28.9.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 284/1


Γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας των Δεδομένων σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την καθιέρωση τεχνικών απαιτήσεων για τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις σε ευρώ και με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009

2011/C 284/01

Ο ΕΥΡΩΠΑΙΟΣ ΕΠΟΠΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 16,

Έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως τα άρθρα 7 και 8,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (1),

Έχοντας υπόψη το αίτημα γνωμοδότησης, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (2),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ:

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.

Στις 16 Δεκεμβρίου 2010, η Επιτροπή ενέκρινε πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την καθιέρωση τεχνικών απαιτήσεων για τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις σε ευρώ και με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009 (στο εξής η «πρόταση»).

1.1.   Διαβούλευση με τον ΕΕΠΔ

2.

Η Επιτροπή διαβίβασε την πρόταση στον ΕΕΠΔ στις 3 Ιανουαρίου 2011. Ο ΕΕΠΔ αντιλαμβάνεται την κοινοποίηση αυτή ως αίτημα γνωμοδότησης προς τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών [στο εξής ο «κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001»]. Προηγουμένως (3), σε χρόνο προγενέστερο της έγκρισης της πρότασης, η Επιτροπή παρέσχε στον ΕΕΠΔ τη δυνατότητα να διατυπώσει άτυπα σχόλια. Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για τον ανοικτό χαρακτήρα της διαδικασίας, ο οποίος συνέβαλε στην έγκαιρη βελτίωση του κειμένου από την άποψη της προστασίας των δεδομένων. Ορισμένα από τα εν λόγω σχόλια λήφθηκαν υπόψη στην πρόταση. Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την επιθυμία να γίνει ρητή αναφορά στην παρούσα γνωμοδότηση στο προοίμιο της πρότασης.

1.2.   Ο ενιαίος χώρος πληρωμών σε ευρώ (ΕΧΠΕ) και το νομικό πλαίσιο

3.

Ήδη από της ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας πραγματοποιούνται σταδιακά βήματα στην κατεύθυνση της ολοκλήρωσης της ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής αγοράς. Στον τομέα των πληρωμών, η πλέον προφανής εξέλιξη υπήρξε η εισαγωγή του ευρώ ως κοινού νομίσματος το 1999 και η θέση σε κυκλοφορία χαρτονομισμάτων και κερμάτων ευρώ το 2002.

4.

Ωστόσο, οι εκτός μετρητών χαμηλής αξίας πληρωμές σε ευρώ (έως 50 000 EUR) εξακολουθούν να αποτελούν ακόμη και σήμερα αντικείμενο χειρισμού και διεκπεραίωσης με πολλούς διαφορετικούς τρόπους σε ολόκληρη την ΕΕ. Ως εκ τούτου, οι προμήθειες για την πραγματοποίηση διασυνοριακών πληρωμών εντός της ΕΕ είναι κατά μέσο όρο υψηλότερες από εκείνες των εγχώριων πληρωμών. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2560/2001 σχετικά με τις διασυνοριακές πληρωμές σε ευρώ προέβλεψε, μεταξύ άλλων, ότι οι προμήθειες πληρωμών δεν μπορούν πλέον να είναι υψηλότερες για τις διασυνοριακές πληρωμές σε ευρώ εντός της ΕΕ από ό,τι για τις αντίστοιχες εγχώριες πληρωμές σε ευρώ. Ανταποκρινόμενος στον κανονισμό αυτό, ο ευρωπαϊκός τραπεζικός κλάδος δημιούργησε το 2002 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Πληρωμών (το «EPC»), το οποίο αποτέλεσε το όργανο συντονισμού και λήψης αποφάσεων σε θέματα πληρωμών, και δρομολόγησε το σχέδιο για τον ενιαίο χώρο πληρωμών σε ευρώ (ο «ΕΧΠΕ»). Το 2009, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 924/2009 αντικατέστησε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2560/2001 και επέκτεινε την αρχή των ίσων προμηθειών στις άμεσες χρεώσεις, οι οποίες κατέστησαν διαθέσιμες σε διασυνοριακή βάση από τον Νοέμβριο του 2009.

5.

