52011PC0008

/* COM/2011/0008 τελικό - COD 2011/0006 */ Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών


[pic] | ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ |

Βρυξέλλες, 19.1.2011

COM(2011) 8 τελικό

2011/0006 (COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Πλαίσιο της προτασης

Η εμπειρία της χρηματοπιστωτικής κρίσης έφερε στην επιφάνεια σημαντικές αδυναμίες της χρηματοπιστωτικής εποπτείας. Για τον λόγο αυτό, ο πρόεδρος Barroso ζήτησε από ομάδα εμπειρογνωμόνων υψηλού επιπέδου, υπό την προεδρία του κ. Jacques de Larosière, να διατυπώσει προτάσεις για την ενίσχυση των ευρωπαϊκών εποπτικών ρυθμίσεων. Η ομάδα υπέβαλε την έκθεσή της στις 25 Φεβρουαρίου 2009. Με βάση τις συστάσεις της ομάδας, στην ανακοίνωσή της προς το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Μάρτιο του 2009 η Επιτροπή διατύπωσε προτάσεις για νέα αρχιτεκτονική του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος εποπτείας. Τον Μάιο του 2009, η Επιτροπή παρουσίασε αναλυτικότερα τις ιδέες της στην ανακοίνωσή της, στην οποία προτείνεται:

- Να δημιουργηθεί ένα Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας (ΕΣΧΕ - ESFS), αποτελούμενο από δίκτυο εθνικών χρηματοπιστωτικών εποπτικών αρχών οι οποίες θα συνεργάζονται με τις νέες Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές (ΕΕΑ - ESA), που προέκυψαν με την μετατροπή των υφιστάμενων ευρωπαϊκών εποπτικών επιτροπών[1] σε μια Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ - ΕΒΑ), σε μια Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ - ΕΙΟΡΑ) και σε μια Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ – ΕSMA), συνδυάζοντας έτσι τα πλεονεκτήματα ενός πανευρωπαϊκού πλαισίου χρηματοπιστωτικής εποπτείας με την πείρα των τοπικών μικροπροληπτικών εποπτικών φορέων που βρίσκονται εγγύτατα στα ιδρύματα τα οποία λειτουργούν στην περιοχή της αρμοδιότητάς τους· και

- Να συγκροτηθεί ένα Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ) , το οποίο θα παρακολουθεί και θα αξιολογεί ενδεχόμενες απειλές για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα, οι οποίες προκύπτουν από μακροοικονομικές εξελίξεις και από εξελίξεις στο πλαίσιο του χρηματοπιστωτικού συστήματος ως συνόλου. Για τον σκοπό αυτό, το ΕΣΣΚ θα προβαίνει σε έγκαιρη προειδοποίηση για κινδύνους που μπορεί να λάβουν διαστάσεις σε επίπεδο συστημικό και, εάν κρίνει σκόπιμο, θα προβαίνει σε συστάσεις για την ανάληψη δράσης με σκοπό την αντιμετώπιση αυτών των κινδύνων.

Επίσης η ανακοίνωση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, για την αποτελεσματική λειτουργία του ΕΣΧΕ, απαιτούνται αλλαγές στη νομοθεσία για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, ιδίως προκειμένου να διασφαλιστεί το κατάλληλο πεδίο εφαρμογής για τις γενικότερες αρμοδιότητες που προβλέπουν οι ειδικοί κανονισμοί οι οποίοι διέπουν την σύσταση των εν λόγω αρχών, με την διασφάλιση περισσότερο εναρμονισμένων χρηματοπιστωτικών κανόνων μέσω της δυνατότητας κατάρτισης σχεδίων τεχνικών προδιαγραφών και της διευκόλυνσης της ανταλλαγής μικροπροληπτικών πληροφοριών, όπου αυτό είναι απαραίτητο.

2. Διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Κατά την επεξεργασία των εν λόγω προτάσεων, διεξήχθησαν δύο ανοικτές διαβουλεύσεις. Αρχικά, μετά την δημοσίευση της έκθεσης της ομάδας υψηλού επιπέδου υπό την προεδρία του κυρίου Jacques de Larosière και την δημοσίευση της ανακοίνωσης της Επιτροπής, της 4ης Μαρτίου 2009, η Επιτροπή διοργάνωσε μια πρώτη διαβούλευση από τις 10 Μαρτίου έως τις 10 Απριλίου 2009 στο πλαίσιο συγκέντρωσης υλικού για την ανακοίνωσή της σχετικά με την χρηματοπιστωτική εποπτεία στην Ευρώπη, η οποία δημοσιεύθηκε στις 27 Μαΐου του 2009. Συνοπτική παρουσίαση των εισηγήσεων του κοινού που ελήφθησαν είναι διαθέσιμη στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/internal_market/consultations/docs/2009/fin_supervision/summary_en.pdf

Στη συνέχεια, από τις 27 Μαΐου έως τις 15 Ιουλίου 2009 η Επιτροπή διοργάνωσε ακόμη μία διαβούλευση, καλώντας όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν παρατηρήσεις για τις μεταρρυθμίσεις που παρουσιάστηκαν αναλυτικότερα στις 27 Μαΐου 2009, στην ανακοίνωση για την χρηματοπιστωτική εποπτεία στην Ευρώπη. Κατά το μεγαλύτερο μέρος τους, οι απαντήσεις που λήφθησαν υποστήριζαν τις προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις, με σχόλια σχετικά με αναλυτικές πτυχές των προτεινόμενων ΕΣΣΚ και ΕΣΧΕ. Συνοπτική παρουσίαση των εισηγήσεων που λήφθησαν από το κοινό είναι διαθέσιμη στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/internal_market/consultations/docs/2009/fin_supervision_may/replies_summary_en.pdf

Επιπλέον, στις 23 Σεπτεμβρίου του 2009 δημοσιεύθηκε έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής με σκοπό την προεπισκόπηση των τομέων στους οποίους ενδεχομένως απαιτούνται τροποποιήσεις της τομεακής νομοθεσίας. Το έγγραφο εργασίας είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/internal_market/finances/docs/committees/supervision/20090923/sec2009_1233_en.pdf

3. Εκτίμηση επιπτωσεων

Η ανακοίνωση που εξέδωσε η Επιτροπή τον Μάιο σχετικά με την χρηματοπιστωτική εποπτεία στην Ευρώπη συνοδεύθηκε από εκτίμηση επιπτώσεων, η οποία ανέλυε τις κύριες επιλογές πολιτικής για την σύσταση του ΕΣΧΕ και του ΕΣΣΚ. Οι νομοθετικές προτάσεις συνοδεύτηκαν από δεύτερη εκτίμηση επιπτώσεων, η οποία εξέταζε λεπτομερέστερα τις επιλογές. Η δεύτερη εκτίμηση επιπτώσεων εξέτασε τις επιλογές όσον αφορά τις εξουσίες που θα πρέπει να έχει η αρχή προκειμένου να επιτευχθεί ενιαίο σύνολο εναρμονισμένων κανόνων και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είναι ορθό αυτή η δυνατότητα να περιορίζεται στους τομείς που πρόκειται να καθοριστούν στη μελλοντική τομεακή νομοθεσία, και προσδιόρισε τέτοιου είδους δυνητικούς τομείς. Επιπλέον οι αρχές, καταρτίζοντας οι ίδιες τα σχέδια τεχνικών κανόνων, θα προβαίνουν σε ανάλυση του σχετικού δυνητικού κόστους/ωφέλειας και θα πραγματοποιούν διαβουλεύσεις με τους συμφεροντούχους πριν υποβάλουν τα σχέδια στην Επιτροπή.

Η έκθεση σχετικά με την δεύτερη εκτίμηση επιπτώσεων είναι διαθέσιμη στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/internal_market/finances/committees/index_en.htm#package

4. Νομικά στοιχεια τησ προτασησ

Δεδομένου ότι, για να διασφαλιστεί η εκπόνηση ενιαίου εγχειριδίου κανόνων, πρέπει να επέλθουν αλλαγές σε υφιστάμενες οδηγίες, το πλέον κατάλληλο μέσο αποτελεί η τροποποιητική οδηγία. Αυτή η τροποποιητική οδηγία πρέπει να έχει την ίδια νομική βάση με την οδηγία που τροποποιεί.

5. Δημοσιονομικές επιπτωσεισ

Η πρόταση δεν έχει επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της ΕΕ.

6. Αναλυτική επεξήγηση της πρότασης

Στις 23 Σεπτεμβρίου του 2009, η Επιτροπή εξέδωσε προτάσεις κανονισμών για τη σύσταση των αρχών ΕΑΤ, ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ[2]. Ως προς αυτό το σημείο, η Επιτροπή επιθυμεί να υπενθυμίσει τις δηλώσεις στις οποίες προέβη σχετικά με τα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ κατά την έκδοση των κανονισμών για τη σύσταση των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, σύμφωνα με τις οποίες: «Όσον αφορά τη διαδικασία για την έγκριση ρυθμιστικών προτύπων, η Επιτροπή υπογραμμίζει τον μοναδικό χαρακτήρα του τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, που απορρέει από τον μηχανισμό Lamfalussy και αναγνωρίζεται ρητά στη Δήλωση 39 που προσαρτήθηκε στη ΣΛΕΕ. Ωστόσο, η Επιτροπή έχει σοβαρές αμφιβολίες εάν οι περιορισμοί του ρόλου της κατά την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων και εκτελεστικών μέτρων είναι σύμφωνοι με τα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ.»

Μαζί με τους εν λόγω κανονισμούς και για την αποτελεσματική λειτουργία του ΕΣΧΕ, απαιτούνται τροποποιήσεις της τομεακής νομοθεσίας. Οι τομείς στους οποίους προτείνονται τροποποιήσεις εμπίπτουν γενικά στις ακόλουθες κατηγορίες:

- Καθορισμός του ενδεδειγμένου πεδίου εφαρμογής των τεχνικών κανόνων ως πρόσθετου εργαλείου εποπτικής σύγκλισης και με σκοπό την εκπόνηση ενιαίου εγχειριδίου κανόνων·

- Ενσωμάτωση καταλλήλως της δυνατότητας διευθέτησης διαφωνιών των αρχών κατά τρόπο ισόρροπο στους τομείς στους οποίους η τομεακή νομοθεσία προβλέπει ήδη κοινές διαδικασίες λήψης αποφάσεων·

- Γενικές τροποποιήσεις που είναι κοινές στο μεγαλύτερο μέρος της τομεακής νομοθεσίας και απαραίτητες για την εύρυθμη λειτουργία των οδηγιών στο πλαίσιο νέων αρχών, όπως παραδείγματος χάρη η μετατροπή των επιτροπών επιπέδου 3 στις νέες αρχές και η εξασφάλιση των κατάλληλων διαύλων για την ανταλλαγή πληροφοριών· και

- Πρόσθετες τροποποιήσεις της οδηγίας Φερεγγυότητα II.

Αυτή η τροποποιητική οδηγία προτείνεται για την τροποποίηση των ακόλουθων νομοθετικών πράξεων:

- Οδηγία 2003/71/ΕΚ: οδηγία για το ενημερωτικό δελτίο

- Οδηγία 2009/138/ΕΚ: Οδηγία Φερεγγυότητα ΙΙ.

Λεπτομερής επεξήγηση των κατηγοριών τροποποιήσεων περιέχεται στην αιτιολογική έκθεση της πρότασης της Επιτροπής COM(2009) 576 τελικό της 26ης Σεπτεμβρίου 2009.

6.1 Περαιτέρω τροποποιήσεις της οδηγίας Φερεγγυότητα II

Προσαρμογή υφιστάμενων αρμοδιοτήτων επιπέδου 2 στη Συνθήκη της Λισαβόνας

Δεδομένης της πρόσφατης έναρξης ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, η οδηγία Φερεγγυότητα II πρέπει να προσαρμοστεί, ώστε να λαμβάνει υπόψη την νέα Συνθήκη. Συνεπώς, οι υφιστάμενες αρμοδιότητες επιπέδου 2 που θεωρούνται κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 290 της ΣΛΕΕ πρέπει να μετατραπούν σε αρμοδιότητες για κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις. Πρέπει να προβλεφθούν κατάλληλες διαδικασίες ελέγχου.

Μεταβατικές απαιτήσεις

Για διάφορους λόγους είναι απαραίτητο να προβλεφθεί ο καθορισμός μεταβατικών απαιτήσεων. Πρέπει να πραγματοποιηθεί ομαλά ή μετάβαση στο νέο καθεστώς, να αποφευχθεί η διαταραχή της αγοράς και να είναι δυνατόν να ληφθούν υπόψη οι επιπτώσεις στο σύνολο των σημαντικών ασφαλιστικών προϊόντων. Επίσης πρέπει να είναι δυνατή η ενδεδειγμένη συνεκτίμηση των σημαντικών και πολύτιμων πληροφοριών για ολόκληρο τον κλάδο οι οποίες πρόκειται να αποκτηθούν με την μελέτη ποσοτικών επιπτώσεων (QIS5). Συνεπώς, πρέπει να είναι δυνατή η εισαγωγή μεταβατικών απαιτήσεων σχετικά με την αποτίμηση, την διακυβέρνηση, την υποβολή αναφοράς στο πλαίσιο της εποπτείας και την δημοσιοποίηση, τον προσδιορισμό και την κατάταξη των ιδίων κεφαλαίων, τον καθορισμένο τύπο υπολογισμού των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας και την επιλογή μεθόδων και παραδοχών για τον υπολογισμό τεχνικών προβλέψεων, συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού της σχετικής καμπύλης επιτοκίου άνευ κινδύνου. Επίσης, είναι απαραίτητη η δυνατότητα καθορισμού με μέτρα επιπέδου 2 μεταβατικών ρυθμίσεων σχετικά με τον χειρισμό καθεστώτων τρίτων χωρών, προκειμένου να αναγνωρίζεται ότι για ορισμένες τρίτες χώρες απαιτείται μεγαλύτερος χρόνος προσαρμογής και εφαρμογής κάποιου καθεστώτος φερεγγυότητας που θα ικανοποιεί πλήρως τα κριτήρια αναγνώρισής του ως ισοδύναμου. Όσον αφορά τις μεταβατικές απαιτήσεις της οδηγίας 2009/138/EK, όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία, πρέπει να είναι δυνατή η περαιτέρω εξειδίκευση των μη ουσιωδών στοιχείων τους με πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση. Ενώ τα μέγιστα χρονικά διαστήματα για τις μεταβατικές απαιτήσεις πρόκειται να καθοριστούν στην οδηγία 2009/138/EK, το πραγματικό χρονικό διάστημα που επιλέγεται σε κάθε πράξη κατ’ εξουσιοδότηση μπορεί να είναι μικρότερο και πρέπει να είναι αναλογικό ως προς την συγκεκριμένη βάση με την οποία καταδεικνύεται η αναγκαιότητα των μεταβατικών απαιτήσεων, προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή του νέου καθεστώτος. Ως προς το αποτέλεσμα, οι μεταβατικές απαιτήσεις πρέπει να είναι τουλάχιστον ισοδύναμες με το υφιστάμενο πλαίσιο των οδηγιών που διέπουν την ασφάλιση και την αντασφάλιση, ενώ δεν πρέπει να οδηγούν σε ευνοϊκότερη μεταχείριση των επιχειρήσεων ασφάλισης και αντασφάλισης ή σε μειωμένη προστασία των ασφαλισμένων, σε σχέση με τα ισχύοντα. Οι μεταβατικές απαιτήσεις πρέπει να ενθαρρύνουν τις επιχειρήσεις προς την συμμόρφωση με τις συγκεκριμένες απαιτήσεις του νέου καθεστώτος το συντομότερο δυνατόν.

Τροποποίηση αρμοδιοτήτων επιπέδου 2

Με σκοπό την διασφάλιση μεγαλύτερης σύγκλισης στις ήδη προβλεπόμενες στην οδηγία Φερεγγυότητα II διαδικασίες για εποπτικές εγκρίσεις παραμέτρων που προσιδιάζουν σε επιχειρήσεις, πολιτικές αλλαγής μοντέλων, φορείς ειδικού σκοπού και στην εισαγωγή και κατάργηση πρόσθετων κεφαλαιακών επιβαρύνσεων, η Επιτροπή πρέπει να εξουσιοδοτηθεί ώστε να θεσπίζει μέτρα μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων εξειδίκευσης διαδικασίας σε αυτούς τους τομείς.

Επίσης, είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί η διατομεακή συνοχή, ώστε τα μέτρα επιπέδου 2 στο πλαίσιο επενδύσεων σε «επανασυσκευασμένα« δάνεια να καθορίζουν όχι μόνο απαιτήσεις, αλλά και τις συνέπειες της παραβίασης των εν λόγω απαιτήσεων.

Εισαγωγή της ευρωπαϊκής συνεταιριστικής εταιρείας (ΕΣΕ) στον κατάλογο των επιτρεπόμενων μορφών επιχειρήσεων ασφάλισης και αντασφάλισης

Προκειμένου οι ευρωπαϊκοί συνεταιρισμοί να μπορούν παρέχουν υπηρεσίες ασφάλισης και αντασφάλισης, είναι απαραίτητο να διευρυνθεί ο κατάλογος επιτρεπόμενων νομικών μορφών επιχειρήσεων ασφάλισης και αντασφάλισης, ώστε να συμπεριληφθεί η ευρωπαϊκή συνεταιριστική εταιρεία (ΕΣΕ), όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ.1435/2003[3].

Ποσό απόλυτου κατώτατου ορίου της ΕΚΑ σε ευρώ

Απαιτείται τροποποίηση, ώστε να αντικατοπτρίζεται η προσαρμογή στο ποσό του κατώτατου ορίου της ΕΚΑ (MCR) σε ευρώ για εξαρτημένες επιχειρήσεις αντασφάλισης. Αυτό είναι απόρροια της περιοδικής προσαρμογής των υφιστάμενων κατώτατων ορίων κεφαλαιακών απαιτήσεων για τις εν λόγω επιχειρήσεις προκειμένου να λαμβάνεται υπόψη ο πληθωρισμός[4].

Παράταση της ημερομηνίας εφαρμογής κατά δύο μήνες

Για να διασφαλιστεί η βέλτιστη εναρμόνιση της έναρξης των διαφόρων νέων υποχρεώσεων αναφοράς και υπολογισμού, καθώς και άλλων υποχρεώσεων του καθεστώτος Φερεγγυότητα II με την ημερομηνία (31 Δεκεμβρίου) που σηματοδοτεί την λήξη της εταιρικής χρήσης για την πλειονότητα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, απαιτούνται τροποποιήσεις για παράταση των σχετικών ημερομηνιών μεταφοράς, κατάργησης και εφαρμογής κατά 2 μήνες.

Πρόταση

2011/0006 (COD)

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη την συνθήκη για την λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως τα άρθρα 50, 53, 62 και 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής[5],

Σε συνέχεια της διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη την γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[6],

Έχοντας υπόψη την γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας[7],

Αποφασίζοντας με την συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Στις 23 Σεπτεμβρίου 2009 η Επιτροπή ενέκρινε προτάσεις τριών κανονισμών σχετικά με την σύσταση του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας των τριών Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών (ΕΕΑ).

