52013PC0539

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης-πλαισίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τον έλεγχο του καπνού, όσον αφορά τις διατάξεις του πρωτοκόλλου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου V του μέρους ΙΙΙ της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης /* COM/2013/0539 final - 2013/0260 (NLE) */


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.           ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Η Παγκόσμια Συνέλευση Υγείας ενέκρινε το 2003 τη σύμβαση-πλαίσιο για τον έλεγχο του καπνού (ΣΠΕΚ), η οποία αποσκοπεί στη μείωση των θανάτων και ασθενειών που συνδέονται με το κάπνισμα σε όλο τον κόσμο βάσει μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης. Επί του παρόντος, η ΣΠΕΚ έχει κυρωθεί από 176 μέρη. Η ΕΕ συνήψε τη ΣΠΕΚ με την απόφαση 2004/513/ΕΚ του Συμβουλίου της 2ας Ιουνίου 2004([1]).

Το άρθρο 15 της ΣΠΕΚ αναγνωρίζει ότι η εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού, που περιλαμβάνει το λαθρεμπόριο, την παράνομη κατασκευή και την παραποίηση, αποτελεί βασική συνιστώσα του ελέγχου του καπνού και υποχρεώνει τα μέρη να θεσπίσουν και να εφαρμόσουν αποτελεσματικά μέτρα για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου. Το άρθρο 33 της ΣΠΕΚ προβλέπει τη δυνατότητα της διάσκεψης των μερών να εγκρίνει πρωτόκολλα της Σύμβασης. Βάσει αυτών των άρθρων, η διάσκεψη των συμβαλλομένων μερών (ΔΣΜ) της ΣΠΕΚ αποφάσισε, στη δεύτερη σύνοδό της τον Ιούνιο-Ιούλιο 2007, να συγκροτήσει διακυβερνητικό όργανο διαπραγμάτευσης (ΔΟΔ) για να διαπραγματευτεί και να συντάξει σχέδιο πρωτοκόλλου σχετικά με την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού (στο εξής «το πρωτόκολλο»).

Το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να διαπραγματευτεί το πρωτόκολλο εξ ονόματος της ΕΕ με την απόφασή του της 20ής Δεκεμβρίου 2007. Η εν λόγω απόφαση τροποποίησε τις οδηγίες διαπραγμάτευσης για τη ΣΠΕΚ σε ό,τι αφορά το πρωτόκολλο. Το Συμβούλιο εξέδωσε τις οδηγίες για τη ΣΠΕΚ στις 22 Οκτωβρίου 1999 και συμπληρωματικές οδηγίες στις 21 Απριλίου 2001. Μετά την πέμπτη σύνοδό του, το ΔΟΔ αποφάσισε να προτείνει να συζητηθεί το σχέδιο πρωτοκόλλου, για το οποίο είχε επιτευχθεί ομοφωνία, στην πέμπτη ΔΣΜ της ΣΠΕΚ. Κατά συνέπεια, η πέμπτη διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε στη Σεούλ, στη Δημοκρατία της Κορέας, ενέκρινε το πρωτόκολλο στις 12 Νοεμβρίου 2012.

Σύμφωνα με το άρθρο 43, τα μέρη της ΣΠΕΚ έχουν δυνατότητα να υπογράψουν το πρωτόκολλο στη Νέα Υόρκη έως τις 9 Ιανουαρίου 2014. Η ΕΕ θα πρέπει να υπογράψει το πρωτόκολλο το συντομότερο δυνατόν.

Το πρωτόκολλο συνίσταται σε βασικές διατάξεις που αφορούν τον έλεγχο της αλυσίδας εφοδιασμού των προϊόντων καπνού και του εξοπλισμού κατασκευής αυτών των προϊόντων (Μέρος III: Έλεγχος της αλυσίδας εφοδιασμού). Απαιτεί τη θέσπιση συστήματος αδειοδότησης, ισοδύναμη έγκριση ή σύστημα ελέγχου από αρμόδια αρχή για κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εμπλέκεται στην παραγωγή και την εισαγωγή ή εξαγωγή προϊόντων καπνού και τον εξοπλισμού κατασκευής (άρθρο 6 — αδειοδότηση). Επιπλέον, απαιτεί από όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που εμπλέκονται στην αλυσίδα εφοδιασμού του καπνού και προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής να επιδεικνύουν τη δέουσα επιμέλεια όσον αφορά τους πελάτες τους (άρθρο 7 — δέουσα επιμέλεια). Προβλέπει τη θέσπιση παγκόσμιου καθεστώτος εντοπισμού και παρακολούθησης, εντός πέντε ετών από την έναρξη ισχύος του πρωτοκόλλου, που θα αποτελείται από εθνικά συστήματα εντοπισμού και παρακολούθησης τα οποία θα ελέγχονται από τα μέρη όσον αφορά όλα τα προϊόντα καπνού που κατασκευάζονται ή εισάγονται στο έδαφός τους (άρθρο 8 — εντοπισμός και παρακολούθηση).

Τα άρθρα αυτά συμπληρώνονται με διατάξεις σχετικά με την τήρηση αρχείων και μέτρα ασφάλειας και προστασίας που περιλαμβάνουν μέτρα καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και αναφοράς ύποπτων συναλλαγών (άρθρα 9 και 10). Πρόσθετες διατάξεις αφορούν τις πωλήσεις μέσω Διαδικτύου, τηλεπικοινωνιών ή κάθε άλλης εξελισσόμενης τεχνολογίας (άρθρο 11), τις πωλήσεις αφορολόγητων προϊόντων καπνού και την υποχρέωση εφαρμογής αποτελεσματικών ελέγχων για τον καπνό και τα προϊόντα καπνού στις ζώνες ελεύθερων συναλλαγών, καθώς και την απαγόρευση της μείξης προϊόντων καπνού με μη καπνικά προϊόντα κατά την έξοδο από ελεύθερη ζώνη (άρθρο 12).

Το μέρος IV του πρωτοκόλλου ορίζει ποια συμπεριφορά πρέπει να χαρακτηριστεί παράνομη στη νομοθεσία των μερών (άρθρο 14) και υποχρεώνει τα μέρη να εξασφαλίζουν ότι τα φυσικά και νομικά πρόσωπα κρίνονται υπόλογα για παρόμοια παράνομη συμπεριφορά, που περιλαμβάνει και ποινικά αδικήματα (άρθρα 15 και 16). Πρόσθετες διατάξεις αφορούν κατασχέσεις πληρωμών (άρθρο 17), τον χειρισμό κατασχεμένου καπνού (άρθρο 18) και ειδικές τεχνικές έρευνας (άρθρο 19). Το μέρος V του πρωτοκόλλου περιέχει διατάξεις για την ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών μεταξύ των μερών (άρθρα 20 έως 22), τη συνεργασία και αμοιβαία συνδρομή (διοικητική και νομική σε σχέση με ποινικές υποθέσεις — άρθρα 23 και 24 και τα άρθρα 27 έως 29), τη δικαιοδοσία (άρθρο 26) και την έκδοση (άρθρα 30 και 31).

2.           ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ

Ο συντονισμός με τα κράτη μέλη κατά τις διαπραγματεύσεις πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της ομάδας εργασίας του Συμβουλίου για την τελωνειακή ένωση και στις τοπικές συνεδριάσεις συντονισμού κατά τη διάρκεια των συνόδων του διακυβερνητικού οργάνου διαπραγμάτευσης και των διασυνεδριακών ομάδων εργασίας.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενημερώθηκε σχετικά με την έκβαση των διαπραγματεύσεων.

3.           ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Το πρωτόκολλο περιέχει ένα σύνθετο σύνολο μέτρων και κανόνων. Κύριος στόχος του πρωτοκόλλου είναι να συμβάλει στις συνολικές προσπάθειες ελέγχου του καπνού με την καταπολέμηση όλων των μορφών παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής. Ο στόχος αυτός επιδιώκεται με διάφορες δέσμες μέτρων που είναι εξίσου σημαντικά και συμπληρωματικά μεταξύ τους. Αυτά τα μέτρα υπάγονται σε διάφορους τομείς δραστηριότητας της ΕΕ που αναλύονται ως ακολούθως:

α)         παραγωγή, παρουσίαση και πώληση των προϊόντων καπνού,

β)         εναρμονισμένοι κανόνες φορολογίας και συναφείς κανόνες,

γ)         τελωνειακοί έλεγχοι και συνεργασία, που περιλαμβάνει και την αμοιβαία διοικητική συνδρομή σε τελωνειακά ζητήματα,

δ)         προσέγγιση των διατάξεων για τα ποινικά αδικήματα, τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και την αστυνομική συνεργασία.

Οι επιμέρους διατάξεις εμπίπτουν συνήθως σε μία ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, περισσότερες από τις εν λόγω κατηγορίες. Ως εκ τούτου, η ΕΕ έχει εξωτερική αρμοδιότητα να ασχολείται με τα θέματα αυτά. Σε ορισμένες περιπτώσεις αυτή η αρμοδιότητα είναι αποκλειστική, σύμφωνα με το άρθρο 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

Όσον αφορά το στοιχείο α), το πρωτόκολλο περιέχει διατάξεις που καλύπτονται από τη νομοθεσία της ΕΕ βάσει του άρθρου 114 της ΣΛΕΕ σχετικά με τον εντοπισμό και την παρακολούθηση και τις πωλήσεις μέσω Διαδικτύου, τηλεπικοινωνιών και άλλων εξελισσόμενων τεχνολογιών.

Όσον αφορά το στοιχείο β), το πρωτόκολλο περιέχει διατάξεις που καλύπτονται από τη νομοθεσία της ΕΕ σχετικά με την έμμεση φορολογία, και ιδίως την αδειοδότηση, την τήρηση αρχείων, τις πωλήσεις αφορολόγητων ειδών, καθώς και τη διοικητική συνεργασία βάσει του άρθρου 113 της ΣΛΕΕ.

Όσον αφορά το στοιχείο γ), το πρωτόκολλο περιέχει διατάξεις που καλύπτονται από την υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ βάσει των άρθρων 33 και 207 της ΣΛΕΕ σχετικά με μέτρα ελέγχου και εξακρίβωσης που εφαρμόζονται στη διεθνή διαμετακόμιση ή μεταφόρτωση προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής καθώς και στη διεθνή συνεργασία, που περιλαμβάνει και την αμοιβαία διοικητική συνδρομή.

Το πρωτόκολλο περιέχει ακόμη διατάξεις σχετικά με τον ορισμό της παράνομης συμπεριφοράς η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί από τα μέρη είτε ως μη ποινικό είτε ως ποινικό αδίκημα. Τα μη ποινικά αδικήματα εμπίπτουν στη δραστηριότητα της ΕΕ στους τομείς που περιγράφονται στις κατηγορίες α) έως γ).

Τα ανωτέρω θέματα εμπίπτουν στους τίτλους ΙΙ και VII του μέρους IV και στον τίτλο II του μέρους V της ΣΛΕΕ. Συνεπώς, όσον αφορά τις διατάξεις του που δεν εμπίπτουν στον τίτλο V του μέρους III της ΣΛΕΕ, το πρωτόκολλο θα πρέπει να υπογραφεί εξ ονόματος της Ένωσης με χωριστή απόφαση του Συμβουλίου, που αποτελεί αντικείμενο χωριστής πρότασης.

Όσον αφορά το σημείο δ), το πρωτόκολλο περιέχει διατάξεις που καλύπτονται από την υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ σχετικά με την προσέγγιση των διατάξεων για τα ποινικά αδικήματα, τη συνεργασία για την επιβολή του νόμου και τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις (αντίστοιχα κεφάλαια 4 και 5 του τίτλου V του μέρους ΙΙΙ της ΣΛΕΕ). Το μέρος III, τίτλος V της ΣΛΕΕ διέπεται από ειδικό καθεστώς, διότι η Δανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία δεν συμμετέχουν σε μέτρα που υπάγονται στον εν λόγω τίτλο. Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία έχουν τη δυνατότητα, ωστόσο, να συμμετάσχουν στη θέσπιση και εφαρμογή των μέτρων.

Το πρωτόκολλο περιέχει διατάξεις σχετικά με τον ορισμό της παράνομης συμπεριφοράς που μπορεί να χαρακτηριστεί από τα συμβαλλόμενα μέρη ως μη ποινικό ή ποινικό αδίκημα, όπως, μεταξύ άλλων, η θέσπιση της ευθύνης τόσο των φυσικών όσο και των νομικών προσώπων. Όσον αφορά τα ποινικά αδικήματα, η ΕΕ έχει αρμοδιότητα σε αυτό τον τομέα βάσει του άρθρου 83 της ΣΛΕΕ. Στις παράνομες συμπεριφορές περιλαμβάνονται επίσης η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα που χαρακτηρίζεται ποινικό αδίκημα. Σύμφωνα με την απόφαση-πλαίσιο 2001/500/ΔΕΥ[2] του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2001, για το ξέπλυμα χρήματος, τον προσδιορισμό, τον εντοπισμό, τη δέσμευση, την κατάσχεση και τη δήμευση των οργάνων και των προϊόντων του εγκλήματος, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την επιβολή ποινικών κυρώσεων για ορισμένα αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

Το πρωτόκολλο προβλέπει μέτρα σχετικά με τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις (αμοιβαία δικαστική συνδρομή και έκδοση). Η ΕΕ έχει αρμοδιότητα σε αυτό τον τομέα βάσει του άρθρου 82 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Σύμφωνα με την απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου 2002/584/ΔΕΥ[3] της 13ης Ιουνίου 2002 για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών, τα κράτη μέλη μπορούν να εκδίδουν ένταλμα σύλληψης για ορισμένα αδικήματα που ορίζονται στην απόφαση, όπως η απάτη και η συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Η απόφαση-πλαίσιο 2003/577/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 2003 σχετικά με την εκτέλεση των αποφάσεων δέσμευσης περιουσιακών ή αποδεικτικών στοιχείων στην Ευρωπαϊκή Ένωση[4], καθορίζει τους κανόνες με τους οποίους τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν και εκτελούν στο έδαφός τους διαταγή δέσμευσης που εκδίδεται από δικαστική αρχή άλλου κράτους μέλους στα πλαίσια ποινικών διαδικασιών με σκοπό την εξασφάλιση αποδεικτικών στοιχείων ή συνακόλουθης δήμευσης περιουσιακών στοιχείων. Η απόφαση-πλαίσιο 2006/783/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 6ης Οκτωβρίου 2006 σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης στις αποφάσεις δήμευσης[5] καθορίζει τους κανόνες σύμφωνα με τους οποίους τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν και εκτελούν στο έδαφός τους απόφαση δήμευσης που εκδίδεται από αρμόδιο ποινικό δικαστήριο άλλου κράτους μέλους. Η Πράξη του Συμβουλίου για την κατάρτιση, σύμφωνα με το άρθρο 34 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, της σύμβασης για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης[6] συμπληρώνει και διευκολύνει την εφαρμογή των ήδη υφισταμένων πράξεων που περιγράφονται στο άρθρο 1. Αμοιβαία συνδρομή μπορεί να παρασχεθεί σε διαδικασίες που διεξάγουν οι διοικητικές αρχές για πράξεις αξιόποινες βάσει της εθνικής νομοθεσίας του κράτους μέλους που εκδίδει την αίτηση ή είναι αποδέκτης της, ή και των δύο, για τον λόγο ότι παραβιάζουν τους νόμους, και όταν η απόφαση μπορεί να έχει ως επακόλουθο την άσκηση δίωξης ενώπιον ποινικού δικαστηρίου. Αμοιβαία δικαστική συνδρομή μπορεί επίσης να παρασχεθεί και σε ποινικές διαδικασίες και διαδικασίες οι οποίες αφορούν αδικήματα ή παραβάσεις που μπορούν να στοιχειοθετήσουν ευθύνη νομικού προσώπου στο αιτούν κράτος μέλος.

Το πρωτόκολλο προβλέπει μέτρα αστυνομικής και τελωνειακής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις που υπάγονται στην αρμοδιότητα της ΕΕ βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ. Η απόφαση 2009/917/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 30ής Νοεμβρίου 2009[7] για τη χρήση της πληροφορικής για τελωνειακούς σκοπούς αποτελεί τη νομική βάση για τον καθορισμό και τη χρήση του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών που συνδράμει τα κράτη μέλη στην πρόληψη, τη διερεύνηση και τη δίωξη σοβαρών παραβάσεων των εθνικών νόμων. Βάσει της πράξης 98/C 24/01, της 18ης Δεκεμβρίου 1997, για την κατάρτιση, βάσει του άρθρου Κ.3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, της σύμβασης περί αμοιβαίας συνδρομής και συνεργασίας μεταξύ των τελωνειακών υπηρεσιών[8], τα κράτη μέλη παρέχουν αμοιβαία συνδρομή και συνεργάζονται μεταξύ τους μέσω των τελωνειακών τους διοικήσεων, με στόχο την πρόληψη και τον εντοπισμό των παραβάσεων των εθνικών τελωνειακών διατάξεων καθώς και τη δίωξη και τιμωρία των παραβάσεων των κοινοτικών και εθνικών τελωνειακών διατάξεων. Η διασυνοριακή συνεργασία επιτρέπεται βάσει της σύμβασης για την πρόληψη, την ανίχνευση και τη δίωξη παραβάσεων σε περίπτωση διασυνοριακής παράνομης εμπορίας υποκείμενων σε φόρο αγαθών, κατά παράβαση των φορολογικών υποχρεώσεων ή με σκοπό να αποκτηθούν παράνομα κρατικές ενισχύσεις σχετιζόμενες με την εισαγωγή ή την εξαγωγή αγαθών, όταν λόγω της έκτασης του εμπορίου και των συμπαρομαρτούντων φορολογικών εισφορών και επιδοτήσεων υπάρχει κίνδυνος σοβαρής επιβάρυνσης του προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών (άρθρο 19).

Η απόφαση-πλαίσιο 2006/960/ΔΕΥ[9] του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την απλούστευση της ανταλλαγής πληροφοριών και στοιχείων μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Σουηδική πρωτοβουλία»), έχει ήδη θεσπίσει τους κανόνες βάσει των οποίων οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου των κρατών μελών μπορούν να ανταλλάσσουν, γρήγορα και αποτελεσματικά, υπάρχουσες πληροφορίες και στοιχεία με σκοπό τη διεξαγωγή ποινικών ερευνών ή επιχειρήσεων συλλογής στοιχείων για ποινικά αδικήματα.

Το άρθρο 82 παράγραφος 1, το άρθρο 83 και το άρθρο 87 παράγραφος 2 αποτελεί συνεπώς τη νομική βάση στο πλαίσιο του μέρους III του τίτλου V της ΣΛΕΕ για να υπογράψει η ΕΕ το πρωτόκολλο.

