19.9.2013   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 271/86


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εποπτεία της αγοράς προϊόντων και για την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 89/686/ΕΟΚ και 93/15/ΕΟΚ, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 94/9/ΕΚ, 94/25/ΕΚ, 95/16/ΕΚ, 97/23/ΕΚ, 1999/5/ΕΚ, 2000/9/ΕΚ, 2000/14/ΕΚ, 2001/95/ΕΚ, 2004/108/ΕΚ, 2006/42/ΕΚ, 2006/95/ΕΚ, 2007/23/ΕΚ, 2008/57/ΕΚ, 2009/48/ΕΚ, 2009/105/ΕΚ, 2009/142/ΕΚ, 2011/65/ΕΕ και των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 305/2011, (ΕΚ) αριθ. 764/2008 και (ΕΚ) αριθ. 765/2008»

COM(2013) 75 final — 2013/0048 (COD)

2013/C 271/16

Γενικός εισηγητής: ο κ. Jacques LEMERCIER

Στις 8 και 12 Μαρτίου 2013 αντιστοίχως, και σύμφωνα με το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισαν να ζητήσουν γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εποπτεία της αγοράς προϊόντων και για την τροποποίηση των οδηγιών 89/686/ΕΟΚ και 93/15/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 94/9/ΕΚ, 94/25/ΕΚ, 95/16/ΕΚ, 97/23/ΕΚ, 1999/5/ΕΚ, 2000/9/ΕΚ, 2000/14/ΕΚ, 2001/95/ΕΚ, 2004/108/ΕΚ, 2006/42/ΕΚ, 2006/95/ΕΚ, 2007/23/ΕΚ, 2008/57/ΕΚ, 2009/48/ΕΚ, 2009/105/ΕΚ, 2009/142/ΕΚ, 2011/65/ΕΕ, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 305/2011, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 764/2008 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008»

COM(2013) 75 final — 2013/0048 (COD).

Στις 12 Φεβρουαρίου 2013, το Προεδρείο της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ανέθεσε στο ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» τις σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες.

Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα των εργασιών, κατά την 490ή σύνοδο ολομέλειας, της 22ας και 23ης Μαΐου 2013 (συνεδρίαση της 22ας Μαΐου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή όρισε γενικό εισηγητή τον κ. Jacques LEMERCIER και υιοθέτησε με 116 ψήφους υπέρ και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η ΕΟΚΕ επικροτεί τις διατάξεις του προτεινόμενου κανονισμού. Οι ισχύουσες διατάξεις για την εποπτεία της αγοράς και τον έλεγχο των προϊόντων είναι υπερβολικά διάσπαρτες σε πολλά κείμενα, σε διαφορετικά περιεχόμενα, πράγμα το οποίο δυσχεραίνει αδικαιολόγητα το έργο των εποπτικών αρχών και των κατασκευαστών, καθώς και των ενώσεων των καταναλωτών και των οργανώσεων των εργαζομένων. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την κατάργηση των προηγούμενων κάθετων διατάξεων προκειμένου να ομαδοποιηθούν σε έναν οριζόντιο, ενιαίο και ενισχυμένο κανονισμό.

1.2

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τη νομική βάση, κρίνει εντούτοις απαραίτητο να γίνει επίσης αναφορά στο άρθρο 12 της ΣλΕΕ στο οποίο διευκρινίζεται ότι η προστασία των καταναλωτών αποτελεί εγκάρσια πολιτική η οποία πρέπει να «λαμβάνεται υπόψη κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή άλλων πολιτικών και δραστηριοτήτων της Ένωσης».

1.3

Το προτεινόμενο μέσο είναι ο κανονισμός. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι είναι η πλέον ενδεδειγμένη μορφή για τη διευκόλυνση της συνεργασίας και των ανταλλαγών μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ των κρατών μελών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θεωρεί ότι η δέσμη μέτρων που προτείνει η Επιτροπή πληροί τις απαιτήσεις της αναλογικότητας και της επικουρικότητας, που ορίζουν οι Συνθήκες. Τα κράτη μέλη διατηρούν την πλήρη ευθύνη της εποπτείας των εθνικών αγορών τους και των ελέγχων στα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης, οφείλουν δε να εξασφαλίζουν τη χρηματοδότηση των σχετικών δράσεων.

