5.2.2013   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 33/233


Τρίτη 5 Ιουλίου 2011
Παράγωγα, κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι και αρχεία καταγραφής συναλλαγών ***I

P7_TA(2011)0310

Τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 5ης Ιουλίου 2011 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (COM(2010)0484 – C7-0265/2010 – 2010/0250(COD)) (1)

2013/C 33 E/34

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

[Τροπολογία 1 εκτός αν ορίζεται διαφορετικά]

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ (2)

στην πρόταση της Επιτροπής για


(1)  Το θέμα παραπέμφθηκε εκ νέου στην επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του Κανονισμού (Α7-0223/2011).

(2)  Τροπολογίες: το νέο ή τροποποιημένο κείμενο σημειώνεται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες· η διαγραφή κειμένου σημειώνεται με το σύμβολο ▐.


Τρίτη 5 Ιουλίου 2011
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, μία έκθεση που δημοσιεύθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2009 από ομάδα εμπειρογνωμόνων υψηλού επιπέδου υπό την προεδρία του κ. J. Larosière κατέληγε στο συμπέρασμα ότι, προκειμένου να μειωθούν ο κίνδυνος και η σοβαρότητα μελλοντικών χρηματοπιστωτικών κρίσεων, έπρεπε να ενισχυθεί το εποπτικό πλαίσιο και συνιστούσε μεγάλης κλίμακας μεταρρυθμίσεις στη δομή της εποπτείας του χρηματοπιστωτικού τομέα στην Ένωση, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας, το οποίο να περιλαμβάνει τρεις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές, μία για τον τραπεζικό τομέα, μία για τον τομέα των ασφαλίσεων και των επαγγελματικών συντάξεων και μία για τον τομέα των κινητών αξιών και της αγοράς, καθώς και τη σύσταση ενός Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου.

(2)

Η Επιτροπή, στην ανακοίνωση της 4ης Μαρτίου 2009, με τίτλο «Η υλοποίηση της ευρωπαϊκής ανάκαμψης», πρότεινε την ενίσχυση του κανονιστικού πλαισίου της Ένωσης όσον αφορά τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Στην ανακοίνωση της 3ης Ιουλίου 2009, με τίτλο «Διασφάλιση αποδοτικών, ασφαλών και υγιών αγορών παραγώγων προϊόντων», η Επιτροπή αξιολόγησε τον ρόλο των παραγώγων στη χρηματοπιστωτική κρίση, στη δε ανακοίνωση της 20ής Οκτωβρίου 2009 με τίτλο «Διασφάλιση αποδοτικών, ασφαλών και υγιών αγορών παραγώγων προϊόντων: Μελλοντικές δράσεις πολιτικής», η Επιτροπή περιέγραψε συνοπτικά τις δράσεις τις οποίες προτίθεται να αναλάβει για τη μείωση των κινδύνων που ενέχουν τα παράγωγα.

(3)

Στις 23 Σεπτεμβρίου 2009, η Επιτροπή ενέκρινε προτάσεις τριών κανονισμών για τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας, που περιλαμβάνει τη σύσταση τριών Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών (ΕΕΑ), προκειμένου να συμβάλει στη συνεπή εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας και στην καθιέρωση ποιοτικών κοινών κανονιστικών και εποπτικών προτύπων και πρακτικών. Πρόκειται για την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) που συγκροτείται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) (ΕΑΤ), την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων) που συγκροτείται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) (ΕΑΑΕΣ), και την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) που συγκροτείται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) (ΕΑΚΑΑ). Οι εν λόγω αρχές διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη διασφάλιση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού τομέα. Είναι συνεπώς ουσιαστικό να εξασφαλίζεται διαρκώς ότι η ανάπτυξη του έργου τους συνιστά ζήτημα υψηλής πολιτικής προτεραιότητας και ότι διαθέτουν επαρκείς πόρους.

(4)

Τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα δεν χαρακτηρίζονται από διαφάνεια, εφόσον είναι συμβάσεις ιδιωτικής διαπραγμάτευσης και οιαδήποτε πληροφορία σχετικά με αυτά συνήθως είναι διαθέσιμη μόνον στα αντισυμβαλλόμενα μέρη. Τα παράγωγα αυτά σχηματίζουν ένα πολύπλοκο δίκτυο αλληλεξάρτησης, πράγμα το οποίο μπορεί να καταστήσει δυσχερή τον εντοπισμό της φύσης και του επιπέδου των συναφών κινδύνων. Η χρηματοπιστωτική κρίση έδειξε ότι τα χαρακτηριστικά αυτά αυξάνουν την αβεβαιότητα σε περιόδους άσκησης πιέσεων στις αγορές και, επομένως, εγκυμονούν κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Στον παρόντα κανονισμό προβλέπονται όροι για τη μείωση αυτών των κινδύνων και για τη βελτίωση της διαφάνειας των συμβάσεων παραγώγων.

(5)

Στη διάσκεψη κορυφής του Πίτσμπουργκ, στις 26 Σεπτεμβρίου 2009, οι ηγέτες της Ομάδας των 20 (G-20) συμφώνησαν ότι όλες οι τυποποιημένες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θα πρέπει να εκκαθαρίζονται μέσω κεντρικών αντισυμβαλλομένων, το αργότερο έως το τέλος του 2012, και ότι οι συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θα πρέπει να αναφέρονται σε αρχεία καταγραφής συναλλαγών. Τον Ιούνιο του 2010, στο Τορόντο, οι ηγέτες της G-20 επιβεβαίωσαν και πάλι τη δέσμευσή τους και ανέλαβαν επίσης δέσμευση να επιταχύνουν την εφαρμογή αυστηρών μέτρων, προκειμένου να βελτιωθεί η διαφάνεια και η ρυθμιστική εποπτεία των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, με διεθνώς συστηματικό τρόπο και χωρίς διακρίσεις , για να βελτιωθεί η αγορά εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και να δημιουργηθούν ισχυρότερα μέσα προκειμένου να υποχρεώνονται οι επιχειρήσεις να λογοδοτούν για τους κινδύνους που αναλαμβάνουν . Η Επιτροπή θα καταβάλει κάθε προσπάθεια προκειμένου να τεθούν σε εφαρμογή αυτές οι δεσμεύσεις από τους διεθνείς εταίρους μας κατά παρεμφερή τρόπο.

(6)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στα συμπεράσματά του της 2ας Δεκεμβρίου 2009, συμφώνησε ότι πρέπει να βελτιωθεί σημαντικά ο μετριασμός του πιστωτικού κινδύνου των αντισυμβαλλομένων και ότι είναι σκόπιμο να βελτιωθούν η διαφάνεια, η αποτελεσματικότητα και η ακεραιότητα των συναλλαγών παραγώγων. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο ψήφισμά του της 15ης Ιουνίου 2010, με τίτλο: «Αγορές παραγώγων: μελλοντικές δράσεις πολιτικής», ζήτησε υποχρεωτικό συμψηφισμό και υποβολή αναφορών για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα.

(7)

Η ΕΑΚΑΑ ενεργεί στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, διασφαλίζοντας τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης και μεριμνώντας για τη συνεπή εφαρμογή των ενωσιακών κανόνων από τις εθνικές εποπτικές αρχές και επιλύοντας τις διαφωνίες μεταξύ τους. Έχει επίσης επιφορτιστεί με την κατάρτιση νομικώς δεσμευτικών κανονιστικών προτύπων, διαδραματίζει δε κεντρικό ρόλο στην χορήγηση άδειας λειτουργίας σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και αρχεία καταγραφής συναλλαγών, καθώς και στην παρακολούθησή τους.

(8)

Απαιτούνται ενιαίοι κανόνες για τις συμβάσεις παραγώγων που αναφέρονται στο παράρτημα I τμήμα Γ σημεία (4) έως (10) της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (6).

(8α)

Στην ανακοίνωσή της, της 2ας Φεβρουαρίου 2011, με τίτλο «Η αντιμετώπιση των προκλήσεων που αφορούν τις αγορές βασικών εμπορευμάτων και τις πρώτες ύλες», η Επιτροπή προσδιορίζει τον αυξημένο χρηματοπιστωτικό χαρακτήρα των αγορών πρώτων υλών ως στρατηγική πρόκληση για τις οικονομίες της Ένωσης. Η Επιτροπή επιβεβαιώνει την ανάγκη για μεγαλύτερη διαφάνεια στο εμπόριο πρώτων υλών καθώς και τη δυνητική θετική επίδραση των ορίων θέσης στις συναλλαγές με παράγωγα προϊόντα στα βασικά εμπορεύματα. Προκειμένου να επιτύχει ουσιαστική μείωση του υψηλού σε μη υγιές επίπεδο όγκου συναλλαγών στις αγορές πρώτων υλών, η Επιτροπή θα πρέπει, ειδικότερα, να αξιολογήσει τα αποτελέσματα του περιορισμού της εισαγωγής προς διαπραγμάτευση στα χρηματιστήρια πρώτων υλών μόνο σε φυσικά πρόσωπα και όχι σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Στις επικείμενες αναθεωρήσεις της οδηγίας 2004/39/ΕΚ και της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για τις πράξεις πρόσωπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρηση αγοράς) (7), η Επιτροπή θα πρέπει ειδικότερα να ασχοληθεί με το πρόβλημα της αστάθειας στις αγορές τροφίμων και γεωργικών προϊόντων και να προβλέψει κατάλληλες προϋποθέσεις για την πρόληψη συστημικών κινδύνων και πρακτικών χειραγώγησης, συμπεριλαμβανομένων απαιτήσεων για περιθώρια ασφάλειας, όρια θέσης και αναγκαστική παραίτηση από παράνομα κέρδη.

(9)

Τα κίνητρα για την προώθηση της προσφυγής σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους δεν έχουν αποδειχθεί επαρκή, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι όντως εκκαθαρίζονται τα τυποποιημένα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα. Επομένως είναι αναγκαίες υποχρεωτικές απαιτήσεις εκκαθάρισης από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο για εκείνα τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα που μπορούν να εκκαθαρίζονται.

(10)

Είναι πιθανό ότι τα κράτη μέλη θα θεσπίσουν διαφορετικά εθνικά μέτρα, τα οποία θα μπορούσαν να δημιουργήσουν εμπόδια στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και να είναι εις βάρος των συμμετεχόντων στην αγορά και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Η ενιαία εφαρμογή της υποχρέωσης εκκαθάρισης στην Ένωση είναι επίσης αναγκαία προκειμένου να διασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας των επενδυτών και να δημιουργηθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά.

(11)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η υποχρέωση εκκαθάρισης μειώνει τον συστημικό κίνδυνο, απαιτείται διαδικασία επισήμανσης των επιλέξιμων κατηγοριών παραγώγων, τα οποία θα πρέπει να υπόκεινται στην εν λόγω υποχρέωση. Στη διαδικασία αυτή θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι δεν μπορούν να θεωρούνται κατάλληλα για υποχρεωτική εκκαθάριση από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο όλα τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα που εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο.

(12)

Ο παρών κανονισμός αναφέρει τα κριτήρια προσδιορισμού της επιλεξιμότητας για την υποχρέωση εκκαθάρισης. Λόγω του ρόλου της ως κεντρικού άξονα, η ΕΑΚΑΑ, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή και με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου, που ιδρύθηκε δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1092/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με την κοινοτική μακροπροληπτική εποπτεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τη σύσταση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου  (8) (ΕΣΣΚ), θα πρέπει να αποφασίζει κατά πόσον μια κατηγορία παραγώγων πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας, εάν πρέπει να εφαρμόζεται η υποχρέωση εκκαθάρισης και από πότε παράγει αποτελέσματα η υποχρέωση εκκαθάρισης , συμπεριλαμβανομένης, όπου είναι σκόπιμο, οποιασδήποτε σταδιακής καθιέρωσης προτύπων εφαρμογής. Η σταδιακή εφαρμογή της υποχρέωσης εκκαθάρισης θα μπορούσε να πραγματοποιείται είτε ως προς την αναλογία των επιλέξιμων κατηγοριών που πρέπει να εκκαθαριστούν είτε ως προς τους τύπους των συμμετεχόντων στην αγορά που πρέπει να συμμορφωθούν με την υποχρέωση εκκαθάρισης. Η διενέργεια διμερούς εκκαθάρισης θα πρέπει να εξακολουθήσει να επιτρέπεται και στην περίπτωση στην οποία για ορισμένους τύπους παραγώγων σε μια κατηγορία παραγώγων δεν υφίστανται οι προϋποθέσεις για την εκκαθάριση, όπως μπορεί να συμβεί στην περίπτωση των παραγώγων κάλυψης.

(12α)

Για να προσδιοριστεί αν μια κατηγορία παραγώγων υπόκειται σε απαιτήσεις εκκαθάρισης, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να επιδιώκει τη μείωση του συστημικού κινδύνου και την αποφυγή συστημικού αντικτύπου. Τούτο προϋποθέτει επίσης ότι στην αξιολόγηση θα λαμβάνονται επίσης υπόψη παράγοντες όπως η μελλοντική ημερομηνία από την οποία αρχίζει να ισχύει η υποχρέωση εκκαθάρισης, η διασύνδεση της αντίστοιχης κατηγορίας παραγώγων στην αγορά, το επίπεδο συμβατικής και οικονομικής τυποποίησης των συμβάσεων, η επίπτωση στις επιδόσεις και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων της ΕΕ στις παγκόσμιες αγορές, η επιχειρησιακή ικανότητα και η ικανότητα διαχείρισης κινδύνων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων όσον αφορά την αντιμετώπιση του όγκου και των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία, ο βαθμός του κινδύνου διακανονισμού και του πιστωτικού κινδύνου των αντισυμβαλλομένων, και ο αντίκτυπος του κόστους στην πραγματική οικονομία και ιδιαίτερα τις επενδύσεις.

(12β)

Τα χαρακτηριστικά της αγοράς συναλλάγματος (ο καθημερινός όγκος συναλλαγών, τα ζεύγη νομισμάτων, οι σημαντικές συναλλαγές τρίτων χωρών, ο κίνδυνος διακανονισμού που αντιμετωπίζεται μέσω ενός άρτιου υφιστάμενου μηχανισμού) απαιτούν ένα κατάλληλο καθεστώς που να βασίζεται ειδικότερα στην προκαταρκτική διεθνή σύγκλιση και στην αμοιβαία αναγνώριση της σχετικής υποδομής. Βάσει των ανωτέρω, θα πρέπει να εξεταστεί από την ΕΑΚΑΑ το ενδεχόμενο εφαρμογής εξαίρεσης για τις πράξεις ανταλλαγής νομισμάτων και τα προθεσμιακά συμβόλαια.

(12γ)

Για την κατάρτιση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων και τεχνικών εκτελεστικών προτύπων, θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στις ανάγκες ιδρυμάτων μακροπρόθεσμων αποταμιεύσεων να παρέχουν προϊόντα μακροπρόθεσμων αποταμιεύσεων στους καταναλωτές. Για τον σκοπό αυτόν, ο κανονισμός δεν θα πρέπει να συνεπάγεται υπερβολικό κόστος για τα ιδρύματα μακροπρόθεσμων αποταμιεύσεων. Ένα από τα εργαλεία για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι η κατάλληλη εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας.

(12δ)

Για τα ιδρύματα μακροπρόθεσμων καταθέσεων, η καταχώρηση κρατικών και υψηλής ποιότητας εταιρικών ομολόγων αντί των ρευστών διαθεσίμων θα πρέπει να επιτρέπεται για την κάλυψη των αρχικών περιθωρίων και των περιθωρίων διακύμανσης.

(13)

Προκειμένου να εκκαθαρίζεται μια σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, πρέπει να συγκατατίθενται και τα δύο μέρη της εν λόγω σύμβασης. Ως εκ τούτου, οι προβλεπόμενες εξαιρέσεις από την υποχρέωση εκκαθάρισης θα πρέπει να είναι περιορισμένες, διότι θα μπορούσαν να μειώσουν την αποτελεσματικότητα της υποχρέωσης και τα οφέλη από την εκκαθάριση κεντρικού αντισυμβαλλομένου, να οδηγήσουν δε τις διάφορες ομάδες συμμετεχόντων στην αγορά σε επιλογή ευνοϊκότερου ρυθμιστικού καθεστώτος. Ωστόσο, η Επιτροπή και η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι ρυθμίσεις της υποχρεωτικής εκκαθάρισης προστατεύουν και τους επενδυτές

(13a)

Γενικά, οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να έχουν εφαρμογή μόνο σε μελλοντικές συναλλαγές, προκειμένου να καταστεί δυνατή η ομαλή μετάβαση και να βελτιωθεί η σταθερότητα του συστήματος με παράλληλη μείωση της ανάγκης για μετέπειτα προσαρμογές. Στο πλαίσιο αυτό, οι υποχρεώσεις εκκαθάρισης και αναφοράς θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με διαφορετικό τρόπο. Μολονότι μια αναδρομική υποχρέωση εκκαθάρισης είναι σχεδόν αδύνατη για νομικούς λόγους, δεδομένης της ανάγκης για εκ των υστέρων παροχή ασφάλειας, δεν ισχύει το ίδιο για μια αναδρομική υποχρέωση αναφοράς. Στην προκειμένη περίπτωση, με βάση τα αποτελέσματα μελέτης αντικτύπου και με την εφαρμογή κανόνων προσαρμοσμένων στις κατηγορίες παραγώγων, τις τεχνικές απαιτήσεις και τις εναπομένουσες διάρκειες, θα μπορούσε να οριστεί αναδρομική υποχρέωση αναφοράς.

(14)

Τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα που δεν θεωρούνται κατάλληλα για εκκαθάριση από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο εξακολουθούν να ενέχουν πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου και, επομένως, θα πρέπει να θεσπιστούν κανόνες για τη διαχείριση του εν λόγω κινδύνου. Οι κανόνες αυτοί θα πρέπει να είναι εφαρμοστέοι μόνον στους συμμετέχοντες στην αγορά που υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης.

(14α)

Είναι σημαντικό να επεκταθεί η αναγκαστικά διαφορετική αντιμετώπιση των μη χρηματοπιστωτικών αντισυμβαλλομένων, από τον παρόντα κανονισμό στην οδηγία 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (9) και την οδηγία 2006/49/ΕΚ για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων (10). Οι αντισυμβαλλόμενοι οι οποίοι δεν εξουσιοδοτούνται να προβαίνουν σε κεντρική εκκαθάριση δεν θα πρέπει να υπόκεινται σε υψηλότερες κεφαλαιακές χρεώσεις επί των συνεχιζόμενων διμερών ρυθμίσεων.

(14β)

Η επιβολή ρυθμιστικής κεφαλαιακής απαίτησης για τους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που ασχολούνται με εξωχρηματιστηριακά παράγωγα τα οποία εκκαθαρίζονται σε διμερές επίπεδο και όχι μέσω συμψηφισμού θα πρέπει να μπορεί να υπολογίζεται σύμφωνα με τα δυνητικά επίπεδα ζημιών που προκύπτουν από τον κίνδυνο αθέτησης των υποχρεώσεων, ο οποίος μετράται για κάθε αντισυμβαλλόμενο .

(15)

Οι κανόνες που επιβάλλουν υποχρεώσεις εκκαθάρισης και αναφοράς και οι κανόνες που αφορούν τις τεχνικές μείωσης κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο πρέπει να εφαρμόζονται στους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, και συγκεκριμένα στις επιχειρήσεις επενδύσεων που είναι εγκεκριμένες με βάση την οδηγία 2004/39/ΕΚ, στα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκεκριμένα με βάση την οδηγία 2006/48/ΕΚ, στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που είναι εγκεκριμένες με βάση την οδηγία 73/239/ΕΟΚ πρώτη οδηγία του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1973 περί συντονισμού των νομοθετικών κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη δραστηριότητος πρωτασφαλίσεως, εκτός της ασφαλίσεως ζωής, και την άσκηση αυτής (11), στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που είναι εγκεκριμένες με βάση την οδηγία 2002/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, σχετικά με την ασφάλιση ζωής (12), στις αντασφαλιστικές επιχειρήσεις που είναι εγκεκριμένες με βάση την οδηγία 2005/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2005, σχετικά με τις αντασφαλίσεις (13), στους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) που είναι εγκεκριμένοι με βάση την οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (14), και στους οργανισμούς εναλλακτικών επενδύσεων που τους διαχειρίζονται διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων οι οποίοι είναι εγκεκριμένοι ή εγγεγραμμένοι με βάση την οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 8ης Ιουνίου 2011 για τους διαχειριστές εναλλακτικών οργανισμών επενδύσεων (15).

(15α)

Οι δραστηριότητες των ΟΣΕΚΑ που εκτελούν μόνο χαμηλού όγκου χρηματοπιστωτικές συναλλαγές με παράγωγα θα πρέπει επομένως να αξιολογηθούν, προκειμένου να προσδιοριστεί σε ποια ακριβώς βάση θα πρέπει να χαρακτηριστούν χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι υπό την έννοια του παρόντος κανονισμού. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για την αποφυγή στρεβλώσεων του ανταγωνισμού και τον περιορισμό των δυνατοτήτων για αθέμιτη χρήση. Για τον λόγο αυτό, δεν θα πρέπει το κατώφλι εκκαθάρισης που ισχύει για τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλόμενους να εφαρμόζεται αυτόματα και για τους ΟΣΕΚΑ. Θα πρέπει, αντίθετα, να εξεταστεί και να καθιερωθεί μια σαφώς καθορισμένη παρέκκλιση.

(15β)

Οι ΟΣΕΚΑ θα πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, δεδομένου ότι οι διαφοροποιημένες επενδυτικές πολιτικές των ΟΣΕΚΑ περιλαμβάνουν επίσης συναλλαγές σε συμβάσεις παραγώγων . Τα τελευταία έτη, οι ΟΣΕΚΑ έχουν αυξηθεί σημαντικά και εκτιμάται ότι αντιπροσωπεύουν το 50 % του ΑΕΠ της Ένωσης, ενώ έχουν επίσης παγκόσμια συστημική σημασία δεδομένης της σημαντικής επενδυτικής τους ικανότητας.

(15γ)

Τα συνταξιοδοτικά ταμεία όπως ορίζονται στην οδηγία 2003/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών (16), με προφίλ κινδύνου αποστροφής κινδύνου, και τα οποία χρησιμοποιούν παράγωγα για να αντισταθμίσουν τον κίνδυνο των συνταξιοδοτικών τους υποχρεώσεων, θα πρέπει να υπόκεινται στις υποχρεώσεις αναφοράς και στην εφαρμογή τεχνικών μετριασμού του κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, όπως ορίζεται στον παρόντα κανονισμό. Ωστόσο, οι συγκεκριμένες συντάξεις δεν θα πρέπει να υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης, προκειμένου να αποφευχθεί η δημιουργία δυσανάλογου κόστους για τους συνταξιούχους.

(16)

Όπου ενδείκνυται, οι κανόνες που εφαρμόζονται στους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει επίσης να εφαρμόζονται και στους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους. Αναγνωρίζεται ότι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι χρησιμοποιούν συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων προκειμένου να καλυφθούν έναντι εμπορικών κινδύνων, άμεσα συνδεδεμένων με τις εμπορικές τους δραστηριότητες. Συνεπώς, για να προσδιοριστεί αν οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει να υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ο σκοπός για τον οποίο οι εν λόγω μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι χρησιμοποιούν εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, καθώς και η έκταση των ανοιγμάτων τους σε αυτά τα μέσα. Οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει να εξηγούν τη χρήση παραγώγων στις ετήσιες εκθέσεις τους ή με άλλο κατάλληλο τρόπο. Όταν καθορίσει το κατώφλι για την υποχρέωση εκκαθάρισης, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να διαβουλευθεί με όλες τις σχετικές αρχές, όπως, παραδείγματος χάριν, τις ρυθμιστικές αρχές που είναι υπεύθυνες για τις αγορές βασικών εμπορευμάτων , καθώς και με τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, προκειμένου να διασφαλίσει ότι λαμβάνονται πλήρως υπόψη οι ιδιαιτερότητες αυτών των τομέων. Επιπλέον, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013, η Επιτροπή θα αξιολογήσει τη συστημική σπουδαιότητα των συναλλαγών των μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων σε εξωχρηματιστηριακά παράγωγα σε διάφορους τομείς, συμπεριλαμβανομένου του ενεργειακού τομέα. Σε περίπτωση που τεθεί σε ισχύ ένα προσαρμοσμένο σε επιμέρους τομείς, συγκρίσιμο ρυθμιστικό πλαίσιο της ΕΕ, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει αμέσως αν ο τομέας πρέπει να αφαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, και να υποβάλει κατάλληλες νομοθετικές προτάσεις.

(16α)

Το κατώφλι εκκαθάρισης για τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους είναι πολύ σημαντικό αριθμητικό στοιχείο για όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά. Για τον καθορισμό του κατωφλίου εκκαθάρισης θα πρέπει να αξιολογούνται τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά στοιχεία, με κατάλληλη στάθμιση. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να καταβληθούν κατάλληλες προσπάθειες για την τυποποίηση των εξωχρηματιστηριακών συμβάσεων σε σημαντικό βαθμό και την αναγνώριση της σημασίας που έχει ο μετριασμός του κινδύνου για τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλόμενους στο πλαίσιο της συνήθους επιχειρηματικής τους δραστηριότητας. Η καθιέρωση κατωφλίων με βάση της σημασία της επιχείρησης για την αγορά συνολικά ή για ένα τμήμα της εξωχρηματιστηριακής αγοράς θα πρέπει να συμπληρώνεται με τη χρήση λόγων λειτουργικού κινδύνου.

(16β)

Προκειμένου να εξαιρεθούν οι επιχειρήσεις μικρού ή μεσαίου μεγέθους (ΜΜΕ) από την υποχρέωση εκκαθάρισης, θα πρέπει να εξεταστεί επίσης η καθιέρωση ειδικών κατά τομέα κατωφλίων με βάση τον συνολικό όγκο των συμβάσεων που συνάπτει μια επιχείρηση. Επιπλέον, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εξετάσει αν μπορεί να καθιερωθεί ρύθμιση de minimis για τις ΜΜΕ, σε σχέση με την υποχρέωση αναφοράς.

(16γ)

Η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίζει ότι η απαραίτητη και κατάλληλη χρήση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων από μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους για την αντιστάθμιση κινδύνων της αγοράς οι οποίοι προκύπτουν από επιχειρηματικές δραστηριότητες, δεν υπονομεύεται, όσον αφορά την τιμολόγηση ή τη διαθεσιμότητα, από μελλοντικές νομοθετικές προτάσεις.

(17)

Σύμβαση που συνάπτεται από κεφάλαιο, είτε το διαχειρίζεται διαχειριστής κεφαλαίου, είτε όχι, θα πρέπει να θεωρείται ότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(18)

Οι κεντρικές τράπεζες και οι άλλοι εθνικοί οργανισμοί που επιτελούν παρόμοιες λειτουργίες, οι λοιποί δημόσιοι φορείς που διαχειρίζονται το δημόσιο χρέος ή παρεμβαίνουν στη διαχείρισή του, καθώς και οι πολυμερείς τράπεζες ανάπτυξης, που απαριθμούνται στο παράρτημα VI μέρος 1 τμήμα 4.2 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ, η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών και ορισμένες οντότητες του Δημοσίου που ορίζονται στο άρθρο 4 σημείο 18 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ , θα πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, προκειμένου να αποφευχθεί ο περιορισμός των εξουσιών τους να παρεμβαίνουν με σκοπό τη σταθεροποίηση της αγοράς, εάν και όταν απαιτείται. Θα πρέπει να εξεταστεί εξ αρχής το κατά πόσο θα ήταν υπεύθυνο να προβλεφτεί παρέκκλιση από την υποχρέωση εκκαθάρισης για οντότητες του δημόσιου τομέα υπό την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 18 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ, που ανήκουν σε κεντρικές κυβερνήσεις και καλύπτονται από ρητή εγγύηση της συγκεκριμένης κεντρικής κυβέρνησης, ισοδύναμη με ανάληψη ευθύνης

(19)

Εφόσον δεν μπορούν να καταστούν εκκαθαριστικά μέλη του κεντρικού αντισυμβαλλομένου (ή πελάτες των εκκαθαριστικών μελών) όλοι οι συμμετέχοντες στην αγορά οι οποίοι υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης, θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους ως πελάτες ή μέσω επενδυτικών επιχειρήσεων ή πιστωτικών ιδρυμάτων που αποτελούν πελάτες.

(20)

Η καθιέρωση υποχρέωσης εκκαθάρισης, μαζί με τη διαδικασία καθορισμού των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που μπορούν να χρησιμοποιούνται για τον σκοπό αυτής της υποχρέωσης, μπορεί να οδηγήσει σε αθέλητες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στην αγορά εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Παραδείγματος χάριν, ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος θα μπορούσε να αρνηθεί να εκκαθαρίσει συναλλαγές που εκτελούνται σε ορισμένους τόπους διαπραγμάτευσης, διότι ο ιδιοκτήτης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου είναι ανταγωνιστικός τόπος διαπραγμάτευσης. Προκειμένου να αποφευχθούν πρακτικές αυτού του είδους, που δημιουργούν διακρίσεις, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει να δέχονται να εκκαθαρίζουν συναλλαγές που εκτελούνται σε διαφορετικούς τόπους, στον βαθμό που οι εν λόγω τόποι συμμορφώνονται με τις επιχειρησιακές και τεχνικές απαιτήσεις που έχουν καθοριστεί από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο , χωρίς να γίνεται αναφορά στα συμβατικά έγγραφα με βάση τα οποία τα συμβαλλόμενα μέρη πραγματοποίησαν τη σχετική συναλλαγή σε εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, εφόσον τα εν λόγω έγγραφα συμμορφώνονται προς τα πρότυπα της αγοράς. Εν γένει, η Επιτροπή θα πρέπει να εξακολουθήσει να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς την εξέλιξη της αγοράς εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και θα πρέπει, όπου είναι αναγκαίο, να παρεμβαίνει, προκειμένου να αποφεύγεται η εμφάνιση τέτοιων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού στην Εσωτερική Αγορά.

(21)

Για να επισημανθούν οι σχετικές κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που θα πρέπει να υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης, τα κατώφλια και οι συστημικώς σημαντικοί μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι, χρειάζονται αξιόπιστα δεδομένα. Επομένως, για κανονιστικούς σκοπούς, είναι σημαντικό να καθιερωθεί, σε επίπεδο Ένωσης, ενιαία απαίτηση αναφοράς δεδομένων για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα. Επιπλέον, είναι απαραίτητη η εφαρμογή μιας αναδρομικής υποχρέωσης αναφοράς, στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, τόσο για τους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους όσο και για τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους πέραν του κατωφλίου, προκειμένου να παρέχονται συγκριτικά στοιχεία στην ΕΑΚΑΑ. Εάν η εν λόγω αναδρομική αναφορά δεν είναι εφικτή για οποιεσδήποτε κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, θα πρέπει να παρέχεται κατάλληλη αιτιολόγηση στο αντίστοιχο αρχείο καταγραφής συναλλαγών.

(22)

Είναι σημαντικό όλοι οι συμμετέχοντες στην αγορά να αναφέρουν σε αρχεία καταγραφής συναλλαγών κάθε λεπτομέρεια για τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων τις οποίες έχουν συνάψει. Ως εκ τούτου, οι πληροφορίες σχετικά με τους εγγενείς κινδύνους της αγοράς εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θα αποθηκεύονται κεντρικά και θα είναι εύκολα προσβάσιμες από την ΕΑΚΑΑ, τις σχετικές αρμόδιες αρχές και τις κεντρικές τράπεζες του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ). Η Επιτροπή και η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο να επεκταθεί η δυνατότητα εφαρμογής της υποχρέωσης αναφοράς στα ενσωματωμένα παράγωγα.

