14.5.2013   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 134/39


Δημοσίευση αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων

2013/C 134/10

Η παρούσα δημοσίευση παρέχει το δικαίωμα υποβολής ένστασης κατά της αίτησης τροποποίησης, κατά την έννοια του άρθρου 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1).

ΑΙΤΗΣΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 510/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων  (2)

ΑΙΤΗΣΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9

«MIEL DE CORSE»/«MELE DI CORSICA»

Αριθ. ΕΚ: FR-PDO-0105-0066-20.04.2011

ΠΓΕ ( ) ΠΟΠ ( X )

1.   Κεφάλαιο των προδιαγραφών προϊόντος που αφορά η τροποποίηση

Ονομασία του προϊόντος

Περιγραφή του προϊόντος

Γεωγραφική περιοχή

Απόδειξη προέλευσης

Μέθοδος παραγωγής:

Δεσμός

Επισήμανση

Εθνικές απαιτήσεις

Άλλο (επικαιροποίηση των στοιχείων της ομάδας και των οργανισμών ελέγχου)

2.   Τύπος τροποποίησης(-εων)

Τροποποίηση του ενιαίου εγγράφου ή της σύνοψης

Τροποποίηση των προδιαγραφών της καταχωρισθείσας ΠΟΠ ή ΠΓΕ για την οποία δεν έχει δημοσιευθεί ούτε ενιαίο έγγραφο ούτε σύνοψη

Τροποποίηση των προδιαγραφών που δεν απαιτεί τροποποίηση του δημοσιευμένου ενιαίου εγγράφου [άρθρο 9 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006]

Προσωρινή τροποποίηση των προδιαγραφών λόγω της επιβολής υποχρεωτικών υγειονομικών ή φυτοϋγειονομικών μέτρων από τις δημόσιες αρχές [άρθρο 9 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006]

3.   Τροποποίηση(-εις)

3.1.   Κεφάλαιο «Περιγραφή του προϊόντος»

Το συγκεκριμένο κεφάλαιο κωδικοποιήθηκε με το διάταγμα της 30ής Ιανουαρίου 1998 σχετικά με την ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης και τον τεχνικό κανονισμό εφαρμογής του, της 1ης Ιουνίου 1999. Οι τροποποιήσεις αφορούν τα εξής:

α)

Προκειμένου να διασαφηνιστεί η περιγραφή του προϊόντος, εισάγεται στις προδιαγραφές η σειρά ποικιλιών που αντιστοιχούν στα διαδοχικά παραγόμενα μέλια καθ’όλη τη διάρκεια του έτους, όπως αυτή ορίζεται στο εθνικό κείμενο αναγνώρισης της ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης. Εισάγεται εξάλλου ο προαιρετικός χαρακτήρας της υπαγωγής στην σειρά ποικιλιών, στο βαθμό που το μέλι που φέρει την ΠΟΠ δεν χαρακτηρίζεται συστηματικά με μία από τις 6 αντίστοιχες ενδείξεις.

β)

Διορθώθηκε ένα σφάλμα μεταγραφής: η περιεκτικότητα σε HMF είναι μικρότερη ή ίση των 10 mg/kg κατά τη συσκευασία και όχι κατά τη συλλογή.

Εξάλλου οι οριακές τιμές περιεκτικότητας ορισμένων μελιών σε HMF και νερό τροποποιούνται για τους ακόλουθους λόγους:

 

όταν η σχετική υγρασία του αέρα υπερβαίνει το 60 %, οι μέλισσες δεν μπορούν να παράγουν μέλι περιεκτικότητας σε νερό μικρότερης του 18 %. Αυτό ισχύει ιδίως για τα μέλια που παράγονται σε σκιερά υγρά δάση, όπως οι καστανεώνες, ή σε πολύ υγρή εποχή του έτους, όπως είναι το φθινόπωρο στην Κορσική. Έτσι, τα μέλια καστανιάς και τα μέλια φθινοπωρινής μακίας είναι από τη φύση τους υγρά. Προτείνεται επομένως να επιτραπεί η αυξημένη περιεκτικότητα σε νερό αυτών των μελιών έως το 19 %, καθώς αυτή η αλλαγή δεν επιφέρει αλλοίωση του προϊόντος·

 

λόγω της ανθικής προέλευσής τους, τα μέλια της εαρινής μακίας με βάση την ερείκη (Erica arborea) παρουσιάζουν χαμηλή σχέση φρουκτόζης/γλυκόζη και χαμηλή περιεκτικότητα σε δισακχαρίτες και τρισακχαρίτες, με αποτέλεσμα αυτοί οι τύποι μελιού να κρυσταλλώνονται πολύ γρήγορα. Πράγματι, οι μελισσοκόμοι προβαίνουν συχνά στην ανάτηξη του μελιού με αποτέλεσμα, λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας, να επιταχύνεται η αντίδραση αφυδάτωσης των σακχάρων και να σχηματίζεται HMF. Αυτή η αντίδραση αφυδάτωσης των σακχάρων επιταχύνεται επίσης από την οξύτητα των μελιών ερείκης, των οποίων το pH κυμαίνεται μεταξύ 3 και 4. Αυτά τα μέλια παρουσιάζουν επομένως ποσοστό HMF φυσικά υψηλότερο από αυτό άλλων μελιών. Προτείνεται επομένως να φθάνει η περιεκτικότητα σε HMF των μελιών εαρινής μακίας με βάση την ερείκη (Erica arborea) σε ποσοστό μικρότερο ή ίσο των 12 mg/kg, μετρούμενο κατά τη συσκευασία.

