29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/57


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ευρωπαϊκής διαταγής διατήρησης λογαριασμού με σκοπό τη διευκόλυνση της διασυνοριακής ανάκτησης οφειλών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις»

[COM(2011) 445 final — 2011/0204 (COD)]

2012/C 191/11

Εισηγητής: ο κ. Jorge PEGADO LIZ

Στις 14 Δεκεμβρίου 2011, και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ευρωπαϊκής διαταγής διατήρησης λογαριασμού με σκοπό τη διευκόλυνση της διασυνοριακής ανάκτησης οφειλών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις»

COM(2011) 445 final — 2011/0204 (COD).

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 17 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας, της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 26ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε ομόφωνα την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την υποβολή της υπό εξέταση πρότασης κανονισμού, η οποία ωστόσο καθυστέρησε σε σχέση με την πράσινη βίβλο του 2006 για την κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών.

1.2   Εντούτοις, εκτιμά ότι η πρόταση θα έπρεπε να συνοδεύεται από ταυτόχρονη —λογικά δε προγενέστερη— πρωτοβουλία σχετικά με τη διαφάνεια των λογαριασμών των οφειλετών, όπως προτεινόταν στην πράσινη βίβλο του 2008 σχετικά με τη διαφάνεια των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη.

1.3   Η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι η Επιτροπή κατόρθωσε να προτείνει ένα νομικό καθεστώς που επιτυγχάνει μια ικανοποιητική ισορροπία μεταξύ των διαφόρων διακυβευομένων συμφερόντων και μια δίκαια στάθμιση των δικαιωμάτων όλων των ενδιαφερομένων, σε ένα ζήτημα που εμφανίζει μεγάλες τεχνικές δυσχέρειες.

1.4   Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η Επιτροπή υιοθέτησε σημαντικό μέρος των συστάσεων που η ίδια είχε διατυπώσει στη γνωμοδότησή της για την προαναφερόμενη πράσινη βίβλο, ειδικότερα δε: την επέκταση του αντικειμένου του κανονισμού και σε άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα, πέραν των καταθέσεων σε τραπεζικούς λογαριασμούς· την πρόβλεψη προσφυγής στον μηχανισμό αυτό και μετά την έκδοση εκτελεστού τίτλου· τον πολλαπλό προσδιορισμό των αρμόδιων δικαστηρίων· την μη συμπερίληψη στην αίτηση οιωνδήποτε ποσών πλην της ληξιπρόθεσμης και μη καταβληθείσας απαίτησης και των τόκων υπερημερίας και εξόδων που αναγνωρίζονται στον οικείο τίτλο· καθώς και τον σαφή προσδιορισμό του καθεστώτος εξαίρεσης και ένστασης κατά του μέτρου και των παραδεκτών ένδικων μέσων προσφυγής, για την εξασφάλιση της νομιμότητας της διαδικασίας και των δικαιωμάτων του ενάγοντος, του εναγόμενου και τυχόν τρίτων.

1.5   Χαιρετίζει όλως ιδιαιτέρως την σαφή πρόκριση ενός καθεστώτος εναλλακτικού ή προαιρετικού· την επιλογή του κανονισμού, ως του νομικού μέσου της Ένωσης που εγγυάται καλύτερα την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς· την αποκλειστική εφαρμογή του σε διασυνοριακές υποθέσεις και, τέλος, την ορθή επιλογή νομικής βάσης (άρθρο 81 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ), όπως ακριβώς συνιστούσε η ΕΟΚΕ. Πέραν αυτών, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της υιοθέτησης ενός καθεστώτος πρόσφορου, απλού και αναλογικού από άποψη κόστους-οφέλους, προϋποθέσεις που απαιτούν ο διασυνοριακός χαρακτήρας του μηχανισμού και τα μέσα που απαιτούνται από οιονδήποτε πρόκειται να χρησιμοποιήσει τον μηχανισμό ή να βρεθεί αντιμέτωπος με αυτόν.