Επιπλέον, στόχος της οδηγίας 2007/64/ΕΚ (η «οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών») είναι η εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών που σχετίζονται με τις πληρωμές στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σκοπός είναι να θεσπισθούν τυποποιημένοι όροι και δικαιώματα για τις υπηρεσίες πληρωμών και να καταστούν οι διασυνοριακές πληρωμές εξίσου εύκολες, αποτελεσματικές και ασφαλείς με τις «εθνικές» πληρωμές στο εσωτερικό ενός κράτους μέλους. Η οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών επιδιώκει επίσης τη βελτίωση του ανταγωνισμού μέσω του ανοίγματος των αγορών πληρωμών σε νέους φορείς.

6.

Στόχος του ΕΧΠΕ είναι η εγκαθίδρυση ενιαίας αγοράς για τις πληρωμές λιανικής σε ευρώ με υπέρβαση των τεχνικών και νομικών εμποδίων και των εμποδίων της αγοράς που αποτελούν κατάλοιπα της περιόδου προ της θέσπισης του ενιαίου νομίσματος. Όταν ολοκληρωθεί ο ΕΧΠΕ, δεν θα υπάρχουν διαφορές μεταξύ εθνικών και διασυνοριακών πληρωμών σε ευρώ: όλες οι πληρωμές θα είναι εγχώριες. Ο ΕΧΠΕ δεν περιλαμβάνει μόνον την Ευρωζώνη, αλλά το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) καθώς και την Ισλανδία, το Λιχτενστάιν, το Μονακό, τη Νορβηγία και την Ελβετία. Αυτό σημαίνει ότι κοινότητες εκτός της Ευρωζώνης μπορούν να υιοθετήσουν πρότυπα και πρακτικές του ΕΧΠΕ για τις πληρωμές τους σε ευρώ.

7.

Η πρόταση εφαρμόζεται σε μεταφορές πίστωσης και άμεσες χρεώσεις. Η μεταφορά πίστωσης είναι πληρωμή που πραγματοποιείται από τον πληρωτή, ο οποίος αποστέλλει σχετική οδηγία στην τράπεζά του. Η τράπεζα μεταφέρει αναλόγως τα κεφάλαια στην τράπεζα του δικαιούχου. Η συναλλαγή αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω διάφορων μεσαζόντων. Στην περίπτωση των άμεσων χρεώσεων, ο πληρωτής εξουσιοδοτεί εκ των προτέρων των δικαιούχο να εισπράξει χρηματικά ποσά από τον τραπεζικό λογαριασμό του. Επομένως, ο πληρωτής «εντέλλεται» την τράπεζά του να μεταφέρει χρηματικά ποσά στον λογαριασμό του δικαιούχου. Οι άμεσες χρεώσεις χρησιμοποιούνται συχνά για επαναλαμβανόμενες πληρωμές, όπως είναι οι λογαριασμοί υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, αλλά μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για εφάπαξ πληρωμές. Στην περίπτωση αυτή, ο πληρωτής εξουσιοδοτεί την τράπεζα να προβεί σε μεμονωμένη πληρωμή.

1.3.   Ο ΕΧΠΕ και το καθεστώς προστασίας των δεδομένων της ΕΕ

8.

Η θέσπιση και η ανάπτυξη του ΕΧΠΕ περιλαμβάνει αρκετές πράξεις επεξεργασίας δεδομένων: ονόματα, αριθμοί τραπεζικών λογαριασμών, περιεχόμενο συμβάσεων πρέπει να ανταλλάσσονται άμεσα μεταξύ πληρωτών και δικαιούχων και έμμεσα μεταξύ των αντίστοιχων παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, προκειμένου να διασφαλίζεται η ομαλή λειτουργία των μεταφορών. Για τον σκοπό αυτόν, η πρόταση περιλαμβάνει επίσης ένα άρθρο για τη «διαλειτουργικότητα», το οποίο υποστηρίζει τη δημιουργία τυποποιημένων κανόνων για εθνικές και διασυνοριακές πράξεις, αναφέρει δε ρητά ότι κανένα τεχνικό εμπόδιο δεν πρέπει να εμποδίζει τη διεκπεραίωση μεταφορών πίστωσης και άμεσων χρεώσεων. Οι επιμέρους οικονομικοί φορείς που εμπλέκονται στις δραστηριότητες στις οποίες αφορά η πρόταση υπόκεινται στις επιμέρους εθνικές νομοθεσίες εφαρμογής της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

9.

Ο ΕΕΠΔ τονίζει ότι η ανταλλαγή και η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν σε πληρωτές και δικαιούχους με τους διάφορους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών πρέπει να τηρούν τις αρχές της αναγκαιότητας, της αναλογικότητας και του περιορισμού του σκοπού. Η διαβίβαση των δεδομένων μεταξύ των διάφορων μεσαζόντων πρέπει επίσης να τηρεί τις αρχές του απορρήτου και της ασφάλειας της επεξεργασίας, σύμφωνα με τα άρθρα 16 και 17 της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

10.