(2) Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας (ΕΣΧΕ), απαιτούνται μεταβολές στη νομοθεσία της Ένωσης στον τομέα της λειτουργίας των τριών αρχών. Οι αλλαγές αυτές αφορούν τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής ορισμένων εξουσιών των ΕΕΑ, την ενσωμάτωση ορισμένων εξουσιών στις υφιστάμενες διαδικασίες που έχουν θεσπιστεί στη σχετική νομοθεσία της Ένωσης και τροποποιήσεις που αποβλέπουν στη διασφάλιση της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας των ΕΕΑ στο πλαίσιο του ΕΣΧΕ.

(3) Η σύσταση των τριών ΕΕΑ πρέπει να συνοδεύεται από την ανάπτυξη ενιαίου εγχειριδίου κανόνων, ώστε να διασφαλίζονται η συνεπής εναρμόνιση και η ομοιόμορφη εφαρμογή και, ως εκ τούτου, η συμβολή τους στην αποτελεσματικότερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Οι κανονισμοί για την δημιουργία του ΕΣΧΕ προβλέπουν ότι οι ΕΕΑ μπορούν να καταρτίσουν σχέδια τεχνικών κανόνων σε τομείς που καθορίζονται συγκεκριμένα στη σχετική νομοθεσία, τα οποία υποβάλλονται στην Επιτροπή προκειμένου να εγκριθούν σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 290 και 291 της Συνθήκης για την λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) μέσω πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση ή εκτελεστικών πράξεων. Εκτιμώντας ότι η οδηγία …/…. [Γενική (Omnibus) I] έχει προσδιορίσει ένα πρώτο σύνολο τέτοιων τομέων, η παρούσα οδηγία πρέπει να προσδιορίσει ακόμη ένα σύνολο τομέων, ιδίως για την οδηγία 2003/71/EK και την οδηγία 2009/138/EK, με την επιφύλαξη της προσθήκης περαιτέρω τομέων στο μέλλον.

(4) Η σχετική νομοθεσία πρέπει να καθορίζει τους τομείς στους οποίους οι ΕΕΑ είναι εξουσιοδοτημένες να καταρτίζουν σχέδια τεχνικών κανόνων και τον τρόπο έγκρισης των εν λόγω κανόνων. Η σχετική νομοθεσία πρέπει να προσδιορίζει τα στοιχεία, τις προϋποθέσεις και τις προδιαγραφές όπως περιγράφονται λεπτομερώς στο άρθρο 290 ΣΛΕΕ στην περίπτωση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

(5) Ο καθορισμός τομέων για τους τεχνικούς κανόνες πρέπει να γίνεται με την επίτευξη της κατάλληλης ισορροπίας όσον αφορά την δημιουργία ενιαίου συνόλου εναρμονισμένων κανόνων, χωρίς να περιπλέκονται αδικαιολόγητα η κανονιστική ρύθμιση και η εφαρμογή. Πρέπει να επιλέγονται μόνο οι τομείς στους οποίους η θέσπιση τεχνικών κανόνων συνεκτικών μεταξύ τους θα συμβάλει αισθητά και αποτελεσματικά στην επίτευξη των στόχων της σχετικής νομοθεσίας, ενώ παράλληλα θα εξασφαλίζεται ότι οι αποφάσεις πολιτικής λαμβάνονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή σύμφωνα με τις συνήθεις διαδικασίες τους.

(6) Τα θέματα τα υποκείμενα σε τεχνικούς κανόνες πρέπει να είναι όντως τεχνικής φύσεως και η επεξεργασία τους να απαιτεί την συμμετοχή εμπειρογνωμόνων σε θέματα εποπτείας. Οι τεχνικοί κανόνες που εγκρίνονται ως κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις πρέπει να αναπτύσσουν περαιτέρω, να εξειδικεύουν και να καθορίζουν τους όρους για την συνεπή εναρμόνιση των κανόνων τους περιλαμβανόμενους στα βασικά μέσα που έχουν θεσπιστεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, συμπληρώνοντας ή τροποποιώντας ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία της νομοθετικής πράξης. Παράλληλα, οι τεχνικοί κανόνες οι εκδιδόμενοι ως εφαρμοστικές πράξεις πρέπει να θέτουν όρους για την ομοιόμορφη εφαρμογή νομικά δεσμευτικών ενωσιακών πράξεων. Οι τεχνικοί κανόνες δεν πρέπει να αφορούν επιλογές πολιτικής.

(7) Στην περίπτωση κανονιστικών τεχνικών κανόνων, ενδείκνυται να καθιερωθεί η διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2010 [ΕΑΤ], του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2010 [ΕΑΚΑΑ], και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2010 [ΕΑΑΕΣ]. Οι εφαρμοστικοί τεχνικοί κανόνες πρέπει να εκδίδονται σύμφωνα με την διαδικασία του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2010 [ΕΑΤ], του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2010 [ΕΑΚΑΑ], και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. .../2010 [ΕΑΑΕΣ]. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υιοθέτησε την προσέγγιση τεσσάρων επιπέδων «Lamfalussy», προκειμένου να καταστεί αποτελεσματικότερη και διαφανέστερη η ρυθμιστική διαδικασία για την ενωσιακή νομοθεσία στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει μέτρα επιπέδου 2 σε πολλούς τομείς, και ήδη έχουν τεθεί σε εφαρμογή πολυάριθμοι κανονισμοί και οδηγίες επιπέδου 2 της Επιτροπής. Σε περιπτώσεις που οι τεχνικοί κανόνες αποσκοπούν σε περαιτέρω ανάπτυξη, εξειδίκευση ή καθορισμό των όρων εφαρμογής αυτών των μέτρων επιπέδου 2, οι κανόνες πρέπει να εκδίδονται μόνον μετά την έκδοση των συγκεκριμένου μέτρων επιπέδου 2 και να συμφωνούν προς το περιεχόμενο του εν λόγω μέτρου επιπέδου 2.

(8) Οι δεσμευτικοί τεχνικοί κανόνες συμβάλλουν στην εκπόνηση ενιαίου εγχειριδίου κανόνων για την νομοθεσία στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, όπως συμφώνησε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στα συμπεράσματά του Ιουνίου του 2009. Στο βαθμό που ορισμένες απαιτήσεις των ενωσιακών νομοθετικών πράξεων δεν είναι πλήρως εναρμονισμένες, και σύμφωνα με την αρχή της προφύλαξης στον τομέα της εποπτείας, οι δεσμευτικοί τεχνικοί κανόνες που αναπτύσσουν, εξειδικεύουν ή καθορίζουν τους όρους εφαρμογής αυτών των απαιτήσεων δεν πρέπει να εμποδίζουν τα κράτη μέλη να ζητούν πρόσθετες πληροφορίες ή να επιβάλλουν αυστηρότερες απαιτήσεις. Επομένως οι τεχνικοί κανόνες πρέπει να επιτρέπουν στα κράτη μέλη να ενεργούν έτσι σε συγκεκριμένους τομείς, στους οποίους οι εν λόγω νομοθετικές πράξεις προβλέπουν αυτή την διακριτική ευχέρεια.

(9) Όπως ορίζουν οι κανονισμοί για την δημιουργία του ΕΣΧΕ, πριν από την υποβολή των τεχνικών κανόνων στην Επιτροπή, οι Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές πρέπει, εφόσον απαιτείται, να διεξάγουν ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με τους κανόνες αυτούς και να προβαίνουν σε ανάλυση της αναμενόμενης σχέσης κόστους/ωφέλειας.

(10) Σε περίπτωση που το κόστος της άμεσης εφαρμογής αναμένεται υπερβολικό σε σχέση με τα σχετικά οφέλη, πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα να προβλέπουν οι τεχνικοί κανόνες μεταβατικά μέτρα, με την προϋπόθεση καθορισμού επαρκών προθεσμιών.

(11) Οι κανονισμοί για την δημιουργία του ΕΣΧΕ προβλέπουν μηχανισμό διευθέτησης διαφωνιών μεταξύ των αρμοδίων εθνικών αρχών. Εάν αρμόδια αρχή διαφωνεί με την διαδικασία ή με το περιεχόμενο πράξης ή παράλειψης άλλης αρμόδιας αρχής σε τομείς οριζόμενους σε νομοθετικές πράξεις της Ένωσης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. .../2010 [ΕΑΤ], τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. .../2010 [ΕΑΚΑΑ], και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. .../2010 [ΕΑΑΕΣ], στους οποίους η σχετική νομοθεσία απαιτεί συνεργασία, συντονισμό ή κοινή λήψη αποφάσεων από αρμόδιες εθνικές αρχές περισσότερων του ενός κρατών μελών, κατόπιν αιτήματος μιας από τις αρμόδιες αρμόδιες αρχές, οι ΕΕΑ πρέπει να είναι σε θέση να βοηθούν τις αρχές να καταλήξουν σε συμφωνία εντός της προθεσμίας που θέτουν οι ΕΕΑ, η οποία πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις σχετικές προθεσμίες που προβλέπει η συναφής νομοθεσία και τον επείγοντα χαρακτήρα και την πολυπλοκότητα της διαφωνίας. Εάν η διαφωνία παραμένει, οι ΕΕΑ πρέπει να είναι σε θέση να διευθετήσουν το θέμα.

(12) Οι κανονισμοί για την σύσταση των ΕΕΑ απαιτούν να ορίζονται στην τομεακή νομοθεσία οι περιπτώσεις στις οποίες επιτρέπεται να εφαρμόζεται ο μηχανισμός διευθέτησης διαφωνιών μεταξύ αρμόδιων εθνικών αρχών. Η παρούσα οδηγία πρέπει να προσδιορίσει ένα πρώτο σύνολο τέτοιων περιπτώσεων, με την επιφύλαξη προσθήκης και άλλων περιπτώσεων στο μέλλον. Η παρούσα οδηγία δεν πρέπει να εμποδίζει τις ΕΕΑ να ενεργούν σύμφωνα με άλλες εξουσίες ή να εκτελούν καθήκοντα οριζόμενα στους ιδρυτικούς κανονισμούς τους, συμπεριλαμβανομένων της μη δεσμευτικής μεσολάβησης και της συμβολής στην συνεπή, αποδοτική και αποτελεσματική εφαρμογή των νομοθετικών πράξεων της Ένωσης. Επιπλέον, στους τομείς στους οποίους η σχετική νομοθετική πράξη προβλέπει ήδη κάποιας μορφής μη δεσμευτική διαμεσολάβηση ή στους οποίους υπάρχουν προθεσμίες για την λήψη κοινών αποφάσεων από μία ή περισσότερες αρμόδιες εθνικές αρχές, απαιτούνται τροποποιήσεις προκειμένου να διασφαλιστούν η σαφήνεια και η ελάχιστη δυνατή διατάραξη της διαδικασίας που αποβλέπει στη λήψη κοινής απόφασης, αλλά και να διασφαλιστεί ότι οι ΕΕΑ θα είναι σε θέση να επιλύουν διαφωνίες, εφόσον απαιτείται. Σκοπός της δεσμευτικής διαδικασίας επίλυσης διαφορών είναι η διευθέτηση καταστάσεων στις οποίες οι αρμόδιες εποπτικές αρχές δεν μπορούν να επιλύσουν με συνεννόηση μεταξύ τους διαδικαστικά ή ουσιώδη ζητήματα σχετιζόμενα με την συμμόρφωση προς νομοθετικές πράξεις της Ένωσης.

(13) Επομένως, είναι σκόπιμο η παρούσα οδηγία να εντοπίσει καταστάσεις στις οποίες ενδέχεται να πρέπει να επιλυθεί διαδικαστικό ή ουσιαστικό θέμα συμμόρφωσης με την νομοθεσία της Ένωσης, το οποίο ίσως δεν μπορούν να λύσουν οι επόπτες με τα μέσα που διαθέτουν. Σε τέτοια περίπτωση, μία από τις εμπλεκόμενες αρχές εποπτείας πρέπει να μπορεί να θέτει το θέμα στην αρμόδια ΕΕΑ. Η εν λόγω ΕΕΑ πρέπει να ενεργεί σύμφωνα με την διαδικασία που ορίζεται στον ιδρυτικό της κανονισμό και στην παρούσα οδηγία. Πρέπει να μπορεί να ζητεί από τις εμπλεκόμενες αρμόδιες αρχές να προβούν σε συγκεκριμένες ενέργειες ή να απέχουν από ενέργειες ώστε να επιλυθεί το θέμα και να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με την νομοθεσία της Ένωσης, με δεσμευτικά αποτελέσματα για τις εμπλεκόμενες αρμόδιες αρχές. Όπου η σχετική νομοθετική πράξη της Ένωσης αφήνει περιθώρια διακριτικής ευχέρειας στα κράτη μέλη, οι αποφάσεις μιας ΕΕΑ δεν πρέπει να αντικαθιστούν την άσκηση διακριτικής ευχέρειας των αρμόδιων αρχών σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο.

(14) Η οδηγία 2009/138/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα ΙΙ)[8], προβλέπει κοινές αποφάσεις όσον αφορά την έγκριση αιτήσεων για την χρήση ενός εσωτερικού μοντέλου σε επίπεδο ομίλου και θυγατρικών, την έγκριση αιτήσεων για την υπαγωγή μιας θυγατρικής στα άρθρα 238 και 239 της εν λόγω οδηγίας και τον προσδιορισμό της αρχής εποπτείας ομίλου σε διαφορετική βάση από τα κριτήρια του άρθρου 247 της εν λόγω οδηγίας. Σε όλους αυτούς τους τομείς, η τροποποίηση πρέπει να αναφέρει σαφώς ότι σε περίπτωση διαφωνίας η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ) μπορεί να επιλύσει την διαφωνία προσφεύγοντας στη διαδικασία του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ]. Αυτή η προσέγγιση αναμένεται πως θα καταστήσει σαφές ότι είναι δυνατή η διευθέτηση διαφωνιών και ότι η συνεργασία μπορεί να ενισχυθεί πριν από την λήψη ή την έκδοση απόφασης απευθυνόμενης σε ένα ίδρυμα. Ο ρόλος της ΕΑΑΕΣ στην επίλυση διαφωνιών είναι να διαμεσολαβεί μεταξύ των αντικρουόμενων απόψεων των εποπτικών αρχών αντί να τις υποκαθιστά στη λήψη των σχετικών αποφάσεων. Το γεγονός ότι η ΕΑΑΕΣ διαμεσολάβησε σε συγκεκριμένη διαφωνία δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι σημαίνει πως η ΕΑΑΕΣ πρέπει να εξακολουθήσει να ασκεί ρόλο στην εποπτεία του αντικειμένου.

(15) Η νέα αρχιτεκτονική του συστήματος εποπτείας που δημιουργείται με το ΕΣΧΕ απαιτεί στενή συνεργασία των εθνικών εποπτικών αρχών με τις ΕΕΑ. Οι τροποποιήσεις της σχετικής νομοθεσίας πρέπει να διασφαλίζουν την απουσία νομικών εμποδίων στις υποχρεώσεις ανταλλαγής πληροφοριών οι οποίες περιλαμβάνονται στους κανονισμούς που έχουν προταθεί από την Επιτροπή για την σύσταση των ΕΕΑ.

(16) Στους τομείς στους οποίους η Επιτροπή είναι επί του παρόντος εξουσιοδοτημένη από την οδηγία 2009/138/ΕΚ για την έγκριση εκτελεστικών μέτρων, τα οποία αποτελούν μη νομοθετικές πράξεις γενικής εφαρμογής για συμπλήρωση ή τροποποίηση ορισμένων μη ουσιωδών στοιχείων της εν λόγω οδηγίας κατά την έννοια του άρθρου 290 της ΣΛΕΕ, η Επιτροπή πρέπει να εξουσιοδοτηθεί για την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων βάσει του εν λόγω άρθρου.

(17) Για να διασφαλιστεί ο συνεκτικός υπολογισμός τεχνικών προβλέψεων από επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης βάσει της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, είναι ανάγκη κάποιος κεντρικός φορέας να συγκεντρώνει, να δημοσιεύει και να επικαιροποιεί συγκεκριμένες τεχνικές πληροφορίες που αφορούν την καμπύλη επιτοκίου άνευ κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη παρατηρήσεις στη χρηματοπιστωτική αγορά, ενώ ο εν λόγω φορέας να είναι σε θέση να ενεργεί με τον τρόπο αυτό σε τακτική βάση. Δεδομένου του τεχνικού και ασφαλιστικού χαρακτήρα τους, τα καθήκοντα αυτά πρέπει να εκτελούνται από την ΕΑΑΕΣ.

(18) Για να διασφαλιστεί η παροχή σε εναρμονισμένη βάση ορισμένων τεχνικών στοιχείων για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας (ΚΑΦ - SCR) με χρήση του καθορισμένου τύπου, παραδείγματος χάρη για να διασφαλιστούν εναρμονισμένες προσεγγίσεις στη χρήση αξιολογήσεων, πρέπει να ανατεθούν συγκεκριμένα καθήκοντα στην ΕΑΑΕΣ. Ο λεπτομερής τρόπος άσκησης των εν λόγω καθηκόντων πρέπει να εξειδικεύεται περαιτέρω σε μέτρα που θα θεσπίζονται με κατ’ εξουσιοδότηση πράξη.

(19) Για να διασφαλιστεί εναρμονισμένη προσέγγιση βάσει της οδηγίας 2009/138/ΕΚ προκειμένου να καθορίζεται πότε επιτρέπεται η παράταση της περιόδου ανάκαμψης σε περιπτώσεις παραβιάσεων των ΚΑΦ, πρέπει να διευκρινιστούν οι συνθήκες που αποτελούν «ασυνήθη πτώση στις χρηματοπιστωτικές αγορές». Η ΕΑΑΕΣ, μετά από αίτημα της αρμόδιας εποπτικής αρχής, πρέπει να είναι αρμόδια να ορίζει κατά πόσον πληρούνται οι συνθήκες αυτές, ενώ η Επιτροπή πρέπει να εξουσιοδοτηθεί ώστε να θεσπίζει μέτρα μέσω πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση που θα καθορίζουν τις σχετικές διαδικασίες οι οποίες πρέπει να ακολουθούνται.

(20) Για να διασφαλιστεί η διατομεακή συνοχή και να παύσει να υφίσταται απόκλιση μεταξύ των συμφερόντων επιχειρήσεων που «επανασυσκευάζουν» δάνεια σε διαπραγματεύσιμους τίτλους και άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα (μεταβιβάζοντα ιδρύματα) και των συμφερόντων ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων που επενδύουν σε αυτούς τους τίτλους ή τα χρηματοπιστωτικά μέσα, η Επιτροπή πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει μέτρα μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων στο πλαίσιο επενδύσεων σε «επανασυσκευασμένα» δάνεια βάσει της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, καθορίζοντας όχι μόνο τις απαιτήσεις αλλά και τις συνέπειες της παραβίασης των εν λόγω απαιτήσεων.

(21) Προκειμένου να επιτευχθεί μεγαλύτερη σύγκλιση στις προβλεπόμενες στην οδηγία 2009/138/ΕΚ διαδικασίες για εγκρίσεις εποπτείας όσον αφορά παραμέτρους προσιδιάζουσες σε επιχείρηση, πολιτικές τροποποίησης μοντέλων, φορείς ειδικού σκοπού και καθορισμό και κατάργηση πρόσθετων κεφαλαιακών επιβαρύνσεων, η Επιτροπή πρέπει να εξουσιοδοτηθεί ώστε να θεσπίζει μέτρα μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που καθορίζουν την διαδικασία σε αυτούς τους τομείς.