(22α)

Τα ιδρύματα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών, όπως ορίζονται στο άρθρο 6 στοιχείο α) της οδηγίας 2003/41/ΕΚ, ή ρυθμίσεις που εξασφαλίζουν παρόμοιο επίπεδο μετριασμού του κινδύνου και αναγνωρίζονται από την εθνική νομοθεσία για τον σκοπό της παροχής σύνταξης με τη χρήση συμβάσεων παραγώγων αντικειμενικά αποτιμήσιμων όσον αφορά τη μείωση των κινδύνων που συνδέονται άμεσα με τη φερεγγυότητα του ιδρύματος που διαχειρίζεται συνταξιοδοτικό καθεστώς, υπόκεινται στις διατάξεις για διμερές επίπεδο εξασφάλισης του κινδύνου όπως καθορίζεται στον παρόντα κανονισμό, που θα αναθεωρηθούν το 2014.

(23)

Προκειμένου να υπάρχει συνολική εικόνα της αγοράς και για την αξιολόγηση συστημικών κινδύνων , στα αρχεία καταγραφής συναλλαγών θα πρέπει να αναφέρονται τόσο εκκαθαρισμένες, όσο και μη εκκαθαρισμένες συμβάσεις.

(23α)

Παρέχονται επαρκείς πόροι στην ΕΑΚΑΑ, την ΕΑΑΕΣ και την ΕΑΤ, προκειμένου να εκτελούν αποτελεσματικά τα καθήκοντα τα οποία τους ανατίθενται στον παρόντα κανονισμό.

(24)

Η υποχρέωση αναφοράς κάθε τροποποίησης ή λήξης σύμβασης θα πρέπει να ισχύει για τους αρχικούς αντισυμβαλλομένους της σύμβασης αυτής και για κάθε άλλη οντότητα που υποβάλλει αναφορά για λογαριασμό των αρχικών αντισυμβαλλομένων. Ο αντισυμβαλλόμενος, ή οι υπάλληλοί του, ο οποίος αναφέρει όλες τις λεπτομερείς πληροφορίες μιας σύμβασης σε αρχείο καταγραφής συναλλαγών, για λογαριασμό άλλου αντισυμβαλλομένου, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, δεν θα πρέπει να παραβαίνει τυχόν περιορισμούς κοινολόγησης πληροφοριών.

(25)

Πρέπει να υπάρχουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις όσον αφορά τις υποχρεώσεις εκκαθάρισης και αναφοράς. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιβάλλουν αυτές τις κυρώσεις κατά τρόπο ώστε να μην μειώνεται η αποτελεσματικότητα των κανόνων αυτών. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη δημοσιοποίηση των επιβαλλόμενων κυρώσεων και για τη δημοσίευση εκθέσεων αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των ισχυόντων κανόνων σε τακτά χρονικά διαστήματα.

(26)

Προϋπόθεση για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο θα πρέπει να είναι ένα ελάχιστο ποσό αρχικού κεφαλαίου. Το κεφάλαιο, μαζί με τα αδιανέμητα κέρδη και τα αποθεματικά του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, θα πρέπει να είναι, ανά πάσα στιγμή, ανάλογα με το μέγεθος και τη δραστηριότητα του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, ώστε να διασφαλίζεται επαρκής κεφαλαιοποίησή του έναντι λειτουργικών και υπολειπόμενων κινδύνων και να είναι σε θέση, εν ανάγκη, να προβεί σε εύτακτη εκκαθάριση ή αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων του.

(27)

Εφόσον ο παρών κανονισμός θεσπίζει νομική υποχρέωση εκκαθάρισης μέσω συγκεκριμένων κεντρικών αντισυμβαλλομένων, για κανονιστικούς σκοπούς, είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί ότι οι εν λόγω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι είναι ασφαλείς και υγιείς και συμμορφώνονται, ανά πάσα στιγμή, με τις αυστηρές απαιτήσεις όσον αφορά την οργάνωση, την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας και την προληπτική εποπτεία, οι οποίες καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Οι απαιτήσεις αυτές θα πρέπει να εφαρμόζονται στην εκκαθάριση όλων των χρηματοπιστωτικών μέσων με τα οποία ασχολούνται οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι, ώστε να διασφαλίζεται ενιαία εφαρμογή.

(27α)

Η σχετική αρμόδια αρχή πρέπει να είναι ικανοποιημένη όταν ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διατηρεί επαρκείς διαθέσιμους χρηματοδοτικούς πόρους (οι οποίοι θα πρέπει να περιλαμβάνουν ελάχιστη συμβολή ιδίων πόρων του κεντρικού αντισυμβαλλομένου), σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που εκδίδονται από την ΕΑΚΑΑ.

(28)

Είναι, άρα, αναγκαίο, για σκοπούς κανονιστικής ρύθμισης και εναρμόνισης, να διασφαλιστεί ότι οι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι απευθύνονται μόνον στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους οι οποίοι συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

(29)

Οι κανόνες άμεσης εφαρμογής όσον αφορά την άδεια λειτουργίας και την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων αποτελούν απαραίτητη κορωνίδα στην υποχρέωση εκκαθάρισης εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Είναι σκόπιμο να διατηρήσουν οι αρμόδιες αρχές την ευθύνη για όλες τις πτυχές της άδειας λειτουργίας και της εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, συμπεριλαμβανομένης της ευθύνης για την εξακρίβωση ότι ο αιτών κεντρικός αντισυμβαλλόμενος συμμορφώνεται με τον παρόντα κανονισμό και με την οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 1998, σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων (17), δεδομένου ότι οι εν λόγω εθνικές αρμόδιες αρχές βρίσκονται στην καλύτερη θέση προκειμένου να εξετάζουν πώς λειτουργούν οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι επί καθημερινής βάσεως, να διεξάγουν τακτικούς ελέγχους και να προβαίνουν σε κατάλληλες ενέργειες, όπου χρειάζεται.

(30)

Σε περίπτωση που ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κινδυνεύει να κηρυχθεί αφερέγγυος, η δημοσιονομική ευθύνη μπορεί να βαρύνει κυρίως το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος. Έπεται ότι η χορήγηση άδειας λειτουργίας και η εποπτεία του κεντρικού αντισυμβαλλομένου θα πρέπει να ανατεθούν στη σχετική αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους. Ωστόσο, επειδή τα εκκαθαριστικά μέλη ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου μπορεί να είναι εγκατεστημένα σε διάφορα κράτη μέλη και θα είναι τα πρώτα που θα υποστούν τις επιπτώσεις σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, είναι απαραίτητο να συμμετέχει η ΕΑΚΑΑ στη διαδικασία χορήγησης άδειας και εποπτείας. Με τον τρόπο αυτόν, θα αποφευχθούν διαφορετικά εθνικά μέτρα ή πρακτικές και εμπόδια στην εσωτερική αγορά. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να μεριμνά για τη συμμετοχή των άλλων αρμόδιων αρχών στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, στο έργο της προετοιμασίας συστάσεων και αποφάσεων.

(31)

Είναι αναγκαίο να ενισχυθούν οι διατάξεις περί ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ αρμοδίων αρχών και οι υποχρεώσεις συνδρομής και συνεργασίας μεταξύ των αρχών αυτών. ▐ Κατά την ανταλλαγή των πληροφοριών, απαιτείται η αυστηρή τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου Είναι σημαντικό, λόγω των ευρέων επιπτώσεων των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, να έχουν πρόσβαση και άλλες ρυθμιστικές αρχές ▐ στις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την άσκηση των καθηκόντων τους.

(31α)

Τίποτα στον παρόντα κανονισμό δεν θα πρέπει να περιορίζει, ή να εμποδίζει, έναν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο εντός μιας επικράτειας να εκκαθαρίζει ένα προϊόν εκπεφρασμένο στο νόμισμα ενός άλλου κράτους μέλους ή στο νόμισμα τρίτης χώρας, ή να απαιτεί από έναν κεντρικό αντισυμβαλλόμενη να διαθέτει άδεια λειτουργίας τραπεζικού ιδρύματος, προκειμένου να έχει πρόσβαση σε καθημερινή ρευστότητα κεντρικής τράπεζας .

(32)

Λόγω του παγκόσμιου χαρακτήρα των χρηματοπιστωτικών αγορών, είναι αναγκαίες οι συμφωνίες με κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους εγκατεστημένους σε τρίτες χώρες για την παροχή υπηρεσιών εκκαθάρισης εντός της Ένωσης. Οι συμφωνίες αυτές θα πρέπει να καλύπτουν την έγκριση λειτουργίας από την ΕΑΚΑΑ και την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο ο ενδιαφερόμενος κεντρικός αντισυμβαλλόμενος προτίθεται να παρέχει υπηρεσίες εκκαθάρισης ή την έγκριση λειτουργίας κεντρικού αντισυμβαλλομένου εγκατεστημένου σε τρίτη χώρα, ή την πρόβλεψη παρέκκλισης από την Επιτροπή, σε σχέση με τους όρους της άδειας λειτουργίας και τη διαδικασία, υπό την προϋπόθεση ότι η Επιτροπή έχει αναγνωρίσει το νομοθετικό και εποπτικό πλαίσιο της εν λόγω τρίτης χώρας ως ισοδύναμο με εκείνο της Ένωσης και ότι πληρούνται ορισμένες άλλες προϋποθέσεις. Στο πλαίσιο αυτό, οι συμφωνίες με τους σημαντικότερους διεθνείς εταίρους της Ένωσης θα έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα, προκειμένου να κατοχυρωθούν παγκοσμίως ισότιμοι όροι ανταγωνισμού και να διασφαλιστεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

(32α)

Στις 16 Σεπτεμβρίου 2010, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε ότι η Ευρώπη πρέπει να προάγει σθεναρότερα και με πνεύμα αμοιβαιότητας και κοινού οφέλους τα συμφέροντα και τις αξίες της στο πλαίσιο των εξωτερικών της σχέσεων και ότι πρέπει να ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα, μεταξύ άλλων για να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη πρόσβαση των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων στην αγορά και να ενισχυθεί η ρυθμιστική συνεργασία με τους μείζονες εμπορικούς εταίρους.

(33)

Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει να διαθέτουν άρτιο πλαίσιο διακυβέρνησης, ανώτατα διοικητικά στελέχη με τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας και ανεξάρτητα μέλη στο συμβούλιό τους, ανεξαρτήτως της δομής ιδιοκτησίας του. Τουλάχιστον το ένα τρίτο των μελών του συμβουλίου, όχι όμως λιγότερα από δύο μέλη, θα πρέπει να είναι ανεξάρτητα μέλη. Τα ανεξάρτητα αυτά μέλη μπορούν να ενεργούν ως ανεξάρτητα μέλη το πολύ και σε έναν άλλο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο. Η αμοιβή τους δεν θα πρέπει να συνδέεται με κανέναν τρόπο με τις επιδόσεις του κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Ωστόσο, οι διαφορετικές ρυθμίσεις διακυβέρνησης και δομές ιδιοκτησίας του κεντρικού αντισυμβαλλομένου μπορεί να επηρεάσουν την προθυμία ή την ικανότητα του κεντρικού αντισυμβαλλομένου να εκκαθαρίζει ορισμένα προϊόντα. Είναι, επομένως, σκόπιμο τα ανεξάρτητα μέλη του συμβουλίου και η επιτροπή κινδύνου, που πρόκειται να συσταθεί από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, να πρέπει να αντιμετωπίζουν δυνητικές συγκρούσεις συμφερόντων στο πλαίσιο του κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Τα εκκαθαριστικά μέλη και οι πελάτες χρειάζεται να εκπροσωπούνται δεόντως, διότι ενδέχεται να υποστούν επιπτώσεις από τις αποφάσεις που λαμβάνει ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος.

(34)

Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δύναται να αναθέτει εξωτερικά καθήκοντα, πλην των καθηκόντων του διαχείρισης κινδύνων, αλλά μόνον εφόσον τα εν λόγω ανατεθέντα καθήκοντα δεν έχουν επιπτώσεις στην εύρυθμη λειτουργία του κεντρικού αντισυμβαλλομένου και στην ικανότητά του να διαχειρίζεται κινδύνους. Η ανάθεση εξωτερικών καθηκόντων θα πρέπει να εγκρίνεται από την επιτροπή κινδύνου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

(35)

Ως εκ τούτου, οι απαιτήσεις συμμετοχής σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο θα πρέπει να είναι διαφανείς, αναλογικές και χωρίς διακρίσεις και θα πρέπει να επιτρέπουν εξ αποστάσεως πρόσβαση, στον βαθμό που αυτό δεν εκθέτει τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο σε επιπρόσθετους κινδύνους.

(36)

Στους πελάτες των εκκαθαριστικών μελών, που εκκαθαρίζουν τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγά τους σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, θα πρέπει να παρέχεται υψηλό επίπεδο προστασίας. Το πραγματικό επίπεδο προστασίας εξαρτάται από το επίπεδο διαχωρισμού το οποίο επιλέγουν αυτοί οι πελάτες. Οι διαμεσολαβητές θα πρέπει να διαχωρίζουν τα περιουσιακά τους στοιχεία από εκείνα των πελατών τους. Για τον λόγο αυτόν, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει να τηρούν ενημερωμένα και εύκολα αναγνωρίσιμα αρχεία. Επιπλέον, οι λογαριασμοί των αθετούντων μελών θα πρέπει να είναι μεταβιβάσιμοι σε άλλα μέλη.

(36a)

Κάθε νομική αβεβαιότητα σχετικά με την αποτελεσματικότητα και τη δυνατότητα επιβολής των ρυθμίσεων και των διαδικασιών του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου όσον αφορά την οριοθέτηση των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων των εκκαθαριστικών μελών και των πελατών τους καθώς και τη μεταφορά θέσεων σε περίπτωση που συμβούν προκαθορισμένα γεγονότα, θα υπονόμευε τη σταθερότητα του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου. Τα γεγονότα που λόγω της φύσης τους προκαλούν μεταφορά θέσεων θα πρέπει να προκαθοριστούν, προκειμένου να διασφαλιστεί η εμβέλεια της παρεχόμενης προστασίας.

(37)

Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος θα πρέπει να διαθέτει ορθό πλαίσιο διαχείρισης κινδύνου, για τη διαχείριση πιστωτικών κινδύνων, κινδύνων ρευστότητας, λειτουργικών και άλλων κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων που φέρει ή θέτει σε άλλες οντότητες, λόγω των αλληλεξαρτήσεων. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος θα πρέπει να διαθέτει κατάλληλες διαδικασίες και μηχανισμούς για την αντιμετώπιση αθέτησης υποχρέωσης από εκκαθαριστικό μέλος. Προκειμένου να ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο μετάδοσης της εν λόγω αθέτησης υποχρέωσης, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος θα πρέπει να έχει προβλέψει αυστηρές απαιτήσεις συμμετοχής, να έχει συγκεντρώσει ενδεδειγμένα αρχικά περιθώρια ασφαλείας, και να διατηρεί κεφάλαιο εκκαθάρισης και άλλους χρηματοοικονομικούς πόρους για την κάλυψη των δυνητικών ζημιών. Η ανάπτυξη μιας ιδιαίτερα άρτιας διαχείρισης κινδύνου θα πρέπει να παραμείνει πρωταρχικός στόχος των κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Ωστόσο, μπορούν να προσαρμόσουν τα χαρακτηριστικά της στις ειδικές δραστηριότητες και στα προφίλ κινδύνου των πελατών των εκκαθαριστικών μελών, και εάν κρίνεται σκόπιμο, μπορούν να συμπεριλάβουν στο πεδίο εφαρμογής των άκρως ρευστοποιήσιμων στοιχείων που γίνονται αποδεκτά ως ασφάλειες τουλάχιστον ρευστά διαθέσιμα και κρατικά ομόλογα τα οποία υπόκεινται σε κατάλληλους συντελεστές αποκοπής.

(37α)

Οι στρατηγικές των κεντρικών αντισυμβαλλομένων για τη διαχείριση τυχόν αθετήσεων πρέπει να είναι υγιείς και να μη μετακυλούν τον κίνδυνο στους φορολογούμενους.

(37β)

Το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας έχει προσδιορίσει τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους ως σημαντικούς οργανισμούς για το σύστημα. Σε διεθνές επίπεδο και μέσα στην Ένωση δεν υπάρχει κοινώς αποδεκτή πρακτική όσον αφορά τους όρους βάσει των οποίων οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι έχουν πρόσβαση σε ταμειακές διευκολύνσεις κεντρικών τραπεζών ή πρέπει ενδεχομένως να διαθέτουν άδεια λειτουργίας ως πιστωτικά ιδρύματα. Η εφαρμογή της υποχρέωσης εκκαθάρισης που απαιτείται από τον παρόντα κανονισμό μπορεί να αυξήσει τη σημασία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων για το σύστημα και την αναγκαιότητα ρευστότητας. Επομένως, θα πρέπει να κληθεί η Επιτροπή να λάβει υπόψη τα αποτελέσματα οποιουδήποτε έργου σε εξέλιξη μεταξύ των κεντρικών τραπεζών, προκειμένου να αξιολογήσει, σε συνεργασία με το ΕΣΚΤ, την πιθανή αναγκαιότητα λήψης μέτρων για τη διευκόλυνση της πρόσβασης των κεντρικών αντισυμβαλλομένων σε ταμειακές διευκολύνσεις κεντρικών τραπεζών σε ένα ή περισσότερα νομίσματα, και να υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

(38)

Οι απαιτήσεις περιθωρίου ασφαλείας και οι συντελεστές αποκοπής των ασφαλειών ενδέχεται να έχουν φιλοκυκλικές επιπτώσεις. Επομένως, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι, οι αρμόδιες αρχές και η ΕΚΑΑ θα πρέπει να λαμβάνουν μέτρα για την πρόληψη και τον έλεγχο πιθανών φιλικυκλικών φαινομένων στις πρακτικές διαχείρισης κινδύνου που εφαρμόζουν οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι, στον βαθμό που δεν επηρεάζεται αρνητικά η ορθότητα και η χρηματοοικονομική ασφάλεια του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

(39)

Η διαχείριση των ανοιγμάτων αποτελεί ουσιώδες μέρος της διαδικασίας εκκαθάρισης. Θα πρέπει να παρέχεται πρόσβαση στις σχετικές πηγές καθορισμού τιμών, και να γίνεται χρήση τους, για την παροχή υπηρεσιών εκκαθάρισης, εν γένει. Οι εν λόγω πηγές καθορισμού τιμών θα πρέπει να περιλαμβάνουν εκείνες που αφορούν δείκτες που χρησιμοποιούνται ως σημεία αναφοράς για παράγωγα ή άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα.

(40)

Τα περιθώρια ασφαλείας είναι η πρωταρχική γραμμή αμύνης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Μολονότι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει να επενδύουν τα περιθώρια ασφαλείας που λαμβάνουν με ασφαλή και συνετό τρόπο, θα πρέπει να καταβάλλουν ιδιαίτερες προσπάθειες για να εξασφαλίζουν επαρκή προστασία των περιθωρίων ασφαλείας, ώστε να εγγυώνται ότι θα επιστρέφονται εγκαίρως στα μη υπερήμερα εκκαθαριστικά μέλη ή σε διαλειτουργικό κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, σε περίπτωση που αθετήσει τις υποχρεώσεις του ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος που συγκεντρώνει τα εν λόγω περιθώρια ασφαλείας.

(40α)

Για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους είναι ζωτικής σημασίας η πρόσβαση σε επαρκή ρευστότητα. Η ρευστότητα αυτή είναι δυνατόν να προέρχεται από πρόσβαση σε ρευστότητα κεντρικής τράπεζας ή σε ρευστότητα φερέγγυας και αξιόπιστης εμπορικής τράπεζας, ή συνδυασμό και των δύο.

(41)

Ο «Ευρωπαϊκός Κώδικας Δεοντολογίας για την εκκαθάριση και τον διακανονισμό», της 7ης Νοεμβρίου 2006 (18) διαμόρφωσε ένα εθελοντικό πλαίσιο για τη δημιουργία δεσμών μεταξύ κεντρικών αντισυμβαλλομένων και αρχείων καταγραφής συναλλαγών. Ωστόσο, η μετασυναλλακτική αγορά παραμένει κατατετμημένη στα εθνικά πλαίσια, καθιστώντας τις διασυνοριακές συναλλαγές περισσότερο δαπανηρές και εμποδίζοντας την εναρμόνιση. Επομένως, είναι αναγκαίο να καθοριστούν οι όροι για την καθιέρωση ρυθμίσεων διαλειτουργικότητας μεταξύ κεντρικών αντισυμβαλλομένων, στον βαθμό που δεν εκθέτουν τους σχετικούς κεντρικούς αντισυμβαλλομένους σε κινδύνους χωρίς κατάλληλη διαχείριση.

(42)

Οι ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας μπορεί, γενικά, να αποτελέσουν σημαντικά εργαλεία για τη μεγαλύτερη ολοκλήρωση της μετασυναλλακτικής αγοράς εντός της Ένωσης και θα πρέπει να καλύπτονται από κανονιστικές ρυθμίσεις. Οι ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας, όμως, είναι δυνατόν να εκθέσουν τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους σε επιπρόσθετους κινδύνους. Δεδομένης της επιπρόσθετης πολυπλοκότητας που συνεπάγονται οι ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας μεταξύ κεντρικών αντισυμβαλλομένων που εκκαθαρίζουν συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, είναι σκόπιμο, στο παρόν στάδιο, να ζητηθεί μια περίοδος χάριτος τριών ετών μεταξύ της λήψης άδειας εκκαθάρισης για παράγωγα και της επιλεξιμότητας για την υποβολή αίτησης για άδεια διαλειτουργικότητας, καθώς και να περιοριστεί το πεδίο εφαρμογής των επακόλουθων ρυθμίσεων διαλειτουργικότητας σε άμεσα ρευστοποιήσιμες κινητές αξίες. Ωστόσο, έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2014, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να υποβάλει έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με το αν και πότε θα ήταν σκόπιμη η επέκταση του πεδίου αυτού σε άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα.

(43)

Τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών συλλέγουν δεδομένα για κανονιστικούς σκοπούς, τα οποία είναι σημαντικά για τις αρχές σε όλα τα κράτη μέλη. ▐ Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να αναλάβει την ευθύνη για την εγγραφή και την ανάκλησή της και την εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών.

(44)

Δεδομένου ότι οι ρυθμιστικές αρχές, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι και άλλοι συμμετέχοντες στην αγορά βασίζονται στα δεδομένα που διατηρούνται στα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι τα εν λόγω αρχεία καταγραφής συναλλαγών υπόκεινται σε αυστηρές απαιτήσεις τήρησης αρχείων και διαχείρισης δεδομένων.

(45)

Είναι αναγκαία η διαφάνεια των σχετικών τιμών και τελών για τις υπηρεσίες που παρέχονται από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, τα μέλη τους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, ώστε οι συμμετέχοντες στην αγορά να είναι σε θέση να επιλέγουν έχοντας γνώση των πραγμάτων.

(45α)

Υπάρχουν τομείς στο πλαίσιο των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και της διαπραγμάτευσης συμβάσεων παραγώγων όπου μπορεί επίσης να υπάρχουν εμπορικά δικαιώματα και δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Σε περιπτώσεις στις οποίες τα δικαιώματα αυτά αφορούν προϊόντα ή υπηρεσίες που έχουν αποτελέσει βιομηχανικά πρότυπα ή είχαν αντίκτυπο σε αυτά, οι άδειες παρέχονται υπό αναλογικούς δίκαιους, εύλογους και μη μεροληπτικούς (FRAND) όρους.

(46)

Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να μπορεί να προτείνει στην Επιτροπή την επιβολή περιοδικών χρηματικών ποινών. Σκοπός αυτών των περιοδικών χρηματικών ποινών θα πρέπει να είναι να επιτυγχάνεται ο τερματισμός τυχόν παράβασης που διαπιστώνεται από την ΕΑΚΑΑ, να παρέχονται πλήρεις και ορθές πληροφορίες τις οποίες έχει ζητήσει η ΕΑΚΑΑ ή να υπόκεινται σε έρευνα τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι, τα μέλη τους και άλλα πρόσωπα. Επιπλέον, για αποτρεπτικούς σκοπούς και για να υποχρεώνονται τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι και τα μέλη τους να συμμορφώνονται με τον κανονισμό, η Επιτροπή πρέπει να έχει επίσης τη δυνατότητα να επιβάλλει πρόστιμα, κατόπιν αιτήματος της ΕΑΚΑΑ, εφόσον έχουν παραβιαστεί, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, συγκεκριμένες διατάξεις του κανονισμού. Το πρόστιμο θα είναι αποτρεπτικό και αναλογικό προς τη φύση και τη σοβαρότητα της παράβασης, τη διάρκεια της παράβασης και την οικονομική δυνατότητα του ενδιαφερόμενου αρχείου καταγραφής συναλλαγών, κεντρικού αντισυμβαλλομένου ή μέλους.

(47)

Προκειμένου να εποπτεύει αποτελεσματικά τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα μέλη τους , η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να διενεργεί έρευνες και επιτόπιες επιθεωρήσεις.

(48)

Είναι απαραίτητο να προστατεύουν τα κράτη μέλη και η ΕΑΚΑΑ το δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής των φυσικών προσώπων κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (19).

(49)

Είναι σημαντικό να επιτευχθεί διεθνής σύγκλιση των απαιτήσεων για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών. Ο παρών κανονισμός ακολουθεί τις συστάσεις που διατυπώθηκαν από τις CPSS-IOSCO και ΕΣΚΤ-ΕΡΑΑΚΑ και διαμορφώνει ένα ενωσιακό πλαίσιο εντός του οποίου μπορούν να λειτουργήσουν με ασφάλεια οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να λάβει υπόψη αυτές τις εξελίξεις, όταν θα καταρτίζει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα, καθώς και τις κατευθυντήριες γραμμές και τις συστάσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

(50)

Η εξουσία έγκρισης πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η εξουσία υιοθέτησης ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή όσον αφορά τις λεπτομερείς πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στην κοινοποίηση προς την ΕΑΚΑΑ και στο μητρώο, καθώς και τα κριτήρια για την απόφαση της ΕΑΚΑΑ σχετικά με την επιλεξιμότητα για την υποχρέωση εκκαθάρισης, το κατώφλι αναφοράς και εκκαθάρισης, το μέγιστο χρονικό διάστημα όσον αφορά τη σύμβαση, τη ρευστότητα, το ελάχιστο περιεχόμενο των κανόνων διακυβέρνησης, τις λεπτομερείς πληροφορίες τήρησης αρχείων, το ελάχιστο περιεχόμενο του σχεδίου αδιάλειπτης λειτουργίας και των υπηρεσιών που εξασφαλίζονται, τα ποσοστά και τον χρονικό ορίζοντα για τις απαιτήσεις περιθωρίων ασφαλειών, τις ακραίες συνθήκες στην αγορά, τις άκρως ρευστοποιήσιμες ασφάλειες και τους συντελεστές αποκοπής, τα άκρως ρευστοποιήσιμα χρηματοπιστωτικά μέσα και τα όρια συγκέντρωσης, τις λεπτομέρειες για την εκτέλεση δοκιμών, τις λεπτομέρειες όσον αφορά την αίτηση του αρχείου καταγραφής συναλλαγών για εγγραφή στην ΕΑΚΑΑ, τα πρόστιμα και τις λεπτομέρειες σχετικά με τις πληροφορίες που πρέπει να διαθέτει το αρχείο καταγραφής συναλλαγών, όπως αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό. Κατά την επεξεργασία των πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιοποιεί την εμπειρογνωμοσύνη των αρμόδιων ΕΕΑ (ΕΑΚΑΑ, ΕΑΤ και ΕΑΑΕΣ). Δεδομένης της εμπειρογνωμοσύνης της ΕΑΚΑΑ όσον αφορά θέματα κινητών αξιών και αγορών κινητών αξιών, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο, συμβουλεύοντας την Επιτροπή κατά την προετοιμασία των πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση. Ωστόσο, όπου χρειάζεται, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να διαβουλεύεται με τις ΕΑΤ και ΕΑΑΕΣ. [Τροπολογία 16]

(50α)

Στο πλαίσιο της προετοιμασίας για την κατάρτιση των τεχνικών κατευθυντήριων γραμμών και των κανονιστικών τεχνικών προτύπων, ιδιαίτερα δε κατά τον καθορισμό του κατωφλίου εκκαθάρισης για μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους με βάση τον παρόντα κανονισμό, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να διοργανώσει δημόσιες ακροάσεις συμμετεχόντων στην αγορά.

(51)

Προκειμένου να εξασφαλισθούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές εξουσίες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να εκτελούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 2011 για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή  (20) . [Τροπολογία 17]

(52)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, και συγκεκριμένα η θέσπιση ενιαίων απαιτήσεων για τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και επίσης η θέσπιση ενιαίων απαιτήσεων για τη διεξαγωγή των δραστηριοτήτων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και των αρχείων καταγραφής συναλλαγών, είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύνανται συνεπώς, λόγω της κλίμακας της δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(53)

Δεδομένων των κανόνων για τη διαλειτουργικότητα των συστημάτων, κρίθηκε σκόπιμο να τροποποιηθεί η οδηγία 98/26/ΕΚ, ώστε να προστατεύονται τα δικαιώματα του διαχειριστή συστήματος ο οποίος παρέχει ασφάλεια σε άλλον διαχειριστή συστήματος, σε περίπτωση διαδικασίας αφερεγγυότητας έναντι του εν λόγω λαμβάνοντος διαχειριστή συστήματος,

(53α)

Για να διασφαλισθεί η θέσπιση συνεκτικής και αποτελεσματικής νομοθεσίας και λόγω της στενής σύνδεσης μεταξύ διαπραγμάτευσης και μεταδιαπραγμάτευσης, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να ευθυγραμμιστεί με την οδηγία 2004/39/ΕΚ, η οποία θα καθορίσει τις απαραίτητες απαιτήσεις για τον τόπο διαπραγμάτευσης, που θα επιβληθούν σε τόπους όπου εκτελούνται συναλλαγές σε εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, όπως ορίζονται στον κανονισμό EMIR. Οι απαιτήσεις αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν τη διαφάνεια, την πρόσβαση, την εκτέλεση εντολών, την εποπτεία, την αρτιότητα και την ασφάλεια του συστήματος, καθώς και άλλες απαραίτητες απαιτήσεις.

(53β)

Η πώληση σύνθετων παράγωγων προϊόντων σε τοπικές δημόσιες αρχές απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή. Η Επιτροπή θα πρέπει να συμπεριλάβει ειδικές προτάσεις στην επερχόμενη αναθεώρηση της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, για την αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος. Οι προτάσεις αυτές θα περιλαμβάνουν ειδικές απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας, πληροφόρησης και γνωστοποίησης,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Τίτλος I

Αντικείμενο, πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει ενιαίες απαιτήσεις για τις συμβάσεις παραγώγων, ειδικές διατάξεις για την αύξηση της διαφάνειας και τη βελτίωση της διαχείρισης κινδύνου της αγοράς εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, καθώς και ενιαίες απαιτήσεις για τη διεξαγωγή των δραστηριοτήτων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και των αρχείων καταγραφής συναλλαγών.

Για τη εξασφάλιση συνεκτικής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, η ΕΑΚΑΑ αναπτύσσει σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία θα καθορίζει κατευθυντήριες γραμμές για την ερμηνεία και την εφαρμογή, για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, των σημείων (4) έως (10) του τμήματος Γ του παραρτήματος Ι της οδηγίας 2004/39/ΕΚ.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή σχέδιο των εν λόγω κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα στα οποία αναφέρεται το δεύτερο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 18]

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα εκκαθαριστικά μέλη τους , στους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους και στα αρχεία καταγραφής συναλλαγών. Εφαρμόζεται στους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, εφόσον προβλέπεται.

3.   Ο τίτλος V εφαρμόζεται μόνον σε κινητές αξίες και μέσα χρηματαγοράς, όπως ορίζονται στην παράγραφο 18 στοιχεία α) και β) και στην παράγραφο 19 του άρθρου 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ.

4.    Οι υποχρεώσεις εκκαθάρισης του παρόντος κανονισμού δεν εφαρμόζονται :

α)

στα μέλη του ΕΣΚΤ και στους άλλους εθνικούς οργανισμούς που επιτελούν παρόμοιες λειτουργίες και στους λοιπούς δημόσιους φορείς που διαχειρίζονται το δημόσιο χρέος ή παρεμβαίνουν στη διαχείρισή του·

β)

σε πολυμερείς τράπεζες ανάπτυξης, που απαριθμούνται στο παράρτημα VI μέρος 1 τμήμα 4.2 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ·

βα)

στην Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών.

