11.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 380/31


Τετάρτη 8 Ιουνίου 2011
Διασφάλιση ανεξάρτητων εκτιμήσεων αντικτύπου

P7_TA(2011)0259

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 8ης Ιουνίου 2011 σχετικά με τη διασφάλιση ανεξάρτητων εκτιμήσεων αντικτύπου (2010/2016(INI))

2012/C 380 E/06

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη της Λισαβόνας και τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που τέθηκε σε ισχύ την 1η Δεκεμβρίου 2009,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 8ης Οκτωβρίου 2010 σχετικά με «έξυπνη νομοθεσία στην Ευρωπαϊκή Ένωση» (COM(2010)0543),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 9ης Σεπτεμβρίου 2010 σχετικά με τη βελτίωση της νομοθεσίας – 15η ετήσια έκθεση της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 9 του πρωτοκόλλου σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας (1),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με τη «βελτίωση της νομοθεσίας 2006», σύμφωνα με το άρθρο 9 του πρωτοκόλλου για την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας (2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 4ης Σεπτεμβρίου 2007 για τη βελτίωση της νομοθεσίας 2005: εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας – 13η ετήσια έκθεση (3),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 10ης Ιουλίου 2007 σχετικά με τη μείωση στο ελάχιστο του διοικητικού κόστους που επιβάλλει η νομοθεσία (4),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Μαΐου 2006 για τη βελτίωση της νομοθεσίας 2005: εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας — 12η ετήσια έκθεση (5),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Απριλίου 2004 σχετικά με την αξιολόγηση των επιπτώσεων της κοινοτικής νομοθεσίας και των διαδικασιών διαβούλευσης (6),

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 16ης Δεκεμβρίου 2003 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη «βελτίωση της νομοθεσίας»,

έχοντας υπόψη τη διοργανική κοινή προσέγγιση για την εκτίμηση αντικτύπου που συμφωνήθηκε μεταξύ του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής τον Νοέμβριο του 2005,

έχοντας υπόψη την ειδική έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου αριθ. 3/2010,

έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα της μελέτης που παραγγέλθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τις εκτιμήσεις αντικτύπου στα κράτη μέλη της ΕΕ,

έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την εκτίμηση αντικτύπου και τα σχετικά παραρτήματα (SEC(2009)0092),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 5ης Ιουνίου 2002 σχετικά με την αξιολόγηση του αντίκτυπου (COM(2002)0276),

έχοντας υπόψη τη συμφωνία-πλαίσιο μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής της 20ής Οκτωβρίου 2010,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής τής 28ης Οκτωβρίου 2010 σχετικά με μία ολοκληρωμένη βιομηχανική πολιτική για την εποχή της παγκοσμιοποίησης: Η ανταγωνιστικότητα και η βιωσιμότητα τίθενται στο επίκεντρο (COM(2010)0614),

έχοντας υπόψη την έκθεση 2010 της επιτροπής εκτίμησης αντικτύπου της 24ης Ιανουαρίου 2011 (SEC(2011)0126),

έχοντας υπόψη την από 16ης Νοεμβρίου 2010 επιστολή της προέδρου της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων προς την εισηγήτρια σχετικά με την πείρα που αποκτήθηκε από την εκτίμηση αντικτύπου όσον αφορά την παράταση της άδειας μητρότητας σε 20 εβδομάδες·

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7-0159/2011),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εκτιμήσεις αντικτύπου αποτελούν μια συστηματική αξιολόγηση των αναμενόμενων συνεπειών από τα νομοθετικά μέτρα,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η καθιέρωση ενός διαφανούς, σαφούς, αποτελεσματικού και ποιοτικού ρυθμιστικού πλαισίου πρέπει να ανήκει στους πρωταρχικούς στόχους της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εκτιμήσεις αντικτύπου συμβάλλουν θετικά στη γενικότερη αναβάθμιση της ποιότητας των νομοθετικών διατάξεων της ΕΕ, προς την κατεύθυνση της «βελτίωσης της νομοθεσίας»,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα προβλήματα που εμφανίζονται στη μεταφορά και την υλοποίηση του ισχύοντος δικαίου της Ένωσης οφείλονται μεταξύ άλλων σε ελλιπώς συνταχθέντα νομοθετικά κείμενα και ότι υπάρχει εν προκειμένω κοινή ευθύνη όλων των ευρωπαϊκών νομοθετικών οργάνων,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας περιέχει οριζόντιες κοινωνικές και περιβαλλοντικές διατάξεις (άρθρα 9 και 11 ΣΛΕΕ), οι οποίες πρέπει να συνεκτιμώνται κατά τη χάραξη και εφαρμογή των πολιτικών και των δραστηριοτήτων της Ένωσης και απαιτούν μια εις βάθος ανάλυση του κοινωνικού και περιβαλλοντικού αντικτύπου κάθε προτεινόμενου νομοθετήματος,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εκτιμήσεις αντικτύπου κατά την έγκριση νέων νόμων, καθώς και κατά την απλοποίηση και αναδιατύπωση ισχυόντων, χρησιμεύουν σε μια καλύτερη αξιολόγηση των κοινωνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών αποτελεσμάτων τους και των αποτελεσμάτων επί της υγείας καθώς και της συμβατότητάς τους με τα θεμελιώδη δικαιώματα, και μπορούν συνεπώς να συμβάλουν στη μείωση της γραφειοκρατίας και να εξασφαλίσουν τη συνοχή των πολιτικών της ΕΕ προς επίτευξη των πρωταρχικών στόχων που καθορίζονται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί πως η επιτροπή εκτίμησης αντικτύπου (ΙΑΒ - Impact Assessment Board) είναι ανεξάρτητη παρ’ όλο που υπόκειται στον έλεγχο του Προέδρου της Επιτροπής, αποτελείται από υψηλόβαθμους αξιωματούχους διαφόρων ΓΔ και πρόεδρός της είναι ο Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας· λαμβάνοντας υπόψη ότι το γεγονός αυτό οδηγεί σε μεροληπτική πληροφόρηση και, ως εκ τούτου, στην παραβίαση της απαραίτητης ουδετερότητας,

