52011PC0082

/* COM/2011/0082 τελικό - COD 2011/0039 */ Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά τις διαδικασίες θέσπισης ορισμένων μέτρων


[pic] | ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ |

Βρυξέλλες, 7.3.2011

COM(2011) 82 τελικό

2011/0039 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά τις διαδικασίες θέσπισης ορισμένων μέτρων

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Εισαγωγή

Η έναρξη ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας οδήγησε σε σημαντικές αλλαγές τόσο στο πλαίσιο που διέπει την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση και των εκτελεστικών πράξεων όσο και στην άσκηση της εμπορικής πολιτικής.

Όσον αφορά την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση και των εκτελεστικών πράξεων, η συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής: «η Συνθήκη») προβαίνει σε σαφή διάκριση μεταξύ των κατ’ εξουσιοδότηση και των εκτελεστικών πράξεων.

- Οι διατάξεις του άρθρου 290 της Συνθήκης, που αφορούν τις πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση, προβλέπουν ότι ο νομοθέτης ελέγχει τον τρόπο με τον οποίο ασκεί η Επιτροπή τις αρμοδιότητές της μέσω δικαιώματος ανάκλησης και/ή δικαιώματος αντίρρησης.

- Οι διατάξεις του άρθρου 291 της Συνθήκης, που αφορούν τις εκτελεστικές πράξεις, δεν αναθέτουν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ελεγκτικό ρόλο όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο ασκεί η Επιτροπή τις εκτελεστικές της αρμοδιότητες. Ο έλεγχος αυτός μπορεί να ασκείται μόνο από τα κράτη μέλη. Απαιτείται νομικό πλαίσιο για τη θέσπιση των μηχανισμών αυτού του ελέγχου.

Όσον αφορά την εμπορική πολιτική, η συνθήκη της Λισαβόνας αναβαθμίζει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε συννομοθέτη και ορίζει ότι απαιτείται η συγκατάθεσή του για τη σύναψη των σχετικών συμφωνιών.

Στις 9 Μαρτίου 2010 η Επιτροπή ενέκρινε πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[1]. Ένας από τους βασικούς στόχους αυτής της πρότασης είναι να οριστεί ότι ο έλεγχος του τρόπου με τον οποίο ασκεί η Επιτροπή τις εκτελεστικές της αρμοδιότητες δεν γίνεται από το Συμβούλιο ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αλλά από τα κράτη μέλη, όπως απαιτείται από το άρθρο 291 της Συνθήκης. Στην πρόταση ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται με τη θέσπιση διαδικασιών [διαδικασία συμβουλευτικής επιτροπής (συμβουλευτική διαδικασία) και διαδικασία εξέτασης] σύμφωνα με τις οποίες οι εκτελεστικές πράξεις της Επιτροπής υπόκεινται στον έλεγχο των κρατών μελών σε συνδυασμό με μια αυτόματη ευθυγράμμιση[2] των υφιστάμενων διαδικασιών που προβλέπονται στο πλαίσιο της απόφασης 1999/468/EK του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[3]. Έτσι, με την πρόταση της Επιτροπής, η άσκηση του ελέγχου των εκτελεστικών πράξεων της Επιτροπής στους τομείς στους οποίους εφαρμόζονται οι διαδικασίες που καθορίζονται στην απόφαση 1999/468/EK του Συμβουλίου θα ευθυγραμμιστεί με τις απαιτήσεις του άρθρου 291, σύμφωνα με το οποίο αρμόδια για τον εν λόγω έλεγχο είναι τα κράτη μέλη και όχι οι νομοθέτες. Αυτά τα βασικά χαρακτηριστικά διατηρήθηκαν στο κείμενο του νομοθετικού ψηφίσματος που εξέδωσε, σε πρώτη ανάγνωση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 16 Δεκεμβρίου 2010 και στις δεσμεύσεις που ανέλαβε ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου με την επιστολή του της 1ης Δεκεμβρίου 2010. Ο κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή αναμένεται να αρχίσει να ισχύει την 1η Μαρτίου 2011.

Ωστόσο, όπως σημειώνεται στην πρόταση της Επιτροπής της 9ης Μαρτίου 2010[4], η προβλεπόμενη στο άρθρο 13[5] προσαρμογή των υφιστάμενων βασικών πράξεων δεν θα ισχύσει για σημαντικό αριθμό βασικών πράξεων του τομέα της κοινής εμπορικής πολιτικής. Αυτές οι βασικές πράξεις δεν υπόκεινταν προηγουμένως στις διαδικασίες που προβλέπονται στην απόφαση 1999/468/EK του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999. Η παρούσα πρόταση καθορίζει διαδικασίες για τον έλεγχο ή την έκδοση πράξεων σε είκοσι τέσσερις βασικές πράξεις του τομέα της κοινής εμπορικής πολιτικής οι οποίες δεν υπόκεινταν προηγουμένως στην απόφαση 1999/468/EK του Συμβουλίου.

Υπάρχει και μια άλλη πράξη που θα ενέπιπτε καταρχάς στο πεδίο της παρούσας πρότασης. Πρόκειται για τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1842/71 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1971, περί των μέτρων διασφαλίσεως που προβλέπονται στο πρόσθετο πρωτόκολλο της συμφωνίας συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας, ως και της ενδιαμέσου συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας[6]. Ωστόσο, σε σημαντικό αριθμό επίσημων γλωσσών της Ένωσης δεν υπάρχουν μεταφράσεις της πράξης αυτής. Κατά συνέπεια, η τροποποίηση της πράξης απαιτεί επίσης τη σύνταξη του κανονισμού και στις γλώσσες που δεν είναι σήμερα διαθέσιμες. Αντί για την πρόβλεψη αυτής της διαδικασίας στην παρούσα πρόταση, θεωρείται προτιμότερη η αντικατάσταση του κανονισμού. Τη στιγμή της αντικατάστασης, η Επιτροπή θα εξετάσει τα σχετικά ζητήματα λήψης αποφάσεων [τα οποία είναι, εξάλλου, πολύ παρόμοια με τα ζητήματα που προκύπτουν για τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2841/72 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1972, περί των μέτρων διασφαλίσεως που προβλέπονται στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας]. Η Επιτροπή θα λάβει τα απαραίτητα εν προκειμένω μέτρα το συντομότερο δυνατόν.

2. Εξουσια του Συμβουλιου να ανατρεπει πραξεισ τησ Επιτροπήσ

Από τις είκοσι τέσσερις πράξεις του τομέα της κοινής εμπορικής πολιτικής που δεν υπόκεινται στην απόφαση 1999/468/EK του Συμβουλίου και καλύπτονται από την παρούσα πρόταση είκοσι παρέχουν στην Επιτροπή το δικαίωμα να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις —κατά κανόνα, αλλά όχι αποκλειστικά, μέτρα διασφάλισης ή προσωρινά μέτρα—και επιτρέπουν στο Συμβούλιο να ανατρέπει τις πράξεις αυτές με ειδική πλειοψηφία εντός ορισμένης χρονικής περιόδου. Αυτές οι είκοσι βασικές πράξεις, που καλύπτονται από την παρούσα πρόταση, είναι οι ακόλουθες:

- Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2841/72 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1972, περί των μέτρων διασφαλίσεως που προβλέπονται στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας[7],

- Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2843/72 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1972, περί των μέτρων διασφαλίσεως που προβλέπονται στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας[8],

- Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1692/73 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1973, περί των μέτρων διασφαλίσεως που προβλέπονται στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και του Βασιλείου της Νορβηγίας[9],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3286/94 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, που καθορίζει κοινοτικές διαδικασίες στον τομέα της κοινής εμπορικής πολιτικής για να διασφαλιστεί η άσκηση των δικαιωμάτων της Κοινότητας στο πλαίσιο των κανόνων του διεθνούς εμπορίου, ιδίως αυτών που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου[10],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2271/96 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1996, για την προστασία από τις συνέπειες της εξωεδαφικής εφαρμογής ορισμένων νόμων που θεσπίστηκαν από μια τρίτη χώρα, και των μέτρων που βασίζονται σε αυτούς ή απορρέουν από αυτούς[11],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2248/2001 του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2001, όσον αφορά ορισμένες διαδικασίες για την εφαρμογή της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Κροατίας, αφετέρου, καθώς και για την εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Κροατίας[12],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 153/2002 του Συμβουλίου, της 21ης Ιανουαρίου 2002, όσον αφορά ορισμένες διαδικασίες για την εφαρμογή της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, αφετέρου, καθώς και για την εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας[13],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 427/2003 του Συμβουλίου, της 3ης Μαρτίου 2003, σχετικά με έναν μεταβατικό μηχανισμό διασφάλισης ανά προϊόν όσον αφορά τις εισαγωγές καταγωγής της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας[14],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1616/2006 του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2006, για ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Αλβανίας, αφετέρου, και για την εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Αλβανίας[15],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1528/2007 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2007, περί εφαρμογής στα προϊόντα καταγωγής ορισμένων χωρών μελών της ομάδας κρατών Αφρικής, Καραϊβικής και Ειρηνικού (ΑΚΕ) των ρυθμίσεων που προβλέπονται στις συμφωνίες οικονομικής εταιρικής σχέσης ή στις συμφωνίες που οδηγούν στην σύναψη τέτοιων συμφωνιών[16],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 55/2008 του Συμβουλίου, της 21ης Ιανουαρίου 2008, για τη χορήγηση αυτόνομων εμπορικών προτιμήσεων στη Μολδαβία και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 980/2005 και της απόφασης 2005/924/ΕΚ της Επιτροπής[17],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 140/2008 του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2007, για ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους αφενός, και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου αφετέρου, και για την εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας αφενός και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου αφετέρου[18],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 594/2008 του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 2008, για ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους αφενός, και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης αφετέρου, και για την εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας αφενός, και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης αφετέρου[19],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 732/2008 του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2008, για την εφαρμογή συστήματος γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2009 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2011[20],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών[21],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας[22],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 625/2009 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών από ορισμένες τρίτες χώρες[23],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1061/2009 του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 2009, για θέσπιση κοινού καθεστώτος εξαγωγών[24],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1215/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την εισαγωγή εκτάκτων εμπορικών μέτρων για χώρες και εδάφη που συμμετέχουν ή συνδέονται με τη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης[25],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας[26].

Επειδή αυτές οι βασικές πράξεις δεν θα επηρεαστούν από την προσαρμογή των υφιστάμενων βασικών πράξεων που προβλέπεται στην πρόταση της Επιτροπής σχετικά με την έκδοση κανονισμού για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή, είναι σκόπιμο να τροποποιηθούν οι πράξεις αυτές, ώστε οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων να ευθυγραμμιστούν με το νέο πλαίσιο. Όταν οι εν λόγω πράξεις προβλέπουν απόρριψη ή τροποποίηση απόφασης της Επιτροπής από το Συμβούλιο με ειδική πλειοψηφία, η Επιτροπή προτείνει να χρησιμοποιηθεί η διαδικασία εξέτασης.

3. Επιφυλάξεις εξουσιων για το Συμβούλιο

Σε δεκαέξι από τις είκοσι τέσσερις βασικές πράξεις, το Συμβούλιο διατήρησε το δικαίωμα να θεσπίζει μέτρα το ίδιο. Κατά την άποψη της Επιτροπής, αυτές οι πράξεις περιλαμβάνουν σημαντικό αριθμό εκτελεστικών αρμοδιοτήτων αλλά και αρμοδιοτήτων συμπλήρωσης ή τροποποίησης των εν λόγω βασικών πράξεων, παραπομπές στη δυνατότητα θέσπισης μέτρων με βάση τη γενική νομική βάση του άρθρου 207 (πρώην 133) της Συνθήκης, καθώς και αρμοδιότητες κατάργησης της εν λόγω νομοθεσίας.

Όσον αφορά τις πράξεις που θεωρείται ότι αποτελούν εκτελεστικές αρμοδιότητες, το άρθρο 291 της Συνθήκης ορίζει ότι το Συμβούλιο μπορεί να διατηρήσει εκτελεστικές αρμοδιότητες «σε ειδικές περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένες». Το Δικαστήριο έχει αποφανθεί, για μια ομοίως διατυπωμένη δυνατότητα, ότι «το Συμβούλιο δεν μπορεί να επιφυλαχθεί το δικαίωμα να ασκεί άμεσα τις εκτελεστικές εξουσίες παρά μόνο σε ειδικές περιπτώσεις και με απόφαση που υποχρεούται να αιτιολογήσει εμπεριστατωμένα. Αυτό σημαίνει ότι το Συμβούλιο υποχρεούται να αιτιολογεί δεόντως, αναλόγως της φύσεως και του περιεχομένου της βασικής πράξεως που θεσπίζει ή τροποποιεί, εξαίρεση από τον κανόνα ότι, στο σύστημα της Συνθήκης, όταν πρέπει να ληφθούν, σε κοινοτικό επίπεδο, εκτελεστικά μέτρα μιας βασικής πράξεως, η αρμοδιότητα αυτή ανήκει κατά κανόνα στην Επιτροπή.»[27]

Η Επιτροπή επανεξέτασε αυτές τις πράξεις λαμβάνοντας υπόψη την έναρξη ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας, και ειδικότερα την αναβάθμιση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε συννομοθέτη στον τομέα της κοινής εμπορικής πολιτικής. Σημειώνει ότι καμία από τις βασικές πράξεις δεν εξηγεί λεπτομερώς γιατί τα μέτρα πρέπει να θεσπιστούν από το Συμβούλιο και όχι από την Επιτροπή. Δεδομένου του γεγονότος ότι η Επιτροπή διαθέτει ήδη εκτελεστικές αρμοδιότητες για την άσκηση της κοινής εμπορικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της λήψης μέτρων εμπορικής άμυνας και προσωρινών μέτρων, η Επιτροπή φρονεί ότι αυτές οι επιφυλάξεις αρμοδιοτήτων πρέπει να αναθεωρηθούν και να ευθυγραμμιστούν με τους κανόνες και τις γενικές αρχές σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή, που θα θεσπιστούν σύμφωνα με το άρθρο 291 παράγραφος 3 της Συνθήκης.

Οι τροποποιήσεις της Επιτροπής στις ακόλουθες πράξεις αποσκοπούν σε μια τέτοια αλλαγή:

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 385/96 του Συμβουλίου, της 29ης Ιανουαρίου 1996, για την άμυνα κατά της ζημιογόνου τιμολόγησης των πλοίων,

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1515/2001 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2001, για τα μέτρα που μπορεί να λάβει η Κοινότητα μετά από έκθεση που εγκρίνει το Όργανο Επίλυσης Διαφορών του ΠΟΕ σχετικά με μέτρα αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων,

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 427/2003 του Συμβουλίου, της 3ης Μαρτίου 2003, σχετικά με έναν μεταβατικό μηχανισμό διασφάλισης ανά προϊόν όσον αφορά τις εισαγωγές καταγωγής της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας,

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 452/2003 του Συμβουλίου, της 6ης Μαρτίου 2003, για τα μέτρα που μπορούν να θεσπιστούν από την Κοινότητα σε σχέση με τις συνδυασμένες επιπτώσεις των μέτρων αντιντάμπινγκ ή κατά των επιδοτήσεων και των μέτρων διασφάλισης,

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1528/2007 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2007, περί εφαρμογής στα προϊόντα καταγωγής ορισμένων χωρών μελών της ομάδας κρατών Αφρικής, Καραϊβικής και Ειρηνικού (ΑΚΕ) των ρυθμίσεων που προβλέπονται στις συμφωνίες οικονομικής εταιρικής σχέσης ή στις συμφωνίες που οδηγούν στην σύναψη τέτοιων συμφωνιών,

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 55/2008 του Συμβουλίου, της 21ης Ιανουαρίου 2008, για τη χορήγηση αυτόνομων εμπορικών προτιμήσεων στη Μολδαβία και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 980/2005 και της απόφασης 2005/924/ΕΚ της Επιτροπής,

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 732/2008 του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2008, για την εφαρμογή συστήματος γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2009 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2011,

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών,

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 625/2009 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών από ορισμένες τρίτες χώρες,

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1061/2009 του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 2009, για θέσπιση κοινού καθεστώτος εξαγωγών,

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1215/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την εισαγωγή εκτάκτων εμπορικών μέτρων για χώρες και εδάφη που συμμετέχουν ή συνδέονται με τη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Όταν οι αρμοδιότητες που διατηρεί το Συμβούλιο δεν αφορούν την έκδοση εκτελεστικών πράξεων αλλά την τροποποίηση της βασικής πράξης, η Επιτροπή προτείνει την ανάθεση κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή. Οι τροποποιήσεις που προτείνονται στις ακόλουθες πράξεις προορίζονται να επιφέρουν αυτό το αποτέλεσμα:

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2271/96 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1996, για την προστασία από τις συνέπειες της εξωεδαφικής εφαρμογής ορισμένων νόμων που θεσπίστηκαν από μια τρίτη χώρα, και των μέτρων που βασίζονται σε αυτούς ή απορρέουν από αυτούς,

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1528/2007 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2007, περί εφαρμογής στα προϊόντα καταγωγής ορισμένων χωρών μελών της ομάδας κρατών Αφρικής, Καραϊβικής και Ειρηνικού (ΑΚΕ) των ρυθμίσεων που προβλέπονται στις συμφωνίες οικονομικής εταιρικής σχέσης ή στις συμφωνίες που οδηγούν στην σύναψη τέτοιων συμφωνιών.