2013/0260 (NLE)

Πρόταση

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης-πλαισίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τον έλεγχο του καπνού, όσον αφορά τις διατάξεις του πρωτοκόλλου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου V του μέρους ΙΙΙ της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 82 παράγραφος 1, το άρθρο 83 και το άρθρο 87 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 5,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)       Στις 22 Οκτωβρίου 1999, το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να διαπραγματευθεί, στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), σύμβαση - πλαίσιο για τον έλεγχο του καπνού (ΣΠΕΚ) και τα σχετικά πρωτόκολλα. Το Συμβούλιο τροποποίησε την εν λόγω εξουσιοδότηση στις 21 Απριλίου 2001 και, όσον αφορά το πρωτόκολλο για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού (στο εξής το «πρωτόκολλο»), στις 20 Δεκεμβρίου 2007. Η Επιτροπή διεξήγαγε διαπραγματεύσεις με βάση τις οδηγίες διαπραγμάτευσης που εξέδωσε το Συμβούλιο, οι οποίες ολοκληρώθηκαν επιτυχώς με την έγκριση του πρωτοκόλλου στην πέμπτη διάσκεψη των μερών της ΣΠΕΚ του ΠΟΥ στις 12 Νοεμβρίου 2012, στη Σεούλ, Δημοκρατία της Κορέας.

(2)       Η σύναψη της ΣΠΕΚ εγκρίθηκε εξ ονόματος της Κοινότητας με την απόφαση 2004/513/ΕΚ του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 2004, σχετικά με τη σύναψη της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού([10]), γεγονός που αποτελεί προϋπόθεση για να καταστεί η Ευρωπαϊκή Ένωση συμβαλλόμενο μέρος του πρωτοκόλλου.

(3)       Το πρωτόκολλο αποτελεί σημαντική συμβολή στις διεθνείς προσπάθειες για την εξάλειψη όλων των μορφών παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού, το οποίο αποτελεί ουσιαστική συνιστώσα για τον έλεγχο του καπνού.

(4)       [Σύμφωνα με τα άρθρα 1, 2, 3 και 4 του πρωτοκόλλου (αριθ. 21) σχετικά με τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου σε σχέση με τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης που προσαρτήθηκε στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει γνωστοποιήσει τη βούλησή του να συμμετάσχει στην έκδοση και εφαρμογή της παρούσας απόφασης.] Ή [Με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του πρωτοκόλλου (αριθ. 21) σχετικά με τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου σε σχέση με τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης που προσαρτήθηκε στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από τη συμφωνία ούτε είναι υποχρεωμένο να την εφαρμόσει.]

(5)       [Σύμφωνα με τα άρθρα 1, 2, 3 και 4 του πρωτοκόλλου (αριθ. 21) σχετικά με τη θέση της Ιρλανδίας σε σχέση με τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης που προσαρτήθηκε στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ιρλανδία έχει γνωστοποιήσει τη βούλησή της να συμμετάσχει στην έκδοση και εφαρμογή της παρούσας απόφασης.] Ή [Με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του πρωτοκόλλου (αριθ. 21) σχετικά με τη θέση της Ιρλανδίας σε σχέση με τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης που προσαρτήθηκε στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από τη συμφωνία ούτε είναι υποχρεωμένη να την εφαρμόσει.]

(6)       Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου (αριθ. 22) σχετικά με τη θέση της Δανίας που προσαρτήθηκε στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από τη συμφωνία ούτε είναι υποχρεωμένη να την εφαρμόσει.

(7)       Όσον αφορά τις διατάξεις του πρωτοκόλλου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου V του μέρους ΙΙΙ της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το πρωτόκολλο θα πρέπει να υπογραφεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(8)       Όσον αφορά τις διατάξεις του πρωτοκόλλου που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου V του μέρους ΙΙΙ της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το πρωτόκολλο πρέπει να υπογραφεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βάση χωριστή απόφαση του Συμβουλίου,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης η υπογραφή του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης — πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, με την επιφύλαξη της σύναψης του εν λόγω πρωτοκόλλου.

Το κείμενο του προς υπογραφή πρωτοκόλλου επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται στις διατάξεις του πρωτοκόλλου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου V του μέρους ΙΙΙ της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 3

Η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου καταρτίζει την πράξη εξουσιοδότησης για την υπογραφή του πρωτοκόλλου, με την επιφύλαξη της σύναψής του, για το πρόσωπο που ορίζει ο διαπραγματευτής του πρωτοκόλλου.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση τίθεται σε ισχύ την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες,

                                                                       Για το Συμβούλιο

                                                                       Ο Πρόεδρος

Παράρτημα

Πρωτόκολλο για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού

Προοίμιο

Τα Μέρη του παρόντος Πρωτοκόλλου,

Εκτιμώντας ότι στις 21 Μαΐου 2003 η Πεντηκοστή Έκτη Παγκόσμια Συνέλευση Υγείας εξέδωσε ομόφωνα τη σύμβαση - πλαίσιο του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, η οποία άρχισε να ισχύει στις 27 Φεβρουαρίου 2005.

Αναγνωρίζοντας ότι η σύμβαση-πλαίσιο του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού συγκαταλέγεται στις συμβάσεις των Ηνωμένων Εθνών που επικυρώθηκαν με τη μεγαλύτερη ταχύτητα και αποτελεί βασικό μέσο για την επίτευξη των στόχων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.

Υπενθυμίζοντας ότι προοίμιο του καταστατικού του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας αναφέρει ότι η απόλαυση των υψηλότερων δυνατών προτύπων υγείας αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα του κάθε ανθρώπου χωρίς διάκριση λόγω φυλής, θρησκείας, πολιτικών πεποιθήσεων, οικονομικής ή κοινωνικής κατάστασης.

Αποφασισμένα να δώσουν προτεραιότητα στο δικαίωμά τους για την προστασία της δημόσιας υγείας.

Ανησυχώντας έντονα διότι το παράνομο εμπόριο προϊόντων καπνού συμβάλλει στην εξάπλωση της επιδημίας του καπνού, που αποτελεί παγκόσμιο πρόβλημα με σοβαρές συνέπειες για τη δημόσια υγεία, το οποίο απαιτεί την αποτελεσματική, σωστή και συνολική εσωτερική και διεθνή αντιμετώπιση.

Αναγνωρίζοντας επίσης ότι το παράνομο εμπόριο προϊόντων καπνού υπονομεύει τα τιμολογιακά και φορολογικά μέτρα που αποσκοπούν στην ενίσχυση του ελέγχου του καπνού και, ως εκ τούτου, αυξάνει τη δυνατότητα πρόσβασης στα προϊόντα καπνού και την οικονομική προσιτότητά τους.

Ανησυχώντας σοβαρά για τις δυσμενείς επιπτώσεις από την αύξηση της προσβασιμότητας και οικονομικής προσιτότητας των παρανόμως διακινούμενων προϊόντων καπνού στη δημόσια υγεία και την ευεξία, ιδίως των νέων, των πτωχών και άλλων ευάλωτων ομάδων.

Ανησυχώντας σοβαρά για τις δυσανάλογα μεγάλες οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού στις αναπτυσσόμενες χώρες και τις χώρες με οικονομία σε μεταβατικό στάδιο.

Έχοντας επίγνωση ότι είναι αναγκαίο να αναπτυχθεί η επιστημονική, τεχνική και θεσμική ικανότητα για τον προγραμματισμό και την εφαρμογή των κατάλληλων εθνικών, περιφερειακών και διεθνών μέτρων για την εξάλειψη όλων των μορφών παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού.

Αναγνωρίζοντας ότι η πρόσβαση σε πόρους και συναφείς τεχνολογίες έχει μεγάλη σημασία για την αναβάθμιση της ικανότητας των μερών, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες και σε χώρες με οικονομία σε μεταβατικό στάδιο, να εξαλείψουν όλες τις μορφές παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού.

Αναγνωρίζοντας επίσης ότι, μολονότι έχουν αναπτυχθεί ζώνες ελεύθερων συναλλαγών για τη διευκόλυνση του νόμιμου εμπορίου, αυτές χρησιμοποιούνται για να διευκολυνθεί η παγκοσμιοποίηση του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού, όσον αφορά τόσο την παράνομη διαμετακόμιση προϊόντων λαθρεμπορίου όσο και την κατασκευή παράνομων προϊόντων καπνού.

Αναγνωρίζοντας επίσης ότι το παράνομο εμπόριο προϊόντων καπνού υπονομεύει τις οικονομίες των μερών και επηρεάζει δυσμενώς τη σταθερότητα και ασφάλειά τους.

Έχοντας επίσης επίγνωση ότι το παράνομο εμπόριο προϊόντων καπνού αποφέρει χρηματοοικονομικά κέρδη που χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση διεθνικών εγκληματικών δραστηριοτήτων που υπονομεύουν κυβερνητικούς στόχους.

Αναγνωρίζοντας ότι το παράνομο εμπόριο προϊόντων καπνού υπονομεύει τους στόχους για την υγεία, επιβάλλει πρόσθετα βάρη στα συστήματα υγείας και προκαλεί απώλεια εσόδων για τις οικονομίες των μερών.

Έχοντας υπόψη το άρθρο 5 παράγραφος 3 της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, με το οποίο τα μέρη συμφωνούν ότι, κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή των πολιτικών τους για τη δημόσια υγεία σε σχέση με τον έλεγχο του καπνού, τα μέρη λαμβάνουν μέτρα για την προστασία αυτών των πολιτικών από εμπορικά και άλλα συμφέροντα της καπνοβιομηχανίας, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία τους.

Δίνοντας έμφαση στην ανάγκη ότι πρέπει να υπάρχει εγρήγορση όσον αφορά κάθε προσπάθεια της καπνοβιομηχανίας να υπονομεύσει ή να καταστρατηγήσει τις στρατηγικές για την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού και την ανάγκη να ενημερώνονται για τις δραστηριότητες της καπνοβιομηχανίας που έχουν αρνητικό αντίκτυπο στις στρατηγικές για την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού.

Έχοντας υπόψη το άρθρο 6 παράγραφος 2 της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, που ενθαρρύνει τα μέρη να απαγορεύουν ή να περιορίζουν, κατά περίπτωση, τις πωλήσεις ή/και την εισαγωγή από διεθνείς ταξιδιώτες αφορολόγητων και αδασμολόγητων προϊόντων καπνού.

Αναγνωρίζοντας επιπλέον ότι ο καπνός και τα προϊόντα καπνού κατά τη διεθνή διαμετακόμιση και μεταφόρτωση αποκτούν δίοδο παράνομου εμπορίου.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποτελεσματική δράση για την πρόληψη και καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου των προϊόντων καπνού απαιτεί μια συνολική διεθνή προσέγγιση και στενή συνεργασία για όλες τις πτυχές του παράνομου εμπορίου, που περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, το παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής.

Υπενθυμίζοντας και δίνοντας έμφαση στη σημασία άλλων συναφών διεθνών συμφωνιών, όπως η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος, η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση της διαφθοράς και η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών, και την υποχρέωση των συμβαλλόμενων μερών αυτών των συμβάσεων να εφαρμόζουν, κατά περίπτωση, τις διατάξεις αυτών των συμβάσεων σχετικά με το παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής και ενθαρρύνοντας τα μέρη που δεν έχουν καταστεί ακόμη συμβαλλόμενοι σε αυτές τις συμφωνίες να εξετάσουν το ενδεχόμενο να το πράξουν.

Αναγνωρίζοντας την ανάγκη οικοδόμησης αυξημένης συνεργασίας μεταξύ της Γραμματείας της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού και του Γραφείου των Ηνωμένων Εθνών για τον έλεγχο των ναρκωτικών και την πρόληψη του εγκλήματος, του Παγκόσμιου Οργανισμού Τελωνείων και άλλων φορέων, κατά περίπτωση.

Υπενθυμίζοντας το άρθρο 15 της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, με το οποίο τα μέρη αναγνωρίζουν, μεταξύ άλλων, ότι η εξάλειψη όλων των μορφών παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού, συμπεριλαμβανομένων του λαθρεμπορίου και της παράνομης κατασκευής, αποτελεί βασικό συστατικό του ελέγχου του καπνού.

Εκτιμώντας ότι σκοπός του παρόντος πρωτοκόλλου δεν είναι να διευθετήσει θέματα σχετικά με τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, και

Πεπεισμένα ότι η συμπλήρωση της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού με ένα περιεκτικό πρωτόκολλο θα αποτελέσει ισχυρό και αποτελεσματικό μέσο για την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού και των σοβαρών συνεπειών του,

Συμφωνούν τα ακόλουθα:

ΜΕΡΟΣ I: ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Άρθρο 1

Χρήση των όρων

1. «Μεσιτεία»: η δραστηριότητα διαμεσολάβησης για λογαριασμό άλλων, όπως η διαπραγμάτευση συμβάσεων, οι αγορές ή πωλήσεις έναντι αμοιβής ή προμήθειας.

2. «Τσιγάρο»: κύλινδρος κομμένου καπνού για κάπνισμα, τυλιγμένου σε τσιγαρόχαρτο. Εξαιρούνται ειδικά περιφερειακά προϊόντα όπως τα bidis και hoon, ή άλλα ομοειδή προϊόντα που μπορούν να τυλιχτούν σε χαρτί ή σε φύλλα. Για τους σκοπούς του άρθρου 8, ο όρος «τσιγάρο» περιλαμβάνει επίσης λεπτοκομμένο καπνό για την κατασκευή στριφτών τσιγάρων για ατομική χρήση.

3. «Κατάσχεση», η οποία περιλαμβάνει την έκπτωση δικαιώματος: κατά περίπτωση, η μόνιμη αποστέρηση περιουσιακών στοιχείων μέσω διαταγής δικαστηρίου ή άλλης αρμόδιας αρχής.

4. «Ελεγχόμενη παράδοση»: η τεχνική που επιτρέπει τη διέλευση διαμέσου ή την είσοδο παράνομων ή ύποπτων αποστολών στο έδαφος ενός ή περισσότερων κρατών μελών, σε γνώση και υπό την επίβλεψη των αρμόδιων αρχών τους, με σκοπό τη διερεύνηση μιας αξιόποινης πράξης και τον εντοπισμό των προσώπων που εμπλέκονται στη διάπραξή της.

5. «Ελεύθερη ζώνη»: τμήμα του εδάφους ενός συμβαλλόμενου μέρους στο οποίο κάθε εισερχόμενο εμπόρευμα θεωρείται γενικά, ως προς τους εισαγωγικούς δασμούς και τους φόρους, ότι βρίσκεται εκτός του τελωνειακού εδάφους.

6. «Παράνομο εμπόριο»: κάθε πρακτική ή συμπεριφορά που απαγορεύεται από τον νόμο και συνδέεται με την παραγωγή, αποστολή, παραλαβή, κατοχή, διανομή, πώληση ή αγορά, συμπεριλαμβανομένης κάθε πρακτικής ή συμπεριφοράς που αποσκοπεί στη διευκόλυνση μιας τέτοιας δραστηριότητας.

7. «Άδεια»: άδεια από αρμόδια αρχή μετά την υποβολή της απαιτούμενης αίτησης ή άλλων εγγράφων στην αρμόδια αρχή.

8. α) «Εξοπλισμός κατασκευής»: μηχανές που είναι σχεδιασμένες ή προσαρμοσμένες ώστε να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την κατασκευή προϊόντων καπνού και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας κατασκευής[11].

β) «Κάθε μέρος του εξοπλισμού»: όσον αφορά τον εξοπλισμό κατασκευής, σημαίνει κάθε προσδιορίσιμο μέρος που ανήκει αποκλειστικά σε εξοπλισμό κατασκευής προϊόντων καπνού.

9. «Μέρος»: συμβαλλόμενο μέρος του παρόντος πρωτοκόλλου, εάν δεν εννοείται κάτι διαφορετικό από τα συμφραζόμενα.

10. «Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα»: κάθε πληροφορία που αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί.

11. «Περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης»: οργανισμός που απαρτίζεται από κυρίαρχα κράτη, στον οποίο τα κράτη μέλη του έχουν μεταβιβάσει αρμοδιότητες για ένα φάσμα θεμάτων, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας να λαμβάνει αποφάσεις που δεσμεύουν τα κράτη μέλη όσον αφορά τα εν λόγω θέματα[12].

12. Η «αλυσίδα εφοδιασμού» καλύπτει την κατασκευή προϊόντων καπνού και τον μηχανισμό κατασκευής, την εισαγωγή ή εξαγωγή προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής και μπορεί να επεκταθεί, κατά περίπτωση, σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες δραστηριότητες, εάν το αποφασίσει ένας συμβαλλόμενος:

α) λιανική πώληση προϊόντων καπνού·

β) καλλιέργεια καπνού, εξαιρουμένων των παραδοσιακών καλλιεργητών, γεωργών και παραγωγών μικρής κλίμακας·

γ) μεταφορά εμπορικών ποσοτήτων προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής· και

δ) χονδρική πώληση, μεσιτεία, αποθήκευση ή διανομή καπνού και προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής.

13. «Προϊόντα καπνού»: προϊόντα εξ ολοκλήρου ή εν μέρει κατασκευασμένα από φύλλα καπνού ως πρώτη ύλη, που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για κάπνισμα, αναρρόφηση, μάσηση ή εισπνοή.

14. «Εντοπισμός και παρακολούθηση»: συστηματική παρακολούθηση και ανασύσταση εκ μέρους των αρμόδιων αρχών ή κάθε άλλου προσώπου που ενεργεί για λογαριασμό τους της διαδρομής ή της διακίνησης των εμπορευμάτων μέσω της αλυσίδας εφοδιασμού, όπως περιγράφεται στο άρθρο 8.

Άρθρο 2

Σχέση μεταξύ του παρόντος πρωτοκόλλου και άλλων συμφωνιών και νομικών πράξεων

1. Οι διατάξεις της συμφωνίας-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού οι οποίες εφαρμόζονται στα πρωτόκολλά του εφαρμόζονται και στο παρόν πρωτόκολλο.

2. Τα μέρη που έχουν συνάψει συμφωνίες των τύπων που αναφέρονται στο άρθρο 2 της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού κοινοποιούν τις εν λόγω συμφωνίες στη σύνοδο των μερών μέσω της γραμματείας της σύμβασης.

3. Καμία διάταξη του παρόντος πρωτοκόλλου δεν επηρεάζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις κανενός συμβαλλόμενου κατ' εφαρμογή οποιασδήποτε άλλης διεθνούς σύμβασης, συνθήκης ή συμφωνίας που είναι σε ισχύ για τον εν λόγω συμβαλλόμενο, η οποία θεωρείται ότι συμβάλλει περισσότερο στην επίτευξη του στόχου της εξάλειψης του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού.