H.

λαμβάνοντας υπόψη, ότι το Κοινοβούλιο έχει ταχθεί επανειλημμένα υπέρ της χρησιμοποίησης ανεξάρτητων εκτιμήσεων αντικτύπου στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εκτιμήσεις αντικτύπου που πραγματοποιεί η Επιτροπή δεν εμφανίζουν σταθερό επίπεδο ποιότητας και συχνά χρησιμεύουν μάλλον για να δικαιολογήσουν μια νομοθετική πρόταση παρά για να αξιολογήσουν αντικειμενικά τα πραγματικά δεδομένα,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εκτιμήσεις αντικτύπου θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία περιττών γραφειοκρατικών κωλυμάτων στην περαιτέρω ανάπτυξη ή την έναρξη ισχύος της ευρωπαϊκής νομοθεσίας ή των ευρωπαϊκών πολιτικών,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή, στη διοργανική συμφωνία της 16ης Δεκεμβρίου 2003, στη διοργανική κοινή προσέγγιση για την εκτίμηση αντικτύπου του Νοεμβρίου του 2005 και στη συμφωνία-πλαίσιο μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής της 20ής Οκτωβρίου 2010, έχουν αναλάβει τη δέσμευση να διατυπώσουν ένα χρονοδιάγραμμα για τη βελτίωση της νομοθεσίας, και ότι το παρόν ψήφισμα περιλαμβάνει συγκεκριμένες προτάσεις για τη βελτίωση των εκτιμήσεων αντικτύπου,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή ακολουθεί μια νέα προσέγγιση στον τομέα της βιομηχανικής πολιτικής, σύμφωνα με την οποία όλες οι πολιτικές προτάσεις που έχουν σημαντική επίδραση στην οικονομία θα πρέπει να υποβάλλονται σε λεπτομερή ανάλυση του αντικτύπου τους στην ανταγωνιστικότητα,

Γενικές απαιτήσεις σχετικά με τις εκτιμήσεις αντικτύπου σε ευρωπαϊκό επίπεδο

1.

τονίζει ότι οι εκτιμήσεις αντικτύπου αποτελούν ένα σημαντικό μέσο για εξυπνότερη και καλύτερη νομοθεσία σε όλη τη διάρκεια του κύκλου πολιτικής, μέσο το οποίο ο ευρωπαίος νομοθέτης θα πρέπει να χρησιμοποιεί περισσότερο για να είναι σε θέση να αξιολογεί αποτελεσματικότερα τις οικονομικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές και επί της υγείας επιπτώσεις των επιλογών που του παρέχονται, καθώς και τις επιπτώσεις τους επί των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών, έχοντας κατά νου ότι η ανάλυση κόστους-ωφελείας αποτελεί ένα κριτήριο μεταξύ άλλων·

2.

χαιρετίζει την ανακοίνωση σχετικά με την έξυπνη νομοθεσία και τονίζει ότι οι εκτιμήσεις αντικτύπου πρέπει να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο σε ολόκληρο τον κύκλο πολιτικής, από τον σχεδιασμό έως την εφαρμογή, την επιβολή, την αξιολόγηση και την αναθεώρηση της νομοθεσίας· τονίζει τη σημασία της λήψης αποφάσεων στο στάδιο του σχεδιασμού των νομοθετικών προτάσεων κατόπιν προσεκτικής μελέτης και πλήρους ενημέρωσης, διότι τούτο μπορεί να οδηγήσει τόσο στη βελτίωση της ποιότητας των αποτελεσμάτων όσο και στη συντόμευση της νομοθετικής διαδικασίας·

3.

επισημαίνει ότι οι εμπεριστατωμένες εκτιμήσεις αντικτύπου αποτελούν αναγκαία προϋπόθεση για μια νομοθεσία υψηλού επιπέδου και για την ορθή μεταφορά, εφαρμογή και επιβολή της νομοθεσίας αυτής,

4.

υπογραμμίζει ότι μια εκτίμηση αντικτύπου δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αντικαθιστά την πολιτική συζήτηση και τη διαδικασία λήψης αποφάσεων του νομοθέτη, αλλά ότι απλώς χρησιμεύει στην τεχνική προετοιμασία μιας πολιτικής απόφασης·

5.

