων για τους σκοπούς που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

(62)

Σε περίπτωση που τα συμμετέχοντα κράτη μέλη έχουν ήδη καθιερώσει εθνικές ρυθμίσεις χρηματοδότησης της εξυγίανσης, θα πρέπει να είναι σε θέση να προβλέπουν ότι οι εθνικές ρυθμίσεις χρηματοδότησης της εξυγίανσης χρησιμοποιούν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά τους μέσα, τα οποία έχουν συγκεντρωθεί κατά το παρελθόν από ιδρύματα μέσω συνεισφορών εκ των προτέρων, για την παροχή αντιστάθμισης στα ιδρύματα για τις εκ των προτέρων συνεισφορές που θα πρέπει να καταβάλουν τα εν λόγω ιδρύματα στο Ταμείο. Η εν λόγω επιστροφή θα πρέπει να πραγματοποιείται με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών βάσει της οδηγίας 94/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10).

(63)

Προκειμένου να διασφαλίζεται ο δίκαιος υπολογισμός των συνεισφορών και να παρέχονται κίνητρα λειτουργίας με μοντέλο που ενέχει λιγότερους κινδύνους, για τις συνεισφορές στο Ταμείο, οι οποίες θα καθορίζονται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης σύμφωνα με την οδηγία [BRRD] και τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται δυνάμει αυτής, ύστερα από διαβούλευση με την αρμόδια αρχή, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο βαθμός κινδύνου στον οποίο εκτίθενται τα πιστωτικά ιδρύματα.

 

(65)

Για να προστατευθεί η αξία των ποσών τα οποία κατέχει το Ταμείο, τα ποσά αυτά θα πρέπει να επενδύονται σε επαρκώς ασφαλή, διαφοροποιημένα και ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία.

(66)

Η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ, προκειμένου να καθορίζει τον τύπο των συνεισφορών στο Ταμείο και τους λόγους για τους οποίους οφείλονται, τον τρόπο με τον οποίο υπολογίζεται το ποσό των συνεισφορών, τον τρόπο με τον οποίο καταβάλλονται· να εξειδικεύει τους κανόνες καταχώρισης, λογιστικής, υποβολής εκθέσεων και λοιπούς κανόνες που είναι αναγκαίοι για να εξασφαλιστεί ότι οι συνεισφορές καταβάλλονται πλήρως και έγκαιρα· να καθορίζει το σύστημα συνεισφορών για τα ιδρύματα τα οποία έχουν λάβει άδεια λειτουργίας μετά τη στιγμή που το Ταμείο έχει φθάσει στο επίπεδο στόχου· να καθορίζει τα κριτήρια για την χρονική κατανομή των συνεισφορών· να καθορίζει τις περιστάσεις υπό τις οποίες η καταβολή των συνεισφορών είναι δυνατόν να επισπευσθεί· να καθορίζει τα κριτήρια για τον καθορισμό του ποσού των ετήσιων συνεισφορών· να καθορίζει τα μέτρα για τη διευκρίνιση των περιστάσεων και προϋποθέσεων, υπό τις οποίες ένα ίδρυμα μπορεί να απαλλαγεί, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, από τις εκ των υστέρων συνεισφορές, καθώς και τα μέτρα για τη διευκρίνιση των περιστάσεων και προϋποθέσεων, υπό τις οποίες ένα ίδρυμα μπορεί να απαλλαγεί, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, από τις εκ των υστέρων συνεισφορές.

(67)

Για να διαφυλαχθεί ο απόρρητος χαρακτήρας των εργασιών του Συμβουλίου Εξυγίανσης, τα μέλη του, το προσωπικό του Συμβουλίου Εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού που ανταλλάσσεται με τα συμμετέχοντα κράτη μέλη ή είναι αποσπασμένο από αυτά με σκοπό την εκτέλεση καθηκόντων εξυγίανσης, θα πρέπει να υπόκεινται σε απαιτήσεις τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου, ακόμη και μετά την παύση των καθηκόντων τους. Οι εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει να ισχύουν και για άλλα πρόσωπα εξουσιοδοτημένα από το Συμβούλιο Εξυγίανσης και πρόσωπα εξουσιοδοτημένα ή διορισμένα από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης των κρατών μελών για τη διενέργεια επιτόπιων επιθεωρήσεων, καθώς και για παρατηρητές που προσκαλούνται να παρίστανται στις συνεδριάσεις της συνόδου ολομελείας και των εκτελεστικών συνόδων του Συμβουλίου Εξυγίανσης. Για τον σκοπό της διεκπεραίωσης των καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να είναι εξουσιοδοτημένο, υπό όρους, να ανταλλάσσει πληροφορίες με αρχές και οργανισμούς των κρατών μελών ή της Ένωσης.

(68)

Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκπροσωπείται στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοοικονομικής Εποπτείας, θα πρέπει να τροποποιηθεί ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, προκειμένου να συμπεριληφθεί το Συμβούλιο Εξυγίανσης στην έννοια των αρμοδίων αρχών που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό. Η εξομοίωση αυτή μεταξύ του Συμβουλίου Εξυγίανσης και των αρμοδίων αρχών, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, είναι συνεπής με τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΑΤ, σύμφωνα με το άρθρο 25 του εν λόγω κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, να συμβάλλει και να συμμετέχει ενεργά στην κατάρτιση και τον συντονισμό των σχεδίων ανάκαμψης και εξυγίανσης, καθώς και να συντελεί στη διευκόλυνση της εξυγίανσης προβληματικών ιδρυμάτων, και ιδίως διασυνοριακών ομίλων.

(69)

Έως ότου καταστεί πλήρως λειτουργικό το Συμβούλιο Εξυγίανσης, η Επιτροπή θα πρέπει να είναι υπεύθυνη για την αρχική λειτουργία, συμπεριλαμβανομένης της συγκέντρωσης των αναγκαίων συνεισφορών για την κάλυψη των διοικητικών δαπανών, και του διορισμού προσωρινού εκτελεστικού διευθυντή, ο οποίος θα είναι επιφορτισμένος με το καθήκον να εγκρίνει όλες τις αναγκαίες πληρωμές για λογαριασμό του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

(70)

Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και κυρίως το δικαίωμα ιδιοκτησίας, το δικαίωμα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, την επιχειρηματική ελευθερία, το δικαίωμα των εργαζομένων στην ενημέρωση και τη διαβούλευση στο πλαίσιο της επιχείρησης, το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου, και πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με τα εν λόγω δικαιώματα και αρχές.

(71)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η συγκρότηση αποτελεσματικού και αποδοτικού ενιαίου ευρωπαϊκού πλαισίου για την εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων, και η διασφάλιση της συνεπούς εφαρμογής των κανόνων εξυγίανσης, είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύνανται, συνεπώς, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των συγκεκριμένων στόχων,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΜΕΡΟΣ Ι

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει ενιαίους κανόνες και ενιαία διαδικασία για την εξυγίανση των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2, οι οποίες είναι εγκατεστημένες στα συμμετέχοντα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 4.

Αυτοί οι ενιαίοι κανόνες και διαδικασία εφαρμόζονται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, όπως συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 38, από κοινού με την Επιτροπή και τις αρχές εξυγίανσης των συμμετεχόντων κρατών μελών, στο πλαίσιο ενιαίου μηχανισμού εξυγίανσης που καθιερώνεται με τον παρόντα κανονισμό. Ο ενιαίος μηχανισμός εξυγίανσης στηρίζεται από ενιαίο ταμείο εξυγίανσης τραπεζών (εφεξής «το Ταμείο»).

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις ακόλουθες οντότητες:

α)

πιστωτικά ιδρύματα εγκατεστημένα σε συμμετέχοντα κράτη μέλη·

β)

μητρικές επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε ένα από τα συμμετέχοντα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοδοτικών εταιρειών συμμετοχών και των μικτών χρηματοοικονομικών εταιρειών συμμετοχών, εφόσον υπόκεινται σε ενοποιημένη εποπτεία που διενεργείται από την ΕΚΤ, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο θ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013·

γ)

εταιρείες επενδύσεων και χρηματοδοτικά ιδρύματα εγκατεστημένες/α σε συμμετέχοντα κράτη μέλη, εφόσον καλύπτονται από την ενοποιημένη εποπτεία της μητρικής επιχείρησης που διενεργείται από την ΕΚΤ, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο θ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ορισμοί που προβλέπονται στο άρθρο 2 της οδηγίας [BRRD] και στο άρθρο 3 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ. Επιπλέον, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

(1)

«εθνική αρμόδια αρχή»: κάθε εθνική αρμόδια αρχή όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 2) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013·

(1α)

«αρμόδια αρχή»: η αρμόδια αρχή όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 40 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας όσον αφορά τα καθήκοντα εποπτείας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013·

(2)

«εθνική αρχή εξυγίανσης»: η αρχή που ορίζεται από κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας [BRRD

(3)

«δράση εξυγίανσης»: η εφαρμογή ενός εργαλείου εξυγίανσης σε ένα ίδρυμα ή μια οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2 ή η άσκηση μίας ή περισσότερων εξουσιών εξυγίανσης σε σχέση με το ίδρυμα ή την οντότητα·

(3α)

«Συμβούλιο Εξυγίανσης»: το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 38 του παρόντος κανονισμού·

(4)

«καλυπτόμενες καταθέσεις»: οι καταθέσεις που είναι εγγυημένες από συστήματα εγγύησης των καταθέσεων βάσει της εθνικής νομοθεσίας, σύμφωνα με την οδηγία 94/19/ΕΚ, και μέχρι το επίπεδο κάλυψης που προβλέπεται στο άρθρο 7 της εν λόγω οδηγίας 94/19/ΕΚ·

(5)

«επιλέξιμες καταθέσεις»: καταθέσεις που ανταποκρίνονται στον ορισμό του άρθρου 1 της οδηγίας 94/19/ΕΚ οι οποίες δεν εξαιρούνται από την προστασία σύμφωνα με το άρθρο 2 της εν λόγω οδηγίας, ανεξάρτητα από το ύψος τους·

 

(11)

«ίδρυμα υπό εξυγίανση»: οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2 για την οποία αναλαμβάνεται δράση εξυγίανσης·

(12)

«ίδρυμα»: πιστωτικό ίδρυμα ή επιχείρηση επενδύσεων που καλύπτεται από ενοποιημένη εποπτεία, σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο γ)·

(13)

«όμιλος»: μητρική επιχείρηση και οι θυγατρικές της, που είναι οντότητες κατά την έννοια του άρθρου 2·

 

(19)

«διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα»: τα μετρητά, οι καταθέσεις, τα περιουσιακά στοιχεία και οι ανέκκλητες δεσμεύσεις πληρωμών που διατίθενται στο Ταμείο για τους σκοπούς που απαριθμούνται στο άρθρο 74·

(20)

«επίπεδο-στόχος της χρηματοδότησης»: το ύψος των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων που πρέπει να επιτευχθεί δυνάμει του άρθρου 68.

Άρθρο 4

Συμμετέχοντα κράτη μέλη

Συμμετέχον κράτος μέλος είναι ένα κράτος μέλος με νόμισμα το ευρώ ή ένα κράτος μέλος του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ, το οποίο έχει καθιερώσει στενή συνεργασία σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

Άρθρο 5

Σχέση με την οδηγία [για την ανάκαμψη και εξυγίανση των τραπεζών (BRRD)] και το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο

-1.     Με την επιφύλαξη του παρόντος κανονισμού, η άσκηση από την Επιτροπή και το Συμβούλιο Εξυγίανσης καθηκόντων ή εξουσιών που τους ανατίθενται δυνάμει του παρόντος κανονισμού διέπονται από την οδηγία [BRRD] καθώς και κάθε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει της εν λόγω οδηγίας.

1.   Όταν, δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή ή το Συμβούλιο Εξυγίανσης ασκούν καθήκοντα ή εξουσίες, που, σύμφωνα με την οδηγία [BRRD] πρέπει να ασκούνται από την εθνική αρχή εξυγίανσης ενός συμμετέχοντος κράτους μέλους, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, για τους σκοπούς εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και της οδηγίας [BRRD], θεωρείται ως η οικεία εθνική αρχή εξυγίανσης ή, σε περίπτωση εξυγίανσης διασυνοριακού ομίλου, ως η οικεία αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου.

1α.     Όταν το Συμβούλιο Εξυγίανσης ασκεί τις εξουσίες που του ανατίθενται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, υπόκειται σε δεσμευτικά ρυθμιστικά και εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναπτύσσονται από την ΕΑΤ και εκδίδονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, σε τυχόν κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις που έχουν εκδοθεί από την ΕΑΤ σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και σε αποφάσεις της ΕΑΤ σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 βάσει των σχετικών διατάξεων της οδηγίας [BRRD].

2.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, όταν ενεργεί ως εθνική αρχή εξυγίανσης, ενεργεί, αναλόγως με την περίπτωση, βάσει εξουσιοδότησης από την Επιτροπή.

3.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης του συμμετέχοντος κράτους μέλους ενεργούν βάσει των σχετικών διατάξεων του εθνικού δικαίου, όπως έχουν εναρμονιστεί με την οδηγία [BRRD], και σύμφωνα με αυτές.

Άρθρο 6

Γενικές αρχές

1.   Καμία ενέργεια, πρόταση ή πολιτική του Συμβουλίου Εξυγίανσης, της Επιτροπής ή μιας εθνικής αρχής εξυγίανσης δεν εισάγει διακρίσεις εις βάρος των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2, των κατόχων καταθέσεων, των επενδυτών ή άλλων πιστωτών εγκατεστημένων στην Ένωση, βάσει της εθνικότητας ή του τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητάς τους.

1α.     Κάθε δράση, πρόταση ή πολιτική του Συμβουλίου Εξυγίανσης, της Επιτροπής ή μιας εθνικής αρχής εξυγίανσης στο πλαίσιο του ΕΜΕ αναλαμβάνεται με σκοπό την προώθηση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος εντός της Ένωσης και εντός κάθε συμμετέχοντος κράτους μέλους, με πλήρη συνεκτίμηση της ενότητας και ακεραιότητας της εσωτερικής αγοράς και με καθήκον μέριμνας για την εξασφάλισή της.

2.   Όταν η Επιτροπή και το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνουν αποφάσεις ή προβαίνουν σε ενέργειες οι οποίες ενδέχεται να έχουν επιπτώσεις σε περισσότερα από ένα ▌ κράτη μέλη, και ιδίως όταν λαμβάνουν αποφάσεις που αφορούν ομίλους εγκατεστημένους σε δύο ή περισσότερα συμμετέχοντα κράτη μέλη, λαμβάνουν δεόντως υπόψη όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τα συμφέροντα των ▌ κρατών μελών στα οποία δραστηριοποιείται ένας όμιλος, και ιδίως τις επιπτώσεις οποιασδήποτε απόφασης ή ενέργειας ή παράλειψης στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, στην οικονομία, στο σύστημα εγγύησης των καταθέσεων ή στο σύστημα αποζημίωσης των επενδυτών οποιουδήποτε από τα εν λόγω κράτη μέλη·

β)

τον στόχο να εξισορροπούνται τα συμφέροντα των διαφόρων εμπλεκομένων κρατών μελών και να αποφευχθεί αθέμιτη βλάβη ή αθέμιτη προστασία των συμφερόντων ενός ▌ κράτους μέλους·

γ)

την ανάγκη να αποφευχθούν αρνητικές επιπτώσεις σε άλλα μέρη του ομίλου, του οποίου είναι μέλος μια οντότητα αναφερόμενη στο άρθρο 2 η οποία αποτελεί αντικείμενο εξυγίανσης·

γα)

κατά το δυνατόν, το συμφέρον που έχει ο όμιλος να εξακολουθήσει τη διασυνοριακή δραστηριότητά του·

δ)

την ανάγκη να αποφευχθεί δυσανάλογη αύξηση του κόστους που επιβάλλεται στους πιστωτές των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2, σε βαθμό ώστε να είναι μεγαλύτερο από εκείνο που θα είχαν υποστεί εάν οι οντότητες είχαν εκκαθαριστεί μέσω κανονικών διαδικασιών αφερεγγυότητας·

ε)

τις αποφάσεις που θα πρέπει να ληφθούν βάσει του άρθρου 107 της ΣΛΕΕ και οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 10.

3.   Η Επιτροπή και το Συμβούλιο Εξυγίανσης εξισορροπούν τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2 με τους στόχους της εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 12, αναλόγως με τη φύση και τις περιστάσεις της κάθε περίπτωσης.

4.    Οι αποφάσεις ή ενέργειες του Συμβουλίου Εξυγίανσης ή της Επιτροπής δεν επιβάλλουν στα κράτη μέλη να παράσχουν έκτακτη δημόσια χρηματοπιστωτική στήριξη ούτε θίγουν άμεσα τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες των κρατών μελών .

4α.     Κατά τη λήψη αποφάσεων ή την ανάληψη δράσεων, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εξασφαλίζει ότι οι εκπρόσωποι των εργαζομένων των εμπλεκόμενων οντοτήτων ενημερώνονται και, κατά περίπτωση, ζητείται η γνώμη τους.

4β.     Οι δράσεις, οι προτάσεις και οι πολιτικές που αναλαμβάνει η Επιτροπή, το Συμβούλιο Εξυγίανσης και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης δυνάμει του παρόντος κανονισμού συμμορφώνονται με την αρχή της μη εισαγωγής διακρίσεων όσον αφορά οιοδήποτε κράτος μέλος ή ομάδα κρατών μελών.

4γ.     Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή ενεργεί ανεξάρτητα, χωριστά από τα άλλα της καθήκοντα και σε πλαίσιο απαρέγκλιτης τήρησης των στόχων και αρχών που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό και στην οδηγία [BRRD]. Ο διαχωρισμός των καθηκόντων πρέπει να κατοχυρώνεται μέσω των κατάλληλων οργανωτικών προσαρμογών.

ΜΕΡΟΣ II

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΙΤΛΟΣ I

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ

Kεφάλαιο 1

Σχεδιασμός της εξυγίανσης

Άρθρο 7

Σχέδια εξυγίανσης

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης καταρτίζει , μαζί με τις εθνικές αρχές εξυγίανσης, και εγκρίνει σχέδια εξυγίανσης για τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 και για τους ομίλους.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης διαβιβάζουν στο Συμβούλιο Εξυγίανσης όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την κατάρτιση και την εφαρμογή των σχεδίων εξυγίανσης, όπως τις έχουν λάβει σύμφωνα με το άρθρο 10 και το άρθρο 12 παράγραφος 1 της οδηγίας [BRRD], υπό την επιφύλαξη του κεφαλαίου 5 του παρόντος τίτλου.

2α.     Το σχέδιο εξυγίανσης για κάθε οντότητα και τα σχέδια εξυγίανσης ομίλου καταρτίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 9 έως 12 της οδηγίας [BRRD].

7.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης καταρτίζει τα σχέδια εξυγίανσης σε συνεργασία με την εποπτική αρχή ή την αρχή ενοποιημένης εποπτείας και με τις εθνικές αρχές εξυγίανσης των συμμετεχόντων κρατών μελών στα οποία είναι εγκατεστημένες οι οντότητες. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης συνεργάζεται με τις αρχές εξυγίανσης σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη εφόσον υπάρχουν οντότητες στα εν λόγω κράτη μέλη οι οποίες υπάγονται στην ενοποιημένη εποπτεία.

8.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να απαιτήσει από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης να καταρτίσουν προσχέδια εξυγίανσης και από την αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου να καταρτίσει προσχέδιο εξυγίανσης ομίλου , προς επανεξέταση και έγκρισή τους από το Συμβούλιο Εξυγίανσης . Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να απαιτεί από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης την εκτέλεση άλλων καθηκόντων που σχετίζονται με την κατάρτιση σχεδίων εξυγίανσης.

9.   Τα σχέδια εξυγίανσης επανεξετάζονται και επικαιροποιούνται, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 12 της οδηγίας [BRRD] .

9α.     Οι αποφάσεις σχετικά με την κατάρτιση, την αξιολόγηση και την έγκριση των σχεδίων εξυγίανσης και την εφαρμογή κατάλληλων μέτρων λαμβάνονται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης κατά την εκτελεστική σύνοδό του.

Άρθρο 8

Εκτίμηση της δυνατότητας εξυγίανσης

1.   Όταν καταρτίζει σχέδια εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 7, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές , συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, και τις αρχές εξυγίανσης των μη συμμετεχόντων κρατών μελών στα οποία είναι εγκατεστημένες θυγατρικές ή στα οποία είναι εγκατεστημένα σημαντικά υποκαταστήματα, εφόσον αυτό έχει σημασία για το σημαντικό υποκατάστημα όπως ορίζεται στα άρθρα 13 και 13α της οδηγίας [BRRD] , προβαίνει σε αξιολόγηση του βαθμού στον οποίο τα ιδρύματα και οι όμιλοι είναι δυνατόν να εξυγιανθούν σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 13 και 13α της οδηγίας [BRRD] .

2.   ▐ Μια οντότητα θεωρείται ότι είναι δυνατόν να εξυγιανθεί στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 13 της οδηγίας [BRRD] .

3.   ▐ Ένας όμιλος θεωρείται ότι είναι δυνατόν να εξυγιανθεί στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 13α της οδηγίας [BRRD] .

4.   Για τον σκοπό της αξιολόγησης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εξετάζει, τουλάχιστον, τα θέματα που εξειδικεύονται στο τμήμα Γ του παραρτήματος της οδηγίας [BRRD].