Η πρόταση θεσπίζει επίσης έναν νέο ρόλο για τις εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες να παρακολουθούν τη συμμόρφωση προς τον κανονισμό και να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την εν λόγω συμμόρφωση. Παρότι ο ρόλος αυτός είναι θεμελιώδης προκειμένου να διασφαλισθεί η αποτελεσματική υλοποίηση του ΕΧΠΕ, μπορεί να περιλαμβάνει επίσης ευρείες εξουσίες περαιτέρω επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα φυσικών προσώπων από τις αρχές. Η πρόσβαση των αρμόδιων εθνικών αρχών στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πρέπει, και στον εν λόγω τομέα, να τηρεί τις αρχές της αναγκαιότητας, της αναλογικότητας και του περιορισμού του σκοπού.

11.

Παρότι η πρόταση δεν πρέπει να θεσπίζει υπερβολικά λεπτομερείς διατάξεις σχετικά με τον σεβασμό των αρχών της προστασίας των δεδομένων, ο οποίος διασφαλίζεται από την εφαρμογή των εθνικών νομοθεσιών εφαρμογής της οδηγίας 95/46/ΕΚ σε κάθε πράξη επεξεργασίας, ο ΕΕΠΔ εισηγείται ορισμένες βελτιώσεις στο κείμενο με στόχο την αποσαφήνισή του.

2.   ΕΙΔΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

2.1.   Αιτιολογική σκέψη 26

12.

Ο ΕΕΠΔ χαιρετίζει την αναφορά στην οδηγία 95/46/ΕΚ στην αιτιολογική σκέψη 26 της πρότασης. Ωστόσο, προκειμένου να καταστεί σαφές ότι οι επιμέρους εθνικές νομοθεσίες εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας αποτελούν την κατάλληλη παραπομπή και να τονισθεί ότι κάθε πράξη επεξεργασίας δεδομένων πρέπει να εκτελείται σύμφωνα με τους κανόνες εφαρμογής, το κείμενο της αιτιολογικής σκέψης θα μπορούσε να τροποποιηθεί ως ακολούθως: «Κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνη προς τη σχετική εθνική νομοθεσία εφαρμογής της οδηγίας 95/46/ΕΚ».

2.2.   Άρθρα 6, 8, 9 και 10: εξουσίες των αρμόδιων εθνικών αρχών

13.

Το άρθρο 6 της πρότασης προβλέπει την απαγόρευση της θέσπισης πολυμερών διατραπεζικών προμηθειών (4) ανά πράξη άμεσης χρέωσης ή άλλης αμοιβής με ισοδύναμο αντικείμενο ή αποτέλεσμα. Επιπλέον, για τις πράξεις άμεσης χρέωσης που δεν είναι δυνατόν να εκτελεστούν σωστά από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών λόγω απόρριψης, άρνησης, επιστροφής ή αντιστροφής της εντολής πληρωμής (συναλλαγές τύπου R), επιτρέπεται η επιβολή πολυμερούς διατραπεζικής προμήθειας, υπό τον όρο ότι πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις.

14.

Το άρθρο 8 της πρότασης θεσπίζει υποχρεώσεις για τον πληρωτή που χρησιμοποιεί μεταφορά πιστώσεων και τον δικαιούχο που χρησιμοποιεί άμεσες χρεώσεις. Πληρωτής δεν μπορεί να αρνηθεί να προβεί σε μεταφορές πίστωσης σε λογαριασμούς πληρωμών με παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που βρίσκονται σε άλλο κράτος μέλος και είναι προσβάσιμοι (5) σύμφωνα με την απαίτηση του άρθρου 3. Δικαιούχος ο οποίος λαμβάνει χρηματικά ποσά στον λογαριασμό του από άλλο λογαριασμό πληρωμών με παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που βρίσκονται στο ίδιο κράτος μέλος δεν μπορεί να αρνηθεί να λάβει άμεσες χρεώσεις από λογαριασμούς πληρωμών με παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που βρίσκονται σε άλλο κράτος μέλος.

15.