(22) Πρέπει να προωθηθεί η επίτευξη διεθνούς σύγκλισης προς καθεστώτα φερεγγυότητας βασιζόμενα στον κίνδυνο. Προκειμένου να αναγνωρίζεται ότι ορισμένες τρίτες χώρες ενδέχεται να έχουν ανάγκη από μεγαλύτερο χρόνο για την προσαρμογή και την εφαρμογή καθεστώτος φερεγγυότητας που θα ικανοποιεί πλήρως τα κριτήρια αναγνώρισής του ως ισοδύναμου, η Επιτροπή πρέπει να μπορεί να θεσπίζει μέτρα μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξης για τον καθορισμό μεταβατικών ρυθμίσεων σχετικά με τον χειρισμό των καθεστώτων των εν λόγω τρίτων χωρών, ιδιαίτερα όταν έχει αναληφθεί δημόσια δέσμευση για σύγκλιση προς καθεστώς ισοδύναμο με το καθεστώς της οδηγίας 2009/138/ΕΚ.

(23) Προκειμένου η ευρωπαϊκή συνεταιριστική εταιρεία, που θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1435/2003 του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003, περί του καταστατικού της ευρωπαϊκής συνεταιριστικής εταιρείας (ΕΣΕ)[9], να μπορεί να παρέχει υπηρεσίες ασφάλισης και αντασφάλισης, είναι απαραίτητο να διευρυνθεί ο κατάλογος επιτρεπόμενων νομικών μορφών επιχειρήσεων ασφάλισης και αντασφάλισης βάσει της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, ώστε να συμπεριληφθεί η Ευρωπαϊκή Συνεταιριστική Εταιρεία (ΕΣΕ).

(24) Τα ποσά σε ευρώ του κατώτατου ορίου ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων για εξαρτημένες επιχειρήσεις αντασφάλισης πρέπει να προσαρμοστούν. Η προσαρμογή αυτή είναι απόρροια της περιοδικής ρύθμισης των υφιστάμενων κατώτατων ορίων κεφαλαιακών απαιτήσεων για τις εν λόγω επιχειρήσεις για να λαμβάνεται υπόψη ο πληθωρισμός[10].

(25) Για την βέλτιστη εναρμόνιση με την ημερομηνία που σηματοδοτεί την λήξη της εταιρικής χρήσης για την πλειονότητα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων (31 Δεκεμβρίου) και για να διασφαλιστεί η ομαλότερη μετάβαση μεταξύ παλαιού και νέου καθεστώτος, οι σχετικές ημερομηνίες μεταφοράς, κατάργησης και εφαρμογής της οδηγίας 2009/138/ΕΚ πρέπει να παραταθούν κατά δύο μήνες.

(26) Ορισμένες εκτελεστικές αρμοδιότητες που έχουν διατυπωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 202 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (Συνθήκη ΕΚ) πρέπει να αντικατασταθούν από τις κατάλληλες διατάξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ.

(27) Η ευθυγράμμιση των επιτροπολογικών διαδικασιών με τις διατάξεις της ΣΛΕΕ, και ειδικότερα με το άρθρο 290, πρέπει να πραγματοποιηθεί χωριστά για κάθε περίπτωση. Προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να εξειδικευτούν οι απαιτήσεις που καθορίζονται στις οδηγίες οι οποίες τροποποιούνται με την παρούσα οδηγία, η Επιτροπή πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να εκδίδει πράξεις κατ' εξουσιοδότηση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 290 της ΣΛΕΕ. Ειδικότερα, οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις πρέπει να εκδίδονται για λεπτομέρειες σχετικά με απαιτήσεις διακυβέρνησης, την αποτίμηση, την υποβολή αναφοράς στο πλαίσιο εποπτείας και την δημοσιοποίηση, τον προσδιορισμό και την κατάταξη ιδίων κεφαλαίων, τον καθορισμένο τύπο υπολογισμού των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας (συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε επακόλουθων μεταβολών στον τομέα των αυξήσεων κεφαλαίου) και την επιλογή μεθόδων και παραδοχών για τον υπολογισμό τεχνικών προβλέψεων.

(28) Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, για να διατυπώσουν αντιρρήσεις όσον αφορά πράξη κατ’ εξουσιοδότηση, πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους διάστημα δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης. Όταν πρόκειται για σημαντικούς επίμαχους τομείς, με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου το διάστημα αυτό πρέπει να μπορεί να παραταθεί κατά έναν μήνα. Επίσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πρέπει να έχουν την δυνατότητα να γνωστοποιούν στα άλλα θεσμικά όργανα την πρόθεσή τους να μη διατυπώσουν αντιρρήσεις. Αυτή η έγκαιρη έγκριση πράξεων κατ' εξουσιοδότηση ενδείκνυται ιδιαίτερα όταν πρέπει να τηρηθούν κάποιες προθεσμίες, παραδείγματος χάρη σε περιπτώσεις που υπάρχουν χρονοδιαγράμματα στην βασική πράξη στην οποία στηρίζεται η Επιτροπή για να θεσπίσει πράξεις κατ' εξουσιοδότηση.

(29) Προκειμένου, στο πλαίσιο της οδηγίας 2009/138/EK, να είναι δυνατή η ομαλή μετάβαση σε ένα νέο καθεστώς, είναι αναγκαία η πρόβλεψη μεταβατικών απαιτήσεων σχετιζόμενων με απαιτήσεις για την διακυβέρνηση, την αποτίμηση, την υποβολή αναφοράς στο πλαίσιο εποπτείας και την δημοσιοποίηση, τον προσδιορισμό και την κατάταξη ιδίων κεφαλαίων, τον καθορισμένο τύπο υπολογισμού των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας (συμπεριλαμβανομένων όλων των επακόλουθων μεταβολών στον τομέα των αυξήσεων κεφαλαίου) και την επιλογή μεθόδων και παραδοχών για τον υπολογισμό τεχνικών προβλέψεων. Σε περιπτώσεις που πραγματοποιούνται μεταβολές αυτού του είδους σε επίπεδο μεμονωμένης επιχείρησης, οι αντίστοιχες και επακόλουθες μεταβολές πρέπει να επέρχονται στον υπολογισμό της φερεγγυότητας ομίλου, και στην αναφορά σε πλαίσιο εποπτείας και στη δημοσιοποίηση σε επίπεδο ομίλου. Σε περιπτώσεις που αυτές οι μεταβολές αφορούν αναφορά σε πλαίσιο εποπτείας για όμιλο και δημοσιοποίηση για όμιλο, οι ενδεδειγμένες μεταβατικές διατάξεις εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών σε επίπεδο ομίλου. Όσον αφορά την φερεγγυότητα ομίλου, το άρθρο 218 παράγραφοι 2 και 3 παρέχει την βάση απαιτήσεων φερεγγυότητας για την εποπτεία σε περιπτώσεις εφαρμογής της εποπτείας για όμιλο που αναφέρεται στο άρθρο 213. Οι μέθοδοι και οι αρχές για τον υπολογισμό της φερεγγυότητας ομίλου που αναφέρονται στο άρθρο 218 καθορίζονται λεπτομερέστερα στα άρθρα 220 έως 235. Οι εν λόγω μέθοδοι και υπολογισμοί ισχύουν (είτε άμεσα είτε αναλογικά) στις περιπτώσεις εφαρμογής της εποπτείας για όμιλο που αναφέρεται στο άρθρο 218. Στο βαθμό που τέτοιοι κανόνες φερεγγυότητας ομίλου παραπέμπουν σε κανόνες φερεγγυότητας στο επίπεδο της μεμονωμένης επιχείρησης, και στις περιπτώσεις εφαρμογής μεταβατικού καθεστώτος φερεγγυότητας στο επίπεδο μεμονωμένης επιχείρησης, ενδέχεται να είναι αναγκαίο να επέλθουν αντίστοιχες προσαρμογές στους κανόνες φερεγγυότητας ομίλου.

(30) Οι μεταβατικές απαιτήσεις πρέπει να στοχεύουν στην αποφυγή διαταραχής της αγοράς και στον περιορισμό παρεμβολών σε υφιστάμενα προϊόντα, καθώς και στην εξασφάλιση της διαθεσιμότητας ασφαλιστικών προϊόντων. Επίσης, οι προβλέψεις μεταβατικών απαιτήσεων πρέπει να παρέχουν την δυνατότητα της δέουσας συνεκτίμησης των σημαντικών και πολύτιμων πληροφοριών για ολόκληρο τον κλάδο, οι οποίες πρόκειται να αποκτηθούν με την μελέτη ποσοτικών επιπτώσεων (QIS5). Οι μεταβατικές διατάξεις της οδηγίας 2009/138/EK πρέπει να εξειδικεύσουν περαιτέρω τα μη ουσιώδη στοιχεία για τα οποία πρέπει να ληφθούν αποφάσεις με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις. Ενώ τα μέγιστα χρονικά διαστήματα για τις μεταβατικές διατάξεις πρόκειται να καθοριστούν στην οδηγία 2009/138/EK, το πραγματικό χρονικό διάστημα που επιλέγεται σε κάθε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη μπορεί να είναι μικρότερο και πρέπει να αντικατοπτρίζει τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των διατάξεων και να διευκολύνει την εφαρμογή του νέου καθεστώτος Ως προς το αποτέλεσμα, οι μεταβατικές απαιτήσεις πρέπει να είναι τουλάχιστον ισοδύναμες με το υφιστάμενο πλαίσιο των οδηγιών που διέπουν την ασφάλιση και την αντασφάλιση, ενώ δεν πρέπει να οδηγούν σε ευνοϊκότερη μεταχείριση των επιχειρήσεων ασφάλισης και αντασφάλισης ή σε μειωμένη προστασία των ασφαλισμένων, σε σχέση με τα ισχύοντα. Από άποψη απαιτήσεων φερεγγυότητας, αυτό σημαίνει ότι, κατά την διάρκεια οποιασδήποτε πιθανής μεταβατικής περιόδου, οι υπόψη απαιτήσεις πρέπει να μην υπερβαίνουν τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας και να μην υπολείπονται του αθροίσματος του ελάχιστου κεφαλαιακών απαιτήσεων και του πενήντα τοις εκατό της διαφοράς μεταξύ των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας και του ελάχιστου κεφαλαιακών απαιτήσεων. Οι μεταβατικές απαιτήσεις πρέπει να ενθαρρύνουν τις επιχειρήσεις προς την συμμόρφωση με τις συγκεκριμένες απαιτήσεις του νέου καθεστώτος το συντομότερο δυνατόν.

(31) Εφόσον οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς με την διασφάλιση αποτελεσματικής και συνεπούς προληπτικής ρύθμισης και εποπτείας υψηλού επιπέδου, η προστασία των κατόχων και των δικαιούχων ασφαλιστηρίων συμβολαίων και, συνεπώς, των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, η διαφύλαξη της ακεραιότητας, της αποτελεσματικότητας και της εύρυθμης λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών, η διατήρηση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και η ενίσχυση του διεθνούς εποπτικού συντονισμού, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και, συνεπώς, λόγω της κλίμακας της δράσης, μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να θεσπίζει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν πρέπει να υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτών των στόχων.

(32) Η Επιτροπή οφείλει να υποβάλει, μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2014, έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την εκ μέρους των ΕΕΑ υποβολή των σχεδίων τεχνικών κανόνων που προβλέπει η παρούσα οδηγία και να παρουσιάσει κάθε πρόσφορη πρόταση.

(33) Συνεπώς, οι οδηγίες 2003/71/EΚ και 2009/138/EΚ πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 2003/71/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1. Στο άρθρο 5 παράγραφος 4, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Στην περίπτωση κατά την οποία οι τελικοί όροι της προσφοράς δεν περιλαμβάνονται ούτε στο βασικό ενημερωτικό δελτίο ούτε σε συμπλήρωμα, οι τελικοί όροι τίθενται στη διάθεση των επενδυτών και υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής και επίσης κοινοποιούνται από τον εκδότη, τον προσφέροντα ή το πρόσωπο που ζητεί την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής και στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) όταν γίνεται δημόσια προσφορά όσο συντομότερα είναι εφικτό και, ει δυνατόν, πριν από την έναρξη της προσφοράς ή την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση. Οι τελικοί όροι περιέχουν μόνον πληροφορίες που έχουν σχέση με το σημείωμα εκδιδόμενου τίτλου και δεν χρησιμοποιούνται για την συμπλήρωση του βασικού ενημερωτικού δελτίου. Σε τέτοιες περιπτώσεις εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο α).».

2. Το άρθρο 11 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Εκχωρούνται εξουσίες στην Επιτροπή για την θέσπιση ρυθμιστικών τεχνικών κανόνων για τον καθορισμό των πληροφοριών που πρέπει να ενσωματωθούν μέσω παραπομπής.

Οι ρυθμιστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού …/… [ΕΑΚΑΑ].

Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή το αργότερο μέχρι την 1η Ιανουαρίου του 2014.»

3. Το άρθρο 13 παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7. Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση ρυθμιστικών τεχνικών κανόνων καθορισμού των διαδικασιών έγκρισης του ενημερωτικού δελτίου και των όρων σύμφωνα με τους οποίους μπορούν να προσαρμοστούν οι προθεσμίες.

Οι ρυθμιστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού …/… [ΕΑΚΑΑ].

Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή το αργότερο μέχρι την 1η Ιανουαρίου του 2014.»

4. Το άρθρο 14 παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8. Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση ρυθμιστικών τεχνικών κανόνων καθορισμού των όρων των σχετικών με την δημοσίευση του ενημερωτικού δελτίου στις παραγράφους 1 έως 4.

Οι ρυθμιστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού …/… [ΕΑΚΑΑ].

Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή το αργότερο μέχρι την 1η Ιανουαρίου του 2014.»

5. Το άρθρο 15 παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7. Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για τον καθορισμό των διατάξεων σχετικά με τις διαφημιστικές καταχωρίσεις που γνωστοποιούν την πρόθεση δημόσιας προσφοράς κινητών αξιών ή την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, ειδικά πριν από την δημόσια διάθεση του ενημερωτικού δελτίου ή πριν από την έναρξη των εγγραφών, καθώς και για τον καθορισμό των διατάξεων που ορίζονται στην παράγραφο 4.

Οι ρυθμιστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού …/… [ΕΑΚΑΑ].

Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή το αργότερο μέχρι την 1η Ιανουαρίου του 2014.».

Άρθρο 2

Η οδηγία 2009/138/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

6. Το άρθρο 17 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, σχετικά με την επέκταση του καταλόγου μορφών του παραρτήματος III».

7. Το άρθρο 31 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, σχετικά με την παράγραφο 2 που καθορίζουν τις βασικές παραμέτρους για τις οποίες πρόκειται να δημοσιοποιούνται συγκεντρωτικά στατιστικά δεδομένα, καθώς και τον μορφότυπο, την δομή, τον κατάλογο περιεχομένων και την ημερομηνία δημοσίευσης των δημοσιοποιήσεων.»

β) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 5:

«5. Εκχωρούνται εξουσίες στην Επιτροπή για την θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών κανόνων καθορισμού των όρων εφαρμογής της παραγράφου 2, όπως συμπληρώνονται από τις πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 4, σχετικά με τα θέματα που καλύπτονται από τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, ιδίως όσον αφορά τα πρότυπα και την δομή των δημοσιοποιήσεων.

Οι εκτελεστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ].

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ) καταρτίζει τα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2011.»

8. Στο άρθρο 33, προστίθεται η ακόλουθη τρίτη παράγραφος:

«Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες αίτημα συνεργασίας σχετικά με επιτόπια επαλήθευση σύμφωνα με το παρόν άρθρο έχει απορριφθεί ή δεν έχουν γίνει οι σχετικές ενέργειες σε εύλογο χρονικό διάστημα, οι εποπτικές αρχές μπορούν να παραπέμψουν το θέμα στην ΕΑΑΕΣ και να ζητήσουν την βοήθειά της σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού …/2010 [ΕΑΑΕΣ]. Σε μια τέτοια περίπτωση, η ΕΑΑΕΣ μπορεί να ενεργήσει σύμφωνα με τις αρμοδιότητες που της ανατίθενται από το εν λόγω άρθρο.»

9. Το άρθρο 35 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που καθορίζουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 4, με σκοπό να διασφαλιστεί, στον ενδεδειγμένο βαθμό, η σύγκλιση της αναφοράς στο πλαίσιο εποπτείας.»

β) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 7:

«7. Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών κανόνων καθορισμού των όρων εφαρμογής των παραγράφων 1 και 4 όπως συμπληρώνονται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται με βάση την παράγραφο 6, ιδίως όσον αφορά τα σχεδιότυπα και τις διαδικασίες υποβολής πληροφοριών στις εποπτικές αρχές. Οι διαδικασίες μπορούν να περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, απαιτήσεις για έγκριση.

Οι εκτελεστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ].

Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει τα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2011.»

10. Το άρθρο 37 τροποποιείται ως εξής:

α) η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που καθορίζουν περαιτέρω λεπτομέρειες σχετικά με τις περιστάσεις υπό τις οποίες μπορεί να επιβληθεί πρόσθετη κεφαλαιακή επιβάρυνση, τις μεθόδους για τον σχετικό υπολογισμό και την διαδικασία λήψης αποφάσεων σχετικά με την εισαγωγή, τον υπολογισμό και την κατάργηση πρόσθετων κεφαλαιακών επιβαρύνσεων.»

β) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 7:

«7. Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών κανόνων καθορισμού των όρων εφαρμογής του παρόντος άρθρου όπως συμπληρώνεται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 6 σχετικά με τα θέματα που καλύπτονται από τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, ιδίως όσον αφορά την διαδικασία λήψης αποφάσεων για την εισαγωγή, τον υπολογισμό και την κατάργηση πρόσθετων κεφαλαιακών επιβαρύνσεων που αναφέρονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις οι οποίες θεσπίζονται με βάση την παράγραφο 6.

Οι εκτελεστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ].

Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2011.»

11. Στο άρθρο 38 παράγραφος 2 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες αίτημα συνεργασίας σχετικά με επιτόπια επαλήθευση σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο έχει απορριφθεί ή δεν έχουν γίνει οι σχετικές ενέργειες σε εύλογο χρονικό διάστημα, οι εποπτικές αρχές μπορούν να παραπέμψουν το θέμα στην ΕΑΑΕΣ και να ζητήσουν την βοήθειά της σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού …/2010 [ΕΑΑΕΣ]. Σε μια τέτοια περίπτωση, η ΕΑΑΕΣ μπορεί να ενεργήσει σύμφωνα με τις αρμοδιότητες που της ανατίθενται από το εν λόγω άρθρο.»