4α.     Για περαιτέρω παρεκκλίσεις από τον παρόντα κανονισμό απαιτείται η έγκριση ειδικού κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, καταρτισμένου με βάση τα διεθνή πρότυπα και τους ισοδύναμους τομεακούς κανόνες της Ένωσης.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «κεντρικός αντισυμβαλλόμενος»: οντότητα ευρισκόμενη νομικά μεταξύ των αντισυμβαλλομένων σε συμβάσεις που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε μία ή περισσότερες χρηματαγορές, αναλαμβάνουσα τον ρόλο αγοραστή έναντι κάθε πωλητή και πωλητή έναντι κάθε αγοραστή και η οποία είναι υπεύθυνη για τη λειτουργία συστήματος εκκαθάρισης·

2)   «αρχείο καταγραφής συναλλαγών»: οντότητα η οποία συγκεντρώνει και τηρεί κεντρικά τα αρχεία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

3)   «εκκαθάριση»: η διαδικασία με την οποία ένα τρίτο μέρος παρεμβάλλεται, άμεσα ή έμμεσα, μεταξύ των αντισυμβαλλομένων της συναλλαγής, προκειμένου να ασκήσει τα δικαιώματα και να αναλάβει τις υποχρεώσεις τους ·

4)   «κατηγορίες παραγώγων»:

ένα υποσύνολο παραγώγων με κοινά και βασικά χαρακτηριστικά, στο οποία περιλαμβάνονται τουλάχιστον η σχέση με το υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο, ο τύπο του υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου, το προφίλ αποπληρωμής και το θεωρητικό νόμισμα. Παράγωγα τα οποία ανήκουν στην ίδια κατηγορία μπορεί να έχουν διαφορετικές περιόδους ληκτότητας·

5)   «εξωχρηματιστηριακά παράγωγα»: συμβάσεις παραγώγων των οποίων η εκτέλεση δεν πραγματοποιείται σε οργανωμένη (ρυθμιζόμενη) αγορά ή σε αγορά τρίτης χώρας που θεωρείται ισοδύναμη με ρυθμιζόμενη αγορά ή σε οποιονδήποτε άλλο τόπο διαπραγμάτευσης ο οποίος έχει καθιερωθεί βάσει της οδηγίας 2004/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2004, για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά  (21) , που εκκαθαρίζει τέτοιες συμβάσεις μέσω κεντρικού αντισυμβαλλομένου·

5α)     «οργανωμένη αγορά» :

ένα πολυμερές σύστημα που εμπίπτει στον ορισμό του άρθρου 4, παράγραφος 1, σημείο 14, της οδηγίας 2004/39/ΕΚ·

5β)     « «πολυμερής μηχανισμός διαπραγμάτευσης» ή «ΠΜΔ» :

ένα πολυμερές σύστημα, που εμπίπτει στον ορισμό του άρθρου 4, παράγραφος 1, σημείο 15, της οδηγίας 2004/39/ΕΚ·

6)   «χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος»: επιχείρηση εγκατεστημένη στην ΕΕ, που διαθέτει άδεια λειτουργίας ως εταιρεία επενδύσεων, όπως αναφέρεται στην οδηγία 2004/39/ΕΚ, πιστωτικό ίδρυμα που διαθέτει άδεια λειτουργίας , όπως ορίζεται στην οδηγία 2006/48/ΕΚ, ασφαλιστική επιχείρηση που διαθέτει άδεια λειτουργίας , όπως ορίζεται στην οδηγία 73/239/ΕΟΚ, ασφαλιστική επιχείρηση που διαθέτει άδεια λειτουργίας , όπως ορίζεται στην οδηγία 2002/83/ΕΚ, αντασφαλιστική επιχείρηση που διαθέτει άδεια λειτουργίας , όπως ορίζεται στην οδηγία 2005/68/ΕΚ, οργανισμός συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) που διαθέτει άδεια λειτουργίας , όπως ορίζεται στην οδηγία 2009/65/ΕΚ, ίδρυμα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών που διαθέτει άδεια λειτουργίας , όπως ορίζεται στην οδηγία 2003/41/ΕΚ, ή εξουσιοδοτημένος οργανισμός εναλλακτικών επενδύσεων, όπως ορίζεται στην οδηγία 2011/61/ΕΕ·

7)   «μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος»: επιχείρηση εγκατεστημένη στην Ένωση, άλλη από τις οντότητες που αναφέρονται στα σημεία (1) και (6) ·

7α)     «φορέας επαγγελματικών συντάξεων» :

συνταξιοδοτικό σύστημα που έχει συσταθεί σύμφωνα με την οδηγία 2003/41/ΕΚ, συμπεριλαμβανομένων των εξουσιοδοτημένων φορέων που είναι υπεύθυνοι για τη διαχείριση του ΙΕΣΠ και ενεργούν εξ ονόματός του, οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της ανωτέρω οδηγίας, ή οι ορισμένοι διαχειριστές επενδύσεων σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 1 της ανωτέρω οδηγίας, ή οποιαδήποτε άλλη ρύθμιση αναγνωρισμένη από την εθνική νομοθεσία ως σύστημα που έχει δημιουργηθεί για την παροχή συντάξεων·

8)   «πιστωτικός κίνδυνος αντισυμβαλλομένου»: ο κίνδυνος να αθετήσει ο αντισυμβαλλόμενος σε μια συναλλαγή τις υποχρεώσεις του πριν από τον οριστικό διακανονισμό των χρηματορροών της συναλλαγής·

9)   «ρύθμιση διαλειτουργικότητας»: ρύθμιση μεταξύ δύο ή περισσότερων κεντρικών αντισυμβαλλομένων, η οποία προβλέπει διασυστημική εκτέλεση των συναλλαγών·

10)   «αρμόδια αρχή»: η αρχή η οποία ορίζεται από έκαστο κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 18 , ή μία ή περισσότερες ΕΑΤ· [Τροπολογία 5]

11)   «εκκαθαριστικό μέλος»: επιχείρηση η οποία συμμετέχει σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και ευθύνεται για την εκπλήρωση των οικονομικών υποχρεώσεων που απορρέουν από τη συμμετοχή αυτή·

12)   «πελάτης»: επιχείρηση με άμεση ή έμμεση συμβατική σχέση με εκκαθαριστικό μέλος κεντρικού αντισυμβαλλομένου ή με μία από τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις του , η οποία δίνει τη δυνατότητα στην εν λόγω επιχείρηση να εκκαθαρίζει συναλλαγές μέσω της χρήσης του σχετικού κεντρικού αντισυμβαλλομένου από αυτό το εκκαθαριστικό μέλος ·

13)   «ειδική συμμετοχή»: άμεση ή έμμεση συμμετοχή σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο ή αρχείο καταγραφής συναλλαγών η οποία αντιπροσωπεύει το 10 % τουλάχιστον του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου, όπως αναφέρεται στα άρθρα 9 και 10 της οδηγίας 2004/109/ΕΚ, λαμβανομένων υπόψη των όρων για την άθροισή τους που προβλέπονται στο άρθρο 12 παράγραφοι 4 και 5 της εν λόγω οδηγίας, ή η οποία επιτρέπει την άσκηση σημαντικής επιρροής στη διαχείριση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου ή του αρχείου καταγραφής συναλλαγών όπου υφίσταται η εν λόγω συμμετοχή·

14)   «μητρική επιχείρηση»: η μητρική επιχείρηση κατά την έννοια των άρθρων 1 και 2 της έβδομης οδηγίας 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου βασιζόμενη στο άρθρο 54 παράγραφος 3 στοιχείο ζ) της συνθήκης για τους ενοποιημένους λογαριασμούς (22)·

15)   «θυγατρική επιχείρηση»: η θυγατρική επιχείρηση κατά την έννοια των άρθρων 1 και 2 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ, περιλαμβανομένης κάθε θυγατρικής μιας θυγατρικής επιχείρησης της μητρικής επιχείρησης που είναι επικεφαλής των επιχειρήσεων αυτών·

16)   «έλεγχος»: ο έλεγχος κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ·

17)   «στενοί δεσμοί»: κατάσταση στην οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα συνδέονται με:

Κατάσταση στην οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα συνδέονται μόνιμα με ένα και το αυτό πρόσωπο με σχέση ελέγχου θεωρείται επίσης ότι συνιστά στενό δεσμό μεταξύ αυτών των προσώπων·

18)   «κεφάλαιο»: το κεφάλαιο κατά την έννοια του άρθρου 22 της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ, της 8ης Δεκεμβρίου 1986, για τους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς των τραπεζών και λοιπών άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, εφόσον έχει καταβληθεί, προσαυξημένο κατά τη διαφορά από την έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο, απορροφά πλήρως τις ζημίες σε συνθήκες δρώσας οικονομίας, και σε περίπτωση πτώχευσης ή εκκαθάρισης ιεραρχείται μετά από όλες τις άλλες αξιώσεις·

19)   «αποθεματικά»: τα αποθεματικά κατά την έννοια του άρθρου 9 της οδηγίας 78/660/EOK του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1978, που βασίζεται στο άρθρο 54 παράγραφος 3 περίπτωση ζ) της συνθήκης περί των ετησίων λογαριασμών εταιρειών ορισμένων μορφών (23) και τα αποτελέσματα του προηγούμενου έτους που μεταφέρονται μέσω της διάθεσης του τελικού αποτελέσματος·

20)   «συμβούλιο»: το διοικητικό ή το εποπτικό συμβούλιο, ή και τα δύο, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο των εταιρειών·

21)   «ανεξάρτητο μέλος του συμβουλίου»: μέλος του συμβουλίου το οποίο δεν έχει προηγούμενη ή τρέχουσα επαγγελματική, οικογενειακή ή άλλη σχέση που δημιουργεί σύγκρουση συμφερόντων με τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, τον ή τους μετόχους που ασκούν τον έλεγχο ή τη διοίκησή του ή τα εκκαθαριστικά μέλη του ή τη διοίκησή τους·

22)   «ανώτατα διοικητικά στελέχη»: το ή τα πρόσωπα τα οποία όντως διευθύνουν τις δραστηριότητες του κεντρικού αντισυμβαλλομένου και το ή τα εκτελεστικά μέλη του συμβουλίου·

22α)     «αντισυμβαλλόμενοι τρίτης χώρας που διενεργούν εκκαθάριση» :

επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε τρίτη χώρα, οι οποίες θεωρούνται ισοδύναμες με τους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους ή με τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2· τούτο ισχύει σε περίπτωση που η εν λόγω εγκατεστημένη σε τρίτη χώρα επιχείρηση θα χαρακτηριζόταν ως χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος ή ως μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 2·

22β)     «διαχωρισμός» :

το γεγονός ότι τουλάχιστον τα περιουσιακά στοιχεία και οι θέσεις ενός προσώπου δεν χρησιμοποιούνται για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων ή των αξιώσεων έναντι οποιουδήποτε άλλου προσώπου, πρόθεση του οποίου είναι ο διαχωρισμός του, και δεν διατίθενται γι’ αυτούς τους σκοπούς, ιδίως σε περίπτωση αφερεγγυότητας εκκαθαριστικού μέλους·

22γ)     «συμπίεση διαπραγμάτευσης» : η διαδικασία νόμιμης υποκατάστασης ενός συγκεκριμένου συνόλου συμβάσεων παραγώγων με ένα διαφορετικό σύνολο συμβάσεων οι οποίες χαρακτηρίζονται, από την άποψη κάθε συμμετέχοντα στη διαδικασία, από:

22δ)     «ανάληψη συντονισμένων ενεργειών» :

η συντονισμένη άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου όπως ορίζεται στο άρθρο 10 στοιχείο α) της οδηγίας 2004/109/ΕΚ.

2.     Για την εξασφάλιση της συνεκτικής εφαρμογής του σημείου 22α της παραγράφου 1, η ΕΑΚΑΑ αναπτύσσει σχέδιο κανονιστικών προτύπων που θα καθορίζουν με περισσότερες λεπτομέρειες τα κριτήρια που πρέπει να χρησιμοποιούνται στην ταξινόμηση των επιχειρήσεων τρίτων χωρών ως αντισυμβαλλομένων τρίτης χώρας που διενεργούν εκκαθάριση.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή σχέδιο των εν λόγω κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

Τίτλος II

Εκκαθάριση, αναφορά και μείωση του κινδύνου των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων

Άρθρο 3

Υποχρεώσεις εκκαθάρισης

1.   Οι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι ή οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 προβαίνουν σε εκκαθάριση συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, που θεωρούνται επιλέξιμα βάσει του άρθρου 4 και συνάπτονται με άλλους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους ή με τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλόμενους που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 , στους σχετικούς κεντρικούς αντισυμβαλλομένους οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 4.

Η εν λόγω υποχρέωση εκκαθάρισης ισχύει επίσης για τους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους και τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, οι οποίοι συνάπτουν επιλέξιμες συμβάσεις παραγώγων με αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών που διενεργούν εκκαθάριση .

Οι συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που συνάπτονται πριν από την ημερομηνία από την οποία η υποχρέωση εκκαθάριση παράγει αποτελέσματα για την εν λόγω κατηγορία παραγώγων εξαιρούνται από την υποχρέωση εκκαθάρισης.

Η υποχρέωση εκκαθάρισης εφαρμόζεται σε όλες τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που, μετά τη δημοσίευση της απόφασης της ΕΑΚΑΑ δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 2 στοιχείο α, ταξινομούνται ως παράγωγα επιλέξιμα για την υποχρέωση εκκαθάρισης.

1α.     Δεν υφίσταται υποχρέωση εκκαθάρισης στην περίπτωση συμβάσεων παραγώγων μεταξύ θυγατρικών επιχειρήσεων της ίδιας μητρικής επιχείρησης ή μεταξύ μιας μητρικής και μιας θυγατρικής επιχείρησης. Για τους σκοπούς της παρούσας διάταξης, ως «μητρικές επιχειρήσεις» και ως «θυγατρικές επιχειρήσεις» νοούνται οι επιχειρήσεις που ορίζονται έτσι με βάση τις σχετικές νομικές διατάξεις της Ένωσης. Η παρούσα εξαίρεση δεν επηρεάζει την υποχρέωση αναφοράς σύμφωνα με το άρθρο 6 ούτε τις υποχρεώσεις σε σχέση με τις τεχνικές περιορισμού του κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 8.

Οι εξαιρέσεις εφαρμόζονται μόνο σε περίπτωση που η μητρική εταιρεία έχει κοινοποιήσει προηγουμένως εγγράφως στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους της, ότι προτίθεται να χρησιμοποιήσει την εξαίρεση. Η κοινοποίηση πραγματοποιείται τουλάχιστον τριάντα ημερολογιακές ημέρες πριν από τη χρήση της εξαίρεσης. Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι η εξαίρεση χρησιμοποιείται μόνο για συμβάσεις παραγώγων οι οποίες πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι συμβάσεις παραγώγων μεταξύ θυγατρικών επιχειρήσεων της ίδιας μητρικής εταιρείας ή μεταξύ μιας μητρικής εταιρείας και μιας θυγατρικής επιχείρησης δικαιολογούνται για οικονομικούς λόγους,

β)

η χρήση της εξαίρεσης δεν αυξάνει τον συστημικό κίνδυνο του χρηματοπιστωτικού συστήματος,

γ)

δεν υφίστανται νομικοί περιορισμοί στις ροές κεφαλαίων μεταξύ των θυγατρικών επιχειρήσεων της ίδιας μητρικής εταιρείας ή μεταξύ της μητρικής εταιρείας και της θυγατρικής επιχείρησης.

2.   Προκειμένου να συμμορφωθούν με την υποχρέωση εκκαθάρισης βάσει της παραγράφου 1, οι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι και οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 είτε καθίστανται ▐ εκκαθαριστικά μέλη είτε εκκαθαρίζουν τις συναλλαγές τους στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο μέσω επενδυτικής επιχείρησης ή πιστωτικού ιδρύματος βάσει των απαιτήσεων της οδηγίας 2004/39/ΕΚ .

Άρθρο 4

Επιλεξιμότητα για την υποχρέωση εκκαθάρισης

1.   Εφόσον μια αρμόδια αρχή έχει χορηγήσει άδεια σε έναν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο προκειμένου να εκκαθαρίζει μια κατηγορία παραγώγων βάσει του άρθρου 10 ή 11, κοινοποιεί αμέσως στην ΕΑΚΑΑ την εν λόγω άδεια και ζητεί την έκδοση απόφασης σχετικά με την επιλεξιμότητα για την υποχρέωση εκκαθάρισης που αναφέρεται στο άρθρο 3.

1a.     Αν ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα έχει αναγνωριστεί με βάση το άρθρο 23, η αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας κοινοποιεί στην ΕΑΚΑΑ, κατ’ εφαρμογή των ρυθμίσεων συνεργασίας που προβλέπονται στο άρθρο 23 παράγραφος 4, τις κατηγορίες συμβάσεων παραγώγων για τις οποίες χορηγήθηκε στον συγκεκριμένο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο άδεια παροχής υπηρεσιών εκκαθάρισης σε εκκαθαριστικά μέλη ή/και σε πελάτες εγκατεστημένους στην Ένωση.

2.   Αφού λάβει την κοινοποίηση και το αίτημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η ΕΑΚΑΑ απευθύνει στην αιτούσα αρμόδια αρχή, εντός εξαμήνου, απόφαση η οποία αναφέρει τα εξής:

α)

αν αυτή η κατηγορία παραγώγων είναι επιλέξιμη για την υποχρέωση εκκαθάρισης σύμφωνα με το άρθρο 3·

β)

την μελλοντική ημερομηνία από την οποία παράγει αποτελέσματα η υποχρέωση εκκαθάρισης, συμπεριλαμβανομένου του χρονικού πλαισίου στο οποίο οι αντισυμβαλλόμενοι ή οι κατηγορίες αντισυμβαλλομένων υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης. Η ημερομηνία αυτή δεν πρέπει να προηγείται της ημερομηνίας κατά την οποία επιβάλλεται η υποχρέωση εκκαθάρισης·

βα)

αν και με ποιες προϋποθέσεις η υποχρέωση εκκαθάρισης έχει εφαρμογή στην περίπτωση συναλλαγών με πρόσωπα από τρίτες χώρες.

Πριν λάβει απόφαση, η ΕΑΚΑΑ διενεργεί δημόσια διαβούλευση με τους συμμετέχοντες στην αγορά και με άλλους παράγοντες, πραγματογνώμονες ή ενδιαφερόμενους για το θέμα, και έρχεται σε επαφή με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών. Περίληψη αυτής της διαβούλευσης δημοσιεύεται σε διάστημα ενός μηνός, ενώ, κατόπιν αιτήματος, παρέχονται πρόσθετες πληροφορίες για τις δημόσιες διαβουλεύσεις, καθώς και για άλλες διαβουλεύσεις. (Τροπολογία 21)

2α.     Η ΕΑΚΑΑ, με δική της πρωτοβουλία, σύμφωνα μα τα κριτήρια που προβλέπονται στην παράγραφο 3 και μετά από δημόσια διαβούλευση και διαβούλευση με το ΕΣΣΚ, και, όπου είναι σκόπιμο, με τις αρχές εποπτείας τρίτων χωρών, εντοπίζει και κοινοποιεί στην Επιτροπή τις κατηγορίες συμβάσεων παραγώγων οι οποίες θα πρέπει να θεωρούνται επιλέξιμες για την υποχρέωση εκκαθάρισης, αλλά για τις οποίες δεν έχει ακόμη λάβει άδεια κανένας κεντρικό αντισυμβαλλόμενος.

Αφού εντοπίσει μια τέτοια κατηγορία συμβάσεων παραγώγων, η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει πρόσκληση για την ανάπτυξη προτάσεων για την εκκαθάριση της εν λόγω κατηγορίας συμβάσεων παραγώγων.

3.   Η ΕΑΚΑΑ βασίζει την απόφασή της στα ακόλουθα κριτήρια:

α)

μείωση του συστημικού κινδύνου στο χρηματοπιστωτικό σύστημα , συμπεριλαμβανομένων του ενδεχομένου αθέτησης των υποχρεώσεων πληρωμής από διασυνδεδεμένους σε υψηλό βαθμό αντισυμβαλλομένους και της έλλειψης διαφάνειας όσον αφορά θέσεις·

β)

ρευστότητα των συμβάσεων·

γ)

τη διαθεσιμότητα δίκαιων, αξιόπιστων και γενικά αποδεκτών πηγών διαμόρφωσης των τιμών.

Κατά την εφαρμογή των ανωτέρω, η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει επίσης υπόψη τη διεθνή συναίνεση.

Πριν λάβει απόφαση, η ΕΑΚΑΑ διενεργεί δημόσια διαβούλευση και, εάν χρειάζεται, διαβουλεύεται με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών.

4.   Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει πάραυτα σε μητρώο κάθε απόφαση βάσει της παραγράφου 2. Το μητρώο αυτό περιέχει τις επιλέξιμες κατηγορίες παραγώγων και τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που διαθέτουν άδεια για την εκκαθάρισή τους. Η ΕΑΚΑΑ ενημερώνει τακτικά το εν λόγω μητρώο.

Η ΕΑΚΑΑ επανεξετάζει τακτικά τις αποφάσεις της και, ενδεχομένως, τις τροποποιεί.

5.   Η ΕΑΚΑΑ, με δική της πρωτοβουλία και σε διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ), εντοπίζει και κοινοποιεί στην Επιτροπή την κατηγορία συμβάσεων παραγώγων οι οποίες θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στο εν λόγω δημόσιο μητρώο και να είναι επιλέξιμες για την υποχρέωση εκκαθάρισης , αλλά για τις οποίες δεν έχει ακόμη λάβει άδεια κανένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος. Αφού εντοπίσει αυτήν την κατηγορία παραγώγων, η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει πρόσκληση ανάπτυξης προτάσεων από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους για την εκκαθάρισή τους και δημοσιεύει κατάλογο για τον οποίο έχει προκηρυχθεί πρόσκληση.

5α.     Μια κατηγορία παραγώγων παύει να θεωρείται επιλέξιμη για την υποχρέωση εκκαθάρισης, αν δεν υπάρχει πλέον κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ο οποίος να έχει λάβει άδεια ή να είναι αναγνωρισμένος από την ΕΑΚΑΑ ως κάτοχος άδειας εκκαθάρισης των παραγώγων βάσει του παρόντος κανονισμού, ή αν κανένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος προτίθεται να εκκαθαρίσει τη συγκεκριμένη κατηγορία παραγώγων.

6.    Για την εξασφάλιση της συνεκτικής εφαρμογής του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων που να διευκρινίζουν τα εξής:

α)

τις λεπτομερείς πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στην κοινοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1·

β)

τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 3·

γ)

τις λεπτομερείς πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στο μητρώο που αναφέρεται στην παράγραφο 4.

Οι λεπτομερείς πληροφορίες της παραγράφου 4 επιτρέπουν τουλάχιστον να επισημαίνεται ορθά και αδιαμφισβήτητα η κατηγορία παραγώγων που υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή σχέδιο των εν λόγω κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Πριν λάβει απόφαση βάσει της παραγράφου 1, η ΕΑΚΑΑ διενεργεί δημόσια διαβούλευση με τους συμμετέχοντες στην αγορά . [Τροπολογία 20]

Άρθρο 4α

Για την προώθηση της αποτελεσματικής και συνεπούς καθολικής ρύθμισης των συμβάσεων παραγώγων, η Επιτροπή μπορεί να υποβάλει στο Συμβούλιο προτάσεις για να της δοθεί κατάλληλη διαπραγματευτική εντολή προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία σχετικά με τη θέσπιση αποτελεσματικής ισοδύναμης νομοθεσίας με εφαρμογή σε συναλλαγές οι οποίες εκτελούνται σε τρίτη χώρα από χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους και μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που αναφέρονται στο άρθρο 7.

Άρθρο 4β

Δημόσιο μητρώο

1.     Για τον σκοπό της υποχρέωσης εκκαθάρισης, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει και διαχειρίζεται δημόσιο μητρώο. Το μητρώο είναι διαθέσιμο στο κοινό μέσω της ιστοθέσης της ΕΑΚΑΑ.

2.     Το μητρώο αναφέρει τουλάχιστον:

α)

τις κατηγορίες συμβάσεων παραγώγων που υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης σύμφωνα με το άρθρο 3·

β)

τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον σκοπό της υποχρέωσης εκκαθάρισης·

γ)

τις ημερομηνίες από τις οποίες η υποχρέωση εκκαθάρισης παράγει αποτελέσματα, συμπεριλαμβανομένης τυχόν σταδιακής εφαρμογής·

δ)

τις κατηγορίες παραγώγων που έχει επισημάνει η ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 5.

3.     Σε περίπτωση που μια αρμόδια αρχή, ή η σχετική αρμόδια αρχή τρίτης χώρας, έχει αποσύρει την άδεια εκκαθάρισης μίας συγκεκριμένης κατηγορίας συμβάσεων παραγώγων, η ΕΑΚΑΑ διαγράφει αμέσως τον εν λόγω κεντρικό αντισυμβαλλόμενο από το μητρώο όσον αφορά τη συγκεκριμένη κατηγορία παραγώγων.

4.     Η ΕΑΚΑΑ ενημερώνει τακτικά το μητρώο.

5.     Προκειμένου να διασφαλισθούν ενιαίες προϋποθέσεις εφαρμογής του εν λόγω άρθρου, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να καταρτίσει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό των λεπτομερειών οι οποίες πρέπει να περιλαμβάνονται στο δημόσιο μητρώο που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή σχέδιο των εν λόγω κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

Άρθρο 5

Πρόσβαση σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους

1.    Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια να εκκαθαρίζουν επιλέξιμες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων δέχονται να εκκαθαρίζουν τις εν λόγω συμβάσεις με διαφάνεια και δικαιοσύνη, χωρίς διακρίσεις, ανεξαρτήτως από τους τόπους εκτέλεσης και με βάση, κατά το δυνατόν, διεθνή ανοικτά βιομηχανικά πρότυπα, στον βαθμό που τούτο δεν επηρεάζει αρνητικά τον μετριασμό του κινδύνου . Προκειμένου να αποφευχθούν πρακτικές που συνεπάγονται διακρίσεις, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει να δέχονται να εκκαθαρίζουν συναλλαγές που εκτελούνται σε διαφορετικούς τόπους, στον βαθμό που οι εν λόγω τόποι συμμορφώνονται προς τις επιχειρησιακές, τεχνικές και νομικές απαιτήσεις που έχει καθορίσει ή στις οποίες υπόκειται ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, καθώς επίσης προς τις απαιτήσεις του σε σχέση με την πρόσβαση και τη διαχείριση κινδύνου, χωρίς να γίνεται αναφορά στα συμβατικά έγγραφα με βάση τα οποία τα συμβαλλόμενα μέρη πραγματοποίησαν τη σχετική συναλλαγή σε εξωχρηματιστηριακά παράγωγα.

1α.     Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος πρέπει να δίνει σαφή αρνητική ή θετική απάντηση στον τόπο διαπραγμάτευσης που ζητεί άδεια να εκκαθαρίσει μια σύμβαση παραγώγων μέσα σε τρεις μήνες από τη διεκπεραίωση της αίτησης του τόπου διαπραγμάτευσης.

Σε περίπτωση άρνησης κεντρικού αντισυμβαλλομένου να εκκαθαρίσει μια σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων από έναν τόπο διαπραγμάτευσης, ο συγκεκριμένος τόπος λαμβάνει πλήρως τεκμηριωμένη εξήγηση για την άρνηση αυτή.

Μετά την απόρριψη μιας αίτησης, ο τόπος διαπραγμάτευσης μπορεί να υποβάλει νέο αίτημα πρόσβασης μετά από ελάχιστη περίοδο αναμονής τριών μηνών.

Σε περίπτωση διαφωνίας, η ΕΑΚΑΑ επιλύει τυχόν διαφορές μεταξύ των αρμόδιων αρχών σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) 1095/2010.

1β.     Για το σκοπό της υποβολής εκθέσεων προς την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 68, η ΕΑΚΑΑ παρακολουθεί την πρόσβαση στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, και τις συνέπειες που έχουν για την ανταγωνιστικότητα ορισμένες πρακτικές, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης πρακτικών αποκλειστικής αδειοδότησης.

Άρθρο 6

Υποχρεώσεις αναφοράς

1.    Όλες οι συμβάσεις παραγώγων πρέπει να αναφέρονται σε αρχείο καταγραφής συναλλαγών που έχει εγγραφεί σύμφωνα με το άρθρο 51. Οι αντισυμβαλλόμενοι αναφέρουν λεπτομερείς πληροφορίες για κάθε σύμβαση ▐ παραγώγων την οποία έχουν συνάψει και κάθε ουσιαστική τροποποίηση, αντικατάσταση ή λήξη της σύμβασης. Οι πληροφορίες υποβάλλονται το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα από τη σύναψη, την τροποποίηση, την αντικατάσταση ή τη λήξη της σύμβασης, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που προβλέπονται στις πράξεις βάσει της παραγράφου 5. Η συμφωνημένη λήξη σύμβασης ή ολοκλήρωση συναλλαγής –σε αντίθεση με την πρόωρη λήξη της- δεν θεωρείται τροποποίηση. Οι πληροφορίες για συναλλαγές με παράγωγα υποβάλλονται το αργότερο μία εργάσιμη ημέρα από την πραγματοποίησης της συναλλαγής ή μετά από μεταγενέστερη τροποποίηση της σύμβασης. Μία «εργάσιμη ημέρα» για το συγκεκριμένο σκοπό σημαίνει μια ημέρα που είναι εργάσιμη και για τους δύο συμβαλλόμενους και, στην περίπτωση σύμβασης υποκείμενης σε εκκαθάριση από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, για τον συγκεκριμένο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο. Πρέπει επίσης να τηρούν για περίοδο πέντε ετών αρχεία με όλες τις πληροφορίες που χρειάστηκε να αναφέρουν.

Για την αναφορά που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο εξουσιοδοτούνται τρίτα μέρη, για λογαριασμό των αρχικών αντισυμβαλλομένων, υπό την προϋπόθεση ότι εξασφαλίζεται πως δεν γίνεται διπλή υποβολή λεπτομερών πληροφοριών της σύμβασης.

Οι υποχρεώσεις αναφοράς που αναφέρονται στο εδάφιο 1 εκπληρώνονται από τους κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους κατά την εκκαθάριση συμβάσεων παραγώγων που υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης. Όταν οι συμβάσεις παραγώγων υπόκεινται σε διαδικασία συμπίεσης συναλλαγών (trade compression), οι υποχρεώσεις αναφοράς που αναφέρονται στο εδάφιο 1 εκπληρώνονται από τον φορέα παροχής της υπηρεσίας συμπίεσης συναλλαγών.

Η ΕΑΚΑΑ εξουσιοδοτείται να εξετάζει αν μπορεί να επιβληθεί αναδρομική υποχρέωση αναφοράς για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, σε περίπτωση που οι σχετικές πληροφορίες είναι απαραίτητες για τις αρχές εποπτείας. Η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια στη λήψη της απόφασής της.

α)

τεχνικές απαιτήσεις για την υποβολή αναφοράς (ιδιαίτερα το αν οι συναλλαγές έχουν καταγραφεί ηλεκτρονικά)·

β)

εναπομένουσα διάρκεια εκκρεμών συναλλαγών.

Πριν λάβει απόφαση, η ΕΑΚΑΑ διενεργεί δημόσια διαβούλευση με τους συμμετέχοντες στην αγορά. [Τροπολογίες 14 και 15]

2.    Κάθε υποβολή στοιχείων πρέπει να γίνεται, στο μέτρο του δυνατού, με βάση τις διεθνείς ανοικτές προδιαγραφές του κλάδου.

3.   Αντισυμβαλλόμενος ο οποίος υπόκειται στην υποχρέωση αναφοράς δύναται να αναθέσει κατ’ εξουσιοδότηση στον έτερο αντισυμβαλλόμενο ή σε τρίτο μέρος την αναφορά των λεπτομερών πληροφοριών σχετικά με τη σύμβαση ▐ παραγώγων.