5.   Εάν, σύμφωνα με μια εκτίμηση της δυνατότητας εξυγίανσης μιας οντότητας ή ενός ομίλου που διενεργείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 , το Συμβούλιο Εξυγίανσης, κατόπιν διαβουλεύσεων με την αρμόδια αρχή, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, διαπιστώνει ότι υπάρχουν πιθανά ουσιαστικά εμπόδια στη δυνατότητα εξυγίανσης της εν λόγω οντότητας ή ομίλου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης συντάσσει έκθεση, σε διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές, η οποία απευθύνεται στο ίδρυμα ή στη μητρική επιχείρηση, όπου αναλύονται τα ουσιαστικά εμπόδια στην αποτελεσματική εφαρμογή των εργαλείων εξυγίανσης και στην άσκηση των εξουσιών εξυγίανσης. Στην έκθεση προτείνονται επίσης μέτρα τα οποία, κατά την άποψη του Συμβουλίου Εξυγίανσης, είναι αναγκαία ή ενδεδειγμένα για την εξάλειψη των εν λόγω εμποδίων, σύμφωνα με την παράγραφο 8.

6.   Η έκθεση κοινοποιείται στην ενδιαφερόμενη οντότητα ή μητρική επιχείρηση, στις αρμόδιες αρχές και στις αρχές εξυγίανσης των μη συμμετεχόντων κρατών μελών στα οποία είναι εγκατεστημένα σημαντικά υποκαταστήματα ή θυγατρικές . Στηρίζεται σε αιτιολόγηση της εν λόγω εκτίμησης ή διαπίστωσης και αναφέρει με ποιον τρόπο η εν λόγω εκτίμηση ή διαπίστωση συμμορφώνεται με την απαίτηση περί αναλογικής εφαρμογής που προβλέπεται στο άρθρο 6.

7.   Εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της έκθεσης, η οντότητα ή η μητρική επιχείρηση μπορούν να υποβάλουν παρατηρήσεις και να προτείνουν στο Συμβούλιο Εξυγίανσης εναλλακτικά μέτρα για την αντιμετώπιση των εμποδίων που προσδιορίζονται στην έκθεση. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης γνωστοποιεί κάθε μέτρο που προτείνεται από την οντότητα ή τη μητρική επιχείρηση στις αρμόδιες αρχές και στις αρχές εξυγίανσης των μη συμμετεχόντων κρατών μελών στα οποία είναι εγκατεστημένα σημαντικά υποκαταστήματα ή θυγατρικές .

8.   Εάν τα μέτρα που προτείνονται από την ενδιαφερόμενη οντότητα ή μητρική επιχείρηση δεν εξαλείφουν αποτελεσματικά τα εμπόδια στη δυνατότητα εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει απόφαση, κατόπιν διαβουλεύσεων με τις αρμόδιες αρχές και, αναλόγως με την περίπτωση, με την αρχή μακροπροληπτικής εποπτείας, αναφέροντας ότι τα προτεινόμενα μέτρα δεν εξαλείφουν αποτελεσματικά τα εμπόδια στη δυνατότητα εξυγίανσης και δίνοντας εντολή στις εθνικές αρχές εξυγίανσης να απαιτήσουν από το ενδιαφερόμενο ίδρυμα, μητρική επιχείρηση ή οποιαδήποτε θυγατρική του ομίλου, να λάβουν οποιοδήποτε από τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 14 της οδηγίας [BRRD] , με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

την αποτελεσματικότητα του μέτρου να εξαλείψει τα εμπόδια στη δυνατότητα εξυγίανσης·

β)

την ανάγκη να αποφευχθούν αρνητικές επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στα ▌ κράτη μέλη όπου δραστηριοποιείται ο όμιλος ·

γ)

την ανάγκη να αποφευχθούν επιπτώσεις στο ενδιαφερόμενο ίδρυμα ή όμιλο που θα υπερέβαιναν τα αναγκαία όρια για την εξάλειψη των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης ή θα ήταν δυσανάλογες.

9.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 8, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δίνει εντολή στις εθνικές αρχές εξυγίανσης να λάβουν οποιοδήποτε από τα ▌ μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 14 της οδηγίας [BRRD].

10.   Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης υλοποιούν τις οδηγίες του Συμβουλίου Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 26.

Άρθρο 8α

Δυνατότητα εξυγίανσης των συστημικά σημαντικών ιδρυμάτων

Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του και της ανεξαρτησίας του, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δίνει προτεραιότητα στην εκτίμηση της δυνατότητας εξυγίανσης ιδρυμάτων που ενέχουν συστημικούς κινδύνους, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των ιδρυμάτων που αναγνωρίζονται ως συστημικώς σημαντικά ιδρύματα παγκόσμιας εμβέλειας (G-SIIs) ή άλλων συστημικώς σημαντικών ιδρυμάτων (O-SIIs) δυνάμει του άρθρου 131 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, και, κατά περίπτωση, καταρτίζει σχέδιο για καθένα από τα ιδρύματα αυτά για την εξάλειψη των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 8 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 14 της οδηγίας [BRRD].

Άρθρο 9

Απλουστευμένες υποχρεώσεις και απαλλαγές

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν προτάσεως από μια εθνική αρχή εξυγίανσης, μπορεί να εφαρμόζει απλουστευμένες υποχρεώσεις όσον αφορά την κατάρτιση των σχεδίων ανάκαμψης και εξυγίανσης , σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας [BRRD] .

2.   Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης μπορούν να προτείνουν στο Συμβούλιο Εξυγίανσης να εφαρμόσει απλουστευμένες υποχρεώσεις όσον αφορά την κατάρτιση των σχεδίων εξυγίανσης για συγκεκριμένα ιδρύματα ή ομίλους. Η εν λόγω πρόταση είναι αιτιολογημένη και συνοδεύεται από όλη τη σχετική τεκμηρίωση.

3.   Μόλις λάβει σχετική πρόταση σύμφωνα με την παράγραφο 1, ή όταν ενεργεί με δική του πρωτοβουλία, το Συμβούλιο Εξυγίανσης διενεργεί αξιολόγηση των ενδιαφερόμενων ιδρυμάτων ή ομίλου. Στη διενεργούμενη αξιολόγηση λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία που προβλέπονται στο άρθρο 4 της οδηγίας [BRRD] .

4.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης αξιολογεί τη συνέχιση της εφαρμογής των απλουστευμένων υποχρεώσεων και παύει να τις εφαρμόζει στις καταστάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 της οδηγίας [BRRD] .

Σε περίπτωση που η εθνική αρχή εξυγίανσης, η οποία έχει προτείνει την εφαρμογή απλουστευμένων υποχρεώσεων ▌ σύμφωνα με την παράγραφο 1, θεωρεί ότι πρέπει να ανακληθεί η απόφαση για την εφαρμογή απλουστευμένων υποχρεώσεων ▌, υποβάλλει σχετική πρόταση στο Συμβούλιο Εξυγίανσης. Στην περίπτωση αυτή, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκδίδει απόφαση σχετικά με την προτεινόμενη ανάκληση, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη την αιτιολόγηση της ανάκλησης που επικαλείται η εθνική αρχή εξυγίανσης, με γνώμονα τα στοιχεία που προβλέπονται στην παράγραφο 3.

7.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενημερώνει την ΕΑΤ σχετικά με το πώς εφάρμοσε τις παραγράφους 1 και 4 .

Άρθρο 10

Ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, διαπιστώνει την ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2, με την επιφύλαξη των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής, τα οποία οφείλουν να διατηρούν τα ιδρύματα και οι μητρικές επιχειρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 2.

2.   Η ελάχιστη απαίτηση υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 39 της οδηγίας [BRRD] .

3.   Η διαπίστωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 γίνεται με βάση τα ▌ κριτήρια που θεσπίζονται στο άρθρο 39 της οδηγίας [BRRD].

Με τη διαπίστωση διευκρινίζονται οι ελάχιστες απαιτήσεις τις οποίες οφείλουν να πληρούν τα ιδρύματα σε ατομική βάση και οι μητρικές επιχειρήσεις σε ενοποιημένη βάση. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να αποφασίσει την απαλλαγή από την ελάχιστη απαίτηση σε ενοποιημένη ή ατομική βάση στις καταστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 39 της οδηγίας [BRRD] ▐.

4.   Η διαπίστωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δύνανται να προβλέπει ότι η ελάχιστη απαίτηση για τα ίδια κεφάλαια και τις επιλέξιμες υποχρεώσεις πληρούται εν μέρει σε ενοποιημένη ή ατομική βάση μέσω συμβατικού εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα , σύμφωνα με το άρθρο 39 της οδηγίας [BRRD].

6.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης προβαίνει στη διαπίστωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 κατά την κατάρτιση και τη διατήρηση σχεδίων εξυγίανσης, σύμφωνα με το άρθρο 7.

7.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης απευθύνει τη διαπίστωσή του στις εθνικές αρχές εξυγίανσης. Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης υλοποιούν τις οδηγίες του Συμβουλίου Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 26. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης απαιτεί από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης να επαληθεύουν και να διασφαλίζουν ότι τα ιδρύματα και οι μητρικές επιχειρήσεις τηρούν την ελάχιστη απαίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

8.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενημερώνει την ΕΚΤ και την ΕΑΤ για την ελάχιστη απαίτηση που έχει προσδιορίσει για κάθε ίδρυμα και θυγατρική επιχείρηση δυνάμει της παραγράφου 1.

Kεφάλαιο 2

Έγκαιρη παρέμβαση

Άρθρο 11

Έγκαιρη παρέμβαση

1.   Η ΕΚΤ , με δική της πρωτοβουλία ή μετά από κοινοποίηση μιας εθνικής αρμόδιας αρχής συμμετέχοντος κράτους μέλους, ενημερώνει το Συμβούλιο Εξυγίανσης για τυχόν μέτρα τα οποία απαιτούν να λάβει το ίδρυμα ή ο όμιλος ή που λαμβάνουν οι ίδιες βάσει του άρθρου 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 , των άρθρων 23 παράγραφος 1 ή 24 της οδηγίας [BRRD], ή βάσει του άρθρου 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης κοινοποιεί στην Επιτροπή οιαδήποτε πληροφορία την οποία έχει λάβει δυνάμει του πρώτου εδαφίου.

2.   Από την ημερομηνία παραλαβής των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, και με την επιφύλαξη των εξουσιών της ΕΚΤ και των αρμόδιων αρχών σύμφωνα με άλλη ενωσιακή νομοθεσία, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να προετοιμάσει την εξυγίανση του σχετικού ιδρύματος ή ομίλου.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς, σε συνεργασία με την ΕΚΤ και την οικεία αρμόδια αρχή, τις συνθήκες που επικρατούν στο ίδρυμα ή την μητρική επιχείρηση, και τη συμφωνία τους με τυχόν μέτρα έγκαιρης παρέμβασης που είχε χρειαστεί να λάβουν.

3.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει την εξουσία:

α)

να απαιτήσει, σύμφωνα με το κεφάλαιο 5 του παρόντος τίτλου, όλες τις αναγκαίες πληροφορίες προκειμένου να προετοιμάσει την εξυγίανση του ιδρύματος ή του ομίλου·

β)

να διενεργήσει αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων του ιδρύματος ή του ομίλου σύμφωνα με το άρθρο 17·

γ)

να έρθει σε επαφή με δυνητικούς αγοραστές προκειμένου να προετοιμάσει την εξυγίανση του ιδρύματος ή του ομίλου, ή να ζητήσει από το ίδρυμα, τη μητρική επιχείρηση, ή την εθνική αρχή εξυγίανσης να το πράξει, με την επιφύλαξη της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις περί απορρήτου που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και στο άρθρο 76 της οδηγίας [BRRD

δ)

να απαιτήσει από την οικεία εθνική αρχή εξυγίανσης να καταρτίσει προκαταρκτικό σχέδιο εξυγίανσης για το σχετικό ίδρυμα ή όμιλο.

4.   Εάν η ΕΚΤ ή οι εθνικές αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών σκοπεύουν να επιβάλουν πρόσθετο μέτρο σε ίδρυμα ή όμιλο δυνάμει του άρθρου 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 ή των άρθρων 23 παράγραφος ή 24 της οδηγίας [BRRD], ή δυνάμει του άρθρου 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, προτού το ίδρυμα ή ο όμιλος συμμορφωθεί πλήρως με το πρώτο μέτρο που κοινοποιήθηκε στο Συμβούλιο Εξυγίανσης, η ΕΚΤ, με δική της πρωτοβουλία ή μετά από κοινοποίηση της εθνικής αρμόδιας αρχής, ενημερώνει το Συμβούλιο Εξυγίανσης ▌ πριν επιβληθεί το εν λόγω πρόσθετο μέτρο στο σχετικό ίδρυμα ή όμιλο.

5.   Η ΕΚΤ ή η αρμόδια αρχή, και το Συμβούλιο Εξυγίανσης μεριμνούν για τη συνάφεια του πρόσθετου μέτρου που αναφέρεται στην παράγραφο 4 και οιασδήποτε ενέργειας εκ μέρους του Συμβουλίου για την προετοιμασία της εξυγίανσης δυνάμει της παραγράφου 2.

Kεφάλαιο 3

Εξυγίανση

Άρθρο 12

Στόχοι της εξυγίανσης

1.   Όταν ενεργούν στο πλαίσιο της διαδικασίας εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 16, η Επιτροπή και το Συμβούλιο Εξυγίανσης, σε σχέση με τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους, λαμβάνουν υπόψη τους στόχους της εξυγίανσης που προβλέπονται στο άρθρο 26 της οδηγίας [BRRD] , και επιλέγουν τα εργαλεία και τις εξουσίες που επιτυγχάνουν, κατά τη γνώμη τους, καλύτερα τους στόχους που αντιστοιχούν στις περιστάσεις της κάθε περίπτωσης.

2.   ▌ Για την επίτευξη των ανωτέρω στόχων, η Επιτροπή και το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενεργούν σύμφωνα με το άρθρο 26 της οδηγίας [BRRD].

Άρθρο 13

Γενικές αρχές που διέπουν την εξυγίανση

Όταν ενεργούν στο πλαίσιο της διαδικασίας εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 16, η Επιτροπή και το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνουν όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι η δράση εξυγίανσης αναλαμβάνεται σύμφωνα με τις ▌ αρχές του άρθρου 29 της οδηγίας [BRRD] .

Άρθρο 14

Εξυγίανση χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων και μητρικών επιχειρήσεων

▌ Η Επιτροπή αναλαμβάνει δράση εξυγίανσης έναντι χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων και των μητρικών τους επιχειρήσεων βάσει σχεδίου απόφασης που εκπονείται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, σύμφωνα με το άρθρο 28 της οδηγίας [BRRD].

Άρθρο 15

Σειρά προτεραιότητας των απαιτήσεων

Κατά την εφαρμογή του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα σε ίδρυμα υπό εξυγίανση, και με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που εξαιρούνται από το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφος 3, η Επιτροπή αποφασίζει , βασιζόμενη σε σχέδιο απόφασης που καταρτίζει το Συμβούλιο Εξυγίανσης, και το Συμβούλιο Εξυγίανσης και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης των συμμετεχόντων κρατών μελών ασκούν τις εξουσίες απομείωσης και μετατροπής σε απαιτήσεις ακολουθώντας τη σειρά που προβλέπεται στο άρθρο 43 της οδηγίας [BRRD].

Άρθρο 16

Διαδικασία εξυγίανσης

1.   Εάν η ΕΚΤ εκτιμά , με δική της πρωτοβουλία ή μετά από κοινοποίηση μιας εθνικής αρμόδιας αρχής συμμετέχοντος κράτους μέλους, ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) της παραγράφου 2 όσον αφορά οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2, κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση την εκτίμηση αυτή στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο Εξυγίανσης

Η κοινοποίηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο μπορεί να λάβει χώρα κατόπιν αιτήματος για διενέργεια εκτίμησης από το Συμβούλιο Εξυγίανσης ή από εθνική αρχή εξυγίανσης, εάν οποιοδήποτε από τα όργανα αυτά κρίνει ότι συντρέχει λόγος να θεωρηθεί ότι το ίδρυμα βρίσκεται σε σημείο πτώχευσης ή πιθανής πτώχευσης.

Η κοινοποίηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο λαμβάνει χώρα κατόπιν διαβούλευσης με το Συμβούλιο Εξυγίανσης και την εθνική αρχή εξυγίανσης.

1a.     Το Συμβούλιο Εξυγίανσης προετοιμάζει και λαμβάνει όλες τις αποφάσεις του σχετικά με τη διαδικασία εξυγίανσης κατά την εκτελεστική σύνοδό του, σύμφωνα με το άρθρο 50.

2.   Με την λήψη κοινοποίησης δυνάμει της παραγράφου 1, ▌ το Συμβούλιο Εξυγίανσης προβαίνει , κατά την εκτελεστική σύνοδό του, σε εκτίμηση για να επαληθεύσει ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η οντότητα βρίσκεται σε σημείο πτώχευσης ή πιθανής πτώχευσης·

β)

έχοντας υπόψη το χρονοδιάγραμμα και όλες τις σχετικές περιστάσεις, δεν υπάρχει καμία εύλογη προοπτική ότι με εναλλακτικά μέτρα του ιδιωτικού τομέα, συμπεριλαμβανομένων μέτρων του ΘΣΠ, ή με δράση των αρχών εποπτείας (συμπεριλαμβανομένων των μέτρων έγκαιρης παρέμβασης ή της απομείωσης ή μετατροπής κεφαλαιακών μέσων σύμφωνα με το άρθρο 18 ) που αναλαμβάνεται έναντι της οντότητας, θα αποφευχθεί η πτώχευση της οντότητας εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος·

γ)

η δράση εξυγίανσης είναι αναγκαία για λόγους δημόσιου συμφέροντος, σύμφωνα με την παράγραφο 4.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2 στοιχείο α), η οντότητα θεωρείται ότι βρίσκεται σε σημείο πτώχευσης ή πιθανής πτώχευσης σε οποιαδήποτε από τις ▌ περιστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 2 της οδηγίας [BRRD].

4.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2 στοιχείο γ), μια δράση εξυγίανσης αντιμετωπίζεται ως δράση δημοσίου συμφέροντος στις περιστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 3 της οδηγίας [BRRD].

5.   Εάν εκτιμήσει ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2, το Συμβούλιο Εξυγίανσης υποβάλλει στην Επιτροπή , λαμβάνοντας υπόψη την κοινοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, σχέδιο απόφασης προκειμένου να τεθεί η οντότητα υπό εξυγίανση. Το σχέδιο απόφασης περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

τη σύσταση να τεθεί η οντότητα υπό εκκαθάριση·

β)

το πλαίσιο των εργαλείων εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 32·

γ)

το πλαίσιο της χρήσης του ταμείου εξυγίανσης για τη στήριξη της δράσης εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 71.

6.    Μόλις λάβει το σχέδιο απόφασης από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, η Επιτροπή αποφασίζει εάν θα εγκρίνει το σχέδιο απόφασης , όσον αφορά το πλαίσιο των εργαλείων εξυγίανσης τα οποία θα εφαρμοστούν στην υπό εξέταση οντότητα και, κατά περίπτωση, όσον αφορά τη χρήση του ταμείου εξυγίανσης για τη στήριξη της δράσης εξυγίανσης. ▐

Σε περίπτωση που η Επιτροπή σκοπεύει να μην εγκρίνει το σχέδιο απόφασης που υπέβαλε το Συμβούλιο Εξυγίανσης ή να το εγκρίνει με τροποποιήσεις, διαβιβάζει το σχέδιο απόφασης και πάλι στο Συμβούλιο Εξυγίανσης, εξηγώντας γιατί δεν σκοπεύει να το εγκρίνει ή, ανάλογα με την περίπτωση, εξηγώντας τους λόγους των σκοπούμενων τροποποιήσεών της και ζητώντας την αναθεώρησή του. Η Επιτροπή δύναται να ορίζει προθεσμία εντός της οποίας το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να τροποποιήσει το αρχικό του σχέδιο απόφασης, με βάση τις προτεινόμενες τροποποιήσεις της Επιτροπής, και να το υποβάλει εκ νέου στην Επιτροπή. Εκτός από δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις επείγουσας φύσεως, το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει στη διάθεσή του τουλάχιστον πέντε εργάσιμες ημέρες για να αναθεωρήσει το σχέδιο απόφασης κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής.

Η Επιτροπή καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να συμμορφωθεί με οιεσδήποτε κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις εκδίδονται από την ΕΑΤ σχετικά με την άσκηση των καθηκόντων που της ανατίθενται δυνάμει της παρούσας παραγράφου και πράξης, και ενεργεί, όσον αφορά την επιβεβαίωση του κατά πόσον συμμορφώνεται ή προτίθεται να συμμορφωθεί με την εν λόγω κατευθυντήρια γραμμή ή σύσταση, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 16 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

7.   Η απόφαση της Επιτροπής απευθύνεται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης. Εάν η Επιτροπή αποφασίσει να μην θέσει την οντότητα υπό εξυγίανση, επειδή δεν συντρέχει η προϋπόθεση της παραγράφου 2 στοιχείο γ), η υπό εξέταση οντότητα τίθεται σε εκκαθάριση σύμφωνα με το εθνικό πτωχευτικό δίκαιο.

8.   Εντός του πλαισίου που τίθεται με την απόφαση της Επιτροπής, το Συμβούλιο Εξυγίανσης αποφασίζει , κατά την εκτελεστική σύνοδό του, τον μηχανισμό εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 20 και διασφαλίζει ότι λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα για τη λειτουργία του μηχανισμού εξυγίανσης εκ μέρους των σχετικών εθνικών αρχών εξυγίανσης. Η απόφαση του Συμβουλίου Εξυγίανσης απευθύνεται στις σχετικές εθνικές αρχές εξυγίανσης και καθοδηγεί τις εν λόγω αρχές, οι οποίες λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την υλοποίηση της απόφασης του Συμβουλίου Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 26, με την άσκηση των εξουσιών εξυγίανσης που προβλέπονται στην οδηγία [BRRD], και ιδίως εκείνων στα άρθρα 56 έως 64 της εν λόγω οδηγίας. Εάν έχει χορηγηθεί κρατική ενίσχυση, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να αποφασίσει μόνον αφού η Επιτροπή έχει λάβει απόφαση περί της εν λόγω κρατικής ενίσχυσης.

