13.3.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 74/1


Γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων επί της πρότασης κανονισμού του Συμβουλίου για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης

2012/C 74/01

Ο ΕΥΡΩΠΑΙΟΣ ΕΠΟΠΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 16,

Έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 7 και 8,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (1),

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (2), και ιδίως το άρθρο 28 παράγραφος 2,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ:

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.1.   Διαβούλευση με τον ΕΕΠΔ

1.

Στις 14 Νοεμβρίου 2011, η Επιτροπή εξέδωσε πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης (3) (στο εξής: «η πρόταση»).

2.

Η πρόταση διαβιβάστηκε αυθημερόν από την Επιτροπή στον ΕΕΠΔ. Ο ΕΕΠΔ αντιλαμβάνεται την εν λόγω επικοινωνία ως αίτημα παροχής συμβουλών προς τα όργανα της Ένωσης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

3.

Πριν από την έκδοση της πρότασης, η Επιτροπή είχε παράσχει στον ΕΕΠΔ την ευκαιρία να διατυπώσει άτυπα σχόλια. Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για τη συγκεκριμένη διαδικασία, η οποία συνέβαλε στη βελτίωση του κειμένου από πλευράς προστασίας των δεδομένων σε πρώιμο στάδιο. Ορισμένα από το σχόλια αυτά έχουν ληφθεί υπόψη στην πρόταση. Ο ΕΕΔΠ εκφράζει την ικανοποίησή του για την αναφορά στην εν λόγω διαβούλευση που περιλαμβάνεται στο προοίμιο της πρότασης.

4.

Ο ΕΕΠΔ επιθυμεί ωστόσο να επισημάνει ορισμένα στοιχεία του κειμένου της πρότασης που χρήζουν βελτίωσης από την άποψη της προστασίας των δεδομένων.

1.2.   Γενικό πλαίσιο

5.

Η πρόταση αποσκοπεί στην επικαιροποίηση των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2004, ο οποίος καθόρισε ένα νομικό πλαίσιο για τη διοικητική συνεργασία μεταξύ εθνικών φορολογικών αρχών στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης (για τα προϊόντα αλκοόλ, καπνού και ενέργειας) με σκοπό την καταπολέμηση της απάτης στον εν λόγω τομέα. Ο κανονισμός θέσπισε δεσμευτικούς κανόνες για τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, εισήγαγε αυτόματες και αυθόρμητες ανταλλαγές πληροφοριών (πέραν των ανταλλαγών κατόπιν αιτήσεως), και παρείχε στις εθνικές αρμόδιες αρχές τη δυνατότητα να ανταλλάσσουν πληροφορίες μεταξύ τους, ιδίως δε με ηλεκτρονικά μέσα. Ο κανονισμός καθόρισε επίσης τους όρους συνεργασίας με την Επιτροπή.

6.

Οι διατάξεις αυτές χρήζουν αναθεώρησης προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι τροποποιήσεις του αυτοματοποιημένου συστήματος διακίνησης και ελέγχου των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης (στο εξής: «EMCS»), το οποίο αποσκοπεί στην εισαγωγή της πληροφορικής στη διακίνηση και στους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης. Η πρόταση αποσκοπεί επίσης i) στην αναδιατύπωση ορισμένων διατάξεων του κανονισμού, ii) στην άρση άνευ αντικειμένου διατάξεων και στον περαιτέρω εξορθολογισμό της δομής του κειμένου και iii) στην απλοποίηση του κανονιστικού πλαισίου προκειμένου αυτό να καταστεί αποτελεσματικότερο.

7.

Στο υπό εξέτασιν πλαίσιο η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προσλαμβάνει ποικίλες μορφές. Τα κράτη μέλη ανταλλάσσουν πληροφορίες μεταξύ τους, με την Επιτροπή αλλά και με τρίτες χώρες (4) σχετικά με πρόσωπα που εμπορεύονται προϊόντα τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, είτε πρόκειται για φυσικά είτε για νομικά πρόσωπα, καθώς και άλλες εμπορικές πληροφορίες, σε συνδυασμό με πληροφορίες για εικαζόμενα ή διαπιστούμενα αδικήματα που αφορούν παραβιάσεις της νομοθεσίας περί ειδικών φόρων κατανάλωσης.

8.

Η παρούσα γνωμοδότηση εστιάζει στις πτυχές της πρότασης που θα έχουν επιπτώσεις όσον αφορά την προστασία των δεδομένων.

