52011PC0656

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την κατάργηση της οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(Αναδιατύπωση) /* COM/2011/0656 τελικό - 2011/0298 (COD) */


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Πλαίσιο της προτασης

Η οδηγία για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID), η οποία τέθηκε σε ισχύ τον Νοέμβριο του 2007, αποτελεί βασικό πυλώνα της ενοποίησης της χρηματοπιστωτικής αγοράς της ΕΕ. Εγκρίθηκε σύμφωνα με τη διαδικασία «Lamfalussy»[1] και αποτελείται από μια οδηγία-πλαίσιο (οδηγία 2004/39/ΕΚ)[2], μια εκτελεστική οδηγία (οδηγία 2006/73/ΕΚ)[3] και έναν εκτελεστικό κανονισμό (κανονισμός αριθ. 1287/2006)[4]. Η οδηγία MiFID καθορίζει ένα ρυθμιστικό πλαίσιο για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών στον τομέα των χρηματοπιστωτικών μέσων (όπως μεσιτεία, παροχή συμβουλών, διαπραγμάτευση, διαχείριση χαρτοφυλακίου, αναδοχή, κ.λπ.) από τράπεζες και επιχειρήσεις επενδύσεων και για τη λειτουργία των ρυθμιζόμενων αγορών από τους διαχειριστές της αγοράς. Ορίζει επίσης τις εξουσίες και τα καθήκοντα των εθνικών αρμόδιων αρχών ως προς τις δραστηριότητες αυτές.

Κύριος στόχος είναι η προώθηση της ενοποίησης, της ανταγωνιστικότητας και της αποδοτικότητας των χρηματοπιστωτικών αγορών της ΕΕ. Πιο συγκεκριμένα, κατήργησε τη δυνατότητα των κρατών μελών να απαιτούν τη διεξαγωγή όλων των διαπραγματεύσεων στον τομέα των χρηματοπιστωτικών μέσων σε παραδοσιακά χρηματιστήρια και επέτρεψε τον ανταγωνισμό σε ευρωπαϊκό επίπεδο μεταξύ των εν λόγω χρηματιστηρίων και εναλλακτικών τόπων διαπραγμάτευσης. Παρείχε, επίσης, στις τράπεζες και στις επιχειρήσεις επενδύσεων ένα ενισχυμένο «διαβατήριο» για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών σε όλη την ΕΕ βάσει της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις οργάνωσης και αναφοράς καθώς και με συνολικούς κανόνες οι οποίοι έχουν σχεδιαστεί για τη διασφάλιση της προστασίας των επενδυτών.

Το αποτέλεσμα μετά από 3,5 έτη εφαρμογής είναι η αύξηση του ανταγωνισμού μεταξύ των τόπων διαπραγμάτευσης χρηματοπιστωτικών μέσων και η διεύρυνση των επιλογών που έχουν οι επενδυτές ως προς τους παρόχους υπηρεσιών και τα διαθέσιμα χρηματοπιστωτικά μέσα, πρόοδος που ενισχύθηκε και λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων. Συνολικά, το κόστος των συναλλαγών έχει μειωθεί και η ολοκλήρωση των αγορών έχει αυξηθεί[5].

Εντούτοις, εμφανίστηκαν ορισμένα προβλήματα. Πρώτον, ο μεγαλύτερος ανταγωνισμός δημιούργησε νέες προκλήσεις. Τα οφέλη από αυτόν τον αυξημένο ανταγωνισμό δεν έχουν επηρεάσει εξίσου όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά και δεν αγγίζουν πάντα τους τελικούς ιδιώτες ή επαγγελματίες επενδυτές. Ο κατακερματισμός της αγοράς που προέκυψε από τον ανταγωνισμό έχει επίσης καταστήσει το περιβάλλον των διαπραγματεύσεων πιο πολύπλοκο, ειδικά ως προς τη συγκέντρωση των σχετικών με αυτές δεδομένων. Δεύτερον, οι εξελίξεις στην αγορά και στην τεχνολογία έχουν καταστήσει ξεπερασμένες ορισμένες διατάξεις της οδηγίας MiFID. Το κοινό συμφέρον σε ένα διαφανές περιβάλλον ισότιμου ανταγωνισμού των τόπων διαπραγματεύσεων και των επιχειρήσεων επενδύσεων κινδυνεύει να υπονομευθεί. Τρίτον, η χρηματοπιστωτική κρίση έχει καταστήσει εμφανείς τις αδυναμίες της ρύθμισης των χρηματοπιστωτικών μέσων πλην των μετοχών που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης κυρίως μεταξύ των επαγγελματιών επενδυτών. Οι προηγούμενες εκτιμήσεις ότι ένας ελάχιστος βαθμός διαφάνειας, εποπτείας και προστασίας του καταναλωτή ως προς τις εν λόγω διαπραγματεύσεις προάγει περισσότερο την αποδοτικότητα της αγοράς, δεν ευσταθούν πλέον. Τέλος, ο ταχύς ρυθμός της καινοτομίας και η αυξανόμενη πολυπλοκότητα των χρηματοπιστωτικών μέσων υπογραμμίζουν τη σημασία της επικαιροποιημένης, υψηλού επιπέδου προστασίας των επενδυτών. Αν και αιτιολογείται σε μεγάλο βαθμό λόγω της εμπειρίας της χρηματοπιστωτικής κρίσης, εντούτοις οι συνολικοί κανόνες της οδηγίας MiFID καθιστούν έκδηλη την ανάγκη για στοχευμένες, αλλά φιλόδοξες βελτιώσεις.

Η αναθεώρηση της οδηγίας MiFID αποτελεί συνεπώς αναπόσπαστο τμήμα των μεταρρυθμίσεων που έχουν ως στόχο την καθιέρωση ενός ασφαλέστερου, ορθότερου και πιο υπεύθυνου χρηματοπιστωτικού συστήματος που θα λειτουργήσει προς όφελος της οικονομίας και της κοινωνίας συνολικά μετά το πέρας της χρηματοπιστωτικής κρίσης, και θα έχει επίσης ως στόχο την εξασφάλιση πιο ενοποιημένης, αποτελεσματικότερης και ανταγωνιστικότερης ενωσιακής χρηματοπιστωτικής αγοράς[6]. Αποτελεί επίσης ένα σημαντικό μέσο για την επίτευξη της δέσμευσης της ομάδας των G20[7] σχετικά με την αντιμετώπιση των λιγότερο ρυθμισμένων και των λιγότερο διαφανών μερών του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τη βελτίωση της οργάνωσης, της διαφάνειας και της εποπτείας των διαφόρων επιμέρους αγορών, ιδίως όσον αφορά εκείνα τα χρηματοπιστωτικά μέσα που αποτελούν κατά κύριο λόγο αντικείμενο εξωχρηματιστηριακής διαπραγμάτευσης[8], συμπληρώνοντας τη νομοθετική πρόταση για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών[9].

Απαιτούνται επίσης επικεντρωμένες βελτιώσεις για να βελτιωθεί η εποπτεία και η διαφάνεια των αγορών παραγώγων επί εμπορευμάτων ώστε να εξασφαλιστεί η λειτουργία τους όσον αφορά την χρηματιστηριακή κάλυψη και την διαπίστωση τιμών, καθώς και υπό το πρίσμα των εξελίξεων στις δομές της αγοράς και την τεχνολογία για να εξασφαλιστεί ισότιμος ανταγωνισμός και αποτελεσματικές αγορές. Επιπλέον, απαιτούνται συγκεκριμένες αλλαγές στο πλαίσιο της προστασίας των επενδυτών, λαμβανομένων υπόψη των εξελισσόμενων πρακτικών και της ανάγκης υποστήριξης της εμπιστοσύνης των επενδυτών.

Τέλος, σύμφωνα με τις προτάσεις της ομάδας Larosière και τα συμπεράσματα του Συμβουλίου ECOFIN[10], η ΕΕ έχει δεσμευτεί να ελαχιστοποιήσει, όπου απαιτείται, τις εξουσίες που παρέχονται στα κράτη μέλη από τις οδηγίες της ΕΕ για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Πρόκειται για ένα κοινό στοιχείο όλων των σημείων που καλύπτονται από την αναθεώρηση της οδηγίας MiFID και θα συμβάλει στην καθιέρωση ενός ενιαίου εγχειριδίου κανόνων για τις χρηματοπιστωτικές αγορές της ΕΕ, θα προωθήσει περαιτέρω την ανάπτυξη ισότιμων όρων ανταγωνισμού για όλα τα κράτη μέλη και τους συμμετέχοντες στην αγορά, θα βελτιώσει την εποπτεία και την εφαρμογή, θα μειώσει το κόστος για τους συμμετέχοντες στην αγορά και θα βελτιώσει τους όρους πρόσβασης και την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα του χρηματοπιστωτικού κλάδου της ΕΕ.

Ως αποτέλεσμα, η πρόταση τροποποίησης της οδηγίας MiFID χωρίζεται σε δύο πράξεις: έναν κανονισμό, ο οποίος ορίζει τις απαιτήσεις σχετικά με την δημοσιοποίηση στο κοινό δεδομένων που αφορούν τη διαφάνεια των συναλλαγών και την κοινοποίηση στις αρμόδιες αρχές των δεδομένων των συναλλαγών, την κατάργηση φραγμών στην χωρίς διακρίσεις πρόσβαση στα συστήματα εκκαθάρισης, την υποχρεωτική διαπραγμάτευση παραγώγων σε οργανωμένους τόπους, τις συγκεκριμένες εποπτικές δράσεις όσον αφορά τα χρηματοπιστωτικά μέσα και τις θέσεις σε παράγωγα καθώς και την παροχή υπηρεσιών από εταιρείες τρίτων χωρών χωρίς υποκατάστημα· και μιαν οδηγία, η οποία τροποποιεί τις ειδικές απαιτήσεις σχετικά με την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών, το πεδίο εφαρμογής των εξαιρέσεων από την τρέχουσα οδηγία, τις απαιτήσεις ως προς την οργάνωση και τον κώδικα δεοντολογίας των επιχειρήσεων επενδύσεων, τις απαιτήσεις οργάνωσης για τους τόπους διαπραγμάτευσης, την αδειοδότηση και τις συνεχείς υποχρεώσεις των παρόχων υπηρεσιών δεδομένων, τις εξουσίες των αρμόδιων αρχών, τις κυρώσεις και τους κανόνες που ισχύουν για τις επιχειρήσεις από τρίτες χώρες που λειτουργούν μέσω υποκαταστήματος.

2. Αποτελέσματα διαβουλευσεων με τα ενδιαφερομενα μερη και αξιολογησεις επιπτωσεων

Η πρωτοβουλία είναι αποτέλεσμα ενός διεξοδικού και συνεχούς διαλόγου και διαβούλευσης με όλους τους κύριους ενδιαφερόμενους, συμπεριλαμβανομένων των ρυθμιστικών αρχών των αγορών κινητών αξιών και με όλες τις κατηγορίες συμμετεχόντων στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων των εκδοτών τίτλων και των ιδιωτών επενδυτών. Λαμβάνονται υπόψη οι γνώμες που εκφράστηκαν κατά τη διάρκεια δημόσιας διαβούλευσης που διεξήχθη από τις 8 Δεκεμβρίου 2010 έως τις 2 Φεβρουαρίου 2011[11], μιας μεγάλης και με ευρεία συμμετοχή δημόσιας ακρόασης που διεξήχθη στις 20 και 21 Σεπτεμβρίου 2010[12] καθώς και τα αποτελέσματα των εκτεταμένων συναντήσεων με διάφορες ομάδες φορέων από τον Δεκέμβριο του 2009. Τέλος, η πρόταση λαμβάνει υπόψη τις παρατηρήσεις και την ανάλυση που περιέχονται στα έγγραφα καθώς και την τεχνική γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ρυθμιστικών Αρχών των Αγορών Κινητών Αξιών (CESR), η οποία έχει πλέον μετονομαστεί σε Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ)[13].

Επιπλέον, δύο μελέτες[14] έχουν ανατεθεί σε εξωτερικούς συμβούλους προκειμένου να προετοιμαστεί η αναθεώρηση της οδηγίας MiFID. Η πρώτη, η οποία ζητήθηκε από την PriceWaterhouseCoopers στις 10 Φεβρουαρίου 2010 και παρελήφθη στις 13 Ιουλίου 2010, εστίαζε στη συγκέντρωση δεδομένων για τις δραστηριότητες της αγοράς και άλλα θέματα σχετικά με την οδηγία MiFID. Η δεύτερη, η οποία ανατέθηκε στην Europe Economics στις 21 Ιουλίου 2010 και παρελήφθη στις 23 Μαΐου 2011 εστίαζε σε μια ανάλυση κόστους-ωφέλειας σχετικά με τις διάφορες επιλογές πολιτικών που πρέπει να ληφθούν υπόψη στο πλαίσιο της αναθεώρησης της οδηγίας MiFID.

Στο πλαίσιο της πολιτικής της «Βελτίωσης του ρυθμιστικού πλαισίου», η Επιτροπή διεξήγαγε αξιολόγηση επιπτώσεων για τις εναλλακτικές επιλογές πολιτικής. Οι επιλογές πολιτικής αξιολογήθηκαν ως προς διάφορα κριτήρια: διαφάνεια των λειτουργιών της αγοράς για τις ρυθμιστικές αρχές και τους συμμετέχοντες στην αγορά, προστασία και εμπιστοσύνη των επενδυτών, όροι ισότιμου ανταγωνισμού για τους τόπους αγοράς και τα συστήματα διαπραγμάτευσης στην ΕΕ και αποδοτικότητα ως προς το κόστος, δηλαδή βαθμός στον οποίο οι επιλογές επιτυγχάνουν τους επιδιωκόμενους στόχους και διευκολύνουν τη λειτουργία των αγορών κινητών αξιών κατά τρόπο αποδοτικό και αποτελεσματικό ως προς το κόστος.

Συνολικά, η αναθεώρηση της οδηγίας MiFID υπολογίζεται ότι θα έχει εφάπαξ κόστος συμμόρφωσης από 512 έως 732 εκατομμύρια ευρώ και τρέχον κόστος από 312 έως 586 εκατομμύρια ευρώ. Τα ποσοστά του εφάπαξ και του τρέχοντος κόστους αντιπροσωπεύουν αντίστοιχα από 0,10% έως 0,15% και από 0,06% έως 0,12% των συνολικών λειτουργικών δαπανών του τραπεζικού τομέα της ΕΕ. Το κόστος αυτό είναι πολύ μικρότερο από το κόστος που προκλήθηκε από την θέσπιση της οδηγίας MiFID. Το ποσοστό του εφάπαξ κόστους της εισαγωγής της οδηγίας MiFID υπολογίστηκε σε 0,56% (λιανική τραπεζική και ταμιευτήρια) και 0,68% (τράπεζες επενδύσεων) των συνολικών λειτουργικών δαπανών, ενώ το κόστος συμμόρφωσης υπολογίστηκε σε 0,11% (λιανική τραπεζική και ταμιευτήρια) έως 0,17% (τράπεζες επενδύσεων) των συνολικών λειτουργικών δαπανών.

3. Νομικά στοιχεια της προτασης 3.1. Νομική βάση

Η πρόταση βασίζεται στο άρθρο 53 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Η παρούσα οδηγία θα αντικαταστήσει την οδηγία 2004/39/EΚ σχετικά με την εναρμόνιση των εθνικών διατάξεων για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας που διέπουν την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών και την εκτέλεση επενδυτικών δραστηριοτήτων από επιχειρήσεις επενδύσεων, την απόκτηση ειδικών συμμετοχών, την άσκηση της ελεύθερης εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, τις σχετικές εξουσίες των εποπτικών αρχών των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής, καθώς και τους όρους για την αδειοδότηση και τη λειτουργία ρυθμιζόμενων αγορών και παρόχων δεδομένων της αγοράς. Κύριος στόχος και αντικείμενο της παρούσας πρότασης είναι η εναρμόνιση των εθνικών διατάξεων σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα των επιχειρήσεων επενδύσεων, των ρυθμιζόμενων αγορών και των παρόχων υπηρεσιών δεδομένων, των όρων διακυβέρνησής τους και το εποπτικό τους πλαίσιο. Η πρόταση βασίζεται, συνεπώς, στο άρθρο 53 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

Η παρούσα πρόταση είναι συμπληρωματική του προτεινόμενου κανονισμού [MiFIR], που καθιερώνει ενιαίες και άμεσα ισχύουσες απαιτήσεις οι οποίες είναι αναγκαίες για την άρτια λειτουργία της αγοράς χρηματοπιστωτικών μέσων στο πεδίο, π.χ. της δημοσίευσης των δεδομένων των διαπραγματεύσεων, της αναφοράς των συναλλαγών στις αρμόδιες αρχές και των ειδικών εξουσιών των αρμόδιων αρχών και της ΕΑΚΑΑ.

3.2. Επικουρικότητα και αναλογικότητα

Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας (άρθρο 5 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ), η δράση σε επίπεδο ΕΕ πρέπει να αναλαμβάνεται μόνο όταν οι επιδιωκόμενοι στόχοι είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύνανται, συνεπώς, λόγω των διαστάσεων ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο ΕΕ.

Τα περισσότερα θέματα που καλύπτονται από την αναθεώρηση, καλύπτονται ήδη από το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο της οδηγίας MiFID. Επιπλέον, οι χρηματοπιστωτικές αγορές είναι εγγενώς διασυνοριακές εκ φύσεως, χαρακτηριστικό το οποίο εντείνεται ολοένα και περισσότερο. Οι όροι σύμφωνα με τους οποίους οι επιχειρήσεις και οι διαχειριστές δύνανται να εκτεθούν στον ανταγωνισμό στο πλαίσιο αυτό, είτε πρόκειται για κανόνες σχετικά με τη διαφάνεια πριν και μετά τη διαπραγμάτευση, την προστασία των επενδυτών ή την αξιολόγηση και τον έλεγχο των κινδύνων από τους συμμετέχοντες στην αγορά, πρέπει να είναι κοινοί σε διεθνές επίπεδο και αποτελούν ήδη τον πυρήνα της οδηγίας MiFID. Επί του παρόντος, απαιτείται δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την επικαιροποίηση και την τροποποίηση του κανονιστικού πλαισίου που ορίζεται από την οδηγία MiFID προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές από την εποχή της εφαρμογής της. Οι βελτιώσεις τις οποίες έχει ήδη επιφέρει η οδηγία στην ενοποίηση και την αποδοτικότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών και υπηρεσιών στην Ευρώπη ενισχύθηκαν με τις κατάλληλες προσαρμογές ώστε να διασφαλιστεί η επίτευξη των στόχων ενός ισχυρού κανονιστικού πλαισίου για την ενιαία αγορά. Λόγω της ενοποίησης αυτής, η μεμονωμένη εθνική παρέμβαση θα ήταν πολύ λιγότερο αποδοτική και θα οδηγούσε στον κατακερματισμό των αγορών, με αποτέλεσμα κανονιστική διαμεσολάβηση (ρυθμιστικό αρμπιτράζ) και στρέβλωση του ανταγωνισμού. Παραδείγματος χάρη, τα διαφορετικά επίπεδα της διαφάνειας της αγοράς ή της προστασίας των επενδυτών στα κράτη μέλη θα οδηγούσαν σε κατακερματισμό των αγορών, σε υποθήκευση της ρευστότητας και της αποδοτικότητας και στην προσφυγή σε επιβλαβή κανονιστική διαμεσολάβηση.

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (EΑΚΑΑ) πρέπει επίσης να διαδραματίσει βασικό ρόλο στην υλοποίηση του νέου πλαισίου σε όλη την ΕΕ. Απαιτούνται συγκεκριμένες αρμοδιότητες για την ΕΑΚΑΑ προκειμένου να βελτιωθεί η λειτουργία της ενιαίας αγοράς κινητών αξιών.

Η πρόταση λαμβάνει πλήρως υπόψη την αρχή της αναλογικότητας, δηλαδή ότι η δράση σε επίπεδο ΕΕ πρέπει να επαρκεί για την επίτευξη των στόχων και δεν υπερβαίνει τα αναγκαία. Είναι συμβατή με την αρχή αυτή, λαμβάνοντας υπόψη τη σωστή ισορροπία μεταξύ του διακυβευόμενου δημόσιου συμφέροντος και της αποδοτικότητας ως προς το κόστος του μέτρου. Οι απαιτήσεις που επιβάλλονται στα διάφορα μέρη έχουν σταθμιστεί προσεκτικά. Ειδικότερα, η ανάγκη εξισορρόπησης της προστασίας του επενδυτή, της αποδοτικότητας των αγορών και του κόστους για τον κλάδο έχει αποτελέσει κεντρικό στοιχείο κατά τη διατύπωση των απαιτήσεων αυτών.

3.3. Συμμόρφωση με τα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ

Στις 23 Σεπτεμβρίου 2009, η Επιτροπή ενέκρινε τις προτάσεις κανονισμών για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (EΑΤ), της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ) και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (EΑΚΑΑ). Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή επιθυμεί να υπενθυμίσει τις δηλώσεις σχετικά με τα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ που διατύπωσε κατά την έγκριση των κανονισμών για τη σύσταση των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, σύμφωνα με τις οποίες: «Όσον αφορά τη διαδικασία για την έγκριση ρυθμιστικών προτύπων, η Επιτροπή υπογραμμίζει τον μοναδικό χαρακτήρα του τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, που απορρέει από τον μηχανισμό Lamfalussy και αναγνωρίζεται ρητά στη Δήλωση 39 που προσαρτήθηκε στη ΣΛΕΕ. Ωστόσο, η Επιτροπή έχει σοβαρές αμφιβολίες αν οι περιορισμοί του ρόλου της κατά την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων και εκτελεστικών μέτρων είναι σύμφωνοι με τα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ.»

3.4. Λεπτομερής ερμηνεία της πρότασης 3.4.1. Γενικά – Ισότιμοι όροι ανταγωνισμού

Ένας κεντρικός στόχος της πρότασης είναι η διασφάλιση της διεξαγωγής όλων των οργανωμένων διαπραγματεύσεων σε ρυθμιζόμενους τόπους διαπραγμάτευσης: ρυθμιζόμενες αγορές, πολυμερείς μηχανισμούς διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) και οργανωμένους μηχανισμούς διαπραγμάτευσης (ΟΜΔ). Για όλους αυτούς τους τόπους θα εφαρμόζονται όμοιες απαιτήσεις διαφάνειας πριν και μετά τη διαπραγμάτευση. Ομοίως, οι απαιτήσεις ως προς τις οργανωτικές πτυχές και την εποπτεία της αγοράς και στους τρεις τόπους είναι σχεδόν όμοιες. Με τον τρόπο αυτό θα διασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού όπου υπάρχουν λειτουργικά όμοιες δραστηριότητες που συνδυάζουν τα διαπραγματευτικά συμφέροντα τρίτων. Είναι επίσης σημαντικό να τονιστεί ότι οι απαιτήσεις ως προς τη διαφάνεια θα διαμορφωθούν για τους διάφορους τύπους χρηματοπιστωτικών μέσων, κυρίως μετοχές, ομόλογα και παράγωγα και για τους διάφορους τύπους συστημάτων διαπραγμάτευσης, κυρίως βάσει βιβλίου εντολών και βάσει συστήματος κοινοποιούμενων τιμών.

Και στους τρεις τόπους, ο διαχειριστής του συστήματος συναλλαγής είναι ουδέτερος. Οι ρυθμιζόμενες αγορές και οι πολυμερείς μηχανισμοί διαπραγμάτευσης χαρακτηρίζονται από την εκτέλεση των συναλλαγών βάσει κανόνων που δεν παρέχουν διακριτική ευχέρεια. Αυτό σημαίνει ότι οι συναλλαγές θα εκτελεστούν σύμφωνα με προκαθορισμένους κανόνες. Επίσης, ανταγωνίζονται για την παροχή πρόσβασης σε ένα ευρύτερο κοινό υπό την προϋπόθεση ότι πληρούται ένα διαφανές σύνολο κριτηρίων.

Αντίθετα, ο διαχειριστής ενός ΟΜΔ έχει ένα βαθμό διακριτικής ευχέρειας ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα εκτελεστεί η συναλλαγή. Κατά συνέπεια, ο διαχειριστής υπόκειται σε απαιτήσεις προστασίας του επενδυτή, κώδικα δεοντολογίας και βέλτιστης εκτέλεσης έναντι των πελατών που χρησιμοποιούν το σύστημα συναλλαγής. Επομένως, ενώ οι κανόνες για την πρόσβαση και τη μεθοδολογία εκτέλεσης ενός ΟΜΔ πρέπει να είναι διαφανείς και σαφείς, επιτρέπουν ταυτόχρονα στον διαχειριστή να παρέχει στους πελάτες του υπηρεσία που διαφέρει ποιοτικά, αν όχι και λειτουργικά, από τις υπηρεσίες που παρέχουν οι ρυθμιζόμενες αγορές και οι ΠΜΔ στα οικεία μέλη και συμμετέχοντες. Ωστόσο, προκειμένου να διασφαλιστεί τόσο η ουδετερότητα του διαχειριστή του ΟΜΔ ως προς κάθε πραγματοποιούμενη συναλλαγή, όσο και ότι οι υποχρεώσεις του έναντι των πελατών που έχουν απευθυνθεί σε αυτόν δεν είναι δυνατόν να υποθηκευτούν από την δυνατότητα αποκόμισης κέρδους εις βάρος τους, είναι απαραίτητο να απαγορευτεί στον διαχειριστή του ΟΜΔ να διενεργεί συναλλαγές βάσει των ίδιων κεφαλαίων του.

Τέλος, η οργανωμένη διαπραγμάτευση δύναται να πραγματοποιηθεί επίσης μέσω συστηματικής εσωτερικοποίησης. Ένας συστηματικός εσωτερικοποιητής δύναται να εκτελεί συναλλαγές πελατών βάσει των δικών του ίδιων κεφαλαίων. Εντούτοις, ένας συστηματικός εσωτερικοποιητής δεν δύναται να συνδυάζει συμφέροντα τρίτων για την αγορά και την πώληση κατά τον ίδιο τρόπο όπως σε μια ρυθμιζόμενη αγορά, σε έναν ΠΜΔ ή σε έναν ΟΜΔ και, συνεπώς, δεν αποτελεί, τόπο διαπραγμάτευσης. Εφαρμόζονται κανόνες βέλτιστης εκτέλεσης και άλλοι κώδικες δεοντολογίας και ο πελάτης γνωρίζει πότε διαπραγματεύεται με επιχείρηση επενδύσεων και πότε με τρίτους. Για τους συστηματικούς εσωτερικοποιητές ισχύουν ειδικές απαιτήσεις όσον αφορά τη διαφάνεια πριν τη διαπραγμάτευση και την πρόσβαση. Είναι επίσης σημαντικό να τονιστεί ότι οι απαιτήσεις ως προς τη διαφάνεια θα διαμορφωθούν για τους διάφορους τύπους χρηματοπιστωτικών μέσων, κυρίως μετοχές, ομόλογα και παράγωγα και θα ισχύουν κάτω από συγκεκριμένα όρια. Κάθε διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό από επιχειρήσεις επενδύσεων με πελάτες, συμπεριλαμβανομένων άλλων επιχειρήσεων επενδύσεων, θεωρείται συνεπώς εξωχρηματιστηριακή. Η εξωχρηματιστηριακή διαπραγματευτική δραστηριότητα που δεν θα πληροί τον ορισμό της δραστηριότητας συστηματικού εσωτερικοποιητή, ο οποίος πρόκειται να γίνει πιο περιεκτικός μέσω τροποποιήσεων της εκτελεστικής νομοθεσίας, θα πρέπει να είναι μη συστηματική και μη τακτική.

3.4.2. Επέκταση κανόνων της οδηγίας MiFID σε όμοια προϊόντα και υπηρεσίες (άρθρα 1, 3, 4)

Στο πλαίσιο των εργασιών για τα επενδυτικά προϊόντα για ιδιώτες επενδυτές (PRIP)[15], η Επιτροπή έχει δεσμευτεί να διασφαλίσει μια συνεπή ρυθμιστική προσέγγιση βάσει των διατάξεων της οδηγίας MiFID για τη διανομή στους ιδιώτες επενδυτές διαφορετικών χρηματοπιστωτικών προϊόντων που πληρούν παρόμοιες επενδυτικές ανάγκες και εγείρουν συγκρίσιμες προκλήσεις όσον αφορά την προστασία των επενδυτών. Δεύτερον, έχουν εκφραστεί ανησυχίες σχετικά με την δυνατότητα εφαρμογής της οδηγίας MiFID όταν οι επιχειρήσεις επενδύσεων ή τα πιστωτικά ιδρύματα εκδίδουν και πωλούν δικές τους κινητές αξίες. Ενώ η εφαρμογή της οδηγίας MiFID είναι σαφής όταν παρέχονται επενδυτικές συμβουλές ως μέρος της πώλησης, απαιτείται μεγαλύτερη σαφήνεια στην περίπτωση μη συμβουλευτικών υπηρεσιών, όταν η επιχείρηση επενδύσεων ή η τράπεζα μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν παρέχουν υπηρεσία υπαγόμενη στην οδηγία MiFID. Τέλος, οι διαφορές μεταξύ των κανόνων των κρατών μελών που ισχύουν για τις εξαιρούμενες της οδηγίας MiFID τοπικά ενεργές οντότητες οι οποίες παρέχουν περιορισμένο εύρος επενδυτικών υπηρεσιών δεν είναι πλέον αποδεκτή με βάση την εμπειρία της χρηματοπιστωτικής κρίσης, την πολυπλοκότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών και των προϊόντων και την ανάγκη οι επενδυτές να μπορούν να βασίζονται σε παρόμοια επίπεδα προστασίας ανεξαρτήτως της τοποθεσίας ή της φύσης των παρόχων υπηρεσιών.

Συνεπώς, οι προτάσεις επεκτείνουν τις απαιτήσεις της οδηγίας MiFID και ειδικότερα του κώδικα δεοντολογίας και των κανόνων για τη σύγκρουση συμφερόντων, στις πωλήσεις δομημένων καταθέσεων από πιστωτικά ιδρύματα με παροχή ή χωρίς την παροχή συμβουλών, καθορίζουν ότι η οδηγία MiFID ισχύει επίσης για επιχειρήσεις επενδύσεων και πιστωτικά ιδρύματα που πωλούν τις δικές τους κινητές αξίες όταν δεν παρέχουν συμβουλές και απαιτούν από τα κράτη μέλη την εφαρμογή απαιτήσεων χορήγησης άδειας και κώδικα δεοντολογίας ανάλογων της οδηγίας MiFID στην εθνική νομοθεσία που ισχύει για τις τοπικές οντότητες.

3.4.3. Αναθεώρηση των εξαιρέσεων από την οδηγία MiFID (άρθρο 2)

Η οδηγία MiFID εντάσσει τις συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό σε χρηματοπιστωτικά μέσα στις επενδυτικές υπηρεσίες και τις δραστηριότητες για τις οποίες απαιτείται η χορήγηση άδειας. Ωστόσο, εισήχθησαν τρεις σημαντικές εξαιρέσεις για να εξαιρεθούν πρόσωπα που διεξάγουν διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό ως αποκλειστική δραστηριότητα, ως παρεπόμενο μέρος άλλης μη χρηματοπιστωτικής εταιρικής δραστηριότητας, ή ως μέρος μη χρηματοπιστωτικής δραστηριότητας διαπραγμάτευσης εμπορευμάτων. Σύμφωνα με τις δεσμεύσεις της ομάδας των G20, πρέπει να διασφαλίζεται η κατάλληλη κάλυψη των διατάξεων της οδηγίας MiFID σε επιχειρήσεις που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες σε πελάτες και διεξάγουν επενδυτικές δραστηριότητες σε επαγγελματική βάση. Οι προτάσεις περιορίζουν, συνεπώς, το όριο των εξαιρέσεων σαφέστερα στις δραστηριότητες που είναι λιγότερο κεντρικές στην οδηγία MiFID και έχουν κατά κύριο λόγο προσωπικό ή εμπορικό χαρακτήρα, ή δεν αποτελούν συναλλαγές υψηλής συχνότητας.

3.4.4. Αναβαθμίσεις του πλαισίου δομών των αγορών (άρθρα 18, 19, 20, 32, 33, 34, 53, 54)

Οι εξελίξεις στην αγορά μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας MiFID έχουν θέσει υπό αμφισβήτηση το υφιστάμενο ρυθμιστικό πλαίσιο που ισχύει για διάφορους τύπους τόπων εκτέλεσης, έχοντας ως στόχο την υποστήριξη δίκαιου και υπό ισότιμους όρους ανταγωνισμού, καθώς και διαφανών και αποτελεσματικών αγορών. Η λειτουργία και ο σχεδιασμός του βάσει κυρίως της διαπραγμάτευσης μετοχών, η ανάγκη βελτίωσης της διαφάνειας και της προσαρμοστικότητας των αγορών άλλων κινητών αξιών και το γεγονός ότι οι διάφοροι τρόποι οργανωμένης διαπραγμάτευσης που έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια δεν ανταποκρίνονται όλοι επαρκώς στους ορισμούς και στις απαιτήσεις του τριμερούς διαχωρισμού ο οποίος προβλέπεται στην οδηγία MiFID – ρυθμιζόμενες αγορές, πολυμερείς μηχανισμοί διαπραγμάτευσης, συστηματικοί εσωτερικοποιητές – υποδεικνύουν από κοινού την ανάγκη πρόβλεψης της βελτίωσης του υπάρχοντος πλαισίου. Οι προτάσεις δημιουργούν μια νέα κατηγορία για τους οργανωμένους μηχανισμούς διαπραγμάτευσης που δεν ανταποκρίνονται σε κάποια από τις υφιστάμενες κατηγορίες, με ισχυρές οργανωτικές απαιτήσεις και ταυτόσημους κανόνες διαφάνειας και αναβαθμίζουν βασικές απαιτήσεις σε όλους τους τόπους ώστε να ληφθεί υπόψη η αύξηση του ανταγωνισμού και της διασυνοριακής διαπραγμάτευσης που προκαλούνται από τις τεχνολογικές εξελίξεις και οδηγία MiFID.

3.4.5. Βελτιώσεις εταιρικής διακυβέρνησης (άρθρα 9, 48)

Η οδηγία MiFID απαιτεί από τα πρόσωπα που πραγματικά διευθύνουν τη δραστηριότητα της επιχείρησης επενδύσεων να έχουν τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας και πείρας ώστε να εξασφαλίζεται η ορθή και συνετή διαχείριση της επιχείρησης επενδύσεων. Σύμφωνα με τις εργασίες της Επιτροπής για την εταιρική διακυβέρνηση στον χρηματοπιστωτικό τομέα[16], προτείνεται η ενίσχυση των εν λόγω διατάξεων ως προς τα χαρακτηριστικά, τον ρόλο, τις ευθύνες αμφότερων των εκτελεστικών και μη εκτελεστικών διευθυντών και την ισορροπία στη σύνθεση των οργάνων διοίκησης. Ειδικότερα, οι προτάσεις επιδιώκουν να διασφαλίσουν ότι τα μέλη του οργάνου διοίκησης διαθέτουν επαρκείς γνώσεις και ικανότητες και κατανοούν τους κινδύνους που σχετίζονται με τη δραστηριότητα της επιχείρησης προκειμένου να διασφαλίζεται η ορθή και συνετή διαχείριση της επιχείρησης προς το συμφέρον των επενδυτών και της ακεραιότητας της αγοράς.

3.4.6. Ενισχυμένες οργανωτικές απαιτήσεις για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας και ακεραιότητας των αγορών (άρθρα 16, 51)

Οι τεχνολογικές εξελίξεις στη διαπραγμάτευση των χρηματοπιστωτικών μέσων παρουσιάζουν τόσο ευκαιρίες, όσο και προκλήσεις. Ενώ τα αποτελέσματα θεωρούνται γενικά θετικά για τη ρευστότητα της αγοράς και θεωρείται ότι έχουν βελτιώσει την αποδοτικότητα των αγορών, έχει διαπιστωθεί η ανάγκη υιοθέτησης συγκεκριμένων ρυθμιστικών και εποπτικών μέτρων με σκοπό την επαρκή αντιμετώπιση των πιθανών απειλών για την εύρυθμη λειτουργία των αγορών που προκύπτουν από την αλγοριθμική και υψηλής συχνότητας διαπραγμάτευση. Ειδικότερα, οι προτάσεις έχουν ως στόχο την ένταξη όλων των οντοτήτων που διενεργούν συναλλαγές με υψηλή συχνότητα στην οδηγία MiFID, την επιβολή της απαίτησης κατάλληλων οργανωτικών εγγυήσεων από τις εν λόγω επιχειρήσεις και από εκείνες που παρέχουν πρόσβαση στην αγορά σε υψηλής συχνότητας διαπραγματευτές και την επιβολή της απαίτησης οι σχετικοί τόποι να υιοθετήσουν κατάλληλους ελέγχους επικινδυνότητας για τον περιορισμό των επιπτώσεων της μη εύρυθμης διαπραγμάτευσης τίτλων και τη διασφάλιση της προσαρμοστικότητας των οικείων συστημάτων συναλλαγών. Έχουν επίσης ως στόχο την παροχή βοήθειας για την εποπτεία και την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων αυτών από τις αρμόδιες αρχές.

3.4.7. Ενίσχυση του πλαισίου προστασίας των επενδυτών (άρθρα 13, 24, 25, 27, 29, παράρτημα I – τμήμα A)

Η οδηγία MiFID θεωρείται γενικά ότι έχει συμβάλει στη βελτίωση της προστασίας τόσο των ιδιωτών, όσο και των επαγγελματιών επενδυτών. Εντούτοις, η εμπειρία έχει καταδείξει ότι οι τροποποιήσεις σε ορισμένα σημεία θα συνέβαλαν στον περιορισμό των περιπτώσεων όπου οι πιθανότητες για αρνητικές επιπτώσεις στον επενδυτή είναι μεγαλύτερες. Ειδικότερα, οι προτάσεις ενισχύουν το ρυθμιστικό πλαίσιο για την παροχή επενδυτικών συμβουλών και τη διαχείριση χαρτοφυλακίου καθώς και τη δυνατότητα των επιχειρήσεων επενδύσεων να αποδέχονται κίνητρα από τρίτους (αντιπαροχές), ενώ επίσης αποσαφηνίζουν τους όρους και τις διευθετήσεις βάσει των οποίων οι επενδυτές δύνανται να συναλλάσσονται ελεύθερα στην αγορά ορισμένων μη πολύπλοκων χρηματοπιστωτικών μέσων με ελάχιστα καθήκοντα ή προστασία από την επιχείρηση επενδύσεων. Επιπλέον, εισάγει πλαίσιο αντιμετώπισης των διασταυρούμενων πωλήσεων ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι επενδυτές ενημερώνονται καταλλήλως και ότι οι εν λόγω πρακτικές δεν είναι επιζήμιες για αυτούς. Η πρόταση ενισχύει τις απαιτήσεις που αφορούν τη διαπραγμάτευση κεφαλαίων ή χρηματοπιστωτικών μέσων που ανήκουν σε πελάτες από επιχειρήσεις επενδύσεων και τους υπαλλήλους τους και ταξινομεί ως επενδυτική υπηρεσία τη φύλαξη χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό των πελατών. Η πρόταση συμβάλλει στη βελτίωση της ενημέρωσης των πελατών όσον αφορά τις υπηρεσίες που τους παρέχονται και την εκτέλεση των εντολών τους.

3.4.8. Αυξημένη προστασία κατά την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών προς μη ιδιώτες πελάτες (άρθρο 30, παράρτημα II)

Η ταξινόμηση στο πλαίσιο της οδηγίας MiFID των πελατών σε ιδιώτες, επαγγελματίες και επιλέξιμους αντισυμβαλλόμενους παρέχει επαρκή και ικανοποιητικό βαθμό ευελιξίας και πρέπει επομένως να παραμείνει αμετάβλητη. Εντούτοις, τα εκτενή παραδείγματα συναλλαγών σε πολύπλοκα χρηματοπιστωτικά μέσα από αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης έχουν καταδείξει ότι η ταξινόμησή τους δεν αντανακλάται επαρκώς στο πλαίσιο της οδηγίας MiFID. Δεύτερον, ενώ πολλές λεπτομερείς απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας δεν έχουν σημασία για τη σχέση μεταξύ επιλέξιμων αντισυμβαλλόμενων στις πολλαπλές καθημερινές τους διαπραγματεύσεις, η κυριαρχούσα αρχή για έντιμη, δίκαιη και επαγγελματική συμπεριφορά και η υποχρέωση για επίδειξη δικαιοσύνης, σαφήνειας και μη παραπλάνησης θα πρέπει να μη σχετίζεται με την κατηγοριοποίηση των πελατών. Τέλος, προτείνεται να παρέχονται στους επιλέξιμους αντισυμβαλλόμενους καλύτερη πληροφόρηση και τεκμηρίωση σχετικά με τις παρεχόμενες υπηρεσίες.

3.4.9. Νέες απαιτήσεις για τους τόπους διαπραγμάτευσης (άρθρα 27, 59, 60)

Η αξιολόγηση της βέλτιστης εκτέλεσης της οδηγίας MiFID σήμερα προσκρούει στη διαθεσιμότητα των δεδομένων σχετικά με τη διαφάνεια πριν και μετά τη διαπραγμάτευση. Εντούτοις, άλλες πληροφορίες, όπως ο αριθμός των εντολών που ακυρώνονται πριν την εκτέλεση ή η ταχύτητα της εκτέλεσης, μπορούν να είναι επίσης συναφείς. Κατά συνέπεια, η πρόταση εισάγει την απαίτηση δημοσίευσης από τους τόπους διαπραγμάτευσης ετήσιων δεδομένων σχετικά με την ποιότητα της εκτέλεσης. Δεύτερον, οι συμβάσεις παραγώγων επί εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης προσελκύουν συχνά ευρύτερη συμμετοχή από χρήστες και επενδυτές και μπορούν συχνά να αποτελέσουν τόπους αναζήτησης τιμών αναφοράς, τροφοδοτώντας π.χ. τις τιμές λιανικής της ενέργειας και των τροφίμων. Προτείνεται, συνεπώς, όλοι οι τόποι διαπραγμάτευσης όπου διεξάγεται διαπραγμάτευση συμβάσεων παραγώγων επί εμπορευμάτων, να υιοθετούν κατάλληλα όρια ή εναλλακτικές διευθετήσεις προκειμένου να διασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και οι όροι διακανονισμού για τα φυσικά παρεχόμενα προϊόντα και να παρέχουν συστηματικές, αναλυτικές και τυποποιημένες πληροφορίες σχετικά με τις θέσεις ανά διαφορετικούς τύπους χρηματοπιστωτικών και εμπορικών διαπραγματευτών στις ρυθμιστικές αρχές (συμπεριλαμβανομένης της κατηγορίας και της ταυτότητας του τελικού πελάτη) και στους συμμετέχοντες στην αγορά (συμπεριλαμβανομένων μόνο των συνολικών θέσεων κατηγοριών των τελικών πελατών). Τα όρια που θα υιοθετηθούν από τους εν λόγω τόπους μπορούν να εναρμονιστούν με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις της Επιτροπής που ούτε αυτές, ούτε κάποια άλλη εναλλακτική διευθέτηση δεν θα θίγουν την ικανότητα των αρμόδιων αρχών και της ΕΑΚΑΑ, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και τον κανονισμό MiFIR, να επιβάλλουν πρόσθετα μέτρα όποτε αυτό απαιτείται.

3.4.10. Βελτιωμένο καθεστώς για τις αγορές των ΜΜΕ (άρθρο 35)

Προκειμένου να συμπληρωθούν διάφορες πρόσφατες πρωτοβουλίες της ΕΕ για την παροχή βοήθειας στις ΜΜΕ με σκοπό τη χρηματοδότησή τους, προτείνεται η δημιουργία μιας νέας υποκατηγορίας αγορών, που είναι γνωστές ως αγορές ανάπτυξης ΜΜΕ. Ο διαχειριστής μιας τέτοιας αγοράς (η οποία λειτουργεί συνήθως ως ΠΜΔ) δύναται να επιλέξει να υποβάλει αίτηση για την καταχώρηση του ΠΜΔ ως αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ εφόσον πληροί ορισμένους όρους. Η καταχώρηση πρέπει να ενισχύσει την ορατότητα των αγορών αυτών, να προβάλλει τα χαρακτηριστικά τους και να συμβάλει στην ανάπτυξη κοινών πανευρωπαϊκών ρυθμιστικών προτύπων για αυτές, τα οποία να είναι προσαρμοσμένα ώστε να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες των εκδοτών και των επενδυτών στις εν λόγω αγορές, διατηρώντας παράλληλα τα υφιστάμενα υψηλά επίπεδα της προστασίας των επενδυτών.

3.4.11. Καθεστώς τρίτων χωρών (άρθρα 41-50)

Η πρόταση δημιουργεί ένα εναρμονισμένο πλαίσιο για τη χορήγηση πρόσβασης στις αγορές της ΕΕ σε επιχειρήσεις και διαχειριστές αγοράς με έδρα σε τρίτες χώρες προκειμένου να ξεπεραστεί το εμπόδιο του υφιστάμενου κατακερματισμού στα εθνικά καθεστώτα όσον αφορά τις τρίτες χώρες και να διασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού για όλους τους φορείς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στην επικράτεια της ΕΕ. Η πρόταση εισάγει ένα καθεστώς που βασίζεται σε προκαταρκτική αξιολόγηση της ισοδυναμίας των δικαιοδοσιών τρίτων χωρών από την Επιτροπή. Οι επιχειρήσεις από τρίτες χώρες για τις οποίες έχει εκδοθεί απόφαση ισοδυναμίας θα μπορούν να αιτηθούν την παροχή υπηρεσιών στην Ένωση. Η παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες πελάτες θα προϋποθέτει την εγκατάσταση υποκαταστήματος. Η επιχείρηση από τρίτη χώρα θα πρέπει να έχει άδεια λειτουργίας στο κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα και το υποκατάστημα θα υπόκειται στις απαιτήσεις της ΕΕ σε ορισμένους τομείς (οργανωτικές απαιτήσεις, κανόνες δεοντολογίας, σύγκρουση συμφερόντων, διαφάνεια, κ.ά.). Οι υπηρεσίες που θα παρέχονται σε επιλέξιμους αντισυμβαλλόμενους δεν θα απαιτούν την εγκατάσταση υποκαταστήματος· και οι επιχειρήσεις από τρίτες χώρες θα μπορούν να τις παρέχουν με την επιφύλαξη της καταχώρησης από την ΕΑΚΑΑ. Οι εν λόγω επιχειρήσεις θα εποπτεύονται στη χώρα τους. Θα απαιτείται συμφωνία συνεργασίας μεταξύ των εποπτικών φορέων των τρίτων χωρών και των εθνικών αρμόδιων αρχών και της ΕΑΚΑΑ.

3.4.12. Αυξημένη και αποτελεσματικότερη ενοποίηση δεδομένων (άρθρα 61-68)

Ο τομέας των δεδομένων της αγοράς όσον αφορά την ποιότητα, τη μορφή, το κόστος και την ικανότητα ενοποίησης παίζει ουσιαστικό ρόλο για τη διατήρηση της κύριας αρχής της οδηγίας MiFID σε ό,τι αφορά τη διαφάνεια, τον ανταγωνισμό και την προστασία του επενδυτή. Στον τομέα αυτό, οι προτεινόμενες διατάξεις του κανονισμού και της οδηγίας επιφέρουν ορισμένες θεμελιώδεις αλλαγές.

Οι διατάξεις θα βελτιώσουν την ποιότητα και τη συνέπεια των δεδομένων απαιτώντας τη δημοσίευση από όλες τις επιχειρήσεις των εκθέσεών τους για τις διαπραγματεύσεις μέσω Εγκεκριμένων Μηχανισμών Δημοσίευσης (ΕΜΔ). Οι διατάξεις ορίζουν τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθήσουν οι αρμόδιες αρχές για την χορήγηση άδειας και τον καθορισμό των οργανωτικών απαιτήσεων.

Οι προτεινόμενες διατάξεις θα αντιμετωπίσουν μία από τις κύριες κριτικές για τα αποτελέσματα της εφαρμογής της οδηγίας MiFID, που είναι ο κατακερματισμός των δεδομένων. Εκτός της απαίτησης τα δεδομένα της αγοράς να είναι αξιόπιστα, έγκαιρα και διαθέσιμα έναντι εύλογου κόστους, είναι σημαντικό για τους επενδυτές τα δεδομένα της αγοράς να μπορούν να συνδυαστούν κατά τρόπο που να επιτρέπεται η αποτελεσματική σύγκριση τιμών και συναλλαγών στους διάφορους τόπους. Ο πολλαπλασιασμός των τόπων αγοράς μετά την εφαρμογή της οδηγίας MiFID έχει καταστήσει ακόμα πιο δύσκολη αυτή την διαδικασία. Οι προτεινόμενες διατάξεις δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση ενοποιημένων παρόχων. Καθορίζονται επίσης οι οργανωτικές απαιτήσεις που θα πρέπει να πληρούν οι εν λόγω πάροχοι προκειμένου να είναι δυνατή η λειτουργία ενός τέτοιου σχεδίου.

3.4.13. Αυξημένες εξουσίες των αρμόδιων αρχών σχετικά με τις θέσεις παραγώγων (άρθρα 61, 72, 83)

Ως αποτέλεσμα της σημαντικής ανάπτυξης του μεγέθους των αγορών παραγώγων κατά τα πρόσφατα χρόνια, οι προτάσεις αντιμετωπίζουν τον υφιστάμενο κατακερματισμό των εξουσιών των ρυθμιστικών αρχών για την παρακολούθηση και εποπτεία των θέσεων. Χάριν της εύρυθμης λειτουργίας των αγορών ή της ακεραιότητας της αγοράς, τους παραχωρούνται ρητές εξουσίες για να ζητούν πληροφορίες από οιονδήποτε σχετικά με τις θέσεις στα σχετικά παράγωγα μέσα καθώς και σε δικαιώματα εκπομπών. Οι εποπτικές αρχές θα μπορούν να παρεμβαίνουν σε κάθε στάδιο κατά τη διάρκεια ζωής μιας σύμβασης παραγώγων και να προβαίνουν σε ενέργειες για τη μείωση μιας θέσης. Αυτή η αυξημένη διαχείριση θέσης συμπληρώνεται από την δυνατότητα περιορισμού των θέσεων εκ των προτέρων και χωρίς καμία διάκριση. Όλες οι ενέργειες πρέπει να γνωστοποιούνται στην EΑΚΑΑ.

3.4.14. Αποτελεσματικές κυρώσεις (άρθρα 73-78)

Τα κράτη μέλη πρέπει να προβλέψουν τη δυνατότητα επιβολής κατάλληλων διοικητικών κυρώσεων και μέτρων για τις παραβάσεις της οδηγίας MiFID. Προς το σκοπό αυτόν, η οδηγία θα επιβάλλει στα κράτη μέλη τη συμμόρφωση προς τους ακόλουθους ελάχιστους κανόνες.

Πρώτον, οι διοικητικές κυρώσεις και τα μέτρα πρέπει να εφαρμόζονται τόσο σε βάρος των φυσικών ή νομικών προσώπων και στις επιχειρήσεις επενδύσεων που ευθύνονται με την εκάστοτε παράβαση.

Δεύτερον, σε περίπτωση παράβασης βασικών διατάξεων της οδηγίας και του κανονισμού, θα πρέπει οι αρμόδιες αρχές να διαθέτουν ένα ελάχιστο σύνολο διοικητικών κυρώσεων και μέτρων. Στο εν λόγω σύνολο περιλαμβάνονται η ανάκληση της άδειας, η έκδοση δημόσιας ανακοίνωσης, η απόλυση της διοίκησης και η επιβολή διοικητικών χρηματικών προστίμων.

Τρίτον, το μέγιστο ύψος των προβλεπόμενων από την εθνική νομοθεσία διοικητικών χρηματικών προστίμων θα πρέπει να υπερβαίνει τα οφέλη που θα έχουν αντληθεί από την παράβαση εφόσον αυτά θα δύνανται να προσδιορισθούν, ενώ, σε καμία περίπτωση, δεν θα μπορεί να υπολείπεται του προβλεπόμενου από την οδηγία επιπέδου.

Τέταρτον, τα κριτήρια που θα λαμβάνονται υπόψη από τις αρμόδιες αρχές κατά τον προσδιορισμό του είδους και του ύψους της κύρωσης που θα πρέπει να επιβληθεί στις συγκεκριμένες περιπτώσεις θα πρέπει να περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα κριτήρια που καθορίζονται στην οδηγία (π.χ. οφέλη που αντλήθηκαν από την παράβαση ή ζημιές που προκλήθηκαν σε τρίτα μέρη, επίδειξη πνεύματος συνεργασίας από τον παραβάτη κλπ).

Πέμπτον, οι επιβληθείσες κυρώσεις και μέτρα θα πρέπει να δημοσιεύονται, όπως προβλέπεται στην παρούσα οδηγία.

Τέλος, θα πρέπει να δημιουργηθούν κατάλληλοι μηχανισμοί που να ενθαρρύνουν την καταγγελία παραβάσεων στο πλαίσιο των επιχειρήσεων επενδύσεων.

Η παρούσα πρόταση δεν καλύπτει το θέμα των ποινικών κυρώσεων.

3.4.15. Δικαιώματα εκπομπών (παράρτημα I, τμήμα Γ)

Αντίθετα με τη διαπραγμάτευση παραγώγων, για τις δευτερεύουσες αγορές άμεσης παράδοσης δικαιωμάτων εκπομπών θερμοκηπιακών αερίων της ΕΕ (EUA) δεν υφίσταται εν γένει ρυθμιστικό πλαίσιο. Στις αγορές άμεσης παράδοσης έχουν προκύψει διάφορες δόλιες πρακτικές οι οποίες δύνανται να υπονομεύσουν την εμπιστοσύνη στο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής θερμοκηπιακών αερίων εντός της Ένωσης (ΣΔΕ), όπως ορίζεται στην οδηγία της ΕΕ για το ΣΔΕ[17]. Παράλληλα με τα μέτρα στο πλαίσιο της οδηγίας της ΕΕ για το ΣΔΕ όσον αφορά την ενίσχυση του συστήματος των μητρώων EUA και των όρων που διέπουν το άνοιγμα λογαριασμού για την εμπορία EUA, με την πρόταση ολόκληρη την αγορά EUA θα υπαχθεί στις ρυθμίσεις περί χρηματοπιστωτικών αγορών. Τόσο οι αγορές άμεσης παράδοσης, όσο και οι αγορές παραγώγων θα υπάγονται σε κοινή εποπτεία. Θα εφαρμόζονται η οδηγία MiFID και η οδηγία 2003/6/ΕΚ για την κατάχρηση στην αγορά, αναβαθμίζοντας πλήρως την ασφάλεια της αγοράς χωρίς παρεμπόδιση του σκοπού της, ο οποίος παραμένει η μείωση τον εκπομπών. Επιπλέον, αυτό θα εξασφαλίσει τη συνοχή με τους κανόνες που ισχύουν ήδη για τα παράγωγα σε EUA και θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη ασφάλεια, καθώς οι τράπεζες και οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι οντότητες που είναι επιφορτισμένες με την παρακολούθηση της διαπραγματευτικής δραστηριότητας για απάτη, κατάχρηση ή νομιμοποίηση χρήματος από παράνομες δραστηριότητες, θα αποκτήσουν μεγαλύτερο ρόλο στην έγκριση δυνητικών διαπραγματευτών άμεσης παράδοσης.

4. Δημοσιονομικές επιπτωσεισ

Οι συγκεκριμένες δημοσιονομικές επιπτώσεις της πρότασης σχετίζονται με τα καθήκοντα που εκχωρούνται στην ΕΑΚΑΑ όπως καθορίζεται στο νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο που συνοδεύει την παρούσα πρόταση. Οι συγκεκριμένες δημοσιονομικές επιπτώσεις για την Επιτροπή αξιολογούνται επίσης στο δημοσιονομικό δελτίο που συνοδεύει την παρούσα πρόταση.

Η πρόταση ενέχει επιπτώσεις για τον προϋπολογισμό της Ένωσης.

ê2004/39/ΕΚ

ð νέο

2011/0298 (COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την κατάργηση της οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (Αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ð λειτουργία ï ίδρυση της Ευρωπαϊκής ð Ένωσης ï Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 47 53 παράγραφος 2 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής[18],

ð Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια , ï

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[19],

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας[20],

ð Ύστερα από διαβούλευση με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ï

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη ð συνήθη νομοθετική ï διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης[21],

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

ò νέο

(1)        Η οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Απριλίου 2004 για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου[22] έχει τροποποιηθεί επανειλημμένα και ουσιωδώς. Δεδομένου ότι πρέπει να πραγματοποιηθούν περαιτέρω τροποποιήσεις, είναι σκόπιμο να αναδιατυπωθεί για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 1

(2)        Η οδηγία 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 1993, σχετικά με τις επενδυτικές υπηρεσίες στον τομέα των κινητών αξιών[23], σκοπούσε να καθορίσει τους όρους υπό τους οποίους επιχειρήσεις επενδύσεων και τράπεζες που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας μπορούν να παρέχουν συγκεκριμένες υπηρεσίες ή να εγκαθιστούν υποκαταστήματα σε άλλα κράτη μέλη βάσει άδειας λειτουργίας χορηγούμενης από τη χώρα καταγωγής τους και υπό την εποπτεία της. Προς το σκοπό αυτό, η οδηγία επεδίωκε να εναρμονίσει τους αρχικούς όρους για τη χορήγηση άδειας και τη λειτουργία των επιχειρήσεων επενδύσεων, περιλαμβανομένων των κανόνων άσκησης των δραστηριοτήτων όσον αφορά τον κώδικα δεοντολογίας τους. Προέβλεπε επίσης την εναρμόνιση ορισμένων όρων λειτουργίας των ρυθμιζόμενων αγορών.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 2 (προσαρμοσμένο)

(3)        Ο αριθμός των επενδυτών που συμμετέχουν ενεργά στις χρηματοπιστωτικές αγορές αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια και το φάσμα των υπηρεσιών και των μέσων που τους προσφέρονται διευρύνθηκε και έγινε πιο πολυσύνθετο. Ενόψει των εξελίξεων αυτών, το νομοθετικό πλαίσιο της Κοινότητας Ö Ένωσης Õ θα πρέπει να καλύψει όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων που απευθύνονται στους επενδυτές. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να εξασφαλιστεί ο απαιτούμενος βαθμός εναρμόνισης που Ö απαιτείται για να προσφερθεί Õ θα προσφέρει στους επενδυτές υψηλό επίπεδο προστασίας και θα επιτρέψει Ö να επιτραπεί Õ στις επιχειρήσεις επενδύσεων να παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε όλη την Κοινότητα Ö Ένωση Õ , ως ενιαία αγορά, βάσει της εποπτείας της χώρας καταγωγής. Για τους λόγους αυτούς, η οδηγία 93/22/ΕΟΚ θα πρέπει να αντικατασταθεί αντικαταστάθηκε από νέα την οδηγία 2004/39/EK.

ò νέο

(4)        Η χρηματοπιστωτική κρίση έχει αποκαλύψει τις αδυναμίες όσον αφορά τη λειτουργία και τη διαφάνεια των χρηματοπιστωτικών αγορών. Η εξέλιξη των χρηματοπιστωτικών αγορών έχει καταδείξει την ανάγκη ενίσχυσης του πλαισίου για τη ρύθμιση των αγορών χρηματοπιστωτικών μέσων με σκοπό την αύξηση της διαφάνειας, την καλύτερη προστασία των επενδυτών, την ενίσχυση της εμπιστοσύνης, τη μείωση των μη ρυθμιζόμενων τομέων και τη διασφάλιση της εκχώρησης επαρκών εξουσιών στους εποπτικούς φορείς για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους.

ò νέο

(5)        Τα ρυθμιστικά όργανα σε διεθνές επίπεδο συμφωνούν ότι οι αδυναμίες της εταιρικής διακυβέρνησης σε ορισμένους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, καθώς επίσης η απουσία ασφαλιστικών δικλείδων, έχουν αποτελέσει παράγοντα ο οποίος έχει συμβάλλει στη χρηματοπιστωτική κρίση. Η υπέρμετρη και απερίσκεπτη ανάληψη κινδύνων μπορεί να οδηγήσει στην χρεοκοπία μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών οργανισμών και σε συστημικά προβλήματα τόσο στα κράτη μέλη, όσο και παγκοσμίως. Η λανθασμένη διαχείριση των επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες σε πελάτες μπορεί να αποβεί επιζήμια για τον επενδυτή και να οδηγήσει σε απώλεια της εμπιστοσύνης των επενδυτών. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι δυνητικά επιζήμιες επιπτώσεις αυτών των αδυναμιών στις διευθετήσεις εταιρικής διακυβέρνησης, οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας πρέπει να συμπληρωθούν με λεπτομερέστερες αρχές και ελάχιστα πρότυπα. Οι εν λόγω αρχές και τα πρότυπα πρέπει να εφαρμόζονται λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επιχειρήσεων επενδύσεων.

ò νέο

(6)        Η Ομάδα υψηλού επιπέδου για την εποπτεία του χρηματοοικονομικού τομέα στην ΕΕ κάλεσε την Ευρωπαϊκή Ένωση να αναπτύξει ένα πιο εναρμονισμένο σύνολο χρηματοπιστωτικών κανονισμών. Στο πλαίσιο της μελλοντικής ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής όσον αφορά την εποπτεία, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 18ης και 19ης Ιουνίου 2009 τόνισε επίσης την ανάγκη καθιέρωσης ενός ευρωπαϊκού ενιαίου εγχειριδίου κανόνων που θα ισχύει για όλους τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς της Ενιαίας Αγοράς.

ò νέο

(7)        Βάσει των παραπάνω, η οδηγία 2004/39/ΕΚ εν μέρει αναδιατυπώνεται με την παρούσα νέα οδηγία και εν μέρει αντικαθίσταται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… (MiFIR). Οι δύο αυτές νομικές πράξεις πρέπει να αποτελέσουν από κοινού το νομικό πλαίσιο που διέπει τις απαιτήσεις οι οποίες ισχύουν για τις επιχειρήσεις επενδύσεων, τις ρυθμιζόμενες αγορές, τους παρόχους υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων και τις επιχειρήσεις τρίτων χωρών που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες εντός της Ένωσης. Ως εκ τούτου, η παρούσα οδηγία πρέπει να νοείται σε συνάρτηση με τον κανονισμό. Η παρούσα οδηγία πρέπει να περιέχει τις διατάξεις που διέπουν τη χορήγηση άδειας λειτουργίας επιχείρησης, την απόκτηση ειδικής συμμετοχής, την άσκηση της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών, τους όρους λειτουργίας για τις επιχειρήσεις επενδύσεων ώστε να εξασφαλίζεται η προστασία των επενδυτών, τις εξουσίες των εποπτικών αρχών των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής και το καθεστώς κυρώσεων. Δεδομένου ότι ο κύριος στόχος και το θεματικό πεδίο της παρούσας πρότασης είναι η εναρμόνιση των εθνικών διατάξεων σχετικά με τους αναφερθέντες τομείς, η πρόταση πρέπει να στηρίζεται στο άρθρο 53 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Η οδηγία αποτελεί κατάλληλο μέσο για να διευκολυνθεί η προσαρμογή των εκτελεστικών διατάξεων στους τομείς που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, στις υφιστάμενες ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης αγοράς και στο νομικό σύστημα κάθε κράτους μέλους.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 3

(3)        Λόγω της αυξανόμενης εξάρτησης των επενδυτών από εξατομικευμένες συστάσεις, είναι σκόπιμο να περιληφθεί η παροχή επενδυτικών συμβουλών στις επενδυτικές υπηρεσίες για τις οποίες απαιτείται χορήγηση άδειας.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 4

(8)(4)   Είναι σκόπιμο να περιληφθούν στον κατάλογο των χρηματοπιστωτικών μέσων ορισμένα παράγωγα επί εμπορευμάτων και άλλα παράγωγα, ο τρόπος διάρθρωσης και διαπραγμάτευσης των οποίων εγείρει ζητήματα ρυθμιστικής προσέγγισης παρόμοια με τα ανακύπτοντα από παραδοσιακά χρηματοπιστωτικά μέσα.

ò νέο

(9)        Στις δευτερεύουσες αγορές άμεσης παράδοσης δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ (EUA) έχουν παρουσιαστεί διάφορες δόλιες πρακτικές που ενδέχεται να υπονομεύσουν την εμπιστοσύνη στα συστήματα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής θερμοκηπιακών αερίων, όπως ορίζονται στην οδηγία 2003/87/ΕΚ και λαμβάνονται μέτρα για την ενίσχυση του συστήματος μητρώων δικαιωμάτων εκπομπών και των όρων για το άνοιγμα λογαριασμού για την εμπορία δικαιωμάτων εκπομπών. Προκειμένου να ενισχυθεί η ακεραιότητα και να διασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία των αγορών αυτών, συμπεριλαμβανομένης της συνολικής εποπτείας της διαπραγματευτικής δραστηριότητας, ενδείκνυται η συμπλήρωση των μέτρων που λαμβάνονται βάσει της οδηγίας 2003/87/ΕΚ με την πλήρη ένταξη των δικαιωμάτων εκπομπών στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και του κανονισμού ----/-- (κανονισμός κατάχρησης αγοράς), με την κατάταξη τους ως χρηματοπιστωτικά μέσα.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 7 (προσαρμοσμένο)

(10)(7) Η παρούσα οδηγία σκοπεί να καλύψει τις επιχειρήσεις των οποίων η συνήθης επιχειρηματική απασχόληση είναι η παροχή/άσκηση επενδυτικών υπηρεσιών ή/και δραστηριοτήτων σε επαγγελματική βάση. Το πεδίο εφαρμογής της δεν θα πρέπει να καλύπτει συνεπώς πρόσωπα με άλλη επαγγελματική δραστηριότητα.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 5

(11)      Είναι αναγκαίο να θεσπιστεί ένα συνολικό ρυθμιστικό καθεστώς που να διέπει την εκτέλεση των συναλλαγών επί χρηματοπιστωτικών μέσων, ανεξάρτητα από τις μεθόδους διαπραγμάτευσης που χρησιμοποιούνται για το σκοπό αυτό, ώστε να εξασφαλισθεί η υψηλή ποιότητα στην εκτέλεση των συναλλαγών των επενδυτών και να διασφαλισθεί η ακεραιότητα και η αποτελεσματικότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στο σύνολό του. Θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο συνεκτικό και ικανό να λαμβάνει υπόψη τον κίνδυνο, το οποίο θα ρυθμίζει τους κυριότερους τρόπους εκτέλεσης εντολών που χρησιμοποιούνται σήμερα στην ευρωπαϊκή χρηματοπιστωτική αγορά. Είναι απαραίτητο να αναγνωριστεί η εμφάνιση, παράλληλα με τις ρυθμιζόμενες αγορές, μιας νέας γενεάς οργανωμένων συστημάτων διαπραγμάτευσης, τα οποία θα πρέπει να υπαχθούν σε υποχρεώσεις που να διασφαλίζουν την αποτελεσματική και εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών. Η δημιουργία ισόρροπου ρυθμιστικού πλαισίου απαιτεί να ενταχθεί σε αυτό μια νέα επενδυτική υπηρεσία συνδεόμενη με τη λειτουργία ΠΜΔ.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 6

(12)(6) Οι έννοιες της ρυθμιζόμενης αγοράς και του ΠΜΔ θα πρέπει να οριστούν και οι ορισμοί αυτοί να εναρμονιστούν στενά μεταξύ τους ώστε να εκφράζουν το γεγονός ότι αμφότεροι οι όροι αντιπροσωπεύουν την ίδια λειτουργία οργανωμένης διαπραγμάτευσης. Οι ορισμοί θα πρέπει να εξαιρούν τα διμερή συστήματα στα οποία επιχείρηση επενδύσεων συμμετέχει στη συναλλαγή για ίδιο λογαριασμό και όχι ως αντισυμβαλλόμενος ο οποίος παρεμβάλλεται μεταξύ αγοραστή και πωλητή χωρίς να αναλαμβάνει κίνδυνο. Ο όρος «σύστημα» περιλαμβάνει όλες τις αγορές που αποτελούνται από σύνολο κανόνων και από χώρο συναλλαγών, καθώς και τις αγορές που λειτουργούν μόνο βάσει συνόλου κανόνων. Δεν υπάρχει υποχρέωση λειτουργίας «τεχνικού» συστήματος αντιστοίχησης των εντολών για τις ρυθμιζόμενες αγορές και τα ΠΜΔ. Οι αγορές που αποτελούνται μόνον από σύνολο κανόνων σχετικών με την ιδιότητα του μέλους, την εισαγωγή χρηματοπιστωτικών μέσων στη διαπραγμάτευση, τις συναλλαγές μεταξύ μελών, την υποβολή δηλώσεων και -ανάλογα με την περίπτωση- τις υποχρεώσεις διαφάνειας αποτελούν ρυθμιζόμενες αγορές ή ΠΜΔ κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, οι δε συναλλαγές που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο αυτών των κανόνων θεωρούνται πραγματοποιούμενες εντός των συστημάτων ρυθμιζόμενης αγοράς ή ΠΜΔ. Ο όρος «ενδιαφέρον για την αγορά και την πώληση» πρέπει να ερμηνευτεί με ευρεία έννοια και υποδηλώνει εντολές, ζεύγη εντολών και κάθε άλλη εκδήλωση ενδιαφέροντος. Η απαίτηση τα ενδιαφέροντα αυτά να «... συναντώνται στο εσωτερικό του συστήματος με κανόνες που δεν παρέχουν διακριτική ευχέρεια και τους οποίους καθορίζει ο διαχειριστής αγοράς» σημαίνει ότι η συνάντησή τους γίνεται με τους κανόνες του συστήματος ή με τα πρωτόκολλα ή τις εσωτερικές λειτουργικές διαδικασίες του (περιλαμβανομένων των διαδικασιών που είναι ενσωματωμένες σε λογισμικό Η/Υ). Η έκφραση «κανόνες που δεν παρέχουν διακριτική ευχέρεια» σημαίνει ότι οι κανόνες αυτοί δεν αφήνουν στην επιχείρηση επενδύσεων που διαχειρίζεται έναν ΠΜΔ καμία διακριτική ευχέρεια ως προς τον τρόπο αλληλεπίδρασης των εν λόγω ενδιαφερόντων. Οι ορισμοί απαιτούν την αντιστοίχιση των ενδιαφερόντων με τρόπο που να οδηγεί στην κατάρτιση σύμβασης, γεγονός που συνεπάγεται την εκτέλεση της συναλλαγής σύμφωνα με τους κανόνες του συστήματος ή με τα πρωτόκολλα ή τις εσωτερικές λειτουργικές διαδικασίες του συστήματος.

ò νέο

(12)      Όλοι οι τόποι διαπραγμάτευσης, δηλαδή οι ρυθμιζόμενες αγορές, οι πολυμερείς μηχανισμοί διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) και οι οργανωμένοι μηχανισμοί διαπραγμάτευσης (ΟΜΔ) πρέπει να ορίζουν διαφανείς κανόνες που θα διέπουν την πρόσβαση στο μηχανισμό. Ωστόσο, μολονότι οι ρυθμιζόμενες αγορές και οι ΠΜΔ πρέπει να εξακολουθήσουν να υπόκεινται σε απαιτήσεις που πολύ μεγάλο βαθμό ομοιότητας σχετικά με τα πρόσωπα τα οποία μπορούν να γίνουν δεκτά ως μέλη ή συμμετέχοντες, οι ΟΜΔ πρέπει να μπορούν να καθορίζουν και να περιορίζουν την πρόσβαση βάσει, μεταξύ άλλων, του ρόλου που διαδραματίζουν και των υποχρεώσεων που έχουν οι εν λόγω διαχειριστές έναντι των πελατών τους.

ò νέο

(13)      Μια επιχείρηση επενδύσεων που εκτελεί εντολές πελατών βάσει ίδιων κεφαλαίων πρέπει να θεωρείται ως συστηματικός εσωτερικοποιητής, εκτός αν οι συναλλαγές διεξάγονται εκτός ρυθμιζόμενων αγορών, ΠΜΔ και ΟΜΔ σε ευκαιριακή, περιστασιακή και μη κανονική βάση. Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές πρέπει να ορίζονται ως επιχειρήσεις επενδύσεων οι οποίες, συχνά και συστηματικά, συναλλάσσονται για ίδιο λογαριασμό εκτελώντας εντολές πελατών εκτός ρυθμιζόμενης αγοράς, ΠΜΔ ή ΟΜΔ. Προκειμένου να διασφαλιστεί ο στόχος και η αποτελεσματική εφαρμογή του ορισμού αυτού στις επιχειρήσεις επενδύσεων, κάθε διμερής διαπραγμάτευση που διεξάγεται με τους πελάτες πρέπει να είναι σχετική και τα ποσοτικά κριτήρια πρέπει να συμπληρώνουν τα ποιοτικά κριτήρια για τον προσδιορισμό των επιχειρήσεων επενδύσεων που οφείλουν να καταχωρηθούν ως συστηματικοί εσωτερικοποιητές, όπως ορίζεται στο άρθρο 21 του κανονισμού αριθ. 1287/2006 της Επιτροπής για την εφαρμογή της οδηγίας 2004/39/ΕΚ. Ενώ ένας ΟΜΔ είναι κάθε σύστημα ή μηχανισμός όπου υπάρχει αλληλεπίδραση μεταξύ συμφερόντων τρίτων για αγοραπωλησίες, ένας συστηματικός εσωτερικοποιητής δεν πρέπει να επιτρέπεται να συγκεράζει συμφέροντα τρίτων για αγοραπωλησίες.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 8 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(14)(8) Τα πρόσωπα που διαχειρίζονται τα ατομικά τους περιουσιακά στοιχεία και οι επιχειρήσεις που δεν παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ούτε ασκούν χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες πλην των συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό, ð δεν πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας ï εκτός εάν είναι ειδικοί διαπραγματευτές ð , μέλη ή συμμετέχοντες σε ρυθμιζόμενη αγορά ή ΠΜΔ ή εάν εκτελούν παραγγελίες πελατών διενεργώντας ï ή εάν διενεργούν πράξεις για ίδιο λογαριασμό εκτός ρυθμιζόμενης αγοράς ή ΠΜΔ κατά τρόπο οργανωμένο, συχνά και συστηματικά, παρέχοντας ένα σύστημα προσβάσιμο σε τρίτα μέρη, ώστε να πραγματοποιούν συναλλαγές με αυτά, δεν θα πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. ð Κατ' εξαίρεση, τα πρόσωπα που διαπραγματεύονται για ίδιο λογαριασμό χρηματοπιστωτικά μέσα ως μέλη ή συμμετέχοντες μιας ρυθμιζόμενης αγοράς ή ΠΜΔ, καθώς επίσης ως ειδικοί διαπραγματευτές σε σχέση με τα παράγωγα επί εμπορευμάτων, δικαιώματα εκπομπών ή παράγωγα αυτών, ως δραστηριότητα παρεπόμενη της κύριας δραστηριότητάς τους, η οποία σε επίπεδο ομίλου δεν είναι ούτε η παροχή επενδυτικών υπηρεσιών βάσει της έννοιας της παρούσας οδηγίας, ούτε οι τραπεζικές υπηρεσίες βάσει της έννοιας της οδηγίας 2006/48/ΕΚ, δεν πρέπει να καλύπτονται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Όταν μια δραστηριότητα είναι παρεπόμενη της κύριας, τότε τα τεχνικά κριτήρια πρέπει να διασαφηνίζονται σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις. Η διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό εκτελώντας εντολές πελατών πρέπει να περιλαμβάνει επιχειρήσεις που εκτελούν εντολές διαφορετικών πελατών αντιστοιχίζοντάς τους σε μια αντιστοιχισμένη κύρια βάση (συμπίπτουσες διαπραγματεύσεις), οι οποίες πρέπει να θεωρείται ότι ενεργούν ως εντολείς και πρέπει να υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, οι οποίες καλύπτουν την εκτέλεση εντολών για λογαριασμό πελατών και τη διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό. Η εκτέλεση των εντολών σε χρηματοπιστωτικά μέσα ως παρεπόμενη δραστηριότητα μεταξύ δύο προσώπων των οποίων η κύρια δραστηριότητα, σε επίπεδο ομίλου, δεν είναι ούτε η παροχή επενδυτικών υπηρεσιών κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, ούτε οι τραπεζικές υπηρεσίες κατά την έννοια της οδηγίας 2006/48/ΕΚ, δεν πρέπει να θεωρείται ως διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό μέσω της εκτέλεσης εντολών πελατών. ï

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 9

(15)(9) Όπου γίνεται λόγος στο κείμενο για πρόσωπα, θα πρέπει να νοούνται τόσο τα φυσικά όσο και τα νομικά πρόσωπα.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 10 (προσαρμοσμένο)

(16)(10)           Θα πρέπει να εξαιρεθούν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, οι δραστηριότητες των οποίων υπόκεινται σε κατάλληλο έλεγχο από τις αρμόδιες αρχές προληπτικής εποπτείας και οι οποίες διέπονται από την οδηγία 64/225/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 1964 περί καταργήσεως των περιορισμών στο δικαίωμα εγκαταστάσεως και στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στον τομέα της αντασφαλίσεως και της αντεκχωρήσεως[24], την πρώτη οδηγία 73/239/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1973 περί συντονισμού των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη δραστηριότητας πρωτασφαλίσεως, εκτός της ασφαλίσεως ζωής, και την άσκηση αυτής[25] και την οδηγία 2002/83/ΕΚ του Συμβουλίου της 5ης Νοεμβρίου 2002 σχετικά με την ασφάλιση ζωής[26] Ö οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II)[27] Õ .

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 11

(17)(11)           Τα πρόσωπα που δεν παρέχουν υπηρεσίες σε τρίτους, αλλά έχουν ως δραστηριότητα την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών μόνο στις μητρικές τους επιχειρήσεις, τις θυγατρικές τους επιχειρήσεις ή σε άλλες θυγατρικές των μητρικών τους επιχειρήσεων, δεν θα πρέπει να καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 12

(18)(12)           Τα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες μόνο περιστασιακά κατά την άσκηση της επαγγελματικής τους δραστηριότητας θα πρέπει επίσης να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, υπό τον όρο ότι η δραστηριότητα αυτή υπόκειται σε ρυθμίσεις και ότι οι σχετικοί κανόνες δεν απαγορεύουν την παροχή, σε περιστασιακή βάση, επενδυτικών υπηρεσιών.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 13

(19)(13)           Τα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες που συνιστάμενες αποκλειστικά στη διαχείριση καθεστώτων συμμετοχής των εργαζομένων και τα οποία συνεπώς δεν παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες σε τρίτους δεν θα πρέπει να καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 14

(20)(14)           Θα πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας οι κεντρικές τράπεζες και οι λοιποί φορείς που επιτελούν παρόμοιες λειτουργίες, καθώς και οι δημόσιοι φορείς που είναι επιφορτισμένοι με ή που παρεμβαίνουν στη διαχείριση του δημόσιου χρέους, έννοια που καλύπτει και τις επενδύσεις που γίνονται στο πλαίσιο της διαχείρισης αυτής, εκτός από τους ημικρατικούς ή κρατικούς φορείς με ρόλο εμπορικό ή συνδεόμενο με την απόκτηση συμμετοχών.

ò νέο

(21)      Προκειμένου να διασαφηνιστεί το καθεστώς των εξαιρέσεων για το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών, άλλα εθνικά όργανα που εκτελούν παρόμοιες λειτουργίες και τα όργανα που παρεμβαίνουν στη διαχείριση του δημόσιου χρέους, συνιστάται ο περιορισμός των εξαιρέσεων αυτών στα όργανα και τους φορείς που εκτελούν τις λειτουργίες τους σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους ή σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης καθώς και στα διεθνή όργανα των οποίων ένα ή περισσότερα κράτη μέλη είναι μέλη.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 15 (προσαρμοσμένο)

(22)(15)           Είναι αναγκαίο να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων και τα συνταξιοδοτικά ταμεία, ανεξαρτήτως του αν συντονίζονται σε κοινοτικό Ö ενωσιακό Õ επίπεδο, καθώς και οι θεματοφύλακες και οι διαχειριστές αυτών των επιχειρήσεων, εφόσον υπόκεινται σε ειδικούς κανόνες άμεσα προσαρμοσμένους στις δραστηριότητές τους.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 16

(23)(16)           Για να επωφεληθεί των εξαιρέσεων, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο θα πρέπει να πληροί διαρκώς τις οικείες προϋποθέσεις. Ειδικότερα, αν ένα πρόσωπο που παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκεί επενδυτικές δραστηριότητες εξαιρείται από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας διότι οι εν λόγω υπηρεσίες ή δραστηριότητες είναι παρεπόμενες σε σχέση με την κύρια επιχειρηματική του δραστηριότητα, θεωρούμενη σε επίπεδο ομίλου, το πρόσωπο αυτό πρέπει να παύσει να καλύπτεται από τη σχετική με τις παρεπόμενες υπηρεσίες εξαίρεση αν η παροχή/άσκηση των εν λόγω υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων παύσει να είναι παρεπόμενη σε σχέση με την κύρια επιχειρηματική του δραστηριότητα.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 17

(24)(17)           Τα πρόσωπα που παρέχουν/ασκούν τις επενδυτικές υπηρεσίες ή/και δραστηριότητες που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία θα πρέπει να έχουν λάβει άδεια από το κράτος μέλος καταγωγής τους προκειμένου να προστατεύονται οι επενδυτές και να διασφαλίζεται η σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 18 (προσαρμοσμένο)

(25)(18)           Τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει της οδηγίας 2000/12/ΕΚ Ö 2006/48/ΕΚ Õ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Μαρτίου 2000 Ö 14ης Ιουνίου 2006 Õ σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων Ö (αναδιατύπωση) Õ Ö [28] Õ δεν χρήζουν άλλης άδειας στα πλαίσια της παρούσας οδηγίας για να παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή για να ασκούν επενδυτικές δραστηριότητες. Οι αρμόδιες αρχές, πριν χορηγήσουν άδεια λειτουργίας σε πιστωτικό ίδρυμα που αποφασίζει να παράσχει/ασκήσει επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες, θα πρέπει να επαληθεύουν ότι το εν λόγω ίδρυμα συμμορφούται συμμορφώνεται προς τις οικείες διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

ò νέο

(26)      Οι δομημένες καταθέσεις έχουν προκύψει ως μορφή επενδυτικού προϊόντος αλλά δεν καλύπτονται από κάποια νομοθεσία για την προστασία των επενδυτών σε επίπεδο Ένωσης, ενώ άλλες δομημένες επενδύσεις καλύπτονται από παρόμοια νομοθεσία. Κατά συνέπεια, ενδείκνυται η ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών και η μεγαλύτερη ενοποίηση της ρυθμιστικής αντιμετώπισης ως προς τη διανομή διαφορετικών δεσμών επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές προκειμένου να διασφαλίζεται ένα επαρκές επίπεδο προστασίας των επενδυτών σε όλη την Ένωση. Για τον λόγο αυτό, συνιστάται η συμπερίληψη των δομημένων καταθέσεων στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Στο πνεύμα αυτό, απαιτείται να διασαφηνιστεί ότι εφόσον οι δομημένες καταθέσεις αποτελούν μια μορφή επενδυτικού προϊόντος, δεν περιλαμβάνουν καταθέσεις που σχετίζονται αποκλειστικά με επιτόκια, όπως το Euribor ή το Libor, ανεξαρτήτως του αν τα επιτόκια αυτά είναι προκαθορισμένα, σταθερά, μεταβλητά, ή όχι.