4. Καμία διάταξη του παρόντος πρωτοκόλλου δεν επηρεάζει άλλα δικαιώματα, υποχρεώσεις και ευθύνες των μερών βάσει του διεθνούς δικαίου, περιλαμβανομένης της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος.

Άρθρο 3

Στόχος

Στόχος του παρόντος πρωτοκόλλου είναι η εξάλειψη όλων των μορφών παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 15 της Σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού.

ΜΕΡΟΣ II: ΓΕΝΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ

Άρθρο 4

Γενικές υποχρεώσεις

1. Παράλληλα με τις διατάξεις του άρθρου 5 της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, τα συμβαλλόμενα μέρη:

α) εγκρίνουν και εφαρμόζουν αποτελεσματικά μέτρα για τον έλεγχο ή τη ρύθμιση της αλυσίδας εφοδιασμού εμπορευμάτων καλυπτόμενων από το παρόν πρωτόκολλο, με στόχο την πρόληψη, την αποτροπή, τον εντοπισμό, τη διερεύνηση και τη δίωξη του παράνομου εμπορίου τέτοιων εμπορευμάτων και συνεργάζονται γι’ αυτό τον σκοπό·

β) λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο για να καταστούν οι αρμόδιες αρχές και υπηρεσίες τους περισσότερο αποτελεσματικές, συμπεριλαμβανομένων των τελωνειακών και των αστυνομικών αρχών που είναι υπεύθυνες για την πρόληψη, την αποτροπή, την ανίχνευση, τη διερεύνηση, τη δίωξη και την εξάλειψη όλων των μορφών παράνομου εμπορίου εμπορευμάτων που καλύπτονται από το παρόν πρωτόκολλο·

γ) λαμβάνουν αποτελεσματικά μέτρα για τη διευκόλυνση ή την εξασφάλιση της τεχνικής βοήθειας και οικονομικής στήριξης, την ανάπτυξη ικανοτήτων και τη διεθνή συνεργασία για την επίτευξη των στόχων του παρόντος πρωτοκόλλου και εξασφαλίζουν τη διάθεση στις αρμόδιες αρχές και την ασφαλή ανταλλαγή με αυτές των πληροφοριών που θα ανταλλάσσονται βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου·

δ) συνεργάζονται στενά μεταξύ τους, σύμφωνα με τα αντίστοιχα εθνικά νομικά και διοικητικά συστήματά τους, με σκοπό την αποτελεσματικότερη επιβολή του νόμου για την καταπολέμηση της παράνομης συμπεριφοράς, που περιλαμβάνει τα ποινικά αδικήματα που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14 του παρόντος πρωτοκόλλου·

ε) συνεργάζονται και επικοινωνούν, κατά περίπτωση, με τους σχετικούς περιφερειακούς και διεθνείς διακυβερνητικούς οργανισμούς για την ασφαλή[13] ανταλλαγή πληροφοριών που καλύπτεται από το παρόν πρωτόκολλο, με στόχο την προώθηση της αποτελεσματικής εφαρμογής του παρόντος πρωτοκόλλου· και

στ) έχοντας στη διάθεσή τους αυτά τα μέσα και τους πόρους, συνεργάζονται για να αυξηθούν οι χρηματοδοτικοί πόροι για την αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος πρωτοκόλλου μέσω διμερών και πολυμερών μηχανισμών χρηματοδότησης.

2. Τηρώντας τις υποχρεώσεις βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου, τα μέρη διασφαλίζουν τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια όσον αφορά κάθε ενδεχόμενη αλληλεπίδραση με την καπνοβιομηχανία.

Άρθρο 5

Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Κατά την εφαρμογή του παρόντος πρωτοκόλλου, τα μέρη προστατεύουν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα φυσικών προσώπων ανεξάρτητα από την εθνικότητα ή τον τόπο κατοικίας, που υπόκεινται στο εθνικό δίκαιο, λαμβάνοντας υπόψη τα διεθνή πρότυπα όσον αφορά την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ:Ελεγχος της αλυσίδας εφοδιασμού

Άρθρο 6

Άδεια, ισοδύναμο σύστημα έγκρισης ή ελέγχου

1. Για την επίτευξη των στόχων της συμφωνίας-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού και για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής, κάθε συμβαλλόμενος απαγορεύει την άσκηση οποιασδήποτε από τις κατωτέρω δραστηριότητες από κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εκτός εάν έχει χορηγηθεί άδεια ή ισοδύναμη έγκριση (στο εξής «άδεια») ή εφαρμόζεται σύστημα ελέγχου από αρμόδια αρχή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο:

α) κατασκευή προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής· και

β) εισαγωγή ή εξαγωγή προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής.

2. Κάθε συμβαλλόμενος καταβάλλει προσπάθεια να χορηγεί άδεια, όταν κρίνεται σκόπιμο, και εφόσον οι κατωτέρω δραστηριότητες δεν απαγορεύονται από την εθνική νομοθεσία, σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασχολείται με:

α) τη λιανική πώληση προϊόντων καπνού·

β) την καλλιέργεια καπνού, εξαιρουμένων των παραδοσιακών καλλιεργητών, γεωργών και παραγωγών μικρής κλίμακας·

γ) τη μεταφορά εμπορικών ποσοτήτων προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής και

δ) τη χονδρική πώληση, τη μεσιτεία, την αποθήκευση ή τη διανομή καπνού και προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής.

3. Για να εξασφαλίσει αποτελεσματικό σύστημα αδειοδότησης, κάθε συμβαλλόμενος:

α) συγκροτεί ή ορίζει μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές για την έκδοση, την ανανέωση, την αναστολή, την ανάκληση ή/και ακύρωση αδειών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος πρωτοκόλλου και, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του, με σκοπό να ασκεί τις δραστηριότητες που ορίζονται στην παράγραφο 1·

β) απαιτεί κάθε αίτηση αδειοδότησης να περιέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τον αιτούντα, οι οποίες θα πρέπει να περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση:

(i) όταν ο αιτών είναι φυσικό πρόσωπο, στοιχεία σχετικά με την ταυτότητά του, που περιλαμβάνουν πλήρες όνομα, εμπορική επωνυμία, αριθμό μητρώου (εάν υπάρχει), ισχύοντες αριθμούς φορολογικού μητρώου (εάν υπάρχουν) και κάθε άλλη πληροφορία που επιτρέπει την ταυτοποίησή του·

(ii) όταν ο αιτών είναι νομικό πρόσωπο, στοιχεία σχετικά με την ταυτότητά του καθώς και πλήρη νομική ονομασία, εμπορική επωνυμία, αριθμό μητρώου της επιχείρησης, ημερομηνία και τόπο σύστασης, τόπο εγκατάστασης της έδρας και κύριο τόπο επιχειρηματικής δραστηριότητας, ισχύοντες αριθμούς φορολογικού μητρώου, αντίγραφα καταστατικού του ή ισοδύναμα έγγραφα, τις θυγατρικές εταιρείες του, τα ονόματα των διευθυντών καθώς και όλων των εξουσιοδοτημένων νομικών εκπροσώπων του και κάθε άλλη πληροφορία που επιτρέπει την ταυτοποίησή του·

(iii) την ακριβή γεωγραφική θέση της(των) μεταποιητικής(-ών) μονάδας(ων), τη θέση της αποθήκης και την παραγωγική ικανότητα της επιχείρησης του αιτούντος·

(iv) τα καλυπτόμενα από την αίτηση λεπτομερή στοιχεία των προϊόντων καπνού και του εξοπλισμού κατασκευής, όπως η περιγραφή του προϊόντος, η ονομασία, το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα, εάν υπάρχει, το σχέδιο, το εμπορικό σήμα, το υπόδειγμα ή τύπος και ο αριθμός σειράς του εξοπλισμού κατασκευής·

(v) την περιγραφή του τόπου όπου θα εγκατασταθεί και θα χρησιμοποιείται ο εξοπλισμός κατασκευής·

(vi) έγγραφο ή δήλωση σχετικά με ποινικό μητρώο·

(vii) πλήρη ταυτοποίηση των τραπεζικών λογαριασμών που προορίζονται να χρησιμοποιούνται στις σχετικές συναλλαγές και άλλα στοιχεία πληρωμών·

(viii) περιγραφή της προβλεπόμενης χρήσης και αγοράς για την πώληση των προϊόντων καπνού, με ιδιαίτερη έμφαση στην εξασφάλιση ότι η παραγωγή ή προμήθεια των προϊόντων καπνού είναι ανάλογη με την ευλόγως αναμενόμενη ζήτηση·

γ) παρακολουθεί και εισπράττει, κατά περίπτωση, τα τέλη αδειών που μπορεί να εισπράττονται και να εξετάζει τη δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν για την αποτελεσματική διαχείριση και την εφαρμογή του συστήματος αδειοδότησης ή στον τομέα της δημόσιας υγείας ή για κάθε άλλη συναφή δραστηριότητα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο·

δ) λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη, την ανίχνευση και τη διερεύνηση τυχόν παράτυπων ή παράνομων πρακτικών στη λειτουργία του συστήματος αδειοδότησης·

ε) λαμβάνει μέτρα όπως η περιοδική επανεξέταση, η ανανέωση, η επιθεώρηση ή ο έλεγχος των πιστοποιητικών, κατά περίπτωση·

στ) θεσπίζει, εάν είναι αναγκαίο, χρονικό πλαίσιο για τη λήξη των αδειών και τη συνακόλουθη αναγκαία νέα αίτηση ή την ενημέρωση των στοιχείων της αίτησης·

ζ) υποχρεώνει κάθε εξουσιοδοτημένο φυσικό ή νομικό πρόσωπο να ενημερώνει εκ των προτέρων την αρμόδια αρχή για τυχόν αλλαγή του τόπου δραστηριότητάς του ή για κάθε σημαντική μεταβολή των στοιχείων σχετικά με τις δραστηριότητες για τις οποίες έχει λάβει άδεια·

η) υποχρεώνει κάθε εξουσιοδοτημένο φυσικό ή νομικό πρόσωπο να ενημερώνει την αρμόδια αρχή, ώστε να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, σχετικά με κάθε απόκτηση ή διάθεση εξοπλισμού κατασκευής· και

θ) εξασφαλίζει ότι η καταστροφή κάθε εξοπλισμού κατασκευής, ή μέρους του, πραγματοποιείται υπό την επίβλεψη της αρμόδιας αρχής.

4. Κάθε συμβαλλόμενος εγγυάται ότι δεν χορηγείται ούτε μεταβιβάζεται καμία άδεια χωρίς να λάβει ο προτεινόμενος δικαιοδόχος τις αναγκαίες πληροφορίες που περιέχονται στην παράγραφο 3 και χωρίς την προηγούμενη έγκριση της αρμόδιας αρχής.

5. Πέντε έτη μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου, η σύνοδος των μερών εξασφαλίζει τη διενέργεια τεκμηριωμένης έρευνας κατά την επόμενη σύνοδό της για να εξακριβωθεί αν υπάρχουν βασικές εισροές που έχουν καθοριστική σημασία για την κατασκευή των προϊόντων καπνού, μπορούν να ταυτοποιηθούν και να υποβληθούν σε αποτελεσματικό μηχανισμό ελέγχου. Βάσει αυτής της έρευνας, η σύνοδος των μερών εξετάζει τη λήψη των αναγκαίων μέτρων.

Άρθρο 7

Δέουσα επιμέλεια

1. Κάθε συμβαλλόμενος απαιτεί, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο και τους στόχους της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, από όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που εμπλέκονται στην αλυσίδα εφοδιασμού καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής:

α) να επιδεικνύουν τη δέουσα επιμέλεια πριν από την έναρξη και κατά τη διάρκεια μιας επιχειρηματικής σχέσης·

β) να παρακολουθούν τις πωλήσεις στους πελάτες τους, ώστε να διασφαλίσουν ότι οι ποσότητες είναι ανάλογες με τη ζήτηση για τέτοια προϊόντα στην προβλεπόμενη αγορά πώλησης ή χρήσης·

γ) να αναφέρουν στις αρμόδιες αρχές κάθε αποδεικτικό στοιχείο ότι ο πελάτης εμπλέκεται σε δραστηριότητες κατά παράβαση των υποχρεώσεών που απορρέουν από το παρόν πρωτόκολλο.

2. Η δέουσα επιμέλεια κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1 είναι, κατά περίπτωση, σύμφωνη με το εθνικό του δίκαιο και τους στόχους της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, απαιτήσεις για την ταυτοποίηση πελατών, όπως η λήψη και επικαιροποίηση στοιχείων σε σχέση με τα ακόλουθα:

α) τη διαπίστωση ότι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο κατέχει άδεια σύμφωνα με το άρθρο 6·

β) όταν ο πελάτης είναι φυσικό πρόσωπο, στοιχεία σχετικά με την ταυτότητά του, που περιλαμβάνουν πλήρες όνομα, εμπορική επωνυμία, αριθμό μητρώου (εάν υπάρχει), ισχύοντες αριθμούς φορολογικού μητρώου (εάν υπάρχουν) και την επαλήθευση της επίσημης ταυτοποίησής τους·

γ) όταν ο πελάτης είναι νομικό πρόσωπο, στοιχεία σχετικά με την ταυτότητά του καθώς και πλήρη νομική ονομασία, εμπορική επωνυμία, αριθμό μητρώου της επιχείρησης, ημερομηνία και τόπο σύστασης, τόπο εγκατάστασης της έδρας και κύριο τόπο επιχειρηματικής δραστηριότητας, ισχύοντες αριθμούς φορολογικού μητρώου, αντίγραφα καταστατικού του ή ισοδύναμα έγγραφα, τις θυγατρικές εταιρείες του, τα ονόματα των διευθυντών καθώς και όλων των εξουσιοδοτημένων νομικών εκπροσώπων του και την επαλήθευση της επίσημης ταυτοποίησής του·

δ) την περιγραφή της προβλεπόμενης χρήσης και της αγοράς για την οποία προορίζονται η πώληση καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής· και

ε) την περιγραφή του τόπου όπου θα εγκατασταθεί και θα χρησιμοποιείται ο εξοπλισμός κατασκευής.

3. Η δέουσα επιμέλεια κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1 μπορεί να περιλαμβάνει απαιτήσεις για την ταυτοποίηση του πελάτη, όπως η απόκτηση και επικαιροποίηση στοιχείων που αφορούν τα ακόλουθα:

α) έγγραφο ή δήλωση σε σχέση με ποινικό μητρώο· και

β) ταυτοποίηση των τραπεζικών λογαριασμών που θα χρησιμοποιούνται σε συναλλαγές.

4. Κάθε συμβαλλόμενος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα βάσει των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), για να εξασφαλίσει την τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το παρόν πρωτόκολλο, οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν τον ορισμό ενός πελάτη εντός της δικαιοδοσίας του συμβαλλόμενου να καταστεί δεσμευμένος πελάτης, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 8

Εντοπισμός και παρακολούθηση

1. Για την πρόσθετη διασφάλιση της αλυσίδας εφοδιασμού και για να διευκολυνθεί η διερεύνηση παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού, τα μέρη συμφωνούν να θεσπίσουν, σε διάστημα πέντε ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου, ένα παγκόσμιο σύστημα εντοπισμού και παρακολούθησης που περιλαμβάνει τα εθνικά ή/και περιφερειακά συστήματα εντοπισμού και παρακολούθησης και ένα κεντρικό σημείο ανταλλαγής συνολικών πληροφοριών που βρίσκεται στη γραμματεία της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, στο οποίο έχουν πρόσβαση όλα τα μέρη, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να υποβάλλουν ερωτήσεις και να λαμβάνουν τις κατάλληλες πληροφορίες.

2. Κάθε συμβαλλόμενος θεσπίζει, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, σύστημα εντοπισμού και παρακολούθησης υποκείμενο στον έλεγχο του εν λόγω μέρους για όλα τα προϊόντα καπνού που κατασκευάζονται ή εισάγονται στο έδαφός του, λαμβάνοντας υπόψη τις δικές του εθνικές ή περιφερειακές ειδικές ανάγκες και τη διαθέσιμη βέλτιστη πρακτική.

3. Για να καταστεί δυνατή η δημιουργία ενός αποτελεσματικού συστήματος εντοπισμού και παρακολούθησης, κάθε συμβαλλόμενος απαιτεί να τοποθετείται επάνω ή να ενσωματώνεται σε όλες τις μονάδες συσκευασίας και εξωτερικές συσκευασίες τσιγάρων αποκλειστική, ασφαλής αναγνωριστική σήμανση που δεν είναι δυνατό να αφαιρεθεί (εφεξής «αποκλειστική αναγνωριστική σήμανση»), όπως κωδικοί ή σφραγίδες, εντός διαστήματος πέντε ετών και, σε άλλα προϊόντα καπνού, εντός περιόδου δέκα ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου για τον εν λόγω συμβαλλόμενο.

4.1. Κάθε συμβαλλόμενος, για τους σκοπούς της παραγράφου 3, στο πλαίσιο του γενικού καθεστώτος παρακολούθησης και εντοπισμού, απαιτεί να είναι διαθέσιμες οι κατωτέρω πληροφορίες, είτε απευθείας είτε μέσω ενός συνδέσμου, για την παροχή συνδρομής στα μέρη προκειμένου να εντοπίζουν την καταγωγή των προϊόντων καπνού, το σημείο εκτροπής, κατά περίπτωση, και για την παρακολούθηση και τον έλεγχο της διακίνησης των προϊόντων καπνού και το νομικό τους καθεστώς:

α) η ημερομηνία και ο τόπος κατασκευής·

β) η μονάδα κατασκευής·

γ) ο εξοπλισμός που χρησιμοποιείται για την κατασκευή προϊόντων καπνού·

δ) η βάρδια παραγωγής ή ο χρόνος κατασκευής·

ε) η ονομασία, το τιμολόγιο, ο αριθμός παραγγελίας και τα αρχεία πληρωμών του πρώτου πελάτη που δεν είναι συνδεδεμένος με τον κατασκευαστή·

στ) η προβλεπόμενη αγορά λιανικής πώλησης·

ζ) η περιγραφή του προϊόντος·

η) κάθε αποθήκευση και αποστολή·

ι) η ταυτότητα κάθε γνωστού επόμενου αγοραστή· και

ια) η προβλεπόμενη διαδρομή της αποστολής, η ημερομηνία αποστολής, ο προορισμός του φορτίου, το σημείο εκκίνησης και ο παραλήπτης.

4.2. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β), ζ) και, εφόσον είναι διαθέσιμες στο στοιχείο (στ), πρέπει να αποτελούν μέρος της αποκλειστικής αναγνωριστικής σήμανσης.

4.3. Όταν οι πληροφορίες του στοιχείου στ) δεν είναι διαθέσιμες τη στιγμή της σήμανσης, τα συμβαλλόμενα μέρη απαιτούν να εισάγονται αυτές οι πληροφορίες, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο α) της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού.