Αντισυμβαλλόμενος ο οποίος αναφέρει όλες τις λεπτομερείς πληροφορίες μιας σύμβασης σε αρχείο καταγραφής συναλλαγών, για λογαριασμό άλλου αντισυμβαλλομένου, δεν θεωρείται ότι διαπράττει παράβαση τυχόν περιορισμού κοινολόγησης πληροφοριών, που επιβάλλεται από την εν λόγω σύμβαση ή από νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη.

Ούτε η αναφέρουσα οντότητα, ούτε τα διευθυντικά στελέχη της, ούτε οι εργαζόμενοι σε αυτήν ή άλλα πρόσωπα που ενεργούν για λογαριασμό της βαρύνονται με ευθύνη απορρέουσα από την κοινολόγηση αυτή.

4.    Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή αυτού του άρθρου, η ΕΑΚΑΑ, σε διαβούλευση με την ΕΑΤ, το ΕΣΚΤ και το ΕΣΣΚ, αναπτύσσει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα προκειμένου να προσδιορίσει ▐ τις λεπτομέρειες και τον τύπο της αναφοράς που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 , για τις διάφορες κατηγορίες, ομάδες ή τύπους παραγώγων, και για τυχόν αναδρομικές επιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων των τρόπων αναδρομικής υποβολής και αναφοράς ηλεκτρονικά καταγεγραμμένων συναλλαγών για όλα τα παράγωγα, καθώς επίσης τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις για την αναδρομική αναφορά εκκρεμών συμβάσεων παραγώγων που είχαν συναφθεί πριν τεθεί σε ισχύ ο παρών κανονισμός.

Υποβάλλονται τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

κατάλληλη επισήμανση των μερών της σύμβασης και, εάν είναι διαφορετικός, του δικαιούχου των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από τη σύμβαση·

β)

τα κυριότερα χαρακτηριστικά της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένου του είδους, του υποκειμένου, της ληκτότητας , της εκτέλεσης, της ημερομηνίας παράδοσης, των στοιχείων για τις τιμές και της θεωρητικής αξίας ·

βα)

για τα παράγωγα που δεν συμμορφώνονται προς ένα τυπικό μορφότυπο, προβλέπεται εικονικό μορφότυπο που θα επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να εντοπίζουν την ύπαρξη τέτοιων συναλλαγών και να λαμβάνουν τυχόν αναγκαία κανονιστικά μέτρα·

ββ)

μοναδικός αναγνωριστικός κωδικός σύμβασης.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή σχέδιο των εν λόγω κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Όταν τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων αφορούν ενεργειακά προϊόντα χονδρικής κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στην ενεργειακή αγορά  (24)  (25) , η ΕΑΚΑΑ συμβουλεύεται τον Οργανισμό Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER).

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

4α.     Για την κατάρτιση των τεχνικών προτύπων, η ΕΑΚΑΑ έχει μεταξύ άλλων ως γνώμονα τον κατάλογο των στοιχείων προς αναφορά που περιλαμβάνεται στον πίνακα Ι του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΚ) 1287/2006 της Επιτροπής για την εφαρμογή της οδηγίας 2004/39/ΕΚ.

5.   Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι εφαρμογής των παραγράφων 1 και 2, η ΕΑΚΑΑ , σε συντονισμό με την ΕΑΤ, την ΕΑΑΕΣ και το ΕΣΣΚ, καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον προσδιορισμό του μορφότυπου και της συχνότητας υποβολής των αναφορών που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 για τις διάφορες κατηγορίες παραγώγων.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων ▐ στην Επιτροπή έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Όταν τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων αφορούν ενεργειακά προϊόντα χονδρικής κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2011 για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στην ενεργειακή αγορά  (26) , η ΕΑΚΑΑ συμβουλεύεται τον Οργανισμό Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER).

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει σχέδια εκτελεστικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 7

Μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι

1.   Ο μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος υπόκειται στην υποχρέωση αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1.

2.   Σε περίπτωση που ένας μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος λαμβάνει θέσεις σε συμβάσεις παραγώγων τέτοιες ώστε η κινητή μέση θέση σε 50 ημέρες να υπερβαίνει το κατώφλι που πρόκειται να καθοριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο β), υπόκειται στην υποχρέωση εκκαθάρισης που αναφέρεται στο άρθρο 3 ▐.

H υποχρέωση εκκαθάρισης διατηρείται για όσο χρονικό διάστημα οι καθαρές θέσεις και τα ανοίγματα του μη χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου σε συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων υπερβαίνουν το κατώφλι εκκαθάρισης και λήγει μόλις αυτές οι καθαρές θέσεις και ανοίγματα πέσουν κάτω από το κατώφλι εκκαθάρισης για ορισμένο χρονικό διάστημα .

Η αρμόδια αρχή που έχει οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 48 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ διασφαλίζει την τήρηση της υποχρέωσης που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο.

Η εκτέλεση της υποχρέωσης εκκαθάρισης που αναφέρεται στο εδάφιο 1 ολοκληρώνεται μέσα σε έξι μήνες.

2α.     Κατά τον υπολογισμό των θέσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2, δεν λαμβάνονται υπόψη οι συναπτόμενες από μη χρηματοοικονομικό αντισυμβαλλόμενο συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων οι οποίες είναι αντικειμενικά μετρήσιμες ως άμεσα συνδεόμενες με την αντιστάθμιση εμπορικής δραστηριότητας ή δραστηριοτήτων χρηματοδότησης διαθεσίμων του εν λόγω αντισυμβαλλομένου.

3.    Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ, μετά από διαβούλευση με το ΕΣΣΚ και άλλες αρμόδιες αρχές, καταρτίζει σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων που διευκρινίζουν:

β)

το κατώφλι εκκαθάρισης·

βα)

κριτήρια για να καθορίζεται ποιες συμβάσεις παραγώγων είναι αντικειμενικά μετρήσιμες ως άμεσα συνδεόμενες με την εμπορική δραστηριότητα ή τη δραστηριότητα χρηματοδότησης της επιχείρησης·

Τα κατώφλια αυτά καθορίζονται λαμβανομένης υπόψη της συστημικής σημασίας του αθροίσματος των καθαρών θέσεων και ανοιγμάτων ανά αντισυμβαλλόμενο και ανά κατηγορία παραγώγων.

Η ΕΑΚΑΑ, σε διαβούλευση με την ΕΑΤ, το ΕΣΣΚ, άλλες αρμόδιες αρχές,, υποβάλλει στην Επιτροπή αυτά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012 .

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

Στο πλαίσιο της προετοιμασίας για τον καθορισμό του κατωφλίου εκκαθάρισης και των κριτηρίων βάσει των οποίων εξακριβώνεται ποιες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων είναι αντικειμενικά μετρήσιμες ως άμεσα συνδεόμενες με την εμπορική δραστηριότητα ή τη χρηματοδότηση της επιχείρησης, η ΕΑΚΑΑ πραγματοποιεί δημόσιες διαβουλεύσεις και παρέχει στους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλόμενους τη δυνατότητα να εκφράσουν τις απόψεις τους.

5.   Η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με τις ΕΕΑ και τις λοιπές αρμόδιες αρχές, επανεξετάζει κατά περιόδους τα κατώφλια που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 και, ενδεχομένως, τα τροποποιεί.

Άρθρο 8

Τεχνικές μείωσης κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο

1.   Οι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι ή οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2, οι οποίοι συνάπτουν σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζεται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, μεριμνούν για τη δέουσα επιμέλεια ώστε να υπάρχουν οι ενδεδειγμένες διαδικασίες και ρυθμίσεις προληπτικής εποπτείας για τη μέτρηση, την παρακολούθηση και τη μείωση του λειτουργικού κινδύνου, του κινδύνου αγοράς και του πιστωτικού κινδύνου, οι οποίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

α)

επαρκή ηλεκτρονικά μέσα που διασφαλίζουν την έγκαιρη επιβεβαίωση των όρων της σύμβασης εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

β)

τυποποιημένες διαδικασίες που είναι άρτιες, ανθεκτικές και ελέγξιμες ▐ για τη συμφωνία χαρτοφυλακίων, για τη διαχείριση του συναφούς κινδύνου και για τον έγκαιρο εντοπισμό των διαφορών μεταξύ των μερών και την επίλυσή τους, καθώς και για την παρακολούθηση της αξίας των ανεξόφλητων συμβάσεων.

Για τους σκοπούς του στοιχείου β), η αξία των ανεξόφλητων συμβάσεων υπόκειται σε καθημερινή αποτίμηση και οι διαδικασίες διαχείρισης κινδύνου προβλέπουν την έγκαιρη, επακριβή και κατάλληλα διαχωρισμένη ανταλλαγή παροχής ασφάλειας ή κεφαλαιακή στήριξη ανάλογη του κινδύνου, σε συμφωνία με τις ισχύουσες κανονιστικές κεφαλαιακές απαιτήσεις για τους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλόμενους .

Οι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι και οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 πρέπει να προσφέρουν στους αντισυμβαλλόμενους την επιλογή διαχωρισμού των αρχικών περιθωρίων ασφαλείας κατά την έναρξη της σύμβασης.

Η ΕΑΚΑΑ παρακολουθεί τακτικά τη δραστηριότητα σε παράγωγα που δεν είναι επιλέξιμα για εκκαθάριση, προκειμένου να εντοπίζει περιπτώσεις όπου μια συγκεκριμένη κατηγορία συμβάσεων μπορεί να ενέχει συστημικό κίνδυνο. Η ΕΑΚΑΑ, κατόπιν διαβούλευσης με το ΕΣΣΚ, προβαίνει σε ενέργειες για να αποτρέψει την περαιτέρω συσσώρευση συμβάσεων σε αυτήν την κατηγορία.

Η αρμόδια αρχή και η ΕΑΚΑΑ διασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες και ρυθμίσεις προληπτικής εποπτείας αποσκοπούν στην αποφυγή καταχρηστικής επιλογής του ευνοϊκότερου καθεστώτος εποπτείας μεταξύ εκκαθαρισθεισών και μη εκκαθαρισθεισών συναλλαγών παραγώγων και ότι αντικατοπτρίζουν τις μεταφορές κινδύνου που προκύπτουν από συμβάσεις παραγώγων.

Η ΕΑΚΑΑ και οι αρμόδιες αρχές αναθεωρούν τα πρότυπα περιθωρίων ασφαλείας προκειμένου να αποφεύγεται η καταχρηστική επιλογή του ευνοϊκότερου καθεστώτος εποπτείας, σύμφωνα με το άρθρο 37.

1β.     Για τις επενδύσεις συνταξιοδοτικών προγραμμάτων στο πλαίσιο της οδηγίας 2003/41/ΕΚ ή ενός συστήματος όπου το δίκαιο των κρατών μελών αναγνωρίζει το πρόγραμμα για συνταξιοδοτικό προγραμματισμό, ένα ελαστικό διμερές επίπεδο εξασφάλισης του κινδύνου των παραγώγων που χρησιμοποιούνται για τον μετριασμό του κινδύνου μπορεί να λαμβάνει υπόψη την πιστοληπτική ικανότητα του αντισυμβαλλομένου. Οι κεφαλαιακές απαιτήσεις σε ρυθμίσεις προληπτικής εποπτείας πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τις αντίστοιχες απαιτήσεις των συμβάσεων που εκκαθαρίζονται μέσω κεντρικών αντισυμβαλλομένων.

2.    Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑ αναπτύσσει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που να διευκρινίζουν τις κατευθυντήριες γραμμές για κατάλληλες διαδικασίες και ρυθμίσεις προληπτικής εποπτείας και πρότυπα περιθωρίων ασφαλείας που αναφέρονται στην παράγραφο 1, καθώς και το μέγιστο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της σύναψης σύμβασης εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και της επιβεβαίωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α).

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή σχέδιο των εν λόγω κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

3.    Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων που να διευκρινίζουν τις ρυθμίσεις και τα επίπεδα παροχής ασφάλειας και κεφαλαίου που απαιτούνται για τη συμμόρφωση με την παράγραφο 1 στοιχείο β) και την παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο.

Οι ΕΑΤ υποβάλλουν από κοινού στην Επιτροπή τα εν λόγω σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων, σε μορφή κοινού σχεδίου, έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Ανάλογα με τη νομική φύση του αντισυμβαλλομένου, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα είτε με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 ή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

Άρθρο 9

Κυρώσεις

1.   Τα κράτη μέλη –λαμβάνοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 8ης Δεκεμβρίου 2010 σχετικά με την ενίσχυση των καθεστώτων επιβολής κυρώσεων στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, και μετά από διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ- θεσπίζουν κανόνες για την επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση παράβασης των κανόνων του παρόντος τίτλου και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζεται η εφαρμογή τους. Οι κυρώσεις αυτές περιλαμβάνουν τουλάχιστον διοικητικά πρόστιμα. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των χρηματοοικονομικών και, ενδεχομένως, των μη χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων να δημοσιοποιούν κάθε κύρωση που έχει επιβληθεί για παραβάσεις των άρθρων 3 έως 8, εκτός εάν η δημοσιοποίηση αυτή ενδέχεται να διαταράξει σοβαρά τις χρηματοπιστωτικές αγορές ή να προκαλέσει δυσανάλογη ζημία στα ενδιαφερόμενα μέρη. Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν τακτικές εκθέσεις αξιολόγησης για την αποτελεσματικότητα των εφαρμοζόμενων κανόνων επιβολής κυρώσεων.

Έως τις 30 Ιουνίου 2012, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τους κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Κοινοποιούν πάραυτα στην Επιτροπή κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.

3.   Η Επιτροπή, με τη συνδρομή της ΕΑΚΑΑ, εξακριβώνουν αν εφαρμόζονται αποτελεσματικά και με συνέπεια οι διοικητικές κυρώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και τα κατώφλια που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2.

3α.     Η παράβαση των κανόνων που ορίζονται στον παρόντα τίτλο δεν επηρεάζει την ισχύ των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων ούτε τη δυνατότητα των συμβαλλομένων να ενισχύουν τους όρους των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Η παράβαση των κανόνων που ορίζονται στον παρόντα τίτλο δεν γεννά δικαίωμα αποζημίωσης από συμβαλλόμενο μέρος σε σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων.

Τίτλος III

Άδεια λειτουργίας και εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων

Κεφάλαιο 1

Όροι και διαδικασίες για την άδεια λειτουργίας κεντρικού αντισυμβαλλομένου

Άρθρο 10

Άδεια λειτουργίας κεντρικού αντισυμβαλλομένου

1.   Σε περίπτωση που κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, ο οποίος είναι νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση και διαθέτει πρόσβαση σε επαρκή ρευστότητα, σκοπεύει να παρέχει τις υπηρεσίες του και να ασκεί τις δραστηριότητές του, υποβάλλει αίτηση για άδεια λειτουργίας στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος.

Η ρευστότητα αυτή μπορεί να προέρχεται από πρόσβαση σε ρευστότητα κεντρικής τράπεζας ή σε ρευστότητα φερέγγυας και αξιόπιστης εμπορικής τράπεζας, ή συνδυασμό και των δύο. Η πρόσβαση σε ρευστότητα μπορεί να απορρέει από άδεια λειτουργίας που χορηγείται σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ ή άλλες κατάλληλες ρυθμίσεις.

2.   Η άδεια λειτουργίας ισχύει για ολόκληρο το έδαφος της Ένωσης.

3.    Η άδεια λειτουργίας χορηγείται στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο μόνο για δραστηριότητες που συνδέονται με την εκκαθάριση και διευκρινίζει τις υπηρεσίες και τις δραστηριότητες τις οποίες επιτρέπεται να παρέχει ή να ασκεί ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, συμπεριλαμβανομένων των κατηγοριών χρηματοπιστωτικών μέσων που καλύπτονται από την άδεια.

4.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος πληροί ανά πάσα στιγμή τους αναγκαίους όρους χορήγησης της αρχικής άδειας λειτουργίας.

Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κοινοποιεί, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στις αρμόδιες αρχές κάθε ουσιαστική μεταβολή στους όρους χορήγησης της αρχικής άδειας λειτουργίας.

5.    Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων που να διευκρινίζουν τα κριτήρια επαρκούς ρευστότητας τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Η ΕΑΤ, σε διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, υποβάλλει στην Επιτροπή αυτά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

Άρθρο 11

Επέκταση δραστηριοτήτων και υπηρεσιών

1.   Κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ο οποίος επιθυμεί να επεκτείνει τις δραστηριότητές του σε πρόσθετες υπηρεσίες ή δραστηριότητες, που δεν καλύπτονται από την αρχική άδεια λειτουργίας, υποβάλλει αίτηση επέκτασης. Η προσφορά υπηρεσιών εκκαθάρισης σε διαφορετικό νόμισμα ή για χρηματοπιστωτικά μέσα που διαφέρουν σημαντικά ως προς τα χαρακτηριστικά κινδύνου από εκείνα για τα οποία έχει ήδη λάβει άδεια ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος θεωρείται επέκταση της άδειας αυτής.

Για την επέκταση της άδειας λειτουργίας ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 13.

2.   Σε περίπτωση που κεντρικός αντισυμβαλλόμενος επιθυμεί να επεκτείνει τις δραστηριότητές σε άλλο κράτος μέλος από εκείνο στο οποίο είναι εγκατεστημένος, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης ειδοποιεί αμέσως την αρμόδια αρχή αυτού του άλλου κράτους μέλους.

Άρθρο 12

Κεφαλαιακές απαιτήσεις

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διαθέτει πάγιο και διαθέσιμο ▐ αρχικό κεφάλαιο ύψους τουλάχιστον 10 εκατ. ευρώ , προκειμένου να λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 10.

2.   Το κεφάλαιο, μαζί με τα αδιανέμητα κέρδη και τα αποθεματικά του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, είναι ανάλογα του μεγέθους και του κινδύνου που απορρέει από τις δραστηριότητες του κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Ε παρκούν, ανά πάσα στιγμή, για τη διασφάλιση εύτακτης εκκαθάρισης ή αναδιάρθρωσης των δραστηριοτήτων, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, όπως και για την επαρκή προστασία του κεντρικού αντισυμβαλλομένου έναντι λειτουργικών και υπολειπόμενων κινδύνων.

3.    Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ αναπτύσσει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που να διευκρινίζουν απαιτήσεις σε σχέση με το κεφάλαιο, τα αδιανέμητα κέρδη και τα αποθεματικά του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 2 , συμπεριλαμβανομένων της συχνότητας ή του χρόνου ενημέρωσής τους.

Η ΕΑΚΑΑ, σε στενή συνεργασία με το ΕΣΚΤ και μετά από διαβούλευση με την ΕΑΤ , υποβάλλει στην Επιτροπή σχέδιο των εν λόγω κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

Άρθρο 13

Διαδικασία χορήγησης και άρνησης άδειας λειτουργίας

1.   Η αρμόδια αρχή χορηγεί άδεια λειτουργίας μόνον εάν έχει πεισθεί πλήρως ότι ο αιτών κεντρικός αντισυμβαλλόμενος πληροί όλες τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και τις απαιτήσεις που εγκρίνονται σύμφωνα με την οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 1998, σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων (27), και με την προϋπόθεση ότι έχει γνωμοδοτήσει θετικά η ΕΑΚΑΑ, όπως αναφέρεται στο άρθρο 15 ▐.

2.    Για την αρχική άδεια λειτουργίας, ο αιτών κεντρικός αντισυμβαλλόμενος παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες ώστε να μπορέσει η αρμόδια αρχή να πεισθεί ότι ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει προβεί, κατά τη στιγμή χορήγησης της αρχικής άδειας λειτουργίας, σε όλες τις αναγκαίες ρυθμίσεις για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει του παρόντος κανονισμού. Η αρμόδια αρχή διαβιβάζει αμέσως όλες τις πληροφορίες που λαμβάνει από τον αιτούντα κεντρικό αντισυμβαλλόμενο στην ΕΑΚΑΑ και το σώμα που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1.

3.    Για την αρχική άδεια λειτουργίας, εντός τεσσάρων μηνών από την υποβολή πλήρους αίτησης, η αρμόδια αρχή ενημερώνει εγγράφως τον αιτούντα κεντρικό αντισυμβαλλόμενο αν έχει χορηγηθεί η άδεια λειτουργίας.

Αν πρόκειται για άδεια λειτουργίας που αφορά επέκταση δραστηριοτήτων και υπηρεσιών, εντός δύο μηνών από την υποβολή πλήρους αίτησης, η αρμόδια αρχή ενημερώνει εγγράφως τον αιτούντα κεντρικό αντισυμβαλλόμενο αν έχει χορηγηθεί η άδεια λειτουργίας.

Άρθρο 14

Συνεργασία

1.   Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου , σε συνεργασία με την ΕΑΚΑΑ, συγκροτεί σώμα ▐ προκειμένου να διευκολυνθεί η άσκηση των καθηκόντων που αναφέρονται στα άρθρα 10, 11, 46 και 48.

Το σώμα προεδρεύεται από την ΕΑΚΑΑ και απαρτίζεται από επτά το πολύ μέλη, στα οποία συμπεριλαμβάνονται η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου και οι αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την επίβλεψη του κεντρικού αντισυμβαλλομένου και τις κεντρικές τράπεζες που εκδίδουν τα σημαντικότερα νομίσματα των χρηματοπιστωτικών μέσων που εκκαθαρίζονται, καθώς επίσης οι αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των εκκαθαριστικών μελών του κεντρικού αντισυμβαλλομένου που είναι εγκατεστημένα στα τρία κράτη μέλη με τις υψηλότερες εισφορές στο κεφάλαιο εκκαθάρισης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 40, επί συνολικής βάσεως.

2.   Το σώμα, υπό την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των αρμοδίων αρχών δυνάμει του παρόντος κανονισμού, διασφαλίζει:

α)

την κατάρτιση της ▐ γνώμης που αναφέρεται στο άρθρο 15·

β)

την ανταλλαγή πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων των αιτημάτων για πληροφορίες βάσει του άρθρου 21·

δ)

τον συντονισμό των προγραμμάτων εποπτικής εξέτασης, βάσει αξιολόγησης κινδύνου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου·

ε)

τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της εποπτείας, με την εξάλειψη της περιττής αλληλεπικάλυψης των εποπτικών απαιτήσεων·

στ)

συνέπεια στην εφαρμογή των εποπτικών πρακτικών·

ζ)

τον καθορισμό διαδικασιών και την κατάρτιση σχεδίων έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 22.

3.   Η συγκρότηση και η λειτουργία του σώματος βασίζεται σε γραπτή συμφωνία μεταξύ όλων των μελών του.

Στη συμφωνία καθορίζονται ειδικότερα οι πρακτικές ρυθμίσεις συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών και της ΕΑΚΑΑ και μπορεί να προσδιορίζονται τα καθήκοντα που πρόκειται να ανατεθούν στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου ή στην ΕΑΚΑΑ .

Αν η πλειοψηφία των μελών του σώματος θεωρεί ότι η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου δεν ασκεί τις αρμοδιότητές του με τρόπο ενδεδειγμένο και ότι τούτο συνιστά απειλή για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα, η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει απόφαση για το αν θεωρεί ότι η εποπτεία που ασκεί η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου είναι ενδεδειγμένη ή αν συνιστά απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

Αν η ΕΑΚΑΑ κρίνει την εποπτεία μη ενδεδειγμένη, μπορεί να επιβάλει διορθωτικά μέτρα στις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 1095/2010.

3α.     Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ αναπτύσσει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα τα οποία καθορίζουν την αξιολόγηση κινδύνου που αναφέρεται στα άρθρα 14 παράγραφος 2 και 15 παράγραφος 1.

Η ΕΑΚΑΑ, σε στενή συνεργασία με το ΕΣΚΤ και σε διαβούλευση με την ΕΑΤ, υποβάλλει στην Επιτροπή αυτά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

Άρθρο 15

Γνώμη του σώματος

1.    Για τους σκοπούς της χορήγησης της αρχικής άδειας λειτουργίας, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διενεργεί αξιολόγηση κινδύνου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου και υποβάλλει έκθεση στην ΕΑΚΑΑ εντός τεσσάρων μηνών από την υποβολή πλήρους αίτησης από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο .

1α.     Για τους σκοπούς της χορήγησης άδειας λειτουργίας για επέκταση δραστηριοτήτων και υπηρεσιών, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διενεργεί αξιολόγηση κινδύνου σχετικά με την επέκταση δραστηριοτήτων και υπηρεσιών του κεντρικού αντισυμβαλλομένου και υποβάλλει έκθεση στο σώμα εντός ενός μηνός.

Το σώμα καταλήγει σε γνώμη, με βάση την εν λόγω έκθεση, για το αν το επίπεδο των κινδύνων επιτρέπει την ασφαλή λειτουργία του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, μέσα σε ένα μήνα από την παραλαβή της.

2.    Μια θετική ή αρνητική γνώμη του σώματος απαιτεί τη συμφωνία της απλής πλειοψηφίας των μελών, συμπεριλαμβανομένης της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, μαζί με την αξιολόγηση της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος. Σε περίπτωση καθυστέρησης ή διαφωνίας, η ΕΑΚΑΑ διευκολύνει την έκδοση ▐ γνώμης σύμφωνα με τις εξουσίες της για επίλυση διαφορών δυνάμει του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 και τη γενική της λειτουργία συντονισμού δυνάμει του άρθρου 21 του ιδίου κανονισμού. ▐

Άρθρο 16

Ανάκληση αδείας

1.   Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης ανακαλεί την άδεια σε οιαδήποτε από τις ακόλουθες περιστάσεις:

α)

σε περίπτωση που ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δεν έχει κάνει χρήση της άδειας λειτουργίας εντός 12 μηνών, παραιτείται ρητώς από αυτήν ή δεν έχει παράσχει υπηρεσίες ούτε έχει ασκήσει δραστηριότητες κατά το προηγούμενο εξάμηνο·

β)

σε περίπτωση που ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος απέκτησε την άδεια λειτουργίας βάσει ψευδών δηλώσεων ή με οιονδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο·

γ)

σε περίπτωση που ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δεν πληροί πλέον τους όρους βάσει των οποίων χορηγήθηκε η άδεια·

δ)

έχει διαπράξει σοβαρές και επανειλημμένες παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

1α.     Η διαδικασία για την απόφαση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας απαιτεί θετική γνώμη του σώματος που αναφέρεται στην αρχική άδεια λειτουργίας, καθώς και θετική γνώμη της ΕΑΚΑΑ.

2.   Η ΕΑΚΑΑ ▐ δύναται, ανά πάσα στιγμή, να ζητήσει από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος να εξετάσει κατά πόσον ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος εξακολουθεί να πληροί τους όρους βάσει των οποίων χορηγείται η άδεια.

3.   Η αρμόδια αρχή δύναται να περιορίσει την ανάκληση σε συγκεκριμένη υπηρεσία, δραστηριότητα ή χρηματοπιστωτικό μέσο. Η απόφαση της ανάκλησης έχει εφαρμογή σε ολόκληρο το έδαφος της Ένωσης.

Άρθρο 17

Επανεξέταση και αξιολόγηση

Οι αρμόδιες αρχές, τουλάχιστον επί ετησίας βάσεως, επανεξετάζουν τις ρυθμίσεις, τις στρατηγικές, τις διαδικασίες και τους μηχανισμούς που εφαρμόζονται από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο όσον αφορά τη συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό, και αξιολογούν τους κινδύνους αγοράς, λειτουργίας και ρευστότητας, στους οποίους εκτίθεται ή ενδέχεται να εκτεθεί ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος.

Στην επανεξέταση και αξιολόγηση λαμβάνονται υπόψη το μέγεθος, η συστημική σπουδαιότητα, η φύση, η κλίμακα και η πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του κεντρικού αντισυμβαλλομένου , καθώς και τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3.

Η αρμόδια αρχή απαιτεί από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο που δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού να λάβει τα αναγκαία μέτρα.

Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος υπόκειται σε επιτόπιους ελέγχους της ΕΑΚΑΑ.

Κεφάλαιο 2

Εποπτεία και επίβλεψη των κεντρικών αντισυμβαλλομένων

Άρθρο 18

Αρμόδιες αρχές

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει την αρμόδια αρχή η οποία είναι υπεύθυνη για την εκτέλεση των καθηκόντων που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά την άδεια λειτουργίας, την εποπτεία και την επίβλεψη των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός του, και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και την ΕΑΚΑΑ.

2.   Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε οι αρμόδιες αρχές να διαθέτουν τις εξουσίες εποπτείας και έρευνας που είναι αναγκαίες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους.

3.   Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει τη δυνατότητα λήψης ή επιβολής κατάλληλων διοικητικών μέτρων, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, κατά των υπευθύνων, φυσικών ή νομικών προσώπων, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Τα μέτρα αυτά είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά.

4.   Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει στον δικτυακό της τόπο κατάλογο των αρμοδίων αρχών που έχουν οριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Άρθρο 18α

Επαγγελματικό απόρρητο

1.     Η υποχρέωση τήρησης επαγγελματικού απορρήτου ισχύει για όλα τα πρόσωπα που ασκούν ή έχουν ασκήσει δραστηριότητες για λογαριασμό των αρμοδίων αρχών, οι οποίες ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18, ή της ΕΑΚΑΑ, καθώς και για τους εντεταλμένους από τις αρμόδιες αρχές ή την ΕΑΚΑΑ ελεγκτές λογαριασμών ή εμπειρογνώμονες. Καμία εμπιστευτική πληροφορία που περιέρχεται στα πρόσωπα αυτά κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δεν επιτρέπεται να γνωστοποιηθεί σε κανένα απολύτως πρόσωπο ή αρχή, παρά μόνον υπό συνοπτική ή συγκεντρωτική μορφή που να μην επιτρέπει τον προσδιορισμό της ταυτότητας συγκεκριμένου κεντρικού αντισυμβαλλομένου, αρχείου καταγραφής συναλλαγών ή άλλου προσώπου, με την επιφύλαξη των περιπτώσεων που εμπίπτουν στο ποινικό δίκαιο ή στη φορολογική νομοθεσία ή στις λοιπές διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

2.     Σε περίπτωση που ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει κηρυχθεί σε πτώχευση ή βρίσκεται υπό αναγκαστική εκκαθάριση, οι εμπιστευτικές πληροφορίες οι οποίες δεν αφορούν τρίτους μπορούν να κοινολογούνται στο πλαίσιο διαδικασιών αστικού ή εμπορικού δικαίου, εφόσον αυτό απαιτείται για τη διεξαγωγή της διαδικασίας.

3.     Υπό την επιφύλαξη των υποθέσεων που εμπίπτουν στο ποινικό δίκαιο και στη φορολογική νομοθεσία, οι αρμόδιες αρχές, η ΕΑΚΑΑ, οι φορείς και τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα εκτός των αρμοδίων αρχών που λαμβάνουν εμπιστευτικές πληροφορίες δυνάμει του παρόντος κανονισμού, μπορούν να τις χρησιμοποιήσουν μόνον κατά την εκτέλεση των καθηκόντων και για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, προκειμένου περί των αρμόδιων αρχών, εντός του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ή, προκειμένου περί των λοιπών αρχών, φορέων και φυσικών ή νομικών προσώπων, για τον σκοπό για τον οποίο τους δόθηκαν οι υπόψη πληροφορίες ή στο πλαίσιο διοικητικών ή δικαστικών διαδικασιών που σχετίζονται άμεσα με την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών, ή και τα δύο. Εφόσον υπάρχει η συγκατάθεση της ΕΑΚΑΑ, της αρμόδιας αρχής ή άλλης αρχή, φορέα ή προσώπου που διαβιβάζει τις πληροφορίες, η αρχή που λαμβάνει τις πληροφορίες μπορεί να τις χρησιμοποιήσει για άλλους μη εμπορικούς σκοπούς.