ò νέο

(27)      Προκειμένου να ενισχυθεί η προστασία των επενδυτών στην Ένωση, ενδείκνυται ο περιορισμός των όρων υπό τους οποίους τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρέσουν την εφαρμογή της οδηγίας αυτής σε πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες στους πελάτες οι οποίοι, ως αποτέλεσμα, δεν προστατεύονται δυνάμει της οδηγίας. Ειδικότερα, ενδείκνυται να υποχρεώνονται τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν απαιτήσεις τουλάχιστον ανάλογες με αυτές που ορίζονται στην παρούσα οδηγία στα εν λόγω πρόσωπα, κυρίως στη φάση της χορήγησης άδειας λειτουργίας, κατά την αξιολόγηση της εντιμότητας και της εμπειρίας τους και της καταλληλότητας των τυχόν μετόχων, κατά την αναθεώρηση των προϋποθέσεων αρχικής χορήγησης άδειας λειτουργίας και τη συνεχή εποπτεία καθώς και στις υποχρεώσεις όσον αφορά τον κώδικα δεοντολογίας.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 19

(28)(19)           Όταν επιχείρηση επενδύσεων παρέχει σε μη τακτική βάση μία ή περισσότερες επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκεί σε μη τακτική βάση μία ή περισσότερες επενδυτικές δραστηριότητες που δεν καλύπτονται από την άδεια λειτουργίας της, δεν χρειάζεται επιπλέον άδεια βάσει της παρούσας οδηγίας.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 20

(29)(20)           Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η δραστηριότητα της λήψης και της διαβίβασης εντολών θα πρέπει να περιλαμβάνει και την προσέγγιση δύο ή περισσοτέρων επενδυτών, η οποία καταλήγει σε συναλλαγή μεταξύ των εν λόγω επενδυτών.

ò νέο

(30)      Οι επιχειρήσεις επενδύσεων και τα πιστωτικά ιδρύματα που διανέμουν χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία εκδίδουν τα ίδια πρέπει να υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας όταν παρέχουν επενδυτικές συμβουλές στους πελάτες τους. Προκειμένου να περιοριστεί η αβεβαιότητα και να ενισχυθεί η προστασία των επενδυτών, συνιστάται η πρόβλεψη της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας όταν, στην πρωτογενή αγορά, οι επιχειρήσεις επενδύσεων και τα πιστωτικά ιδρύματα διανέμουν χρηματοπιστωτικά μέσα που εκδίδονται από αυτά χωρίς την παροχή συμβουλών. Για τον σκοπό αυτόν, ο ορισμός της υπηρεσίας εκτέλεσης εντολών για λογαριασμό των πελατών πρέπει να επεκταθεί.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 21

(21)      Ενόψει της επικείμενης αναθεώρησης του πλαισίου Κεφαλαιακής Επάρκειας στο πλαίσιο της συμφωνίας της Βασιλείας ΙΙ, τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν την ανάγκη να επανεξετασθεί εάν θα πρέπει ή όχι να θεωρείται ότι οι επενδυτικές εταιρείες που εκτελούν τις εντολές των πελατών τους βάσει ταυτόχρονων αγορών και πωλήσεων, ενεργούν ως χρηματομεσίτες και να υπόκεινται, κατά συνέπεια, σε πρόσθετες ρυθμιστικές απαιτήσεις κεφαλαίου.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 22

(31)(22)           Οι αρχές της αμοιβαίας αναγνώρισης και της εποπτείας από το κράτος μέλος καταγωγής απαιτούν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να μην χορηγούν ή να ανακαλούν την άδεια λειτουργίας εάν παράγοντες όπως το περιεχόμενο του προγράμματος δραστηριοτήτων, η γεωγραφική κατανομή ή το είδος των πραγματικά ασκούμενων δραστηριοτήτων καταδεικνύουν σαφώς ότι επιχείρηση επενδύσεων έχει επιλέξει το νομικό σύστημα κράτους μέλους με μόνο σκοπό να αποφύγει τη συμμόρφωση προς αυστηρότερα πρότυπα ισχύοντα σε άλλο κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου προτίθεται να ασκήσει ή ασκεί πραγματικά το μεγαλύτερο μέρος των δραστηριοτήτων της. Επιχείρηση επενδύσεων διαθέτουσα νομική προσωπικότητα θα πρέπει να λαμβάνει άδεια λειτουργίας στο κράτος μέλος όπου διατηρεί την καταστατική της έδρα. Επιχείρηση επενδύσεων άνευ νομικής προσωπικότητας πρέπει να λαμβάνει άδεια λειτουργίας στο κράτος μέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά της γραφεία. Επιπρόσθετα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να απαιτούν οι επιχειρήσεις επενδύσεων να έχουν πάντα τα κεντρικά τους γραφεία στο κράτος μέλος καταγωγής και να ασκούν πράγματι δραστηριότητες στο κράτος αυτό.

ò νέο

(32)      Η οδηγία 2007/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Σεπτεμβρίου 2007, για τροποποίηση της οδηγίας 92/49/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών 2002/83/ΕΚ, 2004/39/ΕΚ, 2005/68/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ σχετικά με τους διαδικαστικούς κανόνες και τα κριτήρια αξιολόγησης για την προληπτική αξιολόγηση της απόκτησης και της αύξησης συμμετοχών στο μετοχικό κεφάλαιο οντοτήτων του χρηματοπιστωτικού τομέα[29] παρέχει λεπτομερή κριτήρια για την προληπτική αξιολόγηση των προτεινόμενων αποκτήσεων σε μια επιχείρηση επενδύσεων και μια διαδικασία για την εφαρμογή τους. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ασφάλεια δικαίου, σαφήνεια και προβλεψιμότητα όσον αφορά την διαδικασία αξιολόγησης, καθώς και όσον αφορά το αποτέλεσμά της, ενδείκνυται η επανεπιβεβαίωση των κριτηρίων και της διαδικασίας της προληπτικής αξιολόγησης που καθορίζεται στην οδηγία 2007/44/ΕΚ. Συγκεκριμένα, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να κρίνουν την καταλληλότητα του πιθανού αγοραστή και την οικονομική ευρωστία της προτεινόμενης απόκτησης βάσει όλων των ακόλουθων κριτηρίων: την εντιμότητα του υποψήφιου αγοραστή· την εντιμότητα και την πείρα οποιουδήποτε προσώπου το οποίο θα διευθύνει τις δραστηριότητες της επιχείρησης επενδύσεων· την οικονομική ευρωστία του υποψήφιου αγοραστή· εάν η επιχείρηση επενδύσεων θα μπορεί να εκπληρώσει τις προληπτικές απαιτήσεις βάσει της παρούσας οδηγίας και άλλων οδηγιών, ιδίως των οδηγιών 2002/87/ΕΚ[30] και 2006/49/ΕΚ[31].· το κατά πόσον υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι, σε σχέση με την προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής, διαπράττεται, επιχειρείται να διαπραχθεί, έχει διαπραχθεί ή επιχειρήθηκε να διαπραχθεί, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ[32], ή ότι η προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής είναι δυνατόν να αυξήσει αυτόν τον κίνδυνο.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 23 (προσαρμοσμένο)

(33)(23)           Επιχείρηση επενδύσεων με άδεια λειτουργίας στο κράτος μέλος καταγωγής της θα πρέπει να δικαιούται να παρέχει/ασκεί επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες σε όλη την Κοινότητα Ö Ένωση Õ χωρίς να οφείλει να ζητήσει χωριστή άδεια από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου επιθυμεί να παρέχει/ασκεί τις εν λόγω υπηρεσίες ή δραστηριότητες.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 24 (προσαρμοσμένο)

(34)(24)           Δεδομένου ότι ορισμένες επιχειρήσεις επενδύσεων απαλλάσσονται από ορισμένες υποχρεώσεις που επιβάλλει η οδηγία 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 1993 Ö 2006/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2006 Õ για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων Ö (αναδιατύπωση) Õ Ö [33] Õ , θα πρέπει να υποχρεούνται να διατηρούν ελάχιστο κεφάλαιο ή να συνάπτουν ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης ή να συνδυάζουν τα δύο. Κατά την προσαρμογή των ποσών της εν λόγω ασφάλισης θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι προσαρμογές που γίνονται στο πλαίσιο της οδηγίας 2002/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2002, για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση[34]. Η ειδική αυτή μεταχείριση για λόγους κεφαλαιακής επάρκειας δεν θα πρέπει να προδικάζει ενδεχόμενες αποφάσεις ως προς την κατάλληλη μεταχείριση των εν λόγω επιχειρήσεων κατά τις μελλοντικές τροποποιήσεις της κοινοτικής Ö ενωσιακής Õ νομοθεσίας για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 25

(35)(25)           Δεδομένου ότι το πεδίο των ρυθμίσεων προληπτικής εποπτείας θα πρέπει να περιορίζεται στις οντότητες που διατηρούν χαρτοφυλάκιο συναλλαγών σε επαγγελματική βάση και αποτελούν για το λόγο αυτό πηγή κινδύνου αντισυμβαλλομένου για τους άλλους συμμετέχοντες στην αγορά, οι οντότητες που διαπραγματεύονται για ίδιο λογαριασμό χρηματοπιστωτικά μέσα, περιλαμβανομένων των παραγώγων επί εμπορευμάτων που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, καθώς και εκείνες που παρέχουν στους πελάτες της κύριας δραστηριότητάς τους επενδυτικές υπηρεσίες σε σχέση με παράγωγα επί εμπορευμάτων παρεμπιπτόντως ως προς την κύρια δραστηριότητά τους, θεωρούμενη σε επίπεδο ομίλου, και με την προϋπόθεση ότι η εν λόγω κύρια δραστηριότητά τους δεν είναι η παροχή επενδυτικών υπηρεσιών κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 26

(36)(26)           Προκειμένου να προστατευθούν τα δικαιώματα κυριότητας και άλλα παρεμφερή δικαιώματα των επενδυτών επί των τίτλων, καθώς και τα δικαιώματά τους επί των κεφαλαίων που εμπιστεύονται σε επιχείρηση, τα δικαιώματα αυτά θα πρέπει ιδίως να διακρίνονται από τα δικαιώματα της επιχείρησης. Ωστόσο, η αρχή αυτή δεν θα πρέπει να εμποδίζει την επιχείρηση να ασκεί δραστηριότητες στο όνομά της αλλά για λογαριασμό του επενδυτή, εφόσον η ίδια η φύση της συναλλαγής το απαιτεί και ο επενδυτής συναινεί, για παράδειγμα κατά τις πράξεις δανεισμού τίτλων.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 27 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(37)(27)           Όταν πελάτης, ενεργώντας σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία και ιδίως με την οδηγία 2002/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουνίου 2002, για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας[35], μεταβιβάζει σε επιχείρηση επενδύσεων την πλήρη κυριότητα χρηματοπιστωτικών μέσων ή κεφαλαίων προκειμένου να εξασφαλίσει ή άλλως πως να καλύψει παρούσες ή μελλοντικές, υφιστάμενες, εξαρτώμενες από αβέβαια περιστατικά ή αναμενόμενες υποχρεώσεις του, τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα ή κεφάλαια θα πρέπει να θεωρούνται ωσαύτως ως μη ανήκοντα πλέον στον πελάτη.ð Οι απαιτήσεις σχετικά με την προστασία των περιουσιακών στοιχείων των πελατών είναι ένα σημαντικό εργαλείο για την προστασία των πελατών κατά την παροχή υπηρεσιών και δραστηριοτήτων. Οι απαιτήσεις αυτές μπορούν να εξαιρεθούν όταν η πλήρης κυριότητα χρηματοπιστωτικών μέσων και κεφαλαίων μεταβιβάζεται σε επιχείρηση επενδύσεων για την κάλυψη παρουσών ή μελλοντικών, υφιστάμενων, εξαρτώμενων από αβέβαια περιστατικά ή αναμενόμενων υποχρεώσεων. Αυτή η ευρεία δυνατότητα μπορεί να δημιουργήσει αβεβαιότητα και να διακυβεύσει την αποτελεσματικότητα των απαιτήσεων σχετικά με τη διασφάλιση των περιουσιακών στοιχείων των πελατών. Επομένως, τουλάχιστον όταν εμπλέκονται περιουσιακά στοιχεία πελατών, ενδείκνυται ο περιορισμός της δυνατότητας των επιχειρήσεων επενδύσεων να συνάπτουν διμερείς χρηματοπιστωτικές συμφωνίες μεταφοράς τίτλων όπως ορίζεται στην οδηγία 2002/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουνίου 2002, για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας[36], με σκοπό τη διασφάλιση ή την κάλυψη των υποχρεώσεών τους. ï

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 28

(28)      Οι διαδικασίες για τη χορήγηση, εντός της Κοινότητας, άδειας λειτουργίας σε υποκαταστήματα επιχειρήσεων επενδύσεων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτες χώρες θα πρέπει να συνεχίσουν να εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις αυτές. Τα υποκαταστήματα αυτά δεν θα πρέπει να απολαύουν της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών του άρθρου 49 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης ή του δικαιώματος εγκατάστασης σε άλλο κράτος μέλος από εκείνο στο οποίο είναι ήδη εγκατεστημένα. Στις περιπτώσεις στις οποίες η Κοινότητα δεν δεσμεύεται από διμερείς ή πολυμερείς υποχρεώσεις, είναι σκόπιμο να θεσπισθεί διαδικασία που θα εξασφαλίζει ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων της Κοινότητας τυγχάνουν αμοιβαιότητας μεταχείρισης στις οικείες τρίτες χώρες.

ò νέο

(38)      Είναι αναγκαίο να ενισχυθεί ο ρόλος των διοικητικών οργάνων των επιχειρήσεων επενδύσεων προκειμένου να διασφαλιστεί η ορθή και συνετή διαχείριση των εν λόγω επιχειρήσεων, η ενίσχυση της ακεραιότητας της αγοράς και το συμφέρον των επενδυτών. Το διοικητικό όργανο μιας επιχείρησης επενδύσεων θα πρέπει πάντοτε να αφιερώνει επαρκή χρόνο και να διαθέτει επαρκείς γνώσεις, ικανότητες και εμπειρία ώστε να είναι σε θέση να κατανοεί την επιχειρηματική δραστηριότητα της επιχείρησης επενδύσεων και τους βασικούς κινδύνους. Για την αποφυγή της «ομαδικής σκέψης» και την προαγωγή του κριτικού ελέγχου, τα διοικητικά συμβούλια των επιχειρήσεων επενδύσεων θα πρέπει να εμφανίζουν επαρκή ποικιλομορφία σε ό,τι αφορά την ηλικία, το φύλο, τη γεωγραφική καταγωγή, και το εκπαιδευτικό και επαγγελματικό υπόβαθρο των μελών τους, ώστε να συμπεριλαμβάνουν ποικιλία απόψεων και εμπειριών. Η ισόρροπη συμμετοχή των δύο φύλων είναι ιδιαίτερα σημαντική, ώστε να αντανακλάται επαρκώς η δημογραφική πραγματικότητα.

ò νέο

(39)      Προκειμένου να επιτυγχάνεται αποτελεσματική εποπτεία και έλεγχος όσον αφορά τις δραστηριότητες των επιχειρήσεων επενδύσεων, το διοικητικό όργανο θα πρέπει να είναι υπεύθυνο και να λογοδοτεί για τη συνολική στρατηγική της επιχείρησης επενδύσεων, λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών δραστηριότητας και κινδύνου της επιχείρησης επενδύσεων. Το διοικητικό όργανο πρέπει να αναλαμβάνει σαφείς ευθύνες για ολόκληρο τον κύκλο της οικονομικής δραστηριότητας της επιχείρησης επενδύσεων, στους τομείς του προσδιορισμού και του καθορισμού των στρατηγικών στόχων της επιχείρησης, της έγκρισης της εσωτερικής της οργάνωσης, συμπεριλαμβανομένων των κριτηρίων για την επιλογή και την εκπαίδευση του προσωπικού, τον ορισμό των συνολικών πολιτικών που διέπουν την παροχή υπηρεσιών και δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής του προσωπικού πωλήσεων και της έγκρισης των νέων προϊόντων προς διανομή στους πελάτες. Η περιοδική παρακολούθηση και αξιολόγηση των στρατηγικών στόχων των επιχειρήσεων επενδύσεων, της εσωτερικής τους οργάνωσης και των πολιτικών για την παροχή υπηρεσιών και δραστηριοτήτων πρέπει να διασφαλίζει διαρκώς την ικανότητα τους για ορθή και συνετή διαχείριση, προς όφελος της ακεραιότητας των αγορών και της προστασίας των επενδυτών.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 29

(40)(29)           Το διευρυνόμενο φάσμα δραστηριοτήτων που πολλές επιχειρήσεις επενδύσεων ασκούν ταυτόχρονα αυξάνει την πιθανότητα συγκρούσεων μεταξύ των συμφερόντων που σχετίζονται με τις διάφορες αυτές δραστηριότητες και των συμφερόντων των πελατών τους. Είναι επομένως αναγκαίο να θεσπιστούν κανόνες για να εξασφαλιστεί οι εν λόγω συγκρούσεις δεν επηρεάζουν αρνητικά τα συμφέροντα των πελατών τους.

ò νέο

(41)      Τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν την τήρηση του δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες)[37] που διέπουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την ΕΑΚΑΑ κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας υπόκειται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[38].

ò νέο

(42)      Η οδηγία 2006/73/ΕΚ της Επιτροπής, της 10ης Αυγούστου 2006, για την εφαρμογή της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά τις οργανωτικές απαιτήσεις και τους όρους λειτουργίας των επιχειρήσεων επενδύσεων, καθώς και τους ορισμούς που ισχύουν για τους σκοπούς της εν λόγω οδηγίας[39] επιτρέπει στα κράτη μέλη να απαιτούν, στο πλαίσιο των οργανωτικών απαιτήσεων για τις επιχειρήσεις επενδύσεων, την καταγραφή των συνδιαλέξεων ή των ηλεκτρονικών επικοινωνιών που αφορούν εντολές πελατών. Η καταγραφή των συνδιαλέξεων ή των ηλεκτρονικών επικοινωνιών που αφορούν εντολές πελατών είναι συμβατή με το Χάρτη των Θεμελιωδών Ελευθεριών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δικαιολογείται προκειμένου να ενισχυθεί η προστασία των επενδυτών, να βελτιωθεί η εποπτεία της αγοράς και να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου προς το συμφέρον των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πελατών τους. Η σημασία των καταγραφών αυτών αναφέρεται επίσης στην τεχνική γνωμοδότηση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την οποία εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ρυθμιστικών Αρχών των Αγορών Κινητών Αξιών στις 29 Ιουλίου 2010. Για τους λόγους αυτούς, ενδείκνυται να προβλεφθούν στην παρούσα οδηγία οι αρχές ενός γενικού καθεστώτος σχετικά με την καταγραφή των συνδιαλέξεων ή των ηλεκτρονικών επικοινωνιών που αφορούν εντολές πελατών.

ò νέο

(43)      Τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν το δικαίωμα της προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την οδηγία 2002/58/ΕΚ. Η προστασία αυτή πρέπει να επεκταθεί κυρίως στην τηλεφωνική και ηλεκτρονική καταγραφή, όπως απαιτείται στο άρθρο 13.

ò νέο

(44)      Η χρήση της τεχνολογίας συναλλαγών έχει εξελιχθεί σημαντικά την τελευταία δεκαετία και χρησιμοποιείται πλέον ευρέως από τους συμμετέχοντες στην αγορά. Πολλοί συμμετέχοντες στην αγορά χρησιμοποιούν πλέον αλγοριθμικές συναλλαγές, όπου ένας αλγόριθμος υπολογιστή καθορίζει αυτόματα τις πτυχές μιας εντολής με ελάχιστη ή καθόλου ανθρώπινη επέμβαση. Ένα συγκεκριμένο υποσύνολο αλγοριθμικών συναλλαγών είναι οι συναλλαγές υψηλής συχνότητας όπου ένα σύστημα διαπραγμάτευσης αναλύει δεδομένα ή σήματα από την αγορά με υψηλή ταχύτητα και, στη συνέχεια, αποστέλλει ή επικαιροποιεί μεγάλους αριθμούς εντολών εντός πολύ σύντομου χρονικού διαστήματος με βάση την εν λόγω ανάλυση. Κατά κανόνα οι συναλλαγές υψηλής συχνότητας πραγματοποιούνται από τους διαπραγματευτές χρησιμοποιώντας δικά τους κεφάλαια και, χωρίς να αποτελούν στρατηγική αφ' εαυτές, συνίστανται στην χρήση υψηλής τεχνολογίας για την εφαρμογή πιο παραδοσιακών στρατηγικών διαπραγμάτευσης, όπως η ειδική διαπραγμάτευση ή η διαμεσολάβηση (αρμπιτράζ).

ò νέο

(45)      Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου για την ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής εποπτείας του Ιουνίου 2009 και προκειμένου να συμβάλει στην καθιέρωση ενός ενιαίου εγχειριδίου κανόνων για τις ενωσιακές χρηματοπιστωτικές αγορές, να προωθήσει περαιτέρω την ανάπτυξη ισότιμων όρων ανταγωνισμού για τα κράτη μέλη και τους συμμετέχοντες στην αγορά, να ενισχύσει την προστασία των επενδυτών και να βελτιώσει την εποπτεία και την εφαρμογή, η Ένωση έχει δεσμευτεί να ελαχιστοποιήσει, όπου απαιτείται, την διακριτική ευχέρεια που παρέχεται στα κράτη μέλη βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Παράλληλα με την εισαγωγή στην παρούσα οδηγία ενός κοινού καθεστώτος για την καταγραφή των τηλεφωνικών συνομιλιών ή των ηλεκτρονικών επικοινωνιών που αφορούν εντολές πελατών, ενδείκνυται ο περιορισμός της δυνατότητας των αρμόδιων αρχών να αναθέτουν εποπτικά καθήκοντα σε ορισμένες περιπτώσεις, ο περιορισμός της διακριτικής ευχέρειας ως προς τις απαιτήσεις που ισχύουν για τους συνδεδεμένους αντιπροσώπους και την υποβολή αναφορών από υποκαταστήματα.

ò νέο

(46)      Η χρήση της τεχνολογίας συναλλαγών έχει αυξήσει την ταχύτητα, την ικανότητα και την πολυπλοκότητα του τρόπου διαπραγμάτευσης των επενδυτών. Έχει επίσης επιτρέψει στους συμμετέχοντες στην αγορά να διευκολύνουν την άμεση πρόσβαση από τους πελάτες τους στις αγορές μέσω της χρήσης των μηχανισμών διαπραγμάτευσης, άμεσης ηλεκτρονικής πρόσβασης ή πρόσβασης με χορηγό και άμεσης πρόσβασης στην αγορά. Από την τεχνολογία συναλλαγών έχουν προκύψει οφέλη για την αγορά και τους συμμετέχοντες στην αγορά εν γένει, όπως ευρύτερη συμμετοχή στις αγορές, αυξημένη ρευστότητα, πιο περιορισμένα ανοίγματα τιμών, μειωμένη βραχυπρόθεσμη μεταβλητότητα και τα μέσα για την επίτευξη καλύτερης εκτέλεσης εντολών για τους πελάτες. Εντούτοις, αυτή η τεχνολογία συναλλαγών ενέχει επίσης ορισμένους πιθανούς κινδύνους, όπως αυξημένος κίνδυνος υπερφόρτωσης των συστημάτων των τόπων διαπραγμάτευσης λόγω των μεγάλων όγκων των εντολών, κίνδυνος οι αλγοριθμικές συναλλαγές να οδηγήσουν σε διπλές ή εσφαλμένες εντολές ή άλλου είδους δυσλειτουργία ούτως ώστε να ενδέχεται να δημιουργηθεί μια μη εύρυθμη αγορά. Επιπροσθέτως, ενυπάρχει ο κίνδυνος τα συστήματα αλγοριθμικών συναλλαγών να υπεραντιδράσουν σε άλλα συμβάντα της αγοράς γεγονός που μπορεί να επιδεινώσει τη μεταβλητότητα εάν στην αγορά προϋπάρχει κάποιο πρόβλημα. Τέλος, οι αλγοριθμικές συναλλαγές ή οι υψηλής συχνότητας συναλλαγές μπορούν εάν δεν χρησιμοποιηθούν σωστά να καταστήσουν δυνατές κάποιες μορφές καταχρηστικής συμπεριφοράς.

ò νέο

(47)      Οι επιπτώσεις από τους εν λόγω δυνητικούς κινδύνους από την αυξημένη χρήση της τεχνολογίας μετριάζονται καλύτερα με ένα συνδυασμό συγκεκριμένων μέτρων ελέγχου κινδύνων που απευθύνονται σε επιχειρήσεις οι οποίες χρησιμοποιούν αλγοριθμικές ή υψηλής συχνότητας συναλλαγές και άλλα μέτρα προς τους διαχειριστές των τόπων διαπραγμάτευσης στους οποίους έχουν πρόσβαση τέτοιες επιχειρήσεις. Συνιστάται να διασφαλίζεται η χορήγηση άδειας λειτουργίας σε όλες τις επιχειρήσεις υψηλής συχνότητας συναλλαγών όταν αποτελούν άμεσο μέλος ενός τόπου διαπραγμάτευσης. Με τον τρόπο αυτό πρέπει να διασφαλίζεται ότι υπόκεινται στις οργανωτικές απαιτήσεις της οδηγίας και ότι ελέγχονται καταλλήλως.

ò νέο

(48)      Τόσο οι επιχειρήσεις, όσο και οι τόποι διαπραγμάτευσης πρέπει να διασφαλίζουν ότι έχουν θεσπιστεί ισχυρά μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι η αυτοματοποιημένη διαπραγμάτευση δεν δημιουργεί μη εύρυθμες αγορές και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί καταχρηστικά. Οι τόποι διαπραγμάτευσης διασφαλίζουν επίσης ότι τα συστήματα συναλλαγών είναι ευέλικτα και έχουν δοκιμαστεί σωστά για την αντιμετώπιση των αυξημένων ροών εντολών ή των πιέσεων της αγοράς και ότι χρησιμοποιούνται διακόπτες για την προσωρινή διακοπή των συναλλαγών σε περίπτωση αιφνίδιων μη αναμενόμενων μεταβολών των τιμών.

ò νέο

(49)      Εκτός των μέτρων που σχετίζονται με τις αλγοριθμικές και τις υψηλής συχνότητας συναλλαγές, ενδείκνυται να συμπεριληφθούν έλεγχοι σχετικά με τις επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν στους πελάτες άμεση ηλεκτρονική πρόσβαση στις αγορές, καθώς οι ηλεκτρονικές συναλλαγές μπορούν να διεξαχθούν μέσω μιας επιχείρησης που παρέχει ηλεκτρονική πρόσβαση στην αγορά και πολλούς παρόμοιους κινδύνους. Ενδείκνυται επίσης οι επιχειρήσεις που παρέχουν άμεση ηλεκτρονική πρόσβαση να διασφαλίζουν ότι τα άτομα που χρησιμοποιούν την υπηρεσία αυτή έχουν τα κατάλληλα προσόντα και ότι επιβάλλονται έλεγχοι κινδύνων όσον αφορά τη χρήση της υπηρεσίας. Ενδείκνυται η αναλυτική περιγραφή σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις λεπτομερών οργανωτικών απαιτήσεων σχετικά με αυτές τις νέες μορφές συναλλαγών. Με τον τρόπο αυτόν πρέπει να διασφαλίζεται η δυνατότητα τροποποίησης των απαιτήσεων, όπου απαιτείται, για την αντιμετώπιση των καινοτομιών και των εξελίξεων στον τομέα αυτό.

ò νέο

(50)      Επί του παρόντος λειτουργούν πολλοί τόποι διαπραγμάτευσης στην ΕΕ, ορισμένοι εκ των οποίων διαπραγματεύονται ταυτόσημα μέσα. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι πιθανοί κίνδυνοι για τα συμφέροντα των επενδυτών, είναι αναγκαία η επισημοποίηση και η περαιτέρω εναρμόνιση των διαδικασιών σχετικά με τις συνέπειες για τη διαπραγμάτευση σε άλλους τόπους, αν ένας τόπος διαπραγμάτευσης αποφασίσει να αναστείλει ή να αποσύρει ένα χρηματοπιστωτικό μέσο από τη διαπραγμάτευση. Προς όφελος της ασφάλειας δικαίου και για την επαρκή αντιμετώπιση της σύγκρουσης συμφερόντων κατά την απόφαση αναστολής ή απόσυρσης μέσων από τη διαπραγμάτευση, πρέπει να διασφαλίζεται ότι αν μια ρυθμιζόμενη αγορά ή ένας ΠΜΔ σταματούν τη διαπραγμάτευση λόγω της μη αποκάλυψης πληροφοριών σχετικά με εκδότη ή χρηματοπιστωτικό μέσο, οι υπόλοιποι τηρούν την απόφαση αυτή εκτός αν την συνέχιση της διαπραγμάτευσης δικαιολογούν εξαιρετικές περιστάσεις. Επιπλέον, είναι αναγκαία η επισημοποίηση και η βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών και της συνεργασίας των τόπων διαπραγμάτευσης σε περιπτώσεις εξαιρετικών συνθηκών σε σχέση με κάποιο ιδιαίτερο μέσο που αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε διάφορους τόπους.

ò νέο

(51)      Περισσότεροι επενδυτές έχουν δραστηριοποιηθεί στις χρηματοπιστωτικές αγορές και έχουν στη διάθεσή τους ένα πολυπλοκότερο και ευρύτερο σύνολο υπηρεσιών και μέσων και, εν όψει των εξελίξεων αυτών, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί κάποια εναρμόνιση προκειμένου να παρασχεθεί στους επενδυτές υψηλό επίπεδο προστασίας σε όλη την Ένωση. Όταν εγκρίθηκε η οδηγία 2004/39/ΕΚ, η αυξανόμενη εξάρτηση των επενδυτών από προσωπικές συστάσεις κατέστησε αναγκαία τη συμπερίληψη της διάταξης για τις επενδυτικές συμβουλές ως επενδυτική υπηρεσία που θα υπόκειται σε χορήγηση άδειας λειτουργίας και σε συγκεκριμένες υποχρεώσεις δεοντολογίας. Η συνεχής συνάφεια των προσωπικών συστάσεων για τους πελάτες και η αυξανόμενη πολυπλοκότητα υπηρεσιών και μέσων απαιτούν τη βελτίωση των υποχρεώσεων κώδικα δεοντολογίας προκειμένου να ενισχυθεί η προστασία των επενδυτών.

ò νέο

(52)      Προκειμένου να παρέχονται όλες οι σχετικές πληροφορίες στους επενδυτές, ενδείκνυται να απαιτηθεί από τις επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές να διασαφηνίζουν τη βάση των παρεχόμενων συμβουλών, κυρίως το φάσμα προϊόντων τα οποία εξετάζουν όταν παρέχουν προσωπικές συστάσεις στους πελάτες, εάν παρέχουν επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση και εάν παρέχουν στους πελάτες συνεχή αξιολόγηση της καταλληλότητας των χρηματοπιστωτικών μέσων που τους προτείνουν. Ενδείκνυται επίσης, να απαιτείται από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να επεξηγούν στους πελάτες τους λόγους για τους οποίους παρέχουν τις σχετικές συμβουλές. Προκειμένου να καθοριστεί περαιτέρω το ρυθμιστικό πλαίσιο για την παροχή επενδυτικών συμβουλών, αφήνοντας ταυτόχρονα την επιλογή στις επιχειρήσεις επενδύσεων και στους πελάτες, ενδείκνυται να θεσπιστούν οι προϋποθέσεις για την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας, όταν οι επιχειρήσεις ενημερώνουν τους πελάτες ότι η υπηρεσία παρέχεται σε ανεξάρτητη βάση. Προκειμένου να ενισχυθεί η προστασία των επενδυτών και να αυξηθεί η σαφήνεια προς τους πελάτες ως προς την υπηρεσία την οποία λαμβάνουν, ενδείκνυται ο περαιτέρω περιορισμός της δυνατότητας δωροδοκίας των επιχειρήσεων από τρίτους και ειδικότερα, από εκδότες ή παρόχους προϊόντων, όταν παρέχουν υπηρεσία επενδυτικών συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση και υπηρεσία διαχείρισης χαρτοφυλακίου. Στις περιπτώσεις αυτές, πρέπει να επιτρέπονται περιορισμένα μόνο μη χρηματικά οφέλη, όπως κατάρτιση σχετικά με τα χαρακτηριστικά των προϊόντων, υπό τον όρο ότι δεν υπονομεύουν την ικανότητα των επιχειρήσεων επενδύσεων να επιδιώκουν το συμφέρον των πελατών τους, όπως ορίζεται περαιτέρω στην οδηγία 2006/73/ΕΚ.

ò νέο

(53)      Οι επιχειρήσεις επενδύσεων επιτρέπεται να παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες που συνίστανται μόνο στην εκτέλεση ή/και στην παραλαβή και διαβίβαση εντολών πελατών, χωρίς την ανάγκη απόκτησης πληροφοριών σχετικά με τη γνώση και την εμπειρία του πελάτη προκειμένου να αξιολογείται η καταλληλότητα της υπηρεσίας ή του μέσου για τον πελάτη. Καθώς οι υπηρεσίες αυτές ενέχουν μια σχετική μείωση της προστασίας των πελατών, συνιστάται η βελτίωση των όρων για την παροχή τους. Ειδικότερα, ενδείκνυται η εξαίρεση της δυνατότητας παροχής των υπηρεσιών αυτών σε συνδυασμό με την παρεπόμενη υπηρεσία που συνίσταται στη χορήγηση πιστώσεων ή δανείων στους επενδυτές προκειμένου να τους επιτρέπεται η διεξαγωγή μιας συναλλαγής στην οποία εμπλέκεται η επιχείρηση επενδύσεων, καθώς αυτό αυξάνει την πολυπλοκότητα της συναλλαγής και καθιστά δυσκολότερη την κατανόηση του συναφούς κινδύνου. Ενδείκνυται επίσης ο καλύτερος καθορισμός των κριτηρίων για την επιλογή των χρηματοπιστωτικών μέσων με τα οποία πρέπει να σχετίζονται οι εν λόγω υπηρεσίες ώστε να εξαιρούνται τα χρηματοπιστωτικά μέσα, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ), που περιλαμβάνουν ένα παράγωγο ή έχουν δομή η οποία καθιστά δύσκολη για τον πελάτη την κατανόηση του συναφούς κινδύνου.

ò νέο

(54)      Οι πρακτικές των διασταυρούμενων πωλήσεων αποτελούν συνήθη στρατηγική των παρόχων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών λιανικής σε όλη την Ένωση. Μπορούν μεν να αποφέρουν οφέλη σε ιδιώτες πελάτες, αλλά μπορούν να συνδέονται και με πρακτικές όπου το συμφέρον του πελάτη δεν λαμβάνεται επαρκώς υπόψη. Παραδείγματος χάριν, ορισμένες μορφές διασταυρούμενων πρακτικών, δηλαδή οι πρακτικές δέσμευσης όπου δύο ή περισσότερες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες πωλούνται ως δέσμη και τουλάχιστον μία εκ των υπηρεσιών αυτών δεν διατίθεται χωριστά, μπορούν να προκαλέσουν στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό και να επηρεάσουν αρνητικά την κινητικότητα των πελατών και την ικανότητα τους να κάνουν τεκμηριωμένες επιλογές. Ένα παράδειγμα πρακτικών δέσμευσης αποτελεί το άνοιγμα τρεχόντων λογαριασμών στο πλαίσιο της παροχής επενδυτικής υπηρεσίας σε ιδιώτη πελάτη. Από την άλλη πλευρά, οι πρακτικές δεσμοποίησης, όπου δύο ή περισσότερες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες πωλούνται μεν ως δέσμη, αλλά κάθε υπηρεσία μπορεί επίσης να αγοραστεί χωριστά, παρόλο που μπορούν επίσης να προκαλέσουν στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό και να επηρεάσουν αρνητικά την κινητικότητα των πελατών και την ικανότητα τους να κάνουν τεκμηριωμένες επιλογές, τουλάχιστον παρέχουν στον πελάτη δυνατότητα επιλογής και ως εκ τούτου συνεπάγονται μικρότερο κίνδυνο όσον αφορά τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων επενδύσεων με τις υποχρεώσεις τους βάσει της παρούσας οδηγίας. Η χρήση των πρακτικών αυτών θα πρέπει να αξιολογείται με προσοχή προκειμένου να προωθείται ο ανταγωνισμός και οι επιλογές των καταναλωτών.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 30

(55)(30)           Μια υπηρεσία θα πρέπει να θεωρείται ότι παρέχεται με πρωτοβουλία του πελάτη, εκτός εάν ο πελάτης τη ζητήσει κατόπιν εξατομικευμένης ανακοίνωσης της επιχείρησης ή εκ μέρους της επιχείρησης προς το συγκεκριμένο πελάτη, η οποία καλεί, ή σκοπεί να επηρεάσει, τον πελάτη ως προς συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο ή συγκεκριμένη συναλλαγή. Μια υπηρεσία μπορεί να θεωρείται ότι παρέχεται με πρωτοβουλία του πελάτη έστω και αν ο πελάτης τη ζητά βασιζόμενος σε ανακοινώσεις που περιέχουν διαφήμιση ή προσφορά χρηματοπιστωτικών μέσων, εφόσον αυτές γίνονται με μέσο εκ φύσεως γενικό, που απευθύνεται στο κοινό ή σε ευρύτερη ομάδα ή κατηγορία πελατών ή δυνητικών πελατών.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 31

ð νέο

(56)(31)           Ένας από τους στόχους της παρούσας οδηγίας είναι η προστασία των επενδυτών. Τα μέτρα προστασίας των επενδυτών θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένα στις ιδιαιτερότητες καθεμιάς από τις διάφορες κατηγορίες επενδυτών (ιδιώτες, επαγγελματίες και αντισυμβαλλόμενοι). ð Ωστόσο, για να ενισχυθεί το κανονιστικό πλαίσιο που εφαρμόζεται στην παροχή υπηρεσιών ανεξάρτητα από τις κατηγορίες των ενδιαφερόμενων πελατών, ενδείκνυται να αποσαφηνιστεί το γεγονός ότι οι αρχές βάσει των οποίων οι επιχειρήσεις πρέπει να ενεργούν με έντιμο, δίκαιο και επαγγελματικό τρόπο, καθώς και η υποχρέωση να είναι ακριβείς, σαφείς και μη παραπλανητικές, ισχύουν για τις σχέσεις με όλους τους πελάτες. ï

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 32

(57)(32)           Κατά παρέκκλιση από τον κανόνα σύμφωνα με τον οποίο η χώρα καταγωγής χορηγεί άδεια λειτουργίας, ασκεί εποπτεία και ελέγχει την τήρηση των υποχρεώσεων των σχετικών με τη λειτουργία υποκαταστημάτων, είναι σκόπιμο να αναλάβει η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής την ευθύνη της τήρησης ορισμένων υποχρεώσεων που θεσπίζει η παρούσα οδηγία σχετικών με τις δραστηριότητες που ασκούνται μέσω υποκαταστήματος εντός του εδάφους όπου βρίσκεται το εν λόγω υποκατάστημα, δεδομένου ότι η αρχή αυτή βρίσκεται πλησιέστερα στο υποκατάστημα και μπορεί καλύτερα να εντοπίσει παραβάσεις των κανόνων που διέπουν τις πράξεις του υποκαταστήματος και να παρέμβει.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 33

(58)(33)           Είναι αναγκαίο να επιβληθεί αποτελεσματική υποχρέωση «βέλτιστης εκτέλεσης» για να διασφαλιστεί ότι η επιχείρηση επενδύσεων εκτελεί τις εντολές των πελατών με τους πλέον ευνοϊκούς γι' αυτούς όρους. Η υποχρέωση αυτή θα πρέπει να εφαρμόζεται στην επιχείρηση που έχει έναντι του πελάτη συμβατικές ή πρακτορικές υποχρεώσεις.

ò νέο

(59)      Προκειμένου να βελτιωθούν οι όροι υπό τους οποίους οι επιχειρήσεις επενδύσεων συμμορφώνονται με την υποχρέωσή τους για την εκτέλεση εντολών με τους ευνοϊκότερους δυνατούς όρους για τους πελάτες τους σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, ενδείκνυται να απαιτείται από τους τόπους εκτέλεσης η διάθεση στο κοινό δεδομένων σχετικά με την ποιότητα της εκτέλεσης των συναλλαγών σε κάθε τόπο.

ò νέο

(60)      Οι πληροφορίες που παρέχονται από τις επιχειρήσεις επενδύσεων στους πελάτες σχετικά με τις πολιτικές εκτέλεσης εντολών, είναι συχνά γενικές και τυποποιημένες και δεν επιτρέπουν στους πελάτες να κατανοήσουν πώς μια εντολή θα εκτελεστεί και να επιβεβαιώνουν τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων με την υποχρέωσή τους για εκτέλεση των εντολών με τους ευνοϊκότερους δυνατούς όρους για τους πελάτες τους. Προκειμένου να ενισχυθεί η προστασία των επενδυτών, ενδείκνυται να προσδιοριστούν οι αρχές που πρέπει να διέπουν την παροχή πληροφοριών από τις επιχειρήσεις επενδύσεων στους πελάτες τους σχετικά με τις πολιτικές εκτέλεσης εντολών και να απαιτηθεί από τις επιχειρήσεις να δημοσιεύουν, σε ετήσια βάση, για κάθε κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων, τους πέντε κορυφαίους τόπους στους οποίους εκτελέστηκαν εντολές πελατών κατά το προηγούμενο έτος.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 34

(34)      Προϋπόθεση του θεμιτού ανταγωνισμού είναι η δυνατότητα των συμμετεχόντων στην αγορά και των επενδυτών να συγκρίνουν τις τιμές που υποχρεούνται να ανακοινώνουν δημοσία οι διάφοροι φορείς συναλλαγών (δηλ. οι ρυθμιζόμενες αγορές, οι ΠΜΔ και οι ενδιάμεσοι). Προς τούτο, συνιστάται στα κράτη μέλη να άρουν κάθε τυχόν εμπόδιο που παρακωλύει την ενοποίηση των σχετικών πληροφοριών σε ευρωπαϊκό επίπεδο και τη δημοσίευσή τους.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 35 (προσαρμοσμένο)

(61)(35)           Όταν συνάπτει εμπορική σχέση με τον πελάτη, η επιχείρηση επενδύσεων μπορεί να ζητεί από τον πελάτη ή το δυνητικό πελάτη να εκφράζει τη συναίνεσή του σχετικά με την πολιτική εκτέλεσης εντολών και, ταυτόχρονα, σχετικά με τη δυνατότητα εκτέλεσης των εντολών τους εκτός ρυθμιζόμενων αγορών ή ΠΜΔ Ö ΟΜΔ ή συστηματικών εσωτερικοποιητών Õ .

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 36

(62)(36)           Τα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες για λογαριασμό δύο ή περισσότερων επιχειρήσεων επενδύσεων, όταν εμπίπτουν στον ορισμό της παρούσας οδηγίας, δεν θα πρέπει να θεωρούνται συνδεδεμένοι αντιπρόσωποι, αλλά επιχειρήσεις επενδύσεων πλην ορισμένων προσώπων που μπορούν να εξαιρούνται.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 37

(63)(37)           Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει το δικαίωμα των συνδεδεμένων αντιπροσώπων να ασκούν δραστηριότητες διεπόμενες από άλλες οδηγίες και άλλες συναφείς δραστηριότητες σχετιζόμενες με χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες ή προϊόντα μη καλυπτόμενα από την παρούσα οδηγία, περιλαμβανομένων των ασκουμένων για λογαριασμό μελών του ιδίου χρηματοπιστωτικού ομίλου.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 38

(64)(38)           Οι προϋποθέσεις για την άσκηση δραστηριοτήτων εκτός του χώρου της επιχείρησης επενδύσεων (κατ' οίκον πωλήσεις) δεν θα πρέπει να καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 39

(65)(39)           Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών δεν θα πρέπει να εγγράφουν στο μητρώο ή θα πρέπει να διαγράφουν από αυτό συνδεδεμένο αντιπρόσωπο, εφόσον από τις πράγματι ασκηθείσες δραστηριότητές του διαφαίνεται σαφώς ότι έχει επιλέξει το νομικό σύστημα ενός κράτους μέλους προκειμένου να αποφύγει τους αυστηρότερους κανόνες που ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος, στην επικράτεια του οποίου προτίθεται να ασκήσει ή όντως ασκεί το μεγαλύτερο μέρος των δραστηριοτήτων του.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 40

(66)(40)           Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, οι επιλέξιμοι αντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει να θεωρείται ότι ενεργούν ως πελάτες.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 41

(41)      Για να διασφαλιστεί ότι οι κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας (συμπεριλαμβανομένων των κανόνων για τη βέλτιστη εκτέλεση και το χειρισμό των εντολών των πελατών) τηρούνται κατά την παροχή υπηρεσιών στους επενδυτές που έχουν περισσότερο ανάγκη προστασίας, και σύμφωνα με τις πρακτικές που έχουν επικρατήσει σε όλες τις αγορές της Κοινότητας, είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι η υποχρέωση τηρήσεως των κανόνων επαγγελματικής δεοντολογίας μπορεί να αίρεται στις συναλλαγές που συνάπτονται ή κανονίζονται μεταξύ επιλέξιμων αντισυμβαλλομένων.

ò νέο

(67)      Η χρηματοπιστωτική κρίση έχει καταδείξει ότι η ικανότητα των μη ιδιωτών πελατών να κατανοούν τον κίνδυνο των επενδύσεών τους είναι πεπερασμένη. Ενώ πρέπει να επιβεβαιωθεί ότι κανόνες κώδικα δεοντολογίας πρέπει να επιβληθούν όσον αφορά τους επενδυτές που χρήζουν μεγαλύτερης προστασίας, ενδείκνυται να διαμορφωθούν καλύτερα οι απαιτήσεις που πρέπει να ισχύουν για τις διάφορες κατηγορίες πελατών. Προς τούτο, ενδείκνυται η επέκταση ορισμένων απαιτήσεων πληροφόρησης και αναφοράς στη σχέση με τους επιλέξιμους αντισυμβαλλόμενους. Ειδικότερα, οι σχετικές απαιτήσεις πρέπει να σχετίζονται με τη διασφάλιση των χρηματοπιστωτικών μέσων των πελατών και των ποσών καθώς και με τις απαιτήσεις πληροφόρησης και αναφοράς σχετικά με τα πιο σύνθετα χρηματοπιστωτικά μέσα και συναλλαγές. Για τον καλύτερο καθορισμό της κατηγοριοποίησης των αρχών της τοπικής αυτοδιοίκησης, ενδείκνυται η σαφής εξαίρεσή τους από τον κατάλογο των επιλέξιμων αντισυμβαλλόμενων και των πελατών που θεωρούνται επαγγελματίες, επιτρέποντας παράλληλα στους πελάτες αυτούς να ζητήσουν να αντιμετωπίζονται ως επαγγελματίες πελάτες.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 42

(68)(42)           Όσον αφορά τις συναλλαγές μεταξύ επιλέξιμων αντισυμβαλλομένων, η υποχρέωση δημοσιοποίησης οριακών εντολών πελατών θα πρέπει να ισχύει μόνο στην περίπτωση που ο αντισυμβαλλόμενος στέλνει ρητώς στην επιχείρηση επενδύσεων οριακή εντολή προς εκτέλεση.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 43

(69)(43)           Τα κράτη μέλη προστατεύουν το δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[40].

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 44

(44)      Για να επιτευχθεί ο διττός στόχος της προστασίας των επενδυτών και της διασφάλισης της εύρυθμης λειτουργίας των αγορών κινητών αξιών, πρέπει να εξασφαλίζεται ότι οι συναλλαγές διενεργούνται πράγματι με διαφάνεια και ότι οι κανόνες που θεσπίζονται για το σκοπό αυτό εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις επενδύσεων όταν δραστηριοποιούνται στις αγορές. Για να παρέχεται στους επενδυτές και τους συμμετέχοντες στην αγορά η δυνατότητα να αποτιμούν ανά πάσα στιγμή τους όρους συγκεκριμένης συναλλαγής σε μετοχές, την οποία μελετούν, και να επαληθεύουν εκ των υστέρων τους όρους εκτέλεσής της, θα πρέπει να θεσπιστούν κοινοί κανόνες για τη δημοσίευση λεπτομερών πληροφοριών σχετικά με τις συναλλαγές σε μετοχές που ολοκληρώθηκαν, καθώς και την ανακοίνωση λεπτομερών πληροφοριών για τις τρέχουσες ευκαιρίες συναλλαγών σε μετοχές. Οι κανόνες αυτοί είναι αναγκαίοι για να εξασφαλισθεί η πραγματική ενοποίηση των αγορών μετοχών των κρατών μελών, η βελτίωση της αποτελεσματικότητας της συνολικής διαδικασίας διαμόρφωσης των τιμών των μετοχών και η διευκόλυνση της αποτελεσματικής τήρησης των υποχρεώσεων «βέλτιστης εκτέλεσης». Για το σκοπό αυτό απαιτείται ένα συνολικό καθεστώς διαφάνειας που θα εφαρμόζεται σε όλες τις συναλλαγές σε μετοχές ανεξάρτητα από το εάν εκτελούνται από επιχείρηση επενδύσεων σε διμερή βάση ή μέσω ρυθμιζόμενων αγορών ή ΠΜΔ. Οι βάσει της παρούσας οδηγίας υποχρεώσεις των επιχειρήσεων επενδύσεων να ανακοινώνουν τιμή αγοράς και πώλησης και να εκτελούν την εντολή στην ανακοινωθείσα τιμή δεν απαλλάσσουν τις επιχειρήσεις επενδύσεων από την υποχρέωση να προωθούν την εντολή σε άλλο τόπο εκτέλεσης, αν η εν λόγω εσωτερικοποίηση θα μπορούσε να εμποδίσει την επιχείρηση να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις βέλτιστης εκτέλεσης.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 45

(45)      Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να εφαρμόζουν την υποχρέωση αναφοράς των συναλλαγών που επιβάλλει η οδηγία σε χρηματοπιστωτικά μέσα που δεν είναι εισηγμένα σε ρυθμιζόμενη αγορά.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 46

(46)      Ένα κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να εφαρμόσει τις προ και μετά τη διαπραγμάτευση προϋποθέσεις διαφάνειας που ορίζονται από την παρούσα οδηγία, σε χρηματοπιστωτικά μέσα διάφορα των μετοχών. Στην περίπτωση αυτή οι εν λόγω προϋποθέσεις θα πρέπει να εφαρμόζονται σε όλες τις επιχειρήσεις επενδύσεων των οποίων κράτος μέλος καταγωγής είναι το εν λόγω κράτος μέλος για τις πράξεις τους εντός της επικράτειάς του, καθώς και για τις διασυνοριακές πράξεις που διενεργούν στο πλαίσιο της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Οι προϋποθέσεις αυτές θα πρέπει να εφαρμόζονται επίσης στις εντός της επικράτειας του εν λόγω κράτους μέλους πράξεις που διενεργούν εκεί εγκατεστημένα υποκαταστήματα επιχειρήσεων επενδύσεων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 47 (προσαρμοσμένο)

(70)(47)           Οι επιχειρήσεις επενδύσεων θα πρέπει να έχουν τις ίδιες δυνατότητες συμμετοχής ή πρόσβασης στις ρυθμιζόμενες αγορές εντός της Κοινότητας Ö Ένωσης Õ . Ανεξάρτητα από το πώς ρυθμίζονται επί του παρόντος οι συναλλαγές στα κράτη μέλη, έχει ουσιώδη σημασία να καταργηθούν οι τεχνικοί και νομικοί περιορισμοί στην πρόσβαση στις ρυθμιζόμενες αγορές.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 48 (προσαρμοσμένο)

(71)(48)           Για να διευκολυνθεί η οριστικοποίηση των διασυνοριακών συναλλαγών, είναι επίσης σκόπιμο να διασφαλιστεί η πρόσβαση όλων των επιχειρήσεων επενδύσεων στα συστήματα εκκαθάρισης (clearing) και διακανονισμού εντός της Κοινότητας Ö Ένωσης Õ , ανεξάρτητα από το εάν οι συναλλαγές διενεργήθηκαν σε ρυθμιζόμενες αγορές του οικείου κράτους μέλους. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που επιθυμούν να συμμετέχουν άμεσα στα συστήματα διακανονισμού άλλων κρατών μελών θα πρέπει να συμμορφώνονται με τις οικείες λειτουργικές και εμπορικές προϋποθέσεις για την απόκτηση ιδιότητας μέλους και με τα μέτρα προληπτικής εποπτείας που σκοπούν στη διασφάλιση της ομαλής και εύρυθμης λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών.

ò νέο

(72)      Η παροχή υπηρεσιών από επιχειρήσεις τρίτων χωρών στην Ένωση υπόκειται στα εθνικά καθεστώτα και απαιτήσεις. Τα καθεστώτα αυτά διαφέρουν κατά πολύ και οι επιχειρήσεις στις οποίες έχει χορηγηθεί άδεια λειτουργίας σύμφωνα με αυτά δεν απολαύουν της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών και του δικαιώματος εγκατάστασης σε κράτος μέλος πλην του κράτους εγκατάστασής τους. Ενδείκνυται η εισαγωγή ενός κοινού ρυθμιστικού πλαισίου σε επίπεδο Ένωσης. Το καθεστώς πρέπει να εναρμονίζει το υφιστάμενο κατακερματισμένο πλαίσιο, να διασφαλίζει ασφάλεια δικαίου και ομοιόμορφη αντιμετώπιση των επιχειρήσεων τρίτων χωρών που έχουν πρόσβαση στην Ένωση, να εξασφαλίζει ότι η Επιτροπή έχει πραγματοποιήσει αξιολόγηση της ισοδυναμίας του κανονιστικού και εποπτικού πλαισίου των τρίτων χωρών και πρέπει να εξασφαλίζει συγκρίσιμο επίπεδο προστασίας για τους επενδυτές στην ΕΕ στους οποίους παρέχονται υπηρεσίες από επιχειρήσεις τρίτων χωρών.

ò νέο

(73)      Η παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες πελάτες πρέπει να προϋποθέτει πάντα την εγκατάσταση ενός υποκαταστήματος στην Ένωση. Η εγκατάσταση του υποκαταστήματος υπόκειται στη χορήγηση άδειας λειτουργίας και στην εποπτεία στην Ένωση. Μεταξύ της εμπλεκόμενης αρμόδιας αρχής και της αρμόδιας αρχής της τρίτης χώρας πρέπει να συναφθούν κατάλληλες συμφωνίες συνεργασίας. Στη διάθεση του υποκαταστήματος πρέπει να διατεθεί επαρκές αρχικό κεφάλαιο. Μετά τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας, το υποκατάστημα πρέπει να υπόκειται στην εποπτεία του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένο. Η επιχείρηση της τρίτης χώρας πρέπει να μπορεί να παρέχει υπηρεσίες σε άλλα κράτη μέλη μέσω του υποκαταστήματος που έχει λάβει άδεια λειτουργίας και εποπτεύεται, σύμφωνα με διαδικασία γνωστοποίησης. Η παροχή υπηρεσιών χωρίς υποκατάστημα πρέπει να περιορίζεται σε επιλέξιμους αντισυμβαλλομένους. Πρέπει να υπόκειται σε καταχώρηση στην ΕΑΚΑΑ και σε εποπτεία στην τρίτη χώρα. Μεταξύ της ΕΑΚΑΑ και της αρμόδιας αρχής της τρίτης χώρας πρέπει να συναφθούν κατάλληλες διευθετήσεις συνεργασίας.

ò νέο

(74)      Η πρόβλεψη της παρούσας οδηγίας για τη ρύθμιση της παροχής υπηρεσιών στην Ένωση από επιχειρήσεις τρίτων χωρών δεν πρέπει να επηρεάζει τη δυνατότητα των προσώπων που είναι εγκατεστημένα στην Ένωση να λαμβάνουν επενδυτικές υπηρεσίες από επιχείρηση τρίτης χώρας με δική τους αποκλειστική πρωτοβουλία. Όταν μια επιχείρηση τρίτης χώρας παρέχει υπηρεσίες με την αποκλειστική πρωτοβουλία προσώπου εγκατεστημένου στην Ένωση, οι υπηρεσίες δεν πρέπει να θεωρείται ότι παρέχονται εντός της επικράτειας της Ένωσης. Σε περίπτωση που μια επιχείρηση τρίτης χώρας προσεγγίζει πελάτες ή δυνητικούς πελάτες εντός της Ένωσης ή προωθεί ή διαφημίζει επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες από κοινού με παρεπόμενες υπηρεσίες εντός της Ένωσης, αυτές δεν πρέπει να θεωρούνται ως υπηρεσίες που παρέχονται με την αποκλειστική πρωτοβουλία του πελάτη.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 49 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(75)(49)           Η άδεια λειτουργίας ρυθμιζόμενης αγοράς θα πρέπει να καλύπτει όλες τις δραστηριότητες που σχετίζονται άμεσα με την αναγραφή, την επεξεργασία, την εκτέλεση, την επιβεβαίωση και την κοινοποίηση των εντολών από τη λήψη τους από τη ρυθμιζόμενη αγορά έως τη διαβίβασή τους για μετέπειτα οριστικοποίηση, καθώς και τις δραστηριότητες που σχετίζονται με την εισαγωγή χρηματοπιστωτικών μέσων προς διαπραγμάτευση. Θα πρέπει επίσης να καλύπτονται οι συναλλαγές που διενεργούνται μέσω ειδικών διαπραγματευτών διορισμένων από τη ρυθμιζόμενη αγορά, στα πλαίσια των συστημάτων της και σύμφωνα με τους κανόνες που τα διέπουν. Δεν θεωρούνται διενεργούμενες στα πλαίσια των συστημάτων της ρυθμιζόμενης αγοράς, ή του ΠΜΔ ð ή του ΟΜΔ ï όλες οι συναλλαγές μελών ή συμμετεχόντων της ρυθμιζόμενης αγοράς, ή του ΠΜΔ ð ή του ΟΜΔ ï . Οι συναλλαγές, που διενεργούνται μεταξύ μελών ή συμμετεχόντων σε διμερή βάση και οι οποίες δεν πληρούν όλες τις προϋποθέσεις που έχουν θεσπιστεί για τις ρυθμιζόμενες αγορές, ή τους ΠΜΔ ð ή του ΟΜΔ ï βάσει της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να θεωρούνται ως συναλλαγές διενεργούμενες εκτός ρυθμιζόμενης αγοράς, ή ΠΜΔ ð ή του ΟΜΔ ï για τους σκοπούς του ορισμού των συστηματικών εσωτερικοποιητών (systematic internalisers). Στην περίπτωση αυτή, η υποχρέωση των εταιρειών επενδύσεων να ανακοινώνουν δημόσια τα δεσμευτικά ζεύγη εντολών θα πρέπει να εφαρμόζεται, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που επιβάλλει η παρούσα οδηγία.

ò νέο

(76)      Η παροχή βασικών υπηρεσιών δεδομένων της αγοράς που είναι καίριας σημασίας προκειμένου οι πελάτες να μπορούν να έχουν την επιθυμητή γενική εικόνα της δραστηριότητας συναλλαγών στις αγορές της Ένωσης και προκειμένου οι αρμόδιες αρχές να λαμβάνουν ακριβείς και αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με τις συναλλαγές, πρέπει να υπόκειται στη χορήγηση άδειας λειτουργίας και σε νομοθετική ρύθμιση για τη διασφάλιση του αναγκαίου επιπέδου ποιότητας.

ò νέο

(77)      Η εισαγωγή εγκεκριμένων μηχανισμών δημοσίευσης πρέπει να βελτιώσει την ποιότητα των πληροφοριών διαφάνειας για τις συναλλαγές που δημοσιεύονται στον εξωχρηματιστηριακό χώρο και να συμβάλει σημαντικά στη διασφάλιση της δημοσίευσης των εν λόγω δεδομένων κατά τρόπο που διευκολύνει την ενοποίησή τους με δεδομένα τα οποία έχουν δημοσιεύσει οι τόποι διαπραγμάτευσης.

ò νέο

(78)      Η εισαγωγή εμπορικής λύσης για ενοποιημένο δελτίο παρακολούθησης για τις μετοχές πρέπει να συμβάλει στη δημιουργία μιας πιο ολοκληρωμένης ευρωπαϊκής αγοράς και να διευκολύνει για τους συμμετέχοντες στην αγορά την απόκτηση πρόσβασης σε μια ενοποιημένη άποψη των διαθέσιμων πληροφοριών διαφάνειας για τις συναλλαγές. Η προβλεπόμενη λύση βασίζεται στην αδειοδότηση, με βάση προκαθορισμένες και εποπτευόμενες παραμέτρους, των παρόχων που ανταγωνίζονται μεταξύ τους προκειμένου να επιτευχθούν τεχνικά εξαιρετικά πολύπλοκες και καινοτόμες λύσεις, προς όφελος της αγοράς στο μέγιστο δυνατό βαθμό.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 50

(50)      Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές μπορούν να αποφασίσουν να ανακοινώνουν τις τρέχουσες τιμές προσφοράς μόνο στους ιδιώτες πελάτες ή μόνο στους επαγγελματίες πελάτες ή σε αμφότερες τις κατηγορίες πελατών Δεν θα πρέπει να τους επιτρέπεται να εφαρμόζουν διακριτική μεταχείριση εντός των εν λόγω κατηγοριών πελατών.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 51

(51)      Το άρθρο 27 δεν υποχρεώνει τους συστηματικούς εσωτερικοποιητές να ανακοινώνουν δημόσια δεσμευτικά ζεύγη εντολών σε σχέση με συναλλαγές όγκου μεγαλύτερου από τον κανονικό όγκο συναλλαγών της αγοράς.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 52

(52)      Σε περίπτωση που μία επενδυτική εταιρεία είναι συστηματικός εσωτερικοποιητής τόσο για μετοχές όσο και για άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα, η υποχρέωση ανακοίνωσης ζευγών εντολών θα πρέπει να ισχύει μόνο για τις μετοχές, με την επιφύλαξη της αιτιολογικής σκέψης 46.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 53

(53)      Η παρούσα οδηγία δεν έχει στόχο να επιβάλει την εφαρμογή κανόνων διαφάνειας για το στάδιο που προηγείται της διάθεσης στην αγορά στις συναλλαγές εκτός επισήμων χρηματιστηριακών αγορών, ορισμένα χαρακτηριστικά των οποίων είναι ότι πραγματοποιούνται «επί τούτου» σε μη τακτική βάση, ότι διενεργούνται με αντισυμβαλλόμενους από τον τομέα της χονδρικής και αποτελούν τμήμα επιχειρηματικής σχέσης η οποία χαρακτηρίζεται από συναλλαγές όγκου μεγαλύτερου από τον κανονικό όγκο συναλλαγών της αγοράς, και ότι στο πλαίσιό τους οι πράξεις διενεργούνται εκτός των συστημάτων που χρησιμοποιούνται συνήθως από την εκάστοτε εταιρεία για τις συναλλαγές της ως συστηματικού εσωτερικοποιητή.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 54

(54)      Ο συνήθης όγκος της αγοράς για κάθε κατηγορία μετοχών δεν θα πρέπει να είναι σημαντικά δυσανάλογος προς κάθε μετοχή της εν λόγω κατηγορίας.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 55 (προσαρμοσμένο)

(79)(55)           Η αναθεώρηση της οδηγίας 93/6/ΕΟΚ Ö 2006/49/ΕΚ Õ θα πρέπει να καθορίζει τις ελάχιστες προϋποθέσεις κεφαλαίου που οφείλουν να πληρούν οι ρυθμιζόμενες αγορές προκειμένου να τους δοθεί άδεια λειτουργίας, και κατά τον καθορισμό αυτό θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ο ιδιαίτερος χαρακτήρας των κινδύνων που ενέχουν αυτές οι αγορές.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 56

(80)(56)           Οι διαχειριστές ρυθμιζόμενης αγοράς θα πρέπει να έχουν επίσης τη δυνατότητα να διαχειρίζονται ΠΜΔ σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 57

(81)(57)           Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας που διέπουν την εισαγωγή μέσων προς διαπραγμάτευση βάσει των κανόνων που εφαρμόζει η ρυθμιζόμενη αγορά δεν θα πρέπει να θίγουν την εφαρμογή της οδηγίας 2001/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 28ης Μαΐου 2001 σχετικά με την εισαγωγή κινητών αξιών σε χρηματιστήριο αξιών και τις πληροφορίες επί των αξιών αυτών που πρέπει να δημοσιεύονται[41]. Η ρυθμιζόμενη αγορά δεν θα πρέπει να εμποδίζεται να επιβάλλει αυστηρότερες προϋποθέσεις από τις προβλεπόμενες με την παρούσα οδηγία στους εκδότες των κινητών αξιών ή των μέσων που εισάγει προς διαπραγμάτευση.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 58

(82)(58)           Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αναθέτουν σε διάφορες αρμόδιες αρχές τον έλεγχο της εφαρμογής των εκτεταμένων υποχρεώσεων που προβλέπονται με την παρούσα οδηγία. Οι αρχές αυτές θα πρέπει να έχουν δημόσιο χαρακτήρα που να διασφαλίζει την ανεξαρτησία τους έναντι των οικονομικών φορέων και που να επιτρέπει να αποφεύγονται οι συγκρούσεις συμφερόντων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν κατάλληλη χρηματοδότηση της αρμόδιας αρχής σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο. Ο διορισμός των δημόσιων αρχών δεν θα πρέπει να αποκλείει τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων υπό την ευθύνη της αρμόδιας αρχής.

ò νέο

(83)      Στη σύνοδο του G20 στο Πίτσμπουργκ στις 25 Σεπτεμβρίου 2009 συμφωνήθηκε η βελτίωση της ρύθμισης, της λειτουργίας και της διαφάνειας των χρηματοπιστωτικών αγορών και των αγορών εμπορευμάτων προκειμένου να αντιμετωπιστεί η υπερβολική μεταβλητότητα των τιμών των εμπορευμάτων. Οι ανακοινώσεις της Επιτροπής της 28ης Οκτωβρίου 2009 για τη βελτίωση της λειτουργίας της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων στην Ευρώπη και της 2ας Φεβρουαρίου 2011 για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που αφορούν τις αγορές βασικών εμπορευμάτων και τις πρώτες ύλες ορίζουν τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν στο πλαίσιο της αναθεώρησης της οδηγίας 2004/39/ΕΚ.

ò νέο

(84)      Οι αρμοδιότητες που έχουν εκχωρηθεί στις αρμόδιες αρχές πρέπει να συμπληρωθούν με ρητές εξουσίες για την απαίτηση υποβολής πληροφοριών από κάθε πρόσωπο σχετικά με το μέγεθος και το σκοπό μιας θέσης σε συμβάσεις παραγώγων επί με εμπορευμάτων, και την απαίτηση το πρόσωπο να προχωρήσει στη μείωση του μεγέθους της θέσης στις συμβάσεις παραγώγων.

ò νέο

(85)      Πρέπει να εκχωρούνται ρητές εξουσίες στις αρμόδιες αρχές για τον περιορισμό της ικανότητας ενός προσώπου ή μιας κατηγορίας προσώπων να συνάπτουν σύμβαση παραγώγων σε σχέση με ένα εμπόρευμα. Η εφαρμογή ενός ορίου πρέπει να είναι δυνατή, τόσο στην περίπτωση μεμονωμένων συναλλαγών, όσο και θέσεων που διαμορφώνονται με την πάροδο του χρόνου. Στη δεύτερη περίπτωση ειδικότερα, η αρμόδια αρχή πρέπει να διασφαλίζει ότι τα εν λόγω όρια θέσεων δεν ενέχουν διακριτική μεταχείριση, περιγράφονται με σαφήνεια, λαμβάνουν δεόντως υπόψη την ιδιαιτερότητα της σχετικής αγοράς και είναι αναγκαία για τη διασφάλιση της ακεραιότητας και της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς.

ò νέο

(86)      Όλοι οι τόποι που παρέχουν συναλλαγές σε παράγωγα επί εμπορευμάτων πρέπει να έχουν καθορίσει κατάλληλα όρια ή κατάλληλες εναλλακτικές διευθετήσεις που έχουν σχεδιαστεί για την υποστήριξη της ρευστότητας, την αποφυγή της κατάχρησης της αγοράς και τη διασφάλιση των ορθών όρων τιμολόγησης και διακανονισμού. Η ΕΑΚΑΑ πρέπει να διατηρεί και να δημοσιεύει κατάλογο με τις περιλήψεις όλων των σχετικών μέτρων που είναι σε ισχύ. Η εφαρμογή των εν λόγω ορίων ή διευθετήσεων πρέπει να γίνεται με συνεπή τρόπο και με συνεκτίμηση των συγκεκριμένων χαρακτηριστικών της υπόψη αγοράς. Πρέπει να διατυπώνονται σαφώς το πεδίο εφαρμογής τους και οι ενδεχόμενες εξαιρέσεις, καθώς και τα συναφή ποσοτικά ανώτατα όρια που ενδέχεται να ενεργοποιούν άλλες υποχρεώσεις. Η Επιτροπή πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, με τις οποίες θα αποφεύγονται επίσης και τυχόν αποκλίνουσες επιπτώσεις στα όρια ή τις διευθετήσεις που ισχύουν σε συγκρίσιμες συμβάσεις σε διαφορετικούς τόπους.

ò νέο

(87)      Οι τόποι όπου τα περισσότερα ρευστά παράγωγα επί εμπορευμάτων αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης, πρέπει να δημοσιεύουν λεπτομερή συγκεντρωτικά στοιχεία σε εβδομαδιαία βάση για τις θέσεις που κατέχουν διάφοροι τύποι συμμετεχόντων στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων των πελατών εκείνων που δεν διεξάγουν διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό. Κατόπιν αιτήματος της αρμόδιας αρχής, θα πρέπει να της παρέχεται μια αναλυτική και λεπτομερής περιγραφή τόσο του τύπου, όσο και της ταυτότητας των συμμετεχόντων στην αγορά.

ò νέο

(88)      Λαμβάνοντας υπόψη την ανακοίνωση των υπουργών οικονομικών του G20 και των διοικητών των κεντρικών τραπεζών της 15ης Απριλίου 2011 σχετικά με τη διασφάλιση της εφαρμογής της κατάλληλης ρύθμισης και εποπτείας στους συμμετέχοντες στις αγορές παραγώγων επί εμπορευμάτων, οι εξαιρέσεις από την οδηγία 2004/39/ΕΚ για διάφορους συμμετέχοντες που δραστηριοποιούνται στις αγορές παραγώγων επί εμπορευμάτων πρέπει να τροποποιηθούν προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι δραστηριότητες επιχειρήσεων, οι οποίες δεν ανήκουν σε χρηματοπιστωτικό όμιλο, συμπεριλαμβανομένης της αντιστάθμισης των κινδύνων που σχετίζονται με την παραγωγή και άλλων κινδύνων καθώς και της παροχής επενδυτικών υπηρεσιών σε παράγωγα επί εμπορευμάτων ή ασυνήθιστα παράγωγα σε δευτερεύουσα βάση προς τους πελάτες της κύριας επιχείρησης, εξακολουθούν να εξαιρούνται, αλλά ότι οι επιχειρήσεις που εξειδικεύονται στη διαπραγμάτευση εμπορευμάτων και παραγώγων επί εμπορευμάτων εντάσσονται στην παρούσα οδηγία.

ò νέο

(89)      Ενδείκνυται η διευκόλυνση της πρόσβασης στο κεφάλαιο για μικρομεσαίες επιχειρήσεις και η διευκόλυνση της περαιτέρω ανάπτυξης των εξειδικευμένων αγορών που έχουν ως στόχο την κάλυψη των αναγκών των μικρομεσαίων εκδοτών. Οι εν λόγω αγορές που λειτουργούν συνήθως βάσει της παρούσας οδηγίας ως ΠΜΔ είναι κοινά γνωστές ως αγορές ΜΜΕ, αγορές ανάπτυξης ή παράλληλες αγορές. Η δημιουργία εντός της κατηγορίας ΠΜΔ μιας νέας υποκατηγορίας αγοράς ανάπτυξης ΜΜΕ και η καταγραφή των αγορών αυτών πρέπει να αυξήσει τη διαφάνεια και τα χαρακτηριστικά τους και να συμβάλλει στην ανάπτυξη κοινών πανευρωπαϊκών ρυθμιστικών προτύπων για τις αγορές αυτές.

ò νέο

(90)      Οι απαιτήσεις που ισχύουν για τη νέα αυτή κατηγορία αγορών πρέπει να παρέχουν επαρκή ευελιξία ώστε να μπορούν να λαμβάνονται υπόψη όλα τα επιτυχημένα μοντέλα αγοράς που υφίστανται αυτή τη στιγμή ανά την Ευρώπη. Ακόμη, απαιτείται η εξεύρεση της σωστής ισορροπίας μεταξύ της διατήρησης υψηλών επιπέδων προστασίας των επενδυτών, η οποία είναι αναγκαία για την προώθηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών στους εκδότες στις εν λόγω αγορές, με ταυτόχρονη μείωση του περιττού διοικητικού βάρους για τους εκδότες στις αγορές αυτές. Προτείνεται η συμπερίληψη στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ή στα τεχνικά πρότυπα περισσότερων λεπτομερειών σχετικά με τις απαιτήσεις των αγορών ΜΜΕ, όπως αυτών που σχετίζονται με τα κριτήρια με βάση τα οποία επιτρέπεται η διαπραγμάτευση σε μια τέτοια αγορά.

ò νέο

(91)      Δεδομένου ότι είναι σημαντικό να μην επηρεαστούν αρνητικά υφιστάμενες επιτυχημένες αγορές, πρέπει να διατηρηθεί η δυνατότητα των διαχειριστών αγορών που απευθύνονται σε μικρομεσαίους εκδότες, να συνεχίσουν τη λειτουργία μιας τέτοιας αγοράς σύμφωνα με τις απαιτήσεις της οδηγίας, χωρίς να επιζητήσουν την καταχώρησή της ως αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ.

ης της σημασίας των μη επιζήμιων υφιστάμενων επιτυχημένων αγορών, πρέπει διαχειριστές της αγοράς με στόχο τους μικρομεσαίους εκδότες να συνεχίσουν να έχουν την επιλογή να συνεχίσουν τη λειτουργία μιας τέτοιας αγοράς σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην οδηγία χωρίς να επιδιώκεται η καταγραφή της ως αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 59

(92)(59)           Οι τυχόν εμπιστευτικές πληροφορίες που το σημείο επικοινωνίας κράτους μέλους λαμβάνει από το σημείο επικοινωνίας άλλου κράτους μέλους δεν θα πρέπει να θεωρούνται ως αμιγώς εσωτερικής φύσεως.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 60

(93)(60)           Είναι αναγκαίο να ενισχυθεί η σύγκλιση των εξουσιών που παραχωρούνται στις αρμόδιες αρχές προκειμένου να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την ισοδύναμη εφαρμογή των διατάξεων εντός της ενοποιημένης χρηματοπιστωτικής αγοράς. Η αποτελεσματικότητα της εποπτείας μπορεί να εξασφαλιστεί μέσω ελάχιστου κοινού συνόλου εξουσιών σε συνδυασμό με επαρκή μέσα.

ò νέο

(94)      Λόγω των σημαντικών επιπτώσεων και του μεριδίου της αγοράς που κατέχουν διάφοροι ΠΜΔ, συνιστάται η διασφάλιση επαρκών συμφωνιών συνεργασίας μεταξύ της αρμόδιας αρχής του ΠΜΔ και της αρμόδιας αρχής της περιοχής δικαιοδοσίας στην οποία ο ΠΜΔ παρέχει τις υπηρεσίες του. Προκειμένου να προβλεφθούν παρόμοιες εξελίξεις, η πρόβλεψη αυτή πρέπει να επεκταθεί στους ΟΜΔ.

ò νέο

(95)      Χάριν της συμμόρφωσης από τις επιχειρήσεις επενδύσεων και τις ρυθμιζόμενες αγορές, όσοι ελέγχουν αποτελεσματικά την επιχείρησή τους και τα μέλη του διοικητικού οργάνου των επιχειρήσεων επενδύσεων και των ρυθμιζόμενων αγορών με βάση τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από την παρούσα οδηγία και από τον κανονισμό [εισαγωγή από Υπηρεσία Εκδόσεων] και προκειμένου να διασφαλιστεί ότι υπόκεινται σε παρόμοια μεταχείριση σε όλη την Ένωση, τα κράτη μέλη πρέπει να υποχρεωθούν να προβλέψουν διοικητικές κυρώσεις και μέτρα που θα είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά. Κατά συνέπεια, οι διοικητικές κυρώσεις και τα μέτρα που ορίζονται από τα κράτη μέλη πρέπει να πληρούν ορισμένες ουσιαστικές απαιτήσεις σχετικά με τους αποδέκτες, τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη κατά την εφαρμογή μιας κύρωσης ή ενός μέτρου, τη δημοσίευση, τις βασικές εξουσίες επιβολής κυρώσεων και τα επίπεδα διοικητικών χρηματικών προστίμων.

ò νέο

(96)      Ειδικότερα, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να έχουν την εξουσία επιβολής χρηματικών προστίμων που να είναι επαρκώς υψηλά για την αντιστάθμιση των ωφελειών που μπορούν να αναμένονται και αποτρεπτικά ακόμα και για μεγαλύτερους οργανισμούς και τη διοίκησή τους.

ò νέο

(97)      Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεπής εφαρμογή των κυρώσεων σε όλα τα κράτη μέλη, κατά τον καθορισμό του τύπου των διοικητικών κυρώσεων ή των μέτρων και του επιπέδου των διοικητικών χρηματικών προστίμων, τα κράτη μέλη πρέπει να υποχρεούνται να διασφαλίζουν ότι κατά τον καθορισμό του τύπου των διοικητικών κυρώσεων ή μέτρων και του επιπέδου των διοικητικών χρηματικών προστίμων, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις.

ò νέο

(98)      Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι κυρώσεις έχουν αποτρεπτικό αποτέλεσμα στο ευρύ κοινό, πρέπει κατά κανόνα να δημοσιεύονται, εκτός από σαφώς καθορισμένες περιπτώσεις.

ò νέο

(99)      Προκειμένου να εντοπίζονται πιθανές παραβιάσεις, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να διαθέτουν τις αναγκαίες εξουσίες διερεύνησης και να μπορούν να συστήσουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς για να ενθαρρύνουν την καταγγελία πιθανών ή πραγματικών παραβιάσεων. Οι μηχανισμοί αυτοί δεν πρέπει να θίγουν την ύπαρξη επαρκών διασφαλίσεων για τους κατηγορούμενους. Πρέπει να θεσπιστούν κατάλληλες διαδικασίες προκειμένου να διασφαλίζεται το δικαίωμα του προσώπου για το οποίο έχει υποβληθεί καταγγελία για υπεράσπιση και ακρόαση πριν την έκδοση τελικής απόφασης που τον αφορά, καθώς και το δικαίωμα προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου κατά της απόφασης που τον αφορά.

ò νέο

(100)    Η παρούσα οδηγία πρέπει να αναφέρει διοικητικές κυρώσεις και μέτρα προκειμένου να καλύπτονται όλες οι ενέργειες που πραγματοποιούνται μετά τη διάπραξη παραβίασης και οι οποίες έχουν ως σκοπό την αποφυγή περαιτέρω παραβιάσεων, ασχέτως του χαρακτηρισμού τους ως κυρώσεις ή μέτρα βάσει της εθνικής νομοθεσίας.

ò νέο

(101)    Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται με την επιφύλαξη τυχόν διατάξεων του δικαίου των κρατών μελών σχετικά με ποινικές κυρώσεις.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 61 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(102)(61)         Ενόψει της προστασίας των πελατών και με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων τους ένδικης προστασίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίσουν ενθαρρύνουν Ö τη σύσταση Õ δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων που έχουν συσταθεί με σκοπό την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών, τη συνεργασία για να συνεργάζονται στην επίλυση των διασυνοριακών διαφορών, λαμβάνοντας υπόψη τη σύσταση 98/257/ΕΚ της Επιτροπής της 30ής Μαρτίου 1998 σχετικά με τις αρχές που διέπουν τα αρμόδια όργανα για την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών κατανάλωσης[42] ð και τη σύσταση της Επιτροπής, 2001/310/ΕΚ, περί αρχών για τα εξωδικαστικά όργανα συναινετικής επίλυσης καταναλωτικών διαφορών ï . Κατά την εφαρμογή των διατάξεων για τις καταγγελίες και τις διαδικασίες εξωδικαστικού διακανονισμού των διαφορών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να χρησιμοποιούν τους υφιστάμενους μηχανισμούς διασυνοριακής συνεργασίας, και ιδίως το δίκτυο προσφυγής για χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (FIN-Net).