12. Το άρθρο 50 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 50Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

13. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, ώστε να διευκρινιστούν περαιτέρω τα ακόλουθα σημεία:

α) τα στοιχεία των συστημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 41, 44, 46 και 47, και συγκεκριμένα τους τομείς που καλύπτονται από την διαχείριση στοιχείων ενεργητικού-παθητικού και την επενδυτική πολιτική, όπως αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 2, επιχειρήσεων ασφάλισης και αντασφάλισης·

β) οι λειτουργίες που αναφέρονται στα άρθρα 44, 46, 47 και 48·

γ) οι απαιτήσεις του άρθρου 42 και οι σχετικές λειτουργίες·

δ) οι όροι υπό τους οποίους μπορεί να πραγματοποιηθεί εξωτερική ανάθεση, ειδικότερα σε παρόχους υπηρεσιών εγκαταστημένων σε τρίτες χώρες.

14. Όταν πρέπει να διασφαλιστεί κατάλληλη σύγκλιση των ελέγχων που αναφέρονται στο στοιχείο α) της παραγράφου 1 του άρθρου 45, η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, για περαιτέρω διευκρίνιση των στοιχείων των εν λόγω ελέγχων».

15. Στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 51, η ημερομηνία «31 Οκτωβρίου 2017» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2017».

16. Το άρθρο 52 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 52Πληροφορίες προς την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και εκθέσεις από την συγκεκριμένη αρχή

17. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις εποπτικές αρχές να παρέχουν τις παρακάτω πληροφορίες στην ΕΑΑΕΣ σε ετήσια βάση:

α) τη μέση πρόσθετη κεφαλαιακή επιβάρυνση ανά επιχείρηση και την κατανομή των πρόσθετων κεφαλαιακών επιβαρύνσεων που επιβλήθηκαν από την εποπτική αρχή κατά την διάρκεια του προηγούμενου έτους, που υπολογίζεται ως ποσοστό των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας. Τα στοιχεία αυτά παρέχονται χωριστά ως εξής:

(i) για όλες τις επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης·

(ii) για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις ζωής·

(iii) για τις επιχειρήσεις ασφάλειας κατά ζημιών·

(iv) για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ασφαλίσεις ζωής και ζημιών·

(v) για τις επιχειρήσεις αντασφάλισης·

β) για καθεμία από τις δημοσιοποιήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου, το ποσοστό των πρόσθετων κεφαλαιακών επιβαρύνσεων που επιβάλλονται βάσει των στοιχείων α), β) και γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 37 αντίστοιχα.

18. Η ΕΑΑΕΣ δημοσιοποιεί σε ετήσια βάση τις ακόλουθες πληροφορίες:

α) για το σύνολο των κρατών μελών, την συνολική κατανομή των πρόσθετων κεφαλαιακών επιβαρύνσεων, που υπολογίζεται ως ποσοστό των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας, για καθένα από τα κατωτέρω:

(i) όλες τις επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης·

(ii) τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις ζωής·

(iii) τις επιχειρήσεις ασφάλειας κατά ζημιών·

(iv) τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ασφαλίσεις ζωής και ζημιών·

(β) τις επιχειρήσεις αντασφάλισης·

β) για κάθε κράτος μέλος χωριστά, την κατανομή των πρόσθετων κεφαλαιακών επιβαρύνσεων, που υπολογίζεται ως ποσοστό των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας και καλύπτει όλες τις επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης στο εν λόγω κράτος μέλος·

γ) για καθεμία από τις δημοσιοποιήσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου, το ποσοστό των πρόσθετων κεφαλαιακών επιβαρύνσεων που επιβάλλονται βάσει των στοιχείων α), β) και γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 37 αντίστοιχα.

19. Η ΕΑΑΕΣ παρέχει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2, συνοδευόμενες από έκθεση στην οποία περιγράφεται ο βαθμός εποπτικής σύγκλισης μεταξύ των εποπτικών αρχών στα διάφορα κράτη μέλη όσον αφορά την χρήση πρόσθετων κεφαλαιακών επιβαρύνσεων.».

20. Το άρθρο 56 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 56Έκθεση για την φερεγγυότητα και την χρηματοπιστωτική κατάσταση: κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και εκτελεστικές πράξεις

Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα το άρθρο 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που διευκρινίζουν περαιτέρω τις πληροφορίες οι οποίες πρέπει να δημοσιοποιούνται και τα σχετικά μέσα δημοσιοποίησης:

Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών κανόνων καθορισμού των όρων εφαρμογής των άρθρων 53, 54 και 55 όπως συμπληρώνονται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο σχετικά με τα θέματα που καλύπτονται από τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, ιδίως όσον αφορά τα σχεδιότυπα για την δημοσιοποίηση.

Οι εκτελεστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ].

Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2011.». «

21. Το άρθρο 58 παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα το άρθρο 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, στις οποίες διευκρινίζονται περαιτέρω οι αναπροσαρμογές των κριτηρίων της παραγράφου 1 του άρθρου 59, προκειμένου να ληφθούν υπόψη μελλοντικές εξελίξεις και να διασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή των άρθρων 57 έως 63.»

22. Στο άρθρο 69, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η εν λόγω δημοσιοποίηση είναι δυνατή μόνο εφόσον απαιτείται για λόγους προληπτικού ελέγχου. Ωστόσο, τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι πληροφορίες που λαμβάνονται βάσει του άρθρου 65 και του άρθρου 68 παράγραφος 1, καθώς και οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται μέσω των επιτόπιων ελέγχων που αναφέρονται στο άρθρο 33, μπορούν να δημοσιοποιούνται μόνο με την ρητή συγκατάθεση των εποπτικών αρχών προέλευσής τους ή των εποπτικών αρχών του κράτους μέλους στο οποίο διενεργήθηκε ο επιτόπιος έλεγχος.»

23. Το άρθρο 71 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εποπτικές αρχές, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, λαμβάνουν υπόψη την σύγκλιση των μέσων και των μεθόδων εποπτείας που χρησιμοποιούν στην εφαρμογή των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών απαιτήσεων, οι οποίες έχουν θεσπιστεί με βάση την παρούσα οδηγία. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε:

α) οι εποπτικές αρχές να συμμετέχουν στις δραστηριότητες της ΕΑΑΕΣ·

β) οι εποπτικές αρχές να ακολουθούν τις κατευθυντήριες γραμμές και τις συστάσεις της ΕΑΑΕΣ και να αναφέρουν τους λόγους σε αντίθετη περίπτωση·

γ) οι εντολές σε εθνικό επίπεδο που ανατίθενται στις εποπτικές αρχές να μην παρεμποδίζουν την άσκηση των καθηκόντων τους ως μελών της ΕΑΑΕΣ βάσει της παρούσας οδηγίας.»

β) Η παράγραφος 3 απαλείφεται.

24. Το άρθρο 75 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, οι οποίες καθορίζουν τις μεθόδους και τις παραδοχές που πρέπει να χρησιμοποιηθούν στην αποτίμηση του ενεργητικού και του παθητικού, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1.»

β) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3. Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών κανόνων με αντικείμενο:

α) τον καθορισμό των όρων εφαρμογής της παραγράφου 1 όπως συμπληρώνεται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 σχετικά με τα θέματα που καλύπτονται από τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις όσον αφορά:

(i) προσεγγίσεις αποτίμησης όταν δεν υπάρχουν διαθέσιμες χρηματιστηριακές τιμές ή όταν αυτές δεν συμφωνούν με τις παραγράφους 1 και 2·

(ii) τη συνέπεια των διεθνών λογιστικών προτύπων που εγκρίθηκαν από την Επιτροπή, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002, με την προσέγγιση αποτίμησης που καθορίζεται στο παρόν άρθρο·

β) τον καθορισμό των όρων εφαρμογής της παραγράφου 1 όπως συμπληρώνεται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 σχετικά με τα θέματα που καλύπτονται από τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, ιδίως όσον αφορά τις μεθόδους και τις παραδοχές που πρέπει να χρησιμοποιηθούν στην αποτίμηση του ενεργητικού και του παθητικού, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1, συμπεριλαμβανομένων εναλλακτικών μεθόδων αποτίμησης που θα χρησιμοποιούνται στις περιπτώσεις στις οποίες τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, τα οποία έχει επικυρώσει η Επιτροπή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[11], είναι είτε προσωρινά είτε μόνιμα μη σύμφωνα με την προσέγγιση αποτίμησης που καθορίζεται στο παρόν άρθρο.

Οι εκτελεστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ].

Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2011.».

25. Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 77α:

Άρθρο 77α«Τεχνικές πληροφορίες εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων

Η ΕΑΑΕΣ δημοσιεύει τεχνικές πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένης της σχετικής καμπύλης επιτοκίου άνευ κινδύνου. Στις περιπτώσεις όπου η ΕΑΑΕΣ επισημαίνει ασφάλιστρο μειωμένης ρευστότητας στις χρηματοπιστωτικές αγορές σε περιόδους πιέσεων ρευστότητας, δημοσιεύονται επίσης πληροφορίες σχετικά με το ασφάλιστρο μειωμένης ρευστότητας, συμπεριλαμβανομένου του μεγέθους του. Η ΕΑΑΕΣ προβαίνει σε παρατήρηση του ασφαλίστρου μειωμένης ρευστότητας και σε συναγωγή των πληροφοριών σε διαφανή, αντικειμενική και αξιόπιστη βάση. Οι πληροφορίες για όλους αυτούς τους σκοπούς συνάγονται με βάση μεθόδους και παραδοχές που μπορούν να περιλαμβάνουν τύπους, ή αποφάσεις που λαμβάνει η ΕΑΑΕΣ.

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο δημοσιεύονται για κάθε σχετικό νόμισμα τουλάχιστον σε τριμηνιαία βάση, με τρόπο συνεπή με τις μεθόδους που αναφέρονται στο άρθρο 86.»

26. Το άρθρο 86 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 86Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και εκτελεστικές πράξεις

Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που καθορίζουν τα ακόλουθα:

α) τις αναλογιστικές και στατιστικές μεθόδους υπολογισμού της βέλτιστης εκτίμησης που αναφέρεται στο άρθρο 77 παράγραφος 2·

β) τις μεθόδους, αρχές και τεχνικές καθορισμού της σχετικής καμπύλης επιτοκίων άνευ κινδύνου που πρέπει να χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό της βέλτιστης εκτίμησης που αναφέρεται στο άρθρο 77 παράγραφος 2·

γ) τις περιπτώσεις στις οποίες οι τεχνικές προβλέψεις υπολογίζονται ως σύνολο ή ως άθροισμα βέλτιστης εκτίμησης και περιθωρίου κινδύνου και τις μεθόδους που πρέπει να χρησιμοποιούνται στην περίπτωση στην οποία οι τεχνικές προβλέψεις υπολογίζονται ως σύνολο·

δ) τις μεθόδους και παραδοχές που πρέπει να χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του περιθωρίου κινδύνου, συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού του ποσού των επιλέξιμων ίδιων κεφαλαίων που είναι αναγκαία για την υποστήριξη των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών υποχρεώσεων και για τον προσδιορισμό του επιτοκίου του κόστους κεφαλαίου·

ε) τις κατηγορίες δραστηριοτήτων βάσει των οποίων πρέπει να ομαδοποιούνται οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές υποχρεώσεις, προκειμένου να υπολογιστούν οι τεχνικές προβλέψεις·

στ) τα πρότυπα που πρέπει να τηρούνται για την εξασφάλιση της καταλληλότητας, πληρότητας και ακρίβειας των δεδομένων που χρησιμοποιούνται στον υπολογισμό των τεχνικών προβλέψεων και οι ειδικές περιστάσεις στις οποίες θα ήταν ενδεδειγμένο να χρησιμοποιηθούν προσεγγίσεις, συμπεριλαμβανομένων ειδικών, κατά περίπτωση, μεθόδων, υπολογισμού της βέλτιστης εκτίμησης·

ζ) τις μεθόδους που πρέπει να χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της προσαρμογής λόγω αθέτησης του αντισυμβαλλομένου, που αναφέρεται στο άρθρο 81, με σκοπό να προσδιοριστούν οι αναμενόμενες ζημίες λόγω αθέτησης του αντισυμβαλλομένου·

η) εφόσον είναι αναγκαίο, τις απλοποιημένες μεθόδους και τεχνικές για τον υπολογισμό των τεχνικών προβλέψεων, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι αναλογιστικές και στατιστικές μέθοδοι που αναφέρονται στα στοιχεία α) και δ) είναι αναλογικές ως προς την φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των κινδύνων που αναλαμβάνονται από τις επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης, συμπεριλαμβανομένων των εξαρτημένων επιχειρήσεων ασφάλισης και αντασφάλισης·

θ) τα λεπτομερή κριτήρια για τα στοιχεία των τεχνικών πληροφοριών, τις μεθόδους υπολογισμού και τις σχετικές παραδοχές και, εφόσον απαιτείται, τους τύπους και τις αποφάσεις βάσει των οποίων η ΕΑΑΕΣ θα συνάγει τις πληροφορίες όπως αναφέρεται στο άρθρο 77α.

Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών κανόνων καθορισμού των όρων εφαρμογής του άρθρου 77 παράγραφος 2 όπως συμπληρώνεται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως η) της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου σχετικά με τα θέματα που καλύπτονται από τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις.

Οι εκτελεστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ].

Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2011.»

27. Το άρθρο 92 τροποποιείται ως εξής:

α) Ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 92Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και εκτελεστικές πράξεις»

β) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, όπου εξειδικεύονται:

α) τα κριτήρια και η διαδικασία χορήγησης εποπτικής έγκρισης των συμπληρωματικών ίδιων κεφαλαίων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 90·

β) ο χειρισμός των συμμετοχών, κατά την έννοια του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 212, σε χρηματοδοτικά και πιστωτικά ιδρύματα όσον αφορά τον προσδιορισμό των ίδιων κεφαλαίων.»

γ) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών κανόνων καθορισμού των όρων του άρθρου 90 όπως συμπληρώνεται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου σχετικά με τα θέματα που καλύπτονται από τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, ιδίως όσον αφορά την διαδικασία που πρέπει να εφαρμόζεται για την χορήγηση εποπτικής έγκρισης των συμπληρωματικών ίδιων κεφαλαίων.

Οι εκτελεστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ].

Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2011.».

28. Το άρθρο 97 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 97 Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και εκτελεστικές πράξεις

29. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, όπου περιέχονται:

α) κατάλογος στοιχείων ίδιων κεφαλαίων, συμπεριλαμβανομένων των αναφερόμενων στο άρθρο 96, που θεωρείται ότι πληρούν τα κριτήρια, που αναφέρονται στο άρθρο 94, ο οποίος περιλαμβάνει για κάθε στοιχείο των ίδιων κεφαλαίων ακριβή περιγραφή των χαρακτηριστικών τα οποία καθόρισαν την κατάταξή του·

β) οι μέθοδοι που πρέπει να χρησιμοποιούνται από τις εποπτικές αρχές, όταν εγκρίνουν την αξιολόγηση και κατάταξη στοιχείων των ίδιων κεφαλαίων, τα οποία δεν καλύπτονται από τον κατάλογο που αναφέρεται στο στοιχείο α).

Η Επιτροπή επανεξετάζει σε τακτά διαστήματα και, κατά περίπτωση, επικαιροποιεί τον κατάλογο που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παραγράφου 1 με βάση τις εξελίξεις της αγοράς.

30. Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών κανόνων καθορισμού των όρων εφαρμογής των άρθρων 93 έως 96 όπως συμπληρώνονται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σχετικά με τα θέματα τα οποία καλύπτονται από τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, ιδίως όσον αφορά τις μεθόδους κατάταξης.

Οι εκτελεστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ].

Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2011.»

31. Το άρθρο 99 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 99Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και εκτελεστικές πράξεις

32. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που καθορίζουν:

α) τα ποσοτικά όρια που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 98·

β) τις προσαρμογές που πρέπει να γίνουν προκειμένου να αντανακλάται η απουσία μεταβιβασιμότητας των στοιχείων των ιδίων κεφαλαίων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για την κάλυψη ζημιών από συγκεκριμένη κατηγορία υποχρεώσεων ή από συγκεκριμένους κινδύνους (κεφάλαια κλειστής διάρθρωσης).

33. Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών κανόνων καθορισμού των όρων εφαρμογής του άρθρου 98 όπως συμπληρώνεται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σχετικά με τα θέματα καλυπτόμενα από τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, ιδίως όσον αφορά τις προσαρμογές σχετικά με κεφάλαια κλειστής διάρθρωσης.

Οι εκτελεστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ].

Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2011.».

34. Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 109α:

«Άρθρο 109αΕναρμονισμένα τεχνικά στοιχεία εισαγόμενα στον καθορισμένο τύπο υπολογισμού: ρόλος της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων

35. Για την αξιολόγηση τεχνικών μετριασμού κινδύνου που αναφέρονται στο άρθρο 101 παράγραφος 5 με τις οποίες διευκολύνεται ο υπολογισμός της ενότητας κινδύνου της αγοράς που αναφέρεται στο άρθρο 105 παράγραφος 5 και, ανάλογα με την περίπτωση, με τις οποίες διευκολύνεται ο υπολογισμός της ενότητας κινδύνου αθέτησης του αντισυμβαλλομένου που αναφέρεται στο άρθρο 105 παράγραφος 6, η ΕΑΚΑΑ:

α) αξιολογεί την επιλεξιμότητα των οργανισμών εξωτερικής αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας και κατανέμει τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις τους σε αντικειμενική κλίμακα βαθμίδων πιστοληπτικής ποιότητας·

β) δημοσιεύει καταλόγους περιφερειακών διοικήσεων και τοπικών αρχών, των οποίων τα ανοίγματα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ανοίγματα της κεντρικής κυβέρνησης·

γ) καθορίζει τον δείκτη μετοχών που αναφέρεται στο άρθρο 106 παράγραφος 2, υπολογίζει την συμμετρική προσαρμογή που αναφέρεται στο άρθρο 106 και δημοσιεύει αμφότερα τα σύνολα πληροφοριών σε τακτική βάση·

δ) διευκρινίζει τις προσαρμογές που πρέπει να γίνονται για νομίσματα προσδεμένα στο ευρώ στην υποενότητα «συναλλαγματικός κίνδυνος» που αναφέρεται στο άρθρο 105 παράγραφος 5.

36. Με σκοπό την διευκόλυνση του υπολογισμού της ενότητας «ειδικός κίνδυνος ασφαλιστικής κάλυψης υγείας» που αναφέρεται στο άρθρο 105 παράγραφος 4, η ΕΑΚΑΑ υπολογίζει και δημοσιεύει τις τυπικές αποκλίσεις για τα συγκεκριμένα εθνικά νομοθετικά μέτρα των κρατών μελών που επιτρέπουν τον επιμερισμό των πληρωμών αποζημιώσεων για τον κίνδυνο υγείας μεταξύ των επιχειρήσεων ασφάλειας και αντασφάλισης και που πληρούν καθορισμένα κριτήρια.»