Το άρθρο 9 της πρότασης απαιτεί από τα κράτη μέλη να ορίσουν τις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τον κανονισμό. Οι εν λόγω αρχές διαθέτουν όλες τις αναγκαίες αρμοδιότητες για την άσκηση των καθηκόντων τους, παρακολουθούν τη συμμόρφωση και λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για τη διασφάλιση της εν λόγω συμμόρφωσης. Επιπλέον, το άρθρο 9 παράγραφος 3 ορίζει ότι, όταν οι αρμόδιες αρχές για τα θέματα που καλύπτει ο κανονισμός είναι περισσότερες της μιας στην επικράτεια κράτους μέλους, το κράτος μέλος πρέπει να διασφαλίζει τη στενή συνεργασία των εν λόγω αρχών ώστε να είναι σε θέση να ασκήσουν αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους. Το άρθρο 10 προβλέπει την υποχρέωση των κρατών μελών να θεσπίσουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης του κανονισμού και να διασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

16.

Επί τη βάσει των ανωτέρω άρθρων, οι εθνικές αρχές έχουν την εξουσία να παρακολουθούν τυχόν παραβάσεις όλων των υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στην πρόταση και να επιβάλλουν κυρώσεις, περιλαμβανομένων των κυρώσεων που σχετίζονται με τις υποχρεώσεις των άρθρων 6 και 8. Η εξουσία αυτή έχει δυνητικά ευρύ αντίκτυπο στην ιδιωτική ζωή των φυσικών προσώπων από την άποψη της προστασίας των δεδομένων: οι αρχές μπορεί να έχουν γενικευμένη πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με κάθε μεταφορά (είτε πρόκειται για μεταφορά πίστωσης είτε για άμεση χρέωση) χρηματικών ποσών μεταξύ φυσικών προσώπων, προκειμένου να ελέγχουν κατά πόσον επιβάλλονται παράνομα πολυμερείς διατραπεζικές προμήθειες ή κατά πόσον ασκείται ένσταση κατά οποιασδήποτε άρνησης, εν αντιθέσει προς τις υποχρεώσεις των άρθρων 6 και 8. Η εν λόγω εξουσία περιλαμβάνει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (ονόματα των εμπλεκόμενων φυσικών προσώπων, αριθμοί των τραπεζικών τους λογαριασμών και χρηματικά ποσά που πρόκειται να ληφθούν ή να μεταφερθούν).

17.

Παρότι κάθε τέτοια επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να είναι σύμφωνη προς τους εθνικούς κανόνες εφαρμογής της οδηγίας 95/46/ΕΚ, ο ΕΕΠΔ επιθυμεί να τονίσει ότι η υποχρέωση παρακολούθησης πρέπει ήδη να αξιολογείται στην πρόταση υπό το πρίσμα των αρχών της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας, οι οποίες κατοχυρώνονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ [άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ)]. Συναφώς, όταν εξετάζονται ειδικότερα τα άρθρα 6 και 8, κατά την άποψη του ΕΕΠΔ, θα ήταν αναλογικότερο να θεσπισθεί ένα σύστημα μέσω του οποίου η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρμόδιες αρχές θα ενεργοποιείται μόνον κατά περίπτωση. Αυτό σημαίνει ότι η παρέμβαση της αρχής –και, ως εκ τούτου, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ενός συγκεκριμένου πληρωτή ή/και δικαιούχου– θα ενεργοποιείται κυρίως όταν υπάρχει συγκεκριμένος λόγος, όπως σε περίπτωση καταγγελίας για παράβαση των άρθρων 6 ή 8, η οποία υποβάλλεται από πληρωτή ή δικαιούχο, ή στο πλαίσιο στοχοθετημένης έρευνας ιδία πρωτοβουλία, ενδεχομένως στη βάση πληροφοριών που παρέχονται από τρίτο.

18.

Η αποτελεσματικότητα του ελέγχου της συμμόρφωσης θα διασφαλίζεται με τη δημιουργία ενός μηχανισμού, ο οποίος θα επιτρέπει στον καταγγέλλοντα να υποβάλλει καταγγελία ή σε έναν τρίτο να υποβάλλει πληροφορίες με συνέπεια την ταχεία αντίδραση της αρχής, ενδεχομένως υπό τον τύπον εντολής προς το άλλο μέρος να συμμορφωθεί προς τις υποχρεώσεις των άρθρων 6 και 8. Στην πραγματικότητα, η πρόταση θεσπίζει ήδη στο άρθρο 11 κανόνες σχετικά με κατάλληλες και αποτελεσματικές εξωδικαστικές διαδικασίες υποβολής καταγγελιών και προσφυγών για την επίλυση των διαφορών που προκύπτουν μεταξύ των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών και των οικείων παρόχων υπηρεσιών πληρωμών (οι οποίοι καλύπτουν την περίπτωση του άρθρου 6). Επιθυμώντας να ενθαρρύνει τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις του άρθρου 8 χωρίς τη θέσπιση ευρείας γενικευμένης πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από τις εθνικές αρχές, ο ΕΕΠΔ εισηγείται οι διατάξεις του άρθρου 11 να περιλαμβάνουν επίσης τις διαφορές μεταξύ πληρωτών και δικαιούχων.