υπογραμμίζει το γεγονός ότι οι εκτιμήσεις αντικτύπου θα πρέπει να πραγματοποιούνται στα αρχικά στάδια της ανάπτυξης πολιτικών· υπογραμμίζει ότι οι εκτιμήσεις αντικτύπου πρέπει να είναι πλήρως ανεξάρτητες και ότι θα πρέπει πάντοτε να βασίζονται σε μια αντικειμενική και τεκμηριωμένη ανάλυση των πιθανών συνεπειών·

6.

τονίζει ότι, σύμφωνα με τη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας, αμφότεροι οι νομοθέτες έχουν δεσμευτεί να προβαίνουν σε εκτιμήσεις αντικτύπου όταν το κρίνουν σκόπιμο και αναγκαίο για την νομοθετική διαδικασία, πριν από την έγκριση οποιασδήποτε ουσιώδους τροπολογίας·

7.

θεωρεί ότι είναι απαραίτητο να εμπλέκονται στη διαδικασία εκτίμησης αντικτύπου εξωτερικοί εμπειρογνώμονες από όλους τους τομείς πολιτικής και όλες τις ομάδες ενδιαφερομένων, κατά τρόπο ώστε να υπάρχει εγγύηση ανεξαρτησίας και αντικειμενικότητας· υπογραμμίζει εν προκειμένω τη θεμελιώδη διαφορά μεταξύ μιας δημόσιας διαβούλευσης και μιας ανεξάρτητης εκτίμησης αντικτύπου· επισημαίνει ότι το τελικό αποτέλεσμα και ο έλεγχος της μεθόδου και της ποιότητας της εκτίμησης αντικτύπου πρέπει να παραμείνουν αρμοδιότητα των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι πραγματοποιούνται σύμφωνα με τα ίδια υψηλά πρότυπα·

8.

τάσσεται υπέρ ενός υψηλού βαθμού διαφάνειας κατά τη διάρκεια της εκπόνησης των εκτιμήσεων αντικτύπου, μεταξύ άλλων, με την έγκαιρη δημοσίευση ολοκληρωμένων χαρτών πορείας των προτεινόμενων νομοθετημάτων, προκειμένου να εξασφαλιστεί ίση πρόσβαση όλων των εμπλεκομένων φορέων στη νομοθετική διαδικασία· πιστεύει επομένως ότι πρέπει επίσης να αυξηθεί σε 12 εβδομάδες η ισχύουσα σήμερα διάρκεια της περιόδου διαβούλευσης της Επιτροπής·

9.

υποστηρίζει την άποψη ότι, σε περίπτωση σχεδίων ή νομοθεσίας που προωθούν δημόσιες διοικήσεις ή εξαρτημένες από αυτές επιχειρήσεις, οι εκτιμήσεις αντικτύπου δεν θα πρέπει να εγκρίνονται από την ενδιαφερόμενη διοίκηση·

10.

θεωρεί ότι έχει ουσιαστική σημασία να εξετάζονται εκ των προτέρων οι εκτιμήσεις αντικτύπου από τα κράτη μέλη, προκειμένου να αξιολογούνται οι επιπτώσεις του προτεινόμενου νομοθετήματος στους εθνικούς νόμους και στις δημόσιες πολιτικές· ζητεί να διενεργείται ευρύτερη εκ των υστέρων αξιολόγηση και να εξετάζεται περαιτέρω το ενδεχόμενο ενσωμάτωσης υποχρεωτικών πινάκων αντιστοιχίας, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η νομοθεσία της ΕΕ έχει εφαρμοστεί σωστά από τα κράτη μέλη και έχουν επιτευχθεί οι στόχοι της·

11.

πιστεύει ότι η εκτίμηση αντικτύπου αποτελεί κατάλληλο μέσο για την εξακρίβωση της προσφορότητας των προτάσεων της Επιτροπής, και ιδίως της συμμόρφωσης με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, και για τη σαφέστερη διευκρίνιση προς τους συννομοθέτες και το ευρύτερο κοινό των λόγων που οδηγούν στην επιλογή συγκεκριμένου μέτρου·

12.

υπογραμμίζει ότι τα βασικά στοιχεία μιας καλής εκτίμησης αντικτύπου είναι η αναγνώριση του προβλήματος, η διαβούλευση με τους ενδιαφερομένους, ο καθορισμός των προς επίτευξη στόχων καθώς και η εκπόνηση στρατηγικών επιλογών πολιτικής·

13.

θεωρεί σημαντικό να συνοδεύονται οι νέες νομοθετικές προτάσεις από εκτίμηση αντικτύπου· επισημαίνει ότι αυτό μπορεί να ισχύει επίσης για τις απλοποιήσεις και αναδιατυπώσεις του δικαίου της ΕΕ, για τις νομοθετικές πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση καθώς και για τις εκτελεστικές πράξεις σύμφωνα με τα άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά περίπτωση·

14.

θεωρεί ότι η εκτίμηση αντικτύπου αποτελεί ένα «εν εξελίξει κείμενο» που συνιστά τμήμα της νομοθετικής διαδικασίας· επισημαίνει ότι είναι αναγκαία η εξασφάλιση επαρκούς ευελιξίας ώστε να καταστεί δυνατή η διεξαγωγή περαιτέρω εκτιμήσεων αντικτύπου κατά τη διάρκεια της νομοθετικής διαδικασίας·

15.