37. Το άρθρο 111 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 111Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και εκτελεστικές πράξεις»

38. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που προβλέπουν τα ακόλουθα:

α) έναν καθορισμένο τύπο σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 101 και 103 έως 109·

β) όλες τις υποενότητες που είναι αναγκαίες ή καλύπτουν με μεγαλύτερη ακρίβεια τους κινδύνους, που εμπίπτουν στις αντίστοιχες ενότητες κινδύνου που αναφέρονται στο άρθρο 104, καθώς και τυχόν μεταγενέστερες επικαιροποιήσεις·

γ) τις μεθόδους, παραδοχές και καθορισμένες παραμέτρους που πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά τον υπολογισμό εκάστης ενότητας ή υποενότητας κινδύνου των βασικών κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας που ορίζονται στα άρθρα 104, 105 και 304, τον μηχανισμό συμμετρικής προσαρμογής και το ενδεδειγμένο χρονικό διάστημα, εκφρασμένο σε μήνες, όπως αναφέρεται στο άρθρο 106, καθώς επίσης την κατάλληλη προσέγγιση για την ενσωμάτωση της μεθόδου που αναφέρεται στο άρθρο 304 στις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας, όπως υπολογίζονται με τον καθορισμένο τύπο·

δ) τις παραμέτρους αντιστοιχίας, συμπεριλαμβανομένων, εφόσον είναι αναγκαίο, εκείνων που καθορίζονται στο παράρτημα IV και των διαδικασιών επικαιροποίησης αυτών των παραμέτρων·

ε) εάν οι επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης χρησιμοποιούν τεχνικές μείωσης του κινδύνου, τις μεθόδους και τις παραδοχές που πρέπει να χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση των μεταβολών στην κατατομή κινδύνου της εκάστοτε επιχείρησης και την προσαρμογή του υπολογισμού των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας·

στ) τα ποιοτικά κριτήρια που πρέπει να πληρούν οι τεχνικές μείωσης κινδύνου που αναφέρονται στο στοιχείο ε), προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο κίνδυνος έχει όντως μεταβιβαστεί σε τρίτο μέρος·

ζ) τις μεθόδους και τις παραμέτρους που πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά την αξιολόγηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων για λειτουργικούς κινδύνους, που καθορίζονται στο άρθρο 107, συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού που αναφέρεται στο άρθρο 107 παράγραφος 3·

η) τις μεθόδους και προσαρμογές που πρέπει να χρησιμοποιούνται ώστε να αντικατοπτρίζεται το μειωμένο εύρος διαφοροποίησης κινδύνου για τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις σε σχέση με τα κεφάλαια κλειστής διάρθρωσης·

θ) τη μέθοδο που πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τον υπολογισμό της προσαρμογής με σκοπό να ληφθεί υπόψη η ικανότητα απορρόφησης ζημιών των τεχνικών αποθεματικών ή των αναβαλλόμενων φόρων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 108·

ι) το υποσύνολο των τυπικών παραμέτρων στις ενότητες αναλαμβανόμενου κινδύνου ασφάλισης ζωής, ζημιών και υγείας, οι οποίες μπορούν να αντικαθίστανται από ειδικές παραμέτρους για κάθε επιχείρηση, όπως προβλέπεται στο άρθρο 104 παράγραφος 7·

ια) τα κριτήρια τα σχετικά με τις τυποποιημένες μεθόδους που πρέπει να χρησιμοποιεί η επιχείρηση ασφάλισης και αντασφάλισης για τον υπολογισμό των ειδικών για την επιχείρηση παραμέτρων που αναφέρονται στο στοιχείο ι) και τυχόν κριτήρια όσον αφορά την πληρότητα, την ακρίβεια και την καταλληλότητα των χρησιμοποιούμενων δεδομένων, τα οποία πρέπει να ικανοποιηθούν πριν δοθεί η εποπτική έγκριση σε συνδυασμό με την διαδικασία που πρέπει να εφαρμόζεται για την εν λόγω έγκριση·

ιβ) τους προβλεπόμενους απλοποιημένους υπολογισμούς για συγκεκριμένες υποενότητες και ενότητες κινδύνου, καθώς και τα κριτήρια που οι επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης, συμπεριλαμβανομένων των εξαρτημένων επιχειρήσεων ασφάλισης και αντασφάλισης, πρέπει να ικανοποιούν, ώστε να μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις απλοποιήσεις αυτές, όπως προβλέπεται στο άρθρο 109·

ιγ) την προσέγγιση που πρέπει να χρησιμοποιείται για τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 212, στον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας και ιδίως στον υπολογισμό της υποενότητας κινδύνου μετοχών που αναφέρεται στο άρθρο 105 παράγραφος 5, λαμβανόμενης υπόψη της πιθανής μείωσης στη διακύμανση της αξίας των εν λόγω συνδεδεμένων επιχειρήσεων λόγω της στρατηγικής φύσης των συγκεκριμένων επενδύσεων και της επιρροής που ασκεί η συμμετέχουσα επιχείρηση σε αυτές τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις·

ιδ) τα λεπτομερή κριτήρια για την επιλεξιμότητα των οργανισμών εξωτερικής αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας και για την σύνδεση των πιστοληπτικών αξιολογήσεων με την κλίμακα πιστοληπτικής ποιότητας που αναφέρεται στο άρθρο 109α παράγραφος 1 στοιχείο α)·

ιε) τα λεπτομερή κριτήρια για τον δείκτη μετοχών που αναφέρεται στο άρθρο 109α παράγραφος 1 στοιχείο γ)·

ιστ) τα λεπτομερή κριτήρια σχετικά με τις προσαρμογές οι οποίες γίνονται όσον αφορά νομίσματα προσδεμένα στο ευρώ, για την διευκόλυνση του υπολογισμού της υποενότητας «συναλλαγματικός κίνδυνος» που αναφέρεται στο άρθρο 109α παράγραφος 1 στοιχείο δ)·

ιζ) τα λεπτομερή κριτήρια που πρέπει να πληρούν τα εθνικά νομοθετικά μέτρα, και τις απαιτήσεις σχετικά με τον υπολογισμό της τυπικής απόκλισης για την διευκόλυνση του υπολογισμού της ενότητας «ειδικός κίνδυνος ασφαλιστικής κάλυψης υγείας» που αναφέρεται στο άρθρο 109α παράγραφος 2.

39. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, οι οποίες καθορίζουν τα ποσοτικά όρια και τα κριτήρια επιλεξιμότητας των στοιχείων ενεργητικού. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις εφαρμόζονται σε στοιχεία ενεργητικού που καλύπτουν τεχνικές προβλέψεις, εξαιρουμένων των στοιχείων ενεργητικού που τηρούνται για συμβάσεις ασφάλισης ζωής, όπου ο επενδυτικός κίνδυνος αναλαμβάνεται από τους κατόχους των ασφαλιστήριων συμβολαίων. Τα μέτρα αυτά επανεξετάζονται από την Επιτροπή με βάση τις εξελίξεις στον καθορισμένο τύπο και στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

40. Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών κανόνων για τον καθορισμό:

α) των όρων εφαρμογής των άρθρων 101 έως 110 όπως συμπληρώνονται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ιγ) της παραγράφου 1 σχετικά με τα θέματα που καλύπτονται από τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις· και

β) των τυποποιημένων μεθόδων οι οποίες πρέπει να χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των ειδικών παραμέτρων όσον αφορά την εκάστοτε επιχείρηση που αναφέρονται στο στοιχείο ι) της παραγράφου 1.

Οι εκτελεστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ].

Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2011.».

41. Το άρθρο 114 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 114Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και εκτελεστικές πράξεις

42. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που καθορίζουν:

α) τη διαδικασία που πρέπει να εφαρμόζεται για την έγκριση ενός εσωτερικού μοντέλου·

β) τις προσαρμογές που πρέπει να γίνουν στα πρότυπα τα οποία ορίζονται στα άρθρα 120 έως 125, λαμβανόμενου υπόψη του περιορισμένου πεδίου εφαρμογής του μερικού εσωτερικού μοντέλου·

γ) τις διαδικασίες έγκρισης σημαντικών μεταβολών σε ένα εσωτερικό μοντέλο και μεταβολών στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο για την μεταβολή εσωτερικού μοντέλου που αναφέρεται στο άρθρο 115·

δ) προσεγγίσεις, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των τεχνικών αθέτησης, που επιτρέπουν την πλήρη ενσωμάτωση ενός μερικού εσωτερικού μοντέλου στον καθορισμένο τύπο κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας.

Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών κανόνων καθορισμού των όρων εφαρμογής των άρθρων 112 έως 126 όπως συμπληρώνονται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, σχετικά με τα θέματα που καλύπτονται από τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, ιδίως όσον αφορά τις διαδικασίες, τις προσαρμογές και τις εναλλακτικές τεχνικές που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο. Τα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ]. Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2011.».

43. Το άρθρο 127 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 127Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και εκτελεστικές πράξεις

Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σχετικά με τα άρθρα 120 έως 126 σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, όσον αφορά την χρήση εσωτερικών μοντέλων σε ολόκληρη την Ένωση.

Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών κανόνων καθορισμού των όρων εφαρμογής των άρθρων 120 έως 126, όπως συμπληρώνονται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο, όσον αφορά τα θέματα που καλύπτονται από τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις.

Τα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων που αναφέρονται στην δεύτερη παράγραφο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ]. Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2011.».

44. Το άρθρο 129 παράγραφος 1 στοιχείο δ) περίπτωση (iii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(iii) 3 200 000 ευρώ για επιχειρήσεις αντασφάλισης, εξαιρουμένων των εξαρτημένων επιχειρήσεων αντασφάλισης, οπότε οι ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις είναι τουλάχιστον 1 100 000 ευρώ,».

45. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 129, η ημερομηνία «31 Οκτωβρίου 2014» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2014».

46. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 129, η ημερομηνία «31 Οκτωβρίου 2017» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2017»,

47. Το άρθρο 130 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 130Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που καθορίζουν τον υπολογισμό των ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 128 και 129.»

48. Στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 131, οι ημερομηνίες «31 Οκτωβρίου 2012» και «31 Οκτωβρίου 2013» αντικαθίστανται από τις ημερομηνίες «31 Δεκεμβρίου 2012» και «31 Δεκεμβρίου 2013» αντίστοιχα.

49. Το άρθρο 135 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 135Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

50. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που εξειδικεύουν τις ποιοτικές απαιτήσεις στους ακόλουθους τομείς:

α) την αναγνώριση, την μέτρηση, την παρακολούθηση, την διαχείριση και την αναφορά κινδύνων που απορρέουν από επενδύσεις σε σχέση με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 132·

β) την αναγνώριση, την μέτρηση την παρακολούθηση, την διαχείριση και την αναφορά ειδικών κινδύνων που απορρέουν από επενδύσεις σε παράγωγα μέσα και στοιχεία που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 132 παράγραφος 4.

51. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που καθορίζουν:

α) τις απαιτήσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν οι επιχειρήσεις που «επανασυσκευάζουν» δάνεια σε διαπραγματεύσιμους τίτλους και άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα (μεταβιβάζοντα ιδρύματα), προκειμένου να επιτρέπεται στις επιχειρήσεις ασφάλισης ή αντασφάλισης να επενδύουν σε τίτλους του συγκεκριμένου τύπου οι οποίοι έχουν εκδοθεί μετά την 1η Ιανουαρίου 2011, συμπεριλαμβανομένων απαιτήσεων με τις οποίες διασφαλίζεται ότι η μεταβιβάζουσα οντότητα έχει καθαρό οικονομικό κέρδος όχι μικρότερο από 5%·

β) ποσοτικές απαιτήσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν οι επιχειρήσεις ασφάλισης ή αντασφάλισης που επενδύουν στα εν λόγω τίτλους ή χρηματοοικονομικά μέσα·

γ) τις συνέπειες παραβίασης των απαιτήσεων που καθορίζονται στα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 101 παράγραφος 3, μέτρων που επιβάλλουν αναλογική πρόσθετη κεφαλαιακή επιβάρυνση.».

52. Το άρθρο 138 παράγραφος 4 τροποποιείται ως εξής:

α) Το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Σε περίπτωση ασυνήθιστης πτώσης των χρηματοπιστωτικών αγορών, όπως καθορίζεται από την ΕΑΑΕΣ σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, η εποπτική αρχή μπορεί να παρατείνει το χρονικό διάστημα που καθορίζεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 κατά το ενδεδειγμένο χρονικό διάστημα, λαμβάνοντας υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες.».

β) Προστίθενται τα ακόλουθα τέταρτο και πέμπτο εδάφιο:

«Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της ΕΑΑΕΣ βάσει του άρθρου 18 του κανονισμού …/…, για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου η ΕΑΑΕΣ αποφασίζει, κατόπιν αιτήματος της αρμόδιας εποπτικής αρχής, να απευθύνει μεμονωμένη απόφαση προς την αιτούσα εποπτική αρχή, όπου δηλώνεται ότι έχει σημειωθεί έκτακτη πτώση στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Έκτακτη πτώση στις χρηματοπιστωτικές αγορές υπάρχει όταν μια ή περισσότερες επιχειρήσεις ασφάλισης ή αντασφάλισης δεν είναι σε θέση να καλύψει μια από τις απαιτήσεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου εντός του χρονικού διαστήματος που καθορίζεται σ’ αυτήν, συνεπεία πτώσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές που είναι απρόβλεπτη, μεγάλη και απότομη, δηλαδή διαφέρει από τις κάμψεις που εμφανίζονται στο πλαίσιο του οικονομικού κύκλου και έχει ήδη επηρεάσει σοβαρά και δυσμενώς την οικονομική κατάσταση μιας ή περισσότερων επιχειρήσεων ασφάλισης και αντασφάλισης οι οποίες μαζί αντιπροσωπεύουν σημαντικό μέρος της αγοράς ασφάλισης ή αντασφάλισης σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη.

Η ΕΑΑΕΣ επανεξετάζει τουλάχιστον μία φορά κάθε μήνα εάν οι συνθήκες που αναφέρονται στο τέταρτο εδάφιο εξακολουθούν να ισχύουν κατά την ημερομηνία της επανεξέτασης, και ανακαλεί την εν λόγω απόφαση εφόσον δεν υφίστανται πλέον μία ή περισσότερες από τις συνθήκες που αναφέρονται στο τέταρτο εδάφιο και στις οποίες βασιζόταν η απόφαση. Για τον σκοπό αυτό, η ΕΑΑΕΣ απευθύνει στην αρμόδια εποπτική αρχή μεμονωμένη απόφαση όπου δηλώνεται ότι έχει παύσει να υφίσταται έκτακτη πτώση στις χρηματοπιστωτικές αγορές.».

53. Το άρθρο 143 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 143Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

54. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που εξειδικεύουν τις διαδικασίες οι οποίες πρέπει να ακολουθούνται από την ΕΑΑΕΣ για τον καθορισμό της ύπαρξης έκτακτης πτώσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές, και τους παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή του άρθρου 138 παράγραφος 4, συμπεριλαμβανομένου του μέγιστου ενδεδειγμένου χρονικού διαστήματος, εκφρασμένου σε συνολικό πλήθος μηνών, οι οποίες πρέπει να είναι ίδιες για όλες τις επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 138.

55. Εάν απαιτείται ενίσχυση της σύγκλισης, η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που καθορίζουν περαιτέρω λεπτομέρειες σχετικά με το σχέδιο ανάκαμψης που αναφέρεται στο άρθρο 138 παράγραφος 2, το πρόγραμμα χρηματοδότησης που αναφέρεται στο άρθρο 139 παράγραφος 2 και στο άρθρο 141, με την δέουσα προσοχή για την αποφυγή φαινομένων προκυκλικότητας.».

56. Μετά το πρώτο εδάφιο του άρθρου 155 παράγραφος 3 παρεμβάλλεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Επιπλέον, η εποπτική αρχή του κράτους μέλους υποδοχής μπορεί να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΑΕΣ και να ζητήσει την βοήθειά της σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού .../2010 [ΕΑΑΕΣ]. Σε τέτοια περίπτωση, η ΕΑΑΕΣ μπορεί να ενεργήσει σύμφωνα με τις αρμοδιότητες που της ανατίθενται από το εν λόγω άρθρο.».

57. Μετά το πρώτο εδάφιο του άρθρου 158 παράγραφος 2 παρεμβάλλεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Επιπλέον, η εποπτική αρχή του κράτους μέλους υποδοχής μπορεί να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΑΕΣ και να ζητήσει την βοήθειά της σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού .../2010 [ΕΑΑΕΣ]. Σε τέτοια περίπτωση, η ΕΑΑΕΣ μπορεί να ενεργήσει σύμφωνα με τις εξουσίες που της παρέχονται από το εν λόγω άρθρο.».

58. Το άρθρο 172 τροποποιείται ως εξής:

59. α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που εξειδικεύουν τα κριτήρια αξιολόγησης της ισοδυναμίας του καθεστώτος φερεγγυότητας τρίτης χώρας, το οποίο εφαρμόζεται για αντασφαλιστικές δραστηριότητες επιχειρήσεων με έδρα στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα, σε σχέση το καθεστώς του τίτλου I, κ.λπ.

β) προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 4, 5 και 6:

«4. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 3 και του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 134 παράγραφος 1, για κάποιο μεταβατικό χρονικό διάστημα πρέπει να διασφαλίζεται η ίδια μεταχείριση, όπως εκείνη του άρθρου 172 παράγραφος 3 και του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 134 παράγραφος 1, σε συμβάσεις αντασφάλισης οι οποίες συνάπτονται με επιχειρήσεις που έχουν την έδρα τους σε τρίτη χώρα, της οποίας τα καθεστώτα φερεγγυότητας δεν είναι πιθανόν ότι θα ικανοποιούν πλήρως μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2012 τα κριτήρια της παραγράφου 1 για την αξιολόγηση της ισοδυναμίας. Η μέγιστη διάρκεια του μεταβατικού χρονικού διαστήματος είναι πέντε έτη από την ημερομηνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 309 παράγραφος 1. Αυτή η παρέκκλιση ισχύει μόνο για τις περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή έχει λάβει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 6 ότι η τρίτη χώρα ικανοποιεί τους καθορισμένους όρους.

5. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και με την επιφύλαξη των όρων των άρθρων 301β και 301γ, καθορίζοντας, όσον αφορά την παράγραφο 4, την διάρκεια του μεταβατικού χρονικού διαστήματος, που μπορεί να είναι μικρότερο από το μέγιστο των πέντε ετών, και τους όρους που πρέπει να πληρούνται από την τρίτη χώρα. Οι εν λόγω όροι καλύπτουν τις αναληφθείσες υποχρεώσεις από τις εποπτικές αρχές, την σύγκλισή τους προς ισοδύναμο καθεστώς εντός καθορισμένου χρονικού διαστήματος, το υφιστάμενο ή σκοπούμενο περιεχόμενο του καθεστώτος, καθώς και θέματα συνεργασίας, ανταλλαγής πληροφοριών και υποχρεώσεων επαγγελματικού απόρρητου.

6. Όσον αφορά τα καθεστώτα φερεγγυότητας που αναφέρονται στην παράγραφο 4, η Επιτροπή δύναται να λαμβάνει, σύμφωνα με την ρυθμιστική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 301 παράγραφος 2, την απόφαση ότι η τρίτη χώρα ικανοποιεί τους όρους του άρθρου 174 παράγραφος 4 και της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης.

Οι εν λόγω αποφάσεις επανεξετάζονται τακτικά.».

60. Το άρθρο 210 παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που εξειδικεύουν τις διατάξεις της παραγράφου 1 όσον αφορά την παρακολούθηση, την διαχείριση και τον έλεγχο κινδύνων που απορρέουν από δραστηριότητες αντασφάλισης πεπερασμένου κινδύνου.».

