12.9.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 311/63


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για ενέργειες ενημέρωσης σχετικά με τα γεωργικά προϊόντα και προώθησής τους στην εσωτερική αγορά και σε τρίτες χώρες»

COM(2013) 812 final — 2013/0398 (COD)

2014/C 311/10

Εισηγητής: ο κ. Igor ŠARMÍR

Στις 9 Δεκεμβρίου 2013 και στις 11 Δεκεμβρίου 2013 αντιστοίχως, και σύμφωνα με το άρθρο 42, το άρθρο 43 παράγραφος 2 και το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο αποφάσισαν να ζητήσουν γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για ενέργειες ενημέρωσης σχετικά με τα γεωργικά προϊόντα και προώθησής τους στην εσωτερική αγορά και σε τρίτες χώρες

COM(2013) 812 final — 2013/0398 (COD).

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του την 1η Απριλίου 2014.

Κατά την 498η σύνοδο ολομέλειας, της 29ης και 30ής Απριλίου 2014 (συνεδρίαση της 30ής Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 154 ψήφους υπέρ, 4 κατά και 4 αποχές.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) εκτιμά τις προσπάθειες της Επιτροπής για μια απλούστερη και αποτελεσματικότερη πολιτική προώθησης των ευρωπαϊκών γεωργικών προϊόντων διατροφής.

1.2

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει όλως ιδιαιτέρως την πρόθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να αυξήσει σημαντικά τον προϋπολογισμό για την προαγωγή των γεωργικών προϊόντων μέσω μιας ουσιαστικής στρατηγικής στον τομέα αυτόν.

1.3

Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει την ανάγκη να υποστηριχθεί περισσότερο η προώθηση σε τρίτες χώρες, δεδομένου ότι αυτές διαθέτουν μεγάλο δυναμικό απορρόφησης ευρωπαϊκών γεωργικών προϊόντων διατροφής, τη στιγμή κατά την οποία μέχρι σήμερα, λιγότερο από το 30 % του προϋπολογισμού των δράσεων προώθησης αφορούσε τις χώρες αυτές. Ωστόσο, η φιλοδοξία να διατεθεί το 75 % του προϋπολογισμού στις δράσεις προώθησης σε τρίτες χώρες μας φαίνεται δυσανάλογη προς τις πραγματικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος των γεωργικών προϊόντων διατροφής στην Ευρώπη. Επομένως, θα ήταν προτιμότερη η ισοκατανομή (50 % — 50 %) των κονδυλίων που προορίζονται για την προώθηση των εν λόγω προϊόντων στην ΕΕ και σε τρίτες χώρες.

1.4

Κατά την ΕΟΚΕ, ο ανταγωνισμός των ευρωπαϊκών γεωργικών προϊόντων με τα εισαγόμενα στην αγορά της ΕΕ είναι ολοένα και πιο σκληρός. Γι’ αυτόν τον λόγο, πρέπει να εντατικοποιηθούν οι ενέργειες προβολής και προώθησης των γεωργικών προϊόντων εντός της ΕΕ, ανάγκη η οποία καθίσταται ακόμα πιο επιτακτική αν ληφθεί υπόψη ότι η μεγάλη πλειονότητα των Ευρωπαίων καταναλωτών αγνοεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα αυτών των προϊόντων.

1.5

Η ΕΟΚΕ συνιστά, σε αυστηρά προκαθορισμένες περιπτώσεις και κατ’ εξαίρεση, να είναι δυνατή η προώθηση των γεωργικών προϊόντων διατροφής ενός κράτους μέλους στην ίδια του την επικράτεια.

1.6

Η ΕΟΚΕ συνιστά τα προϊόντα διατροφής δεύτερης μεταποίησης [εκτός παραρτήματος Ι της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ)] να αναφέρονται ρητώς στο άρθρο 5 ως επιλέξιμα προϊόντα. Ζητεί επίσης να διαγραφεί η ρητή εξαίρεση των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας.