Τέλος, σε μία βασική πράξη το Συμβούλιο υποχρεούται να θεσπίσει ένα μέτρο βάσει του άρθρου 133 της συνθήκης ΕΚ (τώρα άρθρο 207 της Συνθήκης) και σε μια άλλη βασική πράξη το Συμβούλιο υποχρεούται να καταργήσει το μέτρο, αν συμβούν ορισμένα γεγονότα. Αυτές οι διατάξεις πρέπει να αναθεωρηθούν, διότι, ενώ το Συμβούλιο είχε διατηρήσει στο παρελθόν δικές του αρμοδιότητες, στην πραγματικότητα τα μέτρα που θα θεσπίζονταν σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις δεν θα θεωρούνταν ούτε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ούτε εκτελεστικές πράξεις, αλλά μάλλον βασικές πράξεις ή τροποποιήσεις τους υποκείμενες τώρα στο άρθρο 207 της Συνθήκης. Οι σχετικές πράξεις είναι οι ακόλουθες:

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3286/94 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, που καθορίζει κοινοτικές διαδικασίες στον τομέα της κοινής εμπορικής πολιτικής για να διασφαλιστεί η άσκηση των δικαιωμάτων της Κοινότητας στο πλαίσιο των κανόνων του διεθνούς εμπορίου, ιδίως αυτών που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου,

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 673/2005 του Συμβουλίου, της 25ης Απριλίου 2005, για την επιβολή πρόσθετων δασμών στις εισαγωγές ορισμένων προϊόντων καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

4. Αλλεσ προσαρμογεσ που συνδεονται με την εφαρμογη του κανονισμου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή

Ορισμένες πράξεις που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό ορίζουν ότι η Επιτροπή οφείλει να προβεί σε διαβούλευση με την αρμόδια επιτροπή πριν εκδώσει εκτελεστικές πράξεις ή πριν ενεργήσει με κάποιον άλλο τρόπο. Η Επιτροπή φρονεί ότι είτε η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που υπόκεινται στον έλεγχο των κρατών μελών μέσω της συμβουλευτικής διαδικασίας ή της διαδικασίας εξέτασης είτε το κάνει χωρίς κανέναν έλεγχο. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή προτείνει να αφαιρεθούν από τις εν λόγω πράξεις οι διατάξεις που προβλέπουν διαβούλευση με τις σχετικές επιτροπές, όταν τα αποτελέσματα της διαβούλευσης δεν έχουν νομικές συνέπειες όσον αφορά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της Επιτροπής.

Ο κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή προβλέπει ειδικές διαδικασίες για την έγκριση των οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ και των οριστικών αντισταθμιστικών δασμών. Η Επιτροπή αναμένει ότι, στις περισσότερες περιπτώσεις, οι διαδικασίες που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό θα μπορούν να εφαρμόζονται γρήγορα και αποτελεσματικά, εντός του τρέχοντος χρονικού πλαισίου. Ωστόσο, σε ορισμένες εξαιρετικές περιπτώσεις, λόγω της πολυπλοκότητας της έρευνας, η εφαρμογή του νέου κανονισμού μπορεί να έχει συνέπειες στη διάρκεια του χρονικού διαστήματος που απαιτείται για την έκδοση των εκτελεστικών πράξεων. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να προσαρμοστούν ορισμένα χρονικά διαστήματα που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Ειδικότερα, θα πρέπει να επιτραπεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να παρατείνεται, το πολύ εντός 8 μηνών από την ανακοίνωση έναρξης της έρευνας, το μέγιστο χρονικό διάστημα που προβλέπεται για την επιβολή των προσωρινών μέτρων σε 12 μήνες από την έναρξη της έρευνας λόγω της πολυπλοκότητας της έρευνας. Θα πρέπει επίσης να επιτραπεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να παρατείνεται, το πολύ εντός 9 μηνών από την ανακοίνωση έναρξης της έρευνας, η μέγιστη διάρκεια της έρευνας σε 18 μήνες λόγω της πολυπλοκότητάς της και σύμφωνα με τις σχετικές συμφωνίες του ΠΟΕ. Πρέπει επίσης να γίνουν προσαρμογές στους κανόνες που διέπουν την αποκάλυψη πληροφοριών, χωρίς πάντως να θίγεται το δικαίωμα των ενδιαφερόμενων μερών να ενημερώνονται πλήρως για τα αποτελέσματα των ερευνών και να διατυπώνουν παρατηρήσεις επ’ αυτών.

5. Σχέση με άλλες προτασεισ

Η Επιτροπή, μετά την έναρξη ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας, έχει ήδη εγκρίνει δύο προτάσεις στον τομέα της κοινής εμπορικής πολιτικής οι οποίες, αν εγκριθούν, θα τροποποιήσουν βασικές πράξεις που προβλέπουν είτε αρμοδιότητα του Συμβουλίου να ελέγχει τις εκτελεστικές πράξεις της Επιτροπής είτε αρμοδιότητα έκδοσης εκτελεστικών πράξεων. Στις αιτιολογικές εκθέσεις που συνοδεύουν τις εν λόγω προτάσεις, η Επιτροπή εξήγγειλε την πρόθεσή της να υποβάλει πρόταση που θα αναθεωρεί όλες τις σχετικές διαδικασίες στην κοινή εμπορική πολιτική και, συνεπώς, να εξετάσει το ζήτημα των διαδικασιών λήψης αποφάσεων σε οριζόντια βάση[28].

Υπενθυμίζεται ακόμη ότι η παρούσα πρόταση αφορά μόνο τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε πράξεις της κοινής εμπορικής πολιτικής που δεν υπόκεινται σήμερα στην απόφαση 1999/468/EK του Συμβουλίου. Πράγματι, στον τομέα της κοινής εμπορικής πολιτικής υπάρχουν διάφορες διαδικασίες λήψης αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένων μερικών που περιέχονται σε πράξεις που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας πρότασης, οι οποίες υπόκεινται στην απόφαση 1999/468/EK του Συμβουλίου [συμπεριλαμβανομένου του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 732/2008 του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2008, για την εφαρμογή συστήματος γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2009 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2011]. Όπως επισημάνθηκε στη δήλωση της Επιτροπής που συνοδεύει το νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Επιτροπή προτίθεται να προβεί στην επανεξέταση αυτών των πράξεων, προκειμένου να καθοριστεί αν οι αρμοδιότητες που παρέχονται στην Επιτροπή εμπίπτουν στο πεδίο του άρθρου 290 ή του άρθρου 291 της Συνθήκης. Η Επιτροπή θα υποβάλει γρήγορα πρόταση τροποποίησης αυτών των πράξεων, αν χρειαστεί, ώστε να προβλέψει την έκδοση πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση. Το γεγονός ότι η παρούσα πρόταση δεν καλύπτει τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων που υπόκεινται στην απόφαση 1999/468/EK του Συμβουλίου δεν πρέπει να ερμηνευθεί ότι σημαίνει ότι η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτές πρέπει να θεωρηθούν εκτελεστικές πράξεις που υπάγονται στο άρθρο 291 της Συνθήκης.

Το αποτέλεσμα της έγκρισης της παρούσας πρότασης και της επανεξέτασης των υφιστάμενων διαδικασιών που βασίζονται στην απόφαση 1999/468/EK του Συμβουλίου θα είναι η πραγματοποίηση σημαντικού αριθμού τροποποιήσεων στις εν λόγω πράξεις. Για να βελτιωθεί η σαφήνεια των σχετικών πράξεων, η Επιτροπή έχει προτείνει την αντικατάσταση ολόκληρων περιόδων ή παραγράφων, ακόμη και όταν στην πραγματικότητα τροποποιείται ένας περιορισμένος μόνο αριθμός λέξεων της περιόδου ή της παραγράφου. Στη συνέχεια, η Επιτροπή θα προτείνει την κωδικοποίηση των πράξεων το ταχύτερο δυνατόν, μόλις εγκριθούν οι δύο οριζόντιες προτάσεις.

6. Γενικοί στόχοι

Κατά την υποβολή της παρούσας πρότασης, η Επιτροπή προσπάθησε να συνεκτιμήσει τις αλλαγές που επέφερε στο νομικό πλαίσιο και τη θεσμική ισορροπία η έναρξη ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας. Η ευθυγράμμιση του ελέγχου της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της Επιτροπής με τον κανονισμό για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή θα έχει και άλλα πλεονεκτήματα. Ειδικότερα, θα επιτρέψει την αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της Επιτροπής και θα συμβάλει, με τον τρόπο αυτόν, στην ανάπτυξη μιας αποτελεσματικότερης και αποδοτικότερης κοινής εμπορικής πολιτικής. Ευθυγραμμίζοντας τις διαδικασίες με τις τυποποιημένες διαδικασίες, θα επιτρέψει επίσης την καλύτερη κατανόηση των διαδικασιών που διέπουν την εμπορική πολιτική, ενώ οι διατάξεις του οριζόντιου κανονισμού που αφορούν το ζήτημα της διαφάνειας θα αυξήσουν τη γενική διαφάνεια της εφαρμογής της εμπορικής πολιτικής.

2011/0039 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά τις διαδικασίες θέσπισης ορισμένων μέτρων

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 207,

την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Ορισμένοι βασικοί κανονισμοί που αφορούν την κοινή εμπορική πολιτική ορίζουν ότι οι πράξεις που αποσκοπούν στην εφαρμογή της κοινής εμπορικής πολιτικής πρέπει να εκδίδονται από το Συμβούλιο, σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στις διάφορες σχετικές πράξεις, ή από την Επιτροπή βάσει ειδικών διαδικασιών και υπό τον έλεγχο του Συμβουλίου. Οι εν λόγω διαδικασίες δεν υπόκεινται στην απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, περί καθορισμού των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[29].

(2) Ενδείκνυται να τροποποιηθούν αυτοί οι κανονισμοί, προκειμένου να εξασφαλιστεί συνέπεια με τις διατάξεις που εισήχθησαν με τη συνθήκη της Λισαβόνας. Αυτό θα πρέπει να γίνει, όπου απαιτείται, μέσω της ανάθεσης κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή και με την εφαρμογή ορισμένων διαδικασιών που προβλέπονται στον κανονισμό (EΕ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] [pic]του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[30].

(3) Επομένως, θα πρέπει να τροποποιηθούν ανάλογα οι ακόλουθοι κανονισμοί:

- Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2841/72 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1972, περί των μέτρων διασφαλίσεως που προβλέπονται στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας[31],

- Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2843/72 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1972, περί των μέτρων διασφαλίσεως που προβλέπονται στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας[32],

- Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1692/73 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1973, περί των μέτρων διασφαλίσεως που προβλέπονται στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και του Βασιλείου της Νορβηγίας[33],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3286/94 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, που καθορίζει κοινοτικές διαδικασίες στον τομέα της κοινής εμπορικής πολιτικής για να διασφαλιστεί η άσκηση των δικαιωμάτων της Κοινότητας στο πλαίσιο των κανόνων του διεθνούς εμπορίου, ιδίως αυτών που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου[34],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 385/96 του Συμβουλίου, της 29ης Ιανουαρίου 1996, για την άμυνα κατά της ζημιογόνου τιμολόγησης των πλοίων[35],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2271/96 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1996, για την προστασία από τις συνέπειες της εξωεδαφικής εφαρμογής ορισμένων νόμων που θεσπίστηκαν από μια τρίτη χώρα, και των μέτρων που βασίζονται σε αυτούς ή απορρέουν από αυτούς[36],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1515/2001 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2001, για τα μέτρα που μπορεί να λάβει η Κοινότητα μετά από έκθεση που εγκρίνει το Όργανο Επίλυσης Διαφορών του ΠΟΕ σχετικά με μέτρα αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων[37],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2248/2001 του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2001, όσον αφορά ορισμένες διαδικασίες για την εφαρμογή της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Κροατίας, αφετέρου, καθώς και για την εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Κροατίας[38],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 153/2002 του Συμβουλίου, της 21ης Ιανουαρίου 2002, όσον αφορά ορισμένες διαδικασίες για την εφαρμογή της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, αφετέρου, καθώς και για την εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας[39],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 427/2003 του Συμβουλίου, της 3ης Μαρτίου 2003, σχετικά με έναν μεταβατικό μηχανισμό διασφάλισης ανά προϊόν όσον αφορά τις εισαγωγές, καταγωγής της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας[40],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 452/2003 του Συμβουλίου, της 6ης Μαρτίου 2003, για τα μέτρα που μπορούν να θεσπιστούν από την Κοινότητα σε σχέση με τις συνδυασμένες επιπτώσεις των μέτρων αντιντάμπινγκ ή κατά των επιδοτήσεων και των μέτρων διασφάλισης[41],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 673/2005 του Συμβουλίου, της 25ης Απριλίου 2005, για την επιβολή πρόσθετων δασμών στις εισαγωγές ορισμένων προϊόντων καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής[42],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1616/2006 του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2006, για ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Αλβανίας, αφετέρου, και για την εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Αλβανίας[43],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1528/2007 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2007, περί εφαρμογής στα προϊόντα καταγωγής ορισμένων χωρών μελών της ομάδας κρατών Αφρικής, Καραϊβικής και Ειρηνικού (ΑΚΕ) των ρυθμίσεων που προβλέπονται στις συμφωνίες οικονομικής εταιρικής σχέσης ή στις συμφωνίες που οδηγούν στην σύναψη τέτοιων συμφωνιών[44],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 55/2008 του Συμβουλίου, της 21ης Ιανουαρίου 2008, για τη χορήγηση αυτόνομων εμπορικών προτιμήσεων στη Μολδαβία και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 980/2005 και της απόφασης 2005/924/ΕΚ της Επιτροπής[45],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 140/2008 του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2007, για ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους αφενός, και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου αφετέρου, και για την εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας αφενός και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου αφετέρου[46],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 594/2008 του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 2008, για ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους αφενός, και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης αφετέρου, και για την εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας αφενός, και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης αφετέρου[47],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 732/2008 του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2008, για την εφαρμογή συστήματος γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2009 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2011[48],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών[49],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας[50],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 625/2009 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών από ορισμένες τρίτες χώρες[51],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1061/2009 του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 2009, για θέσπιση κοινού καθεστώτος εξαγωγών[52],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1215/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την εισαγωγή εκτάκτων εμπορικών μέτρων για χώρες και εδάφη που συμμετέχουν ή συνδέονται με τη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης[53],

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας[54].

(4) Για να εξασφαλιστεί ασφάλεια δικαίου, είναι απαραίτητο να μην επηρεαστούν από τον παρόντα κανονισμό οι διαδικασίες θέσπισης μέτρων οι οποίες έχουν αρχίσει, αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κανονισμοί που απαριθμούνται στο παράρτημα προσαρμόζονται, σύμφωνα με το παράρτημα, στο άρθρο 290 της Συνθήκης ή στις εφαρμοστέες διατάξεις του κανονισμού (EΕ) αριθ. [xxxx/2011].

Άρθρο 2

Οι παραπομπές στις διατάξεις των πράξεων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα νοούνται ως παραπομπές στις εν λόγω διατάξεις όπως αυτές προσαρμόζονται με τον παρόντα κανονισμό.

Οι αναφορές στις προηγούμενες ονομασίες των επιτροπών νοούνται ως αναφορές στις νέες ονομασίες που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει τις διαδικασίες θέσπισης μέτρων που προβλέπονται στους κανονισμούς που περιλαμβάνονται στο παράρτημα και οι οποίες έχουν αρχίσει, αν, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού ή πριν απ’ αυτήν:

α) η Επιτροπή έχει εκδώσει πράξη· ή

β) απαιτείται διαβούλευση βάσει κάποιου από τους εν λόγω κανονισμούς και η διαβούλευση αυτή έχει αρχίσει· ή

γ) απαιτείται πρόταση βάσει κάποιου από τους εν λόγω κανονισμούς και η Επιτροπή έχει εγκρίνει την πρόταση αυτή.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 30ή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, […]

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος […] […]

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κατάλογος κανονισμών που εμπίπτουν στην κοινή εμπορική πολιτική και που προσαρμόζονται στο άρθρο 290 της Συνθήκης ή στις εφαρμοστέες διατάξεις του κανονισμού (EΕ) αριθ. [xxxx/2011] [pic]του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[55].

1. Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2841/72 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1972, περί των μέτρων διασφαλίσεως που προβλέπονται στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας[56]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2841/72, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[57].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2841/72 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το Συμβούλιο δύναται να αποφασίζει την προσφυγή στη μεικτή επιτροπή η οποία συστάθηκε με τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας —που καλείται εφεξής «συμφωνία»— για τη λήψη των μέτρων που προβλέπονται στα άρθρα 22, 24, 24α και 26 της συμφωνίας. Αν χρειαστεί, η Επιτροπή θεσπίζει τα μέτρα αυτά με τη διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 2.»