4.     Οποιεσδήποτε εμπιστευτικές πληροφορίες λαμβάνονται, ανταλλάσσονται ή διαβιβάζονται βάσει του παρόντος κανονισμού υπόκεινται στους όρους περί επαγγελματικού απορρήτου που προβλέπονται στις παραγράφους 1, 2 και 3. Ωστόσο, οι όροι αυτοί δεν εμποδίζουν την ΕΑΚΑΑ, τις αρμόδιες αρχές και τις σχετικές κεντρικές τράπεζες να ανταλλάσσουν ή να διαβιβάζουν εμπιστευτικές πληροφορίες σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και με τη λοιπή νομοθεσία που εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις επενδύσεων, πιστωτικά ιδρύματα, συνταξιοδοτικά ταμεία, ΟΣΕΚΑ, ΔΟΕΕ, ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, ασφαλιστικές επιχειρήσεις, οργανωμένες αγορές ή διαχειριστές αγοράς, ή διαφορετικά, με τη συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής ή άλλης αρχής ή του φορέα ή φυσικού ή νομικού προσώπου που κοινοποίησε τις πληροφορίες.

5.     Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 δεν εμποδίζουν τις αρμόδιες αρχές να ανταλλάσσουν ή να διαβιβάζουν, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, εμπιστευτικές πληροφορίες οι οποίες δεν έχουν ληφθεί από αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους.

Κεφάλαιο 3

Συνεργασία

Άρθρο 19

Συνεργασία μεταξύ αρχών

1.   Οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται στενά μεταξύ τους , με την ΕΑΚΑΑ, και, εν ανάγκη, με το ΕΣΚΤ. » Τα θεσμικά όργανα της ΕΕ παρέχουν στην ΕΑΚΑΑ επαρκείς πόρους ώστε να εκτελεί αποτελεσματικά τα καθήκοντα που της ανατίθενται από τον παρόντα κανονισμό.

2.   Κατά την άσκηση των γενικών καθηκόντων τους, οι αρμόδιες αρχές εκτιμούν δεόντως τον ενδεχόμενο αντίκτυπο των αποφάσεών τους στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε όλα τα άλλα σχετικά κράτη μέλη και, ιδίως, τις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης που αναφέρονται στο άρθρο 22, βάσει των πληροφοριών που είναι διαθέσιμες τη δεδομένη στιγμή.

Άρθρο 21

Ανταλλαγή πληροφοριών

1.   Οι αρμόδιες αρχές παρέχουν στην ΕΑΚΑΑ και ανταλλάσσουν μεταξύ τους τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι αρμόδιες αρχές και άλλοι φορείς ή φυσικά ή νομικά πρόσωπα που λαμβάνουν εμπιστευτικές πληροφορίες κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού τις χρησιμοποιούν μόνον κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων τους και δεν επιτρέπεται να δημοσιοποιούν ή να διαθέτουν με οποιονδήποτε άλλο τρόπο εμπιστευτικές πληροφορίες αυτού του είδους για κανέναν άλλο σκοπό πέραν αυτών που αναφέρονται ρητά στον παρόντα κανονισμό .

3.   Η ΕΑΚΑΑ διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικές με την εκπλήρωση της αποστολής τους. Οι αρμόδιες αρχές και οι άλλες σχετικές αρχές διαβιβάζουν στην ΕΑΚΑΑ και στις άλλες αρμόδιες αρχές τις αναγκαίες πληροφορίες για την άσκηση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

4.   Οι αρμόδιες αρχές διαβιβάζουν πληροφορίες στις κεντρικές τράπεζες του ΕΣΚΤ, όταν οι πληροφορίες αυτές είναι σημαντικές για την άσκηση των καθηκόντων τους.

Άρθρο 22

Καταστάσεις έκτακτης ανάγκης

Η αρμόδια αρχή ή οιαδήποτε άλλη αρχή ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ ▐ και τις λοιπές σχετικές αρχές, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, σχετικά με οιαδήποτε κατάσταση έκτακτης ανάγκης που αφορά κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων στις χρηματαγορές οι οποίες ενδέχεται να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στη ρευστότητα της αγοράς και στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε κάποιο από τα κράτη μέλη όπου είναι εγκατεστημένος ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ή κάποιο από τα εκκαθαριστικά του μέλη.

Κεφάλαιο 4

Σχέσεις με τρίτες χώρες

Άρθρο 23

Τρίτες χώρες

1.   Κεντρικός αντισυμβαλλόμενος εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα δύναται να παρέχει υπηρεσίες εκκαθάρισης σε οντότητες εγκατεστημένες στην Ευρωπαϊκή Ένωση μόνον εάν ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος είναι αναγνωρισμένος από την ΕΑΚΑΑ.

Η χορήγηση, η παράταση ισχύος ή η ανάκληση άδειας λειτουργίας υπόκειται στις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που καθορίζονται στα άρθρο 10 έως 16.

Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών υπόκεινται σε έλεγχο μέσω διαδικασίας εξίσου αυστηρής με αυτήν στην οποία υποβάλλονται οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι της ΕΕ.

Η Επιτροπή μπορεί να λάβει απόφαση για την πλήρη ή μερική εξαίρεση από τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες για τη χορήγηση αδείας, εφόσον τούτο γίνεται σε βάση αμοιβαιότητας και πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 3· και

β)

παρόμοιες εξαιρέσεις χορηγούνται, στην ενδιαφερόμενη τρίτη χώρα, σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους εγκατεστημένους στην Ένωση·

2.   Η ΕΑΚΑΑ , σε διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές στην Ένωση, με την ΕΑΤ και με τα ενδιαφερόμενα μέλη του ΕΣΚΤ του κράτους μέλους στο οποίο ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος παρέχει ή προτίθεται να παράσχει υπηρεσίες εκκαθάρισης, και τα ενδιαφερόμενα μέλη του ΕΣΚΤ που είναι αρμόδια για την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων με τους οποίους έχουν γίνει ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας, αναγνωρίζει κεντρικό αντισυμβαλλόμενο από τρίτη χώρα, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η Επιτροπή έχει εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με την παράγραφο 3· ή

β)

ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει λάβει άδεια λειτουργίας και υπόκειται σε αποτελεσματική εποπτεία σε αυτή την τρίτη χώρα·

βα)

η τρίτη χώρα αποτελεί αντικείμενο απόφασης της Επιτροπής, στην οποία δηλώνεται ότι τα πρότυπα για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της Ειδικής Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης και είναι ισοδύναμα με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στην οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Οκτωβρίου 2005 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (28)·

ββ)

η τρίτη χώρα έχει υπογράψει συμφωνία με το κράτος μέλος του εγκεκριμένου κεντρικού αντισυμβαλλομένου που πληροί απόλυτα τα πρότυπα που θεσπίζονται στο άρθρο 26 της πρότυπης σύμβασης του ΟΟΣΑ για τη φορολογία επί του εισοδήματος και των κεφαλαίων, και εξασφαλίζει αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών για φορολογικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένων τυχόν πολυμερών φορολογικών συμφωνιών·

βγ)

τα πρότυπα διαχείρισης κινδύνου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου έχουν ελεγχθεί από την ΕΑΚΑΑ και έχουν κριθεί σύμμορφα με τα πρότυπα που ορίζονται στον τίτλο IV·

βδ)

διαθέτει επαρκή στοιχεία που αποδεικνύουν ότι το νομικό πλαίσιο της τρίτης χώρας δεν εισάγει διακρίσεις σε βάρος νομικών προσώπων της ΕΕ·

βε)

η τρίτη χώρα τηρεί όρους αμοιβαίας πρόσβασης για κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους που έχουν την έδρα τους στην ΕΕ και εφαρμόζει καθεστώς αμοιβαίας αναγνώρισης στην εν λόγω τρίτη χώρα·

βστ)

μέσω των προϋποθέσεων που επιβάλλονται σε κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους τρίτων χωρών διατηρούνται ίσοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των ενωσιακών κεντρικών αντισυμβαλλομένων και των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών.

3.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου - 68 και βάσει κοινής γνώμης που παρέχουν η ΕΑΚΑΑ, η ΕΑΤ, το ΕΣΚΤ και οι αρμόδιες αρχές οι οποίες είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των τριών εκκαθαριστικών μελών που είναι εγκατεστημένα στα κράτη μέλη με τις υψηλότερες εισφορές στο κεφάλαιο εκκαθάρισης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, αναγνωρίζοντας ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις τρίτης χώρας εξασφαλίζουν ότι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε αυτή την τρίτη χώρα συμμορφώνονται προς νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις οι οποίες είναι ισοδύναμες με τις απορρέουσες από τον παρόντα κανονισμό και ότι οι εν λόγω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι υπόκεινται σε αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή σε αυτή την τρίτη χώρα, επί συνεχούς βάσεως.

4.   Η ΕΑΚΑΑ, η ΕΑΤ, το ΕΣΚΤ και οι αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των τριών εκκαθαριστικών μελών που είναι εγκατεστημένα στα κράτη μέλη με τις υψηλότερες εισφορές στο κεφάλαιο εκκαθάρισης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου προβαίνουν σε ρυθμίσεις συνεργασίας με τις σχετικές αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών των οποίων το νομοθετικό και εποπτικό πλαίσιο έχει αναγνωριστεί ως ισοδύναμο με τον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με την παράγραφο 3. Οι σχετικές ρυθμίσεις προσδιορίζουν τουλάχιστον:

α)

τον μηχανισμό ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ της ΕΑΚΑΑ , των αρμόδιων αρχών σύμφωνα με την παράγραφο 1 και των αρμοδίων αρχών των σχετικών τρίτων χωρών·

β)

τις διαδικασίες συντονισμού των εποπτικών δραστηριοτήτων·

βα)

τις διαδικασίες που αφορούν την ανάκληση της άδειας λειτουργίας που έχει χορηγηθεί στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο.

Τίτλος IV

Απαιτήσεις για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους

Κεφάλαιο 1

Οργανωτικές απαιτήσεις

Άρθρο 24

Γενικές διατάξεις

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διαθέτει άρτιο πλαίσιο διακυβέρνησης, που περιλαμβάνει σαφή οργανωτική δομή με ευκρινείς, διαφανείς και συνεπείς γραμμές ευθύνης, αποτελεσματικές διαδικασίες εντοπισμού, διαχείρισης, παρακολούθησης και αναφοράς των κινδύνων στους οποίους εκτίθεται ή ενδέχεται να εκτεθεί, καθώς και επαρκείς μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, περιλαμβανομένων ορθών διοικητικών και λογιστικών διαδικασιών.

2.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος εφαρμόζει πολιτικές και διαδικασίες οι οποίες είναι επαρκώς αποτελεσματικές ώστε να εξασφαλίζεται συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης των διοικητικών στελεχών και των υπαλλήλων του με όλες τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

3.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διατηρεί και εφαρμόζει οργανωτική δομή η οποία διασφαλίζει τη συνέχεια και την εύτακτη λειτουργία κατά την παροχή των υπηρεσιών και την άσκηση των δραστηριοτήτων του. Χρησιμοποιεί κατάλληλα και ανάλογα συστήματα, πόρους και διαδικασίες.

4.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διατηρεί σαφή διαχωρισμό μεταξύ των ιεραρχικών σχέσεων όσον αφορά τη διαχείριση κινδύνου, αφενός, και όσον αφορά τις άλλες εργασίες του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, αφετέρου.

5.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος υιοθετεί, εφαρμόζει και διατηρεί πολιτική αποδοχών η οποία προωθεί την ορθή και αποτελεσματική διαχείριση κινδύνων και η οποία δεν δημιουργεί κίνητρα χαλάρωσης των προτύπων κινδύνου.

6.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διατηρεί συστήματα τεχνολογίας των πληροφοριών κατάλληλα για τη διαχείριση της πολυπλοκότητας, της ποικιλίας και των ειδών των παρεχόμενων υπηρεσιών και των ασκούμενων δραστηριοτήτων, ούτως ώστε να κατοχυρώνονται υψηλά επίπεδα ασφαλείας, καθώς και η ακεραιότητα και η εμπιστευτικότητα των διατηρούμενων πληροφοριών.

6α.     Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διασφαλίζει ότι οι πληροφορίες για συναλλαγές ή πελάτες που λαμβάνει σε σχέση με συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων τα οποία εκκαθαρίζονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού χρησιμοποιούνται μόνο για την ικανοποίηση των απαιτήσεών του και δεν χρησιμοποιούνται ή δεν γίνονται αντικείμενο εμπορικής εκμετάλλευσης, εκτός εάν έχει προηγηθεί γραπτή συγκατάθεση από τον πελάτη στον οποίο ανήκουν.

7.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος θέτει δωρεάν στη διάθεση του κοινού τις ρυθμίσεις διακυβέρνησής του και τους κανόνες που διέπουν τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, συμπεριλαμβανομένων των κριτηρίων αποδοχής εκκαθαριστικών μελών .

8.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος υπόκειται σε συχνούς και ανεξάρτητους λογιστικούς ελέγχους. Τα αποτελέσματα των εν λόγω ελέγχων γνωστοποιούνται στο συμβούλιο και τίθενται στη διάθεση της αρμόδιας αρχής.

9.    Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που να διευκρινίζουν το ελάχιστο περιεχόμενο των κανόνων και των ρυθμίσεων διακυβέρνησης που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 8.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή αυτά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 . [Τροπολογία 19]

Άρθρο 25

Ανώτατα διοικητικά στελέχη και το συμβούλιο

1.   Τα ανώτατα διοικητικά στελέχη διαθέτουν τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας και πείρας ώστε να διασφαλίζεται η χρηστή και συνετή διαχείριση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

2.   Το συμβούλιο του κεντρικού αντισυμβαλλομένου απαρτίζεται τουλάχιστον κατά το ένα τρίτο από ανεξάρτητα μέλη, τα οποία δεν είναι λιγότερα από δύο. Οι πελάτες των εκκαθαριστικών μελών εκπροσωπούνται στο συμβούλιο. Η αμοιβή των ανεξάρτητων και των λοιπών μη εκτελεστικών μελών του συμβουλίου δεν συνδέεται με τις επιχειρηματικές επιδόσεις του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

Τα μέλη του συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένων των ανεξάρτητων μελών του, διαθέτουν τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας και κατάλληλη πείρα στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, τη διαχείριση κινδύνου και τις υπηρεσίες εκκαθάρισης.

3.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος καθορίζει σαφώς τους ρόλους και τις αρμοδιότητες του συμβουλίου και θέτει στη διάθεση της αρμόδιας αρχής και των ελεγκτών τα πρακτικά των συνεδριάσεων του συμβουλίου.

Άρθρο 26

Επιτροπή κινδύνου

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος συγκροτεί επιτροπή κινδύνου, η οποία απαρτίζεται από διάφορες ομάδες εκπροσώπων, συμπεριλαμβανομένων εκπροσώπων των εκκαθαριστικών μελών του , των πελατών των εκκαθαριστικών μελών του, και ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων και εκπροσώπων της αρμόδιας αρχής του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, υπό την προϋπόθεση ότι οι εκπρόσωποι των πελατών είναι άλλοι από τους εκπροσώπους των εκκαθαριστικών μελών. Καμιά από τις ομάδες εκπροσώπων δεν διαθέτει πλειοψηφία στην επιτροπή κινδύνου. Η επιτροπή κινδύνου δύναται να καλέσει εργαζομένους του κεντρικού αντισυμβαλλομένου να παραστούν σε συνεδριάσεις της επιτροπής κινδύνου, χωρίς δικαίωμα ψήφου. Οι συμβουλές της επιτροπής κινδύνου είναι ανεξάρτητες από οιαδήποτε άμεση επιρροή από τη διοίκηση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

2.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος καθορίζει σαφώς την εντολή, τις ρυθμίσεις διακυβέρνησης για την κατοχύρωση της ανεξαρτησίας της, τις λειτουργικές διαδικασίες, τα κριτήρια αποδοχής των μελών και τον μηχανισμό εκλογής των μελών της επιτροπής κινδύνου. Οι ρυθμίσεις διακυβέρνησης δημοσιοποιούνται στις αρμόδιες αρχές και προβλέπουν, τουλάχιστον, ότι στην επιτροπή κινδύνου προεδρεύει ανεξάρτητος εμπειρογνώμονας, ότι η επιτροπή κινδύνου αναφέρεται απ’ ευθείας στο συμβούλιο ή, σε περίπτωση διττής οργανωτικής διάρθρωσης του σώματος, στο διοικητικό συμβούλιο, και πραγματοποιεί τακτικές συνεδριάσεις.

3.   Η επιτροπή κινδύνου συμβουλεύει το συμβούλιο , ή σε περίπτωση διττής οργανωτικής διάρθρωσης του σώματος, το διοικητικό συμβούλιο, όσον αφορά κάθε ρύθμιση η οποία ενδέχεται να έχει επιπτώσεις στη διαχείριση κινδύνου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, όπως είναι, ενδεικτικά, σημαντική αλλαγή στο μοντέλο κινδύνου που εφαρμόζει, οι διαδικασίες σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης, τα κριτήρια αποδοχής εκκαθαριστικών μελών ή η εκκαθάριση νέων κατηγοριών χρηματοπιστωτικών μέσων , ή η εξωτερική ανάθεση καθηκόντων . Δεν απαιτείται παροχή συμβουλών από την επιτροπή κινδύνου για τις καθημερινές εργασίες του κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Πρέπει να καταβάλλονται εύλογες προσπάθειες για διαβούλευση με την επιτροπή κινδύνου σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.

4.   Υπό την επιφύλαξη του δικαιώματος των αρμοδίων αρχών να ενημερώνονται δεόντως, τα μέλη της επιτροπής κινδύνου δεσμεύονται από υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας. Εάν ο πρόεδρος της επιτροπής κινδύνου διαπιστώσει ότι ένα μέλος βρίσκεται σε κατάσταση πραγματικής ή δυνητικής σύγκρουσης συμφερόντων σε συγκεκριμένο θέμα, δεν επιτρέπεται στο εν λόγω μέλος να ψηφίσει επί του θέματος αυτού.

5.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ενημερώνει πάραυτα την αρμόδια αρχή σχετικά με κάθε απόφαση όπου το συμβούλιο αποφασίζει να μην ακολουθήσει τις συμβουλές της επιτροπής κινδύνου.

6.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος επιτρέπει στους πελάτες των εκκαθαριστικών μελών να είναι μέλη της επιτροπής κινδύνου ή, εναλλακτικά, δημιουργεί κατάλληλους μηχανισμούς διαβούλευσης, που διασφαλίζουν ότι εκπροσωπούνται δεόντως τα συμφέροντα των πελατών των εκκαθαριστικών μελών.

Άρθρο 27

Τήρηση αρχείων

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διατηρεί, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε ετών, όλα τα αρχεία που αφορούν τις παρασχεθείσες υπηρεσίες και τις ασκηθείσες δραστηριότητες, ούτως ώστε η αρμόδια αρχή να είναι σε θέση να παρακολουθεί τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

2.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διατηρεί, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε ετών από τη λήξη μιας σύμβασης, όλες τις πληροφορίες για όλες τις συμβάσεις που έχει διεκπεραιώσει. Οι εν λόγω πληροφορίες καθιστούν δυνατό τουλάχιστον τον προσδιορισμό των αρχικών όρων μιας συναλλαγής, πριν από την εκκαθάριση από τον σχετικό κεντρικό αντισυμβαλλόμενο.

3.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος θέτει στη διάθεση της αρμόδιας αρχής και της ΕΑΚΑΑ, κατόπιν αιτήματος, τα αρχεία και τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, καθώς και όλες τις πληροφορίες σχετικά με τις θέσεις των συμβάσεων που εκκαθαρίστηκαν, ανεξαρτήτως του τόπου όπου εκτελέστηκαν οι συναλλαγές.

4.    Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που να διευκρινίζουν τις λεπτομέρειες όσον αφορά τα αρχεία και τις πληροφορίες που πρέπει να διατηρούνται, όπως αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 , και, όπου είναι σκόπιμο, μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για την τήρηση αρχείων.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή αυτά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα τα οποία αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 . [Τροπολογία 19]

5.   Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι εφαρμογής των παραγράφων 1 και 2, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον προσδιορισμό του μορφότυπου των αρχείων και των πληροφοριών που πρέπει να διατηρούνται. Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 28

Μέτοχοι και μέλη με ειδικές συμμετοχές

1.   Η αρμόδια αρχή δεν χορηγεί άδεια λειτουργίας σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο μέχρις ότου της γνωστοποιηθεί η ταυτότητα των μετόχων ή των μελών, ανεξαρτήτως του αν πρόκειται για άμεσους ή έμμεσους, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, που κατέχουν ειδικές συμμετοχές, καθώς και το ύψος των εν λόγω ειδικών συμμετοχών.

2.   Η αρμόδια αρχή αρνείται να χορηγήσει άδεια λειτουργίας σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, εάν δεν έχει πεισθεί για την καταλληλότητα των μετόχων ή των μελών που κατέχουν ειδικές συμμετοχές στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να διασφαλιστεί χρηστή και συνετή διαχείριση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

3.   Εάν υπάρχουν στενοί δεσμοί μεταξύ του κεντρικού αντισυμβαλλομένου και άλλων φυσικών ή νομικών προσώπων, η αρμόδια αρχή χορηγεί άδεια λειτουργίας μόνον εφόσον οι δεσμοί αυτοί δεν παρεμποδίζουν την αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της αρμόδιας αρχής.

4.   Σε περίπτωση που τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ασκούν επιρροή η οποία είναι δυνατόν να αποβεί εις βάρος της χρηστής και συνετής διαχείρισης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, η αρμόδια αρχή λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για να τερματιστεί αυτή η κατάσταση ή ανακαλεί την άδεια του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

5.   Η αρμόδια αρχή αρνείται να χορηγήσει άδεια λειτουργίας, εάν οι νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις τρίτης χώρας που διέπουν ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα με τα οποία ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διατηρεί στενούς δεσμούς, ή οι δυσχέρειες που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή τους, παρεμποδίζουν την αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της αρμόδιας αρχής.

Άρθρο 29

Ενημέρωση των αρμοδίων αρχών

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος , κάθε μεταβολή στη διοίκησή του και παρέχει στην αρμόδια αρχή όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για να εκτιμήσει αν τα μέλη του συμβουλίου διαθέτουν τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας και πείρας.

Σε περίπτωση που η συμπεριφορά μέλους του συμβουλίου είναι δυνατόν να αποβεί εις βάρος της χρηστής και συνετής διαχείρισης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, η αρμόδια αρχή λαμβάνει κατάλληλα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της απομάκρυνσης του εν λόγω μέλους από το συμβούλιο.

2.   Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο (στο εξής «υποψήφιος αγοραστής»), το οποίο, αναλαμβάνοντας συντονισμένες ενέργειες, έχει αποφασίσει είτε να αποκτήσει, άμεσα ή έμμεσα, ειδική συμμετοχή σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, είτε να αυξήσει περαιτέρω, άμεσα ή έμμεσα, την ειδική συμμετοχή σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, ούτως ώστε η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή των μεριδίων κεφαλαίου που κατέχει να φθάνει ή να υπερβαίνει τα κατώτατα όρια του 10 %, του 20 %, του 30 % ή του 50 % ή ώστε ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος να καταστεί θυγατρική του επιχείρηση (στο εξής «προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής»), κατ’ αρχάς απευθύνει κοινοποίηση εγγράφως στις αρμόδιες αρχές του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, στον οποίο επιδιώκει είτε να αποκτήσει ειδική συμμετοχή είτε να αυξήσει την ειδική συμμετοχή του, προσδιορίζοντας το ύψος της σκοπούμενης συμμετοχής, καθώς και τις σχετικές πληροφορίες, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 30 παράγραφος 4.

Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο αποφάσισε να παύσει να κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, ειδική συμμετοχή σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο (στο εξής «υποψήφιος πωλητής»), κατ’ αρχάς απευθύνει κοινοποίηση εγγράφως στις αρμόδιες αρχές, προσδιορίζοντας το ύψος της σκοπούμενης συμμετοχής του. Το εν λόγω πρόσωπο απευθύνει, ομοίως, κοινοποίηση στις αρμόδιες αρχές, εάν αποφασίσει να μειώσει την ειδική συμμετοχή του, ούτως ώστε η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή των μεριδίων κεφαλαίου που κατέχει να μειωθεί σε λιγότερο από το 10 %, το 20 %, το 30 % ή το 50 % ή τόσο ώστε ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος να παύσει να είναι θυγατρική του.

Η αρμόδια αρχή, πάραυτα και, σε κάθε περίπτωση, εντός δύο εργασίμων ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο, καθώς και κατόπιν της παραλαβής των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 3, γνωστοποιεί εγγράφως στον υποψήφιο αγοραστή ή πωλητή ότι τις παρέλαβε.

Η αρμόδια αρχή διαθέτει μέγιστη προθεσμία εξήντα εργασίμων ημερών από την ημερομηνία της γραπτής επιβεβαίωσης της παραλαβής της κοινοποίησης και όλων των εγγράφων που απαιτείται να επισυνάπτονται στην κοινοποίηση βάσει του καταλόγου του άρθρου 30 παράγραφος 4 (στο εξής «περίοδος αξιολόγησης»), προκειμένου να διενεργήσουν την αξιολόγηση που προβλέπεται στο άρθρο 30 παράγραφος 1 (στο εξής «αξιολόγηση»).

Η αρμόδια αρχή ενημερώνει τον υποψήφιο αγοραστή ή πωλητή, κατά την επιβεβαίωση της παραλαβής, για την ημερομηνία λήξης της περιόδου αξιολόγησης.

3.   Η αρμόδια αρχή δύναται, εάν είναι αναγκαίο, κατά την περίοδο αξιολόγησης αλλά όχι αργότερα από την πεντηκοστή εργάσιμη ημέρα αυτής, να ζητήσει περαιτέρω πληροφορίες οι οποίες είναι αναγκαίες για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Το αίτημα υποβάλλεται εγγράφως και διευκρινίζει τα αναγκαία συμπληρωματικά πληροφοριακά στοιχεία.

Κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας κατά την οποία ζητήθηκαν οι πληροφορίες από την αρμόδια αρχή και της ημερομηνίας παραλαβής της απάντησης του υποψήφιου αγοραστή, διακόπτεται η περίοδος αξιολόγησης. Η διακοπή δεν υπερβαίνει τις 20 εργάσιμες ημέρες. Η αρμόδια αρχή έχει τη διακριτική ευχέρεια να υποβάλλει περαιτέρω αιτήματα για τη συμπλήρωση ή τη διευκρίνιση των πληροφοριών, τούτο όμως δεν είναι δυνατόν να συνεπάγεται διακοπή της περιόδου αξιολόγησης.

4.   Η αρμόδια αρχή μπορεί να παρατείνει τη διακοπή που αναφέρεται στην παράγραφο 3 δεύτερο εδάφιο, έως 30 εργάσιμες ημέρες, εάν ο υποψήφιος αγοραστής ή πωλητής:

α)

είτε είναι εγκατεστημένος ή υπόκειται σε ρυθμιστικό πλαίσιο εκτός της Ένωσης·

β)

είτε είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο μη υποκείμενο σε εποπτεία δυνάμει του παρόντος κανονισμού ή της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ, της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 1985 για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (29), της οδηγίας 92/49/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 18ης Ιουνίου 1992 για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την πρωτασφάλιση, εκτός της ασφάλειας ζωής (30), ή των οδηγιών 2002/83/ΕΚ, 2003/41/ΕΚ, 2004/39/ΕΚ, 2005/68/ΕΚ, 2006/48/ΕΚ, 2009/65/ΕΚ ή 2011/61/ΕΕ.

5.   Εάν η αρμόδια αρχή, μόλις ολοκληρώσει την αξιολόγηση, αποφασίσει να αντιταχθεί στην προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής, ενημερώνει εγγράφως τον υποψήφιο αγοραστή, εντός δύο εργασίμων ημερών, και χωρίς να υπερβεί την περίοδο αξιολόγησης, αναφέροντας τους λόγους αυτής της απόφασης. Υπό την επιφύλαξη του εθνικού δικαίου, η δέουσα αιτιολόγηση της απόφασης μπορεί να δημοσιοποιείται κατόπιν αιτήματος του υποψήφιου αγοραστή. Ωστόσο, τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν στην αρμόδια αρχή να προβαίνει στην εν λόγω δημοσιοποίηση άνευ αιτήματος του υποψήφιου αγοραστή.

6.   Εάν η αρμόδια αρχή δεν αντιταχθεί στην προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής εντός της περιόδου αξιολόγησης, τότε η προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής θεωρείται ότι εγκρίθηκε.

7.   Η αρμόδια αρχή δύναται να ορίζει μέγιστη προθεσμία για την ολοκλήρωση της προτεινόμενης απόκτησης συμμετοχής και, εάν χρειάζεται, να την παρατείνει.

8.   Τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν απαιτήσεις για την κοινοποίηση στην αρμόδια αρχή, και την έγκριση από αυτήν, άμεσης ή έμμεσης απόκτησης δικαιωμάτων ψήφου ή κεφαλαίου αυστηρότερες από τις προβλεπόμενες στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 30

Αξιολόγηση

1.   Κατά την αξιολόγηση της κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 29 παράγραφος 2 και των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 3, η αρμόδια αρχή, προκειμένου να διασφαλίσει τη χρηστή και συνετή διοίκηση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου για τον οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής, και λαμβάνοντας υπόψη την ενδεχόμενη επιρροή του υποψήφιου αγοραστή στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, αξιολογεί την καταλληλότητα του υποψήφιου αγοραστή και την ορθότητα της προτεινόμενης απόκτησης συμμετοχής, από χρηματοοικονομική άποψη, με βάση όλα τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

την εντιμότητα και την οικονομική ευρωστία του υποψήφιου αγοραστή·

β)

την εντιμότητα και την πείρα οιουδήποτε ατόμου θα διευθύνει τις δραστηριότητες του κεντρικού αντισυμβαλλομένου κατόπιν της προτεινόμενης απόκτησης συμμετοχής·

γ)

το κατά πόσον ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος θα είναι σε θέση να συμμορφώνεται και θα εξακολουθεί να συμμορφώνεται με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού·

δ)

το κατά πόσον υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι, σε σχέση με την προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής, διαπράττεται, επιχειρείται να διαπραχθεί, έχει διαπραχθεί ή επιχειρήθηκε να διαπραχθεί, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ, ή ότι η προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής είναι δυνατόν να αυξήσει αυτόν τον κίνδυνο.

Όταν αξιολογεί τη χρηματοοικονομική ευρωστία του υποψήφιου αγοραστή, η αρμόδια αρχή δίνει ιδιαίτερη προσοχή στο είδος των δραστηριοτήτων που ασκούνται ή προβλέπεται να ασκηθούν από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, για τον οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής.

Όταν αξιολογεί την ικανότητα συμμόρφωσης του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου με τον παρόντα κανονισμό, η αρμόδια αρχή δίνει ιδιαίτερη προσοχή στο κατά πόσον ο όμιλος του οποίου θα καταστεί μέλος διαθέτει τέτοια δομή που καθιστά δυνατή την άσκηση αποτελεσματικής εποπτείας, την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμοδίων αρχών και τον προσδιορισμό της κατανομής των αρμοδιοτήτων μεταξύ αυτών.

2.   Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να αντιταχθούν στην προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής μόνον εάν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι γι’ αυτό, με βάση τα κριτήρια της παραγράφου 1, ή εάν οι πληροφορίες που διαβιβάστηκαν από τον υποψήφιο αγοραστή δεν είναι πλήρεις.

3.   Τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν εκ των προτέρων όρους όσον αφορά το ύψος της συμμετοχής που πρέπει να αποκτηθεί, ούτε επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές τους να εξετάζουν την προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής από πλευράς οικονομικών αναγκών της αγοράς.

4.   Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν κατάλογο με τις αναγκαίες πληροφορίες για τη διενέργεια της αξιολόγησης, οι οποίες πρέπει να υποβάλλονται στις αρμόδιες αρχές κατά τη στιγμή της κοινοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 2. Οι απαιτούμενες πληροφορίες είναι ανάλογες και προσαρμοσμένες στη φύση του υποψηφίου αγοραστή και της προτεινόμενης απόκτησης συμμετοχής. Τα κράτη μέλη δεν απαιτούν πληροφορίες που δεν είναι σχετικές με την προληπτική αξιολόγηση.

5.   Παρά το άρθρο 29 παράγραφοι 2, 3 και 4, εάν κοινοποιηθούν στην αρμόδια αρχή δύο ή περισσότερες προτάσεις για απόκτηση ή αύξηση ειδικών συμμετοχών στον ίδιο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, η αρμόδια αρχή αντιμετωπίζει όλους τους υποψήφιους αγοραστές χωρίς διακρίσεις.