1.7

Η ΕΟΚΕ συνιστά η προώθηση του οίνου να μπορεί να τύχει ευρωπαϊκής στήριξης, όχι μόνον εάν περιλαμβάνεται και άλλο προϊόν διατροφής στο ίδιο πρόγραμμα, αλλά και όταν το πρόγραμμα συνδέεται με σχέδιο αγροτουρισμού.

1.8

Η ΕΟΚΕ συνιστά η στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) για την προώθηση του γάλακτος που προορίζεται ειδικά για τα παιδιά στα σχολεία της Ένωσης να μπορεί να ανέρχεται στο 60 % του κόστους, όπως ισχύει για τα οπωροκηπευτικά.

1.9

Η ΕΟΚΕ ζητά να διατηρηθεί η υποχρέωση των κρατών μελών να συμβάλλουν στις δαπάνες των εκστρατειών προώθησης μέχρι ποσοστό 30 %. Σε αντίθετη περίπτωση, πολλοί υποψήφιοι δεν θα διαθέτουν τα οικονομικά μέσα που απαιτούνται για την πραγματοποίηση των προγραμμάτων προώθησης. Η ΕΟΚΕ επιμένει ότι οι ενώσεις επαγγελματιών σε όλα τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν τις ίδιες ευκαιρίες προώθησης των ειδών διατροφής που παράγουν.

1.10

Η ΕΟΚΕ συνιστά οι υποψηφιότητες για υποστήριξη της ΕΕ που υποβάλλονται από οργανώσεις να κατατίθενται στην «υπηρεσία μίας στάσης» της Επιτροπής και οι πληροφορίες σχετικά με τις υποψηφιότητες να διαβιβάζονται στο κράτος μέλος απ’ όπου προέρχεται η εκάστοτε οργάνωση προτού η Επιτροπή λάβει απόφαση.

1.11

Επίσης, η ΕΟΚΕ συνιστά την απλούστευση των διοικητικών διαδικασιών που αφορούν την προετοιμασία και την παρακολούθηση των προγραμμάτων προώθησης, ιδίως μέσω της μείωσης του αριθμού των εκθέσεων που αναθέτει σε τρίτους η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η ελάττωση του διοικητικού φόρτου είναι πολύ σημαντικό ζήτημα. Απαιτείται περισσότερη ευελιξία έτσι ώστε να είναι δυνατή η προσαρμογή των προγραμμάτων στις μεταβαλλόμενες συνθήκες της αγοράς κατά τη φάση της εφαρμογής τους. Προς τούτο, πρέπει να μειωθούν οι απαιτήσεις ως προς τις λεπτομερείς πληροφορίες που ζητούνται κατά την παρουσίαση των προγραμμάτων (1).

2.   Γενικές παρατηρήσεις

2.1

Η πολιτική στήριξης της προώθησης των γεωργικών προϊόντων είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της άνθισης της ευρωπαϊκής γεωργίας. Οι επαγγελματίες του κλάδου των γεωργικών προϊόντων διατροφής βρίσκονται αντιμέτωποι με έναν ολοένα και πιο έντονο ανταγωνισμό για να κατορθώσουν να επιβληθούν στην ευρωπαϊκή και την παγκόσμια αγορά.

2.2

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3/2008 προέβλεπε τη δυνατότητα στήριξης από την ΕΕ των δράσεων προώθησης. Οι μηχανισμοί του κανονισμού αυτού αποδείχτηκαν καταλληλότεροι για τις προκλήσεις της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας απ’ ό,τι το προϋπάρχον σύστημα, που είχε θεσπιστεί με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 2702/1999 και 2826/2000. Οι εκστρατείες προώθησης που διεξήχθησαν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3/2008 προέβαλαν την ποιότητα, τη θρεπτική αξία και την ασφάλεια των γεωργικών προϊόντων διατροφής της ΕΕ, ενώ επεσήμαιναν και άλλα χαρακτηριστικά και πλεονεκτήματα των προϊόντων αυτών, όπως οι μέθοδοι παραγωγής, η επισήμανση, η καλή μεταχείριση των ζώων και ο σεβασμός στο περιβάλλον. Οι δράσεις προώθησης μπορούσαν να είναι διαφημιστικές εκστρατείες, προώθηση στο σημείο πώλησης, εκστρατείες δημοσίων σχέσεων, συμμετοχή σε εκθέσεις και εμπορικά σαλόνια κ.λπ. Μεταξύ 2000 και 2002, η ΕΕ συγχρηματοδότησε 552 προγράμματα προώθησης.