2. Στο άρθρο 2 παράγραφος 1, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν χρειαστεί, η Επιτροπή θεσπίζει μέτρα διασφάλισης σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2.»

3. Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Αν εξαιρετικές περιστάσεις καθιστούν αναγκαία άμεση παρέμβαση, στις καταστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 24, 24α και 26 της συμφωνίας, καθώς και στην περίπτωση εξαγωγικών ενισχύσεων που έχουν άμεσο αντίκτυπο στις συναλλαγές, τα συντηρητικά μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 27 παράγραφος 3 στοιχείο ε) της συμφωνίας μπορούν να θεσπίζονται από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 2. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 7 παράγραφος 3.

2. Αν ένα κράτος μέλος καλέσει την Επιτροπή να αναλάβει δράση, η Επιτροπή αποφασίζει εντός μέγιστης προθεσμίας πέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος.»

4. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 7:

«Άρθρο 7

Διαδικασία επιτροπής

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων η οποία συστάθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου[58]. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

3. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [8] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011] σε συνδυασμό με το άρθρο [5] του εν λόγω κανονισμού.»

2. Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2843/72 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1972, περί των μέτρων διασφαλίσεως που προβλέπονται στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας[59]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2843/72, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[60].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2843/72 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το Συμβούλιο δύναται να αποφασίζει την προσφυγή στη μεικτή επιτροπή η οποία συστάθηκε με τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας —που καλείται εφεξής «συμφωνία»— για τη λήψη των μέτρων που προβλέπονται στα άρθρα 23, 25, 25α και 27 της συμφωνίας. Αν χρειαστεί, η Επιτροπή θεσπίζει τα μέτρα αυτά με τη διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 2.»

2. Στο άρθρο 2 παράγραφος 1, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν χρειαστεί, η Επιτροπή θεσπίζει μέτρα διασφάλισης με τη διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 2.»

3. Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Αν εξαιρετικές περιστάσεις καθιστούν αναγκαία άμεση παρέμβαση, στις καταστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 25, 25α και 27 της συμφωνίας, καθώς και στην περίπτωση εξαγωγικών ενισχύσεων που έχουν άμεσο αντίκτυπο στις συναλλαγές, τα συντηρητικά μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 28 παράγραφος 3 στοιχείο ε) της συμφωνίας μπορούν να θεσπίζονται από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 2. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 7 παράγραφος 3.

2. Αν ένα κράτος μέλος καλέσει την Επιτροπή να αναλάβει δράση, η Επιτροπή αποφασίζει εντός μέγιστης προθεσμίας πέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος.»

4. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 7:

«Άρθρο 7

Διαδικασία επιτροπής

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων η οποία συστάθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου[61]. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

3. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [8] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011] σε συνδυασμό με το άρθρο [5] του εν λόγω κανονισμού.»

3. Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1692/73 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1973, περί των μέτρων διασφαλίσεως που προβλέπονται στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και του Βασιλείου της Νορβηγίας[62]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1692/73, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[63].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1692/73 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το Συμβούλιο δύναται να αποφασίζει την προσφυγή στη μεικτή επιτροπή η οποία συστάθηκε με τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και του Βασιλείου της Νορβηγίας —που καλείται εφεξής «συμφωνία»— για τη λήψη των μέτρων που προβλέπονται στα άρθρα 22, 24, 24α και 26 της συμφωνίας. Αν χρειαστεί, η Επιτροπή θεσπίζει τα μέτρα αυτά με τη διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 2.»

2. Στο άρθρο 2 παράγραφος 1, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν χρειαστεί, η Επιτροπή θεσπίζει μέτρα διασφάλισης με τη διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 2.»

3. Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Αν εξαιρετικές περιστάσεις καθιστούν αναγκαία άμεση παρέμβαση, στις καταστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 24, 24α και 26 της συμφωνίας, καθώς και στην περίπτωση εξαγωγικών ενισχύσεων που έχουν άμεσο αντίκτυπο στις συναλλαγές, τα συντηρητικά μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 27 παράγραφος 3 στοιχείο ε) της συμφωνίας μπορούν να θεσπίζονται από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 2. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 7 παράγραφος 3.

2. Αν ένα κράτος μέλος καλέσει την Επιτροπή να αναλάβει δράση, η Επιτροπή αποφασίζει εντός μέγιστης προθεσμίας πέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος.»

4. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 7:

«Άρθρο 7

Διαδικασία επιτροπής

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων η οποία συστάθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου[64]. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

3. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [8] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011] σε συνδυασμό με το άρθρο [5] του εν λόγω κανονισμού.»

4. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3286/94 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, που καθορίζει κοινοτικές διαδικασίες στον τομέα της κοινής εμπορικής πολιτικής για να διασφαλιστεί η άσκηση των δικαιωμάτων της Κοινότητας στο πλαίσιο των κανόνων του διεθνούς εμπορίου, ιδίως αυτών που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου[65]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3286/94, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[66].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3286/94 τροποποιείται ως εξής:

1. Στο άρθρο 5, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν καταστεί σαφές ότι η καταγγελία δεν συνοδεύεται από επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν την έναρξη έρευνας, ο καταγγέλλων ενημερώνεται σχετικά.»

2. Στο άρθρο 6, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν καταστεί σαφές ότι η αίτηση δεν συνοδεύεται από επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν την έναρξη έρευνας, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνεται σχετικά.»

3. Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α) Ο τίτλος του άρθρου αντικαθίσταται από τον τίτλο: «Διαδικασία επιτροπής»

β) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. α) Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή εμπορικών εμποδίων, η οποία καλείται εφεξής «επιτροπή». Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].β) Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].»

γ) Στην παράγραφο 2, οι πρώτες δύο περίοδοι απαλείφονται.

δ) Οι παράγραφοι 3 και 4 απαλείφονται.

4. Στο άρθρο 8 παράγραφος 1, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«1. Αν καταστεί σαφές στην Επιτροπή ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν την έναρξη εξεταστικής διαδικασίας και ότι αυτή επιβάλλεται από το συμφέρον της Κοινότητας, η Επιτροπή ενεργεί ως εξής:».

5. Στο άρθρο 9 παράγραφος 2, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. α) Η Επιτροπή, τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους οφείλουν να μην αποκαλύπτουν τα εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφοριακά στοιχεία που λαμβάνουν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ούτε τα πληροφοριακά στοιχεία που έχουν παρασχεθεί ως εμπιστευτικά από τα μέρη που μετέχουν σε εξεταστική διαδικασία, χωρίς τη ρητή συγκατάθεση του μέρους που έχει υποβάλει το εκάστοτε πληροφοριακό στοιχείο.»

6. Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Αν από την εξεταστική διαδικασία προκύψει ότι τα συμφέροντα της Ένωσης δεν επιβάλλουν τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου, η Επιτροπή περατώνει τη διαδικασία, ενεργώντας με τη διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο β).»·

β) Στην παράγραφο 2, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. α) Αν, έπειτα από εξεταστική διαδικασία, η οικεία τρίτη χώρα ή οι οικείες τρίτες χώρες προβαίνουν στη λήψη μέτρων τα οποία κρίνονται ικανοποιητικά, με αποτέλεσμα να μην είναι αναγκαία η λήψη μέτρων από την Ένωση, η Επιτροπή μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία, ενεργώντας με τη διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο β).»·

γ) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Αν, είτε έπειτα από εξεταστική διαδικασία είτε οποιαδήποτε στιγμή πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το πέρας διαδικασίας επίλυσης διαφοράς διεθνούς χαρακτήρα, κριθεί ότι το καταλληλότερο μέσο για την επίλυση διαφοράς που προκύπτει από εμπόδιο στο εμπόριο είναι η σύναψη συμφωνίας με την οικεία τρίτη χώρα ή τρίτες χώρες η οποία είναι δυνατόν να μεταβάλει τα ουσιαστικά δικαιώματα της Ένωσης και της οικείας τρίτης χώρας ή τρίτων χωρών, η Επιτροπή αναστέλλει τη διαδικασία, ενεργώντας με τη διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο β), και διεξάγονται διαπραγματεύσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 207 της Συνθήκης.»

7. Το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 13

Διαδικασίες λήψης αποφάσεων

1. Όταν η Ένωση, έπειτα από καταγγελία σύμφωνα με τα άρθρα 3 ή 4 ή προσφυγή βάσει του άρθρου 6, εφαρμόζει τις επίσημες διεθνείς διαδικασίες διαβουλεύσεων ή επίλυσης διαφορών, οι αποφάσεις οι σχετικές με την κίνηση, τη διεξαγωγή και την περάτωση των εν λόγω διαδικασιών λαμβάνονται από την Επιτροπή.

2. Αν η Ένωση, αφού προηγουμένως έχει ενεργήσει σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2, είναι υποχρεωμένη να λάβει απόφαση για τα μέτρα εμπορικής πολιτικής που πρέπει να θεσπιστούν δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 2 στοιχείο γ) ή δυνάμει του άρθρου 12, αποφασίζει, χωρίς καθυστέρηση, σύμφωνα με το άρθρο 207 της Συνθήκης και τις κατά περίπτωση εφαρμοστέες διαδικασίες.»

8. Το άρθρο 14 απαλείφεται.

5. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 385/96 του Συμβουλίου, της 29ης Ιανουαρίου 1996, για την άμυνα κατά της ζημιογόνου τιμολόγησης των πλοίων [67]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 385/96, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[68].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 385/96 τροποποιείται ως εξής:

1. Στο άρθρο 5, η παράγραφος 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Με την επιφύλαξη του άρθρου 15 παράγραφος 2, αν είναι προφανές ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία τα οποία δικαιολογούν την έναρξη διαδικασίας, η Επιτροπή κινεί τη σχετική διαδικασία εντός 45 ημερών από την υποβολή της καταγγελίας, ή, σε περίπτωση έναρξης δυνάμει της παραγράφου 8, το αργότερο εντός έξι μηνών από τη στιγμή που ήταν γνωστό ή έπρεπε να είναι γνωστό ότι πωλήθηκε το πλοίο, και δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης . Αν τα αποδεικτικά στοιχεία δεν είναι επαρκή, ο καταγγέλλων ενημερώνεται σχετικά εντός 45 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της καταγγελίας στην Επιτροπή.»

2. Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν δεν είναι αναγκαία η λήψη μέτρων, η έρευνα ή η διαδικασία περατώνεται. Η Επιτροπή περατώνει την έρευνα με τη διαδικασία του άρθρου 10 παράγραφος 2.»

β) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν από τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν διαπιστωθεί τελικώς, προκύπτει ότι υπάρχει ζημιογόνος τιμολόγηση και ότι εξ αυτής προκαλείται ζημία, η Επιτροπή επιβάλλει στη ναυπηγική εταιρεία τέλος ζημιογόνου τιμολόγησης σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 10 παράγραφος 2. Το τέλος ζημιογόνου τιμολόγησης ισούται με το καθορισμένο περιθώριο ζημιογόνου τιμολόγησης. Η Επιτροπή λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεση της απόφασής της, και ιδίως για την είσπραξη του τέλους ζημιογόνου τιμολόγησης.»

3. Στο άρθρο 8, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η έρευνα μπορεί να περατωθεί χωρίς την επιβολή τέλους ζημιογόνου τιμολόγησης, αν η ναυπηγική εταιρεία ακυρώσει οριστικά και άνευ όρων την πώληση που πλοίου που αποτέλεσε αντικείμενο ζημιογόνου τιμολόγησης ή αν συμμορφωθεί με ισοδύναμο εναλλακτικό μέτρο επανόρθωσης που αποδέχεται η Επιτροπή.»

4. Στο άρθρο 9, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Αν η οικεία ναυπηγική εταιρεία δεν καταβάλει το τέλος ζημιογόνου τιμολόγησης που επιβάλλεται δυνάμει του άρθρου 7, η Επιτροπή επιβάλλει αντίμετρα στα πλοία που κατασκευάζονται από την εν λόγω ναυπηγική εταιρεία με τη μορφή άρνησης των δικαιωμάτων φόρτωσης και εκφόρτωσης.»

5. Το άρθρο 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 10

Διαδικασία επιτροπής

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή ζημιογόνου τιμολόγησης των πλοίων. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

6. Στο άρθρο 13, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους, δεν αποκαλύπτουν καμία από τις πληροφορίες που λαμβάνουν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού χωρίς τη ρητή άδεια του προσώπου που έχει παράσχει την πληροφορία, αν το εν λόγω πρόσωπο έχει ζητήσει την εμπιστευτική της μεταχείριση. Τα στοιχεία που ανταλλάσσονται μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών, καθώς και κάθε εσωτερικό έγγραφο που καταρτίζουν οι αρχές της Ένωσης ή των κρατών μελών της, δεν είναι δυνατόν να αποκαλύπτονται παρά μόνο βάσει διάταξης του παρόντος κανονισμού.»

7. Στο άρθρο 14, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Η αποκάλυψη στοιχείων γίνεται γραπτώς. Λαμβανομένης δεόντως υπόψη της ανάγκης προστασίας των πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα, η αποκάλυψη στοιχείων πρέπει να γίνεται το συντομότερο δυνατόν και, καταρχήν, το αργότερο ένα μήνα πριν από την οριστική απόφαση. Αν η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να γνωστοποιήσει ορισμένα πραγματικά περιστατικά ή εκτιμήσεις τη δεδομένη στιγμή, οφείλει να το πραγματοποιήσει το συντομότερο δυνατόν στη συνέχεια. Η αποκάλυψη δεν θίγει καμία μεταγενέστερη απόφαση την οποία ενδεχομένως λαμβάνει η Επιτροπή, αλλά, αν η απόφαση αυτή στηρίζεται σε διαφορετικά πραγματικά περιστατικά και σε διαφορετικό σκεπτικό, αυτά πρέπει να γνωστοποιούνται το συντομότερο δυνατόν.»

6. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2271/96 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1996, για την προστασία από τις συνέπειες της εξωεδαφικής εφαρμογής ορισμένων νόμων που θεσπίστηκαν από μια τρίτη χώρα, και των μέτρων που βασίζονται σε αυτούς ή απορρέουν από αυτούς[69]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2271/96, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να εκδίδει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 290 της συνθήκης για τον σκοπό της τροποποίησης του παραρτήματος του εν λόγω κανονισμού.

Τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2271/96 πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[70].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2271/96 τροποποιείται ως εξής:

1. Στο άρθρο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή μπορεί, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της Συνθήκης και παρά τις διατάξεις του άρθρου 7 στοιχείο γ), να εκδώσει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με τα άρθρα 11α, 11β και 11γ, να προσθέσει νόμους στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού ή να τους διαγράψει απ’ αυτό.»

2. Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« Άρθρο 8

1. Για τους σκοπούς της εφαρμογής του άρθρου 7 στοιχεία β) και γ), η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή εξωεδαφικής νομοθεσίας. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].»

3. Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα 11α, 11β και 11γ:

« Άρθρο 11α

1. Οι αρμοδιότητες έκδοσης των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 ανατίθενται στην Επιτροπή επ’ αόριστον.

2. Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί συγχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

3. Οι αρμοδιότητες που ανατίθενται στην Επιτροπή για την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων υπόκεινται στις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα άρθρα 11β και 11γ.

Άρθρο 11β

1. Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 1 δεύτερο εδάφιο μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο.

2. Το θεσμικό όργανο που έχει κινήσει εσωτερική διαδικασία για να αποφασιστεί αν θα ανακληθεί η εξουσιοδότηση ενημερώνει το άλλο θεσμικό όργανο και την Επιτροπή σε εύλογο χρονικό διάστημα πριν από τη λήψη της τελικής απόφασης, αναφέροντας τις υπό εξουσιοδότηση αρμοδιότητες που ενδέχεται να ανακληθούν, καθώς και τους λόγους της εν λόγω ανάκλησης.

3. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την ανάθεση αρμοδιοτήτων που προσδιορίζονται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει αμέσως ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία, την οποία διευκρινίζει. Δεν επηρεάζει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη. Δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Άρθρο 11γ

1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δύνανται να διατυπώσουν αντιρρήσεις για την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης. Κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου, η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί κατά ένα μήνα.

2. Αν, έως την εκπνοή της περιόδου αυτής, δεν διατυπωθούν αντιρρήσεις για την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ούτε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε από το Συμβούλιο, η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αρχίζει να ισχύει κατά την ημερομηνία που προβλέπεται σ’ αυτήν.Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη μπορεί να δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να αρχίσει να ισχύει πριν από την εκπνοή της εν λόγω περιόδου αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν αμφότερα ενημερώσει την Επιτροπή για την πρόθεσή τους να μη διατυπώσουν αντιρρήσεις.

3. Αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο αντιταχθούν στην κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, αυτή δεν τίθεται σε ισχύ. Το όργανο που διατυπώνει αντιρρήσεις για την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, εκθέτει τους σχετικούς λόγους.»

7. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1515/2001 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2001, για τα μέτρα που μπορεί να λάβει η Κοινότητα μετά από έκθεση που εγκρίνει το Οργανο Επίλυσης Διαφορών του ΠΟΕ σχετικά με μέτρα αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων[71]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1515/2001, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[72].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1515/2001 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 1 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Αν το DSB εγκρίνει έκθεση σχετικά με ενωσιακό μέτρο που έχει θεσπιστεί δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 597/2009 ή του παρόντος κανονισμού («αμφισβητούμενο μέτρο»), η Επιτροπή μπορεί να λαμβάνει ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα —όποιο κρίνει σκόπιμο— με τη διαδικασία του άρθρου 3α παράγραφος 2.»

β) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Αν κριθεί σκόπιμο να διενεργηθεί επανεξέταση πριν ή κατά τη λήψη κάποιου από τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η έναρξη της επανεξέτασης γίνεται από την Επιτροπή.»

γ) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Αν κριθεί σκόπιμο να ανασταλεί το αμφισβητούμενο ή τροποποιούμενο μέτρο, η αναστολή χορηγείται για περιορισμένο χρονικό διάστημα από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 3α παράγραφος 2.»

2. Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Η Επιτροπή, αν το κρίνει σκόπιμο, μπορεί επίσης να λάβει οποιαδήποτε από τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι νομικές ερμηνείες που διατυπώνονται σε έκθεση που έχει εγκριθεί από το DSB όσον αφορά ένα μη αμφισβητούμενο μέτρο.»

β) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Αν κριθεί σκόπιμο να διενεργηθεί επανεξέταση, πριν ή κατά τη λήψη οποιουδήποτε από τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η έναρξη της επανεξέτασης γίνεται από την Επιτροπή.»

γ) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Αν κριθεί σκόπιμο να ανασταλεί το αμφισβητούμενο ή τροποποιούμενο μέτρο, η αναστολή χορηγείται για περιορισμένο χρονικό διάστημα από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 3α παράγραφος 2.»

3. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 3α:

«Άρθρο 3 α

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή αντιντάμπινγκ, που συστάθηκε με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, ή από την επιτροπή αντεπιδοτήσεων, που συστάθηκε με το άρθρο 25 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου, κατά περίπτωση. Οι εν λόγω επιτροπές είναι επιτροπές κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

8. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2248/2001 του Συμβουλίου , της 19ης Νοεμβρίου 2001, όσον αφορά ορισμένες διαδικασίες για την εφαρμογή της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Κροατίας, αφετέρου, καθώς και για την εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Κροατίας[73]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2248/2001, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[74].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2248/2001 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 7α τροποποιείται ως εξής:

α) Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 3α και 3β:

«3α. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

3β. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [8] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011] σε συνδυασμό με το άρθρο [5] του εν λόγω κανονισμού.»

β) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:«Με την ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων, και αν δεν καταστεί δυνατός άλλος διακανονισμός, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει, με τη διαδικασία του άρθρου 7α παράγραφος 3α, είτε να μην ενεργήσει είτε να λάβει τα κατάλληλα μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 25 και 26 της ενδιάμεσης συμφωνίας και, στη συνέχεια, στα άρθρα 38 και 39 της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 7α παράγραφος 3β.»

γ) Οι παράγραφοι 7, 8 και 9 απαλείφονται.

2. Το άρθρο 7β αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 7β

Εξαιρετικές και κρίσιμες περιστάσεις

Σε εξαιρετικές και κρίσιμες περιστάσεις, κατά την έννοια του άρθρου 25 παράγραφος 4 στοιχείο β) και του άρθρου 26 παράγραφος 4 της ενδιάμεσης συμφωνίας και, στη συνέχεια, του άρθρου 38 παράγραφος 4 στοιχείο β) και του άρθρου 39 παράγραφος 4 της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης, η Επιτροπή, με τη διαδικασία του άρθρου 7α παράγραφος 3α, δύναται να λάβει αμέσως μέτρα, όπως προβλέπεται στα άρθρα 25 και 26 της ενδιάμεσης συμφωνίας και, στη συνέχεια, στα άρθρα 38 και 39 της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 7α παράγραφος 3β.

Αν η Επιτροπή λάβει αίτηση κράτους μέλους, λαμβάνει απόφαση εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης.»

3. Στο άρθρο 7ε, η δεύτερη περίοδος της παραγράφου 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν χρειαστεί, λαμβάνει μέτρα διασφάλισης με τη διαδικασία του άρθρου 7α παράγραφος 3α, εκτός από τις περιπτώσεις ενισχύσεων στις οποίες εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας[75], οπότε τα μέτρα αυτά λαμβάνονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό.»

9. Κανονισμος (ΕΚ) αριθ. 153/2002 του Συμβουλιου, της 21ης Ιανουαριου 2002, οσον αφορα ορισμενες διαδικασιες για την εφαρμογη της συμφωνιας σταθεροποιησης και συνδεσης μεταξυ των Ευρωπαϊκων Κοινοτητων και των κρατων μελων τους, αφενος, και της πρωην Γιουγκοσλαβικης Δημοκρατιας της Μακεδονιας, αφετερου, καθως και για την εφαρμογη της ενδιαμεσης συμφωνιας μεταξυ της Ευρωπαϊκης Κοινοτητας και της πρωην Γιουγκοσλαβικης Δημοκρατιας της Μακεδονιας[76]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 153/2002, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[77].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 153/2002 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 7α τροποποιείται ως εξής:

α) προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 3α και 3β:

«3α. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

3β. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [8] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011] σε συνδυασμό με το άρθρο [5] του εν λόγω κανονισμού.»

β) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:«Με την ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων, και αν δεν καταστεί δυνατός άλλος διακανονισμός, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει, με τη διαδικασία του άρθρου 7α παράγραφος 3α, είτε να μην ενεργήσει είτε να λάβει τα κατάλληλα μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 24 και 25 της ενδιάμεσης συμφωνίας και, στη συνέχεια, στα άρθρα 37 και 38 της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 7α παράγραφος 3β.»

γ) Οι παράγραφοι 7, 8 και 9 απαλείφονται.

2. Το άρθρο 7β αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 7β

Εξαιρετικές και κρίσιμες περιστάσεις

Σε εξαιρετικές και κρίσιμες περιστάσεις, κατά την έννοια του άρθρου 24 παράγραφος 4 στοιχείο β) και του άρθρου 25 παράγραφος 4 της ενδιάμεσης συμφωνίας και, στη συνέχεια, του άρθρου 37 παράγραφος 4 στοιχείο β) και του άρθρου 38 παράγραφος 4 της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης, η Επιτροπή, με τη διαδικασία του άρθρου 7α παράγραφος 3α, δύναται να λάβει αμέσως μέτρα. όπως προβλέπεται στα άρθρα 24 και 25 της ενδιάμεσης συμφωνίας και, στη συνέχεια, στα άρθρα 37 και 38 της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης . Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 7α παράγραφος 3β.

Αν η Επιτροπή λάβει αίτηση κράτους μέλους, λαμβάνει απόφαση εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης.»

3. Στο άρθρο 7ε, η δεύτερη περίοδος της παραγράφου 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν χρειαστεί, λαμβάνει μέτρα διασφάλισης με τη διαδικασία του άρθρου 7α παράγραφος 3α, εκτός από τις περιπτώσεις ενισχύσεων στις οποίες εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας[78], οπότε τα μέτρα αυτά λαμβάνονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό.»

10. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 427/2003 του Συμβουλίου , της 3ης Μαρτίου 2003, σχετικά με έναν μεταβατικό μηχανισμό διασφάλισης ανά προϊόν όσον αφορά τις εισαγωγές, καταγωγής της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, και με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 519/94 για το κοινό καθεστώς εισαγωγών από ορισμένες τρίτες χώρες[79]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 427/2003, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[80].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 427/2003 τροποποιείται ως εξής:

1. Στο άρθρο 5, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν είναι προφανές ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις που δικαιολογούν την έναρξη διαδικασίας και οι διαβουλεύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 δεν έχουν οδηγήσει σε αμοιβαίως ικανοποιητική λύση, η Επιτροπή δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .»

2. Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, η δεύτερη και η τρίτη περίοδος αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή λαμβάνει τα προσωρινά μέτρα με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 15 παράγραφος 3.»

β) Η παράγραφος 3 απαλείφεται.

3. Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8

Περάτωση χωρίς τη λήψη μέτρων

Αν δεν κριθεί απαραίτητη η λήψη διμερών μέτρων διασφάλισης, η έρευνα ή η διαδικασία περατώνεται με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2.»

4. Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Aν οι διαβουλεύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δεν οδηγήσουν σε αμοιβαίως ικανοποιητική λύση εντός 60 ημερών από την παραλαβή της αίτησης για διαβουλεύσεις, επιβάλλεται οριστικό μέτρο διασφάλισης ή μέτρο κατά της εκτροπής του εμπορίου με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2.»

β) Οι παράγραφοι 3 έως 6 απαλείφονται.

5. Στο άρθρο 12, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν η Επιτροπή κρίνει ότι επιβάλλεται η ανάκληση ή η τροποποίηση μέτρου διασφάλισης, ανακαλεί ή τροποποιεί το εν λόγω μέτρο.»

6. Στο άρθρο 14, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Προς το συμφέρον της Ένωσης, τα μέτρα που επιβάλλονται βάσει του παρόντος κανονισμού είναι δυνατόν να αναστέλλονται με απόφαση της Επιτροπής για χρονικό διάστημα εννέα μηνών. Η αναστολή είναι δυνατόν να παρατείνεται για επιπλέον χρονικό διάστημα, το οποίο δεν υπερβαίνει το ένα έτος, με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2. Τα μέτρα μπορούν να αναστέλλονται μόνο όταν οι συνθήκες της αγοράς έχουν αλλάξει προσωρινά σε βαθμό που καθιστά απίθανο να επαναληφθεί η διαταραχή της αγοράς ως αποτέλεσμα της αναστολής. Τα μέτρα είναι δυνατόν να επαναφέρονται σε ισχύ ανά πάσα στιγμή και μετά από διαβουλεύσεις, αν παύσει να συντρέχει ο λόγος της αναστολής τους.»

7. Το άρθρο 15 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 15

Διαδικασία επιτροπής

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων, η οποία συστάθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου[81]. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

3. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [8] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011] σε συνδυασμό με το άρθρο [5] του εν λόγω κανονισμού.

4. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […./2011], όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία, η διαδικασία αυτή περατώνεται χωρίς αποτέλεσμα αν, μέσα στην προθεσμία που ορίζει ο πρόεδρος, το αποφασίσει ο πρόεδρος ή το ζητήσει η πλειοψηφία των μελών της επιτροπής, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […./2011].»

8. Στο άρθρο 17, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους, δεν αποκαλύπτουν καμία από τις πληροφορίες που λαμβάνουν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού χωρίς τη ρητή άδεια του προσώπου που έχει παράσχει την πληροφορία, αν το εν λόγω πρόσωπο έχει ζητήσει την εμπιστευτική της μεταχείριση. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών ή οι πληροφορίες για τις διαβουλεύσεις που πραγματοποιούνται δυνάμει του άρθρου 12 ή τις διαβουλεύσεις που περιγράφονται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 και στο άρθρο 9 παράγραφος 1, καθώς και κάθε εσωτερικό έγγραφο που καταρτίζουν οι αρχές της Ένωσης ή των κρατών μελών της, δεν αποκαλύπτονται στο κοινό ή σε οποιοδήποτε μέρος της διαδικασίας παρά μόνο βάσει διάταξης του παρόντος κανονισμού.»

9. Στο άρθρο 18 παράγραφος 4, η τέταρτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η αποκάλυψη δεν θίγει καμία μεταγενέστερη απόφαση την οποία ενδεχομένως λαμβάνει η Επιτροπή, αλλά, αν η απόφαση αυτή στηρίζεται σε διαφορετικά πραγματικά περιστατικά και σε διαφορετικό σκεπτικό, αυτά πρέπει να γνωστοποιούνται το συντομότερο δυνατόν.»

10. Στο άρθρο 19, οι παράγραφοι 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Η Επιτροπή εξετάζει όλες τις πληροφορίες που της έχουν προσηκόντως υποβληθεί, καθώς και τον βαθμό αντιπροσωπευτικότητάς τους, ενώ τα αποτελέσματα της εξέτασης αυτής, μαζί με γνωμοδότηση για το βάσιμο των πληροφοριών αυτών, διαβιβάζονται στην επιτροπή.

6. Τα μέρη τα οποία έχουν ενεργήσει σύμφωνα με την παράγραφο 2 δύνανται να ζητήσουν να πληροφορηθούν τα πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό επί των οποίων είναι πιθανό να στηρίζονται οι τελικές αποφάσεις. Τα στοιχεία αυτά γνωστοποιούνται στο μέτρο του δυνατού και με την επιφύλαξη τυχόν μεταγενέστερης απόφασης της Επιτροπής.»

11. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 452/2003 του Συμβουλίου, της 6ης Μαρτίου 2003, για τα μέτρα που μπορούν να θεσπιστούν από την Κοινότητα σε σχέση με τις συνδυασμένες επιπτώσεις των μέτρων αντιντάμπινγκ ΄ή κατά των επιδοτήσεων και των μέτρων διασφάλισης[82]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 452/2003, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[83].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 452/2003 τροποποιείται ως εξής:

1. Στο άρθρο 1 παράγραφος 1, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν η Επιτροπή κρίνει ότι ο συνδυασμός των μέτρων αντιντάμπινγκ ή κατά των επιδοτήσεων και των δασμολογικών μέτρων διασφάλισης επί των ιδίων εισαγωγών θα μπορούσε να έχει σοβαρότερες επιπτώσεις από εκείνες που επιδιώκονται στο πλαίσιο της ενωσιακής πολιτικής εμπορικής άμυνας, μπορεί να θεσπίσει όποιο από τα ακόλουθα μέτρα θεωρεί κατάλληλο, με τη διαδικασία του άρθρου 2α παράγραφος 2.»

2. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 2α:

«Άρθρο 2α

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή αντιντάμπινγκ, η οποία συστάθηκε με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου[84]. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

12. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 673/2005 του Συμβουλίου, της 25ης Απριλίου 2005, για την επιβολή πρόσθετων δασμών στις εισαγωγές ορισμένων προϊόντων καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής [85]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 673/2005, η αρμοδιότητα κατάργησής του παρέχεται στο Συμβούλιο. Η εν λόγω αρμοδιότητα πρέπει να διαγραφεί, και για την κατάργηση του κανονισμού αυτού θα πρέπει να εφαρμόζεται το άρθρο 207 της Συνθήκης.

Συνεπώς, το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 673/2005 απαλείφεται.

13. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1616/2006 του Συμβουλίου , της 23ης Οκτωβρίου 2006, για ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Αλβανίας, αφετέρου, και για την εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Αλβανίας[86]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1616/2006, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[87].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1616/2006 τροποποιείται ως εξής:

1. Στο άρθρο 7, το τρίτο, το τέταρτο και το πέμπτο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή λαμβάνει τα μέτρα αυτά με τη διαδικασία του άρθρου 8α παράγραφος 2. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 8α παράγραφος 3.»

2. Στο άρθρο 8, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Η Επιτροπή λαμβάνει τα μέτρα αυτά με τη διαδικασία του άρθρου 8α παράγραφος 2. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 8α παράγραφος 3.»

3. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 8α:

«Άρθρο 8a

Διαδικασία επιτροπής

1. Για τους σκοπούς των άρθρων 7 και 8 η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων, η οποία συστάθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου[88]. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

3. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [8] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011] σε συνδυασμό με το άρθρο [5] του εν λόγω κανονισμού.

14. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1528/2007 του Συμβουλίου της 20ησ Δεκεμβρίου 2007 περί εφαρμογής στα προϊόντα καταγωγής ορισμένων χωρών μελών της ομάδας κρατών Αφρικής, Καραϊβικής και Ειρηνικού (ΑΚΕ) των ρυθμίσεων που προβλέπονται στις συμφωνίες οικονομικής εταιρικής σχέσης ΄ή στις συμφωνίες που οδηγούν στην σύναψη τέτοιων συμφωνιών[89]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1528/2007, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την τροποποίηση του παραρτήματος Ι του παρόντος κανονισμού.

Τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1528/2007 θα πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[90].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1528/2007 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Η Επιτροπή τροποποιεί το παράρτημα I μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, σύμφωνα με τα άρθρα 24α, 24β και 24γ, προκειμένου να προστεθούν περιφέρειες ή κράτη από την ομάδα κρατών ΑΚΕ που έχουν ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και της εν λόγω περιφέρειας ή κράτους, η οποία πληροί τουλάχιστον τις απαιτήσεις του άρθρου XXIV της συμφωνίας GATT 1994.»