1.4

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τη δήλωση της Επιτροπής σύμφωνα με την οποία τα προϊόντα που κυκλοφορούν στην Ένωση πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις που εγγυώνται υψηλό επίπεδο προστασίας του δημόσιου συμφέροντος, όπως είναι η υγεία και η ασφάλεια γενικά, η υγεία και η ασφάλεια στον χώρο εργασίας, η προστασία των καταναλωτών, η προστασία του περιβάλλοντος και η δημόσια ασφάλεια.

1.5

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η τήρηση του απορρήτου των μυστικών της παραγωγής ή του εμπορικού απορρήτου δεν πρέπει να παρακωλύει την κοινοποίηση προειδοποιήσεων όταν κρίνεται ότι ένα από τα συστατικά ενός προϊόντος ενδέχεται να έχει αντίκτυπο στην υγεία ή στην ασφάλεια των χρηστών. Συνεπώς, η αδιάλειπτη χρήση του συστήματος RAPEX, το οποίο έχει θεσπιστεί για την προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος έναντι των ιδιωτικών συμφερόντων, θα πρέπει να συνεχίσει να εξασφαλίζεται από τις αρχές εποπτείας και ελέγχου.

1.6

Τα άτομα που είναι μέλη ή εργαζόμενοι των αρχών εποπτείας και των τελωνείων θα πρέπει να διαθέτουν όλα τα απαραίτητα εχέγγυα τιμιότητας και ανεξαρτησίας και να προστατεύονται από πιθανές απόπειρες άσκησης πίεσης ή διαφθοράς κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Τα άτομα που αναφέρουν ελαττώματα ή κινδύνους που συνδέονται με ένα προϊόν θα πρέπει να προστατεύονται, κυρίως μάλιστα έναντι διώξεων, ενώ πρέπει να τηρείται το απόρρητο της ταυτότητάς τους.

1.7

Η ΕΟΚΕ ζητά να συμπεριληφθεί στον προτεινόμενο κανονισμό η νομική βάση για μια πανευρωπαϊκή βάση δεδομένων για τους τραυματισμούς (IDB), η οποία θα πρέπει να θεωρείται ως ένας τρίτος πυλώνας του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών για την εποπτεία της αγοράς της ΕΕ που θα συμπληρώνει το RAPEX και το ICSMS.

1.8

Τέλος, η ΕΟΚΕ εκφράζει την έντονη επιθυμία να συμπεριληφθεί στους αποδέκτες των περιοδικών εκθέσεων που η Επιτροπή θα καταρτίζει ανά πενταετία για την παρακολούθηση της εφαρμογής του κανονισμού.

2.   Εισαγωγή: οι προτάσεις της Επιτροπής

2.1

Η καλύτερη νομοθεσία για την ασφάλεια των προϊόντων και η εναρμόνιση των κανόνων στην εσωτερική αγορά δεν αρκούν για να παρέχουν απόλυτες εγγυήσεις ασφάλειας στους καταναλωτές για τα προϊόντα κατανάλωσης και στους εργαζόμενους για τα προϊόντα που προορίζονται για επαγγελματική χρήση.

2.2

Όπως προκύπτει από τα πρόσφατα σκάνδαλα, οι απάτες για την αύξηση των κερδών ή τη μείωση του κόστους παραγωγής παραμένουν επίκαιρες στην Ευρώπη· επίσης, τα εισαγόμενα προϊόντα δεν πληρούν πάντοτε τα ευρωπαϊκά πρότυπα και ανταγωνίζονται με αθέμιτο τρόπο τα προϊόντα ευρωπαϊκής προέλευσης.

2.3

Η εποπτεία της αγοράς, όπως ο έλεγχος της συμμόρφωσης των προϊόντων, είναι απαραίτητη και απαιτεί εξειδικευμένες υπηρεσίες και προσωπικό (τελωνεία, τεχνικές υπηρεσίες, επιθεωρήσεις, κλπ) που να λειτουργούν στο έδαφος κάθε κράτους μέλους.