2.3

Ωστόσο, η εμπειρία από το σύστημα στήριξης της προώθησης των γεωργικών προϊόντων που προέβλεπε ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3/2008 έχει δείξει τα όριά του, καθώς, σε περιβάλλον οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης, αποδεικνύεται αναγκαίο, μεταξύ άλλων, να αυξηθούν τα μέσα που διατίθενται και να προσανατολιστούν καλύτερα οι δράσεις προώθησης.

2.4

Πριν από την υπό εξέταση πρόταση, η Επιτροπή εξέδωσε την πράσινη βίβλο με θέμα «Ενημέρωση για τα γεωργικά προϊόντα και την προώθησή τους: μια στρατηγική υψηλής ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας για την προώθηση των γεύσεων της Ευρώπης» [COM(2011) 436 final] και την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Ενημέρωση για τα γεωργικά προϊόντα και προώθησή τους: μια στρατηγική υψηλής ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας για την προώθηση των γεύσεων της Ευρώπης» [COM(2012) 148 final]. Η ΕΟΚΕ εξέφρασε τις απόψεις της για τα δύο αυτά έγγραφα (2). Εκφράζουμε την ικανοποίησή μας που η Επιτροπή έλαβε σε μεγάλο βαθμό υπόψη της τα συμπεράσματα και τις συστάσεις των δύο γνωμοδοτήσεων της ΕΟΚΕ, ιδιαιτέρως δε όσον αφορά την αύξηση του προϋπολογισμού και την απλούστευση των διοικητικών διατυπώσεων.

2.5

Ένας άλλος στόχος της πρότασης είναι η εφαρμογή μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής προώθησης, που αναμένεται να συμβάλει στην καλύτερη στοχοθέτηση των δράσεων. Η στρατηγική αυτή αναμένεται να οδηγήσει στην αύξηση του αριθμού των προγραμμάτων που αφορούν τρίτες χώρες, καθώς και των πολυπρογραμμάτων (υποβάλλονται από οργανώσεις διαφόρων κρατών μελών) και να βελτιώσει την κατάσταση στην εσωτερική αγορά δεδομένου ότι οι καταναλωτές πολύ λίγο γνωρίζουν τα πλεονεκτήματα των ευρωπαϊκών γεωργικών προϊόντων. Μεταξύ 2010 και 2011, μόλις το 30 % των δαπανών που διατέθηκαν στις δράσεις ενημέρωσης και προώθησης αφορούσαν τις αγορές τρίτων χωρών, ενώ οι αγορές αυτές έχουν σημαντικό δυναμικό ανάπτυξης. Επιπλέον, μόνο 14 % των Ευρωπαίων αναγνωρίζουν τους λογότυπους των προϊόντων που υπάγονται σε προστατευόμενη ονομασία προέλευσης (ΠΟΠ) ή σε προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη (ΠΓΕ).

2.6

Σύμφωνα με την πρόταση, το συνολικό ποσόν των ενισχύσεων αναμένεται να σημειώσει σημαντική αύξηση, ενώ η αξιολόγηση των προγραμμάτων θα γίνεται πλέον αποκλειστικά σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής, χωρίς να προηγείται πρώτη αξιολόγηση σε επίπεδο κρατών μελών.