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 62

ð νέο

(103)(62)         Οποιαδήποτε ανταλλαγή ή διαβίβαση πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών, άλλων αρχών, οργανισμών ή προσώπων πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με τους κανόνες για τη διαβίβαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που ορίζονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ ð του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[43]. Οιαδήποτε ανταλλαγή ή διαβίβαση προσωπικών δεδομένων από την ΕΑΚΑΑ σε τρίτες χώρες πρέπει να συνάδει με τους κανόνες για τις διαβιβάσεις προσωπικών δεδομένων που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 ï.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 63

(104)(63)         Είναι αναγκαίο να ενισχυθούν οι διατάξεις περί ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ αρμόδιων εθνικών αρχών και οι υποχρεώσεις συνδρομής και συνεργασίας μεταξύ των αρχών αυτών. Λόγω της αυξανόμενης διασυνοριακής δραστηριότητας, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να ανταλλάσσουν τις αναγκαίες πληροφορίες για την άσκηση των καθηκόντων τους κατά τρόπο που να διασφαλίζει την αποτελεσματική εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ακόμα και σε καταστάσεις στις οποίες παραβάσεις ή πιθανολογούμενες παραβάσεις μπορούν να εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των αρχών δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών. Κατά την ανταλλαγή των πληροφοριών απαιτείται η τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου ώστε να εξασφαλίζεται η ομαλή διαβίβαση των πληροφοριών και η προστασία ορισμένων δικαιωμάτων.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 64

(64)      Στη σύνοδό του της 17ης Ιουλίου 2000, το Συμβούλιο συνέστησε την Επιτροπή Σοφών για τη ρύθμιση των ευρωπαϊκών αγορών κινητών αξιών. Στην τελική της έκθεση, η επιτροπή σοφών πρότεινε την καθιέρωση νέων νομοθετικών τεχνικών βάσει προσέγγισης σε τέσσερα επίπεδα: γενικές αρχές, μέτρα εφαρμογής, συνεργασία και εφαρμογή. Στο επίπεδο 1, η οδηγία θα περιοριστεί στη διατύπωση γενικών αρχών-πλαισίων, ενώ στο επίπεδο 2 η Επιτροπή, επικουρούμενη από μια ειδική επιτροπή, θα θεσπίσει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 65

(65)      Με το ψήφισμα που εξέδωσε στις 23 Μαρτίου 2001, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Στοκχόλμης ενέκρινε την τελική έκθεση της Επιτροπής Σοφών και την προτεινόμενη προσέγγιση σε τέσσερα επίπεδα, προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα και η διαφάνεια της διαδικασίας θέσπισης της κοινοτικής νομοθεσίας περί κινητών αξιών.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 66

(66)      Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Στοκχόλμης, τα μέτρα εφαρμογής του επιπέδου 2 θα πρέπει να χρησιμοποιούνται συχνότερα για να εξασφαλίζεται η δυνατότητα προσαρμογής των τεχνικών διατάξεων στις εξελίξεις της αγοράς και των εποπτικών προτύπων, θα πρέπει, δε, να προσδιορισθούν προθεσμίες για όλα τα στάδια των εργασιών του επιπέδου 2.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 67

(67)      Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με το ψήφισμά του της 5ης Φεβρουαρίου 2002 σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας περί χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, ενέκρινε επίσης την έκθεση της Επιτροπής Σοφών, βάσει της επίσημης δήλωσης στην οποία προέβη την ίδια μέρα ενώπιον του Κοινοβουλίου η Επιτροπή και της επιστολής την οποία απηύθυνε στις 2 Οκτωβρίου 2001 ο αρμόδιος για την εσωτερική αγορά Επίτροπος προς τον πρόεδρο της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του Κοινοβουλίου σχετικά με τις εγγυήσεις για το ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη διαδικασία αυτή.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη

(68)      Τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[44].

ê 2006/31/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 1

(105)(69)         Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει να διαθέτει τρεις μήνες από την πρώτη διαβίβαση σχεδίων τροποποιήσεων και εκτελεστικών μέτρων, ώστε να του δοθεί η δυνατότητα να τα εξετάσει και να εκφράσει τη γνώμη του. Ωστόσο, σε επείγουσες και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, θα πρέπει να είναι δυνατή η συντόμευση της προθεσμίας αυτής. Εάν, εντός της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εγκρίνει ψήφισμα, η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει τα σχέδια τροποποιήσεων ή μέτρων.

ê 2004/39/ΕΚ αιτ. σκέψη 70

(70)      Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι περαιτέρω εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλλει εκθέσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων για την ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης, το πεδίο εφαρμογής των κανόνων διαφάνειας και την ενδεχόμενη παροχή άδειας λειτουργίας ως επιχειρήσεων επενδύσεων σε διαπραγματευτές που ειδικεύονται σε παράγωγα επί εμπορευμάτων.

ò νέο

(106)    Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να εκδίδει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης σχετικά με τις λεπτομέρειες που αφορούν εξαιρέσεις, την διασαφήνιση των ορισμών, τα κριτήρια για την αξιολόγηση των προτάσεων απόκτησης συμμετοχών μιας επιχείρησης επενδύσεων, τις οργανωτικές απαιτήσεις για τις επιχειρήσεις επενδύσεων, τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων, τις υποχρεώσεις του κώδικα δεοντολογίας για την παροχή υπηρεσιών επενδύσεων, την εκτέλεση των εντολών με τους πλέον ευνοϊκούς όρους για τον πελάτη, τη διαχείριση των εντολών πελατών, τις συναλλαγές με επιλέξιμους αντισυμβαλλόμενους, τις αγορές ανάπτυξης των ΜΜΕ, τους όρους για την αξιολόγηση του αρχικού κεφαλαίου των επιχειρήσεων τρίτων χωρών, τα μέτρα που αφορούν την προσαρμοστικότητα του συστήματος, τα μέτρα διακοπής συναλλαγών και τις ηλεκτρονικές συναλλαγές, την αποδοχή χρηματοπιστωτικών μέσων για διαπραγμάτευση, την αναστολή και απόσυρση χρηματοπιστωτικών μέσων από τη διαπραγμάτευση, τα όρια για την αναφορά της θέσης που κατέχουν ορισμένες κατηγορίες διαπραγματευτών, τη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών. Έχει ιδιαίτερη σημασία η Επιτροπή να διεξάγει τις κατάλληλες διαβουλεύσεις στο πλαίσιο των οικείων προπαρασκευαστικών εργασιών, συμπεριλαμβανομένων και των εργασιών σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, κατά την προετοιμασία και σύνταξη κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

ò νέο

(107)    Προκειμένου να εξασφαλιστούν ομοιόμορφες προϋποθέσεις εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες. Οι εν λόγω εκτελεστικές εξουσίες σχετίζονται με την έκδοση της απόφασης ισοδυναμίας για το νομικό και εποπτικό πλαίσιο τρίτων χωρών όσον αφορά την παροχή υπηρεσιών από επιχειρήσεις τρίτων χωρών και την υποβολή αναφορών θέσης από κατηγορίες διαπραγματευτών στην ΕΑΚΑΑ και θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[45].

ò νέο

(108)    Τα τεχνικά πρότυπα στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες θα πρέπει να διασφαλίζουν συνεπή εναρμόνιση και επαρκή προστασία των καταθετών, των επενδυτών και των καταναλωτών σε όλη την Ένωση. Ως όργανο με πολύ εξειδικευμένη εμπειρογνωσία, η ανάθεση στην ΕΑΚΑΑ της σύνταξης σχεδίων κανονιστικών και εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που δεν θα περιλαμβάνουν πολιτικές επιλογές, προς υποβολή στην Επιτροπή, θα ήταν μια αποτελεσματική και ορθή επιλογή.

ò νέο

(109)    Η Επιτροπή πρέπει να εκδώσει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που καταρτίζει η ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το άρθρο 7 σχετικά με τις διαδικασίες έγκρισης και απόρριψης των αιτήσεων άδειας λειτουργίας των επιχειρήσεων επενδύσεων, τα άρθρα 9 και 48 σχετικά με τις απαιτήσεις για τα διοικητικά όργανα, το άρθρο 12 σχετικά με την απόκτηση ειδικής συμμετοχής, το άρθρο 27 σχετικά με την υποχρέωση εκτέλεσης εντολών με τους ευνοϊκότερους δυνατούς όρους για τους πελάτες, τα άρθρα 34 και 54 σχετικά με τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών, το άρθρο 36 σχετικά με την ελευθερία παροχής υπηρεσιών και δραστηριοτήτων επενδύσεων, το άρθρο 37 σχετικά με την ίδρυση υποκαταστήματος, το άρθρο 44 σχετικά με την παροχή υπηρεσιών από εταιρείες τρίτων χωρών, το άρθρο 63 σχετικά με τις διαδικασίες έγκρισης και απόρριψης αιτήσεων αδειοδότησης παρόχων υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων, τα άρθρα 66 και 67 σχετικά με τις οργανωτικές απαιτήσεις για εγκεκριμένους μηχανισμούς δημοσίευσης (ΕΜΔ) και παρόχους ενοποιημένων δελτίων (ΠΕΔ) και το άρθρο 84 σχετικά με την συνεργασία αρμοδίων αρχών. Η Επιτροπή πρέπει να εγκρίνει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων μέσω κατ' εξουσιοδότηση δυνάμει του άρθρου 29 της ΣΛΕΕ και σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

ò νέο

(110)    Η Επιτροπή πρέπει επίσης να εξουσιοδοτηθεί να εγκρίνει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων μέσω εκτελεστικών πράξεων δυνάμει του άρθρου 291 της ΣΛΕΕ και σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. Στην ΕΑΚΑΑ πρέπει να ανατεθεί η σύνταξη σχεδίων εκτελεστικών τεχνικών προτύπων προς υποβολή στην Επιτροπή όσον αφορά το άρθρο 7 σχετικά με τις διαδικασίες έγκρισης και απόρριψης των αιτήσεων άδειας λειτουργίας επιχειρήσεων επενδύσεων, το άρθρο 12 σχετικά με την απόκτηση ειδικής συμμετοχής, το άρθρο 18 σχετικά με τη διαδικασία διαπραγμάτευσης και οριστικοποίησης των συναλλαγών σε ΠΜΔ και ΟΜΔ, τα άρθρα 32, 33 και 53 σχετικά με την αναστολή και απόσυρση χρηματοπιστωτικών μέσων από τη διαπραγμάτευση, το άρθρο 36 σχετικά με την ελευθερία παροχής υπηρεσιών και δραστηριοτήτων επενδύσεων, το άρθρο 37 σχετικά με την ίδρυση υποκαταστήματος, το άρθρο 44 σχετικά με την παροχή υπηρεσιών από εταιρείες τρίτων χωρών, το άρθρο 60 σχετικά με την αναφορά της θέσης που κατέχουν ορισμένες κατηγορίες διαπραγματευτών, το άρθρο 78 σχετικά με την υποβολή πληροφοριών στην ΕΑΚΑΑ, το άρθρο 83 σχετικά με την υποχρέωση συνεργασίας, το άρθρο 84 σχετικά με την συνεργασία αρμοδίων αρχών, το άρθρο 85 σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών και το άρθρο 88 σχετικά με τις διαβουλεύσεις πριν την αδειοδότηση.

ò νέο

(111)    Η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο αξιολογώντας τη λειτουργία των οργανωμένων μηχανισμών διαπραγμάτευσης, τη λειτουργία του καθεστώτος για τις αγορές ανάπτυξης των ΜΜΕ, τις επιπτώσεις των απαιτήσεων σχετικά με τις αυτοματοποιημένες και υψηλής συχνότητας συναλλαγές, την εμπειρία με το μηχανισμό απαγόρευσης ορισμένων προϊόντων ή πρακτικών και τις επιπτώσεις των μέτρων σχετικά με τις αγορές παραγώγων επί εμπορευμάτων.

ê

(112)(71)         Ο στόχος της δημιουργίας ενοποιημένης χρηματοπιστωτικής αγοράς στην οποία οι επενδυτές προστατεύονται επαρκώς, ενώ διασφαλίζεται παράλληλα η αποτελεσματικότητα και η ακεραιότητα του συνόλου της αγοράς, απαιτεί τη θέσπιση κοινών κανονιστικών προϋποθέσεων για τις επιχειρήσεις επενδύσεων, όπου και αν έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εντός της Κοινότητας Ö Ένωσης Õ , και για τη λειτουργία των ρυθμιζόμενων αγορών και των άλλων συστημάτων συναλλαγών κατά τρόπο ώστε η έλλειψη διαφάνειας σε συγκεκριμένη αγορά ή η δυσλειτουργία της να μη θέτουν σε κίνδυνο την αποτελεσματική λειτουργία του συνόλου του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Δεδομένου ότι ο εν λόγω στόχος μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό Ö ενωσιακό Õ επίπεδο, η Κοινότητα Ö Ένωση Õ θα πρέπει να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία ορίζεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του στόχου αυτού,.

ò νέο

(113)    Η θέσπιση ενοποιημένου δελτίου για εξωχρηματιστηριακά μέσα θεωρείται ότι θα αντιμετωπίσει περισσότερες δυσκολίες εφαρμογής σε σχέση με το ενοποιημένο δελτίο των μετοχών και οι δυνητικοί πάροχοι πρέπει να έχουν την δυνατότητα να αποκτήσουν εμπειρία με τα υπόψη μέσα πριν να το δημιουργήσουν. Προκειμένου να διευκολυνθεί η σωστή θέσπιση του ενοποιημένου δελτίου για εξωχρηματιστηριακά χρηματοπιστωτικά μέσα, ενδείκνυται κατά συνέπεια να προβλεφθεί παράταση της προθεσμίας εφαρμογής των εθνικών μέτρων ενσωμάτωσης της σχετικής διάταξης.

ò νέο

(114)    Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως το δικαίωμα προστασίας προσωπικών δεδομένων, την επιχειρηματική ελευθερία, το δικαίωμα στην προστασία του καταναλωτή, το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου, το δικαίωμα του προσώπου να μη δικάζεται ή να μην τιμωρείται ποινικά δύο φορές για την ίδια αξιόποινη πράξη και πρέπει να εφαρμοστεί σύμφωνα με τα εν λόγω δικαιώματα και αρχές.

ê

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΤΙΤΛΟΣ I

ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις επενδύσεων, και στις ρυθμιζόμενες αγορές Ö , στους παρόχους υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων, και στις εταιρείες τρίτων χωρών που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες εντός της Ένωσης Õ .

ò νέο

2. Η παρούσα οδηγία θεσπίζει απαιτήσεις ως προς τα ακόλουθα:

(α) όροι για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας και τη λειτουργία των επιχειρήσεων επενδύσεων,

β) παροχή επενδυτικών υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων από επιχειρήσεις τρίτων χωρών μέσω της ίδρυσης υποκαταστήματος,

γ) χορήγηση άδειας λειτουργίας και λειτουργία ρυθμιζόμενων αγορών,

δ) χορήγηση άδειας λειτουργίας και λειτουργία παρόχων υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων, και

ε) εποπτεία, συνεργασία και εφαρμογή από τις αρμόδιες αρχές.

ê

ð νέο

32. Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται επίσης σε πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει της οδηγίας 2000/12/ΕΚ Ö 2006/48/ΕΚ Õ , όταν τα εν λόγω ιδρύματα παρέχουν/ασκούν μία ή πλείονες επενδυτικές υπηρεσίες/δραστηριότητες ð και όταν πωλούν ή συμβουλεύουν πελάτες σχετικά με καταθέσεις πλην εκείνων των οποίων η απόδοση καθορίζεται σε συνάρτηση με επιτόκιο ï :

– το άρθρο 2 παράγραφος 2, ð το άρθρο 9 παράγραφος 6, ï και τα άρθρα 1411, 16, 1713 και 1814,

– το Κεφάλαιο ΙΙ του Τίτλου ΙΙ, εκτός του άρθρου 23 Ö 29 Õ παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο,

– το Κεφάλαιο III του Τίτλου II, εκτός του άρθρου 31 36 παράγραφοι 2 Ö, 3 και Õ έως 4 και του άρθρου 3732 παράγραφοι 2 Ö , 3, 4, 5, Õ έως 6, και 8 έως 9 και 10,

– τα άρθρα 6948 έως 8053, Ö και τα άρθρα Õ 8457, 8961 και 9062, και

– Το άρθρο 71 παράγραφος 1.

Άρθρο 2

Εξαιρέσεις

1. Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε:

              α) στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ ή του άρθρου 1 της οδηγίας 2002/83/ΕΚ, και στις επιχειρήσεις που ασκούν τις δραστηριότητες αντασφάλισης και αντεκχώρησης που αναφέρονται στην οδηγία 64/225/ΕΟΚ Ö 2009/138/ΕΚ Õ ·

              β) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες αποκλειστικά στις μητρικές τους επιχειρήσεις, στις θυγατρικές τους επιχειρήσεις ή σε άλλες θυγατρικές επιχειρήσεις των μητρικών τους επιχειρήσεων,

              γ) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτική υπηρεσία ως παρεπόμενη δραστηριότητα στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, υπό τον όρο ότι η δραστηριότητα αυτή διέπεται από νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις ή από επαγγελματικό κώδικα δεοντολογίας που δεν απαγορεύουν την παροχή της υπηρεσίας αυτής·

              δ) στα πρόσωπα που δεν παρέχουν/ασκούν άλλες επενδυτικές υπηρεσίες/ δραστηριότητες πλην της διενέργειας πράξεων για ίδιο λογαριασμό, εκτός εάν:

(i)       είναι ειδικοί διαπραγματευτές (market makers)

ð (ii) είναι μέλη ή συμμετέχουν σε ρυθμιζόμενη αγορά ή ΠΜΔ· ï ή

(iii)     εάν διενεργούν πράξεις για ίδιο λογαριασμό ð εκτελώντας εντολές πελατών ï εκτός ρυθμιζόμενης αγοράς ή ΠΜΔ κατά τρόπο οργανωμένο, συχνά και συστηματικά, παρέχοντας ένα σύστημα προσβάσιμο σε τρίτα μέρη, ώστε να πραγματοποιούν συναλλαγές με αυτά·

ð Η παρούσα εξαίρεση δεν ισχύει για πρόσωπα που εξαιρούνται βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 1 εδάφιο (i) τα οποία διενεργούν πράξεις για ίδιο λογαριασμό σε χρηματοπιστωτικά μέσα ως μέλη ή συμμετέχοντες σε ρυθμιζόμενη αγορά ή ΠΜΔ, επίσης και ως ειδικοί διαπραγματευτές για παράγωγα επί εμπορευμάτων, δικαιώματα εκπομπών ή παράγωγά τους· ï

              ε) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες οι οποίες συνίστανται αποκλειστικά στη διαχείριση συστημάτων συμμετοχής των εργαζομένων,

              στ) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες που συνίστανται μόνο στη διαχείριση συστημάτων συμμετοχής των εργαζομένων και στην παροχή επενδυτικών υπηρεσιών αποκλειστικά στις μητρικές τους επιχειρήσεις, στις θυγατρικές τους επιχειρήσεις ή σε άλλες θυγατρικές επιχειρήσεις των μητρικών τους επιχειρήσεων,

              ζ) στα μέλη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και στους άλλους εθνικούς οργανισμούς που επιτελούν παρόμοιες λειτουργίες ð στην Ένωση, ï και στους λοιπούς δημόσιους φορείς που διαχειρίζονται το δημόσιο χρέος ή παρεμβαίνουν στη διαχείρισή του ð στην Ένωση και σε διεθνείς φορείς των οποίων συμβαλλόμενα μέρη είναι ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ï ,

              η) στους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων και στα ταμεία συντάξεων, είτε υπόκεινται σε συντονισμό σε κοινοτικό Ö ενωσιακό Õ επίπεδο είτε όχι, και στους θεματοφύλακες και διαχειριστές αυτών των επιχειρήσεων,

              θ) στα πρόσωπα που ð τα οποία: ï

              ð - ï διενεργούν πράξεις σε χρηματοπιστωτικά μέσα για ίδιο λογαριασμό ð εξαιρουμένων των προσώπων που ενεργούν για ίδιο λογαριασμό εκτελώντας εντολές πελατών, ï ή

              ð - ï παρέχουν υπηρεσίες επενδύσεων ð , χωρίς να διενεργούν συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό, αποκλειστικά για τις μητρικές τους επιχειρήσεις, για τις οικείες θυγατρικές ή για άλλες θυγατρικές των μητρικών τους επιχειρήσεων, ή ï

              ð - παρέχουν υπηρεσίες επενδύσεων, χωρίς να διενεργούν συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό, ï σε παράγωγα επί εμπορευμάτων ή σε παράγωγες συμβάσεις παραγώγων, που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι, τμήμα Γ.10, ð ή σε δικαιώματα εκπομπών ή παράγωγα αυτών, ï στους πελάτες της κύριας δραστηριότητάς τους,

              υπό τον όρο ότι ð σε όλες τις περιπτώσεις ï αυτό αποτελεί παρεπόμενη δραστηριότητα ως προς την κύρια δραστηριότητά τους, θεωρούμενη σε επίπεδο ομίλου, και ότι η εν λόγω κύρια δραστηριότητά τους δεν είναι η παροχή επενδυτικών υπηρεσιών κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας ούτε η παροχή τραπεζικών υπηρεσιών βάσει της οδηγίας 2000/12/ΕΚ Ö 2006/48/ΕΚ Õ ,

              ι) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές κατά την άσκηση άλλης επαγγελματικής δραστηριότητας μη εμπίπτουσας στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, υπό την προϋπόθεση ότι δεν αμείβονται ειδικά για την παροχή των συμβουλών αυτών·

              ια) στα πρόσωπα των οποίων η κύρια δραστηριότητα συνίσταται στη διενέργεια πράξεων σε εμπορεύματα ή/και παράγωγα επί εμπορευμάτων για ίδιο λογαριασμό. Η εξαίρεση αυτή δεν έχει εφαρμογή όταν τα πρόσωπα που διενεργούν πράξεις σε εμπορεύματα ή/και παράγωγα επί εμπορευμάτων για ίδιο λογαριασμό αποτελούν μέρος ομίλου, κύρια δραστηριότητα του οποίου είναι η παροχή άλλων επενδυτικών υπηρεσιών, κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας ή τραπεζικών υπηρεσιών βάσει της οδηγίας 2000/12/ΕΚ

              ια)ιβ) στις επιχειρήσεις οι οποίες παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή/και επιδίδονται σε επενδυτικές δραστηριότητες που συνίστανται αποκλειστικά στη διενέργεια πράξεων για ίδιο λογαριασμό σε αγορές συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης ή δικαιωμάτων προαίρεσης επί χρηματοπιστωτικών μέσων ή άλλων παραγώγων και σε αγορές τοις μετρητοίς με μόνο σκοπό την αντιστάθμιση κινδύνων θέσεων σε αγορές παραγώγων ή οι οποίες δραστηριοποιούνται για λογαριασμό άλλων μελών των αγορών αυτών ή διαμορφώνουν τιμές για τα μέλη των αγορών αυτών, και οι οποίες καλύπτονται από την εγγύηση εκκαθαριστών μελών των ιδίων αγορών, εφόσον την ευθύνη για την εκτέλεση των συμβάσεων που συνάπτουν οι επιχειρήσεις αυτές φέρουν εκκαθαριστές μέλη των ιδίων αγορών·

              ιβ)ιγ) στις ενώσεις που συγκροτούνται από δανικά και φινλανδικά συνταξιοδοτικά ταμεία με μοναδικό σκοπό τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων των ταμείων που είναι μέλη τους·

              ιγ)ιδ) στους «agenti di cambio» των οποίων οι δραστηριότητες και τα καθήκοντα διέπονται από το άρθρο 201 του ιταλικού νομοθετικού διατάγματος αριθ. 58 της 24ης Φεβρουαρίου 1998.

              Ö ιδ) στους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ ή στο άρθρο 2 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/73/ΕΚ κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους βάσει των εν λόγω οδηγιών ή βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 714/2009 ή του κανονισμού (ΕΚ) 715/2009 ή των κωδικών των δικτύων ή κατευθυντήριων γραμμών που έχουν εκδοθεί δυνάμει των εν λόγω κανονισμών. Õ

2. Τα δικαιώματα που απορρέουν από την παρούσα οδηγία δεν εκτείνονται στις υπηρεσίες που παρέχονται από αντισυμβαλλομένους σε πράξεις που διενεργούνται από δημόσιους φορείς που χειρίζονται το δημόσιο χρέος ή από μέλη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους σύμφωνα με τη Συνθήκη και το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή κατά την άσκηση ισοδύναμων καθηκόντων δυνάμει εθνικών διατάξεων.

3. ð Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει πράξεις κατ' εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 94 όσον αφορά μέτρα ï Για να λαμβάνει υπόψη τις εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να διασφαλίζει την ενιαία εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή, δύναται να ορίζει, Ö ως προς τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχεία (γ), Õ και Ö θ) και (ια), τα κριτήρια με τα οποία προσδιορίζεται Õ προκειμένου να αποσαφηνίσει πότε μια δραστηριότητα θεωρείται παρεπόμενη κύριας δραστηριότητας, σε επίπεδο ομίλου, καθώς και πότε μια δραστηριότητα ασκείται παρεμπιπτόντως.

ò νέο

Τα κριτήρια καθορισμού μιας δραστηριότητας ως παρεπόμενης σε σχέση με την κύρια δραστηριότητα συνεκτιμούν τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

- κατά πόσο η δραστηριότητα μετρούμενη αντικειμενικά μπορεί να μειώσει τους κινδύνους που συνδέονται άμεσα με την εμπορική δραστηριότητα ή τη δραστηριότητα χρηματοδότησης της επιχείρησης,

- το κεφάλαιο που χρησιμοποιείται για την διεξαγωγή της δραστηριότητας.

ê

ð νέο

Άρθρο 3

Προαιρετικές εξαιρέσεις

1. Ένα κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει την παρούσα οδηγία σε πρόσωπα των οποίων είναι το κράτος μέλος καταγωγής και τα οποία:

– δεν επιτρέπεται να διατηρούν στην κατοχή τους χρήματα ή κινητές αξίες πελατών και ως εκ τούτου δεν επιτρέπεται σε καμία στιγμή να είναι οφειλέτες των πελατών τους, και

– δεν επιτρέπεται να παρέχουν καμία επενδυτική υπηρεσία, εκτός από ð την παροχή επενδυτικών συμβουλών, σε συνδυασμό ή όχι με ï τη λήψη και διαβίβαση εντολών επί κινητών αξιών και μεριδίων που εκδίδονται από οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων και την παροχή επενδυτικών συμβουλών που σχετίζονται με τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα, και

– κατά την παροχή της υπηρεσίας αυτής επιτρέπεται να διαβιβάζουν εντολές μόνο σε:

          (i) επιχειρήσεις επενδύσεων με άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την παρούσα οδηγία·

          (ii) πιστωτικά ιδρύματα με άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την οδηγία 2000/12/ΕΚ Ö 2006/48/ΕΚ Õ ·

          (iii) υποκαταστήματα επιχειρήσεων επενδύσεων ή πιστωτικών ιδρυμάτων με άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα, υποκείμενα σε και συμμορφούμενα με κανόνες προληπτικής εποπτείας που κατά την κρίση των αρμόδιων αρχών είναι τουλάχιστον εξίσου αυστηροί με τους οριζόμενους στην παρούσα οδηγία, στην οδηγία 2000/12/ΕΚ Ö 2006/48/ΕΚ Õ ή στην οδηγία 93/6/ΕΟΚ Ö 2006/49/ΕΚ Õ,

          (iv) οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων εξουσιοδοτημένους βάσει του εθνικού δικαίου κράτους μέλους να διαθέτουν μερίδια στο κοινό, και διαχειριστές τέτοιων οργανισμών·

          (v) επιχειρήσεις επενδύσεων σταθερού κεφαλαίου, κατά την έννοια του άρθρου 15 παράγραφος 4 της δεύτερης οδηγίας 77/91/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1976, περί συντονισμού των εγγυήσεων που απαιτούνται στα κράτη μέλη εκ μέρους των εταιρειών, κατά την έννοια του άρθρου 58 δεύτερη παράγραφος της συνθήκης, για την προστασία των συμφερόντων των εταίρων και των τρίτων με σκοπό να καταστούν οι εγγυήσεις αυτές ισοδύναμες[46] όσον αφορά τη σύσταση της ανωνύμου εταιρείας και τη διατήρηση και τις μεταβολές του κεφαλαίου της, τα αξιόγραφα των οποίων είναι εισηγμένα ή αγοράζονται/πωλούνται σε ρυθμιζόμενη αγορά κράτους μέλους,

υπό την προϋπόθεση ότι οι δραστηριότητες των προσώπων αυτών ð έχουν λάβει άδεια λειτουργίας και ï υπόκεινται σε ρυθμίσεις σε εθνικό επίπεδο.ð Οι απαιτήσεις που επιβάλλονται από τα εθνικά καθεστώτα στα εν λόγω πρόσωπα πρέπει να είναι τουλάχιστον ανάλογες με τις ακόλουθες απαιτήσεις βάσει της παρούσας οδηγίας: ï

ð (i) όροι και διαδικασίες αδειοδότησης και συνεχούς εποπτείας βάσει των προβλεπόμενων στο άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 3, και στα άρθρα 7, 8, 9, 10, 21 και 22· ï

ð ii) υποχρεώσεις επαγγελματικής δεοντολογίας που καθορίζονται στο άρθρο 24 παράγραφοι 1, 2, 3 και 5 και στο άρθρο 25 παράγραφοι 1, 4 και 5 καθώς και στα αντίστοιχα μέτρα εφαρμογής της οδηγίας 2006/73/ΕΚ. ï

ð Τα κράτη μέλη απαιτούν από τα πρόσωπα που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας βάσει της παραγράφου 1 να καλύπτονται από σύστημα αποζημίωσης των επενδυτών αναγνωρισμένο σύμφωνα με την οδηγία 97/9/ΕΚ ή από σύστημα που εξασφαλίζει ισοδύναμη προστασία των πελατών τους. ï

ê 2004/39/ΕΚ

2. Τα πρόσωπα που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας δυνάμει της παραγράφου 1 δεν απολαύουν της προβλεπόμενης στα άρθρα 36 και 37 31 και 32 αντιστοίχως ελευθερίας παροχής υπηρεσιών/άσκησης δραστηριοτήτων και ίδρυσης υποκαταστημάτων.

ò νέο

3. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στην ΕΑΚΑΑ εάν θα εφαρμόσουν τις προαιρετικές εξαιρέσεις του παρόντος άρθρου και εξασφαλίζουν ότι κάθε άδεια που χορηγούν σύμφωνα με την παράγραφο 1 αναφέρει ότι χορηγείται σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο.

4. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην ΕΑΚΑΑ τις διατάξεις του εθνικού δικαίου που είναι ανάλογες προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και αναφέρονται στην παράγραφο 1.

ê

è1 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 2

ð νέο

Άρθρο 4

Ορισμοί

ð 1. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ισχύουν οι ορισμοί του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός MiFIR]. ï

21. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, Ισχύουν ð επίσης ï οι ακόλουθοι ορισμοί:

              1) «επιχείρηση επενδύσεων»: κάθε νομικό πρόσωπο του οποίου σύνηθες επάγγελμα ή δραστηριότητα είναι η παροχή μιας ή περισσότερων επενδυτικών υπηρεσιών σε τρίτους ή/και η διενέργεια μιας ή περισσότερων επενδυτικών δραστηριοτήτων σε επαγγελματική βάση.

              Τα κράτη μέλη μπορούν να περιλαμβάνουν στον ορισμό των επιχειρήσεων επενδύσεων και επιχειρήσεις που δεν είναι νομικά πρόσωπα, εφόσον:

            (α) το νομικό τους καθεστώς διασφαλίζει επίπεδο προστασίας των συμφερόντων των τρίτων ισοδύναμο με το προσφερόμενο από τα νομικά πρόσωπα, και

            β) υπόκεινται σε ισοδύναμη και προσαρμοσμένη στη νομική τους μορφή προληπτική εποπτεία.

              Ωστόσο, εάν φυσικό πρόσωπο παρέχει υπηρεσίες που συνεπάγονται την κατοχή χρημάτων ή κινητών αξιών τρίτων, μπορεί να θεωρηθεί επιχείρηση επενδύσεων για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας μόνον εφόσον, με την επιφύλαξη των άλλων απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας και της οδηγίας 93/6/ΕΟΚ, πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

            (α) τα δικαιώματα κυριότητας των τρίτων επί των χρηματοπιστωτικών μέσων και των χρημάτων πρέπει να διασφαλίζονται, ιδίως σε περίπτωση αφερεγγυότητας της επιχείρησης ή των ιδιοκτητών της, κατάσχεσης, συμψηφισμού ή κάθε άλλης προβολής αξιώσεων εκ μέρους των δανειστών της επιχείρησης ή των ιδιοκτητών της,

            β) η επιχείρηση πρέπει να υπόκειται σε κανόνες εποπτείας της φερεγγυότητάς της και εκείνης των ιδιοκτητών της·

            γ) οι ετήσιοι λογαριασμοί της επιχείρησης πρέπει να ελέγχονται από ένα ή περισσότερα πρόσωπα τα οποία, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, νομιμοποιούνται να ελέγχουν λογαριασμούς·

            δ) εάν η επιχείρηση έχει έναν μόνο ιδιοκτήτη, αυτός οφείλει να λαμβάνει μέτρα για την προστασία των επενδυτών σε περίπτωση παύσης των δραστηριοτήτων της επιχείρησης λόγω θανάτου ή ανικανότητάς του ή οποιασδήποτε άλλης παρόμοιας κατάστασης·

              12) «επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες»: οποιεσδήποτε από τις υπηρεσίες και δραστηριότητες του τμήματος Α του παραρτήματος Ι οι οποίες αφορούν οποιοδήποτε από τα μέσα που απαριθμούνται στο τμήμα Γ του παραρτήματος Ι,

              Η Επιτροπή è1 --- ç ð εγκρίνει με κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 μέτρα που διευκρινίζουν ï :

– τις παράγωγες συμβάσεις που αναφέρονται στο τμήμα Γ. 7 του Παραρτήματος Ι και έχουν τα χαρακτηριστικά άλλων παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, το κατά πόσον υπόκεινται σε εκκαθάριση ή διακανονισμό μέσω αναγνωρισμένων γραφείων συμψηφισμού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων·

– τις παράγωγες συμβάσεις που αναφέρονται στο τμήμα Γ. 10 του Παραρτήματος Ι και έχουν τα χαρακτηριστικά άλλων παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, το κατά πόσον είναι διαπραγματεύσιμες σε ρυθμιζόμενη αγορά ή ΠΣΠ, υπόκεινται σε εκκαθάριση ή διακανονισμό μέσω αναγνωρισμένων γραφείων συμψηφισμού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων·

              23) «παρεπόμενη υπηρεσία»: οποιαδήποτε από τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο τμήμα Β του Παραρτήματος Ι,

              34) «επενδυτική συμβουλή»: η παροχή προσωπικών συμβουλών σε πελάτη, είτε κατόπιν αιτήσεώς του είτε με πρωτοβουλία της επιχείρησης επενδύσεων, σχετικά με μία ή περισσότερες συναλλαγές που αφορούν χρηματοπιστωτικά μέσα,

45) «εκτέλεση εντολών για λογαριασμό πελατών»: η διαμεσολάβηση στη σύναψη συμφωνιών αγοράς ή πώλησης ενός ή περισσοτέρων χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό πελατών ð . Η εκτέλεση εντολών περιλαμβάνει την σύναψη συμφωνιών πώλησης χρηματοπιστωτικών μέσων που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα ή επιχείρηση επενδύσεων κατά την στιγμή της έκδοσής τους ï·

              56) «διενέργεια συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό»: η διαπραγμάτευση βάσει ιδίων κεφαλαίων, η οποία οδηγεί στην ολοκλήρωση συναλλαγών σε ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα,

              (7) «συστηματικός εσωτερικοποιητής» (systematic internaliser): επιχείρηση επενδύσεων η οποία συναλλάσσεται κατά τρόπο οργανωμένο, συχνά και συστηματικάγια ίδιο λογαριασμό εκτελώντας εντολές πελατών εκτός ρυθμιζόμενης αγοράς ή ΠΜΔ,

              68) «ειδικός διαπραγματευτής (market maker)»: πρόσωπο που δραστηριοποιείται στις χρηματοπιστωτικές αγορές σε συνεχή βάση, και αναλαμβάνει να συναλλάσσεται για ίδιο λογαριασμό αγοράζοντας και πωλώντας χρηματοπιστωτικά μέσα έναντι ιδίων κεφαλαίων σε τιμές που έχει καθορίσει ο ίδιος,

              79) «διαχείριση χαρτοφυλακίου»: η διαχείριση, με εντολή του πελάτη και υπό καθεστώς διακριτικής ευχέρειας για κάθε πελάτη, χαρτοφυλακίων που περιλαμβάνουν ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα,

              810) «πελάτης»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο μια επιχείρηση επενδύσεων παρέχει επενδυτικές ή/και παρεπόμενες υπηρεσίες,

              911) «επαγγελματίας πελάτης»: πελάτης που πληροί τα κριτήρια και τις διαδικασίες που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ,

              102) «ιδιώτης πελάτης»: κάθε πελάτης που δεν είναι πελάτης επαγγελματίας,

              (13) «διαχειριστής αγοράς»: πρόσωπο ή πρόσωπα που διευθύνουν ή/και εκμεταλλεύονται τις δραστηριότητες μιας ρυθμιζόμενης αγοράς. Διαχειριστής αγοράς μπορεί να είναι και η ίδια η ρυθμιζόμενη αγορά·

              (14) «ρυθμιζόμενη αγορά»: πολυμερές σύστημα που το διευθύνει ή το εκμεταλλεύεται διαχειριστής αγοράς και το οποίο επιτρέπει ή διευκολύνει την προσέγγιση πλειόνων συμφερόντων τρίτων για την αγορά και την πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων – εντός του συστήματος και σύμφωνα με τους κανόνες του που δεν παρέχουν διακριτική ευχέρεια –κατά τρόπο καταλήγοντα στη σύναψη σύμβασης σχετικής με χρηματοπιστωτικά μέσα εισηγμένα προς διαπραγμάτευση βάσει των κανόνων και/ή των συστημάτων του, και το οποίο έχει λάβει άδεια λειτουργίας και λειτουργεί κανονικά σύμφωνα με τις διατάξεις του Τίτλου ΙΙΙ,

              (15) «πολυμερής μηχανισμός διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ)»: πολυμερές σύστημα που το εκμεταλλεύεται επιχείρηση επενδύσεων ή διαχειριστής αγοράς και εντός του οποίου συναντώνται πλείονα συμφέροντα τρίτων για την αγορά και την πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων –εντός του συστήματος και σύμφωνα με κανόνες που δεν παρέχουν διακριτική ευχέρεια – κατά τρόπο καταλήγοντα στην σύναψη σύμβασης σύμφωνα με τις διατάξεις του Τίτλου II,

ò νέο

             

              11)     «αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ»: ένας ΠΜΔ που έχει καταγραφεί ως αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ σύμφωνα με το άρθρο 35,

              12)     «μικρομεσαία επιχείρηση»: για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας μια εταιρεία που έχει μέση κεφαλαιοποίηση αγοράς μικρότερη από 100.000.000 ευρώ με βάση τα στοιχεία στο τέλος κάθε έτους, για τα τρία τελευταία ημερολογιακά έτη,

ê

              1316) «οριακή εντολή» (limit order): εντολή αγοράς ή πώλησης συγκεκριμένου αριθμού χρηματοπιστωτικών μέσων σε συγκεκριμένη οριακή ή καλύτερη τιμή και για συγκεκριμένο μέγεθος,

              1417) «χρηματοπιστωτικό μέσο»: τα μέσα που προσδιορίζονται στο τμήμα Γ του Παραρτήματος Ι,

              2118) «κινητές αξίες»: οι κατηγορίες κινητών αξιών που επιδέχονται διαπραγματεύσεως στην κεφαλαιαγορά, εξαιρουμένων των μέσων πληρωμής, και ιδίως:

            α) μετοχές και άλλοι τίτλοι ισοδύναμοι με μετοχές εταιρειών, προσωπικών εταιρειών και άλλων οντοτήτων, καθώς και αποθετήρια έγγραφα μετοχών·

            β) ομόλογα ή άλλες μορφές τιτλοποιημένου χρέους καθώς και αποθετήρια έγγραφα τέτοιων κινητών αξιών·

            γ) κάθε άλλη κινητή αξία που παρέχει δικαίωμα αγοράς ή πώλησης παρόμοιων μεταβιβάσιμων κινητών αξιών ή επιδεχόμενη διακανονισμού με ρευστά διαθέσιμα προσδιοριζόμενου κατ' αναφορά προς κινητές αξίες, νομίσματα, επιτόκια ή αποδόσεις, εμπορεύματα ή άλλους δείκτες ή μεγέθη·

              1519) «μέσα χρηματαγοράς»: κατηγορίες μέσων που αποτελούν αντικείμενα συνήθους διαπραγματεύσεως στη χρηματαγορά, όπως έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου, τίτλοι παρακαταθήκης και εμπορικά γραμμάτια, εξαιρουμένων των μέσων πληρωμής,

              1620) «κράτος μέλος καταγωγής»,

α)      της επιχείρησης επενδύσεων:

(i)      εάν η επιχείρηση επενδύσεων είναι φυσικό πρόσωπο, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά της γραφεία,

(ii)      εάν η επιχείρηση επενδύσεων είναι νομικό πρόσωπο, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η καταστατική έδρα του,

(iii)     εάν η επιχείρηση επενδύσεων δεν έχει, βάσει της εθνικής της νομοθεσίας, καταστατική έδρα, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά της γραφεία.

β)      της ρυθμιζόμενης αγοράς: το κράτος μέλος στο οποίο είναι καταχωρισμένη η ρυθμιζόμενη αγορά ή εάν, βάσει της νομοθεσίας του εν λόγω κράτους μέλους, αυτή δεν έχει καταστατική έδρα, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία της ρυθμιζόμενης αγοράς,

              1721) «κράτος μέλος υποδοχής»: το κράτος μέλος, διάφορο του κράτους μέλους καταγωγής, στο οποίο μια επιχείρηση επενδύσεων έχει υποκατάστημα ή παρέχει υπηρεσίες ή/και ασκεί δραστηριότητες, ή το κράτος μέλος στο οποίο ρυθμιζόμενη αγορά παρέχει τους κατάλληλους μηχανισμούς για να διευκολύνει την πρόσβαση μελών εξ αποστάσεως ή συμμετεχόντων εγκατεστημένων στο εν λόγω κράτος μέλος στις διενεργούμενες στο σύστημά της συναλλαγές,

              1822) «αρμόδια αρχή»: η αρχή την οποία ορίζει κάθε κράτος μέλος καταγωγής σύμφωνα με το άρθρο 48, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στην παρούσα οδηγία,

              1923) «πιστωτικά ιδρύματα»: τα πιστωτικά ιδρύματα κατά την έννοια της οδηγίας Ö 2006/48/ΕΚ Õ 2000/12/ΕΚ,

              2024) «εταιρία διαχείρισης ΟΣΕΚΑ»: η εταιρία διαχείρισης κατά την έννοια της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985 Ö 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009 Õ , για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ Ö [47] Õ ),

              2125) «συνδεδεμένος αντιπρόσωπος»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο, ενεργώντας υπό την πλήρη και άνευ όρων ευθύνη μιας και μόνης επιχείρησης επενδύσεων για λογαριασμό της οποίας ενεργεί, διαφημίζει τις επενδυτικές ή/και παρεπόμενες υπηρεσίες σε πελάτες ή δυνητικούς πελάτες, λαμβάνει και διαβιβάζει οδηγίες ή εντολές πελατών σχετικά με επενδυτικές υπηρεσίες ή χρηματοπιστωτικά μέσα, τοποθετεί χρηματοπιστωτικά μέσα ή/και παρέχει συμβουλές σε πελάτες ή δυνητικούς πελάτες σχετικά με τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα ή χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες,

              2226) «υποκατάστημα»: τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας πλην της έδρας, ο οποίος αποτελεί τμήμα επιχείρησης επενδύσεων, στερείται νομικής προσωπικότητας και παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες ή/και δραστηριότητες, ενδεχομένως δε και παρεπόμενες δραστηριότητες για τις οποίες η επιχείρηση επενδύσεων έχει λάβει άδεια λειτουργίας· όλοι οι τόποι επιχειρηματικής δραστηριότητας που συγκροτούνται στο αυτό κράτος μέλος από επιχείρηση επενδύσεων με την έδρα της σε άλλο κράτος μέλος θεωρούνται ως ένα και μόνο υποκατάστημα·

ê 2007/44/ΕΚ άρθρο 3 παράγραφος 1

              2327) «ειδική συμμετοχή»: άμεση ή έμμεση συμμετοχή σε επιχείρηση επενδύσεων που αντιπροσωπεύει το 10 % τουλάχιστον του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 9 και 10 της οδηγίας 2004/109/ΕΚ, λαμβανομένων υπόψη των όρων για την άθροισή τους που προβλέπονται στο άρθρο 12 παράγραφοι 4 και 5, της εν λόγω οδηγίας ή που επιτρέπει την άσκηση σημαντικής επιρροής στη διαχείριση της επιχείρησης επενδύσεων στην οποία υφίσταται η εν λόγω συμμετοχή,

ê

              2428) «μητρική επιχείρηση»: η μητρική επιχείρηση κατά την έννοια των άρθρων 1 και 2 της έβδομης οδηγίας 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1983, για τους ενοποιημένους λογαριασμούς[48],

              2529) «θυγατρική επιχείρηση»: η θυγατρική επιχείρηση κατά την έννοια των άρθρων 1 και 2 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ, περιλαμβανομένης κάθε θυγατρικής μιας θυγατρικής επιχείρησης της μητρικής επιχείρησης που είναι επικεφαλής των επιχειρήσεων αυτών,

              30) «έλεγχος»: ο έλεγχος κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ,

              2631) «στενοί δεσμοί»: κατάσταση στην οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα συνδέονται με:

α)      «συμμετοχή», δηλαδή την κατοχή, άμεσα ή μέσω ελέγχου, του 20% ή περισσότερο των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου μιας επιχείρησης,·

β)      «δεσμό ελέγχου», δηλαδή σχέση μεταξύ μητρικής και θυγατρικής επιχείρησης, σε όλες τις περιπτώσεις του άρθρου 1 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ, ή παρόμοια σχέση μεταξύ οιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου και μιας επιχείρησης· κάθε θυγατρική θυγατρικής επιχείρησης θεωρείται επίσης θυγατρική της μητρικής επιχείρησης που είναι επικεφαλής των επιχειρήσεων αυτών,·

γ)      η κατάσταση στην οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά Ö τα εν λόγω Õ συνδέονται μόνιμα με ένα και το αυτό πρόσωπο με σχέση ελέγχου θεωρείται επίσης ότι συνιστά στενό δεσμό μεταξύ αυτών των προσώπων.·

ò νέο

27)    «διοικητικό όργανο»: το διοικητικό όργανο μιας επιχείρησης που αναλαμβάνει τα καθήκοντα εποπτείας και διαχείρισης, το οποίο έχει την απόλυτη εξουσία λήψης αποφάσεων και την εξουσία καθορισμού της στρατηγικής, των στόχων και της συνολικής κατεύθυνσης της επιχείρησης. Το διοικητικό όργανο περιλαμβάνει πρόσωπα που διευθύνουν ουσιαστικά τις δραστηριότητες της επιχείρησης,

28)    «διοικητικό όργανο όταν αυτό λειτουργεί στο πλαίσιο των εποπτικών καθηκόντων του»: το διοικητικό όργανο όταν αυτό ασκεί εποπτικά καθήκοντα για την επίβλεψη και παρακολούθηση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της διοίκησης,

29)    «ανώτερα στελέχη»: τα άτομα αυτά που ασκούν εκτελεστικές λειτουργίες σε μια επιχείρηση και τα οποία είναι υπεύθυνα και υπόλογα για την καθημερινή διαχείριση της επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής των πολιτικών σχετικά με τη διανομή υπηρεσιών και προϊόντων προς τους πελάτες από την επιχείρηση και το προσωπικό της,

30)    «αλγοριθμικές συναλλαγές»: οι συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα, όταν ένας αλγόριθμος υπολογιστή καθορίζει αυτόματα μεμονωμένες παραμέτρους εντολών, όπως π.χ. σχετικά με την έναρξη της εντολής, τον χρόνο, την τιμή ή την ποσότητα της εντολής ή τον τρόπο διαχείρισης της εντολής μετά την υποβολή της, με ελάχιστη ή καμία ανθρώπινη παρέμβαση. Ο ορισμός αυτός δεν περιλαμβάνει συστήματα που χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς της δρομολόγησης εντολών σε έναν ή περισσότερους τόπους διαπραγμάτευσης ή για την επιβεβαίωση εντολών,

31)    «άμεση ηλεκτρονική πρόσβαση» ως προς έναν τόπο διαπραγμάτευσης: διευθέτηση στο πλαίσιο της οποίας ένα μέλος ή συμμετέχων ενός τόπου διαπραγμάτευσης επιτρέπει σε ένα πρόσωπο να χρησιμοποιεί τον κωδικό διαπραγμάτευσής του έτσι ώστε το πρόσωπο αυτό να μπορεί να διαβιβάζει ηλεκτρονικά εντολές σχετικά με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο απευθείας στον τόπο διαπραγμάτευσης. Ο ορισμός αυτός καλύπτει μια τέτοια διευθέτηση είτε αυτή περιλαμβάνει είτε όχι τη χρήση από το υπόψη πρόσωπο της υποδομής του μέλους ή του συμμετέχοντος, ή κάθε συνδεόμενο σύστημα που παρέχεται από το μέλος ή τον συμμετέχοντα, για τη διαβίβαση εντολών.

32)    «κανονισμός για την κατάχρηση αγοράς»: ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. …/… του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρηση αγοράς).

33)    «πρακτική διασταυρούμενων πωλήσεων»: η παροχή μιας επενδυτικής υπηρεσίας μαζί με μια άλλη υπηρεσία ή προϊόν ως μέρος δέσμης ή ως προϋπόθεση για την ίδια συμφωνία ή δέσμη.

ê

è1 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β)

ð νέο

32. ð Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με μέτρα ï Για να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να διασφαλιστεί η ενιαία εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή μπορεί, è1 --- ç να αποσαφηνίσει ð για τον προσδιορισμό ορισμένων τεχνικών στοιχείων ï τους ορισμούς των ορισμών της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου Ö , για να τους προσαρμόσει στις εξελίξεις της αγοράς Õ .

ê 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το παρόν άρθρο, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας διά συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 2.

ê

ð νέο

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ

ΟΡΟΙ ΓΙΑ ΤΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΟΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

Άρθρο 5

Απαιτήσεις για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας

1. Κάθε κράτος μέλος εξαρτά την παροχή/άσκηση επενδυτικών υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων ως τακτική ενασχόληση ή επιτήδευμα σε επαγγελματική βάση από προηγούμενη άδεια, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου. Η εν λόγω άδεια χορηγείται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, η οποία ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 6948.

2. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη επιτρέπουν σε κάθε διαχειριστή αγοράς να εκμεταλλεύεται ΠΜΔ ð ή OMΔ ï , υπό την προϋπόθεση ότι προηγουμένως εξακριβώνεται η συμμόρφωσή τους προς τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου, εκτός των άρθρων 11 και 15.

ê 2010/78/ΕΚ άρθρο 6 παράγραφος 1 (προσαρμοσμένο)

3. Τα κράτη μέλη εγγράφουν σε μητρώο όλες τις επιχειρήσεις επενδύσεων. Το κοινό έχει πρόσβαση στο μητρώο αυτό, το οποίο περιέχει πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες ή τις δραστηριότητες για τις οποίες η επιχείρηση επενδύσεων έχει λάβει άδεια λειτουργίας. Ο κατάλογος ενημερώνεται επικαιροποιείται τακτικά. Κάθε άδεια λειτουργίας κοινοποιείται στην Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) (στο εξής «ΕΑΚΑΑ») που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[49].

Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει κατάλογο όλων των επιχειρήσεων επενδύσεων στην Ένωση. Ο κατάλογος περιέχει πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες ή τις δραστηριότητες για τις οποίες η Ö κάθε Õ επιχείρηση επενδύσεων έχει λάβει άδεια λειτουργίας και ενημερώνεται τακτικά. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει και τηρεί επικαιροποιημένο τον κατάλογο αυτό στη διαδικτυακή της τοποθεσία.

Όταν αρμόδια αρχή ανακαλέσει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 8 στοιχεία β) έως δ), η εν λόγω ανάκληση δημοσιεύεται στον κατάλογο επί πέντε έτη.

ê

4. Κάθε κράτος μέλος απαιτεί από τις επιχειρήσεις επενδύσεων:

– εάν είναι νομικά πρόσωπα, να έχουν τα κεντρικά τους γραφεία στο ίδιο κράτος μέλος όπου έχουν και την καταστατική τους έδρα,

– εάν δεν είναι νομικά πρόσωπα ή εάν είναι μεν νομικά πρόσωπα, αλλά βάσει του εθνικού τους δικαίου δεν έχουν καταστατική έδρα, να έχουν τα κεντρικά τους γραφεία στο κράτος μέλος όπου όντως ασκούν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες.

5. Στην περίπτωση των επιχειρήσεων επενδύσεων που παρέχουν μόνον επενδυτικές συμβουλές ή υπηρεσίες λήψης και διαβίβασης εντολών υπό τους οριζόμενους στο άρθρο 3 όρους, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν στην αρμόδια αρχή να μεταβιβάζει διοικητικά, προπαρασκευαστικά ή παρεπόμενα καθήκοντα σχετικά με τη χορήγηση άδειας σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 48 παράγραφος 2.

Άρθρο 6

Περιεχόμενο της άδειας λειτουργίας

1. Το κράτος μέλος καταγωγής μεριμνά ώστε η άδεια λειτουργίας να προσδιορίζει τις επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες που επιτρέπεται να παρέχει η επιχείρηση επενδύσεων. Η άδεια λειτουργίας μπορεί να καλύπτει μία ή περισσότερες από τις παρεπόμενες υπηρεσίες που απαριθμούνται στο Τμήμα Β του Παραρτήματος Ι. Σε καμία περίπτωση δεν χορηγείται άδεια μόνο για την παροχή παρεπόμενων υπηρεσιών.

2. Επιχείρηση επενδύσεων που ζητά τη χορήγηση άδειας για να επεκτείνει τις δραστηριότητές της σε πρόσθετες επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες ή παρεπόμενες υπηρεσίες που δεν είχαν προβλεφθεί κατά το χρόνο χορηγήσεως της αρχικής άδειας πρέπει να υποβάλει αίτηση επέκτασης της άδειας λειτουργίας της.

3. Η άδεια λειτουργίας ισχύει σε όλη την Κοινότητα Ö Ένωση Õ και επιτρέπει στην επιχείρηση επενδύσεων να παρέχει τις υπηρεσίες και να ασκεί τις δραστηριότητες για τις οποίες έχει λάβει άδεια σε όλη την Κοινότητα Ö Ένωση Õ , με την εγκατάσταση υποκαταστήματος ή με ελεύθερη παροχή υπηρεσιών.

Άρθρο 7

Διαδικασίες για τη χορήγηση της άδειας και για την απόρριψη αίτησης χορήγησης άδειας

1. Η αρμόδια αρχή δεν χορηγεί άδεια εάν δεν έχει πεισθεί πλήρως ότι ο αιτών πληροί όλες τις προϋποθέσεις των διατάξεων που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

2. Η επιχείρηση επενδύσεων παρέχει όλες τις πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένου προγράμματος δραστηριοτήτων το οποίο περιλαμβάνει ιδίως τα είδη των σκοπουμένων δραστηριοτήτων και την οργανωτική διάρθρωση της επιχείρησης, οι οποίες είναι αναγκαίες για να μπορέσει η αρμόδια αρχή να πεισθεί ότι η επιχείρηση επενδύσεων έχει λάβει, κατά τη στιγμή της αρχικής αδειοδότησης, όλα τα αναγκαία μέτρα για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου.

3. Ο αιτών ενημερώνεται, εντός έξι μηνών από την υποβολή πλήρους αίτησης, για τη χορήγηση ή μη της άδειας λειτουργίας.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 2 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

4. Για να διασφαλιστεί η συνεπής εναρμόνιση του παρόντος άρθρου και του άρθρου 9 παράγραφοι 2 έως 4 και του άρθρου 10 παράγραφοι 1 και 2, η Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να διευκρινίζει:

α)      τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στις αρμόδιες αρχές βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 2, συμπεριλαμβανομένου του προγράμματος δραστηριοτήτων,

ð β)  τα καθήκοντα των επιτροπών ανάδειξης υποψηφίων που απαιτούνται βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 2 ï

γ)(β)  τις απαιτήσεις που ισχύουν για τη διοίκηση των επιχειρήσεων επενδύσεων βάσει του άρθρου 9, παράγραφος 84, και τις πληροφορίες για τις κοινοποιήσεις βάσει του άρθρου 9, παράγραφος 52,

δ)(γ)  τις απαιτήσεις που ισχύουν για τους μετόχους και τα μέλη με ειδικές συμμετοχές, καθώς και τα εμπόδια που ενδέχεται να παρακωλύσουν την ουσιαστική άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της αρμόδιας αρχής, βάσει του άρθρου 10, παράγραφοι 1 και 2.

ð Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [31 Δεκεμβρίου 2016]. ï

Ανατίθεται στην Η Επιτροπή η εξουσία εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα στα οποία αναφέρεται το που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο Ö σύμφωνα με τη διαδικασία Õ των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Ö 5. Õ Για να διασφαλιστούν ομοιόμορφες συνθήκες εφαρμογής του άρθρου 7 παράγραφος 2 και του άρθρου 9 παράγραφος 2, η H ΕΑΚΑΑ μπορεί να καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για να καθορίσει τα τυποποιημένα έντυπα, υποδείγματα και διαδικασίες κοινοποίησης ή υποβολής των πληροφοριών που προβλέπονται σε αυτά στο άρθρο Ö 7 παράγραφος 2 και το άρθρο 9 παράγραφος 5 Õ .

ð Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [31 Δεκεμβρίου 2016]. ï

Εκχωρείται στην Η Επιτροπή η εξουσία εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο τρίτο Ö πρώτο Õ εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ê

Άρθρο 8

Ανάκληση της άδειας

Η αρμόδια αρχή δύναται να ανακαλεί την άδεια λειτουργίας επιχείρησης επενδύσεων εάν η επιχείρηση:

α)      δεν κάνει χρήση της άδειας λειτουργίας εντός 12 μηνών, παραιτηθεί ρητώς απ' αυτήν ή δεν έχει παράσχει επενδυτικές υπηρεσίες ούτε ασκήσει επενδυτική δραστηριότητα κατά τους προηγούμενους έξι μήνες, εκτός εάν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος προβλέπει ότι στις περιπτώσεις αυτές η άδεια λειτουργίας παύει να ισχύει,

β)     έλαβε άδεια βάσει ψευδών δηλώσεων ή με οποιονδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο·

(γ)     δεν πληροί πλέον τους όρους υπό τους οποίους της χορηγήθηκε η άδεια λειτουργίας, όπως ιδίως η συμμόρφωση με τους όρους που προβλέπει η οδηγία 93/6/ΕΟΚ Ö 2006/49/ΕΚ Õ ·

(δ)     έχει υποπέσει σε σοβαρές και επανειλημμένες παραβάσεις των σχετικών με τη λειτουργία των επιχειρήσεων επενδύσεων διατάξεων που θεσπίζονται βάσει της παρούσας οδηγίας,

(ε)     εμπίπτει σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις στις οποίες το εθνικό δίκαιο με το οποίο ρυθμίζονται θέματα εκτός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας , προβλέπει ανάκληση της άδειας λειτουργίας.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 3

Κάθε ανάκληση άδειας λειτουργίας γνωστοποιείται στην ΕΑΚΑΑ.

ê 2004/39/ΕΚ

Άρθρο 9

Διοικητικό όργανο Πρόσωπα που πραγματικά διευθύνουν την επιχείρηση

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τα πρόσωπα που πραγματικά διευθύνουν τη δραστηριότητα της επιχείρησης επενδύσεων να έχουν τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας και πείρας ώστε να εξασφαλίζεται η υγιής και συνετή διαχείριση της επιχείρησης επενδύσεων.

Όταν ο διαχειριστής αγοράς που ζητεί άδεια λειτουργίας για ΠΜΔ και τα πρόσωπα που πράγματι διευθύνουν την επιχειρηματική δραστηριότητα του ΠΜΔ συμπίπτουν με τα πρόσωπα που πράγματι διευθύνουν την επιχειρηματική δραστηριότητα της ρυθμιζόμενης αγοράς, τα πρόσωπα αυτά τεκμαίρεται ότι πληρούν τις απαιτήσεις του πρώτου εδαφίου.

ò νέο

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από όλα τα μέλη του διοικητικού οργάνου κάθε επιχείρησης επενδύσεων να έχουν τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας, να διαθέτουν επαρκείς γνώσεις, ικανότητες και εμπειρία και να αφιερώνουν ικανό χρόνο στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα μέλη του διοικητικού οργάνου τηρούν συγκεκριμένα, τις εξής απαιτήσεις:

α)           Τα μέλη του διοικητικού οργάνου αφιερώνουν ικανό χρόνο στην εκτέλεση των καθηκόντων τους στην επιχείρηση επενδύσεων.

Δεν κατέχουν ταυτόχρονα περισσότερους από τους εξής συνδυασμούς καθηκόντων:

(i) μία θέση εκτελεστικού μέλους ΔΣ και δύο θέσεις μη εκτελεστικού μέλους ΔΣ,

(ii) τέσσερις θέσεις μη εκτελεστικού μέλους ΔΣ.

Οι θέσεις εκτελεστικού ή μη εκτελεστικού μέλους ΔΣ εντός του ίδιου ομίλου υπολογίζονται ως μία θέση.

Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να εξουσιοδοτήσουν ένα μέλος του διοικητικού οργάνου μιας επιχείρησης επενδύσεων να συνδυάζει περισσότερες θέσεις μέλους ΔΣ από τις επιτρεπόμενες στο προηγούμενο εδάφιο, λαμβάνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες συνθήκες καθώς και τη φύση, το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων της επιχείρησης επενδύσεων.

β)           Το διοικητικό όργανο κατέχει συλλογικά επαρκείς γνώσεις, ικανότητες και εμπειρία ώστε να μπορεί να κατανοήσει τις δραστηριότητες της επιχείρησης επενδύσεων, ειδικότερα τους κυριότερους κινδύνους που ενέχουν οι εν λόγω δραστηριότητες.

γ)           Κάθε μέλος του διοικητικού οργάνου ενεργεί με ειλικρίνεια, ακεραιότητα και ανεξάρτητη βούληση ώστε να αξιολογεί και να αμφισβητεί αποτελεσματικά τις αποφάσεις των ανώτερων στελεχών.

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να αφιερώνουν επαρκείς πόρους για την υποδοχή και την εκπαίδευση των μελών του διοικητικού οργάνου.

Όταν ο διαχειριστής αγοράς που ζητεί άδεια λειτουργίας για ΠΜΔ ή ΟΜΔ και τα πρόσωπα που πράγματι διευθύνουν την επιχειρηματική δραστηριότητα του ΠΜΔ ή του ΟΜΔ συμπίπτουν με τα μέλη του διοικητικού οργάνου της ρυθμιζόμενης αγοράς, τα πρόσωπα αυτά τεκμαίρεται ότι πληρούν τις απαιτήσεις του πρώτου εδαφίου.

2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων, εφόσον κρίνεται σκόπιμο και ανάλογο προς τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα της δραστηριότητάς τους, τη θέσπιση επιτροπής ανάδειξης υποψηφίων για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με την πρώτη παράγραφο και την υποβολή συστάσεων, εφόσον απαιτείται, βάσει της αξιολόγησής τους. Η επιτροπή ανάδειξης υποψηφίων αποτελείται από μέλη του διοικητικού οργάνου τα οποία δεν έχουν καμία εκτελεστική λειτουργία στο αντίστοιχο ίδρυμα. Στις περιπτώσεις όπου, βάσει του εθνικού δικαίου, το διοικητικό όργανο δεν έχει καμία αρμοδιότητα επί της διαδικασίας διορισμού των μελών του, η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται.

3. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να λαμβάνουν υπόψη την ποικιλομορφία ως ένα εκ των κριτηρίων για την επιλογή των μελών του διοικητικού οργάνου. Ειδικότερα, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος του διοικητικού οργάνου, οι επιχειρήσεις επενδύσεων εφαρμόζουν πολιτική που προωθεί την ποικιλομορφία όσον αφορά το φύλο, την ηλικία καθώς και τη γεωγραφική, εκπαιδευτική και επαγγελματική προέλευση των μελών του διοικητικού οργάνου.

4.         Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων για να διευκρινίσει τα εξής:

α)           την έννοια της αφιέρωσης ικανού χρόνου από ένα μέλος του διοικητικού οργάνου για την άσκηση των καθηκόντων του, σε σχέση με τις ιδιαίτερες συνθήκες και τη φύση, το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων της επιχείρησης επενδύσεων, τα οποία οι αρμόδιες αρχές πρέπει να λαμβάνουν υπόψη όταν επιτρέπουν σε ένα μέλος διοικητικού οργάνου να κατέχει ταυτόχρονα περισσότερες θέσεις σε διοικητικά συμβούλια από όσες επιτρέπονται σύμφωνα με την παράγραφο 1, στοιχείο α),

β)           την έννοια των επαρκών συλλογικών γνώσεων, ικανοτήτων και εμπειριών σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β),

γ)           τις έννοιες της ειλικρίνειας, ακεραιότητας και ανεξάρτητης βούλησης ενός μέλους του διοικητικού οργάνου σύμφωνα με την παράγραφο 1, στοιχείο β),

δ)           την έννοια των επαρκών ανθρώπινων και χρηματικών πόρων που διατίθενται για την υποδοχή και εκπαίδευση των μελών του διοικητικού οργάνου,

ε)           την έννοια της ποικιλομορφίας που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά την επιλογή των μελών του διοικητικού οργάνου.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [31 Δεκεμβρίου 2014].

ê

ð νέο

52. Τα κράτη μέλη απαιτούν από την επιχείρηση επενδύσεων να γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή ð όλα τα μέλη του διοικητικού της οργάνου και ï κάθε μεταβολή στη σύνθεσή του διοίκησή της και να της παρέχει όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για να εκτιμήσει ð εάν η επιχείρηση πληροί τις απαιτήσεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου ï εάν τα νέα πρόσωπα που διορίζονται στη διοίκηση της επιχείρησης παρέχουν τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας και πείρας.

ò νέο

6. Τα κράτη μέλη απαιτούν από το διοικητικό όργανο μιας επιχείρησης επενδύσεων να διασφαλίζει την ορθή και συνετή διαχείριση της επιχείρησης με τρόπο που προωθεί την ακεραιότητα της αγοράς και προς το συμφέρον των πελατών της. Για τον σκοπό αυτό, το διοικητικό όργανο:

α)           ορίζει, εγκρίνει και επιβλέπει τους στρατηγικούς στόχους της επιχείρησης,

β)           ορίζει, εγκρίνει και επιβλέπει την οργάνωση της επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένων των ικανοτήτων, των γνώσεων και της εμπειρογνωσίας που απαιτούνται για το προσωπικό, τους πόρους, τις διαδικασίες και τις διευθετήσεις για την παροχή υπηρεσιών και δραστηριοτήτων από την επιχείρηση, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα της οικείας επιχείρησής και όλες τις απαιτήσεις με τις οποίες πρέπει να συμμορφώνεται η επιχείρηση,

γ)           ορίζει, εγκρίνει και επιβλέπει μια πολιτική ως προς τις υπηρεσίες, τις δραστηριότητες, τα προϊόντα και τις λειτουργίες που προσφέρονται ή παρέχονται από την επιχείρηση σύμφωνα με την αντοχή της επιχείρησης ως προς τους κινδύνους και τα χαρακτηριστικά και τις ανάγκες των πελατών προς τους οποίους θα προσφέρονται ή θα παρέχονται, συμπεριλαμβανομένης της διεξαγωγής κατάλληλων προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων, όπου απαιτείται,

δ)           επιβλέπει αποτελεσματικά τα ανώτερα στελέχη.

Το διοικητικό όργανο παρακολουθεί και ανά περιόδους αξιολογεί την αποτελεσματικότητα της οργάνωσης της επιχείρησης επενδύσεων και την επάρκεια των πολιτικών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών στους πελάτες και προβαίνει στις κατάλληλες ενέργειες για την αντιμετώπιση τυχόν ελλείψεων.

Τα μέλη του διοικητικού οργάνου όταν αυτό ενεργεί στο πλαίσιο των εποπτικών του καθηκόντων έχουν επαρκή πρόσβαση στις πληροφορίες και τα έγγραφα που απαιτούνται για την επίβλεψη και την παρακολούθηση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της διοίκησης.

ê

ð νέο

73. Η αρμόδια αρχή μπορεί να αρνηθεί αρνείται να χορηγήσει άδεια λειτουργίας εάν δεν έχει πεισθεί για την εντιμότητα και την πείρα των προσώπων που διευθύνουν πραγματικά την επιχείρηση επενδύσεων, ή εάν υπάρχουν αντικειμενικοί και εξακριβώσιμοι λόγοι που επιτρέπουν να θεωρηθεί ότι οι προτεινόμενες αλλαγές στη διοίκηση της επιχείρησης Ö το διοικητικό όργανο της εταιρείας ενδέχεται να Õ αποτελούν αποτελεί απειλή για την Ö αποτελεσματική Õ ορθή και συνετή διαχείρισή της ð και την επαρκή συνεκτίμηση των συμφερόντων των πελατών της και της ακεραιότητας της αγοράς ï .

84. Τα κράτη μέλη απαιτούν να ασκείται η διοίκηση των επιχειρήσεων επενδύσεων από τουλάχιστον δύο πρόσωπα που πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 1.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν άδεια σε επιχειρήσεις επενδύσεων που είναι φυσικά πρόσωπα ή σε επιχειρήσεις επενδύσεων που είναι νομικά πρόσωπα διευθυνόμενα, σύμφωνα με το καταστατικό τους και την εθνική νομοθεσία, από ένα και μόνο φυσικό πρόσωπο. Ωστόσο, τα κράτη μέλη απαιτούν:

(i)           την ύπαρξη εναλλακτικών ρυθμίσεων που να εξασφαλίζουν την ορθή και συνετή διαχείριση αυτών των επιχειρήσεων επενδύσεων. ð και την επαρκή συνεκτίμηση των συμφερόντων των πελατών της και της ακεραιότητας της αγοράς, ï

(ii)          ð τα ενδιαφερόμενα φυσικά πρόσωπα παρέχουν τα εχέγγυα ήθους, κατέχουν επαρκείς γνώσεις, ικανότητες και εμπειρία και αφιερώνουν ικανό χρόνο για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. ï

Άρθρο 10

Μέτοχοι και μέλη με ειδικές συμμετοχές

1. Οι αρμόδιες αρχές δεν επιτρέπουν την παροχή/άσκηση επενδυτικών υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων από επιχειρήσεις επενδύσεων μέχρις ότου πληροφορηθούν την ταυτότητα των άμεσων ή έμμεσων μετόχων ή μελών, ανεξαρτήτως του αν πρόκειται για φυσικά ή για νομικά πρόσωπα που κατέχουν ειδικές συμμετοχές, καθώς και το ύψος των εν λόγω ειδικών συμμετοχών.

Οι αρμόδιες αρχές αρνούνται να χορηγήσουν άδεια λειτουργίας εφόσον, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να διασφαλιστεί η ορθή και συνετή διαχείριση της επιχείρησης επενδύσεων, δεν έχουν πεισθεί για την καταλληλότητα των μετόχων ή μελών που κατέχουν ειδικές συμμετοχές.

Εάν υπάρχουν στενοί δεσμοί μεταξύ της επιχείρησης επενδύσεων και άλλων φυσικών ή νομικών προσώπων, η αρμόδια αρχή χορηγεί άδεια λειτουργίας μόνο εάν οι δεσμοί αυτοί δεν εμποδίζουν την αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της αρμόδιας αρχής.

2. Η αρμόδια αρχή δεν χορηγεί άδεια εάν οι νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις τρίτης χώρας που διέπουν ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα με τα οποία η επιχείρηση έχει στενούς δεσμούς, ή οι δυσχέρειες που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή τους, εμποδίζουν την αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών της καθηκόντων.

ò νέο

3. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι, εάν η επιρροή των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, πρώτο εδάφιο, είναι δυνατό να αποβεί σε βάρος της ορθής και συνετής διαχείρισης της επιχείρησης επενδύσεων, η αρμόδια αρχή λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για να τερματιστεί η εν λόγω κατάσταση.

Τα μέτρα αυτά είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν αιτήσεις έκδοσης δικαστικών εντολών ή την επιβολή κυρώσεων κατά διευθυντών και διαχειριστών, ή την αναστολή της άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου που απορρέουν από μετοχές ή μερίδια που κατέχουν οι εν λόγω μέτοχοι ή εταίροι.

ê 2007/44/ΕΚ άρθρο 3 παράγραφος 2 (προσαρμοσμένο)

Ö Άρθρο 11 Õ

Ö Κοινοποίηση προτεινομένων αποκτήσεων συμμετοχής Õ

13. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο (στο εξής «υποψήφιος αγοραστής»), το οποίο, μεμονωμένα ή σε συνεννόηση με άλλα πρόσωπα, έχει αποφασίσει είτε να αποκτήσει, άμεσα ή έμμεσα, ειδική συμμετοχή σε ΕΠΕΥ, είτε να αυξήσει περαιτέρω, άμεσα ή έμμεσα, την ειδική αυτή συμμετοχή, ούτως ώστε η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή των μεριδίων κεφαλαίου που κατέχει να φθάνει ή να υπερβαίνει τα κατώτατα όρια του 20, του 30 ή του 50% ή ώστε η ΕΠΕΥ να καταστεί θυγατρική του επιχείρηση (στο εξής «προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής»), απευθύνει κοινοποίηση, κατ’ αρχή, ’εγγράφως στις αρμόδιες αρχές της ΕΠΕΥ, στην οποία επιδιώκει είτε να αποκτήσει ειδική συμμετοχή είτε να την αυξήσει, προσδιορίζοντας το ύψος της σκοπούμενης συμμετοχής, καθώς και τις σχετικές πληροφορίες κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 10β, 13 παράγραφος 4.

Τα κράτη μέλη απαιτούν από κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο αποφάσισε να παύσει να κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, ειδική συμμετοχή σε επιχείρηση επενδύσεων, να απευθύνει κοινοποίηση, καταρχήν γραπτώς στις αρμόδιες αρχές, προσδιορίζοντας το ύψος της σκοπούμενης συμμετοχής του. Το πρόσωπο αυτό ενημερώνει επίσης τις αρμόδιες αρχές για την απόφασή του να μειώσει την ειδική συμμετοχή του, ούτως ώστε η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή των μεριδίων του κεφαλαίου που κατέχει να μειωθεί σε λιγότερο από το 20 %, 30 % ή 50 % ή ώστε η επιχείρηση επενδύσεων να παύσει να είναι θυγατρική του.

Τα κράτη μέλη δεν απαιτείται να εφαρμόζουν το ελάχιστο όριο του 30 %, όταν βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 3 στοιχείο α) της οδηγίας 2004/109/ΕΚ εφαρμόζουν το ελάχιστο όριο του ενός τρίτου.

Όταν καθορίζουν εάν πληρούνται τα κριτήρια ειδικής συμμετοχής του Ö άρθρου 10 και του Õ παρόντος άρθρου , τα κράτη μέλη δεν λαμβάνουν υπόψη τα δικαιώματα ψήφου ή τις μετοχές με δικαίωμα ψήφου τις οποίες κατέχουν ΕΠΕΥ ή πιστωτικά ιδρύματα ως αποτέλεσμα αναδοχής και/ή τοποθέτησης χρηματοπιστωτικών μέσων με δέσμευση ανάληψης, σύμφωνα με το σημείο 6 του Τμήματος Α του Παραρτήματος Ι της οδηγίας 2004/39/EΚ, υπό τον όρο ότι τα εν λόγω δικαιώματα, αφενός, δεν ασκούνται ούτε χρησιμοποιούνται κατ’ άλλον τρόπο με σκοπό την παρέμβαση στη διοίκηση του εκδότη και, αφετέρου, εφ’ όσον μεταβιβάζονται εντός ενός έτους από την απόκτηση.

24. Οι οικείες αρμόδιες αρχές, κατά την αξιολόγηση που προβλέπεται στο άρθρο 10β 13 παράγραφος 1 (εφεξής «αξιολόγηση»), διαβουλεύονται εκτενώς μεταξύ τους, στην περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι:

α)      πιστωτικό ίδρυμα, ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, ΕΠΕΥ ή εταιρεία διαχείρισης στο εξής «εταιρεία διαχείρισης ΟΣΕΚΑ», με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος ή σε διαφορετικό κλάδο από αυτόν στον οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής·

β)      η μητρική επιχείρηση πιστωτικού ιδρύματος, ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, επιχείρησης επενδύσεων ή εταιρείας διαχείρισης ΟΣΕΚΑ, με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος ή σε διαφορετικό κλάδο από αυτόν στον οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής· ή

γ)      φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ελέγχει πιστωτικό ίδρυμα, ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, επιχείρηση επενδύσεων ή εταιρεία διαχείρισης ΟΣΕΚΑ, με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος ή σε διαφορετικό κλάδο από αυτόν στον οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής.

Οι αρμόδιες αρχές παρέχουν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, εκατέρωθεν, κάθε ουσιαστική ή σχετική πληροφορία για την αξιολόγηση της απόκτησης. Στο πλαίσιο αυτό, οι αρμόδιες αρχές διαβιβάζουν, εκατέρωθεν, κατόπιν αιτήματος στις άλλες αρμόδιες αρχές, κάθε σχετική πληροφορία και γνωστοποιούν, με δική τους πρωτοβουλία, όλες τις ουσιαστικής σημασίας πληροφορίες. Στην απόφαση της αρμόδιας αρχής που έχει εκδώσει την άδεια λειτουργίας της ΕΠΕΥ στην οποία προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής, πρέπει να επισημαίνονται τυχόν απόψεις ή επιφυλάξεις τις οποίες εξέφρασε η αρμόδια αρχή, η οποία είναι υπεύθυνη για την εποπτεία του υποψήφιου αγοραστή.

ê

35. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι, εάν επιχείρηση επενδύσεων λάβει γνώση οποιασδήποτε απόκτησης ή εκχώρησης συμμετοχών στο κεφάλαιό της με την οποία οι συμμετοχές σε αυτήν υπερβαίνουν ή πέφτουν κάτω από οποιοδήποτε από τα όρια που αναφέρονται στην παράγραφο 13, πρώτο εδάφιο, ενημερώνει αμέσως την αρμόδια αρχή σχετικά.

Τουλάχιστον μία φορά κατ' έτος, οι επιχειρήσεις επενδύσεων γνωστοποιούν στην αρμόδια αρχή τα ονόματα των μετόχων και εταίρων που κατέχουν ειδικές συμμετοχές και τα ποσοστά αυτών των συμμετοχών όπως προκύπτουν, για παράδειγμα, από τις πληροφορίες που ανακοινώνονται στις ετήσιες γενικές συνελεύσεις των μετόχων και εταίρων ή από την εφαρμογή των ρυθμίσεων που ισχύουν για τις εταιρείες των οποίων οι κινητές αξίες είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά.

46. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι, εάν η επιρροή των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, πρώτο εδάφιο, είναι δυνατό να αποβεί σε βάρος της ορθής και συνετής διαχείρισης της επιχείρησης επενδύσεων, η αρμόδια αρχή λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για να τερματιστεί η εν λόγω κατάσταση.

Τα μέτρα αυτά είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν ιδίως αιτήσεις έκδοσης δικαστικών εντολών και/ή την επιβολή κυρώσεων κατά διευθυντών και διαχειριστών, ή την αναστολή της άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου που απορρέουν από μετοχές ή μερίδια που κατέχουν οι εν λόγω μέτοχοι ή εταίροι.

Παρόμοια μέτρα Ö Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν μέτρα παρόμοια με τα αναφερόμενα στο άρθρο 10 παράγραφος 3 Õ μπορούν να ληφθούν και κατά των προσώπων που δεν συμμορφώνονται με την υποχρέωση προηγούμενης ενημέρωσης σε περίπτωση απόκτησης ή αύξησης ειδικής συμμετοχής. Σε περίπτωση απόκτησης συμμετοχής παρά την αντίθεση των αρμόδιων αρχών, τα κράτη μέλη, ανεξάρτητα από τις άλλες κυρώσεις που μπορούν να επιβάλλουν, προβλέπουν είτε την αναστολή της άσκησης των αντίστοιχων δικαιωμάτων ψήφου είτε την ακυρότητα ή την ακυρωσία των αντίστοιχων ψήφων.

ê 2007/44/ΕΚ άρθρο 3 παράγραφος 3 (προσαρμοσμένο)

Άρθρο 1210a

Περίοδος αξιολόγησης

1. Οι αρμόδιες αρχές, αμέσως και, σε κάθε περίπτωση, εντός δύο εργασίμων ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης που απαιτείται βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 13 πρώτο εδάφιο, καθώς και σε περίπτωση ενδεχόμενης μεταγενέστερης παραλαβής των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, γνωστοποιούν εγγράφως στον υποψήφιο αγοραστή ότι τις παρέλαβαν.

Οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν μέγιστη προθεσμία εξήντα εργασίμων ημερών από την ημερομηνία της γραπτής επιβεβαίωσης της παραλαβής της κοινοποίησης και όλων των εγγράφων που τα κράτη μέλη απαιτούν να επισυνάπτονται στην κοινοποίηση βάσει του καταλόγου που προβλέπεται στο άρθρο 1310γβ, παράγραφος 4 (στο εξής «περίοδος αξιολόγησης»), προκειμένου να διενεργήσουν την αξιολόγηση.

Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν τον υποψήφιο αγοραστή, κατά την επιβεβαίωση της παραλαβής, για την ημερομηνία λήξης της περιόδου αξιολόγησης.

2. Οι αρμόδιες αρχές δύνανται, εν ανάγκη, κατά την περίοδο αξιολόγησης και όχι μετά την πεντηκοστή εργάσιμη ημέρα αυτής, να ζητήσουν περαιτέρω πληροφορίες αναγκαίες για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Το αίτημα υποβάλλεται εγγράφως και διευκρινίζει τα αναγκαία συμπληρωματικά πληροφοριακά στοιχεία.

Κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας κατά την οποία ζητήθηκαν οι πληροφορίες από τις αρμόδιες αρχές και της ημερομηνίας παραλαβής της απάντησης του υποψήφιου αγοραστή, διακόπτεται η περίοδος αξιολόγησης. Η διακοπή δεν υπερβαίνει τις 20 εργάσιμες ημέρες. Οι αρμόδιες αρχές έχουν τη διακριτική ευχέρεια να υποβάλλουν περαιτέρω αιτήματα για τη συμπλήρωση ή τη διευκρίνιση των πληροφοριών, τούτο όμως δεν είναι δυνατόν να συνεπάγεται διακοπή της περιόδου αξιολόγησης.

3. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να παρατείνουν τη διακοπή της παραγράφου 2, δεύτερο εδάφιο, έως τριάντα εργάσιμες ημέρες, εάν ο υποψήφιος αγοραστής Ö είναι ένα από τα ακόλουθα Õ :

α)      Ö φυσικό ή νομικό πρόσωπο Õ που είναι εγκατεστημένος ή που υπόκειται σε ρυθμιστικό πλαίσιο εκτός της Κοινότητας Ö Ένωσης Õ · ή

β) είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο μη υποκείμενο σε εποπτεία δυνάμει της παρούσας οδηγίας, ή των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ, 92/49/ΕΟΚ[50], 2002/83/ΕΚ Ö 2009/65/ΕΚ Õ , 2005/68/ΕΚ[51]. Ö 2009/138/ΕΚ Õ ή 2006/48/ΕΚ[52],

4. Εάν οι αρμόδιες αρχές, μόλις ολοκληρώσουν την αξιολόγησή τους, αποφασίσουν να αντιταχθούν στην προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής, πρέπει να ενημερώνουν εγγράφως τον υποψήφιο αγοραστή, εντός δύο εργασίμων ημερών, και χωρίς να υπερβαίνουν την περίοδο αξιολόγησης, εκθέτοντας τους λόγους της απόφασης αυτής. Υπό την επιφύλαξη του εθνικού δικαίου, η δέουσα αιτιολόγηση της απόφασης μπορεί να δημοσιοποιείται κατόπιν αιτήματος του υποψήφιου αγοραστή. Τούτο δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να επιτρέπουν στην αρμόδια αρχή να προβαίνει στην εν λόγω δημοσιοποίηση άνευ αιτήματος του υποψήφιου αγοραστή.

5. Εάν οι αρμόδιες αρχές δεν αντιταχθούν εγγράφως στην προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής, εντός της περιόδου αξιολόγησης, τότε η προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής θεωρείται ότι εγκρίθηκε.

6. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να ορίζουν μέγιστη προθεσμία για την ολοκλήρωση της προτεινόμενης απόκτησης συμμετοχής και να παρατείνουν την προθεσμία αυτή, οσάκις ενδείκνυται.

7. Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να επιβάλλουν απαιτήσεις για την κοινοποίηση στις αρμόδιες αρχές και την έγκριση από αυτές άμεσης ή έμμεσης απόκτησης δικαιωμάτων ψήφου ή κεφαλαίου αυστηρότερες από τις προβλεπόμενες στην παρούσα οδηγία.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 4 (προσαρμοσμένο)

8. Για να διασφαλιστεί η συνεπής εναρμόνιση του παρόντος άρθρου, η Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καταρτίσει εξαντλητικό κατάλογο των προβλεπόμενων στην παράγραφο 4 πληροφοριών που οι υποψήφιοι αγοραστές μεριδίων συμμετοχής οφείλουν να συμπεριλάβουν στην κοινοποίησή τους, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2014.

Ανατίθεται στην Η Επιτροπή η εξουσία εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα στα οποία αναφέρεται το που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο Ö σύμφωνα με τη διαδικασία Õ των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Για να διασφαλιστούν ομοιόμορφες συνθήκες εφαρμογής των άρθρων 10, 10a και 10β, η H ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τα τυποποιημένα έντυπα, υποδείγματα και διαδικασίες για τους όρους της διαδικασίας διαβούλευσης μεταξύ των σχετικών αρμοδίων αρχών κατά το άρθρο1110a παράγραφος 24).

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2014.

Εκχωρείται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο τέταρτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ê 2007/44/ΕΚ άρθρο 3 παράγραφος 3

ð νέο

Άρθρο 1310b

Αξιολόγηση

1. Κατά την αξιολόγηση της κοινοποίησης που προβλέπεται του άρθρου 1110 παράγραφος 13, και των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 1210a παράγραφος 2, οι αρμόδιες αρχές, προκειμένου να διασφαλίσουν την ορθή και συνετή διοίκηση της ΕΠΕΥ στην οποία επιδιώκεται η απόκτηση συμμετοχής και λαμβάνοντας υπόψη την ενδεχόμενη επιρροή του υποψήφιου αγοραστή στην ΕΠΕΥ, αξιολογούν την καταλληλότητα του υποψήφιου αγοραστή και την ορθότητα της προτεινόμενης απόκτησης συμμετοχής, από χρηματοοικονομική άποψη, με βάση όλα τα ακόλουθα κριτήρια:

α)      την εντιμότητα του υποψήφιου αγοραστή·

β)      τη φήμη και την πείρα οποιουδήποτε προσώπου το οποίο θα διευθύνει τις δραστηριότητες της ΕΠΕΥ κατόπιν της προτεινόμενης απόκτησης συμμετοχής·

γ)      τη χρηματοοικονομική ευρωστία του υποψήφιου αγοραστή, ιδίως ως προς το είδος των δραστηριοτήτων που ασκούνται ή προβλέπεται ότι θα ασκηθούν από την ΕΠΕΥ, για την οποία προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής·

δ)      την ικανότητα της ΕΠΕΥ να ανταποκρίνεται και να συνεχίσει να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας βάσει της παρούσας οδηγίας, και ανάλογα με την περίπτωση άλλων οδηγιών, κυρίως των οδηγιών 2002/87/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ, ιδίως το κατά πόσον ο όμιλος του οποίου θα καταστεί μέλος διαθέτει τέτοια δομή που καθιστά δυνατή την άσκηση αποτελεσματικής εποπτείας, την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών και τον προσδιορισμό της κατανομής των αρμοδιοτήτων μεταξύ αυτών·

ε)      το κατά πόσον υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι, σε σχέση με την προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής, διαπράττεται, επιχειρείται να διαπραχθεί, έχει διαπραχθεί ή επιχειρήθηκε να διαπραχθεί, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ, ή ότι η προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής είναι δυνατόν να αυξήσει αυτό τον κίνδυνο.

Προκειμένου να ληφθούν υπόψη μελλοντικές εξελίξεις και να εξασφαλισθεί η ενιαία εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή, ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία η οποία αναφέρεται στο άρθρο 64 παράγραφος 2 δύναται να εγκρίνει ð Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με ï μέτρα εφαρμογής με τα οποία αναπροσαρμόζονται τα κριτήρια που καθορίζονται στο πρώτο εδάφιο τής παρούσας παραγράφου.

2. Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να αντιταχθούν στην προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής μόνον εφόσον υπάρχουν βάσιμοι λόγοι γι’ αυτό, με βάση τα κριτήρια της παραγράφου 1 ή εάν οι πληροφορίες που διαβιβάσθηκαν από τον υποψήφιο αγοραστή δεν είναι πλήρεις.

3. Τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν εκ των προτέρων όρους όσον αφορά το ύψος της συμμετοχής που πρέπει να αποκτηθεί, ούτε επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές τους να εξετάζουν την προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής από πλευράς οικονομικών αναγκών της αγοράς.

4. Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν κατάλογο με τις αναγκαίες πληροφορίες για τη διενέργεια της αξιολόγησης, οι οποίες πρέπει να υποβάλλονται στις αρμόδιες αρχές κατά τη στιγμή της κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 1110 παράγραφος 13. Οι απαιτούμενες πληροφορίες είναι ανάλογες και προσαρμοσμένες στη φύση του υποψηφίου αγοραστή και της προτεινόμενης απόκτησης συμμετοχής. Τα κράτη μέλη δεν απαιτούν πληροφορίες που δεν είναι σχετικές με την προληπτική αξιολόγηση.

5. Παρά το άρθρο 1210α, παράγραφοι 1, 2 και 3, εάν κοινοποιηθούν στην αρμόδια αρχή δύο ή περισσότερες προτάσεις για απόκτηση ή αύξηση ειδικών συμμετοχών στην ίδια ΕΠΕΥ, η αρμόδια αρχή αντιμετωπίζει όλους τους υποψήφιους αγοραστές αμερόληπτα.

ê

Άρθρο 1411

Συμμετοχή σε εγκεκριμένο σύστημα αποζημίωσης των επενδυτών

Η αρμόδια αρχή εξακριβώνει ότι κάθε οντότητα που ζητά τη χορήγηση άδειας λειτουργίας ως επιχείρηση επενδύσεων συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που υπέχει, κατά το χρόνο της αδειοδότησής της, από την οδηγία 97/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα συστήματα αποζημίωσης των επενδυτών[53].

Άρθρο 1512

Αρχικό κεφάλαιο

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις αρμόδιες αρχές να χορηγούν άδεια λειτουργίας μόνον εφόσον η επιχείρηση επενδύσεων έχει επαρκή αρχικά κεφάλαια σύμφωνα με τις απαιτήσεις της οδηγίας 93/6/ΕΟΚ Ö 2006/49/ΕΚ Õ , λαμβανομένης υπόψη της φύσης της σχετικής επενδυτικής υπηρεσίας ή δραστηριότητας.

Εν αναμονή της αναθεώρησης της οδηγίας 93/6/ΕΟΚ, οι αναφερόμενες στο άρθρο 67 επιχειρήσεις επενδύσεων υπόκεινται στις εκεί οριζόμενες κεφαλαιακές προϋποθέσεις.

Άρθρο 1613

Οργανωτικές προϋποθέσεις

1. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί να συμμορφώνονται οι επιχειρήσεις επενδύσεων με τις οργανωτικές απαιτήσεις των παραγράφων 2 έως 8 Ö και στο άρθρο 17 Õ .

2. Η επιχείρηση επενδύσεων εφαρμόζει κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες για να εξασφαλίζεται επαρκώς η συμμόρφωση της επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένων των στελεχών, υπαλλήλων και συνδεδεμένων αντιπροσώπων της, με τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, καθώς και κατάλληλους κανόνες για τις προσωπικές συναλλαγές των προσώπων αυτών.

3. Η επιχείρηση επενδύσεων καταρτίζει και εφαρμόζει αποτελεσματικές οργανωτικές και διοικητικές ρυθμίσεις ώστε να ενεργεί όλα τα ευλόγως πρακτέα προκειμένου να μην επηρεάζονται αρνητικά τα συμφέροντα των πελατών λόγω συγκρούσεων συμφερόντων κατά την έννοια του άρθρου 2318.

4. Η επιχείρηση επενδύσεων ενεργεί τα ευλόγως πρακτέα για να εξασφαλίζεται η συνεχής και τακτική εκτέλεση των επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων, χρησιμοποιεί δε προς τούτο κατάλληλα και ανάλογα συστήματα, μέσα και διαδικασίες.

5. Η επιχείρηση επενδύσεων μεριμνά ώστε, όταν αναθέτει σε τρίτους την εκτέλεση επιχειρησιακών λειτουργιών ουσιώδους σημασίας για την παροχή συνεχούς και ικανοποιητικής υπηρεσίας στους πελάτες και την εκτέλεση των επενδυτικών δραστηριοτήτων σε συνεχή και ικανοποιητική βάση, να λαμβάνονται εύλογα μέτρα για να αποφεύγεται κάθε αδικαιολόγητη επιδείνωση του λειτουργικού κινδύνου. Η ανάθεση σε τρίτους σημαντικών επιχειρησιακών λειτουργιών πρέπει να γίνεται με τρόπο που να μην παραβλάπτει ουσιωδώς την ποιότητα του εσωτερικού της ελέγχου ούτε την ικανότητα των εποπτικών φορέων να εποπτεύουν τη συμμόρφωση της επιχείρησης με όλες τις υποχρεώσεις της.

Η επιχείρηση επενδύσεων οφείλει να έχει υγιείς διοικητικές και λογιστικές διαδικασίες, μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, αποτελεσματικές διαδικασίες εκτίμησης των κινδύνων και κατάλληλους μηχανισμούς ελέγχου και ασφάλειας των συστημάτων ηλεκτρονικής επεξεργασίας δεδομένων.

ê 2004/39/ΕΚ

6. Η επιχείρηση επενδύσεων μεριμνά ώστε να καταγράφονται όλες οι υπηρεσίες που παρέχει και οι συναλλαγές που εκτελεί, κατά τρόπο που να επιτρέπει στην αρμόδια αρχή να ελέγχει τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, και ιδίως τη συμμόρφωση της επιχείρησης επενδύσεων με όλες τις υποχρεώσεις της έναντι των πελατών ή των δυνητικών πελατών της.

ò νέο

7. Οι καταγραφές περιλαμβάνουν τις συνδιαλέξεις ή τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες που αφορούν, τουλάχιστον, συναλλαγές διενεργούμενες για ίδιο λογαριασμό και εντολές πελατών, όταν παρέχονται υπηρεσίες παραλαβής και διαβίβασης εντολών και εκτέλεσης εντολών για λογαριασμό πελατών.

Οι καταγραφές των συνδιαλέξεων ή των ηλεκτρονικών επικοινωνιών που καταγράφονται σύμφωνα με το εδάφιο 1 παρέχονται στους εμπλεκόμενους πελάτες κατόπιν αιτήματος και φυλάσσονται για μέγιστη περίοδο τριών ετών.

ê 2004/39/ΕΚ

8. Εάν κατέχει χρηματοπιστωτικά μέσα που ανήκουν σε πελάτες, η επιχείρηση επενδύσεων λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για να προστατεύσει τα δικαιώματα κυριότητας των πελατών, ιδίως σε περίπτωση αφερεγγυότητας της επιχείρησης επενδύσεων και να αποτρέψει τη χρησιμοποίηση χρηματοπιστωτικών μέσων πελατών για ίδιο λογαριασμό, εκτός εάν ο πελάτης έχει δώσει τη ρητή συγκατάθεσή του.

9. Εάν κατέχει κεφάλαια πελατών, η επιχείρηση επενδύσεων λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για να προστατεύσει τα συμφέροντα των πελατών και, εκτός από την περίπτωση των πιστωτικών ιδρυμάτων, να αποτρέψει τη χρησιμοποίηση κεφαλαίων πελατών για ίδιο λογαριασμό.

ò νέο

10. Μια επιχείρηση επενδύσεων δεν συνάπτει διμερείς συμφωνίες μεταφοράς τίτλων με ιδιώτες πελάτες με σκοπό τη διασφάλιση ή την κάλυψη των υφιστάμενων ή μελλοντικών, πραγματικών, ενδεχόμενων ή πιθανών υποχρεώσεων πελατών.

ê

è1 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο α)

è2 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο β)

ð νέο

11. Σε περίπτωση υποκαταστήματος επιχείρησης επενδύσεων, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα εφαρμόζει την υποχρέωση της των παραγράφουων 6 Ö και 7 Õ στις συναλλαγές που εκτελεί το υποκατάστημα, με την επιφύλαξη της δυνατότητας της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους καταγωγής να έχει άμεση πρόσβαση στις σχετικές καταχωρήσεις.

12. Για να λάβει υπόψη τις τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να εξασφαλίσει την ενιαία εφαρμογή των παραγράφων 2 έως 9, η Επιτροπή θεσπίζει, ð Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με μέτρα ï è1 --- ç μέτρα εφαρμογής που καθορίζουν τις συγκεκριμένες οργανωτικές προϋποθέσεις για τον καθορισμό των συγκεκριμένων οργανωτικών προϋποθέσεων οι οποίες καθορίζονται στις παραγράφους 2 έως 9 που πρέπει να πληρούν οι επιχειρήσεις επενδύσεων, ð και τα υποκαταστήματα επιχειρήσεων τρίτων χωρών που έχουν λάβει άδεια σύμφωνα με το άρθρο 43 ï ανάλογα με να παρέχουν/ασκούν τις διάφορες επενδυτικές υπηρεσίες/δραστηριότητες και παρεπόμενες υπηρεσίες ή συνδυασμούς υπηρεσιών που παρέχουν/ασκούν. è2 Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας διά συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 2. ç

ò νέο

Άρθρο 17

Αλγοριθμικές συναλλαγές

1. Μια επιχείρηση επενδύσεων που υιοθετεί τις αλγοριθμικές συναλλαγές χρησιμοποιεί αποτελεσματικά συστήματα και ελέγχους κινδύνου προκειμένου να διασφαλίζει ότι τα συστήματα συναλλαγών της είναι ανθεκτικά και διαθέτουν επαρκή δυναμικότητα, υπόκεινται σε κατάλληλα όρια συναλλαγών και αποτρέπουν την αποστολή εσφαλμένων εντολών ή τη λειτουργία του συστήματος κατά τρόπο που ενδέχεται να δημιουργήσει ή να συμβάλλει στην μη εύρυθμη λειτουργία της αγοράς. Μια τέτοια επιχείρηση χρησιμοποιεί επίσης αποτελεσματικά συστήματα και ελέγχους κινδύνου προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα συστήματα διαπραγμάτευσης δεν δύνανται να χρησιμοποιούνται για σκοπό που είναι αντίθετος στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. [MAR] ή στους κανόνες ενός τόπου διαπραγμάτευσης με τον οποίο συνδέονται. Η επιχείρηση έχει καθιερώσει αποτελεσματικές διευθετήσεις επιχειρηματικής συνέχειας για την αντιμετώπιση κάθε απρόβλεπτης αστοχίας στα συστήματα συναλλαγών της και διασφαλίζει ότι τα συστήματά της έχουν υποβληθεί σε πλήρεις δοκιμές και παρακολουθούνται ορθώς ώστε να διασφαλίζεται ότι πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας παραγράφου.

2. Μια επιχείρηση επενδύσεων που υιοθετεί αλγοριθμικές συναλλαγές, παρέχει, τουλάχιστον ετησίως, στην αρμόδια αρχή καταγωγής περιγραφή της φύσης των στρατηγικών των αλγοριθμικών συναλλαγών της, λεπτομέρειες σχετικά με τις παραμέτρους συναλλαγών ή τα όρια στα οποία υπόκειται το σύστημα, τους βασικούς ελέγχους συμμόρφωσης και ελέγχους κινδύνου που χρησιμοποιεί για τη διασφάλιση της εκπλήρωσης των όρων της παραγράφου 1 και τέλος λεπτομέρειες των δοκιμών στις οποίες υποβάλλει τα συστήματά της. Η αρμόδια αρχή δύναται ανά πάσα στιγμή να ζητήσει περισσότερες πληροφορίες από μια επιχείρηση επενδύσεων σχετικά με τις αλγοριθμικές συναλλαγές της και τα συστήματα που χρησιμοποιούνται για τις σχετικές διαπραγματεύσεις.

3. Μια στρατηγική αλγοριθμικών συναλλαγών λειτουργεί συνεχώς κατά τις ώρες συναλλαγών του τόπου διαπραγμάτευσης στον οποίο αποστέλλει τις εντολές ή μέσω των συστημάτων με τα οποία εκτελεί συναλλαγές. Οι παράμετροι ή τα όρια συναλλαγών μιας στρατηγικής αλγοριθμικών συναλλαγών διασφαλίζουν ότι με την στρατηγική υποβάλλονται σταθερές προσφορές σε ανταγωνιστικές τιμές με αποτέλεσμα την παροχή ρευστότητας σε τακτική και συνεχή βάση στους εν λόγω τόπους διαπραγμάτευσης ανά πάσα στιγμή, ανεξάρτητα από τις ισχύουσες συνθήκες στις αγορές.

4. Μια επιχείρηση επενδύσεων που παρέχει άμεση ηλεκτρονική πρόσβαση σε τόπο διαπραγμάτευσης χρησιμοποιεί αποτελεσματικά συστήματα και ελέγχους που διασφαλίζουν ορθή αξιολόγηση και αναθεώρηση της καταλληλότητας των προσώπων που χρησιμοποιούν την υπηρεσία, ότι τα πρόσωπα που χρησιμοποιούν την υπηρεσία εμποδίζονται να υπερβούν προκαθορισμένα διαπραγματευτικά και πιστωτικά όρια, ότι οι συναλλαγές από πρόσωπα που χρησιμοποιούν την υπηρεσία παρακολουθούνται καταλλήλως και ότι με τους κατάλληλους ελέγχους κινδύνων αποτρέπονται οι συναλλαγές που μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο την ίδια την επιχείρηση επενδύσεων ή που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ή να συμβάλλουν σε μια μη εύρυθμη αγορά, ή να έρθουν σε αντίθεση με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. [MAR] ή τους κανόνες του τόπου διαπραγμάτευσης. Η επιχείρηση επενδύσεων διασφαλίζει ότι υπάρχει δεσμευτική γραπτή συμφωνία μεταξύ της επιχείρησης και του προσώπου σχετικά με τα βασικά δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που ανακύπτουν από την παροχή της υπηρεσίας και ότι βάσει της συμφωνίας η επιχείρηση φέρει την ευθύνη της διασφάλισης της συμμόρφωσης των συναλλαγών που χρησιμοποιούν την υπηρεσία αυτή με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [MAR] και των κανόνων του τόπου διαπραγμάτευσης.

5. Μια επιχείρηση επενδύσεων που ενεργεί ως εν γένει γραφείο εκκαθάρισης για άλλα πρόσωπα, χρησιμοποιεί αποτελεσματικά συστήματα και ελέγχους προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι υπηρεσίες εκκαθάρισης εφαρμόζονται μόνο σε πρόσωπα που είναι κατάλληλα και πληρούν σαφή κριτήρια και ότι επιβάλλονται κατάλληλες απαιτήσεις σε αυτά ώστε να μειωθούν οι κίνδυνοι για την επιχείρηση και την αγορά. Η επιχείρηση επενδύσεων διασφαλίζει ότι υπάρχει δεσμευτική γραπτή συμφωνία μεταξύ της επιχείρησης και του προσώπου σχετικά με τα βασικά δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας.

6. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με μέτρα για τον καθορισμό των λεπτομερών οργανωτικών απαιτήσεων που ορίζονται στους παραγράφους 1 έως 5 που πρέπει να εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις επενδύσεων, οι οποίες εκτελούν διάφορες επενδυτικές υπηρεσίες ή/και δραστηριότητες και παρεπόμενες υπηρεσίες ή συνδυασμό αυτών.

ê

ð νέο

Άρθρο 1814

Διαδικασία διαπραγμάτευσης και οριστικοποίηση των συναλλαγών σε ΠΜΔ ð και ΟΜΔ ï

1. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων ή οι διαχειριστές αγοράς που εκμεταλλεύονται ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï , πέραν της εκπλήρωσης των απαιτήσεων του άρθρου 1613, θεσπίζουν διαφανείς και μη παρέχοντες διακριτική ευχέρεια κανόνες και διαδικασίες δίκαιης και ομαλής διαπραγμάτευσης και καθορίζουν αντικειμενικά κριτήρια για την αποτελεσματική εκτέλεση των εντολών. ð Διαθέτουν μηχανισμούς που επιτρέπουν την ορθή διαχείριση των τεχνικών λειτουργιών του συστήματος, και ιδίως αποτελεσματικούς μηχανισμούς έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση των κινδύνων δυσλειτουργίας των συστημάτων. ï

2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων ή τους διαχειριστές αγοράς που εκμεταλλεύονται ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï να θεσπίζουν διαφανείς κανόνες σχετικούς με τα κριτήρια προσδιορισμού των χρηματοπιστωτικών μέσων, η διαπραγμάτευση των οποίων επιτρέπεται στα πλαίσια των συστημάτων τους.

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων ή τους διαχειριστές αγοράς που εκμεταλλεύονται ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï να παρέχουν, όπου συντρέχει η περίπτωση, επαρκείς δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες, ή να βεβαιώνονται ότι υπάρχει πρόσβαση σε τέτοιες πληροφορίες, ώστε να μπορούν οι χρήστες του να μορφώνουν επενδυτική κρίση, ανάλογα με τη φύση των χρηστών και με τα είδη των υπό διαπραγμάτευση χρηματοπιστωτικών μέσων.

3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα άρθρα 19, 21 και 22 της παρούσας οδηγίας δεν έχουν εφαρμογή στις συναλλαγές που συνάπτονται μεταξύ μελών ενός ΠΜΔ ή συμμετεχόντων σ' αυτόν ή μεταξύ του ΣΠΣ και των μελών του ή των συμμετεχόντων σ' αυτόν σε σχέση με τη χρησιμοποίησή του, στα πλαίσια των κανόνων που το διέπουν. Τα μέλη όμως ενός ΠΜΔ ή οι συμμετέχοντες σ' αυτό συμμορφώνονται προς τις προβλεπόμενες στα εν λόγω άρθρα υποχρεώσεις έναντι των πελατών τους όταν, ενεργώντας για λογαριασμό των πελατών τους, εκτελούν εντολές τους μέσω των συστημάτων ΠΜΔ. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων ή τους διαχειριστές αγοράς που εκμεταλλεύονται ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï να καταρτίζουν ð , να δημοσιεύουν ï και να διατηρούν κανόνες διαφανείς και βασισμένους σε αντικειμενικά κριτήρια, οι οποίοι να διέπουν την πρόσβαση στο σύστημά τους. Οι κανόνες αυτοί πρέπει να πληρούν τους όρους του άρθρου 42 παράγραφος 3.

4. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων ή τους διαχειριστές αγοράς που εκμεταλλεύονται ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï να ενημερώνουν σαφώς τους χρήστες του για τις αντίστοιχες ευθύνες τους όσον αφορά το διακανονισμό των συναλλαγών που εκτελούνται εντός του εν λόγω συστήματος. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων ή τους διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ένα ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï να έχουν δημιουργήσει τους αναγκαίους μηχανισμούς για τη διευκόλυνση του αποτελεσματικού διακανονισμού των συναλλαγών που διενεργούνται στα πλαίσια των συστημάτων του ΠΜΔ ð ή του ΟΜΔ ï.

5. Εάν κινητή αξία εισαχθείσα προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά αποτελεί επίσης αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï χωρίς τη συγκατάθεση του εκδότη της, ο εκδότης δεν υπόκειται σε καμία υποχρέωση έναντι του ΠΜΔ ως προς την αρχική, τη συνεχή και την κατά περίπτωση δημοσιοποίηση χρηματοοικονομικών πληροφοριών σχετικών με τον ΠΜΔ ð ή τον ΟΜΔ ï.

6. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων ή τους διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï να συμμορφώνονται αμέσως με κάθε εντολή της αρμόδιας γι' αυτές αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 7250 παράγραφος 1, για την αναστολή ή τον τερματισμό της διαπραγμάτευσης συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού μέσου.

ò νέο

8. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων και τους διαχειριστές της αγοράς που εκμεταλλεύονται ΠΜΔ ή ΟΜΔ να παρέχουν στην αρμόδια αρχή λεπτομερή περιγραφή της λειτουργίας του ΠΜΔ ή του ΟΜΔ. Κάθε χορήγηση άδειας λειτουργίας σε επιχείρηση επενδύσεων ή διαχειριστή της αγοράς ως ΠΜΔ ή ΟΜΔ γνωστοποιείται στην ΕΑΚΑΑ. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει κατάλογο με όλους τους ΠΜΔ και ΟΜΔ στην Ένωση. Ο κατάλογος περιέχει πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες που παρέχει ένας ΠΜΔ ή ΟΜΔ και περιλαμβάνει τον μοναδικό κωδικό ταυτοποίησης του ΠΜΔ ή του ΟΜΔ προς χρήση σε εκθέσεις, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 3 και τα άρθρα 5 και 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR]. Ο κατάλογος επικαιροποιείται τακτικά. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει και τηρεί επικαιροποιημένο τον εν λόγω κατάλογο στον ιστότοπό της.

9. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα για τον καθορισμό του περιεχομένου και της μορφής της περιγραφής και της γνωστοποίησης που αναφέρονται στην παράγραφο 8.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων το αργότερο έως τις [31 Δεκεμβρίου 2016].

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095./2010.

Άρθρο 19

Ειδικές απαιτήσεις για τους ΠΜΔ

1. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων ή οι διαχειριστές αγοράς που εκμεταλλεύονται ΠΜΔ, πέραν της εκπλήρωσης των απαιτήσεων των άρθρων 16 και 18, θεσπίζουν διαφανείς και μη παρέχοντες διακριτική ευχέρεια κανόνες για την εκτέλεση εντολών στο σύστημα.

2. Τα κράτη μέλη απαιτούν τη συμμόρφωση των κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 4 και διέπουν την πρόσβαση σε ΠΜΔ με τους όρους του άρθρου 55 παράγραφος 3.

3. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων ή τους διαχειριστές αγοράς που εκμεταλλεύονται ΠΜΔ να ορίζουν διευθετήσεις για τον σαφή προσδιορισμό και τη διαχείριση πιθανών αρνητικών συνεπειών που μπορεί να έχει για τη λειτουργία του ΠΜΔ ή των συμμετεχόντων του οποιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των συμφερόντων του ΠΜΔ, των ιδιοκτητών του ή του διαχειριστή του και της ορθής λειτουργίας του ΠΜΔ.

4. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους ΠΜΔ να διαθέτουν αποτελεσματικά συστήματα, διαδικασίες και διευθετήσεις σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 51.

5. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα άρθρα 24, 25, 27 και 28 δεν έχουν εφαρμογή στις συναλλαγές που συνάπτονται μεταξύ μελών ενός ΠΜΔ ή συμμετεχόντων σ' αυτόν ή μεταξύ του ΠΜΔ και των μελών του ή των συμμετεχόντων σ' αυτόν σε σχέση με τη χρησιμοποίησή του, στο πλαίσιο των κανόνων που τον διέπουν. Ωστόσο, τα μέλη ενός ΠΜΔ ή οι συμμετέχοντες σ' αυτό συμμορφώνονται προς τις προβλεπόμενες στα άρθρα 24, 25, 27 και 28 υποχρεώσεις έναντι των πελατών τους όταν, ενεργώντας για λογαριασμό των πελατών τους, εκτελούν εντολές τους μέσω των συστημάτων ενός ΠΜΔ.

Άρθρο 20

Ειδικές απαιτήσεις για τους ΟΜΔ

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους ΟΜΔ να ορίζουν διευθετήσεις που να αποτρέπουν την εκτέλεση εντολών πελατών σε έναν ΟΜΔ βάσει του ίδιου κεφαλαίου της επιχείρησης επενδύσεων ή του διαχειριστή της αγοράς που εκμεταλλεύεται τον ΟΜΔ. Η επιχείρηση επενδύσεων δεν ενεργεί ως συστηματικός εσωτερικοποιητής σε έναν ΟΜΔ που διαχειρίζεται η ίδια. Ένας ΟΜΔ δεν συνδέεται με άλλον ΟΜΔ κατά τρόπο που να επιτρέπει την αλληλεπίδραση μεταξύ εντολών σε διαφορετικούς ΟΜΔ.

2. Το αίτημα χορήγησης άδειας λειτουργίας ως ΟΜΔ περιλαμβάνει λεπτομερή περιγραφή των λόγων για τους οποίους το σύστημα δεν αντιστοιχεί και δεν μπορεί να λειτουργήσει ως ρυθμιζόμενη αγορά, ως ΠΜΔ ή ως συστηματικός εσωτερικοποιητής.

3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα άρθρα 24, 25, 27 και 28 εφαρμόζονται στις συναλλαγές που διεξάγονται σε έναν ΟΜΔ.

4. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι, όταν οι ΟΜΔ προβλέπουν ή επιτρέπουν την πραγματοποίηση αλγοριθμικών συναλλαγών μέσω των συστημάτων τους, διαθέτουν αποτελεσματικά συστήματα, διαδικασίες και διευθετήσεις σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 51.

ê 2004/39/ΕΚ

Άρθρο 15

Σχέσεις με τρίτες χώρες

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 5 στοιχείο α)

1. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή και την ΕΑΚΑΑ σχετικά με τις γενικής φύσεως δυσκολίες που συναντούν οι δικές τους επιχειρήσεις επενδύσεων κατά την εγκατάστασή τους ή κατά την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών ή/και κατά τη διενέργεια επενδυτικών δραστηριοτήτων σε οποιαδήποτε τρίτη χώρα.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 5 στοιχείο β)

2. Αν η Επιτροπή διαπιστώσει, βάσει πληροφοριών που της γνωστοποιούνται κατά την παράγραφο 1, ότι τρίτη χώρα δεν παρέχει στις επιχειρήσεις επενδύσεων της Ένωσης δυνατότητα πραγματικής πρόσβασης στην αγορά παρόμοια με την παρεχόμενη από την Ένωση στις επιχειρήσεις επενδύσεων της τρίτης αυτής χώρας, η Επιτροπή, αφού πρώτα η ΕΑΚΑΑ διατυπώσει κατευθυντήριες γραμμές, υποβάλλει στο Συμβούλιο προτάσεις για να της δοθεί η δέουσα διαπραγματευτική εντολή ώστε να επιτύχει παρόμοιες ανταγωνιστικές συνθήκες για τις επιχειρήσεις επενδύσεων της Ένωσης. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενημερώνεται αμέσως και πλήρως σε όλα τα στάδια της διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 217 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

Η ΕΑΚΑΑ επικουρεί την Επιτροπή για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου.

ê 2004/39/ΕΚ (νέο)

è1 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 4

3. Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει, βάσει πληροφοριών που της γνωστοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 1, ότι οι κοινοτικές επιχειρήσεις επενδύσεων σε τρίτη χώρα δεν τυγχάνουν εθνικής μεταχείρισης που να τους προσφέρει τις ίδιες δυνατότητες ανταγωνισμού με τις προσφερόμενες στις επιχειρήσεις επενδύσεων της χώρας αυτής και ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις πραγματικής πρόσβασης στην αγορά, μπορεί να αρχίσει διαπραγματεύσεις για να επανορθώσει την κατάσταση.

Όταν συντρέχουν οι περιστάσεις του πρώτου εδαφίου, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει, è1 σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 3 ç , σε οποιαδήποτε στιγμή και παράλληλα με την έναρξη διαπραγματεύσεων, ότι οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών πρέπει να περιορίζουν ή να αναστέλλουν τις αποφάσεις τους σχετικά με τις ήδη κατατεθειμένες ή τις μέλλουσες αιτήσεις χορήγησης άδειας λειτουργίας και με τις κτήσεις συμμετοχών των άμεσων ή έμμεσων μητρικών επιχειρήσεων που διέπονται από το δίκαιο της εν λόγω τρίτης χώρας. Οι ανωτέρω περιορισμοί ή αναστολές δεν μπορούν να εφαρμόζονται κατά την ίδρυση θυγατρικών από επιχειρήσεις επενδύσεων που έχουν λάβει την απαιτούμενη άδεια λειτουργίας στην Κοινότητα ή από θυγατρικές τους, ούτε κατά την απόκτηση συμμετοχών από τις εν λόγω επιχειρήσεις ή τις θυγατρικές τους σε επιχείρηση επενδύσεων της Κοινότητας. Η διάρκεια ισχύος των μέτρων αυτών δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

Πριν από τη λήξη του τριμήνου που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο και ανάλογα με τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει, è1 σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 3, ç να παρατείνει την ισχύ των μέτρων αυτών.

4. Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι συντρέχει μία από τις περιστάσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, τα κράτη μέλη την ενημερώνουν, μετά από αίτησή της:

              α) για κάθε αίτηση χορήγησης άδειας λειτουργίας μιας άμεσα ή έμμεσα θυγατρικής επιχείρησης μιας μητρικής επιχείρησης που διέπεται από το δίκαιο της εν λόγω τρίτης χώρας·

              β) όποτε οι αρμόδιες αρχές τους πληροφορούνται, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3, ότι μια τέτοια μητρική επιχείρηση σκοπεύει να αποκτήσει συμμετοχή σε εταιρεία επενδύσεων της Κοινότητας, με αποτέλεσμα η επιχείρηση επενδύσεων να καταστεί θυγατρική της.

Αυτή η υποχρέωση της ενημέρωσης παύει να υπάρχει μόλις συναφθεί συμφωνία με την ενδιαφερόμενη τρίτη χώρα ή όταν παύσουν να εφαρμόζονται τα μέτρα του δεύτερου και τρίτου εδαφίου της παραγράφου 3.

5. Τα μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος άρθρου πρέπει να είναι σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η Κοινότητα βάσει διεθνών συμφωνιών, είτε διμερών είτε πολυμερών, οι οποίες διέπουν την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας επιχείρησης επενδύσεων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΌΡΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΊΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΉΣΕΙΣ ΕΠΕΝΔΎΣΕΩΝ

Τμήμα 1

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 2116

Τακτική επανεξέταση των όρων χορήγησης της αρχικής άδειας

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων που έχουν άδεια λειτουργίας στο έδαφός τους να συμμορφώνονται διαρκώς με τους όρους που τίθενται στο κεφάλαιο I του παρόντος τίτλου για τη χορήγηση της αρχικής άδειας.

2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις αρμόδιες αρχές να καταρτίσουν κατάλληλες μεθόδους για να παρακολουθούν κατά πόσον οι επιχειρήσεις επενδύσεων συμμορφώνονται με την κατά την παράγραφο 1 υποχρέωσή τους. Από τις επιχειρήσεις επενδύσεων απαιτείται να γνωστοποιούν στις αρμόδιες αρχές κάθε ουσιαστική μεταβολή στους όρους χορήγησης της αρχικής άδειας.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 6

Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις μεθόδους επίβλεψης που προβλέπει η παρούσα παράγραφος.

ê

è1 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 5 στοιχείο α)

ð νέο

3. Στην περίπτωση των επιχειρήσεων επενδύσεων που παρέχουν μόνον επενδυτικές συμβουλές, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν στην αρμόδια αρχή να μεταβιβάζει διοικητικά, προπαρασκευαστικά ή παρεπόμενα καθήκοντα σχετικά με την επανεξέταση των όρων χορήγησης της αρχικής άδειας, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 48 παράγραφος 2.

Άρθρο 2217

Γενικές υποχρεώσεις όσον αφορά τη συνεχή εποπτεία

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές εποπτεύουν τις δραστηριότητες των επιχειρήσεων επενδύσεων με τρόπο που τους επιτρέπει να εκτιμούν τη συμμόρφωση με τους όρους λειτουργίας που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη λήψη των κατάλληλων μέτρων προκειμένου οι αρμόδιες αρχές να είναι σε θέση να λαμβάνουν τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για να εκτιμούν τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων επενδύσεων με αυτές τις υποχρεώσεις.

2. Στην περίπτωση των επιχειρήσεων επενδύσεων που παρέχουν μόνον επενδυτικές συμβουλές, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν στην αρμόδια αρχή να μεταβιβάζει διοικητικά, προπαρασκευαστικά ή παρεπόμενα καθήκοντα σχετικά με την τακτική εποπτεία των λειτουργικών απαιτήσεων, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 48 παράγραφος 2.

Άρθρο 2318

Συγκρούσεις συμφερόντων

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να λαμβάνουν κάθε εύλογο Ö κατάλληλα Õ μέτρα για τον εντοπισμό των συγκρούσεων συμφερόντων μεταξύ αυτών των ιδίων, περιλαμβανομένων των διευθυντών και υπαλλήλων τους, των συνδεδεμένων τους αντιπροσώπων και κάθε προσώπου που συνδέεται μαζί τους άμεσα ή έμμεσα με σχέση ελέγχου, και των πελατών τους, ή μεταξύ δύο πελατών τους, κατά την παροχή οποιασδήποτε επενδυτικής και παρεπόμενης υπηρεσίας ή συνδυασμού αυτών των υπηρεσιών.

2. Εάν οι οργανωτικές ή διοικητικές ρυθμίσεις που εφαρμόζει κατά το άρθρο 1613 παράγραφος 3 η επιχείρηση επενδύσεων για τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων δεν επαρκούν για να εξασφαλιστεί με εύλογη βεβαιότητα η πρόληψη των κίνδυνων να επηρεαστούν αρνητικά τα συμφέροντα των πελατών, η επιχείρηση επενδύσεων γνωστοποιεί σαφώς τη γενική φύση και/ή τις πηγές των συγκρούσεων συμφερόντων στον πελάτη προτού αναλάβει να ασκήσει δραστηριότητες για λογαριασμό του.

3. Για να λαμβάνονται υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να εξασφαλιστεί η ενιαία εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, η Επιτροπή θεσπίζει è1 --- ç εκτελεστικά ð Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με ï μέτρα για:

α)      τον καθορισμό των μέτρων που εύλογα μπορεί να αναμένεται ότι θα λάβουν οι επιχειρήσεις επενδύσεων για να εντοπίζουν, να αποφεύγουν, να διαχειρίζονται και/ή να γνωστοποιούν τις συγκρούσεις συμφερόντων κατά την παροχή των διαφόρων επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών ή συνδυασμών αυτών των υπηρεσιών·

β)      τον καθορισμό κατάλληλων κριτηρίων για τον προσδιορισμό των μορφών σύγκρουσης συμφερόντων, η ύπαρξη των οποίων θα μπορούσε να αποβεί επιζήμια για τα συμφέροντα των πελατών ή των δυνητικών πελατών της επιχείρησης επενδύσεων.

ê 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 5 στοιχείο β)

Τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 2.

ê

ð νέο

Τμήμα 2

Διατάξεις για την προστασία των επενδυτών

Άρθρο 2419

Υποχρεώσεις επαγγελματικής δεοντολογίας κατά την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών σε πελάτες Ö Γενικές αρχές και ενημέρωση των πελατών Õ

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από κάθε επιχείρηση επενδύσεων να ενεργεί κατά την παροχή επενδυτικών ή/και, κατά περίπτωση, παρεπόμενων υπηρεσιών σε πελάτες με εντιμότητα, δικαιοσύνη και επαγγελματισμό ώστε να εξυπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των πελατών της, και να συμμορφώνεται ιδίως με τις αρχές που αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 8 κατωτέρω Ö στο παρόν άρθρο και στο άρθρο 25 Õ .

2. Όλες οι πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των διαφημιστικών ανακοινώσεων, που απευθύνονται από επιχείρηση επενδύσεων σε πελάτες ή σε δυνητικούς πελάτες, πρέπει να είναι ακριβείς, σαφείς και μη παραπλανητικές. Οι διαφημιστικές ανακοινώσεις πρέπει να μπορούν να αναγνωρίζονται σαφώς ως τέτοιες.

3. Στους πελάτες ή τους δυνητικούς πελάτες παρέχεται κατάλληλη πληροφόρηση σε κατανοητή μορφή σχετικά με:

– την επιχείρηση επενδύσεων και τις υπηρεσίες της·, ð κατά την παροχή επενδυτικών συμβουλών οι πληροφορίες προσδιορίζουν εάν οι συμβουλές παρέχονται σε ανεξάρτητη βάση και εάν στηρίζονται σε ευρεία ή πιο περιορισμένη ανάλυση της αγοράς και αναφέρεται εάν η επιχείρηση επενδύσεων θα διαθέσει στον πελάτη διαρκή αξιολόγηση της καταλληλότητας των χρηματοπιστωτικών μέσων που προτείνονται στους πελάτες, ï

– τα χρηματοπιστωτικά μέσα και τις προτεινόμενες επενδυτικές στρατηγικές· εδώ θα πρέπει να περιλαμβάνονται κατάλληλη καθοδήγηση και προειδοποιήσεις σχετικά με τους κινδύνους που συνδέονται με τις επενδύσεις στα εν λόγω μέσα ή με την υιοθέτηση των εν λόγω επενδυτικών στρατηγικών,

– τους τόπους εκτέλεσης, και

– το κόστος και τις σχετικές παρεπόμενες επιβαρύνσεις.

Ö Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο πρέπει να παρέχονται σε κατανοητή μορφή κατά τρόπο Õ ώστε Ö οι πελάτες ή οι δυνητικοί πελάτες Õ να είναι ευλόγως σε θέση να κατανοούν τη φύση και τους κινδύνους της προσφερόμενης επενδυτικής υπηρεσίας και του συγκεκριμένου τύπου του προτεινόμενου χρηματοπιστωτικού μέσου και ως εκ τούτου να λαμβάνουν τεκμηριωμένες επενδυτικές αποφάσεις εν επιγνώσει. Οι πληροφορίες αυτές μπορεί να παρέχονται σε τυποποιημένη μορφή.

ê

ð νέο

49. Όταν η επενδυτική υπηρεσία προσφέρεται ως μέρος χρηματοπιστωτικού προϊόντος που ήδη υπόκειται σε άλλες διατάξεις της κοινοτικής ð ενωσιακής ï νομοθεσίας ή σε κοινά ευρωπαϊκά πρότυπα σχετικά με τα πιστωτικά ιδρύματα και την καταναλωτική πίστη όσον αφορά την αξιολόγηση του κινδύνου των πελατών ή/και τις απαιτήσεις περί των πληροφοριών, η παροχή της εν λόγω υπηρεσίας δεν υπόκειται επιπροσθέτως στις επιβαλλόμενες με το παρόν άρθρο ð τις παραγράφους 2 και 3 ï υποχρεώσεις.

ò νέο

5. Όταν η επιχείρηση επενδύσεων ενημερώνει τον πελάτη ότι παρέχονται επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση, η επιχείρηση:

(i) αξιολογεί έναν επαρκώς μεγάλο αριθμό χρηματοπιστωτικών μέσων που διατίθενται στην αγορά. Τα χρηματοπιστωτικά μέσα διαφοροποιούνται ως προς τον τύπο και τους εκδότες τους ή τους παρόχους των προϊόντων και δεν πρέπει να περιορίζονται στα χρηματοπιστωτικά μέσα που εκδίδονται ή παρέχονται από οντότητες που συνδέονται στενά με την επιχείρηση επενδύσεων,

(ii) δεν αποδέχεται και δεν λαμβάνει αμοιβές, προμήθειες ή άλλα χρηματικά οφέλη που καταβάλλονται ή παρέχονται από τρίτο ή από πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό τρίτου σε σχέση με την παροχή της υπηρεσίας προς τους πελάτες.

ò νέο

6. Κατά την παροχή διαχείρισης χαρτοφυλακίου, η επιχείρηση επενδύσεων δεν αποδέχεται και δεν λαμβάνει αμοιβές, προμήθειες ή άλλα χρηματικά οφέλη που καταβάλλονται ή παρέχονται από τρίτο ή από πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό τρίτου σε σχέση με την παροχή της υπηρεσίας προς τους πελάτες.

7. Εάν μια υπηρεσία επενδύσεων προσφέρεται σε συνδυασμό με άλλη υπηρεσία ή προϊόν ως μέρος δέσμης ή ως όρος για την ίδια συμφωνία ή δέσμη, η επιχείρηση επενδύσεων ενημερώνει τον πελάτη για τη δυνατότητα αγοράς των διάφορων στοιχείων ανεξάρτητα και παρέχει χωριστή τεκμηρίωση για το κόστος και τις επιβαρύνσεις κάθε στοιχείου.

Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει το αργότερο μέχρι τις [] και επικαιροποιεί περιοδικά κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση και την εποπτεία των διασταυρούμενων πωλήσεων, στις οποίες αναφέρονται συγκεκριμένα καταστάσεις στις οποίες οι πρακτικές των διασταυρούμενων πωλήσεων δεν συνάδουν με τις υποχρεώσεις της παραγράφου 1.

ò νέο

8. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με μέτρα εφαρμογής για τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων επενδύσεων με τις ανωτέρω αρχές κατά την παροχή επενδυτικών ή παρεπόμενων υπηρεσιών στους πελάτες τους. Οι εν λόγω πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση λαμβάνουν υπόψη:

α)      τη φύση της υπηρεσίας ή των υπηρεσιών που προσφέρονται ή παρέχονται στον πελάτη ή στον δυνητικό πελάτη, λαμβανομένων υπόψη του είδους, του αντικειμένου, του όγκου και της συχνότητας των συναλλαγών,

β)      τη φύση των προϊόντων που προσφέρονται ή προτείνονται συμπεριλαμβανομένων των αναφερόμενων στο άρθρο 1 παράγραφος 2 χρηματοπιστωτικών μέσων και καταθέσεων διαφορετικών τύπων,

γ)      το είδος του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη (ιδιώτης ή επαγγελματίας επενδυτής) ή, στην περίπτωση της παραγράφου 3, την ταξινόμησή τους ως επιλέξιμων αντισυμβαλλόμενων.

ê

Ö Άρθρο 25 Õ

Ö Αξιολόγηση της καταλληλότητας και της συμβατότητας και των γνωστοποιήσεων προς πελάτες Õ

14. Όταν η επιχείρηση επενδύσεων παρέχει επενδυτικές συμβουλές ή διαχείριση χαρτοφυλακίου, οφείλει να αντλεί τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τη γνώση και την πείρα του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη στον επενδυτικό τομέα σε σχέση με τον συγκεκριμένο τύπο προϊόντος ή υπηρεσίας, καθώς και σχετικά με τη χρηματοοικονομική κατάσταση και τους επενδυτικούς στόχους του, ώστε να μπορεί να του συστήσει τις επενδυτικές υπηρεσίες και τα χρηματοπιστωτικά μέσα που είναι κατάλληλα για την περίπτωσή του.

ê

ð νέο

25. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όταν οι επιχειρήσεις επενδύσεων παρέχουν άλλες επενδυτικές υπηρεσίες πλην των μνημονευόμενων στην παράγραφο 14, ζητούν από τον πελάτη ή το δυνητικό πελάτη να δίνει πληροφορίες σχετικά με τη γνώση και την πείρα του στον επενδυτικό τομέα σε σχέση με το συγκεκριμένο τύπο προσφερόμενου ή ζητούμενου προϊόντος ή υπηρεσίας, ώστε να μπορεί η επιχείρηση επενδύσεων να εκτιμήσει κατά πόσον η σχεδιαζόμενη επενδυτική υπηρεσία ή προϊόν είναι κατάλληλο για τον πελάτη.

Εφόσον Ö Εάν Õ η επιχείρηση επενδύσεων κρίνει, βάσει των πληροφοριών που έχει λάβει σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, ότι το προϊόν ή η υπηρεσία δεν είναι κατάλληλα για τον πελάτη ή το δυνητικό πελάτη, οφείλει να τον προειδοποιήσει περί τούτου. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή.

Αν Ö Εάν Õ ο πελάτης ή ο δυνητικός πελάτης οι πελάτες ή οι δυνητικοί πελάτες δεν παράσχει παράσχουν τις κατά το πρώτο εδάφιο πληροφορίες σχετικά με τη γνώση και την πείρα τους, ή αν παράσχει παράσχουν ανεπαρκείς σχετικές πληροφορίες, η επιχείρηση επενδύσεων οφείλει να τον τους προειδοποιήσει ότι η απόφασή του αυτή δεν της επιτρέπει η επιχείρηση δεν είναι σε θέση να κρίνει κατά πόσον η σκοπούμενη επενδυτική υπηρεσία ή το σκοπούμενο επενδυτικό προϊόν είναι κατάλληλα γι' αυτόν αυτούς. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή.

3. Τα κράτη μέλη επιτρέπουν στις επιχειρήσεις επενδύσεων, όταν αυτές παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες αποτελούμενες αποκλειστικά και μόνο από την εκτέλεση εντολών του πελάτη ή/και τη λήψη και διαβίβασή τους με ή χωρίς παρεπόμενες υπηρεσίες ð , εξαιρουμένης της παρεπόμενης υπηρεσίας που καθορίζεται στο τμήμα Β παράγραφος 1 του παραρτήματος 1 ï , να παρέχουν τις εν λόγω επενδυτικές υπηρεσίες στους πελάτες των χωρίς να έχουν αναγκαστικά λάβει τις πληροφορίες και καταλήξει στην κρίση που προβλέπονται στην παράγραφο 25, εφόσον πληρούνται όλες οι παρακάτω προϋποθέσεις:

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 7 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

α)-          οι υπηρεσίες που προβλέπονται στο εισαγωγικό μέρος αφορούν ð σε οιοδήποτε από τα ακόλουθα χρηματοπιστωτικά μέσα: ï

(i)       μετοχές εισηγμένες για διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ισοδύναμη αγορά τρίτης χώρας, ð ή σε ΠΜΔ, εφόσον πρόκειται για μετοχές εταιρειών και εξαιρουμένων μετοχών σε επιχειρήσεις συλλογικών επενδύσεων μη ΟΣΕΚΑ και μετοχών στις οποίες έχουν ενσωματωθεί παράγωγα· ï

(ii)      ð ομολογίες ή άλλες μορφές τιτλοποιημένου χρέους, εισηγμένες για διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ισοδύναμη αγορά τρίτης χώρας, ή σε ΠΜΔ, εξαιρουμένων εκείνων στις οποίες έχουν ενσωματωθεί παράγωγα ή στις οποίες έχουν ενσωματωθεί μέσα που καθιστούν δύσκολη την κατανόηση από την πλευρά του πελάτη του εγκυμονούντος κινδύνου· ï

(iii)     μέσα χρηματαγοράς, ομολογίες ή άλλες μορφές τιτλοποιημένου χρέους, (με την εξαίρεση των ομολογιών ή άλλων μορφών τιτλοποιημένου χρέους όπου ð εξαιρουμένων εκείνων στα οποία ï ενσωματώνονται παράγωγα), ð ή στα οποία έχουν ενσωματωθεί μέσα που καθιστούν δύσκολη την κατανόηση από την πλευρά του πελάτη του εγκυμονούντος κινδύνου ï

(iv)     ð μετοχές ή μερίδια σε ï ΟΣΕΚΑ και ð εξαιρουμένων δομημένων ΟΣΕΚΑ όπως αναφέρονται στο άρθρο 36 παράγραφος 1 εδάφιο 2 του κανονισμού 583/2010 της Επιτροπής· ï

(v)      άλλα μη περίπλοκα χρηματοπιστωτικά μέσα ð για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου ï .

ð Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου εάν πληρούνται οι απαιτήσεις και η διαδικασία που καθορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 εδάφια 3 και 4 της οδηγίας 2003/71/ΕΚ [Οδηγία περί ενημερωτικών δελτίων] μια ï Μια αγορά τρίτης χώρας θεωρείται ισοδύναμη με ρυθμιζόμενη αγορά, εάν πληροί ισοδύναμες προϋποθέσεις με τις καθοριζόμενες στον Τίτλο III. Η Επιτροπή και η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύουν στους ιστοτόπους τους κατάλογο των αγορών που μπορούν να θεωρηθούν ισοδύναμες. Ο κατάλογος αυτός ενημερώνεται περιοδικά. Η ΕΑΚΑΑ επικουρεί την Επιτροπή στην εκτίμηση των αγορών των τρίτων χωρών,

ê

è1 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 6 στοιχείο α)

ð νέο

β)-          η υπηρεσία παρέχεται κατόπιν πρωτοβουλίας του πελάτη ή δυνητικού πελάτη,

γ)-          ο πελάτης ή δυνητικός πελάτης έχει ενημερωθεί σαφώς ότι κατά την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας η επιχείρηση επενδύσεων δεν υποχρεούται να αξιολογήσει την καταλληλότητα ð ή της συμβατότητας ï του μέσου ή της υπηρεσίας που προσφέρονται ή παρέχονται και ότι επομένως ο ίδιος δεν καλύπτεται από την αντίστοιχη προστασία των οικείων κανόνων επαγγελματικής δεοντολογίας. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή,

δ)-          η επιχείρηση επενδύσεων συμμορφώνεται με τις κατά το άρθρο 2318 υποχρεώσεις της.

4. Η επιχείρηση επενδύσεων τηρεί αρχείο όπου περιλαμβάνονται το ή τα έγγραφα που καταρτίζονται κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του πελάτη και της επιχείρησης και που αναφέρουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών, καθώς και τους άλλους όρους υπό τους οποίους η επιχείρηση θα παρέχει υπηρεσίες στον πελάτη. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μερών μπορούν να ορίζονται με αναφορά σε άλλα έγγραφα ή νομικά κείμενα.

5. Ο πελάτης πρέπει να λαμβάνει από την επιχείρηση επενδύσεων επαρκείς αναφορές σχετικά με τις υπηρεσίες που του παρέχει. Στις αναφορές αυτές ð περιλαμβάνονται περιοδικές ανακοινώσεις προς τους πελάτες, λαμβανομένων υπόψη του τύπου του λογαριασμού και της πολυπλοκότητας των συναφών χρηματοπιστωτικών μέσων και της φύσης της υπηρεσίας που παρέχεται στον πελάτη και ï πρέπει να περιλαμβάνεται, όπου συντρέχει η περίπτωση, το κόστος των συναλλαγών και των υπηρεσιών που εκτελούνται ή παρέχονται για λογαριασμό του. ð Κατά την παροχή επενδυτικών συμβουλών, η επιχείρηση επενδύσεων προσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο οι παρεχόμενες συμβουλές ανταποκρίνονται στα προσωπικά χαρακτηριστικά του πελάτη. ï

9. Όταν η επενδυτική υπηρεσία προσφέρεται ως μέρος χρηματοπιστωτικού προϊόντος που ήδη υπόκειται σε άλλες διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας ή σε κοινά ευρωπαϊκά πρότυπα σχετικά με τα πιστωτικά ιδρύματα και την καταναλωτική πίστη όσον αφορά την αξιολόγηση του κινδύνου των πελατών ή/και τις απαιτήσεις περί πληροφοριών, η παροχή της εν λόγω υπηρεσίας δεν υπόκειται επιπροσθέτως στις επιβαλλόμενες με το παρόν άρθρο υποχρεώσεις.

610. Για να εξασφαλίσει την αναγκαία προστασία των επενδυτών και την ενιαία εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 8, η Επιτροπή θεσπίζειè1 --- ç μέτρα εφαρμογής για ð Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με μέτρα που εξασφαλίζουν ï τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων επενδύσεων με τις ανωτέρω αρχές κατά την παροχή επενδυτικών ή παρεπόμενων υπηρεσιών στους πελάτες τους. Οι εν λόγω Τα μέτρα εφαρμογής κατ' εξουσιοδότηση πράξεις λαμβάνουν υπόψη:

α)      τη φύση της υπηρεσίας ή των υπηρεσιών που προσφέρονται ή παρέχονται στον πελάτη ή στο δυνητικό πελάτη, λαμβανομένων υπόψη του είδους, του αντικειμένου, του όγκου και της συχνότητας των συναλλαγών,

β)      τη φύση των χρηματοπιστωτικών μέσων προϊόντων που προσφέρονται ή προτείνονται ð , συμπεριλαμβανομένων των χρηματοπιστωτικών μέσων και τραπεζικών καταθέσεων διάφορων τύπων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 ï ·

γ)      το είδος του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη ð ή στην περίπτωση της παραγράφου 5, την ταξινόμησή τους ως επιλέξιμων αντισυμβαλλόμενων. ï

ê 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 6 στοιχείο β)

Τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 2.

ò νέο

7. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει το αργότερο μέχρι τις [] και επικαιροποιεί περιοδικά κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση χρηματοπιστωτικών μέσων στα οποία έχουν ενσωματωθεί μέσα που καθιστούν δύσκολη την κατανόηση από την πλευρά του πελάτη του εγκυμονούντος κινδύνου σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο α).

ê 2004/39/ΕΚ

Άρθρο 2620

Παροχή υπηρεσιών μέσω άλλης επιχείρησης επενδύσεων

Τα κράτη μέλη επιτρέπουν στην επιχείρηση επενδύσεων που λαμβάνει με τη μεσολάβηση άλλης επιχείρησης επενδύσεων οδηγίες για την παροχή επενδυτικών ή παρεπόμενων υπηρεσιών για λογαριασμό ενός πελάτη να βασίζεται στις σχετικές με τον πελάτη πληροφορίες που της γνωστοποιεί η μεσολαβούσα επιχείρηση. Η μεσολαβούσα επιχείρηση επενδύσεων παραμένει υπεύθυνη για την πληρότητα και την ακρίβεια των διαβιβαζόμενων πληροφοριών.

Η επιχείρηση επενδύσεων που λαμβάνει με τον τρόπο αυτό οδηγίες να παράσχει υπηρεσίες για λογαριασμό ενός πελάτη πρέπει επίσης να μπορεί να βασίζεται σε οποιεσδήποτε συστάσεις έχουν δοθεί στον πελάτη από άλλη επιχείρηση επενδύσεων σχετικά με την υπηρεσία ή τη συναλλαγή. Η μεσολαβούσα επιχείρηση επενδύσεων παραμένει υπεύθυνη για την καταλληλότητα των παρεχόμενων συστάσεων ή συμβουλών για το συγκεκριμένο πελάτη.

Η επιχείρηση επενδύσεων που λαμβάνει οδηγίες ή εντολές ενός πελάτη με τη μεσολάβηση άλλης επιχείρησης επενδύσεων παραμένει υπεύθυνη για την παροχή της υπηρεσίας ή την ολοκλήρωση της συναλλαγής βάσει αυτών των πληροφοριών ή συστάσεων, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του παρόντος Τίτλου.

Άρθρο 2721

Υποχρέωση εκτέλεσης των εντολών με τους πλέον ευνοϊκούς για τον πελάτη όρους

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να ενεργούν όλα τα ευλόγως αναγκαία ώστε να επιτυγχάνουν, κατά την εκτέλεση εντολών, το βέλτιστο αποτέλεσμα για τον πελάτη, λαμβανομένων υπόψη της τιμής, του κόστους, της ταχύτητας, της πιθανότητας εκτέλεσης και διακανονισμού, του όγκου, της φύσης και οποιουδήποτε άλλου παράγοντα αφορά την εκτέλεση της εντολής. Μολαταύτα, όταν υπάρχουν συγκεκριμένες οδηγίες του πελάτη, η επιχείρηση επενδύσεων εκτελεί την εντολή σύμφωνα με αυτές τις οδηγίες.

ò νέο

2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από κάθε τόπο εκτέλεσης να διαθέτει στο κοινό, ατελώς, δεδομένα που σχετίζονται με την ποιότητα της εκτέλεσης των συναλλαγών που διενεργούνται στον συγκεκριμένο τόπο σε τουλάχιστον ετήσια βάση. Οι περιοδικές εκθέσεις περιλαμβάνουν λεπτομέρειες σχετικά με τις τιμές, την ταχύτητα εκτέλεσης και την πιθανότητα εκτέλεσης ατομικών χρηματοπιστωτικών μέσων.

ê

è1 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 7 στοιχείο α)

ð νέο

32. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να καταρτίζουν και να εφαρμόζουν αποτελεσματικές ρυθμίσεις για να συμμορφώνονται με την παράγραφο 1. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να καταρτίζουν και να εφαρμόζουν πολιτική εκτέλεσης εντολών που να τους επιτρέπει να επιτυγχάνουν το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα για τις εντολές των πελατών τους, σύμφωνα με την παράγραφο 1.

43. Η πολιτική εκτέλεσης εντολών θα πρέπει να περιέχει, για κάθε κατηγορία μέσων, στοιχεία σχετικά με τους διάφορους τόπους όπου η επιχείρηση επενδύσεων εκτελεί τις εντολές των πελατών της και τους παράγοντες που επηρεάζουν την εκλογή τόπου εκτέλεσης, να περιλαμβάνει δε τουλάχιστον τους τόπους εκείνους όπου η επιχείρηση επενδύσεων μπορεί συστηματικά να επιτυγχάνει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για την εκτέλεση των εντολών των πελατών.

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να παρέχουν στους πελάτες τους κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με την πολιτική εκτέλεσης εντολών που ακολουθούν. ð Οι εν λόγω πληροφορίες επεξηγούν σαφώς, με επαρκείς λεπτομέρειες και με εύκολα κατανοητό από τους πελάτες τρόπο, τον τρόπο με τον οποίο η εταιρεία θα εκτελέσει τις εντολές για λογαριασμό του πελάτη. ï Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να λαμβάνουν την προηγούμενη συναίνεση των πελατών τους σχετικά με την εν λόγω πολιτική εκτέλεσης εντολών.

Όταν η ακολουθούμενη πολιτική εκτέλεσης εντολών προβλέπει τη δυνατότητα εκτέλεσης εντολών εκτός ρυθμιζόμενων αγορών ή ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï , τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων, να ενημερώνουν σχετικά τους πελάτες ή τους δυνητικούς πελάτες τους. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να εξασφαλίζουν εκ των προτέρων τη ρητή συναίνεση των πελατών τους προτού εκτελέσουν εντολές πελατών εκτός ρυθμιζόμενων αγορών ή ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων μπορούν να εξασφαλίζουν την εν λόγω συναίνεση υπό μορφή γενικής συμφωνίας ή για συγκεκριμένες συναλλαγές.

54. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να παρακολουθούν την αποτελεσματικότητα των ρυθμίσεων και της πολιτικής που ακολουθούν ως προς την εκτέλεση εντολών, ώστε να εντοπίζουν και – όπου αρμόζει – να θεραπεύουν τυχόν ελλείψεις. Ειδικότερα, οι επιχειρήσεις επενδύσεων οφείλουν να εξετάζουν τακτικά κατά πόσον οι τόποι εκτέλεσης που προβλέπονται στην πολιτική εκτέλεσης εντολών επιτυγχάνουν το βέλτιστο αποτέλεσμα για τους πελάτες τους ή μήπως χρειάζεται να επιφέρουν αλλαγές στις ρυθμίσεις εκτέλεσης εντολών που ακολουθούν. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να ειδοποιούν τους πελάτες για κάθε ουσιαστική αλλαγή των ρυθμίσεων και της πολιτικής που ακολουθούν ως προς την εκτέλεση εντολών.

ð Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να συνοψίζουν και να δημοσιοποιούν σε ετήσια βάση, για κάθε κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων, τους πέντε κορυφαίους τόπους εκτέλεσης όπου εκτέλεσαν εντολές πελατών κατά το προηγούμενο έτος. ï

65. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να είναι σε θέση να αποδείξουν στους πελάτες τους, αν αυτοί το ζητήσουν, ότι έχουν εκτελέσει τις εντολές τους σύμφωνα με την πολιτική εκτέλεσης εντολών που ακολουθούν.

76. Για να εξασφαλίσει την αναγκαία προστασία των επενδυτών, τη δίκαιη και εύρυθμη λειτουργία των αγορών και την ενιαία εφαρμογή των παραγράφων 1, 3 και 4, η Επιτροπή è1 --- ç θεσπίζει εκτελεστικά ð Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με ï μέτρα για:

α)      τα κριτήρια προσδιορισμού της σχετικής σπουδαιότητας των διάφορων παραγόντων που μπορούν να λαμβάνονται υπόψη κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1 για τον προσδιορισμό του καλύτερου δυνατού αποτελέσματος για τον όγκο και το είδος της εντολής και την κατηγορία (ιδιώτης ή επαγγελματίας) του πελάτη,

β)      τους παράγοντες που μπορεί να συνεκτιμά μια επιχείρηση επενδύσεων όταν επανεξετάζει τις ρυθμίσεις εκτέλεσης που ακολουθεί, και τις περιστάσεις όπου ενδέχεται να ενδείκνυται τροποποίηση των ρυθμίσεων αυτών, ειδικότερα δε τους παράγοντες προσδιορισμού των τόπων που επιτρέπουν στις επιχειρήσεις επενδύσεων να εξασφαλίζουν συστηματικά το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για την εκτέλεση των εντολών των πελατών,

γ)      τη φύση και την έκταση των κατ' εφαρμογή της παραγράφου 43 παρασχετέων στους πελάτες πληροφοριών σχετικά με τις πολιτικές εκτέλεσης εντολών.

ò νέο

8. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων για να διευκρινίσει τα εξής:

α) το συγκεκριμένο περιεχόμενο, τη μορφή και την περιοδικότητα των δεδομένων που σχετίζονται με την ποιότητα της εκτέλεσης τα οποία πρέπει να δημοσιεύονται σύμφωνα με την παράγραφο 2, λαμβάνοντας υπόψη τον τύπο του τόπου εκτέλεσης και τον τύπο του σχετικού χρηματοπιστωτικού μέσου·

β) το περιεχόμενο και τη μορφή των πληροφοριών που πρέπει να δημοσιεύουν οι επιχειρήσεις επενδύσεων σύμφωνα με την παράγραφο 5 δεύτερο εδάφιο.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων το αργότερο έως τις [ΧΧΧ].

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ê 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 7 στοιχείο β)

Τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 2.

ê

è1 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 8 στοιχείο α)

ð νέο

Άρθρο 2822

Κανόνες εκτελέσεως των εντολών πελατών

1. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων που έχουν λάβει άδεια να εκτελούν εντολές για λογαριασμό πελατών εφαρμόζουν διαδικασίες και μηχανισμούς που εγγυώνται την έγκαιρη, δίκαιη και ταχεία εκτέλεση των εντολών πελατών σε σχέση με τις εντολές των άλλων πελατών ή τις θέσεις διαπραγμάτευσης της επιχείρησης επενδύσεων.

Οι εν λόγω διαδικασίες ή μηχανισμοί επιτρέπουν την εκτέλεση κατά τα άλλα συγκρίσιμων εντολών πελατών σύμφωνα με το χρόνο λήψης τους από την επιχείρηση επενδύσεων.

2. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι, σε περίπτωση οριακής εντολής πελάτη που αφορά μετοχές εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά και που δεν εκτελείται αμέσως με τις τρέχουσες συνθήκες της αγοράς, οι επιχειρήσεις επενδύσεων πρέπει, εκτός εάν ο πελάτης δώσει ρητά άλλες οδηγίες, να λάβουν μέτρα για να διευκολύνουν την ταχύτερη δυνατή εκτέλεση της εντολής ανακοινώνοντας αμέσως δημόσια την οριακή εντολή του πελάτη με τρόπο ευπρόσιτο στους άλλους συμμετέχοντες στην αγορά. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων εκπληρώνουν την υποχρέωσή τους αυτή διαβιβάζοντας την εντολή του πελάτη σε ρυθμιζόμενη αγορά ή/και ΠΜΔ. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η αρμόδια αρχή μπορεί να αίρει την υποχρέωση δημοσιοποίησης οριακής εντολής της οποίας ο όγκος είναι μεγάλος σε σύγκριση με το συνήθη όγκο των συναλλαγών στην αγορά σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 2 Ö 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR] Õ .

3. Για να εξασφαλίσει ότι τα μέτρα για την προστασία των επενδυτών και τη δίκαιη και εύρυθμη λειτουργία των αγορών λαμβάνουν υπόψη τις τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές, καθώς και για να εξασφαλίσει την ενιαία εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, η Επιτροπή θεσπίζει è1 --- ç μέτρα εφαρμογής ð Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με ï μέτρα που καθορίζουν:

α)      τους όρους και τη φύση των διαδικασιών και μηχανισμών που επιτρέπουν την έγκαιρη, δίκαιη και ταχεία εκτέλεση των εντολών πελατών, καθώς και τις καταστάσεις στις οποίες, ή τα είδη συναλλαγών για τα οποία, οι επιχειρήσεις επενδύσεων μπορούν εύλογα να αποκλίνουν από την άμεση εκτέλεση προκειμένου να επιτύχουν πιο ευνοϊκούς όρους για τους πελάτες,

β)      τις διάφορες μεθόδους με τις οποίες η επιχείρηση επενδύσεων μπορεί να θεωρηθεί ότι εκπλήρωσε την υποχρέωσή της να ανακοινώσει στην αγορά τις μη έμμεσες εκτελέσιμες οριακές εντολές πελατών της.

ê 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 8 στοιχείο β)

Τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 2.

ê

è1 2010/78/EE άρθρο 6 παράγραφος 8

è2 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 9 στοιχείο α)

ð νέο

Άρθρο 2923

Υποχρεώσεις των επιχειρήσεων επενδύσεων όταν ορίζουν συνδεδεμένους αντιπροσώπους

1. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να επιτρέπουν στις επιχειρήσεις επενδύσεων να ορίζουν συνδεδεμένους αντιπροσώπους για την προώθηση των υπηρεσιών τους, για την προσέλκυση πελατών ή δυνητικών πελατών ή τη λήψη εντολών από πελάτες και δυνητικούς πελάτες και τη διαβίβασή τους, για την τοποθέτηση χρηματοπιστωτικών μέσων και για την παροχή συμβουλών σχετικά με τα χρηματοπιστωτικά μέσα και υπηρεσίες που προσφέρει η εν λόγω επιχείρηση επενδύσεων.

2. Όταν επιχείρηση επενδύσεων αποφασίζει να ορίσει συνδεδεμένο αντιπρόσωπο, τα κράτη μέλη απαιτούν να εξακολουθεί αυτή να ευθύνεται πλήρως και άνευ όρων για κάθε πράξη ή παράλειψη του συνδεδεμένου αντιπροσώπου όταν αυτός ενεργεί για λογαριασμό της. Τα κράτη μέλη απαιτούν από την επιχείρηση επενδύσεων να εξασφαλίζει ότι ο συνδεδεμένος αντιπρόσωπος γνωστοποιεί την ιδιότητα υπό την οποία ενεργεί και την επιχείρηση την οποία αντιπροσωπεύει όποτε έρχεται σε επαφή με πελάτη ή δυνητικό πελάτη ή προτού έρθει σε συναλλαγές μαζί του.

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφοι 6, 7 και 8, στους εγγεγραμμένους στα μητρώα συνδεδεμένους αντιπροσώπους να κατέχουν χρήματα ή/και χρηματοπιστωτικά μέσα πελατών για λογαριασμό και υπό την πλήρη ευθύνη της επιχείρησης επενδύσεων για την οποία ενεργούν στο έδαφός τους, ή, σε περίπτωση διασυνοριακής πράξης, στο έδαφος κράτους μέλους που επιτρέπει στους συνδεδεμένους αντιπροσώπους να κατέχουν χρήματα πελατών. ð Τα κράτη μέλη απαγορεύουν στους εγγεγραμμένους στην επικράτεια τους συνδεδεμένους αντιπροσώπους να χειρίζονται χρήματα ή/και χρηματοπιστωτικά μέσα πελατών. ï

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να ελέγχουν τις δραστηριότητες των συνδεδεμένων αντιπροσώπων τους, ώστε να εξασφαλίζουν ότι εξακολουθούν να συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία και όταν ενεργούν μέσω συνδεδεμένων αντιπροσώπων.

3. è1 Τα κράτη μέλη που αποφασίζουν να επιτρέψουν στις επιχειρήσεις επενδύσεων να ορίζουν συνδεδεμένους αντιπροσώπους δημιουργούν δημόσιο μητρώο. Οι συνδεδεμένοι αντιπρόσωποι εγγράφονται στο δημόσιο μητρώο του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένοι. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει στον ιστότοπό της παραπομπές ή υπερσυνδέσμους προς τα δημόσια μητρώα που έχουν δημιουργηθεί δυνάμει του παρόντος άρθρου από τα κράτη μέλη που αποφασίζουν να επιτρέψουν στις επιχειρήσεις επενδύσεων να ορίζουν συνδεδεμένους αντιπροσώπους. ç

Αν το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο συνδεδεμένος αντιπρόσωπος έχει αποφασίσει, σύμφωνα με την παράγραφο 1, να μην επιτρέπει τον ορισμό συνδεδεμένων αντιπροσώπων στις επιχειρήσεις επενδύσεων που έχουν λάβει άδεια από τις αρμόδιες αρχές του, οι εν λόγω συνδεδεμένοι αντιπρόσωποι εγγράφονται στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της επιχείρησης επενδύσεων για λογαριασμό της οποίας ενεργούν.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι συνδεδεμένοι αντιπρόσωποι εγγράφονται στο δημόσιο μητρώο μόνο εφόσον διαπιστωθεί ότι έχουν καλή φήμη και κατάλληλες γενικές, εμπορικές και επαγγελματικές γνώσεις που τους επιτρέπουν να ανακοινώνουν με ακρίβεια στον πελάτη ή το δυνητικό πελάτη κάθε χρήσιμη πληροφορία για την προτεινόμενη υπηρεσία.

Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων μπορούν να ελέγχουν κατά πόσον οι συνδεδεμένοι αντιπρόσωποι που έχουν ορίσει έχουν αρκετά καλή φήμη και διαθέτουν τις γνώσεις που προβλέπονται στο τρίτο εδάφιο.

Το μητρώο ενημερώνεται επικαιροποιείται τακτικά. Η πρόσβαση του κοινού σε αυτό είναι ελεύθερη.

4. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων που ορίζουν συνδεδεμένους αντιπροσώπους να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να αποφεύγεται κάθε ενδεχόμενο δυσμενών επιπτώσεων των μη υποκείμενων στην παρούσα οδηγία δραστηριοτήτων του συνδεδεμένου αντιπροσώπου στις δραστηριότητες που ασκεί αυτός για λογαριασμό της επιχείρησης επενδύσεων.

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές να συνεργάζονται με επιχειρήσεις επενδύσεων και πιστωτικά ιδρύματα, ενώσεις τέτοιων οντοτήτων και άλλους φορείς για την εγγραφή των συνδεδεμένων αντιπροσώπων σε μητρώα και την παρακολούθηση της συμμόρφωσής τους με τις απαιτήσεις της παραγράφου 3. Ειδικότερα, η εγγραφή των συνδεδεμένων αντιπροσώπων μπορεί να γίνεται από επιχειρήσεις επενδύσεων, πιστωτικά ιδρύματα, ενώσεις τέτοιων οντοτήτων και άλλους φορείς υπό την εποπτεία της αρμόδιας αρχής.

5. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να ορίζουν μόνο συνδεδεμένους αντιπροσώπους εγγεγραμμένους στα δημόσια μητρώα που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

6. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν προϋποθέσεις αυστηρότερες από τις οριζόμενες στο παρόν άρθρο ή να προσθέτουν και άλλες προϋποθέσεις για τους εγγεγραμμένους εντός του χώρου δικαιοδοσίας των συνδεδεμένους αντιπροσώπους.

Άρθρο 3024

Συναλλαγές με επιλέξιμους αντισυμβαλλομένους

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων που έχουν λάβει άδεια να εκτελούν εντολές για λογαριασμό πελατών και/ή να διαπραγματεύονται για ίδιο λογαριασμό, ή/και να λαμβάνουν και να διαβιβάζουν εντολές μπορούν να κανονίζουν ή να διενεργούν συναλλαγές με επιλέξιμους αντισυμβαλλομένους χωρίς να υποχρεούνται να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις των άρθρων 2419 ð (εξαιρουμένης της παραγράφου 3) 25 (εξαιρουμένης της παραγράφου 5) ï , 2721 και 2822 παράγραφος 1 όσον αφορά τις συναλλαγές αυτές ή οποιαδήποτε παρεπόμενη υπηρεσία άμεσα σχετιζόμενη με αυτές τις συναλλαγές.

ð Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι στις συναλλαγές τους με τους επιλέξιμους αντισυμβαλλόμενους οι επιχειρήσεις επενδύσεων ενεργούν με εντιμότητα, δικαιοσύνη και επαγγελματισμό και επικοινωνούν με τρόπο που είναι ακριβής, σαφής και μη παραπλανητικός, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση του επιλέξιμου αντισυμβαλλόμενου και τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες. ï

2. Τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν ως επιλέξιμους αντισυμβαλλομένους για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου τις επιχειρήσεις επενδύσεων, τα πιστωτικά ιδρύματα, τις ασφαλιστικές εταιρίες, τους ΟΣΕΚΑ και τις εταιρίες διαχείρισής τους, τα συνταξιοδοτικά ταμεία και τις εταιρίες διαχείρισής τους, τα άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα τους άλλους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που έχουν άδεια λειτουργίας ή υπόκεινται σε ρυθμίσεις κοινοτικού Ö ενωσιακού Õ δικαίου ή εθνικού δικαίου κράτους μέλους, τις επιχειρήσεις που εξαιρούνται από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας κατά το άρθρο 2 παράγραφος 1, στοιχεία στοιχείο (ια) και (ιβ), τις εθνικές κυβερνήσεις και τα αντίστοιχα γραφεία τους, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων φορέων που διαχειρίζονται το δημόσιο χρέος ð σε εθνικό επίπεδο ï , τις κεντρικές τράπεζες και τους υπερεθνικούς οργανισμούς.

Η ταξινόμηση ως επιλέξιμου αντισυμβαλλομένου βάσει του πρώτου εδαφίου δεν θίγει το δικαίωμα των επιχειρήσεων αυτών να ζητήσουν να αντιμετωπιστούν, είτε γενικά είτε για συγκεκριμένες συναλλαγές, ως πελάτες των οποίων οι σχέσεις με την επιχείρηση επενδύσεων υπόκειται στις διατάξεις των άρθρων 2419, Ö 25, Õ 2721 και 2822.

3. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να αναγνωρίζουν ως επιλέξιμους αντισυμβαλλομένους άλλες επιχειρήσεις που πληρούν προκαθορισμένες ανάλογες απαιτήσεις, περιλαμβανομένων και ποσοτικών ορίων. Σε περίπτωση συναλλαγής στην οποία οι δυνητικοί αντισυμβαλλόμενοι είναι εγκατεστημένοι σε διαφορετικές χώρες, η επιχείρηση επενδύσεων αποδέχεται το καθεστώς της άλλης επιχείρησης όπως αυτό καθορίζεται από τη νομοθεσία ή τις πράξεις του κράτους μέλους εγκατάστασης της εταιρείας αυτής.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η επιχείρηση επενδύσεων, όταν διενεργεί συναλλαγές με τέτοιες επιχειρήσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1, να λαμβάνει από το δυνητικό της αντισυμβαλλόμενο ρητή επιβεβαίωση ότι δέχεται να αντιμετωπιστεί ως επιλέξιμος αντισυμβαλλόμενος. Τα κράτη μέλη επιτρέπουν να λαμβάνεται η επιβεβαίωση αυτή είτε με μορφή γενικής συμφωνίας είτε για κάθε μεμονωμένη συναλλαγή.

4. Τα κράτη μέλη μπορούν να αναγνωρίζουν ως επιλέξιμους αντισυμβαλλομένους οντότητες τρίτων χωρών ισοδύναμες με τις κατηγορίες οντοτήτων που μνημονεύονται στην παράγραφο 2.

Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να αναγνωρίζουν ως επιλέξιμους αντισυμβαλλομένους επιχειρήσεις τρίτων χωρών όπως εκείνες της παραγράφου 3 υπό τις ίδιες προϋποθέσεις και με τις ίδιες απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 3.

5. Για να εξασφαλίσει την ενιαία εφαρμογή των παραγράφων 2, 3 και 4 σε συνάρτηση με τις μεταβαλλόμενες πρακτικές της αγοράς και να διευκολύνει την αποτελεσματική λειτουργία της ενιαίας αγοράς, η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσειè2 --- ç εκτελεστικά ð Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με μέτρα ï για τον καθορισμό:

α)      των διαδικασιών αίτησης μεταχείρισης ως πελατών σύμφωνα με την παράγραφο 2,

β)      των διαδικασιών λήψης της ρητής επιβεβαίωσης από τους δυνητικούς αντισυμβαλλομένους σύμφωνα με την παράγραφο 3,

γ)      των προκαθορισμένων αναλογικών προϋποθέσεων, συμπεριλαμβανομένων των ποσοτικών ορίων, που επιτρέπουν την αντιμετώπιση μιας επιχείρησης ως επιλέξιμου αντισυμβαλλομένου σύμφωνα με την παράγραφο 3.

ê 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 9 στοιχείο β)

Τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 2.