ζητεί οι εκτιμήσεις αντικτύπου να μην επικεντρώνονται αποκλειστικά στην ανάλυση κόστους/ωφελείας αλλά να λαμβάνουν υπόψη μεγάλο αριθμό κριτηρίων, σύμφωνα με την αρχή της ολοκληρωμένης προσέγγισης, ώστε να δίνουν στον νομοθέτη μια όσο το δυνατόν πλήρη εικόνα· επισημαίνει στο πλαίσιο αυτό τις οικονομικές, κοινωνικές και οικολογικές πτυχές που αναφέρονται στη διοργανική συμφωνία της 16ης Δεκεμβρίου 2003, και στην κοινή προσέγγιση του 2005, οι οποίες θα πρέπει να συνδυάζονται σε μια ενιαία αξιολόγηση· τονίζει, στο πλαίσιο αυτό την ανάγκη να εξασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ των διάφορων πολιτικών και δράσεων της ΕΕ, με συνεκτίμηση όλων των στόχων της και σύμφωνα με την αρχή της δοτής αρμοδιότητας όπως ορίζεται στο άρθρο 7 της ΣΛΕΕ·

16.

ζητεί να υπάρχει, στο πλαίσιο της εκτίμησης αντικτύπου, μια ανάλυση κόστους-ωφελείας, δηλαδή εξέταση της αποδοτικότητας όλων των προγραμμάτων και μέτρων με επίπτωση στις δαπάνες, καθώς και να μελετηθούν οι ενδεχόμενες συνέπειες στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ)· στο πλαίσιο αυτό ζητεί να εφαρμόζονται συστηματικά τα «τεστ ΜΜΕ» που προτείνει η Small Business Act του 2008· υπενθυμίζει σχετικά ότι, για κάθε νέα νομοθεσία που επιβάλλει βάρη στις ΜΜΕ, θα πρέπει να προβλέπεται προσεκτική αξιολόγηση των υφισταμένων ρυθμίσεων με στόχο τη μείωση του συνολικού ρυθμιστικού φόρτου για τις ΜΜΕ·

17.

ζητεί, στο πλαίσιο της εκτίμησης αντικτύπου, όλες οι νέες προτάσεις πολιτικής που έχουν σημαντικές συνέπειες στη βιομηχανική ανταγωνιστικότητα να υπόκεινται σε εξονυχιστική ανάλυση· ζητεί περαιτέρω να υπάρχει μια εκ των υστέρων εκτίμηση του αντιτκτύπου της νομοθεσίας της ΕΕ στην ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας· υπενθυμίζει ότι η Επιτροπή στην πραγματικότητα υποσχέθηκε μια τέτοια διαδικασία στην ανακοίνωσή της σχετικά με μια ολοκληρωμένη βιομηχανική πολιτική για την εποχή της παγκοσμιοποίησης·

18.

τονίζει ότι είναι ανάγκη να αντληθούν διδάγματα από την εκ των υστέρων αξιολόγηση της ισχύουσας νομοθεσίας και από την ανάλυση της σχετικής νομολογίας του Δικαστηρίου, και επισημαίνει ότι πρέπει να πραγματοποιηθεί ουσιαστικός διάλογος σχετικά με τις στρατηγικές επιλογές που είναι εφικτές στον εκάστοτε τομέα πολιτικής πριν από την υποβολή νέων νομοθετικών προτάσεων·

19.

συνιστά οι εκτιμήσεις αντικτύπου που πραγματοποιούνται σε ευρωπαϊκό επίπεδο να εξετάζουν την ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία όσον αφορά τις οικονομίες που προκύπτουν από μια ευρωπαϊκή λύση και/ή ποιες πρόσθετες δαπάνες προκύπτουν στα κράτη μέλη από την έλλειψη ευρωπαϊκής λύσης·

20.

πιστεύει ότι τόσο ο αντίκτυπος στις οικονομικές εταιρικές σχέσεις της ΕΕ όσο και οι συνέπειες της επιλογής ενός ειδικού ευρωπαϊκού προτύπου αντί ενός διεθνούς προτύπου θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στις εκτιμήσεις αντικτύπου·

21.

υπογραμμίζει ότι οι εκτιμήσεις αντικτύπου θα πρέπει να λαμβάνουν πλήρως υπόψη τις εναλλακτικές λύσεις που διαθέτει ο νομοθέτης, στις οποίες θα πρέπει πάντα να περιέχεται και μια σοβαρή ανάλυση όσον αφορά την επιλογή μη παρέμβασης·

22.