9.    Εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης θεωρεί ότι τα μέτρα εξυγίανσης ενδέχεται να συνιστούν κρατική ενίσχυση σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, καλεί το ενδιαφερόμενο συμμετέχον κράτος μέλος ή τα ενδιαφερόμενα συμμετέχοντα κράτη μέλη να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή άμεσα τα σχεδιαζόμενα μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ.

10.   Στο βαθμό που η δράση εξυγίανσης, όπως προτείνεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης κατά την εκτελεστική σύνοδό του, περιλαμβάνει τη χρήση του ταμείου εξυγίανσης και δεν συνεπάγεται τη χορήγηση κρατικής ενίσχυσης σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, η Επιτροπή εφαρμόζει παράλληλα, κατ’ αναλογία, τα κριτήρια που έχουν θεσπιστεί για την εφαρμογή του άρθρου 107 της ΣΛΕΕ.

11.   Η Επιτροπή έχει την εξουσία να λάβει από το Συμβούλιο Εξυγίανσης όποια πληροφορία θεωρεί συναφή για την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού και, κατά περίπτωση, του άρθρου 107 της ΣΛΕΕ. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει την εξουσία να λάβει από οιοδήποτε άτομο, σύμφωνα με το κεφάλαιο 5 του παρόντος τίτλου, κάθε πληροφορία αναγκαία για την προετοιμασία και την λήψη απόφασης σχετικά με δράση εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένων επικαιροποιήσεων και συμπληρωματικών πληροφοριών που προβλέπονται στα σχέδια εξυγίανσης.

12.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει την εξουσία να υποβάλλει στην Επιτροπή σχέδια αποφάσεων σχετικά με την τροποποίηση του πλαισίου για τα εργαλεία εξυγίανσης και για τη χρήση του ταμείου εξυγίανσης όσον αφορά οντότητα η οποία τίθεται υπό εξυγίανση.

12α.     Για την εξασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού, η Επιτροπή, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων και σύμφωνα με την οδηγία [BRRD], αντιμετωπίζει τη χρήση του Ταμείου όπως θα αντιμετώπιζε μια εθνική ρύθμιση χρηματοδότησης της εξυγίανσης.

Άρθρο 17

Αποτίμηση

1.   Προτού αναλάβει δράση εξυγίανσης ή ασκήσει την εξουσία απομείωσης ή μετατροπής κεφαλαιακών μέσων, το Συμβούλιο Εξυγίανσης διασφαλίζει τη διενέργεια δίκαιης και ρεαλιστικής αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2 , σύμφωνα με το άρθρο 30 της οδηγίας [BRRD] .

16.   Αφού πραγματοποιηθεί η εξυγίανση, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον οι μέτοχοι και οι πιστωτές θα είχαν τύχει καλύτερης μεταχείρισης εάν το υπό εξυγίανση ίδρυμα είχε τεθεί σε κανονική διαδικασία αφερεγγυότητας, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μεριμνά για τη διενέργεια αποτίμησης βάσει των διατάξεων του άρθρου 66 της οδηγίας [BRRD], η οποία είναι διαφορετική από εκείνη που διενεργείται βάσει της παραγράφου 1 .

Άρθρο 18

Απομείωση και μετατροπή κεφαλαιακών μέσων

1.   Η ΕΚΤ, με δική της πρωτοβουλία ή μετά από κοινοποίηση εθνικής αρμόδιας αρχής ενός συμμετέχοντος κράτους μέλους, ενημερώνει το Συμβούλιο Εξυγίανσης εφόσον εκτιμά ότι συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις απομείωσης και μετατροπής κεφαλαιακών μέσων, όπως προβλέπεται στην οδηγία [BRRD], σε σχέση με οντότητα του άρθρου 2 ή όμιλο εγκατεστημένο σε συμμετέχον κράτος μέλος.

1α.     Η ΕΚΤ παρέχει στο Συμβούλιο Εξυγίανσης τις πληροφορίες της παραγράφου 1 κατόπιν αιτήματος για διενέργεια εκτίμησης από το Συμβούλιο Εξυγίανσης ή από εθνική αρχή εξυγίανσης, εάν οποιοδήποτε από τα όργανα αυτά κρίνει ότι συντρέχει λόγος να θεωρηθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις απομείωσης και μετατροπής κεφαλαιακών μέσων σε σχέση με οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2 ή όμιλο εγκατεστημένο σε συμμετέχον κράτος μέλος.

1β.     Εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης υποβάλλει στην Επιτροπή, λαμβανομένων υπόψη των πληροφοριών της παραγράφου 1, σχέδιο απόφασης που προβλέπει την άσκηση των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής κεφαλαιακών μέσων και διευκρινίζει κατά πόσον οι εξουσίες αυτές θα ασκηθούν αυτοτελώς ή, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 16 παράγραφοι 4 έως 7, μαζί με δράση εξυγίανσης.

5.    Μόλις λάβει το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου Εξυγίανσης, η Επιτροπή αποφασίζει εάν θα εγκρίνει ή όχι το σχέδιο απόφασης και εάν οι εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής των κεφαλαιακών μέσων ασκούνται μεμονωμένα ή, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 16 παράγραφοι 4 έως 7, μαζί με δράση εξυγίανσης.

6.   Όταν ▌ πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1, αλλά δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για εξυγίανση σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, μετά από απόφαση της Επιτροπής, παραγγέλλει στις εθνικές αρχές εξυγίανσης να ασκήσουν τις εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με τα άρθρα 51 και 52 της οδηγίας [BRRD].

7.   Όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις απομείωσης και μετατροπής κεφαλαιακών μέσων της παραγράφου 1, καθώς και οι προϋποθέσεις εξυγίανσης του άρθρου 16 παράγραφος 2, εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 16 παράγραφοι 4 έως 7.

8.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης διασφαλίζει ότι οι εθνικές αρχές εξυγίανσης ασκούν τις εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με την οδηγία [BRRD].

9.   Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης εφαρμόζουν τις οδηγίες του Συμβουλίου Εξυγίανσης και ασκούν τις εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής των κεφαλαιακών μέσων σύμφωνα με το άρθρο 26.

Άρθρο 19

Γενικές αρχές των εργαλείων εξυγίανσης

1.   Όταν το Συμβούλιο Εξυγίανσης αποφασίζει να εφαρμόσει εργαλείο εξυγίανσης σε οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2, και η εν λόγω δράση εξυγίανσης θα οδηγούσε σε ζημίες οι οποίες θα επιβαρύνουν τους πιστωτές ή σε μετατροπή των απαιτήσεών τους, το Συμβούλιο Εξυγίανσης ασκεί τις εξουσίες δυνάμει του άρθρου 18 αμέσως πριν ή παράλληλα με την εφαρμογή του εργαλείου εξυγίανσης.

2.   Τα εργαλεία εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 5 στοιχείο β) είναι τα ακόλουθα:

α)

το εργαλείο πώλησης δραστηριοτήτων·

β)

το εργαλείο μεταβατικού ιδρύματος·

γ)

το εργαλείο διαχωρισμού περιουσιακών στοιχείων·

δ)

το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα.

3.   Κατά την έγκριση του σχεδίου απόφασης που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 5, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη του ακόλουθους παράγοντες:

α)

τα περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις του υπό εξυγίανση ιδρύματος στη βάση της αποτίμησης σύμφωνα με το άρθρο 17·

β)

την κατάσταση ρευστότητας του υπό εξυγίανση ιδρύματος·

γ)

την εμπορευσιμότητα της αξίας δικαιόχρησης του υπό εξυγίανση ιδρύματος ενόψει των ανταγωνιστικών και οικονομικών συνθηκών της αγοράς·

δ)

τον διαθέσιμο χρόνο·

4.   ▌ Τα εργαλεία εξυγίανσης μπορούν να εφαρμόζονται είτε χωριστά είτε από κοινού, πλην του εργαλείου διαχωρισμού των περιουσιακών στοιχείων, το οποίο μπορεί να εφαρμόζεται μόνον μαζί με άλλο εργαλείο εξυγίανσης.

4a.     Για την εκτέλεση των καθηκόντων που του ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, και με στόχο τη διασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού κατά την εφαρμογή των εργαλείων εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, σε συνεργασία με την Επιτροπή, εγκρίνει εγχειρίδιο εξυγίανσης στο οποίο ορίζονται σαφείς και λεπτομερείς κατευθυντήριες γραμμές για τη χρήση των εργαλείων εξυγίανσης.

Το εγχειρίδιο εξυγίανσης του πρώτου εδαφίου παίρνει τη μορφή κατ’ εξουσιοδότηση πράξης η οποία εκδίδεται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 82.

Άρθρο 20

Μηχανισμός εξυγίανσης

Ο μηχανισμός εξυγίανσης που θεσπίζεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 8 ορίζει, σε συμφωνία με τις αποφάσεις της Επιτροπής σχετικά με το πλαίσιο εξυγίανσης δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 6 και με οιαδήποτε απόφαση περί κρατικής ενίσχυσης, όπου αυτό ισχύει κατ’ αναλογία, τα λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τα εργαλεία εξυγίανσης που πρόκειται να εφαρμοστούν στο υπό εξυγίανση ίδρυμα οι οποίες αφορούν τουλάχιστον τα μέτρα που αναφέρονται στα άρθρα 21 παράγραφος 2, 22 παράγραφος 2, 23 παράγραφος 2 και 24 παράγραφος 1 και καθορίζουν τα συγκεκριμένα ποσά και τους σκοπούς για τους οποίους χρησιμοποιείται το ταμείο εξυγίανσης.

Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να τροποποιήσει και να επικαιροποιήσει δεόντως τον μηχανισμό εξυγίανσης ανάλογα με τις περιστάσεις της εκάστοτε περίπτωσης και εντός του πλαισίου εξυγίανσης, που έχει αποφασιστεί από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 6.

Άρθρο 21

Εργαλείο πώλησης δραστηριοτήτων

1.   Εντός του πλαισίου που αποφασίζεται από την Επιτροπή, το εργαλείο πώλησης δραστηριοτήτων συνίσταται στη μεταβίβαση σε αγοραστή ο οποίος δεν είναι μεταβατικό ίδρυμα, των ακόλουθων στοιχείων:

α)

μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας ενός ιδρύματος υπό εξυγίανση· ή

β)

όλων ή συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων ενός ιδρύματος υπό εξυγίανση.

2.   Όσον αφορά το εργαλείο πώλησης δραστηριοτήτων, ο μηχανισμός εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 8 καθορίζει ιδίως:

α)

τα μέσα, τα περιουσιακά στοιχεία, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που πρόκειται να μεταβιβαστούν από την εθνική αρχή εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 1 και παράγραφοι 7 έως 11 της οδηγίας [BRRD

β)

τους εμπορικούς όρους, δεδομένων των περιστάσεων και του κόστους και των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν στη διαδικασία εξυγίανσης, βάσει των οποίων η εθνική αρχή εξυγίανσης προβαίνει στη μεταβίβαση σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφοι 2 έως 4 της οδηγίας [BRRD]·

γ)

κατά πόσο μπορούν να ασκηθούν από την εθνική αρχή εξυγίανσης οι εξουσίες μεταβίβασης περισσότερες της μίας φορές σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφοι 5 και 6 της οδηγίας [BRRD

δ)

τις ρυθμίσεις για την εμπορία από την εθνική αρχή εξυγίανσης της εν λόγω οντότητας ή των εν λόγω μέσων, περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων και υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας [BRRD

ε)

κατά πόσον η συμμόρφωση της εθνικής αρχής εξυγίανσης με τις απαιτήσεις εμπορίας ενδέχεται να υπονομεύσει τους στόχους της εξυγίανσης σύμφωνα με την παράγραφο 3.

3.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εφαρμόζει το εργαλείο πώλησης δραστηριοτήτων χωρίς να συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις εμπορίας δυνάμει της παραγράφου 2 στοιχείο ε) όταν κρίνει ότι η συμμόρφωση προς τις εν λόγω απαιτήσεις ενδέχεται να υπονομεύσει έναν ή περισσοτέρους από τους στόχους της εξυγίανσης και ειδικότερα όταν συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

όταν θεωρεί ότι υπάρχει ουσιαστική απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, προερχόμενη ή επιδεινούμενη από τη δυνητική πτώχευση του ιδρύματος υπό εξυγίανση·

β)

όταν θεωρεί ότι η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις αυτές ενδέχεται να υπονομεύσει την αποτελεσματικότητα του εργαλείου πώλησης δραστηριοτήτων ως προς την αντιμετώπιση της απειλής αυτής ή την επίτευξη του στόχου της εξυγίανσης που καθορίζεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2 στοιχείο β).

Άρθρο 22

Εργαλείο μεταβατικού ιδρύματος

1.   Εντός του πλαισίου που αποφασίζεται από την Επιτροπή, το εργαλείο του μεταβατικού ιδρύματος συνίσταται στη μεταβίβαση οποιουδήποτε από τα ακόλουθα στοιχεία σε μεταβατικό ίδρυμα:

α)

μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας που εκδίδονται από ένα ή περισσότερα ιδρύματα υπό εξυγίανση·

β)

όλων ή οποιωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων ενός ή περισσοτέρων ιδρυμάτων υπό εξυγίανση.

2.   Όσον αφορά το εργαλείο του μεταβατικού ιδρύματος, ο μηχανισμός εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 20 καθορίζει ιδιαίτερα:

α)

τα μέσα, τα περιουσιακά στοιχεία, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που πρόκειται να μεταβιβαστούν σε μεταβατικό ίδρυμα από την εθνική αρχή εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφοι 1 έως 9 της οδηγίας [BRRD

β)

τις διευθετήσεις για τη σύσταση, τη λειτουργία και την περάτωση της λειτουργίας του μεταβατικού ιδρύματος από την εθνική αρχή εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφοι 1 έως 3 και 5 έως 8 της οδηγίας [BRRD

γ)

τις διευθετήσεις για την εμπορία του μεταβατικού ιδρύματος, ή των περιουσιακών στοιχείων ή των υποχρεώσεων του από την εθνική αρχή εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 4 της οδηγίας [BRRD].

3.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης διασφαλίζει ότι η συνολική αξία των μεταβιβαζόμενων υποχρεώσεων από την εθνική αρχή εξυγίανσης προς το μεταβατικό ίδρυμα δεν υπερβαίνει τη συνολική αξία των δικαιωμάτων και των περιουσιακών στοιχείων που μεταβιβάζονται από του υπό εξυγίανση ίδρυμα ή προέρχονται από άλλες πηγές.

3α.     Κάθε αντίτιμο που εισπράττεται για το μεταβατικό ίδρυμα ή για όλα ή ορισμένα από τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και τις υποχρεώσεις του μεταβατικού ιδρύματος συμμορφώνεται με τις σχετικές διατάξεις της οδηγίας [BRRD].

Άρθρο 23

Εργαλείο διαχωρισμού περιουσιακών στοιχείων

1.   Στο πλαίσιο που έχει αποφασιστεί από την Επιτροπή, το εργαλείο διαχωρισμού των περιουσιακών στοιχείων συνίσταται στη μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων από ίδρυμα υπό εξυγίανση σε φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων ο οποίος ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που θεσπίζει η οδηγία [BRRD] προκειμένου μια νομική οντότητα να είναι φορέας διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων .

2.   Όσον αφορά το εργαλείο διαχωρισμού των περιουσιακών στοιχείων, ο μηχανισμός εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 20 καθορίζει ιδιαίτερα:

α)

τα μέσα, τα περιουσιακά στοιχεία, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που πρόκειται να μεταβιβαστούν από την εθνική αρχή εξυγίανσης σε φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφοι 1 έως 4 και παράγραφοι 6 έως 10 της οδηγίας [BRRD

β)

το αντίτιμο με το οποίο μεταβιβάζονται τα περιουσιακά στοιχεία από την εθνική αρχή εξυγίανσης στον φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, σύμφωνα με τις αρχές που θεσπίζονται στο άρθρο 17. Η παρούσα διάταξη δεν εμποδίζει το αντίτιμο να έχει ονομαστική ή αρνητική αξία.

2α.     Κάθε αντίτιμο που εισπράττεται για τον φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων ή για όλα ή ορισμένα από τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και τις υποχρεώσεις του φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων συμμορφώνεται με τις σχετικές διατάξεις της οδηγίας [BRRD].

Άρθρο 24

Εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα

1.   Το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα μπορεί να εφαρμόζεται για ▌ τους ▌ σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 37 της οδηγίας [BRRD].

Στο πλαίσιο που αποφασίζεται από την Επιτροπή αναφορικά με το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα, ο μηχανισμός εξυγίανσης καθορίζει ειδικότερα:

α)

το συνολικό ποσό κατά το οποίο πρέπει να μειωθούν ή να μετατραπούν οι επιλέξιμες υποχρεώσεις, σύμφωνα με την παράγραφο 6·

β)

τις υποχρεώσεις που δύνανται να εξαιρεθούν σύμφωνα με τις παραγράφους 5 έως 13·

γ)

τους στόχους και το ελάχιστο περιεχόμενο του σχεδίου επιχειρηματικής αναδιοργάνωσης που πρέπει να υποβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 16.

2.   ▐

Εάν δεν πληρούται η προϋπόθεση εφαρμογής του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα για την ανακεφαλαιοποίηση μιας οντότητας σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 3 της οδηγίας [BRRD] , εφαρμόζεται οποιοδήποτε από τα εργαλεία εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ), και το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου, αναλόγως με την περίπτωση.

3.   Οι ▌ υποχρεώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 38 παράγραφος 2 της οδηγίας [BRRD] δεν υπόκεινται σε απομείωση και μετατροπή. ▌

5.    Η εξαίρεση, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ορισμένων υποχρεώσεων από την άσκηση των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής μπορεί να εφαρμοστεί σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 2α της οδηγίας [BRRD].

Όταν μια επιλέξιμη υποχρέωση ή κατηγορία επιλέξιμων υποχρεώσεων εξαιρείται, ή εξαιρείται εν μέρει, το επίπεδο της απομείωσης ή της μετατροπής που εφαρμόζεται σε άλλες επιλέξιμες υποχρεώσεις μπορεί να αυξηθεί για να ληφθούν υπόψη τέτοιες εξαιρέσεις, υπό τον όρο ότι το επίπεδο απομείωσης και μετατροπής που εφαρμόζεται σε άλλες επιλέξιμες υποχρεώσεις συνάδει με την αρχή σύμφωνα με την οποία κανένας πιστωτής δεν υφίσταται μεγαλύτερες ζημίες από εκείνες που θα είχε υποστεί εάν το ίδρυμα που αναφέρεται στο άρθρο 2 είχε εκκαθαριστεί σύμφωνα με τις κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας.

6.   Όταν μια επιλέξιμη υποχρέωση ή κατηγορία επιλέξιμων υποχρεώσεων εξαιρείται, ή εξαιρείται εν μέρει, δυνάμει της παραγράφου 5, και οι ζημίες με τις οποίες θα επιβαρύνονταν οι εν λόγω υποχρεώσεις δεν έχουν μετακυλιστεί πλήρως σε άλλους πιστωτές, μπορεί να πραγματοποιηθεί η εισφορά στο υπό εξυγίανση ίδρυμα εκ μέρους του ταμείου εξυγίανσης για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 38 της οδηγίας [BRRD] και σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο .

8.   Η εισφορά του ταμείου εξυγίανσης μπορεί να χρηματοδοτηθεί από:

α)

το ποσό που είναι διαθέσιμο στο ταμείο εξυγίανσης και έχει αντληθεί μέσω εισφορών από τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 σύμφωνα με το άρθρο 66·

β)

το ποσό που μπορεί να αντληθεί μέσω εκ των υστέρων εισφορών σύμφωνα με το άρθρο 67 εντός περιόδου τριών ετών· και

γ)

όταν τα ποσά που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) δεν επαρκούν, από ποσά που αντλούνται από εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης σύμφωνα με το άρθρο 69 , περιλαμβανομένων αυτών που εντάσσονται στο πλαίσιο της δανειακής διευκόλυνσης που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο.

9.    Εφόσον συντρέχουν οι έκτακτες περιστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 38 της οδηγίας [BRRD] , μπορεί να αναζητηθεί περαιτέρω χρηματοδότηση από εναλλακτικές πηγές σύμφωνα με το ίδιο άρθρο.

10.   Εναλλακτικά ή επιπροσθέτως, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 38 της οδηγίας [BRRD] για την καταβολή συνεισφοράς εκ μέρους του Ταμείου, μπορεί να πραγματοποιηθεί συνεισφορά από πόρους οι οποίοι έχουν αντληθεί μέσω συνεισφορών εκ των προτέρων, σύμφωνα με το άρθρο 66, και δεν έχουν χρησιμοποιηθεί ακόμη.

12.   Όταν λαμβάνεται η απόφαση για την εξαίρεση ορισμένων υποχρεώσεων από την άσκηση των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής που αναφέρονται στην παράγραφο 5, δίνεται η δέουσα προσοχή στα ▌ στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 38 της οδηγίας [BRRD].

13.    Όταν εφαρμόζεται το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα, το Συμβούλιο Εξυγίανσης προβαίνει σε αποτίμηση σύμφωνα με το άρθρο 41 της οδηγίας [BRRD].