3.2.   Κεφάλαιο «Γεωγραφική περιοχή»

Προκειμένου να αρθεί κάθε αβεβαιότητα, επαναλαμβάνονται στις προδιαγραφές τα στάδια παραγωγής τα οποία πρέπει να εκτελούνται εντός της γεωγραφικής περιοχής (συλλογή και καθίζηση).

3.3.   Κεφάλαιο «Απόδειξη καταγωγής»

Με βάση τις εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές εξελίξεις, το κεφάλαιο «Στοιχεία που αποδεικνύουν την προέλευση του προϊόντος από τη γεωγραφική περιοχή» κωδικοποιήθηκε και συγκεντρώνει ιδίως τις υποχρεώσεις υποβολής δήλωσης και τήρησης αρχείων σχετικά με την ιχνηλασιμότητα του προϊόντος και την παρακολούθηση των συνθηκών παραγωγής.

Οι εν λόγω τροποποιήσεις συνδέονται με τη μεταρρύθμιση του συστήματος ελέγχου των ονομασιών προέλευσης, που επήλθε με το νομοθετικό διάταγμα 2006-1547 της 7ης Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με την αξιοποίηση των γεωργικών, δασικών και διατροφικών προϊόντων και των προϊόντων της θάλασσας. Προβλέπεται συγκεκριμένη διαδικασία αναγνώρισης της ικανότητας των παραγωγών να πληρούν τις απαιτήσεις των προδιαγραφών του σήματος από το οποίο επιθυμούν να επωφεληθούν. Ο έλεγχος των προδιαγραφών της ΠΟΠ «Miel de Corse»/«Mele di Corsica» οργανώνεται με πρόγραμμα ελέγχου το οποίο καταρτίζει ο οργανισμός ελέγχου.

Εξάλλου, στο κεφάλαιο αυτό προστέθηκαν και συμπληρώθηκαν πολλές διατάξεις σχετικές με τα αρχεία και τις έγγραφες δηλώσεις που επιτρέπουν να εξασφαλίζεται η ιχνηλασιμότητα των μελιών.

Εισάγεται στις προδιαγραφές η διάταξη «Η ετικέτα με την ονομασία επιτρέπει την ταυτοποίηση του προϊόντος και τον έλεγχο των ποσοτήτων που παράγονται και διατίθενται στο εμπόριο. Τοποθετείται υποχρεωτικά με ευδιάκριτο τρόπο στο δοχείο», η οποία απορρέει από τις εθνικές διατάξεις που διέπουν την ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης.

Η ετικέτα είναι ένα έγγραφο με διττό στόχο: πρόκειται αφενός για εργαλείο ιχνηλασιμότητας και, αφετέρου, για στοιχείο της ταυτοποίησης του προϊόντος. Ως εργαλείο ιχνηλασιμότητας, τοποθετείται σε κάθε μέλι το οποίο φέρει την ονομασία προέλευσης. Η ετικέτα αποτελεί επίσης στοιχείο της ταυτοποίησης του προϊόντος, αφού σε αυτήν αναγράφεται η ονομασία «Miel de Corse»/«Mele di Corsica».

3.4.   Κεφάλαιο «Μέθοδος παραγωγής»

Το συγκεκριμένο κεφάλαιο κωδικοποιήθηκε με το διάταγμα της 30ής Ιανουαρίου 1998 σχετικά με την ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης και τον τεχνικό κανονισμό εφαρμογής του, της 1ης Ιουνίου 1999. Εισήχθηκαν επομένως οι ακόλουθες διατάξεις που προέρχονται από τα εν λόγω κείμενα:

κατάλογος των καλλιεργούμενων ειδών που αποκλείονται: ιδίως κράμβη, ηλίανθος, ηδύσαρο, φαγόπυρο, ονοβρυχίδα (sainfoin)·

χρήση αγνού κηρού μελισσών για τα πλαίσια·

κατάλογος των ειδών που επιτρέπονται ως καύσιμα: πευκοβελόνες, φύλλα ευκάλυπτου, δεντρολίβανο, κ.λπ…

απαγόρευση της σίτισης των μελισσών επί δεκαπέντε ημέρες πριν την έκκριση νέκταρος ή μελιτώματος και έως τη συλλογή του μελιού·

η συλλογή πρέπει να εκτελείται σε κηρήθρες από τα κυψελίδια των οποίων έχει αφαιρεθεί το υμενώδες επικάλυμμα. Απαλείφεται ο όρος «τελείως» από τη φράση «η συλλογή πρέπει να εκτελείται σε κηρήθρες από τα κυψελίδια των οποίων έχει αφαιρεθεί τελείως το υμενώδες επικάλυμμα». Στην πράξη, οι κηρήθρες δεν είναι ποτέ τελείως απαλλαγμένες από το υμενώδες επικάλυμμα, ακόμη και όταν το μέλι είναι ώριμο και έτοιμο να συλλεχθεί. Ο όρος «τελείως» δεν είναι όντως κατάλληλος, καθώς η πλειονότητα των κηρηθρών είναι απαλλαγμένη από το υμενώδες επικάλυμμα, αλλά μπορεί μερικά κυψελίδια να παραμένουν καλυμμένα.

ειδικός χαρακτήρας του χώρου εξαγωγής και συσκευασίας·

για τη διήθηση, απαιτήσεις σχετικά με το μέγεθος των βρόχων του διηθητικού μέσου που πρέπει να είναι διαπερατοί στα έμμορφα συστατικά του μελιού σύμφωνα με το ισχύον πρότυπο·

έγκριση της ανάτηξης του μελιού (άπαξ)·

όρος σχετικά με την κρυστάλλωση: «Η πρακτική της κατευθυνόμενης κρυστάλλωσης επιτρέπεται και πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με τις βέλτιστες μελισσοκομικές πρακτικές».