τονίζει ότι οι εκτιμήσεις αντικτύπου δεν θα πρέπει να οδηγούν σε περισσότερη γραφειοκρατία και περιττές καθυστερήσεις στη νομοθετική διαδικασία· εντούτοις, πρέπει να δίνεται στις εκτιμήσεις αντικτύπου αρκετός χρόνος ώστε να παράγουν αξιόπιστο αποτέλεσμα· επισημαίνει περαιτέρω ότι οι εκτιμήσεις αντικτύπου δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με καταχρηστικό τρόπο ως μέσο για να παρεμποδίζονται μη επιθυμητές νομοθετικές διατάξεις· προτείνει ως εκ τούτου να δημιουργηθούν οι απαραίτητες τεχνικές και διοικητικές προϋποθέσεις, έτσι ώστε οι εκτιμήσεις αντικτύπου να πραγματοποιούνται εγκαίρως, και όσο το δυνατόν ταχύτερα, με τη βοήθεια π.χ. μέσων όπως οι συμβάσεις-πλαίσια, οι προκηρύξεις διαγωνισμών με επείγουσες διαδικασίες και η βέλτιστη χρήση των πόρων·

23.

ζητεί, σύμφωνα με την προσέγγιση που βασίζεται στη βέλτιστη πρακτική, να χρησιμοποιείται η εμπειρία από άλλες χώρες, στις οποίες οι εκτιμήσεις αντικτύπου διεξάγονται ήδη εδώ και αρκετά χρόνια, ώστε να βελτιωθούν περισσότερο οι εκτιμήσεις αντικτύπου σε επίπεδο ΕΕ·

24.

ζητεί οι εκτιμήσεις αντικτύπου να ενημερώνονται κατά τη διάρκεια του συνόλου της νομοθετικής διαδικασίας, ώστε να λαμβάνουν υπόψη τις αλλαγές που έχουν επέλθει κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας·

25.

τονίζει, ότι οι εκτιμήσεις αντικτύπου δεν θα πρέπει να πραγματοποιούνται μόνο πριν από την έγκριση του νομοθετικού κειμένου (ex ante) αλλά και μετά την έγκρισή του (ex post)· υπενθυμίζει σχετικά ότι αυτό είναι απαραίτητο για να αξιολογείται ακριβέστερα εάν οι στόχοι ενός νόμου έχουν πραγματικά επιτευχθεί και σε ποιο βαθμό θα πρέπει να προσαρμοστεί ή να διατηρηθεί μια νομοθετική πράξη· τονίζει, ωστόσο, ότι η εκ των υστέρων αξιολόγηση δεν πρέπει ποτέ να αντικαθιστά το καθήκον που έχει η Επιτροπή, ως «θεματοφύλακας των Συνθηκών», να παρακολουθεί αποτελεσματικά και έγκαιρα την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης από τα κράτη μέλη·

26.

υπογραμμίζει την πρωταρχική ευθύνη της Επιτροπής να διενεργεί υψηλής ποιότητας εκτιμήσεις αντικτύπου των προτάσεών της κατά την άσκηση του δικαιώματος πρωτοβουλίας που της παραχωρεί η Συνθήκη·

Δυνατότητες βελτιώσεων σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής

27.

αναγνωρίζει ότι η Επιτροπή έχει βελτιώσει κατά τα τελευταία έτη την ποιότητα των εκτιμήσεων αντικτύπου της, αλλά υπογραμμίζει όμως ότι χρειάζονται κι άλλες βελτιώσεις·

28.

υπενθυμίζει εν προκειμένω την επιτροπή εκτίμησης αντικτύπου (Impact Assessment Board – IAB), η οποία ιδρύθηκε το 2006 στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και είναι υπεύθυνη για τη διεξαγωγή των εκτιμήσεων αντικτύπου της Επιτροπής·

29.

υπογραμμίζει ότι τα μέλη της IAB είναι μόνον τύποις ανεξάρτητα, εφόσον ορίζονται επί του παρόντος από τον Πρόεδρο της Επιτροπής, λαμβάνουν οδηγίες από αυτόν, και ως εκ τούτου δεν μπορούμε να ομιλούμε περί πλήρους ανεξαρτησίας· ζητεί, για τον λόγο αυτό, τα μέλη της ΙΑΒ να εξετάζονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πριν διοριστούν και να μη δεσμεύονται από τις εντολές του Προέδρου της Επιτροπής· υπογραμμίζει ότι οι εργασίες της ΙΑΒ και των εμπειρογνωμόνων πρέπει να επιτελούνται σε πλαίσιο δημοσιότητας και με το υψηλότερο επίπεδο διαφάνειας, ώστε η ανεξαρτησία τους να μπορεί να επαληθεύεται στην πράξη·

30.

προτείνει περαιτέρω να συμπεριληφθούν εμπειρογνώμονες από όλους τους τομείς πολιτικής και όλες τις ομάδες εμπλεκομένων στις εργασίες της ΙΑΒ· ζητεί να μην προέρχονται οι εν λόγω εμπειρογνώμονες από τους κόλπους της Επιτροπής και να μην είναι υποχρεωμένοι να ακολουθούν εντολές·

31.

προτείνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και ειδικότερα οι θεματικά αρμόδιες κοινοβουλευτικές επιτροπές να συμμετέχουν σε όλη τη διαδικασία εκτίμησης αντικτύπου καθώς και στις εργασίες της επιτροπής IAB, μεταξύ άλλων μέσω ενημέρωσης και ενδιάμεσων εκθέσεων· καλεί την Επιτροπή να παρέχει στο Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο περιλήψεις 2 έως 4 σελίδων μαζί με την πλήρη εκτίμηση αντικτύπου, συμπεριλαμβάνοντας ενδεχομένως εξήγηση των λόγων για τους οποίους δεν έγινε εκτίμηση αντικτύπου, όταν υποβάλλει τη νομοθετική πρόταση, κατά τρόπο ώστε να επαληθεύεται ότι όλα τα συναφή ζητήματα εξετάστηκαν χωρίς να απειλείται η ανεξαρτησία της εκτίμησης από έναν επηρεασμό της τελικής αξιολόγησης·

32.