2.7

Άλλες σημαντικές τροποποιήσεις που επιφέρει η πρόταση αφορούν την υπό όρους δυνατότητα αναφοράς της προέλευσης και της εμπορικής επωνυμίας των προϊόντων, τη διεύρυνση των δικαιούχων με συμπερίληψη των οργανώσεων παραγωγών, καθώς και την αύξηση του αριθμού των επιλέξιμων προϊόντων.

3.   Ειδικές παρατηρήσεις

3.1   Η νέα στρατηγική προώθησης

3.1.1

Ένας από τους προβαλλόμενους στόχους της μελλοντικής στρατηγικής προώθησης είναι η μεγαλύτερη στήριξη των δράσεων σε τρίτες χώρες. Ο στόχος αυτός είναι αναμφίβολα ορθός, δεδομένου ότι οι νέες αυτές αγορές με τις μεγάλες αναπτυξιακές προοπτικές είναι σε θέση να απορροφήσουν μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής παραγωγής, αρκεί να πεισθούν οι καταναλωτές τους για τα ιδιαίτερα πλεονεκτήματα των ευρωπαϊκών γεωργικών προϊόντων διατροφής. Ωστόσο, η στρατηγική αυτή προοπτική δεν θα πρέπει να αποβεί εις βάρος των προσπαθειών προώθησης στην εσωτερική αγορά, όπου τα ευρωπαϊκά γεωργικά προϊόντα διατροφής αντιμετωπίζουν επίσης έναν όλο και πιο σκληρό ανταγωνισμό από τα εισαγόμενα προϊόντα. Ως εκ τούτου, η φιλοδοξία να διατεθεί το 75 % των εκτιμώμενων δαπανών στην υλοποίηση δράσεων ενημέρωσης και προώθησης των ευρωπαϊκών γεωργικών προϊόντων σε τρίτες χώρες (αιτιολογική σκέψη 8) μας φαίνεται δυσανάλογη και υπερβολική, εάν ληφθούν υπόψη οι πραγματικές προκλήσεις της ευρωπαϊκής γεωργίας. Ένας πιο ισορροπημένος στόχος θα ήταν να διατεθεί στις δράσεις αυτές το 50 % των δαπανών.

3.1.2

Οι τιμές των εισαγόμενων προϊόντων συχνά είναι χαμηλότερες από τις τιμές των ευρωπαϊκών, όχι μόνο εξαιτίας του μικρότερου κοινωνικο-οικονομικού κόστους, αλλά και λόγω των λιγότερο αυστηρών προδιαγραφών παραγωγής από άποψη ασφάλειας και ιχνηλασιμότητας των προϊόντων, καθώς και από άποψη υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων. Όμως, όπως διαπιστώνεται στην πρόταση, οι περισσότεροι καταναλωτές στα κράτη μέλη δεν έχουν επίγνωση της «συνολικής ποιότητας» (3) των ευρωπαϊκών γεωργικών προϊόντων διατροφής. Πρέπει, λοιπόν, να καταβληθούν προσπάθειες για την προώθηση των ευρωπαϊκών προϊόντων στην εσωτερική αγορά που να είναι τουλάχιστον ανάλογες με αυτές που καταβάλλονται για την προώθηση στις αγορές τρίτων χωρών. Πόσο μάλλον που οι περισσότεροι Ευρωπαίοι, σε αντίθεση με την πλειονότητα των κατοίκων των τρίτων χωρών, έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των προϊόντων αυτών, τα οποία και θα εξακολουθήσουν να αγοράζουν, αρκεί να πεισθούν για τα πλεονεκτήματά τους. Λόγω της παγκοσμιοποίησης και των συνεπειών που έχει η κρίση για μεγάλο μέρος του ευρωπαϊκού πληθυσμού, η αγορά της ΕΕ θα κατακλύζεται αναπόφευκτα ολοένα και περισσότερο από φθηνά προϊόντα προέλευσης τρίτων χωρών.