1.6   Εξάλλου, η ΕΟΚΕ δεν έχει πεισθεί πλήρως για την αναγκαιότητα του μέτρου, ειδικότερα δε με δεδομένη την μη προσχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου και το γεγονός ότι η αβεβαιότητα ως προς το συνολικό κόστος της διαδικασίας, καθώς και ο προσδιορισμός του αρμόδιου αλλοδαπού δικαστηρίου, θα συνεχίσουν να αποτελούν φραγμούς, κυρίως για τις μικρές επιχειρήσεις. Η ΕΟΚΕ άλλωστε δεν έχει πεισθεί πλήρως ούτε για τη συμμόρφωση της πρότασης προς τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, δεδομένου ότι εξετάζεται το ενδεχόμενο κατάργησης της κήρυξης της εκτελεστότητας (exequatur) κατά την αναθεώρηση του κανονισμού «Βρυξέλλες Ι», αλλά και λόγω της έλλειψης ακρίβειας των εκτιμήσεων ως προς τα αναμενόμενα αποτελέσματα, όπως παρουσιάζονται στην μελέτη αντικτύπου.

1.7   Τέλος, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι πρέπει να αναθεωρηθεί το περιεχόμενο διαφόρων διατάξεων, το οποίο μπορεί να βελτιωθεί προς την κατεύθυνση μεγαλύτερης σαφήνειας, εξάλειψης αμφισημιών και αύξησης της αποτελεσματικότητας ως προς τις προβλέψεις και τις διατάξεις, καθώς επίσης και με τη διόρθωση μεταφραστικών και τυπογραφικών λαθών. Συνιστά, λοιπόν, στην Επιτροπή να λάβει υπόψη τις ειδικές παρατηρήσεις που διατυπώνονται παρακάτω.

2.   Λόγοι υποβολής της πρότασης και ιστορικό

2.1   Με την υπό εξέταση πρόταση κανονισμού, η Επιτροπή δίδει συνέχεια στην πράσινη βίβλο του 2006 σχετικά με την κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών (1). Προτείνει να θεσπιστεί στην έννομη τάξη της Ένωσης, μέσω κανονισμού, ένα ένδικο μέσον, εναλλακτικό ως προς τις εθνικές διαδικασίες, καλούμενο ευρωπαϊκή διαταγή διατήρησης λογαριασμού (στο εξής «ΕΔΔΛ»), με στόχο να μπορεί να επιτευχθεί ταχέως και με χαμηλό κόστος η διατήρηση των τραπεζικών λογαριασμών που διατηρεί οφειλέτης χρηματικών αξιώσεων βάσει αστικών και εμπορικών υποθέσεων, ούτως ώστε να αποτρέπεται ενδεχόμενη απόσυρση ή μεταβίβαση πόρων κατατεθειμένων σε τραπεζικό λογαριασμό οπουδήποτε εντός της ΕΕ, και τούτο από τη στιγμή όπου οιοδήποτε από τα προσωπικά ή περιουσιακά του στοιχεία ευρίσκεται σε πλέον του ενός κράτους μέλους (διασυνοριακή επίπτωση υπό την έννοια του άρθρου 3), και ανεξάρτητα από τη φύση του δικαστηρίου.

2.2   Το θεσπιζόμενο καθεστώς έχει προαιρετικό χαρακτήρα (ένα δεύτερο καθεστώς, γενικά γνωστό ως «28ο καθεστώς») και αποτελεί εναλλακτική επιλογή, παράλληλα προς τα υφιστάμενα στα κράτη μέλη ασφαλιστικά μέτρα, με την ίδια φύση και τους ίδιους στόχους.

2.3   Από το προτεινόμενο καθεστώς εξαιρούνται:

α)

φορολογικές, τελωνειακές ή διοικητικές υποθέσεις·

β)

πτωχεύσεις, εκκαθαρίσεις επιχειρήσεων, πτωχευτικοί συμβιβασμοί και άλλες ανάλογες διαδικασίες·

γ)

η κοινωνική ασφάλιση·

δ)

διαδικασίες διαιτησίας·

ε)

τραπεζικοί λογαριασμοί οι οποίοι, βάσει της νομοθεσίας του κράτους μέλους όπου τηρούνται, θεωρούνται ακατάσχετοι·

στ)

συστήματα διακανονισμού αξιογράφων που ορίζονται βάσει του άρθρου 10 της οδηγίας 98/26/ΕΚ (2).