γ)

Το εδάφιο «Το μέλι που φέρει την ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης «Miel de Corse»/«Mele di Corsica» πρέπει να συλλέγεται και να καθιζάνει αποκλειστικά στην Κορσική» μετατοπίστηκε στο κεφάλαιο των προδιαγραφών «Οριοθέτηση της γεωγραφικής περιοχής».

δ)

Το εδάφιο «Το μέλι πρέπει να έχει γυρεολογικό φάσμα σύμφωνο με την προέλευσή του από την Κορσική, περιεκτικότητα σε νερό κάτω του 18 % και μέγιστη περιεκτικότητα σε HMF 10 mg/kg κατά τη συσκευασία» μετατοπίστηκε στο κεφάλαιο «Περιγραφή του προϊόντος».

3.5.   Κεφάλαιο «Δεσμός»

Επικαιροποιήθηκε η παρουσίαση του συγκεκριμένου κεφαλαίου βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2006, σχετικά με την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων.

Εμπλουτίστηκε επίσης για να καταστεί σαφέστερος ο δεσμός μεταξύ των χαρακτηριστικών του μελιού της Κορσικής, της γεωγραφικής περιοχής και της τεχνογνωσίας.

3.6.   Κεφάλαιο «Επισήμανση»

Το κεφάλαιο αυτό επικαιροποιήθηκε ώστε να διευκρινιστεί ότι ή ένδειξη «Appellation d’origine contrôlée» (ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης) ή «AOC» αντικαθίσταται από την ένδειξη «Appellation d’origine protégée» (προστατευόμενη ονομασία προέλευσης) ή «AOP» (ΠΟΠ) και ότι το σύμβολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις ΠΟΠ πρέπει να εμφαίνεται στις ετικέτες των προϊόντων.

Εισάγεται η διάταξη «Η ετικέτα με την ονομασία επιτρέπει την ταυτοποίηση του προϊόντος και τον έλεγχο των ποσοτήτων που παράγονται και διατίθενται στο εμπόριο. Τοποθετείται υποχρεωτικά με ευδιάκριτο τρόπο στο δοχείο»· αυτή απορρέει από τις εθνικές διατάξεις που διέπουν την ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης «Miel de Corse – Mele di Corsica».

3.7.   Κεφάλαιο «Εθνικές απαιτήσεις»

Με βάση τις εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές εξελίξεις, το κεφάλαιο «Εθνικές απαιτήσεις» παρουσιάζεται υπό μορφή πίνακα που περιλαμβάνει τα κυριότερα σημεία προς έλεγχο, τις τιμές αναφοράς και τη μέθοδο αξιολόγησής τους.

ΕΝΙΑΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 510/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

«MIEL DE CORSE»/«MELE DI CORSICA»

Αριθ. ΕΚ: FR-PDO-0105-0066-20.04.2011

ΠΓΕ ( ) ΠΟΠ ( X )

1.   Ονομασία

«Miel de Corse»/«Mele di Corsica»

2.   Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα

Γαλλία

3.   Περιγραφή του γεωργικού προϊόντος ή του τροφίμου

3.1.   Τύπος προϊόντος

Κλάση 1.4.

Λοιπά προϊόντα ζωικής προέλευσης (αυγά, μέλι, διάφορα γαλακτοκομικά προϊόντα πλην βουτύρου κ.λπ.)

3.2.   Περιγραφή του προϊόντος για το οποίο ισχύει η ονομασία υπό 1

Το «Miel de Corse»/«Mele di Corsica» είναι ένα προϊόν σύνθετης ανθικής σύστασης με τυπικούς δείκτες της νησιωτικής χλωρίδας.

Τα γενικά χαρακτηριστικά του μπορούν να υπαχθούν σε μια καθορισμένη σειρά ποικιλιών που αντιστοιχούν στα μέλια τα οποία παράγονται διαδοχικά καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, με τις ακόλουθες ονομασίες:

 

«Printemps» (άνοιξη),

 

«Maquis de printemps» (εαρινή μακία),

 

«Miellats du maquis» (μελιτώματα μακίας)

 

«Châtaigneraie» (καστανεώνας),

 

«Maquis d’été» (θερινή μακία),

 

«Maquis d’automne» (φθινοπωρινή μακία).

Το μέλι «Miel de Corse»/«Mele di Corsica» διαθέτει οσμές, αρώματα και γεύσεις που μπορούν να ποικίλλουν αναλόγως της ποικιλιακής τους σειράς. Τα μέλια πρέπει να είναι απαλλαγμένα από ξένες οσμές, αρώματα και γεύσεις.

Για να μπορούν να λαμβάνουν την ονομασία της ποικιλιακής σειράς τους, τα μέλια πρέπει, αφενός, να ανταποκρίνονται στα οπτικά, οσφρητικά και γευστικά χαρακτηριστικά που ορίζονται στη συνέχεια και, αφετέρου, να έχουν γυρεολογική σύσταση που να αντιστοιχεί στους φυτικούς συνδυασμούς που παρουσιάζονται στη συνέχεια.