2.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

2.1.   Παραπομπή στην οδηγία 95/46/ΕΚ

9.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η αιτιολογική σκέψη 18 της πρότασης προβλέπει ρητά ότι η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Επιτροπή διέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και ότι η επεξεργασία από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών διέπεται από την οδηγία 95/46/ΕΚ.

10.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει επίσης την ικανοποίησή του για την αναφορά στην εφαρμοσιμότητα των εθνικών νόμων περί προστασίας δεδομένων στο άρθρο 28 παράγραφος 4 της πρότασης. Ωστόσο, η συγκεκριμένη διάταξη θα έπρεπε να αναφέρεται επί το ακριβέστερον στην «επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» παρά στην «κάθε αποθήκευση ή ανταλλαγή πληροφοριών». Η εν λόγω αναφορά θα ήταν προτιμότερη διότι ο όρος «επεξεργασία» αναφέρεται σε οιαδήποτε διαδικασία αφορά τις πληροφορίες, επομένως καλύπτει κάθε στάδιο χρήσης των πληροφοριών, αρχής γενομένης από τη συλλογή και περιλαμβάνοντας οιαδήποτε περαιτέρω χρήση τους, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3. Η ιδιαίτερη σημασία μιας τέτοιας αναφοράς έγκειται στο γεγονός ότι η χρήση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς διαφορετικούς από εκείνους για τους οποίους συλλέχθηκαν αρχικά υπόκειται σε αυστηρές προϋποθέσεις δυνάμει των άρθρων 6 και 7 της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

2.2.   Ορισμός των κατηγοριών δεδομένων που μπορούν να ανταλλάσσονται

11.

Η πρόταση προβλέπει δύο είδη ανταλλαγής πληροφοριών: τη «συνεργασία κατόπιν αιτήσεως» (κεφάλαιο II) και την «ανταλλαγή πληροφοριών χωρίς προηγούμενη αίτηση» (κεφάλαιο III). Ωστόσο, ο ΕΕΠΔ επισημαίνει ότι το κείμενο του κανονισμού δεν προσδιορίζει τις κατηγορίες των δεδομένων που μπορούν να ανταλλάσσονται. Και στις δύο περιπτώσεις (κατόπιν αιτήσεως και χωρίς προηγούμενη αίτηση) αναφέρεται ότι το περιεχόμενο των εγγράφων αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής εγκρίνεται από την Επιτροπή μέσω εκτελεστικών πράξεων (άρθρο 9 παράγραφος 2 και άρθρο 16 παράγραφος 3).

12.

Ο ΕΕΠΔ συνιστά να ενσωματωθεί στο κείμενο της ίδιας της πρότασης μια γενική περιγραφή των κατηγοριών δεδομένων που μπορούν να ανταλλάσσονται από τις αρμόδιες αρχές, καθώς η σχετική πρόνοια θα προσδιόριζε το πεδίο εφαρμογής των βασικών στοιχείων του κανονισμού. Εξάλλου, ο προσδιορισμός αυτός δεν θα ήταν δυνατόν να επιχειρηθεί μέσω εκτελεστικής πράξης.

13.

Επιπλέον, η γνώμη του ΕΕΠΔ πρέπει να ζητείται πριν από την έγκριση των εκτελεστικών μέτρων, τα οποία ενδέχεται να επηρεάζουν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η εν λόγω υποχρέωση πρέπει να προβλέπεται με σαφήνεια από το κείμενο της πρότασης.

2.3.   Επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων

14.

Λαμβανομένου υπόψη του στόχου της πρότασης, ενδέχεται να τυγχάνουν επεξεργασίας δεδομένα που αφορούν εικαζόμενα κρούσματα απάτης. Ο ΕΕΠΔ επισημαίνει ότι η επεξεργασία δεδομένων σχετικών με πιθανολογούμενες παραβάσεις μπορεί να γίνεται μόνο υπό τον έλεγχο της δημόσιας αρχής (5) ή εάν το εθνικό δίκαιο προβλέπει ειδικές εγγυήσεις (6), εφόσον θεωρούνται ευαίσθητα δεδομένα για τα οποία απαιτείται ειδική προστασία. Εγγυήσεις σχετικά με την επιτρεπόμενη χρήση των εν λόγω πληροφοριών (όπως αυστηρότερα δικαιώματα πρόσβασης, ισχυρότερα μέτρα ασφαλείας και, μεταξύ άλλων, εκτίμηση επιπτώσεων ως προς την ιδιωτική ζωή, σχέδιο ασφαλείας και τακτικοί έλεγχοι) πρέπει να προβλέπονται από το ίδιο το κείμενο του κανονισμού.