5. Κάθε συμβαλλόμενος απαιτεί, εντός των προθεσμιών που ορίζονται στο παρόν άρθρο την καταγραφή των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 4, κατά τον χρόνο της παραγωγής ή τον χρόνο της πρώτης αποστολής από κάθε κατασκευαστή ή κατά τον χρόνο εισαγωγής στο έδαφός του.

6. Κάθε συμβαλλόμενος εξασφαλίζει ότι έχει πρόσβαση στις πληροφορίες που καταγράφονται βάσει της παραγράφου 5, μέσω συνδέσμου με τις αποκλειστικές αναγνωριστικές σημάνσεις που απαιτούνται βάσει των παραγράφων 3 και 4.

7. Κάθε συμβαλλόμενος εγγυάται ότι τα στοιχεία που καταγράφονται σύμφωνα με την παράγραφο 5, καθώς και οι αποκλειστικές αναγνωριστικές σημάνσεις που καθιστούν αυτά τα στοιχεία προσβάσιμα σύμφωνα με την παράγραφο 6, περιλαμβάνονται σε μορφότυπο που καθορίζεται ή επιτρέπεται από τον εν λόγω συμβαλλόμενο και τις αρμόδιες αρχές του.

8. Κάθε συμβαλλόμενος εγγυάται ότι τα στοιχεία που καταγράφονται βάσει της παραγράφου 5 είναι προσβάσιμα στο εστιακό σημείο παγκόσμιας ανταλλαγής πληροφοριών μετά από αίτηση, με την επιφύλαξη της παραγράφου 9, μέσω ηλεκτρονικά ασφαλούς τυποποιημένης διεπαφής με το εθνικό ή/και περιφερειακό κεντρικό σημείο του. Το εστιακό σημείο παγκόσμιας ανταλλαγής πληροφοριών καταρτίζει κατάλογο των αρμόδιων αρχών των μερών και θέτει αυτόν τον κατάλογο στη διάθεση όλων των μερών.

9. Κάθε συμβαλλόμενος ή αρμόδια αρχή:

α) έχει έγκαιρη πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4, υποβάλλοντας αίτημα στο εστιακό σημείο παγκόσμιας ανταλλαγής πληροφοριών·

β) ζητεί αυτές τις πληροφορίες, μόνο όταν αυτό είναι απαραίτητο για τον σκοπό της εξακρίβωσης ή διερεύνησης παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού·

γ) δεν αποκρύπτει σκόπιμα πληροφορίες·

δ) απαντά στις αιτήσεις πληροφοριών σε σχέση με την παράγραφο 4, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιό του· και

ε) προστατεύει και χειρίζεται ως εμπιστευτικές, κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας, τις πληροφορίες που ανταλλάσσονται.

10. Κάθε συμβαλλόμενος απαιτεί την περαιτέρω ανάπτυξη και επέκταση του πεδίου εφαρμογής του συστήματος εντοπισμού και παρακολούθησης μέχρι να καταβληθούν όλοι οι δασμοί, οι σχετικοί φόροι και, κατά περίπτωση, εκπληρωθούν οι άλλες υποχρεώσεις στο σημείο κατασκευής, εισαγωγής ή παραλαβής από το τελωνείο ή την άσκηση ελέγχου ειδικού φόρου κατανάλωσης.

11. Τα μέρη συνεργάζονται μεταξύ τους και με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, βάσει αμοιβαίας συμφωνίας, για την ανταλλαγή και ανάπτυξη βέλτιστων πρακτικών για τα συστήματα εντοπισμού και παρακολούθησης που περιλαμβάνει:

α) τη διευκόλυνση της ανάπτυξης, της μεταβίβασης και της απόκτησης βελτιωμένων τεχνολογιών παρακολούθησης και εντοπισμού, περιλαμβανομένων των γνώσεων, δεξιοτήτων, ικανοτήτων και πείρας·

β) τη στήριξη προγραμμάτων κατάρτισης και δημιουργίας ικανοτήτων για τα μέρη που δηλώνουν παρόμοια ανάγκη· και

γ) την περαιτέρω ανάπτυξη της τεχνολογίας για τη σήμανση και σάρωση μονάδων συσκευασίας και συσκευασιών προϊόντων καπνού, για να παρέχεται πρόσβαση στις πληροφορίες που απαριθμούνται στην παράγραφο 4.

12. Οι υποχρεώσεις που ανατίθενται σε έναν συμβαλλόμενο δεν υλοποιούνται από την καπνοβιομηχανία ούτε ανατίθενται σε αυτήν.

13. Κάθε συμβαλλόμενος εγγυάται ότι οι αρμόδιες αρχές του, κατά τη συμμετοχή στο καθεστώς εντοπισμού και παρακολούθησης, έχουν επαφές με την καπνοβιομηχανία και με εκπροσώπους των συμφερόντων της καπνοβιομηχανίας μόνο όταν αυτό είναι απολύτως αναγκαίο για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

14. Κάθε συμβαλλόμενος μπορεί να ζητήσει από την καπνοβιομηχανία να επιβαρυνθεί με έξοδα που σχετίζονται με τις υποχρεώσεις του εν λόγω μέρους βάσει του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 9

Τήρηση αρχείων

1. Κάθε συμβαλλόμενος απαιτεί, κατά περίπτωση, από όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που εμπλέκονται στην αλυσίδα εφοδιασμού καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής να τηρούν πλήρη και ακριβή αρχεία όλων των σχετικών συναλλαγών. Τα εν λόγω αρχεία πρέπει να επιτρέπουν την πλήρη λογοδοσία για τα υλικά που χρησιμοποιούν στην παραγωγή των σχετικών προϊόντων καπνού.

2. Κάθε συμβαλλόμενος απαιτεί, κατά περίπτωση, από τα πρόσωπα που κατέχουν άδεια σύμφωνα με το άρθρο 6 να παρέχουν στις αρμόδιες αρχές, μετά από αίτηση, τα ακόλουθα στοιχεία:

α) γενικές πληροφορίες σχετικά με τον όγκο των δραστηριοτήτων στην αγορά, τις τάσεις, τις προβλέψεις και άλλες σχετικές πληροφορίες·

και

β) τις ποσότητες των προϊόντων καπνού και τον εξοπλισμό κατασκευής που έχει ο δικαιοδόχος στην κατοχή του, υπό την επίβλεψη ή τον έλεγχό του, ως απόθεμα, σε φορολογικές και τελωνειακές αποθήκες υπό καθεστώς διαμετακόμισης ή μεταφόρτωσης ή αναστολής από την ημερομηνία της αίτησης.

3. Όσον αφορά τα προϊόντα καπνού και τον εξοπλισμό κατασκευής που πωλούνται ή κατασκευάζονται προς εξαγωγή στο έδαφος του συμβαλλόμενου, ή υπόκεινται σε διακίνηση με αναστολή δασμού υπό καθεστώς διαμετακόμισης ή μεταφόρτωσης στο έδαφος του εν λόγω συμβαλλόμενου, κάθε συμβαλλόμενος απαιτεί, κατά περίπτωση, από τα πρόσωπα που κατέχουν άδεια σύμφωνα με το άρθρο 6 να παρέχουν, εάν ζητηθεί, στις αρμόδιες αρχές της χώρας αναχώρησης, (με ηλεκτρονικά μέσα, όταν υπάρχει η υποδομή) κατά τον χρόνο εξόδου από τον έλεγχό τους τα ακόλουθα στοιχεία:

α) ημερομηνία αποστολής από το τελευταίο σημείο φυσικού ελέγχου των προϊόντων·

β) λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά (μεταξύ άλλων σήματα, ποσό, αποθήκη)·

γ) τις προγραμματιζόμενες διαδρομές αποστολής και τον προορισμό·

δ) την ταυτότητα του φυσικού ή νομικού προσώπου στο οποίο αποστέλλονται τα προϊόντα·

ε) τον τρόπο μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένης της ταυτότητας του μεταφορέα·

στ) την αναμενόμενη ημερομηνία άφιξης της αποστολής στον προγραμματισμένο προορισμό· και

ζ) την προβλεπόμενη αγορά λιανικής πώλησης ή χρήσης.

4. Εφόσον είναι εφικτό, κάθε συμβαλλόμενος απαιτεί οι επιχειρήσεις λιανικής πώλησης και οι καλλιεργητές καπνού, με εξαίρεση τους παραδοσιακούς καλλιεργητές που εργάζονται σε μη εμπορική βάση, να τηρούν πλήρη και ακριβή αρχεία με όλες τις σχετικές συναλλαγές στις οποίες εμπλέκονται, σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία.

5. Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παραγράφου 1, κάθε συμβαλλόμενος λαμβάνει αποτελεσματικά νομοθετικά, εκτελεστικά, διοικητικά ή άλλα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι όλα τα αρχεία:

α) διατηρούνται για περίοδο τουλάχιστον τεσσάρων ετών·

β) τίθενται στη διάθεση των αρμόδιων αρχών, και

γ) διατηρούνται σε μορφότυπο που απαιτούν οι αρμόδιες αρχές.

6. Κάθε συμβαλλόμενος θεσπίζει, κατά περίπτωση και με την επιφύλαξη της εθνικής νομοθεσίας, σύστημα ανταλλαγής με τους άλλους συμβαλλόμενους πληροφοριών που περιέχονται σε όλα τα τηρούμενα αρχεία σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

7. Τα μέρη προσπαθούν να συνεργάζονται μεταξύ τους και με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς μέσω σταδιακής ανταλλαγής και ανάπτυξης βελτιωμένων συστημάτων τήρησης αρχείων.

Άρθρο 10

Μέτρα ασφάλειας και πρόληψης

1. Κάθε συμβαλλόμενος, κατά περίπτωση, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του και τους στόχους της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, απαιτεί από όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που υπόκεινται στο άρθρο 6 να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την πρόληψη της εκτροπής προϊόντων καπνού σε δίκτυα παράνομου εμπορίου, τα οποία περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων:

α) την αναφορά στις αρμόδιες αρχές:

(i) της διασυνοριακής μεταφοράς μετρητών σε ποσά που ορίζει η εθνική νομοθεσία ή των διασυνοριακών πληρωμών σε είδος· και

(ii) όλων των «ύποπτων συναλλαγών»· και

β) την προσφορά προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής μόνο για ποσά ανάλογα με τη ζήτηση για τα εν λόγω προϊόντα στην προβλεπόμενη αγορά λιανικής πώλησης ή χρήσης.

2. Κάθε συμβαλλόμενος, κατά περίπτωση, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του και τους στόχους της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, απαιτεί οι πληρωμές για συναλλαγές που πραγματοποιούνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα υποκείμενα στο άρθρο 6 να επιτρέπονται μόνο στο νόμισμα και στο ίδιο ποσό με αυτό που αναγράφεται στο τιμολόγιο και μόνο με νόμιμους τρόπους πληρωμής από χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που βρίσκονται στο έδαφος της αγοράς προορισμού και δεν πραγματοποιούνται με κανένα άλλο εναλλακτικό σύστημα εμβασμάτων.

3. Ένας συμβαλλόμενος μπορεί να ζητήσει οι πληρωμές που πραγματοποιούνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα υποκείμενα στο άρθρο 6, όσον αφορά υλικά τα οποία χρησιμοποιούνται για την κατασκευή προϊόντων καπνού που υπάγονται στη δικαιοδοσία του, να επιτρέπονται μόνο στο νόμισμα και στο ίδιο ποσό με αυτό του τιμολογίου και μόνο με νόμιμους τρόπους πληρωμής από χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που βρίσκονται στο έδαφος της αγοράς προορισμού και δεν πραγματοποιούνται με κανένα άλλο εναλλακτικό σύστημα εμβασμάτων.

4. Κάθε συμβαλλόμενος εγγυάται ότι κάθε παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου υπόκειται στις αναγκαίες ποινικές, αστικές ή διοικητικές διαδικασίες και σε αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις που περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, την αναστολή ή την ακύρωση άδειας.

Άρθρο 11

Πώληση μέσω Διαδικτύου, τηλεπικοινωνιών ή κάθε άλλης εξελισσόμενης τεχνολογίας

1. Κάθε συμβαλλόμενος απαιτεί όλα τα νομικά και φυσικά πρόσωπα που εμπλέκονται σε οποιαδήποτε συναλλαγή σχετιζόμενη με προϊόντα καπνού μέσω διαδικτύου, τηλεπικοινωνιών ή άλλης εξελισσόμενης τεχνολογίας, να τηρούν όλες τις σχετικές υποχρεώσεις που καλύπτονται από το παρόν Πρωτόκολλο.

2. Κάθε συμβαλλόμενος εξετάζει το ενδεχόμενο απαγόρευσης λιανικών πωλήσεων προϊόντων καπνού μέσω διαδικτύου, τηλεπικοινωνιών ή κάθε άλλου τρόπου πώλησης βασιζόμενου σε εξελισσόμενη τεχνολογία.

Άρθρο 12

Ζώνες ελεύθερων συναλλαγών και καθεστώς διεθνούς διαμετακόμισης

1. Κάθε συμβαλλόμενος εφαρμόζει, εντός τριών ετών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου για τον εν λόγω συμβαλλόμενο, αποτελεσματικούς ελέγχους σε όλες τις δραστηριότητες κατασκευής και τις συναλλαγές σε καπνό και προϊόντα καπνού σε ζώνες ελεύθερων συναλλαγών, κάνοντας χρήση όλων των συναφών μέτρων που προβλέπονται στο παρόν πρωτόκολλο.

2. Επιπλέον, απαγορεύεται η ανάμειξη προϊόντων καπνού με μη καπνικά προϊόντα στο ίδιο εμπορευματοκιβώτιο ή σε κάθε άλλη παρόμοια μονάδα μεταφοράς κατά την απομάκρυνση από την ελεύθερη ζώνη.

3. Κάθε συμβαλλόμενος, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιό του, θεσπίζει και εφαρμόζει μέτρα ελέγχου και επαλήθευσης στη διεθνή διαμετακόμιση ή μεταφόρτωση, εντός του εδάφους του, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος πρωτοκόλλου, με σκοπό την αποτροπή του παράνομου εμπορίου αυτών των προϊόντων.

Άρθρο 13

Πωλήσεις χωρίς δασμούς

1. Κάθε συμβαλλόμενος εφαρμόζει αποτελεσματικά μέτρα για την υπαγωγή των πωλήσεων αδασμολόγητων προϊόντων σε όλες τις σχετικές διατάξεις του παρόντος πρωτοκόλλου, λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 6 της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού.

2. Το αργότερο πέντε έτη μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου, η σύνοδος των μερών εξασφαλίζει στην επόμενη συνεδρίασή της τη διενέργεια τεκμηριωμένης έρευνας για να διαπιστωθεί η έκταση του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού που συνδέεται με τις πωλήσεις παρόμοιων προϊόντων χωρίς δασμούς. Βάσει αυτής της έρευνας, η σύνοδος των μερών εξετάζει την ανάληψη της αναγκαίας περαιτέρω δράσης.

ΜΕΡΟΣ IV: Αξιόποινες πράξεις

Άρθρο 14

Παράνομη συμπεριφορά συμπεριλαμβανομένων ποινικών αδικημάτων

1. Κάθε συμβαλλόμενος θεσπίζει, με την επιφύλαξη των βασικών αρχών του εθνικού δικαίου του, νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι αναγκαία για να χαρακτηριστούν όλες οι ακόλουθες συμπεριφορές παράνομες βάσει της εθνικής νομοθεσίας του:

α) η παραγωγή και χονδρική πώληση, η μεσιτεία, η πώληση, η μεταφορά, η διανομή, η αποθήκευση, η αποστολή, η εισαγωγή ή εξαγωγή καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος πρωτοκόλλου·

β) (i) η παραγωγή και χονδρική πώληση, η μεσιτεία, η πώληση, η μεταφορά, η διανομή, η αποθήκευση, η αποστολή, η εισαγωγή ή εξαγωγή καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής χωρίς την καταβολή των οφειλόμενων δασμών, φόρων και άλλων τελών ή εάν δεν υπάρχουν τα παράβολα, οι αποκλειστικές αναγνωριστικές σημάνσεις ή κάθε άλλη απαιτούμενη επισήμανση ή ετικέτα·

(ii) πιθανές άλλες πράξεις λαθρεμπορίου ή απόπειρα λαθρεμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής που δεν καλύπτονται από την παράγραφο (β) σημείο (i)·

γ)       (i) κάθε άλλη μορφή παράνομης κατασκευής καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής, ή συσκευασία καπνού που φέρει πλαστά παράβολα, αποκλειστικές αναγνωριστικές σημάνσεις, ή κάθε άλλη απαιτούμενη επισήμανση ή ετικέτα·

(ii) η κατασκευή και χονδρική πώληση, η μεσιτεία, η πώληση, η μεταφορά, η διανομή, η αποθήκευση, η αποστολή, η εισαγωγή ή εξαγωγή παράνομα κατασκευασμένου καπνού, παράνομων προϊόντων καπνού, προϊόντων που φέρουν πλαστά παράβολα ή/και άλλες απαιτούμενες σημάνσεις ή ετικέτες, ή παράνομου εξοπλισμού κατασκευής·

δ) η ανάμειξη προϊόντων καπνού με μη καπνικά προϊόντα κατά τη διάθεση μέσω της αλυσίδας εφοδιασμού, με σκοπό την απόκρυψη ή συγκάλυψη προϊόντων καπνού·

ε) η ανάμειξη προϊόντων καπνού με μη καπνικά προϊόντα κατά παράβαση του άρθρου 12 παράγραφος 2 του παρόντος πρωτοκόλλου·

στ) η χρησιμοποίηση του διαδικτύου, τηλεπικοινωνιών ή κάθε άλλου μέσου πώλησης προϊόντων καπνού βάσει εξελισσόμενης τεχνολογίας, κατά παράβαση του παρόντος πρωτοκόλλου·

ζ) η απόκτηση, από πρόσωπο που έχει λάβει άδεια σύμφωνα με το άρθρο 6, καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής από άτομο που θα έπρεπε να διαθέτει αλλά δεν διαθέτει άδεια σύμφωνα με το άρθρο 6·

η) η παρεμπόδιση δημόσιου λειτουργού ή εξουσιοδοτημένου υπαλλήλου κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του που σχετίζονται με την πρόληψη, την αποτροπή, τον εντοπισμό, τη διερεύνηση ή την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής·

θ)       (i) κάθε εσφαλμένη, παραπλανητική ή ατελής δήλωση ή η μη παροχή ζητούμενων πληροφοριών σε οποιονδήποτε δημόσιο λειτουργό ή εξουσιοδοτημένο υπάλληλο κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του που σχετίζονται με την πρόληψη, την αποτροπή, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής, και εφόσον δεν παραβιάζεται το δικαίωμα της μη αυτοενοχοποίησης·

(ii) η παραπλανητική αναφορά σε επίσημα έντυπα της περιγραφής, της ποσότητας ή της αξίας του καπνού, των προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής ή κάθε άλλης πληροφορίας που ορίζεται στο πρωτόκολλο με σκοπό:

α) την αποφυγή της πληρωμής των οφειλόμενων δασμών, φόρων και άλλων εισφορών, ή

β) την παρεμπόδιση της λήψης μέτρων ελέγχου για την πρόληψη, την αποτροπή, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής·

(iii) η μη δημιουργία ή τήρηση αρχείων που καλύπτονται από το παρόν πρωτόκολλο ή η τήρηση ψευδών αρχείων· και

ια) η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα που χαρακτηρίζεται ως ποινικό αδίκημα βάσει της παραγράφου 2.