Μέλι

Οπτικά χαρακτηριστικά

Οσφρητικά χαρακτηριστικά

Γευστικά χαρακτηριστικά

Κύριοι φυτικοί συνδυασμοί

Printemps

Πολύ ανοιχτόχρωμο έως ανοιχτό χρυσοκίτρινο

Ένταση: χαμηλή έως μεσαία

Αρωματική ένταση: χαμηλή έως μεσαία

Κλημαντινιά (Citrus aurentium x deliciosa), σε συνδυασμό με οπωροφόρα δέντρα, καθώς και με ακτινίδια και διάφορα είδη της μακίας που περιβάλλουν τις φυτείες: λαδανιά, βελανιδιά, λωτός, ιτιά, αγκαθώματα, αγριοτριανταφυλλιά, μυρτιά, ευκάλυπτος, κύτινος

ή

Ασφόδελος (Asphodelus sp.) ή βίκος (Vicia sp.) ή έχιο (Echium sp.) ή κίρσια τύπου Galactites σε συνδυασμό με διάφορα είδη μακίας (βλέπε μακία με Erica)

Τύπος: φυτικό, ανθικό (ψημένου φρούτου ή γαλακτοκομικού προϊόντος)

Τύπος: φρουτώδες, ανθικό, νωπό λεπτό ή φρέσκων φρούτων, φυτικό, γαλακτικό

Γεύση: κανονική ή μεσαία γλυκύτητα, χωρίς ιδιαίτερη οξύτητα ή ελαφρώς όξινη

Εμμονή και επίγευση: χαμηλή έως μεσαία, χωρίς επίγευση

Maquis de printemps

Ανοιχτοκίτρινο έως βαθυκίτρινο του κεχριμπαριού

Ένταση: μεσαία

Αρωματική ένταση: μεσαία, περισσότερο ή λιγότερο πλούσια

Δενδροειδής ερείκη (Erica arborea), σε συνδυασμό με άλλα νεκταροφόρα είδη, κυρίως θαλάσσια λεβάντα ή στοιχάδα (Lavandula stoechas) ή/και:

ιτιά (Salix sp.)

λωτό (Lotus sp.)

έχιο (Echium sp.)

τριφύλλι, ασφόδελο

κύτισο, ασπάλαθο

ανθυλλίδα ψευδο-Hermannia (Anthyllis hermanniae)

τεύκριο (Teucrium sp.), σπάρτο (Genista sp.)

κράταιγο (Crataegus monogyna)

με παρουσία γύρης από:

λαδανιά — βελανιδιά — μελία

βούξο ή/και καστανιά

Τύπος: ανθικό λιγότερο έως περισσότερο τυπικό «κοκοφοίνικα», γλυκόριζας, δέρματος

Τύπος: λεπτό, λιγότερο ή περισσότερο τυπικό. Βαθύχρωμης καραμέλας, κακάου

Γεύση: κανονικής γλυκύτητας χωρίς ιδιαίτερη οξύτητα ή πικρότητα

Εμμονή και επίγευση: χαμηλή έως μεσαία, ασθενής επίγευση

Miellats du maquis

Βαθύχρωμο

Ένταση: Χαμηλή

Αρωματική ένταση: μεσαία έως έντονη, περισσότερο ή λιγότερο πλούσια

Τα τρία είδη λαδανιάς (Cistus sp. σε συνδυασμό με θαλάσσια λεβάντα, κύτινο (Cytinus hypocistis), ασπάλαθο, ιασόνη (Jasione montana), κίρσια τύπου Galactites, μυρτιά (Myrtus communis), ευκάλυπτο …

ή

βελανιδιά (Quercus sp.) και διάφορα είδη μακίας, βλέπε μακία με Erica

Τύπος: φυτικό, δασικό, ελαφρώς πικάντικο, καραμέλας, ελαφρώς ζωικό, μόσχου

Τύπος: ώριμου φρούτου, ξηρό. Ψημένης ζάχαρης, γλυκόριζας, καραμέλας. (Βαλσάμικου, ψημένου κρασιού)

Γεύση: όχι πολύ γλυκιά, αισθητά όξινη, βύνης

Εμμονή και επίγευση: αρκετά έμμονη, μάλλον μακριάς διάρκειας στο στόμα

Chataigneraie

Ανοιχτοκίτρινο έως βαθυκίτρινο του κεχριμπαριού

Ένταση: Μεσαία έως έντονη

Αρωματική ένταση: μεσαία έως έντονη

Καστανιά (Castanea sativa) σε συνδυασμό κυρίως με:

αγκαθώματα (Rubus sp.) και συνδυασμούς των ακόλουθων τύπων μακίας:

Erica

Anthyllis

Teucrium

Genista

με βελανιδιές και λαδανιές καθώς και κισσό (Hedera helix) και κληματίδα (Clematis sp.)

Τύπος: Φαινολικό, αρωματικό, δασικό, τανίνης

Τύπος: φαινολικό, υπερώριμου μήλου

Γεύση: ελάχιστα γλυκιά, στυφή, τανίνης, αισθητή πικρότητα (+ ή –)

Εμμονή και επίγευση: πολύ έμμονη, μακριάς διάρκειας στο στόμα. Πικρή επίγευση

Maquis d’ete

Ανοιχτόχρωμο έως ανοιχτοκίτρινο του κεχριμπαριού

Ένταση: Χαμηλή έως πολύ χαμηλή

Αρωματική ένταση: μεσαία, αρκετά αρωματική για ανοιχτόχρωμο μέλι

ανθυλλίδα ψευδο-Hermannia (Anthyllis hermanniae)

Διάφορα είδη σπάρτων (Genista sp.)

Τεύκριο (Teucrium marum)

Αγκαθώματα (Rubus sp.)