2.4   Αντιθέτως, το καθεστώς εφαρμόζεται σε υποθέσεις που αφορούν τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων, τις συνέπειες των καταχωρημένων συμβιώσεων ή κληρονομική διαδοχή (3).

2.5   Η ΕΔΔΛ μπορεί να ζητηθεί και να επιβληθεί σε διάφορες χρονικές στιγμές:

α)

πριν από την κίνηση δικαστικής διαδικασίας κατά του εναγομένου για την επιβολή ή την εκτέλεση κυρώσεων·

β)

σε οποιοδήποτε στάδιο της δικαστικής διαδικασίας·

γ)

μετά την έκδοση καταδικαστικής απόφασης κατά του εναγομένου ή οιουδήποτε άλλου τίτλου που είναι εκτελεστός στο κράτος μέλος προέλευσης, αλλά δεν έχει ακόμα κηρυχθεί εκτελεστός στο κράτος μέλος όπου τηρείται ο λογαριασμός·

δ)

μετά την έκδοση εκτελεστού τίτλου, ο οποίος είναι ήδη δεσμευτικός στο κράτος μέλος όπου τηρείται ο λογαριασμός.

2.6   Στις τρεις πρώτες περιπτώσεις, εφαρμόζονται οι διατάξεις της ενότητας 1 (άρθρα 6 έως 13)· στην τέταρτη περίπτωση, εφαρμοστέα είναι η ενότητα 2 (άρθρα 14 και 15), ενώ η ενότητα 3 (άρθρα 16 έως 22) περιλαμβάνει διαδικαστικές διατάξεις, κοινές για όλες τις περιπτώσεις.

2.7   Στο κεφάλαιο 3 κατοχυρώνεται ως γενικά αποδεκτή η αρχή της απαλλαγής από την υποχρέωση κήρυξης της εκτελεστότητας (άρθρο 23), ενώ ρυθμίζεται λεπτομερώς ο τρόπος εξασφάλισης της πραγματικής εκτέλεσης οιασδήποτε ΕΔΔΛ, με καθορισμό των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των διαφόρων μερών (τράπεζες, δικαστήρια, ενδιαφερόμενες εθνικές αρχές, εναγόμενοι, ενάγοντες, λοιποί ανταγωνιστικοί πιστωτές και θιγόμενοι τρίτοι).

2.8   Στο κεφάλαιο 4 (άρθρα 34 έως 40), ρυθμίζονται τα ένδικα μέσα, τα οποία κυμαίνονται από την έφεση κατά της άρνησης έκδοσης ΕΔΔΛ (άρθρο 22) έως την αναθεώρηση της ΕΔΔΛ με στόχο την τροποποίησή της ή τον περιορισμό του αντικειμένου της, την κήρυξη εκπνοής της, την ανάκληση ή αναστολή της και, τέλος, έως τα τακτικά ή έκτακτα ένδικα μέσα στα οποία τα μέρη δικαιούνται να προσφύγουν διατηρώντας ακέραια τα δικαιώματα που τους αναγνωρίζει το εκάστοτε εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο (άρθρο 37). Ρυθμίζεται, επίσης, η δυνατότητα κατάθεσης εγγύησης ή ισοδύναμης εξασφάλισης, ως τρόπος παύσης της εκτέλεσης της ΕΔΔΛ.

2.9   Τέλος, στο κεφάλαιο 5, προβλέπονται ορισμένες γενικές διατάξεις του θεσπιζόμενου καθεστώτος, μεταξύ των οποίων επισημαίνονται η μη υποχρέωση εκπροσώπησης από δικηγόρο και το καθεστώς των δαπανών και των προθεσμιών.

2.10   Πέραν αυτών, θεσπίζονται κανόνες συνάρθρωσης με άλλα επικουρικώς εφαρμοστέα κοινοτικά μέσα και εθνικές ρυθμίσεις, καθώς και οι υποχρεώσεις των κρατών μελών για την εξασφάλιση της ουσιαστικής και ορθής εφαρμογής του μέσου.

2.11   Από την εκ των προτέρων αξιολόγηση αντικτύπου που διενήργησε η Επιτροπή, προκύπτουν, συνοπτικά, τα εξής:

α)

Οι επισφαλείς διασυνοριακές απαιτήσεις εκτιμώνται σε 1.120 έως 2.000 εκατομμύρια ευρώ ανά έτος.