3.1.3

Οι γενικοί κανόνες της ΕΕ απαγορεύουν την προώθηση των προϊόντων ενός μόνου κράτους μέλους, επειδή θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μέτρο προστατευτισμού. Αυτό φαίνεται λογικό, δεδομένου ότι η κοινή αγορά δεν θα έπρεπε να έχει φραγμούς. Ωστόσο, φαίνεται ότι σε ορισμένες εύλογες περιπτώσεις θα έπρεπε να υπάρχουν εξαιρέσεις στον κανόνα αυτόν. Τούτο αφορά, λόγου χάρη, τις περιπτώσεις όπου διακυβεύονται ορισμένοι στόχοι της ευρωπαϊκής οικοδόμησης, όπως ο στόχος της ισόρροπης περιφερειακής ανάπτυξης. Πράγματι, η αποκλειστική επίδραση των δυνάμεων της αγοράς οδηγεί ενίοτε στην υποκατάσταση της εγχώριας παραγωγής ενός κράτους μέλους από εισαγόμενα προϊόντα άλλου κράτους μέλους· επομένως, η άνθιση της γεωργίας σε μια χώρα επιτυγχάνεται εις βάρος της γεωργίας μιας άλλης . Συνεπώς, εκτιμούμε ότι δικαιολογείται να επιτραπεί, ακόμη και να υποστηριχθεί, κατ’ εξαίρεση, ανάλογα με την περίπτωση και σύμφωνα με αυστηρά προσδιορισμένα κριτήρια, η προώθηση των γεωργικών προϊόντων ενός κράτους μέλους στην εγχώρια αγορά του.

3.1.4

Μεταξύ των προτεραιοτήτων της ΕΕ συμπεριλαμβάνονται η ισόρροπη τοπική και κοινωνική ανάπτυξη και η ασφάλεια του εφοδιασμού με τρόφιμα. Όμως, η ανάπτυξη απέχει πολύ από την ισορροπία και δεν διαφαίνεται καμία βελτίωση. Από την άλλη πλευρά, σε πολλά κράτη μέλη, το ποσοστό ασφαλούς εφοδιασμού κατέβηκε κάτω από ένα κατώφλι πολύ ανησυχητικό:στη Σλοβακία, για παράδειγμα, το ποσοστό αυτάρκειας ανέρχεται μόλις σε 47 %. Η αποτελεσματικότητα της γεωργίας συνιστά αναμφίβολα την καίρια προϋπόθεση για την επίτευξη των δύο προαναφερόμενων στόχων — και η γεωργία δεν μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά εάν δεν διαθέτει επαρκείς αγορές. Η παρακμή της γεωργίας σε ορισμένα κράτη μέλη συνδέεται άμεσα με τη μείωση των πωλήσεων εγχώριων γεωργικών προϊόντων διατροφής στην εσωτερική αγορά της αντίστοιχης χώρας. Οι λόγοι είναι σύνθετοι, αλλά η ανάκαμψη της γεωργίας απαιτεί, μεταξύ άλλων, εκστρατείες ενημέρωσης που να απευθύνονται στους καταναλωτές της ίδιας της χώρας και να προβάλλουν τα πλεονεκτήματα των εγχώριων προϊόντων.

3.1.5

Όντως, σύμφωνα με αξιόπιστες ενδείξεις, η πτώση των πωλήσεων εγχώριων προϊόντων σε ορισμένα κράτη μέλη δεν οφείλεται πάντα σε καλύτερη σχέση ποιότητας/τιμής των εισαγόμενων προϊόντων· ενδέχεται να οφείλεται σε άλλους παράγοντες. Λόγου χάρη, στις πρώην κομμουνιστικές χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, οι κύριοι παράγοντες της μεγάλης διανομής είναι κεφαλαιουχικές εταιρείες από τη Δυτική Ευρώπη, οι οποίες διατηρούν φυσιολογικά προνομιακές σχέσεις με τους προμηθευτές των χωρών όπου ήταν εγκατεστημένες πριν και όπου βρίσκονται συχνά τα κέντρα αγοράς των προϊόντων τους για τις νέες χώρες.