Θυμάρι Κορσικής (Thymus herba-barona)

Τύπος: φυτικό, σύνηθες άρωμα μελιού

Τύπος: ανθικό, φρουτώδες, αρωματικό, αρωματικού ξύλου

Γεύση: αρκετά υψηλή γλυκύτητα, χωρίς ιδιαίτερη οξύτητα ή πικρότητα

Εμμονή και επίγευση: ελάχιστα έμμονη και χωρίς επίγευση

Maquis d’automne

Ανοιχτοκίτρινο του κεχριμπαριού

Ένταση: Μέτρια έως έντονη

Αρωματική ένταση: μέτρια έως έντονη

Κουμαριά (Arbutus unedo) σε συνδυασμό με:

κισσό (Hedera helix)

καστανιά (Castanea sativa)

αγκαθώματα (Rubus sp.)

ακονιζιά (Inula viscosa)

αρκουδόβατο (Smilax aspera)

Τύπος: Φαινολικό, κατακάθι καφέ, φλοιός, δασώδες (κυψέλη γεντιανής)

Τύπος: φαινολικό, κατακάθι καφέ

Γεύση: πικρότητα λιγότερο ή περισσότερο καθαρή, σαφώς αντιληπτή

Εμμονή και επίγευση: έμμονη έως πολύ έμμονη και πικρή επίγευση

Το μέλι πρέπει να ανταποκρίνεται στα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

 

γυρεολογικό φάσμα σύμφωνο με την προέλευση του προϊόντος από την Κορσική·

 

περιεκτικότητα σε νερό μικρότερη από 18 %, πλην των μελιών καστανιάς και των όψιμων μελιτωμάτων φθινοπωρινής μακίας, των οποίων η περιεκτικότητα σε νερό είναι μικρότερη από 19 %·

 

μέγιστη περιεκτικότητα σε υδροξυ-μεθυλο-φουρφουράλη (HMF) 10 mg/kg κατά τη συσκευασία, πλην των μελιών εαρινής μακίας με βάση ερείκη (Erica arborea), των οποίων η μέγιστη περιεκτικότητα σε HMF είναι 12 mg/kg κατά τη συσκευασία.

Τα μέλια πρέπει να προέρχονται από νέκταρ και/ή μελιτώματα που συλλέγουν οι μέλισσες του οικοτύπου Κορσικής Apis mellifera mellifera L. στους αυτοφυείς και φυσικούς συνδυασμούς της Κορσικής.

Με εξαίρεση τους οπωρώνες εσπεριδοειδών, εξαιρούνται τα μέλια που προέρχονται από καλλιεργούμενα είδη (συγκεκριμένα τα μέλια κράμβης, ηλίανθου, ηδύσαρου, φαγόπυρου, ονοβρυχίδας (sainfoin)).

3.3.   Πρώτες ύλες (μόνο για μεταποιημένα προϊόντα)

3.4.   Ζωοτροφές (μόνο για προϊόντα ζωικής προέλευσης)

Απαγορεύεται η σίτιση των μελισσών δεκαπέντε ημέρες πριν από την έκκριση του νέκταρος/μελιτώματος και έως τη συλλογή του μελιού.

3.5.   Ειδικά στάδια της παραγωγής τα οποία πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής

Η συλλογή και η καθίζηση πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής.

3.6.   Ειδικοί κανόνες για τον τεμαχισμό, το τρίψιμο, τη συσκευασία κ.λπ.

3.7.   Ειδικοί κανόνες για την επισήμανση

Επιπλέον των υποχρεωτικών ενδείξεων που προβλέπονται από τη γενική νομοθεσία, η επισήμανση των μελιών που φέρουν την προστατευόμενη ονομασία προέλευσης «Miel de Corse»/«Mele di Corsica» πρέπει να περιλαμβάνει τα εξής:

την ένδειξη «Miel de Corse»/«Mele di Corsica»·

την ένδειξη «Appellation d’origine protégée» ή «AOP» (προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή ΠΟΠ)·

το σύμβολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις ΠΟΠ.

Η ένδειξη «Miel de Corse»/«Mele di Corsica» πρέπει να αναγράφεται με χαρακτήρες διαστάσεων τουλάχιστον ίσων με το 1/2 των μεγαλύτερων χαρακτήρων της ετικέτας και πρέπει να προηγείται της ένδειξης «appellation d’origine protégée» ή «AOP» ή να ακολουθείται από αυτήν χωρίς να παρεμβάλλεται καμία άλλη ένδειξη.

Οι εν λόγω ενδείξεις αναγράφονται με χαρακτήρες ευκρινείς, ευανάγνωστους και ανεξίτηλους. Είναι συγκεντρωμένες στο ίδιο οπτικό πεδίο, στο οποίο μπορούν επίσης να εμφαίνονται, με μικρότερα τυπογραφικά στοιχεία, οι ενδείξεις που αφορούν την ποικιλιακή σειρά.

Η χρήση ενδείξεων σχετικά με την ανθική ή φυτική προέλευση επιτρέπεται μόνον ως συμπλήρωμα της ποικιλιακής σειράς, εάν το προϊόν έχει κατά κύριο λόγο την αναφερόμενη προέλευση και εάν διαθέτει τα αντίστοιχα οργανοληπτικά, φυσικοχημικά και γυρεολογικά χαρακτηριστικά.

Η ετικέτα με την ονομασία επιτρέπει την ταυτοποίηση του προϊόντος και τον έλεγχο των ποσοτήτων που παράγονται και διατίθενται στο εμπόριο. Τοποθετείται υποχρεωτικά με ευδιάκριτο τρόπο στο δοχείο.

4.   Συνοπτική οριοθέτηση της γεωγραφικής περιοχής

Η γεωγραφική περιοχή εκτείνεται σε όλη την νήσο της Κορσικής (διοικητικά διαμερίσματα Haute-Corse και Corse du Sud).