β)

Το ύψος των οφειλόμενων δικαιωμάτων διατροφής εκτιμάται σε 268 εκατομμύρια ευρώ ανά έτος.

γ)

Τα επισφαλή στοιχεία του ενεργητικού από διασυνοριακές συναλλαγές ανέρχονται περίπου σε 55 δισεκατομμύρια ανά έτος.

δ)

Μόνον 11,6 % των επιχειρήσεων επιχείρησαν να εισπράξουν τις διασυνοριακές τους πιστώσεις μέσω εθνικής διαταγής διατήρησης λογαριασμού.

ε)

Εκτιμάται ότι εκδόθηκαν ανά έτος 34 000 διαταγές διατήρησης λογαριασμού που αφορούσαν διασυνοριακές οφειλές συνολικού ύψους 640 εκατομμυρίων ευρώ.

Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, χάρη στη θέσπιση ευρωπαϊκής διαταγής διατήρησης λογαριασμού, θα μπορούσαν να επιτευχθούν τα εξής:

α)

να εξασφαλιστεί η είσπραξη 373 έως 600 εκατομμυρίων ευρώ ανά έτος από πρόσθετες επισφαλείς απαιτήσεις·

β)

η εκτίμηση της εξοικονόμησης δαπανών για τις επιχειρήσεις που πραγματοποιούν διασυνοριακές συναλλαγές κυμαίνεται μεταξύ 81,9 και 149 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1   Η ΓΔ Δικαιοσύνης μας έχει συνηθίσει, εδώ και καιρό, σε τυπικώς άρτια νομοτεχνικά κείμενα, υψηλής νοηματικής ποιότητας και μεγάλης σαφήνειας, συμβάλλοντας έτσι στη βελτίωση της νομοθεσίας και την ασφάλεια δικαίου.

3.2   Η υπό εξέταση πρόταση δεν αποτελεί εξαίρεση. Συνεπώς, η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την υποβολή της, η οποία ωστόσο καθυστέρησε.

3.3   Από την άλλη πλευρά, η Επιτροπή κατόρθωσε, σε ένα ζήτημα ύψιστης τεχνικής δυσκολίας, να προτείνει ένα νομικό καθεστώς που επιτυγχάνει ικανοποιητική ισορροπία μεταξύ των διαφόρων διακυβευομένων συμφερόντων και μια δίκαια στάθμιση των δικαιωμάτων όλων των ενδιαφερομένων, που εξάλλου αξιολογούνται με φρόνηση στην λεπτομερή και καλά διαρθρωμένη μελέτη αντικτύπου που συνοδεύει την πρόταση, και την οποία επιμόνως είχε ζητήσει η ΕΟΚΕ.

3.4   Ας προστεθεί ότι η Επιτροπή υιοθέτησε σημαντικό μέρος των συστάσεων που είχε διατυπώσει η ΕΟΚΕ όταν κατήρτισε τις γνωμοδοτήσεις της σχετικά με την προαναφερθείσα πράσινη βίβλο και με την πράσινη βίβλο για τη διαφάνεια των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη [COM(2008) 128 final] (4). Για παράδειγμα: δυνατότητα προσφυγής στον μηχανισμό αυτό και μετά την έκδοση εκτελεστού τίτλου (ενότητα 2)· πολλαπλός προσδιορισμός των αρμοδίων δικαστηρίων (άρθρο 6)· μη συμπερίληψη στην αίτηση οιωνδήποτε ποσών πλην της ληξιπρόθεσμης και μη καταβληθείσας απαίτησης και των τόκων υπερημερίας και εξόδων που αναγνωρίζονται στον οικείο τίτλο (όπως αμοιβές δικηγόρων και λοιπά έξοδα)· σαφής προσδιορισμός του καθεστώτος εξαίρεσης και ένστασης κατά του μέτρου και των παραδεκτών ένδικων μέσων προσφυγής, για την εξασφάλιση της νομιμότητας της διαδικασίας και των δικαιωμάτων του ενάγοντος, του εναγόμενου και τυχόν τρίτων.