61. Το άρθρο 211 τροποποιείται ως εξής:

α) Οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, όπου περιέχονται:

α) το πεδίο εφαρμογής της έγκρισης·

β) οι υποχρεωτικοί όροι που πρέπει να περιλαμβάνονται σε όλες τις συναπτόμενες συμβάσεις·

γ) οι απαιτήσεις ικανότητας και ήθους, που αναφέρονται στο άρθρο 42, για τα πρόσωπα που διοικούν τον φορέα ειδικού σκοπού·

δ) οι απαιτήσεις ικανότητας και ήθους για τους μετόχους ή τα μέλη με ειδική συμμετοχή στον φορέα ειδικού σκοπού·

ε) ορθές διοικητικές και λογιστικές διαδικασίες, κατάλληλοι μηχανισμοί εσωτερικού ελέγχου και απαιτήσεις διαχείρισης επικινδυνότητας·

στ) απαιτήσεις για λογιστική, προληπτική και στατιστική πληροφόρηση·

ζ) απαιτήσεις φερεγγυότητας.

Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που καθορίζουν τις διαδικασίες για την εποπτική έγκριση φορέων ειδικού σκοπού και, σε περιπτώσεις στις οποίες ο φορέας ειδικού σκοπού, που αναλαμβάνει κινδύνους από επιχείρηση ασφάλισης και αντασφάλισης με έδρα σε κράτος μέλος, που δεν είναι το κράτος μέλος στο οποίο η επιχείρηση ασφάλισης και αντασφάλισης έχει έγκριση, τις διαδικασίες για την συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ εποπτικών αρχών.

3. Οι φορείς ειδικού σκοπού που έχουν λάβει έγκριση πριν από την 31η Οκτωβρίου 2012 υπόκεινται στο δίκαιο του κράτους μέλους που χορήγησε την έγκριση στον φορέα ειδικού σκοπού. Ωστόσο, οποιαδήποτε νέα δραστηριότητα του εν λόγω φορέα ειδικού σκοπού μετά την ημερομηνία αυτή υπόκειται στις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2.».

β) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4:

«4. Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών κανόνων καθορισμού των όρων εφαρμογής του παρόντος άρθρου όπως συμπληρώνεται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 σχετικά με τα θέματα που καλύπτονται από τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, ιδίως όσον αφορά την διαδικασία που πρέπει να εφαρμόζεται για την χορήγηση εποπτικής έγκρισης των φορέων ειδικού σκοπού και τις διαδικασίες για την συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ εποπτικών αρχών.

Οι εκτελεστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ].

Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2011.».

62. Το άρθρο 216 παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, οι οποίες εξειδικεύουν τις περιστάσεις υπό τις οποίες μπορεί να ληφθεί η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1.».

63. Το άρθρο 217 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, οι οποίες εξειδικεύουν τις περιστάσεις υπό τις οποίες μπορεί να ληφθεί η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1.».

64. Στο άρθρο 227 παράγραφος 2, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Στο πλαίσιο αυτό, πριν λάβει απόφαση σχετικά με την ισοδυναμία η αρχή εποπτείας ομίλου συμβουλεύεται τις λοιπές αρμόδιες εποπτικές αρχές και την ΕΑΑΕΣ.».

65. Το άρθρο 227 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που εξειδικεύουν τα κριτήρια αξιολόγησης της ισοδυναμίας του καθεστώτος φερεγγυότητας τρίτης χώρας σε σχέση με το καθεστώς του τίτλου I κεφάλαιο VI.».

66. Στο άρθρο 227 προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 6 και 7:

«6. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι, για επιχείρηση αναφερόμενη στο εν λόγω εδάφιο, κατά την διάρκεια μεταβατικού χρονικού διαστήματος, ο υπολογισμός φερεγγυότητας ομίλου λαμβάνει υπόψη τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας και τα επιλέξιμα ίδια κεφάλαια για την πλήρωση των απαιτήσεων που ορίζονται από την οικεία τρίτη χώρα. Η μέγιστη διάρκεια του μεταβατικού χρονικού διαστήματος είναι πέντε έτη από την ημερομηνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 309 παράγραφος 1. Αυτή η παρέκκλιση ισχύει μόνο στις περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή έχει λάβει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 7 ότι η τρίτη χώρα ικανοποιεί τους καθορισμένους όρους.

7. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και με την επιφύλαξη των όρων των άρθρων 301β και 301γ, καθορίζοντας, όσον αφορά την παράγραφο 6, την διάρκεια του μεταβατικού χρονικού διαστήματος, που μπορεί να είναι μικρότερο από το μέγιστο των πέντε ετών, και τους όρους που πρέπει να πληρούνται από την τρίτη χώρα. Οι εν λόγω όροι καλύπτουν τις αναληφθείσες υποχρεώσεις από τις εποπτικές αρχές, την σύγκλισή τους προς ισοδύναμο καθεστώς εντός καθορισμένου χρονικού διαστήματος, το υφιστάμενο ή σκοπούμενο περιεχόμενο του καθεστώτος, καθώς και θέματα συνεργασίας, ανταλλαγής πληροφοριών και υποχρεώσεων επαγγελματικού απόρρητου.

8. Για καθεστώτα φερεγγυότητας τρίτων χωρών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 6, η Επιτροπή δύναται να εκδίδει απόφαση ότι η τρίτη χώρα πληροί τους όρους της παραγράφου 4 και της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης.

Οι εν λόγω αποφάσεις εκδίδονται μετά από διαβουλεύσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και σύμφωνα με την ρυθμιστική διαδικασία του άρθρου 301 παράγραφος 2. Οι εν λόγω αποφάσεις επανεξετάζονται τακτικά.».

67. Στο άρθρο 231, οι παράγραφοι 3 έως 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Κατά την διάρκεια του χρονικού διαστήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 2, η αρχή εποπτείας ομίλου και καθεμία από τις υπόλοιπες αρμόδιες εποπτικές αρχές μπορούν να συμβουλεύονται την ΕΑΑΕΣ. Επίσης, η ΕΑΑΕΣ καλείται σε διαβούλευση όποτε της ζητηθεί από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις.

Όταν ζητείται η γνώμη της ΕΑΑΕΣ, ενημερώνονται όλες οι αρμόδιες εποπτικές αρχές και το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 παρατείνεται κατά δύο μήνες.

4. Η αρχή εποπτείας ομίλου διαβιβάζει στον αιτούντα έγγραφο όπου περιέχεται η πλήρως αιτιολογημένη κοινή απόφαση η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 2.

Εφόσον έχει ζητηθεί η γνώμη της ΕΑΑΕΣ σύμφωνα με την παράγραφο 3, οι αρμόδιες εποπτικές αρχές μελετούν δεόντως την γνώμη της πριν λάβουν την κοινή τους απόφαση. Η αρχή εποπτείας του ελέγχου διαβιβάζει στον αιτούντα ένα έγγραφο που περιλαμβάνει την πλήρως αιτιολογημένη κοινή απόφαση και μια επεξήγηση τυχόν σημαντικών αποκλίσεων από την γνώμη της ΕΑΑΕΣ.

5. Σε περίπτωση απουσίας κοινής απόφασης εντός των χρονικών διαστημάτων που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 αντιστοίχως, η αρχή εποπτείας ομίλου λαμβάνει η ίδια απόφαση σχετικά με την αίτηση.

Κατά την λήψη της απόφασής της, η αρχή εποπτείας ομίλου συνεκτιμά δεόντως:

α) τυχόν απόψεις και επιφυλάξεις που εξέφρασαν οι λοιπές αρμόδιες εποπτικές αρχές εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας·

β) τη γνώμη της ΕΑΑΕΣ, εάν έχει ζητηθεί.

Η αρχή εποπτείας ομίλου διαβιβάζει στον αιτούντα και στις λοιπές αρμόδιες εποπτικές αρχές έγγραφο που περιέχει την πλήρως αιτιολογημένη απόφασή της και επεξήγηση τυχόν σημαντικών αποκλίσεων από την γνώμη της ΕΑΑΕΣ.

Η απόφαση αυτή αναγνωρίζεται ως οριστική και εφαρμόζεται από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές.

6. Εάν, κατά την λήξη των χρονικών διαστημάτων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 αντιστοίχως, οποιαδήποτε αρμόδια εποπτική αρχή έχει παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΑΕΣ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ], η αρχή εποπτείας ομίλου αναβάλλει την απόφασή της, αναμένει την έκδοση τυχόν απόφασης από την ΕΑΑΕΣ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, και λαμβάνει την απόφασή της σύμφωνα με την απόφαση της ΕΑΑΕΣ.

Τα χρονικά διαστήματα που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 αντιστοίχως θεωρούνται χρονικό διάστημα συμβιβασμού κατά την έννοια του άρθρου 19 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού.

Η ΕΑΑΕΣ λαμβάνει την απόφασή της εντός ενός μηνός. Το θέμα δεν παραπέμπεται στην ΕΑΑΕΣ μετά την λήξη των χρονικών διαστημάτων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 αντιστοίχως ή μετά την λήψη κοινής απόφασης.».

68. Το άρθρο 234 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 234Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που εξειδικεύουν τις τεχνικές αρχές και τις μεθόδους που αναφέρονται στα άρθρα 220 έως 229 και την εφαρμογή των άρθρων 230 έως 233, ώστε να διασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή εντός της Ένωσης.».

69. Το άρθρο 237 τροποποιείται ως εξής:

α) Οι παράγραφοι 3, 4 και 5 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Κατά την διάρκεια του χρονικού διαστήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 2, σε περίπτωση διάστασης απόψεων σχετικά με την έγκριση της αίτησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η αρχή εποπτείας ομίλου ή οποιαδήποτε άλλη από τις υπόλοιπες αρμόδιες εποπτικές αρχές μπορεί να ζητήσει την γνώμη της ΕΑΑΕΣ. Όταν ζητείται η γνώμη της ΕΑΑΕΣ, ενημερώνονται όλες οι αρμόδιες εποπτικές αρχές και το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 παρατείνεται κατά ένα μήνα.

Εφόσον έχει ζητηθεί η γνώμη της ΕΑΑΕΣ, οι αρμόδιες εποπτικές αρχές μελετούν δεόντως την γνώμη της πριν λάβουν την κοινή τους απόφαση.

4. Η εποπτική αρχή που έχει χορηγήσει έγκριση στη θυγατρική διαβιβάζει στον αιτούντα την κοινή απόφαση που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3, με έγγραφο που περιλαμβάνει πλήρη αιτιολόγηση και, εάν έχει ζητηθεί η γνώμη της ΕΑΑΕΣ, επεξήγηση τυχόν σημαντικών αποκλίσεων από την γνώμη της ΕΑΑΕΣ. Η κοινή απόφαση αναγνωρίζεται ως οριστική και εφαρμόζεται από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές.

5. Εάν δεν ληφθεί κοινή απόφαση από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές εντός των χρονικών διαστημάτων που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3, η αρχή εποπτείας ομίλου λαμβάνει η ίδια απόφαση για την αίτηση.

Κατά την λήψη της απόφασής της, η αρχή εποπτείας ομίλου συνεκτιμά δεόντως:

α) τυχόν απόψεις και επιφυλάξεις που εξέφρασαν οι αρμόδιες εποπτικές αρχές εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας·

β) τυχόν επιφυλάξεις που εξέφρασαν οι λοιπές εποπτικές αρχές στο πλαίσιο του σώματος εποπτικών αρχών εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας·

γ) τη γνώμη της ΕΑΑΕΣ, εάν έχει ζητηθεί.

Η απόφαση περιλαμβάνει πλήρη αιτιολόγηση και επεξήγηση τυχόν σημαντικών αποκλίσεων από τις επιφυλάξεις των λοιπών αρμόδιων εποπτικών αρχών και την γνώμη της ΕΑΑΕΣ. Αντίγραφο της απόφασης διαβιβάζεται στον αιτούντα και στις λοιπές αρμόδιες εποπτικές αρχές από την αρχή εποπτείας ομίλου.».

β) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 6:

«6. Σε περίπτωση που, κατά την λήξη των χρονικών διαστημάτων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου αντιστοίχως, αρμόδια εποπτική αρχή έχει παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΑΕΣ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ], η αρμόδια εποπτική αρχή αναβάλλει την απόφασή της, αναμένει την έκδοση τυχόν απόφασης από την ΕΑΑΕΣ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, και λαμβάνει την απόφασή της σύμφωνα με την απόφαση της ΕΑΑΕΣ.

Τα χρονικά διαστήματα που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 αντιστοίχως θεωρούνται χρονικό διάστημα συμβιβασμού κατά την έννοια του άρθρου 19 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού. Η ΕΑΑΕΣ λαμβάνει την απόφασή της εντός ενός μηνός. Το θέμα δεν παραπέμπεται στην ΕΑΑΕΣ μετά την λήξη των χρονικών διαστημάτων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 αντιστοίχως, ή μετά την λήψη κοινής απόφασης.».

70. Το άρθρο 238 παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ της εποπτικής αρχής και της αρχής εποπτείας ομίλου, μία από τις δύο εποπτικές αρχές μπορεί, εντός ενός μηνός από την πρόταση της εποπτικής αρχής, να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΑΕΣ και να ζητήσει την βοήθειά της, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ]. Στην περίπτωση αυτή, η ΕΑΑΕΣ μπορεί να ενεργήσει σύμφωνα με τις εξουσίες που της έχουν εκχωρηθεί με το εν λόγω άρθρο, και λαμβάνει την απόφασή της εντός δύο μηνών από την λόγω παραπομπή. Το θέμα δεν παραπέμπεται στην ΕΑΑΕΣ μετά την λήξη του χρονικού διαστήματος ενός μηνός που αναφέρεται σε αυτό το εδάφιο ή μετά την επίτευξη συμφωνίας στο πλαίσιο του σώματος σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.

Η εποπτική αρχή που έχει χορηγήσει έγκριση στη θυγατρική αναβάλλει την απόφασή της, αναμένει την έκδοση τυχόν απόφασης από την ΕΑΑΕΣ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, και λαμβάνει την απόφασή της σύμφωνα με την απόφαση της ΕΑΑΕΣ.

Η απόφαση συνοδεύεται από πλήρη αιτιολόγηση.

Η απόφαση διαβιβάζεται στη θυγατρική και στο σώμα των εποπτικών αρχών.».

71. Στο άρθρο 239, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4:

«4. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ της εποπτικής αρχής και της αρχής εποπτείας ομίλου σχετικά με την έγκριση του σχεδίου ανάκαμψης στο τέλος του χρονικού διαστήματος τεσσάρων μηνών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ή σχετικά με την έγκριση των προτεινόμενων μέτρων στο τέλος του χρονικού διαστήματος ενός μηνός που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, καθεμία από τις δύο εποπτικές αρχές μπορεί, στο τέλος της προβλεπόμενης προθεσμίας, να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΑΕΣ και να ζητήσει την βοήθειά της, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ]. Στην περίπτωση αυτή, η ΕΑΑΕΣ μπορεί να ενεργήσει σύμφωνα με τις εξουσίες που της έχουν εκχωρηθεί με το εν λόγω άρθρο, και λαμβάνει την απόφασή της εντός ενός μηνός από την λόγω παραπομπή. Το θέμα δεν παραπέμπεται στην ΕΑΑΕΣ μετά την λήξη του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος που αναφέρεται σε αυτό το εδάφιο ή μετά την επίτευξη συμφωνίας στο πλαίσιο του σώματος σύμφωνα με τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 ή του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.

Η εποπτική αρχή που έχει χορηγήσει έγκριση στη θυγατρική αναβάλλει την απόφασή της, αναμένει την έκδοση τυχόν απόφασης από την ΕΑΑΕΣ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, και λαμβάνει την οριστική της απόφαση σύμφωνα με την απόφαση της ΕΑΑΕΣ.

Η απόφαση συνοδεύεται από πλήρη αιτιολόγηση.

Η απόφαση διαβιβάζεται στη θυγατρική και στο σώμα των εποπτικών αρχών.».

72. Το άρθρο 241 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 241Θυγατρικές επιχείρησης ασφάλισης και αντασφάλισης:κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, στις οποίες εξειδικεύονται:

α) τα κριτήρια που πρέπει να εφαρμόζονται κατά την αξιολόγηση της ικανοποίησης των όρων του άρθρου 236·

β) τα κριτήρια που πρέπει να εφαρμόζονται για την αξιολόγηση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 239 παράγραφος 2·

γ) τις διαδικασίες που πρέπει να εφαρμόζονται από τις εποπτικές αρχές κατά την ανταλλαγή πληροφοριών, την άσκηση των δικαιωμάτων τους και την εκπλήρωση των καθηκόντων τους σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 237 έως 240.».

73. Στο άρθρο 242 παράγραφος 1, η ημερομηνία «31 Οκτωβρίου 2014» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2014».

74. Στο άρθρο 242 παράγραφος 2, η ημερομηνία «31 Οκτωβρίου 2015» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2015».

75. Το άρθρο 244 παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, όσον αφορά τον ορισμό και τον προσδιορισμό σημαντικών συγκεντρώσεων κινδύνων και τον τρόπο αναφοράς των εν λόγω συγκεντρώσεων κινδύνων για την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3.».

76. Το άρθρο 245 παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, όσον αφορά τον ορισμό και τον καθορισμό σημαντικών συναλλαγών εντός ομίλου και τον τρόπο αναφοράς των εν λόγω συναλλαγών εντός του ομίλου για την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3.».

77. Το άρθρο 247 παράγραφοι 4 έως 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Κατά την διάρκεια του χρονικού διαστήματος τριών μηνών που αναφέρεται στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 3, καθεμία από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές μπορεί να προτείνει να ζητηθεί η γνώμη της ΕΑΑΕΣ. Σε περίπτωση που ζητηθεί η γνώμη της ΕΑΑΕΣ, το εν λόγω χρονικό διάστημα παρατείνεται κατά δύο μήνες.

5. Σε περίπτωση που ζητηθεί η γνώμη της ΕΑΑΕΣ, οι αρμόδιες εποπτικές αρχές συνεκτιμούν δεόντως την γνώμη της ΕΑΑΕΣ πριν λάβουν την κοινή τους απόφαση. Η κοινή απόφαση περιλαμβάνει πλήρη αιτιολόγηση και επεξήγηση τυχόν σημαντικών αποκλίσεων από την γνώμη της ΕΑΑΕΣ.

6. Εάν δεν ληφθεί κοινή απόφαση που παρεκκλίνει από τα κριτήρια της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, τα καθήκοντα της αρχής εποπτείας ομίλου ασκούνται από την εποπτική αρχή που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Ωστόσο, εάν στο τέλος των χρονικών διαστημάτων που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου μια από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές έχει παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΑΕΣ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ], αναμένει την απόφαση της ΕΑΑΕΣ.

Τα χρονικά διαστήματα που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 αντιστοίχως θεωρούνται χρονικό διάστημα συμβιβασμού κατά την έννοια του άρθρου 19 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού. Η ΕΑΑΕΣ λαμβάνει την απόφασή της εντός ενός μηνός. Το θέμα δεν παραπέμπεται στην ΕΑΑΕΣ μετά την λήψη κοινής απόφασης.