2.4

Η οδηγία 2001/95/ΕΚ «για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων», «ΟΓΑΠ» η μεταφορά της οποίας έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί το 2004 και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 «για τη διαπίστευση και εποπτεία της αγοράς» που τέθηκε σε ισχύ το 2010, καθώς και οι τομεακές οδηγίες και αποφάσεις εναρμόνισης συνέβαλαν στο να σημειωθεί σαφής πρόοδος. Ωστόσο, οι διατάξεις σχετικά με την εποπτεία της αγοράς είναι διάσπαρτες και επικαλύπτονται, πράγμα που μπορεί να προκαλέσει σύγχυση μεταξύ των πραγματικών κανόνων εποπτείας και των υποχρεώσεων των οικονομικών φορέων, περιπλέκοντας το έργο τους καθώς και το έργο των νομοθετών και των εθνικών υπαλλήλων.

2.5

Η Επιτροπή προτείνει να αποσαφηνιστεί το κανονιστικό πλαίσιο εποπτείας της αγοράς με τη συγκέντρωση των ορθών από αυτές τις διατάξεις σε ένα ενιαίο νομικό μέσο που να εφαρμόζεται οριζόντια σε όλους τους τομείς. Ο νέος κανονισμός για την εποπτεία της αγοράς των προϊόντων θα συνοδεύεται από ένα πολυετές σχέδιο δράσης για την εποπτεία της αγοράς που καλύπτει την περίοδο 2013-2015.

2.6

Πρόκειται για μείζονα πράξη της Ευρωπαϊκής Ατζέντας του Καταναλωτή και της Πράξης για την Ενιαία Αγορά I και II. Ανταποκρίνεται επίσης στις απαιτήσεις του Νέου Νομοθετικού Πλαισίου.

2.7

Πρέπει να προσδιοριστεί, με τους ίδιους όρους σε κάθε χώρα, εάν τα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προέρχονται από τρίτες χώρες, είναι ασφαλή και μπορούν να διατεθούν στην ενιαία αγορά ή να αποσυρθούν και να απαγορευθούν εάν είναι επικίνδυνα ή δεν διέπονται από την ενωσιακή νομοθεσία.

2.8

Ωστόσο, η εποπτεία της αγοράς και οι έλεγχοι συμμόρφωσης δεν είναι αρκετά αποτελεσματικοί και μεγάλος αριθμός προϊόντων που δεν καλύπτονται από την ενωσιακή νομοθεσία εξαπλώνονται στην αγορά, κυρίως λόγω της έλλειψης συντονισμού μεταξύ των εθνικών εποπτικών αρχών, και της ποιότητας και της αξιοπιστίας των πληροφοριών που ανταλλάσσονται.

2.9

Εναπόκειται συνεπώς στην ΕΕ να αναλάβει δράση για να εξασφαλίσει αποτελεσματικό συντονισμό των δράσεων και καλύτερη διασυνοριακή εποπτεία της αγοράς για την προστασία των πολιτών. Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι αυτό δικαίωμα δράσης προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 114 (λειτουργία της ενιαίας αγοράς), 168 § 1 (προστασία της υγείας) και 169 § 1 (προστασία των καταναλωτών) της ΣΛΕΕ. Ενδείκνυται επίσης να απλοποιηθεί το εφαρμοστέο νομικό πλαίσιο και να αρθούν οι υφιστάμενες ασάφειές του.

2.10

Απαιτούνται επίσης η απλούστευση της διαδικασίας RAPEX, η θέσπιση ενός κανονισμού για την ασφάλεια των προϊόντων ο οποίος να αντικαθιστά την ΟΓΑΠ και ένας νέος κανονισμός για την εποπτεία που να αντικαθιστά τις διάσπαρτες σήμερα διατάξεις σε πολλά κείμενα διαφορετικού επιπέδου.

