2.3.2013   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 62/32


Γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα «Ανάπτυξη των συνεργιών μεταξύ των προϋπολογισμών της ΕΕ, των κρατών μελών και των υποεθνικών αρχών»

2013/C 62/07

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

υπογραμμίζει ότι οι τοπικές και περιφερειακές αρχές ευθύνονται για σημαντικό μέρος των δημοσίων δαπανών στην Ευρώπη, ότι οι δημόσιες επενδύσεις του υποεθνικού επιπέδου έχουν την τάση να συγκεντρώνονται σε μια σειρά από βασικούς τομείς προτεραιότητας που είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχία της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και, συνεπώς, απευθύνει έκκληση να αναγνωριστεί ως ισχυρότερη πολιτική προτεραιότητα η ανάπτυξη των συνεργιών μεταξύ των προϋπολογισμών της ΕΕ, των κρατών μελών και των υποεθνικών αρχών (δηλ. των τοπικών και των περιφερειακών αρχών)·

σημειώνει ότι, αφενός, ο προϋπολογισμός της ΕΕ –παρά το σχετικά μικρό μέγεθος του– και, αφετέρου, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) έχουν να διαδραματίσουν σημαντικό μοχλευτικό ρόλο τονώνοντας τις επενδύσεις σε όλη την επικράτεια της ΕΕ·

χαιρετίζει τις συζητήσεις που διεξάγονται σήμερα στο ευρωπαϊκό επίπεδο σχετικά με το πώς η υπάρχουσα Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) θα μπορούσε να συμπληρωθεί με τη θέσπιση ενός ενοποιημένου δημοσιονομικού πλαισίου σε επίπεδο ΕΕ και θεωρεί ότι ο υψηλός βαθμός αλληλεξάρτησης και αλληλεπίδρασης των οικονομιών της ευρωζώνης και των δημοσιονομικών πολιτικών καθιστά απαραίτητη την ανάπτυξη δημοσιονομικού δυναμικού, το οποίο θα διευκολύνει την απορρόφηση των οικονομικών κραδασμών·

εκφράζει, ωστόσο, την ανησυχία της διότι διαφαίνεται μια τάση αύξησης της συγκέντρωσης των εξουσιών και της λήψης αποφάσεων, δίχως την αποτελεσματική συμμετοχή, στη σχετική συζήτηση, των αρχών του υποεθνικού επιπέδου και σημειώνει ότι δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική δημοσιονομική ένωση χωρίς έναν ορισμό των δικαιωμάτων και των αρμοδιοτήτων των διαφόρων επιπέδων διακυβέρνησης (δημοσιονομικός φεντεραλισμός), χωρίς μια πιο εμφανή διασύνδεση μεταξύ ευθυγράμμισης πολιτικών και λήψης δημοσιονομικών αποφάσεων και χωρίς ένα φιλόδοξο όραμα για το πώς θα μπορούσαν να ενισχυθούν οι κάθετες συνεργίες μεταξύ των προϋπολογισμών της ΕΕ, των κρατών μελών και του υποεθνικού επιπέδου, μέσω των κατάλληλων μηχανισμών συντονισμού·

επικροτεί το γεγονός ότι στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του 2012 για τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ συμπεριλήφθηκε, για πρώτη φορά, ειδικό κεφάλαιο για την φορολογική αποκέντρωση στην ΕΕ και καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συμπεριλάβει ένα ανάλογο κεφάλαιο για την κατάσταση των δημόσιων οικονομικών του υποεθνικού επιπέδου των κρατών μελών στα μελλοντικά ετήσια δελτία της έκθεσης αυτής·

καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξετάσει τα πλεονεκτήματα και τις πρακτικές λεπτομέρειες (καθώς και τις πιθανές διοικητικές προκλήσεις/έξοδα) που συνεπάγεται η μετάβαση προς μία μεγαλύτερη εναρμόνιση των δημοσιονομικών κύκλων στο εσωτερικό της ΕΕ, καθώς και η προώθηση και ενθάρρυνση της χρήσης μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών πλαισίων (ΜΠΔΠ) στο υποεθνικό επίπεδο·

καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να δημοσιεύσει μια πράσινη βίβλο στην οποία θα εξετάζονται τα ζητήματα αυτά.

Εισηγητής

ο κ. Rhodri Glyn THOMAS (UK/EA), μέλος της Εθνικής Συνέλευσης της Ουαλίας

I.   ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Εισαγωγή

1.

υπογραμμίζει ότι οι τοπικές και οι περιφερειακές αρχές ευθύνονται για σημαντικό μέρος των δημοσίων δαπανών στην Ευρώπη: το 2011 οι δαπάνες του υποεθνικού επιπέδου του δημόσιου τομέα αντιπροσώπευαν το 16,7 % του ΑΕγχΠ και το 34 % του συνόλου των δημοσίων δαπανών στην Ευρώπη (ήτοι 11,9 %, –δηλ. 272,2 δισεκατομμύρια ευρώ– και 24,3 %, για τον τοπικό μόνον δημόσιο τομέα, αντίστοιχα), ενώ, ταυτόχρονα, πραγματοποίησαν τα δύο τρίτα περίπου των άμεσων επενδύσεων στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του 2011 (1)·

2.

σημειώνει ότι οι δημόσιες επενδύσεις του υποεθνικού επιπέδου έχουν την τάση να συγκεντρώνονται σε μια σειρά από βασικούς τομείς προτεραιότητας που είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχία της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», όπως τα οικονομικά θέματα, η εκπαίδευση, το περιβάλλον, η στέγαση και οι υποδομές κοινής ωφελείας, πράγμα που σημαίνει ότι ο αντίκτυπος των μέτρων λιτότητας (26 % στο Ηνωμένο Βασίλειο, πάνω από 30 % στην Ισπανία) θα έχει πολλαπλασιαστικές επιπτώσεις στις προσπάθειες επίτευξης των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» (π.χ., ο προϋπολογισμός της επένδυσης κεφαλαίου έχει περιοριστεί κατά 42 % στην Ουαλία)·

3.

συνεπώς, απευθύνει έκκληση να αναγνωριστεί ως ισχυρότερη πολιτική προτεραιότητα η ανάπτυξη των συνεργιών μεταξύ των προϋπολογισμών της ΕΕ, των κρατών μελών και των υποεθνικών αρχών (δηλ. των τοπικών και των περιφερειακών αρχών) που εστιάζουν στην υλοποίηση των συμφωνημένων προτεραιοτήτων της ΕΕ, ιδίως μάλιστα της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», παραπέμπει δε στα πορίσματα της μελέτης του 2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με την οποία «η συνολική συνεργία μεταξύ των στρατηγικών στόχων πολιτικής της ΕΕ και των δημοσιονομικών πολιτικών είναι αδύναμη […] οι εθνικοί προϋπολογισμοί σπάνια αναφέρονται στη συνεισφορά τους στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της Λισαβόνας [«Ευρώπη 2020»] ή άλλων στρατηγικών της ΕΕ» (2)·

4.