β) Στην παράγραφο 3, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Το κράτος ή η περιφέρεια παραμένει στον κατάλογο του παραρτήματος I, εκτός αν η Επιτροπή εκδώσει πράξη κατ’ εξουσιοδότηση, σύμφωνα με τα άρθρα 24α, 24β και 24γ, που τροποποιεί το παράρτημα I για να διαγράψει μια περιφέρεια ή ένα κράτος από το εν λόγω παράρτημα, ιδίως όταν:

2. Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Αν είναι προφανές ότι υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να δικαιολογούν την κίνηση διαδικασίας, η Επιτροπή δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης . Η διαδικασία κινείται εντός ενός μηνός από τη λήψη των πληροφοριών από ένα κράτος μέλος.»

β) Στην παράγραφο 4, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Αν η Επιτροπή κρίνει ότι πληρούνται οι όροι του άρθρου 12, ενημερώνει αμέσως την οικεία περιφέρεια ή το οικείο κράτος του παραρτήματος I σχετικά με την πρόθεσή της να διεξαγάγει έρευνα.»

3. Το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, η δεύτερη και η τρίτη περίοδος αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα προσωρινά μέτρα θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 21 παράγραφος 2. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 21 παράγραφος 3.»

β) Στην παράγραφο 2, η δεύτερη περίοδος απαλείφεται.

γ) Η παράγραφος 4 απαλείφεται.

4. Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 17

Περάτωση της έρευνας και της διαδικασίας χωρίς λήψη μέτρων

Όταν η λήψη διμερών μέτρων διασφάλισης κρίνεται περιττή, η έρευνα και η διαδικασία περατώνονται με τη διαδικασία του άρθρου 21 παράγραφος 2.»

5. Το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Αν οι διαβουλεύσεις για τις οποίες γίνεται λόγος στην παράγραφο 1 δεν οδηγήσουν σε λύση που να ικανοποιεί και τα δύο μέρη εντός τριάντα ημερών από την κοινοποίηση του ζητήματος στην οικεία περιφέρεια ή στο οικείο κράτος, η Επιτροπή, εντός είκοσι εργάσιμων ημερών από τη λήξη της περιόδου διαβούλευσης, λαμβάνει απόφαση για την επιβολή οριστικών διμερών μέτρων διασφάλισης με τη διαδικασία του άρθρου 21 παράγραφος 2.»

β) Οι παράγραφοι 3 και 4 απαλείφονται.

6. Στο άρθρο 20, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Η απόφαση για την επιβολή εποπτείας λαμβάνεται από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 21 παράγραφος 2.

7. Το άρθρο 21 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 21

Διαδικασία επιτροπής

1. Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που έχει συσταθεί με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου[91]. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

3. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [8] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011] σε συνδυασμό με το άρθρο [5] του εν λόγω κανονισμού.

4. Σε περίπτωση προϊόντων που εμπίπτουν στον κωδικό ΣΟ 1701, η επιτροπή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 επικουρείται από την επιτροπή που έχει συσταθεί με το άρθρο 195 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου[92].»

8. Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα 24α, 24β και 24γ:

«Άρθρο 24a

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1. Οι αρμοδιότητες έκδοσης των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφοι 2 και 3 ανατίθενται στην Επιτροπή για αόριστη χρονική περίοδο.

2. Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί συγχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

3. Οι αρμοδιότητες που ανατίθενται στην Επιτροπή για την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων υπόκεινται στις προϋποθέσεις που καθορίζονται από τα άρθρα 24β και 24γ.

Άρθρο 24β

Ανάκληση της εξουσιοδότησης

1. Η κατά το άρθρο 2 παράγραφοι 2 και 3 εξουσιοδότηση μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο.

2. Το θεσμικό όργανο που έχει κινήσει εσωτερική διαδικασία προκειμένου να αποφασιστεί αν θα ανακληθεί η εξουσιοδότηση ενημερώνει το άλλο θεσμικό όργανο και την Επιτροπή, σε εύλογο χρονικό διάστημα πριν από τη λήψη της τελικής απόφασης, αναφέροντας τις υπό εξουσιοδότηση αρμοδιότητες που ενδέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο ανάκλησης, καθώς και τους λόγους της εν λόγω ανάκλησης.

3. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την ανάθεση αρμοδιοτήτων που προσδιορίζονται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει αμέσως ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία την οποία διευκρινίζει. Δεν επηρεάζει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη. Δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Άρθρο 2 4γ

Διατύπωση αντιρρήσεων για τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δύνανται να διατυπώσουν αντιρρήσεις για την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης. Κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου, η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί κατά έναν μήνα.

2. Αν, έως την εκπνοή της περιόδου αυτής, δεν διατυπωθούν αντιρρήσεις για την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ούτε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε από το Συμβούλιο, η κατ' εξουσιοδότηση πράξη δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αρχίζει να ισχύει από την ημερομηνία που προβλέπεται στις διατάξεις της.Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη μπορεί να δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να αρχίσει να ισχύει πριν από την εκπνοή της εν λόγω περιόδου, αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν αμφότερα ενημερώσει την Επιτροπή για την πρόθεσή τους να μη διατυπώσουν αντιρρήσεις.

3. Αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο διατυπώσει αντιρρήσεις για την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η πράξη δεν τίθεται σε ισχύ. Το όργανο που διατυπώνει αντιρρήσεις για την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη εκθέτει τους σχετικούς λόγους.»

15. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 140/2008 του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2007, για ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους αφενός, και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου αφετέρου, και για την εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας αφενός και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου αφετέρου[93]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 140/2008, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[94].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 140/2008 τροποποιείται ως εξής:

1. Στο άρθρο 7, το τρίτο, το τέταρτο και το πέμπτο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή λαμβάνει τα μέτρα αυτά με τη διαδικασία του άρθρου 8α παράγραφος 2. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 8α παράγραφος 3.»

2. Στο άρθρο 8, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Η Επιτροπή λαμβάνει τα μέτρα αυτά με τη διαδικασία του άρθρου 8α παράγραφος 2. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 8α παράγραφος 3.»

3. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 8α:

«Άρθρο 8a

Διαδικασία επιτροπής

1. Για τους σκοπούς των άρθρων 7 και 8 η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων, η οποία συστάθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου[95]. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

3. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [8] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011] σε συνδυασμό με το άρθρο [5] του εν λόγω κανονισμού.»

16. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 55/2008 του Συμβουλίου, της 21ης Ιανουαρίου 2008, για τη χορήγηση αυτόνομων εμπορικών προτιμήσεων στη Μολδαβία και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 980/2005 και της απόφασης 2005/924/ΕΚ της Επιτροπής[96]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 55/2008, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[97].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 55/2008 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Αν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για απάτη, παρατυπίες ή συστηματική παράλειψη της Μολδαβίας να συμμορφωθεί ή να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με τους κανόνες για την καταγωγή των προϊόντων και τις σχετικές διαδικασίες ή να παράσχει διοικητική συνεργασία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, ή για παράλειψη συμμόρφωσης με οποιονδήποτε από τους άλλους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, δύναται να λάβει μέτρα, με τη διαδικασία του άρθρου 11α παράγραφος 2, για να αναστείλει το σύνολο ή μέρος του προτιμησιακού καθεστώτος που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό, για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες, υπό τον όρο ότι έχει προηγουμένως:»

β) Η παράγραφος 2 απαλείφεται.

2. Στο άρθρο 11, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Αν κάποιο προϊόν καταγωγής Μολδαβίας εισάγεται υπό συνθήκες που προκαλούν ή απειλούν να προκαλέσουν σοβαρές δυσχέρειες σε ενωσιακό παραγωγό παρόμοιων ή άμεσα ανταγωνιστικών προϊόντων, η Επιτροπή μπορεί ανά πάσα στιγμή να επαναφέρει τους δασμούς του κοινού δασμολογίου για το εν λόγω προϊόν με τη διαδικασία του άρθρου 11α παράγραφος 2.»

3. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 11α:

«Άρθρο 1 1a

Διαδικασία επιτροπής

1. Για τους σκοπούς του άρθρου 11, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων, η οποία συστάθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου[98]. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

17. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 594/2008 του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 2008, για ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους αφενός, και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης αφετέρου, και για την εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας αφενός, και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης αφετέρου[99]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 594/2008, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[100].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 594/2008 τροποποιείται ως εξής:

1. Στο άρθρο 7, το τρίτο, το τέταρτο και το πέμπτο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή λαμβάνει τα μέτρα αυτά με τη διαδικασία του άρθρου 8α παράγραφος 2. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 8α παράγραφος 3.»

2. Στο άρθρο 8, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Η Επιτροπή λαμβάνει τα μέτρα αυτά με τη διαδικασία του άρθρου 8α παράγραφος 2. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 8α παράγραφος 3.»

3. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 8α:

«Άρθρο 8a

Διαδικασία επιτροπής

1. Για τους σκοπούς των άρθρων 7 και 8, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων, η οποία συστάθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου[101]. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

3. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [8] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011] σε συνδυασμό με το άρθρο [5] του εν λόγω κανονισμού.»

18. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 732/2008 του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2008, για την εφαρμογή συστήματος γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2009 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2011 και για τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 552/97, (ΕΚ) αριθ. 1933/2006 και των κανονισμών της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 1100/2006 και (ΕΚ) αριθ. 964/2007[102]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 732/2008, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[103].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 732/2008 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 3, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Η Επιτροπή δύναται να αναστέλλει τα προτιμησιακά καθεστώτα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, για όλα ή για ορισμένα προϊόντα που κατάγονται από δικαιούχο χώρα, με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 6, αν κρίνει ότι υπάρχουν αρκετά αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν την προσωρινή αναστολή για τους λόγους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, υπό τον όρο ότι έχει προηγουμένως:»

β) Η παράγραφος 4 απαλείφεται.

2. Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 17

1. Όταν η Επιτροπή ή ένα κράτος μέλος λαμβάνει πληροφορίες που ενδέχεται να δικαιολογούν προσωρινή αναστολή και όταν η Επιτροπή ή ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι υπάρχουν επαρκείς λόγοι για τη διεξαγωγή έρευνας, ενημερώνει σχετικά την επιτροπή του άρθρου 27.

2. Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει εντός μηνός, και με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 5, να κινήσει έρευνα.»

3. Το άρθρο 19 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 3, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται ως εξής:

«Η Επιτροπή κοινοποιεί την απόφαση αυτή στην οικεία δικαιούχο χώρα και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναγγέλλοντας ότι σκοπεύει να αναστείλει προσωρινά τα προτιμησιακά καθεστώτα για όλα ή για ορισμένα προϊόντα καταγωγής της δικαιούχου χώρας, εκτός αν, πριν από το τέλος της εν λόγω περιόδου, η οικεία δικαιούχος χώρα δεσμευτεί να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για να συμμορφωθεί, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, με τις συμβάσεις που αναφέρονται στο μέρος Α του παραρτήματος ΙΙΙ.»

β) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Αν η Επιτροπή κρίνει αναγκαία την προσωρινή αναστολή, αποφασίζει με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 6. Στην περίπτωση της παραγράφου 3, η Επιτροπή ενεργεί κατά τη λήξη της περιόδου που ορίζεται στην εν λόγω παράγραφο.»

γ) Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Αν η Επιτροπή αποφασίσει την προσωρινή αναστολή, η απόφαση αυτή αρχίζει να ισχύει έξι μήνες μετά τη λήψη της, εκτός αν η Επιτροπή αποφασίσει στο μεταξύ ότι οι λόγοι που την υπαγόρευσαν έχουν παύσει να ισχύουν.»

4. Το άρθρο 20 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Η έρευνα περατώνεται εντός έξι μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης της ανακοίνωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Σε έκτακτες περιστάσεις η Επιτροπή δύναται να παρατείνει την περίοδο αυτή με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 5.»

β) Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6. Η Επιτροπή αποφασίζει εντός ενός μηνός με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 6. Η απόφαση αυτή αρχίζει να ισχύει εντός ενός μηνός από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

γ) Η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7. Όταν εξαιρετικές συνθήκες που απαιτούν άμεση δράση καθιστούν αδύνατη την έρευνα, η Επιτροπή μπορεί, με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 7, να λάβει κάθε προληπτικό μέτρο που είναι απολύτως αναγκαίο.»

5. Το άρθρο 21 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν οι εισαγωγές προϊόντων τα οποία περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι της Συνθήκης προκαλούν ή απειλούν να προκαλέσουν σοβαρές διαταράξεις στις ενωσιακές αγορές, ιδίως σε μία ή περισσότερες εξόχως απόκεντρες περιοχές της Ένωσης, ή στους ρυθμιστικούς μηχανισμούς των αγορών αυτών, η Επιτροπή μπορεί, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, να αναστείλει τα προτιμησιακά καθεστώτα για τα εν λόγω προϊόντα με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 6, έπειτα από διαβούλευση με την επιτροπή διαχείρισης για την αντίστοιχη κοινή οργάνωση αγοράς.»

6. Στο άρθρο 22, η παράγραφος 2 απαλείφεται.

7. Στο άρθρο 27 προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 6 και 7:

«6. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

7. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [8] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011] σε συνδυασμό με το άρθρο [5] του εν λόγω κανονισμού.»

19. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας[104]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 597/2009, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[105].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 597/2009 τροποποιείται ως εξής:

1. Στο άρθρο 10, η παράγραφος 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«11. Αν είναι προφανές ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν την κίνηση διαδικασίας, η Επιτροπή κινεί τη διαδικασία εντός 45 ημερών από την υποβολή της καταγγελίας και δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης . Αν τα αποδεικτικά στοιχεία δεν είναι επαρκή, ο καταγγέλλων ενημερώνεται σχετικά εντός 45 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της καταγγελίας στην Επιτροπή.»

2. Το άρθρο 11 παράγραφος 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9. Όταν πρόκειται για διαδικασία που έχει κινηθεί βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 11, η έρευνα ολοκληρώνεται, ει δυνατόν, εντός προθεσμίας ενός έτους. Σε κάθε περίπτωση, οι έρευνες αυτές πρέπει να ολοκληρώνονται εντός προθεσμίας 13 μηνών από την έναρξή τους, βάσει των πορισμάτων που εξάγονται σύμφωνα με το άρθρο 13 για τις αναλήψεις υποχρεώσεων ή των πορισμάτων που εξάγονται σύμφωνα με το άρθρο 15 για την επιβολή οριστικών μέτρων. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λαμβανομένης υπόψη της πολυπλοκότητας της έρευνας, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει, το πολύ εντός 8 μηνών από την έναρξη της έρευνας, να παρατείνει αυτή την προθεσμία στους 18 το πολύ μήνες.»

3. Το άρθρο 12 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι προσωρινοί δασμοί επιβάλλονται το νωρίτερο 60 ημέρες και το αργότερο 9 μήνες από την έναρξη της διαδικασίας. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λαμβανομένης υπόψη της πολυπλοκότητας της έρευνας, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει, το πολύ εντός 8 μηνών από την έναρξη της έρευνας, να παρατείνει αυτή την προθεσμία στους 12 το πολύ μήνες.»

β) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Η Επιτροπή θεσπίζει τα προσωρινά μέτρα με τη διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 3.»

γ) Η παράγραφος 5 απαλείφεται.

4. Το άρθρο 13 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Υπό την προϋπόθεση ότι έχει διατυπωθεί προσωρινό συμπέρασμα το οποίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη επιδοτήσεων και την εξ αυτών πρόκληση ζημίας, η Επιτροπή μπορεί να αποδεχθεί οικειοθελώς προτεινόμενες ικανοποιητικές αναλήψεις υποχρεώσεων, βάσει των οποίων:

α) η χώρα καταγωγής και/ή εξαγωγής συμφωνεί να καταργήσει ή να μειώσει την επιδότηση ή να λάβει άλλου είδους μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών της· ή

β) ο εξαγωγέας αναλαμβάνει την υποχρέωση να αναθεωρήσει τις τιμές που εφαρμόζει ή να διακόψει τις εξαγωγές προϊόντων που τυγχάνουν αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων προς την εκάστοτε περιοχή, ούτως ώστε να πειστεί η Επιτροπή ότι εξαλείφθηκαν οι ζημιογόνες συνέπειες των επιδοτήσεων.Στην περίπτωση αυτή και στο βαθμό που ισχύουν οι αναλήψεις υποχρεώσεων, οι προσωρινοί δασμοί που έχει επιβάλει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3 και οι οριστικοί δασμοί που έχουν επιβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 δεν εφαρμόζονται στις αντίστοιχες εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος που κατασκευάζεται από τις εταιρείες οι οποίες αναφέρονται στην απόφαση της Επιτροπής για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων και σε οποιαδήποτε μεταγενέστερη τροποποίηση της εν λόγω απόφασης.Οι αυξήσεις τιμών βάσει αυτών των αναλήψεων υποχρεώσεων δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερες απ’ αυτές που χρειάζονται για την αντιστάθμιση του ύψους των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, πρέπει δε να υπολείπονται του ύψους των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων αν αυτές οι αυξήσεις επαρκούν για την εξάλειψη της ζημίας που έχει προκληθεί στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.»·

β) Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Αν μια ανάληψη υποχρέωσης γίνει αποδεκτή, η έρευνα περατώνεται. Η Επιτροπή περατώνει την έρευνα με τη διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 2.»·

γ) Στην παράγραφο 9, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9. Σε περίπτωση παραβίασης ή ανάκλησης των αναλήψεων υποχρεώσεων από οποιοδήποτε μέρος ανέλαβε υποχρεώσεις ή σε περίπτωση ανάκλησης της αποδοχής της ανάληψης υποχρέωσης από την Επιτροπή, η αποδοχή της ανάληψης υποχρέωσης ανακαλείται με απόφαση της Επιτροπής ή με κανονισμό της Επιτροπής, κατά περίπτωση, και εφαρμόζεται ο προσωρινός δασμός που έχει επιβληθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 12 ή ο οριστικός δασμός που έχει επιβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1, υπό τον όρο ότι ο οικείος εξαγωγέας ή η χώρα καταγωγής και/ή εξαγωγής έλαβαν την ευκαιρία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους, εκτός αν η ανάληψη υποχρέωσης ανακληθεί από τον εξαγωγέα ή από την εν λόγω χώρα.»·

δ) Η παράγραφος 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«10. Επιτρέπεται η επιβολή προσωρινού δασμού δυνάμει του άρθρου 12 με βάση τα καλύτερα διαθέσιμα στοιχεία, όταν υπάρχουν λόγοι να πιστεύεται ότι δεδομένη ανάληψη υποχρέωσης έχει παραβιαστεί ή, σε περιπτώσεις παραβίασης ή ανάκλησης μιας ανάληψης υποχρέωσης, όταν δεν έχει ολοκληρωθεί η έρευνα που οδήγησε στην ανάληψη υποχρέωσης.»