2.11

Η βελτίωση του συντονισμού και της αποτελεσματικότητας των δράσεων εποπτείας και ελέγχου θα πρέπει να πραγματοποιείται όχι μόνον μέσω της κανονικής διαδικασίας αξιολόγησης της νομοθεσίας, αλλά και μέσω ερευνών του «Ευρωβαρομέτρου» σχετικά με την αντίληψη των καταναλωτών, με τα συστήματα ενημέρωσης GRAS-RAPEX (Σύστημα ταχείας ανταλλαγής πληροφοριών της Ένωσης) και ICSMS (Σύστημα πληροφόρησης και επικοινωνίας για την εποπτεία της αγοράς) και με την κατάρτιση δεικτών παρακολούθησης από ομοτίμους. Οι διαδικασίες κοινοποίησης από τα κράτη θα εξορθολογιστούν, με ενιαίο σύστημα κοινοποίησης για όλα τα προϊόντα.

2.12

Οι έλεγχοι στα σύνορα θα ενισχυθούν και η κυκλοφορία κάθε προϊόντος που ενδέχεται να παρουσιάζει κίνδυνο θα ανασταλεί μέχρι τον περαιτέρω προσδιορισμό του καθεστώτος του από την εποπτική αρχή.

2.13

Το σύστημα κοινοποίησης RAPEX για τα προϊόντα που παρουσιάζουν κίνδυνο θα βελτιωθεί όσον αφορά τις προθεσμίες κοινοποίησης και τη συνάφεια των πληροφοριών σχετικά με τους κινδύνους του προϊόντος που κοινοποιείται.

2.14

Η Επιτροπή θα μπορεί να αποφασίζει τα κατάλληλα περιοριστικά μέτρα για τα επικίνδυνα προϊόντα, τα οποία θα εφαρμόζονται άμεσα, όταν τα συνήθη μέτρα έκτακτης ανάγκης αποδεικνύονται ανεπαρκή ή ακατάλληλα.

2.15

Το Πολυετές Σχέδιο Δράσης (ΠΣΔ) για την εποπτεία της αγοράς προβλέπεται από την Πράξη για την Ενιαία Αγορά. Το σχέδιο αυτό θα πρέπει να καλύπτει τους τομείς όπου ο συντονισμός από την Επιτροπή θα μπορούσε να προσφέρει πραγματική προστιθέμενη αξία και σημαντικές βελτιώσεις.

2.16

Το ΠΣΔ είναι το κύριο εργαλείο δράσης σε ενωσιακό επίπεδο· θα συμβάλει στην ενίσχυση της επικοινωνίας και της συνεργασίας. Τα μέσα της πληροφορικής θα καταστήσουν δυνατή την εύκολη πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές μέσω ερευνών και μελετών που αποθηκεύονται στο σύστημα. Θα εντοπίζονται οι ανάγκες και στο πλαίσιο αυτό θα παρέχονται εργαλεία κατάρτισης, τεχνική συνδρομή και συμβουλές.

2.17

Η Επιτροπή θα αναπτύξει μια κοινή προσέγγιση όσον αφορά τους τεχνικούς ελέγχους και τους ελέγχους τεκμηρίωσης καθώς και τις εργαστηριακές δοκιμές. Ο ενισχυμένος συντονισμός κοινών δράσεων και προγραμμάτων, θα βελτιώσει την αποτελεσματικότητα της εποπτείας.

2.18

Η συγκέντρωση των πόρων θα συμβάλει στη συνέργεια και στην αποφυγή επικαλύψεων. Τα στοιχεία που συλλέγονται κατά τη διάρκεια των εργασιών των εθνικών αρχών θα παραμένουν στις βάσεις δεδομένων του ICSMS που διαχειρίζεται η Επιτροπή, η οποία θα παρέχει τα αναγκαία μέσα και την απαραίτητη κατάρτιση για τη χρησιμοποίηση του συνόλου του δυναμικού αυτής της βάσης δεδομένων.

2.19

Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη πρέπει να ενημερώνονται και να ζητείται η γνώμη τους τακτικά και με ευέλικτο τρόπο.

2.20

Η έκθεση που εκπονεί η Επιτροπή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 καθιστά δυνατή την ενημέρωση των θεσμικών οργάνων και των ενδιαφερόμενων μερών, καθώς και την αξιολόγηση των δράσεων διαπίστευσης, εποπτείας και ελέγχου της αγοράς, οι οποίες αποτελούν αντικείμενο χρηματοδότησης από την ΕΕ.