5.   Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή

5.1.   Ιδιαιτερότητα της γεωγραφικής περιοχής

Ιδιαιτερότητα του φυσικού περιβάλλοντος

Νησιωτικός χαρακτήρας και γεωγραφική ταυτότητα:

 

Η νήσος της Κορσικής χαρακτηρίζεται από την πρωτοτυπία του φυσικού της περιβάλλοντος. Ο νησιωτικός χαρακτήρας αποτελεί πλεονέκτημα για τον ορισμό της περιοχής παραγωγής.

 

Η Κορσική είναι ορεινό νησί με έντονα πολυσχιδές ανάγλυφο. Διαιρείται σε τρεις μεγάλες γεωλογικές ενότητες: κρυσταλλική στα Δυτικά και τα Νότια, σχιστολιθική στα Βόρεια και τα Ανατολικά και ένα κεντρικό βύθισμα ιζηματογενούς προέλευσης.

 

Τα εδάφη είναι λιγότερο ή περισσότερο όξινα εξ ου και η παρουσία κυρίως οξεόφιλων φυτικών ειδών.

 

Στην Κορσική επικρατούν ήπιες θερμοκρασίες και βροχοπτώσεις μεγάλου ύψους αλλά ακανόνιστες.

 

Οι σημαντικές διακυμάνσεις της θερμοκρασίας και των βροχοπτώσεων μεταξύ παράκτιων ζωνών και υψηλών κορυφών επιτρέπουν τη διάκριση τριών διαφορετικών κλιματικών συνόλων. Αυτό το φυσικό περιβάλλον δημιουργεί με φυσικό τρόπο πρωτότυπη χλωρίδα με ανθικούς συνδυασμούς και διαστρωμάτωση της βλάστησης χαρακτηριστικά της Κορσικής.

 

Η μακία της Κορσικής διακρίνεται σαφώς χάρη σε ένα σύνολο διαρθρωτικών, αρχιτεκτονικών και ανθικών χαρακτηριστικών που τη συνδέουν άρρηκτα με το έδαφος του νησιού, του οποίου αποτελεί τον ενδημικό φυτικό πλούτο, καλύπτοντας πολύ μεγάλες εκτάσεις από την παράκτια ζώνη έως υψόμετρο 1 200 μέτρων σε όλο το νησί.

 

Ορισμένα φυτικά είδη παρουσιάζουν μεγάλες πυκνότητες φυτοκάλυψης και μεγάλο φάσμα κατανομής, από την παράκτια ζώνη έως τις περιοχές μεγαλύτερου υψομέτρου, όπου η άνθισή τους είναι κλιμακωτή. Αποτέλεσμα είναι η πολύ σταθερή παραγωγή νέκταρος, ανά περιοχή και εποχή, σε ποσότητες που ποικίλλουν αναλόγως του κλιματικού έτους: λευκή ερείκη καθ’ όλη την εαρινή περίοδο· καστανιά στην αρχή της θερινής περιόδου· κουμαριά κατά τη φθινοπωρινή-χειμερινή περίοδο.

 

Σε αυτά τα σταθερά απαντώμενα κύρια είδη ανά περιοχή προστίθενται πολυάριθμα άλλα είδη πιο εντοπισμένα λόγω των ιδιαίτερων εδαφικών και/ή θερμοκρασιακών αναγκών τους που επιτρέπουν τον προσδιορισμό μικροπεριφερειακών ιδιαιτεροτήτων.

 

Παραδοσιακά έχει αναπτυχθεί μια μελισσοκομική δραστηριότητα που εκμεταλλεύεται άριστα το δυναμικό αυτής της ιδιαίτερης χλωρίδας.

Ιδιαιτερότητα του ανθρώπινου παράγοντα

Τα εργαλεία αλλά και οι γραπτές μαρτυρίες που αφορούν τη μελισσοκομική δραστηριότητα στην Κορσική επιτρέπουν να επιβεβαιωθεί η μακρόχρονη ιστορία της δραστηριότητας αυτής.

Πολυάριθμες γραπτές μαρτυρίες από την Αρχαιότητα αναφέρουν την παρουσία, σε αφθονία, άγριου μελιού το οποίο τότε απλώς συλλεγόταν.

Οι αρχαίοι συγγραφείς υπογραμμίζουν τη σημασία της μελισσοκομικής παραγωγής, την οικονομική αξία της (εισφορά) και τις θεραπευτικές της ιδιότητες, που όλα μαζί επιβεβαιώνουν τη φήμη της.

Από τα τέλη του 16ου και τις αρχές του 17ου αιώνα, η εκδίκαση υποθέσεων σχετικών με τη μελισσοκομία αποδεικνύει ότι αυτή είχε μετατραπεί σε ολοκληρωμένη γεωργική δραστηριότητα.

Από το 1976, οι μελισσοκόμοι οργανώνονται και καταρτίζουν πραγματικό σχέδιο ανάπτυξης του κλάδου τους. Δρομολογούνται οι πρώτες εργασίες έρευνας και ανάπτυξης, ιδίως για τον χαρακτηρισμό των μελισσών, ώστε να είναι δυνατή η επιλογή τους, καθώς και για το ίδιο το προϊόν, ώστε να δημιουργηθεί ένα πραγματικό πλαίσιο αναφοράς.

Σήμερα, η μελισσοκομία αποτελεί εκ νέου την κύρια δραστηριότητα για την πλειονότητα των εκμεταλλεύσεων.

Όταν η μελισσοκομία ξεπέρασε το στάδιο της απλής συλλογής, οι μελισσοκόμοι επινόησαν εργαλεία κατάλληλα για τις απαιτήσεις του επαγγέλματός τους. Τα αντικείμενα αυτά είναι αισθητά διαφορετικά από αυτά που χρησιμοποιούνται σήμερα, ενίοτε όμως απαντώνται στα χωριά μερικά από αυτά τα παραδοσιακά εργαλεία. Η μελισσοκομία επομένως αποτελεί σταθερό στοιχείο της ιστορίας της Κορσικής.