19.

Ο ΕΕΠΔ επισημαίνει επίσης ότι οι δραστηριότητες παρακολούθησης μπορεί να περιλαμβάνουν διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ αρμόδιων εθνικών αρχών επιμέρους κρατών μελών στο πλαίσιο της «στενής συνεργασίας», η οποία αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 3. Λαμβάνοντας υπόψη τις ευρείες εξουσίες που απονέμονται στις εθνικές αρχές για τον σκοπό της παρακολούθησης της συμμόρφωσης προς τον κανονισμό (ακόμη και σε περίπτωση που θα θεσπίζονταν οι προαναφερθέντες περιορισμοί επί των διατάξεων των άρθρων 6 και 8), ο ΕΕΠΔ εισηγείται να αναφέρεται ρητά στο κείμενο ότι κάθε διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ των ως άνω αρχών πρέπει να τηρεί τις αρχές προστασίας των δεδομένων. Ειδικότερα, οι σχετικές διαβιβάσεις δεν πρέπει να πραγματοποιούνται μαζικά, αλλά μόνον σε σχέση με συγκεκριμένες περιπτώσεις, στις οποίες υπάρχει ήδη prima facie υπόνοια ενδεχόμενης παράβασης του κανονισμού. Επομένως, θα μπορούσε να προστεθεί η ακόλουθη πρόταση στο άρθρο 9 παράγραφος 3: «Οι διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ αρμόδιων αρχών στο πλαίσιο της εν λόγω στενής συνεργασίας πραγματοποιούνται μόνον κατά περίπτωση, όταν υπάρχει εύλογη υπόνοια παράβασης του κανονισμού και με σεβασμό των αρχών της αναγκαιότητας, της αναλογικότητας και του περιορισμού του σκοπού».

2.3.   Παράρτημα

20.

Το παράρτημα της πρότασης θεσπίζει τις τεχνικές απαιτήσεις οι οποίες πρέπει να τηρούνται για τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις δυνάμει του άρθρου 5 της πρότασης. Στόχος της θέσπισης των απαιτήσεων αυτών είναι η ύπαρξη εναρμονισμένων μορφών αναγνώρισης και επικοινωνίας, ώστε να διασφαλίζεται η διαλειτουργικότητα των πράξεων μεταφοράς πίστωσης και άμεσης χρέωσης μεταξύ κρατών μελών.

21.

Στο πλαίσιο αυτό, η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τους μεσάζοντες (τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών) επιχειρείται σε ποικίλες περιπτώσεις (6):

α)

άρθρο 2 στοιχείο β): για μεταφορές πίστωσης, τα δεδομένα που διαβιβάζονται από τον πληρωτή στον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και διαβιβάζονται μέσω της αλυσίδας πληρωμών στον δικαιούχο είναι: το όνομα του πληρωτή ή/και ο IBAN του λογαριασμού του πληρωτή, το ποσό της πίστωσης, το όνομα και ο IBAN του λογαριασμού του δικαιούχου και ενδεχομένως οι πληροφορίες αποστολής·

β)

άρθρο 3 στοιχείο β): για άμεση χρέωση, τα δεδομένα που διαβιβάζονται με κάθε πράξη από τον δικαιούχο στον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και εν συνεχεία από τον τελευταίο στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή είναι οι πληροφορίες που αφορούν την εντολή (7)·

γ)

άρθρο 3 στοιχείο ζ): για άμεση χρέωση, τα δεδομένα που διαβιβάζονται από τον δικαιούχο στον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και εν συνεχεία μέσω της αλυσίδας πληρωμών στον πληρωτή είναι: το όνομα του δικαιούχου και ο IBAN του λογαριασμού του δικαιούχου, το όνομα του πληρωτή και ο IBAN του λογαριασμού πληρωμών του.

22.