3.5   Ακόμη, η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη μεγάλο μέρος των συστάσεων που διατύπωσε για το ζήτημα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (5), τις οποίες επίσης χαιρετίζει η ΕΟΚΕ.

3.6   Ειδικότερα, η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την σαφή πρόκριση ενός εναλλακτικού ή προαιρετικού καθεστώτος, όπως η ίδια είχε προτείνει, το οποίο αφήνει στους ενάγοντες την πλήρη ευχέρεια να επιλέξουν την εκάστοτε εθνική νομοθεσία, εφόσον επιθυμούν· την επιλογή του κανονισμού, ως του νομικού μέσου που εξασφαλίζει καλύτερα την αναγκαία νομοθετική εναρμόνιση για την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς και την μεγαλύτερη ομοιογένεια κατά την εφαρμογή στα κράτη μέλη, γεγονός που αποτελεί εγγύηση μεγαλύτερης ασφάλειας δικαίου, επίσης όπως η ΕΟΚΕ είχε προτείνει· την αποκλειστική εφαρμογή του μέτρου σε διασυνοριακές υποθέσεις και, τέλος, την ορθή επιλογή της νομικής βάσης (άρθρο 81 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ).

3.7   Επίσης, χαιρετίζει την επέκταση του αντικειμένου του κανονισμού και σε άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα (6), πέραν των καταθέσεων σε τραπεζικούς λογαριασμούς, όπως είχε προτείνει η ΕΟΚΕ.

3.8   Το ζήτημα, όμως, επί του οποίου η ΕΟΚΕ δεν είναι ακόμη πεπεισμένη αφορά την αναγκαιότητα του μέτρου, καθώς και την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας.

3.8.1   Και δικαίως, κατ’ αρχάς επειδή η ίδια η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι το ίδιο αποτέλεσμα θα μπορούσε να επιτευχθεί, θεωρητικά, και με άλλο τρόπο.

3.8.2   Κατόπιν, επειδή, εάν θεωρηθεί δεδομένη η αναθεώρηση του κανονισμού «Βρυξέλλες Ι» προς την κατεύθυνση που συνιστά η Επιτροπή και υποστηρίζει η ΕΟΚΕ, το θεμελιώδες ζήτημα της κήρυξης της εκτελεστότητας θα έχει επιλυθεί.

3.8.3   Τέλος, επειδή στην προαναφερόμενη αρτιότατη μελέτη αντικτύπου δεν πιστεύεται ότι μελετήθηκαν σε όλο το εύρος τους ούτε ότι εκτιμήθηκαν δεόντως οι πρόσθετες δαπάνες από την εισαγωγή ενός νέου ένδικου μέσου στην έννομη τάξη όλων των κρατών μελών, υπό τις διάφορες πτυχές που συνεπάγεται η θέσπισή του —ενημέρωση των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, κατάρτιση των δικαστών, δικηγόρων, νομικών συμβούλων και λοιπών λειτουργών της δημόσιας διοίκησης γενικά, και των δικαστικών αρχών ειδικότερα—, πέρα από τις πρόσθετες δαπάνες λόγω της λειτουργίας των δικαστικών δομών και της διαχείρισης διαφόρων εντύπων στις 23 γλώσσες της ΕΕ. Και, ως εκ τούτου, οι δαπάνες αυτές είναι αδύνατον να συγκριθούν, από άποψη κόστους-οφέλους, με την εκτιμώμενη εξοικονόμηση δαπανών των επιχειρήσεων και με το αναμενόμενο ύψος της πρόσθετης είσπραξης απαιτήσεων, το οποίο, επιπλέον, εκτιμάται ότι κυμαίνεται από 373 έως 600 εκατομμύρια ευρώ. Εξάλλου, η αβεβαιότητα ως προς το συνολικό κόστος της διαδικασίας και ο προσδιορισμός του αρμόδιου δικαστηρίου θα συνεχίσουν να αποτελούν φραγμούς, με ενδεχόμενες ανεπιθύμητες συνέπειες για τις επιχειρήσεις, ιδίως δε τις μικρές.