Ένα ιδιαίτερο ζωικό κεφάλαιο: ο οικότυπος της μέλισσας της Κορσικής

Μια βιομετρική μελέτη με περισσότερες από 6 000 μετρήσεις επέτρεψε να διαπιστωθεί ότι υπάρχει στο νησί ένας πληθυσμός αυτόχθονων μελισσών που διακρίνονται από την ιταλική μέλισσα και τη μαύρη μέλισσα της ηπειρωτικής περιοχής από τη μεγαλύτερου μήκους γλώσσα, τον υψηλότερο δείκτη ωλένης (πηχυαίος) και αρκετά βραχύ πέλος.

Από την άποψη της εκτροφής και της παραγωγής, ο συγκεκριμένος οικότυπος, ο οποίος διακρίνεται σαφώς από τους υπόλοιπους και είναι πλήρως προσαρμοσμένος στις συνθήκες του περιβάλλοντος, ιδίως τις κλιματικές διακυμάνσεις, έχει την ικανότητα να επωφελείται με τον καλύτερο τρόπο από την αλληλοδιαδοχή εξαιρετικών ανθίσεων καθ’όλη τη διάρκεια του έτους.

Η προσαρμογή του οικοτύπου «μέλισσα Κορσικής» στις συνθήκες του περιβάλλοντος αντανακλάται στον ετήσιο βιολογικό κύκλο με την ιδιαίτερη ανάπτυξη. Πρόκειται για μεσογειακό τύπο, η «κρίσιμη» περίοδος οφείλεται στη θερινή ξηρασία (διακοπή ωοτοκίας τον Αύγουστο), ενώ η χειμερινή παύση της ανάπτυξης είναι σύντομη έως σχεδόν ανύπαρκτη στην παράκτια περιοχή. Από την άποψη της εκτροφής και της παραγωγής, η προσαρμογή αυτή επιτρέπει την ορθολογική και αξιόπιστη εκμετάλλευση όλων των πόρων του περιβάλλοντος.

5.2.   Ιδιοτυπία του προϊόντος

Το μέλι με την ονομασία «Miel de Corse»/«Mele di Corsica» είναι ένα γνήσιο προϊόν που μπορεί να παρουσιάζεται σε διάφορους τύπους αναλόγως της ποικιλιακής σειράς. Η εν λόγω σειρά αντιστοιχεί στα διαδοχικά παραγόμενα μέλια κατά τις διάφορες εποχές του έτους.

Είναι δυνατές διάφορες βοτανικές προελεύσεις, ανθικές ή μελιτοφόρες.

Το μέλι παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία οσμής, αρώματος, γεύσης και χρώματος αναλόγως της ποικιλίας των βοτανικών προελεύσεων. Τα μέλια στην πλειονότητά τους έχουν ιδιαίτερο και αναγνωρίσιμο τύπο. Οι τύποι μελιού εκτείνονται από αυτά με την πιο ήπια έως αυτά με την πιο έντονη γεύση· από τα πιο ανοιχτόχρωμα έως τα πιο βαθύχρωμα με αρώματα από το ανθικό, φρουτώδες έως το αρωματικό, φαινολικό.

Σε καμία περίπτωση όμως δεν επιτρέπονται ξένες οσμές, αρώματα ή γεύσεις (γεύση καπνού πολύ έντονη, παλιού κηρού …)

Πρέπει να είναι απαλλαγμένο από ξένα σωματίδια και προσμίξεις διαμέτρου μεγαλύτερης από 0,1 mm, όπως ο κηρός για παράδειγμα. Τα μόνα στοιχεία έμμορφα συστατικά φυσικής προέλευσης είναι μικροσκοπικά σωματίδια (κόκκοι γύρης ή φύκια και σπόρια μικροσκοπικών μυκήτων στην περίπτωση των μελιτωμάτων).

Η περιεκτικότητά του σε νερό εγγυάται ανώτερη ποιότητα, επιτρέποντας να αποφεύγεται κάθε εξέλιξη προς διεργασίες ζύμωσης.

Η περιεκτικότητά του σε HMF, προϊόν διάσπασης της φρουκτόζης, αποτελεί εγγύηση «φρεσκάδας» του προϊόντος, αφού αυξάνεται όσο παλιώνει το μέλι.

Η γυρεολογική ανάλυση προσφέρει πληροφορίες για την προέλευση ή μη του μελιού από την Κορσική και για την προέλευσή του από συγκεκριμένη μικροπεριφέρεια, αναλόγως των «δεικτών» που περιέχονται στο μέλι. Επιτρέπει να εντοπιστεί, όταν υπάρχει, η παρουσία νέκταρος προερχόμενου από καλλιεργούμενα ελαιούχα φυτά (τύπου κράμβης ή ηλίανθου, τα οποία ωστόσο έχουν ελάχιστη παρουσία στην Κορσική ως εκτεταμένες καλλιέργειες), που επιφέρει τον αποκλεισμό των αντίστοιχων μελιτωμάτων.

Οι ταξινομικές ομάδες που ανιχνεύονται μετά από διεξοδική καταγραφή του γυρεολογικού περιεχομένου του μελιού με ονομασία προέλευσης πρέπει να είναι καταγεγραμμένες στο εθνικό μητρώο. Οι ταξινομικές ομάδες που δεν ανιχνεύονται σε σημαντικό βαθμό είναι είδη που είτε απουσιάζουν τελείως από τη χλωρίδα της Κορσικής είτε έχουν πολύ εντοπισμένη παρουσία αλλά, αντιθέτως, χαρακτηρίζουν άλλα ευρω-μεσογειακά μέλια.