6.   Οι σχετικές αρμόδιες αρχές, κατά την αξιολόγηση της απόκτησης συμμετοχής, διαβουλεύονται εκτενώς μεταξύ τους, εάν ο υποψήφιος αγοραστής είναι:

α)

άλλος κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, πιστωτικό ίδρυμα, ασφαλιστική επιχείρηση, αντασφαλιστική επιχείρηση, επιχείρηση επενδύσεων, διαχειριστής αγοράς, διαχειριστής συστήματος διακανονισμού αξιογράφων, εταιρεία διαχείρισης ΟΣΕΚΑ ή ΔΟΕΕ, με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος·

β)

η μητρική επιχείρηση άλλου κεντρικού αντισυμβαλλομένου, πιστωτικού ιδρύματος, ασφαλιστικής επιχείρησης, αντασφαλιστικής επιχείρησης, επιχείρησης επενδύσεων, διαχειριστή αγοράς, διαχειριστή συστήματος διακανονισμού αξιογράφων, εταιρείας διαχείρισης ΟΣΕΚΑ ή ΔΟΕΕ, με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος·

γ)

φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ελέγχει άλλον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, πιστωτικό ίδρυμα, ασφαλιστική επιχείρηση, αντασφαλιστική επιχείρηση, επιχείρηση επενδύσεων, διαχειριστή αγοράς, διαχειριστή συστήματος διακανονισμού αξιογράφων, εταιρεία διαχείρισης ΟΣΕΚΑ ή ΔΟΕΕ, με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος.

7.   Οι αρμόδιες αρχές παρέχουν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, εκατέρωθεν, κάθε ουσιαστική ή σχετική πληροφορία για την αξιολόγηση της απόκτησης. Οι αρμόδιες αρχές διαβιβάζουν εκατέρωθεν, κατόπιν αιτήματος, κάθε σχετική πληροφορία και γνωστοποιούν, με δική τους πρωτοβουλία, όλες τις ουσιαστικής σημασίας πληροφορίες. Στην απόφαση της αρμόδιας αρχής που έχει εκδώσει την άδεια λειτουργίας του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, για τον οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής, πρέπει να επισημαίνονται τυχόν απόψεις ή επιφυλάξεις τις οποίες εξέφρασε η αρμόδια αρχή η οποία είναι υπεύθυνη για τον υποψήφιο αγοραστή.

Άρθρο 31

Συγκρούσεις συμφερόντων

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διατηρεί και εφαρμόζει αποτελεσματικές γραπτές οργανωτικές και διοικητικές ρυθμίσεις, προκειμένου να εντοπίζει και να διαχειρίζεται πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ του ιδίου, συμπεριλαμβανομένων των διοικητικών στελεχών και των υπαλλήλων του ή κάθε προσώπου που συνδέεται μαζί τους, άμεσα ή έμμεσα, με σχέση ελέγχου ή στενών δεσμών, και των εκκαθαριστικών μελών του ή των πελατών τους ή μεταξύ αυτών. Διατηρεί και εφαρμόζει κατάλληλες διαδικασίες επίλυσης για την άρση συγκρούσεων συμφερόντων.

2.   Εάν οι οργανωτικές ή διοικητικές ρυθμίσεις του κεντρικού αντισυμβαλλομένου για τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων δεν επαρκούν για να εξασφαλιστεί, με εύλογη βεβαιότητα, η πρόληψη των κίνδυνων να επηρεαστούν αρνητικά τα συμφέροντα εκκαθαριστικού μέλους ή πελάτη, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος γνωστοποιεί σαφώς στο εκκαθαριστικό μέλος τη γενική φύση ή τις πηγές συγκρούσεων συμφερόντων, προτού δεχτεί νέες συναλλαγές από το εν λόγω εκκαθαριστικό μέλος. ▐

3.   Σε περίπτωση που ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος είναι μητρική ή θυγατρική επιχείρηση, οι γραπτές ρυθμίσεις λαμβάνουν επίσης υπόψη οιεσδήποτε περιστάσεις, τις οποίες γνωρίζει ή θα έπρεπε να γνωρίζει ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, και οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν σύγκρουση συμφερόντων ως αποτέλεσμα της δομής και των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων άλλων επιχειρήσεων με τις οποίες έχει σχέση μητρικής ή θυγατρικής επιχείρησης.

4.   Οι γραπτές ρυθμίσεις που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)

τις περιστάσεις που συνιστούν ή μπορούν να προκαλέσουν σύγκρουση συμφερόντων, συνεπαγόμενη ουσιαστικό κίνδυνο ζημίας των συμφερόντων ενός ή περισσοτέρων εκκαθαριστικών μελών ή πελατών·

β)

τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για τη διαχείριση των συγκρούσεων αυτών.

5.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο, προκειμένου να αποφευχθεί η κατάχρηση των πληροφοριών που διατηρούνται στα συστήματά του, και αποφεύγει τη χρήση των εν λόγω πληροφοριών για άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες. Οι ευαίσθητες πληροφορίες που καταγράφονται σε έναν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο δεν χρησιμοποιούνται για εμπορική χρήση από κανένα άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει σχέση μητρικής ή θυγατρικής επιχείρησης με τον συγκεκριμένο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο.

Άρθρο 32

Αδιάλειπτη λειτουργία

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διαμορφώνει, εφαρμόζει και διατηρεί κατάλληλη πολιτική αδιάλειπτης λειτουργίας και σχέδιο αποκατάστασης λειτουργίας μετά από καταστροφή, με σκοπό να διασφαλίσει τη διάσωση των λειτουργιών του, την έγκαιρη αποκατάσταση των εργασιών και την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Το εν λόγω σχέδιο προβλέπει τουλάχιστον την αποκατάσταση όλων των τρεχουσών συναλλαγών κατά τη στιγμή της διακοπής, ώστε να είναι σε θέση ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος να εξακολουθήσει να λειτουργεί με ασφάλεια και να ολοκληρώσει τον διακανονισμό στις καθορισμένες ημερομηνίες.

1α.     Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος θεσπίζει, εφαρμόζει και διατηρεί μια κατάλληλη διαδικασία που εξασφαλίζει τον έγκαιρο και εύρυθμο διακανονισμό ή τη μεταφορά των περιουσιακών στοιχείων του πελάτη σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας λόγω απόφασης που υπάγεται στο άρθρο 16.

2.    Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ αναπτύσσει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που να διευκρινίζουν το ελάχιστο περιεχόμενο του σχεδίου αδιάλειπτης λειτουργίας και το ελάχιστο επίπεδο υπηρεσιών το οποίο εξασφαλίζει το σχέδιο αποκατάστασης λειτουργίας μετά από καταστροφή.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή αυτά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

Άρθρο 32α

Αυτοματοποιημένη επεξεργασία

1.     Προκειμένου να προωθήσουν την αυτοματοποιημένη επεξεργασία σε όλη τη ροή των συναλλαγών, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι χρησιμοποιούν ή προσαρμόζουν τα συστήματά τους στις υποδομές των συμμετεχόντων και των αγορών με τις οποίες είναι διασυνδεδεμένοι, τις σχετικές διεθνείς διαδικασίες επικοινωνίας και τα πρότυπα για τα δεδομένα συναλλαγών και αναφοράς προκειμένου να διευκολύνουν τις εκκαθαρίσεις και τους διακανονισμούς σε όλα τα συστήματα.

2.     Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή, η ΕΑΚΑΑ αναπτύσσει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που να διευκρινίζουν τη διαδικασία καθορισμού των διεθνών διαδικασιών και προτύπων επικοινωνίας για τα δεδομένα συναλλαγών και αναφοράς που θεωρούνται σημαντικά για τους σκοπούς της παραγράφου 1.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή αυτά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

Άρθρο 33

Εξωτερική ανάθεση

1.   Εάν ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος προβαίνει σε εξωτερική ανάθεση επιχειρησιακών καθηκόντων, υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων, παραμένει εξ ολοκλήρου υπεύθυνος για την εκπλήρωση όλων των υποχρεώσεών του βάσει του παρόντος κανονισμού και συμμορφώνεται ανά πάσα στιγμή με τους ακόλουθους όρους:

α)

η εξωτερική ανάθεση δεν έχει ως αποτέλεσμα τη μεταβίβαση της ευθύνης του·

β)

δεν αλλοιώνεται η σχέση και οι υποχρεώσεις του κεντρικού αντισυμβαλλομένου έναντι των εκκαθαριστικών μελών του ή, ενδεχομένως, των πελατών τους·

γ)

δεν μεταβάλλονται ουσιαστικά οι όροι χορήγησης άδειας λειτουργίας στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο·

δ)

η εξωτερική ανάθεση δεν εμποδίζει την άσκηση των καθηκόντων εποπτείας και επίβλεψης, συμπεριλαμβανομένης της επί τόπου πρόσβασης σε σχετικές πληροφορίες του παρόχου υπηρεσιών ·

ε)

η εξωτερική ανάθεση δεν έχει ως αποτέλεσμα να στερηθεί ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τα αναγκαία συστήματα και μέσα ελέγχου προκειμένου να διαχειρίζεται τους κινδύνους που αντιμετωπίζει·

εα)

ο πάροχος υπηρεσιών εφαρμόζει ισοδύναμες απαιτήσεις αδιάλειπτης λειτουργίας με εκείνες που θα έπρεπε να εφαρμόζει ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος σύμφωνα με το πλαίσιο εποπτείας που ισχύει στη χώρα του·

στ)

ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διατηρεί την αναγκαία εμπειρογνωμοσύνη και τους αναγκαίους πόρους προκειμένου να αξιολογεί την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, την οργανωτική και κεφαλαιακή επάρκεια του παρόχου υπηρεσιών, όπως και να εποπτεύει αποτελεσματικά τα ανατεθέντα καθήκοντα και να διαχειρίζεται τους κινδύνους που συνδέονται με την εξωτερική ανάθεση, πρέπει δε να εποπτεύει τα εν λόγω καθήκοντα και να διαχειρίζεται αυτούς τους κινδύνους σε διαρκή βάση·

ζ)

ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει άμεση πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τα ανατεθέντα καθήκοντα·

η)

όταν απαιτείται, και με την επιφύλαξη της ευθύνης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου για τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, ο πάροχος υπηρεσιών συνεργάζεται με την αρμόδια αρχή όσον αφορά τις ανατεθείσες δραστηριότητες·

θ)

ο πάροχος υπηρεσιών προστατεύει τις εμπιστευτικές πληροφορίες που αφορούν τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και τα εκκαθαριστικά μέλη και τους πελάτες του. Εφόσον ο πάροχος υπηρεσιών είναι εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα, τα πρότυπα προστασίας δεδομένων αυτής τη χώρας είναι ισοδύναμα με τα πρότυπα προστασίας δεδομένων που ισχύουν στην Ένωση·

θα)

ο πάροχος υπηρεσιών υπόκειται στη χώρα του σε νομικό καθεστώς ισοδύναμο με εκείνο στο οποίο υπόκειται ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος όσον αφορά την αδιάλειπτη λειτουργία και την προστασία των δεδομένων·

θβ)

οι δραστηριότητες σε σχέση με τη διαχείριση κινδύνου δεν ανατίθενται εξωτερικά.

2.   Η αρμόδια αρχή απαιτεί από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο να κατανέμει σαφώς και να καθορίζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του, και εκείνα του παρόχου υπηρεσιών, σε γραπτή συμφωνία.

3.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος θέτει στη διάθεση της αρμόδιας αρχής, κατόπιν αιτήματος, όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, ώστε η αρμόδια αρχή να είναι σε θέση να αξιολογήσει τη συμμόρφωση της εκτέλεσης των ανατεθέντων καθηκόντων προς τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

Κεφάλαιο 2

Κανόνες άσκησης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων

Άρθρο 34

Γενικές διατάξεις

1.   Όταν παρέχει υπηρεσίες στα εκκαθαριστικά μέλη του και, ενδεχομένως, στους πελάτες τους, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ενεργεί με εντιμότητα και επαγγελματισμό, ώστε να εξυπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των συγκεκριμένων εκκαθαριστικών μελών και πελατών, και να ασκεί υγιή διαχείριση των κινδύνων.

2.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διαθέτει προσιτούς , διαφανείς και δίκαιους κανόνες για τον έγκαιρο χειρισμό των παραπόνων.

Άρθρο 35

Απαιτήσεις συμμετοχής

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος καθορίζει τις κατηγορίες επιλέξιμων εκκαθαριστικών μελών και τα κριτήρια αποδοχής. Τα εν λόγω κριτήρια είναι διαφανή, αντικειμενικά και χωρίς διακρίσεις, ούτως ώστε να διασφαλίζεται ισότιμη και ανοικτή πρόσβαση στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και να κατοχυρώνεται ότι τα εκκαθαριστικά μέλη διαθέτουν επαρκείς χρηματοοικονομικούς πόρους και επιχειρησιακή ικανότητα για να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη συμμετοχή σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο. Κριτήρια που περιορίζουν την πρόσβαση επιτρέπονται μόνον στον βαθμό που αποσκοπούν στον έλεγχο του κινδύνου για τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο. Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν θα πρέπει να εμποδίζονται να γίνουν εκκαθαριστικά μέλη με τρόπο αντίθετο προς τον ανταγωνισμό ή παράλογο.

2.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διασφαλίζει ότι η εφαρμογή των κριτηρίων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πληρούται επί συνεχούς βάσεως, διαθέτει δε εγκαίρως πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες για την αξιολόγηση. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος προβαίνει, τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο, σε συνολική επανεξέταση της συμμόρφωσης των εκκαθαριστικών μελών του προς τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

3.   Τα εκκαθαριστικά μέλη που εκκαθαρίζουν συναλλαγές για λογαριασμό των πελατών τους διαθέτουν τους αναγκαίους επιπρόσθετους χρηματοοικονομικούς πόρους και την επιχειρησιακή ικανότητα για την άσκηση αυτής της δραστηριότητας. Οι κανόνες του κεντρικού αντισυμβαλλομένου για τα εκκαθαριστικά μέλη πρέπει να του επιτρέπουν να συγκεντρώνει βασικές πληροφορίες για τη διαπίστωση, τον έλεγχο και τη διαχείριση σχετικών συγκεντρώσεων κινδύνου που σχετίζονται με την παροχή υπηρεσιών σε πελάτες. Τα εκκαθαριστικά μέλη ενημερώνουν, κατόπιν αιτήματος, τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο σχετικά με τα κριτήρια και τις ρυθμίσεις που εφαρμόζουν προκειμένου να επιτρέπουν την πρόσβαση των πελατών τους στις υπηρεσίες του κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Την ευθύνη για την εποπτεία καθώς και για τις υποχρεώσεις του πελάτη φέρουν τα εκκαθαριστικά μέλη. Τα κριτήρια αυτά δεν πρέπει να προκαλούν διακρίσεις.

4.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διαθέτει αντικειμενικές και διαφανείς διαδικασίες για την αναστολή και την ομαλή αποχώρηση των εκκαθαριστικών μελών τα οποία δεν πληρούν πλέον τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

5.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δύναται να αρνηθεί την πρόσβαση εκκαθαριστικών μελών, τα οποία πληρούν τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1, μόνον κατόπιν δέουσας γραπτής αιτιολόγησης και βάσει συνολικής ανάλυσης κινδύνου.

6.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δύναται να επιβάλλει ειδικές επιπρόσθετες υποχρεώσεις στα εκκαθαριστικά του μέλη, όπως, μεταξύ άλλων, τη συμμετοχή σε δημοπρασίες θέσεων υπερήμερου εκκαθαριστικού μέλους. Οι εν λόγω επιπρόσθετες υποχρεώσεις είναι ανάλογες με τον κίνδυνο που φέρει το εκκαθαριστικό μέλος και δεν περιορίζει τη συμμετοχή σε ορισμένες κατηγορίες εκκαθαριστικών μελών.

Άρθρο 36

Διαφάνεια

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δημοσιοποιεί τις σχετικές τιμές και τέλη για τις υπηρεσίες που παρέχει. Δημοσιοποιεί τις τιμές και τα τέλη για κάθε υπηρεσία και λειτουργία χωριστά, συμπεριλαμβανομένων των εκπτώσεων και των επιστροφών, καθώς και τους όρους παροχής του οφέλους των εν λόγω μειώσεων. Επιτρέπει στα εκκαθαριστικά μέλη του και, αναλόγως με την περίπτωση, στους πελάτες τους, χωριστή πρόσβαση στις διάφορες υπηρεσίες

2.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ενημερώνει τα εκκαθαριστικά μέλη και τους πελάτες σχετικά με τους συναφείς οικονομικούς κινδύνους των παρεχομένων υπηρεσιών.

3.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κοινοποιεί στα εκκαθαριστικά μέλη του και στην αρμόδια αρχή τις πληροφορίες για τις τιμές που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των ανοιγμάτων του με τα εκκαθαριστικά μέλη στο τέλος της ημέρας.

Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δημοσιοποιεί τον όγκο των συναλλαγών που εκκαθαρίστηκαν για κάθε κατηγορία μέσων από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο σε συγκεντρωτική βάση .

3α.     Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δημοσιοποιεί τις λειτουργικές και τεχνικές απαιτήσεις που αφορούν τα πρωτόκολλα επικοινωνίας, τα οποία καλύπτουν τους μορφότυπους περιεχομένου και μηνύματος που χρησιμοποιεί στην επικοινωνία του με τρίτους, συμπεριλαμβανομένων όσων περιλαμβάνονται στο άρθρο 5.

3β.     Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δημοσιοποιεί τυχόν παραβιάσεις των κριτηρίων που αναφέρονται στο άρθρο 35 παράγραφοι 1 και 2, εκ μέρους των εκκαθαριστικών μελών, εκτός αν η αρμόδια αρχή θεωρήσει, αφού έλθει σε διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, ότι η δημοσιοποίησή τους θα συνιστούσε απειλή για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα ή την εμπιστοσύνη της αγοράς.

Άρθρο 37

Διαχωρισμός και δυνατότητα μεταφοράς

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τηρεί αρχεία και λογαριασμούς που του επιτρέπουν, ανά πάσα στιγμή και χωρίς καθυστέρηση, να διακρίνει και να διαχωρίζει τα περιουσιακά στοιχεία και τις θέσεις ενός εκκαθαριστικού μέλους από τα περιουσιακά στοιχεία και τις θέσεις οιουδήποτε άλλου εκκαθαριστικού μέλους, καθώς και από τα δικά του περιουσιακά στοιχεία. Όταν ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος καταθέτει περιουσιακά στοιχεία και κεφάλαια σε τρίτο, εξασφαλίζει ότι τα περιουσιακά στοιχεία και τα κεφάλαια που ανήκουν σε ένα εκκαθαριστικό μέλος τηρούνται χωριστά από τα περιουσιακά στοιχεία και τα κεφάλαια που ανήκουν στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο ή σε άλλα εκκαθαριστικά μέλη, και από τα περιουσιακά στοιχεία και τα κεφάλαια που ανήκουν στον εν λόγω τρίτο.

2.    Το εκκαθαριστικό μέλος ▐ διακρίνει σε χωριστούς λογαριασμούς με τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, ▐ τις θέσεις του ▐ εκκαθαριστικού μέλους από εκείνες των πελατών του.

2α.     Το εκκαθαριστικό μέλος διακρίνει σε χωριστούς λογαριασμούς με τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, τις θέσεις κάθε πελάτη («πλήρης διαχωρισμός»). Τα εκκαθαριστικά μέλη πρέπει να προσφέρουν στους πελάτες τη δυνατότητα καταγραφής των θέσεών τους σε λογαριασμούς πολλαπλών χρήσεων με τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο μετά από σχετικό έγγραφο αίτημα.

3.    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος και τα εκκαθαριστικά μέλη δημοσιοποιούν τα επίπεδα προστασίας και τα στοιχεία κόστους που συνδέονται με τα διάφορα επίπεδα διαχωρισμού που προσφέρουν. Οι λεπτομέρειες για τα διάφορα επίπεδα διαχωρισμού περιλαμβάνουν περιγραφή των κυρίων νομικών συνεπειών του κάθε προσφερόμενου επιπέδου διαχωρισμού, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών για τον εφαρμοστέο νόμο περί φερεγγυότητας των αντίστοιχων δικαιοδοσιών. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος απαιτεί από τα εκκαθαριστικά μέλη να ενημερώνουν τους πελάτες τους σχετικά με αυτούς τους κινδύνους και τις δαπάνες.

3α.     Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τηρεί αρχεία που του δίνουν τη δυνατότητα να διαπιστώνει οποτεδήποτε και χωρίς καθυστέρηση τα περιουσιακά στοιχεία σε συνάρτηση με κάθε λογαριασμό που τηρείται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

3β.     Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος να ρυθμίζει τις συμφωνίες του έτσι ώστε να εξασφαλίζει ότι, όταν εφαρμόζεται πλήρης διαχωρισμός, μπορεί να διευκολύνει τη μεταφορά των θέσεων και των ασφαλειών των πελατών ενός υπερήμερου μέλους σε έναν ή περισσότερους συμμετέχοντες.

4.   Εφόσον ένας πελάτης βρίσκεται σε καθεστώς πλήρους διαχωρισμού , εφαρμόζεται το παράρτημα III, μέρος 2, σημείο 6 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ.

5.    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η νομοθεσία τους περί αφερεγγυότητας περιλαμβάνει παρεκκλίσεις ικανές να επιτρέπουν στους κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους να ανταποκρίνονται στους σκοπούς και τις απαιτήσεις των διατάξεων αυτών.

Τα σχετικά γεγονότα ενεργοποίησης περιλαμβάνουν την αφερεγγυότητα ενός εκκαθαριστικού μέλους και συναφή γεγονότα, καθώς και τη μη εκπλήρωση των ισχυουσών υποχρεώσεων.

Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ θεσπίζει κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που ορίζουν με μεγαλύτερη ακρίβεια τα σχετικά γεγονότα.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή σχέδιο των εν λόγω κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα στα οποία αναφέρεται το τρίτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

Κεφάλαιο 3

Απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας

Άρθρο 38

Διαχείριση ανοιγμάτων

Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος προβαίνει σε μέτρηση και εκτίμηση της ρευστότητας και των πιστωτικών ανοιγμάτων του έναντι εκάστου εκκαθαριστικού μέλους και, ενδεχομένως, άλλου κεντρικού αντισυμβαλλομένου με τον οποίο έχει προβεί σε ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας, σε σχεδόν πραγματικό χρόνο. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος εντοπίζει, ελέγχει και διαχειρίζεται, στο μέτρο του εφικτού, τους ενδεχομένους κινδύνους από την εκκαθάριση συναλλαγών από τα εκκαθαριστικά μέλη για λογαριασμό πελατών . Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διαθέτει πρόσβαση, εγκαίρως και χωρίς διακρίσεις, σε σχετικές πηγές καθορισμού τιμών, ώστε να είναι σε θέση να μετρά αποτελεσματικά τα ανοίγματά του. Τούτο γίνεται με λογικό κόστος και με σεβασμό των διεθνών δικαιωμάτων ιδιοκτησίας.

Άρθρο 39

Απαιτήσεις περιθωρίου ασφαλείας

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος επιβάλλει, ζητεί και συγκεντρώνει περιθώρια ασφαλείας από τα εκκαθαριστικά μέλη του, και, ενδεχομένως, από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους με τους οποίους έχει προβεί σε ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας, προκειμένου να περιορίσει τα πιστωτικά ανοίγματά του. Οι αρμόδιες αρχές εξασφαλίζουν ότι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τηρούν τα ελάχιστα πρότυπα περιθωρίων ασφαλείας σύμφωνα με την παράγραφο 5. Αυτά τα ελάχιστα πρότυπα θα προσαρμόζονται ανάλογα με το επίπεδο κινδύνου και θα αναθεωρούνται τακτικά έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στις τρέχουσες συνθήκες της αγοράς και ιδίως για να αντιμετωπίζονται έκτακτες καταστάσεις, εφόσον διαπιστώνεται ότι με τον τρόπο αυτόν θα μετριαστούν οι συστημικοί κίνδυνοι. Τα εν λόγω περιθώρια ασφαλείας επαρκούν για την κάλυψη δυνητικών ανοιγμάτων τα οποία ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος υπολογίζει ότι θα παρουσιαστούν, μέχρι τη ρευστοποίηση των σχετικών θέσεων. Επαρκούν για την κάλυψη των ζημιών που προκύπτουν από τουλάχιστον 99 % των κινήσεων των ανοιγμάτων, σε κατάλληλο χρονικό ορίζοντα, και διασφαλίζουν ότι ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ασφαλίζει πλήρως τα ανοίγματά του με όλα τα εκκαθαριστικά μέλη του και, ενδεχομένως, με τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους με τους οποίους έχει προβεί σε ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας, τουλάχιστον επί καθημερινής βάσεως.

Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 1095/2010, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να αναπροσαρμόζει τις απαιτήσεις περιθωρίου ασφαλείας σε έκτακτες καταστάσεις όταν αυτό μειώνει τον συστημικό κίνδυνο.

2.   Κατά τον καθορισμό των απαιτήσεών του για περιθώρια ασφαλείας, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος εφαρμόζει μοντέλα και παραμέτρους που συλλαμβάνουν τα χαρακτηριστικά κινδύνου των προϊόντων που εκκαθαρίζονται και λαμβάνουν υπόψη το διάστημα μεταξύ συγκεντρώσεων περιθωρίων ασφαλείας, ρευστότητας της αγοράς και της πιθανότητας αλλαγών καθ’ όλη τη διάρκεια της συναλλαγής. Τα μοντέλα και οι παράμετροι επικυρώνονται από την αρμόδια αρχή και αποτελούν αντικείμενο γνώμης , σύμφωνα με το άρθρο 15.

3.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ζητεί και συγκεντρώνει περιθώρια ασφαλείας, εντός της ημέρας, τουλάχιστον όταν σημειώνεται υπέρβαση προκαθορισμένων κατωφλίων.

3α.     Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ζητεί και συγκεντρώνει περιθώρια ασφαλείας που είναι κατάλληλα για την κάλυψη των θέσεων οι οποίες είναι καταγεγραμμένες σε κάθε λογαριασμό που τηρείται σύμφωνα με το άρθρο 37 σχετικά με συγκεκριμένα χρηματοπιστωτικά μέσα. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος υπολογίζει τα περιθώρια ασφαλείας όσον αφορά ένα χαρτοφυλάκιο χρηματοπιστωτικών μέσων μόνο όταν η συσχέτιση μεταξύ των τιμών των χρηματοπιστωτικών μέσων που περιλαμβάνει το χαρτοφυλάκιο είναι υψηλή και σταθερή.

5.    Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεπής εφαρμογή των διατάξεων αυτού του άρθρου, η ΕΑΚΑΑ, σε διαβούλευση με την ΕΑΤ, αναπτύσσει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που να διευκρινίζουν το κατάλληλο ποσοστό και χρονικό ορίζοντα, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1, που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τις διάφορες κατηγορίες χρηματοπιστωτικών μέσων και τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3α .

Η ΕΑΚΑΑ, σε διαβούλευση με την ΕΑΤ, υποβάλλει στην Επιτροπή αυτά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

Άρθρο 40

Κεφάλαιο εκκαθάρισης

1.    Προκειμένου να μειώσει περαιτέρω τα πιστωτικά του ανοίγματα στα εκκαθαριστικά του μέλη, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διατηρεί κεφάλαιο εκκαθάρισης για την κάλυψη των ζημιών που υπερβαίνουν τις απώλειες οι οποίες πρέπει να καλυφθούν από απαιτήσεις περιθωρίου ασφαλείας σύμφωνα με το άρθρο 39 , που προκύπτουν από την αθέτηση υποχρέωσης, συμπεριλαμβανομένης της κίνησης διαδικασίας αφερεγγυότητας, ενός ή περισσοτέρων εκκαθαριστικών μελών.

2.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος καθορίζει το ελάχιστο ύψος των εισφορών στο κεφάλαιο εκκαθάρισης και τα κριτήρια για τον υπολογισμό των εισφορών των επιμέρους εκκαθαριστικών μελών. Οι εισφορές είναι ανάλογες με τα ανοίγματα εκάστου εκκαθαριστικού μέλους, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι εισφορές στο κεφάλαιο εκκαθάρισης τουλάχιστον δίνουν στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει την αθέτηση υποχρέωσης των δύο εκκαθαριστικών μελών έναντι των οποίων έχει τα μεγαλύτερα ανοίγματα.

2α.     Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος καταρτίζει σενάρια ακραίων αλλά εύλογων συνθηκών αγοράς. Τα σενάρια περιλαμβάνουν τις περιόδους με τις μεγαλύτερες διακυμάνσεις που έχουν σημειωθεί στις αγορές στις οποίες παρέχει τις υπηρεσίες του ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, και μια σειρά πιθανών μελλοντικών σεναρίων. Πρέπει να λαμβάνουν υπόψη αιφνίδιες πωλήσεις χρηματοοικονομικών πόρων και γρήγορες μειώσεις της ρευστότητας της αγοράς. Το μέγεθος του κεφαλαίου εκκαθάρισης πρέπει να περιλαμβάνει τα περιθώρια ασφαλείας που υπολογίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 39 για τις θέσεις που απορρέουν από τα υποθετικά σενάρια.

Κατά τον υπολογισμό των πιστωτικών ανοιγμάτων στα εκκαθαριστικά του μέλη, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος πρέπει να λαμβάνει υπόψη:

α)

τα ανοίγματα κάθε εκκαθαριστικού μέλους, όπως καταγράφονται σε κάθε λογαριασμό που τηρείται σύμφωνα με το άρθρο 37· και

β)

εάν τα κέρδη από κατά κυριότητα κατεχόμενες θέσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη απωλειών των θέσεων πελατών ή όχι.

3.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δύναται να συστήσει περισσότερα του ενός κεφάλαια εκκαθάρισης για τις διάφορες κατηγορίες μέσων τα οποία εκκαθαρίζει.

3α.     Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή αυτού του άρθρου, η ΕΑΚΑΑ σε διαβούλευση με την ΕΑΤ αναπτύσσει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που καθορίζουν τις λεπτομέρειες των κεφαλαίων εκκαθάρισης που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3.

Η ΕΑΚΑΑ, σε στενή συνεργασία με το ΕΣΚΤ, υποβάλλει στην Επιτροπή αυτά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Ανατίθεται στην Επιτροπή εξουσία κατ’ εξουσιοδότηση, προκειμένου να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

Άρθρο 41

Λοιποί έλεγχοι κινδύνων

1.   Επιπλέον του κεφαλαίου που απαιτείται στο άρθρο 12, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διατηρεί επαρκείς διαθέσιμους χρηματοοικονομικούς πόρους για την κάλυψη δυνητικών ζημιών οι οποίες υπερβαίνουν τις ζημίες που πρόκειται να καλύπτονται από τις απαιτήσεις περιθωρίου ασφαλείας και το κεφάλαιο εκκαθάρισης. Οι πόροι αυτοί μπορεί να περιλαμβάνουν οιοδήποτε άλλο κεφάλαιο εκκαθάρισης που παρέχουν τα εκκαθαριστικά μέλη ή άλλα μέρη, ρυθμίσεις επιμερισμού των ζημιών, ασφαλιστικές διευθετήσεις, τα ίδια κεφάλαια του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, εγγυήσεις της μητρικής επιχείρησης ή παρεμφερείς προβλέψεις. Οι εν λόγω πόροι βρίσκονται στην ελεύθερη διάθεση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου και δεν χρησιμοποιούνται για την κάλυψη λειτουργικών ζημιών.

2.   ▐ Το κεφάλαιο εκκαθάρισης, που αναφέρεται στο άρθρο 40, και οι άλλοι χρηματοοικονομικοί πόροι, που αναφέρονται στην παράγραφο 1, δίνουν, ανά πάσα στιγμή, στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει δυνητικές ζημιές σε ακραίες, αλλά εύλογες συνθήκες αγοράς. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος καταρτίζει σενάρια τέτοιων ακραίων αλλά εύλογων συνθηκών αγοράς.