14.   Οι εξαιρέσεις δυνάμει της παραγράφου 5 μπορούν να εφαρμόζονται είτε για την πλήρη εξαίρεση υποχρέωσης από την απομείωση είτε για τον περιορισμό του βαθμού της απομείωσης που εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη υποχρέωση.

15.   Κατά την άσκηση των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής τηρούνται οι απαιτήσεις σχετικά με την προτεραιότητα των απαιτήσεων βάσει του άρθρου 15

16.   Η εθνική αρχή εξυγίανσης διαβιβάζει πάραυτα στο Συμβούλιο Εξυγίανσης το σχέδιο αναδιοργάνωσης της επιχείρησης που έχει ληφθεί μετά την εφαρμογή του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα από τον διαχειριστή ο οποίος έχει διοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 1 της οδηγίας [BRRD

Εντός δύο εβδομάδων από την ημερομηνία υποβολής του σχεδίου αναδιοργάνωσης της επιχείρησης, η αρχή εξυγίανσης διαβιβάζει στο Συμβούλιο Εξυγίανσης την αξιολόγησή της για το σχέδιο. Εντός ενός μηνός από την ημερομηνία υποβολής του σχεδίου αναδιοργάνωσης της επιχείρησης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης αξιολογεί την πιθανότητα, με την εφαρμογή του σχεδίου, να αποκατασταθεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2. Η αξιολόγηση ολοκληρώνεται σε συμφωνία με την αρμόδια αρχή.

Εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης πεισθεί ότι το σχέδιο θα επιτύχει τον επιδιωκόμενο στόχο, επιτρέπει στην εθνική αρχή εξυγίανσης να εγκρίνει το σχέδιο σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 5 της οδηγίας [BRRD]. Εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης δεν πεισθεί ότι το σχέδιο θα επιτύχει τον στόχο αυτό, δίνει εντολή στην εθνική αρχή εξυγίανσης να γνωστοποιήσει στον διαχειριστή τις αμφιβολίες του και να ζητήσει από τον διαχειριστή να τροποποιήσει το σχέδιο με τρόπο που να αντιμετωπίζονται οι αμφιβολίες αυτές σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 6 της οδηγίας [BRRD]. Αυτό γίνεται σε συμφωνία με την αρμόδια αρχή.

Η εθνική αρχή εξυγίανσης διαβιβάζει το τροποποιημένο σχέδιο στο Συμβούλιο Εξυγίανσης. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δίνει εντολή στην εθνική αρχή εξυγίανσης να γνωστοποιήσει στον διαχειριστή, εντός μιας εβδομάδας, ότι έχει πεισθεί ότι με το σχέδιο, όπως τροποποιήθηκε, αντιμετωπίζονται τα προβλήματα που του κοινοποίησε ή ότι απαιτείται περαιτέρω τροποποίηση.

Άρθρο 25

Παρακολούθηση από το Συμβούλιο Εξυγίανσης

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης παρακολουθεί στενά την εφαρμογή του μηχανισμού εξυγίανσης από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης. Για το σκοπό αυτό, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης:

α)

συνεργάζονται και βοηθούν το Συμβούλιο Εξυγίανσης στην εκτέλεση του καθήκοντος παρακολούθησης·

β)

παρέχουν σε τακτά χρονικά διαστήματα που καθορίζονται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, ακριβή, αξιόπιστα και πλήρη στοιχεία σχετικά με την εφαρμογή του μηχανισμού και των εργαλείων εξυγίανσης και την άσκηση των εξουσιών εξυγίανσης, τα οποία είναι δυνατόν να ζητηθούν από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, μεταξύ άλλων και για τα εξής:

i)

τη λειτουργία και την οικονομική κατάσταση του υπό εξυγίανση ιδρύματος, του μεταβατικού ιδρύματος και του φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων·

ii)

τη μεταχείριση που θα είχε επιφυλαχθεί στους μετόχους και τους πιστωτές κατά την εκκαθάριση του ιδρύματος υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας·

iii)

τυχόν υπό εξέλιξη δικαστικές διαδικασίες που σχετίζονται με την εκκαθάριση των περιουσιακών στοιχείων του υπό πτώχευση ιδρύματος, την αμφισβήτηση της απόφασης εξυγίανσης και την αποτίμηση ή που σχετίζονται με αιτήσεις αποζημίωσης που έχουν υποβληθεί από μετόχους ή πιστωτές·

iv)

τον διορισμό, την απόσυρση ή την αντικατάσταση αξιολογητών, διαχειριστών, λογιστών, δικηγόρων και λοιπών επαγγελματιών οι οποίοι χρειάζονται για να συνδράμουν την εθνική αρχή εξυγίανσης, και του τρόπου άσκησης των καθηκόντων τους·

v)

οιοδήποτε άλλο θέμα το οποίο επισημαίνεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης·

vi)

τη έκταση και τον τρόπο άσκησης από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης των εξουσιών που προβλέπονται γι' αυτές στον τίτλο IV κεφάλαιο V της οδηγίας [BRRD

vii)

την οικονομική βιωσιμότητα, σκοπιμότητα και υλοποίηση του σχεδίου αναδιοργάνωσης της επιχείρησης που προβλέπεται στο άρθρο 24 παράγραφος 16.

Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης υποβάλλουν στο Συμβούλιο Εξυγίανσης τελική έκθεση για την εφαρμογή του μηχανισμού εξυγίανσης.

2.   Βάσει των πληροφοριών που παρέχονται, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να δώσει εντολή στις εθνικές αρχές εξυγίανσης ως προς οιαδήποτε πτυχή της εφαρμογής του μηχανισμού εξυγίανσης, και ειδικότερα σχετικά με τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 20 και την άσκηση των εξουσιών εξυγίανσης-

3.   Όπου ενδείκνυται προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της εξυγίανσης, η Επιτροπή, μετά από σύσταση του Συμβουλίου Εξυγίανσης ▌, δύναται να επανεξετάσει την απόφασή της περί του πλαισίου εξυγίανσης και να εγκρίνει τις απαραίτητες τροποποιήσεις.

Άρθρο 26

Εφαρμογή των αποφάσεων εξυγίανσης

1.   Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της απόφασης εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 8, ιδίως με την άσκηση ελέγχου επί των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2, με τη λήψη των αναγκαίων μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 64 της οδηγίας [BRRD], και μεριμνώντας για τη συμμόρφωση προς τις διασφαλίσεις που προβλέπονται στην εν λόγω οδηγία [BRRD]. Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης εφαρμόζουν όλες τις αποφάσεις που τους απευθύνει το Συμβούλιο Εξυγίανσης.

Προς τον σκοπό αυτό, με την επιφύλαξη του παρόντος κανονισμού, κάνουν χρήση των εξουσιών τους δυνάμει της εθνικής νομοθετικής πράξης για τη μεταφορά της οδηγίας [BRRD] στο εθνικό δίκαιο και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο εθνικό δίκαιο. Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης ενημερώνουν πλήρως το Συμβούλιο Εξυγίανσης για την άσκηση των εν λόγω εξουσιών. Οιοδήποτε μέτρο λαμβάνουν συνάδει με την απόφαση που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 8.

2.   Σε περίπτωση που η εθνική αρχή εξυγίανσης δεν έχει εφαρμόσει απόφαση αναφερόμενη στο άρθρο 16, ή την έχει εφαρμόσει κατά τρόπο που δεν καθιστά δυνατή την επίτευξη των στόχων της εξυγίανσης δυνάμει του παρόντος κανονισμού, το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει την εξουσία να δώσει εντολή άμεσα σε ίδρυμα υπό εξυγίανση να προβεί στις ακόλουθες ενέργειες :

α)

να μεταβιβάσει σε άλλο νομικό πρόσωπο συγκεκριμένα δικαιώματα, περιουσιακά στοιχεία ή υποχρεώσεις ιδρύματος υπό εξυγίανση·

β)

να απαιτήσει τη μετατροπή οιωνδήποτε χρεωστικών μέσων που περιέχουν συμβατική ρήτρα μετατροπής, στις περιστάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 18.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει επίσης την εξουσία να ασκεί άμεσα οιαδήποτε άλλη εξουσία του παρέχει η οδηγία [BRRD].

3.   Το υπό εξυγίανση ίδρυμα συμμορφώνεται με απόφαση που λαμβάνεται όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2. Οι αποφάσεις αυτές υπερισχύουν οποιασδήποτε προγενέστερης απόφασης που είχε εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές για το ίδιο θέμα.

4.   Οι εθνικές αρχές, όταν λαμβάνουν μέτρα για ζητήματα τα οποία υπόκεινται σε απόφαση λαμβανόμενη βάσει της παραγράφου 2, συμμορφώνονται με την εν λόγω απόφαση.

Kεφάλαιο 4

Συνεργασία

Άρθρο 27

Υποχρέωση συνεργασίας

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενημερώνει την Επιτροπή για κάθε μέτρο που λαμβάνει προκειμένου να προετοιμάσει την εξυγίανση. Όσον αφορά τις πληροφορίες που λαμβάνονται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, τα μέλη και το προσωπικό της Επιτροπής υπόκεινται στην απαίτηση τήρησης του επαγγελματικού απόρρητου σύμφωνα με το άρθρο 79.

2.   Κατά την άσκηση των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, η Επιτροπή, ▌ οι αρμόδιες ▌ αρχές και οι αρχές εξυγίανσης συνεργάζονται στενά , ιδίως στις φάσεις του σχεδιασμού της εξυγίανσης, της έγκαιρης παρέμβασης και της εξυγίανσης σύμφωνα με τα άρθρα 7 έως 26 . Ανταλλάσσουν μεταξύ τους όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την άσκηση των καθηκόντων τους.

4.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, όταν η ΕΚΤ καλεί τον εκτελεστικό διευθυντή του Συμβουλίου Εξυγίανσης να συμμετάσχει ως παρατηρητής στο εποπτικό συμβούλιο της ΕΚΤ που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να ορίσει άλλον αντιπρόσωπο να συμμετάσχει σε αυτό .

5.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, το Συμβούλιο Εξυγίανσης ορίζει αντιπρόσωπο ο οποίος συμμετέχει στην επιτροπή εξυγίανσης της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών που συστήνεται σύμφωνα με το άρθρο 113 της οδηγίας [BRRD].

6.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης συνεργάζεται στενά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ), τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ), και κάθε μελλοντική αντίστοιχη ευρωπαϊκή δομή, ιδίως όταν το ΕΤΧΣ, ▌ ο ΕΜΣ ή μια μελλοντική αντίστοιχη δομή έχουν χορηγήσει, ή ενδέχεται να χορηγήσουν, άμεση ή έμμεση χρηματοδοτική συνδρομή σε οντότητες που έχουν συσταθεί σε συμμετέχον κράτος μέλος, ιδιαίτερα στις έκτακτες περιστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 24 παράγραφος 9.

7.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης και η ΕΚΤ συνάπτουν μνημόνιο συνεννόησης στο οποίο περιγράφονται οι γενικοί όροι της συνεργασίας τους δυνάμει της παραγράφου 2. Το μνημόνιο συνεννόησης επανεξετάζεται σε τακτική βάση και δημοσιεύεται με την επιφύλαξη του ενδεδειγμένου χειρισμού των εμπιστευτικών πληροφοριών.

7α.     Το Συμβούλιο Εξυγίανσης και οι αρχές εξυγίανσης των μη συμμετεχόντων κρατών μελών συνάπτουν μνημόνια συνεννόησης στα οποία περιγράφεται με γενικούς όρους η μεταξύ τους συνεργασία κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους δυνάμει της οδηγίας [BRRD].

Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης συνάπτει μνημόνιο συνεννόησης με την αρχή εξυγίανσης κάθε μη συμμετέχοντος κράτους μέλους που αποτελεί έδρα τουλάχιστον ενός διεθνούς ιδρύματος με συστημική σπουδαιότητα, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 131 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

Κάθε μνημόνιο συνεννόησης επανεξετάζεται σε τακτική βάση και δημοσιεύεται με την επιφύλαξη του ενδεδειγμένου χειρισμού των εμπιστευτικών πληροφοριών.

Άρθρο 28

Ανταλλαγή πληροφοριών εντός του ΕΜΕ

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης επιφορτίζονται με το καθήκον να συνεργάζονται με καλή πίστη και έχουν την να ανταλλάσσουν πληροφορίες.

2.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης παρέχει στην Επιτροπή κάθε πληροφορία σχετική με την εκπλήρωση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού και, κατά περίπτωση, του άρθρου 107 της ΣΛΕΕ.

Άρθρο 29

Συνεργασία εντός του ΕΜΕ και αντιμετώπιση σε επίπεδο ομίλου

Οι παράγραφοι 4, 5, 6 και 15 του άρθρου 12 και των άρθρων 80 έως 83 της οδηγίας [BRRD], δεν εφαρμόζονται στις σχέσεις μεταξύ των εθνικών αρχών εξυγίανσης των συμμετεχόντων κρατών μελών. Αντ’ αυτών εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 30

Συνεργασία με μη συμμετέχοντα κράτη μέλη

Όταν όμιλος περιλαμβάνει οντότητες εγκατεστημένες σε συμμετέχοντα κράτη μέλη καθώς και σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, το Συμβούλιο Εξυγίανσης αντιπροσωπεύει τις εθνικές αρχές εξυγίανσης των συμμετεχόντων κρατών μελών για τους σκοπούς της συνεργασίας με μη συμμετέχοντα κράτη μέλη σύμφωνα με τα άρθρα 7, 8, 11, 12, 15, 50 και 80 έως 83 της οδηγίας [BRRD], με την επιφύλαξη ▌ του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 31

Συνεργασία με τις αρχές τρίτων χωρών

Η Επιτροπή και το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, είναι αποκλειστικά αρμόδια να συνάπτουν, εξ ονόματος των εθνικών αρχών εξυγίανσης των συμμετεχόντων κρατών μελών, τις μη δεσμευτικές συμφωνίες συνεργασίας που αναφέρονται στο άρθρο 88 παράγραφος 4 της οδηγίας [BRRD] και τις κοινοποιούν σύμφωνα με την παράγραφο 6 του εν λόγω άρθρου.

Kεφάλαιο 5

Εξουσίες έρευνας

Άρθρο 32

Αιτήσεις παροχής πληροφοριών

1.   Για τους σκοπούς της άσκησης των καθηκόντων που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό , το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται, είτε άμεσα είτε μέσω των εθνικών αρχών εξυγίανσης , αξιοποιώντας πλήρως όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες από την ΕΚΤ ή τις εθνικές αρμόδιες αρχές, να απαιτεί από τα ακόλουθα νομικά ή φυσικά πρόσωπα να παρέχουν όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την άσκηση των καθηκόντων που του ανατίθενται από τον παρόντα κανονισμό:

α)

τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2·

β)

τους υπαλλήλους των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2·

γ)

τρίτους στους οποίους οι οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 έχουν αναθέσει καθήκοντα ή δραστηριότητες·

2.   Οι οντότητες ▌ και τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ▌ παρέχουν τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με την παράγραφο 1. Οι διατάξεις περί επαγγελματικού απορρήτου δεν απαλλάσσουν τις εν λόγω οντότητες και τα πρόσωπα από την υποχρέωση παροχής αυτών των πληροφοριών. Η παροχή των ζητούμενων πληροφοριών δεν θεωρείται ότι συνιστά παραβίαση του επαγγελματικού απορρήτου.

3.   Όταν το Συμβούλιο Εξυγίανσης αποκτά πληροφορίες απευθείας από τις εν λόγω οντότητες και τα πρόσωπα, θέτει τις πληροφορίες αυτές στη διάθεση των οικείων εθνικών αρχών εξυγίανσης.

4.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης είναι σε θέση να αποκτά σε συνεχή βάση οιαδήποτε πληροφορία είναι αναγκαία για την άσκηση των καθηκόντων του βάσει του παρόντος κανονισμού, ιδίως σχετικά με το κεφάλαιο, τη ρευστότητα, τα περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις που αφορούν ίδρυμα το οποίο υπόκειται στις εξουσίες του εξυγίανσης ▌.

5.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, οι αρμόδιες αρχές και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης δύνανται να συντάσσουν μνημόνιο συμφωνίας με διαδικασία που αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών. Η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του Συμβουλίου Εξυγίανσης, των αρμόδιων αρχών και των εθνικών αρχών εξυγίανσης δεν θεωρείται ότι συνιστά παραβίαση του επαγγελματικού απορρήτου.

6.   Οι αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της ΕΚΤ, και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης συνεργάζονται με το Συμβούλιο Εξυγίανσης προκειμένου να εξακριβώσουν εάν ορισμένες ή όλες οι πληροφορίες που ζητούνται είναι ήδη διαθέσιμες. Σε περίπτωση που οι εν λόγω πληροφορίες είναι διαθέσιμες, οι αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της ΕΚΤ, ή οι εθνικές αρχές εξυγίανσης παρέχουν τις πληροφορίες αυτές στο Συμβούλιο Εξυγίανσης.

Άρθρο 33

Γενικές έρευνες

1.   Για τους σκοπούς της άσκησης των καθηκόντων που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό , και με την επιφύλαξη των τυχόν άλλων όρων που καθορίζονται στο σχετικό ενωσιακό δίκαιο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να διενεργεί έρευνες σχετικά με τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 τα οποία είναι εγκατεστημένα σε συμμετέχον κράτος μέλος.

Για τον σκοπό αυτό, το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει το δικαίωμα:

α)

να αξιώνει την υποβολή εγγράφων·

β)

να εξετάζει τα βιβλία και αρχεία των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 και να λαμβάνει αντίγραφα ή αποσπάσματα από τα εν λόγω βιβλία και αρχεία·

γ)

να λαμβάνει γραπτές ή προφορικές εξηγήσεις από πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 ή εκπροσώπους τους ή μέλη του προσωπικού·

δ)

να εξετάζει κάθε άλλο πρόσωπο που συναινεί να ερωτηθεί με σκοπό τη συγκέντρωση πληροφοριών σχετικά με το αντικείμενο της έρευνας.

2.   Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 υπόκεινται σε έρευνες που δρομολογούνται με απόφαση του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

Όταν ένα πρόσωπο παρεμποδίζει τη διενέργεια της έρευνας, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης του συμμετέχοντος κράτους μέλους στο οποίο βρίσκονται οι σχετικές εγκαταστάσεις παρέχουν, σε συμφωνία με την εθνική νομοθεσία, την αναγκαία συνδρομή, περιλαμβανομένης της διευκόλυνσης της πρόσβασης του Συμβουλίου Εξυγίανσης στους επαγγελματικούς χώρους των νομικών προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1, προκειμένου να καταστεί δυνατή η άσκηση των προαναφερόμενων δικαιωμάτων.

Άρθρο 34

Επιτόπιες επιθεωρήσεις

1.   Για τους σκοπούς της άσκησης των καθηκόντων που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό, και με την επιφύλαξη άλλων όρων που προβλέπονται στο σχετικό ενωσιακό δίκαιο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται, με την επιφύλαξη της προειδοποίησης των ενδιαφερόμενων εθνικών αρχών εξυγίανσης και των αρμόδιων αρχών , να διενεργήσει όλες τις αναγκαίες επιτόπιες επιθεωρήσεις στους επαγγελματικούς χώρους των νομικών προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1. Επιπλέον, πριν από την άσκηση των εξουσιών που αναφέρονται στο άρθρο 11, το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαβουλεύεται με την αρμόδια αρχή. Οσάκις αυτό απαιτείται για την ορθή διενέργεια και αποτελεσματικότητα της επιθεώρησης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να διενεργήσει επιτόπια επιθεώρηση χωρίς προειδοποίηση προς τα εν λόγω νομικά πρόσωπα.

2.   Οι υπάλληλοι του Συμβουλίου Εξυγίανσης και άλλα πρόσωπα εξουσιοδοτημένα από αυτό για τη διεξαγωγή επιτόπιας επιθεώρησης μπορούν να εισέρχονται σε οιεσδήποτε επαγγελματικές εγκαταστάσεις και χώρους των νομικών προσώπων που αποτελούν αντικείμενο απόφασης έρευνας η οποία εκδόθηκε από το Συμβούλιο Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 και διαθέτουν όλες τις εξουσίες που ορίζονται στο άρθρο 33 παράγραφος 1 .

3.   Τα νομικά πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 υπόκεινται σε επιτόπιες επιθεωρήσεις που δρομολογούνται με απόφαση του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

4.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα ή διορισμένα από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης των κρατών μελών στα οποία πρόκειται να διεξαχθεί η επιθεώρηση συνεπικουρούν ενεργά, υπό την εποπτεία και τον συντονισμό του Συμβουλίου Εξυγίανσης, τους υπαλλήλους του Συμβουλίου Εξυγίανσης και τα λοιπά εξουσιοδοτημένα από αυτό πρόσωπα. Για τον σκοπό αυτόν, διαθέτουν τις εξουσίες που ορίζονται στην παράγραφο 2. Οι υπάλληλοι των εθνικών αρχών εξυγίανσης των οικείων συμμετεχόντων κρατών μελών έχουν επίσης το δικαίωμα να συμμετέχουν στις επιτόπιες επιθεωρήσεις.

5.   Στην περίπτωση που υπάλληλοι και άλλα συνοδεύοντα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα ή διορισμένα από το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαπιστώνουν ότι κάποιο πρόσωπο αντιτίθεται σε επιθεώρηση που έχει διαταχθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης των οικείων συμμετεχόντων κρατών μελών τους παρέχουν την αναγκαία συνδρομή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Στο βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο για την επιθεώρηση, η εν λόγω συνδρομή περιλαμβάνει τη σφράγιση επαγγελματικών χώρων και βιβλίων ή αρχείων. Εάν οι σχετικές εθνικές αρχές εξυγίανσης δεν διαθέτουν αυτή την εξουσία, χρησιμοποιούν την εξουσία τους για να ζητήσουν την αναγκαία συνδρομή άλλων εθνικών αρχών ▌.