2. Κάθε συμβαλλόμενος με την επιφύλαξη των βασικών αρχών του εθνικού δικαίου του, καθορίζει ποιες από τις παράνομες συμπεριφορές που ορίζονται στην παράγραφο 1 ή κάθε άλλη συμπεριφορά που συνδέεται με το παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής, κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος πρωτοκόλλου, συνιστούν ποινικά αδικήματα και θεσπίζει νομοθετικά και άλλα μέτρα τα οποία κρίνει αναγκαία ώστε ο χαρακτηρισμός αυτός να παράγει αποτελέσματα.

3. Κάθε συμβαλλόμενος κοινοποιεί στη γραμματεία αυτού του πρωτοκόλλου την παράνομη συμπεριφορά που ορίζεται στις παραγράφους 1 και 2 την οποία ο εν λόγω συμβαλλόμενος έχει χαρακτηρίσει ποινικό αδίκημα, σύμφωνα με την παράγραφο 2, και υποβάλλει στη γραμματεία αντίγραφα των νόμων του ή την περιγραφή τους, που καθιστούν εφαρμοστέα την παράγραφο 2 και κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση αυτών των νόμων.

4. Για την ενθάρρυνση της διεθνούς συνεργασίας κατά την καταπολέμηση των ποινικών αδικημάτων που συνδέονται με το παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής, τα μέρη ενθαρρύνονται να επανεξετάζουν τους εθνικούς νόμους τους που αφορούν τη νομιμοποίηση εσόδων, την αμοιβαία νομική συνδρομή και την έκδοση προσώπων, έχοντας υπόψη τις συναφείς διεθνείς συμβάσεις των οποίων είναι μέρη, ώστε να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική επιβολή των διατάξεων του παρόντος πρωτοκόλλου.

Άρθρο 15

Ευθύνη νομικών προσώπων

1. Κάθε συμβαλλόμενος θεσπίζει τα αναγκαία μέτρα, σύμφωνα με τις αρχές δικαίου του, για να στοιχειοθετήσει την ευθύνη νομικών προσώπων για παράνομη συμπεριφορά και ποινικά αδικήματα που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο14 του παρόντος πρωτοκόλλου.

2. Με την επιφύλαξη των αρχών δικαίου του κάθε συμβαλλόμενου μέρους, η ευθύνη νομικών προσώπων μπορεί να είναι ποινική, αστική ή διοικητική.

3. Η εν λόγω ευθύνη υπόκειται στην επιφύλαξη της ευθύνης των φυσικών προσώπων που εμπλέκονται σε παράνομη συμπεριφορά ή διαπράττουν ποινικά αδικήματα που ορίζονται σύμφωνα με τους διεθνείς νόμους και κανονισμούς και με το άρθρο 14 του παρόντος πρωτοκόλλου.

Άρθρο 16

Άσκηση διώξεων και επιβολή κυρώσεων

1. Κάθε συμβαλλόμενος θεσπίζει τα μέτρα που κρίνει αναγκαία, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, για να εξασφαλίσει ότι τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που κρίνονται υπεύθυνα για την παράνομη συμπεριφορά, περιλαμβανομένων ποινικών αδικημάτων που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14, υπόκεινται σε αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινικές ή μη ποινικές κυρώσεις, περιλαμβανομένων των χρηματικών ποινών.

2. Κάθε συμβαλλόμενος προσπαθεί να εξασφαλίσει ότι όλες οι διακριτικές νομικές εξουσίες βάσει του εθνικού δικαίου του σε σχέση με τη δίωξη προσώπων για παράνομη συμπεριφορά, περιλαμβανομένων των ποινικών αδικημάτων που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14, ασκούνται με σκοπό να αυξηθεί κατά το μέγιστο η αποτελεσματικότητα των μέτρων επιβολής του νόμου σε σχέση με παρόμοια παράνομη συμπεριφορά, περιλαμβανομένων των ποινικών αδικημάτων, και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την ανάγκη να αποτραπεί η διάπραξη παρόμοιων αξιόποινων πράξεων, περιλαμβανομένων των ποινικών αδικημάτων.

3. Καμία διάταξη του παρόντος πρωτοκόλλου δεν θίγει την αρχή ότι η περιγραφή της παράνομης συμπεριφοράς, συμπεριλαμβανομένων των ποινικών αδικημάτων που ορίζονται σύμφωνα με το παρόν πρωτόκολλο, και των εφαρμοστέων νομικών μέσων ή άλλων αρχών δικαίου για τον έλεγχο της νομιμότητας της συμπεριφοράς ορίζεται στο εσωτερικό δίκαιο των μερών και ότι η άσκηση δίωξης και η επιβολή ποινών για μια τέτοια παράνομη συμπεριφορά, περιλαμβανομένων των ποινικών αδικημάτων, είναι σύμφωνη με το εν λόγω δίκαιο.

Άρθρο 17

Κατάσχεση πληρωμών

Τα μέρη οφείλουν, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, να εξετάσουν το ενδεχόμενο θέσπισης παρόμοιων νομοθετικών και άλλων μέτρων που ενδεχομένως κρίνουν αναγκαία για να εξουσιοδοτήσουν τις αρμόδιες αρχές να εισπράττουν ποσό ανάλογο με διαφυγόντες φόρους και δασμούς από τον παραγωγό, τον κατασκευαστή, τον διανομέα, τον εισαγωγέα ή εξαγωγέα κατασχεμένου καπνού, προϊόντων καπνού ή/και εξοπλισμού κατασκευής.

Άρθρο 18

Διάθεση ή καταστροφή

Όλα τα κατασχεμένα καπνά, προϊόντα καπνού και ο εξοπλισμός κατασκευής καταστρέφονται με τη χρήση φιλικών προς το περιβάλλον μεθόδων, κατά τον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ή διατίθενται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.

Άρθρο 19

Ειδικές τεχνικές έρευνας

1. Εάν το επιτρέπουν οι βασικές αρχές του εθνικού νομικού συστήματός του, κάθε συμβαλλόμενος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, εντός των δυνατοτήτων του και σύμφωνα με τους όρους που ορίζει το εθνικό του δίκαιο, για να επιτρέψει την κατάλληλη χρήση ελεγχόμενης παράδοσης και, όταν το κρίνει αναγκαίο, τη χρήση άλλων ειδικών τεχνικών έρευνας, όπως η ηλεκτρονική ή άλλες μορφές εποπτείας, και μυστικών ενεργειών από τις αρμόδιες αρχές του στο έδαφός του με σκοπό την αποτελεσματική καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής.

2. Για τον σκοπό της διερεύνησης των ποινικών αδικημάτων που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14, τα μέρη ενθαρρύνονται να συνάπτουν, όταν είναι αναγκαίο, τις κατάλληλες διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή διακανονισμούς για τη χρησιμοποίηση των τεχνικών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στο πλαίσιο της διεθνούς συνεργασίας.

3. Εάν δεν υπάρχουν συμφωνίες ή διακανονισμοί, όπως ορίζει η παράγραφος 2, οι αποφάσεις για τη χρήση παρόμοιων ειδικών τεχνικών έρευνας σε διεθνές επίπεδο λαμβάνονται κατά περίπτωση και μπορούν, όταν είναι απαραίτητο, να λαμβάνουν υπόψη χρηματοοικονομικές ρυθμίσεις και συμφωνίες σε σχέση με την άσκηση δικαιοδοσίας από τα εμπλεκόμενα μέρη.

4. Τα μέρη αναγνωρίζουν τη σημασία και την αναγκαιότητα της διεθνούς συνεργασίας και συνδρομής σε αυτό τον τομέα και συνεργάζονται μεταξύ τους και με διεθνείς οργανισμούς για την ανάπτυξη ικανοτήτων για την επίτευξη των στόχων του παρόντος άρθρου.

ΜΕΡΟΣ V: ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

Άρθρο 20

Γενική ανταλλαγή πληροφοριών

1. Για την επίτευξη των στόχων του παρόντος πρωτοκόλλου, τα μέρη αναφέρουν, βάσει του μέσου υποβολής εκθέσεων της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, σχετικές πληροφορίες, με την επιφύλαξη της εθνικής νομοθεσίας, και κατά περίπτωση, μεταξύ άλλων για θέματα όπως:

α) σε συγκεντρωτική μορφή, στοιχεία σχετικά με τις κατασχέσεις καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής, την ποσότητα, την αξία των κατασχεμένων προϊόντων, περιγραφές προϊόντων, ημερομηνίες και τόπους κατασκευής και διαφυγόντες φόρους·

β) εισαγωγή, εξαγωγή, διαμετακόμιση, πωλήσεις με καταβολή φόρου και χωρίς φόρο, και ποσότητα ή αξία της παραγωγής καπνού, των προϊόντων καπνού ή του εξοπλισμού κατασκευής·

γ) τάσεις, μέθοδοι απόκρυψης και τρόποι δράσης κατά το παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής·

δ) κάθε άλλη σχετική πληροφορία που συμφωνείται από τα συμβαλλόμενα μέρη.

2. Τα μέρη συνεργάζονται μεταξύ τους και με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς με στόχο τη δημιουργία ικανοτήτων για τη συλλογή και ανταλλαγή πληροφοριών.

3. Τα μέρη θεωρούν ότι οι εν λόγω πληροφορίες είναι εμπιστευτικές και προορίζονται αποκλειστικά για τη χρήση των μερών, εκτός εάν ο συμβαλλόμενος που τις διαβιβάζει ορίζει διαφορετικά.

Άρθρο 21

Διατάξεις σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών για την επιβολή του νόμου

1. Τα μέρη ανταλλάσσουν, με την επιφύλαξη του εθνικού δικαίου ή εφαρμοστέων διεθνών συνθηκών, κατά περίπτωση, με δική τους πρωτοβουλία ή μετά από αίτημα συμβαλλόμενου μέρους το οποίο παρέχει τη δέουσα αιτιολόγηση ότι οι εν λόγω πληροφορίες είναι αναγκαίες για την ανίχνευση ή τη διερεύνηση παράνομου εμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής, τις ακόλουθες πληροφορίες:

α) τα αρχεία των αδειών για τα εμπλεκόμενα φυσικά ή νομικά πρόσωπα·

β) πληροφορίες για τον εντοπισμό, την παρακολούθηση και τη δίωξη φυσικών ή νομικών προσώπων που εμπλέκονται σε παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής·

γ) μητρώα ερευνών και διώξεων·

δ) αρχεία πληρωμών για εισαγωγή, εξαγωγή ή αφορολόγητες πωλήσεις καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής·

ε) αναλυτικά στοιχεία για τις κατασχέσεις καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής (με τα στοιχεία αναφοράς της υπόθεσης, την ποσότητα και την αξία των κατασχεμένων, την περιγραφή του προϊόντος, τις εμπλεκόμενες οντότητες, την ημερομηνία και τον τόπο κατασκευής) και τις μεθόδους δράσης (που περιλαμβάνουν τα μέσα μεταφοράς, τον τρόπο απόκρυψης, τα δρομολόγια και την ανίχνευση).

2. Οι πληροφορίες που λαμβάνουν τα μέρη βάσει του παρόντος άρθρου χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την επίτευξη των στόχων του παρόντος πρωτοκόλλου. Τα μέρη μπορούν να προσδιορίσουν ότι οι πληροφορίες αυτές δεν είναι δυνατό να κοινοποιηθούν χωρίς τη συμφωνία του συμβαλλόμενου μέρους που παρέσχε την πληροφορία.

Άρθρο 22

Ανταλλαγή πληροφοριών: εμπιστευτικότητα και προστασία των πληροφοριών

1. Κάθε συμβαλλόμενος ορίζει τις αρμόδιες εθνικές αρχές στις οποίες παρέχονται τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 20, 21 και 24 και κοινοποιεί στα μέρη τις εν λόγω αρχές μέσω της γραμματείας της σύμβασης.

2. Η ανταλλαγή πληροφοριών βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου διέπεται από την εθνική νομοθεσία σχετικά με την εμπιστευτικότητα και την ιδιωτική ζωή. Τα μέρη προστατεύουν, βάσει αμοιβαίας συμφωνίας, τυχόν εμπιστευτικές πληροφορίες που ανταλλάσσονται.

Άρθρο 23

Συνδρομή και συνεργασία: κατάρτιση, τεχνική βοήθεια και συνεργασία σε επιστημονικά, τεχνικά και τεχνολογικά θέματα

1. Τα μέρη συνεργάζονται μεταξύ τους ή/και μέσω αρμόδιων διεθνών και περιφερειακών οργανισμών για την παροχή κατάρτισης, τεχνικής βοήθειας και τη συνεργασία σε επιστημονικά, τεχνικά και τεχνολογικά θέματα, για να επιτύχουν τους στόχους του παρόντος πρωτοκόλλου, βάσει αμοιβαίας συμφωνίας. Η συνδρομή αυτή μπορεί να περιλαμβάνει τη μεταφορά εμπειρογνωμοσύνης ή της κατάλληλης τεχνολογίας στους τομείς της συλλογής πληροφοριών, της επιβολής του νόμου, του εντοπισμού και της παρακολούθησης, της διαχείρισης πληροφοριών, της προστασίας προσωπικών δεδομένων, της απαγόρευσης, της ηλεκτρονικής επιτήρησης, της εγκληματολογικής ανάλυσης, της αμοιβαίας νομικής συνδρομής και της έκδοσης.

2. Τα μέρη δύνανται, κατά περίπτωση, να συνάπτουν διμερείς, πολυμερείς ή κάθε είδους άλλες συμφωνίες ή διακανονισμούς με στόχο την προώθηση της κατάρτισης, της τεχνικής βοήθειας και της συνεργασίας σε επιστημονικά, τεχνικά και τεχνολογικά θέματα, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες συμβαλλόμενων αναπτυσσόμενων χωρών και συμβαλλόμενων χωρών με οικονομίες σε μεταβατικό στάδιο.

3. Τα μέρη συνεργάζονται, κατά περίπτωση, για την ανάπτυξη και αναζήτηση δυνατοτήτων προσδιορισμού της ακριβούς γεωγραφικής καταγωγής κατασχεμένων καπνών και προϊόντων καπνού.

Άρθρο 24

Συνδρομή και συνεργασία: έρευνα και δίωξη αξιόποινων πράξεων

1. Τα μέρη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, κατά περίπτωση, για να ενισχύσουν τη συνεργασία μέσω πολυμερών, περιφερειακών ή διμερών ρυθμίσεων για την πρόληψη, τον εντοπισμό, τη διερεύνηση, τη δίωξη και τιμωρία φυσικών ή νομικών προσώπων που εμπλέκονται στο παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής.

2. Κάθε συμβαλλόμενος εγγυάται ότι οι διοικητικές, ρυθμιστικές, διωκτικές και άλλες αρχές που έχουν οριστεί για την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής (περιλαμβανομένων των δικαστικών αρχών, εφόσον το επιτρέπει το εθνικό δίκαιο) συνεργάζονται και ανταλλάσσουν συναφείς πληροφορίες σε εθνικό και διεθνές επίπεδο με τους όρους που ορίζει η εθνική νομοθεσία τους.

Άρθρο 25

Προστασία της κυριαρχίας

1. Τα μέρη εκτελούν τις υποχρεώσεις τους βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου κατά τρόπο συνεπή με τις αρχές της ίσης κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας των κρατών και της μη παρέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων κρατών.

2. Καμία διάταξη του παρόντος πρωτοκόλλου δεν παρέχει στους συμβαλλόμενους το δικαίωμα να ασκήσουν στο έδαφος άλλου κράτους δικαιοδοσία ούτε καθήκοντα που ανήκουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα των αρχών του άλλου κράτους βάσει του εθνικού δικαίου του.

Άρθρο 26

Δικαιοδοσία

1. Κάθε συμβαλλόμενος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να θεμελιώσει τη δικαιοδοσία του σε ποινικά αδικήματα που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14, όταν:

α) το αδίκημα διαπράττεται στο έδαφος του εν λόγω συμβαλλόμενου· ή

β) το αδίκημα διαπράττεται επάνω σε σκάφος το οποίο φέρει σημαία του εν λόγω μέρους ή σε αεροσκάφος που είναι ταξινομημένο, κατά τον χρόνο διάπραξης του αδικήματος βάσει της νομοθεσίας του εν λόγω συμβαλλόμενου μέρους.

2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 25, ένας συμβαλλόμενος μπορεί επίσης να θεμελιώσει τη δικαιοδοσία του για κάθε παρόμοιο ποινικό αδίκημα όταν:

α) το αδίκημα διαπράττεται σε βάρος του εν λόγω συμβαλλόμενου·

β) το αδίκημα διαπράττεται από υπήκοο του εν λόγω συμβαλλόμενου ή από άπατρι ο οποίος έχει τη συνήθη διαμονή του στο έδαφός του·

γ) η αξιόποινη πράξη περιλαμβάνεται σε εκείνες που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14 και διαπράττεται εκτός του εδάφους του, με σκοπό την τέλεση αξιόποινης πράξης που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 14 εντός της επικράτειάς του.

3. Για τους σκοπούς του άρθρου 30, κάθε συμβαλλόμενος θεσπίζει τα μέτρα τα οποία κρίνονται αναγκαία για να θεμελιώσει τη δικαιοδοσία του σε ποινικά αδικήματα που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14, όταν ο εικαζόμενος αυτουργός είναι παρών στο έδαφός του και δεν εκδίδει το εν λόγω πρόσωπο για τον αποκλειστικό λόγο ότι είναι υπήκοός του.

4. Κάθε συμβαλλόμενος μπορεί επίσης να θεσπίζει τα μέτρα που κρίνει αναγκαία για να θεμελιώσει τη δικαιοδοσία του σε ποινικά αδικήματα που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14, όταν ο εικαζόμενος αυτουργός βρίσκεται στο έδαφός του και δεν τον εκδίδει.