3.2   Επιλέξιμα προϊόντα

3.2.1

Στην αιτιολογική σκέψη 6 της πρότασης, καθώς και στα επίσημα ενημερωτικά έγγραφα που δημοσίευσε η Επιτροπή, αναφέρεται ότι το καθεστώς προώθησης θα επεκταθεί πλέον σε όλα τα γεωργικά προϊόντα διατροφής εκτός παραρτήματος Ι της ΣΛΕΕ (γεωργικά προϊόντα δεύτερης μεταποίησης) που είναι επιλέξιμα στα ευρωπαϊκά συστήματα ποιότητας, όπως η σοκολάτα, τα ζαχαρώδη προϊόντα, ο ζύθος κ.λ.π. Η επέκταση αυτή θεωρείται ως μία από τις κύριες καινοτομίες του νέου καθεστώτος. Ωστόσο, στο άρθρο 5 της πρότασης, που αφορά τα επιλέξιμα προϊόντα και θέματα, η επέκταση αυτή δεν αναφέρεται, εφόσον ορίζονται ως επιλέξιμα προϊόντα αποκλειστικά τα γεωργικά προϊόντα και προϊόντα διατροφής του παραρτήματος Ι της ΣΛΕΕ, τα αλκοολούχα ποτά και ο οίνος. Αυτό αποτελεί πρόβλημα, καθώς δεν είναι σαφές το περιεχόμενο των σχετικών διατάξεων.

3.2.2

Από τα επιλέξιμα προϊόντα ο οίνος είναι το μοναδικό προϊόν, του οποίου η υποστήριξη των ενεργειών προβολής και προώθησης υπόκειται σε ειδικό όρο, δηλαδή την ταυτόχρονη προώθηση ενός άλλου προϊόντος. Η διαφοροποίηση αυτή αιτιολογείται με το επιχείρημα ότι η ενημέρωση σχετικά με τους οίνους της ΕΕ και η προώθησή τους είναι ένα από τα εμβληματικά μέτρα των προγραμμάτων στήριξης του αμπελοοινικού τομέα που προβλέπονται από την κοινή γεωργική πολιτική (ΚΓΠ) στα πλαίσια της κοινής οργάνωσης της αγοράς. Ωστόσο, η αρχή της προώθησης του οίνου σε συνδυασμό με άλλα προϊόντα διατροφής υπονομεύεται από την εξαίρεση των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, που αποτελούν τη φυσική συνοδεία ορισμένων οίνων. Η ΕΟΚΕ ζητά να διαγραφεί η εξαίρεση αυτών των προϊόντων στο άρθρο 5.

3.2.3

Από την άλλη πλευρά, οι ευρωπαϊκοί οίνοι αντιμετωπίζουν έντονο ανταγωνισμό από «οίνους του Νέου Κόσμου», με αποτέλεσμα να μειώνεται η παραγωγή στις ευρωπαϊκές χώρες και να αυξάνεται σε χώρες όπως η Χιλή, η Αργεντινή, η Νότια Αφρική, η Αυστραλία, οι ΗΠΑ μέχρι και η Κίνα. Οι λόγοι είναι σύνθετοι· γενικά, όμως, οι εισαγόμενοι οίνοι είναι φθηνότεροι και έχουν λιγότερα «δευτερεύοντα» πλεονεκτήματα (πολύ λίγες γεωγραφικές ενδείξεις, απουσία επίσημου ελέγχου ποιότητας, σαφώς μικρότερη ιδιοτυπία βάσει έτους παραγωγής ή ζώνης παραγωγής, περιορισμένος αριθμός ποικιλιών αμπέλου κ.λπ.), ενώ επωφελούνται από πολύ σημαντική προώθηση. Συν τοις άλλοις, η ικανότητα των παραγωγών των τρίτων χωρών να εξασφαλίζουν τακτική παράδοση σε επαρκείς ποσότητες, με σταθερά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά και συμφέρουσα τιμή είναι ιδιαίτερα ελκυστική για τους μεγάλους διανομείς, που επιζητούν τέτοιου είδους προμηθευτές. Ο ευρωπαϊκός αμπελοοινικός τομέας, που χαρακτηρίζεται από πολύ μεγαλύτερη διαφοροποίηση, πολύ δύσκολα θα μπορούσε να ανταποκριθεί σε τέτοιες απαιτήσεις.