Άρθρο 35

Άδεια από δικαστική αρχή

1.   Εάν, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες, απαιτείται άδεια δικαστικής αρχής για την επιτόπια επιθεώρηση που προβλέπεται στο άρθρο 34 παράγραφοι 1 και 2 ή για τη συνδρομή που προβλέπεται στο άρθρο 34 παράγραφος 5, ζητείται η άδεια αυτή.

2.   Όταν ζητείται η άδεια που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η εθνική δικαστική αρχή ελέγχει άμεσα και χωρίς καθυστέρηση τη γνησιότητα της απόφασης του Συμβουλίου Εξυγίανσης, καθώς και κατά πόσον τα σχεδιαζόμενα αναγκαστικά μέτρα δεν είναι ούτε αυθαίρετα ούτε υπερβολικά σε σχέση με το αντικείμενο της επιθεώρησης. Κατά τον έλεγχο της αναλογικότητας των εν λόγω αναγκαστικών μέτρων, η εθνική δικαστική αρχή μπορεί να ζητήσει λεπτομερείς εξηγήσεις από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, ιδίως τους λόγους για τους οποίους το Συμβούλιο Εξυγίανσης υποπτεύεται ότι έχει διαπραχθεί παράβαση των πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 26 και τη σοβαρότητα της εικαζόμενης παράβασης, καθώς και τη φύση της συμμετοχής του προσώπου στο οποίο επιβάλλονται τα αναγκαστικά μέτρα. Ωστόσο, η εθνική δικαστική αρχή του κράτους μέλους δεν επανεξετάζει την αναγκαιότητα διεξαγωγής της επιθεώρησης, ούτε ζητεί να της παρασχεθούν οι πληροφορίες του φακέλου του Συμβουλίου Εξυγίανσης. Η νομιμότητα της απόφασης του Συμβουλίου Εξυγίανσης υπόκειται αποκλειστικά σε επανεξέταση από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Kεφάλαιο 6

Κυρώσεις

Άρθρο 36

Εξουσίες επιβολής διοικητικών κυρώσεων

1.   Εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαπιστώσει ότι οντότητα αναφερόμενη στο άρθρο 2 έχει διαπράξει εκ προθέσεως ή εξ αμελείας μια από τις παραβάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 2, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δίνει εντολή στην οικεία εθνική αρχή εξυγίανσης να επιβάλει διοικητικές κυρώσεις σε βάρος της σχετικής οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2 σύμφωνα με την οδηγία [BRRD].

Παράβαση από τέτοια οντότητα θεωρείται ότι έχει διαπραχθεί εκ προθέσεως εάν δεν υπάρχουν αντικειμενικοί παράγοντες που να αποδεικνύουν ότι η οντότητα ή τα ανώτερα διευθυντικά στελέχη της ενήργησαν εσκεμμένως προκειμένου να διαπράξουν την παράβαση.

2.   Οι διοικητικές κυρώσεις μπορούν να επιβάλλονται σε οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 για τις ακόλουθες παραβάσεις:

α)

όταν δεν παρέχουν τις πληροφορίες που ζητούνται σύμφωνα με το άρθρο 32·

β)

όταν δεν υποβάλλονται σε γενική έρευνα σύμφωνα με το άρθρο 33 ή σε επιτόπια επιθεώρηση σύμφωνα με το άρθρο 34 ·

γ)

όταν δεν εισφέρουν στο ταμείο εξυγίανσης σύμφωνα με τα άρθρα 66 ή 67·

δ)

όταν δεν συμμορφώνονται με την απόφαση που τους απευθύνει το Συμβούλιο Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 26 .

3.   Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης δημοσιεύουν τις διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλουν σύμφωνα με την παράγραφο 1. Όταν η δημοσίευση θα μπορούσε να προκαλέσει δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης δημοσιεύουν την κύρωση χωρίς να αποκαλύπτουν την ταυτότητα των μερών.

4.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές απευθυνόμενες προς τις εθνικές αρχές εξυγίανσης σχετικά με την εφαρμογή των διοικητικών κυρώσεων και των περιοδικών χρηματικών ποινών, με σκοπό την καθιέρωση συνεκτικών, αποδοτικών και αποτελεσματικών πρακτικών και τη διασφάλιση της κοινής, ομοιόμορφης και συνεπούς εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 37

Περιοδικές χρηματικές ποινές

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δίνει εντολή στην οικεία εθνική αρχή εξυγίανσης να επιβάλει περιοδική χρηματική ποινή όσον αφορά τη σχετική οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2 ▌ προκειμένου να υποχρεώσει:

α)

οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2 να συμμορφωθεί με απόφαση που εκδόθηκε βάσει του άρθρου 32·

β)

πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 να παράσχει πλήρεις πληροφορίες οι οποίες έχουν απαιτηθεί με απόφαση που εκδόθηκε σύμφωνα με το ίδιο άρθρο·

γ)

πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 33 παράγραφος 1 να υποβληθεί σε έρευνα και ειδικότερα να παράσχει πλήρη αρχεία, δεδομένα, διαδικασίες ή οιοδήποτε άλλο απαιτούμενο υλικό, καθώς και να συμπληρώσει και να διορθώσει άλλες πληροφορίες που παρέχονται κατά τη διάρκεια έρευνας που έχει κινηθεί με απόφαση που εκδόθηκε σύμφωνα με το ίδιο άρθρο·

δ)

πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 1 να υποβληθεί σε επιτόπια επιθεώρηση που έχει διαταχθεί με απόφαση που εκδόθηκε σύμφωνα με το ίδιο άρθρο.

2.   Η περιοδική χρηματική ποινή είναι αποτελεσματική και αναλογική. Η περιοδική χρηματική ποινή επιβάλλεται σε καθημερινή βάση έως ότου η οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2 ή το εμπλεκόμενο πρόσωπο συμμορφωθεί με τις σχετικές αποφάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) έως δ).

3.   Η περιοδική χρηματική ποινή μπορεί να επιβάλλεται για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ

ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

ΤΙΤΛΟΣ I

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ

Άρθρο 38

Νομικό καθεστώς

1.   Ιδρύεται Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης. Το Συμβούλιο είναι οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ειδική δομή αντίστοιχη με τα καθήκοντά του. Διαθέτει νομική προσωπικότητα.

2.   Το Συμβούλιο έχει σε κάθε κράτος μέλος την ευρύτερη νομική ικανότητα που αναγνωρίζεται σε νομικά πρόσωπα με βάση την εθνική νομοθεσία. Ειδικότερα, το Συμβούλιο μπορεί να αποκτά ή να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία και να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου.

3.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκπροσωπείται από τον εκτελεστικό του διευθυντή.

Άρθρο 39

Σύνθεση

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης απαρτίζεται από:

α)

τον εκτελεστικό διευθυντή , με δικαίωμα ψήφου ·

β)

τον αναπληρωτή εκτελεστικό διευθυντή , με δικαίωμα ψήφου ·

γ)

ένα μέλος που διορίζεται από την Επιτροπή , με δικαίωμα ψήφου ·

δ)

ένα μέλος που διορίζεται από την ΕΚΤ , με δικαίωμα ψήφου ·

ε)

ένα μέλος που διορίζεται από κάθε συμμετέχον κράτος μέλος και εκπροσωπεί την εθνική αρχή εξυγίανσης , με δικαίωμα ψήφου σύμφωνα με τα άρθρα 48 και 51 ·

εα)

ένα μέλος που διορίζεται από την ΕΑΤ και συμμετέχει ως παρατηρητής, χωρίς δικαίωμα ψήφου.

2.   Η θητεία του εκτελεστικού διευθυντή, του αναπληρωτή εκτελεστικού διευθυντή και των μελών του Συμβουλίου Εξυγίανσης που διορίζονται από την Επιτροπή και την ΕΚΤ είναι πενταετής. Με την επιφύλαξη του άρθρου 52 παράγραφος 6, η θητεία αυτή δεν μπορεί να ανανεωθεί.

3.   Η διοικητική και διαχειριστική δομή του Συμβουλίου Εξυγίανσης περιλαμβάνει:

α)

σύνοδο ολομέλειας του Συμβουλίου, η οποία ασκεί τα καθήκοντα που ορίζονται στο άρθρο 46 ·

β)

εκτελεστική σύνοδο του Συμβουλίου, η οποία ασκεί τα καθήκοντα που ορίζονται στο άρθρο 50 ·

γ)

εκτελεστικό διευθυντή, ο οποίος ασκεί τα καθήκοντα που ορίζονται στο άρθρο 52 .

Άρθρο 40

Συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενεργεί σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο, και ιδίως με τις αποφάσεις της Επιτροπής που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 41

Υποχρέωση λογοδοσίας

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης λογοδοτεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 έως 8.

2.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης υποβάλλει κάθε χρόνο έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο σχετικά με την εκτέλεση των καθηκόντων που του ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό. Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου, η εν λόγω έκθεση δημοσιεύεται στον ιστότοπο του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

3.   Ο εκτελεστικός διευθυντής παρουσιάζει δημοσίως την εν λόγω έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

4.   Κατόπιν αιτήσεως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο εκτελεστικός διευθυντής συμμετέχει σε ακρόαση για την εκτέλεση των καθηκόντων εξυγίανσης ενώπιον των αρμόδιων επιτροπών του Κοινοβουλίου. Η ακρόαση πραγματοποιείται τουλάχιστον μία φορά ετησίως.

4α.     Κατόπιν αιτήσεως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής συμμετέχει σε ακρόαση για την εκτέλεση των καθηκόντων εξυγίανσης ενώπιον των αρμόδιων επιτροπών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

5.   Ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί, κατόπιν αιτήσεως του Συμβουλίου, να συμμετάσχει σε ακρόαση για την εκτέλεση των καθηκόντων εξυγίανσης ενώπιον του Συμβουλίου.

6.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης απαντά προφορικώς ή γραπτώς στις ερωτήσεις που του απευθύνονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο, σύμφωνα με τις δικές του διαδικασίες, το συντομότερο δυνατόν και, οπωσδήποτε, εντός πέντε εβδομάδων από τη διαβίβαση .

7.   Κατόπιν αιτήσεως, ο εκτελεστικός διευθυντής πραγματοποιεί εμπιστευτικές προφορικές συζητήσεις με τον πρόεδρο και τους αντιπροέδρους της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εάν οι εν λόγω συζητήσεις απαιτούνται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου βάσει της Συνθήκης. Μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου Εξυγίανσης συνάπτεται συμφωνία για τις λεπτομέρειες της διοργάνωσης των συζητήσεων αυτών, ώστε να εξασφαλίζεται πλήρως το απόρρητο σύμφωνα με τις υποχρεώσεις περί απορρήτου που επιβάλλονται από τον παρόντα κανονισμό και από το άρθρο 67 της οδηγίας [BRRD] στο Συμβούλιο Εξυγίανσης όταν ενεργεί ως εθνική αρχή εξυγίανσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 του παρόντος κανονισμού.

8.   Κατά τη διάρκεια ερευνών από το Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης συνεργάζεται με το Κοινοβούλιο, με την επιφύλαξη της ΣΛΕΕ. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συμφωνούν έως την 1η Μαρτίου 2015 σε κατάλληλες ρυθμίσεις σχετικά με τις πρακτικές λεπτομέρειες που αφορούν την άσκηση της δημοκρατικής λογοδοσίας και της εποπτείας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που ανατίθενται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης με τον παρόντα κανονισμό. Οι ρυθμίσεις αυτές καλύπτουν, μεταξύ άλλων, την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συνεργασία σε έρευνες και την ενημέρωση για τη διαδικασία επιλογής του εκτελεστικού διευθυντή και του αναπληρωτή εκτελεστικού διευθυντή . Οι ρυθμίσεις αυτές έχουν ανάλογο πεδίο εφαρμογής με εκείνο της διοργανικής συμφωνίας (ΔΟΣ) μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της ΕΚΤ, που συνήφθη σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

Οι εν λόγω ρυθμίσεις περιλαμβάνουν συμφωνία μεταξύ του Συμβουλίου Εξυγίανσης και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις αρχές και τις διαδικασίες για την ταξινόμηση, διαβίβαση στο Κοινοβούλιο και υστερόχρονη γνωστοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών, πλην όσων καλύπτονται από τη ΔΟΣ που συνήφθη σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

Άρθρο 42

Εθνικά κοινοβούλια

-1.     Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, όταν υποβάλλει την έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 41 παράγραφος 2, ταυτοχρόνως διαβιβάζει άμεσα την εν λόγω έκθεση στα εθνικά κοινοβούλια των συμμετεχόντων κρατών μελών.

Τα εθνικά κοινοβούλια μπορούν να απευθύνουν στο Συμβούλιο Εξυγίανσης τις αιτιολογημένες παρατηρήσεις τους όσον αφορά την εν λόγω έκθεση.

1.   Λόγω των ειδικών καθηκόντων του Συμβουλίου Εξυγίανσης, τα εθνικά κοινοβούλια των συμμετεχόντων κρατών μελών, με δικές τους διαδικασίες, μπορούν να ζητούν από το Συμβούλιο Εξυγίανσης να απαντήσει γραπτώς σε τυχόν παρατηρήσεις ή ερωτήματα που του υποβάλλουν σχετικά με τα καθήκοντα που ανατίθενται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Το εθνικό κοινοβούλιο ενός συμμετέχοντος κράτους μέλους μπορεί να καλέσει τον εκτελεστικό διευθυντή να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων με αντικείμενο την εξυγίανση των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 στο εν λόγω κράτος μέλος από κοινού με εκπρόσωπο της εθνικής αρχής εξυγίανσης.

3.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την υποχρέωση λογοδοσίας των εθνικών αρχών εξυγίανσης ενώπιον των εθνικών κοινοβουλίων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο για την εκτέλεση καθηκόντων που δεν ανατίθενται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης ή στην Επιτροπή με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 43

Ανεξαρτησία

1.   Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που τους ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, το Συμβούλιο Εξυγίανσης και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης ενεργούν ανεξάρτητα και σύμφωνα με το γενικό συμφέρον.

2.   Τα μέλη του Συμβουλίου Εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 39 παράγραφος 2 ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά προς το συμφέρον της Ένωσης συνολικά και δεν επιτρέπεται να ζητούν ούτε να λαμβάνουν οδηγίες από τα θεσμικά όργανα ή οργανισμούς της Ένωσης, από την κυβέρνηση οποιουδήποτε κράτους μέλους ή από οποιονδήποτε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα.

Άρθρο 43α

Γενικές αρχές που εφαρμόζονται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης διέπεται από τις ακόλουθες αρχές:

α)

ενεργεί με ανεξάρτητο τρόπο, σύμφωνα με το άρθρο 43·

β)

τα μέλη του διαθέτουν την απαραίτητη εμπειρογνωσία στον τομέα της τραπεζικής αναδιάρθρωσης και αφερεγγυότητας·

γ)

έχει την ικανότητα να χειριστεί μεγάλους τραπεζικούς ομίλους·

δ)

μπορεί να ενεργεί γρήγορα και αμερόληπτα·

ε)

εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται δεόντως υπόψη η εθνική χρηματοπιστωτική σταθερότητα, η χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης και η εσωτερική αγορά· και

στ)

λογοδοτεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 41.

Άρθρο 44

Έδρα

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει την έδρα του στις Βρυξέλλες (Βέλγιο).

ΤΙΤΛΟΣ II

ΣΥΝΟΔΟΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ

Άρθρο 45

Συμμετοχή στις συνόδους ολομέλειας

Όλα τα μέλη του Συμβουλίου Εξυγίανσης συμμετέχουν στις συνόδους της ολομέλειας.

Άρθρο 46

Καθήκοντα

1.   Κατά τη σύνοδο ολομέλειας, το Συμβούλιο Εξυγίανσης:

α)

εγκρίνει, έως τις 30 Νοεμβρίου κάθε έτους, το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του για το επόμενο έτος ▌, με βάση σχέδιο που υποβάλλει ο εκτελεστικός διευθυντής και το διαβιβάζει προς ενημέρωση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στην ΕΚΤ· κατά τη σύνοδο ολομελείας του, το Συμβούλιο Εξυγίανσης παρακολουθεί και ελέγχει την εφαρμογή του προγράμματος εργασίας·

β)

εγκρίνει , παρακολουθεί και ελέγχει τον ετήσιο προϋπολογισμό του Συμβουλίου Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 58 παράγραφος 2 ·

βα)

εκδίδει γνώμες και συστάσεις σχετικά με το σχέδιο έκθεσης που συντάσσει ο εκτελεστικός διευθυντής, το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 52 παράγραφος 2 στοιχείο ζ)·

γ)

αποφασίζει σχετικά με τον εκούσιο δανεισμό μεταξύ χρηματοδοτικών ρυθμίσεων σύμφωνα με το άρθρο 68, την αλληλέγγυα χρήση των εθνικών χρηματοδοτικών ρυθμίσεων σύμφωνα με το άρθρο 72 και την δανειοδότηση του συστήματος εγγύησης καταθέσεων σύμφωνα με το άρθρο 73 παράγραφος 4 ·

δ)

εγκρίνει την ετήσια έκθεση πεπραγμένων σχετικά με τις δραστηριότητες του Συμβουλίου Εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 42 , η οποία περιέχει λεπτομερείς εξηγήσεις για την εκτέλεση του προϋπολογισμού·

ε)

θεσπίζει τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 61·

στ)

εγκρίνει στρατηγική για την καταπολέμηση της απάτης, ανάλογη προς τους κινδύνους απάτης, λαμβάνοντας υπόψη το κόστος και τα οφέλη των μέτρων που θα εφαρμοστούν·

ζ)

θεσπίζει κανόνες για την πρόληψη και τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων στις οποίες εμπλέκονται τα μέλη του·

η)

εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό του·

θ)

σύμφωνα με την παράγραφο 2, ασκεί, όσον αφορά το προσωπικό του Συμβουλίου Εξυγίανσης, τις εξουσίες, οι οποίες ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, δυνάμει του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων, και στην αρμόδια για τη σύναψη των συμβάσεων προσλήψεως αρχή, δυνάμει του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό («εξουσίες της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής»)·

ι)

εκδίδει κατάλληλους εκτελεστικούς κανόνες για την εφαρμογή του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, σύμφωνα με το άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων·

ια)

διορίζει υπόλογο, δυνάμει του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, ο οποίος λειτουργεί υπό καθεστώς ανεξαρτησίας κατά την άσκηση των καθηκόντων του·

ιβ)

μεριμνά για τη δέουσα συνέχεια στα πορίσματα και στις συστάσεις που προκύπτουν από τις διάφορες εσωτερικές ή εξωτερικές εκθέσεις ελέγχου και αξιολογήσεις, καθώς και από τις έρευνες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF)

ιγ)

λαμβάνει όλες τις αποφάσεις σχετικά με τη δημιουργία και, εφόσον χρειάζεται, την τροποποίηση των εσωτερικών δομών του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

2.   Κατά τη σύνοδο ολομέλειας, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκδίδει, σύμφωνα με το άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων, απόφαση, βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 1 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και του άρθρου 6 του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, με την οποία αναθέτει στον εκτελεστικό διευθυντή τις σχετικές εξουσίες της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής και καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες η ανάθεση εξουσιών μπορεί να ανασταλεί. Ο εκτελεστικός διευθυντής έχει το δικαίωμα να μεταβιβάζει περαιτέρω τις αρμοδιότητές του.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης στη σύνοδο ολομέλειας μπορεί, όταν το επιβάλλουν εξαιρετικές συνθήκες, να αποφασίσει να αναστείλει προσωρινά την ανάθεση των εξουσιών της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής στον εκτελεστικό διευθυντή και των εξουσιών τις οποίες έχει μεταβιβάσει ο εκτελεστικός διευθυντής, και να ασκεί το ίδιο τις εν λόγω εξουσίες ή να τις αναθέσει σε μέλος του ή σε μέλος του προσωπικού, πλην του εκτελεστικού διευθυντή.

Άρθρο 47

Συνεδρίαση της συνόδου ολομέλειας του Συμβουλίου Εξυγίανσης

1.   Ο εκτελεστικός διευθυντής συγκαλεί συνεδριάσεις της συνόδου ολομέλειας του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

2.   Το Συμβούλιο σε σύνοδο ολομέλειας πραγματοποιεί τουλάχιστον δύο τακτικές συνεδριάσεις ετησίως. Επιπλέον, συνεδριάζει με πρωτοβουλία του εκτελεστικού διευθυντή, κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής ή κατόπιν αιτήσεως του ενός τρίτου τουλάχιστον των μελών του.

3.   Το Συμβούλιο στη σύνοδο της ολομέλειας μπορεί να προσκαλεί παρατηρητές να παραστούν στις συνεδριάσεις του σε βάση ad hoc. Ειδικότερα, κατόπιν σχετικού αιτήματος, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να καλέσει έναν εκπρόσωπο του ΕΜΣ να παρίσταται ως παρατηρητής.

4.   Το Συμβούλιο παρέχει υπηρεσίες γραμματείας στη σύνοδο ολομέλειας του Συμβουλίου.

Άρθρο 48

Διαδικασία λήψης αποφάσεων

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στη σύνοδο ολομέλειας, λαμβάνει τις αποφάσεις του με απλή πλειοψηφία των μελών του που αναφέρονται στο άρθρο 39 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ε). Ωστόσο, οι αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο γ) λαμβάνονται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών αυτών .

2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής συμμετέχει στην ψηφοφορία.