5. Σε περίπτωση κοινοποίησης σε συμβαλλόμενο ο οποίος ασκεί τη δικαιοδοσία του βάσει της παραγράφου 1 ή 2, ή ενημέρωσης του με άλλον τρόπο, ότι ένα ή περισσότερα άλλα συμβαλλόμενα μέρη διενεργούν έρευνα, ασκούν δίωξη ή διεξάγουν δικαστική διαδικασία για το ίδιο αδίκημα, οι αρμόδιες αρχές των εν λόγω συμβαλλομένων πραγματοποιούν μεταξύ τους διαβουλεύσεις, κατά περίπτωση, για να συντονίσουν τις ενέργειές τους.

6. Με την επιφύλαξη των κανόνων του γενικού διεθνούς δικαίου, το παρόν πρωτόκολλο δεν αποκλείει την άσκηση ποινικής δικαιοδοσίας την οποία θεμελιώνει ένας συμβαλλόμενος σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο.

Άρθρο 27

Συνεργασία για την επιβολή του νόμου

1. Κάθε συμβαλλόμενος θεσπίζει, σύμφωνα με τα αντίστοιχα εσωτερικά νομικά και διοικητικά του συστήματα, αποτελεσματικά μέτρα για:

α) την ενίσχυση και, κατά περίπτωση, τη θέσπιση διαύλων επικοινωνίας μεταξύ των αρμοδίων αρχών, οργανισμών και υπηρεσιών για να διευκολυνθεί η ασφαλής και ταχεία ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με όλες τις πτυχές των ποινικών αδικημάτων τα οποία ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14·

β) τη διασφάλιση της αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ των αρμοδίων αρχών, των οργανισμών, των τελωνείων, της αστυνομίας και άλλων υπηρεσιών επιβολής του νόμου·

γ) τη συνεργασία με άλλα μέρη στη διεξαγωγή ερευνών σε συγκεκριμένες περιπτώσεις που αφορούν ποινικά αδικήματα τα οποία ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14, όσον αφορά:

(i) την ταυτότητα, τις κινήσεις και τις δραστηριότητες προσώπων υπόπτων για συμμετοχή στην τέλεση παρόμοιων αξιόποινων πράξεων ή το σημείο όπου βρίσκονται άλλα ενδιαφερόμενα πρόσωπα·

(ii) τη διακίνηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα ή περιουσιακών στοιχείων που αποκτήθηκαν με τη διάπραξη τέτοιων αξιόποινων πράξεων· και

(iii) τη διακίνηση περιουσιακών στοιχείων, εξοπλισμού ή άλλων οργάνων που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για διάπραξη τέτοιων αδικημάτων·

δ) την παροχή, κατά περίπτωση, των αναγκαίων στοιχείων ή ποσοτήτων των ουσιών για τη διενέργεια αναλύσεων ή ερευνών·

ε) τη διευκόλυνση του αποτελεσματικού συντονισμού μεταξύ των αρμόδιων αρχών, οργανισμών και υπηρεσιών και την προώθηση της ανταλλαγής προσωπικού και εμπειρογνωμόνων, συμπεριλαμβανομένης, με την επιφύλαξη διμερών συμφωνιών ή ρυθμίσεων μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών, και της απόσπασης αξιωματικών- συνδέσμων·

στ) την ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών με άλλα μέρη για ειδικά μέσα και μεθόδους που χρησιμοποιούν φυσικά ή νομικά πρόσωπα κατά τη διάπραξη τέτοιων αδικημάτων, που περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, τις διαδρομές και τα μεταφορικά οχήματα και τη χρήση πλαστών ταυτοτήτων, παραποιημένων ή πλαστών εγγράφων, ή άλλα μέσα απόκρυψης των δραστηριοτήτων τους·

ζ) την ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών και τον συντονισμό των διοικητικών και άλλων μέτρων που κρίνονται κατάλληλα για τον έγκαιρο εντοπισμό των ποινικών αδικημάτων που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14.

2. Ενόψει της εφαρμογής του παρόντος πρωτοκόλλου, τα μέρη εξετάζουν τη δυνατότητα σύναψης διμερών ή πολυμερών συμφωνιών ή ρυθμίσεων άμεσης συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών τους επιβολής του νόμου ή της ανάλογης τροποποίησή τους, όταν υφίστανται ήδη παρόμοιες συμφωνίες ή διακανονισμοί. Εάν δεν υπάρχουν παρόμοιες συμφωνίες ή διακανονισμοί μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών, τα μέρη μπορούν να θεωρήσουν το παρόν πρωτόκολλο ως βάση της συνεργασίας για την αμοιβαία επιβολή του νόμου σε σχέση με τις αξιόποινες πράξεις που καλύπτονται από το παρόν πρωτόκολλο. Όποτε κρίνεται σκόπιμο, τα μέρη κάνουν πλήρη χρήση συμφωνιών ή διακανονισμών, περιλαμβανομένων διεθνών ή περιφερειακών οργανισμών, για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών επιβολής του νόμου.

3. Τα μέρη καταβάλλουν προσπάθεια να συνεργάζονται, με τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, για να αντιμετωπίσουν το διεθνικό παράνομο εμπόριο προϊόντων καπνού που διαπράττεται με τη χρήση σύγχρονης τεχνολογίας.

Άρθρο 28

Αμοιβαία διοικητική συνδρομή

Σύμφωνα με τα αντίστοιχα εθνικά νομικά και διοικητικά τους συστήματα, τα μέρη παρέχουν μεταξύ τους, είτε κατόπιν αιτήματος είτε με δική τους πρωτοβουλία, πληροφορίες για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της τελωνειακής και άλλης συναφούς νομοθεσίας, με σκοπό την πρόληψη, τον εντοπισμό, τη διερεύνηση, τη δίωξη και την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής. Τα μέρη θεωρούν τις πληροφορίες αυτές εμπιστευτικές και ότι προορίζονται για περιορισμένη χρήση, εκτός εάν ο συμβαλλόμενος που τις κοινοποιεί ορίζει διαφορετικά. Οι εν λόγω πληροφορίες μπορεί να περιλαμβάνουν:

α) νέες τεχνικές επιβολής της τελωνειακής και άλλων νομοθεσιών αποδεδειγμένης αποτελεσματικότητας·

β) νέες τάσεις, μέσα και μεθόδους εμπλοκής σε παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής·

γ) εμπορεύματα που είναι γνωστό ότι αποτελούν αντικείμενο παράνομου εμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής καθώς και λεπτομερή στοιχεία για την περιγραφή, τη συσκευασία, τη μεταφορά και την αποθήκευση και τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται σε σχέση με τα εν λόγω εμπορεύματα·

δ) φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία είναι γνωστό ότι έχουν διαπράξει ή εμπλέκονται σε αξιόποινη πράξη που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 14·

ε) κάθε άλλο δεδομένο που θα μπορούσε να βοηθήσει τους εντεταλμένους οργανισμούς στην εκτίμηση κινδύνου για τη διενέργεια ελέγχου και άλλους σκοπούς επιβολής της εφαρμογής.

Άρθρο 29

Αμοιβαία νομική συνδρομή

1. Τα μέρη παρέχουν μεταξύ τους τη μεγαλύτερη δυνατή αμοιβαία νομική συνδρομή κατά τη διερεύνηση, την άσκηση διώξεων και τη διεξαγωγή δικαστικών διαδικασιών σε σχέση με ποινικά αδικήματα που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14 του παρόντος πρωτοκόλλου.

2. Η αμοιβαία νομική συνδρομή παρέχεται στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό σύμφωνα με τους σχετικούς νόμους, τις συνθήκες, συμφωνίες και διακανονισμούς από το συμβαλλόμενο μέρος που είναι ο αποδέκτης αίτησης σε σχέση με τη διερεύνηση, την άσκηση διώξεων και διεξαγωγή δικαστικών διαδικασιών όσον αφορά τα αδικήματα για τα οποία μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνα νομικά πρόσωπα στο συμβαλλόμενο μέρος που υποβάλλει την αίτηση, σύμφωνα με το άρθρο 15 του παρόντος πρωτοκόλλου.

3. Η αμοιβαία νομική συνδρομή που παρέχεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο μπορεί να ζητείται για οποιονδήποτε από τους κατωτέρω σκοπούς:

α) τη διεξαγωγή αποδείξεων ή τη λήψη μαρτυρικών καταθέσεων·

β) την επίδοση δικογράφων·

γ) την εκτέλεση ενταλμάτων έρευνας και κατάσχεσης και δέσμευσης·

δ) την εξέταση αντικειμένων και χώρων·

ε) την παροχή πληροφοριών, αποδεικτικών στοιχείων και εμπειρογνωμοσύνης·

στ) την παροχή πρωτότυπων ή επικυρωμένων αντιγράφων σχετικών εγγράφων και αρχείων, όπως δημόσια, τραπεζικά, χρηματοοικονομικά, εταιρικά ή επαγγελματικά αρχεία·

ζ) τον εντοπισμό ή την παρακολούθηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, περιουσιακών στοιχείων, οργάνων ή άλλων μέσων για τη διεξαγωγή αποδείξεων·

(η) τη διευκόλυνση της εκούσιας εμφάνισης προσώπων στο συμβαλλόμενο μέρος που υποβάλλει την αίτηση· και

θ) για την παροχή κάθε άλλης συνδρομής που δεν αντίκειται στην εθνική νομοθεσία του αποδέκτη της αίτησης.

4. Το παρόν άρθρο δεν θίγει τις υποχρεώσεις βάσει καμίας άλλης διμερούς ή πολυμερούς συνθήκης, η οποία διέπει ή θα διέπει, συνολικά ή εν μέρει, την αμοιβαία νομική συνδρομή.

5. Οι παράγραφοι 6 έως 24 εφαρμόζονται, βάσει της αρχής της αμοιβαιότητας σε αιτήσεις που υποβάλλονται κατ' εφαρμογή του παρόντος άρθρου, εάν τα εν λόγω μέρη δεν δεσμεύονται από συνθήκη ή διακυβερνητική συμφωνία αμοιβαίας νομικής συνδρομής. Εάν τα μέρη δεσμεύονται από παρόμοια συνθήκη ή διακυβερνητική συμφωνία, εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις της εν λόγω συνθήκης ή διακυβερνητικής συμφωνίας, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν να εφαρμόσουν αντ' αυτών τις παραγράφους 6 έως 24. Ενθαρρύνονται έντονα τα μέρη να εφαρμόσουν αυτές τις παραγράφους, εάν διευκολύνουν τη συνεργασία.

6. Τα μέρη ορίζουν μια κεντρική αρχή που έχει την αρμοδιότητα και την εξουσία να λαμβάνει αιτήσεις αμοιβαίας νομικής συνδρομής και είτε να τις εκτελεί η ίδια είτε να τις διαβιβάζει για εκτέλεση στις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές. Όταν ένα συμβαλλόμενο μέρος έχει ειδική περιοχή ή έδαφος με χωριστό σύστημα αμοιβαίας νομικής συνδρομής, μπορεί να ορίσει μια χωριστή κεντρική αρχή που θα ασκεί την ίδια λειτουργία για την εν λόγω περιοχή ή το έδαφος. Οι κεντρικές αρχές διασφαλίζουν την ταχεία και ορθή εκτέλεση ή τη διαβίβαση των αιτήσεων που λαμβάνουν. Όταν η κεντρική αρχή διαβιβάζει την αίτηση προς εκτέλεση σε αρμόδια αρχή, ενθαρρύνει την ταχεία και ορθή εκτέλεση της αίτησης από την αρμόδια αρχή. Κάθε συμβαλλόμενος γνωστοποιεί την κεντρική αρχή που ορίζεται γι' αυτόν τον σκοπό στον προϊστάμενο της γραμματείας της σύμβασης κατά την προσχώρηση, την αποδοχή, την έγκριση, την τυπική επιβεβαίωση ή επικύρωση του παρόντος πρωτοκόλλου. Η διαβίβαση αιτήσεων αμοιβαίας νομικής συνδρομής και κάθε σχετικής ανακοίνωσης πραγματοποιείται μεταξύ των κεντρικών αρχών που ορίζονται από τα μέρη. Η απαίτηση αυτή ισχύει με την επιφύλαξη του δικαιώματος ενός μέρους να ζητεί να απευθύνονται σε αυτό οι εν λόγω αιτήσεις και ανακοινώσεις διά της διπλωματικής οδού και, σε επείγουσες περιστάσεις, εάν συμφωνούν τα μέρη, μέσω των κατάλληλων διεθνών οργανισμών, όταν αυτό είναι εφικτό.

7. Οι αιτήσεις υποβάλλονται εγγράφως ή, όταν είναι δυνατόν, με κάθε μέσο που παράγει γραπτό αποτύπωμα, σε γλώσσα αποδεκτή από τον συμβαλλόμενο αποδέκτη της αίτησης, με τους όρους που επιτρέπουν στον συμβαλλόμενο να διαπιστώσει την αυθεντικότητα του εγγράφου. Η γλώσσα ή οι γλώσσες που είναι αποδεκτές από το κάθε συμβαλλόμενο μέρος κοινοποιούνται στον προϊστάμενο της γραμματείας της σύμβασης κατά την προσχώρηση, αποδοχή, έγκριση, τυπική επιβεβαίωση ή επικύρωση του παρόντος πρωτοκόλλου. Σε επείγουσες περιστάσεις, και όταν υπάρχει συμφωνία μεταξύ των μερών, οι αιτήσεις μπορεί να υποβάλλονται προφορικά, αλλά στη συνέχεια πρέπει να επιβεβαιώνονται εγγράφως.

8. Μια αίτηση αμοιβαίας νομικής συνδρομής περιέχει:

α) τα στοιχεία της αιτούσας αρχής·

β) το αντικείμενο και τη φύση της έρευνας, δίωξης ή δικαστικής διαδικασίας την οποία αφορά η αίτηση, καθώς και το όνομα και τα καθήκοντα της αρχής η οποία διεξάγει την εν λόγω έρευνα, δίωξη ή δικαστική διαδικασία·

γ) περίληψη των σχετικών πραγματικών περιστατικών, εκτός από τις αιτήσεις με σκοπό την επίδοση δικογράφων·

δ) περιγραφή της αιτούμενης συνδρομής και στοιχεία τυχόν ειδικής διαδικασίας που επιθυμεί να ακολουθηθεί ο αιτών συμβαλλόμενος·

ε) αν είναι δυνατό, την ταυτότητα, τον τόπο και την εθνικότητα κάθε εμπλεκόμενου·

στ) τον σκοπό για τον οποίο ζητούνται τα αποδεικτικά στοιχεία, οι πληροφορίες ή η δράση· και

ζ) τις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας σχετικά με το ποινικό αδίκημα και την ποινή που αυτό επισύρει.

9. Ο συμβαλλόμενος αποδέκτης της αίτησης μπορεί να ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες, όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο για την εκτέλεση της αίτησης, σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, ή όταν μπορεί να διευκολύνει την εκτέλεση.

10. Μια αίτηση εκτελείται σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο του συμβαλλόμενου στον οποίο απευθύνεται, εφόσον δεν αντιβαίνει το εθνικό δίκαιο αυτού του συμβαλλόμενου και, εάν είναι δυνατόν, σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται στην αίτηση.

11. Ο αιτών συμβαλλόμενος δεν κοινοποιεί ούτε χρησιμοποιεί πληροφορίες ή αποδεικτικά στοιχεία που του παρέχει ο αποδέκτης της αίτησης για τη διενέργεια ερευνών, την άσκηση διώξεων ή τη διεξαγωγή δικαστικών διαδικασιών, εκτός από εκείνες που αναφέρονται στην αίτηση, χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση του συμβαλλόμενου-αποδέκτη της αίτησης. Καμία διάταξη της παρούσας παραγράφου δεν εμποδίζει τον αιτούντα να αποκαλύψει στο πλαίσιο των διαδικασιών του πληροφορίες ή αποδεικτικά στοιχεία απαλλακτικά για έναν κατηγορούμενο. Σε αυτή την περίπτωση, ο αιτών κοινοποιεί στον αποδέκτη της αίτησης πριν τη δημοσιοποίηση και, εάν ζητηθεί, συμβουλεύεται τον αποδέκτη της αίτησης. Εάν, σε έκτακτες περιστάσεις, δεν είναι δυνατή η εκ των προτέρων ειδοποίηση, ο αιτών συμβαλλόμενος ενημερώνει άμεσα τον αποδέκτη του αιτήματος σχετικά με τη δημοσιοποίηση.

12. Ο αιτών μπορεί να ζητήσει από τον αποδέκτη της αίτησης να μη γνωστοποιήσει το γεγονός και το αντικείμενο της αίτησης, παρά μόνο στον βαθμό που είναι αναγκαίο για την εκτέλεση της αίτησης. Εάν ο αποδέκτης της αίτησης δεν μπορεί να τηρήσει την απαίτηση της εμπιστευτικότητας, ενημερώνει άμεσα τον αιτούντα.

13. Εφόσον είναι δυνατό και σύμφωνο με τις θεμελιώδεις αρχές του εθνικού δικαίου, όταν ένα φυσικό πρόσωπο βρίσκεται στο έδαφος ενός συμβαλλόμενου μέρους και πρέπει να καταθέσει ως μάρτυρας ή εμπειρογνώμονας στις δικαστικές αρχές άλλου συμβαλλόμενου, ο πρώτος συμβαλλόμενος μπορεί, κατόπιν αιτήσεως του άλλου, να επιτρέψει τη διεξαγωγή της κατάθεσης με βιντεοδιάσκεψη, όταν δεν είναι εφικτό ή εάν το εν λόγω φυσικό πρόσωπο δεν επιθυμεί να εμφανιστεί αυτοπροσώπως στο έδαφος του αιτούντος συμβαλλόμενου. Τα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν να ληφθεί η κατάθεση από δικαστική αρχή του αιτούντος μέρους με την παρουσία δικαστικού λειτουργού του αποδέκτη της αίτησης.

14. Η αίτηση αμοιβαίας νομικής συνδρομής μπορεί να απορριφθεί:

α) εάν η αίτηση δεν υποβληθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο·

β) εάν ο συμβαλλόμενος στον οποίο απευθύνεται η αίτηση θεωρεί ότι η εκτέλεση της αίτησης μπορεί να θίξει την κυριαρχία, την ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή άλλα ζωτικά του συμφέροντα·

γ) εάν η εθνική νομοθεσία απαγορεύει στις αρχές του συμβαλλόμενου αποδέκτη της αίτησης να εκτελέσουν τη ζητούμενη ενέργεια για τυχόν παρόμοια αξιόποινη πράξη, σε περίπτωση που αυτή υποβαλλόταν σε έρευνα, δίωξη ή δικαστική διαδικασία υπό τη δική τους δικαιοδοσία·

δ) όταν η αίτηση αφορά αξιόποινη πράξη για την οποία η ανώτατη ποινή στον αποδέκτη της αίτησης είναι κατώτερη από δύο έτη φυλάκισης ή άλλες ποινές στερητικές της ελευθερίας ή, όταν, κατά την κρίση του αποδέκτη της αίτησης, η παροχή της συνδρομής θα συνεπαγόταν δυσανάλογα μεγάλη επιβάρυνση για τους πόρους της σε σχέση με τη σοβαρότητα της αξιόποινης πράξης·

ε) εάν θα ήταν αντίθετη με την έννομη τάξη του συμβαλλόμενου αποδέκτη η εκτέλεση της αίτησης για παροχή αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής.