επισημαίνει ότι η Επιτροπή θα πρέπει, κατά την εκπόνηση των εκτιμήσεων αντικτύπου, να διαβουλεύεται και με τα κράτη μέλη, διότι αυτά θα κληθούν αργότερα να μεταφέρουν τις οδηγίες στην εθνική τους νομοθεσία και διότι οι εθνικές διοικήσεις γνωρίζουν κατά κανόνα καλύτερα πώς λειτουργούν στη πράξη οι νομοθετικές διατάξεις·

33.

υπογραμμίζει ότι η έξυπνη νομοθεσία με βάση την πλήρη και αντικειμενική εκτίμηση αντικτύπου παραμένει κοινή ευθύνη των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και ότι η Επιτροπή πρέπει επομένως να συνεκτιμά τις αντιδράσεις που λαμβάνει από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Επιτροπή των Περιφερειών, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και τα κράτη μέλη·

34.

επισημαίνει σχετικά ότι, πριν από την οριστική έγκριση μιας εκτίμησης αντικτύπου, θα πρέπει να υποβάλλονται τα προσωρινά αποτελέσματα πάντα σε εξωτερικό έλεγχο· ζητεί εν προκειμένω να υπάρχει δημόσια πρόσβαση στα πορίσματα αυτού του ελέγχου·

35.

εφιστά την προσοχή στην κριτική που άσκησε το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, δηλαδή στο γεγονός ότι η Επιτροπή προχωρεί μερικές φορές σε νομοθετικές πρωτοβουλίες παρ’ όλο που η διαδικασία εκτίμησης αντικτύπου δεν έχει περατωθεί· σημειώνει επίσης την κριτική σύμφωνα με την οποία όλες οι επιλογές πολιτικής δεν τυγχάνουν ενδεχομένως της ίδιας προσοχής· τονίζει ότι όλες οι επιλογές πολιτικής πρέπει να λαμβάνονται πλήρως υπόψη στη διαδικασία εκτίμησης αντικτύπου·

36.

ζητεί μεγαλύτερη διαφάνεια μέσω της δημοσίευσης του καταλόγου όλων των εμπειρογνωμόνων και των άλλων συμμετεχόντων στη διαδικασία εκτίμησης αντικτύπου, καθώς και της δήλωσης συμφερόντων τους·

37.

προτείνει, σε ό,τι αφορά τις δημόσιες διαβουλεύσεις, οι οργανώσεις εκπροσώπησης συμφερόντων να ενημερώνονται εγκαίρως για κάθε προβλεπόμενη διαβούλευση· θεωρεί επιπλέον ότι οι σχετικές οργανώσεις πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, στο πλαίσιο των δημόσιων διαβουλεύσεων, να σχολιάζουν τις εκτιμήσεις αντικτύπου, και ότι αυτό πρέπει να γίνεται εγκαίρως, πριν δημοσιευθεί η εκάστοτε πρόταση της Επιτροπής·

38.

ζητεί να είναι αξιόπιστα και συγκρίσιμα τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή·

39.

ζητεί από την Επιτροπή, στις εκτιμήσεις αντικτύπου της, να εξετάζει συστηματικά τον διοικητικό φόρτο που προκαλούν οι νομοθετικές προτάσεις και να αναφέρει πάντοτε με σαφήνεια ποια από τις εξεταζόμενες επιλογές προσφέρεται περισσότερο για την ελάφρυνση του διοικητικού φόρτου ή τη μικρότερη δυνατή αύξησή του·

40.

επισημαίνει ότι αποτελεί μειονέκτημα να παρουσιάζονται τα αποτελέσματα μιας εκτίμησης αντικτύπου ταυτόχρονα με τη νομοθετική πρόταση, διότι αυτό δίνει την εντύπωση ότι η εκτίμηση αντικτύπου χρησιμεύει κατ’ αρχάς για τη δικαιολόγηση της πρότασης της Επιτροπής· συμβουλεύει ως εκ τούτου να υπάρχει έγκαιρη δημοσίευση των εγγράφων σε κάθε στάδιο της νομοθετικής διαδικασίας, μεταξύ άλλων δημοσίευση της τελικής εκτίμησης αντικτύπου που έχει διενεργήσει η Επιτροπή, όπως εγκρίθηκε από την IAB, πριν από την έναρξη διυπηρεσιακών διαβουλεύσεων·

41.

θεωρεί ότι όλες οι ολοκληρωμένες εκτιμήσεις αντικτύπου που έχει διενεργήσει η Επιτροπή πρέπει να δημοσιεύονται από την Επιτροπή σε ειδική σειρά εκδόσεων, ούτως ώστε να μπορεί να γίνεται εύκολα αναφορά σε αυτές και αναζήτησή τους από το κοινό σε ειδικό ιστότοπο·

42.