3.   Το Συμβούλιο εγκρίνει και δημοσιοποιεί τον εσωτερικό κανονισμό του. Ο εσωτερικός κανονισμός καθορίζει τις λεπτομερέστερες ρυθμίσεις για τις ψηφοφορίες, ιδίως όσον αφορά τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα μέλος μπορεί να ενεργεί για λογαριασμό άλλου, καθώς και τους κανόνες περί απαρτίας, κατά περίπτωση.

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ

Άρθρο 49

Συμμετοχή στις εκτελεστικές συνόδους

1.    Τα μέλη του Συμβουλίου Εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 39 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ) συμμετέχουν στις εκτελεστικές συνόδους του Συμβουλίου.

2.   Όταν το Συμβούλιο Εξυγίανσης συσκέπτεται για οντότητα αναφερόμενη στο άρθρο 2 ή για όμιλο οντοτήτων εγκατεστημένο σε ένα μόνο συμμετέχον κράτος μέλος, το μέλος που έχει διοριστεί από το εν λόγω κράτος μέλος συμμετέχει επίσης στις συσκέψεις και στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1.

3.   Όταν το Συμβούλιο Εξυγίανσης συσκέπτεται για έναν διασυνοριακό όμιλο, το μέλος που έχει διοριστεί από το κράτος μέλος στο οποίο έχει την έδρα της η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, καθώς και τα μέλη που έχουν διοριστεί από τα κράτη μέλη, στα οποία είναι εγκατεστημένη μια θυγατρική ή μια οντότητα που καλύπτεται από ενοποιημένη εποπτεία, συμμετέχουν επίσης στις συσκέψεις και στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 2 .

3α.     Τα μέλη του Συμβουλίου Εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 39 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ) εξασφαλίζουν τη συνέπεια, καταλληλότητα και αναλογικότητα των αποφάσεων και δράσεων εξυγίανσης, ιδίως όσον αφορά τη χρήση του Ταμείου, οι οποίες συμφωνούνται στο πλαίσιο εκτελεστικών συνόδων του Συμβουλίου Εξυγίανσης που πραγματοποιούνται με διαφορετική σύνθεση.

Άρθρο 50

Καθήκοντα

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στη σύνοδο ολομέλειάς του, επικουρείται από εκτελεστική σύνοδο του Συμβουλίου.

2.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στην εκτελεστική σύνοδό του:

α)

προετοιμάζει όλες τις αποφάσεις που εγκρίνονται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης στη σύνοδο της ολομέλειάς του·

β)

λαμβάνει όλες τις αποφάσεις για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

2α.   Στα καθήκοντα του συμβουλίου, κατά την εκτελεστική του σύνοδο, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 2, περιλαμβάνονται:

-i)

η κατάρτιση, αξιολόγηση και έγκριση σχεδίων εξυγίανσης σύμφωνα με τα άρθρα 7 έως 9·

-iα)

ο καθορισμός της ελάχιστης απαίτησης για τα ίδια κεφάλαια και τις επιλέξιμες υποχρεώσεις που πρέπει να διατηρούν τα ιδρύματα και οι μητρικές επιχειρήσεις σύμφωνα με το άρθρο 10,

i)

η παροχή στην Επιτροπή, το συντομότερο δυνατόν, σχεδίου απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 16 το οποίο θα συνοδεύεται από όλες τις σχετικές πληροφορίες που επιτρέπουν στην Επιτροπή να αξιολογεί και να λαμβάνει αιτιολογημένη απόφαση, σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 6·

ii)

η λήψη απόφασης σχετικά με το μέρος ΙΙ του προϋπολογισμού του Συμβουλίου Εξυγίανσης για το Ταμείο.

3.   Εφόσον αυτό απαιτείται, σε επείγουσες περιπτώσεις, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στην εκτελεστική του σύνοδο, μπορεί να λαμβάνει ορισμένες προσωρινές αποφάσεις εξ ονόματος του Συμβουλίου στη σύνοδο ολομέλειας, ιδίως για θέματα διοικητικής διαχείρισης, μεταξύ άλλων και για δημοσιονομικά θέματα.

4.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στην εκτελεστική του σύνοδο, συνεδριάζει με πρωτοβουλία του εκτελεστικού διευθυντή ή κατόπιν αιτήσεως οιουδήποτε μέλους του.

5.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στη σύνοδο της ολομελείας του, θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό του Συμβουλίου στην εκτελεστική του σύνοδο.

Άρθρο 51

Λήψη αποφάσεων

1.   Όταν συσκέπτεται για μεμονωμένη οντότητα ή για όμιλο εγκατεστημένο σε ένα μόνο συμμετέχον κράτος μέλος, το Συμβούλιο Εξυγίανσης ▌στις εκτελεστικές συνόδους του επιδιώκει τη λήψη συναινετικών αποφάσεων . Ελλείψει συναινετικής απόφασης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει τις αποφάσεις του με απλή πλειοψηφία των μελών με δικαίωμα ψήφου που αναφέρονται στο άρθρο 39 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ) και των συμμετεχόντων μελών που αναφέρονται στο άρθρο 49 παράγραφος 1. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του εκτελεστικού διευθυντή.

2.   Όταν συσκέπτεται για έναν διασυνοριακό όμιλο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης ▌ στις εκτελεστικές συνόδους του επιδιώκει τη λήψη συναινετικών αποφάσεων. Ελλείψει συναινετικής απόφασης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει τις αποφάσεις του με απλή πλειοψηφία των μελών με δικαίωμα ψήφου που αναφέρονται στο άρθρο 39 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ) και των συμμετεχόντων μελών που αναφέρονται στο άρθρο 49 παράγραφος 3. Τα μέλη του Συμβουλίου Εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 39 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ) και το μέλος που έχει διοριστεί από το κράτος μέλος στο οποίο έχει την έδρα της η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, έχουν μία ψήφο έκαστο. Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης κάθε συμμετέχοντος κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένη θυγατρική ή οντότητα που καλύπτεται από ενοποιημένη εποπτεία έχουν , εκάστη, δικαίωμα ψήφου ίσο με κλάσμα μίας ψήφου ▌ . Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του εκτελεστικού διευθυντή.

3.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στην εκτελεστική σύνοδό του, εγκρίνει και δημοσιοποιεί τον εσωτερικό κανονισμό για τις εκτελεστικές συνόδους του.

Οι συνεδριάσεις του Συμβουλίου Εξυγίανσης στην εκτελεστική σύνοδό του συγκαλούνται από τον εκτελεστικό διευθυντή με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήσεως οιουδήποτε εκ των μελών του και διεξάγονται υπό την προεδρία του εκτελεστικού διευθυντή. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στην εκτελεστική σύνοδό του, μπορεί να προσκαλεί παρατηρητές να παραστούν στις συνεδριάσεις του σε βάση ad hoc. Ειδικότερα, κατόπιν σχετικού αιτήματος, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να καλέσει έναν εκπρόσωπο του ΕΜΣ να παρίσταται ως παρατηρητής.

ΤΙΤΛΟΣ ΙV

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ

Άρθρο 52

Διορισμός και καθήκοντα

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης διευθύνεται από εκτελεστικό διευθυντή πλήρους απασχόλησης, ο οποίος δεν κατέχει αξιώματα σε εθνικό επίπεδο.

2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής είναι αρμόδιος για τα εξής:

α)

προετοιμασία των εργασιών του Συμβουλίου Εξυγίανσης, κατά τις συνόδους ολομέλειας και κατά τις εκτελεστικές συνόδους, καθώς και σύγκληση και διεξαγωγή των συνεδριάσεών του υπό την προεδρία του·

β)

όλα τα θέματα προσωπικού·

γ)

θέματα που αφορούν την τρέχουσα διαχείριση·

δ)

εκτέλεση του προϋπολογισμού του Συμβουλίου Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 58 παράγραφος 3·

ε)

διοίκηση του Συμβουλίου Εξυγίανσης·

στ)

υλοποίηση του ετήσιου προγράμματος εργασίας του Συμβουλίου Εξυγίανσης·

ζ)

σύνταξη, ετησίως, σχεδίου έκθεσης το οποίο περιλαμβάνει μία ενότητα για τις δραστηριότητες εξυγίανσης του Συμβουλίου Εξυγίανσης και μία για τα οικονομικά και διοικητικά θέματα.

3.   Ο εκτελεστικός διευθυντής επικουρείται από αναπληρωτή εκτελεστικό διευθυντή.

Ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής ασκεί τα καθήκοντα του εκτελεστικού διευθυντή κατά την απουσία του.

4.   Ο εκτελεστικός διευθυντής και ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής διορίζονται με κριτήριο τα προσόντα, τις ικανότητες, τις γνώσεις για τραπεζικά και χρηματοπιστωτικά θέματα, την πείρα σχετικά με την εποπτεία και ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα.

Ο εκτελεστικός διευθυντής και ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής επιλέγονται βάσει ανοικτής διαδικασίας επιλογής, η οποία σέβεται την αρχή της ισορροπίας των φύλων και για την οποία τηρούνται δεόντως ενήμεροι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

5.    Η Επιτροπή παρέχει στην αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατάλογο προεπιλογής υποψηφίων για τις θέσεις του εκτελεστικού διευθυντή και του αναπληρωτή εκτελεστικού διευθυντή.

Η Επιτροπή υποβάλλει πρόταση για τον διορισμό του εκτελεστικού διευθυντή και του αναπληρωτή εκτελεστικού διευθυντή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προς έγκριση . Έπειτα από την έγκριση της εν λόγω πρότασης, το Συμβούλιο εκδίδει εκτελεστική απόφαση για τον διορισμό του εκτελεστικού διευθυντή και του αναπληρωτή εκτελεστικού διευθυντή .

6.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 39 παράγραφος 2, η θητεία του πρώτου αναπληρωτή εκτελεστικού διευθυντή που διορίζεται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού είναι τριετής· η θητεία αυτή μπορεί να ανανεωθεί μία φορά για διάστημα πέντε ετών. Ο εκτελεστικός διευθυντής και ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους έως τον διορισμό των διαδόχων τους.

7.   ▌ Ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής του οποίου η θητεία έχει παραταθεί δεν συμμετέχει σε άλλη διαδικασία επιλογής για την ίδια θέση στο τέλος της συνολικής περιόδου.

8.   Εάν ο εκτελεστικός διευθυντής ή ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής δεν πληρούν πλέον τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων τους ή έχουν κριθεί ένοχοι για σοβαρό παράπτωμα, το Συμβούλιο μπορεί, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής η οποία έχει εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο , να εκδώσει εκτελεστική απόφαση για την παύση του εκτελεστικού διευθυντή ή του αναπληρωτή εκτελεστικού διευθυντή από τα καθήκοντά του.

Για τους σκοπούς αυτούς, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορούν να ενημερώνουν την Επιτροπή ότι θεωρούν ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την απομάκρυνση του εκτελεστικού διευθυντή ή του αναπληρωτή εκτελεστικού διευθυντή από τα καθήκοντά τους, και η Επιτροπή απαντά στην ενημέρωση αυτή.

Άρθρο 53

Ανεξαρτησία

1.   Ο εκτελεστικός διευθυντής και ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής ασκούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με τις αποφάσεις της Επιτροπής και του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

Όταν συμμετέχουν στις συζητήσεις και στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο του Συμβουλίου Εξυγίανσης, ο εκτελεστικός διευθυντής και ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής δεν επιτρέπεται να ζητούν ούτε να λαμβάνουν οδηγίες από τα θεσμικά όργανα ή τους οργανισμούς της Ένωσης, αλλά εκφράζουν τη γνώμη τους και ψηφίζουν ανεξάρτητα. Στις εν λόγω συζητήσεις και διαδικασίες λήψης αποφάσεων ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής δεν τελεί υπό τον έλεγχο του εκτελεστικού διευθυντή.

2.   Ούτε τα κράτη μέλη ούτε οποιοσδήποτε άλλος δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας επιτρέπεται να επιδιώκουν να επηρεάσουν τον εκτελεστικό διευθυντή και τον αναπληρωτή εκτελεστικό διευθυντή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

3.   Σύμφωνα με τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης που αναφέρεται στο άρθρο 78 παράγραφος 6, ο εκτελεστικός διευθυντής και ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής, μετά την έξοδό τους από την υπηρεσία, εξακολουθούν να δεσμεύονται από την υποχρέωση να συμπεριφέρονται με ακεραιότητα και διακριτικότητα σε σχέση με την αποδοχή ορισμένων θέσεων ή ευεργετημάτων.

ΤΙΤΛΟΣ V

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Kεφάλαιο 1

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 54

Πόροι

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης αναλαμβάνει να διαθέσει τους αναγκαίους χρηματικούς και ανθρώπινους πόρους για την άσκηση των καθηκόντων που του ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 55

Προϋπολογισμός

1.   Για κάθε οικονομικό έτος, που αντιστοιχεί στο ημερολογιακό έτος, καταρτίζονται και εγγράφονται στον προϋπολογισμό του προβλέψεις για όλα τα έσοδα και τις δαπάνες του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

2.   Ο προϋπολογισμός του Συμβουλίου Εξυγίανσης πρέπει να είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες.

3.   Ο προϋπολογισμός απαρτίζεται από δύο μέρη: το Μέρος I για τη διοίκηση του Συμβουλίου Εξυγίανσης και το Μέρος ΙΙ για το Ταμείο.

Άρθρο 56

Μέρος Ι του προϋπολογισμού για τη διοίκηση του Συμβουλίου Εξυγίανσης

1.   Τα έσοδα του μέρους Ι του προϋπολογισμού προέρχονται από τις ετήσιες συνεισφορές που είναι αναγκαίες για την κάλυψη των ετήσιων εκτιμώμενων διοικητικών δαπανών σύμφωνα με το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α).

2.   Οι δαπάνες του μέρους Ι του προϋπολογισμού περιλαμβάνουν, τουλάχιστον, τις δαπάνες προσωπικού, τις αμοιβές, τις διοικητικές δαπάνες, τις δαπάνες υποδομής, τις δαπάνες επαγγελματικής επιμόρφωσης και τις λειτουργικές δαπάνες.

Άρθρο 57

Μέρος ΙΙ του προϋπολογισμού για το Ταμείο

1.   Τα έσοδα του μέρους ΙΙ του προϋπολογισμού περιλαμβάνουν ιδίως τα ακόλουθα:

α)

συνεισφορές που καταβάλλονται από τα ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 62, πλην των ετήσιων συνεισφορών που αναφέρονται στο άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α)·

β)

δάνεια που λαμβάνονται από άλλες χρηματοδοτικές ρυθμίσεις εξυγίανσης σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 68 παράγραφος 1·

γ)

δάνεια που λαμβάνονται από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή άλλα τρίτα μέρη, σύμφωνα με το άρθρο 69, περιλαμβανομένων αυτών που εντάσσονται στο πλαίσιο της δανειακής διευκόλυνσης που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο·

δ)

αποδόσεις από τις πραγματοποιηθείσες επενδύσεις των ποσών που έχει στην κατοχή του το Ταμείο σύμφωνα με το άρθρο 70.

2.   Οι δαπάνες του μέρους II του προϋπολογισμού περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)

δαπάνες για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 71·

β)

επενδύσεις σύμφωνα με το άρθρο 70·

γ)

τόκους που καταβάλλονται για τα δάνεια που έχουν ληφθεί από άλλες χρηματοδοτικές ρυθμίσεις εξυγίανσης σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 68 παράγραφος 1·

δ)

τόκους που καταβάλλονται για τα δάνεια που έχουν ληφθεί από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή άλλα τρίτα μέρη, σύμφωνα με το άρθρο 69, περιλαμβανομένων αυτών που εντάσσονται στο πλαίσιο της δανειακής διευκόλυνσης που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο.

Άρθρο 58

Κατάρτιση και εκτέλεση του προϋπολογισμού

1.   Έως τις 15 Φεβρουαρίου κάθε έτους, ο εκτελεστικός διευθυντής καταρτίζει εκτίμηση των εσόδων και δαπανών του Συμβουλίου Εξυγίανσης για το επόμενο οικονομικό έτος και τη διαβιβάζει στο Συμβούλιο Εξυγίανσης, στη σύνοδο ολομέλειάς του, προς έγκριση, το αργότερο στις 31 Μαρτίου κάθε έτους.

2.   Ο προϋπολογισμός του Συμβουλίου Εξυγίανσης εγκρίνεται από τη σύνοδο ολομέλειας του Συμβουλίου Εξυγίανσης βάσει της κατάστασης προβλέψεων. Εφόσον κριθεί αναγκαίο, αναπροσαρμόζεται δεόντως, μετά την παρακολούθηση και τον έλεγχο που πραγματοποιεί το Συμβούλιο Εξυγίανσης κατά τη σύνολο ολομελείας του.

3.   Ο προϋπολογισμός του Συμβουλίου Εξυγίανσης εκτελείται από τον εκτελεστικό διευθυντή.

Άρθρο 59

Λογιστικοί και λοιποί έλεγχοι

1.   Στο Συμβούλιο Εξυγίανσης δημιουργείται σύστημα εσωτερικού ελέγχου, ο οποίος πρέπει να ασκείται τηρώντας τα σχετικά διεθνή πρότυπα. Ο εσωτερικός ελεγκτής, που διορίζεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, είναι υπεύθυνος έναντι αυτού για την εξακρίβωση της ορθής λειτουργίας των συστημάτων και διαδικασιών εκτέλεσης του προϋπολογισμού του Συμβουλίου.

2.   Ο εσωτερικός ελεγκτής συμβουλεύει το Συμβούλιο Εξυγίανσης ως προς την αντιμετώπιση των κινδύνων, διατυπώνοντας ανεξάρτητα τη γνώμη του σχετικά με την ποιότητα των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου και εκδίδοντας συστάσεις για τη βελτίωση των όρων εκτέλεσης των πράξεων και για την προώθηση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

3.   Η ευθύνη για την εφαρμογή συστημάτων και διαδικασιών εσωτερικού ελέγχου που είναι κατάλληλα για την εκτέλεση των καθηκόντων του βαρύνει το Συμβούλιο Εξυγίανσης.

Άρθρο 60

Απόδοση λογαριασμών και απαλλαγή

1.   Ο εκτελεστικός διευθυντής ενεργεί ως διατάκτης.

2.   Έως την 1η Μαρτίου του επόμενου οικονομικού έτους, ο υπόλογος του Συμβουλίου Εξυγίανσης διαβιβάζει τους προσωρινούς λογαριασμούς στο Συμβούλιο Εξυγίανσης .

3.   Έως τις 31 Μαρτίου κάθε έτους, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στην εκτελεστική σύνοδό του, διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στο Ελεγκτικό Συνέδριο τους προσωρινούς λογαριασμούς του Συμβουλίου Εξυγίανσης για το προηγούμενο οικονομικό έτος.

4.   Μετά την παραλαβή των παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τους προσωρινούς λογαριασμούς του Συμβουλίου Εξυγίανσης, ο εκτελεστικός διευθυντής καταρτίζει με δική του ευθύνη τους οριστικούς λογαριασμούς και τους διαβιβάζει στο Συμβούλιο Εξυγίανσης στη σύνοδο ολομέλειάς του προς έγκριση.

5.   Έως την 1η Ιουλίου μετά τη λήξη κάθε οικονομικού έτους, ο εκτελεστικός διευθυντής διαβιβάζει τους οριστικούς λογαριασμούς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

6.   Ο εκτελεστικός διευθυντής αποστέλλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο απάντηση στις παρατηρήσεις του έως την 1η Ιουλίου .

7.   Οι οριστικοί λογαριασμοί δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης έως τις 15 Νοεμβρίου του επόμενου έτους.

8.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στη σύνοδο ολομέλειάς του, απαλλάσσει τον εκτελεστικό διευθυντή από την ευθύνη για την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

9.   Ο εκτελεστικός διευθυντής υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατόπιν αιτήσεως του τελευταίου, κάθε πληροφορία που απαιτείται όσον αφορά τους λογαριασμούς του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

9α.     Μετά την εξέταση των οριστικών λογαριασμών που καταρτίζει το Συμβούλιο Εξυγίανσης δυνάμει του παρόντος άρθρου, το Ελεγκτικό Συνέδριο συντάσσει έκθεση σχετικά με τις διαπιστώσεις του και την υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έως την 1η Δεκεμβρίου μετά τη λήξη κάθε οικονομικού έτους.

9β.     Το Ελεγκτικό Συνέδριο αναφέρει, ιδίως, τα ακόλουθα:

α)

την οικονομία, την αποδοτικότητα και την αποτελεσματικότητα με την οποία χρησιμοποιήθηκαν οι πόροι, συμπεριλαμβανομένων αυτών που προέρχονται από το Ταμείο·

β)

κάθε ενδεχόμενη υποχρέωση, εις βάρος του Συμβουλίου Εξυγίανσης, της Επιτροπής ή άλλως, που απορρέει από την άσκηση των καθηκόντων της Επιτροπής και του Συμβουλίου Εξυγίανσης δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 61

Δημοσιονομικοί κανόνες

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, μετά από διαβούλευση με το Ελεγκτικό Συνέδριο της Ένωσης και την Επιτροπή, θεσπίζει εσωτερικές δημοσιονομικές διατάξεις, οι οποίες καθορίζουν ιδίως τη διαδικασία κατάρτισης και εκτέλεσης του προϋπολογισμού του.

Στο βαθμό που αυτό συμβιβάζεται με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του Συμβουλίου Εξυγίανσης, οι δημοσιονομικές διατάξεις βασίζονται στον δημοσιονομικό κανονισμό πλαίσιο ο οποίος εκδίδεται για οργανισμούς που δημιουργούνται δυνάμει της ΣΛΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 208 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου […] (11).