15. Κάθε άρνηση παροχής αμοιβαίας νομικής συνδρομής πρέπει να αιτιολογείται.

16. Οι συμβαλλόμενοι δεν μπορούν να αρνηθούν την παροχή αμοιβαίας νομικής συνδρομής βάσει του παρόντος άρθρου με τη δικαιολογία του τραπεζικού απορρήτου.

17. Οι συμβαλλόμενοι δεν μπορούν να αρνηθούν αίτηση αμοιβαίας νομικής συνδρομής για τον αποκλειστικό λόγο ότι η αξιόποινη πράξη θεωρείται ότι αφορά και φορολογικά θέματα.

18. Τα μέρη μπορούν να αρνηθούν την παροχή αμοιβαίας νομικής συνδρομής βάσει του παρόντος άρθρου λόγω απουσίας διττού αξιόποινου. Εντούτοις, ο αποδέκτης της αίτησης μπορεί, εάν το κρίνει σκόπιμο, να παρέχει συνδρομή, στην έκταση που αποφασίζει και κατά τη διακριτική ευχέρειά του, ανεξάρτητα αν η πράξη θα συνιστούσε αδίκημα βάσει του εθνικού δικαίου του αποδέκτη της αίτησης.

19. Ο αποδέκτης της αίτησης εκτελεί το συντομότερο δυνατό την αίτηση αμοιβαίας νομικής συνδρομής και λαμβάνει υπόψη όσο το δυνατόν περισσότερο ενδεχόμενες προθεσμίες που προτείνει ο αιτών και για τις οποίες παρέχονται εξηγήσεις, κατά προτίμηση στην αίτηση. Ο αποδέκτης της αίτησης απαντά σε εύλογα αιτήματα του αιτούντος σχετικά με την πρόοδο του χειρισμού της αίτησής του. Ο αιτών ενημερώνει άμεσα τον αποδέκτη της αίτησης όταν δεν απαιτείται πλέον η ζητηθείσα συνδρομή.

20. Ο αποδέκτης της αίτησης μπορεί να αναβάλει την παροχή αμοιβαίας νομικής συνδρομής για τον λόγο ότι αυτή παρεμβάλλεται σε έρευνα, δίωξη ή δικαστική διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη.

21. Πριν απορρίψει μια αίτηση κατ' εφαρμογή της παραγράφου 14 ή αναβάλει την εκτέλεσή της κατ' εφαρμογή της παραγράφου 20, ο αποδέκτης της αίτησης διαβουλεύεται με τον αιτούντα για να εξετάσουν αν η συνδρομή μπορεί να παρασχεθεί με την επιφύλαξη όρων και προϋποθέσεων που κρίνονται αναγκαία. Εάν ο αιτών αποδεχθεί τη συνδρομή βάσει αυτών των όρων, συμμορφώνεται με τους όρους.

22. Το σύνηθες κόστος εκτέλεσης μιας αίτησης βαρύνει τον αποδέκτη της αίτησης, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά. Σε περίπτωση που, για την εκτέλεση της αίτησης, απαιτούνται ή πρόκειται να απαιτηθούν σημαντικές ή έκτακτες δαπάνες, τα μέρη διενεργούν διαβουλεύσεις για να καθορίσουν τους όρους και τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων θα εκτελεστεί η αίτηση, καθώς και τον τρόπο κάλυψης των εξόδων.

23. Σε περίπτωση αιτήσεως, ο αποδέκτης συμβαλλόμενος:

α) χορηγεί στον αιτούντα αντίγραφα δημόσιων αρχείων, εγγράφων ή δεδομένων που έχει στην κατοχή του τα οποία, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του, είναι διαθέσιμα στο ευρύ κοινό·

β) μπορεί, κατά τη διακριτική του ευχέρεια, να χορηγήσει στον αιτούντα το σύνολο ή μέρος, ή υπό τους όρους που θεωρεί αναγκαίους, των αντιγράφων δημόσιων αρχείων, εγγράφων ή δεδομένων που έχει στην κατοχή του τα οποία, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του, δεν είναι διαθέσιμα στο ευρύ κοινό.

24. Τα μέρη εξετάζουν, εφόσον είναι αναγκαίο, τη δυνατότητα σύναψης διμερών ή πολυμερών συμφωνιών ή διακανονισμών που θα εξυπηρετούσαν τους σκοπούς, ή θα έθεταν σε εφαρμογή ή θα ενίσχυαν τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 30

Έκδοση.

1.         Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στα ποινικά αδικήματα που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14 του παρόντος πρωτοκόλλου, όταν:

α) το πρόσωπο για το οποίο υποβάλλεται αίτηση έκδοσης βρίσκεται στο έδαφος του συμβαλλόμενου αποδέκτη της αίτησης·

β) το ποινικό αδίκημα για το οποίο ζητείται έκδοση τιμωρείται βάσει της εθνικής νομοθεσίας τόσο του αιτούντος όσο και του αποδέκτη της αίτησης· και

γ) η αξιόποινη πράξη επισύρει ανώτατη ποινή φυλάκισης ή άλλες στερητικές της ελευθερίας ποινές τουλάχιστον τεσσάρων ετών ή σοβαρότερη ποινή ή ποινή μικρότερης διάρκειας που αποτελεί αντικείμενο συμφωνίας μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών κατ’ εφαρμογή διμερών και πολυμερών συνθηκών ή άλλων διεθνών συμφωνιών.

2. Κάθε ποινικό αδίκημα στο οποίο εφαρμόζεται το παρόν άρθρο θεωρείται ότι περιλαμβάνεται ως αδίκημα υποκείμενο σε έκδοση σε κάθε συμφωνία έκδοσης μεταξύ των μερών. Τα μέρη δεσμεύονται να περιλαμβάνουν αυτά τα αδικήματα ως αδικήματα υποκείμενα σε έκδοση σε κάθε συμφωνία έκδοσης που πρόκειται να συνάψουν μεταξύ τους.

3. Εάν ένας συμβαλλόμενος ο οποίος θέτει ως προϋπόθεση για την έκδοση προσώπου την ύπαρξη συμφωνίας λάβει αίτηση έκδοσης από άλλον συμβαλλόμενο με τον οποίο δεν έχει συνάψει συμφωνία έκδοσης, μπορεί να θεωρήσει το παρόν πρωτόκολλο ως τη νομική βάση για την έκδοση όσον αφορά κάθε ποινικό αδίκημα στο οποίο εφαρμόζεται το παρόν άρθρο.

4. Τα μέρη τα οποία δεν θέτουν ως προϋπόθεση για έκδοση την ύπαρξη συμφωνίας αναγνωρίζουν τα ποινικά αδικήματα στα οποία εφαρμόζεται το παρόν άρθρο ως αδικήματα υποκείμενα σε έκδοση μεταξύ τους.

5. Η έκδοση υπόκειται στους όρους που ορίζει το εθνικό δίκαιο του αποδέκτη της αίτησης ή στις εφαρμοστέες συμφωνίες έκδοσης που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, όρους σχετικά με την απαίτηση ελάχιστης ποινής για την έκδοση και τους λόγους για τους οποίους ο αποδέκτης της αίτησης μπορεί να αρνηθεί την έκδοση.

6. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εθνικού τους δικαίου, τα μέρη καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να επισπεύδουν τις διαδικασίες έκδοσης και να απλουστεύουν τις απαιτήσεις ως προς τα αποδεικτικά στοιχεία για ποινικά αδικήματα στα οποία εφαρμόζεται το παρόν άρθρο.

7. Ένας συμβαλλόμενος στο έδαφος του οποίου είναι παρών εικαζόμενος αυτουργός, εάν δεν εκδώσει το εν λόγω πρόσωπο για ποινικό αδίκημα στο οποίο εφαρμόζεται το παρόν άρθρο για τον αποκλειστικό λόγο ότι το εν λόγω πρόσωπο είναι υπήκοός του, έχει υποχρέωση, εάν το ζητήσει ο συμβαλλόμενος που επιδιώκει την έκδοση, να παραπέμψει την υπόθεση χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στις αρμόδιες αρχές του για την άσκηση δίωξης. Οι εν λόγω αρχές εκδίδουν την απόφασή τους και διεξάγουν τις διαδικασίες τους κατά τον ίδιο τρόπο όπως και για κάθε άλλο αδίκημα παρόμοιας φύσης βάσει του εθνικού δικαίου του εν λόγω συμβαλλόμενου. Τα εμπλεκόμενα μέρη συνεργάζονται μεταξύ τους, ιδίως για διαδικαστικά θέματα και για τη διεξαγωγή των αποδείξεων, για να διασφαλίσουν την αποτελεσματικότητα αυτής της δίωξης.

8. Όταν επιτρέπεται σε έναν συμβαλλόμενο βάσει του εθνικού δικαίου του να εκδώσει ή να παραδώσει με άλλον τρόπο έναν υπήκοό του μόνο υπό την προϋπόθεση ότι το εν λόγω πρόσωπο θα επιστραφεί στη χώρα του για εκτίσει την ποινή που του επιβάλλεται ως αποτέλεσμα της δίκης ή διαδικασιών για τις οποίες ζητήθηκε η έκδοση ή η παράδοση του εν λόγω προσώπου και τα δύο μέρη συμφωνούν με αυτή την επιλογή και τους άλλους όρους που κρίνουν ενδεχομένως απαραίτητους, η εν λόγω υπό όρους έκδοση ή παράδοση είναι επαρκής για την τήρηση της υποχρέωσης που ορίζεται στην παράγραφο 7.

9. Εάν η έκδοση, που ζητείται για τους σκοπούς της επιβολής ποινής, απορριφθεί για τον λόγο ότι το καταζητούμενο πρόσωπο είναι υπήκοος του αποδέκτη της αίτησης, ο αποδέκτης της αίτησης, εάν το επιτρέπει το εθνικό του δίκαιο και σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω δικαίου, κατόπιν αιτήσεως του αιτούντος, εξετάζει τη δυνατότητα έκτισης της ποινής που επιβλήθηκε βάσει του εθνικού δικαίου του αιτούντος, ή την εκτέλεση της υπόλοιπης ποινής.

10. Κάθε πρόσωπο σε βάρος του οποίου διεξάγονται διαδικασίες σε σχέση με ποινικό αδίκημα στο οποίο εφαρμόζεται το παρόν άρθρο απολαμβάνει εγγυημένη δίκαιη μεταχείριση σε όλα τα στάδια των διαδικασιών, με όλα τα δικαιώματα και τις εγγυήσεις που παρέχει το εθνικό δίκαιο του συμβαλλόμενου στο έδαφος του οποίου βρίσκεται το εν λόγω πρόσωπο.

11. Καμία διάταξη του παρόντος πρωτοκόλλου δεν ερμηνεύεται κατά τρόπο που να επιβάλλει υποχρέωση έκδοσης, εάν ο αποδέκτης της αίτησης έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι η αίτηση υποβάλλεται με σκοπό τη δίωξη ή την τιμωρία ενός προσώπου λόγω φύλου, φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, εθνοτικής προέλευσης ή πολιτικών πεποιθήσεων ή ότι η ικανοποίηση της αίτησης θα μπορούσε να προκαλέσει ζημία στο εν λόγω πρόσωπο για οποιονδήποτε από τους ανωτέρω λόγους.

12. Τα μέρη δεν μπορούν να αρνηθούν αίτηση έκδοσης για τον αποκλειστικό λόγο ότι το αδίκημα θεωρείται ότι ενέχει και φορολογικές πτυχές.

13. Πριν αρνηθεί την έκδοση, ο αποδέκτης της αίτησης διαβουλεύεται, κατά περίπτωση, με τον αιτούντα για να του παράσχει ευρεία δυνατότητα να καταθέσει τη γνώμη του και πληροφορίες σχετικά με τον ισχυρισμό του.

14. Τα μέρη επιδιώκουν να συνάπτουν διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες ή διακανονισμούς για την εκτέλεση ή τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της έκδοσης. Όταν τα μέρη δεσμεύονται με υφιστάμενη συμφωνία ή διακυβερνητικό διακανονισμό, εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις της εν λόγω συμφωνίας ή διακυβερνητικού διακανονισμού, εκτός εάν οι συμβαλλόμενοι συμφωνήσουν να εφαρμόσουν αντ' αυτής τις παραγράφους 1 έως 13.

Άρθρο 31

Μέτρα για την εξασφάλιση της έκδοσης

1. Με την επιφύλαξη του εθνικού του δικαίου και τις συμφωνίες έκδοσης που έχει συνάψει, ο αποδέκτης της αίτησης μπορεί, εάν θεωρεί ότι το δικαιολογούν οι περιστάσεις και υπάρχει επείγουσα ανάγκη και σχετικό αίτημα του αιτούντος συμβαλλόμενου, να θέσει υπό προσωρινή κράτηση πρόσωπο του οποίου ζητείται η έκδοση και το οποίο βρίσκεται στο έδαφός του, ή να λάβει άλλα αναγκαία μέτρα που θα εξασφαλίσουν την παρουσία του στις διαδικασίες έκδοσης.

2. Τα μέτρα που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1 κοινοποιούνται, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, κατά περίπτωση και χωρίς καθυστέρηση, στον αιτούντα συμβαλλόμενο.

3. Κάθε πρόσωπο για το οποίο λαμβάνονται μέτρα σύμφωνα με την παράγραφο 1, έχει δικαίωμα:

α) να επικοινωνήσει άμεσα με τον πλησιέστερο κατάλληλο εκπρόσωπο του κράτους του οποίου είναι υπήκοος ή, εάν είναι άπατρις, του κράτους στο έδαφος του οποίου διαμένει συνήθως το εν λόγω πρόσωπο·

β) να τον επισκεφθεί εκπρόσωπος του εν λόγω κράτους.

ΜΕΡΟΣ VI: ΥΠΟΒΟΛΗ ΕΚΘΕΣΕΩΝ

Άρθρο 32

Υποβολή εκθέσεων και ανταλλαγή πληροφοριών

1. Κάθε συμβαλλόμενος υποβάλλει στη διάσκεψη των μερών, μέσω της γραμματείας της σύμβασης, περιοδικές εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος πρωτοκόλλου.

2. Το μορφότυπο και το περιεχόμενο αυτών των εκθέσεων καθορίζεται από τη διάσκεψη των μερών. Οι εν λόγω εκθέσεις αποτελούν μέρος του μέσου τακτικής υποβολής εκθέσεων της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού.

3. Το αναφερόμενο στην παράγραφο 1 περιεχόμενο των περιοδικών εκθέσεων, καθορίζεται αφού ληφθούν υπόψη, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

α) οι πληροφορίες σχετικά με νομοθετικά, εκτελεστικά, διοικητικά ή άλλα μέτρα που λαμβάνονται για την εφαρμογή του παρόντος πρωτοκόλλου·

β) οι πληροφορίες, κατά περίπτωση, για ενδεχόμενους περιορισμούς ή εμπόδια που αντιμετωπίστηκαν κατά την εφαρμογή του εν λόγω πρωτοκόλλου, καθώς και για τα μέτρα που λαμβάνονται για την άρση αυτών των εμποδίων·

γ) οι πληροφορίες, κατά περίπτωση, για τη χρηματοδοτική και τεχνική βοήθεια που έχει χορηγηθεί, εισπραχθεί ή ζητηθεί για δραστηριότητες που σχετίζονται με την εξάλειψη του αθέμιτου εμπορίου των προϊόντων καπνού· και

δ) οι πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 20.

Εάν έχουν ήδη συγκεντρωθεί δεδομένα στο πλαίσιο του μηχανισμού αναφοράς της διάσκεψης των μερών, η σύνοδος των μερών δεν επαναλαμβάνει αυτές τις προσπάθειες.

4. Η σύνοδος των μερών, κατ' εφαρμογή των άρθρων 33 και 36, εξετάζει τη δυνατότητα ρυθμίσεων που βοηθούν τις συμβαλλόμενες αναπτυσσόμενες χώρες και τις χώρες με οικονομία σε μεταβατικό στάδιο, εάν το ζητήσουν, να τηρήσουν τις υποχρεώσεις τους βάσει του παρόντος άρθρου.

5. Η υποβολή των πληροφοριών βάσει των εν λόγω άρθρων υπόκειται στο εθνικό δίκαιο σχετικά με την εμπιστευτικότητα και την ιδιωτική ζωή. Τα μέρη προστατεύουν, βάσει αμοιβαίας συμφωνίας, τυχόν εμπιστευτικές πληροφορίες που υποβάλλονται ή ανταλλάσσονται.

ΜΕΡΟΣ VII : Θεσμικές ρυθμίσεις και χρηματοδοτικοι πόροι

Άρθρο 33

Σύνοδος των μερών

1. Θεσπίζεται σύνοδος των μερών. Η πρώτη συνεδρίαση της συνόδου των μερών συγκαλείται από τη γραμματεία της σύμβασης αμέσως πριν ή αμέσως μετά την επόμενη τακτική συνεδρίαση της διάσκεψης των μερών μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου.

2. Μετέπειτα, η γραμματεία τη σύμβασης συγκαλεί τακτικές συνεδριάσεις της συνόδου των μερών, αμέσως πριν η αμέσως μετά τις τακτικές συνεδριάσεις της διάσκεψης των μερών.

3. Συγκαλούνται έκτακτες συνεδριάσεις της συνόδου των μερών όποτε η σύνοδος το κρίνει απαραίτητο ή μετά από γραπτό αίτημα οποιουδήποτε μέρους, υπό την προϋπόθεση ότι, εντός έξι μηνών από την κοινοποίηση του αιτήματος στα μέρη από τη γραμματεία της Σύμβασης, το αίτημα υποστηρίζεται τουλάχιστον από το ένα τρίτο των συμβαλλομένων μερών.

4. Ο εσωτερικός κανονισμός και οι δημοσιονομικές διατάξεις της διάσκεψης των μερών της σύμβασης - πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού εφαρμόζονται, κατ' αναλογία, στη σύνοδο των μερών, εκτός εάν η σύνοδος των μερών αποφασίσει διαφορετικά.

5. Η σύνοδος των μερών επανεξετάζει σε τακτά διαστήματα την εφαρμογή του πρωτοκόλλου και λαμβάνει τις αναγκαίες αποφάσεις για την προώθηση της αποτελεσματικής εφαρμογής του.