2.21

Τα μέσα και οι αρμοδιότητες των τελωνείων και οι έλεγχοι στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου για τα προϊόντα που εισάγονται θα πρέπει να ενισχυθούν, πράγμα που απαιτεί την διάθεση πρόσθετων πόρων, κυρίως σε ό,τι αφορά την κατάρτιση και τα τεχνικά εργαλεία.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1

Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρωτοβουλία ενίσχυσης της εποπτείας και των ελέγχων της ασφάλειας των προϊόντων στην αγορά, είτε αυτά προέρχονται από την ΕΕ, είτε από χώρα του ΕΟΧ είτε από τρίτες χώρες. Επιτυγχάνοντας καλύτερη ασφάλεια των προϊόντων, η πρωτοβουλία αποτελεί βασική δράση της Πράξης για την Ενιαία Αγορά και ανταποκρίνεται στη νέα προσέγγιση.

3.2

Ωστόσο, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι οι διαδικασίες ενημέρωσης και διαβούλευσης των οικονομικών και κοινωνικών φορέων παραμένουν πολύ ασαφείς. Θα μπορούσε να καθοριστεί καλύτερα ένα ευέλικτο και κατάλληλο πλαίσιο σε διαφορετικά επίπεδα, χωρίς να παραλύσουν ή να καταστούν ακόμη πιο πολύπλοκες οι γραφειοκρατικές διαδικασίες.

3.2.1

Οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις αναμένουν πολλές νομικές και τεχνικές πληροφορίες που θα τους επιτρέψουν να έχουν την απαραίτητη ασφάλεια δικαίου για τις αποφάσεις επενδύσεων στην παραγωγή ή την εμπορία των προϊόντων. Πρέπει να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες που συγκεντρώνονται από τα διάφορα συστήματα εποπτείας και ελέγχου για τα προϊόντα που υποβάλλουν προς έλεγχο ή προς αξιολόγηση της συμμόρφωσης.

3.2.2

Οι καταναλωτές και οι εργαζόμενοι δικαιολογημένα επιθυμούν να έχουν εγγυήσεις όσον την ασφάλεια των προϊόντων στην αγορά, τα οποία πρέπει να χρησιμοποιούν στην εργασία τους ή για προσωπική τους κατανάλωση. Έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν τις δράσεις που υλοποιούνται για τον σκοπό αυτό σε εθνικό, ενωσιακό ή τομεακό επίπεδο προκειμένου να μην τίθεται σε κίνδυνο η υγεία και η ασφάλειά τους.

3.2.3

Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι η εμπιστοσύνη στην ασφάλεια των προϊόντων είναι βασική για την εύρυθμη λειτουργία της ενιαίας αγοράς και της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, πράγμα που έχει θετικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη και την απασχόληση.

3.3

Εκτιμά ότι η εποπτεία και οι έλεγχοι, ιδιαίτερα στα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης, είναι πρωτίστως ευθύνη των κρατών μελών, η δε ΕΕ εξασφαλίζει τον συντονισμό και τα αναγκαία μέτρα για μια αποτελεσματική κοινή δράση, καθώς και για την τυποποίηση των προϊόντων. Η εποπτεία αυτή και οι έλεγχοι έχουν αντίκτυπο στις επιχειρήσεις και σημαντικό κόστος τόσο για τα κράτη μέλη όσο και για τους οικονομικούς φορείς σε ό,τι αφορά τη συμμόρφωση (τυποποίηση, σήμα CE). Η ΕΟΚΕ καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να λάβουν δεόντως υπόψη στις δραστηριότητές τους τον διοικητικό φόρτο για τις επιχειρήσεις, ιδίως για τις ΜΜΕ, προκειμένου να αποφευχθεί η επιβάρυνση της οικονομικής τους κατάστασης σε μια περίοδο κρίσης και υψηλής ανεργίας.