5. Στο άρθρο 14, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν δεν είναι αναγκαία η λήψη προστατευτικών μέτρων, η έρευνα ή η διαδικασία περατώνεται. Η Επιτροπή περατώνει την έρευνα με τη διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 2.»

6. Το άρθρο 15 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α) Το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Όταν από τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν διαπιστωθεί τελικώς, προκύπτει η ύπαρξη αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων και ζημίας, καθώς και ότι το συμφέρον της Ένωσης επιβάλλει παρέμβαση σύμφωνα με το άρθρο 31, η Επιτροπή επιβάλλει οριστικό αντισταθμιστικό δασμό με τη διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 2. Αν ισχύουν προσωρινοί δασμοί, η Επιτροπή κινεί αυτή τη διαδικασία το αργότερο έναν μήνα πριν από τη λήξη τους.»·

β) Το δεύτερο και το τρίτο εδάφιο απαλείφονται.

7. Στο άρθρο 16 παράγραφος 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Όταν έχει επιβληθεί προσωρινός δασμός και από τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν διαπιστωθεί τελικώς, προκύπτει ότι υπάρχουν αντισταθμίσιμες επιδοτήσεις και ζημία, η Επιτροπή αποφασίζει, ανεξάρτητα από το αν πρόκειται να επιβληθεί οριστικός αντισταθμιστικός δασμός, ποιο ποσοστό του προσωρινού δασμού πρέπει να εισπραχθεί οριστικά.»

8. Στο άρθρο 20, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η επανεξέταση αυτή αρχίζει αφού προηγουμένως δοθεί η δυνατότητα στους ενωσιακούς παραγωγούς να διατυπώσουν τυχόν παρατηρήσεις τους.»

9. Στο άρθρο 21 παράγραφος 4, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Η Επιτροπή αποφασίζει αν και σε ποιο βαθμό πρέπει να κάνει δεκτή την αίτηση ή δύναται, ανά πάσα στιγμή, να αποφασίσει την έναρξη ενδιάμεσης επανεξέτασης, οπότε τα στοιχεία και τα πορίσματα που προκύπτουν από την επανεξέταση αυτή, η οποία διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τις επανεξετάσεις αυτού του είδους, χρησιμοποιούνται προκειμένου να κριθεί αν και σε ποιο βαθμό δικαιολογείται η επιστροφή.»

10. Το άρθρο 22 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι επανεξετάσεις που διεξάγονται δυνάμει των άρθρων 18 και 19 διενεργούνται με ταχείες διαδικασίες και πρέπει κανονικά να ολοκληρώνονται εντός 12 μηνών από την ημερομηνία έναρξής τους. Εν πάση περιπτώσει, οι επανεξετάσεις δυνάμει των άρθρων 18 και 19 ολοκληρώνονται εντός 15 μηνών από την έναρξή τους. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λαμβανομένης υπόψη της πολυπλοκότητας της έρευνας, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει, το πολύ εντός 9 μηνών από την έναρξη της έρευνας, να παρατείνει αυτή την προθεσμία στους 18 το πολύ μήνες.»

Οι επανεξετάσεις δυνάμει του άρθρου 20 ολοκληρώνονται οπωσδήποτε εντός ενός έτους από την ημερομηνία έναρξής τους.»

β) Στην παράγραφο 1, απαλείφεται το πέμπτο εδάφιο·

γ) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Κάθε επανεξέταση βάσει των άρθρων 18, 19 και 20 κινείται από την Επιτροπή.»

11. Το άρθρο 23 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 4, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι έρευνες κινούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου με πρωτοβουλία της Επιτροπής ή με αίτηση κράτους μέλους ή οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου μέρους με βάση επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τα θέματα για τα οποία γίνεται λόγος στις παραγράφους 1, 2 και 3. Η έρευνα κινείται με κανονισμό της Επιτροπής, με τον οποίο μπορεί επιπλέον να κληθούν οι τελωνειακές αρχές να υποβάλουν τις επίμαχες εισαγωγές σε καταγραφή, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 5, ή να ζητήσουν τη σύσταση εγγύησης.»

β) Στην παράγραφο 4, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν εξακριβωθεί τελικώς, δικαιολογούν την επέκταση της ισχύος των μέτρων, αυτή αποφασίζεται από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 2.»

γ) Στην παράγραφο 6, το τέταρτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αυτές οι απαλλαγές χορηγούνται με απόφαση της Επιτροπής και ισχύουν κατά την περίοδο και υπό τους όρους που προβλέπει αυτή η απόφαση.»

12. Το άρθρο 24 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Για την προστασία του συμφέροντος της Ένωσης, τα μέτρα που επιβάλλονται βάσει του παρόντος κανονισμού μπορούν να ανασταλούν με απόφαση της Επιτροπής για χρονικό διάστημα εννέα μηνών. Η αναστολή μπορεί να παραταθεί από την Επιτροπή για επιπλέον χρονικό διάστημα, το οποίο δεν υπερβαίνει το ένα έτος, με τη διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 2.Τα μέτρα μπορούν να ανασταλούν μόνο αν οι συνθήκες της αγοράς αλλάξουν προσωρινά σε βαθμό που καθιστά απίθανη την επανάληψη της ζημίας συνεπεία της αναστολής και υπό την προϋπόθεση ότι έχει παρασχεθεί στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής η δυνατότητα να διατυπώσει τυχόν παρατηρήσεις, οι οποίες και συνεκτιμώνται. Τα μέτρα είναι δυνατόν να επανατεθούν σε ισχύ ανά πάσα στιγμή, αν παύσει να συντρέχει ο λόγος της αναστολής τους.»

β) Στην παράγραφο 5, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:«Η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα να ζητήσει από τις τελωνειακές αρχές να προβούν στις κατάλληλες ενέργειες για την καταγραφή των εισαγωγών, έτσι ώστε να είναι δυνατή η μεταγενέστερη επιβολή μέτρων για τις εισαγωγές αυτές με ισχύ από την ημερομηνία καταγραφής τους.»

13. Το άρθρο 25 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Διαδικασία επιτροπής

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή κατά των επιδοτήσεων, η οποία καλείται στο εξής «επιτροπή». Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

3. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [8] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011] σε συνδυασμό με το άρθρο [5] του εν λόγω κανονισμού.

4. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […./2011], όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία, η διαδικασία αυτή περατώνεται χωρίς αποτέλεσμα αν, μέσα στην προθεσμία που ορίζει ο πρόεδρος, το αποφασίσει ο πρόεδρος ή το ζητήσει η πλειοψηφία των μελών της επιτροπής, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […./2011].»

14. Στο άρθρο 29, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους, δεν αποκαλύπτουν καμία από τις πληροφορίες που λαμβάνουν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού χωρίς τη ρητή άδεια του προσώπου που έχει παράσχει την πληροφορία, αν το εν λόγω πρόσωπο έχει ζητήσει την εμπιστευτική της μεταχείριση. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών, καθώς και όλα τα έγγραφα εσωτερικής χρήσης που συντάσσουν οι αρχές της Ένωσης ή των κρατών μελών της, δεν αποκαλύπτονται, εκτός αν η αποκάλυψή τους προβλέπεται ρητά στον παρόντα κανονισμό.»

15. Το άρθρο 30 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η τελική ενημέρωση γίνεται γραπτώς. Πραγματοποιείται, λαμβανομένης δεόντως υπόψη της ανάγκης προστασίας των πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα, το συντομότερο δυνατόν και, υπό κανονικές συνθήκες, το αργότερο έναν μήνα πριν από την έναρξη των διαδικασιών που ορίζονται σ τα άρθρα 14 και 15. Αν η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να γνωστοποιήσει ορισμένα πραγματικά περιστατικά ή εκτιμήσεις τη δεδομένη στιγμή, οφείλει να το πραγματοποιήσει το συντομότερο δυνατόν στη συνέχεια.

Η ενημέρωση δεν θίγει καμία μεταγενέστερη απόφαση την οποία ενδέχεται να λάβει η Επιτροπή, αλλά αν η απόφαση αυτή στηρίζεται σε διαφορετικά πραγματικά περιστατικά και σε διαφορετικό σκεπτικό, αυτά πρέπει να γνωστοποιούνται το συντομότερο δυνατόν.»

β) Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τυχόν παρατηρήσεις που διατυπώνονται μετά την πραγματοποίηση της τελικής ενημέρωσης λαμβάνονται υπόψη μόνο αν παραληφθούν εντός προθεσμίας που ορίζει η Επιτροπή κατά περίπτωση και η οποία πρέπει να ανέρχεται σε 10 τουλάχιστον ημέρες, λαμβανομένου δεόντως υπόψη του επείγοντος χαρακτήρα του θέματος. Μπορεί να οριστεί μικρότερη προθεσμία αν η τελική ενημέρωση έχει ήδη γίνει . »

16. Το άρθρο 31 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Τα μέρη που έχουν ενεργήσει σύμφωνα με την παράγραφο 2 δύνανται να διατυπώνουν παρατηρήσεις σχετικά με την εφαρμογή τυχόν προσωρινών δασμών. Οι εν λόγω παρατηρήσεις, για να ληφθούν υπόψη, πρέπει να παραληφθούν εντός 15 ημερών από την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων και πρέπει, ενδεχομένως με κατάλληλη περιληπτική μορφή, να ανακοινωθούν στα άλλα μέρη, τα οποία έχουν το δικαίωμα να διατυπώσουν παρατηρήσεις επ’ αυτών.»

β) Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Η Επιτροπή εξετάζει όλες τις πληροφορίες που της έχουν προσηκόντως υποβληθεί, καθώς και τον βαθμό αντιπροσωπευτικότητάς τους, ενώ τα αποτελέσματα της εξέτασης αυτής, μαζί με γνωμοδότηση για το βάσιμο των πληροφοριών αυτών, διαβιβάζονται στη συμβουλευτική επιτροπή.»

γ) Στην παράγραφο 6, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται στο μέτρο του δυνατού και με την επιφύλαξη τυχόν μεταγενέστερης απόφασης της Επιτροπής.»

20. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών[106]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 260/2009, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[107].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 3 απαλείφεται.

2. Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Διαδικασία επιτροπής

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων, η οποία καλείται στο εξής «επιτροπή». Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

3. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [8] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011] σε συνδυασμό με το άρθρο [5] του εν λόγω κανονισμού.

4. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […./2011], όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία, η διαδικασία αυτή περατώνεται χωρίς αποτέλεσμα αν, μέσα στην προθεσμία που ορίζει ο πρόεδρος, το αποφασίσει ο πρόεδρος ή το ζητήσει η πλειοψηφία των μελών της επιτροπής, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […./2011].»

3. Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή, αν κρίνει ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν έρευνα, κινεί έρευνα εντός ενός μηνός από την παραλαβή των πληροφοριών από το κράτος μέλος και δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .»

β) Στην παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή ζητά κάθε πληροφορία που κρίνει αναγκαία και, αν το κρίνει σκόπιμο, προβαίνει σε επαλήθευση των πληροφοριών αυτών απευθυνόμενη στους εισαγωγείς, τους εμπόρους, τους διαμεσολαβητές, τους παραγωγούς και τις εμπορικές ενώσεις και οργανώσεις.»

γ) Η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν η Επιτροπή κρίνει ότι δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν την έρευνα, ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με την απόφασή της εντός ενός μηνός από την παραλαβή των πληροφοριών από τα κράτη μέλη.»

4. Στο άρθρο 7, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Αν, εντός εννέα μηνών από την έναρξη της έρευνας, η Επιτροπή κρίνει ότι δεν χρειάζεται κανένα μέτρο ενωσιακής επιτήρησης ή διασφάλισης, η έρευνα περατώνεται εντός ενός μηνός.»

5. Στο άρθρο 9, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους, δεν επιτρέπεται να αποκαλύπτουν εμπιστευτικές πληροφορίες τις οποίες έλαβαν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ή οι οποίες παρασχέθηκαν εμπιστευτικά, χωρίς ρητή εξουσιοδότηση εκείνου που τις παρείχε.»

6. Στο άρθρο 11, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Η απόφαση για την επιβολή επιτήρησης λαμβάνεται από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 16 παράγραφος 6.»

7. Το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 13

Αν οι εισαγωγές ενός προϊόντος δεν έχουν τεθεί υπό προηγούμενη ενωσιακή επιτήρηση, η Επιτροπή δύναται να επιβάλει, σύμφωνα με το άρθρο 18, επιτήρηση περιοριζόμενη στις εισαγωγές σε μία ή περισσότερες περιφέρειες της Ένωσης.»

8. Στο άρθρο 16, οι παράγραφοι 6 και 7 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«6. Αν ένα κράτος μέλος ζητήσει την παρέμβασή της, η Επιτροπή, εφαρμόζοντας τη διαδικασία του άρθρου 4 παράγραφος 2, λαμβάνει απόφαση εντός πέντε το πολύ εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 4 παράγραφος 3.»

9. Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 17

Αν το απαιτούν τα συμφέροντα της Ένωσης, η Επιτροπή, εφαρμόζοντας τη διαδικασία του άρθρου 4 παράγραφος 2 και τις διατάξεις του κεφαλαίου III, μπορεί να θεσπίσει κατάλληλα μέτρα για να εμποδιστεί η εισαγωγή στην Ένωση προϊόντος σε τόσο αυξημένες ποσότητες και/ή υπό τέτοιους όρους, ώστε να προκαλείται ή να απειλείται να προκληθεί σοβαρή ζημία στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής ομοειδών ή άμεσα ανταγωνιστικών προϊόντων.

Στην προκειμένη περίπτωση εφαρμόζεται το άρθρο 16 παράγραφοι 2 έως 5.»

10. Στο άρθρο 21, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Αν η Επιτροπή κρίνει ότι επιβάλλεται η κατάργηση ή η τροποποίηση οποιουδήποτε μέτρου επιτήρησης ή διασφάλισης που αναφέρεται στα άρθρα 11, 13, 16, 17 και 18, ανακαλεί ή τροποποιεί τα μέτρα με τη διαδικασία του άρθρου 4 παράγραφος 2.»

11. Το άρθρο 23 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 23

Αν το απαιτούν τα συμφέροντα της Ένωσης, η Επιτροπή, εφαρμόζοντας τη διαδικασία του άρθρου 4 παράγραφος 2, μπορεί να θεσπίσει κατάλληλα μέτρα για να επιτρέψει την άσκηση των δικαιωμάτων ή την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της Ένωσης ή όλων των κρατών μελών της σε διεθνές επίπεδο, ιδίως όσον αφορά το εμπόριο βασικών προϊόντων.»

21. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 625/2009 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών από ορισμένες τρίτες χώρες [108]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 625/2009, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[109].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 625/2009 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 3 απαλείφεται.

2. Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Διαδικασία επιτροπής

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων, η οποία συστάθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου[110] και καλείται στο εξής «επιτροπή». Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

3. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [8] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011] σε συνδυασμό με το άρθρο [5] του εν λόγω κανονισμού.

4. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […./2011], όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία, η διαδικασία αυτή περατώνεται χωρίς αποτέλεσμα αν, μέσα στην προθεσμία που ορίζει ο πρόεδρος, το αποφασίσει ο πρόεδρος ή το ζητήσει η πλειοψηφία των μελών της επιτροπής, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […./2011].»

3. Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή, αν κρίνει ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν έρευνα, κινεί έρευνα εντός ενός μηνός από την παραλαβή των πληροφοριών από το κράτος μέλος και δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .»