υπογραμμίζει ότι, στο πλαίσιο της τρέχουσας κρίσης, η υπερίσχυση των περικοπών λιτότητας στο επίπεδο των κρατών μελών και στο υποεθνικό επίπεδο, και η τεράστια πίεση που αυτές ασκούν στις δημόσιες δαπάνες, καθιστούν τη βελτίωση «της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας» σημαντικό πολιτικό στόχο·

5.

επικροτεί την έμφαση που δίδεται στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ότι «οι δυνατότητες που προσφέρει το υφιστάμενο δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ» θα πρέπει «να αξιοποιηθούν» περαιτέρω «στο προληπτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ώστε να εξισορροπηθούν οι ανάγκες παραγωγικών δημόσιων επενδύσεων με τους στόχους δημοσιονομικής πειθαρχίας». Ο στόχος αυτός καθίσταται ακόμη πιο επείγων εάν ληφθεί υπόψη η πρόσφατη διαπίστωση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ότι οι αποκαλούμενοι «δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές», που μετρούν τον αντίκτυπο της δημοσιονομικής εξυγίανσης στην οικονομική ανάπτυξη, ήταν «σημαντικά υψηλότεροι» από ό,τι περίμεναν οι αναλυτές κατά τη διάρκεια της κρίσης του δημόσιου χρέους. Αναμένει, συνεπώς, από την Επιτροπή να εξετάσει περαιτέρω αυτό το θέμα στην ανακοίνωση που έχει εξαγγείλει σχετικά με την ποιότητα των δημόσιων δαπανών, όπου θα πρέπει να μελετήσει, μεταξύ άλλων, το ζήτημα του διαχωρισμού των τρεχουσών δαπανών από τις επενδύσεις στους υπολογισμούς του δημοσιονομικού ελλείμματος, ώστε να μην υπολογίζονται με αρνητικό πρόσημο οι επενδύσεις με μακροπρόθεσμα καθαρά κέρδη·

6.

τονίζει ότι οι συζητήσεις για τις «συνεργίες» δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να χρησιμοποιηθούν ως «δούρειος ίππος» για την επιβολή περικοπών στο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ), ούτε θα πρέπει να χρησιμεύσουν ως δικαιολογία για μία «επανεθνικοποίηση» της χρηματοδότησης ορισμένων στοιχείων του προϋπολογισμού της ΕΕ (π.χ., των διαρθρωτικών ταμείων στα λεγόμενα «πλουσιότερα» κράτη μέλη) ή προκειμένου να νομιμοποιηθούν οι μακροοικονοομικές προϋποθέσεις·

Οι συνεργίες μεταξύ του προϋπολογισμού της ΕΕ και των περιφερειακών/τοπικών προϋπολογισμών

7.

επαναλαμβάνει ότι ο προϋπολογισμός της ΕΕ αντιπροσωπεύει ένα μικρό μέρος (περίπου 2 %) των συνολικών δημοσίων δαπανών της ΕΕ και από μόνος του δεν επαρκεί για την κάλυψη του ποσού των 1 800 δισεκατομμυρίων που αντιπροσωπεύουν οι προσανατολισμένες στο μέλλον άμεσες επενδύσεις, οι οποίες απαιτούνται από τις εμβληματικές πρωτοβουλίες της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» (όπως κατέδειξε η έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τις προτάσεις ΠΔΠ)· αυτό σημαίνει ότι, για να επιτευχθούν οι πρωταρχικοί στόχοι της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», είναι απαραίτητη η κινητοποίηση, κατά τρόπο αποτελεσματικό, των δημόσιων και ιδιωτικών χρηματοδοτικών πόρων του εθνικού και του υποεθνικού επιπέδου, μέσω, μεταξύ άλλων, της εξασφάλισης δανειακών κεφαλαίων και της προώθησης συμπράξεων μεταξύ του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα·

8.

σημειώνει ότι, αφενός, ο προϋπολογισμός της ΕΕ –παρά το σχετικά μικρό μέγεθος του– και, αφετέρου, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) έχουν να διαδραματίσουν σημαντικό μοχλευτικό ρόλο, τονώνοντας τις επενδύσεις σε όλη την επικράτεια της ΕΕ, ιδίως μάλιστα –αλλά όχι αποκλειστικά– μέσω των ταμείων του Κοινού Στρατηγικού Πλαισίου (ΚΠΣ) που προορίζονται για το εδαφικό επίπεδο και λειτουργούν σε αυτό (σε πολλές περιπτώσεις υπό τη διαχείριση των τοπικών και των περιφερειακών αρχών), και τα οποία παράγουν σημαντικά πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα στην οικονομία·

9.

υπογραμμίζει ότι, κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, οι χρηματοδοτικοί πόροι της ΕΕ, ιδίως δε αυτοί των ταμείων του ΚΣΠ, έχουν εξασφαλίσει σταθερή και ασφαλή χρηματοδότηση στις τοπικές και περιφερειακές αρχές και, σε πολλές περιπτώσεις, αποτέλεσαν τα μόνα χρήματα που ήταν διαθέσιμα στο τοπικό επίπεδο και που στήριξαν τις δημόσιες επενδύσεις και τις κύριες πρωτοβουλίες, σε μία περίοδο κατά την οποία οι τοπικοί, περιφερειακοί και εθνικοί προϋπολογισμοί έχουν υποστεί περικοπές, στη δε περίπτωση των χρηματοδοτήσεων της ΕΤΕπ βοήθησαν να γεφυρωθεί ένα μεγάλο χάσμα που είχε δημιουργηθεί στη χρηματοδότηση μέσω δανειοληψίας εξαιτίας της δημοσιονομικής κρίσης· και τονίζει τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις που, ενδεχομένως, θα έχουν οι προτεινόμενες μακροοικονομικές προϋποθέσεις στην παρατηρηθείσα σταθερότητα των χρηματοδοτήσεων που προβλέπονται από το ΚΠΣ·

10.