15.

Επιπλέον, ο ΕΕΠΔ εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι η επεξεργασία των εν λόγω ευαίσθητων δεδομένων ενδέχεται να υπόκειται σε προκαταρκτικό έλεγχο εκ μέρους του ΕΕΠΔ ή των εθνικών αρχών προστασίας δεδομένων.

2.4.   Ποιότητα των δεδομένων και δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων

16.

Η πρόταση θεσπίζει υποχρέωση των κρατών μελών να τηρούν ηλεκτρονική βάση δεδομένων με τα μητρώα του συνόλου των οικονομικών φορέων που αποτελούν εγκεκριμένους αποθηκευτές ή εγγεγραμμένους παραλήπτες ή αποστολείς. Οι πληροφορίες που περιέχονται στα εν λόγω μητρώα θα μπορούν να ανταλλάσσονται αυτόματα μεταξύ των κρατών μελών μέσω ενός κεντρικού μητρώου υπό τη διαχείριση της Επιτροπής (βλ. άρθρο 19 παράγραφος 4).

17.

Το άρθρο 19 παράγραφος 3 ορίζει ότι η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης ή οι υπηρεσίες διασύνδεσης κάθε κράτους μέλους εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που περιέχονται στα εθνικά μητρώα είναι πλήρεις, ακριβείς και επικαιροποιημένες. Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για την εν λόγω διάταξη, η οποία συμμορφώνεται προς την αρχή της ποιότητας των δεδομένων, όπως αυτή κατοχυρώνεται τόσο από την οδηγία 95/46/ΕΚ (7) όσο και από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 (8).

18.

Το άρθρο 20 της πρότασης διευκρινίζει ότι οι οικονομικοί φορείς έχουν το δικαίωμα να ελέγχουν τις πληροφορίες που παρέχονται δημοσίως μέσω της κεντρικής βάσης δεδομένων που διαχειρίζεται η Επιτροπή (SEED-on-Europa) και αφορούν τα στοιχεία της άδειάς τους, εισάγοντας τον αριθμό της αντίστοιχης άδειας. Τους παρέχεται επίσης ρητά το δικαίωμα να ζητούν από το κράτος μέλος που εκδίδει την άδεια τη διόρθωση τυχόν εσφαλμένων στοιχείων. Η Επιτροπή αναλαμβάνει την υποχρέωση να προωθεί τέτοιες αιτήσεις διόρθωσης στοιχείων στις κατάλληλες αρμόδιες αρχές. Όσον αφορά την πρόσβαση σε μη δημόσιες πληροφορίες για οικονομικούς φορείς, στις οποίες η Επιτροπή δεν έχει πρόσβαση, καθώς και τη διόρθωση σχετικών στοιχείων, κάθε οικονομικός φορέας πρέπει να απευθύνεται όπως και πριν στη σχετική αρμόδια αρχή. Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η πρόταση προβλέπει και ρυθμίζει ρητά τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων όσον αφορά την πρόσβασή τους στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν και την τυχόν διόρθωση των δεδομένων αυτών.

19.

Ωστόσο, το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 28 παράγραφος 4 αναφέρει ότι τα κράτη μέλη περιορίζουν τα δικαιώματα πληροφόρησης και πρόσβασης, καθώς και τη δημοσιοποίηση των επεξεργασιών (9) στον βαθμό που απαιτείται για τη διαφύλαξη «σημαντικών οικονομικών ή χρηματοοικονομικών συμφερόντων» των κρατών μελών ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των νομισματικών, δημοσιονομικών και φορολογικών θεμάτων (10). Οι πρόνοιες αυτές συνιστούν περιορισμό σημαντικών πτυχών του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 8 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ένωσης. Η αναγκαιότητα και η αναλογικότητα των εν λόγω περιορισμών πρέπει να καταδεικνύεται με σαφήνεια από τον νομοθέτη. Επιπλέον, οι ειδικές καταστάσεις που επιβάλλουν την εφαρμογή τέτοιου είδους περιορισμών πρέπει να προσδιορίζονται από το κείμενο της πρότασης — ή μέσω αιτιολογικής σκέψης.

2.5.   Διατήρηση των δεδομένων

20.