3.4

Η ελεύθερη κυκλοφορία των μη εδώδιμων προϊόντων που είναι ο στόχος του παρόντος σχεδίου κανονισμού δεν μπορεί να πάσχει από χαλαρότητα ή από ανεπάρκεια του κανονιστικού πλαισίου όσον αφορά τον αριθμό και την ποιότητα των μέσων και των ελέγχων. Θα πρέπει συνεπώς τα κράτη μέλη και η Επιτροπή να διαθέσουν επαρκείς πόρους στην εφαρμογή των μέσων εποπτείας και ελέγχου προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλήρης αποτελεσματικότητά τους. Αν και αναγνωρίζει ότι οι προϋπολογισμοί υφίστανται σήμερα περιορισμούς, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι τα δημόσια συμφέροντα που διακυβεύονται απαιτούν να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να εξασφαλιστεί η υγεία και η ασφάλεια των καταναλωτών, καθώς και η προστασία του περιβάλλοντος από ελαττωματικά ή επικίνδυνα προϊόντα. Η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς είναι απαραίτητη για την οικονομική ανάκαμψη και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

3.4.1

Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι το ισχύον σύστημα εποπτείας και ελέγχου της αγοράς έχει σοβαρές ελλείψεις ή αδυναμίες. Πρέπει να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων εθνικών αρχών, της Επιτροπής και των ενδιαφερόμενων φορέων. Η διοργάνωση τακτικών διαβουλεύσεων καθίσταται απαραίτητη. Με πρωτοβουλία των οργανώσεων των καταναλωτών και των εργαζομένων - με την εγγύηση της ασυλίας τους – πρέπει να θεσπιστεί η άσκηση του δικαιώματος προειδοποίησης σε σχέση με ορισμένα προϊόντα. Οι αρμόδιοι φορείς, εποπτικές αρχές, τεχνικοί οργανισμοί πιστοποίησης, τελωνειακές υπηρεσίες, υπηρεσίες καταπολέμησης της απάτης, θα πρέπει να συνεργάζονται και να παρέχουν τις πληροφορίες που συλλέγονται, προκειμένου να αποφεύγονται οι επικαλύψεις και η σπατάλη των διαθέσιμων πόρων, και να ενισχύεται συνεχώς η αποτελεσματικότητα των ελέγχων που πραγματοποιούνται.

3.5

Η αποτελεσματικότητα του συστήματος ταχείας ανταλλαγής της πληροφοριών της Ένωσης (RAPEX), εξαρτάται εξ ολοκλήρου από την ταχύτητα της αποστολής κοινοποιήσεων και τις κατάλληλες τεχνικές πληροφορίες σχετικά με τα προϊόντα που παρουσιάζουν κίνδυνο. Οι κατευθυντήριες γραμμές που έχουν καθοριστεί για τη διαχείριση του RAPEX θα πρέπει να επικαιροποιούνται συνεχώς και να είναι επαρκώς σαφείς ώστε να μην υπάρχει καμία αμφιβολία σχετικά με τη φύση και την έκταση των προς κοινοποίηση πληροφοριών· στο πλαίσιο αυτών των κατευθυντήριων γραμμών πρέπει να θεσπιστούν κριτήρια για τον εντοπισμό των σοβαρών κινδύνων, καθώς και να οριστούν σαφώς τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν όπως η προσωρινή αναστολή, η απαίτηση τεχνικών τροποποιήσεων ή απλώς η πλήρης απαγόρευση.

3.6

Ακόμη και οι μέτριοι κίνδυνοι ή οι κίνδυνοι που δεν έχουν επιβεβαιωθεί επιστημονικά θα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο κοινοποίησης στο RAPEX, προκειμένου να προβλεφθεί η εφαρμογή μέτρων, όπως η προσωρινή αναστολή, σύμφωνα με την αρχή της προφύλαξης, ή άλλα κατάλληλα μέτρα όπως πρόσθετες απαιτήσεις ενημέρωσης των καταναλωτών ή προειδοποίηση των χρηστών, μέτρα που θα προστεθούν στις συνήθεις απαιτήσεις σήμανσης των προϊόντων.