ζητεί να διενεργείται από την Επιτροπή μια εκ των υστέρων (ex-post) αξιολόγηση των νομοθετικών πράξεων που έχουν εγκριθεί· επαναλαμβάνει ωστόσο ότι η εκ των υστέρων αξιολόγηση δεν πρέπει ποτέ να αντικαθιστά το προαναφερθέν καθήκον της Επιτροπής να παρακολουθεί την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης από τα κράτη μέλη·

43.

καλεί την Επιτροπή να σχολιάζει διεξοδικά τις εκτιμήσεις αντικτύπου που διεξάγονται από το Κοινοβούλιο·

Δυνατότητες βελτιώσεων σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

44.

καλεί τις επιτροπές του να χρησιμοποιούν συστηματικότερα τις κοινοβουλευτικές εκτιμήσεις αντικτύπου, ένα μέσο που είναι ήδη διαθέσιμο· υπενθυμίζει ότι υφίσταται ειδική θέση του προϋπολογισμού η οποία καλύπτει την πραγματοποίηση εκτιμήσεων αντικτύπου· θεωρεί ότι η προσφυγή σε κοινοβουλευτική εκτίμηση αντικτύπου είναι ιδιαιτέρως αναγκαία εάν έχουν πραγματοποιηθεί ουσιαστικές τροποποιήσεις στην αρχική πρόταση·

45.

υπενθυμίζει περαιτέρω ότι οι εκτιμήσεις αντικτύπου δεν θα πρέπει απαραιτήτως να διεξάγονται στο πλαίσιο χρονοβόρου μελέτης, αλλά μπορούν να έχουν τη μορφή μελετών περιορισμένης κλίμακας, εργαστηρίων και ακροάσεων εμπειρογνωμόνων·

46.

θεωρεί ότι πρέπει να ενσωματώνεται συστηματικά στα νομοθετικά ψηφίσματα του Κοινοβουλίου μια τυποποιημένη αιτιολογική αναφορά, στην οποία θα μνημονεύεται η εξέταση όλων των εκτιμήσεων αντικτύπου που έχουν πραγματοποιηθεί από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ στους τομείς που σχετίζονται με το υπό κρίση νομοθέτημα·

47.

επισημαίνει ότι το Κοινοβούλιο και οι επιτροπές του διαθέτουν ήδη σήμερα μηχανισμούς για να ελέγχουν τις εκτιμήσεις αντικτύπου της Επιτροπής· θεωρεί ότι η υποβολή της εκτίμησης αντικτύπου από την Επιτροπή στις αρμόδιες επιτροπές θα αποτελούσε πολύτιμο συμπλήρωμα στον έλεγχο που διενεργεί το Κοινοβούλιο· υπογραμμίζει ότι ο έλεγχος αυτός μπορεί επίσης να έχει, μεταξύ άλλων, τη μορφή συμπληρωματικών εκτιμήσεων αντικτύπου, διεξοδικότερων αναλύσεων, επανεξέτασης των εκτιμήσεων αντικτύπου της Επιτροπής από εξωτερικούς εμπειρογνώμονες, καθώς και οργάνωσης έκτακτων συνεδριάσεων με ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες· υπογραμμίζει ότι τα θεματικά τμήματά του θα πρέπει να εξακολουθήσουν τις εργασίες τους στον τομέα αυτό κατά τρόπο συνεκτικό·

48.

υπογραμμίζει ότι οι εκτιμήσεις αντικτύπου του Κοινοβουλίου θα πρέπει να θεωρούνται ως διορθωτικές των εκτιμήσεων αντικτύπου της Επιτροπής·

49.

ζητεί το Κοινοβούλιο, και ειδικότερα, οι επιτροπές του, να εξετάζουν κατά τρόπο συστηματικό και όσο το δυνατόν έγκαιρα τις εκτιμήσεις αντικτύπου της Επιτροπής·

50.

υπογραμμίζει ότι εναπόκειται στην αρμόδια επιτροπή του, με συμμετοχή του εισηγητή, να αποφασίζει εάν πρέπει να προχωρήσει σε κοινοβουλευτική εκτίμηση αντικτύπου· προτείνει να τροποποιηθεί ο Κανονισμός του κατά τρόπο ώστε μια εκτίμηση αντικτύπου να μπορεί να ανατίθεται ήδη εφόσον το επιθυμεί το ένα τέταρτο των μελών της κοινοβουλευτικής επιτροπής·

51.

παροτρύνει όλες τις επιτροπές του, πριν εξετάσουν οποιαδήποτε νομοθετική πρόταση, να διεξάγουν εμπεριστατωμένο διάλογο με την Επιτροπή σχετικά με την εκτίμηση αντικτύπου·

52.

υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικές και οι εκτιμήσεις αντικτύπου που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια της κοινοβουλευτικής νομοθετικής διαδικασίας· ενθαρρύνει το Κοινοβούλιο, σε περίπτωση σημαντικών τροπολογιών σε οποιοδήποτε στάδιο της νομοθετικής διαδικασίας, να εξετάζει τη δυνατότητα πραγματοποίησης μιας εκτίμησης αντικτύπου· υπογραμμίζει όμως ότι αυτό δεν θα πρέπει να οδηγεί σε μεγάλες καθυστερήσεις·

53.