ê 2004/39/ΕΚ

Τμήμα 3

Διαφάνεια και ακεραιότητα της αγοράς

Άρθρο 25

Υποχρέωση διατήρησης της ακεραιότητας των αγορών, αναφοράς συναλλαγών και καταγραφής τους

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 9 στοιχείο α)

1. Με την επιφύλαξη του καταμερισμού των ευθυνών για την εφαρμογή των διατάξεων της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρηση αγοράς)[54], τα κράτη μέλη, συντονιζόμενα από την ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το άρθρο 31 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, μεριμνούν να έχουν ληφθεί τα κατάλληλα μέτρα ώστε η αρμόδια αρχή να μπορεί να επιβλέπει τις δραστηριότητες των επιχειρήσεων επενδύσεων προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι αυτές ενεργούν με έντιμο, δίκαιο και επαγγελματικό τρόπο που κατοχυρώνει την ακεραιότητα της αγοράς.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 9 στοιχείο β)

2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να τηρούν στη διάθεση της αρμόδιας αρχής, για πέντε τουλάχιστον χρόνια, τα στοιχεία σχετικά με όλες τις συναλλαγές σε χρηματοοικονομικά μέσα που έχουν διενεργήσει, είτε για ίδιο λογαριασμό είτε για λογαριασμό πελάτη. Στην περίπτωση συναλλαγών που διενεργήθηκαν για λογαριασμό πελάτη, τα μητρώα πρέπει να περιέχουν όλες τις πληροφορίες και τα στοιχεία της ταυτότητας του πελάτη καθώς και τις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει της οδηγίας 2005/60/ΕΚ.

Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να ζητήσει πρόσβαση σε αυτές τις πληροφορίες δυνάμει της διαδικασίας και υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 35 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ê 2004/39/EΚ

è1 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 10 στοιχείο α)

è2 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 10 στοιχείο β)

ð νέο

3. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων που εκτελούν συναλλαγές σε οποιοδήποτε χρηματοπιστωτικό μέσο εισηγμένο σε ρυθμιζόμενη αγορά να αναφέρουν τις λεπτομέρειες αυτών των συναλλαγών στην αρμόδια αρχή το ταχύτερο δυνατό, και πάντως όχι αργότερα από το κλείσιμο της συνεδρίασης της επόμενης εργάσιμης ημέρας. Η υποχρέωση αυτή εφαρμόζεται είτε οι συναλλαγές διενεργήθηκαν σε ρυθμιζόμενη αγορά είτε όχι.

Οι αρμόδιες αρχές εγκαθιδρύουν, σύμφωνα με το άρθρο 58, τις αναγκαίες ρυθμίσεις ώστε να εξασφαλίζεται ότι τις πληροφορίες αυτές τις λαμβάνει και η αρμόδια αρχή της αγοράς που περισσότερο επηρεάζεται όσον αφορά τη ρευστότητα των συγκεκριμένων χρηματοπιστωτικών μέσων.

4. Οι αναφορές αυτές πρέπει να περιλαμβάνουν ειδικότερα λεπτομέρειες σχετικά με τα ονόματα και τους αριθμούς των μέσων που αγοράστηκαν ή πωλήθηκαν, τον όγκο, την ημερομηνία και την ώρα εκτέλεσης των εντολών, τις τιμές των συναλλαγών και τα μέσα προσδιορισμού της ταυτότητας της οικείας επιχείρησης επενδύσεων.

5. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι αναφορές αυτές υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή από την ίδια την επιχείρηση επενδύσεων, από τρίτον που ενεργεί για λογαριασμό της, από σύστημα αντιστοίχησης ή αναφοράς συναλλαγών εγκεκριμένο από την αρμόδια αρχή ή από τη ρυθμιζόμενη αγορά ή τον ΠΜΔ, με τα συστήματα των οποίων ολοκληρώθηκε η συναλλαγή. Στις περιπτώσεις στις οποίες οι συναλλαγές αναφέρονται απευθείας στην αρμόδια αρχή από ρυθμιζόμενη αγορά, ΠΜΔ, ή σύστημα αντιστοίχισης ή αναφοράς συναλλαγών εγκεκριμένο από την αρμόδια αρχή, η επιχείρηση επενδύσεων μπορεί να απαλλαγεί από την υποχρέωση που υπέχει από την παράγραφο 3.

6. Όταν οι προβλεπόμενες στο παρόν άρθρο εκθέσεις διαβιβάζονται στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 7, η εν λόγω αρχή διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής της επιχείρησης επενδύσεων, εκτός αν αυτές αποφασίσουν ότι δεν επιθυμούν να τις λαμβάνουν.

7. Για να εξασφαλίσει ότι τα μέτρα για την προστασία της ακεραιότητας της αγοράς τροποποιούνται προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές, καθώς και για να εξασφαλίσει την ενιαία εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 5, η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσειè1 --- çμέτρα εφαρμογής με τα οποία καθορίζονται οι μέθοδοι και οι διαδικασίες αναφοράς των συναλλαγών σε χρηματοπιστωτικά μέσα, η μορφή και το περιεχόμενο αυτών των αναφορών και τα κριτήρια προσδιορισμού της επηρεαζόμενης αγοράς κατά την έννοια της παραγράφου 3. è2 Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας διά συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 2. ç

Άρθρο 3126

Έλεγχος της συμμόρφωσης με τους κανόνες του ΠΜΔ ð ή του ΟΜΔ ï και με άλλες εκ του νόμου υποχρεώσεις

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων και τους διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï να δημιουργούν και να εφαρμόζουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς και διαδικασίες σχετικά με τον τους συγκεκριμένους ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï για την τακτική παρακολούθηση της συμμόρφωσης των χρηστών του ð ή των πελατών ï με τους κανόνες τους. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï παρακολουθούν τις συναλλαγές που επιχειρούν οι χρήστες ð ή οι πελάτες ï τους μέσω των συστημάτων τους προκειμένου να εντοπίζονται οι παραβάσεις των κανόνων αυτών, οι ανώμαλες συνθήκες διαπραγμάτευσης ή οι μορφές συμπεριφοράς που ενδέχεται να συνιστούν κατάχρηση της αγοράς.

2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων και τους διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï να αναφέρουν στην αρμόδια αρχή τις σημαντικές παραβάσεις των κανόνων του, τις ανώμαλες συνθήκες διαπραγμάτευσης ή τις μορφές συμπεριφοράς που ενδέχεται να συνιστούν κατάχρηση της αγοράς. Τα κράτη μέλη απαιτούν επίσης από τις επιχειρήσεις επενδύσεων και τους διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï να διαβιβάζουν χωρίς καθυστέρηση τις σχετικές πληροφορίες στην αρχή την αρμόδια για τη διερεύνηση και δίωξη των καταχρήσεων της αγοράς και να της παρέχουν αμέριστη βοήθεια στη διερεύνηση και δίωξη των καταχρήσεων της αγοράς που έχουν επιχειρηθεί στα συστήματά τους ή μέσω αυτών.

ò νέο

Άρθρο 32

Αναστολή και απόσυρση χρηματοπιστωτικών μέσων από τη διαπραγμάτευση σε ΠΜΔ

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων ή τους διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜΔ, οι οποίοι αναστέλλουν ή αποσύρουν από τη διαπραγμάτευση ένα χρηματοπιστωτικό μέσο να δημοσιοποιούν την απόφαση αυτή, να την κοινοποιούν στις ρυθμιζόμενες αγορές, σε άλλους ΠΜΔ και ΟΜΔ που διαπραγματεύονται το ίδιο χρηματοπιστωτικό μέσο, και να κοινοποιούν σχετικές πληροφορίες στην αρμόδια αρχή. Η εν λόγω αρμόδια αρχή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις άλλες ρυθμιζόμενες αγορές, ΠΜΔ και ΟΜΔ που διαπραγματεύονται το ίδιο χρηματοπιστωτικό μέσο να αναστέλλουν ή να αποσύρουν επίσης το χρηματοπιστωτικό αυτό μέσο από τη διαπραγμάτευση όταν η αναστολή ή απόσυρση οφείλεται στη μη κοινοποίηση πληροφοριών σχετικά με τον εκδότη ή το χρηματοπιστωτικό μέσο, εκτός των περιπτώσεων που αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει σημαντική ζημία στα συμφέροντα των επενδυτών ή στην εύρυθμη λειτουργία της αγοράς. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις άλλες ρυθμιζόμενες αγορές, ΠΜΔ και ΟΜΔ να κοινοποιούν την απόφαση τους στην οικεία αρμόδια αρχή και σε όλες τις ρυθμιζόμενες αγορές, ΠΜΔ και ΟΜΔ που διαπραγματεύονται το ίδιο χρηματοπιστωτικό μέσο, συμπεριλαμβάνοντας και επεξήγηση αν πρόκειται για απόφαση μη αναστολής ή απόσυρσης του χρηματοπιστωτικού μέσου από τη διαπραγμάτευση.

2. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό της μορφής και του χρόνου των κοινοποιήσεων και της δημοσίευσης, που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095./2010.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [ΧΧΧ].

3. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με τον καθορισμό των ειδικών συνθηκών που συνιστούν σημαντική ζημία για τα συμφέροντα των επενδυτών και την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, όπως αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 και για τον καθορισμό θεμάτων όσον αφορά τη μη κοινοποίηση πληροφοριών σχετικά με τον εκδότη ή το χρηματοπιστωτικό μέσο, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 33

Αναστολή και απόσυρση μέσων από τη διαπραγμάτευση σε ΟΜΔ

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων ή τους διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ΟΜΔ, οι οποίοι αναστέλλουν ή αποσύρουν από τη διαπραγμάτευση ένα χρηματοπιστωτικό μέσο, να δημοσιοποιούν την απόφαση αυτή, να την κοινοποιούν στις ρυθμιζόμενες αγορές, σε άλλους ΠΜΔ και ΟΜΔ που διαπραγματεύονται το ίδιο χρηματοπιστωτικό μέσο και να κοινοποιούν σχετικές πληροφορίες στην αρμόδια αρχή. Η εν λόγω αρμόδια αρχή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών.

2. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό της μορφής και του χρόνου των κοινοποιήσεων και της δημοσίευσης, που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095./2010.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [ΧΧΧ].

Άρθρο 34

Συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών για τους ΠΜΔ και τους ΟΜΔ

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων ή τους διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται έναν ΠΜΔ ή έναν ΟΜΔ να ενημερώνουν άμεσα τις επιχειρήσεις επενδύσεων και τους διαχειριστές αγοράς άλλων ΠΜΔ, ΟΜΔ και ρυθμιζόμενων αγορών για τα εξής:

α)      μη εύρυθμες συνθήκες διαπραγμάτευσης,

β)      συμπεριφορά που δύναται να υποδεικνύει καταχρηστική συμπεριφορά στο πλαίσιο του [προσθήκη αναφοράς MAR] και

γ)      δυσλειτουργίες των συστημάτων·

σε σχέση με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο.

2. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό των συγκεκριμένων συνθηκών που υπαγορεύουν μια απαίτηση πληροφόρησης, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [ΧΧΧ].

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ê 2004/39/ΕΚ

Άρθρο 27

Υποχρέωση των επιχειρήσεων επενδύσεων να ανακοινώνουν δημόσια δεσμευτικά ζεύγη εντολών

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους συστηματικούς εσωτερικοποιητές για μετοχές, να ανακοινώνουν δημόσια δεσμευτικά ζεύγη εντολών για τις εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά μετοχές για τις οποίες λειτουργούν ως συστηματικοί εσωτερικοποιητές και για τις οποίες υπάρχει ρευστή αγορά. Προκειμένου περί μετοχών για τις οποίες δεν υπάρχει ρευστή αγορά, οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές οφείλουν να γνωστοποιούν ζεύγη εντολών στους πελάτες τους, όταν αυτοί το ζητούν.

Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται στους συστηματικούς εσωτερικοποιητές όταν διενεργούν συναλλαγές ο όγκος των οποίων δεν είναι μεγαλύτερος από τον συνήθη όγκο συναλλαγών της αγοράς. Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές που διενεργούν μόνο συναλλαγές ο όγκος των οποίων είναι μεγαλύτερος από τον συνήθηε όγκο συναλλαγών της αγοράς δεν υπόκεινται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές δύνανται να αποφασίζουν από ποιον όγκο ή από ποιους όγκους και άνω θα ορίζουν τιμές. Για συγκεκριμένη μετοχή, κάθε ζεύγος εντολών θα πρέπει να περιλαμβάνει δεσμευτική (-ές) τιμή ή τιμές αγοράς ή/και πώλησης για τον όγκο ή τους όγκους που δεν θα ήταν μεγαλύτερος ή μεγαλύτεροι από τον συνήθη όγκο συναλλαγών της αγοράς για την κατηγορία στην οποία ανήκει η μετοχή. Η τιμή ή οι τιμές πρέπει επίσης να αντανακλούν τις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά για την εν λόγω μετοχή.

Οι μετοχές ταξινομούνται σε κατηγορίες βάσει της μέσης αριθμητικής αξίας των εντολών που εκτελούνται στην αγορά για την εκάστοτε μετοχή. Ο συνήθης όγκος συναλλαγών της αγοράς για κάθε κατηγορία μετοχών είναι αντιπροσωπευτικός της μέσης αριθμητικής αξίας των εντολών που εκτελούνται στην αγορά για τις μετοχές που συμπεριλαμβάνονται σε κάθε κατηγορία μετοχών.

H αγορά για κάθε μετοχή συμπεριλαμβάνει όλες τις εντολές που εκτελούνται στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε σχέση με την εν λόγω μετοχή, εκτός από τις εντολές των οποίων ο όγκος είναι μεγάλος σε σύγκριση με τον συνήθη όγκο των συναλλαγών στην αγορά για αυτή τη μετοχή.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 10

2. Η αρμόδια αρχή της σημαντικότερης από άποψη ρευστότητας αγοράς όπως ορίζεται στο άρθρο 25 για κάθε μετοχή ορίζει τουλάχιστον μία φορά ετησίως, βάσει της μέσης αριθμητικής αξίας των εντολών που εκτελούνται στην αγορά για τη μετοχή αυτήν, την κατηγορία μετοχών στην οποία ανήκει η εν λόγω μετοχή. Η πληροφορία αυτή ανακοινώνεται σε όλους τους παράγοντες της αγοράς και διαβιβάζεται στην ΕΑΚΑΑ, η οποία τη δημοσιεύει στον ιστότοπό της.

ê 2004/39/ΕΚ

è1 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 11 στοιχείο α)

3. Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές οφείλουν να ανακοινώνουν δημόσια τα ζεύγη εντολών τους σε τακτική και συνεχή βάση κατά τις κανονικές ώρες συναλλαγής. Δικαιούνται να τα ενημερώνουν ανά πάσα στιγμή. Δικαιούνται δε να τα ενημερώνουν, υπό εξαιρετικές δε συνθήκες αγοράς, και να τα ανακαλούν.

Τα ζεύγη εντολών ανακοινώνονται δημοσία με τρόπο εύκολα προσιτό στους άλλους συμμετέχοντες στην αγορά υπό εύλογους εμπορικούς όρους.

Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές εκτελούν στην ανακοινωθείσα τιμή τις εντολές που λαμβάνουν από τους ιδιώτες πελάτες τους σε σχέση με τις μετοχές για τις οποίες είναι συστηματικοί εσωτερικοποιητές τη στιγμή της λήψης της εντολής, τηρώντας ταυτόχρονα τις διατάξεις του άρθρου 21.

Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές εκτελούν στην ανακοινωθείσα τιμή τις εντολές που λαμβάνουν από τους επαγγελματίες πελάτες τους σε σχέση με τις μετοχές για τις οποίες είναι συστηματικοί εσωτερικοποιητές τη στιγμή της λήψης της εντολής. Μπορούν όμως να τις εκτελούν και σε καλύτερη τιμή σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, εφόσον η τιμή αυτή κείται εντός δημοσιευμένου εύρους που δεν απέχει πολύ από τις συνθήκες της αγοράς και οι εντολές έχουν μέγεθος μεγαλύτερο από εκείνο των εντολών που δίνουν κατά κανόνα οι ιδιώτες επενδυτές.

Επιπλέον, οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές μπορούν να εκτελούν τις εντολές που λαμβάνουν από τους επαγγελματίες πελάτες τους σε τιμές διαφορετικές από τις περιλαμβανόμενες στα ζεύγη εντολών που ανακοινώνουν χωρίς να συμμορφώνονται με τα προβλεπόμενα στο προηγούμενο εδάφιο προκειμένου περί συναλλαγών όπου η εκτέλεση πράξεων επί πλειόνων τίτλων αποτελεί μέρος μιας και μόνης συναλλαγής, ή προκειμένου περί εντολών που υπόκεινται σε όρους άλλους πλην της τρέχουσας τιμής της αγοράς.

Σε περίπτωση που συστηματικός εσωτερικοποιητής, ο οποίος ορίζει μόνο μία τιμή ή η υψηλότερη τιμή του οποίου είναι χαμηλότερη από τον συνήθη όγκο συναλλαγών της αγοράς, λάβει από έναν πελάτη εντολή, ο όγκος της οποίας είναι μεγαλύτερος από τον όγκο κατά τον ορισμό της τιμής, αλλά μικρότερος από τον συνήθη όγκο της αγοράς, δύναται να αποφασίσει να εκτελέσει το τμήμα της εντολής που είναι μεγαλύτερο από τον όγκο κατά τον ορισμό της τιμής, υπό την προϋπόθεση ότι το τμήμα αυτό εκτελείται στην ανακοινωθείσα τιμή εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά σύμφωνα με τους όρους των δύο προηγούμενων υποπαραγράφων. Σε περίπτωση που ο συστηματικός εσωτερικοποιητής ορίζει τιμές σε διαφορετικούς όγκους και λάβει εντολή η οποία κυμαίνεται μεταξύ των όγκων συναλλαγών που επιλέγει να εκτελέσει, εκτελεί την εντολή σε μία από τις ορισθείσες τιμές σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά σύμφωνα με τους όρους των δύο προηγούμενων υποπαραγράφων.

4. Οι αρμόδιες αρχές εξακριβώνουν:

              α) κατά πόσο οι επιχειρήσεις επενδύσεων ενημερώνουν τακτικά τις τιμές αγοράς και πώλησης που ανακοινώνουν δημόσια σύμφωνα με την παράγραφο 1 και διατηρούν τιμές που εν γένει αντανακλούν τις κρατούσες συνθήκες της αγοράς,

              β) κατά πόσον οι επιχειρήσεις επενδύσεων πληρούν τους όρους βελτίωσης των τιμών που περιέχει το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 3.

5. Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές επιτρέπεται να επιλέγουν, βάσει της εμπορικής τους πολιτικής και με τρόπο αντικειμενικό που να μη δημιουργεί διακρίσεις, τους επενδυτές στους οποίους δίνουν πρόσβαση στα ζεύγη εντολών που ανακοινώνουν. Για τον σκοπό αυτό εφαρμόζουν σαφή πρότυπα διαχείρισης της πρόσβασης στα ζεύγη εντολών τους. Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές μπορούν να αρνούνται να συνάψουν εμπορικές σχέσεις με επενδυτές, ή να τις διακόπτουν, βάσει εμπορικών κριτηρίων όπως η πιστοληπτική ικανότητα του επενδυτή, ο κίνδυνος αντισυμβαλλομένου και ο τελικός διακανονισμός της συναλλαγής.

6. Για να περιορίζεται ο κίνδυνος έκθεσης σε πολλαπλές συναλλαγές από τον ίδιο πελάτη, οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές επιτρέπεται να θέτουν, με τρόπο που να μη δημιουργεί διακρίσεις, όρια στον αριθμό των συναλλαγών του ιδίου πελάτη που αναλαμβάνουν να πραγματοποιήσουν υπό τους όρους που ανακοινώνουν. Επιτρέπεται επίσης, με τρόπο που να μη δημιουργεί διακρίσεις και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22, να περιορίζουν τον συνολικό αριθμό ταυτόχρονων συναλλαγών διαφορετικών πελατών, εφόσον τούτο μπορεί να επιτραπεί μόνο σε περίπτωση που ο αριθμός και/ή ο όγκος των εντολών που λαμβάνουν από τους πελάτες υπερβαίνει σημαντικά τα συνήθη επίπεδα.

7. Για να εξασφαλίσει την ενιαία εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 6, και δη με τρόπο που να επιτρέπει την αποτελεσματική αποτίμηση των μετοχών και να μεγιστοποιεί την πιθανότητα να επιτύχει η επιχείρηση επενδύσεων τους καλύτερους όρους για τους πελάτες της, η Επιτροπή θεσπίζει è1 --- ç , μέτρα εφαρμογής τα οποία καθορίζουν:

              (α) τα κριτήρια για την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2,

              (β) τα κριτήρια προσδιορισμού των περιπτώσεων στις οποίες ένα ζεύγος εντολών δημοσιεύεται σε τακτική και συνεχή βάση και είναι ευκόλως προσβάσιμο, καθώς και τους τρόπους με τους οποίους οι επιχειρήσεις επενδύσεων μπορούν να συμμορφώνονται με την υποχρέωση να ανακοινώνουν δημοσία τα ζεύγη εντολών τους, οι οποίοι περιλαμβάνουν ιδίως τις ακόλουθες δυνατότητες:

            i) μέσω των υποδομών οποιασδήποτε ρυθμιζόμενης αγοράς στην οποία έχει εισαχθεί προς διαπραγμάτευση το εν λόγω μέσο·

            ii) μέσω των υπηρεσιών τρίτου·

            iii) μέσω δικών τους μηχανισμών·

              (γ) τα γενικά κριτήρια προσδιορισμού των συναλλαγών όπου η εκτέλεση πράξεων επί πλειόνων τίτλων αποτελεί μέρος μιας και μόνης συναλλαγής, ή εντολών που υπόκεινται σε όρους άλλους πλην της τρέχουσας τιμής της αγοράς,

              (δ) τα γενικά κριτήρια προσδιορισμού του ποιες μπορούν να θεωρηθούν ως εξαιρετικές συνθήκες αγοράς επιτρέπουσες την ανάκληση ζευγών εντολών καθώς και των όρων ενημέρωσης των ζευγών εντολών,

              (ε) τα κριτήρια προσδιορισμού του μεγέθους εντολών που δίνουν κατά κανόνα οι ιδιώτες επενδυτές,

              (στ) τα κριτήρια προσδιορισμού της σημασίας της υπέρβασης των συνήθων επιπέδων όπως ορίζεται στην παράγραφο 4,

              (ζ) τα κριτήρια προσδιορισμού των περιπτώσεων στις οποίες οι τιμές κινούνται εντός δημοσίου φάσματος το οποίο αντανακλά κατά το δυνατό τις συνθήκες της αγοράς.

ê 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 11 στοιχείο β)

Τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 2.

ê 2004/39/ΕΚ

è1 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 12 στοιχείο α)

Άρθρο 28

Πληροφορίες που πρέπει να ανακοινώνουν οι επιχειρήσεις επενδύσεων μετά τη διαπραγμάτευση

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν, κατ' ελάχιστον, από τις επιχειρήσεις επενδύσεων που, είτε για ίδιο λογαριασμό είτε για λογαριασμό πελατών, ολοκληρώνουν συναλλαγές σε μετοχές εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά εκτός ρυθμιζόμενης αγοράς ή ΠΜΔ, να ανακοινώνουν δημόσια τον όγκο και την τιμή των συναλλαγών τους και τον χρόνο κατά τον οποίο ολοκληρώθηκαν. Οι πληροφορίες αυτές δημοσιοποιούνται όσο το δυνατόν πλησιέστερα στον πραγματικό χρόνο κάθε συναλλαγής, υπό εύλογους εμπορικούς όρους και με τρόπο ευπρόσιτο στους άλλους συμμετέχοντες στην αγορά.

2. Τα κράτη μέλη απαιτούν οι πληροφορίες που ανακοινώνονται δημόσια σύμφωνα με την παράγραφο 1 και τα χρονικά όρια εντός των οποίων αυτές δημοσιοποιούνται να είναι σύμφωνα με τις απαιτήσεις που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 45. Εάν τα μέτρα που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 45 προβλέπουν την αναβολή της ανακοίνωσης των πληροφοριών για ορισμένες κατηγορίες συναλλαγών σε μετοχές, η δυνατότητα αυτή εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, στις συναλλαγές αυτές όταν διενεργούνται εκτός ρυθμιζόμενων αγορών ή ΠΜΔ.

3. Για να εξασφαλίσει τη διαφανή και εύρυθμη λειτουργία των αγορών και την ενιαία εφαρμογή της παραγράφου 1, η Επιτροπή θεσπίζει è1 --- ç μέτρα εφαρμογής τα οποία:

              α) καθορίζουν τους τρόπους με τους οποίους οι επιχειρήσεις επενδύσεων μπορούν να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις της παραγράφου 1, περιλαμβανομένων των ακόλουθων δυνατοτήτων:

            i) μέσω των υποδομών οποιασδήποτε ρυθμιζόμενης αγοράς στην οποία είναι εισηγμένο προς διαπραγμάτευση το σχετικό μέσο, ή μέσω των υποδομών ΠΜΔ όπου αγοράζεται/πωλείται η σχετική μετοχή·

            ii) μέσω των υπηρεσιών τρίτου·

            iii) μέσω δικών τους μηχανισμών·

              β) αποσαφηνίζουν τις λεπτομέρειες εφαρμογής της υποχρέωσης της παραγράφου 1 σε συναλλαγές στις οποίες χρησιμοποιούνται μετοχές για σύσταση ασφάλειας, δανεισμό ή άλλους σκοπούς, εφόσον η ανταλλαγή των μετοχών γίνεται με κριτήρια άλλα από την αποτίμηση σε τρέχουσες αγοραίες τιμές.

ê 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 12 στοιχείο β)

Τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 2.

ê 2004/39/ΕΚ

è1 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 13 στοιχείο α)

Άρθρο 29

Προ-διαπραγματευτικές απαιτήσεις διαφάνειας για τους ΠΜΔ

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν, κατ' ελάχιστον, από τις επιχειρήσεις επενδύσεων και τους διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜΔ να δημοσιοποιούν τις τρέχουσες τιμές προσφοράς και ζήτησης και το βάθος του συναλλακτικού ενδιαφέροντος στις τιμές που ανακοινώνονται μέσω των συστημάτων τους για μετοχές εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι πληροφορίες αυτές πρέπει να διατίθενται στο κοινό υπό εύλογους εμπορικούς όρους και συνεχώς κατά τις κανονικές ώρες συναλλαγής.

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές να δύνανται να απαλλάσσουν τις επιχειρήσεις επενδύσεων ή τους διαχειριστές της αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜΔ από την υποχρέωση να ανακοινώνουν δημοσία τις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 πληροφορίες, ανάλογα με το μοντέλο αγοράς ή το είδος και το μέγεθος της εντολής στις περιπτώσεις που ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3. Ειδικότερα, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να δύνανται να προβαίνουν στην εν λόγω την απαλλαγή προκειμένου περί συναλλαγών μεγάλης κλίμακας σε σύγκριση με το κανονικό μέγεθος της αγοράς για τη συγκεκριμένη μετοχή ή τύπο μετοχής.

3. Προκειμένου να εξασφαλίσει την ενιαία εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, η Επιτροπή θεσπίζει è1 --- ç μέτρα εφαρμογής όσον αφορά:

              α) το εύρος των τιμών αγοράς και πώλησης ή των δηλώσεων βούλησης συγκεκριμένων ειδικών διαπραγματευτών, καθώς και το μέγεθος των εκδηλώσεων ενδιαφέροντος στις τιμές αυτές, που πρέπει να ανακοινώνονται δημόσια·

              β) το μέγεθος ή το είδος των εντολών που μπορούν να απαλλαγούν από την υποχρέωση δημοσιότητας πριν από τη διαπραγμάτευση δυνάμει της παραγράφου 2·

              γ) το μοντέλο αγοράς για το οποίο μπορεί να ισχύσει απαλλαγή από την υποχρέωση ανακοίνωσης πριν από τη συναλλαγή, σύμφωνα με την παράγραφο 2, ειδικότερα δε, την εφαρμογή ή μη της υποχρέωσης στις συναλλακτικές μεθόδους ενός ΠΜΔ που διενεργεί συναλλαγές στα πλαίσια των κανόνων του με βάση αναφοράς τιμές που διαμορφώνονται εκτός των συστημάτων του ΠΜΔ, ή με περιοδικό πλειστηριασμό.

Το περιεχόμενο των εν λόγω μέτρων εφαρμογής οφείλει να ταυτίζεται με το περιεχόμενο των μέτρων εφαρμογής του άρθρου 44 για τις ρυθμιζόμενες αγορές, εκτός όταν η ιδιαίτερη φύση των ΠΜΔ δικαιολογεί διαφορές.

ê 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 13 στοιχείο β)

Τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 2.

ê 2004/39/ΕΚ

è1 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 14 στοιχείο α)

Άρθρο 30

Μετα-διαπραγματευτικές απαιτήσεις διαφάνειας για τους ΠΜΔ

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων και τους διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ένα ΠΜΔ να δημοσιοποιούν τουλάχιστον την τιμή, τον όγκο και το χρόνο των συναλλαγών που εκτελούνται στα πλαίσια των συστημάτων τους σε μετοχές εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά. Τα κράτη μέλη απαιτούν να δημοσιοποιούνται οι λεπτομέρειες όλων αυτών των συναλλαγών υπό εύλογους εμπορικούς όρους και, στο μέτρο του δυνατού, σε πραγματικό χρόνο. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει για τις λεπτομέρειες των συναλλαγών που εκτελούνται σε ΠΜΔ και δημοσιοποιούνται στα πλαίσια των συστημάτων ρυθμιζόμενης αγοράς.

2. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η αρμόδια αρχή δύναται να επιτρέπει στις επιχειρήσεις επενδύσεων ή τους διαχειριστές της αγοράς που λειτουργούν ΠΜΔ να μεταθέτουν χρονικά τη δημοσιοποίηση των λεπτομερειών των συναλλαγών ανάλογα με τον τύπο ή τον όγκο τους. Ειδικότερα, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν τη μεταγενέστερη δημοσιοποίηση συναλλαγών μεγάλου όγκου σε σύγκριση με το συνήθη όγκο των συναλλαγών στη σχετική μετοχή ή κατηγορία μετοχών. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους ΠΜΔ να λαμβάνουν εκ των προτέρων την έγκριση της αρμόδιας αρχής για τους τρόπους με τους οποίους σκοπεύουν να μεταθέτουν χρονικά τη δημοσιοποίηση της συναλλαγής, απαιτούν δε επίσης να ανακοινώνονται σαφώς οι τρόποι αυτοί στους συμμετέχοντες στην αγορά και στο επενδυτικό κοινό.

3. Για να εξασφαλίσει την αποτελεσματική και εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών και την ενιαία εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, η Επιτροπή θεσπίζει è1 --- ç μέτρα εφαρμογής σχετικά με:

              α) την έκταση και το περιεχόμενο των πληροφοριών που πρέπει να ανακοινώνονται στο κοινό·

              β) τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι επιχειρήσεις επενδύσεων ή οι διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜΔ μπορούν να προβλέπουν τη χρονική μετάθεση της δημοσιοποίησης των συναλλαγών, καθώς και τα κριτήρια βάσει των οποίων θα αποφασίζονται οι συναλλαγές για τις οποίες, λόγω του όγκου τους ή του τύπου των μετοχών, επιτρέπεται η χρονική μετάθεση της δημοσιοποίησης.

Το περιεχόμενο των εν λόγω μέτρων εφαρμογής οφείλει να ταυτίζεται με το περιεχόμενο των μέτρων εφαρμογής του άρθρου 45 για τις ρυθμιζόμενες αγορές, εκτός όταν η ιδιαίτερη φύση των ΠΜΔ δικαιολογεί διαφορές.

ê 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 14 στοιχείο β)

Τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 2.

ò νέο

Τμήμα 4

Αγορές ΜΜΕ

Άρθρο 35

Αγορές ανάπτυξης ΜΜΕ

1.         Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο διαχειριστής ενός ΠΜΔ μπορεί να υποβάλλει στην αρμόδια αρχή καταγωγής αίτηση καταχώρησης του ΠΜΔ ως αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ.

2.         Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η αρμόδια αρχή καταγωγής μπορεί να καταχωρίσει τον ΠΜΔ ως αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ αν η αρμόδια αρχή λάβει την αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και θεωρήσει ότι ο ΠΜΔ πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 3.

3.         Ο ΠΜΔ υπόκειται σε αποτελεσματικούς κανόνες, συστήματα και διαδικασίες που διασφαλίζουν ότι υπάρχει συμμόρφωση με τα εξής:

α)      η πλειοψηφία των εκδοτών των οποίων τα χρηματοπιστωτικά μέσα εισέρχονται σε διαπραγμάτευση στην αγορά είναι μικρομεσαίες επιχειρήσεις,

β)      ορίζονται κατάλληλα κριτήρια για την αρχική και συνεχή είσοδο σε διαπραγμάτευση των χρηματοπιστωτικών μέσων των εκδοτών στην αγορά,

γ)      κατά την αρχική είσοδο σε διαπραγμάτευση χρηματοπιστωτικών μέσων των εκδοτών στην αγορά, διατίθενται επαρκείς δημοσιευμένες πληροφορίες προς διευκόλυνση των επενδυτών προκειμένου να τεκμηριωθεί η επένδυση ή μη στα μέσα, είτε διατίθεται κατάλληλο έγγραφο εισόδου είτε ενημερωτικό δελτίο εφόσον ισχύουν οι απαιτήσεις της [οδηγίας 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου] σχετικά με δημόσια προσφορά που πραγματοποιείται σε συνδυασμό με την είσοδο σε διαπραγμάτευση,

δ)      υπάρχει κατάλληλη συνεχής περιοδική χρηματοπιστωτική έκθεση από ή για λογαριασμό ενός εκδότη στην αγορά, π.χ. ελεγμένες ετήσιες εκθέσεις,

ε)      εκδότες στην αγορά και πρόσωπα που εκτελούν διαχειριστικές ευθύνες στον εκδότη, καθώς και πρόσωπα που συνδέονται στενά με αυτά, συμμορφώνονται με τις σχετικές απαιτήσεις που ισχύουν για αυτούς βάσει του κανονισμού για την κατάχρηση της αγοράς,

στ)    την φύλαξη και την δημόσια διάδοση ρυθμιστικών πληροφοριών σχετικά με τους εκδότες και την αγορά,

ζ)      υπάρχουν αποτελεσματικά συστήματα και έλεγχοι με στόχο την πρόληψη και τον εντοπισμό κατάχρησης αγοράς για την συγκεκριμένη αγορά, όπως απαιτείται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός για την κατάχρηση αγοράς].

4. Τα κριτήρια της παραγράφου 3 δεν θίγουν την συμμόρφωση του διαχειριστή του ΠΜΔ με άλλες υποχρεώσεις βάσει της παρούσας οδηγίας σχετικά με τη λειτουργία των ΠΜΔ. Επίσης, δεν αποτρέπουν τον διαχειριστή του ΠΜΔ από την επιβολή πρόσθετων απαιτήσεων εκτός των καθοριζόμενων στην εν λόγω παράγραφο.

5. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η αρμόδια αρχή καταγωγής μπορεί να διαγράψει από το μητρώο έναν ΠΜΔ ως αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ σε οποιαδήποτε από τις εξής περιπτώσεις:

α)      ο διαχειριστής της αγοράς αιτείται τη διαγραφή του,

β)      οι απαιτήσεις της παραγράφου 3 δεν πληρούνται πλέον όσον αφορά τον ΠΜΔ.

6.         Τα κράτη μέλη απαιτούν στην περίπτωση που μια αρμόδια αρχή καταγωγής καταχωρήσει ή διαγράψει έναν ΠΜΔ ως αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ βάσει του παρόντος άρθρου, να ενημερώνει όσο το δυνατόν συντομότερα την ΕΑΚΑΑ σχετικά με την εν λόγω εγγραφή. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει στον ιστότοπό της κατάλογο των αγορών ανάπτυξης ΜΜΕ, τον οποίο και επικαιροποιεί.

7.         Τα κράτη μέλη απαιτούν στην περίπτωση που ένα χρηματοπιστωτικό μέσο ενός εκδότη εισέρχεται σε διαπραγμάτευση σε μία αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ, το χρηματοπιστωτικό μέσο να μπορεί επίσης να τεθεί σε διαπραγμάτευση σε άλλη αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ χωρίς τη συναίνεση του εκδότη. Στην περίπτωση αυτή, ωστόσο, ο εκδότης δεν υπόκειται σε καμία υποχρέωση σχετικά με την εταιρική διακυβέρνηση ή την αρχική, συνεχιζόμενη ή κατά περίπτωση δημοσιοποίηση ως προς την εν λόγω αγορά ΜΜΕ.

8.         Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με την περαιτέρω εξειδίκευση των απαιτήσεων της παραγράφου 3. Τα μέτρα λαμβάνουν υπ' όψιν την ανάγκη διατήρησης υψηλού επιπέδου προστασίας των επενδυτών για την προώθηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών στις εν λόγω αγορές, ελαχιστοποιώντας παράλληλα τον διοικητικό φόρτο για τους εκδότες στην αγορά.

ê

ð νέο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

Άρθρο 3631

Ελευθερία παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κάθε επιχείρηση επενδύσεων που έχει λάβει άδεια λειτουργίας και εποπτεύεται από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, ή, προκειμένου περί πιστωτικών ιδρυμάτων, σύμφωνα με την οδηγία 2000/12/ΕΚ Ö 2006/48/ΕΚ Õ , μπορεί να παρέχει/ασκεί ελεύθερα επενδυτικές υπηρεσίες ή/και δραστηριότητες καθώς και παρεπόμενες υπηρεσίες στο έδαφός τους, υπό τον όρο ότι αυτές οι υπηρεσίες και δραστηριότητες καλύπτονται από την άδεια λειτουργίας της επιχείρησης επενδύσεων. Η παροχή παρεπόμενων υπηρεσιών επιτρέπεται μόνο σε συνδυασμό με επενδυτική υπηρεσία ή/και δραστηριότητα.

Τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν συμπληρωματικές απαιτήσεις στις επιχειρήσεις επενδύσεων ή στα πιστωτικά ιδρύματα για τα θέματα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

2. Κάθε επιχείρηση επενδύσεων που επιθυμεί να παράσχει υπηρεσίες ή δραστηριότητες στο έδαφος άλλου κράτους μέλους για πρώτη φορά ή να τροποποιήσει το φάσμα των υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων που παρέχει με τον τρόπο αυτό, ανακοινώνει τις ακόλουθες πληροφορίες στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της:

α)      το κράτος μέλος στο οποίο προτίθεται να ασκήσει δραστηριότητες,

β)      πρόγραμμα δραστηριοτήτων το οποίο αναφέρει ιδίως τις επενδυτικές υπηρεσίες ή/και δραστηριότητες καθώς και παρεπόμενες υπηρεσίες που σκοπεύει να παράσχει/ασκήσει, καθώς και το αν σκοπεύει να χρησιμοποιήσει συνδεδεμένους αντιπροσώπους στο έδαφος των κρατών μελών στα οποία προτίθεται να παράσχει υπηρεσίες. ð Εάν επιχείρηση επενδύσεων σκοπεύει να χρησιμοποιήσει συνδεδεμένους αντιπροσώπους, η επιχείρηση επενδύσεων κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης την ταυτότητα των εν λόγω συνδεδεμένων αντιπροσώπων. ï

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 11 στοιχείο α)

ð νέο

Αν Εάν η επιχείρηση επενδύσεων σκοπεύει να χρησιμοποιήσει συνδεδεμένους αντιπροσώπους, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της επιχείρησης επενδύσεων ð κοινοποιεί, εντός μηνός από την παραλαβή της πληροφορίας, στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής που έχει οριστεί ως σημείο επαφής σύμφωνα με το άρθρο 83 παράγραφος 1 ï , κατόπιν αιτήσεώς της και εντός λογικού χρονικού διαστήματος, την ταυτότητα των συνδεδεμένων αντιπροσώπων που η επιχείρηση επενδύσεων σκοπεύει να χρησιμοποιήσει ð για την παροχή υπηρεσιών ï στο εν λόγω κράτος μέλος. Το κράτος μέλος υποδοχής μπορεί να δημοσιοποιήσει δημοσιοποιεί τις πληροφορίες αυτές. Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να ζητήσει πρόσβαση σε αυτές τις πληροφορίες δυνάμει της διαδικασίας και υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 35 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ê 2004/39/ΕΚ

3. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, εντός μηνός από τη λήψη των πληροφοριών αυτών, τις διαβιβάζει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής που έχει οριστεί ως σημείο επικοινωνίας σύμφωνα με το άρθρο 8356 παράγραφος 1. Η επιχείρηση επενδύσεων μπορεί να αρχίσει να παρέχει την ή τις σχετικές επενδυτικές υπηρεσίες στο κράτος μέλος υποδοχής.

4. Σε περίπτωση μεταβολής του περιεχομένου μιας από τις πληροφορίες που κοινοποιήθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 2, η επιχείρηση επενδύσεων γνωστοποιεί γραπτώς τη μεταβολή στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, ένα μήνα τουλάχιστον πριν επιφέρει τη μεταβολή αυτή. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής για τις μεταβολές αυτές.

ò νέο

5. Κάθε πιστωτικό ίδρυμα που επιθυμεί να παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες, καθώς επίσης παρεπόμενες υπηρεσίες, σύμφωνα με την παράγραφο 1 μέσω συνδεδεμένων αντιπροσώπων, γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του την ταυτότητα των εν λόγω αντιπροσώπων.

Εάν το πιστωτικό ίδρυμα σκοπεύει να χρησιμοποιήσει συνδεδεμένους αντιπροσώπους, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του πιστωτικού ιδρύματος γνωστοποιεί, εντός ενός μήνα από την παραλαβή της πληροφορίας, στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής που έχει οριστεί ως σημείο επικοινωνίας σύμφωνα με το άρθρο 83 παράγραφος 1, την ταυτότητα των συνδεδεμένων αντιπροσώπων τους οποίους σκοπεύει να χρησιμοποιήσει το πιστωτικό ίδρυμα για την παροχή υπηρεσιών στο εν λόγω κράτος μέλος. Το κράτος μέλος υποδοχής δημοσιεύει τις εν λόγω πληροφορίες.

ê 2004/39/ΕΚ

ð νέο

65. Χωρίς άλλη νομοθετική ή διοικητική απαίτηση, τα κράτη μέλη επιτρέπουν στις επιχειρήσεις επενδύσεων και στους διαχειριστές αγοράς άλλων κρατών μελών που διαχειρίζονται ΠΜΔ ð και ΟΜΔ ï να εγκαθιστούν στο έδαφός τους κατάλληλες υποδομές για να διευκολύνουν την πρόσβαση και τη χρήση των συστημάτων τους από εξ αποστάσεως χρήστες ή συμμετέχοντες που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους.

76. Η επιχείρηση επενδύσεων ή ο διαχειριστής αγοράς που διαχειρίζεται ΠΜΔ γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του το κράτος μέλος στο οποίο προτίθεται να εγκαταστήσει την υποδομή. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του ΠΜΔ κοινοποιεί εντός μηνός την πληροφορία αυτή στο κράτος μέλος όπου ο ΠΜΔ σκοπεύει να εγκαταστήσει την υποδομή.

Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του ΠΜΔ γνωστοποιεί εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους υποδοχής του ΠΜΔ, την ταυτότητα των μελών ή συμμετεχόντων στον ΠΜΔ των εγκατεστημένων στο εν λόγω κράτος μέλος.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 11 στοιχείο β) (προσαρμοσμένο)

ð νέο

87. Για να διασφαλιστεί η συνεπής εναρμόνιση του παρόντος άρθρου η Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τις πληροφορίες που πρέπει να κοινοποιούνται σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 4 και 76.

ð Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [31 Δεκεμβρίου 2016]. ï

Ανατίθεται στην Η Επιτροπή η εξουσία εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα στα οποία αναφέρεται το που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο Ö σύμφωνα με τη διαδικασία Õ των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ð 9. ï Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για να καθορίσει τα τυποποιημένα έντυπα, υποδείγματα και διαδικασίες διαβίβασης των πληροφοριών σύμφωνα με τις παραγράφους 3, 4 και 76.

ð Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [31 Δεκεμβρίου 2016]. ï

Ανατίθεται στην Η Επιτροπή η εξουσία εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα στα οποία αναφέρεται το που προβλέπονται στο πρώτο τρίτο εδάφιο Ö σύμφωνα με τη διαδικασία Õ του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ê

Άρθρο 3732

Εγκατάσταση υποκαταστήματος

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επενδυτικές υπηρεσίες ή/και δραστηριότητες καθώς και οι παρεπόμενες υπηρεσίες μπορούν να παρέχονται στο έδαφός τους σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και την οδηγία 2000/12/ΕΚ Ö 2006/48/ΕΚ Õ με την εγκατάσταση υποκαταστήματος, υπό τον όρο ότι οι υπηρεσίες και δραστηριότητες αυτές καλύπτονται από την άδεια λειτουργίας που χορηγήθηκε στην επιχείρηση επενδύσεων ή στο πιστωτικό ίδρυμα στο κράτος μέλος καταγωγής. Η παροχή παρεπόμενων υπηρεσιών επιτρέπεται μόνο σε συνδυασμό με επενδυτική υπηρεσία ή/και δραστηριότητα.

Τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν συμπληρωματικές προϋποθέσεις, εκτός από όσες επιτρέπονται σύμφωνα με την παράγραφο 87, στην οργάνωση και τη λειτουργία των υποκαταστημάτων για τα θέματα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

2. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι κάθε επιχείρηση επενδύσεων που επιθυμεί να εγκαταστήσει υποκατάστημα στο έδαφος άλλου κράτους μέλους πρέπει πρώτα να το γνωστοποιήσει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής και να της παράσχει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)      τα κράτη μέλη στο έδαφος των οποίων προτίθεται να εγκαταστήσει υποκατάστημα,

β)      πρόγραμμα δραστηριοτήτων στο οποίο αναφέρονται ιδίως οι επενδυτικές υπηρεσίες ή/και δραστηριότητες καθώς και οι παρεπόμενες υπηρεσίες που θα προσφέρονται και η οργανωτική διάρθρωση του υποκαταστήματος, καθώς και αν προβλέπεται να χρησιμοποιηθούν συνδεδεμένοι αντιπρόσωποι Ö και η ταυτότητα των εν λόγω συνδεδεμένων αντιπροσώπων Õ ·

γ)      τη διεύθυνση, στο κράτος μέλος υποδοχής, στην οποία μπορεί να του ζητούνται τα έγγραφα, και

δ)      τα ονόματα των υπεύθυνων διαχείρισης του υποκαταστήματος.

Όταν Εάν η επιχείρηση επενδύσεων χρησιμοποιεί συνδεδεμένο αντιπρόσωπο εγκατεστημένο σε κράτος μέλος άλλο του κράτους καταγωγής της, ο εν λόγω συνδεδεμένος αντιπρόσωπος εξομοιώνεται προς υποκατάστημα και υπόκειται στις περί υποκαταστημάτων διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

3. Αν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής δεν έχει λόγους να αμφιβάλλει για την επάρκεια της διοικητικής οργάνωσης ή της χρηματοοικονομικής κατάστασης επιχείρησης επενδύσεων, λαμβανομένων υπόψη των δραστηριοτήτων που προτίθεται να ασκήσει, εντός τριών μηνών αφότου λάβει όλες αυτές τις πληροφορίες, τις ανακοινώνει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής που έχει οριστεί ως σημείο επικοινωνίας σύμφωνα με το άρθρο 8356 παράγραφος 1 και ενημερώνει σχετικά την επιχείρηση επενδύσεων.

4. Εκτός από τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής παρέχει επίσης στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής διευκρινίσεις σχετικά με το εγκεκριμένο σύστημα αποζημίωσης του οποίου η επιχείρηση επενδύσεων είναι μέλος σύμφωνα με την οδηγία 97/9/ΕΚ. Σε περίπτωση μεταβολής του περιεχομένου των πληροφοριών αυτών, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής.

5. Εάν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής αρνηθεί να ανακοινώσει τις πληροφορίες αυτές στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, γνωστοποιεί τους λόγους της άρνησής της στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση επενδύσεων εντός τριών μηνών από τη λήψη όλων των πληροφοριών.

6. Μόλις λάβει ανακοίνωση από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, ή ελλείψει παρόμοιας ανακοίνωσης, το αργότερο εντός δύο μηνών από την ημερομηνία της ανακοίνωσης από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, το υποκατάστημα μπορεί να εγκατασταθεί και να αρχίσει τις δραστηριότητές του.

ò νέο

7. Κάθε πιστωτικό ίδρυμα που επιθυμεί να χρησιμοποιήσει συνδεδεμένο αντιπρόσωπο με έδρα σε κράτος μέλος εκτός του κράτους μέλους καταγωγής για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών ή/και δραστηριοτήτων, καθώς και παρεπόμενων υπηρεσιών σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής.

Αν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής δεν έχει λόγους να αμφιβάλει για την επάρκεια της διοικητικής δομής ή της χρηματοοικονομικής κατάστασης του πιστωτικού ιδρύματος, εντός τριών μηνών αφότου λάβει όλες αυτές τις πληροφορίες, τις ανακοινώνει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής που έχει οριστεί ως σημείο επικοινωνίας σύμφωνα με το άρθρο 83 παράγραφος 1 και ενημερώνει σχετικά το πιστωτικό ίδρυμα.

Εάν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής αρνηθεί να ανακοινώσει τις πληροφορίες αυτές στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, γνωστοποιεί τους λόγους της άρνησής της στο ενδιαφερόμενο πιστωτικό ίδρυμα εντός τριών μηνών από τη λήψη όλων των πληροφοριών.

Μόλις λάβει ανακοίνωση από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, ή ελλείψει παρόμοιας ανακοίνωσης, το αργότερο εντός δύο μηνών από την ημερομηνία της διαβίβασης της ανακοίνωσης από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, ο συνδεδεμένος αντιπρόσωπος μπορεί να αρχίσει τις δραστηριότητές του. Ο εν λόγω συνδεδεμένος αντιπρόσωπος υπόκειται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με τα υποκαταστήματα.

ê

87. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου βρίσκεται το υποκατάστημα αναλαμβάνει την ευθύνη να διασφαλίσει ότι οι υπηρεσίες που παρέχει το υποκατάστημα εντός του εδάφους της χώρας της συνάδουν με τις υποχρεώσεις των άρθρων 2419, Ö 25, Õ 2721, 2822, 25, 27 και 28 Ö της παρούσας οδηγίας και των άρθρων 13 έως 23 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR] Õ και στα κατ' εφαρμογή αυτών θεσπιζόμενα μέτρα.

Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου βρίσκεται το υποκατάστημα έχει το δικαίωμα να εξετάζει τις ρυθμίσεις του υποκαταστήματος και να ζητεί όποιες αλλαγές είναι απολύτως απαραίτητες ώστε να της δοθεί η δυνατότητα να επιβάλλει την τήρηση των υποχρεώσεων των άρθρων 2419, Ö 25, Õ 2721, 2822, 25, 27 και 28 Ö της παρούσας οδηγίας και των άρθρων 13 και 23 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR] Õ και στα κατ' εφαρμογή αυτών θεσπιζόμενα μέτρα όσον αφορά τις υπηρεσίες ή/και δραστηριότητες που παρέχει εντός του εδάφους του το υποκατάστημα.

98. Κάθε κράτος μέλος προβλέπει ότι, εάν επιχείρηση επενδύσεων που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος έχει εγκαταστήσει υποκατάστημα στο έδαφός του, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της επιχείρησης επενδύσεων μπορεί, κατά την άσκηση των καθηκόντων της και αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, να προβαίνει σε επιτόπιους ελέγχους στο υποκατάστημα αυτό.

109. Σε περίπτωση μεταβολής του περιεχομένου μιας από τις πληροφορίες που γνωστοποιήθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 2, η επιχείρηση επενδύσεων ενημερώνει γραπτώς τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής για τη μεταβολή αυτή, ένα μήνα τουλάχιστον πριν επιφέρει τη μεταβολή. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής για τις μεταβολές αυτές.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 12 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

1110. Για να διασφαλιστεί η συνεπής εναρμόνιση του παρόντος άρθρου η Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τις πληροφορίες που πρέπει να κοινοποιούνται σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 4 και 109.

ð Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [31 Δεκεμβρίου 2016]. ï

Ανατίθεται στην Η Επιτροπή η εξουσία εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα στα οποία αναφέρεται το που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο Ö σύμφωνα με τη διαδικασία Õ των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Για να διασφαλιστούν ομοιόμορφες συνθήκες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, η ð 12. ï Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τυποποιημένα έντυπα, υποδείγματα και διαδικασίες για τη διαβίβαση πληροφοριών σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 109.

ð Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [31 Δεκεμβρίου 2016]. ï

Ανατίθεται στην Η Επιτροπή η εξουσία εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα στα οποία αναφέρεται το που προβλέπονται στο πρώτο τρίτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ê

ð νέο

Άρθρο 3833

Πρόσβαση σε ρυθμιζόμενες αγορές

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων άλλων κρατών μελών οι οποίες έχουν λάβει άδεια να εκτελούν εντολές πελατών ή να διενεργούν πράξεις για ίδιο λογαριασμό να έχουν το δικαίωμα να γίνουν μέλη των ρυθμιζόμενων αγορών που είναι εγκατεστημένες στο έδαφός τους ή να έχουν πρόσβαση σε αυτές, με κάποιον από τους ακόλουθους τρόπους:

              α)       άμεσα, με την ίδρυση υποκαταστημάτων στα κράτη μέλη υποδοχής·

              β)       αποκτώντας την ιδιότητα του εξ αποστάσεως μέλους ρυθμιζόμενης αγοράς ή εξ αποστάσεως πρόσβαση στη ρυθμιζόμενη αγορά, χωρίς υποχρέωση εγκατάστασης στο κράτος μέλος καταγωγής της ρυθμιζόμενης αγοράς, εάν οι διαδικασίες και τα συστήματα διαπραγμάτευσης της αγοράς αυτής δεν απαιτούν αυτοπρόσωπη παρουσία για τη διενέργεια συναλλαγών στην αγορά.

2. Τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν στις επιχειρήσεις επενδύσεων που ασκούν το δικαίωμα της παραγράφου 1 συμπληρωματικές κανονιστικές ή διοικητικές προϋποθέσεις όσον αφορά τα θέματα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3934

Πρόσβαση στα συστήματα κεντρικού αντισυμβαλλομένου, εκκαθάρισης και διακανονισμού και δικαίωμα επιλογής του συστήματος εκκαθάρισης

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν οι επιχειρήσεις επενδύσεων από άλλα κράτη μέλη να έχουν δικαίωμα πρόσβασης σε συστήματα κεντρικού αντισυμβαλλομένου, εκκαθάρισης και διακανονισμού στο έδαφός τους για την οριστικοποίηση ή την τακτοποίηση της οριστικοποίησης συναλλαγών σε χρηματοπιστωτικά μέσα.

Τα κράτη μέλη απαιτούν η πρόσβαση αυτών των επιχειρήσεων επενδύσεων στα συστήματα αυτά να υπόκειται στα ίδια διαφανή και αντικειμενικά κριτήρια χωρίς διακρίσεις όπως τα εφαρμοζόμενα στα τοπικά μέλη τους. Τα κράτη μέλη δεν περιορίζουν τη χρήση των συστημάτων αυτών κατά την εκκαθάριση και τον διακανονισμό των συναλλαγών σε χρηματοπιστωτικά μέσα που διενεργούνται σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï στο έδαφός τους.

2. Τα κράτη μέλη απαιτούν οι ρυθμιζόμενες αγορές στο έδαφός τους να προσφέρουν σε όλα τα μέλη και τους συμμετέχοντες το δικαίωμα να επιλέγουν το σύστημα διακανονισμού των συναλλαγών σε χρηματοπιστωτικά μέσα οι οποίες διενεργούνται στην εν λόγω ρυθμιζόμενη αγορά, εφόσον Ö υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις Õ :

α)      υπάρχουν όσοι σύνδεσμοι και συμφωνίες μεταξύ του επιλεγόμενου συστήματος διακανονισμού και κάθε άλλου συστήματος ή υποδομής είναι αναγκαίες για την εξασφάλιση αποτελεσματικού και οικονομικού διακανονισμού της συγκεκριμένης συναλλαγής, και

β)      η αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την εποπτεία της ρυθμιζόμενης αγοράς αναγνωρίζει ότι οι τεχνικές προϋποθέσεις για τον διακανονισμό των συναλλαγών που διενεργούνται στη ρυθμιζόμενη αγορά μέσω συστήματος διακανονισμού άλλου από εκείνο που επιλέγει η ρυθμιζόμενη αγορά επιτρέπουν την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών.

Η εκτίμηση αυτή της αρμόδιας αρχής της ρυθμιζόμενης αγοράς δεν θίγει τις αρμοδιότητες των εθνικών κεντρικών τραπεζών ως εποπτών των συστημάτων διακανονισμού ή των άλλων εποπτικών αρχών αυτών των συστημάτων. Η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη την εποπτεία που ήδη ασκούν αυτοί οι φορείς, ώστε να μην επαναλαμβάνονται αναιτίως οι έλεγχοι.

3. Τα δικαιώματα που παρέχουν στις επιχειρήσεις επενδύσεων οι παράγραφοι 1 και 2 δεν θίγουν το δικαίωμα των διαχειριστών συστημάτων κεντρικού αντισυμβαλλομένου, εκκαθάρισης ή διακανονισμού τίτλων να αρνηθούν για θεμιτούς εμπορικούς όρους την πρόσβαση στις υπηρεσίες τους.

Άρθρο 4035

Διατάξεις για τα συστήματα κεντρικού αντισυμβαλλομένου, εκκαθάρισης και διακανονισμού ως προς τους ΠΜΔ

1. Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τις επιχειρήσεις επενδύσεων και τους διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜΔ να συνάπτουν με κεντρικό αντισυμβαλλόμενο ή φορέα εκκαθάρισης και σύστημα διακανονισμού άλλου κράτους μέλους κατάλληλες συμφωνίες για την εκκαθάριση ή/και τον διακανονισμό ορισμένων ή όλων των συναλλαγών που διενεργούν οι συμμετέχοντες στην αγορά στα πλαίσια των συστημάτων τους.

2. Η αρμόδια αρχή των επιχειρήσεων επενδύσεων και των διαχειριστών αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜΔ δεν μπορεί να αντιταχθεί στη χρήση κεντρικού αντισυμβαλλομένου, φορέων εκκαθάρισης ή/και συστημάτων διακανονισμού άλλου κράτους μέλους, εκτός εάν αυτό είναι αποδεδειγμένα αναγκαίο για τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας του συγκεκριμένου ΠΜΔ, και λαμβανομένων υπόψη των οριζόμενων στο άρθρο 3934 παράγραφος 2 προϋποθέσεων για τα συστήματα διακανονισμού.

Για να μην υπάρχει περιττή επικάλυψη των ελέγχων, η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη την εποπτεία και την επιτήρηση του συστήματος εκκαθάρισης και διακανονισμού που ήδη ασκούν οι εθνικές κεντρικές τράπεζες ως επόπτες των συστημάτων εκκαθάρισης και διακανονισμού ή άλλες τυχόν εποπτικές αρχές αρμόδιες για τα εν λόγω συστήματα.

ò νέο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Παροχή υπηρεσιών από επιχειρήσεις τρίτων χωρών

Τμήμα 1

Παροχή υπηρεσιων με εγκατασταση υποκαταστηματοσ

Άρθρο 41

Εγκατάσταση υποκαταστήματος

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από επιχείρηση τρίτης χώρας που σκοπεύει να προχωρήσει στην παροχή επενδυτικών υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων σε συνδυασμό με παρεπόμενες υπηρεσίες στο έδαφός τους μέσω υποκαταστήματος να λάβει προηγούμενη άδεια λειτουργίας από τις αρμόδιες αρχές των εν λόγω κρατών μελών, σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις:

α)      η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 3,

β)      η παροχή των υπηρεσιών για τις οποίες η επιχείρηση τρίτης χώρας ζητά άδεια λειτουργίας υπόκειται στη χορήγηση άδειας λειτουργίας και στην εποπτεία στην τρίτη χώρα όπου είναι εγκατεστημένη η επιχείρηση και η αιτούσα επιχείρηση έχει λάβει σχετική άδεια λειτουργίας. Η τρίτη χώρα όπου είναι εγκατεστημένη η επιχείρηση της τρίτης χώρας δεν έχει συμπεριληφθεί στις μη συνεργάσιμες χώρες και εδάφη από την ειδική ομάδα χρηματοοικονομικής δράσης για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

γ)      έχουν συμφωνηθεί μεταξύ των αρμόδιων αρχών των εν λόγω κρατών μελών και των αρμόδιων εποπτικών αρχών των τρίτων χωρών όπου εγκαθίσταται η επιχείρηση ρυθμίσεις συνεργασίας, που περιλαμβάνουν διατάξεις σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών για τον σκοπό της διατήρησης της ακεραιότητας της αγοράς και της προστασίας των επενδυτών,

δ)      στο υποκατάστημα διατίθεται ελεύθερα επαρκές αρχικό κεφάλαιο,

ε)      ορίζονται και συμμορφώνονται με την απαίτηση που ορίζεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 ένα ή περισσότερα πρόσωπα υπεύθυνα για τη διαχείριση του υποκαταστήματος,

στ)    η τρίτη χώρα στην οποία είναι εγκατεστημένη η επιχείρηση της τρίτης χώρας έχει συνάψει συμφωνία με το κράτος μέλος στο οποίο πρόκειται να εγκατασταθεί το υποκατάστημα, απολύτως σύμφωνη με τα πρότυπα που ορίζονται στο άρθρο 26 του υποδείγματος φορολογικής σύμβασης του ΟΟΣΑ σχετικά με το εισόδημα και το κεφάλαιο και εξασφαλίζει αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών σε φορολογικά θέματα, συμπεριλαμβανομένων τυχόν πολυμερών φορολογικών συμφωνιών.

ζ)      η επιχείρηση έχει ζητήσει τη συμμετοχή της στο σύστημα αποζημίωσης των επενδυτών που έχει λάβει άδεια ή αναγνώριση σύμφωνα με την οδηγία 97/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Μαρτίου 1997 σχετικά με τα συστήματα αποζημίωσης των επενδυτών

2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από επιχείρηση τρίτης χώρας που σκοπεύει να παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες μαζί με κάθε παρεπόμενη υπηρεσία προς ιδιώτες πελάτες στο έδαφος των εν λόγω κρατών μελών, να εγκαταστήσει ένα υποκατάστημα στην Ένωση.

3. Η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει απόφαση σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 95 όσον αφορά τρίτη χώρα εάν οι νομικές και εποπτικές διευθετήσεις της εν λόγω τρίτης χώρας διασφαλίζουν τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην εν λόγω τρίτη χώρα, με τις νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις οι οποίες είναι ισοδύναμες με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR] και της οδηγίας 2006/49/ΕΚ [οδηγία για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων] και τα εκτελεστικά τους μέτρα και ότι το νομικό πλαίσιο της εν λόγω τρίτης χώρας προβλέπει ισοδύναμη αμοιβαία αναγνώριση του προληπτικού πλαισίου που ισχύει για επιχειρήσεις επενδύσεων οι οποίες έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

Το προληπτικό πλαίσιο της τρίτης χώρας μπορεί να θεωρηθεί ισοδύναμο εφόσον το εν λόγω πλαίσιο πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)      οι επιχειρήσεις που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες στην εν λόγω τρίτη χώρα υπόκεινται στη χορήγηση άδειας λειτουργίας και στην αποτελεσματική εποπτεία και εφαρμογή του νόμου σε συνεχή βάση,

β)      οι επιχειρήσεις που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες στην εν λόγω τρίτη χώρα υπόκεινται σε επαρκείς απαιτήσεις κεφαλαίων και σε κατάλληλες απαιτήσεις που ισχύουν για τους μετόχους και τα μέλη του διοικητικού τους οργάνου,

γ)      οι επιχειρήσεις που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες υπόκεινται σε επαρκείς οργανωτικές απαιτήσεις στον τομέα των λειτουργιών εσωτερικού ελέγχου,

δ)      διασφαλίζει τη διαφάνεια και την ακεραιότητα αποτρέποντας την κατάχρηση της αγοράς με τη μορφή πράξεων προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και πράξεων χειραγώγησης της αγοράς.

4. Η επιχείρηση τρίτης χώρας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υποβάλλει την αίτησή της στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο σκοπεύει να εγκαταστήσει υποκατάστημα μετά την έκδοση από την Επιτροπή της απόφασης που καθορίζει ότι το νομικό και εποπτικό πλαίσιο της τρίτης χώρας στην οποία έχει λάβει άδειας λειτουργίας η επιχείρηση, ισοδυναμεί με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 3.

Άρθρο 42

Υποχρέωση ενημέρωσης

Μια επιχείρηση τρίτης χώρας που σκοπεύει να λάβει άδεια λειτουργίας για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων με παρεπόμενες υπηρεσίες στο έδαφος ενός κράτους μέλους, παρέχει στην αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους, τα εξής:

α)      το όνομα της αρμόδιας για την εποπτεία αρχής στην αντίστοιχη τρίτη χώρα. Όταν για την εποπτεία είναι υπεύθυνες περισσότερες από μία αρχές, παρέχονται λεπτομέρειες για τα αντίστοιχα πεδία αρμοδιοτήτων,

β)      όλα τα σχετικά στοιχεία της επιχείρησης (επωνυμία, νομική μορφή, έδρα και διεύθυνση, μέλη του διοικητικού οργάνου, σχετικοί μέτοχοι) και επιχειρησιακό πρόγραμμα με τις επενδυτικές υπηρεσίες ή/και δραστηριότητες, καθώς και τις παρεπόμενες υπηρεσίες, που θα παρέχονται και την οργανωτική δομή του υποκαταστήματος, συμπεριλαμβανομένης περιγραφής οιασδήποτε εξωτερικής ανάθεσης σε τρίτους σημαντικών επιχειρησιακών λειτουργιών,

γ)      τα ονόματα των υπευθύνων διαχείρισης του υποκαταστήματος και τα σχετικά έγγραφα από τα οποία προκύπτει η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του άρθρου 9 παράγραφος 1,

δ)      πληροφορίες σχετικά με το αρχικό κεφάλαιο στην ελεύθερη διάθεση του υποκαταστήματος.

Άρθρο 43

Χορήγηση της άδειας λειτουργίας

1. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου η επιχείρηση τρίτης χώρας σκοπεύει να εγκαταστήσει το υποκατάστημά της χορηγεί την άδεια λειτουργίας μόνο όταν πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:

α)      η αρμόδια αρχή έχει πεισθεί ότι πληρούνται οι όροι του άρθρου 41,

β)      η αρμόδια αρχή έχει πεισθεί ότι το υποκατάστημα της επιχείρησης τρίτης χώρας θα μπορεί να συμμορφώνεται με τις διατάξεις της παραγράφου 3.

Η επιχείρηση τρίτης χώρας ενημερώνεται, εντός έξι μηνών από την υποβολή πλήρους αίτησης, εάν της έχει χορηγηθεί άδεια λειτουργίας ή όχι.

2. Το υποκατάστημα επιχείρησης τρίτης χώρας που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την παράγραφο 1, συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 16, 17, 23, 24, 25, 27, 28 παράγραφος 1 και στο άρθρο 30 της παρούσας οδηγίας και στα άρθρα 13 έως 23 του κανονισμού (ΕΕ) …/… [MiFIR] και στα κατ' εφαρμογή αυτών θεσπιζόμενα μέτρα και υπόκειται στην εποπτεία της αρμόδιας αρχής στο κράτος μέλος όπου χορηγείται η άδεια λειτουργίας.

Τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν συμπληρωματικές απαιτήσεις σχετικά με την οργάνωση και τη λειτουργία του υποκαταστήματος για τα θέματα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 44

Παροχή υπηρεσιών σε άλλα κράτη μέλη

1. Μια επιχείρηση τρίτης χώρας που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 43 μπορεί να παρέχει τις υπηρεσίες και τις δραστηριότητες βάσει της άδειας λειτουργίας σε άλλα κράτη μέλη της Ένωσης χωρίς την εγκατάσταση νέων υποκαταστημάτων. Για τον σκοπό αυτόν, γνωστοποιεί τις ακόλουθες πληροφορίες στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα:

α)      το κράτος μέλος στο οποίο προτίθεται να ασκήσει δραστηριότητες,

β)      πρόγραμμα των δραστηριοτήτων, στο οποίο αναφέρονται συγκεκριμένα οι επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες καθώς και οι παρεπόμενες υπηρεσίες που σκοπεύει να εκτελέσει στο εν λόγω κράτος μέλος.

Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα, εντός μηνός από τη λήψη των πληροφοριών αυτών, τις διαβιβάζει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής που έχει οριστεί ως σημείο επικοινωνίας σύμφωνα με το άρθρο 83 παράγραφος 1. Η επιχείρηση τρίτης χώρας μπορεί στη συνέχεια να αρχίσει να παρέχει την ή τις σχετικές υπηρεσίες στο κράτος μέλος υποδοχής.

Σε περίπτωση μεταβολής του περιεχομένου μιας από τις πληροφορίες που κοινοποιήθηκαν σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, η επιχείρηση τρίτης χώρας γνωστοποιεί γραπτώς τη μεταβολή στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει εγκατασταθεί το υποκατάστημα, ένα μήνα τουλάχιστον πριν εφαρμόσει τη μεταβολή. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα, ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής για τις εν λόγω μεταβολές.

Η επιχείρηση εξακολουθεί να υπόκειται στην εποπτεία του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα σύμφωνα με το άρθρο 43.

2. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να διευκρινίσει τα εξής:

α)      το ελάχιστο περιεχόμενο των συμφωνιών συνεργασίας που αναφέρονται στο άρθρο 41 παράγραφος 1 στοιχείο γ), προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους που χορηγούν άδεια λειτουργίας σε επιχείρηση τρίτης χώρας μπορούν να ασκήσουν όλες τις εποπτικές τους εξουσίες δυνάμει της παρούσας οδηγίας,

β)      το λεπτομερές περιεχόμενο του προγράμματος δραστηριοτήτων, όπως απαιτείται στο άρθρο 42 στοιχείο β),

γ)      το περιεχόμενο των εγγράφων σχετικά με τη διαχείριση του υποκαταστήματος, όπως απαιτείται στο άρθρο 42 στοιχείο γ),

δ)      το λεπτομερές περιεχόμενο των πληροφοριών σχετικά με το αρχικό κεφάλαιο στην ελεύθερη διάθεση του υποκαταστήματος, όπως απαιτείται στο άρθρο 42 στοιχείο δ).

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [ΧΧΧ].

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

3. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για να καθορίσει τα τυποποιημένα έντυπα, τα υποδείγματα και τις διαδικασίες υποβολής των πληροφοριών και της κοινοποίησης που προβλέπονται στις εν λόγω παραγράφους.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων το αργότερο έως τις [31 Δεκεμβρίου 2016].

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095./2010.

4. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με μέτρα που καθορίζουν τους όρους αξιολόγησης της επάρκειας του αρχικού κεφαλαίου στην ελεύθερη διάθεση του υποκαταστήματος, λαμβάνοντας υπόψη τις επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες που παρέχονται από το υποκατάστημα και τον τύπο των πελατών προς τους οποίους πρέπει να παρέχονται,

Τμήμα 2

Εγγραφή στο μητρώο και ανάκληση αδειών λειτουργίας

Άρθρο 45

Εγγραφή στο μητρώο

Τα κράτη μέλη εγγράφουν στο μητρώο τις επιχειρήσεις που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 41. Το κοινό έχει πρόσβαση στο μητρώο, το οποίο περιέχει πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες ή τις δραστηριότητες για τις οποίες η επιχείρηση τρίτης χώρας έχει λάβει άδεια λειτουργίας. Το μητρώο επικαιροποιείται τακτικά. Κάθε άδεια λειτουργίας γνωστοποιείται στην ΕΑΚΑΑ.

Η ΕΑΚΑΑ συντάσσει κατάλογο όλων των επιχειρήσεων τρίτων χωρών με άδεια λειτουργίας για την παροχή υπηρεσιών και δραστηριοτήτων στην Ένωση. Ο εν λόγω κατάλογος περιέχει πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες ή τις δραστηριότητες για τις οποίες η επιχείρηση τρίτης χώρας έχει λάβει άδεια λειτουργίας και ενημερώνεται τακτικά. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει τον κατάλογο αυτόν στον ιστότοπό της και τον ενημερώνει.

Άρθρο 46

Ανάκληση αδειών

Η αρμόδια αρχή η οποία χορήγησε άδεια λειτουργίας βάσει του άρθρου 43, μπορεί να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας που έχει δοθεί σε επιχείρηση τρίτης χώρας εάν η επιχείρηση:

α)      δεν κάνει χρήση της άδειας λειτουργίας εντός 12 μηνών, παραιτηθεί ρητώς από αυτήν ή δεν έχει παράσχει επενδυτικές υπηρεσίες ούτε ασκήσει επενδυτική δραστηριότητα κατά τους προηγούμενους έξι μήνες, εκτός εάν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος προβλέπει ότι στις περιπτώσεις αυτές η άδεια λειτουργίας παύει να ισχύει,

β)      έλαβε άδεια βάσει ψευδών δηλώσεων ή με οποιονδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο·

γ)      δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων χορηγήθηκε η άδεια,

δ)      έχει υποπέσει σε σοβαρές και επανειλημμένες παραβάσεις των σχετικών με τη λειτουργία των επιχειρήσεων επενδύσεων διατάξεων που θεσπίζονται βάσει της παρούσας οδηγίας και ισχύουν για τις επιχειρήσεις τρίτων χωρών,

ε)      εμπίπτει σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις στις οποίες το εθνικό δίκαιο με το οποίο ρυθμίζονται θέματα εκτός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας , προβλέπει ανάκληση της άδειας λειτουργίας.

Κάθε ανάκληση άδειας λειτουργίας γνωστοποιείται στην ΕΑΚΑΑ.

Η ανάκληση δημοσιεύεται στον κατάλογο που ορίζεται στο άρθρο 45 για μια περίοδο 5 ετών.

ê 2004/39/ΕΚ

ΤΙΤΛΟΣ III

ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΕΣ ΑΓΟΡΕΣ

ê 2004/39/ΕΚ

Άρθρο 4736

Άδεια λειτουργίας και εφαρμοστέο δίκαιο

1. Τα κράτη μέλη χορηγούν άδεια λειτουργίας ρυθμιζόμενης αγοράς μόνο σε συστήματα που συνάδουν με τις διατάξεις του παρόντος Τίτλου.

Άδεια λειτουργίας ρυθμιζόμενης αγοράς χορηγείται μόνον εφόσον η αρμόδια αρχή έχει πεισθεί ότι τόσο ο διαχειριστής όσο και τα συστήματα της ρυθμιζόμενης αγοράς πληρούν τουλάχιστον τις προϋποθέσεις του παρόντος Τίτλου.

Προκειμένου περί ρυθμιζόμενης αγοράς που αποτελεί νομικό πρόσωπο και που τη διαχειρίζεται ή την εκμεταλλεύεται άλλος διαχειριστής αγοράς διάφορος της ίδιας της ρυθμιζόμενης αγοράς, τα κράτη μέλη ορίζουν το πώς οι διάφορες υποχρεώσεις που επιβάλλονται από την παρούσα οδηγία στο διαχειριστή αγοράς επιμερίζονται μεταξύ ρυθμιζόμενης αγοράς και φορέα λειτουργίας της.

Ο διαχειριστής ρυθμιζόμενης αγοράς παρέχει όλες τις πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένου προγράμματος δραστηριοτήτων όπου εκτίθενται μεταξύ άλλων οι μορφές επιχειρηματικής δραστηριότητας που σχεδιάζονται και η οργανωτική δομή, τις οποίες χρειάζεται η αρμόδια αρχή για να βεβαιωθεί ότι η ρυθμιζόμενη αγορά περιλαμβάνει, κατά την αρχική χορήγηση της άδειας λειτουργίας της, όλες τις ρυθμίσεις που είναι αναγκαίες για τη συμμόρφωσή της με τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις διατάξεις του παρόντος Τίτλου.

2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τον διαχειριστή της ρυθμιζόμενης αγοράς να ασκεί τα σχετικά με την οργάνωση και λειτουργία της καθήκοντά του υπό την εποπτεία και ευθύνη της αρμόδιας αρχής. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές ελέγχουν τακτικά τη συμμόρφωση των ρυθμιζόμενων αγορών προς τις διατάξεις του παρόντος Τίτλου, καθώς και ότι οι αρμόδιες αρχές ελέγχουν ότι οι ρυθμιζόμενες αγορές πληρούν ανά πάσα στιγμή τις οριζόμενες στον παρόντα Τίτλο προϋποθέσεις για την αρχική χορήγηση άδειας λειτουργίας.

3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο διαχειριστής αγοράς είναι υπεύθυνος να διασφαλίζει ότι η ρυθμιζόμενη αγορά την οποία διαχειρίζεται πληροί όλες τις προϋποθέσεις του παρόντος Τίτλου.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι ο διαχειριστής αγοράς δικαιούται να ασκεί τα δικαιώματα που αντιστοιχούν στη ρυθμιζόμενη αγορά που διαχειρίζεται βάσει της παρούσας οδηγίας.

4. Με την επιφύλαξη των οικείων διατάξεων της οδηγίας 2003/6/ΕΚ, το δημόσιο δίκαιο που διέπει τις συναλλαγές που διενεργούνται στα πλαίσια των συστημάτων της ρυθμιζόμενης αγοράς είναι το σύστημα του κράτους μέλους καταγωγής της ρυθμιζόμενης αγοράς.

5. Η αρμόδια αρχή μπορεί να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας που χορήγησε σε ρυθμιζόμενη αγορά εάν η δικαιούχος:

α)      δεν κάνει χρήση της άδειας λειτουργίας εντός 12 μηνών, παραιτηθεί ρητώς απ' αυτήν ή δεν έχει λειτουργήσει κατά τους προηγούμενους έξι μήνες, εκτός εάν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος προβλέπει ότι στις περιπτώσεις αυτές η άδεια λειτουργίας παύει να ισχύει,

β)      έλαβε άδεια βάσει ψευδών δηλώσεων ή με οποιονδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο·

γ)      δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων χορηγήθηκε η άδεια,

δ)      έχει διαπράξει σοβαρές και επανειλημμένες παραβάσεις των διατάξεων που θεσπίζονται βάσει της παρούσας οδηγίας,

ε)      εμπίπτει σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις στις οποίες η εθνική νομοθεσία προβλέπει ανάκληση της άδειας λειτουργίας.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 13

6. Κάθε ανάκληση άδειας λειτουργίας κοινοποιείται στην ΕΑΚΑΑ.

ê 2004/39/ΕΚ

Άρθρο 4837

Προϋποθέσεις για τη διαχείριση της ρυθμιζόμενης αγοράς

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τα πρόσωπα που πράγματι διευθύνουν τις δραστηριότητες και τη λειτουργία της ρυθμιζόμενης αγοράς να παρέχουν επαρκή εχέγγυα εντιμότητας και πείρας ώστε να διασφαλίζεται η ορθή και συνετή διοίκηση και λειτουργία της ρυθμιζόμενης αγοράς. Τα κράτη μέλη απαιτούν επίσης από το διαχειριστή της ρυθμιζόμενης αγοράς να γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή κάθε μεταβολή στην ταυτότητα και κάθε μετέπειτα αλλαγή των προσώπων που διευθύνουν πραγματικά τις δραστηριότητες και τη λειτουργία της ρυθμιζόμενης αγοράς.

Η αρμόδια αρχή αρνείται να εγκρίνει τις προτεινόμενες μεταβολές εάν έχει αντικειμενικούς και εξακριβώσιμους λόγους να πιστεύει ότι οι μεταβολές αυτές αποτελούν ουσιαστική απειλή για την ορθή και συνετή διαχείριση και λειτουργία της ρυθμιζόμενης αγοράς.

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, κατά τη διαδικασία χορήγησης άδειας λειτουργίας σε ρυθμιζόμενη αγορά, το ή τα πρόσωπα που πράγματι διευθύνουν την επιχειρηματική δραστηριότητα ρυθμιζόμενης αγοράς που έχει ήδη άδεια σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της παρούσας οδηγίας να τεκμαίρονται ότι πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1.

ò νέο

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από όλα τα μέλη του διοικητικού οργάνου κάθε διαχειριστή αγοράς να διαθέτουν τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας, να διαθέτουν επαρκείς γνώσεις, ικανότητες και εμπειρία και να αφιερώνουν αρκετό χρόνο στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα μέλη του διοικητικού οργάνου τηρούν συγκεκριμένα, τις εξής απαιτήσεις:

α)           αφιερώνουν αρκετό χρόνο στην εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Δεν κατέχουν ταυτόχρονα περισσότερους από τους εξής συνδυασμούς καθηκόντων:

(i) μία θέση εκτελεστικού μέλους ΔΣ και δύο θέσεις μη εκτελεστικού μέλους ΔΣ,

(ii) τέσσερις θέσεις μη εκτελεστικού μέλους ΔΣ.

Οι θέσεις εκτελεστικού ή μη εκτελεστικού μέλους ΔΣ εντός του ίδιου ομίλου υπολογίζονται ως μία θέση.

Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να εξουσιοδοτήσουν ένα μέλος του διοικητικού οργάνου ενός διαχειριστή αγοράς να συνδυάζει περισσότερες θέσεις μέλους ΔΣ από τις επιτρεπόμενες στο προηγούμενο εδάφιο, λαμβάνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες συνθήκες καθώς και τη φύση, το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων της επιχείρησης επενδύσεων.

β)           κατέχουν συνολικά επαρκείς γνώσεις, ικανότητες και εμπειρία ώστε να μπορούν να κατανοήσουν τις δραστηριότητες της ρυθμιζόμενης αγοράς, ειδικότερα τους κυριότερους κινδύνους που ενέχουν οι εν λόγω δραστηριότητες.

γ)           ενεργούν με ειλικρίνεια, ακεραιότητα και ανεξάρτητη βούληση ώστε να αξιολογούν και να αμφισβητούν αποτελεσματικά τις αποφάσεις των ανώτερων στελεχών.

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους διαχειριστές της αγοράς να αφιερώνουν επαρκείς πόρους για την υποδοχή και εκπαίδευση των μελών του διοικητικού οργάνου.

2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους διαχειριστές μιας ρυθμιζόμενης αγοράς τη σύσταση μιας επιτροπής ανάδειξης υποψηφίων για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με την πρώτη παράγραφο και την διατύπωση συστάσεων, εφόσον απαιτείται, βάσει της αξιολόγησής τους. Η επιτροπή ανάδειξης υποψηφίων αποτελείται από μέλη του διοικητικού οργάνου τα οποία δεν έχουν καμία εκτελεστική λειτουργία στον αντίστοιχο διαχειριστή αγοράς.

Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να εξουσιοδοτήσουν έναν διαχειριστή αγοράς να μην συστήσει χωριστή επιτροπή ανάδειξης υποψηφίων ανάλογα με τη φύση, το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του διαχειριστή της αγοράς.