3.2.4

Επομένως, οι ευρωπαϊκοί οίνοι ανωτέρας ποιότητας πρέπει να τύχουν περαιτέρω προώθησης και προβολής έτσι ώστε να γνωρίζουν οι δυνητικοί καταναλωτές τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα. Εφόσον η προώθηση των ευρωπαϊκών οίνων πρέπει να πληροί ειδικό όρο για τους λόγους που εκτέθηκαν ανωτέρω (σημείο 3.2.2), η ΕΟΚΕ εισηγείται την προσθήκη συμπληρωματικού όρου πέραν της ταυτόχρονης προώθησης άλλου γεωργικού προϊόντος. Η εναλλακτική αυτή θα επέτρεπε τη σύζευξη της προώθησης των οίνων με τις δραστηριότητες του αγροτουρισμού. Πράγματι, σε πολλές χώρες της Κεντρικής Ευρώπης αυτός ο τρόπος προώθησης των οίνων έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματικός.

3.2.5

Μάλιστα, αυτή η ευεργετική σύνδεση με τον αγροτουρισμό μπορεί να επεκταθεί στο σύνολο των προϊόντων που προέρχονται από τη γεωργία, την κτηνοτροφία, την αλιεία και τις υδατοκαλλιέργειες με σκοπό τη μεγιστοποίηση των συνεργιών και την προαγωγή της πολυμορφίας των πηγών εισοδήματος των κατοίκων από τις αγροτικές και παράκτιες περιοχές.

3.3   Εφαρμογή και διαχείριση των απλών προγραμμάτων

3.3.1

Σύμφωνα με το σύστημα που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3/2008, οι εθνικές αρχές των κρατών μελών προεπέλεγαν δύο φορές τον χρόνο τις εκστρατείες που θα μπορούσαν να τύχουν στήριξης από την ΕΕ. Κατόπιν, διαβίβαζαν τις προτάσεις στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία προέβαινε με τη σειρά της σε επιλογή. Η υπό εξέταση πρόταση αποβλέπει σε απλούστευση της διαδικασίας, χάρη στην «υπηρεσία μίας στάσης» για την επιλογή των προγραμμάτων. Η επιλογή θα διενεργείται από την Επιτροπή, μία φορά τον χρόνο. Πρόκειται για αναμφισβήτητη απλούστευση της διοικητικής διαδικασίας. Ωστόσο, η διαχείριση των «απλών» προγραμμάτων (που προέρχονται από ένα και μόνο κράτος μέλος) θα εξακολουθήσει να γίνεται από κοινού με τα κράτη μέλη, μετά την επιλογή από την Επιτροπή.

3.3.2

Η ΕΟΚΕ συνιστά οι υποψηφιότητες για υποστήριξη της ΕΕ που υποβάλλονται από οργανώσεις να κατατίθενται στην «υπηρεσία μίας στάσης» της Επιτροπής και οι πληροφορίες σχετικά με τις υποψηφιότητες να διαβιβάζονται στο κράτος μέλος απ’ όπου προέρχεται η εκάστοτε οργάνωση προτού η Επιτροπή λάβει απόφαση.

3.3.3

Σύμφωνα με το προηγούμενο σύστημα, η ΕΕ μπορούσε να χρηματοδοτήσει το ήμισυ του κόστους μιας εκστρατείας. Η συμβολή της επαγγελματικής οργάνωσης που ανέλαβε την πρωτοβουλία της εκστρατείας έπρεπε να ανέρχεται στο 20 % τουλάχιστον του κόστους. Οι εθνικές αρχές καλούνταν να συμπληρώσουν τη χρηματοδότηση (4). Σε ορισμένες περιπτώσεις (λόγου χάρη για την προώθηση οπωροκηπευτικών που προορίζονται για τα παιδιά στα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ένωσης), η συμβολή της ΕΕ μπορούσε να ανέλθει στο 60 % των δαπανών.