εξαίρει τα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα καθώς και το αποτέλεσμα μόχλευσης που έχουν οι επενδύσεις αυτού του είδους, με τη μορφή άμεσων και έμμεσων οφελών τόσο στην τοπική όσο και στην ευρύτερη οικονομία:

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι κατά την περίοδο προγραμματισμού 2000-2006, τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ είχαν, κατά μέσο όρο, αποτέλεσμα μόχλευσης ύψους 2,1 ευρώ ανά 1 ευρώ που συνεισέφερε η ΕΕ·

κατά την περίοδο 2014-2020, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει θέσει στόχο το αποτέλεσμα αυτό να είναι ύψους 4,2 ευρώ ανά 1 ευρώ που επενδύεται μέσω της πολιτικής για τη συνοχή·

η ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής εκτιμά ότι το πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα που θα προκύψει σε όρους αύξησης του ΑΕγχΠ κατά την περίοδο 2007-2013 θα είναι ύψους 1 % στην Ισπανία, 3 % στην Πολωνία, τη Σλοβακία και τη Ρουμανία, και πάνω από 5 % στις χώρες της Βαλτικής·

άλλες εκτιμήσεις υπολογίζουν ότι η αύξηση του ΑΕγχΠ θα είναι ύψους περίπου 8,5 % στην Ιρλανδία και περίπου 19,6 % στην Ισπανία κατά την περίοδο 1999-2010, μολονότι ο αντίκτυπος της κρίσης προβλέπεται ότι θα περιορίσει τις τιμές αυτές· εξάλλου, πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι υφίστανται μεθοδολογικές δυσκολίες ως προς τον υπολογισμό των πολλαπλασιαστικών αποτελεσμάτων·

11.

επαναλαμβάνει ότι τα αποτελέσματα μόχλευσης των ταμείων του ΚΣΠ δεν είναι μόνον οικονομικής φύσεως, αλλά είναι επίσης εμφανή και με τη μορφή μιας «μόχλευσης πολιτικών», της ευθυγράμμισης των τοπικών και περιφερειακών στρατηγικών προτεραιοτήτων με αυτές του επιπέδου της ΕΕ, καθώς και άλλων οφελών, όπως η ενίσχυση των εταιρικών σχέσεων και η ανάπτυξη διακρατικών δραστηριοτήτων συνεργασίας, με πληθώρα παραδειγμάτων καλής πρακτικής σε όλη την Ευρώπη, και υπογραμμίζει την αξία της στήριξης από την ΕΤΕπ, μέσω των διάφορων χρηματοπιστωτικών μηχανισμών δανειοδότησης, για την ανάπτυξη της ικανότητας του τοπικού και του περιφερειακού επίπεδου να διαχειρίζονται και να εφαρμόζουν νέα καινοτόμα προγράμματα·

12.

αναγνωρίζει, ωστόσο, ότι τα χαμηλά ποσοστά απορρόφησης των πόρων σε ορισμένα μέρη της Ευρώπης καταδεικνύουν ότι υφίστανται «σημεία συμφόρησης» τα οποία παρακωλύουν την αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Συνοχής και των Διαρθρωτικών Ταμείων στους επιμέρους τόπους· υπογραμμίζει ιδιαίτερα, αφενός, τις αδυναμίες που διαπιστώθηκαν –όπως προέκυψε από μια πρόσφατη μελέτη του ΟΟΣΑ (3)– από την άποψη των διοικητικών μηχανισμών, της ικανότητας και των κανονιστικών πλαισίων ορισμένων κρατών μελών και υποεθνικών αρχών, και, αφετέρου, την ανάγκη να υπάρξουν παρεμβάσεις για την αντιμετώπισή τους·

13.

επικροτεί τις προσπάθειες που καταβάλλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τον εξορθολογισμό και την απλούστευση των κανόνων που διέπουν τη διαχείριση, την εφαρμογή και την διαδικασία υποβολής εκθέσεων σχετικά με τα υποστηριζόμενα από τα ταμεία του ΚΣΠ έργα, στα οποία θα πρέπει να παρέχεται κάποια βοήθεια για την βελτίωση των ποσοστών τους απορρόφησης· αναγνωρίζει την ανάγκη επίτευξης μιας ισορροπίας μεταξύ, αφενός, αποτελεσματικών ελέγχων και, αφετέρου, επαρκούς ευελιξίας, ώστε να εξαλειφθούν οι περιττές κανονιστικές επιβαρύνσεις, και, συνεπώς, επιδοκιμάζει τις πρωτοβουλίες υιοθέτησης προσεγγίσεων του ελέγχου που βασίζονται περισσότερο στον κίνδυνο·

14.

αποδοκιμάζει το γεγονός ότι εξακολουθεί να επιβάλλεται στις εθνικές ή περιφερειακές αρχές που επέχουν θέση διαχειριστικής αρχής η προσπάθεια προχρηματοδότησης των επενδύσεων. Αυτό αντιπροσωπεύει ένα οικονομικό βάρος που είναι δύσκολο να το αντιμετωπίσουν στην παρούσα συγκυρία περιορισμών των χρηματοπιστωτικών αγορών. Επιβάλλοντας την αρχή της προχρηματοδότησης των επενδύσεων, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα αφήσει να χαθεί μια μοναδική ευκαιρία να διοχετεύσει δημοσιονομικούς πόρους που θα προορίζονται άμεσα για την οικονομική ώθηση και στις διαρθρωτικές αλλαγές, παρέχοντας πιο σημαντικές προκαταβολές, χάρη στις οποίες θα ήταν εφικτή η χρηματοδότηση με τον αναγκαίο ρυθμό, ώστε να αρχίσουν και οι επιστροφές·

15.

θεωρεί απαράδεκτο ένα Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο που θα αποδίδει στα ταμεία του ΚΣΠ πόρους κατώτερους από την πρόταση που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την περίοδο 2014-2020, δεδομένου ότι θα οδηγούσε σε αποδυνάμωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης τη στιγμή ακριβώς όπου η ισχύς της είναι περισσότερο αναγκαία·

16.

ζητά να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη διαφάνεια στις τοπικές και περιφερειακές δημοσιονομικές διαδικασίες, ώστε να καταδεικνύεται με σαφήνεια η συνεισφορά των χρηματοδοτικών πόρων του ΚΣΠ στις επενδυτικές στρατηγικές κάθε περιφέρειας και να είναι εμφανής, στα ετήσια σχέδια προϋπολογισμού, ο τρόπος με τον οποίο προγραμματίζονται οι χρηματοδοτήσεις της ΕΕ στο πλαίσιο του δημοσιονομικού κύκλου· καλεί, ως εκ τούτου, τις τοπικές και τις περιφερειακές αρχές να υποβάλουν παραδείγματα ορθών πρακτικών αυτού του είδους προσέγγισης του δημοσιονομικού σχεδιασμού·

17.

υπογραμμίζει τις ανησυχίες που διατύπωσαν διάφορες τοπικές αρχές από όλη την έκταση της ΕΕ, σχετικά με το γεγονός ότι οι εθνικές (και οι περιφερειακές) κυβερνήσεις των κρατών μελών έχουν, ενδεχομένως, τη δυνατότητα να μην επιτρέπουν την πλήρη αξιοποίηση των νομικών μέσων που προβλέπονται από τους κανονισμούς για τα διαρθρωτικά ταμεία, με βάση τα οποία τμήματα της εφαρμογής και της εκτέλεσης των προγραμμάτων μπορούν να ανατίθενται σε άλλους φορείς· ζητά να δοθεί μια λύση στο πρόβλημα αυτό στα προγράμματα της περιόδου 2014-2020 και να βελτιστοποιηθεί η χρήση των νέων μέσων (όπως οι ολοκληρωμένες εδαφικές επενδύσεις, οι ολοκληρωμένες δραστηριότητες, τα κοινά σχέδια δράσης και οι καθοδηγούμενες από κοινότητες τοπικές αναπτυξιακές στρατηγικές) που προβλέπονται από το σχέδιο Κανονισμού Κοινών Διατάξεων για τα ταμεία του ΚΣΠ·

18.