ζητεί επίσης να έχουν οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τη δυνατότητα να ζητούν, σε ατομική βάση, τη διενέργεια μικρών μελετών οι οποίες θα τους παρέχουν σχετικά στοιχεία ή στατιστικά δεδομένα σε τομείς που συνδέονται με το κοινοβουλευτικό τους έργο, και προτείνει να μπορούν οι μελέτες αυτές να αναλαμβάνονται από τη βιβλιοθήκη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ως συμπλήρωμα στα τρέχοντα καθήκοντά της·

54.

καλεί συνεπώς το Κοινοβούλιο να εγκρίνει σχέδια για την παροχή αυτής της υπηρεσίας στους βουλευτές από τη βιβλιοθήκη του· τονίζει ότι τα σχέδια αυτά πρέπει να βασίζονται στις βέλτιστες πρακτικές των κοινοβουλευτικών βιβλιοθηκών, συμπεριλαμβανομένων των κοινοβουλευτικών βιβλιοθηκών των κρατών μελών, και πρέπει να εφαρμόζονται σύμφωνα με αυστηρούς κανόνες και σε πλήρη συνεργασία με τις επιτροπές που εκτελούν δραστηριότητες έρευνας·

Δημιουργία μιας αυτόνομης δομής εκτίμησης αντικτύπου για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και προοπτικές

55.

υπογραμμίζει τη σημασία που θα είχε ένας ενιαίος μηχανισμός εκτίμησης αντικτύπου για την ποιότητα και τη συνεκτικότητα της χάραξης της πολιτικής του·

56.

ζητεί ως εκ τούτου τη δημιουργία μιας ολοκληρωμένης διαδικασίας εκτίμησης αντικτύπου εντός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· προτείνει στο πλαίσιο αυτό την ανάπτυξη μιας κοινής διαδικασίας εκτίμησης αντικτύπου στη βάση κοινού συστήματος και μεθοδολογίας, που θα χρησιμοποιούνται από όλες τις επιτροπές·

57.

θεωρεί ότι αυτό πρέπει να πραγματοποιηθεί υπό την αιγίδα μιας αυτόνομης δομής που θα χρησιμοποιεί τους πόρους του ίδιου του Κοινοβουλίου, π.χ. με την εξασφάλιση της συμμετοχής της βιβλιοθήκης και των θεματικών τμημάτων, θα περιλαμβάνει εξωτερικούς εμπειρογνώμονες, όπως αποσπασμένους υπαλλήλους από τις εθνικές δομές εκτίμησης αντικτύπου, σε βάση ad hoc για συγκεκριμένες εκτιμήσεις αντικτύπου, και θα λογοδοτεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μέσω ενός εποπτικού συμβουλίου αποτελούμενου από βουλευτές·

58.

ζητεί να δημιουργηθεί για τον σκοπό αυτό η απαραίτητη διοικητική υποδομή, εξασφαλίζοντας ότι μια τέτοια υποδομή είναι ουδέτερη από δημοσιονομικής πλευράς επειδή θα χρησιμοποιεί τους υφιστάμενους πόρους·

59.

υπογραμμίζει ότι θα πρέπει να εξετασθεί μακροπρόθεσμα η προοπτική μιας κοινής προσέγγισης των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων σε θέματα εκτίμησης αντικτύπου· υπενθυμίζει ότι η διοργανική συμφωνία της 16ης Δεκεμβρίου 2003 και η διοργανική κοινή προσέγγιση για την εκτίμηση αντικτύπου, του Νοεμβρίου του 2005, ζητούσαν ήδη μια κοινή μεθοδολογική προσέγγιση για τις εκτιμήσεις αντικτύπου των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων·

60.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απορρίπτει την ιδέα μιας κοινής προσέγγισης των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων στον τομέα των εκτιμήσεων αντικτύπου·

61.

παρατηρεί ότι μέχρι σήμερα, το Συμβούλιο έχει χρησιμοποιήσει ελάχιστα το εργαλείο των εκτιμήσεων αντικτύπου· καλεί ως εκ τούτου το Συμβούλιο να χρησιμοποιεί περισσότερο, και αυτό, τις εκτιμήσεις αντικτύπου, σύμφωνα με την προαναφερθείσα διοργανική κοινή προσέγγιση σε θέματα εκτίμησης αντικτύπου, κατά τρόπο ώστε να βελτιώσει την ποιότητα της συμβολής του στη νομοθεσία της ΕΕ· υπογραμμίζει ότι η έξυπνη ρύθμιση που βασίζεται σε πλήρη και αντικειμενική εκτίμηση αντικτύπου παραμένει κοινή ευθύνη των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των κρατών μελών·

*

* *

62.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2010)0311.

(2)  ΕΕ C 15 Ε της 21.1.2010, σ. 16.

(3)  ΕΕ C 187 Ε της 24.7.2008, σ. 67.

(4)  ΕΕ C 175 Ε της 10.7.2008, σ. 124.

(5)  ΕΕ C 297 Ε της 7.12.2006, σ. 128.

(6)  ΕΕ C 104 Ε της 30.4.2004, σ. 146.