Το μέλι με ονομασία προέλευσης πρέπει να είναι απαλλαγμένο από γύρη των ακόλουθων ειδών:

 

Καλλιεργούμενα είδη:

Onobrychis viciifolia: ονοβρυχίδα (sainfoin)

Brassica napus: κράμβη

Helianthus annuus: ηλίανθος

Hedysarum coronarium: ηδύσαρο

Fagopyrum esculentum: φαγόπυρο

 

Μη καλλιεργούμενα είδη:

το γένος Hypecoum

Loranthus europaeus

Rhus cotinus και Rhus coriaria

Calluna vulgaris

Thymus vulgaris.

5.3.   Αιτιώδης σχέση που συνδέει τη γεωγραφική περιοχή με την ποιότητα ή τα χαρακτηριστικά του προϊόντος (για τις ΠΟΠ) ή με συγκεκριμένη ποιότητα, με τη φήμη ή άλλα χαρακτηριστικά του προϊόντος (για τις ΠΓΕ)

Ο τυπικός χαρακτήρας των μελιών της Κορσικής δημιουργείται από το περιβάλλον με τις ιδιαίτερες κλιματικές, τοπογραφικές και εδαφολογικές συνθήκες. Πράγματι, καθώς η Κορσική είναι ορεινό νησί, η μετάβαση από έναν όροφο βλάστησης στον επόμενο είναι πολύ γρήγορη.

Τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά των μελιών επηρεάζονται αισθητά από τα κυριότερα φυτικά είδη που συμμετέχουν στην παρασκευή του προϊόντος.

Η σειρά ποικιλιών καθιστά εμφανή το δεσμό ανάμεσα στις οργανοληπτικές ιδιαιτερότητες των μελιών της Κορσικής και τους κυριότερους φυτικούς συνδυασμούς που είναι χαρακτηριστικοί του νησιωτικού χαρακτήρα. Παρουσιάζεται αναλόγως της εποχιακής διαδοχής της άνθισης των κυριότερων νεκταροφόρων φυτών.

Σε κάθε μία από τις κατηγορίες αντιστοιχούν ένα τοπίο, μια φυσιογνωμία της βλάστησης και ανθικοί συνδυασμοί που σχετίζονται με τον τυπικό χαρακτήρα της περιοχής.

Η ιδιοτυπία της παραγωγής που βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στη φυσική βλάστηση έχει ως αποτέλεσμα την ύπαρξη μεγάλης ποικιλίας παραγόμενων μελιών στη διάρκεια του ίδιου έτους αλλά και διακύμανση μεταξύ των παραγόμενων μελιών σε διαφορετικά έτη, πιο αισθητές σε σχέση με την παραγωγή από καλλιεργούμενα φυτά.

Η συλλογή κλιμακώνεται σε όλη τη διάρκεια του έτους, από Απρίλιο έως Οκτώβριο-Νοέμβριο ή ακόμη και Φεβρουάριο.

Η πρωτοτυπία της μελισσοκομικής χλωρίδας της Κορσικής είναι καθοριστικό στοιχείο για τον προσδιορισμό της γεωγραφικής προέλευσης των μελιών.

Οι διακυμάνσεις της σύστασης, τόσο των κύριων συστατικών (σάκχαρα και νερό) όσο και των δευτερευόντων (διάφορες ουσίες), που συναρτώνται με τα χαρακτηριστικά των μελιών, συνδέονται κυρίως με τη χλωρίδα που παρέχει την πρώτη ύλη με την οποία παράγεται το προϊόν.

Στο πλαίσιο του προσδιορισμού του δεσμού με την περιοχή, καθοριστικό στοιχείο αποτελούν οι γυρεολογικές και οργανοληπτικές αναλύσεις, ιδίως όσον αφορά τον ορισμό των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των μελιών. Το γυρεολογικό περιεχόμενο των μελιών ποικίλλει ποιοτικά και ποσοτικά αναλόγως της διαφορετικής γεωγραφικής και βοτανικής προέλευσής τους. Λόγω αυτού του γεγονότος, ο κόκκος γύρης, δελτίο ταυτότητας του είδους από το οποίο προέρχεται, αποτελεί δείκτη των αλληλεπιδράσεων μεταξύ της αποικίας των μελισσών και του περιβάλλοντος και χρησιμεύει στην απόδειξη του δεσμού μεταξύ του προϊόντος και της περιοχής προέλευσής του. Πράγματι, αναλόγως των «δεικτών» που ανιχνεύονται στο μέλι (κόκκοι γύρης), η γυρεολογική ανάλυση προσφέρει πληροφορίες για την προέλευση ή μη του μελιού από την Κορσική και για την προέλευσή του από συγκεκριμένη μικροπεριφέρεια.

Οι οργανοληπτικές ή αισθητηριακές αναλύσεις επιτρέπουν να χαρακτηριστούν τα μέλια αναλόγως του χρώματος, του αρώματος και της γεύσης τους, χάρη σε οπτικές, οσφρητικές και γευστικές εξετάσεις. Αυτοί οι διαφορετικοί τρόποι πρόσληψης χάρη των μελιών μέσω των αισθήσεων συνδέονται άμεσα με την προέλευση και τη σύστασή τους.

Παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών

[άρθρο 5 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 (3)]

https://www.inao.gouv.fr/fichier/CDCMielDeCorse.pdf


(1)  ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 1.

(2)  Αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (EE) αριθ. 1151/2012.

(3)  Βλέπε υποσημείωση 2.