3.9   Εξάλλου, η ΕΟΚΕ εξακολουθεί να φρονεί, όπως συνιστά επίσης και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ότι, ούτως ή άλλως, η πρωτοβουλία αυτή έπρεπε να συνοδεύεται ταυτόχρονα —λογικά μάλιστα προγενέστερα— από παράλληλη πρωτοβουλία σχετικά με τη διαφάνεια των περιουσιακών στοιχείων των οφειλετών. Εξακολουθεί δε να μην κατανοεί τον λόγο για τον οποίο η Επιτροπή προωθεί κατά προτεραιότητα (ή και αποκλειστικά) την υπό εξέταση πρόταση και όχι την άλλη.

3.10   Τέλος, η ΕΟΚΕ δεν μπορεί να μην εκφράσει τη λύπη της όχι μόνο για την επιλογή της Δανίας να μην προσχωρήσει στον μηχανισμό αυτό, σύμφωνα με τη γνωστή δήλωσή της επί της αρχής, αλλά ιδίως για την αναγγελία της απόφασης του Ηνωμένου Βασιλείου να μην προσχωρήσει ούτε και αυτό, ενώ πρόκειται ακριβώς για το κράτος μέλος που δεν διαθέτει ανάλογης φύσεως ένδικο μέσον, και δεδομένου ότι ένα από τα κυριότερα μελήματα που προβλήθηκαν κατά τη συζήτηση της πράσινης βίβλου ήταν ακριβώς αυτό το κενό στο αγγλοσαξωνικό δικαστικό σύστημα.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1   Άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

Η εξαίρεση της διαιτησίας πρέπει να διασαφηνιστεί, ώστε να μην θίγονται οι περιπτώσεις διαιτητικών δικαστηρίων, τα οποία, σε διάφορα κράτη μέλη, εκδίδουν αποφάσεις που έχουν ισχύ εκτελεστού τίτλου του ιδίου επιπέδου με τις αποφάσεις των τακτικών δικαστηρίων.

4.2   Άρθρο 2 παράγραφος 3 και άρθρο 32

Δεν υπάρχουν ακατάσχετοι λογαριασμοί. Ακατάσχετα μπορούν να είναι ορισμένα ποσά εισοδημάτων ή εσόδων.

4.3   Άρθρο 4 παράγραφος 1 και άρθρο 29

Δεδομένου του ευαίσθητου χαρακτήρα του θέματος, οι έννοιες των λογαριασμών «που τηρούνται από τρίτο για λογαριασμό του εναγομένου» ή «που τηρούνται από τον εναγόμενο για λογαριασμό τρίτου» θα πρέπει να προσδιορίζονται καλύτερα και να διασαφηνίζονται, ώστε να μην υπάρχουν αμφιβολίες ως προς την εμβέλειά τους, που ενδέχεται να θίγει δικαιώματα τρίτων.

4.4   Άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Το περιεχόμενο του εδαφίου αυτού δεν είναι ταυτόσημο σε όλες τις γλωσσικές εκδόσεις.

4.5   Άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχείο στ)

Στην πορτογαλική έκδοση, τουλάχιστον, η παραπομπή στο άρθρο «17 παράγραφος 1 στοιχείο β)» είναι λανθασμένη και πρέπει να αντικατασταθεί από παραπομπή στο άρθρο «7 παράγραφος 1 στοιχείο β)». [ΣτΜ: στα ελληνικά η παραπομπή είναι σωστή.]

4.6   Άρθρο 13

Σε ένα καθεστώς της φύσεως αυτού που επιχειρείται να θεσπιστεί, δεν πρέπει να επαφίεται στο κριτήριο των κρατών μελών η θέσπιση διαφορετικών προθεσμιών, γιατί διακυβεύεται η ομοιογένεια και η ασφάλεια δικαίου.

4.7   Άρθρο 20 παράγραφος 1

Αντί «μπορούν να συνεργάζονται» θα πρέπει να αναγράφεται ότι τα δικαστήρια «οφείλουν να συνεργάζονται» [ΣτΜ: Δεν αφορά το ελληνικό κείμενο, όπου η διατύπωση είναι: «τα οικεία δικαστήρια συνεργάζονται»].

4.8   Άρθρο 25 παράγραφος 1

Η έννοια της φράσης «χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση» είναι ασαφής και επικίνδυνη. Πρέπει να αντικατασταθεί από σταθερή ελάχιστη προθεσμία, όπως λ.χ. «την επόμενη εργάσιμη ημέρα».