επικροτεί, ως εκ τούτου, την έκθεση πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που υιοθετήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 2013 με θέμα τις συνεργίες που αναπτύσσονται εντός του προϋπολογισμού της ΕΕ, στην οποία το ενδιαφέρον επικεντρώθηκε κυρίως στα Ταμεία του ΚΣΠ· σημειώνει με ενδιαφέρον τα παραδείγματα επιτόπου πρωτοβουλιών που αποσκοπούν στην απλούστευση των τρόπων αξιοποίησης των προγραμμάτων χρηματοδότησης εκ μέρους των δικαιούχων·

19.

υποστηρίζει ένθερμα την έκκληση που απευθύνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με το ψήφισμά του με θέμα το «Ευρωπαϊκό εξάμηνο για το συντονισμό της οικονομικής πολιτικής: υλοποίηση των προτεραιοτήτων του 2012», δηλαδή «να εξετάσει ενδελεχώς», στο πλαίσιο της επόμενης Ετήσιας Επισκόπησης της Ανάπτυξης, «τον ρόλο του προϋπολογισμού της ΕΕ στη διαδικασία του ευρωπαϊκού εξαμήνου, παρέχοντας τεκμηριωμένα και συγκεκριμένα στοιχεία σχετικά με τα αποτελέσματα ενεργοποίησης, καταλυτικής δράσης, συνέργειας και συμπληρωματικότητάς του επί του συνόλου των δημοσίων δαπανών σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο»·

20.

εκφράζει την ικανοποίησή της για την διεξαγωγή περαιτέρω συζητήσεων σχετικά με τα περιθώρια, εντός του νομοθετικού πλαισίου της ΕΕ, εξορθολογισμού και απλούστευσης της επιτόπιας εφαρμογής των προγραμμάτων, μέσω της επικέντρωσης των προσπαθειών στην υποστήριξη έργων και πρωτοβουλιών που συμβάλλουν στη «διαδικασία μετασχηματισμού»· θα μπορούσαν, π.χ., να εξεταστούν οι δυνατότητες δημιουργίας ενός «ενιαίου εδαφικού ταμείου επενδύσεων» (το οποίο να συγκεντρώνει τα διάφορα ταμεία του ευρωπαϊκού, εθνικού και υποεθνικού επιπέδου) ή μιας «υπηρεσίας ενιαίας εξυπηρέτησης», για την πρόσβαση σε κεφάλαια σύμφωνα με εναρμονισμένους κανόνες και με μία πλήρη, κατανοητή καθοδήγηση, στο πλαίσιο των οποίων θα δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στους τρόπους επίτευξης βιώσιμων αποτελεσμάτων που θα επιτρέπουν, εντέλει, αφενός, την ταχύτερη πρόσβαση του τελικού χρήστη σε αυτά και, αφετέρου, την επιτόπια αξιοποίησή τους κατά τρόπο πιο στρατηγικό –ο συνδυασμός αυτός προγραμματισμού και αξιοποίησης όλων μαζί των ταμείων θα συμβάλει στη βελτίωση του συντονισμού και στη μείωση των επικαλύψεων·

21.

υποστηρίζει ότι μια συζήτηση σχετικά με τις συνεργίες μεταξύ των προϋπολογισμών της ΕΕ, των κρατών μελών και του υποεθνικού επιπέδου, θα πρέπει επίσης να καλύψει και το θέμα των συνεργιών εντός του ίδιου του προϋπολογισμού της ΕΕ –συμπεριλαμβανομένων των θεματικών προγραμμάτων, όπως τα «Ορίζων 2020», «'Ερασμος για όλους» και το «Πρόγραμμα για την Κοινωνική Αλλαγή και την Καινοτομία» (ΠΚΑΚ), η διευκόλυνση «Συνδέοντας την Ευρώπη» (ΔΣΕ), το COSME κλπ., τα οποία έχουν σαφή διασύνδεση με το «εδαφικό επίπεδο» και σχετίζονται άμεσα με προτεραιότητες όπως η Ε&Α και η καινοτομία, η εκπαίδευση και η κατάρτιση, καθώς και η ανταγωνιστικότητα των ΜμΕ στο πλαίσιο των ταμείων του ΚΣΠ·

22.

επικροτεί, συνεπώς, τις προσπάθειες που καταβάλλονται με σκοπό τη βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020, το οποίο αποβλέπει στην ενθάρρυνση των σχετικών συνεργιών, με την ένταξη, π.χ., σε αυτό του άρθρου 55 παράγραφος 8 του κανονισμού για τα ταμεία του ΚΣΠ, και ζητά να προβληθούν ευρέως τα έργα και οι πρωτοβουλίες που αναπτύσσονται, κάνοντας χρήση των νέων αυτών διατάξεων, ώστε να διαδοθούν οι τρόποι με τους οποίους οι συνεργίες αυτές μπορούν να γίνουν πράξη·

23.

καλεί την Επιτροπή να εξηγήσει λεπτομερώς πώς η ρύθμιση της οικονομικής πολιτικής και άλλων θεμάτων των δημόσιων οικονομικών θα επηρεάσει την ικανότητα των τοπικών και περιφερειακών αρχών να αποφασίσουν σχετικά με το περιεχόμενο των προϋπολογισμών τους·

24.

αποδοκιμάζει το γεγονός ότι στη σημερινή συζήτηση σχετικά με την ενίσχυση της οικονομικής, νομισματικής και πολιτικής ένωσης στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) και στην ευρύτερη ΕΕ, συμμετέχουν μόνον τα κύρια θεσμικά όργανα της ΕΕ και οι κυβερνήσεις των κρατών μελών, το δε υποεθνικό επίπεδο λαμβάνεται ελάχιστα έως καθόλου υπόψη, μολονότι μία ενίσχυση της συγκέντρωσης των ελέγχων στο επίπεδο της ΕΕ θα είχε, ενδεχομένως, αντίκτυπο στα δημοσιονομικά δικαιώματα και υποχρεώσεις του υποεθνικού επιπέδου των κρατών μελών και στην δημοσιονομική αποκέντρωση·

25.

εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι οι προσπάθειες που καταβάλλονται για την αποτελεσματική και εποικοδομητική συμμετοχή των τοπικών και των περιφερειακών αρχών όλης της ΕΕ στο ευρωπαϊκό εξάμηνο αποτυγχάνουν συστηματικά, όπως κατέστησε σαφές η 3η έκθεση παρακολούθησης για τη στρατηγική «Ευρώπη 2020» της Επιτροπής των Περιφερειών (Οκτώβριος 2012), και επαναλαμβάνει ότι δεν θα μπορέσουν να αναπτυχθούν συνεργίες μεταξύ των δημοσιονομικών διαδικασιών εάν παράλληλα δεν αναπτυχθούν συνεργίες κατά τη χάραξη των διαφόρων πολιτικών και τη διαδικασία παρακολούθησης της εφαρμογής τους·

Προς μια δημοσιονομική ένωση: μια μεταβαλλόμενη οικονομική και πολιτική διακυβέρνηση

26.

χαιρετίζει τις συζητήσεις που διεξάγονται σήμερα στο ευρωπαϊκό επίπεδο σχετικά με το πώς η υπάρχουσα Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) θα μπορούσε να συμπληρωθεί με τη θέσπιση ενός ενοποιημένου δημοσιονομικού πλαισίου σε επίπεδο ΕΕ προκειμένου να υπάρξουν βιώσιμες δημοσιονομικές πολιτικές στα κράτη μέλη·

27.

σημειώνει ότι πρόκειται για μια συζήτηση εν εξελίξει, η οποία θα μπορούσε να έχει σημαντικές επιπτώσεις στον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπίζεται στο μέλλον το ζήτημα των συνεργιών μεταξύ των προϋπολογισμών της ΕΕ, των κρατών μελών και του υποεθνικού επιπέδου·

28.

εκφράζει την ανησυχία της διότι διαφαίνεται μια τάση αύξησης της συγκέντρωσης των εξουσιών και της λήψης αποφάσεων, δίχως την αποτελεσματική συμμετοχή, στη σχετική συζήτηση, των αρχών του υποεθνικού επιπέδου, και σημειώνει ότι η έκθεση του 2012 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ εξαίρει την ορθότητα του ομοσπονδιακού δημοσιονομικού μοντέλου, το οποίο εκχωρεί τις αρμοδιότητες της άντλησης εσόδων καθώς και τις αρμοδιότητες που συνδέονται με τις δαπάνες στις αρχές του υποεθνικού επιπέδου·

29.

παρατηρεί ότι οι αλλαγές που έγιναν στην οικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ (τις οποίες εισήγαγαν το ευρωπαϊκό εξάμηνο, η δέσμη των έξι μέτρων, η Συνθήκη για τη σταθερότητα, τον συντονισμό και τη διακυβέρνηση, καθώς και οι προτάσεις του λεγόμενου «διπτύχου»), οδήγησαν στη διαμόρφωση αυστηρότερων κανόνων για την εποπτεία των τοπικών και των περιφερειακών δημοσίων οικονομικών εκ μέρους του εθνικού επιπέδου των κρατών μελών (μέσω της μεταφοράς, σε αρκετά κράτη μέλη, του λεγόμενου «χρυσού κανόνα» από το επίπεδο των κρατών μελών στο υποεθνικό επίπεδο)·

30.

εκφράζει την ανησυχία της διότι η μεταφορά κανόνων που περιλαμβάνονται σε διακυβερνητικές πρωτοβουλίες –όπως η Συνθήκη για τη σταθερότητα, τον συντονισμό και τη διακυβέρνηση (άλλως «δημοσιονομικό συμβόλαιο»)– στα εθνικά συντάγματα ή στο εθνικό δίκαιο έγινε χωρίς να προηγηθεί η δέουσα διαβούλευση με την Επιτροπή των Περιφερειών για την περιφερειακή και την τοπική διάσταση των θεμάτων που διακυβεύονται, και υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να εξακολουθήσει να εφαρμόζεται η κοινοτική μέθοδος και κατά τα επόμενα στάδια της πορείας προς τη δημοσιονομική ένωση·

31.

θεωρεί ότι είναι αρκετά επείγον να διασφαλιστεί μια πιο διαφανής και αποτελεσματική συμμετοχή των αρχών του υποεθνικού επιπέδου με δημοσιονομικές αρμοδιότητες στις εν εξελίξει συζητήσεις για τα θέματα αυτά και ζητά να προβλεφθεί, επισήμως, η συμβολή της Επιτροπής των Περιφερειών στις τυχόν μεταγενέστερες τροποποιήσεις της Συνθήκης·

32.

διαπιστώνει ότι υπάρχει απόλυτη διαφορά προσέγγισης ανάμεσα στην παράδοση δημοσιονομικού φεντεραλισμού των ΗΠΑ και στα πρώτα βήματα της ΕΕ προς μια δημοσιονομική ένωση· οι ΗΠΑ επέλεξαν, όντως, μια προσέγγιση με βάση την οποία η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν εκχωρεί αρμοδιότητες ούτε επιβάλλει ισορροπημένους δημοσιονομικούς κανόνες στις πολιτείες (ούτε δε οι αρχές των πολιτειών στους δήμους): οι κανόνες θεσπίστηκαν αυτοτελώς από καθεμία από τις πολιτείες και εφαρμόζονται δίχως την παρέμβαση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, σύμφωνα με μία ρήτρα «μη διάσωσης» που αυτή ορίζει· αυτό έχει ως αποτέλεσμα, κάθε επίπεδο διακυβέρνησης να έχει την απόλυτη κυριότητα της διαχείρισης του προϋπολογισμού, δεδομένης της ενδογενούς διάστασης της σχετικής διαδικασίας –αντίθετα, στην ΕΕ τις αποφάσεις σχετικά με τα «όρια χρέους» λαμβάνει το κεντρικό επίπεδο, την δε εκτέλεσή τους αναλαμβάνει το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ενώ το ενδεχόμενο πτώχευσης ενός κράτους μέλους (ή ακόμα και ενός δήμου στο εσωτερικό ενός κράτους μέλους) φαίνεται, καταρχήν, να αποκλείεται·

33.

θεωρεί, συνεπώς, ότι ο υψηλός βαθμός αλληλεξάρτησης και αλληλεπίδρασης των οικονομιών της ευρωζώνης και των δημοσιονομικών πολιτικών καθιστά απαραίτητη την ανάπτυξη δημοσιονομικού δυναμικού το οποίο θα διευκολύνει την απορρόφηση των οικονομικών κραδασμών εντός ενός ενοποιημένου δημοσιονομικού πλαισίου σε επίπεδο ΕΕ·

34.