3.7

Όταν, σε περίπτωση αποδεδειγμένων κινδύνων, η Επιτροπή προτίθεται να υιοθετήσει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με ένα προϊόν ή μια κατηγορία προϊόντων, προκειμένου να θεσπιστούν ενιαίοι όροι για τον έλεγχο αυτών των προϊόντων, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να έχουν ενημερωθεί οι οργανώσεις των καταναλωτών και οι οργανώσεις των εργοδοτών και των εργαζομένων και οι απόψεις τους να λαμβάνονται υπόψη στο μέτρο του δυνατού. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι οργανώσεις αυτές μπορούν γρήγορα να μεταφέρουν στα μέλη τους τα μέτρα που λαμβάνει η Επιτροπή, πράγμα το οποίο θα βοηθήσει σημαντικά στην κατανόηση και την ταχεία εφαρμογή τους.

3.8

Όσον αφορά το νεοσυσταθέν από τον κανονισμό Φόρουμ της Επιτροπής και των κρατών μελών, η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών θα κληθούν να συμμετάσχουν συμβουλευτικά στα επιμέρους τομεακά όργανα που θα μπορούσε να δημιουργήσει το Φόρουμ. Πιστεύει ότι, παρά τον συμβουλευτικό τους χαρακτήρα, οι γνώμες και οι προτάσεις των οργανώσεων αυτών θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη και να συνεκτιμώνται, στο μέτρο του δυνατού, δεδομένου του ενεργού ρόλου που διαδραματίζουν σε σχέση με τους καταναλωτές και τα οικονομικά και κοινωνικά περιβάλλοντα που εκπροσωπούν.

3.9

Το αυτό θα πρέπει να ισχύει όταν, έναντι ορισμένων κινδύνων, οι εποπτικές αρχές ενός κράτους μέλους προειδοποιούν σχετικά με τους κινδύνους που παρουσιάζουν ορισμένα προϊόντα και ενδεχομένως προτείνουν τα μέσα προφύλαξης· οι εν λόγω εποπτικές αρχές θα πρέπει να συνεργάζονται με τους οικονομικούς φορείς, προκειμένου να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι που παρουσιάζουν ορισμένα προϊόντα, αλλά και με τις αρμόδιες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, οι οποίες μπορούν να μεταφέρουν τις γνώσεις και τις πληροφορίες τους στα μέλη τους.

3.10

Τέλος, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η υπό μελέτη πρόταση ικανοποιεί στο σύνολό της, τις απαιτήσεις του νέου νομοθετικού πλαισίου (νέα προσέγγιση) και τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας. Επίσης, επικροτεί τη νομική βάση επί της οποίας οι αρμόδιες Γενικές Διευθύνσεις στηρίζουν την πρότασή τους. Η ΕΟΚΕ αναφέρεται επίσης στο άρθρο 12 της ΣΛΕΕ το οποίο ορίζει ότι η προστασία του καταναλωτή πρέπει να «λαμβάνεται υπόψη κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή άλλων πολιτικών και δραστηριοτήτων της Ένωσης».

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1

Η ΕΟΚΕ εξακολουθεί να ανησυχεί για τις ενδεχόμενες διαφορές ερμηνείας των κανονισμών από χώρα σε χώρα· η δράση της Ένωσης πρέπει να αποσκοπεί στο να καταστούν οι ερμηνείες και οι πρακτικές πραγματικά ομοιόμορφες για την ασφάλεια δικαίου των οικονομικών φορέων και την ασφάλεια των χρηστών.

4.2

Εκφράζει επίσης την ανησυχία της για την εφαρμογή των διατάξεων περί εμπιστευτικότητας που θα μπορούσαν να παρεμποδίσουν την καλύτερη ενημέρωση όσον αφορά τα επικίνδυνα συστατικά ή προϊόντα τα οποία ενδέχεται να επηρεάσουν την υγεία, την ασφάλεια των προσώπων και την ποιότητα του περιβάλλοντος, για παράδειγμα σε ό,τι αφορά το κατασκευαστικό απόρρητο. Τα δημόσια συμφέροντα που διακυβεύονται είναι γενικά ανώτερα από τα ιδιωτικά συμφέροντα τα οποία θα προστατεύονταν καταχρηστικά από μια πολύ αυστηρή ερμηνεία της έννοιας της εμπιστευτικότητας. Οι πληροφορίες πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να κυκλοφορούν μεταξύ των κρατών μελών και των οργάνων της Ένωσης που είναι αρμόδια για το σύστημα εποπτείας και ελέγχου. Πρέπει, ωστόσο, να γίνονται σεβαστά τα προσωπικά δεδομένα που προστατεύονται από τον νόμο χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο οι τρέχουσες έρευνες.