4.9   Άρθρο 27 παράγραφος 3

Η δυνατότητα χρήσης ασφαλών ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας θα πρέπει να επεκταθεί στη λειτουργία όλων των μέσων, συμπεριλαμβανομένων των επαφών μεταξύ δικαστηρίων, στα πλαίσια του προγράμματος της Επιτροπής για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη. Θα μπορούσε, έτσι, να επιτευχθεί επιτάχυνση των διαδικασιών.

4.10   Άρθρο 41

Θα πρέπει να προστεθεί, στο τέλος της παραγράφου, η φράση «εκτός των περιπτώσεων όπου η εθνική νομοθεσία του αρμοδίου δικαστηρίου απαιτεί την εκπροσώπηση από δικηγόρο».

4.11   Άρθρο 44

Η διάταξη αυτή ενδέχεται να αποτελέσει πηγή διαφορετικών ερμηνειών και εισάγει αβεβαιότητα στη λειτουργία των διαδικασιών. Πρέπει να εξαλειφθεί.

4.12   Ορισμός των προθεσμιών

Σε διάφορες διατάξεις της πρότασης, οι προθεσμίες ορίζονται κατά ποικίλους τρόπους. Πότε γίνεται λόγος για «ημερολογιακές ημέρες» (άρθρο 21), πότε για «εργάσιμες ημέρες» (άρθρο 24 παράγραφος 3 στοιχείο γ), άρθρο 27) και πότε απλώς για «ημέρες» (άρθρο 35 παράγραφος 4). Για λόγους ασφάλειας δικαίου, θα πρέπει να υπάρξει ομοιογένεια ως προς τον ορισμό των προθεσμιών.

4.13   Παραρτήματα και άρθρο 47

Το περιεχόμενο των παραρτημάτων, ιδίως δε το ζήτημα της γλώσσας στην οποία πρέπει να συμπληρωθούν και η ανάγκη μετάφρασής τους για την εξασφάλιση της ορθής κατανόησής τους, πρέπει να μελετηθεί καλύτερα και να δοκιμαστεί στην πράξη εκ των προτέρων. Το αυτό ισχύει για τα πρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία και τις προφορικές καταθέσεις (άρθρο 11).

Βρυξέλλες, 26 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  COM(2006) 618 final, 24.10.2006.

(2)  ΕΕ L 166, της 11.6.1998, σ. 47.

(3)  Βλ. κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1259/2010 (ΕΕ L 343 της 29.12.2010, σ. 10 – Ρώμη ΙΙΙ – διαζύγιο και δικαστικός χωρισμός)· κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 44/2001 (ΕΕ L 12 της 16.1.2001, σ. 1 – αστικές και εμπορικές υποθέσεις)· κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2201/2003 (ΕΕ L 338 της 23.12.2003, σ. 1 – γαμικές διαφορές)· πρόταση κανονισμού COM(2011) 127 final της 16.3.2011 (καταχωρημένοι σύντροφοι) και πρόταση κανονισμού COM(2011) 126 final της 16.3.2011 (σύζυγοι)· βλ., επίσης, γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ: ΕΕ C 325 της 30.12.2006, σ. 65 (δικαιώματα του παιδιού)· ΕΕ C 325 της 30.12.2006, σ. 71 (γαμικές διαφορές)· ΕΕ C 44 της 11.2.2011, σ. 148 (κληρονομική διαδοχή και κληρονομητήριο) και ΕΕ C 376 της 22.12.2011, σ. 87 (περιουσιακές σχέσεις καταχωρημένων συντρόφων).

(4)  Γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ: ΕΕ C 10 της 15.1.2008, σ. 2 και ΕΕ C 175 της 28.7.2009, σ. 73.

(5)  Έκθεση ιδίας πρωτοβουλίας A7-0147/2011, της 14.4.2011, συντάκτρια: η κ. Arlene McCarthy – Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαΐου 2011 [P7_TA-PROV(2011)0193].

(6)  Όπως αυτά ορίζονται στην οδηγία 2004/39/ΕΚ, άρθρο 4 παράγραφος 1 ψηφίο 17 και παράρτημα Ι τμήμα Γ (ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1).