β) Στην παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή ζητά κάθε πληροφορία που κρίνει αναγκαία και, αν το κρίνει σκόπιμο, προβαίνει σε επαλήθευση των πληροφοριών αυτών απευθυνόμενη στους εισαγωγείς, τους εμπόρους, τους διαμεσολαβητές, τους παραγωγούς και τις εμπορικές ενώσεις και οργανώσεις.»

γ) Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6. Αν η Επιτροπή κρίνει ότι δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν την έρευνα, ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με την απόφασή της εντός ενός μηνός από την παραλαβή των πληροφοριών από τα κράτη μέλη.».

4. Στο άρθρο 6 παράγραφος 2, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν, εντός εννέα μηνών από την έναρξη της έρευνας, η Επιτροπή κρίνει ότι δεν χρειάζεται κανένα μέτρο ενωσιακής επιτήρησης ή διασφάλισης, η έρευνα περατώνεται.»

5. Στο άρθρο 7, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους, δεν επιτρέπεται να αποκαλύπτουν εμπιστευτικές πληροφορίες τις οποίες έλαβαν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ή οι οποίες παρασχέθηκαν εμπιστευτικά, χωρίς ρητή εξουσιοδότηση εκείνου που τις παρείχε.»

6. Το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 12

«Αν οι εισαγωγές ενός προϊόντος δεν έχουν τεθεί υπό προηγούμενη ενωσιακή επιτήρηση, η Επιτροπή δύναται να επιβάλει, σύμφωνα με το άρθρο 18, επιτήρηση περιοριζόμενη στις εισαγωγές σε μία ή περισσότερες περιφέρειες της Ένωσης.»

7. Το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα μέτρα που λαμβάνονται κοινοποιούνται χωρίς καθυστέρηση στα κράτη μέλη και είναι άμεσης εφαρμογής.»·

β) Οι παράγραφοι 4, 5 και 6 αντικαθίστανται από τα εξής:

«4. Αν ένα κράτος μέλος ζητήσει την παρέμβασή της, η Επιτροπή, εφαρμόζοντας τη διαδικασία του άρθρου 4 παράγραφος 2, λαμβάνει απόφαση εντός πέντε το πολύ εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 4 παράγραφος 3.»

8. Στο άρθρο 16, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Η Επιτροπή, εφαρμόζοντας τη διαδικασία του άρθρου 4 παράγραφος 2, δύναται να θεσπίσει κατάλληλα μέτρα, ιδίως αν συντρέχουν οι περιστάσεις του άρθρου 15 παράγραφος 1.»

9. Στο άρθρο 18, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Αν η Επιτροπή κρίνει ότι επιβάλλεται η κατάργηση ή η τροποποίηση μέτρου επιτήρησης ή διασφάλισης που προβλέπεται στα κεφάλαια IV και V, ανακαλεί ή τροποποιεί το εν λόγω μέτρο.»

22. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1061/2009 του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 2009, για θέσπιση κοινού καθεστώτος εξαγωγών[111]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1061/2009, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[112].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1061/2009 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 3 απαλείφεται.

2. Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή κοινού καθεστώτος εξαγωγών, η οποία καλείται στο εξής «επιτροπή». Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

3. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [8] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011] σε συνδυασμό με το άρθρο [5] του εν λόγω κανονισμού.»

3. Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Για να προλάβει μια κρίσιμη κατάσταση που οφείλεται στην έλλειψη βασικών προϊόντων ή για να την επανορθώσει, και όταν τα συμφέροντα της Ένωσης απαιτούν άμεση ενέργεια, η Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία και αφού λάβει υπόψη τη φύση των προϊόντων και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των σχετικών συναλλαγών, δύναται να θέσει ως προϋπόθεση της εξαγωγής ενός προϊόντος την προσκόμιση άδειας εξαγωγής που χορηγείται κατά τον τρόπο και εντός των ορίων που ορίζει η Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 4 παράγραφος 2. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 4 παράγραφος 3.»·

β) Στην παράγραφο 4, η δεύτερη περίοδος απαλείφεται·

γ) Οι παράγραφοι 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Αν η Επιτροπή εφαρμόσει την παράγραφο 1, αποφασίζει, το πολύ εντός 12 εργάσιμων ημερών από την έναρξη ισχύος του μέτρου που έλαβε, αν θα θεσπίσει κατάλληλα μέτρα κατά την έννοια του άρθρου 7. Αν δεν θεσπιστούν μέτρα εντός 6 εβδομάδων από την έναρξη ισχύος του μέτρου, το εν λόγω μέτρο θεωρείται ότι έχει ανακληθεί.»

4. Στο άρθρο 7 παράγραφος 1, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Όταν το απαιτεί το συμφέρον της Ένωσης, η Επιτροπή δύναται να θεσπίζει κατάλληλα μέτρα με τη διαδικασία του άρθρου 4 παράγραφος 2.»

5. Στο άρθρο 8, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Αν η Επιτροπή κρίνει ότι επιβάλλεται η ανάκληση ή η τροποποίηση των μέτρων που αναφέρονται στα άρθρα 6 και 7, εφαρμόζει τη διαδικασία του άρθρου 4 παράγραφος 2.»

23. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1215/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την εισαγωγή εκτάκτων εμπορικών μέτρων για χώρες και εδάφη που συμμετέχουν ή συνδέονται με τη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης της Ευρωπαϊκής Ενωσης[113]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1215/2009, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[114].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1215/2009 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 2, το δεύτερο εδάφιο απαλείφεται·

β) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις παραγράφους 1 ή 2, τα ευεργετήματα του παρόντος κανονισμού για τη χώρα μπορούν να ανασταλούν εν όλω ή εν μέρει, με τη διαδικασία του άρθρου 8α παράγραφος 2.»

2. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 8α:

«Άρθρο 8a

Διαδικασία επιτροπής

1. Για τους σκοπούς των άρθρων 2 και 10, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή εφαρμογής Δυτικών Βαλκανίων. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].»

3. Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

1) Το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α) ενημερώσει την επιτροπή εφαρμογής Δυτικών Βαλκανίων·»

2) Προστίθεται το ακόλουθο δεύτερο εδάφιο:

«Τα μέτρα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 8α παράγραφος 2.»·

β) Η παράγραφος 2 απαλείφεται·

γ) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κατά τη λήξη της περιόδου αναστολής, η Επιτροπή αποφασίζει είτε να περατώσει το προσωρινό μέτρο αναστολής είτε να το παρατείνει σύμφωνα με την παράγραφο 1.»

24. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας[115]

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1225/2009, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. [xxxx/2011] της [xx/yy/2011] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[116].

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 τροποποιείται ως εξής:

1. Στο άρθρο 2 παράγραφος 7, το τελευταίο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εντός εξαμήνου από την έναρξη της έρευνας και αφού δοθεί στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής η δυνατότητα να λάβει θέση, η Επιτροπή εκδίδει απόφαση σχετικά με το αν ο παραγωγός πληροί τα ανωτέρω κριτήρια. Η απόφαση θα παραμείνει σε ισχύ καθ’ όλη τη διάρκεια της έρευνας.»

2. Στο άρθρο 5, η παράγραφος 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν καταστεί εμφανές ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν την κίνηση διαδικασίας, η Επιτροπή κινεί τη διαδικασία αυτή εντός 45 ημερών από την υποβολή της καταγγελίας και δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης . Αν τα αποδεικτικά στοιχεία δεν είναι επαρκή, ο καταγγέλλων ενημερώνεται σχετικά εντός 45 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της καταγγελίας στην Επιτροπή.»

3. Στο άρθρο 6, η παράγραφος 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο::

«Για διαδικασίες που έχουν κινηθεί σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 9, η έρευνα περατώνεται, ει δυνατόν, εντός έτους. Σε κάθε περίπτωση, οι έρευνες αυτές πρέπει να ολοκληρώνονται εντός προθεσμίας 15 μηνών από την έναρξή τους, βάσει των πορισμάτων που εξάγονται σύμφωνα με το άρθρο 8 για τις αναλήψεις υποχρεώσεων ή των πορισμάτων που εξάγονται σύμφωνα με το άρθρο 9 για την επιβολή οριστικών μέτρων. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λαμβανομένης υπόψη της πολυπλοκότητας της έρευνας, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει, το πολύ εντός 9 μηνών από την έναρξη της έρευνας, να παρατείνει αυτή την προθεσμία στους 18 το πολύ μήνες.»

4. Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Είναι δυνατόν να επιβληθούν προσωρινοί δασμοί αν έχει κινηθεί διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 5, έχει εκδοθεί σχετική ανακοίνωση, έχει παρασχεθεί στα ενδιαφερόμενα μέρη κατάλληλη δυνατότητα να υποβάλουν πληροφορίες και να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 10, έχει διατυπωθεί προσωρινό συμπέρασμα με το οποίο επιβεβαιώνεται η ύπαρξη ντάμπινγκ και η εξ αυτού πρόκληση ζημίας στη βιομηχανία της Ένωσης και αν το συμφέρον της Ένωσης επιβάλλει τη λήψη μέτρων για την αποτροπή της ζημίας. Δεν επιτρέπεται επιβολή προσωρινών δασμών πριν από την πάροδο 60 ημερών και μετά την παρέλευση 9 μηνών από την έναρξη της διαδικασίας. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λαμβανομένης υπόψη της πολυπλοκότητας της έρευνας, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει, το πολύ εντός 8 μηνών από την έναρξη της έρευνας, να παρατείνει αυτή την προθεσμία στους 12 το πολύ μήνες.»

β) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Η Επιτροπή θεσπίζει προσωρινά μέτρα με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 3.»

γ) Η παράγραφος 6 απαλείφεται.

5. Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Υπό την προϋπόθεση ότι έχει εξαχθεί προσωρινό συμπέρασμα το οποίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη ντάμπινγκ και την εξ αυτού πρόκληση ζημίας, η Επιτροπή μπορεί να αποδεχθεί ικανοποιητική οικειοθελή ανάληψη υποχρεώσεων που προσφέρει εξαγωγέας για να αναθεωρήσει τις τιμές του ή να παύσει τις εξαγωγές του σε τιμές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, αν διαπιστωθεί ότι αυτή η ανάληψη υποχρεώσεων εξουδετερώνει τις ζημιογόνες επιπτώσεις του ντάμπινγκ. Στην περίπτωση αυτή και στο βαθμό που ισχύουν οι αναλήψεις υποχρεώσεων, οι προσωρινοί δασμοί που έχει επιβάλει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 ή οι οριστικοί δασμοί που έχουν επιβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4, κατά περίπτωση, δεν εφαρμόζονται στις αντίστοιχες εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος που κατασκευάζεται από τις εταιρείες οι οποίες αναφέρονται στην απόφαση της Επιτροπής για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων, όπως αυτή έχει τροποποιηθεί στη συνέχεια. Οι αυξήσεις τιμών βάσει αναλήψεων υποχρεώσεων αυτού του είδους δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερες απ’ αυτές που χρειάζονται για την εξουδετέρωση του περιθωρίου ντάμπινγκ, θα πρέπει δε να υπολείπονται του περιθωρίου ντάμπινγκ, αν οι αυξήσεις αυτής της κλίμακας είναι αρκετές για την εξάλειψη της ζημίας που υφίσταται ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής.»·

β) Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Αν μια ανάληψη υποχρέωσης γίνει αποδεκτή, η έρευνα περατώνεται. Η Επιτροπή περατώνει την έρευνα με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2.»

γ) Στην παράγραφο 9, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9. Σε περίπτωση παραβίασης ή ανάκλησης μιας ανάληψης υποχρέωσης από οποιοδήποτε μέρος έχει αναλάβει υποχρεώσεις ή σε περίπτωση ανάκλησης της αποδοχής της ανάληψης υποχρέωσης από την Επιτροπή, η αποδοχή της ανάληψης υποχρέωσης ανακαλείται με απόφαση της Επιτροπής ή με κανονισμό της Επιτροπής, κατά περίπτωση, και ο προσωρινός δασμός που έχει επιβληθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 7 ή ο οριστικός δασμός που έχει επιβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4 εφαρμόζονται αυτομάτως, υπό τον όρο ότι ο οικείος εξαγωγέας είχε την ευκαιρία να υποβάλει τις παρατηρήσεις του, εκτός αν ο ίδιος ανακάλεσε την ανάληψη υποχρέωσης.»·

δ) Η παράγραφος 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«10. Επιτρέπεται η επιβολή προσωρινού δασμού δυνάμει του άρθρου 7 με βάση τα καλύτερα διαθέσιμα στοιχεία, αν υπάρχουν λόγοι να πιστεύεται ότι δεδομένη ανάληψη υποχρέωσης έχει παραβιαστεί ή, σε περιπτώσεις παραβίασης ή ανάκλησης μιας ανάληψης υποχρέωσης, αν δεν έχει ολοκληρωθεί η έρευνα που οδήγησε στην ανάληψη υποχρέωσης.»

6. Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Αν δεν χρειάζεται να ληφθούν προστατευτικά μέτρα, η έρευνα ή η διαδικασία περατώνεται. Η Επιτροπή περατώνει την έρευνα με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2.»·

β) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Αν από τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν διαπιστωθεί τελικώς, προκύπτει ότι υπάρχει ντάμπινγκ και ότι εξ αυτού προκαλείται ζημία, καθώς και ότι το συμφέρον της Ένωσης επιβάλλει παρέμβαση σύμφωνα με το άρθρο 21, η Επιτροπή επιβάλλει οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2. Αν ισχύουν προσωρινοί δασμοί, η Επιτροπή κινεί αυτή τη διαδικασία το αργότερο έναν μήνα πριν από τη λήξη τους. Το ύψος του δασμού αντιντάμπινγκ δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το περιθώριο ντάμπινγκ που έχει διαπιστωθεί, αλλά θα πρέπει να είναι κατώτερο του εν λόγω περιθωρίου, αν η επιβολή δασμού χαμηλότερου ύψους κρίνεται επαρκής για την εξάλειψη της ζημίας που υφίσταται ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής.»

7. Στο άρθρο 10 παράγραφος 2, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Αν έχει επιβληθεί προσωρινός δασμός και από τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν διαπιστωθεί τελικώς, προκύπτει ότι υπάρχει ντάμπινγκ και ζημία, η Επιτροπή αποφασίζει, ανεξάρτητα από το αν πρέπει να επιβληθεί οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ, ποιο ποσοστό του προσωρινού δασμού πρέπει να εισπραχθεί οριστικά.»

8. Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 4, η πρώτη περίοδος του τρίτου εδαφίου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Επανεξέταση για κάποιον νέο εξαγωγέα κινείται και διεξάγεται με ταχεία διαδικασία, αφού παρασχεθεί στους ενωσιακούς παραγωγούς η δυνατότητα να υποβάλουν παρατηρήσεις.»

β) Στην παράγραφο 5 το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι συναφείς διατάξεις του παρόντος κανονισμού οι σχετικές με τις διαδικασίες και τη διεξαγωγή των ερευνών, με εξαίρεση εκείνες που αναφέρονται στις σχετικές προθεσμίες, εφαρμόζονται σε κάθε επανεξέταση η οποία διενεργείται δυνάμει των παραγράφων 2, 3 και 4. Οι επανεξετάσεις που διεξάγονται δυνάμει των παραγράφων 2 και 3 διενεργούνται με ταχείες διαδικασίες και πρέπει κανονικά να ολοκληρώνονται εντός 12 μηνών από την ημερομηνία έναρξης της επανεξέτασης. Εν πάση περιπτώσει, οι επανεξετάσεις δυνάμει των παραγράφων 2 και 3 ολοκληρώνονται εντός 15 μηνών από την έναρξή τους. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λαμβανομένης υπόψη της πολυπλοκότητας της έρευνας, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει, το πολύ εντός 9 μηνών από την έναρξη της έρευνας, να παρατείνει αυτή την προθεσμία στους 18 το πολύ μήνες. Οι επανεξετάσεις δυνάμει της παραγράφου 4 ολοκληρώνονται οπωσδήποτε εντός εννέα μηνών από την ημερομηνία έναρξής τους. Αν κινηθεί επανεξέταση δυνάμει της παραγράφου 2, ενώ παράλληλα διεξάγεται επανεξέταση δυνάμει της παραγράφου 3, στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας, η επανεξέταση δυνάμει της παραγράφου 3 περατώνεται εντός της ίδιας προθεσμίας με εκείνη για την επανεξέταση δυνάμει της παραγράφου 2.»