4.3

Όπως απαιτείται από τον κανονισμό, οι αρχές δημοσιεύουν σε έναν ειδικό δικτυακό τόπο πληροφορίες σχετικά με τα επικίνδυνα προϊόντα και τους κινδύνους που παρουσιάζουν, τα πιθανά προληπτικά μέτρα, τις αποφάσεις για τους οικονομικούς φορείς. Η ΕΟΚΕ ζητεί η δημοσίευση αυτή να μην παρεμποδίζεται από την υπερβολικά αυστηρή ερμηνεία της έννοιας της εμπιστευτικότητας όσον αφορά το εμπορικό απόρρητο, όταν διακυβεύονται η υγεία και η ασφάλεια των χρηστών· αυτή εξάλλου είναι η πρακτική που ακολουθεί η Επιτροπή ως προς τη διαχείριση του συστήματος RAPEX, πρακτική η οποία πρέπει να διατηρηθεί.

4.4

Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει την ανάγκη για ανεξαρτησία και διαφάνεια των οργάνων εποπτείας και ελέγχου. Οι υπάλληλοι των εν λόγω οργάνων πρέπει να προστατεύονται από κάθε παρέμβαση και από κάθε απόπειρα διαφθοράς κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Πρέπει να είναι αμερόληπτοι και να συγκεντρώνουν όλες τις καταγγελίες των καταναλωτών και των χρηστών ή των οργανώσεών τους, και ενδεχομένως να δίνουν συνέχεια σε αυτές τις καταγγελίες. Τα εργαστήρια ελέγχου πρέπει επίσης να λειτουργούν ανεξάρτητα, όπως και οι φορείς έκδοσης κανονιστικών σημάτων, που είναι απαραίτητα για την επιλογή των φορέων λήψεως αποφάσεων των επιχειρήσεων και των καταναλωτών.

4.5

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι ο προτεινόμενος κανονισμός θα πρέπει να περιέχει επίσης διατάξεις για τη θέσπιση πανευρωπαϊκής βάσης δεδομένων για τους τραυματισμούς (IDB), η οποία θα καλύπτει όλα τα είδη τραυματισμών. Η εν λόγω βάση δεδομένων:

θα βοηθήσει τις αρχές εποπτείας της αγοράς να λαμβάνουν αποφάσεις στηριζόμενες σε καλύτερη αξιολόγηση του κινδύνου,

θα παρέχει μια βάση για την ανάληψη προληπτικών δράσεων και εκστρατειών ευαισθητοποίησης του κοινού. Θα επιτρέψει στους οργανισμούς τυποποίησης να αναπτύξουν καλύτερες προδιαγραφές προϊόντων,

θα βοηθήσει τους κατασκευαστές να προσαρμόσουν το σχέδιο της ασφάλειας σε νέα προϊόντα, και

θα καταστήσει δυνατή την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των προληπτικών μέτρων και τον ορισμό προτεραιοτήτων κατά τη χάραξη πολιτικής.

4.5.1

Για τον λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ συνιστά τα ακόλουθα:

να συμπεριληφθεί στην πρόταση μια διάταξη από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 με την οποία καλούνται τα κράτη μέλη να παρακολουθούν τα ατυχήματα και τις βλάβες στην υγεία που υπάρχει υπόνοια ότι προκλήθηκαν από αυτά τα προϊόντα, και

να θεσπιστεί νομική βάση για την IDB όπου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα υποστηρίζει τον συντονισμό της συλλογής δεδομένων από τα κράτη μέλη και την ομαλή λειτουργία της IDB.

Βρυξέλλες, 22 Μαΐου 2013.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Henri MALOSSE