υποστηρίζει, ως όχημα για την ανάπτυξη δημοσιονομικού δυναμικού εντός ενός ενοποιημένου δημοσιονομικού πλαισίου σε επίπεδο ΕΕ, την περαιτέρω εξέταση της ιδέας ενός «αποθεματικού ευελιξίας» εντός του προϋπολογισμού της ΕΕ. Χάρη σε ένα τέτοιο μέσο, το οποίο δεν θα αντίκειται στις θεμελιώδεις δημοσιονομικές αρχές της ετήσιας διάρκειας και της διαφάνειας, θα καθίσταται δυνατή η μεταφορά των μη χρησιμοποιηθέντων κονδυλίων του προϋπολογισμού για την υποστήριξη άλλων δράσεων, αντί της αυτόματης επιστροφής τους στα κράτη μέλη, ιδέα η οποία είναι σύμφωνη με τα ψηφίσματα που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με το ΠΔΠ στις 13 Ιουνίου και στις 23 Οκτωβρίου 2012·

35.

σημειώνει, ωστόσο, ότι δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική δημοσιονομική ένωση χωρίς έναν ορισμό των δικαιωμάτων και των αρμοδιοτήτων των διαφόρων επιπέδων διακυβέρνησης (δημοσιονομικός φεντεραλισμός), χωρίς μια πιο εμφανή διασύνδεση μεταξύ ευθυγράμμισης πολιτικών και λήψης δημοσιονομικών αποφάσεων και χωρίς ένα φιλόδοξο όραμα για το πώς θα μπορούσαν να ενισχυθούν οι κάθετες συνεργίες μεταξύ των προϋπολογισμών της ΕΕ, των κρατών μελών και του υποεθνικού επιπέδου, μέσω των κατάλληλων μηχανισμών συντονισμού·

36.

καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να δημοσιεύσει, κατά το πρώτο εξάμηνο του 2013, μια πράσινη βίβλο στην οποία θα εξετάζονται τα ζητήματα αυτά, καθώς και τα επιπλέον θέματα που θίγονται παρακάτω·

Ορισμένες βασικές αρχές που πρέπει να τηρούνται κατά την επιδίωξη ενίσχυσης των συνεργιών

37.

ζητά να θεσπιστεί ένα βασικό σύνολο αρχών και να διασφαλιστεί η τήρησή τους, στο πλαίσιο των προσπαθειών ενίσχυσης των συνεργιών μεταξύ των διαφόρων προϋπολογισμών –σε αυτές θα πρέπει να περιλαμβάνονται:

η δημοσιονομική αυτονομία: οι ρόλοι και οι αρμοδιότητες των διαφόρων δημοσιονομικών αρχών της ΕΕ, των κρατών μελών και του υποεθνικού επιπέδου θα πρέπει να είναι σαφείς, όπως σαφείς θα πρέπει να είναι και ο ρόλος και η φιλοσοφία της σχετικής πολιτικής της ΕΕ και των χρηματοδοτικών παρεμβάσεων, ενώ παράλληλα θα πρέπει να τηρείται η αρχή της επικουρικότητας και να γίνονται σεβαστά τα δημοσιονομικά δικαιώματα των τοπικών και των περιφερειακών αρχών (π.χ. ο ρόλος τους στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και ελέγχου), δηλ. η δημοκρατική λογοδοσία τους έναντι των κοινοτήτων που τις εκλέγουν, με τη διασφάλιση της αυτονομίας κάθε επιπέδου διακυβέρνησης ως προς τον καθορισμό των προτεραιοτήτων και των δαπανών τους·

η διαφάνεια: θα πρέπει να διασφαλίζονται, αφενός, η διαφάνεια των δημοσιονομικών διαδικασιών σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης (μεταξύ άλλων, να καταδεικνύονται με σαφήνεια οι πηγές χρηματοδοτικών πόρων της ΕΕ στους προϋπολογισμούς του εθνικού και του υποεθνικού επιπέδου) και, αφετέρου, η διαθεσιμότητα, στο επίπεδο της ΕΕ, των δεδομένων που αναφέρονται στα διάφορα «προφίλ» δαπανών των χρηματοδοτικών προγραμμάτων της ΕΕ που εφαρμόζονται στο περιφερειακό επίπεδο (όπου αυτό είναι δυνατό)·

ο εξορθολογισμός των διαδικασιών: οι τρόποι ευθυγράμμισης των προτεραιοτήτων και των χρηματοδοτήσεων των διαφόρων επιπέδων της ΕΕ (ευρωπαϊκού, εθνικού, υποεθνικού) θα πρέπει να είναι ευδιάκριτοι και θα πρέπει να αναληφθεί η δέσμευση να επιλυθεί το πρόβλημα των «συμφορήσεων» (διοικητικός, ρυθμιστικός και πολιτικός εξορθολογισμός), ώστε να αυξηθούν οι συνεργίες στους διάφορους επιμέρους προϋπολογισμούς και πολιτικές, και να αποφευχθεί η δημιουργία πρόσθετου διοικητικού φόρτου·

οι εταιρικές σχέσεις: θα πρέπει να αναληφθεί η δέσμευση ότι η προσέγγιση που θα υιοθετηθεί θα βασίζεται σε εταιρικές σχέσεις, σύμφωνα με την αρχή ότι οι εταιρικές σχέσεις των διαφόρων επιπέδων διακυβέρνησης (ΕΕ, κράτη μέλη, περιφερειακές και τοπικές αρχές) είναι ισότιμες και υποστηρίζονται από επίσημους και ανεπίσημους μηχανισμούς που ενθαρρύνουν τη συνεργασία, π.χ. που επεκτείνουν το διάλογο που διεξάγεται σήμερα μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των κοινοβουλίων των κρατών μελών, ώστε να μπορούν να συμμετέχουν σε αυτό και νομοθέτες του υποεθνικού επιπέδου·

38.

αντιλαμβάνεται ότι ο ρόλος του προϋπολογισμού της ΕΕ είναι (σήμερα) κυρίως: (i) η χρηματοδότηση των βασικών κοινών πολιτικών της ΕΕ, όπως η γεωργία και η αλιεία· (ii) η υποστήριξη, από κοινού με τα κράτη μέλη, άλλων συμφωνημένων στόχων και σκοπών πολιτικής της ΕΕ (συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής συνοχής), μέσω επενδύσεων επικεντρωμένων στο μέσο-μακροπρόθεσμο διάστημα –τέτοιες παρεμβάσεις στηρίζονται, επιπλέον, στις κατεστημένες αντιλήψεις: (α) της προστιθέμενης αξίας της παρέμβασης της ΕΕ· (β) της προσθετικότητας των υποστηριζόμενων δράσεων· (γ) του αποτελέσματος μόχλευσης και των πολλαπλασιαστικών αποτελεσμάτων των παρεμβάσεων της ΕΕ·

39.

εκφράζει την ικανοποίησή της για τις περαιτέρω συζητήσεις και διευκρινίσεις που αναφέρονται στην πορεία των συζητήσεων σχετικά με τους τρόπους ενίσχυσης της οικονομικής, νομισματικής και δημοσιονομικής ένωσης, στις πιθανές επιπτώσεις που οι σχετικές εξελίξεις θα μπορούσαν να έχουν στο ρόλο και τη φιλοσοφία των παρεμβάσεων της ΕΕ και στη σχέση τους με τις δημοσιονομικές διαδικασίες των κρατών μελών και του υποεθνικού επιπέδου τους·

40.