6. Η σύνοδος των μερών αποφασίζει σχετικά με την κλίμακα και τον μηχανισμό των προαιρετικών συνεισφορών των μερών του πρωτοκόλλου για τη λειτουργία του παρόντος πρωτοκόλλου καθώς και άλλους πιθανούς πόρους για την εφαρμογή του.

7. Σε κάθε τακτική συνεδρίαση, η σύνοδος των μερών εγκρίνει με ομοφωνία προϋπολογισμό και σχέδιο εργασίας για την οικονομική περίοδο μέχρι την επόμενη τακτική συνεδρίαση, τα οποία είναι διαφορετικά από τον προϋπολογισμό και το πρόγραμμα εργασίας της σύμβασης- πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού.

Άρθρο 34

Γραμματεία

1. Η γραμματεία της σύμβασης είναι η γραμματεία του παρόντος πρωτοκόλλου.

2. Η γραμματεία της σύμβασης ασκεί τα ακόλουθα καθήκοντα με την ιδιότητα της γραμματείας του παρόντος πρωτοκόλλου:

α) ρυθμίζει τις συνεδριάσεις της συνόδου των μερών και, ενδεχομένως, επικουρικών οργάνων καθώς και ομάδων εργασίας και άλλων οργάνων που συγκροτούνται από τη σύνοδο των μερών και τους παρέχει τις αναγκαίες υπηρεσίες·

β) λαμβάνει, αναλύει, διαβιβάζει και παρέχει υλικό ανάδρασης στα ενδιαφερόμενα μέρη, κατά τα απαιτούμενα, και προς τη σύνοδο των μερών σχετικά με τις εκθέσεις που λαμβάνει σύμφωνα με το παρόν πρωτόκολλο και διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των μερών·

γ) παρέχει βοήθεια στα μέρη, ιδιαίτερα τις συμβαλλόμενες αναπτυσσόμενες χώρες και τα συμβαλλόμενα μέρη με οικονομίες σε μεταβατικό στάδιο, κατόπιν αιτήσεως, με τη συλλογή, κοινοποίηση και ανταλλαγή των αναγκαίων πληροφοριών σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος πρωτοκόλλου, και συνδρομή για τον εντοπισμό διαθέσιμων πόρων, προκειμένου να διευκολύνει την τήρηση των υποχρεώσεων δυνάμει του παρόντος πρωτοκόλλου·

δ) συντάσσει εκθέσεις των δραστηριοτήτων της βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου υπό την καθοδήγηση της συνόδου και τις υποβάλλει στη σύνοδο των μερών·

ε) διασφαλίζει, υπό την καθοδήγηση της συνόδου των μερών, τον αναγκαίο συντονισμό με τους αρμόδιους διεθνείς και περιφερειακούς διακυβερνητικούς οργανισμούς και άλλους φορείς·

στ) συνάπτει, υπό την καθοδήγηση της συνόδου των μερών, τις διοικητικές ή συμβατικές ρυθμίσεις που ενδέχεται να απαιτούνται για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων της ως γραμματείας του παρόντος πρωτοκόλλου·

ζ) λαμβάνει και εξετάζει τις αιτήσεις διακυβερνητικών και μη κυβερνητικών οργανισμών που επιθυμούν να διαπιστευθούν ως παρατηρητές της συνόδου των μερών, αφού βεβαιωθεί παράλληλα ότι δεν συνδέονται με την καπνοβιομηχανία, και υποβάλλει τις αναθεωρημένες αιτήσεις στη σύνοδο των μερών προς εξέταση· και

η) εκτελεί άλλα γραμματειακά καθήκοντα που ορίζονται στο παρόν πρωτόκολλο και άλλα καθήκοντα που ενδέχεται να ορίσει η σύνοδος των μερών.

Άρθρο 35

Σχέσεις μεταξύ της συνόδου των μερών και διακυβερνητικών οργανισμών

Για την παροχή τεχνικής και χρηματοδοτικής συνεργασίας για την επίτευξη του στόχου του παρόντος πρωτοκόλλου, οι σύνοδοι των μερών μπορούν να ζητήσουν τη συνεργασία αρμόδιων διεθνών και περιφερειακών διακυβερνητικών οργανισμών, περιλαμβανομένων χρηματοπιστωτικών και αναπτυξιακών οργανισμών.

Άρθρο 36

Χρηματοδοτικοί πόροι

1. Τα μέρη αναγνωρίζουν τον σημαντικό ρόλο των χρηματοδοτικών πόρων στην επίτευξη του στόχου παρόντος πρωτοκόλλου και αναγνωρίζουν τη σημασία του άρθρου 26 της σύμβασης πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού για την επίτευξη των στόχων της σύμβασης.

2. Κάθε συμβαλλόμενος χορηγεί χρηματοδοτική στήριξη για τις εθνικές δραστηριότητές του για την επίτευξη των στόχων του παρόντος πρωτοκόλλου, σύμφωνα με τα εθνικά σχέδια, τις προτεραιότητες και τα προγράμματά του.

3. Τα μέρη προωθούν τη χρήση διμερών, περιφερειακών, υποπεριφερειακών και, κατά περίπτωση, άλλων πολυμερών διαύλων για τη χορήγηση χρηματοδότησης για την ενίσχυση της ικανότητας των συμβαλλόμενων αναπτυσσόμενων χωρών και μερών με οικονομίες σε μεταβατικό στάδιο για την επίτευξη των στόχων του παρόντος πρωτοκόλλου.

4. Με την επιφύλαξη του άρθρου 18, ενθαρρύνονται τα μέρη, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο και τις πολιτικές τους και, όταν είναι απαραίτητο, να χρησιμοποιούν κατασχεμένα έσοδα που προέρχονται από το παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής για την επίτευξη των στόχων του παρόντος πρωτοκόλλου.

5. Τα μέρη που εκπροσωπούνται σε συναφείς περιφερειακούς και διεθνείς διακυβερνητικούς οργανισμούς και χρηματοπιστωτικούς και αναπτυξιακούς οργανισμούς ενθαρρύνουν αυτές τις οντότητες να χορηγούν χρηματοδοτική συνδρομή για να βοηθήσουν τις συμβαλλόμενες αναπτυσσόμενες χώρες και τα μέρη με οικονομίες σε μεταβατικό στάδιο να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου, χωρίς να περιορίζουν τα δικαιώματα συμμετοχής σε αυτούς τους οργανισμούς.

6. Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ότι:

α) για να βοηθηθούν τα μέρη να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με το παρόν πρωτόκολλο, θα πρέπει να συγκεντρώνονται και να χρησιμοποιούνται όλοι οι πιθανοί και υφιστάμενοι πόροι που διατίθενται για δραστηριότητες που συνδέονται με τον στόχο του παρόντος πρωτοκόλλου, προς όφελος όλων των μερών, ιδίως των συμβαλλόμενων αναπτυσσόμενων χωρών και μερών με οικονομίες μετάβασης·

β) η γραμματεία της σύμβασης παρέχει σε συμβαλλόμενες αναπτυσσόμενες χώρες και σε συμβαλλόμενους με οικονομίες σε μεταβατικό στάδιο, εάν το ζητήσουν, συμβουλές σχετικά με τις διαθέσιμες πηγές χρηματοδότησης για να τους διευκολύνει να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου.

7. Τα μέρη μπορούν να ζητήσουν από την καπνοβιομηχανία να επιβαρυνθεί με τα έξοδα που συνδέονται με τις υποχρεώσεις ενός συμβαλλόμενου να επιτύχει τους στόχους του παρόντος πρωτοκόλλου, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού.

8. Τα μέρη καταβάλλουν προσπάθεια, με την επιφύλαξη του εθνικού δικαίου τους, να επιτύχουν την αυτοχρηματοδότηση της εφαρμογής του πρωτοκόλλου και μέσω της είσπραξης φόρων και άλλων επιβαρύνσεων σε προϊόντα καπνού.

ΜΕΡΟΣ VIII: ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Άρθρο 37

Επίλυση διαφορών

Η επίλυση των διαφορών μεταξύ των μερών σχετικά με την ερμηνεία ή την εφαρμογή του παρόντος πρωτοκόλλου διέπεται από το άρθρο 27 της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού.

ΜΕΡΟΣ IX: Ανάπτυξη του πρωτοκόλλου

Άρθρο 38

Τροποποιήσεις του πρωτοκόλλου

1. Κάθε συμβαλλόμενος μπορεί να προτείνει τροποποιήσεις του παρόντος πρωτοκόλλου.

2. Οι τροποποιήσεις του παρόντος πρωτοκόλλου εξετάζονται και εγκρίνονται από τη σύνοδο των μερών. Το κείμενο κάθε προτεινόμενης τροποποίησης του παρόντος πρωτοκόλλου κοινοποιείται στα μέρη από τη γραμματεία της σύμβασης τουλάχιστον έξι μήνες πριν τη συνεδρίαση στην οποία υποβάλλεται για έγκριση. Η γραμματεία της σύμβασης κοινοποιεί επίσης τις προτεινόμενες τροποποιήσεις στα μέρη που έχουν υπογράψει το παρόν πρωτόκολλο και, για ενημέρωση, στον θεματοφύλακα.

3. Τα μέρη καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια να καταλήξουν σε ομόφωνη απόφαση για κάθε προτεινόμενη τροποποίηση του παρόντος πρωτοκόλλου. Εάν εξαντληθούν όλες οι προσπάθειες για την επίτευξη ομοφωνίας και δεν επιτευχθεί, η τροποποίηση εγκρίνεται, ως έσχατη λύση, από την πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών που είναι παρόντα και ψηφίζουν στη συνεδρίαση. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, με τον όρο «παρόντα και ψηφίζοντα μέρη» νοούνται τα μέρη που είναι παρόντα και αποθέτουν θετική ή αρνητική ψήφο. Η γραμματεία της σύμβασης διαβιβάζει κάθε εγκριθείσα τροπολογία στον θεματοφύλακα ο οποίος την κοινοποιεί σε όλα τα μέρη προς αποδοχή.

4. Τα μέσα αποδοχής μιας τροποποίησης κατατίθενται στον θεματοφύλακα. Τροποποίηση που εγκρίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 τίθεται σε ισχύ για τα μέρη που την έχουν αποδεχτεί την 90ή ημέρα από την ημερομηνία παραλαβής από τον θεματοφύλακα της πράξης αποδοχής τουλάχιστον από τα δύο τρίτα των μερών.

5. Η τροποποίηση τίθεται σε ισχύ για όλους τους άλλους συμβαλλόμενους την 90ή ημέρα από την ημερομηνία κατά την οποία το εν λόγω μέρος καταθέτει στον θεματοφύλακα την πράξη του αποδοχής της εν λόγω τροποποίησης.

Άρθρο 39

Έκδοση και τροποποίηση παραρτημάτων του παρόντος πρωτοκόλλου

1. Κάθε συμβαλλόμενος μπορεί να υποβάλει προτάσεις για παράρτημα του παρόντος πρωτοκόλλου και να προτείνει τροποποιήσεις των παραρτημάτων του παρόντος πρωτοκόλλου.

2. Τα παραρτήματα περιορίζονται σε καταλόγους, έντυπα και κάθε άλλο περιγραφικό υλικό που αφορά διαδικαστικά, επιστημονικά, τεχνικά ή διοικητικά θέματα.

3. Τα παραρτήματα του παρόντος πρωτοκόλλου και οι τροποποιήσεις τους προτείνονται, εγκρίνονται και τίθενται σε ισχύ σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 38.

ΜΕΡΟΣ X: ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 40

Επιφυλάξεις

Το παρόν πρωτόκολλο δεν επιδέχεται επιφυλάξεων.

Άρθρο 41

Παραίτηση

1. Ανά πάσα στιγμή μετά την παρέλευση δύο ετών από την ημερομηνία κατά την οποία έχει τεθεί σε ισχύ το παρόν πρωτόκολλο για έναν συμβαλλόμενο, ο εν λόγω συμβαλλόμενος μπορεί να παραιτηθεί από το πρωτόκολλο με γραπτή ειδοποίηση στον θεματοφύλακα.

2. Κάθε παραίτηση αρχίζει να ισχύει κατά τη λήξη ενός έτους από την ημερομηνία παραλαβής από τον θεματοφύλακα της κοινοποίησης της παραίτησης ή από μεταγενέστερη ημερομηνία η οποία ορίζεται στην ειδοποίηση παραίτησης.

3. Κάθε συμβαλλόμενος που παραιτείται από τη σύμβαση-πλαίσιο του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού θεωρείται ότι παραιτείται και από το παρόν πρωτόκολλο, με ισχύ από την ημερομηνία παραίτησής του από τη σύμβαση-πλαίσιο του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού.

Άρθρο 42

Δικαίωμα ψήφου

1. Κάθε μέρος του παρόντος πρωτοκόλλου έχει μία ψήφο, εκτός από την πρόβλεψη της παραγράφου 2.

2. Οι περιφερειακοί οργανισμοί οικονομικής ολοκλήρωσης, για θέματα της αρμοδιότητάς τους, ασκούν το δικαίωμα ψήφου με αριθμό ψήφων ίσο προς τον αριθμό των κρατών μελών τους που είναι μέρη του παρόντος πρωτοκόλλου. Οι οργανισμοί αυτοί δεν μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμα ψήφου, εάν κάποιο από τα κράτη μέλη τους ασκήσει το δικαίωμα ψήφου του και αντιστρόφως.

Άρθρο 43

Υπογραφή

Το πρωτόκολλο είναι ανοικτό για υπογραφή από όλα τα μέρη της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού στην έδρα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας στη Γενεύη από τις 10 έως τις 11 Ιανουαρίου 2013 και μετέπειτα στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη έως τις 9 Ιανουαρίου 2014.

Άρθρο 44

Κύρωση, αποδοχή, έγκριση, τυπική επιβεβαίωση ή προσχώρηση

1. Το παρόν πρωτόκολλο υπόκειται στην κύρωση, αποδοχή, έγκριση ή προσχώρηση των κρατών και την τυπική επιβεβαίωση ή την προσχώρηση των οργανισμών περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης που είναι συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού. Είναι ανοικτό για προσχώρηση από την επομένη της ημερομηνίας λήξης της προθεσμίας υπογραφής του πρωτοκόλλου. Οι πράξεις κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης, τυπικής επιβεβαίωσης ή προσχώρησης κατατίθενται στον θεματοφύλακα.

2. Κάθε οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης που γίνεται συμβαλλόμενο μέρος, χωρίς να είναι συμβαλλόμενο μέρος κανένα από τα κράτη μέλη του, δεσμεύεται από όλες τις υποχρεώσεις βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου. Όσον αφορά τους οργανισμούς ένα ή περισσότερα κράτη μέλη των οποίων είναι συμβαλλόμενα μέρη, ο οργανισμός και τα κράτη μέλη του αποφασίζουν σχετικά με τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους για την τήρηση των υποχρεώσεών τους βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου. Στις περιπτώσεις αυτές, ο οργανισμός και τα κράτη μέλη του δεν δικαιούνται να ασκούν ταυτοχρόνως δικαιώματα δυνάμει του παρόντος Πρωτοκόλλου.

3. Οι οργανισμοί περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης δηλώνουν, στις πράξεις τους για την τυπική επιβεβαίωση ή στις πράξεις προσχώρησής τους, την έκταση της αρμοδιότητάς τους όσον αφορά τα θέματα που διέπονται από το παρόν πρωτόκολλο. Οι οργανισμοί αυτοί ενημερώνουν επίσης τον θεματοφύλακα, ο οποίος με τη σειρά του ενημερώνει τα μέρη για κάθε ουσιαστική τροποποίηση όσον αφορά την αρμοδιότητά τους.

Άρθρο 45

Έναρξη ισχύος

1. Το παρόν πρωτόκολλο αρχίζει να ισχύει την 90ή ημέρα από την ημερομηνία κατάθεσης στον θεματοφύλακα της 40ής πράξης κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης, τυπικής επιβεβαίωσης ή προσχώρησης.

2. Για κάθε συμβαλλόμενο της σύμβασης-πλαισίου του ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού που επικυρώνει, αποδέχεται, εγκρίνει ή επιβεβαιώνει τυπικά το παρόν πρωτόκολλο ή προσχωρεί σε αυτό, αφού εκπληρώσει τους όρους που ορίζονται στην παράγραφο 1 για την έναρξη της ισχύος, το παρόν πρωτόκολλο αρχίζει να ισχύει την ενενηκοστή ημέρα από την ημερομηνία κατάθεσης της πράξης επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης, προσχώρησης ή τυπικής επιβεβαίωσής του.

3. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, καμία νομική πράξη που κατατίθεται από έναν οργανισμό περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης δεν προστίθεται στα μέσα που έχουν ήδη καταθέσει τα κράτη μέλη του εν λόγω οργανισμού.

Άρθρο 46

Θεματοφύλακας

Ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών εκτελεί χρέη Θεματοφύλακα του παρόντος Πρωτοκόλλου.

Άρθρο 47

Αυθεντικά κείμενα

Το πρωτότυπο της παρούσας σύμβασης, της οποίας η αραβική, η κινεζική, η αγγλική, η γαλλική, η ρωσική και η ισπανική έκδοση θεωρούνται εξίσου αυθεντικές, κατατίθεται στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.

[1]               ΕΕ L 312 της 15.6.2004, σ. 8.

[2]               ΕΕ L 172 της 5.7.2001, σ. 1.

[3]               ΕΕ L 190 της 18.7.2002, σ. 1.

[4]               ΕΕ L 196 της 2.8.2003, σ. 45.

[5]               ΕΕ L 328 της 2.11.2006, σ. 59.

[6]               Πράξη 2000/C 197/01 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 2000, για την κατάρτιση, σύμφωνα με το άρθρο 34 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, της σύμβασης για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ΕΕ C 197 της 12.7.2000, σ. 1.

[7]               ΕΕ L 323 της 10.7.2009, σ. 20.

[8]               ΕΕ C 24 της 23.01.1998, σ.1.

[9]               ΕΕ L 386 της 29.12.2006, σ. 89.

[10]             ΕΕ L 312 της 15.6.2004, σ. 8.

[11]             Τα μέρη μπορούν να παραπέμπουν στο εναρμονισμένο σύστημα περιγραφής και κωδικοποίησης των εμπορευμάτων του Παγκόσμιου Οργανισμού Τελωνείων για τον σκοπό αυτό, κατά περίπτωση.

[12]             Κατά περίπτωση, με τον όρο εθνικός ή εσωτερικός νοούνται επίσης και οι περιφερειακοί οργανισμοί οικονομικής ολοκλήρωσης.

[13]             Ασφαλής ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ δύο μερών είναι ανθεκτική στην υποκλοπή και παραβίαση. Με άλλους όρους, τα στοιχεία που ανταλλάσσονται μεταξύ των δύο μερών δεν μπορούν να αναγνωσθούν ούτε να τροποποιηθούν από έναν τρίτο.