Τα καθήκοντα της αρχής εποπτείας ομίλου ασκούνται από την εποπτική αρχή που αναφέρεται στην απόφαση της ΕΑΑΕΣ. Η απόφαση διαβιβάζεται στον όμιλο και στο σώμα των εποπτικών αρχών.

7. Η ΕΑΑΕΣ ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή σχετικά με τυχόν σοβαρές δυσχέρειες στην εφαρμογή των παραγράφων 2, 3 και 6, τουλάχιστον σε ετήσια βάση.

Εάν προκύψουν σοβαρές δυσχέρειες στην εφαρμογή των κριτηρίων που ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, οι οποίες διευκρινίζουν τα εν λόγω κριτήρια.».

78. Το άρθρο 248 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 2 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Σε περίπτωση που η αρχή εποπτείας ομίλου δεν έχει εκτελέσει τα καθήκοντα τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή που τα μέλη του σώματος δεν συνεργάζονται στο βαθμό ο οποίος απαιτείται στην εν λόγω παράγραφο, οποιαδήποτε από τις οικείες εποπτικές αρχές μπορεί να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΑΕΣ και να ζητήσει την βοήθειά της, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ]. Στην περίπτωση αυτή, η ΕΑΑΕΣ μπορεί να ενεργήσει σύμφωνα με τις εξουσίες που της έχουν εκχωρηθεί με το άρθρο 11 του εν λόγω κανονισμού.».

β) Το δεύτερο και το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Σε περίπτωση διάστασης απόψεων σχετικά με τις ρυθμίσεις συντονισμού, κάθε μέλος του σώματος εποπτικών αρχών μπορεί να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΑΕΣ.

Αφού ζητήσει την γνώμη των αρμόδιων εποπτικών αρχών, η αρχή εποπτείας ομίλου συνεκτιμά δεόντως την γνώμη της ΕΑΑΕΣ εντός δύο μηνών από την λήψη της τελικής της απόφασης.

Η απόφαση περιλαμβάνει πλήρη αιτιολόγηση και επεξήγηση τυχόν σημαντικών αποκλίσεων από την γνώμη της ΕΑΑΕΣ. Η αρχή εποπτείας ομίλου διαβιβάζει την απόφαση στις λοιπές αρμόδιες εποπτικές αρχές.».

γ) Οι παράγραφοι 6 και 7 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«6. Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την έκδοση εκτελεστικών τεχνικών κανόνων επιχειρησιακής λειτουργίας των σωμάτων.

Οι εν λόγω εκτελεστικοί τεχνικοί κανόνες εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ]. Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων έως την 31η Δεκεμβρίου 2011, ενώ καταρτίζει αναθεωρημένα σχέδια κανόνων προς υποβολή στην Επιτροπή τουλάχιστον κάθε τρία έτη.

7. Για την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1 έως 6, η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, με αντικείμενο τον συντονισμό της εποπτείας ομίλου, συμπεριλαμβανομένου του ορισμού των «σημαντικών υποκαταστημάτων.».

79. Στο άρθρο 249, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:

«1α. Σε περίπτωση που εποπτική αρχή δεν έχει διαβιβάσει τις σχετικές πληροφορίες ή έχει απορριφθεί ή δεν έχει διεκπεραιωθεί εντός λογικού χρονικού διαστήματος αίτημα για συνεργασία, ειδικότερα για ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών, οι εποπτικές αρχές μπορούν να παραπέμψουν το θέμα στην EIOPA και να ζητήσουν την βοήθειά της.

Εφόσον το θέμα παραπέμπεται στην ΕΑΑΕΣ, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 258 ΣΛΕΕ, η ΕΑΑΕΣ μπορεί να ενεργήσει σύμφωνα με τις αρμοδιότητες που της ανατίθενται δυνάμει του άρθρου 19 του κανονισμού (EΕ) αριθ. …/2010 [ΕΑΑΕΣ].».

80. Το άρθρο 249 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που προσδιορίζουν τα στοιχεία τα οποία πρέπει να συγκεντρώνονται σε συστηματική βάση από την αρχή εποπτείας ομίλου και να κοινοποιούνται στις λοιπές αρμόδιες εποπτικές αρχές ή να διαβιβάζονται στην αρχή εποπτείας ομίλου από τις λοιπές αρμόδιες εποπτικές αρχές.

Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, που διευκρινίζουν τα στοιχεία που είναι ουσιώδη ή συναφή με την εποπτεία σε επίπεδο ομίλου, με σκοπό την ενίσχυση της σύγκλισης της εποπτικής αναφοράς.».

β) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4:

«4. Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών κανόνων καθορισμού των όρων εφαρμογής του παρόντος άρθρου όπως συμπληρώνεται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου σχετικά με τα θέματα τα καλυπτόμενα από τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, ιδίως όσον αφορά τα σχεδιότυπα και τις διαδικασίες υποβολής πληροφοριών στην αρχή εποπτείας ομίλου, καθώς και την διαδικασία για την συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ εποπτικών αρχών όπως καθορίζεται στο παρόν άρθρο.

Οι εκτελεστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ].

Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2011.».

81. Το άρθρο 254 παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρχές τους που είναι αρμόδιες για την άσκηση εποπτείας ομίλου να έχουν πρόσβαση σε οποιεσδήποτε πληροφορίες σχετικές με την άσκηση αυτής της εποπτείας, ανεξαρτήτως από το είδος της εμπλεκόμενης επιχείρησης. Οι διατάξεις των άρθρων 35 και 308α παράγραφος 1 ισχύουν τηρουμένων των αναλογιών.»

82. Στο άρθρο 255 παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο τέταρτο εδάφιο:

«Σε περίπτωση που έχει απορριφθεί η δεν έχει διεκπεραιωθεί εντός λογικού χρονικού διαστήματος αίτημα προς άλλη εποπτική αρχή για την διενέργεια επαλήθευσης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, ή σε περίπτωση που έχει απορριφθεί η δεν έχει διεκπεραιωθεί εντός λογικού χρονικού διαστήματος αίτημα της εποπτικής αρχής που υπέβαλε το αίτημα για συμμετοχή στην επαλήθευση με βάση το τρίτο εδάφιο, η αιτούσα αρχή μπορεί να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΑΕΣ και μπορεί να ζητήσει την βοήθειά της σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού .../2010 [ΕΑΑΕΣ]. Σε αυτή την περίπτωση, η ΕΑΑΕΣ μπορεί να ενεργήσει σύμφωνα με τις αρμοδιότητες που της ανατίθενται από το εν λόγω άρθρο.».

83. Το άρθρο 256 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« 1. Τα κράτη μέλη ζητούν από τις συμμετέχουσες ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις ή τις ασφαλιστικές εταιρείες χαρτοφυλακίου να δημοσιεύουν, σε ετήσια βάση, έκθεση με αντικείμενο την φερεγγυότητα και την χρηματοοικονομική κατάσταση σε επίπεδο ομίλου. Οι διατάξεις των άρθρων 51, 53, 54, 55 και 308α παράγραφος 4 ισχύουν τηρουμένων των αναλογιών.».

β) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4 . Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, με τις οποίες διευκρινίζονται περαιτέρω οι πληροφορίες που πρέπει να δημοσιοποιούνται και τα μέσα με τα οποία πρέπει να πραγματοποιείται η δημοσιοποίηση όσον αφορά την ενιαία έκθεση σχετικά με την φερεγγυότητα και την χρηματοπιστωτική κατάσταση.».

γ) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 5:

«5. Εκχωρούνται στην Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών κανόνων καθορισμού των όρων εφαρμογής του παρόντος άρθρου όπως συμπληρώνεται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου σχετικά με τα θέματα που καλύπτονται από τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, ειδικότερα όσον αφορά τα σχεδιότυπα για την δημοσιοποίηση της έκθεσης φερεγγυότητας και χρηματοπιστωτικής κατάστασης ομίλου, όπως καθορίζεται στο παρόν άρθρο.

Οι εκτελεστικοί τεχνικοί κανόνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ].

Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών κανόνων για υποβολή στην Επιτροπή μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2011.».

84. Το άρθρο 258 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, για τον συντονισμό των μέτρων επιβολής που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2.».

85. Το άρθρο 259 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 259Υποβολή εκθέσεων από την ΕΑΑΕΣ

86. Η ΕΑΑΕΣ υποβάλλει ετησίως εκθέσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35 του κανονισμού …/… [ΕΑΑΕΣ].

87. Η ΕΑΑΕΣ υποβάλλει εκθέσεις, μεταξύ άλλων, για όλες τις σχετικές και σημαντικές εμπειρίες που αφορούν τις δραστηριότητες εποπτείας και την συνεργασία μεταξύ εποπτικών αρχών στο πλαίσιο του τίτλου ΙΙΙ και, ειδικότερα αναφορικά με:

α) τη διαδικασία ορισμού της αρχής εποπτείας ομίλου, το πλήθος των αρχών εποπτείας ομίλου και την γεωγραφική κάλυψη·

β) το έργο του σώματος εποπτικών αρχών, ειδικότερα όσον αφορά την συμμετοχή και τις υποχρεώσεις των εποπτικών αρχών που δεν εποπτεύουν ομίλους.

88. Επίσης, για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, η ΕΑΑΕΣ μπορεί να υποβάλλει εκθέσεις με αντικείμενο τα βασικά διδάγματα που αντλούνται από τις αξιολογήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 248 παράγραφος 6, ανάλογα με την περίπτωση.».

89. Το άρθρο 260 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ο έλεγχος διενεργείται από την εποπτική αρχή η οποία θα ήταν η αρχή εποπτείας ομίλου αν εφαρμόζονταν τα κριτήρια του άρθρου 247 παράγραφος 2, κατόπιν αιτήματος της μητρικής επιχείρησης ή μίας από τις επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης που έχουν λάβει άδεια στην Ένωση ή με δική της πρωτοβουλία, εκτός αν η Επιτροπή έχει λάβει απόφαση προηγουμένως σχετικά με την ισοδυναμία της υπόψη τρίτης χώρας. Στο πλαίσιο αυτό, πριν λάβει απόφαση, η εποπτική αρχή συμβουλεύεται τις άλλες αρμόδιες εποπτικές αρχές και την ΕΑΑΕΣ.».

β) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και με την επιφύλαξη των όρων των άρθρων 301β και 301γ, που διευκρινίζουν τα κριτήρια αξιολόγησης της ισοδυναμίας του καθεστώτος προληπτικής εποπτείας τρίτης χώρας για την εποπτεία ομίλων αναφορικά με το καθεστώς του εν λόγω τίτλου.».

γ) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4:

«4. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 261 παράγραφος 1, του άρθρου 262 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο και του άρθρου 263 δεύτερο εδάφιο, τα κράτη μέλη μπορούν, κατά την διάρκεια μεταβατικού χρονικού διαστήματος, να επαφίενται στην εποπτεία ομίλου που ασκείται από τις εποπτικές αρχές της τρίτης χώρας. Η μέγιστη διάρκεια του μεταβατικού χρονικού διαστήματος είναι πέντε έτη από την ημερομηνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 309 παράγραφος 1. Αυτή η παρέκκλιση ισχύει μόνο για τις περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή έχει λάβει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 5 ότι η τρίτη χώρα ικανοποιεί τους καθορισμένους όρους.».

δ) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 5:

«5. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και με την επιφύλαξη των όρων των άρθρων 301β και 301γ, καθορίζοντας, όσον αφορά την παράγραφο 4, την διάρκεια του μεταβατικού χρονικού διαστήματος, που μπορεί να είναι μικρότερο από το μέγιστο των πέντε ετών, και τους όρους που πρέπει να πληρούνται από την τρίτη χώρα. Οι εν λόγω όροι καλύπτουν τις αναληφθείσες υποχρεώσεις από τις εποπτικές αρχές, την σύγκλισή τους προς ισοδύναμο καθεστώς εντός καθορισμένου χρονικού διαστήματος, το υφιστάμενο ή σκοπούμενο περιεχόμενο του καθεστώτος, καθώς και θέματα συνεργασίας, ανταλλαγής πληροφοριών και υποχρεώσεων επαγγελματικού απόρρητου.».

ε) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 6:

«6. Για καθεστώτα φερεγγυότητας τρίτων χωρών αναφερόμενα στην παράγραφο 4, η Επιτροπή δύναται να εκδίδει απόφαση ότι η τρίτη χώρα πληροί τους όρους της παραγράφου 4 και της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης.

Οι εν λόγω αποφάσεις εκδίδονται μετά από διαβουλεύσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και σύμφωνα με την ρυθμιστική διαδικασία του άρθρου 301 παράγραφος 2. Οι εν λόγω αποφάσεις επανεξετάζονται τακτικά.».

90. Στο άρθρο 262, το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 τροποποιείται ως εξής:«1. Αν δεν υπάρξει η ισοδύναμη επίβλεψη που αναφέρεται στο άρθρο 260, στις επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης τα κράτη μέλη θα εφαρμόσουν είτε:

91. α) τις διατάξεις των άρθρων 218 έως 235, των άρθρων 244 έως 258 και του άρθρου 308α παράγραφος 9 τηρουμένων των αναλογιών, είτε

92. β) μια από τις μεθόδους που εκτίθενται στην παράγραφο 2.».

93. Στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 300, η ημερομηνία «31 Οκτωβρίου 2012» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2012».

94. Το άρθρο 301 παράγραφος 3 διαγράφεται.

95. Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα 301α, 301β και 301γ:

«Άρθρο 301αΆσκηση της εξουσιοδότησης

96. Οι εξουσίες θέσπισης των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στα άρθρα 17, 31, 35, 37, 50, 56, 58, 75, 86, 92, 97, 99, 111, 114, 127, 130, 135, 143, 172, 210, 211, 216, 217, 227, 234, 241, 244, 245, 247, 248, 249, 256, 258, 260 και 308β ανατίθενται στην Επιτροπή για χρονικό διάστημα πέντε ετών μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

Το αργότερο 6 μήνες πριν από την λήξη του πενταετούς χρονικού διαστήματος, η Επιτροπή συντάσσει έκθεση σχετικά με τις για τις εκχωρηθείσες εξουσίες. Η εξουσιοδότηση παρατείνεται αυτομάτως για χρονικά διαστήματα ίσης διάρκειας, εκτός αν ανακληθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301β.

97. Μετά την θέσπιση κάθε κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

98. Η εξουσία για την θέσπιση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων παρέχεται στην Επιτροπή υπό τους όρους των άρθρων 301β και 301γ.

Άρθρο 301βΑνάκληση της εξουσιοδότησης

99. Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στα άρθρα 17, 31, 35, 37, 50, 56, 58, 75, 86, 92, 97, 99, 111, 114, 127, 130, 135, 143, 172, 210, 211, 216, 217, 227, 234, 241, 244, 245, 247, 248, 249, 256, 258, 260 και 308β μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο.

100. Το θεσμικό όργανο που έχει κινήσει εσωτερική διαδικασία ώστε να αποφασιστεί εάν θα ανακληθεί η εξουσιοδότηση ενημερώνει τα λοιπά νομοθετικά όργανα και την Επιτροπή τουλάχιστον ένα μήνα πριν από την λήψη της οριστικής απόφασης, αναφέροντας την εκχωρηθείσα εξουσία που θα μπορούσε να ανακληθεί και τους λόγους της ανάκλησης.

101. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που καθορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Τίθεται σε ισχύ αμέσως ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που αναφέρεται στην απόφαση. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που έχουν ήδη τεθεί σε ισχύ. Δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 301γΑντιρρήσεις για κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

102. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μπορούν να εκφράσουν αντιρρήσεις για κατ’ εξουσιοδότηση πράξη εντός χρονικού διαστήματος δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης. Κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου, το εν λόγω χρονικό διάστημα παρατείνεται κατά ένα μήνα.

103. Εάν κατά την λήξη του χρονικού διαστήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν διατυπώσει αντιρρήσεις για την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε το Συμβούλιο, η πράξη δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία που αναφέρεται στην ίδια την πράξη.

Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη μπορεί να δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να αρχίσει να ισχύει πριν από την λήξη της προθεσμίας, εάν τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο έχουν ενημερώσει την Επιτροπή σχετικά με την πρόθεσή τους να μην εκφράσουν αντιρρήσεις.

3. Αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο διατυπώσουν αντιρρήσεις σχετικά με την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη κατά το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η πράξη δεν τίθεται σε ισχύ. Το θεσμικό όργανο που διατυπώνει αντιρρήσεις στην κατ’ εξουσιοδότηση πράξη αναφέρει τους σχετικούς λόγους.».

104. Στο άρθρο 304 παράγραφος 2, η ημερομηνία «31 Οκτωβρίου 2015» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2015.».

105. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 308α:

«Τμήμα 3

Μεταβατικά μέτρα που διευκρινίζονται με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

Άρθρο 308a

Μεταβατικές διατάξεις

106. Στις περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή έχει εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 308β παράγραφος 1, το άρθρο 35 παράγραφος 5 δεν ισχύει το πολύ επί χρονικό διάστημα πέντε ετών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 309 παράγραφος 1.

107. Στις περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή έχει εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 308β παράγραφος 2, ο όρος του άρθρου 37 παράγραφος 1 στοιχείο α) ότι η εποπτική αρχή έχει αποφασίσει πως η κατατομή επικινδυνότητας της επιχείρησης ασφάλισης ή αντασφάλισης έχει παρεκκλίνει σημαντικά από τις παραδοχές που λήφθηκαν υπόψη για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας όπως υπολογίστηκαν με χρήση του καθορισμένου τύπου δεν ισχύει το πολύ επί χρονικό διάστημα δέκα ετών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 309 παράγραφος (1). Ομοίως, η απαίτηση του άρθρου 37 παράγραφος 2 να υπολογίζονται οι πρόσθετες κεφαλαιακές επιβαρύνσεις οι επιβαλλόμενες με βάση τις διατάξεις του στοιχείου α) του άρθρου 37 παράγραφος 1 με τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται ότι η επιχείρηση είναι συμμορφωμένη προς τις διατάξεις του άρθρου 101 παράγραφος 3 δεν ισχύει το πολύ επί χρονικό διάστημα δέκα ετών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 309 παράγραφος 1.

108. Στις περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή έχει εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 308β παράγραφος 3, το άρθρο 41 παράγραφος 1 και το άρθρο 41 παράγραφος 3 δεν ισχύουν το πολύ επί χρονικό διάστημα τριών ετών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 309 παράγραφος 1.

109. Στις περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή έχει εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 308β παράγραφος 4, το άρθρο 51 παράγραφος 1 δεν ισχύει το πολύ επί χρονικό διάστημα τριών ετών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 309 παράγραφος 1.

110. Στις περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή έχει εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 308β παράγραφος 5, το άρθρο 75 παράγραφος 1 δεν ισχύει το πολύ επί χρονικό διάστημα δέκα ετών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 309 παράγραφος 1.

111. Στις περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή έχει εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 308β παράγραφος 6, το άρθρο 76 παράγραφος 2, το άρθρο 76 παράγραφος 3 και το άρθρο 76 παράγραφος 5 δεν ισχύουν το πολύ επί χρονικό διάστημα δέκα ετών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 309 παράγραφος 1.

112. Στις περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή έχει εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 308β παράγραφος 7, το άρθρο 94 δεν ισχύει το πολύ επί χρονικό διάστημα δέκα ετών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 309 παράγραφος 1.