Το άρθρο 21 παράγραφος 1 της πρότασης θεσπίζει την υποχρέωση διατήρησης των πληροφοριών που αφορούν την ενδοκοινοτική διακίνηση προϊόντων για τρία τουλάχιστον χρόνια, ανάλογα με την πολιτική διατήρησης της αρμόδιας αρχής, ώστε οι πληροφορίες αυτές να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τις διαδικασίες που προβλέπονται στον κανονισμό.

21.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρόβλεψη υποχρέωσης διαγραφής ή ανωνυμοποίησης τυχόν δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μετά την πάροδο της περιόδου αυτής (βλ. άρθρο 21 παράγραφος 2). Ωστόσο, η πρόταση δεν πρέπει να προβλέπει μόνο την ελάχιστη περίοδο διατήρησης αλλά κα τη μέγιστη περίοδο για την οποία μπορούν να αποθηκεύονται τα συγκεκριμένα δεδομένα. Επιπλέον, η αναγκαιότητα της διατήρησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για την εν λόγω περίοδο πρέπει να αιτιολογείται και να καταδεικνύεται, τουλάχιστον στις αιτιολογικές σκέψεις της πρότασης.

2.6.   Διεθνείς διαβιβάσεις

22.

Το άρθρο 32 παράγραφος 1 της πρότασης αναφέρει ότι, σε περιπτώσεις πράξεων που φαίνεται να αντιβαίνουν στη νομοθεσία για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, είναι δυνατό να γνωστοποιούνται σε τρίτη χώρα όλες οι πληροφορίες που έχουν συγκεντρωθεί κατ’ εφαρμογή της πρότασης, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

η τρίτη χώρα έχει δεσμευθεί νομικά να παράσχει την αναγκαία συνδρομή για τη συγκέντρωση όλων των αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με τον παράτυπο χαρακτήρα των πράξεων·

οι αρμόδιες αρχές που έχουν παράσχει τις πληροφορίες έχουν δώσει τη συγκατάθεσή τους τηρουμένης της εθνικής τους νομοθεσίας·

η διαδικασία είναι σύμφωνη με την οδηγία 95/46/ΕΚ και με τα εθνικά νομοθετικά μέτρα για την εφαρμογή της·

τα δεδομένα διαβιβάζονται για τους ίδιους σκοπούς για τους οποίους συλλέχθηκαν.

23.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για την αναφορά στην εφαρμοσιμότητα της νομοθεσίας περί προστασίας δεδομένων και στην οριοθέτηση του πεδίου εφαρμογής των διαβιβάσεων στα δεδομένα που αφορούν ειδικές πράξεις για τις οποίες πιθανολογείται ότι αντιβαίνουν στη νομοθεσία για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης. Ωστόσο, καθώς αυτό συνεπάγεται επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων, οι ενδεχόμενες διαβιβάσεις πρέπει επίσης να συμμορφώνονται προς την εθνική νομοθεσία για την εφαρμογή του άρθρου 8 της οδηγίας 95/46/ΕΚ (βλ. παράγραφο 2.3).

24.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει επίσης την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι τα δεδομένα μπορούν να διαβιβάζονται μόνο για τους ίδιους σκοπούς για τους οποίους συλλέχθηκαν. Ωστόσο, οι ειδικοί σκοποί για τους οποίους τα δεδομένα μπορούν να διαβιβάζονται σε τρίτες χώρες και οι κατηγορίες δεδομένων που μπορούν να διαβιβάζονται πρέπει να αναφέρονται ρητά στην πρόταση και, καταρχήν, να περιορίζονται στην αντιμετώπιση παραβάσεων της νομοθεσίας για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης. Πρέπει επίσης να διευκρινίζεται ότι διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες μπορούν να γίνονται μόνο από τις εθνικές φορολογικές αρχές.

25.

Εξάλλου, ο ΕΕΠΔ υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ, οι διαβιβάσεις προς τρίτες χώρες επιτρέπονται, καταρχήν, μόνο εφόσον διασφαλίζεται επαρκές επίπεδο προστασίας στη χώρα αποδέκτη. Η διαβίβαση προς χώρες οι οποίες δεν διασφαλίζουν επαρκή προστασία μπορεί να δικαιολογείται μόνο εφόσον ισχύει κάποια από τις εξαιρέσεις του άρθρου 26 της οδηγίας 95/46/ΕΚ, π.χ. εάν η διαβίβαση είναι αναγκαία ή απαιτείται εκ του νόμου για τη διασφάλιση σημαντικού δημοσίου συμφέροντος (11). Ωστόσο, η εν λόγω εξαίρεση μπορεί να εφαρμόζεται μόνο εφόσον η διαβίβαση παρουσιάζει ενδιαφέρον και για τις αρχές κράτους μέλους της ΕΕ και όχι μόνο για τις αρχές της χώρας αποδέκτη (12). Γενικά, οι εξαιρέσεις πρέπει να εφαρμόζονται μόνο κατά περίπτωση, γεγονός που σημαίνει ότι καμία μαζική ή συστηματική διαβίβαση δεδομένων δεν πρέπει να βασίζεται στην εξαίρεση για λόγους δημοσίου συμφέροντος.