3.    Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος εκτιμά τις ενδεχόμενες ανάγκες του σε ρευστό. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διαθέτει ανά πάσα στιγμή πρόσβαση σε επαρκή ρευστότητα προκειμένου να παρέχει τις υπηρεσίες του και να ασκεί τις δραστηριότητές του. Προς το σκοπό αυτό, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος λαμβάνει τα αναγκαία πιστωτικά όρια ή παρεμφερείς ρυθμίσεις για την κάλυψη των υποχρεώσεών του σε ρευστότητα, σε περίπτωση που οι χρηματοοικονομικοί πόροι που βρίσκονται στη διάθεσή του δεν είναι άμεσα διαθέσιμοι. Κάθε εκκαθαριστικό μέλος, μητρική ή θυγατρική επιχείρηση του εκκαθαριστικού μέλους δεν μπορεί να παρέχει περισσότερο από το 25 % των πιστωτικών ορίων τα οποία χρειάζεται ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος.

4.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος μπορεί να ζητήσει από μη υπερήμερα εκκαθαριστικά μέλη να παράσχουν επιπρόσθετα κεφάλαια, σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης από άλλο εκκαθαριστικό μέλος. Τα εκκαθαριστικά μέλη του κεντρικού αντισυμβαλλομένου έχουν περιορισμένα ανοίγματα έναντι του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

5.    Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ σε διαβούλευση με την ΕΑΤ αναπτύσσει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που να διευκρινίζουν τις ακραίες συνθήκες, που αναφέρονται στην παράγραφο 2, τις οποίες πρέπει να αντιμετωπίζει ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος.

Η ΕΑΚΑΑ, σε διαβούλευση με την ΕΑΤ, υποβάλλει στην Επιτροπή αυτά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο ▐ σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

Άρθρο 42

Γραμμές άμυνας σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος χρησιμοποιεί για την κάλυψη των ζημιών τα περιθώρια ασφαλείας που έχουν παρασχεθεί από το υπερήμερο εκκαθαριστικό μέλος, πριν από άλλους χρηματοοικονομικούς πόρους.

2.   Σε περίπτωση που τα περιθώρια ασφαλείας τα οποία έχουν παρασχεθεί από το υπερήμερο εκκαθαριστικό μέλος δεν επαρκούν για την κάλυψη των ζημιών που υφίσταται ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, για να καλύψει τις εν λόγω ζημίες, χρησιμοποιεί την εισφορά του υπερήμερου μέλους στο κεφάλαιο εκκαθάρισης.

3.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος χρησιμοποιεί τις εισφορές στο κεφάλαιο εκκαθάρισης και τις λοιπές εισφορές των μη υπερήμερων εκκαθαριστικών μελών μόνον αφού έχει εξαντλήσει τις εισφορές του υπερήμερου εκκαθαριστικού μέλους και ▐ τα ίδια κεφάλαια του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, που αναφέρονται στο άρθρο 41 παράγραφος 1.

4.   Δεν επιτρέπεται στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο να χρησιμοποιεί τα περιθώρια ασφαλείας που έχουν παρασχεθεί από μη υπερήμερα εκκαθαριστικά μέλη για την κάλυψη των ζημιών που προκύπτουν από την αθέτηση υποχρέωσης άλλου εκκαθαριστικού μέλους.

Άρθρο 43

Απαιτήσεις παροχής ασφάλειας

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δέχεται άκρως ρευστοποιήσιμες ασφάλειες, όπως μετρητά, χρυσό, κυβερνητικά και υψηλής ποιότητας εταιρικά ομόλογα, με ελάχιστο πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο αγοράς, για την κάλυψη του αρχικού και συνεχιζόμενου ανοίγματός του έναντι των εκκαθαριστικών μελών του. Για μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλόμενους, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος μπορεί να δεχτεί τραπεζικές εγγυήσεις, λαμβάνοντας υπόψη τις εγγυήσεις αυτές στο άνοιγμα έναντι τράπεζας η οποία είναι εκκαθαριστικό μέλος. Εφαρμόζει κατάλληλους συντελεστές αποκοπής για την αποτίμηση της αξίας, που αντικατοπτρίζουν το ενδεχόμενο να υποχωρήσει η αξία τους κατά το διάστημα μεταξύ της τελευταίας αναπροσαρμογής τους και της στιγμής κατά την οποία μπορεί εύλογα να θεωρηθεί ότι έχουν ρευστοποιηθεί. Λαμβάνει υπόψη τον κίνδυνο ρευστότητας κατόπιν αθέτησης υποχρέωσης ενός συμμετέχοντος στην αγορά και τον κίνδυνο συγκέντρωσης σε ορισμένα περιουσιακά στοιχεία που μπορεί να προκύψει κατά τον καθορισμό των αποδεκτών ασφαλειών και των σχετικών συντελεστών αποκοπής. Αυτά τα ελάχιστα πρότυπα θα προσαρμόζονται ανάλογα με το επίπεδο κινδύνου και θα αναθεωρούνται τακτικά, έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στις τρέχουσες συνθήκες της αγοράς και ιδίως για να αντιμετωπίζονται έκτακτες καταστάσεις, εφόσον διαπιστώνεται ότι με τον τρόπο αυτόν θα μετριαστεί ο συστημικός κίνδυνος.

2.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος μπορεί να δέχεται, ως ασφάλεια για την κάλυψη των απαιτήσεων περιθωρίου ασφαλείας, όπου ενδείκνυται και είναι συνετό, το υποκείμενο της σύμβασης παραγώγων ή το χρηματοπιστωτικό μέσο από όπου προέρχεται το άνοιγμα του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

3.    Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ, σε διαβούλευση με το ΕΣΣΚ και την ΕΑΤ, αναπτύσσει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που να διευκρινίζουν το είδος των ασφαλειών που μπορούν να θεωρηθούν άκρως ρευστοποιήσιμες και τους συντελεστές αποκοπής, που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Η ΕΑΚΑΑ, σε διαβούλευση με το ΕΣΚΤ και την ΕΑΤ, υποβάλλει στην Επιτροπή αυτά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

Άρθρο 44

Επενδυτική πολιτική

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος επενδύει τους χρηματοοικονομικούς πόρους του μόνον σε άκρως ρευστοποιήσιμα χρηματοπιστωτικά μέσα, με ελάχιστο κίνδυνο αγοράς και πιστωτικό κίνδυνο , για παράδειγμα σε αποθεματικά κεντρικής τράπεζας της ΕΕ. . Οι επενδύσεις είναι ταχέως ρευστοποιήσιμες, με ελάχιστες δυσμενείς επιπτώσεις στις τιμές.

1α.     Το ποσό κεφαλαίου, μαζί με τα κέρδη και τα αποθεματικά του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου, που δεν επενδύονται σύμφωνα με την παράγραφο 1, δεν λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς του άρθρου 12 παράγραφος 2.

2.   Τα χρηματοπιστωτικά μέσα που παρέχονται ως περιθώρια ασφαλείας κατατίθενται σε διαχειριστές συστημάτων διακανονισμού κινητών αξιών, οι οποίοι διασφαλίζουν πρόσβαση χωρίς διακρίσεις στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και την πλήρη προστασία των εν λόγω μέσων. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διαθέτει άμεση πρόσβαση στα χρηματοπιστωτικά μέσα, όταν απαιτείται. Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι ασκούν αυστηρούς ελέγχους όσον αφορά την επανενεχυρίαση των ασφαλειών των εκκαθαριστικών μελών, που υπόκεινται σε επανεξέταση από την ΕΑΚΑΑ.

3.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δεν επενδύει το κεφάλαιό του ή τα ποσά που προκύπτουν από τις απαιτήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 39, 40 και 41 σε δικές του κινητές αξίες, ούτε σε κινητές αξίες της μητρικής ή της θυγατρικής του επιχείρησης.

4.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος λαμβάνει υπόψη τα συνολικά του ανοίγματα πιστωτικού κινδύνου σε μεμονωμένους οφειλέτες, όταν λαμβάνει τις επενδυτικές αποφάσεις του, και μεριμνά ώστε η συνολική του έκθεση σε κίνδυνο έναντι οιουδήποτε μεμονωμένου οφειλέτη να παραμένει εντός αποδεκτών ορίων συγκέντρωσης.

5.    Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ, σε διαβούλευση με την ΕΑΤ, αναπτύσσει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που να διευκρινίζουν τα άκρως ρευστοποιήσιμα χρηματοπιστωτικά μέσα, που αναφέρονται στην παράγραφο 1, και τα όρια συγκέντρωσης, που αναφέρονται στην παράγραφο 4.

Η ΕΑΚΑΑ, σε διαβούλευση με την ΕΑΤ, υποβάλλει στην Επιτροπή αυτά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

Άρθρο 45

Διαδικασίες σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει προβλέψει λεπτομερείς διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται σε περίπτωση που ένα εκκαθαριστικό μέλος δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 35, εντός των προθεσμιών και σύμφωνα με τις διαδικασίες που έχουν καθοριστεί από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος περιγράφει λεπτομερώς τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται σε περίπτωση που η αφερεγγυότητα ενός εκκαθαριστικού μέλους δεν έχει διαπιστωθεί από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο. Οι εν λόγω διαδικασίες επανεξετάζονται σε ετήσια βάση.

2.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος προβαίνει σε άμεσες ενέργειες για τον περιορισμό των ζημιών και των πιέσεων στη ρευστότητα που προκύπτουν από αθετήσεις υποχρεώσεων και διασφαλίζει ότι το κλείσιμο των θέσεων οιουδήποτε εκκαθαριστικού μέλους δεν προκαλεί αναστάτωση στις εργασίες του, ούτε εκθέτει τα μη υπερήμερα εκκαθαριστικά μέλη σε ζημίες τις οποίες δεν μπορούν να προβλέψουν ή να ελέγξουν.

3.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ενημερώνει πάραυτα την αρμόδια αρχή. Η εν λόγω αρμόδια αρχή ενημερώνει αμέσως την αρχή που είναι υπεύθυνη για την εποπτεία του υπερήμερου εκκαθαριστικού μέλους, σε περίπτωση που ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κρίνει ότι το εκκαθαριστικό μέλος δεν θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις μελλοντικές του υποχρεώσεις και όταν ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος σκοπεύει να κηρύξει την υπερημερία του.

4.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος καθορίζει τον εκτελεστό χαρακτήρα των διαδικασιών υπερημερίας. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος καθορίζει τον εκτελεστό χαρακτήρα των διαδικασιών υπερημερίας. Λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο, προκειμένου να διασφαλίσει ότι διαθέτει εξουσία εκ του νόμου για τη ρευστοποίηση των θέσεων πελάτη του υπερήμερου εκκαθαριστικού μέλους.

Άρθρο 46

Επανεξέταση μοντέλων, προσομοίωση ακραίων καταστάσεων και δοκιμή εκ των υστέρων

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος επανεξετάζει τακτικά τα μοντέλα και τις παραμέτρους που εφαρμόζονται για τον υπολογισμό των απαιτήσεών του για περιθώρια ασφαλείας, των εισφορών στο κεφάλαιο εκκαθάρισης, των απαιτήσεων παροχής ασφάλειας και άλλων μηχανισμών ελέγχου κινδύνων. Υποβάλλει τα μοντέλα σε αυστηρές και συχνές προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων, προκειμένου να αξιολογήσει την ανθεκτικότητά τους σε ακραίες, αλλά εύλογες συνθήκες αγοράς και εκτελεί δοκιμές εκ των υστέρων, προκειμένου να αξιολογήσει την αξιοπιστία της μεθοδολογίας που εφαρμόστηκε. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ενημερώνει την αρμόδια αρχή για τα αποτελέσματα των δοκιμών που πραγματοποιήθηκαν και λαμβάνει την επικύρωσή της, πριν προβεί σε οιαδήποτε αλλαγή των μοντέλων και των παραμέτρων.

2.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος υποβάλλει τακτικά σε δοκιμές τις βασικές πτυχές των διαδικασιών του σε περίπτωση αθέτησης υποχρεώσεων και λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο, προκειμένου να διασφαλίσει ότι όλα τα εκκαθαριστικά μέλη τις κατανοούν και έχουν προβλέψει κατάλληλες ρυθμίσεις για να αντιμετωπίσουν γεγονότα αθέτησης υποχρεώσεων.

2a.     Η ΕΑΚΑΑ παρέχει στις ΕΕΑ πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα των προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, προκειμένου να τους επιτρέψει να εκτιμήσουν το άνοιγμα των χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων σε αθέτηση υποχρεώσεων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων.

3.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δημοσιοποιεί βασικές πληροφορίες σχετικά με το μοντέλο διαχείρισης κινδύνου και τις παραδοχές που εφαρμόζει για την εκτέλεση των δοκιμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, και για τα αποτελέσματα των προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων, εκτός αν η αρμόδια αρχή θεωρήσει, αφού έλθει σε διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, ότι η δημοσιοποίησή τους θα συνιστούσε απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

4.    Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που να διευκρινίζουν τα εξής:

α)

το είδος των δοκιμών που πρέπει να διενεργούνται για τις διάφορες κατηγορίες χρηματοπιστωτικών μέσων και χαρτοφυλακίων·

β)

τη συμμετοχή των εκκαθαριστικών μελών ή άλλων μερών στις δοκιμές·

γ)

τη συχνότητα των δοκιμών·

δ)

τους χρονικούς ορίζοντες των δοκιμών·

ε)

τις βασικές πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

Η ΕΑΚΑΑ, σε διαβούλευση με την ΕΑΤ, υποβάλλει στην Επιτροπή αυτά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

Άρθρο 47

Διακανονισμός

1.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος χρησιμοποιεί, εφόσον είναι πρακτικό και διαθέσιμο, χρήμα κεντρικής τράπεζας για τον διακανονισμό των συναλλαγών του. Αν δεν χρησιμοποιηθεί χρήμα κεντρικής τράπεζας, λαμβάνονται μέτρα για τον αυστηρό περιορισμό των κινδύνων ταμειακής εκκαθάρισης .

2.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δηλώνει σαφώς τις υποχρεώσεις του όσον αφορά τις παραδόσεις χρηματοπιστωτικών μέσων, αναφέροντας συγκεκριμένα αν έχει υποχρέωση να προβεί σε παράδοση ή παραλαβή χρηματοπιστωτικού μέσου ή αν αποζημιώνει συμμετέχοντες για ζημίες που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διαδικασία παράδοσης.

3.   Σε περίπτωση που ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει υποχρέωση να προβεί σε παραδόσεις ή παραλαβές χρηματοπιστωτικών μέσων, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος εξαλείφει τον κίνδυνο κεφαλαίου, με την προσφυγή, όσο το δυνατόν, σε μηχανισμούς «παράδοσης με την πληρωμή» (delivery-versus-payment).

Άρθρο 48

Ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας

1.   Ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος μπορεί να προβεί σε ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας με άλλον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, εφόσον πληρούνται οι απαιτήσεις των άρθρων 49 και 50.

1a.     Προκειμένου να μην εκτίθενται οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι σε πρόσθετους κινδύνους, οι ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας εφαρμόζονται μόνον σε κινητές αξίες και μέσα χρηματαγοράς, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 18 στοιχεία α) και β) και σημείο 19 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ για τους σκοπούς αυτού του κανονισμού. Ωστόσο, έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2014, η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με το αν θα ήταν σκόπιμη η επέκταση του πεδίου αυτού σε άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα.

2.   Όταν καθορίζονται ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας με άλλον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, με σκοπό την παροχή υπηρεσιών σε συγκεκριμένο τόπο διαπραγμάτευσης, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος διαθέτει πρόσβαση χωρίς διακρίσεις στα δεδομένα που χρειάζεται για την άσκηση των καθηκόντων του από αυτόν τον συγκεκριμένο τόπο διαπραγμάτευσης, καθώς και στο αντίστοιχο σύστημα διακανονισμού.

3.   Η καθιέρωση ρυθμίσεων διαλειτουργικότητας ή η πρόσβαση σε ροή δεδομένων ή σε σύστημα διακανονισμού, όπως αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, περιορίζονται, άμεσα ή έμμεσα, μόνον για να μειωθούν οι κίνδυνοι που απορρέουν από τις εν λόγω ρυθμίσεις ή πρόσβαση.

Άρθρο 48α

Πρόσβαση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου στη ροή συναλλαγών

1.     Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει δικαίωμα πρόσβασης χωρίς διακρίσεις στη ροή δεδομένων κάθε επιμέρους τόπου διαπραγμάτευσης και πρόσβασης σε κάθε σχετικό σύστημα διακανονισμού που χρειάζεται για την εκτέλεση των καθηκόντων του.

2.     Για το σκοπό της υποβολής εκθέσεων προς την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 68, η ΕΑΚΑΑ παρακολουθεί την πρόσβαση στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, και τις συνέπειες που έχουν για την ανταγωνιστικότητα ορισμένες πρακτικές, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης πρακτικών αποκλειστικής αδειοδότησης.

Άρθρο 49

Διαχείριση κινδύνου

1.   Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που προβαίνουν σε ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας:

α)

εφαρμόζουν κατάλληλες πολιτικές, διαδικασίες και συστήματα, προκειμένου να εντοπίζουν, να παρακολουθούν και να διαχειρίζονται αποτελεσματικά τους επιπρόσθετους κινδύνους που απορρέουν από τις ρυθμίσεις, ούτως ώστε να είναι σε θέση να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους εγκαίρως·

β)

συμφωνούν για τα αντίστοιχα δικαιώματα και υποχρεώσεις τους, συμπεριλαμβανομένου του εφαρμοστέου δικαίου που διέπει τις σχέσεις τους·

γ)

εντοπίζουν, παρακολουθούν και διαχειρίζονται αποτελεσματικά τους πιστωτικούς κινδύνους και τους κινδύνους ρευστότητας, ούτως ώστε η αθέτηση υποχρέωσης από εκκαθαριστικό μέλος ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου να μην έχει επίδραση σε άλλον διαλειτουργικό κεντρικό αντισυμβαλλόμενο·

δ)

εντοπίζουν, παρακολουθούν και αντιμετωπίζουν ενδεχόμενες αλληλεξαρτήσεις και συσχετίσεις που απορρέουν από τις ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας, οι οποίες μπορεί να έχουν επίδραση στους πιστωτικούς κινδύνους και στους κινδύνους ρευστότητας που συνδέονται με τις συγκεντρώσεις των εκκαθαριστικών μελών και τους ενοποιημένους χρηματοοικονομικούς πόρους.

Για τους σκοπούς του στοιχείου β) του πρώτου εδαφίου, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι χρησιμοποιούν τους ίδιους κανόνες όσον αφορά τη χρονική στιγμή της εισαγωγής των εντολών μεταβίβασης στα αντίστοιχα συστήματά τους και τη χρονική στιγμή του αμετάκλητου, όπως αναφέρεται αναλόγως στην οδηγία 98/26/ΕΚ.

Για τους σκοπούς του στοιχείου γ) του πρώτου εδαφίου, στους όρους των ρυθμίσεων περιγράφεται συνοπτικά η διαδικασία για τη διαχείριση των συνεπειών από την αθέτηση υποχρέωσης, σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης από έναν από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, με τον οποίο υπάρχουν ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας.

Για τους σκοπούς του στοιχείου δ) του πρώτου εδαφίου, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι ασκούν αυστηρούς ελέγχους όσον αφορά την επανενεχυρίαση των ασφαλειών των εκκαθαριστικών μελών, στο πλαίσιο των ρυθμίσεων, εάν επιτρέπεται από τις αρμόδιες αρχές τους. Στις ρυθμίσεις περιγράφεται συνοπτικά πώς έχουν αντιμετωπιστεί οι εν λόγω κίνδυνοι, λαμβανομένης υπόψη της επαρκούς κάλυψης και της ανάγκης να περιοριστεί η μετάδοση.

2.   Σε περίπτωση που διαφέρουν τα μοντέλα διαχείρισης κινδύνου, τα οποία χρησιμοποιούν οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι για την κάλυψη του ανοίγματός τους έναντι των εκκαθαριστικών μελών τους, καθώς και των αμοιβαίων ανοιγμάτων τους, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι εντοπίζουν τις διαφορές αυτές, αξιολογούν τους κινδύνους που ενδέχεται να προκύψουν από αυτές και λαμβάνουν μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της εξασφάλισης επιπρόσθετων χρηματοοικονομικών πόρων, τα οποία περιορίζουν τις επιπτώσεις τους στις ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας, όπως και τις δυνητικές συνέπειές τους ως προς τους κινδύνους μετάδοσης και διασφαλίζουν ότι οι διαφορές αυτές δεν έχουν επίδραση στην ικανότητα εκάστου κεντρικού αντισυμβαλλομένου να διαχειρίζεται τις συνέπειες από την αθέτηση υποχρέωσης εκκαθαριστικού μέλους.

Άρθρο 49α

Παροχή περιθωρίων ασφαλείας μεταξύ κεντρικών αντισυμβαλλομένων

1.     Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος προβαίνει σε διαχωρισμό της ασφάλειας που έλαβε από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους με τους οποίους έχει προβεί σε ρύθμιση διαλειτουργικότητας.

2.     Οι ασφάλειες που παρέχονται σε ρευστό διατηρούνται σε χωριστούς λογαριασμούς.

3.     Οι ασφάλειες που παρέχονται με τη μορφή χρηματοπιστωτικών μέσων διατηρούνται σε χωριστούς λογαριασμούς στους διαχειριστές συστημάτων διακανονισμού αξιογράφων που κοινοποιούνται στην οδηγία 98/26/ΕΚ.

4.     Οι ασφάλειες που διαχωρίζονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 είναι διαθέσιμες στον αποδέκτη κεντρικό αντισυμβαλλόμενο μόνο σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου που παρέσχε την ασφάλεια στο πλαίσιο ρύθμισης διαλειτουργικότητας.

5.     Σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου που έλαβε την ασφάλεια στο πλαίσιο ρύθμισης διαλειτουργικότητας, η ασφάλεια που διαχωρίστηκε σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 επιστρέφεται αμέσως στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο που την παραχώρησε.

Άρθρο 50

Έγκριση των ρυθμίσεων διαλειτουργικότητας

1.   Οι ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας υπόκεινται στην προηγούμενη έγκριση από τις αρμόδιες αρχές των σχετικών κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 13.

2.   Οι αρμόδιες αρχές δίδουν έγκριση για τις ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας μόνον εφόσον οι εμπλεκόμενοι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι έχουν λάβει άδεια εκκαθάρισης σύμφωνα με τις διαδικασίες του άρθρου 13 και έχουν εκπληρώσει αδιάλειπτα τον ρόλο τους εκκαθαρίζοντας συμβάσεις παραγώγων δυνάμει αυτής της άδειας και σύμφωνα με απαιτήσεις εποπτείας για περίοδο τουλάχιστον 5 ετών, εφόσον πληρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 49, εφόσον οι τεχνικές προϋποθέσεις για την εκκαθάριση των συναλλαγών, βάσει των όρων των ρυθμίσεων, επιτρέπουν την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία των χρηματαγορών, και εφόσον οι ρυθμίσεις δεν υπονομεύουν την αποτελεσματικότητα της εποπτείας.

3.   Εάν η αρμόδια αρχή κρίνει ότι δεν πληρούνται οι απαιτήσεις της παραγράφου 2, εξηγεί εγγράφως, στις άλλες αρμόδιες αρχές και στους σχετικούς κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, τις εκτιμήσεις της για τους κινδύνους. Ενημερώνει επίσης την ΕΑΚΑΑ, η οποία εκδίδει γνώμη σχετικά με το βάσιμο των εκτιμήσεων για τους κινδύνους ως αιτιολόγηση της άρνησης να εγκρίνει τις ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας. Η γνώμη της ΕΑΚΑΑ τίθεται στη διάθεση όλων των ενδιαφερομένων κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Εάν η αξιολόγηση της ΕΑΚΑΑ διαφέρει από την αξιολόγηση της σχετικής αρμόδιας αρχής, η εν λόγω αρχή επανεξετάζει τη θέση της, λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη της ΕΑΚΑΑ.

4.   Έως τις 30 Ιουνίου 2012 η ΕΑΚΑΑ εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις, προκειμένου να καταρτίζονται συνεπείς, αποδοτικές και αποτελεσματικές αξιολογήσεις των ρυθμίσεων διαλειτουργικότητας, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Τίτλος VI

Εγγραφή και εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών

Κεφάλαιο 1

Όροι και διαδικασίες για την εγγραφή αρχείου καταγραφής συναλλαγών

Άρθρο 51

Εγγραφή αρχείου καταγραφής συναλλαγών

1.   Τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών εγγράφονται στην ΕΑΚΑΑ για τους σκοπούς του άρθρου 6.

2.   Προκειμένου να είναι επιλέξιμο για εγγραφή σύμφωνα με το παρόν άρθρο, το αρχείο καταγραφής συναλλαγών πρέπει να είναι νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση και πληροί τις απαιτήσεις του τίτλου VII.

3.   Η εγγραφή του αρχείου καταγραφής συναλλαγών ισχύει για ολόκληρο το έδαφος της Ένωσης.

4.   Το εγγεγραμμένο αρχείο καταγραφής συναλλαγών πληροί ανά πάσα στιγμή τους αρχικούς όρους εγγραφής. Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών κοινοποιεί, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στην ΕΑΚΑΑ κάθε ουσιαστική μεταβολή στους όρους εγγραφής.

Άρθρο 52

Αίτηση εγγραφής

1.   Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών υποβάλλει αίτηση εγγραφής στην ΕΑΚΑΑ.

2.   Η ΕΑΚΑΑ εκτιμά αν η αίτηση είναι πλήρης, εντός δέκα εργασίμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης.

Εάν η αίτηση δεν είναι πλήρης, η ΕΑΚΑΑ ορίζει προθεσμία εντός της οποίας το αρχείο καταγραφής συναλλαγών οφείλει να παράσχει συμπληρωματικές πληροφορίες.

Η ΕΑΚΑΑ, αφού κρίνει ότι η αίτηση είναι πλήρης, αποστέλλει σχετική κοινοποίηση στο αρχείο καταγραφής συναλλαγών.

3.    Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ αναπτύσσει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που να διευκρινίζουν τις λεπτομέρειες της αίτησης εγγραφής στην ΕΑΚΑΑ, η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή αυτά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 19]

4.   Προκειμένου να διασφαλιστεί ενιαία εφαρμογή της παραγράφου 1, η ΕΑΚΑΑ αναπτύσσει σχέδια για εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα για τον καθορισμό του μορφότυπου της αίτησης εγγραφής στη ΕΑΚΑΑ.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 53

Εξέταση της αίτησης

1.   Η ΕΑΚΑΑ, εντός 40 εργασίμων ημερών από την κοινοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 52 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο, εξετάζει την αίτηση εγγραφής με βάση τη συμμόρφωση του αρχείου καταγραφής συναλλαγών προς τις απαιτήσεις των άρθρων 64 έως 67 και εκδίδει πλήρως αιτιολογημένη απόφαση εγγραφής ή άρνησης εγγραφής.

2.   Η απόφαση που εκδίδεται από την ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με την παράγραφο 1 παράγει αποτελέσματα την πέμπτη εργάσιμη μέρα από την έκδοσή της.

Άρθρο 54

Κοινοποίηση της απόφασης

1.   Όταν η ΕΑΚΑΑ εκδώσει απόφαση εγγραφής, άρνησης εγγραφής ή ανάκλησης εγγραφής, την κοινοποιεί στο αρχείο καταγραφής συναλλαγών, εντός πέντε εργασίμων ημερών, συνοδευόμενη από πλήρη αιτιολόγηση της απόφασής της.

2.   Η ΕΑΚΑΑ γνωστοποιεί στην Επιτροπή κάθε απόφαση που λαμβάνεται σύμφωνα με την παράγραφο 1.

3.   Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει στον δικτυακό της τόπο κατάλογο των αρχείων καταγραφής συναλλαγών που έχουν εγγραφεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Ο κατάλογος αυτός ενημερώνεται εντός πέντε εργασίμων ημερών από την έκδοση απόφασης σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Άρθρο 55

Πρόστιμα

1.    Η ΕΑΚΑΑ ▐ μπορεί, με απόφαση, να επιβάλει πρόστιμο σε αρχείο καταγραφής συναλλαγών, εάν το αρχείο καταγραφής συναλλαγών έχει παραβιάσει το άρθρο 63 παράγραφος 1, τα άρθρα 64, 65 και 66 και το άρθρο 67 παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος κανονισμού.

2.   Τα πρόστιμα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι αποτρεπτικά και αναλογικά προς τη φύση και τη σοβαρότητα της παράβασης, τη διάρκεια της παράβασης και την οικονομική δυνατότητα του σχετικού αρχείου καταγραφής συναλλαγών. ▐

3.   Παρά την παράγραφο 2, εάν το αρχείο καταγραφής συναλλαγών έχει αποκομίσει, άμεσα ή έμμεσα, ποσοτικοποιήσιμο οικονομικό όφελος από την παράβαση, το ύψος του προστίμου πρέπει να είναι τουλάχιστον ίσο προς το όφελος αυτό.

4.   Προκειμένου να εξασφαλίσει τη συνεπή εφαρμογή αυτού του άρθρου, η ΕΑΚΑΑ αναπτύσσει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αφορούν:

α)

λεπτομερή κριτήρια για τον καθορισμό του ύψους του προστίμου·

β)

τις διαδικασίες για έρευνες, συναφή μέτρα και υποβολή εκθέσεων, καθώς και διαδικαστικούς κανόνες για τη λήψη αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένων διατάξεων σχετικά με τα δικαιώματα υπεράσπισης, την πρόσβαση στον φάκελο, τη νομική εκπροσώπηση, την εμπιστευτικότητα και προσωρινές διατάξεις, καθώς και την ποσοτικοποίηση και την είσπραξη των προστίμων.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή τα εν λόγω σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. [Τροπολογία 6]

Άρθρο 56

Περιοδικές χρηματικές ποινές

1.    Η ΕΑΚΑΑ επιβάλλει , με απόφαση, ▐ περιοδικές χρηματικές ποινές, ▐ προκειμένου να υποχρεώσει:

α)

ένα αρχείο καταγραφής συναλλαγών να τερματίσει κάποια παράβαση·

β)

πρόσωπα που απασχολούνται σε αρχείο καταγραφής συναλλαγών και σχετικούς τρίτους να παράσχουν πλήρεις πληροφορίες που έχουν ζητηθεί ·

γ)

πρόσωπα που απασχολούνται σε αρχείο καταγραφής συναλλαγών και σχετικούς τρίτους να υποβληθούν σε έρευνα και ειδικότερα να παράσχουν πλήρη αρχεία, δεδομένα, διαδικασίες ή οιοδήποτε άλλο απαιτούμενο υλικό, καθώς και να συμπληρώσουν και να διορθώσουν άλλες πληροφορίες που παρέχονται κατά τη διάρκεια έρευνας·

δ)

πρόσωπα που απασχολούνται σε αρχείο καταγραφής συναλλαγών ή σχετικούς τρίτους να υποβληθούν σε επιτόπια επιθεώρηση. ▐

2.   Οι ▐ περιοδικές χρηματικές ποινές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι αποτελεσματικές και αναλογικές. Το ποσό των περιοδικών χρηματικών ποινών επιβάλλεται για κάθε μέρα καθυστέρησης. ▐

2α.     Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, το ποσό των περιοδικών χρηματικών ποινών ανέρχεται στο 3 % του ημερήσιου κύκλου εργασιών κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος. Υπολογίζεται από την ημερομηνία που αναφέρεται στην απόφαση με την οποία επιβάλλεται η περιοδική χρηματική ποινή.

2β.     Η περιοδική χρηματική ποινή επιβάλλεται για μέγιστη περίοδο έξι μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης της ΕΑΚΑΑ. Μετά την εκπνοή της εξάμηνης περιόδου, η ΕΑΚΑΑ εξετάζει τα μέτρα.

Άρθρο 57

Ακρόαση των ενδιαφερόμενων προσώπων

1.   Πριν από τη λήψη απόφασης για επιβολή προστίμου ή περιοδικής χρηματικής ποινής όπως προβλέπεται στα άρθρα 55 και 56, η ΕΑΚΑΑ παρέχει στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα τη δυνατότητα ακρόασης σχετικά με τις αιτιάσεις της Επιτροπής.