Στις περιπτώσεις όπου, βάσει του εθνικού δικαίου, το διοικητικό όργανο δεν έχει καμία αρμοδιότητα επί της διαδικασίας διορισμού των μελών του, η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται.

3. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους διαχειριστές αγοράς να λαμβάνουν υπόψη την ποικιλομορφία ως ένα εκ των κριτηρίων για την επιλογή των μελών του διοικητικού οργάνου. Ειδικότερα, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος του διοικητικού οργάνου, οι διαχειριστές αγοράς εφαρμόζουν πολιτική που προωθεί την ποικιλομορφία όσον αφορά το φύλο, την ηλικία καθώς και την εκπαιδευτική, επαγγελματική και γεωγραφική προέλευση των μελών του διοικητικού οργάνου.

4. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να διευκρινίσει τα εξής:

α)           την έννοια της αφιέρωσης ικανού χρόνου από ένα μέλος του διοικητικού οργάνου για την άσκηση των καθηκόντων του, σε σχέση με τις ιδιαίτερες συνθήκες και τη φύση, το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του διαχειριστή αγοράς, τα οποία οι αρμόδιες αρχές πρέπει να λαμβάνουν υπόψη όταν επιτρέπουν σε ένα μέλος διοικητικού οργάνου να κατέχει ταυτόχρονα περισσότερες θέσεις σε διοικητικά συμβούλια από όσες επιτρέπονται σύμφωνα με την παράγραφο 1, στοιχείο α),

β)           την έννοια των επαρκών συλλογικών γνώσεων, ικανοτήτων και εμπειριών σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β),

γ)           τις έννοιες της ειλικρίνειας, της ακεραιότητας και της ανεξάρτητης βούλησης ενός μέλους του διοικητικού οργάνου σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο γ),

δ)           την έννοια των επαρκών ανθρώπινων και χρηματικών πόρων που διατίθενται για την υποδοχή και εκπαίδευση των μελών του διοικητικού οργάνου,

ε)           την έννοια της ποικιλομορφίας που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά την επιλογή των μελών του διοικητικού οργάνου.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [31 Δεκεμβρίου 2014].

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

5. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τον διαχειριστή της ρυθμιζόμενης αγοράς να γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή την ταυτότητα όλων των μελών του διοικητικού οργάνου του και κάθε μεταβολή στα μέλη αυτού, καθώς και όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης της επιχείρησης με τις παραγράφους 1, 2 και 3.

6. Το διοικητικό όργανο ενός διαχειριστή αγοράς μπορεί να διασφαλίζει την ορθή και συνετή διαχείριση της ρυθμιζόμενης αγοράς που προωθεί την ακεραιότητα της αγοράς.

Το διοικητικό όργανο παρακολουθεί και αξιολογεί περιοδικά την αποτελεσματικότητα της οργάνωσης της ρυθμιζόμενης αγοράς και λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση τυχόν ελλείψεων.

Τα μέλη του διοικητικού οργάνου όταν αυτό ενεργεί στο πλαίσιο των εποπτικών του καθηκόντων έχουν επαρκή πρόσβαση στις πληροφορίες και τα έγγραφα που απαιτούνται για την επίβλεψη και την παρακολούθηση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της διοίκησης.

7. Η αρμόδια αρχή μπορεί να αρνηθεί να χορηγήσει άδεια λειτουργίας εάν δεν έχει πεισθεί για την εντιμότητα και την πείρα των προσώπων που πράγματι διευθύνουν την επιχειρηματική δραστηριότητα ρυθμιζόμενης αγοράς, ή εάν υπάρχουν αντικειμενικοί και εξακριβώσιμοι λόγοι που επιτρέπουν να θεωρηθεί ότι το διοικητικό όργανο της επιχείρησης μπορεί να αποτελέσει απειλή για την αποτελεσματική, ορθή και συνετή διαχείριση και την ακεραιότητα της αγοράς.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, κατά τη διαδικασία χορήγησης άδειας λειτουργίας σε ρυθμιζόμενη αγορά, το ή τα πρόσωπα που πράγματι διευθύνουν την επιχειρηματική δραστηριότητα ρυθμιζόμενης αγοράς που έχει ήδη λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας τεκμαίρεται ότι πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1.

ê 2004/39/ΕΚ

Άρθρο 4938

Προϋποθέσεις σχετικές με τα πρόσωπα που ασκούν ουσιαστική επιρροή στη διαχείριση της ρυθμιζόμενης αγοράς

1. Τα κράτη μέλη επιβάλλουν προϋποθέσεις καταλληλότητας στα πρόσωπα που είναι σε θέση να ασκήσουν, άμεσα ή έμμεσα, ουσιαστική επιρροή στη διαχείριση της ρυθμιζόμενης αγοράς.

2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τον διαχειριστή της ρυθμιζόμενης αγοράς:

α)      να παρέχει στην αρμόδια αρχή και στο κοινό πληροφορίες σχετικά με την ιδιοκτησία της ρυθμιζόμενης αγοράς ή/και του διαχειριστή της και ιδίως την ταυτότητα και την έκταση των συμφερόντων κάθε προσώπου που είναι σε θέση να ασκήσει ουσιαστική επιρροή στη διαχείρισή της,

β)      να γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή και στο κοινό κάθε μεταβίβαση κυριότητας που επιφέρει μεταβολή στην ταυτότητα των προσώπων που ασκούν ουσιαστική επιρροή στη λειτουργία της ρυθμιζόμενης αγοράς.

3. Η αρμόδια αρχή αρνείται να εγκρίνει τις προτεινόμενες μεταβολές στα πρόσωπα που ασκούν έλεγχο στη ρυθμιζόμενη αγορά ή/και στον διαχειριστή της εάν έχει αντικειμενικούς και εξακριβώσιμους λόγους να πιστεύει ότι οι μεταβολές αυτές αποτελούν απειλή για την ορθή και συνετή διαχείριση της ρυθμιζόμενης αγοράς.

Άρθρο 5039

Οργανωτικές προϋποθέσεις

Τα κράτη μέλη απαιτούν η ρυθμιζόμενη αγορά:

α)      να έχει μηχανισμούς που να επιτρέπουν το σαφή εντοπισμό και τον έλεγχο των δυνητικά δυσμενών συνεπειών, για τη λειτουργία της ρυθμιζόμενης αγοράς ή για τα μέλη της, κάθε σύγκρουσης συμφερόντων μεταξύ της ρυθμιζόμενης αγοράς, των ιδιοκτητών ή του διαχειριστή της και της υγιούς λειτουργίας της ρυθμιζόμενης αγοράς, ιδίως εάν αυτές οι συγκρούσεις συμφερόντων μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά την εκπλήρωση λειτουργιών που η αρμόδια αρχή έχει αναθέσει στη ρυθμιζόμενη αγορά,

β)      να έχει κατάλληλο εξοπλισμό που να της επιτρέπει να διαχειρίζεται τους κινδύνους στους οποίους είναι εκτεθειμένη, να εφαρμόζει κατάλληλους μηχανισμούς και συστήματα για τον εντοπισμό όλων των σημαντικών για τη λειτουργία της κινδύνων και να έχει λάβει αποτελεσματικά μέτρα για τον περιορισμό αυτών των κινδύνων,

γ)      να έχει μηχανισμούς που να επιτρέπουν την ορθή διαχείριση των τεχνικών λειτουργιών του συστήματος, και ιδίως αποτελεσματικούς μηχανισμούς έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση των κινδύνων δυσλειτουργίας των συστημάτων,

δ)      να εφαρμόζει διαφανείς και μη παρέχοντες διακριτική ευχέρεια κανόνες και διαδικασίες που να εξασφαλίζουν τη δίκαιη και εύρυθμη διεξαγωγή των συναλλαγών, και να έχει διατυπώσει αντικειμενικά κριτήρια για την αποτελεσματική εκτέλεση των εντολών,

ε)      να έχει αποτελεσματικούς μηχανισμούς που να επιτρέπουν την αποτελεσματική και έγκαιρη οριστικοποίηση των συναλλαγών που εκτελούνται στα πλαίσια των συστημάτων της,

στ)    να διαθέτει, τόσο κατά το χρόνο της χορηγήσεως της άδειας λειτουργίας της όσο και σε μόνιμη βάση, επαρκείς χρηματοπιστωτικούς πόρους για να διασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία της, λαμβανομένης υπόψη της φύσης και της κλίμακας των συναλλαγών που διενεργούνται στη ρυθμιζόμενη αγορά, καθώς και του φάσματος και της σοβαρότητας των κινδύνων στους οποίους αυτή είναι εκτεθειμένη.

ò νέο

Άρθρο 51

Ανθεκτικότητα του συστήματος, μέτρα διακοπής συναλλαγών και ηλεκτρονικές συναλλαγές

1.         Τα κράτη μέλη απαιτούν μια ρυθμιζόμενη αγορά να διαθέτει αποτελεσματικά συστήματα, διαδικασίες και διευθετήσεις προκειμένου να διασφαλίζεται η ανθεκτικότητα των συστημάτων συναλλαγών, η επαρκής ικανότητα αντιμετώπισης μεγάλων όγκων εντολών και μηνυμάτων, η δυνατότητα διασφάλισης εύρυθμων συναλλαγών υπό συνθήκες πίεσης της αγοράς, ο πλήρης έλεγχος για τη διασφάλιση της εκπλήρωσης των συνθηκών αυτών και η υπαγωγή σε αποτελεσματικές διευθετήσεις επιχειρηματικής συνέχειας για τη διασφάλιση της συνέχισης των υπηρεσιών σε περίπτωση απρόβλεπτης βλάβης των συστημάτων συναλλαγών.

2. Τα κράτη μέλη απαιτούν μια ρυθμιζόμενη αγορά να διαθέτει αποτελεσματικά συστήματα, διαδικασίες και διευθετήσεις για την απόρριψη εντολών που υπερβαίνουν τα προκαθορισμένα όρια όγκου και τιμών ή είναι σαφώς εσφαλμένες και να είναι σε θέση να προβεί σε προσωρινή διακοπή των συναλλαγών σε περίπτωση σημαντικής μεταβολής της τιμής ενός χρηματοπιστωτικού προϊόντος στην αγορά αυτή ή σε συναφή αγορά σε σύντομο χρονικό διάστημα και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να είναι σε θέση να προβεί σε ακύρωση, διαφοροποίηση ή διόρθωση μιας συναλλαγής.

3.         Τα κράτη μέλη απαιτούν μια ρυθμιζόμενη αγορά να διαθέτει αποτελεσματικά συστήματα, διαδικασίες και διευθετήσεις προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα αλγοριθμικά συστήματα συναλλαγών δεν μπορούν να δημιουργήσουν ή να συμβάλουν σε μη εύρυθμες συνθήκες συναλλαγών στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων συστημάτων για τον περιορισμό της αναλογίας ανεκτέλεστων εντολών σε σχέση με τις συναλλαγές που μπορούν να εισαχθούν στο σύστημα από μέλος ή συμμετέχοντα, για την επιβράδυνση της ροής των εντολών αν υπάρχει κίνδυνος για εξάντληση της χωρητικότητας του συστήματος και για τον περιορισμό της ελάχιστης μεταβολής τιμών που μπορεί να εκτελεστεί στην αγορά.

4.         Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι μια ρυθμιζόμενη αγορά που επιτρέπει την άμεση ηλεκτρονική πρόσβαση διαθέτει αποτελεσματικά συστήματα, διαδικασίες και διευθετήσεις προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα μέλη ή οι συμμετέχοντες επιτρέπεται να παρέχουν τέτοιου είδους υπηρεσίες μόνο αν ανήκουν σε επιχείρηση επενδύσεων με άδεια λειτουργίας βάσει της παρούσας οδηγίας, ότι ορίζονται και εφαρμόζονται κατάλληλα κριτήρια ως προς την καταλληλότητα των προσώπων στα οποία μπορεί να δοθεί πρόσβαση και ότι το μέλος ή ο συμμετέχων φέρουν την ευθύνη των εντολών και των συναλλαγών που εκτελούνται με την υπηρεσία αυτή.

Τα κράτη μέλη προβλέπουν επίσης ότι η ρυθμιζόμενη αγορά ορίζει κατάλληλα πρότυπα σχετικά με τους ελέγχους και τα όρια για τους κινδύνους κατά τις συναλλαγές μέσω της πρόσβασης αυτής και δύναται να διακρίνει και, εφόσον είναι αναγκαίο, να διακόψει τις εντολές ή τις συναλλαγές από πρόσωπο που χρησιμοποιεί άμεση ηλεκτρονική πρόσβαση ξεχωριστά από τις εντολές ή τις συναλλαγές από το μέλος ή τον συμμετέχοντα.

5.         Τα κράτη μέλη απαιτούν από μια ρυθμιζόμενη αγορά να διασφαλίζει ότι οι κανόνες της για τις υπηρεσίες συντοπισμού και τις διαρθρώσεις προμηθειών είναι διαφανείς, δίκαιες και δεν εμπεριέχουν διακριτική μεταχείριση.

6.         Τα κράτη μέλη απαιτούν, κατόπιν αιτήματος από την αρμόδια αρχή μιας ρυθμιζόμενης αγοράς, η εν λόγω ρυθμιζόμενη αγορά να παρέχει στην αρμόδια αρχή δεδομένα σχετικά με το βιβλίο εντολών ή πρόσβαση στο βιβλίο εντολών ώστε να είναι δυνατή η παρακολούθηση των συναλλαγών.

7.         Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 όσον αφορά μέτρα σχετικά με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο και συγκεκριμένα:

α)           τη διασφάλιση της ανθεκτικότητας και της επαρκούς χωρητικότητας των συστημάτων συναλλαγών των ρυθμιζόμενων αγορών,

β)           τον καθορισμό των όρων βάσει των οποίων πρέπει να διακόπτεται η διαπραγμάτευση αν υπάρχει σημαντική μεταβολή των τιμών σε ένα χρηματοπιστωτικό μέσο στην αγορά αυτή ή σε σχετική αγορά σε σύντομο χρονικό διάστημα,

γ)           τον ορισμό της μέγιστης και της ελάχιστης αναλογίας ανεκτέλεστων εντολών σε σχέση με τις συναλλαγές που δύνανται να εγκριθούν από τις ρυθμιζόμενες αγορές και τις ελάχιστες μεταβολές τιμών που πρέπει να εγκρίνονται,

δ)           την καθιέρωση ελέγχων σχετικά με την άμεση ηλεκτρονική πρόσβαση,

ε)           τη διασφάλιση ότι οι υπηρεσίες συντοπισμού και οι διαρθρώσεις προμηθειών είναι διαφανείς, δίκαιες και δεν εμπεριέχουν διακριτική μεταχείριση.

ê

è1 Διορθωτικό ΕΕ L 045 της 16.2.2005, σ. 18

è2 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 15 στοιχείο α)

ð νέο

Άρθρο 5240

Εισαγωγή χρηματοπιστωτικών μέσων στη διαπραγμάτευση

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις ρυθμιζόμενες αγορές να εφαρμόζουν σαφείς και διαφανείς κανόνες για την εισαγωγή χρηματοπιστωτικών μέσων προς διαπραγμάτευση.

Οι κανόνες αυτοί διασφαλίζουν ότι κάθε χρηματοπιστωτικό μέσο που εισάγεται προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά επιδέχεται δίκαιης, ομαλής και αποτελεσματικής διαπραγμάτευσης και, προκειμένου, περί κινητών αξιών, ότι είναι ελεύθερα διαπραγματεύσιμο.

2. Στην περίπτωση των παράγωγων προϊόντων, οι κανόνες διασφαλίζουν ιδίως ότι οι όροι του συμβολαίου του παράγωγου προϊόντος επιτρέπουν την ομαλή διαμόρφωση των τιμών του, καθώς και την ύπαρξη αποτελεσματικών όρων διακανονισμού.

3. Εκτός από τις υποχρεώσεις των παραγράφων 1 και 2, τα κράτη μέλη απαιτούν η ρυθμιζόμενη αγορά να εισάγει και να διατηρεί αποτελεσματικούς μηχανισμούς που επιτρέπουν να εξακριβωθεί εάν οι εκδότες των εισαγόμενων προς διαπραγμάτευση στη ρυθμιζόμενη αγορά κινητών αξιών συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που τους επιβάλλει η κοινοτική Ö ενωσιακή Õ νομοθεσία όσον αφορά την αρχική, συνεχή και κατά περίπτωση δημοσιοποίηση των πληροφοριών.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η ρυθμιζόμενη αγορά εισάγει μηχανισμούς που διευκολύνουν την πρόσβαση των μελών της ή των συμμετεχόντων σε αυτήν στις πληροφορίες που δημοσιοποιούνται βάσει της κοινοτικής Ö ενωσιακής Õ νομοθεσίας.

4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η ρυθμιζόμενη αγορά έχει λάβει τα αναγκαία μέτρα για τον τακτικό έλεγχο της συμμόρφωσης με τους όρους εισαγωγής των χρηματοπιστωτικών μέσων που δέχεται προς διαπραγμάτευση.

5. Κινητή αξία που έχει εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά μπορεί στη συνέχεια να εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε άλλες ρυθμιζόμενες αγορές, ακόμη και χωρίς τη συγκατάθεση του εκδότη, τηρουμένων των οικείων διατάξεων της οδηγίας 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της è1 4ης Νοεμβρίου 2003 ç, για το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται όταν κινητές αξίες προσφέρονται στο κοινό ή εισάγονται προς διαπραγμάτευση και για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/34/ΕΚ[55]. Ο εκδότης ενημερώνεται από τη ρυθμιζόμενη αγορά για το γεγονός ότι οι τίτλοι του εισάγονται προς διαπραγμάτευση στην εν λόγω ρυθμιζόμενη αγορά. Ο εκδότης δεν υπόκειται σε καμία από τις προβλεπόμενες στην παράγραφο 3 υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών απευθείας σε ρυθμιζόμενη αγορά που έχει εισαγάγει προς διαπραγμάτευση τους τίτλους του χωρίς τη συγκατάθεσή του.

6. Για να εξασφαλίσει την ενιαία εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 5 θεσπίζει è2 --- ç εκτελεστικά ð Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με ï μέτρα τα οποία:

α)      καθορίζουν τα χαρακτηριστικά των διαφόρων κατηγοριών μέσων τα οποία πρέπει να ληφθούν υπόψη από τη ρυθμιζόμενη αγορά όταν αυτή εκτιμά εάν ένα μέσο εκδίδεται με τρόπο σύμφωνο με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο για την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση στις διάφορες επιμέρους αγορές της,

β)      αποσαφηνίζουν τους μηχανισμούς που πρέπει να εισαγάγει η ρυθμιζόμενη αγορά για να θεωρηθεί ότι έχει τηρήσει την υποχρέωσή της να εξακριβώσει εάν ο εκδότης κινητής αξίας συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της κοινοτικής Ö ενωσιακής Õ νομοθεσίας όσον αφορά την αρχική, συνεχή και κατά περίπτωση δημοσιοποίηση των πληροφοριών·

γ)      αποσαφηνίζουν τους μηχανισμούς που πρέπει να εισαγάγει η ρυθμιζόμενη αγορά κατ' εφαρμογή της παραγράφου 3 για να διευκολύνει την πρόσβαση των μελών ή των συμμετεχόντων στις πληροφορίες που δημοσιοποιούνται υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει το κοινοτικό Ö ενωσιακό Õ δίκαιο.

ê 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 15 στοιχείο β)

Τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 2.

ê

ð νέο

Άρθρο 5341

Αναστολή και απόσυρση χρηματοπιστωτικών μέσων από τη διαπραγμάτευση

1. Με την επιφύλαξη του κατά το άρθρο 7250 παράγραφος 12 στοιχεία δ(ι) και (ε)(ια) δικαιώματος της αρμόδιας αρχής να απαιτεί την αναστολή ή την απόσυρση από τη διαπραγμάτευση ενός χρηματοπιστωτικού μέσου, ο διαχειριστής ρυθμιζόμενης αγοράς μπορεί να αναστείλει ή να αποσύρει από τη διαπραγμάτευση χρηματοπιστωτικό μέσο το οποίο δεν συνάδει πλέον με τους κανόνες της ρυθμιζόμενης αγοράς, εκτός εάν το μέτρο αυτό ενδέχεται να βλάψει σημαντικά τα συμφέροντα των επενδυτών ή την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς.

Ανεξαρτήτως της δυνατότητας άμεσης ενημέρωσης των διαχειριστών των ρυθμιζόμενων αγορών από διαχειριστές άλλων ρυθμιζόμενων αγορών, τα Τα κράτη μέλη απαιτούν από τον διαχειριστή ρυθμιζόμενης αγοράς, ο οποίος αναστέλλει ή αποσύρει από τη διαπραγμάτευση χρηματοπιστωτικό μέσο, να δημοσιοποιεί την απόφασή του αυτή ð να την κοινοποιεί σε άλλες ρυθμιζόμενες αγορές, ΠΜΔ και ΟΜΔ που διαπραγματεύονται το ίδιο χρηματοπιστωτικό μέσο ï και να κοινοποιεί τις σχετικές πληροφορίες στην αρμόδια αρχή. Η εν λόγω αρμόδια αρχή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών Ö σχετικά Õ . ð Τα κράτη μέλη απαιτούν οι άλλες ρυθμιζόμενες αγορές, ΠΜΔ και ΟΜΔ που διαπραγματεύονται το ίδιο χρηματοπιστωτικό μέσο να αναστείλουν ή να τερματίσουν τη διαπραγμάτευση του εν λόγω χρηματοπιστωτικού μέσου εάν η αναστολή ή ο τερματισμός οφείλεται στη μη κοινοποίηση πληροφοριών περί του εκδότη ή του χρηματοπιστωτικού μέσου πλην των περιπτώσεων στις οποίες αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει σημαντική ζημία στα συμφέροντα των επενδυτών ή στην εύρυθμη λειτουργία της αγοράς. Τα κράτη μέλη απαιτούν οι άλλες ρυθμιζόμενες αγορές, ΠΜΔ και ΟΜΔ να κοινοποιήσουν την απόφασή τους στις αρμόδιες αρχές τους και σε όλες τις ρυθμιζόμενες αγορές, ΠΜΔ και ΟΜΔ που διαπραγματεύονται το ίδιο χρηματοπιστωτικό μέσο, συμπεριλαμβανομένης και εξήγησης σε περίπτωση απόφασης για την μη αναστολή ή τερματισμού της διαπραγμάτευσης του χρηματοπιστωτικού μέσου. ï

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 14

ð νέο

2. Η αρμόδια αρχή που ζητά την αναστολή ή την απόσυρση χρηματοοικονομικού μέσου από τη διαπραγμάτευση σε μία ή σε περισσότερες ρυθμιζόμενες αγορές ð , ΠΜΔ ή ΟΜΔ ï , δημοσιοποιεί αμέσως την απόφασή της και ενημερώνει σχετικά την ΕΑΚΑΑ και τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών. Πλην της περιπτώσεως όπου ενδέχεται να προκληθεί σημαντική ζημία στα συμφέροντα των επενδυτών ή στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, οι αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών ζητούν την αναστολή ή την απόσυρση του συγκεκριμένου χρηματοοικονομικού μέσου από τη διαπραγμάτευση στις ρυθμιζόμενες αγορές και από τους πολυμερείς μηχανισμούς διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) ð και ΟΜΔ ï που λειτουργούν υπό την εποπτεία τους.

ò νέο

3. H ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τη μορφή και τον χρόνο των κοινοποιήσεων και των δημοσιεύσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [ΧΧΧ].

4. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με τον καθορισμό των ειδικών συνθηκών που συνιστούν σημαντική ζημία για τα συμφέροντα των επενδυτών και την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, όπως αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 και για τον καθορισμό θεμάτων όσον αφορά τη μη κοινοποίηση πληροφοριών σχετικά με τον εκδότη ή το χρηματοπιστωτικό μέσο, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 54

Συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών για τις ρυθμιζόμενες αγορές

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν ότι, σε σχέση με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο, ένας διαχειριστής μιας ρυθμιζόμενης αγοράς ενημερώνει αμέσως τους διαχειριστές άλλων ρυθμιζόμενων αγορών, ΠΜΔ και ΟΜΔ σχετικά με τα εξής:

α)           μη εύρυθμες συνθήκες διαπραγμάτευσης,

β)           συμπεριφορά που δύναται να υποδεικνύει καταχρηστική συμπεριφορά στο πλαίσιο του [προσθήκη αναφοράς MAR] και

γ)           δυσλειτουργίες των συστημάτων.

2. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό των συγκεκριμένων συνθηκών που υπαγορεύουν μια απαίτηση πληροφόρησης, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [].

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ê

Άρθρο 5542

Πρόσβαση στη ρυθμιζόμενη αγορά

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τη ρυθμιζόμενη αγορά να θεσπίσει και να διατηρεί διαφανείς και άνευ διακρίσεων κανόνες, βασιζόμενους σε αντικειμενικά κριτήρια, όσον αφορά την πρόσβαση στη ρυθμιζόμενη αγορά ή την ιδιότητα του μέλους της.

2. Οι κανόνες αυτοί ορίζουν όλες τις υποχρεώσεις που υπέχουν τα μέλη της ρυθμιζόμενης αγοράς ή οι συμμετέχοντες σε αυτήν οι οποίες απορρέουν από:

α)      τις συστατικές και διοικητικές πράξεις της ρυθμιζόμενης αγοράς,

β)      τους κανόνες που διέπουν τη διενέργεια των συναλλαγών στη ρυθμιζόμενη αγορά,

γ)      τα επαγγελματικά πρότυπα προς τα οποία πρέπει να συμμορφώνεται το προσωπικό των επιχειρήσεων επενδύσεων ή πιστωτικών ιδρυμάτων που δραστηριοποιούνται στη ρυθμιζόμενη αγορά,

δ)      τους όρους που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 για τα πλην των επιχειρήσεων επενδύσεων ή πιστωτικών ιδρυμάτων μέλη ή συμμετέχοντες,

ε)      τους κανόνες και διαδικασίες εκκαθάρισης και διακανονισμού των συναλλαγών που διενεργούνται στη ρυθμιζόμενη αγορά.

3. Οι ρυθμιζόμενες αγορές μπορούν να δέχονται ως μέλη ή συμμετέχοντες επιχειρήσεις επενδύσεων, πιστωτικά ιδρύματα με άδεια κατ' εφαρμογή της οδηγίας 2000/12/ΕΚ Ö 2006/48/ΕΚ Õ και άλλα πρόσωπα τα οποία διαθέτουν:

α)      τα απαραίτητα εχέγγυα ήθους και ικανότητας·

β)      επαρκές επίπεδο συναλλακτικής ικανότητας, και επάρκειας Ö και πείρας Õ ·

γ)      όπου συντρέχει η περίπτωση, επαρκείς οργανωτικές ρυθμίσεις,

δ)      επαρκή μέσα για το ρόλο που καλούνται να επιτελέσουν, λαμβανομένων υπόψη των διάφορων χρηματοοικονομικών ρυθμίσεων που έχει ενδεχομένως επιβάλει η ρυθμιζόμενη αγορά για να εγγυάται τον προσήκοντα διακανονισμό των συναλλαγών.

4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, προκειμένου περί συναλλαγών που διενεργούνται σε ρυθμιζόμενη αγορά, τα μέλη και οι συμμετέχοντες δεν έχουν υποχρέωση να εφαρμόζουν έναντι αλλήλων τις υποχρεώσεις των άρθρων 2419, Ö 25 Õ 2721 και 2822. Τα μέλη όμως της ρυθμιζόμενης αγοράς, ή οι συμμετέχοντες σε αυτήν, τηρούν τις προβλεπόμενες στα εν λόγω άρθρα υποχρεώσεις έναντι των πελατών τους όταν, ενεργώντας για λογαριασμό πελατών, εκτελούν τις εντολές τους σε ρυθμιζόμενη αγορά.

5. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι κανόνες που διέπουν την πρόσβαση στη ρυθμιζόμενη αγορά ή την απόκτηση της ιδιότητας του μέλους της προβλέπουν την άμεση ή εξ αποστάσεως συμμετοχή των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων.

6. Τα κράτη μέλη επιτρέπουν, άνευ άλλης νομοθετικής ή διοικητικής προϋπόθεσης, στις ρυθμιζόμενες αγορές άλλων κρατών μελών να δημιουργήσουν κατάλληλα συστήματα στο έδαφός τους για να διευκολύνουν την πρόσβαση και τη διενέργεια συναλλαγών από τα μέλη ή τους συμμετέχοντες που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 15

Η ρυθμιζόμενη αγορά γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της το κράτος μέλος στο οποίο προτίθεται να δημιουργήσει τα συστήματα. H αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής κοινοποιεί εντός μηνός την πληροφορία αυτή στο κράτος μέλος στο οποίο η ρυθμιζόμενη αγορά σκοπεύει να δημιουργήσει τα συστήματα. Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να ζητήσει πρόσβαση σε αυτές τις πληροφορίες δυνάμει της διαδικασίας και υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 35 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ê

è1 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 16 στοιχείο α)

Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της ρυθμιζόμενης αγοράς γνωστοποιεί εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους υποδοχής, την ταυτότητα των μελών ή συμμετεχόντων στη ρυθμιζόμενη αγορά των εγκατεστημένων στο εν λόγω κράτος μέλος.

7. Τα κράτη μέλη απαιτούν από το φορέα λειτουργίας της ρυθμιζόμενης αγοράς να ανακοινώνει τακτικά στην αρμόδια γι' αυτήν αρχή τον κατάλογο των μελών και των συμμετεχόντων της.

Άρθρο 5643

Έλεγχος της συμμόρφωσης προς τους κανόνες της ρυθμιζόμενης αγοράς και προς άλλες νόμιμες υποχρεώσεις

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν οι ρυθμιζόμενες αγορές να δημιουργούν και να διατηρούν αποτελεσματικούς μηχανισμούς και διαδικασίες για την τακτική παρακολούθηση της συμμόρφωσης των μελών τους και των συμμετεχόντων με τους κανόνες τους. Οι ρυθμιζόμενες αγορές παρακολουθούν τις συναλλαγές Ö και τις εντολές Õ που διενεργούν τα μέλη τους ή οι συμμετέχοντες σε αυτές με τα συστήματά τους, προκειμένου να εντοπίσουν τις παραβάσεις των κανόνων αυτών, τους αντικανονικούς όρους συναλλαγών που μπορούν να διαταράξουν την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς ή τις μορφές συμπεριφοράς που ενδέχεται να συνιστούν κατάχρηση αγοράς.

2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους διαχειριστές των ρυθμιζόμενων αγορών να αναφέρουν στην αρμόδια για τη ρυθμιζόμενη αγορά αρχή κάθε σημαντική παράβαση των κανόνων τους και κάθε περίπτωση ανώμαλων συνθηκών συναλλαγών που μπορούν να διαταράξουν την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς ή συμπεριφοράς που ενδέχεται να συνιστά κατάχρηση αγοράς. Τα κράτη μέλη απαιτούν επίσης από το διαχειριστή της ρυθμιζόμενης αγοράς να γνωστοποιεί αμελλητί στην αρχή που είναι αρμόδια για τη διερεύνηση και δίωξη της κατάχρησης αγοράς στη ρυθμιζόμενη αγορά όλες τις σχετικές πληροφορίες και να της παρέχει κάθε αναγκαία βοήθεια για τη διερεύνηση και τη δίωξη των καταχρήσεων αγοράς που διαπράττονται στα ή μέσω των συστημάτων της ρυθμιζόμενης αγοράς.

Άρθρο 44

Προ-διαπραγματευτικές προϋποθέσεις διαφάνειας για τις ρυθμιζόμενες αγορές

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις ρυθμιζόμενες αγορές τουλάχιστον να δημοσιοποιούν τρέχουσες τιμές προσφοράς και ζήτησης, καθώς και το βάθος του συναλλακτικού ενδιαφέροντος σ' αυτές τις τιμές που ανακοινώνονται μέσω των συστημάτων τους για μετοχές εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι πληροφορίες αυτές πρέπει να διατίθενται στο κοινό υπό εύλογους εμπορικούς όρους και συνεχώς κατά τις κανονικές ώρες συναλλαγής.

Οι ρυθμιζόμενες αγορές μπορούν, υπό λογικούς εμπορικούς όρους και κατά τρόπο μη δημιουργούντα διακρίσεις, να επιτρέπουν στις επιχειρήσεις επενδύσεων που υποχρεούνται να δημοσιεύουν όρους αγοράς και πώλησης μετοχών σύμφωνα με το άρθρο 27 την πρόσβαση στους τρόπους που χρησιμοποιούν για την κατά το πρώτο εδάφιο δημοσιοποίηση των πληροφοριών.

2. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές μπορούν να απαλλάσσουν τις ρυθμιζόμενες αγορές από την υποχρέωση δημόσιας ανακοίνωσης των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ανάλογα με το μοντέλο αγοράς ή το είδος και τον όγκο των εντολών στις περιπτώσεις που ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3. Ειδικότερα, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να δύνανται να προβαίνουν στην εν λόγω την απαλλαγή προκειμένου περί συναλλαγών μεγάλης κλίμακας σε σύγκριση με το κανονικό μέγεθος της αγοράς για τη συγκεκριμένη μετοχή ή τύπο μετοχής.

3. Προκειμένου να εξασφαλίσει την ενιαία εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, η Επιτροπή θεσπίζει è1 --- ç μέτρα εφαρμογής όσον αφορά:

              α) το εύρος των τιμών αγοράς και πώλησης ή των δηλώσεων βούλησης συγκεκριμένων ειδικών διαπραγματευτών, καθώς και το μέγεθος των εκδηλώσεων ενδιαφέροντος στις τιμές αυτές, που πρέπει να ανακοινώνονται δημόσια·

              β) το μέγεθος ή το είδος των εντολών που μπορούν να απαλλαγούν από την υποχρέωση δημοσιότητας πριν από τη διαπραγμάτευση δυνάμει της παραγράφου 2·

              γ) το μοντέλο αγοράς για το οποίο χωρεί απαλλαγή από την υποχρέωση δημοσιότητας πριν από την διαπραγμάτευση δυνάμει της παραγράφου 2, και ειδικότερα την εφαρμογή της υποχρέωσης στις μεθόδους διαπραγμάτευσης που χρησιμοποιούνται από ρυθμιζόμενες αγορές που καταρτίζουν συναλλαγές με δικούς τους κανόνες ή συστήματα κατ' αναφορά προς τιμές που καθορίζονται εκτός της ρυθμιζόμενης αγοράς ή με περιοδική δημοπρασία.

ê 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 16 στοιχείο β)

Τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 2.

ê 2004/39/ΕΚ

è1 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 17 στοιχείο α)

Άρθρο 45

Μετα-διαπραγματευτικές προϋποθέσεις διαφάνειας για τις ρυθμιζόμενες αγορές

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν τουλάχιστον από τις ρυθμιζόμενες αγορές να ανακοινώνουν δημόσια την τιμή, τον όγκο και το χρόνο των συναλλαγών που διενεργούνται στις μετοχές που είναι δεκτές προς διαπραγμάτευση. Τα κράτη μέλη απαιτούν τη δημοσιοποίηση των λεπτομερειών όλων αυτών των συναλλαγών υπό εύλογους εμπορικούς όρους και όσο το δυνατόν ταχύτερα μετά τη στιγμή διενέργειας κάθε συναλλαγής.

Οι ρυθμιζόμενες αγορές μπορούν, υπό λογικούς εμπορικούς όρους και κατά τρόπο μη δημιουργούντα διακρίσεις, να επιτρέπουν στις επιχειρήσεις επενδύσεων που υποχρεούνται να δημοσιεύουν λεπτομέρειες των επί μετοχών συναλλαγών τους σύμφωνα με το άρθρο 28 την πρόσβαση στους τρόπους που χρησιμοποιούν για την κατά το πρώτο εδάφιο δημοσιοποίηση των πληροφοριών.

2. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέπει στις ρυθμιζόμενες αγορές να αναβάλλουν τη δημοσιοποίηση των λεπτομερειών των συναλλαγών ανάλογα με τον όγκο τους. Ειδικότερα, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν τη μεταγενέστερη δημοσιοποίηση συναλλαγών μεγάλου όγκου σε σύγκριση με το συνήθη όγκο των συναλλαγών στη σχετική μετοχή ή κατηγορία μετοχών. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις ρυθμιζόμενες αγορές να λαμβάνουν εκ των προτέρων την έγκριση της αρμόδιας αρχής για τους τρόπους με τους οποίους σκοπεύουν να προβαίνουν στη χρονική μετάθεση της δημοσιοποίησης της συναλλαγής και απαιτούν να ανακοινώνονται σαφώς οι τρόποι αυτοί στους συμμετέχοντες στην αγορά και στο επενδυτικό κοινό.

3. Για να εξασφαλίσει την αποτελεσματική και εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών και την ενιαία εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, η Επιτροπή θεσπίζει è1 --- ç μέτρα εφαρμογής σχετικά με:

              α) την έκταση και το περιεχόμενο των πληροφοριών που πρέπει να ανακοινώνονται στο κοινό·

              β) τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ρυθμιζόμενη αγορά μπορεί να αναβάλλει τη δημοσιοποίηση των συναλλαγών, καθώς και τα κριτήρια βάσει των οποίων θα αποφασίζονται οι συναλλαγές για τις οποίες, λόγω όγκου ή κατηγορίας μετοχών, επιτρέπεται η μετάθεση του χρόνου δημοσιοποίησης.

ê 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 17 στοιχείο β)

Τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 2.

ê 2004/39/ΕΚ

Άρθρο 5746

Διατάξεις για τα συστήματα κεντρικού αντισυμβαλλομένου, εκκαθάρισης και διακανονισμού

1. Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τις ρυθμιζόμενες αγορές να συνάπτουν με κεντρικό αντισυμβαλλόμενο ή φορέα εκκαθάρισης και σύστημα διακανονισμού άλλου κράτους μέλους κατάλληλες συμφωνίες για την εκκαθάριση ή/και τον διακανονισμό ορισμένων ή όλων των συναλλαγών που διενεργούν οι συμμετέχοντες στην αγορά στα πλαίσια των συστημάτων τους.

2. Η αρμόδια αρχή ρυθμιζόμενης αγοράς δεν μπορεί να αντιταχθεί στη χρήση κεντρικού αντισυμβαλλομένου, φορέων εκκαθάρισης ή/και συστημάτων διακανονισμού άλλου κράτους μέλους, εκτός εάν αυτό είναι αποδεδειγμένα αναγκαίο για τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της ρυθμιζόμενης αγοράς, και λαμβανομένων υπόψη των οριζόμενων στο άρθρο 3934 παράγραφος 2 προϋποθέσεων για τα συστήματα διακανονισμού.

Για να μην υπάρχει περιττή επικάλυψη των ελέγχων, η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη την εποπτεία του συστήματος εκκαθάρισης και διακανονισμού που ήδη ασκούν οι εθνικές κεντρικές τράπεζες ως επόπτες των συστημάτων εκκαθάρισης και διακανονισμού ή άλλες τυχόν εποπτικές αρχές που είναι αρμόδιες για τα εν λόγω συστήματα.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 16

Άρθρο 5847

Κατάλογος των ρυθμιζόμενων αγορών

Κάθε κράτος μέλος καταρτίζει τον κατάλογο των ρυθμιζόμενων αγορών των οποίων είναι κράτος μέλος καταγωγής και τον ανακοινώνει στα άλλα κράτη μέλη και στην ΕΑΚΑΑ. Παρόμοια ανακοίνωση πραγματοποιείται και για κάθε τροποποίηση του καταλόγου αυτού. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει και ενημερώνει συνεχώς στον ιστότοπό της κατάλογο όλων των ρυθμιζόμενων αγορών.

ò νέο

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΟΡΙΑ ΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ

Άρθρο 59

Όρια θέσεων

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ρυθμιζόμενες αγορές, οι διαχειριστές ΠΜΔ και ΟΜΔ που θέτουν σε διαπραγμάτευση ή διαπραγματεύονται παράγωγα επί εμπορευμάτων, εφαρμόζουν όρια στον αριθμό των συμβάσεων που κάθε μέλος ή συμμετέχων στην αγορά μπορεί να εισαγάγει στη διάρκεια μιας καθορισμένης χρονικής περιόδου ή εναλλακτικούς διευθετήσεις με ισοδύναμη ισχύ, όπως διαχείριση θέσης με όρια αυτόματης επανεξέτασης, που πρέπει να εφαρμοστούν προς:

α)      υποστήριξη της ρευστότητας,

β)      αποφυγή της κατάχρησης της αγοράς,

γ)      υποστήριξη ορθών όρων τιμολόγησης και διακανονισμού.

Τα όρια ή οι διευθετήσεις είναι διαφανείς και δεν εμπεριέχουν διακριτική μεταχείριση, καθορίζουν τα πρόσωπα για τα οποία ισχύουν και τυχόν εξαιρέσεις και λαμβάνουν υπ' όψη τη φύση και τη σύνθεση των συμμετεχόντων στην αγορά και τη χρήση των συμβάσεων συναλλαγών. Καθορίζουν σαφή ποσοτικά όρια, όπως τον μέγιστο αριθμό συμβάσεων τις οποίες μπορεί να συνάψει ένα πρόσωπο, λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά της υποκείμενης αγοράς εμπορευμάτων, συμπεριλαμβανομένων των προτύπων παραγωγής, κατανάλωσης και μεταφορών στην αγορά.

2. Οι ρυθμιζόμενες αγορές, οι ΠΜΔ και οι ΟΜΔ ενημερώνουν την οικεία αρμόδια αρχή σχετικά με τις λεπτομέρειες των ορίων ή των διευθετήσεων. Η αρμόδια αρχή κοινοποιεί τις ίδιες πληροφορίες στην ΕΑΚΑΑ η οποία δημοσιεύει και διατηρεί στον ιστότοπό της βάση δεδομένων με συνόψεις των ορίων ή των διευθετήσεων που ισχύουν.

3. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με τον καθορισμό των ορίων ή των εναλλακτικών διευθετήσεων σχετικά με τον αριθμό συμβάσεων τις οποίες μπορεί να συνάψει ένα πρόσωπο στη διάρκεια μιας καθορισμένης χρονικής περιόδου και τις αναγκαίες ισοδύναμες επιπτώσεις των εναλλακτικών διευθετήσεων που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1, καθώς και τους όρους για τις εξαιρέσεις. Τα όρια ή οι εναλλακτικές διευθετήσεις λαμβάνουν υπόψη τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και τα όρια που έχουν οριστεί από τις ρυθμιζόμενες αγορές, τους ΠΜΔ και τους ΟΜΔ. Τα όρια ή οι εναλλακτικές διευθετήσεις που καθορίζονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις προηγούνται επίσης κάθε μέτρου που επιβάλλεται από τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) της παρούσας οδηγίας.

4. Οι αρμόδιες αρχές δεν επιβάλλουν όρια ή εναλλακτικές διευθετήσεις τα οποία είναι πιο περιοριστικά από αυτά που ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 εκτός ειδικών περιπτώσεων, όπου αιτιολογούνται αντικειμενικά και είναι αναλογικά, λαμβάνοντας υπ' όψη τη ρευστότητα της συγκεκριμένης αγοράς και την εύρυθμη λειτουργίας της αγοράς. Οι περιορισμοί ισχύουν για μια αρχική περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες από την ημερομηνία δημοσίευσής τους στον ιστότοπο της σχετικής αρμόδιας αρχής. Ο περιορισμός αυτός δύναται να ανανεωθεί για περισσότερες περιόδους που δεν υπερβαίνουν τους έξι μήνες κάθε φορά, αν εξακολουθούν να ισχύουν οι λόγοι για τον περιορισμό. Αν ο περιορισμός δεν ανανεωθεί μετά την πάροδο αυτών των έξι μηνών, λήγει αυτόματα.

Κατά την έγκριση πιο περιοριστικών μέτρων σε σχέση με αυτά που εγκρίνονται σύμφωνα με την παράγραφο 3, οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν την ΕΑΚΑΑ. Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει αιτιολόγηση για τα πιο περιοριστικά μέτρα. Η ΕΑΚΑΑ εντός 24 ωρών εκδίδει γνωμοδότηση σχετικά με την αναγκαιότητα ή μη του μέτρου για την αντιμετώπιση της ειδικής περίπτωσης. Η γνωμοδότηση δημοσιεύεται στον ιστότοπο της ΕΑΚΑΑ.

Όταν μια αρμόδια αρχή λαμβάνει μέτρα σε αντίθεση με την γνωμοδότηση της ΕΑΚΑΑ, δημοσιεύει άμεσα στον ιστότοπό της ανακοίνωση στην οποία επεξηγεί πλήρως τους λόγους.

Άρθρο 60

Αναφορά θέσης ανά κατηγορία διαπραγματευτή

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ρυθμιζόμενες αγορές, οι ΠΜΔ και οι ΟΜΔ που θέτουν σε διαπραγμάτευση ή διαπραγματεύονται παράγωγα επί εμπορευμάτων ή δικαιώματα εκπομπών ή παράγωγα αυτών:

α)      δημοσιεύουν εβδομαδιαία έκθεση με τις συνολικές θέσεις ανά κατηγορία διαπραγματευτή για τα διάφορα χρηματοπιστωτικά μέσα υπό διαπραγμάτευση στις πλατφόρμες τους σύμφωνα με την παράγραφο 3,

β)      παρέχουν στην αρμόδια αρχή πλήρη ανάλυση των θέσεων μερικών ή όλων των μελών ή των συμμετεχόντων στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων των θέσεων που τηρούνται για λογαριασμό πελατών τους, κατόπιν αιτήματος.

Η υποχρέωση που ορίζεται στο στοιχείο α) δεν ισχύει όταν τόσο ο αριθμός των διαπραγματευτών, όσο και οι ανοικτές θέσεις τους σε δεδομένο χρηματοπιστωτικό μέσο υπερβαίνουν τα ελάχιστα όρια.

2. Προκειμένου να διευκολυνθεί η δημοσίευση που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη απαιτούν από τα μέλη και τους συμμετέχοντες των ρυθμιζόμενων αγορών, των ΠΜΔ και των ΟΜΔ να αναφέρουν στον αντίστοιχο τόπο διαπραγμάτευσης τις λεπτομέρειες σχετικά με τις θέσεις τους σε πραγματικό χρόνο, συμπεριλαμβανομένων των θέσεων που κατέχουν για λογαριασμό των πελατών τους.

3. Τα μέλη, οι συμμετέχοντες και οι πελάτες τους ταξινομούνται από τη ρυθμιζόμενη αγορά, τον ΠΜΔ ή τον ΟΜΔ ως διαπραγματευτές, ανάλογα με τη φύση της κύριας επιχειρηματικής τους δραστηριότητας, λαμβάνοντας υπ' όψη κάθε ισχύουσα άδεια λειτουργίας, ως είτε:

α)      επιχειρήσεις επενδύσεων όπως ορίζεται στην οδηγία 2004/39/ΕΚ ή πιστωτικό ίδρυμα όπως ορίζεται στην οδηγία 2006/48/ΕΚ,

β)      επενδυτικά κεφάλαια, είτε ως οργανισμός συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) όπως ορίζεται στην οδηγία 2009/65/ΕΚ, ή ως εναλλακτικός διαχειριστής επενδυτικών κεφαλαίων όπως ορίζεται στην οδηγία 2011/61/ΕΚ,

γ)      άλλοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, συμπεριλαμβανομένων ασφαλιστικών οργανισμών και οργανισμών αντασφάλισης όπως ορίζεται στην οδηγία 2009/138/ΕΚ και ιδρύματα παροχής επαγγελματικών συντάξεων όπως ορίζεται στην οδηγία 2003/41/ΕΚ,

δ)      εμπορικές επιχειρήσεις,

ε)      στην περίπτωση δικαιωμάτων εκπομπών ή παραγώγων αυτών, διαχειριστές με υποχρεώσεις συμμόρφωσης βάσει της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

Οι αναφορές για τις οποίες γίνεται λόγος στο στοιχείο α) της παραγράφου 1 πρέπει να καθορίζουν τον αριθμό των θετικών (long) και αρνητικών (short) θέσεων ανά κατηγορία διαπραγματευτή, τις μεταβολές σε σχέση με την προηγούμενη αναφορά, το ποσοστό του συνόλου των ανοικτών συμβολαίων ανά κατηγορία και τον αριθμό των διαπραγματευτών σε κάθε κατηγορία.

4. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό της μορφής των αναφορών του στοιχείου α) της παραγράφου 1 και του περιεχομένου των πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται σύμφωνα με την παράγραφο 2.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [ΧΧΧ].

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Στην περίπτωση δικαιωμάτων εκπομπών ή παραγώγων αυτών, η αναφορά δεν θίγει τις υποχρεώσεις συμμόρφωσης βάσει της οδηγίας 2003/87/ΕΚ (Σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου).

5. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με μέτρα για τον καθορισμό των ορίων που αναφέρονται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 και τη βελτίωση των κατηγοριών των μελών, των συμμετεχόντων ή των πελατών που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 95 σχετικά με μέτρα τα οποία επιβάλουν την αποστολή όλων των αναφορών που αναφέρονται στο στοιχείο α) της παραγράφου 1 στην ΕΑΚΑΑ σε προκαθορισμένο χρόνο της εβδομάδας για την κεντρική τους δημοσίευση από την ΕΑΚΑΑ.

ò νέο

Τίτλος V

Υπηρεσίες αναφοράς δεδομένων

Τμήμα 1

Διαδικασίες χορήγησης άδειας λειτουργίας για τους παρόχους υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων

Άρθρο 61

Απαιτήσεις για τη χορήγηση άδειας

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν η παροχή υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων που αναφέρεται στο παράρτημα Ι, Τμήμα Δ ως τακτική ενασχόληση ή δραστηριότητα, να υπόκειται σε προηγούμενη χορήγηση άδειας σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας ενότητας. Η εν λόγω άδεια χορηγείται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, η οποία ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 69.

2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη επιτρέπουν σε κάθε διαχειριστή αγοράς να εκτελεί τις υπηρεσίες αναφοράς δεδομένων ενός ΕΜΔ, ΠΕΔ ή ΕΜΑ, υπό την προϋπόθεση της προηγούμενης επαλήθευσης της συμμόρφωσής τους με τις διατάξεις του παρόντος τίτλου. Η υπηρεσία αυτή περιλαμβάνεται στην άδεια λειτουργίας τους.

3. Τα κράτη μέλη εγγράφουν στο μητρώο όλους τους παρόχους υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων. Το κοινό έχει πρόσβαση στο μητρώο, το οποίο περιέχει πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες για τις οποίες ο πάροχος υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων έχει λάβει άδεια λειτουργίας. Το μητρώο επικαιροποιείται τακτικά. Κάθε άδεια λειτουργίας γνωστοποιείται στην ΕΑΚΑΑ.

Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει κατάλογο με όλους τους παρόχους υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων στην Ένωση. Ο κατάλογος περιέχει πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες για τις οποίες οι πάροχοι υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων έχουν λάβει άδεια λειτουργίας και ενημερώνεται τακτικά. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει και τηρεί επικαιροποιημένο τον εν λόγω κατάλογο στον ιστότοπό της.

Όταν μια αρμόδια αρχή ανακαλέσει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 64, η ανάκληση αυτή δημοσιεύεται στον κατάλογο επί περίοδο 5 ετών.

Άρθρο 62

Περιεχόμενο της άδειας λειτουργίας

Το κράτος μέλος καταγωγής εξασφαλίζει ότι η άδεια λειτουργίας προσδιορίζει τις υπηρεσίες αναφοράς δεδομένων τις οποίες επιτρέπεται να παρέχει ο πάροχος υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων. Ο πάροχος υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων που επιθυμεί να επεκτείνει τις δραστηριότητές του σε επιπλέον υπηρεσίες αναφοράς δεδομένων υποβάλλει αίτηση επέκτασης της άδειας λειτουργίας του.

2. Η άδεια λειτουργίας ισχύει σε όλη την Ένωση και επιτρέπει στον πάροχο υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων να παρέχει τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει λάβει άδεια σε όλη την Ένωση.

Άρθρο 63

Διαδικασίες έγκρισης και απόρριψης αιτήσεων χορήγησης άδειας

1. Η αρμόδια αρχή δεν χορηγεί άδεια εάν δεν έχει πεισθεί πλήρως ότι ο αιτών πληροί όλες τις απαιτήσεις βάσει των διατάξεων που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

2. Ο πάροχος υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων παρέχει όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένου προγράμματος δραστηριοτήτων στο οποίο καθορίζονται μεταξύ άλλων τα είδη των σκοπουμένων δραστηριοτήτων και την οργανωτική δομή, για να μπορέσει η αρμόδια αρχή να πεισθεί ότι ο πάροχος υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων έχει λάβει, κατά τη στιγμή της αρχικής αδειοδότησης, όλα τα αναγκαία μέτρα για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που υπέχει με βάση τις διατάξεις του παρόντος τίτλου.

3. Ο αιτών ενημερώνεται, εντός έξι μηνών από την υποβολή πλήρους αίτησης, για τη χορήγηση ή μη της άδειας λειτουργίας.

4. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να διευκρινίσει τα εξής:

α)      τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στις αρμόδιες αρχές βάσει της παραγράφου 2, συμπεριλαμβανομένου του προγράμματος δραστηριοτήτων,

β)      τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στις κοινοποιήσεις βάσει του άρθρου 65 παράγραφος 4.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στην Επιτροπή μέχρι τις [...].

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

5. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για να καθορίσει τα τυποποιημένα έντυπα, υποδείγματα και διαδικασίες κοινοποίησης ή υποβολής των πληροφοριών που προβλέπονται στην παράγραφο 2 και στο άρθρο 65 παράγραφος 4.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων το αργότερο έως τις [31 Δεκεμβρίου 2016].

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 64

Ανάκληση αδειών

Η αρμόδια αρχή μπορεί να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας που χορήγησε σε πάροχο υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων εάν ο πάροχος:

α)      δεν κάνει χρήση της άδειας λειτουργίας εντός 12 μηνών, παραιτηθεί ρητώς από αυτήν ή δεν έχει παράσχει υπηρεσίες αναφοράς δεδομένων κατά τους προηγούμενους έξι μήνες, εκτός εάν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος προβλέπει ότι στις περιπτώσεις αυτές η άδεια λειτουργίας παύει να ισχύει,

β)      έλαβε άδεια βάσει ψευδών δηλώσεων ή με οποιονδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο·

γ)      δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων χορηγήθηκε η άδεια,

δ)      έχει παραβεί σοβαρά ή συστηματικά τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 65

Απαιτήσεις για το διοικητικό όργανο παρόχων υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από όλα τα μέλη του διοικητικού οργάνου των παρόχων υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων να έχουν τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας, να διαθέτουν επαρκείς γνώσεις, ικανότητες και εμπειρία και να αφιερώνουν αρκετό χρόνο στην εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Το διοικητικό όργανο διαθέτει συλλογικά επαρκείς γνώσεις, ικανότητες και εμπειρία ώστε να μπορεί να κατανοήσει τις δραστηριότητες του παρόχου υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι κάθε μέλος του διοικητικού οργάνου ενεργεί με ειλικρίνεια, ακεραιότητα και ανεξάρτητη βούληση ώστε να αξιολογεί και να αμφισβητεί αποτελεσματικά τις αποφάσεις των ανώτερων στελεχών.

Όταν ένας διαχειριστής αγοράς ζητεί άδεια λειτουργίας για ΕΜΔ, ΠΕΔ ή ΕΜΑ και τα μέλη του διοικητικού οργάνου του ΕΜΔ, του ΠΕΔ ή του ΕΜΑ συμπίπτουν με τα μέλη του διοικητικού οργάνου της ρυθμιζόμενης αγοράς, τα πρόσωπα αυτά τεκμαίρεται ότι πληρούν τις απαιτήσεις του πρώτου εδαφίου.

2. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση της καταλληλότητας των μελών του διοικητικού οργάνου όπως περιγράφεται στην παράγραφο 1, λαμβάνοντας υπ' όψη τους διαφορετικούς ρόλους και καθήκοντα των εν λόγω μελών.

3. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τον πάροχο υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων να γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή όλα τα μέλη του οικείου διοικητικού οργάνου και κάθε μεταβολή στα μέλη αυτού, καθώς και τις αναγκαίες πληροφορίες για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης της οντότητας με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

4. Το διοικητικό όργανο ενός παρόχου υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων είναι σε θέση να διασφαλίζει την ορθή και συνετή διαχείριση της οντότητας, κατά τρόπο που να προωθεί την ακεραιότητα της αγοράς και τα συμφέροντα των πελατών.

5. Η αρμόδια αρχή αρνείται την χορήγηση άδειας λειτουργίας εάν δεν έχει πεισθεί ότι το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που διευθύνουν πραγματικά τις δραστηριότητες του παρόχου υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων κατέχουν τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας, ή εάν υπάρχουν αντικειμενικοί και εξακριβώσιμοι λόγοι που επιτρέπουν να θεωρηθεί ότι οι προτεινόμενες αλλαγές στη διαχείριση του παρόχου δύναται να αποτελέσουν απειλή για την ορθή και συνετή διαχείριση, το συμφέρον των πελατών και την ακεραιότητα της αγοράς.

Τμήμα 2

Όροι για τους εγκεκριμένους μηχανισμούς δημοσίευσης (ΕΜΔ)

Άρθρο 66

Οργανωτικές απαιτήσεις

1. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί από τους ΕΜΔ να διαθέτουν κατάλληλες πολιτικές και διευθετήσεις για τη δημοσίευση των πληροφοριών που απαιτούνται βάσει των άρθρων 19 και 20 του κανονισμού (ΕΕ) …/… [MiFIR] όσο το δυνατόν περισσότερο σε πραγματικό χρόνο, όσο είναι τεχνικά εφικτό, σε εύλογη εμπορική βάση. Οι πληροφορίες διατίθενται δωρεάν 15 λεπτά μετά τη δημοσίευση μιας συναλλαγής. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί από τους ΕΜΔ να είναι σε θέση να διαδίδουν αποτελεσματικά και με συνέπεια τις πληροφορίες αυτές, κατά τρόπο που να διασφαλίζεται η ταχεία πρόσβαση στις πληροφορίες, χωρίς διακριτική μεταχείριση και σε μορφότυπο που ενισχύει την ενοποίηση των πληροφοριών αυτών με παρόμοια δεδομένα από άλλες πηγές.

2. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί οι ΕΜΔ να θεσπίσουν και να διατηρούν αποτελεσματικές διοικητικές διευθετήσεις, σχεδιασμένες για την αποφυγή της σύγκρουσης συμφερόντων με τους πελάτες.

3. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί οι ΕΜΔ να διαθέτουν ισχυρούς μηχανισμούς ασφαλείας σχεδιασμένους για τη διασφάλιση των μέσων διαβίβασης των πληροφοριών, την ελαχιστοποίηση του κινδύνου καταστροφής των δεδομένων και μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης και την αποφυγή της διαρροής των πληροφοριών πριν τη δημοσίευση. Οι ΕΜΔ διατηρούν επαρκείς πόρους και διαθέτουν εφεδρικές εγκαταστάσεις προκειμένου να παρέχουν και να διατηρούν τις υπηρεσίες τους ανά πάσα στιγμή.

4. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί οι ΕΜΔ να διαθέτουν συστήματα που να μπορούν να ελέγχουν αποτελεσματικά αν οι αναφορές συναλλαγών είναι πλήρεις, να εντοπίζουν παραλείψεις και εμφανή σφάλματα και να ζητούν την εκ νέου διαβίβαση τυχόν εσφαλμένων αναφορών.

5. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεκτική εναρμόνιση της παραγράφου 1, η ΕΑΚΑΑ συντάσσει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό κοινών μορφότυπων, προτύπων και τεχνικών διευθετήσεων που να διευκολύνουν την ενοποίηση των πληροφοριών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στην Επιτροπή μέχρι τις [...].

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

6. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 για την αποσαφήνιση της έννοιας της εύλογης εμπορικής βάσης για τη δημοσίευση των πληροφοριών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

7. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με :

α)      τα μέσα με τα οποία οι ΕΜΔ δύνανται να συμμορφώνονται με την υποχρέωση πληροφόρησης, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1,

β)      το περιεχόμενο των πληροφοριών που δημοσιεύονται βάσει της παραγράφου 1.

Τμήμα 3

Όροι για τους παρόχους ενοποιημένων δελτίων (ΠΕΔ)

Άρθρο 67

Οργανωτικές απαιτήσεις

Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί από τους ΠΕΔ να διαθέτουν κατάλληλες πολιτικές και διευθετήσεις για τη συγκέντρωση των δημοσιευμένων πληροφοριών σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 20 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/... [MiFIR], να τις ενοποιούν σε μια συνεχή ροή ηλεκτρονικών δεδομένων και τις καθιστούν διαθέσιμες στο κοινό όσο το δυνατόν περισσότερο σε πραγματικό χρόνο, με βάση τις τεχνικές δυνατότητες, σε εύλογη εμπορική βάση, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον των ακόλουθων λεπτομερειών:

α)           το αναγνωριστικό ή τα χαρακτηριστικά αναγνώρισης του χρηματοπιστωτικού μέσου,

β)           την τιμή στην οποία πραγματοποιήθηκε η συναλλαγή,

γ)           τον όγκο της συναλλαγής,

δ)           την χρονική στιγμή της συναλλαγής,

ε)           την χρονική στιγμή αναφοράς της συναλλαγής,

στ)         την ένδειξη συμβόλου τιμής της συναλλαγής,

ζ)           τον τόπο διαπραγμάτευσης όπου εκτελέστηκε η συναλλαγή ή διαφορετικά τον κωδικό «OTC» (εξωχρηματιστηριακή) ,

η)           αν συντρέχει περίπτωση, μια ένδειξη ότι η συναλλαγή υπόκειται σε συγκεκριμένους όρους.

Οι πληροφορίες διατίθενται δωρεάν 15 λεπτά μετά τη δημοσίευση μιας συναλλαγής. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί ο ΠΕΔ να είναι σε θέση να διαδίδει αποτελεσματικά και με συνέπεια τις πληροφορίες αυτές, κατά τρόπο που να διασφαλίζεται η ταχεία πρόσβαση στις πληροφορίες, χωρίς διακριτική μεταχείριση και σε γενικά αποδεκτούς μορφότυπους που είναι διαλειτουργικοί, εύκολα προσβάσιμοι και εύχρηστοι για τους συμμετέχοντες στην αγορά.

3. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί ο ΠΕΔ να διασφαλίζει ότι τα παρεχόμενα δεδομένα ενοποιούνται τουλάχιστον από τις ρυθμιζόμενες αγορές, τους ΠΜΔ, τους ΟΜΔ και τους ΕΜΔ και για τα χρηματοπιστωτικά μέσα που καθορίζονται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις βάσει της παραγράφου 8 στοιχείο γ).

4. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί οι ΠΕΔ να θεσπίσουν και να διατηρούν αποτελεσματικές διοικητικές διευθετήσεις, σχεδιασμένες για την αποφυγή της σύγκρουσης συμφερόντων. Ειδικότερα, ο διαχειριστής αγοράς ή ο ΕΜΔ, που διαχειρίζεται παράλληλα και ενοποιημένο δελτίο, επεξεργάζεται όλες τις συγκεντρωμένες πληροφορίες με τρόπο που να μην εισάγει διακρίσεις και θεσπίζει και διατηρεί αποτελεσματικές διευθετήσεις για τον διαχωρισμό των διαφορετικών επιχειρηματικών λειτουργιών.

5. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί ο ΠΕΔ να διαθέτει ισχυρούς μηχανισμούς ασφαλείας σχεδιασμένους για τη διασφάλιση των μέσων διαβίβασης των πληροφοριών και την ελαχιστοποίηση του κινδύνου καταστροφής των δεδομένων και μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί ο ΠΕΔ να διατηρεί επαρκείς πόρους και να διαθέτει εφεδρικές εγκαταστάσεις προκειμένου να παρέχει και να διατηρεί τις υπηρεσίες του ανά πάσα στιγμή.

6. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεκτική εναρμόνιση των παραγράφων 1 και 2, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό προτύπων δεδομένων και μορφοτύπων για τις πληροφορίες προς δημοσίευση σύμφωνα με τα άρθρα 5, 9, 19 και 20 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR], συμπεριλαμβανομένου του αναγνωριστικού του μέσου, της τιμής, της ποσότητας, της χρονικής στιγμής, της ένδειξης συμβόλου τιμής, του αναγνωριστικού του τόπου και δεικτών για τους συγκεκριμένους όρους στους οποίους υπόκεινται οι συναλλαγές, καθώς επίσης τεχνικές διευθετήσεις προώθησης της αποτελεσματικής και συνεκτικής διάδοσης των πληροφοριών με τρόπο που να διασφαλίζεται η εύκολη πρόσβαση και χρήση για τους συμμετέχοντες στην αγορά, όπως αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2, συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού πρόσθετων υπηρεσιών τις οποίες ο ΠΕΔ θα μπορούσε να εκτελέσει, αυξάνοντας την αποτελεσματικότητα της αγοράς.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει το σχέδιο ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στην Επιτροπή μέχρι τις […] ως προς τις πληροφορίες που δημοσιεύονται σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR] και μέχρι τις […] ως προς τις πληροφορίες που δημοσιεύονται σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 20 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR].

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

7. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με την αποσαφήνιση της έννοιας της εύλογης εμπορικής βάσης για την παροχή πρόσβασης σε ροές δεδομένων, όπως αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2.

8. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται για την έκδοση πράξεων κατ' εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με μέτρα που καθορίζουν:

α)      τα μέσα με τα οποία οι ΠΕΔ δύνανται να συμμορφώνονται με την υποχρέωση πληροφόρησης, όπως αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2,

β)      το περιεχόμενο των πληροφοριών που δημοσιεύονται βάσει των παραγράφων 1 και 2,

γ)      τους τόπους διαπραγμάτευσης και τους ΕΜΔ και τα δεδομένα χρηματοπιστωτικών μέσων που πρέπει να παρέχονται στη ροή δεδομένων,

δ)      άλλα μέσα για τη διασφάλιση της συνέπειας των δεδομένων που δημοσιεύονται από διαφορετικούς ΠΕΔ, και της δυνατότητας διεξοδικής αντιστοίχισης και διασταύρωσης με παρόμοια δεδομένα από άλλες πηγές.

Τμήμα 4

Όροι για τους εγκεκριμένους μηχανισμούς αναφορών (ΕΜΑ)

Οργανωτικές απαιτήσεις

Άρθρο 68

1. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί από τους ΕΜΑ να διαθέτουν κατάλληλες πολιτικές και διευθετήσεις για την αναφορά των πληροφοριών που απαιτούνται βάσει του άρθρου 23 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR] το ταχύτερο δυνατόν και όχι αργότερα από το τέλος της επόμενης εργάσιμης ημέρας. Οι πληροφορίες αυτές αναφέρονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR] σε εύλογη εμπορική βάση.

2. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί οι ΕΜΑ να θεσπίσουν και να διατηρούν αποτελεσματικές διοικητικές διευθετήσεις, σχεδιασμένες για την αποφυγή της σύγκρουσης συμφερόντων με τους πελάτες τους.

3. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί οι ΕΜΑ να διαθέτουν ισχυρούς μηχανισμούς ασφαλείας σχεδιασμένους για τη διασφάλιση των μέσων διαβίβασης των πληροφοριών, την ελαχιστοποίηση του κινδύνου καταστροφής των δεδομένων και μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης και την αποφυγή της διαρροής των πληροφοριών πριν τη δημοσίευση. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί οι ΕΜΑ να διατηρούν επαρκείς πόρους και να διαθέτουν εφεδρικές εγκαταστάσεις προκειμένου να παρέχουν και να διατηρούν τις υπηρεσίες τους ανά πάσα στιγμή.

4. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί οι ΕΜΑ να διαθέτουν συστήματα που να μπορούν να ελέγχουν αποτελεσματικά αν οι αναφορές συναλλαγών είναι πλήρεις, να εντοπίζουν παραλείψεις και εμφανή σφάλματα και να ζητούν την εκ νέου διαβίβαση τυχόν εσφαλμένων αναφορών.

5. Η Επιτροπή μπορεί να εγκρίνει, μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 34, μέτρα που καθορίζουν τι συνιστά μια εύλογη εμπορική βάση για την αναφορά πληροφοριών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

ê 2004/39/ΕΚ

ΤΙΤΛΟΣ VIIV

ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΟΡΙΣΜΟΣ, ΕΞΟΥΣΙΕΣΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ

Άρθρο 6948

Ορισμός των αρμόδιων αρχών

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 17 στοιχείο α)

ð νέο

1. Κάθε κράτος μέλος ορίζει τις αρμόδιες αρχές που θα ασκούν τις αρμοδιότητες που προβλέπονται από τις διάφορες διατάξεις ð του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… (MiFIR) και ï της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή, στην ΕΑΚΑΑ και στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών την ταυτότητα των αρμοδίων αρχών που είναι υπεύθυνες για την άσκηση ενός εκάστου από τα καθήκοντα αυτά, καθώς και τυχόν κατανομή των εν λόγω καθηκόντων.

ê

2. Οι αρμόδιες αρχές της παραγράφου 1 είναι δημόσιες αρχές, με την επιφύλαξη της μεταβίβασης των καθηκόντων τους σε άλλες οντότητες στις περιπτώσεις στις οποίες αυτό προβλέπεται ρητά στα άρθρα στο άρθρο 5 παράγραφος 5, 16 παράγραφος 3, 17 παράγραφος 2, και 23 παράγραφος 4.

Κάθε ανάθεση καθηκόντων σε οντότητες πλην των αρχών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν πρέπει να συνεπάγεται ούτε την άσκηση δημόσιας εξουσίας, ούτε τη χρήση διακριτικής ευχέρειας εκτίμησης. Τα κράτη μέλη απαιτούν, πριν από τη μεταβίβαση, οι αρμόδιες αρχές να λαμβάνουν όλα τα εύλογα μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν ότι η οντότητα στην οποία θα ανατεθούν τα καθήκοντα έχει τις αναγκαίες ικανότητες και μέσα για την αποτελεσματική εκπλήρωση όλων των καθηκόντων της και ότι η ανάθεση χωρεί μόνον εφόσον έχει θεσπιστεί ένα σαφώς ορισμένο και τεκμηριωμένο πλαίσιο για την άσκηση των μεταβιβαζόμενων καθηκόντων, το οποίο ορίζει τα καθήκοντα που πρέπει να αναληφθούν και τους όρους υπό τους οποίους πρόκειται να εκπληρωθούν. Στους εν λόγω όρους αυτούς περιλαμβάνεται ρήτρα με την οποία η οντότητα αυτή υποχρεούται να ενεργεί και να οργανώνεται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγεται η σύγκρουση συμφερόντων και οι πληροφορίες που λαμβάνονται κατά την εκπλήρωση των μεταβιβαζόμενων καθηκόντων να μην χρησιμοποιούνται κατά τρόπο αθέμιτο ή παρεμποδίζοντα τον ανταγωνισμό. Εν πάση περιπτώσει, την Την τελική ευθύνη για την επίβλεψη της συμμόρφωσης προς την παρούσα οδηγία και τα μέτρα της εφαρμογής, φέρει η αρμόδια αρχή ή οι αρχές που ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 17 στοιχείο β)

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή, την ΕΑΚΑΑ και τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών για κάθε ρύθμιση που αφορά την ανάθεση καθηκόντων, καθώς και τους ακριβείς όρους που διέπουν την εν λόγω ανάθεση.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 17 στοιχείο γ)

3. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει και ενημερώνει συνεχώς στον ιστότοπό της κατάλογο των αρμοδίων αρχών περί των οποίων οι παράγραφοι 1 και 2.

ê

ð νέο

Άρθρο 7049

Συνεργασία μεταξύ αρχών στο ίδιο κράτος μέλος

Εάν κράτος μέλος αναθέτει σε περισσότερες της μιας αρμόδιες αρχές την εφαρμογή μιας διάταξης της παρούσας οδηγίας, οι αντίστοιχοι ρόλοι των αρχών αυτών προσδιορίζονται σαφώς και αυτές συνεργάζονται στενά.

Κάθε κράτος μέλος απαιτεί να υπάρχει επίσης στενή συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και των αρμόδιων αρχών που ευθύνονται σε αυτό το κράτος μέλος για την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και των λοιπών χρηματοπιστωτικών οργανισμών, των συνταξιοδοτικών ταμείων, των ΟΣΕΚΑ, των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων.

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις αρμόδιες αρχές να ανταλλάσσουν κάθε πληροφορία ιδιαίτερης σημασίας ή σχετική με την άσκηση των λειτουργιών και των καθηκόντων τους.

Άρθρο 7150

Εξουσίες των αρμόδιων αρχών

1. Στις αρμόδιες αρχές παρέχονται όλες οι εξουσίες εποπτείας και διερεύνησης που είναι αναγκαίες για την άσκηση των καθηκόντων τους. Εντός των ορίων που θέτουν τα εθνικά τους νομικά πλαίσια, οι αρμόδιες αρχές ασκούν τις εξουσίες αυτές:

α)      άμεσα· ή

β)      σε συνεργασία με άλλες αρχές· ή

γ)      υπό την ευθύνη τους αλλά με ανάθεση σε οντότητες στις οποίες έχουν μεταβιβαστεί αρμοδιότητες βάσει του άρθρου 6948 παράγραφος 2, ή

δ)      κατόπιν αιτήσεως στις αρμόδιες δικαστικές αρχές.

2. Οι εξουσίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ασκούνται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, και περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα δικαιώματα:

α)      να έχουν πρόσβαση σε οποιοδήποτε έγγραφο Ö ενδέχεται να σχετίζεται με την εκτέλεση των εποπτικών καθηκόντων, Õ υπό οποιαδήποτε μορφή και να λαμβάνουν αντίγραφό του,

β)      ζητούν πληροφορίες από οιοδήποτε πρόσωπο και, εάν απαιτείται, να καλούν και να θέτουν ερωτήματα σε κάποιο πρόσωπο προκειμένου να αποκτήσουν πληροφορίες·

γ)      διενέργεια επιτόπιων ελέγχων·

δ)      να απαιτούν κάθε υπάρχουσα καταγραφή τηλεφωνικής συνδιάλεξης ή ανταλλαγής δεδομένων ð που κατέχουν οι επιχειρήσεις επενδύσεων στις περιπτώσεις που υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι τα εν λόγω σχετιζόμενα με το αντικείμενο της επιθεώρησης αρχεία μπορεί να σχετίζονται με την απόδειξη παραβίασης από την πλευρά της επιχείρησης επενδύσεων των υποχρεώσεων τις οποίες υπέχει βάσει της παρούσας οδηγίας· τα εν λόγω αρχεία δεν αφορούν ωστόσο το περιεχόμενο των ανακοινώσεων τις οποίες αφορούν, ï

(ε)      να απαιτούν τη διακοπή κάθε πρακτικής που είναι αντίθετη με τις διατάξεις που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας,

(στ)    να ζητούν τη δέσμευση και/ή την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων,

ε)(ζ)   να ζητούν την προσωρινή απαγόρευση άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας,

στ)(η)            να απαιτούν πληροφορίες από τους ελεγκτές λογαριασμών των επιχειρήσεων επενδύσεων και των ρυθμιζόμενων αγορών που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας,

θ)       να λαμβάνουν κάθε μέτρο που μπορεί να εξασφαλίσει ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι ρυθμιζόμενες αγορές συνεχίζουν να συμμορφώνονται με τις εκ του νόμου απαιτήσεις,

ι)        να ζητούν την αναστολή της διαπραγμάτευσης χρηματοπιστωτικού μέσου,

ια)      να ζητούν την απόσυρση ενός χρηματοπιστωτικού μέσου από τη διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε οποιοδήποτε άλλο πλαίσιο συναλλαγών,

ζ)(ιβ) να ζητούν την άσκηση ποινικής δίωξης,

η)(ιγ) άδεια για εξακριβώσεις ή έρευνες από ορκωτούς λογιστές ή εμπειρογνώμονες.

θ)       να ζητούν πληροφορίες συμπεριλαμβανομένης και κάθε σχετικής τεκμηρίωσης από οιονδήποτε σχετικά με το μέγεθος και τον σκοπό θέσης ή ανοίγματος που δημιουργήθηκε μέσω παράγωγου, και για κάθε στοιχείο του ενεργητικού ή του παθητικού στην υποκείμενη αγορά.

3. Εάν για μια αίτηση αρχείων τηλεφωνικών κλήσεων ή διαβίβασης δεδομένων που προβλέπεται στην παράγραφο 2 στοιχείο δ) απαιτείται άδεια δικαστικής αρχής σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες, ζητείται η άδεια αυτή. Η εν λόγω άδεια μπορεί επίσης να ζητείται ως προληπτικό μέτρο.

4. Η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων που συλλέγονται στο πλαίσιο της άσκησης των εποπτικών και ερευνητικών εξουσιών βάσει του παρόντος άρθρου διεξάγεται σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ.

ò νέο

Άρθρο 72

Διορθωτικά μέτρα στη διάθεση των αρμόδιων αρχών

1. Στις αρμόδιες αρχές παρέχεται η δυνατότητα να λάβουν όλα τα διορθωτικά μέτρα εποπτείας που είναι αναγκαία για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους. Εντός των ορίων που θέτουν τα εθνικά τους νομικά πλαίσια, οι αρμόδιες αρχές χρησιμοποιούν τα μέτρα αυτά για να :

α)           απαιτήσουν τη διακοπή κάθε πρακτικής ή συμπεριφοράς που είναι αντίθετη με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR] και τις διατάξεις που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και την παύση επανάληψης της εν λόγω πρακτικής ή συμπεριφοράς,

β)           ζητήσουν τη δέσμευση ή/και την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων,

γ)           λάβουν κάθε είδους μέτρο για να εξασφαλίσουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι ρυθμιζόμενες αγορές συνεχίζουν να συμμορφώνονται με τις εκ του νόμου απαιτήσεις,

δ)           ζητήσουν την αναστολή της διαπραγμάτευσης χρηματοπιστωτικού μέσου,

ε)           ζητήσουν την απόσυρση ενός χρηματοπιστωτικού μέσου από τη διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε οποιοδήποτε άλλο πλαίσιο συναλλαγών,

στ)         ζητήσουν από κάθε πρόσωπο που έχει παράσχει πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 71 παράγραφος 2 σημείο (i) να λάβει στη συνέχεια μέτρα για τη μείωση του μεγέθους της θέσης ή του ανοίγματος,

ζ)           περιορίσουν την ικανότητα οιοδήποτε προσώπου ή κατηγορίας προσώπων να εισέρχονται σε παράγωγο επί εμπορευμάτων, συμπεριλαμβανομένης της θέσπισης ορίων που δεν εισάγουν διακρίσεις ως προς τις θέσεις ή τον αριθμό των εν λόγω συμβάσεων παραγώγων που κάθε δεδομένη κατηγορία προσώπων μπορεί να συνάψει για καθορισμένη χρονική περίοδο, όταν απαιτείται η διασφάλιση της ακεραιότητας και της εύρυθμης λειτουργίας των επηρεαζόμενων αγορών,

η)           εκδίδουν δημόσιες ανακοινώσεις.

ê

ð νέο

Άρθρο 7351

Διοικητικές κυρώσεις

1. Με την επιφύλαξη των διαδικασιών για την ανάκληση της άδειας λειτουργίας ή του δικαιώματος των κρατών μελών να επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις, τα Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, ότι ð οι οικείες αρμόδιες αρχές ï μπορούν να ληφθούν λάβουν τα κατάλληλα διοικητικά μέτρα ð και κυρώσεις ï ή να επιβληθούν κατάλληλες διοικητικές κυρώσεις κατά των υπευθύνων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις διατάξεις ð του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… (MiFIR) ή τις εθνικές διατάξειςï που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. ð , και ï εξασφαλίζουν ð την εφαρμογή τους. ï Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα μέτρα αυτά είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά.

2. Τα κράτη μέλη αποφασίζουν τις κυρώσεις που πρέπει να επιβάλλονται σε περίπτωση μη συνεργασίας σε μια έρευνα που καλύπτεται από το άρθρο 50.

ò νέο

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι σε περίπτωση παράβασης υποχρεώσεων τις οποίες υπέχουν οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι διαχειριστές αγοράς είναι δυνατόν να επιβληθούν διοικητικές κυρώσεις και μέτρα στα μέλη του διοικητικού οργάνου της επιχείρησης επενδύσεων και του διαχειριστή αγοράς και οιοδήποτε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο ευθύνεται για την παράβαση βάσει της εθνικής νομοθεσίας.

ê 2004/39/ΕΚ

3. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η αρμόδια αρχή μπορεί να ανακοινώνει δημόσια οποιαδήποτε μέτρα ή κυρώσεις επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων που θεσπίζονται για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, εκτός εάν η ανακοίνωση αυτή ενδέχεται να διαταράξει σοβαρά τις χρηματοπιστωτικές αγορές ή να προκαλέσει δυσανάλογη ζημία στα ενδιαφερόμενα μέρη.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 18

34. Τα κράτη μέλη παρέχουν κάθε έτος στην ΕΑΚΑΑ συγκεντρωτικές πληροφορίες για όλα τα διοικητικά μέτρα και τις κυρώσεις που έχουν επιβάλει δυνάμει των παραγράφων 1 και 2.

45. Οσάκις η αρμόδια αρχή ανακοινώνει δημοσίως διοικητικά μέτρα ή κυρώσεις, το παραπέμπει παράλληλα ταυτόχρονα στην ΕΑΚΑΑ.

56. Εάν μια δημοσιοποιηθείσα κύρωση αφορά επιχείρηση επενδύσεων αδειοδοτημένη βάσει της παρούσας οδηγίας, η ΕΑΚΑΑ προσθέτει μνεία της δημοσιοποιημένης κύρωσης στο μητρώο των επιχειρήσεων επενδύσεων που έχει δημιουργηθεί βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 3.

ò νέο

Άρθρο 74

Δημοσίευση κυρώσεων

Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση οποιαδήποτε κύρωση ή μέτρο επιβάλλεται λόγω παράβασης των διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …./… (MiFIR) ή των εθνικών διατάξεων που έχουν θεσπιστεί κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών που αφορούν το είδος και τη φύση της παράβασης και την ταυτότητα των υπεύθυνων προσώπων, εκτός αν αυτή η δημοσιοποίηση θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο τη σταθερότητα των χρηματοοικονομικών αγορών. Εάν η δημοσίευση θα προξενούσε δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη, οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν τις κυρώσεις ανώνυμα.