Άρθρο 62

Συνεισφορές

1.   Οι οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 συνεισφέρουν στον προϋπολογισμό του Συμβουλίου Εξυγίανσης, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις για τις εισφορές που εκδίδονται βάσει της παραγράφου 5. Οι συνεισφορές περιλαμβάνουν τα εξής:

α)

ετήσιες συνεισφορές που απαιτούνται για την κάλυψη των διοικητικών δαπανών·

β)

ετήσιες εκ των προτέρων συνεισφορές, οι οποίες απαιτούνται για την επίτευξη του επιπέδου-στόχου χρηματοδότησης του Ταμείου που αναφέρεται στο άρθρο 65 και υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 66·

γ)

έκτακτες εκ των υστέρων συνεισφορές, που υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 67.

2.   Τα ποσά των συνεισφορών καθορίζονται σε τέτοιο επίπεδο ώστε να διασφαλίζεται ότι τα έσοδα από αυτές επαρκούν καταρχήν για να ισοσκελίζεται κάθε έτος ο προϋπολογισμός του Συμβουλίου Εξυγίανσης και να εκτελούνται οι αποστολές του Ταμείου.

3.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης καθορίζει, μετά από διαβούλευση με την αρμόδια αρχή, σύμφωνα με τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 5, τις συνεισφορές που οφείλονται από κάθε οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2, με απόφαση που απευθύνεται στην ενδιαφερόμενη οντότητα. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εφαρμόζει κανόνες διαδικασίας, υποβολής εκθέσεων και λοιπούς κανόνες, που εξασφαλίζουν ότι οι συνεισφορές καταβάλλονται πλήρως και έγκαιρα.

4.   Τα ποσά που συγκεντρώνονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

5.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις για τις συνεισφορές σύμφωνα με το άρθρο 82, προκειμένου:

α)

να καθορίζει τον τύπο των συνεισφορών και τους λόγους για τους οποίους οφείλονται, τον τρόπο με τον οποίο υπολογίζεται το ποσό των εισφορών, τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να καταβάλλονται·

β)

να εξειδικεύει τους κανόνες καταχώρισης, λογιστικής, υποβολής εκθέσεων και τους λοιπούς κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 οι οποίοι είναι αναγκαίοι για να διασφαλίζεται ότι οι συνεισφορές καταβάλλονται πλήρως και έγκαιρα·

γ)

να καθορίζει το σύστημα συνεισφορών για τα ιδρύματα τα οποία έχουν λάβει άδεια λειτουργίας μετά τη στιγμή που το Ταμείο έχει φθάσει στο επίπεδο-στόχο·

δ)

να καθορίζει τις ετήσιες συνεισφορές που απαιτούνται για την κάλυψη των διοικητικών δαπανών του Συμβουλίου Εξυγίανσης προτού καταστεί πλήρως λειτουργικό.

Άρθρο 63

Μέτρα για την καταπολέμηση της απάτης

1.   Για να διευκολυνθεί η καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1073/1999, το Συμβούλιο Εξυγίανσης προσχωρεί, μέσα σε διάστημα έξι μηνών από την ημέρα που τέθηκε σε λειτουργία, στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και θεσπίζει τις κατάλληλες διατάξεις που εφαρμόζονται σε όλο το προσωπικό του Συμβουλίου, χρησιμοποιώντας το υπόδειγμα που περιλαμβάνεται στο παράρτημα της συμφωνίας αυτής.

2.   Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο έχει την εξουσία ελέγχου, βάσει παραστατικών και επιτόπιου ελέγχου, επί των δικαιούχων, εργολάβων και υπεργολάβων που έλαβαν κονδύλια ▌ από το Συμβούλιο Εξυγίανσης.

3.   Η OLAF μπορεί να διενεργεί έρευνες, συμπεριλαμβανομένων επιτόπιων ελέγχων και επιθεωρήσεων, με σκοπό να διαπιστωθεί αν υπάρχει απάτη, διαφθορά ή άλλη παράνομη ενέργεια εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης σε σχέση με σύμβαση που χρηματοδοτείται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, σύμφωνα με τις διατάξεις και τις διαδικασίες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 και στον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96.

Kεφάλαιο 2

Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης Τραπεζών

ΤΜΗΜΑ 1

ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ

Άρθρο 64

Γενικές διατάξεις

1.   Ιδρύεται Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης Τραπεζών.

2.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης χρησιμοποιεί το Ταμείο μόνο για να εξασφαλίζει την αποτελεσματική εφαρμογή των εργαλείων και εξουσιών εξυγίανσης ▌ και σύμφωνα με τους στόχους της εξυγίανσης και τις αρχές που διέπουν την εξυγίανση ▌ . Σε καμία περίπτωση δεν ευθύνεται ο προϋπολογισμός της Ένωσης ή οι εθνικοί προϋπολογισμοί των κρατών μελών για έξοδα ή ζημίες του Ταμείου ή για οποιαδήποτε υποχρέωση του Συμβουλίου Εξυγίανσης .

3.   Ιδιοκτήτης του Ταμείου είναι το Συμβούλιο Εξυγίανσης.

Άρθρο 65

Επίπεδο-στόχος της χρηματοδότησης

1.   Εντός περιόδου το πολύ 10 ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα του Ταμείου ανέρχονται τουλάχιστον , σε σχέση με το ποσό των καταθέσεων όλων των πιστωτικών ιδρυμάτων με άδεια λειτουργίας στα συμμετέχοντα κράτη μέλη οι οποίες είναι εγγυημένες βάσει της οδηγίας [ΣΕΚ] , στο ποσοστό που προβλέπεται στο άρθρο 93 παράγραφος 1 της οδηγίας [BRRD] .

2.   Κατά την αρχική χρονική περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, οι συνεισφορές στο Ταμείο που υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 66 και εισπράττονται σύμφωνα με το άρθρο 62 κατανέμονται όσο το δυνατόν ισομερώς χρονικά, έως ότου επιτευχθεί το επίπεδο-στόχος, εκτός εάν, ανάλογα με τις περιστάσεις, μπορεί να επισπευσθεί η καταβολή τους, λαμβανομένων υπόψη των ευνοϊκών συνθηκών της αγοράς ή των αναγκών χρηματοδότησης.

3.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να παρατείνει την αρχική χρονική περίοδο για διάστημα το πολύ τεσσάρων ετών στην περίπτωση που το Ταμείο προβεί σε σωρευτικές εκταμιεύσεις που υπερβαίνουν το προβλεπόμενο στο άρθρο 93 παράγραφος 2 της οδηγίας [BRRD] ποσοστό του συνολικού ποσού που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

4.   Εάν, μετά την αρχική χρονική περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα μειωθούν κάτω του επιπέδου-στόχου που καθορίζεται στην παράγραφο 1, εισπράττονται συνεισφορές που υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 66 έως ότου επιτευχθεί το επίπεδο-στόχος. Όταν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα είναι κατώτερα από το ήμισυ του επιπέδου-στόχου, οι ετήσιες συνεισφορές καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 93 παράγραφος 3 της οδηγίας [BRRD] .

5.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 82 για να διευκρινίσει τα εξής:

α)

τα κριτήρια για την χρονική κατανομή των συνεισφορών στο Ταμείο που υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2·

β)

τις περιστάσεις υπό τις οποίες η καταβολή των συνεισφορών είναι δυνατόν να επισπευσθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2·

γ)

τα κριτήρια για τον προσδιορισμό του αριθμού των ετών παράτασης, σύμφωνα με την παράγραφο 3, της αρχικής περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1·

δ)

τα κριτήρια για τον καθορισμό των ετήσιων συνεισφορών που προβλέπονται στην παράγραφο 4.

Άρθρο 66

Συνεισφορές εκ των προτέρων

1.   Η ατομική συνεισφορά κάθε ιδρύματος εισπράττεται τουλάχιστον ετησίως και υπολογίζεται κατ’ αναλογία προς το ύψος των υποχρεώσεών του, εξαιρουμένων των ιδίων κεφαλαίων και των καλυπτόμενων καταθέσεων, σε σχέση με το σύνολο των υποχρεώσεων όλων των ιδρυμάτων με άδεια λειτουργίας στο έδαφος των συμμετεχόντων κρατών μελών.

Προσαρμόζεται ανάλογα με το προφίλ κινδύνου κάθε ιδρύματος, σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 94 παράγραφος 7 της οδηγίας [BRRD].

2.   Τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη προκειμένου να επιτευχθεί το επίπεδο-στόχος χρηματοδότησης που καθορίζεται στο άρθρο 65 μπορεί να περιλαμβάνουν ταμειακά διαθέσιμα, άμεσα μετατρέψιμα ταμειακά ισοδύναμα, περιουσιακά στοιχεία επιλέξιμα ως ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία υψηλής ποιότητας βάσει του δείκτη κάλυψης ρευστότητας ή αναλήψεις υποχρεώσεων πληρωμής οι οποίες καλύπτονται πλήρως από εξασφαλίσεις με περιουσιακά στοιχεία χαμηλού κινδύνου που δεν βαρύνονται από τυχόν δικαιώματα τρίτων μερών, στην απόλυτη διάθεση του Συμβουλίου Εξυγίανσης και προοριζόμενα για αποκλειστική χρήση από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, για τους σκοπούς που καθορίζονται στο άρθρο 71 παράγραφος 1. Το μερίδιο των εν λόγω αμετάκλητων αναλήψεων υποχρεώσεων πληρωμής δεν υπερβαίνει το προβλεπόμενο στο άρθρο 94 παράγραφος 3 της οδηγίας [BRRD] ποσοστό του συνολικού ποσού των εισφορών που συγκεντρώνονται σύμφωνα με την παράγραφο 1.

2α.     Οι ατομικές εισφορές κάθε ιδρύματος που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι οριστικές και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να επιστραφούν αναδρομικά.

2β.     Σε περίπτωση που τα συμμετέχοντα κράτη μέλη έχουν ήδη καθιερώσει εθνικές ρυθμίσεις χρηματοδότησης της εξυγίανσης, μπορούν να προβλέπουν ότι οι εθνικές ρυθμίσεις χρηματοδότησης της εξυγίανσης χρησιμοποιούν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά τους μέσα, τα οποία έχουν συγκεντρωθεί κατά το παρελθόν από ιδρύματα μέσω συνεισφορών εκ των προτέρων, προκειμένου να παρασχεθεί αντιστάθμιση στα ιδρύματα για τις εκ των προτέρων συνεισφορές που τα εν λόγω ιδρύματα ενδέχεται να απαιτηθεί να καταβάλουν στο Ταμείο. Η εν λόγω επιστροφή πραγματοποιείται με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών βάσει της οδηγίας 94/18/ΕΚ.

3.    Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 δεύτερο εδάφιο, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 82 για να διευκρινίσει τα εξής:

α)

τη μέθοδο υπολογισμού των ατομικών συνεισφορών που αναφέρονται στην παράγραφο 1·

β)

την ποιότητα των εξασφαλίσεων που καλύπτουν τις αναλήψεις υποχρεώσεων πληρωμής της παραγράφου 2·

γ)

τα κριτήρια υπολογισμού του μεριδίου των αναλήψεων υποχρεώσεων πληρωμής που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

Άρθρο 67

Έκτακτες εκ των υστέρων συνεισφορές

1.   Εάν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα δεν επαρκούν για την κάλυψη των ζημιών, δαπανών ή άλλων εξόδων τα οποία συνεπάγεται η χρήση του Ταμείου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης συγκεντρώνει σύμφωνα με το άρθρο 62 έκτακτες εκ των υστέρων συνεισφορές από τα ιδρύματα με άδεια λειτουργίας στο έδαφος των συμμετεχόντων κρατών μελών, προκειμένου να καλυφθούν τα επιπλέον ποσά. Οι εν λόγω έκτακτες συνεισφορές κατανέμονται μεταξύ των ιδρυμάτων σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στο άρθρο 66 και σύμφωνα με το άρθρο 95 παράγραφος 1 της οδηγίας [BRRD] .

2.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να απαλλάξει, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, σύμφωνα με τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3, ένα ίδρυμα από την υποχρέωση να καταβάλει εκ των υστέρων συνεισφορές σύμφωνα με την παράγραφο 1, εάν το άθροισμα των πληρωμών που αναφέρονται στο άρθρο 66 και στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου θα έθετε σε κίνδυνο τον διακανονισμό των απαιτήσεων άλλων πιστωτών από το εν λόγω ίδρυμα. Η απαλλαγή αυτή δεν παραχωρείται για περίοδο μεγαλύτερη των 6 μηνών, αλλά μπορεί να ανανεωθεί κατόπιν αιτήσεως του ιδρύματος.

3.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 82 για τον καθορισμό των περιστάσεων και προϋποθέσεων, υπό τις οποίες μια οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2 ενδέχεται να απαλλαγεί, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, από τις εκ των υστέρων συνεισφορές κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 2.

Άρθρο 68

Εκούσιος δανεισμός μεταξύ χρηματοδοτικών ρυθμίσεων

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να υποβάλει αίτηση για να δανειστεί για το Ταμείο από όλες τις άλλες χρηματοδοτικές ρυθμίσεις εξυγίανσης στα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, στην περίπτωση που:

α)

τα ποσά που συγκεντρώνονται σύμφωνα με το άρθρο 66 δεν αρκούν για την κάλυψη των ζημιών, των δαπανών ή άλλων εξόδων, τα οποία συνεπάγεται η χρήση του Ταμείου·

β)

δεν υπάρχει αμέσως πρόσβαση στις έκτακτες εκ των υστέρων συνεισφορές που προβλέπονται στο άρθρο 67.

2.   Οι εν λόγω χρηματοδοτικές ρυθμίσεις εξυγίανσης αποφασίζουν επί του αιτήματος αυτού σύμφωνα με το άρθρο 97 της οδηγίας [BRRD]. Οι όροι του δανεισμού υπόκεινται στους όρους του άρθρου 97 παράγραφος 3 στοιχεία α), β) και γ) της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 69

Εναλλακτικά χρηματοδοτικά μέσα

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης επιδιώκει να συνομολογεί για το Ταμείο δάνεια ή άλλες μορφές στήριξης από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή άλλα τρίτα μέρη, εάν στα ποσά που συγκεντρώνονται σύμφωνα με τα άρθρα 66 και 67 δεν υπάρχει άμεση πρόσβαση ή εάν αυτά δεν αρκούν για την κάλυψη των εξόδων που συνεπάγεται η χρήση του Ταμείου.

Ειδικότερα, το Ταμείο επιδιώκει να συνομολογήσει για το Ταμείο μια δανειακή διευκόλυνση, κατά προτίμηση με τη χρησιμοποίηση ενός ευρωπαϊκού δημόσιου μέσου, προκειμένου να εξασφαλιστεί η άμεση διαθεσιμότητα επαρκών χρηματοδοτικών μέσων προς χρήση σύμφωνα με το άρθρο 71, εάν τα ποσά που συγκεντρώνονται σύμφωνα με τα άρθρα 66 και 67 δεν επαρκούν. Κάθε δάνειο από την εν λόγω δανειακή διευκόλυνση αποπληρώνεται από το Ταμείο εντός συμφωνηθέντος χρονικού πλαισίου.

2.   Ο δανεισμός ή οι άλλες μορφές στήριξης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καλύπτονται πλήρως σύμφωνα με το άρθρο 62 έως τη λήξη του δανείου.

3.   Τα έξοδα που συνεπάγεται η χρήση των δανειοληπτικών πράξεων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 βαρύνουν το ίδιο το Συμβούλιο Εξυγίανσης και όχι τον προϋπολογισμό της Ένωσης ή τα συμμετέχοντα κράτη μέλη.

ΤΜΗΜΑ 2

ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ

Άρθρο 70

Επενδύσεις

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης διοικεί το Ταμείο και μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να εκτελεί ορισμένα καθήκοντα σχετικά με τη διοίκηση του Ταμείου.

2.   Τα ποσά που εισπράττονται από ένα ίδρυμα υπό εξυγίανση ή από μεταβατικό ίδρυμα, οι τόκοι και άλλα κέρδη επί των επενδύσεων και οποιαδήποτε άλλα κέρδη είναι προς όφελος μόνο του Ταμείου.

3.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εφαρμόζει μία συνετή και ασφαλή πολιτική επενδύσεων, ιδίως επενδύοντας τα ποσά που βρίσκονται στην κατοχή του Ταμείου σε ▌ στοιχεία ενεργητικού υψηλής πιστωτικής διαβάθμισης. Οι επενδύσεις πρέπει να διαφοροποιούνται επαρκώς από τομεακή και γεωγραφική άποψη , ώστε να μετριάζονται οι κίνδυνοι συγκέντρωσης . Η απόδοση των επενδύσεων αυτών είναι προς όφελος του Ταμείου. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δημοσιοποιεί επενδυτικό πλαίσιο το οποίο καθορίζει την επενδυτική πολιτική του Ταμείου.

4.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σχετικά με τους λεπτομερείς κανόνες για τη διοίκηση του Ταμείου, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 82.

ΤΜΗΜΑ 3

ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ

Άρθρο 71

Αποστολή του Ταμείου

1.   Εντός του πλαισίου που αποφασίζεται από την Επιτροπή, κατά την εφαρμογή των εργαλείων εξυγίανσης για τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να χρησιμοποιήσει το Ταμείο για τους ακόλουθους σκοπούς:

α)

να εγγυάται τα περιουσιακά στοιχεία ή τις υποχρεώσεις του υπό εξυγίανση ιδρύματος, των θυγατρικών του, ενός μεταβατικού ιδρύματος ή ενός φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων·

β)

να παρέχει δάνεια στο υπό εξυγίανση ίδρυμα, στις θυγατρικές του, σε μεταβατικό ίδρυμα ή σε φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων·

γ)

να αγοράζει περιουσιακά στοιχεία του υπό εξυγίανση ιδρύματος·

δ)

να εισφέρει κεφάλαια σε μεταβατικό ίδρυμα ή σε φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων·

ε)

να καταβάλει αποζημίωση στους μετόχους ή τους πιστωτές, εάν, μετά από αξιολόγηση σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 5, έχουν λάβει λιγότερα, για την εξόφληση των πιστώσεών τους, από όσα θα είχαν λάβει, κατόπιν αποτίμησης σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 16, σε εκκαθάριση με κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας·

στ)

να καταβάλει συνεισφορά στο υπό εξυγίανση ίδρυμα αντί της συνεισφοράς που θα καταβαλλόταν με την απομείωση ορισμένων πιστωτών, όταν εφαρμόζεται το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα και η αρχή εξυγίανσης αποφασίσει να εξαιρέσει ορισμένους πιστωτές από το πεδίο εφαρμογής της διάσωσης με ίδια μέσα σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 3·

ζ)

να επιλέγει οποιονδήποτε συνδυασμό των ενεργειών που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως στ).

2.   Το Ταμείο μπορεί να χρησιμοποιείται για την εκτέλεση των ενεργειών που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ζ) επίσης όσον αφορά τον αγοραστή στο πλαίσιο του εργαλείου πώλησης δραστηριοτήτων.

3.   Το Ταμείο δεν χρησιμοποιείται άμεσα για την απορρόφηση των ζημιών ενός ιδρύματος ή μιας οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2 ή για την ανακεφαλαιοποίηση ενός ιδρύματος ή μιας οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2. Στην περίπτωση που η χρήση της χρηματοδοτικής ρύθμισης εξυγίανσης για τους σκοπούς της παραγράφου 1 έχει ως έμμεσο αποτέλεσμα να μετακυλισθεί στο Ταμείο μέρος των ζημιών ενός ιδρύματος ή μιας οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2, εφαρμόζονται οι αρχές που διέπουν τη χρήση της χρηματοδοτικής ρύθμισης εξυγίανσης και προβλέπονται στο άρθρο 38 της οδηγίας [BRRD] και στο άρθρο 24.

4.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δεν μπορεί να διατηρεί στην κατοχή του το κεφάλαιο που έχει εισφερθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο στ) για χρονικό διάστημα άνω των πέντε ετών.

Άρθρο 72

Αλληλέγγυα χρήση των εθνικών χρηματοδοτικών ρυθμίσεων σε περίπτωση εξυγίανσης ομίλου στην οποία συμμετέχουν ιδρύματα από μη συμμετέχοντα κράτη μέλη

Σε περίπτωση εξυγίανσης ομίλου με τη συμμετοχή ιδρυμάτων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε ένα ή περισσότερα συμμετέχοντα κράτη μέλη, αφενός, και ιδρυμάτων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε ένα ή περισσότερα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, αφετέρου, το Ταμείο συνεισφέρει στη χρηματοδότηση της εξυγίανσης του ομίλου σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπονται στο άρθρο 98 της οδηγίας [BRRD].

ΤΙΤΛΟΣ VΙ

ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 74

Προνόμια και ασυλίες

Το πρωτόκολλο (αριθ. 7) περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζεται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης και στο προσωπικό του.

Άρθρο 75

Γλώσσες

1.   Ο κανονισμός αριθ. 1 του Συμβουλίου (12) εφαρμόζεται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης.

2.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης αποφασίζει σχετικά με το εσωτερικό γλωσσικό καθεστώς του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

3.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να αποφασίσει ποιες από τις επίσημες γλώσσες θα πρέπει να χρησιμοποιεί κατά τη διαβίβαση εγγράφων στα θεσμικά όργανα ή τους οργανισμούς της Ένωσης.

4.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να συμφωνήσει με κάθε εθνική αρχή εξυγίανσης σχετικά με τη γλώσσα ή τις γλώσσες στις οποίες συντάσσονται τα έγγραφα που αποστέλλονται στις εθνικές αρχές εξυγίανσης ή λαμβάνονται από αυτές.