3.3.4

Στο σύστημα που προβλέπεται στον προτεινόμενο κανονισμό, τα προγράμματα θα συγχρηματοδοτούνται αποκλειστικά από την προτείνουσα οργάνωση και από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επομένως, οι εθνικές αρχές δεν θα έχουν πλέον την υποχρέωση (ούτε τη δυνατότητα) να συνεισφέρουν στις δαπάνες των προγραμμάτων.

3.3.5

Η χρηματοδοτική συμβολή της Ένωσης μπορεί να καλύψει έως και 50 % των δαπανών του προγράμματος, μπορεί όμως να φθάσει το 60 % για τα πολυπρογράμματα, για τα προγράμματα που απευθύνονται σε μία ή περισσότερες τρίτες χώρες, καθώς και για τις δράσεις που αφορούν οπωροκηπευτικά που προορίζονται για τα παιδιά στα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ένωσης.

3.3.6

Η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι υπάρχουν πλέον περισσότερες περιπτώσεις που είναι επιλέξιμες για χρηματοδοτική συνεισφορά από την ΕΕ μέχρι ποσοστό 60 % του κόστους των προγραμμάτων. Ωστόσο, η συμβολή της προτείνουσας οργάνωσης θα είναι προφανώς πολύ υψηλότερη απ’ ό,τι με το προηγούμενο καθεστώς, δεδομένου ότι δεν μπορούν πλέον να συμμετάσχουν οι εθνικές αρχές. Αυτό είναι βέβαιο ότι θα αποθαρρύνει οργανώσεις με περιορισμένους πόρους, πράγμα που θα έχει ως αποτέλεσμα οι σχετικά εύπορες οργανώσεις να μπορούν να ωφεληθούν περισσότερο α από το καθεστώς στήριξης των δράσεων ενημέρωσης και προώθησης σε σύγκριση με το παρελθόν.

3.3.7

Κατά την ΕΟΚΕ, είναι επομένως προτιμότερο να διατηρήσουν οι εθνικές αρχές τη δυνατότητα να συνεισφέρουν στο κόστος των δράσεων προώθησης (μέχρι ποσοστού 30 %), και τούτο τουλάχιστον στις περιπτώσεις όπου τα κράτη μέλη συμμετέχουν στη διαχείριση των προγραμμάτων (απλά προγράμματα).

3.3.8

Επίσης, φαίνεται ευκταίο να επιτραπεί μια υψηλότερη συνεισφορά της ΕΕ (60 % του κόστους) στις δράσεις ενημέρωσης και προώθησης όσον αφορά το γάλα που προορίζεται για παιδιά στα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ένωσης. Πράγματι, για μια υγιεινή και ισορροπημένη διατροφή, τα σημερινά παιδιά δεν έχουν ανάγκη μόνο από περισσότερα οπωροκηπευτικά, αλλά και από περισσότερο γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα.

Βρυξέλλες, 30 Απριλίου 2014

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Henri MALOSSE


(1)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Ενημέρωση για τα γεωργικά προϊόντα και προώθησή τους: μια στρατηγική υψηλής ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας για την προώθηση των γεύσεων της Ευρώπης», ΕΕ C 43 της 15/02/2012, σ. 59-64

(2)  ΕΕ C 43 της 15/2/2012, σ. 59-64 και ΕΕ C 299 της 4/10/2012, σ. 141-144.

(3)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Κοινοτικό γεωργικό πρότυπο: ποιότητα της παραγωγής και της ενημέρωσης των καταναλωτών ως στοιχεία ανταγωνιστικότητας», ΕΕ C 18 της 19/1/2011, σ. 5-10.

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3/2008, άρθρο 13 παράγραφος 3.