Παρότι κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να συμμορφώνεται προς την οικεία εθνική νομοθεσία εφαρμογής της οδηγίας 95/46/ΕΚ, το σχέδιο πρότασης αναφέρει μόνον ότι οι διαβιβάσεις σε σχέση με την κατάσταση που περιγράφεται υπό α) ανωτέρω πραγματοποιούνται «σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στην εθνική νομοθεσία εφαρμογής της οδηγίας αριθ. 95/46/ΕΚ». Προς αποφυγή παρερμηνειών, ο ΕΕΠΔ εισηγείται τέτοιες αναφορές στην οδηγία να περιλαμβάνονται και στις διατάξεις του άρθρου 3 στοιχεία β) και ζ). Εναλλακτικά, εάν το κείμενο της αιτιολογικής σκέψης 26 τροποποιηθεί σύμφωνα με την εισήγηση που διατυπώθηκε ανωτέρω, η διατύπωση του άρθρου 2 στοιχείο β) μπορεί να μην περιλαμβάνει αναφορά στην οδηγία 95/46/ΕΚ.

3.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

23.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για την ειδική αναφορά στην οδηγία 95/46/ΕΚ στην πρόταση. Εντούτοις, εισηγείται ορισμένες ήσσονος σημασίας τροποποιήσεις στο κείμενο, με σκοπό να αποσαφηνισθεί η εφαρμογή των αρχών προστασίας των δεδομένων στις διαδικασίες επεξεργασίας που αφορά η πρόταση. Ειδικότερα:

η αιτιολογική σκέψη 26 πρέπει να αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι η εθνική νομοθεσία εφαρμογής της οδηγίας 95/46/ΕΚ αποτελεί την κατάλληλη παραπομπή και να τονίζει ότι κάθε πράξη επεξεργασίας δεδομένων πρέπει να εκτελείται σύμφωνα με την εν λόγω νομοθεσία εφαρμογής·

η εξουσία παρακολούθησης των αρμόδιων εθνικών αρχών σε σχέση με τις υποχρεώσεις που περιέχονται στα άρθρα 6 και 8 πρέπει να περιορίζεται σε μεμονωμένες περιπτώσεις, όταν υπάρχει εύλογη υπόνοια παράβασης του κανονισμού, ενώ, προκειμένου να ενθαρρύνεται η συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις του άρθρου 8, ο προβλεπόμενος στο άρθρο 11 μηχανισμός προσφυγών για τις διαφορές πρέπει να επεκταθεί στις διαφορές μεταξύ πληρωτή και δικαιούχου·

οι αναφορές στην οδηγία 95/46/ΕΚ στο παράρτημα πρέπει να εναρμονισθούν προς αποφυγή παρερμηνειών.

Βρυξέλλες, 23 Ιουνίου 2011.

Giovanni BUTTARELLI

Αναπληρωτής Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων


(1)  EE L 281 της 23.11.1995, σ. 31, (στο εξής η «οδηγία 95/46/ΕΚ»).

(2)  EE L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(3)  Τον Σεπτέμβριο του 2010.

(4)  Πολυμερής διατραπεζική προμήθεια είναι το ποσό που καταβάλλεται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή στο πλαίσιο της άμεσης χρέωσης.

(5)  Στόχος της απαίτησης αυτής είναι να διασφαλίζεται ότι κάθε πάροχος υπηρεσιών πληρωμών, ο οποίος είναι προσβάσιμος για πράξη μεταφοράς πίστωσης ή άμεσης χρέωσης σε εθνικό επίπεδο, θα είναι επίσης προσβάσιμος για πράξεις οι οποίες πραγματοποιούνται μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών που βρίσκεται σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος (άρθρο 3 της πρότασης).

(6)  Η διαβίβαση του ονόματος και του αριθμού IBAN πραγματοποιείται άμεσα από τον δικαιούχο στον πληρωτή σε περίπτωση μεταφοράς πίστωσης και από τον πληρωτή στον δικαιούχο σε περίπτωση άμεσης χρέωσης. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, η νομιμότητα της επεξεργασίας προκύπτει από το γεγονός ότι το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα διαβιβάζει οικειοθελώς τα δεδομένα που το αφορούν.

(7)  Οι πληροφορίες αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν το όνομα του πληρωτή, τη διεύθυνσή του, τον αριθμό τηλεφώνου του και κάθε άλλη πληροφορία η οποία σχετίζεται με τη σύμβαση που αποτελεί τον λόγο της μεταφοράς κεφαλαίων.