Άρθρο 75

Παράβαση της απαίτησης για άδεια λειτουργίας και άλλες παραβάσεις

1. Το παρόν άρθρο ισχύει για τις εξής περιπτώσεις:

α)           εκτέλεση επενδυτικών υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων ως τακτική απασχόληση ή επιχειρηματική δραστηριότητα σε επαγγελματική βάση χωρίς να έχει χορηγηθεί άδεια λειτουργίας κατά παράβαση του άρθρου 5,

β)           απόκτηση, άμεσα ή έμμεσα, ειδικής συμμετοχής σε επιχείρηση επενδύσεων, ή περαιτέρω αύξηση, άμεσα ή έμμεσα, ειδικής συμμετοχής σε επιχείρηση επενδύσεων, ούτως ώστε η αναλογία των κατεχόμενων δικαιωμάτων ψήφου ή μεριδίων κεφαλαίου να φθάνει ή να υπερβαίνει το 20%, 30% ή 50%, ή η επιχείρηση επενδύσεων να καθίσταται θυγατρική επιχείρηση (στο εξής «προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής»), χωρίς έγγραφη κοινοποίηση στις αρμόδιες αρχές της επιχείρησης επενδύσεων στην οποία επιδιώκεται η απόκτηση ή η αύξηση ειδικής συμμετοχής, κατά παράβαση του πρώτου εδαφίου του άρθρου 11 παράγραφος 1,

γ)           διάθεση, άμεσα ή έμμεσα, ειδικής συμμετοχής σε επιχείρηση επενδύσεων ή μείωση ειδικής συμμετοχής ούτως ώστε η αναλογία των κατεχόμενων δικαιωμάτων ψήφου ή μεριδίων κεφαλαίου να είναι μικρότερη από 20%, 30% ή 50% ή η επιχείρηση επενδύσεων να παύει να αποτελεί θυγατρική επιχείρηση, χωρίς έγγραφη κοινοποίηση στις αρμόδιες αρχές, κατά παράβαση του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 11 παράγραφος 1,

δ)           επιχείρηση επενδύσεων που απέκτησε άδεια λειτουργίας με ψευδείς δηλώσεις ή με οποιοδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο, κατά παράβαση του άρθρου 8 στοιχείο β),

ε)           επιχείρηση επενδύσεων η οποία δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που ισχύουν για το διοικητικό όργανο σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1,

στ)         το διοικητικό όργανο μιας επιχείρησης επενδύσεων δεν εκτελεί τα καθήκοντά του σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 6,

ζ)           επιχείρηση επενδύσεων η οποία, αφού πληροφορήθηκε την απόκτηση ή τη διάθεση συμμετοχών στο κεφάλαιό της οι οποίες αυξάνουν ή μειώνουν τα ποσοστά συμμετοχής πάνω ή κάτω από ένα από τα όρια του άρθρου 11 παράγραφος 1, δεν ενημέρωσε τις αρμόδιες αρχές σχετικά με αυτές τις πράξεις απόκτησης ή διάθεσης συμμετοχών, κατά παράβαση του άρθρου 11 παράγραφος 3,

η)           επιχείρηση επενδύσεων η οποία δεν κοινοποιεί, τουλάχιστον μια φορά ετησίως, στις αρμόδιες αρχές τα ονόματα των μετόχων ή μελών που κατέχουν ειδικές συμμετοχές καθώς και τα ποσοστά των συμμετοχών αυτών, κατά παράβαση του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 11 παράγραφος 3,

θ)           επιχείρηση επενδύσεων η οποία δεν διαθέτει οργανωτική απαίτηση σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις εφαρμογής των άρθρων 16 και 17,

ι)            επιχείρηση επενδύσεων η οποία δεν προσδιορίζει, δεν αποτρέπει, δεν διαχειρίζεται και δεν αποκαλύπτει συγκρούσεις συμφερόντων σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις εφαρμογής του άρθρου 23,

ια)          ΠΜΔ ή ΟΜΔ που δεν έχει θεσπίσει κανόνες, διαδικασίες και διευθετήσεις ή δεν συμμορφώνεται με τις οδηγίες σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις εφαρμογής των άρθρων 18, 19 και 20,

ιβ)          επιχείρηση επενδύσεων που κατ' επανάληψη δεν παρέχει πληροφορίες ή αναφορές σε πελάτες και δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις για την αξιολόγηση της καταλληλότητας ή της συμβατότητας σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις εφαρμογής των άρθρων 24 και 25,

ιγ)          επιχείρηση επενδύσεων που αποδέχεται ή λαμβάνει αμοιβές, προμήθειες ή άλλα χρηματικά οφέλη κατά παράβαση των εθνικών διατάξεων εφαρμογής των άρθρων 19 παράγραφοι 5 και 6,

ιδ)          επιχείρηση επενδύσεων που κατ' επανάληψη δεν επιτυγχάνει το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα για τους πελάτες κατά την εκτέλεση εντολών και δεν θεσπίζει διευθετήσεις σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις εφαρμογής των άρθρων 27 και 28,

ιε)          εκμετάλλευση ρυθμιζόμενης αγοράς χωρίς άδεια λειτουργίας, κατά παράβαση του άρθρου 47,

ιστ)        το διοικητικό όργανο διαχειριστή αγοράς δεν εκτελεί τα καθήκοντά του σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 6,

ιζ)          ρυθμιζόμενη αγορά ή διαχειριστής αγοράς δεν διαθέτει διευθετήσεις, συστήματα, κανόνες και διαδικασίες ούτε επαρκείς οικονομικούς πόρους σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις εφαρμογής του άρθρου 50,

ιη)          ρυθμιζόμενη αγορά ή διαχειριστής αγοράς που δεν διαθέτει συστήματα, διαδικασίες, διευθετήσεις και κανόνες ή δεν παρέχει πρόσβαση στα δεδομένα σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις εφαρμογής του άρθρου 51,

ιθ)          ρυθμιζόμενη αγορά, διαχειριστής αγοράς ή επιχείρηση επενδύσεων που κατ' επανάληψη δεν δημοσιεύει πληροφορίες σύμφωνα με τα άρθρα 3, 5, 7 ή 9 του κανονισμού (ΕΕ) …/… [MiFIR],

κ)           επιχείρηση επενδύσεων που κατ' επανάληψη δεν δημοσιεύει πληροφορίες σύμφωνα με τα άρθρα 13, 17, 19 και 20 του κανονισμού (ΕΕ) …/… [MiFIR],

κα)         επιχείρηση επενδύσεων που κατ' επανάληψη δεν αναφέρει συναλλαγές στις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ) …/… [MiFIR],

κβ)         χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος και μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος που κατ' επανάληψη δεν διαπραγματεύεται παράγωγα σε τόπους διαπραγμάτευσης σύμφωνα με το άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR],

κγ)         κεντρικός αντισυμβαλλόμενος που κατ' επανάληψη δεν παρέχει πρόσβαση στις υπηρεσίες συμψηφισμού σύμφωνα με το άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR],

κδ)         ρυθμιζόμενη αγορά, διαχειριστής αγοράς ή επιχείρηση επενδύσεων που δεν παρέχει πρόσβαση σε πληροφορίες συναλλαγών σύμφωνα με το άρθρο 29 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR],

κε)         πρόσωπο με ιδιοκτησιακά δικαιώματα επί κριτηρίων αναφοράς, το οποίο δεν παρέχει πρόσβαση σε ένα κριτήριο αναφοράς σύμφωνα με το άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR],

κστ)       μια επιχείρηση επενδύσεων που προωθεί, διανέμει ή πωλεί χρηματοπιστωτικά μέσα ή πραγματοποιεί έναν τύπο χρηματοπιστωτικής δραστηριότητας ή υιοθετεί πρακτική κατά παράβαση των απαγορεύσεων ή των περιορισμών που επιβάλλονται βάσει του άρθρου 32 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR].

2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι στις περιπτώσεις της παραγράφου 1 οι διοικητικές κυρώσεις και τα μέτρα που μπορούν να εφαρμοστούν περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:

α)           δημόσια ανακοίνωση που αναφέρει το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο και τη φύση της παράβασης,

β)           διαταγή προς το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για παύση της παράνομης συμπεριφοράς και μη επανάληψή της στο μέλλον,

γ)           σε περίπτωση επιχείρησης επενδύσεων, ανάκληση της άδειας λειτουργίας του ιδρύματος σύμφωνα με το άρθρο 8,

δ)           προσωρινή απαγόρευση κατά οποιουδήποτε μέλους του διοικητικού οργάνου ή άλλου υπαίτιου φυσικού προσώπου της επιχείρησης επενδύσεων που ασκεί καθήκοντα σε επιχειρήσεις επενδύσεων,

ε)           σε περίπτωση νομικού προσώπου, διοικητικά χρηματικά πρόστιμα μέχρι και 10% του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών του νομικού προσώπου κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο· σε περίπτωση νομικού προσώπου που είναι θυγατρική μητρικής επιχείρησης, ο σχετικός συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών αντιστοιχεί στον συνολικό ετήσιο κύκλο εργασιών που προκύπτει από τους ενοποιημένους λογαριασμούς της τελικής μητρικής επιχείρησης κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο,

στ)         σε περίπτωση φυσικού προσώπου, διοικητικά χρηματικά πρόστιμα μέχρι το ποσό των 5.000.000 ευρώ ή, στα κράτη μέλη όπου το ευρώ δεν είναι το επίσημο νόμισμα, αντίστοιχη αξία στο εθνικό νόμισμα κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας,

ζ)           διοικητικά χρηματικά πρόστιμα μέχρι και το διπλάσιο του ποσού του οφέλους που αποκομίστηκε από την παράβαση, εφόσον το όφελος μπορεί να προσδιοριστεί.

Όπου τα οφέλη που προκύπτουν από την παραβίαση μπορούν να προσδιοριστούν, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το μέγιστο επίπεδο δεν είναι μικρότερο από το διπλάσιο του ποσού του οφέλους αυτού.

Άρθρο 76

Αποτελεσματική εφαρμογή κυρώσεων

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, κατά τον καθορισμό του είδους των διοικητικών κυρώσεων ή μέτρων και του ύψους των διοικητικών χρηματικών προστίμων, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη όλες τις σχετικές συνθήκες, στις οποίες περιλαμβάνονται:

α)           η βαρύτητα και η διάρκεια της παράβασης,

β)           ο βαθμός ευθύνης του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου,

γ)           η οικονομική ισχύς του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου, όπως προκύπτει από τον συνολικό κύκλο εργασιών του υπαίτιου νομικού προσώπου ή από το ετήσιο εισόδημα του υπαίτιου φυσικού προσώπου,

δ)           η σπουδαιότητα των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στον βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν,

ε)           οι ζημίες τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στον βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν,

στ)         ο βαθμός συνεργασίας του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου με την αρμόδια αρχή,

ζ)           προηγούμενες παραβάσεις του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου.

2. Η ΕΑΚΑΑ εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές που απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, σχετικά με τους τύπους διοικητικών μέτρων και κυρώσεων και το ύψος των διοικητικών χρηματικών προστίμων.

Άρθρο 77

Καταγγελίες παραβάσεων

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές θεσπίζουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς για την ενθάρρυνση της καταγγελίας των παραβάσεων των διατάξεων του κανονισμού …/… (MiFIR) και των εθνικών διατάξεων εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

Οι εν λόγω μηχανισμοί περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

α)           ειδικές διαδικασίες για τη παραλαβή και την περαιτέρω παρακολούθηση των καταγγελιών,

β)           κατάλληλη προστασία για εργαζομένους χρηματοπιστωτικών οργανισμών οι οποίοι καταγγέλλουν παραβάσεις που διαπράττονται εντός του χρηματοπιστωτικού οργανισμού,

γ)           προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τόσο του προσώπου που καταγγέλλει τις παραβάσεις, όσο και του φυσικού προσώπου που φέρεται ότι διέπραξε παράβαση, σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ.

2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς να θεσπίζουν κατάλληλες διαδικασίες ώστε να μπορούν οι εργαζόμενοί τους να καταγγέλλουν παραβάσεις εσωτερικά, μέσω ειδικού διαύλου.

Άρθρο 78

Υποβολή πληροφοριών στην ΕΑΚΑΑ σχετικά με τις κυρώσεις

1. Τα κράτη μέλη παρέχουν κατ' έτος στην ΕΑΚΑΑ συγκεντρωτικές πληροφορίες για όλα τα διοικητικά μέτρα και τις κυρώσεις που έχουν επιβάλει δυνάμει του άρθρου 73. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει τις πληροφορίες αυτές σε ετήσια έκθεση.

2. Οσάκις η αρμόδια αρχή ανακοινώνει δημοσίως διοικητικά μέτρα ή κυρώσεις, τα ενημερώνει ταυτόχρονα σχετικά την ΕΑΚΑΑ. Εάν ένα δημοσιευμένο διοικητικό μέτρο ή κύρωση αφορά επιχείρηση επενδύσεων, η ΕΑΚΑΑ προσθέτει αναφορά στη δημοσιευμένη κύρωση στο μητρώο των επιχειρήσεων επενδύσεων που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3.

3. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων σχετικά με τις διαδικασίες και τις μορφές υποβολής των πληροφοριών που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [ΧΧ].

ê

ð νέο

Άρθρο 7952

Δικαίωμα προσφυγής

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε κάθε απόφαση που λαμβάνεται σύμφωνα με ð τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… (MiFIR) ή με ï τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας να είναι δεόντως αιτιολογημένη και να υπόκειται σε Ö δικαίωμα Õ προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου. Το δικαίωμα προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου ισχύει επίσης εάν δεν ληφθεί απόφαση, σχετικά με αίτηση χορήγησης άδειας λειτουργίας που περιλαμβάνει όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες, εντός έξι μηνών από την υποβολή της.

2. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ένας ή περισσότεροι από τους ακόλουθους φορείς, όπως ορίζεται από την εθνική νομοθεσία, μπορούν, προς το συμφέρον των καταναλωτών και σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, να προσφύγουν Ö επίσης Õ στα δικαστήρια ή στους αρμόδιους διοικητικούς φορείς προκειμένου να εξασφαλίσουν την τήρηση ð του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/… [MiFIR] και ï των εθνικών διατάξεων για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας:

α)      δημόσιοι φορείς ή εκπρόσωποί τους·

β)      οργανώσεις καταναλωτών που έχουν έννομο συμφέρον στην προστασία των καταναλωτών,

γ)      επαγγελματικές οργανώσεις που έχουν έννομο συμφέρον να ενεργούν για την προστασία των μελών τους.

Άρθρο 8053

Εξωδικαστική επίλυση των διαφορών των επενδυτών

1. Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν ð μεριμνούν για ï τη θέσπιση αποτελεσματικών διαδικασιών υποβολής καταγγελιών και προσφυγής για την εξωδικαστική επίλυση των καταναλωτικών διαφορών που αφορούν την παροχή επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών από επιχειρήσεις επενδύσεων, με τη χρησιμοποίηση υφιστάμενων φορέων όταν συντρέχει η περίπτωση. ð Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν περαιτέρω ότι όλες οι επιχειρήσεις επενδύσεων προσχωρούν σε έναν ή περισσότερους από τους εν λόγω φορείς που εφαρμόζουν τις εν λόγω διαδικασίες υποβολής καταγγελιών και προσφυγής. ï

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι καμία νομοθετική ή κανονιστική διάταξη δεν απαγορεύει στους φορείς αυτούς να συνεργάζονται αποτελεσματικά για την επίλυση διασυνοριακών διαφορών οι εν λόγω φορείς ð συνεργάζονται ενεργά με τους ομολόγους τους σε άλλα κράτη μέλη για την επίλυση διασυνοριακών διαφορών. ï

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 19

3. Οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν στην ΕΑΚΑΑ την καταγγελία και τις διαδικασίες επανόρθωσης κατά την παράγραφο 1 που είναι διαθέσιμες υπό τη δικαιοδοσία της.

Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει και ενημερώνει συνεχώς στον ιστότοπό της κατάλογο όλων των μηχανισμών εξωδικαστικής επίλυσης των διαφορών.

ê

Άρθρο 8154

Επαγγελματικό απόρρητο

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές, κάθε πρόσωπο που ασκεί ή έχει ασκήσει δραστηριότητα για λογαριασμό των αρμόδιων αρχών ή των φορέων στους οποίους έχουν μεταβιβαστεί καθήκοντα βάσει του άρθρου 6948 παράγραφος 2, καθώς και οι εντεταλμένοι από τις αρμόδιες αρχές ελεγκτές ή εμπειρογνώμονες υποχρεούνται στην τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου. Καμία πληροφορία που περιέρχεται στα πρόσωπα αυτά κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δεν επιτρέπεται να γνωστοποιηθεί σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή αρχή, παρά μόνο υπό συνοπτική ή συγκεντρωτική μορφή που δεν επιτρέπει τον προσδιορισμό της ταυτότητας μεμονωμένων επιχειρήσεων επενδύσεων, διαχειριστών αγοράς, ρυθμιζόμενων αγορών ή άλλου προσώπου, με την επιφύλαξη των Ö απαιτήσεων Õ περιπτώσεων που εμπίπτουν στο Ö εθνικό Õ ποινικό δίκαιο ή σε άλλες διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

2. Όταν πρόκειται για επιχείρηση επενδύσεων, διαχειριστή αγοράς ή ρυθμιζόμενη αγορά που έχει κηρυχθεί σε πτώχευση ή βρίσκεται υπό αναγκαστική εκκαθάριση, οι εμπιστευτικές πληροφορίες οι οποίες δεν αφορούν τρίτους μπορούν να κοινολογούνται στο πλαίσιο διαδικασιών αστικού ή εμπορικού δικαίου, εφόσον αυτό απαιτείται για τη διεξαγωγή της διαδικασίας.

3. Με την επιφύλαξη των υποθέσεων Ö απαιτήσεων που επιβάλει το εθνικό Õ που εμπίπτουν στο ποινικό δίκαιο, οι αρμόδιες αρχές, οι φορείς και τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα εκτός των αρμοδίων αρχών που λαμβάνουν εμπιστευτικές πληροφορίες δυνάμει της παρούσας οδηγίας, μπορούν να τις χρησιμοποιήσουν μόνο κατά την εκτέλεση των καθηκόντων και για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, προκειμένου περί των αρμόδιων αρχών, εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, ή, προκειμένου περί των λοιπών αρχών, φορέων και φυσικών ή νομικών προσώπων, για το σκοπό για τον οποίο τους δόθηκαν οι υπόψη πληροφορίες και/ή στα πλαίσια διοικητικών ή δικαστικών διαδικασιών που σχετίζονται άμεσα με την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών. Ωστόσο, εφόσον η αρμόδια αρχή ή άλλη αρχή, φορέας ή πρόσωπο που διαβιβάζει τις πληροφορίες συγκατατίθεται, η αρχή που λαμβάνει τις πληροφορίες μπορεί να τις χρησιμοποιήσει για άλλους σκοπούς.

4. Τυχόν εμπιστευτικές πληροφορίες που λαμβάνονται, ανταλλάσσονται ή διαβιβάζονται βάσει της παρούσας οδηγίας υπόκεινται στους όρους περί επαγγελματικού απορρήτου που προβλέπει το παρόν άρθρο. Ωστόσο, το άρθρο αυτό δεν εμποδίζει τις αρμόδιες αρχές να ανταλλάσσουν ή να διαβιβάζουν εμπιστευτικές πληροφορίες σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και με άλλες οδηγίες που εφαρμόζονται σε επιχειρήσεις επενδύσεων, πιστωτικά ιδρύματα, συνταξιοδοτικά ταμεία, ΟΣΕΚΑ, ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και ασφαλιστικές εταιρείες, ρυθμιζόμενες αγορές ή διαχειριστές αγοράς, ή διαφορετικά με τη συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής ή άλλης αρχής ή φορέα ή φυσικού ή νομικού προσώπου που κοινοποίησε τις πληροφορίες.

5. Το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει τις αρμόδιες αρχές να ανταλλάσσουν ή να διαβιβάζουν, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, εμπιστευτικές πληροφορίες που δεν έχουν ληφθεί από αρμοδία αρχή άλλου κράτους μέλους.

Άρθρο 8255

Σχέσεις με ελεγκτές

1. Τα κράτη μέλη προβλέπουν τουλάχιστον ότι κάθε πρόσωπο που έχει λάβει άδεια κατά την έννοια της όγδοης οδηγίας 84/253/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Απριλίου 1984, για τη χορήγηση άδειας στους υπεύθυνους για τον νόμιμο έλεγχο των λογιστικών εγγράφων[56], το οποίο εκτελεί σε επιχείρηση επενδύσεων τα καθήκοντα του άρθρου 51 της τέταρτης οδηγίας 78/660/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 25ης Ιουλίου 1978, περί των ετησίων λογαριασμών εταιρειών ορισμένων μορφών[57], στο άρθρο 37 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ ή στο άρθρο 7331 της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ Ö 2009/65/EC Õ ή οποιαδήποτε άλλη εκ του νόμου προβλεπόμενη αποστολή, υποχρεούται να αναφέρει αμέσως στις αρμόδιες αρχές κάθε γεγονός ή απόφαση σχετικά με την εν λόγω επιχείρηση της οποίας έλαβε γνώση κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων του και η οποία ενδέχεται να:

α)      συνιστά σοβαρή παράβαση των νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων που ορίζουν τις προϋποθέσεις χορηγήσεως άδειας λειτουργίας ή διέπουν την άσκηση των δραστηριοτήτων επιχείρησης επενδύσεων,

β)      θέσει σε κίνδυνο τη συνέχιση της λειτουργίας της επιχείρησης επενδύσεων,

γ)      να οδηγήσει σε άρνηση της έγκρισης των λογαριασμών ή σε διατύπωση των επιφυλάξεων.

Το πρόσωπο αυτό υποχρεούται επίσης να αναφέρει κάθε γεγονός ή απόφαση της οποίας έλαβε γνώση κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων του πρώτου εδαφίου σε επιχείρηση που έχει στενούς δεσμούς με επιχείρηση επενδύσεων στην οποία επιτελεί επίσης ελεγκτική αποστολή.

2. Η καλόπιστη αναφορά στις αρμόδιες αρχές, από τα πρόσωπα που έχουν λάβει άδεια κατά την έννοια της οδηγίας 84/253/ΕΟΚ, γεγονότων ή αποφάσεων που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο, δεν αποτελεί παράβαση συμβατικού ή νομικού περιορισμού της γνωστοποίησης πληροφοριών και δεν συνεπάγεται καμία ευθύνη των προσώπων αυτών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 20

ΣΥΝΕΡΓΑΣΊΑ ΜΕΤΑΞΎ ΑΡΜΟΔΊΩΝ ΑΡΧΏΝ ΤΩΝ ΚΡΑΤΏΝ ΜΕΛΏΝ ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΑΚΑΑ

ê 2004/39/ΕΚ

Άρθρο 8356

Υποχρέωση συνεργασίας

1. Οι αρμόδιες αρχές των διαφόρων κρατών μελών συνεργάζονται μεταξύ τους, όποτε είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, χρησιμοποιώντας τις εξουσίες τους, είτε αυτές προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είτε στην εθνική νομοθεσία.

Οι αρμόδιες αρχές παρέχουν συνδρομή στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών, ιδίως με την ανταλλαγή πληροφοριών και τη συνεργασία σε δραστηριότητες έρευνας ή εποπτείας.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 21 στοιχείο α)

Για τη διευκόλυνση και την επιτάχυνση της συνεργασίας, και ιδίως της ανταλλαγής πληροφοριών τα κράτη μέλη καθορίζουν μία μόνο αρμόδια αρχή ως σημείο επικοινωνίας για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή, στην ΕΑΚΑΑ και στα άλλα κράτη μέλη τα ονόματα των αρχών που έχουν οριστεί να παραλαμβάνουν αιτήσεις ανταλλαγής πληροφοριών ή συνεργασίας βάσει της παρούσας παραγράφου. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει και ενημερώνει συνεχώς στον ιστότοπό της κατάλογο αυτών των αρχών.

ê 2004/39/ΕΚ

ð νέο

2. Στην περίπτωση όπου, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση των αγορών κινητών αξιών στο κράτος μέλος υποδοχής, η λειτουργία ρυθμιζόμενης αγοράς ð ΠΜΔ ή ΟΜΔ ï η οποία έχει δημιουργήσει μηχανισμούς σε κράτος μέλος υποδοχής έχει αποκτήσει ουσιώδη σημασία για τη λειτουργία της αγοράς κινητών αξιών και την προστασία των επενδυτών στο εν λόγω κράτος μέλος υποδοχής, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής της ρυθμιζόμενης αγοράς συνάπτουν ανάλογες ρυθμίσεις συνεργασίας.

3. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία διοικητικά και οργανωτικά μέτρα για να διευκολύνουν τη συνδρομή που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να ασκούν τις εξουσίες τους για τους σκοπούς της συνεργασίας, ακόμα και σε περιπτώσεις στις οποίες η ερευνούμενη συμπεριφορά δεν αποτελεί παράβαση των κανόνων που ισχύουν σε αυτό το κράτος μέλος.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 21 στοιχείο β)

4. Εάν αρμόδια αρχή έχει βάσιμους λόγους να υποπτεύεται ότι πράξεις αντίθετες προς την παρούσα οδηγία διαπράττονται ή έχουν διαπραχθεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους από οντότητες που δεν υπόκεινται στην εποπτεία της, το κοινοποιεί με το λεπτομερέστερο δυνατό τρόπο στην αρμόδια αρχή του άλλου κράτους μέλους και στην ΕΑΚΑΑ. Η αρμόδια αρχή που λαμβάνει την κοινοποίηση προβαίνει στις δέουσες ενέργειες. Ενημερώνει την αρμόδια αρχή που την πληροφόρησε και την ΕΑΚΑΑ για τα αποτελέσματα των ενεργειών της και, στο μέτρο του δυνατού, για τις κυριότερες ενδιάμεσες εξελίξεις. Η παρούσα παράγραφος δεν θίγει τις αρμοδιότητες της κοινοποιούσας αρμόδιας αρχής.

ò νέο

5. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 4, οι αρμόδιες αρχές γνωστοποιούν στην ΕΑΚΑΑ και σε άλλες αρμόδιες αρχές τις λεπτομέρειες των εξής:

α)      τυχόν αιτημάτων για τον περιορισμό του μεγέθους θέσης ή ανοίγματος σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 1 στοιχείο στ),

β)      τυχόν ορίων της ικανότητας προσώπων να εισέλθουν σε ένα μέσο σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 1 στοιχείο ζ).

Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει, εφόσον συντρέχει περίπτωση, τις λεπτομέρειες του αιτήματος σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 1 στοιχείο στ) συμπεριλαμβανομένης της ταυτότητας του προσώπου ή των προσώπων στα οποία απευθύνεται και τους λόγους, καθώς και το εύρος των ορίων που εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) συμπεριλαμβανομένων του προσώπου ή της κατηγορίας των εμπλεκόμενων προσώπων, των εφαρμοστέων χρηματοπιστωτικών μέσων, τυχόν ποσοτικών μέτρων ή ανώτατων ορίων όπως ο μέγιστος αριθμός των συμβάσεων που μπορούν να συνάπτουν τα πρόσωπα πριν την υπέρβαση ενός ορίου, τυχόν εξαιρέσεις και τους λόγους αυτών.

Οι γνωστοποιήσεις πραγματοποιούνται τουλάχιστον 24 ώρες πριν την προβλεπόμενη εφαρμογή των δράσεων ή των μέτρων. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να προβούν σε γνωστοποίηση λιγότερο από 24 ώρες πριν την προβλεπόμενη εφαρμογή του μέτρου όταν δεν είναι δυνατή η γνωστοποίηση 24 ώρες πριν.

Η αρμόδια αρχή κράτους μέλους που λαμβάνει γνωστοποίηση βάσει της παρούσας παραγράφου μπορεί να λαμβάνει μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 1 στοιχείο στ) ή ζ) εάν πληρούται η προϋπόθεση ότι το μέτρο είναι απαραίτητο για την επίτευξη του στόχου της άλλης αρμόδιας αρχής. Η αρμόδια αρχή προβαίνει επίσης σε γνωστοποίηση σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο όταν προτείνει τη λήψη μέτρων.

Εάν μια δράση βάσει των στοιχείων α) ή β) σχετίζεται με ενεργειακά προϊόντα χονδρικής, η αρμόδια αρχή ενημερώνει επίσης τον Οργανισμό Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενεργείας ο οποίος έχει συσταθεί βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2009.

6. Όσον αφορά τα δικαιώματα εκπομπών, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να συνεργάζονται με τους δημόσιους φορείς που είναι αρμόδιοι για την εποπτεία των αγορών άμεσης παράδοσης (spot) και των αγορών δημοπρασιών και με τις αρμόδιες αρχές, τους διαχειριστές των μητρώων και του λοιπούς δημόσιους φορείς που είναι επιφορτισμένοι με την επιτήρηση της συμμόρφωσης με την οδηγία 2003/87/ΕΚ ώστε να εξασφαλιστεί ότι αποκτούν ενοποιημένη εικόνα των αγορών δικαιωμάτων εκπομπών.

ê 2004/39/ΕΚ

è1 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 18 στοιχείο α)

è2 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 18 στοιχείο β)

ð νέο

75. Για τη διασφάλιση της ενιαίας εφαρμογής της παραγράφου 2, η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει è1 --- ç ð Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 σχετικά με ï μέτρα εφαρμογής για τον καθορισμό των κριτηρίων βάσει των οποίων η λειτουργία ρυθμιζόμενης αγοράς σε κράτος μέλος υποδοχής μπορεί να θεωρηθεί ουσιώδους σημασίας για τη λειτουργία των αγορών κινητών αξιών και την προστασία των επενδυτών στο εν λόγω κράτος μέλος υποδοχής. è2 Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας διά συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64 παράγραφος 2. ç

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 21 στοιχείο γ) (προσαρμοσμένο)

ð νέο

76. Για τη διασφάλιση ομοιόμορφων συνθηκών εφαρμογής του παρόντος άρθρου, η Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να ð καταρτίζει ï σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τα τυποποιημένα έντυπα, υποδείγματα και διαδικασίες των μηχανισμών συνεργασίας που προβλέπονται στην παράγραφο 2.

ð Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [31 Δεκεμβρίου 2016]. ï

Εκχωρείται στην Η Επιτροπή η εξουσία εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ê

è1 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 22 στοιχείο α)

Άρθρο 8457

è1 1. ç Η αρμόδια αρχή κράτους μέλους μπορεί να ζητήσει τη συνεργασία της αρμόδιας αρχής άλλου κράτους μέλους σε δραστηριότητα εποπτείας ή για επιτόπια εξακρίβωση ή έρευνα. Στην περίπτωση επιχειρήσεων επενδύσεων που αποτελούν εξ αποστάσεως μέλη ρυθμιζόμενης αγοράς, η αρμόδια αρχή δύναται να επιλέξει να απευθυνθεί απευθείας σε αυτά, οπότε ενημερώνει σχετικά την αρμοδία αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του εξ αποστάσεως μέλους.

Όταν υποβάλλεται σε αρμόδια αρχή αίτημα σχετικό με επιτόπια εξακρίβωση ή έρευνα, η εν λόγω αρχή, ενεργώντας στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς της:

α)      προβαίνει η ίδια στη ζητούμενη εξακρίβωση ή έρευνα· ή

β)      επιτρέπει στην αιτούσα αρχή να πραγματοποιήσει η ίδια την εξακρίβωση ή έρευνα· ή

γ)      επιτρέπει σε ορκωτό λογιστή ή εμπειρογνώμονα να προβεί στην εξακρίβωση ή έρευνα.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 22 στοιχείο β) (προσαρμοσμένο)

ð νέο

2. Με σκοπό τη σύγκλιση των μεθόδων εποπτείας, το προσωπικό της ΕΑΚΑΑ πρέπει να μπορεί να συμμετέχει στις δραστηριότητες των εποπτικών ομάδων, συμπεριλαμβανομένων των επιτοπίων εξακριβώσεων ή ερευνών, που διενεργούνται από κοινού από δυο ή περισσότερες αρμόδιες αρχές δυνάμει του άρθρου 21 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

3. Για να διασφαλιστεί η συνεπής εναρμόνιση της παραγράφου 1, η Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να ð καταρτίζει ï σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τις πληροφορίες που πρέπει να ανταλλάσσονται μεταξύ αρμοδίων αρχών όταν αυτές συνεργάζονται στο πλαίσιο των εποπτικών τους δραστηριοτήτων, επιτόπιων ελέγχων και ερευνών.

ð Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [31 Δεκεμβρίου 2016]. ï

Εκχωρείται στην Η Επιτροπή η εξουσία εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Για τη διασφάλιση ομοιόμορφων συνθηκών εφαρμογής της παραγράφου 1, η ð 4. ï Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τα τυποποιημένα έντυπα, υποδείγματα και διαδικασίες για τη συνεργασία των αρμοδίων αρχών σε εποπτικές δραστηριότητες, επιτόπιους ελέγχους και έρευνες.

ð Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [31 Δεκεμβρίου 2016]. ï

Ανατίθεται στην Η Επιτροπή η εξουσία εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα στα οποία αναφέρεται το που προβλέπονται στο πρώτο τρίτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ê

Άρθρο 8558

Ανταλλαγή πληροφοριών

1. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες έχουν ορισθεί ως σημεία επαφής για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας βάσει του άρθρου 8356 παράγραφος 1 ανταλλάσσουν αμέσως όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση των καθηκόντων των αρμοδίων αρχών που έχουν ορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 6948 παράγραφος 1, τα οποία προβλέπονται από τις διατάξεις που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Οι αρμόδιες αρχές που ανταλλάσσουν πληροφορίες με άλλες αρμόδιες αρχές βάσει της παρούσας οδηγίας μπορούν να ορίζουν κατά την ανταλλαγή ότι οι εν λόγω πληροφορίες δεν πρέπει να αποκαλυφθούν χωρίς τη ρητή συμφωνία τους, και στην περίπτωση αυτή οι πληροφορίες ανταλλάσσονται μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους οι εν λόγω αρχές έδωσαν τη συγκατάθεσή τους.

2. Η αρμόδια αρχή που έχει οριστεί ως σημείο επαφής μπορεί να διαβιβάζει στις αρχές του άρθρου 7449 τις πληροφορίες που λαμβάνει σύμφωνα με την παράγραφο 1 και τα άρθρα 8255 και 9263. Οι αρχές αυτές διαβιβάζουν τις πληροφορίες σε άλλους φορείς ή φυσικά ή νομικά πρόσωπα μόνο με τη ρητή συναίνεση των αρμόδιων αρχών που τις κοινοποίησαν και μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους αυτές έχουν συναινέσει, πλην δεόντως αιτιολογημένων περιστάσεων. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, το σημείο επικοινωνίας ενημερώνει αμέσως το σημείο επικοινωνίας που έστειλε τις πληροφορίες.

3. Οι αρχές του άρθρου 7449 και οι άλλοι φορείς ή φυσικά ή νομικά πρόσωπα που λαμβάνουν εμπιστευτικές πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ή σύμφωνα με τα άρθρα 8255 και 9263 μπορούν να τις χρησιμοποιήσουν μόνο κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ιδίως:

α)      για να εξακριβώσουν εάν πληρούνται οι όροι ανάληψης της δραστηριότητας επιχείρησης επενδύσεων και να διευκολύνουν, σε μη ενοποιημένη ή σε ενοποιημένη βάση, τον έλεγχο των όρων άσκησης αυτής της δραστηριότητας, ειδικά όσον αφορά τις απαιτήσεις επάρκειας κεφαλαίων που επιβάλλει η οδηγία 93/6/ΕΟΚ, τη διοικητική και λογιστική οργάνωση και τους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου,

β)      για να ελέγξουν την καλή λειτουργία των τόπων διαπραγμάτευσης,

γ)      για την επιβολή κυρώσεων,

δ)      στο πλαίσιο διοικητικής προσφυγής κατά απόφασης αρμόδιας αρχής,

ε)      στα πλαίσια δικαστικών διαδικασιών που έχουν κινηθεί βάσει του άρθρου 7952. ή

στ)    στον μηχανισμό εξωδικαστικής επίλυσης των καταγγελιών των επενδυτών που προβλέπεται στο άρθρο 8053.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 23 στοιχείο α) (προσαρμοσμένο)

ð νέο

4. Για να διασφαλιστούν ομοιόμορφες συνθήκες εφαρμογής των παραγράφων 1 και 2, η Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να ð καταρτίζει ï σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τυποποιημένα έντυπα, υποδείγματα και διαδικασίες για την ανταλλαγή πληροφοριών.

ð Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [31 Δεκεμβρίου 2016]. ï

Εκχωρείται στην Η Επιτροπή η εξουσία εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 23 στοιχείο β)

5. Ούτε το παρόν άρθρο, ούτε τα άρθρα 8154 ή 9263 εμποδίζουν την αρμόδια αρχή να διαβιβάζει στην ΕΑΚΑΑ, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (στο εξής «ΕΣΣΚ»), στις κεντρικές τράπεζες, στο ευρωπαϊκό σύστημα κεντρικών τραπεζών και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργούν υπό την ιδιότητα της Νομισματικής Αρχής και, κατά περίπτωση, σε άλλες δημόσιες αρχές επιφορτισμένες με την εποπτεία των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού, εμπιστευτικές πληροφορίες που προορίζονται για την εκπλήρωση της αποστολής τους. Ομοίως, οι εν λόγω αρχές ή φορείς δεν εμποδίζονται να διαβιβάζουν στις αρμόδιες αρχές τις πληροφορίες που ενδέχεται να χρειαστούν για την εκτέλεση των καθηκόντων τους τα οποία προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 24 (προσαρμοσμένο)

Άρθρο 86

Δεσμευτική διαμεσολάβηση

Ö 1. Õ Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αναφέρουν στην ΕΑΚΑΑ καταστάσεις κατά τις οποίες αίτηση σχετική με τα ακόλουθα απορρίφθηκε ή δεν διεκπεραιώθηκε εντός εύλογου χρονικού διαστήματος:

α)      για ανάληψη εποπτικής δραστηριότητας, επιτόπιας εξακρίβωσης ή έρευνας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8457· ή

β)      ανταλλαγής πληροφοριών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8558.

Ö 2. Õ Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο πρώτη περίοδο Ö 1 Õ , η ΕΑΚΑΑ μπορεί να ενεργεί βάσει του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, με την επιφύλαξη της δυνατότητας της να αρνηθεί να ενεργήσει μετά από αίτηση για πληροφόρηση προβλεπόμενη στο άρθρο 8759α και με την επιφύλαξη της δυνατότητας της ΕΑΚΑΑ να ενεργήσει βάσει του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ê 2004/39/ΕΚ

Άρθρο 8759

Άρνηση συνεργασίας

Μια αρμόδια αρχή μπορεί να αρνηθεί να ενεργήσει κατόπιν αιτήσεως για συνεργασία σε μια έρευνα, επιτόπου εξακρίβωση ή δραστηριότητα εποπτείας του άρθρου 8857 ή για ανταλλαγή πληροφοριών του άρθρου 8558 μόνον εάν:

α)      η έρευνα, η επιτόπου εξακρίβωση, η δραστηριότητα εποπτείας ή η ανταλλαγή πληροφοριών ενδέχεται να προσβάλει την κυριαρχία, την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η σχετική αίτηση,

αβ)    έχει ήδη κινηθεί δικαστική διαδικασία για τις ίδιες ενέργειες και κατά των ιδίων προσώπων ενώπιον των αρχών του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση,

βγ)    έχει ήδη εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση στο κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση αναφορικά με τα ίδια πρόσωπα και τις ίδιες ενέργειες.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 25

Σε περίπτωση άρνησης, η αρμόδια αρχή ενημερώνει σχετικά την αιτούσα αρμόδια αρχή και την ΕΑΚΑΑ, παρέχοντας όσο το δυνατόν λεπτομερέστερες πληροφορίες.

ê

Άρθρο 8860

Διαβουλεύσεις μεταξύ αρμόδιων αρχών πριν από τη χορήγηση άδειας

1. Η γνώμη της αρμόδιας αρχής του άλλου ενδιαφερόμενου κράτους μέλους ζητείται πριν από τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε επιχείρηση επενδύσεων η οποία Ö εμπίπτει σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες Õ :

α)      είναι θυγατρική επιχείρησης επενδύσεων ή πιστωτικού ιδρύματος που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος, ή

β)      είναι θυγατρική της μητρικής επιχείρησης μιας επιχείρησης επενδύσεων ή ενός πιστωτικού ιδρύματος που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος, ή

γ)      ελέγχεται από τα ίδια φυσικά ή νομικά πρόσωπα που ελέγχουν μια επιχείρηση επενδύσεων ή ένα πιστωτικό ίδρυμα που έχει λάβει άδεια σε άλλο κράτος μέλος.

2. Η γνώμη της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων ή των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ζητείται πριν από τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε επιχείρηση επενδύσεων η οποία:

α)      είναι θυγατρική πιστωτικού ιδρύματος ή ασφαλιστικής επιχείρησης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας στην Κοινότητα Ö Ένωση Õ · ή

β)      είναι θυγατρική της μητρικής επιχείρησης ενός πιστωτικού ιδρύματος ή μιας ασφαλιστικής επιχείρησης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας στην Κοινότητα Ö Ένωση Õ · ή

γ)      ελέγχεται από το ίδιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ελέγχει ένα πιστωτικό ίδρυμα ή μια ασφαλιστική επιχείρηση στην Κοινότητα Ö Ένωση Õ .

3. Οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 διαβουλεύονται ιδίως μεταξύ τους κατά την εκτίμηση της καταλληλότητας των μετόχων ή των μελών και της εντιμότητας και της πείρας των προσώπων που διευθύνουν πραγματικά την επιχείρηση που συμμετέχει στη διοίκηση άλλης οντότητας του ιδίου ομίλου. Ανταλλάσσουν επίσης όλες τις πληροφορίες σχετικά με την καταλληλότητα των μετόχων ή των μελών και την εντιμότητα και πείρα των προσώπων που διευθύνουν πραγματικά την επιχείρηση οι οποίες είναι χρήσιμες στις άλλες ενδιαφερόμενες αρχές, για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας και για το συνεχή έλεγχο της συμμόρφωσης με τους όρους λειτουργίας.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 26 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

4. Για να διασφαλιστούν ομοιόμορφες συνθήκες εφαρμογής των παραγράφων 1 και 2, η Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να ð καταρτίζει ï σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τυποποιημένα έντυπα, υποδείγματα και διαδικασίες για τη διαβούλευση με τις άλλες αρμόδιες αρχές προτού χορηγήσει οποιαδήποτε άδεια.

ð Η ΕΑΚΑΑ υποβάλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις [31 Δεκεμβρίου 2016]. ï

Εκχωρείται στην Η Επιτροπή η εξουσία εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010

ê 2004/39/ΕΚ

ð νέο

Άρθρο 8961

Εξουσίες των κρατών μελών υποδοχής

1. Τα κράτη μέλη υποδοχής ð προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές ï μπορούν, για στατιστικούς λόγους, να απαιτούν από όλες τις επιχειρήσεις επενδύσεων που έχουν εγκαταστήσει υποκαταστήματα στο έδαφός τους, την υποβολή περιοδικών εκθέσεων στις αρμόδιες αρχές τους σχετικά με τις δραστηριότητες των υποκαταστημάτων τους.

2. Στα πλαίσια της άσκησης των αρμοδιοτήτων που τους παρέχει η παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη υποδοχής ð προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές ï μπορούν να απαιτούν από τα υποκαταστήματα των επιχειρήσεων επενδύσεων να παρέχουν τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για τον έλεγχο της συμμόρφωσής τους με τα εφαρμοζόμενα σε αυτά τα υποκαταστήματα πρότυπα που καθορίζει το κράτος μέλος υποδοχής στις περιπτώσει που προβλέπονται στο άρθρο 3732 παράγραφος 8. Οι προϋποθέσεις αυτές δεν μπορούν να είναι πιο αυστηρές από τις προϋποθέσεις που τα ίδια κράτη μέλη επιβάλλουν στις επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες στο έδαφός τους για τον έλεγχο της συμμόρφωσής τους με τα πρότυπα αυτά.

Άρθρο 9062

Εξουσίες των κρατών μελών υποδοχής για τη λήψη προληπτικών μέτρων

1. Εάν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής έχει συγκεκριμένους και εξακριβώσιμους λόγους να πιστεύει ότι μια επιχείρηση επενδύσεων που ασκεί δραστηριότητες στο έδαφός του υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών παραβαίνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, ή ότι μία επιχείρηση επενδύσεων που έχει υποκατάστημα στην επικράτειά της παραβαίνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις που έχουν θεσπισθεί δυνάμει της παρούσας οδηγίας οι οποίες δεν παρέχουν εξουσίες στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 27 στοιχείο α)

Εάν, παρά τα μέτρα που λήφθηκαν από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ή επειδή αυτά τα μέτρα αποδείχθηκαν ακατάλληλα, η επιχείρηση επενδύσεων εμμένει σε ενέργειες που είναι σαφώς επιζήμιες για τα συμφέροντα των επενδυτών ή για την εύρυθμη λειτουργία των αγορών του κράτους μέλους υποδοχής, ισχύουν τα κάτωθι:

α)      αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής λαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα που απαιτούνται για την προστασία των επενδυτών και της εύρυθμης λειτουργίας των αγορών, στα οποία περιλαμβάνεται η δυνατότητα να απαγορεύεται στις παραβάτιδες εταιρείες επενδύσεων να αρχίζουν οιαδήποτε περαιτέρω συναλλαγή εντός της επικρατείας τους. Η Επιτροπή και η ΕΕΑ (ΕΑΚΑΑ) ενημερώνονται για τα μέτρα αυτά χωρίς καθυστέρηση,

β)      επιπροσθέτως, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής μπορεί να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΚΑΑ, η οποία μπορεί να ενεργεί στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της έχουν εκχωρηθεί βάσει του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1095/2010.

ê 2004/39/ΕΚ

2. Εάν οι αρμόδιες αρχές κράτους μέλους υποδοχής διαπιστώσουν ότι εταιρία επενδύσεων η οποία διατηρεί υποκατάστημα εντός της επικρατείας της παραβαίνει τις νομικές ή ρυθμιστικές διατάξεις που έχουν θεσπισθεί στο εν λόγω κράτος μέλος βάσει των διατάξεων της παρούσας οδηγίας οι οποίες παρέχουν εξουσίες στις αρμόδιες αρχές του κράτους υποδοχής, οι εν λόγω αρχές απαιτούν από την εταιρία επενδύσεων να θέσει τέλος στην αντικανονική αυτή κατάσταση.

Εάν η εν λόγω εταιρεία επενδύσεων δεν προβεί στις αιτούμενες ενέργειες, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής λαμβάνουν όλα τα απαιτούμενα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι η εν λόγω εταιρεία επενδύσεων θα θέσει τέλος στην αντικανονική της κατάσταση. Η φύση των μέτρων αυτών κοινοποιείται στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 27 στοιχείο β) (προσαρμοσμένο)

Εάν, παρά τα μέτρα που λήφθηκαν από το κράτος μέλος υποδοχής, η επιχείρηση επενδύσεων εξακολουθεί να παραβιάζει τις νομικές ή κανονιστικές διατάξεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο, οι οποίες ισχύουν στο κράτος μέλος υποδοχής, ισχύουν τα κάτωθι: Ö η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής Õ α) αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής λαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα που απαιτούνται για την προστασία των επενδυτών και της εύρυθμης λειτουργίας των αγορών. Η Επιτροπή και η ΕΑΚΑΑ ενημερώνονται για τα μέτρα αυτά χωρίς καθυστέρηση.,

β) Επιπροσθέτως, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής μπορεί να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΚΑΑ, η οποία μπορεί να ενεργεί στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της έχουν εκχωρηθεί βάσει του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ê 2004/39/ΕΚ

ð νέο

3. Εάν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής μίας ρυθμιζόμενης αγοράς, ή ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï έχει συγκεκριμένους και εξακριβώσιμους λόγους να πιστεύει ότι η εν λόγω ρυθμιζόμενη αγορά, ή ο εν λόγω ΠΜΔ ð ή ΟΜΔ ï παραβαίνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της ρυθμιζόμενης αγοράς, ή του ΠΜΔ ð ή του ΟΜΔ ï.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 27 στοιχείο γ) (προσαρμοσμένο)

Εάν, παρά τα μέτρα που λήφθηκαν από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ή επειδή αυτά τα μέτρα αποδείχθηκαν ακατάλληλα, η εν λόγω ρυθμιζόμενη αγορά ή ο ΠΜΔ εμμένει σε ενέργειες που είναι σαφώς επιζήμιες για τα συμφέροντα των επενδυτών ή για την εύρυθμη λειτουργία των αγορών του κράτους μέλους υποδοχής, ισχύουν τα κάτωθι: Ö η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής Õ α) αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής λαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα που απαιτούνται για την προστασία των επενδυτών και της εύρυθμης λειτουργίας των αγορών, στα οποία περιλαμβάνεται η δυνατότητα να απαγορεύεται στην εν λόγω ρυθμιζόμενη αγορά ή στους ΠΜΔ να παρέχουν πρόσβαση στους μηχανισμούς τους σε μέλη εξ αποστάσεως ή σε συμμετέχοντες εγκατεστημένους στο κράτος μέλος υποδοχής. Η Επιτροπή και η ΕΑΚΑΑ ενημερώνονται για τα μέτρα αυτά χωρίς καθυστέρηση.,

β) Επιπροσθέτως, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής μπορεί να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΚΑΑ, η οποία μπορεί να ενεργεί στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της έχουν εκχωρηθεί βάσει του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ê 2004/39/ΕΚ

4. Όλα τα μέτρα που λαμβάνονται βάσει των παραγράφων 1, 2 ή 3 τα οποία συνεπάγονται ποινές ή περιορισμό των δραστηριοτήτων επιχείρησης επενδύσεων ή ρυθμιζόμενης αγοράς αιτιολογούνται δεόντως και κοινοποιούνται στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση επενδύσεων ή ρυθμιζόμενη αγορά.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 28

Άρθρο 9162a

Συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών με την ΕΑΚΑΑ

1. Οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται με την ΕΑΚΑΑ για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

2. Οι αρμόδιες αρχές παρέχουν χωρίς καθυστέρηση στην ΕΑΚΑΑ όλες τις πληροφορίες που της είναι απαραίτητες για να επιτελέσει το έργο της δυνάμει της παρούσας οδηγίας και σύμφωνα με το άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ê 2004/39/ΕΚ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ

Άρθρο 9263

Ανταλλαγή πληροφοριών με τρίτες χώρες

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 29 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

1. Τα κράτη μέλη και, σύμφωνα με το άρθρο 33 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, η ΕΑΚΑΑ, μπορούν να συνάπτουν συμφωνίες συνεργασίας που προβλέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών μόνον εφόσον οι πληροφορίες που ανακοινώνονται καλύπτονται από εγγυήσεις επαγγελματικού απορρήτου τουλάχιστον ισοδύναμες με αυτές που προβλέπονται στο άρθρο 8154. Η εν λόγω ανταλλαγή πληροφοριών πρέπει να αποσκοπεί στην εκτέλεση των καθηκόντων των συγκεκριμένων αρμόδιων αρχών.

ð Η διαβίβαση ï δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη και η ΕΑΚΑΑ μπορούν να διαβιβάζουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτη χώρα πραγματοποιείται σύμφωνα με το κεφάλαιο IV της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

ð Η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την ΕΚΑΑΑ σε τρίτη χώρα πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 45/2001. ï

Τα κράτη μέλη και η ΕΑΚΑΑ μπορούν επίσης να συνάπτουν συμφωνίες συνεργασίας που να προβλέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών με αρμόδιες αρχές, φορείς και φυσικά ή νομικά πρόσωπα τρίτων χωρών υπεύθυνα για ένα ή περισσότερα από τα εξής καθήκοντα:

α)      την εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, άλλων χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και χρηματαγορών,

β)      την εκκαθάριση και πτώχευση επιχειρήσεων επενδύσεων και παρόμοιες διαδικασίες,

γ)      τη διεξαγωγή των εκ του νόμου ελέγχων των λογαριασμών επιχειρήσεων επενδύσεων και άλλων χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων, πιστωτικών ιδρυμάτων και ασφαλιστικών επιχειρήσεων, κατά την εκτέλεση των εποπτικών τους καθηκόντων ή, στην περίπτωση εκείνων που διαχειρίζονται συστήματα αποζημίωσης, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους,

δ)      την εποπτεία των φορέων που υπεισέρχονται στις διαδικασίες εκκαθάρισης και πτώχευσης επιχειρήσεων επενδύσεων και σε παρόμοιες διαδικασίες,

ε)      την εποπτεία προσώπων επιφορτισμένων με τη διεξαγωγή των εκ του νόμου ελέγχων των λογαριασμών επιχειρήσεων ασφαλίσεων, πιστωτικών ιδρυμάτων επιχειρήσεων επενδύσεων και άλλων χρηματοοικονομικών χρηματοπιστωτικών οργανισμών ιδρυμάτων, πιστωτικών ιδρυμάτων και ασφαλιστικών επιχειρήσεων,

στ)    την εποπτεία προσώπων που δραστηριοποιούνται σε αγορές δικαιωμάτων εκπομπών με στόχο την εξασφάλιση ενοποιημένης εικόνας των χρηματοπιστωτικών αγορών και των αγορών άμεσης παράδοσης.

Οι συμφωνίες συνεργασίας που προβλέπει το τρίτο εδάφιο μπορούν να συνάπτονται μόνο εφόσον οι πληροφορίες που ανακοινώνονται καλύπτονται από εγγυήσεις επαγγελματικού απορρήτου τουλάχιστον ισοδύναμες με τις προβλεπόμενες στο άρθρο 8154. Αυτή η ανταλλαγή πληροφοριών εξυπηρετεί την εκτέλεση των καθηκόντων των εν λόγω αρχών, φορέων ή φυσικών ή νομικών προσώπων. ð Εάν η συμφωνία συνεργασίας περιλαμβάνει την διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από κράτος μέλος, εφαρμόζεται το κεφάλαιο IV της οδηγίας 95/46/ΕΚ και εάν στην διαβίβαση συμμετέχει και ο ΕΚΑΑ εφαρμόζεται κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001. ï

ê 2004/39/ΕΚ

2. Εάν οι πληροφορίες προέρχονται από άλλο κράτος μέλος, μπορούν να κοινοποιηθούν μόνο μετά από ρητή συμφωνία των αρμόδιων αρχών που τις διαβίβασαν και, κατά περίπτωση, μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους συμφώνησαν οι αρχές αυτές. Η ίδια διάταξη εφαρμόζεται και σε πληροφορίες που παρέχουν οι αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών.

ΤΙΤΛΟΣ VIIV

ò νέο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΑΞΕΙΣ

Άρθρο 93

Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 όσον αφορά το άρθρο 2 παράγραφος 3, το άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2, το άρθρο 13 παράγραφος 1, το άρθρο 16 παράγραφος 12, το άρθρο 17 παράγραφος 6, το άρθρο 23 παράγραφος 3, το άρθρο 24 παράγραφος 8, το άρθρο 25 παράγραφος 6, το άρθρο 27 παράγραφος 7, το άρθρο 28 παράγραφος 3, το άρθρο 30 παράγραφος 5, το άρθρο 32 παράγραφος 3, το άρθρο 35 παράγραφος 8, το άρθρο 44 παράγραφος 4, το άρθρο 51 παράγραφος 7, το άρθρο 52 παράγραφος 6, το άρθρο 53 παράγραφος 4, το άρθρο 59 παράγραφος 3, το άρθρο 60 παράγραφος 5, το άρθρο 66 παράγραφοι 6 και 7, το άρθρο 67 παράγραφοι 3, 7 και 8, το άρθρο 68 παράγραφος 5, το άρθρο 83 παράγραφος 7 και το άρθρο 99 παράγραφος 2.

Άρθρο 94

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1. Η εξουσία για την έκδοση πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2. Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 93 ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

3. Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 93 μπορεί να ανακληθεί οποτεδήποτε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που ορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να εφαρμόζεται την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζει η απόφαση. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που έχουν ήδη τεθεί σε ισχύ.

4. Μόλις εκδώσει μια κατ' εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

5. Μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδόθηκε σύμφωνα με το άρθρο 93 τίθεται σε ισχύ μόνο αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν εκφράσει αντιρρήσεις εντός περιόδου 2 μηνών από την κοινοποίηση της πράξης αυτής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο, ή αν πριν από την εκπνοή αυτής της περιόδου τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο έχουν ενημερώσει την Επιτροπή ότι δεν θα εκφράσουν αντιρρήσεις. Η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται κατά 2 μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Εκτελεστικές πράξεις

Άρθρο 95

Διαδικασία επιτροπής

1. Για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων βάσει των άρθρων 41 και 60, η Επιτροπή επικουρείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κινητών Αξιών που συστάθηκε με την απόφαση 2001/528/ΕΚ της Επιτροπής[58]. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011[59].

2. Όπου γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 8 του ιδίου κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ê 2004/39/ΕΚ

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΆΞΕΙΣ

Άρθρο 64

Διαδικασία επιτροπής

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κινητών Αξιών που έχει συσταθεί με την απόφαση 2001/528/ΕΚ[60] της Επιτροπής (εφεξής «η επιτροπή»).

ê 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 20 στοιχείο α)

2. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

ê 2006/31/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α)

2a. Κανένα από τα εκτελεστικά μέτρα που θεσπίζονται δεν μπορεί να αλλοιώσει τις ουσιώδεις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

ê 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 20 στοιχείο β)

3. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Η προθεσμία που προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 6μ της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται τρίμηνη.

ê 2008/10/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 20 στοιχείο γ)

4. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2010 και, στο εξής, τουλάχιστον ανά τριετία, η Επιτροπή εξετάζει τις διατάξεις που αφορούν τις εκτελεστικές αρμοδιότητές της και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών. Η έκθεση εξετάζει, ιδίως, την ανάγκη της Επιτροπής να προτείνει τροποποιήσεις της οδηγίας αυτής, προκειμένου να εξασφαλισθεί το κατάλληλο πεδίο εφαρμογής των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που της έχουν ανατεθεί. Το συμπέρασμα σχετικά με το αν μια τροποποίηση είναι αναγκαία ή όχι συνοδεύεται από λεπτομερές. Εφόσον είναι αναγκαίο, η έκθεση συνοδεύεται από νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση των διατάξεων που αναθέτουν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή.

ê 2010/78/ΕΕ άρθρο 6 παράγραφος 30

Άρθρο 64α

Ρήτρα προθεσμίας

Ως τον Δεκέμβριο 2011 η Επιτροπή θα επανεξετάσει τα άρθρα 2, 4, 10β, 13, 15, 18, 19, 21, 22, 24 και 25, τα άρθρα 27 έως 30 και τα άρθρα 40, 44, 45, 56 και 58 και θα υποβάλει τυχόν ενδεδειγμένη νομοθετική πρόταση ώστε να επιτραπεί η πλήρης εφαρμογή των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων βάσει του άρθρου 290 ΣΛΕΕ και των εκτελεστικών πράξεων βάσει του άρθρου 291 ΣΛΕΕ όσον αφορά την παρούσα οδηγία. Με την επιφύλαξη των εκτελεστικών μέτρων που έχουν ήδη εγκριθεί, οι εξουσίες που εκχωρούνται στην Επιτροπή στο άρθρο 64 για να θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα που παραμένουν μετά την έναρξη ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας την 1η Δεκεμβρίου 2009 εκπνέουν την 1η Δεκεμβρίου 2012.

ê 2006/31/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 3

Άρθρο 9665

Εκθέσεις και εκ νέου εξέταση

1. Έως τις 31 Οκτωβρίου 2007, η Επιτροπή, ύστερα από δημόσια διαβούλευση και υπό το πρίσμα των συζητήσεων με τις αρμόδιες αρχές, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την ενδεχόμενη επέκταση του πεδίου εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας οδηγίας σχετικά με τις υποχρεώσεις για διαφάνεια πριν και μετά τη διαπραγμάτευση σε συναλλαγές σε κατηγορίες χρηματοπιστωτικών μέσων άλλων από μετοχές.

2. Έως τις 31 Οκτωβρίου 2008, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 27.

3. Έως τις 30 Απριλίου 2008, η Επιτροπή, ύστερα από δημόσια διαβούλευση και υπό το πρίσμα των συζητήσεων με τις αρμόδιες αρχές, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με:

α) τη συνεχιζόμενη καταλληλότητα της εξαίρεσης του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο ια) της παρούσας οδηγίας για τις επιχειρήσεις των οποίων η κύρια δραστηριότητα είναι η διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό παραγώγων επί εμπορευμάτων·

β) το περιεχόμενο και τη μορφή των αναλογικών απαιτήσεων για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας και εποπτεία των εν λόγω επιχειρήσεων ως επιχειρήσεων επενδύσεων κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας·

γ) την καταλληλότητα των κανόνων που αφορούν το διορισμό συνδεδεμένων αντιπροσώπων για την παροχή/άσκηση επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων, ιδίως όσον αφορά την εποπτεία αυτών·

δ) τη συνεχιζόμενη καταλληλότητα της εξαίρεσης του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο θ).

4. Έως τις 30 Απριλίου 2008, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την πρόοδο της άρσης των εμποδίων για την ενοποίηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο των πληροφοριών που υποχρεούνται να δημοσιεύουν οι τόποι συναλλαγών.

5. Βάσει των εκθέσεων των παραγράφων 1 έως 4, η Επιτροπή δύναται να υποβάλει προτάσεις για σχετικές τροποποιήσεις της παρούσας οδηγίας.

6. Έως τις 31 Οκτωβρίου 2006, η Επιτροπή υποβάλλει, υπό το πρίσμα των συζητήσεων με τις αρμόδιες αρχές, έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τη συνεχιζόμενη καταλληλότητα των απαιτήσεων ασφάλισης επαγγελματικής αποζημίωσης που επιβάλλονται στους ενδιαμέσους σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο.

ò νέο

1. Πριν από την παρέλευση [διετίας από την εφαρμογή της οδηγίας MiFID όπως προβλέπεται στο άρθρο 97] η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με:

α)           την λειτουργία των οργανωμένων μηχανισμών διαπραγμάτευσης, λαμβανομένης υπόψη της εποπτικής εμπειρίας των αρμόδιων αρχών, τον αριθμό των ΟΜΔ που έχουν άδεια στην ΕΕ και το μερίδιο της αγοράς που κατέχουν,

β)           τη λειτουργία του καθεστώτος των αγορών ανάπτυξης ΜΜΕ, λαμβανομένων υπόψη του αριθμού των ΠΜΔ που έχουν καταχωριστεί ως αγορές ανάπτυξης ΜΜΕ, του αριθμού των εκδοτών που είναι παρόντες στις εν λόγω αγορές και τους συναφείς όγκους συναλλαγών,

γ)           τις επιπτώσεις των απαιτήσεων σχετικά με τις αυτόματες συναλλαγές και τις συναλλαγές υψηλής συχνότητας·

δ)           την εμπειρία που έχει αποκτηθεί από τον μηχανισμό απαγόρευσης ορισμένων προϊόντων ή πρακτικών λαμβάνοντας υπόψη πόσες φορές ενεργοποιήθηκαν οι υπόψη μηχανισμοί και ποια ήταν τα αποτελέσματα·

ε)           τις επιπτώσεις από την εφαρμογή ορίων ή εναλλακτικών διευθετήσεων στην ρευστότητα, την κατάχρηση της αγοράς, την ομαλή διαμόρφωση των τιμών και στους όρους διακανονισμού στις αγορές παραγώγων επί εμπορευμάτων,

στ)         τη λειτουργία του ενοποιημένου δελτίου παρακολούθησης που θεσπίστηκε βάσει του Τίτλου V, ιδίως τη διαθεσιμότητα υψηλής ποιότητας μετα-διαπραγματευτικών πληροφοριών υπό ενοποιημένη μορφή που να καλύπτουν όλη την αγορά σύμφωνα με φιλικά προς τον χρήστη πρότυπα και σε εύλογο κόστος. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ποιότητα και η προσβασιμότητα των ενοποιημένων μετα-διαπραγματευτικών πληροφοριών η Επιτροπή υποβάλλει μαζί με την έκθεση, εάν απαιτείται, νομοθετική πρόταση όσον αφορά την δημιουργία ενιαίας οντότητας για την διαχείριση ενοποιημένου δελτίου παρακολούθησης.

ê 2004/39/ΕΚ

è1 Διορθωτικό, ΕΕ L 045 της 16.2.2005, σ. 18

Άρθρο 66

Τροποποίηση της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ

Στο άρθρο 5 της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘4. Το άρθρο 2 παράγραφος 2 και τα άρθρα 12, 13 και 19 της è1 οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων ç[61] εφαρμόζονται στην παροχή των υπηρεσιών που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου από εταιρείες διαχείρισης.»

Άρθρο 67

Τροποποίηση της οδηγίας 93/6/ΕΟΚ

Η οδηγία 93/6/ΕΟΚ, τροποποιείται ως εξής:

              2) Στο άρθρο 2, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

              ‘2. όλες οι επιχειρήσεις που εμπίπτουν στον ορισμό του άρθρου 4 παράγραφος 1 της è1 οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων ç[62], οι οποίες υπόκεινται στις απαιτήσεις που επιβάλλει η εν λόγω οδηγία, εκτός από:

            (α) τα πιστωτικά ιδρύματα,

            (β) τις τοπικές επιχειρήσεις όπως ορίζονται στο σημείο 20, και

            (γ) τις επιχειρήσεις που έχουν άδεια μόνο για την παροχή υπηρεσίας επενδυτικών συμβουλών ή/και για τη λήψη και διαβίβαση εντολών επενδυτών, χωρίς να κατέχουν ούτε στη μία ούτε στην άλλη περίπτωση χρήματα ή τίτλους που ανήκουν στους πελάτες τους, και οι οποίες, για το λόγο αυτό, δεν μπορούν να βρίσκονται ποτέ σε θέση οφειλέτη έναντι των πελατών τους.»»

              2) Στο άρθρο 3, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

              ‘4. Οι επιχειρήσεις που αναφέρονται στo στοιχείο (β) του άρθρου 2 παράγραφος 2 έχουν αρχικό κεφάλαιο 50000 ευρώ στο βαθμό που απολαύουν της ελεύθερης εγκατάστασης ή παροχής υπηρεσιών σύμφωνα με τα άρθρα 31 ή 32 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ,»

              3) Στο άρθρο 3 προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

              «(4α) Εν αναμονή της αναθεώρησης της οδηγίας 93/6/ΕΚ, οι επιχειρήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο (γ) του άρθρου 2 παράγραφος 2 διαθέτουν:

            (α) αρχικό κεφάλαιο 50000 ευρώ, ή

            β) ασφάλιση επαγγελματικής αποζημίωσης καλύπτουσα ολόκληρο το έδαφος της Κοινότητας ή ισοδύναμη εγγύηση κατά της ευθύνης από επαγγελματική αμέλεια, για ποσό 1000000 ευρώ τουλάχιστον ανά ζημία και συνολικά 1500000 ευρώ κατ' έτος για όλες τις ζημίες, ή

            γ) συνδυασμό αρχικού κεφαλαίου και ασφάλισης επαγγελματικής αποζημίωσης υπό μορφή που να οδηγεί σε επίπεδο κάλυψης αντίστοιχο με το εξασφαλιζόμενο με τα στοιχεία α) ή β).

              Τα ποσά που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο αναθεωρούνται περιοδικά από την Επιτροπή προκειμένου να ληφθεί υπόψη η εξέλιξη του ευρωπαϊκού δείκτη τιμών καταναλωτή που δημοσιεύει η Eurostat, κατ’ αναλογία και ταυτόχρονα με τις προσαρμογές που γίνονται βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 7 της οδηγίας 2002/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση[63].

              (4β) Όταν επιχείρηση επενδύσεων του άρθρου 2 παράγρα φος 2 στοιχείο (γ) είναι επίσης εγγεγραμμένη βάσει της οδη γίας 2002/92/ΕΚ, οφείλει να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του άρθρου 4 παράγραφος 3 της εν λόγω οδηγίας, επί πλέον δε να διαθέτει:

            (α) αρχικό κεφάλαιο 25000 ευρώ, ή

            β) ασφάλιση επαγγελματικής αποζημίωσης καλύπτουσα ολόκληρο το έδαφος της Κοινότητας ή ισοδύναμη εγγύηση κατά της ευθύνης από επαγγελματική αμέλεια, για ποσό 500000 ευρώ τουλάχιστον ανά ζημία και συνολικά 750000 ευρώ κατ' έτος για όλες τις ζημίες, ή

            (γ) συνδυασμό αρχικού κεφαλαίου και ασφάλισης επαγγελματικής αποζημίωσης υπό μορφή που να οδηγεί σε επίπεδο κάλυψης αντίστοιχο με το εξασφαλιζόμενο με τα στοιχεία (α) ή (β).»

Άρθρο 68

Τροποποίηση της οδηγίας 2000/12/ΕΚ

Το παράρτημα Ι της οδηγίας 2000/12/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

Στο τέλος του παραρτήματος Ι προστίθεται η ακόλουθη φράση:

«Οι υπηρεσίες και δραστηριότητες που προβλέπονται στα Τμήματα Α και Β του Παραρτήματος Ι της è1 οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων ç[64] όταν γίνεται αναφορά σε χρηματοπιστωτικά μέσα που προβλέπονται στο Τμήμα Γ του Παραρτήματος Ι της εν λόγω οδηγίας υπόκεινται σε αμοιβαία αναγνώριση σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.»

ê 2006/31/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 4

Άρθρο 69

Κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ

Η οδηγία 93/22/ΕΟΚ καταργείται από την 1η Νοεμβρίου 2007. Οι παραπομπές στην οδηγία 93/22/ΕΟΚ λογίζονται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία. Οι παραπομπές σε ορισμούς της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ, ή σε άρθρα της, λογίζονται ως παραπομπές σε αντίστοιχο ορισμό της παρούσας οδηγίας, ή σε άρθρο της.

ê 2004/39/ΕΚ

Άρθρο 9770

Μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο

ò νέο

1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, πριν από τις […] το αργότερο, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών των διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, περιλαμβάνουν σε αυτές αναφορά στην παρούσα οδηγία ή τις συνοδεύουν από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η εν λόγω αναφορά. Οι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν επίσης δήλωση με την οποία διευκρινίζεται ότι οι παραπομπές στις οδηγίες που καταργούνται από την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, λογίζονται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος της αναφοράς και η διατύπωση της δήλωσης αποφασίζονται από τα κράτη μέλη.

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις εν λόγω διατάξεις από τις […] εκτός των διατάξεων περί μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο του άρθρου 67 παράγραφος 2 που εφαρμόζονται από [δύο έτη μετά την ημερομηνία εφαρμογής της υπόλοιπης οδηγίας].

2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή και την ΕΑΚΑΑ το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

ê 2006/31/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 5

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία έως τις 31 Ιανουαρίου 2007. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

They shall apply these measures from 1 November 2007.

ê 2004/39/ΕΚ

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 71

Μεταβατικές διατάξεις

ê 2006/31/ΕΚ άρθρο 1 παράγραφος 6

1. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που έχουν ήδη λάβει άδεια παροχής επενδυτικών υπηρεσιών στο κράτος μέλος καταγωγής τους, πριν από την 1η Νοεμβρίου 2007, λογίζονται ότι διαθέτουν τέτοια άδεια για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, εφόσον οι νόμοι του οικείου κράτους μέλους προβλέπουν ότι για να αναλάβουν τέτοιες δραστηριότητες πρέπει να πληρούν απαιτήσεις ανάλογες με τις απαιτήσεις των άρθρων 9 έως 14.

2. Οι ρυθμιζόμενες αγορές ή διαχειριστές αγοράς που έχουν ήδη λάβει άδεια στο κράτος μέλος καταγωγής τους πριν από την 1η Νοεμβρίου 2007 λογίζονται ότι διαθέτουν τέτοια άδεια για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, εφόσον οι νόμοι του οικείου κράτους μέλους προβλέπουν ότι οι ρυθμιζόμενες αγορές ή οι διαχειριστές αγοράς πρέπει να πληρούν απαιτήσεις ανάλογες με τις απαιτήσεις του τίτλου III.

3. Οι συνδεδεμένοι αντιπρόσωποι οι ήδη εγγεγραμμένοι σε δημόσιο μητρώο πριν από την 1η Νοεμβρίου 2007 λογίζονται ως εγγεγραμμένοι σε δημόσιο μητρώο για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, εφόσον οι νόμοι του οικείου κράτους μέλους προβλέπουν ότι οι συνδεδεμένοι αντιπρόσωποι πρέπει να πληρούν απαιτήσεις ανάλογες με τις απαιτήσεις του άρθρου 23.

4. Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται πριν από την 1η Νοεμβρίου 2007 για τους σκοπούς των άρθρων 17, 18 ή 30 της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ λογίζονται ως κοινοποιηθείσες για τους σκοπούς των άρθρων 31 και 32 της παρούσας οδηγίας.

5. Κάθε υπάρχον σύστημα που εμπίπτει στον ορισμό ΠΜΔ τον οποίο διαχειρίζεται διαχειριστής ρυθμιζόμενης αγοράς εγκρίνεται ως ΠΜΔ κατόπιν αιτήσεως του διαχειριστή αγοράς της ρυθμιζόμενης αγοράς, εφόσον πληροί όρους ισοδύναμους με τους προβλεπόμενους στην παρούσα οδηγία για την έγκριση και λειτουργία ΠΜΔ και εφόσον η σχετική αίτηση υποβληθεί εντός δεκαοκτώ μηνών από την 1η Νοεμβρίου 2007.

ê 2004/39/ΕΚ

6. Οι επενδυτικές εταιρείες επιτρέπεται να συνεχίσουν να θεωρούν τους επαγγελματίες πελάτες τους ως επαγγελματίες, υπό την προϋπόθεση ότι ο χαρακτηρισμός αυτός δόθηκε από την επενδυτική εταιρεία βάσει κατάλληλης αξιολόγησης της πραγματογνωσίας, της πείρας και των γνώσεων του πελάτη, η οποία παρέχει εύλογες εγγυήσεις, υπό το φως της φύσεως των επιδιωκόμενων συναλλαγών ή υπηρεσιών, για το ότι ο πελάτης είναι σε θέση να λαμβάνει τις επενδυτικές αποφάσεις του και ότι κατανοεί τους ενδεχόμενους κινδύνους. Οι επενδυτικές αυτές εταιρείες ενημερώνουν τους πελάτες τους σχετικά με τους όρους που περιλαμβάνει η οδηγία για την ταξινόμηση των πελατών σε κατηγορίες.

ò νέο

Άρθρο 98

Καταργούμενες διατάξεις

Η οδηγία 2004/39/ΕΚ και οι μεταγενέστερες τροποποιήσεις της καταργούνται με ισχύ από τις […]. Οι παραπομπές στην οδηγία 2004/39/ΕΚ ή στην οδηγία 93/22/ΕΟΚ λογίζονται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία. Οι παραπομπές σε ορισμούς της οδηγίας 2004/39/ΕΚ ή της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ ή σε άρθρα τους λογίζονται ως παραπομπές σε αντίστοιχο ορισμό της παρούσας οδηγίας ή σε άρθρο της.

Άρθρο 99

Μεταβατικές διατάξεις

1. Οι υφιστάμενες επιχειρήσεις τρίτων χωρών μπορούν να συνεχίσουν να παρέχουν υπηρεσίες και να δραστηριοποιούνται στα κράτη μέλη, σύμφωνα με τα εθνικά καθεστώτα μέχρι [4 έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας].

2. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 94 για την παράταση της ισχύος της παραγράφου 1, λαμβάνοντας υπόψη τις αποφάσεις ισοδυναμίας που έχει ήδη εκδώσει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 3 και τις αναμενόμενες εξελίξεις στο κανονιστικό και εποπτικό πλαίσιο των τρίτων χωρών.

ê

Άρθρο 10072

Έναρξη ισχύος Θέση σε ισχύ

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημέρα της Ö εικοστή ημέρα από την ημέρα της Õ δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 10173

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ

Τμήμα A

Επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες

(1) Λήψη και διαβίβαση εντολών σχετικών με ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα·.

(2) Εκτέλεση εντολών για λογαριασμό πελατών·.

(3) Διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό·.

(4) Διαχείριση χαρτοφυλακίων·.

(5) Επενδυτικές συμβουλές·.

(6) Αναδοχή χρηματοπιστωτικών μέσων και/ή τοποθέτηση χρηματοπιστωτικών μέσων με δέσμευση ανάληψης·.

(7) Τοποθέτηση χρηματοπιστωτικών μέσων χωρίς δέσμευση ανάληψης·.

(8) Λειτουργία πολυμερούς διευκόλυνσης συναλλαγών·.

ò νέο

(9) Φύλαξη και διαχείριση χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό πελατών, περιλαμβανομένης της θεματοφυλακής και συναφών υπηρεσιών όπως η διαχείριση χρηματικών διαθεσίμων/παρεχόμενων εξασφαλίσεων·

(10) Λειτουργία Οργανωμένων Μηχανισμών Διαπραγμάτευσης.

ê

ð νέο

Τμήμα B

Παρεπόμενες υπηρεσίες

(1) Φύλαξη και διαχείριση χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό πελατών, περιλαμβανομένης της θεματοφυλακής και συναφών υπηρεσιών όπως η διαχείριση χρηματικών διαθεσίμων/παρεχόμενων ασφαλειών·

(1)(2) Παροχή πιστώσεων ή δανείων σε επενδυτή προς διενέργεια συναλλαγής σε ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα, στην οποία εμπλέκεται η επιχείρηση που παρέχει την πίστωση ή το δάνειο·

(2)(3) Παροχή συμβουλών σε επιχειρήσεις σχετικά με τη διάρθρωση του κεφαλαίου, τη κλαδική στρατηγική και συναφή θέματα, καθώς και συμβουλών και υπηρεσιών σχετικά με συγχωνεύσεις και εξαγορές επιχειρήσεων·

(3)(4) Υπηρεσίες ξένου συναλλάγματος εφόσον συνδέονται με την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών·

(4)(5) Έρευνα στον τομέα των επενδύσεων και χρηματοοικονομική ανάλυση ή άλλες μορφές γενικών συστάσεων που σχετίζονται με συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα·

(5)(6) Υπηρεσίες σχετιζόμενες με την αναδοχή·

(6)(7) Επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες καθώς και παρεπόμενες υπηρεσίες του είδους που αναφέρεται στο τμήμα Α ή Β του Παραρτήματος Ι σχετικά με τα υποκείμενα μέσα των παραγώγων που περιλαμβάνονται στο τμήμα Γ -5, 6, 7 και 10- εφόσον σχετίζονται με την παροχή επενδυτικών ή παρεπόμενων υπηρεσιών.

Τμήμα Γ

Χρηματοπιστωτικά μέσα

(1) Μεταβιβάσιμες κινητές αξίες

(2) Μέσα χρηματαγοράς

(3) Μερίδια οργανισμών συλλογικών επενδύσεων

(4) Συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης, συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, συμβάσεις ανταλλαγής (swaps), προθεσμιακές συμβάσεις επιτοκίων (forward-rate agreements) και άλλες παράγωγες συμβάσεις παραγώγων σχετιζόμενες με κινητές αξίες, νομίσματα, επιτόκια ή αποδόσεις, ð δικαιώματα εκπομπών ï ή άλλα παράγωγα μέσα παραγώγων, χρηματοπιστωτικούς δείκτες ή άλλα χρηματοπιστωτικά μεγέθη δεκτικά εκκαθαρίσεως με φυσική παράδοση ή με ρευστά διαθέσιμα

(5) Συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης, συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, συμβάσεις ανταλλαγής (swaps), προθεσμιακές συμβάσεις επιτοκίου και κάθε άλλη σύμβαση παράγωγου μέσου σχετιζόμενη με εμπορεύματα, που πρέπει να εκκαθαρισθούν με ρευστά διαθέσιμα ή μπορούν να εκκαθαρισθούν με ρευστά διαθέσιμα κατ' επιλογή ενός συμβαλλόμενου μέρους (αλλά όχι λόγω αδυναμίας πληρωμής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύμβασης)

(6) Συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης, συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, συμβάσεις ανταλλαγής (swaps) και κάθε άλλη σύμβαση παράγωγου μέσου σχετιζόμενη με εμπορεύματα, που επιδέχονται εκκαθαρίσεως με φυσική παράδοση, εφόσον είναι διαπραγματεύσιμα σε ρυθμιζόμενη αγορά ð ΟΜΔ ï ή/και ΠΣΠ ΠΜΔ

(7) Συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης, συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, συμβάσεις ανταλλαγής (swaps), προθεσμιακές συμβάσεις (forwards) και κάθε άλλη σύμβαση παράγωγου μέσου σχετιζόμενη με εμπορεύματα, που επιδέχονται εκκαθαρίσεως με φυσική παράδοση, εφόσον δεν αναφέρονται άλλως στο τμήμα Γ.6 και δεν προορίζονται για εμπορικούς σκοπούς και που έχουν τα χαρακτηριστικά άλλων παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, το κατά πόσον υπόκεινται σε εκκαθάριση ή διακανονισμό μέσω αναγνωρισμένων γραφείων συμψηφισμού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων

(8) Παράγωγα μέσα για τη μετακύλιση του πιστωτικού κινδύνου

(9) Χρηματοοικονομικές συμβάσεις επί διαφορών (contracts for differences)

(10) Συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης, συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, συμβάσεις ανταλλαγής (swaps), προθεσμιακές συμβάσεις επιτοκίου και κάθε άλλη σύμβαση παράγωγου μέσου σχετιζόμενη με κλιματικές μεταβλητές, ναύλους, άδειες εκπομπής ρύπων, ή ποσοστά πληθωρισμού ή άλλες επίσημες οικονομικές στατιστικές, που πρέπει να εκκαθαρισθούν με ρευστά διαθέσιμα ή μπορούν να εκκαθαρισθούν με ρευστά διαθέσιμα κατ' επιλογή ενός συμβαλλόμενου μέρους (αλλά όχι λόγω αδυναμίας πληρωμής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύμβασης), καθώς και κάθε άλλη σύμβαση παράγωγου μέσου σχετιζόμενη με περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα, υποχρεώσεις, δείκτες και μέτρα, εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόν τμήμα, που έχουν τα χαρακτηριστικά άλλων παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, το κατά πόσον είναι διαπραγματεύσιμα σε ρυθμιζόμενη αγορά ð , ΟΜΔ, ï ή ΠΣΠ ΠΜΔ, υπόκεινται σε εκκαθάριση ή διακανονισμό μέσω αναγνωρισμένων γραφείων συμψηφισμού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων.