113. Στις περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή έχει εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 308β παράγραφος 8, η πρώτη παράγραφος του άρθρου 100, το άρθρο 101 παράγραφος 3, το άρθρο 102 και το άρθρο 104 δεν ισχύουν το πολύ επί χρονικό διάστημα δέκα ετών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 309 παράγραφος 1.

114. Στις περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή έχει εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 308β παράγραφος 9, το άρθρο 218 παράγραφοι 2 και 3 δεν ισχύει το πολύ επί χρονικό διάστημα δέκα ετών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 309 παράγραφος 1.

115. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 308β:

Άρθρο 308β

Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 301α και υπό τους όρους των άρθρων 301β και 301γ, σχετικά με:

α) όσον αφορά το άρθρο 308α παράγραφος 1, τον καθορισμό της διάρκειας του μεταβατικού χρονικού διαστήματος που μπορεί να είναι συντομότερο από το μέγιστο των τριών ετών, τον καθορισμό τυχόν φάσεων του μεταβατικού χρονικού διαστήματος, και τον καθορισμό των μεταβατικών απαιτήσεων όσον αφορά τα συστήματα και τους μηχανισμούς που πρέπει να θέσουν σε ενέργεια οι επιχειρήσεις ώστε να πληρούν τα απαιτούμενα για την παροχή των πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται για εποπτικούς σκοπούς, καθώς και την απαίτηση συμμόρφωσης των επιχειρήσεων ασφάλισης και αντασφάλισης τουλάχιστον με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις οι οποίες σχετίζονται με την σύνταξη απολογισμών και την περιοδική υποβολή εγγράφων και οι οποίες έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13 της οδηγίας 2002/83/EK, του άρθρου 11 της οδηγίας 84/641/EK και του άρθρου 17 της οδηγίας 2005/68/EK·

β) όσον αφορά το άρθρο 308α παράγραφος 2, τον καθορισμό της διάρκειας του μεταβατικού χρονικού διαστήματος που μπορεί να είναι συντομότερο από δέκα έτη, τον καθορισμό τυχόν φάσεων του μεταβατικού χρονικού διαστήματος, τον καθορισμό ως απαίτησης, όταν λαμβάνεται η απόφαση κατά πόσο πληρούνται οι όροι επιβολής πρόσθετης κεφαλαιακής επιβάρυνσης κατά τις διατάξεις του άρθρου 37 παράγραφος 1 στοιχείο α), να λαμβάνονται υπόψη μάλλον οι παραδοχές που συνοδεύουν μεταβατικές κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας του άρθρου 308β παράγραφος 8 αντί των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας, καθώς επίσης την διευκρίνιση του υπολογισμού της πρόσθετης κεφαλαιακής απαίτησης μάλλον με αναφορά στα χαρακτηριστικά επιπέδου βαθμονόμησης και εμπιστοσύνης των μεταβατικών κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας αντί των χαρακτηριστικών του καθιερωμένου τύπου κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας·

γ) όσον αφορά το άρθρο 308α παράγραφος 3, την διάρκεια του μεταβατικού χρονικού διαστήματος που μπορεί να είναι συντομότερο από το μέγιστο των τριών ετών, τυχόν φάσεις του μεταβατικού χρονικού διαστήματος και τις μεταβατικές απαιτήσεις σχετικά με το σύστημα της διακυβέρνησης και το βαθμό στον οποίο τα συστήματα, οι λειτουργίες, και οι απαιτήσεις των άρθρων 41 έως 49 πρέπει να τηρούνται από τις επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης κατά την διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, καθώς και την απαίτηση συμμόρφωσης των επιχειρήσεων ασφάλισης και αντασφάλισης τουλάχιστον με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις οι οποίες απαιτούν σοβαρές εσωτερικές διαδικασίες και εσωτερικό έλεγχο και οι οποίες έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 της οδηγίας 2002/83/EK, του άρθρου 9 της οδηγίας 84/641/EK και του άρθρου 15 της οδηγίας 2005/68/EK·

δ) όσον αφορά το άρθρο 308α παράγραφος 4, την διάρκεια του μεταβατικού χρονικού διαστήματος που μπορεί να είναι συντομότερο από το μέγιστο των τριών ετών, τυχόν φάσεις του μεταβατικού χρονικού διαστήματος και τυχόν μεταβατικές απαιτήσεις ως προς το περιεχόμενο και τον χρονισμό των πληροφοριών που πρέπει να δημοσιοποιούνται από επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης, καθώς και την ελάχιστη απαίτηση να ζητείται από τις επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης να δημοσιεύουν έκθεση με υψηλής στάθμης περίληψη των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 51 παράγραφος 1·

ε) όσον αφορά το άρθρο 308α παράγραφος 5, την διάρκεια του μεταβατικού χρονικού διαστήματος που μπορεί να είναι συντομότερο από το μέγιστο των δέκα ετών, τυχόν φάσεις του μεταβατικού χρονικού διαστήματος, όλες τις προδιαγραφές στοιχείων ενεργητικού και παθητικού υποκείμενων σε μεταβατικές απαιτήσεις ως προς την αποτίμηση και τις μεταβατικές απαιτήσεις ως προς τις μεθόδους και τις παραδοχές οι οποίες πρέπει να χρησιμοποιούνται στην αποτίμηση των προδιαγραφόμενων στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, καθώς και την απαίτηση να τηρούν οι επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης τουλάχιστον τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις του κράτους μέλους αναφορικά με την αποτίμηση των εν λόγω στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, τις ισχύουσες στις 31 Δεκεμβρίου του 2012·

στ) όσον αφορά το άρθρο 308α παράγραφος 6, την διάρκεια του μεταβατικού χρονικού διαστήματος που μπορεί να είναι συντομότερο από το μέγιστο των δέκα ετών, τον καθορισμό των φάσεων του μεταβατικού χρονικού διαστήματος και τις μεταβατικές απαιτήσεις ως προς τις μεθόδους και τις παραδοχές που πρέπει να χρησιμοποιούνται στον υπολογισμό των τεχνικών προβλέψεων και που θα ισχύουν κατά το μεταβατικό χρονικό διάστημα, καθώς και την απαίτηση να τηρούν οι επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης τουλάχιστον τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τον καθορισμό τεχνικών προβλέψεων, οι οποίες θεσπίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20 της οδηγίας 2002/83/EK, του άρθρου 15 της οδηγίας 73/239/EOK και του άρθρου 32 της οδηγίας 2005/68/EK·

ζ) όσον αφορά το άρθρο 308α παράγραφος 7, την διάρκεια του μεταβατικού χρονικού διαστήματος που μπορεί να είναι συντομότερο από το μέγιστο των δέκα ετών, τον καθορισμό των φάσεων του μεταβατικού χρονικού διαστήματος, τις προδιαγραφές των στοιχείων ιδίων κεφαλαίων των υποκείμενων στο μεταβατικό χρονικό διάστημα, και τις μεταβατικές απαιτήσεις ως προς την κατάταξη των στοιχείων ιδίων κεφαλαίων, που θα ισχύσουν για τα προδιαγραφόμενα στοιχεία ιδίων κεφαλαίων, καθώς και την απαίτηση να τηρούν κατά την διάρκεια του μεταβατικού χρονικού διαστήματος οι επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης τουλάχιστον τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27 της οδηγίας 2002/83/EK, του άρθρου 16 της οδηγίας 73/239/EOK και του άρθρου 36 της οδηγίας 2005/68/EK για τα εν λόγω στοιχεία ιδίων κεφαλαίων·

η) η) όσον αφορά το άρθρο 308α παράγραφος 8, την διάρκεια του μεταβατικού χρονικού διαστήματος που μπορεί να είναι συντομότερο από το μέγιστο των δέκα ετών, τυχόν φάσεις του μεταβατικού χρονικού διαστήματος και τυχόν μεταβατικές απαιτήσεις ως προς τον υπολογισμό και την χρήση μεταβατικών κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας. Ο υπολογισμός των μεταβατικών κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας μπορεί να περιλαμβάνει τροποποιήσεις των πιέσεων, εκδοχών, συντελεστών και παραμέτρων συσχετισμού του καθιερωμένου τύπου που θα ίσχυαν άλλως για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας. Επίσης, η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη θα απαιτήσει την συμμόρφωση των επιχειρήσεων ασφάλισης και αντασφάλισης προς μεταβατικές κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας οι οποίες δεν υπερβαίνουν τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας και δεν υπολείπονται του ποσού της ελάχιστης κεφαλαιακής απαίτησης και του πενήντα τοις εκατό της διαφοράς μεταξύ των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας και της ελάχιστης κεφαλαιακής απαίτησης·

θ) όσον αφορά το άρθρο 308α παράγραφος 9, μεταβολές αναφορικά με την επιλογή της μεθόδου υπολογισμού και τις γενικές αρχές για τον υπολογισμό της φερεγγυότητας ομίλου όπως αναφέρεται στα άρθρα 220 έως 229 και στα άρθρα 230 έως 233 και στο άρθρο 235 σχετικά με τις μεθόδους υπολογισμού της φερεγγυότητας ομίλου. Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις μπορούν επίσης να καθορίζουν τις μεταβολές που αφορούν τον υπολογισμό της φερεγγυότητας ομίλου υπό εποπτεία σε επίπεδο ομίλου όπως αναφέρεται στο άρθρο 213 παράγραφος 2 στοιχείο γ), στις περιπτώσεις στις οποίες δεν υφίσταται η ισοδύναμη εποπτεία του άρθρου 262. Οι εν λόγω τροποποιήσεις στον υπολογισμό των ιδίων κεφαλαίων ομίλου και των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας ομίλου είναι επακόλουθα των τυχόν μεταβατικών απαιτήσεων για την κατάταξη των ιδίων κεφαλαίων και για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας που ισχύουν σε επίπεδο μεμονωμένων επιχειρήσεων ασφάλισης ή αντασφάλισης κατά την διάρκεια της μεταβατικής περιόδου όπως αναφέρεται στο άρθρο 308α παράγραφος 7 και στο άρθρο 308α παράγραφος 8. Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη απαιτεί να εξασφαλίζουν οι επιχειρήσεις ασφάλισης και αντασφάλισης ότι, λαμβανόμενων υπόψη των μεταβατικών διατάξεων του άρθρου 308α παράγραφος 7, στον όμιλο υπάρχουν διαθέσιμα επιλέξιμα ίδια κεφάλαια. Τα εν λόγω επιλέξιμα ίδια κεφάλαια είναι τουλάχιστον ίσα με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις φερεγγυότητας ομίλου οι οποίες υπολογίζονται με αναφορά στην μέθοδο υπολογισμού των μεταβατικών κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας που αναφέρεται στο άρθρο 308α παράγραφος 8, ή τουλάχιστον ίσα με το ποσό των μεταβατικών κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητας·

ι) όσον αφορά το άρθρο 254 παράγραφος 2, σχετιζόμενες με τις πληροφορίες που πρέπει να διαβιβάζονται στις αρχές τις αρμόδιες για την άσκηση εποπτείας ομίλου μεταβολές οι οποίες είναι επακόλουθο των απαιτήσεων αναφοράς στο πλαίσιο εποπτείας σε επίπεδο μεμονωμένων επιχειρήσεων ασφάλισης ή αντασφάλισης οι οποίες ισχύουν κατά την διάρκεια του μεταβατικού χρονικού διαστήματος που αναφέρεται στο άρθρο 308α παράγραφος 1·

ια) όσον αφορά το άρθρο 256 παράγραφος 1, σχετιζόμενες με το περιεχόμενο και τον χρονισμό των πληροφοριών που πρέπει να δημοσιοποιούνται τροποποιήσεις οι οποίες είναι επακόλουθο των απαιτήσεων για την δημοσιοποίηση σε επίπεδο μεμονωμένων επιχειρήσεων ασφάλισης ή αντασφάλισης που ισχύουν κατά την διάρκεια της μεταβατικής περιόδου όπως αναφέρεται στο άρθρο 308α παράγραφος 4.».

116. Στο άρθρο 309 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ και δημοσιεύουν τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για συμμόρφωση με τις διατάξεις των άρθρων 4, 10, 13, 18, 23, 26 έως 32, 34 έως 49, 51 έως 55, 67, 68, 71, 72, 74 έως 85, 87 έως 91, 93 έως 96, 98, 100 έως 110, 112, 113, 115 έως 126, 128, 129, 131 έως 134, 136 έως 142, 144, 146, 148, 162 έως 167, 172, 173, 178, 185, 190, 192, 210 έως 233, 235 έως 240, 243 έως 258, 260 έως 263, 265, 266, 303 και 304, καθώς και των παραρτημάτων III και IV μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2012.

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 1η Ιανουαρίου του 2013.».

117. Στο άρθρο 310, η ημερομηνία «1η Νοεμβρίου 2012» στην πρώτη παράγραφο αντικαθίσταται από την ημερομηνία «1η Ιανουαρίου 2013».

118. Η δεύτερη παράγραφος του άρθρου 311 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα άρθρα 1, 2, 3, 5 έως 9, 11, 12, 14 έως 17, 19 έως 22, 24, 25, 33, 57 έως 66, 69, 70, 73, 143, 145, 147, 149 έως 161, 168 έως 171, 174 έως 177, 179 έως 184, 186 έως 189, 191, 193 έως 209, 267 έως 300, 302, 305 έως 308 και τα παραρτήματα I και II, V, VI και VII εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου του 2013.».

119. Στο παράρτημα ΙΙΙ, το μέρος Α σημείο 28 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«28. σε κάθε περίπτωση και εναλλακτικά προς τις μορφές των επιχειρήσεων ασφάλισης κατά ζημιών που αναφέρονται στα σημεία 1 έως 27 και 29, την μορφή της Ευρωπαϊκής Ευρωπαϊκής Εταιρείας (SE), όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2157/2001 του Συμβουλίου(1)».

120. Στο παράρτημα ΙΙΙ μέρος Α, προστίθεται το ακόλουθο σημείο 29:

«29. σε κάθε περίπτωση και εναλλακτικά προς τις μορφές των επιχειρήσεων ασφάλισης κατά ζημιών που αναφέρονται στα σημεία 1 έως 28, την μορφή της Ευρωπαϊκής Συνεταιριστικής Εταιρείας (SCE), όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1435/2003 του Συμβουλίου(*).».

* ΕΕ L 207 της 18.08.2003, σ. 1.

121. Στο παράρτημα ΙΙΙ μέρος Β, το σημείο 28 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«28. σε κάθε περίπτωση και εναλλακτικά προς τις μορφές των επιχειρήσεων ασφάλισης ζωής που αναφέρονται στα σημεία 1 έως 27 και 29, την μορφή της Ευρωπαϊκής Εταιρείας (SE), όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2157/2001».

122. Στο παράρτημα ΙΙΙ μέρος Β, προστίθεται το σημείο 29:

«29. σε κάθε περίπτωση και εναλλακτικά προς τις μορφές των επιχειρήσεων ασφαλίσεων ζωής που αναφέρονται στα σημεία 1 έως 28, την μορφή της Ευρωπαϊκής Συνεταιριστικής Εταιρείας (SCE), όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1435/2003.».

123. Στο παράρτημα ΙΙΙ μέρος Γ, το σημείο 28 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«28. σε κάθε περίπτωση και εναλλακτικά προς τις μορφές των επιχειρήσεων ασφάλισης ζωής που αναφέρονται στα σημεία 1 έως 27 και 29, την μορφή της Ευρωπαϊκής Εταιρείας (SE), όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2157/2001».

124. Στο παράρτημα ΙΙΙ μέρος Γ, προστίθεται το σημείο 29:

«29. σε κάθε περίπτωση και εναλλακτικά προς τις μορφές των αντασφαλιστικών επιχειρήσεων που αναφέρονται στα σημεία 1 έως 28, την μορφή της Ευρωπαϊκής Συνεταιριστικής Εταιρείας (SCE), όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1435/2003.».

125. Ο πίνακας αντιστοιχίας του παραρτήματος VII τροποποιείται ως εξής:

α) Βάσει της «παρούσας οδηγίας», προστίθεται το άρθρο 13 παράγραφος 27 σε αντιστοιχία με το άρθρο 5 στοιχείο δ) της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ.

β) Βάσει της «παρούσας οδηγίας», η αναφορά στα στοιχεία στ) και ζ) της παραγράφου 1 του άρθρου 210 αντικαθίσταται από αναφορά στα στοιχεία στ) και ζ) της παραγράφου 1 του άρθρου 212 αντιστοίχως.

Άρθρο 3 Ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο

126. Τα κράτη μέλη εκδίδουν και δημοσιεύουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για την συμμόρφωση με το άρθρο 1 παράγραφος 1, το άρθρο 2 παράγραφος 3, το άρθρο 2 παράγραφος 6, το άρθρο 2 παράγραφος 8, το άρθρο 2 παράγραφος 9, το άρθρο 2 παράγραφος 12, το άρθρο 2 παράγραφος 13, το άρθρο 2 παράγραφος 24, το άρθρο 2 παράγραφος 25, το άρθρο 2 παράγραφος 28, το άρθρο 2 παράγραφος 30, το άρθρο 2 παράγραφος 32, το άρθρο 2 παράγραφος 33, το άρθρο 2 παράγραφος 39, τα άρθρα 41 έως 42, το άρθρο 2 παράγραφοι 44 έως 46, το άρθρο 2 παράγραφοι 52 έως 54, το άρθρο 2 παράγραφος 56, το άρθρο 2 παράγραφος 58, το άρθρο 2 παράγραφοι 61 έως 62, το άρθρο 2 παράγραφος 67, το άρθρο 2 παράγραφος 69, το άρθρο 2 παράγραφος 70, και το άρθρο 2 παράγραφοι 71 έως 80 της παρούσας οδηγίας το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του 2012. Διαβιβάζουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των εν λόγω διατάξεων και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 1η Ιανουαρίου 2013.

Όταν εκδοθούν οι εν λόγω διατάξεις από τα κράτη μέλη, περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την εν λόγω αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος αυτής της αναφοράς καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

127. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή το κείμενο των βασικών διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 4 Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από την δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα άρθρα 2 παράγραφος 15 και 2 παράγραφος 20 εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2013.

Άρθρο 5 Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος […] […]

[1] Πρόκειται για την Επιτροπή Ευρωπαϊκών Αρχών Τραπεζικής Εποπτείας (ΕΕΑΤΕ), την Επιτροπή Ευρωπαϊκών Αρχών Εποπτείας Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΕΑΕΑΕΣ) και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ρυθμιστικών Αρχών και Αγορών Κινητών Αξιών (ΕΕΡΑΑΚΑ).

[2] http://ec.europa.eu/internal_market/finances/committees/index_en.htm#package

[3] ΕΕ L 207 της 18.08.2003, σ. 1.

[4] ΕΕ C 63 της 18.03.2009, σ. 11.

[5] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[6] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[7] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[8] ΕΕ L 335 της 17.12.2009 σ. 1-155

[9] ΕΕ L 207 της 18.08.2003, σ. 1.

[10] ΕΕ C 63 της 18.03.2009, σ. 11.

[11] ΕΕ L 243 της 11.09.2002, σ. 1.