πιστεύει ότι η ενίσχυση του κάθετου συντονισμού των δημοσιονομικών πολιτικών θα οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερες συνεργίες, με αποτέλεσμα τη διαφύλαξη και την ενίσχυση των αρχών της επικουρικότητας και της προσθετικότητας, της ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας και των πλεονεκτημάτων των οικονομιών κλίμακας (4) –συνεπώς, η ενίσχυση του κάθετου συντονισμού είναι απολύτως συμβατή με την αρχή της επικουρικότητας που περιλαμβάνουν οι συνθήκες της ΕΕ·

Συμφορήσεις στις προσπάθειες ενίσχυσης των κάθετων συνεργιών

41.

υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να υπάρχουν διαθέσιμα ακριβή και αξιόπιστα δεδομένα και αναλύσεις στο επίπεδο της ΕΕ σχετικά με τα δημόσια οικονομικά και τις δημοσιονομικές διαδικασίες του προϋπολογισμού έως το υποεθνικό επίπεδο των κρατών μελών·

42.

επισημαίνει την περιπλοκότητα της πρόκλησης που συνιστά η ανάπτυξη συνεργιών, λόγω της «ετερογένειας» των υποεθνικών δομών σε ολόκληρη την ΕΕ·

43.

επικροτεί το γεγονός ότι στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του 2012 για τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ συμπεριλήφθηκε, για πρώτη φορά, ειδικό κεφάλαιο για την φορολογική αποκέντρωση στην ΕΕ και καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συμπεριλάβει ένα ανάλογο κεφάλαιο για την κατάσταση των δημόσιων οικονομικών του υποεθνικού επιπέδου των κρατών μελών στα μελλοντικά ετήσια δελτία της έκθεσης αυτής·

44.

εκφράζει επίσης την ικανοποίησή της για τις άλλες μελέτες που εξετάζουν ζητήματα που άπτονται των δημοσίων οικονομικών και της δημόσιας επενδυτικής ικανότητας, καθώς και τις επιπτώσεις της τρέχουσας κοινωνικής, οικονομικής και δημοσιονομικής κρίσης στο υποεθνικό επίπεδο, ιδίως μάλιστα για την έκθεση της Dexia Crédit Local (DCL)/CEMR και τις μελέτες του ΟΟΣΑ·

45.

διαπιστώνει, ωστόσο, τη σχετική έλλειψη πληροφοριών ως προς τα δημόσια οικονομικά του περιφερειακού και του τοπικού επιπέδου σε ολόκληρη την ΕΕ, και γενικότερα την έλλειψη πληροφοριών σχετικά με τις συνεργίες που υφίστανται μεταξύ των προϋπολογισμών της ΕΕ, των κρατών μελών και του υποεθνικού επιπέδου·

46.

καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να καταβάλει περαιτέρω προσπάθειες για την κάλυψη αυτού του ελλείμματος και προτείνει τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού ακαδημαϊκού ερευνητικού δικτύου με σκοπό την ανάπτυξη εξειδικευμένης τεχνογνωσίας σε αυτόν τον σημαντικό τομέα εργασίας· ζητεί, ακόμη, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να υποστηρίξει τις ανταλλαγές εμπειριών για συγκεκριμένα έργα μεταξύ των διάφορων τοπικών και περιφερειακών αρχών, ενθαρρύνοντας την προώθηση των βέλτιστων πρακτικών που αφορούν την ανάπτυξη συνεργιών μεταξύ του υποεθνικού και του εθνικού επιπέδου στα κράτη μέλη της ΕΕ·

47.

αναγνωρίζει ότι υφίσταται μια σειρά από άλλα σημεία συμφόρησης στον τομέα των δημοσιονομικών διαδικασιών και κύκλων εντός της ΕΕ, η δε κατάσταση επιδεινώνεται από την «ετερογένεια» που χαρακτηρίζει τις δημοσιονομικές διαδικασίες του υποεθνικού επιπέδου των κρατών μελών: οι δημοσιονομικοί κύκλοι των προϋπολογισμών των κρατών μελών και του υποεθνικού επιπέδου τους δεν είναι εναρμονισμένοι με τον δημοσιονομικό κύκλο της ΕΕ (ο οποίος βασίζεται σε ημερολογιακά έτη), οι δε προϋπολογισμοί των περιφερειακών και των τοπικών αρχών βασίζονται, συν τοις άλλοις, σε ετήσιους κύκλους και όχι σε πολυετή προγραμματισμό (ο οποίος συνιστά το δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ)·

48.

καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξετάσει τα πλεονεκτήματα και τις πρακτικές λεπτομέρειες (καθώς και τις πιθανές διοικητικές προκλήσεις/έξοδα) που συνεπάγεται η μετάβαση προς μία μεγαλύτερη εναρμόνιση των δημοσιονομικών κύκλων στο εσωτερικό της ΕΕ, καθώς και η προώθηση και ενθάρρυνση της χρήσης μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών πλαισίων (ΜΠΔΠ) στο υποεθνικό επίπεδο (σε συμφωνία με τα μέτρα που εισήχθησαν με τη «δέσμη των έξι μέτρων»), να παράσχει δε, μεταξύ άλλων, διευκρινίσεις σχετικά με το πώς αυτό θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε συνδυασμό με τους ετήσιους κύκλους των ευρωπαϊκών εξαμήνων·

49.

λαμβάνει υπόψη της τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις με αντικείμενο τις προτάσεις για ένα ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών στην Ευρωπαϊκή Ένωση [COM (2010) 774 τελικό] και εκφράζει τη λύπη της για την αδυναμία πραγματοποίησης συγκρίσεων (από την άποψη της διάρθρωσης, της αναγνωσιμότητας και του περιεχομένου) των τοπικών και των περιφερειακών προϋπολογισμών σε όλη την ΕΕ, καθώς και για την έλλειψη εναρμόνισης στο επίπεδο της ΕΕ, γεγονός που καθιστά δύσκολη την πραγματοποίηση ουσιαστικών συγκρίσεων και αναλύσεων·

50.

σημειώνει ότι το άρθρο 3 της οδηγίας 2011/85/ΕΕ (η οποία αποτελεί μέρος της «δέσμης των έξι μέτρων») εκχωρεί στα κράτη μέλη την αρμοδιότητα της εφαρμογής του προτύπου ΕΣΟΛ 95 στα εθνικά τους δημόσια συστήματα λογιστικής και τους αναθέτει «να μεριμνούν για την έγκαιρη και τακτική δημοσίευση δημοσιονομικών δεδομένων για όλους τους υποτομείς της γενικής κυβέρνησης»· λυπάται που η μεγάλη πλειονότητα των κρατών μελών απέρριψε την πρόταση της Eurostat να προστεθούν ως νέα στοιχεία ορισμένοι δείκτες σχετικά με τις δημόσιες επενδύσεις στο περιφερειακό επίπεδο NUTS 2·

51.