ò νέο

(11) Δικαιώματα εκπομπών τα οποία περιλαμβάνουν μονάδες οιουδήποτε τύπου που πληρούν τις απαιτήσεις της οδηγίας 2003/87/ΕΚ (Σύστημα εμπορίας εκπομπών)

Τμήμα Δ

Κατάλογος υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων

(1) Διαχείριση εγκεκριμένων μηχανισμών δημοσίευσης (ΕΜΔ)·

(2) Διαχείριση παρόχου ενοποιημένων δελτίων παρακολούθησης·

(3) Διαχείριση εγκεκριμένου μηχανισμού καταγγελίας.·

ê

ð νέο

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΠΕΛΑΤΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΟΔΗΓΙΑΣ

Επαγγελματίας πελάτης είναι ο πελάτης που διαθέτει την πείρα, τις γνώσεις και την εμπειρογνωμοσύνη ώστε να λαμβάνει τις δικές του επενδυτικές αποφάσεις και να εκτιμά δεόντως τον κίνδυνο που αναλαμβάνει. Για να θεωρηθεί επαγγελματίας, ο πελάτης πρέπει να ανταποκρίνεται στα ακόλουθα κριτήρια:

I. Κατηγορίες πελατών που θεωρούνται επαγγελματίες

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, θεωρούνται επαγγελματίες για όλες τις επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες και τα χρηματοπιστωτικά μέσα:

(1) Οι οντότητες που υποχρεούνται να λάβουν άδεια λειτουργίας ή να υπαχθούν σε ρυθμίσεις για να ασκήσουν δραστηριότητες στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Ο κατωτέρω κατάλογος πρέπει να θεωρηθεί ότι περιλαμβάνει όλες τις οντότητες που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας και ασκούν τις χαρακτηριστικές για τις αναφερόμενες οντότητες δραστηριότητες: οντότητες που έχουν λάβει άδεια από ένα κράτος μέλος κατ' εφαρμογή οδηγίας, οντότητες που έχουν λάβει άδεια ή υπόκεινται στις ρυθμίσεις κράτους μέλους χωρίς αναφορά σε οδηγία, και οντότητες που έχουν λάβει άδεια ή υπόκεινται στις ρυθμίσεις τρίτης χώρας:

α)      Πιστωτικά ιδρύματα·

β)      Επιχειρήσεις επενδύσεων·

γ)       Άλλους α χρηματοπιστωτικά ιδρύματα χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που έχουν λάβει άδεια ή υπόκεινται σε ρυθμίσεις;

δ)      Ασφαλιστικές εταιρείες·

ε)       Οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων και εταιρείες διαχείρισης τους·

στ)     Συνταξιοδοτικά ταμεία και εταιρείες διαχείρισής τους·

ζ)       Διαπραγματευτές σε χρηματιστήρια εμπορευμάτων και συναφών παραγώγων·

η)      Τοπικές επιχειρήσεις·

θ)      Άλλοι θεσμικοί επενδυτές·

(2) Μεγάλες επιχειρήσεις που πληρούν δύο από τα ακόλουθα κριτήρια μεγέθους, σε βάση επί μέρους εταιρίας:

— σύνολο ισολογισμού: || 20.000.000 ευρώ,

— καθαρός κύκλος εργασιών: || 40.000.000 ευρώ,

— ίδια κεφάλαια: || 2.000.000 ευρώ.

(3) Εθνικές και περιφερειακές κυβερνήσεις, Ö συμπεριλαμβανομένων Õ δημόσιων φορέων που διαχειρίζονται το δημόσιο χρέος Ö σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο Õ , κεντρικές τράπεζες, διεθνείς και υπερεθνικοί οργανισμοί όπως η Παγκόσμια Τράπεζα, το ΔΝΤ, η ΕΚΤ, ΕΤΕπ. και άλλοι παρόμοιοι διεθνείς οργανισμοί.

(4) Άλλοι θεσμικοί επενδυτές των οποίων κύρια δραστηριότητα είναι η επένδυση σε χρηματοπιστωτικά μέσα, συμπεριλαμβανομένων οντοτήτων που έχουν ως αποκλειστικό σκοπό την τιτλοποίηση στοιχείων ενεργητικού ή άλλες χρηματοδοτικές συναλλαγές.

Οι ανωτέρω οντότητες θεωρούνται επαγγελματίες. Πρέπει ωστόσο να έχουν τη δυνατότητα να ζητούν να αντιμετωπιστούν ως μη επαγγελματίες και οι επιχειρήσεις επενδύσεων μπορούν να δεχθούν να τους παράσχουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας. Εάν ο πελάτης μιας επιχείρησης επενδύσεων είναι μια από τις επιχειρήσεις που αναφέρονται ανωτέρω, η επιχείρηση επενδύσεων πρέπει, προτού του παράσχει υπηρεσίες, να τον ενημερώσει ότι θεωρείται, με βάση τις πληροφορίες που διαθέτει η επιχείρηση, επαγγελματίας πελάτης και ότι θα αντιμετωπιστεί ως τέτοιος, εκτός εάν η επιχείρηση και ο πελάτης συμφωνήσουν διαφορετικά. Η επιχείρηση πρέπει επίσης να ενημερώσει τον πελάτη ότι μπορεί να ζητήσει την αλλαγή των όρων της σύμβασης για να τύχει υψηλότερης προστασίας.

Ο πελάτης που θεωρείται επαγγελματίας είναι αυτός που πρέπει να ζητήσει υψηλότερο επίπεδο προστασίας εάν θεωρεί ότι δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει ή να διαχειριστεί ορθά τους κινδύνους που αναλαμβάνει.

Το υψηλότερο επίπεδο προστασίας θα παρέχεται εάν ο πελάτης που θεωρείται επαγγελματίας συνάπτει γραπτή συμφωνία με την επιχείρηση επενδύσεων ότι δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως επαγγελματίας για τους σκοπούς της εφαρμογής των κανόνων δεοντολογίας της επιχείρησης επενδύσεων. Η συμφωνία πρέπει να διευκρινίζει εάν αυτό ισχύει για μία ή περισσότερες υπηρεσίες ή συναλλαγές ή για ένα ή περισσότερα είδη προϊόντων ή υπηρεσιών.

II. Πελάτες που μπορούν να αντιμετωπίζονται ως επαγγελματίες μετά από αίτησή τους

II.1. Κριτήρια καταλληλότητας

Μπορεί επίσης να επιτραπεί σε πελάτες εκτός εκείνων που αναφέρονται στο τμήμα Ι, περιλαμβανομένων των δημόσιων φορέων Ö των δημόσιων αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης, των δήμων και κοινοτήτων, καθώς Õ και των μεμονωμένων ιδιωτών επενδυτών, να παραιτηθούν από μέρος της προστασίας που τους παρέχουν οι κανόνες δεοντολογίας των επιχειρήσεων επενδύσεων.

Πρέπει συνεπώς να επιτρέπεται στις επιχειρήσεις επενδύσεων να αντιμετωπίζουν οποιονδήποτε από τους ανωτέρω πελάτες ως επαγγελματία, εφόσον τηρούνται τα κριτήρια και οι διαδικασίες που αναφέρονται κατωτέρω. Οι πελάτες αυτοί δεν πρέπει ωστόσο να θεωρούνται ότι έχουν γνώση της αγοράς και πείρα συγκρίσιμη με εκείνη των πελατών που απαριθμούνται στο τμήμα Ι.

Η παραίτηση από την προστασία των κανόνων δεοντολογίας θεωρείται ότι ισχύει μόνο εάν μια κατάλληλη αξιολόγηση της ικανότητας, της πείρας και των γνώσεων του πελάτη επιτρέπει στην επιχείρηση επενδύσεων να πεισθεί σε εύλογο βαθμό ότι, λαμβανομένης υπόψη της φύσης των σχεδιαζόμενων συναλλαγών ή υπηρεσιών, ο πελάτης είναι ικανός να λάβει μόνος επενδυτικές αποφάσεις και να κατανοήσει τους κινδύνους που αυτές ενέχουν.

Τα κριτήρια καταλληλότητας που εφαρμόζονται στους διαχειριστές και τους διευθυντές οντοτήτων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει των οδηγιών για τον χρηματοπιστωτικό τομέα μπορούν να θεωρηθούν παράδειγμα τέτοιας αξιολόγησης πείρας και γνώσεων. Στην περίπτωση μιας μικρής οντότητας, το πρόσωπο που αποτελεί αντικείμενο της ανωτέρω αξιολόγησης είναι το πρόσωπο που εξουσιοδοτείται να διενεργεί συναλλαγές για λογαριασμό της.

Κατά την αξιολόγηση αυτή πρέπει να πληρούνται δύο τουλάχιστον από τα ακόλουθα κριτήρια:

– ο πελάτης πραγματοποίησε κατά μέσον όρο 10 συναλλαγές επαρκούς όγκου ανά τρίμηνο στη σχετική αγορά στη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων τριμήνων,

– η αξία του χαρτοφυλακίου χρηματοπιστωτικών μέσων του πελάτη, οριζόμενο ως καταθέσεις μετρητών συν χρηματοπιστωτικά μέσα, υπερβαίνει τα 500.000 ευρώ,

– ο πελάτης κατέχει ή κατείχε επί ένα έτος τουλάχιστον επαγγελματική θέση στο χρηματοπιστωτικό τομέα η οποία απαιτεί γνώση των σχεδιαζόμενων συναλλαγών ή υπηρεσιών.

ð Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν συγκεκριμένα κριτήρια για την αξιολόγηση της εμπειρίας και των γνώσεων των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης που ζητούν να υπαχθούν στο καθεστώς των επαγγελματικών πελατών. Τα εν λόγω κριτήρια μπορεί να είναι διαφορετικά ή πρόσθετα σε σχέση με εκείνα της προηγούμενης παραγράφου. ï

II.2. Διαδικασία

Οι ανωτέρω οριζόμενοι πελάτες μπορούν να παραιτηθούν από την προστασία των κανόνων δεοντολογίας μόνο με την ακόλουθη διαδικασία:

– οι πελάτες γνωστοποιούν γραπτώς στην επιχείρηση επενδύσεων την επιθυμία τους να αντιμετωπιστούν ως πελάτες επαγγελματίες, είτε γενικά, είτε για μια συγκεκριμένη επενδυτική υπηρεσία ή συναλλαγή, είτε για ένα είδος συναλλαγών ή προϊόντων,

– η επιχείρηση επενδύσεων τους αποστέλλει γραπτή προειδοποίηση στην οποία διευκρινίζει σαφώς τις προστασίες και τα δικαιώματα αποζημίωσης που ενδέχεται να απολέσουν,

– οι πελάτες δηλώνουν γραπτώς, σε έγγραφο χωριστό από τη σύμβαση, ότι έχουν επίγνωση των συνεπειών που έχει η απώλεια αυτών των προστασιών.

Προτού αποφασίσει να δεχθεί την παραίτηση από την προστασία αυτή, η επιχείρηση επενδύσεων πρέπει να λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο για να βεβαιωθεί ότι ο πελάτης που επιθυμεί να αντιμετωπιστεί ως πελάτης επαγγελματίας πληροί τα κριτήρια που αναφέρονται στο τμήμα ΙΙ.1 ανωτέρω.

Ωστόσο, εάν οι πελάτες έχουν ήδη ταξινομηθεί ως επαγγελματίες με κριτήρια και διαδικασίες ανάλογες με τις προβλεπόμενες ανωτέρω, οι σχέσεις τους με τις επιχειρήσεις επενδύσεων δεν μπορούν να επηρεαστούν από ενδεχόμενους νέους κανόνες που θεσπίζονται σύμφωνα με το παρόν παράρτημα.

Οι επιχειρήσεις πρέπει να ταξινομούν τους πελάτες με εσωτερικές πολιτικές και διαδικασίες που έχουν διατυπωθεί εγγράφως. Οι επαγγελματίες πελάτες οφείλουν να γνωστοποιούν στην επιχείρηση κάθε μεταβολή που μπορεί να επηρεάσει την ταξινόμησή τους. Εάν η επιχείρηση επενδύσεων διαπιστώσει ότι ένας πελάτης δεν πληροί πλέον τους όρους βάσει των οποίων αντιμετωπίστηκε ως επαγγελματίας πελάτης, λαμβάνει κατάλληλα μέτρα.

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

προς χρήση για κάθε πρόταση ή πρωτοβουλία υποβαλλόμενη στη νομοθετική αρχή

(Άρθρα 28 του δημοσιονομικού κανονισμού και 22 των κανόνων εφαρμογής)

1.           ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

              1.1.    Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας

              1.2.    Σχετικός(οί) τομέας(είς) πολιτικής στη δομή ΔΒΔ/ΠΒΔ

              1.3.    Χαρακτήρας της πρότασης/πρωτοβουλίας

              1.4.    Στόχος(-οι)

              1.5.    Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας

              1.6.    Διάρκεια και δημοσιονομικός αντίκτυπος

              1.7.    Προβλεπόμενη(-ες) μέθοδος(-οι) διαχείρισης

2.           MEΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

              2.1.    Διατάξεις στον τομέα της παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων

              2.2.    Σύστημα διαχείρισης και ελέγχου

              2.3.    Μέτρα για την πρόληψη της απάτης και των παρατυπιών

3.           ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΟΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟΣ ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

              3.1.    Τομέας(-είς) του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμή(-ές) δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

              3.2.    Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις δαπάνες

              3.2.1. Συνοπτική παρουσίαση της εκτιμώμενης επίπτωσης στις δαπάνες

              3.2.2. Εκτιμώμενη επίπτωση στις επιχειρησιακές πιστώσεις

              3.2.3. Εκτιμώμενη επίπτωση στις πιστώσεις διοικητικής φύσης

              3.2.4. Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

              3.2.5. Συμμετοχή τρίτων στη χρηματοδότηση

              3.3.    Εκτιμώμενη επίπτωση στα έσοδα

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΓΙΑ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

1.           ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

1.1.        Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας

Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 2006 σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 2004/39/EΚ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID)

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων

1.2.        Σχετικός(οί) τομέας(είς) πολιτικής στη δομή ΔΒΔ/ΠΒΔ[65]

Εσωτερική αγορά – Χρηματοπιστωτικές αγορές

1.3.        Χαρακτήρας της πρότασης/πρωτοβουλίας

x Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά νέα δράση

¨ Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά νέα δράση μετά από πιλοτικό έργο/ προπαρασκευαστική δράση[66]

¨ Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά την επέκταση υφιστάμενης δράσης

¨ Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά δράση προσανατολισμένη προς νέα δράση

1.4.        Στόχοι

1.4.1      Ο(οι) πολυετής(-είς) στρατηγικός(-οί) στόχος(-οι) της Επιτροπής που αφορά η πρόταση/πρωτοβουλία

Ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών· μείωση του κινδύνου διατάραξης της αγοράς· μείωση του συστημικού κινδύνου· και αύξηση της αποτελεσματικότητας των χρηματοπιστωτικών αγορών και μείωση των περιττών δαπανών για τους συμμετέχοντες.

1.4.2.     Ειδικός(-οί) στόχος(-οι) και δραστηριότητα(-ες) ΔΒΔ/ΠΒΔ

Ειδικός στόχος αριθ..

Υπό το πρίσμα των ανωτέρω γενικών στόχων, σχετικοί είναι και οι ακόλουθοι ειδικοί στόχοι:

- Εξασφάλιση συνθηκών ισότιμου ανταγωνισμού για τους συμμετέχοντες στην αγορά·

- Μεγαλύτερη διαφάνεια για τους συμμετέχοντες στην αγορά·

- Ενίσχυση της διαφάνειας έναντι των ρυθμιστικών αρχών και των αρμοδιοτήτων των τελευταίων σε ζωτικούς τομείς και ενίσχυση του συντονισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

- Ενίσχυση της προστασίας των επενδυτών

- Αντιμετώπιση οργανωτικών ελλείψεων και της υπερβολικής ανάληψης κινδύνων ή της έλλειψης ελέγχου από τις επιχειρήσεις επενδύσεων και άλλους συμμετέχοντες στην αγορά

Οικείες δραστηριότητες ΔΒΔ/ΠΒΔ

1.4.3.     Αναμενόμενο(-α) αποτέλεσμα(-τα) και επιπτώσεις

Να προσδιοριστούν τα αποτελέσματα που αναμένεται να έχει η πρόταση/πρωτοβουλία όσον αφορά τους στοχοθετημένους(ες) δικαιούχους/ομάδες.

Η πρόταση αποσκοπεί στην:

- κατάλληλη ρύθμιση όλων των δομών της αγοράς και των συναλλαγών λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες των μικρότερων συμμετεχόντων, ιδίως των ΜΜΕ

- δημιουργία κατάλληλου πλαισίου για τις νέες συναλλακτικές πρακτικές

- βελτίωση της διαφάνειας των συναλλαγών για τους συμμετέχοντες στα χρηματιστήρια και αύξησή της για τις εξωχρηματιστηριακές αγορές

- ενίσχυση της διαφάνειας έναντι των ρυθμιστικών αρχών και των αρμοδιοτήτων των τελευταίων

- βελτίωση της συνέπειας στην εφαρμογή των κανόνων και του συντονισμού της εποπτείας που ασκούν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές

- βελτίωση της διαφάνειας και της εποπτείας των αγορών παραγώγων επί εμπορευμάτων

- ενίσχυση της των νομοθετικών ρυθμίσεων για προϊόντα, υπηρεσίες και παρόχους υπηρεσιών, όπου απαιτείται

- ενίσχυση των κανόνων επιχειρηματικής δεοντολογίας των επιχειρήσεων επενδύσεων

- αυστηρότερες οργανωτικές απαιτήσεις για τις επιχειρήσεις επενδύσεων

1.4.4.     Δείκτες αποτελεσμάτων και επιπτώσεων

Να προσδιοριστούν οι δείκτες για την παρακολούθηση της υλοποίησης της πρότασης/πρωτοβουλίας.

•        Έκθεση αξιολόγησης των επιπτώσεων στην αγορά από τους νέους Οργανωμένους Μηχανισμούς Διαπραγμάτευσης και τις εποπτικές εμπειρίες των ρυθμιστικών αρχών· δείκτες του αντίκτυπου πρέπει να είναι ο αριθμός των ΟΜΔ με άδεια στην ΕΕ· ο όγκος των συναλλαγών που διενεργούνται από αυτούς ανά χρηματοπιστωτικό μέσο σε σχέση με άλλους τόπους και ιδίως με τις εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές·

•        έκθεση επί της επιτευχθείσας προόδου στον τομέα της μετατόπισης των συναλλαγών τυποποιημένων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων προς χρηματιστήρια ή ηλεκτρονικούς φορείς συναλλαγών· δείκτες του αντίκτυπου πρέπει να είναι ο αριθμός των εγκαταστάσεων που συμμετέχουν σε συναλλαγές εξωχρηματιστηριακών παραγώγων· και ο όγκος των συναλλαγών εξωχρηματιστηριακών παραγώγων σε χρηματιστήρια και φορείς συναλλαγών σε αντίθεση με τον όγκο των συναλλαγών που παραμένουν εξωχρηματιστηριακές·

•        έκθεση σχετικά με τη λειτουργία στην πράξη του ειδικού καθεστώτος που είναι προσαρμοσμένο στις αγορές ανάπτυξης ΜΜΕ· δείκτες του αντίκτυπου πρέπει να είναι ο αριθμός των ΠΜΔ που έχουν καταχωριστεί ως αναπτυσσόμενη αγορά ΜΜΕ, ο αριθμός των εκδοτών που επιλέγουν να πραγματοποιούν τις συναλλαγές των χρηματοπιστωτικών τους μέσων στην νεοδημιουργηθείσα αναπτυσσόμενη αγορά ΜΜΕ· και η αλλαγή του όγκου των συναλλαγών των εκδοτών ΜΜΕ μετά την εφαρμογή της αναθεωρημένης οδηγίας MiFID·

•        έκθεση για τις πρακτικές επιπτώσεις των νεοεισαχθεισών απαιτήσεων όσον αφορά τις αυτόματες συναλλαγές και τις συναλλαγές υψηλής συχνότητας· δείκτες του αντίκτυπου πρέπει να είναι ο αριθμός επιχειρήσεων συναλλαγών υψηλής συχνότητας που έλαβαν νέες άδειες· και ο αριθμός των περιπτώσεων ανώμαλης διαπραγμάτευσης (εάν υπάρχουν) που θεωρούνται ότι συνδέονται με τις συναλλαγές υψηλής συχνότητας·

•        έκθεση για τις πρακτικές επιπτώσεις των αναδιαμορφωμένων κανόνων διαφάνειας όσον αφορά τις συναλλαγές σε μετοχές· δείκτες του αντίκτυπου πρέπει να είναι το ποσοστό του όγκου των συναλλαγών που εκτελούνται με βάση προ-διαπραγματευτικούς κανόνες διαφάνειας έναντι εξωχρηματιστηριακών εντολών· και η εξέλιξη του όγκου των συναλλαγών και των επιπέδων διαφάνειας χρεωστικών μέσων πλην μετοχών·

•        έκθεση για τις πρακτικές επιπτώσεις των αναδιαμορφωμένων κανόνων διαφάνειας όσον αφορά τις συναλλαγές ομολόγων, δομημένων προϊόντων και παραγώγων·· δείκτες του αντίκτυπου για τις εν λόγω δύο εκθέσεις πρέπει να το μέγεθος των αποκλίσεων που προσφέρουν οι ειδικοί διαπραγματευτές (market makers) μετά την εφαρμογή των νέων κανόνων διαφάνειας· και σε συνδυασμό με αυτές η εξέλιξη του κόστους των συναλλαγών για μέσα διαφόρων επιπέδων ρευστότητας στις διάφορες κατηγορίες ενεργητικού·

•        έκθεση για την λειτουργία του ενοποιημένου δελτίου παρακολούθησης στην πράξη· δείκτες του αντίκτυπου πρέπει να είναι ο αριθμός των παρόχων που προσφέρουν υπηρεσία ενοποιημένου δελτίου παρακολούθησης· και το ποσοστό του όγκου των συναλλαγών που καλύπτουν, καθώς και το εύλογο ύψος των τιμών που χρεώνουν·

•        έκθεση για την εμπειρία που θα προκύψει από τον μηχανισμό όσον αφορά την απαγόρευση ορισμένων προϊόντων ή πρακτικών· δείκτες του αντίκτυπου πρέπει να είναι πόσες φορές χρησιμοποιήθηκαν οι μηχανισμοί απαγόρευσης· και η αποτελεσματικότητα στην πράξη των εν λόγω απαγορεύσεων·

•        έκθεση για τις επιπτώσεις των προτεινόμενων μέτρων όσον αφορά τις αγορές παραγώγων επί εμπορευμάτων· δείκτες του αντίκτυπου πρέπει να είναι η αλλαγή στην μεταβλητότητα των τιμών στις αγορές παραγώγων επί εμπορευμάτων μετά την εφαρμογή της αναθεωρημένης οδηγίας MiFID·

•        έκθεση για την εμπειρία που θα προκύψει από καθεστώς τρίτων χωρών και καταγραφή του αριθμού και του τύπου των συμμετεχόντων από τρίτες χώρες στους οποίους χορηγήθηκε πρόσβαση· δείκτες του αντίκτυπου πρέπει να είναι η υιοθέτηση του νέου καθεστώτος από εταιρείες τρίτων χωρών· και οι εποπτικές εμπειρίες με τέτοιες εταιρείες στην πράξη· και

•        έκθεση για την εμπειρία όσον αφορά τα μέτρα που προορίζονται για την ενίσχυση της προστασίας των επενδυτών· δείκτες του αντίκτυπου πρέπει να είναι η εξέλιξη της συμμετοχής της λιανικής πώλησης στις συναλλαγές χρηματοπιστωτικών μέσων μετά την εφαρμογή της αναθεωρημένης οδηγίας MiFID· και ο αριθμός καθώς και η σοβαρότητα των περιπτώσεων στις οποίες υπέστησαν ζημίες εν γένει οι επενδυτές και ειδικότερα οι ιδιώτες επενδυτές .

1.5.        Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.5.1.     Βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη κάλυψη αναγκών

Βραχυπρόθεσμα ως αποτέλεσμα της εφαρμογής της οδηγίας/του κανονισμού στα κράτη μέλη:

- Κατάλληλη ρύθμιση όλων των δομών της αγοράς και των συναλλαγών λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες των μικρότερων συμμετεχόντων, ιδίως των ΜΜΕ

- Κατάλληλη ρύθμιση νέων συναλλακτικών πρακτικών όπως οι συναλλαγές υψηλής συχνότητας

- Βελτίωση της διαφάνειας των συναλλαγών για τους συμμετέχοντες στα χρηματιστήρια και αύξησή της για τις εξωχρηματιστηριακές αγορές

- Ενίσχυση της διαφάνειας έναντι των ρυθμιστικών αρχών και των αρμοδιοτήτων των τελευταίων

- Βελτίωση της συνέπειας στην εφαρμογή των κανόνων και του συντονισμού της εποπτείας που ασκούν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές

- Βελτίωση της διαφάνειας και της εποπτείας των αγορών παραγώγων που σχετίζονται με εμπορεύματα

- Ενίσχυση των νομοθετικών ρυθμίσεων για προϊόντα, υπηρεσίες και παρόχους υπηρεσιών, όπου απαιτείται

- Ενίσχυση των κανόνων επιχειρηματικής δεοντολογίας για τις επιχειρήσεις επενδύσεων

- Ενίσχυση των οργανωτικών απαιτήσεων για τις επιχειρήσεις επενδύσεων

1.5.2.     Προστιθέμενη αξία της παρέμβασης της ΕΕ

Τα περισσότερα από τα ζητήματα που καλύπτει η αναθεώρηση καλύπτονται ήδη σήμερα από το κεκτημένο και την οδηγία MiFID. Ακόμη, οι χρηματοπιστωτικές αγορές είναι εγγενώς διασυνοριακές εκ φύσεως, χαρακτηριστικό το οποίο εντείνεται ολοένα και περισσότερο. Για τις διεθνείς αγορές απαιτούνται διεθνείς κανόνες σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη έκταση. Οι προϋποθέσεις βάσει των οποίων οι επιχειρήσεις και οι διαχειριστές έχουν τη δυνατότητα να αναπτύξουν ανταγωνισμό στο πλαίσιο αυτό, ανεξάρτητα από το εάν οι κανόνες αυτοί αφορούν την προ-διαπραγματευτική και μετα-διαπραγματευτική διαφάνεια, την προστασία των επενδυτών ή την εκτίμηση και τον έλεγχο των κινδύνων που αντιμετωπίζουν οι συμμετέχοντες στην αγορά, πρέπει να είναι κοινοί κατά μήκος των συνόρων και σήμερα βρίσκονται όλες στο επίκεντρο της οδηγίας MiFID. Επί του παρόντος, απαιτείται δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την επικαιροποίηση και την τροποποίηση του κανονιστικού πλαισίου που ορίζεται από την οδηγία MiFID προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές από την εποχή της εφαρμογής της.

1.5.3.     Διδάγματα που αποκομίστηκαν από ανάλογες εμπειρίες του παρελθόντος

Η οδηγία για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID) ισχύει από το Νοέμβριο του 2007 κα αποτελεί πυλώνα ζωτικής σημασίας για την ολοκλήρωση της χρηματοπιστωτικής αγοράς της ΕΕ. Το αποτέλεσμα μετά από 3,5 έτη εφαρμογής είναι η αύξηση του ανταγωνισμού μεταξύ των τόπων διαπραγμάτευσης χρηματοπιστωτικών μέσων και η διεύρυνση των επιλογών που έχουν οι επενδυτές ως προς τους παρόχους υπηρεσιών και τα διαθέσιμα χρηματοπιστωτικά μέσα, πρόοδος που ενισχύθηκε και λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων.

Εντούτοις, εμφανίστηκαν ορισμένα προβλήματα. Πρώτον, ο μεγαλύτερος ανταγωνισμός δημιούργησε νέες προκλήσεις. Τα οφέλη από αυτόν τον αυξημένο ανταγωνισμό δεν έχουν επηρεάσει εξίσου όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά και δεν αγγίζουν πάντα τους τελικούς επενδυτές, είτε ιδιώτες είτε επαγγελματίες. Ο κατακερματισμός της αγοράς που προέκυψε από τον ανταγωνισμό έχει επίσης καταστήσει το περιβάλλον των διαπραγματεύσεων πιο πολύπλοκο, ειδικά ως προς τη συγκέντρωση των σχετικών με αυτές δεδομένων. Δεύτερον, οι εξελίξεις στην αγορά και στην τεχνολογία έχουν καταστήσει ξεπερασμένες ορισμένες διατάξεις της οδηγίας MiFID. Το κοινό συμφέρον σε ένα διαφανές περιβάλλον ισότιμου ανταγωνισμού των τόπων διαπραγμάτευσης και των επιχειρήσεων επενδύσεων κινδυνεύει να υπονομευθεί. Τρίτον, η χρηματοπιστωτική κρίση έχει καταστήσει εμφανείς τις αδυναμίες της ρύθμισης των χρηματοπιστωτικών μέσων πλην των μετοχών που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης κυρίως μεταξύ επαγγελματιών επενδυτών. Οι προηγούμενες εκτιμήσεις ότι η ελάχιστη διαφάνεια, εποπτεία και προστασία του καταναλωτή ως προς τις εν λόγω διαπραγματεύσεις προάγουν περισσότερο την αποδοτικότητα της αγοράς, δεν ευσταθούν πλέον. Τελικά, η ταχεία καινοτομία και η αυξανόμενη πολυπλοκότητα των χρηματοπιστωτικών μέσων υπογραμμίζουν την σημασία επικαιροποιημένης, υψηλού επιπέδου προστασίας των επενδυτών. Αν και αιτιολογείται σε μεγάλο βαθμό λόγω της εμπειρίας της χρηματοπιστωτικής κρίσης, εντούτοις οι συνολικοί κανόνες της οδηγίας MiFID καθιστούν έκδηλη την ανάγκη για στοχευμένες, αλλά φιλόδοξες βελτιώσεις.

1.5.4.     Συνέπεια και ενδεχόμενη συνέργεια με άλλα συναφή μέσα

Οι εντοπισθέντες στόχοι συνάδουν με τους θεμελιώδεις στόχους της ΕΕ για την προώθηση της εναρμονισμένης και βιώσιμης ανάπτυξης των οικονομικών δραστηριοτήτων, την επίτευξη υψηλού βαθμού ανταγωνιστικότητας και υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών, που περιλαμβάνει την ασφάλεια και την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των πολιτών (άρθρο 169 ΣΛΕΕ).

Οι εν λόγω στόχοι συνάδουν επίσης με το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που πρότεινε η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της σχετικά με την υλοποίηση της ευρωπαϊκής ανάκαμψης. Πιο πρόσφατα, στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 2ας Ιουνίου 2010 σχετικά με την «Ρύθμιση των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών για διατηρήσιμη ανάπτυξη», η Επιτροπή ανέφερε ότι θα πρότεινε κατάλληλη αναθεώρηση της οδηγίας MiFID.

Επιπλέον, με άλλες νομοθετικές προτάσεις που έχουν ήδη εκδοθεί ή πρόκειται να εκδοθούν από την Επιτροπή συμπληρώνεται η αναθεώρηση της οδηγίας MiFID από πλευράς ενίσχυσης της διαφάνειας και της ακεραιότητας της αγοράς, καθώς και από πλευράς ελέγχου της διατάραξης της αγοράς και ενίσχυσης της προστασίας των επενδυτών. Η πρόταση κανονισμού για τις ανοικτές πωλήσεις και τις συμβάσεις αντιστάθμισης πιστωτικού κινδύνου περιλαμβάνει καθεστώς δημοσιοποίησης των ανοικτών πωλήσεων γεγονός που θα διευκόλυνε τις ρυθμιστικές αρχές να εντοπίζουν πιθανές περιπτώσεις χειραγώγησης της αγοράς. Η πρόταση κανονισμού για τα παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών θα ενισχύσει επίσης τη διαφάνεια των σημαντικών θέσεων στις αγορές παραγώγων όσον αφορά τις ρυθμιστικές αρχές και θα μειώσει τους συστημικούς κινδύνους για τους συμμετέχοντες στην αγορά. Η αναθεώρηση της οδηγίας MAD που πρέπει να υποβληθεί μαζί με την αναθεώρηση της οδηγίας MiFID θα έχει ως στόχο την διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής και την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της οδηγίας συμβάλλοντας στην επίτευξη καλύτερων και ορθότερων χρηματοπιστωτικών αγορών. Τα ζητήματα των απαιτήσεων διαφάνειας που αφορούν συγκεκριμένα τις φυσικές αγορές ενέργειας, καθώς και την αναφορά των συναλλαγών, για να εξασφαλιστεί η ακεραιότητα των ενεργειακών αγορών αποτελούν αντικείμενο της πρότασης κανονισμού της Επιτροπής για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στην ενεργειακή αγορά.

1.6.        Διάρκεια και δημοσιονομικός αντίκτυπος

¨ Πρόταση/πρωτοβουλία περιορισμένης διάρκειας

¨ Ισχύουσα πρόταση/πρωτοβουλία από την [ΗΗ/ΜΜ]ΕΕΕΕ μέχρι την [ΗΗ/ΜΜ]ΕΕΕΕ

¨ Δημοσιονομική επίπτωση από το ΕΕΕΕ έως το ΕΕΕΕ

x Πρόταση/πρωτοβουλία απεριόριστης διάρκειας

1.7.        Προβλεπόμενος(οι) τρόπος(οι) διαχείρισης[67]

x Κεντρική άμεση διαχείριση από την Επιτροπή

¨ Κεντρική έμμεση διαχείριση με ανάθεση καθηκόντων εκτέλεσης σε:

¨ εκτελεστικούς οργανισμούς

¨ οργανισμούς που δημιουργούνται από τις Κοινότητες[68]

¨ εθνικούς δημόσιους οργανισμούς / οργανισμούς με αποστολή δημόσιας υπηρεσίας

¨ πρόσωπα επιφορτισμένα με την εκτέλεση συγκεκριμένων δράσεων δυνάμει του τίτλου V της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως προσδιορίζονται στην αντίστοιχη βασική πράξη κατά την έννοια του άρθρου 49 του δημοσιονομικού κανονισμού.

¨ Επιμερισμένη διαχείριση με τα κράτη μέλη.

¨ Αποκεντρωμένη διαχείριση με τρίτες χώρες

¨ Από κοινού διαχείριση με διεθνείς οργανισμούς (να προσδιοριστεί)

Αν αναφέρονται περισσότεροι τρόποι διαχείρισης, παρακαλείσθε να τους διευκρινίσετε στο τμήμα «Παρατηρήσεις».

Παρατηρήσεις

2.           MEΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

2.1.        Διατάξεις στον τομέα της παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων

Να προσδιοριστούν η συχνότητα και οι όροι.

Το άρθρο 81 του κανονισμού για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών προβλέπει αξιολόγηση της πείρας που αποκτάται ως αποτέλεσμα της λειτουργίας της Αρχής, ανά τριετία από την έναρξη λειτουργίας της. Για τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή δημοσιεύει γενική έκθεση, η οποία υποβάλλεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

2.2.        Σύστημα διαχείρισης και ελέγχου

2.2.1.     Κίνδυνος(-οι) που έχει(-ουν) επισημανθεί

Διεξήχθη εκτίμηση των επιπτώσεων για την πρόταση μεταρρύθμισης του συστήματος χρηματοπιστωτικής εποπτείας στην ΕΕ για να συνοδεύσει τα σχέδια κανονισμών σχετικά με την σύσταση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών.

Οι πρόσθετοι πόροι για την ΕΑΚΑΑ που προβλέπονται βάσει της παρούσας πρότασης απαιτούνται ώστε η ΕΑΚΑΑ να μπορεί να ανταποκριθεί στις αρμοδιότητές της και ιδίως στο ρόλο της όσον αφορά την εξασφάλιση των εξής:

- Εναρμόνιση και συντονισμό των κανόνων που ισχύουν για τους τόπους συναλλαγών και αύξηση της διαφάνειας των αγορών παραγώγων με τον προσδιορισμό των κατηγοριών των παραγώγων που πρέπει να αποτελούν αντικείμενο συναλλαγής σε οργανωμένους τόπους συναλλαγών.

- Εναρμονισμένο και βελτιωμένο επίπεδο διαφάνειας στις χρηματιστηριακές και τις εξωχρηματιστηριακές αγορές εξασφαλίζοντας συμβατότητα και συνέπεια των εξαιρέσεων από τις προ-διαπραγματευτικές απαιτήσεις διαφάνειας και θεσπίζοντας πρότυπα για την αναφορά στοιχείων ώστε να ενισχυθεί η ποιότητα των δεδομένων και να διευκολυνθεί η ενοποίησή τους.

- Ενίσχυση και εξασφάλιση συνεπούς εφαρμογής των εθνικών αρμοδιοτήτων ρύθμισης μέσω: της εξασφάλισης συντονισμού των εθνικών αρμοδιοτήτων που σχετίζονται με την απαγόρευση προϊόντων και την διαχείριση θέσεων στις αγορές παραγώγων. Επιπλέον η ΕΑΚΑΑ πρέπει να έχει άμεση αρμοδιότητα στους τομείς αυτούς για να αντιμετωπίσει απειλές όσον αφορά την προστασία των επενδυτών ή/και την εύρυθμη λειτουργία των αγορών σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης· της εξασφάλισης ελάχιστης εναρμόνισης των διοικητικών κυρώσεων σε επίπεδο ΕΕ μέσω της έκδοσης κατευθύνσεων· της εξασφάλισης συντονισμού και εναρμόνισης των όρων πρόσβασης που παρέχονται σε επιχειρήσεις τρίτων χωρών.

- Εναρμόνιση και συντονισμό των κανόνων που σχετίζονται με την δημοσιοποίηση θέσεων από κατηγορίες διαπραγματευτών στις αγορές παραγώγων επί εμπορευμάτων που θα βελτιώσουν την εποπτεία και την διαφάνεια των εν λόγω αγορών.

- Εναρμόνιση και συντονισμό των κανόνων που καθορίζουν τα στοιχεία τα οποία σχετίζονται με την υλοποίηση των συναλλαγών και τα οποία θα πρέπει να δημοσιοποιούνται από τους τόπους συναλλαγών για να διευκολύνεται η βέλτιστη εκτέλεση των καθηκόντων των επιχειρήσεων επενδύσεων.

- Ενίσχυση του πλαισίου εταιρικής διακυβέρνησης με τον προσδιορισμό των καθηκόντων της επιτροπής ανάδειξης υποψηφίων που έχει επιφορτιστεί με την κατονομασία των μελών του διοικητικού οργάνου καθώς και με την σύνταξη κατευθύνσεων για τον τρόπο αξιολόγησης της καταλληλότητας των μελών του διοικητικού οργάνου.

Ελλείψει των εν λόγω πόρων η Αρχή δεν θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στο ρόλο της εγκαίρως και αποτελεσματικά.

2.2.2.     Προβλεπόμενη(-ες) μέθοδος(-οι) ελέγχου

Τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου που προβλέπονται στον κανονισμό περί ΕΑΚΑΑ θα ισχύσουν επίσης και όσον αφορά το ρόλο της ΕΑΚΑΑ με βάση την παρούσα πρόταση.

Το τελικό σύνολο δεικτών για την αξιολόγηση των επιδόσεων της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών θα αποφασιστεί από την Επιτροπή κατά τη διεξαγωγή της πρώτης προβλεπόμενης αξιολόγησης. Για την τελική αξιολόγηση, οι ποσοτικοί δείκτες θα είναι εξίσου σημαντικοί με τα ποιοτικά στοιχεία που θα συγκεντρώνονται κατά τις διαβουλεύσεις. Η αξιολόγηση θα επαναλαμβάνεται κάθε τρία χρόνια.

2.3.        Μέτρα για την πρόληψη της απάτης και των παρατυπιών

Να προσδιοριστούν υπάρχοντα ή προβλεπόμενα μέτρα πρόληψης και προστασίας.

Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων πρακτικών εφαρμόζονται στην ΕΑΚΑΑ άνευ περιορισμών οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF).

Η Αρχή προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία, της 25ης Μαΐου 1999, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και εγκρίνει άμεσα τις ενδεδειγμένες διατάξεις που ισχύουν για όλο το προσωπικό της Αρχής.

Οι αποφάσεις και οι συμφωνίες χρηματοδότησης, καθώς και οι πράξεις εφαρμογής που απορρέουν από αυτές, προβλέπουν ρητά ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF μπορούν να διεξάγουν, εφόσον είναι αναγκαίο, επιτόπιους ελέγχους στους δικαιούχους πόρων που έχουν εκταμιευθεί από την Αρχή, καθώς και στο προσωπικό που είναι αρμόδιο για τη χορήγηση των εν λόγω πόρων.

3.           ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΟΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟΣ ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

3.1.        Τομέας(-είς) του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμή(-ές) δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

Υφιστάμενες γραμμές προϋπολογισμού για δαπάνες

Κατά σειρά τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμών του προϋπολογισμού.

Τομέας του πολυετούς δημοσιο-νομικού πλαισίου || Γραμμή προϋπολογισμού || Είδος δαπάνης || Συνεισφορά

Αριθμός [Περιγραφή…………………………………] || ΔΠ/ΜΔΠ ([69]) || χωρών της ΕΖΕΣ[70] || υποψήφιων χωρών[71] || τρίτων χωρών || με την έννοια του άρθρου 18(1)(αα) του δημοσιονομικού κανονισμού

|| [12.040401.01] ΕΑΚΑΑ – Επιχορήγηση βάσει των τίτλων 1 και 2 (Δαπάνες προσωπικού και διοικητικές δαπάνες) || Διαχωρ. || ΝΑΙ || ΟΧΙ || ΟΧΙ || ΟΧΙ

Νέες γραμμές του προϋπολογισμού, των οποίων έχει ζητηθεί η δημιουργία

Κατά σειρά τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμών του προϋπολογισμού.

3.2.        Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις δαπάνες

3.2.1.     Συνοπτική παρουσίαση της εκτιμώμενης επίπτωσης στις δαπάνες

εκατ. ευρώ (3 δεκαδικά ψηφία)

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || 1A || Ανταγωνιστικότητα για την Ανάπτυξη και την Απασχόληση

ΓΔ: <MARKT> || || || Έτος 2013[72] || Έτος 2014 || Έτος 2015 || || Να εισαχθούν όσα έτη χρειάζονται, ώστε να αντικατοπτρίζεται η διάρκεια του αντίκτυπου (Πρβλ. σημείο 1.6) || ΣΥΝΟΛΟ

Ÿ Επιχειρησιακές πιστώσεις || || || || || || || ||

12.0404.01 || Δεσμεύσεις || (1) || 0,394 || 0,675 || 0,675 || || || || || 1,744

Πληρωμές || (2) || 0,394 || 0,675 || 0,675 || || || || || 1,744

Αριθμός γραμμής του προϋπολογισμού || Δεσμεύσεις || (1a) || || || || || || || ||

Πληρωμές || (2a) || || || || || || || ||

Πιστώσεις διοικητικής φύσεως χρηματοδοτούμενες από το κονδύλιο για ειδικά προγράμματα[73] || || || || || || || ||

Αριθμός γραμμής του προϋπολογισμού || || (3) || 0 || 0 || 0 || || || || ||

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων για τη ΓΔ <MARKT> || Δεσμεύσεις || =1+1a +3 || 0,394 || 0,675 || 0,675 || || || || || 1,744

Πληρωμές || =2+2a +3 || 0,394 || 0,675 || 0,675 || || || || || 1,744

Ÿ ΣΥΝΟΛΟ επιχειρησιακών πιστώσεων || Δεσμεύσεις || (4) || 0 || 0 || 0 || || || || ||

Πληρωμές || (5) || 0 || 0 || 0 || || || || ||

Ÿ ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων διοικητικής φύσεως που χρηματοδοτούνται από το κονδύλιο συγκεκριμένων προγραμμάτων || (6) || 0 || 0 || 0 || || || || ||

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων του ΤΟΜΕΑ <1A> του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || Δεσμεύσεις || =4+ 6 || 0,394 || 0,675 || 0,675 || || || || || 1,744

Πληρωμές || =5+ 6 || 0,394 || 0,675 || 0,675 || || || || || 1,744

Παρατηρήσεις :

1) Καθήκοντα που αφορούν όλες τις αγορές και τις δομές συναλλαγών

Τόποι διαπραγμάτευσης

Η ΕΑΚΑΑ υποχρεούται να συντάξει 4 δεσμευτικά τεχνικά πρότυπα σχετικά με την διαδικασία κοινοποίησης των τόπων διαπραγμάτευσης προς τις αρμόδιες αρχές, τη δημοσίευση και τους όρους υπό τους οποίους οι συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα θα πρέπει να αναστέλλονται καθώς και με την συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ τόπων συναλλαγών.

Συναλλαγές σε παράγωγα

Η ΕΑΚΑΑ υποχρεούνται να συντάξει 2 δεσμευτικά τεχνικά πρότυπα στα οποία να καθορίζονται ποιες κατηγορίες παραγώγων ή υποσύνολά τους θα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο συναλλαγών μόνο σε οργανωμένους τόπους συναλλαγών καθώς τα κριτήρια καθορισμού του εάν μια κατηγορία παραγώγων ή υποσύνολό της θεωρείται ότι είναι επαρκώς ρευστό για να αποτελέσει αντικείμενο συναλλαγών σε οργανωμένους τόπους συναλλαγών.

2) Διαφάνεια συναλλαγών σε χρηματιστηριακές και εξωχρηματιστηριακές αγορές

Αγορές μετοχικών τίτλων

Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να δημοσιεύσει γνωμοδότηση αξιολόγησης της συμβατότητας κάθε παρέκκλισης όσον αφορά προ-διαπραγματευτική διαφάνεια από τις προ-διαπραγματευτικές απαιτήσεις διαφάνειας για ρυθμιζόμενες αγορές, ΠΜΔ και ΟΜΔ και θα υποβάλλει ετήσια έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τον τρόπο χρήσης τους στην πράξη.

Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να παρακολουθεί την εφαρμογή των διευθετήσεων για χρονική μετάθεση της μετα-διαπραγματευτικής δημοσιοποίησης από τους τόπους συναλλαγών και θα υποβάλλει ετήσια έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τον τρόπο χρήσης τους στην πράξη.

Αγορές μη μετοχικών τίτλων

Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να δημοσιεύσει γνωμοδότηση αξιολόγησης της συμβατότητας κάθε παρέκκλισης όσον αφορά την προ-διαπραγματευτική διαφάνεια από τις προ-διαπραγματευτικές απαιτήσεις διαφάνειας για ρυθμιζόμενες αγορές, ΠΜΔ και ΟΜΔ και θα υποβάλλει ετήσια έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τον τρόπο χρήσης τους στην πράξη. Η ΕΑΚΑΑ θα υποχρεούται να παρακολουθεί τις υποχρεώσεις προ-διαπραγματευτικής διαφάνειας ομολόγων, δομημένων προϊόντων και επιλέξιμων προς εκκαθάριση παραγώγων που υπέχουν οι επιχειρήσεις επενδύσεων όταν εκτελούν εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές και υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή περί της εφαρμογής της εν λόγω υποχρέωσης εντός 2 ετών από την έναρξη ισχύος.

Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να παρακολουθεί την εφαρμογή των διευθετήσεων για χρονική μετάθεση της μετα-διαπραγματευτικής δημοσιοποίησης από τους τόπους συναλλαγών και θα υποβάλλει ετήσια έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τον τρόπο χρήσης τους στην πράξη.

Υπηρεσίες αναφοράς δεδομένων

Η ΕΑΚΑΑ θα απαιτηθεί να συντάξει 3 δεσμευτικά τεχνικά πρότυπα με τα οποία να καθορίζονται μορφότυποι και πρότυπα δεδομένων που θα πρέπει να χρησιμοποιούν οι τόποι συναλλαγών, οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι εγκεκριμένοι μηχανισμοί δημοσίευσης (ΕΜΔ) ώστε να διευκολύνεται η ενοποίηση των μετα-διαπραγματευτικών πληροφοριών για αμφότερες τις αγορές μετοχικών και μη μετοχικών τίτλων, καθώς και οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στις αρμόδιες αρχές από τους παρόχους υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων που υποβάλλουν αίτηση για χορήγηση άδειας.

3) Ενίσχυση της διαφάνειας έναντι των ρυθμιστικών αρχών και των αρμοδιοτήτων των τελευταίων· Βελτίωση της συνέπειας στην εφαρμογή των κανόνων και του συντονισμού της εποπτείας που ασκούν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές

Απαγορεύσεις προϊόντων

Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να συντονίζει τα μέτρα που θα λάβουν οι εθνικές αρμόδιες αρχές για την μόνιμη απαγόρευση χρηματοπιστωτικών προϊόντων ή πρακτικών. Επιπλέον, η ΕΚΑΑ θα απαιτηθεί να διαθέτει άμεση αρμοδιότητα για την προσωρινή απαγόρευση προϊόντων ή υπηρεσιών σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.

Συντονισμός εθνικών μέτρων διαχείρισης θέσεων και ορίων θέσεων από την ΕΑΚΑΑ

Η ΕΑΚΑΑ θα αναλάβει ρόλο διευκόλυνσης και συντονισμού όσον αφορά τις αρμοδιότητες διαχείρισης θέσεων και ορίων θέσεων που ασκούν οι εθνικές αρμόδιες αρχές. Επιπλέον η ΕΑΚΑΑ θα διαθέτει άμεση εξουσία να ζητήσει πληροφορίες από οποιοδήποτε πρόσωπο σχετικά με τις θέσεις που λαμβάνονται σε οιοδήποτε τύπο παραγώγων, να ζητήσει από οποιοδήποτε πρόσωπο να μειώσει το μέγεθος θέσης που έχει λάβει και να περιορίσει την ικανότητα προσώπων να εισέλθουν σε σύμβαση παραγώγου επί εμπορευμάτων.

Κυρώσεις

Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές που να απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, σχετικά με τους τύπους διοικητικών μέτρων και κυρώσεων και το ύψος των διοικητικών χρηματικών προστίμων που θα επιβάλλονται σε μεμονωμένες περιπτώσεις με βάση το εθνικό νομοθετικό πλαίσιο.

Η ΕΑΚΑΑ θα συντάξει 1 δεσμευτικό τεχνικό πρότυπο σχετικά με τις διαδικασίες και τα έντυπα υποβολής πληροφοριών από τις εθνικές αρμόδιες αρχές στην ΕΑΚΑΑ όσον αφορά τα διοικητικά μέτρα, τις κυρώσεις και τα χρηματικά πρόστιμα και τις ποινικές κυρώσεις.

Όροι πρόσβασης επιχειρήσεων τρίτων χωρών

Η ΕΑΚΑΑ θα έχει ρόλο καταχώρησης όσον αφορά τις επιχειρήσεις εκτός ΕΕ που προτίθενται να προχωρήσουν στην παροχή επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων στην Ένωση χωρίς την εγκατάσταση υποκαταστήματος σε ένα κράτος μέλος. Επιπλέον η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να καταρτίσει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό των πληροφοριών τις οποίες θα πρέπει να υποβάλλουν στην ΕΑΚΑΑ οι αιτούσες επιχειρήσεις τρίτων χωρών με την αίτησή τους, και θα πρέπει να συνάψει συμφωνίες συνεργασίας με την αρμόδια αρχή των τρίτων χωρών των οποίων τα νομικά και εποπτικά πλαίσια έχουν αναγνωριστεί ως ισοδύναμα με εκείνα της Ένωσης.4) Βελτίωση της διαφάνειας και της εποπτείας των αγορών παραγώγων επί εμπορευμάτων

Αναφορά θέσης ανά κατηγορία διαπραγματευτή

Η ΕΑΚΑΑ θα καταρτίσει ένα δεσμευτικό τεχνικό πρότυπο στο οποίο θα προσδιορίζονται τα ανώτατα όρια πέραν των οποίων οι θέσεις ανά κατηγορία διαπραγματευτή θα πρέπει να δημοσιοποιούνται, τον μορφότυπο των εβδομαδιαίων αναφορών με τις οποίες θα δημοσιοποιούνται οι ανοικτές θέσεις ανά κατηγορία διαπραγματευτή και το περιεχόμενο των πληροφοριών που πρέπει να υποβάλλουν τα μέλη και οι συμμετέχοντες ρυθμιζόμενων αγορών, ΠΜΔ και ΟΜΔ.

5) Ενίσχυση των κανόνων επιχειρηματικής δεοντολογίας για τις επιχειρήσεις επενδύσεων

Βέλτιστη εκτέλεση

Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να καταρτίσει δύο δεσμευτικά τεχνικά πρότυπα που θα καθορίζουν το περιεχόμενο, τον μορφότυπο και την περιοδικότητα των στοιχείων που σχετίζονται με την ποιότητα της εκτέλεσης εντολών τα οποία οφείλουν να δημοσιεύουν οι τόποι διαπραγμάτευσης, καθώς και για τον καθορισμό του περιεχομένου και του μορφότυπου των πληροφοριών που οφείλουν να δημοσιεύουν οι επιχειρήσεις επενδύσεων όσον αφορά τους πέντε κορυφαίους τόπους στους οποίους εκτέλεσαν εντολές πελατών.

Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση των χρηματοπιστωτικών μέσων στα οποία έχουν ενσωματωθεί μέσα που καθιστούν δύσκολη την κατανόηση από την πλευρά του πελάτη του εγκυμονούντος κινδύνου.

6) Ενίσχυση των οργανωτικών απαιτήσεων για τις επιχειρήσεις επενδύσεων

Εταιρική διακυβέρνηση

Η ΕΑΚΑΑ θα εξασφαλίσει την ύπαρξη κατευθυντηρίων γραμμών για την αξιολόγηση της καταλληλότητας των μελών του διοικητικού οργάνου, λαμβάνοντας υπ' όψη τους διαφορετικούς ρόλους και καθήκοντα των εν λόγω μελών.

Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει καταρτίσει ένα δεσμευτικό τεχνικό πρότυπο που θα καθορίζει τα καθήκοντα της επιτροπής ανάδειξης υποψηφίων που έχει επιφορτιστεί με την κατονομασία των μελών του διοικητικού οργάνου.

Αν η πρόταση/πρωτοβουλία επηρεάζει περισσότερους από έναν τομείς:

Ÿ ΣΥΝΟΛΟ επιχειρησιακών πιστώσεων || Δεσμεύσεις || (4) || || || || || || || ||

Πληρωμές || (5) || || || || || || || ||

Ÿ ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων διοικητικής φύσεως που χρηματοδοτούνται από το κονδύλιο συγκεκριμένων προγραμμάτων || (6) || || || || || || || ||

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων υπό τους ΤΟΜΕΙΣ 1 έως 4 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου (Ποσό αναφοράς) || Δεσμεύσεις || =4+ 6 || 0,394 || 0,675 || 0,675 || || || || || 1,744

Πληρωμές || =5+ 6 || 0,394 || 0,675 || 0,675 || || || || || 1,744

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || 5 || «Διοικητικές δαπάνες»

εκατ. ευρώ (3 δεκαδικά ψηφία)

|| || || Έτος 2012 || Έτος 2013 || Έτος 2014 || || Να εισαχθούν όσα έτη χρειάζονται, ώστε να αντικατοπτρίζεται η διάρκεια του αντίκτυπου (Πρβλ. σημείο 1.6) || ΣΥΝΟΛΟ

ΓΔ: <MARKT> ||

Ÿ Ανθρώπινοι πόροι || 0 || 0 || 0 || || || || ||

Ÿ Άλλες διοικητικές δαπάνες || 0 || 0 || 0 || || || || ||

ΣΥΝΟΛΟ ΓΔ <….> || Πιστώσεις: || || || || || || || ||

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων του ΤΟΜΕΑ 5 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || (Σύνολο αναλήψεων υποχρεώσεων = Σύνολο πληρωμών) || 0 || 0 || 0 || || || || ||

εκατ. ευρώ (3 δεκαδικά ψηφία)

|| || || Έτος 2012[74] || Έτος 2013 || Έτος 2014 || || Να εισαχθούν όσα έτη χρειάζονται, ώστε να αντικατοπτρίζεται η διάρκεια του αντίκτυπου (Πρβλ. σημείο 1.6) || ΣΥΝΟΛΟ

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων υπό τους ΤΟΜΕΙΣ 1 έως 5 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || Δεσμεύσεις || 0,394 || 0,675 || 0,675 || || || || || 1,744

Πληρωμές || 0,394 || 0,675 || 0,675 || || || || || 1,744

3.2.2.     Εκτιμώμενη επίπτωση στις επιχειρησιακές πιστώσεις

¨ Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων

x Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Οι συγκεκριμένοι στόχοι της πρότασης καθορίζονται στο σημείο 1.4.2. Θα επιτευχθούν μέσω των προτεινόμενων νομοθετικών μέτρων, τα οποία πρέπει να εφαρμοστούν σε εθνικό επίπεδο και μέσω της εμπλοκής της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ).

Συγκεκριμένα, να και είναι αδύνατο να αποδοθούν συγκεκριμένα αριθμητικά αποτελέσματα σε κάθε επιχειρησιακό στόχο, ο ρόλος της ΕΑΚΑΑ πρέπει να συμβάλλει στην βελτίωση της εμπιστοσύνης των επενδυτών και των χρηστών των αγορών παραγώγων, σε μεγάλη μείωση των συστημικών κινδύνων και σε ουσιαστικές βελτιώσεις όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των αγορών. Πρώτον, οι βελτιωμένοι κανόνες διαφάνειας για τις μετοχές και οι νέοι κανόνες διαφάνειας για ομόλογα και παράγωγα σε συνδυασμό με τις νέες υποχρεώσεις και συστήματα αναφοράς θα βελτιώσουν σημαντικά το επίπεδο της διαφάνειας των χρηματοπιστωτικών αγορών, συμπεριλαμβανομένων των αγορών βασικών εμπορευμάτων, έναντι των ρυθμιστικών αρχών και των συμμετεχόντων στις αγορές. Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τις νέες εξουσίες των ρυθμιστικών αρχών θα έχουν ως γενικό αποτέλεσμα την πιο εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών. Δεύτερον, οι νέες υποχρεώσεις που επιβάλλονται στις επιχειρήσεις επενδύσεων όσον αφορά την οργάνωση, τις διαδικασίες και τους ελέγχους των κινδύνων θα ενισχύσουν ιδιαίτερα την προστασία των επενδυτών και συνεπώς θα τονώσουν την εμπιστοσύνη τους. Τρίτον, το νέο πλαίσιο διαπραγμάτευσης και οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται σε ορισμένους συμμετέχοντες στην αγορά θα προκαλέσουν ταυτόχρονα μείωση του συστημικού κινδύνου και τόνωση της αποτελεσματικότητας των αγορών.

3.2.3.     Εκτιμώμενη επίπτωση στις πιστώσεις διοικητικής φύσης

3.2.3.1.  Περίληψη

x Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα

¨ Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα, όπως εξηγείται κατωτέρω:

3.2.3.2.  Εκτιμώμενες απαιτήσεις ανθρωπίνων πόρων

x Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων

¨ Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί τη χρήση ανθρωπίνων πόρων, όπως εξηγείται παρακάτω:

Σχόλιο:

Δεν θα απαιτηθούν πρόσθετοι ανθρώπινοι και διοικητικοί πόροι στην ΓΔ MARKT λόγω της πρότασης. Θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούνται οι πόροι που ήδη χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση της οδηγίας 1997/9/ΕΚ.

3.2.4.     Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

¨ Η πρόταση/πρωτοβουλία είναι συμβατή με τον ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο.

x Η πρόταση απαιτεί επαναπρογραμματισμό του σχετικού τομέα του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.

Η πρόταση προβλέπει επιπλέον καθήκοντα για την ΕΑΚΑΑ. Αυτό θα απαιτήσει πρόσθετους πόρους στην γραμμή του προϋπολογισμού 12.0404.01.

¨ Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί τη χρησιμοποίηση του μέσου ευελιξίας ή την αναθεώρηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου[75].

Να εξηγηθεί η ανάγκη με τον προσδιορισμό των σχετικών τομέων και γραμμών του προϋπολογισμού, καθώς και των αντίστοιχων ποσών.

3.2.5.     Συμμετοχή τρίτων μερών στη χρηματοδότηση

¨ Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν προβλέπει συγχρηματοδότηση από τρίτα μέρη

x Η πρόταση/πρωτοβουλία προβλέπει τη χρηματοδότηση που εκτιμάται παρακάτω:

Πιστώσεις σε εκατομμύρια ΕΥΡΩ (με 3 δεκαδικά ψηφία)

|| Έτος 2012 || Έτος 2012 || Έτος 2014 || || Να εισαχθούν όσα έτη χρειάζονται, ώστε να αντικατοπτρίζεται η διάρκεια του αντίκτυπου (Πρβλ. σημείο 1.6) || Σύνολο

Να προσδιοριστεί η πηγή/οργανισµός συγχρηµατοδότησης Κράτη μέλη μέσω των εθνικών εποπτών της ΕΕ (*) || 0,591 || 1,013 || 1,013 || || || || || 2,617

ΣΥΝΟΛΟ συγχρηματοδοτούμενων πιστώσεων || 0,591 || 1,013 || 1,013 || || || || || 2,617

(*) Εκτίμηση βασιζόμενη στον τρέχοντα μηχανισμό χρηματοδότησης στο σχέδιο κανονισμού για την ΕΑΚΑΑ (Member States 60% - Community 40%).

3.3.        Εκτιμώμενη επίπτωση στα έσοδα

x Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν έχει κανένα δημοσιονομικό αντίκτυπο στα έσοδα..

¨ Η πρόταση/πρωτοβουλία έχει τον δημοσιονομικό αντίκτυπο που περιγράφεται κατωτέρω.

¨   στους ιδίους πόρους

¨   στα διάφορα έξοδα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Παράρτημα του νομοθετικού δημοσιονομικού δελτίου που συνοδεύει την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 2004/39/EΚ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID) και την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων

Εφαρμοσθείσα μεθοδολογία και σημαντικότερες υποκείμενες παραδοχές

Οι δαπάνες που σχετίζονται με καθήκοντα της ΕΑΚΑΑ τα οποία προκύπτουν από τις δύο προτάσεις εκτιμήθηκαν για τις δαπάνες προσωπικού (Τίτλος 1), σύμφωνα με την ταξινόμηση των δαπανών στο σχέδιο προϋπολογισμού της ΕΑΚΑΑ για το 2012 που υποβλήθηκε στην Επιτροπή.

Οι δύο προτάσεις της Επιτροπής περιλαμβάνουν διατάξεις που υποχρεώνουν την ΕΑΚΑΑ να καταρτίσει 14 περίπου σύνολα δεσμευτικών τεχνικών προτύπων τα οποία πρέπει να εξασφαλίσουν ότι οι διατάξεις εξαιρετικά τεχνικής φύσης θα εφαρμοστούν με συνεπή τρόπο ανά την ΕΕ. Σύμφωνα με τις προτάσεις, η ΕΑΚΑΑ αναμένεται να παραδώσει το 50% περίπου των νέων δεσμευτικών τεχνικών προτύπων το 2013. Για να επιτευχθεί ο παραπάνω στόχος απαιτείται η αύξηση του επιπέδου στελέχωσης να αρχίσει ήδη από το 2013. Όσον αφορά τη φύση των θέσεων, για την επιτυχή και έγκαιρη παράδοση των δεσμευτικών τεχνικών προτύπων θα απαιτηθούν ιδιαίτερα πρόσθετοι υπεύθυνοι πολιτικής, νομικοί και υπεύθυνοι εκτίμησης επιπτώσεων.

Βάσει εκτιμήσεων των υπηρεσιών της Επιτροπής και της ΕΑΚΑΑ, εφαρμόστηκαν οι εξής παραδοχές για να εκτιμηθεί ο αριθμός των ΙΠΑ που απαιτούνται για την κατάρτιση των δεσμευτικών τεχνικών προτύπων που σχετίζονται με τις δύο προτάσεις:

– Ένας υπεύθυνος πολιτικής συντάσσει 2 δεσμευτικά τεχνικά πρότυπα μέσης πολυπλοκότητας ετησίως· αυτό σημαίνει ότι απαιτούνται 4 υπεύθυνοι πολιτικής για το 2013·

– Ένας υπεύθυνος εκτίμησης επιπτώσεων απαιτείται για τις διαδικασίες σύνταξης 8 δεσμευτικών τεχνικών προτύπων· αυτό σημαίνει ότι απαιτείται 1 υπεύθυνος εκτίμησης επιπτώσεων για το 2013·

– Ένας νομικός απαιτείται για τη σύνταξη 5 δεσμευτικών τεχνικών προτύπων· αυτό σημαίνει ότι απαιτείται 1 νομικός για το 2013·

– Απαιτείται ένας επιπλέον ΙΠΑ για την παροχή υποστήριξης στις ανωτέρω θέσεις σε ημερήσια βάση.

Συνεπώς, η παράδοση των δεσμευτικών τεχνικών προτύπων εντός της προθεσμίας του 2013 απαιτεί 7 ΙΠΑ.

Εκτός των δεσμευτικών τεχνικών προτύπων η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να συντάξει 3 σύνολα κατευθυντήριων γραμμών (κυρώσεις, πολυπλοκότητα χρηματοπιστωτικών μέσων, εταιρική διακυβέρνηση) και μία έκθεση περί της εφαρμογής της προ-διαπραγματευτικής υποχρέωσης για τα μη μετοχικά μέσα που αποτελούν αντικείμενο εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών. Για τα καθήκοντα αυτά θα απαιτηθούν 2 επιπλέον υπεύθυνοι πολιτικής.

Τέλος στην ΕΑΚΑΑ θα ανατεθούν ορισμένα μόνιμα καθήκοντα στους τομείς των απαλλαγών από απαιτήσεις προ-διαπραγματευτικής διαφάνειας και της χρονικής μετάθεσης της μετα-διαπραγματευτικής δημοσίευσης για τις αγορές μετοχικών και μη μετοχικών τίτλων, τις απαγορεύσεις προϊόντων και τη διαχείριση θέσεων. Για τα καθήκοντα αυτά θα απαιτηθούν 2 επιπλέον υπεύθυνοι πολιτικής.

Συνολικά αυτό σημαίνει ότι απαιτούνται 11 επιπλέον ΙΠΑ.

Άλλες παραδοχές:

– με βάση την κατανομή των ΙΠΑ στο σχέδιο προϋπολογισμού του 2012, οι 11 επιπλέον ΙΠΑ υποτίθεται ότι θα αντιστοιχούν σε 8 έκτακτους υπαλλήλους (74%), 2 αποσπασμένους εθνικούς εμπειρογνώμονες (16%) και 1 υπάλληλο επί συμβάσει (10%)·

– η μέση ετήσια δαπάνη μισθοδοσίας για τις διάφορες κατηγορίες προσωπικού στηρίζεται στις κατευθύνσεις της ΓΔ Προϋπολογισμού·

– ο διορθωτικός συντελεστής μισθοδοσίας για το Παρίσι είναι 1,27·

– οι δαπάνες κατάρτισης υπολογίζονται σε 1.000 ευρώ ανά ΙΠΑ ετησίως·

– δαπάνες αποστολών 10.000 ευρώ, εκτιμώμενες με βάση το σχέδιο προϋπολογισμού του 2012 για αποστολές ανά άτομο·

– δαπάνες σχετικές με τις προσλήψεις (μετακίνηση, διαμονή, ιατρικές εξετάσεις, επιδόματα εγκατάστασης και λοιπά, δαπάνες μετακόμισης, κλπ.) 12.700 ευρώ, εκτιμώμενες με βάση το σχέδιο προϋπολογισμού του 2012 για την πρόσληψη ανά άτομο.

Θεωρήθηκε ότι ο φόρτος εργασίας που συνδέεται με την προαναφερθείσα αύξηση των ΙΠΑ θα διατηρηθεί το 2014 και στη συνέχεια, και συνδέεται, εν μέρει με την τροποποίηση των ήδη καταρτισθέντων δεσμευτικών τεχνικών προτύπων και, εν μέρει με την προετοιμασία του υπόλοιπου 50% των δεσμευτικών τεχνικών προτύπων βάσει των δύο νομοθετικών προτάσεων.

Ο ακόλουθος πίνακας περιλαμβάνει τη μέθοδο υπολογισμού της αύξησης του απαιτούμενου προϋπολογισμού για τα επόμενα τρία έτη. Ο υπολογισμός αντανακλά το γεγονός ότι το 40% των δαπανών χρηματοδοτούνται από κονδύλια του κοινοτικού προϋπολογισμού.

Είδος δαπάνης || Υπολογισμός || Ποσό (σε χιλιάδες)

2013 || 2014 || 2015 || Σύνολο

|| || || || ||

Τίτλος 1: Δαπάνες προσωπικού || || || || ||

|| || || || ||

11 Μισθοί και επιδόματα || || || || ||

- εκ των οποίων έκτακτοι υπάλληλοι || =8*127*1,27 || 658 || 1.317 || 1.317 || 3.293

- εκ των οποίων ΑΕΕ || =2*73*1,27 || 81 || 162 || 162 || 405

- εκ των οποίων συμβασιούχοι υπάλληλοι || =1*64*1,27 || 45 || 89 || 89 || 223

|| || || || ||

12 Δαπάνες που σχετίζονται με τις προσλήψεις || || || || ||

|| =11*12,7 || 140 || || || 140

|| || || || ||

13 Δαπάνες για αποστολές || || || || ||

|| =11*10 || 55 || 110 || 110 || 275

|| || || || ||

15 Κατάρτιση || =11*1 || 6 || 11 || 11 || 28

|| || || || ||

Σύνολο Τίτλου 1: Δαπάνες προσωπικού || || 985 || 1.689 || 1.689 || 4.363

|| || || || ||

Εκ των οποίων κοινοτική συμμετοχή (40%) || || 394 || 676 || 676 || 1.746

Εκ των οποίων συμμετοχή των κρατών μελών (60%) || || 591 || 1.013 || 1.013 || 2.617

Στον ακόλουθο πίνακα περιλαμβάνεται η προτεινόμενη κατανομή των εννέα εκτάκτων υπαλλήλων:

Ομάδα καθηκόντων και βαθμός || Θέσεις εκτάκτων υπαλλήλων ||

AD 16 || ||

AD 15 || ||

AD 14 || ||

AD 13 || ||

AD 12 || ||

AD 11 || ||

AD 10 || ||

AD 9 || 2 ||

AD 8 || 3 ||

AD 7 || 3 ||

AD 6 || ||

AD 5 || ||

|| ||

Σύνολο AD || 8 ||

[1]               Η αναθεώρηση της οδηγίας MifiD βασίζεται στη «διαδικασία Lamfalussy» (μια ρυθμιστική προσέγγιση τεσσάρων επιπέδων όπως συνέστησε η Επιτροπή Σοφών για τη ρύθμιση των ευρωπαϊκών αγορών κινητών αξιών, υπό την προεδρία του βαρόνου Alexandre Lamfalussy και ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Στοκχόλμης το Μάρτιο του 2001 με στόχο την πιο αποτελεσματική ρύθμιση των αγορών κινητών αξιών) όπως αναπτύχθηκε περαιτέρω από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών): στο επίπεδο 1, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εγκρίνουν μια οδηγία με τη διαδικασία της συναπόφασης η οποία περιέχει αρχές και πλαίσια και η οποία εκχωρεί στην Επιτροπή την εξουσία να ενεργεί στο επίπεδο 2 για την έγκριση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων (άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 115/47) ή εκτελεστικών πράξεων (άρθρο 291 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 115/47). Κατά την προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη. Κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών δύναται να συμβουλεύει την Επιτροπή σχετικά με τεχνικές λεπτομέρειες που πρέπει να συμπεριληφθούν στη νομοθεσία επιπέδου 2. Επιπροσθέτως, η νομοθεσία επιπέδου 1 δύναται να εκχωρήσει στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών την εξουσία κατάρτισης σχεδίων ρυθμιστικών ή εκτελεστικών τεχνικών προτύπων σύμφωνα με το άρθρο 10 και 15 του κανονισμού για την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών τα οποία δύνανται να εγκριθούν από την Επιτροπή (με την επιφύλαξη του δικαιώματος ένστασης από το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο σε περίπτωση ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων). Στο επίπεδο 3, η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών εξετάζει επίσης συστάσεις, κατευθυντήριες γραμμές και συγκρίνει τη ρυθμιστική πρακτική μέσω της επιστημονικής επανεξέτασης για τη διασφάλιση της συνεπούς υλοποίησης και εφαρμογής των κανόνων που υιοθετήθηκαν στα επίπεδα 1 και 2. Τέλος, η Επιτροπή ελέγχει τη συμμόρφωση των κρατών μελών με τη νομοθεσία της ΕΕ και δύναται να αναλάβει έννομη δράση έναντι των μη συμμορφούμενων κρατών μελών.

[2]               Οδηγία 2004/39/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο MiFID)

[3]               Οδηγία 2006/73/ΕΚ (εκτελεστική οδηγία MiFID) για την εφαρμογή της οδηγίας 2004/39/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο MiFID)

[4]               Κανονισμός αριθ. 1287/2006 (εκτελεστικός κανονισμός MiFID) για την εφαρμογή της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις υποχρεώσεις τήρησης αρχείων για τις επιχειρήσεις επενδύσεων, τη γνωστοποίηση συναλλαγών, τη διαφάνεια της αγοράς, την εισαγωγή χρηματοπιστωτικών μέσων προς διαπραγμάτευση, καθώς και τους ορισμούς που ισχύουν για τους σκοπούς της οδηγίας αυτής (ΕΕ L 241 της 2.9.2006, σ. 1)

[5]               Monitoring Prices, Costs and Volumes of Trading and Post-trading Services (Παρακολούθηση τιμών, κόστους και όγκου διαπραγμάτευσης και υπηρεσίες μετα-διαπραγμάτευσης), Oxera, 2011

[6]               Βλ. (COM (2010) 301 τελικό) Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα - Ρύθμιση των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών για διατηρήσιμη ανάπτυξη, Ιούνιος 2010

[7]               Βλ. Δήλωση αρχηγών των G-20 στη Σύνοδο του Πίτσμπουργκ, 24-25 Σεπτεμβρίου 2009, http://www.pittsburghsummit.gov/mediacenter/129639.htm

[8]               Ως αποτέλεσμα, η Επιτροπή εξέδωσε την Ανακοίνωση της Επιτροπής για τη διασφάλιση αποδοτικών, ασφαλών και υγιών αγορών παραγώγων προϊόντων: Μελλοντικές δράσεις πολιτικής, COM (2009) 563 τελικό της 20 Οκτωβρίου 2009

[9]               Βλ. (COM (2010) 484) Πρόταση κανονισμού για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, Σεπτέμβριος 2010

[10]             Βλ. Έκθεση ομάδας υψηλού επιπέδου για την εποπτεία του χρηματοοικονομικού τομέα στην ΕΕ, υπό την προεδρία του Jacques de Larosière, Φεβρουάριος 2009 και Συμπεράσματα του Συμβουλίου για την ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής εποπτείας στην ΕΕ, 10862/09, Ιούνιος 2009

[11]             Βλ. αντιδράσεις ως προς τη δημόσια διαβούλευση στην αναθεώρηση της οδηγίας MiFID: http://circa.europa.eu/Public/irc/markt/markt_consultations/library?l=/financial_services/mifid_instruments&vm=detailed&sb=Title και σύνοψη στο Παράρτημα 13 της Έκθεσης αξιολόγησης επιπτώσεων

[12]             Η σύνοψη διατίθεται στη διεύθυνση http://ec.europa.eu/internal_market/securities/docs/isd/10-09-21-hearing-summary_en.pdf

[13]             Βλ. CESR Technical Advice to the European Commission in the Context of the MiFID Review and Responses to the European Commission Request for Additional Information (Γνωμοδότηση της Επιτροπής Ρυθμιστικών Αρχών των Αγορών Κινητών Αξιών – ΕΡΑΑΚΑ – σε τεχνικά θέματα προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο της αναθεώρησης της οδηγίας MiFID και απαντήσεις στο αίτημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για πρόσθετη πληροφόρηση), 29 Ιουλίου 2010 http://www.esma.europa.eu/popup2.php?id=7003 και CESR second set of Technical Advice to the European Commission in the Context of the MiFID Review and Responses to the European Commission Request for Additional Information (Δεύτερη γνωμοδότηση της Επιτροπής Ρυθμιστικών Αρχών των Αγορών Κινητών Αξιών – ΕΡΑΑΚΑ – σε τεχνικά θέματα προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο της αναθεώρησης της οδηγίας MiFID και απαντήσεις στο αίτημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για πρόσθετη πληροφόρηση), 13 Οκτωβρίου 2010 http://www.esma.europa.eu/popup2.php?id=7279

[14]             Οι μελέτες αυτές έχουν ολοκληρωθεί από δύο εξωτερικούς συμβούλους που επελέγησαν σύμφωνα με τη διαδικασία επιλογής η οποία καθορίζεται στους κανόνες και τους κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι δύο αυτές μελέτες δεν απηχούν τις απόψεις ή τις γνώμες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

[15]             http://ec.europa.eu/internal_market/finservices-retail/investment_products_en.htm

[16]             COM (2010) 284

[17]             Οδηγία 2003/87/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου, ΕΕ L 275 της 25.10.2003, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2009/29/ΕΚ, ΕΕ L 140 της 5.6.2009, σ. 63.

[18]             ΕΕ C 71 Ε της 25.3.2003, σ. 62.

[19]             ΕΕ C 220 της 16.9.2003, σ. 1.

[20]             ΕΕ C 144 της 20.6.2003, σ. 6.

[21]             Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Σεπτεμβρίου 2003 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 8ης Δεκεμβρίου 2003 (ΕΕ C 60Ε, 9.3.2004, σ. 1) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 30ής Μαρτίου 2004 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα). Απόφαση του Συμβουλίου της 7ης Απριλίου 2004.

[22]             ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1.

[23]             ΕΕ L 141 της 11.6.1993, σ. 27. Οδηγία, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 35 της 11.2.2003, σ. 1).

[24]             ΕΕ 56 της 4.4.1964, σ. 878/64. Οδηγία, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1972.

[25]             ΕΕ L 228 της 16.8.1973, σ. 3. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2002/87/ΕΚ.

[26]             ΕΕ L 345 της 19.12.2002, σ. 1.

[27]             ΕΕ L 335 της 17.12.2009, σ. 1.

[28]             ΕΕ L Ö 177 της 30.6.2006, σ.1. Õ 126 της 26.5.2000, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2002/87/ΕΚ.

[29]             EE L 247 της 21.9.2007, σ. 1

[30]             Οδηγία 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων επενδύσεων χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων (ΕΕ L 35 της 11.2.2003, σ. 1).

[31]             Οδηγία 2006/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006 , για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 201).

[32]             Οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15).

[33]             ΕΕ L 141 της 11.6.1993 Ö 177 της 30.6.2006, σ. 201 Õ , σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2002/87/ΕΚ..

[34]             ΕΕ L 9 της 15.1.2003, σ. 3.

[35]             ΕΕ L 168 της 27.6.2002, σ. 43.

[36]             ΕΕ L 168 της 27.6.2002, σ. 43.

[37]             EE L 201 της 31.7.2002, σ. 37

[38]             ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

[39]             ΕΕ L 241 της 2.9.2006, σ. 26.

[40]             ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

[41]             ΕΕ L 184 της 6.7.2001, σ. 1. Οδηγία, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 345 της 31.12.2003, σ. 64).

[42]             ΕΕ L 115 της 17.4.1998, σ. 31.

[43]             ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

[44]             ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

[45]             ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.

[46]             ΕΕ L 26 της 31.1.1977, σ. 1. Οδηγία, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την Πράξη Προσχώρησης του 1994.

[47]             ΕΕ L 375 της 31.12.1985, σ. 3 Ö 302 της 17.11.2009, σ. 32 Õ. Οδηγία, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2001/108/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 41 της 13.2.2002, σ. 35).

[48]             ΕΕ L 193 της 18.7.1983, σ. 1. Οδηγία, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2003/51/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 178 της 17.7.2003, σ. 16).

[49]             ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84.

[50]             Οδηγία 92/49/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την πρωτασφάλιση, εκτός της ασφάλειας ζωής (τρίτη οδηγία για την πρωτασφάλιση εκτός της ασφάλειας ζωής) (ΕΕ L 228 της 11.8.1992, σ. 1). Οδηγία, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2007/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 247 της 21.9.2007, σ. 1).

[51]             Οδηγία 2005/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2005, σχετικά με τις αντασφαλίσεις (ΕΕ L 323 της 9.12.2005, σ. 1). Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2007/44/ΕΚ.

[52]             Οδηγία 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 1). Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2007/44/ΕΚ.

[53]             ΕΕ L 84 της 26.3.1997, σ. 22.

[54]             ΕΕ L 96 της 12.4.2003, σ. 16.

[55]             è1 ΕΕ L 345 της 31.12.2003. σ. 64. ç

[56]             ΕΕ L 126 της 12.5.1984, σ. 20.

[57]             ΕΕ L 222 της 14.8.1978, σ. 11. Οδηγία, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2003/51/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 178 της 17.7.2003, σ. 16).

[58]             ΕΕ L 191 της 13.7.2001, σ. 45.

[59]             ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.

[60]             ΕΕ L 191 της 13.7.2001, σ. 45.

[61]             è1 ΕΕ L 145 της 30.4.2004. σ. 1. ç

[62]             è1 ΕΕ L 145 της 30.4.2004. σ. 1. ç

[63]             ΕΕ L 9 της 15.1.2003, σ. 3.

[64]             è1 ΕΕ L 145 της 30.4.2004. σ. 1. ç

[65]             ΔΒΔ: Διαχείριση βάσει δραστηριοτήτων – ΠΒΔ: Προϋπολογισμός βάσει δραστηριοτήτων

[66]             Όπως αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 6 στοιχείο α) ή β) του δημοσιονομικού κανονισμού.

[67]             Οι λεπτομέρειες σχετικά με τους τρόπους διαχείρισης, καθώς και οι παραπομπές στον δημοσιονομικό κανονισμό είναι διαθέσιμες στον δικτυακό τόπο BudgWeb: http://www.cc.cec/budg/man/budgmanag/budgmanag_en.html

[68]             Όπως αναφέρονται στο άρθρο 185 του δημοσιονομικού κανονισμού.

[69]             ΔΠ= διαχωριζόμενες πιστώσεις / ΜΔΠ= μη διαχωριζόμενες πιστώσεις

[70]             ΕΖΕΣ: Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών.

[71]             Υποψήφιες χώρες και, ενδεχομένως, δυνάμει υποψήφιες χώρες των Δυτικών Βαλκανίων.

[72]             Το έτος N είναι το έτος έναρξης εφαρμογής της πρότασης/πρωτοβουλίας.

[73]             Τεχνική ή/και διοικητική βοήθεια και δαπάνες για τη στήριξη της εφαρμογής προγραμμάτων ή/και δράσεων της ΕΕ (πρώην γραμμές «ΒΑ»), έμμεση έρευνα, άμεση έρευνα.

[74]             Το έτος N είναι το έτος έναρξης εφαρμογής της πρότασης/πρωτοβουλίας.

[75]             Βλέπε σημεία 19 και 24 της διοργανικής συμφωνίας.