26.

Επιπλέον, η σχετική νομική δέσμευση εκ μέρους της τρίτης χώρας πρέπει να περιλαμβάνει ειδικές εγγυήσεις όσον αφορά την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και την άσκηση των συναφών δικαιωμάτων από τα υποκείμενα των δεδομένων.

3.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

27.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για την ειδική αναφορά της πρότασης στην εφαρμοσιμότητα της οδηγίας 95/46/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 σε ό,τι αφορά τις δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που καλύπτονται από τον κανονισμό. Προτείνει δε να διευκρινιστεί περαιτέρω η συγκεκριμένη αναφορά.

28.

Για την περαιτέρω βελτίωση του κειμένου από πλευράς προστασίας δεδομένων, ο ΕΕΠΔ συνιστά τα εξής:

να καθοριστούν από την πρόταση οι κατηγορίες δεδομένων που μπορούν να ανταλλάσσονται μεταξύ των αρμόδιων αρχών·

να ζητηθεί η γνώμη του ΕΕΠΔ σχετικά με τα εκτελεστικά μέτρα που αφορούν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

να περιληφθούν στο κείμενο του κανονισμού εγγυήσεις σχετικά με την επιτρεπόμενη χρήση των πληροφοριών που αφορούν εικαζόμενα κρούσματα απάτης·

να καταδειχθεί με σαφήνεια από τον νομοθέτη η αναγκαιότητα και η αναλογικότητα των περιορισμών των δικαιωμάτων πληροφόρησης και πρόσβασης. Επιπλέον, οι ειδικές καταστάσεις που επιβάλλουν την εφαρμογή τέτοιων περιορισμών πρέπει να προσδιορίζονται από το κείμενο της πρότασης — ή μέσω αιτιολογικής σκέψης·

να προσδιοριστεί από τον κανονισμό η μέγιστη περίοδος διατήρησης των πληροφοριών που αφορούν την ενδοκοινοτική διακίνηση προϊόντων·

να αιτιολογείται η περίοδος διατήρησης στο προοίμιο του κανονισμού·

οι διεθνείς διαβιβάσεις δεδομένων που αφορούν ύποπτες συναλλαγές πρέπει να συμμορφώνονται προς τα άρθρα 8 και 26 της οδηγίας 95/46/ΕΚ ενώ πρέπει να ορίζεται και το πεδίο εφαρμογής τους, η ταυτότητα του αποστολέα και ο σκοπός τους.

Βρυξέλλες, 27 Ιανουαρίου 2012.

Giovanni BUTTARELLI

Αναπληρωτής Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων


(1)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

(2)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(3)  COM(2011) 730 τελικό.

(4)  Όπου επιτρέπεται από την οδηγία 95/46/ΕΚ, όπως αναφέρεται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 της πρότασης.

(5)  Βλ. άρθρο 8 παράγραφος 5 της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

(6)  Βλ. άρθρο 8 παράγραφος 5 της οδηγίας 95/46/ΕΚ και άρθρο 10 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

(7)  Βλ. άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο δ).

(8)  Βλ. άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο δ).

(9)  Βλ. άρθρα 10, 11 παράγραφος 1, 12 και 21 της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

(10)  Βλ. άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο ε) της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

(11)  Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 58 της οδηγίας 95/46/ΕΚ, η εν λόγω εξαίρεση καλύπτει τις διαβιβάσεις μεταξύ φορολογικών ή τελωνειακών αρχών.

(12)  Βλ. επίσης έγγραφο εργασίας της ομάδας εργασίας του άρθρου 29, της 25ης Νοεμβρίου 2005, για την κοινή ερμηνεία του άρθρου 26 παρ. 1 της οδηγίας 95/46/ΕΚ της 24ης Οκτωβρίου 1995 (WP114), το οποίο διατίθεται στη διεύθυνση http://ec.europa.eu/justice/policies/privacy/docs/wpdocs/2005/wp114_el.pdf