Η ΕΑΚΑΑ θεμελιώνει τις αποφάσεις της μόνον στις αιτιάσεις για τις οποίες δόθηκε στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα η δυνατότητα να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους.

2.   Κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας, διασφαλίζονται πλήρως τα δικαιώματα υπεράσπισης των ενδιαφερομένων.

Τα εν λόγω πρόσωπα έχουν το δικαίωμα να αποκτούν γνώση του φακέλου της ΕΑΚΑΑ , με την επιφύλαξη του έννομου συμφέροντος άλλων προσώπων για την προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου τους. Το δικαίωμα πρόσβασης στο φάκελο δεν καλύπτει τις εμπιστευτικές πληροφορίες και τα έγγραφα εσωτερικής χρήσης της ΕΑΚΑΑ . [Τροπολογία 8]

Άρθρο 58

Διατάξεις κοινές για πρόστιμα και περιοδικές χρηματικές ποινές

1.   Η ΕΑΚΑΑ κοινοποιεί δημοσίως κάθε πρόστιμο και περιοδική χρηματική ποινή που έχει επιβληθεί σύμφωνα με τα άρθρα 55 και 56.

2.   Τα πρόστιμα και οι περιοδικές χρηματικές ποινές που επιβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 55 και 56 είναι διοικητικής φύσεως.

2α.     Στις περιπτώσεις που η ΕΑΚΑΑ αποφασίζει να μην επιβάλει πρόστιμα ή χρηματικές ποινές, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή, τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο και εκθέτει τους λόγους για την απόφασή της. [Τροπολογία 9 αναθ.]

Άρθρο 59

Επανεξέταση από το Δικαστήριο

Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαθέτει απεριόριστη δικαιοδοσία για την επανεξέταση των αποφάσεων με τις οποίες η ΕΑΚΑΑ επιβάλλει πρόστιμο ή περιοδική χρηματική ποινή. Το Δικαστήριο δύναται να ακυρώσει, να μειώσει ή να επαυξήσει το πρόστιμο ή την περιοδική χρηματική ποινή που έχει επιβληθεί. [Τροπολογία 10]

Άρθρο 60

Ανάκληση εγγραφής

1.   Η ΕΑΚΑΑ ανακαλεί την εγγραφή αρχείου καταγραφής συναλλαγών σε οιαδήποτε από τις ακόλουθες περιστάσεις:

α)

το αρχείο καταγραφής συναλλαγών παραιτείται ρητά από την εγγραφή ή δεν έχει παράσχει υπηρεσίες κατά τους προηγούμενους έξι μήνες·

β)

το αρχείο καταγραφής συναλλαγών επέτυχε την εγγραφή βάσει ψευδών δηλώσεων ή με οιονδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο·

γ)

το αρχείο καταγραφής συναλλαγών δεν πληροί πλέον τους όρους βάσει των οποίων έγινε δεκτή η εγγραφή του·

δ)

το αρχείο καταγραφής συναλλαγών έχει διαπράξει σοβαρές ή επανειλημμένες παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

2.   Η αρμόδια αρχή κράτους μέλους στο οποίο παρέχει τις υπηρεσίες του και ασκεί τις δραστηριότητές του το αρχείο καταγραφής συναλλαγών και η οποία κρίνει ότι πληρούται ένας από τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, μπορεί να ζητήσει από την ΕΑΚΑΑ να εξετάσει αν πληρούνται οι όροι για ανάκληση της εγγραφής. Σε περίπτωση που η ΕΑΚΑΑ αποφασίσει να μην ανακαλέσει την εγγραφή του αρχείου καταγραφής συναλλαγών, αιτιολογεί πλήρως την απόφασή της.

2α.     Η ΕΑΚΑΑ προβαίνει σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες ώστε να εξασφαλίσει την ομαλή αντικατάσταση του αρχείου καταγραφής συναλλαγών του οποίου ανακλήθηκε η εγγραφή, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς δεδομένων σε άλλα αρχεία καταγραφής συναλλαγών και της μεταφοράς των ροών αναφοράς σε άλλα αρχεία καταγραφής συναλλαγών.

Άρθρο 61

Εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών

1.   Η ΕΑΚΑΑ παρακολουθεί την εφαρμογή των άρθρων 64 έως 67.

2.   Για την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στα άρθρα 51 έως 60, 62 και 63, η ΕΑΚΑΑ διαθέτει εξουσία:

α)

να έχει πρόσβαση σε οιοδήποτε έγγραφο οιασδήποτε μορφής και να λαμβάνει το έγγραφο ή αντίγραφο αυτού·

β)

να ζητεί πληροφορίες από οιοδήποτε πρόσωπο και, εφόσον είναι απαραίτητο, να καλεί και να ανακρίνει οιοδήποτε πρόσωπο για τη συγκέντρωση πληροφοριών·

γ)

να διενεργεί επιτόπιους ελέγχους, με ή χωρίς προειδοποίηση,

δ)

να ζητεί αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων·

Κεφάλαιο 2

Σχέσεις με τρίτες χώρες

Άρθρο 62

Διεθνείς συμφωνίες

Η Επιτροπή υποβάλλει, ενδεχομένως, προτάσεις στο Συμβούλιο για τη διαπραγμάτευση διεθνών συμφωνιών με μία ή περισσότερες τρίτες χώρες όσον αφορά την αμοιβαία πρόσβαση σε συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που είναι καταγεγραμμένες σε αρχεία καταγραφής συναλλαγών εγκατεστημένα σε τρίτες χώρες, καθώς και την ανταλλαγή πληροφοριών για τις εν λόγω συμβάσεις, εφόσον οι πληροφορίες αυτές είναι σημαντικές για την άσκηση των καθηκόντων των αρμοδίων αρχών βάσει του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 63

Ισοδυναμία και αναγνώριση

1.   Αρχείο καταγραφής συναλλαγών εγκατεστημένο σε τρίτη χώρα δύναται να παρέχει τις υπηρεσίες και τις δραστηριότητές του σε οντότητες εγκατεστημένες στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τους σκοπούς του άρθρου 6, μόνον εάν το εν λόγω αρχείο καταγραφής συναλλαγών διαθέτει αυτόνομο υποκατάστημα στην Ένωση, αναγνωρισμένο από την ΕΑΚΑΑ.

2.   Η ΕΑΚΑΑ αναγνωρίζει αρχείο καταγραφής συναλλαγών από τρίτη χώρα, μόνο εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

το αρχείο καταγραφής συναλλαγών έχει λάβει άδεια λειτουργίας και υπόκειται σε αποτελεσματική εποπτεία σε αυτή την τρίτη χώρα·

β)

η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 3·

γ)

η Ένωση έχει συνάψει διεθνή συμφωνία με αυτή την τρίτη χώρα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 62·

δ)

έχουν καθιερωθεί ρυθμίσεις συνεργασίας, σύμφωνα με την παράγραφο 4, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι αρχές της Ένωσης διαθέτουν άμεση και συνεχή πρόσβαση σε όλες τις αναγκαίες πληροφορίες·

δα)

η τρίτη χώρα αποτελεί αντικείμενο απόφασης της Επιτροπής στο οποίο δηλώνεται ότι τα πρότυπα για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας τηρούν τις απαιτήσεις της Ειδικής Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης και είναι ισοδύναμα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στην οδηγία 2005/60/ΕΚ·

δβ)

η τρίτη χώρα έχει υπογράψει συμφωνία με το κράτος μέλος του εγκεκριμένου κεντρικού αντισυμβαλλομένου που πληροί απόλυτα τα πρότυπα που θεσπίζονται στο άρθρο 26 της πρότυπης σύμβασης του ΟΟΣΑ για τη φορολογία επί του εισοδήματος και των κεφαλαίων, και εξασφαλίζει αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών για φορολογικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένων τυχόν πολυμερών φορολογικών συμφωνιών·

δγ)

οι αντίστοιχες αρχές της τρίτης χώρας που έχει προβεί σε ρύθμιση διαλειτουργικότητας με την Ένωση σύμφωνα με το άρθρο 62, με την προϋπόθεση ότι συμφωνούν να αποζημιώσουν το αρχείο καταγραφής συναλλαγών και τις αρχές της ΕΕ για κάθε δαπάνη που προκύπτει από δικαστική διαδικασία η οποία σχετίζεται με τις πληροφορίες που παρέχει το αρχείο καταγραφής συναλλαγών·

δδ)

η τρίτη χώρα τηρεί όρους αμοιβαίας πρόσβασης για αρχεία καταγραφής συναλλαγών που έχουν την έδρα τους στην ΕΕ και εφαρμόζει καθεστώς αμοιβαίας αναγνώρισης στην εν λόγω τρίτη χώρα·

3.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 68 , στην οποία θα αναγνωρίζει ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις τρίτης χώρας εξασφαλίζουν ότι τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε αυτή την τρίτη χώρα συμμορφώνονται προς νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις οι οποίες είναι ισοδύναμες με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και ότι τα εν λόγω αρχεία καταγραφής συναλλαγών υπόκεινται σε αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή σε αυτή την τρίτη χώρα, επί συνεχούς βάσεως.

4.   Η ΕΑΚΑΑ προβαίνει σε ρυθμίσεις συνεργασίας με τις σχετικές αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών των οποίων το νομοθετικό και εποπτικό πλαίσιο έχει κριθεί ισοδύναμο με τον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με την παράγραφο 3. Με τις εν λόγω ρυθμίσεις συνεργασίας διασφαλίζεται ότι οι αρχές της Ένωσης διαθέτουν άμεση και συνεχή πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως επίσης άμεση πρόσβαση σε αρχεία καταγραφής συναλλαγών σε δικαιοδοσίες τρίτων χωρών . Οι εν λόγω ρυθμίσεις προσδιορίζουν τουλάχιστον:

α)

τον μηχανισμό ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ της ΕΑΚΑΑ, κάθε άλλης αρχής της Ένωσης που ασκεί αρμοδιότητες σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, των αρμοδίων αρχών των σχετικών τρίτων χωρών και των αρχείων καταγραφής συναλλαγών των ενδιαφερομένων τρίτων χωρών· ο μηχανισμός αυτός περιλαμβάνει επιτόπιους ελέγχους των αρχείων καταγραφής συναλλαγών τρίτων χωρών, από την ΕΑΚΑΑ·

β)

τις διαδικασίες συντονισμού των εποπτικών δραστηριοτήτων.

Τίτλος VII

Απαιτήσεις για αρχεία καταγραφής συναλλαγών

Άρθρο 64

Γενικές απαιτήσεις

1.   Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών διαθέτει άρτιο πλαίσιο διακυβέρνησης, που περιλαμβάνει σαφή οργανωτική δομή με ευκρινείς, διαφανείς και συνεπείς γραμμές ευθύνης, καθώς και επαρκείς μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, περιλαμβανομένων ορθών διοικητικών και λογιστικών διαδικασιών, που εμποδίζουν την οποιαδήποτε δημοσιοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών.

2.   Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών εφαρμόζει κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες, επαρκείς για να εξασφαλίζεται η συμμόρφωσή του, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης των διοικητικών στελεχών και των υπαλλήλων του, με όλες τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

3.   Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών διατηρεί και εφαρμόζει κατάλληλη οργανωτική δομή, ώστε να διασφαλίζεται η συνέχεια και η εύτακτη λειτουργία του αρχείου καταγραφής συναλλαγών κατά την παροχή των υπηρεσιών και την άσκηση των δραστηριοτήτων του. Χρησιμοποιεί κατάλληλα και ανάλογα συστήματα, πόρους και διαδικασίες.

4.   Τα ανώτατα διοικητικά στελέχη και τα μέλη του συμβουλίου του αρχείου καταγραφής συναλλαγών διαθέτουν τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας και πείρας ώστε να διασφαλίζεται η χρηστή και συνετή διαχείριση του αρχείου καταγραφής συναλλαγών.

5.   Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών προβλέπει αντικειμενικές προϋποθέσεις πρόσβασης και συμμετοχής, χωρίς διακρίσεις, οι οποίες δημοσιοποιούνται. Κριτήρια που περιορίζουν την πρόσβαση επιτρέπονται μόνον στον βαθμό που αποσκοπούν στον έλεγχο του κινδύνου για τα δεδομένα τα οποία διατηρεί το αρχείο καταγραφής συναλλαγών.

6.   Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών δημοσιοποιεί τις σχετικές τιμές και τέλη για τις υπηρεσίες που παρέχει. Δημοσιοποιεί τις τιμές και τα τέλη των επιμέρους παρεχόμενων υπηρεσιών και λειτουργιών χωριστά, συμπεριλαμβανομένων των εκπτώσεων και των επιστροφών, καθώς τους όρους παροχής του οφέλους των εν λόγω μειώσεων. Επιτρέπει, για τις αναφέρουσες οντότητες, χωριστή πρόσβαση στις διάφορες υπηρεσίες. Οι τιμές και τα τέλη που χρεώνονται από το αρχείο καταγραφής συναλλαγών δεν πρέπει να υπερβαίνουν τις δαπάνες του αρχείου καταγραφής συναλλαγών .

Άρθρο 65

Αξιοπιστία λειτουργίας

1.   Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών εντοπίζει πηγές λειτουργικού κινδύνου και τις ελαχιστοποιεί, με την ανάπτυξη κατάλληλων συστημάτων, ελέγχων και διαδικασιών. Τα συστήματα αυτά είναι αξιόπιστα και ασφαλή, και διαθέτουν επαρκή χωρητικότητα για τον χειρισμό των λαμβανομένων πληροφοριών.

2.   Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών διαμορφώνει, εφαρμόζει και διατηρεί κατάλληλη πολιτική αδιάλειπτης λειτουργίας και σχέδιο αποκατάστασης λειτουργίας μετά από καταστροφή, με σκοπό να διασφαλίσει τη διατήρηση των λειτουργιών του, την έγκαιρη αποκατάσταση των εργασιών και την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του αρχείου καταγραφής συναλλαγών. Το σχέδιο αυτό προβλέπει τουλάχιστον την εγκατάσταση μέσων εφεδρικού αρχείου.

Άρθρο 66

Διαφύλαξη και καταγραφή

1.   Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών διασφαλίζει την εμπιστευτικότητα, την ακεραιότητα και την προστασία των πληροφοριών που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 6. Δεν επιτρέπεται η εμπορική χρήση οποιασδήποτε πληροφορίας χωρίς τη συναίνεση και των δύο συμβαλλομένων της σύμβασης παραγώγων.

2.   Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών καταγράφει πάραυτα τις πληροφορίες τις οποίες λαμβάνει δυνάμει του άρθρου 6 και τις διατηρεί τουλάχιστον επί δεκαετία από τη λήξη των σχετικών συμβάσεων. Χρησιμοποιεί ταχείες και αποδοτικές διαδικασίες τήρησης αρχείου για την τεκμηρίωση των αλλαγών στις καταγεγραμμένες πληροφορίες.

3.   Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών υπολογίζει τις θέσεις ανά κατηγορία παραγώγων και ανά αναφέρουσα οντότητα, με βάση τις λεπτομέρειες των συμβάσεων παραγώγων οι οποίες αναφέρονται σύμφωνα με το άρθρο 6.

4.   Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών επιτρέπει, ανά πάσα στιγμή, στα μέρη μιας σύμβασης να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες που αφορούν τη σύμβαση και να τις διορθώνουν.

5.   Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο, προκειμένου να αποφευχθεί η κατάχρηση των πληροφοριών που διατηρούνται στα συστήματά του, και αποφεύγει τη χρήση των εν λόγω πληροφοριών για άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες.

Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που καταγράφονται σε ένα αρχείο καταγραφής συναλλαγών δεν χρησιμοποιούνται για εμπορική χρήση από κανένα άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει σχέση μητρικής ή θυγατρικής επιχείρησης με το αρχείο καταγραφής συναλλαγών.

Άρθρο 67

Διαφάνεια και διαθεσιμότητα των δεδομένων

1.   Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών δημοσιεύει σε τακτική βάση και με τρόπο προσιτό συνολικές θέσεις ανά κατηγορία παραγώγων για τις συμβάσεις οι οποίες του αναφέρονται , για δε την δε αναφορά χρησιμοποιούνται διεθνή ανοικτά βιομηχανικά πρότυπα, όπου αυτό είναι δυνατό .

Τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών διασφαλίζουν ότι παρέχεται σε όλες τις αρμόδιες αρχές απευθείας και άμεση πρόσβαση στις λεπτομερείς πληροφορίες των συμβάσεων παραγώγων, τις οποίες χρειάζονται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

2.   Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών θέτει τις αναγκαίες πληροφορίες στη διάθεση των ακόλουθων οντοτήτων , με την προϋπόθεση ότι η πρόσβαση σε τέτοιες πληροφορίες είναι απολύτως απαραίτητη για να μπορούν να εκπληρώσουν τις αντίστοιχες υποχρεώσεις και εντολές τους.

α)

της ΕΑΚΑΑ·

αα)

του ΕΣΣΚ·

β)

των αρμοδίων αρχών που ασκούν την εποπτεία των επιχειρήσεων που υπόκεινται στην υποχρέωση αναφοράς δυνάμει του άρθρου 6·

γ)

της αρμόδιας αρχής που ασκεί την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν πρόσβαση στο αρχείο καταγραφής συναλλαγών·

γα)

της αρμόδιας αρχής που εποπτεύει τους τόπους εκτέλεσης των αναφερόμενων συμβάσεων·

δ)

των σχετικών κεντρικών τραπεζών του ΕΣΚΤ·

δα)

του κοινού, με συγκεντρωτικό τρόπο κάθε εβδομάδα σε εύληπτη μορφή, έτσι ώστε οι μη συμμετέχοντες να μπορούν να ενημερώνονται δεόντως για συγκεκριμένα αριθμητικά στοιχεία σχετικά με τον όγκο, τις θέσεις, τις τιμές και την αξία, καθώς και τις τάσεις, τους κινδύνους και άλλες σημαντικές πληροφορίες που αυξάνουν τη διαφάνεια των αγορών εξωχρηματιστηριακών παραγώγων.

Ανατίθεται στην ΕΑΚΑΑ εξουσία να ορίζει και να επανεξετάζει τα κριτήρια του μορφότυπου δημοσίευσης και να αποφαίνεται για το αν μια τέτοια δημοσίευση είναι καλύτερο να γίνει από τις αντίστοιχες εθνικές ή ευρωπαϊκές αρχές.

3.   Η ΕΑΚΑΑ ανταλλάσσει με τις άλλες σχετικές αρμόδιες αρχές τις αναγκαίες πληροφορίες για την άσκηση των καθηκόντων τους.

4.    Προκειμένου να διασφαλιστεί συνέπεια στην εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ αναπτύσσει σχέδια για κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που να διευκρινίζουν τις λεπτομέρειες των πληροφοριών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 , καθώς και τα λειτουργικά πρότυπα που απαιτούνται για τη συγκέντρωση και τη σύγκριση δεδομένων από διάφορα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, και, όταν είναι αναγκαίο, για την πρόσβαση των αρχών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στις πληροφορίες αυτές. Τα ανωτέρω σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έχουν ως στόχο να διασφαλίζεται ότι οι πληροφορίες που κοινοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεν δίνουν τη δυνατότητα αναγνώρισης κανενός μέρους από καμία σύμβαση.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή αυτά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 30 Ιουνίου 2012.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 . (Τροπολογία 19)

Άρθρο 67α

Για να εξασφαλιστεί ότι μπορούν να εκπληρώσουν την αποστολή τους, τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών είναι σωστά οργανωμένα προκειμένου να είναι σε θέση να παρέχουν στην ΕΑΚΑΑ και σε ανάλογες αρμόδιες αρχές άμεση και απευθείας πρόσβαση στις λεπτομέρειες των συμβάσεων παραγώγων όπως αναφέρεται στο άρθρο 6.

Τίτλος VIII

Μεταβατικές και τελικές διατάξεις

Άρθρο -68

Κατ' εξουσιοδότηση πράξεις

1.     Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.     Η προβλεπόμενη στα άρθρα 23 και 63 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή επ' αόριστον.

3.     Πριν από την έκδοση πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση, η Επιτροπή έρχεται σε διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ.

4.     Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στα άρθρα 23 και 63 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

5.     Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή κοινοποιεί την εν λόγω πράξη ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.     Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται βάσει των άρθρων 23 και 63 τίθεται σε ισχύ μόνο εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μέσα σε τρεις μήνες από την κοινοποίησή της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα διατυπώσουν αντίρρηση. Με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου, η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες.

Άρθρο 68

Εκθέσεις και επανεξέταση

1.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013, η Επιτροπή επανεξετάζει τις θεσμικές και εποπτικές ρυθμίσεις που προβλέπονται στον τίτλο III, και ιδίως τον ρόλο και τις αρμοδιότητες της ΕΑΚΑΑ, συντάσσει δε σχετική έκθεση. Η Επιτροπή υποβάλλει την έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, συνοδευόμενη, ενδεχομένως, από ενδεδειγμένες προτάσεις.

Έως την ίδια ημερομηνία, η Επιτροπή, σε συντονισμό με την ΕΑΚΑΑ και τις σχετικές τομεακές αρχές, αξιολογεί τη συστημική σημασία των συναλλαγών των μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων σε εξωχρηματιστηριακά παράγωγα.

2.   Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει εκθέσεις στην Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή της υποχρέωσης εκκαθάρισης, που προβλέπεται στον τίτλο II, και σχετικά με ενδεχόμενους μελλοντικούς κανόνες όσον αφορά τις ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας ▐.

Οι εν λόγω εκθέσεις διαβιβάζονται στην Επιτροπή το αργότερο έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2014.

3.   Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη και την ΕΑΚΑΑ, και αφού ζητήσει αξιολόγηση από το ΕΣΚΤ, καταρτίζει ετήσια έκθεση, όπου αξιολογεί τους πιθανούς συστημικούς κινδύνους και τις συνέπειες στο κόστος από τις ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας.

Η έκθεση επικεντρώνεται τουλάχιστον στον αριθμό και την πολυπλοκότητα των εν λόγω ρυθμίσεων, καθώς και στην επάρκεια των συστημάτων και των μοντέλων διαχείρισης κινδύνου. Η Επιτροπή υποβάλλει την έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, συνοδευόμενη, ενδεχομένως, από ενδεδειγμένες προτάσεις.

Το ΕΣΚΤ παρέχει στην Επιτροπή την αξιολόγησή του σχετικά με τους πιθανούς συστημικούς κινδύνους και τις συνέπειες στο κόστος από τις ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας.

3α.     Έως τις … (31), η Επιτροπή, σε συνεργασία με την ΕΑΚΑΑ, καταρτίζει μια πρώτη γενική έκθεση καθώς και μια πρώτη έκθεση όσον αφορά συγκεκριμένα στοιχεία που συνδέονται με την εκτέλεση του παρόντος κανονισμού.

Η Επιτροπή, σε συνεργασία με την ΕΑΚΑΑ, αξιολογεί ειδικότερα την εξέλιξη των πολιτικών των κεντρικών αντισυμβαλλομένων σχετικά με τον καθορισμό περιθωρίων ασφαλείας και τις απαιτήσεις εξασφάλισης, και την προσαρμογή τους στις συγκεκριμένες δραστηριότητες και προφίλ κινδύνου των χρηστών τους.

Άρθρο 68α

Η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει επαρκή πρόσθετη χρηματοδότηση για να εκτελέσει επιτυχώς τα κανονιστικά και εποπτικά καθήκοντα που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 69

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κινητών Αξιών που συστάθηκε με την απόφαση 2001/528/ΕΚ της Επιτροπής (32). Η επιτροπή αυτή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (33).

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 , τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 του ίδιου κανονισμού .

Άρθρο 70

Τροποποίηση της οδηγίας 98/26/ΕΚ

Στο άρθρο 9 παράγραφος 1 της οδηγίας 98/26/ΕΚ, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Όταν διαχειριστής συστήματος έχει παράσχει ασφάλεια σε άλλον διαχειριστή συστήματος σε συνάρτηση με διαλειτουργικό σύστημα, τα δικαιώματα του παρέχοντος διαχειριστή συστήματος επί της εν λόγω ασφάλειας δεν θίγονται από διαδικασία αφερεγγυότητας έναντι του λαμβάνοντος διαχειριστή συστήματος.»

Άρθρο 70α

Διατήρηση ιστοθέσης από την ΕΑΚΑΑ

1.     Η ΕΑΚΑΑ διατηρεί ιστοθέση που παρέχει τις εξής πληροφορίες:

α)

τις συμβάσεις που είναι επιλέξιμες για την υποχρέωση εκκαθάρισης βάσει του άρθρου 4·

β)

ποινές που έχουν επιβληθεί για παραβάσεις των άρθρων 3 έως 8·

γ)

τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν την άδεια να προσφέρουν υπηρεσίες ή δραστηριότητες εντός της ΕΕ και είναι νομικά πρόσωπα εγκατεστημένα στην ΕΕ, και τις υπηρεσίες ή δραστηριότητες που έχουν την άδεια να παρέχουν ή να ασκούν, συμπεριλαμβανομένων των κατηγοριών χρηματοοικονομικών μέσων που καλύπτονται από την άδειά τους·

δ)

τις ποινές που επιβάλλονται για παραβάσεις των τίτλων IV και IV·

ε)

τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν άδεια να προσφέρουν υπηρεσίες ή δραστηριότητες εντός της ΕΕ και που είναι εγκατεστημένοι σε τρίτη χώρα, και τις υπηρεσίες ή δραστηριότητες που έχουν την άδεια να παρέχουν ή να ασκούν, συμπεριλαμβανομένων των κατηγοριών χρηματοοικονομικών μέσων που καλύπτονται από την άδειά τους·

στ)

τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών που έχουν την άδεια να προσφέρουν υπηρεσίες ή δραστηριότητες εντός της ΕΕ·

ζ)

τις ποινές και τα πρόστιμα που έχουν επιβληθεί βάσει των άρθρων 55 και 56·

η)

το δημόσιο μητρώο που αναφέρεται στο άρθρο 4β.

2.     Για τους σκοπούς των στοιχείων β), γ) και δ) της παραγράφου 1, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών διατηρούν ιστοθέσεις συνδεδεμένες με την ιστοθέση της ΕΑΚΑΑ.

3.     Όλες οι ιστοθέσεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο είναι ανοικτές στο κοινό και ενημερώνονται τακτικά, παρέχουν δε σαφώς διατυπωμένες πληροφορίες.

Άρθρο 71

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ο οποίος έχει λάβει άδεια λειτουργίας στο κράτος μέλος εγκατάστασής του για την παροχή υπηρεσιών, πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού , ή κεντρικός αντισυμβαλλόμενος από τρίτη χώρα, ο οποίος έχει λάβει άδεια λειτουργίας για την παροχή υπηρεσιών σε κράτος μέλος, σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις του εν λόγω κράτους μέλους , ζητεί άδεια , σύμφωνα με το άρθρο 10 ή αναγνώριση, σύμφωνα με το άρθρο 23, για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού το αργότερο εντός … (34)

1α.     Αρχείο καταγραφής συναλλαγών που έχει λάβει άδεια λειτουργίας στο κράτος μέλος εγκατάστασής του προκειμένου να συγκεντρώνει και να τηρεί τα αρχεία παραγώγων πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, ή αρχείο καταγραφής συναλλαγών εγκατεστημένο σε τρίτη χώρα, στο οποίο έχει επιτραπεί να συγκεντρώνει και να τηρεί τα αρχεία παραγώγων που αποτελούν αντικείμενο συναλλαγής σε κράτος μέλος σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του συγκεκριμένου κράτους μέλους πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, πρέπει να υποβάλει αίτηση εγγραφής δυνάμει του άρθρου 51 ή αναγνώρισης δυνάμει του άρθρου 63 έως τις … (35).

2.   Συμβάσεις παραγώγων που έχουν συναφθεί πριν από την ημερομηνία εγγραφής ενός αρχείου καταγραφής συναλλαγών για το συγκεκριμένο είδος σύμβασης αναφέρονται στο εν λόγω αρχείο καταγραφής συναλλαγών εντός 120 ημερών από την ημερομηνία εγγραφής του εν λόγω αρχείου καταγραφής συναλλαγών στην ΕΑΚΑΑ.

2α.     Συμβάσεις παραγώγων οι οποίες έχει διαπιστωθεί αντικειμενικά ότι μειώνουν τους κινδύνους που συνδέονται άμεσα με την οικονομική φερεγγυότητα επενδύσεων συνταξιοδοτικού συστήματος στο πλαίσιο της οδηγίας 2003/41/ΕΚ ή ενός συστήματος όπου το δίκαιο των κρατών μελών αναγνωρίζει το πρόγραμμα για συνταξιοδοτικό προγραμματισμό, εξαιρούνται από την υποχρέωση εκκαθάρισης που ορίζεται στο άρθρο 3 για περίοδο τριών ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, εφόσον η καταχώρηση ρευστοποιήσιμων ασφαλειών θα προκαλούσε αδικαιολόγητη επιβάρυνση των επενδυτών λόγω των απαιτήσεων μετατροπής περιουσιακών στοιχείων. Αν από την έκθεση σύμφωνα με το άρθρο 68 προκύψει ότι για τέτοιου είδους αντισυμβαλλομένους η αδικαιολόγητη αυτή επιβάρυνση παραμένει δυσανάλογη, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να παρατείνει την εξαίρεση προκειμένου να διασφαλίσει την επίλυση των εκκρεμών ζητημάτων.

Η εξαίρεση αυτή δεν επηρεάζει την υποχρέωση αναφοράς σύμφωνα με το άρθρο 6 ούτε τις υποχρεώσεις σε σχέση με τις τεχνικές περιορισμού του κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 12 στοιχείο β).

2β.     Οι υποχρεώσεις των αντισυμβαλλομένων, σύμφωνα με τα άρθρα 3, 6 και 8, τίθενται σε ισχύ έξι μήνες από τη δημοσίευση των κανονιστικών και εκτελεστικών τεχνικών προτύπων, καθώς και των σχετικών κατευθυντήριων γραμμών που καταρτίζει η ΕΑΚΑΑ και εκδίδει η Επιτροπή.

Άρθρο 71α

Προσωπικό και πόροι της ΕΑΚΑΑ

Έως τις 15 Σεπτεμβρίου 2011, η ΕΑΚΑΑ προβαίνει σε αποτίμηση των αναγκών σε προσωπικό και πόρους τις οποίες συνεπάγεται η ανάληψη των εξουσιών και καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού, και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Άρθρο 72

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

[…],

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 54 της 19.2.2011, σ. 44.

(2)  ΕΕ C 57 της 23.2.2011, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12.

(4)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 48.

(5)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84.

(6)  ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1.

(7)   ΕΕ L 96 της 12.4.2003, σ. 16.

(8)   ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 1.

(9)   EE L 177 της 30.6.2006, σ. 1.

(10)   EE L 177 της 30.6.2006, σ. 201.

(11)  ΕΕ L 228 της 16.8.1973, σ. 3.

(12)  EE L 345 της 19.12.2002, σ. 1.

(13)  ΕΕ L 323 της 9.12.2005, σ. 1.

(14)  EE L 302 της 17.11.2009, σ. 32.

(15)  ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 1.

(16)   ΕΕ L 235 της 23.9.2003, σ. 10.

(17)  ΕΕ L 166 της 11.6.1998, σ. 45.

(18)  http://ec.europa.eu/internal_market/financial-markets/docs/code/code_en.pdf

(19)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

(20)   ΕΕ L 55, 28.2.2011, σ. 13.

(21)   ΕΕ L 390 της 31.12.2004, σ. 38.

(22)  ΕΕ L 193 της 18.7.1983, σ. 1.

(23)  ΕΕ L 222 της 14.8.1978, σ. 11.

(24)  

+

Αριθμός, ημερομηνία και τίτλος του κανονισμού (COM(2010)0726).

(25)  ΕΕ L …

(26)  

++

Αριθμός του κανονισμού (COM(2010)0726).

(27)  ΕΕ L 166 της 11.6.1998, σ. 45.

(28)   ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15.

(29)  ΕΕ L 375 της 31.12.1985, σ. 3.

(30)  ΕΕ L 228 της 11.8.1992, σ. 1.

(31)  

+

Τρία έτη μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(32)  ΕΕ L 191 της 13.7.2001, σ. 45.

(33)   ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.

(34)  

+

Δύο έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(35)  

++

Ένα έτος από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.