5.   Οι μεταφραστικές υπηρεσίες που απαιτούνται για τη λειτουργία του Συμβουλίου Εξυγίανσης παρέχονται από το Μεταφραστικό Κέντρο των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 76

Προσωπικό του Συμβουλίου Εξυγίανσης

1.   Ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, καθώς και οι κανόνες που θεσπίζονται με συμφωνία μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, εφαρμόζονται στο προσωπικό του Συμβουλίου Εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένου του εκτελεστικού διευθυντή και του αναπληρωτή εκτελεστικού διευθυντή.

2.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, σε συμφωνία με την Επιτροπή, εκδίδει τους κατάλληλους εκτελεστικούς κανόνες για την εφαρμογή του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, σύμφωνα με το άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

Άρθρο 76α

Οργάνωση του προσωπικού του Συμβουλίου Εξυγίανσης

1.     Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να συγκροτεί εσωτερικά κλιμάκια εξυγίανσης αποτελούμενα από προσωπικό των εθνικών αρχών εξυγίανσης των συμμετεχόντων κρατών μελών και από δικό του προσωπικό.

2.     Όταν το Συμβούλιο Εξυγίανσης συγκροτεί εσωτερικά κλιμάκια εξυγίανσης, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1, διορίζει συντονιστές των κλιμακίων αυτών, οι οποίοι προέρχονται από το δικό του προσωπικό. Σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 3, οι συντονιστές μπορούν να προσκαλούνται ως παρατηρητές στις συνεδριάσεις της εκτελεστικής συνόδου του Συμβουλίου Εξυγίανσης, στις οποίες συμμετέχουν επίσης τα μέλη που διορίζουν τα αντίστοιχα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφοι 2 και 3.

3.     Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να συγκροτεί εσωτερικές επιτροπές για να του παρέχουν συμβουλές και καθοδήγηση με στόχο την εκτέλεση των καθηκόντων του που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 77

Ανταλλαγή προσωπικού

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να χρησιμοποιεί αποσπασμένους εθνικούς εμπειρογνώμονες ή άλλο προσωπικό που δεν έχει προσληφθεί από το Συμβούλιο Εξυγίανσης.

2.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης στη σύνοδο ολομέλειας εκδίδει κατάλληλη απόφαση για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με την ανταλλαγή και απόσπαση στο Συμβούλιο προσωπικού από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης των συμμετεχόντων κρατών μελών και μεταξύ αυτών.

Άρθρο 78

Ευθύνη του Συμβουλίου Εξυγίανσης

1.   Η συμβατική ευθύνη του Συμβουλίου Εξυγίανσης διέπεται από το δίκαιο που εφαρμόζεται στην οικεία σύμβαση.

2.   Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αρμόδιο να αποφαίνεται δυνάμει τυχόν ρήτρας διαιτησίας που περιλαμβάνεται σε σύμβαση που συνάπτει το Συμβούλιο Εξυγίανσης.

3.   Στην περίπτωση της εξωσυμβατικής ευθύνης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, σύμφωνα με τις κοινές γενικές αρχές της νομοθεσίας σχετικά με την ευθύνη των δημόσιων αρχών των κρατών μελών, αποκαθιστά τις ζημίες που προξενεί το ίδιο ή το προσωπικό του κατά την άσκηση των καθηκόντων του και ιδίως των λειτουργιών εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένων πράξεων και παραλείψεων για την υποστήριξη διαδικασίας εξυγίανσης στην αλλοδαπή.

4.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης καλύπτει την αποζημίωση στην οποία μια εθνική αρχή εξυγίανσης ενός συμμετέχοντος κράτους μέλους έχει καταδικασθεί από εθνικό δικαστήριο ή την οποία έχει, σε συμφωνία με το Συμβούλιο Εξυγίανσης, δεσμευθεί να καταβάλει βάσει εξώδικου συμβιβασμού και η οποία είναι συνέπεια πράξης ή παράλειψης της εν λόγω εθνικής αρχής εξυγίανσης στο πλαίσιο οποιασδήποτε διαδικασίας εξυγίανσης βάσει του παρόντος κανονισμού, εκτός εάν η εν λόγω πράξη ή παράλειψη συνιστά παραβίαση του ενωσιακού δικαίου, του παρόντος κανονισμού, απόφασης της Επιτροπής ή απόφασης του Συμβουλίου Εξυγίανσης, σκόπιμη ή λόγω πρόδηλου και σοβαρού σφάλματος εκτίμησης.

5.   Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αρμόδιο να εκδικάζει κάθε διαφορά που συνδέεται με τις παραγράφους 3 και 4. Αξιώσεις στο πεδίο της εξωσυμβατικής ευθύνης παραγράφονται μετά πέντε έτη από την επέλευση του ζημιογόνου γεγονότος.

6.   Η προσωπική ευθύνη των υπαλλήλων έναντι του Συμβουλίου Εξυγίανσης διέπεται από τις διατάξεις του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης ή του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό.

Άρθρο 79

Επαγγελματικό απόρρητο και ανταλλαγή πληροφοριών

1.   Τα μέλη του Συμβουλίου Εξυγίανσης, το προσωπικό του Συμβουλίου και το προσωπικό που υπηρετεί με ανταλλαγή ή απόσπαση από τα συμμετέχοντα κράτη μέλη και εκτελεί καθήκοντα εξυγίανσης, ακόμη και μετά τη λήξη της υπηρεσιακής τους σχέσης, υπόκεινται στις απαιτήσεις του επαγγελματικού απορρήτου σύμφωνα με το άρθρο 339 της ΣΛΕΕ και τις οικείες διατάξεις της ενωσιακής νομοθεσίας.

2.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εξασφαλίζει ότι τα πρόσωπα που παρέχουν οιαδήποτε υπηρεσία, αμέσως ή εμμέσως, σε μόνιμη βάση ή περιστασιακά, σχετική με την εκτέλεση των καθηκόντων του , συμπεριλαμβανομένων υπαλλήλων του και άλλων προσώπων που εξουσιοδοτούνται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης ή διορίζονται από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης για τη διενέργεια επιτόπιων επιθεωρήσεων, υπόκεινται σε αντίστοιχες απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου.

2α.     Οι απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 ισχύουν επίσης για παρατηρητές που παρίστανται στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Εξυγίανσης σε βάση ad hoc.

2β.     Οι απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 ισχύουν κατά παρέκκλιση από τα οριζόμενα στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.

3.   Προς εκπλήρωση των καθηκόντων που του ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εξουσιοδοτείται, εντός των ορίων και υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στη σχετική ενωσιακή νομοθεσία, να ανταλλάσσει πληροφορίες με εθνικές ή ενωσιακές αρχές και όργανα, στις περιπτώσεις όπου η ενωσιακή νομοθεσία επιτρέπει στις εθνικές αρμόδιες αρχές να γνωστοποιούν πληροφορίες στις εν λόγω οντότητες ή στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν αυτή τη γνωστοποίηση βάσει της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας.

Άρθρο 80

Πρόσβαση σε πληροφορίες και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

 

4.   Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από το Συμβούλιο Εξυγίανσης διέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13). Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης διέπεται από την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14).

4α.     Τα πρόσωπα που αποτελούν αντικείμενο των αποφάσεων του Συμβουλίου Εξυγίανσης έχουν το δικαίωμα να αποκτούν πρόσβαση στον φάκελο του Συμβουλίου Εξυγίανσης, με την επιφύλαξη του έννομου συμφέροντος άλλων προσώπων για την προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου τους. Το δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο δεν καλύπτει τις εμπιστευτικές πληροφορίες.

Άρθρο 81

Κανόνες ασφαλείας για την προστασία των διαβαθμισμένων και των ευαίσθητων μη διαβαθμισμένων πληροφοριών

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εφαρμόζει τις αρχές ασφαλείας που περιλαμβάνονται στους κανόνες ασφάλειας της Επιτροπής σχετικά με την προστασία των Διαβαθμισμένων Πληροφοριών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUCI) και των ευαίσθητων μη διαβαθμισμένων πληροφοριών, που καθορίζονται στο παράρτημα της απόφασης 2001/844/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ. Η εφαρμογή των αρχών ασφαλείας περιλαμβάνει την εφαρμογή διατάξεων που έχουν σχέση με την ανταλλαγή, την επεξεργασία και την αποθήκευση πληροφοριών αυτού του είδους.

ΜΕΡΟΣ IV

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 82

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.   Η εξουσιοδότηση ισχύει για αόριστη διάρκεια από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 88.

2α.     Εξασφαλίζεται η συνέπεια του παρόντος κανονισμού προς την οδηγία [BRRD]. Οιαδήποτε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό συνάδει με την οδηγία [BRRD] και τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία.

3.   Η ανάθεση αρμοδιοτήτων που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 4α , στο άρθρο 62 παράγραφος 5, στο άρθρο 65 παράγραφος 5, στο άρθρο 66 παράγραφος 3, στο άρθρο 67 παράγραφος 3 και στο άρθρο 70 παράγραφος 4, μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 62 παράγραφος 5, το άρθρο 65 παράγραφος 5, το άρθρο 66 παράγραφος 3, το άρθρο 67 παράγραφος 3 και το άρθρο 70 παράγραφος 4 τίθεται σε ισχύ μόνον εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν διατυπώσουν αντιρρήσεις εντός τριών μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν πρόκειται να εγείρουν αντιρρήσεις. Η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται κατά τρεις μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 83

Επανεξέταση

1.   Η Επιτροπή δημοσιεύει, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2016 και στη συνέχεια ανά πενταετία, έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, με ιδιαίτερη έμφαση στην παρακολούθηση του δυνητικού αντίκτυπου στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Η έκθεση αξιολογεί:

α)

τη λειτουργία του ΕΜΕ και των επιπτώσεων των δραστηριοτήτων εξυγίανσης στα συμφέροντα της Ένωσης ως συνόλου και στη συνοχή και την ακεραιότητα της εσωτερικής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των πιθανών επιπτώσεων στις δομές των εθνικών τραπεζικών συστημάτων εντός της Ένωσης, στην ανταγωνιστικότητά τους σε σύγκριση με άλλα τραπεζικά συστήματα εκτός του ΕΜΕ και εκτός της Ένωσης, και όσον αφορά την αποτελεσματικότητα της συνεργασίας και των ρυθμίσεων ανταλλαγής πληροφοριών εντός του ΕΜΕ, μεταξύ ΕΜΕ και ΕΕΜ, καθώς και μεταξύ του ΕΜΕ και των εθνικών αρχών εξυγίανσης και των αρμόδιων εθνικών αρχών των μη συμμετεχόντων κρατών μελών.

Η έκθεση αξιολογεί ιδίως:

i)

κατά πόσον τα καθήκοντα που αναθέτει ο παρών κανονισμός στο Συμβούλιο Εξυγίανσης και στην Επιτροπή χρειάζεται να ασκούνται αποκλειστικά από ένα ανεξάρτητο όργανο της Ένωσης·

ii)

κατά πόσον είναι ενδεδειγμένη η συνεργασία μεταξύ του ΕΜΕ, του ΕΕΜ, της ΕΑΤ, της ΕΑΚΑΑ και της ΕΑΑΕΣ, καθώς και των άλλων αρχών που αποτελούν μέρος του ΕΣΧΕ·

iii)

κατά πόσον το χαρτοφυλάκιο επενδύσεων σύμφωνα με το άρθρο 70 του παρόντος κανονισμού αποτελείται από υγιή και διαφοροποιημένα περιουσιακά στοιχεία·

iv)

κατά πόσον ο δεσμός μεταξύ του δημόσιου χρέους και του τραπεζικού κινδύνου έχει διαρραγεί·

v)

κατά πόσον είναι κατάλληλες οι ρυθμίσεις σχετικά με την ψηφοφορία·

vi)

κατά πόσον χρειάζεται να καθιερωθεί μια τιμή αναφοράς σχετιζόμενη με τις συνολικές υποχρεώσεις όλων των πιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν άδεια λειτουργίας στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, η οποία θα έπρεπε να επιτυγχάνεται παράλληλα προς το επίπεδο-στόχο χρηματοδότησης που καθορίζεται ως ποσοστό των καλυπτόμενων καταθέσεων των ιδρυμάτων αυτών·

vii)

κατά πόσον το επίπεδο-στόχος χρηματοδότησης που καθορίζεται για το Ταμείο και το επίπεδο των συνεισφορών στο Ταμείο συμβαδίζουν με τα επίπεδα-στόχους χρηματοδότησης και τα επίπεδα των συνεισφορών που επιβάλλονται από τα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη.

Η έκθεση προσδιορίζει επίσης οιαδήποτε αλλαγή των Συνθηκών που είναι ενδεχομένως αναγκαία για να καλυφθεί ο ΕΜΕ, και ιδίως την ενδεχόμενη ίδρυση ενός ανεξάρτητου θεσμικού οργάνου της Ένωσης για την άσκηση των καθηκόντων που ο παρών κανονισμός αναθέτει στο Συμβούλιο Εξυγίανσης και στην Επιτροπή·

β)

την αποτελεσματικότητα των ρυθμίσεων περί ανεξαρτησίας και λογοδοσίας,

γ)

την αλληλεπίδραση μεταξύ του Συμβουλίου Εξυγίανσης και της ΕΑΤ·

δ)

την αλληλεπίδραση μεταξύ του Συμβουλίου Εξυγίανσης και των εθνικών αρχών εξυγίανσης των μη συμμετεχόντων κρατών μελών και τα αποτελέσματα του ΕΜΕ στα συγκεκριμένα κράτη μέλη, καθώς και την αλληλεπίδραση μεταξύ του Συμβουλίου Εξυγίανσης και των εθνικών αρχών εξυγίανσης τρίτων χωρών , όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 80 [BRRD] .

2.   Η έκθεση διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η Επιτροπή υποβάλλει συνοδευτικές προτάσεις, κατά περίπτωση.

2α.     Ενδεχόμενη επανεξέταση της οδηγίας [BRRD] συνοδεύεται, κατά περίπτωση, από αντίστοιχη επανεξέταση του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 84

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010

O κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο άρθρο 4, το σημείο 2) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(2)

“αρμόδιες αρχές” νοούνται:

i)

οι αρμόδιες αρχές όπως ορίζονται στο σημείο 40 του άρθρου 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και στην οδηγία 2007/64/ΕΚ και όπως αναφέρονται στην οδηγία 2009/110/ΕΚ,

ii)

όσον αφορά τις οδηγίες 2002/65/ΕΚ και 2005/60/ΕΚ, οι αρχές που είναι αρμόδιες να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση των πιστωτικών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων με τις απαιτήσεις των οδηγιών αυτών,

iii)

όσον αφορά τα συστήματα εγγύησης καταθέσεων, οι φορείς που διαχειρίζονται συστήματα εγγύησης καταθέσεων σύμφωνα με την οδηγία [ΣΕΚ] ή, στην περίπτωση που τη λειτουργία του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων διαχειρίζεται ιδιωτική εταιρεία, η δημόσια αρχή που έχει την εποπτεία των συστημάτων αυτών δυνάμει αυτής της οδηγίας, και

iv)

όσον αφορά το άρθρο 62 παράγραφος 5 , το άρθρο 65 παράγραφος 5, το άρθρο 66 παράγραφος 3, το άρθρο 67 παράγραφος 4 και το άρθρο 70 παράγραφος 4, οι αρχές εξυγίανσης όπως ορίζονται στο άρθρο 3 της οδηγίας [BRRD] και το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης που ιδρύεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [ΕΜΕ].»·

2.

Στο άρθρο 25, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Η Αρχή μπορεί να διοργανώνει και να διεξάγει αξιολογήσεις από ομοτίμους της ανταλλαγής πληροφοριών και των κοινών δραστηριοτήτων του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης και των εθνικών αρχών εξυγίανσης των κρατών μελών που δεν συμμετέχουν στον ΕΜΕ για την εξυγίανση διασυνοριακών ομίλων, με στόχο να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα και η συνέπεια των αποτελεσμάτων. Προς τον σκοπό αυτόν, η Αρχή αναπτύσσει μεθόδους που θα καταστήσουν δυνατή την αντικειμενική εκτίμηση και τη σύγκριση.»·

3.

Στο άρθρο 40 παράγραφος 6, προστίθεται το ακόλουθο τρίτο εδάφιο:

«Προκειμένου να ενεργεί στο πλαίσιο του άρθρου 62 παράγραφος 5, του άρθρου 65 παράγραφος 5, του άρθρου 66 παράγραφος 3, του άρθρου 67 παράγραφος 4 και του άρθρου 70 παράγραφος 4, ο εκτελεστικός διευθυντής του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης παρίσταται ως παρατηρητής στο συμβούλιο εποπτών.»

Άρθρο 85

Αντικατάσταση των εθνικών ρυθμίσεων χρηματοδότησης της εξυγίανσης

Από την ημερομηνία εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 88 δεύτερο εδάφιο, το Ταμείο αντικαθιστά τη χρηματοδοτική ρύθμιση εξυγίανσης των συμμετεχόντων κρατών μελών βάσει του τίτλου VII της οδηγίας [BRRD].

Άρθρο 86

Συμφωνία για την έδρα και συνθήκες λειτουργίας

1.   Οι αναγκαίες διευθετήσεις όσον αφορά τη στέγαση του Συμβουλίου Εξυγίανσης στο κράτος μέλος υποδοχής και τις εγκαταστάσεις που πρέπει να θέσει στη διάθεσή του το εν λόγω κράτος μέλος, καθώς και οι ειδικοί κανόνες που εφαρμόζονται στο κράτος μέλος υποδοχής για τον εκτελεστικό διευθυντή, τα μέλη του Συμβουλίου Εξυγίανσης στη σύνοδο ολομέλειας, το προσωπικό του Συμβουλίου Εξυγίανσης και τα μέλη των οικογενειών τους, ορίζονται σε συμφωνία για την έδρα μεταξύ του Συμβουλίου Εξυγίανσης και του κράτους μέλους υποδοχής, η οποία συνάπτεται μετά από τη λήψη έγκρισης του Συμβουλίου Εξυγίανσης στη σύνοδο ολομέλειας και το αργότερο εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

2.   Το κράτος μέλος υποδοχής του Συμβουλίου Εξυγίανσης εξασφαλίζει τις καλύτερες δυνατές συνθήκες για τη λειτουργία του Συμβουλίου Εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένης της παροχής πολύγλωσσης και ευρωπαϊκού πνεύματος σχολικής εκπαίδευσης και των κατάλληλων συγκοινωνιακών συνδέσεων.

Άρθρο 87

Έναρξη των δραστηριοτήτων του Συμβουλίου Εξυγίανσης

1.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα τεθεί σε πλήρη λειτουργία έως την 1η Ιανουαρίου 2015.

2.   Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για την εγκατάσταση και την αρχική λειτουργία του Συμβουλίου Εξυγίανσης, έως ότου αυτό αποκτήσει τη λειτουργική ικανότητα εκτέλεσης του προϋπολογισμού του. Για τον σκοπό αυτό:

α)

έως ότου αναλάβει τα καθήκοντά του ο εκτελεστικός διευθυντής μετά τον διορισμό του από το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 53, η Επιτροπή μπορεί να ορίσει έναν υπάλληλο της Επιτροπής για να ενεργεί ως προσωρινός εκτελεστικός διευθυντής και να ασκεί τα καθήκοντα του εκτελεστικού διευθυντή·

β)

κατά παρέκκλιση από το άρθρο 46 παράγραφος 1 σημείο i) και έως την έκδοση της απόφασης που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 , ο προσωρινός εκτελεστικός διευθυντής ασκεί τις εξουσίες της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής·

γ)

η Επιτροπή μπορεί να προσφέρει συνδρομή στο Συμβούλιο Εξυγίανσης, ιδίως με την απόσπαση υπαλλήλων της Επιτροπής για την εκτέλεση των δραστηριοτήτων του οργανισμού υπό την ευθύνη του προσωρινού εκτελεστικού διευθυντή ή του εκτελεστικού διευθυντή·

δ)

η Επιτροπή εισπράττει τις ετήσιες εισφορές που αναφέρονται στο άρθρο 62 παράγραφος 5 στοιχείο δ) για λογαριασμό του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

3.   Ο προσωρινός εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να εγκρίνει όλες τις πληρωμές που καλύπτονται από πιστώσεις εγγεγραμμένες στον προϋπολογισμό του Συμβουλίου Εξυγίανσης και μπορεί να συνάπτει συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων των συμβάσεων για την πρόσληψη προσωπικού.

Άρθρο 88

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της ημέρας δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα άρθρα 7 έως 23 και τα άρθρα 25 έως 37 εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2015.

Το άρθρο 24 εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2016 .

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  Γνώμη της 6ης Νοεμβρίου 2013 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Γνώμη της 17ης Οκτωβρίου 2013 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της … .

(4)   Οδηγία 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και την τροποποίηση των οδηγιών 77/91/ΕΟΚ και 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ και 2011/35/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (ΕΕ L …).

(5)   Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 της 15ης Οκτωβρίου 2013 για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63).

(7)  Οδηγία 94/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ης Μαΐου 1994 για τα καθεστώτα εγγύησης των καταθέσεων (ΕΕ L 135 της 31.5.1994, σ. 5).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

(9)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

(10)  Οδηγία 94/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 1994, για την τροποποίηση της οδηγίας 80/390/ΕΟΚ περί συντονισμού των όρων καταρτίσεως, ελέγχου και διαδόσεως του ενημερωτικού δελτίου που πρέπει να δημοσιεύεται για την εισαγωγή κινητών αξιών σε χρηματιστήριο αξιών, όσον αφορά την υποχρέωση δημοσίευσης ενημερωτικού δελτίου (ΕΕ L 135 της 31.5.1994, σ. 1).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).

(12)  EE 17 της 6.10.1958, σ. 385.

(13)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(14)  Οδηγία 95/46/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.