επικροτεί το γεγονός ότι η Eurostat αξιολογεί αυτόν τον καιρό κατά πόσο είναι εφικτό να χρησιμοποιούνται σε όλη την ΕΕ εναρμονισμένα πρότυπα δημόσιας λογιστικής για τα διάφορα επίπεδα διακυβέρνησης, ως μέθοδο για να βελτιωθούν οι συνεργίες μεταξύ των προϋπολογισμών της ΕΕ, των κρατών μελών και των υποεθνικών αρχών·

52.

τονίζει ότι είναι, ενδεχομένως, αναγκαίο να βελτιωθεί το πρότυπο ΕΣΟΛ 95 χάριν των τοπικών και των περιφερειακών αρχών, από την άποψη του κόστους δανεισμού· πράγματι, η λογιστική μέθοδος που εισάγει το πρότυπο ΕΣΟΛ 95 αντιμετωπίζει τις δημοσιονομικές πράξεις (και, ως εκ τούτου, και το ζήτημα του δανεισμού) με διαφορετικό τρόπο και «τιμωρεί» τις τοπικές και περιφερειακές αρχές που έχουν επιλέξει να πραγματοποιούν επενδύσεις στο πλαίσιο των προσπαθειών τους να ισοσκελίσουν τους προϋπολογισμούς τους· με βάση το πρότυπο ΕΣΟΛ 95, λαμβάνονται υπόψη μόνον οι πράξεις του υπό εξέταση οικονομικού έτους, με αποτέλεσμα οι τοπικές και οι περιφερειακές αρχές να μην είναι σε θέση να αντισταθμίζουν τυχόν προσωρινά ελλείμματα που αφορούν επενδύσεις αξιοποιώντας υπάρχοντα αποθέματα ή πλεονάσματα με τη μεταφορά των σχετικών αποτελεσμάτων –για να μπορέσουν να επιτύχουν ισοδύναμα αποτελέσματα στο πλαίσιο της δικής τους λογιστικής μεθόδου, οι τοπικές και οι περιφερειακές αρχές είναι αναγκασμένες, στην περίπτωση αυτή, να χρηματοδοτούν εξολοκλήρου τις επενδύσεις, κάνοντας χρήση ιδίων κεφαλαίων·

53.

σημειώνει ότι τα κράτη μέλη τα οποία έχουν συμπεριλάβει επίσημα τις τοπικές και περιφερειακές αρχές τους στη δημοσιονομική διαδικασία (βλ., π.χ., το εσωτερικό σύμφωνο σταθερότητας στο Βέλγιο, την Ισπανία και την Αυστρία) έχουν, γενικά, προβλέψει μηχανισμούς που καθιστούν τα πρότυπα ΕΣΟΛ 95 πιο ευέλικτα, ώστε να υπάρχουν ακόμη περιθώρια για επενδύσεις: οι μηχανισμοί αυτοί μπορούν να λάβουν τη μορφή, π.χ., μιας πολυετούς προσαρμογής των δημοσιονομικών στόχων ή συστημάτων, κατά τρόπο που να επιτυγχάνονται μερικές απαλλαγές από τον στόχο των επενδυτικών δαπανών, ώστε να μπορεί να λαμβάνεται υπόψη ο κύκλος των επενδύσεων·

54.

ζητά, ως εκ τούτου, το ζήτημα αυτό να επιλυθεί στο επίπεδο της ΕΕ με την εναρμόνιση των σχετικών κανόνων, για να αποβούν τα πρότυπα του ΕΣΟΛ 95 πιο ευέλικτα και να είναι, κατ’ επέκταση, οι τοπικές και οι περιφερειακές αρχές σε θέση να πραγματοποιούν επενδύσεις, τηρώντας ταυτόχρονα τις απαιτήσεις του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης περί χρηστής διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών·

55.

ζητά να γίνεται μεγαλύτερη χρήση νέων καινοτόμων μηχανισμών χρηματοδότησης –όπως δάνεια και άλλα «κεφάλαια κίνησης»– και επισημαίνει, επιπλέον, τις ευκαιρίες που παρέχουν, αφενός, οι συμπράξεις του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα και, αφετέρου, η ΕΤΕπ, για την ενθάρρυνση των δημιουργικών και καινοτόμων επενδύσεων στο εδαφικό επίπεδο· εκφράζει την ικανοποίησή για τα μέτρα που λαμβάνονται στο πλαίσιο της περιόδου προγραμματισμού 2014-2020, στα οποία περιλαμβάνονται τα ταμεία του ΚΣΠ, που προωθούν περαιτέρω τις δραστηριότητες αυτές·

56.

παρατηρεί ότι η πρόσβαση των τοπικών και των περιφερειακών αρχών στις χρηματοπιστωτικές αγορές ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό εντός της ΕΕ, σε ορισμένες δε περιοχές της Ευρώπης δεν είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη, συνεπώς το ζήτημα αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί στο επίπεδο της ΕΕ·

57.

προσβλέπει στην διεξαγωγή περαιτέρω συζητήσεων σχετικά με τις δυνατότητες θέσπισης, στο επίπεδο της ΕΕ, άλλων καινοτόμων μέσων (όπως τα ομόλογα έργου της ΕΕ και τα ευρωομόλογα), με σκοπό την τόνωση των επενδύσεων και την ενίσχυση της αλληλεγγύης, για να μπορέσει η Ευρώπη να βγει από την κρίση.

Βρυξέλλες, 31 Ιανουαρίου 2013.

Ο Πρόεδρος της Επιτροπής των Περιφερειών

Ramón Luis VALCÁRCEL SISO


(1)  Dexia Crédit local και ΣΕΔΠ (2012), Subnational public finance in the European Union (Υποεθνικά δημόσια οικονομικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση), Ιούλιος 2012.

(2)  Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (2010): Creating greater synergy between European and national budgets (Δημιουργώντας μεγαλύτερες συνέργειες μεταξύ του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού και των εθνικών προϋπολογισμών) (μελέτη της Deloitte Consulting, ύστερα από αίτημα της Επιτροπής Προϋπολογισμών). Η παράθεση προέρχεται από τη σ. 4 της Σύνοψης.

(3)  Μελέτη της Allio-Rodrigo Consulting για τον ΟΟΣΑ: Regulatory Capacities at Sub-National Level for the Implementation of Public Investment Strategies related to the Absorption of EU Structural Funds, Ιούνιος 2012.

(4)  Μελέτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2010): Creating greater synergy between European and national budgets (Δημιουργώντας μεγαλύτερες συνέργειες μεταξύ του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού και των εθνικών προϋπολογισμών).