γ) Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κάθε επανεξέταση βάσει του παρόντος άρθρου κινείται από την Επιτροπή. Αν αυτό κριθεί δικαιολογημένο μετά από σχετική επανεξέταση, τα μέτρα καταργούνται ή διατηρούνται βάσει της παραγράφου 2 ή καταργούνται, διατηρούνται ή τροποποιούνται βάσει των παραγράφων 3 και 4. Σε περίπτωση κατάργησης ενός μέτρου για μεμονωμένους εξαγωγείς αλλά όχι για τη χώρα στο σύνολό της, οι εξαγωγείς αυτοί εξακολουθούν να αποτελούν αντικείμενο της διαδικασίας, και είναι δυνατόν να διεξαχθεί αυτοδικαίως ως προς αυτούς νέα έρευνα στο πλαίσιο επανεξέτασης που θα διενεργηθεί ενδεχομένως μεταγενέστερα για τη συγκεκριμένη χώρα βάσει του παρόντος άρθρου.»·

δ) Στην παράγραφο 8, η πρώτη περίοδος του τέταρτου εδαφίου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή αποφασίζει αν και σε ποιο βαθμό πρέπει να κάνει δεκτή την αίτηση ή δύναται, ανά πάσα στιγμή, να αποφασίσει την έναρξη ενδιάμεσης επανεξέτασης, οπότε τα στοιχεία και τα πορίσματα που προκύπτουν από την επανεξέταση αυτή, η οποία διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τις επανεξετάσεις αυτού του είδους, χρησιμοποιούνται για να κριθεί αν και σε ποιο βαθμό δικαιολογείται η επιστροφή.»

9. Το άρθρο 12 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής ή άλλο ενδιαφερόμενο μέρος υποβάλει, κανονικά εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος των μέτρων, επαρκείς πληροφορίες που αποδεικνύουν ότι, μετά την αρχική περίοδο έρευνας και πριν από ή μετά την επιβολή των μέτρων, μειώθηκαν οι τιμές εξαγωγής ή ότι δεν υπήρξε μεταβολή των τιμών ή επαρκής μεταβολή των τιμών μεταπώλησης ή των τιμών πώλησης του εισαγόμενου προϊόντος στην Ένωση, η έρευνα μπορεί να κινηθεί εκ νέου, για να εξεταστεί αν τα μέτρα επηρέασαν τις προαναφερθείσες τιμές.»

β) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Αν από τη διεξαχθείσα, βάσει του παρόντος άρθρου, νέα έρευνα προκύψει αύξηση του ντάμπινγκ, η Επιτροπή μπορεί να τροποποιήσει τα ισχύοντα μέτρα με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2, ώστε αυτά να εκφράζουν τα νέα πορίσματα για τις τιμές εξαγωγής. Το ποσό του δασμού αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται δυνάμει του παρόντος άρθρου δεν υπερβαίνει το διπλάσιο του ποσού του δασμού που είχε επιβληθεί αρχικά.»

γ) Στην παράγραφο 4, το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για κάθε έρευνα που διενεργείται εκ νέου βάσει του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται οι συναφείς διατάξεις των άρθρων 5 και 6, με την εξαίρεση ότι οι επανεξετάσεις αυτού του είδους διενεργούνται με ταχείες διαδικασίες και πρέπει κανονικά να ολοκληρώνονται εντός εννεαμήνου από την ημερομηνία έναρξης της εκ νέου έρευνας. Εν πάση περιπτώσει, αυτές οι εκ νέου έρευνες περατώνονται οπωσδήποτε εντός ενός έτους από την έναρξη της έρευνας.»

10. Το άρθρο 13 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι έρευνες κινούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου με πρωτοβουλία της Επιτροπής ή με αίτηση κράτους μέλους ή οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου μέρους με βάση επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τα θέματα για τα οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1. Η έρευνα κινείται με κανονισμό της Επιτροπής, με τον οποίον μπορεί επιπλέον να καλούνται οι τελωνειακές αρχές να υποβάλουν τις επίμαχες εισαγωγές σε καταγραφή, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 5, ή να ζητήσουν τη σύσταση εγγύησης. Οι έρευνες διεξάγονται από την Επιτροπή, η οποία είναι δυνατόν να επικουρείται από τις τελωνειακές αρχές, και πρέπει να ολοκληρώνονται εντός εννέα μηνών. Όταν τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν εξακριβωθεί τελικώς, δικαιολογούν την επέκταση της ισχύος των μέτρων, αυτή αποφασίζεται από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2. Η επέκταση τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία κατά την οποία επιβλήθηκε η υποχρέωση καταγραφής δυνάμει του άρθρου 14 παράγραφος 5 ή την ημερομηνία απαίτησης της παροχής εγγυήσεων. Κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται οι διαδικαστικές διατάξεις που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό για την έναρξη και τη διεξαγωγή ερευνών.»·

β) Στην παράγραφο 4, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αυτές οι απαλλαγές χορηγούνται με απόφαση της Επιτροπής και ισχύουν για την περίοδο και υπό τους όρους που προβλέπει η εν λόγω απόφαση.»

11. Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Για την προστασία του συμφέροντος της Ένωσης, τα μέτρα που επιβάλλονται βάσει του παρόντος κανονισμού είναι δυνατόν να ανασταλούν με απόφαση της Επιτροπής για χρονικό διάστημα εννέα μηνών. Η αναστολή μπορεί να παραταθεί από την Επιτροπή για επιπλέον χρονικό διάστημα, το οποίο δεν υπερβαίνει το ένα έτος, με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2. Τα μέτρα μπορούν να ανασταλούν μόνο αν οι συνθήκες της αγοράς αλλάξουν προσωρινά σε βαθμό που καθιστά απίθανη την επανάληψη της ζημίας συνεπεία της αναστολής και υπό την προϋπόθεση ότι έχει παρασχεθεί στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής η δυνατότητα να διατυπώσει τυχόν παρατηρήσεις, οι οποίες και συνεκτιμώνται. Τα μέτρα μπορούν να επανατεθούν σε ισχύ ανά πάσα στιγμή, αν παύσει να συντρέχει ο λόγος της αναστολής τους.»

β) Στην παράγραφο 5, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα να ζητήσει από τις τελωνειακές αρχές να προβούν στις κατάλληλες ενέργειες για την καταγραφή των εισαγωγών, έτσι ώστε να είναι δυνατή η μεταγενέστερη επιβολή μέτρων για τις εισαγωγές αυτές με ισχύ από την ημερομηνία καταγραφής τους.»

12. Το άρθρο 15 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Διαδικασία επιτροπής

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή αντιντάμπινγκ. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [..../2011].

2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011].

3. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο [8] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/2011] σε συνδυασμό με το άρθρο [5] του εν λόγω κανονισμού.

4. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […./2011], όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία, η διαδικασία αυτή περατώνεται χωρίς αποτέλεσμα αν, μέσα στην προθεσμία που ορίζει ο πρόεδρος, το αποφασίσει ο πρόεδρος ή το ζητήσει η πλειοψηφία των μελών της επιτροπής, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […./2011].»

13. Στο άρθρο 19, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους, δεν αποκαλύπτουν καμία από τις πληροφορίες που λαμβάνουν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού χωρίς τη ρητή άδεια του προσώπου που έχει παράσχει την πληροφορία, αν το εν λόγω πρόσωπο έχει ζητήσει την εμπιστευτική της μεταχείριση. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών, καθώς και όλα τα έγγραφα εσωτερικής χρήσης που συντάσσουν οι αρχές της Ένωσης ή των κρατών μελών της, δεν αποκαλύπτονται, εκτός αν η αποκάλυψή τους προβλέπεται ρητά στον παρόντα κανονισμό.»

14. Το άρθρο 20 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η τελική αποκάλυψη στοιχείων γίνεται γραπτώς. Λαμβανομένης δεόντως υπόψη της ανάγκης προστασίας των πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα, η τελική αποκάλυψη στοιχείων πρέπει να πραγματοποιείται το συντομότερο δυνατόν και, καταρχήν, το αργότερο έναν μήνα πριν από την έναρξη των διαδικασιών που ορίζονται στο άρθρο 9. Αν η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να αποκαλύψει ορισμένα πραγματικά περιστατικά ή το σκεπτικό τη δεδομένη στιγμή, αυτά πρέπει να γνωστοποιούνται το συντομότερο δυνατόν σε μεταγενέστερο στάδιο. Η αποκάλυψη αυτή δεν θίγει καμία μεταγενέστερη απόφαση την οποία ενδεχομένως λαμβάνει η Επιτροπή, αλλά αν η απόφαση αυτή στηρίζεται σε διαφορετικά πραγματικά περιστατικά και σε διαφορετικό σκεπτικό, αυτά πρέπει να γνωστοποιούνται το συντομότερο δυνατόν.»

β) Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τυχόν παρατηρήσεις που διατυπώνονται μετά την τελική αποκάλυψη στοιχείων λαμβάνονται υπόψη μόνο αν παραληφθούν εντός προθεσμίας που ορίζει η Επιτροπή κατά περίπτωση και η οποία πρέπει να ανέρχεται σε 10 τουλάχιστον ημέρες, λαμβανομένου δεόντως υπόψη του επείγοντος χαρακτήρα του θέματος. Μπορεί να οριστεί μικρότερη προθεσμία αν η τελική αποκάλυψη στοιχείων έχει ήδη γίνει»

15. Το άρθρο 21 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Τα μέρη τα οποία έχουν ενεργήσει σύμφωνα με την παράγραφο 2 δύνανται να υποβάλουν παρατηρήσεις σχετικά με την εφαρμογή τυχόν προσωρινών δασμών. Οι εν λόγω παρατηρήσεις, για να ληφθούν υπόψη, πρέπει να παραληφθούν εντός 15 ημερών από την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων και πρέπει, ενδεχομένως με κατάλληλη περιληπτική μορφή, να ανακοινωθούν στα άλλα μέρη, τα οποία έχουν το δικαίωμα να διατυπώσουν παρατηρήσεις επ’ αυτών.»

β) Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Η Επιτροπή εξετάζει όλες τις πληροφορίες που της έχουν προσηκόντως υποβληθεί, καθώς και το βαθμό αντιπροσωπευτικότητάς τους, ενώ τα αποτελέσματα της εξέτασης αυτής, μαζί με γνωμοδότηση για το βάσιμο των πληροφοριών αυτών, διαβιβάζονται στην επιτροπή.»

γ) Στην παράγραφο 6, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα στοιχεία αυτά γνωστοποιούνται στο μέτρο του δυνατού και με την επιφύλαξη τυχόν μεταγενέστερης απόφασης της Επιτροπής.»

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΓΙΑ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΠΕΡΙΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΣΤΑ ΕΣΟΔΑ

1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ:

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά τις διαδικασίες θέσπισης ορισμένων μέτρων.

2. ΓΡΑΜΜΕΣ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ :

Άνευ αντικειμένου.

3. ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

( Η πρόταση δεν έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις.

4. ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΤΗΣ

Άνευ αντικειμένου.[pic][pic][pic][pic][pic][pic]

[1] COM(2010) 83 τελικό της 9.3.2010, 2010/0051 (COD).

[2] Βλ. το άρθρο 10 της πρότασης της Επιτροπής.

[3] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

[4] Βλ. την τελευταία παράγραφο της αιτιολογικής έκθεσης.

[5] Η αρίθμηση στο σύνολο της παρούσας πρότασης αναφέρεται στον κανονισμό όπως αυτός περιέχεται στο νομοθετικό ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2010.

[6] ΕΕ L 192 της 26.8.1971, σ. 14.

[7] ΕΕ L 300 της 31.12.1972, σ. 284.

[8] ΕΕ L 301 της 31.12.1972, σ. 162.

[9] ΕΕ L 171 της 27.6.1973, σ. 103.

[10] ΕΕ L 349 της 31.12.1994, σ. 71.

[11] ΕΕ L 309 της 29.11.1996, σ. 1.

[12] ΕΕ L 304 της 21.11.2001, σ. 1.

[13] ΕΕ L 25 της 29.01.2002, σ. 16.

[14] ΕΕ L 65 της 8.3.2003, σ. 1.

[15] ΕΕ L 300 της 31.10.2006, σ. 1.

[16] ΕΕ L 348 της 31.12.2007, σ. 1.

[17] ΕΕ L 20 της 24.1.2008, σ. 1.

[18] ΕΕ L 43 της 19.2.2008, σ. 1.

[19] ΕΕ L 169 της 30.6.2008, σ. 1.

[20] ΕΕ L 211 της 6.8.2008, σ. 1.

[21] ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1.

[22] ΕΕ L 188 της 18.7.2009, σ. 93.

[23] ΕΕ L 185 της 17.7.2009, σ. 1.

[24] ΕΕ L 291 της 7.11.2009, σ. 1.

[25] ΕΕ L 328 της 15.12.2009, σ. 1.

[26] ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51.

[27] Σκέψεις 50-51, υπόθεση C-257/01, Επιτροπή κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2005 σ. I-00345. Βλ. επίσης υπόθεση C-133/06 Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2008 σ. I-03189.

[28] Βλ. το σημείο 11 της αιτιολογικής έκθεσης της πρότασης της Επιτροπής για κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1215/2009 για την εισαγωγή εκτάκτων εμπορικών μέτρων για χώρες και εδάφη που συμμετέχουν ή συνδέονται με τη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης [COM(2010) 54, 2010/36/COD] και το σημείο 6 της αιτιολογικής έκθεσης της πρότασης της Επιτροπής για κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 732/2008 του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή συστήματος γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2009 έως την 31η Δεκεμβρίου 2011 [COM(2010) 142, 2010/0140/COD].

[29] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

[30] ΕΕ L…

[31] ΕΕ L 300 της 31.12.1972, σ. 284.

[32] ΕΕ L 301 της 31.12.1972, σ. 162.

[33] ΕΕ L 171 της 27.6.1973, σ. 103.

[34] ΕΕ L 349 της 31.12.1994, σ. 71.

[35] ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1.

[36] ΕΕ L 309 της 29.11.1996, σ. 1.

[37] ΕΕ L 201 της 26.7.2001, σ. 10.

[38] ΕΕ L 304 της 21.11.2001, σ. 1.

[39] ΕΕ L 25 της 29.01.2002, σ. 16.

[40] ΕΕ L 65 της 8.3.2003, σ. 1.

[41] ΕΕ L 69 της 13.3.2003, σ. 8.

[42] ΕΕ L 110 της 30.4.2005, σ. 1.

[43] ΕΕ L 300 της 31.10.2006, σ. 1.

[44] ΕΕ L 348 της 31.12.2007, σ. 1.

[45] ΕΕ L 20 της 24.1.2008, σ. 1.

[46] ΕΕ L 43 της 19.2.2008, σ. 1.

[47] ΕΕ L 169 της 30.6.2008, σ. 1.

[48] ΕΕ L 211 της 6.8.2008, σ. 1.

[49] ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1.

[50] ΕΕ L 188 της 18.7.2009, σ. 93.

[51] ΕΕ L 185 της 17.7.2009, σ. 1.

[52] ΕΕ L 291 της 7.11.2009, σ. 1.

[53] ΕΕ L 328 της 15.12.2009, σ. 1.

[54] ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51.

[55] ΕΕ L…

[56] ΕΕ L 300 της 31.12.1972, σ. 284.

[57] ΕΕ L...

[58] ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1.

[59] ΕΕ L 301 της 31.12.1972, σ. 162.

[60] ΕΕ L...

[61] ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1.

[62] ΕΕ L 171 της 26.6.1973, σ. 103.

[63] ΕΕ L...

[64] ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1.

[65] ΕΕ L 349 της 31.12.1994, σ. 71.

[66] ΕΕ L...

[67] ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 21.

[68] ΕΕ L...

[69] ΕΕ L 309 της 29.11.1996, σ. 1.

[70] ΕΕ L...

[71] ΕΕ L 201 της 26.7.2001, σ. 10.

[72] ΕΕ L...

[73] ΕΕ L 304 της 21.11.2001, σ. 1.

[74] ΕΕ L...

[75] ΕΕ L 188 της 18.7.2009, σ. 93.

[76] ΕΕ L 25 της 29.01.2002 σ. 16.

[77] ΕΕ L...

[78] ΕΕ L 188 της 18.7.2009, σ. 93.

[79] ΕΕ L 65 της 8.3.2003, σ. 1.

[80] ΕΕ L...

[81] ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1.

[82] ΕΕ L 69 της 13.3.2003, σ. 8.

[83] ΕΕ L...

[84] ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51.

[85] ΕΕ L 110 της 30.4.2005, σ. 1.

[86] ΕΕ L 300 της 31.10.2006, σ. 1.

[87] ΕΕ L...

[88] ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1.

[89] ΕΕ L 348 της 31.12.2007, σ. 1.

[90] ΕΕ L...

[91] ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1.

[92] ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

[93] ΕΕ L 43 της 19.2.2008, σ. 1.

[94] ΕΕ L...

[95] ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1.

[96] ΕΕ L 20 της 24.1.2008, σ. 1.

[97] ΕΕ L...

[98] ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1.

[99] ΕΕ L 169 της 30.6.2008, σ. 1.

[100] ΕΕ L...

[101] ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1.

[102] ΕΕ L 211 της 6.8.2008, σ. 1.

[103] ΕΕ L...

[104] ΕΕ L 188 της 18.7.2009, σ. 93.

[105] ΕΕ L...

[106] ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1.

[107] ΕΕ L...

[108] ΕΕ L 185 της 17.7.2009, σ. 1.

[109] ΕΕ L...

[110] ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1.

[111] ΕΕ L 291 της 7.11.2009, σ. 1.

[112] ΕΕ L...

[113] ΕΕ L 328 της 15.12.2009, σ. 1.

[114] ΕΕ L...

[115] ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51.

[116] ΕΕ L...